EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008AG0018

Κοινή θέση (ΕΚ) αριθ. 18/2008, της 6ης Ιουνίου 2008 , που καθορίστηκε από το Συμβούλιο με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, για την έκδοση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και εξέτασης πλοίων (αναδιατύπωση) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

OJ C 190E, 29.7.2008, p. 1–16 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

29.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 190/1


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ (ΕΚ) αριθ. 18/2008

που καθορίστηκε από το Συμβούλιο στις 6 Ιουνίου 2008

για την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. …/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και εξέτασης πλοίων (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/C 190 E/01)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 80, παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής Περιφερειών (2),

αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 94/57/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1994, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και εξέτασης πλοίων και για τις συναφείς δραστηριότητες των ναυτικών αρχών (4) έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα κατά τρόπο ουσιαστικό. Με την ευκαιρία νέων τροποποιήσεών είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Λαμβανομένης υπόψη της φύσης των διατάξεων της οδηγίας 94/57/ΕΚ, κρίνεται σκόπιμη η αναδιατύπωση των διατάξεών της με δύο διαφορετικά κοινοτικά νομικά κείμενα, συγκεκριμένα μία οδηγία και έναν κανονισμό.

(3)

Ο παρών κανονισμός νοείται και ερμηνεύεται σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας της 10ης Δεκεμβρίου 1982.

(4)

Οι οργανισμοί επιθεώρησης και εξέτασης πλοίων πρέπει να είναι σε θέση να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Κοινότητα και να ανταγωνίζονται μεταξύ τους μεριμνώντας παράλληλα για την ασφάλεια και την προστασία του περιβάλλοντος. Θα πρέπει, επομένως, να θεσπισθούν και να εφαρμόζονται ομοιόμορφα σε όλη την Κοινότητα τα αναγκαία για τις δραστηριότητές τους επαγγελματικά πρότυπα.

(5)

Ο στόχος αυτός θα πρέπει να επιδιωχθεί με μέτρα τα οποία θα συμβαδίζουν με τις εργασίες του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΙΜΟ), ενδεχομένως δε θα τις χρησιμοποιούν ως υπόβαθρο και θα τις συμπληρώνουν. Επίσης, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να προωθήσουν την ανάπτυξη από τον ΙΜΟ διεθνούς κώδικα για τους αναγνωρισμένους οργανισμούς.

(6)

Πρέπει να καθορισθούν ελάχιστα κριτήρια αναγνώρισης οργανισμών με σκοπό την ενίσχυση της ασφάλειας των πλοίων ή την πρόληψη της ρύπανσης που προέρχεται από αυτά. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ενισχυθούν τα ελάχιστα κριτήρια που θεσπίζονται με την οδηγία 94/57/ΕΚ.

(7)

Για τη χορήγηση της αρχικής αναγνώρισης στους οργανισμούς που επιθυμούν να λάβουν εξουσιοδότηση για να εργάζονται για λογαριασμό των κρατών μελών, η συμμόρφωση προς τα ελάχιστα κριτήρια που ορίζει ο παρών κανονισμός μπορεί να αξιολογείται αποτελεσματικότερα με εναρμονισμένο και συγκεντρωτικό τρόπο από την Επιτροπή από κοινού με τα κράτη μέλη που ζητούν την αναγνώριση.

(8)

Η αναγνώριση χορηγείται μόνον βάσει των επιδόσεων ποιότητας και ασφάλειας του οργανισμού. Πρέπει να εξασφαλίζεται ότι ο βαθμός αναγνώρισης συμβαδίζει πάντοτε με τις ικανότητες που διαθέτει ο αντίστοιχος οργανισμός. Για την αναγνώριση των οργανισμών λαμβάνεται επίσης υπόψη το νομικό καθεστώς και η δομή τους ενόσω συνεχίζουν να εξασφαλίζουν ενιαία εφαρμογή των ελάχιστων κριτηρίων που ορίζει ο παρών κανονισμός και αποτελεσματικούς κοινοτικούς ελέγχους. Ανεξάρτητα από τη δομή του, ο προς αναγνώριση οργανισμός θα πρέπει να παρέχει υπηρεσίες σε παγκόσμιο επίπεδο και να υπέχει διεθνή ευθύνη, από κοινού και εις ολόκληρον.

(9)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (5).

(10)

Θα πρέπει ιδίως να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να τροποποιήσει τον παρόντα κανονισμό, προκειμένου να ενσωματώσει επακόλουθες τροποποιήσεις στις σχετικές διεθνείς συμβάσεις, πρωτόκολλα, κώδικες και ψηφίσματα να ενημερώνει τα ελάχιστα κριτήρια που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι και να θεσπίζει κριτήρια για τη μέτρηση των επιδόσεων των αναγνωρισμένων οργανισμών όσον αφορά την ασφάλεια και την πρόληψη της ρύπανσης που προέρχεται από τα ταξινομημένα τους πλοία. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση ορισμένων μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων διά της συμπληρώσεώς του με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(11)

Είναι άκρως σημαντικό να αντιμετωπίζεται έγκαιρα, αποτελεσματικά και με ανάλογο τρόπο η παράλειψη ενός αναγνωρισμένου οργανισμού να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του. Κύριος στόχος πρέπει να είναι η επανόρθωση των ατελειών, προκειμένου να εξουδετερωθεί κάθε πιθανή απειλή κατά της ασφάλειας ή του περιβάλλοντος σε πρώιμο στάδιο. Συνεπώς, η Επιτροπή πρέπει να διαθέτει την αναγκαία εξουσία για να απαιτεί από κάποιον αναγνωρισμένο οργανισμό να προβεί στην απαραίτητη προληπτική και διορθωτική δράση, και για να επιβάλλει πρόστιμα και περιοδικές χρηματικές ποινές ως μέτρα καταναγκασμού. Κατά την άσκηση των εν λόγω εξουσιών, η Επιτροπή θα πρέπει να ενεργεί κατά τρόπο σύμφωνο με τα θεμελιώδη δικαιώματα και θα πρέπει να εξασφαλίζει τη δυνατότητα του οργανισμού να εκφέρει την άποψή του καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.

(12)

Σύμφωνα με την προσέγγιση σε επίπεδο Κοινότητας, η απόφαση για την ανάκληση της αναγνώρισης ενός οργανισμού που δεν τηρεί τις υποχρεώσεις που ορίζει ο παρών κανονισμός αν τα ανωτέρω μέτρα αποδεικνύονται αναποτελεσματικά ή αν ο οργανισμός συνιστά, από άλλη άποψη, απαράδεκτη απειλή κατά της ασφάλειας ή του περιβάλλοντος, πρέπει να λαμβάνεται σε κοινοτικό επίπεδο, και, ως εκ τούτου, από την Επιτροπή, βάσει διαδικασίας επιτροπής.

(13)

Κατ' ανάλογο τρόπο, η συνεχής εκ των υστέρων παρακολούθηση των αναγνωρισμένων οργανισμών για την αξιολόγηση της συμμόρφωσής τους με τον παρόντα κανονισμό μπορεί να διενεργείται αποτελεσματικότερα με εναρμονισμένο και συγκεντρωτικό τρόπο. Ως εκ τούτου, κρίνεται σκόπιμο να ανατεθεί η άσκηση αυτού του καθήκοντος εξ ονόματος της Κοινότητας στην Επιτροπή, από κοινού με το κράτος μέλος που ζητεί την αναγνώριση.

(14)

Στα πλαίσια της παρακολούθησης των δραστηριοτήτων των αναγνωρισμένων οργανισμών, είναι αποφασιστικής σημασίας να έχουν οι επιθεωρητές της Επιτροπής πρόσβαση στα πλοία και τους φακέλους των πλοίων ανεξαρτήτως της σημαίας του πλοίου, έτσι ώστε να βεβαιώνονται αν οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί συμμορφώνονται προς τα προβλεπόμενα στον παρόντα κανονισμό ελάχιστα κριτήρια που ισχύουν για όλα τα πλοία της αντίστοιχης κλάσης τους.

(15)

Η ικανότητα των αναγνωρισμένων οργανισμών να εντοπίζουν γρήγορα και να επανορθώνουν τις αδυναμίες των κανόνων, των διαδικασιών και των εσωτερικών ελέγχων τους είναι κρίσιμης σημασίας για την ασφάλεια των πλοίων τα οποία επιθεωρούν και πιστοποιούν. Η ικανότητα αυτή πρέπει να αυξάνεται μέσω Συστήματος Αξιολόγησης της Ποιότητας και Πιστοποίησης, ανεξάρτητου από εμπορικά και πολιτικά συμφέροντα, προκειμένου να προτείνει κοινή δράση για την ουσιαστική βελτίωση όλων των αναγνωρισμένων οργανισμών και την εξασφάλιση εποικοδομητικής συνεργασίας με την Επιτροπή.

(16)

Οι κανόνες και οι κανονισμοί των αναγνωρισμένων οργανισμών είναι παράγων αποφασιστικής σημασίας για τη βελτίωση της ασφάλειας και της πρόληψης των ατυχημάτων και της ρύπανσης. Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί έχουν κινήσει τη διαδικασία που θα οδηγήσει στην εναρμόνιση των κανόνων και διαδικασιών τους. Η διαδικασία αυτή πρέπει να προωθηθεί και να υποστηριχθεί από την κοινοτική νομοθεσία, δεδομένου ότι αυτό θα συνέβαλε στη βελτίωση της ασφάλειας στη θάλασσα καθώς επίσης και στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής ναυπηγικής βιομηχανίας.

(17)

Η διαδικασία εναρμόνισης των κανόνων των αναγνωρισμένων οργανισμών για τον σχεδιασμό, την κατασκευή και την περιοδική εξέταση εμπορικών πλοίων βρίσκεται σε εξέλιξη. Ως εκ τούτου, η υποχρέωση να υπάρχουν οικείοι κανόνες ή η σχετική αποδεδειγμένη ικανότητα να υπάρχουν οικείοι κανόνες θα πρέπει να θεωρηθεί στα πλαίσια της διαδικασίας εναρμόνισης και να μη συνιστά εμπόδιο στις δράσεις αναγνωρισμένων οργανισμών ή εν δυνάμει υποψηφίων προς αναγνώριση.

(18)

Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί πρέπει να υποχρεούνται να ενημερώνουν τα τεχνικά τους πρότυπα και να επιβάλλουν την εφαρμογή τους συνεχώς, προκειμένου να εναρμονίζονται οι κανόνες ασφαλείας και να εξασφαλίζεται η ομοιόμορφη εφαρμογή των διεθνών κανόνων εντός της Κοινότητας. Εφόσον τα τεχνικά πρότυπα αναγνωρισμένων οργανισμών είναι ταυτόσημα ή ομοιάζουν πολύ, πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο αμοιβαίας αναγνώρισης των πιστοποιητικών για υλικά, εξοπλισμούς και δομικά στοιχεία στις ενδεδειγμένες περιπτώσεις και πάντοτε με πρότυπο τις απαιτητικότερες και αυστηρότερες προδιαγραφές.

(19)

Ενώ κάθε αναγνωρισμένος οργανισμός θα πρέπει, κατ' αρχήν, να θεωρείται υπεύθυνος αποκλειστικά και μόνο σε σχέση με τα μέρη τα οποία πιστοποιεί, η ευθύνη των αναγνωρισμένων οργανισμών και των κατασκευαστών τηρεί τους συμφωνημένους όρους ή, κατά περίπτωση, το εφαρμοστέο δίκαιο σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση.

(20)

Εφόσον η διαφάνεια και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, καθώς και το δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στις πληροφορίες, αποτελούν βασικά μέσα για την πρόληψη ατυχημάτων στη θάλασσα, οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί θα πρέπει να παρέχουν όλες τις σχετικές θεσμοθετημένες πληροφορίες, που αφορούν τις συνθήκες των ταξινομημένων πλοίων, στις αρχές ελέγχου του κράτους του λιμένα και να τις καθιστούν διαθέσιμες στο ευρύ κοινό.

(21)

Για να αποτραπεί η αλλαγή κλάσης πλοίων με σκοπό να αποφεύγεται η διενέργεια των απαραίτητων επισκευών, οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί θα πρέπει να ανταλλάσσουν μεταξύ τους όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν την κατάσταση των πλοίων που αλλάζουν κλάση και να ειδοποιούν το κράτος σημαίας, εφόσον το κρίνουν αναγκαίο.

(22)

Η προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας ναυπηγείων, προμηθευτών εξοπλισμού και πλοιοκτητών δεν θα πρέπει να εμποδίζει συνήθεις επιχειρηματικές πράξεις και συμβατικώς συμπεφωνημένες υπηρεσίες μεταξύ των μερών αυτών.

(23)

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα (EMSA), ο οποίος συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 (6), θα παρέχει την αναγκαία υποστήριξη για να διασφαλίζεται η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(24)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η θέσπιση μέτρων τα οποία πρέπει να ακολουθούνται από τους οργανισμούς που λειτουργούν εντός της Κοινότητας και είναι επιφορτισμένοι με την επιθεώρηση, την εξέταση και την πιστοποίηση πλοίων είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται συνεπώς να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(25)

Τα μέτρα τα οποία ακολουθούν οι οργανισμοί επιθεώρησης και εξέτασης πλοίων προβλέπονται στην οδηγία (ΕΚ) αριθ. …/… του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της …, σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και εξέτασης πλοίων και για τις συναφείς δραστηριότητες των ναυτικών αρχών (7),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει μέτρα τα οποία πρέπει να ακολουθούν οι οργανισμοί που είναι επιφορτισμένοι με την επιθεώρηση, την εξέταση και την πιστοποίηση πλοίων με στόχο τη συμμόρφωση προς τις διεθνείς συμβάσεις σχετικά με την ασφάλεια στη θάλασσα και την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης, προωθώντας, ταυτόχρονα, τον στόχο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Αυτό περιλαμβάνει την ανάπτυξη και εφαρμογή απαιτήσεων ασφαλείας για το σκάφος, τη μηχανολογική και ηλεκτρολογική εγκατάσταση και την εγκατάσταση ελέγχου για πλοία που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διεθνών συμβάσεων.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού νοούνται ως:

α)

«πλοίο»

πλοίο το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διεθνών συμβάσεων·

β)

«διεθνείς συμβάσεις»

η Διεθνής Σύμβαση για την Ασφάλεια της Ζωής στη Θάλασσα της 1ης Νοεμβρίου 1974 (SOLAS 74), εξαιρουμένου του κεφαλαίου XI-2 του παραρτήματός της, η Διεθνής Σύμβαση περί γραμμών φορτώσεως πλοίων της 5ης Απριλίου 1966 και η Διεθνής Σύμβαση για την πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία της 2ας Νοεμβρίου 1973 (MARPOL), καθώς και τα σχετικά με τις συμβάσεις αυτές πρωτόκολλα και τροποποιήσεις και οι συναφείς κώδικες που έχουν υποχρεωτικό χαρακτήρα σε όλα τα κράτη μέλη στην ενημερωμένη τους έκδοση·

γ)

«οργανισμός»

μια νομική οντότητα, οι θυγατρικές της και άλλοι φορείς υπό τον έλεγχό της, οι οποίοι από κοινού ή μεμονωμένα φέρουν σε πέρας καθήκοντα που εμπίπτουν στο πεδίο του παρόντος κανονισμού·

δ)

«έλεγχος»

για τους σκοπούς του στοιχείου γ), τα δικαιώματα, οι συμβάσεις ή άλλα μέσα, νομικά ή πραγματικά, τα οποία, είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό μεταξύ τους, παρέχουν τη δυνατότητα άσκησης αποφασιστικής επιρροής στη νομική οντότητα ή επιτρέπουν την άσκηση καθηκόντων που εμπίπτουν στο πεδίο του παρόντος κανονισμού

ε)

«αναγνωρισμένος οργανισμός»

ο οργανισμός που έχει αναγνωριστεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό

στ)

«εξουσιοδότηση»

η πράξη με την οποία κράτος μέλος δίνει αρμοδιότητα ή μεταβιβάζει αρμοδιότητα σε αναγνωρισμένο οργανισμό·

ζ)

«θεσμοθετημένο πιστοποιητικό»

πιστοποιητικό το οποίο έχει εκδοθεί από κράτος σημαίας ή για λογαριασμό του σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις·

η)

«κανόνες και διαδικασίες»

οι απαιτήσεις ενός αναγνωρισμένου οργανισμού για το σχεδιασμό, την κατασκευή, τον εξοπλισμό, τη συντήρηση και την εξέταση των πλοίων·

θ)

«πιστοποιητικό κλάσης»

έγγραφο το οποίο εκδίδεται από αναγνωρισμένο οργανισμό και πιστοποιεί την καταλληλότητα πλοίου για συγκεκριμένη χρήση ή υπηρεσία, σύμφωνα με τους κανόνες και διαδικασίες που θεσπίζονται και δημοσιοποιούνται από τον εν λόγω αναγνωρισμένο οργανισμό·

ι)

«τόπος»

ο τόπος όπου ευρίσκεται η έδρα, η κεντρική διοίκηση ή η κύρια επιχειρηματική εγκατάσταση ενός οργανισμού.

Άρθρο 3

1.   Τα κράτη μέλη που επιθυμούν να χορηγήσουν εξουσιοδότηση σε οιονδήποτε οργανισμό ο οποίος δεν έχει ακόμη αναγνωρισθεί, υποβάλλουν αίτηση αναγνώρισης στην Επιτροπή, μαζί με πλήρεις πληροφορίες και αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τη συμμόρφωση του οργανισμού προς τα ελάχιστα κριτήρια που ορίζονται στο Παράρτημα Ι καθώς και σχετικά με την απαίτηση και τη δέσμευσή του ότι θα συμμορφωθεί προς τις διατάξεις του άρθρου 8, παράγραφος 4, και των άρθρων 9, 10 και 11.

2.   Η Επιτροπή, μαζί με τα αντίστοιχα κράτη μέλη που υποβάλλουν αίτηση, προβαίνει σε αξιολογήσεις των οργανισμών για τους οποίους παρελήφθη αίτηση αναγνώρισης προκειμένου να εξακριβώσει κατά πόσον οι οργανισμοί πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 και αναλαμβάνουν τη δέσμευση να συμμορφωθούν προς αυτές.

3.   Η Επιτροπή αρνείται την αναγνώριση οργανισμών, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 12, παράγραφος 3, οι οποίοι δεν πληρούν τις απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή των οποίων οι επιδόσεις κρίνεται ότι συνιστούν απαράδεκτη απειλή κατά της ασφάλειας ή του περιβάλλοντος με βάση τα κριτήρια που έχουν καθορισθεί σύμφωνα με το άρθρο 14.

Άρθρο 4

1.   Η αναγνώριση χορηγείται από την Επιτροπή σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 12, παράγραφος 3.

2.   Η αναγνώριση χορηγείται μόνο σε οργανισμούς που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 3.

3.   Η αναγνώριση χορηγείται στην αρμόδια νομική οντότητα, η οποία είναι η μητρική οντότητα όλων των νομικών οντοτήτων που αποτελούν τον αναγνωρισμένο οργανισμό. Η αναγνώριση περιλαμβάνει όλες τις νομικές οντότητες που συντελούν ώστε ο εν λόγω οργανισμός να παρέχει κάλυψη των υπηρεσιών τους σε παγκόσμιο επίπεδο.

4.   Η Επιτροπή, ενεργώντας σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 12, παράγραφος 3, μπορεί να περιορίσει την αναγνώριση για ορισμένους τύπους πλοίων, πλοία ορισμένου μεγέθους, ορισμένα είδη εμπορίου, ή συνδυασμό αυτών, σύμφωνα με την αποδεδειγμένη ικανότητα και εμπειρογνωμοσύνη του οικείου οργανισμού. Εν τοιαύτη περιπτώσει, η Επιτροπή αναφέρει τους λόγους που επιβάλλουν τον περιορισμό και τις προϋποθέσεις άρσης ή διεύρυνσης του περιορισμού. Ο περιορισμός είναι δυνατόν να επανεξετάζεται ανά πάσα στιγμή.

5.   Η Επιτροπή καταρτίζει και ενημερώνει τακτικά κατάλογο των αναγνωρισμένων οργανισμών σύμφωνα με το παρόν άρθρο. Ο κατάλογος δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 5

Εφόσον η Επιτροπή κρίνει ότι ο αναγνωρισμένος οργανισμός παρέλειψε να τηρήσει τα ελάχιστα κριτήρια που καθορίζονται στο Παράρτημα ή τις υποχρεώσεις του με βάση τον παρόντα κανονισμό ή ότι οι επιδόσεις ενός αναγνωρισμένου οργανισμού στην ασφάλεια και την πρόληψη της ρύπανσης έχουν χειροτερεύσει σημαντικά, χωρίς να συνιστούν, ωστόσο, απαράδεκτη απειλή για την ασφάλεια ή το περιβάλλον, ζητεί από τον οικείο αναγνωρισμένο οργανισμό να λάβει τα αναγκαία προληπτικά ή διορθωτικά μέτρα εντός καθορισμένων προθεσμιών προκειμένου να συμμορφωθεί πλήρως προς τα εν λόγω ελάχιστα κριτήρια και υποχρεώσεις και, ιδίως, προκειμένου να αρθεί οιαδήποτε πιθανή απειλή κατά της ασφάλειας ή του περιβάλλοντος ή προκειμένου άλλως να αντιμετωπίσει τα αίτια μείωσης των επιδόσεών του.

Στα προληπτικά και διορθωτικά μέτρα είναι δυνατόν να περιληφθούν προσωρινά μέτρα προστασίας όταν η τυχόν απειλή κατά της ασφάλειας ή του περιβάλλοντος είναι άμεση.

Ωστόσο, και υπό την επιφύλαξη της άμεσης εφαρμογής τους, η Επιτροπή πρέπει να ενημερώνει από πριν όλα τα κράτη μέλη που χορήγησαν εξουσιοδότηση στον εν λόγω αναγνωρισμένο οργανισμό, σχετικά με τα μέτρα που σκοπεύει να λάβει.

Άρθρο 6

1.   Πέραν των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 5, η Επιτροπή μπορεί, σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 12, παράγραφος 2, να επιβάλει πρόστιμα σε αναγνωρισμένο οργανισμό:

α)

αν για τη σοβαρή ή επανειλημμένη μη τήρηση από πλευράς του των ελαχίστων κριτηρίων που καθορίζονται στο Παράρτημα ή για μη εκπλήρωση των υποχρεώσεών του με το άρθρο 8, παράγραφος 4, και τα άρθρα 9, 10 και 11 ή όταν η μείωση των επιδόσεών του αναδεικνύει σοβαρές ελλείψεις στη δομή του, τα συστήματά του, τις διαδικασίες του ή τους εσωτερικούς ελέγχους του,

ή

β)

για την σκόπιμη παροχή από πλευράς του ανακριβών, ατελών ή παραπλανητικών πληροφοριών στην Επιτροπή κατά την αξιολόγησή του με βάση το άρθρο 8, παράγραφος 1, ή για παρεμπόδιση με άλλον τρόπο της εν λόγω αξιολόγησης.

2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, εφόσον ένας αναγνωρισμένος οργανισμός παραλείψει να εφαρμόσει τα προληπτικά και διορθωτικά μέτρα που έχει ζητήσει η Επιτροπή, ή εφόσον καθυστερήσει αδικαιολόγητα, η Επιτροπή μπορεί να επιβάλει περιοδικές χρηματικές ποινές στον οργανισμό αυτό έως ότου τεθούν σε εφαρμογή τα μέτρα που του έχει ζητήσει.

3.   Τα πρόστιμα και οι περιοδικές χρηματικές ποινές που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 είναι αποτρεπτικού χαρακτήρα και αναλογούν τόσο στη σοβαρότητα της περίπτωσης όσο και στην οικονομική ικανότητα του αντίστοιχου αναγνωρισμένου οργανισμού, λαμβανομένου ιδίως υπόψη μέχρι ποίου βαθμού τέθηκε σε κίνδυνο η ασφάλεια ή η προστασία του περιβάλλοντος.

Τα ανωτέρω πρόστιμα και οι χρηματικές ποινές επιβάλλονται μόνον αφού δοθεί στον αντίστοιχο αναγνωρισμένο οργανισμό και τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη η δυνατότητα να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

Tο συνολικό ποσό των προστίμων και των περιοδικών χρηματικών ποινών που επιβάλλονται δεν υπερβαίνει το 5 % του συνολικού μέσου όρου του κύκλου εργασιών του αναγνωρισμένου οργανισμού των τριών προηγούμενων οικονομικών ετών για τις δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

4.   Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Kοινοτήτων διαθέτει απεριόριστη δικαιοδοσία για την επανεξέταση των αποφάσεων με τις οποίες η Επιτροπή επιβάλλει πρόστιμο ή περιοδική χρηματική ποινή. Το Δικαστήριο δύναται να ακυρώσει, να μειώσει ή να αυξήσει το πρόστιμο ή την περιοδική χρηματική ποινή που επιβάλλεται.

Άρθρο 7

1.   Η Επιτροπή ανακαλεί την αναγνώριση οργανισμού:

α)

αν, για σοβαρή και επανειλημμένη μη τήρηση από πλευράς του οργανισμού των ελαχίστων κριτηρίων που καθορίζονται στο Παράρτημα Ι ή για μη εκπλήρωση των υποχρεώσεών του με βάση τον παρόντα κανονισμό, οδηγεί σε απαράδεκτη απειλή κατά της ασφάλειας ή του περιβάλλοντος·

β)

του οποίου οι επανειλημμένες και σοβαρές παραλείψεις στις οικείες επιδόσεις όσον αφορά την ασφάλεια και την πρόληψη της ρύπανσης οδηγεί σε απαράδεκτη απειλή κατά της ασφάλειας ή του περιβάλλοντος·

γ)

εάν ο οργανισμός αποτρέπει ή παρεμποδίζεί κατ' επανάληψη την αξιολόγησή του από την Επιτροπή·

δ)

εάν παραλείπει να καταβάλει τα πρόστιμα ή/και τις περιοδικές χρηματικές ποινές που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2· ή

ε)

εάν επιδιώκει οικονομική κάλυψη ή επιστροφή τυχόν προστίμων που έχουν επιβληθεί κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 6.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, στοιχεία α) και β), η Επιτροπή αποφασίζει με βάση όλες τις πληροφορίες που διαθέτει, συμπεριλαμβανομένων:

α)

των αποτελεσμάτων της δικής της αξιολόγησης του οικείου αναγνωρισμένου οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 1·

β)

των εκθέσεων που έχουν υποβάλει τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας …/…/ΕΚ·

γ)

των αναλύσεων ατυχημάτων στα οποία ενέχονται πλοία ταξινομημένα από τον αναγνωρισμένο οργανισμό·

δ)

τυχόν εμφάνισης των ελλείψεων που αναφέρονται στο άρθρο 6, παράγραφος 1, στοιχείο α)·

ε)

της έκτασης στην οποία έχει θιγεί ο στόλος στην κλάση του αναγνωρισμένου οργανισμού· και

στ)

της αναποτελεσματικότητας των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 6, παράγραφος 2.

3.   Η ανάκληση της αναγνώρισης αποφασίζεται από την Επιτροπή, με δική της πρωτοβουλία ή εφόσον τη ζητήσει κάποιο κράτος μέλος, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 12, παράγραφος 3, και αφού δοθεί η δυνατότητα στον ενδιαφερόμενο αναγνωρισμένο οργανισμό να υποβάλει τις παρατηρήσεις του.

Άρθρο 8

1.   Όλοι οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί αξιολογούνται από την Επιτροπή, μαζί με το κράτος μέλος που υπέβαλε τη σχετική αίτηση αναγνώρισης σε σταθερή βάση και τουλάχιστον ανά διετία προκειμένου να εξακριβωθεί ότι εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους με βάση τον παρόντα κανονισμό και ότι πληρούν τα ελάχιστα κριτήρια που ορίζει το Παράρτημα Ι. Η αξιολόγηση πρέπει να περιορίζεται σε εκείνες τις δραστηριότητες των αναγνωρισμένων οργανισμών οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

2.   Κατά την επιλογή των προς αξιολόγηση αναγνωρισμένων οργανισμών, η Επιτροπή αποδίδει ιδιαίτερη προσοχή στις επιδόσεις του αναγνωρισμένου οργανισμού από άποψη ασφάλειας και πρόληψης της ρύπανσης, στα περιστατικά ατυχημάτων και στις εκθέσεις που υποβάλλουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 10 της οδηγίας …/…/ΕΚ.

3.   H αξιολόγηση μπορεί να περιλαμβάνει επίσκεψη στα περιφερειακά παραρτήματα του αναγνωρισμένου οργανισμού καθώς και τυχαία επιθεώρηση πλοίων, τόσο εν υπηρεσία όσο και υπό κατασκευή, προκειμένου να ελεγχθεί η επίδοση του αναγνωρισμένου οργανισμού. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή ενημερώνει, κατά περίπτωση, τα κράτη μέλη στα οποία ευρίσκεται το περιφερειακό παράρτημα. Η Επιτροπή παρέχει στα κράτη μέλη έκθεση των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης.

4.   Κάθε αναγνωρισμένος οργανισμός καθιστά ετησίως διαθέσιμα στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 12, παράγραφος 1, τα αποτελέσματα της επισκόπησης του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας που χρησιμοποιεί.

Άρθρο 9

1.   Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί μεριμνούν για την πρόσβαση της Επιτροπής στις πληροφορίες που της είναι αναγκαίες για την αξιολόγηση που αναφέρεται στο άρθρο 8, παράγραφος 1. Δεν επιτρέπεται η επίκληση συμβατικών ρητρών για τον περιορισμό αυτής της πρόσβασης.

2.   Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί εξασφαλίζουν στις συμβάσεις τους με πλοιοκτήτες ή ναυτιλιακούς φορείς για την έκδοση των θεσμοθετημένων πιστοποιητικών ή πιστοποιητικών κλάσης για ένα πλοίο ότι προϋπόθεση για την εν λόγω έκδοση είναι να μην αντιτεθούν τα τρίτα μέρη στην επιβίβαση των επιθεωρητών της Επιτροπής στο συγκεκριμένο πλοίο για τους σκοπούς του άρθρου 8, παράγραφος 1.

Άρθρο 10

1.   Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί προβαίνουν περιοδικά σε διαβουλεύσεις μεταξύ τους, με σκοπό τη διατήρηση της ισοδυναμίας και προκειμένου να επιτευχθεί εναρμόνιση με τους κανόνες και τις διαδικασίες και την εφαρμογή τους. Συνεργάζονται μεταξύ τους με σκοπό να επιτύχουν συνεπή ερμηνεία των διεθνών συμβάσεων, με την επιφύλαξη των εξουσιών των κρατών σημαίας. Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί συμφωνούν όποτε κρίνεται σκόπιμο επί των τεχνικών και διαδικαστικών όρων υπό τους οποίους αναγνωρίζουν αμοιβαία τα πιστοποιητικά για υλικά, εξοπλισμούς και δομικά στοιχεία βάσει ισοδύναμων προτύπων, λαμβάνοντας ως σημείο αναφοράς τα πλέον απαιτητικά και αυστηρά πρότυπα.

Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η αμοιβαία αναγνώριση δεν μπορεί να συμφωνηθεί για σοβαρούς λόγους ασφάλειας, οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί αναφέρουν ρητώς τους λόγους.

Όταν ένας αναγνωρισμένος οργανισμός πιστοποιεί μέσω επιθεωρήσεων ή άλλως ότι το υλικό, ο εξοπλισμός ή ένα δομικό στοιχείο δεν συμμορφούται με το πιστοποιητικό του, ο οργανισμός μπορεί να αρνηθεί να δώσει την άδεια για την τοποθέτηση στο πλοίο του εν λόγω υλικού, εξοπλισμού ή δομικού στοιχείου. Ο αναγνωρισμένος οργανισμός ενημερώνει αμέσως τους άλλους αναγνωρισμένους οργανισμούς αναφέροντας τους λόγους άρνησής του.

Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί αναγνωρίζουν, για σκοπούς ταξινόμησης, πιστοποιητικά για θαλάσσιους εξοπλισμούς που φέρουν έγκριση τύπου (wheelmark) σύμφωνα με την οδηγία 96/98/EΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τους θαλάσσιους εξοπλισμούς (8).

Υποβάλλουν στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη τακτικές εκθέσεις σχετικά με τις βασικές προόδους που επιτυγχάνονται όσον αφορά τις προδιαγραφές και την αμοιβαία αναγνώριση πιστοποιητικών για υλικά, εξοπλισμούς και δομικά στοιχεία.

2.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση βάσει ανεξάρτητης μελέτης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, το αργότερο στις … (9), σχετική με το επίπεδο που επετεύχθη στη διαδικασία εναρμόνισης των κανόνων και των διαδικασιών και με την αμοιβαία αναγνώριση πιστοποιητικών για υλικά, εξοπλισμούς και δομικά στοιχεία.

3.   Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί συνεργάζονται με τις αρχές ελέγχου του κράτους του λιμένα, όταν πρόκειται για σκάφη του νηογνώμονά τους, προκειμένου ιδίως να διευκολύνεται η διευθέτηση αναφερόμενων ελλείψεων ή άλλων αποκλίσεων.

4.   Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί παρέχουν στις αρχές όλων των κρατών μελών που έχουν χορηγήσει ορισμένες από τις εξουσιοδοτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 3 της οδηγίας …/…/ΕΚ και στην Επιτροπή, κάθε πληροφορία σχετική με τα ταξινομημένα πλοία τους, τις μετατάξεις, αλλαγές, αναστολές και ανακλήσεις κλάσης, ανεξαρτήτως της σημαίας που φέρουν τα πλοία.

Οι πληροφορίες σχετικά με μετατάξεις, αλλαγές, αναστολές και ανακλήσεις κλάσης, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών σχετικά με οποιουσδήποτε τυχόν καθυστερούμενους ελέγχους, καθυστερούμενες συστάσεις, προϋποθέσεις κλάσης, όρους λειτουργίας ή περιορισμούς λειτουργίας που έχουν εκδοθεί εις βάρος των ταξινομημένων πλοίων τους, ανεξαρτήτως της σημαίας που φέρουν τα πλοία, γνωστοποιούνται ηλεκτρονικά και στην κοινή βάση δεδομένων επιθεωρήσεων που χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη για την εφαρμογή της οδηγίας …/…/EΚ, ταυτόχρονα με την καταχώρισή τους στα συστήματα του αναγνωρισμένου οργανισμού και ποτέ αργότερα από 72 ώρες μετά το συμβάν που δημιούργησε την υποχρέωση κοινοποίησης των πληροφοριών. Οι εν λόγω πληροφορίες, εξαιρουμένων των συστάσεων και των προϋποθέσεων κλάσης που δεν έχουν καθυστερήσει, δημοσιεύονται στις ιστοσελίδες των εν λόγω αναγνωρισμένων οργανισμών.

5.   Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί δεν εκδίδουν θεσμοθετημένα πιστοποιητικά για πλοίο, ανεξαρτήτως της σημαίας που φέρει, το οποίο έχει διαγραφεί από την κλάση του ή αλλάζει κλάση για λόγους ασφαλείας, πριν παράσχουν τη δυνατότητα στην αρμόδια αρχή του κράτους σημαίας να δώσει τη γνώμη της εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος ως προς το κατά πόσον απαιτείται πλήρης επιθεώρηση.

6.   Σε περιπτώσεις μεταφοράς κλάσης από έναν αναγνωρισμένο οργανισμό σε άλλον, ο παραδίδων οργανισμός προμηθεύει, άνευ χρονοτριβής, στον παραλαμβάνοντα οργανισμό το πλήρες αρχείο με το ιστορικό του πλοίου και τον ενημερώνει ειδικότερα σχετικά με:

α)

τυχόν καθυστερούμενους ελέγχους·

β)

τυχόν καθυστερούμενες συστάσεις και προϋποθέσεις κλάσης·

γ)

τους όρους λειτουργίας που έχουν εκδοθεί εις βάρος πλοίου· και

δ)

τους περιορισμούς λειτουργίας που έχουν εκδοθεί εις βάρος πλοίου.

Τα νέα πιστοποιητικά του πλοίου μπορούν να εκδίδονται από τον παραλαμβάνοντα οργανισμό μόνο αφού ολοκληρωθούν ικανοποιητικά όλοι οι καθυστερούμενοι έλεγχοι και αφού εκπληρωθούν οι καθυστερούμενες συστάσεις ή προϋποθέσεις κλάσης που είχαν προηγουμένως εκδοθεί σχετικά με το πλοίο, καθ' υπόδειξη του παραδίδοντος οργανισμού.

Πριν από την έκδοση των πιστοποιητικών, ο παραλαμβάνων οργανισμός υποχρεούται να γνωστοποιεί στον παραδίδοντα οργανισμό την ημερομηνία έκδοσης των πιστοποιητικών και να επιβεβαιώνει την ημερομηνία, τον τόπο και τις ενέργειες που έγιναν για την κάλυψη κάθε καθυστερούμενου ελέγχου, καθυστερούμενης σύστασης και καθυστερημένης προϋπόθεσης κλάσης.

Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί καθορίζουν και εφαρμόζουν ενδεδειγμένες κοινές απαιτήσεις για τις περιπτώσεις μετάταξης κλάσης εφόσον χρειάζονται ιδιαίτερες προφυλάξεις. Μεταξύ των περιπτώσεων αυτών είναι τουλάχιστον η μετάταξη πλοίου ηλικίας 15 ετών ή και περισσότερο και η μετάταξη από μη αναγνωρισμένο οργανισμό σε αναγνωρισμένο.

Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί συνεργάζονται μεταξύ τους για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας παραγράφου.

Άρθρο 11

1.   Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί συγκροτούν μέχρι τις … (10) και διατηρούν Ανεξάρτητο Σύστημα Αξιολόγησης της Ποιότητας και Πιστοποίησης, σύμφωνα με τις εφαρμοζόμενες διεθνείς προδιαγραφές ποιότητας, στον οποίο μπορούν να συμμετέχουν με συμβουλευτική ιδιότητα οι ενδιαφερόμενες επαγγελματικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στον ναυτιλιακό κλάδο.

2.   Το Σύστημα Αξιολόγησης της Ποιότητας και Πιστοποίησης διεκπεραιώνει τα εξής καθήκοντα:

α)

την περιοδική αξιολόγηση του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας, των αναγνωρισμένων οργανισμών σύμφωνα με τα πρότυπα ποιότητας ISO 9001·

β)

την πιστοποίηση του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας των αναγνωρισμένων οργανισμών καθώς και των οργανισμών για τους οποίους έχει ζητηθεί αναγνώριση κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 3·

γ)

την έκδοση ερμηνειών των διεθνώς αναγνωρισμένων προτύπων διαχείρισης της ποιότητας, ιδίως για να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της φύσης και των υποχρεώσεων των αναγνωρισμένων οργανισμών, και

δ)

τον σχεδιασμό ατομικών και συλλογικών συστάσεων για τη βελτίωση των διαδικασιών και των μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου των αναγνωρισμένων οργανισμών.

3.   Το Σύστημα Αξιολόγησης της Ποιότητας και Πιστοποίησης διαθέτει την αναγκαία ικανότητα να δρα με ανεξαρτησία από τους αναγνωρισμένους οργανισμούς και διαθέτει τα αναγκαία μέσα για να φέρει σε πέρας τα καθήκοντά του αποτελεσματικά και με βάση τα υψηλότερα επαγγελματικά πρότυπα. Το Σύστημα Αξιολόγησης της Ποιότητας και Πιστοποίησης θεσπίζει τις οικείες μεθόδους εργασίας και τον εσωτερικό του κανονισμό.

4.   Το Σύστημα Αξιολόγησης της Ποιότητας και Πιστοποίησης καταρτίζει ετήσιο πρόγραμμα εργασίας.

5.   Το Σύστημα Αξιολόγησης της Ποιότητας και Πιστοποίησης μπορεί να ζητεί βοήθεια από άλλους εξωτερικούς φορείς αξιολόγησης της ποιότητας.

6.   Το Σύστημα Αξιολόγησης της Ποιότητας και Πιστοποίησης παρέχει στα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των κρατών της σημαίας και της Επιτροπής, πλήρεις πληροφορίες για το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του, καθώς και τα πορίσματα και τις συστάσεις του, ιδίως όσον αφορά καταστάσεις που ενδέχεται να απειλήσουν την ασφάλεια.

7.   Το Σύστημα Αξιολόγησης της Ποιότητας και Πιστοποίησης αξιολογείται περιοδικά από την Επιτροπή.

8.   Η Επιτροπή υποβάλλει στα κράτη μέλη έκθεση των αποτελεσμάτων και της συνέχειας της αξιολόγησής της.

Άρθρο 12

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή ασφαλείας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS), που συστάθηκε βάσει του κανονισμού (EΚ) αριθ. 2099/2002 (11).

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 6, της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται τρίμηνη.

4.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5α, παράγραφοι 1 έως 4, και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 13

1.   Ο παρών κανονισμός μπορεί, χωρίς να διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής του, να τροποποιείται προκειμένου να ενημερώνονται τα ελάχιστα κριτήρια του Παραρτήματος Ι, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των σχετικών αποφάσεων του ΙΜΟ.

Τα ανωτέρω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται διά της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο που προβλέπει το άρθρο 12, παράγραφος 4.

2.   Οι τροποποιήσεις των διεθνών συμβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 2, στοιχείο β), του παρόντος κανονισμού μπορούν να αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού κατ' εφαρμογή του άρθρου 5 του κανονισμού (EΚ) αριθ. 2099/2002.

Άρθρο 14

1.   Η Επιτροπή θεσπίζει και δημοσιεύει:

α)

κριτήρια για τη μέτρηση της αποτελεσματικότητας των κανόνων και διαδικασιών καθώς και των επιδόσεων των αναγνωρισμένων οργανισμών όσον αφορά την ασφάλεια των ταξινομημένων τους πλοίων και την πρόληψη της ρύπανσης, που προέρχεται από αυτά, έχοντας ιδίως κατά νου τα στοιχεία που παρέχονται από το μνημόνιο συνεννόησης των Παρισίων για τον έλεγχο των πλοίων από το κράτος λιμένα ή/και από παρεμφερή προγράμματα· και

β)

κριτήρια για να προσδιορίζεται πότε οι εν λόγω επιδόσεις αποτελούν απαράδεκτη απειλή κατά της ασφάλειας ή του περιβάλλοντος, στα οποία επιτρέπεται να λαμβάνονται υπόψη ιδιαίτερες περιστάσεις που επηρεάζουν τους μικρότερου μεγέθους ή τους άκρως εξειδικευμένους οργανισμούς.

Τα ανωτέρω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται διά της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο που προβλέπει το άρθρο 12, παράγραφος 4.

2.   Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού συμπληρώνοντάς τον και που σχετίζονται με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6, και κατά περίπτωση του άρθρου 7, θεσπίζονται διά της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο που προβλέπει το άρθρο 12, παράγραφος 4.

3.   Υπό την επιφύλαξη της άμεσης εφαρμογής των ελαχίστων κριτηρίων του Παραρτήματος Ι, η Επιτροπή μπορεί, με την κανονιστική διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 12, παράγραφος 3, να θεσπίζει κανόνες και να εξετάζει τον καθορισμό στόχων για τα γενικά ελάχιστα κριτήρια που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι, Mέρος A, σημείο 3.

Άρθρο 15

1.   Οι οργανισμοί, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού ήταν αναγνωρισμένοι σύμφωνα με την οδηγία 94/57/EΚ, παραμένουν αναγνωρισμένοι, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2.

2.   Με την επιφύλαξη των άρθρων 5 και 7, η Επιτροπή επανεξετάζει όλες τις περιορισμένες αναγνωρίσεις που έχουν χορηγηθεί σύμφωνα με την οδηγία 94/57/EΚ βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 3, του παρόντος κανονισμού έως … (12), προκειμένου να αποφασίσει, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 12, παράγραφος 3, εάν οι περιορισμοί πρέπει να αντικατασταθούν από άλλους ή να αρθούν. Οι περιορισμοί εξακολουθούν να ισχύουν έως ότου αποφασίσει η Επιτροπή.

Άρθρο 16

Κατά την αξιολόγηση βάσει του άρθρου 8, παράγραφος 1, η Επιτροπή ελέγχει εάν κάτοχος της αναγνώρισης είναι η αρμόδια νομική οντότητα του οργανισμού στον οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού. Εάν δεν είναι αυτός ο κάτοχος, η Επιτροπή τροποποιεί αναλόγως την αναγνώριση με απόφασή της.

Εφόσον η Επιτροπή τροποποιήσει την αναγνώριση, τα κράτη μέλη αναπροσαρμόζουν τις συμφωνίες τους με τον αναγνωρισμένο οργανισμό προκειμένου να ληφθεί υπόψη η τροποποίηση.

Άρθρο 17

Η Επιτροπή ενημερώνει ανά διετία το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 18

Οι παραπομπές της κοινοτικής και της εθνικής νομοθεσίας στην οδηγία 94/57/ΕΚ νοούνται, κατά περίπτωση, ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο Παράρτημα ΙΙ.

Άρθρο 19

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

…,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)  ΕΕ C 318, 23.12.2006, σ. 195.

(2)  ΕΕ C 229, 22.9.2006, σ. 38.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Απριλίου 2007 (ΕΕ C 74 Ε, 20.3.2008, σ. 632), κοινή θέση του Συμβουλίου της 6ης Ιουνίου 2008 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της … (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4)  ΕΕ L 319, 12.12.1994, σ. 20. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2002/84/ΕΟΚ (ΕΕ L 324, 29.11.2002, σ. 53).

(5)  ΕΕ L 184, 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση που τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200, 22.7.2006, σ. 11).

(6)  ΕΕ L 208, 5.8.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1891/2006 (ΕΕ L 304, 30.12.2006, σ. 1).

(7)  ΕΕ L …

(8)  ΕΕ L 46, 17.2.1997, σ. 25. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2002/84/EK (ΕΕ L 324, 29.11.2002, σ. 53).

(9)  Πέντε έτη από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(10)  24 μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(11)  ΕΕ L 324, 29.11.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 93/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 22, 31.1.2007, σ. 12).

(12)  ΕΕ: ημερομηνία δώδεκα μήνες από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ

(Κατά το άρθρο 3)

A.   ΓΕΝΙΚΑ ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ

1.

Οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί πρέπει να έχουν νομική προσωπικότητα στο κράτος του τόπου τους. Οι λογαριασμοί τους πρέπει να πιστοποιούνται από ανεξάρτητους ορκωτούς λογιστές.

2.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύει ότι διαθέτει εκτεταμένη πείρα σε αξιολογήσεις του σχεδιασμού και της κατασκευής εμπορικών πλοίων.

3.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός πρέπει να είναι επανδρωμένος ανά πάσα στιγμή με σημαντικό διοικητικό, τεχνικό, βοηθητικό και ερευνητικό προσωπικό ανάλογα με το μέγεθος του στόλου της κλάσης του, της σύνθεσης και της συμμετοχής του οργανισμού στην κατασκευή και την μετατροπή πλοίων. Ο αναγνωρισμένος οργανισμός πρέπει να είναι ικανός να αποσπά σε κάθε τόπο εργασίας, όταν και εφόσον χρειάζεται, μέσα και προσωπικό ανάλογα με τα καθήκοντα που πρόκειται να φέρει σε πέρας σύμφωνα με τα γενικά ελάχιστα κριτήρια 6 και 7 και με τα ειδικά ελάχιστα κριτήρια που ορίζονται στο Mέρος Β.

4.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός πρέπει να διαθέτει και να εφαρμόζει σύνολο οικείων αναλυτικών κανόνων και διαδικασιών ή τη σχετική αποδεδειγμένη ικανότητα για το σχεδιασμό, την κατασκευή και την περιοδική εξέταση εμπορικών πλοίων, οι οποίοι έχουν την ποιότητα διεθνώς αναγνωρισμένων προτύπων. Οι κανόνες και οι κανονισμοί δημοσιεύονται και ενημερώνονται συνεχώς, όπως επίσης βελτιώνονται μέσω ερευνητικών και αναπτυξιακών προγραμμάτων.

5.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός πρέπει να δημοσιεύει το νηογνώμονά του σε ετήσια βάση ή τον τηρεί σε ηλεκτρονική βάση δεδομένων στην οποία έχει πρόσβαση το κοινό.

6.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός δεν πρέπει να είναι υπό τον έλεγχο πλοιοκτητών ή ναυπηγών ή άλλων οι οποίοι αναπτύσσουν εμπορική δραστηριότητα στην κατασκευή, τον εξοπλισμό, την επισκευή ή την εκμετάλλευση πλοίων. Ο αναγνωρισμένος οργανισμός δεν πρέπει να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό, ως προς τις προσόδους του, από μία και μόνη εμπορική επιχείρηση. Ο αναγνωρισμένος οργανισμός δεν πρέπει να διενεργεί εργασίες κλάσης ή θεσμοθετημένες εργασίες εάν ταυτίζεται ή έχει επαγγελματικούς, προσωπικούς ή οικογενειακούς δεσμούς με τον πλοιοκτήτη ή εφοπλιστή. Το ασυμβίβαστο αυτό ισχύει και για τους επιθεωρητές που απασχολούνται από τον αναγνωρισμένο οργανισμό.

7.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός πρέπει να λειτουργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Παραρτήματος του ψηφίσματος Α.789(19) του ΙΜΟ σχετικά με τους ειδικούς κανόνες που διέπουν τις εργασίες επιθεώρησης και πιστοποίησης, τις οποίες αναλαμβάνουν αναγνωρισμένοι οργανισμοί για λογαριασμό των αρχών, στο βαθμό κατά τον οποίο καλύπτονται ζητήματα τα οποία εμπίπτουν στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού.

B.   ΕΙΔΙΚΑ ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ

1.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός παρέχει παγκόσμια κάλυψη με τους αποκλειστικά απασχολούμενους επόπτες του ή, σε εξαιρετικές και δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις, με αποκλειστικά απασχολούμενους επόπτες άλλων αναγνωρισμένων οργανισμών.

2.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός διέπεται από κώδικα δεοντολογίας.

3.

Στον αναγνωρισμένο οργανισμό, η διοίκηση και η διαχείριση ασκούνται κατά τρόπον ώστε να διασφαλίζεται η εχεμύθεια των πληροφοριών η απαιτούμενη από τις αρχές.

4.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός παρέχει σχετικές πληροφορίες στην αρμόδια αρχή, στην Επιτροπή και στα ενδιαφερόμενα μέρη.

5.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός, οι επόπτες και το τεχνικό προσωπικό του ασκούν τα καθήκοντά τους χωρίς να παραβιάζονται τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας των ναυπηγείων, των προμηθευτών εξοπλισμών και των πλοιοκτητών, περιλαμβανομένων των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, των αδειών, της τεχνογνωσίας ή κάθε είδους γνώσεων, η χρησιμοποίηση των οποίων προστατεύεται νομικά σε κοινοτικό ή εθνικό επίπεδο· σε καμία περίπτωση, και με την επιφύλαξη των αξιολογικών αρμοδιοτήτων των κρατών και της Επιτροπής, ιδίως δε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9, ο αναγνωρισμένος οργανισμός ή οι επόπτες και το τεχνικό προσωπικό που απασχολεί δεν μεταδίδουν ούτε γνωστοποιούν στοιχεία ιδιαίτερα σημαντικά από εμπορική άποψη που περιήλθαν στη γνώση τους στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων τους για την επιθεώρηση, τον έλεγχο ή την εποπτεία κατασκευής νέων ή επισκευαζόμενων πλοίων.

6.

Η διοίκηση του αναγνωρισμένου οργανισμού καθορίζει και τεκμηριώνει την πολιτική και τους στόχους του όσον αφορά την ποιότητα, καθώς και την προσήλωσή του σ' αυτή, και εξασφαλίζει ότι η πολιτική αυτή έχει γίνει αντιληπτή, εφαρμόζεται και ακολουθείται σε όλα τα επίπεδα του αναγνωρισμένου οργανισμού. Η πολιτική του αναγνωρισμένου οργανισμού αναφέρεται σε στόχους και δείκτες επιδόσεων από άποψη ασφάλειας και πρόληψης της ρύπανσης.

7.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός διασφαλίζει ότι:

α)

οι κανόνες και οι διαδικασίες καταρτίζονται και διατηρούνται κατά τρόπο συστηματικό·

β)

οι κανόνες και οι διαδικασίες τηρούνται και εφαρμόζεται εσωτερικό σύστημα μέτρησης της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών σε σχέση με τους εν λόγω κανόνες και τις διαδικασίες·

γ)

πληρούνται οι απαιτήσεις των θεσμοθετημένων εργασιών για τις οποίες έχει εξουσιοδοτηθεί ο αναγνωρισμένος οργανισμός και εφαρμόζεται εσωτερικό σύστημα μέτρησης της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών σε σχέση με τη συμμόρφωση με τις διεθνείς συμβάσεις·

δ)

είναι καθορισμένες και τεκμηριωμένες οι αρμοδιότητες, οι εξουσίες και η διαπλοκή του προσωπικού η εργασία του οποίου έχει αντίκτυπο στην ποιότητα των υπηρεσιών που παρέχει ο αναγνωρισμένος οργανισμός·

ε)

όλες οι εργασίες εκτελούνται υπό συνθήκες οι οποίες τελούν υπό έλεγχο·

στ)

υφίσταται σύστημα εποπτείας για τις πράξεις και την εργασία των επιθεωρητών και του τεχνικού και διοικητικού προσωπικού που απασχολείται από τον αναγνωρισμένο οργανισμό·

ζ)

οι επιθεωρητές διαθέτουν εκτεταμένη γνώση του συγκεκριμένου τύπου πλοίου επί του οποίου εκτελούν τις εργασίες τους σε σχέση με τη συγκεκριμένη επιθεώρηση που πρέπει να διενεργηθεί καθώς και των σχετικών εφαρμοστέων απαιτήσεων·

η)

εφαρμόζεται σύστημα διαπίστωσης των ικανοτήτων των επιθεωρητών και συνεχούς ενημέρωσης των γνώσεών τους·

θ)

τηρούνται μητρώα στα οποία εμφαίνονται η τήρηση των απαιτούμενων προτύπων για τα θέματα τα καλυπτόμενα από τις προσφερόμενες υπηρεσίες, καθώς και η αποτελεσματικότητα της λειτουργίας του συστήματος ποιότητας·

ι)

ακολουθείται συνολικό σύστημα προγραμματισμένων και τεκμηριωμένων εσωτερικών ελέγχων όσον αφορά τις δραστηριότητες που σχετίζονται με την ποιότητα, σε όλους τους τόπους εγκατάστασης·

ια)

οι θεσμοθετημένοι έλεγχοι και οι επιθεωρήσεις που επιβάλλει το εναρμονισμένο σύστημα ελέγχου και πιστοποίησης για τις οποίες είναι εξουσιοδοτημένος ο αναγνωρισμένος οργανισμός διενεργούνται σύμφωνα με τη διάταξη που εκτίθεται στο παράρτημα και στο προσάρτημα του ψηφίσματος A.948(23) του ΙΜΟ σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές ελέγχου βάσει του εναρμονισμένου συστήματος ελέγχου και πιστοποίησης·

ιβ)

καθορίζονται σαφείς και άμεσες σχέσεις ευθύνης και ελέγχου μεταξύ των κεντρικών και περιφερειακών γραφείων του αναγνωρισμένου οργανισμού και μεταξύ των αναγνωρισμένων οργανισμών και των επιθεωρητών τους.

8.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός πρέπει να αναπτύσσει, να εφαρμόζει και να διατηρεί αποτελεσματικό εσωτερικό σύστημα ποιότητας με βάση τα κατάλληλα μέρη διεθνώς αναγνωρισμένων προτύπων ποιότητας και σύμφωνα προς το πρότυπο EN ISO/IEC 17020:2004 (φορείς επιθεώρησης) και το πρότυπο EN ISO 9001:2000 (σύστημα διαχείρισης της ποιότητας), όπως ερμηνεύονται και πιστοποιούνται από το Σύστημα Αξιολόγησης της Ποιότητας και Πιστοποίησης που αναφέρεται στο άρθρο 11, παράγραφος 1.

9.

Οι κανόνες και οι διαδικασίες του αναγνωρισμένου οργανισμού εφαρμόζονται κατά τρόπο ώστε ο οργανισμός να μπορεί πάντοτε, βασιζόμενος στη δική του άμεση γνώση και κρίση, να δηλώνει αξιόπιστα και αντικειμενικά την ασφάλεια των πλοίων με πιστοποιητικά κλάσης, βάσει των οποίων μπορούν να εκδοθούν θεσμοθετημένα πιστοποιητικά.

10.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός διαθέτει τα αναγκαία μέσα αξιολόγησης, με τη χρήση ειδικευμένου προσωπικού και σύμφωνα με τις διατάξεις που εκτίθενται στο Παράρτημα του ψηφίσματος A.913(22) του ΙΜΟ σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή του διεθνούς κώδικα διαχείρισης της ασφάλειας (ISM) από τις αρχές, της εφαρμογής και της διατήρησης του συστήματος διαχείρισης της ασφάλειας, τόσο από την ξηρά όσο και επί των σκαφών, το οποίο πρόκειται να καλυφθεί στην πιστοποίηση.

11.

Ο αναγνωρισμένος οργανισμός πρέπει να επιτρέπει τη συμμετοχή αντιπροσώπων των αρχών και άλλων ενδιαφερόμενων μερών στην κατάρτιση των κανόνων του και των διαδικασιών του.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 94/57/ΕΚ

Οδηγία …/…/ΕΚ

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2 α)

Άρθρο 2 α)

Άρθρο 2 α)

Άρθρο 2 β)

Άρθρο 2 β)

Άρθρο 2 γ)

Άρθρο 2 γ)

Άρθρο 2 δ)

Άρθρο 2 δ)

Άρθρο 2 β)

Άρθρο 2 ε)

Άρθρο 2 ε)

Άρθρο 2 γ)

Άρθρο 2 στ)

Άρθρο 2 δ)

Άρθρο 2 στ)

Άρθρο 2 ζ)

Άρθρο 2 ε)

Άρθρο 2 ζ)

Άρθρο 2 η)

Άρθρο 2 στ)

Άρθρο 2 η)

Άρθρο 2 θ)

Άρθρο 2 ζ)

Άρθρο 2 θ)

Άρθρο 2 ια)

Άρθρο 2 θ)

Άρθρο 2 ι)

Άρθρο 2 η)

Άρθρο 2 ι)

Άρθρο 2 ιβ)

Άρθρο 2 ια)

Άρθρο 2 ι)

Άρθρο 3

Άρθρο 3

 

Άρθρο 4 (1) πρώτη πρόταση

Άρθρο 3 (1)

Άρθρο 4 (1) δεύτερη πρόταση

Άρθρο 3 (2)

Άρθρο 4 (1) τρίτη πρόταση

Άρθρο 4 (1) τέταρτη πρόταση

Άρθρο 4 (1)

Άρθρο 3 (3)

Άρθρο 4 (2), (3), (4)

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 7

Άρθρο 5 (1)

Άρθρο 4 (1)

Άρθρο 5 (3)

Άρθρο 4 (2)

Άρθρο 6 (1), (2), (3), (4)

Άρθρο 5 (1), (2), (3), (4)

Άρθρο 6 (5)

Άρθρο 7

Άρθρο 6

Άρθρο 12

Άρθρο 8 (1) πρώτη περίπτωση

Άρθρο 7 (1), πρώτο εδάφιο, στοιχείο α)

Άρθρο 8 (1) δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 13 (1)

Άρθρο 8 (1) τρίτη περίπτωση

Άρθρο 7 (1), πρώτο εδάφιο, στοιχείο β)

Άρθρο 7 (1) δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 13 (1)(δεύτερο εδάφιο)

Άρθρο 8 (2)

Άρθρο 7 (2)

Άρθρο 8 (2) δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 13 (2)

Άρθρο 9 (1)

Άρθρο 9 (2)

Άρθρο 10 (1) εισαγωγικές λέξεις

Άρθρο 8

Άρθρο 10 (1)α), β), γ), (2),(3), (4)

Άρθρο 11 (1),(2)

Άρθρο 9 (1),(2)

Άρθρο 11 (3),(4)

Άρθρο 8 (1)(2)

Άρθρο 12

Άρθρο 10

Άρθρο 13

Άρθρο 14

Άρθρο 11, παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 11 (3)

Άρθρο 12

Άρθρο 9

Άρθρο 15 (1)

Άρθρο 10 (1)(2)

Άρθρο 15 (2)

Άρθρο 10 (3)

Άρθρο 15 (3)

Άρθρο 10 (4)

Άρθρο 15 (4)

Άρθρο 10 (5)

Άρθρο 15 (5)

Άρθρο 10 (6) πρώτο, δεύτερο, τρίτο και πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 10 (6) τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 16

Άρθρο 13

Άρθρο 17

Άρθρο 16

Άρθρο 14

Άρθρο 15

Άρθρο 11

Άρθρο 14

Άρθρο 15

Άρθρο 16

Άρθρο 17

Άρθρο 18

Άρθρο 19

Παράρτημα

Παράρτημα Ι

Παράρτημα Ι

Παράρτημα ΙΙ

Παράρτημα ΙΙ


ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ι.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στο πλαίσιο της διαδικασίας συναπόφασης (άρθρο 251 TEC), το Συμβούλιο επέτυχε, στις 30 Noεμβρίου 2007, πολιτική συμφωνία για δύο χωριστές νομικές πράξεις με βάση τη σχετική πρόταση της Επιτροπής (1): ένα σχέδιο οδηγίας σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και εξέτασης και για τις συναφείς δραστηριότητες των ναυτικών αρχών (αναδιατύπωση) και έναν κανονισμό σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και εξέτασης πλοίων (αναδιατύπωση). Το παρόν έγγραφο αφορά το μέρος της πρότασης της Επιτροπής που αποτελεί τον αναδιατυπωμένο κανονισμό. (2)

Κατόπιν της αναθεώρησης από τους γλωσσομαθείς νομικούς, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή του θέση στις 6 Ιουνίου 2008.

Κατά την υιοθέτηση της κοινής του θέσης, το Συμβούλιο έλαβε υπ' όψη τις γνώμες της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3) και της Επιτροπής των Περιφερειών (4). Μεγάλο μέρος των τροπολογιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που υιοθετήθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 25 Απριλίου 2007 (5), ενσωματώθηκε ή συνυπολογίσθηκε στο σχετικό κείμενο, είτε αποτελεί μέρος της οδηγίας είτε του κανονισμού σύμφωνα με τη θέση του Συμβουλίου.

Η πρόταση έχει ως στόχο την αναδιατύπωση των διαδοχικών τροποποιήσεων στην οδηγία 94/57/EK που θεσπίζει κοινούς κανόνες και πρότυπα για οργανισμούς που επιθεωρούν πλοία και εκδίδουν πιστοποιητικά πλοίων, τους λεγόμενους «εγκεκριμένους οργανισμούς». Επιπλέον, ορισμένες διατάξεις της υπάρχουσας οδηγίας τροποποιούνται χάριν απλούστευσης ή εναρμόνισης ή προκειμένου να ενισχυθούν οι υπάρχοντες κανόνες, π.χ. με την ενίσχυση του ελέγχου των εγκεκριμένων οργανισμών και με τη μεταρρύθμιση του συστήματος των κυρώσεων προς όσους δεν πληρούν τα ελάχιστα κριτήρια έγκρισης.

II.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΘΕΣΗΣ

α)   Τύπος της νομικής πράξης

Το κύριο ζήτημα που προέκυψε κατά τις συζητήσεις στις ομάδες του Συμβουλίου ήταν ο τύπος της νομικής πράξης που πρότεινε η Επιτροπή. Αρκετές διατάξεις στην προτεινόμενη οδηγία πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι είτε επιβάλλουν απευθείας υποχρεώσεις, είτε μεταβιβάζουν στην Επιτροπή την αρμοδιότητα να επιβάλει υποχρεώσεις σε άτομα, εν προκειμένω στους εγκεκριμένους οργανισμούς. Αυτό το επιβεβαίωσε η Νομική Υπηρεσία του Συμβουλίου με τη γνώμη της της 8ης Οκτωβρίου 2007 (έγγραφο 13616/07) όπου συνέστησε να εκδοθεί η πράξη υπό μορφή κανονισμού ή, εναλλακτικά, να αναδιαμορφωθούν οι επίμαχες διατάξεις ή να χωριστεί η πράξη σε μια οδηγία και έναν κανονισμό.

Στην πολιτική συμφωνία του, το Συμβούλιο συμφώνησε να χωριστεί το κείμενο σε δύο χωριστές πράξεις, μια οδηγία και έναν κανονισμό. Η οδηγία περιλαμβάνει τις διατάξεις που απευθύνονται στα κράτη μέλη και αφορούν τη σχέση τους με τους εγκεκριμένους οργανισμούς, ενώ ο κανονισμός περιέχει όλες τις διατάξεις και αφορούν την έγκριση σε κοινοτικό επίπεδο, δηλ. τη χορήγηση και την ανάκληση της έγκρισης από την Επιτροπή, τις υποχρεώσεις και τα κριτήρια που πρέπει να πληρούν οι οργανισμοί ώστε να δικαιούνται κοινοτική έγκριση καθώς και τις πιθανές κυρώσεις εις βάρος των εγκεκριμένων οργανισμών που δεν πληρούν αυτές τις υποχρεώσεις και τα κριτήρια.

β)   Κύρια ζητήματα σχετικά με τον κανονισμό

Πέρα από την απόφαση να περιληφθούν όλες οι διατάξεις που αφορούν την κοινοτική έγκριση της επιθεώρησης πλοίων και των οργανισμών επιθεωρήσεων σε έναν νέο κανονισμό, το Συμβούλιο έκρινε σκόπιμο να τροποποιήσει τις παρακάτω διατάξεις για λόγους σαφήνειας ή με βάσει τις ακόλουθες εκτιμήσεις:

1)   Εύρος της έγκρισης και των ελάχιστων κριτηρίων έγκρισης

Το Συμβούλιο, όπως και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θεωρεί σημαντικό να υπογραμμίσει ότι ο οργανισμός που εγκρίνεται, ανεξάρτητα από την εταιρική του δομή, πρέπει να παρέχει υπηρεσίες παγκοσμίως. Σε περίπτωση περιορισμένης έγκρισης, η κοινή θέση προβλέπει διαφάνεια ως προς τους λόγους του περιορισμού και τις προϋποθέσεις τροποποίησής του. Για να αποφευχθεί τυχόν υποβιβασμός των ελάχιστων κριτηρίων έγκρισης, η κοινή θέση προβλέπει τη δυνατότητα να καθοριστούν, μέσω της διαδικασίας επιτροπολογίας, κανόνες για την ερμηνεία, και στόχοι, αυτών των κριτηρίων, ιδίως σχετικά με τον αριθμό των μελών του προσωπικού που απασχολούν οι εγκεκριμένοι οργανισμοί.

2)   Επιβολή προστίμων στους εγκεκριμένους οργανισμούς

Κατά την γνώμη του Συμβουλίου, τα κράτη μέλη πρέπει να ενημερώνονται μέσω της συμβουλευτικής διαδικασίας για όσες αποφάσεις λαμβάνει η Επιτροπή προκειμένου να επιβάλει πρόστιμα στους εγκεκριμένους οργανισμούς που δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους βάσει του κανονισμού.

3)   Εναρμόνιση των κανόνων και των διαδικασιών των εγκεκριμένων οργανισμών και αμοιβαία αναγνώριση των πιστοποιητικών που εκδίδουν

Το Συμβούλιο εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής να ενθαρρυνθούν οι εγκεκριμένοι οργανισμοί να εναρμονίσουν περαιτέρω τους κανόνες και τις διαδικασίες τους και να εξετάσουν πότε θα αναγνωρίσουν αμοιβαία τα πιστοποιητικά τους για τα υλικά, τον εξοπλισμό και τα συστατικά. Η κοινή θέση, ωστόσο, περιλαμβάνει ένα σύνολο εγγυητικών ρητρών. Αυτές αφορούν τις περιπτώσεις όπου η αμοιβαία αναγνώριση των πιστοποιητικών δεν μπορεί να συμφωνηθεί μεταξύ των εγκεκριμένων οργανισμών ή τις περιπτώσεις όπου έχει διαπιστωθεί ότι το υλικό, ένα τμήμα του εξοπλισμού ή ένα συστατικό δεν είναι σύμφωνα με το πιστοποιητικό τους.

Σε αντιστοιχία και με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο καλεί την Επιτροπή να υποβάλει έκθεση που να αναφέρει σε ποιο επίπεδο έχει φτάσει η διαδικασία εναρμόνισης των κανόνων και των διαδικασιών των εγκεκριμένων οργανισμών και να αφορά την αμοιβαία αναγνώριση των πιστοποιητικών που αυτοί εκδίδουν.

4)   Αξιολόγηση και πιστοποίηση του συστήματος ποιότητας των εγκεκριμένων οργανισμών

Το Συμβούλιο συμφωνεί πλήρως με τις γενικές γραμμές της πρότασης της Επιτροπής, κατά τις οποίες οι εγκεκριμένοι οργανισμοί θα ιδρύσουν φορέα αρμόδιο για την αξιολόγηση και την πιστοποίηση των συστημάτων διαχείρισης της ποιότητάς τους. Ως επί το πλείστον συμφωνώντας με την τροποποίηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το Συμβούλιο υπογραμμίζει στην κοινή θέση ότι αυτό πρέπει να γίνει σύμφωνα με τα εφαρμόσιμα διεθνή πρότυπα ποιότητας και μετά από διαβούλευση με τις συναφείς επαγγελματικές ενώσεις που εργάζονται στη ναυπηγική βιομηχανία.

Άλλες τροποποιήσεις των διατάξεων από το Συμβούλιο αφορούσαν αυτόν το στόχο του Συστήματος Ποιοτικής Αξιολόγησης και Πιστοποίησης, ιδίως όσον αφορά τη διευκόλυνση του έργου του εν λόγω φορέα και τη διευκρίνιση ότι πρέπει να έχει την απαραίτητη διακυβέρνηση και αρμοδιότητες να ενεργεί ανεξάρτητα από τους εγκεκριμένους οργανισμούς.

5)   Καθιέρωση της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο

Σύμφωνα με την τροποποιημένη απόφαση επιτροπολογίας (6), το Συμβούλιο εισάγει στην κοινή του θέση την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο προκειμένου να τροποποιήσει τον κανονισμό σύμφωνα με τις τροποποιήσεις στις διεθνείς συμβάσεις, τα πρωτόκολλα, τους κώδικες και τα ψηφίσματα, να ενημερώσει τα ελάχιστα κριτήρια έγκρισης και να υιοθετήσει κριτήρια για τη μέτρηση της αποτελεσματικότητας των κανόνων και των διαδικασιών, καθώς και την απόδοση των εγκεκριμένων οργανισμών όσον αφορά την ασφάλεια και την πρόληψη της ρύπανσης.

ΙΙΙ.   ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ

Η κοινή θέση ενσωματώνει μεγάλο μέρος από τις τροπολογίες που πρότεινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε πρώτη ανάγνωση, είτε κατά λέξη είτε εν μέρει είτε ως προς το πνεύμα τους: 6, 11, 12, 15, 16, 17, 18, 20, 25, 26, 36, 37, 38, 39, 40, 41, 42, 43, 44, 45, 50, 52, 53, 54, 55, 56, 59, 60, 61, 62, 64, 66, 68, 69, 71 και 74. Οι συναφείς διατάξεις είναι συχνά σύμφωνες με τις τροπολογίες, αλλά όχι ταυτόσημες, λόγω της απαραίτητης προσαρμογής του κειμένου συνεπεία του διαχωρισμού της αρχικής πρότασης σε δύο χωριστές πράξεις.

Οι υπόλοιπες τροπολογίες δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές επειδή, κατά την γνώμη του Συμβουλίου, είναι μη σύμφωνες με τις διαδικασίες κοινοτικής έγκρισης (τροπολογία 14), όχι απολύτως σαφείς ή απαραίτητες (τροπολογίες 19, 23, 57 και 67) ή μη σύμφωνες με την προσέγγιση του Συμβουλίου για την ίδρυση του φορέα του αρμόδιου για την αξιολόγηση και την πιστοποίηση των συστημάτων ποιοτικής διαχείρισης των εγκεκριμένων οργανισμών (τροπολογίες 63, 65 και εν μέρει 74).

IV.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Το Συμβούλιο θεωρεί ότι η κοινή θέση είναι ο κατάλληλος τρόπος για να θεσπιστούν διατάξεις σχετικά με την έγκριση των οργανισμών επιθεώρησης και εξέτασης πλοίων σε κοινοτικό επίπεδο με την έκδοση κανονισμού, ο οποίος θα συνοδεύεται από οδηγία που θα προβλέπει τα μέτρα που ακολουθούν τα κράτη μέλη σε σχέση τους με τους εν λόγω οργανισμούς.

Το κείμενο της κοινής θέσης αντανακλά μεγάλο μέρος από τις τροπολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το Συμβούλιο προσβλέπει σε εποικοδομητικές συζητήσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με στόχο να επιτευχθεί συμφωνία το συντομότερο δυνατό.


(1)  Η Επιτροπή διεβίβασε στις 30 Ιανουαρίου 2006 την πρότασή της για αναδιατυπωμένη οδηγία σχετικά με κοινούς κανόνες και πρότυπα για τους οργανισμούς επιθεώρησης και εξέτασης πλοίων και για τις συναφείς δραστηριότητες των ναυτικών αρχών (έγγραφο 5912/06 MAR 11 ENV 50 CODEC 95).

(2)  Η κοινή θέση του Συμβουλίου για το σχέδιο οδηγίας περιέχεται στο έγγραφο 5724/08, το σχετικό σκεπτικό στο έγγραφο 5724/08 ADD 1.

(3)  EΟΚE 1177/2006 της 13.9.2006 (ΕΕ C 318 της 23.12.2006 — σ. 195-201).

(4)  ΕτΠ 43/2006 της 15.6.2006 (ΕΕ C 229 της 22.9.2006, σ. 38).

(5)  Έγγραφο 8724/07 CODEC 389 MAR 28 ENV 206 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(6)  Η απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ του Συμβουλίου της 17ης Ιουλίου 2006 (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).


Top