Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62021TN0227

    Υπόθεση T-227/21: Προσφυγή της 28ης Απριλίου 2021 — Illumina κατά Επιτροπής

    ΕΕ C 252 της 28.6.2021, p. 27–28 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    28.6.2021   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 252/27


    Προσφυγή της 28ης Απριλίου 2021 — Illumina κατά Επιτροπής

    (Υπόθεση T-227/21)

    (2021/C 252/37)

    Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

    Διάδικοι

    Προσφεύγουσα: Illumina, Inc. (Wilmington, Delaware, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωποι: D. Beard, QC, και P. Chappatte, δικηγόρος)

    Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

    Αιτήματα

    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    να ακυρώσει, κατά το άρθρο 22, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (1), την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 19ης Απριλίου 2021 (υπόθεση COMP/M.10188), με την οποία έγινε δεκτή η κατ’ άρθρο 22, παράγραφος 1, του κανονισμού συγκεντρώσεων αίτηση παραπομπής της Autorité de la Concurrence (Γαλλία) της 9ης Μαρτίου 2021 και με την οποία το εν λόγω θεσμικό όργανο έκρινε εαυτό αρμόδιο να εξετάσει τη συγκέντρωση των Illumina, Inc. και GRAIL, Inc. βάσει του κανονισμού συγκεντρώσεων·

    να ακυρώσει τις πέντε περαιτέρω συναφείς αποφάσεις τις οποίες εξέδωσε η Επιτροπή χωριστά ως προς τις Κάτω Χώρες, το Βέλγιο, την Ελλάδα, την Ισλανδία και τη Νορβηγία και με τις οποίες δόθηκε η δυνατότητα στις εν λόγω χώρες να συμμετάσχουν στην αίτηση παραπομπής·

    να ακυρώσει την αίτηση παραπομπής·

    καθόσον απαιτείται, να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 11ης Μαρτίου 2021 με την οποία γνωστοποιήθηκε στην Illumina ότι το εν λόγω θεσμικό όργανο είχε λάβει αίτηση παραπομπής και υποχρεούνταν, βάσει του άρθρου 22, παράγραφος 4, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού συγκεντρώσεων, να απαγορεύσει στην Illumina να προβεί σε υλοποίηση της συγκεντρώσεως κατά το άρθρο 7 του κανονισμού συγκεντρώσεων·

    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

    Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

    Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους ακυρώσεως.

    1.

    Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η απόφαση της Επιτροπής να εξετάσει τη συγκέντρωση δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητά της. Ειδικότερα, η απόφαση:

    ενέχει σφάλμα ως προς τον προσδιορισμό του σκοπού του κανονισμού συγκεντρώσεων·

    εσφαλμένως δεν αναγνώρισε ότι παραπομπές υποθέσεων βάσει του άρθρου 22 του κανονισμού συγκεντρώσεων (και του άρθρου 9 του ίδιου κανονισμού) γίνονται κατ’ εξαίρεση και ότι οι εξουσίες πρέπει να ερμηνεύονται στενά·

    ενέχει σφάλμα εκτιμήσεως ως προς το νομοθετικό πλαίσιο του άρθρου 22 του κανονισμού συγκεντρώσεων·

    ενέχει σφάλμα ως προς την ερμηνεία της διατάξεως του άρθρου 22 του κανονισμού συγκεντρώσεων·

    ερμηνεύτηκε από την Επιτροπή κατά τρόπο αντιβαίνοντα προς τις αρχές της επικουρικότητας, της ασφάλειας δικαίου και της αναλογικότητας.

    2.

    Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η απόφαση της Επιτροπής να εξετάσει τη συγκέντρωση είναι ανίσχυρη καθόσον η αίτηση παραπομπής της γαλλικής αρχής ανταγωνισμού υποβλήθηκε εκτός προθεσμίας και/ή ότι η απόφαση αντιβαίνει στις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της χρηστής διοικήσεως λόγω καθυστερήσεων εκ μέρους της Επιτροπής. Ειδικότερα:

    Η Επιτροπή υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κατά την ερμηνεία και εφαρμογή της φράσης «έγινε […] γνωστή» που περιέχεται στο άρθρο 22, παράγραφος 1, του κανονισμού συγκεντρώσεων σχετικά με τον προσδιορισμό της ημέρας έναρξης της προθεσμίας των 15 εργασίμων ημερών και κακώς δεν έκρινε ότι η αίτηση υποβλήθηκε εκτός προθεσμίας, με αποτέλεσμα να μην έχει εξουσία να λάβει σχετική απόφαση.

    Επιπλέον ή επικουρικώς, εάν και στο μέτρο που η συγκέντρωση «έγινε […] γνωστή» στις γαλλικές αρχές (και/ή σε άλλα κράτη μέλη) με την προσκλητήρια επιστολή του άρθρου 22, παράγραφος 5, του κανονισμού συγκεντρώσεων, η καθυστέρηση της Επιτροπής να εκδώσει έγγραφη πρόσκληση αντιβαίνει στη θεμελιώδη αρχή της ασφάλειας δικαίου και στην υποχρέωσή της να ενεργήσει εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος με βάση την αρχή της χρηστής διοικήσεως.

    3.

    Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η απόφαση της Επιτροπής να εξετάσει τη συγκέντρωση συνιστά αλλαγή πολιτικής η οποία διαψεύδει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη της Illumina και αντιβαίνει στην αρχή της ασφάλειας δικαίου, δεδομένου ότι στις 11 Σεπτεμβρίου 2020 ο Επίτροπος Vestager δήλωσε συγκεκριμένα και ανεπιφύλακτα ότι θα επέρχονταν αλλαγή στην πολιτική της Επιτροπής σε σχέση με τις υποθέσεις που αφορούν το άρθρο 22 κατόπιν εκδόσεως νέων κατευθυντήριων γραμμών. Παρά την ως άνω δήλωσή του, όμως, η έγγραφη πρόσκληση εστάλη πριν από την έκδοση νέων κατευθυντήριων γραμμών και σε χρόνο κατά τον οποίον η δηλωθείσα πολιτική της Επιτροπής συνίστατο σε αποθάρρυνση αιτήσεων παραπομπής από κράτη μέλη τα οποία δεν είναι αρμόδια βάσει του εθνικού τους δικαίου. Συνεπώς, η Επιτροπή προέβη σε εφαρμογή της νέας πολιτικής της πριν από τη δημοσίευση των κατευθυντήριων γραμμών της σχετικά με το άρθρο 22, αντιθέτως προς τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη της Illumina και προς την αρχή της ασφάλειας δικαίου.

    4.

    Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πραγματικά σφάλματα και σε σφάλματα εκτιμήσεως τα οποία θέτουν υπό αμφισβήτηση τη βάση εκδόσεως της αποφάσεως της Επιτροπής να εξετάσει τη συγκέντρωση. Ειδικότερα:

    η απόφαση και/ή η αίτηση είναι παράνομες λόγω σημαντικών σφαλμάτων ως προς τα πραγματικά περιστατικά τα οποία ενέχουν η έγγραφη πρόσκληση και η αίτηση παραπομπής και/ή λόγω αθέμιτης διαδικασίας/μη σεβασμού των αμυντικών δικαιωμάτων·

    η Επιτροπή εσφαλμένως διαπίστωσε επηρεασμό του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών, καθόσον δεν διέθετε κατάλληλα προς τούτο αποδεικτικά στοιχεία·

    η Επιτροπή εσφαλμένως έκρινε ότι η συγκέντρωση απειλεί να επηρεάσει σημαντικά τον ανταγωνισμό, καθόσον δεν διέθετε κατάλληλα προς τούτο αποδεικτικά στοιχεία.


    (1)  Κανονισμός (ΕΚ) 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων») (ΕΕ 2004, L 24, σ. 1).


    Top