Το έγγραφο αυτό έχει ληφθεί από τον ιστότοπο EUR-Lex
Έγγραφο 61996CJ0127
Judgment of the Court (Fifth Chamber) of 10 December 1998. # Francisco Hernández Vidal SA v Prudencia Gómez Pérez, María Gómez Pérez and Contratas y Limpiezas SL (C-127/96), Friedrich Santner v Hoechst AG (C-229/96), and Mercedes Gómez Montaña v Claro Sol SA and Red Nacional de Ferrocarriles Españoles (Renfe) (C-74/97). # References for a preliminary ruling: Tribunal Superior de Justicia de Murcia - Spain, Arbeitsgericht Frankfurt am Main - Germany and Juzgado de la Social nº 1 de Pontevedra - Spain. # Safeguarding of employees' rights in the event of transfers of undertakings. # Joined cases C-127/96, C-229/96 and C-74/97.
Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 10ης Δεκεμßρίου 1998.
Francisco Hernández Vidal SA κατά Prudencia Gómez Pérez, María Gómez Pérez και Contratas y Limpiezas SL (C-127/96), Friedrich Santner κατά Hoechst AG (C-229/96), και Mercedes Gómez Montaña κατά Claro Sol SA και Red Nacional de Ferrocarriles Españoles (Renfe) (C-74/97).
Αιτήσεις για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Tribunal Superior de Justicia de Murcia - Ισπανία, Arbeitsgericht Frankfurt am Main - Γερμανία και Juzgado de la Social nº 1 de Pontevedra - Ισπανία.
Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταßιßάσεως επιχειρήσεων.
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-127/96, C-229/96 και C-74/97.
Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 10ης Δεκεμßρίου 1998.
Francisco Hernández Vidal SA κατά Prudencia Gómez Pérez, María Gómez Pérez και Contratas y Limpiezas SL (C-127/96), Friedrich Santner κατά Hoechst AG (C-229/96), και Mercedes Gómez Montaña κατά Claro Sol SA και Red Nacional de Ferrocarriles Españoles (Renfe) (C-74/97).
Αιτήσεις για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Tribunal Superior de Justicia de Murcia - Ισπανία, Arbeitsgericht Frankfurt am Main - Γερμανία και Juzgado de la Social nº 1 de Pontevedra - Ισπανία.
Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταßιßάσεως επιχειρήσεων.
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-127/96, C-229/96 και C-74/97.
Συλλογή της Νομολογίας 1998 I-08179
Αναγνωριστικό ECLI: ECLI:EU:C:1998:594
Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 10ης Δεκεμßρίου 1998. - Francisco Hernández Vidal SA κατά Prudencia Gómez Pérez, María Gómez Pérez και Contratas y Limpiezas SL (C-127/96), Friedrich Santner κατά Hoechst AG (C-229/96), και Mercedes Gómez Montaña κατά Claro Sol SA και Red Nacional de Ferrocarriles Españoles (Renfe) (C-74/97). - Αιτήσεις για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Tribunal Superior de Justicia de Murcia - Ισπανία, Arbeitsgericht Frankfurt am Main - Γερμανία και Juzgado de la Social nº 1 de Pontevedra - Ισπανία. - Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταßιßάσεως επιχειρήσεων. - Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-127/96, C-229/96 και C-74/97.
Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1998 σελίδα I-08179
Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό
Κοινωνική πολιτική - Προσέγγιση των νομοθεσιών - Μεταβίβαση επιχειρήσεων - Διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων - Οδηγία 77/187 - Πεδίο εφαρμογής - Επιχείρηση καταγγέλλουσα τη σύμβαση καθαρισμού με άλλη επιχείρηση προκειμένου να αναλάβει η ίδια τη δραστηριότητα καθαρισμού των εγκαταστάσεών της - Περιλαμβάνεται - Προϋποθέσεις
(Οδηγία 77/187 του Συμβουλίου, άρθρο 1 § 1)
Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων, έχει την έννοια ότι η οδηγία έχει εφαρμογή στην περίπτωση κατά την οποία μια επιχείρηση, η οποία ανέθετε τον καθαρισμό των εγκαταστάσεών της σε άλλη επιχείρηση, αποφασίζει να μην ανανεώσει τη σύμβαση που τη συνέδεε με την πρώτη και να αναλάβει εφεξής η ίδια τις σχετικές εργασίες, εφόσον η πράξη συνοδεύεται από μεταβίβαση μιας οικονομικής μονάδας μεταξύ των δύο επιχειρήσεων. Η έννοια της οικονομικής μονάδας αναφέρεται σε οργανωμένο σύνολο προσώπων και στοιχείων που καθιστά δυνατή την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας και επιδιώκει ίδιο σκοπό. Το γεγονός και μόνον ότι οι εργασίες συντηρήσεως που εκτελούσαν η επιχείρηση καθαρισμού και εν συνεχεία η ίδια η ιδιοκτήτρια επιχείρηση των εγκαταστάσεων είναι ομοειδείς δεν επιτρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχει μεταβίβαση οικονομικής μονάδας από την πρώτη στη δεύτερη επιχείρηση.
Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-127/96, C-229/96 και C-74/97,
που έχουν ως αντικείμενο αιτήσεις του Tribunal Superior de Justicia de Murcia (Ισπανία) (C-127/96), του Arbeitsgericht Frankfurt am Main (Γερμανία) (C-229/96) και του Juzgado de lo Social n_ 1 de Pontevedra (Ισπανία) (C-74/97) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, με τις οποίες ζητείται, στο πλαίσιο των διαφορών που εκκρεμούν ενώπιον των αιτούντων δικαστηρίων μεταξύ
Francisco Hernαndez Vidal SA
και
Prudencia Gσmez Pιrez,
Marνa Gσmez Pιrez,
Contratas y Limpiezas SL (C-127/96),
και μεταξύ
Friedrich Santner
και
Hoechst AG (C-229/96),
και μεταξύ
Mercedes Gσmez Montaρa
και
Claro Sol SA, Red Nacional de Ferrocarriles Espaρoles (Renfe) (C-74/97),
"η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία της οδηγίας 77/187/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Φεβρουαρίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/002, σ. 171),
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(πέμπτο τμήμα),
συγκείμενο από τους J.-P. Puissochet (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, P. Jann, J. C. Moitinho de Almeida, C. Gulmann και D. A. O. Edward, δικαστές,
γενικός εισαγγελέας: Γ. Κοσμάς
γραμματέας: H. von Holstein, βοηθός γραμματέας,
λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:
- η εταιρία Francisco Hernαndez Vidal SA, εκπροσωπούμενη από τον Αngel Hernαndez Martνn, δικηγόρο Murcia,
- ο Santner, εκπροσωπούμενος από τον Stephan Baier, δικηγόρο Φρανκφούρτης επί του Μάιν,
- η εταιρία Hoechst AG, εκπροσωπούμενη από τον Mathias Becker, Assessor στο Arbeitsgeberverband Chemie und verwandte Industrien fόr das Land Hessen e. V.,
- η εταιρία Claro Sol SA, εκπροσωπούμενη από τον Josι Antonio Otero Martνn, δικηγόρο Μαδρίτης,
- η Red Nacional de Ferrocarriles Espaρoles (Renfe), εκπροσωπούμενη από τον Luis Fernando Dνaz-Guerra Alvarez, δικηγόρο Μαδρίτης,
- η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τη Rosario Silva de Lapuerta, abogado del Estado (C-74/97),
- η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τη Sabine Maass, Regierungsrδtin zur Anstellung στο ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας (C-127/96 και C-229/96), και τον Ernst Rφder, Ministerialrat στο ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας (C-229/96 και C-74/97),
- η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Jann Devadder, διευθυντή στη νομική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών, Εξωτερικού Εμπορίου και Συνεργασίας για την Ανάπτυξη (C-127/96),
- η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Jean-Franηois Dobelle, αναπληρωτή διευθυντή στη διεύθυνση νομικών υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, και την Anne de Bourgoing, chargι de mission στην ίδια διεύθυνση (C-127/96),
- η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από τους John E. Collins, του Treasury Solicitor's Department, και Clive Lewis, barrister (C-127/96), και τις Lindsey Nicoll, του Treasury Solicitor's Department, και Sarah Moore, barrister (C-74/97),
- η Επιτροπή των Ευρωπαϋκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τις Μαρία Πατακιά, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας (C-127/96, C-229/96 και C-74/97), Isabel Martνnez Del Peral, μέλος της Νομικής Υπηρεσίας (C-127/96 και C-74/97), και τον Peter Hillenkamp, νομικό σύμβουλο (C-229/96),
έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,
αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις της εταιρίας Francisco Hernαndez Vidal SA, εκπροσωπούμενης από τον Αngel Hernαndez Martνn, της Prudencia και της Maria Gσmez Pιrez, εκπροσωπούμενων από τον Joaquνn Martνnez Jimιnez, δικηγόρο Murcia, της εταιρίας Hoechst AG, εκπροσωπούμενης από τον Mathias Becker, της Red Nacional de Ferrocarriles Espaρoles (Renfe), εκπροσωπούμενης από τον Luis Fernando Dνaz-Guerra Alvarez, της Ισπανικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπούμενης από τη Rosario Silva de Lapuerta, της Γαλλικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπούμενης από τον Jean-Franηois Dobelle και την Anne de Bourgoing, και της Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τους Peter Hillenkamp και Manuel Desantes, δημόσιο υπάλληλο κράτους μέλους που τέθηκε στη διάθεση της Νομικής Υπηρεσίας, κατά τη συνεδρίαση της 11ης Ιουνίου 1998,
αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 24ης Σεπτεμβρίου 1998,
εκδίδει την ακόλουθη
Απόφαση
1 Με διατάξεις της 22ας Φεβρουαρίου 1996 (C-127/96), της 11ης Ιουνίου 1996 (C-229/96) και της 28ης Ιανουαρίου 1997 (C-74/97), που περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 22 Απριλίου 1996, την 1η Ιουλίου 1996 και στις 20 Φεβρουαρίου 1997, αντιστοίχως, το Tribunal Superior de Justicia de Murcia, το Arbeitsgericht Frankfurt am Main και το Juzgado de lo Social n_ 1 de Pontevedra υπέβαλαν, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, προδικαστικά ερωτήματα ως προς την ερμηνεία της οδηγίας 77/187/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Φεβρουαρίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων (ΕΕ ειδ. έκδ. 05/002, σ. 171).
2 Τα ερωτήματα αυτά ανέκυψαν στο πλαίσιο διαφορών, πρώτον, μεταξύ αφενός της εταιρίας Francisco Hernαndez Vidal SA (στο εξής: Hernαndez Vidal) και αφετέρου της Prudencia και της Marνa Gσmez Pιrez, καθώς και της εταιρίας Contratas y Limpiezas SL (στο εξής: Contratas y Limpiezas), δεύτερον, μεταξύ του Santner και της εταιρίας Hoechst AG (στο εξής: Hoechst) και, τρίτον, μεταξύ αφενός της Gσmez Montaρa και αφετέρου της εταιρίας Claro Sol SA (στο εξής: Claro Sol) και της εταιρίας Red Nacional de Ferrocarriles Espaρoles (εθνικού δικτύου ισπανικών σιδηροδρόμων, στο εξής: Renfe).
3 Μετά τη δημοσίευση της αποφάσεως της 11ης Μαρτίου 1997, C-13/95, Sόzen (Συλλογή 1997, σ. Ι-1259), η διαδικασία στις παρούσες υποθέσεις ανεστάλη με τις από 18 Μαρτίου 1997 αποφάσεις του Προέδρου του Δικαστηρίου και το Δικαστήριο κάλεσε τα εθνικά δικαστήρια να του αναφέρουν αν εμμένουν στα ερωτήματά τους ενόψει της αποφάσεως αυτής και της αποφάσεως της 14ης Απριλίου 1994 στην υπόθεση C-392/92, Schmidt (Συλλογή 1994, σ. Ι-1311). Με έγγραφα της 6ης Μαου 1997 (C-127/96), της 24ης Ιουλίου 1997 (C-229/96) και της 22ας Απριλίου 1997 (C-74/97), τα δικαστήρια αυτά πληροφόρησαν το Δικαστήριο ότι εμμένουν στα ερωτήματά τους. Με αποφάσεις του Προέδρου του Δικαστηρίου της 2ας Ιουνίου 1997 (C-127/96), της 27ης Αυγούστου 1997 (C-229/96) και της 5ης Ιουνίου 1997 (C-74/97), η διαδικασία επαναλήφθηκε στις παρούσες υποθέσεις.
4 Με την από 31 Μαρτίου 1998 διάταξη του Προέδρου του πέμπτου τμήματος, αποφασίστηκε η συνεκδίκαση των τριών υποθέσεων προς διευκόλυνση της προφορικής διαδικασίας και έκδοση κοινής αποφάσεως.
Η υπόθεση C-127/96
5 Η Prudencia και η Marνa Gσmez Pιrez απασχολήθηκαν, επί αρκετά έτη, από την εταιρία καθαρισμού Contratas y Limpiezas ως καθαρίστριες. Σ' αυτές είχε ανατεθεί ο καθαρισμός των εγκαταστάσεων της Hernαndez Vidal, επιχειρήσεως που παρασκευάζει τσίχλες και καραμέλες, στο πλαίσιο συμβάσεως καθαρισμού μεταξύ της επιχειρήσεως αυτής και της Contratas y Limpiezas.
6 Η εν λόγω σύμβαση καθαρισμού, η οποία άρχισε να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 1992 και ανανεωνόταν σιωπηρά κατ' έτος, καταγγέλθηκε στις 28 Νοεμβρίου 1994, με ισχύ από 31 Δεκεμβρίου 1994, από την Hernαndez Vidal, η οποία θέλησε να αναλάβει εφεξής η ίδια τον καθαρισμό των εγκαταστάσεών της. Ούτε αυτή η εταιρία ούτε η εταιρία Contratas y Limpiezas θέλησαν να αναλάβουν, από τις 2 Ιανουαρίου 1995, τη συνέχιση των εργασιακών σχέσεων με τις Prudencia και Marνa Gσmez Pιrez.
7 Οι τελευταίες άσκησαν τότε αγωγή για καταχρηστική απόλυση κατά των δύο αυτών εταιριών ενώπιον του Juzgado de lo Social n_ 5 de Murcia. Με την από 23 Μαρτίου 1995 απόφαση, το δικαστήριο αυτό δέχθηκε τα αιτήματά τους, αλλά μόνον έναντι της Hernαndez Vidal, την οποία και καταδίκασε στην επαναπρόσληψη των ενδιαφερομένων ή στην καταβολή αποζημιώσεων, καθώς και στην πληρωμή των μισθών που τους οφείλονταν για την περίοδο που παρήλθε μεταξύ των απολύσεων και της κοινοποιήσεως της αποφάσεως.
8 Η Hernαndez Vidal, θεωρώντας ότι δεν έγινε καμία μεταβίβαση εγκαταστάσεως ή τμήματος εγκαταστάσεως και ότι επομένως δεν μπορούσε η ίδια να θεωρηθεί εκδοχέας, άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως αυτής ενώπιον του Tribunal Superior de Justicia de Murcia.
9 Κρίνοντας ότι η επίλυση της διαφοράς εξαρτάται από την ερμηνεία της οδηγίας 77/187, το δικαστήριο αυτό αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:
«1) Ερωτάται αν η δραστηριότητα που συνίσταται στην παροχή υπηρεσιών καθαρισμού των εγκαταστάσεων μιας επιχειρήσεως - της οποίας κύριο αντικείμενο δεν είναι ο καθαρισμός αλλά, εν προκειμένω, η παραγωγή τσιχλών και καραμελών και ως εκ τούτου η επιχείρηση χρειάζεται διαρκώς τη δευτερεύουσα αυτή δραστηριότητα - αποτελεί "τμήμα εγκαταστάσεως".
2) Ερωτάται επίσης αν στην έννοια "συμβατική εκχώρηση" μπορεί να περιλαμβάνεται η λύση συμβάσεως για την παροχή υπηρεσιών καθαρισμού κατά τη λήξη του τρίτου έτους, μετά από τρεις ετήσιες παρατάσεις, λύση που επήλθε με απόφαση της εταιρίας αποδέκτη των υπηρεσιών· σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, ερωτάται αν αυτό μπορεί να εξαρτάται από το γεγονός ότι η επιχείρηση αποδέκτης των υπηρεσιών προβαίνει στον καθαρισμό με τους δικούς της εργαζομένους ή με την πρόσληψη άλλων εργαζομένων.»
Η υπόθεση C-229/96
10 Ο Santner απασχολήθηκε από το 1980 ως καθαριστής, αρχικώς από τη Dφrhφffer+Schmitt GmbH (στο εξής: Dφrhφffer+Schmitt) και εν συνεχεία από την B+S GmbH (στο εξής: B+S), η οποία δημιουργήθηκε μετά από διάσπαση της εταιρίας Dφrhφffer+Schmitt. Ο Santner απασχολήθηκε αποκλειστικά με τον καθαρισμό ενός μέρους των εγκαταστάσεων λουτρών της Hoechst στο πλαίσιο συμβάσεων καθαρισμού που η τελευταία είχε συνάψει διαδοχικά με τις δύο προαναφερθείσες εταιρίες.
11 Εντούτοις, η Hoechst κατήγγειλε τη σύμβασή της με την B+S και αναδιοργάνωσε τη δραστηριότητα καθαρισμού των εγκαταστάσεων λουτρών. Εφεξής, ανέλαβε η ίδια τη δραστηριότητα αυτή, εν μέρει με δικούς της εργαζομένους και εν μέρει σε συνεργασία με τρίτες επιχειρήσεις.
12 Στις 27 Απριλίου 1995, η B+S έθεσε τέρμα στην εργασιακή της σχέση με τον Santner.
13 Ο τελευταίος, θεωρώντας ότι πραγματοποιήθηκε μεταβίβαση επιχειρήσεως και ότι η σχέση αυτή έπρεπε, επομένως, να συνεχισθεί με την Hoechst, άσκησε τότε αγωγή κατά της τελευταίας αυτής εταιρίας ενώπιον του Arbeitsgericht Frankfurt am Main.
14 Εκτιμώντας ότι η επίλυση της διαφοράς εξαρτάται από την ερμηνεία της οδηγίας 77/187, το δικαστήριο αυτό αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα εξής προδικαστικά ερωτήματα:
«1) Μπορούν οι εργασίες καθαριότητας μεμονωμένων τμημάτων μιας εγκαταστάσεως, αν αυτές, μετά την καταγγελία της συμβατικής μεταβιβάσεως σε άλλη εταιρία, εκτελούνται εκ νέου από την ίδια την επιχείρηση, να εξομοιωθούν με τμήμα εγκαταστάσεως κατά την έννοια της οδηγίας 77/187/ΕΟΚ;
2) Ισχύει αυτό και στην περίπτωση κατά την οποία οι εν λόγω εργασίες καθαριότητας μεμονωμένων τμημάτων της εγκαταστάσεως, μετά την αναμεταβίβαση στην επιχείρηση, περιλαμβάνονται εκ νέου στις εργασίες καθαριότητας της όλης εγκαταστάσεως;»
Η υπόθεση C-74/97
15 Η Renfe είχε αναθέσει, για την περίοδο από 16 Οκτωβρίου 1994 έως 15 Οκτωβρίου 1996, τον καθαρισμό και τη συντήρηση του σιδηροδρομικού σταθμού της Pontevedra στην εταιρία καθαρισμού Claro Sol.
16 Κατόπιν της συνάψεως της συμβάσεως αυτής, η Claro Sol προσέλαβε τη Gσmez Montaρa και της ανέθεσε τον καθαρισμό και τη συντήρηση του εν λόγω σιδηροδρομικού σταθμού. Προηγουμένως και επί πολλά έτη η Gσmez Montaρa εκτελούσε τις ίδιες εργασίες ως μισθωτή των διαφόρων εταιριών που είχαν παράσχει τις υπηρεσίες τους πριν από την Claro Sol.
17 Κατά τη λήξη της συμφωνηθείσας περιόδου, η Renfe αποφάσισε να μην ανανεώσει τη σύμβαση που τη συνέδεε με την Claro Sol και να αναλάβει εφεξής η ίδια τον καθαρισμό και τη συντήρηση του σταθμού της Pontevedra. Την 1η Οκτωβρίου 1996, η Claro Sol πληροφόρησε τη Gσmez Montaρa ότι η μη ανανέωση της συμβάσεως την υποχρέωνε να θέσει τέρμα στην εργασιακή τους σχέση από τις 15 Οκτωβρίου 1996.
18 Η Gσmez Montaρa άσκησε τότε προσφυγή λόγω καταχρηστικής απολύσεως κατά της Claro Sol και της Renfe ενώπιον του Juzgado de lo Social n_ 1 de Pontevedra.
19 Εκτιμώντας ότι η επίλυση της διαφοράς εξαρτάται από την ερμηνεία της οδηγίας 77/187, το δικαστήριο αυτό αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:
«Εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 77/187/ΕΟΚ, της 14ης Φεβρουαρίου 1977, η λήξη συμβάσεως έργου με επιχείρηση καθαρισμού, πράγμα που απετέλεσε τον λόγο απολύσεως της εργαζομένης στην επιχείρηση του εργολάβου, και η ανάληψη των εργασιών καθαρισμού από την εργοδότρια, επιχείρηση σιδηροδρομικών μεταφορών, η οποία απασχολεί δικούς της εργαζομένους;»
Τα προδικαστικά ερωτήματα
20 Με τα ερωτήματά τους, που πρέπει να συνεξετασθούν, τα εθνικά δικαστήρια ζητούν να πληφορορηθούν αν, και υπό ποίες προϋποθέσεις, η οδηγία 77/187 έχει εφαρμογή σε περίπτωση στην οποία μια επιχείρηση, η οποία ανέθετε τον καθαρισμό των εγκαταστάσεών της ή μέρους αυτών σε άλλη επιχείρηση, αποφασίζει να μην ανανεώσει τη σύμβαση που τη συνέδεε με την πρώτη επιχείρηση και να αναλάβει εφεξής η ίδια τις εν λόγω εργασίες.
21 Η οδηγία 77/187, κατά το άρθρο 1, παράγραφος 1, έχει εφαρμογή στις μεταβιβάσεις επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων σε άλλο επιχειρηματία, οι οποίες προκύπτουν από συμβατική εκχώρηση ή συγχώνευση.
22 Κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, η οδηγία 77/187 αποσκοπεί στην εξασφάλιση της συνεχείας των υφισταμένων στο πλαίσιο μιας οικονομικής μονάδας εργασιακών σχέσεων, ανεξαρτήτως της αλλαγής του ιδιοκτήτη. Το αποφασιστικό κριτήριο για την ύπαρξη μεταβιβάσεως κατά την έννοια της οδηγίας αυτής είναι το αν η εν λόγω μονάδα διατηρεί την ταυτότητά της, πράγμα που προκύπτει ιδίως από την πραγματική συνέχιση της εκμεταλλεύσεως ή την επανάληψή της (απόφαση της 18ης Μαρτίου 1986, 24/85, Spijkers, Συλλογή 1986, σ. 1119, σκέψεις 11 και 12, και, ως τελευταίως εκδοθείσα, προπαρατεθείσα απόφαση Sόzen, σκέψη 10).
23 Όσον αφορά τις λεπτομέρειες μιας τέτοιας μεταβιβάσεως, γίνεται δεκτό ότι η οδηγία 77/187 έχει εφαρμογή σε όλες τις περιπτώσεις μεταβολής, στο πλαίσιο συμβατικών σχέσεων, του φυσικού ή νομικού προσώπου, το οποίο συνομολογεί τις υποχρεώσεις του εργοδότη έναντι των μισθωτών της επιχειρήσεως (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 7ης Μαρτίου 1996, C-171/94 και C-172/94, Merckx και Neuhuys, Συλλογή 1996, σ. Ι-1253, σκέψη 28).
24 Το Δικαστήριο έκρινε επίσης ότι μπορούν να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 77/187 αφενός η περίπτωση στην οποία μια επιχείρηση αναθέτει, βάσει συμβάσεως, σε άλλη επιχείρηση την ευθύνη εκτελέσεως των εργασιών καθαριότητας τις οποίες προηγουμένως εκτελούσε η ίδια (προπαρατεθείσα απόφαση Schmidt, σκέψη 14) και αφετέρου η περίπτωση στην οποία ο εργοδότης, ο οποίος είχε αναθέσει τον καθαρισμό των γραφείων του σε έναν επιχειρηματία, καταγγέλλει τη σύμβαση που τον συνέδεε με αυτόν και συνάπτει, για την εκτέλεση παρόμοιων εργασιών, νέα σύμβαση με δεύτερο επιχειρηματία (προπαρατεθείσα απόφαση Sόzen, σκέψεις 11 και 12).
25 Ομοίως, η οδηγία 77/187 πρέπει να έχει εφαρμογή στην περίπτωση κατά την οποία, όπως στις διαφορές των κύριων δικών, επιχείρηση, η οποία προσφεύγει σε άλλη επιχείρηση για τον καθαρισμό των εγκατάστάσεών της ή μέρους αυτών, αποφασίζει να μην ανανεώσει τη σύμβαση που τη συνέδεε με αυτήν και να αναλάβει εφεξής η ίδια τις εργασίες αυτές.
26 Ωστόσο, για να έχει εφαρμογή η οδηγία 77/187, η μεταβίβαση πρέπει να αφορά οικονομική μονάδα οργανωμένη κατά τρόπο σταθερό, της οποίας η δραστηριότητα δεν περιορίζεται στην εκτέλεση συγκεκριμένου έργου (απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 1995, C-48/94, Rygaard, Συλλογή 1995, σ. Ι-2745, σκέψη 20). Η έννοια της μονάδας αναφέρεται επομένως σε οργανωμένο σύνολο προσώπων και στοιχείων που καθιστά δυνατή την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας και επιδιώκει ίδιο σκοπό (προπαρατεθείσα απόφαση Sόzen, σκέψη 13).
27 Μια τέτοια μονάδα, μολονότι πρέπει να είναι επαρκώς οργανωμένη και αυτοτελής, δεν περιλαμβάνει κατ' ανάγκη σημαντικά ενσώματα ή άυλα στοιχεία ενεργητικού. Συγκεκριμένα, σε ορισμένους οικονομικούς τομείς, όπως στον τομέα καθαρισμού, συχνά τα στοιχεία αυτά είναι μειωμένα στο ελάχιστο και η δραστηριότητα στηρίζεται ουσιαστικά στο εργατικό δυναμικό. Έτσι, ένα οργανωμένο σύνολο εργαζομένων οι οποίοι έχουν ταχθεί ειδικά και σταθερά σε μια κοινή δραστηριότητα μπορεί, ελλείψει άλλων συντελεστών παραγωγής, να αντιστοιχεί σε μια οικονομική μονάδα.
28 Στα αιτούντα δικαστήρια εναπόκειται να καθορίσουν, ενόψει του συνόλου των προεκτεθέντων ερμηνευτικών στοιχείων, αν η συντήρηση των εγκαταστάσεων της αναθέτουσας επιχειρήσεως ήταν οργανωμένη υπό μορφή οικονομικής μονάδας στους κόλπους εξωτερικής επιχειρήσεως καθαρισμού προτού η πρώτη αποφασίσει να αναλάβει η ίδια τη δραστηριότητα αυτή.
29 Εν συνεχεία, προκειμένου να εξακριβωθεί αν πληρούνται οι προϋποθέσεις της μεταβιβάσεως μονάδας, πρέπει να ληφθεί υπόψη το σύνολο των πραγματικών περιστατικών που χαρακτηρίζουν την επίμαχη πράξη, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ιδίως το είδος της επιχειρήσεως ή της εγκαταστάσεως περί της οποίας πρόκειται, η μεταβίβαση ή όχι ενσωμάτων στοιχείων, όπως τα κτίρια και τα κινητά, η αξία των άυλων στοιχείων κατά τον χρόνο της μεταβιβάσεως, η αναπρόσληψη ή όχι του μεγαλύτερου μέρους του προσωπικού από τον νέο επικεφαλής της επιχειρήσεως, η μεταβίβαση ή όχι της πελατείας καθώς και ο βαθμός ομοιότητας των ασκουμένων δραστηριοτήτων πριν και μετά τη μεταβίβαση και η διάρκεια πιθανής αναστολής των δραστηριοτήτων αυτών. Εντούτοις, τα στοιχεία αυτά δεν αποτελούν παρά επιμέρους πτυχές της συνολικής αξιολογήσεως που επιβάλλεται και, επομένως, δεν μπορούν να εκτιμώνται μεμονωμένα (βλ. ιδίως τις προπαρατεθείσες αποφάσεις Spijkers και Sόzen, σκέψεις 13 και 14, αντιστοίχως).
30 Επομένως, το γεγονός και μόνον ότι οι εργασίες συντηρήσεως που εκτελούσαν η επιχείρηση καθαρισμού και εν συνεχεία η ίδια η ιδιοκτήτρια επιχείρηση των εγκαταστάσεων είναι ομοειδείς δεν επιτρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχει μεταβίβαση οικονομικής μονάδας από την πρώτη στη δεύτερη επιχείρηση. Πράγματι, μια τέτοια μονάδα δεν μπορεί να ταυτίζεται αποκλειστικά με τη δραστηριότητα την οποία επιτελεί. Η ταυτότητά της προκύπτει επίσης από άλλα στοιχεία όπως το προσωπικό της, η στελέχωσή της, η οργάνωση των εργασιών της, οι μέθοδοι της λειτουργίας ή και, ενδεχομένως, τα μέσα λειτουργίας της (προπαρετεθείσα απόφαση Sόzen, σκέψη 15).
31 Όπως υπενθυμίζεται στη σκέψη 29 της παρούσας αποφάσεως, το εθνικό δικαστήριο, κατά την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών που χαρακτηρίζουν την εν λόγω πράξη, πρέπει ιδίως να λαμβάνει υπόψη του το είδος της επιχειρήσεως ή της εγκαταστάσεως περί της οποίας πρόκειται. Επομένως, η σημασία που πρέπει να δοθεί αντιστοίχως στα διάφορα κριτήρια για την ύπαρξη μεταβιβάσεως κατά την έννοια της οδηγίας 77/187 ποικίλλει κατ' ανάγκη ανάλογα με την ασκούμενη δραστηριότητα, και μάλιστα ανάλογα με τις μεθόδους παραγωγής ή εκμεταλλεύσεως που χρησιμοποιούνται στην εν λόγω επιχείρηση, εγκατάσταση ή τμήμα εγκαταστάσεως. Ειδικότερα, εφόσον μια οικονομική μονάδα μπορεί, σε ορισμένους τομείς, να λειτουργεί χωρίς σημαντικά ενσώματα ή άυλα περιουσιακά στοιχεία, η διατήρηση της ταυτότητας μιας τέτοιας μονάδας πέρα από τα όρια των εργασιών που αποτελούν το αντικείμενο των δραστηριοτήτων της δεν μπορεί, εν πάση περιπτώσει, να εξαρτάται από την εκχώρηση τέτοιων στοιχείων (προπαρετεθείσα απόφαση Sόzen, σκέψη 18).
32 Καθόσον όμως, σε ορισμένους τομείς στους οποίους η δραστηριότητα στηρίζεται κυρίως στο εργατικό δυναμικό, ένα σύνολο εργαζομένων τους οποίους ενώνει σταθερά μια κοινή δραστηριότητα μπορεί να αντιστοιχεί σε οικονομική μονάδα, μια τέτοια μονάδα μπορεί να διατηρεί την ταυτότητά της και πέραν της μεταβιβάσεώς της, όταν ο νέος επικεφαλής της επιχειρήσεως δεν αρκείται στη συνέχιση της εν λόγω δραστηριότητας, αλλά αναπροσλαμβάνει επίσης σημαντικό τμήμα, από άποψη αριθμού και ικανοτήτων, του προσωπικού στο οποίο ο προκάτοχός του ανέθετε ειδικά το έργο αυτό. Στην περίπτωση αυτή, ο νέος επικεφαλής της επιχειρήσεως αποκτά συγκεκριμένα το οργανωμένο σύνολο στοιχείων το οποίο θα του παράσχει τη δυνατότητα να συνεχίσει κατά τρόπο σταθερό τις δραστηριότητες ή ορισμένες δραστηριότητες της εκχωρούσας επιχειρήσεως (προπαρετεθείσα απόφαση Sόzen, σκέψη 21).
33 Τέλος, το γεγονός ότι η δραστηριότητα καθαρισμού αποτελεί, για την επιχείρηση η οποία αποφάσισε να την αναλάβει εφεξής η ίδια, παρακολουθηματική μόνο δραστηριότητα που δεν έχει κατ' ανάγκη σχέση με τον εταιρικό της σκοπό, δεν μπορεί να συνεπάγεται την εξαίρεση της εν λόγω συναλλαγής από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 77/187 (βλ. αποφάσεις της 12ης Νοεμβρίου 1992, C-209/91, Watson Rask και Christensen, Συλλογή 1992, σ. Ι-5755, σκέψη 11, και Schmidt, προπαρετεθείσα, σκέψη 14).
34 Στα αιτούντα δικαστήρια εναπόκειται να καθορίσουν, ενόψει του συνόλου των προεκτεθέντων ερμηνευτικών στοιχείων, αν στις υποθέσεις των κύριων δικών πραγματοποιήθηκε μεταβίβαση.
35 Επομένως, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187 έχει την έννοια ότι η οδηγία έχει εφαρμογή στην περίπτωση κατά την οποία μια επιχείρηση, η οποία ανέθετε τον καθαρισμό των εγκαταστάσεών της σε άλλη επιχείρηση, αποφασίζει να μην ανανεώσει τη σύμβαση που τη συνέδεε με την πρώτη και να αναλάβει εφεξής η ίδια τις σχετικές εργασίες, εφόσον η πράξη συνοδεύεται από μεταβίβαση μιας οικονομικής μονάδας μεταξύ των δύο επιχειρήσεων. Η έννοια της οικονομικής μονάδας αναφέρεται σε οργανωμένο σύνολο προσώπων και στοιχείων που καθιστά δυνατή την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας και επιδιώκει ίδιο σκοπό. Το γεγονός και μόνον ότι οι εργασίες συντηρήσεως που εκτελούσαν η επιχείρηση καθαρισμού και εν συνεχεία η ίδια η ιδιοκτήτρια επιχείρηση των εγκαταστάσεων είναι ομοειδείς δεν επιτρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχει μεταβίβαση οικονομικής μονάδας από την πρώτη στη δεύτερη επιχείρηση.
Επί των δικαστικών εξόδων
36 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Ισπανική, η Γερμανική, η Βελγική, η Γαλλική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, καθώς και η Επιτροπή, που κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος, που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.
Για τους λόγους αυτούς,
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(πέμπτο τμήμα),
κρίνοντας επί των ερωτημάτων που του υπέβαλαν με διατάξεις της 22ας Φεβρουαρίου 1996, της 11ης Ιουνίου 1996 και της 28ης Ιανουαρίου 1997 το Tribunal Superior de Justicia de Murcia, το Arbeitsgericht Frankfurt am Main και το Juzgado de lo Social n_ 1 de Pontevedra, αποφαίνεται:
Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 77/187/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Φεβρουαρίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών, των σχετικών με τη διατήρηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων σε περίπτωση μεταβιβάσεων επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή τμημάτων εγκαταστάσεων, έχει την έννοια ότι η οδηγία έχει εφαρμογή στην περίπτωση κατά την οποία μια επιχείρηση, η οποία ανέθετε τον καθαρισμό των εγκαταστάσεών της σε άλλη επιχείρηση, αποφασίζει να μην ανανεώσει τη σύμβαση που τη συνέδεε με την πρώτη και να αναλάβει εφεξής η ίδια τις σχετικές εργασίες, εφόσον η πράξη συνοδεύεται από μεταβίβαση μιας οικονομικής μονάδας μεταξύ των δύο επιχειρήσεων. Η έννοια της οικονομικής μονάδας αναφέρεται σε οργανωμένο σύνολο προσώπων και στοιχείων που καθιστά δυνατή την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας και επιδιώκει ίδιο σκοπό. Το γεγονός και μόνον ότι οι εργασίες συντηρήσεως που εκτελούσαν η επιχείρηση καθαρισμού και εν συνεχεία η ίδια η ιδιοκτήτρια επιχείρηση των εγκαταστάσεων είναι ομοειδείς δεν επιτρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι υπάρχει μεταβίβαση οικονομικής μονάδας από την πρώτη στη δεύτερη επιχείρηση.