Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52012IE0597

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ζητήματα που τίθενται κατά τον ορισμό της κοινωνικής στέγασης ως υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

    ΕΕ C 44 της 15.2.2013, p. 53–58 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    15.2.2013   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 44/53


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ζητήματα που τίθενται κατά τον ορισμό της κοινωνικής στέγασης ως υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

    2013/C 44/09

    Εισηγητής: ο κ. HENCKS

    Στις 19 Ιανουαρίου 2012 και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού Κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα

    Ζητήματα που τίθενται κατά τον ορισμό της κοινωνικής στέγασης ως υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος.

    Στις 21 Φεβρουαρίου 2012, το Προεδρείο της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ανέθεσε στο ειδικευμένο τμήμα «Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία της πληροφορίας», την προετοιμασία των εργασιών της ΕΟΚΕ. Το τμήμα υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 26 Νοεμβρίου 2012.

    Κατά την 485η σύνοδο ολομέλειας, της 12ης και 13ης Δεκεμβρίου 2012 (συνεδρίαση της 13ης Δεκεμβρίου 2012), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 67 ψήφους υπέρ, 5 κατά και 4 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

    1.   Το δικαίωμα στέγασης – Γενικές αρχές

    1.1

    Το δικαίωμα στέγασης αποτελεί διεθνή υποχρέωση των κρατών μελών, την οποία πρέπει να λάβει υπόψη η Ευρωπαϊκή Ένωση. Πράγματι, αυτό το δικαίωμα αναγνωρίζεται στην Παγκόσμια Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, στην οποία ορίζεται ότι «Καθένας έχει δικαίωμα σε ένα βιοτικό επίπεδο ικανό να εξασφαλίσει στον ίδιο και στην οικογένειά του υγεία και ευημερία, και ειδικότερα τροφή, ρουχισμό, κατοικία, ιατρική περίθαλψη όπως και τις απαραίτητες κοινωνικές υπηρεσίες». Στον αναθεωρημένο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του Συμβουλίου της Ευρώπης προβλέπεται ότι προκειμένου να εξασφαλίσουν την αποτελεσματική άσκηση του δικαιώματος στην κατοικία, τα μέρη δεσμεύονται να λάβουν μέτρα με στόχο: την προώθηση της πρόσβασης σε κατάλληλη στέγαση, την πρόληψη και τη μείωση του φαινομένου των αστέγων με σκοπό τη σταδιακή εξάλειψή του, τη διαμόρφωση τιμών στέγασης προσιτών σε όσους δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους. Το δικαίωμα στην κατοικία αναγνωρίζεται από τα Συντάγματα πολλών κρατών μελών και/ή αποτελεί το αντικείμενο συγκεκριμένων νόμων που αποσκοπούν στην αποτελεσματική εφαρμογή του.

    1.2

    Ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζει πως η Ένωση, προκειμένου να καταπολεμηθεί ο κοινωνικός αποκλεισμός και η φτώχεια, αναγνωρίζει και σέβεται το δικαίωμα κοινωνικής αρωγής και στεγαστικής βοήθειας προς εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης σε όλους όσοι δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους, σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στο δίκαιο της Ένωσης και τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές.

    1.3

    Η εφαρμογή αυτών των δικαιωμάτων πραγματοποιείται στην πλειονότητα των κρατών μελών, μέσω μιας υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος (ΥΓΟΣ), σύμφωνα με το άρθρο 36 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, το οποίο προβλέπει ότι «Η Ένωση αναγνωρίζει και σέβεται την πρόσβαση στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος, όπως αυτό προβλέπεται στις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές, σύμφωνα με τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, προκειμένου να προαχθεί η κοινωνική και εδαφική συνοχή της Ένωσης».

    1.4

    Σύμφωνα με το άρθρο 106 παρ.2 της ΣλΕΕ και, αφ’ ης στιγμής η καθολική πρόσβαση στην κατοικία χαρακτηρίζεται ως υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος, οι επιχειρήσεις που είναι επιφορτισμένες με τη διαχείριση της εν λόγω υπηρεσίας υπόκεινται στους κανόνες των Συνθηκών, ιδίως δε στους κανόνες ανταγωνισμού, κατά το μέτρο που η εφαρμογή των κανόνων αυτών δεν εμποδίζει νομικά ή πραγματικά την εκπλήρωση της ιδιαίτερης αποστολής που τους έχει ανατεθεί από τις τοπικές, περιφερειακές ή εθνικές αρχές. Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 20ής Δεκεμβρίου 2011 (απόφαση για τις ΥΓΟΣ) περιορίζει την παροχή επιχορηγουμένων κοινωνικών κατοικιών στους πολίτες που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση ή ανήκουν σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, που λόγω των απαιτήσεων φερεγγυότητας δεν είναι σε θέση να βρουν κατοικία υπό τους όρους της αγοράς.

    1.5

    Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο 26 το οποίο προσαρτήθηκε στη Συνθήκη της Λισαβόνας, η κύρια αρμοδιότητα στον τομέα της ανάθεσης, παροχής, χρηματοδότησης και οργάνωσης των υπηρεσιών ΓΟΣ, εναπόκειται στα κράτη μέλη και στις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές τους, που διαθέτουν σχετικά μεγάλη διακριτική ευχέρεια επί του θέματος και ελευθερία δημοκρατικών επιλογών.

    1.6

    Το εν λόγω Πρωτόκολλο επιβάλλει, μεταξύ άλλων, στα κράτη μέλη να μεριμνούν για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου οικονομικής προσιτότητας, και για την προώθηση της καθολικής πρόσβασης των ΥΓΟΣ τους.

    1.7

    Η εφαρμογή του δικαιώματος στέγασης είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή θεμελιωδών δικαιωμάτων όπως το δικαίωμα στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, στην προστασία της ιδιωτικής ζωής και της κατοικίας, στην οικογένεια, στην πρόσβαση στο ύδωρ, στην υγεία, στην ενέργεια, κλπ. Για να αναπτυχθεί και να ενταχθεί στην κοινωνία, ένα άτομο χρειάζεται αξιοπρεπή στέγη.

    1.8

    Η αποτελεσματικότητα του δικαιώματος στέγασης εξαρτάται τις περισσότερες φορές από την επαρκή προσφορά. Το δικαίωμα στέγασης σημαίνει τις περισσότερες μορφές δικαίωμα πρόσβασης σε αξιοπρεπή και οικονομικά προσιτή στέγη.

    1.9

    Η εξασφάλιση της πρόσβασης σε στέγη σπανίως συνεπάγεται υποχρέωση των δημόσιων αρχών να παρέχουν στέγαση σε κάθε πρόσωπο που υποβάλλει αίτηση. Το κράτος ή η αρμόδια δημόσια αρχή έχουν πολιτικό καθήκον να βελτιώσουν - μέσω των πολιτικών και των προγραμμάτων τους - την πρόσβαση σε στέγη για όλους.

    1.10

    Στο πλαίσιο της εφαρμογής αυτού του θεμελιώδους δικαιώματος, δηλαδή της εξασφάλισης της πρόσβασης κάθε πολίτη σε αξιοπρεπή και οικονομικά προσιτή στέγη, τα κράτη μέλη επεμβαίνουν με πολύ διαφορετικό τρόπο και σε πολύ διαφορετικό βαθμό στη λειτουργία των οικείων αγορών κατοικίας. Η κατάλληλη συμμετοχή των μελλοντικών ενοίκων στην κατασκευή κοινωνικών κατοικιών θα καταστήσει πιο προσιτό από οικονομική άποψη αυτό το είδος στέγασης ενώ παράλληλα θα βελτιωθούν οι προοπτικές απασχόλησης αυτών των ανθρώπων.

    1.11

    Από αυτή την άποψη, η κατοικία αποτελεί αγαθό (δημόσιο, ή ιδιαίτερης κοινωνικής σημασίας) για το οποίο τα κράτη μέλη ορίζουν - ανάλογα με τις πολιτικές επιλογές και τις συλλογικές προτιμήσεις τους - ελάχιστες προδιαγραφές χώρου και άνεσης, συγκεκριμένους κανόνες πολεοδομίας και κατασκευής και ποσοστά μέγιστης δυνατής προσπάθειας. Ορισμένα κράτη μέλη (όπως η Γερμανία) πλαισιώνουν την αύξηση των τιμών των ακινήτων ή ακόμα και θεσπίζουν μηχανισμούς χορήγησης κοινωνικών ή φορολογικών ενισχύσεων με σκοπό να συνδράμουν τα νοικοκυριά σε αυτή την υποχρεωτική δαπάνη.

    2.   Η κοινωνική κατοικία

    2.1

    Πρέπει να σημειωθεί ότι, παρά τους μηχανισμούς αυτούς, η πρόσβαση πολλών πολιτών της Ένωσης σε κατάλληλη στέγη δεν είναι πλέον οικονομικά εφικτή. Το 2010, το 5,7 % του πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντιμετώπιζε το πρόβλημα στέρησης στέγης (Πηγή: Europe Information Service S.A.) - παρά το γεγονός ότι ο αναθεωρημένος Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης του Συμβουλίου της Ευρώπης προβλέπει τη μείωση του φαινομένου των αστέγων με σκοπό τη σταδιακή εξάλειψή του - το 17,86 % του πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαβίωνε σε υπερπλήρεις ή ακατάλληλες κατοικίες και το 10,10 % των νοικοκυριών υφίστατο τις συνέπειες της αύξησης του κόστους κατοικίας, η οποία ξεπερνούσε το 40 % του διαθέσιμου εισοδήματός τους.

    2.2

    Πολλά κράτη μέλη έχουν επίσης επιλέξει να ορίσουν και να οργανώσουν μια παράλληλη προσφορά κατοικιών, τις λεγόμενες «κοινωνικές κατοικίες», για να συμπληρώσουν την «αυθόρμητη» προσφορά στον ιδιωτικό τομέα. Οι εν λόγω κοινωνικές κατοικίες παρέχονται υπό συγκεκριμένες συνθήκες, κυρίως από φορείς χωρίς κερδοσκοπικό σκοπό, οι οποίοι έχουν δημιουργηθεί ειδικά για αυτόν το σκοπό, αλλά και από επενδυτές του ιδιωτικού τομέα - φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν εξουσιοδοτηθεί για αυτόν τον σκοπό και τα οποία επιχορηγούν οι εθνικές, περιφερειακές ή τοπικές δημόσιες αρχές.

    2.3

    Όλα τα κράτη μέλη εκτός από την Ελλάδα, διαθέτουν ένα απόθεμα κοινωνικών κατοικιών. Έτσι, 25 εκατομμύρια νοικοκυριά στην Ένωση στεγάζονται σε κοινωνικές κατοικίες, για τις οποίες οι συνθήκες πρόσβασης και εδαφικού προγραμματισμού, καθώς και οι τιμές, καθορίζονται άμεσα από τις δημόσιες αρχές των κρατών μελών.

    2.4

    Αυτή η παράλληλη προσφορά κατοικιών συμβάλλει ιδίως στον μετριασμό της έκτασης των κύκλων της αγοράς ακινήτων και των φαινομένων στεγαστικής «φούσκας», λόγω της σταθερότητάς της και των τιμών της. Ως αποτέλεσμα, τα κράτη μέλη που διαθέτουν σημαντικό απόθεμα κοινωνικών κατοικιών, κατάφεραν να αποφύγουν το φαινόμενο της στεγαστικής «φούσκας» και τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του.

    2.5

    Η κοινωνική στέγαση είναι ένας τρόπος (μεταξύ πολλών) με τον οποίο οι δημόσιες αρχές μπορούν να απαντήσουν στην αδυναμία της αγοράς κατοικίας να καλύψει το σύνολο των αναγκών στέγασης και να εξασφαλίσει σε όλους την πρόσβαση σε κατάλληλη στέγη, σε προσιτή τιμή/ενοίκιο. Η κατάλληλη συμμετοχή των μελλοντικών ενοίκων στην κατασκευή κοινωνικών κατοικιών επιτρέπει να γίνει πιο προσιτή η τιμή τους και να βελτιωθεί η σχέση των ενοίκων με τη στέγη που τους παρέχεται, ενώ τους προσφέρει τη δυνατότητα να αποκτήσουν ή να ενισχύσουν εργασιακές συνήθειες και δεξιότητες που βελτιώνουν τις προοπτικές τους στην αγορά εργασίας.

    2.6

    Η αδυναμία της αγοράς να καλύψει τις ανάγκες όλων δεν επηρεάζει μόνο αυτούς που δεν έχουν πρόσβαση σε στέγη, αλλά και εκείνους που διαβιώνουν σε ανθυγιεινές, υπερπλήρεις ή ακατάλληλες κατοικίες, ή ακόμα, εκείνους που δαπανούν το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους για την πληρωμή του ενοικίου ή της μηνιαίας δόσης του δανείου τους.

    2.7

    Αυτές οι ανάγκες στέγης είναι διαφορετικές σε κάθε κράτος μέλος, στα κράτη της δυτικής και της ανατολικής Ευρώπης, αλλά και στο εσωτερικό του κάθε κράτους μέλους - μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών - ή ακόμα στο εσωτερικό των αστικών περιοχών, μεταξύ κέντρου και προαστίων.

    2.8

    Τα κράτη μέλη της Ένωσης χρησιμοποιούν τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις

    Α)

    την «υπολειμματική» προσέγγιση

    Οι κοινωνικές κατοικίες που επιδοτούνται από δημόσια αρχή απευθύνονται αποκλειστικά σε όσους ορίζονται σαφώς ως κοινωνικά μειονεκτούντες ή αποκλεισμένοι. Η κάλυψη τέτοιων κατοικιών ρυθμίζεται από πολύ αυστηρούς κανόνες. Το ενοίκιο καλύπτεται σχεδόν στο σύνολό του από ένα σύστημα κοινωνικής πρόνοιας. Αυτή η προσέγγιση δεν ανταγωνίζεται τον ιδιωτικό τομέα της αγοράς ακινήτων και αντιστοιχεί πλήρως στον κοινοτικό ορισμό της υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος, όπως αυτή διατυπώνεται στην απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 20ής Δεκεμβρίου 2011, η οποία περιορίζει την απαλλαγή από την υποχρέωση κοινοποίησης της αντιστάθμισης κόστους παροχής δημόσιων υπηρεσιών στην παροχή κοινωνικής κατοικίας στους πολίτες που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση ή ανήκουν σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, που λόγω των απαιτήσεων φερεγγυότητας δεν είναι σε θέση να βρουν κατοικία υπό τους όρους της αγοράς.

    Σε αυτή την κατηγορία βρίσκονται η Βουλγαρία, η Κύπρος, η Εσθονία, η Ουγγαρία, η Ιρλανδία, η Λιθουανία, η Λετονία, η Μάλτα, η Πορτογαλία, η Ρουμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Σλοβακία και η Ισπανία (εν μέρει στον κοινωνικό τομέα ενοικίασης).

    Β)

    τη «γενική» προσέγγιση

    Οι δικαιούχοι αυτής της προσέγγισης είναι οι κοινωνικά μειονεκτούντες ή αποκλεισμένοι (βλ. υπολειμματική προσέγγιση), καθώς και όσοι αντιμετωπίζουν δυσκολίες πρόσβασης σε κατάλληλη στέγαση, λόγω της επισφάλειας του εισοδήματος τους. Συνήθως, η πρόσβαση στη στέγαση εξαρτάται από ανώτατα όρια εισοδήματος, καθώς και από τη σύνθεση του νοικοκυριού. Τα ενοίκια υπόκεινται σε ρύθμιση και παραμένουν προσιτά. Αυτή η προσέγγιση έχει, γενικά, περιορισμένο αντίκτυπο στο γενικό επίπεδο της προσφοράς και στις τιμές των κατοικιών και δεν ανταγωνίζεται την ιδιωτική αγορά ακινήτων, αφού τα περιθώρια κέρδους παραμένουν πολύ στενά.

    Αυτή η προσέγγιση αφορά ευρύτερες κατηγορίες πληθυσμού και ανταποκρίνεται στις κοινοτικές απαιτήσεις περί εστίασης στην κοινωνική ζήτηση. Η εν λόγω προσέγγιση χρησιμοποιείται στη Γερμανία, την Αυστρία, το Βέλγιο, την Ισπανία (σε ό,τι αφορά την απόκτηση κατοικίας), τη Γαλλία, τη Φινλανδία, την Ιταλία, το Λουξεμβούργο, την Πολωνία, τη Δημοκρατία της Τσεχίας και τη Σλοβενία.

    Γ)

    την καθολική προσέγγιση, η οποία εφαρμόζεται - με διαφορετικό τρόπο - στη Δανία και τις Κάτω Χώρες

    Στις Κάτω Χώρες, αυτή η προσέγγιση έχει ως στόχο την παροχή στέγασης σε κάθε πολίτη, ανεξάρτητα από τα έσοδά του (συμπεριλαμβανομένων των μειονεκτούντων και των απόρων) και αποτελεί συμπληρωματική προσφορά στην παραδοσιακή αγορά ακινήτων. Ασκεί σημαντική επίδραση στις συνθήκες και τις τιμές της αγοράς, μέσω μιας πολιτικής τιμών που βασίζεται στις πραγματικές τιμές κατοικίας και όχι στις τιμές της αγοράς, προσφέροντας ταυτόχρονα ασφάλεια στη χρήση του διαμερίσματος την οποία δεν προσφέρει ο ιδιωτικός τομέας της αγοράς.

    Δεδομένου ότι δεν γίνεται στόχευση με βάση την καθορισμένη κοινωνική ζήτηση, η καθολική προσέγγιση της στέγασης αμφισβητείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία εκτιμά ότι δεν ανταποκρίνεται στον κοινοτικό ορισμό της ΥΓΟΣ στον τομέα της στέγασης. Η καθολική προσέγγιση δεν είναι πλέον σε ισχύ στη Σουηδία, καθώς η εν λόγω χώρα παραιτήθηκε από τον ρητό χαρακτηρισμό μιας ΥΓΟΣ στον τομέα της στέγασης.

    Στη Δανία, η καθολική προσέγγιση είναι πλήρως ενσωματωμένη στο μοντέλο κοινωνικής πρόνοιας. Δεν περιορίζει την έννοια των μειονεκτούντων, των ευάλωτων ή των αποκλεισμένων ομάδων ή προσώπων σε ορισμένο επίπεδο εισοδήματος. Εστιάζει στην παροχή οικονομικά προσιτής και προσβάσιμης στέγασης στους ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Συμπληρώνει την παραδοσιακή αγορά ακινήτων με την άρση νομικών κοινωνικών υποχρεώσεων, εξασφαλίζοντας την ισότητα και ένα κοινωνικό μίγμα εθνικοτήτων, φύλων, εισοδημάτων, ηλικιών, αναπηριών και ψυχικών ή σωματικών αναγκών. Η τιμολογιακή πολιτική ρυθμίζεται και βασίζεται στο πραγματικό κόστος, πράγμα το οποίο αποκλείει τη δυνατότητα υπερ-αντιστάθμισης.

    3.   Η κοινωνική στέγαση από τη σκοπιά του ευρωπαϊκού δικαίου

    3.1

    Δεδομένου ότι οι δυνάμεις της αγοράς δεν μπορούν από μόνες τους να εξασφαλίσουν κατάλληλη στέγη σε κάθε πολίτη, η κοινωνική κατοικία μπορεί να θεωρηθεί - στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού δικαίου - ως υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος, αφ’ ης στιγμής χαρακτηρισθεί ως τέτοια από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και μπορεί, σε αυτήν την περίπτωση, να τύχει δημόσιας επιχορήγησης ή αντιστάθμισης.

    3.2

    Το Πρωτόκολλο 26, το οποίο προσαρτήθηκε στη Συνθήκη της Λισαβόνας, επιβεβαιώνει τον ουσιαστικό ρόλο και την ευρεία διακριτική ευχέρεια των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών σε ό,τι αφορά την παροχή, την επιφόρτιση με έργο και την οργάνωση των υπηρεσιών ΓΟΣ κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται όσο το δυνατόν περισσότερο στις ανάγκες των χρηστών. Οι κοινωνικές κατοικίες υπόκεινται σε υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας που ορίζονται από τις εθνικές, τις περιφερειακές και τις τοπικές κυβερνήσεις, ιδίως σε ό,τι αφορά τον προγραμματισμό, τις τιμές, καθώς και τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας και μίσθωσης. Το εν λόγω Πρωτόκολλο επιβάλλει, μεταξύ άλλων, στα κράτη μέλη να μεριμνούν για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου οικονομικής προσιτότητας, την ίση μεταχείριση και την προώθηση της καθολικής πρόσβασης και των δικαιωμάτων των χρηστών των ΥΓΟΣ τους.

    3.3

    Δεδομένου ότι η στέγαση θεωρείται υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος, υπάγεται στις διατάξεις των άρθρων 14 και 106.2 της ΣλΕΕ και στο πρωτόκολλό της αριθ. 26, το οποίο θεσπίζει ιδίως την αρχή των συλλογικών προτιμήσεων, κοινωνικής και πολιτισμικής φύσης, καθώς και την αρχή της ικανοποίησης των αναγκών, όπως αυτή εκφράζεται σε τοπικό επίπεδο όσον αφορά τον καθορισμό των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος από τα κράτη μέλη. Αυτές οι διατάξεις δίνουν προτεραιότητα στην εκτέλεση της αποστολής της κοινωνικής κατοικίας, έναντι των κανόνων ανταγωνισμού και των κανόνων της εσωτερικής αγοράς, υπό ορισμένες προϋποθέσεις που θέτει η απόφαση για τις ΥΓΟΣ (όπως αναφέρεται στο σημείο 3.6).

    3.4

    Η εφαρμογή αυτών των διατάξεων της ΣλΕΕ οδήγησε την Επιτροπή στο να εξαιρέσει από την υποχρέωση προηγούμενης γνωστοποίησης, τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται στους οργανισμούς κοινωνικής στέγασης.

    3.5

    Ο χαρακτηρισμός της κοινωνικής στέγασης ως υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος από τα κράτη μέλη υπόκειται μόνο σε έλεγχο πρόδηλης πλάνης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπό την αιγίδα του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    3.6

    Εν προκειμένω, επειδή η «δημόσια υπηρεσία έχει κοινωνικό χαρακτήρα», η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ότι η κοινωνική στέγαση θα πρέπει να ορίζεται «σε άμεση σχέση με τα μειονεκτούντα άτομα ή με τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες» και όχι με βάση την ποικιλομορφία των αναγκών στέγασης, όπως αυτές εκφράζονται στις τοπικές αγορές κατοικιών. Πρόκειται για μια μόνιμη πηγή σύγκρουσης μεταξύ της Επιτροπής και ορισμένων κρατών μελών, οργανισμών κοινωνικής στέγασης και εκπροσώπων των ενοίκων κοινωνικών κατοικιών, που διαφωνούν με την άποψη της Επιτροπής, ενώ κάποιοι άλλοι την ενστερνίζονται.

    4.   Ένα νομικό πλαίσιο που αποσταθεροποιεί τις πολιτικές κοινωνικής στέγασης των κρατών μελών

    4.1

    Η πρακτική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε ό,τι αφορά τον έλεγχο του πρόδηλου σφάλματος στον χαρακτηρισμό της κοινωνικής στέγασης ως υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος από τα κράτη μέλη, είχε ως αποτέλεσμα να διαφοροποιηθούν οι επιλογές πολιτικής ορισμένων κρατών μελών όσον αφορά την οργάνωση και τη χρηματοδότηση της κοινωνικής κατοικίας, και έχει προκαλέσει δικαστικές διαμάχες.

    4.2

    Στις Κάτω Χώρες, η εφαρμογή αυτής της πρακτικής οδήγησε στο να εξαιρεθούν από την πρόσβαση στην κοινωνική στέγη περίπου 400 000 νοικοκυριά, καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε ότι είναι πολύ πλούσια για να έχουν πρόσβαση στην κοινωνική στέγαση. Ωστόσο, στην πράξη, τα εν λόγω νοικοκυριά δεν είναι αρκετά πλούσια για να αποκτήσουν πρόσβαση σε στέγη υπό τις συνθήκες της αγοράς.

    4.3

    Στη Σουηδία, η άρνηση να εφαρμοστεί αυτή η πρακτική λήψεως αποφάσεων οδήγησε τις δημόσιες αρχές να εξαιρέσουν την κοινωνική στέγαση από το πεδίο των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος και έθεσε σε κίνδυνο τη χρηματοδότησή τους με τη μορφή αντιστάθμισης δημόσιας υπηρεσίας, η οποία είναι η μόνη συμβατή μορφή με την αρχή της απαγόρευσης των κρατικών ενισχύσεων στο πλαίσιο της Συνθήκης.

    4.4

    Στη Γαλλία, η Εθνική Ένωση ιδιοκτητών Ακινήτων υπέβαλε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταγγελία κατά του γαλλικού κράτους, ιδίως για τον λόγο ότι τα επίπεδα των ορίων εισοδήματος για πρόσβαση σε κοινωνική στέγη ήταν πολύ υψηλά και καθιστούσαν αδύνατη τη συμμόρφωση με τις πρακτικές λήψης αποφάσεων της Επιτροπής.

    4.5

    Οι προτεινόμενες οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις και τις παραχωρήσεις έχουν ως αποτέλεσμα να διέπεται η συνεργασία μεταξύ οργανισμών κοινωνικής κατοικίας που εντάσσονται στις κοινωνικές επιχειρήσεις και οργανισμών δημοσίου δικαίου, από τις διατάξεις αυτών των οδηγιών και από προσκλήσεις για υποβολή προσφορών. Επεκτείνοντας στο σύνολο των αναθετουσών αρχών τη νομολογία σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ δημόσιων αρχών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συντελεί ώστε να τεθούν υπό αμφισβήτηση οι πρακτικές συνεργασίας και συγκέντρωσης των μέσων που απαιτούνται για τον εκσυγχρονισμό της κοινωνικής στέγασης, τη χρηστή διαχείρισή της και την τοπική εδραίωσή της.

    4.6

    Αυτά τα συγκεκριμένα παραδείγματα αντανακλούν τον άμεσο αντίκτυπο του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις συνθήκες προσδιορισμού, οργάνωσης και χρηματοδότησης της κοινωνικής στέγασης από τα κράτη μέλη και αναδεικνύουν την ανάγκη σχεδιασμού ενός νομικού πλαισίου το οποίο θα ευνοεί την ανάπτυξη της κοινωνικής στέγασης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

    4.7

    Λόγω των πολλαπλών διαστάσεών της και της σημασίας της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η κοινωνική στέγαση διαδραματίζει σημαντικότατο ρόλο στην υλοποίηση της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Πράγματι, συμβάλλει ενεργά στην επίτευξη του στόχου να καταστεί η ΕΕ μια έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς οικονομία, καθώς βοηθά να εξασφαλιστούν υψηλά επίπεδα απασχόλησης, παραγωγικότητας, κοινωνικής ένταξης και συνοχής και συμβάλλει ενεργά στην καταπολέμηση της φτώχειας, της κλιματικής αλλαγής και της ενεργειακής πενίας.

    4.8

    Αν και κάθε κράτος μέλος πρέπει να χαράξει τους δικούς του εθνικούς στόχους σε κάθε έναν από αυτούς τους τομείς (στους οποίους συμπεριλαμβάνεται η εξασφάλιση προσφοράς κοινωνικής στέγασης), η στρατηγική «Ευρώπη 2020» θα πρέπει να βασίζεται σε συγκεκριμένες δράσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται ο τομέας της κοινωνικής στέγασης.

    5.   Πολιτικές κοινωνικής στέγασης που αντικατοπτρίζουν πλήρως τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και μια καλύτερη οικονομική διακυβέρνηση

    5.1

    Η κοινωνική κατοικία συμβάλλει ενεργά στην επίτευξη πολλών στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», οι οποίοι αφορούν την υποστήριξη της στρατηγικής για την ανάπτυξη και την ελκυστικότητα των περιφερειών, τις επενδύσεις που παράγονται και τη δημιουργία θέσεων εργασίας που δεν μπορούν να μετεγκατασταθούν, την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και τη δέσμευση για καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και της ενεργειακής πενίας.

    5.2

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι έτσι ο δεύτερος παγκόσμιος δημιουργός κοινωνικής στέγης, μετά την Κίνα, η οποία έχει αναγάγει την κοινωνική κατοικία σε πολιτική υποστήριξης της οικονομικής και αστικής ανάπτυξης και μετριασμού των φαινομένων «φούσκας» ακινήτων στον ιδιωτικό τομέα.

    5.3

    Η κοινωνική κατοικία είναι απολύτως επιλέξιμη για χρηματοδότηση από τα Διαρθρωτικά Ταμεία για την περίοδο 2014-2020, όπως πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ιδίως σε ό,τι αφορά την ανανέωση των συστημάτων θέρμανσης και την προώθηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, στον τομέα των ολοκληρωμένων δράσεων για βιώσιμη αστική ανάπτυξη, αντιμετώπιση του αποκλεισμού από την πρόσβαση σε στέγη των περιθωριοποιημένων κοινοτήτων και πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές και ποιοτικές κοινωνικές υπηρεσίες.

    5.4

    Το ζήτημα της κοινωνικής στέγασης αποτελεί συγκεκριμένη και αποτελεσματική απάντηση στη βούληση της Επιτροπής και του Συμβουλίου να ενισχύσουν την οικονομική διακυβέρνηση της ζώνης του ευρώ και ιδίως την εποπτεία των στεγαστικών «φουσκών» και των καταστρεπτικών αποτελεσμάτων τους στις μακροοικονομικές και κοινωνικές ισορροπίες. Η ανάπτυξη παράλληλης προσφοράς κοινωνικών κατοικιών συμβάλλει στον μετριασμό του μεγέθους αυτών των φαινομένων «φουσκών» και κύκλων των αγορών κατοικίας.

    5.5

    Εάν, για δημοσιονομικούς λόγους, ή λόγω μιας υπερβολικά περιοριστικής ερμηνείας του ορισμού των κοινωνικά μειονεκτούντων ατόμων ή όσων ανήκουν σε ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, ένα κράτος μέλος δεν είναι πλέον σε θέση να προσαρμόσει την προσφορά κοινωνικών κατοικιών στις πραγματικές ανάγκες των πολιτών του, σύμφωνα με τις διεθνείς δεσμεύσεις που έχει αναλάβει στον τομέα του δικαιώματος στέγασης, η καθολική πρόσβαση σε αξιοπρεπή και οικονομικά προσιτή στέγαση θα επιτευχθεί μόνο μέσω έντονης κυβερνητικής παρέμβασης στην ιδιωτική αγορά.

    6.   Αντιμετώπιση των νέων ενεργειακών και κοινωνικών προκλήσεων

    6.1

    Η κοινωνική κατοικία πρέπει να αντιμετωπίσει τις νέες κλιματικές συνθήκες και την ανάγκη βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης του οικιστικού αποθέματος και της νέας κτιριακής προσφοράς. Οι πολιτικές επενδύσεων στον τομέα της ενέργειας που υλοποιούνται από τους οργανισμούς κοινωνικής κατοικίας πρέπει να υποστηριχθούν δημοσίως, καθώς βοηθούν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και της ενεργειακής πενίας των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα, καθώς και στην προώθηση της απασχόλησης σε τοπικό επίπεδο και της οικονομικής ανάπτυξης των περιοχών. Η πολιτική συνοχής μπορεί να συμβάλει ενεργά σε αυτή τη δυναμική και να αποτελέσει μοχλό για την κινητοποίηση συμπληρωματικής χρηματοδότησης.

    6.2

    Η γήρανση του πληθυσμού αποτελεί επίσης μείζονα πρόκληση, καθώς δημιουργείται η ανάγκη προσαρμογής του αποθέματος κοινωνικών κατοικιών στις ανάγκες των ηλικιωμένων και εξαρτημένων ατόμων, ενώ απαιτείται ανάπτυξη νέων ολοκληρωμένων υπηρεσιών που θα επιτρέπουν την παραμονή των εξαρτημένων ατόμων στην κατοικία τους και την πρόσβαση σε κοινωνικές κατοικίες.

    6.3

    Η αυξανόμενη αβεβαιότητα των νοικοκυριών που δικαιούνται και/ή ζητούν κοινωνικές κατοικίες, αυξάνει την απαίτηση για κοινωνική πολυμορφία και για ποιότητα σε ό,τι αφορά την παροχή κοινωνικών κατοικιών στις περιφέρειες, καθώς και την ανάπτυξη ολοκληρωμένων προσεγγίσεων της αειφόρου αστικής ανάπτυξης που θα καλύπτουν τις κοινωνικές, οικονομικές, αστικές και περιβαλλοντικές πτυχές, οι οποίες διατυπώνονται στην πρόταση κανονισμού ΕΤΠΑ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

    7.   Ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    7.1

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει πρωτίστως να εξασφαλίσει ένα ευνοϊκό νομικό πλαίσιο για την ανάπτυξη της κοινωνικής στέγασης στα κράτη μέλη, τόσο σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση της προσφοράς, όσο και τους τρόπους καθορισμού και λειτουργίας. Αυτό το ευνοϊκό νομικό πλαίσιο περιλαμβάνει τον έλεγχο πρόδηλης πλάνης στον χαρακτηρισμό μιας τέτοιας προσφοράς ως υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος, τον έλεγχο της συμβατότητας των κρατικών ενισχύσεων που χορηγούνται στους οργανισμούς κοινωνικής κατοικίας, την εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις και τη συνεργασία μεταξύ οργανισμών κοινωνικής κατοικίας, αλλά και την εφαρμογή μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ (καθώς πρόκειται για αγαθά πρώτης ανάγκης).

    7.2

    Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει την πρακτική λήψης αποφάσεών της σε ό,τι αφορά τον έλεγχο πρόδηλου σφάλματος στον χαρακτηρισμό της κοινωνικής στέγασης ως υπηρεσίας γενικού οικονομικού συμφέροντος, καθώς δεν είναι πάντα προσαρμοσμένη στις ιδιαιτερότητες του τομέα. Θα πρέπει να δοθεί στα κράτη μέλη η αρμοδιότητα καθορισμού των όρων πρόσβασης και των τιμών των κοινωνικών κατοικιών, σε σχέση με τις τοπικές ανάγκες και προτιμήσεις, καθώς και τις πραγματικές ανάγκες των μειονεκτούντων πολιτών ή των λιγότερο προνομιούχων κοινωνικών ομάδων, σύμφωνα με τις διατάξεις του πρωτοκόλλου 26 για τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος.

    7.3

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να ανανεώσει την εξαίρεση από την υποχρέωση κοινοποίησης κρατικών ενισχύσεων με τη μορφή αντιστάθμισης για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας που χορηγούνται σε οργανισμούς κοινωνικής στέγασης και σημειώνει με ικανοποίηση ότι η απόφαση λαμβάνει υπόψη ορισμένα στοιχεία, τα οποία αφορούν ειδικότερα τη διάρκεια της εντολής και τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις.

    7.4

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόθεση που εξέφρασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε ανακοίνωσή της σχετικά με την κοινωνική επιχειρηματικότητα, να προωθήσει ένα περιβάλλον που να ευνοεί την ανάπτυξη των κοινωνικών επιχειρήσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε στέγαση, καθώς και τη δημιουργία ταμείων επενδύσεων αλληλεγγύης. Τονίζει ότι πρέπει να διατηρηθεί ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων σε εκείνα τα κράτη μέλη όπου λόγω εθνικών παραδόσεων αυτοί συμμετέχουν στη διαχείριση της κοινωνικής στέγασης.

    7.5

    Η Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θα πρέπει να συμπεριλάβουν στις προτάσεις οδηγιών σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις και τις παραχωρήσεις, τη συνεργασία μεταξύ οργανισμών κοινωνικής στέγασης με την ιδιότητά τους ως οργανισμών δημοσίου δικαίου και κοινωνικών επιχειρήσεων, εντάσσοντάς τους στο πεδίο συνεργασίας δημοσίου-δημοσίου τομέα, δεδομένου του σκοπού δημοσίου συμφέροντος αυτών των φορέων και της δημόσιας ή ιδιωτικής συμμετοχής τους.

    7.6

    Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει τις προτάσεις της σε όσον αφορά το μέλλον του κοινού συστήματος ΦΠΑ, διατηρώντας τη δυνατότητα των κρατών μελών να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή στην οικοδόμηση και την ανακαίνιση κοινωνικών κατοικιών –είτε από δημόσιους και κοινωνικούς είτε από ιδιωτικούς φορείς–, καθώς πρόκειται για αγαθά πρώτης ανάγκης με τοπικό χαρακτήρα, τα οποία δεν επηρεάζουν ούτε το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών, ούτε και την καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

    7.7

    Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει επίσης να υποστηρίξει τα κράτη μέλη να αναπτύξουν την προσφορά κοινωνικών κατοικιών τους και να την εκσυγχρονίσουν κατά τρόπον ώστε να ανταπεξέλθουν στις νέες δημογραφικές, κοινωνικές και κλιματικές προκλήσεις και έτσι να συμβάλουν ενεργά στην επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

    7.8

    Για αυτόν τον λόγο, η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με τους κανονισμούς ΕΤΠΑ και ΕΚΤ, η οποία προβλέπει να γίνουν επιλέξιμες για τα Διαρθρωτικά Ταμεία την περίοδο 2014-2020 οι επενδύσεις προτεραιότητας σε ό,τι αφορά τη θερμική ανακαίνιση των κοινωνικών κατοικιών, ολοκληρωμένες δράσεις για την εξασφάλιση βιώσιμης αστικής ανάπτυξης, η πρόσβαση σε ποιοτική και προσιτή κοινωνική στέγη για τις περιθωριοποιημένες κοινότητες και η προώθηση των κοινωνικών επιχειρήσεων. Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι ο στόχος είναι να μπορεί να προταθεί μια ποιοτική κοινωνική κατοικία σε όσους τη χρειάζονται.

    7.9

    Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι τέτοια μέτρα είναι αναγκαία και πρέπει να συνοδεύουν τις διατάξεις της πρότασης οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία επιβάλλει στους οργανισμούς κοινωνικής κατοικίας να αποκαθιστούν θερμικά το 4 % του κτιριακού αποθέματος των κοινωνικών κατοικιών τους. Μια τέτοια υποχρέωση πρέπει να συνοδεύεται από συγκεκριμένα μέτρα χρηματοδότησης των επενδύσεων, ιδίως μέσω του ΕΤΠΑ, αλλά και μέσω της δημιουργίας ενός ταμείου επενδύσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

    7.10

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο θα πρέπει να υιοθετήσουν τις προτάσεις της Επιτροπής σχετικά με τους κανονισμούς ΕΤΠΑ και ΕΚΤ οι οποίες εντάσσονται στο πλαίσιο της υλοποίησης της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και αναγνωρίζουν για πρώτη φορά μέσω των κανονισμών, τα Διαρθρωτικά Ταμεία, τον πρωταρχικό ρόλο της κατοικίας σε ό,τι αφορά τις πολιτικές επενδύσεων των κρατών μελών στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής για την περίοδο 2014-2020.

    7.11

    Η ρύθμιση των αγορών κατοικίας στα κράτη μέλη αποτελεί σημαντική πρόκληση για τη σταθερότητα της ζώνης του ευρώ, δεδομένου του μακροοικονομικού και κοινωνικού αντικτύπου των φαινομένων στεγαστικής «φούσκας». Η κοινωνική κατοικία συμβάλλει στη σταθεροποίηση της αγοράς ακινήτων και στη ρύθμιση των κύκλων της.

    7.12

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής να θεσπίσει μεγαλύτερη μακροοικονομική εποπτεία στην ευρωζώνη και να συμπεριλάβει ένα τμήμα σχετικά με τις μακροοικονομικές επιπτώσεις των στεγαστικών φουσκών. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αυτό το σύστημα ενισχυμένης παρακολούθησης θα πρέπει να συνοδεύεται από μέτρα για την προώθηση μηχανισμών έξυπνης ρύθμισης των αγορών ακινήτων στα κράτη μέλη και την ανάπτυξη μιας προσφοράς κοινωνικών και ιδιωτικών κατοικιών που σταθεροποιούν και μετριάζουν τους κύκλους της αγοράς ακινήτων και συμφωνούν με τις αρχές της αειφόρου αστικής ανάπτυξης.

    7.13

    Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι είναι απαραίτητο να ξεκινήσει ένας προβληματισμός σχετικά με τα ευρωπαϊκά αποθέματα για τη σταθεροποίηση της χρηματοδότησης της κοινωνικής στέγασης, που αποτελεί μέρος του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου. Θα μπορούσε να εξεταστεί η ιδέα ενός ευρωπαϊκού λογαριασμού ταμιευτηρίου με ανώτατο όριο για την κοινωνική στέγαση. Ένας τέτοιος λογαριασμός θα μπορούσε να ανοίξει επιγραμμικά στην ΕΤΕπ, η οποία θα επιφορτιζόταν με τη διαχείριση αυτών των πόρων. Μια τέτοια διαδικασία θα εκπληρώνει τη διπλή αποστολή της σταθεροποίησης των επενδύσεων για κοινωνική στέγαση και της δημιουργίας έντονης αίσθησης του ανήκειν σε όσους ωφελούνται από αυτήν.

    Βρυξέλλες, 13 Δεκεμβρίου 2012.

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Staffan NILSSON


    Top