EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32007R0168

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 168/2007 του Συμβουλίου, της 15ης Φεβρουαρίου 2007 , για την ίδρυση Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

OJ L 53, 22.2.2007, p. 1–14 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
OJ L 4M, 8.1.2008, p. 117–130 (MT)
Special edition in Croatian: Chapter 01 Volume 004 P. 83 - 96

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 27/04/2022

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2007/168/oj

22.2.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 53/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 168/2007 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Φεβρουαρίου 2007

για την ίδρυση Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 308,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Ευρωπαϊκή Ένωση βασίζεται στις αρχές της ελευθερίας, της δημοκρατίας, του σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών και του κράτους δικαίου, αρχές οι οποίες είναι κοινές στα κράτη μέλη.

(2)

Ο Χάρτης Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2), λαμβανομένου υπόψη του καθεστώτος του Χάρτη και του πεδίου εφαρμογής του, καθώς και οι συνοδευτικές επεξηγήσεις, αντικατοπτρίζουν τα δικαιώματα που απορρέουν ιδίως από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις και τις διεθνείς υποχρεώσεις των κρατών μελών, τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις κοινοτικές συνθήκες, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, τους Κοινωνικούς Χάρτες που έχουν υιοθετηθεί από την Κοινότητα και το Συμβούλιο της Ευρώπης, καθώς και από τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

(3)

Η Κοινότητα και τα κράτη μέλη της πρέπει να σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα όταν εφαρμόζουν το κοινοτικό δίκαιο.

(4)

Η μεγαλύτερη γνώση και η ευρύτερη ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα ζητήματα θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση θα οδηγήσουν στη διασφάλιση του πλήρους σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η ίδρυση ενός κοινοτικού οργανισμού, που θα έχει ως καθήκον την παροχή πληροφοριών και δεδομένων σε ζητήματα θεμελιωδών δικαιωμάτων, θα συνέβαλε στον προαναφερθέντα στόχο. Επιπλέον, η ανάπτυξη αποτελεσματικών θεσμικών οργάνων για την προστασία και την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελεί κοινή αξία της διεθνούς και της ευρωπαϊκής κοινωνίας, όπως εκφράσθηκε στη σύσταση αριθ. R (97) 14 της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης στις 30 Σεπτεμβρίου 1997.

(5)

Οι αντιπρόσωποι των κρατών μελών που συνεδρίασαν στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 13 Δεκεμβρίου 2003, συμφώνησαν να βασισθούν στο υφιστάμενο Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο των Φαινομένων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1035/97 (3) και να επεκτείνουν την εντολή του ώστε να μετατραπεί σε Οργανισμό Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αποφάσισαν επίσης, κατά τη συνεδρίαση αυτή, ότι η έδρα του οργανισμού θα πρέπει να παραμείνει στη Βιέννη.

(6)

Η Επιτροπή συμφώνησε και επισήμανε την πρόθεσή της να υποβάλει πρόταση για την σχετική τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1035/97. Ακολούθως, η Επιτροπή εξέδωσε στις 25 Οκτωβρίου 2004 την ανακοίνωση για τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, βάσει της οποίας πραγματοποιήθηκε μια ευρεία δημόσια διαβούλευση.

(7)

Επομένως, θα πρέπει να ιδρυθεί ένας Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με βάση το υφιστάμενο Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο των Φαινομένων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας, για να παρέχει στα συναφή θεσμικά όργανα και αρχές της Κοινότητας και των κρατών μελών της, όταν εφαρμόζουν το κοινοτικό δίκαιο, πληροφορίες, συνδρομή και συμβουλές εμπειρογνωμόνων σχετικά με τα Θεμελιώδη Δικαιώματα ώστε να τα βοηθήσει να σέβονται πλήρως τα δικαιώματα αυτά όταν λαμβάνουν μέτρα ή καθορίζουν δράσεις στους αντίστοιχους τομείς αρμοδιότητάς τους.

(8)

Αναγνωρίζεται ότι ο οργανισμός θα πρέπει να δρα μόνον εντός του πεδίου εφαρμογής της κοινοτικής νομοθεσίας.

(9)

Ο οργανισμός κατά την άσκηση των καθηκόντων του θα πρέπει να αναφέρεται στα θεμελιώδη δικαιώματα κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 2 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και τις Θεμελιώδεις Ελευθερίες, και όπως αντικατοπτρίζονται ιδίως στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, λαμβανομένου υπόψη του καθεστώτος του, καθώς και τις συνοδευτικές επεξηγήσεις. Η στενή σχέση με το Χάρτη θα πρέπει να αντανακλάται στο όνομα του οργανισμού.

(10)

Δεδομένου ότι ο οργανισμός θα βασίζεται στο υφιστάμενο Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο των Φαινομένων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας, οι εργασίες του πρέπει να εξακολουθήσουν να καλύπτουν τα φαινόμενα ρατσισμού, ξενοφοβίας και αντισημιτισμού, την προστασία των δικαιωμάτων των ατόμων που ανήκουν σε μειονότητες καθώς και την ισότητα των φύλων, ως ουσιαστικά στοιχεία για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

(11)

Οι θεματικοί τομείς δραστηριότητας του οργανισμού θα πρέπει να θεσπίζονται στο πολυετές πλαίσιο, που καθορίζει με αυτόν τον τρόπο τα όρια των εργασιών του οργανισμού. Λόγω της πολιτικής σημασίας του πολυετούς πλαισίου, είναι σημαντικό να καταρτίζει αυτό καθαυτό το Συμβούλιο το πρόγραμμά του, κατόπιν διαβούλευσης με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο βάσει πρότασης της Επιτροπής.

(12)

Ο οργανισμός θα πρέπει να συλλέγει αντικειμενικές, αξιόπιστες και συγκρίσιμες πληροφορίες σχετικά με την εξέλιξη της κατάστασης των θεμελιωδών δικαιωμάτων, να αναλύει τις πληροφορίες αυτές όσον αφορά τις αιτίες, τις συνέπειες και τα αποτελέσματα των παραβιάσεων των δικαιωμάτων αυτών και να εξετάζει τα παραδείγματα ορθής πρακτικής όσον αφορά αυτά τα θέματα.

(13)

Ο οργανισμός θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να διατυπώνει γνώμες προς τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και τα κράτη μέλη όταν εφαρμόζουν το κοινοτικό δίκαιο, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής, χωρίς να παρεμβαίνει στις νομοθετικές και δικαστικές διαδικασίες που θεσπίζονται στη συνθήκη. Ωστόσο, τα όργανα θα πρέπει να μπορούν να ζητούν γνώμες σχετικά με των νομοθετικών τους προτάσεων ή των θέσεων που λαμβάνουν κατά τις νομοθετικές διαδικασίες, στο βαθμό που αφορούν τη συμβατότητά τους με τα θεμελιώδη δικαιώματα.

(14)

Ο οργανισμός θα πρέπει να υποβάλει ετήσια έκθεση για θέματα θεμελιωδών δικαιωμάτων που καλύπτονται από τους τομείς δραστηριότητάς του, προβάλλοντας επίσης παραδείγματα βέλτιστης πρακτικής. Περαιτέρω, ο οργανισμός θα πρέπει να συντάσσει θεματικές εκθέσεις σε θέματα ιδιαίτερης σημασίας για τις πολιτικές της Ένωσης.

(15)

Ο οργανισμός θα πρέπει να λαμβάνει μέτρα για την αύξηση της ευαισθητοποίησης του γενικού κοινού όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματά του, καθώς και τις δυνατότητες και γενικά τους διάφορους μηχανισμούς για την εφαρμογή τους, χωρίς ωστόσο να επιλαμβάνεται ο ίδιος ατομικών καταγγελιών.

(16)

Ο οργανισμός θα πρέπει να εργάζεται όσο το δυνατόν στενότερα με όλα τα συναφή θεσμικά όργανα της Ένωσης, καθώς και τους οργανισμούς, τις υπηρεσίες και τους φορείς της Κοινότητας και της Ένωσης, προκειμένου να αποφευχθούν οι άσκοπες επαναλήψεις, ιδίως όσον αφορά το μελλοντικό Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων.

(17)

Δεδομένου ότι η συνεργασία με τα κράτη μέλη αποτελεί πρωταρχικό στοιχείο για την επιτυχή εκτέλεση του έργου του, ο οργανισμός θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με τα κράτη μέλη μέσω των διαφόρων φορέων του. Για το σκοπό αυτό τα κράτη μέλη θα πρέπει να διορίσουν εθνικούς αξιωματικούς συνδέσμους, ως πρωτοβάθμια κέντρα επαφών του οργανισμού στα κράτη μέλη. Ο οργανισμός, θα πρέπει, συγκεκριμένα, να επικοινωνεί με τους εθνικούς αξιωματικούς συνδέσμους, όσον αφορά εκθέσεις και άλλα έγγραφα που καταρτίζονται από τον οργανισμό.

(18)

Ο οργανισμός θα πρέπει να συνεργάζεται στενά με το Συμβούλιο της Ευρώπης. Αυτή η συνεργασία πρέπει να εγγυάται την αποφυγή των επικαλύψεων μεταξύ των δραστηριοτήτων του οργανισμού και των δραστηριοτήτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, ιδίως με την δημιουργία μηχανισμών που να διασφαλίζουν συμπληρωματικότητα και προστιθέμενη αξία, όπως η σύναψη διμερούς συμφωνίας συνεργασίας και η συμμετοχή ανεξάρτητου προσώπου που διορίζεται από το Συμβούλιο της Ευρώπης στη διοικητική δομή του οργανισμού με τα δεόντως καθορισμένα δικαιώματα ψήφου.

(19)

Αναγνωρίζοντας το σημαντικό ρόλο της κοινωνίας των πολιτών στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ο οργανισμός θα πρέπει να προωθήσει το διάλογο με την κοινωνία των πολιτών και να εργασθεί στενά με μη κυβερνητικούς οργανισμούς και με όργανα της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιούνται στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Θα πρέπει να ιδρύσει ένα δίκτυο συνεργασίας, καλούμενο «Πλατφόρμα θεμελιωδών δικαιωμάτων» με στόχο τη δημιουργία διαρθρωμένου και εποικοδομητικού διαλόγου και στενής συνεργασίας με όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς.

(20)

Δεδομένων των ειδικών καθηκόντων του οργανισμού, κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διορίζει έναν ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα στο Διοικητικό Συμβούλιο. Λαμβανομένων υπόψη των αρχών που αφορούν το καθεστώς και τη λειτουργία εθνικών οργανισμών για την προστασία και την προαγωγή των ανθρώπινων δικαιωμάτων (των αποκαλούμενων «αρχών του Παρισιού»), η σύνθεση αυτού του Συμβουλίου θα πρέπει να διασφαλίζει την ανεξαρτησία του οργανισμού, τόσο από τα κοινοτικά θεσμικά όργανα όσο και από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών, και να συγκεντρώνει τις ευρύτερες δυνατές γνώσεις στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

(21)

Προκειμένου να διασφαλισθεί η υψηλή επιστημονική ποιότητα της εργασίας στον οργανισμό, ο οργανισμός θα πρέπει να συστήσει επιστημονική επιτροπή ώστε να καθοδηγεί τις εργασίες του με επιστημονική αντικειμενικότητα.

(22)

Οι αρχές που διορίζουν τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, της Εκτελεστικής Επιτροπής και της επιστημονικής επιτροπής θα πρέπει να στοχεύουν στην επίτευξη ισόρροπης συμμετοχής μεταξύ γυναικών και ανδρών στα όργανα αυτά. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει επίσης να δοθεί στην ισόρροπη εκπροσώπηση των γυναικών και ανδρών στα πλαίσια του προσωπικού του οργανισμού.

(23)

Δεδομένου ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην υπεράσπιση, την ενσωμάτωση στις πολιτικές και την προαγωγή των θεμελιωδών δικαιωμάτων, θα πρέπει να συμμετέχει στις δραστηριότητες του οργανισμού, συμεριλαμβανομένης της έγκρισης του πολυετούς πλαισίου για τον οργανισμό και, λόγω του έκτακτου χαρακτήρα και έργου του οργανισμού, της επιλογής των υποψηφίων που προτείνονται για τη θέση του διευθυντή του οργανισμού χωρίς αυτό να δημιουργεί προηγούμενο για άλλους οργανισμούς.

(24)

Ο οργανισμός θα πρέπει να εφαρμόσει την κοινοτική νομοθεσία για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (4), για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (5), και για τις γλώσσες, όπως ορίζεται στον κανονισμό αριθ. 1, της 15ης Απριλίου 1958, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος (6), και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2965/94 του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 1994, για τη δημιουργία Μεταφραστικού Κέντρου των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (7).

(25)

Ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002, για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, ο οποίος θεσπίζει το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (8), θα πρέπει να εφαρμόζεται στον οργανισμό, καθώς και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (9).

(26)

Ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και οι κανόνες που θεσπίσθηκαν με κοινή συμφωνία των οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του εν λόγω καθεστώτος θα πρέπει να εφαρμόζονται στο προσωπικό και στο διευθυντή του οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων σχετικά με την παύση του διευθυντή.

(27)

Ο οργανισμός θα πρέπει να έχει νομική προσωπικότητα και να διαδεχθεί το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο των Φαινομένων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας όσον αφορά όλες τις νομικές υποχρεώσεις, τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις ή οφειλές που βαρύνουν το παρατηρητήριο ή τις συμφωνίες που συνάφθηκαν από το παρατηρητήριο καθώς και τις συμβάσεις απασχόλησης με το προσωπικό του παρατηρητηρίου.

(28)

Στον οργανισμό θα μπορούν να συμμετέχουν οι υποψήφιες χώρες. Επιπλέον, στις χώρες με τις οποίες έχει συναφθεί συμφωνία σταθεροποίησης και σύνδεσης θα πρέπει να επιτραπεί να συμμετέχουν στον οργανισμό, δεδομένου ότι η συμμετοχή αυτή θα δώσει τη δυνατότητα στην Ένωση να υποστηρίξει τις προσπάθειές τους προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, διευκολύνοντας τη σταδιακή ευθυγράμμιση της νομοθεσίας τους προς την κοινοτική νομοθεσία, καθώς και στη μεταφορά τεχνογνωσίας και βέλτιστων πρακτικών, ιδιαίτερα στους τομείς εκείνους του κεκτημένου που θα χρησιμεύσουν ως κεντρικό σημείο αναφοράς για τη διαδικασία μεταρρύθμισης στα Δυτικά Βαλκάνια.

(29)

Ο οργανισμός θα πρέπει να αρχίσει τις αναγκαίες αξιολογήσεις των δραστηριοτήτων του σε εύθετο χρόνο, με βάση τις οποίες θα επανεξετασθούν το πεδίο εφαρμογής του οργανισμού, τα καθήκοντα και οι μέθοδοι εργασίας του.

(30)

Εφόσον οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, κυρίως η χορήγηση συγκρίσιμων και αξιόπιστων πληροφοριών και δεδομένων σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την παροχή συνδρομής στα θεσμικά όργανα της Ένωσης και των κρατών μελών όσον αφορά τον σεβασμό των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται συνεπώς, λόγω των διαστάσεων ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που θεσπίζεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας που θεσπίζεται σε αυτό το άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.

(31)

Η συμβολή του οργανισμού στη διασφάλιση του πλήρους σεβασμού των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων στο πλαίσιο του κοινοτικού δικαίου είναι πιθανόν ότι θα βοηθήσει να επιτευχθούν οι στόχοι της Κοινότητας. Όσον αφορά την έκδοση του παρόντος κανονισμού, η συνθήκη δεν προβλέπει άλλες εξουσίες από τις αναφερόμενες στο άρθρο 308.

(32)

Τίποτε στον παρόντα κανονισμό δεν θα πρέπει να ερμηνευτεί κατά τρόπον ώστε να θίγεται το θέμα του κατά πόσον οι αρμοδιότητες του οργανισμού μπορεί να επεκταθούν ώστε να καλύπτουν τομείς αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις.

(33)

Δεδομένου ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1035/97 θα έπρεπε να τροποποιηθεί σε μεγάλο βαθμό για την ίδρυση του οργανισμού, θα πρέπει να καταργηθεί για λόγους σαφήνειας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΣΤΟΧΟΣ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΚΑΙ ΤΟΜΕΙΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Δυνάμει του παρόντος κανονισμού ιδρύεται Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «οργανισμός»).

Άρθρο 2

Στόχος

Ο οργανισμός έχει ως στόχο να παρέχει στα συναφή θεσμικά όργανα, φορείς, υπηρεσίες και οργανισμούς της Κοινότητας και των κρατών μελών της, όταν εφαρμόζουν το κοινοτικό δίκαιο, συνδρομή και συμβουλές εμπειρογνωμόνων σχετικά με τα θεμελιώδη δικαιώματα, ώστε να τα βοηθήσει να σέβονται πλήρως τα δικαιώματα κατά τη λήψη μέτρων ή τον καθορισμό δράσεων στους αντίστοιχους τομείς αρμοδιότητάς τους.

Άρθρο 3

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντά του για την επίτευξη των στόχων που τίθενται στο άρθρο 2 εντός των αρμοδιοτήτων της Κοινότητας όπως θεσπίζονται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

2.   Ο οργανισμός αναφέρεται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του στα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως αυτά ορίζονται από το άρθρο 6 παράγραφος 2 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

3.   Ο οργανισμός ασχολείται με ζητήματα θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στα κράτη μέλη της κατά την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου.

Άρθρο 4

Καθήκοντα

1.   Για την επίτευξη των στόχων που τίθενται στο άρθρο 2 και στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του δυνάμει του άρθρου 3, ο οργανισμός:

α)

συλλέγει, καταγράφει, αναλύει και διαδίδει συναφείς, αντικειμενικές, αξιόπιστες και συγκρίσιμες πληροφορίες και δεδομένα καθώς και αποτελέσματα από έρευνες και παρακολουθήσεις που του γνωστοποιούνται από κράτη μέλη, θεσμικά όργανα της Ένωσης καθώς και φορείς, υπηρεσίες και οργανισμούς της Κοινότητας και της Ένωσης, ερευνητικά κέντρα, εθνικούς φορείς, μη κυβερνητικές οργανώσεις, τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς και ιδίως από αρμόδια όργανα του Συμβουλίου της Ευρώπης·

β)

αναπτύσσει μεθόδους και πρότυπα για τη βελτίωση της δυνατότητας σύγκρισης, της αντικειμενικότητας και της αξιοπιστίας των δεδομένων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σε συνεργασία με την Επιτροπή και τα κράτη μέλη·

γ)

πραγματοποιεί, συνεργάζεται ή ενθαρρύνει επιστημονικές έρευνες και μελέτες, προπαρασκευαστικές μελέτες καθώς και μελέτες σκοπιμότητας, όπου παρίσταται ανάγκη και, εάν αυτό συνάδει με τις προτεραιότητες και το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του, κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής·

δ)

διατυπώνει και δημοσιεύει συμπεράσματα και γνώμες επί ειδικών θεμάτων που απευθύνονται στα θεσμικά όργανα της Ένωσης και τα κράτη μέλη όταν εφαρμόζουν το κοινοτικό δίκαιο, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής·

ε)

δημοσιεύει ετήσια έκθεση για ζητήματα θεμελιωδών δικαιωμάτων που καλύπτονται από τους τομείς δραστηριότητας του οργανισμού, υπογραμμίζοντας επίσης παραδείγματα ορθής πρακτικής·

στ)

δημοσιεύει θεματικές εκθέσεις που βασίζονται στις αναλύσεις του, στην έρευνα και στις μελέτες·

ζ)

δημοσιεύει ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητές του, και

η)

αναπτύσσει στρατηγική επικοινωνίας και προωθεί διάλογο με την κοινωνία των πολιτών προκειμένου να αυξήσει την ευαισθητοποίηση του γενικού κοινού όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα και να το ενημερώσει ευρέως για την εργασία του.

2.   Τα συμπεράσματα, οι γνώμες και οι εκθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να αφορούν προτάσεις από την Επιτροπή βάσει του άρθρου 250 της συνθήκης, ή θέσεις που έλαβαν τα θεσμικά όργανα κατά τη διάρκεια νομοθετικών διαδικασιών μόνο εάν έχει υπάρξει αίτημα από το αντίστοιχο θεσμικό όργανο σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο δ). Δεν ασχολούνται με τη νομιμότητα των πράξεων κατά την έννοια του άρθρου 230 της συνθήκης ή με το ερώτημα εάν ένα κράτος μέλος έχει παραβεί υποχρέωση βάσει της συνθήκης υπό την έννοια του άρθρου 226 της συνθήκης.

Άρθρο 5

Τομείς δραστηριότητας

1.   Το Συμβούλιο, με βάση πρόταση της Επιτροπής και έπειτα από διαβουλεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εγκρίνει πολυετές πλαίσιο για τον οργανισμό. Κατά την προετοιμασία της πρότασης, η Επιτροπή πραγματοποιεί διαβουλεύσεις με το Διοικητικό Συμβούλιο.

2.   Το πλαίσιο εργασίας:

α)

καλύπτει περίοδο πέντε ετών·

β)

καθορίζει τους θεματικούς τομείς δραστηριότητας του οργανισμού, οι οποίοι πρέπει να περιλαμβάνουν την καταπολέμηση του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και συναφείς μορφές μισαλλοδοξίας·

γ)

συνάδει με τις προτεραιότητες της Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη τους προσανατολισμούς που προέκυψαν από τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων·

δ)

λαμβάνει υπόψη του δεόντως τους δημοσιονομικούς και ανθρώπινους πόρους του οργανισμού, και

ε)

περιλαμβάνει διατάξεις για τη διασφάλιση της συμπληρωματικότητας με τις αρμοδιότητες άλλων φορέων της ΕΚ και της ΕΕ, υπηρεσιών και οργανισμών καθώς και του Συμβουλίου της Ευρώπης και άλλων διεθνών οργανισμών που δρουν στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

3.   Ο οργανισμός ασκεί τα καθήκοντά του εντός των θεματικών τομέων που καθορίζονται από το πολυετές πλαίσιο εργασίας. Αυτό ισχύει, με την επιφύλαξη των απαντήσεων του οργανισμού σε αιτήματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ) εκτός αυτών των θεματικών τομέων, εάν το επιτρέπουν οι δημοσιονομικοί και ανθρώπινοι πόροι του.

4.   Ο οργανισμός ασκεί τα καθήκοντά του υπό το πρίσμα του ετήσιου προγράμματος εργασίας του και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη του τους διαθέσιμους δημοσιονομικούς και ανθρώπινους πόρους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ

Άρθρο 6

Μέθοδοι εργασίας

1.   Για να διασφαλίσει την παροχή αντικειμενικών, αξιόπιστων και συγκρίσιμων πληροφοριών, ο οργανισμός, βασιζόμενος στις γνώσεις διαφόρων οργανώσεων και φορέων σε κάθε κράτος μέλος και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη συμμετοχής των εθνικών αρχών στη συλλογή των δεδομένων:

α)

δημιουργεί και συντονίζει τα απαραίτητα δίκτυα πληροφόρησης και χρησιμοποιεί τα υπάρχοντα δίκτυα·

β)

διοργανώνει συνεδριάσεις εξωτερικών εμπειρογνωμόνων, και

γ)

συστήνει, όταν χρειασθεί, ad hoc ομάδες εργασίας.

2.   Ο οργανισμός, για την άσκηση των δραστηριοτήτων του και προκειμένου να επιτύχει συμπληρωματικότητα και να διασφαλίσει την καλύτερη δυνατή χρήση των πόρων, λαμβάνει υπόψη, κατά περίπτωση, τις πληροφορίες που έχουν συλλεχθεί από τις δραστηριότητες που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, ιδίως από:

α)

τα θεσμικά όργανα της Ένωσης καθώς και φορείς, υπηρεσίες και οργανισμούς της Κοινότητας και της Ένωσης και από φορείς, υπηρεσίες και οργανισμούς των κρατών μελών·

β)

το Συμβούλιο της Ευρώπης, αναφερόμενο στα πορίσματα και τις δραστηριότητες των μηχανισμών παρακολούθησης και ελέγχου καθώς και του Επιτρόπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης, και

γ)

τον οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), τους οργανισμούς των Ηνωμένων Εθνών και άλλους διεθνείς οργανισμούς.

3.   Ο οργανισμός μπορεί να συνάπτει συμβατικές σχέσεις, ιδίως συμφωνίες υπεργολαβίας, με άλλους οργανισμούς, με σκοπό τη διεκπεραίωση των καθηκόντων που είναι δυνατόν να τους αναθέσει. Επίσης, ο οργανισμός μπορεί να χορηγήσει επιδοτήσεις για την προώθηση της κατάλληλης συνεργασίας και των κοινοπραξιών, ιδίως στους εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς που αναφέρονται στα άρθρα 8 και 9.

Άρθρο 7

Σχέσεις με συναφείς φορείς, υπηρεσίες και οργανισμούς της Κοινότητας

Ο οργανισμός εξασφαλίζει το δέοντα συντονισμό με όλους τους συναφείς φορείς, οργανισμούς και υπηρεσίες της Κοινότητας. Οι όροι της συνεργασίας θεσπίζονται σε μνημόνιο συνεργασίας, όπου κρίνεται σκόπιμο.

Άρθρο 8

Συνεργασία με οργανισμούς σε επίπεδο κρατών μελών και σε διεθνές επίπεδο

1.   Προκειμένου να διασφαλισθεί στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη, κάθε κράτος μέλος διορίζει δημόσιο υπάλληλο ως εθνικό αξιωματικό σύνδεσμο, που αποτελεί το κύριο σημείο επαφής με τον οργανισμό στα κράτη μέλη. Οι εθνικοί αξιωματικοί σύνδεσμοι μπορούν, μεταξύ άλλων, να διατυπώνουν προς τον διευθυντή γνώμες όσον αφορά το σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασίας πριν από την υποβολή του στο Διοικητικό Συμβούλιο. Ο οργανισμός κοινοποιεί στους εθνικούς αξιωματικούς συνδέσμους όλα τα έγγραφα που καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), γ), δ), ε), στ), ζ) και η).

2.   Για την εκτέλεση των καθηκόντων του, ο οργανισμός συνεργάζεται με:

α)

κυβερνητικούς οργανισμούς και δημόσιους φορείς που έχουν αρμοδιότητα στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων συμπεριλαμβανομένων των εθνικών ιδρυμάτων θεμελιωδών δικαιωμάτων, και

β)

τον οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), ιδίως δε το Γραφείο των Δημοκρατικών Θεσμών και των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων (ODIHR), τα Ηνωμένα Έθνη και άλλους διεθνείς οργανισμούς.

3.   Οι διοικητικές λεπτομέρειες αυτής της συνεργασίας βάσει της παραγράφου 2 συνάδουν με το κοινοτικό δίκαιο και εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο βάσει του σχεδίου που υποβάλλεται από τον διευθυντή μετά την έκδοση γνώμης από την Επιτροπή. Όταν η Επιτροπή δεν συμφωνεί με τις λεπτομέρειες αυτές, το Διοικητικό Συμβούλιο τις εξετάζει εκ νέου και τις εγκρίνει, με τροπολογίες όπου παρίσταται ανάγκη, με πλειοψηφία των δύο τρίτων όλων των μελών του.

Άρθρο 9

Συνεργασία με το Συμβούλιο της Ευρώπης

Ο οργανισμός, προκειμένου να αποφευχθούν οι επικαλύψεις και να διασφαλισθεί η συμπληρωματικότητα, συντονίζει τις δραστηριότητές του με τις δραστηριότητες του Συμβουλίου της Ευρώπης, ιδίως όσον αφορά το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του βάσει του άρθρου 12 παράγραφος 6 στοιχείο α) και τη συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών σύμφωνα με το άρθρο 10. Προς το σκοπό αυτό, η Κοινότητα, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 300 της συνθήκης, συνάπτει συμφωνία με το Συμβούλιο της Ευρώπης για να καθιερωθεί στενή συνεργασία Συμβουλίου της Ευρώπης και οργανισμού. Η συμφωνία αυτή περιλαμβάνει το διορισμό ανεξάρτητου προσώπου από το Συμβούλιο της Ευρώπης ως μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου και του Εκτελεστικού Γραφείου του οργανισμού, σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13.

Άρθρο 10

Συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών· Πλατφόρμα θεμελιωδών δικαιωμάτων

1.   Ο οργανισμός συνεργάζεται στενά με μη κυβερνητικές οργανώσεις και με φορείς της κοινωνίας των πολιτών, που δρουν στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ο οποίος περιλαμβάνει την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας σε εθνικό, ευρωπαϊκό ή διεθνές επίπεδο. Προς το σκοπό αυτό, ο οργανισμός ιδρύει δίκτυο συνεργασίας («Πλατφόρμα θεμελιωδών δικαιωμάτων»), που περιλαμβάνει μη κυβερνητικές οργανώσεις οι οποίες ασχολούνται με τα ανθρώπινα δικαιώματα, συνδικάτα και εργοδοτικές ενώσεις, συναφείς κοινωνικές και επαγγελματικές οργανώσεις, εκκλησίες, θρησκευτικές, φιλοσοφικές και μη ομολογιακές οργανώσεις, πανεπιστήμια και άλλους σχετικούς εμπειρογνώμονες ευρωπαϊκών και διεθνών φορέων και οργανισμών.

2.   Η Πλατφόρμα αποτελεί μηχανισμό για την ανταλλαγή πληροφοριών και τη συγκέντρωση γνώσεων. Διασφαλίζει τη στενή συνεργασία μεταξύ του οργανισμού και των συναφών ενδιαφερομένων.

3.   Η Πλατφόρμα είναι ανοικτή σε όλους τους άμεσα και ειδικά ενδιαφερομένους σύμφωνα με την παράγραφο 1. Ο οργανισμός μπορεί να απευθύνεται στα μέλη της Πλατφόρμας ανάλογα με τις ειδικές ανάγκες σε τομείς τους οποίους αφορούν κατά προτεραιότητα οι εργασίες του.

4.   Ο οργανισμός ζητεί ιδίως από την Πλατφόρμα:

α)

να υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο συστάσεις σχετικά με το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας που εγκρίνεται σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 6 στοιχείο α)·

β)

να παρέχει ανατροφοδότηση και να προτείνει επακόλουθα μέτρα στο Διοικητικό Συμβούλιο για την υποβολή της ετήσιας έκθεσης σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε), και

γ)

να κοινοποιεί προς τον διευθυντή και την Επιστημονική Επιτροπή πορίσματα και συστάσεις διασκέψεων, σεμιναρίων και συνεδριάσεων που αφορούν το έργο του οργανισμού.

5.   Η Πλατφόρμα συντονίζεται υπό την εποπτεία του διευθυντή ο οποίος επικουρείται από την Επιστημονική Επιτροπή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΟΡΓΑΝΩΣΗ

Άρθρο 11

Όργανα του οργανισμού

Ο οργανισμός περιλαμβάνει:

α)

το Διοικητικό Συμβούλιο·

β)

το Εκτελεστικό Γραφείο·

γ)

την Επιστημονική Επιτροπή, και

δ)

τον Διευθυντή.

Άρθρο 12

Διοικητικό Συμβούλιο

1.   Το Διοικητικό Συμβούλιο αποτελείται από πρόσωπα που έχουν κατάλληλη πείρα στη διαχείριση οργανισμών του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα και, επιπλέον, γνώσεις στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων:

α)

ένα ανεξάρτητο πρόσωπο που διορίζεται από κάθε κράτος μέλος που έχει ευθύνη υψηλού επιπέδου στη διαχείριση ανεξάρτητου εθνικού ιδρύματος ανθρώπινων δικαιωμάτων ή άλλου οργανισμού του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα·

β)

ένα ανεξάρτητο πρόσωπο που διορίζεται από το Συμβούλιο της Ευρώπης, και

γ)

δύο αντιπροσώπους της Επιτροπής.

2.   Κάθε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου μπορεί να εκπροσωπείται από αναπληρωματικό μέλος που πληροί τις προαναφερόμενες απαιτήσεις και διορίζεται με την ίδια διαδικασία. Ο κατάλογος των μελών και των αναπληρωματικών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου δημοσιεύεται και ενημερώνεται από τον οργανισμό στο δικτυακό του τόπο.

3.   Η θητεία των μελών και αναπληρωματικών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου είναι πενταετής. Δεν μπορεί να ανανεωθεί.

4.   Πέρα από την κανονική αντικατάσταση ή την περίπτωση θανάτου, η θητεία του μέλους ή του αναπληρωματικού μέλους λήγει μόνο λόγω παραίτησης. Ωστόσο, όταν ένα μέλος ή αναπληρωματικό μέλος δεν πληροί πλέον τα κριτήρια ανεξαρτησίας, ενημερώνει πάραυτα την Επιτροπή και τον διευθυντή του οργανισμού. Το οικείο όργανο ή κράτος μέλος διορίζει νέο μέλος για το υπόλοιπο της θητείας. Το οικείο όργανο ή κράτος μέλος διορίζει επίσης νέο μέλος ή νέο αναπληρωματικό μέλος για το υπόλοιπο της θητείας εάν το Διοικητικό Συμβούλιο έχει ορίσει, βάσει προτάσεως του ενός τρίτου των μελών του ή της Επιτροπής, ότι το σχετικό μέλος ή αναπληρωματικό μέλος δεν πληροί πλέον τα κριτήρια ανεξαρτησίας. Σε περίπτωση που το υπόλοιπο της θητείας είναι λιγότερο από δύο χρόνια, η θητεία του νέου μέλους ή του αναπληρωματικού μέλους μπορεί να επεκταθεί για μία πλήρη θητεία πέντε ετών.

5.   Το Διοικητικό Συμβούλιο εκλέγει τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρό του και τα άλλα δύο μέλη του Εκτελεστικού Γραφείου που αναφέρονται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 μεταξύ των μελών του που έχουν διορισθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α) για θητεία δυόμισι ετών, που μπορεί να ανανεωθεί μία φορά.

6.   Το Διοικητικό Συμβούλιο διασφαλίζει ότι ο οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντα που του ανατέθηκαν. Αποτελεί το όργανο σχεδιασμού και παρακολούθησης του οργανισμού. Ειδικότερα:

α)

εγκρίνει το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του οργανισμού σύμφωνα με το πολυετές πλαίσιο, βάσει του σχεδίου που υποβλήθηκε από τον διευθυντή του οργανισμού έπειτα από γνωμοδότηση της Επιτροπής και της Επιστημονικής Επιτροπής· το πρόγραμμα αυτό συνάδει προς τους διαθέσιμους δημοσιονομικούς και ανθρώπινους πόρους και λαμβάνει υπόψη τις ερευνητικές και στατιστικές εργασίες που διεξάγονται στην Κοινότητα. Το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή·

β)

εγκρίνει την ετήσια έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείa ε) και ζ), συγκρίνοντας ιδίως τα αποτελέσματα που έχουν επιτευχθεί με τους στόχους του ετήσιου προγράμματος εργασίας· με την επιφύλαξη του άρθρου 14 παράγραφος 5, ζητείται η γνώμη της Επιστημονικής Επιτροπής πριν από την έγκριση της έκθεσης που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο ε)· οι εκθέσεις διαβιβάζονται το αργότερο έως τις 15 Ιουνίου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή, το Ελεγκτικό Συνέδριο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών·

γ)

διορίζει και, εάν παρίσταται ανάγκη, απολύει τον διευθυντή του οργανισμού·

δ)

εγκρίνει το σχέδιο ετήσιου προϋπολογισμού και τον τελικό ετήσιο προϋπολογισμό του οργανισμού·

ε)

ασκεί τις εξουσίες που ορίζονται στο άρθρο 24 παράγραφος 2 έναντι του διευθυντή καθώς και πειθαρχική εξουσία επί του διευθυντή·

στ)

συντάσσει την ετήσια κατάσταση των προβλεπόμενων δαπανών και εσόδων του οργανισμού και τις αποστέλλει στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5·

ζ)

εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό του οργανισμού με βάση το σχέδιο που υποβλήθηκε από τον διευθυντή έπειτα από γνωμοδότηση της Επιτροπής, της Επιστημονικής Επιτροπής και του προσώπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β)·

η)

εγκρίνει τις δημοσιονομικές διατάξεις που εφαρμόζονται στον οργανισμό με βάση το σχέδιο που υποβλήθηκε από τον διευθυντή έπειτα από γνωμοδότηση της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 11·

θ)

εγκρίνει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 3·

ι)

εγκρίνει τις ρυθμίσεις για τη διαφάνεια και την πρόσβαση στα έγγραφα, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 2·

ια)

διορίζει και ανακαλεί τα μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφοι 1 και 3, και

ιβ)

ορίζει ότι ένα τακτικό ή ένα αναπληρωματικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δεν πληροί πλέον τα κριτήρια ανεξαρτησίας, σύμφωνα με την παράγραφο 4.

7.   Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να μεταβιβάσει τις αρμοδιότητές του στο Εκτελεστικό Γραφείο, εκτός από τα θέματα που αναφέρονται στα στοιχεία α), β), γ), δ), ε), ζ), η), ια) και ιβ) της παραγράφου 6.

8.   Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει με απλή πλειοψηφία των ψηφισάντων, εκτός όταν πρόκειται για τις αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 καθώς και στα στοιχεία α), β), γ), δ), ε), ζ), ια) και ιβ) της παραγράφου 6, όπου απαιτείται πλειοψηφία των δύο τρίτων όλων των μελών, καθώς και όσον αφορά τις αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 2, οπότε το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει ομόφωνα. Κάθε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου ή, σε περίπτωση απουσίας του, ο αναπληρωτής του διαθέτει μία ψήφο. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του προέδρου. Το πρόσωπο που διορίσθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης μπορεί να ψηφίζει μόνο στις αποφάσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α), β), και ια) της παραγράφου 6.

9.   Ο πρόεδρος συγκαλεί το Διοικητικό Συμβούλιο δύο φορές κατ’ έτος, με την επιφύλαξη έκτακτων συνεδριάσεων. Ο πρόεδρος συγκαλεί έκτακτες συνεδριάσεις με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος του ενός τρίτου των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.

10.   Ο πρόεδρος ή ο αντιπρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής και ο διευθυντής του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου για την ισότητα των φύλων μπορούν να παρίστανται στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου ως παρατηρητές. Οι διευθυντές άλλων συναφών κοινοτικών οργανισμών και φορέων της Ένωσης καθώς και των άλλων διεθνών φορέων που αναφέρονται στα άρθρα 8 και 9 μπορούν να παρίστανται επίσης ως παρατηρητές κατόπιν προσκλήσεως του Εκτελεστικού Γραφείου.

Άρθρο 13

Εκτελεστικό Γραφείο

1.   Το Διοικητικό Συμβούλιο επικουρείται από το Εκτελεστικό Γραφείο. Το Εκτελεστικό Γραφείο αποτελείται από τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου, δύο άλλα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου που έχουν εκλεγεί από το Διοικητικό Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 5 και έναν από τους αντιπροσώπους της Επιτροπής στο Διοικητικό Συμβούλιο. Το πρόσωπο που διορίζεται από το Συμβούλιο της Ευρώπης στο Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να συμμετέχει στις συνεδριάσεις του Εκτελεστικού Γραφείου.

2.   Το Εκτελεστικό Γραφείο συγκαλείται από τον πρόεδρο όταν παρίσταται ανάγκη για την προετοιμασία των αποφάσεων του Διοικητικού Συμβουλίου και την παροχή συνδρομής και συμβουλών στον διευθυντή. Εγκρίνει τις αποφάσεις του με απλή πλειοψηφία.

3.   Ο διευθυντής λαμβάνει μέρος στις συνεδριάσεις του Εκτελεστικού Γραφείου χωρίς δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 14

Επιστημονική Επιτροπή

1.   Η Επιστημονική Επιτροπή απαρτίζεται από έντεκα ανεξάρτητες προσωπικότητες με ιδιαίτερα προσόντα στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει τα μέλη της έπειτα από διαφανή διαδικασία πρόσκλησης για την υποβολή υποψηφιοτήτων και επιλογής, αφού ζητήσει τη γνώμη της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το Διοικητικό Συμβούλιο διασφαλίζει την ίση γεωγραφική εκπροσώπηση. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου δεν συμμετέχουν στην Επιστημονική Επιτροπή. Ο εσωτερικός κανονισμός που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 6 στοιχείο ζ) διευκρινίζει τους όρους του διορισμού των μελών της Επιστημονικής Επιτροπής.

2.   Η θητεία των μελών της Επιστημονικής Επιτροπής είναι πενταετής. Δεν είναι ανανεώσιμη.

3.   Τα μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής είναι ανεξάρτητα. Μπορούν να αντικαθίστανται μόνον κατ’ αίτησή τους ή σε περίπτωση μόνιμης αδυναμίας εκπλήρωσης των καθηκόντων τους. Εναλλακτικά το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να διαπιστώνει, βάσει προτάσεως του ενός τρίτου των μελών του, την έλλειψη ανεξαρτησίας συγκεκριμένου προσώπου και να ανακαλεί το διορισμό του. Το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει νέο μέλος για το υπόλοιπο της θητείας σύμφωνα με τη διαδικασία των τακτικών μελών. Εάν το υπόλοιπο της θητείας είναι μικρότερο των δύο ετών, η θητεία του νέου μέλους είναι δυνατόν να παρατείνεται έως τα πέντε έτη της πλήρους θητείας. Ο κατάλογος των μελών της Επιστημονικής Επιτροπής δημοσιεύεται και ενημερώνεται από τον οργανισμό στην ιστοσελίδα του.

4.   Η Επιστημονική Επιτροπή εκλέγει τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρό της για ετήσια θητεία.

5.   Η Επιστημονική Επιτροπή εγγυάται την επιστημονική ποιότητα των εργασιών του οργανισμού, προσφέροντας σχετική καθοδήγηση. Προς το σκοπό αυτό, ο διευθυντής μεριμνά ώστε η Επιστημονική Επιτροπή να συμμετέχει, μόλις κριθεί σκόπιμο, στην προετοιμασία όλων των εγγράφων που καταρτίζει σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), γ), δ), ε), στ) και η).

6.   Η Επιστημονική Επιτροπή αποφασίζει με πλειοψηφία των δύο τρίτων. Συγκαλείται από τον πρόεδρό της τέσσερις φορές το χρόνο. Εν ανάγκη, ο πρόεδρος αρχίζει γραπτή διαδικασία ή συγκαλεί έκτακτες συνεδριάσεις με δική του πρωτοβουλία ή εάν το ζητήσουν τέσσερα τουλάχιστον μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής.

Άρθρο 15

Διευθυντής

1.   Ο οργανισμός διοικείται από διευθυντή ο οποίος διορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο, σύμφωνα με διαδικασία συνεργασίας («συνεννόηση») η οποία προβλέπεται στην παράγραφο 2.

Ο διορισμός του διευθυντή γίνεται βάσει των προσόντων του, της πείρας του στον τομέα των θεμελιωδών δικαιωμάτων, και των διοικητικών και διαχειριστικών του ικανοτήτων.

2.   Αυτή η διαδικασία συνεργασίας θα έχει ως εξής:

α)

βάσει του καταλόγου υποψηφίων που προτείνονται από την Επιτροπή και έπειτα από διαφανή διαδικασία επιλογής, οι υποψήφιοι θα καλούνται προτού γίνει ο διορισμός να προβούν σε δηλώσεις ενώπιον του Συμβουλίου και της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσουν σε ερωτήσεις·

β)

το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης γνωμοδοτούν και καταρτίζουν την οικεία σειρά προτίμησης·

γ)

το Διοικητικό Συμβούλιο διορίζει τον διευθυντή λαμβάνοντας υπόψη τις γνώμες αυτές.

3.   Η θητεία του διευθυντή είναι τριετής.

Κατά τη διάρκεια των εννέα μηνών πριν από το τέλος της περιόδου αυτής, η Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση. Στην αξιολόγηση, η Επιτροπή εκτιμά ειδικότερα:

α)

τις επιδόσεις του διευθυντή, και

β)

τα καθήκοντα και απαιτήσεις του οργανισμού τα ερχόμενα χρόνια.

Το Διοικητικό Συμβούλιο, ενεργώντας βάσει πρότασης της Επιτροπής και λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση αξιολόγησης, πλην μόνο στην περίπτωση που αυτό δικαιολογείται από τα καθήκοντα και απαιτήσεις του οργανισμού, μπορεί να παρατείνει τη θητεία του διευθυντή για τρία το πολύ χρόνια.

Το Διοικητικό Συμβούλιο ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την πρόθεσή του να παρατείνει τη θητεία του διευθυντή. Εντός ενός μηνός προτού το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίσει τυπικά την παράταση αυτής της θητείας, ενδέχεται να ζητηθεί από τον διευθυντή να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών του.

Εάν η θητεία δεν παραταθεί, ο διευθυντής παραμένει εν ενεργεία έως ότου διορισθεί ο διάδοχός του.

4.   Ο διευθυντής είναι αρμόδιος για τα εξής:

α)

εκτέλεση των καθηκόντων που αναφέρονται στο άρθρο 4· ιδίως κατάρτιση και δημοσίευση των εγγράφων που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), γ), δ), ε), στ), ζ) και η) σε συνεργασία με την Επιστημονική Επιτροπή·

β)

κατάρτιση και υλοποίηση του ετήσιου προγράμματος εργασίας του οργανισμού·

γ)

όλα τα θέματα που αφορούν το προσωπικό και, ιδίως, άσκηση έναντι του προσωπικού των εξουσιών που καθορίζονται στο άρθρο 24 παράγραφος 2·

δ)

θέματα που αφορούν την τρέχουσα διαχείριση·

ε)

εκτέλεση του προϋπολογισμού του οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 21·

στ)

εφαρμογή αποτελεσματικών διαδικασιών παρακολούθησης και αξιολόγησης σχετικά με την επίδοση του οργανισμού ως προς τους στόχους του, σύμφωνα με επαγγελματικώς εγκεκριμένα πρότυπα· ο διευθυντής υποβάλλει ετησίως εκθέσεις στο Διοικητικό Συμβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα του συστήματος παρακολούθησης·

ζ)

συνεργασία με τους εθνικούς αξιωματικούς συνδέσμους, και

η)

συνεργασία με την κοινωνία των πολιτών, περιλαμβανομένου του συντονισμού της Πλατφόρμας θεμελιωδών δικαιωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 10.

5.   Ο διευθυντής ασκεί τα καθήκοντά του ανεξάρτητα. Είναι υπόλογος για τις δραστηριότητές του απέναντι στο Διοικητικό Συμβούλιο και συμμετέχει στις συνεδριάσεις του χωρίς δικαίωμα ψήφου.

6.   Ο διευθυντής μπορεί να κληθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ή το Συμβούλιο ανά πάσα στιγμή για ακρόαση όσον αφορά τις δραστηριότητες του οργανισμού.

7.   Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να απολύσει το διευθυντή πριν από τη λήξη της θητείας του, βάσει προτάσεως του ενός τρίτου των μελών του ή της Επιτροπής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

Άρθρο 16

Ανεξαρτησία και δημόσιο συμφέρον

1.   Ο οργανισμός πληροί τα καθήκοντά του με πλήρη ανεξαρτησία.

2.   Τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, τα μέλη της Επιστημονικής Ομάδας και ο διευθυντής δεσμεύονται να ενεργούν υπέρ του δημοσίου συμφέροντος. Προς τούτο, υποβάλλουν δήλωση συμφερόντων στην οποία αναφέρουν είτε την απουσία οποιωνδήποτε συμφερόντων τα οποία θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι επηρεάζουν την ανεξαρτησία τους είτε την ύπαρξη οποιωνδήποτε άμεσων ή έμμεσων συμφερόντων τα οποία θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι επηρεάζουν την ανεξαρτησία τους. Η δήλωση υποβάλλεται εγγράφως κατά την ανάληψη των καθηκόντων και αναθεωρείται εάν τυχόν επέλθουν αλλαγές λαμβανομένων υπόψη των συμφερόντων. Δημοσιεύεται από τον οργανισμό στην ιστοσελίδα του.

Άρθρο 17

Διαφάνεια και πρόσβαση στα έγγραφα

1.   Ο οργανισμός αναπτύσσει ορθές διοικητικές πρακτικές προκειμένου να διασφαλίζει την ευρύτερη δυνατή διαφάνεια όσον αφορά τις δραστηριότητές του.

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 εφαρμόζεται για τα έγγραφα που τηρεί ο οργανισμός.

2.   Το Διοικητικό Συμβούλιο εγκρίνει, εντός έξι μηνών από την έναρξη λειτουργίας του οργανισμού ειδικούς κανόνες για την πρακτική εφαρμογή της παραγράφου 1. Σε αυτούς περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων κανόνες:

α)

για τον ανοικτό χαρακτήρα των συνεδριάσεων·

β)

για τη δημοσίευση των εργασιών του οργανισμού, καθώς και των εργασιών της Επιστημονικής Επιτροπής, και

γ)

διατάξεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

3.   Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τον οργανισμό δυνάμει του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 μπορεί να οδηγήσουν στην υποβολή καταγγελίας στον Διαμεσολαβητή ή στην άσκηση προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, υπό τους όρους των άρθρων 195 και 230 της συνθήκης αντίστοιχα.

Άρθρο 18

Προστασία δεδομένων

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 εφαρμόζεται στον οργανισμό.

Άρθρο 19

Επανεξέταση από τον Διαμεσολαβητή

Οι δραστηριότητες του οργανισμού υπόκεινται στην εποπτεία του Διαμεσολαβητή δυνάμει του άρθρου 195 της συνθήκης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 20

Κατάρτιση του προϋπολογισμού

1.   Καταρτίζονται προβλέψεις για όλα τα έσοδα και τις δαπάνες του οργανισμού για κάθε οικονομικό έτος, που συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος, και εγγράφονται στον προϋπολογισμό του οργανισμού.

2.   Ο προϋπολογισμός του οργανισμού είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τις δαπάνες.

3.   Τα έσοδα του οργανισμού περιλαμβάνουν, με την επιφύλαξη άλλων πόρων, επιδότηση από την Κοινότητα, που εγγράφεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τμήμα Επιτροπή).

Τα έσοδα αυτά ενδέχεται να συμπληρωθούν από:

α)

εισπράξεις έναντι παρεχομένων υπηρεσιών στο πλαίσιο της εκτέλεσης των καθηκόντων που περιγράφονται στο άρθρο 4, και

β)

τις οικονομικές συνεισφορές των οργανισμών ή χωρών που αναφέρονται στα άρθρα 8, 9 και 28.

4.   Οι δαπάνες του οργανισμού περιλαμβάνουν τις αποδοχές του προσωπικού, τις διοικητικές δαπάνες και τις δαπάνες υποδομής καθώς και τα έξοδα λειτουργίας.

5.   Κάθε έτος το Διοικητικό Συμβούλιο, βάσει σχεδίου που καταρτίζεται από τον διευθυντή, συντάσσει κατάσταση των προβλεπόμενων εσόδων και δαπανών του οργανισμού για το επόμενο οικονομικό έτος. Η εν λόγω κατάσταση προβλέψεων, που περιλαμβάνει σχέδιο του πίνακα προσωπικού, διαβιβάζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο στην Επιτροπή έως τις 31 Μαρτίου το αργότερο.

6.   Η κατάσταση προβλέψεων διαβιβάζεται από την Επιτροπή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο (εφεξής «αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή») μαζί με το προσχέδιο του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

7.   Βάσει της κατάστασης προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο προσχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες όσον αφορά τον πίνακα προσωπικού και το ύψος της επιδότησης από το γενικό προϋπολογισμό, το οποίο και καταθέτει στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με το άρθρο 272 της συνθήκης.

8.   Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τις πιστώσεις στο πλαίσιο της επιδότησης που προορίζεται για τον οργανισμό. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τον πίνακα προσωπικού του οργανισμού.

9.   Ο προϋπολογισμός του οργανισμού εγκρίνεται από το Διοικητικό Συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός μετά την έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, προσαρμόζεται αναλόγως.

10.   Το Διοικητικό Συμβούλιο κοινοποιεί, το συντομότερο δυνατόν, στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει κάθε σχέδιο που μπορεί να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού του οργανισμού, ιδίως τα σχέδια περί ακινήτων, όπως η μίσθωση ή η αγορά κτιρίων. Το Διοικητικό Συμβούλιο ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

Σε περίπτωση που ένα σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής κοινοποιεί την πρόθεσή του για διατύπωση γνώμης, διαβιβάζει τη γνώμη αυτή στο Διοικητικό Συμβούλιο εντός προθεσμίας έξι εβδομάδων από την ημερομηνία κοινοποίησης του σχεδίου.

Άρθρο 21

Εκτέλεση του προϋπολογισμού

1.   Ο διευθυντής εκτελεί τον προϋπολογισμό του οργανισμού.

2.   Ο υπόλογος του οργανισμού κοινοποιεί στον υπόλογο της Επιτροπής το αργότερο την 1η Μαρτίου ύστερα από κάθε οικονομικό έτος, τους προσωρινούς λογαριασμούς συνοδευόμενους από την έκθεση για τη δημοσιονομική και την οικονομική διαχείριση του αντίστοιχου οικονομικού έτους. Ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς των θεσμικών οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών, σύμφωνα με το άρθρο 128 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (10) («δημοσιονομικού κανονισμού»).

3.   Το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου ύστερα από κάθε οικονομικό έτος, ο υπόλογος της Επιτροπής διαβιβάζει τους προσωρινούς λογαριασμούς του οργανισμού στο Ελεγκτικό Συνέδριο, συνοδευόμενους από την έκθεση για τη δημοσιονομική και την οικονομική διαχείριση του αντίστοιχου οικονομικού έτους. Η έκθεση για τη δημοσιονομική και την οικονομική διαχείριση του αντίστοιχου οικονομικού έτους διαβιβάζεται επίσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

4.   Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με τους προσωρινούς λογαριασμούς του οργανισμού, βάσει του άρθρου 129 του δημοσιονομικού κανονισμού, ο διευθυντής καταρτίζει τους οριστικούς λογαριασμούς του οργανισμού με δική του ευθύνη και τους διαβιβάζει προς γνωμοδότηση στο Διοικητικό Συμβούλιο.

5.   Το Διοικητικό Συμβούλιο διατυπώνει γνώμη για τους οριστικούς λογαριασμούς του οργανισμού.

6.   Ο διευθυντής διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο τους οριστικούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από τη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου, το αργότερο την 1η Ιουλίου ύστερα από κάθε οικονομικό έτος.

7.   Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται.

8.   Ο διευθυντής αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση στις παρατηρήσεις του το αργότερο έως τις 30 Σεπτεμβρίου. Αποστέλλει επίσης την απάντηση αυτή στο Διοικητικό Συμβούλιο.

9.   Ο διευθυντής υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατόπιν αιτήματος του τελευταίου, όπως προβλέπεται από το άρθρο 146 παράγραφος 3 του δημοσιονομικού κανονισμού, κάθε πληροφορία που απαιτείται για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας απαλλαγής για το συγκεκριμένο οικονομικό έτος.

10.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έπειτα από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, προβαίνει έως τις 30 Απριλίου του έτους N + 2 στην απαλλαγή του διευθυντή από την ευθύνη για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του οικονομικού έτους Ν.

11.   Οι δημοσιονομικές διατάξεις που εφαρμόζονται στον οργανισμό εγκρίνονται από το Διοικητικό Συμβούλιο έπειτα από διαβούλευση με την Επιτροπή. Οι διατάξεις αυτές δεν δύνανται να αποκλίνουν από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002, παρά μόνο εάν το απαιτούν οι ειδικές ανάγκες λειτουργίας του οργανισμού και με προηγούμενη συμφωνία της Επιτροπής.

Άρθρο 22

Καταπολέμηση της απάτης

1.   Για την καταπολέμηση της απάτης, της δωροδοκίας και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων, εφαρμόζονται στον οργανισμό χωρίς περιορισμούς οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999.

2.   Ο οργανισμός προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (11) και εκδίδει, χωρίς καθυστέρηση, τις κατάλληλες διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλο το προσωπικό του.

3.   Οι αποφάσεις που αφορούν τη χρηματοδότηση και οι εκτελεστικές συμφωνίες και τα μέσα που απορρέουν από αυτές ορίζουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF δύνανται να διενεργήσουν, εάν παρίσταται ανάγκη, επιτόπιους ελέγχους στους αποδέκτες της χρηματοδότησης του οργανισμού και στο προσωπικό που είναι υπεύθυνο για τη χορήγησή της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 23

Νομικό καθεστώς και έδρα

1.   Ο οργανισμός διαθέτει νομική προσωπικότητα.

2.   Σε κάθε κράτος μέλος, ο οργανισμός περιβάλλεται με την ευρύτερη δυνατή ικανότητα δικαίου που αναγνωρίζεται στα νομικά πρόσωπα από την εθνική του νομοθεσία. Μπορεί, ιδίως να αποκτά ή να εκποιεί κινητή ή ακίνητη περιουσία και να είναι διάδικος ενώπιον των δικαστηρίων.

3.   Ο διευθυντής εκπροσωπεί τον οργανισμό.

4.   Ο οργανισμός διαδέχεται νόμιμα το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης των φαινομένων ρατσισμού και ξενοφοβίας. Αναλαμβάνει όλα τα νομικά δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις ή τις οφειλές του κέντρου. Οι συμβάσεις απασχόλησης που συνάφθηκαν από το κέντρο πριν από την έκδοση του παρόντος κανονισμού εξακολουθούν να ισχύουν.

5.   Η έδρα του οργανισμού βρίσκεται στη Βιέννη.

Άρθρο 24

Προσωπικό

1.   Ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και οι ρυθμίσεις που θεσπίσθηκαν με κοινή συμφωνία των θεσμικών οργάνων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων με στόχο την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του εν λόγω καθεστώτος εφαρμόζονται στο προσωπικό και τον διευθυντή του οργανισμού.

2.   Ο οργανισμός ασκεί επί του προσωπικού του τις εξουσίες που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων αρχή από το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

3.   Το Διοικητικό Συμβούλιο, σε συμφωνία με την Επιτροπή, εγκρίνει τα απαραίτητα μέτρα εφαρμογής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

4.   Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να εγκρίνει διατάξεις που να επιτρέπουν σε εθνικούς εμπειρογνώμονες από τα κράτη μέλη να απασχολούνται με απόσπαση στον οργανισμό.

Άρθρο 25

Λεπτομέρειες σχετικά με τις γλώσσες

1.   Οι διατάξεις του κανονισμού αριθ. 1 της 15ης Απριλίου 1958 εφαρμόζονται στον οργανισμό.

2.   Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίζει σχετικά με τις εσωτερικές γλωσσικές ρυθμίσεις του οργανισμού.

3.   Οι μεταφραστικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του οργανισμού παρέχονται από το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 26

Προνόμια και ασυλίες

Το πρωτόκολλο για τα προνόμια και τις ασυλίες των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εφαρμόζεται στον οργανισμό.

Άρθρο 27

Αρμοδιότητες του Δικαστηρίου

1.   Η συμβατική ευθύνη του οργανισμού διέπεται από το εφαρμοστέο στην οικεία σύμβαση δίκαιο.

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι αρμόδιο να αποφασίζει δυνάμει ρήτρας διαιτησίας που περιέχεται σε σύμβαση που συνάπτει ο οργανισμός.

2.   Σε περίπτωση εξωσυμβατικής ευθύνης, ο οργανισμός υποκαθιστά, σύμφωνα με τις κοινές γενικές αρχές του δικαίου των κρατών μελών, τη ζημία που προκαλεί ο ίδιος ή οι υπάλληλοί του κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο για αγωγές αποζημίωσης σε περίπτωση οποιασδήποτε ζημίας.

3.   Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο επί των προσφυγών που ασκούνται κατά του οργανισμού, υπό τους όρους των άρθρων 230 και 232 της συνθήκης.

Άρθρο 28

Συμμετοχή και πεδίο εφαρμογής υποψήφιων χωρών και χωρών με τις οποίες έχει συναφθεί συμφωνία σταθεροποίησης και σύνδεσης

1.   Ο οργανισμός είναι ανοικτός στη συμμετοχή υποψήφιων χωρών ως παρατηρητών.

2.   Η συμμετοχή και οι σχετικές λεπτομέρειες καθορίζονται με απόφαση του εκάστοτε Συμβουλίου Σύνδεσης, λαμβανομένου υπόψη του ιδιαίτερου καθεστώτος κάθε χώρας. Η απόφαση αναφέρει ιδίως τη φύση, την έκταση και τον τρόπο με τον οποίο οι χώρες αυτές συμμετέχουν στο έργο του οργανισμού, εντός του πλαισίου που καθορίζεται στα άρθρα 4 και 5, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων σχετικά με τη συμμετοχή στις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει ο οργανισμός, τις χρηματοδοτικές συνεισφορές και το προσωπικό. Η απόφαση συνάδει προς τον παρόντα κανονισμό και προς τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Η απόφαση προβλέπει ότι η συμμετέχουσα χώρα μπορεί να διορίσει ένα ανεξάρτητο πρόσωπο το οποίο πληροί τα προσόντα για τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο α) ως παρατηρητή στο Διοικητικό Συμβούλιο χωρίς δικαίωμα ψήφου. Με απόφαση του Συμβουλίου Σύνδεσης, ο οργανισμός μπορεί να ασχοληθεί με ζητήματα θεμελιωδών δικαιωμάτων στην αντίστοιχη χώρα στο πλαίσιο του άρθρου 3 παράγραφος 1, στο βαθμό που απαιτείται για τη βαθμιαία ευθυγράμμιση της οικείας χώρας προς την κοινοτική νομοθεσία.

3.   Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα ύστερα από πρόταση της Επιτροπής, μπορεί να αποφασίσει να ζητήσει από χώρα με την οποία έχει συναφθεί συμφωνία σταθεροποίησης και σύνδεσης, να συμμετάσχει στον οργανισμό με το καθεστώς του παρατηρητή. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζεται η παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 29

Μεταβατικές ρυθμίσεις

1.   Η θητεία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Κέντρου Παρακολούθησης των Φαινομένων Ρατσισμού και Ξενοφοβίας («του κέντρου») λήγει στις 28 Φεβρουαρίου 2007.

2.   Όσον αφορά το διορισμό του Διοικητικού Συμβουλίου:

α)

Η Επιτροπή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα αμέσως μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού για να διασφαλίσει ότι το Διοικητικό Συμβούλιο που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 12 αρχίζει τις εργασίες του εν ευθέτω χρόνω.

β)

Εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα ονόματα των προσώπων που διόρισαν ως μέλη και αναπληρωματικά μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφοι 1 και 2. Μετά τη λήξη αυτής της περιόδου η Επιτροπή συγκαλεί το Διοικητικό Συμβούλιο υπό την προϋπόθεση ότι έχουν διοριστεί τουλάχιστον δέκα επτά μέλη. Στην περίπτωση αυτή και κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12 παράγραφος 8 οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία δύο τρίτων των ψήφων των διορισμένων μελών. Εφόσον έχουν διοριστεί είκοσι τρία μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου εφαρμόζεται το άρθρο 12 παράγραφος 8.

γ)

Κατά την πρώτη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου, αφού ολοκληρωθούν όλοι οι διορισμοί, η Επιτροπή επιλέγει με κλήρο 15 μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, η θητεία των οποίων θα λήξει, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12 παράγραφος 4, μετά το πέρας των τριών πρώτων ετών της θητείας τους.

3.   Οι ενδιαφερόμενοι αρχίζουν τη διαδικασία διορισμού διευθυντή του οργανισμού, όπως προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1, το συντομότερο δυνατόν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

4.   Ενώ εκκρεμεί η δημιουργία του Διοικητικού Συμβουλίου σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο β) και το άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 2, η Επιτροπή συγκαλεί προσωρινό Διοικητικό Συμβούλιο αποτελούμενο από πρόσωπα διορισμένα επί του παρόντος από τα κράτη μέλη, το Συμβούλιο της Ευρώπης και την Επιτροπής στο Διοικητικό Συμβούλιο του κέντρου βάσει του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1035/97. Εντολή του προσωρινού Διοικητικού Συμβουλίου είναι:

α)

η έκδοση γνώμης επί προτάσεως της Επιτροπής σχετικά με το κείμενο της προκήρυξης προς υποβολή υποψηφιοτήτων για τη θέση του διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 προκειμένου να αρχίσει η διαδικασία επιλογής·

β)

ο διορισμός, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, προσωρινού διευθυντή ή να παρατείνει την τρέχουσα θητεία του διευθυντή του κέντρου για τη συντομότερη δυνατή περίοδο, εκκρεμούσης της περάτωσης της διαδικασίας διορισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 3·

γ)

η έγκριση του προϋπολογισμού του οργανισμού για το 2007 σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 9 και ενός σχεδίου προϋπολογισμού για το 2008 σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5, και

δ)

η έγκριση της ετήσιας έκθεσης των δραστηριοτήτων του κέντρου για το 2006 σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 6 στοιχείο β).

5.   Έως ότου εγκριθεί το πρώτο πολυετές πλαίσιο για τον οργανισμό σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1, ο οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντά του στους θεματικούς τομείς της καταπολέμησης του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και συναφείς μορφές μισαλλοδοξίας σύμφωνα που προβλέπονται από το άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο β), με την επιφύλαξη της δεύτερης φράσης του άρθρου 5 παράγραφος 3.

Άρθρο 30

Αξιολογήσεις

1.   Ο οργανισμός διενεργεί τακτικά εκ των προτέρων και εκ των υστέρων αξιολογήσεις των δραστηριοτήτων του όταν αυτές απαιτούν σημαντικές δαπάνες. Ο διευθυντής κοινοποιεί στο Διοικητικό Συμβούλιο τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών.

2.   Ο οργανισμός διαβιβάζει ετησίως στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή κάθε πληροφορία σχετικά με το αποτέλεσμα των διαδικασιών αξιολόγησης.

3.   Το αργότερο την 31η Δεκεμβρίου 2011, ο οργανισμός ζητεί τη διενέργεια ανεξάρτητης εξωτερικής αξιολόγησης των επιτευγμάτων του κατά τη διάρκεια των πρώτων πέντε ετών λειτουργίας του βάσει συγγραφής υποχρεώσεων που εκδίδεται από το Διοικητικό Συμβούλιο σε συμφωνία με την Επιτροπή. Η αξιολόγηση:

α)

λαμβάνει υπόψη τα καθήκοντα του οργανισμού, τις μεθόδους εργασίας και τον αντίκτυπο του οργανισμού στην προστασία και προώθηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων·

β)

εξετάζει την πιθανή ανάγκη τροποποίησης των καθηκόντων του οργανισμού, του πεδίου εφαρμογής, των τομέων δραστηριότητας ή της δομής του·

γ)

περιλαμβάνει ανάλυση των αποτελεσμάτων των συνεργειών και των δημοσιονομικών επιπτώσεων κάθε ενδεχόμενης τροποποίησης των καθηκόντων, και

δ)

συνυπολογίζει τις απόψεις των ενδιαφερομένων, τόσο σε κοινοτικό όσο και σε εθνικό επίπεδο.

4.   Το Διοικητικό Συμβούλιο, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής καθορίζει τη χρονική στιγμή και το πεδίο των επακολούθων εξωτερικών αξιολογήσεων, που θα διενεργούνται σε περιοδική βάση.

Άρθρο 31

Επανεξέταση

1.   Το Διοικητικό Συμβούλιο εξετάζει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφοι 3 και 4 και υποβάλλει στην Επιτροπή τις συστάσεις που κρίνει απαραίτητες για τις μεταβολές στον οργανισμό, στις εργασιακές πρακτικές του και στο πεδίο της εντολής του. Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης και τις συστάσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, και τις δημοσιεύει.

2.   Μετά την εξέταση της έκθεσης αξιολόγησης και των συστάσεων, η Επιτροπή μπορεί να υποβάλει τυχόν προτάσεις τροποποίησης του παρόντος κανονισμού, εάν το κρίνει σκόπιμο.

Άρθρο 32

Έναρξη της λειτουργίας του οργανισμού

Ο οργανισμός αρχίζει να λειτουργεί από την 1η Μαρτίου 2007.

Άρθρο 33

Κατάργηση

1.   Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1035/97 καταργείται από την 1η Μαρτίου 2007.

2.   Οι αναφορές στον καταργηθέντα κανονισμό θεωρούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 34

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Μαρτίου 2007.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε όλα τα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 15 Φεβρουαρίου 2007.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

W. SCHÄUBLE


(1)  ΕΕ C 88 της 11.4.2006, σ. 37.

(2)  ΕΕ C 364 της 18.12.2000, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 151 της 10.6.1997, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1652/2003 (ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 33).

(4)  ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.

(5)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(6)  ΕΕ 17 της 6.10.1958, σ. 385/58. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1).

(7)  ΕΕ L 314 της 7.12.1994, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1645/2003 (ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 13).

(8)  ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 72.

(9)  ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1.

(10)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1995/2006 (ΕΕ L 390 της 30.12.2006, σ. 1).

(11)  ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 15.


Top