Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32014R0038

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 38/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2014 για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά την ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων για τη θέσπιση ορισμένων μέτρων

ΕΕ L 18 της 21.1.2014, p. 52–69 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2014/38/oj

21.1.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 18/52


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 38/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ,

της 15ης Ιανουαρίου 2014

για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά την ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων για τη θέσπιση ορισμένων μέτρων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Μετά τη διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Ένας αριθμός βασικών κανονισμών που αφορούν την κοινή εμπορική πολιτική προβλέπουν ότι πρέπει να θεσπίζονται πράξεις βάσει των διαδικασιών που ορίζονται στην απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου (2).

(2)

Απαιτείται εξέταση των εν ισχύι νομοθετικών πράξεων που δεν έχουν προσαρμοστεί στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο πριν από την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβόνας, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η συνέπεια με τις διατάξεις της εν λόγω Συνθήκης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, κρίνεται σκόπιμο να τροποποιηθούν αυτές οι πράξεις ώστε να ανατεθούν στην Επιτροπή κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητες, σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι επίσης σκόπιμο να εφαρμόζονται ορισμένες διαδικασίες που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3).

(3)

Επομένως, θα πρέπει να τροποποιηθούν ανάλογα οι ακόλουθοι κανονισμοί:

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3030/93 του Συμβουλίου (4),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου (5),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 953/2003 του Συμβουλίου (6),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 673/2005 του Συμβουλίου (7),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 του Συμβουλίου (8),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 55/2008 του Συμβουλίου (9),

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1340/2008 του Συμβουλίου (10).

(4)

Χάριν της ασφάλειας δικαίου, είναι αναγκαίο να μην θιγούν από τον παρόντα κανονισμό οι διαδικασίες θέσπισης μέτρων οι οποίες έχουν αρχίσει, αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί πριν από την έναρξη ισχύος του,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κανονισμοί που έχουν καταγραφεί στο Παράρτημα του παρόντος κανονισμού τροποποιούνται, κατ’ εφαρμογή του Παραρτήματος.

Άρθρο 2

Οι παραπομπές στις διατάξεις των κανονισμών που αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού νοούνται ως παραπομπές στις εν λόγω διατάξεις όπως αυτές τροποποιούνται με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει τις διαδικασίες θέσπισης μέτρων που προβλέπονται στους κανονισμούς που περιλαμβάνονται στο παράρτημά του, οι οποίες έχουν αρχίσει, αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 30ή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 15 Ιανουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΫΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Νοεμβρίου 2012 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 15ης Νοεμβρίου 2013 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2013 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  1999/468/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου της 28ης Ιουνίου 1999 για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(4)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3030/93 του Συμβουλίου της 12ης Οκτωβρίου 1993 περί κοινών κανόνων εισαγωγής ορισμένων κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων καταγωγής τρίτων χωρών (ΕΕ L 275 της 8.11.1993, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 1994 περί της θέσπισης κοινών κανόνων για τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διακανονισμούς ή άλλους κοινοτικούς κανόνες εισαγωγής (ΕΕ L 67 της 10.3.1994, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 953/2003 του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για να αποφευχθεί η εκτροπή του εμπορίου ορισμένων βασικών φαρμακευτικών προϊόντων προς την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ L 135 της 3.6.2003, σ. 5).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 673/2005 του Συμβουλίου, της 25ης Απριλίου 2005, για την επιβολή πρόσθετων δασμών στις εισαγωγές ορισμένων προϊόντων καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΕΕ L 110 της 30.4.2005, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 του Συμβουλίου, της 20 Δεκεμβρίου 2007, περί εφαρμογής στα προϊόντα καταγωγής ορισμένων χωρών μελών της ομάδας κρατών Αφρικής, Καραϊβικής και Ειρηνικού (ΑΚΕ) των ρυθμίσεων που προβλέπονται στις συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης ή στις συμφωνίες που οδηγούν στην σύναψη τέτοιων συμφωνιών (ΕΕ L 348 της 31.12.2007, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 55/2008 του Συμβουλίου, της 21ης Ιανουαρίου 2008, για τη χορήγηση αυτόνομων εμπορικών προτιμήσεων στη Μολδαβία και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 980/2005 και της απόφασης 2005/924/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 20 της 24.1.2008, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1340/2008 του Συμβουλίου, της 8ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με το εμπόριο ορισμένων προϊόντων χάλυβα μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας του Καζακστάν (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ, ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΡΟΣΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 290 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Η ΣΤΙΣ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. 182/2011 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

1.   Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3030/93

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3030/93, για να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία του συστήματος διαχείρισης των εισαγωγών ορισμένων κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, η εξουσία για την έκδοση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να ανατίθεται στην Επιτροπή όσον αφορά την τροποποίηση των παραρτημάτων του εν λόγω κανονισμού, την παροχή πρόσθετων δυνατοτήτων για εισαγωγές, την καθιέρωση ή την προσαρμογή ποσοτικών ορίων και τη θέσπιση μέτρων διασφάλισης και ενός συστήματος εποπτείας. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προβαίνει η Επιτροπή στις κατάλληλες διαβουλεύσεις, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Προκείμενου να εξασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ.3030/93, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες. Οι εν λόγω εξουσίες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να εφαρμόζεται με σκοπό την έναρξη και τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3030/93 τροποποιείται ως εξής:

1)

οι αναφορές στο «άρθρο 17» νοούνται ως αναφορές στο «άρθρο 17 παράγραφος 2».

2)

Στο άρθρο 2, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16α, ώστε να προσαρμόζει τον ορισμό των ποσοτικών ορίων που καθορίζονται στο παράρτημα V και τις κατηγορίες προϊόντων για τις οποίες ισχύουν τα όρια, όταν κρίνεται αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση της συνδυασμένης ονοματολογίας (ΣΟ) ή κάθε απόφαση που τροποποιεί την ταξινόμηση αυτών των προϊόντων δεν θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση αυτών των ποσοτικών ορίων».

3)

Στο άρθρο 6, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16α, για την τροποποίηση των παραρτημάτων προσαρμόζοντας τα ποσοτικά όρια που αυτά περιέχουν ώστε να αντιμετωπίζεται η κατάσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, με τον δέοντα σεβασμό των όρων και των προϋποθέσεων που περιέχονται στις σχετικές διμερείς συμφωνίες.

Όταν η καθυστέρηση επιβολής μέτρων μπορεί να προκαλέσει ζημία λόγω της εισαγωγής στο εσωτερικό της Ένωσης κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων σε ασυνήθιστα χαμηλές τιμές, η οποία ζημία θα είναι δύσκολο να αποκατασταθεί και, επομένως, το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 16β εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.»

4)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16α για την τροποποίηση των παραρτημάτων προκειμένου να επιτρέψει πρόσθετες δυνατότητες εισαγωγών στη διάρκεια συγκεκριμένου έτους ποσόστωσης, όταν, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, απαιτούνται πρόσθετες εισαγωγές επιπλέον αυτών που αναφέρονται στο παράρτημα V, για μία ή περισσότερες κατηγορίες προϊόντων.

Σε επείγουσες περιπτώσεις, όταν η καθυστέρηση παροχής πρόσθετων δυνατοτήτων εισαγωγών στη διάρκεια συγκεκριμένου έτους ποσόστωσης μπορεί να προκαλέσει ζημία λόγω ανεπαρκούς όγκου εισαγωγών η οποία θα είναι δύσκολο να αποκατασταθεί και, επομένως, το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 16β εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με την πρώτη παράγραφο. Η Επιτροπή αποφασίζει εντός 15 εργάσιμων ημερών μετά την παραλαβή αίτησης από κράτος μέλος.»

β)

Το προτελευταίο εδάφιο διαγράφεται.

5)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 7, το στοιχείο β) διαγράφεται·

β)

Η παράγραφος 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«13.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για την επιβολή ποσοτικών ορίων τροποποιώντας τα παραρτήματα δυνάμει του άρθρου 16α σχετικά με τα μέτρα που προβλέπονται στις παραγράφους 3 και 9 του παρόντος άρθρου.

Σε επείγουσες περιπτώσεις, είτε κατόπιν πρωτοβουλίας της ίδιας της Επιτροπής είτε εντός 10 εργασίμων ημερών από την υποβολή αιτήσεως κράτους μέλους όπου επισημαίνονται οι λόγοι του κατεπείγοντος, και όταν η καθυστέρηση επιβολής μέτρων μπορεί να προκαλέσει ζημία που θα είναι δύσκολο να αποκατασταθεί και, επομένως, το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 16β εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.»

6)

Στο άρθρο 13 παράγραφος 3, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή αποφασίζει να τροποποιήσει το Παράρτημα ΙΙΙ για την εφαρμογή συστήματος επιτήρησης εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις δυνάμει του άρθρου 16α σχετικά με την εφαρμογή του συστήματος εκ των προτέρων ή εκ των υστέρων επιτήρησης.»

7)

Στο άρθρο 15 οι παράγραφοι 3, 4 και 5 αντικαθίστανται ως εξής:

«3.   Εάν η Ένωση και η προμηθεύτρια χώρα δεν καταλήξουν σε ικανοποιητική λύση εντός του χρονικού διαστήματος που ορίζεται στο άρθρο 16 και η Επιτροπή διαπιστώσει ότι υπάρχουν σαφείς αποδείξεις καταστρατήγησης, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 16α, για να τροποποιήσει το Παράρτημα V για την αφαίρεση από τα ποσοτικά όρια αντίστοιχου όγκου προϊόντων καταγωγής της συγκεκριμένης προμηθεύτριας χώρας.

Όταν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι υπάρχουν σαφείς αποδείξεις καταστρατήγησης και η καθυστέρηση επιβολής μέτρων κατά της καταστρατήγησης θα προκαλούσε σχεδόν ανήκεστο βλάβη, και συνεπώς το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 16β εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.

4.   Σύμφωνα με τις διατάξεις των πρωτοκόλλων και ορισμένων διμερών συμφωνιών που έχουν συναφθεί με τρίτες χώρες, όταν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις ότι μια δήλωση είναι ψευδής ως προς την περιεκτικότητα σε ίνες, τις ποσότητες, την περιγραφή ή την κατάταξη των προϊόντων καταγωγής των οικείων χωρών, οι αρχές της Ένωσης μπορούν να αρνηθούν την εισαγωγή των εν λόγω προϊόντων. Επιπλέον, εφόσον αποδειχθεί ότι στην επικράτεια οιασδήποτε από τις χώρες αυτές πραγματοποιείται μεταφόρτωση ή αλλαγή διαδρομής προϊόντων που δεν κατάγονται από την εν λόγω χώρα, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις δυνάμει του άρθρου 16α για να επιβάλει ποσοτικά όρια για τα ίδια αυτά προϊόντα καταγωγής της ίδιας αυτής χώρας, εφόσον αυτά δεν υπόκεινται ήδη σε ποσοτικά όρια, ή να αντιμετωπίσει την κατάσταση που περιγράφεται στην παρούσα παράγραφο τροποποιώντας το Παράρτημα V.

Όταν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι υπάρχουν σαφείς αποδείξεις καταστρατήγησης και η καθυστέρηση επιβολής μέτρων κατά της καταστρατήγησης θα προκαλούσε σχεδόν ανήκεστο βλάβη, και συνεπώς το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 16β του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.

5.   Επιπλέον, εφόσον αποδειχθεί ότι ενέχεται οποιαδήποτε τρίτη χώρα μέλος του ΠΟΕ που δεν απαριθμείται στο παράρτημα V, η Επιτροπή ζητεί την έναρξη διαβουλεύσεων με την ή τις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 16 προκειμένου να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα αντιμετώπισης του προβλήματος. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 16α, για την εισαγωγή ποσοτικών ορίων κατά της οικείας τρίτης χώρας ή των οικείων τρίτων χωρών ή για την αντιμετώπιση της κατάστασης που περιγράφεται στην παρούσα παράγραφο τροποποιώντας το Παράρτημα V.

Όταν η καθυστέρηση επιβολής μέτρων κατά της καταστρατήγησης θα προκαλούσε σχεδόν ανήκεστο βλάβη, και συνεπώς το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 16β εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.»

8)

Στο άρθρο 16 παράγραφος 1, το εισαγωγικό τμήμα αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή, εφόσον ενημερώσει τα κράτη μέλη, διεξάγει τις διαβουλεύσεις που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τους παρακάτω κανόνες:»

9)

Προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 16α

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 2 παράγραφος 6, στο άρθρο 6 παράγραφος 2, στο άρθρο 8, στο άρθρο 10 παράγραφος 13, στο άρθρο 13 παράγραφος 3, στο άρθρο 15 παράγραφοι 3, 4 και 5 και στο άρθρο 19 του παρόντος κανονισμού και στο άρθρο 4 παράγραφος 3 του παραρτήματος IV και στο άρθρο 2 και στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 3 του παραρτήματος VII του παρόντος κανονισμού εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από 20ης Φεβρουαρίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 6, στο άρθρο 6 παράγραφος 2, στο άρθρο 8, στο άρθρο 10 παράγραφος 13, στο άρθρο 13 παράγραφος 3, στο άρθρο 15 παράγραφοι 3, 4 και 5 και στο άρθρο 19 του παρόντος κανονισμού, στο άρθρο 4 παράγραφος 3 του παραρτήματος IV και στο άρθρο 2 και στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 3 του παραρτήματος VII του παρόντος κανονισμού μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μία κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 6, του άρθρου 8, του άρθρου 10 παράγραφος 13, του άρθρου 13 παράγραφος 3, του άρθρου 15 παράγραφοι 3, 4 και 5 και του άρθρου 19 του παρόντος κανονισμού και του άρθρου 4 παράγραφος 3 του παραρτήματος IV του παρόντος κανονισμού τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 2 και του άρθρου 2 και του άρθρου 3 παράγραφοι 1 και 3 του Παραρτήματος VII του παρόντος κανονισμού τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο, εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά τέσσερις μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 16β

Διαδικασία επείγοντος

1.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο αρχίζει να ισχύει αμέσως και εφαρμόζεται εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Η κοινοποίηση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εκθέτει τους λόγους για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας επείγουσας ανάγκης.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δύνανται να προβάλουν αντιρρήσεις κατά της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης με τη διαδικασία του άρθρου 16α παράγραφος 5 ή 6. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή καταργεί την πράξη αμέσως μόλις της κοινοποιηθεί η περί αντιρρήσεων απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

10)

Στο άρθρο 17, ο τίτλος και οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 17

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή κλωστοϋφαντουργικών του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου (1). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2).

1α.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

11)

Το άρθρο 17α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 17α

Η επιτροπή κλωστοϋφαντουργικών μπορεί να εξετάζει κάθε ζήτημα που αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής ή αιτήσεως κράτους μέλους.»

12)

Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 19

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 16α, για την τροποποίηση των σχετικών παραρτημάτων του παρόντος κανονισμού, όπου χρειάζεται ώστε να λαμβάνεται υπόψη η σύναψη, η τροποποίηση ή η λήξη συμφωνιών, πρωτοκόλλων ή διακανονισμών με τρίτες χώρες ή τροποποιήσεις των κανόνων της Ένωσης για τις στατιστικές, τις τελωνειακές ρυθμίσεις ή τους κοινούς κανόνες εισαγωγών.»

13)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 19α

Έκθεση

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (3), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

14)

Στο άρθρο 4 του παραρτήματος IV, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Εφόσον διαπιστώνεται καταστρατήγηση των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, και αφού εξασφαλιστεί η συμφωνία της ή των ενδιαφερομένων προμηθευτριών χωρών, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16α του παρόντος κανονισμού, σχετικά με την τροποποίηση των σχετικών παραρτημάτων του παρόντος κανονισμού, όπως ενδείκνυται για την πρόληψη της επανάληψης της καταστρατήγησης.

Όταν η καθυστέρηση επιβολής μέτρων κατά των ενεργειών καταστρατήγησης του παρόντος κανονισμού μπορεί να προκαλέσει ζημία που θα είναι δύσκολο να αποκατασταθεί και, επομένως, το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 16β εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το παρόν εδάφιο.»

15)

Στο παράρτημα VII, το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16α του παρόντος κανονισμού, ώστε οι επανεισαγωγές που δεν καλύπτονται από το παρόν παράρτημα να υπόκεινται σε ειδικά ποσοτικά όρια, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω προϊόντα υπόκεινται στα ποσοτικά όρια που ορίζονται στο άρθρο 2 του παρόντος κανονισμού.

Όταν η καθυστέρηση επιβολής μέτρων κατά επανεισαγωγών προϊόντων που υπάγονται στο καθεστώς παθητικής τελειοποίησης μπορεί να προκαλέσει ζημία που θα είναι δύσκολο να αποκατασταθεί και, επομένως, το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 16β του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.»

16)

Στο παράρτημα VII, το άρθρο 3 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16α του παρόντος κανονισμού για τη μεταφορά μεταξύ κατηγοριών και την προκαταβολική χρήση ή τη μεταβίβαση μεριδίων ειδικών ποσοτικών ορίων από το ένα έτος στο άλλο.

Όταν η καθυστέρηση επιβολής μέτρων κατά της καταστρατήγησης μπορεί να προκαλέσει ζημία λόγω παρεμπόδισης του εμπορίου προϊόντων που υπάγονται στο καθεστώς παθητικής τελειοποίησης λαμβανομένης υπόψη της νομικής υποχρέωσης να διενεργούνται αυτές οι μεταφορές από το ένα έτος στο επόμενο, και η εν λόγω ζημία θα είναι δύσκολο να αποκατασταθεί, και συνεπώς το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 16β του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.»

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 16α του παρόντος κανονισμού για την προσαρμογή των ειδικών ποσοτικών ορίων όταν υπάρχει ανάγκη πρόσθετων εισαγωγών.

Όταν η καθυστέρηση στην προσαρμογή των ειδικών ποσοτικών ορίων, σε περίπτωση που είναι αναγκαίες πρόσθετες εισαγωγές, μπορεί να προκαλέσει ζημία με την παρεμπόδιση της πρόσβασης σε αυτές τις απαιτούμενες πρόσθετες εισαγωγές, ζημία που θα είναι δύσκολο να αποκατασταθεί και, επομένως, το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 16β του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.»

2.   Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 517/94

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 517/94, για να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία του συστήματος διαχείρισης των εισαγωγών ορισμένων κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων που δεν διέπονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλες ρυθμίσεις, ή άλλους συγκεκριμένους κανόνες εισαγωγής της Ένωσης, η εξουσία για την έκδοση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να ανατίθεται στην Επιτροπή όσον αφορά την τροποποίηση των παραρτημάτων του εν λόγω κανονισμού, την αλλαγή των κανόνων εισαγωγής και την επιβολή μέτρων διασφάλισης και μέτρων εποπτείας, σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προβαίνει η Επιτροπή στις κατάλληλες διαβουλεύσεις, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων.

Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Προκειμένου να εξασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 517/94, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να εφαρμόζεται για την έγκριση εποπτικών μέτρων, δεδομένων των επιπτώσεων αυτών των μέτρων και της λογικής τους συνάφειας προς την έγκριση οριστικών μέτρων διασφάλισης.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 517/94 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 3, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οποιοδήποτε κλωστοϋφαντουργικό προϊόν αναφέρεται στο παράρτημα V και κατάγεται από τις χώρες που αναφέρονται σε αυτό είναι δυνατό να εισαχθεί στην Ένωση, μόνον αν καθοριστεί ετήσιο ποσοτικό όριο από την Επιτροπή. Κάθε τέτοιο ποσοτικό όριο βασίζεται σε προηγούμενες ροές συναλλαγών, ή αν δεν υπάρχουν διαθέσιμες, σε δεόντως αιτιολογημένες εκτιμήσεις αυτών των ροών συναλλαγών. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για την τροποποίηση των σχετικών παραρτημάτων του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 25α σχετικά με τον καθορισμό αυτών των ετήσιων ποσοτικών ορίων.»

2)

Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5

1.   Η επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 25 μπορεί να εξετάζει κάθε ζήτημα που αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής ή αιτήσεως κράτους μέλους.

2.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις δυνάμει του άρθρου 25α σχετικά με τα μέτρα που απαιτούνται για την προσαρμογή των παραρτημάτων III έως VII του παρόντος κανονισμού, εφόσον διαπιστώνονται προβλήματα στην αποτελεσματική λειτουργία τους.»

3)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Όταν η Επιτροπή εκτιμά ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που δικαιολογούν την έναρξη διαδικασίας έρευνας όσον αφορά τους όρους εισαγωγής προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1, η Επιτροπή αρχίζει τη διαδικασία έρευνας.· Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη μόλις διαπιστώσει την ανάγκη έναρξης τέτοιας έρευνας.»

β)

Στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Εκτός από τις πληροφορίες που παρέχονται βάσει του άρθρου 6, η Επιτροπή ζητεί κάθε πληροφορία που κρίνει αναγκαία και προβαίνει σε επαλήθευση αυτών των πληροφοριών απευθυνόμενη στους εισαγωγείς, τους εμπόρους, τους διαμεσολαβητές, τους παραγωγούς και τις εμπορικές ενώσεις και οργανώσεις.»

4)

Στο άρθρο 8, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Σε περίπτωση που η Επιτροπή κρίνει ότι δεν απαιτείται οποιοδήποτε μέτρο επιτήρησης ή διασφάλισης της Ένωσης, αποφασίζει, ενεργώντας σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 25 παράγραφος 2, την περάτωση των ερευνών, εκθέτοντας τα βασικά συμπεράσματά τους.»

5)

Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

να αποφασίσει την εκ των υστέρων επιτήρηση από την Ένωση ορισμένων εισαγωγών, σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 1α·

β)

να αποφασίσει, για τον έλεγχο της εξέλιξης των εισαγωγών αυτών, ότι ορισμένες εισαγωγές υπόκεινται σε προηγούμενη επιτήρηση από την Ένωση, σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 1α.»

β)

στην παράγραφο 2 τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

να αποφασίσει την εκ των υστέρων επιτήρηση από την Ένωση ορισμένων εισαγωγών, σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 1α·

β)

να αποφασίσει, για τον έλεγχο της εξέλιξης των εισαγωγών αυτών, ότι ορισμένες εισαγωγές υπόκεινται σε προηγούμενη επιτήρηση από την Ένωση, σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 1α.»

6)

Στο άρθρο 12, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις δυνάμει του άρθρου 25α σχετικά με τα μέτρα που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου προκειμένου να τροποποιηθούν οι κανόνες εισαγωγής για το συγκεκριμένο προϊόν, μεταξύ άλλων τροποποιώντας τα παραρτήματα του παρόντος κανονισμού.»

7)

Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 13

Σε επείγουσες περιπτώσεις, όταν η απουσία μέτρων ενδέχεται να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής και όταν η Επιτροπή διαπιστώσει, με δική της πρωτοβουλία ή μετά από αίτημα κράτους μέλους, ότι πληρούνται οι όροι του άρθρου 12 παράγραφοι 1 και 2 και όταν θεωρεί ότι κάποια συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων που απαριθμείται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού, αλλά δεν υπόκειται σε ποσοτικό περιορισμό, θα πρέπει να υπόκειται σε ποσοτικά όρια ή σε μέτρα προηγούμενης ή αναδρομικής επιτήρησης, και επομένως το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 25β εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 2 προκειμένου να τροποποιηθούν οι κανόνες εισαγωγής για το συγκεκριμένο, μεταξύ άλλων τροποποιώντας τα παραρτήματα του παρόντος κανονισμού.»

8)

Στο άρθρο 15, το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 25 παράγραφος 1α, η Επιτροπή δύναται, κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους ή κατόπιν δικής της πρωτοβουλίας, στην περίπτωση που ενδέχεται να προκύψει η κατάσταση που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2:»

9)

Στο άρθρο 16, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα μέτρα αυτά θεσπίζονται σύμφωνα με την ενδεδειγμένη διαδικασία που είναι εφαρμοστέα σε μέτρα τα οποία πρέπει να θεσπίζονται δυνάμει των άρθρων 10, 11 και 12.»

10)

Στο άρθρο 25, οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 4 αντικαθίστανται ως εξής:

«Άρθρο 25

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή κλωστοϋφαντουργικών. Η εν λόγω επιτροπή είναι επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4).

1α.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όποτε γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

11)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 25α

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 παράγραφος 3, στο άρθρο 5 παράγραφος 2, στο άρθρο 12 παράγραφος 3 και στα άρθρα 13 και 28 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από 20ης Φεβρουαρίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3, στο άρθρο 5 παράγραφος 2, στο άρθρο 12 παράγραφος 3, και στα άρθρα 13 και 28 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μία κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 και τα άρθρα 13 και 28 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 και το άρθρο 12 παράγραφος 3 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο, εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά τέσσερις μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 25β

1.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο αρχίζει να ισχύει αμέσως και εφαρμόζεται εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Η κοινοποίηση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εκθέτει τους λόγους για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας επείγουσας ανάγκης.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δύνανται να προβάλουν αντιρρήσεις κατά της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης με τη διαδικασία του άρθρου 25α παράγραφος 5. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή καταργεί την πράξη αμέσως μόλις της κοινοποιηθεί η περί αντιρρήσεων απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

12)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 26α

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (5), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

13)

Το άρθρο 28 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 28

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 25α, για την τροποποίηση των σχετικών παραρτημάτων, όπου χρειάζεται, ώστε να λαμβάνεται υπόψη η σύναψη, η τροποποίηση ή η λήξη συμφωνιών ή διακανονισμών με τρίτες χώρες ή τροποποιήσεις των κανόνων της Ένωσης για τις στατιστικές, τις τελωνειακές ρυθμίσεις ή τους κοινούς κανόνες εισαγωγών.»

3.   Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 953/2003

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 953/2003, για να προστεθούν προϊόντα στον κατάλογο προϊόντων που καλύπτει ο εν λόγω κανονισμός, πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η αρμοδιότητα θέσπισης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά την τροποποίηση των παραρτημάτων του εν λόγω κανονισμού. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προβαίνει η Επιτροπή στις κατάλληλες διαβουλεύσεις, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 953/2003 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 3 διαγράφεται.

β)

η παράγραφος 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι ένα προϊόν πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 5, ώστε να προστίθεται το εν λόγω προϊόν στο παράρτημα Ι κατά την επόμενη επικαιροποίηση. Η Επιτροπή ενημερώνει τον αιτούντα για την απόφασή της εντός 15 ημερών από την έκδοσή της.

Όταν η καθυστέρηση της προσθήκης ενός προϊόντος στο Παράρτημα Ι μπορεί να προκαλέσει καθυστέρηση στην κάλυψη μιας επιτακτικής ανάγκης πρόσβασης σε προσιτές τιμές στα βασικά φαρμακευτικά προϊόντα σε μια αναπτυσσόμενη χώρα και, επομένως, το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 5α εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.»

γ)

Η παράγραφος 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«9.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6, ώστε να προσαρμόζει τα παραρτήματα II, III και IV, όπου χρειάζεται, για την αναθεώρηση του καταλόγου των ασθενειών, των χωρών προορισμού που υπάγονται στον παρόντα κανονισμό καθώς και των τύπων που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των προϊόντων με κλιμακωτή τιμολόγηση, υπό το πρίσμα της εμπειρίας που αποκτάται από την εφαρμογή του ή για να ανταποκριθεί σε υγειονομική κρίση.»

2)

Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 4 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από 20ης Φεβρουαρίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μία κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 9 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά τέσσερις μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

3)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 5α

1.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο αρχίζει να ισχύει αμέσως και εφαρμόζεται εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Η κοινοποίηση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εκθέτει τους λόγους για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας επείγουσας ανάγκης.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δύνανται να προβάλουν αντιρρήσεις κατά της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης με τη διαδικασία του άρθρου 5 παράγραφος 6. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή καταργεί την πράξη αμέσως μόλις της κοινοποιηθεί η περί αντιρρήσεων απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

4)

Το άρθρο 11 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή υποβάλλει εκθέσεις ανά διετία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τους όγκους που εξάγονται σε κλιμακωτές τιμές, συμπεριλαμβανομένων των όγκων που εξάγονται στο πλαίσιο εταιρικής συμφωνίας μεταξύ του κατασκευαστή και της κυβέρνησης της χώρας προορισμού. Στις εκθέσεις εξετάζεται ο κατάλογος των χωρών και των ασθενειών καθώς και τα γενικά κριτήρια εφαρμογής του άρθρου 3.»

β)

προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί, εντός ενός μηνός από την υποβολή της έκθεσης από την Επιτροπή, να καλέσει την Επιτροπή σε ειδική συνεδρίαση της αρμόδιας επιτροπής του προκειμένου να παρουσιάσει και να διευκρινίσει οποιαδήποτε θέματα σχετίζονται με την εφαρμογή του κανονισμού.

4.   Το αργότερο έξι μήνες μετά την ημερομηνία υποβολής της έκθεσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, η Επιτροπή δημοσιοποιεί την έκθεση αυτή.»

4.   Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 673/2005

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 673/2005, για να επέλθουν οι αναγκαίες προσαρμογές στα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, η εξουσία για την έκδοση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να ανατίθεται στην Επιτροπή όσον αφορά την τροποποίηση του ποσοστού των πρόσθετων δασμών ή των καταλόγων στα παραρτήματα I και II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 673/2005, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προβαίνει η Επιτροπή στις κατάλληλες διαβουλεύσεις, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 673/2005 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 3, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις δυνάμει του άρθρου 4, ώστε να γίνονται προσαρμογές και τροποποιήσεις στο πλαίσιο του παρόντος άρθρου.

Όταν, τα στοιχεία για το ποσό των πληρωμών που έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι διαθέσιμα στο τέλος του έτους, ούτως ώστε δεν είναι εφικτή η τήρηση των προθεσμιών του ΠΟΕ και των καθορισμένων προθεσμιών κατά την εφαρμογή της διαδικασίας του άρθρου 4 και, σε περίπτωση προσαρμογών και τροποποιήσεων των παραρτημάτων, το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 4α εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.»

2)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 παράγραφος 3 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 20ης Φεβρουαρίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μία κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 3 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

3)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 4α

1.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο τίθενται σε ισχύ αμέσως και εφαρμόζονται εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Η κοινοποίηση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εκθέτει τους λόγους για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας επείγουσας ανάγκης.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δύνανται να προβάλουν αντιρρήσεις κατά της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης με τη διαδικασία του άρθρου 4 παράγραφος 5. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή καταργεί την πράξη αμέσως μόλις της κοινοποιηθεί η περί αντιρρήσεων απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

5.   Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1528/2007

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1528/2007, για τις τεχνικές προσαρμογές των ρυθμίσεων για προϊόντα καταγωγής ορισμένων χωρών μελών της ομάδας κρατών Αφρικής, Καραϊβικής και Ειρηνικού (ΑΚΕ), πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία θέσπισης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την τροποποίηση του Παραρτήματος Ι του εν λόγω κανονισμού προκειμένου να προστεθούν ή να αφαιρεθούν περιφέρειες ή κράτη και για την εισαγωγή τεχνικών τροποποιήσεων του Παραρτήματος ΙΙ του εν λόγω κανονισμού που είναι απαραίτητες ως αποτέλεσμα της εφαρμογής του εν λόγω Παραρτήματος. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προβαίνει η Επιτροπή στις κατάλληλες διαβουλεύσεις, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1528/2007 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή τροποποιεί το παράρτημα I, με πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 24α, προκειμένου να προστεθούν περιφέρειες ή κράτη από την ομάδα κρατών ΑΚΕ που έχουν ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις σχετικά με μια συμφωνία μεταξύ της Ένωσης και της εν λόγω περιφέρειας ή κράτους, η οποία πληροί τουλάχιστον τις απαιτήσεις του άρθρου XXIV της συμφωνίας GATT 1994.»

β)

Στην παράγραφο 3, το εισαγωγικό μέρος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Το εν λόγω κράτος ή η εν λόγω περιφέρεια παραμένει στον κατάλογο του παραρτήματος Ι, εκτός αν η Επιτροπή εκδίδει πράξη κατ’ εξουσιοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο 24α, που τροποποιεί το παράρτημα Ι, για να αφαιρέσει μια περιφέρεια ή ένας κράτος από το εν λόγω παράρτημα, ιδίως σε περίπτωση:»

2)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή τελωνειακού κώδικα που δημιουργήθηκε με το άρθρο 184 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 24α του παρόντος κανονισμού σχετικά με τεχνικές τροποποιήσεις στο παράρτημα ΙΙ, εφόσον είναι αναγκαίο να ληφθούν υπόψη τροποποιήσεις σε άλλη τελωνειακή νομοθεσία της Ένωσης.

5.   Οι αποφάσεις σχετικά με τη διαχείριση του παραρτήματος II του παρόντος κανονισμού δύνανται να θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στα άρθρα 183 και 184α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 450/2008.»

3)

Το άρθρο 23 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 23

Προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 24α του παρόντος κανονισμού σχετικά με τεχνικές τροποποιήσεις των άρθρων 5 και 8 έως 22, που ενδεχομένως απαιτούνται λόγω των διαφορών ανάμεσα στον παρόντα κανονισμό και τις συμφωνίες που υπογράφονται με προσωρινή εφαρμογή ή που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 218 ΣΛΕΕ με τις περιφέρειες ή τα κράτη που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού.»

4)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 24α

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 2 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 4 παράγραφος 4 και στο άρθρου 23 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 20ης Φεβρουαρίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 4 παράγραφος 4 και στο άρθρο 23 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μία κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 4 και του άρθρου 23 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφοι 2 και 3 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά τέσσερις μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

6.   Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 55/2008

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 55/2008, για να γίνει προσαρμογή του, πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία θέσπισης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τις τροποποιήσεις που απαιτούνται λόγω αλλαγών στους τελωνειακούς κωδικούς ή της σύναψης συμφωνιών με τη Μολδαβία. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προβαίνει η Επιτροπή στις κατάλληλες διαβουλεύσεις, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, κατά την επεξεργασία και κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 55/2008 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 7α

Ανάθεση εξουσιών

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 8β, για τις αναγκαίες τροποποιήσεις και προσαρμογές των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, λόγω:

α)

των τροποποιήσεων των κωδικών της συνδυασμένης ονοματολογίας και των υποδιαιρέσεων Taric·

β)

της σύναψης άλλων συμφωνιών μεταξύ της Ένωσης και της Μολδαβίας, στο βαθμό που οι τροποποιήσεις και προσαρμογές αφορούν τα παραρτήματα του παρόντος κανονισμού.»

2)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 8β

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 7 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 20ης Φεβρουαρίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 7 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μία κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 7 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»

3)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 12α

Έκθεση

Η Επιτροπή, στην ετήσια έκθεσή της προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την εφαρμογή και την υλοποίηση μέτρων εμπορικής άμυνας, που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου (7), περιλαμβάνει και πληροφορίες σχετικά με την υλοποίηση του παρόντος κανονισμού.

7.   Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1340/2008

Όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1340/2008, για την αποτελεσματική διαχείριση ορισμένων περιορισμών, πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία θέσπισης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά την τροποποίηση του παραρτήματος V του εν λόγω κανονισμού. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να προβαίνει η Επιτροπή στις κατάλληλες διαβουλεύσεις, κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1340/2008 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 5, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Εάν η Ένωση και η Δημοκρατία του Καζακστάν δεν καταλήξουν σε ικανοποιητική λύση και εφόσον η Επιτροπή διαπιστώσει ότι υπάρχουν σαφείς αποδείξεις καταστρατήγησης, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 16α, για την αφαίρεση από τα ποσοτικά όρια αντίστοιχου όγκου προϊόντων καταγωγής Δημοκρατίας του Καζακστάν και για την αντίστοιχη τροποποίηση του παραρτήματος V του παρόντος κανονισμού.

Όταν η καθυστέρηση ανάληψης δράσης, προκειμένου να αντιμετωπισθεί μια σαφώς αποδεδειγμένη καταστρατήγησης με επαρκώς αποτελεσματικό τρόπο, μπορεί να προκαλέσει ζημία που θα είναι δύσκολο να αποκατασταθεί και, επομένως, το απαιτούν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία του άρθρου 16β εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.»

2)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 16α

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 5 παράγραφος 3 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 20ης Φεβρουαρίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 3 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μία κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 3 τίθεται σε ισχύ μόνο εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 16β

1.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο τίθενται σε ισχύ αμέσως και εφαρμόζονται εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Η κοινοποίηση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εκθέτει τους λόγους για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας επείγουσας ανάγκης.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δύνανται να προβάλουν αντιρρήσεις κατά της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης με τη διαδικασία του άρθρου 16α παράγραφος 5. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή καταργεί την πράξη αμέσως μόλις της κοινοποιηθεί η περί αντιρρήσεων απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.».


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου της 7ης Μαρτίου 1994 περί της θέσπισης κοινών κανόνων για τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διακανονισμούς ή άλλους κοινοτικούς κανόνες εισαγωγής (ΕΕ L 67 της 10.3.1994, σ. 1)

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).»

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).»

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (εκσυγχρονισμένος τελωνειακός κώδικας) (ΕΕ L 145 της 4.6.2008, σ. 1).»

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1225/2009 του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 343 της 22.12.2009, σ. 51).»


Κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής σχετικά με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3030/93 και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 517/94

Επισημαίνεται ότι οι διαδικασίες του άρθρου 2 παράγραφος 6, του άρθρου 6 παράγραφος 2, των άρθρων 8 και 10, του άρθρου 13 παράγραφος 3, του άρθρου 15 παράγραφοι 3, 4 και 5 και του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3030/93, του άρθρου 4 παράγραφος 3 του Παραρτήματος IV του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3030/93 και του άρθρου 2, του άρθρου 3 παράγραφοι 1 και 3 του Παραρτήματος VII του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3030/93, και του άρθρου 3 παράγραφος 3, του άρθρου 5 παράγραφος 2, του άρθρου 12 παράγραφος 3 και των άρθρων 13 και 28 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 517/94, μετατρέπονται σε διαδικασίες έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. Ας σημειωθεί ότι ορισμένα από αυτά τα άρθρα αναφέρονται σε διαδικασίες λήψεως αποφάσεων για την έκδοση μέτρων διασφάλισης στον τομέα της εμπορικής άμυνας.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή θεωρούν ότι τα μέτρα διασφάλισης πρέπει να θεωρούνται εκτελεστικά μέτρα. Κατ’ εξαίρεση, στους συγκεκριμένους προαναφερόμενους ισχύοντες κανονισμούς τα μέτρα λαμβάνουν τη μορφή κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, επειδή η θέσπιση μέτρου διασφάλισης λαμβάνει τη μορφή τροποποιήσεων των σχετικών παραρτημάτων στους βασικούς κανονισμούς. Αυτό απορρέει από την ιδιαίτερη δομή που χαρακτηρίζει τους προαναφερόμενους ισχύοντες κανονισμούς και, κατά συνέπεια, δεν θα χρησιμοποιείται ως προηγούμενο για τη σύνταξη μελλοντικών πράξεων εμπορικής άμυνας και άλλων μέτρων διασφάλισης.


Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με την κωδικοποίηση

Η έκδοση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 37/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2014 για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά τις διαδικασίες θέσπισης ορισμένων μέτρων και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 38/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2014 για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά την ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων για τη θέσπιση ορισμένων μέτρων θα έχει ως συνέπεια έναν σημαντικό αριθμό τροποποιήσεων στις εν λόγω πράξεις. Για να βελτιωθεί η σαφήνεια των σχετικών πράξεων, η Επιτροπή θα προτείνει την κωδικοποίηση αυτών των πράξεων το ταχύτερο δυνατό, μόλις εγκριθούν αυτοί οι δύο κανονισμοί, το αργότερο δε πριν την 1η Ιουνίου 2014.


Δήλωση της Επιτροπής σχετικά με τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 37/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2014 για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά τις διαδικασίες θέσπισης ορισμένων μέτρων και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 38/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2014 για την τροποποίηση ορισμένων κανονισμών σχετικών με την κοινή εμπορική πολιτική όσον αφορά την ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών αρμοδιοτήτων για τη θέσπιση ορισμένων μέτρων, η Επιτροπή υπενθυμίζει τη δέσμευση που ανέλαβε στην παράγραφο 15 της συμφωνίας πλαισίου για τις σχέσεις Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Ευρωπαϊκής Επιτροπής να παρέχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πλήρη ενημέρωση και τεκμηρίωση για τις συναντήσεις που πραγματοποιεί με εθνικούς εμπειρογνώμονες στο πλαίσιο των εργασιών της για την προετοιμασία κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.


Top