Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex
Έγγραφο 62013CJ0093
Judgment of the Court (Fifth Chamber) of 5 March 2015.#European Commission v Versalis SpA and Eni SpA and Versalis SpA and Eni SpA v European Commission.#Appeal — Competition — Agreements, decisions and concerted practices — Chloroprene rubber market — Succession of production entities — Imputability of the unlawful conduct — Fines — Repeated infringement — Unlimited jurisdiction.#Joined Cases C-93/13 P and C-123/13 P.
Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 5ης Μαρτίου 2015.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Versalis SpA και Eni SpA και Versalis SpA και Eni SpA κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Αίτηση αναιρέσεως — Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Αγορά του καουτσούκ χλωροπρενίου — Διαδοχή οντοτήτων παραγωγής — Καταλογισμός της παραβατικής συμπεριφοράς — Πρόστιμα — Υποτροπή — Πλήρης δικαιοδοσία.
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-93/13 P και C-123/13 P.
Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 5ης Μαρτίου 2015.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Versalis SpA και Eni SpA και Versalis SpA και Eni SpA κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Αίτηση αναιρέσεως — Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Αγορά του καουτσούκ χλωροπρενίου — Διαδοχή οντοτήτων παραγωγής — Καταλογισμός της παραβατικής συμπεριφοράς — Πρόστιμα — Υποτροπή — Πλήρης δικαιοδοσία.
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-93/13 P και C-123/13 P.
Συλλογή της Νομολογίας — Γενική Συλλογή
Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:2015:150
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)
της 5ης Μαρτίου 2015 ( *1 )
«Αίτηση αναιρέσεως — Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Αγορά του καουτσούκ χλωροπρενίου — Διαδοχή οντοτήτων παραγωγής — Καταλογισμός της παραβατικής συμπεριφοράς — Πρόστιμα — Υποτροπή — Πλήρης δικαιοδοσία»
Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C‑93/13 P και C‑123/13 P,
με αντικείμενο δύο αιτήσεις αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ασκήθηκαν, αντιστοίχως, στις 25 Φεβρουαρίου 2013 και στις 12 Μαρτίου 2013,
Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους V. Di Bucci και G. Conte, καθώς και την R. Striani, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,
αναιρεσείουσα,
όπου οι λοιποί διάδικοι είναι οι:
Versalis SpA, πρώην Polimeri Europa SpA, με έδρα το Μπρίντιζι (Ιταλία),
Eni SpA, με έδρα τη Ρώμη (Ιταλία),
εκπροσωπούμενες από τους M. Siragusa, G. M. Roberti, F. Moretti, I. Perego, F. Cannizzaro, A. Bardanzellu, D. Durante και V. Laroccia, avvocati,
προσφεύγουσες πρωτοδίκως,
και
Versalis SpA, πρώην Polimeri Europa SpA,
Eni SpA,
εκπροσωπούμενες από τους M. Siragusa, G. M. Roberti, F. Moretti, I. Perego, F. Cannizzaro, A. Bardanzellu, D. Durante και V. Laroccia, avvocati,
αναιρεσείουσες,
όπου ο έτερος διάδικος είναι η:
Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους V. Di Bucci και G. Conte, καθώς και την R. Striani, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,
καθής πρωτοδίκως,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),
συγκείμενο από τους T. von Danwitz, πρόεδρο τμήματος, C. Vajda, A. Rosas (εισηγητή), E. Juhász και D. Šváby, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: P. Cruz Villalón
γραμματέας: L. Carrasco Marco, υπάλληλος διοικήσεως,
έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 27ης Φεβρουαρίου 2014,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 17ης Ιουλίου 2014,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 |
Με τις αιτήσεις αναιρέσεως, η μεν Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην υπόθεση C‑93/13 P, οι δε Versalis SpA (στο εξής: Versalis) και Eni SpA (στο εξής: Eni) στην υπόθεση C‑123/13 P ζητούν την αναίρεση της αποφάσεως την οποία εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 13 Δεκεμβρίου 2012 (Versalis και Eni κατά Επιτροπής, T‑103/08, EU:T:2012:686, στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση), με αντικείμενο προσφυγή, ασκηθείσα από κοινού από τις Versalis και Eni, με αίτημα την ακύρωση της αποφάσεως C(2007) 5910 τελικό της Επιτροπής, της 5ης Δεκεμβρίου 2007, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 81 [ΕΚ] και του άρθρου 53 της Συμφωνίας για τον ΕΟΧ (Υπόθεση COMP/38629 — Καουτσούκ χλωροπρενίου, στο εξής: επίμαχη απόφαση της Επιτροπής) ή, επικουρικώς, την κατάργηση ή τη μείωση του ποσού του προστίμου που επιβλήθηκε αλληλεγγύως και εις ολόκληρον στη Versalis και την Eni με την απόφαση αυτή. |
2 |
Με την αίτηση αναιρέσεως της Επιτροπής ζητείται η αναίρεση της εν λόγω αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως στο μέτρο που το Γενικό Δικαστήριο μείωσε σε 106200000 ευρώ το ποσό του προστίμου που επιβλήθηκε με την επίμαχη απόφαση της Επιτροπής στη Versalis και την Eni. Η αίτηση αναιρέσεως των Versalis και Eni αποσκοπεί στην αναίρεση της ίδιας αποφάσεως στο μέτρο που το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή τους. |
Ιστορικό της διαφοράς και επίμαχη απόφαση της Επιτροπής
Οι εμπλεκόμενες οντότητες
3 |
Η Eni είναι η επικεφαλής μητρική εταιρία του ομώνυμου ομίλου, που εισήλθε στην αγορά του καουτσούκ χλωροπρενίου (chloroprene rubber, στο εξής: CR) στα τέλη του έτους 1992 με την απόκτηση του κλάδου CR του ομίλου Rhône-Poulenc, του οποίου η εταιρία που ειδικευόταν στο CR ονομαζόταν «Distugil». Κατά το χρονικό διάστημα από 13 Μαΐου 1993 έως 31 Οκτωβρίου 1997, η εταιρία που ήταν υπεύθυνη για τη δραστηριότητα σχετικά με το CR (στο εξής: δραστηριότητα CR) εντός του ομίλου Eni ήταν η EniChem Elastomeri Srl (στο εξής: EniChem Elastomeri), ελεγχόμενη κατά 100 % από την EniChem SpA (στο εξής: EniChem), εταιρία τελούσα υπό τον έλεγχο, εν μέρει άμεσο και εν μέρει έμμεσο, της Eni κατά ποσοστό μεταξύ 99,93 % και 99,97 % του μετοχικού κεφαλαίου της. Την 1η Νοεμβρίου 1997, η EniChem Elastomeri απορροφήθηκε από την EniChem. Η δεύτερη ανέλαβε τις δραστηριότητες που ασκούσε προηγουμένως η EniChem Elastomeri, η οποία έπαυσε να υφίσταται ως χωριστή νομική οντότητα. Την 1η Ιανουαρίου 2002, η EniChem μεταβίβασε τη δραστηριότητα CR στην κατά 100 % θυγατρική της, ήτοι την Polimeri Europa SpA (στο εξής: Polimeri Europa). Στις 21 Οκτωβρίου 2002, η Eni απέκτησε τον άμεσο πλήρη έλεγχο επί της Polimeri Europa. Στις 30 Απριλίου 2003, η EniChem μετονομάστηκε σε [εμπιστευτικό]. Το Απρίλιο του 2012, η Polimeri Europa άλλαξε επωνυμία και αποκαλείται πλέον Versalis. |
Η διαδικασία ενώπιον της Επιτροπής
4 |
Στις 18 Δεκεμβρίου 2002, η Bayer AG (στο εξής: Bayer) πληροφόρησε την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την ύπαρξη συμπράξεως στην αγορά του CR και της εξέφρασε την επιθυμία της να συνεργαστεί μαζί της υπό τους όρους που προβλέπει η ανακοίνωσή της σχετικά με τη μη επιβολή και τη μείωση των προστίμων σε περιπτώσεις συμπράξεων (καρτέλ) (ΕΕ 2002, C 45, σ. 3, στο εξής: ανακοίνωση του 2002 περί συνεργασίας). Με απόφαση της 27ης Ιανουαρίου 2003, η Επιτροπή χορήγησε στην Bayer υπό όρους απαλλαγή από τα πρόστιμα. |
5 |
Κατόπιν της παροχής πληροφοριών εκ μέρους της Bayer, η Επιτροπή πραγματοποίησε αιφνίδιους ελέγχους στις εγκαταστάσεις της Dow Deutschland Inc., στις 27 Μαρτίου 2003, και στα κτίρια της Denka Chemicals GmbH (στο εξής: Denka Chemicals), στις 9 Ιουλίου 2003. |
6 |
Στις 15 Ιουλίου 2003, οι Tosoh Corp. και Tosoh Europe BV (στο εξής: Tosoh Europe) και, στις 21 Νοεμβρίου 2003, η DuPont Dow Elastomers LLC (στο εξής: DDE), κοινή επιχείρηση ανήκουσα κατ’ ίσα μέρη στην EI DuPont de Nemours and Company (στο εξής: EI DuPont») και στην The Dow Chemicals Company (στο εξής: Dow), υπέβαλαν, αντιστοίχως, αίτηση επιεικούς μεταχειρίσεως σύμφωνα με την ανακοίνωση του 2002 περί συνεργασίας. |
7 |
Τον Μάρτιο του 2005, η Επιτροπή απέστειλε τις πρώτες αιτήσεις παροχής πληροφοριών στις αποδέκτριες της επίμαχης αποφάσεώς της επιχειρήσεις, δυνάμει του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 [ΕΚ] και 82 [ΕΚ] (ΕΕ 2003, L 1, σ. 1). |
8 |
Μετά την παραλαβή της πρώτης αιτήσεως παροχής πληροφοριών, η [εμπιστευτικό], πρώην EniChem, και η Polimeri Europa, μετονομασθείσα σε Versalis, υπέβαλαν, στις 15 Απριλίου 2005, αιτήσεις επιεικούς μεταχειρίσεως. Η [εμπιστευτικό] υπέβαλε στην Επιτροπή και άλλες δηλώσεις στο πλαίσιο αυτής της αιτήσεως επιεικούς μεταχειρίσεως τον Μάιο του 2005 και τον Νοέμβριο του 2006. |
9 |
Με έγγραφα της 7ης Μαρτίου 2007, η Επιτροπή πληροφόρησε τις Tosoh Corp., Tosoh Europe και DDE σχετικά με το προσωρινό συμπέρασμά της ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που της είχαν ανακοινωθεί αντιπροσώπευαν σημαντική προστιθέμενη αξία κατά την έννοια του σημείου 22 της ανακοινώσεώς της του 2002 περί συνεργασίας και, ως εκ τούτου, σχετικά με την πρόθεσή της να μειώσει το ποσό του προστίμου το οποίο άλλως θα είχε επιβάλει, κατά ποσοστό περιλαμβανόμενο σε μία από τις ψαλίδες που προβλέπει το σημείο 23, στοιχείο βʹ, πρώτο εδάφιο, της ανακοινώσεως αυτής, ήτοι κατά 30 % έως 50 % για την Tosoh Corp. και την Tosoh Europe και κατά 20 % έως 30 % για την DDE. Με έγγραφα της ίδιας ημέρας, η [εμπιστευτικό], πρώην EniChem, και η Polimeri Europa, μετονομασθείσα σε Versalis, πληροφορήθηκαν ότι οι αιτήσεις τους δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις του σημείου 8, στοιχεία αʹ και βʹ, της εν λόγω ανακοινώσεως και ότι, κατ’ εφαρμογήν των σημείων 15 και 17 της ανακοινώσεως αυτής, δεν θα τους χορηγούνταν υπό όρους απαλλαγή από τα πρόστιμα. |
10 |
Στις 13 Μαρτίου 2007, η Επιτροπή κίνησε τη διοικητική διαδικασία και εξέδωσε ανακοίνωση των αιτιάσεων σχετικά με παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, της 2ας Μαΐου 1992 (ΕΕ 1994, L 1, σ. 3, στο εξής: Συμφωνία για τον ΕΟΧ), απευθυνθείσα σε δώδεκα εταιρίες, μεταξύ των οποίων η Eni, η Polimeri Europa, που μετονομάστηκε σε Versalis, και η [εμπιστευτικό], πρώην EniChem. Όλες οι αποδέκτριες της ανακοινώσεως των αιτιάσεων υπέβαλαν, προς απάντηση, γραπτές παρατηρήσεις στην Επιτροπή και άσκησαν το δικαίωμά τους να ακουστούν κατά τη διάρκεια ακροάσεως η οποία πραγματοποιήθηκε στις 21 Ιουνίου 2007. |
Η επίμαχη απόφαση της Επιτροπής
11 |
Στις 5 Δεκεμβρίου 2007, η Επιτροπή εξέδωσε την επίμαχη απόφαση. Η απόφαση αυτή κοινοποιήθηκε στην Eni στις 10 Δεκεμβρίου 2007 και στην Polimeri Europa, μετονομασθείσα σε Versalis, στις 11 Δεκεμβρίου 2007. Περίληψη της επίμαχης απόφασης, όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση C(2008) 2974 τελικό της Επιτροπής, της 23ης Ιουνίου 2008, δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 3ης Οκτωβρίου 2008 (ΕΕ C 251, σ. 11). Η τελευταία αυτή απόφαση απευθυνόταν αποκλειστικώς στις EI DuPont, DuPont Performance Elastomers SA, DuPont Performance Elastomers LLC και Dow. |
12 |
Από την επίμαχη απόφαση της Επιτροπής προκύπτει ότι, κατά την περίοδο μεταξύ 1993 και 2002, διάφοροι παραγωγοί CR, αποδέκτες της επίμαχης αποφάσεως, μετέσχαν σε ενιαία και διαρκή παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας για τον ΕΟΧ, εκτεινόμενη στο σύνολο του εδάφους του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) και συνιστάμενη σε συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές με στόχο την κατανομή και τη σταθεροποίηση των αγορών, των μεριδίων αγοράς και των ποσοστώσεων πωλήσεως CR, καθώς και τον συντονισμό και την επιβολή διαφόρων αυξήσεων τιμών, τη συμφωνία για την εφαρμογή ελαχίστων τιμών, την κατανομή της πελατείας και την ανταλλαγή ευαίσθητων από πλευράς ανταγωνισμού πληροφοριών. Οι παραγωγοί αυτοί πραγματοποιούσαν τακτικές συναντήσεις, πολλές φορές κατ’ έτος, στο πλαίσιο πολυμερών ή διμερών συσκέψεων. |
13 |
Τα άρθρα 1 έως 3 της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την απόφαση C(2008) 2974 τελικό, έχουν ως εξής: «Άρθρο 1 Οι ακόλουθες επιχειρήσεις παρέβησαν το άρθρο 81 [ΕΚ] και, από την 1η Ιανουαρίου 1994, το άρθρο 53 της Συμφωνίας για τον ΕΟΧ, μετέχοντας, κατά τα αναφερόμενα χρονικά διαστήματα, σε ενιαία και διαρκή συμφωνία και σε εναρμονισμένες πρακτικές στον τομέα του [CR]:
Άρθρο 2 Επιβάλλονται τα ακόλουθα πρόστιμα για την παράβαση περί της οποίας γίνεται λόγος στο άρθρο 1:
Άρθρο 3 Οι προμνησθείσες επιχειρήσεις οφείλουν να τερματίσουν αμέσως τις αναφερόμενες στο άρθρο 1 παραβάσεις, εφόσον δεν το έχουν ήδη πράξει. Υποχρεούνται να αποφύγουν την επανάληψη οποιασδήποτε πράξης ή συμπεριφοράς που περιγράφεται στο άρθρο 1, καθώς και οποιασδήποτε πράξης ή συμπεριφοράς που έχει τον ίδιο ή παρεμφερή στόχο ή αποτέλεσμα.» |
14 |
Προς καθορισμό του βασικού ποσού των προστίμων, η Επιτροπή στηρίχθηκε στις κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό των προστίμων που επιβάλλονται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 23, παράγραφος 2, σημείο αʹ, του κανονισμού 1/2003 (ΕΕ 2006, C 210, σ. 2, στο εξής: κατευθυντήριες γραμμές του 2006). Έλαβε υπόψη της ορισμένο ποσοστό της αξίας των πωλήσεων CR που είχε πραγματοποιήσει κάθε εμπλεκόμενη επιχείρηση, εντός του ΕΟΧ, κατά το ημερολογιακό έτος 2001, τελευταίο πλήρες έτος συμμετοχής στην παράβαση, το οποίο πολλαπλασίασε επί τον αριθμό των ετών της παραβάσεως. |
15 |
Προκειμένου να καθορίσει το ποσοστό αυτό, η Επιτροπή θεώρησε ότι οι οριζόντιες συμφωνίες κατανομής της αγοράς και καθορισμού των τιμών περιλαμβάνονταν, ως εκ της φύσεώς τους, μεταξύ των σοβαρότερων περιορισμών του ανταγωνισμού. Συναφώς, η Επιτροπή έκρινε επίσης ότι το συνδυασμένο μερίδιο αγοράς των επιχειρήσεων που μετείχαν στην παράβαση ανερχόταν στο 100 % εντός του ΕΟΧ, ότι η γεωγραφική έκταση που κάλυπτε η παράβαση ήταν η παγκόσμια αγορά και ότι η παράβαση είχε εφαρμοστεί συστηματικά. |
16 |
Η Επιτροπή αποφάσισε ότι το ποσοστό της αξίας των πωλήσεων κάθε εμπλεκομένης επιχειρήσεως το οποίο έπρεπε να ληφθεί υπόψη προς καθορισμό του βασικού ποσού του επιβλητέου προστίμου ήταν 21 %. |
17 |
Λόγω της συμμετοχής στην παράβαση επί εννέα έτη όσον αφορά τις EI DuPont, Bayer, Denki Kagaku Kogyo, Denka Chemicals, Eni και Polimeri Europa μετονομασθείσα σε Versalis, καθώς και τις Tosoh Corp. και Tosoh Europe (στο εξής αποκαλούμενες συλλήβδην: Tosoh), και επί έξι έτη και ένα μήνα όσον αφορά τις DuPont Performance Elastomers SA και DuPont Performance Elastomers LLC (στο εξής αποκαλούμενες συλλήβδην: DPE), καθώς και την Dow, η Επιτροπή, κατ’ εφαρμογήν του σημείου 24 των κατευθυντηρίων γραμμών του 2006, πολλαπλασίασε επί 9 τα βασικά ποσά των προστίμων που καθορίστηκαν βάσει της αξίας των πωλήσεων της Eni και της Polimeri Europa, μετονομασθείσας σε Versalis, της EI DuPont, της Bayer, της Denki Kagaku Kogyo, της Denka Chemicals και της Tosoh και επί 6,5 τα βασικά ποσά των προστίμων που καθορίστηκαν βάσει της αξίας των πωλήσεων της DPE και της Dow. |
18 |
Προκειμένου να αποθαρρύνει τις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις να συμμετάσχουν σε συμφωνία για την κατανομή της αγοράς ή σε οριζόντιες συμφωνίες καθορισμού τιμών όπως οι επίμαχες στην υπό κρίση υπόθεση και λαμβάνοντας υπόψη, ιδίως, τα στοιχεία που μνημονεύονται στη σκέψη 15 της παρούσας αποφάσεως, η Επιτροπή, κατ’ εφαρμογήν του σημείου 25 των κατευθυντηρίων γραμμών του 2006, περιέλαβε στο βασικό ποσό των προστίμων ένα πρόσθετο ποσό που αντιστοιχούσε στο 20 % της αξίας των πωλήσεων κάθε εμπλεκομένης επιχειρήσεως. |
19 |
Βάσει αυτών των στοιχείων, το βασικό ποσό του προστίμου που έπρεπε να επιβληθεί στην Eni και στην Polimeri Europa, μετονομασθείσα σε Versalis, καθορίστηκε στα 59 εκατομμύρια ευρώ. |
20 |
Όσον αφορά τις προσαρμογές των βασικών ποσών των προστίμων, αφενός, λόγω επιβαρυντικών περιστάσεων, το βασικό ποσό του προστίμου των Eni και Versalis προσαυξήθηκε κατά 60 % και το βασικό ποσό του προστίμου της Bayer προσαυξήθηκε κατά 50 % λόγω του ότι οι επιχειρήσεις αυτές είχαν υποτροπιάσει. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη της την επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής έναντι της Versalis και της Eni λόγω της συμμετοχής της μεν Anic SpA (στο εξής: Anic) σε σύμπραξη στον τομέα του πολυπροπυλενίου, παράβαση διαπιστωθείσα με την απόφαση 86/398/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 23ης Απριλίου 1986, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου [81 ΕΚ] (IV/31.149 — Πολυπροπυλένιο) (ΕΕ L 230, σ. 1, στο εξής: απόφαση Πολυπροπυλένιο), της δε EniChem σε σύμπραξη στον τομέα του PVC, παράβαση διαπιστωθείσα με την απόφαση 94/599/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Ιουλίου 1994, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου [81 ΕΚ] (IV/31.865 — PVC) (ΕΕ L 239, σ. 14, στο εξής: απόφαση PVC II). Η επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής ελήφθη υπόψη σε βάρος της Bayer μόνο για μία παράβαση προγενέστερη της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής. |
21 |
Αφετέρου, για ελαφρυντικές περιστάσεις που προβλέπονται στο σημείο 29 των κατευθυντηρίων γραμμών του 2006, δεν χορηγήθηκε καμία μείωση των βασικών ποσών των προστίμων, καθόσον η Επιτροπή απέρριψε όλες τις συναφείς αιτήσεις μειώσεως που της είχαν υποβληθεί. |
22 |
Η Επιτροπή εφάρμοσε επίσης στο βασικό ποσό του προστίμου ορισμένων επιχειρήσεων αποδεκτριών της επίμαχης αποφάσεώς της ειδική προσαύξηση, προκειμένου να εξασφαλίσει ικανό αποτρεπτικό αποτέλεσμα στα πρόστιμα, λαμβάνοντας υπόψη το ιδιαιτέρως υψηλό επίπεδο του κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων αυτών, πέραν των αγαθών και των υπηρεσιών που αφορούσε η παράβαση. Το βασικό ποσό του προστίμου της Polimeri Europa, μετονομασθείσας σε Versalis, και της Eni πολλαπλασιάστηκε επί 1,4 και το βασικό ποσό του προστίμου της Dow πολλαπλασιάστηκε επί 1,1. |
23 |
Ως εκ τούτου, το βασικό ποσό του επιβλητέου στην Eni και την Polimeri Europa, μετονομασθείσα σε Versalis, προστίμου αυξήθηκε στα 132,16 εκατομμύρια ευρώ. |
24 |
Όσον αφορά την εφαρμογή της ανακοινώσεως του 2002 περί συνεργασίας, η Επιτροπή χορήγησε μείωση του βασικού ποσού του προστίμου κατά 100 % στην Bayer, κατά 50 % στην Tosoh, καθώς και κατά 25 % στην EI DuPont, στην DPE και στην Dow. Η Επιτροπή απέρριψε τις αιτήσεις μειώσεως του ποσού αυτού τις οποίες υπέβαλαν δυνάμει της ανακοινώσεως αυτής η [εμπιστευτικό], πρώην EniChem, και η Polimeri Europa, μετονομασθείσα σε Versalis. |
25 |
Το ύψος του προστίμου που επιβλήθηκε στην Eni και στην Polimeri Europa, μετονομασθείσα σε Versalis, καθορίστηκε συνεπώς στα 132,16 εκατομμύρια ευρώ, ποσό για την πληρωμή του οποίου οι επιχειρήσεις αυτές ευθύνονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον. |
Η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση
26 |
Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Γενικού Δικαστηρίου στις 20 Φεβρουαρίου 2008, η Polimeri Europa, μετονομασθείσα σε Versalis, και η Eni ζήτησαν, κυρίως, την ακύρωση της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής και, επικουρικώς, την κατάργηση ή τη μείωση του ποσού του προστίμου που τους επιβλήθηκε αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με την απόφαση αυτή. |
27 |
Ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, η Versalis και η Eni προέβαλαν ένδεκα λόγους, εκ των οποίων οι έξι αποσκοπούσαν στην ακύρωση της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής και αντλούνταν, πρώτον, από παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ και ελλιπή αιτιολογία της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής όσον αφορά τον καταλογισμό της παραβάσεως στην Eni, δεύτερον, από προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας, καθόσον η επίμαχη απόφαση της Επιτροπής δεν ήταν σύμφωνη με το έγγραφο περί περατώσεως της διαδικασίας έναντι της [εμπιστευτικό], πρώην EniChem, τρίτον, από παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ και ελλιπή αιτιολογία της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής όσον αφορά τον καταλογισμό της παραβάσεως στην Polimeri Europa, μετονομασθείσα σε Versalis, τέταρτον, από ελλιπή και αντιφατική αιτιολογία της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής, ελλιπή εξέταση και παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ όσον αφορά την εκ μέρους της Επιτροπής εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών και των αποδείξεων, ειδικότερα ως προς τη συμμετοχή της [εμπιστευτικό], πρώην EniChem, και της Polimeri Europa, μετονομασθείσας σε Versalis, στις συσκέψεις που πραγματοποιήθηκαν το 1993 και το 2002, πέμπτον, από ελλιπή και αντιφατική αιτιολογία της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής, ελλιπή εξέταση και παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ όσον αφορά τον χαρακτηρισμό της παραβάσεως ως ενιαίας και διαρκούς παραβάσεως και, έκτον, από ελλιπή αιτιολογία της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής και ελλιπή εξέταση όσον αφορά τον υπολογισμό της διάρκειας της παραβάσεως. |
28 |
Πέντε λόγοι αποσκοπούσαν στην ακύρωση ή τη μείωση του ποσού του προστίμου και αντλούνταν, πρώτον, από εσφαλμένο καθορισμό του βασικού ποσού του προστίμου, δεύτερον, από παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και ελλιπή αιτιολογία της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής όσον αφορά τις προσαρμογές του βασικού ποσού του προστίμου λόγω υποτροπής, λόγω ελαφρυντικών περιστάσεων και προς εξασφάλιση αποτρεπτικού αποτελέσματος, τρίτον, από εσφαλμένο καθορισμό του ανώτατου ορίου του 10 % του κύκλου εργασιών, τέταρτον, από το ότι δεν ελήφθη υπόψη η συνεργασία των επιχειρήσεων εκτός του πεδίου εφαρμογής της ανακοινώσεως του 2002 περί συνεργασίας και, πέμπτον, από τη μη μείωση του ποσού του προστίμου δυνάμει της ανακοινώσεως αυτής. |
29 |
Το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαίωσε τη νομιμότητα της αποφάσεως της Επιτροπής εκτός, με τις σκέψεις 287 και 386 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, όσον αφορά τη συνεκτίμηση της επιβαρυντικής περιστάσεως της υποτροπής και το επίπεδο του συντελεστή προσαυξήσεως του βασικού ποσού του προστίμου που χρησιμοποιήθηκε για αποτρεπτικούς σκοπούς. Κρίνοντας ότι η επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής μπορούσε να ληφθεί υπόψη όχι έναντι της Eni, αλλά μόνον έναντι της Versalis, το Γενικό Δικαστήριο μείωσε το ποσοστό αυξήσεως του εν λόγω ποσού λόγω της περιστάσεως αυτής από 60 % σε 50 %. Μείωσε επίσης τον εν λόγω συντελεστή από 1,4 σε 1,2. Το Γενικό Δικαστήριο μείωσε, κατά συνέπεια, το πρόστιμο που επιβλήθηκε από κοινού και εις ολόκληρον στην Polimeri Europa, μετονομασθείσα σε Versalis, και στην Eni από 132,16 εκατομμύρια ευρώ σε 106,2 εκατομμύρια ευρώ. |
Αιτήματα των διαδίκων
Στην υπόθεση C‑93/13 P
30 |
Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:
|
31 |
Η Versalis και η Eni ζητούν από το Δικαστήριο:
|
Στην υπόθεση C‑123/13 P
32 |
Η Versalis και η Eni ζητούν από το Δικαστήριο:
|
33 |
Η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:
|
34 |
Με την από 21 Ιανουαρίου 2014 απόφαση του Προέδρου του Δικαστηρίου, αποφασίστηκε η συνεκδίκαση των υποθέσεων C‑93/13 P και C‑123/13 P προς διευκόλυνση της έγγραφης και της προφορικής διαδικασίας και προς έκδοση κοινής αποφάσεως. |
Επί των αιτήσεων αναιρέσεως
35 |
Οι λόγοι αναιρέσεως θα εξεταστούν κατά τη σειρά των προσβαλλομένων σκέψεων της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου. |
Επί του πρώτου λόγου αναιρέσεως στην υπόθεση C‑123/13 P
Επιχειρήματα των διαδίκων
36 |
Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, που αφορά τις σκέψεις 53 έως 78 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η Versalis και η Eni υποστηρίζουν ότι, καταλογίζοντας στη μητρική εταιρία, την Eni, την παράβαση που υποτίθεται ότι διέπραξαν οι εταιρίες τις οποίες αυτή ελέγχει στον τομέα του CR, το Γενικό Δικαστήριο απέστη, κατά παράβαση του άρθρου 81 ΕΚ, από τη συναφή νομολογία του Δικαστηρίου και παρέβη τις υποχρεώσεις αιτιολογήσεως τις οποίες υπέχει στο πλαίσιο της εκτιμήσεως των αποδείξεων που προσκομίζονται προς ανατροπή του τεκμηρίου της ουσιαστικής ασκήσεως καθοριστικής επιρροής, οπότε το Γενικό Δικαστήριο παραβίασε επίσης τις θεμελιώδεις αρχές της νομιμότητας, του προσωποπαγούς της ευθύνης στον τομέα των συμπράξεων, του τεκμηρίου αθωότητας και των δικαιωμάτων άμυνας καθώς και της περιορισμένης ευθύνης των εταιριών. |
37 |
Η Versalis και η Eni υπενθυμίζουν ορισμένα στοιχεία τα οποία προέβαλαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, ιδίως δε το ότι η Eni δεν μετέσχε στην επίμαχη παράβαση και ουδέποτε ανέπτυξε δραστηριότητα στον τομέα της χημείας και, ειδικότερα, του CR, ότι δεν υφίστατο κατάσταση σωρεύσεως καθηκόντων μεταξύ των μελών των διευθυντικών οργάνων της και των διευθυντικών οργάνων των θυγατρικών της, ότι κάθε μία από τις εταιρίες αυτές είναι αυτόνομη ως προς τη λήψη των αποφάσεών της, ότι, εξάλλου, δεν υπάρχει καμία ροή πληροφοριών («reporting lines») από τις εν λόγω θυγατρικές προς τη μητρική τους εταιρία και ότι η Eni άσκησε απλώς τον συνήθη ρόλο μιας εταιρίας χαρτοφυλακίου έναντι των θυγατρικών της που δραστηριοποιούνταν σε έναν τομέα ήσσονος σημασίας σε σχέση με τον τομέα στον οποίο η ίδια ασκούσε τις κύριες δραστηριότητές της και ο οποίος, εν πάση περιπτώσει, δεν συμπίπτει με τον πρώτο. |
38 |
Η Versalis και η Eni υποστηρίζουν ότι η απόφαση πάσχει καθόσον το Γενικό Δικαστήριο, κατά τρόπο ασυνεπή και χωρίς τη δέουσα αιτιολογία, έκρινε ως παντελώς στερούμενο ενδιαφέροντος αυτό το σύνολο αποδεδειγμένων στοιχείων τα οποία, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, ήταν ικανά να αποδείξουν την απουσία ουσιαστικής ασκήσεως, εκ μέρους της Eni, αποφασιστικής επιρροής επί των θυγατρικών της. Στην πράξη, αυτή η διαπίστωση του Γενικού Δικαστηρίου έχει ως αποτέλεσμα να θεωρείται το τεκμήριο της ουσιαστικής ασκήσεως αποφασιστικής επιρροής ως αμάχητο τεκμήριο, κατά παραβίαση των αρχών που διατυπώνονται στην απόφαση Akzo Nobel κ.λπ. κατά Επιτροπής (C‑97/08 P, EU:C:2009:536), καθώς και των αρχών του προσωποπαγούς της ευθύνης και της ποινής καθώς και του τεκμηρίου αθωότητας και των δικαιωμάτων άμυνας. |
39 |
Η Επιτροπή, παραπέμποντας στην απόφαση Eni κατά Επιτροπής, (C‑508/11 P, EU:C:2013:289), στην οποία το Δικαστήριο απάντησε σε παρεμφερή λόγο αναιρέσεως που αφορούσε τις ίδιες οντότητες, υποστηρίζει ότι ο πρώτος λόγος αναιρέσεως είναι προδήλως αβάσιμος. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
40 |
Ο πρώτος λόγος της αιτήσεως αναιρέσεως της Eni και της Versalis αφορά την εφαρμογή στην Eni του τεκμηρίου ασκήσεως αποφασιστικής επιρροής από τις μητρικές εταιρίες επί των θυγατρικών τους που εμπλέκονται σε παραβάσεις των κανόνων ανταγωνισμού της Ένωσης. Όπως υπενθύμισε το Δικαστήριο με τη σκέψη 46 της αποφάσεως Eni κατά Επιτροπής (EU:C:2013:289) την οποία επικαλείται η Επιτροπή, κατά πάγια νομολογία, η συμπεριφορά μιας θυγατρικής εταιρίας μπορεί να καταλογισθεί, από πλευράς εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ, στη μητρική εταιρία ιδίως όταν η θυγατρική, μολονότι έχει χωριστή νομική προσωπικότητα, δεν καθορίζει αυτοτελώς τη συμπεριφορά της στην αγορά, αλλά εφαρμόζει ως επί το πλείστον τις εντολές της μητρικής εταιρίας, λαμβανομένων υπόψη ιδίως των οικονομικών, οργανωτικών και νομικών δεσμών μεταξύ των δύο αυτών νομικών οντοτήτων. Πράγματι, σε μια τέτοια περίπτωση, εφόσον η μητρική και η θυγατρική εταιρία αποτελούν ενιαία οικονομική οντότητα και συνιστούν έτσι ενιαία επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 81 ΕΚ, η Επιτροπή μπορεί να απευθύνει μια απόφαση περί επιβολής προστίμων στη μητρική εταιρία, χωρίς να απαιτείται να αποδείξει την εμπλοκή της εταιρίας αυτής στην παράβαση. |
41 |
Επίσης από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι, στην ειδική περίπτωση στην οποία η μητρική εταιρία κατέχει το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο του κεφαλαίου της θυγατρικής που παρέβη τους κανόνες ανταγωνισμού της Ένωσης, υφίσταται μαχητό τεκμήριο ότι η εν λόγω μητρική εταιρία ασκεί όντως αποφασιστική επιρροή επί της θυγατρικής της (απόφαση Eni κατά Επιτροπής, EU:C:2013:289, σκέψη 47). |
42 |
Σε μια τέτοια περίπτωση, αρκεί να αποδείξει η Επιτροπή ότι η μητρική εταιρία κατέχει το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο του κεφαλαίου μιας θυγατρικής προκειμένου να συναχθεί ότι το εν λόγω τεκμήριο ισχύει. Εν συνεχεία, η Επιτροπή δύναται να θεωρήσει ότι η μητρική εταιρία ευθύνεται εις ολόκληρον για την καταβολή του επιβληθέντος στη θυγατρική προστίμου, εκτός αν η εν λόγω μητρική, στην οποία εναπόκειται να ανατρέψει αυτό το τεκμήριο, προσκομίσει στοιχεία ικανά να αποδείξουν ότι η θυγατρική της ενεργεί αυτόνομα στην αγορά (βλ. αποφάσεις Akzo Nobel κ.λπ. κατά Επιτροπής, EU:C:2009:536, σκέψη 61, καθώς και Elf Aquitaine κατά Επιτροπής, C‑521/09 P, EU:C:2011:620, σκέψη 57). |
43 |
Εξάλλου, στην ιδιαίτερη περίπτωση κατά την οποία μια εταιρία χαρτοφυλακίου κατέχει το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο του κεφαλαίου ενδιάμεσης εταιρίας η οποία κατέχει με τη σειρά της το σύνολο ή σχεδόν το σύνολο του κεφαλαίου θυγατρικής του ομίλου της η οποία έχει παραβεί τους κανόνες ανταγωνισμού της Ένωσης, υφίσταται επίσης μαχητό τεκμήριο ότι η εν λόγω εταιρία χαρτοφυλακίου ασκεί αποφασιστική επιρροή επί της συμπεριφοράς της ενδιάμεσης εταιρίας και εμμέσως, διά της τελευταίας αυτής εταιρίας, και επί της συμπεριφοράς της εν λόγω θυγατρικής (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση Eni κατά Επιτροπής, EU:C:2013:289, σκέψεις 48 και 49 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
44 |
Εν προκειμένω, όπως διαπίστωσε το Γενικό Δικαστήριο στη σκέψη 63 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, δεν αμφισβητείται ότι, καθ’ όλη τη διάρκεια της επίμαχης παραβάσεως, η Eni κατείχε εν μέρει ευθέως και εν μέρει εμμέσως το 99,93 % έως 100 % του κεφαλαίου των εταιριών του ομίλου της οι οποίες ήταν υπεύθυνες γα τη δραστηριότητα CR, ήτοι διαδοχικώς της EniChem Elastomeri, της EniChem και της Polimeri Europa, μετονομασθείσας σε Versalis. Κατά συνέπεια, το μνημονευόμενο στις σκέψεις 41 και 43 της παρούσας αποφάσεως τεκμήριο έχει εφαρμογή στην Eni. |
45 |
Όσον αφορά τα στοιχεία που επικαλούνται η Eni και η Versalis, πρέπει να παρατηρηθεί ότι το Γενικό Δικαστήριο τα εξέτασε με τις σκέψεις 66 έως 72 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως. Το σκεπτικό της αποφάσεως αυτής δεν αφήνει καμία αμφιβολία όσον αφορά τις εκτιμήσεις στις οποίες το Γενικό Δικαστήριο στήριξε την απόφασή του ως προς το σημείο αυτό και επιτρέπει, κατά συνέπεια, στο Δικαστήριο να ασκήσει τον έλεγχό του. Επομένως, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν πάσχει από ελλιπή αιτιολογία ως προς το ζήτημα αυτό. Συνεπώς, χωρίς να υποπέσει σε πλάνη περί το δίκαιο έκρινε το Γενικό Δικαστήριο, στη σκέψη 73 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι η Eni και η Versalis δεν κατόρθωσαν να ανατρέψουν το τεκμήριο της αποφασιστικής επιρροής της Eni επί των θυγατρικών της EniChem Elastomeri, EniChem και Polimeri Europa, μετονομασθείσας σε Versalis, καθόσον δεν προσκόμισαν στοιχεία ικανά να αποδείξουν ότι οι εν λόγω θυγατρικές ενεργούσαν κατά τρόπο αυτόνομο στη συγκεκριμένη αγορά. |
46 |
Αντιθέτως προς τα υποστηριζόμενα από τη Versalis και την Eni, το συμπέρασμα αυτό του Γενικού Δικαστηρίου δεν μεταβάλλει σε αμάχητο τεκμήριο το τεκμήριο της ασκήσεως αποφασιστικής επιρροής. Πράγματι, το γεγονός ότι είναι δύσκολο να προσκομιστεί η περί του αντιθέτου απόδειξη που είναι απαραίτητη προς ανατροπή ενός τεκμηρίου δεν συνεπάγεται, αυτό καθαυτό, ότι το τεκμήριο αυτό είναι αμάχητο, ιδίως όταν οι οντότητες σε βάρος των οποίων λειτουργεί το τεκμήριο είναι σε θέση περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον να αναζητήσουν τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία εντός της σφαίρας των δραστηριοτήτων τους (βλ. απόφαση Elf Aquitaine κατά Επιτροπής, EU:C:2011:620, σκέψη 70). |
47 |
Επομένως, η αιτίαση που αντλείται από το ότι το Γενικό Δικαστήριο, δεχόμενο το αμάχητο του τεκμηρίου αυτού, παραβίασε τις αρχές του προσωποπαγούς της ευθύνης και της ποινής καθώς και του τεκμηρίου αθωότητας και των δικαιωμάτων άμυνας δεν μπορεί να ευδοκιμήσει. |
48 |
Κατά συνέπεια, ο πρώτος λόγος αναιρέσεως που προβάλλουν η Eni και η Versalis πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. |
Επί του δεύτερου λόγου αναιρέσεως στην υπόθεση C‑123/13 P
Επιχειρήματα των διαδίκων
49 |
Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, που αφορά τις σκέψεις 94, 95 και 97 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως και ο οποίος αντλείται από παραβίαση της αρχής του προσωποπαγούς της ευθύνης, η Versalis και η Eni προσάπτουν στο Γενικό Δικαστήριο ότι, καταλογίζοντας στη Versalis την παράβαση που είχε διαπράξει η [εμπιστευτικό], πρώην EniChem, εφάρμοσε κατά τρόπο εσφαλμένο τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου και δεν αιτιολόγησε επαρκώς την απόρριψη των επιχειρημάτων τους. |
50 |
Επικαλούμενες τις αποφάσεις ETI κ.λπ. (C‑280/06, EU:C:2007:775) και ThyssenKrupp Nirosta κατά Επιτροπής (C‑352/09 P, EU:C:2011:191), η Versalis και η Eni υποστηρίζουν, κατ’ ουσίαν, ότι το Δικαστήριο δέχθηκε ότι απόκλιση από την αρχή του προσωποπαγούς της ευθύνης χωρεί μόνον κατ’ εξαίρεση και υπό συγκεκριμένους όρους οι οποίοι δεν πληρούνται εν προκειμένω. Συναφώς, επισημαίνουν ιδίως ότι η [εμπιστευτικό], πρώην EniChem, δεν έπαυσε να υφίσταται νομικώς ή οικονομικώς. Επικαλούνται επίσης ελλιπή αιτιολογία της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως. |
51 |
Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι ο κίνδυνος να καταστεί η [εμπιστευτικό], πρώην EniChem, «κενό κέλυφος», που επισημαίνεται στη σκέψη 95 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, συνιστά πραγματικό στοιχείο το οποίο δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο να ελέγξει. Προσθέτει ότι, εν πάση περιπτώσει, το Δικαστήριο δεν περιόρισε τις περιπτώσεις ευθύνης μιας διαδόχου εταιρίας στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εκχωρούσα εταιρία έπαυσε κάθε οικονομική δραστηριότητα. Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου που απορρέει από τις αποφάσεις Aalborg Portland κ.λπ. κατά Επιτροπής (C‑204/00 P, C‑205/00 P, C‑211/00 P, C‑213/00 P, C‑217/00 P και C‑219/00 P, EU:C:2004:6) και ETI κ.λπ. (EU:C:2007:775), μόνον η ύπαρξη «διαρθρωτικού δεσμού» μεταξύ της εκχωρούσας εταιρίας και της διαδόχου εταιρίας που ανήκουν στον ίδιο όμιλο είναι κρίσιμη για τον καθορισμό της ευθύνης της τελευταίας αυτής εταιρίας. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
52 |
Ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως που προβάλλουν η Eni και η Versalis στην υπόθεση C‑123/13 P έχει σχέση με το ζήτημα της διαδοχής μεταξύ επιχειρήσεων. Όπως το Δικαστήριο υπενθύμισε στη σκέψη 51 της αποφάσεως Versalis κατά Επιτροπής (C‑511/11 P, EU:C:2013:386), κατά πάγια νομολογία, το δίκαιο ανταγωνισμού της Ένωσης αφορά τις δραστηριότητες των επιχειρήσεων, η δε έννοια της επιχειρήσεως καλύπτει κάθε οντότητα η οποία ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος που τη διέπει και του τρόπου χρηματοδοτήσεώς της. Οσάκις αυτή η οντότητα παραβιάζει τους κανόνες του ανταγωνισμού, ευθύνεται, κατά την αρχή του προσωποπαγούς της ευθύνης, για την παράβαση αυτή. |
53 |
Το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, όταν δύο επιχειρήσεις αποτελούν ενιαία οικονομική οντότητα, το γεγονός ότι η επιχείρηση που διέπραξε την παράβαση εξακολουθεί να υφίσταται δεν εμποδίζει, αυτό καθαυτό, την επιβολή κυρώσεως στην επιχείρηση στην οποία αυτή μεταβίβασε τις οικονομικές της δραστηριότητες. Ειδικότερα, επιβολή κυρώσεως σε μια τέτοια περίπτωση δικαιολογείται εφόσον οι εν λόγω επιχειρήσεις τελούσαν υπό τον έλεγχο του ιδίου προσώπου και εφάρμοσαν, λαμβανομένων υπόψη των στενών δεσμών που τις ενώνουν από οικονομικής και οργανωτικής απόψεως, κατ’ ουσίαν τις ίδιες εμπορικές οδηγίες (βλ. αποφάσεις ETI κ.λπ., EU:C:2007:775, σκέψεις 48 και 49 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, καθώς και Versalis κατά Επιτροπής, EU:C:2013:386, σκέψη 52). |
54 |
Με τις σκέψεις 91 και 92 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο υπενθύμισε τους δεσμούς που υφίστανται μεταξύ των εταιριών που ήταν διαδοχικά υπεύθυνες για τη δραστηριότητα CR εντός του ομίλου και ότι η Eni κατείχε ευθέως ή εμμέσως, ως μητρική εταιρία, άνω του 99,9 % του κεφαλαίου όλων αυτών των εταιριών. Βάσει των στοιχείων αυτών, ορθώς κατέληξε, στη σκέψη 93 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι υφίστατο οικονομική συνέχεια μεταξύ της εκχωρούσας εταιρίας που εμπλεκόταν στη σύμπραξη, ήτοι της EniChem, μετονομασθείσας σε [εμπιστευτικό], και της διαδόχου εταιρίας, ήτοι της Polimeri Europa, μετονομασθείσας σε Versalis. |
55 |
Το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, εξάλλου, στη σκέψη 95 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι υφίστατο κίνδυνος η έχουσα αρχικώς τη δραστηριότητα CR εντός του ομίλου Eni εταιρία, εν προκειμένω η EniChem, μετονομασθείσα σε [εμπιστευτικό], να καταστεί «κενό κέλυφος» κατόπιν των εσωτερικών αναδιαρθρώσεων του εν λόγω ομίλου και η κύρωση που της επιβλήθηκε δυνάμει του δικαίου περί συμπράξεων να μην έχει κανένα αποτέλεσμα. Πρόκειται για πραγματική εκτίμηση η οποία δεν υπόκειται στον αναιρετικό έλεγχο του Δικαστηρίου. |
56 |
Με βάση τις σκέψεις αυτές, το Γενικό Δικαστήριο δεν υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο διαπιστώνοντας, με τη σκέψη 98 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι η Επιτροπή είχε δικαίωμα να καταλογίσει τις παραβατικές συμπεριφορές της EniChem, μετονομασθείσας σε [εμπιστευτικό], στην Polimeri Europa, μετονομασθείσα σε Versalis, παρά το γεγονός ότι η [εμπιστευτικό] δεν είχε παύσει να υφίσταται. |
57 |
Η διαπίστωση αυτή δεν ανατρέπεται από το ότι το Δικαστήριο, με τη σκέψη 144 της αποφάσεως ThyssenKrupp Nirosta κατά Επιτροπής (EU:C:2011:191), έκρινε ότι εμπίπτει στην περίπτωση στην οποία αναφέρεται η σκέψη 53 της παρούσας αποφάσεως και η κατάσταση όπου η οντότητα που διέπραξε την παράβαση έπαυσε να υφίσταται νομικώς ή οικονομικώς, εφόσον υπάρχει κίνδυνος η κύρωση που επιβάλλεται σε επιχείρηση η οποία έπαυσε να ασκεί οικονομικές δραστηριότητες να μην έχει αποτρεπτικό αποτέλεσμα, καθόσον ακριβώς από την απόφαση αυτή δεν απορρέει ότι ο καταλογισμός μιας παραβάσεως σε οντότητα που δεν διέπραξε την παράβαση χωρεί μόνον στις περιπτώσεις όπου η επιβολή κυρώσεως στην εταιρία αυτουργό της παραβάσεως δεν θα είχε αποτρεπτικό αποτέλεσμα (βλ. απόφαση Versalis κατά Επιτροπής, EU:C:2013:386, σκέψη 55). |
58 |
Πράγματι, με την απόφαση ETI κ.λπ. (EU:C:2007:775), στην οποία ρητώς παραπέμπει το Δικαστήριο με τη σκέψη 144 της αποφάσεως ThyssenKrupp Nirosta κατά Επιτροπής (EU:C:2011:191), το Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή ορθώς καταλόγισε ευθύνη σε εταιρία που δεν ευθυνόταν για τις παραβατικές συμπεριφορές στην περίπτωση κατά την οποία η οντότητα που διέπραξε την παράβαση εξακολουθούσε να ασκεί οικονομική δραστηριότητα σε άλλες αγορές (βλ. απόφαση ETI κ.λπ., EU:C:2007:775, σκέψη 45). Το Δικαστήριο στήριξε την κρίση του αυτή στο γεγονός ότι, όταν διέπραξαν τις παραβάσεις, οι εν λόγω εταιρίες ανήκαν στον ίδιο δημόσιο φορέα (βλ. αποφάσεις ETI κ.λπ., EU:C:2007:775, σκέψη 50, καθώς και Versalis κατά Επιτροπής, EU:C:2013:386, σκέψη 56). |
59 |
Πρέπει επίσης να παρατηρηθεί ότι η εμβέλεια της αποφάσεως ETI κ.λπ. (EU:C:2007:775) δεν περιορίζεται, αντιθέτως προς τα υποστηριζόμενα από τη Versalis και την Eni, μόνο στις περιπτώσεις στις οποίες οι εμπλεκόμενες οντότητες τελούν υπό τον έλεγχο δημόσιας αρχής. Πράγματι, με τη σκέψη 44 της αποφάσεως αυτής, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι η μεταβίβαση δραστηριοτήτων δεν αποφασίστηκε από ιδιώτες, αλλά από τον νομοθέτη με την προοπτική ιδιωτικοποιήσεως. Το Δικαστήριο έκρινε, συνεπώς, ότι θα μπορούσαν να υπάρξουν ενδεχομένως αμφιβολίες ως προς τη δυνατότητα καταλογισμού μιας παραβάσεως στη διάδοχο οντότητα, ιδίως σε περίπτωση ασκήσεως κοινού ελέγχου από δημόσιο φορέα, πλην όμως οι αμφιβολίες αυτές ήρθησαν από το Δικαστήριο. Αντιθέτως, καμία αμφιβολία ως προς τη δυνατότητα καταλογισμού δεν χωρεί στην περίπτωση που ο έλεγχος αυτός, όπως εν προκειμένω, ασκείται από εταιρία ιδιωτικού δικαίου (βλ. απόφαση Versalis κατά Επιτροπής, EU:C:2013:386, σκέψη 57). |
60 |
Επομένως, βάσει των στοιχείων αυτών, το Γενικό Δικαστήριο δεν υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο δεχόμενο ότι η Επιτροπή ορθώς καταλόγισε όλες τις αντίθετες προς τους κανόνες του ανταγωνισμού συμπεριφορές στη Versalis. |
61 |
Όσον αφορά την προβαλλόμενη ελλιπή αιτιολογία, το Γενικό Δικαστήριο εξέθεσε λεπτομερώς, στις σκέψεις 89 έως 98 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, τους λόγους για τους οποίους έκρινε ως αβάσιμο τον προβληθέντα πρωτοδίκως λόγο που αποσκοπούσε στον μη καταλογισμό των εν λόγω συμπεριφορών στη Versalis. Το σκεπτικό της αποφάσεως δεν αφήνει καμία αμφιβολία όσον αφορά τις εκτιμήσεις στις οποίες το Γενικό Δικαστήριο στήριξε την απόφασή του ως προς το σημείο αυτό και επιτρέπει, συνεπώς, στο Δικαστήριο να ασκήσει τον έλεγχό του. Επομένως, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν πάσχει από ελλιπή αιτιολογία ως προς το ζήτημα αυτό. |
62 |
Δεδομένου ότι δεν ευδοκίμησε κανένα από τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν προς στήριξη του δεύτερου λόγου αναιρέσεως της Versalis και της Eni, ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. |
Επί του τρίτου λόγου αναιρέσεως στην υπόθεση C‑123/13 P
Επιχειρήματα των διαδίκων
63 |
Στο πλαίσιο του τρίτου λόγου αναιρέσεως, η Versalis και η Eni προσάπτουν στο Γενικό Δικαστήριο ότι εφάρμοσε κατά τρόπο εσφαλμένο και αντιφατικό τη νομολογιακή αρχή σχετικά με την ανάγκη εμφανούς αποστασιοποιήσεως μιας επιχειρήσεως από τη σύμπραξη προκειμένου να μην της καταλογιστεί η παράβαση και ότι παραβίασε την αρχή in dubio pro reo δεχόμενο, στη σκέψη 173 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι η EniChem, μετονομασθείσα σε [εμπιστευτικό], μετέσχε στη σύσκεψη της 12ης Ιουνίου ή της 13ης Ιουνίου 1993 στη Φλωρεντία και, στη σκέψη 183 της ίδιας αποφάσεως, ότι οι συσκέψεις που πραγματοποιήθηκαν το 2002, στις οποίες μετέσχε η Polimeri Europa, μετονομασθείσα σε Versalis, είχαν χαρακτήρα μη συνάδοντα προς τους κανόνες του ανταγωνισμού. Ομοίως, κατά τις αναιρεσείουσες, το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε τα αποδεικτικά στοιχεία διαπιστώνοντας, όπως επιβεβαιώνει η Επιτροπή, ότι οι δύο συσκέψεις που πραγματοποιήθηκαν το 2002 είχαν χαρακτήρα μη συνάδοντα προς τους κανόνες του ανταγωνισμού. Κατά συνέπεια, θεωρώντας ότι η EniChem και η Polimeri Europa είχαν συμμετάσχει στη σύμπραξη καθ’ όλη τη διάρκειά της, ήτοι από τον Μάιο του 1993 έως τον Μάιο του 2002, το Γενικό Δικαστήριο όχι μόνον προέβη σε εσφαλμένη εκτίμηση, αλλά και παρέλειψε να ασκήσει δικαστικό έλεγχο επί της ουσίας. |
64 |
Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι τα επιχειρήματα της Versalis και της Eni κατατείνουν στην αμφισβήτηση των πραγματικών εκτιμήσεων του Γενικού Δικαστηρίου και ότι, ως εκ τούτου, ο λόγος αναιρέσεως πρέπει να κριθεί απαράδεκτος. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
65 |
Παρατηρείται ότι, με αυτόν τον λόγο αναιρέσεως, η Versalis και η Eni αμφισβητούν πραγματικές διαπιστώσεις και εκτιμήσεις οι οποίες δεν αποτελούν, με την επιφύλαξη της περιπτώσεως παραμορφώσεως του περιεχομένου των αποδεικτικών στοιχείων, νομικό ζήτημα υποκείμενο ως τέτοιο στον έλεγχο του Δικαστηρίου. |
66 |
Όσον αφορά την αιτίαση περί παραμορφώσεως του περιεχομένου των εν λόγω στοιχείων, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η Versalis και η Eni δεν ισχυρίστηκαν ότι το Γενικό Δικαστήριο το παραμόρφωσε καταφανώς. |
67 |
Συνεπώς, ο τρίτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να κριθεί απαράδεκτος. |
Επί του τέταρτου λόγου αναιρέσεως στην υπόθεση C‑123/13 P
Επιχειρήματα των διαδίκων
68 |
Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως, που αφορά τις σκέψεις 239 επ. της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η Versalis και η Eni υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο παρέβη το δίκαιο της Ένωσης παραλείποντας να διαπιστώσει τα σφάλματα στα οποία υπέπεσε η Επιτροπή κατά τον καθορισμό του βασικού ποσού του προστίμου σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του 2006. |
69 |
Πρώτον, οι αναιρεσείουσες προσάπτουν στο Γενικό Δικαστήριο ελλιπή αιτιολογία της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως η οποία δεν απαντά στις αιτιάσεις που διατυπώθηκαν πρωτοδίκως. Εξάλλου, κατά τις αναιρεσείουσες, το Γενικό Δικαστήριο παραβίασε τις αρχές της αναλογικότητας και της ίσης μεταχειρίσεως παραλείποντας να εκτιμήσει επί της ουσίας, βάσει των πραγματικών στοιχείων που του υποβλήθηκαν, την εκ μέρους της Επιτροπής τήρηση των αρχών της επιείκειας, της αναλογικότητας και της ίσης μεταχειρίσεως κατά τον καθορισμό τόσο του βασικού ποσού του προστίμου σε συνάρτηση με τη σοβαρότητα της παραβάσεως όσο και του προσθέτου ποσού. |
70 |
Δεύτερον, η Versalis και η Eni προσάπτουν στο Γενικό Δικαστήριο ότι, παραλείποντας να απαντήσει στον λόγο, που προέβαλαν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, περί μη εφαρμογής, εκ μέρους της Επιτροπής, του σημείου 18 των κατευθυντηρίων γραμμών του 2006, παραβίασε τις αρχές της αναλογικότητας και της ίσης μεταχειρίσεως. |
71 |
Τρίτον, οι αναιρεσείουσες προσάπτουν στο Γενικό Δικαστήριο ότι δεν έλαβε υπόψη του, για τον υπολογισμό του βασικού ποσού του προστίμου, τον αριθμό ετών που αντιστοιχούσε στη διάρκεια της παραβάσεως όπως αυτή προκύπτει από τα στοιχεία που επικαλέστηκαν στο πλαίσιο του τρίτου λόγου αναιρέσεως στην υπόθεση C‑123/13 P. |
72 |
Καταρχάς, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ο τέταρτος λόγος αναιρέσεως στην υπόθεση αυτή είναι ασαφής και επαναλαμβάνει τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν πρωτοδίκως. Περαιτέρω, ορισμένες αιτιάσεις της Versalis και της Eni σχετίζονται με την εκτίμηση πραγματικών στοιχείων. Τέλος, πρωτοδίκως δεν διατυπώθηκε κανένας συγκεκριμένος λόγος σχετικά με την εφαρμογή του σημείου 18 των κατευθυντηρίων γραμμών του 2006 για τον υπολογισμό των προστίμων. Όσον αφορά τη διάρκεια της παραβάσεως, η Επιτροπή φρονεί ότι κανένα σφάλμα δεν μπορεί να προσαφθεί στο Γενικό Δικαστήριο. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
73 |
Όπως παρατήρησε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 35 των προτάσεών του, η πρώτη αιτίαση της Versalis και της Eni είναι απαράδεκτη, καθόσον με την αιτίαση αυτή οι αναιρεσείουσες δεν επικρίνουν την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, αλλά παραπέμπουν στα επιχειρήματα που προέβαλαν πρωτοδίκως. |
74 |
Η δεύτερη αιτίαση είναι επίσης απαράδεκτη, καθόσον η Versalis και η Eni δεν αποδεικνύουν ότι προέβαλαν, ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, λόγο σχετικό με τη μη εφαρμογή, εκ μέρους της Επιτροπής, του σημείου 18 των κατευθυντηρίων γραμμών του 2006. |
75 |
Η τρίτη αιτίαση, στο μέτρο που προβάλλεται για την περίπτωση που γίνει δεκτός ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως στην υπόθεση C‑123/13 P, πρέπει να απορριφθεί. |
76 |
Κατά συνέπεια, ο τέταρτος λόγος αναιρέσεως στην εν λόγω υπόθεση πρέπει να κριθεί εν μέρει απαράδεκτος και εν μέρει αβάσιμος. |
Επί του πρώτου λόγου αναιρέσεως στην υπόθεση C‑93/13 P
Επιχειρήματα των διαδίκων
77 |
Στο πλαίσιο του πρώτου λόγου αναιρέσεως, η Επιτροπή επικρίνει τις σκέψεις 272 έως 275 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, οι οποίες έχουν ως εξής:
|
78 |
Επικρίνοντας ειδικότερα τις σκέψεις 273 και 274 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η Επιτροπή προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι παραβίασε τις αρχές του δικαίου σχετικά με την άσκηση των δικαιωμάτων άμυνας κρίνοντας ότι οι αρχές αυτές απαιτούσαν, προς θεμελίωση της επιβαρυντικής περιστάσεως της υποτροπής ως προς την Eni, να έχει η τελευταία υπάρξει αποδέκτης της ανακοινώσεως των αιτιάσεων όσον αφορά την πρώτη παράβαση και της αποφάσεως με την οποία διαπιστώθηκε η παράβαση αυτή. |
79 |
Κατά την Επιτροπή, τα δικαιώματα άμυνας διασφαλίζονται αν, κατά τον χρόνο κατά τον οποίο η ίδια ανακοινώνει την πρόθεσή της να διαπιστώσει την υποτροπή, παρέχει στα ενδιαφερόμενα μέρη τη δυνατότητα να αποδείξουν ότι οι προϋποθέσεις της υποτροπής δεν πληρούνται. Η Επιτροπή παρατηρεί ότι, εν προκειμένω, παρασχέθηκε στην Eni η δυνατότητα να ανατρέψει το τεκμήριο ασκήσεως ελέγχου επί της θυγατρικής της. |
80 |
Με το δεύτερο σκέλος αυτού του λόγου αναιρέσεως, που αφορά ειδικότερα τη σκέψη 274 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ο χαρακτηρισμός της υποτροπής δεν προϋποθέτει κατ’ ανάγκην ότι έχει επιβληθεί μια πρώτη χρηματική κύρωση στη μητρική εταιρία, αλλά μόνον ότι έχει διαπιστωθεί μια πρώτη παράβαση. Κατά την Επιτροπή, αρκεί η διαπίστωση ότι η μητρική εταιρία αποτελούσε, μαζί με μια θυγατρική τελούσα υπό τον σχεδόν πλήρη έλεγχό της, μία ενιαία επιχείρηση η οποία διέπραξε νέα παράβαση, για την οποία δικαιολογείται προσαύξηση λόγω υποτροπής. Προς εκτίμηση του κατά πόσον μια επιχείρηση άντλησε τις συνέπειες της πρώτης διαπιστώσεως παραβάσεως, έπρεπε να εξεταστεί η προδιάθεση αυτής της οικονομικής οντότητας προς διάπραξη νέας παραβάσεως και όχι αυτή των εταιριών που την απαρτίζουν λαμβανομένων υπόψη μεμονωμένως. |
81 |
Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η αιτιολογία που παραθέτει το Γενικό Δικαστήριο είναι ικανή να επηρεάσει την κατασταλτική δράση της Επιτροπής, η οποία θα υποχρεούται να απευθύνει συστηματικά την ανακοίνωση των αιτιάσεων στο σύνολο των εταιριών που απαρτίζουν την επιχείρηση που είχε εμπλακεί στην πρώτη παράβαση, ανεξαρτήτως του αν, στη συγκεκριμένη υπόθεση, πρέπει να τους επιβληθεί πρόστιμο. Εξάλλου, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής δεν έχει εφαρμογή σε εταιρίες που ανήκουν σε μια τέτοια επιχείρηση αποκλειστικώς και μόνον λόγω της οργανωτικής δομής του ομίλου στον οποίο ανήκουν οι εταιρίες αυτές. |
82 |
Η Versalis και η Eni υποστηρίζουν ότι ο πρώτος λόγος αναιρέσεως τον οποίο προβάλλει η Επιτροπή είναι απορριπτέος. Διατείνονται ότι η Eni ουδέποτε έτυχε ακροάσεως ούτε ενεπλάκη στις διαδικασίες που κατέληξαν στην έκδοση των αποφάσεων της Επιτροπής Πολυπροπυλένιο και PVC II και υποστηρίζουν ότι δεν είναι θεμιτό να θεωρηθεί ότι η Eni μπορούσε, στο πλαίσιο της διαδικασίας που προηγήθηκε της εκδόσεως της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής, να παράσχει στοιχεία ικανά να ανατρέψουν το τεκμήριο της εκ μέρους της Eni ασκήσεως αποφασιστικής επιρροής επί της Anic και της EniChem, μετονομασθείσας σε [εμπιστευτικό], για περιόδους σύγχρονες διαδικασιών που έχουν περατωθεί προ πολλού και οι οποίες οδήγησαν στην έκδοση των αποφάσεων Πολυπροπυλένιο και PVC II. |
83 |
Επιπλέον, το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν ενέπλεξε την Eni στις εν λόγω διαδικασίες υποδηλώνει ότι η Επιτροπή θεωρούσε ότι η περίσταση της ασκήσεως ελέγχου εκ μέρους μητρικής εταιρίας επί εμπλεκομένης θυγατρικής της οποίας το κεφάλαιο κατέχει κατά 100 % ήταν, ως προς το ζήτημα αυτό, άνευ σημασίας. Η Versalis και η Eni υπενθυμίζουν ότι η κατοχή του συνόλου του κεφαλαίου της θυγατρικής από τη μητρική εταιρία ήταν τότε ανεπαρκής προς απόδειξη της ασκήσεως αποφασιστικής επιρροής από τη δεύτερη και ότι η Επιτροπή όφειλε να αποδείξει την ουσιαστική άσκηση, εκ μέρους της Eni, τέτοιας επιρροής επί της Anic και της EniChem. |
84 |
Η Versalis και η Eni υποστηρίζουν επίσης ότι η σημερινή Eni είναι εταιρία εντελώς διαφορετική από εκείνη της εποχής των αποφάσεων Πολυπροπυλένιο και PVC II, δηλαδή είναι δημόσιος οργανισμός ο οποίος ελέγχεται και διευθύνεται από την Ιταλική Κυβέρνηση κατά τρόπον ώστε να μπορεί το Ιταλικό Δημόσιο να διαχειρίζεται τις συμμετοχές του σε ορισμένους τομείς που θεωρούνται ως εθνικού συμφέροντος. |
85 |
Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος του πρώτου λόγου αναιρέσεως που προβάλλει η Επιτροπή, η Versalis και η Eni υποστηρίζουν ότι η Επιτροπή αντιλαμβάνεται εσφαλμένα τη σκέψη 274 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως. Κατ’ αυτές, το Γενικό Δικαστήριο αναφέρεται όχι σε κύρωση μεταφραζόμενη σε πρόστιμο, αλλά μάλλον στη μη ύπαρξη ευθύνης της Eni στο πλαίσιο των αποφάσεων Πολυπροπυλένιο και PVC II, στο μέτρο που δεν περιλαμβανόταν μεταξύ των επιχειρήσεων στις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
86 |
Ο πρώτος λόγος αναιρέσεως που προβάλλει η Επιτροπή έχει σχέση με την επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής η οποία ελήφθη υπόψη σε βάρος της Eni λόγω της καταδίκης της Anic και της EniChem, αντιστοίχως, με τις αποφάσεις Πολυπροπυλένιο και PVC II για τη συμμετοχή τους σε συμπράξεις. |
87 |
Όπως προκύπτει από το σημείο 28 των κατευθυντηρίων γραμμών του 2006 και τη νομολογία του Δικαστηρίου, η επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής χαρακτηρίζεται από την εκ μέρους επιχειρήσεως συνέχιση ή επανάληψη ίδιας ή παρεμφερούς παραβάσεως μετά τη διαπίστωση, από την Επιτροπή ή εθνική αρχή ανταγωνισμού, ότι η επιχείρηση αυτή έχει παραβεί τις διατάξεις του άρθρου 81 ΕΚ ή του άρθρου 82 ΕΚ (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση Groupe Danone κατά Επιτροπής, C‑3/06 P, EU:C:2007:88, σκέψεις 40 και 41). |
88 |
Επιβάλλεται, συναφώς, η υπόμνηση ότι το δίκαιο ανταγωνισμού της Ένωσης αφορά τις δραστηριότητες των επιχειρήσεων και ότι η έννοια της επιχειρήσεως καλύπτει κάθε οντότητα η οποία ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος που τη διέπει και του τρόπου χρηματοδοτήσεώς της (βλ. απόφαση Akzo Nobel κ.λπ. κατά Επιτροπής, EU:C:2009:536, σκέψη 54 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
89 |
Στην περίπτωση που μια τέτοια οικονομική οντότητα παραβιάζει τους κανόνες του ανταγωνισμού, φέρει, κατά την αρχή του προσωποπαγούς της ευθύνης, την ευθύνη για την παράβαση αυτή. Τούτου δοθέντος, η παράβαση του δικαίου ανταγωνισμού της Ένωσης πρέπει να καταλογίζεται κατά τρόπο μη επιδεχόμενο αμφισβήτηση σε ένα νομικό πρόσωπο στο οποίο πρόκειται ενδεχομένως να επιβληθούν πρόστιμα και η ανακοίνωση των αιτιάσεων πρέπει να απευθύνεται σ’ αυτό (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση Akzo Nobel κ.λπ. κατά Επιτροπής, EU:C:2009:536, σκέψεις 56 και 57 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
90 |
Όσον αφορά τη συμπεριφορά θυγατρικής, κατά την πάγια νομολογία που υπομνήσθηκε στη σκέψη 40 της παρούσας αποφάσεως, η συμπεριφορά αυτή μπορεί να καταλογισθεί, από πλευράς εφαρμογής του άρθρου 81 ΕΚ, στη μητρική εταιρία εφόσον η μητρική και η θυγατρική εταιρία αποτελούν ενιαία οικονομική οντότητα και συνιστούν ενιαία επιχείρηση υπό την έννοια του άρθρου αυτού. |
91 |
Συνεπώς, προς θεμελίωση της επιβαρυντικής περιστάσεως της υποτροπής ως προς τη μητρική εταιρία, δεν απαιτείται να έχει υπάρξει η εταιρία αυτή αντικείμενο προγενέστερων διώξεων που οδήγησαν σε ανακοίνωση των αιτιάσεων και στην έκδοση αποφάσεως της Επιτροπής. Προς τούτο, αυτό που έχει ιδίως σημασία είναι η προγενέστερη διαπίστωση μιας πρώτης παραβάσεως προκύπτουσας από τη συμπεριφορά θυγατρικής με την οποία αυτή η μητρική εταιρία που εμπλέκεται στη δεύτερη παράβαση αποτελούσε, ήδη κατά τον χρόνο της πρώτης παραβάσεως, ενιαία επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 81 ΕΚ. |
92 |
Ο σκοπός της καταστολής των αντιθέτων προς τους κανόνες του ανταγωνισμού συμπεριφορών και της προλήψεως της επαναλήψεώς τους μέσω αποτρεπτικών κυρώσεων (βλ. απόφαση ETI κ.λπ., EU:C:2007:775, σκέψη 41 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία) θα διακυβευόταν αν μια επιχείρηση στην οποία ανήκει θυγατρική εμπλακείσα σε μια πρώτη παράβαση ήταν σε θέση, τροποποιώντας τη νομική δομή της με τη δημιουργία νέων θυγατρικών που δεν έχουν μεν διωχθεί για την πρώτη παράβαση, εμπλέκονται όμως στη διάπραξη της νέας παραβάσεως, να καθιστά αδύνατη ή ιδιαιτέρως δυσχερή και, ως εκ τούτου, να αποφεύγει την επιβολή κυρώσεως λόγω υποτροπής. |
93 |
Ασφαλώς, όπως έκρινε το Γενικό Δικαστήριο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, τα δικαιώματα άμυνας του νομικού προσώπου στο οποίο προσάπτεται η υποτροπή πρέπει να γίνονται σεβαστά. Ο σεβασμός αυτός δεν απαιτεί, ωστόσο, όπως εσφαλμένως το Γενικό Δικαστήριο έκρινε στη σκέψη 274 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, να έχει παρασχεθεί σε αυτό το νομικό πρόσωπο η δυνατότητα, στο πλαίσιο των διώξεων που κινήθηκαν λόγω μιας πρώτης παραβάσεως, να αμφισβητήσει το ότι αποτελεί, μαζί με άλλες επίσης διωκόμενες οντότητες, ενιαία οικονομική ενότητα. Πρέπει απλώς να διασφαλίζεται ότι το εν λόγω νομικό πρόσωπο είναι σε θέση να αμυνθεί όταν του προσάπτεται η υποτροπή. |
94 |
Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι ο σεβασμός των δικαιωμάτων άμυνας σε κάθε διαδικασία ικανή να καταλήξει σε κυρώσεις, και μεταξύ άλλων σε πρόστιμα ή χρηματικές ποινές, αποτελεί θεμελιώδη αρχή του δικαίου της Ένωσης η οποία πρέπει να τηρείται ακόμη και αν πρόκειται για διαδικασία διοικητικού χαρακτήρα (αποφάσεις Hoffmann-La Roche κατά Επιτροπής, 85/76, EU:C:1979:36, σκέψη 9· ARBED κατά Επιτροπής, C‑176/99 P, EU:C:2003:524, σκέψη 19, καθώς και Papierfabrik August Koehler κ.λπ. κατά Επιτροπής, EU:C:2009:500, σκέψη 34). |
95 |
Στο πλαίσιο διαδικασίας λόγω παραβάσεως των κανόνων ανταγωνισμού, αυτή ακριβώς η ανακοίνωση των αιτιάσεων αποτελεί την ουσιαστική συναφή δικονομική εγγύηση (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, αποφάσεις Musique Diffusion française κ.λπ. κατά Επιτροπής, 100/80 έως 103/80, EU:C:1983:158, σκέψη 10, καθώς και Papierfabrik August Koehler κ.λπ. κατά Επιτροπής, EU:C:2009:500, σκέψη 35). |
96 |
Όταν η Επιτροπή προτίθεται να καταλογίσει παράβαση του δικαίου του ανταγωνισμού σε νομικό πρόσωπο και να επικαλεστεί έναντι αυτού υποτροπή, η ανακοίνωση των αιτιάσεων πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που επιτρέπουν στο νομικό αυτό πρόσωπο να αμυνθεί. Ειδικότερα, αν το νομικό αυτό πρόσωπο είναι μητρική εταιρία κατά της οποίας προβάλλεται η επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής λόγω της αντίθετης προς τους κανόνες του ανταγωνισμού συμπεριφοράς που διαπίστωσε η Επιτροπή ως προς μία από τις θυγατρικές της, αλλά για την οποία η μητρική αυτή εταιρία δεν υπήρξε, πριν από την ανακοίνωση αυτή, αποδέκτρια αποφάσεως περί διαπιστώσεως μιας πρώτης παραβάσεως, η ανακοίνωση των αιτιάσεων που της απευθύνεται πρέπει να περιλαμβάνει τα στοιχεία που δικαιολογούν τη συνδρομή των προϋποθέσεων της υποτροπής και, ιδίως, που αποδεικνύουν ότι το εν λόγω νομικό πρόσωπο αποτελούσε, κατά τον χρόνο της πρώτης παραβάσεως, ενιαία επιχείρηση με την εταιρία ως προς την οποία διαπιστώθηκε η πρώτη παράβαση. Συναφώς, στην Επιτροπή εναπόκειται να αποδείξει ότι το νομικό πρόσωπο που εμπλέκεται στη δεύτερη παράβαση ασκούσε ήδη, κατά τον χρόνο της πρώτης παραβάσεως, αποφασιστική επιρροή επί της θυγατρικής που εμπλεκόταν στην πρώτη παράβαση. |
97 |
Αντιθέτως προς τα υποστηριζόμενα από την Eni, ο χρόνος που μεσολάβησε μεταξύ της πρώτης παραβάσεως των κανόνων του ανταγωνισμού και της δεύτερης παραβάσεως δεν απαγορεύει, καταρχήν, την επίκληση της επιβαρυντικής περιστάσεως της υποτροπής έναντι νομικού προσώπου το οποίο δεν διώχθηκε για την πρώτη παράβαση. Πάντως, στην Επιτροπή εναπόκειται να λάβει υπόψη της, κατά την εκτίμηση της προδιαθέσεως της επιχειρήσεως να μην τηρεί τους κανόνες του ανταγωνισμού, τον χρόνο που μεσολάβησε μεταξύ των δύο παραβάσεων (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση Lafarge κατά Επιτροπής, C‑413/08 P, EU:C:2010:346, σκέψη 70). Επιπλέον, στον δικαστή της Ένωσης εναπόκειται, όταν αυτός ελέγχει κατά πόσον τηρήθηκε η αρχή του σεβασμού των δικαιωμάτων άμυνας, να λάβει υπόψη του όλες της περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως, ιδίως τις τυχόν δυσχέρειες αποδείξεως που οφείλονται στον χρόνο που μεσολάβησε από την πρώτη παράβαση ή την εξέλιξη της δομής της επιχειρήσεως ή ακόμα την εξέλιξη των νομικών κανόνων που ισχύουν στον τομέα του ανταγωνισμού. |
98 |
Εξάλλου, πρέπει να υπομνησθεί ότι στην Επιτροπή εναπόκειται να αποδείξει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της υποτροπής, τόσο με την ανακοίνωση των αιτιάσεων όσο και με την απόφασή της. Συνεπώς, όταν η Επιτροπή επιβάλλει πρόστιμο σε εταιρία για παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού της Ένωσης και εφαρμόζει, κατά τον υπολογισμό του προστίμου, συντελεστή προσαυξήσεως προκειμένου να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η ίδια εταιρία είχε κατά το παρελθόν εμπλακεί σε παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού, υποχρεούται να παράσχει, με την απόφαση περί επιβολής του εν λόγω προστίμου, στα δικαιοδοτικά όργανα της Ένωσης καθώς και στην εταιρία τη δυνατότητα να αντιληφθούν υπό ποια ιδιότητα και κατά πόσον η εν λόγω εταιρία εμπλεκόταν στην παλαιότερη παράβαση. Ιδίως, η Επιτροπή, εφόσον εκτιμά ότι η εν λόγω εταιρία αποτελούσε μέρος της επιχειρήσεως προς την οποία απευθύνεται η απόφαση περί διαπιστώσεως της παλαιότερης παραβάσεως, οφείλει να αιτιολογήσει επαρκώς κατά νόμο την εν λόγω εκτίμηση (αποφάσεις Eni κατά Επιτροπής, EU:C:2013:289, σκέψη 129, και Versalis κατά Επιτροπής, EU:C:2013:386, σκέψη 142). |
99 |
Όσον αφορά την επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής που προβάλλεται ως προς την Eni, χωρίς καν να απαιτείται να εξεταστεί η ανακοίνωση των αιτιάσεων, αρκεί η διαπίστωση ότι μόνον η αιτιολογική σκέψη 540 της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής περιλαμβάνει μνεία περί του ότι η EniChem υπήρξε ήδη αποδέκτρια προγενεστέρων αποφάσεων που αφορούσαν συμπαιγνιακές δραστηριότητες, παραπέμποντας σε υποσημείωση στην οποία παρατίθενται η απόφαση Πολυπροπυλένιο, «με την οποία [η Επιτροπή] διαπίστωσε ότι η [Anic], θυγατρική του ομίλου ΕΝΙ, μετέσχε στη σύμπραξη», καθώς και η απόφαση PVC II, «με την οποία [η Επιτροπή] διαπίστωσε ότι η [EniChem] μετέσχε στη σύμπραξη». Η εν λόγω αιτιολογική σκέψη περιέχει, εξάλλου, τη μνεία περί του ότι η Eni είναι υπότροπος, χωρίς περαιτέρω εξήγηση. |
100 |
Πάντως, δεδομένου ότι η απόφαση Πολυπροπυλένιο απευθυνόταν, μεταξύ άλλων, στην Anic και η απόφαση PVC II, μεταξύ άλλων, στην Enichem, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι από τις ενδείξεις που παρέχονται στην επίμαχη απόφαση της Επιτροπής και υπομνήσθηκαν στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας αποφάσεως ουδόλως μπορεί να συναχθεί υπό ποια ιδιότητα και κατά πόσον η Eni, μολονότι δεν περιλαμβάνεται στους αποδέκτες της αποφάσεως Πολυπροπυλένιο ούτε στους αποδέκτες της αποφάσεως PVC II, εντούτοις εμπλεκόταν στις παραβάσεις που διαπιστώθηκαν με τις αποφάσεις αυτές. |
101 |
Εφόσον η επίμαχη απόφαση της Επιτροπής δεν περιέχει καταφανώς καμία αιτιολογία που να παρέχει στη μεν Eni τη δυνατότητα να αμυνθεί, στον δε δικαστή της Ένωσης να ασκήσει τον έλεγχό του, η επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής ως προς την Eni δεν πρέπει να γίνει δεκτή. |
102 |
Από το σύνολο των σκέψεων αυτών προκύπτει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο απαριθμώντας, στη σκέψη 274 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, τις προϋποθέσεις της υποτροπής. Ωστόσο, εφόσον η κρίση του Γενικού Δικαστηρίου, στη σκέψη 275 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, μη δεχόμενη, ως προς την Eni, την επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής, στηρίζεται σε άλλους νομικούς λόγους, η πλάνη αυτή δεν είναι ικανή να επιφέρει την ακύρωση της αποφάσεως της Επιτροπής ούτε των συνεπειών που άντλησε το Γενικό Δικαστήριο όσον αφορά το ύψος του προστίμου, αλλά επιβάλλεται αντικατάσταση του σκεπτικού (βλ., υπό το πνεύμα αυτό, απόφαση FIAMM κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, C‑120/06 P και C‑121/06 P, EU:C:2008:476, σκέψη 187 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). |
103 |
Συνεπώς, ο πρώτος λόγος αναιρέσεως στην υπόθεση C‑93/13 P πρέπει να απορριφθεί. |
Επί του πέμπτου λόγου αναιρέσεως στην υπόθεση C‑123/13 P
Επιχειρήματα των διαδίκων
104 |
Με τον πέμπτο λόγο αναιρέσεως, η Versalis και η Eni υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο παρέβη τους περί υποτροπής κανόνες του δικαίου της Ένωσης κρίνοντας, με τις σκέψεις 278 έως 280 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι η επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής είχε εφαρμογή στη Versalis και εδικαιολογείτο από το ότι η Polimeri Europa διαδέχθηκε οικονομικώς την EniChem, μετονομασθείσα σε [εμπιστευτικό], η οποία είχε μετάσχει στην παράβαση την οποία αφορά η απόφαση PVC II. Υποστηρίζουν, επιπλέον, ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, στη σκέψη 276 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, δεχόμενο την αλληλέγγυα ευθύνη της Eni για την καταβολή του προστίμου, συμπεριλαμβανομένου του μέρους εκείνου του εν λόγω προστίμου που συνδέεται με την επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής. |
105 |
Πρώτον, οι αναιρεσείουσες επικαλούνται ανεπαρκή αιτιολογία όσον αφορά τους δεσμούς μεταξύ των επιχειρήσεων που ευθύνονται για τις διάφορες παραβάσεις. Δεύτερον, αμφισβητούν τη χρησιμοποίηση του κριτηρίου της οικονομικής διαδοχής. Τρίτον, υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο υπερέβη τα όρια της αρμοδιότητάς του επιβεβαιώνοντας τη δυνατότητα εφαρμογής της επιβαρυντικής περιστάσεως της υποτροπής με αιτιολογία διαφορετική από εκείνη της Επιτροπής. Τέταρτον, επικαλούμενες την κατάσταση της Bayer, που μνημονεύεται στη σκέψη 367 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο παραβίασε την αρχή της ίσης μεταχειρίσεως καθορίζοντας το ποσοστό μειώσεως της προσαυξήσεως του προστίμου λόγω της επιβαρυντικής περιστάσεως της υποτροπής μόνον σε 10 %. Πέμπτον, η Versalis και η Eni εκτιμούν ότι, όσον αφορά τον αλληλέγγυο χαρακτήρα της υποχρεώσεως της Eni προς καταβολή αυτής της προσαυξήσεως, το Γενικό Δικαστήριο παρέβη την υποχρέωση αιτιολογήσεως και απέστη από την απορρέουσα από την απόφαση Arkema κατά Επιτροπής (C‑520/09 P, EU:C:2011:619) νομολογία του Δικαστηρίου, όπου αναγνωρίστηκε ότι μια μητρική εταιρία η οποία αποτελεί ενιαία επιχείρηση με θυγατρική ευθυνόμενη για παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού δεν ευθύνεται αλληλεγγύως για το τμήμα του προστίμου που αντιστοιχεί στην υποτροπή της θυγατρικής, εφόσον η μητρική αυτή εταιρία δεν αποτελούσε οικονομική ενότητα με την εν λόγω θυγατρική κατά τον χρόνο της διαπράξεως της πρώτης παραβάσεως. |
106 |
Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι οι αιτιάσεις αυτές είναι αβάσιμες. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
107 |
Ο παρών λόγος αναιρέσεως έχει σχέση με την επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής που ελήφθη υπόψη ως προς τη Versalis λόγω της καταδίκης της EniChem με την απόφαση PVC II της Επιτροπής. Το Γενικό Δικαστήριο, στο πλαίσιο της εξετάσεως του τρίτου λόγου ακυρώσεως που προέβαλαν οι προσφεύγουσες πρωτοδίκως, στον οποίο παραπέμπει το Γενικό Δικαστήριο με τη σκέψη 278 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, περιέγραψε εκτενώς τους δεσμούς μεταξύ των διαφόρων νομικών προσώπων στα οποία καταλογίζονται οι παραβάσεις. Εξάλλου, από την εξέταση του δευτέρου λόγου αναιρέσεως της Versalis και της Eni στην υπόθεση C‑123/13 P προκύπτει ότι ορθώς κρίθηκε ότι υπήρχε επιχειρησιακή συνέχεια μεταξύ της EniChem, μετονομασθείσας σε [εμπιστευτικό], και της Polimeri Europa, μετονομασθείσας σε Versalis. Εξάλλου, το Γενικό Δικαστήριο δεν υπερέβη τις εξουσίες του, αλλά στηρίχθηκε στα στοιχεία της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής προκειμένου να κρίνει ότι πληρούνταν οι προϋποθέσεις της υποτροπής. Συνεπώς, οι τρεις πρώτες αιτιάσεις είναι αβάσιμες. |
108 |
Εφόσον η υποτροπή ως προς τη Versalis, πρώην Polimeri Europa, έγινε για μία μόνον παράβαση προγενέστερη της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής, ορθώς το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, στη σκέψη 367 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι η κατάσταση της Versalis και της Eni ήταν συγκρίσιμη με εκείνη της Bayer, σε βάρος της οποίας είχε ληφθεί υπόψη υποτροπή για μία μόνον παράβαση. Συνεπώς, η τέταρτη αιτίαση είναι αβάσιμη. |
109 |
Εξάλλου, η πέμπτη αιτίαση, με την οποία αμφισβητείται η εφαρμογή στην Eni του τεκμηρίου ασκήσεως επιρροής από τη μητρική εταιρία επί των θυγατρικών της που εμπλέκονται στην παράβαση, σχετίζεται με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως της Versalis και της Eni. Όμως, από τις σκέψεις 40 έως 45 της παρούσας αποφάσεως προκύπτει ότι ο λόγος αυτός απορρίφθηκε. Όσον αφορά την απόφαση Arkema κατά Επιτροπής (EU:C:2011:619), αρκεί η διαπίστωση ότι το επιχείρημα της Versalis και της Eni στηρίζεται σε εσφαλμένη κατανόηση της αποφάσεως αυτής, με την οποία το Δικαστήριο περιορίστηκε να ελέγξει τον υπολογισμό του προστίμου βάσει των επιλογών της Επιτροπής χωρίς να λάβει θέση επί των προϋποθέσεων της υποτροπής. |
110 |
Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι ο πέμπτος λόγος αναιρέσεως που προβάλλουν η Versalis και η Eni πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. |
Επί του δευτέρου λόγου αναιρέσεως στην υπόθεση C‑93/13 P
Επιχειρήματα των διαδίκων
111 |
Στο πλαίσιο του δευτέρου λόγου αναιρέσεως, που αφορά τις σκέψεις 316 επ. της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η Επιτροπή αμφισβητεί τη σύγκριση του συντελεστή προσαυξήσεως προς εξασφάλιση επαρκώς αποτρεπτικού αποτελέσματος, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό του προστίμου που επιβλήθηκε στη Versalis και την Eni και εκείνου που εφαρμόστηκε με την επίμαχη απόφαση της Επιτροπής για την Dow καθώς και τη μείωση, λόγω παραβιάσεως της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, του συντελεστή προσαυξήσεως που εφαρμόστηκε στη Versalis και την Eni. |
112 |
Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπερέβη τα όρια της αρμοδιότητάς του και παραβίασε την αρχή της διαθέσεως, το άρθρο 21 του πρωτοκόλλου περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς και τα άρθρα 44, παράγραφος 1, και 48, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, εξετάζοντας ένα νομικό ζήτημα σχετικό με υποτιθέμενη παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως όσον αφορά τον συντελεστή προσαυξήσεως που χρησιμοποιήθηκε για αποτρεπτικούς σκοπούς κατά τον υπολογισμό του προστίμου, το οποίο δεν είχαν θίξει η Versalis και η Eni με το εισαγωγικό δικόγραφο της πρωτοβάθμιας δίκης. |
113 |
Η Επιτροπή παρατηρεί ότι, με το δικόγραφο αυτό, η Versalis και η Eni είχαν ζητήσει από το Γενικό Δικαστήριο να αναγνωρίσει τον παράνομο χαρακτήρα της εφαρμογής αυτού του συντελεστή προσαυξήσεως λόγω του ότι, ως εκ του μεγέθους του εν λόγω συντελεστή, η εφαρμογή αυτή παραβίαζε την αρχή της αναλογικότητας. Επικουρικώς, η Versalis και η Eni είχαν ζητήσει τη μείωση του εν λόγω συντελεστή. Μόνον κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση που διεξήχθη ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου αναφέρθηκαν οι προσφεύγουσες στην παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως. Το Γενικό Δικαστήριο παρέβη τις προμνησθείσες διατάξεις και, ειδικότερα, την αρχή της διαθέσεως εξετάζοντας αυτόν τον λόγο αυτεπαγγέλτως. |
114 |
Η Versalis και η Eni αμφισβητούν τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως που προβάλλει η Επιτροπή. Υποστηρίζουν ότι επικαλέστηκαν τη διαφορά μεταξύ των συντελεστών προσαυξήσεως που εφαρμόστηκαν για αποτρεπτικούς σκοπούς προς υπολογισμό των προστίμων που επιβλήθηκαν στις διάφορες εμπλεκόμενες επιχειρήσεις προς στήριξη του λόγου ακυρώσεως που αντλείτο από την παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας. Κατ’ αυτές, η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως συνδέεται με την αρχή της αναλογικότητας. Συνεπώς, το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε αυτεπαγγέλτως υπόψη του ένα νέο λόγω ακυρώσεως. Εξάλλου, η Επιτροπή δεν διαμαρτυρήθηκε, κατά την εν λόγω επ’ ακροατηρίου συζήτηση, για επίκληση νέου λόγου ακυρώσεως εκ μέρους της Versalis και της Eni. |
115 |
Η Versalis και η Eni υπενθυμίζουν επίσης τη νομολογία του Δικαστηρίου όσον αφορά την αρμοδιότητα πλήρους δικαιοδοσίας του Γενικού Δικαστηρίου. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
116 |
Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 101 των προτάσεών του, η Versalis και η Eni προσήψαν στην Επιτροπή επανειλημμένως, ιδίως δε με το δικόγραφο της προσφυγής τους, την εφαρμογή συντελεστή προσαυξήσεως για αποτρεπτικούς σκοπούς υψηλότερο από αυτόν που εφαρμόστηκε σε άλλες επιχειρήσεις. Με την αιτίαση αυτή, η η Versalis και η Eni προβάλλουν, κατ’ ουσίαν, λόγο αντλούμενο από την παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, ο οποίος, συνεπώς, συζητήθηκε μεταξύ των διαδίκων. Επομένως, το Γενικό Δικαστήριο δεν αποφάνθηκε αυτεπαγγέλτως επί του λόγου αυτού. |
117 |
Συνεπώς, ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως τον οποίο προβάλλει η Επιτροπή είναι απορριπτέος. |
Επί του τρίτου λόγου αναιρέσεως στην υπόθεση C‑93/13 P
Επιχειρήματα των διαδίκων
118 |
Στο πλαίσιο του τρίτου λόγου αναιρέσεως, που αφορά τις σκέψεις 323 έως 325 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κατά την ερμηνεία και την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως όσον αφορά τον συντελεστή προσαυξήσεως του προστίμου, που χρησιμοποιήθηκε για αποτρεπτικούς σκοπούς. Κατά την Επιτροπή η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πάσχει επίσης από ελλιπή αιτιολογία. Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο αγνόησε τη διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής κατά τον καθορισμό του ύψους των προστίμων λαμβανομένων υπόψη των συγκεκριμένων περιστάσεων και την υποχρεώνει να προβεί σε καθαρώς μαθηματικό υπολογισμό προς καθορισμό του συντελεστή προσαυξήσεως που πρέπει να εφαρμοστεί στα πρόστιμα της Versalis και της Eni. Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη απαιτώντας να είναι η προσαύξηση του προστίμου για αποτρεπτικούς σκοπούς ανάλογη των αντιστοίχων κύκλων εργασιών των εμπλεκομένων επιχειρήσεων και όχι να είναι οι συντελεστές προσαυξήσεως ή τα πρόστιμα που προκύπτουν από την εφαρμογή των συντελεστών προσαυξήσεως ανάλογα προς τον συνολικό κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων αυτών. |
119 |
Η Versalis και η Eni υποστηρίζουν ότι, υπό την κάλυψη του τρίτου λόγου αναιρέσεως, η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο νέα εκτίμηση του συντελεστή προσαυξήσεως που εφαρμόστηκε για αποτρεπτικούς λόγους. Συνεπώς, ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος. Κατά τις Versalis και Eni, αυτός ο λόγος αναιρέσεως είναι, εν πάση περιπτώσει, αβάσιμος. Συγκεκριμένα, το Γενικό Δικαστήριο ενήργησε εντός του πλαισίου της πλήρους δικαιοδοσίας που διαθέτει και η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι η μέθοδος που προκρίνει το Γενικό Δικαστήριο είναι λιγότερο αποτρεπτική από εκείνη που προτείνει η Επιτροπή και η οποία θα μπορούσε να έχει δυσανάλογα αποτελέσματα. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
120 |
Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 105 των προτάσεών του, ο τρίτος λόγος αναιρέσεως της Επιτροπής αφορά όχι την ανάγκη τηρήσεως της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως μεταξύ των διαφόρων συμμετεχόντων στην ίδια σύμπραξη, αλλά τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προς εξακρίβωση της αναλογικότητας των επιβαλλομένων προστίμων. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο στηρίχθηκε στα στοιχεία που περιέχονται στην επίμαχη απόφαση της Επιτροπής, αιτιολόγησε την απόφασή του με ακρίβεια και δεν υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας, στη σκέψη 325 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, ότι η επιλογή του συντελεστή προσαυξήσεως 1,4 δεν ήταν η προσήκουσα λαμβανομένης υπόψη της διαφοράς του κύκλου εργασιών μεταξύ της Eni και της Dow. |
121 |
Συνεπώς, αυτός ο λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. |
Επί του έκτου λόγου αναιρέσεως στην υπόθεση C‑123/13 P
Επιχειρήματα των διαδίκων
122 |
Στο πλαίσιο του έκτου λόγου αναιρέσεως, η Versalis και η Eni υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε κατά τρόπο προδήλως εσφαλμένο το άρθρο 23, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003, καθορίζοντας το μέγιστο ποσό του προστίμου με άλλον τρόπο και όχι αποκλειστικά βάσει του κύκλου εργασιών της [εμπιστευτικό], πρώην EniChem. |
123 |
Η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτός ο λόγος αναιρέσεως συγχέεται με τον πρώτο και τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως που προβάλλουν η Versalis και η Eni. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
124 |
Αυτός ο λόγος αναιρέσεως στηρίζεται στην υπόθεση της αποδοχής του πρώτου και του δευτέρου λόγου αναιρέσεως. Εφόσον οι δύο αυτοί λόγοι αναιρέσεως απορρίφθηκαν, παρέλκει η απάντηση στον έκτο λόγο αναιρέσεως της Versalis και της Eni. |
Επί του έβδομου λόγου αναιρέσεως στην υπόθεση C‑123/13 P
Επιχειρήματα των διαδίκων
125 |
Στο πλαίσιο του έβδομου λόγου αναιρέσεως, η Versalis και η Eni αμφισβητούν την εκ μέρους του Γενικού Δικαστηρίου απόρριψη του δέκατου λόγου της προσφυγής τους, αντλούμενου από το ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της τη συνεργασία της [εμπιστευτικό] και της Versalis που αναπτύχθηκε εκτός του πεδίου εφαρμογής της ανακοινώσεως του 2002 περί συνεργασίας, καθώς και του ενδέκατου λόγου της προσφυγής αυτής, αντλούμενου από τη μη μείωση του ποσού του προστίμου δυνάμει της ανακοινώσεως του 2002 περί συνεργασίας. Υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν άσκησε τον δικαστικό έλεγχο τον οποίο όφειλε να ασκήσει και ότι, εν πάση περιπτώσει, υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως και παρέβη την υποχρέωση αιτιολογήσεως, εκτιμώντας ότι η Επιτροπή δεν είχε παραβιάσει τις αρχές της επιείκειας, της ίσης μεταχειρίσεως και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης κατά την αξιολόγηση αυτής της συνεργασίας. |
126 |
Η Versalis και η Eni προσάπτουν στο Γενικό Δικαστήριο ότι υιοθέτησε, στη σκέψη 355 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, αναφερόμενο στο περιθώριο εκτιμήσεως που αναγνωρίζεται στην Επιτροπή όσον αφορά τη μέθοδο υπολογισμού των προστίμων, την εκ μέρους της Επιτροπής εκτίμηση των στοιχείων που η Versalis και η Eni είχαν προσκομίσει στο πλαίσιο της εν λόγω συνεργασίας. Το Γενικό Δικαστήριο όφειλε να ασκήσει τον έλεγχό του με γνώμονα τον τρόπο με τον οποίο η Επιτροπή εφάρμοσε την ανακοίνωση του 2002 περί συνεργασίας σε άλλες υποθέσεις. Εξάλλου, το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του την καθυστέρηση με την οποία οι Versalis και Eni έλαβαν γνώση της έρευνας, δεδομένου ότι αυτό είχε επίπτωση στην προστιθέμενη αξία των πληροφοριών τις οποίες η Versalis και η Eni μπορούσαν να ανακοινώσουν. Η Versalis και η Eni προσάπτουν επίσης στην Επιτροπή ότι δεν πραγματοποίησε έλεγχο ενωρίτερα. |
127 |
Κατά τις αναιρεσείουσες, το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε επίσης σε πλάνη περί το δίκαιο μη διαπιστώνοντας ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, ενώ οι πληροφορίες τις οποίες παρέσχαν η Versalis και η Eni ενείχαν σημαντική προστιθέμενη αξία σε σύγκριση προς τις πληροφορίες που παρασχέθηκαν στο πλαίσιο άλλων υποθέσεων επί των οποίων εκδόθηκαν άλλες αποφάσεις της Επιτροπής και ότι η Versalis και η Eni θεμιτώς μπορούσαν να θεωρήσουν ότι η απόλυτη, ειλικρινής και συνεχής συνεργασία τους θα ανταμειβόταν δεόντως. Οι αναιρεσείουσες προσβάλλουν τη σκέψη 358 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως ως στερούμενη ερείσματος. |
128 |
Ομοίως, η Versalis και η Eni υποστηρίζουν ότι υπέστησαν δυσμενή μεταχείριση σε σχέση προς τις άλλες επιχειρήσεις που ζήτησαν να τύχουν μειώσεως του προστίμου τους και των οποίων οι δηλώσεις ήταν αντιφατικές, ασαφείς και μη αξιόπιστες. |
129 |
Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ο έβδομος λόγος αναιρέσεως που προβάλλουν η Versalis και η Eni είναι απαράδεκτος καθόσον αποτελεί απλώς επανάληψη των επιχειρημάτων που προβλήθηκαν ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου και αποσκοπεί σε νέα πραγματική εκτίμηση των πληροφοριών που παρασχέθηκαν στην Επιτροπή από την [εμπιστευτικό], πρώην EniChem. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
130 |
Με τον έβδομο λόγο αναιρέσεως, η Versalis και η Eni αμφισβητούν κατ’ ουσίαν την απάντηση που έδωσε το Γενικό Δικαστήριο στον ενδέκατο λόγο της προσφυγής τους. Το Γενικό Δικαστήριο, αφού υπενθύμισε, στη σκέψη 354 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, την έννοια της «προστιθέμενης αξίας» όπως αυτή περιέχεται στην ανακοίνωση του 2002 περί συνεργασίας, εξέτασε τις αποδείξεις που προσκόμισαν η Versalis και η Eni προκειμένου να εξακριβώσει κατά πόσον ενείχαν σημαντική προστιθέμενη αξία σε σχέση προς τα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία η Επιτροπή είχε ήδη στη διάθεσή της. |
131 |
Με τις σκέψεις 357 έως 363 της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως, το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε ακριβή και αιτιολογημένη ανάλυση των αποδεικτικών στοιχείων, την οποία το Δικαστήριο δεν μπορεί να ελέγχει στο πλαίσιο αιτήσεως αναιρέσεως. Βάσει αυτής της εκτιμήσεως, το Γενικό Δικαστήριο, χωρίς να υποπέσει σε πλάνη περί το δίκαιο, απέρριψε τα διάφορα επιχειρήματα της Versalis και της Eni. |
132 |
Συνεπώς, ο έβδομος λόγος αναιρέσεως που προβάλλουν η Versalis και η Eni είναι απορριπτέος. |
Επί του όγδοου λόγου αναιρέσεως στην υπόθεση C‑123/13 P
Επιχειρήματα των διαδίκων
133 |
Στο πλαίσιο του όγδοου λόγου αναιρέσεως, η Versalis και η Eni υποστηρίζουν ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν άσκησε πλήρη δικαστικό έλεγχο επί του ποσού του τελικού προστίμου, το οποίο είναι άδικο, ακατάλληλο και δυσανάλογο. Θεωρούν ότι το Γενικό Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει τα επιχειρήματά τους σε βάθος και περιορίστηκε σε απλό έλεγχο της νομιμότητας της επίμαχης αποφάσεως της Επιτροπής. |
134 |
Η Επιτροπή θεωρεί ότι το Γενικό Δικαστήριο προέβη σε εμπεριστατωμένη εξέταση των επιχειρημάτων της Versalis και της Eni. Κατ’ αυτήν, οι αναιρεσείουσες επιδιώκουν την εκ μέρους του Δικαστηρίου επανεξέταση του ποσού του προστίμου. |
Εκτίμηση του Δικαστηρίου
135 |
Διαπιστώνεται ότι αυτός ο λόγος αναιρέσεως βάλλει κατά της αποφάσεως στο σύνολό της και δεν προσδιορίζει τα σημεία του σκεπτικού της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως που αμφισβητούνται. Ως εκ τούτου, είναι υπερβολικά ασαφής και ακαθόριστος ώστε να μπορέσει το Δικαστήριο να απαντήσει. |
136 |
Εξάλλου, δεν εναπόκειται στο Δικαστήριο, όταν αποφαίνεται επί νομικών ζητημάτων στο πλαίσιο της αναιρετικής διαδικασίας, να υποκαθιστά, για λόγους επιείκειας, με την κρίση του την κρίση του Γενικού Δικαστηρίου, αποφαινόμενο κατά πλήρη δικαιοδοσία επί του ύψους των προστίμων που επιβάλλονται σε επιχειρήσεις λόγω παραβάσεως, εκ μέρους τους, του δικαίου της Ένωσης (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση E.ON Energie κατά Επιτροπής, C‑89/11 P, EU:C:2012:738, σκέψη 125). |
137 |
Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι ο όγδοος λόγος αναιρέσεως που προβάλλουν η Versalis και η Eni πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος. |
138 |
Δεδομένου ότι όλοι οι λόγοι αναιρέσεως απορρίφθηκαν, τόσο στην υπόθεση C‑93/13 P όσο και στην υπόθεση C‑123/13 P, οι δύο αιτήσεις αναιρέσεως πρέπει να απορριφθούν. |
Επί των δικαστικών εξόδων
139 |
Δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, όταν η αίτηση αναιρέσεως είναι αβάσιμη, το Δικαστήριο αποφαίνεται επί των δικαστικών εξόδων. Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού αυτού, το οποίο έχει εφαρμογή στην αναιρετική διαδικασία δυνάμει του άρθρου 184, παράγραφος 1, του εν λόγω Κανονισμού, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. |
140 |
Όσον αφορά την αίτηση αναιρέσεως στην υπόθεση C‑93/13 P, δεδομένου ότι η Versalis και η Eni ζήτησαν να καταδικαστεί η Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα και αυτή ηττήθηκε, η Επιτροπή πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα. |
141 |
Όσον αφορά την αίτηση αναιρέσεως στην υπόθεση C‑123/13 P, δεδομένου ότι η Επιτροπή ζήτησε να καταδικαστούν η Versalis και η Eni στα δικαστικά έξοδα και αυτές ηττήθηκαν, η Versalis και η Eni πρέπει να καταδικαστούν στα δικαστικά έξοδα. |
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφασίζει: |
|
|
|
(υπογραφές) |
( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική.