EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009IP0057(01)

Οι θεσμικές πτυχές της δημιουργίας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2009 σχετικά με τις θεσμικές πτυχές της δημιουργίας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (2009/2133(INI))

OJ C 265E, 30.9.2010, p. 9–14 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

30.9.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 265/9


Πέμπτη, 22 Οκτωβρίου 2009
Οι θεσμικές πτυχές της δημιουργίας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης

P7_TA(2009)0057

Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Οκτωβρίου 2009 σχετικά με τις θεσμικές πτυχές της δημιουργίας της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (2009/2133(INI))

2010/C 265 E/03

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη το άρθρο 3, παράγραφος 5 και τα άρθρα 18, 21, 24, 26, 27 και 47 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση στη μορφή που έχει λάβει με τη Συνθήκη της Λισαβόνας,

έχοντας υπόψη τη δήλωση αριθ. 15 στο άρθρο 27 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία έχει προσαρτηθεί στην τελική πράξη της Διακυβερνητικής Διάσκεψης που ενέκρινε τη Συνθήκη της Λισαβόνας,

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 20ής Φεβρουαρίου 2008 για τη Συνθήκη της Λισαβόνας, και ειδικότερα την παράγραφο 5, στοιχείο ε) (1),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 5ης Σεπτεμβρίου 2000 σχετικά με την Κοινή Κοινοτική Διπλωματία (2),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 14ης Ιουνίου 2001 επί της ανακοίνωσης της Επιτροπής για την ανάπτυξη της εξωτερικής υπηρεσίας (3),

έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 26ης Μαΐου 2005 σχετικά με τις θεσμικές πτυχές της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (4),

έχοντας υπόψη το εργαστήριο μελέτης της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων που έλαβε χώρα στις 10 Σεπτεμβρίου 2008,

έχοντας υπόψη το άρθρο 48 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και της Επιτροπής Ανάπτυξης (A7-0041/2009),

A.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ο τρόπος διαμόρφωσης της μελλοντικής Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης (ΕΥΕΔ) έχει πρωταρχική σημασία, εάν θέλουμε να αποκτήσουν οι εξωτερικές σχέσεις της Ένωσης μεγαλύτερη συνοχή και αποτελεσματικότητα και να μεγιστοποιηθεί ο ρόλος της,

Β.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΥΕΔ είναι το αποτέλεσμα τριών καινοτομιών τις οποίες εισήγαγε η Συνθήκη της Λισαβόνας: εκλογή μόνιμου Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ο οποίος θα είναι επιφορτισμένος με την εξωτερική εκπροσώπηση της Ένωσης σε επίπεδο αρχηγού κράτους ή κυβέρνησης· διορισμός από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, σε συμφωνία με τον Πρόεδρο της Επιτροπής, του Ύπατου Εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας, ο οποίος θα είναι και Αντιπρόεδρος της Επιτροπής υπεύθυνος για τις εξωτερικές σχέσεις («ο ΑΠ/ΥΕ»)· και, σαφής αναγνώριση νομικής προσωπικότητας στην Ένωση, που θα της προσδώσει πλήρη ελευθερία δράσης σε διεθνές επίπεδο,

Γ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΥΕΔ αποτελεί την εύλογη μετεξέλιξη του κοινοτικού κεκτημένου στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων της Ένωσης, δεδομένου ότι θα έχει ως συνέπεια τον καλύτερο συντονισμό μεταξύ των σχετικών διοικητικών υπηρεσιών και την κοινή προσέγγιση στα θέματα της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) αλλά και την άσκηση πολιτικής στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων της Κοινότητας σύμφωνα με το κοινοτικό πρότυπο· λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΥΕΔ συμπληρώνει τις διπλωματικές αντιπροσωπείες των κρατών μελών χωρίς να τις θέτει υπό αμφισβήτηση,

Δ.

υπενθυμίζοντας ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναλάβει έναν ολοένα και σημαντικότερο ρόλο στην παγκόσμια σκηνή τις τελευταίες δεκαετίες, γεγονός που καθιστά απαραίτητη μια νέα προσέγγιση που θα διασφαλίζει την συνέπεια, την συνοχή και την αποφασιστικότητα της συλλογικής δράσης στην αντιμετώπιση των παγκόσμιων προκλήσεων,

Ε.

επισημαίνοντας ότι η δημιουργία κοινής ευρωπαϊκής διπλωματικής υπηρεσίας έχει αποτελέσει σταθερό και απαρέγκλιτο αίτημα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διότι συνάδει με τον διεθνή ρόλο της Ένωσης, καθιστώντας την πλέον ορατή, και διότι ενισχύει την ικανότητά της να δρα αποτελεσματικά στη διεθνή σκηνή· καλεί, εξάλλου, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αξιοποιήσουν την ευκαιρία που παρέχει η συγκρότηση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης για να ενισχύσουν τη συνέπεια, τη συνεκτικότητα και την αποτελεσματικότητα της εξωτερικής πολιτικής,

ΣΤ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η σύσταση τη ΕΥΕΔ πρέπει να συμβάλει στην αποφυγή των επικαλύψεων, της αναποτελεσματικότητας και της κατασπατάλησης πόρων στον τομέα της εξωτερικής δράσης της Ένωσης,

Ζ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η ΕΥΕΔ πρέπει να λειτουργήσει κατά τρόπο που να συμβάλει στο να καταστήσει την ΕΕ πιο ορατή ως ηγετική εταίρο των αναπτυσσόμενων χωρών και πρέπει να βασιστεί στις στενές σχέσεις της ΕΕ με αναπτυσσόμενες χώρες,

Η.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας ορίζει την αναπτυξιακή συνεργασία ως τομέα αυτόνομης πολιτικής με συγκεκριμένους στόχους, καθιστώντας την ισοδύναμη με τις άλλες εξωτερικές πολιτικές,

Θ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι στη δήλωση αριθ. 15 για το άρθρο 27 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι κυβερνήσεις των κρατών μελών ορίζουν ότι ο ΑΠ/ΥΕ, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα αρχίσουν το προπαρασκευαστικό τους έργο για τη δημιουργία της ΕΥΕΔ μόλις υπογραφεί η Συνθήκη της Λισαβόνας,

Ι.

λαμβάνοντας υπόψη ότι μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας ο ΑΠ/ΥΕ θα είναι υπεύθυνος για τη συνοχή της εξωτερικής δράσης της Ένωσης· λαμβάνοντας υπόψη ότι, βάσει της εντολής αυτής, ο ΑΠ/ΥΕ, θα αναλάβει, με την ιδιότητά του ως Αντιπροέδρου της Επιτροπής, να ασκεί τις αρμοδιότητες που άπτονται των εξωτερικών σχέσεων της Επιτροπής και, συγχρόνως, να ασκεί την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας κατ' εντολή του Συμβουλίου («διπλός ρόλος»)· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ΑΠ/ΥΕ θα χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες της ΕΥΕΔ και ότι η ΕΥΕΔ θα στελεχωθεί από υπαλλήλους της Γραμματείας του Συμβουλίου και της Επιτροπής και προσωπικό που θα έχει αποσπασθεί από τις εθνικές διπλωματικές υπηρεσίες,

ΙΑ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή, βάσει των Συνθηκών και του δικαιώματος των οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για αυτο-οργάνωση, όπως αναγνωρίζεται από τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, έχει συστήσει, στο πλαίσιο της επέκτασης της εξωτερικής δράσης των Κοινοτήτων, πολλές αντιπροσωπείες σε τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς· λαμβάνοντας υπόψη ότι το Συμβούλιο διαθέτει γραφεία-συνδέσμους στη Νέα Υόρκη και τη Γενεύη για τις σχέσεις με τα Ηνωμένα Έθνη· λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συντονισμός αυτών των αντιπροσωπειών της Επιτροπής και των γραφείων συνδέσμων του Συμβουλίου ή η μετεξέλιξή τους σε κοινές αντιπροσωπείες του Συμβουλίου και της Επιτροπής, θα δημιουργήσει ένα δίκτυο περίπου 5 000 ατόμων που θα αποτελέσουν τη βάση για την ίδρυση της ΕΥΕΔ,

ΙΒ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι η οργάνωση και λειτουργία της ΕΥΕΔ θα καθορισθούν, κατόπιν απόφασης του Συμβουλίου, μετά από πρόταση του ΑΠ/ΥΕ και μετά από διαβούλευση με το Κοινοβούλιο και παροχή έγκρισης από την Επιτροπή, μόλις τεθεί σε ισχύ η Συνθήκη της Λισαβόνας,

ΙΓ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένα θέματα αρχής που αφορούν τον τρόπο οργάνωσης της ΕΥΕΔ θα πρέπει να επιλυθούν εγκαίρως, ώστε η υπηρεσία να αρχίσει τις εργασίες της το συντομότερο δυνατό μετά τον διορισμό του ΑΠ/ΥΕ,

ΙΔ.

λαμβάνοντας υπόψη ότι, καθώς το Κοινοβούλιο θα κληθεί σε διαβουλεύσεις όσον αφορά την σύσταση της ΕΥΕΔ, και δεδομένου επίσης του σχετικού δημοσιονομικού αντικτύπου, ένας έγκαιρος και επί της ουσίας διάλογος με το Κοινοβούλιο έχει ουσιώδη σημασία για την αποτελεσματική δρομολόγηση της ΕΥΕΔ και για την εξασφάλιση των αναγκαίων οικονομικών πόρων,

1.

επισημαίνει ότι, μετά από έντονες διαβουλεύσεις σχετικά με τον τρόπο οργάνωσης της ΕΥΕΔ, η Συνέλευση πρότεινε σχήμα που αναθέτει σημαντικούς ρόλους στο Κοινοβούλιο και την Επιτροπή· σημειώνει ότι η ειδική διαδικασία την οποία τελικά η Διακυβερνητική Διάσκεψη συμφώνησε να εγκρίνει στη Συνθήκη της Λισαβόνας – ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου μετά από πρόταση του ΑΠ/ΥΕ, και μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και παροχή έγκρισης από την Επιτροπή –, διαφυλάττει τη διοργανική ισορροπία και απαιτεί συναινετική λύση·

2.

υπενθυμίζει και πάλι στην Επιτροπή ότι η απόφαση για την ίδρυση της ΕΥΕΔ είναι δυνατή μόνο μετά τη δική της συμφωνία· καλεί την Επιτροπή να ασκήσει όλη της την επιρροή ως θεσμικό όργανο, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες για τη δημιουργία της ΕΥΕΔ, υπέρ της διαφύλαξης και της περαιτέρω εξέλιξης του κοινοτικού προτύπου στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων της ΕΕ· υπενθυμίζει, επίσης, ότι η διαδικασία σύστασης της ΕΥΕΔ πρέπει να περιλαμβάνει συμφωνία επί των δημοσιονομικών πτυχών·

3.

καλεί την Επιτροπή, το Συμβούλιο, τα κράτη μέλη και τον μελλοντικό ΑΠ/ΥΕ να αναλάβουν ξεκάθαρη δέσμευση, με τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου, υπέρ ενός ολοκληρωμένου, φιλόδοξου και συναινετικού σχεδίου για τη δημιουργία της ΕΥΕΔ·

4.

συνιστά, για τη δημιουργία της ΕΥΕΔ, η οποία θα συσταθεί βάσει των άρθρων 18, 27 και 40 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση όπως διαμορφώθηκε από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, να επιλεγεί προσέγγιση εμπειρικής προόδου· θεωρεί ότι ένα όργανο όπως η ΕΥΕΔ δεν μπορεί να οριοθετηθεί ή να προσδιορισθεί πλήρως εκ των προτέρων, αλλά πρέπει να διαμορφωθεί στη βάση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, της αυξανόμενης γνώσης του θέματος και της κοινής πείρας·

5.

υπενθυμίζει ότι η ΕΥΕΔ πρέπει να διασφαλίζει την πλήρη εφαρμογή του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων σε όλες τις πτυχές της εξωτερικής δράσης της Ένωσης, σύμφωνα με το πνεύμα και τους σκοπούς της Συνθήκης της Λισαβόνας· υπογραμμίζει την ευθύνη της ΕΥΕΔ σε σχέση με τη διασφάλιση της συνέπειας μεταξύ της εξωτερικής της δράσης και των άλλων πολιτικών που ασκεί σύμφωνα με το άρθρο 21, παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση όπως αυτή διαμορφώθηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας·

6.

επιβεβαιώνει τις παρακάτω αρχές και προτρέπει την Επιτροπή, κατά την υποβολή μελλοντικών προτάσεων, να επιμείνει στη συμμόρφωση με τις αρχές αυτές, σύμφωνα με το πνεύμα και τους σκοπούς των διατάξεων της Συνθήκης της Λισαβόνας και το πνεύμα των διαβουλεύσεων της Συνέλευσης:

α)

οι διορισμοί στην ΕΥΕΔ θα πρέπει να βασίζονται στην αξία, την εμπειρία και την αριστεία του προσωπικού, το οποίο θα πρέπει να αποτελείται, με την αρμόζουσα αναλογία και με σεβασμό της γεωγραφικής ισορροπίας, από υπαλλήλους της Επιτροπής, του Συμβουλίου και των εθνικών διπλωματικών υπηρεσιών μέσω μιας ανοικτής και χαρακτηριζόμενης από διαφάνεια διαδικασίας, ούτως ώστε ο ΑΠ/ΥΕ να μπορεί να αξιοποιήσει πλήρως τις γνώσεις και την εμπειρία των τριών φορέων· επιπλέον, η θεσμική σύσταση της ΕΥΕΔ πρέπει να περιλαμβάνει δομή σε ό, τι αφορά το φύλο, η οποία θα αντικατοπτρίζει τις δεσμεύσεις της Ένωσης σε σχέση με την ισότητα των φύλων·

β)

η ΕΥΕΔ θα πρέπει να οργανωθεί κατά τρόπο ώστε να βελτιώνει τη συνεκτικότητα της εξωτερικής δράσης της Ένωσης και της εκπροσώπησής της στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων· προς τούτο, ειδικότερα οι υπηρεσίες που έχουν επιφορτιστεί με θέματα εξωτερικών σχέσεων υπό τη στενότερη έννοια, καθώς και υπάλληλοι με ηγετικά καθήκοντα στους κόλπους των αντιπροσωπειών σε τρίτες χώρες, θα πρέπει να ενταχθούν αμέσως στην ΕΥΕΔ· θα πρέπει δε να εξετασθεί περαιτέρω, ανάλογα με τις εξελίξεις, ποιές επιπλέον λειτουργίες θα μπορούσαν να ανατεθούν στην ΕΥΕΔ·

γ)

δεν είναι, εν τούτοις, απαραίτητο να αφαιρεθούν από τις Γενικές Διευθύνσεις της Επιτροπής όλες οι αρμοδιότητες στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων· κυρίως στους τομείς στους οποίους η Επιτροπή έχει εκτελεστικές αρμοδιότητες, θα πρέπει να διατηρηθεί η ακεραιότητα των εν εξελίξει κοινοτικών πολιτικών με εξωτερική διάσταση· η Επιτροπή, προσπαθώντας να αποφύγει επικαλύψεις, θα πρέπει να προτείνει συγκεκριμένο πρότυπο για τις ενεχόμενες υπηρεσίες·

δ)

οι μονάδες διαχείρισης πολιτικών και στρατιωτικών κρίσεων πρέπει να τεθούν υπό την εποπτεία του ΑΠ/ΥΕ, ενώ το μοντέλο διοίκησης και οργάνωσης του στρατιωτικού προσωπικού ίσως χρειαστεί να διαφέρει από εκείνο του πολιτικού προσωπικού· η επί ίσοις όροις πρόσβαση και ανταλλαγή όσον αφορά την ανάλυση πληροφοριών μεταξύ των φορέων που στεγάζει η ΕΥΕΔ έχουν κεφαλαιώδη σημασία στην προσπάθεια αρωγής του ΑΠ/ΥΕ κατά την διεκπεραίωση της αποστολής του που συνίσταται βεβαίως στην άσκηση συνεπούς, συνεκτικής και αποτελεσματικής εξωτερικής πολιτικής της Ένωσης·

ε)

οι αντιπροσωπείες της Επιτροπής σε τρίτες χώρες και τα γραφεία-σύνδεσμοι του Συμβουλίου, καθώς και τα γραφεία των Ειδικών Εκπροσώπων της ΕΕ, στο μέτρο του δυνατού, θα πρέπει να συγχωνευθούν και να μετατραπούν σε «Πρεσβείες της Ένωσης» υπό την ηγεσία υπαλλήλων της ΕΥΕΔ, οι οποίοι θα τελούν υπό τις διαταγές του ΑΠ/ΥΕ· σε αυτές δεν αποκλείεται να αποσπασθούν ειδικοί σύμβουλοι από τις Γενικές Διευθύνσεις της Επιτροπής·

στ)

η ΕΥΕΔ πρέπει να εξασφαλίσει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει άτομα επαφής στις αντιπροσωπείες της ΕΕ, τα οποία θα εγγυώνται τη συνεργασία με το Κοινοβούλιο (για παράδειγμα προκειμένου να ενισχυθούν οι κοινοβουλευτικές επαφές σε τρίτες χώρες)·

7.

είναι της γνώμης ότι, ως μια sui generis υπηρεσία από οργανωτική και δημοσιονομική άποψη, η ΕΥΕΔ είναι σκόπιμο να ενσωματωθεί στη διοικητική δομή της Επιτροπής, καθώς έτσι θα διασφαλιζόταν πλήρης διαφάνεια· θεωρεί ότι η απόφαση για την ίδρυση της ΕΥΕΔ θα πρέπει να εξασφαλίζει με ένα νομικά δεσμευτικό τρόπο, μέσω των εκτελεστικών εξουσιών του ΑΠ/ΥΕ, ότι η υπηρεσία – όπως ορίζεται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας – θα δεσμεύεται από τις αποφάσεις του Συμβουλίου σε θέματα «κλασικής» εξωτερικής πολιτικής (ΚΕΠΠΑ και κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνας) και θα υπόκειται στις αποφάσεις του Σώματος των Επιτρόπων στον τομέα των κοινών εξωτερικών σχέσεων· εκτιμά ότι η ΕΥΕΔ θα πρέπει να συγκροτηθεί ως εξής:

α)

το σύνολο του προσωπικού της ΕΥΕΔ θα πρέπει να υπάγεται στο ίδιο μόνιμο ή προσωρινό καθεστώς και να έχει τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις ανεξάρτητα από την προέλευσή του· δεν θα πρέπει, για παράδειγμα, να υπάρχει διαφορά μεταξύ έκτακτων και μόνιμων υπαλλήλων σε ό,τι αφορά τα καθήκοντα ή τη θέση τους στο οργανόγραμμα· εξαιτίας της διαφορετικής προέλευσης των μελών του προσωπικού, το καθεστώς του έκτακτου προσωπικού θα πρέπει να υπάγεται στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης των Υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, υπό την προϋπόθεση ότι οι αρχές της χώρας προέλευσης συναινούν στην απόσπαση των υπαλλήλων τους στην ΕΥΕΔ προς το συμφέρον της υπηρεσίας·

β)

οι εξουσίες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής για την ΕΥΕΔ θα πρέπει να ανατεθούν στον ΑΠ/ΥΕ, εξασφαλίζοντας ότι οι υπηρεσιακές οδηγίες θα εκδίδονται σύμφωνα με τις αρμοδιότητες που απορρέουν από τη Συνθήκη, και ότι ο ΑΠ/ΥΕ θα αποφασίζει για το διορισμό του προσωπικού, τις προαγωγές και την έξοδο από την υπηρεσία·

γ)

σε ό,τι αφορά τις υπηρεσιακές οδηγίες που απορρέουν από τις αρμοδιότητες σύμφωνα με τις Συνθήκες, το προσωπικό της ΕΥΕΔ θα πρέπει να διαθέτει την απαραίτητη ανεξαρτησία ώστε να ασκεί κατά βέλτιστο τρόπο τα καθήκοντά του· η ανεξαρτησία αυτή μπορεί να εξασφαλισθεί με διορισμούς ορισμένου χρόνου, για παράδειγμα μία πενταετία με δυνατότητα παράτασης, που μπορεί να μειωθεί μόνο εάν το συγκεκριμένο μέλος του προσωπικού παραβεί τις υπαλληλικές υποχρεώσεις του·

δ)

κατ' αναλογία με τα προηγούμενα (5), η αρμοδιότητα για τη διεκπεραίωση των καθηκόντων της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των προσλήψεων στην ΕΥΕΔ και την εφαρμογή των αποφάσεων του ΑΠ/ΥΕ σχετικά με τους διορισμούς, τις προαγωγές και τις παρατάσεις ή την έξοδο από την υπηρεσία, πρέπει να ανατεθεί στην αρμόδια Γενική Διεύθυνση της Επιτροπής·

ε)

η απόσπαση από τις εθνικές διπλωματικές υπηρεσίες στην ΕΥΕΔ θα πρέπει να θεωρείται αναπόσπαστο τμήμα της σταδιοδρομίας στο πλαίσιο των υπηρεσιών αυτών·

στ)

η απόφαση για την ίδρυση της ΕΥΕΔ πρέπει να καθορίζει και την οργανωτική δομή της υπηρεσίας, με την πρόβλεψη ότι το οργανόγραμμα θα εγκριθεί ως τμήμα του προϋπολογισμού της Επιτροπής (διοικητικές δαπάνες) κατά την διαδικασία του ετήσιου προϋπολογισμού, ούτως ώστε να καταστεί δυνατό να οργανωθεί η υπηρεσία με δομημένο τρόπο ανάλογα με τις επιβεβαιωμένες ανάγκες της·

ζ)

η δημιουργία της ΕΥΕΔ απαιτεί προσαρμογή της διοργανικής συμφωνίας για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (6), όπως προβλέπει το σημείο 4 και μέρος ΙΙ, σημείο Ζ της συμφωνίας αυτής· η αρχή του καταμερισμού των επιχειρησιακών και διοικητικών δαπανών (άρθρο 41, παράγραφος 2 του Δημοσιονομικού Κανονισμού (7)) πρέπει να γίνει απόλυτα σεβαστή·

η)

κατά την απουσία του, ο ΑΠ/ΥΕ θα πρέπει να αποφασίσει για τον αντικαταστάτη του, ανάλογα με την περίπτωση και με τα καθήκοντα που θα πρέπει να ανατεθούν κατά περίσταση·

8.

υπενθυμίζει την ανάγκη να εξευρεθεί συμφωνία με το Κοινοβούλιο επί των μελλοντικών προτάσεων της Επιτροπής για την τροποποίηση του δημοσιονομικού κανονισμού και του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης· εκφράζει εκ νέου την αποφασιστικότητά του να ασκήσει πλήρως τις δημοσιονομικές του εξουσίες όσον αφορά τις εν λόγω θεσμικές καινοτομίες· επισημαίνει ότι κάθε πτυχή των χρηματοδοτικών ρυθμίσεων για την ΕΥΕΔ πρέπει να παραμείνει υπό την επίβλεψη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής, σύμφωνα με τα οριζόμενα από τις Συνθήκες·

9.

πιστεύει ότι:

α)

η ΕΥΕΔ θα πρέπει να διοικείται από Γενικό Διευθυντή που θα είναι υπόλογος στον ΑΠ/ΥΕ και θα μπορεί να τον εκπροσωπεί σε ορισμένες περιστάσεις·

β)

η ΕΥΕΔ θα πρέπει να διαιρεθεί σε διευθύνσεις, κάθε μία από τις οποίες θα είναι υπεύθυνη για ένα σημαντικό από γεωστρατηγική άποψη τομέα των εξωτερικών σχέσεων της Ένωσης, καθώς και σε διευθύνσεις αρμόδιες για θέματα ασφάλειας και αμυντικής πολιτικής, διαχείρισης πολιτικών κρίσεων, πολυμερών και οριζοντίων θεμάτων όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα διοικητικά ζητήματα·

γ)

η ΕΥΕΔ θα πρέπει να οργανώσει, στο πλαίσιο κάθε διεύθυνσης, τη συνεργασία των μονάδων στις Βρυξέλλες των επιφορτισμένων με την κάθε χώρα, με τις αντιπροσωπείες (πρεσβείες) της Ένωσης στις τρίτες χώρες·

δ)

δεν θα πρέπει να υπάρχει επικάλυψη των εξωτερικών υπηρεσιών στο Συμβούλιο ή το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο·

10.

σημειώνει ότι, από τη στιγμή που οι αντιπροσωπείες της ΕΕ στις τρίτες χώρες θα λειτουργούν συμπληρωματικά ως προς τις υπάρχουσες διπλωματικές αποστολές των κρατών μελών, θα υπάρξουν δυνατότητες μακροπρόθεσμων ωφελειών ως προς την αποτελεσματικότητα, δεδομένου ότι οι μελλοντικές αντιπροσωπείες της ΕΕ θα μπορέσουν σε πολλές περιπτώσεις να αναλάβουν προξενικά καθήκοντα και να ασχολούνται με τις θεωρήσεις Σένγκεν·

11.

πιστεύει ότι η απόφαση σχετικά με την οργάνωση και τη λειτουργία της ΕΥΕΔ πρέπει να διευκρινίζει επίσης ότι οι πρεσβείες της Ένωσης σε τρίτες χώρες πρέπει, όταν χρειάζεται και ανάλογα με τους πόρους που διαθέτουν, να παρέχουν επιχειρησιακή και διοικητική στήριξη στα μέλη όλων των οργάνων της Ένωσης·

12.

γνωρίζει ότι οι αντιπροσωπείες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ΕΥΕΔ, θα λαμβάνουν οδηγίες και εντολές από τον ΑΠ/ΥΕ και θα υπάγονται διοικητικά στην Επιτροπή· ζητεί από τον μελλοντικό ΑΠ/ΥΕ να δεσμευτεί ότι θα ενημερώνει τις Επιτροπές Εξωτερικών Υποθέσεων και Ανάπτυξης του Κοινοβουλίου σχετικά με τους διορισμούς προσώπων στις ανώτερες θέσεις της ΕΥΕΔ και ότι θα συγκατατεθεί στην διεξαγωγή ακροάσεων της επιτροπής με τους υποψηφίους, εάν οι επιτροπές λάβουν σχετική απόφαση· ζητεί επίσης από τον μελλοντικό ΑΠ/ΥΕ να δεσμευτεί υπέρ της επαναδιαπραγμάτευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της τρέχουσας διοργανικής συμφωνίας (8), ιδίως όσον αφορά την πρόσβαση σε ευαίσθητες πληροφορίες και λοιπά ζητήματα που άπτονται μιας αρμονικής διοργανικής συνεργασίας·

13.

προτείνει να εξετασθεί κατά πόσον μπορούν να ανατεθούν στο προσωπικό των πρεσβειών της Ένωσης που είναι σε απόσπαση από τις εθνικές προξενικές αρχές, σταδιακά και όποτε κριθεί απαραίτητο, πέραν της άσκησης των πολιτικών και οικονομικών καθηκόντων τους, και διπλωματικές αρμοδιότητες απέναντι σε πολίτες τρίτων χωρών, καθώς και καθήκοντα σχετικά με την διπλωματική και προξενική προστασία των πολιτών της Ένωσης σε τρίτες χώρες, όπως προβλέπεται ήδη στο άρθρο 20 της Συνθήκης ΕΚ· προτείνει, επίσης, να εξετασθούν οι δυνατότητες συνεργασίας μεταξύ υπαλλήλων του Κοινοβουλίου και της ΕΥΕΔ·

14.

θεωρεί αναγκαίο να ληφθούν επιπλέον μέτρα σχετικά με την εκπαίδευση που παρέχεται στους υπαλλήλους της Ένωσης για τις εξωτερικές σχέσεις και προτείνει την ίδρυση ευρωπαϊκής διπλωματικής σχολής η οποία θα μπορεί, σε στενή συνεργασία με τα κατάλληλα σώματα στα κράτη μέλη, να προσφέρει στους υπαλλήλους της Ένωσης και των κρατών μελών που εργάζονται στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων κατάρτιση βασιζόμενη σε ομοιόμορφα εναρμονισμένη ύλη, περιλαμβανομένης της κατάλληλης κατάρτισης σε προξενικά και διπλωματικά θέματα, θέματα διεθνών σχέσεων και διπλωματίας, καθώς και θέματα ιστορίας και τρόπου λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

15.

καλεί τον ΑΠ/ΥΕ να εκπονήσει πρόταση απόφασης για την οργάνωση και τον τρόπο λειτουργίας της ΕΥΕΔ λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές που ορίζονται στο παρόν ψήφισμα· επιφυλάσσεται να εγκρίνει λεπτομερή θέση επί της συγκεκριμένης πρότασης, σύμφωνα με το άρθρο 27, παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση όπως διαμορφώθηκε με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, και να εξετάσει τις δημοσιονομικές πτυχές κατά τη διαδικασία του προϋπολογισμού· προτείνει, εντούτοις, να αναζητηθεί πολιτική συμφωνία με το Κοινοβούλιο εγκαίρως σε ό,τι αφορά όλα τα θέματα, ώστε να αποφευχθεί η απώλεια πολύτιμου χρόνου σε πολιτικές αντιπαραθέσεις σχετικά με τον τρόπο οργάνωσης της ΕΥΕΔ μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας·

16.

ζητεί από την Επιτροπή να αποδεχθεί την πρόταση του ΑΠ/ΥΕ μόνο στην περίπτωση που αυτή θα συμμορφώνεται πλήρως με τις κατευθυντήριες γραμμές του παρόντος ψηφίσματος ή σε περίπτωση που έχει εξευρεθεί συμβιβαστική λύση με συναίνεση μετά από διοργανικές επαφές με τη συμμετοχή του Κοινοβουλίου·

17.

είναι αποφασισμένο να ζητήσει από τον υποψήφιο Αντιπρόεδρο της επόμενης Επιτροπής να λάβει θέση επί των ζητημάτων που εγείρει το παρόν ψήφισμα, κατά τη συνάντησή του με την αρμόδια επιτροπή για την ακρόαση στο πλαίσιο της διαδικασίας διορισμού της επόμενης Επιτροπής·

18.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


(1)  ΕΕ C 184 Ε, 6.8.2009, σ. 25.

(2)  ΕΕ C 135, 7.5.2001, σ. 69.

(3)  ΕΕ C 53 Ε, 28.2.2002, σ. 390.

(4)  ΕΕ C 117 Ε, 18.5.2006, σ. 232.

(5)  Βλ. άρθρο 6 της απόφασης 1999/352/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 1999, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (ΕΕ L 136, 31.5.1999, σ. 20).

(6)  Διοργανική συμφωνία της 17ης Μαΐου 2006 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (ΕΕ C 139, 14.6.2006, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 248, 16.9.2002, σ. 1).

(8)  Συμφωνία πλαίσιο για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ C 121, 24.4.2001, σ. 122).


Top