EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62017CJ0658

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 23ης Μαΐου 2019.
Διαδικασία που κίνησε η WB.
Αίτηση του Sąd Okręgowy w Gorzowie Wielkopolskim για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Κανονισμός (ΕΕ) 650/2012 – Άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχεία ζʹ και θʹ – Έννοια της “αποφάσεως” σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής – Έννοια του “δημοσίου εγγράφου” σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής – Νομικός χαρακτηρισμός του εθνικού πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής – Άρθρο 3, παράγραφος 2 – Έννοια του “δικαστηρίου” – Μη κοινοποίηση, εκ μέρους του κράτους μέλους, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή της ιδιότητας των συμβολαιογράφων ως μη δικαστικών αρχών που ασκούν δικαστικά καθήκοντα κατά τον ίδιο τρόπο με τα δικαστήρια.
Υπόθεση C-658/17.

Court reports – general – 'Information on unpublished decisions' section

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2019:444

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

της 23ης Μαΐου 2019 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Κανονισμός (ΕΕ) 650/2012 – Άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχεία ζʹ και θʹ – Έννοια της “αποφάσεως” σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής – Έννοια του “δημοσίου εγγράφου” σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής – Νομικός χαρακτηρισμός του εθνικού πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής – Άρθρο 3, παράγραφος 2 – Έννοια του “δικαστηρίου” – Μη κοινοποίηση, εκ μέρους του κράτους μέλους, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή της ιδιότητας των συμβολαιογράφων ως μη δικαστικών αρχών που ασκούν δικαστικά καθήκοντα κατά τον ίδιο τρόπο με τα δικαστήρια»

Στην υπόθεση C‑658/17,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Sąd Okręgowy w Gorzowie Wielkopolskim (περιφερειακό δικαστήριο του Gorzów Wielkopolski, Πολωνία) με απόφαση της 10ης Οκτωβρίου 2017, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 24 Νοεμβρίου 2017, στο πλαίσιο της δίκης που κινήθηκε από την

WB

παρισταμένης της:

Przemysława Bac, υπό την ιδιότητα της συμβολαιογράφου,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους J.-C. Bonichot, πρόεδρο τμήματος, C. Toader (εισηγήτρια), A. Rosas, L. Bay Larsen και M. Safjan, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Y. Bot

γραμματέας: M. Aleksejev, προϊστάμενος μονάδας,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 29ης Νοεμβρίου 2018,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η WB, εκπροσωπούμενη από τον M. Krzymuski, radca prawny,

η P. Bac, ενεργούσα υπό την ιδιότητα της συμβολαιογράφου, εκπροσωπούμενη από τον M. Margoński, zastępca notarialny,

η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna, καθώς και από τις S. Żyrek και E. Borawska-Kędzierska,

η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους T. Henze και M. Hellmann,

η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον S. Jiménez García,

η Ουγγρική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους M. Z. Fehér και G. Koós, καθώς και από την M. M. Tátrai,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους M. Wilderspin και S. L. Kalėda,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 28ης Φεβρουαρίου 2019,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχεία ζʹ και θʹ, και παράγραφος 2, του άρθρου 39, παράγραφος 2, του άρθρου 46, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, και του άρθρου 79 του κανονισμού (ΕΕ) 650/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, την αποδοχή και εκτέλεση δημόσιων εγγράφων στον τομέα της κληρονομικής διαδοχής και την καθιέρωση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου (ΕΕ 2012, L 201, σ. 107), καθώς και των παραρτημάτων 1 και 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 1329/2014 της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2014, για τη σύνταξη των εντύπων που αναφέρονται στον κανονισμό 650/2012 (ΕΕ 2014, L 359, σ. 30).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο δίκης την οποία κίνησε η WB κατά της Przemysława Bac, υπό την ιδιότητά της ως συμβολαιογράφου εδρεύουσας στο Słubice (Πολωνία), με σκοπό τη χορήγηση, μεταξύ άλλων, αντιγράφου πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής που εκδίδεται από την εν λόγω συμβολαιογράφο.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

Ο κανονισμός 650/2012

3

Οι αιτιολογικές σκέψεις 20 έως 22 και 62 του κανονισμού 650/2012 έχουν ως εξής:

«(20)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να σέβεται τα διάφορα καθεστώτα που διέπουν θέματα κληρονομικής διαδοχής και τα οποία ισχύουν στα κράτη μέλη. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, στον όρο “δικαστήριο” θα πρέπει συνεπώς να δοθεί ευρεία έννοια έτσι ώστε να καλύπτει όχι μόνο τα δικαστήρια κατά κυριολεξία, που ασκούν δικαστικά καθήκοντα, αλλά και τους συμβολαιογράφους ή τα γραφεία μητρώων που ασκούν σε ορισμένα κράτη μέλη δικαστικά καθήκοντα σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής κατά τον ίδιο τρόπο με τα δικαστήρια, καθώς και τους συμβολαιογράφους και επαγγελματίες του νομικού κλάδου, οι οποίοι σε ορισμένα κράτη μέλη ασκούν δικαστικά καθήκοντα για μια συγκεκριμένη κληρονομική διαδοχή κατ’ ανάθεση εξουσιών από δικαστήριο. Όλα τα δικαστήρια, όπως ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να δεσμεύονται από τους κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Αντίθετα, ο όρος “δικαστήριο” δεν θα πρέπει να καλύπτει μη δικαστικές αρχές κράτους μέλους που έχουν εξουσιοδοτηθεί δυνάμει του εθνικού δικαίου να επιλαμβάνονται υποθέσεων κληρονομικής διαδοχής, όπως είναι οι συμβολαιογράφοι στα περισσότερα κράτη μέλη, εφόσον, κατά τη συνήθη πρακτική, δεν ασκούν δικαστικά καθήκοντα.

(21)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να επιτρέπει σε όλους τους συμβολαιογράφους, που έχουν αρμοδιότητα σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής στα κράτη μέλη, να μπορούν να ασκούν αυτήν την αρμοδιότητα. Το κατά πόσον οι συμβολαιογράφοι συγκεκριμένου κράτους μέλους δεσμεύονται από τους κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να εξαρτάται από το εάν καλύπτονται ή όχι από το[ν] όρο “δικαστήριο” για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

(22)

Οι πράξεις που εκδίδονται από συμβολαιογράφους σε θέματα κληρονομικής διαδοχής στα κράτη μέλη θα πρέπει να κυκλοφορούν δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Όταν οι συμβολαιογράφοι ασκούν δικαστικά καθήκοντα δεσμεύονται από τους κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας και οι αποφάσεις που εκδίδουν θα πρέπει να κυκλοφορούν σύμφωνα με τις διατάξεις για την αναγνώριση, την εκτελεστότητα και την εκτέλεση των αποφάσεων. Όταν οι συμβολαιογράφοι δεν ασκούν δικαστικά καθήκοντα δεν δεσμεύονται από τους κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας και τα δημόσια έγγραφα που εκδίδουν θα πρέπει να κυκλοφορούν σύμφωνα με τις διατάξεις περί δημόσιων εγγράφων.

[…]

(62)

Η “γνησιότητα” δημόσιου εγγράφου θα πρέπει να αποτελεί αυτοτελή έννοια που καλύπτει στοιχεία όπως η αυθεντικότητα του εγγράφου, οι τυπικές προϋποθέσεις του εγγράφου, οι εξουσίες της αρχής που συντάσσει το έγγραφο και η διαδικασία σύνταξης του εγγράφου. Θα πρέπει να καλύπτει επίσης τα πραγματικά στοιχεία που έχουν καταχωριστεί στο δημόσιο έγγραφο από την οικεία αρχή, όπως το γεγονός ότι τα αναφερόμενα μέρη εμφανίστηκαν ενώπιον αυτής της αρχής την αναφερόμενη ημερομηνία και ότι προέβησαν στις αναφερόμενες δηλώσεις. Οποιοδήποτε μέρος επιθυμεί να αμφισβητήσει τη γνησιότητα δημόσιου εγγράφου θα πρέπει να το πράξει ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου στο κράτος μέλος προέλευσης του δημόσιου εγγράφου σύμφωνα με το δίκαιο αυτού του κράτους μέλους.»

4

Κατά το άρθρο 3 του κανονισμού αυτού:

«1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού:

[…]

ζ)

ως “απόφαση” νοείται κάθε απόφαση σε υπόθεση διαδοχής αιτία θανάτου που εκδόθηκε από δικαστήριο κράτους μέλους, όποια κι αν είναι η ονομασία της, όπως απόφαση για τον προσδιορισμό από το[ν] γραμματέα των δικαστικών εξόδων ή δαπανών·

[…]

θ)

ως “δημόσιο έγγραφο” νοείται ένα έγγραφο σε υπόθεση διαδοχής αιτία θανάτου που έχει συνταχθεί ή καταχωρισθεί επίσημα ως δημόσιο έγγραφο σε κράτος μέλος και του οποίου η γνησιότητα:

i)

συνδέεται με την υπογραφή και το περιεχόμενο του δημόσιου εγγράφου, και

ii)

πιστοποιείται από δημόσια ή άλλη αρχή η οποία είναι εξουσιοδοτημένη προς τούτο από το κράτος μέλος προέλευσης.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού με τον όρο “δικαστήριο” νοούνται οποιαδήποτε δικαστική αρχή και όλες οι άλλες αρχές και οι επαγγελματίες του νομικού κλάδου με αρμοδιότητα σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής, που ασκούν δικαστικά καθήκοντα ή ενεργούν κατ’ ανάθεση εξουσίας από δικαστική αρχή ή υπό τον έλεγχο δικαστικής αρχής, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές οι άλλες αρχές και οι επαγγελματίες του νομικού κλάδου προσφέρουν τα ίδια δικονομικά εχέγγυα όσον αφορά την αμεροληψία και το δικαίωμα ακρόασης όλων των μερών και ότι οι αποφάσεις τους, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο υπάγονται:

α)

μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο άσκησης ενδίκου μέσου ή επανεξέτασης από δικαστική αρχή, και

β)

έχουν ανάλογη ισχύ και αποτέλεσμα με απόφαση δικαστικής αρχής για το ίδιο θέμα.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην [Ευρωπαϊκή] Επιτροπή τις άλλες αρχές και επαγγελματίες του νομικού κλάδου που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 79.»

5

Το άρθρο 59, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού αυτού προβλέπει τα εξής:

«Το πρόσωπο που επιθυμεί να χρησιμοποιήσει δημόσιο έγγραφο σε άλλο κράτος μέλος μπορεί να ζητήσει από την αρχή που εκδίδει το δημόσιο έγγραφο στο κράτος μέλος προέλευσης να συμπληρώσει το έντυπο που θα καταρτιστεί σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 81 παράγραφος 2, περιγράφοντας την αποδεικτική ισχύ του δημόσιου εγγράφου στο κράτος μέλος προέλευσης.»

6

Το άρθρο 79, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 650/2012 ορίζει τα εξής:

«1.   Η Επιτροπή, με βάση τις κοινοποιήσεις των κρατών μελών, καταρτίζει τον κατάλογο των άλλων αρχών και επαγγελματιών του νομικού κλάδου που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση στις πληροφορίες του καταλόγου αυτού. Η Επιτροπή τροποποιεί τον κατάλογο αναλόγως.»

Ο εκτελεστικός κανονισμός 1329/2014

7

Το άρθρο 1, παράγραφοι 1 και 2, του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014 ορίζει τα εξής:

«1.   Το έντυπο που θα χρησιμοποιείται για τη βεβαίωση σχετικά με απόφαση σε υπόθεση κληρονομικής διαδοχής που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 3 στοιχείο β) του κανονισμού [650/2012] έχει τη μορφή που ορίζεται στο παράρτημα 1 ως έντυπο I.

2.   Το έντυπο που θα χρησιμοποιείται για τη βεβαίωση σχετικά με δημόσιο έγγραφο σε υπόθεση κληρονομικής διαδοχής που αναφέρεται στο άρθρο 59 παράγραφος 1 και στο άρθρο 60 παράγραφος 2 του κανονισμού [650/2012] έχει τη μορφή που ορίζεται στο παράρτημα 2 ως έντυπο IΙ.»

Το πολωνικό δίκαιο

Ο συμβολαιογραφικός κώδικας

8

Ο ustawa Prawo o notariacie (νόμος περί συμβολαιογραφικού κώδικα), της 14ης Φεβρουαρίου 1991 (Dz. U. αριθ. 22, θέση 91), όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο της 13ης Δεκεμβρίου 2013 (Dz. U. του 2014, θέση 164) (στο εξής: συμβολαιογραφικός κώδικας), προβλέπει στο άρθρο 4 ότι οι συμβολαιογράφοι διατηρούν συμβολαιογραφείο.

9

Κατά το άρθρο 5, παράγραφος 1, του συμβολαιογραφικού κώδικα, οι συμβολαιογράφοι ασκούν τη δραστηριότητά τους έναντι αμοιβής βάσει συμφωνίας με τα μέρη και εντός των ορίων μιας κλίμακας αμοιβών που ορίζεται, δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 3, του κώδικα αυτού, από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, με τη σύμφωνη γνώμη του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν διαβουλεύσεως με τον εθνικό συμβολαιογραφικό σύλλογο.

10

Η έκδοση πιστοποιητικών κληρονομικής διαδοχής από τους Πολωνούς συμβολαιογράφους ρυθμίζεται από τα άρθρα 95a έως 95p του συμβολαιογραφικού κώδικα.

11

Κατά το άρθρο 95b του συμβολαιογραφικού κώδικα:

«Πριν συντάξει το πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής, ο συμβολαιογράφος συντάσσει πρακτικό κληρονομικής διαδοχής με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων, τηρουμένου του άρθρου 95ca.»

12

Το άρθρο 95c, παράγραφοι 1 και 2, του συμβολαιογραφικού κώδικα ορίζει τα εξής:

«1.   Πριν συντάξει το πρακτικό κληρονομικής διαδοχής, ο συμβολαιογράφος ενημερώνει όλους τους μετέχοντες στη διαδικασία ότι έχουν υποχρέωση γνωστοποιήσεως όλων των στοιχείων που αφορούν το περιεχόμενό του και ότι φέρουν ποινική ευθύνη σε περίπτωση υποβολής ψευδούς δηλώσεως.

2.   Το πρακτικό κληρονομικής διαδοχής περιλαμβάνει ιδίως:

1)

κοινή αίτηση των μετεχόντων στη διαδικασία συντάξεώς του για τη σύνταξη πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής.

[…]»

13

Το άρθρο 95ca, παράγραφοι 1 και 3, του συμβολαιογραφικού κώδικα προβλέπει τα εξής:

«1.   Κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου και με τη συμμετοχή του, ο συμβολαιογράφος συντάσσει το σχέδιο πρακτικού κληρονομικής διαδοχής.

[…]

3.   Ο ενδιαφερόμενος υποβάλλει δήλωση, ενώπιον του συμβολαιογράφου που συνέταξε το σχέδιο πρακτικού κληρονομικής διαδοχής ή ενώπιον άλλου συμβολαιογράφου, με την οποία βεβαιώνει τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο εν λόγω σχέδιο και δηλώνει ότι συμφωνεί με τη σύνταξη του πρακτικού κληρονομικής διαδοχής βάσει του σχεδίου αυτού.»

14

Το άρθρο 95e του συμβολαιογραφικού κώδικα έχει ως εξής:

«1.   Μετά τη σύνταξη του πρακτικού κληρονομικής διαδοχής, ο συμβολαιογράφος συντάσσει το πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής, εφόσον δεν έχει καμία αμφιβολία για τη δικαιοδοσία των εθνικών δικαστηρίων, το περιεχόμενο του εφαρμοστέου αλλοδαπού δικαίου, την ταυτότητα του κληρονόμου, το ποσοστό συμμετοχής του στην κληρονομία και –σε περίπτωση που ο κληρονομούμενος όρισε κληροδόχο– την ταυτότητα του κληροδόχου και το αντικείμενο της κληροδοσίας.

2.   Ο συμβολαιογράφος αρνείται να συντάξει πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής:

1)

εάν υπάρχει ήδη πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής ή έχει εκδοθεί κληρονομητήριο για τη συγκεκριμένη κληρονομία·

2)

εάν διαπιστωθεί ότι κατά τη σύνταξη του πρακτικού κληρονομικής διαδοχής δεν παρευρίσκονταν όλα τα πρόσωπα που θα μπορούσαν να έχουν την ιδιότητα του κληρονόμου εξ αδιαθέτου ή εκ διαθήκης ή του κληροδόχου ή ότι υπάρχουν ή υπήρχαν διαθήκες οι οποίες δεν έχουν δημοσιευθεί ή ανακοινωθεί

[…]

4)

ελλείψει διεθνούς δικαιοδοσίας των εθνικών δικαστηρίων.

3.   Eάν εξ αδιαθέτου κληρονόμοι είναι ένας δήμος ή το Skarbowi Państwa [Δημόσιο Ταμείο, Πολωνία] και τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε ο ενδιαφερόμενος δεν επαρκούν για τη σύνταξη πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής, ο συμβολαιογράφος μπορεί να συντάξει το πιστοποιητικό αυτό μόνον αφού προηγουμένως καλέσει τους κληρονόμους με ανακοίνωση το κόστος της οποίας καλύπτει ο ενδιαφερόμενος. Οι διατάξεις των άρθρων 673 και 674 του kodeks postępowania cywilnego [Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας] εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν.»

15

Κατά το άρθρο 95j του συμβολαιογραφικού κώδικα:

«Το καταχωρισμένο πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής παράγει τα έννομα αποτελέσματα έγκυρου κληρονομητηρίου.»

16

To άρθρο 95p του συμβολαιογραφικού κώδικα ορίζει τα εξής:

«Κάθε άλλη διάταξη περιέχουσα αναφορά στο κληρονομητήριο εφαρμόζεται και για το καταχωρισμένο πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής. […]»

Ο αστικός κώδικας

17

Το άρθρο 1025, παράγραφος 2, του kodeks cywilny (αστικού κώδικα) προβλέπει ότι «[τ]ο πρόσωπο στο οποίο έχει χορηγηθεί κληρονομητήριο ή πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής τεκμαίρεται ότι είναι κληρονόμος».

18

Κατά το άρθρο 1027 του αστικού κώδικα, «[ο] κληρονόμος μπορεί να αποδείξει το κληρονομικό του δικαίωμα έναντι τρίτων που δεν εγείρουν αξιώσεις λόγω κληρονομικής διαδοχής μόνο με κληρονομητήριο ή με καταχωρισμένο πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής».

19

Το άρθρο 1028 του αστικού κώδικα ορίζει ότι, «[ε]άν πρόσωπο στο οποίο χορηγήθηκε κληρονομητήριο ή πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής, το οποίο δεν έχει την ιδιότητα του κληρονόμου, διαχειρίζεται κληρονομικό δικαίωμα υπέρ τρίτου, το τρίτο αυτό πρόσωπο αποκτά το εν λόγω δικαίωμα ή απαλλάσσεται από την υποχρέωση, εκτός εάν ενήργησε κακόπιστα».

Ο κώδικας πολιτικής δικονομίας

20

Το άρθρο 6691 του κώδικα πολιτικής δικονομίας προβλέπει τα εξής:

«1.   Το δικαστήριο της κληρονομίας ακυρώνει το καταχωρισμένο πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής εάν έχει ήδη εκδοθεί κληρονομητήριο για την ίδια κληρονομία.

2.   Σε περίπτωση καταχωρίσεως δύο ή περισσότερων πιστοποιητικών κληρονομικής διαδοχής για την ίδια κληρονομία, το δικαστήριο της κληρονομίας ακυρώνει, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου, όλα τα πιστοποιητικά κληρονομικής διαδοχής και εκδίδει κληρονομητήριο.

3.   Εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, η ακύρωση καταχωρισμένου πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις που ορίζει ο νόμος.»

21

Κατά το άρθρο 679 του κώδικα αυτού:

«1.   Η προσκόμιση αποδεικτικών στοιχειών για το ότι το πρόσωπο στο οποίο χορηγήθηκε κληρονομητήριο δεν είναι κληρονόμος ή για το ότι το κληρονομικό του μερίδιο είναι διαφορετικό από το αναγραφόμενο σ’ αυτό επιτρέπεται μόνο στο πλαίσιο διαδικασίας ακυρώσεως ή τροποποιήσεως του κληρονομητηρίου κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου. Εντούτοις, το πρόσωπο που μετείχε στη διαδικασία εκδόσεως κληρονομητηρίου μπορεί να ζητήσει την τροποποίησή του μόνο για λόγους που δεν ήταν σε θέση να προβάλει κατά τη διαδικασία εκδόσεώς του, με αίτηση η οποία υποβάλλεται εντός έτους από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη δυνατή η προβολή των λόγων αυτών.

2.   Κάθε ενδιαφερόμενος μπορεί να υποβάλει αίτηση για την έναρξη της διαδικασίας αυτής.

3.   Όταν αποδεικνύεται ότι άλλο πρόσωπο από το αναγραφόμενο στο έγκυρο κληρονομητήριο απέκτησε ολόκληρη την κληρονομία ή μέρος αυτής, το δικαστήριο της κληρονομίας, με διόρθωση του κληρονομητηρίου, εκδίδει απόφαση για την επαγωγή της κληρονομίας σύμφωνα με την πραγματική νομική κατάσταση.

4.   Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 3 εφαρμόζονται και στην περίπτωση καταχωρισμένου πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής και βεβαιώσεως κτήσεως πράγματος λόγω κληροδοσίας.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

22

Ο πατέρας της WB, ο οποίος απεβίωσε στις 6 Αυγούστου 2016, ήταν Πολωνός υπήκοος με συνήθη διαμονή στην Πολωνία. Η WB ήταν μία από τους μετέχοντες στη διαδικασία σχετικά με την κληρονομική διαδοχή του πατέρα της, η οποία κινήθηκε ενώπιον της P. Bac, συμβολαιογράφου εδρεύουσας στην Πολωνία, με σκοπό τη χορήγηση πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής. Η πράξη αυτή συντάχθηκε από την ως άνω συμβολαιογράφο, στις 21 Οκτωβρίου 2016, σύμφωνα με το πολωνικό δίκαιο.

23

Ο κληρονομούμενος ήταν επιχειρηματίας ο οποίος ασκούσε οικονομική δραστηριότητα στη γερμανοπολωνική μεθόριο. Η WB θέλησε να πληροφορηθεί αν υπήρχαν κεφάλαια κατατεθειμένα σε μία ή περισσότερες γερμανικές τράπεζες και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, το ποσό των κεφαλαίων αυτών το οποίο θα μπορούσε ενδεχομένως να αποτελέσει μέρος της κληρονομιαίας περιουσίας. Για τον σκοπό αυτό, η WB ζήτησε, στις 7 Ιουνίου 2017, να της χορηγηθεί αντίγραφο του πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής που είχε εκδώσει η εν λόγω συμβολαιογράφος και βεβαίωση ότι το πιστοποιητικό αυτό αποτελεί απόφαση σε υπόθεση διαδοχής αιτία θανάτου κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 650/2012, η οποία να έχει τη μορφή του εντύπου που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1 του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014. Επικουρικώς και σε περίπτωση απορρίψεως του κύριου αιτήματός της, η ενάγουσα της κύριας δίκης ζήτησε να της χορηγηθεί το αντίγραφο του πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής και βεβαίωση ότι το πιστοποιητικό αυτό αποτελεί δημόσιο έγγραφο σε υπόθεση διαδοχής αιτία θανάτου κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, του κανονισμού 650/2012, η οποία να έχει τη μορφή του εντύπου που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 2 του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014.

24

Με πρακτικό της 7ης Ιουνίου 2017, ένας αναπληρωτής συμβολαιογράφος στο συμβολαιογραφείο της P. Bac απέρριψε τα αιτήματα αυτά. Διαπίστωσε, κατ’ ουσίαν, ότι το πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής αποτελεί «απόφαση» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 650/2012 και ότι, ελλείψει της προβλεπόμενης στο άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού κοινοποιήσεως εκ μέρους της Δημοκρατίας της Πολωνίας προς την Επιτροπή, αδυνατούσε να χορηγήσει βεβαίωση η οποία να έχει τη μορφή του εντύπου που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1 του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014. Όσον αφορά το επικουρικό αίτημα της WB, ο αναπληρωτής συμβολαιογράφος επισήμανε ότι ο χαρακτηρισμός του πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής ως «αποφάσεως» απέκλειε τον χαρακτηρισμό του ως «δημοσίου εγγράφου» και ότι, επομένως, μολονότι πληρούνταν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, του κανονισμού 650/2012, δεν ήταν δυνατή η χορήγηση της σχετικής βεβαιώσεως η οποία να έχει τη μορφή του εντύπου που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 2 του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014.

25

Στις 7 Ιουνίου 2017, η WB άσκησε αγωγή ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου προβάλλοντας, αφενός, ότι το πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής πληροί το σύνολο των προϋποθέσεων που απαιτούνται για να χαρακτηριστεί «απόφαση» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 650/2012 και, αφετέρου, ότι η παράλειψη της Δημοκρατίας της Πολωνίας να γνωστοποιήσει στην Επιτροπή ότι οι συμβολαιογράφοι εκδίδουν πιστοποιητικά κληρονομικής διαδοχής, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 2, τελευταίο εδάφιο, και το άρθρο 79 του κανονισμού αυτού, δεν προδικάζει τη νομική φύση του πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής.

26

Τα αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι, προκειμένου να αποφανθεί επί της αγωγής της WB, είναι αναγκαίο να γνωρίζει αν η βεβαίωση του παραρτήματος 1 του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014 μπορεί να χορηγηθεί και για μη εκτελεστά διαδικαστικά έγγραφα. Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι το άρθρο 46, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 39, παράγραφος 2, του κανονισμού 650/2012, συνηγορεί υπέρ της χρησιμοποιήσεως της εν λόγω βεβαιώσεως για κάθε απόφαση, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που δεν είναι εκτελεστές.

27

Το δικαστήριο αυτό θεωρεί, εξάλλου, ότι ο ορισμός των εννοιών «απόφαση» και «δικαστήριο» κατά τον κανονισμό 650/2012 χρήζει διευκρινίσεως. Εκτιμά ότι οι Πολωνοί συμβολαιογράφοι που εκδίδουν πιστοποιητικά κληρονομικής διαδοχής ασκούν, όσον αφορά την αναγνώριση των κληρονόμων, «δικαστικά καθήκοντα […] κατά τον ίδιο τρόπο με τα δικαστήρια» κατά την έννοια της αιτιολογικής σκέψεως 20 του κανονισμού 650/2012. Επισημαίνει, επίσης, ότι το πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής παράγει τα ίδια έννομα αποτελέσματα με το εκδιδόμενο κατόπιν δικαστικής αποφάσεως έγκυρο κληρονομητήριο και ότι, επομένως, πρέπει να χαρακτηριστεί «απόφαση» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 650/2012. Εντούτοις, το εν λόγω δικαστήριο διερωτάται εάν ως «απόφαση» νοείται εκείνη που εκδίδεται από αρχή αρμόδια για την επίλυση διαφορών μεταξύ των ενδιαφερομένων.

28

Όσον αφορά την παράλειψη από τα κράτη μέλη να προβούν στην επιβαλλόμενη από το άρθρο 79 του κανονισμού 650/2012 κοινοποίηση, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι το περιεχόμενο της διατάξεως αυτής δεν παρέχει σαφή απάντηση στο ερώτημα αν η κοινοποίηση αυτή έχει συστατικό ή απλώς ενημερωτικό χαρακτήρα.

29

Τέλος, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι το πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής που συντάσσεται από Πολωνό συμβολαιογράφο, ακόμη και αν δεν θεωρηθεί «απόφαση» κατά την έννοια του κανονισμού 650/2012, πληροί εντούτοις αναμφιβόλως τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για να χαρακτηριστεί «δημόσιο έγγραφο» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, του κανονισμού αυτού.

30

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Sąd Okręgowy w Gorzowie Wielkopolskim (περιφερειακό δικαστήριο του Gorzów Wielkopolski, Πολωνία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Έχει το άρθρο 46, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, [του κανονισμού 650/2012], σε συνδυασμό με το άρθρο 39, παράγραφος 2, [του κανονισμού αυτού], την έννοια ότι η βεβαίωση η οποία χορηγείται, για απόφαση που αφορά υπόθεση κληρονομικής διαδοχής, υπό τη μορφή του εντύπου του παραρτήματος 1 του [εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014], μπορεί να χορηγηθεί και στην περίπτωση αποφάσεων που βεβαιώνουν την ιδιότητα του κληρονόμου αλλά δεν είναι (έστω και εν μέρει) εκτελεστές;

2)

Έχει το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 650/2012 την έννοια ότι πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής, συντασσόμενο από συμβολαιογράφο κατόπιν κοινής σχετικής αιτήσεως όλων των μετεχόντων στη διαδικασία για τη χορήγησή του, το οποίο παράγει τα έννομα αποτελέσματα ενός έγκυρου κληρονομητηρίου –όπως το πολωνικό πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής– αποτελεί απόφαση κατά την έννοια της διατάξεως αυτής […] και, συνεπώς, έχει το άρθρο 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012 την έννοια ότι ο συμβολαιογράφος που συντάσσει το ως άνω πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής αποτελεί δικαστήριο κατά την έννοια της διατάξεως αυτής;

3)

Έχει το άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012 την έννοια ότι η κοινοποίηση κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 79 του εν λόγω κανονισμού έχει μόνον ενημερωτικό χαρακτήρα και δεν αποτελεί προϋπόθεση για την αναγνώριση του επαγγελματία του νομικού κλάδου με αρμοδιότητα σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής που ασκεί δικαστικά καθήκοντα ως δικαστηρίου κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού, εφόσον αυτός πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζει η τελευταία αυτή διάταξη;

4)

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο, δεύτερο ή τρίτο ερώτημα: έχει το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, του κανονισμού 650/2012 την έννοια ότι η αναγνώριση εγγράφου μιας εθνικής διαδικασίας που βεβαιώνει την ιδιότητα του κληρονόμου, όπως το πολωνικό πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής, ως αποφάσεως κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 650/2012 αποκλείει την αναγνώρισή του ως δημοσίου εγγράφου;

5)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο τέταρτο ερώτημα: έχει το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, του κανονισμού 650/2012 την έννοια ότι το πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής που συντάσσεται από συμβολαιογράφο κατόπιν κοινής σχετικής αιτήσεως όλων των μετεχόντων στη διαδικασία για τη χορήγησή του –όπως το πολωνικό πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής– συνιστά δημόσιο έγγραφο κατά την έννοια της διατάξεως αυτής;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του δευτέρου και του τρίτου ερωτήματος

31

Με το δεύτερο και το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν πρώτα και από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί, αφενός, εάν η έλλειψη της προβλεπόμενης στο άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012 κοινοποιήσεως, εκ μέρους κράτους μέλους, της ασκήσεως δικαστικών καθηκόντων από τους συμβολαιογράφους είναι καθοριστική σημασίας για τον χαρακτηρισμό των συμβολαιογράφων αυτών ως «δικαστηρίων» και, σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο ερώτημα αυτό, αν το άρθρο 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού αυτού έχει την έννοια ότι συμβολαιογράφος ο οποίος εκδίδει πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη, κατόπιν κοινής αιτήσεως όλων των μετεχόντων στη συμβολαιογραφική διαδικασία, δυνάμει εθνικής ρυθμίσεως όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, αποτελεί «δικαστήριο» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής καθώς και, αφετέρου, αν το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 650/2012 έχει την έννοια ότι ένα πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής, συντασσόμενο από συμβολαιογράφο κατόπιν κοινής αιτήσεως όλων των μετεχόντων στη συμβολαιογραφική διαδικασία, όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη, αποτελεί «απόφαση» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής.

32

Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 650/2012, ο όρος «απόφαση» καλύπτει κάθε απόφαση σε υπόθεση διαδοχής αιτία θανάτου που εκδόθηκε από δικαστήριο κράτους μέλους, όποια και αν είναι η ονομασία της, περιλαμβανομένων των αποφάσεων για τον προσδιορισμό από τον γραμματέα των δικαστικών εξόδων ή δαπανών.

33

Συνεπώς, μια απόφαση κατά την έννοια της διατάξεως αυτής χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι προέρχεται από «δικαστήριο» και, επομένως, για να δοθεί απάντηση στο ερώτημα αν ένα εθνικό πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής, όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη, πρέπει να χαρακτηριστεί «απόφαση», είναι αναγκαίο να διαπιστωθεί προηγουμένως αν η αρχή που το εξέδωσε πρέπει να θεωρηθεί ως «δικαστήριο» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού.

34

Όσον αφορά τον ορισμό της έννοιας «δικαστήριο», κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012, ως δικαστήριο νοούνται οποιαδήποτε δικαστική αρχή και όλες οι άλλες αρχές και οι επαγγελματίες του νομικού κλάδου με αρμοδιότητα σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής, που ασκούν δικαστικά καθήκοντα ή ενεργούν κατ’ ανάθεση εξουσίας από δικαστική αρχή ή υπό τον έλεγχο δικαστικής αρχής, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές οι άλλες αρχές και οι επαγγελματίες του νομικού κλάδου προσφέρουν τα ίδια δικονομικά εχέγγυα όσον αφορά την αμεροληψία και το δικαίωμα ακροάσεως όλων των μερών και ότι οι αποφάσεις τους, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο υπάγονται, μπορούν να υπόκεινται σε ένδικο μέσο ή σε επανεξέταση από δικαστική αρχή και έχουν ανάλογη ισχύ και αποτέλεσμα με απόφαση δικαστικής αρχής για το ίδιο θέμα.

35

Το άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού αυτού προβλέπει ότι τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, μεταξύ άλλων, τις μη δικαστικές αρχές που ασκούν δικαστικά καθήκοντα.

36

Συναφώς, το άρθρο 79 του κανονισμού 650/2012 διευκρινίζει ότι η Επιτροπή καταρτίζει, βάσει των κοινοποιήσεων των κρατών μελών, τον κατάλογο των άλλων αρχών και επαγγελματιών του νομικού κλάδου που αναφέρονται στο άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση στις πληροφορίες του εν λόγω καταλόγου και η Επιτροπή τροποποιεί τον κατάλογο αναλόγως.

37

Εν προκειμένω, διαπιστώνεται ότι οι Πολωνοί συμβολαιογράφοι δεν περιλαμβάνονται στον ως άνω κατάλογο, διότι η Δημοκρατία της Πολωνίας τους δεν τους έχει ορίσει ως δικαστικές αρχές που ασκούν δικαστικά καθήκοντα κατά τον ίδιο τρόπο με τα δικαστήρια.

38

Επομένως, πριν εξεταστεί αν συμβολαιογράφος ο οποίος εκδίδει πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής κατόπιν κοινής αιτήσεως όλων των μετεχόντων στη συμβολαιογραφική διαδικασία, δυνάμει εθνικής ρυθμίσεως όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, πληροί τα κριτήρια του άρθρου 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012, πρέπει να καθοριστούν οι συνέπειες που απορρέουν από την έλλειψη της προβλεπόμενης στο άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού αυτού κοινοποιήσεως.

Ως προς τις συνέπειες της μη κοινοποιήσεως κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012

39

Επισημαίνεται ότι το άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού 650/2012 δεν απαριθμεί τις αρχές και τους επαγγελματίες του νομικού κλάδου που θεωρούνται δικαστήρια κατά την έννοια του εν λόγω κανονισμού, αλλά αναφέρει συγκεκριμένα τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι εν λόγω αρχές και επαγγελματίες για τον σκοπό αυτό.

40

Πράγματι, όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου, σε αντίθεση, παραδείγματος χάριν, προς τον κανονισμό (ΕΚ) 805/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τη θέσπιση ευρωπαϊκού εκτελεστού τίτλου για μη αμφισβητούμενες αξιώσεις (ΕΕ 2004, L 143, σ. 15), ή τον κανονισμό (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2012, L 351, σ. 1), οι οποίοι δεν περιλαμβάνουν καμία γενική διάταξη που να ορίζει τις προϋποθέσεις χαρακτηρισμού μιας αρχής ως δικαστηρίου, ο κανονισμός 650/2012 διευκρινίζει, στο άρθρο 3, παράγραφος 2, ότι ο όρος «δικαστήριο» κατά την έννοια του εν λόγω κανονισμού περιλαμβάνει όχι μόνον τις δικαστικές αρχές, αλλά και όλες τις άλλες αρχές και τους επαγγελματίες του νομικού κλάδου με αρμοδιότητα σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής που ασκούν δικαστικά καθήκοντα και πληρούν τις απαριθμούμενες στην ίδια διάταξη προϋποθέσεις (πρβλ. αποφάσεις της 9ης Μαρτίου 2017, Zulfikarpašić, C-484/15, EU:C:2017:199, σκέψη 35, και της 9ης Μαρτίου 2017, Pula Parking, C-551/15, EU:C:2017:193, σκέψη 48).

41

Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι οι αρχές και οι επαγγελματίες του νομικού κλάδου με αρμοδιότητα σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής, πλην των δικαστικών αρχών, πρέπει, για να μπορούν να χαρακτηριστούν «δικαστήρια» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012, να πληρούν τα κριτήρια της διατάξεως αυτής.

42

Συναφώς, στο πλαίσιο του κανονισμού 650/2012, για την κατάρτιση του καταλόγου που διαλαμβάνεται στο άρθρο 79 του κανονισμού αυτού, κάθε κράτος μέλος πρέπει να ελέγχει αν οι αρμόδιες αρχές σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζει το άρθρο 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του εν λόγω κανονισμού για να χαρακτηριστούν «δικαστήρια» και να κοινοποιεί τις αρχές αυτές στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού αυτού.

43

Μολονότι η κοινοποίηση αυτή προς την Επιτροπή δημιουργεί τεκμήριο ότι οι εθνικές αρχές που έχουν δηλωθεί δυνάμει του άρθρου 79 του κανονισμού 650/2012 αποτελούν «δικαστήρια» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, το γεγονός ότι μια εθνική αρχή δεν έχει περιληφθεί στον κατάλογο αυτό δεν αρκεί αφ’ εαυτού για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η αρχή αυτή δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 3, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 30ής Μαΐου 2018, Czerwiński, C‑517/16, EU:C:2018:350, σκέψη 31 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

44

Πράγματι, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 21 του κανονισμού 650/2012, το κατά πόσον οι συμβολαιογράφοι συγκεκριμένου κράτους μέλους δεσμεύονται από τους κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας που προβλέπονται στον κανονισμό αυτόν πρέπει να εξαρτάται από το αν καλύπτονται ή όχι από τον όρο «δικαστήριο» για τους σκοπούς του εν λόγω κανονισμού και όχι από την αναγραφή τους στον κατάλογο του άρθρου 79 του κανονισμού αυτού, ο οποίος καταρτίζεται βάσει της προβλεπόμενης στο άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού αυτού κοινοποιήσεως.

45

Εθνικό δικαστήριο το οποίο έχει επιληφθεί διαφοράς σχετικής με τον χαρακτηρισμό μιας αρχής ή ενός επαγγελματία του νομικού κλάδου με αρμοδιότητα σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής ως «δικαστηρίου» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012, ή το οποίο διατηρεί αμφιβολίες ως προς την ορθότητα των δηλώσεων ενός κράτους μέλους, μπορεί να διερωτηθεί αν πληρούνται στην υπόθεση που εκκρεμεί ενώπιόν του οι απαριθμούμενες στη διάταξη αυτή προϋποθέσεις και να υποβάλει, ενδεχομένως, στο Δικαστήριο σχετική αίτηση προδικαστικής αποφάσεως.

46

Επισημαίνεται συναφώς ότι ο σκοπός του κανονισμού 650/2012, που συνίσταται στη διασφάλιση της ορθής απονομής της δικαιοσύνης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα υπονομευόταν σοβαρά, αν κάθε κράτος μέλος ήταν σε θέση, μη περιλαμβάνοντας, στη διαλαμβανόμενη στο άρθρο 79 του κανονισμού 650/2012 κοινοποίηση προς την Επιτροπή, τις αρχές και τους επαγγελματίες του νομικού κλάδου που ασκούν δικαστικά καθήκοντα κατά τον ίδιο τρόπο με τα δικαστήρια ή, αντιθέτως, περιλαμβάνοντάς τους στην ως άνω κοινοποίηση, να καθορίζει τον χαρακτηρισμό τους ως «δικαστηρίου» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του εν λόγω κανονισμού, χωρίς να τηρεί τις ρητώς απαριθμούμενες στη διάταξη αυτή προϋποθέσεις.

47

Συνεπώς, από τη μη κοινοποίηση στην Επιτροπή, εκ μέρους της Δημοκρατίας της Πολωνίας, των Πολωνών συμβολαιογράφων, κατά την έννοια του άρθρου 79 του κανονισμού 650/2012, δεν μπορεί να συναχθεί ότι αυτοί δεν μπορούν να χαρακτηριστούν «δικαστήρια», όταν πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπει ο κανονισμός αυτός.

48

Επομένως, η εκ μέρους της Δημοκρατίας της Πολωνίας παράλειψη της προβλεπόμενης στο άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012 κοινοποιήσεως της ασκήσεως δικαστικών καθηκόντων από τους συμβολαιογράφους έχει μόνον ενημερωτικό χαρακτήρα.

49

Κατά συνέπεια, πρέπει να προσδιοριστεί αυτοτελώς αν συμβολαιογράφος ο οποίος εκδίδει πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής, κατόπιν κοινής αιτήσεως όλων των μετεχόντων στη συμβολαιογραφική διαδικασία, πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012 για να χαρακτηριστεί «δικαστήριο» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής.

Ως προς την έννοια του «δικαστηρίου» κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012

50

Καταρχάς, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, από τις απαιτήσεις τόσο της ομοιόμορφης εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης όσο και της αρχής της ισότητας συνάγεται ότι το γράμμα μιας διατάξεως του δικαίου της Ένωσης που δεν περιέχει καμία ρητή παραπομπή στο δίκαιο των κρατών μελών για τον προσδιορισμό της έννοιας και του περιεχομένου της πρέπει κατά κανόνα να ερμηνεύεται κατά τρόπο αυτοτελή και ενιαίο σε ολόκληρη την Ένωση, με γνώμονα όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η διάταξη αυτή και τον σκοπό που επιδιώκει η οικεία κανονιστική ρύθμιση (πρβλ. απόφαση της 21ης Ιουνίου 2018, Oberle, C-20/17, EU:C:2018:485, σκέψη 33).

51

Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012, όπως διευκρινίστηκε στη σκέψη 34 της παρούσας αποφάσεως, μια μη δικαστική αρχή ή ένας επαγγελματίας του νομικού κλάδου με αρμοδιότητα σε υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής εμπίπτουν στην έννοια του «δικαστηρίου» κατά τη διάταξη αυτή, όταν ασκούν δικαστικά καθήκοντα ή ενεργούν κατ’ ανάθεση εξουσίας από δικαστική αρχή ή υπό τον έλεγχο δικαστικής αρχής, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούν τις προϋποθέσεις που απαριθμεί η διάταξη αυτή.

52

Οι προϋποθέσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012, όπως υπογράμμισε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 76 και 77 των προτάσεών του, διασφαλίζουν τον σεβασμό της αρχής της αμοιβαίας εμπιστοσύνης στην απονομή της δικαιοσύνης στα κράτη μέλη, η οποία διαπνέει την εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού αυτού σχετικά με την αναγνώριση και την εκτέλεση των αποφάσεων, σύμφωνα με το κεφάλαιο IV του εν λόγω κανονισμού, και δικαιολογεί το διαφορετικό νομικό καθεστώς που έχει εφαρμογή στην κυκλοφορία των αποφάσεων και των πράξεων στα κράτη μέλη.

53

Πράγματι, μολονότι τα δικαστικά και τα συμβολαιογραφικά καθήκοντα είναι διαφορετικά, από την αιτιολογική σκέψη 20 του κανονισμού 650/2012 προκύπτει εντούτοις ότι, στο πλαίσιο του κανονισμού αυτού, πρέπει να δοθεί στον όρο «δικαστήριο» ευρεία έννοια, ώστε να περιλαμβάνει και τους συμβολαιογράφους όταν ασκούν δικαστικά καθήκοντα σε ορισμένες υποθέσεις κληρονομικής διαδοχής. Αντίθετα, η ίδια αιτιολογική σκέψη διευκρινίζει ότι ο όρος «δικαστήριο» δεν πρέπει να καλύπτει τις μη δικαστικές αρχές κράτους μέλους που έχουν εξουσιοδοτηθεί, δυνάμει του εθνικού δικαίου, να επιλαμβάνονται υποθέσεων κληρονομικής διαδοχής, όπως είναι οι συμβολαιογράφοι στα περισσότερα κράτη μέλη, όταν, κατά τη συνήθη πρακτική, δεν ασκούν δικαστικά καθήκοντα.

54

Συνεπώς, πρέπει να εξεταστεί εάν, στο πλαίσιο του κανονισμού 650/2012, συμβολαιογράφος ο οποίος εκδίδει το πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής ασκεί δικαστικά καθήκοντα κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού.

55

Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι η άσκηση δικαστικών καθηκόντων προϋποθέτει την εξουσία της οικείας αρχής να αποφαίνεται κυριαρχικώς επί ζητημάτων ως προς τα οποία υπάρχουν ενδεχομένως διαφωνίες μεταξύ των μερών (πρβλ. απόφαση της 2ας Ιουνίου 1994, Solo Kleinmotoren, C‑414/92, EU:C:1994:221, σκέψεις 17 και 18). Προκειμένου μια αρχή να θεωρηθεί, λαμβανομένης υπόψη της συγκεκριμένης φύσεως της δραστηριότητας που ασκεί, ως ασκούσα δικαστικά καθήκοντα, πρέπει να της έχει απονεμηθεί η εξουσία να επιλύει διαφορές που ενδεχομένως ανακύπτουν (πρβλ. διάταξη της 24ης Μαρτίου 2011, Bengtsson, C-344/09, EU:C:2011:174, σκέψη 19 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Τέτοια περίπτωση δεν συντρέχει όταν η αρμοδιότητα του εν λόγω επαγγελματία εξαρτάται μόνον από τη βούληση των μερών.

56

Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτό ότι μια αρχή ασκεί δικαστικά καθήκοντα όταν μπορεί να είναι αρμόδια σε περίπτωση αμφισβητήσεως που αφορά την κληρονομική διαδοχή. Το κριτήριο αυτό εφαρμόζεται ανεξαρτήτως της φύσεως της διαδικασίας εκδόσεως πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής ως αμφισβητούμενης ή εκούσιας δικαιοδοσίας (πρβλ. απόφαση της 21ης Ιουνίου 2018, Oberle, C-20/17, EU:C:2018:485, σκέψη 44).

57

Εν προκειμένω διαπιστώνεται ότι, κατά το άρθρο 1027 του αστικού κώδικα, ο συμβολαιογράφος πιστοποιεί τα κληρονομικά δικαιώματα των κληρονόμων, έναντι τρίτων που δεν εγείρουν αξιώσεις λόγω κληρονομικής διαδοχής, με πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής στο πλαίσιο μη αμφισβητούμενων κληρονομικών διαδοχών.

58

Το εν λόγω πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής μπορεί να εκδοθεί από τον συμβολαιογράφο μόνον κατόπιν κοινής αιτήσεως των κληρονόμων, κατά το γράμμα του άρθρου 95c, παράγραφος 2, σημείο 1, του συμβολαιογραφικού κώδικα. Ο συμβολαιογράφος ελέγχει αυτεπαγγέλτως τα πραγματικά στοιχεία και, δυνάμει του άρθρου 95e, παράγραφος 1, του κώδικα αυτού, εκδίδει το εν λόγω πιστοποιητικό μόνον εφόσον δεν έχει καμία αμφιβολία για τη δικαιοδοσία των εθνικών δικαστηρίων, το περιεχόμενο του εφαρμοστέου αλλοδαπού δικαίου, την ταυτότητα του κληρονόμου, το ποσοστό συμμετοχής του στην κληρονομία και, σε περίπτωση που ο κληρονομούμενος όρισε κληροδόχο, την ταυτότητα του κληροδόχου και το αντικείμενο της κληροδοσίας. Εξάλλου, δυνάμει του άρθρου 95e, παράγραφος 2, σημείο 2, του συμβολαιογραφικού κώδικα, ο συμβολαιογράφος πρέπει να αρνηθεί να συντάξει το πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής αν, μεταξύ άλλων, κατά τη σύνταξη του πρακτικού κληρονομικής διαδοχής δεν παρευρίσκονταν όλοι οι κληρονόμοι.

59

Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι οι εν λόγω συμβολαιογραφικές δραστηριότητες που αφορούν την έκδοση του πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής ασκούνται κατόπιν κοινής αιτήσεως των ενδιαφερομένων, χωρίς να θίγουν τις εξουσίες του δικαστηρίου σε περίπτωση ελλείψεως συμφωνίας των μερών, μολονότι οι συμβολαιογράφοι έχουν την υποχρέωση, δυνάμει του πολωνικού δικαίου, να ελέγχουν εάν πληρούνται οι απαιτούμενες εκ του νόμου προϋποθέσεις για την έκδοση πιστοποιητικού κληρονομικής διαδοχής, δεδομένου ότι δεν ασκούν καμία εξουσία λήψεως αποφάσεων.

60

Περαιτέρω διαπιστώνεται ότι, κατά τα άρθρα 4 και 5 του συμβολαιογραφικού κώδικα, οι συμβολαιογράφοι ασκούν ελεύθερο επάγγελμα το οποίο περιλαμβάνει, ως κύρια δραστηριότητα, την παροχή πολλών διαφορετικών υπηρεσιών έναντι αμοιβής, η οποία καθορίζεται βάσει συμφωνίας με τα μέρη και εντός των ορίων μιας κλίμακας αμοιβών.

61

Επομένως, οι εν λόγω δραστηριότητες δεν μπορούν να θεωρηθούν, αυτές καθαυτές, ως συμμετοχή στην άσκηση δικαστικών καθηκόντων.

62

Δεδομένου ότι οι προϋποθέσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού 650/2012 είναι σωρευτικές, δεν είναι αναγκαίο να διαπιστωθεί αν πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις που προβλέπονται στη διάταξη αυτή, καθόσον δεν συντρέχει εν προκειμένω η προϋπόθεση της ασκήσεως δικαστικών καθηκόντων.

63

Συνεπώς, δεδομένου ότι ένα πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη δεν εκδίδεται από δικαστήριο κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, του κανονισμού 650/2012, το πιστοποιητικό αυτό δεν αποτελεί, σύμφωνα με τη σκέψη 32 της παρούσας αποφάσεως, «απόφαση» σε υπόθεση διαδοχής αιτία θανάτου, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού αυτού.

64

Κατόπιν των προεκτεθέντων, στο δεύτερο και στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η εξής απάντηση:

το άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012 έχει την έννοια ότι η έλλειψη της προβλεπόμενης στη διάταξη αυτή κοινοποιήσεως, εκ μέρους κράτους μέλους, της ασκήσεως δικαστικών καθηκόντων από τους συμβολαιογράφους δεν είναι καθοριστικής σημασίας για τον χαρακτηρισμό των συμβολαιογράφων αυτών ως «δικαστηρίου»·

το άρθρο 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012 έχει την έννοια ότι συμβολαιογράφος ο οποίος συντάσσει μια πράξη κατόπιν κοινής αιτήσεως όλων των μετεχόντων στη συμβολαιογραφική διαδικασία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, δεν αποτελεί «δικαστήριο» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής και, συνεπώς, το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού αυτού έχει την έννοια ότι μια τέτοια πράξη δεν αποτελεί «απόφαση» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής.

Επί του πρώτου και του τέταρτου προδικαστικού ερωτήματος

65

Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που δόθηκε στο δεύτερο και στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο πρώτο και στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα.

Επί του πέμπτου ερωτήματος

66

Με το πέμπτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, του κανονισμού 650/2012 έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής όπως το πολωνικό πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής, το οποίο συντάσσεται από τον συμβολαιογράφο κατόπιν κοινής αιτήσεως όλων των μετεχόντων στη συμβολαιογραφική διαδικασία, αποτελεί «δημόσιο έγγραφο» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, το οποίο μπορεί να χορηγηθεί συνοδευόμενο από το έντυπο του άρθρου 59, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του εν λόγω κανονισμού που αντιστοιχεί στο έντυπο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 2 του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014.

67

Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, του κανονισμού 650/2012, ως «δημόσιο έγγραφο» νοείται ένα έγγραφο σε υπόθεση διαδοχής αιτία θανάτου που έχει συνταχθεί ή καταχωρισθεί επίσημα ως δημόσιο έγγραφο σε κράτος μέλος και του οποίου η γνησιότητα, αφενός, συνδέεται με την υπογραφή και το περιεχόμενο του δημόσιου εγγράφου και, αφετέρου, πιστοποιείται από δημόσια ή άλλη αρχή η οποία είναι εξουσιοδοτημένη προς τούτο από το κράτος μέλος προελεύσεως.

68

Επίσης, από την αιτιολογική σκέψη 62 του κανονισμού αυτού προκύπτει ότι η έννοια της «γνησιότητας» πρέπει να ερμηνεύεται αυτοτελώς, κατά τρόπο που να καλύπτει μια σειρά στοιχείων όπως η αυθεντικότητα του εγγράφου, οι τυπικές προϋποθέσεις του, οι εξουσίες της αρχής που το συντάσσει και η διαδικασία συντάξεως του εγγράφου. Η γνησιότητα πρέπει να καλύπτει επίσης τα πραγματικά στοιχεία που έχουν καταχωριστεί στο δημόσιο έγγραφο από την οικεία αρχή, όπως το γεγονός ότι τα αναφερόμενα μέρη εμφανίστηκαν ενώπιον της εν λόγω αρχής κατά την αναφερόμενη ημερομηνία και ότι προέβησαν στις αναφερόμενες δηλώσεις.

69

Εν προκειμένω, όπως επισημάνθηκε από την Πολωνική Κυβέρνηση, οι συμβολαιογράφοι είναι εξουσιοδοτημένοι, δυνάμει του πολωνικού δικαίου, να συντάσσουν πράξεις σχετικές με την κληρονομική διαδοχή και το πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής καταχωρίζεται επισήμως ως δημόσιο έγγραφο. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 95j του συμβολαιογραφικού κώδικα, το πιστοποιητικό αυτό παράγει τα ίδια έννομα αποτελέσματα με το έγκυρο κληρονομητήριο.

70

Διαπιστώνεται επίσης ότι, σύμφωνα με το άρθρο 95e του συμβολαιογραφικού κώδικα, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 58 της παρούσας αποφάσεως, ο συμβολαιογράφος προβαίνει σε ελέγχους κατόπιν των οποίων ενδέχεται να αρνηθεί να συντάξει το πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής και, επομένως, η γνησιότητα του εν λόγω εγγράφου συνδέεται τόσο με την υπογραφή όσο και με το περιεχόμενό του.

71

Συνεπώς, ένα πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, του κανονισμού 650/2012. Αποτελεί, επομένως, δημόσιο έγγραφο, του οποίου αντίγραφο μπορεί να χορηγηθεί συνοδευόμενο από το έντυπο του άρθρου 59, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού αυτού, το οποίο αντιστοιχεί στο έντυπο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 2 του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014.

72

Κατόπιν των προεκτεθέντων, στο πέμπτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, του κανονισμού 650/2012 έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη, το οποίο συντάσσεται από τον συμβολαιογράφο κατόπιν κοινής αιτήσεως όλων των μετεχόντων στη συμβολαιογραφική διαδικασία, αποτελεί «δημόσιο έγγραφο» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, το οποίο μπορεί να χορηγηθεί συνοδευόμενο από το έντυπο του άρθρου 59, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού αυτού που αντιστοιχεί στο έντυπο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 2 του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014.

Επί των δικαστικών εξόδων

73

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

1)

Το άρθρο 3, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΕ) 650/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, την αποδοχή και εκτέλεση δημόσιων εγγράφων στον τομέα της κληρονομικής διαδοχής και την καθιέρωση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου, έχει την έννοια ότι η έλλειψη της προβλεπόμενης στη διάταξη αυτή κοινοποιήσεως, εκ μέρους κράτους μέλους, της ασκήσεως δικαστικών καθηκόντων από τους συμβολαιογράφους δεν είναι καθοριστικής σημασίας για τον χαρακτηρισμό των συμβολαιογράφων αυτών ως «δικαστηρίου».

Το άρθρο 3, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012 έχει την έννοια ότι συμβολαιογράφος ο οποίος συντάσσει μια πράξη κατόπιν κοινής αιτήσεως όλων των μετεχόντων στη συμβολαιογραφική διαδικασία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, δεν αποτελεί «δικαστήριο» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής και, συνεπώς, το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού αυτού έχει την έννοια ότι μια τέτοια πράξη δεν αποτελεί «απόφαση» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής.

 

2)

Το άρθρο 3, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, του κανονισμού 650/2012 έχει την έννοια ότι πιστοποιητικό κληρονομικής διαδοχής όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη, το οποίο συντάσσεται από τον συμβολαιογράφο κατόπιν κοινής αιτήσεως όλων των μετεχόντων στη συμβολαιογραφική διαδικασία, αποτελεί «δημόσιο έγγραφο» κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, το οποίο μπορεί να χορηγηθεί συνοδευόμενο από το έντυπο του άρθρου 59, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού αυτού που αντιστοιχεί στο έντυπο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 1329/2014 της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2014, για τη σύνταξη των εντύπων που αναφέρονται στον κανονισμό 650/2012.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική.

Top