Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32003L0072

    Οδηγία 2003/72/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, για τη συμπλήρωση του καταστατικού του ευρωπαϊκού συνεταιρισμού όσον αφορά το ρόλο των εργαζομένων

    ΕΕ L 207 της 18.8.2003, p. 25–36 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2003/72/oj

    32003L0072

    Οδηγία 2003/72/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, για τη συμπλήρωση του καταστατικού του ευρωπαϊκού συνεταιρισμού όσον αφορά το ρόλο των εργαζομένων

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 207 της 18/08/2003 σ. 0025 - 0036


    Οδηγία 2003/72/ΕΚ του Συμβουλίου

    της 22ας Ιουλίου 2003

    για τη συμπλήρωση του καταστατικού του ευρωπαϊκού συνεταιρισμού όσον αφορά το ρόλο των εργαζομένων

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 308,

    την πρόταση της Επιτροπής(1),

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(2),

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Για την επίτευξη των στόχων της συνθήκης, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1435/2003 του Συμβουλίου(4) θεσπίζει το καταστατικό του ευρωπαϊκού συνεταιρισμού (ΕΣ).

    (2) Ο εν λόγω κανονισμός αποσκοπεί στη δημιουργία ενός ενιαίου νομικού πλαισίου εντός του οποίου συνεταιρισμοί και άλλοι φορείς και φυσικά πρόσωπα από διαφορετικά κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να σχεδιάζουν και να αναδιοργανώνουν τις εργασίες τους, υπό συνεταιριστική μορφή, σε κοινοτική κλίμακα.

    (3) Για να προωθηθούν οι κοινωνικοί στόχοι της Κοινότητας, πρέπει να θεσπισθούν ειδικές διατάξεις, ιδίως στον τομέα του ρόλου των εργαζομένων, με στόχο να διασφαλισθεί ότι η σύσταση ενός ΕΣ δεν επιφέρει την κατάργηση ή τη μείωση της κρατούσας πρακτικής ως προς το ρόλο των εργαζομένων στα πλαίσια των οντοτήτων που συμμετέχουν στη σύσταση ενός ΕΣ. Ο στόχος αυτός θα πρέπει να επιδιωχθεί μέσω της θέσπισης συνόλου κανόνων στον τομέα αυτό, οι οποίοι θα συμπληρώνουν τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1435/2003.

    (4) Δεδομένου ότι οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης, όπως περιγράφονται ανωτέρω, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, στο μέτρο που επιδιώκεται να θεσπιστεί ένα σύνολο κανόνων για το ρόλο των εργαζομένων που θα εφαρμόζεται στον ΕΣ, και δύνανται, συνεπώς, λόγω της διάστασης και των αποτελεσμάτων της προτεινόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

    (5) Η μεγάλη ποικιλομορφία των κανόνων και των πρακτικών στα κράτη μέλη όσον αφορά τον τρόπο κατά τον οποίο οι εκπρόσωποι των εργαζομένων συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων στα πλαίσια των συνεταιρισμών, δεν επιτρέπει τη θέσπιση ενός και μοναδικού ευρωπαϊκού προτύπου για το ρόλο των εργαζομένων, το οποίο θα εφαρμόζεται στον ΕΣ.

    (6) Διαδικασίες διεθνικής ενημέρωσης και διαβούλευσης θα πρέπει να διασφαλιστούν σε όλες τις περιπτώσεις σύστασης ΕΣ, με τις αναγκαίες προσαρμογές για τους ΕΣ που συνιστούνται εκ του μηδενός (ex novo) όταν αυτό δικαιολογείται από το μέγεθός τους, από άποψη απασχόλησης.

    (7) Εάν υπάρχουν, τα δικαιώματα συμμετοχής εντός μιας ή περισσοτέρων οντοτήτων που προβαίνουν στη σύσταση ενός ΕΣ θα πρέπει κατ' αρχήν να διαφυλάσσονται μέσω της μεταφοράς τους στον ΕΣ, μόλις αυτός συσταθεί, εκτός εάν τα μέρη αποφασίσουν διαφορετικά.

    (8) Οι συγκεκριμένες διαδικασίες της διεθνικής ενημέρωσης και διαβούλευσης των εργαζομένων, καθώς και η συμμετοχή αυτών, εάν προβλέπεται, οι οποίες θα εφαρμόζονται σε κάθε ΕΣ, θα πρέπει να ορίζονται κυρίως μέσω συμφωνίας μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών, ή, ελλείψει συμφωνίας, μέσω της εφαρμογής ενός συνόλου επικουρικών κανόνων.

    (9) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρήσουν τη δυνατότητα να μην εφαρμόζουν τις διατάξεις αναφοράς περί συμμετοχής σε περίπτωση συγχωνεύσεων, λόγω της ποικιλομορφίας των εθνικών συστημάτων για το ρόλο των εργαζομένων. Η τυχόν διατήρηση των ισχυόντων συστημάτων και πρακτικών συμμετοχής, σε επίπεδο συμμετεχουσών οντοτήτων πρέπει στην περίπτωση αυτή να εξασφαλιστεί μέσω προσαρμογής των κανόνων καταχώρησης.

    (10) Οι κανόνες ψηφοφορίας στα πλαίσια του ειδικού οργάνου που εκπροσωπεί τους εργαζομένους στις διαπραγματεύσεις, ιδιαίτερα κατά τη σύναψη συμφωνιών που προβλέπουν επίπεδο συμμετοχής χαμηλότερο από το ισχύον στα πλαίσια μιας ή περισσοτέρων από τις συμμετέχουσες οντότητες, θα πρέπει να είναι αντίστοιχοι προς τον κίνδυνο κατάργησης ή μείωσης των υπαρχόντων συστημάτων και πρακτικών συμμετοχής. Ο κίνδυνος αυτός είναι μεγαλύτερος στην περίπτωση ΕΣ που έχει συσταθεί κατόπιν μετατροπής ή συγχώνευσης παρά στην περίπτωση δημιουργίας ΕΣ ex novo.

    (11) Εάν δεν καταλήξουν σε συμφωνία οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των εκπροσώπων των εργαζομένων και των αρμοδίων οργάνων των συμμετεχουσών οντοτήτων, θα πρέπει να προβλεφθεί ένα πλαίσιο διατάξεων αναφοράς που θα εφαρμόζονται στον ΕΣ από τη σύστασή του. Αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να διασφαλίζει αποτελεσματικές πρακτικές διεθνικής ενημέρωσης και διαβούλευσης των εργαζομένων, καθώς και τη συμμετοχή τους στα σχετικά όργανα του ΕΣ εάν η συμμετοχή αυτή υπήρχε πριν από τη σύσταση του ΕΣ στις συμμετέχουσες οντότητες.

    (12) Όταν η εφαρμογή των προαναφερομένων διαδικασιών στις οντότητες που συμμετέχουν στη σύσταση ενός ΕΣ ex novo δεν δικαιολογείται λόγω του μικρού τους μεγέθους από άποψη απασχόλησης, ο ΕΣ θα πρέπει να υπόκειται στους εθνικούς κανόνες σχετικά με το ρόλο των εργαζομένων που ισχύουν στο κράτος μέλος όπου εγκαθιστά την καταστατική έδρα του ή στα κράτη μέλη όπου έχει θυγατρικές ή εγκαταστάσεις. Τούτο δεν θα πρέπει να επηρεάζει την υποχρέωση που υπέχει ένας ήδη συσταθείς ΕΣ να εφαρμόσει τις διαδικασίες αυτές, εάν το ζητήσει σημαντικός αριθμός εργαζομένων.

    (13) Ειδικές διατάξεις θα ισχύσουν ως προς τη συμμετοχή εργαζομένων σε γενικές συνεδριάσεις, εφόσον οι εθνικές νομοθεσίες επιτρέπουν κάτι τέτοιο. Η εφαρμογή αυτών των διατάξεων δεν κωλύει την εφαρμογή άλλων μορφών συμμετοχής, όπως προβλέπει η παρούσα οδηγία.

    (14) Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, μέσω των κατάλληλων διατάξεων, ότι σε περίπτωση διαρθρωτικών αλλαγών μετά τη δημιουργία ενός ΕΣ, μπορεί, όπου απαιτείται, να υπάρξει νέα διαπραγμάτευση για τις ρυθμίσεις περί συμμετοχής των εργαζομένων.

    (15) Θα πρέπει να προβλεφθεί ότι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων οι οποίοι δρουν στα πλαίσια της παρούσας οδηγίας απολαύουν, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, της ίδιας προστασίας και των ίδιων εγγυήσεων με εκείνες που προβλέπει για τους εκπροσώπους των εργαζομένων η νομοθεσία και/ή πρακτική της χώρας απασχόλησης. Δεν θα πρέπει να υφίστανται καμία διάκριση ή ενόχληση ως αποτέλεσμα της νόμιμης άσκησης των δραστηριοτήτων τους και θα πρέπει να απολαύουν επαρκούς προστασίας όσον αφορά την απόλυση και άλλες κυρώσεις.

    (16) Θα πρέπει να διασφαλιστεί η εμπιστευτικότητα των ευαίσθητων πληροφοριών ακόμη και μετά τη λήξη της θητείας των εκπροσώπων των εργαζομένων και να εισαχθεί διάταξη που θα επιτρέπει στο αρμόδιο όργανο του ΕΣ να παρακρατεί πληροφορίες οι οποίες, δημοσιοποιούμενες, θα έβλαπταν σοβαρά τη λειτουργία του ΕΣ.

    (17) Όταν ένας ΕΣ και οι θυγατρικές ή οι εγκαταστάσεις αυτού υπόκεινται στην οδηγία 94/45/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 1994, για τη θέσπιση μιας ευρωπαϊκής επιτροπής επιχείρησης ή μιας διαδικασίας σε επιχειρήσεις και ομίλους επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας με σκοπό να ενημερώνονται οι εργαζόμενοι και να ζητείται η γνώμη τους(5), οι διατάξεις της εν λόγω οδηγίας καθώς και οι διατάξεις για τη μεταφορά της σε εθνική νομοθεσία δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται σε αυτόν, ούτε στις θυγατρικές ή εγκαταστάσεις του, εκτός εάν η ειδική διαπραγματευτική ομάδα αποφασίσει να μην αρχίσει διαπραγματεύσεις ή να τις τερματίσει.

    (18) Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει άλλα υπάρχοντα δικαιώματα συμμετοχής και δεν θίγει κατ' ανάγκη άλλες υπάρχουσες δομές εκπροσώπησης που προβλέπονται από τις κοινοτικές και εθνικές διατάξεις και πρακτικές.

    (19) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λάβουν κατάλληλα μέτρα στην περίπτωση αθέτησης των προβλεπόμενων από την παρούσα οδηγία υποχρεώσεων.

    (20) Για την έκδοση της παρούσας οδηγίας, η συνθήκη δεν προβλέπει άλλες εξουσίες εκτός από τις εξουσίες του άρθρου 308.

    (21) Συνιστά θεμελιώδη αρχή και σαφή στόχο της παρούσας οδηγίας να διασφαλιστούν τα κεκτημένα δικαιώματα των εργαζομένων όσον αφορά το ρόλο τους στις αποφάσεις της εταιρείας. Τα δικαιώματα των εργαζομένων πριν τη σύσταση ΕΣ πρέπει να αποτελέσουν τη βάση για τα δικαιώματα των εργαζομένων ως προς το ρόλο τους στον ΕΣ (η αρχή "πριν και μετά"). Η προσέγγιση αυτή θα πρέπει συνεπώς να εφαρμόζεται όχι μόνον στην αρχική σύσταση ενός ΕΣ αλλά και στις διαρθρωτικές αλλαγές σε υπάρχοντα ΕΣ και στις οντότητες που τελούν υπό διαδικασία διαρθρωτικών αλλαγών. Συνεπώς, σε περίπτωση μεταφοράς της καταστατικής έδρας ενός ΕΣ από ένα κράτος μέλος σε άλλο, θα πρέπει να συνεχίζει να ισχύει το ίδιο τουλάχιστον επίπεδο δικαιωμάτων συμμετοχής των εργαζομένων. Επίσης, εάν η κάλυψη ή η υπέρβαση του κατωτάτου ορίου σχετικά με το ρόλο των εργαζομένων επιτευχθεί μετά την καταχώρηση του ΕΣ, τα δικαιώματα αυτά θα πρέπει να ισχύουν κατά τον ίδιο τρόπο με τον οποίο θα ίσχυαν εάν η κάλυψη ή η υπέρβαση είχε επιτευχθεί πριν την καταχώρηση.

    (22) Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι εκπρόσωποι των συνδικαλιστικών οργανώσεων μπορούν να είναι μέλη ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας ασχέτως εάν είναι ή όχι εργαζόμενοι μιας οντότητας που συμμετέχει στη σύσταση ενός ΕΣ. Τα κράτη μέλη θα πρέπει εν προκειμένω να δύνανται να θεσπίσουν το δικαίωμα αυτό σε περιπτώσεις όπου εκπρόσωποι των συνδικαλιστικών οργανώσεων δικαιούνται να είναι μέλη και να ψηφίζουν σε εποπτικά ή διοικητικά όργανα της εταιρίας σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

    (23) Σε ορισμένα κράτη μέλη ο ρόλος των εργαζομένων και άλλοι τομείς σχέσεων μεταξύ κοινωνικών εταίρων βασίζονται στην εθνική νομοθεσία και πρακτική, η οποία εν προκειμένω νοείται ότι καλύπτει και τις συλλογικές συμφωνίες σε επίπεδο εθνικό, κλαδικό και/ή εταιρικό,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    ΤΜΗΜΑ Ι

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 1

    Σκοπός

    1. Η παρούσα οδηγία διέπει το ρόλο των εργαζομένων στις υποθέσεις των ευρωπαϊκών συνεταιρισμών (στο εξής "ΕΣ"), όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1435/2003.

    2. Για τον σκοπό αυτό, καθορίζονται σε κάθε ΕΣ ρυθμίσεις για το ρόλο των εργαζομένων σύμφωνα με τη διαδικασία διαπραγματεύσεων των άρθρων 3 έως 6 ή, στις περιπτώσεις που ορίζονται στα άρθρα 7 και 8, σύμφωνα με το παράρτημα.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

    α) "ΕΣ", συνεταιρισμός που έχει συσταθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1435/2003·

    β) "συμμετέχουσες νομικές οντότητες", εταιρείες κατά την έννοια του άρθρου 48 δεύτερο εδάφιο της συνθήκης, συμπεριλαμβανομένων των συνεταιρισμών, καθώς και νομικών οντοτήτων που έχουν συσταθεί και διέπονται από το δίκαιο κράτους μέλους και συμμετέχουν άμεσα στη σύσταση ενός ΕΣ·

    γ) "θυγατρική" συμμετέχουσας νομικής οντότητας ή ενός ΕΣ, η επιχείρηση επί της οποίας η νομική οντότητα ή ο ΕΣ ασκεί δεσπόζουσα επιρροή κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφοι 2 έως 7 της οδηγίας 94/45/ΕΚ·

    δ) "σχετικές θυγατρικές ή εγκαταστάσεις", οι θυγατρικές ή εγκαταστάσεις συμμετέχουσας νομικής οντότητας που πρόκειται να καταστούν θυγατρικές ή εγκαταστάσεις του ΕΣ κατά τη σύστασή του·

    ε) "εκπρόσωποι των εργαζομένων", οι εκπρόσωποι των εργαζομένων που προβλέπονται από τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές·

    στ) "όργανο εκπροσώπησης", το όργανο εκπροσώπησης των εργαζομένων που έχει συσταθεί με τις συμφωνίες του άρθρου 4 ή βάσει του παραρτήματος, με σκοπό την υλοποίηση της ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εργαζομένους ενός ΕΣ και των θυγατρικών και των εγκαταστάσεών του που βρίσκονται στην Κοινότητα και, ενδεχομένως, της άσκησης δικαιωμάτων συμμετοχής σε σχέση με τον ΕΣ·

    ζ) "ειδική διαπραγματευτική ομάδα", ομάδα συσταθείσα σύμφωνα με το άρθρο 3 προκειμένου να διαπραγματευθεί με το αρμόδιο όργανο των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων τη θέσπιση ρυθμίσεων για το ρόλο των εργαζομένων εντός του ΕΣ·

    η) "ρόλος των εργαζομένων", οιοσδήποτε μηχανισμός, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης, της διαβούλευσης και της συμμετοχής, δια του οποίου οι εκπρόσωποι των εργαζομένων μπορούν να ασκήσουν επιρροή στις αποφάσεις που λαμβάνονται εντός μιας επιχείρησης·

    θ) "ενημέρωση", η ενημέρωση του οργάνου εκπροσώπησης των εργαζομένων και/ή των εκπροσώπων τους από το αρμόδιο όργανο του ΕΣ για τα ζητήματα που αφορούν τον ίδιο τον ΕΣ και οποιαδήποτε από τις θυγατρικές ή τις εγκαταστάσεις του που βρίσκονται σε άλλο κράτος μέλος ή για τα ζητήματα τα οποία υπερβαίνουν τις εξουσίες των οργάνων λήψης αποφάσεων σε ένα και μόνο κράτος μέλος, σε χρόνο, με τρόπο και με περιεχόμενο που να επιτρέπει στους εκπροσώπους των εργαζομένων να εκτιμήσουν εις βάθος τις ενδεχόμενες συνέπειες και, όταν ενδείκνυται, να προετοιμάσουν διαβουλεύσεις με το αρμόδιο όργανο του ΕΣ·

    ι) "διαβούλευση", η καθιέρωση διαλόγου και ανταλλαγής απόψεων μεταξύ του οργάνου εκπροσώπησης των εργαζομένων ή/και των εκπροσώπων τους και του αρμόδιου οργάνου του ΕΣ, σε χρόνο, με τρόπο και με περιεχόμενο που να επιτρέπει στους εκπροσώπους να διατυπώσουν γνώμη, βάσει της ενημέρωσης που τους παρέχεται, για μέτρα που μελετά το αρμόδιο όργανο τα οποία ενδέχεται να ληφθούν υπόψη στη διαδικασία λήψης αποφάσεων εντός του ΕΣ·

    ια) "συμμετοχή", η επιρροή του οργάνου εκπροσώπησης των εργαζομένων ή/και των εκπροσώπων τους στις υποθέσεις μιας νομικής οντότητας, μέσω:

    - του δικαιώματος να εκλέγουν ή να διορίζουν ορισμένα από τα μέλη του εποπτικού ή διοικητικού οργάνου της νομικής οντότητας, ή,

    - του δικαιώματος να εισηγούνται ή/και να απορρίπτουν το διορισμό ορισμένων ή όλων των μελών του εποπτικού ή διοικητικού οργάνου της νομικής οντότητας.

    ΤΜΗΜΑ ΙΙ

    ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ ΣΕ ΕΣ ΣΥΣΤΑΘΕΝΤΕΣ ΑΠΟ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΔΥΟ ΝΟΜΙΚΕΣ ΟΝΤΟΤΗΤΕΣ Ή ΔΙΑ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗΣ

    Άρθρο 3

    Ίδρυση ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας

    1. Όταν τα διευθυντικά ή διοικητικά όργανα των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων καταρτίζουν το σχέδιο σύστασης ΕΣ, λαμβάνουν το συντομότερο δυνατόν τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της παροχής πληροφοριών περί της ταυτότητας των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων και θυγατρικών ή εγκαταστάσεων και περί του αριθμού των εργαζομένων σε αυτές, για να αρχίσουν διαπραγματεύσεις με τους εκπροσώπους των εργαζομένων στις νομικές οντότητες σχετικά με τις ρυθμίσεις για το ρόλο τους εντός του ΕΣ.

    2. Για τον σκοπό αυτό, ιδρύεται ειδική διαπραγματευτική ομάδα που εκπροσωπεί τους εργαζόμενους των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων και των σχετικών θυγατρικών ή εγκαταστάσεων, σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις:

    α) κατά την εκλογή ή το διορισμό των μελών της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας, εξασφαλίζεται:

    i) ότι τα μέλη αυτά εκλέγονται ή διορίζονται κατ' αναλογία προς τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούνται σε έκαστο κράτος μέλος από τις συμμετέχουσες νομικές οντότητες και τις σχετικές θυγατρικές ή εγκαταστάσεις, χορηγώντας, σε σχέση με ένα κράτος μέλος, μία έδρα για κάθε ποσοστό εργαζομένων που απασχολούνται στο εν λόγω κράτος μέλος που ισούται με το 10 %, ή κλάσμα αυτού, του αριθμού εργαζομένων που απασχολούνται σε όλα τα κράτη μέλη συνολικά·

    ii) ότι στην περίπτωση ΕΣ που έχει συσταθεί με συγχώνευση, στα μέλη από κάθε κράτος μέλος προστίθενται όσα ενδεχομένως χρειάζονται για να εξασφαλισθεί ότι η ειδική διαπραγματευτική ομάδα θα περιλαμβάνει τουλάχιστον ένα μέλος που εκπροσωπεί κάθε συμμετέχοντα συνεταιρισμό που είναι καταχωρημένος σε μητρώο και απασχολεί εργαζόμενους στο κράτος μέλος αυτό και ο οποίος πρόκειται να πάψει υφιστάμενος ως χωριστή νομική οντότητα ύστερα από την καταχώρηση του ΕΣ εφόσον:

    - ο αριθμός των επί πλέον μελών δεν υπερβαίνει το 20 % των μελών που έχουν διορισθεί δυνάμει του σημείου i) και

    - η σύνθεση της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας δεν συνεπάγεται διπλή εκπροσώπηση των εν λόγω εργαζομένων.

    Εάν ο αριθμός των συνεταιρισμών αυτών υπερβαίνει τον αριθμό των διαθέσιμων επιπλέον εδρών σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, οι επιπλέον έδρες κατανέμονται σε συνεταιρισμούς των διαφόρων κρατών μελών κατά την φθίνουσα τάξη του αριθμού των εργαζομένων τους·

    β) τα κράτη μέλη καθορίζουν τον τρόπο εκλογής ή διορισμού των μελών της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας τα οποία πρέπει να εκλεγούν ή να διοριστούν στο έδαφός τους. Λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε, στο μέτρο του δυνατού, στα μέλη αυτά να περιλαμβάνεται τουλάχιστον ένα μέλος που θα εκπροσωπεί κάθε συμμετέχουσα νομική οντότητα η οποία έχει εργαζόμενους στο εν λόγω κράτος μέλος. Τα μέτρα αυτά δεν πρέπει να αυξάνουν το συνολικό αριθμό των μελών. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τον ορισμό, το διορισμό ή την εκλογή των εκπροσώπων των εργαζομένων πρέπει να προωθούν την ισορροπία μεταξύ των φύλων.

    Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι στα μέλη αυτά περιλαμβάνονται και εκπρόσωποι των συνδικαλιστικών οργανώσεων, είτε είναι εργαζόμενοι είτε όχι μιας συμμετέχουσας νομικής οντότητας ή σχετικής θυγατρικής ή εγκατάστασης.

    Με την επιφύλαξη της εθνικής νομοθεσίας ή/και πρακτικής που ορίζει κατώτατα όρια για τη σύσταση οργάνου εκπροσώπησης των εργαζομένων, τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι εργαζόμενοι επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων, στις οποίες δεν υπάρχουν εκπρόσωποι των εργαζομένων για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή τους, δικαιούνται να εκλέγουν ή να διορίζουν μέλη της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας.

    3. Η ειδική διαπραγματευτική ομάδα και τα αρμόδια όργανα των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων καθορίζουν, με γραπτή συμφωνία, τις ρυθμίσεις για το ρόλο των εργαζομένων εντός του ΕΣ.

    Για τον σκοπό αυτό, τα αρμόδια όργανα των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων ενημερώνουν την ειδική διαπραγματευτική ομάδα για το σχέδιο και τη διεξαγωγή της διαδικασίας σύστασης του ΕΣ, μέχρι την καταχώρησή του.

    4. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, η ειδική διαπραγματευτική ομάδα αποφασίζει με απόλυτη πλειοψηφία των μελών της, εφόσον η πλειοψηφία αυτή αντιστοιχεί και στην απόλυτη πλειοψηφία των εργαζομένων. Κάθε μέλος διαθέτει μία ψήφο. Ωστόσο, εάν το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων οδηγήσει σε μείωση των δικαιωμάτων συμμετοχής, για την απόφαση έγκρισης της συμφωνίας απαιτείται η πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας, εκπροσωπούσα τουλάχιστον τα δύο τρίτα των εργαζομένων, περιλαμβανομένων των ψήφων των μελών που εκπροσωπούν τους εργαζομένους που απασχολούνται σε δύο τουλάχιστον κράτη μέλη:

    - στην περίπτωση ΕΣ που θα συσταθεί με συγχώνευση, εάν η συμμετοχή καλύπτει τουλάχιστον το 25 % του συνόλου των εργαζομένων των συμμετεχόντων συνεταιρισμών, ή

    - στην περίπτωση ΕΣ που θα συσταθεί με άλλο τρόπο, εάν η συμμετοχή καλύπτει τουλάχιστον το 50 % του συνόλου των εργαζομένων των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων.

    Ως "μείωση των δικαιωμάτων συμμετοχής" νοείται αναλογία των μελών των οργάνων ΕΣ κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο ια), η οποία είναι μικρότερη από τη μεγαλύτερη υπάρχουσα αναλογία εντός των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων.

    5. Για το σκοπό των διαπραγματεύσεων, η ειδική διαπραγματευτική ομάδα μπορεί να ζητήσει εμπειρογνώμονες της επιλογής της, π.χ. εκπροσώπους συνδικαλιστικών οργανώσεων του ενδεδειγμένου κοινοτικού επιπέδου, που θα την επικουρήσουν στις εργασίες της. Οι εμπειρογνώμονες δύνανται να παρίστανται στις διαπραγματευτικές συνεδριάσεις συμβουλευτικώς κατόπιν αιτήσεως της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας, όπου χρειάζεται να προωθηθεί συνοχή και συνέπεια σε κοινοτικό επίπεδο. Η ειδική διαπραγματευτική ομάδα μπορεί να αποφασίζει να ενημερώνει τους εκπροσώπους των ενδεδειγμένων εξωτερικών οργανώσεων, συμπεριλαμβανομένων των συνδικαλιστικών οργανώσεων, για την έναρξη των διαπραγματεύσεων.

    6. Η ειδική διαπραγματευτική ομάδα μπορεί να αποφασίσει, με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο, να μην αρχίσει διαπραγματεύσεις, ή να περατώσει τις διαπραγματεύσεις που έχουν ήδη αρχίσει, και να βασιστεί στις διατάξεις περί ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εργαζομένους, που ισχύουν στα κράτη μέλη στα οποία ο ΕΣ έχει εργαζομένους. Όταν λαμβάνεται τέτοια απόφαση, η διαδικασία σύναψης συμφωνίας κατ' άρθρο 4 παύει και δεν εφαρμόζεται καμία των διατάξεων του παραρτήματος.

    Η απαιτούμενη πλειοψηφία προκειμένου να ληφθεί απόφαση για τη μη έναρξη ή την περάτωση διαπραγματεύσεων είναι οι ψήφοι των δύο τρίτων των μελών που εκπροσωπούν τουλάχιστον τα δύο τρίτα των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων των ψήφων των μελών που εκπροσωπούν εργαζομένους οι οποίοι απασχολούνται σε δύο τουλάχιστον κράτη μέλη.

    Στην περίπτωση ΕΣ που έχει συσταθεί μέσω μετατροπής, η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται εάν υπάρχει συμμετοχή στον προς μετατροπή συνεταιρισμό.

    Η ειδική διαπραγματευτική ομάδα συγκαλείται εκ νέου κατόπιν γραπτής αιτήσεως του 10 % τουλάχιστον των εργαζομένων στον ΕΣ, στις θυγατρικές και στις εγκαταστάσεις του, ή των εκπροσώπων τους, το νωρίτερο δύο έτη μετά την προαναφερόμενη απόφαση, εκτός εάν τα μέρη συμφωνήσουν να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις νωρίτερα. Εάν η ειδική διαπραγματευτική ομάδα αποφασίσει την επανέναρξη διαπραγματεύσεων με τη διεύθυνση χωρίς, ωστόσο, οι διαπραγματεύσεις να καταλήξουν σε συμφωνία, ουδεμία των διατάξεων του παραρτήματος εφαρμόζεται.

    7. Τυχόν δαπάνες σχετικά με τη λειτουργία της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας και, γενικότερα, σχετικά με τις διαπραγματεύσεις, αναλαμβάνονται από τις συμμετέχουσες νομικές οντότητες, ώστε η ειδική διαπραγματευτική ομάδα να μπορεί να εκπληρώνει την αποστολή της δεόντως.

    Σύμφωνα με την αρχή αυτή, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν δημοσιονομικούς κανόνες σχετικά με τη λειτουργία της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας. Μπορούν, ειδικότερα, να περιορίζουν τη χρηματοδότηση σε ένα και μόνο εμπειρογνώμονα.

    Άρθρο 4

    Περιεχόμενο της συμφωνίας

    1. Τα αρμόδια όργανα των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων και η ειδική διαπραγματευτική ομάδα διαπραγματεύονται με πνεύμα συνεργασίας με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας σχετικά με τις ρυθμίσεις για το ρόλο των εργαζομένων στον ΕΣ.

    2. Με την επιφύλαξη της αυτονομίας των μερών, και τηρουμένης της παραγράφου 4, η συμφωνία της παραγράφου 1 μεταξύ των αρμοδίων οργάνων των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων και της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας καθορίζει:

    α) το πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας·

    β) τη σύνθεση, τον αριθμό των μελών και την κατανομή των εδρών του οργάνου εκπροσώπησης που θα αποτελέσει τον συνομιλητή του αρμόδιου οργάνου του ΕΣ στο πλαίσιο των ρυθμίσεων για την ενημέρωση και διαβούλευση των εργαζομένων του ΕΣ, των θυγατρικών και των εγκαταστάσεών του·

    γ) τις αρμοδιότητες και την προβλεπόμενη διαδικασία για την ενημέρωση και τη διαβούλευση με το όργανο εκπροσώπησης·

    δ) τη συχνότητα των συνεδριάσεων του οργάνου εκπροσώπησης·

    ε) τους οικονομικούς πόρους και τα υλικά μέσα που διατίθενται στο όργανο εκπροσώπησης·

    στ) εάν, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, τα μέρη αποφασίσουν να θεσπίσουν μια ή περισσότερες διαδικασίες ενημέρωσης και διαβούλευσης αντί να συστήσουν όργανο εκπροσώπησης, τις ρυθμίσεις εφαρμογής των διαδικασιών αυτών·

    ζ) εάν, κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, τα μέρη αποφασίσουν να θεσπίσουν ρυθμίσεις περί συμμετοχής, την ουσία αυτών των ρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένων (ενδεχομένως) του αριθμού των μελών του διοικητικού ή εποπτικού οργάνου του ΕΣ, τα οποία οι εργαζόμενοι έχουν το δικαίωμα να εκλέγουν, διορίζουν, προτείνουν ή απορρίπτουν, των διαδικασιών εκλογής, διορισμού, πρότασης ή απόρριψης των μελών αυτών από τους εργαζομένους καθώς και των δικαιωμάτων τους·

    η) την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας και τη διάρκειά της, τις περιπτώσεις κατά τις οποίες απαιτείται αναδιαπραγμάτευση της συμφωνίας και την οικεία διαδικασία, μεταξύ άλλων και στην περίπτωση τυχόν δομικών αλλαγών στον ΕΣ και τα υποκαταστήματα και τις εγκαταστάσεις του που προκύπτουν μετά τη δημιουργία του ΕΣ.

    3. Η συμφωνία δεν υπόκειται, εκτός αντιθέτων διατάξεών της, στις διατάξεις αναφοράς του παραρτήματος.

    4. Με την επιφύλαξη του άρθρου 15 παράγραφος 3 στοιχείο α), στην περίπτωση ΕΣ που έχει συσταθεί μέσω μετατροπής, η συμφωνία προβλέπει τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο για όλα τα στοιχεία του ρόλου των εργαζομένων με εκείνο που υπήρχε στον συνεταιρισμό ο οποίος θα μετατραπεί σε ΕΣ.

    5. Η συμφωνία μπορεί να διευκρινίζει τις ρυθμίσεις για το δικαίωμα των εργαζομένων να μετέχουν στις γενικές συνεδριάσεις ή στις τμηματικές ή κλαδικές συνεδριάσεις σύμφωνα με το άρθρο 9 της παρούσας οδηγίας και το άρθρο 59 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1435/2003.

    Άρθρο 5

    Διάρκεια των διαπραγματεύσεων

    1. Οι διαπραγματεύσεις αρχίζουν μόλις συσταθεί η ειδική διαπραγματευτική ομάδα και μπορούν να συνεχιστούν κατά τους έξι μήνες που ακολουθούν.

    2. Τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν παράταση των διαπραγματεύσεων πέραν της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, μέχρι ένα έτος συνολικά από τη σύσταση της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας.

    Άρθρο 6

    Νομοθεσία που εφαρμόζεται στη διαδικασία διαπραγμάτευσης

    Εάν η παρούσα οδηγία δεν προβλέπει άλλως, η νομοθεσία που εφαρμόζεται στη διαδικασία των διαπραγματεύσεων που προβλέπεται στα άρθρα 3, 4 και 5 είναι η νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο ο ΕΣ έχει την καταστατική του έδρα.

    Άρθρο 7

    Διατάξεις αναφοράς

    1. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η επίτευξη του στόχου που αναφέρεται στο άρθρο 1, τα κράτη μέλη θεσπίζουν διατάξεις αναφοράς σχετικά με το ρόλο των εργαζομένων, οι οποίες πρέπει να πληρούν τις προϋποθέσεις του παραρτήματος.

    Οι διατάξεις αναφοράς, που προβλέπονται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους όπου πρόκειται να εγκατασταθεί η καταστατική έδρα του ΕΣ, ισχύουν από την ημερομηνία καταχώρησης του ΕΣ, εφόσον:

    α) είτε συμφωνούν τα μέρη·

    β) είτε δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 5, και:

    - το αρμόδιο όργανο εκάστης συμμετέχουσας νομικής οντότητας δεχθεί την εφαρμογή των διατάξεων αναφοράς σε σχέση με τον ΕΣ συνεχίζοντας έτσι την καταχώρηση του ΕΣ και

    - η ειδική διαπραγματευτική ομάδα δεν έχει λάβει την απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 6.

    2. Επιπλέον, οι διατάξεις αναφοράς που θεσπίζονται από την εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους καταχώρησης σύμφωνα με το τμήμα 3 του παραρτήματος εφαρμόζονται μόνον:

    α) στην περίπτωση ΕΣ που έχει συσταθεί μέσω μετατροπής, εάν οι κανόνες ενός κράτους μέλους σχετικά με τη συμμετοχή των εργαζομένων στο διοικητικό ή εποπτικό όργανο εφαρμόζονται σε συνεταιρισμό που έχει μετατραπεί σε ΕΣ·

    β) στην περίπτωση ΕΣ που έχει συσταθεί μέσω συγχώνευσης:

    - εάν υπήρξαν, πριν την καταχώρηση του ΕΣ, σε έναν ή περισσότερους από τους συμμετέχοντες συνεταιρισμούς, μια ή περισσότερες από τις μορφές συμμετοχής που καλύπτουν τουλάχιστον το 25 % του συνολικού αριθμού των εργαζομένων των συμμετεχόντων συνεταιρισμών, ή

    - εάν υπήρξαν, πριν την καταχώρηση του ΕΣ, σε έναν ή περισσότερους από τους συμμετέχοντες συνεταιρισμούς, μια ή περισσότερες από τις μορφές συμμετοχής που καλύπτουν λιγότερο από το 25 % του συνολικού αριθμού των εργαζομένων των συμμετεχόντων συνεταιρισμών, και η ειδική διαπραγματευτική ομάδα αποφασίσει σχετικά·

    γ) στην περίπτωση ΕΣ που έχει συσταθεί με άλλο τρόπο:

    - εάν υπήρξαν, πριν την καταχώρηση του ΕΣ, σε μια ή περισσότερες από τις συμμετέχουσες νομικές οντότητες, μια ή περισσότερες από τις μορφές συμμετοχής που καλύπτουν τουλάχιστον το 50 % του συνολικού αριθμού των εργαζομένων των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων, ή

    - εάν υπήρξαν, πριν την καταχώρηση του ΕΣ, σε μια ή περισσότερες από τις συμμετέχουσες νομικές οντότητες, μια ή περισσότερες από τις μορφές συμμετοχής που καλύπτουν λιγότερο από το 50 % του συνολικού αριθμού των εργαζομένων των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων, και η ειδική διαπραγματευτική ομάδα αποφασίσει σχετικά.

    Εάν στις διάφορες συμμετέχουσες νομικές οντότητες υπήρχαν πλείονες μορφές συμμετοχής, η ειδική διαπραγματευτική ομάδα αποφασίζει ποια από αυτές θα καθιερωθεί στον ΕΣ. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν κανόνες εφαρμοστέους όταν δεν έχει ληφθεί σχετική απόφαση για ΕΣ καταχωρημένο εντός του εδάφους τους. Η ειδική διαπραγματευτική ομάδα ενημερώνει τα αρμόδια όργανα των συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων για τις αποφάσεις που έλαβε βάσει της παρούσας παραγράφου.

    3. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν ότι οι διατάξεις αναφοράς που αναφέρονται στο τμήμα 3 του παραρτήματος δεν εφαρμόζονται στην προβλεπόμενη στο στοιχείο β) της παραγράφου 2 περίπτωση.

    ΤΜΗΜΑ ΙΙΙ

    ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟΙ ΣΕ ΕΣ ΣΥΣΤΑΘΕΝΤΕΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ ΑΠΟ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ Ή ΑΠΟ ΜΙΑ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΝΟΜΙΚΗ ΟΝΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

    Άρθρο 8

    1. Σε περίπτωση ΕΣ που έχουν συσταθεί αποκλειστικά από φυσικά πρόσωπα ή από μια μοναδική νομική οντότητα και από φυσικά πρόσωπα, που απασχολούν στο σύνολό τους τουλάχιστον 50 εργαζομένους σε τουλάχιστον δύο κράτη μέλη, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 3 έως 7.

    2. Σε περίπτωση ΕΣ που έχουν συσταθεί αποκλειστικά από φυσικά πρόσωπα ή από μια μοναδική νομική οντότητα και από φυσικά πρόσωπα, που απασχολούν στο σύνολό τους λιγότερους από 50 εργαζομένους, ή απασχολούν τουλάχιστον 50 εργαζομένους μόνο σε ένα κράτος μέλος, ο ρόλος των εργαζομένων ρυθμίζεται ως εξής:

    - στην ίδια τον ΕΣ, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του κράτους μέλους της καταστατικής έδρας του ΕΣ που εφαρμόζονται σε άλλες οντότητες της ίδιας κατηγορίας,

    - στις θυγατρικές και εγκαταστάσεις του, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του κράτους μέλους στο οποίο ευρίσκονται, οι οποίες εφαρμόζονται σε άλλες οντότητες της ίδιας κατηγορίας.

    Σε περίπτωση μεταφοράς από ένα κράτος μέλος σε άλλο της καταστατικής έδρας ενός ΕΣ ο οποίος υπόκειται σε συμμετοχή, συνεχίζει να ισχύει τουλάχιστον το ίδιο επίπεδο δικαιωμάτων συμμετοχής των εργαζομένων.

    3. Εάν, μετά την καταχώρηση ενός ΕΣ που αναφέρεται στην παράγραφο 2, το ζητήσει τουλάχιστον το ένα τρίτο του συνολικού αριθμού των εργαζομένων του ΕΣ και των θυγατρικών και εγκαταστάσεών του σε τουλάχιστον δύο διαφορετικά κράτη μέλη, ή εάν ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων φθάσει ή ξεπεράσει τουλάχιστον τους 50 σε δύο τουλάχιστον κράτη μέλη, εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν οι διατάξεις των άρθρων 3 έως 7. Στην περίπτωση αυτή, οι όροι "συμμετέχουσες νομικές οντότητες" και "σχετικές θυγατρικές ή εγκαταστάσεις" αντικαθίστανται, αντιστοίχως, από τους όρους "ΕΣ" και "θυγατρικές ή εγκαταστάσεις του ΕΣ".

    ΤΜΗΜΑ ΙV

    ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΙΣ ΓΕΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΙΣ Ή ΣΤΙΣ ΤΜΗΜΑΤΙΚΕΣ Ή ΚΛΑΔΙΚΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΙΣ

    Άρθρο 9

    Εντός των ορίων που προβλέπει το άρθρο 59 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1435/2003, οι εργαζόμενοι του ΕΣ ή/και οι αντιπρόσωποί τους έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν στη γενική συνεδρίαση ή, εάν υπάρχει, στην τμηματική ή κλαδική συνεδρίαση, με δικαίωμα να ψηφίσει, στις ακόλουθες περιστάσεις:

    1. όταν το αποφασίζουν τα μέρη στη συμφωνία που αναφέρεται στο άρθρο 4, ή

    2. όταν ένας συνεταιρισμός που διέπεται από ένα τέτοιο σύστημα μετασχηματίζεται σε ΕΣ, ή

    3. όταν, στην περίπτωση ΕΣ που ιδρύθηκε κατ' άλλο τρόπο και όχι με μετασχηματισμό, ένας συμμετέχων συνεταιρισμός διέπεται από ένα τέτοιο σύστημα και:

    i) τα μέρη δεν μπορούν να επιτύχουν συμφωνία του άρθρου 4 εντός της προθεσμίας που προβλέπει το άρθρο 5 και

    ii) εφαρμόζεται το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο β) και το μέρος 3 του παραρτήματος και

    iii) ο συμμετέχων συνεταιρισμός που διέπεται από ένα τέτοιο σύστημα έχει την υψηλότερη αναλογία συμμετοχής, κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο ια), η οποία ισχύει στους συγκεκριμένους συμμετέχοντες συνεταιρισμούς πριν από την καταχώρηση του ΕΣ.

    ΤΜΗΜΑ V

    ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 10

    Απόρρητο και υποχρέωση εχεμύθειας

    1. Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι τα μέλη της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας ή του οργάνου εκπροσώπησης, καθώς και οι εμπειρογνώμονες που τους επικουρούν δεν επιτρέπεται να αποκαλύπτουν σε τρίτους τις εμπιστευτικές πληροφορίες που τους ανακοινώθηκαν.

    Το ίδιο ισχύει και για τους εκπροσώπους των εργαζομένων στα πλαίσια διαδικασίας ενημέρωσης και διαβούλευσης.

    Η υποχρέωση αυτή εξακολουθεί να ισχύει ανεξάρτητα από τον τόπο στον οποίο βρίσκονται τα εν λόγω πρόσωπα ακόμα και μετά τη λήξη της θητείας τους.

    2. Κάθε κράτος μέλος προβλέπει ότι, σε ειδικές περιπτώσεις και υπό τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς που καθορίζει η εθνική νομοθεσία, το εποπτικό ή διοικητικό όργανο ενός ΕΣ ή συμμετέχουσας νομικής οντότητας εγκαταστημένης στο έδαφός του δεν υποχρεούται να χορηγεί πληροφορίες όταν η φύση τους είναι τέτοια, ώστε, αντικειμενικώς, η διάδοσή τους θα παρεμπόδιζε σοβαρά τη λειτουργία του ΕΣ (ή, ανάλογα με την περίπτωση, της συμμετέχουσας νομικής οντότητας) ή των θυγατρικών και εγκαταστάσεών του ή θα τους προξενούσε ζημία.

    Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν ότι για την απαλλαγή αυτή απαιτείται προηγούμενη διοικητική ή δικαστική άδεια.

    3. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να προβλέπει ειδικές διατάξεις περί των ΕΣ στην επικράτειά του, οι οποίοι επιδιώκουν αμέσως και κυρίως στόχο ιδεολογικής καθοδήγησης σχετικά με την ενημέρωση και την έκφραση γνώμης, υπό τον όρο ότι, κατά την έκδοση της παρούσας οδηγίας, οι διατάξεις αυτές περιλαμβάνονται ήδη στην εθνική νομοθεσία.

    4. Κατά την εφαρμογή των παραγράφων 1, 2 και 3, τα κράτη μέλη προβλέπουν διαδικασίες διοικητικών ή δικαστικών προσφυγών τις οποίες μπορούν να ασκήσουν οι εκπρόσωποι των εργαζομένων όταν το εποπτικό ή διοικητικό όργανο ενός ΕΣ ή συμμετέχουσας νομικής οντότητας απαιτεί την τήρηση του απορρήτου ή δεν παρέχει πληροφορίες.

    Οι διαδικασίες αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν ρυθμίσεις που αποσκοπούν στη διασφάλιση του εμπιστευτικού χαρακτήρα των εν λόγω πληροφοριών.

    Άρθρο 11

    Λειτουργία του οργάνου εκπροσώπησης και διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης με τους εργαζομένους

    Το αρμόδιο όργανο του ΕΣ και το όργανο εκπροσώπησης των εργαζομένων εργάζονται με πνεύμα συνεργασίας και σεβασμού των αμοιβαίων δικαιωμάτων και υποχρεώσεών τους.

    Το ίδιο ισχύει και για τη συνεργασία μεταξύ του εποπτικού ή του διοικητικού οργάνου του ΕΣ και των εκπροσώπων των εργαζομένων μέσα στα πλαίσια διαδικασίας ενημέρωσης ή διαβούλευσης με τους εργαζομένους.

    Άρθρο 12

    Προστασία των εκπροσώπων των εργαζομένων

    Στα μέλη της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας, στα μέλη του οργάνου εκπροσώπησης, στους εκπροσώπους των εργαζομένων οι οποίοι ασκούν τα καθήκοντά τους στα πλαίσια διαδικασίας ενημέρωσης και διαβούλευσης και στους εκπροσώπους των εργαζομένων που συμμετέχουν στο εποπτικό ή διοικητικό όργανο του ΕΣ και οι οποίοι εργάζονται σ' αυτήν, στις θυγατρικές ή εγκαταστάσεις του ή σε συμμετέχουσα νομική οντότητα παρέχεται, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, προστασία και εγγυήσεις παρόμοιες με τις χορηγούμενες στους εκπροσώπους των εργαζομένων από την ισχύουσα εθνική νομοθεσία και/ή πρακτική της χώρας απασχόλησης.

    Αυτό αφορά ειδικότερα τη συμμετοχή στις συνεδριάσεις της ειδικής διαπραγματευτικής ομάδας ή του οργάνου εκπροσώπησης, σε κάθε άλλη συνεδρίαση που πραγματοποιείται στα πλαίσια της συμφωνίας που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο στ) ή σε κάθε συνεδρίαση του διοικητικού ή του εποπτικού οργάνου, καθώς και την καταβολή του μισθού τους για τα μέλη που αποτελούν τμήμα του προσωπικού της συμμετέχουσας νομικής οντότητας ή του ΕΣ ή των θυγατρικών ή εγκαταστάσεών του κατά τη διάρκεια της απουσίας που είναι αναγκαία για την άσκηση των καθηκόντων τους.

    Άρθρο 13

    Καταστρατήγηση των διαδικασιών

    Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία μέτρα προκειμένου να εμποδίσουν μια κατάχρηση του ΕΣ αποσκοπούσα στο να στερήσει από τους εργαζομένους το δικαίωμα να συμμετέχουν στα της εταιρείας ή να τους αρνηθεί αυτό το δικαίωμα.

    Άρθρο 14

    Τήρηση της παρούσας οδηγίας

    1. Κάθε κράτος μέλος μεριμνά ώστε η διεύθυνση εγκαταστάσεων ενός ΕΣ και τα εποπτικά ή τα διοικητικά όργανα θυγατρικών και συμμετεχουσών νομικών οντοτήτων που βρίσκονται στο έδαφός του και οι εκπρόσωποι των εργαζομένων τους ή, ανάλογα με την περίπτωση, οι ίδιοι οι εργαζόμενοί τους, να τηρούν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία, ανεξάρτητα από το εάν ο ίδιος ο ΕΣ έχει την καταστατική του έδρα στην επικράτειά του.

    2. Τα κράτη μέλη προβλέπουν τα ενδεδειγμένα μέτρα σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων της παρούσας οδηγίας· ειδικότερα μεριμνούν για την ύπαρξη των διοικητικών ή νομικών διαδικασιών που θα εξασφαλίζουν την εκτέλεση των υποχρεώσεων οι οποίες απορρέουν από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 15

    Σχέση μεταξύ της παρούσας οδηγίας και άλλων διατάξεων

    1. Όταν ένας ΕΣ είναι επιχείρηση κοινοτικής κλίμακας ή ελέγχουσα επιχείρηση ενός ομίλου επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας κατά την έννοια της οδηγίας 94/45/ΕΚ ή της οδηγίας 97/74/ΕΚ του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997 για την επέκταση της εν λόγω οδηγίας στο Ηνωμένο Βασίλειο(6), οι διατάξεις των εν λόγω οδηγιών και οι διατάξεις για τη μεταφορά τους στην εθνική νομοθεσία δεν εφαρμόζονται σ' αυτές ή στις θυγατρικές τους.

    Εντούτοις, αν η ειδική διαπραγματευτική ομάδα αποφασίσει σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 6 να μην αρχίσει διαπραγματεύσεις ή να περατώσει διαπραγματεύσεις που έχουν ήδη αρχίσει, εφαρμόζεται η οδηγία 94/45/ΕΚ ή η οδηγία 97/74/ΕΚ και οι διατάξεις για τη μεταφορά τους στην εθνική νομοθεσία.

    2. Οι διατάξεις για τη συμμετοχή των εργαζομένων στα όργανα της εταιρίας που προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία και/ή πρακτική, εκτός εκείνων περί εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, δεν εφαρμόζονται στους ΕΣ στους οποίους έχουν εφαρμογή τα άρθρα 3 έως 7.

    3. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει:

    α) τα υφιστάμενα δικαιώματα σχετικά με το ρόλο των εργαζομένων, εκτός της συμμετοχής στα όργανα του ΕΣ, τα οποία προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία ή/και πρακτική των κρατών μελών υπέρ των εργαζομένων του ΕΣ και των θυγατρικών και εγκαταστάσεών του·

    β) τις διατάξεις περί συμμετοχής στα όργανα που προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία και/ή πρακτική οι οποίες εφαρμόζονται στις θυγατρικές του ΕΣ ή στους ΕΣ στους οποίους δεν έχουν εφαρμογή τα άρθρα 3 έως 7.

    4. Προκειμένου να διαφυλαχθούν τα δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 3, τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι οι δομές εκπροσώπησης των εργαζομένων σε συμμετέχουσες νομικές οντότητες που θα παύσουν υφιστάμενες ως ξεχωριστές νομικές οντότητες, διατηρούνται και μετά την καταχώρηση του ΕΣ.

    Άρθρο 16

    Τελικές διατάξεις

    1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη συμμόρφωσή τους με την παρούσα οδηγία το αργότερο στις 18 Αυγούστου 2006, ή εξασφαλίζουν, το αργότερο κατά την ημερομηνία αυτή, ότι οι κοινωνικοί εταίροι θεσπίζουν τις αναγκαίες διατάξεις μέσω συμφωνίας ενώ τα κράτη μέλη υποχρεούνται να λάβουν όλα τα αναγκαία μέτρα που θα τους επιτρέπουν ανά πάσα στιγμή να διασφαλίζουν τα αποτελέσματα που επιβάλλονται από την παρούσα οδηγία. Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή.

    2. Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή θεσπίζονται από τα κράτη μέλη.

    Άρθρο 17

    Επανεξέταση από την Επιτροπή

    Το αργότερο στις 18 Αυγούστου 2009 η Επιτροπή επανεξετάζει, σε συνεννόηση με τα κράτη μέλη και τους κοινωνικούς εταίρους σε κοινοτικό επίπεδο, την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, προκειμένου να προτείνει στο Συμβούλιο, αν είναι ανάγκη, τις κατάλληλες τροποποιήσεις.

    Άρθρο 18

    Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημερομηνία δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 19

    Αποδέκτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες, 22 Ιουλίου 2003.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    G. Alemanno

    (1) EE C 236 της 31.8.1993, σ. 36.

    (2) EE C 42 της 15.2.1993, σ. 75.

    (3) ΕΕ C 223 της 31.8.1992, σ. 42.

    (4) Βλέπε σ. 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

    (5) ΕΕ L 254 της 30.9.1994, σ. 64· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/74/ΕΚ (ΕΕ L 10 της 16.1.1998, σ. 22).

    (6) ΕΕ L 10 της 16.1.1998, σ. 22.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ

    (προβλεπόμενες στα άρθρα 7 και 8)

    Τμήμα 1: Σύνθεση του οργάνου εκπροσώπησης των εργαζομένων

    Προκειμένου να υλοποιηθεί ο στόχος του άρθρου 1 και στις περιπτώσεις του άρθρου 7, ιδρύεται όργανο εκπροσώπησης, σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:

    α) Το όργανο εκπροσώπησης απαρτίζεται από εργαζόμενους του ΕΣ και των θυγατρικών και εγκαταστάσεών του, οι οποίοι έχουν εκλεγεί ή διοριστεί από εκπροσώπους των εργαζομένων, ή, ελλείψει αυτών, από το σύνολο των εργαζομένων.

    β) Η εκλογή ή ο διορισμός των μελών του οργάνου εκπροσώπησης διεξάγονται σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες ή/και πρακτικές.

    Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι ο αριθμός των μελών και η κατανομή των εδρών στο όργανο εκπροσώπησης προσαρμόζονται στις μεταβολές που επέρχονται εντός του ΕΣ και εντός των θυγατρικών και εγκαταστάσεών του. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τον ορισμό, το διορισμό ή την εκλογή των εκπροσώπων των εργαζομένων πρέπει να προωθούν την ισορροπία μεταξύ των φύλων.

    γ) Εφόσον το δικαιολογεί το μέγεθός του, το όργανο εκπροσώπησης εκλέγει μεταξύ των μελών του, επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης η οποία περιλαμβάνει το πολύ τρία μέλη.

    δ) Το όργανο εκπροσώπησης θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό.

    ε) Τα μέλη του οργάνου εκπροσώπησης εκλέγονται ή διορίζονται κατ' αναλογία προς τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούνται σε κάθε κράτος μέλος από τον ΕΣ και τις θυγατρικές ή εγκαταστάσεις του, διαθέτοντας ανά κράτος μέλος μία έδρα για κάθε ποσοστό εργαζομένων που απασχολούνται στο εν λόγω κράτος μέλος που ισούται με το 10 %, ή κλάσμα αυτού, του αριθμού εργαζομένων που απασχολούνται από αυτές σε όλα τα κράτη μέλη συνολικά.

    στ) To αρμόδιο όργανο του ΕΣ ενημερώνεται για τη σύνθεση του οργάνου εκπροσώπησης.

    ζ) Το αργότερο τέσσερα έτη μετά τη σύστασή του, το όργανο εκπροσώπησης εξετάζει αν είναι σκόπιμο να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για τη σύναψη της συμφωνίας που προβλέπεται στα άρθρα 4 και 7 ή να συνεχιστεί η εφαρμογή των διατάξεων αναφοράς που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με το παρόν παράρτημα.

    Αν αποφασιστεί η διαπραγμάτευση συμφωνίας σύμφωνα με το άρθρο 4, εφαρμόζονται κατ' αναλογία το άρθρο 3 παράγραφοι 4 έως 7 και τα άρθρα 4, 5 και 6. Στην περίπτωση αυτή ο όρος "ειδική διαπραγματευτική ομάδα" αντικαθίσταται από τον όρο "όργανο εκπροσώπησης". Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία κατά τη λήξη της προθεσμίας περάτωσης των διαπραγματεύσεων, οι ρυθμίσεις που θεσπίστηκαν αρχικά σύμφωνα με τις διατάξεις αναφοράς συνεχίζουν να εφαρμόζονται.

    Τμήμα 2: Διατάξεις αναφοράς περί ενημέρωσης και διαβούλευσης

    Η αρμοδιότητα και οι εξουσίες του οργάνου εκπροσώπησης που έχει συγκροτηθεί σε έναν ΕΣ, διέπονται από τους ακόλουθους κανόνες:

    α) Η αρμοδιότητα του οργάνου εκπροσώπησης περιορίζεται στα ζητήματα που αφορούν τον ίδιο τον ΕΣ ή οιαδήποτε από τις θυγατρικές ή εγκαταστάσεις του που βρίσκονται σε άλλο κράτος μέλος ή τα οποία υπερβαίνουν τις εξουσίες των οργάνων που λαμβάνουν αποφάσεις σε ένα και μόνο κράτος μέλος.

    β) Υπό την επιφύλαξη των συνεδριάσεων που συγκαλούνται σύμφωνα με το στοιχείο γ), το όργανο εκπροσώπησης δικαιούται να ενημερώνεται και να γνωμοδοτεί και, για το σκοπό αυτό, να συνεδριάζει με το αρμόδιο όργανο του ΕΣ τουλάχιστον μια φορά το χρόνο βάσει τακτικών εκθέσεων που συντάσσει το αρμόδιο όργανο, σχετικά με την πρόοδο των δραστηριοτήτων του ΕΣ και τις προοπτικές του. Οι τοπικές διευθύνσεις ενημερώνονται αναλόγως.

    Το αρμόδιο όργανο του ΕΣ παρέχει στο όργανο εκπροσώπησης την ημερήσια διάταξη για συνεδριάσεις του διοικητικού ή, αναλόγως, του διαχειριστικού και εποπτικού οργάνου, και αντίγραφα όλων των εγγράφων που υποβλήθηκαν στη γενική συνέλευση των μελών του.

    Η συνεδρίαση αφορά κυρίως τη δομή, την οικονομική και χρηματοπιστωτική κατάσταση, την πιθανή εξέλιξη των εργασιών καθώς και της παραγωγής και των πωλήσεων, πρωτοβουλίες όσον αφορά την εταιρική κοινωνική ευθύνη, την κατάσταση της απασχόλησης και τις πιθανές τάσεις της, τις επενδύσεις, τις ουσιαστικές αλλαγές όσον αφορά την οργάνωση, την εισαγωγή νέων μεθόδων εργασίας ή παραγωγικών διαδικασιών, τις μεταφορές παραγωγής, τις συγχωνεύσεις, τη σύμπτυξη ή το κλείσιμο επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή σημαντικών τμημάτων τους και τις συλλογικές απολύσεις.

    γ) Σε εξαιρετικές περιστάσεις που θίγουν ουσιωδώς τα συμφέροντα των εργαζομένων, ειδικότερα στις περιπτώσεις μετεγκαταστάσεων, μεταφορών, κλεισίματος εγκαταστάσεων ή επιχειρήσεων ή συλλογικών απολύσεων, το όργανο εκπροσώπησης έχει το δικαίωμα να ενημερώνεται. Το όργανο εκπροσώπησης ή, όταν αποφασίσει σχετικά, ιδιαίτερα για λόγους επείγοντος, η επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης, δικαιούται να συνεδριάζει, κατόπιν αιτήσεώς του, με το αρμόδιο όργανο του ΕΣ, ή όποιο άλλο καταλληλότερο επίπεδο της διεύθυνσης του ΕΣ που διαθέτει εξουσίες απόφασης, προκειμένου να ενημερωθεί και να γνωμοδοτήσει για τα μέτρα που θίγουν ιδιαιτέρως τα συμφέροντα των εργαζομένων.

    Όταν το αρμόδιο όργανο αποφασίζει να μην ακολουθήσει τη γνώμη που εξέφερε το όργανο εκπροσώπησης, τότε το όργανο αυτό δικαιούται να συνεδριάσει περαιτέρω με το αρμόδιο όργανο του ΕΣ προκειμένου να επιδιωχθεί συμφωνία.

    Σε περίπτωση που οργανώνεται συνεδρίαση με την επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης, τα μέλη του οργάνου εκπροσώπησης που εκπροσωπούν άμεσα θιγόμενους από τα μέτρα αυτά εργαζόμενους έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν σε αυτήν.

    Οι προαναφερθείσες συνεδριάσεις δεν θίγουν τις προνομίες του αρμοδίου οργάνου.

    δ) Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν κανόνες σχετικά με την προεδρία των συνεδριάσεων ενημέρωσης και διαβούλευσης.

    Πριν από τις συνεδριάσεις με το αρμόδιο όργανο του ΕΣ, το όργανο εκπροσώπησης ή η επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης, ενδεχομένως διευρυμένη σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο του στοιχείου γ), δικαιούνται να συνεδριάσουν χωρίς την παρουσία εκπροσώπων του αρμοδίου οργάνου.

    ε) Με την επιφύλαξη του άρθρου 10, τα μέλη του οργάνου εκπροσώπησης ενημερώνουν τους εκπροσώπους των εργαζομένων του ΕΣ και των θυγατρικών ή εγκαταστάσεών του σχετικά με το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα των διαδικασιών ενημέρωσης και διαβούλευσης.

    στ) Το όργανο εκπροσώπησης ή η επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης μπορούν να επικουρούνται από εμπειρογνώμονες της επιλογής τους.

    ζ) Αν είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους, τα μέλη του οργάνου εκπροσώπησης δικαιούνται να απουσιάσουν για εκπαιδευτικούς λόγους χωρίς απώλεια μισθών.

    η) Τις δαπάνες του οργάνου εκπροσώπησης αναλαμβάνει ο ΕΣ, η οποία παρέχει στα μέλη του τους αναγκαίους οικονομικούς πόρους και τα υλικά μέσα που θα τους επιτρέψουν να εκπληρώσουν καταλλήλως τα καθήκοντά τους.

    Ειδικότερα, ο ΕΣ αναλαμβάνει, εκτός αν έχει συμφωνηθεί άλλως, τα έξοδα οργάνωσης των συνεδριάσεων και διερμηνείας, καθώς και τα έξοδα διαμονής και μετακίνησης των μελών του οργάνου εκπροσώπησης και της επιτροπής περιορισμένης σύνθεσης.

    Σύμφωνα με τις αρχές αυτές, τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν δημοσιονομικούς κανόνες σχετικά με τη λειτουργία του οργάνου εκπροσώπησης. Μπορούν, ειδικότερα, να περιορίσουν τη χρηματοδότηση ώστε να καλύπτονται τα έξοδα ενός μόνον εμπειρογνώμονος.

    Τμήμα 3: Διατάξεις αναφοράς περί συμμετοχής

    Η συμμετοχή των εργαζομένων στον ΕΣ διέπεται από τις ακόλουθες διατάξεις:

    α) Στην περίπτωση ΕΣ που έχει συσταθεί μέσω μετατροπής, εάν οι κανόνες ενός κράτους μέλους σχετικά με τη συμμετοχή των εργαζομένων στο διοικητικό ή εποπτικό όργανο εφαρμόζονταν πριν από την καταχώρηση, όλα τα στοιχεία της συμμετοχής των εργαζομένων συνεχίζουν να εφαρμόζονται στον ΕΣ. Το στοιχείο β) εφαρμόζεται κατ' αναλογίαν.

    β) Στις άλλες περιπτώσεις σύστασης ΕΣ, οι εργαζόμενοι του ΕΣ, των θυγατρικών και εγκαταστάσεών του ή/και το όργανο εκπροσώπησής τους δικαιούνται να εκλέγουν, να διορίζουν, να προτείνουν ή να απορρίπτουν το διορισμό ενός αριθμού μελών του διοικητικού ή εποπτικού οργάνου του ΕΣ ίσου προς το υψηλότερο ποσοστό που εφαρμόζεται στις οικείες συμμετέχουσες εταιρίες πριν από την καταχώρηση του ΕΣ.

    γ) Εάν καμία από τις συμμετέχουσες νομικές οντότητες δεν διέπετο από τους κανόνες συμμετοχής πριν από την καταχώρηση του ΕΣ, ο ΕΣ δεν υποχρεούται να εισαγάγει ρυθμίσεις στον τομέα της συμμετοχής των εργαζομένων.

    δ) Η κατανομή των εδρών στο διοικητικό ή εποπτικό όργανο μεταξύ μελών που εκπροσωπούν εργαζομένους από διάφορα κράτη μέλη, ή ο τρόπος με τον οποίο οι εργαζόμενοι του ΕΣ μπορούν να προτείνουν ή να απορρίπτουν τα μέλη των οργάνων αποφασίζεται από το όργανο εκπροσώπησης σύμφωνα με την αναλογία των εργαζομένων του ΕΣ που απασχολούνται σε κάθε κράτος μέλος. Εάν οι εργαζόμενοι από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη δεν καλύπτονται από αυτό το αναλογικό κριτήριο, το όργανο εκπροσώπησης διορίζει ένα μέλος από ένα από αυτά τα κράτη μέλη, ιδίως από το κράτος μέλος όπου έχει την καταστατική έδρα ο ΕΣ, εφόσον αυτό ενδείκνυται. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να καθορίζει πώς πρόκειται να κατανεμηθούν οι έδρες που του έχουν διατεθεί στο διοικητικό ή εποπτικό όργανο.

    ε) Τα μέλη του διοικητικού οργάνου ή, ενδεχομένως, του εποπτικού οργάνου του ΕΣ που εκλέγονται, διορίζονται ή προτείνονται από το όργανο εκπροσώπησης ή, κατά περίπτωση, από τους εργαζόμενους, αποτελούν τακτικά μέλη με τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις όπως και τα μέλη που εκπροσωπούν τα μέλη του συνεταιρισμού, περιλαμβανομένου του δικαιώματος ψήφου.

    Top