Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 51995PC0520

    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την πώληση και τις εγγυήσεις καταναλωτικών αγαθών

    /* COM/95/0520 τελικό - COD 96/0161 */

    ΕΕ C 307 της 16.10.1996, p. 8–11 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    51995PC0520

    Πρόταση ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την πώληση και τις εγγυήσεις καταναλωτικών αγαθών /* COM/95/0520 ΤΕΛΙΚΟ - COD 96/0161 */

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 307 της 16/10/1996 σ. 0008


    Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την πώληση και τις εγγυήσεις καταναλωτικών αγαθών (96/C 307/09) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) COM(95) 520 τελικό - 96/0161(COD)

    (Υποβλήθηκε από την Επιτροπή στις 23 Αυγούστου 1996) ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 100Α,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 189Β της συνθήκης,

    Εκτιμώντας:

    ότι η εσωτερική αγορά περιλαμβάνει ένα χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων 7 ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων αφορά όχι μόνο τις επαγγελματικές συναλλαγές αλλά και τους ιδιώτες 7 ότι τούτο συνεπάγεται, για τους καταναλωτές που κατοικούν σε κράτος μέλος, τη δυνατότητα να κάνουν αγορές, έχοντας επίγνωση των σχετικών πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων, στο έδαφος ενός άλλου κράτους μέλους, με βάση ένα ελάχιστο σύνολο δίκαιων κανόνων που διέπουν την αγορά καταναλωτικών αγαθών 7

    ότι οι νομοθεσίες των κρατών μελών σχετικά με τις πωλήσεις καταναλωτικών αγαθών παρουσιάζουν πολλές διαφορές, με συνέπεια να διαφέρουν μεταξύ τους οι εθνικές αγορές πώλησης καταναλωτικών αγαθών και να είναι δυνατή η εμφάνιση στρεβλώσεων του ανταγωνισμού μεταξύ των πωλητών 7 ότι ο καταναλωτής, ο οποίος προσπαθεί να αξιοποιήσει τα πλεονεκτήματα της μεγάλης αγοράς προμηθευόμενος αγαθά σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο της διαμονής του διαδραματίζει κεφαλαιώδη ρόλο στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, εμποδίζοντας την τεχνητή επανεμφάνιση νέων συνόρων και τη στεγανοποίηση των αγορών 7 ότι αυτές οι δυνατότητες αυξάνονται σε μεγάλο βαθμό από τις νέες επικοινωνιακές τεχνολογίες οι οποίες επιτρέπουν την εύκολη πρόσβαση σε διεθνή συστήματα διανομής ή σε συστήματα διανομής άλλων κρατών μελών 7 ότι απουσία μιας ελάχιστης εναρμόνισης των κανόνων των σχετικών με την αγορά καταναλωτικών αγαθών, η ανάπτυξη της πώλησης αγαθών μέσω των νέων επικοινωνιακών τεχνολογιών εξ αποστάσεως κινδυνεύει να εμποδισθεί σοβαρά 7

    ότι η δημιουργία μιας ελάχιστης κοινής βάσης δικαιωμάτων για τους καταναλωτές, που θα ισχύει ανεξάρτητα από τον τόπο αγοράς των αγαθών εντός της Κοινότητας, θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και θα τους επιτρέψει να αξιοποιήσουν καλύτερα τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από τη δημιουργία της εσωτερικής αγοράς 7

    ότι οι κυριότερες δυσκολίες τις οποίες συναντούν οι καταναλωτές και οι οποίες αποτελούν την κύρια πηγή διενέξεων με τους πωλητές, αφορούν την μη ανταπόκριση του αγαθού στους όρους σύμβασης 7 ότι αρμόζει επομένως να υπάρξει προσέγγιση των σχετικών με την πώληση καταναλωτικών αγαθών εθνικών νομοθεσιών ως προς το θέμα αυτό, χωρίς η προσέγγιση αυτή να θίξει τις διατάξεις και αρχές των εθνικών δικαίων περί συμβατικής και εξωσυμβατικής ευθύνης 7 ότι, πρώτα απ' όλα, τα αγαθά πρέπει να είναι σύμφωνα προς τους όρους της σύμβασης 7 ότι η έννοια της συμφωνίας προς τους όρους της σύμβασης μπορεί να θεωρηθεί ως κοινό θεμέλιο των διαφόρων εθνικών νομικών παραδόσεων 7 ότι ο πωλητής πρέπει να είναι ο άμεσος υπεύθυνος έναντι του καταναλωτή σε ό,τι αφορά τη συμφωνία των αγαθών προς τους όρους της σύμβασης 7 ότι αυτή είναι η καθιερωμένη παραδοσιακή λύση στα δίκαια των κρατών μελών 7 ότι ο πωλητής πρέπει εντούτοις να έχει τη δυνατότητα να στραφεί κατά του προμηθευτή του ή κατά του παραγωγού, όταν η μη συμφωνία προς τους όρους της σύμβασης απορρέει από δική τους πράξη ή παράλειψη 7

    ότι, σε περίπτωση μη ανταπόκρισης του προϊόντος στους όρους της σύμβασης, αρμόζει να δοθεί στον καταναλωτή το δικαίωμα να επιτύχει είτε την επισκευή είτε την αντικατάσταση του αγαθού, είτε μια μείωση του τιμήματος ως αποζημίωση ή ακόμη την καταγγελία της σύμβασης πώλησης 7 ότι πρέπει εντούτοις να υπάρχει χρονικός περιορισμός της άσκησης αυτών των δικαιωμάτων και να καθορίζονται οι προθεσμίες κατά τις οποίες μπορούν αυτά να ασκηθούν κατά του πωλητή 7 ότι για να εξασφαλισθεί η ασφάλεια στις συναλλαγές και η εντιμότητα στις σχέσεις μεταξύ των μερών, θα πρέπει να βαρύνεται ο καταναλωτής με την υποχρέωση να καταγγέλλει στον πωλητή, μέσα σε σύντομη προθεσμία, κάθε διαπιστούμενη αναντιστοιχία του προϊόντος προς τους όρους της σύμβασης 7 ότι, για να επιτραπεί στα μέρη να καταλήγουν σε φιλικό διακανανονισμό χωρίς να υποχρεώνονται να προσφεύγουν αμέσως στη δικαιοσύνη για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων τους, αρμόζει να προβλεφθεί ότι η καταγγελία της μη ανταπόκρισης του αγαθού προς τους όρους της σύμβασης εκ μέρους του καταναλωτή διακόπτει την προθεσμία παραγραφής 7

    ότι είθισται, τουλάχιστον για ορισμένες κατηγορίες αγαθών, να προσφέρουν οι πωλητές ή οι παραγωγοί εγγυήσεις επί των προϊόντων τους προκειμένου να ασφαλίσουν τους καταναλωτές έναντι παντός ελαττώματος που τυχόν θα εμφανισθεί εντός ορισμένης προθεσμίας 7 ότι η πρακτική αυτή μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία μεγαλύτερου ανταγωνισμού μέσα στην αγορά 7 ότι, ωστόσο, οι εγγυήσεις αυτές μπορεί να αποτελούν απλό διαφημιστικό μέσο και να αποδεικνύονται παραπλανητικές για τον καταναλωτή 7 ότι για να εξασφαλισθεί η διαφάνεια της αγοράς πρέπει να ορισθούν κοινές αρχές που θα ισχύουν για τις προσφερόμενες από τους οικονομικούς φορείς εγγυήσεις 7 ότι τα δικαιώματα που η παρούσα οδηγία παραχωρεί στους καταναλωτές δεν πρέπει να μπορούν να καταργηθούν κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των συμβαλλομένων, διότι έτσι καθίσταται κενή περιεχομένου η έννομος προστασία 7 ότι ο καταναλωτής πρέπει πάντοτε να μπορεί να επικαλείται τα δικαιώματα που του παρέχει η παρούσα οδηγία ή οποιαδήποτε άλλη ισχύουσα εθνική διάταξη, ακόμη και όταν έχει αποδεχθεί την εφαρμογή της εγγύησης 7 ότι η προστασία του καταναλωτή η οποία απορρέει από την παρούσα οδηγία δεν πρέπει να μειώνεται για το λόγο ότι ορίζεται ως εφαρμοστέο δίκαιο για τη σύμβαση το δίκαιο μιας τρίτης χώρας 7

    ότι η νομοθεσία και η νομολογία σ' αυτόν τον τομέα καταμαρτυρούν, σε διάφορα κράτη μέλη, μια αυξανόμενη μέριμνα για την εξασφάλιση ενός υψηλότερου επιπέδου προστασίας για τους καταναλωτές 7 ότι, ενόψει αυτής της εξέλιξης καθώς και της εμπειρίας από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, θα μπορεί να αποδειχθεί απαραίτητο να προβλεφθεί μια μεγαλύτερη εναρμόνιση προβλέποντας κυρίως άμεση ευθύνη του παραγωγού όσον αφορά τα ελαττώματα για τα οποία ευθύνεται 7 ότι τα κράτη μέλη πρέπει να έχουν την ευχέρεια να εγκρίνουν ή να διατηρούν, στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία, αυστηρότερες διατάξεις προκειμένου να προσφερθεί στους καταναλωτές ακόμη υψηλότερο επίπεδο προστασίας,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

    1. Η παρούσα οδηγία έχει αντικείμενο την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών, οι οποίες αφορούν την πώληση και τις εγγυήσεις καταναλωτικών αγαθών, με σκοπό την επίτευξη ενός ομοιόμορφου ελαχίστου επιπέδου προστασίας για τους καταναλωτές στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς.

    2. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

    α) καταναλωτής: το φυσικό πρόσωπο το οποίο, στο πλαίσιο των συμβάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ενεργεί για σκοπό μη εντασσόμενο στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας 7

    β) καταναλωτικό αγαθό: κάθε αγαθό, κανονικά προοριζόμενο για τελική χρήση ή κατανάλωση, εξαιρουμένων των ακινήτων 7

    γ) πωλητής: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που πωλεί καταναλωτικά αγαθά στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας 7

    δ) εγγύηση: κάθε επιπλέον ανάληψη υποχρέωσης εκ μέρους του πωλητή ή του παραγωγού σε σχέση με το νομικό καθεστώς της πώλησης καταναλωτικών αγαθών, για επιστροφή του καταβληθέντος τιμήματος, αντικατάσταση, επισκευή ή φροντίδα καθ' οιονδήποτε τρόπο του αγαθού μετά την πώληση, ιδιαίτερα εάν το αγαθό δεν πληροί τους όρους της σύμβασης.

    Άρθρο 2

    Συμμόρφωση προς τους όρους της σύμβασης 1. Τα καταναλωτικά αγαθά πρέπει να είναι σύμφωνα προς τους όρους της σύμβασης πώλησης.

    2. Τα αγαθά θεωρούνται σύμφωνα προς τους όρους της σύμβασης, εφόσον κατά την παράδοσή τους στον καταναλωτή:

    α) ανταποκρίνονται στην περιγραφή που έχει γίνει από τον πωλητή και έχουν τις ιδιότητες του αγαθού εκείνου που ο πωλητής είχε παρουσιάσει στον καταναλωτή ως δείγμα ή πρότυπο 7 β) είναι κατάλληλα για τις χρήσεις για τις οποίες προορίζονται συνήθως τα αγαθά του ιδίου τύπου 7 γ) είναι κατάλληλα για κάθε ειδική χρήση την οποία επιζητεί ο καταναλωτής και η οποία γνωστοποιήθηκε στον πωλητή κατά τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης, εκτός και αν προκύπτει εκ των περιστάσεων ότι ο αγοραστής δεν ακολούθησε τις επεξηγήσεις του πωλητή 7 δ) οι ιδιότητες και η απόδοσή τους είναι ικανοποιητικές λαμβανομένης υπόψη της φύσης του αγαθού και του τιμήματος που καταβλήθηκε, καθώς και των δημοσίων δηλώσεων που έχουν γίνει σχετικά με αυτά από τον πωλητή, τον παραγωγό ή τον αντιπρόσωπό του.

    3. Η μη ανταπόκριση προς τους όρους της σύμβασης που απορρέει από κακή εγκατάσταση του αγαθού λογίζεται ως ελάττωμα που αντίκειται στους όρους της σύμβασης όταν η εγκατάσταση έχει πραγματοποιηθεί από τον πωλητή ή υπό την ευθύνη του.

    Άρθρο 3

    Υποχρέωση του πωλητή

    1. Ο πωλητής ευθύνεται έναντι του καταναλωτή για κάθε ελάττωμα που αντίκειται στους όρους της σύμβασης και το οποίο υπάρχει κατά τη στιγμή της παράδοσης του αγαθού στον καταναλωτή και εκδηλώνεται μέσα σε προθεσμία δύο ετών από τη στιγμή αυτή, εκτός εάν, κατά τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης πώλησης, ο καταναλωτής γνώριζε ή δεν μπορούσε να αγνοεί το αντισυμβατικό ελάττωμα.

    2. Ο πωλητής δεν ευθύνεται όταν το αγαθό δεν ανταποκρίνεται στις δημόσιες δηλώσεις του παραγωγού ή του αντιπροσώπου του όταν:

    - ο πωλητής αποδεικνύει ότι δεν γνώριζε και δεν ήταν λογικά σε θέση να γνωρίζει τη σχετική δήλωση,

    - ο πωλητής αποδεικνύει ότι διόρθωσε τη σχετική δήλωση κατά τη στιγμή της πώλησης του αγαθού,

    - ο πωλητής αποδεικνύει ότι η απόφαση περί πραγματοποιήσεως της αγοράς δεν επηρεάστηκε από τη σχετική δήλωση.

    3. Μέχρις αποδείξεως του εναντίου, τα ελαττώματα ως προς την ανταπόκριση του αγαθού προς τους όρους της σύμβασης, τα οποία εκδηλώνονται μέσα σε προθεσμία έξι μηνών από τη στιγμή της παράδοσης, τεκμαίρονται ότι υφίστανται κατ' αυτή την ημερομηνία, εκτός εάν το τεκμήριο αυτό είναι ασυμβίβαστο με τη φύση των αγαθών ή τη φύση του ελαττώματος.

    4. Όταν ένα ελάττωμα ως προς την ανταπόκριση του αγαθού προς τους όρους της σύμβασης επισημαίνεται στον πωλητή, σύμφωνα με το άρθρο 4, ο καταναλωτής έχει δικαίωμα να ζητήσει από αυτόν είτε την επισκευή του αγαθού δωρεάν και μέσα σε λογική προθεσμία είτε την αντικατάσταση του αγαθού, εφόσον αυτό είναι δυνατό, είτε ανάλογη μείωση του τιμήματος είτε την καταγγελία της σύμβασης. Η άσκηση του δικαιώματος καταγγελίας της σύμβασης ή αντικατάστασης του αγαθού περιορίζεται σε ένα έτος.

    Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν τον περιορισμό του φάσματος των δικαιωμάτων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σε περιπτώσεις που η μη ανταπόκριση του αγαθού προς τους όρους της σύμβασης είναι ήσσονος σημασίας.

    5. Όταν θεμελιώνεται ευθύνη του τελικού πωλητή έναντι του καταναλωτή λόγω ελαττώματος απορρέοντος από πράξη ή παράλειψη του παραγωγού ή προγενέστερου πωλητή εντασσομένου στην ίδια αλυσίδα συμβάσεων ή οποιουδήποτε άλλου μεσάζοντος, ο τελικός πωλητής έχει το δικαίωμα να στραφεί κατά παντός υπευθύνου, με βάση τα προβλεπόμενα από το δίκαιο των κρατών μελών.

    Άρθρο 4

    Υποχρεώσεις του καταναλωτή

    1. Για να επωφεληθεί από τα δικαιώματα που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4, ο καταναλωτής οφείλει να καταγγείλει στον πωλητή κάθε ελάττωμα ως προς την ανταπόκριση του αγαθού στους όρους της σύμβασης εντός προθεσμίας ενός μηνός από τη στιγμή κατά την οποία ο καταναλωτής το διαπίστωσε ή έπρεπε κανονικά να το έχει διαπιστώσει.

    2. Η καταγγελία που γίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1, διακόπτει την παραγραφή των δικαιωμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφος 4.

    Άρθρο 5

    Εγγυήσεις

    1. Κάθε προσφερόμενη από τον πωλητή ή παραγωγό εγγύηση, δεσμεύει νομικά το άτομο που την προσφέρει σύμφωνα με τους όρους που ορίζονται στο έγγραφο της εγγύησης και στη σχετική διαφήμιση και πρέπει να φέρνει τον δικαιούχο σε θέση πιο πλεονεκτική από εκείνη που απορρέει από τις εφαρμοστέες εθνικές διατάξεις για την πώληση καταναλωτικών αγαθών.

    2. Η εγγύηση πρέπει να είναι γραπτή, να είναι δυνατόν να την μελετήσει ο καταναλωτής πριν από την αγορά και να προσδιορίζει σαφώς τα αναγκαία για την ενεργοποίησή της στοιχεία και συγκεκριμένα τη διάρκεια και την εδαφική της έκταση, καθώς και το όνομα και τη διεύθυνση του εγγυητή.

    Άρθρο 6

    Αναγκαστικός χαρακτήρας των διατάξεων

    1. Οι συμβατικές ρήτρες ή συμφωνίες που συνάπτονται με τον πωλητή πριν από την καταγγελία του ελαττώματος και αποκλείουν ή περιορίζουν τα παραχωρούμενα στον καταναλωτή με την παρούσα οδηγία δικαιώματα δεν δεσμεύουν τον καταναλωτή.

    2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε, όποιος και αν είναι ο εφαρμοστέος στη σύμβαση νόμος και εφόσον αυτή συνδέεται στενά με την επικράτεια των κρατών μελών, να μη στερείται ο καταναλωτής της παρεχόμενης από την παρούσα οδηγία προστασίας.

    Άρθρο 7

    Εθνικά δίκαια και ελάχιστη προστασία

    1. Η άσκηση των παραχωρουμένων από την παρούσα οδηγία δικαιωμάτων δεν θίγει την άσκηση άλλων δικαιωμάτων που μπορεί ο καταναλωτής να προβάλει δυνάμει εθνικών κανόνων περί συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης.

    2. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν ή να διατηρήσουν, στο καλυπτόμενο από την παρούσα οδηγία πεδίο, αυστηρότερες διατάξεις, συμφωνίες με τη συνθήκη, για την εξασφάλιση ενός υψηλότερου επιπέδου προστασίας στον καταναλωτή.

    Άρθρο 8

    Ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο

    1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, προκειμένου να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία, το αργότερο . . . (*). Ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

    Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

    2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

    Άρθρο 9

    Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Άρθρο 10

    Αποδέκτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    (*) Δύο χρόνια από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Top