ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Βρυξέλλες, 23.7.2021
COM(2021) 417 final
ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ
ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2020
ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΑ
ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2020 ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΑ
1. Εισαγωγή
Η παρούσα είναι η 28η έκθεση σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, που υποβλήθηκε βάσει του άρθρου 9 του πρωτοκόλλου αριθ. 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όπως και η 26η και η 27η έκθεση, η παρούσα έκθεση καλύπτει τις σχέσεις της Επιτροπής με τα εθνικά κοινοβούλια, τα οποία διαδραματίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή των αρχών αυτών.
Το 2020, η Επιτροπή συνέχισε να ενσωματώνει τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας σε όλα τα στάδια της χάραξης πολιτικής με την έγκριση διαφόρων νέων μέτρων, και να βοηθά τα εθνικά κοινοβούλια να ασκούν τον έλεγχο της επικουρικότητας στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19.
Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρείχε διευκρινίσεις σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας σε διάφορες αποφάσεις, μία από τις οποίες επιβεβαίωσε την εγκυρότητα της οδηγίας για την απόσπαση εργαζομένων.
Παρά τις διαταραχές λόγω της πανδημίας, το 2020 υπήρξε στενότερη συνεργασία με τα εθνικά κοινοβούλια σε σύγκριση με το έτος θεσμικής μετάβασης 2019. Η Επιτροπή έλαβε 255 γνώμες από τα εθνικά κοινοβούλια, το ένα τέταρτο των οποίων αφορούσε την αντιμετώπιση της πανδημίας. Η μοναδική πρωτοβουλία που σχολιάστηκε περισσότερο από τα εθνικά κοινοβούλια ήταν η πρόταση για έναν ευρωπαϊκό νόμο για το κλίμα. Η Επιτροπή συνέχισε να συμμετέχει σε διακοινοβουλευτικές συνεδριάσεις, σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι στο παρελθόν, χάρη στις δυνατότητες που προσφέρει η τηλεδιάσκεψη, και η πρόεδρος της Επιτροπής συμμετείχε στη διάσκεψη των επιτροπών των εθνικών κοινοβουλίων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Διάσκεψη των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων των Κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, COSAC) για πρώτη φορά από το 2013.
2.
Εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας από τα θεσμικά όργανα
2.1.
Η Επιτροπή
Βελτίωση της νομοθεσίας
Το πρώτο πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής von der Leyen για το 2020 εγκρίθηκε τον Ιανουάριο του 2020 και προσαρμόστηκε τον Μάιο του 2020, ώστε να ληφθεί υπόψη η πανδημία COVID-19. Επανέλαβε τη δέσμευση της Επιτροπής για τεκμηριωμένες προτάσεις που είναι προσαρμοσμένες στις ανάγκες των πολιτών και των επιχειρήσεων, δεν συνεπάγονται περιττές επιβαρύνσεις και είναι εύκολο να εφαρμοστούν.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, η Επιτροπή προχώρησε με την εφαρμογή του θεματολογίου της για τη βελτίωση της νομοθεσίας και την ενσωμάτωση των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας σε όλα τα στάδια της διαδικασίας χάραξης πολιτικών. Αξιολόγησε τους υφιστάμενους νόμους και πλαίσια πολιτικής, προτού υποβάλει προτάσεις για την αναθεώρησή τους. Στο πλαίσιο των αξιολογήσεων αυτών εξετάστηκε, μεταξύ άλλων, αν τα ισχύοντα μέτρα πολιτικής παραμένουν κατάλληλα για τον επιδιωκόμενο σκοπό και σε ποιον βαθμό εξακολουθούν να συνάδουν με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.
Η δικτυακή πύλη «Πείτε την άποψή σας» αποδείχτηκε ότι είναι ένα χρήσιμο ενιαίο σημείο πρόσβασης, ώστε οι πολίτες και τα ενδιαφερόμενα μέρη να συμμετέχουν στην κατάρτιση πολιτικής της Επιτροπής. Η συνεκτίμηση των απόψεων των πολιτών, των επιχειρήσεων και άλλων ενδιαφερόμενων μερών έχει ουσιαστική σημασία για τη διασφάλιση της ποιότητας των προτάσεων της Επιτροπής. Δεδομένων των πρακτικών δυσκολιών που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν λόγω της πανδημίας οι συμμετέχοντες στη δικτυακή πύλη, η Επιτροπή επέκτεινε τις δημόσιες διαβουλεύσεις και παρείχε περισσότερες δυνατότητες ανατροφοδότησης για πρωτοβουλίες που πρόκειται να υλοποιηθούν το 2020 ή στις αρχές του 2021, παρατείνοντας, όπου είναι δυνατόν, την περίοδο διαβούλευσης έως και 6 εβδομάδες. Επίσης, αναμόρφωσε τη δικτυακή πύλη για να διευκολύνει τον εντοπισμό και την αναζήτηση πρωτοβουλιών. Η δικτυακή πύλη εντοπίζει πλέον σαφέστερα τις απόψεις των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών, ώστε να μπορούν να αναφέρονται διεξοδικά στις εκτιμήσεις επιπτώσεων και τις αξιολογήσεις.
Η ειδική ομάδα «Επικουρικότητα και αναλογικότητα — “Κάνουμε λιγότερα με πιο αποδοτικό τρόπο”» (στο εξής: ειδική ομάδα) πρότεινε την ανάληψη μεγαλύτερης δράσης, στο πλαίσιο του προγράμματος για τον έλεγχο της καταλληλότητας και της αποτελεσματικότητας της ενωσιακής νομοθεσίας (REFIT), με σκοπό την αξιολόγηση των πρακτικών, πραγματικών συνεπειών της νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων των κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων. Συνιστά επίσης τη συμμετοχή περισσότερων εκπροσώπων των τοπικών και περιφερειακών αρχών στην ομάδα εμπειρογνωμόνων που υποστηρίζει την εργασία αυτή. Αυτό οδήγησε την Επιτροπή, τον Μάιο του 2020, να δημιουργήσει την πλατφόρμα «Fit for Future», μια ομάδα εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου για να συμβουλεύει την Επιτροπή σχετικά με τη διατήρηση της ισχύουσας νομοθεσίας που είναι κατάλληλη για τον επιδιωκόμενο σκοπό, την ελαχιστοποίηση των επιβαρύνσεων και τη διασφάλιση της ανθεκτικότητας της νομοθεσίας στον χρόνο. Επωφελείται από την αυξημένη παρουσία τοπικών και περιφερειακών αρχών, μέσω της συμμετοχής τριών εκπροσώπων της Επιτροπής των Περιφερειών και του δικτύου περιφερειακών κόμβων της για την επανεξέταση της εφαρμογής των πολιτικών της ΕΕ, το έργο RegHub. Το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών της ομάδας θα προσδιορίζει τη νομοθεσία που πρέπει να αξιολογηθεί, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τον κατάλογο που έχει καταρτίσει η ειδική ομάδα. Θα εξετάζει επίσης τη νομοθετική πυκνότητα.
Βάσει των κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τη βελτίωση της νομοθεσίας και την «εργαλειοθήκη»
η Επιτροπή πρέπει να πραγματοποιεί ανάλυση της αρχής της επικουρικότητας στο πλαίσιο της εκτίμησης της συνεχιζόμενης συνάφειας και της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας των υφιστάμενων μέτρων, καθώς και όταν εξετάζει νέες πρωτοβουλίες. Η Επιτροπή αναλύει τόσο νομοθετικές όσο και μη νομοθετικές πρωτοβουλίες για την αρχή της επικουρικότητας και της αναλογικότητας. Η εν λόγω ανάλυση θα πρέπει να περιλαμβάνεται στο πλαίσιο κάθε εκτίμησης επιπτώσεων, αξιολόγησης και ελέγχου καταλληλότητας.
Εκτιμήσεις των επιπτώσεων
Η Επιτροπή λαμβάνει πάντα υπόψη τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας κατά τις εκτιμήσεις των επιπτώσεων των προτάσεων πολιτικής της. Σύμφωνα με την εργαλειοθήκη για τη βελτίωση της νομοθεσίας, θα πρέπει να εκπονηθεί χάρτης πορείας ή αρχική εκτίμηση επιπτώσεων για νομοθετικές προτάσεις, συμπεριλαμβανομένων προτάσεων για κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις που χαρακτηρίζονται ως «πολιτικά ευαίσθητες/σημαντικές» πρωτοβουλίες. Η εκτίμηση επιπτώσεων υποστηρίζει τις πράξεις αυτές, μόνον όταν οι αναμενόμενες οικονομικές, περιβαλλοντικές ή κοινωνικές επιπτώσεις της δράσης της ΕΕ είναι πιθανόν να είναι σημαντικές και η Επιτροπή διαθέτει τη διακριτική ευχέρεια ως προς το περιεχόμενο της πράξης. Εάν δεν διενεργηθεί εκτίμηση επιπτώσεων, η αιτιολογική έκθεση και, κατά περίπτωση, το αναλυτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που συνοδεύει την πρόταση καλύπτουν την αρχή της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.
Η Επιτροπή Ρυθμιστικού Ελέγχου
διενεργεί ανεξάρτητο έλεγχο ποιότητας σε όλες τις εκτιμήσεις επιπτώσεων. Το 2020 εξέδωσε 41 γνώμες σχετικά με τις εκτιμήσεις επιπτώσεων.
Μία από τις γνώμες αυτές αφορούσε την εκτίμηση των επιπτώσεων της πρότασης οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση
. Η Επιτροπή Ρυθμιστικού Ελέγχου ζήτησε καλύτερη τεκμηρίωση των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας στην πρόταση.
Στην αρχική της γνώμη, η Επιτροπή Ρυθμιστικού Ελέγχου ανέφερε ότι η εκτίμηση των επιπτώσεων «δεν ήταν επαρκώς σαφής ως προς τον τρόπο με τον οποίο η ανάλυση του προβλήματος αξιολογεί την ανεπάρκεια των κατώτατων μισθών στα κράτη μέλη» και δεν «τεκμηρίωνε επαρκώς τον τρόπο με τον οποίο η νομοθετική πρωτοβουλία συνάδει με την επιλεγείσα νομική βάση και τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας».
Η εκτίμηση των επιπτώσεων αναθεωρήθηκε στη συνέχεια για την καλύτερη αντιμετώπιση αυτών των πτυχών. Διευκρινίζει ότι η δράση σε επίπεδο ΕΕ είναι αποτελεσματικότερη από τη δράση σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά την ενίσχυση των συστημάτων καθορισμού των κατώτατων μισθών. Η δράση αυτή θα συμβάλει στη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά με την αντιμετώπιση των μεγάλων διαφορών στην κάλυψη και την επάρκεια των κατώτατων μισθών που δεν δικαιολογούνται από τις υποκείμενες οικονομικές συνθήκες, στόχος τον οποίο δεν μπορεί να επιτύχει επαρκώς η μη συντονισμένη δράση των κρατών μελών.
Όσον αφορά την αναλογικότητα, η εκτίμηση επιπτώσεων εξηγεί ότι η πρόταση σέβεται τις καθιερωμένες εθνικές παραδόσεις καθορισμού των κατώτατων μισθών, σεβόμενη πλήρως τις αρμοδιότητες των κρατών μελών και των κοινωνικών εταίρων να καθορίζουν το επίπεδο των κατώτατων μισθών τους και αφήνοντας όσο το δυνατόν μεγαλύτερο περιθώριο για εθνικές αποφάσεις. Η Επιτροπή υπέβαλε στην Επιτροπή Ρυθμιστικού Ελέγχου έναν «πίνακα επικουρικότητας» μαζί με την αναθεωρημένη εκτίμηση επιπτώσεων.
Αξιολογήσεις και έλεγχοι καταλληλότητας
Το 2020 η Επιτροπή ολοκλήρωσε 33 αξιολογήσεις, συμπεριλαμβανομένου ενός ελέγχου καταλληλότητας, και η Επιτροπή Ρυθμιστικού Ελέγχου εξέτασε 13 σημαντικές αξιολογήσεις, συμπεριλαμβανομένων δύο ελέγχων καταλληλότητας. Οι εν λόγω αξιολογήσεις κάλυπταν πολλές πτυχές, ορισμένες από τις οποίες ήταν ιδιαίτερα συναφείς ως προς την επικουρικότητα και την αναλογικότητα. Για παράδειγμα, η αξιολόγηση
της οδηγίας για τις βιομηχανικές εκπομπές, του κύριου μέσου της ΕΕ για τον έλεγχο και τον μετριασμό των επιπτώσεων των βιομηχανικών εκπομπών της ΕΕ στο περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία, υπογράμμισε τα σημαντικά οφέλη που προκύπτουν από την ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ σε σύγκριση με την ανάληψη δράσης μόνο σε εθνικό και υποεθνικό επίπεδο. Για παράδειγμα, η δράση της ΕΕ εξασφάλισε μια πιο συνεκτική προσέγγιση όσον αφορά την υιοθέτηση περιβαλλοντικά αποτελεσματικών προτύπων για τις βιομηχανικές εκπομπές με σχετικά περιορισμένες αποκλίσεις από το ένα κράτος μέλος στο άλλο.
Μηχανισμός ελέγχου της επικουρικότητας
Η Επιτροπή υλοποίησε τη δέσμευση που ανέλαβε ανταποκρινόμενη στη σύσταση της ειδικής ομάδας ότι θα πρέπει να εξαιρεθεί η περίοδος από 20 Δεκεμβρίου έως 10 Ιανουαρίου κατά τον καθορισμό του διαστήματος οκτώ εβδομάδων εντός του οποίου τα εθνικά κοινοβούλια πρέπει να αποστείλουν αιτιολογημένες γνώμες. Αυτό συνέβη για πρώτη φορά κατά την περίοδο των διακοπών των Χριστουγέννων και του Νέου Έτους το 2019-2020, και πάλι κατά την ίδια περίοδο 2020-2021. Όσον αφορά τη δέσμευσή της να καταρτίζει συγκεντρωτικές απαντήσεις στις αιτιολογημένες γνώμες που εξέδωσαν τα εθνικά κοινοβούλια που αντιπροσωπεύουν επτά ή περισσότερες ψήφους στο πλαίσιο του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας, καμία από τις νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής δεν οδήγησε στον απαιτούμενο αριθμό αιτιολογημένων γνωμών για την επίτευξη του εν λόγω ορίου.
Σε επιστολή που απηύθυνε στα εθνικά κοινοβούλια στις 8 Απριλίου 2020, ο αντιπρόεδρος Šefčovič αναγνώρισε ότι, εξαιτίας της κρίσης της COVID-19, ήταν δύσκολο για τα κοινοβούλια να ελέγξουν τη συμμόρφωση των νομοθετικών προτάσεων με την αρχή της επικουρικότητας εντός των 8 εβδομάδων που ορίζονται στο πρωτόκολλο αριθ. 2 των Συνθηκών. Δεσμεύτηκε να διευκολύνει τη διαδικασία με δύο τρόπους.
·Ακόμη και αν οι γνώμες των εθνικών κοινοβουλίων που εκφράζουν ανησυχίες σχετικά με την επικουρικότητα όσον αφορά νομοθετικές προτάσεις (αιτιολογημένες γνώμες) ελήφθησαν εκπρόθεσμα, η Επιτροπή θα τις λάβει υπόψη της, γνωστοποιώντας τις εν λόγω γνώμες στο αρμόδιο μέλος της Επιτροπής και παρέχοντας ουσιαστική δημόσια απάντηση. Τρία εθνικά κοινοβούλια αξιοποίησαν τη δυνατότητα αυτή και εξέδωσαν γνώμες σχετικά με τον ευρωπαϊκό νόμο για το κλίμα.
·Η Επιτροπή θα ενημερώνει επίσης αμέσως τα εθνικά κοινοβούλια κατά την έγκριση νομοθετικής πρότασης με στόχο τον μετριασμό των επιπτώσεων της κρίσης της COVID-19, η έγκριση της οποίας από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενδέχεται να χρειαστεί να πραγματοποιηθεί εντός διαστήματος μικρότερου των 8 εβδομάδων, σύμφωνα με τη διαδικασία του επείγοντος που προβλέπεται στο άρθρο 4 του πρωτοκόλλου αριθ. 1 των Συνθηκών. Το 2020 διαβίβασε τέτοιου είδους προειδοποιήσεις στα εθνικά κοινοβούλια επτά φορές.
2.2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Το 2020 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έλαβε επισήμως 134 υπομνήματα από εθνικά κοινοβούλια στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου αριθ. 2 σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας. Από αυτά τα 134 υπομνήματα, οι 13 ήταν αιτιολογημένες γνώμες και οι 121 απαντήσεις (παρατηρήσεις που δεν εγείρουν ανησυχίες σχετικά με την επικουρικότητα). Συγκριτικά, το 2019 υποβλήθηκαν 62 υπομνήματα, κανένα από τα οποία δεν ήταν αιτιολογημένη γνώμη.
Δυνάμει του παραρτήματος VΙ του κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Επιτροπή Νομικών Θεμάτων (JURI) έχει την πλήρη αρμοδιότητα για την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας. Κάθε έξι μήνες, διορίζει ένα από τα μέλη της στη θέση του μόνιμου εισηγητή για την επικουρικότητα βάσει της εκ περιτροπής θητείας μεταξύ των πολιτικών ομάδων. Ο κ. Gilles Lebreton (ομάδα Ταυτότητας και Δημοκρατίας) ήταν ο μόνιμος εισηγητής κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020, τον οποίο διαδέχθηκε η κ. Karen Melchior (ομάδα Renew Europe) για το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Οι αιτιολογημένες γνώμες που ελήφθησαν και επιβεβαιώθηκαν από την επιτροπή JURI περιλαμβάνονται για ενημέρωση στην ημερήσια διάταξη της επόμενης συνεδρίασης.
Επίσης, η επιτροπή JURI συντάσσει τακτικά έκθεση με αντικείμενο τις ετήσιες εκθέσεις της Επιτροπής για την επικουρικότητα και την αναλογικότητα. Η επικείμενη έκθεση, για την οποία ο κ. Mislav Kolakušić (μη εγγεγραμμένο μέλος) ορίστηκε εισηγητής, θα καλύπτει τα έτη 2017, 2018 και 2019. Η επιτροπή JURI συμβάλλει επίσης στις εξαμηνιαίες εκθέσεις της COSAC σχετικά με ζητήματα που άπτονται της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.
Η Υπηρεσία Έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου συνέχισε να επικουρεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην ενσωμάτωση των πτυχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας στο έργο του:
·ελέγχοντας συστηματικά τις πτυχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας στις εκτιμήσεις επιπτώσεων της Επιτροπής και εστιάζοντας στις ανησυχίες που εκφράσθηκαν, κυρίως από τα εθνικά κοινοβούλια και την Επιτροπή των Περιφερειών·
·εξασφαλίζοντας ότι οι αρχές αυτές τηρούνται πλήρως στο έργο του ίδιου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, για παράδειγμα με τη διενέργεια εκτιμήσεων των επιπτώσεων των δικών του ουσιωδών τροπολογιών ή με την ανάλυση της προστιθέμενης αξίας των προτάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για νέα νομοθεσία με βάση το άρθρο 225 της ΣΛΕΕ, και του κόστους που συνεπάγεται η μη ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ·
·ελέγχοντας τις πτυχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας κατά την εκπόνηση εκτιμήσεων επιπτώσεων, εστιάζοντας στην προστιθέμενη αξία της ΕΕ.
Το 2020 εκπόνησε 5 αρχικές αξιολογήσεις των εκτιμήσεων επιπτώσεων της Επιτροπής, 1 εκτίμηση επιπτώσεων, 13 εκ των υστέρων ευρωπαϊκές αξιολογήσεις εφαρμογής, 3 έγγραφα με τίτλο «Εφαρμογή στην πράξη», 2 άλλες εκ των υστέρων αξιολογήσεις, 2 κυλιόμενους καταλόγους ελέγχου, 2 εκθέσεις σχετικά με το κόστος της μη Ευρώπης, 9 εκτιμήσεις ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας, 5 έγγραφα προστιθέμενης αξίας υφιστάμενων πολιτικών της ΕΕ, 1 ανάλυση ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας και 6 αξιολογήσεις υλοποίησης. Δρομολόγησε μια νέα σειρά εκδόσεων για τα εθνικά κοινοβούλια και τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, με σκοπό να παράσχει επισκόπηση του τρόπου με τον οποίο τα εθνικά κοινοβούλια είναι διαρθρωμένα και του πώς επεξεργάζονται, ελέγχουν και ασχολούνται με τη νομοθεσία της ΕΕ, και δημοσίευσε τα πρώτα δύο ενημερωτικά σημειώματα αυτής της σειράς.
2.3. Το Συμβούλιο
Στα συμπεράσματά του της 27ης Φεβρουαρίου 2020 για τη βελτίωση της νομοθεσίας με τίτλο «Εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας και της βιώσιμης, και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης»
, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Συμβούλιο) «υπογράμμισε ότι, προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα, τα μέτρα που περιέχονται στις νέες προτάσεις της Επιτροπής θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και την ισότητα ενώπιον του νόμου, καθώς και αρχές της επικουρικότητας, της αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου, και ιδίως να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ), συμπεριλαμβανομένων των πολύ μικρών επιχειρήσεων».
Όσον αφορά την αρχή της αναλογικότητας, τόνισε περαιτέρω «τη σημασία των ΜΜΕ, συμπεριλαμβανομένων των πολύ μικρών επιχειρήσεων, ως βασικής κινητήριας δύναμης για την καινοτομία, την πράσινη μετάβαση, την ψηφιοποίηση, την απασχόληση, τη βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή στις κοινωνίες μας». Πρόσθεσε ότι «τα συμφέροντα και οι ανάγκες των ΜΜΕ, συμπεριλαμβανομένων των πολύ μικρών επιχειρήσεων, θα πρέπει να προσδιορίζονται καλύτερα σε όλα τα στάδια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων σε επίπεδο ΕΕ, προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι η νομοθεσία θα είναι σαφής και προβλέψιμη με το ελάχιστο κόστος και αναλογική ως προς το μέγεθος των επιχειρήσεων».
Στις 16 Νοεμβρίου 2020 το Συμβούλιο ενέκρινε συμπεράσματα σχετικά με «ρυθμιστικά δοκιμαστήρια και ρήτρες πειραματισμού ως εργαλεία για ένα φιλικό προς την καινοτομία, διαχρονικό και ανθεκτικό κανονιστικό πλαίσιο που αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις διαταρακτικές προκλήσεις στην ψηφιακή εποχή»
, επισημαίνοντας ότι οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας θα πρέπει πάντα να τηρούνται και να προωθούνται, καθώς και η αρχή της προφύλαξης, και παραπέμποντας στα προηγούμενα συμπεράσματά του τού Μαΐου του 2016
σχετικά με τις εν λόγω αρχές.
Πέραν των υποχρεώσεων της Συνθήκης, το Συμβούλιο ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με τις γνώμες των εθνικών κοινοβουλίων όσον αφορά τις νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής. Το 2020 η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου υπέβαλε στις αντιπροσωπείες 99 γνώμες που εκδόθηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας πολιτικού διαλόγου. Έλαβε 9 αιτιολογημένες γνώμες βάσει του πρωτοκόλλου αριθ. 2.
2.4. Η Επιτροπή των Περιφερειών
Στις 8 Μαΐου 2020 η Επιτροπή των Περιφερειών (στο εξής: ΕτΠ) εξέδωσε δήλωση σχετικά με την απάντηση στην κρίση της COVID-19
, στην οποία ζητούσε μεγαλύτερη στήριξη των περιφερειακών και τοπικών αρχών και συνεργατική επανεξέταση των αρμοδιοτήτων στον τομέα της υγείας, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας. Τόνισε ότι, ακόμη και κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, τα μέτρα έκτακτης ανάγκης πρέπει να είναι αναλογικά, χρονικά περιορισμένα και να υπόκεινται σε δημοκρατικό έλεγχο και να τηρούν τις αρχές της επικουρικότητας και της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης.
Στις 2 Ιουλίου 2020 η ΕτΠ καθόρισε τις προτεραιότητές της για την περίοδο 2020-2025 στο ψήφισμά της με τίτλο «Η Ευρώπη πιο κοντά στους πολίτες μέσω των χωριών, των πόλεων και των περιφερειών της»
, εκφράζοντας «την αποφασιστικότητά της να συνεχίσει να βελτιώνει την ποιότητα της νομοθεσίας της ΕΕ και να προβλέπει καλύτερα τον εδαφικό της αντίκτυπο, αλλά και να προωθεί την αρχή της ενεργού επικουρικότητας. Τόνισε επίσης ότι «η πανδημία καταδεικνύει τη σημασία της ορθής εφαρμογής της αρχής της ενεργού επικουρικότητας, καθώς και τον καθοριστικό ρόλο των τοπικών και περιφερειακών αρχών, αφενός, και την ανάγκη συντονισμού και στήριξης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αφετέρου». Όσον αφορά το 2021, ανακοίνωσε ότι θα παρακολουθεί ενδελεχώς τις νέες πρωτοβουλίες πολιτικής της ΕΕ προκειμένου να διασφαλιστεί ότι συμπεριλαμβάνουν την εδαφική διάσταση και πληρούν την απαίτηση προστιθέμενης αξίας της ΕΕ, σύμφωνα με τις συστάσεις της ειδικής ομάδας «Επικουρικότητα και αναλογικότητα — “Κάνουμε λιγότερα με πιο αποδοτικό τρόπο”» και τις «Κατευθυντήριες γραμμές για τη βελτίωση της νομοθεσίας».
Στις 12 Οκτωβρίου 2020 η ΕτΠ δημοσίευσε την πρώτη της έκδοση του ετήσιου περιφερειακού και τοπικού βαρόμετρου της ΕΕ
, εστιάζοντας κυρίως στον αντίκτυπο της πανδημίας COVID-19. Σύμφωνα με την έκθεση, οι περιφερειακές και τοπικές αρχές της ΕΕ βρίσκονται στην πρώτη γραμμή για την αντιμετώπιση της κρίσης στον τομέα της υγείας και διαδραματίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στην επιτυχή οικονομική ανάκαμψη. Στα βασικά πορίσματά της, ζητεί μεγαλύτερη συμμετοχή των περιφερειακών και τοπικών αρχών στη διακυβέρνηση των ενωσιακών και των εθνικών σχεδίων ανάκαμψης, συνιστώντας την ενσωμάτωση ενός κώδικα δεοντολογίας από το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο —ως μηχανισμό διακυβέρνησης του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας— για τη συμμετοχή των περιφερειακών και τοπικών αρχών, σύμφωνα με την ενεργό επικουρικότητα. Στην έκθεση ζητείται επίσης η ενεργός συμμετοχή των περιφερειών και των πόλεων στην κατάρτιση των εθνικών σχεδίων, ώστε να διασφαλιστεί η συμπληρωματικότητά τους με τις περιφερειακές και τοπικές στρατηγικές ανάκαμψης. Τέλος, ως πρακτική εφαρμογή της αρχής της ενεργού επικουρικότητας, προτείνει να διοργανώσουν η ΕτΠ και η Επιτροπή ετήσιο φόρουμ για την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητα, προκειμένου να εξακριβωθεί αν το σχέδιο ανάκαμψης τίθεται στην υπηρεσία των δήμων και των περιφερειών.
Στις 2 Ιουλίου 2020 η ΕτΠ ενέκρινε ψήφισμα σχετικά με το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2021
. Ενθάρρυνε την Επιτροπή να επιδιώξει τη συνεργασία για την προαγωγή της έννοιας της «ενεργού επικουρικότητας», μεταξύ άλλων μέσω του δικτύου περιφερειακών κόμβων της ΕτΠ για την επισκόπηση της υλοποίησης της πολιτικής της ΕΕ (RegHub)
, και να παρέχει στήριξη στην ΕτΠ κατά την ανάπτυξη του έργου RegHub 2.0 για την παροχή ανάδρασης με βάση την εμπειρία των χρηστών όσον αφορά την υλοποίηση των πολιτικών της EE σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Κατά τη διάρκεια του Οκτωβρίου του 2020 η ΕτΠ ενέκρινε τη συνέχιση αυτού του έργου και υποδέχθηκε νέα μέλη στο δίκτυο
. Η νέα πλατφόρμα «Fit for Future» της Επιτροπής ενσωματώνει άμεσα το RegHub στη δομή της ως δίκτυο εμπειρογνωμόνων, ενώ η ίδια η ΕτΠ εκπροσωπείται από τρία μέλη της στην ομάδα διακυβέρνησης της πλατφόρμας. Με τον τρόπο αυτόν διευρύνεται σημαντικά ο ρόλος της ΕτΠ και διασφαλίζεται καλύτερα η εφαρμογή της αρχής της ενεργού επικουρικότητας καθ’ όλη τη διάρκεια του νομοθετικού κύκλου
.
Η ΕτΠ εκτίμησε τη συμμόρφωση με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας στις νομοθετικές προτάσεις επί των οποίων εξέδωσε γνώμες το 2020. Οι εν λόγω γνώμες περιλάμβαναν άμεση εκτίμηση της συμμόρφωσης με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας ή συγκεκριμένες συστάσεις για τη βελτίωση της συμμόρφωσης.
Το 2020 η ΕτΠ εφάρμοσε το πρόγραμμα εργασίας της για την επικουρικότητα ως πρακτικό μέσο ετήσιας παρακολούθησης της αρχής της επικουρικότητας. Η ομάδα καθοδήγησης για την επικουρικότητα, υπό την προεδρία του πρώην προέδρου της ΕτΠ, Karl-Heinz Lambertz, προσδιόρισε πέντε πρωτοβουλίες προτεραιότητας για το πρόγραμμα εργασίας του 2020 για την επικουρικότητα: ψηφιακές υπηρεσίες, Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, προστασία του περιβάλλοντός μας, κοινωνική Ευρώπη και ένα νέο σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο.
Η ΕτΠ ενέκρινε ψήφισμα με θέμα «Η Πράσινη Συμφωνία σε συνεργασία με τις τοπικές και τις περιφερειακές αρχές», με το οποίο ζητεί «την επίτευξη απτών αποτελεσμάτων επί τόπου με τη βοήθεια της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης και της ενεργού επικουρικότητας». Εξέδωσε γνωμοδότηση σχετικά με την πρόταση κανονισμού για τη θέσπιση πλαισίου με στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας (ευρωπαϊκός νόμος για το κλίμα), τονίζοντας τη σημασία της επίτευξης του στόχου σύμφωνα με τον οποίο «όλα τα μέτρα της ΕΕ τηρούν την αρχή του «μη βλάπτειν» και, σύμφωνα με την αρχή της ενεργού επικουρικότητας, σέβονται πλήρως όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης ως εταίρους στην ευρωπαϊκή διαδικασία λήψης αποφάσεων και όχι ως ενδιαφερόμενα μέρη». Επίσης, υιοθέτησε γνωμοδότηση με θέμα το ευρωπαϊκό σύμφωνο για το κλίμα, θεωρώντας ότι αποτελεί τεράστια ευκαιρία για την εφαρμογή της αρχής της ενεργού επικουρικότητας, δεδομένου ότι οι στόχοι του συμφώνου συμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό με τους κύριους στόχους της προσέγγισης της ενεργού επικουρικότητας: ανάπτυξη ενός χωρίς αποκλεισμούς και εποικοδομητικού τρόπου εργασίας, που αξιοποιεί πλήρως τις δυνατότητες του πολυεπίπεδου δημοκρατικού και διοικητικού πλαισίου της Ένωσης.
Το 2020 υποβλήθηκαν 18 εισηγήσεις σχετικά με την επικουρικότητα και την αναλογικότητα στο REGPEX, το υποδίκτυο του δικτύου παρακολούθησης της επικουρικότητας, το οποίο είναι ανοικτό σε κοινοβούλια και κυβερνήσεις περιφερειών με νομοθετικές εξουσίες για την υποστήριξη της συμμετοχής τους στην πρώιμη φάση της νομοθετικής διαδικασίας (έλεγχος επικουρικότητας). Λεπτομέρειες σχετικά με τις εν λόγω εισηγήσεις και σύνδεσμοι προς τις προτάσεις της Επιτροπής τις οποίες αφορούν διατίθενται στον δικτυακό τόπο του REGPEX.
2.5.
Το Δικαστήριο
της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Το 2020 το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Δικαστήριο) δεν χρειάστηκε να αποφανθεί επί εικαζόμενων παραβιάσεων της αρχής της επικουρικότητας.
Σε αρκετές υποθέσεις στις οποίες η αρχή της αναλογικότητας προβλήθηκε για να τεθεί υπό αμφισβήτηση η νομοθεσία της ΕΕ, το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι θα πρέπει να παρασχεθεί στον νομοθέτη της ΕΕ ευρεία εξουσία εκτίμησης σε τομείς στους οποίους η δράση του συνεπάγεται επιλογές πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής φύσεως εκ μέρους του και όταν καλείται να προβεί σε σύνθετες εκτιμήσεις. Η νομιμότητα του μέτρου που λαμβάνεται στους τομείς αυτούς μπορεί να επηρεαστεί, μόνον αν το μέτρο είναι προδήλως ακατάλληλο σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό.
Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε επομένως την εγκυρότητα της οδηγίας (ΕΕ) 2018/957 για την τροποποίηση της οδηγίας σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων βάσει της αρχής της αναλογικότητας κατά την απόρριψη προσφυγών ακυρώσεως που ασκήθηκαν από δύο κράτη μέλη. Υπενθύμισε ότι η αρχή της αναλογικότητας απαιτεί τα μέτρα που περιέχονται στη νομοθεσία της ΕΕ να είναι πρόσφορα για την επίτευξη των θεμιτών στόχων της και να μην υπερβαίνουν τα αναγκαία όρια για την επίτευξή τους.
Το Δικαστήριο, παραπέμποντας στην εξουσία εκτιμήσεως που πρέπει να αναγνωρίζεται στον νομοθέτη της Ένωσης κατά τη ρύθμιση της απόσπασης εργαζομένων με σκοπό την παροχή υπηρεσιών, έκρινε ότι το εφαρμοστέο κριτήριο δεν είναι αν ένα μέτρο που θεσπίστηκε στον τομέα αυτόν ήταν το μόνο ή το καλύτερο δυνατό μέτρο, καθόσον η νομιμότητα του μέτρου μπορεί να επηρεαστεί μόνον όταν αυτό είναι προδήλως ακατάλληλο σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι η ευρεία εξουσία του νομοθέτη της Ένωσης δεν αφορά μόνο τη φύση και το περιεχόμενο των επίμαχων μέτρων, αλλά επίσης, σε ορισμένο βαθμό, τη διαπίστωση των βασικών στοιχείων. Ωστόσο, ακόμη και όταν διαθέτει ευρεία εξουσία εκτιμήσεως, ο νομοθέτης της Ένωσης οφείλει να στηρίζει την επιλογή του σε αντικειμενικά κριτήρια και να εξετάζει αν οι σκοποί που επιδιώκονται με το επιλεγέν μέτρο είναι ικανοί να δικαιολογήσουν αρνητικές οικονομικές συνέπειες, ακόμη και σημαντικές, για ορισμένους επιχειρηματίες.
Τα σχέδια νομοθετικών πράξεων πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι οι επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς θα είναι, αφενός, οι χαμηλότερες δυνατές και, αφετέρου, προσαρμοσμένες στον επιδιωκόμενο σκοπό. Το Δικαστήριο έκρινε ότι τα δύο κράτη μέλη που αμφισβήτησαν τη νομιμότητά της δεν απέδειξαν ότι οι τροποποιήσεις που επέφερε η οδηγία (ΕΕ) 2018/597 υπερέβαιναν το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη των σκοπών της, ήτοι της διασφάλισης της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών σε δίκαιη βάση και της εξασφάλισης μεγαλύτερης προστασίας στους εργαζομένους.
Το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη μόνο το νομικό πλαίσιο εντός του οποίου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη οδηγία. Επισήμανε επίσης ότι ο νομοθέτης της Ένωσης δεν υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη, καθόσον έλαβε υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία και τις σχετικές περιστάσεις της κατάστασης στη ρύθμιση της οποίας απέβλεπε η οδηγία.
3.
Εφαρμογή του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας από τα εθνικά κοινοβούλια
Η Επιτροπή έλαβε εννέα αιτιολογημένες γνώμες από τα εθνικά κοινοβούλια το 2020. Αριθμός μεγαλύτερος σε σχέση με το 2019, όταν, για πρώτη φορά από τη θέσπιση του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας, δεν ελήφθη αιτιολογημένη γνώμη. Ωστόσο, ο αριθμός αυτός είναι επίσης μικρότερος σε σχέση με τα προηγούμενα έτη, τόσο σε απόλυτους αριθμούς όσο και σε αναλογία με τον συνολικό αριθμό γνωμών που διαβίβασαν τα εθνικά κοινοβούλια ή με τον συνολικό αριθμό γνωμών επί προτάσεων της Επιτροπής που υπόκεινται στον μηχανισμό ελέγχου της επικουρικότητας (βλ. επίσης το διάγραμμα «Είδη γνωμών» στο τμήμα 4).
Μεταξύ των 9 αιτιολογημένων γνωμών που ελήφθησαν το 2020, τρεις, από το αυστριακό Bundesrat, το γαλλικό Sénat και το ολλανδικό Eerste Kamer, αφορούσαν την πρόταση του κανονισμού για τη θέσπιση πλαισίου με στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας (ευρωπαϊκός νόμος για το κλίμα) ο οποίος εγκρίθηκε από την Επιτροπή στις 4 Μαρτίου 2020.
Η εν λόγω πρόταση αποσκοπούσε i) στην κατοχύρωση του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας για το 2050, που ορίζεται στη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, ii) στον καθορισμό μακροπρόθεσμης πολιτικής κατεύθυνσης, iii) στην εξασφάλιση προβλεψιμότητας για τους επενδυτές και iv) στη διασφάλιση της διαφάνειας και της λογοδοσίας. Περιλάμβανε μέτρα για την παρακολούθηση της προόδου και την ανάλογη προσαρμογή των δράσεων, ενώ παράλληλα ασχολήθηκε με την πορεία επίτευξης του στόχου για το 2050, συμπεριλαμβανομένου του ενδιάμεσου στόχου για το 2030, ο οποίος θα καθοριστεί βάσει συνολικής εκτίμησης επιπτώσεων.
Η Επιτροπή έλαβε 9 γνώμες από 7 κοινοβουλευτικά σώματα σχετικά με την αρχική αυτή πρόταση, συμπεριλαμβανομένων των 3 αιτιολογημένων γνωμών, και στη συνέχεια 3 γνώμες από 3 ακόμη σώματα σχετικά με την τροποποιημένη πρόταση που υποβλήθηκε τον Σεπτέμβριο για τον καθορισμό του κλιματικού στόχου της Ένωσης έως το 2030 με σκοπό τη μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55 % σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Ένα άλλο κοινοβουλευτικό σώμα απάντησε στη δημόσια διαβούλευση που δρομολόγησε η Επιτροπή από τον Μάρτιο έως τον Ιούνιο σχετικά με το επίπεδο φιλοδοξίας του στόχου για το 2030.
Και τα τρία κοινοβουλευτικά σώματα που υπέβαλαν αιτιολογημένες γνώμες απέρριψαν την προτεινόμενη χρήση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων για τον καθορισμό της πορείας μεταξύ του στόχου μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030 και του στόχου για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050. Επιπλέον, το ολλανδικό Eerste Kamer ήταν της άποψης ότι η χρήση του άρθρου 192 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (η συνήθης νομοθετική διαδικασία) και όχι του άρθρου 192 παράγραφος 2 (ομοφωνία) δεν ήταν ανάλογη με τη σημασία και το πεδίο εφαρμογής της πρότασης.
Οι περισσότερες γνώμες που διαβιβάστηκαν στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου, μολονότι κατά γενικό κανόνα υποστηρίζουν τους στόχους της πρότασης, συμμερίζονταν τις ανησυχίες που εκφράστηκαν στις αιτιολογημένες γνώμες σχετικά με τη χρήση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων για τον καθορισμό της πορείας 2030-2050. Ορισμένα κοινοβουλευτικά σώματα ζήτησαν επίσης να λαμβάνεται υπόψη το συγκεκριμένο ενεργειακό μείγμα και η δυνατότητα προσαρμογής κάθε κράτους μέλους ή να επαφίενται στα κράτη μέλη ο τρόπος και το χρονοδιάγραμμα για την επίτευξη των στόχων για το 2050. Άλλα ζήτησαν να βασιστεί η πορεία για την επίτευξη των στόχων στη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και όχι στην πυρηνική ενέργεια ή να τεθεί ένας ακόμη ενδιάμεσος στόχος για το 2040. Ένα άλλο αίτημα ήταν να προσαρμοστεί η χρηματοδοτική στήριξη της ΕΕ στη χρηματοδοτική ικανότητα κάθε κράτους μέλους.
Στις απαντήσεις της, η Επιτροπή εξήγησε ότι θα χρησιμοποιήσει την πορεία ως εργαλείο για την αξιολόγηση της προόδου προς την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας, καθώς και για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των υφιστάμενων πολιτικών. Τα σημεία έναρξης και λήξης αυτής της πορείας, καθώς και τα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό της, έπρεπε να καθοριστούν από τους συννομοθέτες, έτσι ώστε η εξουσιοδότηση να μην περιλάμβανε κανένα «ουσιώδες στοιχείο» κατά την έννοια του άρθρου 290 της ΣΛΕΕ. Η Επιτροπή ανέφερε επίσης ότι το άρθρο 192 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ ήταν η ορθή νομική βάση, υπό το πρίσμα των στόχων της πρότασης. Υπενθύμισε ότι για τη νομοθετική διαδικασία, η νομική βάση του άρθρου 192 παράγραφος 2 αποτελεί εξαίρεση από τη γενική περίπτωση του άρθρου 192 παράγραφος 1 και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικά, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου.
Η Επιτροπή διευκρίνισε επίσης ότι η ανάπτυξη ενός τομέα ηλεκτρικής ενέργειας που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελεί σημαντικό μέρος της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, ωστόσο αποσαφήνισε ότι η πρόταση, με τον μη καθορισμό συγκεκριμένης πορείας για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας, σέβεται πλήρως τα δικαιώματα των κρατών μελών να καθορίζουν το δικό τους ενεργειακό μείγμα. Τόνισε την ισχυρή στήριξη που θα λάβουν οι στόχοι της ΕΕ για το κλίμα μέσω του μελλοντικού μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού της ΕΕ, ο οποίος θα ενισχυθεί προσωρινά από το νέο μέσο ανάκαμψης, «NextGenerationEU». Υπογράμμισε επίσης ότι ο Μηχανισμός Δίκαιης Μετάβασης θα παρέχει στοχευμένη στήριξη στις περιφέρειες και στους τομείς που επηρεάζονται περισσότερο από τη μετάβαση στην πράσινη οικονομία, έτσι ώστε η μετάβαση να μπορεί να πραγματοποιηθεί δίκαια και χωρίς αποκλεισμούς και χωρίς να εξαιρείται κανείς.
Δύο άλλες αιτιολογημένες γνώμες από το δανικό Folketing και το σουηδικό Riksdag αφορούσαν την πρόταση οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία εγκρίθηκε στις 28 Οκτωβρίου 2020 από την Επιτροπή. Τόσο το Folketing όσο και το Riksdag έκριναν ότι η πρόταση υπερέβαινε τις αρμοδιότητες της ΕΕ στον τομέα αυτόν και ότι τα μέτρα διαμόρφωσης των μισθών ρυθμίζονται καλύτερα σε εθνικό επίπεδο. Κατά την άποψή τους, ο στόχος της πρότασης, δηλαδή να εξασφαλιστεί ότι οι εργαζόμενοι έχουν πρόσβαση σε κατώτατους μισθούς που θα τους επιτρέπουν να έχουν ένα εύλογο βιοτικό επίπεδο οπουδήποτε και αν εργάζονται στην ΕΕ, θα μπορούσε να επιτευχθεί επαρκώς σε εθνικό επίπεδο. Το Folketing θεώρησε ότι η πρόταση δεν σέβεται τη συμβατική ελευθερία των κοινωνικών εταίρων, ενώ επιτεύχθηκαν καλύτερα αποτελέσματα όσον αφορά τους υψηλότερους μισθούς ή τον μικρότερο αριθμό χαμηλόμισθων εργαζομένων, όταν οι εθνικές αρχές δεν συμμετείχαν στον καθορισμό των κριτηρίων για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και στην επιβολή τους. Κατά την άποψη του Riksdag, δεν υπήρχε σαφής διασυνοριακή διάσταση, καθώς οι όροι και τα συστήματα διαμόρφωσης των μισθών διέφεραν σημαντικά από τη μια χώρα στην άλλη και η δράση της ΕΕ στον τομέα αυτόν δεν είχε προστιθέμενη αξία.
Το τσεχικό Senát δεν απέστειλε αιτιολογημένη γνώμη, ωστόσο, συμμερίζεται τις ανησυχίες του Folketing και του Riksdag σχετικά με τις αρμοδιότητες της ΕΕ και αμφισβήτησε την αναλογικότητα της πρότασης, θεωρώντας ότι μια σύσταση του Συμβουλίου θα ήταν καταλληλότερη από μια οδηγία.
Η Επιτροπή απάντησε ότι η πρόταση αποσκοπούσε στην προώθηση των συλλογικών μισθολογικών διαπραγματεύσεων σε όλα τα κράτη μέλη, χωρίς να τίθενται υπό αμφισβήτηση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εθνικών συστημάτων και παραδόσεων. Σεβάστηκε απόλυτα τις εθνικές αρμοδιότητες και την αυτονομία των κοινωνικών εταίρων, χωρίς να επιδιώκει την εναρμόνιση του επιπέδου των κατώτατων μισθών σε ολόκληρη την ΕΕ ή τη θέσπιση ενιαίου μηχανισμού για τον καθορισμό των κατώτατων μισθών σε όλα τα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, τήρησε τους περιορισμούς που καθορίζονται στη νομική βάση της, ήτοι το άρθρο 153 της ΣΛΕΕ. Η Επιτροπή εξήγησε επίσης ότι μια οδηγία είναι πιο αποτελεσματική από μια σύσταση, καθώς παρέχει βεβαιότητα σχετικά με τον δεσμευτικό χαρακτήρα των απαιτήσεων που πρέπει να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη, αφήνοντάς τους παράλληλα το περιθώριο να αποφασίζουν σχετικά με τις μορφές και τις μεθόδους εφαρμογής, συμπεριλαμβανομένης της ανάθεσης της εν λόγω εφαρμογής στους κοινωνικούς εταίρους, κατόπιν κοινού αιτήματός τους.
Οι τέσσερις άλλες αιτιολογημένες γνώμες αφορούσαν την τροποποιημένη πρόταση της απόφασης για το σύστημα των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία εγκρίθηκε στις 28 Μαΐου 2020 από την Επιτροπή, (αιτιολογημένη γνώμη που διαβίβασε το σουηδικό Riksdag), την πρόταση κανονισμού για τη θέσπιση του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, η οποία εγκρίθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2020 από την Επιτροπή (αιτιολογημένη γνώμη που διαβίβασε το τσεχικό Poslanecká sněmovna), την τροποποιημένη πρόταση αναδιατύπωσης του κανονισμού για την υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού, η οποία εγκρίθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου 2020 από την Επιτροπή (αιτιολογημένη γνώμη που διαβίβασε η Kamra tad-Deputati της Μάλτας) και το νέο σύμφωνο της Επιτροπής για τη μετανάστευση και το άσυλο, το οποίο εγκρίθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 2020 από την Επιτροπή (αιτιολογημένη γνώμη που διαβίβασε το ουγγρικό Országgyűlés).
Όσον αφορά τους ιδίους πόρους, το Riksdag θεώρησε ότι, μολονότι τα οικονομικά μέτρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ελήφθησαν ως απάντηση στην κρίση λόγω COVID-19 θα πρέπει να είναι προσωρινά, ορθώς στοχοθετημένα και αναλογικά, η πρόταση της Επιτροπής συνεπαγόταν σημαντικό δανεισμό στις αγορές για την αύξηση των προγραμμάτων της ΕΕ χωρίς να αποσαφηνίζεται αν τα εν λόγω κονδύλια θα χρησιμοποιούνταν πρωτίστως για τον μετριασμό του αντικτύπου της κρίσης λόγω COVID-19. Ως εκ τούτου, για το Riksdag, τα μέτρα ήταν υπερβολικά εκτεταμένα για την επίτευξη των στόχων της πρότασης και η Επιτροπή δεν παρείχε σαφή αιτιολόγηση ως προς για ποιον λόγο ο δανεισμός αυτός θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί σε επίπεδο ΕΕ και όχι σε εθνικό επίπεδο.
Η Επιτροπή απάντησε ότι το σχέδιο ανάκαμψης «NextGenerationEU» ήταν ένα μεμονωμένο μέσο έκτακτης ανάγκης που τέθηκε σε εφαρμογή προσωρινά και χρησιμοποιείται αποκλειστικά για την αντιμετώπιση κρίσεων και για μέτρα ανάκαμψης. Επιπλέον, δεδομένου του χαρακτήρα της κρίσης, είναι σκόπιμο να χρησιμοποιηθεί το άρθρο 122 της ΣΛΕΕ, το οποίο προβλέπει τη δυνατότητα λήψης μέτρων που είναι κατάλληλα για την οικονομική κατάσταση και αποφασίζονται με πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών. Οι στόχοι που επιδιώκονται με το σχέδιο ανάκαμψης της Επιτροπής δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη μεμονωμένα, λόγω της κλίμακας των αναγκαίων μέτρων. Η Επιτροπή πρόσθεσε ότι μεγάλο μέρος της έκτακτης στήριξης έπρεπε να παρασχεθεί με τη μορφή επιχορηγήσεων στα κράτη μέλη, καθώς τα δάνεια από μόνα τους δεν θα παρείχαν τη δυνατότητα στις υπερχρεωμένες χώρες να εφαρμόσουν τις μεταρρυθμίσεις και να καταστήσουν τις επενδύσεις απολύτως αναγκαίες για τη διασφάλιση ταχείας ανάκαμψης σε ολόκληρη την ΕΕ και μεγαλύτερης ανθεκτικότητας της οικονομίας.
Όσον αφορά το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, η Poslanecká sněmovna θεώρησε ότι η απαίτηση από τα κράτη μέλη να καταρτίσουν διεξοδικά εδαφικά σχέδια δίκαιου μετασχηματισμού, με λεπτομερή αναφορά στην προγραμματισμένη στήριξη προς τις μεγάλες εταιρείες, ήταν υπερβολική και παρέμβαινε στις αρμοδιότητές τους στην επιμερισμένη διαχείριση. Επιπλέον, οι απαιτήσεις για την αιτιολόγηση των επενδύσεων, όπως η «διατήρηση σημαντικού αριθμού θέσεων εργασίας» ή η «σημαντική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου», δεν είχαν καθοριστεί με σαφήνεια.
Η Επιτροπή απάντησε ότι η απαίτηση από τα κράτη μέλη να παρέχουν λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τα σχέδια τα οποία τη διευκολύνουν ώστε να επαληθεύει ότι πληρούνται οι ισχύουσες προϋποθέσεις για να είναι επιλέξιμα για στήριξη, δεν ήταν κάτι νέο, καθώς αποτελούσε χαρακτηριστικό των προηγούμενων πλαισίων προγραμματισμού, και όντως τήρησε την αρχή της επικουρικότητας. Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να αποφασίσουν να στηρίξουν παραγωγικές επενδύσεις σε επιχειρήσεις εκτός των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, εάν οι προτεινόμενες επενδύσεις πληρούσαν ορισμένες προϋποθέσεις, ιδίως τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η εκπλήρωση των απαιτήσεων για τη σημαντική μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και τη διατήρηση σημαντικού αριθμού θέσεων εργασίας έπρεπε επίσης να αξιολογείται κατά περίπτωση, δεδομένου του υψηλού αριθμού δεικτών αναφοράς που εφαρμόζονται στο σύστημα εμπορίας εκπομπών της ΕΕ και της ανάγκης να λαμβάνεται υπόψη η ιδιαίτερη κατάσταση της περιφερειακής αγοράς εργασίας και η σχετική σημασία του οικείου κλάδου.
Όσον αφορά τον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Ουρανό, η Kamra tad-Deputati διαφώνησε με τη διεύρυνση του πεδίου αρμοδιοτήτων της Επιτροπής και του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Ασφάλεια της Αεροπορίας (EASA). Επισημαίνοντας ότι οι υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας στον αερολιμένα της Μάλτας τελούν υπό τον πλήρη έλεγχο της κυβέρνησης, θεωρεί ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές, όπως η παροχή της δυνατότητας στον EASA, στο πλαίσιο της λειτουργίας του ως φορέα επανεξέτασης των επιδόσεων, να επιβάλλει διορθωτικά μέτρα, όπως η ανάθεση των εν λόγω υπηρεσιών σε άλλον πάροχο, θα ήταν αντίθετες προς τις εθνικές πολιτικές ασφάλειας και άμυνας. Κατά την άποψή του, θα πρέπει να επιλεγούν λιγότερο παρεμβατικά μέσα, τα οποία θα σέβονται τα ειδικά εδαφικά χαρακτηριστικά κάθε κράτους μέλους, προκειμένου να επιταχυνθεί η υλοποίηση του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού.
Στην απάντησή της, η Επιτροπή υπογράμμισε ότι η ευρωπαϊκή εναέρια κυκλοφορία λειτουργεί ως δίκτυο. Ως εκ τούτου, οι στόχοι του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού μπορούν να επιτευχθούν μόνο με την ανάληψη δράσης της ΕΕ, σχετικά με τη θέση, τη διεξαγωγή και τη συνεργασία διαφόρων ενδιαφερόμενων μερών σε όλα τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών του ευρωπαϊκού εναέριου χώρου, των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας και των αερολιμένων. Διευκρίνισε ότι η αποκλειστική παροχή υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας κατόπιν ορισμού από κράτος μέλος περιλαμβάνει ήδη, στο πλαίσιο του ισχύοντος συστήματος επιδόσεων, ρύθμιση των οικονομικών επιδόσεων, των επιδόσεων ασφάλειας και των περιβαλλοντικών επιδόσεων των ορισθέντων παρόχων. Για τον σκοπό αυτόν, ένα συμβουλευτικό όργανο παρέχει στήριξη στην Επιτροπή, και τα καθήκοντα που προτείνονται να ανατεθούν στον EASA δεν συνεπάγονται διακριτική ευχέρεια πολιτικής φύσεως. Η Επιτροπή επισήμανε επίσης ότι, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι στόχοι και τα σχέδια επιδόσεων είναι πράγματι δεσμευτικά, ο φορέας επανεξέτασης των επιδόσεων πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλει διορθωτικά μέτρα, όταν τα σχέδια δεν υλοποιούνται ή οι στόχοι δεν επιτυγχάνονται.
Όσον αφορά το σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο, το Országgyűlés εξέφρασε αμφιβολίες για τη νομική βάση τεσσάρων προτάσεων από το σύνολο προτάσεων που υπεβλήθησαν και τον μηχανισμό παρακολούθησης των ανθρώπινων δικαιωμάτων που προβλέπεται από την πέμπτη πρόταση. Προειδοποιεί ότι οι προτάσεις, εάν εγκριθούν, θα επιβάλουν υποχρεώσεις στα κράτη μέλη χωρίς να λαμβάνονται επαρκώς υπόψη τα ειδικά εθνικά χαρακτηριστικά και οι εξουσίες λήψης αποφάσεων. Το Országgyűlés εξέφρασε αμφιβολίες ως προς τη συνολική αναγκαιότητα αυτών των υποχρεώσεων και εξέφρασε τον φόβο ότι οι προτεινόμενες διατάξεις θα καθιστούσαν ανέφικτες τις εθνικές συνοριακές διαδικασίες που συμβάλλουν στη διαχείριση της μετανάστευσης, όπως οι ζώνες διέλευσης. Αμφισβήτησε επίσης την αναλογικότητα της δέσμης μέτρων, δεδομένου ότι θα επιβληθούν δυσανάλογες υποχρεώσεις στα κράτη μέλη και θα άλλαζε ριζικά το σύστημα ασύλου της ΕΕ.
Στην απάντησή της, η Επιτροπή δικαιολόγησε τη νομική βάση των προτάσεών της. Εξήγησε ότι η δράση της ΕΕ ήταν απαραίτητη για να αποφευχθεί η δυσανάλογη επιβάρυνση της μεταναστευτικής πίεσης για ένα μεμονωμένο κράτος μέλος και ότι η πρόταση για τη διαχείριση του ασύλου και της μετανάστευσης ήταν πολύ ευέλικτη, καθώς τα κράτη μέλη μπορούσαν να επιλέξουν τον τρόπο με τον οποίο θα συμβάλουν. Υπογράμμισε ότι ο προτεινόμενος μηχανισμός παρακολούθησης δεν είναι μηχανισμός υποβολής καταγγελιών, αλλά ενσωματωμένος μηχανισμός ελέγχου που έχει σχεδιαστεί για την υποστήριξη των εθνικών αρχών. Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να επιλέξουν την ανάθεση της παρακολούθησης σε ήδη υφιστάμενους ανεξάρτητους φορείς παρακολούθησης. Τόνισε επίσης ότι το ισχύον νομικό πλαίσιο περιόρισε τη χρήση της διαδικασίας στα σύνορα της ΕΕ σε ορισμένες σαφώς καθορισμένες περιπτώσεις. Ως εκ τούτου, η διαδικασία αυτή δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως γενική διαδικασία ασύλου σε ένα κράτος μέλος.
4.
Πολιτικός διάλογος με τα εθνικά κοινοβούλια
Γενικές παρατηρήσεις
Το 2020 τα εθνικά κοινοβούλια διαβίβασαν 255 γνώμες στην Επιτροπή. Αριθμός μεγαλύτερος σε σχέση με το 2019 (159), αλλά μικρότερος σε σχέση με προηγούμενα έτη (576 το 2017 και 569 το 2018).
Μεταξύ των εν λόγω 255 γνωμών, 99 (39 %), συμπεριλαμβανομένων των 9 αιτιολογημένων γνωμών (3 %), αφορούσαν νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής που υπόκεινται στον μηχανισμό ελέγχου της επικουρικότητας. Οι υπόλοιπες 156 γνώμες (61 %) αφορούσαν μη νομοθετικές πρωτοβουλίες, όπως ανακοινώσεις ή γνώμες πρωτοβουλίας, οι οποίες δεν συνδέονταν άμεσα με πρωτοβουλία της Επιτροπής. Το ποσοστό των γνωμών αυτών κυμαίνεται μεταξύ του ποσοστού του 2019, όταν οι περισσότερες γνώμες δεν αφορούσαν νομοθετικές προτάσεις, και του ποσοστού των προηγούμενων ετών, όταν η πλειονότητα των γνωμών αφορούσε πρωτοβουλίες που υπόκειντο σε έλεγχο επικουρικότητας.
Συμμετοχή και πεδίο εφαρμογής
Όπως και κατά τα προηγούμενα έτη, ο αριθμός των γνωμών που διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή διέφερε σημαντικά μεταξύ των εθνικών κοινοβουλίων. Τα 10 πιο δραστήρια κοινοβουλευτικά σώματα εξέδωσαν 217 γνώμες. Αυτό σημαίνει το 85 % επί του συνόλου των γνωμών, η υψηλότερη συγκέντρωση γνωμών των τελευταίων ετών (2019: 73 %· 2018: 83 %· 2017: 74 %· 2016: 73 %). Αντίθετα, 12 κοινοβουλευτικά σώματα (17 το 2019, 10 το 2018) δεν εξέδωσαν γνώμες.
Τα 10 εθνικά κοινοβούλια ή κοινοβουλευτικά σώματα που διαβίβασαν τον μεγαλύτερο αριθμό γνωμών το 2020 ήταν η πορτογαλική Assembleia da República (40 γνώμες), το ισπανικό Cortes Generales (28 γνώμες), το ρουμανικό Senat (28 γνώμες), το τσεχικό Senát (22 γνώμες), η ρουμανική Camera Deputaților (22 γνώμες), το γερμανικό Bundesrat (21 γνώμες), το γαλλικό Sénat (19 γνώμες), η τσεχική Poslanecká sněmovna (17 γνώμες), η ιταλική Camera dei Deputati (10 γνώμες), και το σουηδικό Riksdag (10 γνώμες), επίσης, μεταξύ των πιο δραστήριων κοινοβουλευτικών σωμάτων των προηγούμενων ετών. Στο παράρτημα 2 παρατίθεται αναλυτικά ο αριθμός των γνωμών που διαβιβάστηκαν από κάθε κοινοβουλευτικό σώμα.
Βασικά θέματα των γνωμών στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου
Το 2020 η απάντηση της ΕΕ στην κρίση της COVID-19 προκάλεσε το περισσότερο ενδιαφέρον από τα εθνικά κοινοβούλια, ενεργοποιώντας 66 γνώμες, ήτοι το 26 % του συνόλου των γνωμών που ελήφθησαν. Μεταξύ αυτών, οι 44 αφορούσαν άμεσα το σχέδιο ανάκαμψης «NextGenerationEU» ή μέρος του σχεδίου, συμπεριλαμβανομένων των αναθεωρημένων προτάσεων για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2021-2027 και για την απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με τους ιδίους πόρους. Άλλες 11 γνώμες αφορούσαν πρωτοβουλίες που αναλήφθηκαν κατά την πρώιμη φάση της κρίσης, πριν από την έγκριση του σχεδίου «NextGenerationEU», 7 αφορούσαν μεταγενέστερες πρωτοβουλίες και 4 ήταν γνώμες πρωτοβουλίας των εθνικών κοινοβουλίων σχετικά με συγκεκριμένες πτυχές της κρίσης.
Η μοναδική πρόταση της Επιτροπής που οδήγησε στον μεγαλύτερο αριθμό γνωμών ήταν η πρόταση για έναν ευρωπαϊκό νόμο για το κλίμα. Εξέδωσε 12 γνώμες, συμπεριλαμβανομένων 3 αιτιολογημένων γνωμών (σχετικά με αυτό, βλ. τμήμα 3 ανωτέρω).
Άλλα ζητήματα που επέστησαν περισσότερο την προσοχή των εθνικών κοινοβουλίων ήταν η τεχνητή νοημοσύνη, η Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης και η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία.
Στο παράρτημα 3 παρατίθενται οι μεμονωμένες πρωτοβουλίες της Επιτροπής που οδήγησαν σε τουλάχιστον πέντε γνώμες.
·Αντιμετώπιση της κρίσης λόγω COVID-19
Η Επιτροπή έλαβε 11 γνώμες από 6 κοινοβουλευτικά σώματα σχετικά με πρωτοβουλίες που είχε αναλάβει κατά την πρώιμη φάση της πανδημίας, έως τα μέσα Μαΐου 2020. Οι γνώμες αυτές ήταν τις περισσότερες φορές υποστηρικτικές. Ορισμένα κοινοβουλευτικά σώματα διατύπωσαν προτάσεις, όπως ο εκσυγχρονισμός των υποδομών υγειονομικής περίθαλψης στα κράτη μέλη, ο δανεισμός χρημάτων σε επίπεδο ΕΕ και όχι σε εθνικό επίπεδο ή η δρομολόγηση ενός ισχυρού επενδυτικού προγράμματος στην περιφέρεια των Δυτικών Βαλκανίων. Στις απαντήσεις της, η Επιτροπή εξέφρασε την ικανοποίησή της για τις προτάσεις αυτές και σημείωσε ότι οι περαιτέρω δράσεις που ανέλαβε ενσωμάτωσαν τις περισσότερες από τις προτάσεις αυτές.
Στις 27 Μαΐου η Επιτροπή παρουσίασε ένα σημαντικό σχέδιο ανάκαμψης για την αποκατάσταση των οικονομικών και κοινωνικών ζημιών που προκλήθηκαν από την πανδημία και για την ΕΕ, ώστε να επανέλθει σε πορεία βιώσιμης και ανθεκτικής ανάκαμψης, αξιοποιώντας όλες τις δυνατότητες του προϋπολογισμού της. Το σχέδιο βασίζεται σε ένα νέο μέσο, το «NextGenerationEU», το οποίο ολοκληρώθηκε με στοχευμένη αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2021-2027 και με τροποποίηση της απόφασης για τους ιδίους πόρους, παρέχοντας τη δυνατότητα στην ΕΕ να αντλήσει 750 δισ. EUR από τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Το σύνολο της δέσμης περιλάμβανε δύο πολιτικές ανακοινώσεις με τίτλο «Η ώρα της Ευρώπης: ανασύνταξη και προετοιμασία για την επόμενη γενιά» και «Ο προϋπολογισμός της ΕΕ τροφοδοτεί το σχέδιο ανάκαμψης για την Ευρώπη», την αναθεώρηση του ετήσιου προγράμματος εργασίας της Επιτροπής για το 2020, που εγκρίθηκε στις 27 Μαΐου, και 21 νομοθετικές προτάσεις, οι οποίες εγκρίθηκαν τις επόμενες ημέρες.
Η Επιτροπή έλαβε 44 γνώμες από 13 κοινοβουλευτικά σώματα σχετικά με διάφορα μέρη της δέσμης. Οι περισσότερες από αυτές τις γνώμες υποστήριξαν τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής. Υπάρχουν δύο εξαιρέσεις, η αιτιολογημένη γνώμη για την τροποποιημένη πρόταση απόφασης για το σύστημα των ιδίων πόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μια γνώμη για την πρόταση νέου μηχανισμού πολιτικής προστασίας της Ένωσης. Ορισμένα εθνικά κοινοβούλια πρότειναν: i) επέκταση της περιόδου δημοσιονομικών δεσμεύσεων του νέου μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας σε ολόκληρη την επταετή περίοδο προγραμματισμού· ii) αναθεώρηση της κατανομής των κονδυλίων μεταξύ των κρατών μελών, ώστε να αντικατοπτρίζεται ο πραγματικός αντίκτυπος της πανδημίας στις οικείες οικονομίες και τις κοινωνίες· iii) δημιουργία πρόσθετων νέων πόρων που θα καλύπτουν πλήρως την αποπληρωμή του μέσου «NextGenerationEU»· iv) αύξηση των κονδυλίων που διατίθενται για τη συνοχή, τη γεωργία, τη μετανάστευση και τη διαχείριση των συνόρων ή για την ασφάλεια και την άμυνα. Αρκετά εθνικά κοινοβούλια τάχθηκαν υπέρ της πρόσβασης στη χρηματοδότηση υπό τον όρο της τήρησης των αρχών του κράτους δικαίου.
Στις απαντήσεις της, η Επιτροπή αναφέρθηκε στη συμφωνία που επετεύχθη από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 21 Ιουλίου σχετικά με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2021-2027 και τη δέσμη μέτρων για την ανάκαμψη. Υπογράμμισε τη σημασία της ταχείας ανάπτυξης της στήριξης για την ανάκαμψη και εξήγησε ότι, μολονότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων για επιχορηγήσεις και δάνεια θα πρέπει να πραγματοποιηθούν έως το τέλος του 2023, οι πληρωμές θα μπορούσαν να συνεχιστούν έως το τέλος του 2026, σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου. Τόνισε ότι η μείωση του ΑΕΠ θα χρησιμοποιηθεί ευρέως για τον καθορισμό της κατανομής των πόρων μεταξύ των κρατών μελών και επιβεβαίωσε ότι το 2021 θα προτείνει ένα καλάθι νέων ιδίων πόρων. Η Επιτροπή αναγνώρισε επίσης ότι η χρηματοδότηση θα πρέπει να είναι ορθώς στοχοθετημένη και ισορροπημένη μεταξύ των διαφόρων προτεραιοτήτων της ΕΕ, ώστε να διασφαλιστεί μια ισορροπημένη ανάκαμψη μακροπρόθεσμα, και εξήγησε ότι το μέσο ανάκαμψης «NextGenerationEU» περιλάμβανε μέσα για την αύξηση της στήριξης της συνοχής προς τα κράτη μέλη, πρόσθετα κονδύλια για την αγροτική ανάπτυξη και το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, ώστε να καταστούν οι οικονομίες πιο ανθεκτικές και βιώσιμες κατά τη φάση αποκατάστασης της κρίσης. Παρατήρησε ότι, στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 21ης Ιουλίου, η χρηματοδότηση για θέματα που σχετίζονται με τη μετανάστευση, τη διαχείριση των συνόρων, την ασφάλεια και την άμυνα, παρότι μειωμένη σε σύγκριση με τις προτάσεις της 27ης Μαΐου, εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει αύξηση σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο προγραμματισμού. Εξέφρασε την ικανοποίησή του για την υποστήριξη των εθνικών κοινοβουλίων όσον αφορά τον μηχανισμό αιρεσιμότητας του κράτους δικαίου. Τέλος, η Επιτροπή τόνισε τον άμεσο ρόλο των περισσότερων εθνικών κοινοβουλίων στην έγκριση της απόφασης για τους ιδίους πόρους, μετά την έκδοσή της από το Συμβούλιο, από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τους οικείους συνταγματικούς κανόνες.
Η Επιτροπή έλαβε 7 γνώμες από 2 εθνικά κοινοβούλια σχετικά με νομοθετικές προτάσεις που ελήφθησαν αργότερα εντός του έτους για την αντιμετώπιση της κρίσης λόγω COVID-19. Οι γνώμες αυτές υποστήριξαν τις περισσότερες φορές τους στόχους των προτάσεων. Ωστόσο, σε μια γνώμη σχετικά με την πρόταση για τη δημιουργία «ενημερωτικού δελτίου για την ανάκαμψη της ΕΕ» με στόχο τη διευκόλυνση της ανακεφαλαιοποίησης των επιχειρήσεων που πλήττονται από την κρίση εκφράστηκε ο φόβος ότι η υποχρέωση κατάρτισης ενημερωτικού δελτίου θα μπορούσε να αποτελέσει διοικητική επιβάρυνση που θα δυσχεράνει τη μείωση των εκπομπών. Στην απάντησή της, η Επιτροπή εξήγησε ότι η πρότασή της εισήγαγε εξαιρέσεις για μικρότερες προσφορές κινητών αξιών, καθώς και απλουστευμένο ενημερωτικό δελτίο.
Η Επιτροπή έλαβε επίσης 4 γνώμες πρωτοβουλίας από 2 κοινοβουλευτικά σώματα σχετικά με συγκεκριμένες πτυχές της αντίδρασης στην πανδημία. Οι γνώμες αυτές είχαν ως στόχο: i) ενθάρρυνση της επανεγκατάστασης της παραγωγής φαρμάκων στην ΕΕ· ii) ενίσχυση των έκτακτων μέτρων της κοινής γεωργικής πολιτικής για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας· iii) διασφάλιση ότι οι κυβερνήσεις σέβονται το κράτος δικαίου κατά τη λήψη έκτακτων μέτρων, όπως η χρήση εφαρμογών ιχνηλάτησης· και iv) προσωρινή διατήρηση της δυνατότητας οι αεροπορικές εταιρείες να αποζημιώνουν τους επιβάτες με πίστωση/κουπόνι αντί της άμεσης επιστροφής χρημάτων για ματαιωθείσες πτήσεις.
·Τεχνητή νοημοσύνη
Στις 19 Φεβρουαρίου η Επιτροπή εξέδωσε τη Λευκή Βίβλο με τίτλο «Τεχνητή νοημοσύνη — Μια ευρωπαϊκή προσέγγιση της αριστείας και της εμπιστοσύνης». Παρουσίασε επιλογές πολιτικής για την αξιόπιστη και ασφαλή ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης στην Ευρώπη, με πλήρη σεβασμό των αξιών και των δικαιωμάτων των πολιτών της ΕΕ. Αποτελείται από δύο πυλώνες: πλαίσιο πολιτικής για την κινητοποίηση πόρων καθ’ όλο το μήκος της αξιακής αλυσίδας για την επιτάχυνση της ανάπτυξης της τεχνητής νοημοσύνης («οικοσύστημα αριστείας») και τα βασικά στοιχεία ενός μελλοντικού κανονιστικού πλαισίου («οικοσύστημα εμπιστοσύνης»).
Η Επιτροπή έλαβε 6 γνώμες από 6 κοινοβουλευτικά σώματα σχετικά με την εν λόγω Λευκή Βίβλο. Θα μπορούσαν να εντοπιστούν δύο τάσεις στις γνώμες: μια ομάδα κοινοβουλευτικών σωμάτων επικεντρώθηκε στην ανάγκη δημιουργίας ενός κανονιστικού πλαισίου που θα δημιουργεί ασφάλεια δικαίου για τους φορείς ανάπτυξης και τους χρήστες και θα προάγει την καινοτομία στην Ευρώπη, ενώ η άλλη ομάδα προειδοποίησε ότι τυχόν πρόωρες ρυθμιστικές προσπάθειες θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν την καινοτομία. Ένα κοινοβουλευτικό σώμα πρότεινε να προστεθεί ένας τρίτος πυλώνας με τη μορφή ενός «οικοσυστήματος ευελιξίας», ώστε να διασφαλιστεί η αναγκαία ελευθερία και το πεδίο για πειραματισμό. Ορισμένα κοινοβουλευτικά σώματα ζήτησαν επίσης κατάλληλη γεωγραφική ισορροπία στην ανάπτυξη κέντρων αριστείας στην ΕΕ, επισήμαναν τις προκλήσεις της έλλειψης δεξιοτήτων και της επανειδίκευσης ή τόνισαν την ανάγκη να αναπτυχθούν νέες διαδικασίες ασφάλειας των πληροφοριών και προστασίας των δικαιωμάτων των ατόμων.
Στις απαντήσεις της, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τον στόχο της για τη θέσπιση ειδικού νομικού πλαισίου για τις εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, εφαρμόζοντας προσέγγιση με βάση τον κίνδυνο. Διευκρίνισε ότι στόχος της δεν είναι να ρυθμίσει την τεχνολογία αυτή καθαυτή ή να τη θέσει υπό αμφισβήτηση, αλλά να ρυθμίσει συγκεκριμένες εφαρμογές ή χρήσεις που θα μπορούσαν να θέσουν σε μεγάλο κίνδυνο τα θεμελιώδη δικαιώματα και την ασφάλεια, συμφωνώντας ως προς την ανάγκη ορισμού εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης υψηλού κινδύνου. Συμφώνησε επίσης ότι οι κανόνες θα πρέπει να επιτρέπουν ευέλικτες προσαρμογές ενόψει μελλοντικών εξελίξεων και τεχνολογιών. Επιβεβαίωσε τη δημιουργία περίπου 200 κόμβων ψηφιακής καινοτομίας σε ολόκληρη την Ευρώπη, προκειμένου να τονωθεί η ευρεία υιοθέτηση των ψηφιακών τεχνολογιών, μεταξύ άλλων από πολύ μικρές επιχειρήσεις και νεοφυείς επιχειρήσεις, οι οποίοι αναμένεται να συμβάλουν στη σύγκλιση μεταξύ των περιφερειών μέσω της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και γνώσεων που είναι κοινές σε όλους τους κόμβους. Η Επιτροπή συμφώνησε επίσης ως προς την ανάγκη ανάπτυξης της εκπαίδευσης στην τεχνητή νοημοσύνη σε όλα τα επίπεδα και της δια βίου μάθησης σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη.
·Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης
Στις 22 Ιανουαρίου η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο «Προετοιμασία της Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης», στην οποία παρουσιάζει τις απόψεις της σχετικά με τη διάσκεψη. Θεωρεί ότι η διάσκεψη θα πρέπει να είναι μια ανοικτή συζήτηση με επίκεντρο τα θέματα που έχουν σημασία για τους πολίτες, καθώς και να είναι προσβάσιμη στους πολίτες από όλα τα κοινωνικά στρώματα και όλες τις γωνιές της Ένωσης. Πρότεινε δύο παράλληλους άξονες συζήτησης, από τους οποίους ο ένας επικεντρώνεται στην πολιτική, η οποία περιστρέφεται γύρω από τις πρωταρχικές φιλοδοξίες της ΕΕ, και ο άλλος στις δημοκρατικές διαδικασίες, στις οποίες ο ρόλος της Επιτροπής θα πρέπει να είναι ο ρόλος του διαμεσολαβητή και του αμερόληπτου μεσάζοντος. Θεωρεί επίσης ότι η έννοια, η δομή, το πεδίο εφαρμογής και το χρονοδιάγραμμα της διάσκεψης θα πρέπει να καθοριστούν με κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής και ότι τα εθνικά και περιφερειακά κοινοβούλια και άλλοι φορείς θα πρέπει να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη διάσκεψη και να ενθαρρυνθούν να διοργανώσουν εκδηλώσεις που σχετίζονται με διασκέψεις.
Η Επιτροπή έλαβε 5 γνώμες από 5 κοινοβουλευτικά σώματα σχετικά με την εν λόγω ανακοίνωση. Ένα άλλο κοινοβουλευτικό σώμα διαβίβασε γνώμη πρωτοβουλίας (χωρίς αναφορά στην ανακοίνωση) και ένα άλλο κοινοβουλευτικό σώμα απέστειλε επιστολή σχετικά με το ίδιο θέμα. Όλα τα κοινοβουλευτικά σώματα ζήτησαν το ίδιο επίπεδο εκπροσώπησης και τα ίδια δικαιώματα για τα εθνικά κοινοβούλια, όπως και για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην ολομέλεια της διάσκεψης και ζήτησαν τη συμμετοχή των εθνικών κοινοβουλίων στις δομές διακυβέρνησης της διάσκεψης, καθώς θεωρούν ότι η άμεση συμμετοχή τους είναι απαραίτητη για τη δημιουργία οικειοποίησης της οργάνωσης και των αποτελεσμάτων της διάσκεψης. Η άποψη αυτή επαναλήφθηκε στις συνεδριάσεις της COSAC, σε τρεις επιστολές της COSAC προς τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και στην 34η εξαμηνιαία έκθεση της COSAC.
Όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής και τα πιθανά αποτελέσματα της διάσκεψης, ορισμένα κοινοβουλευτικά σώματα αντιτάχθηκαν σε οποιαδήποτε συζήτηση σχετικά με τις τροποποιήσεις των Συνθηκών, ενώ άλλα ήταν ανοικτά σε τέτοιες συζητήσεις. Ένα κοινοβουλευτικό σώμα ζήτησε διευκρινίσεις σχετικά με τον νομικό χαρακτήρα της διάσκεψης και την ικανότητά της να προτείνει τέτοιες αλλαγές. Τα προτεινόμενα προς συζήτηση θέματα ήταν το κράτος δικαίου και οι θεμελιώδεις αρχές, τα δικαιώματα και οι αξίες, η διαφάνεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της ΕΕ, ο ρόλος των εθνικών κοινοβουλίων στη διαδικασία αυτή και τα κύρια θέματα του στρατηγικού θεματολογίου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Τα εθνικά κοινοβούλια τόνισαν επίσης τη σημασία της ανατροφοδότησης από τη Διάσκεψη και της παρακολούθησης των αποτελεσμάτων. Διατύπωσαν διάφορες προτάσεις σχετικά με τον τρόπο συμμετοχής των πολιτών, όπως η διοργάνωση εκδηλώσεων εκτός πρωτευουσών, η προσαρμογή της δημόσιας διασύνδεσης στις δεξιότητες και στις προσδοκίες των νέων και η δέουσα προσοχή στην ισότητα των φύλων.
Στις απαντήσεις της, η Επιτροπή εξέφρασε την ικανοποίησή της για την ισχυρή δέσμευση των εθνικών κοινοβουλίων όσον αφορά την προετοιμασία της διάσκεψης και τόνισε ότι θα μπορούσαν να συμβάλουν καθοριστικά στην επιτυχία της διάσκεψης, με ανταλλαγή εμπειριών, διοργάνωση εκδηλώσεων και διασφάλιση ότι θα έχει απήχηση σε όσο το δυνατόν περισσότερους πολίτες. Συμφώνησε ότι οι πρωταρχικές φιλοδοξίες της ΕΕ, όπως ορίζονται στις πολιτικές της προτεραιότητες και στο στρατηγικό θεματολόγιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, παρείχαν ένα ευρύ πλαίσιο. Επιπλέον, οι πολίτες έχουν τη δυνατότητα να αναφέρουν ό,τι θεωρούν σημαντικό. Επιβεβαίωσε ότι ήταν επίσης πρόθυμη να διαδραματίσει τον ρόλο της στη διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο η ΕΕ θα μπορούσε να βελτιώσει τις δημοκρατικές διαδικασίες της και να αυξήσει τη νομιμότητά της.
·Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία
Στις 11 Δεκεμβρίου 2019 η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση με τίτλο «Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία», σύμφωνα με την οποία καθορίζεται μια νέα αναπτυξιακή στρατηγική η οποία αποσκοπεί στον μετασχηματισμό της ΕΕ σε μια δίκαιη και ευημερούσα κοινωνία με οικονομία σύγχρονη, ανταγωνιστική και αποδοτική ως προς τη χρήση των πόρων, στην οποία έως το 2050 θα έχουν μηδενιστεί οι καθαρές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και στην οποία η οικονομική ανάπτυξη θα έχει αποσυνδεθεί από τη χρήση των πόρων. Η εν λόγω ανακοίνωση περιλάμβανε έναν αρχικό χάρτη πορείας των βασικών πολιτικών και μέτρων που απαιτούνται για την επίτευξη των στόχων αυτών.
Η Επιτροπή έλαβε 5 γνώμες από 5 κοινοβουλευτικά σώματα σχετικά με την εν λόγω ανακοίνωση. Ορισμένα από αυτά εξέφρασαν ανησυχίες σχετικά με τον αντίκτυπο της μετάβασης στις οικονομίες των κρατών μελών, ζητώντας η μετάβαση να είναι δίκαιη, να διαφυλάττει την τεχνολογική ουδετερότητα και να παρέχει τη δυνατότητα σε κάθε κράτος μέλος να επιλέγει τη δική του πορεία, ή ζητώντας από την Επιτροπή να αναθεωρήσει τον στόχο της ΕΕ για επίτευξη ουδέτερου ισοζυγίου άνθρακα έως το 2050 και τον τρόπο επίτευξής του. Άλλοι εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για την προτεραιότητα που έδωσε η Επιτροπή σε ζητήματα που αφορούν το περιβάλλον και το κλίμα και υποστήριξαν τον καθορισμό φιλόδοξων στόχων. Τα εθνικά κοινοβούλια τόνισαν επίσης ότι η μετάβαση σε μια βιώσιμη οικονομία θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με δημόσια στήριξη, που σημαίνει ότι οι κοινωνικές δυσκολίες κατά τη μετάβαση πρέπει να μετριαστούν καταλλήλως, και ότι θα πρέπει να θεσπιστούν κίνητρα προκειμένου να ενθαρρυνθούν οι ιδιωτικοί φορείς να συμμετάσχουν οικονομικά στην εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Στις απαντήσεις της, η Επιτροπή υπογράμμισε τη δέσμευσή της να υλοποιήσει το Θεματολόγιο των Ηνωμένων Εθνών για το 2030 και τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης —αναπόσπαστο μέρος του θεματολογίου της. Εξήγησε ότι, δεδομένων των πρωτόγνωρων προσωρινών επενδύσεων που απαιτούνται για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων της κρίσης της COVID-19, οι σημερινές πολιτικές επιλογές θα καθορίσουν το μέλλον των επόμενων γενεών. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο δεν επιθυμεί να επενδύσει σε μια παρωχημένη οικονομία που βασίζεται στα ορυκτά καύσιμα, αλλά να οικοδομήσει μια πράσινη, ψηφιακή, χωρίς αποκλεισμούς και ανθεκτική οικονομία, κατάλληλη για τον 21ο αιώνα. Συμφώνησε ότι, για να επιτευχθεί αυτό, η μετάβαση προς ένα κλιματικά ουδέτερο μέλλον πρέπει να είναι δίκαιη, χωρίς να παραμελείται κανείς, και αναφέρθηκε στον Μηχανισμό Δίκαιης Μετάβασης που είχε προτείνει να παράσχει στήριξη σε όλα τα κράτη μέλη, με έμφαση στις περιφέρειες με τη μεγαλύτερη ένταση άνθρακα. Τόνισε επίσης ότι σέβεται πλήρως το δικαίωμα των κρατών μελών να επιλέγουν το ενεργειακό τους μείγμα και ότι οι προτάσεις που έχει υποβάλει ή πρόκειται να υποβάλει για την επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας βασίζονται σε αποδεικτικά στοιχεία και σε διεξοδικές εκτιμήσεις επιπτώσεων.
5.
Επαφές, επισκέψεις, συνεδριάσεις, διασκέψεις και άλλες δραστηριότητες
Επισκέψεις και συνεδριάσεις της Επιτροπής με τα εθνικά κοινοβούλια
Το 2020 τα μέλη της Επιτροπής πραγματοποίησαν 101 επισκέψεις σε εθνικά κοινοβούλια ή (εικονικές) συνεδριάσεις με αντιπροσωπείες των εθνικών κοινοβουλίων. Περισσότερες σε σχέση με το 2019 (55), παρά τη διαταραχή που προκλήθηκε από την COVID-19. Μετά το αίτημα της προέδρου κ. von der Leyen προς κάθε μέλος της Επιτροπής να επισκεφθεί όλα τα κράτη μέλη εντός των πρώτων 2 ετών της θητείας της και να συναντάται τακτικά με τα εθνικά κοινοβούλια, πραγματοποιήθηκαν πολλές επισκέψεις στα εθνικά κοινοβούλια τον Ιανουάριο (17) και τον Φεβρουάριο (15), αλλά η τάση αυτή διακόπηκε από την έξαρση της πανδημίας. Από τον Απρίλιο έως το τέλος του έτους, οι περισσότερες συνεδριάσεις μεταξύ εθνικών κοινοβουλίων και μελών της Επιτροπής πραγματοποιήθηκαν μέσω βιντεοδιάσκεψης.
Το 2020 ο επικεφαλής διαπραγματευτής της ΕΕ για την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, Michel Barnier, συναντήθηκε επίσης με 12 εθνικά κοινοβούλια. Υπάλληλοι της Επιτροπής, κυρίως από το ανώτερο διοικητικό επίπεδο, συμμετείχαν σε περισσότερες από 20 συνεδριάσεις επιτροπών των εθνικών κοινοβουλίων, προκειμένου να συζητήσουν νομοθετικές προτάσεις σε πιο τεχνικό επίπεδο. Υπάλληλοι της Επιτροπής πραγματοποίησαν επίσης 23 παρουσιάσεις (17 από αυτές μέσω βιντεοδιάσκεψης) σε εκπροσώπους των εθνικών κοινοβουλίων στις Βρυξέλλες σχετικά με διάφορα θέματα, όπως το «NextGenerationEU», η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης, η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, το νέο σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο ή η ετήσια έκθεση για το κράτος δικαίου. Οι παρουσιάσεις μέσω βιντεοδιάσκεψης κατέστησαν δυνατή τη διεύρυνση του κοινού, ώστε να περιλαμβάνονται υπάλληλοι των εθνικών κοινοβουλίων στις πρωτεύουσες, αυξάνοντας έτσι τον αριθμό των συμμετεχόντων και βελτιώνοντας την προσέγγιση της Επιτροπής προς τα εθνικά κοινοβούλια.
Οι αντιπροσωπείες της Επιτροπής στα κράτη μέλη διατήρησαν συχνές επαφές με τα εθνικά κοινοβούλια, ιδίως σχετικά με τη διαδικασία του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και άλλα οικονομικά ζητήματα. Το 2020 διοργάνωσαν 254 επισκέψεις ή εκδηλώσεις στις οποίες συμμετείχαν εθνικά κοινοβούλια.
Διακοινοβουλευτικές συνεδριάσεις και διασκέψεις
Παρά την πανδημία, η διακοινοβουλευτική συνεργασία αναπτύχθηκε περαιτέρω το 2020. Πραγματοποιήθηκαν πολλές διακοινοβουλευτικές συνεδριάσεις και διασκέψεις, οι περισσότερες από τις οποίες πραγματοποιήθηκαν μέσω βιντεοδιάσκεψης και γενικά με τη συμμετοχή μελών της Επιτροπής, μεταξύ των οποίων:
Øη Διάσκεψη των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων των Κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (COSAC)·
Øη Ευρωπαϊκή Κοινοβουλευτική Εβδομάδα·
Øη Διακοινοβουλευτική διάσκεψη για τη σταθερότητα, τον οικονομικό συντονισμό και τη διακυβέρνηση·
Øοι Διακοινοβουλευτικές διασκέψεις για την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφάλειας και για την κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνας·
Øη μικτή ομάδα κοινοβουλευτικού ελέγχου της Ευρωπόλ·
Øη πρώτη διακοινοβουλευτική συνεδρίαση επιτροπών σχετικά με την αξιολόγηση των δραστηριοτήτων της Eurojust·
Øη διακοινοβουλευτική διάσκεψη υψηλού επιπέδου για τη μετανάστευση και το άσυλο·
Øοι διακοινοβουλευτικές διασκέψεις με θέμα «Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και ΚΓΠ» και «για μια κοινωνική και δίκαιη Ευρώπη».
Στη συνεδρίαση ολομέλειας της COSAC LXIV, που πραγματοποιήθηκε μέσω βιντεοδιάσκεψης στις 30 Νοεμβρίου και την 1η Δεκεμβρίου 2020, παρέστη η πρόεδρος της Επιτροπής κ. von der Leyen. Ήταν η πρώτη φορά από το 2013 που συμμετείχε ένας πρόεδρος της Επιτροπής στην COSAC. Μεταξύ των θεμάτων συζήτησης της ολομέλειας της COSAC ήταν η επανεξέταση της γερμανικής προεδρίας, τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την κρίση της COVID-19 σχετικά με τη συνεργασία σε πανδημίες και την υγειονομική περίθαλψη, το μέλλον της Ευρώπης, οι διατλαντικές σχέσεις και η σύμπραξη με την Αφρική. Η πρόεδρος κ. von der Leyen εκφώνησε κεντρική ομιλία σχετικά με την κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στην πανδημία, το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο, το «NextGenerationEU» και τη διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης. Ζήτησε να αξιοποιηθεί η κρίση ως ευκαιρία όχι μόνο για την αποκατάσταση των ζημιών, αλλά και για να πραγματοποιηθεί ένα άλμα προόδου για την οικοδόμηση μιας πιο βιώσιμης, ανθεκτικότερης και ψηφιακής Ευρώπης. Τόνισε την ανάγκη για καλύτερη ετοιμότητα και ευρωπαϊκή συνεργασία σε παρόμοιες καταστάσεις στο μέλλον και επισήμανε τον σημαντικό ρόλο των εθνικών κοινοβουλίων στη μετατροπή των κονδυλίων της ΕΕ σε έργα που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και ανάπτυξη.
Οι δύο τακτικές συνεδριάσεις των προέδρων της COSAC έλαβαν χώρα αντίστοιχα στο Ζάγκρεμπ στις 20-21 Ιανουαρίου 2020 και μέσω βιντεοδιάσκεψης στις 14 Σεπτεμβρίου 2020. Η σύνοδος του Ιανουαρίου, στην οποία συμμετείχε η αντιπρόεδρος κ. Šuica, επικεντρώθηκε στις προτεραιότητες της κροατικής προεδρίας και στη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης. Η συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, στην οποία συμμετείχε ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος κ. Timmermans, επικεντρώθηκε στις προτεραιότητες της γερμανικής προεδρίας, στις συνέπειες της πανδημίας της COVID-19 και στα διδάγματα που έχουν αντληθεί μέχρι σήμερα.
Η πανδημία προκάλεσε την ακύρωση προγραμματισμένων δια ζώσης συνεδριάσεων, όπως η ολομέλεια της COSAC LXIII και η Διάσκεψη των Προέδρων των Κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, η βιντεοδιάσκεψη διευκόλυνε τη διοργάνωση αρκετών έκτακτων συνεδριάσεων των προέδρων. Μια πρώτη συνεδρίαση πραγματοποιήθηκε στις 16 Ιουνίου 2020 για να αντικαταστήσει την ακυρωθείσα συνεδρίαση ολομέλειας. Συμμετείχε ο αντιπρόεδρος κ. Šefčovič και επικεντρώθηκε στην κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στην πανδημία και στις επιπτώσεις της στο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2021-2027, καθώς και στη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης. Δύο άλλες έκτακτες συνεδριάσεις των προέδρων επικεντρώθηκαν σε επίκαιρα θέματα: στις 29 Οκτωβρίου 2020 με τη συμμετοχή της αντιπροέδρου κ. Jourova και του επιτρόπου κ. Reynders, στην έκθεση της Επιτροπής του 2020 για το κράτος δικαίου, και στις 23 Νοεμβρίου 2020, με τη συμμετοχή της εκτελεστικής αντιπροέδρου κ. Vestager, σχετικά με την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας και των διδαγμάτων που αντλήθηκαν από τη σκοπιά του ανταγωνισμού. Διοργανώθηκαν επίσης δύο συνεδριάσεις μεταξύ των προέδρων και του κ. Barnier, στις 26 Ιουνίου 2020 και στις 17 Σεπτεμβρίου 2020, σχετικά με τις σχέσεις ΕΕ – Ηνωμένου Βασιλείου.
Μετά την έκτακτη συνεδρίαση των προέδρων της 16 Ιουνίου 2020 και την ολομέλεια της 30ής Νοεμβρίου και της 1ης Δεκεμβρίου 2020, 32 αντιπρόσωποι των εθνικών κοινοβουλίων συνυπέγραψαν επιστολές προς τους προέδρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής. Στην επιστολή του Ιουνίου εκφράστηκε ικανοποίηση για την κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στην κρίση της COVID-19, επισημάνθηκε η σημασία της έγκαιρης έγκρισης του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και ζητήθηκε επαρκής εκπροσώπηση των εθνικών κοινοβουλίων στη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης. Στην επιστολή του Δεκεμβρίου επαναλαμβάνεται το τελευταίο αίτημα, διευκρινίζοντας ότι, ιδανικά, τα εθνικά κοινοβούλια θα πρέπει να συμμετέχουν σε ισότιμη βάση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσον αφορά τη διοργάνωση της διάσκεψης, τη διευθύνουσα επιτροπή του και την κατάρτιση των συμπερασμάτων. Η επιστολή είχε επίσης ως αντικείμενο την αποκεντρωμένη προσέγγιση με τη διοργάνωση αρκετών εκδηλώσεων στα κράτη μέλη και τις περιφέρειές τους.
Επικύρωση της απόφασης για τους ιδίους πόρους
Η απόφαση για το σύστημα των ιδίων πόρων της Ένωσης εκδόθηκε από το Συμβούλιο στις 14 Δεκεμβρίου. Πριν από την έναρξη ισχύος, πρέπει να εγκριθεί από όλα τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τους αντίστοιχους οικείους συνταγματικούς κανόνες. Στα περισσότερα κράτη μέλη, η έγκριση περιλαμβάνει κοινοβουλευτική επικύρωση. Ένα εθνικό κοινοβούλιο, το κροατικό Hrvatski Sabor, είχε ήδη ολοκληρώσει την εν λόγω επικύρωση το 2020, στις 18 Δεκεμβρίου.
6.
Ο ρόλος των περιφερειακών κοινοβουλίων
Τα περιφερειακά κοινοβούλια συμβάλλουν έμμεσα στις σχέσεις της Επιτροπής με τα εθνικά κοινοβούλια. Σύμφωνα με το πρωτόκολλο αριθ. 2 των Συνθηκών, κατά τη διενέργεια του ελέγχου επικουρικότητας των σχεδίων νομοθετικών πράξεων της ΕΕ με σκοπό την έκδοση αιτιολογημένων γνωμών, θα απόκειται σε κάθε εθνικό κοινοβούλιο να συμβουλεύεται, κατά περίπτωση, τα περιφερειακά κοινοβούλια που έχουν νομοθετικές εξουσίες.
Τα μέλη των περιφερειακών κοινοβουλίων εκπροσωπούνται επίσης στην Επιτροπή των Περιφερειών, η οποία ασκεί δραστηριότητες παρακολούθησης μέσω του δικτύου παρακολούθησης της επικουρικότητας και της διαδικτυακής πλατφόρμας της, η οποία έχει σχεδιαστεί για την υποστήριξη της συμμετοχής των περιφερειακών κοινοβουλίων τα οποία έχουν νομοθετικές εξουσίες στον μηχανισμό έγκαιρης προειδοποίησης σχετικά με την επικουρικότητα (REGPEX). Συμμετέχουν επίσης, μέσω του δικτύου RegHub, στην πλατφόρμα «Fit for Future» της Επιτροπής, η οποία αποτελεί μέρος των προσπαθειών της για τη βελτίωση της νομοθεσίας.
Μολονότι δεν υπάρχει ρητή πρόβλεψη στις Συνθήκες για άμεση αλληλεπίδραση μεταξύ της Επιτροπής και των περιφερειακών κοινοβουλίων, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τη συμβολή τους. Αρκετά περιφερειακά κοινοβούλια υπέβαλαν ψηφίσματα απευθείας στην Επιτροπή σχετικά με διάφορα ζητήματα, όπως η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης, η έγκριση του προϋπολογισμού της ΕΕ και η απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με τους ιδίους πόρους της ΕΕ, η γερμανική προεδρία, η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και η προστασία του κλίματος, η πράσινη και κοινωνική οικονομία, το σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία, η στρατηγική «από το αγρόκτημα στο πιάτο», η πρόταση για επαρκείς κατώτατους μισθούς, ο μηχανισμός πολιτικής προστασίας της ΕΕ, η περιφερειακή πολιτική στις Αζόρες και στην Πολωνία, ο γεωγραφικός αποκλεισμός, η προστασία των προσφύγων και των μεταναστών, η πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, η κατάσταση στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ και η έκκληση για άμεση απελευθέρωση ενός φοιτητή του προγράμματος Erasmus Mundus που συνελήφθη στην Αίγυπτο. Ένα περιφερειακό κοινοβούλιο υπέβαλε επίσης απαντήσεις σε αρκετές δημόσιες διαβουλεύσεις που δρομολόγησε η Επιτροπή, ενώ ένα άλλο υπέβαλε γνώμη μέσω εθνικού κοινοβουλίου. Τα μέλη της Επιτροπής πραγματοποίησαν επίσης συνεδριάσεις με ορισμένα περιφερειακά κοινοβούλια.
7.
Συμπέρασμα
Η τάση που παρατηρήθηκε το 2019, σύμφωνα με την οποία οι περισσότερες γνώμες των εθνικών κοινοβουλίων αφορούσαν μη νομοθετικές πρωτοβουλίες της Επιτροπής ή ήταν γνώμες πρωτοβουλίας, διατηρήθηκε και το 2020. Το γεγονός αυτό δείχνει το ενδιαφέρον ορισμένων εθνικών κοινοβουλίων να συμμετέχουν στη χάραξη πολιτικής της ΕΕ όχι μόνο στο πλαίσιο του ελέγχου της επικουρικότητας, αλλά και νωρίτερα, καθώς και σε άλλα στάδια της διαδικασίας, με την παροχή μελλοντοστραφών πολιτικών πληροφοριών.
Πάνω από το ένα τέταρτο των γνωμών των εθνικών κοινοβουλίων που διαβιβάστηκαν στην Επιτροπή το 2020 αφορούσε την αντιμετώπιση της κρίσης της COVID-19, καταδεικνύοντας με τον τρόπο αυτόν την ισχυρή δέσμευση των εθνικών κοινοβουλίων σε περιόδους κρίσης.
Παρά τη διαταραχή που προκλήθηκε από τη νόσο COVID-19, τα μέλη της Επιτροπής πραγματοποίησαν περισσότερες συνεδριάσεις με τα εθνικά κοινοβούλια σε σχέση με το 2019. Η πρόεδρος κ. von der Leyen και μέλη της Επιτροπής συμμετείχαν ενεργά σε πολλές διακοινοβουλευτικές συνεδριάσεις, συμπεριλαμβανομένης της ολομέλειας της COSAC LXIV. Τα εθνικά κοινοβούλια χρησιμοποίησαν ευρέως τις βιντεοδιασκέψεις, οι οποίες προσέφεραν έναν ευρύτερο τρόπο παρουσίασης των πρωτοβουλιών της Επιτροπής. Η χρήση ψηφιακών εργαλείων αποδείχτηκε αποτελεσματική για την ενίσχυση και την εντατικοποίηση των ανταλλαγών μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών κοινοβουλίων. Η εν λόγω πολιτική ανταλλαγή θα μπορούσε να συνεχίσει να επωφελείται από τα εργαλεία αυτά ακόμη και μετά την πανδημία.
Το 2020 η Επιτροπή βοήθησε τα εθνικά κοινοβούλια στην άσκηση του ελέγχου επικουρικότητας με δύο τρόπους. Πρώτον, εξαίρεσε τις διακοπές των Χριστουγέννων και του Νέου Έτους από τον υπολογισμό της προθεσμίας των οκτώ εβδομάδων για την υποβολή των αιτιολογημένων γνωμών. Δεύτερον, επέδειξε ευελιξία κατά τη λήψη των αιτιολογημένων γνωμών μετά τη λήξη της περιόδου ελέγχου, ώστε να ληφθούν υπόψη οι πιθανές πρακτικές δυσκολίες που ενδέχεται να συνάντησαν τα εθνικά κοινοβούλια εξαιτίας της κρίσης της COVID-19.
Η Επιτροπή ενίσχυσε επίσης τους δεσμούς πολιτικής της με τις τοπικές και περιφερειακές αρχές μέσω μιας νέας πλατφόρμας «Fit for Future», η οποία εργάζεται για τη διασφάλιση της ανθεκτικότητας της νομοθεσίας στον χρόνο.