EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012AG0010

Θέση (ΕΕ) αριθ. 10/2012 του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση ενόψει της έκδοσης κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια στη Θάλασσα Εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 4 Οκτωβρίου 2012

OJ C 352E, 16.11.2012, p. 1–22 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

16.11.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 352/1


ΘΈΣΗ (ΕΕ) αριθ. 10/2012 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ ΣΕ ΠΡΏΤΗ ΑΝΆΓΝΩΣΗ

ενόψει της έκδοσης κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια στη Θάλασσα

Εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 4 Οκτωβρίου 2012

(10/2012/ΕΕ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 100 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), ο οποίος εκδόθηκε συνεπεία του συμβάντος του πετρελαιοφόρου «Erika», ιδρύθηκε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα («ο Οργανισμός») με σκοπό να εξασφαλισθεί υψηλό, ομοιόμορφο και αποτελεσματικό επίπεδο ασφάλειας στη θάλασσα και πρόληψη της ρύπανσης από πλοία.

(2)

Μετά το συμβάν του πετρελαιοφόρου «Prestige» το 2002, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 τροποποιήθηκε προκειμένου να ανατεθούν στον Οργανισμό περισσότερα καθήκοντα στον τομέα της καταπολέμησης της ρύπανσης.

(3)

Είναι ανάγκη να διευκρινιστούν οι τύποι θαλάσσιας ρύπανσης που θα πρέπει να εμπίπτουν στους στόχους του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1406/2002. Έτσι, θα πρέπει να εννοείται η προξενούμενη από εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου θαλάσσια ρύπανση ως ρύπανση από πετρέλαιο ή από οποιαδήποτε άλλη ουσία η οποία, αν εισχωρήσει στο θαλάσσιο περιβάλλον, είναι πιθανό να θέσει σε κίνδυνο την υγεία των ανθρώπων, να βλάψει τους βιολογικούς πόρους και τη θαλάσσια πανίδα και χλωρίδα, να μειώσει την ελκυστικότητα του τοπίου ή να παρακωλύσει άλλες θεμιτές χρήσεις των θαλασσών, κατά τα οριζόμενα στο Πρωτόκολλο του 2000 για την ετοιμότητα, την αντίδραση και τη συνεργασία απέναντι σε περιστατικά ρύπανσης από επικίνδυνες και επιβλαβείς ουσίες

(4)

Ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1406/2002, το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού («Διοικητικό Συμβούλιο») ανέθεσε το 2007 ανεξάρτητη εξωτερική αξιολόγηση της εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού. Με βάση την εν λόγω αξιολόγηση, τον Ιούνιο του 2008, το Διοικητικό Συμβούλιο εξέδωσε συστάσεις για αλλαγές στη λειτουργία του Οργανισμού, στους τομείς αρμοδιότητάς του και στις πρακτικές εργασίας του.

(5)

Με βάση τα πορίσματα της εξωτερικής αξιολόγησης, και τις συστάσεις και την πολυετή στρατηγική που ενέκρινε το Διοικητικό Συμβούλιο τον Μάρτιο του 2010, θα πρέπει να διευκρινισθούν και να επικαιροποιηθούν ορισμένες διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1406/2002. Εστιάζοντας στα κατά προτεραιότητα καθήκοντά του, που αφορούν την ασφάλεια στη θάλασσα, ο Οργανισμός θα πρέπει να αναλάβει ορισμένα νέα κύρια και δευτερεύοντα καθήκοντα που θα ανταποκρίνονται στην εξέλιξη της πολιτικής για την ασφάλεια στη θάλασσα στην Ένωση και σε διεθνές επίπεδο. Δεδομένων των δημοσιονομικών περιορισμών της Ένωσης, χρειάζονται αξιόλογες προσπάθειες παρακολούθησης και αναδιάταξης για να εξασφαλισθεί οικονομική και δημοσιονομική αποτελεσματικότητα και ν’ αποφευχθούν οι αλληλεπικαλύψεις. Οι ανάγκες σε προσωπικό για τα νέα κύρια και δευτερεύοντα καθήκοντα θα πρέπει κατ’ αρχήν να καλυφθούν με εσωτερική αναδιάταξη από τον Οργανισμό. Ταυτόχρονα, ο Οργανισμός θα πρέπει να λαμβάνει, όταν χρειάζεται, χρηματοδότηση από άλλα τμήματα του προϋπολογισμού της Ένωσης, και ειδικότερα από το μηχανισμό ευρωπαϊκής πολιτικής γειτονίας Η άσκηση ενδεχόμενων νέων κύριων και δευτερευόντων καθηκόντων από τον Οργανισμό θα πραγματοποιείται εντός των ορίων της τρέχουσας δημοσιονομικής προοπτικής και του προϋπολογισμού του Οργανισμού, με την επιφύλαξη των διαπραγματεύσεων και αποφάσεων για το μελλοντικό πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο. Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός δεν είναι απόφαση χρηματοδότησης, η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή θα πρέπει να αποφασίζει σχετικά τους πόρους για τον Οργανισμό στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού.

(6)

Τα καθήκοντα του Οργανισμού θα πρέπει να περιγραφούν σαφώς και επακριβώς, με αποφυγή οποιασδήποτε αλληλεπικάλυψης με το έργο άλλων φορέων.

(7)

Ο Οργανισμός έχει ήδη δείξει ότι ορισμένα καθήκοντα μπορούν να εκτελούνται αποτελεσματικότερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πράγμα το οποίο θα μπορούσε σε ορισμένες περιπτώσεις να οδηγεί σε εξοικονομήσεις στους εθνικούς προϋπολογισμούς των κρατών μελών και, όπου αποδεικνύεται, να συνιστά πραγματική ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία.

(8)

Ορισμένες διατάξεις που αφορούν ειδικά τη διοίκηση του Οργανισμού θα πρέπει να διευκρινισθούν. Λαμβανομένης υπόψη της κατοχυρωμένης στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ειδικής αρμοδιότητας της Επιτροπής στην εφαρμογή των πολιτικών της Ένωσης, η Επιτροπή θα παρέχει κατευθύνσεις πολιτικής στον Οργανισμό για την άσκηση των καθηκόντων του, σεβόμενη ταυτόχρονα πλήρως το νομικό καθεστώς του και την ανεξαρτησία του Εκτελεστικού Διευθυντή του, όπως ορίζει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1406/2002.

(9)

Κατά τους διορισμούς των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, την εκλογή του προέδρου και αντιπροέδρου και το διορισμό των τμηματαρχών θα πρέπει να λαμβάνεται πλήρως υπόψη η σημασία της διασφάλισης μιας ισόρροπης εκπροσώπησης και των δύο φύλων.

(10)

Όλες οι παραπομπές σε σχετικές νομικές πράξεις της Ένωσης θα πρέπει να νοούνται ως παραπομπές σε νομικές πράξεις του τομέα της ασφάλειας στη ναυσιπλοΐα, της ναυτικής ασφάλειας, της πρόληψης και αντιμετώπισης της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία, καθώς και της αντιμετώπισης της ρύπανσης της θάλασσας που προκαλείται από εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου.

(11)

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ο όρος «ναυτική ασφάλεια» θα πρέπει να νοείται —σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 725/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 2004 για τη βελτίωση της ασφάλειας στα πλοία και στις λιμενικές εγκαταστάσεις (4)— ως ο συνδυασμός των προληπτικών μέτρων για την προστασία των θαλάσσιων μεταφορών και των λιμενικών εγκαταστάσεων από τις απειλές διάπραξης σκόπιμων παράνομων ενεργειών. Ο στόχος της προστασίας θα πρέπει να επιτευχθεί θεσπίζοντας κατάλληλα μέτρα στον τομέα της πολιτικής θαλάσσιων μεταφορών, με την επιφύλαξη των κανόνων των κρατών μελών στους τομείς της εθνικής ασφάλειας, άμυνας και δημόσιας ασφάλειας, καθώς και στον τομέα της καταπολέμησης οικονομικών εγκλημάτων εις βάρος του κράτους.

(12)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να ενεργεί προς το συμφέρον της Ένωσης. Συμπεριλαμβάνεται εν προκειμένω η περίπτωση να ανατίθεται στον Οργανισμό καθήκον δράσης εκτός της επικράτειας των κρατών μελών σε πεδία της αρμοδιότητάς του ή παροχής επιστημονικής και τεχνικής συνδρομής σε οικείες τρίτες χώρες για να προωθεί την πολιτική της Ένωσης για την ασφάλεια στη θάλασσα.

(13)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να παρέχει τεχνική συνδρομή στα κράτη μέλη ώστε να διευκολύνεται η δημιουργία των απαραίτητων εθνικών ικανοτήτων για την εφαρμογή του κεκτημένου της Ένωσης.

(14)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να παρέχει επιχειρησιακή συνδρομή στα κράτη μέλη και στην Επιτροπή. Συμπεριλαμβάνονται εν προκειμένω υπηρεσίες όπως το ενωσιακό σύστημα ανταλλαγής ναυτιλιακών πληροφοριών (SafeSeaNet), η ευρωπαϊκή υπηρεσία παρακολούθησης πετρελαιοκηλίδων μέσω δορυφόρου (CleanSeaNet), το Κέντρο δεδομένων για την ταυτοποίηση και τον εντοπισμό σκαφών εξ αποστάσεως της Ευρωπαϊκής Ένωσης (κέντρο δεδομένων LRIT της ΕΕ) και τη βάση δεδομένων των επιχειρήσεων του ελέγχου των πλοίων από το κράτος λιμένα της ΕΕ (Thetis).

(15)

Η εμπειρογνωμοσύνη του Οργανισμού σε θέματα ηλεκτρονικών διαβιβάσεων δεδομένων και συστήματα ανταλλαγής θαλάσσιων πληροφοριών θα πρέπει να αξιοποιηθεί για την απλούστευση των διατυπώσεων αναφοράς στοιχείων από τα πλοία, με στόχο την εξάλειψη των συνόρων στις θαλάσσιες μεταφορές και την εγκαθίδρυση ενός Ευρωπαϊκού Χώρου Θαλάσσιων Μεταφορών χωρίς εμπόδια. Ειδικότερα, ο Οργανισμός θα πρέπει να επικουρεί τα κράτη μέλη στην υλοποίηση της οδηγίας 2010/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Οκτωβρίου 2010 σχετικά με τις διατυπώσεις υποβολής δηλώσεων για τα πλοία κατά τον κατάπλου ή/και απόπλου από λιμένες των κρατών μελών (5).

(16)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να ενισχύσει τη συνδρομή που παρέχει στην Επιτροπή όσον αφορά ερευνητικές δραστηριότητες που σχετίζονται με το πεδίο των αρμοδιοτήτων του. Ωστόσο, θα πρέπει να αποφευχθεί η επανάληψη του έργου όσον αφορά το πλαίσιο του υπάρχοντος πλαισίου έρευνας της Ένωσης. Συγκεκριμένα, ο Οργανισμός δεν θα πρέπει να αναλάβει τη διαχείριση ερευνητικών έργων.

(17)

Υπό το φως της ανάπτυξης νέων καινοτόμων εφαρμογών και υπηρεσιών και της βελτίωσης των ήδη υφιστάμενων εφαρμογών και υπηρεσιών, με στόχο την εγκαθίδρυση ενός Ευρωπαϊκού Χώρου Θαλάσσιων Μεταφορών χωρίς εμπόδια, ο Οργανισμός θα πρέπει να αξιοποιήσει πλήρως τις δυνατότητες που παρέχονται από τα ευρωπαϊκά προγράμματα δορυφορικής ραδιοπλοήγησης (EGNOS και Galileo) και το πρόγραμμα παγκόσμιας παρακολούθησης του περιβάλλοντος και της ασφάλειας (GMES).

(18)

Μετά τη λήξη ισχύος του πλαισίου της Ένωσης για τη συνεργασία στον τομέα της ακούσιας ή εκούσιας θαλάσσιας ρύπανσης που θεσπίστηκε με την απόφαση αριθ. 2850/2000/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), ο Οργανισμός θα πρέπει να συνεχίσει ορισμένες δραστηριότητες που είχαν αναληφθεί προηγουμένως με βάση το εν λόγω πλαίσιο, αξιοποιώντας ιδίως την εμπειρογνωμοσύνη της Συμβουλευτικής Τεχνικής Επιτροπής για την ετοιμότητα σε περίπτωση θαλάσσιας ρύπανσης και την αντιμετώπισή της. Οι δραστηριότητες του Οργανισμού στο συγκεκριμένο τομέα δεν θα πρέπει να απαλλάσσουν τα παράκτια κράτη από την ευθύνη τους να διαθέτουν κατάλληλους μηχανισμούς αντιμετώπισης της ρύπανσης και θα πρέπει να σέβονται τις ισχύουσες ρυθμίσεις περί συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών ή ομάδων κρατών μελών.

(19)

Ο Οργανισμός δίνει στα κράτη μέλη κατόπιν αιτήσεως, μέσω του CleanSeaNet που παρέχει, λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις δυνητικές περιπτώσεις ρύπανσης από πλοία, προκειμένου να τους παράσχει τη δυνατότητα να ανταποκριθούν στις ευθύνες τους βάσει της οδηγίας 2005/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις (7). Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα της επιβολής και οι κυρώσεις ποικίλλουν σημαντικά μολονότι τέτοιου είδους ρύπανση είναι πιθανόν να καταλήξει σε άλλα εθνικά ύδατα. Στην επόμενη έκθεση που θα υποβάλει σύμφωνα με το άρθρο 12 εκείνης της οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει επομένως να δώσει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο πληροφορίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τη συνεπή επιβολή της εν λόγω οδηγίας και άλλες πληροφορίες με σημασία σχετικά με την εφαρμογή της.

(20)

Οι αιτήσεις των θιγόμενων κρατών για την κινητοποίηση αντιρρυπαντικών δράσεων από τον Οργανισμό θα πρέπει να περνούν μέσα από τον κοινοτικό μηχανισμό πολιτικής προστασίας της ΕΕ που καθιερώθηκε με την απόφαση 2007/779/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου (8). Σε περιπτώσεις όμως άλλες από τις αιτήσεις κινητοποίησης αντιρρυπαντικών πλοίων και εξοπλισμού σε ετοιμότητα, η Επιτροπή μπορεί να κρίνει ότι άλλα μέσα επικοινωνίας με χρήση προχωρημένων τεχνολογιών των πληροφοριών ενδέχεται να είναι πιο ενδεδειγμένα και έτσι να πληροφορήσει περί αυτού το αιτούν κράτος μέλος.

(21)

Πρόσφατα γεγονότα κατέδειξαν τους κινδύνους που ενέχουν οι δραστηριότητες υπεράκτιας εξόρυξης και παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου για τις θαλάσσιες μεταφορές και το θαλάσσιο περιβάλλον. Οι ικανότητες αντίδρασης του Οργανισμού κατά της ρύπανσης από πετρέλαιο και η εμπειρογνωμοσύνη του στον τομέα της ρύπανσης από επικίνδυνες και βλαβερές ουσίες θα πρέπει ν’ αξιοποιηθούν ώστε να καλύπτεται και η αντίδραση σε ρύπανση προκαλούμενη από τέτοιες δραστηριότητες, όταν το ζητεί θιγόμενο κράτος.

(22)

Ειδικότερα, το CleanSeaNet, που επί του παρόντος χρησιμοποιείται για την παροχή αποδεικτικών στοιχείων όσον αφορά πετρελαιοκηλίδες προερχόμενες από πλοία, θα πρέπει επίσης να χρησιμοποιηθεί από τον Οργανισμό για να εντοπίζει και να καταγράφει πετρελαιοκηλίδες από παράκτιες και υπεράκτιες εγκαταστάσεις αναζήτησης και παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου, χωρίς αυτό να επιφέρει δυσμενείς συνέπειες στην υπηρεσία που παρέχεται για τις θαλάσσιες μεταφορές.

(23)

Ο Οργανισμός έχει δημιουργήσει και αναγνωρίσει πολύτιμη εμπειρογνωμοσύνη και σημαντικά μέσα στους τομείς της ασφάλειας στη ναυσιπλοΐα, της ναυτικής ασφάλειας, της πρόληψης και αντιμετώπισης της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία. Η εμπειρογνωμοσύνη και τα μέσα αυτά ενδέχεται να είναι χρήσιμα και για άλλες δραστηριότητες της ΕΕ που συνδέονται με την πολιτική θαλάσσιων μεταφορών της Ένωσης. Ο Οργανισμός θα πρέπει συνεπώς να βοηθά την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, εφόσον το ζητήσουν, για την ανάπτυξη και την υλοποίηση τέτοιων δραστηριοτήτων της Ένωσης, υπό την προϋπόθεση ότι το Διοικητικό Συμβούλιο το έχει εγκρίνει στο πλαίσιο του ετήσιου προγράμματος εργασιών του Οργανισμού. Αυτή η βοήθεια της Ένωσης θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο λεπτομερούς ανάλυσης κόστους/ωφελείας και δεν θα πρέπει να αποβαίνει εις βάρος των κύριων καθηκόντων του Οργανισμού.

(24)

Με την τεχνική βοήθεια που παρέχει ο Οργανισμός, συμβάλλει επίσης και στην ανάπτυξη θαλάσσιων μεταφορών φιλικότερων προς το περιβάλλον.

(25)

Όσον αφορά τους νηογνώμονες, οι περισσότεροι νηογνώμονες ασχολούνται και με σκάφη θαλάσσιας ναυσιπλοΐας και με σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας. Με βάση την πείρα του Οργανισμού ως προς τους νηογνώμονες για σκάφη θαλάσσιας ναυσιπλοΐας, ο Οργανισμός θα μπορούσε να διαθέτει συναφείς πληροφορίες στην Επιτροπή όσον αφορά τους νηογνώμονες για τα σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας, πράγμα που θα βελτιώσει την αποτελεσματικότητα.

(26)

Όσον αφορά τη διασύνδεση μεταξύ πληροφοριακών συστημάτων για τις μεταφορές, ο Οργανισμός θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη εξετάζοντας, μαζί με τις αρμόδιες αρχές για το σύστημα Υπηρεσιών Πληροφοριών Εσωτερικής Ναυσιπλοΐας, τη δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ τέτοιων συστημάτων.

(27)

Χωρίς να θίγεται η ευθύνη των αρμοδίων αρχών, ο Οργανισμός θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη στην ανάπτυξη και εφαρμογή της μελλοντικής πρωτοβουλίας ηλεκτρονικής ναυτιλίας, η οποία αποσκοπεί στη βελτίωση της απόδοσης του ευρωπαϊκού κλάδου θαλάσσιων μεταφορών, διευκολύνοντας τη χρήση προηγμένων τεχνολογιών των πληροφοριών.

(28)

Για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς και τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Χώρου Θαλάσσιων Μεταφορών χωρίς εμπόδια, θα πρέπει να μειωθούν τα διοικητικά βάρη που επιβαρύνουν τη ναυτιλία, ενθαρρύνοντας έτσι μεταξύ άλλων και τις θαλάσσιες μεταφορές μικρών αποστάσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η ιδέα της «Γαλάζιας Ζώνης» και το σχέδιο e-Maritime θα μπορούσαν δυνητικά να χρησιμοποιηθούν ως μέσο περιορισμού των διατυπώσεων υποβολής δήλωσης που εφαρμόζονται στα εμπορικά σκάφη κατά τον κατάπλου ή τον απόπλου τους σε/από λιμένες των κρατών μελών.

(29)

Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τηρουμένης της αρχής της ισορροπίας μεταξύ θεσμών, η εξουσία λήψεως αποφάσεων γενικής ισχύος δύναται να μην ανατεθεί σε οργανισμό.

(30)

Χωρίς να θίγονται οι στόχοι που θέτει και τα καθήκοντα που ορίζει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1406/2002, η Επιτροπή θα πρέπει να ετοιμάσει και να υποβάλει, εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, σε στενή συνεργασία με τους ενδιαφερόμενους φορείς, μελέτη σκοπιμότητας για την αξιολόγηση και τον εντοπισμό των δυνατοτήτων ενίσχυσης του συντονισμού και της συνεργασίας των διάφορων λειτουργιών ακτοφυλακής. Η μελέτη αυτή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το ισχύον νομικό πλαίσιο και τις σχετικές συστάσεις των διάφορων συναφών φόρουμ της Ένωσης, καθώς και το ήδη αναπτυσσόμενο Κοινό Περιβάλλον Καταμερισμού Πληροφοριών (CISE), και θα πρέπει να σέβεται πλήρως τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, παρουσιάζοντας με σαφήνεια τα στοιχεία κόστους και ωφέλειας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(31)

Είναι σημαντική για την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών ναυτιλιακών συγκροτημάτων η προσέλκυση καλά καταρτισμένων Ευρωπαίων ναυτικών. Δεδομένης λοιπόν της σημερινής και μελλοντικής ζήτησης ναυτικών με υψηλά προσόντα στην Ένωση, ο Οργανισμός θα πρέπει, όπου αυτό αρμόζει, να υποστηρίζει τα κράτη μέλη και την Επιτροπή όσον αφορά την προώθηση της εκπαίδευσης των ναυτικών, διευκολύνοντας την εθελούσια ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και παρέχοντας πληροφορίες αναφορικά με τα ενωσιακά προγράμματα ανταλλαγών σχετικά με την κατάρτιση των ναυτικών. Αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει βοήθεια προς τους αρμόδιους ενδιαφερόμενους φορείς της Ευρώπης στην επιδίωξη αριστείας στην εκπαίδευση και κατάρτιση των ναυτικών σε εθελούσια βάση, με ταυτόχρονο πλήρη σεβασμό της ευθύνης των κρατών μελών για το περιεχόμενο και την οργάνωση της κατάρτισης των ναυτικών.

(32)

Για να αντιμετωπιστεί ο αυξανόμενος κίνδυνος πειρατείας, ο Οργανισμός θα πρέπει να συνεχίσει, όπου αρμόζει, να κοινοποιεί στις αρμόδιες εθνικές αρχές και σε άλλους οικείους φορείς, συμπεριλαμβανομένων επιχειρήσεων όπως η επιχείρηση της ναυτικής δύναμης της ΕΕ Atalanta, λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τη θέση των πλοίων που φέρουν σημαία της ΕΕ και τα οποία διασχίζουν περιοχές χαρακτηρισμένες ως πολύ επικίνδυνες. Επίσης, ο Οργανισμός διαθέτει μέσα που θα μπορούσαν να αποβούν χρήσιμα, ιδίως στη συνάρτηση της ανάπτυξης του CISE. Είναι επομένως ενδεδειγμένο να παρέχει ο Οργανισμός σε αρμόδιες εθνικές αρχές και ενωσιακούς φορείς, όπως οι Frontex και Ευρωπόλ, κατόπιν αιτήσεως, συναφή δεδομένα θέσης πλοίων και γεωσκόπησης, για να διευκολύνει τη λήψη προληπτικών μέτρων κατά ηθελημένων παράνομων πράξεων, κατά την έννοια του οικείου ενωσιακού δικαίου, χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των κρατών μελών και σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό και ενωσιακό δίκαιο, ιδίως όσον αφορά τους φορείς που ζητούν δεδομένα. Η παροχή δεδομένων ταυτοποίησης και εντοπισμού σκαφών εξ αποστάσεως (LRIT) θα πρέπει να υπόκειται στη συναίνεση του ενδιαφερόμενου κράτους της σημαίας, σύμφωνα με διαδικασίες που θα καταρτίσει το Διοικητικό Συμβούλιο.

(33)

Η Επιτροπή και ο Οργανισμός, όταν δημοσιεύουν πληροφορίες σύμφωνα με την οδηγία 2009/16/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με τον έλεγχο των πλοίων από το κράτος λιμένα (9), θα πρέπει χάριν συνέπειας να βασίζονται στην εμπειρογνωμοσύνη και πείρα που αποκτήθηκαν βάσει του μνημονίου συνεννόησης των Παρισίων για τον έλεγχο των πλοίων από το κράτος λιμένα («ΜΣ των Παρισίων»).

(34)

Η συνδρομή που παρέχει ο Οργανισμός στα κράτη μέλη και στην Επιτροπή σχετικά με τις συναφείς εργασίες περιφερειακών και διεθνών οργανισμών δεν θα πρέπει να θίγει τη σχέση μεταξύ αυτών των οργανισμών και των κρατών μελών, η οποία απορρέει από την ιδιότητα του μέλους αυτών των οργανισμών που έχουν ενδεχομένως τα κράτη μέλη.

(35)

Η Ένωση έχει προσχωρήσει στις ακόλουθες πράξεις με τις οποίες συστήνονται περιφερειακοί οργανισμοί, οι δραστηριότητες των οποίων καλύπτονται επίσης από τους στόχους του Οργανισμού: Σύμβαση για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος της περιοχής της Βαλτικής Θάλασσας (Σύμβαση του Ελσίνκι όπως αναθεωρήθηκε το 1992) (10)· Σύμβαση για την προστασία της Μεσογείου Θαλάσσης από τη ρύπανση (Σύμβαση της Βαρκελώνης) (11) και αναθεωρημένη σύμβαση του 1995 (12) καθώς και διάφορα πρωτόκολλα της σύμβασης· Συμφωνία για τη συνεργασία για την καταπολέμηση της ρύπανσης της Βόρειας Θάλασσας από τους υδρογονάνθρακες και άλλες επικίνδυνες ουσίες (Συμφωνία της Βόννης) (13)· Σύμβαση για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος του Βορειοανατολικού Ατλαντικού (Σύμβαση OSPAR) (14)· Συμφωνία συνεργασίας για την προστασία των ακτών και των υδάτων του Βορειοανατολικού Ατλαντικού από τη ρύπανση, που υπεγράφη στις 17 Οκτωβρίου 1990 (Συμφωνία της Λισσαβώνας) (15), και το πρόσθετο πρωτόκολλό της, που υπεγράφη στις 20 Μαΐου 2008 και δεν έχει ακόμη τεθεί σε ισχύ (16). Η Ένωση διαπραγματεύεται επίσης την προσχώρησή της στη Σύμβαση για την προστασία του Εύξεινου Πόντου από τη ρύπανση, που υπεγράφη τον Απρίλιο του 1992 (Σύμβαση του Βουκουρεστίου). Ο Οργανισμός θα πρέπει συνεπώς να παρέχει τεχνική συνδρομή στα κράτη μέλη και την Επιτροπή προκειμένου να συμμετέχουν στις σχετικές εργασίες αυτών των περιφερειακών οργανισμών.

(36)

Πέραν των εν λόγω περιφερειακών οργανισμών, υπάρχουν και κάποιοι άλλοι περιφερειακοί, υποπεριφερειακοί και διμερείς διακανονισμοί συντονισμού και συνεργασίας όσον αφορά την αντιμετώπιση της ρύπανσης. Όταν παρέχει συνδρομή για την αντιμετώπιση της ρύπανσης σε τρίτες χώρες που βρέχονται και αυτές από τις ίδιες περιφερειακές θαλάσσιες λεκάνες με την Ένωση, ο Οργανισμός θα πρέπει να ενεργεί λαμβάνοντας υπόψη αυτούς τους διακανονισμούς.

(37)

Η Ένωση μοιράζεται τις περιφερειακές θαλάσσιες λεκάνες της Μεσογείου Θάλασσας, του Εύξεινου Πόντου και της Βαλτικής Θάλασσας με γειτονικές χώρες. Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, ο Οργανισμός θα πρέπει να παρέχει στις εν λόγω χώρες συνδρομή για την αντιμετώπιση της ρύπανσης,.

(38)

Για να βελτιστοποιηθεί η αποτελεσματικότητα, ο Οργανισμός θα πρέπει να συνεργάζεται όσο το δυνατόν στενότερα στο πλαίσιο του ΜΣ των Παρισίων για τον έλεγχο από το κράτος του λιμένα, ενώ η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεχίσουν να εξετάζουν όλες τις επιλογές για περαιτέρω βελτίωση της αποτελεσματικότητας, οι οποίες θα μπορούσαν να προταθούν στο πλαίσιο του ΜΣ των Παρισίων.

(39)

Για να εξασφαλίσει ότι οι δεσμευτικές νομικές πράξεις της Ένωσης στους τομείς της ασφάλειας ναυσιπλοΐας και της πρόληψης της ρύπανσης που προκαλείται από πλοία εφαρμόζονται ορθά στην πράξη, ο Οργανισμός θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή, πραγματοποιώντας επισκέψεις στα κράτη μέλη. Αυτές οι επισκέψεις στις εθνικές διοικήσεις θα πρέπει να δίνουν στον Οργανισμό τη δυνατότητα να συγκεντρώνει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για να υποβάλλει περιεκτική έκθεση στην Επιτροπή ενόψει περαιτέρω αξιολόγησης. Οι επισκέψεις αυτές θα πρέπει να πραγματοποιούνται στο πλαίσιο των αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και να γίνονται κατά τρόπο που να ελαχιστοποιεί το διοικητικό φόρτο των εθνικών διοικητικών αρχών του ναυτιλιακού τομέα. Εξάλλου, οι επισκέψεις αυτές θα πρέπει να πραγματοποιούνται σύμφωνα με καθορισμένη διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης πρότυπης μεθοδολογίας εγκεκριμένης από το Διοικητικό Συμβούλιο.

(40)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή διενεργώντας επιθεωρήσεις οργανισμών αναγνωρισμένων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 391/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και ελέγχου πλοίων (17). Οι επιθεωρήσεις αυτές μπορούν να πραγματοποιούνται και σε τρίτες χώρες. Η Επιτροπή και ο Οργανισμός θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ενημερώνονται δεόντως. Ο Οργανισμός θα πρέπει επίσης να εκτελεί τα καθήκοντα επιθεώρησης σχετικά με την εκπαίδευση και την πιστοποίηση των ναυτικών σε τρίτες χώρες, σύμφωνα με την οδηγία 2008/106/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για το ελάχιστο επίπεδο εκπαίδευσης των ναυτικών (18), τα οποία η Επιτροπή ανέθεσε στον Οργανισμό. Δεν θα πρέπει να καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 οι λεπτομέρειες της τεχνικής συνδρομής που παρέχει ο Οργανισμός κατά τις επιθεωρήσεις για την ναυτική ασφάλεια που διενεργεί η Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 324/2008 της Επιτροπής, της 9ης Απριλίου 2008, για θέσπιση αναθεωρημένων διαδικασιών διεξαγωγής των επιθεωρήσεων από την Επιτροπή στον τομέα της ναυτικής ασφάλειας (19).

(41)

Για να εξασφαλίζεται η συνοχή με τους στόχους πολιτικής και με τη θεσμική συγκρότηση της ΕΕ, καθώς και με τις εφαρμοστέες διοικητικές και δημοσιονομικές διαδικασίες, η Επιτροπή θα πρέπει να εκδίδει επίσημες συμβουλές υπό μορφή γραπτών γνωμοδοτήσεων σχετικά με το σχέδιο πολυετούς στρατηγικής και τα σχέδια ετήσιων προγραμμάτων εργασιών του Οργανισμού, τα οποία θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το Διοικητικό Συμβούλιο προτού εγκρίνει τα εν λόγω έγγραφα.

(42)

Για να εξασφαλιστεί μια δίκαιη και διαφανής διαδικασία διορισμού του Εκτελεστικού Διευθυντή, η ακολουθητέα διαδικασία επιλογής θα πρέπει να συνάδει με τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για την επιλογή και το διορισμό των διευθυντών των οργανισμών της Ένωσης. Στις κατευθυντήριες αυτές γραμμές προβλέπεται ότι υπήκοοι από οποιοδήποτε κράτος μέλος μπορούν να υποβάλλουν αίτηση υποψηφιότητας.

Για του ίδιους λόγους, το Διοικητικό Συμβούλιο θα πρέπει να εκπροσωπείται με έναν παρατηρητή στην επιτροπή προεπιλογής. Ο παρατηρητής θα πρέπει να ενημερώνεται για τα περαιτέρω στάδια της διαδικασίας επιλογής.

Όταν το Διοικητικό Συμβούλιο λαμβάνει τις αποφάσεις του σχετικά με τους διορισμούς, τα μέλη του θα πρέπει να μπορούν να απευθύνουν ερωτήσεις στην Επιτροπή σχετικά με τη διαδικασία επιλογής. Ακόμη, το Διοικητικό Συμβούλιο θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να καλεί σε συνεντεύξεις τους υποψηφίους που περιλαμβάνονται στον τελικό κατάλογο επιλογής, σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική.

Σε όλα τα στάδια της διαδικασίας επιλογής και διορισμού για τη θέση του Εκτελεστικού Διευθυντή του Οργανισμού, όλα τα εμπλεκόμενα μέρη θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των υποψηφίων συνάδει με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (20).

(43)

Ενώ ο Οργανισμός χρηματοδοτείται κυρίως από συνεισφορά της Ένωσης, έχει επίσης έσοδα που προέρχονται από τέλη και επιβαρύνσεις που αφορούν τις υπηρεσίες του. Αυτά τα τέλη και επιβαρύνσεις αφορούν ειδικότερα τη λειτουργία του κέντρου δεδομένων LRIT της ΕΕ και εφαρμόζονται σύμφωνα με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου που εγκρίθηκαν στις 1 και 2 Οκτωβρίου 2007 και στις 9 Δεκεμβρίου 2008 σχετικά με το εν λόγω κέντρο δεδομένων LRIT της ΕΕ, και ειδικότερα με τις παραγράφους που αφορούν τη χρηματοδότηση των εκθέσεων LRIT.

(44)

Στο πλαίσιο της έκθεσης προόδου που προβλέπεται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1406/2002, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να εξετάσει τη δυνητική συμβολή του Οργανισμού στην υλοποίηση μιας μελλοντικής νομοθετικής πράξης σχετικά με την ασφάλεια των υπεράκτιων δραστηριοτήτων αναζήτησης, εξερεύνησης και παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου, η οποία τελεί ήδη υπό εξέταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, σε σχέση με την πρόληψη της ρύπανσης από υπεράκτιες εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρογνωμοσύνη και τα μέσα που αποδεδειγμένα και αναγνωρισμένα διαθέτει ο Οργανισμός.

(45)

Οι δραστηριότητες του Οργανισμού θα πρέπει, όπου αυτό ενδείκνυται, να συντείνουν και στην ανάπτυξη ενός πραγματικού ευρωπαϊκού χώρου θαλάσσιων μεταφορών χωρίς εμπόδια.

(46)

Θα πρέπει να ληφθούν υπόψη ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (21), και ειδικότερα το άρθρο 185.

(47)

Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1406/2002

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 τροποποιείται ως εξής:

1)

Τα άρθρα 1 έως 3 αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 1

Στόχοι

1.   Με τον παρόντα κανονισμό συστήνεται Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα (“ο Οργανισμός”) με σκοπό τη διασφάλιση υψηλού, ομοιόμορφου και αποτελεσματικού επίπεδου ασφάλειας ναυσιπλοΐας, ναυτικής ασφάλειας και πρόληψης και αντιμετώπισης της ρύπανσης που προέρχεται από πλοία καθώς και της αντιμετώπισης της ρύπανσης της θάλασσας που προκαλείται από εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου.

2.   Προς το σκοπό αυτόν ο Οργανισμός συνεργάζεται με τα κράτη μέλη και την Επιτροπή και τους παρέχει την τεχνική, επιχειρησιακή και επιστημονική συνδρομή στους τομείς που μνημονεύονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, εντός των ορίων των κυρίων καθηκόντων που καθορίζονται στο άρθρο 2 και, κατά περίπτωση, των δευτερευόντων καθηκόντων του άρθρου 2α, ειδικότερα για να βοηθά τα κράτη μέλη και την Επιτροπή στην ορθή εφαρμογή των σχετικών νομικών πράξεων της Ένωσης. Όσον αφορά το πεδίο της αντιμετώπισης της ρύπανσης, ο Οργανισμός παρέχει επιχειρησιακή συνδρομή μόνον κατόπιν αιτήσεως του ή των θιγόμενων κρατών.

3.   Παρέχοντας την προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 συνδρομή, ο Οργανισμός συμβάλλει, όπου ενδείκνυται, στη συνολική αποτελεσματικότητα της θαλάσσιας κίνησης και των θαλάσσιων μεταφορών κατά τα οριζόμενα στον παρόντα κανονισμό, ώστε να διευκολύνει την εγκαθίδρυση ενός ευρωπαϊκού χώρου θαλάσσιων μεταφορών χωρίς εμπόδια.

Άρθρο 2

Κύρια καθήκοντα του Οργανισμού

1.   Για να διασφαλισθεί η κατάλληλη εκπλήρωση των στόχων του άρθρου 1, ο Οργανισμός εκτελεί τα κύρια καθήκοντα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

2.   Ο Οργανισμός επικουρεί την Επιτροπή:

α)

στις προπαρασκευαστικές εργασίες επικαιροποίησης και εκπόνησης των σχετικών νομικών πράξεων της Ένωσης, ιδίως σύμφωνα με την ανάπτυξη της διεθνούς νομοθεσίας·

β)

στην αποτελεσματική εφαρμογή των σχετικών δεσμευτικών νομικών πράξεων της Ένωσης, ιδίως με τη διενέργεια επισκέψεων και επιθεωρήσεων όπως ορίζει το άρθρο 3 του παρόντος κανονισμού και με την παροχή τεχνικής συνδρομής στην Επιτροπή στην εκτέλεση των καθηκόντων επιθεώρησης που της έχουν ανατεθεί βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 725/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 2004 για τη βελτίωση της ασφάλειας στα πλοία και στις λιμενικές εγκαταστάσεις (22). Εν προκειμένω ο Οργανισμός μπορεί να απευθύνει προτάσεις στην Επιτροπή για κάθε δυνατή βελτίωση αυτών των δεσμευτικών νομικών πράξεων·

γ)

στην ανάλυση των εκτελούμενων και των περατωθέντων ερευνητικών σχεδίων που σχετίζονται με τους στόχους του Οργανισμού, πράγμα που μπορεί να περιλαμβάνει και τον προσδιορισμό δυνατών επακόλουθων μέτρων που απορρέουν από συγκεκριμένα ερευνητικά σχέδια·

δ)

στην εκτέλεση τυχόν άλλων καθηκόντων που ανατίθενται στη Επιτροπή σε νομοθετικές πράξεις της Ένωσης σχετικές με τους στόχους του Οργανισμού.

3.   Ο Οργανισμός συνεργάζεται με τα κράτη μέλη:

α)

για την οργάνωση, όταν υπάρχει ανάγκη, σχετικών δραστηριοτήτων κατάρτισης σε τομείς που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα των κρατών μελών·

β)

για την εξεύρεση τεχνικών λύσεων, συμπεριλαμβανομένης της παροχής σχετικών επιχειρησιακών υπηρεσιών, και την παροχή τεχνικής συνδρομής με σκοπό την ανάπτυξη των εθνικών ικανοτήτων που απαιτούνται για την εφαρμογή σχετικών νομικών πράξεων της Ένωσης·

γ)

για την παροχή, κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους, κατάλληλων πληροφοριών προερχόμενων από τις επιθεωρήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 3, προς υποστήριξη της παρακολούθησης του έργου των αναγνωρισμένων οργανισμών που επιτελούν καθήκοντα πιστοποίησης εξ ονόματος των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 9 της οδηγίας 2009/15/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και ελέγχου πλοίων και για τις συναφείς δραστηριότητες των ναυτικών αρχών (23), με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων του κράτους σημαίας·

δ)

στην υποστήριξη, με πρόσθετα μέσα και με τρόπο οικονομικώς αποδοτικό, των δράσεων για την αντιμετώπιση περιπτώσεων ρύπανσης που προκαλείται από πλοία καθώς και της ρύπανσης της θάλασσας που προκαλείται από εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα από το θιγόμενο κράτος μέλος υπό την αιγίδα του οποίου διενεργούνται οι επιχειρήσεις απορρύπανσης, με επιφύλαξη της ευθύνης των παρακτίων κρατών που οφείλουν να διαθέτουν επί τόπου κατάλληλους μηχανισμούς αντιμετώπισης της ρύπανσης σεβόμενα ταυτοχρόνως την υπάρχουσα συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών σε αυτό το πεδίο. Κατά περίπτωση, οι αιτήσεις κινητοποίησης αντιρρυπαντικών δράσεων θα περνούν μέσα από τον κοινοτικό μηχανισμό πολιτικής προστασίας της ΕΕ που καθιερώθηκε με την απόφαση 2007/779/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου (24).

4.   Ο Οργανισμός διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής:

α)

στο πεδίο της παρακολούθησης της κυκλοφορίας που καλύπτεται από την οδηγία 2002/59/ΕΚ, ο Οργανισμός προωθεί ιδίως τη συνεργασία μεταξύ παράκτιων κρατών στις αντίστοιχες περιοχές ναυτιλίας, καθώς επίσης αναπτύσσει και θέτει σε λειτουργία το Κέντρο Δεδομένων για την ταυτοποίηση και τον εντοπισμό σκαφών εξ αποστάσεως της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το ενωσιακό σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών για τη θαλάσσια κυκλοφορία (SafeSeaNet), όπως προβλέπεται στα άρθρα 6β και 22α της οδηγίας, καθώς και το διεθνές σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών για την ταυτοποίηση και τον εντοπισμό σκαφών εξ αποστάσεως σύμφωνα με την ανειλημμένη έναντι του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ) δέσμευση·

β)

παρέχοντας, κατόπιν αιτήσεως και με την επιφύλαξη του εθνικού και ενωσιακού δικαίου, στις αρμόδιες εθνικές αρχές και τους οικείους φορείς της Ένωσης εντός των ορίων της εντολής καθηκόντων τους, συναφή δεδομένα θέσης πλοίων και γεωσκόπησης, για να διευκολύνεται η λήψη μέτρων κατά απειλών πειρατείας και ηθελημένων παράνομων πράξεων, κατά την έννοια του εφαρμοστέου ενωσιακού δικαίου ή διεθνώς συμφωνημένων νομικών πράξεων στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών, με σεβασμό των εφαρμοστέων κανόνων προστασίας δεδομένων και σύμφωνα με διοικητικές διαδικασίες που θα καθοριστούν από το Διοικητικό Συμβούλιο ή τη Διευθύνουσα ομάδα Υψηλού Επιπέδου που έχει συσταθεί με την οδηγία 2002/59/ΕΚ, ανάλογα με την περίπτωση. Η παροχή δεδομένων ταυτοποίησης και εντοπισμού σκαφών εξ αποστάσεως πρέπει να υπόκειται στη συναίνεση του ενδιαφερόμενου κράτους της σημαίας·

γ)

στον τομέα της διερεύνησης ναυτικών ατυχημάτων και συμβάντων σύμφωνα με την οδηγία 2009/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 για τον καθορισμό των θεμελιωδών αρχών που διέπουν τη διερεύνηση των ατυχημάτων στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών (25)· εφόσον ο Οργανισμός κληθεί από τα συγκεκριμένα κράτη μέλη, και υπό την προϋπόθεση ότι δεν συντρέχει σύγκρουση συμφερόντων, παρέχει επιχειρησιακή στήριξη στα κράτη μέλη για τη διερεύνηση σοβαρών ή πολύ σοβαρών ατυχημάτων και πραγματοποιεί ανάλυση των εκθέσεων διερεύνησης θεμάτων ασφαλείας με σκοπό να προσδιορισθεί η προστιθέμενη αξία σε επίπεδο Ένωσης για τα σχετικά διδάγματα. Βάσει των στοιχείων που παρέχουν τα κράτη μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 17 της εν λόγω οδηγίας, ο Οργανισμός καταρτίζει ετήσια επισκόπηση των κατά θάλασσα συμβάντων και των ανθρώπινων θυμάτων·

δ)

παρέχοντας αντικειμενικές, αξιόπιστες και συγκρίσιμες στατιστικές, πληροφορίες και δεδομένα ώστε να καθιστά δυνατή για την Επιτροπή και τα κράτη μέλη τη λήψη των αναγκαίων μέτρων για τη βελτίωση των δράσεών τους και την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και οικονομικής αποδοτικότητας των μέτρων που έχουν ληφθεί. Στα καθήκοντα αυτά συμπεριλαμβάνονται η συλλογή, η καταγραφή και η αξιολόγηση τεχνικών δεδομένων, η συστηματική αξιοποίηση των διατιθέμενων βάσεων δεδομένων, καθώς και ο αμφίδρομος εμπλουτισμός τους, και, κόπου αρμόζει, η δημιουργία νέων βάσεων δεδομένων. Με βάση τα συλλεγόμενα δεδομένα, ο Οργανισμός επικουρεί την Επιτροπή στη δημοσίευση πληροφοριών για τα πλοία σύμφωνα με την οδηγία 2009/16/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 για τον έλεγχο των πλοίων από το κράτος λιμένα (26)·

ε)

συλλέγοντας και αναλύοντας δεδομένα περί ναυτικών παρεχόμενα και χρησιμοποιούμενα σύμφωνα με την οδηγία 2008/106/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Νοεμβρίου 2008 για το ελάχιστο επίπεδο εκπαίδευσης των ναυτικών (27)·

στ)

για τη βελτίωση της ταυτοποίησης και δίωξης των πλοίων που ευθύνονται για παράνομες απορρίψεις, σύμφωνα με την οδηγία 2005/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις (28)·

ζ)

στο θέμα της ρύπανσης της θάλασσας που προκαλείται από εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, χρησιμοποιώντας η ευρωπαϊκή υπηρεσία παρακολούθησης πετρελαιοκηλίδων μέσω δορυφόρου (CleanSeaNet) που διαθέτει για την παρακολούθηση της έκτασης και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της ρύπανσης αυτής·

η)

παρέχοντας στα κράτη μέλη και την Επιτροπή την τεχνική συνδρομή την απαραίτητη για τη συμβολή τους στις σχετικές εργασίες των τεχνικών φορέων του ΔΝΟ, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας όσον αφορά τη ναυτιλία, του μνημονίου συνεννόησης για τον έλεγχο των πλοίων από το κράτος λιμένα (ΜΣ των Παρισίων) και άλλων σχετικών περιφερειακών οργανισμών στους οποίους έχει προσχωρήσει η Ένωση, όσον αφορά θέματα ενωσιακής αρμοδιότητας·

θ)

σε σχέση με την εφαρμογή της οδηγίας 2010/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Οκτωβρίου 2010 σχετικά με τις διατυπώσεις υποβολής δηλώσεων για τα πλοία κατά τον κατάπλου ή/και απόπλου από λιμένες των κρατών μελών (29), ιδίως διευκολύνοντας την ηλεκτρονική διαβίβαση δεδομένων μέσω του SafeSeaNet και υποστηρίζοντας την ανάπτυξη συστήματος ενιαίας θυρίδας.

5.   Ο Οργανισμός, κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, μπορεί να παρέχει τεχνική συνδρομή, περιλαμβανομένης της διοργάνωσης σχετικών δραστηριοτήτων επιμόρφωσης όσον αφορά τις σχετικές νομικές πράξεις της Ένωσης, στα υποψήφια για προσχώρηση κράτη, και, κατά περίπτωση, σε όλες τις χώρες εταίρους της Ευρωπαϊκής Γειτονίας και σε χώρες που συμμετέχουν στο ΜΣ των Παρισίων.

Ο Οργανισμός μπορεί επίσης να παρέχει συνδρομή σε περίπτωση ρύπανσης που προκαλείται από πλοία καθώς και ρύπανσης της θάλασσας που προκαλείται από εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, από την οποία θίγονται οι τρίτες χώρες που μοιράζονται περιφερειακή θαλάσσια λεκάνη με την Ένωση, σύμφωνα με το μηχανισμό πολιτικής προστασίας της ΕΕ που καθιερώθηκε με την απόφαση 2007/779/ΕΚ, Ευρατόμ και κατ’ αναλογία με τις προϋποθέσεις που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη, όπως ορίζει η παράγραφος 3 στοιχείο δ) του παρόντος άρθρου. Τα καθήκοντα αυτά εκτελούνται σε συντονισμό με τις υφιστάμενες ρυθμίσεις περιφερειακής συνεργασίας που αφορούν τη ρύπανση της θάλασσας.

Άρθρο 2α

Δευτερεύοντα καθήκοντα του Οργανισμού

1.   Χωρίς να θίγονται τα κύρια καθήκοντα που προβλέπονται στο άρθρο 2, ο Οργανισμός επικουρεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, εφόσον είναι αναγκαίο, στην ανάπτυξη και εφαρμογή των δραστηριοτήτων της Ένωσης, όπως καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, που σχετίζονται με τους στόχους του Οργανισμού, καθόσον ο Οργανισμός διαθέτει αποδεδειγμένη και αναγνωρισμένη εμπειρογνωμοσύνη και μέσα. Τα δευτερεύοντα καθήκοντα που καθορίζονται στο παρόν άρθρο πρέπει:

α)

να δημιουργούν τεκμηριωμένη πρόσθετη αξία·

β)

να αποτρέπουν την επικάλυψη προσπαθειών·

γ)

να είναι προς το συμφέρον της ενωσιακής πολιτικής στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών·

δ)

να μην αποβαίνουν εις βάρος των κύριων καθηκόντων του Οργανισμού· και

ε)

να μην παραβιάζουν δικαιώματα και υποχρεώσεις των κρατών μελών, ιδίως ως κρατών σημαίας, κρατών λιμένα και παρακτίων κρατών.

2.   Ο Οργανισμός επικουρεί την Επιτροπή:

α)

στο πλαίσιο της εφαρμογής της οδηγίας 2008/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (οδηγία-πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική) (30), συμβάλλοντας στην επίτευξη του στόχου για καλή περιβαλλοντική κατάσταση των θαλάσσιων υδάτων με στοιχεία σχετιζόμενα με τη ναυτιλία και για την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων των υφιστάμενων εργαλείων όπως είναι το SafeSeaNet και το CleanSeaNet·

β)

με την παροχή τεχνικής συνδρομής σε σχέση με εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από πλοία, ιδίως για την παρακολούθηση των τρεχουσών διεθνών εξελίξεων·

γ)

όσον αφορά το πρόγραμμα παγκόσμιας παρακολούθησης του περιβάλλοντος και της ασφάλειας (GMES), με την προώθηση των δεδομένων και των υπηρεσιών GMES για ναυτιλιακούς σκοπούς, στο πλαίσιο της διακυβέρνησης του GMES·

δ)

στην ανάπτυξη κοινού περιβάλλοντος ανταλλαγής πληροφοριών στον τομέα της ναυτιλίας της ΕΕ·

ε)

όσον αφορά τις κινητές υπεράκτιες εγκαταστάσεις φυσικού αερίου και πετρελαίου, στην εξέταση των απαιτήσεων του ΔΝΟ και στη συγκέντρωση βασικών πληροφοριών για δυνητικές απειλές κατά των θαλασσίων μεταφορών και του θαλασσίου περιβάλλοντος·

στ)

παρέχοντας σημαντικές πληροφορίες σχετικά με νηογνώμονες για τα σκάφη εσωτερικής ναυσιπλοΐας, σύμφωνα με την οδηγία 2006/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη θέσπιση τεχνικών προδιαγραφών για τα πλοία εσωτερικής ναυσιπλοΐας (31). Οι πληροφορίες αυτές θα περιλαμβάνονται επίσης στις εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 4 και 5 του παρόντος κανονισμού.

3.   Ο Οργανισμός επικουρεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη:

α)

στην εξέταση της σκοπιμότητας και την εφαρμογή πολιτικών και σχεδίων που υποβοηθούν την εγκαθίδρυση ενός ευρωπαϊκού χώρος θαλάσσιων μεταφορών χωρίς εμπόδια, όπως η έννοια της «γαλάζιας ζώνης» και η λεγόμενη e-Maritime, καθώς και οι θαλάσσιοι διάδρομοι. Αυτό θα γίνεται ιδίως με την διερεύνηση πρόσθετων λειτουργιών στο SafeSeaNet, με την επιφύλαξη του ρόλου της Διευθύνουσας Ομάδας Υψηλού Επιπέδου που συστάθηκε βάσει της οδηγίας 2002/59/ΕΚ·

β)

εξετάζοντας μαζί με τις αρχές τις αρμόδιες για το σύστημα Υπηρεσιών Πληροφοριών Εσωτερικής Ναυσιπλοΐας τη δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ αυτού του συστήματος και των πληροφοριακών συστημάτων για τις θαλάσσιες μεταφορές βάσει της εκθέσεως που προβλέπεται στο άρθρο 15 της οδηγίας 2010/65/ΕΕ.

γ)

διευκολύνοντας την εθελούσια ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στον τομέα της εκπαίδευσης και κατάρτισης των ναυτικών ανά την ΕΕ και παρέχοντας πληροφορίες σχετικά με τα ενωσιακά προγράμματα ανταλλαγών που έχουν σημασία για την κατάρτιση των ναυτικών, με πλήρη σεβασμό του άρθρου 166 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

Άρθρο 3

Επισκέψεις στα κράτη μέλη και επιθεωρήσεις

1.   Για να εκτελεί τα καθήκοντα που του ανατίθενται και για να επικουρεί την Επιτροπή στην εκπλήρωση των καθηκόντων της με βάση τη ΣΛΕΕ, και ιδίως την αξιολόγηση της αποτελεσματικής εφαρμογής του σχετικού δικαίου της Ένωσης, ο Οργανισμός διενεργεί επισκέψεις στα κράτη μέλη σύμφωνα με τη μεθοδολογία που έχει καθορίσει το Διοικητικό Συμβούλιο.

2.   Ο Οργανισμός ενημερώνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εγκαίρως σχετικά με τη σχεδιαζόμενη επίσκεψη, την ταυτότητα των εξουσιοδοτημένων υπαλλήλων καθώς και την ημερομηνία έναρξης της επίσκεψης και την αναμενόμενη διάρκειά της. Οι εξουσιοδοτημένοι υπάλληλοι του Οργανισμού πραγματοποιούν τις επισκέψεις αφού παρουσιάσουν έγγραφη απόφαση του Εκτελεστικού Διευθυντή του Οργανισμού, στην οποία προσδιορίζονται το αντικείμενο και οι στόχοι της αποστολής τους.

3.   Ο Οργανισμός διενεργεί επιθεωρήσεις εξ ονόματος της Επιτροπής όπως απαιτείται από τις δεσμευτικές νομικές πράξεις της Ένωσης που αφορούν οργανισμούς αναγνωρισμένους από την Ένωση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 391/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και ελέγχου πλοίων (32) και σχετικά με την εκπαίδευση και πιστοποίηση των ναυτικών σε τρίτες χώρες σύμφωνα με την οδηγία 2008/106/ΕΚ.

4.   Μετά το τέλος κάθε επίσκεψης ή επιθεώρησης, ο Οργανισμός συντάσσει έκθεση και τη διαβιβάζει στην Επιτροπή και στο οικείο κράτος μέλος.

5.   Όποτε χρειάζεται, και εν πάση περιπτώσει όταν ολοκληρώνεται ένας κύκλος επισκέψεων ή επιθεωρήσεων, ο Οργανισμός αναλύει τις εκθέσεις που συντάχθηκαν κατά τη διάρκεια του κύκλου για να προσδιορισθούν οριζόντια πορίσματα και να συναχθούν γενικά συμπεράσματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα, μεταξύ άλλων σε σχέση με το κόστος, των εφαρμοζόμενων μέτρων. Ο Οργανισμός υποβάλλει την εν λόγω ανάλυση στην Επιτροπή για περαιτέρω συζήτηση με τα κράτη μέλη, προκειμένου να συναχθούν τυχόν σχετικά διδάγματα και να διευκολυνθεί η διάδοση των ορθών εργασιακών πρακτικών.

2)

Στο άρθρο 4, οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται από τις ακόλουθες:

«3.   Το Διοικητικό Συμβούλιο εγκρίνει τις πρακτικές ρυθμίσεις για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, περιλαμβανομένων κατά περίπτωση των ρυθμίσεων που αφορούν τη διαβούλευση με τα κράτη μέλη, πριν από τη δημοσίευση της πληροφορίας.

4.   Οι πληροφορίες που συλλέγονται και υφίστανται επεξεργασία βάσει του παρόντος κανονισμού από την Επιτροπή και τον Οργανισμό υπόκεινται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (33), και ο Οργανισμός λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να κατοχυρώσει τον ασφαλή χειρισμό και την επεξεργασία των εμπιστευτικών πληροφοριών.

3)

Στο άρθρο 5, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει, με την συμφωνία και συνεργασία των οικείων κρατών μελών και λαμβανομένων δεόντως υπόψη των δημοσιονομικών επιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένης της τυχόν συνεισφοράς των οικείων κρατών μελών, να ιδρύσει τα περιφερειακά κέντρα που είναι αναγκαία για την εκτέλεση, κατά τον πλέον αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο, ορισμένων από τα καθήκοντα του Οργανισμού. Κατά τη λήψη αυτής της απόφασης το Διοικητικό Συμβούλιο ορίζει το ακριβές πεδίο εφαρμογής των δραστηριοτήτων του περιφερειακού κέντρου, μεριμνώντας παράλληλα για την αποφυγή μη αναγκαίων στοιχείων χρηματικού κόστους και για την τόνωση της συνεργασίας με τα υπάρχοντα περιφερειακά και εθνικά δίκτυα.».

4)

Στο άρθρο 10, η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

εγκρίνει την ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες του Οργανισμού και την διαβιβάζει το αργότερο έως τις 15 Ιουνίου κάθε έτους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή, στο Ελεγκτικό Συνέδριο και στα κράτη μέλη.

Ο Οργανισμός διαβιβάζει ετησίως στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή κάθε πληροφορία σχετικά με τα αποτελέσματα των διαδικασιών αξιολόγησης.»·

β)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

εξετάζει και εγκρίνει, στο πλαίσιο της προετοιμασίας του προγράμματος εργασιών, αιτήματα για βοήθεια προς την Επιτροπή, όπως ορίζει το άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο δ), αιτήματα των κρατών μελών για τεχνική βοήθεια, όπως ορίζει το άρθρο 2 παράγραφος 3, καθώς και αιτήματα για παροχή τεχνικής βοήθειας, όπως ορίζει το άρθρο 2 παράγραφος 5, καθώς και αιτήματα για παροχή βοήθειας, όπως ορίζει το άρθρο 2α·

γα)

εξετάζει και εγκρίνει πολυετή στρατηγική για τον Οργανισμό, για χρονική περίοδο πέντε ετών, λαμβάνοντας υπόψη την έγγραφη γνώμη της Επιτροπής·

γβ)

εξετάζει και εγκρίνει το πολυετές σχέδιο πολιτικής προσωπικού του Οργανισμού·

γγ)

εξετάζει τα σχέδια διοικητικών διακανονισμών, όπως αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 2 στοιχείο βα).»·

γ)

το στοιχείο ζ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ζ)

καθορίζει τη μεθοδολογία για τις επισκέψεις που πραγματοποιούνται δυνάμει του άρθρου 3. Σε περίπτωση που η Επιτροπή εκφράσει τη διαφωνία της εντός 15 ημερών από την ημερομηνία έγκρισης της μεθοδολογίας, το Διοικητικό Συμβούλιο την επανεξετάζει και την εγκρίνει, τροποποιημένη εφόσον απαιτείται, σε δεύτερη ανάγνωση είτε με πλειοψηφία δύο τρίτων, συμπεριλαμβανομένων των αντιπροσώπων της Επιτροπής, είτε με ομοφωνία των αντιπροσώπων των κρατών μελών.»·

δ)

το στοιχείο η) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«η)

εκτελεί τα καθήκοντά του όσον αφορά τον προϋπολογισμό του Οργανισμού, σύμφωνα με τα άρθρα 18, 19 και 21 και εποπτεύει και μεριμνά για τη δέουσα συνέχεια στα πορίσματα και στις συστάσεις που προκύπτουν από τις διάφορες εκθέσεις λογιστικού ελέγχου και αξιολογήσεις, είτε εσωτερικές είτε εξωτερικές·»·

ε)

το στοιχείο θ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«θ)

ασκεί πειθαρχικό έλεγχο στον Εκτελεστικό Διευθυντή και τους τμηματάρχες που αναφέρονται στο άρθρο 16.»·

στ)

το στοιχείο ιβ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ιβ)

επανεξετάζει τη δημοσιονομική εκτέλεση του λεπτομερούς σχεδίου που αναφέρεται στο στοιχείο ια) της παρούσας παραγράφου και τις δεσμεύσεις επί του προϋπολογισμού που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2038/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με την πολυετή χρηματοδότηση της δράσης του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Ναυσιπλοΐας για την καταπολέμηση της ρύπανσης από τα πλοία (34).

ζ)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«ιδ)

διορίζει μεταξύ των μελών του παρατηρητή προκειμένου να παρακολουθεί τη διαδικασία επιλογής της Επιτροπής για τον διορισμό του Εκτελεστικού Διευθυντή.».

5)

Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το εξής:

«Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζονται με βάση την εμπειρία και τις γνώσεις τους στους τομείς που μνημονεύονται στο άρθρο 1. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή επιδιώκουν να υπάρχει ισόρροπη αντιπροσώπευση και των δύο φύλων στο Διοικητικό Συμβούλιο.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η διάρκεια της θητείας είναι τετραετής. Η θητεία μπορεί να ανανεωθεί.».

6)

Στο άρθρο 13 η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Όταν ανακύπτει θέμα εμπιστευτικότητας ή σύγκρουσης συμφερόντων, το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί ν’ αποφασίσει να εξετάσει κάποια συγκεκριμένα σημεία της ημερήσιας διάταξής του χωρίς την παρουσία των ενδιαφερόμενων μελών. Στον εσωτερικό κανονισμό ορίζονται λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή αυτής της διάταξης.».

7)

Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 2 τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

προετοιμάζει την πολυετή στρατηγική του Οργανισμού και την υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή, τουλάχιστον οκτώ εβδομάδες πριν από την αντίστοιχη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου, συνεκτιμώντας τις απόψεις και τις εισηγήσεις των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου·

αα)

καταρτίζει το πολυετές σχέδιο πολιτικής προσωπικού του Οργανισμού και το υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή, τουλάχιστον τέσσερις εβδομάδες πριν από την αντίστοιχη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου·

αβ)

καταρτίζει το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών, υποδεικνύοντας και τα ανθρώπινα και οικονομικά μέσα που αναμένεται να διατεθούν για καθεμία δραστηριότητα, καθώς και το λεπτομερές σχέδιο ετοιμότητας και αντίδρασης του Οργανισμού για την αντιμετώπιση της ρύπανσης, και τα υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή, τουλάχιστον οκτώ εβδομάδες πριν από την αντίστοιχη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου, συνεκτιμώντας τις απόψεις και τις εισηγήσεις των μελών του· λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεσή τους και απαντά σε κάθε αίτημα παροχής συνδρομής από κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο γ)·

β)

αποφασίζει τη διενέργεια των επισκέψεων και επιθεωρήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 3, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή και ακολουθώντας τη μεθοδολογία επισκέψεων που καθορίζει το Διοικητικό Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο ζ)·

βα)

δύναται να συνάπτει διοικητικούς διακανονισμούς με άλλους φορείς που δραστηριοποιούνται στα πεδία δραστηριοτήτων του Οργανισμού, υπό την προϋπόθεση ότι το σχέδιο διακανονισμού έχει υποβληθεί προς διαβούλευση στο Διοικητικό Συμβούλιο και εφόσον το Διοικητικό Συμβούλιο δεν προβάλλει αντιρρήσεις εντός τεσσάρων εβδομάδων.»·

β)

στην παράγραφο 2, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

οργανώνει αποτελεσματικό σύστημα παρακολούθησης προκειμένου να μπορεί να συγκρίνει τα επιτεύγματα του Οργανισμού με τους στόχους και τα καθήκοντά του, όπως ορίζει ο παρών κανονισμός. Προς τούτο καταρτίζει, σε συμφωνία με την Επιτροπή και το Διοικητικό Συμβούλιο, προσεκτικά σχεδιασμένους δείκτες επιδόσεων που να επιτρέπουν την αποτελεσματική αξιολόγηση των επιτυγχανόμενων αποτελεσμάτων. Εξασφαλίζει την τακτική προσαρμογή της οργανωτικής δομής του Οργανισμού στις εξελισσόμενες ανάγκες, μέσα στα όρια των διαθέσιμων δημοσιονομικών και ανθρώπινων πόρων. Στη βάση αυτή, ο Εκτελεστικός Διευθυντής προετοιμάζει κάθε έτος σχέδιο γενικής έκθεσης και το υποβάλλει προς εξέταση στο Διοικητικό Συμβούλιο. Στην έκθεση περιλαμβάνεται ειδικό κεφάλαιο για τη δημοσιονομική εκτέλεση του λεπτομερούς σχεδίου ετοιμότητας και δράσης του Οργανισμού για την αντιμετώπιση της ρύπανσης και επικαιροποιημένη αναφορά της προόδου όλων των δράσεων που χρηματοδοτούνται με βάση το σχέδιο. Ο Εκτελεστικός Διευθυντής καταρτίζει διαδικασίες τακτικής αξιολόγησης, οι οποίες πληρούν αναγνωρισμένα επαγγελματικά πρότυπα·»·

γ)

η παράγραφος 2 στοιχείο ζ) διαγράφεται·

δ)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Ο Εκτελεστικός Διευθυντής υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, ανάλογα με τη περίπτωση, σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων του.

Ειδικότερα, ο Εκτελεστικός Διευθυντής εκθέτει τα σχετικά με την πορεία της εκπόνησης της πολυετούς στρατηγικής και του ετήσιου προγράμματος εργασιών.».

8)

Το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Άρθρο 16

Διορισμός και παύση Εκτελεστικού Διευθυντή και τμηματαρχών

1.   Ο Εκτελεστικός Διευθυντής διορίζεται και παύεται από το Διοικητικό Συμβούλιο. Ο διορισμός ισχύει για περίοδο πέντε ετών με βάση τα προσόντα και την τεκμηριωμένη διοικητική και διευθυντική επάρκεια, καθώς και τεκμηριωμένη εμπειρία στους τομείς που αναφέρονται στο άρθρο 1, αφού ακουσθεί η γνώμη του παρατηρητή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 10. Ο Εκτελεστικός Διευθυντής διορίζεται από κατάλογο τουλάχιστον τριών υποψηφίων τον οποίο προτείνει η Επιτροπή κατόπιν ανοιχτού διαγωνισμού και έπειτα από δημοσίευση πρόσκλησης για εκδήλωση ενδιαφέροντος για τη θέση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αλλού. Ο επιλεγόμενος από το Διοικητικό Συμβούλιο υποψήφιος είναι δυνατόν να κληθεί να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει σχετικά με την παύση του διευθυντή κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής ή ενός τρίτου των μελών του. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει σχετικά με το διορισμό ή την παύση με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων όλων των μελών που έχουν δικαίωμα ψήφου.

2.   Το Διοικητικό Συμβούλιο, αποφασίζοντας βάσει πρότασης της Επιτροπής και λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση αξιολόγησης, μπορεί να παρατείνει άπαξ τη θητεία του Εκτελεστικού Διευθυντή για μέγιστη περίοδο τεσσάρων ετών. Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει με πλειοψηφία τεσσάρων πέμπτων όλων των μελών που έχουν δικαίωμα ψήφου. Το Διοικητικό Συμβούλιο ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την πρόθεσή του να παρατείνει τη θητεία του Εκτελεστικού Διευθυντή. Εντός μηνός πριν από την παράταση της θητείας του, ο Εκτελεστικός Διευθυντής είναι δυνατόν να κληθεί να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της. Εάν δεν παραταθεί η θητεία του, ο Εκτελεστικός Διευθυντής εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του μέχρι να διοριστεί ο αντικαταστάτης του.

3.   Ο Εκτελεστικός Διευθυντής δύναται να επικουρείται από έναν ή περισσότερους τμηματάρχες. Εάν ο Εκτελεστικός Διευθυντής απουσιάζει ή κωλύεται, τον αντικαθιστά ένας από τους τμηματάρχες.

4.   Οι τμηματάρχες διορίζονται με βάση τα προσόντα και τις τεκμηριωμένες διοικητικές και διευθυντικές τους ικανότητες, καθώς και με βάση την επαγγελματική επάρκεια και την εμπειρία τους στους τομείς που αναφέρονται στο άρθρο 1. Οι τμηματάρχες διορίζονται ή παύονται από τον Εκτελεστικό Διευθυντή, εφόσον λάβει θετική γνώμη από το Διοικητικό Συμβούλιο.».

9)

Το άρθρο 18 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

τέλη και επιβαρύνσεις για δημοσιεύσεις, εκπαιδευτικές δραστηριότητες ή/και κάθε άλλη υπηρεσία που παρέχει ο Οργανισμός.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει σχέδιο κατάστασης προβλεπόμενων εσόδων και εξόδων του Οργανισμού για το επόμενο οικονομικό έτος, επί τη βάσει των αρχών της κατάρτισης του προϋπολογισμού βάσει δραστηριοτήτων, και το διαβιβάζει στο Διοικητικό Συμβούλιο, μαζί με προσχέδιο οργανογράμματος.»·

γ)

οι παράγραφοι 7 και 8 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«7.   Η κατάσταση προβλέψεων διαβιβάζεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (“αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή”) μαζί με το προσχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

8.   Βάσει της κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες όσον αφορά το οργανόγραμμα και το ύψος της επιχορήγησης που βαρύνει τον γενικό προϋπολογισμό, καταθέτει δε το προσχέδιο αυτό στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με το άρθρο 314 ΣΛΕΕ, μαζί με μια περιγραφή και αιτιολόγηση οποιασδήποτε διαφοράς ανάμεσα στην κατάσταση προβλέψεων του Οργανισμού και στην επιχορήγηση που θα βαρύνει τον γενικό προϋπολογισμό.»·

δ)

η παράγραφος 10 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«10.   Ο προϋπολογισμός εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός μετά την οριστική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, προσαρμόζεται αναλόγως μαζί με το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών.».

10)

Το άρθρο 22 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 22

Αξιολόγηση

1.   Σε τακτά χρονικά διαστήματα και τουλάχιστον ανά πέντε έτη, το Διοικητικό Συμβούλιο αναθέτει ανεξάρτητη εξωτερική αξιολόγηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή παρέχει στον Οργανισμό κάθε πληροφορία που αυτός κρίνει συναφή για την εν λόγω αξιολόγηση.

2.   Η αξιολόγηση εκτιμά τις επιπτώσεις του παρόντος κανονισμού, καθώς και τη χρησιμότητα, την συνάφεια, την επιτευχθείσα πρόσθετη αξία και την αποτελεσματικότητα του Οργανισμού και των μεθόδων εργασίας του. Στην αξιολόγηση λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις των ενδιαφερόμενων φορέων, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, εξετάζεται δε ειδικότερα η ενδεχόμενη ανάγκη τροποποίησης των καθηκόντων του Οργανισμού. Το Διοικητικό Συμβούλιο εκδίδει ειδικούς όρους αναφοράς σε συμφωνία με την Επιτροπή και κατόπιν διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη.

3.   Το Διοικητικό Συμβούλιο παραλαμβάνει την εν λόγω αξιολόγηση και διατυπώνει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με τροποποιήσεις του παρόντος κανονισμού, του Οργανισμού και των μεθόδων εργασίας του. Τόσο τα πορίσματα της αξιολόγησης όσο και οι συστάσεις διαβιβάζονται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο και δημοσιεύονται. Εάν κρίνεται σκόπιμο, επισυνάπτεται σχέδιο δράσης με σχετικό χρονοδιάγραμμα.».

11)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 22α

Έκθεση προόδου

Εντός … (35), και λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση αξιολόγησης που προβλέπεται στο άρθρο 22, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση στην οποία αναφέρεται ο τρόπος με τον οποίο ο Οργανισμός ανταποκρίνεται στα επιπρόσθετα καθήκοντα που του ανατίθενται με τον παρόντα κανονισμό, προκειμένου να εντοπιστούν περαιτέρω οφέλη αποτελεσματικότητας, καθώς και τα επιχειρήματα, εάν χρειαστεί, που συνηγορούν υπέρ νέας διεύρυνσης των στόχων ή των καθηκόντων του.

12)

Το άρθρο 23 διαγράφεται.

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 107 της 6.4.2011, σ. 68.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 2011 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 4ης Οκτωβρίου 2012. Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της …

(3)  ΕΕ L 208 της 5.8.2002, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 129 της 29.4.2004, σ. 6.

(5)  ΕΕ L 283 της 29.10.2010, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 332 της 28.12.2000, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 255 της 30.9.2005, σ. 11.

(8)  ΕΕ L 314 της 1.12.2007, σ. 9.

(9)  ΕΕ L 131 της 28.5.2009, σ. 57.

(10)  Απόφαση 94/157/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 73 της 16.3.1994, σ. 19).

(11)  Απόφαση 77/585/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 240 της 19.9.1977, σ. 1).

(12)  Απόφαση 1999/802/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 322 της 14.12.1999, σ. 32).

(13)  Απόφαση 84/358/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 188 της 16.7.1984, σ. 7).

(14)  Απόφαση 98/249/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 104 της 3.4.1998, σ. 1).

(15)  Απόφαση 93/550/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 267 της 28.10.1993, σ. 20).

(16)  Απόφαση 2010/655/ΕΕ του Συμβουλίου (ΕΕ L 285 της 30.10.2010, σ. 1).

(17)  ΕΕ L 131 της 28.5.2009, σ. 11.

(18)  ΕΕ L 323 της 3.12.2008, σ. 33.

(19)  ΕΕ L 98 της 10.4.2008, σ. 5.

(20)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(21)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(22)  

(1*)

ΕΕ L 129 της 29.4.2004, σ. 6.

(23)  

(2*)

EE L 131 της 28.5.2009, σ. 47.

(24)  

(3*)

EE L 314 της 1.12.2007, σ. 9.

(25)  

(4*)

EE L 131 της 28.5.2009, σ. 114.

(26)  

(5*)

EE L 131 της 28.5.2009, σ. 57.

(27)  

(6*)

ΕΕ L 323 της 3.12.2008, σ. 33.

(28)  

(7*)

EE L 255 της 30.9.2005, σ. 11.

(29)  

(8*)

ΕΕ L 283 της 29.10.2010, σ. 1.

(30)  

(9*)

ΕΕ L 164 της 25.6.2008, σ. 19.

(31)  

(10*)

ΕΕ L 389 της 30.12.2006, σ. 1.

(32)  

(11*)

ΕΕ L 131 της 28.5.2009, σ. 11.».

(33)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.».

(34)  ΕΕ L 394 της 30.12.2006, σ. 1.»·

(35)  Πέντε έτη από τη θέση σε ισχύ του παρόντος κανονισμού.».


ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

I.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στις 28 Οκτωβρίου του 2010 η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση κανονισμού (ΕΕ) […/….] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια στη Θάλασσα (1).

Η πρόταση ήταν το θέμα μιας έκθεσης προόδου προς το Συμβούλιο (Μεταφορές, Τηλεπικοινωνίες και Ενέργεια) της 31ης Μαρτίου του 2011. Στους υπουργούς απευθύνθηκαν δύο ερωτήματα προκειμένου να δοθούν κάποιες κατευθύνσεις για την εξέταση της πρότασης από τα προπαρασκευαστικά όργανα του Συμβουλίου (2).

Στις 16 Ιουνίου του 2011, το Συμβούλιο (Μεταφορές, Τηλεπικοινωνίες και Ενέργεια) ενέκρινε γενικό προσανατολισμό ως προς την πρόταση (3).

Στις 15 Δεκεμβρίου του 2011 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση (4).

Κατόπιν της ψηφοφορίας στο Ερυωπαϊκό Κοινοβούλιο, έγιναν διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία επί της πρότασης. Η συμφωνία επήλθε στις 12 Απριλίου 2012, εν συνεχεία δε προσυπεγράφη από την Επιτροπή των Μονίμων Αντιπροσώπων στις 17 Απριλίου 2012 και από την Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού (TRAN) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 24 Απριλίου 2012.

Έχοντας κατά νου την προαναφερθείσα συμφωνία και μετά από νομική και γλωσσική επιμέλεια, το Συμβούλιο καθόρισε τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση στις 4 Οκτωβρίου 2012, ακολουθώντας την συνήθη νομοθετική διαδικασία που ορίζει το άρθρο 294 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ).

Κατά τη διεκπεραίωση των εργασιών του, το Συμβούλιο συνεκτίμησε δεόντως τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (5). Η Επιτροπή των Περιφερειών αποφάσισε να μη γνωμοδοτήσει.

II.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΘΕΣΗΣ ΣΕ ΠΡΩΤΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗ

1.   Γενικά

Ο προτεινόμενος κανονισμός επιδιώκει την επέκταση των καθηκόντων του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Ναυσιπλοΐας (ΕΜSA) ώστε να αποτυπώνονται οι νέες ανάγκες και εξελίξεις σε ενωσιακό και διεθνές επίπεδο και συγκεκριμένα οι ανάγκες που γεννώνται από την έκδοση της «τρίτης δέσμης μέτρων για την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας». Άλλος στόχος είναι η προσαρμογή του διοικητικού μηχανισμού του Οργανισμού, ιδίως υπό το πρίσμα της εξωτερικής αξιολόγησης που είχε παραγγελθεί το 2007.

Μολονότι το Συμβούλιο συμφωνεί με την Επιτροπή σε ό,τι αφορά τους στόχους της πρότασης, ήτοι να προσαρμοστούν τα καθήκοντα και ο διοικητικός μηχανισμός του ΕΜSA στις νέες συνθήκες, η θέση του περιλαμβάνει σημαντικές τροποποιήσεις της αρχικής πρότασης. Πιό συγκεκριμένα, το Συμβούλιο φρονεί ότι η πρόταση της Επιτροπής δεν έλαβε επαρκώς υπ’όψη ότι ο ΕΜSA πρέπει απαραιτήτως να παραμείνει επικεντρωμένος στο κύριο καθήκον του - την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας. Κατά την άποψη του Συμβουλίου έχει ζωτική σημασία, σε καιρούς περιορισμού των χρηματοδοτικών και ανθρώπινων πόρων, οι πόροι αυτοί να μην διασπείρονται σε υπερπληθώρα νέων καθηκόντων· οι δραστηριότητες του ΕΜSA θα πρέπει αντιθέτως να συγκεντρώνονται στους τομείς εκείνους στους οποίους ο Οργανισμός έχει καθιερώσει και αναγνωρίσει εμπειρογνωμοσύνη και εργαλεία. Ως εκ τούτου το Συμβούλιο επέλεξε προσέγγιση που καθορίζει ρητά τους στόχους του Οργανισμού. Επίσης, τα καθήκοντα του Οργανισμού διακρίνονται σε κύρια και σε δευτερεύοντα καθήκοντα. Τα δευτερεύοντα καθήκοντα θα εκτελούνται από τον Οργανισμό μόνο μετά από ενδελεχή εξέταση της σχέσης κόστους-απόδοσης.

Ως απόρροια της προσέγγισης αυτής, η θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση τροποποιεί σημαντικά την αρχική πρόταση της Επιτροπής, αναδιατυπώνοντάς την και απαλείφοντας διάφορες διατάξεις.

2.   Η θέση του Συμβουλίου ως προς τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου επί ορισμένων ζωτικών θεμάτων

i)   Οι στόχοι του Οργανισμού

Το Κοινοβούλιο πρότεινε να παρέχει ο Οργανισμός προς τα κράτη μέλη και την Επιτροπή την τεχνική και επιστημονική συνδρομή που χρειάζεται καθώς και υψηλό βαθμό εμπειρογνωμοσύνης, ούτως ώστε να υποβοηθούνται στην ορθή εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας προκειμένου να εξασφαλιστεί υψηλό, ομοιόμορφο και αποτελεσματικό επίπεδο προστασίας και ασφάλειας, με αξιοποίηση των υφισταμένων δυνατοτήτων συνδρομής, πρόληψης και αντιμετώπισης της θαλάσσιας ρύπανσης, μεταξύ άλλων από υπεράκτιες εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, και να δημιουργηθεί ένας ευρωπαϊκός θαλάσσιος χώρος χωρίς σύνορα (τροπολογία 29). Οι στόχοι αυτοί αποτελούν την πρωταρχική αποστολή του Οργανισμού και πρέπει να επιτευχθούν κατά προτεραιότητα. (τροπολογία 30).

Το Συμβούλιο επικροτεί τη σαφή περιγραφή των στόχων του Οργανισμού που προτείνει το Κοινοβούλιο, όπως και την ιεράρχηση καθηκόντων. Κατ’ουσίαν και οι δύο τροπολογίες ακολουθούν την ίδια κατεύθυνση με τον γενικό προσανατολισμό του Συμβουλίου. Πέραν αυτού, το Συμβούλιο μπορεί να αντιληφθεί ότι είναι χρήσιμο να καταστεί η δημιουργία του ευρωπαϊκού θαλάσσιου χώρου χωρίς σύνορα γενικός στόχος των δραστηριοτήτων του Οργανισμού, εφ’όσον κριθεί σκόπιμο.

Ωστόσο, το Συμβούλιο δεν είναι πρόθυμο να δεχθεί επέκταση των καθηκόντων του Οργανισμού στην πρόληψη της ρύπανσης από υπεράκτιες εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου (βλέπε σημείο 2 (ii) (γ) κατωτέρω), και συνεπώς το σχετικό τμήμα της τροπολογίας του Κοινοβουλίου δεν έχει περιληφθεί στη θέση του Συμβουλίου. Εκτός αυτού, το Συμβούλιο θεωρεί ότι προέχει η σαφής ιεράρχηση καθηκόντων, και κατά συνέπεια η θέση του διακρίνει τα κύρια καθήκοντα από τα δευτερεύοντα.

ii)   Τα καθήκοντα του Οργανισμού

Το Κοινοβούλιο πρότεινε έναν αριθμό νέων καθηκόντων για τον Οργανισμό, το σπουδαιότερο των οποίων σχετίζεται με την εκπαίδευση των ναυτικών, την καταπολέμηση του «παράνομου εμπορίου» καθώς και τις πειρατικές ενέργειες και τη ρύπανση από υπεράκτιες εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου.

α)   Εκπαίδευση των ναυτικών

Η αρχική πρόταση της Επιτροπής δεν προέβλεπε συγκεκριμένα καθήκοντα του EMSA όσον αφορά την εκπαίδευση των ναυτικών. Στον γενικό του προσανατολισμό το Συμβούλιο δεν τροποποίησε εν προκειμένω την πρόταση της Επιτροπής.

Το Κοινοβούλιο όμως πρότεινε διάφορες τροπολογίες ούτως ώστε να συμμετέχει ο Οργανισμός στην εκπαίδευση των ναυτικών:

Ο Οργανισμός θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή στην ανάπτυξη και εφαρμογή μιας πολιτικής για τη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης ευρωπαίων ναυτικών και στην προώθηση των ναυτικών επαγγελμάτων (τροπολογία 35).

Ο Οργανισμός θα πρέπει να συνεργάζεται με την Επιτροπή στη συλλογή και ανάλυση δεδομένων που αφορούν τις ικανότητες και την απασχόληση των ναυτικών, ούτως ώστε να υπάρχει δυνατότητα ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών στον τομέα της κατάρτισης των ναυτικών σε ευρωπαϊκή κλίμακα (τροπολογία 41), στο συντονισμό των προγραμμάτων των ιδρυμάτων κατάρτισης με σκοπό την εναρμόνισή τους (τροπολογία 42) και στη διευκόλυνση της πραγματοποίησης ανταλλαγών τύπου προγράμματος Erasmus μεταξύ ιδρυμάτων κατάρτισης ναυτικών (τροπολογία 43).

Θα πρέπει να προστεθεί η ανάλογη αιτιολογική σκέψη που θα καλύπτει όλα τα προαναφερόμενα καθήκοντα (τροπολογία 20).

Το Συμβούλιο μπορεί να συμφωνήσει με το Κοινοβούλιο ότι ο EMSA θα μπορούσε να παίζει ρόλο σε θέματα που αφορούν την εκπαίδευση των ναυτικών, ότι όμως αυτό δεν μπορεί να ανήκει στα κύρια του καθήκοντα παρά μόνο καθ’όσον ενδιαφέρει τις στατιστικές, και ότι θα πρέπει να σέβεται στο ακέραιο την αρμοδιότητα των κρατών μελών για το περιεχόμενο και την οργάνωση της επαγγελματικής εκπαίδευσης (άρθρο 166 ΣΛΕΕ). Τα ανωτέρω αποτυπώνονται στη θέση του Συμβουλίου ως ακολούθως:

Ως κύριο καθήκον ο Οργανισμός οφείλει να διευκολύνει τη μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής συνεργασία, συλλέγοντας και αναλύοντας δεδομένα περί ναυτικών παρεχόμενα και χρησιμοποιούμενα σύμφωνα με την οδηγία 2008/106/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 19ης Νοεμβρίου 2008 για το ελάχιστο επίπεδο εκπαίδευσης των ναυτικών (6) (άρθρο 2, παρ. 4 στοιχείο ε)).

Ως δευτερεύον καθήκον, ο Οργανισμός οφείλει κατά περίπτωση να επικουρεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη διευκολύνοντας την εθελούσια ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών στον τομέα της εκπαίδευσης και κατάρτισης των ναυτικών ανά την ΕΕ και παρέχοντας πληροφορίες σχετικά με τα ενωσιακά προγράμματα ανταλλαγών που έχουν σημασία για την κατάρτιση των ναυτικών, με πλήρη σεβασμό του άρθρου 166 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) (άρθρο 2α παρ. 3 στοιχείο γ)). Η διάταξη αυτή επεξηγείται περαιτέρω στην αιτιολογική παράγραφο 31.

β)   Πειρατεία

Όπως στην περίπτωση της εκπαίδευσης των ναυτικών, η Επιτροπή δεν προέβλεψε ρόλο του EMSA όσον αφορά την καταπολέμηση της πειρατείας ή άλλων παράνομων πράξεων κατά των θαλάσσιων μεταφορών. Στον γενικό του προσανατολισμό, το Συμβούλιο δεν τροποποίησε σχετικά την πρόταση της Επιτροπής.

Το Κοινοβούλιο αντιθέτως έκρινε ότι η καταπολέμηση της πειρατείας και του «παράνομου εμπορίου» θα πρέπει να συνιστά κύριο καθήκον του Οργανισμού. Το Κοινοβούλιο εισήγαγε για τον σκοπό αυτόν τρείς τροπολογίες:

κατά την παρακολούθηση και τη συλλογή δεδομένων ο Οργανισμός θα πρέπει να συγκεντρώνει επίσης βασικές πληροφορίες, επί παραδείγματι για την πειρατεία (τροπολογία 21)·

ο Οργανισμός θα πρέπει να κοινοποιεί στη ναυτική επιχείρηση «Αtalanta» της ΕΕ την ακριβή θέση των πλοίων που φέρουν σημαία της ΕΕ και τα οποία διασχίζουν ορισμένες επικίνδυνες ζώνες (τροπολογία 22)·

ο Οργανισμός θα πρέπει να υποστηρίζει τις δράσεις της Επιτροπής και των κρατών μελών για την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου και των πειρατικών ενεργειών (τροπολογία 45).

Το Συμβούλιο είναι ενήμερο της αυξανόμενης απειλής από πειρατικές ενέργειες και άλλες παράνομες πράξεις κατά των θαλάσσιων μεταφορών, ο δε Οργανισμός έχει στη διάθεσή του ορισμένα στοιχεία που θα μπορούσαν να αποβούν χρήσιμα στο θέμα αυτό. Η θέση του Συμβουλίου αποτυπώνει το γεγονός αυτό συμπεριλαμβάνοντας στα κύρια καθήκοντα του Οργανισμού την παροχή, στις αρμόδιες εθνικές αρχές και τους οικείους φορείς της Ένωσης, συναφών δεδομένων θέσης πλοίων και γεωσκόπησης, για να διευκολύνεται η λήψη μέτρων κατά απειλών πειρατείας και ηθελημένων παράνομων πράξεων. Σημειωτέον ότι τα δεδομένα αυτά θα πρέπει να παρέχονται μόνο κατόπιν αιτήματος, με την επιφύλαξη του εθνικού και ενωσιακού δικαίου, με σεβασμό των εφαρμοστέων κανόνων προστασίας δεδομένων και σύμφωνα με διοικητικές διαδικασίες που θα καθοριστούν από το Διοικητικό Συμβούλιο ή, ανάλογα με την περίπτωση, από τη Διευθύνουσα ομάδα Υψηλού Επιπέδου που έχει συσταθεί με την οδηγία 2002/59/ΕΚ για τη δημιουργία κοινοτικού συστήματος παρακολούθησης των πλοίων και ενημέρωσης (7) (άρθρο 2 παρ. 4 στοιχείο β)). Η παροχή δεδομένων ταυτοποίησης και εντοπισμού σκαφών εξ αποστάσεως πρέπει να υπόκειται στη συναίνεση του ενδιαφερόμενου κράτους της σημαίας (τελευταία πρόταση του άρθρου 2 παρ. 4 στοιχείο β)). Το Συμβούλιο θεωρεί ιδιαίτερα σημαντική τη χρήση του όρου «ηθελημένες παράνομες πράξεις», ο οποίος έχει εμπεδωθεί και οριστεί στο ενωσιακό και το διεθνές δίκαιο. Επίσης, η θέση του Συμβουλίου κάνει ιδιαίτερη μνεία της προστασίας των δεδομένων και κατά συνέπεια επιφέρει ορισμένες τροποποιήσεις στο άρθρο 4, σχετικές με τον ασφαλή χειρισμό και την επεξεργασία των εμπιστευτικών πληροφοριών, στα οποία και η Επιτροπή και το Κοινοβούλιο ουδόλως αναφέρθηκαν.

Τέλος, η αιτιολογική παράγραφος 32 περιλαμβάνει νέα στοιχεία για την ερμηνεία των προαναφερθεισών διατάξεων.

γ)   Ρύπανση από υπεράκτιες εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου

Η αρχική πρόταση της Επιτροπής έδινε στον EMSA περιορισμένο ρόλο στην ανάλυση της προστασίας των κινητών υπεράκτιων εγκαταστάσεων πετρελαίου και φυσικού αερίου. Στη γενική του προσέγγιση, το Συμβούλιο κατέστησε δευτερεύον το καθήκον αυτό, το οποίο συνίσταται στην υποβοήθηση της Επιτροπής κατά την εξέταση των προδιαγραφών ΔΝΟ και κατά τη συγκέντρωση κυρίων πληροφοριών για δυνητικές απειλές κατά των θαλάσσιων μεταφορών και του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Το Συμβούλιο όρισε ότι ο EMSA δεν θα πρέπει να πραγματοποιεί επιθεωρήσεις ή δραστηριότητες σχετιζόμενες με την έρευνα ή την εκμετάλλευση ορυκτών πόρων.

Το Κοινοβούλιο αντιθέτως ενέκρινε πολλές τροπολογίες που αφορούν την εν λόγω πρόληψη της ρύπανσης. Πρότεινε συγκεκριμένα τα εξής:

να απαλειφούν οι λέξεις «από πλοία» εκεί όπου η πρόταση μνημονεύει την πρόληψη της ρύπανσης (τροπολογίες 29. 30, 71 και 73)·

να απαλειφεί η λέξη «κινητές» εκεί όπου μνημονεύεται η ανάλυση της ασφάλειας των υπεράκτιων εγκαταστάσεων πετρελαίου και φυσικού αερίου (τροπολογίες 14 και 33)·

να γίνει μνεία της πολύτιμης εμπειρογνωμοσύνης του Οργανισμού για την εκπόνηση κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά τη χορήγηση αδειών για την έρευνα και την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου (τροπολογία 24)·

να καταστεί η πρόληψη και αντιμετώπιση της θαλάσσιας ρύπανσης, μεταξύ άλλων από υπεράκτιες εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, βασικός στόχος του EMSA (τροπολογία 29)·

να παρέχει ο EMSA συνδρομή σε σχέση με τη χορήγηση αδειών για έρευνα και παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου (τροπολογία 37)·

να επικουρεί ο EMSA τα κράτη μέλη κατά τη διενέργεια ερευνών για ατυχήματα στα οποία εμπλέκονται παράκτιες ή υπεράκτιες θαλάσσιες εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των ατυχημάτων που αφορούν εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου (τροπολογία 47)·

να διευκολύνει ο EMSA τη συνεργασία στην αξιολόγηση των ρυθμίσεων των κρατών μελών όσον αφορά τα σχέδια έκτακτης ανάγκης και προετοιμασίας για την αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης σε σχέση με τις υπεράκτιες εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου (τροπολογία 49)·

να διευκολύνει ο EMSA τη συνεργασία για τη διασφάλιση ανεξάρτητου ελέγχου, από τρίτο φορέα, των ναυτιλιακών πτυχών που αφορούν την ασφάλεια, την πρόληψη, την προστασία του περιβάλλοντος και τα σχέδια έκτακτης ανάγκης (τροπολογία 50).

Ακολουθώντας τα προτεινόμενα από την Επιτροπή, το Συμβούλιο φρονεί ότι είναι σκόπιμο και ορθό να δοθεί στον EMSA ρόλος για την αντιμετώπιση της θαλάσσιας ρύπανσης από υπεράκτιες εγκαταστάσεις. Ο Οργανισμός έχει τις ικανότητες αντίδρασης ώστε να πραγματοποιεί επιχειρήσεις καθαρισμού πετρελαιοκηλίδων, ασχέτως του αν η ρύπανση προκαλείται από πλοίο ή από υπεράκτια εγκατάσταση. Διαθέτει επίσης την απαιτούμενη εμπειρία στον τομέα της ρύπανσης από άλλες επικίνδυνες και επιβλαβείς ουσίες ούτως ώστε να επικουρεί τα κράτη που πλήττονται από αυτού του είδους τη ρύπανση. Ωστόσο, το Συμβούλιο θεωρεί πρόωρο το να ανατεθεί στον Οργανισμό μεγαλύτερος ρόλος στην πρόληψη της ρύπανσης από υπεράκτιες εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου. Όπως δηλώνεται στα προηγούμενα, ο EMSA θα πρέπει να εστιάζει τις δραστηριότητές του σε τομείς όπου διαθέτει, αποδεδειγμένα και αναγνωρισμένα, την εμπειρογνωμοσύνη και τα μέσα. Κατά συνέπεια η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει τις τροπολογίες του Κοινοβουλίου στο ζήτημα αυτό.

Παρ’όλ’αυτά, η θέση του Συμβουλίου ανταποκρίνεται σε κάποιες μέριμνες του Κοινοβουλίου. Ειδικότερα, το Συμβούλιο εισάγει νέα και ευρύτερη αντίληψη περί θαλάσσιας ρύπανσης, η οποία καλύπτει όχι μόνο τις πετρελαϊκές αλλά και άλλες επικίνδυνες και επιβλαβείς ουσίες (αιτιολογική παράγραφος 3). Τα κύρια καθήκοντα του Οργανισμού θα περιλαμβάνουν χρήση της υπηρεσίας CleanSeaNet για να παρακολουθείται η έκταση και η περιβαλλοντική επίπτωση της θαλάσσιας ρύπανσης με πετρέλαιο από εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου (άρθρο 2, παρ. 4 στοιχείο ζ) και αιτιολογική παράγραφος 22), πράγμα που επίσης ακολουθεί τις τροπολογίες 15 και 48 του Κοινοβουλίου. Στα πλαίσια των δευτερευόντων του καθηκόντων ο Οργανισμός θα βοηθά την Επιτροπή στην εξέταση των προδιαγραφών ΔΝΟ και στη συγκέντρωση κυρίων πληροφοριών για δυνητικές απειλές κατά των θαλάσσιων μεταφορών και του θαλάσσιου περιβάλλοντος (άρθρο 2α παρ. 2 στοιχείο ε).

Τέλος, η Επιτροπή καλείται να εξετάσει, στα πλαίσια έκθεσης προόδου, την ενδεχόμενη συμβολή του Οργανισμού στην υλοποίηση μελλοντικής νομοθετικής πράξης σχετικά με τις δραστηριότητες αναζήτησης, εξερεύνησης και παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου, προκειμένου για την πρόληψη της ρύπανσης από υπεράκτιες εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου, λαμβάνοντας υπ’όψη την εμπειρογνωμοσύνη και τα μέσα που αποδεδειγμένα και αναγνωρισμένα διαθέτει ο Οργανισμός (αιτιολογική παράγραφος 44).

δ)   Άλλα νέα καθήκοντα που απονέμονται στον Οργανισμό

Το Συμβούλιο έλαβε υπ’όψη την τροπολογία 38 του Κοινοβουλίου, με μικρές αλλαγές, η οποία απονέμει στον Οργανισμό το καθήκον να παρέχει, με αίτημα κράτους μέλους, τις δέουσες πληροφορίες που προκύπτουν από τις επιθεωρήσεις ανεγνωρισμένων από τον EMSA οργανισμών προκειμένου να υποστηριχθεί η εποπτεία των ανεγνωρισμένων οργανισμών που επιτελούν καθήκοντα πιστοποίησης για λογαριασμό των κρατών μελών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 9 της οδηγίας 2009/15/ΕΚ σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και ελέγχου πλοίων και για τις συναφείς δραστηριότητες των ναυτικών αρχών (8), με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του κράτους της σημαίας (άρθρο 2 παρ. 3 στοιχείο γ)). Το Συμβούλιο πιστεύει ότι αυτή η διαβίβαση πληροφοριών από τον Οργανισμό θα μπορούσε να συνιστά προστιθέμενη αξία για τα αιτούντα κράτη μέλη.

Το Κοινοβούλιο κατέθεσε έναν αριθμό τροπολογιών που αφορούν τη δημιουργία ευρωπαϊκού θαλάσσιου χώρου χωρίς σύνορα και στενά σχετιζόμενα ζητήματα, όπως η «ηλεκτρονική ναυτιλία» και το σχέδιο «γαλάζια ζώνη» (τροπολογίες 12, 16, 17, 19, 27, 29 και 33).

Το Κοινοβούλιο πρότεινε να επικουρήσει ο Οργανισμός την Επιτροπή στην ανάπτυξη και εφαρμογή του σχεδίου «γαλάζια ζώνη» (τροπολογίες 16, 17 και 33). Το Συμβούλιο είχε ήδη συμπεριλάβει ανάλογη διάταξη στον γενικό του προσανατολισμό, αλλά ως δευτερεύον καθήκον. Η έννοια της «γαλάζιας ζώνης» εμπεριέχεται έτσι ως δευτερεύον καθήκον στο άρθρο 2α, παρ. 3, στοιχείο α), μεταξύ των πολιτικών και των σχεδίων που στηρίζουν τη δημιουργία του ευρωπαϊκού θαλάσσιου χώρου χωρίς σύνορα.

Επί πλέον, εκτός του ότι απαριθμείται μεταξύ των στόχων του Οργανισμού (άρθρο 1 παρ. 3), ο ευρωπαϊκός θαλάσσιος χώρος χωρίς σύνορα μνημονεύεται επίσης στη θέση του Συμβουλίου, στο άρθρο 2α παρ. 3 στοιχείο α) και στις αιτιολογικές παραγράφους 15, 17, 28 και 45. Κατά τη γνώμη του Συμβουλίου, σαν μέσο για την επίτευξη αυτού του χωρίς σύνορα χώρου ιδιαίτερη σημασία έχει η οδηγία 2010/65/ΕΕ σχετικά με τις διατυπώσεις υποβολής δηλώσεων για τα πλοία κατά τον κατάπλου ή/και απόπλου από λιμένες των κρατών μελών (9) και συνεπώς ο Οργανισμός θα πρέπει μεταξύ των κυρίων του καθηκόντων να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής, κάνοντας ευκολότερη την ηλεκτρονική διαβίβαση δεδομένων μέσω του SafeSeaNet και στηρίζοντας τη δημιουργία της ενιαίας θυρίδας (άρθρο 2 παρ. 4 σημείο i)). Θα πρέπει επίσης να στηρίζει τα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή της εν προκειμένω οδηγίας (αιτιολογική παράγραφος 15).

Εν αντιθέσει προς την πρόταση της Επιτροπής και προς τον γενικό προσανατολισμό του Συμβουλίου, το Κοινοβούλιο πρότεινε να μην εμπλέκεται ο Οργανισμός σε καθήκοντα που αφορούν την εσωτερική ναυσιπλοΐα. Ωστόσο, το Συμβούλιο φρονεί ότι θα ήταν χρήσιμο να απονεμηθούν στον Οργανισμό περιορισμένα και σαφώς οριοθετημένα δευτερεύοντα καθήκοντα παροχής σχετικών πληροφοριών αναφορικά με τους νηογνώμονες σκαφών για εσωτερική ναυσιπλοΐα (άρθρο 2α παρ. 2 στοιχείο στ) και αιτιολογική παράγραφος 25) και διερεύνησης της δυνατότητας ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ του συστήματος Υπηρεσιών Πληροφοριών Εσωτερικής Ναυσιπλοΐας και των πληροφοριακών συστημάτων για τις θαλάσσιες μεταφορές (άρθρο 2α παρ. 3 στοιχείο β) και αιτιολογική παράγραφος 26). Ως εκ τούτου, η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει το συγκεκριμένο τμήμα της τροπολογίας 33.

iii)   Διοικητική δομή του Οργανισμού

Ένας από τους κύριους στόχους της πρότασης της Επιτροπής για τροποποίηση του κανονισμού EMSA είναι να προσαρμοστεί η διοικητική δομή του Οργανισμού.

Το Συμβούλιο τάσσεται ως επί το πλείστον με τον στόχο της πρότασης της Επιτροπής, ήτοι να προσαρμοστεί η διοικητική δομή με βάση τα πορίσματα και τις συστάσεις της εξωτερικής αξιολόγησης του Ιουνίου 2008. Ωστόσο το Συμβούλιο δεν μπορεί να συμφωνήσει με όλες τις πτυχές της πρότασης της Επιτροπής επ’αυτού του θέματος. Πέραν αυτού, το Κοινοβούλιο επέφερε πολλές τροποποιήσεις.

Τα βασικά σημεία όπου οι απόψεις των θεσμικών οργάνων διίστανται αφορούν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων για επισκέψεις στα κράτη μέλη και επιθεωρήσεις σε τρίτες χώρες, οι διατάξεις για την ισορροπία μεταξύ των φύλων, ορισμένες διατάξεις που αφορούν τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου (που σχετίζονται με τη σύγκρουση συμφερόντων και τη διάρκεια της θητείας) και η διαδικασία διορισμού του εκτελεστικού διευθυντή όπως και η διάρκεια της θητείας του.

α)   Επισκέψεις και επιθεωρήσεις

Η Επιτροπή πρότεινε να καθορίζεται η πολιτική των επιθεωρήσεων μέσω εκτελεστικής πράξης και όχι με απόφαση του διοικητικού συμβουλίου όπως συμβαίνει σήμερα. Για το ζήτημα αυτό, το Κοινοβούλιο κατέθεσε τροπολογίες προκειμένου η πολιτική των επιθεωρήσεων να καθορίζεται με κατ’εξουσιοδότηση πράξη (τροπολογίες 25,26,55, 81, 82 και 83).

Κατά την άποψη του Συμβουλίου, καμμία από τις επιλογές αυτές δεν είναι η αρμόζουσα. Το σημερινό σύστημα λειτουργεί καλά και το αρμοδιότερο όργανο για να αποφασίζει σχετικά με τη μεθοδολογία των επισκέψεων είναι το διοικητικό συμβούλιο. Παρ’όλ’αυτά, το Συμβούλιο εισήγαγε πρόσθετη ρήτρα διασφάλισης για την περίπτωση που η Επιτροπή διαφωνήσει με τη μεθοδολογία που θα καθορίσει το διοικητικό συμβούλιο. Στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση, το διοικητικό συμβούλιο οφείλει να την επανεξετάσει και να την εγκρίνει -ενδεχομένως με τροποποιήσεις- σε δεύτερη ανάγνωση, είτε με πλειοψηφία δύο τρίτων, συμπεριλαμβανομένων και των αντιπροσώπων της Επιτροπής, είτε με ομοφωνία των αντιπροσώπων των κρατών μελών (άρθρο 3 σε συνδυασμό προς το άρθρο 10 παρ. 2 στοιχείο ζ) και αιτιολογική παράγραφος 39).

Αναφορικά με τις υπόλοιπες τροπολογίες που προτείνει στη συνάρτηση αυτή το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο δεν θεωρεί ορθό να συμμετέχει ο Οργανισμός στην επανεξέταση των αξιολογήσεων περιβαλλοντικού αντικτύπου και να πραγματοποιεί επιθεωρήσεις στα κράτη μέλη με αίτημα της Επιτροπής (τροπολογία 54). Προκειμένου για την τροπολογία 56, το Συμβούλιο όντως συμφωνεί ότι η οικονομική αποδοτικότητα των εφαρμοζόμενων μέτρων αποτελεί σημαίνουσα πτυχή των γενικών συμπερασμάτων ενός κύκλου επισκέψεων ή επιθεωρήσεων, δεν κρίνει όμως απαραίτητο να συμπεριληφθούν διατάξεις για τη διάθεση των σχετικών με τις επισκέψεις εκθέσεων στο κοινό, αφού διατάξεις για την ενημέρωση του κοινού υπάρχουν σε άλλα σημεία του κανονισμού (βλέπε άρθρο 4 παρ. 2 του ισχύοντας κανονισμού).

β)   Ισορροπία των φύλων

Η πρόταση της Επιτροπής δεν περιελάμβανε ειδικές διατάξεις για την ισορροπία των φύλων Στον γενικό του προσανατολισμό, το Συμβούλιο πρόσεξε, οσάκις αναφέρθηκε στον εκτελεστικό διευθυντή, να χρησιμοποιήσει ουδέτερη γλώσσα εξ επόψεως φύλου (ακολουθώντας τον ισχύοντα κανονισμό). Το Κοινοβούλιο όμως εισήγαγε ορισμένες τροπολογίες με σκοπό να εξασφαλίζεται ισορροπημένη εκπροσώπηση των φύλων στους κόλπους του διοικητικού συμβουλίου και στην εκλογή του προέδρου, του αντιπροέδρου και των αντιπροσώπων τρίτων χωρών (τροπολογίες 8, 88 και 90).

Το Συμβούλιο συμφωνεί βεβαίως με την αρχή της ισορροπίας των φύλων. Ωστόσο, στην πράξη ενδέχεται να αποδειχθεί δύσκολη η εξασφάλιση τέλειας ισορροπίας των φύλων στους κόλπους του διοικητικού συμβουλίου, ιδίως για τις μικρότερες ναυτιλιακές αρχές. Όσο για τους αντιπροσώπους τρίτων χωρών, η Ένωση δεν μπορεί να υπαγορεύσει τους όρους με τους οποίους θα διορίζονται οι αντιπρόσωποι αυτοί.

Το Συμβούλιο έχει ωστόσο προσθέσει στο άρθρο 11 παρ. 1 μια διάταξη σύμφωνα με την οποία τα κράτη μέλη και η Επιτροπή οφείλουν να επιδιώκουν να υπάρχει ισόρροπη αντιπροσώπευση και των δύο φύλων στο Διοικητικό Συμβούλιο. Επιπροσθέτως, η αιτιολογική παράγραφος 9 περιέχει σύσταση βάσει της οποίας κατά τους διορισμούς των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, την εκλογή του προέδρου και αντιπροέδρου του και το διορισμό των τμηματαρχών θα πρέπει να λαμβάνεται πλήρως υπόψη η σημασία της διασφάλισης μιας ισόρροπης εκπροσώπησης και των δύο φύλων.

γ)   Διατάξεις που αφορούν τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου

Η Επιτροπή δεν πρότεινε ιδιαίτερες διατάξεις για τις τυχόν συγκρούσεις συμφερόντων σε σχέση με τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, ούτε αλλαγές του ισχύοντος χρόνου θητείας (πέντε έτη, ανανεώσιμη άπαξ). Στο γενικό του προσανατολισμό, το Συμβούλιο δεν πρότεινε τροποποιήσεις της πρότασης της Επιτροπής για το θέμα αυτό.

Το Κοινοβούλιο πρότεινε να εισαχθεί συγκεκριμένη διάταξη για τη σύγκρουση συμφερόντων, δυνάμει της οποίας τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου θα υποχρεούνται να υπογράφουν γραπτή δήλωση κάθε άμεσου ή έμμεσου συμφέροντος που θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι επηρεάζει την ανεξαρτησία τους. Θα πρέπει επίσης να απέχουν από τις ψηφοφορίες για τέτοια ζητήματα (τροπολογία 62). Το Κοινοβούλιο πρότεινε επίσης η θητεία να περιορίζεται στα τέσσερα έτη και να ανανεώνεται άπαξ (τροπολογία 63).

Ο ισχύων κανονισμός περιλαμβάνει ήδη διάταξη σχετικά με τη σύγκρουση συμφερόντων για τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που διορίζονται με την επαγγελματική τους ιδιότητα από τους ενδιαφερόμενους κλάδους (άρθρο 13 παρ. 4). Το Συμβούλιο θεωρεί συνεπώς ορθότερο και απλούστερο να τροποποιηθεί αυτή η ισχύουσα διάταξη, ούτως ώστε να εφαρμόζεται σε όλα τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου.

Όσον αφορά τη θητεία των μελών του διοικητικού συμβουλίου, η θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση την περιορίζει στα τέσσερα έτη, αλλά την καθιστά ανανεώσιμη για περισσότερες φορές, ούτως ώστε να ληφθεί υπ’όψη η δυσκολία που αντιμετωπίζουν μερικές ναυτιλιακές αρχές στην εύρεση των κατάλληλων υποψηφίων (άρθρο 11 παρ. 3).

δ)   Διαδικασία διορισμού του εκτελεστικού διευθυντή

Προς το παρόν ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται από το διοικητικό συμβούλιο, η δε Επιτροπή έχει δικαίωμα να υποδεικνύει υποψηφίους.

Η Επιτροπή εισηγήθηκε να έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να υποδεικνύει υποψηφίους. Ο εκτελεστικός διευθυντής θα πρέπει να διορίζεται για πέντε έτη και η θητεία να ανανεώνεται για τρία το πολύ έτη. Επίσης, να καλείται ενδεχομένως ο επιλεγείς υποψήφιος πριν από τον διορισμό να υποβάλει δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της.

Στον γενικό του προσανατολισμό, το Συμβούλιο δέχθηκε την προτεινόμενη διάρκεια της θητείας (πέντε + τρία έτη). Εν τούτοις το Συμβούλιο φρονεί ότι θα πρέπει να ανανεώνεται μία μόνο φορά. Πέραν αυτού, το Συμβούλιο δεν συμφώνησε με την Επιτροπή ως προς την ανάμιξη επιτροπής του Κοινοβουλίου πριν από τον διορισμό του επιλεγέντος υποψηφίου. Τέλος, το Συμβούλιο ήταν σε θέση να δεχθεί το αποκλειστικό δικαίωμα της Επιτροπής να υποδεικνύει υποψηφίους, εισήγαγε όμως έναν αριθμό διασφαλίσεων ούτως ώστε να εξασφαλίζεται ανοικτή, αμερόληπτη και διαφανής διαδικασία επιλογής, στις οποίες συγκαταλέγεται η υποχρέωση της Επιτροπής να υποδεικνύει τρείς τουλάχιστον υποψηφίους (άρθρο 16 παρ. 1) και να διορίζεται παρατηρητής από τις τάξεις των μελών του διοικητικού συμβουλίου που θα παρακολουθεί την διαδικασία επιλογής της Επιτροπής (άρθρο 10 παρ. 2 στοιχείο ιδ). Η αιτιολογική παράγραφος 42 περιέχει και άλλα στοιχεία για την ερμηνεία των εν λόγω διατάξεων, μεταξύ των οποίων και η μνεία της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Το Κοινοβούλιο τροποποίησε την πρόταση της Επιτροπής αυξάνοντας την ενδεχόμενη περίοδο ανανέωσης σε πέντε έτη (τροπολογία 72). Επίσης, πρότεινε μεγαλύτερη ανάμιξη της κοινοβουλευτικής επιτροπής στη διαδικασία επιλογής μέσω γνωμοδότησης για τον επιλεγέντα υποψήφιο, η οποία θα πρέπει να λαμβάνεται υπ’όψη πριν τον διορισμό (τροπολογία 71) και τον επαναδιορισμό (τροπολογία 72).

Η θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση ορίζει την ενδεχόμενη περίοδο ανανέωσης σε τέσσερα το πολύ έτη. Δίνει επίσης στο Κοινοβούλιο το δικαίωμα να καλεί τον επιλεγέντα υποψήφιο σε ανταλλαγή απόψεων. Πάντως, το Συμβούλιο δεν θεωρεί σκόπιμο να αναμιγνύεται το Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο στη διαδικασία επιλογής, η οποία θα πρέπει να αποτελεί προνόμιο της Επιτροπής και των μελών του διοικητικού συμβουλίου του Οργανισμού.

3.   Λοιπές τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Η θέση του Συμβουλίου έναντι των λοιπών τροποποιήσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που δεν αναφέρονται στα προηγούμενα εκτίθεται κατωτέρω.

Αναφορά στα ατυχήματα των πετρελαιοφόρων Erika και Prestige (τροπολογίες 1 και 2): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει μια ελαφρώς τροποποιημένη διατύπωση των τροπολογιών αυτών στις αιτιολογικές παραγράφους 1 και 2.

Μνεία της αλλαγής των αρμοδιοτήτων του Οργανισμού στις συστάσεις της εξωτερικής αξιολόγησης (τροπολογία 3): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει αυτήν την τροπολογία στην αιτιολογική παράγραφο 4.

Μνεία της εστίασης σε καθήκοντα κατά προτεραιότητα, των δημοσιονομικών περιορισμών της Ένωσης και της αποφευκτέας αλληλεπικάλυψης κατά την αιτιολόγηση των νέων καθηκόντων του Οργανισμού (τροπολογία 4): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει την τροπολογία αυτή στην αιτιολογική παράγραφο 5 με μικρές αλλαγές.

Η αναδιάταξη του προσωπικού του Οργανισμού θα πρέπει να γίνεται σε συντονισμό με τους οργανισμούς των κρατών μελών (τροπολογία 5), ενώ τα νέα καθήκοντα του Οργανισμού απαιτούν αύξηση των πόρων (τροπολογία 7): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει αυτές τις δύο τροπολογίες.

Ορισμένα καθήκοντα μπορούν να αναληφθούν αποτελεσματικότερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο (τροπολογία 6): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει αυτήν την τροπολογία στην αιτιολογική παράγραφο 7, με μικρές αλλαγές.

Ο Οργανισμός θα πρέπει να προωθεί την πολιτική της Ένωσης για την ασφάλεια στη θάλασσα μέσω επιστημονικής και τεχνικής συνεργασίας με τρίτες χώρες (τροπολογία 9): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει αυτήν την τροπολογία στην αιτιολογική παράγραφο 12, με μικρές αλλαγές.

Ο Οργανισμός θα πρέπει να παρέχει συμπληρωματικά και οικονομικά συμφέροντα μέσα για να στηρίζει την αντιμετώπιση της θαλάσσιας ρύπανσης, και συν τοις άλλοις της ρύπανσης από υπεράκτιες εγκαταστάσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου (τροπολογία 10): το πνεύμα της τροπολογίας αυτής αποτυπώνεται στην αιτιολογική παράγραφο 21.

Τα καθήκοντα του Οργανισμού θα πρέπει να περιγράφονται με σαφήνεια και ακρίβεια, θα πρέπει δε να αποφεύγονται οι επικαλύψεις (τροπολογία 11): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει την ουσία της τροπολογίας αυτής στην αιτιολογική παράγραφο 6.

Αναφορά στην αποτελεσματικότητα της επιβολής των κυρώσεων δυνάμει της οδηγίας 2005/35/ΕΚ για τη ρύπανση από τα πλοία και τη θέσπιση κυρώσεων για παραβάσεις (10) (τροπολογία 13): η θέση του Συμβουλίου στην αιτιολογική παράγραφο 19 ζητά από την Επιτροπή να δώσει πληροφορίες σχετικά με την αποτελεσματικότητα και τη συνεπή επιβολή της εν λόγω οδηγίας.

Θα πρέπει να δημιουργηθούν συνέργειες μεταξύ των αρχών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών ακτοφυλακής, ούτως ώστε να υπάρξει συμβολή στην εγκαθίδρυση «ενιαίου ευρωπαϊκού θαλάσσιου χώρου» (τροπολογία 18): η θέση του Συμβουλίου στην αιτιολογική παράγραφο 30 ζητά από την Επιτροπή να εκπονήσει μελέτη σκοπιμότητας για την αξιολόγηση και τον εντοπισμό των δυνατοτήτων ενίσχυσης του συντονισμού και της συνεργασίας των διάφορων λειτουργιών ακτοφυλακής βάσει αυστηρών προϋποθέσεων.

Ο Οργανισμός και το Μνημόνιο Συνεννόησης για τον έλεγχο από το κράτος λιμένα (ΜΣ των Παρισίων) θα πρέπει να συνεργάζονται στενά (τροπολογία 23): η θέση του Συμβουλίου περιέχει πλείονες αναφορές στο ΜΣ των Παρισίων, καθώς και μια για την στενή συνεργασία χάριν βελτιστοποίησης της αποτελεσματικότητας (αιτιολογικές παράγραφοι 33 και 38, άρθρο 2 παρ. 4 στοιχείο η) και άρθρο 2 παρ. 5).

Παραπομπή στον δημοσιονομικό κανονισμό (τροπολογία 28): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει την τροπολογία αυτή στην αιτιολογική παράγραφο 46, με μικρές αλλαγές.

Παροχή τεχνικής βοήθειας προς την Επιτροπή σε σχέση με την ασφάλεια των λιμένων (τροπολογία 31): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει την τροπολογία αυτή.

Συνδρομή προς την Επιτροπή για την επικαιροποίηση και τη δημιουργία μέσων αναγκαίων για τη συμμετοχή στις εργασίες ορισμένων διεθνών και περιφερειακών οργανώσεων (τροπολογία 32): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει την τροπολογία αυτή. Κατά την άποψη του Συμβουλίου, ο ρόλος του Οργανισμού κατά τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής σε αυτόν τον τομέα θα πρέπει να περιορίζεται στην τεχνική συνδρομή (άρθρο 2 παρ. 4 στοιχείο η) και αιτιολογικές παράγραφοι 34 και 35).

Ανταλλαγή πληροφοριών με την Επιτροπή σχετικά με κάθε άλλη πολιτική που θα μπορούσε να κριθεί σκόπιμη στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων και της εμπειρογνωμοσύνης του Οργανισμού (τροπολογία 34): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει την τροπολογία αυτή. Στην πράξη ωστόσο καλύπτεται από το άρθρο 2 παρ. 2 στοιχείο δ), αλλά με ακριβέστερη διατύπωση.

Ανάλυση των ερευνητικών προγραμμάτων (τροπολογία 36): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει την ουσία αυτής της τροπολογίας (άρθρο 2 παρ. 2 στοιχείο γ)).

Συνδρομή προς την Επιτροπή για την εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 391/2009 σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και ελέγχου πλοίων (11) (τροπολογία 39): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει αυτή την τροπολογία.

Στήριξη δράσεων για την αντιμετώπιση της ρύπανσης με παροχή των κατάλληλων τεχνικών πόρων (τροπολογία 40): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει την ουσία της τροπολογίας αυτής, αλλά με ακριβέστερη διατύπωση (άρθρο 2 παρ.3 στοιχείο δ)).

Παροχή τεχνικής εμπειρογνωμοσύνης στον τομέα της ναυπηγικής ή σε οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα που συνδέεται με τη θαλάσσια κυκλοφορία, με σκοπό την προώθηση της χρήσης περιβαλλοντικών τεχνολογιών και τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου ασφάλειας (τροπολογία 44): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει αυτούσια την εν λόγω τροπολογία, η αιτιολογική παράγραφος 24 όμως περιλαμβάνει αναφορά σε φιλικότερες προς το περιβάλλον θαλάσσιες μεταφορές εν γένει.

Προώθηση και εφαρμογή μακροπεριφερειακής πολιτικής της Ένωσης (τροπολογία 46): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει την τροπολογία αυτή.

Υποβοήθηση της Επιτροπής και των κρατών μελών στην αξιολόγηση της οικονομικής αποδοτικότητας των υφισταμένων μέτρων με την παροχή στατιστικών, πληροφοριών και δεδομένων (τροπολογία 51): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει αυτή την τροπολογία στο άρθρο 2 παρ. 4 στοιχείο δ).

Ετήσια επισκόπηση των ναυτικών ατυχημάτων (τροπολογία 91): η ουσία αυτής της τροπολογίας περιλαμβάνεται στη θέση του Συμβουλίου (άρθρο 2 παρ. 4 στοιχείο γ) σχετικά με τη διερεύνηση των κατά θάλασσα συμβάντων και θυμάτων).

Τεχνική συνδρομή προς χώρες εταίρους της Ευρωπαϊκής Γειτονίας κατά περίπτωση (τροπολογία 53): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει αυτή την τροπολογία, η διατύπωση όμως του άρθρου 2 παρ. 5 μοιάζει πολύ με αυτήν που πρότεινε το Κοινοβούλιο.

Περαιτέρω προϋποθέσεις για τη σύσταση των περιφερειακών κέντρων (τροπολογία 57): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει την τροπολογία αυτή με μικρές αλλαγές (άρθρο 5 παρ. 3).

Διάφορες τροπολογίες για την προσαρμογή της διαδικασίας του προϋπολογισμού στις αλλαγές των σχετικών νομοθετικών πράξεων (τροπολογίες 58, 60 και 68 πρώτο μέρος· τροπολογίες 70, 74, 75 και 76): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει όλες αυτές τις τροπολογίες.

Συνεκτίμηση της γνώμης του Κοινοβουλίου κατά την έγκριση της πολυετούς στρατηγικής από το διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού (τροπολογία 59), διαβούλευση με την αρμόδια επιτροπή του Κοινοβουλίου κατά την εκπόνηση της πολυετούς στρατηγικής από τον εκτελεστικό διευθυντή (τροπολογία 66) και του πολυετούς σχεδίου πολιτικής προσωπικού (τροπολογία 67), και ανταλλαγή απόψεων με την αρμόδια επιτροπή του Κοινοβουλίου όσον αφορά το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών (τροπολογία 68, δεύτερο μέρος): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει τις τροπολογίες αυτές, πλην όμως αναφέρεται συγκεκριμένα στην έγγραφη γνώμη της Επιτροπής που λαμβάνεται υπ’όψη (άρθρο 10 παρ. 2 στοιχείο γα)) ή στην διαβούλευση με την Επιτροπή όσον αφορά αυτά τα έγγραφα (άρθρο 15 παρ. 2 στοιχεία α) και αα)). Επίσης, ο εκτελεστικός διευθυντής οφείλει να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, ειδικότερα όσον αφορά την πορεία της εκπόνησης της πολυετούς στρατηγικής και του ετήσιου προγράμματος εργασιών (άρθρο 15 παρ. 3).

Λεπτομερής περιγραφή της εμπειρίας και των ειδικών γνώσεων που απαιτούνται για τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου (τροπολογία 61): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει αυτή την τροπολογία, αλλά απλοποιεί το κείμενο κάνοντας γενική αναφορά στην πείρα και τις ειδικές γνώσεις στους τομείς που κατονομάζονται στο άρθρο 1, ήτοι στους στόχους του Οργανισμού.

Διατάξεις για το μερίδιο ψήφων της Επιτροπής στους κόλπους του διοικητικού συμβουλίου (τροπολογίες 64 και 65): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει τις τροπολογίες αυτές.

Στοιχεία που θα πρέπει να περιλαμβάνει η εξωτερική αξιολόγηση του Οργανισμού (τροπολογίες 77 και 78): η θέση του Συμβουλίου περιλαμβάνει αυτές τις τροπολογίες με μικρές αλλαγές (άρθρο 22).

Μελέτη σκοπιμότητας με αντικείμενο σύστημα συντονισμού των εθνικών ακτοφυλακών (τροπολογία 79): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει αυτή την τροπολογία στο διατακτικό, όμως η αιτιολογική παράγραφος 30 περιλαμβάνει αναφορά σε μελέτη σκοπιμότητας.

Έκθεση προόδου με αντικείμενο τις ωφέλειες σε αποτελεσματικότητα οι οποίες επετεύχθησαν χάρη στην πληρέστερη ενσωμάτωση του EMSA και του ΜΣ των Παρισίων και την αποτελεσματικότητα της ουσιαστικής εφαρμογής της οδηγίας 2005/35/ΕΚ από τα κράτη μέλη (τροπολογία 80): η θέση του Συμβουλίου δεν περιλαμβάνει την τροπολογία αυτή στο διατακτικό. Ωστόσο, όπως έχει προαναφερθεί, όντως περιλαμβάνει ορισμένες παραπομπές στο ΜΣ των Παρισίων (αιτιολογικές παράγραφοι 33 και 38, άρθρο 2 παρ. 4 στοιχείο η) και άρθρο 2 παρ.5)), στην δε αιτιολογική παράγραφο 19 υπάρχει μνεία έκθεσης της Επιτροπής για την εφαρμογή της οδηγίας 2005/35/ΕΚ.

ΙΙΙ.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Κατά τον καθορισμό της θέσης του σε πρώτη ανάγνωση, το Συμβούλιο έλαβε πλήρως υπόψη του την πρόταση της Επιτροπής και τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρώτη ανάγνωση. Όσον αφορά τις τροπολογίες που πρότεινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο παρατηρεί ότι σημαντικός αριθμός τροπολογιών έχει ήδη περιληφθεί –κατά το πνεύμα, εν μέρει ή πλήρως- στην θέση του σε πρώτη ανάγνωση.


(1)  15717/10.

(2)  7644/11.

(3)  11769/11.

(4)  Τ7-0581/2011.

(5)  ΕΕ C 107 της 6.4.2011, σ. 68.

(6)  ΕΕ L 323 της 3.12.2008, σ. 33.

(7)  ΕΕ L 208 της 5.8.2002, σ. 10.

(8)  ΕΕ L 131 της 28.5.2009, σ. 47.

(9)  ΕΕ L 283 της 29.10.2010, σ. 1.

(10)  ΕΕ L 255 της 30.9.2005, σ. 11.

(11)  ΕΕ L 131 της 28.5.2009, σ. 11.


Top