Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32011R0333

    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 333/2011 του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2011 , για τη θέσπιση κριτηρίων προσδιορισμού των περιπτώσεων στις οποίες ορισμένοι τύποι απορριμμάτων μετάλλων παύουν να αποτελούν απόβλητα σύμφωνα με την οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

    ΕΕ L 94 της 8.4.2011, p. 2–11 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2011/333/oj

    8.4.2011   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 94/2


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 333/2011 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 31ης Μαρτίου 2011

    για τη θέσπιση κριτηρίων προσδιορισμού των περιπτώσεων στις οποίες ορισμένοι τύποι απορριμμάτων μετάλλων παύουν να αποτελούν απόβλητα σύμφωνα με την οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    Έχοντας υπόψη την οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2008, για τα απόβλητα και την κατάργηση ορισμένων οδηγιών (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 2,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Κατόπιν υποβολής των προτεινόμενων μέτρων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Από την αξιολόγηση των διάφορων ροών αποβλήτων προκύπτει ότι οι αγορές ανακύκλωσης απορριμμάτων μετάλλων θα αποκόμιζαν οφέλη από την ανάπτυξη ειδικών κριτηρίων προσδιορισμού των περιπτώσεων στις οποίες τα απορρίμματα μετάλλων που προέρχονται από απόβλητα παύουν να αποτελούν απόβλητα. Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και να εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της ταξινόμησης των απορριμμάτων μετάλλων ως αποβλήτων από τρίτες χώρες.

    (2)

    Από εκθέσεις του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προκύπτει ότι υπάρχει προσφορά και ζήτηση για τα απορρίμματα σιδήρου, χάλυβα και αλουμινίου με σκοπό τη χρήση τους ως πρώτης ύλης σε χαλυβουργεία, χυτήρια, μονάδες εξευγενισμού αλουμινίου και μονάδες ανάτηξης για την παραγωγή μετάλλων. Τα απορρίμματα σιδήρου, χάλυβα και αλουμινίου θα πρέπει συνεπώς να έχουν επαρκή καθαρότητα και να πληρούν τα σχετικά πρότυπα ή προδιαγραφές για τα απορρίμματα που απαιτεί ο κλάδος της μεταλλουργίας.

    (3)

    Τα κριτήρια προσδιορισμού των περιπτώσεων στις οποίες τα απορρίμματα σιδήρου, χάλυβα και αλουμινίου παύουν να αποτελούν απόβλητα θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τα απορρίμματα σιδήρου, χάλυβα και αλουμινίου που προκύπτουν από εργασίες ανάκτησης πληρούν τις τεχνικές απαιτήσεις του μεταλλουργικού κλάδου, είναι σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και τα υφιστάμενα πρότυπα που εφαρμόζονται στα προϊόντα και δεν έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον ή την ανθρώπινη υγεία. Εκθέσεις του Κοινού Κέντρου Ερευνών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχουν δείξει ότι τα προτεινόμενα κριτήρια για τα απόβλητα που χρησιμοποιούνται ως εισροές στις εργασίες ανάκτησης, για τις διαδικασίες και τεχνικές επεξεργασίας, καθώς και για τα απορρίμματα μετάλλων που προκύπτουν από εργασίες ανάκτησης, εξυπηρετούν τους στόχους αυτούς, καθώς αναμένεται να έχουν ως αποτέλεσμα την παραγωγή απορριμμάτων σιδήρου, χάλυβα και αλουμινίου χωρίς επικίνδυνες ιδιότητες και επαρκώς απαλλαγμένων από μη μεταλλικές ενώσεις.

    (4)

    Προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τα κριτήρια, είναι σκόπιμο να προβλεφθούν η παροχή πληροφοριών σχετικά με τα απορρίμματα μετάλλων που έχουν πάψει να αποτελούν απόβλητα και η εφαρμογή συστήματος διαχείρισης της ποιότητας.

    (5)

    Ενδέχεται να αποβεί αναγκαία η επανεξέταση των κριτηρίων εάν, με βάση την παρακολούθηση της εξέλιξης των συνθηκών της αγοράς για τα απορρίμματα σιδήρου, χάλυβα και αλουμινίου, παρατηρηθούν δυσμενείς συνέπειες για τις αγορές ανακύκλωσης απορριμμάτων σιδήρου, χάλυβα και αλουμινίου, ιδίως όσον αφορά τη διαθεσιμότητα των εν λόγω απορριμμάτων και την πρόσβαση σε αυτά.

    (6)

    Για να δοθεί στις επιχειρήσεις η δυνατότητα να προσαρμοστούν στα κριτήρια προσδιορισμού των περιπτώσεων στις οποίες τα απορρίμματα μετάλλων παύουν να αποτελούν απόβλητα, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ένα εύλογο χρονικό διάστημα έπειτα από το οποίο θα εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός.

    (7)

    Επειδή η επιτροπή που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 39 παράγραφος 1 της οδηγίας 2008/98/ΕΚ δεν γνωμοδότησε για τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, η Επιτροπή υπέβαλε στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα, την οποία διαβίβασε ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

    (8)

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν έχει αντιταχθεί στα προτεινόμενα μέτρα,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Αντικείμενο

    Ο παρών κανονισμός καθορίζει τα κριτήρια προσδιορισμού των περιπτώσεων στις οποίες τα απορρίμματα σιδήρου, χάλυβα και αλουμινίου, συμπεριλαμβανομένων των απορριμμάτων κραμάτων αλουμινίου, παύουν να αποτελούν απόβλητα.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ορισμοί που παρατίθενται στην οδηγία 2008/98/ΕΚ.

    Επιπλέον, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

    α)   «απορρίμματα σιδήρου και χάλυβα»: απορρίμματα μετάλλων τα οποία αποτελούνται κυρίως από σίδηρο και χάλυβα·

    β)   «απορρίμματα αλουμινίου»: απορρίμματα μετάλλων τα οποία αποτελούνται κυρίως από αλουμίνιο και κράματα αλουμινίου·

    γ)   «κάτοχος»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην κατοχή του οποίου ευρίσκονται τα απορρίμματα μετάλλων·

    δ)   «παραγωγός»: ο κάτοχος ο οποίος μεταβιβάζει τα απορρίμματα μετάλλων σε άλλον κάτοχο για πρώτη φορά ως απορρίμματα μετάλλων τα οποία έπαυσαν να αποτελούν απόβλητα·

    ε)   «εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο εντός της Ένωσης το οποίο εισάγει απορρίμματα μετάλλων τα οποία έπαυσαν να είναι απόβλητα στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης·

    στ)   «ειδικευμένο προσωπικό»: προσωπικό το οποίο διαθέτει την κατάλληλη πείρα ή κατάρτιση ώστε να παρακολουθεί και να αξιολογεί τις ιδιότητες των απορριμμάτων μετάλλων·

    ζ)   «οπτική εξέταση»: εξέταση των απορριμμάτων μετάλλων που καλύπτει όλα τα μέρη ενός φορτίου και κατά την οποία χρησιμοποιούνται οι ανθρώπινες αισθήσεις ή μη εξειδικευμένος εξοπλισμός·

    η)   «φορτίο»: μια παρτίδα απορριμμάτων μετάλλων που προορίζεται για παράδοση από παραγωγό σε άλλο κάτοχο και μπορεί να περιέχεται σε μία ή περισσότερες μονάδες μεταφοράς, όπως εμπορευματοκιβώτια.

    Άρθρο 3

    Κριτήρια για τα απορρίμματα σιδήρου και χάλυβα

    Τα απορρίμματα σιδήρου και χάλυβα παύουν να αποτελούν απόβλητα όταν, κατά τη μεταβίβαση από τον παραγωγό σε άλλο κάτοχο, πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    τα απόβλητα που χρησιμοποιούνται ως εισροές στην εργασία ανάκτησης πληρούν τα κριτήρια που προβλέπονται στο παράρτημα I τμήμα 2·

    β)

    τα απόβλητα που χρησιμοποιούνται ως εισροές στην εργασία ανάκτησης έχουν υποστεί επεξεργασία σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στο παράρτημα I τμήμα 3·

    γ)

    τα απορρίμματα σιδήρου και χάλυβα που προκύπτουν από την εργασία ανάκτησης πληρούν τα κριτήρια που προβλέπονται στο παράρτημα I τμήμα 1·

    δ)

    ο παραγωγός έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 6.

    Άρθρο 4

    Κριτήρια για τα απορρίμματα αλουμινίου

    Τα απορρίμματα αλουμινίου, συμπεριλαμβανομένων των απορριμμάτων κραμάτων αλουμινίου, παύουν να αποτελούν απόβλητα όταν, κατά τη μεταβίβαση από τον παραγωγό σε άλλο κάτοχο, πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

    α)

    τα απόβλητα που χρησιμοποιούνται ως εισροές στην εργασία ανάκτησης πληρούν τα κριτήρια που προβλέπονται στο παράρτημα II τμήμα 2·

    β)

    τα απόβλητα που χρησιμοποιούνται ως εισροές στην εργασία ανάκτησης έχουν υποστεί επεξεργασία σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στο παράρτημα II τμήμα 3·

    γ)

    τα απορρίμματα αλουμινίου που προκύπτουν από την εργασία ανάκτησης πληρούν τα κριτήρια που προβλέπονται στο παράρτημα II τμήμα 1·

    δ)

    ο παραγωγός έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 6.

    Άρθρο 5

    Δήλωση συμμόρφωσης

    1.   Για κάθε φορτίο απορριμμάτων μετάλλων, ο παραγωγός ή ο εισαγωγέας εκδίδει δήλωση συμμόρφωσης σύμφωνα με το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα III.

    2.   Ο παραγωγός ή ο εισαγωγέας διαβιβάζει τη δήλωση συμμόρφωσης στον επόμενο κάτοχο του φορτίου απορριμμάτων μετάλλων. Ο παραγωγός ή ο εισαγωγέας φυλάσσει αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης για περίοδο τουλάχιστον ενός έτους από την ημερομηνία έκδοσής της και το θέτει στη διάθεση των αρμοδίων αρχών, κατόπιν αιτήματός τους.

    3.   Η δήλωση συμμόρφωσης μπορεί να εκδίδεται σε ηλεκτρονική μορφή.

    Άρθρο 6

    Διαχείριση της ποιότητας

    1.   Ο παραγωγός εφαρμόζει κατάλληλο σύστημα διαχείρισης της ποιότητας, που αποδεικνύει τη συμμόρφωση με τα κριτήρια των άρθρων 3 και 4 αντίστοιχα.

    2.   Το σύστημα διαχείρισης της ποιότητας περιλαμβάνει μια σειρά από τεκμηριωμένες διαδικασίες για καθεμιά από τις ακόλουθες πτυχές:

    α)

    έλεγχος αποδοχής των αποβλήτων που χρησιμοποιούνται ως εισροές στην εργασία ανάκτησης, όπως ορίζει το τμήμα 2 των παραρτημάτων Ι και ΙΙ·

    β)

    παρακολούθηση των διεργασιών και τεχνικών επεξεργασίας που περιγράφονται στο σημείο 3.3 των παραρτημάτων Ι και ΙΙ·

    γ)

    παρακολούθηση της ποιότητας των απορριμμάτων μετάλλων που προκύπτουν από την εργασία ανάκτησης, όπως ορίζει το τμήμα 1 των παραρτημάτων Ι και ΙΙ (συμπεριλαμβανομένων δειγματοληψιών και αναλύσεων)·

    δ)

    αποτελεσματικότητα της παρακολούθησης της ακτινοβολίας, όπως ορίζει το σημείο 1.5 των παραρτημάτων Ι και ΙΙ αντίστοιχα·

    ε)

    πληροφορίες από τους πελάτες όσον αφορά τη συμμόρφωση με την ποιότητα των απορριμμάτων μετάλλων·

    στ)

    τήρηση αρχείων με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης που διεξάγεται σύμφωνα με τα στοιχεία α) έως δ)·

    ζ)

    επανεξέταση και βελτίωση του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας·

    η)

    κατάρτιση του προσωπικού.

    3.   Το σύστημα διαχείρισης της ποιότητας καθορίζει επίσης τις ειδικές απαιτήσεις παρακολούθησης που προβλέπονται στα παραρτήματα I και ΙΙ για κάθε κριτήριο.

    4.   Σε περίπτωση που κάποια από τις επεξεργασίες που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 3.3 ή στο παράρτημα II σημείο 3.3 εκτελείται από προηγούμενο κάτοχο, ο παραγωγός βεβαιώνεται ότι ο προμηθευτής εφαρμόζει σύστημα διαχείρισης της ποιότητας το οποίο ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.

    5.   Η συμμόρφωση του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας με τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου επαληθεύεται από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης, όπως αυτός ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων (2), ο οποίος έχει διαπιστευθεί σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό, ή από άλλον επαληθευτή περιβάλλοντος, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 20 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) (3). Η επαλήθευση θα πρέπει να διενεργείται ανά τριετία.

    6.   Ο εισαγωγέας απαιτεί από τους προμηθευτές του να εφαρμόζουν σύστημα διαχείρισης της ποιότητας το οποίο ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των παραγράφων 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου και έχει ελεγχθεί από ανεξάρτητο εξωτερικό επαληθευτή.

    7.   Ο παραγωγός παρέχει στις αρμόδιες αρχές πρόσβαση στο σύστημα διαχείρισης της ποιότητας, κατόπιν αιτήματός τους.

    Άρθρο 7

    Έναρξη ισχύος

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Εφαρμόζεται από τις 9 Οκτωβρίου 2011.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 31 Μαρτίου 2011.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    VÖLNER P.


    (1)  ΕΕ L 312 της 22.11.2008, σ. 3.

    (2)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30.

    (3)  ΕΕ L 342 της 22.12.2009, σ. 1.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    Κριτήρια για τα απορρίμματα σιδήρου και χάλυβα

    Κριτήρια

    Απαιτήσεις αυτοπαρακολούθησης

    1.   Ποιότητα των απορριμμάτων που προκύπτουν από τις εργασίες ανάκτησης

    1.1.

    Τα απορρίμματα ταξινομούνται ανάλογα με τις προδιαγραφές του πελάτη, τις προδιαγραφές της βιομηχανίας ή τα πρότυπα για την άμεση χρήση στην παραγωγή μεταλλικών ουσιών ή αντικειμένων από χαλυβουργεία ή χυτήρια.

    Κάθε φορτίο ταξινομείται από ειδικευμένο προσωπικό.

    1.2.

    Η συνολική ποσότητα ξένων υλών (στείρων) είναι ≤ 2 % κατά βάρος.

    Ξένες ύλες είναι οι εξής:

    1.

    μη σιδηρούχα μέταλλα (εκτός από στοιχεία κραματοποίησης σε οποιοδήποτε υπόστρωμα σιδηρούχου μετάλλου) και μη μεταλλικά υλικά, όπως χώμα, σκόνη, μονωτικά υλικά και γυαλί·

    2.

    εύφλεκτα μη μεταλλικά υλικά, όπως καουτσούκ, πλαστικές ύλες, ύφασμα, ξύλο και άλλες χημικές ή οργανικές ουσίες·

    3.

    μεγαλύτερα τεμάχια (σε μέγεθος πλίνθου), τα οποία δεν είναι αγωγοί του ηλεκτρισμού, όπως ελαστικά αυτοκινήτων, σωλήνες που έχουν πληρωθεί με τσιμέντο, ξύλο ή σκυρόδεμα·

    4.

    κατάλοιπα από την τήξη, τη θέρμανση, τη βελτίωση της επιφάνειας (συμπεριλαμβανομένης της επικαλυπτικής συγκόλλησης), τη λείανση, το πριόνισμα, τη συγκόλληση και την οξυγονοκοπή του χάλυβα, όπως σκωρίες υψικαμίνου, σιδηρούχος σκωρία ελάστρων, σκόνη φίλτρων αέρα, σκόνη λείανσης, ιλύς.

    Κάθε φορτίο υποβάλλεται σε οπτική εξέταση από ειδικευμένο προσωπικό.

    Ανά τακτά χρονικά διαστήματα (τουλάχιστον κάθε 6 μήνες), αναλύονται αντιπροσωπευτικά δείγματα ξένων υλών με ζύγιση μετά από μαγνητικό ή χειρωνακτικό (κατά περίπτωση) διαχωρισμό των σωματιδίων και αντικειμένων σιδήρου και χάλυβα με προσεκτική οπτική εξέταση.

    Η κατάλληλη συχνότητα δειγματοληπτικής παρακολούθησης καθορίζεται με γνώμονα τους ακόλουθους παράγοντες:

    1.

    τον αναμενόμενο ρυθμό μεταβλητότητας (για παράδειγμα, όπως προκύπτει από τα ιστορικά αποτελέσματα)·

    2.

    τον εγγενή κίνδυνο διακύμανσης της ποιότητας των αποβλήτων που χρησιμοποιούνται ως εισροές στην εργασία ανάκτησης και σε κάθε μετέπειτα επεξεργασία·

    3.

    την εγγενή ακρίβεια της μεθόδου παρακολούθησης και

    4.

    την εγγύτητα των αποτελεσμάτων με τον περιορισμό της περιεκτικότητας σε ξένες ύλες σε μέγιστο ποσοστό 2 % κατά βάρος.

    Η διαδικασία καθορισμού της συχνότητας παρακολούθησης θα πρέπει να τεκμηριώνεται στο πλαίσιο του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας και να είναι διαθέσιμη για έλεγχο.

    1.3.

    Τα απορρίμματα δεν περιέχουν υπερβολική ποσότητα οξειδίων του σιδήρου σε οποιαδήποτε μορφή, εκτός από τις συνήθεις ποσότητες που οφείλονται στην αποθήκευση των έτοιμων απορριμμάτων στο ύπαιθρο υπό κανονικές ατμοσφαιρικές συνθήκες.

    Ειδικευμένο προσωπικό διενεργεί οπτική εξέταση για τη διαπίστωση της παρουσίας οξειδίων.

    1.4.

    Τα απορρίμματα είναι απαλλαγμένα από εμφανή έλαια, ελαιώδη γαλακτώματα, λιπαντικά ή λίπη, εκτός από αμελητέες ποσότητες που δεν προκαλούν στάλαξη.

    Ειδικευμένο προσωπικό διενεργεί οπτική εξέταση κάθε φορτίου, με ιδιαίτερη προσοχή στα μέρη εκείνα όπου υπάρχουν μεγαλύτερες πιθανότητες στάλαξης ελαίων.

    1.5.

    Ραδιενέργεια: δεν είναι αναγκαία η λήψη μέτρων αντιμετώπισης σύμφωνα με τους εθνικούς ή διεθνείς κανόνες για τις διαδικασίες παρακολούθησης και αντιμετώπισης ραδιενεργών απορριμμάτων μετάλλων.

    Η απαίτηση αυτή ισχύει υπό την επιφύλαξη των βασικών κανόνων για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του κοινού που θεσπίζονται σε πράξεις που προβλέπονται στο κεφάλαιο III της συνθήκης Ευρατόμ, ιδίως της οδηγίας 96/29/Ευρατόμ (1).

    Η ραδιενέργεια κάθε φορτίου παρακολουθείται από ειδικευμένο προσωπικό.

    Κάθε φορτίο απορριμμάτων συνοδεύεται από πιστοποιητικό που έχει συνταχθεί σύμφωνα με τους εθνικούς ή διεθνείς κανόνες για τις διαδικασίες παρακολούθησης και αντιμετώπισης ραδιενεργών απορριμμάτων μετάλλων. Το πιστοποιητικό μπορεί να περιλαμβάνεται σε άλλα έγγραφα που συνοδεύουν το φορτίο.

    1.6.

    Τα απορρίμματα δεν εμφανίζουν καμία από τις επικίνδυνες ιδιότητες που αναφέρονται στο παράρτημα III της οδηγίας 2008/98/ΕΚ. Τα απορρίμματα συμμορφώνονται με τα όρια συγκέντρωσης που καθορίζονται στην απόφαση 2000/532/ΕΚ (2) και δεν υπερβαίνουν τα όρια συγκέντρωσης που καθορίζονται στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004 (3).

    Οι ιδιότητες των επιμέρους στοιχείων που περιέχονται στα κράματα σιδήρου και χάλυβα δεν εμπίπτουν στην απαίτηση αυτή.

    Κάθε φορτίο υποβάλλεται σε οπτική εξέταση από ειδικευμένο προσωπικό. Σε περίπτωση που από την οπτική εξέταση προκύψουν υπόνοιες για ενδεχόμενες επικίνδυνες ιδιότητες, λαμβάνονται κατάλληλα συμπληρωματικά μέτρα παρακολούθησης, όπως δειγματοληψίες και δοκιμές, κατά περίπτωση.

    Το προσωπικό είναι εκπαιδευμένο στις δυνητικές επικίνδυνες ιδιότητες που μπορεί να σχετίζονται με τα απορρίμματα σιδήρου και χάλυβα και στα συστατικά ή χαρακτηριστικά των υλικών που επιτρέπουν την αναγνώριση των επικίνδυνων ιδιοτήτων.

    Η διαδικασία αναγνώρισης των επικίνδυνων υλικών τεκμηριώνεται στο πλαίσιο του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας.

    1.7.

    Τα απορρίμματα δεν περιέχουν πεπιεσμένα, κλειστά ή ανεπαρκώς ανοικτά δοχεία που μπορεί να προκαλέσουν έκρηξη σε μεταλλουργική κάμινο.

    Κάθε φορτίο υποβάλλεται σε οπτική εξέταση από ειδικευμένο προσωπικό.

    2.   Απόβλητα που χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη στη διαδικασία ανάκτησης

    2.1.

    Μόνο απόβλητα που περιέχουν ανακτήσιμο σίδηρο ή χάλυβα μπορούν να χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη.

    2.2.

    Δεν χρησιμοποιούνται επικίνδυνα απόβλητα ως εισροές, εκτός εάν προσκομίζονται αποδεικτικά της εφαρμογής των διεργασιών και των τεχνικών που ορίζονται στο τμήμα 3 του παρόντος παραρτήματος για την εξάλειψη όλων των επικίνδυνων ιδιοτήτων.

    2.3.

    Δεν χρησιμοποιούνται ως εισροές τα ακόλουθα απόβλητα:

    α)

    ρινίσματα που περιέχουν υγρά, όπως έλαια ή ελαιώδη γαλακτώματα, και

    β)

    κάδοι και δοχεία, με εξαίρεση τον εξοπλισμό οχημάτων στο τέλος του κύκλου ζωής τους, τα οποία περιέχουν ή περιείχαν έλαια ή χρώματα.

    Διενεργείται έλεγχος αποδοχής όλων των αποβλήτων που παραλαμβάνονται (με οπτική εξέταση), καθώς και των συνοδευτικών εγγράφων, από ειδικευμένο προσωπικό το οποίο είναι εκπαιδευμένο στον τρόπο αναγνώρισης των αποβλήτων που δεν πληρούν τα κριτήρια του παρόντος τμήματος.

    3.   Διεργασίες και τεχνικές επεξεργασίας

    3.1.

    Τα απορρίμματα σιδήρου ή χάλυβα πρέπει να έχουν διαχωριστεί στην πηγή ή κατά τη συλλογή και να έχουν διατηρηθεί χωριστά ή τα απόβλητα εισροής πρέπει να έχουν υποστεί επεξεργασία διαχωρισμού των απορριμμάτων σιδήρου και χάλυβα από τα μη μεταλλικά και μη σιδηρούχα συστατικά.

    3.2.

    Πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί όλες οι μηχανικές κατεργασίες (όπως τεμαχισμός, διάτμηση, θρυμματισμός ή κοκκοποίηση, διαλογή, διαχωρισμός, καθαρισμός, απορρύπανση, εκκένωση) που απαιτούνται για την προετοιμασία των απορριμμάτων μετάλλων για απευθείας εισροή με σκοπό την τελική χρήση σε χαλυβουργεία και χυτήρια.

    3.3.

    Για τα απόβλητα που περιέχουν επικίνδυνα συστατικά, ισχύουν οι ακόλουθες ειδικές απαιτήσεις:

    α)

    Τα υλικά εισροής που προέρχονται από απόβλητα ηλεκτρικού ή ηλεκτρονικού εξοπλισμού ή από οχήματα στο τέλος του κύκλου ζωής τους πρέπει να έχουν υποβληθεί σε όλες τις επεξεργασίες που απαιτούνται από το άρθρο 6 της οδηγίας 2002/96/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) και από το άρθρο 6 της οδηγίας 2000/53/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5)·

    β)

    Οι χλωροφθοράνθρακες που περιέχονται σε απορριπτόμενο εξοπλισμό πρέπει να έχουν δεσμευθεί με διεργασία εγκεκριμένη από τις αρμόδιες αρχές·

    γ)

    Τα καλώδια πρέπει να έχουν απογυμνωθεί ή τεμαχιστεί. Εάν ένα καλώδιο περιέχει οργανικές επικαλύψεις (πλαστικές ύλες), αυτές πρέπει να έχουν αφαιρεθεί σύμφωνα με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές·

    δ)

    Οι κάδοι και τα δοχεία πρέπει να έχουν εκκενωθεί και καθαριστεί· και

    ε)

    Οι επικίνδυνες ουσίες των αποβλήτων που δεν αναφέρονται στο στοιχείο α) πρέπει να έχουν απομακρυνθεί αποτελεσματικά με διεργασία εγκεκριμένη από την αρμόδια αρχή.

     


    (1)  Οδηγία 96/29/Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 13ης Μαΐου 1996, για τον καθορισμό των βασικών κανόνων ασφάλειας για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του πληθυσμού από τους κινδύνους που προκύπτουν από ιονίζουσες ακτινοβολίες (ΕΕ L 159 της 29.6.1996, σ. 1).

    (2)  Απόφαση 2000/532/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Μαΐου 2000, για αντικατάσταση της απόφασης 94/3/ΕΚ για τη θέσπιση καταλόγου αποβλήτων σύμφωνα με το άρθρο 1 στοιχείο α) της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης 94/904/ΕΚ του Συμβουλίου για την κατάρτιση καταλόγου επικίνδυνων αποβλήτων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1 παράγραφος 4 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου για τα επικίνδυνα απόβλητα (ΕΕ L 226 της 6.9.2000, σ. 3).

    (3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 850/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τους έμμονους οργανικούς ρύπους (ΕΕ L 158 της 30.4.2004, σ. 7).

    (4)  ΕΕ L 37 της 13.2.2003, σ. 24.

    (5)  ΕΕ L 269 της 21.10.2000, σ. 34.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    Κριτήρια για τα απορρίμματα αλουμινίου

    Κριτήρια

    Απαιτήσεις αυτοπαρακολούθησης

    1.   Ποιότητα των απορριμμάτων

    1.1.

    Τα απορρίμματα ταξινομούνται ανάλογα με τις προδιαγραφές του πελάτη, τις προδιαγραφές της βιομηχανίας ή τα πρότυπα για την άμεση χρήση στην παραγωγή μεταλλικών ουσιών ή αντικειμένων με εξευγενισμό ή ανάτηξη.

    Κάθε φορτίο πρέπει να ταξινομείται από ειδικευμένο προσωπικό.

    1.2.

    Η συνολική ποσότητα ξένων υλών είναι ≤ 5 % κατά βάρος ή η απόδοση μετάλλου είναι ≥ 90 %.

    Ξένες ύλες είναι οι εξής:

    1.

    μέταλλα, εκτός από αλουμίνιο και κράματα αλουμινίου·

    2.

    μη μεταλλικά υλικά, όπως χώμα, σκόνη, μονωτικά υλικά και γυαλί·

    3.

    εύφλεκτα μη μεταλλικά υλικά, όπως καουτσούκ, πλαστικές ύλες, ύφασμα, ξύλο και άλλες χημικές ή οργανικές ουσίες·

    4.

    μεγαλύτερα τεμάχια (σε μέγεθος πλίνθου), τα οποία δεν είναι αγωγοί του ηλεκτρισμού, όπως ελαστικά αυτοκινήτων, σωλήνες που έχουν πληρωθεί με τσιμέντο, ξύλο ή σκυρόδεμα ή

    5.

    κατάλοιπα από την τήξη, τη θέρμανση, τη βελτίωση της επιφάνειας (συμπεριλαμβανομένης της επικαλυπτικής συγκόλλησης), τη λείανση, το πριόνισμα, τη συγκόλληση και την οξυγονοκοπή του αλουμινίου και των κραμάτων αλουμινίου, όπως σκωρίες υψικαμίνου και άλλες, ξαφρίσματα, σκόνη φίλτρων αέρα, σκόνη λείανσης, ιλύς.

    Ο παραγωγός των απορριμμάτων αλουμινίου ελέγχει τη συμμόρφωση παρακολουθώντας την ποσότητα ξένων υλών ή προσδιορίζοντας την απόδοση μετάλλου.

    Κάθε φορτίο υποβάλλεται σε οπτική εξέταση από ειδικευμένο προσωπικό.

    Ανά τακτά χρονικά διαστήματα (τουλάχιστον κάθε 6 μήνες), αναλύονται αντιπροσωπευτικά δείγματα κάθε ποιότητας απορριμμάτων αλουμινίου για τη μέτρηση της συνολικής ποσότητας ξένων υλών ή της απόδοσης μέταλλου.

    Τα αντιπροσωπευτικά δείγματα λαμβάνονται σύμφωνα με τις διαδικασίες δειγματοληψίας που περιγράφονται στο πρότυπο EN 13920 (1).

    Η συνολική ποσότητα των ξένων υλών μετράται κατά βάρος, μετά τον διαχωρισμό των μεταλλικών σωματιδίων και αντικειμένων από αλουμίνιο από τα σωματίδια και αντικείμενα που αποτελούνται από ξένες ύλες, με χειρωνακτική διαλογή ή με άλλο μέσο διαχωρισμού (όπως με μαγνήτη ή με βάση την πυκνότητα).

    Η απόδοση μετάλλου μετράται σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία:

    1.

    Προσδιορισμός της μάζας (m1) μετά την αφαίρεση και τον προσδιορισμό της υγρασίας (σύμφωνα με το σημείο 7.1 του προτύπου ΕΝ 13920-1:2002)·

    2.

    Αφαίρεση και προσδιορισμός του ελεύθερου σιδήρου (σύμφωνα με το σημείο 7.2 του προτύπου ΕΝ 13920-1:2002)·

    3.

    Προσδιορισμός της μάζας του μετάλλου μετά από τήξη και στερεοποίηση (m2), με τη διαδικασία προσδιορισμού της απόδοσης μετάλλου, σύμφωνα με το σημείο 7.3 του προτύπου ΕΝ 13920-1:2002·

    4.

    Υπολογισμός της απόδοσης μετάλλου m [%] = (m2/m1) × 100.

    Η κατάλληλη συχνότητα ανάλυσης των αντιπροσωπευτικών δειγμάτων καθορίζεται με γνώμονα τους ακόλουθους παράγοντες:

    1.

    τον αναμενόμενο ρυθμό μεταβλητότητας (για παράδειγμα, όπως προκύπτει από τα ιστορικά αποτελέσματα)·

    2.

    τον εγγενή κίνδυνο διακύμανσης της ποιότητας των αποβλήτων που χρησιμοποιούνται ως εισροές στην εργασία ανάκτησης, καθώς και των επιδόσεων των διεργασιών επεξεργασίας·

    3.

    την εγγενή ακρίβεια της μεθόδου παρακολούθησης και

    4.

    την εγγύτητα των αποτελεσμάτων με τις οριακές τιμές για τη συνολική ποσότητα ξένων υλών ή την απόδοση μετάλλου.

    1.3.

    Τα απορρίμματα δεν περιέχουν πολυβινυλοχλωρίδιο (PVC) σε μορφή επιχρισμάτων, χρωμάτων, πλαστικών υλών.

    Κάθε φορτίο υποβάλλεται σε οπτική εξέταση από ειδικευμένο προσωπικό

    1.4.

    Τα απορρίμματα είναι απαλλαγμένα από εμφανή έλαια, ελαιώδη γαλακτώματα, λιπαντικά ή λίπη, εκτός από αμελητέες ποσότητες που δεν προκαλούν στάλαξη.

    Ειδικευμένο προσωπικό διενεργεί οπτική εξέταση κάθε φορτίου, με ιδιαίτερη προσοχή στα μέρη εκείνα όπου υπάρχουν μεγαλύτερες πιθανότητες στάλαξης ελαίων.

    1.5.

    Ραδιενέργεια: δεν είναι αναγκαία η λήψη μέτρων αντιμετώπισης σύμφωνα με τους εθνικούς ή διεθνείς κανόνες για τις διαδικασίες παρακολούθησης και αντιμετώπισης ραδιενεργών απορριμμάτων μετάλλων.

    Η απαίτηση αυτή ισχύει υπό την επιφύλαξη των βασικών κανόνων για την προστασία της υγείας των εργαζομένων και του κοινού που θεσπίζονται σε πράξεις που προβλέπονται στο κεφάλαιο III της συνθήκης Ευρατόμ, ιδίως της οδηγίας 96/29/Ευρατόμ (2).

    Η ραδιενέργεια κάθε φορτίου παρακολουθείται από ειδικευμένο προσωπικό. Κάθε φορτίο απορριμμάτων συνοδεύεται από πιστοποιητικό που έχει συνταχθεί σύμφωνα με τους εθνικούς ή διεθνείς κανόνες για τις διαδικασίες παρακολούθησης και αντιμετώπισης ραδιενεργών απορριμμάτων μετάλλων. Το πιστοποιητικό μπορεί να περιλαμβάνεται σε άλλα έγγραφα που συνοδεύουν το φορτίο.

    1.6.

    Τα απορρίμματα δεν εμφανίζουν καμία από τις επικίνδυνες ιδιότητες που αναφέρονται στο παράρτημα III της οδηγίας 2008/98/ΕΚ. Τα απορρίμματα συμμορφώνονται με τα όρια συγκέντρωσης που καθορίζονται στην απόφαση 2000/532/ΕΚ της Επιτροπής (3) και δεν υπερβαίνουν τα όρια συγκέντρωσης που καθορίζονται στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 850/2004 (4).

    Οι ιδιότητες των επιμέρους στοιχείων που περιέχονται στα κράματα αλουμινίου δεν εμπίπτουν στην απαίτηση αυτή.

    Κάθε φορτίο υποβάλλεται σε οπτική εξέταση από ειδικευμένο προσωπικό. Σε περίπτωση που από την οπτική εξέταση προκύψουν υπόνοιες για ενδεχόμενες επικίνδυνες ιδιότητες, λαμβάνονται κατάλληλα συμπληρωματικά μέτρα παρακολούθησης, όπως δειγματοληψίες και δοκιμές, κατά περίπτωση.

    Το προσωπικό είναι εκπαιδευμένο στις δυνητικές επικίνδυνες ιδιότητες που μπορεί να σχετίζονται με τα απορρίμματα αλουμινίου και στα συστατικά ή χαρακτηριστικά των υλικών που επιτρέπουν την αναγνώριση των επικίνδυνων ιδιοτήτων.

    Η διαδικασία αναγνώρισης των επικίνδυνων υλικών τεκμηριώνεται στο πλαίσιο του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας.

    1.7.

    Τα απορρίμματα δεν περιέχουν πεπιεσμένα, κλειστά ή ανεπαρκώς ανοικτά δοχεία που μπορεί να προκαλέσουν έκρηξη σε μεταλλουργική κάμινο.

    Κάθε φορτίο υποβάλλεται σε οπτική εξέταση από ειδικευμένο προσωπικό.

    2.   Απόβλητα που χρησιμοποιούνται ως εισροές στις εργασίες ανάκτησης

    2.1.

    Μόνο απόβλητα που περιέχουν ανακτήσιμο αλουμίνιο ή κράματα αλουμινίου μπορούν να χρησιμοποιούνται ως εισροές.

    2.2.

    Δεν χρησιμοποιούνται επικίνδυνα απόβλητα ως εισροές, εκτός εάν προσκομίζονται αποδεικτικά της εφαρμογής των διεργασιών και των τεχνικών που καθορίζονται στο τμήμα 3 του παρόντος παραρτήματος για την εξάλειψη όλων των επικίνδυνων ιδιοτήτων.

    2.3.

    Δεν χρησιμοποιούνται ως εισροές τα ακόλουθα απόβλητα:

    α)

    ρινίσματα που περιέχουν υγρά, όπως έλαια ή ελαιώδη γαλακτώματα, και

    β)

    κάδοι και δοχεία, με εξαίρεση τον εξοπλισμό οχημάτων στο τέλος του κύκλου ζωής τους, τα οποία περιέχουν ή περιείχαν έλαια ή χρώματα.

    Διενεργείται έλεγχος αποδοχής όλων των αποβλήτων που παραλαμβάνονται (με οπτική εξέταση), καθώς και των συνοδευτικών εγγράφων, από ειδικευμένο προσωπικό το οποίο είναι εκπαιδευμένο στον τρόπο αναγνώρισης των αποβλήτων που δεν πληρούν τα κριτήρια του παρόντος τμήματος.

    3.   Διεργασίες και τεχνικές επεξεργασίας

    3.1.

    Τα απορρίμματα αλουμινίου πρέπει να έχουν διαχωριστεί στην πηγή ή κατά τη συλλογή και να έχουν διατηρηθεί χωριστά ή τα απόβλητα εισροής πρέπει να έχουν υποστεί επεξεργασία διαχωρισμού των απορριμμάτων αλουμινίου από τα μη μεταλλικά και τα μη αλουμινούχα μεταλλικά συστατικά.

    3.2.

    Πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί όλες οι μηχανικές επεξεργασίες (όπως τεμαχισμός, διάτμηση, θρυμματισμός ή κοκκοποίηση, διαλογή, διαχωρισμός, καθαρισμός, απορρύπανση, εκκένωση) που απαιτούνται για την προετοιμασία των απορριμμάτων μετάλλων για κατευθείαν εισροή με σκοπό την τελική χρήση.

    3.3.

    Για τα απόβλητα που περιέχουν επικίνδυνα συστατικά, ισχύουν οι ακόλουθες ειδικές απαιτήσεις:

    α)

    Τα υλικά εισροής που προέρχονται από απόβλητα ηλεκτρικού ή ηλεκτρονικού εξοπλισμού ή από οχήματα στο τέλος του κύκλου ζωής τους πρέπει να έχουν υποβληθεί σε όλες τις επεξεργασίες που απαιτούνται από το άρθρο 6 της οδηγίας 2002/96/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) και από το άρθρο 6 της οδηγίας 2000/53/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6)·

    β)

    Οι χλωροφθοράνθρακες που περιέχονται σε απορριπτόμενο εξοπλισμό πρέπει να έχουν δεσμευθεί με διεργασία εγκεκριμένη από τις αρμόδιες αρχές·

    γ)

    Τα καλώδια πρέπει να έχουν απογυμνωθεί ή τεμαχιστεί. Εάν ένα καλώδιο περιέχει οργανικές επικαλύψεις (πλαστικές ύλες), αυτές πρέπει να έχουν αφαιρεθεί σύμφωνα με τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές·

    δ)

    Οι κάδοι και τα δοχεία πρέπει να έχουν εκκενωθεί και καθαριστεί·

    ε)

    Οι επικίνδυνες ουσίες των αποβλήτων που δεν αναφέρονται στο στοιχείο α) πρέπει να έχουν απομακρυνθεί αποτελεσματικά με διεργασία εγκεκριμένη από την αρμόδια αρχή.

     


    (1)  ΕΝ 13920-1:2002, Αλουμίνιο και κράματα αλουμινίου - Σκραπ - Μέρος 1: Γενικές απαιτήσεις, δειγματοληψία και δοκιμές, CEN 2002.

    (2)  ΕΕ L 159 της 29.6.1996, σ. 1.

    (3)  ΕΕ L 226 της 6.9.2000, σ. 3.

    (4)  ΕΕ L 229 της 30.4.2004, σ. 1.

    (5)  ΕΕ L 37 της 13.2.2003, σ. 24.

    (6)  ΕΕ L 269 της 21.10.2000, σ. 34.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

    Δήλωση συμμόρφωσης με τα κριτήρια αποχαρακτηρισμού των αποβλήτων, αναφερόμενη στο άρθρο 5 παράγραφος 1

    1.

    Παραγωγός/εισαγωγέας απορριμμάτων μετάλλων:

    Όνομα:

    Διεύθυνση:

    Υπεύθυνος επικοινωνίας:

    Τηλ.

    Φαξ

    Ηλεκτρονική διεύθυνση:

    2.

    α)

    ονομασία ή κωδικός της κατηγορίας απορριμμάτων μετάλλων, σύμφωνα με τις προδιαγραφές ή τα πρότυπα του κλάδου:

    β)

    κατά περίπτωση, βασικές τεχνικές διατάξεις των προδιαγραφών του πελάτη, όπως σύνθεση, μέγεθος, τύπος και ιδιότητες:

    3.

    Το φορτίο απορριμμάτων μετάλλων ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές ή τα πρότυπα που αναφέρονται στο σημείο 2:

    4.

    Ποσότητα του φορτίου σε τόνους:

    5.

    Έχει συνταχθεί πιστοποιητικό δοκιμών ραδιενέργειας σύμφωνα με τους εθνικούς ή διεθνείς κανόνες για τις διαδικασίες παρακολούθησης και αντιμετώπισης ραδιενεργών απορριμμάτων μετάλλων:

    6.

    Ο παραγωγός των απορριμμάτων μετάλλων εφαρμόζει σύστημα διαχείρισης της ποιότητας σύμφωνο με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 333/2011 (1), το οποίο έχει ελεγχθεί από διαπιστευμένο επαληθευτή ή, σε περίπτωση εισαγωγής απορριμμάτων μετάλλων τα οποία έπαυσαν να αποτελούν απόβλητα στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, από ανεξάρτητο επαληθευτή:

    7.

    Το φορτίο απορριμμάτων μετάλλων πληροί τα κριτήρια που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως γ) των άρθρων 3 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 333/2011 (1):

    8.

    Δήλωση του παραγωγού/εισαγωγέα απορριμμάτων μετάλλων: Δηλώνω ότι, εξ όσων γνωρίζω, οι ανωτέρω πληροφορίες είναι πλήρεις και ακριβείς.

    Όνομα:

    Ημερομηνία:

    Υπογραφή:


    (1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 333/2011 του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2011, για τη θέσπιση κριτηρίων προσδιορισμού των περιπτώσεων στις οποίες ορισμένοι τύποι απορριμμάτων μετάλλων παύουν να αποτελούν απόβλητα σύμφωνα με την οδηγία 2008/98/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 94 της 8.4.2011, σ. 2).


    Top