EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52023PC0279

Πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2014/65/ΕΕ και (ΕΕ) 2016/97 όσον αφορά τους κανόνες προστασίας των ιδιωτών επενδυτών της Ένωσης

COM/2023/279 final

Βρυξέλλες, 24.5.2023

COM(2023) 279 final

2023/0167(COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2014/65/ΕΕ και (ΕΕ) 2016/97 όσον αφορά τους κανόνες προστασίας των ιδιωτών επενδυτών της Ένωσης

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

{SEC(2023) 330 final} - {SWD(2023) 278 final} - {SWD(2023) 279 final}


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Σύμφωνα με τον στόχο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για «μια οικονομία στην υπηρεσία των ανθρώπων», και όπως ανακοινώθηκε στο πρόγραμμα εργασίας του 2023, η Επιτροπή επιδιώκει να διασφαλίσει ότι το νομικό πλαίσιο για τις λιανικές επενδύσεις παρέχει επαρκείς δυνατότητες στους καταναλωτές, ενθαρρύνει βελτιωμένα και δικαιότερα αποτελέσματα της αγοράς και δημιουργεί τελικά τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την αύξηση της συμμετοχής των ιδιωτών επενδυτών στις κεφαλαιαγορές.  

Στο νέο σχέδιο δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών 1 του Σεπτεμβρίου 2020, η Επιτροπή ανακοίνωσε την πρόθεσή της να παρουσιάσει μια στρατηγική για τις λιανικές επενδύσεις στην Ευρώπη με στόχο να διασφαλίσει ότι οι ιδιώτες επενδυτές μπορούν να επωφεληθούν πλήρως από τις κεφαλαιαγορές και ότι υποστηρίζονται από κανόνες που είναι συνεκτικοί με όλες τις σχετικές νομικές πράξεις.  

Βασικός στόχος της Ένωσης Κεφαλαιαγορών (CMU) είναι να διασφαλιστεί ότι οι καταναλωτές μπορούν να επωφελούνται πλήρως από τις επενδυτικές ευκαιρίες που προσφέρουν οι κεφαλαιαγορές. Αν και η συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών στις κεφαλαιαγορές ποικίλλει ευρέως μεταξύ των κρατών μελών, αντανακλώντας τις διαφορετικές ιστορικές και κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, οι ιδιώτες επενδυτές θα πρέπει να μπορούν να επιτυγχάνουν καλύτερα επενδυτικά αποτελέσματα απ’ ό,τι συμβαίνει σήμερα όταν συμμετέχουν στις κεφαλαιαγορές της ΕΕ.

Οι συννομοθέτες συμμερίζονται τον εν λόγω στόχο: 

Στις 3 Δεκεμβρίου 2020, στα συμπεράσματά του σχετικά με το σχέδιο δράσης της Επιτροπής για την Ένωση των Κεφαλαιαγορών 2 , το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να δρομολογήσει την υλοποίηση των μερών του σχεδίου δράσης που αποσκοπούν στην τόνωση της επενδυτικής δραστηριότητας, ιδίως της δραστηριότητας των ιδιωτών επενδυτών εντός της ΕΕ, διασφαλίζοντας παράλληλα υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και των επενδυτών.  

Στις 8 Οκτωβρίου 2020, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε ψήφισμα σχετικά με την περαιτέρω προώθηση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών 3 , το οποίο υποστήριζε σε μεγάλο βαθμό μέτρα για την αύξηση της συμμετοχής των ιδιωτών επενδυτών στις κεφαλαιαγορές. Το ψήφισμα τόνιζε ότι η ενίσχυση της συμμετοχής των ιδιωτών επενδυτών εξαρτάται από την αλλαγή της επενδυτικής νοοτροπίας και ότι μια τέτοια αλλαγή θα μπορούσε να επέλθει μόνον όταν οι ιδιώτες επενδυτές πειστούν ότι οι επενδύσεις στις κεφαλαιαγορές είναι επιθυμητές, ενώ παράλληλα υπόκεινται σε αποδεκτούς και σαφώς καθορισμένους κινδύνους. 

Η Επιτροπή ανησυχεί για το ότι οι κεφαλαιαγορές δεν εξυπηρετούν επαρκώς τις μακροπρόθεσμες χρηματοδοτικές ανάγκες των πολιτών της ΕΕ, οι οποίοι εξαρτώνται συχνά σε πολύ μεγάλο βαθμό από αποταμιεύσεις χαμηλής απόδοσης. Η Επιτροπή έχει εντοπίσει μια σειρά σημαντικών προβλημάτων κατά τη διαδρομή των ιδιωτών επενδυτών, που μειώνουν την ικανότητά τους να επωφεληθούν πλήρως από τις κεφαλαιαγορές: 1) οι ιδιώτες επενδυτές αντιμετωπίζουν δυσκολίες πρόσβασης σε σχετικές, συγκρίσιμες και εύληπτες πληροφορίες επενδυτικών προϊόντων που θα τους βοηθήσουν να προβούν σε ενημερωμένες επενδυτικές επιλογές, 2) οι ιδιώτες επενδυτές εκτίθενται σε αυξανόμενο κίνδυνο ανάρμοστου επηρεασμού από μη ρεαλιστικές πληροφορίες εμπορικής προώθησης μέσω ψηφιακών διαύλων και από παραπλανητικές πρακτικές εμπορικής προώθησης, 3) υπάρχουν ελλείψεις στον τρόπο παραγωγής και διανομής των προϊόντων, οι οποίες συνδέονται με συγκρούσεις συμφερόντων που ενδέχεται να προκύπτουν ως αποτέλεσμα της καταβολής αντιπαροχών μεταξύ παραγωγών και διανομέων προϊόντων και 4) ορισμένα επενδυτικά προϊόντα ενσωματώνουν αδικαιολόγητα υψηλά επίπεδα κόστους και κατά συνέπεια δεν προσφέρουν πάντοτε τη βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας στον ιδιώτη επενδυτή. Οι διαφορές στον τρόπο σχεδιασμού των κανόνων μεταξύ των νομικών πράξεων είναι επίσης πιθανό να προκαλούν σύγχυση στους επενδυτές και να οδηγούν σε διαφορετικά επίπεδα προστασίας τους.

Αυτά τα προβλήματα υπονομεύουν την εμπιστοσύνη των ιδιωτών επενδυτών στις κεφαλαιαγορές. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Ευρωβαρόμετρου 4 , μόνο 38 % των καταναλωτών είναι βέβαιοι ότι οι επενδυτικές συμβουλές που λαμβάνουν από χρηματοοικονομικούς διαμεσολαβητές είναι πρωτίστως προς το συμφέρον τους. Η έλλειψη εμπιστοσύνης αποτελεί έναν από τους λόγους που οδηγούν σε χαμηλότερα επίπεδα συμμετοχής ιδιωτών επενδυτών και επιβραδύνει τη δυνατότητα ανάπτυξης επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές 5 .

Ταυτόχρονα, χρηματοοικονομική κατάρτιση στην ΕΕ είναι πολύ χαμηλή. Για πάρα πολλούς ανθρώπους, το χρηματοπιστωτικό σύστημα μπορεί να φαίνεται πολύπλοκο και ακατανόητο. Συχνά δεν έχουν την αυτοπεποίθηση, τις γνώσεις και τις δεξιότητες για να διαχειριστούν τα καθημερινά τους οικονομικά και να λάβουν σημαντικές οικονομικές αποφάσεις, όπως η αποταμίευση για την αγορά σπιτιού ή η προετοιμασία για τη συνταξιοδότηση. Τα χαμηλά επίπεδα χρηματοοικονομικής κατάρτισης μπορεί να επηρεάσουν την προσωπική και οικονομική ευημερία του ατόμου, ιδιαίτερα όσον αφορά τις ευάλωτες ομάδες της κοινωνίας. Ως εκ τούτου, η ενίσχυση της χρηματοοικονομικής κατάρτισης έχει καταστεί μία από τις βασικές προτεραιότητες της Επιτροπής 6 , είναι δε ακόμη σημαντικότερη δεδομένης της εν εξελίξει ψηφιοποίησης των οικονομικών. Η χρηματοοικονομική διαπαιδαγώγηση 7 θα πρέπει να είναι καλύτερα προσαρμοσμένη ώστε να ανταποκρίνεται στις διαφορετικές ανάγκες των διαφόρων ομάδων πολιτών. Κεντρική θέση σε αυτό κατέχει το να δοθεί στους πολίτες η δυνατότητα να κατανοούν τα οφέλη και τους κινδύνους σε σχέση με τις επενδύσεις τους, καθώς και με τις συμβουλές που δέχονται, προκειμένου να λαμβάνουν οικονομικές αποφάσεις προς το συμφέρον τους. Αυτό δεν συνεπάγεται την προσδοκία να γίνουν ειδικοί στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, αλλά μάλλον να έχουν τις απαραίτητες γνώσεις, πληροφορίες και αυτοπεποίθηση ώστε να λαμβάνουν αποφάσεις προς κάλυψη των οικονομικών τους αναγκών.

Λαμβανομένου υπόψη του γενικού οικονομικού πλαισίου βάσει του οποίου αξιολογούνται τα μέτρα της παρούσας στρατηγικής, η αγορά της ΕΕ για επενδύσεις λιανικής εξακολουθεί να χαρακτηρίζεται από χαμηλά επίπεδα συμμετοχής σε σύγκριση με τις ομόλογες διεθνείς αγορές. Το 2021, περίπου 17 % των περιουσιακών στοιχείων των νοικοκυριών στην ΕΕ των 27 ήταν σε χρηματοοικονομικούς τίτλους (εισηγμένες μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια και χρηματοοικονομικά παράγωγα). Συγκριτικά, τα νοικοκυριά στις ΗΠΑ είχαν περίπου 43 % των περιουσιακών τους στοιχείων σε τίτλους 8 .

Η στρατηγική της ΕΕ για τις λιανικές επενδύσεις αποσκοπεί στην ενίσχυση του νομοθετικού πλαισίου ώστε να διασφαλιστεί ότι οι ιδιώτες επενδυτές 1) έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν πιο ενημερωμένες επενδυτικές αποφάσεις που ανταποκρίνονται καλύτερα στις ανάγκες και τους στόχους τους και 2) προστατεύονται επαρκώς στην ενιαία αγορά από ένα συνεκτικό κανονιστικό πλαίσιο. Έτσι θα ενισχυθούν η πίστη και η εμπιστοσύνη, φέρνοντας τους πολίτες εγγύτερα στις κεφαλαιαγορές και ενισχύοντας τη συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών.

Η στρατηγική της ΕΕ για τις λιανικές επενδύσεις εξετάζει μεγάλη ποικιλία θεμάτων καθ’ όλη τη διαδρομή των ιδιωτών επενδυτών, όπως τη χρηματοοικονομική κατάρτιση, την κατηγοριοποίηση των πελατών, τους κανόνες γνωστοποίησης και εμπορικής προώθησης, τους κανόνες καταλληλότητας και συμβατότητας, κανόνες για την παροχή συμβουλών, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις αντιπαροχές, καθώς και κανόνες παρακολούθησης των προϊόντων. Προτείνει ένα ενισχυμένο πλαίσιο για την περαιτέρω βελτίωση της διαφάνειας, ιδίως όσον αφορά το κόστος, ενισχυμένους κανόνες κατά των παραπλανητικών διαφημιστικών ανακοινώσεων, κανόνες για την εξασφάλιση αμερόληπτων και υψηλής ποιότητας συμβουλών και κανόνες που διασφαλίζουν ότι τα προϊόντα που διανέμονται στους ιδιώτες επενδυτές προσφέρουν την προοπτική βέλτιστης σχέσης κόστους-ωφέλειας. Στόχος είναι να εξασφαλιστεί ένα εκσυγχρονισμένο και, κατά το δυνατόν, απλοποιημένο πλαίσιο για τις λιανικές επενδύσεις, το οποίο να είναι ευθυγραμμισμένο και συνεκτικό με τους διάφορους τομείς. Ενώ βασικός στόχος της στρατηγικής της ΕΕ για τις λιανικές επενδύσεις είναι να διασφαλιστεί ότι καλύπτονται τα συμφέροντα των ιδιωτών επενδυτών, η στρατηγική εξετάζει επίσης συγκεκριμένες ανησυχίες του κλάδου, ιδίως με την άρση ασυνεπειών και αλληλεπικαλύψεων όσον αφορά τις απαιτήσεις πληροφόρησης, αλλά και με την προσαρμογή των διατάξεων για τις κανονιστικές γνωστοποιήσεις, ώστε να είναι κατάλληλες για ψηφιακή χρήση.

Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

Η παρούσα πρόταση απορρέει από τη δράση 8 του νέου σχεδίου δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών του Σεπτεμβρίου 2020, η οποία αφορά την οικοδόμηση εμπιστοσύνης των ιδιωτών επενδυτών στις κεφαλαιαγορές.

Η πρόταση συμμερίζεται τους στόχους της υφιστάμενης νομοθεσίας που διέπει την προστασία των ιδιωτών επενδυτών σε επίπεδο ΕΕ, η οποία αποτελείται από την οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID 9 ) και την οδηγία για τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων (IDD 10 ), δεδομένου ότι επιδιώκει να εξασφαλίσει επαρκή βαθμό προστασίας των επενδυτών, καθώς και δικαιοσύνη, ακεραιότητα και αποδοτικότητα στην παροχή επενδυτικών υπηρεσιών και βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών υπηρεσιών σε ιδιώτες επενδυτές. Επιπλέον, συνάδει με το εγχειρίδιο κανόνων που ισχύει για τις επενδυτικές υπηρεσίες και τις βασιζόμενες σε ασφάλιση επενδυτικές υπηρεσίες, καθώς και για επενδυτικούς οργανισμούς και τους διαχειριστές τους [στο πλαίσιο αυτό, εκτός από τις οδηγίες MiFID και IDD, περιλαμβάνονται επίσης η οδηγία Φερεγγυότητα II 11 , η οδηγία για τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) 12 και η οδηγία για τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ) 13 ].

Η παρούσα πρόταση εγκρίνεται στο πλαίσιο δέσμης μέτρων, μαζί με μια δεύτερη νομοθετική πρόταση [COM(2023) 278], η οποία τροποποιεί τον κανονισμό σχετικά με τα έγγραφα βασικών πληροφοριών που αφορούν συσκευασμένα επενδυτικά προϊόντα για ιδιώτες επενδυτές και επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση (PRIIP) 14 . Ο τροποποιητικός κανονισμός είναι πλήρως συμπληρωματικός με την παρούσα οριζόντια («omnibus») οδηγία, καθώς αποσκοπεί στη βελτίωση του νομικού πλαισίου για τα PRIIP, προσαρμόζοντας τις γνωστοποιήσεις στο ψηφιακό περιβάλλον και τις εξελισσόμενες ανάγκες των ιδιωτών επενδυτών, ιδίως όσον αφορά τη βιωσιμότητα, αλλά και παρέχοντας περαιτέρω σαφήνεια σχετικά με το πεδίο εφαρμογής των PRIIP όσον αφορά τα εταιρικά ομόλογα με ρήτρες πλήρους αποκατάστασης και άμεσες προσόδους. Ορισμένες από τις αλλαγές, ιδίως όσον αφορά τη χρήση ηλεκτρονικής μορφής, προτείνονται με στόχο την καλύτερη ευθυγράμμιση με την προσέγγιση των οδηγιών MiFID και IDD και βασίζονται στην πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή του εγγράφου γνωστοποίησης του πανευρωπαϊκού ατομικού συνταξιοδοτικού προϊόντος (PEPP) 15 .

Σημαντικό βήμα για τη διασφάλιση της συνέπειας και της απλούστευσης των απαιτήσεων προσυμβατικής πληροφόρησης στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες έγινε όταν η Επιτροπή ενέκρινε την πρότασή της για την τροποποίηση της οδηγίας 2011/83/ΕΕ όσον αφορά τις συμβάσεις χρηματοοικονομικών υπηρεσιών που συνάπτονται εξ αποστάσεως και για την κατάργηση της οδηγίας 2002/65/ΕΚ. Κατά συνέπεια, αντιμετωπίστηκαν σε μεγάλο βαθμό οι ανησυχίες σχετικά με τις αλληλεπικαλυπτόμενες και ασυνεπείς απαιτήσεις όσον αφορά τις γνωστοποιήσεις στον τομέα των λιανικών επενδύσεων, με αποτέλεσμα ένα πιο εξορθολογισμένο και απλουστευμένο πλαίσιο.

Τα μέτρα που προτείνονται παρακάτω αναμένεται να καταστήσουν την ΕΕ ακόμη ασφαλέστερο τόπο για τους ιδιώτες επενδυτές, να συμβάλουν στην οικοδόμηση της εμπιστοσύνης τους και να διευκολύνουν τη συμμετοχή τους στις κεφαλαιαγορές υπό δικαιότερους όρους. Οι τρέχουσες δημογραφικές τάσεις απαιτούν ενισχυμένο σχεδιασμό από τα νοικοκυριά ώστε να διασφαλιστεί ένας ομαλός κύκλος ζωής. Από αυτήν την άποψη, η ύπαρξη ενός ασφαλέστερου πλαισίου για τις επενδύσεις στις κεφαλαιαγορές θα πρέπει να συμβάλει στην προσφορά ευρύτερου φάσματος ευκαιριών στους ιδιώτες επενδυτές. Η ενίσχυση της συμμετοχής των ιδιωτών επενδυτών στις κεφαλαιαγορές έχει επίσης τη δυνατότητα να συμβάλει στην αύξηση της συγκέντρωσης κεφαλαίων που είναι διαθέσιμα για τη χρηματοδότηση οικονομικών δραστηριοτήτων από την αγορά και να δώσει στις εταιρείες την ευκαιρία να διαφοροποιήσουν καλύτερα τις πηγές χρηματοδότησής τους. Από την άποψη αυτή, η πρόταση συνάδει με σειρά νομοθετικών και μη νομοθετικών δράσεων που ανέλαβε η Επιτροπή στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την Ένωση των Κεφαλαιαγορών του 2015 16 , της ενδιάμεσης επανεξέτασης του σχεδίου δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών του 2017 17 και του σχεδίου δράσης για την Ένωση των Κεφαλαιαγορών του 2020 18 προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση σε χρηματοδότηση για τις εταιρείες, ιδίως τις ΜΜΕ, με σκοπό τη στήριξη των θέσεων εργασίας και της ανάπτυξης στην ΕΕ.

Συνέπεια με άλλες πολιτικές της Ένωσης

Δεδομένης της εστίασής της στην αυξανόμενη ψηφιοποίηση των επενδυτικών υπηρεσιών και της εμπορικής προώθησης, η πρόταση ευθυγραμμίζεται με το έργο της Επιτροπής για την προστασία των καταναλωτών στο πλαίσιο των ψηφιακών χρηματοοικονομικών υπηρεσιών 19 , το οποίο έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι οι καταναλωτές απολαμβάνουν τα οφέλη της ψηφιοποίησης, ενώ παράλληλα προστατεύονται επαρκώς από τους κινδύνους που προκύπτουν από αυτήν. Βασικό νομοθέτημα για την προστασία των καταναλωτών σε αυτόν τον τομέα είναι η πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες 20 , στόχος της οποίας είναι η διασφάλιση ενός δικαιότερου, πιο διαφανούς και υπεύθυνου επιγραμμικού περιβάλλοντος για τους καταναλωτές.

Η παρούσα πρόταση ευθυγραμμίζεται επίσης με τους στόχους των προσεχών πρωτοβουλιών της Επιτροπής, με τις οποίες επιδιώκεται να διευκολυνθεί η ανταλλαγή δεδομένων στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών 21 . Με την τυποποιημένη έκθεση σχετικά με τις πληροφορίες που συλλέγει μια εταιρεία για τον πελάτη της με σκοπό την αξιολόγηση της καταλληλότητας ή της συμβατότητας, η παρούσα πρωτοβουλία αναμένεται να διευκολύνει, εάν ο πελάτης ζητήσει την εν λόγω έκθεση, την πιο απρόσκοπτη και οικονομικά αποδοτική ανταλλαγή δεδομένων και επαναχρησιμοποίηση των εν λόγω πληροφοριών από άλλες εταιρείες που επιλέγει ο πελάτης. Αυτό, με τη σειρά του, αναμένεται να ωφελήσει τους καταναλωτές μέσω των βελτιωμένων και πιο αποδοτικών και καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών και να διευκολύνει τον ανταγωνισμό αυξάνοντας τη διαφάνεια και μειώνοντας το κόστος αλλαγής.

Για τα προτεινόμενα μέτρα στον τομέα της χρηματοοικονομικής κατάρτισης, παρέχεται στήριξη από την Επιτροπή χάρη στο Μέσο Τεχνικής Υποστήριξης 22 .

2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

Νομική βάση

Η ΕΕ έχει θεσπίσει νομοθετικό πλαίσιο που διέπει την προστασία των ιδιωτών επενδυτών, το οποίο αναπτύσσεται εδώ και πολλές δεκαετίες. Το επίπεδο προστασίας των ιδιωτών επενδυτών έχει ενισχυθεί σημαντικά με την πάροδο των ετών, ιδίως μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Το ισχύον ολοκληρωμένο νομοθετικό πλαίσιο αποτελείται από πέντε νομικές πράξεις που αποσκοπούν στην εναρμόνιση —ανά τομέα— των απαιτήσεων για την προστασία των ιδιωτών επενδυτών στον τομέα των επενδυτικών υπηρεσιών, των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδύσεων και της διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων. Οι οδηγίες που υπόκεινται σε τροποποιήσεις στην παρούσα πρόταση (στο εξής: οδηγίες) προβλέπουν κανονιστικά πλαίσια σχετικά με:

την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών (οδηγία MiFID),

την παροχή υπηρεσιών διανομής ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων σε τρίτους (οδηγία IDD),

την ανάληψη και την άσκηση ασφαλιστικών δραστηριοτήτων εντός της ΕΕ (οδηγία Φερεγγυότητα II),

τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (οδηγία ΟΣΕΚΑ),

τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (οδηγία ΔΟΕΕ).

Νομική βάση των οδηγιών είναι το άρθρο 53 παράγραφος 1 και, ιδίως στην περίπτωση των οδηγιών 2009/138/ΕΚ και (ΕΕ) 2016/97, το άρθρο 62 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Απαιτείται η ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα, ώστε να εξακολουθήσουν να είναι εναρμονισμένοι οι ισχύοντες κανόνες ή να θεσπιστούν νέοι τυποποιημένοι κανόνες.

Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)

Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η ΕΕ δύναται να αναλάβει δράση μόνον όταν είναι αδύνατον να επιτευχθούν οι επιδιωκόμενοι στόχοι μόνον από τα κράτη μέλη. Η ρύθμιση των επενδυτικών υπηρεσιών, η παροχή επενδυτικών προϊόντων βασιζόμενων σε ασφάλιση και οι κανόνες για τους ΟΣΕΚΑ και τους οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων και τους διαχειριστές τους (ΔΟΕΕ) είναι ζητήματα που εξετάζονται εδώ και καιρό σε επίπεδο ΕΕ. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μόνο η ενωσιακή δράση μπορεί να θέσει ένα κοινό κανονιστικό πλαίσιο που διασφαλίζει το ίδιο επίπεδο προστασίας των ιδιωτών επενδυτών σε όλα τα κράτη μέλη, ανεξάρτητα από το είδος των επενδυτικών προϊόντων ή υπηρεσιών που προσφέρονται και με πλήρη σεβασμό της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Ως προς το ζήτημα αυτό, η παρούσα πρόταση, όπως και οι οδηγίες που επιδιώκει να τροποποιήσει, συνάδει πλήρως με την αρχή της επικουρικότητας.

Αναλογικότητα

Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην τροποποίηση ορισμένων διατάξεων των οδηγιών, ιδίως των διατάξεων που αφορούν τις πληροφορίες που παρέχονται στους ιδιώτες πελάτες πριν και μετά τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων, τις απαιτήσεις σχετικά με την εμπορική προώθηση επενδυτικών προϊόντων σε ιδιώτες πελάτες, την εποπτεία και παρακολούθηση των προϊόντων, τις απαιτήσεις για την παροχή συμβουλών και άλλων υπηρεσιών διανομής επενδυτικών προϊόντων σε ιδιώτες πελάτες, τα επαγγελματικά προσόντα και τη διασυνοριακή εποπτεία. Οι τροποποιήσεις είναι αναγκαίες και αναλογικές για την ενίσχυση της προστασίας των ιδιωτών επενδυτών, ενώ λαμβάνονται παράλληλα υπόψη τα συμφέροντα των συμμετεχόντων στην αγορά και η οικονομική αποδοτικότητα.

Επιλογή της νομικής πράξης

Δεδομένου ότι η παρούσα πρόταση στοχεύει στην τροποποίηση των υφιστάμενων οδηγιών 2014/65/ΕΕ, (ΕΕ) 2016/97, 2009/138/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ και (ΕΕ) 2014/91, το μέσο που επιλέχθηκε είναι η τροποποιητική οδηγία. Η επιλογή ενιαίας τροποποιητικής οδηγίας βασίζεται στον στόχο της στρατηγικής της ΕΕ για τις λιανικές επενδύσεις, να επιτύχει το ίδιο επίπεδο προστασίας των ιδιωτών επενδυτών σε ολόκληρη την ΕΕ και σε όλα τα επενδυτικά προϊόντα και τους διαύλους διανομής. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί αποτελεσματικότερα μέσω της θέσπισης συνεπών και, όπου απαιτείται, ενιαίων απαιτήσεων για όλους τους σχετικούς τομείς.

3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

Εκ των υστέρων αξιολογήσεις / έλεγχοι καταλληλότητας της ισχύουσας νομοθεσίας

Το παράρτημα της συνοδευτικής εκτίμησης επιπτώσεων περιέχει αξιολόγηση του νομοθετικού πλαισίου που σχετίζεται ειδικά με την προστασία των ιδιωτών επενδυτών. Τα κύρια συμπεράσματα είναι ότι τα πλαίσια που ισχύουν για τους ιδιώτες επενδυτές είναι σε γενικές γραμμές αποτελεσματικά και συνεκτικά, εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν ανάγκες και προβλήματα και αποφέρουν την επιδιωκόμενη προστιθέμενη αξία. Ωστόσο, η αξιολόγηση κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι δεν επιτυγχάνονται επαρκώς οι επιδιωκόμενοι στόχοι σε τομείς όπως η γνωστοποίηση πληροφοριών, οι αντιπαροχές και οι συμβουλές, οι απαιτήσεις παρακολούθησης των προϊόντων και οι αξιολογήσεις καταλληλότητας.

Παρά τους υφιστάμενους κανόνες που διέπουν τις γνωστοποιήσεις, οι πληροφορίες μπορεί και πάλι να είναι πολύπλοκες (ιδίως σε σχέση με το κόστος) ή να μην είναι επαρκώς χρήσιμες ή σχετικές ώστε να καθοδηγούν τους ιδιώτες επενδυτές στη λήψη τεκμηριωμένων αποφάσεων. Ούτε οι κανόνες προστασίας των επενδυτών που διέπουν τις γνωστοποιήσεις και τις διαφημιστικές ανακοινώσεις είναι επαρκώς προσαρμοσμένοι στους πρόσφατα αναδυθέντες και συνεχώς εξελισσόμενους κινδύνους που συνδέονται με την ταχεία ανάπτυξη των ψηφιακών διαύλων που προσφέρουν υπηρεσίες.

Όσον αφορά την καταβολή αντιπαροχών και την παροχή συμβουλών, οι υφιστάμενες διασφαλίσεις, όπως οι απαιτήσεις διαφάνειας, δεν επαρκούν για την αντιμετώπιση των ενδεχόμενων συγκρούσεων συμφερόντων των παρόχων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, δεδομένης της υφιστάμενης ασυμμετρίας πληροφόρησης μεταξύ των ιδιωτών επενδυτών και των συγκεκριμένων παρόχων. Οι ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων λόγω της καταβολής αντιπαροχών μπορεί να οδηγήσουν σε μεροληψία υπέρ ή κατά συγκεκριμένων προϊόντων από την πλευρά των χρηματοοικονομικών συμβούλων, με αποτέλεσμα την πώληση ακριβότερων προϊόντων στους ιδιώτες επενδυτές ή προϊόντων που μπορεί να μην είναι προς το συμφέρον τους.

Οι ισχύοντες κανόνες για την εποπτεία και την παρακολούθηση προϊόντων έχουν θέσει ένα πλαίσιο που διέπει τον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζονται και διανέμονται τα προϊόντα. Ωστόσο, απαιτείται περαιτέρω βελτίωση προκειμένου να διασφαλιστεί ότι προσφέρονται στους ιδιώτες επενδυτές μόνο προϊόντα που παρέχουν βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας. Ορισμένα επενδυτικά προϊόντα για ιδιώτες επενδυτές στην αγορά εξακολουθούν να ενσωματώνουν αδικαιολόγητα υψηλό κόστος και/ή δεν προσφέρουν αξία στους ιδιώτες επενδυτές.

Τέλος, οι δοκιμές αξιολόγησης καταλληλότητας και συμβατότητας αποδείχθηκαν σε γενικές γραμμές αποτελεσματικές και αποδοτικές, όμως μπορούν να βελτιωθούν περαιτέρω προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αξιολογήσεις εκτελούνται τη σωστή χρονική στιγμή (δηλαδή προτού συστηθούν τα προϊόντα), με στόχο να αρθούν οι ασυνεπείς πρακτικές και να διασφαλιστεί ότι είναι προσαρμοσμένα στο ψηφιακό περιβάλλον, αλλά και για να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη του επενδυτή για διαφοροποίηση χαρτοφυλακίου.

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πραγματοποίησε διάφορες δραστηριότητες διαβούλευσης στο πλαίσιο της εκπόνησης της παρούσας πρότασης.

Μεταξύ Μαΐου και Αυγούστου 2021, στο πλαίσιο δημόσιας διαβούλευσης με θέμα «Μια στρατηγική για τις λιανικές επενδύσεις για την Ευρώπη» συγκεντρώθηκαν απόψεις από μια ευρεία ομάδα ενδιαφερόμενων μερών σχετικά με διάφορες πτυχές που αφορούν τις λιανικές επενδύσεις, και συγκεκριμένα: προσυμβατικές γνωστοποιήσεις (μεταξύ άλλων για τα PRIIP), αντιπαροχές και ποιότητα συμβουλών, αξιολογήσεις καταλληλότητας και συμβατότητας, χρηματοοικονομική κατάρτιση, πολυπλοκότητα προϊόντων, επιπτώσεις της αυξημένης ψηφιοποίησης των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, κατηγοριοποίηση επενδυτών, επίλυση διαφορών, εξουσίες παρέμβασης των ΕΕΑ για τα προϊόντα και βιώσιμες επενδύσεις.

Ελήφθησαν 186 απαντήσεις από διάφορα ενδιαφερόμενα μέρη που εκπροσωπούσαν επιχειρηματικές ενώσεις και οργανώσεις (59 %), οργανώσεις καταναλωτών (2 %), ΜΚΟ (5 %), δημόσιες αρχές (9 %), συνδικαλιστικές οργανώσεις (2 %) και πολίτες (19 %). Επιπλέον, η Επιτροπή συζήτησε ποικίλες πτυχές της επανεξέτασης σε διάφορες συνεδριάσεις ομάδας εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών.

Τα αποτελέσματα της δημόσιας διαβούλευσης συνεκτιμήθηκαν στην πρόταση και η Επιτροπή προσπάθησε να λάβει υπόψη τα διαφορετικά συμφέροντα που εξέφρασαν τα ενδιαφερόμενα μέρη. Εξετάστηκαν και αποτελούν μέρος της πρότασης οι πλέον σημαντικοί τομείς, στους οποίους όσοι απάντησαν εντόπισαν περιθώριο βελτιώσεων του πλαισίου. Σε αυτούς περιλαμβάνονται η χρηματοοικονομική κατάρτιση, η οποία επισημάνθηκε από όλες τις ομάδες ενδιαφερόμενων μερών, η γνωστοποίηση πληροφοριών, οι αξιολογήσεις καταλληλότητας και συμβατότητας, καθώς και οι αντιπαροχές και οι συμβουλές.

Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας

Μετά από επίσημα αιτήματα για γνωμοδοτήσεις 23 που εξέδωσε η Επιτροπή στις 27 Ιουλίου 2021, τόσο η ΕΑΚΑΑ (ESMA) όσο και η ΕΑΑΕΣ (EIOPA) υπέβαλαν γνώμη 24 , 25 στις 29 Απριλίου 2022. Οι γνώμες των ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ αξιοποιήθηκαν για την τεκμηρίωση της εκτίμησης επιπτώσεων της Επιτροπής και την ανάπτυξη της παρούσας πρότασης.

Στο παράρτημα 2 της συνοδευτικής εκτίμησης επιπτώσεων απαριθμούνται πρόσθετες πηγές που ελήφθησαν υπόψη κατά την εκπόνηση της παρούσας πρότασης, όπως στοχευμένες διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη και δραστηριότητες προβολής. Η Επιτροπή βασίστηκε επίσης σε εκτενή ερευνητική βιβλιογραφία, η οποία αναφέρεται στην εκτίμηση επιπτώσεων, ιδίως στην ειδική μελέτη που εκπονήθηκε από κοινοπραξία συμβούλων με επικεφαλής την εταιρεία Kantar και τίτλο «Disclosure, inducements, and suitability rules for retail investors study» (Μελέτη σχετικά με τη γνωστοποίηση, τις αντιπαροχές και τους κανόνες καταλληλότητας για τους ιδιώτες επενδυτές), που δημοσιεύθηκε το 2022 26 .

Στην εκπόνηση της παρούσας πρότασης συνέβαλαν επίσης οι συμβουλές του φόρουμ υψηλού επιπέδου για την Ένωση των Κεφαλαιαγορών (CMU HLF) και οι συνεισφορές από την ομάδα χρηστών χρηματοοικονομικών υπηρεσιών (FSUG) 27 . Συζητήσεις διεξήχθησαν επίσης σε συνεδριάσεις της ομάδας κυβερνητικών εμπειρογνωμόνων για τις λιανικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (GEGRFS), όπου εμπειρογνώμονες των κρατών μελών εξέφρασαν την υποστήριξή τους για τους στόχους της στρατηγικής για τις λιανικές επενδύσεις, ταυτόχρονα όμως μεγάλη πλειονότητα .......... κρατών μελών εξέφρασε ανησυχίες για πιθανές ανατρεπτικές επιπτώσεις της απαγόρευσης των αντιπαροχών στα συστήματα διανομής λιανικών επενδύσεων.

Εκτίμηση επιπτώσεων

Η παρούσα πρόταση συνοδεύεται από εκτίμηση επιπτώσεων [SWD(2023) 278]. Η εκτίμηση επιπτώσεων υποβλήθηκε στην επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου (RSB) στις 14 Δεκεμβρίου 2022 και έλαβε θετική γνώμη με επιφυλάξεις στις 20 Ιανουαρίου 2023 [SEC(2023) 330]. Στη συνέχεια τροποποιήθηκε ώστε να αντικατοπτρίζει τη διαβούλευση με την επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου.

Συνολικά, η εκτίμηση επιπτώσεων εστιάζει στον εντοπισμό και την αντιμετώπιση συγκεκριμένων αστοχιών σε βασικά στάδια της διαδικασίας διανομής λιανικών προϊόντων και επενδύσεων. Εξετάζει ζητήματα που εμποδίζουν τους ιδιώτες πελάτες να προβούν στη βέλτιστη χρήση των πληροφοριών για τα επενδυτικά προϊόντα (PRIIP, MiFID και IDD), εξετάζει τους κανόνες που διέπουν τις συγκρούσεις συμφερόντων οι οποίες προκύπτουν από τις αντιπαροχές στο «σημείο πώλησης» και στο στάδιο παραγωγής επενδυτικών προϊόντων και υπηρεσιών (τόσο στην οδηγία MiFID όσο και στην οδηγία IDD) και εξετάζει τους κανόνες εποπτείας και παρακολούθησης προϊόντων (τόσο για τους διανομείς, επομένως στις οδηγίες MiFID και IDD, όσο και για τους παραγωγούς προϊόντων, στις οδηγίες ΟΣΕΚΑ, MiFID και IDD), ώστε να διασφαλιστεί ότι οι ιδιώτες πελάτες αντλούν αξία από την επένδυσή τους («βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας»).

Για καθέναν από τους τρεις κύριους τομείς που προσδιορίστηκαν, δηλαδή 1) τις γνωστοποιήσεις και τις διαφημιστικές ανακοινώσεις, 2) τις αντιπαροχές και 3) τη βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας, η εκτίμηση επιπτώσεων αξιολογεί, εκτός από το βασικό σενάριο, δύο εναλλακτικές ή, στην περίπτωση των γνωστοποιήσεων, δύο συμπληρωματικές επιλογές πολιτικής.

Στην περίπτωση των γνωστοποιήσεων, η εκτίμηση επιπτώσεων εξετάζει το ενδεχόμενο στοχευμένων αλλαγών στους κανόνες γνωστοποίησης που αποσκοπούν στη βελτίωση της συνάφειάς τους για τους ιδιώτες επενδυτές παράλληλα με στοχευμένες αλλαγές για την αντιμετώπιση ελλείψεων πληροφοριών που σχετίζονται με τις διαφημιστικές ανακοινώσεις. Επειδή και οι δύο επιλογές είναι συμπληρωματικές και συνιστούν βελτίωση σε σύγκριση με το βασικό σενάριο, με εύλογο κόστος, αποτελούν και οι δύο, σωρευτικά, την προτιμώμενη επιλογή.

Στην περίπτωση των αντιπαροχών, αξιολογήθηκε η επιλογή της διατήρησης του τρέχοντος συστήματος ώστε να επιτρέπεται η καταβολή αντιπαροχών υπό ορισμένες προϋποθέσεις, με ταυτόχρονη βελτίωση και εναρμόνιση των ειδικών ανά τομέα γνωστοποιήσεων σχετικά με τις αντιπαροχές, έναντι της απαγόρευσης όλων των μορφών αντιπαροχών, συμπεριλαμβανομένης μιας δευτερεύουσας παραλλαγής η οποία αφορά μερική απαγόρευση που θα εφαρμόζεται στην περίπτωση υπηρεσιών χωρίς παροχή συμβουλών (μόνο εκτέλεση). Η εκτίμηση επιπτώσεων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πλήρης απαγόρευση σε ολόκληρη την ΕΕ θα αποτελούσε το πλέον αποτελεσματικό μέτρο για την εξάλειψη ή τη σημαντική μείωση των ενδεχόμενων συγκρούσεων συμφερόντων, εξασθενίζοντας μια σημαντική πηγή ζημίας για τους καταναλωτές.

Ωστόσο, η άμεση και πλήρης απαγόρευση των αντιπαροχών θα είχε σημαντικές και αιφνίδιες επιπτώσεις στα υφιστάμενα συστήματα διανομής, με συνέπειες που είναι δύσκολο να προβλεφθούν. Η μερική απαγόρευση, από την άλλη πλευρά, θα είχε μικρότερο αντίκτυπο στα υφιστάμενα συστήματα διανομής, ενώ παράλληλα θα εξακολουθούσε να παρέχει οφέλη στους ιδιώτες επενδυτές. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή έλαβε την απόφαση να μην προτείνει την πλήρη απαγόρευση των αντιπαροχών στο πλαίσιο της παρούσας πρότασης.

Αντίθετα, στο πλαίσιο μιας σταδιακής προσέγγισης που έχει ως στόχο να δώσει στους διαχειριστές τη δυνατότητα να προσαρμόσουν τα συστήματα διανομής τους και να ελαχιστοποιήσουν το κόστος μιας τέτοιας αλλαγής, η παρούσα νομοθετική δέσμη προτείνει την αντιμετώπιση των συγκρούσεων συμφερόντων που ενδέχεται να προκύψουν λόγω της καταβολής αντιπαροχών μέσω διαφόρων μέτρων, στα οποία περιλαμβάνονται:

ένα μέτρο που αποσκοπεί στην απαγόρευση της καταβολής αντιπαροχών σε περιβάλλοντα εκτέλεσης μόνο, όπου δεν παρέχονται συμβουλές,

η ενίσχυση της αρχής του «βέλτιστου συμφέροντος του πελάτη» που ισχύει τόσο στην οδηγία MiFID όσο και στην οδηγία IDD,

βελτιωμένες γνωστοποιήσεις προς τον πελάτη σχετικά με την καταβολή αντιπαροχών, συμπεριλαμβανομένης μιας απλής επεξήγησης των αντιπαροχών.

Η Επιτροπή θα παρακολουθεί στενά τις επιπτώσεις αυτών των μέτρων στην αγορά με βάση εμπεριστατωμένες πληροφορίες (που παρέχονται στο πλαίσιο των υποχρεώσεων της προσέγγισης της βέλτιστης σχέσης κόστους-ωφέλειας). Τρία χρόνια μετά την έγκριση της δέσμης μέτρων, η Επιτροπή θα αξιολογήσει τις επιπτώσεις του εν λόγω καθεστώτος αντιπαροχών στους ιδιώτες επενδυτές υπό το πρίσμα των πρόσθετων διασφαλίσεων που λαμβάνονται και θα συντάξει έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Αν η αξιολόγηση καταδείξει ότι εξακολουθεί η ζημία για τους καταναλωτές, παρά τις πρόσθετες διασφαλίσεις, η Επιτροπή θα εξετάσει το ενδεχόμενο υποβολής εναλλακτικών μέτρων σύμφωνα με τους κανόνες για τη βελτίωση της νομοθεσίας, μεταξύ άλλων την περαιτέρω επέκταση της απαγόρευσης των αντιπαροχών.

Στην περίπτωση της βέλτιστης σχέσης κόστους-ωφέλειας, η εκτίμηση επιπτώσεων εξέτασε την επιλογή μεταξύ της ενίσχυσης των κανόνων παρακολούθησης των προϊόντων για τους παραγωγούς 28 με την απαίτηση σύγκρισης των προϊόντων τους έναντι σχετικών «δεικτών αναφοράς του παραγωγού» 29 και μιας εναλλακτικής επιλογής για την επιβολή παρόμοιων υποχρεώσεων και σε επίπεδο διανομέων 30 , όπως τη σύγκριση ορισμένων προϊόντων με σχετικούς «δείκτες αναφοράς του διανομέα» 31 . Η τελευταία επιλογή, με την εφαρμογή υποχρεώσεων τόσο σε παραγωγούς όσο και σε διανομείς, θεωρήθηκε ο πλέον αποτελεσματικός και ολοκληρωμένος τρόπος προκειμένου να διασφαλιστεί η προσφορά οικονομικά αποδοτικών προϊόντων στους επενδυτές.

Η εκτίμηση επιπτώσεων εξέτασε ορισμένα πρόσθετα μέτρα που αποσκοπούν στην περαιτέρω ολοκλήρωση και συμπλήρωση της νομοθετικής δέσμης μέτρων. Τα μέτρα αυτά έχουν σχεδιαστεί ώστε να διασφαλίζονται βελτιωμένη εφαρμογή εποπτείας, καλύτερα καταρτισμένοι σύμβουλοι, ελάφρυνση των κριτηρίων για να θεωρηθεί κάποιος επαγγελματίας επενδυτής, αποτελεσματικότερη διαδικασία ελέγχου των επενδυτών, βελτιωμένα επίπεδα χρηματοοικονομικής κατάρτισης και μεγαλύτερη ευελιξία για τους καλώς πληροφορημένους επενδυτές ως προς την πρόσβαση σε ένα ευρύτερο σύνολο προϊόντων και υπηρεσιών χωρίς περιττή γραφειοκρατία.

Συνολικά, η δέσμη μέτρων αναμένεται να αυξήσει την προστασία των ιδιωτών επενδυτών και να οδηγήσει σε επενδυτικά προϊόντα καλύτερης ποιότητας για τους ιδιώτες πελάτες, με καλύτερη σχέση κόστους-ωφέλειας (δηλαδή προϊόντα καλύτερης ποιότητας και οικονομικά αποδοτικότερα). Κάτι τέτοιο θα ωφελήσει τους υφιστάμενους επενδυτές και θα ενθαρρύνει περισσότερους πολίτες να επενδύσουν. Η εκτίμηση επιπτώσεων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι εν λόγω μεταρρυθμίσεις θα επιφέρουν κάποιο επιπρόσθετο κόστος για τον χρηματοπιστωτικό κλάδο. Το κόστος αυτό έχει ποσοτικοποιηθεί στην εκτίμηση επιπτώσεων.

Η εκτίμηση επιπτώσεων αναθεωρήθηκε ώστε να ληφθούν υπόψη οι παρατηρήσεις της επιτροπής ρυθμιστικού ελέγχου. Οι κύριες βελτιώσεις συνοψίζονται ως εξής:

Όσον αφορά το εύρος και την κλίμακα του προβλήματος και τις επιπτώσεις του στο οικοσύστημα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών λιανικής, το υποκείμενο οικονομικό πλαίσιο εξηγείται καλύτερα και τεκμηριώνεται με στοιχεία στο τελικό κείμενο. Η ζημία των καταναλωτών εξηγείται καλύτερα, όπως καλύτερη είναι και η περιγραφή των θεμάτων, με την οποία υπογραμμίζεται πλέον η ανάγκη ανάληψης επείγουσας δράσης. Στην παρουσίαση των βασικών επιλογών πολιτικής και των συνοδευτικών μέτρων στο τελικό κείμενο εξετάζονται, επίσης, με περισσότερες λεπτομέρειες ορισμένα στοιχεία των επιλογών πολιτικής.

Έχουν συμπεριληφθεί περαιτέρω ποσοτικοί προσδιορισμοί και αναλύσεις. Έχει βελτιωθεί η συνολική παρουσίαση του κόστους και των οφελών της δέσμης μέτρων της προτιμώμενης επιλογής. Παρέχονται πρόσθετες εκτιμήσεις των επιπτώσεων της απαγόρευσης αντιπαροχών και των μέτρων για τη βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας. Οι περιορισμοί σχετικά με τον ποσοτικό προσδιορισμό των μέτρων γνωστοποίησης επεξηγούνται λεπτομερέστερα. Επιπλέον, το τελικό κείμενο περιλαμβάνει πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση των ποιοτικών οικονομικών επιπτώσεων, όπως, μεταξύ άλλων, ανάλυση του τρόπου με τον οποίο διασυνδέονται ορισμένα μέτρα. Τέλος, στα παραρτήματα προστέθηκε τεστ ΜΜΕ.

Όσον αφορά τα «συνοδευτικά μέτρα» που συμβάλλουν, μαζί με τα κύρια μέτρα, στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που εντοπίστηκαν, το τελικό κείμενο περιλαμβάνει πρόσθετο πίνακα όπου παρουσιάζονται τα συνοδευτικά μέτρα τα οποία αξιολογούνται στο παράρτημα, το πρόβλημα που επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν και ο στόχος που επιδιώκουν να επιτύχουν. Το κείμενο περιλαμβάνει επίσης επεξήγηση ως προς τον τρόπο με τον οποίο τα συνοδευτικά μέτρα αλληλεπιδρούν με τις προτιμώμενες επιλογές και παράγουν αποτελέσματα συνέργειας. Προστέθηκε παράγραφος όπου σκιαγραφείται ένας εναλλακτικός συνδυασμός επιλογών που εξετάστηκε, ο οποίος δεν περιελάμβανε την απαγόρευση των αντιπαροχών. Η παράγραφος περιλαμβάνει επίσης επεξήγηση ως προς τους λόγους για τους οποίους δεν εφαρμόστηκε η απαγόρευση αντιπαροχών.

Καταλληλότητα και απλούστευση του κανονιστικού πλαισίου

Η προτεινόμενη οδηγία βελτιώνει την καταλληλότητα του κανονιστικού πλαισίου και απλουστεύει το πλαίσιο ως εξής:

Καταργεί τις ασυνέπειες και τις αλληλεπικαλύψεις των απαιτήσεων σχετικά με την παροχή πληροφοριών σε πελάτες οι οποίες υφίστανται μεταξύ των οδηγιών Φερεγγυότητα II, IDD και PRIIP όσον αφορά επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, κάτι που μπορεί να ωφελήσει τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, διατηρώντας παράλληλα την υψηλή προστασία των ιδιωτών επενδυτών.

Θεσπίζει ρυθμιστικές ελαφρύνσεις στην οδηγία MiFID για τους επενδυτές με τις κατάλληλες γνώσεις, εμπειρία και δυνατότητα να υποστούν ζημίες. Αυτό συνεπάγεται μείωση του υπερβολικού όγκου πληροφοριών για τους εν λόγω επενδυτές και αποδοτικότερη χρήση των πόρων για τους παραγωγούς και τους διανομείς προϊόντων.

Όσον αφορά την ψηφιακή ετοιμότητα, οι διατάξεις για τις κανονιστικές γνωστοποιήσεις και την εμπορική προώθηση προς ιδιώτες πελάτες προσαρμόζονται, ώστε να είναι κατάλληλες για ψηφιακή χρήση, εξασφαλίζοντας την ηλεκτρονική μορφή ως προεπιλογή, διευκρινίζοντας τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να παρουσιάζονται οι γνωστοποιήσεις προϊόντων σε ψηφιακό περιβάλλον και θεσπίζοντας πρόσθετες διασφαλίσεις για τις διαφημιστικές ανακοινώσεις, μεταξύ άλλων από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και άλλους ψηφιακούς διαύλους.

Από την άλλη πλευρά, θα προκύψει πρόσθετο διοικητικό κόστος από την υποβολή εποπτικών αναφορών σε σχέση με τους δείκτες αναφοράς για τη βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας που θα αναπτυχθούν από τις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ. Η υποχρέωση αυτή συνεπάγεται εφάπαξ κόστος και τρέχοντα έξοδα τόσο για τους παραγωγούς όσο και για τους διανομείς 32 .

Θεμελιώδη δικαιώματα

Η πρόταση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συγκεκριμένα την επιχειρηματική ελευθερία (άρθρο 16) και το δικαίωμα στην προστασία του καταναλωτή (άρθρο 38). Η πρόταση μπορεί να επηρεάσει τα δικαιώματα του σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 7) και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 8) με την επέκταση των κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που απαιτούνται για την αξιολόγηση της συμβατότητας των ιδιωτών επενδυτών και την απαίτηση διατήρησης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των παραγόντων επιρροής σε θέματα εμπορικής προώθησης επενδύσεων, όταν οι εν λόγω παράγοντες είναι φυσικά πρόσωπα. Ωστόσο, είναι απαραίτητη και αναλογική για τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών σύμφωνα με το άρθρο 52.

4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Η πρόταση αναμένεται να έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις ως συνέπεια ορισμένων νέων καθηκόντων που ανατίθενται στις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ.

Για την ΕΑΚΑΑ, απαιτείται η κατανομή 6 επιπλέον εργαζομένων πλήρους απασχόλησης (ΙΠΑ) για τον φόρτο εργασίας της και για την ανάληψη των καθηκόντων ανάπτυξης και διαχείρισης των δεικτών αναφοράς για τη βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας καθώς και συλλογής και επεξεργασίας των δεδομένων που λαμβάνονται από τις ΕΑΑ. Η ΕΑΚΑΑ θα χρειαστεί επίσης πρόσθετο προϋπολογισμό για επιχειρησιακές δαπάνες ύψους 1,5 εκατ. EUR για τα τρία πρώτα έτη υλοποίησης με στόχο την κάλυψη του κόστους ΤΠ και του κόστους που σχετίζεται με τον έλεγχο ικανοποίησης καταναλωτών βάσει εξωτερικής σύμβασης νέων εργαλείων γνωστοποίησης προς τους καταναλωτές, καθώς και με τη δημιουργία και διαχείριση πλατφορμών συνεργασίας για τις ΕΑΑ.

Για την ΕΑΑΕΣ, αυτά τα νέα καθήκοντα θα απαιτήσουν με την πάροδο του χρόνου συνολικά 3 ΙΠΑ που θα αναλάβουν τα καθήκοντα ανάπτυξης και διαχείρισης των δεικτών αναφοράς για τη βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας, καθώς και συλλογής και επεξεργασίας των δεδομένων που λαμβάνονται από τις ΕΑΑ. Η ΕΑΑΕΣ θα χρειαστεί επίσης πρόσθετο προϋπολογισμό για επιχειρησιακές δαπάνες ύψους 1,26 εκατ. EUR για τα τρία πρώτα έτη υλοποίησης με στόχο την πρόσβαση στα απαιτούμενα δεδομένα και την κάλυψη του κόστους που σχετίζεται με την ανάθεση εξωτερικής σύμβασης για τον έλεγχο ικανοποίησης καταναλωτών από τα νέα εργαλεία γνωστοποίησης προς τους καταναλωτές, καθώς και με τη δημιουργία και διαχείριση πλατφορμών συνεργασίας για τις ΕΑΑ.

Οι χρηματοδοτικές και δημοσιονομικές επιπτώσεις της παρούσας πρότασης επεξηγούνται λεπτομερώς στο νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο που επισυνάπτεται στην παρούσα πρόταση.

5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

Η Επιτροπή θα παρακολουθεί την πρόοδο προς την επίτευξη των ειδικών στόχων με βάση τον μη εξαντλητικό κατάλογο δεικτών που περιλαμβάνεται στο τμήμα 8 της συνοδευτικής εκτίμησης επιπτώσεων.

Πέντε έτη μετά την εφαρμογή, η Επιτροπή θα προβεί στην επόμενη αξιολόγηση των τροποποιήσεων της παρούσας πρότασης, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας.

Η παρούσα πρόταση δεν απαιτεί σχέδιο εφαρμογής.

Επεξηγηματικά έγγραφα (για οδηγίες)

Δεν θεωρείται αναγκαίο κανένα επεξηγηματικό έγγραφο.

Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

Γενική δομή της πρότασης

Η παρούσα οριζόντια τροποποιητική οδηγία αποτελείται από πέντε κύρια τμήματα που αντιστοιχούν στις διαφορετικές οδηγίες που πρόκειται να τροποποιηθούν. Το άρθρο 1 της πρότασης περιέχει τροποποιήσεις στην οδηγία MiFID, ενώ το άρθρο 2 προτείνει τροποποιήσεις στην οδηγία IDD. Το άρθρο 3 περιέχει τροποποιήσεις στην οδηγία Φερεγγυότητα II, ενώ τα άρθρα 4 και 5 προτείνουν αλλαγές στις οδηγίες ΟΣΕΚΑ και ΔΟΕΕ αντίστοιχα. Η αιτιολογική έκθεση επεξηγεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις ανά θέμα στις διάφορες σχετικές οδηγίες.

Γνωστοποίηση πληροφοριών: με στόχο την απλούστευση και τη μείωση των πληροφοριών που παρουσιάζονται στους ιδιώτες επενδυτές

Η πρόταση περιέχει σειρά βελτιώσεων του πλαισίου κανονιστικών γνωστοποιήσεων, οι οποίες αποσκοπούν στη εξασφάλιση διαφάνειας για τους ιδιώτες επενδυτές και στην παροχή δυνατότητας λήψης τεκμηριωμένων αποφάσεων.

Το άρθρο 1 σημείο 12 στοιχείο στ) και το άρθρο 2 σημείο 20 εισάγουν μια νέα παράγραφο 5γ στο άρθρο 24 της οδηγίας MiFID και μια νέα παράγραφο 5 στο άρθρο 29 της οδηγίας IDD, αντίστοιχα, απαιτώντας από τις επιχειρήσεις επενδύσεων, καθώς και από τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, να προβάλλουν κατάλληλες προειδοποιήσεις κινδύνου σε όλο το ενημερωτικό υλικό που αφορά τα ιδιαίτερα επικίνδυνα προϊόντα, ώστε να προειδοποιούν τους ιδιώτες επενδυτές για συγκεκριμένους κινδύνους ενδεχόμενων οικονομικών ζημιών. Το άρθρο 1 σημείο 17 στοιχείο γ) και το άρθρο 2 σημείο 6 εισάγουν ένα νέο στοιχείο κγ) στο άρθρο 69 παράγραφος 2 της οδηγίας MiFID και στοιχείο ιζ) στο άρθρο 12 παράγραφος 3 της οδηγίας IDD, αντίστοιχα, τα οποία ορίζουν ότι τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές έχουν την εξουσία να επιβάλλουν τη χρήση προειδοποιήσεων κινδύνου για τα ιδιαίτερα επικίνδυνα προϊόντα. Δίνεται εντολή στις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ να αναπτύξουν κατευθυντήριες γραμμές που προσδιορίζουν την έννοια των ιδιαίτερα επικίνδυνων χρηματοπιστωτικών προϊόντων, καθώς και εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που προσδιορίζουν το περιεχόμενο και τη μορφή των αντίστοιχων προειδοποιήσεων κινδύνου (άρθρο 1 σημείο 12, νέα παράγραφος 5γ στο άρθρο 24 της οδηγίας MiFID και άρθρο 2 σημείο 20, νέα παράγραφος 5 στο άρθρο 29 της οδηγίας IDD).

Το άρθρο 1 σημείο 12 και το άρθρο 2 σημείο 20 εισάγουν μια νέα παράγραφο (νέο άρθρο 24 παράγραφος 5γ της οδηγίας MiFID και νέο άρθρο 29 παράγραφος 5 της οδηγίας IDD) που εξουσιοδοτεί την ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΑΕΣ, αντίστοιχα, να επιβάλλουν τη χρήση προειδοποιήσεων κινδύνου στις επιχειρήσεις επενδύσεων, στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, κατόπιν συνεννόησης με τη σχετική ή τις σχετικές αρμόδιες αρχές. Έχουν την εξουσία να το πράττουν σε περίπτωση ανησυχιών ότι η χρήση (ή η απουσία) προειδοποιήσεων κινδύνου μπορεί να έχει ουσιώδη αντίκτυπο στην προστασία των επενδυτών.

Το άρθρο 2 σημείο 15 εισάγει μια νέα διάταξη στο άρθρο 23 της οδηγίας IDD (νέο άρθρο 23 παράγραφος 1) που επιτρέπει την από προεπιλογή ψηφιακή γνωστοποίηση πληροφοριών, σύμφωνα με υποχρέωση που υφίσταται ήδη βάσει της οδηγίας MiFID. Αυτός ο κανόνας θα ισχύει για όλα τα ασφαλιστικά προϊόντα και, επομένως, δεν περιορίζεται μόνο στα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα. Το άρθρο 1 σημείο 12 στοιχείο ζ) εισάγει μια νέα παράγραφο 5β στο άρθρο 24 της οδηγίας MiFID και το άρθρο 2 σημείο 15 εισάγει μια νέα παράγραφο 4 στο άρθρο 23 της οδηγίας IDD, που δίνουν εντολή στην ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΑΕΣ, αντίστοιχα, να αναπτύξουν κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη γνωστοποίηση πληροφοριών σε ηλεκτρονική μορφή.

Το άρθρο 1 σημείο 13 εισάγει νέο άρθρο 24β στην οδηγία MiFID, το οποίο πραγματεύεται αποκλειστικά τις κανονιστικές γνωστοποιήσεις των επιχειρήσεων επενδύσεων όσον αφορά το κόστος, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές που πραγματοποιούνται από τρίτους. Μέρη των ήδη υφιστάμενων διατάξεων σχετικά με το κόστος και τις επιβαρύνσεις βάσει του άρθρου 24 παράγραφος 4 της οδηγίας MiFID μεταφέρονται στο άρθρο 24β παράγραφος 1 της οδηγίας MiFID. Το άρθρο 24β της οδηγίας MiFID προβλέπει επιπλέον την τυποποίηση της παρουσίασης των εν λόγω πληροφοριών σχετικά με το κόστος, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές τρίτων. Απαιτεί, επίσης, ειδικά για τις πληρωμές τρίτων, επεξήγηση του σκοπού τους και ποσοτικοποίηση των επιπτώσεών τους στις αναμενόμενες αποδόσεις, κατά τρόπο τυποποιημένο και κατανοητό. Το άρθρο 2 σημείο 20 τροποποιεί το άρθρο 29 της οδηγίας IDD, ώστε να βελτιωθούν και να συμπληρωθούν οι ήδη υφιστάμενες διατάξεις για τις προσυμβατικές γνωστοποιήσεις στη διανομή επενδυτικών προϊόντων βασιζόμενων σε ασφάλιση. Με αυτόν τον τρόπο, προσθέτει επίσης απαίτηση στο άρθρο 29 παράγραφος 1 της οδηγίας IDD, ώστε να γνωστοποιούνται πληροφορίες σχετικά με όλα τα κόστη, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές τρίτων, καθώς και σχετικά με τον αντίκτυπό τους στις αναμενόμενες αποδόσεις.

Σύμφωνα με το άρθρο 24β παράγραφος 2 της οδηγίας MiFID και το άρθρο 29 παράγραφος 4 της οδηγίας IDD, η ΕΑΚΑΑ και η ΕΑΑΕΣ, αντίστοιχα, θα πρέπει να καταρτίζουν σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων με βάση προηγούμενους ελέγχους ικανοποίησης των καταναλωτών που θα καθορίζουν τη μορφή και την ορολογία που θα πρέπει να χρησιμοποιούν οι εταιρείες για τη γνωστοποίηση πληροφοριών σχετικά με το κόστος και τις επιβαρύνσεις στο πλαίσιο της οδηγίας MiFID, καθώς και για τις προσυμβατικές γνωστοποιήσεις βάσει της οδηγίας IDD.

Το νέο άρθρο 24β παράγραφοι 4 και 5 της οδηγίας MiFID και οι προσθήκες στο άρθρο 29 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας IDD περιλαμβάνουν απαίτηση για τις επιχειρήσεις επενδύσεων καθώς και για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση να παρέχουν σε όλους τους ιδιώτες πελάτες ετήσια κατάσταση που να περιέχει, μεταξύ άλλων, πληροφορίες σχετικά με το κόστος και τις επιβαρύνσεις, συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών τρίτων, καθώς και σχετικά με την απόδοση. Καθορίζουν, επίσης, ανάλογα με τα προσφερόμενα επενδυτικά προϊόντα, τις ελάχιστες απαιτήσεις πληροφόρησης που πρέπει να περιλαμβάνονται στην ετήσια κατάσταση. Λόγω των εγγενών μακροπρόθεσμων χαρακτηριστικών των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων, τα οποία χρησιμοποιούνται συχνά για συνταξιοδοτικούς σκοπούς, το άρθρο 29 παράγραφος 3 της οδηγίας IDD απαιτεί πρόσθετα στοιχεία πληροφοριών στην ετήσια κατάσταση για τα εν λόγω προϊόντα, όπως προσαρμοσμένες μεμονωμένες προβλέψεις του αναμενόμενου αποτελέσματος στο τέλος της συμβατικής ή συνιστώμενης περιόδου διακράτησης [στοιχείο στ)].

Επιπλέον, το άρθρο 3 σημεία 3 και 5 της τροποποιητικής οδηγίας προβλέπει την απαλοιφή των άρθρων 183, 184 και 185 της οδηγίας Φερεγγυότητα II. Στο άρθρο 2 σημεία 11 έως 13, οι εν λόγω απαιτήσεις σχετικά με τις υποχρεωτικές πληροφορίες πριν ή μετά τη σύμβαση και ορισμένες απαιτήσεις επιχειρηματικής συμπεριφοράς εκσυγχρονίζονται και μεταφέρονται στην οδηγία IDD (από την οδηγία Φερεγγυότητα II) μέσω τροποποιήσεων στα άρθρα 18, 20 και 29 παράγραφος 3 της οδηγίας IDD. Το προτεινόμενο νέο άρθρο 20 παράγραφος 8α της οδηγίας IDD προβλέπει τυποποιημένο έγγραφο πληροφοριών ασφαλιστικών προϊόντων για προϊόντα ασφάλισης ζωής εκτός των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων. Αυτό το νέο και φιλικό προς τον χρήστη έγγραφο θα συμπληρώσει το ήδη υπάρχον έγγραφο πληροφοριών ασφαλιστικών προϊόντων για προϊόντα του κλάδου ασφάλισης ζημιών, αλλά και το έγγραφο βασικών πληροφοριών των PRIIP για επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση. Ειδικότερα, το άρθρο 2 σημεία 11 έως 13 τροποποιεί τις απαιτήσεις της οδηγίας IDD σχετικά με όλα τα ασφαλιστικά προϊόντα και, επομένως, δεν εφαρμόζεται μόνο για επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση (ειδικά στο πλαίσιο της στρατηγικής της ΕΕ για τις λιανικές επενδύσεις). Αυτό γίνεται για να αποφευχθεί ο κατακερματισμός στους κανόνες γνωστοποίησης, οι οποίοι εφαρμόζονται για όλα τα ασφαλιστικά προϊόντα και τα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα.

Προστασία των ιδιωτών επενδυτών από παραπλανητικές διαφημιστικές ανακοινώσεις και πρακτικές εμπορικής προώθησης που δίνουν έμφαση στα οφέλη αλλά υποβαθμίζουν τους κινδύνους

Η πρόταση εισάγει ορισμένες νέες διατάξεις για την αντιμετώπιση του κινδύνου μη ισορροπημένων ή παραπλανητικών διαφημιστικών ανακοινώσεων που δίνουν έμφαση μόνο στα οφέλη και για την αποσαφήνιση των ευθυνών των επιχειρήσεων επενδύσεων και των διανομέων ασφαλιστικών προϊόντων σε σχέση με τις διαφημιστικές ανακοινώσεις, μεταξύ άλλων κατά τη χρήση ψηφιακών διαύλων και όταν βασίζονται σε τρίτα μέρη.

Το άρθρο 1 σημείο 3 και το άρθρο 2 σημείο 1 στοιχείο γ) εισάγουν νέα σημεία 66 και 67 στο άρθρο 4 παράγραφος 1 της οδηγίας MiFID και νέα σημεία 20 και 21 στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας IDD, αντίστοιχα, όπου παρέχονται οι ορισμοί των διαφημιστικών ανακοινώσεων και των πρακτικών εμπορικής προώθησης.

Το άρθρο 1 σημείο 7 τροποποιεί το άρθρο 9 παράγραφος 3 της οδηγίας MiFID, ώστε να συμπεριλάβει την απαίτηση οι επιχειρήσεις επενδύσεων να διαθέτουν πολιτική για τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και πρακτικές εμπορικής προώθησης, την οποία θα πρέπει να ορίζει, να εγκρίνει και να επιβλέπει το διοικητικό όργανο της επιχείρησης επενδύσεων.

Το άρθρο 1 σημείο 8 στοιχείο γ) εισάγει νέα παράγραφο 3α στο άρθρο 16 της οδηγίας MiFID, ώστε να συμπεριλάβει την απαίτηση οι επιχειρήσεις επενδύσεων να διαθέτουν αποτελεσματικές οργανωτικές και διοικητικές ρυθμίσεις προς διασφάλιση της συμμόρφωσης με όλες τις υποχρεώσεις που σχετίζονται με τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και πρακτικές εμπορικής προώθησης βάσει του άρθρου 24γ, καθώς και σχετικών κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

Δεδομένου ότι η οδηγία IDD δεν προβλέπει λεπτομερείς οργανωτικές απαιτήσεις για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, τέτοια ειδική οργανωτική απαίτηση δεν θα μπορούσε να εισαχθεί στο πλαίσιο της οδηγίας IDD.

Το άρθρο 1 σημείο 12 στοιχείο β) τροποποιεί το άρθρο 24 παράγραφος 2 της οδηγίας MIFID, απαιτώντας από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που παράγουν χρηματοπιστωτικά μέσα να διασφαλίζουν ότι η στρατηγική για τη διανομή των εν λόγω χρηματοπιστωτικών μέσων είναι συμβατή με την καθορισμένη αγορά-στόχο, μεταξύ άλλων και σε σχέση με τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και πρακτικές εμπορικής προώθησης.

Το άρθρο 1 σημείο 13 εισάγει νέο άρθρο 24γ της οδηγίας MiFID και το άρθρο 2 σημείο 18 εισάγει νέο άρθρο 26α της οδηγίας IDD, αντίστοιχα, θεσπίζοντας υποχρεώσεις για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, καθώς και για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, σε σχέση με τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και πρακτικές εμπορικής προώθησης. Τα νέα άρθρα περιλαμβάνουν υποχρεώσεις για τον σαφή προσδιορισμό των διαφημιστικών ανακοινώσεων και τη διασφάλιση του ότι αποδίδονται δεόντως στην επιχείρηση επενδύσεων, την ασφαλιστική επιχείρηση ή τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή από τον οποίο ή για λογαριασμό του οποίου πραγματοποιούνται. Τα βασικά χαρακτηριστικά του επενδυτικού προϊόντος ή υπηρεσίας θα πρέπει επίσης να παρουσιάζονται με σαφήνεια σε όλες τις διαφημιστικές ανακοινώσεις. Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις και πρακτικές εμπορικής προώθησης θα πρέπει επίσης να αναπτύσσονται, να σχεδιάζονται και να παρέχονται κατά τρόπο δίκαιο, σαφή και μη παραπλανητικό και θα πρέπει να είναι ισορροπημένες στην παρουσίαση των κινδύνων και των οφελών, καθώς και κατάλληλες για την ομάδα-στόχο των επενδυτών στην οποία απευθύνονται. Η παρούσα πρόταση εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που να προσδιορίζει αυτά τα βασικά χαρακτηριστικά και τις προϋποθέσεις για τον κατάλληλο σχεδιασμό.

Το άρθρο 24γ παράγραφος 4 της οδηγίας MiFID και το άρθρο 26α παράγραφος 4 της οδηγίας IDD προβλέπουν τον καταμερισμό της ευθύνης όσον αφορά το περιεχόμενο και τη χρήση των διαφημιστικών ανακοινώσεων μεταξύ παραγωγών και διανομέων επενδυτικών προϊόντων και βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων.

Το άρθρο 24γ παράγραφος 5 της οδηγίας MiFID και το άρθρο 26α παράγραφος 5 της οδηγίας IDD απαιτούν από τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι τα διοικητικά όργανα των επιχειρήσεων λαμβάνουν ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τη χρήση των διαφημιστικών ανακοινώσεων και των στρατηγικών που στοχεύουν σε πρακτικές εμπορικής προώθησης, σχετικά με τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις ως προς τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και τις πρακτικές εμπορικής προώθησης, καθώς και σχετικά με επισημανθείσες παρατυπίες και τις προτεινόμενες λύσεις όσον αφορά υποχρεώσεις ως προς τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και τις πρακτικές εμπορικής προώθησης, σύμφωνα με τις οδηγίες MiFID και IDD, αντίστοιχα.

Το άρθρο 24γ παράγραφος 7 της οδηγίας MiFID και το άρθρο 26α παράγραφος 7 της οδηγίας IDD επεκτείνουν την υφιστάμενη υποχρέωση τήρησης αρχείων σε όλες τις διαφημιστικές ανακοινώσεις που πραγματοποιούνται άμεσα ή έμμεσα από τις επιχειρήσεις επενδύσεων, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές. Η υποχρέωση καλύπτει περίοδο 5 ετών, επιτρέποντας παρέκκλιση έως και 7 ετών κατόπιν αιτήσεως των αρμόδιων αρχών.

Το άρθρο 24γ παράγραφος 6 της οδηγίας MiFID και το άρθρο 26α παράγραφος 6 της οδηγίας IDD επιβάλλουν υποχρέωση στα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι οι εθνικές αρμόδιες αρχές διαθέτουν την απαραίτητη εξουσιοδότηση να λαμβάνουν έγκαιρα και αποτελεσματικά μέτρα για τη μη συμμόρφωση με τις ως άνω υποχρεώσεις.

Αντιμετώπιση της μεροληψίας κατά τη διαδικασία παροχής συμβουλών: συγκρούσεις συμφερόντων, αντιπαροχές και εισαγωγή ενισχυμένης δοκιμής «βέλτιστου συμφέροντος» για τις οδηγίες MiFID και IDD

Οι ισχύοντες κανόνες που διέπουν τη σύγκρουση συμφερόντων στη διαδικασία παροχής συμβουλών λόγω καταβολής αντιπαροχών διαφέρουν μεταξύ της οδηγίας MiFID και της οδηγίας IDD. Το άρθρο 1 σημεία 12 και 13 τροποποιεί το άρθρο 24 της οδηγίας MiFID και εισάγει νέο άρθρο 24α στην οδηγία MiFID, ενώ το άρθρο 2 σημεία 20 και 21 τροποποιεί το άρθρο 29 της οδηγίας IDD και εισάγει νέο άρθρο 29α στην οδηγία IDD. Οι διατάξεις αυτές καλύπτουν, αντίστοιχα, τις υποχρεώσεις των επιχειρήσεων επενδύσεων καθώς και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση σε σχέση με την καταβολή αντιπαροχών.

Εκτός από τις υφιστάμενες απαγορεύσεις αντιπαροχών που αφορούν την παροχή συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση και τη διαχείριση χαρτοφυλακίου, οι οποίες διατηρούνται στην οδηγία MiFID, το άρθρο 24α παράγραφος 2 της οδηγίας MiFID εισάγει απαγόρευση των αντιπαροχών που καταβάλλονται από παραγωγούς σε διανομείς σε σχέση με τη λήψη και τη διαβίβαση εντολών ή την εκτέλεση εντολών προς ιδιώτες πελάτες ή για λογαριασμό ιδιωτών πελατών. Αυτές οι δύο επενδυτικές υπηρεσίες καλύπτουν πωλήσεις για εκτέλεση μόνο, όπου δεν υπάρχει σχέση παροχής συμβουλών μεταξύ της επιχείρησης επενδύσεων και του πελάτη. Ομοίως, το άρθρο 29α παράγραφος 1 της οδηγίας IDD εισάγει απαγόρευση των αντιπαροχών που καταβάλλονται από τους παραγωγούς στους διανομείς σε σχέση με πωλήσεις επενδυτικών προϊόντων βασιζόμενων σε ασφάλιση (IBIP) χωρίς παροχή συμβουλών και, ως εκ τούτου, έχει το ίδιο πεδίο εφαρμογής. Η εν λόγω μερική απαγόρευση θα άρει τα κίνητρα τα οποία ωθούν τις επιχειρήσεις να προβάλλουν περισσότερο ορισμένα προϊόντα κατά την προσφορά προϊόντων τους και θα ωφελήσει τους ιδιώτες επενδυτές που επενδύουν μέσω υπηρεσιών εκτέλεσης μόνο, καθώς αποφεύγουν τις επιβαρύνσεις λόγω της καταβολής αντιπαροχών.

Ειδικά σε σχέση με την οδηγία MiFID, οι υφιστάμενες εξαιρέσεις από τις απαγορεύσεις αντιπαροχών θα εξακολουθήσουν να ισχύουν ως προς την απαγόρευση αντιπαροχών για υπηρεσίες εκτέλεσης μόνο (π.χ. πληρωμές ή οφέλη που επιτρέπουν ή είναι απαραίτητα για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών, πληρωμές σε σχέση με έρευνα κ.λπ.). Επιτρέπονται επίσης ήσσονος σημασίας μη χρηματικά οφέλη που δεν υπερβαίνουν τα 100 EUR ή που είναι τέτοιας κλίμακας και φύσης που δεν θα μπορούσε να κριθεί ότι παραβλάπτουν τη συμμόρφωση με την υποχρέωση δράσης προς το βέλτιστο συμφέρον του ιδιώτη επενδυτή, εάν γνωστοποιούνται με σαφήνεια. Επιπλέον, επειδή οι επενδυτικές συμβουλές μπορεί να συνδυάζονται με τις υπηρεσίες εκτέλεσης εντολών και λήψης και διαβίβασης εντολών, με κύρια υπηρεσία τις επενδυτικές συμβουλές, το άρθρο 24α της οδηγίας MiFID διευκρινίζει ότι η απαγόρευση των αντιπαροχών σε σχέση με τις υπηρεσίες εκτέλεσης εντολών και λήψης και διαβίβασης εντολών δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις όπου οι επιχειρήσεις επενδύσεων παρέχουν συμβουλές στον ίδιο πελάτη σχετικά με μία ή περισσότερες συναλλαγές που καλύπτονται από τις εν λόγω συμβουλές. Η απαγόρευση των αντιπαροχών δεν ισχύει επίσης σε σχέση με τέλη ή αμοιβές που λαμβάνονται ή καταβάλλονται από εκδότη για υπηρεσίες τοποθέτησης και αναδοχής. Για να διασφαλιστεί ότι η τελευταία αυτή εξαίρεση επικεντρώνεται σε μέσα τα οποία είναι κρίσιμα για την ικανότητα των εκδοτών να αντλούν κεφάλαια, η εν λόγω εξαίρεση δεν ισχύει για μέσα που πληρούν τις προϋποθέσεις των συσκευασμένων επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές.

Εισάγονται αναθεωρημένες διασφαλίσεις για τις πωλήσεις με παροχή συμβουλών, που υποχρεώνουν τον διανομέα να διασφαλίζει ότι η καταβολή ή η λήψη αντιπαροχών δεν παραβλάπτει τη συμμόρφωση με την υποχρέωσή του να ενεργεί με εντιμότητα, δικαιοσύνη και επαγγελματισμό σύμφωνα με το βέλτιστο συμφέρον των πελατών του και να γνωστοποιεί την ύπαρξη, τη φύση και το ποσό των αντιπαροχών στους πελάτες.

Ειδικά σε σχέση με την οδηγία IDD, το άρθρο 2 σημείο 22 στοιχείο δ) ενισχύει τις διασφαλίσεις για τις συμβουλές του άρθρου 30 παράγραφος 5β και εισάγει διαφοροποίηση μεταξύ συμβουλών που παρέχονται σε ανεξάρτητη και μη ανεξάρτητη βάση, σε ευθυγράμμιση με την οδηγία MiFID, εάν οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές επιθυμούν να παρουσιάσουν τις συμβουλές τους ως «ανεξάρτητες». Προς τούτο καθιστά υποχρεωτική αντί για προαιρετική για τα κράτη μέλη την κατηγορία των συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση και απαγορεύει τη λήψη ή την παροχή αντιπαροχών σε σχέση με την παροχή συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση. Ωστόσο, η απαγόρευση αυτή δεν θα πρέπει να εμποδίζει τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να προσφέρουν συμβουλές για τις οποίες ενδεχομένως λαμβάνουν αντιπαροχές, αρκεί οι συμβουλές να μην παρουσιάζονται ως «ανεξάρτητες» και οι ιδιώτες πελάτες να ενημερώνονται για τις αντιπαροχές σύμφωνα με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις διαφάνειας. Ενόψει της ποικιλίας των δομών διανομής ασφαλιστικών προϊόντων στα κράτη μέλη, δεν θα πρέπει επίσης να εμποδίζει τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που δεν εργάζονται σε ασφαλιστική επιχείρηση ούτε είναι συμβατικά συνδεδεμένοι με αυτήν, αλλά λαμβάνουν αντιπαροχές, να παρουσιάζουν τους εαυτούς τους ως μη συμβατικά συνδεδεμένους με συγκεκριμένη ασφαλιστική επιχείρηση.

Επιπλέον, το άρθρο 1 σημείο 12 στοιχείο α) προτείνει τροποποιήσεις στο άρθρο 24 παράγραφος 1α της οδηγίας MiFID και το άρθρο 2 σημεία 21 και 22 εισάγει νέο άρθρο 29β και τροποποιεί το άρθρο 30 της οδηγίας IDD με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας των συμβουλών. Οι τροποποιήσεις αυτές τεκμηριώνουν περαιτέρω την υποχρέωση των επιχειρήσεων επενδύσεων, των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών να ενεργούν σύμφωνα με το βέλτιστο συμφέρον των πελατών τους, εισάγοντας μια νέα δοκιμή με σαφή κριτήρια που θα ισχύουν τόσο στην οδηγία MiFID όσο και στην οδηγία IDD (δοκιμή που αντικαθιστά την υφιστάμενη δοκιμή «βελτίωσης ποιότητας» της οδηγίας MiFID και τη δοκιμή «μη ζημίας» της οδηγίας IDD). Για να ενεργούν προς το βέλτιστο συμφέρον των πελατών τους, οι χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι πρέπει τουλάχιστον i) να βασίζουν τις συμβουλές τους στην αξιολόγηση κατάλληλου φάσματος χρηματοπιστωτικών προϊόντων, ii) να προτείνουν το οικονομικά αποδοτικότερο χρηματοπιστωτικό προϊόν από το φάσμα των κατάλληλων χρηματοοικονομικών προϊόντων και iii) να προσφέρουν τουλάχιστον ένα χρηματοπιστωτικό προϊόν χωρίς πρόσθετα χαρακτηριστικά που δεν είναι απαραίτητα για την επίτευξη των επενδυτικών στόχων του πελάτη και που προκαλούν πρόσθετο κόστος, έτσι ώστε να προσφέρονται στους ιδιώτες επενδυτές εναλλακτικές και, ενδεχομένως, φθηνότερες επιλογές προς εξέταση. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση πρέπει, επιπλέον, να διασφαλίζουν ότι η ασφαλιστική κάλυψη που περιλαμβάνεται στο προϊόν είναι συνεπής με τις ασφαλιστικές απαιτήσεις και ανάγκες του πελάτη.

Οι ως άνω διασφαλίσεις για τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων αντικαθιστούν τις υφιστάμενες διασφαλίσεις που επιτρέπουν την καταβολή ή λήψη αντιπαροχών, στον βαθμό που ενισχύουν την ποιότητα της υπηρεσίας στο πλαίσιο της οδηγίας MiFID ή που δεν έχουν επιζήμιες συνέπειες βάσει της οδηγίας IDD.

Το άρθρο 1 σημείο 13 και το άρθρο 2 σημείο 21 προτείνουν, στο άρθρο 24α παράγραφος 8 της οδηγίας MiFID και στο άρθρο 29α παράγραφος 6 της οδηγίας IDD, ρήτρα επανεξέτασης που επιβάλλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αξιολογεί τις επιπτώσεις των πληρωμών τρίτων στο τμήμα των ιδιωτών επενδυτών 3 έτη μετά τη μεταφορά στην εθνική νομοθεσία της παρούσας οδηγίας, προκειμένου να καθοριστεί εάν έχουν μειωθεί οι ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων λόγω πληρωμών τρίτων.

Τροποποίηση των κανόνων εποπτείας και παρακολούθησης προϊόντων ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν χρεώνονται αδικαιολόγητα κόστη και ότι τα προϊόντα προσφέρουν βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας στους ιδιώτες επενδυτές

Για να ενισχυθούν οι κανόνες παρακολούθησης προϊόντων και να ρυθμιστούν οι διαδικασίες τιμολόγησης, και με σκοπό τον περιορισμό της προσφοράς προϊόντων που χαρακτηρίζονται από κακή ή καμία «σχέση κόστους-ωφέλειας» για τους ιδιώτες επενδυτές, το άρθρο 1 σημείο 9 εισάγει νέο άρθρο 16-α της οδηγίας MiFID και το άρθρο 2 σημείο 16 τροποποιεί το άρθρο 25 της οδηγίας IDD. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις ισχύουν για τα PRIIP και τα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα, τόσο σε επίπεδο παραγωγού όσο και διανομέα προϊόντος. Τα άρθρα 4 σημείο 1 και το άρθρο 5 σημείο 1 ενισχύουν επίσης τη διαδικασία τιμολόγησης που αποσκοπεί στον καθορισμό και την αναθεώρηση της δομής κόστους των ΟΣΕΚΑ και των ΟΕΕ, με την τροποποίηση των άρθρων 14 και 12 των οδηγιών ΟΣΕΚΑ και ΔΟΕΕ αντίστοιχα.

Τα υφιστάμενα πλαίσια παρακολούθησης προϊόντων στο άρθρο 16 παράγραφος 3 της οδηγίας MiFID μεταφέρονται και συμπληρώνονται περαιτέρω με νέες απαιτήσεις για τους παραγωγούς και καθορίζουν διαδικασία τιμολόγησης η οποία επιτρέπει τον προσδιορισμό και την ποσοτικοποίηση όλου του κόστους και των επιβαρύνσεων, καθώς και την αξιολόγηση του κατά πόσον τα εν λόγω κόστη και οι επιβαρύνσεις δεν υπονομεύουν την αξία που αναμένεται να αποφέρει το προϊόν (άρθρο 16-α παράγραφος 1 της οδηγίας MiFID και άρθρο 25 παράγραφος 1 της οδηγίας IDD).

Σε σχέση με τα PRIIP, η διαδικασία τιμολόγησης ενισχύεται, ώστε να λαμβάνονται καλύτερα υπόψη το κόστος και οι επιβαρύνσεις, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης να μην εγκρίνονται προϊόντα που αποκλίνουν από τον σχετικό δείκτη αναφοράς, εκτός εάν ο παραγωγός είναι σε θέση να καταδείξει ότι το κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά (άρθρο 16-α παράγραφος 1 της οδηγίας MiFID και άρθρο 25 παράγραφος 2 της οδηγίας IDD). Για τους ΟΣΕΚΑ, το ίδιο αποτέλεσμα επιτυγχάνεται μέσω των νέων παραγράφων 1α έως 1ε του άρθρου 14 και για την οδηγία ΔΟΕΕ μέσω των νέων παραγράφων 1α έως 1ε του άρθρου 12. Δίνεται εντολή στην ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΑΕΣ, αντίστοιχα, να αναπτύσσουν, να δημοσιοποιούν και να ενημερώνουν τακτικά τους δείκτες αναφοράς κόστους και απόδοσης έναντι των οποίων πρέπει να συγκρίνουν οι παραγωγοί τα προϊόντα τους προτού τα προσφέρουν στην αγορά (άρθρο 16-α παράγραφος 9 της οδηγίας MiFID και άρθρο 25 παράγραφος 8 της οδηγίας IDD, άρθρο 14 παράγραφος 1στ της οδηγίας ΟΣΕΚΑ και άρθρο 12 παράγραφος 1στ της οδηγίας ΔΟΕΕ).

Για να διευκολυνθεί η ανάπτυξη δεικτών αναφοράς, εισάγονται υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων για τους παραγωγούς και τις εθνικές αρμόδιες αρχές έναντι των ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ, όσον αφορά τα δεδομένα σχετικά με το κόστος, τις επιβαρύνσεις και τις επιδόσεις των PRIIP (άρθρο 16-α παράγραφος 2 της οδηγίας MiFID και άρθρο 25 παράγραφος 4 της οδηγίας IDD, άρθρο 20α της οδηγίας ΟΣΕΚΑ και άρθρο 24 παράγραφος 2 της οδηγίας ΔΟΕΕ). Η λήψη των δεδομένων αυτών από τις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ αποτελεί κρίσιμη πτυχή της προσέγγισης της σχέσης κόστους-ωφέλειας. Χωρίς αυτά τα δεδομένα, δεν θα ήταν σε θέση να αναπτύξουν και να εξειδικεύσουν αξιόπιστους δείκτες αναφοράς βάσει των οποίων μετρώνται οι προοπτικές της σχέσης κόστους-ωφέλειας των επενδυτικών προϊόντων. Για τον περιορισμό, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, του κόστους που σχετίζεται με τις νέες υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων και για την αποφυγή περιττών επικαλύψεων, τα σύνολα δεδομένων θα πρέπει να βασίζονται όσο το δυνατόν περισσότερο στις υφιστάμενες υποχρεώσεις γνωστοποίησης.

Όπως και στην περίπτωση των παραγωγών προϊόντων, εισάγεται νέα απαίτηση για τους διανομείς να ποσοτικοποιούν το κόστος διανομής και να προβαίνουν σε συνολική εκτίμηση της τιμής με βάση τους σχετικούς δείκτες αναφοράς κόστους και απόδοσης, λαμβάνοντας υπόψη τις εκτιμήσεις των ίδιων των παραγωγών (άρθρο 16-α παράγραφος 4 της οδηγίας MiFID, άρθρο 25 παράγραφος 5 της οδηγίας IDD).

Το άρθρο 16-α παράγραφος 5 της οδηγίας MiFID δημιουργεί επίσης υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων για τους διανομείς προς τις ΕΑΑ και την ΕΑΚΑΑ όσον αφορά το κόστος διανομής των PRIIP, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερών στοιχείων για το κόστος παροχής συμβουλών και αντιπαροχών. Το άρθρο 16-α παράγραφος 6 υποχρεώνει τους διανομείς PRIIP που παράγονται από άλλες επιχειρήσεις εκτός από τις επιχειρήσεις επενδύσεων ή τους παραγωγούς ΟΣΕΚΑ ή ΟΕΕ, να υποβάλλουν στις ΕΑΑ και την ΕΑΚΑΑ δεδομένα σχετικά με το κόστος, τις επιβαρύνσεις και τις αποδόσεις των PRIIP.

Στην περίπτωση επενδυτικών προϊόντων βασιζόμενων σε ασφάλιση, οι υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων προς τις ΕΑΑ και την ΕΑΑΕΣ συγκεντρώνονται στο επίπεδο του παραγωγού, καθώς οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις έχουν συνήθως πλήρη έλεγχο του κόστους που χρεώνεται στον πελάτη, συμπεριλαμβανομένου του κόστους διανομής. Οι διανομείς επενδυτικών προϊόντων βασιζόμενων σε ασφάλιση οφείλουν επίσης να ελέγχουν, στο πλαίσιο της διαδικασίας τιμολόγησής τους, εάν υπάρχει τυχόν κόστος σε επίπεδο διανομής που δεν λαμβάνεται υπόψη στη διαδικασία τιμολόγησης του παραγωγού. Εάν συμβαίνει αυτό, πρέπει να ενημερώνουν αμέσως τον παραγωγό, ώστε το κόστος να συμπεριληφθεί στην κεντρική διαδικασία τιμολόγησης και αναφοράς σε επίπεδο παραγωγού.

Για να εξασφαλιστεί αποτελεσματική εποπτεία, το άρθρο 16-α παράγραφος 7 της οδηγίας MiFID και το άρθρο 25 παράγραφος 7 της οδηγίας IDD θεσπίζουν απαίτηση για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να τηρούν αρχεία σχετικά με τις αξιολογήσεις τους, τόσο σε επίπεδο παραγωγού όσο και διανομέα.

Στην περίπτωση της οδηγίας MiFID, το άρθρο 16-α παράγραφος 8 επιτρέπει στις επιχειρήσεις που παράγουν αλλά και διανέμουν επενδυτικά προϊόντα να παρέχουν ολοκληρωμένη διαδικασία τιμολόγησης.

Η διαδικασία τιμολόγησης για προϊόντα που καλύπτονται από την οδηγία MiFID καλύπτει επίσης τις δομημένες καταθέσεις. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόκειται κατά κανόνα για εξατομικευμένα προϊόντα, η ανάπτυξη δεικτών αναφοράς θα ήταν πάρα πολύ περίπλοκη. Κατά συνέπεια, οι υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων δεν ισχύουν σε σχέση με αυτήν την ομάδα PRIIP.

Το άρθρο 16-α παράγραφος 9 της οδηγίας MiFID, το άρθρο 24 της οδηγίας ΔΟΕΕ, το άρθρο 20α της οδηγίας ΟΣΕΚΑ και το άρθρο 25 παράγραφος 8 της οδηγίας IDD εξουσιοδοτούν τις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ να αναπτύσσουν και να δημοσιοποιούν δείκτες αναφοράς βάσει δεδομένων σχετικά με το κόστος και την απόδοση των προϊόντων που υποβάλλονται από τις εθνικές αρμόδιες αρχές. Οι δείκτες αναφοράς, ως εργαλείο σύγκρισης, θα πρέπει να καθιστούν αντικειμενικότερη τη διαδικασία τιμολόγησης, τόσο σε επίπεδο παραγωγής όσο και σε επίπεδο διανομής. Η απόκλιση από τον σχετικό δείκτη αναφοράς θα πρέπει να εισάγει τεκμήριο ότι το κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι πολύ υψηλές και ότι το προϊόν δεν θα προσφέρει βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας, εκτός εάν μπορεί να αποδειχθεί διαφορετικά. Η σύγκριση με τους δείκτες αναφοράς θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως πρόσθετη άσκηση, η οποία θα πρέπει να επιχειρείται κατά τη διαδικασία τιμολόγησης και να βασίζεται στον σχετικό διαθέσιμο δείκτη αναφοράς. Το γεγονός ότι ο δείκτης αναφοράς που θα μπορούσε να θεωρηθεί σχετικός για το προϊόν δεν είναι διαθέσιμος, δεν απαλλάσσει τον παραγωγό ή τον διανομέα από την υποχρέωση να καταδείξει ότι το κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά.

Το άρθρο 16-α παράγραφοι 11 και 12 της οδηγίας MiFID και το άρθρο 25 παράγραφοι 9 και 10 της οδηγίας IDD εξουσιοδοτούν την Επιτροπή, καθώς και τις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ, να θέσουν τις τεχνικές βάσεις για τη δημιουργία των σχετικών δεικτών αναφοράς. Σε αυτές περιλαμβάνονται κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που θα εκπονήσει η Επιτροπή για τον καθορισμό των μεθοδολογιών για την ανάπτυξη των δεικτών αναφοράς, καθώς και των κριτηρίων που θα πρέπει να καλύπτονται κατά την αιτιολόγηση και την απόδειξη της αναλογικότητας του κόστους και των επιβαρύνσεων. Περιλαμβάνεται επίσης εντολή προς την ΕΑΚΑΑ (άρθρο 16-α παράγραφος 12 της οδηγίας MiFID) και την ΕΑΑΕΣ (άρθρο 25 παράγραφος 10 της οδηγίας IDD) να αναπτύξουν ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τον καθορισμό των συνόλων δεδομένων, των προτύπων δεδομένων και των ρυθμίσεων των διαφόρων υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων.

Το νέο άρθρο 16-α της οδηγίας MiFID περιέχει διατάξεις για την παρακολούθηση προϊόντων, ενώ το άρθρο 16α περιέχει επικαιροποιημένες παραπομπές.

Το άρθρο 4 σημείο 1 και το άρθρο 5 σημείο 1 τροποποιούν το άρθρο 14 της οδηγίας ΟΣΕΚΑ και το άρθρο 12 της οδηγίας ΔΟΕΕ, αντίστοιχα, ώστε να συμπεριλάβουν επίσης νέες διατάξεις προκειμένου να διασφαλίζεται ότι το κόστος δεν είναι αδικαιολόγητο. Οι διατάξεις για το αδικαιολόγητο κόστος περιλαμβάνονται επί του παρόντος στο επίπεδο 2 της οδηγίας για τους ΟΣΕΚΑ και της οδηγίας για τους ΔΟΕΕ, καθώς και στις διατάξεις επιπέδου 3 της ΕΑΚΑΑ. Η ΕΑΚΑΑ έχει επισημάνει την έλλειψη σύγκλισης στον τομέα του αδικαιολόγητου κόστους λόγω της έλλειψης σαφούς ορισμού και σαφούς εξουσιοδότησης στο επίπεδο 1 για εργασία στο επίπεδο 2. Ως εκ τούτου, το νέο άρθρο 14 παράγραφοι 1α έως 1στ της οδηγίας ΟΣΕΚΑ και το νέο άρθρο 12 παράγραφοι 1α έως 1στ της οδηγίας ΔΟΕΕ ορίζουν τις προϋποθέσεις για να θεωρηθεί ότι το κόστος είναι δικαιολογημένο και παρέχουν κανόνες στη διαδικασία τιμολόγησης ώστε να διασφαλίζεται ότι πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις.

Διασφάλιση του ότι οι δοκιμές καταλληλότητας και συμβατότητας προσαρμόζονται καλύτερα στις ανάγκες των ιδιωτών επενδυτών

Για να διευκρινιστούν και, κατά περίπτωση, να ενισχυθούν οι απαιτήσεις με τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται οι διανομείς κατά την αξιολόγηση της καταλληλότητας μιας σύστασης ή της συμβατότητας ενός χρηματοπιστωτικού προϊόντος για τον ιδιώτη επενδυτή, το άρθρο 1 σημείο 14 και το άρθρο 2 σημείο 22 τροποποιούν το άρθρο 25 της οδηγίας MiFID και το άρθρο 30 της οδηγίας IDD.

Οι προτάσεις εισάγουν υποχρέωση για τις επιχειρήσεις επενδύσεων καθώς και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, να επεξηγούν τον σκοπό των αξιολογήσεων στους πελάτες κατά τρόπο σαφή και απλό και να λαμβάνουν από εκείνους όλες τις σχετικές πληροφορίες που μπορεί να είναι αναγκαίες και αναλογικές για τις αξιολογήσεις. Η πρόταση διευκρινίζει ότι οι ιδιώτες επενδυτές πρέπει να ενημερώνονται, μέσω τυποποιημένων προειδοποιήσεων, σχετικά με τις συνέπειες για την ποιότητα της αξιολόγησης, εάν δεν παρέχουν ακριβείς και πλήρεις πληροφορίες.

Οι αξιολογήσεις καταλληλότητας και συμβατότητας πρέπει να διενεργούνται εγκαίρως πριν από την παροχή της σχετικής επενδυτικής υπηρεσίας ή πριν ο πελάτης δεσμευθεί από σύμβαση ασφάλισης ή προσφορά. Πρέπει να παρέχεται στους πελάτες έκθεση αξιολόγησης καταλληλότητας αρκετά πριν από την ολοκλήρωση της συναλλαγής, ώστε να μπορούν οι πελάτες να αναζητούν και να λαμβάνουν πρόσθετες διευκρινίσεις, όπου χρειάζεται.

Η ανάγκη διαφοροποίησης του χαρτοφυλακίου θα προστεθεί επίσης ως ένα από τα στοιχεία που πρέπει να αξιολογούν οι διανομείς όταν εξετάζουν την καταλληλότητα συγκεκριμένου προϊόντος ή υπηρεσίας με βάση τις πληροφορίες που λαμβάνουν από τον πελάτη, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών για τυχόν υφιστάμενα χαρτοφυλάκια.

Για να ενθαρρύνει την παροχή συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση και φθηνότερων συμβουλών, η πρόταση εισάγει τη δυνατότητα των ανεξάρτητων συμβούλων να παρέχουν συμβουλές, οι οποίες περιορίζονται σε σειρά διαφοροποιημένων, μη πολύπλοκων και οικονομικά αποδοτικών χρηματοπιστωτικών μέσων. Για αυτά τα προϊόντα, οι διανομείς θα μπορούν να πραγματοποιούν αξιολόγηση καταλληλότητας με βάση πιο περιορισμένες πληροφορίες για τους πελάτες. Δεδομένου ότι οι συμβουλές περιορίζονται στα επαρκώς διαφοροποιημένα και μη πολύπλοκα προϊόντα, δεν θα απαιτείται αξιολόγηση της γνώσης και της εμπειρίας των πελατών ούτε της διαφοροποίησης του χαρτοφυλακίου τους.

Για να αυξηθεί η συνάφεια της αξιολόγησης συμβατότητας και να ενισχυθούν οι διασφαλίσεις που προστατεύουν τους ιδιώτες επενδυτές από ακατάλληλες επενδύσεις, επεκτείνεται το εύρος των πληροφοριών πελάτη που πρέπει να αποκτούν και να αξιολογούν οι διαμεσολαβητές, ώστε να περιλαμβάνονται και η ικανότητα να υποστεί πλήρεις ή μερικές ζημίες και το επίπεδο ανοχής κινδύνου. Σε περίπτωση αρνητικής αξιολόγησης συμβατότητας, ο διαμεσολαβητής μπορεί να προχωρήσει στη συναλλαγή μόνο κατόπιν ρητού αιτήματος του πελάτη.

Εξασφάλιση υψηλών επαγγελματικών προτύπων για τους συμβούλους επενδύσεων

Οι αναθεωρημένοι κανόνες στοχεύουν στην ενίσχυση και την ευθυγράμμιση των απαιτήσεων σχετικά με τις γνώσεις και τις ικανότητες των συμβούλων επενδύσεων που ορίζονται στις οδηγίες MiFID II και IDD. Το άρθρο 1 σημείο 13 και το άρθρο 2 σημείο 5 προτείνουν τροποποιήσεις στο άρθρο 24δ της οδηγίας MiFID, καθώς και στο άρθρο 10 και στο παράρτημα 1 της οδηγίας IDD.

Το άρθρο 24δ της οδηγίας MiFID τροποποιείται και οι ειδικές απαιτήσεις που ορίζονται επί του παρόντος στις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΚΑΑ, μαζί με ένα πρόσθετο στοιχείο σχετικά με τις βιώσιμες επενδύσεις, περιλαμβάνονται σε νέο παράρτημα V της οδηγίας MiFID. Η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις πρέπει να αποδεικνύεται με την απόκτηση πιστοποιητικού. Επιπλέον, εισάγεται στην οδηγία MiFID ελάχιστη απαίτηση συνεχούς επαγγελματικής κατάρτισης, σύμφωνα με τις υφιστάμενες απαιτήσεις στο πλαίσιο της οδηγίας IDD. Στην οδηγία IDD, οι απαιτήσεις σχετικά με τις γνώσεις και τις ικανότητες που ορίζονται στο παράρτημα I ενισχύονται και ευθυγραμμίζονται κατά τον ίδιο τρόπο. Η συμμόρφωση πρέπει να αποδεικνύεται με πιστοποιητικό. Επιπλέον, για την οδηγία IDD, οι απαιτήσεις γνώσης επεκτείνονται σε όλους τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και, συνεπώς, καλύπτουν τη γνώση σε σχέση με οποιαδήποτε ασφαλιστικά προϊόντα διανέμονται, όχι μόνο με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση.

Κατηγοριοποίηση πελατών: χαλάρωση των περιορισμών χαρακτηρισμού επενδυτών ως επαγγελματιών

Για να εξασφαλιστεί καταλληλότερη κατηγοριοποίηση των πελατών και να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος, το παράρτημα I της παρούσας οδηγίας τροποποιεί το παράρτημα II της οδηγίας MiFID, το οποίο περιέχει τα κριτήρια κατηγοριοποίησης για τους πελάτες που ενδέχεται να αντιμετωπίζονται ως επαγγελματίες κατόπιν αιτήματος. Οι τροποποιήσεις περιλαμβάνουν τη μείωση του κριτηρίου πλούτου από 500 000 EUR σε 250 000 EUR και την εισαγωγή ενός πιθανού τέταρτου κριτηρίου που αφορά τη σχετική εκπαίδευση ή κατάρτιση. Παρέχουν επίσης τη δυνατότητα στις νομικές οντότητες να χαρακτηρίζονται ως επαγγελματίες κατόπιν αιτήματος, με την εκπλήρωση ορισμένων κριτηρίων όσον αφορά τον ισολογισμό, τον καθαρό κύκλο εργασιών και τα ίδια κεφάλαια. Στο πλαίσιο της οδηγίας IDD, δεν υπάρχει ανάγκη τέτοιας διάκρισης, καθώς όλα τα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα θεωρούνται προϊόντα λιανικής, επομένως δεν εισάγεται ανάλογη τροποποίηση.

Ενίσχυση της εφαρμογής εποπτείας

Η δέσμη προβλέπει επίσης μέτρα για την ενίσχυση της εφαρμογής εποπτείας, ιδίως στο πλαίσιο της ανάπτυξης ψηφιακών διαύλων, αλλά και όσον αφορά τη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών.

Το άρθρο 1 σημείο 17 και το άρθρο 2 σημείο 6 εισάγουν τροποποιήσεις στο άρθρο 69 της οδηγίας MiFID και στο άρθρο 12 παράγραφος 3 της οδηγίας IDD, αντίστοιχα, ώστε να μπορούν οι εποπτικές αρχές να χρησιμοποιούν εποπτικά εργαλεία και να λαμβάνουν γρήγορα μέτρα κατά των παραπλανητικών πρακτικών εμπορικής προώθησης [άρθρο 69 παράγραφος 2 στοιχείο ιαα)], να περιορίζουν την πρόσβαση σε ιστοτόπους που αποτελούν απειλή για την προστασία των επενδυτών [άρθρο 69 παράγραφος 2 στοιχείο κβ)] και να προβαίνουν σε δραστηριότητες ανώνυμης έρευνας αγοράς («mystery shopping») [άρθρο 69 παράγραφος 2 στοιχείο γα)]. Το άρθρο 12 παράγραφος 3 της οδηγίας IDD εισάγει λεπτομερή κατάλογο εξουσιών που πρέπει να διαθέτουν οι εθνικές αρμόδιες αρχές για την εκτέλεση των καθηκόντων τους βάσει της παρούσας τροποποιητικής οδηγίας. Το μέτρο αυτό ενισχύει την ευθυγράμμιση της οδηγίας IDD με την οδηγία MiFID και θα βελτιώσει την εποπτική αποτελεσματικότητα και τον εποπτικό συντονισμό, ενισχύοντας την προστασία των πελατών ασφαλιστικών προϊόντων και των ιδιωτών επενδυτών. Επιπλέον, το άρθρο 1 σημείο 4 και το άρθρο 2 σημείο 24 εισάγουν το νέο άρθρο 5α της οδηγίας MiFID και το άρθρο 35α της οδηγίας IDD, αντίστοιχα, θέτοντας απαιτήσεις για τις αρμόδιες αρχές να διαθέτουν κατάλληλες διαδικασίες για την πρόληψη της προσφοράς μη αδειοδοτημένων επενδυτικών υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της σχετικής εμπορικής προώθησης, καθώς και να δημιουργήσουν διαύλους πληροφόρησης ώστε να ειδοποιούν και να προειδοποιούν τους επενδυτές για τις εν λόγω υπηρεσίες ή δραστηριότητες, π.χ. μέσω καταλόγων προειδοποιήσεων που θα διατίθενται στους ιστοτόπους των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών.

Για την ενίσχυση της εφαρμογής εποπτείας σε διασυνοριακές υποθέσεις, η πρόταση περιλαμβάνει τις ακόλουθες προσθήκες και αλλαγές:

Το άρθρο 1 σημείο 16 και το άρθρο 2 σημείο 4 εισάγουν το νέο άρθρο 35α της οδηγίας MiFID και το άρθρο 9α της οδηγίας IDD, αντίστοιχα, για τη θέσπιση υποβολής εκθέσεων από τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τους διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων σχετικά με τις διασυνοριακές τους δραστηριότητες. Έτσι θα μπορούν οι εθνικές αρμόδιες αρχές, καθώς και οι ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ, να έχουν καλύτερη εικόνα της κλίμακας της διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών στην εσωτερική αγορά, να προσδιορίζουν τομείς στους οποίους θα πρέπει να επικεντρωθεί η εποπτεία και στους οποίους μπορεί να χρειαστεί ισχυρότερη συνεργασία, αλλά και να κωδικοποιήσουν την υποβολή εκθέσεων που πραγματοποιείται ήδη σε μεγάλο βαθμό με πρωτοβουλία των ΕΕΑ.

Το άρθρο 1 σημείο 21 και το άρθρο 2 σημείο 7 εισάγουν το νέο άρθρο 87α της οδηγίας MiFID και το άρθρο 12β της οδηγίας IDD, αντίστοιχα, ώστε να προβλεφθεί η δημιουργία πλατφορμών συνεργασίας που διευκολύνουν τη στενότερη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρμόδιων αρχών και των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών με στόχο την αντιμετώπιση διασυνοριακών ζητημάτων. Στοχεύουν επίσης στην ενίσχυση του ρόλου των ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ σε πολύπλοκες διασυνοριακές υποθέσεις στις οποίες οι εμπλεκόμενες εποπτικές αρχές δεν κατορθώνουν να καταλήξουν σε κοινή άποψη σε μια πλατφόρμα συνεργασίας.

Το άρθρο 86 της οδηγίας MiFID και τα άρθρα 5, 8 και 9 της οδηγίας IDD προβλέπουν ήδη μηχανισμό που επιτρέπει στα κράτη μέλη υποδοχής να λαμβάνουν προληπτικά μέτρα σε περίπτωση επιβλαβούς συμπεριφοράς που δεν αντιμετωπίζεται επαρκώς από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής. Το άρθρο 1 σημείο 20 της παρούσας τροποποιητικής οδηγίας προτείνει την τροποποίηση των υφιστάμενων διατάξεων προς επιτάχυνση και διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ των ΕΑΑ, διευκολύνοντας την ανταλλαγή πληροφοριών και χαλαρώνοντας τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες η αρχή υποδοχής μπορεί να αναλάβει δράση (σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή των κρατών μελών καταγωγής δεν ενεργεί ή δεν ενεργεί επαρκώς). Οι αρμόδιες αρχές θα μπορούν επίσης να παραπέμπουν απευθείας στα πορίσματα της επισπεύδουσας αρμόδιας αρχής υποδοχής, όταν παρατηρούνται παρόμοιες επιβλαβείς δραστηριότητες στην επικράτειά τους και δεν αντιμετωπίζονται επαρκώς από την αρχή καταγωγής. Το άρθρο 2 σημείο 3 προβλέπει παρόμοιες τροποποιήσεις στο άρθρο 5 της οδηγίας IDD.

Το άρθρο 1 σημείο 5, το άρθρο 1 σημείο 6 και το άρθρο 2 σημείο 2 αποσκοπούν στην ενίσχυση της εποπτικής σύγκλισης όσον αφορά την αδειοδότηση επιχειρήσεων, μέσω τροποποίησης του άρθρου 7 παράγραφος 3, του άρθρου 7 παράγραφος 3α και του άρθρου 8 της οδηγίας MiFID, καθώς και του άρθρου 3 παράγραφος 5 και του άρθρου 3 παράγραφος 5α της οδηγίας IDD, σύμφωνα με τα οποία οι αρμόδιες αρχές ανταλλάσσουν πληροφορίες που συγκεντρώνουν οι ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ σχετικά με τους λόγους που τις οδήγησαν να αρνηθούν ή να ανακαλέσουν την άδεια επιχείρησης επενδύσεων ή να αρνηθούν ή να ανακαλέσουν την εγγραφή ασφαλιστικού διαμεσολαβητή. Ομοίως, το άρθρο 1 σημείο 11 της παρούσας οδηγίας εισάγει δύο νέες παραγράφους, το άρθρο 21 παράγραφος 3 και το άρθρο 21 παράγραφος 4 της οδηγίας MiFID, προκειμένου να διευκρινιστεί ότι η ΕΑΚΑΑ ή οποιοδήποτε κράτος μέλος υποδοχής μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής να επανεξετάσει εάν μια δεδομένη επιχείρηση εξακολουθεί να πληροί τις προϋποθέσεις αδειοδότησης.

Προώθηση της χρηματοοικονομικής κατάρτισης

Για να διασφαλιστεί ότι τα κράτη μέλη προωθούν μέτρα χρηματοοικονομικής διαπαιδαγώγησης σε εθνικό επίπεδο, ώστε οι υφιστάμενοι και μελλοντικοί ιδιώτες επενδυτές να μπορούν να επενδύουν υπεύθυνα, το άρθρο 1 σημείο 22 και το άρθρο 2 σημείο 9, αντίστοιχα, εισάγουν το νέο άρθρο 88α της οδηγίας MiFID και το άρθρο 16α της οδηγίας IDD.

2023/0167 (COD)

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2014/65/ΕΕ και (ΕΕ) 2016/97 όσον αφορά τους κανόνες προστασίας των ιδιωτών επενδυτών της Ένωσης

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 53 παράγραφος 1 και το άρθρο 62,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 33 ,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)Βασικός στόχος της Ένωσης Κεφαλαιαγορών είναι να διασφαλιστεί ότι οι καταναλωτές μπορούν να επωφελούνται πλήρως από τις επενδυτικές ευκαιρίες που προσφέρουν οι κεφαλαιαγορές. Για να μπορούν να το πράττουν αυτό, πρέπει να υποστηρίζονται από ένα κανονιστικό πλαίσιο που τους παρέχει τη δυνατότητα να λαμβάνουν επενδυτικές αποφάσεις οι οποίες ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τους στόχους τους και τους προστατεύει επαρκώς στην ενιαία αγορά. Η δέσμη μέτρων στο πλαίσιο της στρατηγικής της ΕΕ για τις λιανικές επενδύσεις επιδιώκει να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις που εντοπίστηκαν.

(2)Οι οδηγίες 2009/65/ΕΚ 34 , 2009/138/ΕΚ 35 , 2011/61/ΕΕ 36 , 2014/65/ΕΕ 37 και (ΕΕ) 2016/97 38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου αποσκοπούν στην προστασία των ιδιωτών επενδυτών και επιδιώκουν να αυξήσουν την εμπιστοσύνη και την ικανότητα των ιδιωτών επενδυτών κατά τη λήψη σημαντικών οικονομικών αποφάσεων. Οι εργασίες της Επιτροπής για την εκτίμηση και την αξιολόγηση αυτού του πλαισίου εντόπισαν ορισμένα σημαντικά προβλήματα, όπως δυσκολίες για τους ιδιώτες επενδυτές να κατανοήσουν και να συγκρίνουν τις επενδυτικές προσφορές με βάση την τεκμηρίωση της γνωστοποίησης, η οποία δεν είναι επαρκώς σχετική και ελκυστική για να βοηθήσει στη λήψη των αποφάσεών τους. Επιπλέον, οι εργασίες της Επιτροπής επισήμαναν τους αυξανόμενους κινδύνους που σχετίζονται με τις παραπλανητικές διαφημιστικές πληροφορίες και πρακτικές εμπορικής προώθησης που παρέχονται μέσω ψηφιακών διαύλων, καθώς και ελλείψεις στον τρόπο παραγωγής και διανομής των προϊόντων, που μπορεί να οδηγήσουν σε αδικαιολόγητα υψηλά επίπεδα κόστους για τους ιδιώτες επενδυτές. Οι εργασίες της Επιτροπής κατέδειξαν επίσης κινδύνους μεροληψίας στη διαδικασία παροχής επενδυτικών συμβουλών.

(3)Οι πληρωμές τρίτων, όπως αμοιβές, προμήθειες ή άλλα χρηματικά ή μη χρηματικά οφέλη που καταβάλλονται ή εισπράττονται από επιχειρήσεις επενδύσεων και ασφαλιστικές επιχειρήσεις και διαμεσολαβητές ή από άλλα πρόσωπα εκτός από τον πελάτη, που επίσης ονομάζονται «αντιπαροχές», διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη διανομή επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές στην Ένωση. Οι υφιστάμενοι κανόνες που αποσκοπούν στη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων στις οδηγίες 2014/65/ΕΕ και (ΕΕ) 2016/97, όπως οι περιορισμοί και η διαφάνεια σχετικά με τις καταβολές αντιπαροχών, δεν έχουν αποδειχθεί επαρκώς αποτελεσματικοί για τον μετριασμό της ζημίας των καταναλωτών και έχουν οδηγήσει σε διαφορετικά επίπεδα προστασίας των ιδιωτών επενδυτών στα διάφορα τμήματα προϊόντων και στους διάφορους διαύλους διανομής. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να ενισχυθεί περαιτέρω το πλαίσιο προστασίας των επενδυτών, ώστε να διασφαλιστεί ότι το βέλτιστο συμφέρον των ιδιωτών πελατών προστατεύεται ομοιόμορφα σε ολόκληρη την Ένωση. Υπό το πρίσμα των πιθανών ανατρεπτικών επιπτώσεων που προκαλεί η θέσπιση πλήρους απαγόρευσης των αντιπαροχών, είναι σκόπιμο να υπάρξει σταδιακή προσέγγιση και να ενισχυθούν καταρχάς οι απαιτήσεις σχετικά με την καταβολή και λήψη αντιπαροχών για να αντιμετωπιστούν οι ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων καθώς και να διασφαλιστεί καλύτερη προστασία των ιδιωτών επενδυτών και, σε δεύτερο στάδιο, να επανεξεταστεί η αποτελεσματικότητα του πλαισίου και να προταθούν εναλλακτικά μέτρα σύμφωνα με τους κανόνες για τη βελτίωση της νομοθεσίας, όπως η ενδεχόμενη απαγόρευση των αντιπαροχών, εάν απαιτείται.

(4)Για να εξαλειφθεί κάθε ζημία των καταναλωτών ως συνέπεια της καταβολής και λήψης αντιπαροχών για τις πωλήσεις χωρίς παροχή συμβουλών, είναι σκόπιμο να απαγορευθεί η καταβολή και λήψη τέτοιου είδους αντιπαροχών. Στην περίπτωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η απαγόρευση αυτή καλύπτει την εκτέλεση ή λήψη και διαβίβαση εντολών, και στην περίπτωση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/97, τις πωλήσεις χωρίς παροχή συμβουλών. Για να αποφευχθεί ο περιορισμός της ικανότητας των εκδοτών να αντλούν χρηματοδότηση, η εν λόγω απαγόρευση δεν θα πρέπει να ισχύει για καταβολές σε σχέση με υπηρεσίες αναδοχής και τοποθέτησης που παρέχονται σε εκδότη, όταν η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει επίσης υπηρεσία εκτέλεσης εντολών ή λήψης και διαβίβασης εντολών σε τελικό επενδυτή. Επιπλέον, οι επενδυτικές συμβουλές συχνά συνδυάζονται με την παροχή υπηρεσίας εκτέλεσης ή λήψης και διαβίβασης εντολών. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν η κύρια υπηρεσία είναι η παροχή επενδυτικών συμβουλών, η απαγόρευση δεν θα πρέπει να ισχύει για την υπηρεσία εκτέλεσης ή λήψης και διαβίβασης εντολών που σχετίζεται με μία ή περισσότερες συναλλαγές του εν λόγω πελάτη που καλύπτονται από την εν λόγω παροχή συμβουλών. Θα πρέπει να επιτρέπονται ήσσονος σημασίας μη χρηματικά οφέλη που δεν υπερβαίνουν τα 100 EUR ή είναι τέτοιας κλίμακας και φύσης που δεν θα μπορούσε να κριθεί ότι παραβλάπτουν τη συμμόρφωση με την υποχρέωση δράσης προς το βέλτιστο συμφέρον του ιδιώτη επενδυτή, στον βαθμό που γνωστοποιούνται με σαφήνεια.

(5)Για να διασφαλιστεί ότι οι ιδιώτες πελάτες δεν παραπλανώνται, είναι σημαντικό να οριστεί στην οδηγία (ΕΕ) 2016/97 ότι, σύμφωνα με τους υφιστάμενους κανόνες της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές που αναφέρουν στους πελάτες τους ότι παρέχουν συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση δεν θα πρέπει να δέχονται αντιπαροχές για τις συμβουλές αυτές. Ο κανόνας αυτός δεν θα πρέπει να εμποδίζει τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που προσφέρουν συμβουλές σε πελάτες να λαμβάνουν αντιπαροχές, αρκεί οι συμβουλές να μην παρουσιάζονται ως ανεξάρτητες, οι πελάτες να ενημερώνονται για τις αντιπαροχές σύμφωνα με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις διαφάνειας και να τηρούνται οι λοιπές νομικές απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης να ενεργούν προς το βέλτιστο συμφέρον του πελάτη.

(6)Οι υφιστάμενες διασφαλίσεις, που διέπουν την καταβολή ή τη λήψη αντιπαροχών, οι οποίες σύμφωνα με την οδηγία 2014/65/ΕΕ απαιτούν η αντιπαροχή να αποσκοπεί στη βελτίωση της ποιότητας της υπηρεσίας προς τον πελάτη ή σύμφωνα με την οδηγία (ΕΕ) 2016/97 δεν θα πρέπει να έχουν επιζήμιες συνέπειες στην ποιότητα της υπηρεσίας προς τον πελάτη, δεν είναι επαρκώς αποτελεσματικές για τον μετριασμό των συγκρούσεων συμφερόντων. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να αφαιρεθούν τα εν λόγω κριτήρια και να εισαχθεί μια νέα, κοινή δοκιμή, τόσο στην οδηγία 2014/65/ΕΕ όσο και στην οδηγία (ΕΕ) 2016/97, η οποία θα διευκρινίζει περαιτέρω τον τρόπο με τον οποίο οι χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι θα πρέπει να εφαρμόζουν την αρχή της δράσης προς το βέλτιστο συμφέρον του πελάτη. Οι χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι θα πρέπει να βασίζουν τις συμβουλές τους σε ένα κατάλληλο φάσμα χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Αφού εντοπίσουν τα κατάλληλα χρηματοπιστωτικά μέσα για τους πελάτες τους, θα πρέπει να τους προτείνουν τα οικονομικά αποδοτικότερα μεταξύ παρόμοιων προϊόντων. Επιπλέον, οι χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι θα πρέπει επίσης να προτείνουν συστηματικά τουλάχιστον ένα προϊόν χωρίς χαρακτηριστικά που ενδέχεται να μην είναι απαραίτητα για την επίτευξη του επενδυτικού στόχου του πελάτη, έτσι ώστε οι ιδιώτες επενδυτές να έχουν ενώπιόν τους εναλλακτικές και πιθανώς φθηνότερες επιλογές προς εξέταση. Στα χαρακτηριστικά αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται, για παράδειγμα, κεφάλαια με επενδυτική στρατηγική η οποία συνεπάγεται υψηλότερο κόστος, η εγγύηση κεφαλαίου και τα δομημένα προϊόντα με στοιχεία αντιστάθμισης κινδύνου. Εάν οι σύμβουλοι επιλέξουν να προτείνουν επίσης ένα προϊόν που φέρει πρόσθετα χαρακτηριστικά τα οποία επιφέρουν επιπλέον κόστος στον πελάτη, θα πρέπει να αναφέρουν ρητά τον λόγο της πρότασης αυτής και να γνωστοποιούν το επιπλέον κόστος που προκύπτει. Στην περίπτωση επενδυτικών προϊόντων βασιζόμενων σε ασφάλιση, οι σύμβουλοι θα πρέπει να διασφαλίζουν επίσης ότι η ασφαλιστική κάλυψη που περιλαμβάνεται στο προϊόν είναι συνεπής με τις ασφαλιστικές απαιτήσεις και ανάγκες του πελάτη.

(7)Οι υφιστάμενες απαιτήσεις για τη γνωστοποίηση των αντιπαροχών θα πρέπει να ενισχυθούν περαιτέρω, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ιδιώτες επενδυτές κατανοούν τη γενική έννοια των αντιπαροχών, την πιθανότητα σύγκρουσης συμφερόντων, καθώς και τον αντίκτυπο των αντιπαροχών στο συνολικό κόστος και τις αναμενόμενες αποδόσεις.

(8)Για να καταστεί δυνατή η ανάπτυξη της παροχής συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση με εύλογο κόστος, θα πρέπει να επιτρέπεται σε ανεξάρτητους συμβούλους να παρέχουν συμβουλές σε ιδιώτες επενδυτές σχετικά με επαρκώς διαφοροποιημένα, μη πολύπλοκα και οικονομικά αποδοτικά προϊόντα με βάση ένα πιο περιορισμένο σύνολο δεδομένων που συλλέγονται για την αξιολόγηση της καταλληλότητας. Το εύρος των εν λόγω συμβουλών θα πρέπει να γνωστοποιείται με σαφήνεια στους ιδιώτες επενδυτές εγκαίρως πριν από την παροχή των συμβουλών. Δεδομένης της διαφοροποιημένης φύσης των συνιστώμενων προϊόντων, δεν θα πρέπει να απαιτείται από τους ανεξάρτητους χρηματοοικονομικούς συμβούλους να λαμβάνουν και να αξιολογούν πληροφορίες από τους πελάτες σχετικά με τις γνώσεις και την εμπειρία τους ή τα υφιστάμενα χαρτοφυλάκιά τους.

(9)Για να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα των εν λόγω μέτρων, τρία έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας και μετά από διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (στο εξής: ΕΑΚΑΑ) και την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (στο εξής: ΕΑΑΕΣ), η Επιτροπή θα πρέπει να εκπονήσει έκθεση σχετικά με τις επιπτώσεις των πληρωμών τρίτων στις λιανικές επενδύσεις, η οποία, όπου είναι αναγκαίο, θα πρέπει να συνοδεύεται από προτάσεις για περαιτέρω ενίσχυση του πλαισίου.

(10)Το επίπεδο του κόστους και των επιβαρύνσεων που σχετίζονται με τα επενδυτικά προϊόντα και τα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στις αποδόσεις των επενδύσεων, κάτι το οποίο ενδέχεται να μην είναι πάντα εμφανές στους ιδιώτες επενδυτές. Για να διασφαλιστεί ότι τα προϊόντα προσφέρουν βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας για τους ιδιώτες επενδυτές, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια βάσει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ ή της οδηγίας (ΕΕ) 2016/97 για να παράγουν ή να διανέμουν επενδυτικά προϊόντα, διαθέτουν σαφείς διαδικασίες τιμολόγησης που επιτρέπουν σαφή προσδιορισμό και ποσοτικοποίηση όλου του κόστους που χρεώνεται στους ιδιώτες επενδυτές και ότι τα επενδυτικά προϊόντα έχουν σχεδιαστεί ώστε να διασφαλίζεται ότι το κόστος και οι επιβαρύνσεις που περιλαμβάνονται σε αυτά ή συνδέονται με τη διανομή τους είναι δικαιολογημένα και αναλογικά σε σχέση με τα χαρακτηριστικά, τους στόχους, τη στρατηγική και την αναμενόμενη απόδοση του προϊόντος.

(11)Δεδομένου ότι η δομή χρεώσεων του συσκευασμένου επενδυτικού προϊόντος για ιδιώτες επενδυτές έχει σχεδιαστεί από τον παραγωγό, εναπόκειται σε αυτόν να αξιολογεί εάν το κόστος και οι επιβαρύνσεις που περιλαμβάνονται στα επενδυτικά προϊόντα είναι δικαιολογημένα και αναλογικά. Βασιζόμενοι σε αυτές τις εκτιμήσεις, οι διανομείς θα πρέπει να προβαίνουν σε παρόμοιες εκτιμήσεις, έτσι ώστε να λαμβάνονται επιπλέον υπόψη το κόστος διανομής και τα λοιπά κόστη που δεν περιλαμβάνονται ήδη στην εκτίμηση του παραγωγού.

(12)Η διαδικασία τιμολόγησης, που διεξάγεται τόσο σε επίπεδο παραγωγού όσο και σε επίπεδο διανομέα, θα πρέπει να ενισχύει, εντός του πλαισίου παρακολούθησης των προϊόντων, την υφιστάμενη αντίληψη ότι τα επενδυτικά προϊόντα που απευθύνονται σε συγκεκριμένη αγορά-στόχο θα πρέπει να σχεδιάζονται ώστε να αποφέρουν αξία στη συγκεκριμένη αγορά-στόχο.

(13)Για να καταστεί πιο αντικειμενική η διαδικασία τιμολόγησης και να εξοπλιστούν οι παραγωγοί, οι διανομείς και οι αρμόδιες αρχές με ένα εργαλείο που να επιτρέπει την αποτελεσματική σύγκριση του κόστους μεταξύ επενδυτικών προϊόντων από τον ίδιο τύπο προϊόντος, τόσο η ΕΑΚΑΑ όσο και η ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να αναπτύξουν δείκτες αναφοράς με βάση δεδομένα σχετικά με το κόστος και την απόδοση των επενδυτικών προϊόντων, οι οποίοι θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τους παραγωγούς και τους διανομείς στις διαδικασίες τιμολόγησής τους. Εάν το αποτέλεσμα της σύγκρισης με σχετικό δείκτη αναφοράς υποδεικνύει ότι το κόστος και η απόδοση για τους επενδυτές δεν ευθυγραμμίζονται με τον δείκτη αναφοράς, το προϊόν δεν θα πρέπει να διατίθεται σε ιδιώτες επενδυτές, εκτός εάν σε πρόσθετες δοκιμές και περαιτέρω αξιολογήσεις έχει αποδειχθεί ότι το προϊόν προσφέρει παρά ταύτα βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας για την αγορά-στόχο, για παράδειγμα στην περίπτωση προϊόντος που περιέχει πρόσθετα ειδικά χαρακτηριστικά που θεωρούνται σημαντικά για μια συγκεκριμένη ομάδα επενδυτών με καθορισμένες ειδικές ανάγκες και στόχους, τα οποία όμως δεν αντικατοπτρίζονται στην περιγραφή της ομάδας επενδυτικών προϊόντων για την οποία αναπτύχθηκε ο δείκτης αναφοράς.

(14)Για να βοηθήσει τους παραγωγούς και τους διανομείς στις αξιολογήσεις τους, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για τον καθορισμό των κριτηρίων που πρέπει να χρησιμοποιούνται για να προσδιοριστεί κατά πόσο το κόστος και η απόδοση είναι δικαιολογημένα και αναλογικά.

(15)Για να μπορούν οι ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ να αναπτύσσουν αξιόπιστους δείκτες αναφοράς, που βασίζονται σε αξιόπιστα δεδομένα, οι παραγωγοί και οι διανομείς επενδυτικών προϊόντων θα πρέπει να υποχρεούνται να αναφέρουν τα απαραίτητα δεδομένα στις αρμόδιες αρχές, προς περαιτέρω διαβίβαση στις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ. Για τον περιορισμό, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, του κόστους που σχετίζεται με τις νέες υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων και για την αποφυγή περιττών επικαλύψεων, τα σύνολα δεδομένων θα πρέπει να βασίζονται όσο το δυνατόν περισσότερο στις υποχρεώσεις γνωστοποίησης και υποβολής εκθέσεων που απορρέουν από το δίκαιο της ΕΕ. Οι ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να αναπτύσσουν ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα με στόχο τον καθορισμό των συνόλων δεδομένων, των προτύπων δεδομένων και των μεθόδων και μορφοτύπων για τις πληροφορίες που πρέπει να αναφέρονται.

(16)Ορισμένοι παραγωγοί χρηματοπιστωτικών μέσων που εμπίπτουν στον ορισμό των συσκευασμένων προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές σύμφωνα με το άρθρο 4 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1286/2014 ενδέχεται να μην υπόκεινται στην υποχρέωση υποβολής εκθέσεων που ορίζεται στο άρθρο 16-α παράγραφος 2 ή σε οποιαδήποτε άλλη ισοδύναμη υποχρέωση υποβολής εκθέσεων. Στις περιπτώσεις αυτές, μια επιχείρηση επενδύσεων που προσφέρει ή συνιστά τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα θα πρέπει να αναφέρει στις αρμόδιες αρχές της χώρας καταγωγής της λεπτομερή στοιχεία σχετικά με το κόστος και τις επιβαρύνσεις καθώς και τα χαρακτηριστικά των εν λόγω προϊόντων. Οι υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων που καλύπτουν τα ως άνω δεδομένα, οι οποίες θεσπίζονται στην κανονιστική δέσμη μέτρων της οδηγίας ΟΣΕΚΑ και της οδηγίας ΔΟΕΕ, θα πρέπει να θεωρούνται ισοδύναμες.

(17)Δεδομένης της ποικιλομορφίας των προσφορών επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές, η ανάπτυξη δεικτών αναφοράς από τις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να αποτελεί εξελικτική διαδικασία, αρχίζοντας από τα επενδυτικά προϊόντα που αγοράζονται συχνότερα από ιδιώτες επενδυτές και αξιοποιώντας σταδιακά την εμπειρία που συσσωρεύεται με την πάροδο του χρόνου προκειμένου να διευρυνθεί η κάλυψη και να βελτιωθεί η ποιότητά τους.

(18)Οι οδηγίες 2009/65/ΕΚ και 2011/61/ΕΕ απαιτούν από τις εταιρείες διαχείρισης οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΕΕ) και οργανισμών συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) να ενεργούν με τη δέουσα ικανότητα, προσοχή και επιμέλεια προς το βέλτιστο συμφέρον του επενδυτικού οργανισμού που διαχειρίζονται και των επενδυτών τους. Ως εκ τούτου, οι εταιρείες διαχείρισης ΟΕΕ και ΟΣΕΚΑ θα πρέπει να αποτρέπουν τη χρέωση αδικαιολόγητου κόστους στους επενδυτικούς οργανισμούς και στους επενδυτές τους. Οι εταιρείες διαχείρισης ΟΕΕ και ΟΣΕΚΑ θα πρέπει να υποχρεωθούν να θεσπίσουν χρηστή διαδικασία τιμολόγησης, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει τον προσδιορισμό, την ανάλυση και την επανεξέταση του κόστους που χρεώνεται, άμεσα ή έμμεσα, στους επενδυτικούς οργανισμούς ή στους μεριδιούχους τους και, συνεπώς, βαρύνει τους επενδυτές. Το κόστος θα πρέπει να θεωρείται δικαιολογημένο εάν συμμορφώνεται με τα προσυμβατικά έγγραφα των ΟΣΕΚΑ και ΟΕΕ, είναι απαραίτητο για τη λειτουργία τους και βαρύνει τους επενδυτές κατά τρόπο δίκαιο.

(19)Οι εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ και ΟΕΕ θα πρέπει να αποζημιώνουν τους επενδυτές όταν έχουν χρεωθεί αδικαιολόγητα κόστη, όπως όταν έχουν υπολογιστεί εσφαλμένα δαπάνες σε βάρος τους, και να ενημερώνουν σχετικά τις αρμόδιες αρχές, τους οικονομικούς ελεγκτές των επενδυτικών οργανισμών και τους διαχειριστές τους καθώς και τον θεματοφύλακα των εν λόγω οργανισμών. Για την προώθηση της καλύτερης επιβολής και την επίτευξη συγκεκριμένων αποτελεσμάτων για τους ιδιώτες επενδυτές, είναι απαραίτητη η εναρμόνιση των διοικητικών εξουσιών και των εξουσιών επιβολής κυρώσεων των κρατών μελών. Η υποχρέωση αποζημίωσης των επενδυτών θα πρέπει να προστεθεί ως πιθανό διοικητικό μέτρο και κύρωση, ώστε η δυνατότητα αυτή να υφίσταται σε όλα τα κράτη μέλη.

(20)Η διαδικασία τιμολόγησης σύμφωνα με τις οδηγίες 2009/65/ΕΚ και 2011/61/ΕΕ θα πρέπει να διασφαλίζει ότι το κόστος που επιβαρύνει τους ιδιώτες επενδυτές είναι δικαιολογημένο και ανάλογο με τα χαρακτηριστικά του προϊόντος, και ιδίως με τον επενδυτικό στόχο και τη στρατηγική, το επίπεδο κινδύνου και τις αναμενόμενες αποδόσεις των κεφαλαίων, έτσι ώστε οι ΟΣΕΚΑ και οι ΟΕΕ να προσφέρουν βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας στους επενδυτές. Οι εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ και ΟΕΕ θα πρέπει να παραμείνουν υπεύθυνες για την ποιότητα της διαδικασίας τιμολόγησής τους. Ειδικότερα, θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι το κόστος είναι συγκρίσιμο με τα πρότυπα της αγοράς, μεταξύ άλλων με τη σύγκριση του κόστους των κεφαλαίων με παρόμοιες επενδυτικές στρατηγικές και χαρακτηριστικά που είναι διαθέσιμο σε βάσεις δεδομένων ανοικτές στο κοινό. Ωστόσο, για να καταστεί πιο αντικειμενική η διαδικασία τιμολόγησης και να εξοπλιστούν οι εταιρείες διαχείρισης ΟΣΕΚΑ και ΟΕΕ, καθώς και οι αρμόδιες αρχές, με ένα εργαλείο που επιτρέπει την αποτελεσματική σύγκριση του κόστους μεταξύ επενδυτικών προϊόντων του ίδιου τύπου προϊόντος, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να αναπτύξει δείκτες αναφοράς, με βάση δεδομένα που σχετίζονται με το κόστος και την απόδοση των επενδυτικών προϊόντων και που η ίδια λαμβάνει στο πλαίσιο της εποπτικής αναφοράς, έναντι των οποίων μπορεί να πραγματοποιείται αξιολόγηση της σχέσης κόστους-ωφέλειας, επιπλέον των άλλων κριτηρίων που περιλαμβάνονται στη διαδικασία τιμολόγησης των εταιρειών διαχείρισης ΟΣΕΚΑ και ΟΕΕ. Λαμβανομένης υπόψη της προτεραιότητας της Επιτροπής για την αποφυγή περιττών διοικητικών επιβαρύνσεων και την απλούστευση των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων, οι εν λόγω δείκτες αναφοράς θα πρέπει να βασίζονται σε υφιστάμενα δεδομένα από δημόσιες γνωστοποιήσεις και εποπτικές αναφορές, εκτός εάν απαιτούνται κατ’ εξαίρεση πρόσθετα δεδομένα. Τα επενδυτικά κεφάλαια που προσφέρουν κακή σχέση κόστους-ωφέλειας ή αποκλίνουν από τους δείκτες αναφοράς της ΕΑΚΑΑ δεν θα πρέπει να διατίθενται σε ιδιώτες επενδυτές, εκτός εάν περαιτέρω αξιολόγηση έχει καταδείξει ότι το προϊόν προσφέρει παρά ταύτα καλή σχέση κόστους-ωφέλειας. Η αξιολόγηση και τα μέτρα που λαμβάνονται θα πρέπει να τεκμηριώνονται και να παρέχονται στις αρμόδιες αρχές κατόπιν αιτήσεώς τους.

(21)Η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που καθορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη διαδικασία τιμολόγησης ώστε να αποφεύγεται η χρέωση αδικαιολόγητου κόστους στους ΟΣΕΚΑ, τους ΟΕΕ και τους μεριδιούχους τους, καθώς και για τη διεξαγωγή της αξιολόγησης της σχέσης κόστους-ωφέλειας και, όπου απαιτείται, για τη λήψη διορθωτικών μέτρων όταν το κόστος δεν είναι δικαιολογημένο ή αναλογικό προς τις τυχόν αναμενόμενες αποδόσεις των ΟΣΕΚΑ και ΟΕΕ εάν υπάρχουν, προς το επίπεδο κινδύνου τους, τον επενδυτικό στόχο και τη στρατηγική τους, καθώς και για την τεκμηρίωση της εν λόγω αξιολόγησης και των εν λόγω μέτρων.

(22)Οι γνώσεις και οι ικανότητες του προσωπικού είναι καίριας σημασίας για τη διασφάλιση καλής ποιότητας συμβουλών. Τα πρότυπα σχετικά με το τι θεωρείται αναγκαίο διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των συμβούλων που δραστηριοποιούνται βάσει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, της οδηγίας (ΕΕ) 2016/97 και βάσει του μη εναρμονισμένου εθνικού δικαίου. Για να βελτιωθεί η ποιότητα των συμβουλών και να εξασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού σε ολόκληρη την ΕΕ, θα πρέπει να καθοριστούν ενισχυμένα ελάχιστα κοινά πρότυπα σχετικά με τις απαραίτητες απαιτήσεις γνώσεων και ικανοτήτων. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό δεδομένης της αυξημένης πολυπλοκότητας και της συνεχούς καινοτομίας στον σχεδιασμό χρηματοπιστωτικών μέσων και επενδυτικών προϊόντων βασιζόμενων σε ασφάλιση, καθώς και της αυξανόμενης σημασίας των ζητημάτων που σχετίζονται με τη βιωσιμότητα. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τους διανομείς ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων να διασφαλίζουν ότι τα φυσικά πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές εξ ονόματος της επιχείρησης επενδύσεων ή ως ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές, καθώς και οι εκάστοτε υπάλληλοι των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, διαθέτουν τις γνώσεις και τις ικανότητες που απαιτούνται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους. Για να παρέχεται διαβεβαίωση στους πελάτες και τις αρμόδιες αρχές ότι το επίπεδο γνώσεων και ικανοτήτων των εν λόγω φυσικών προσώπων και ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, καθώς και των υπαλλήλων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, πληροί τα απαιτούμενα πρότυπα, οι εν λόγω γνώσεις και ικανότητες θα πρέπει να αποδεικνύονται με πιστοποιητικό. Η τακτική επαγγελματική εξέλιξη και κατάρτιση είναι σημαντικές ώστε να διασφαλίζεται ότι συντηρούνται και επικαιροποιούνται οι γνώσεις και οι ικανότητες του προσωπικού που παρέχει συμβουλές ή πωλεί επενδυτικά προϊόντα ή βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα σε πελάτες. Για τον σκοπό αυτό, είναι αναγκαίο να απαιτείται από τα φυσικά πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές να παρακολουθούν ελάχιστο αριθμό ωρών επαγγελματικής κατάρτισης και εξέλιξης ετησίως και να αποδεικνύουν την επιτυχή ολοκλήρωση της εν λόγω κατάρτισης και εξέλιξης με πιστοποιητικό.

(23)Η αυξανόμενη παροχή επενδυτικών υπηρεσιών μέσω ψηφιακών μέσων δημιουργεί νέες ευκαιρίες για τους ιδιώτες επενδυτές. Ταυτόχρονα, οι εν λόγω υπηρεσίες παρέχουν τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις επενδύσεων και στους διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων να διανέμουν επενδυτικά προϊόντα και υπηρεσίες ταχύτερα και σε ευρύτερη ομάδα ιδιωτών επενδυτών, γεγονός που μπορεί να ενέχει πρόσθετους κινδύνους. Ως εκ τούτου, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν εξουσίες και διαδικασίες που είναι κατάλληλες για την άμεση αντιμετώπιση οποιασδήποτε μη συμμόρφωσης με τους υφιστάμενους κανόνες, μεταξύ άλλων σε περίπτωση προσφοράς μέσω ψηφιακών μέσων και από οντότητες που δεν έχουν λάβει άδεια. Κατά συνέπεια, είναι σκόπιμο οι αρμόδιες αρχές να μπορούν να προβαίνουν στις απαραίτητες ενέργειες όταν έχουν βάσιμους λόγους να πιστεύουν ότι φυσικό ή νομικό πρόσωπο παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες χωρίς να είναι δεόντως αδειοδοτημένο ή ότι ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ασφαλιστική επιχείρηση διανέμει επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση χωρίς να έχει εγγραφεί ή αδειοδοτηθεί. Όταν οι εν λόγω ενέργειες αφορούν φυσικό πρόσωπο, η δημοσίευση της απόφασης που λαμβάνεται από την αρμόδια αρχή θα πρέπει να εξακολουθεί να υπόκειται στην κατά περίπτωση αξιολόγηση της αναλογικότητας της δημοσίευσης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που προβλέπεται στο άρθρο 71 παράγραφος 1. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να ενημερώνουν τις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ σχετικά με την εν λόγω συμπεριφορά, οι δε ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να ενοποιούν και να δημοσιεύουν όλες τις σχετικές αποφάσεις που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές, προκειμένου οι εν λόγω πληροφορίες να είναι διαθέσιμες στους ιδιώτες επενδυτές ώστε να μπορούν να εντοπίζουν πιθανές απάτες. Όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα, για να αποφεύγεται η γνωστοποίηση προσωπικών πληροφοριών που κρίνονται δυσανάλογη από την αρμόδια αρχή κατά τη δημοσίευση του ενοποιημένου καταλόγου όλων των αποφάσεων που εκδίδονται από τις αρμόδιες αρχές, οι ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να απέχουν από τη γνωστοποίηση τυχόν πρόσθετων πληροφοριών σε σύγκριση με τις πληροφορίες που γνωστοποιούνται από την ίδια την αρμόδια αρχή.

(24)Η παροχή διασυνοριακών επενδυτικών υπηρεσιών είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, η δε ορθή επιβολή των κανόνων αποτελεί βασικό στοιχείο της ενιαίας αγοράς. Εφόσον το κράτος μέλος καταγωγής είναι αρμόδιο για την εποπτεία μιας επιχείρησης επενδύσεων σε περιπτώσεις διασυνοριακής παροχής υπηρεσιών, η ενιαία αγορά βασίζεται στην εμπιστοσύνη που απορρέει από την επαρκή εποπτεία των επιχειρήσεων επενδύσεων από τις αρμόδιες αρχές της χώρας καταγωγής. Η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης απαιτεί αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τηρείται επαρκές επίπεδο προστασίας των επενδυτών. Η οδηγία 2014/65/ΕΕ προβλέπει ήδη μηχανισμό που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής να λαμβάνουν προληπτικά μέτρα για την προστασία των επενδυτών υπό αυστηρές προϋποθέσεις και όταν το κράτος μέλος καταγωγής δεν λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα. Για τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών και για την περαιτέρω ενίσχυση των εποπτικών προσπαθειών, ο εν λόγω μηχανισμός θα πρέπει να απλουστευθεί, οι δε αρμόδιες αρχές που διαπιστώνουν σε μεγάλο βαθμό παρόμοιες ή πανομοιότυπες συμπεριφορές στην επικράτειά τους με συμπεριφορές που έχουν ήδη επισημανθεί από άλλη αρχή θα πρέπει να μπορούν να παραπέμπουν στα πορίσματα της εν λόγω επισπεύδουσας αρχής για την κίνηση διαδικασίας βάσει του άρθρου 86 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

(25)Οι κοινοποιήσεις διαβατηρίων βάσει των οδηγιών 2014/65/ΕΕ και (ΕΕ) 2016/97 δεν απαιτούν την παροχή πληροφοριών σχετικά με την κλίμακα των διασυνοριακών υπηρεσιών. Για να αποκτήσουν η ΕΑΚΑΑ, η ΕΑΑΕΣ και οι αρμόδιες αρχές ορθή κατανόηση της έκτασης των διασυνοριακών υπηρεσιών και για να μπορούν να προσαρμόζουν τις εποπτικές τους δραστηριότητες στις εν λόγω διασυνοριακές υπηρεσίες, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να συλλέγουν πληροφορίες σχετικά με την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών. Όταν επιχείρηση επενδύσεων ή ασφαλιστικός διαμεσολαβητής παρέχει υπηρεσίες σε πελάτες εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος, η επιχείρηση επενδύσεων ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής θα πρέπει να παρέχει στην οικεία αρμόδια αρχή βασικές πληροφορίες σχετικά με τις εν λόγω υπηρεσίες. Για λόγους αναλογικότητας, η εν λόγω απαίτηση υποβολής εκθέσεων δεν θα πρέπει να ισχύει για επιχειρήσεις που εξυπηρετούν λιγότερους από πενήντα πελάτες σε διασυνοριακή βάση. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διαθέτουν τις πληροφορίες αυτές στις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ, οι οποίες με τη σειρά τους θα πρέπει να καθιστούν τις πληροφορίες προσβάσιμες σε όλες τις αρμόδιες αρχές και να δημοσιεύουν ετήσια στατιστική έκθεση για τις διασυνοριακές υπηρεσίες. Για τον περιορισμό, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, του κόστους που σχετίζεται με τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων όσον αφορά διασυνοριακές δραστηριότητες και για την αποφυγή περιττών επικαλύψεων, οι πληροφορίες θα πρέπει να βασίζονται όσο το δυνατόν περισσότερο στις υφιστάμενες υποχρεώσεις γνωστοποίησης και υποβολής εκθέσεων.

(26)Για την προώθηση της εποπτικής σύγκλισης και τη διευκόλυνση της συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών, η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να είναι σε θέση να δημιουργήσει πλατφόρμες συνεργασίας με δική της πρωτοβουλία ή με πρωτοβουλία μίας ή περισσότερων αρμόδιων αρχών, όταν υπάρχουν δικαιολογημένες ανησυχίες για ζημία των επενδυτών σε σχέση με την παροχή διασυνοριακών επενδυτικών υπηρεσιών, καθώς και όταν οι εν λόγω δραστηριότητες είναι σημαντικές σε σχέση με την αγορά του κράτους μέλους υποδοχής. Η ΕΑΑΕΣ, η οποία έχει ήδη την εξουσία να δημιουργεί πλατφόρμες συνεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 152β της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, θα πρέπει να έχει την ίδια εξουσία όσον αφορά τις δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων βάσει της οδηγίας (ΕΕ) 2016/97, καθώς ενδέχεται να προκύψουν παρόμοια ζητήματα διασυνοριακής εποπτείας κατά τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων. Όταν υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες για ενδεχόμενη ζημία των επενδυτών και όταν οι εποπτικές αρχές που συμμετέχουν στις πλατφόρμες συνεργασίας δεν μπορούν να καταλήξουν σε συμφωνία για ζητήματα που σχετίζονται με επιχείρηση επενδύσεων ή διανομέα ασφαλιστικών προϊόντων που δραστηριοποιείται σε διασυνοριακή βάση, οι ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 39 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 40 , αντίστοιχα, να εκδώσουν σύσταση προς την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής να εξετάσει τις ανησυχίες των άλλων σχετικών αρμόδιων αρχών και να αρχίσει κοινή επιτόπια επιθεώρηση μαζί με τις άλλες ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές.

(27)Το κόστος, οι συναφείς επιβαρύνσεις και οι πληρωμές τρίτων που συνδέονται με επενδυτικά προϊόντα μπορεί να έχουν μεγάλο αντίκτυπο στις αναμενόμενες αποδόσεις. Η γνωστοποίηση του εν λόγω κόστους, των συναφών επιβαρύνσεων και των πληρωμών τρίτων αποτελεί βασική πτυχή της προστασίας των επενδυτών. Στους ιδιώτες επενδυτές θα πρέπει να παρέχονται σαφείς πληροφορίες σχετικά με το κόστος, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές τρίτων, εγκαίρως προτού λάβουν μια επενδυτική απόφαση. Για τη βελτίωση της συγκρισιμότητας του εν λόγω κόστους, των συναφών επιβαρύνσεων και των πληρωμών τρίτων, οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται με τυποποιημένο τρόπο. Ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα θα πρέπει να προσδιορίζουν και εναρμονίζουν το περιεχόμενο και τη μορφή των γνωστοποιήσεων σχετικά με το εν λόγω κόστος, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές τρίτων, συμπεριλαμβανομένων επεξηγήσεων που θα πρέπει να παρέχουν οι επιχειρήσεις επενδύσεων στους ιδιώτες πελάτες, ιδίως όσον αφορά τις πληρωμές τρίτων.

(28)Για να αυξηθεί περαιτέρω η διαφάνεια, οι ιδιώτες πελάτες θα πρέπει να λαμβάνουν περιοδική επισκόπηση των επενδύσεών τους. Για τον λόγο αυτό, επιχειρήσεις που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες μαζί με υπηρεσία φύλαξης και διαχείρισης χρηματοπιστωτικών μέσων, ή ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, θα πρέπει να παρέχουν ετήσια κατάσταση στους ιδιώτες πελάτες τους, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει επισκόπηση των προϊόντων που κατέχουν οι εν λόγω πελάτες, όλων των δαπανών, των συναφών επιβαρύνσεων και των πληρωμών τρίτων, καθώς και όλων των πληρωμών, συμπεριλαμβανομένων μερισμάτων και τόκων που καταβάλλει και εισπράττει ο πελάτης σε περίοδο ενός έτους, μαζί με επισκόπηση της απόδοσης των εν λόγω χρηματοπιστωτικών προϊόντων. Η εν λόγω ετήσια κατάσταση θα πρέπει να επιτρέπει στους ιδιώτες επενδυτές να κατανοούν καλύτερα τον αντίκτυπο των εν λόγω στοιχείων στην απόδοση του χαρτοφυλακίου τους. Όσον αφορά τις επενδυτικές υπηρεσίες που συνίστανται μόνο στη λήψη, διαβίβαση και εκτέλεση εντολών, η ετήσια κατάσταση θα πρέπει να περιέχει όλα τα κόστη, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές τρίτων που καταβάλλονται σε σχέση με τις υπηρεσίες και τα χρηματοπιστωτικά μέσα. Για τις υπηρεσίες που συνίστανται μόνο σε φύλαξη και διαχείριση χρηματοπιστωτικών μέσων, η ετήσια κατάσταση θα πρέπει να περιέχει όλα τα κόστη, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές που λαμβάνονται από τον πελάτη σε σχέση με τις υπηρεσίες και τα χρηματοπιστωτικά μέσα. Για όλες αυτές τις υπηρεσίες, ο πάροχος υπηρεσιών θα πρέπει να παρέχει στον ιδιώτη πελάτη, κατόπιν αιτήσεως, λεπτομερή ανάλυση των εν λόγω πληροφοριών ανά χρηματοπιστωτικό μέσο. Λαμβανομένων υπόψη των μακροπρόθεσμων χαρακτηριστικών των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων που χρησιμοποιούνται συχνά για συνταξιοδοτικούς σκοπούς, η ετήσια κατάσταση για τα εν λόγω προϊόντα θα πρέπει να περιέχει πρόσθετα στοιχεία, όπως προσαρμοσμένες μεμονωμένες προβλέψεις του αναμενόμενου αποτελέσματος στο τέλος της σύμβασης ή τη συνιστώμενη περίοδο διακράτησης και σύνοψη της ασφαλιστικής κάλυψης.

(29)Οι αποκλίνουσες ή αλληλεπικαλυπτόμενες απαιτήσεις γνωστοποίησης για τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων στις διάφορες νομικές πράξεις είναι αιτία έλλειψης ασφάλειας δικαίου και περιττού κόστους για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να οριστούν όλες οι απαιτήσεις γνωστοποίησης σε μία νομική πράξη, με την αφαίρεση των εν λόγω απαιτήσεων από την οδηγία 2009/138/ΕΚ και την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/97. Ταυτόχρονα, με βάση τις εμπειρίες που θα αποκτηθούν από την εποπτεία αυτών των απαιτήσεων, είναι σκόπιμο να προσαρμοστούν έτσι ώστε να είναι αποτελεσματικές και ολοκληρωμένες. Για τη συμπλήρωση του ήδη καθιερωμένου εγγράφου πληροφοριών ασφαλιστικών προϊόντων για τα ασφαλιστικά προϊόντα του κλάδου ασφάλισης ζημιών, θα πρέπει επίσης να θεσπιστεί έγγραφο πληροφοριών ασφαλιστικών προϊόντων για προϊόντα ασφάλισης ζωής εκτός των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων, με στόχο την παροχή τυποποιημένων πληροφοριών. Για τα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα, οι τυποποιημένες πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται από το έγγραφο βασικών πληροφοριών για τα PRIIP βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1286/2014.

(30)Οι αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις επενδύσεων, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές διαφημίζουν χρηματοπιστωτικά προϊόντα και υπηρεσίες, μεταξύ άλλων χρησιμοποιώντας πρόσωπα επιρροής, μέσα κοινωνικής δικτύωσης και συμπεριφορικές μεροληψίες, επηρεάζουν όλο και περισσότερο τη συμπεριφορά των ιδιωτών επενδυτών. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν απαιτήσεις για τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και πρακτικές εμπορικής προώθησης, οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν επίσης περιεχόμενο, σχεδιασμό, προσφορές, επωνυμίες, εκστρατείες, τοποθέτηση προϊόντων και προγράμματα ανταμοιβής τρίτων. Οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να διευκρινίζουν ειδικότερα τι συνεπάγεται η απαίτηση να είναι δίκαιες, σαφείς και μη παραπλανητικές στο πλαίσιο των διαφημιστικών ανακοινώσεων και πρακτικών εμπορικής προώθησης. Οι απαιτήσεις για ισορροπημένη παρουσίαση κινδύνων και οφελών και η καταλληλότητα για το επιδιωκόμενο κοινό-στόχο θα πρέπει, επίσης, να συμβάλλουν στη βελτίωση της εφαρμογής των αρχών προστασίας των επενδυτών. Οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να επεκτείνονται και στις πρακτικές εμπορικής προώθησης, όταν οι εν λόγω πρακτικές χρησιμοποιούνται για ενίσχυση της προβολής και της αποτελεσματικότητας των διαφημιστικών ανακοινώσεων ή της αντίληψης όσον αφορά τη δυνατότητα προσοικείωσης, την αξιοπιστία ή τη συγκρισιμότητά τους. Ωστόσο, για να διασφαλιστεί ότι οι πάροχοι επενδυτικών προϊόντων δεν αποθαρρύνονται ή αποτρέπονται από την παροχή χρηματοοικονομικού εκπαιδευτικού υλικού και από την προώθηση και βελτίωση της χρηματοοικονομικής κατάρτισης των επενδυτών, θα πρέπει να διευκρινίζεται ότι το εν λόγω υλικό και οι εν λόγω δραστηριότητες δεν εμπίπτουν στον ορισμό της διαφημιστικής ανακοίνωσης και της πρακτικής εμπορικής προώθησης.

(31)Για την αντιμετώπιση των εξελίξεων στις πρακτικές εμπορικής προώθησης, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης τρίτων για έμμεση προώθηση προϊόντων ή υπηρεσιών, καθώς και για τη διασφάλιση κατάλληλου επιπέδου προστασίας των επενδυτών, είναι απαραίτητο να ενισχυθούν οι απαιτήσεις σχετικά με τις διαφημιστικές ανακοινώσεις. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να απαιτείται οι διαφημιστικές ανακοινώσεις να καθιστούν εφικτή την εύκολη αναγνώριση της επιχείρησης επενδύσεων, της ασφαλιστικής επιχείρησης ή του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή για λογαριασμό του οποίου πραγματοποιούνται οι διαφημιστικές ανακοινώσεις. Για τους ιδιώτες πελάτες, αυτές οι διαφημιστικές ανακοινώσεις θα πρέπει να περιέχουν επίσης βασικές πληροφορίες που να παρουσιάζονται με σαφή και ισορροπημένο τρόπο σχετικά με τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσφέρονται. Για να διασφαλιστεί ότι εφαρμόζονται ορθά στην πράξη οι υποχρεώσεις προστασίας των επενδυτών, οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει να διαθέτουν πολιτική για τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και τις πρακτικές εμπορικής προώθησης, καθώς και επαρκείς εσωτερικές δικλίδες ελέγχου και διαδικασίες αναφοράς προς το διοικητικό τους όργανο, ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με την εν λόγω πολιτική. Κατά την ανάπτυξη διαφημιστικών ανακοινώσεων και πρακτικών εμπορικής προώθησης, οι επιχειρήσεις επενδύσεων, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το κοινό-στόχο της σχετικής αγοράς-στόχου.

(32)Ο γρήγορος ρυθμός με τον οποίο μπορούν να παρέχονται και να αλλάζουν οι διαφημιστικές ανακοινώσεις και οι πρακτικές εμπορικής προώθησης, ιδίως μέσω της χρήσης ψηφιακών εργαλείων και διαύλων, δεν θα πρέπει να αποτρέπει την επαρκή επιβολή των ισχυουσών κανονιστικών απαιτήσεων. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο τα κράτη μέλη να διασφαλίζουν ότι οι εθνικές αρμόδιες αρχές διαθέτουν τις απαραίτητες εξουσίες εποπτείας και, όπου χρειάζεται, έγκαιρης παρέμβασης. Επιπλέον, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να έχουν πρόσβαση στις απαραίτητες πληροφορίες που σχετίζονται με τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και τις πρακτικές εμπορικής προώθησης, ώστε να ασκούν τα οικεία καθήκοντα εποπτείας και επιβολής και να διασφαλίζουν την προστασία των καταναλωτών. Για τον σκοπό αυτό, οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να τηρούν αρχεία των διαφημιστικών ανακοινώσεων που παρέχονται ή καθίστανται προσβάσιμες σε ιδιώτες πελάτες ή δυνητικούς ιδιώτες πελάτες καθώς και τυχόν συναφών στοιχείων που ενδιαφέρουν τις αρμόδιες αρχές. Για την καταγραφή των διαφημιστικών ανακοινώσεων που διαδίδονται από τρίτους, όπως για παράδειγμα πρόσωπα επιρροής και διαφημιστικά πρακτορεία, είναι αναγκαίο να καταγράφονται επίσης λεπτομερή στοιχεία για την ταυτότητα των εν λόγω τρίτων. Επειδή μπορεί να προκύψουν ζητήματα με χρηματοπιστωτικά προϊόντα και υπηρεσίες αρκετά έτη μετά την επένδυση, οι επιχειρήσεις επενδύσεων, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές θα πρέπει να τηρούν αρχεία με τις ανωτέρω πληροφορίες για περίοδο πέντε ετών και, εφόσον ζητείται από την αρμόδια αρχή, για περίοδο έως και επτά ετών.

(33)Οι αξιολογήσεις καταλληλότητας και συμβατότητας αποτελούν ουσιώδες στοιχείο της προστασίας των επενδυτών. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές θα πρέπει να αξιολογούν την καταλληλότητα ή τη συμβατότητα των επενδυτικών προϊόντων και υπηρεσιών που συνιστούν στον πελάτη ή που εκείνος ζητά, αντίστοιχα, με βάση τις πληροφορίες που λαμβάνουν από τον πελάτη. Όπου είναι αναγκαίο, η επιχείρηση επενδύσεων, η ασφαλιστική επιχείρηση ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής μπορεί επίσης να χρησιμοποιεί πληροφορίες που ενδέχεται να έχει λάβει βάσει άλλων νόμιμων λόγων, όπως οι υφιστάμενες σχέσεις με τον πελάτη. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές θα πρέπει να εξηγούν στους πελάτες τους τον σκοπό αυτών των αξιολογήσεων και τη σημασία της παροχής ακριβούς και πλήρους πληροφόρησης. Θα πρέπει να ενημερώνουν τους πελάτες τους μέσω τυποποιημένων προειδοποιήσεων ότι η παροχή ανακριβών και ελλιπών πληροφοριών ενδέχεται να έχει αρνητικές συνέπειες στην ποιότητα της αξιολόγησης. Για να διασφαλιστεί η εναρμόνιση και η αποτελεσματικότητα των διαφόρων προειδοποιήσεων, οι ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να αναπτύξουν ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα με σκοπό τον προσδιορισμό του περιεχομένου και της μορφής των εν λόγω προειδοποιήσεων.

(34)Για να διασφαλιστεί ότι, στο πλαίσιο των υπηρεσιών με παροχή συμβουλών, δίνεται η δέουσα προσοχή στη διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου, θα πρέπει συστηματικά να απαιτείται από τους χρηματοοικονομικούς συμβούλους να λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες της εν λόγω διαφοροποίησης για τους πελάτες τους στο πλαίσιο των αξιολογήσεων καταλληλότητας, μεταξύ άλλων με βάση τις πληροφορίες που παρέχονται από τους εν λόγω πελάτες σχετικά με το υφιστάμενο χαρτοφυλάκιο χρηματοπιστωτικών και μη χρηματοπιστωτικών στοιχείων τους.

(35)Για να διασφαλιστεί ότι οι δοκιμές συμβατότητας επιτρέπουν στις επιχειρήσεις επενδύσεων, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να αξιολογούν αποτελεσματικά εάν ένα χρηματοπιστωτικό προϊόν ή υπηρεσία είναι κατάλληλο για τους πελάτες τους, οι εν λόγω επιχειρήσεις, ασφαλιστικές επιχειρήσεις και ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές θα πρέπει να λαμβάνουν από αυτούς πληροφορίες όχι μόνο για τις γνώσεις και την εμπειρία τους σχετικά με τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα ή υπηρεσίες, αλλά, όσον αφορά τους ιδιώτες πελάτες, και για την ικανότητά τους να υποστούν πλήρεις ή μερικές ζημίες και το επίπεδο ανοχής τους στον κίνδυνο. Σε περίπτωση αρνητικής αξιολόγησης της συμβατότητας, η επιχείρηση επενδύσεων, η ασφαλιστική επιχείρηση ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής, πέραν της υποχρέωσης να προειδοποιήσει τον πελάτη, θα πρέπει να επιτρέπεται να προχωρήσει στη συναλλαγή μόνον όταν ο εκάστοτε πελάτης το ζητήσει ρητά.

(36)Στους ιδιώτες επενδυτές μπορεί να προσφερθεί ευρεία ποικιλία χρηματοπιστωτικών μέσων, κάθε δε χρηματοπιστωτικό μέσο συνεπάγεται διαφορετικά επίπεδα κινδύνου ενδεχόμενων ζημιών. Οι ιδιώτες επενδυτές θα πρέπει, επομένως, να είναι σε θέση να εντοπίζουν εύκολα τα επενδυτικά προϊόντα που είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνα. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να απαιτείται από τις επιχειρήσεις επενδύσεων, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές να προσδιορίζουν τα επενδυτικά προϊόντα που είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνα και να περιλαμβάνουν προειδοποιήσεις για τους εν λόγω κινδύνους στις πληροφορίες που διαβιβάζουν στους ιδιώτες πελάτες, μεταξύ άλλων στις διαφημιστικές ανακοινώσεις. Για να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις επενδύσεων, τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές στον εντοπισμό τέτοιου είδους ιδιαιτέρως επικίνδυνων προϊόντων, οι ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να εκδώσουν κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον τρόπο αναγνώρισης των εν λόγω προϊόντων, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τους διαφορετικούς τύπους των υφιστάμενων επενδυτικών προϊόντων και των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων. Για την εναρμόνιση των εν λόγω προειδοποιήσεων κινδύνου σε ολόκληρη την ΕΕ, οι ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να υποβάλουν τεχνικά πρότυπα όσον αφορά το περιεχόμενο και τη μορφή των εν λόγω προειδοποιήσεων κινδύνου. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξουσιοδοτήσουν τις αρμόδιες αρχές να επιβάλλουν τη χρήση προειδοποιήσεων κινδύνου για συγκεκριμένα επενδυτικά προϊόντα και, όταν η χρήση ή η απουσία χρήσης των εν λόγω προειδοποιήσεων κινδύνου στην ΕΕ είναι ασυνεπής ή προκαλεί σημαντικό αντίκτυπο όσον αφορά την προστασία των επενδυτών, οι ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ θα πρέπει να έχουν την εξουσία να επιβάλλουν τη χρήση των εν λόγω προειδοποιήσεων από τις επιχειρήσεις επενδύσεων σε ολόκληρη την ΕΕ.

(37)Η άνοδος του επιπέδου της χρηματοοικονομικής κατάρτισης των ιδιωτών πελατών, καθώς και των υποψήφιων και των δυνητικών ιδιωτών πελατών, είναι καίριας σημασίας προκειμένου οι εν λόγω ιδιώτες πελάτες να κατανοούν καλύτερα το πώς να επενδύουν υπεύθυνα, ώστε να εξισορροπούνται επαρκώς οι κίνδυνοι και τα οφέλη που συνδέονται με την επένδυση. Επομένως, τα κράτη μέλη θα πρέπει να προωθούν μέτρα τυπικής και άτυπης μάθησης που υποστηρίζουν τη χρηματοοικονομική κατάρτιση των ιδιωτών πελατών, καθώς και των υποψήφιων και των δυνητικών ιδιωτών πελατών σε σχέση με την υπεύθυνη επένδυση. Η υπεύθυνη επένδυση αφορά την ικανότητα των ιδιωτών επενδυτών να λαμβάνουν τεκμηριωμένες επενδυτικές αποφάσεις σύμφωνα με τους προσωπικούς και οικονομικούς τους στόχους, υπό την προϋπόθεση ότι γνωρίζουν το εύρος των διαθέσιμων επενδυτικών προϊόντων και υπηρεσιών, τα βασικά χαρακτηριστικά τους και τους κινδύνους και τα οφέλη που συνεπάγεται η επένδυση, καθώς και υπό την προϋπόθεση ότι κατανοούν τις επενδυτικές συμβουλές που λαμβάνουν και είναι σε θέση να αντιδρούν σε αυτές κατάλληλα. Οι υποψήφιοι ιδιώτες επενδυτές θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε εκπαιδευτικό υλικό που υποστηρίζει ανά πάσα στιγμή τη χρηματοοικονομική τους κατάρτιση, το δε υλικό θα πρέπει να λαμβάνει ιδίως υπόψη τις διαφορές στην ηλικία, το επίπεδο εκπαίδευσης και τις τεχνολογικές ικανότητες των ιδιωτών επενδυτών. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τους ιδιώτες πελάτες που αποκτούν πρόσβαση για πρώτη φορά σε χρηματοπιστωτικά μέσα, επενδυτικές υπηρεσίες και επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, καθώς και για όσους χρησιμοποιούν ψηφιακά εργαλεία.

(38)Είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι τα κριτήρια για να καθοριστεί αν ένας πελάτης διαθέτει την απαραίτητη πείρα, τις γνώσεις και την εμπειρογνωσία για να αντιμετωπίζεται ως επαγγελματίας πελάτης, όταν ο ίδιος ζητεί τέτοια μεταχείριση, είναι κατάλληλα και ενδεδειγμένα για τον σκοπό. Ως εκ τούτου, τα κριτήρια κατηγοριοποίησης θα πρέπει να λαμβάνουν επίσης υπόψη την εμπειρία που συλλέγεται εκτός του τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών και την πιστοποιημένη κατάρτιση και εκπαίδευση που έχει ολοκληρώσει ο πελάτης. Επιπλέον, τα κριτήρια κατηγοριοποίησης θα πρέπει να είναι αναλογικά και να μην εισάγουν διακρίσεις σε σχέση με το κράτος μέλος διαμονής του πελάτη. Επομένως, θα πρέπει να τροποποιηθούν τα κριτήρια που βασίζονται στον πλούτο και το μέγεθος της νομικής οντότητας, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι πελάτες που διαμένουν σε κράτη μέλη με χαμηλότερο μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ.

(39)Σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ζητήθηκε η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις [XX 2023].

(40)Ο κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από όργανα και οργανισμούς της Ένωσης για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι η επεξεργασία δεδομένων που πραγματοποιείται κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας τηρεί πλήρως την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όταν η εν λόγω οδηγία έχει εφαρμογή.  

(41)Οι οδηγίες 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2014/65/ΕΕ και (ΕΕ) 2016/97 θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθούν αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2014/65/ΕΕ

Η οδηγία 2014/65/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

στο άρθρο 1 παράγραφος 4, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

     «α)    το άρθρο 9 παράγραφος 3, το άρθρο 14 και το άρθρο 16 παράγραφοι 2, 3 και 6, το άρθρο 16-α παράγραφος 1 πρώτο, δεύτερο και πέμπτο εδάφιο, το άρθρο 16-α παράγραφος 3, το άρθρο 16-α παράγραφος 4 πρώτο και δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 16-α παράγραφοι 7, 8, 10 και το άρθρο 16-α παράγραφος 11 στοιχείο β),»·

στο άρθρο 3 παράγραφος 2, τα στοιχεία β) και γ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) υποχρεώσεις επαγγελματικής δεοντολογίας που καθορίζονται στο άρθρο 24 παράγραφοι 1, 1α, 3, 4, 5, 7 και 10, στο άρθρο 25 παράγραφοι 2, 4, 5 και 6 και, εφόσον το εθνικό καθεστώς επιτρέπει στα πρόσωπα αυτά να διορίζουν συνδεδεμένους αντιπροσώπους, στο άρθρο 29, καθώς και στα αντίστοιχα μέτρα εφαρμογής,

«γ) οργανωτικές υποχρεώσεις, όπως ορίζονται στο άρθρο 16 παράγραφοι 3, 6, 7, στο άρθρο 16-α παράγραφος 1 σημεία 1, 2 και 5, στο άρθρο 16-α παράγραφος 3, στο άρθρο 16-α παράγραφος 4 σημεία 1 και 2, στο άρθρο 16-α παράγραφος 7 στοιχείο γ) και παράγραφοι 8 και 10 και στο άρθρο 16 παράγραφος 11 στοιχείο β), καθώς και στις αντίστοιχες κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εγκρίνει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 89.»·

στο άρθρο 4 παράγραφος 1, προστίθενται τα ακόλουθα σημεία 66, 67 και 68:

«66) “διαφημιστική ανακοίνωση”: κάθε γνωστοποίηση πληροφοριών εκτός από γνωστοποίηση που απαιτείται από το ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, ή εκτός από το χρηματοοικονομικό εκπαιδευτικό υλικό που αναφέρεται στο άρθρο 88β, ή εκτός από την έρευνα στον τομέα των επενδύσεων, που πληροί τις προϋποθέσεις ώστε να αντιμετωπίζεται ως τέτοια και, άμεσα ή έμμεσα, προωθεί ή παρακινεί σε επενδύσεις σε ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα ή κατηγορίες χρηματοπιστωτικών μέσων ή στη χρήση επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών που παρέχονται από επιχείρηση επενδύσεων και η οποία πραγματοποιείται:

α) από επιχείρηση επενδύσεων ή τρίτο που αμείβεται ή στον οποίο παρέχονται κίνητρα μέσω μη χρηματικής αποζημίωσης από την εν λόγω επιχείρηση επενδύσεων, 

β) προς φυσικά ή νομικά πρόσωπα, 

γ) σε οποιαδήποτε μορφή και με οποιοδήποτε μέσο,       

«67) “πρακτική εμπορικής προώθησης”: κάθε στρατηγική, χρήση εργαλείου ή τεχνικής που εφαρμόζεται από επιχείρηση επενδύσεων ή από οποιονδήποτε τρίτο που αμείβεται ή στον οποίο παρέχονται κίνητρα μέσω μη χρηματικής αποζημίωσης από την εν λόγω επιχείρηση επενδύσεων με σκοπό:

α) να διαδίδει άμεσα ή έμμεσα διαφημιστικές ανακοινώσεις,

β) να επιταχύνει ή να βελτιώνει την προβολή και την αποτελεσματικότητα των διαφημιστικών ανακοινώσεων,

γ) να προωθεί με οποιονδήποτε τρόπο επιχειρήσεις επενδύσεων, χρηματοπιστωτικά μέσα ή επενδυτικές υπηρεσίες,

68) “επιγραμμική διεπαφή”: κάθε λογισμικό, μεταξύ άλλων ιστότοπος, τμήμα ιστοτόπου ή εφαρμογή.»·

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 5α:

«Άρθρο 5α

Διαδικασία αντιμετώπισης μη αδειοδοτημένων δραστηριοτήτων που προσφέρονται μέσω ψηφιακών μέσων

1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν φυσικό ή νομικό πρόσωπο παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες στο διαδίκτυο με στόχο πελάτες εντός της επικράτειάς του χωρίς να έχει λάβει άδεια λειτουργίας βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 1 ή του εθνικού δικαίου, ή όταν αρμόδια αρχή έχει βάσιμους λόγους να υποψιάζεται ότι η εν λόγω οντότητα παρέχει τέτοιου είδους υπηρεσίες χωρίς να έχει λάβει άδεια λειτουργίας βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 1 ή του εθνικού δικαίου, η αρμόδια αρχή λαμβάνει όλα τα κατάλληλα και αναλογικά μέτρα για να αποτρέψει την προσφορά των μη αδειοδοτημένων επενδυτικών υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων, μεταξύ άλλων σε σχέση με διαφημιστικές ανακοινώσεις, προσφεύγοντας στις εποπτικές εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 69 παράγραφος 2. Τα εν λόγω μέτρα σέβονται τις αρχές της συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών που ορίζονται στο κεφάλαιο II. 

2.Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν κάθε απόφαση επιβολής μέτρου που λαμβάνεται βάσει της παραγράφου 1, σύμφωνα με το άρθρο 71.  

Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την ΕΑΚΑΑ για κάθε τέτοια απόφαση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Η ΕΑΚΑΑ δημιουργεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων που περιέχει τις αποφάσεις που υποβάλλονται από τις αρμόδιες αρχές, στην οποία έχουν πρόσβαση όλες οι αρμόδιες αρχές. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει κατάλογο όλων των υφιστάμενων αποφάσεων, με περιγραφή των οικείων φυσικών ή νομικών προσώπων και των ειδών των παρεχόμενων υπηρεσιών ή προϊόντων. Ο κατάλογος είναι προσβάσιμος από το κοινό μέσω συνδέσμου στον ιστότοπο της ΕΑΚΑΑ. Όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα, ο κατάλογος αυτός δεν οδηγεί στη δημοσίευση περισσότερων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εν λόγω φυσικών προσώπων από τα δεδομένα που δημοσιεύει η αρμόδια αρχή βάσει του πρώτου εδαφίου και σύμφωνα με το άρθρο 71 παράγραφος 1.»·

το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 3 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Εάν δεν έχει χορηγηθεί άδεια λειτουργίας, η αρμόδια αρχή ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ σχετικά με τους λόγους για τους οποίους δεν χορηγήθηκε η άδεια.»·

β)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 3α: 

«3α. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει και θέτει στη διάθεση των αρμόδιων αρχών κατάλογο όλων των οντοτήτων, των οποίων έχει απορριφθεί η αίτηση χορήγησης άδειας λειτουργίας.  

Ο κατάλογος περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες για τις οποίες έχει ζητήσει άδεια κάθε επιχείρηση επενδύσεων, καθώς και τους λόγους απόρριψης της αίτησης χορήγησης άδειας, και επικαιροποιείται σε τακτική βάση.»· 

το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κάθε ανάκληση άδειας λειτουργίας γνωστοποιείται στην ΕΑΚΑΑ. Η αρμόδια αρχή ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ σχετικά με τους λόγους ανάκλησης της άδειας.»·

β)προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Ο κατάλογος που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 3α περιλαμβάνει επίσης όλες τις οντότητες των οποίων έχει ανακληθεί η άδεια λειτουργίας, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες για τις οποίες έχει ανακληθεί η άδεια λειτουργίας κάθε επιχείρησης επενδύσεων και τους λόγους ανάκλησης της άδειας.»·

το άρθρο 9 παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής: 

α)το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι το διοικητικό όργανο μιας επιχείρησης επενδύσεων προσδιορίζει, επιβλέπει και έχει την ευθύνη όσον αφορά την εφαρμογή των ρυθμίσεων διακυβέρνησης που διασφαλίζουν την αποτελεσματική και συνετή διαχείριση της επιχείρησης επενδύσεων, περιλαμβανομένων του διαχωρισμού των καθηκόντων στο πλαίσιο της επιχείρησης επενδύσεων, της πρόληψης συγκρούσεων συμφερόντων και της προστασίας των επενδυτών, με τρόπο που προωθεί την ακεραιότητα της αγοράς και το βέλτιστο συμφέρον των πελατών της.»·

β)στο δεύτερο εδάφιο, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο δ): 

«δ) πολιτική για τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και τις πρακτικές εμπορικής προώθησης, με στόχο τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 24γ.»·

το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής: 

α)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί να συμμορφώνονται οι επιχειρήσεις επενδύσεων με τις οργανωτικές απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 2 έως 10 του παρόντος άρθρου, στο άρθρο 16α και στο άρθρο 17.»·

β)στην παράγραφο 3, τα εδάφια δεύτερο έως έβδομο απαλείφονται·

γ)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 3α: 

«3α. Η επιχείρηση επενδύσεων καταρτίζει και εφαρμόζει αποτελεσματικές οργανωτικές και διοικητικές ρυθμίσεις ώστε να λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι διαφημιστικές ανακοινώσεις και οι πρακτικές εμπορικής προώθησης συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 24γ.»·

δ)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 7α:

«7α. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων θεσπίζουν κατάλληλες διαδικασίες και ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων διαύλων ηλεκτρονικής επικοινωνίας, ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα δικαιώματα των πελατών δυνάμει της παρούσας οδηγίας μπορούν να ασκηθούν χωρίς περιορισμό και ότι οι καταγγελίες των πελατών, όπως αναφέρονται στο άρθρο 75, αντιμετωπίζονται δεόντως. Αυτές οι διαδικασίες επιτρέπουν στους επενδυτές να καταχωρίζουν καταγγελίες στη γλώσσα που παρασχέθηκαν το διαφημιστικό υλικό ή οι υπηρεσίες ή στη γλώσσα που συμφωνήθηκε μεταξύ της επιχείρησης και των πελατών της πριν από την πραγματοποίηση οποιασδήποτε συναλλαγής.

Σε κάθε περίπτωση, οι καταγγελίες καταχωρίζονται και οι καταγγέλλοντες λαμβάνουν απαντήσεις εντός 40 εργάσιμων ημερών.»·

το ακόλουθο άρθρο 16-α παρεμβάλλεται μετά το άρθρο 16:

«Άρθρο 16-α

Απαιτήσεις σχετικά με την παρακολούθηση των προϊόντων 

1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων που δημιουργούν χρηματοπιστωτικά μέσα προς πώληση σε πελάτες, θεσπίζουν, τηρούν, χρησιμοποιούν και επανεξετάζουν διαδικασία για την έγκριση κάθε χρηματοπιστωτικού μέσου και των σημαντικών προσαρμογών που επιφέρουν σε υπάρχοντα χρηματοπιστωτικά μέσα, πριν τα προωθήσουν στην αγορά ή τα διανείμουν σε πελάτες (διαδικασία έγκρισης προϊόντος).

Η διαδικασία έγκρισης προϊόντος περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα:

α)καθορισμό μιας προσδιορισμένης αγοράς-στόχου τελικών πελατών εντός της σχετικής κατηγορίας πελατών για κάθε χρηματοπιστωτικό μέσο· 

β)σαφή προσδιορισμό των στόχων και των αναγκών της αγοράς-στόχου· 

γ)αξιολόγηση σχετικά με το κατά πόσο το χρηματοπιστωτικό μέσο έχει σχεδιαστεί κατάλληλα ώστε να ανταποκρίνεται στους στόχους και τις ανάγκες της αγοράς-στόχου·  

δ)αξιολόγηση όλων των σχετικών κινδύνων για την προσδιορισμένη αγορά-στόχο και για το ότι η επιδιωκόμενη στρατηγική διανομής είναι συνεπής με την προσδιορισμένη αγορά-στόχο·  

ε)σε σχέση με τα χρηματοπιστωτικά μέσα που εμπίπτουν στον ορισμό των συσκευασμένων επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές σύμφωνα με το άρθρο 4 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1286/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*, σαφή προσδιορισμό και ποσοτικοποίηση όλου του κόστους και των επιβαρύνσεων που σχετίζονται με το χρηματοπιστωτικό μέσο και αξιολόγηση σχετικά με το κατά πόσο τα εν λόγω κόστη και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών, των στόχων και, κατά περίπτωση, της στρατηγικής του χρηματοπιστωτικού μέσου, καθώς και της απόδοσής του (στο εξής: διαδικασία τιμολόγησης).  

Η διαδικασία τιμολόγησης που αναφέρεται στο στοιχείο ε) περιλαμβάνει σύγκριση με τον σχετικό δείκτη αναφοράς, όπου είναι διαθέσιμος, σχετικά με το κόστος και την απόδοση, που δημοσιεύει η ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παράγραφο 9.  

Όταν ένα χρηματοπιστωτικό μέσο αποκλίνει από τον σχετικό δείκτη αναφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 9, η επιχείρηση επενδύσεων διενεργεί πρόσθετες δοκιμές και περαιτέρω αξιολογήσεις και διαπιστώνει εάν παρά ταύτα το κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά. Εάν δεν μπορεί να αποδειχθεί η αιτιολόγηση και η αναλογικότητα του κόστους και των επιβαρύνσεων, το χρηματοπιστωτικό μέσο δεν εγκρίνεται από την επιχείρηση επενδύσεων.

Η επιχείρηση επενδύσεων που δημιουργεί χρηματοπιστωτικά μέσα θέτει στη διάθεση των διανομέων όλες τις πληροφορίες σχετικά με το χρηματοπιστωτικό μέσο και τη διαδικασία έγκρισης προϊόντος που απαιτούνται για την πλήρη κατανόηση του εν λόγω μέσου και των στοιχείων που λαμβάνονται υπόψη κατά τη διαδικασία έγκρισης προϊόντος, μεταξύ των οποίων πλήρη και ακριβή λεπτομερή στοιχεία για το κόστος και τις επιβαρύνσεις του χρηματοπιστωτικού μέσου.   

2.Η επιχείρηση επενδύσεων που δημιουργεί χρηματοπιστωτικά μέσα που εμπίπτουν στον ορισμό των συσκευασμένων προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές σύμφωνα με το άρθρο 4 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1286/2014 υποβάλλει στις αρμόδιες αρχές της χώρας καταγωγής της τα ακόλουθα στοιχεία:  

α)λεπτομερή στοιχεία για το κόστος και τις επιβαρύνσεις του χρηματοπιστωτικού μέσου, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε κόστους διανομής ενσωματώνεται στο κόστος του χρηματοπιστωτικού μέσου, όπως πληρωμές τρίτων· 

β)δεδομένα σχετικά με τα χαρακτηριστικά του χρηματοπιστωτικού μέσου, ιδίως την απόδοσή του και το επίπεδο κινδύνου. 

Οι αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν στην ΕΑΚΑΑ τα δεδομένα που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. 

3.Η επιχείρηση επενδύσεων που προσφέρει ή συνιστά χρηματοπιστωτικά μέσα που δεν δημιουργεί η ίδια, διαθέτει τις κατάλληλες ρυθμίσεις ώστε να λαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και να κατανοεί τα χαρακτηριστικά και την προσδιορισμένη αγορά-στόχο κάθε χρηματοπιστωτικού μέσου.  

4.Η επιχείρηση επενδύσεων επανεξετάζει σε τακτική βάση τα χρηματοπιστωτικά μέσα που προσφέρει ή συνιστά, λαμβάνοντας υπόψη κάθε γεγονός ή κίνδυνο που θα μπορούσε να επηρεάσει σοβαρά την προσδιορισμένη αγορά-στόχο, με σκοπό να αξιολογεί κατά πόσο το χρηματοπιστωτικό μέσο εξακολουθεί να εξυπηρετεί τους στόχους και τις ανάγκες της προσδιορισμένης αγοράς-στόχου και κατά πόσο η σκοπούμενη στρατηγική διανομής εξακολουθεί να είναι η κατάλληλη.   

Η επιχείρηση επενδύσεων που προσφέρει ή συνιστά χρηματοπιστωτικά μέσα που εμπίπτουν στον ορισμό των συσκευασμένων επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές σύμφωνα με το άρθρο 4 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1286/2014, εξασφαλίζει τα ακόλουθα: 

α)προσδιορίζει και ποσοτικοποιεί το κόστος διανομής και τυχόν περαιτέρω κόστη και επιβαρύνσεις που δεν έχουν ληφθεί ήδη υπόψη από τον παραγωγό· 

β)αξιολογεί εάν το συνολικό κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους και τις ανάγκες της αγοράς-στόχου (διαδικασία τιμολόγησης).  

Η διαδικασία τιμολόγησης, όπως αναφέρεται στα στοιχεία α) και β), περιλαμβάνει σύγκριση με τον σχετικό δείκτη αναφοράς, όπου είναι διαθέσιμος, σχετικά με το κόστος και την απόδοση, που δημοσιεύει η ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παράγραφο 9.  

Όταν ένα χρηματοπιστωτικό μέσο, μαζί με το κόστος των υπηρεσιών που επιβαρύνει τον πελάτη για την αγορά του εν λόγω μέσου, αποκλίνει από τον σχετικό δείκτη αναφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 9, η επιχείρηση επενδύσεων που προσφέρει ή συνιστά το χρηματοπιστωτικό μέσο διενεργεί πρόσθετες δοκιμές και περαιτέρω αξιολογήσεις και διαπιστώνει εάν παρά ταύτα το κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά. Εάν δεν μπορεί να αποδειχθεί η αιτιολόγηση και η αναλογικότητα του κόστους και των επιβαρύνσεων, το χρηματοπιστωτικό μέσο δεν προσφέρεται ούτε συνιστάται από την επιχείρηση επενδύσεων.

5.Η επιχείρηση επενδύσεων που προσφέρει ή συνιστά χρηματοπιστωτικά μέσα που εμπίπτουν στον ορισμό των συσκευασμένων επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές σύμφωνα με το άρθρο 4 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1286/2014 υποβάλλει στις αρμόδιες αρχές της χώρας καταγωγής της λεπτομερή στοιχεία του κόστους διανομής, συμπεριλαμβανομένων οποιουδήποτε κόστους σχετίζεται με την παροχή συμβουλών ή οποιωνδήποτε συνδεδεμένων πληρωμών τρίτων.

Οι αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν τα εν λόγω λεπτομερή στοιχεία του κόστους διανομής στην ΕΑΚΑΑ χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

6.Η επιχείρηση επενδύσεων που προσφέρει ή συνιστά χρηματοπιστωτικά μέσα που εμπίπτουν στον ορισμό των συσκευασμένων επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές σύμφωνα με το άρθρο 4 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1286/2014 και δημιουργούνται από παραγωγό που δεν υπόκειται στην υποχρέωση υποβολής στοιχείων που ορίζεται στην παράγραφο 2 ή σε οποιαδήποτε άλλη ισοδύναμη υποχρέωση υποβολής στοιχείων, υποβάλλει στις αρμόδιες αρχές της χώρας καταγωγής της τα ακόλουθα στοιχεία:

α)λεπτομερή στοιχεία για το κόστος και τις επιβαρύνσεις κάθε χρηματοπιστωτικού μέσου που απευθύνεται σε ιδιώτες επενδυτές, συμπεριλαμβανομένου οποιουδήποτε κόστους διανομής ενσωματώνεται στο κόστος του χρηματοπιστωτικού μέσου, όπως πληρωμές τρίτων· 

β)δεδομένα σχετικά με τα χαρακτηριστικά των χρηματοπιστωτικών μέσων, ιδίως την απόδοσή τους και το επίπεδο κινδύνου.

Οι αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν τα εν λόγω δεδομένα στην ΕΑΚΑΑ χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

7.Η επιχείρηση επενδύσεων τεκμηριώνει όλες τις αξιολογήσεις που πραγματοποιούνται και, κατόπιν αιτήσεως, παρέχει τις εν λόγω αξιολογήσεις στη σχετική αρμόδια αρχή, μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

α)κατά περίπτωση, τα αποτελέσματα της σύγκρισης του χρηματοπιστωτικού μέσου με τον σχετικό δείκτη αναφοράς·

β)κατά περίπτωση, τους λόγους που δικαιολογούν την απόκλιση από τον δείκτη αναφοράς·

γ)την αιτιολόγηση και την απόδειξη της αναλογικότητας του κόστους και των επιβαρύνσεων του χρηματοπιστωτικού μέσου.

8.Η επιχείρηση επενδύσεων που δημιουργεί και προσφέρει ή συνιστά το χρηματοπιστωτικό μέσο μπορεί να θεσπίσει μία διαδικασία τιμολόγησης που σχετίζεται τόσο με το στάδιο παραγωγής όσο και με το στάδιο διανομής.  

9.Μετά από διαβούλευση με την ΕΑΑΕΣ και τις αρμόδιες αρχές, η ΕΑΚΑΑ αναπτύσσει και δημοσιοποιεί, όπου κρίνεται σκόπιμο, κοινούς δείκτες αναφοράς για τα χρηματοπιστωτικά μέσα που παρουσιάζουν παρόμοια επίπεδα απόδοσης, επίπεδα κινδύνου, στρατηγική, στόχους ή άλλα χαρακτηριστικά, με στόχο να βοηθήσει τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διενεργούν τη συγκριτική αξιολόγηση του κόστους και της απόδοσης των χρηματοπιστωτικών μέσων που εμπίπτουν στον ορισμό των συσκευασμένων επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές, τόσο στο στάδιο της παραγωγής όσο και στο στάδιο της διανομής.   

Οι δείκτες αναφοράς προβάλλουν φάσμα κόστους και απόδοσης προκειμένου να διευκολύνεται η αναγνώριση των χρηματοπιστωτικών μέσων, το κόστος και η απόδοση των οποίων αποκλίνουν σημαντικά από τον μέσο όρο.  

Το κόστος που χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη δεικτών αναφοράς για τις επιχειρήσεις επενδύσεων που δημιουργούν χρηματοπιστωτικά μέσα επιτρέπει, εκτός από το συνολικό κόστος του προϊόντος, τη σύγκριση με μεμονωμένες συνιστώσες κόστους. Το κόστος που χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη δεικτών αναφοράς για τους διανομείς αναφέρεται, εκτός από το συνολικό κόστος του προϊόντος, στο κόστος διανομής.  

Η ΕΑΚΑΑ επικαιροποιεί τακτικά τους δείκτες αναφοράς.   

10.Οι πολιτικές, διαδικασίες και ρυθμίσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 9 ισχύουν με την επιφύλαξη κάθε άλλης υποχρέωσης δυνάμει της παρούσας οδηγίας και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014, περιλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με τη γνωστοποίηση, την καταλληλότητα ή συμβατότητα, τον προσδιορισμό και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων, καθώς και με τις πληρωμές τρίτων.  

11.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει την παρούσα οδηγία με την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 89, ώστε να προσδιορίζονται τα ακόλουθα:  

α)η μεθοδολογία που χρησιμοποιεί η ΕΑΚΑΑ για την ανάπτυξη των δεικτών αναφοράς που αναφέρονται στην παράγραφο 9· 

β)τα κριτήρια για να καθοριστεί εάν το κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά.

12.Η ΕΑΚΑΑ, αφού ζητήσει τη γνώμη της ΕΑΑΕΣ και των αρμόδιων αρχών και λαμβάνοντας υπόψη τη μεθοδολογία που αναφέρεται στην παράγραφο 11 στοιχείο α), καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που προσδιορίζουν τα ακόλουθα:

α)το περιεχόμενο και το είδος των δεδομένων και λεπτομερή στοιχεία σχετικά με το κόστος και τις επιβαρύνσεις που πρέπει να αναφέρονται στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 5 και 6, βάσει των υποχρεώσεων γνωστοποίησης και υποβολής εκθέσεων, εκτός εάν απαιτούνται κατ’ εξαίρεση πρόσθετα δεδομένα·

β)τα πρότυπα και τους μορφοτύπους των δεδομένων, τις μεθόδους και τις ρυθμίσεις, τη συχνότητα και την ημερομηνία έναρξης για τις πληροφορίες που πρέπει να αναφέρονται σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 5 και 6.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως [18 μήνες] μετά την έκδοση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που αναφέρεται στην παράγραφο 11.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.»

_____

*    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1286/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2014, σχετικά με τα έγγραφα βασικών πληροφοριών που αφορούν συσκευασμένα επενδυτικά προϊόντα για ιδιώτες επενδυτές και επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση (ΕΕ L 352 της 9.12.2014, σ. 1).»·

το άρθρο 16α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 16α

Εξαιρέσεις από τις απαιτήσεις παρακολούθησης προϊόντων 

Οι επιχειρήσεις επενδύσεων εξαιρούνται από τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 16-α παράγραφος 1 και στο άρθρο 24 παράγραφος 2, όταν οι επενδυτικές υπηρεσίες που παρέχουν αφορούν ομόλογα χωρίς κανένα άλλο ενσωματωμένο παράγωγο εκτός από τη ρήτρα πλήρους αποκατάστασης ή όταν τα χρηματοπιστωτικά μέσα διατίθενται στην αγορά ή διανέμονται αποκλειστικά σε επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους.»·

στο άρθρο 21, προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 3 και 4:

«3. Η ΕΑΚΑΑ ή η αρμόδια αρχή οποιουδήποτε κράτους μέλους υποδοχής στο έδαφος του οποίου δραστηριοποιείται μια επιχείρηση μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής να εξετάσει εάν η εν λόγω επιχείρηση εξακολουθεί να πληροί τις προϋποθέσεις αδειοδότησης όπως ορίζονται στο κεφάλαιο I.

Η ΕΑΚΑΑ ενημερώνεται για το εν λόγω αίτημα. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής κοινοποιεί τα πορίσματά της στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής και στην ΕΑΚΑΑ εντός δύο μηνών από την υποβολή του αιτήματος.

4. Σε περίπτωση δικαιολογημένων ανησυχιών σχετικά με πιθανές απειλές για την προστασία των επενδυτών, η ΕΑΚΑΑ μπορεί, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήσεως μίας ή περισσότερων από τις αρμόδιες αρχές, να δημιουργήσει και να συντονίσει πλατφόρμα συνεργασίας υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 87α.»·

το άρθρο 24 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από κάθε επιχείρηση επενδύσεων να ενεργεί με εντιμότητα, δικαιοσύνη και επαγγελματισμό κατά την παροχή επενδυτικών ή, κατά περίπτωση, παρεπόμενων υπηρεσιών σε πελάτες, ώστε να εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντα των πελατών της, και να συμμορφώνεται ιδίως με τις αρχές που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και στα άρθρα 24α έως 25.»·

β)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

«1α. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, προκειμένου να ενεργούν προς το βέλτιστο συμφέρον του πελάτη, κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών σε ιδιώτες πελάτες, οι επιχειρήσεις επενδύσεων υπέχουν υποχρέωση ως προς τα εξής:

α)να παρέχουν συμβουλές βάσει αξιολόγησης ενός κατάλληλου φάσματος χρηματοπιστωτικών μέσων·

β)να συνιστούν τα οικονομικά αποδοτικότερα χρηματοπιστωτικά μέσα μεταξύ των χρηματοπιστωτικών μέσων που προσδιορίζονται ως κατάλληλα για τον πελάτη σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2 και προσφέρουν παρόμοια χαρακτηριστικά·

γ)να συνιστούν, μεταξύ του φάσματος των χρηματοπιστωτικών μέσων που προσδιορίζονται ως κατάλληλα για τον πελάτη σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 2, ένα προϊόν ή προϊόντα χωρίς πρόσθετα χαρακτηριστικά που δεν είναι απαραίτητα για την επίτευξη των επενδυτικών στόχων του πελάτη και που συνεπάγονται επιπλέον κόστος.»·

γ)στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων που δημιουργούν χρηματοπιστωτικά μέσα προς πώληση σε πελάτες:

α)σχεδιάζουν τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες μιας προσδιορισμένης αγοράς-στόχου τελικών πελατών εντός της σχετικής κατηγορίας πελατών·

β)σχεδιάζουν τη στρατηγική τους για τη διανομή των χρηματοπιστωτικών μέσων, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και τις πρακτικές εμπορικής προώθησης, κατά τρόπο συμβατό με την προσδιορισμένη αγορά-στόχο·

γ)λαμβάνουν εύλογα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι τα χρηματοπιστωτικά μέσα διανέμονται στην προσδιορισμένη αγορά-στόχο.»·

δ)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Όλες οι πληροφορίες που απευθύνονται από επιχείρηση επενδύσεων σε πελάτες ή σε δυνητικούς πελάτες, πρέπει να είναι ακριβείς, σαφείς και μη παραπλανητικές.»·

ε)η παράγραφος 4 τροποποιείται ως εξής:

i) το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

— η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Στους πελάτες ή τους δυνητικούς πελάτες παρέχεται εγκαίρως, πριν από την παροχή οποιασδήποτε υπηρεσίας ή την ολοκλήρωση οποιασδήποτε συναλλαγής, κατάλληλη πληροφόρηση σχετικά με την επιχείρηση επενδύσεων και τις υπηρεσίες της, τα χρηματοπιστωτικά μέσα και τις προτεινόμενες επενδυτικές στρατηγικές, τους τόπους εκτέλεσης και το κόστος και τις συναφείς επιβαρύνσεις. Η πληροφόρηση αυτή περιλαμβάνει τα εξής:»·

— στο στοιχείο α) προστίθενται τα ακόλουθα σημεία iv) και v):

«iv) όταν η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση σε ιδιώτη πελάτη, αν το φάσμα των χρηματοπιστωτικών μέσων που συνιστάται περιορίζεται ή όχι μόνο στα επαρκώς διαφοροποιημένα, μη πολύπλοκα όπως αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 4 στοιχείο α) και οικονομικά αποδοτικά χρηματοπιστωτικά μέσα· 

v) για τον τρόπο με τον οποίο τα συνιστώμενα χρηματοπιστωτικά μέσα λαμβάνουν υπόψη τη διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου του πελάτη,»

— τα στοιχεία β) και γ) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) οι πληροφορίες για τα χρηματοπιστωτικά μέσα και τις προτεινόμενες επενδυτικές στρατηγικές (μεταξύ άλλων για σκοπούς διαφοροποίησης) πρέπει να περιλαμβάνουν κατάλληλη καθοδήγηση και προειδοποιήσεις σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με τις επενδύσεις στα εν λόγω μέσα ή με την υιοθέτηση συγκεκριμένων επενδυτικών στρατηγικών και να αναφέρεται εάν το χρηματοπιστωτικό μέσο απευθύνεται σε ιδιώτες ή επαγγελματίες πελάτες, λαμβάνοντας υπόψη την προσδιορισμένη αγορά-στόχο σύμφωνα με την παράγραφο 2,

γ) τις πληροφορίες σχετικά με το κόστος και τις επιβαρύνσεις που αναφέρονται στο άρθρο 24β,»·

— προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο δ):

«δ) όταν οι υπηρεσίες παρέχονται με βάση το δικαίωμα εγκατάστασης ή ελεύθερης παροχής υπηρεσιών:

i) το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία της επιχείρησης επενδύσεων και, κατά περίπτωση, το υποκατάστημα που προσφέρει την υπηρεσία·

ii) την σχετική εθνική αρμόδια αρχή της εν λόγω επιχείρησης επενδύσεων ή, κατά περίπτωση, του εν λόγω υποκαταστήματος.»·

ii) το δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο απαλείφονται·

στ)η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.     Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 παρέχονται σε κατανοητή μορφή κατά τρόπο ώστε οι πελάτες ή οι δυνητικοί πελάτες να είναι ευλόγως σε θέση να κατανοούν τη φύση και τους κινδύνους της επενδυτικής υπηρεσίας και του συγκεκριμένου είδους του προσφερόμενου χρηματοπιστωτικού μέσου και, ως εκ τούτου, να λαμβάνουν τεκμηριωμένες επενδυτικές αποφάσεις. Όταν η παρούσα οδηγία δεν απαιτεί τη χρήση τυποποιημένης μορφής για την παροχή των εν λόγω πληροφοριών, τα κράτη μέλη μπορεί να απαιτήσουν την παροχή των πληροφοριών σε τυποποιημένη μορφή.»·

ζ)παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι 5β και 5γ:

«5β. Η ΕΑΚΑΑ, έως [2 έτη μετά την έναρξη ισχύος της τροποποιητικής οδηγίας], όπου είναι απαραίτητο με βάση προηγούμενους ελέγχους ικανοποίησης των καταναλωτών και ελέγχους ικανοποίησης του κλάδου και μετά από διαβούλευση με την ΕΑΑΕΣ, καταρτίζει και επικαιροποιεί περιοδικά κατευθυντήριες γραμμές για να βοηθήσει τις επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν πληροφορίες σε ιδιώτες πελάτες σε ηλεκτρονική μορφή να σχεδιάσουν τις εν λόγω γνωστοποιήσεις κατά τρόπο κατάλληλο για το μέσο μέλος της ομάδας στην οποία απευθύνονται.  

Οι κατευθυντήριες γραμμές του πρώτου εδαφίου προσδιορίζουν τα ακόλουθα:

α)την παρουσίαση και τη μορφή των γνωστοποιήσεων σε ηλεκτρονική μορφή, λαμβανομένων υπόψη των διαφόρων σχεδίων και διαύλων που μπορεί να χρησιμοποιούν οι επιχειρήσεις επενδύσεων για να ενημερώνουν τους πελάτες τους ή τους δυνητικούς πελάτες τους·

β)τις αναγκαίες διασφαλίσεις για την εξασφάλιση ευκολίας στη δυνατότητα πλοήγησης και την προσβασιμότητα στις πληροφορίες, ανεξάρτητα από τη συσκευή που χρησιμοποιεί ο πελάτης·

γ)τις αναγκαίες διασφαλίσεις για την εξασφάλιση εύκολης ανακτησιμότητας των πληροφοριών και τη διευκόλυνση της αποθήκευσης πληροφοριών από τους πελάτες σε σταθερό μέσο.»

«5γ. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων προβάλλουν κατάλληλες προειδοποιήσεις στο ενημερωτικό υλικό, μεταξύ άλλων στις διαφημιστικές ανακοινώσεις, που παρέχεται σε ιδιώτες πελάτες ή δυνητικούς ιδιώτες πελάτες, προκειμένου να προειδοποιήσουν για τους ειδικούς κινδύνους πιθανών ζημιών που ενέχουν τα ιδιαιτέρως επικίνδυνα χρηματοπιστωτικά μέσα.  

Η ΕΑΚΑΑ, έως [18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της τροποποιητικής οδηγίας], καταρτίζει και επικαιροποιεί περιοδικά κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την έννοια των ιδιαιτέρως επικίνδυνων χρηματοπιστωτικών μέσων, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων τύπων μέσων.

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να προσδιορίσει περαιτέρω τη μορφή και το περιεχόμενο των εν λόγω προειδοποιήσεων κινδύνου, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων τύπων χρηματοπιστωτικών μέσων και ειδών επικοινωνίας.  

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [EE: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. 

Η ΕΑΚΑΑ παρακολουθεί τη συνεπή εφαρμογή των προειδοποιήσεων κινδύνου σε ολόκληρη την Ένωση. Σε περίπτωση ανησυχιών σχετικά με τη χρήση ή την απουσία χρήσης ή την εποπτεία της χρήσης των εν λόγω προειδοποιήσεων κινδύνου στα κράτη μέλη, που ενδέχεται να έχει ουσιώδη αντίκτυπο στην προστασία των επενδυτών, η ΕΑΚΑΑ, μετά από διαβούλευση με τις οικείες αρμόδιες αρχές, μπορεί να επιβάλει τη χρήση προειδοποιήσεων κινδύνου από τις επιχειρήσεις επενδύσεων.»·

η)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 7α:

«7α. Κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών σε ιδιώτες πελάτες σε ανεξάρτητη βάση, η επιχείρηση επενδύσεων μπορεί να περιορίσει την αξιολόγηση σε σχέση με τον τύπο των χρηματοπιστωτικών μέσων που αναφέρονται στην παράγραφο 7 στοιχείο α) στα επαρκώς διαφοροποιημένα, οικονομικά αποδοτικά και μη πολύπλοκα χρηματοπιστωτικά μέσα όπως αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 4 στοιχείο α). Πριν αποδεχθεί την εν λόγω υπηρεσία, ο ιδιώτης πελάτης ενημερώνεται δεόντως για τη δυνατότητα και τις προϋποθέσεις πρόσβασης σε συνήθεις επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση και για τα σχετικά οφέλη και τους σχετικούς περιορισμούς.»·

θ)οι παράγραφοι 8, 9 και 9α απαλείφονται·

ι)στην παράγραφο 13, το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

i) η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: 

«Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 89 για τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων επενδύσεων με τις αρχές του παρόντος άρθρου, του άρθρου 24α και του άρθρου 24β κατά την παροχή επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών στους πελάτες τους, περιλαμβανομένων:»·

ii) το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ) των κριτηρίων για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των επιχειρήσεων που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές σε ιδιώτες πελάτες, ιδίως των επιχειρήσεων που λαμβάνουν αντιπαροχές, με την υποχρέωση να ενεργούν προς το βέλτιστο συμφέρον των πελατών τους, όπως ορίζεται στις παραγράφους 1 και 1α.»·

 

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 24α, 24β, 24γ και 24δ:

«Άρθρο 24α 

Αντιπαροχές 

1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων, όταν παρέχουν διαχείριση χαρτοφυλακίου, δεν καταβάλλουν ούτε λαμβάνουν καμία αμοιβή ή προμήθεια, ούτε παρέχουν ή τους παρέχεται οποιοδήποτε μη χρηματικό όφελος σε σχέση με την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας, όσον αφορά οποιοδήποτε μέρος εκτός του πελάτη ή προσώπου που ενεργεί για λογαριασμό του πελάτη. 

2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων, όταν παρέχουν λήψη και διαβίβαση εντολών ή εκτέλεση εντολών προς ιδιώτες πελάτες ή για λογαριασμό ιδιωτών πελατών, δεν καταβάλλουν ούτε λαμβάνουν καμία αμοιβή ή προμήθεια, ούτε παρέχουν ή τους παρέχεται οποιοδήποτε μη χρηματικό όφελος σε σχέση με την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας, όσον αφορά οποιονδήποτε τρίτο υπεύθυνο για τη δημιουργία, ανάπτυξη, έκδοση ή σχεδιασμό οποιουδήποτε χρηματοπιστωτικού μέσου για το οποίο η επιχείρηση παρέχει τις εν λόγω υπηρεσίες εκτέλεσης ή λήψης και διαβίβασης, ή οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί για λογαριασμό αυτού του τρίτου.  

3.Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις επενδύσεων όταν παρέχουν επενδυτικές συμβουλές σε μη ανεξάρτητη βάση σχετικά με μία ή περισσότερες συναλλαγές του εν λόγω πελάτη που καλύπτονται από τις εν λόγω συμβουλές.   

4.Η παράγραφος 2 δεν εφαρμόζεται σε τέλη ή οποιαδήποτε άλλη αμοιβή που λαμβάνεται από εκδότη ή καταβάλλεται σε εκδότη από επιχείρηση επενδύσεων η οποία παρέχει για τον εν λόγω εκδότη μία από τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο παράρτημα I τμήμα Α σημεία 6 και 7, όταν η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει επίσης σε ιδιώτες πελάτες οποιαδήποτε από τις επενδυτικές υπηρεσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 και σχετίζονται με τα χρηματοπιστωτικά μέσα που υπόκεινται στις υπηρεσίες τοποθέτησης ή αναδοχής.  

Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται σε χρηματοπιστωτικά μέσα που αποτελούν συσκευασμένα επενδυτικά προϊόντα για ιδιώτες επενδυτές, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1286/2014.

5.Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται σε ήσσονος σημασίας μη χρηματικά οφέλη συνολικής αξίας κάτω των 100 EUR ετησίως ή τέτοιας κλίμακας και φύσης που δεν θα μπορούσε να κριθεί ότι παραβλάπτουν τη συμμόρφωση με την υποχρέωση της επιχείρησης επενδύσεων να ενεργεί προς το βέλτιστο συμφέρον του πελάτη, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν γνωστοποιηθεί με σαφήνεια στον πελάτη.  

6.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι η παροχή έρευνας από τρίτους σε επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν διαχείριση χαρτοφυλακίου ή άλλες επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες σε πελάτες θα θεωρείται ότι πληροί τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 24 παράγραφος 1 εάν:

α)πριν από την παροχή υπηρεσιών εκτέλεσης ή έρευνας, έχει συναφθεί συμφωνία μεταξύ της επιχείρησης επενδύσεων και του παρόχου έρευνας, στην οποία προσδιορίζεται το μέρος τυχόν συνδυασμένων επιβαρύνσεων ή από κοινού πληρωμών για υπηρεσίες εκτέλεσης και έρευνα που αντιστοιχεί στην έρευνα·

β)η επιχείρηση επενδύσεων ενημερώνει τους πελάτες της σχετικά με τις από κοινού πληρωμές για υπηρεσίες εκτέλεσης και έρευνες που πραγματοποιούνται σε τρίτους παρόχους έρευνας· και

γ)η έρευνα για την οποία καταβάλλονται οι συνδυασμένες επιβαρύνσεις ή πραγματοποιείται η από κοινού πληρωμή αφορά εκδότες των οποίων η χρηματιστηριακή αξία κατά τη διάρκεια των 36 μηνών που προηγούνται της παροχής έρευνας δεν υπερβαίνει τα 10 δισ. EUR, όπως προκύπτει από τα στοιχεία στο τέλος κάθε έτους κατά τη διάρκεια των ετών κατά τα οποία είναι ή ήταν εισηγμένες ή από τα ίδια κεφάλαια κατά τη διάρκεια των οικονομικών ετών κατά τα οποία δεν είναι ή δεν ήταν εισηγμένες.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η έρευνα νοείται ότι καλύπτει υλικό ή υπηρεσίες έρευνας που αφορούν ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία, ή τους εκδότες ή εν δυνάμει εκδότες χρηματοπιστωτικών μέσων, ή ότι καλύπτει υλικό ή υπηρεσίες έρευνας που συνδέονται στενά με έναν συγκεκριμένο κλάδο ή αγορά, ούτως ώστε να τεκμηριώνει απόψεις για τα χρηματοπιστωτικά μέσα, τα περιουσιακά στοιχεία ή τους εκδότες στο πλαίσιο του εν λόγω κλάδου ή της εν λόγω αγοράς. 

Η έρευνα περιλαμβάνει επίσης υλικό ή υπηρεσίες που συνιστούν ή υποδεικνύουν ρητώς ή σιωπηρώς μια επενδυτική στρατηγική και παρέχουν μια τεκμηριωμένη γνώμη σχετικά με την παρούσα ή τη μελλοντική αξία ή τιμή χρηματοπιστωτικών μέσων ή περιουσιακών στοιχείων, ή περιέχουν, υπό άλλη μορφή, ανάλυση και πρωτότυπες ιδέες, και καταλήγουν σε συμπεράσματα με βάση νέες ή υφιστάμενες πληροφορίες που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να τεκμηριωθεί μια επενδυτική στρατηγική και να είναι συναφής και ικανή να προσθέσει αξία στις αποφάσεις της επιχείρησης επενδύσεων για λογαριασμό των πελατών που χρεώνονται για την εν λόγω έρευνα.

7.Όταν η επιχείρηση επενδύσεων δεν απαγορεύεται να λαμβάνει από τρίτους ή να καταβάλλει σε τρίτους αμοιβές ή οφέλη σε σχέση με τις υπηρεσίες που παρέχει στους πελάτες της, διασφαλίζει ότι η λήψη ή η καταβολή των εν λόγω αμοιβών ή οφελών δεν εμποδίζει τη συμμόρφωση της επιχείρησης επενδύσεων με το καθήκον της να ενεργεί με εντιμότητα, δικαιοσύνη και επαγγελματισμό σύμφωνα με το βέλτιστο συμφέρον των πελατών της. Η ύπαρξη, η φύση και το ποσό των εν λόγω πληρωμών τρίτων γνωστοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 24β παράγραφος 1.

Αν συντρέχει περίπτωση, η επιχείρηση επενδύσεων ενημερώνει επίσης τον πελάτη σχετικά με τους μηχανισμούς για τη μεταβίβαση στον πελάτη της αμοιβής, της προμήθειας ή του χρηματικού ή μη χρηματικού οφέλους που έχει λάβει σε σχέση με την παροχή της επενδυτικής ή παρεπόμενης υπηρεσίας. 

Η καταβολή αμοιβής ή οφέλους, που επιτρέπει ή απαιτείται για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών, όπως τα έξοδα φύλαξης, τα τέλη διακανονισμού και τα χρηματιστηριακά τέλη, τα ρυθμιστικά τέλη ή τα νομικά έξοδα, και η οποία δεν μπορεί από τη φύση της να οδηγήσει σε σύγκρουση με την υποχρέωση της επιχείρησης επενδύσεων να ενεργεί με εντιμότητα, δικαιοσύνη και επαγγελματισμό προς το βέλτιστο συμφέρον των πελατών της, δεν υπόκειται στις απαιτήσεις που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο.

8.Τρία έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας (ΕΕ) [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ο αριθμός της τροποποιητικής οδηγίας] και μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΑΕΣ, η Επιτροπή αξιολογεί τις επιπτώσεις των πληρωμών τρίτων στους ιδιώτες επενδυτές, ιδίως υπό το πρίσμα των ενδεχόμενων συγκρούσεων συμφερόντων και όσον αφορά τη διαθεσιμότητα συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση, και εκτιμά τις επιπτώσεις των σχετικών διατάξεων της οδηγίας (ΕΕ) [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ο αριθμός της τροποποιητικής οδηγίας] στις συμβουλές αυτές. Εάν είναι αναγκαίο για την πρόληψη ζημίας των καταναλωτών, η Επιτροπή προτείνει νομοθετικές τροποποιήσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Άρθρο 24β

Πληροφορίες σχετικά με το κόστος, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές τρίτων

 

1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων παρέχουν σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες, εγκαίρως πριν από την παροχή οποιωνδήποτε επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών και εγκαίρως πριν από την ολοκλήρωση οποιασδήποτε συναλλαγής σε σχέση με χρηματοπιστωτικά μέσα, πληροφορίες, στην απαιτούμενη μορφή, σχετικά με όλα τα κόστη, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές τρίτων που σχετίζονται με τις εν λόγω υπηρεσίες, τα χρηματοπιστωτικά μέσα ή τις συναλλαγές.

Οι πληροφορίες σχετικά με τα εν λόγω κόστη, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές τρίτων περιλαμβάνουν όλα τα ακόλουθα:

α)όλα τα ρητά και σιωπηρά κόστη, καθώς και τις συναφείς επιβαρύνσεις που χρεώνουν οι επιχειρήσεις επενδύσεων ή άλλα μέρη, όταν ο πελάτης έχει παραπεμφθεί στα εν λόγω άλλα μέρη, για τις επενδυτικές υπηρεσίες και/ή τις παρεπόμενες υπηρεσίες που παρέχονται στον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη·

β)όλα τα κόστη και τις συναφείς επιβαρύνσεις που σχετίζονται με την παραγωγή και τη διαχείριση οποιουδήποτε χρηματοπιστωτικού μέσου συνιστάται ή διατίθεται στον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη·

γ)τυχόν πληρωμές τρίτων που καταβάλλονται ή λαμβάνονται από την επιχείρηση σε σχέση με τις επενδυτικές υπηρεσίες που παρέχονται στον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη·

δ)τον τρόπο με τον οποίο μπορεί ο πελάτης να τα πληρώσει.

 

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων αθροίζουν τις πληροφορίες σχετικά με όλα τα κόστη και τις συναφείς επιβαρύνσεις, ώστε να μπορεί ο πελάτης να κατανοήσει το συνολικό κόστος των χρηματοπιστωτικών μέσων και το αθροιστικό αποτέλεσμα στην απόδοση της επένδυσης. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων εκφράζουν το συνολικό κόστος σε χρηματικούς όρους και ποσοστά που υπολογίζονται μέχρι την ημερομηνία λήξης του χρηματοπιστωτικού μέσου ή, για τα χρηματοπιστωτικά μέσα χωρίς ημερομηνία λήξης, την περίοδο διακράτησης που συνιστά η επιχείρηση επενδύσεων ή, ελλείψει αυτής, περιόδους διακράτησης 1, 3 και 5 ετών. Αν το ζητήσει ο πελάτης, οι επιχειρήσεις επενδύσεων παρέχουν αναλυτική καταγραφή του κόστους.

Οι πληρωμές τρίτων που καταβάλλονται ή λαμβάνονται από την επιχείρηση επενδύσεων σε σχέση με την επενδυτική υπηρεσία που παρέχεται στον πελάτη αναλύονται χωριστά. Η επιχείρηση επενδύσεων γνωστοποιεί το αθροιστικό αποτέλεσμα των εν λόγω πληρωμών τρίτων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν επαναλαμβανόμενων πληρωμών τρίτων, στην καθαρή απόδοση κατά την περίοδο διακράτησης όπως αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο. Ο σκοπός των πληρωμών τρίτων και το αποτέλεσμά τους στην καθαρή απόδοση εξηγούνται με τυποποιημένο τρόπο και σε γλώσσα κατανοητή για τον μέσο ιδιώτη πελάτη.

Όταν το ποσό οποιουδήποτε κόστους, των συναφών επιβαρύνσεων ή των πληρωμών τρίτων δεν μπορεί να εξακριβωθεί πριν από την παροχή της σχετικής επενδυτικής ή παρεπόμενης υπηρεσίας, η μέθοδος υπολογισμού του ποσού γνωστοποιείται σαφώς στον πελάτη με τρόπο περιεκτικό, ακριβή και κατανοητό για τον μέσο ιδιώτη πελάτη.

Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες σε επαγγελματίες πελάτες έχουν το δικαίωμα να συμφωνήσουν με τους εν λόγω πελάτες περιορισμένη εφαρμογή των λεπτομερών απαιτήσεων που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο. Οι επιχειρήσεις επενδύσεων δεν επιτρέπεται να συμφωνούν σε τέτοιου είδους περιορισμούς κατά την παροχή υπηρεσιών επενδυτικών συμβουλών ή διαχείρισης χαρτοφυλακίου ή στην περίπτωση που τα χρηματοπιστωτικά μέσα ενσωματώνουν παράγωγα, ανεξαρτήτως της παρεχόμενης επενδυτικής υπηρεσίας.

Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες σε επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους έχουν το δικαίωμα να συμφωνήσουν περιορισμένη εφαρμογή των λεπτομερών απαιτήσεων που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο, εκτός εάν, ανεξαρτήτως της παρεχόμενης επενδυτικής υπηρεσίας, τα σχετικά χρηματοπιστωτικά μέσα ενσωματώνουν παράγωγα και ο επιλέξιμος αντισυμβαλλόμενος σκοπεύει να τα προσφέρει στους πελάτες του.

2.Αφού διενεργήσει ελέγχους ικανοποίησης των καταναλωτών και ελέγχους ικανοποίησης του κλάδου και μετά από διαβούλευση με την ΕΑΑΕΣ, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να προσδιορίσει όλα τα ακόλουθα:

α)τη σχετική μορφή για την παροχή του κόστους, των συναφών επιβαρύνσεων και των πληρωμών τρίτων, από την επιχείρηση επενδύσεων στον ιδιώτη πελάτη ή τον δυνητικό ιδιώτη πελάτη, πριν από την ολοκλήρωση οποιασδήποτε συναλλαγής σχετικά με χρηματοπιστωτικά μέσα·

β)την τυποποιημένη ορολογία και τις σχετικές επεξηγήσεις που χρησιμοποιούνται από τις επιχειρήσεις επενδύσεων για τη γνωστοποίηση και τον υπολογισμό κόστους, συναφών επιβαρύνσεων και πληρωμών τρίτων που χρεώνονται άμεσα ή έμμεσα από τις επιχειρήσεις στον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη σε σχέση με την παροχή οποιωνδήποτε επενδυτικών υπηρεσιών ή παρεπόμενων υπηρεσιών και την παραγωγή και διαχείριση χρηματοπιστωτικών μέσων που συνιστώνται ή διατίθενται στον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη. Οι επεξηγήσεις που σχετίζονται με το εν λόγω κόστος, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές τρίτων και τον αντίκτυπό τους στις αναμενόμενες αποδόσεις, διασφαλίζουν ότι είναι πιθανό να γίνουν κατανοητές από οποιονδήποτε μέσο ιδιώτη πελάτη χωρίς ειδικές γνώσεις για τις επενδύσεις σε χρηματοπιστωτικά μέσα.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ΕΕ: 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης των εν λόγω ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

3.Αν η συμφωνία για αγορά ή πώληση χρηματοπιστωτικού μέσου έχει συναφθεί μέσω επικοινωνίας εξ αποστάσεως, που δεν καθιστά δυνατή την εκ των προτέρων παράδοση πληροφοριών σχετικά με το κόστος και τις επιβαρύνσεις, η επιχείρηση επενδύσεων μπορεί να παρέχει τέτοιου είδους πληροφορίες κόστους και επιβαρύνσεων είτε σε ηλεκτρονική μορφή είτε σε έντυπη μορφή, εφόσον το ζητήσει ιδιώτης πελάτης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) ο πελάτης έχει συμφωνήσει να λάβει τις πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής·

β)η επιχείρηση επενδύσεων έχει προσφέρει στον πελάτη τη δυνατότητα να καθυστερήσει την ολοκλήρωση της συναλλαγής έως ότου ο πελάτης λάβει τις πληροφορίες.

Η επιχείρηση επενδύσεων υποχρεούται να παρέχει στον πελάτη τη δυνατότητα να λαμβάνει τις πληροφορίες σχετικά με το κόστος και τις επιβαρύνσεις τηλεφωνικώς πριν από τη σύναψη της συναλλαγής.

4.Με την επιφύλαξη άλλων απαιτήσεων που σχετίζονται με υπηρεσίες διαχείρισης χαρτοφυλακίου, κατά την παροχή οποιασδήποτε επενδυτικής υπηρεσίας σε ιδιώτη πελάτη μαζί με υπηρεσία φύλαξης και διαχείρισης χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό του ιδιώτη πελάτη, η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει στον ιδιώτη πελάτη της, σε σχέση με τα εν λόγω μέσα, ετήσια κατάσταση με τις ακόλουθες πληροφορίες εκφραζόμενες σε χρηματικούς όρους και ποσοστά:

α)όλα τα σιωπηρά και ρητά κόστη και τις συναφείς επιβαρύνσεις που καταβάλλονται ή βαρύνουν ετησίως τον ιδιώτη πελάτη για το συνολικό χαρτοφυλάκιο, με διαχωρισμό μεταξύ:

i) του κόστους που σχετίζεται με την παροχή οποιασδήποτε επενδυτικής ή παρεπόμενης υπηρεσίας, κατά περίπτωση, από την επιχείρηση επενδύσεων στον ιδιώτη πελάτη·

ii) του κόστους που σχετίζεται με την παραγωγή και διαχείριση των χρηματοπιστωτικών μέσων που κατέχει ο ιδιώτης πελάτης·

iii) των τυχόν πληρωμών που έλαβε η επιχείρηση από τρίτους ή κατέβαλε η επιχείρηση σε τρίτους σε σχέση με τις επενδυτικές υπηρεσίες που παρέχονται στον ιδιώτη πελάτη·

β)το συνολικό ποσό των μερισμάτων, τόκων και άλλων πληρωμών που έλαβε ετησίως ο ιδιώτης πελάτης για το σύνολο του χαρτοφυλακίου·

γ)τους συνολικούς φόρους, συμπεριλαμβανομένου τυχόν τέλους χαρτοσήμου, φόρου συναλλαγών, παρακρατούμενου φόρου και τυχόν άλλων φόρων, όταν εισπράττονται από την επιχείρηση επενδύσεων και βαρύνουν τον ιδιώτη πελάτη για το σύνολο του χαρτοφυλακίου·

δ)την ετήσια αγοραία αξία ή την εκτιμώμενη αξία, όταν η αγοραία αξία δεν είναι διαθέσιμη, κάθε χρηματοπιστωτικού μέσου που περιλαμβάνεται στο χαρτοφυλάκιο του ιδιώτη πελάτη·

ε)την καθαρή ετήσια απόδοση του χαρτοφυλακίου του ιδιώτη πελάτη και την ετήσια απόδοση καθενός από τα χρηματοπιστωτικά μέσα που περιλαμβάνονται σε αυτό το χαρτοφυλάκιο.

Κατά την παροχή επενδυτικής υπηρεσίας χωρίς υπηρεσία φύλαξης και διαχείρισης χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό του ιδιώτη πελάτη, η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει ετήσια κατάσταση που περιλαμβάνει τις πληροφορίες για το στοιχείο α) που έχουν εφαρμογή.

Κατά την παροχή αποκλειστικά υπηρεσίας φύλαξης και διαχείρισης χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό του ιδιώτη πελάτη, η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει ετήσια κατάσταση που περιλαμβάνει τις πληροφορίες για τα στοιχεία α), β), γ) και δ) που έχουν εφαρμογή.

Κατόπιν αιτήσεώς του, ο ιδιώτης πελάτης δικαιούται να λαμβάνει κάθε χρόνο λεπτομερή ανάλυση των πληροφοριών που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως γ) ανωτέρω ανά χρηματοπιστωτικό μέσο που κατέχει κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου καθώς και για κάθε φόρο που τον βαρύνει.

Η ετήσια κατάσταση σχετικά με το κόστος και την απόδοση για ιδιώτες πελάτες παρουσιάζεται με τρόπο εύληπτο για τον μέσο ιδιώτη πελάτη. Οι πληροφορίες σχετικά με το κόστος, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις τυχόν πληρωμές τρίτων παρουσιάζονται με τη χρήση της ορολογίας και των επεξηγήσεων που περιγράφονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

5.Η ετήσια κατάσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 δεν παρέχεται στην περίπτωση που η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει στους ιδιώτες πελάτες της πρόσβαση σε ένα επιγραμμικό σύστημα, το οποίο θεωρείται σταθερό μέσο και από το οποίο οι ιδιώτες πελάτες μπορούν εύκολα να αποκτήσουν πρόσβαση σε επικαιροποιημένες καταστάσεις με τη σχετική γνωστοποίηση ανά μέσο, όπως απαιτείται με βάση την παράγραφο 4, και η επιχείρηση διαθέτει αποδείξεις ότι ο πελάτης είχε πρόσβαση στις εν λόγω καταστάσεις τουλάχιστον μία φορά ετησίως.

Άρθρο 24γ

Διαφημιστικές ανακοινώσεις και πρακτικές εμπορικής προώθησης

1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διαφημιστικές ανακοινώσεις αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες και προσδιορίζουν με σαφήνεια τις επιχειρήσεις επενδύσεων που είναι υπεύθυνες για το περιεχόμενο και τη διανομή τους, ανεξαρτήτως του εάν η ανακοίνωση γίνεται άμεσα ή έμμεσα από την επιχείρηση επενδύσεων.

2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διαφημιστικές ανακοινώσεις καταρτίζονται, σχεδιάζονται και παρέχονται κατά τρόπο δίκαιο, σαφή, μη παραπλανητικό, ισορροπημένο ως προς την παρουσίαση των οφελών και των κινδύνων και κατάλληλο ως προς το περιεχόμενο και τους διαύλους διανομής για το κοινό-στόχο και, όταν σχετίζονται με συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο, για την αγορά-στόχο που προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 2.

Όλες οι διαφημιστικές ανακοινώσεις παρουσιάζουν με ευδιάκριτο και συνοπτικό τρόπο τα βασικά χαρακτηριστικά των χρηματοπιστωτικών μέσων ή των επενδυτικών υπηρεσιών και των σχετικών παρεπόμενων υπηρεσιών στις οποίες αναφέρονται.  

Η παρουσίαση των βασικών χαρακτηριστικών των χρηματοπιστωτικών μέσων και υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στις διαφημιστικές ανακοινώσεις που παρέχονται ή καθίστανται προσβάσιμες σε ιδιώτες πελάτες ή δυνητικούς ιδιώτες πελάτες, διασφαλίζει ότι μπορούν να κατανοήσουν εύκολα τα βασικά χαρακτηριστικά των χρηματοπιστωτικών μέσων ή υπηρεσιών καθώς και τους κύριους κινδύνους που συνδέονται με αυτά.

3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πρακτικές εμπορικής προώθησης αναπτύσσονται και χρησιμοποιούνται κατά τρόπο δίκαιο και μη παραπλανητικό και ότι είναι κατάλληλες για το κοινό-στόχο.

4.Όταν ο παραγωγός χρηματοπιστωτικού μέσου εκπονεί και παρέχει διαφημιστική ανακοίνωση που θα χρησιμοποιηθεί από τον διανομέα, ο παραγωγός είναι υπεύθυνος για το περιεχόμενο της εν λόγω ανακοίνωσης και την επικαιροποίησή της. Ο διανομέας είναι υπεύθυνος για τη χρήση της εν λόγω διαφημιστικής ανακοίνωσης και διασφαλίζει ότι χρησιμοποιείται μόνο για την προσδιορισμένη αγορά-στόχο και σύμφωνα με τη στρατηγική διανομής που έχει προσδιοριστεί για την αγορά-στόχο.

Όταν επιχείρηση επενδύσεων προσφέρει ή συνιστά χρηματοπιστωτικά μέσα που δεν παράγει η ίδια, οργανώνει τη δική της διαφημιστική ανακοίνωση και είναι πλήρως υπεύθυνη για την καταλληλότητα του περιεχομένου, την επικαιροποίηση και τη χρήση της, σύμφωνα με την προσδιορισμένη αγορά-στόχο και ιδίως σύμφωνα με την προσδιορισμένη κατηγοριοποίηση πελατών.

5.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις στο διοικητικό όργανο της επιχείρησης σχετικά με τη χρήση των διαφημιστικών ανακοινώσεων και στρατηγικών που στοχεύουν σε πρακτικές εμπορικής προώθησης και τη συμμόρφωση με τις σχετικές υποχρεώσεις όσον αφορά τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και τις πρακτικές εμπορικής προώθησης βάσει της παρούσας οδηγίας, καθώς και όσον αφορά τυχόν επισημανθείσες παρατυπίες και προτεινόμενες λύσεις.

6.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικές αρμόδιες αρχές μπορούν να λαμβάνουν έγκαιρα και αποτελεσματικά μέτρα σε σχέση με οποιαδήποτε διαφημιστική ανακοίνωση ή πρακτική εμπορικής προώθησης που δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 έως 3.

7.Τα αρχεία που τηρούνται από την επιχείρηση επενδύσεων σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 6 περιλαμβάνουν όλες τις διαφημιστικές ανακοινώσεις που παρέχονται ή καθίστανται προσβάσιμες σε ιδιώτες πελάτες ή δυνητικούς ιδιώτες πελάτες από την επιχείρηση επενδύσεων ή οποιονδήποτε τρίτο που αμείβεται ή στον οποίο παρέχονται κίνητρα μέσω μη χρηματικής αποζημίωσης από την επιχείρηση επενδύσεων. 

Τα αρχεία αυτά τηρούνται για περίοδο πέντε ετών και, εφόσον ζητηθεί από την αρμόδια αρχή, για περίοδο έως επτά ετών. Τα εν λόγω αρχεία μπορούν να ανακτηθούν από την επιχείρηση επενδύσεων κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής.

Τα αρχεία που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο περιέχουν όλα τα ακόλουθα:

α)το περιεχόμενο της διαφημιστικής ανακοίνωσης·

β)λεπτομερή στοιχεία σχετικά με το μέσο που χρησιμοποιήθηκε για τη διαφημιστική ανακοίνωση·

γ)την ημερομηνία και τη διάρκεια της διαφημιστικής ανακοίνωσης, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών χρόνων έναρξης και λήξης·

δ)τα στοχευόμενα τμήματα ιδιωτών πελατών ή καθοριστικούς παράγοντες δημιουργίας προφίλ·

ε)τα κράτη μέλη στα οποία διατίθεται η διαφημιστική ανακοίνωση·

στ)την ταυτότητα οποιουδήποτε τρίτου συμμετέχει στη διάδοση της διαφημιστικής ανακοίνωσης.

Τα αρχεία για τα στοιχεία ταυτότητας που αναφέρονται στο στοιχείο στ) περιέχουν τα νόμιμα ονόματα, τις καταχωρισμένες διευθύνσεις, τα στοιχεία επικοινωνίας και, κατά περίπτωση, τον διαχειριστή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης των οικείων φυσικών ή νομικών προσώπων.

8.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, σύμφωνα με το άρθρο 89, για να συμπληρώσει την παρούσα οδηγία διευκρινίζοντας τα ακόλουθα: 

α)τα βασικά χαρακτηριστικά του ή των χρηματοπιστωτικών μέσων ή των επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών που γνωστοποιούνται σε όλες τις διαφημιστικές ανακοινώσεις οι οποίες απευθύνονται σε ιδιώτες πελάτες ή δυνητικούς ιδιώτες πελάτες, καθώς και οποιαδήποτε άλλα σχετικά κριτήρια, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα εν λόγω βασικά χαρακτηριστικά εμφανίζονται με εμφανή τρόπο και είναι εύκολα προσβάσιμα από τον μέσο ιδιώτη πελάτη, ανεξάρτητα από το μέσο επικοινωνίας·

β)τις προϋποθέσεις με τις οποίες θα πρέπει να συμμορφώνονται οι διαφημιστικές ανακοινώσεις και οι πρακτικές εμπορικής προώθησης προκειμένου να είναι δίκαιες, σαφείς, μη παραπλανητικές, ισορροπημένες ως προς την παρουσίαση πλεονεκτημάτων και κινδύνων και κατάλληλες ως προς το περιεχόμενο και τους διαύλους διανομής για το κοινό-στόχο ή, κατά περίπτωση, την αγορά-στόχο.

Άρθρο 24δ

Απαιτούμενα επαγγελματικά προσόντα 

1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν και να αποδεικνύουν στις αρμόδιες αρχές, όταν τους ζητηθεί, ότι τα φυσικά πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές ή πληροφόρηση σχετικά με χρηματοπιστωτικά μέσα, επενδυτικές υπηρεσίες ή παρεπόμενες υπηρεσίες σε πελάτες για λογαριασμό της επιχείρησης επενδύσεων διαθέτουν τις απαιτούμενες γνώσεις και ικανότητες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει των άρθρων 24, 24α, 24β, 24γ και του άρθρου 25 και συντηρούν και επικαιροποιούν τις εν λόγω γνώσεις και ικανότητες μέσω τακτικής επαγγελματικής εξέλιξης και κατάρτισης, συμπεριλαμβανομένης ειδικής κατάρτισης όταν προσφέρονται από την επιχείρηση νέα χρηματοπιστωτικά μέσα και επενδυτικές υπηρεσίες. Τα κράτη μέλη διαθέτουν και δημοσιεύουν τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για την αποτελεσματική αξιολόγηση των γνώσεων και των ικανοτήτων.

2. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να διασφαλίζουν και να καταδεικνύουν στις αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτήσεως, ότι τα φυσικά πρόσωπα που παρέχουν επενδυτικές συμβουλές σε πελάτες εξ ονόματος της επιχείρησης επενδύσεων διαθέτουν και συντηρούν τουλάχιστον τις γνώσεις και τις ικανότητες που ορίζονται στο παράρτημα V και λαμβάνουν τουλάχιστον 15 ώρες επαγγελματικής κατάρτισης και εξέλιξης ετησίως. Η συμμόρφωση με τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα V, καθώς και η ετήσια επιτυχής ολοκλήρωση της συνεχούς επαγγελματικής κατάρτισης και εξέλιξης, αποδεικνύονται με πιστοποιητικό.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να τροποποιήσει την παρούσα οδηγία με την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης σύμφωνα με το άρθρο 89, ώστε να επανεξεταστούν, όπου είναι αναγκαίο, οι απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα V.»·

το άρθρο 25 τροποποιείται ως εξής:

α)οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η επιχείρηση επενδύσεων αξιολογεί την καταλληλότητα ή τη συμβατότητα του σχετικού ή των σχετικών χρηματοπιστωτικών μέσων ή επενδυτικών υπηρεσιών ή συναλλαγών που συνιστώνται στον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη της ή απαιτούνται από αυτόν, εγκαίρως και, αντίστοιχα, πριν i) από την παροχή της επενδυτικής συμβουλής ή της διαχείρισης χαρτοφυλακίου ή ii) την εκτέλεση ή λήψη και διαβίβαση της εντολής. Κάθε μία από αυτές τις αξιολογήσεις καθορίζεται με βάση τις πληροφορίες σχετικά με τον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη, όπως λαμβάνονται από την επιχείρηση επενδύσεων σύμφωνα με τις παρακάτω απαιτήσεις.   

Η επιχείρηση επενδύσεων διασφαλίζει ότι ο σκοπός της αξιολόγησης καταλληλότητας ή συμβατότητας επεξηγείται στον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη προτού του ζητηθούν πληροφορίες. Οι πελάτες και οι δυνητικοί πελάτες προειδοποιούνται για τις ακόλουθες συνέπειες:

α)η παροχή ανακριβών ή ελλιπών πληροφοριών επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα της αξιολόγησης που θα διενεργήσει η επιχείρηση επενδύσεων·

β)η έλλειψη πληροφοριών δεν επιτρέπει στην επιχείρηση να προσδιορίσει εάν η σκοπούμενη υπηρεσία ή το σκοπούμενο χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κατάλληλη/-ο ή συμβατή/-ό για αυτόν και να προχωρήσει στη σύσταση ή την εκτέλεση της εντολής του πελάτη. Η επεξήγηση και η προειδοποίηση παρέχονται σε τυποποιημένη μορφή.  

Η επιχείρηση επενδύσεων, κατόπιν αιτήσεως του ιδιώτη πελάτη, του παρέχει έκθεση σχετικά με τις πληροφορίες που συλλέχθηκαν για τους σκοπούς της αξιολόγησης καταλληλότητας ή συμβατότητας. Η έκθεση αυτή υποβάλλεται σε τυποποιημένη μορφή. 

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων ώστε να καθοριστούν η επεξήγηση και η προειδοποίηση που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, καθώς και η μορφή και το περιεχόμενο της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 τρίτο εδάφιο.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ΕΕ: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος].  

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εν λόγω ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται ανωτέρω στο τέταρτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

2. Με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου, όταν η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει επενδυτικές συμβουλές ή υπηρεσίες διαχείρισης χαρτοφυλακίου, οφείλει να αντλεί τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την εμπειρία του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη στον επενδυτικό τομέα που αντιστοιχεί στον συγκεκριμένο τύπο προϊόντος ή υπηρεσίας, σχετικά με τη χρηματοοικονομική κατάσταση του εν λόγω πελάτη, περιλαμβανομένης της σύνθεσης τυχόν υφιστάμενων χαρτοφυλακίων, της δυνατότητάς του να υποστεί πλήρεις ή μερικές ζημίες, σχετικά με τις επενδυτικές ανάγκες και τους επενδυτικούς στόχους του, συμπεριλαμβανομένων προτιμήσεων βιωσιμότητας, εάν υπάρχουν, καθώς και σχετικά με το επίπεδο ανοχής κινδύνου, ώστε να μπορεί η επιχείρηση επενδύσεων να του συστήσει τις επενδυτικές υπηρεσίες ή τα χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι κατάλληλα για την περίπτωσή του και, ιδίως, είναι σύμφωνα με το επίπεδο ανοχής κινδύνου του, τη δυνατότητά του να υποστεί ζημίες και την ανάγκη του για διαφοροποίηση χαρτοφυλακίου.

Όταν παρέχει επενδυτικές συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση σε ιδιώτες πελάτες που περιορίζονται σε επαρκώς διαφοροποιημένα, μη πολύπλοκα και οικονομικά αποδοτικά χρηματοπιστωτικά μέσα, η ανεξάρτητη εταιρεία δεν υποχρεούται να αντλεί πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την εμπειρία του ιδιώτη πελάτη ή του δυνητικού ιδιώτη πελάτη όσον αφορά τα εξεταζόμενα χρηματοπιστωτικά μέσα ή τις εξεταζόμενες επενδυτικές υπηρεσίες ή τη σύνθεση του υφιστάμενου χαρτοφυλακίου του ιδιώτη πελάτη. 

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν μια επιχείρηση επενδύσεων παρέχει επενδυτικές συμβουλές στο πλαίσιο των οποίων συστήνει πακέτο υπηρεσιών ή προϊόντων σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 11, το συνολικό πακέτο είναι κατάλληλο για τον πελάτη. 

Κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών ή υπηρεσιών διαχείρισης χαρτοφυλακίου που περιλαμβάνουν την αλλαγή χρηματοπιστωτικών μέσων, οι επιχειρήσεις επενδύσεων οφείλουν να αντλούν τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τις επενδύσεις του πελάτη και να αναλύουν το κόστος και τα οφέλη της αλλαγής χρηματοπιστωτικών μέσων. Κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών, οι επιχειρήσεις επενδύσεων ενημερώνουν τον πελάτη αν τα οφέλη της αλλαγής χρηματοπιστωτικών μέσων είναι μεγαλύτερα από το κόστος που συνεπάγεται η εν λόγω αλλαγή.

3. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όταν οι επιχειρήσεις επενδύσεων παρέχουν άλλες επενδυτικές υπηρεσίες πλην των μνημονευόμενων στην παράγραφο 2, ζητούν από τον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη να δίνει πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την πείρα του στον επενδυτικό τομέα σε σχέση με τον συγκεκριμένο τύπο προσφερόμενου ή αιτούμενου προϊόντος ή υπηρεσίας, και όσον αφορά τον ιδιώτη πελάτη ή τον δυνητικό ιδιώτη πελάτη, την ικανότητα να υποστεί πλήρεις ή μερικές ζημίες και το επίπεδο ανοχής κινδύνων, ώστε να μπορεί η επιχείρηση επενδύσεων να εκτιμήσει κατά πόσο η σχεδιαζόμενη επενδυτική υπηρεσία ή υπηρεσίες ή το σκοπούμενο χρηματοπιστωτικό μέσο ή μέσα ενδείκνυνται για τον πελάτη.

Όταν πρόκειται για πακέτο υπηρεσιών ή προϊόντων σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 11, στην αξιολόγηση εξετάζεται κατά πόσο το συνολικό πακέτο είναι ενδεδειγμένο.

Εάν η επιχείρηση επενδύσεων εκτιμήσει, βάσει των πληροφοριών που έχει λάβει σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, ότι το προϊόν ή η υπηρεσία δεν είναι κατάλληλα για τον πελάτη ή τον δυνητικό πελάτη, οφείλει να τον προειδοποιήσει σχετικά. Η προειδοποίηση αυτή παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή και καταγράφεται.  

Η επιχείρηση επενδύσεων δεν προβαίνει σε συναλλαγή που υπόκειται σε προειδοποίηση η οποία υποδεικνύει ότι το προϊόν της υπηρεσίας δεν είναι κατάλληλο, εκτός εάν ο πελάτης ζητήσει να προχωρήσει σε αυτήν παρά την εν λόγω προειδοποίηση. Τόσο η απαίτηση του πελάτη όσο και η αποδοχή της επιχείρησης καταγράφονται.    

H ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τη μορφή και το περιεχόμενο της προειδοποίησης που αναφέρεται στο εδάφιο 3.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ΕΕ: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος].  

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης των εν λόγω ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.»·

β)στην παράγραφο 4 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«H ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τη μορφή και το περιεχόμενο της προειδοποίησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο γ).

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ΕΕ: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος].  

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης των εν λόγω ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων όπως αναφέρεται παραπάνω σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.»·

γ)στην παράγραφο 6 δεύτερο εδάφιο, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:

«Η παροχή της εν λόγω δήλωσης πραγματοποιείται αρκετά πριν από την ολοκλήρωση της συναλλαγής, ώστε να διασφαλίζεται, εκτός εάν υπάρχει διαφορετική εντολή, ότι ο πελάτης έχει αρκετό χρόνο να την επανεξετάσει και, όπου είναι αναγκαίο, να αντλήσει πρόσθετες πληροφορίες ή διευκρινίσεις από την επιχείρηση επενδύσεων.»·

δ)η παράγραφος 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«8. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να συμπληρώσει την παρούσα οδηγία με την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 89 για να εξασφαλίζει τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων επενδύσεων με τις αρχές που ορίζονται στις παραγράφους 1 έως 6 του παρόντος άρθρου κατά την παροχή επενδυτικών ή παρεπόμενων υπηρεσιών στους πελάτες τους, περιλαμβανομένων των πληροφοριών που λαμβάνονται κατά την αξιολόγηση της καταλληλότητας ή της συμβατότητας των υπηρεσιών και των χρηματοπιστωτικών μέσων για τους πελάτες τους, των κριτηρίων για την αξιολόγηση μη πολύπλοκων χρηματοπιστωτικών μέσων για τους σκοπούς της παραγράφου 4 στοιχείο α) σημείο vi) του παρόντος άρθρου, του περιεχομένου και της μορφής των αρχείων και συμφωνιών για την παροχή υπηρεσιών προς τους πελάτες και των περιοδικών εκθέσεων στους πελάτες για τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις λαμβάνουν υπόψη:

α)τη φύση των υπηρεσιών που προσφέρονται ή παρέχονται στον πελάτη ή στον δυνητικό πελάτη, έχοντας υπόψη το είδος, το αντικείμενο, τον όγκο, το κόστος, τους κινδύνους, την πολυπλοκότητα, την τιμή και τη συχνότητα των συναλλαγών,

β)τη φύση των προϊόντων που προσφέρονται ή προτείνονται, περιλαμβανομένων των διαφόρων ειδών χρηματοπιστωτικών μέσων,

γ)την κατηγορία του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη (ιδιώτης ή επαγγελματίας) ή, στην περίπτωση της παραγράφου 6, την κατηγοριοποίησή τους ως επιλέξιμων αντισυμβαλλομένων.»·

το άρθρο 30 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων που έχουν λάβει άδεια να εκτελούν εντολές για λογαριασμό πελατών και/ή να διενεργούν συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό και/ή να λαμβάνουν και να διαβιβάζουν εντολές έχουν τη δυνατότητα να διακανονίζουν ή να διενεργούν συναλλαγές με επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους χωρίς να υποχρεούνται να συμμορφωθούν με το άρθρο 16 παράγραφος 3α, το άρθρο 24, εξαιρουμένων των παραγράφων 5, 5α και 5γ, το άρθρο 24α, το άρθρο 24β, εξαιρουμένης της παραγράφου 1, το άρθρο 24γ, το άρθρο 25, το άρθρο 27 και το άρθρο 28 παράγραφος 1, όσον αφορά τις συναλλαγές αυτές ή οποιαδήποτε παρεπόμενη υπηρεσία άμεσα σχετιζόμενη με αυτές τις συναλλαγές.»·

β)στην παράγραφο 2, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η κατηγοριοποίηση ως επιλέξιμου αντισυμβαλλομένου βάσει του πρώτου εδαφίου δεν θίγει το δικαίωμα των οντοτήτων αυτών να ζητήσουν να αντιμετωπιστούν, είτε γενικά είτε για συγκεκριμένες συναλλαγές, ως πελάτες των οποίων οι σχέσεις με την επιχείρηση επενδύσεων υπόκειται στις διατάξεις των άρθρων 24, 24α, 24β, 24γ, 25, 27 και 28.»·

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 35α:

«Άρθρο 35α  

Αναφορά διασυνοριακών δραστηριοτήτων  

1.Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις επενδύσεων και τα πιστωτικά ιδρύματα που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες να αναφέρουν ετησίως τις ακόλουθες πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής τους, όταν παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες σε περισσότερους από 50 πελάτες σε διασυνοριακή βάση:

α)τον κατάλογο των κρατών μελών υποδοχής στα οποία δραστηριοποιείται η επιχείρηση επενδύσεων μέσω της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών και δραστηριοτήτων μετά από κοινοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 2·

β)το είδος, το εύρος και την κλίμακα των υπηρεσιών που παρέχονται και των δραστηριοτήτων που ασκούνται σε κάθε κράτος μέλος υποδοχής μέσω της ελεύθερης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων και παρεπόμενων υπηρεσιών·

γ)για κάθε κράτος μέλος υποδοχής, τον συνολικό αριθμό και τις κατηγορίες πελατών που αντιστοιχούν στις υπηρεσίες και τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο στοιχείο β) και παρέχονται/ασκούνται κατά τη σχετική περίοδο που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου, καθώς και κατανομή μεταξύ επαγγελματιών και μη επαγγελματιών πελατών·

δ)τον αριθμό των καταγγελιών που αναφέρονται στο άρθρο 75 οι οποίες ελήφθησαν από πελάτες και ενδιαφερόμενα μέρη σε κάθε κράτος μέλος υποδοχής·

ε)το είδος των διαφημιστικών ανακοινώσεων που χρησιμοποιούνται στα κράτη μέλη υποδοχής.

Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν στην ΕΑΚΑΑ όλες τις πληροφορίες που συλλέγονται από τις επιχειρήσεις επενδύσεων.  

2.Η ΕΑΚΑΑ δημιουργεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων που περιέχει τις πληροφορίες που συλλέγονται σύμφωνα με την παράγραφο 1, στην οποία έχουν πρόσβαση όλες οι αρμόδιες αρχές.  

3.Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σχετικά με τα λεπτομερή στοιχεία των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίες πρέπει να αναφέρονται από τις επιχειρήσεις επενδύσεων στις αρμόδιες αρχές.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ΕΕ: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος].  

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης των εν λόγω ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. 

4.Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που προσδιορίζουν τα πρότυπα και τους μορφοτύπους των δεδομένων, τις μεθόδους και τις ρυθμίσεις διαβίβασης, τη συχνότητα και την ημερομηνία έναρξης για την υποβολή των πληροφοριών.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ΕΕ: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος]. 

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης των εκτελεστικών τεχνικών προτύπων σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

5.Με βάση τις πληροφορίες που κοινοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2, η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει κάθε χρόνο έκθεση που περιέχει ανώνυμα και συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία για τις επενδυτικές υπηρεσίες που παρέχονται και τις δραστηριότητες που ασκούνται στην Ένωση μέσω της ελεύθερης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων, καθώς και ανάλυση των τάσεων.»·

το άρθρο 69 παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο γα):

«γα) να προβαίνουν σε δραστηριότητες ανώνυμης έρευνας αγοράς (“mystery shopping”),»·

β)παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο ιαα):

«ιαα) να αναστέλλουν ή να απαγορεύουν, για μέγιστη διάρκεια 1 έτους, τις διαφημιστικές ανακοινώσεις ή τις πρακτικές εμπορικής προώθησης που χρησιμοποιούνται από επιχείρηση επενδύσεων στο οικείο κράτος μέλος, εάν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι έχει παραβιαστεί η παρούσα οδηγία ή ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014,»·

γ)προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία κβ) και κγ):

«κβ) να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, μεταξύ άλλων ζητώντας από τρίτο μέρος ή άλλη δημόσια αρχή να εφαρμόσει τα εν λόγω μέτρα, είτε σε προσωρινή είτε σε μόνιμη βάση, ώστε να: 

i) αφαιρείται περιεχόμενο ή περιορίζεται η πρόσβαση σε επιγραμμική διεπαφή ή διατάσσεται η ρητή προβολή προειδοποίησης προς τους πελάτες κατά την πρόσβασή τους σε επιγραμμική διεπαφή· 

ii) διατάσσεται πάροχος υπηρεσιών υποδοχής να αφαιρέσει, απενεργοποιήσει ή περιορίσει την πρόσβαση σε επιγραμμική διεπαφή·

iii) διατάσσονται τα μητρώα ή οι καταχωρητές τομέα να διαγράψουν ένα πλήρως αναγνωρισμένο όνομα τομέα και να επιτρέψουν στην ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή να το καταχωρίσει·

κγ) να επιβάλουν τη χρήση προειδοποιήσεων κινδύνου από επιχειρήσεις επενδύσεων σε ενημερωτικό υλικό, όπως και διαφημιστικές ανακοινώσεις, που σχετίζεται με ιδιαιτέρως επικίνδυνα χρηματοπιστωτικά μέσα, όταν τα εν λόγω μέσα θα μπορούσαν να αποτελέσουν σοβαρή απειλή για την προστασία των επενδυτών.»·

δ)προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Όταν κάνει χρήση των εξουσιών που αναφέρονται στο στοιχείο ιαα), η αρμόδια αρχή ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ. Όταν οι εν λόγω πρακτικές ή ανακοινώσεις χρησιμοποιούνται σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, η ΕΑΚΑΑ συντονίζει, κατόπιν αιτήσεως μίας τουλάχιστον αρμόδιας αρχής, τις ενέργειες που αναλαμβάνονται από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το στοιχείο ιαα).

Η εφαρμογή και η άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο έχει αναλογικό χαρακτήρα και συμμορφώνεται με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των εφαρμοστέων διαδικαστικών εγγυήσεων και των αρχών του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα μέτρα έρευνας και επιβολής που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία είναι κατάλληλα για τη φύση και τη συνολική πραγματική ή δυνητική βλάβη από την παράβαση.»·

στο άρθρο 70 παράγραφος 3 στοιχείο α), προστίθενται τα ακόλουθα σημεία xxxvii) έως xxxxii): 

«xxxvii) άρθρο 16-α παράγραφοι 1 έως 8,

xxxviii) άρθρο 24 παράγραφοι 5α έως 5γ και παράγραφος 11α,

xxxix) άρθρο 24α παράγραφοι 1 έως 2 και παράγραφοι 6 έως 7,

xxxx) άρθρο 24β παράγραφοι 1, 3 και 4,

xxxxi) άρθρο 24γ παράγραφοι 1 έως 5 και 7,

xxxxii) άρθρο 35α παράγραφος 1·»·

το άρθρο 73 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: 

«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές θεσπίζουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς που καθιστούν δυνατή την καταγγελία στις αρμόδιες αρχές, ενδεχόμενων ή πραγματικών παραβάσεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, μεταξύ άλλων από επιχειρήσεις που δεν είναι δεόντως αδειοδοτημένες δυνάμει της παρούσας οδηγίας.»·

β)στο δεύτερο εδάφιο, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: 

«α) ειδικές διαδικασίες για την παραλαβή καταγγελιών για ενδεχόμενες ή πραγματικές παραβάσεις και την παρακολούθησή τους, συμπεριλαμβανομένης της σύστασης ασφαλών διαύλων επικοινωνίας για τις εν λόγω καταγγελίες. Οι εν λόγω διαδικασίες περιλαμβάνουν επίσης τη δημιουργία, στην αρχική σελίδα του ιστοτόπου κάθε αρμόδιας αρχής, συνδέσμου προς ένα απλό έντυπο καταγγελίας που επιτρέπει σε οποιοδήποτε πρόσωπο να καταγγείλει ενδεχόμενες ή πραγματικές παραβάσεις του δικαίου της Ένωσης ή του εθνικού δικαίου. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να αναλύουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, όλες τις καταγγελίες που υποβάλλονται μέσω του εν λόγω εντύπου καταγγελίας,»·

το άρθρο 86 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Εάν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής (στο εξής για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου: επισπεύδουσα αρχή) έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι μια επιχείρηση επενδύσεων που ασκεί δραστηριότητες στο έδαφός του υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών παραβαίνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ή ότι μια επιχείρηση επενδύσεων που έχει υποκατάστημα στο έδαφός του παραβαίνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις που έχουν θεσπιστεί δυνάμει της παρούσας οδηγίας οι οποίες δεν παρέχουν εξουσίες στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής. 

Οι πληροφορίες σχετικά με την εν λόγω ενημέρωση διαβιβάζονται στην ΕΑΚΑΑ. Η ΕΑΚΑΑ διαβιβάζει τις εν λόγω πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών υποδοχής στα οποία η επιχείρηση επενδύσεων παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκεί δραστηριότητες. 

Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο 30 εργάσιμες ημέρες μετά τη σχετική ενημέρωση από την επισπεύδουσα αρχή, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ή κινεί την αναγκαία διοικητική διαδικασία με στόχο τη λήψη των εν λόγω μέτρων. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής κοινοποιεί όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με οποιοδήποτε μέτρο λήφθηκε στην επισπεύδουσα αρχή, καθώς και στην ΕΑΚΑΑ και στις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών στην επικράτεια των οποίων δραστηριοποιείται η επιχείρηση επενδύσεων. 

Εάν, παρά τα μέτρα που λήφθηκαν από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ή επειδή αυτά τα μέτρα αποδείχθηκαν ανεπαρκή ή εάν δεν ελήφθη κανένα μέτρο, η επιχείρηση επενδύσεων εμμένει σε ενέργειες που είναι σαφώς επιζήμιες για τα συμφέροντα των επενδυτών του κράτους μέλους υποδοχής ή για την εύρυθμη λειτουργία των αγορών, ισχύουν τα ακόλουθα: 

α)αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα που απαιτούνται για την προστασία των επενδυτών και της εύρυθμης λειτουργίας των αγορών, στα οποία περιλαμβάνεται η δυνατότητα να απαγορεύεται στις παραβάτιδες επιχειρήσεις επενδύσεων να προβαίνουν σε οιαδήποτε περαιτέρω συναλλαγή στην επικράτειά τους. Η Επιτροπή και η ΕΑΚΑΑ ενημερώνονται για τα μέτρα αυτά χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, όπως και όλες οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής στα οποία δραστηριοποιείται η παραβάτιδα επιχείρηση επενδύσεων, και 

β)η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής δύναται να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΚΑΑ, η οποία μπορεί να ενεργεί στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της έχουν εκχωρηθεί βάσει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.»·

β)παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι 1α και 1β:

«1α. Εάν η επισπεύδουσα αρχή έχει λάβει προληπτικά μέτρα κατά παραβάτιδας επιχείρησης επενδύσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους υποδοχής μπορεί, όταν η ίδια επιχείρηση επενδύσεων προκαλεί ανησυχίες ή προβαίνει σε παραβάσεις σε μεγάλο βαθμό παρόμοιες ή πανομοιότυπες με τις παραβάσεις που αναφέρονται στα πορίσματα της επισπεύδουσας αρχής, να θεσπίσει σε μεγάλο βαθμό παρόμοια ή πανομοιότυπα μέτρα έναντι της εν λόγω επιχείρησης, υπό τον προϋπόθεση ότι η εν λόγω αρμόδια αρχή έχει επίσης βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι έχει σημειωθεί παρόμοια παράβαση στο έδαφός της. 

Η αρμόδια αρχή αυτού του άλλου κράτους μέλους υποδοχής μπορεί να το πράξει χωρίς να ενημερώσει προηγουμένως σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, ενημερώνει όμως την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής τουλάχιστον πέντε εργάσιμες ημέρες πριν λάβει τα εν λόγω προληπτικά μέτρα. 

Η Επιτροπή, η ΕΑΚΑΑ και όλες οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής στα οποία δραστηριοποιείται η παραβάτιδα επιχείρηση επενδύσεων ενημερώνονται για τα εν λόγω μέτρα χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. 

1β. Εάν, εντός 12 μηνών, μία ή περισσότερες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής έχουν λάβει μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο 1 τέταρτο εδάφιο στοιχείο α) όσον αφορά μία ή περισσότερες επιχειρήσεις επενδύσεων με το ίδιο κράτος μέλος καταγωγής, ή εάν κράτος μέλος καταγωγής διαφωνεί με τα πορίσματα κράτους μέλους υποδοχής, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να δημιουργήσει πλατφόρμα συνεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 87α.»·

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 87α:

«Άρθρο 87α 

Πλατφόρμες συνεργασίας  

1.Η ΕΑΚΑΑ μπορεί, σε περίπτωση δικαιολογημένων ανησυχιών περί αρνητικών επιπτώσεων για τους επενδυτές, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος μίας ή περισσοτέρων εκ των αρμόδιων αρχών, να δημιουργήσει και να συντονίσει πλατφόρμα συνεργασίας για την ενίσχυση της ανταλλαγής πληροφοριών και την προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των σχετικών εποπτικών αρχών, όταν επιχείρηση επενδύσεων εκτελεί, ή προτίθεται να εκτελέσει, δραστηριότητες που βασίζονται στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών ή στην ελευθερία εγκατάστασης και όταν οι δραστηριότητες αυτές είναι σημαντικές σε σχέση με την αγορά του κράτους μέλους υποδοχής. Εάν δημιουργηθεί πλατφόρμα συνεργασίας κατόπιν αιτήματος αρμόδιας αρχής, η εν λόγω αρμόδια αρχή κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής τις αιτιολογημένες ανησυχίες της σχετικά με τις αρνητικές επιπτώσεις για τους επενδυτές.

2.Η παράγραφος 1 δεν θίγει το δικαίωμα των σχετικών εποπτικών αρχών να δημιουργήσουν πλατφόρμα συνεργασίας όταν συμφωνούν όλες για αυτό.  

3.Η σύσταση πλατφόρμας συνεργασίας δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 δεν θίγει την εποπτική εντολή των εποπτικών αρχών των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής που προβλέπεται στην παρούσα οδηγία. 

4.Με την επιφύλαξη του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, κατόπιν αιτήματος της ΕΑΚΑΑ, οι οικείες αρμόδιες αρχές παρέχουν εγκαίρως όλες τις αναγκαίες πληροφορίες.  

5.Όταν δύο ή περισσότερες αρμόδιες αρχές μιας πλατφόρμας συνεργασίας διαφωνούν σχετικά με τη διαδικασία ή το περιεχόμενο μιας ενέργειας που πρέπει να αναληφθεί, ή για το αν πρέπει να αναληφθεί δράση, η ΕΑΚΑΑ μπορεί, κατόπιν αιτήματος οποιασδήποτε σχετικής αρμόδιας αρχής ή με δική της πρωτοβουλία, να βοηθήσει τις αρμόδιες αρχές να καταλήξουν σε συμφωνία σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.  

6.Σε περίπτωση διαφωνίας εντός της πλατφόρμας και όταν υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες ως προς τις αρνητικές επιπτώσεις για τους επενδυτές ή ως προς το περιεχόμενο μιας ενέργειας που πρέπει να αναληφθεί, ή ως προς το αν πρέπει να αναληφθεί δράση σε σχέση με επιχείρηση επενδύσεων, η ΕΑΚΑΑ μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, να εκδώσει σύσταση καλώντας την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής να εξετάσει τις ανησυχίες των άλλων ενδιαφερόμενων αρμόδιων αρχών και να δρομολογήσει κοινή επιτόπια επιθεώρηση μαζί με τις άλλες ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές.»·

παρεμβάλλεται ο ακόλουθος τίτλος VIα: 

«ΤΙΤΛΟΣ VIα

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΠΑΙΔΑΓΩΓΗΣΗ

Άρθρο 88a

Χρηματοοικονομική διαπαιδαγώγηση ιδιωτών πελατών και υποψηφίων ιδιωτών πελατών

Τα κράτη μέλη προωθούν μέτρα που στηρίζουν τη διαπαιδαγώγηση των ιδιωτών πελατών και των υποψηφίων ιδιωτών πελατών όσον αφορά τις υπεύθυνες επενδύσεις κατά την πρόσβαση σε επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες. 

Άρθρο 88β

Χρηματοοικονομική διαπαιδαγώγηση και διαφημιστικές ανακοινώσεις

Το χρηματοοικονομικό εκπαιδευτικό υλικό που αποσκοπεί στο να υποστηρίξει τη χρηματοοικονομική κατάρτιση φυσικών προσώπων, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αποκτήσουν οικονομικές ικανότητες, και που δεν προωθεί ούτε παρακινεί άμεσα σε επενδύσεις σε ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα ή κατηγορίες αυτών ή σε συγκεκριμένες επενδυτικές υπηρεσίες, δεν θεωρείται ότι αποτελεί διαφημιστική ανακοίνωση για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.»·

το άρθρο 89 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 2 παράγραφος 3, στο άρθρο 2 παράγραφος 4, στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 2 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 4 παράγραφος 2, στο άρθρο 13 παράγραφος 1, στο άρθρο 16 παράγραφος 12, στο άρθρο 16-α παράγραφος 11, στο άρθρο 16-α παράγραφος 12, στο άρθρο 23 παράγραφος 4, στο άρθρο 24 παράγραφος 5γ, στο άρθρο 24 παράγραφος 13, στο άρθρο 24β παράγραφος 2, στο άρθρο 24γ παράγραφος 8, στο άρθρο 24δ παράγραφος 2, στο άρθρο 25 παράγραφος 8, στο άρθρο 27 παράγραφος 9, στο άρθρο 28 παράγραφος 3, στο άρθρο 30 παράγραφος 5, στο άρθρο 31 παράγραφος 4, στο άρθρο 32 παράγραφος 4, στο άρθρο 33 παράγραφος 8, στο άρθρο 35α παράγραφος 3, στο άρθρο 35α παράγραφος 4, στο άρθρο 52 παράγραφος 4, στο άρθρο 54 παράγραφος 4, στο άρθρο 58 παράγραφος 6, στο άρθρο 64 παράγραφος 7, στο άρθρο 65 παράγραφος 7 και στο άρθρο 79 παράγραφος 8 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις 2 Ιουλίου 2014. 

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 3, στο άρθρο 2 παράγραφος 4, στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 2 δεύτερο εδάφιο, στο άρθρο 4 παράγραφος 2, στο άρθρο 13 παράγραφος 1, στο άρθρο 16 παράγραφος 12, στο άρθρο 16-α παράγραφος 11, στο άρθρο 16-α παράγραφος 12, στο άρθρο 23 παράγραφος 4, στο άρθρο 24 παράγραφος 5γ, στο άρθρο 24 παράγραφος 13, στο άρθρο 24β παράγραφος 2, στο άρθρο 24γ παράγραφος 8, στο άρθρο 24δ παράγραφος 2, στο άρθρο 25 παράγραφος 8, στο άρθρο 27 παράγραφος 9, στο άρθρο 28 παράγραφος 3, στο άρθρο 30 παράγραφος 5, στο άρθρο 31 παράγραφος 4, στο άρθρο 32 παράγραφος 4, στο άρθρο 33 παράγραφος 8, στο άρθρο 35α παράγραφος 3, στο άρθρο 35α παράγραφος 4, στο άρθρο 52 παράγραφος 4, στο άρθρο 54 παράγραφος 4, στο άρθρο 58 παράγραφος 6, στο άρθρο 64 παράγραφος 7, στο άρθρο 65 παράγραφος 7 και στο άρθρο 79 παράγραφος 8 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Η ανάκληση παράγει αποτελέσματα από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη. 

4.   Πριν εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου της 13ης Απριλίου 2016.

5. Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. 

6.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 3, του άρθρου 2 παράγραφος 4, του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 2 δεύτερο εδάφιο, του άρθρου 4 παράγραφος 2, του άρθρου 13 παράγραφος 1, του άρθρου 16 παράγραφος 12, του άρθρου 16-α παράγραφος 11, του άρθρου 16-α παράγραφος 12, του άρθρου 23 παράγραφος 4, του άρθρου 24 παράγραφος 5γ, του άρθρου 24 παράγραφος 13, του άρθρου 24β παράγραφος 2, του άρθρου 24γ παράγραφος 8, του άρθρου 24δ παράγραφος 2, του άρθρου 25 παράγραφος 8, του άρθρου 27 παράγραφος 9, του άρθρου 28 παράγραφος 3, του άρθρου 30 παράγραφος 5, του άρθρου 31 παράγραφος 4, του άρθρου 32 παράγραφος 4, του άρθρου 33 παράγραφος 8, του άρθρου 35α παράγραφος 3, του άρθρου 35α παράγραφος 4, του άρθρου 52 παράγραφος 4, του άρθρου 54 παράγραφος 4, του άρθρου 58 παράγραφος 6, του άρθρου 64 παράγραφος 7, του άρθρου 65 παράγραφος 7 και του άρθρου 79 παράγραφος 8 τίθεται σε ισχύ μόνον εάν δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός τριών μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά τρεις μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»·

το παράρτημα II τροποποιείται όπως ορίζεται στο παράρτημα I της παρούσας οδηγίας.

το παράρτημα V τροποποιείται όπως ορίζεται στο παράρτημα II της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις της οδηγίας (ΕΕ) 2016/97

Η οδηγία (ΕΕ) 2016/97 τροποποιείται ως εξής:

1)το άρθρο 2 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)στο σημείο 4, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ) τα σχετικά ασφαλιστικά προϊόντα δεν καλύπτουν την ασφάλιση ζωής ή τους κινδύνους αστικής ευθύνης, εκτός από την κάλυψη κινδύνων αστικής ευθύνης που συμπληρώνει το αγαθό ή την υπηρεσία που παρέχει ο διαμεσολαβητής ως την κύρια επαγγελματική δραστηριότητά του·

β)το σημείο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(8) ως “διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων” νοείται κάθε ασφαλιστικός διαμεσολαβητής, ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ή κάθε ασφαλιστική επιχείρηση που ασκεί δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων·»·

γ)προστίθενται τα ακόλουθα σημεία 19 έως 22:

«19) ως “ηλεκτρονική μορφή” νοείται κάθε σταθερό μέσο εκτός από χαρτί·

20) ως “διαφημιστική ανακοίνωση” νοείται κάθε γνωστοποίηση πληροφοριών, εκτός από τη γνωστοποίηση που απαιτείται από το ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, ή εκτός από το χρηματοοικονομικό εκπαιδευτικό υλικό που αναφέρεται στο άρθρο 16β, η οποία άμεσα ή έμμεσα προωθεί ασφαλιστικά προϊόντα ή άμεσα ή έμμεσα παρακινεί σε επενδύσεις σε επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση και η οποία πραγματοποιείται:

α) από ασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή από τρίτο που αμείβεται ή στον οποίο παρέχονται κίνητρα μέσω μη χρηματικής αποζημίωσης από την εν λόγω ασφαλιστική επιχείρηση ή τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή,

β) προς φυσικά ή νομικά πρόσωπα,

γ) σε οποιαδήποτε μορφή και με οποιοδήποτε μέσο·

21) ως “πρακτική εμπορικής προώθησης” νοείται κάθε στρατηγική, χρήση εργαλείου ή τεχνικής που εφαρμόζεται από ασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή από οποιονδήποτε τρίτο που αμείβεται ή στον οποίο παρέχονται κίνητρα μέσω μη χρηματικής αποζημίωσης από την εν λόγω ασφαλιστική επιχείρηση ή τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή με σκοπό:

α) να διαδίδει άμεσα ή έμμεσα διαφημιστικές ανακοινώσεις,

β) να επιταχύνει ή να βελτιώσει την προβολή και την αποτελεσματικότητα των διαφημιστικών ανακοινώσεων,

γ) να προωθεί με οποιονδήποτε τρόπο τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή τα ασφαλιστικά προϊόντα·

22) ως “επιγραμμική διεπαφή” νοείται κάθε λογισμικό, μεταξύ άλλων ιστότοπος, τμήμα ιστοτόπου ή εφαρμογή.»·

το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 4, στο έκτο εδάφιο, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κατά περίπτωση, το κράτος μέλος καταγωγής ενημερώνει αμέσως το κράτος μέλος υποδοχής για τη διαγραφή αυτή.»·

β)στην παράγραφο 5 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Σε περίπτωση άρνησης εγγραφής ή διαγραφής από το μητρώο ασφαλιστικού ή αντασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή ασφαλιστικού διαμεσολαβητή που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, η αρμόδια αρχή κοινοποιεί την απόφασή της στον αιτούντα ή στον ενδιαφερόμενο ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή ασφαλιστικό διαμεσολαβητή που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση με αιτιολογημένο έγγραφο και ενημερώνει την ΕΑΑΕΣ σχετικά με τους λόγους της εν λόγω άρνησης εγγραφής ή της διαγραφής από το μητρώο.»·

γ)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 5α:

«5α. Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει και θέτει στη διάθεση των αρμόδιων αρχών κατάλογο όλων των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών ή ασφαλιστικών διαμεσολαβητών που ασκούν ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, των οποίων η εγγραφή έχει απορριφθεί ή οι οποίοι έχουν διαγραφεί από το μητρώο από αρμόδια αρχή.

Ο κατάλογος που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο περιέχει, κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες για τις οποίες ζήτησε εγγραφή κάθε ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, καθώς και τους λόγους για την άρνηση εγγραφής ή τη διαγραφή από το μητρώο, και επικαιροποιείται σε τακτική βάση.»·

το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής που έχει βάσιμους λόγους να θεωρεί ότι ένας ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, ο οποίος ασκεί δραστηριότητες στο έδαφός του υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, παραβιάζει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του.

Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνει την ΕΑΑΕΣ για το γεγονός ότι έχει ενημερώσει το κράτος μέλος καταγωγής ως προς τους προβληματισμούς της. Η ΕΑΑΕΣ διαβιβάζει τις εν λόγω πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών υποδοχής στα οποία ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ενεργεί υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

Αφού αξιολογήσει τις πληροφορίες που έλαβε σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής λαμβάνει, κατά περίπτωση, τα κατάλληλα μέτρα για να διορθώσει την κατάσταση το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο 30 εργάσιμες ημέρες μετά τη λήψη της κοινοποίησης από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής για τυχόν μέτρα που ελήφθησαν. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής και στις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών στο έδαφος των οποίων ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ενεργεί υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, όλες τις σχετικές πληροφορίες σχετικά με το μέτρο που ελήφθη.

Εάν, παρά τα ληφθέντα από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής μέτρα, ή επειδή τα μέτρα αυτά αποδείχθηκαν ανεπαρκή ή δεν έχουν ληφθεί στο συγκεκριμένο κράτος, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής, ή ο διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση εξακολουθεί να ενεργεί κατά τρόπο σαφώς ζημιογόνο για τα συμφέροντα των καταναλωτών του κράτους μέλους υποδοχής σε μεγάλη κλίμακα, ή για την εύρυθμη λειτουργία των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών αγορών, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορεί, αφού ενημερώσει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη νέων παρατυπιών, και, εφόσον είναι απόλυτα αναγκαίο, να απαγορεύσει στον εν λόγω διαμεσολαβητή να εξακολουθήσει να ασκεί νέες δραστηριότητες εντός του εδάφους του κράτους μέλους υποδοχής.»·

β)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής κοινοποιούν στον ενδιαφερόμενο ασφαλιστικό ή αντασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή στον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, κάθε μέτρο που θεσπίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 σε αιτιολογημένο έγγραφο και γνωστοποιούν τα εν λόγω μέτρα στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής γνωστοποιεί επίσης τα εν λόγω μέτρα στην Επιτροπή, στην ΕΑΑΕΣ και στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής στα οποία ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που ασκεί ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση ενεργεί υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.»·

γ)προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

«4. Εάν, εντός 12 μηνών, δύο ή περισσότερες αρμόδιες αρχές κρατών μελών υποδοχής έχουν λάβει μέτρα σύμφωνα με την παράγραφο 1 όσον αφορά έναν ή περισσότερους ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που ασκούν ως δευτερεύουσα δραστηριότητα την ασφαλιστική διαμεσολάβηση με το ίδιο κράτος μέλος καταγωγής, ή εάν κράτος μέλος καταγωγής διαφωνεί με τα πορίσματα κράτους μέλους υποδοχής, η ΕΑΑΕΣ μπορεί να δημιουργήσει πλατφόρμα συνεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 12β.»·

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 9α:

«Άρθρο 9a

Αναφορά διασυνοριακών δραστηριοτήτων

1.Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων να αναφέρουν ετησίως τις ακόλουθες πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής τους, όταν ασκούν δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων με περισσότερους από 50 πελάτες σε διασυνοριακή βάση:

α)τον κατάλογο των κρατών μελών υποδοχής στα οποία ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων ενεργεί υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή ελευθερίας εγκατάστασης·

β)την κλίμακα και το φάσμα των δραστηριοτήτων διανομής ασφαλιστικών προϊόντων που ασκούνται σε κάθε κράτος μέλος υποδοχής·

γ)το είδος των ασφαλιστικών προϊόντων που διανέμονται σε κάθε κράτος μέλος υποδοχής·

δ)για κάθε κράτος μέλος υποδοχής, τον συνολικό αριθμό πελατών για τη σχετική περίοδο που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου·

ε)τον αριθμό των καταγγελιών που ελήφθησαν από πελάτες και ενδιαφερόμενα μέρη σε κάθε κράτος μέλος υποδοχής.

Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν στην ΕΑΑΕΣ όλες τις πληροφορίες που αναφέρουν οι διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο.

2.Η ΕΑΑΕΣ δημιουργεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων που περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο. Στην εν λόγω βάση δεδομένων έχουν πρόσβαση όλες οι αρμόδιες αρχές.

3.H ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων όσον αφορά τις λεπτομέρειες των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ΕΕ: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.

4.Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που προσδιορίζουν τα πρότυπα και τους μορφότυπους των δεδομένων, τις μεθόδους και τις ρυθμίσεις διαβίβασης, τη συχνότητα και την ημερομηνία έναρξης για την υποβολή και κοινοποίηση των πληροφοριών σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις [ΕΕ: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.

5.Με βάση τις πληροφορίες που κοινοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2, η ΕΑΑΕΣ δημοσιεύει κάθε χρόνο έκθεση που περιέχει ανώνυμα και συγκεντρωτικά στατιστικά στοιχεία για τις δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων που ασκούνται στην Ένωση μέσω της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και ανάλυση των τάσεων.»·

το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Τα κράτη μέλη καταγωγής διασφαλίζουν ότι οι διανομείς ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων και οι υπάλληλοι των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων που ασκούν δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων, κατέχουν τις αναγκαίες γνώσεις και ικανότητες για την εκτέλεση των εργασιών τους και την άσκηση των καθηκόντων τους επαρκώς.»·

β) η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i) το πρώτο, δεύτερο και τρίτο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη καταγωγής διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές, οι υπάλληλοι των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων και οι υπάλληλοι των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών συντηρούν και επικαιροποιούν τις γνώσεις και τις ικανότητές τους μέσω τακτικής επαγγελματικής εξέλιξης και κατάρτισης, συμπεριλαμβανομένης ειδικής κατάρτισης όταν προσφέρονται από τις ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς ή αντασφαλιστικούς διαμεσολαβητές νέα ασφαλιστικά προϊόντα ή υπηρεσίες.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, τα κράτη μέλη καταγωγής διαθέτουν και δημοσιοποιούν μηχανισμούς για τον αποτελεσματικό έλεγχο και την αξιολόγηση των γνώσεων και της επάρκειας των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών, των υπαλλήλων των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων και των υπαλλήλων των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών διαμεσολαβητών, όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι, με βάση τουλάχιστον 15 ώρες επαγγελματικής κατάρτισης ή εξέλιξης κατ’ έτος, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των προϊόντων που πωλούνται, τον τύπο του διανομέα, τον ρόλο που ασκούν και τη δραστηριότητα που επιτελείται εντός του διανομέα ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων.

Τα κράτη μέλη καταγωγής απαιτούν η συμμόρφωση με τα κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα Ι, καθώς και η ετήσια επιτυχής ολοκλήρωση της συνεχούς επαγγελματικής κατάρτισης και εξέλιξης, να αποδεικνύονται με πιστοποιητικό.

ii)     προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να τροποποιεί την παρούσα οδηγία με την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 38, ώστε να επανεξεταστούν, όπου είναι αναγκαίο, οι απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα Ι.»·

γ)η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.     Οι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί διαμεσολαβητές διαθέτουν ασφάλιση επαγγελματικής αστικής ευθύνης, η οποία καλύπτει το σύνολο του εδάφους της Ένωσης ή οποιαδήποτε άλλη ανάλογη εγγύηση της αστικής ευθύνης που προκύπτει από επαγγελματική αμέλεια, για ποσό τουλάχιστον 1 250 000 EUR ανά απαίτηση και 1 850 000 EUR συνολικά κατ’ έτος για όλες τις απαιτήσεις, εκτός εάν η εν λόγω ασφάλιση ή άλλη ανάλογη εγγύηση παρέχεται ήδη από ασφαλιστική, αντασφαλιστική ή άλλη επιχείρηση για λογαριασμό της οποίας ενεργεί, ή από την οποία εξουσιοδοτείται να ενεργεί, ο ασφαλιστικός ή αντασφαλιστικός διαμεσολαβητής, ή εάν η εν λόγω επιχείρηση έχει αναλάβει πλήρως την ευθύνη για τις ενέργειες του διαμεσολαβητή.»·

δ)στην παράγραφο 6, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) απαίτηση από τον διαμεσολαβητή να έχει χρηματοοικονομική ικανότητα που αντιστοιχεί, σε μόνιμη βάση, στο 4 % των ετήσιων εισπραχθέντων ασφαλίστρων, με ελάχιστο όριο τις 18 750 EUR·»·

στο άρθρο 12 παράγραφος 3 προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Οι εξουσίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο πρώτη πρόταση περιλαμβάνουν την εξουσία:

α)να έχουν πρόσβαση σε οποιοδήποτε έγγραφο ή άλλο στοιχείο σε οποιαδήποτε μορφή που η αρμόδια αρχή θεωρεί ότι μπορεί να είναι συναφές και αναγκαίο για την εκτέλεση των εποπτικών καθηκόντων της, και να λαμβάνουν αντίγραφο του εν λόγω εγγράφου ή των εν λόγω στοιχείων·

β)να ζητούν ή να απαιτούν την παροχή πληροφοριών από οποιοδήποτε πρόσωπο και, εάν απαιτείται, να καλούν και να θέτουν ερωτήματα σε κάποιο πρόσωπο προκειμένου να αποκτήσουν πληροφορίες·

γ)να διενεργούν επιτόπιους ελέγχους ή έρευνες·

δ)να προβαίνουν σε δραστηριότητες ανώνυμης έρευνας αγοράς (“mystery shopping”)·

ε)να απαιτούν τη δέσμευση ή την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων ή αμφότερα·

στ)να απαιτούν την προσωρινή απαγόρευση άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας·

ζ)να απαιτούν πληροφορίες από τους ελεγκτές ασφαλιστικών επιχειρήσεων ή ασφαλιστικών διαμεσολαβητών·

η)να παραπέμπουν θέματα με σκοπό την άσκηση ποινικής δίωξης·

θ)να αναθέτουν σε ελεγκτές ή εμπειρογνώμονες να διενεργούν εξακριβώσεις ή έρευνες·

ι)να αναστέλλουν ή να απαγορεύουν, για μέγιστη διάρκεια 1 έτους, τις διαφημιστικές ανακοινώσεις ή τις πρακτικές εμπορικής προώθησης που χρησιμοποιούνται στο κράτος μέλος τους, εάν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να θεωρείται ότι έχει παραβιαστεί η παρούσα οδηγία·

ια)να απαιτούν την προσωρινή ή οριστική διακοπή κάθε πρακτικής ή συμπεριφοράς που η αρμόδια αρχή θεωρεί ότι είναι αντίθετη με τις διατάξεις που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και να προλαμβάνουν την επανάληψη της εν λόγω πρακτικής ή συμπεριφοράς·

ιβ)να λαμβάνουν κάθε άλλο είδος μέτρου ώστε να διασφαλίζεται ότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές εξακολουθούν να συμμορφώνονται προς τις εκ του νόμου απαιτήσεις·

ιγ)να αναστέλλουν ή να απαγορεύουν τη διανομή επενδυτικού προϊόντος βασιζόμενου σε ασφάλιση·

ιδ)να αναστέλλουν τη διανομή επενδυτικού προϊόντος βασιζόμενου σε ασφάλιση όταν η ασφαλιστική επιχείρηση ή ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων δεν συμμορφώνεται με το άρθρο 25·

ιε)να απαιτούν την απομάκρυνση φυσικού προσώπου από το διοικητικό συμβούλιο ασφαλιστικής επιχείρησης ή διανομέα ασφαλιστικών προϊόντων·

ιστ)να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα, μεταξύ άλλων ζητώντας από τρίτο μέρος ή άλλη δημόσια αρχή να εφαρμόσει τα εν λόγω μέτρα, είτε σε προσωρινή είτε σε μόνιμη βάση, ώστε:

i) να αφαιρείται περιεχόμενο ή να περιορίζεται η πρόσβαση σε επιγραμμική διεπαφή ή να διατάσσεται η ρητή προβολή προειδοποίησης προς τους πελάτες κατά την πρόσβασή τους σε επιγραμμική διεπαφή·

ii) να διατάσσεται πάροχος υπηρεσιών υποδοχής να αφαιρέσει, απενεργοποιήσει ή περιορίσει την πρόσβαση σε επιγραμμική διεπαφή·

iii) να διατάσσονται τα μητρώα ή οι καταχωρητές τομέα να διαγράψουν ένα πλήρως αναγνωρισμένο όνομα τομέα και να επιτρέψουν στην ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή να το καταχωρίσει·

ιζ)να επιβάλλουν τη χρήση προειδοποιήσεων κινδύνου στο ενημερωτικό υλικό για επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, όσον αφορά ιδιαιτέρως επικίνδυνα επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση και, κατά περίπτωση, τα υποκείμενα επενδυτικά στοιχεία ενεργητικού, όταν τα εν λόγω προϊόντα και στοιχεία ενεργητικού θα μπορούσαν να αποτελέσουν σοβαρή απειλή για την προστασία των επενδυτών.»·

Όταν κάνει χρήση των εξουσιών που αναφέρονται στο στοιχείο ι), η αρμόδια αρχή ενημερώνει την ΕΑΑΕΣ. Όταν οι εν λόγω πρακτικές ή ανακοινώσεις χρησιμοποιούνται σε περισσότερα από ένα κράτη μέλη, η ΕΑΑΕΣ συντονίζει, κατόπιν αιτήσεως μίας τουλάχιστον αρμόδιας αρχής, τις ενέργειες που αναλαμβάνονται από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το στοιχείο ι).

Η εφαρμογή και η άσκηση των εξουσιών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο έχει αναλογικό χαρακτήρα και συμμορφώνεται με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων των εφαρμοστέων διαδικαστικών εγγυήσεων και των αρχών του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα μέτρα έρευνας και επιβολής που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία είναι κατάλληλα για τη φύση και τη συνολική πραγματική ή δυνητική βλάβη από την παράβαση.»·

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 12α και 12β:

«Άρθρο 12α

Συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών με την ΕΑΑΕΣ

1.Οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται με την ΕΑΑΕΣ για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

2.Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην ΕΑΑΕΣ όλες τις πληροφορίες που χρειάζεται η ΕΑΑΕΣ για την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

   Άρθρο 12β

Πλατφόρμες συνεργασίας

1.Η ΕΑΑΕΣ μπορεί, σε περίπτωση δικαιολογημένων ανησυχιών περί αρνητικών επιπτώσεων για τους λήπτες ασφάλισης, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήσεως μίας ή περισσοτέρων εκ των αρμόδιων αρχών, να δημιουργήσει και να συντονίσει πλατφόρμα συνεργασίας για την ενίσχυση της ανταλλαγής πληροφοριών και την προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των σχετικών εποπτικών αρχών, όταν διανομέας ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων εκτελεί, ή προτίθεται να εκτελέσει, δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων που βασίζονται στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών ή στην ελευθερία εγκατάστασης και όταν οι δραστηριότητες αυτές είναι σημαντικές σε σχέση με την αγορά του κράτους μέλους υποδοχής. Εάν δημιουργηθεί πλατφόρμα συνεργασίας κατόπιν αιτήματος αρμόδιας αρχής, η εν λόγω αρμόδια αρχή κοινοποιεί στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής τις αιτιολογημένες ανησυχίες της σχετικά με τις αρνητικές επιπτώσεις για τους επενδυτές.

2.Η παράγραφος 1 δεν θίγει το δικαίωμα των σχετικών εποπτικών αρχών να δημιουργήσουν πλατφόρμα συνεργασίας όταν συμφωνούν όλες για αυτό.

3.Η σύσταση πλατφόρμας συνεργασίας δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 δεν θίγει την εποπτική εντολή των εποπτικών αρχών των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής που προβλέπεται στην παρούσα οδηγία.

4.Με την επιφύλαξη του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, κατόπιν αιτήσεως της ΕΑΑΕΣ, οι σχετικές αρμόδιες αρχές παρέχουν εγκαίρως όλες τις αναγκαίες πληροφορίες.

5.Όταν δύο ή περισσότερες αρμόδιες αρχές μιας πλατφόρμας συνεργασίας διαφωνούν σχετικά με τη διαδικασία ή το περιεχόμενο μιας ενέργειας που πρέπει να αναληφθεί, ή για το αν πρέπει να αναληφθεί δράση, η ΕΑΑΕΣ μπορεί, κατόπιν αιτήσεως οποιασδήποτε σχετικής αρμόδιας αρχής ή με δική της πρωτοβουλία, να βοηθήσει τις αρμόδιες αρχές να καταλήξουν σε συμφωνία σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.

6.Σε περίπτωση διαφωνίας εντός της πλατφόρμας και όταν υπάρχουν σοβαρές ανησυχίες ως προς τις αρνητικές επιπτώσεις για τους λήπτες ασφάλισης ή ως προς το περιεχόμενο μιας ενέργειας που πρέπει να αναληφθεί, ή ως προς το αν πρέπει να αναληφθεί δράση σε σχέση με διανομέα ασφαλιστικών ή αντασφαλιστικών προϊόντων, η ΕΑΑΕΣ μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010, να εκδώσει σύσταση προς την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής να εξετάσει τις ανησυχίες των άλλων ενδιαφερόμενων αρμόδιων αρχών και να δρομολογήσει κοινή επιτόπια επιθεώρηση μαζί με τις άλλες ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές.»·

το άρθρο 14 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 14

Καταγγελίες

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διανομείς ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων θεσπίζουν κατάλληλες διαδικασίες και ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων διαύλων ηλεκτρονικής επικοινωνίας, ώστε να εξασφαλίζεται ότι αντιμετωπίζονται ορθά οι καταγγελίες από πελάτες και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, ιδίως ενώσεις καταναλωτών, και ότι δεν υπάρχουν περιορισμοί για τους πελάτες και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη στην άσκηση των δικαιωμάτων τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Αυτές οι διαδικασίες και ρυθμίσεις επιτρέπουν στους πελάτες και τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλλουν καταγγελίες και να λαμβάνουν απαντήσεις στην ίδια γλώσσα στην οποία παρασχέθηκε το διαφημιστικό υλικό ή τα τυχόν συμβατικά έγγραφα. Σε κάθε περίπτωση, οι καταγγέλλοντες λαμβάνουν απαντήσεις εντός 40 εργάσιμων ημερών.»·

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 16α και 16β:

«Άρθρο 16α

Χρηματοοικονομική διαπαιδαγώγηση πελατών

Τα κράτη μέλη προωθούν μέτρα που στηρίζουν τη διαπαιδαγώγηση των πελατών όσον αφορά την υπεύθυνη αγορά ασφαλιστικών προϊόντων κατά την πρόσβαση σε ασφαλιστικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες.

Άρθρο 16β

Χρηματοοικονομική διαπαιδαγώγηση πελατών και διαφημιστικές ανακοινώσεις

Το χρηματοοικονομικό εκπαιδευτικό υλικό που αποσκοπεί στο να υποστηρίξει τη χρηματοοικονομική κατάρτιση φυσικών προσώπων, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αποκτήσουν οικονομικές ικανότητες και που δεν προωθεί ούτε παρακινεί άμεσα σε επενδύσεις σε ένα ή περισσότερα ασφαλιστικά προϊόντα ή κατηγορίες αυτών ή σε συγκεκριμένες ασφαλιστικές υπηρεσίες, δεν θεωρείται ότι αποτελεί διαφημιστική ανακοίνωση για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.»·

στο άρθρο 17, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

   «2. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλες οι πληροφορίες σχετικά με το αντικείμενο της παρούσας οδηγίας, περιλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, είναι αμερόληπτες, σαφείς και μη παραπλανητικές.

   Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες και προσδιορίζουν με σαφήνεια την ασφαλιστική επιχείρηση ή τον διανομέα ασφαλιστικών προϊόντων που είναι υπεύθυνοι για το περιεχόμενο και τη διανομή τους, ανεξαρτήτως του αν η ανακοίνωση γίνεται άμεσα ή έμμεσα από την εν λόγω ασφαλιστική επιχείρηση ή τον διανομέα ασφαλιστικών προϊόντων.»·

το άρθρο 18 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 18

Γενικές πληροφορίες που παρέχονται στον πελάτη 

1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι εγκαίρως, πριν ο πελάτης δεσμευθεί από σύμβαση ασφάλισης ή προσφορά, κοινοποιούνται στον πελάτη οι ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την ασφαλιστική επιχείρηση που συμβάλλεται στην προτεινόμενη σύμβαση:

α)επωνυμία και νομική μορφή της επιχείρησης·

β)όταν η σύμβαση ασφάλισης προτείνεται με βάση το δικαίωμα εγκατάστασης ή ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η έδρα της ασφαλιστικής επιχείρησης και, κατά περίπτωση, το υποκατάστημα που προτείνει τη σύμβαση·

γ)διεύθυνση της έδρας και, ενδεχομένως, του υποκαταστήματος που προτείνει τη σύμβαση·

δ)πληροφορίες σχετικά με το ότι η ασφαλιστική επιχείρηση έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 14 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, σχετικά με την εθνική αρμόδια αρχή που χορήγησε την άδεια και τα μέσα για την επαλήθευση της άδειας·

ε)παραπομπή στην έκθεση σχετικά με τη φερεγγυότητα και την οικονομική κατάσταση, όπως ορίζεται στο άρθρο 51 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, η οποία επιτρέπει την εύκολη πρόσβαση του πελάτη στις σχετικές πληροφορίες.

2.Όταν η σύμβαση ασφάλισης προτείνεται από ασφαλιστικό διαμεσολαβητή, ο εν λόγω ασφαλιστικός διαμεσολαβητής κοινοποιεί εγκαίρως στον πελάτη, πριν αυτός δεσμευθεί από τη σύμβαση ή προσφορά, τις ακόλουθες πρόσθετες πληροφορίες:

α)επωνυμία του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή, νομική μορφή και διεύθυνση, καθώς και το γεγονός ότι είναι ασφαλιστικός διαμεσολαβητής·

β)όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ενεργεί βάσει του δικαιώματος εγκατάστασης ή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η έδρα του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή και, κατά περίπτωση, το υποκατάστημα που προτείνει τη σύμβαση·

γ)αν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής παρέχει συμβουλές σχετικά με την προτεινόμενη σύμβαση ασφάλισης·

δ)τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 14, οι οποίες επιτρέπουν στους πελάτες και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλλουν καταγγελίες για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και για τις διαδικασίες εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που αναφέρονται στο άρθρο 15·

ε)το μητρώο στο οποίο είναι εγγεγραμμένος ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής και τα μέσα για την εξακρίβωση της εγγραφής του·

στ)αν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής εκπροσωπεί τον πελάτη ή ενεργεί για λογαριασμό και εξ ονόματος της ασφαλιστικής επιχείρησης.

3.Όταν η σύμβαση ασφάλισης προτείνεται από ασφαλιστική επιχείρηση, η εν λόγω ασφαλιστική επιχείρηση κοινοποιεί εγκαίρως στον πελάτη, πριν αυτός δεσμευθεί από τη σύμβαση ή προσφορά, τις ακόλουθες πρόσθετες πληροφορίες:

α)επωνυμία της ασφαλιστικής επιχείρησης, νομική μορφή και διεύθυνση, καθώς και το γεγονός ότι είναι ασφαλιστική επιχείρηση, εφόσον αυτό δεν έχει ήδη κοινοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α)·

β)αν παρέχει συμβουλές σχετικά με την προτεινόμενη σύμβαση ασφάλισης·

γ)τις διαδικασίες που αναφέρονται στο άρθρο 14, οι οποίες επιτρέπουν στους πελάτες και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλλουν καταγγελίες για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και για τις διαδικασίες εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών που αναφέρονται στο άρθρο 15·

δ)πληροφορίες σχετικά με το ότι η ασφαλιστική επιχείρηση έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 14 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, σχετικά με την εθνική αρμόδια αρχή που χορήγησε την άδεια και τα μέσα για την επαλήθευση της άδειας, εκτός εάν έχουν ήδη κοινοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο δ)·

ε)αν η ασφαλιστική επιχείρηση είναι ο παραγωγός της προτεινόμενης σύμβασης ή αν διανέμει την προτεινόμενη σύμβαση για λογαριασμό άλλης ασφαλιστικής επιχείρησης.»·

το άρθρο 19 τροποποιείται ως εξής:

α)ο τίτλος αντικαθίσταται από τον ακόλουθο:

«Γνωστοποιήσεις»·

β)η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)    η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, εγκαίρως πριν ο πελάτης δεσμευθεί από σύμβαση ασφάλισης ή προσφορά, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής παρέχει στον πελάτη τις ακόλουθες τουλάχιστον πληροφορίες:»·

ii)    στο στοιχείο γ), η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«σε σχέση με ασφαλιστικά προϊόντα εκτός από επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, για το κατά πόσον:»·

iii)    το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ) τη φύση της αμοιβής που λαμβάνει σε σχέση με τη σύμβαση ασφάλισης, ιδίως αν εργάζεται:

i) βάσει αμοιβής, δηλαδή η αμοιβή καταβάλλεται απευθείας από τον πελάτη·

ii) βάσει προμήθειας κάθε είδους, δηλαδή η αμοιβή περιλαμβάνεται στο ασφάλιστρο·

iii) βάσει άλλου τύπου αμοιβής, συμπεριλαμβανομένου κάθε είδους οικονομικού οφέλους, που προτείνεται ή παρέχεται σε σχέση με τη σύμβαση ασφάλισης· ή

iv) βάσει συνδυασμού οποιουδήποτε τύπου αμοιβής ορίζεται στα σημεία i), ii) και iii).»·

iv)    το στοιχείο ε) απαλείφεται·

γ)η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, εγκαίρως πριν ο πελάτης δεσμευθεί από σύμβαση ασφάλισης ή προσφορά, κάθε ασφαλιστική επιχείρηση κοινοποιεί στον πελάτη της τη φύση της αμοιβής που λαμβάνουν οι υπάλληλοί της σε σχέση με τη σύμβαση ασφάλισης.»·

το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:

α)στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Εγκαίρως, πριν ο πελάτης δεσμευθεί από σύμβαση ασφάλισης ή προσφορά, ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων προσδιορίζει, βάσει των πληροφοριών τις οποίες έλαβε από τον πελάτη, τις απαιτήσεις και τις ανάγκες του πελάτη και παρέχει στον πελάτη αντικειμενικές πληροφορίες για το ασφαλιστικό προϊόν σε μορφή κατανοητή που να επιτρέπει στον πελάτη να λάβει ενήμερη απόφαση.»

β)οι παράγραφοι 3, 4 και 5 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που διανέμει ασφαλιστικά προϊόντα εκτός από επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση πληροφορεί τον πελάτη ότι παρέχει συμβουλές βάσει αμερόληπτης και προσωπικής ανάλυσης, οφείλει να τις παρέχει βάσει ανάλυσης επαρκώς μεγάλου αριθμού ασφαλιστικών συμβάσεων που διατίθενται στην αγορά, ώστε να είναι σε θέση να συστήσει προσωπικά, σύμφωνα με επαγγελματικά κριτήρια, τη σύμβαση ασφάλισης που θα ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες του πελάτη.

4. Εγκαίρως, πριν ο πελάτης δεσμευθεί από σύμβαση ασφάλισης ή προσφορά, ανεξαρτήτως του αν παρέχονται ή όχι συμβουλές και ανεξαρτήτως του αν το ασφαλιστικό προϊόν είναι μέρος πακέτου σύμφωνα με το άρθρο 24 της παρούσας οδηγίας, ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων παρέχει στον πελάτη τις σχετικές πληροφορίες για το ασφαλιστικό προϊόν σε μορφή κατανοητή ώστε ο πελάτης να μπορεί να λάβει ενήμερη απόφαση, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη τον σύνθετο χαρακτήρα του ασφαλιστικού προϊόντος και τον τύπο του πελάτη.

5. Σε σχέση με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων του κλάδου ασφάλισης ζημιών όπως απαριθμούνται στο παράρτημα I της οδηγίας 2009/138/ΕΚ και προϊόντων ασφάλισης ζωής όπως απαριθμούνται στο παράρτημα II της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, εκτός των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων, οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου παρέχονται στους ιδιώτες πελάτες παρέχονται με τυποποιημένο έγγραφο πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν, σε χαρτί ή σε άλλο μόνιμο υπόθεμα.»·

γ)η παράγραφος 8 τροποποιείται ως εξής:

i) η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για τα ασφαλιστικά προϊόντα του κλάδου ασφάλισης ζημιών, το έγγραφο πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:»·

ii) προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο ι):

«ι) το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σύμβαση όταν τα μέρη δεν έχουν δικαίωμα επιλογής δικαίου ή, όταν τα μέρη μπορούν να επιλέξουν το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σύμβαση, το δίκαιο την επιλογή του οποίου προτείνει η ασφαλιστική επιχείρηση, καθώς και την αρμόδια δικαιοδοσία.»·

δ)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 8α:

«8α. Για τα προϊόντα ασφάλισης ζωής εκτός των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων, το έγγραφο πληροφοριών για το ασφαλιστικό προϊόν περιέχει τα ακόλουθα:

α)πληροφορίες για τον τύπο της ασφάλισης·

β)περίληψη της ασφαλιστικής κάλυψης, μεταξύ άλλων λεπτομερή στοιχεία των ασφαλιστικών παροχών και δικαιωμάτων προαίρεσης και των περιστάσεων που θα τις καθιστούσαν απαιτητές καθώς και, κατά περίπτωση, περίληψη των κινδύνων που αποκλείονται·

γ)λεπτομέρειες και διάρκεια καταβολής των ασφαλίστρων·

δ)πληροφορίες για τα ασφάλιστρα που αφορούν κάθε εγγύηση, είτε κύρια είτε συμπληρωματική, κατά περίπτωση·

ε)κατά περίπτωση, τον τρόπο υπολογισμού και διανομής των συμμετοχών στα κέρδη·

στ)κύριες εξαιρέσεις για τις οποίες δεν μπορούν να διατυπωθούν απαιτήσεις· 

ζ)υποχρεώσεις κατά την έναρξη της σύμβασης· 

η)υποχρεώσεις κατά τη διάρκεια της σύμβασης· 

θ)υποχρεώσεις σε περίπτωση απαίτησης αποζημίωσης·

ι)προσδιορισμό των αξιών εξαγοράς και της έκτασης, στην οποία αυτές είναι εγγυημένες·

ια)πληροφορίες σχετικά με το δικαίωμα υπαναχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 186 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, ιδίως λεπτομέρειες σχετικά με τις προθεσμίες και τις προϋποθέσεις άσκησης του εν λόγω δικαιώματος·

ιβ)γενικές πληροφορίες σχετικά με τους φορολογικούς κανόνες που ισχύουν για τον συγκεκριμένο τύπο ασφαλιστηρίου·

ιγ)τη διάρκεια της σύμβασης ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένων των ημερομηνιών έναρξης και λήξης της σύμβασης·

ιδ)τον τρόπο καταγγελίας της σύμβασης·

ιε)το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σύμβαση όταν τα μέρη δεν έχουν δικαίωμα επιλογής δικαίου ή, όταν τα μέρη μπορούν να επιλέξουν το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σύμβαση, το δίκαιο την επιλογή του οποίου προτείνει η ασφαλιστική επιχείρηση, καθώς και την αρμόδια δικαιοδοσία.»·

ε)η παράγραφος 9 τροποποιείται ως εξής:

i) στο πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «παράγραφο 8» αντικαθίστανται από τις λέξεις «παράγραφο 8α»·

ii) στο δεύτερο εδάφιο, η ημερομηνία «23 Φεβρουαρίου 2017» αντικαθίσταται από την [ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΟΥ ΘΑ ΚΑΘΟΡΙΣΤΕΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ].·

στο άρθρο 22 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 18, 19 και 20 δεν χρειάζεται να παρέχονται όταν ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων ασκεί δραστηριότητες διανομής σε σχέση με την ασφάλιση μεγάλων κινδύνων ή με πελάτες που πληρούν τα κριτήρια επαγγελματιών πελατών όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 10 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*.»·

_______________________________________________________________________

*Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).»·

το άρθρο 23 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 23

Ηλεκτρονική διανομή και άλλα σταθερά μέσα

1.Οι διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων παρέχουν στους πελάτες όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται από την παρούσα οδηγία σε ηλεκτρονική μορφή.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, οι διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων παρέχουν, κατόπιν αιτήσεως του ιδιώτη πελάτη, τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο δωρεάν σε έντυπη μορφή.

2.Οι διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων ενημερώνουν τους ιδιώτες πελάτες ότι έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν τις πληροφορίες δωρεάν σε έντυπη μορφή.

3. Οι διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων ενημερώνουν τους υφιστάμενους ιδιώτες πελάτες ότι έχουν τη δυνατότητα είτε να εξακολουθήσουν να λαμβάνουν τις πληροφορίες δωρεάν σε έντυπη μορφή είτε να λαμβάνουν τις πληροφορίες μόνο σε ηλεκτρονική μορφή. Οι διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων ενημερώνουν τους υφιστάμενους ιδιώτες πελάτες ότι θα υπάρξει αυτόματη μετάβαση σε ηλεκτρονική μορφή μετά από προθεσμία τουλάχιστον οκτώ εβδομάδων, εάν δεν ζητήσουν τη συνέχιση της παροχής των πληροφοριών σε έντυπη μορφή εντός της εν λόγω προθεσμίας των οκτώ εβδομάδων. Οι υφιστάμενοι ιδιώτες πελάτες που λαμβάνουν ήδη τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε ηλεκτρονική μορφή δεν χρειάζεται να ενημερώνονται.

4.Η ΕΑΑΕΣ, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ και μετά τη διεξαγωγή ελέγχων ικανοποίησης καταναλωτών και ελέγχων ικανοποίησης του κλάδου, έως τις [2 έτη μετά την έναρξη ισχύος της τροποποιητικής οδηγίας] καταρτίζει και επικαιροποιεί περιοδικά κατευθυντήριες γραμμές που διευκρινίζουν την παρουσίαση των πληροφοριών που παρέχονται σε ηλεκτρονική μορφή κατά τρόπο κατάλληλο για τον μέσο πελάτη στον οποίο απευθύνονται οι πληροφορίες.  

   Οι κατευθυντήριες γραμμές του πρώτου εδαφίου διευκρινίζουν τα εξής: 

α)την παρουσίαση και τη μορφή των ψηφιακών γνωστοποιήσεων, λαμβανομένων υπόψη των διαφόρων σχεδίων και διαύλων που μπορεί να χρησιμοποιούν οι διανομείς ασφαλιστικών προϊόντων για να ενημερώνουν τους πελάτες τους· 

β)τις αναγκαίες διασφαλίσεις για την εξασφάλιση ευκολίας στη δυνατότητα πλοήγησης και την προσβασιμότητα στις πληροφορίες, ανεξάρτητα από τη συσκευή που χρησιμοποιεί ο πελάτης·

γ)τις αναγκαίες διασφαλίσεις για την εξασφάλιση της δυνατότητας εύκολης ανάκτησης των πληροφοριών και τη διευκόλυνση της αποθήκευσης πληροφοριών από τους πελάτες σε σταθερό μέσο.»·

το άρθρο 25 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 25

Εποπτεία προϊόντων και απαιτήσεις παρακολούθησης

1.Το κράτος μέλος καταγωγής του παραγωγού απαιτεί από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που παράγουν οποιοδήποτε ασφαλιστικό προϊόν προς πώληση σε πελάτες, να θεσπίζουν, να τηρούν, να χρησιμοποιούν και να επανεξετάζουν διαδικασία για την έγκριση κάθε ασφαλιστικού προϊόντος και για τις σημαντικές προσαρμογές των υφιστάμενων ασφαλιστικών προϊόντων, πριν τα προωθήσουν στην αγορά ή τα διανείμουν σε πελάτες (στο εξής: διαδικασία έγκρισης προϊόντων).

Η διαδικασία έγκρισης προϊόντων είναι κατάλληλη και ανάλογη προς τη φύση του ασφαλιστικού προϊόντος. Η διαδικασία έγκρισης προϊόντων περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα:

α)καθορισμό μιας προσδιορισμένης αγοράς-στόχου για κάθε ασφαλιστικό προϊόν·

β)σαφή προσδιορισμό στόχων και αναγκών της αγοράς-στόχου·

γ)αξιολόγηση σχετικά με το κατά πόσο το ασφαλιστικό προϊόν έχει σχεδιαστεί κατάλληλα ώστε να ανταποκρίνεται στους στόχους και τις ανάγκες της αγοράς-στόχου·

δ)αξιολόγηση όλων των σχετικών κινδύνων για την προσδιορισμένη αγορά-στόχο και για το ότι η επιδιωκόμενη στρατηγική διανομής είναι συνεπής με την προσδιορισμένη αγορά-στόχο·

ε)εύλογα μέτρα ώστε να διασφαλιστεί ότι το ασφαλιστικό προϊόν διανέμεται στην προσδιορισμένη αγορά-στόχο·

στ)σε σχέση με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, σαφή προσδιορισμό και ποσοτικοποίηση όλου του κόστους και των επιβαρύνσεων που σχετίζονται με το προϊόν και αξιολόγηση σχετικά με το κατά πόσο τα εν λόγω κόστη και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών, των στόχων, της στρατηγικής και της απόδοσης του προϊόντος, καθώς και των εγγυήσεων και της ασφαλιστικής κάλυψης των βιομετρικών και άλλων κινδύνων (διαδικασία τιμολόγησης)·

ζ)σε σχέση με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, αξιολόγηση του κινδύνου παρανόησης των κύριων χαρακτηριστικών, του κόστους και των κινδύνων του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος από τους πελάτες που ανήκουν στην αγορά-στόχο.

Η διαδικασία τιμολόγησης που αναφέρεται στο στοιχείο στ) περιλαμβάνει σύγκριση με τον σχετικό δείκτη αναφοράς, όπου είναι διαθέσιμος, σχετικά με το κόστος και την απόδοση που δημοσιεύει η ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με την παράγραφο 8.

2.Όταν ένα επενδυτικό προϊόν βασιζόμενο σε ασφάλιση αποκλίνει από τον σχετικό δείκτη αναφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 8, ο παραγωγός διενεργεί πρόσθετες δοκιμές και περαιτέρω αξιολογήσεις και διαπιστώνει εάν παρά ταύτα το κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά. Εάν δεν μπορεί να αποδειχθεί η αιτιολόγηση και η αναλογικότητα του κόστους και των επιβαρύνσεων, το βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν δεν εγκρίνεται από τον παραγωγό. Όταν δεν υπάρχει σχετικός δείκτης αναφοράς για επενδυτικό προϊόν βασιζόμενο σε ασφάλιση, ο παραγωγός εγκρίνει το προϊόν μόνον εάν έχει διαπιστώσει μέσω δοκιμών και αξιολογήσεων προϊόντος ότι τα κόστη και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά και ότι το προϊόν ανταποκρίνεται στους στόχους και τις ανάγκες της αγοράς-στόχου.

3.Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι διαμεσολαβητές που παράγουν ασφαλιστικά προϊόντα κατανοούν και επανεξετάζουν σε τακτική βάση τα ασφαλιστικά προϊόντα που προσφέρουν, λαμβάνοντας υπόψη κάθε γεγονός ή κίνδυνο που θα μπορούσε να επηρεάσει σοβαρά την προσδιορισμένη αγορά-στόχο, και αξιολογούν κατά πόσο το προϊόν εξακολουθεί να εξυπηρετεί τους στόχους και τις ανάγκες της προσδιορισμένης αγοράς-στόχου και κατά πόσο η σκοπούμενη στρατηγική διανομής εξακολουθεί να είναι η κατάλληλη.

Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι διαμεσολαβητές που παράγουν ασφαλιστικά προϊόντα θέτουν στη διάθεση των διανομέων όλες τις πληροφορίες σχετικά με το ασφαλιστικό προϊόν και τη διαδικασία έγκρισης προϊόντων που απαιτούνται για την πλήρη κατανόηση του εν λόγω προϊόντος και των στοιχείων που λαμβάνονται υπόψη κατά τη διαδικασία έγκρισης προϊόντων, μεταξύ άλλων πλήρη και ακριβή λεπτομερή στοιχεία για το κόστος και τις επιβαρύνσεις του ασφαλιστικού προϊόντος.

Στην περίπτωση των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων, οι πληροφορίες που διατίθενται στους διανομείς περιλαμβάνουν όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 τρίτο εδάφιο στοιχεία στ) και ζ), τυχόν περαιτέρω σχετικά δεδομένα και επεξήγηση που καταδεικνύει ότι το κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά και ότι το προϊόν ανταποκρίνεται στους στόχους και τις ανάγκες των πελατών που ανήκουν στην αγορά-στόχο.

4.Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές που παράγουν ασφαλιστικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση αναφέρουν στις οικείες αρχές της χώρας καταγωγής όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

α)πλήρη και ακριβή στοιχεία του κόστους και των επιβαρύνσεων του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος, μεταξύ των οποίων στοιχεία του κόστους διανομής που ενσωματώνεται στο κόστος του προϊόντος, συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών τρίτων·

β)δεδομένα σχετικά με τα χαρακτηριστικά του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος, ιδίως την απόδοσή του και το επίπεδο κινδύνου.

Οι αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν στην ΕΑΑΕΣ τα δεδομένα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.

5.Ο διανομέας ασφαλιστικών προϊόντων που προσφέρει συμβουλές για ασφαλιστικά προϊόντα ή προτείνει ασφαλιστικά προϊόντα που δεν παράγει ο ίδιος, διαθέτει τις κατάλληλες ρυθμίσεις για να λαμβάνει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο και κατανοεί τα χαρακτηριστικά και την προσδιορισμένη αγορά-στόχο για κάθε ασφαλιστικό προϊόν.

Οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ή οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση:

α)βεβαιώνονται ότι λαμβάνουν και κατανοούν πλήρως τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 τρίτο εδάφιο· 

β)προσδιορίζουν και ποσοτικοποιούν τυχόν περαιτέρω κόστη και επιβαρύνσεις, ιδίως το κόστος διανομής, που δεν έχουν ήδη ληφθεί υπόψη κατά τον υπολογισμό του συνολικού κόστους και των επιβαρύνσεων από τον παραγωγό· 

γ)αξιολογούν εάν το συνολικό κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους και τις ανάγκες της αγοράς-στόχου (διαδικασία τιμολόγησης).

Η διαδικασία τιμολόγησης που αναφέρεται στο στοιχείο γ) περιλαμβάνει, όπου είναι διαθέσιμη, σύγκριση με τον οικείο δείκτη αναφοράς σχετικά με το κόστος και την απόδοση που δημοσιεύει η ΕΑΑΕΣ σύμφωνα με την παράγραφο 8.

Ο διανομέας παρέχει στην ασφαλιστική επιχείρηση ή στον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή που παράγει το βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν, σε τακτική βάση, όλες τις σχετικές πληροφορίες για τα αποτελέσματα της διαδικασίας τιμολόγησής του. Εάν ο διανομέας διαπιστώσει ότι υπάρχουν κόστη και επιβαρύνσεις, ιδίως κόστος διανομής, που δεν έχουν ληφθεί πλήρως υπόψη στη διαδικασία τιμολόγησης του παραγωγού, ενημερώνει αμέσως τον παραγωγό.

6.Εάν ένα επενδυτικό προϊόν βασιζόμενο σε ασφάλιση αποκλίνει από τον σχετικό δείκτη αναφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 8, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση που διανέμει επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση διενεργεί πρόσθετες δοκιμές και περαιτέρω αξιολογήσεις και διαπιστώνει αν παρά ταύτα το κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά. Εάν δεν μπορεί να αποδειχθεί η αιτιολόγηση και η αναλογικότητα του κόστους και των επιβαρύνσεων, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση δεν παρέχει συμβουλές για το βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν ούτε το προτείνει σε ιδιώτες πελάτες. Εάν δεν υπάρχει σχετικός δείκτης αναφοράς για επενδυτικό προϊόν βασιζόμενο σε ασφάλιση, οι διανομείς παρέχουν συμβουλές για το προϊόν ή προτείνουν το προϊόν μόνον εάν έχουν διαπιστώσει μέσω δοκιμών και αξιολογήσεων προϊόντος ότι τα κόστη και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά και ότι το προϊόν ανταποκρίνεται στους στόχους και τις ανάγκες της αγοράς-στόχου.

7.O ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση που παράγει ή διανέμει επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση τεκμηριώνει όλες τις αξιολογήσεις που πραγματοποιούνται, μεταξύ άλλων τα εξής:

α)κατά περίπτωση, τα αποτελέσματα της σύγκρισης του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος με τους σχετικούς δείκτες αναφοράς·

β)κατά περίπτωση, τους λόγους που δικαιολογούν απόκλιση από τον δείκτη αναφοράς· 

γ)αιτιολόγηση και απόδειξη της αναλογικότητας του κόστους και των επιβαρύνσεων του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος.

8.Η ΕΑΑΕΣ, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ και τις αρμόδιες αρχές, αναπτύσσει και δημοσιοποιεί, όπου κρίνεται σκόπιμο, κοινούς δείκτες αναφοράς για τα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα που παρουσιάζουν παρόμοια επίπεδα απόδοσης, επίπεδα κινδύνου, στρατηγική, στόχους ή άλλα χαρακτηριστικά, με στόχο να βοηθήσει τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις και τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές που παράγουν ή διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση να διενεργούν τη συγκριτική αξιολόγηση του κόστους και της απόδοσης των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων.

Οι δείκτες αναφοράς προβάλλουν φάσμα κόστους και απόδοσης, προκειμένου να διευκολυνθεί η αναγνώριση των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων, το κόστος και η απόδοση των οποίων αποκλίνουν σημαντικά από τον μέσο όρο.

Το κόστος που χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη δεικτών αναφοράς, εκτός από το συνολικό κόστος προϊόντος περιλαμβάνει και όλα τα κόστη διανομής, συμπεριλαμβανομένων των αντιπαροχών. Επιτρέπει τη σύγκριση με μεμονωμένες συνιστώσες κόστους.

Η ΕΑΑΕΣ επικαιροποιεί τακτικά τους εν λόγω δείκτες αναφοράς.

9.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώνει την παρούσα οδηγία με την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 38 για τον περαιτέρω προσδιορισμό των αρχών που ορίζονται στο παρόν άρθρο, συμπεριλαμβανομένων, όσον αφορά επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, των εξής: 

α)της μεθοδολογίας που θα χρησιμοποιήσει η ΕΑΑΕΣ για την ανάπτυξη των δεικτών αναφοράς που αναφέρονται στην παράγραφο 8·

β)των κριτηρίων για να καθοριστεί εάν το κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά.

Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις λαμβάνουν υπόψη κατά τρόπο αναλογικό τις ασκούμενες δραστηριότητες, τη φύση των ασφαλιστικών προϊόντων που πωλούνται και τη φύση του διανομέα.

10.Η ΕΑΑΕΣ, αφού ζητήσει τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ και των αρμόδιων αρχών και μετά από ελέγχους ικανοποίησης του κλάδου, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τη μεθοδολογία που αναφέρεται στην παράγραφο 9 στοιχείο α), καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που προσδιορίζουν τα ακόλουθα:

α)το περιεχόμενο και το είδος των δεδομένων που πρέπει να αναφέρονται στις αρχές καταγωγής σύμφωνα με την παράγραφο 4, βάσει των υποχρεώσεων γνωστοποίησης και υποβολής εκθέσεων, εκτός εάν απαιτούνται κατ’ εξαίρεση πρόσθετα δεδομένα·

β)τα πρότυπα και τους μορφοτύπους των δεδομένων, τις μεθόδους και τις ρυθμίσεις, τη συχνότητα και την ημερομηνία έναρξης για τις πληροφορίες που πρέπει να αναφέρονται σύμφωνα με την παράγραφο 4.

Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [9 μήνες μετά την έκδοση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης που αναφέρεται στην παράγραφο 2].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.

11.Οι πολιτικές, οι διαδικασίες και οι ρυθμίσεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο ισχύουν με την επιφύλαξη κάθε άλλης υποχρέωσης δυνάμει της παρούσας οδηγίας, περιλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με την κοινοποίηση, την καταλληλότητα ή συμβατότητα, τον προσδιορισμό και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων, καθώς και με τις πληρωμές τρίτων.

12.Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται σε ασφαλιστικά προϊόντα που αποτελούνται από ασφάλιση μεγάλων κινδύνων.»·

το άρθρο 26 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 26

Πεδίο εφαρμογής πρόσθετων απαιτήσεων

Το παρόν κεφάλαιο καθορίζει πρόσθετες απαιτήσεις σε σχέση με εκείνες που ισχύουν για δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων, όταν οι δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων ασκούνται σε σχέση με την πώληση βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων.

Επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση μπορούν να διανέμονται μόνο από τους εξής:

α)ασφαλιστικό διαμεσολαβητή·

β)ασφαλιστική επιχείρηση.»·

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 26α:

«Άρθρο 26α

Διαφημιστικές ανακοινώσεις και πρακτικές εμπορικής προώθησης

1.Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 17 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διαφημιστικές ανακοινώσεις των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες και προσδιορίζουν με σαφήνεια τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση που είναι υπεύθυνοι για το περιεχόμενο και τη διανομή τους, ανεξαρτήτως του αν η ανακοίνωση γίνεται άμεσα ή έμμεσα από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση.

2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι διαφημιστικές ανακοινώσεις των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων αναπτύσσονται, σχεδιάζονται και παρέχονται κατά τρόπο δίκαιο, σαφή, μη παραπλανητικό, ισορροπημένο ως προς την παρουσίαση των οφελών και των κινδύνων και κατάλληλο ως προς το περιεχόμενο και τους διαύλους διανομής για το κοινό-στόχο και, όταν σχετίζονται με συγκεκριμένο επενδυτικό προϊόν βασιζόμενο σε ασφάλιση, για την αγορά-στόχο που προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 1.

Όλες οι διαφημιστικές ανακοινώσεις βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων παρουσιάζουν, με ευδιάκριτο και συνοπτικό τρόπο, τα βασικά χαρακτηριστικά των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων στα οποία αναφέρονται.

Η παρουσίαση των βασικών χαρακτηριστικών των διαφημιστικών ανακοινώσεων βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων διασφαλίζει ότι οι ιδιώτες επενδυτές μπορούν εύκολα να κατανοήσουν τα βασικά χαρακτηριστικά του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος καθώς και τους κύριους κινδύνους που συνδέονται με αυτά.

3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι πρακτικές εμπορικής προώθησης αναπτύσσονται και χρησιμοποιούνται κατά τρόπο δίκαιο και μη παραπλανητικό και ότι είναι κατάλληλες για το κοινό-στόχο. 

4.Όταν ο παραγωγός βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος εκπονεί και παρέχει διαφημιστική ανακοίνωση που θα χρησιμοποιηθεί από διανομέα, ο παραγωγός είναι υπεύθυνος για το περιεχόμενο της εν λόγω ανακοίνωσης και την επικαιροποίησή της. Ο διανομέας είναι υπεύθυνος για τη χρήση της εν λόγω διαφημιστικής ανακοίνωσης και διασφαλίζει ότι χρησιμοποιείται μόνο για την προσδιορισμένη αγορά-στόχο και σύμφωνα με τη στρατηγική διανομής που έχει προσδιοριστεί για την εν λόγω αγορά-στόχο.

Όταν ασφαλιστική επιχείρηση ή ασφαλιστικός διαμεσολαβητής που προσφέρει ή συνιστά επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση που δεν παράγει, οργανώνουν τη δική τους διαφημιστική ανακοίνωση, είναι πλήρως υπεύθυνοι για την καταλληλότητα του περιεχομένου, την επικαιροποίηση και τη χρήση του, σύμφωνα με την προσδιορισμένη αγορά-στόχο.

5.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις στο διοικητικό όργανό τους σχετικά με τη χρήση των διαφημιστικών ανακοινώσεων και στρατηγικών που στοχεύουν σε πρακτικές εμπορικής προώθησης και τη συμμόρφωση με τις σχετικές υποχρεώσεις όσον αφορά τις διαφημιστικές ανακοινώσεις και τις πρακτικές εμπορικής προώθησης βάσει της παρούσας οδηγίας, καθώς και όσον αφορά τυχόν επισημανθείσες παρατυπίες και προτεινόμενες λύσεις.

6.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εθνικές αρμόδιες αρχές μπορούν να λαμβάνουν έγκαιρα και αποτελεσματικά μέτρα σε σχέση με οποιαδήποτε διαφημιστική ανακοίνωση ή πρακτική εμπορικής προώθησης που δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 έως 3. 

7.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές τηρούν αρχεία για όλες τις διαφημιστικές ανακοινώσεις βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων ή τις διαφημιστικές ανακοινώσεις τους που πραγματοποιεί οποιοσδήποτε τρίτος που αμείβεται ή στον οποίο παρέχονται κίνητρα μέσω μη χρηματικής αποζημίωσης.

Τα αρχεία αυτά τηρούνται για περίοδο πέντε ετών και, εφόσον ζητηθεί από την αρμόδια αρχή, για περίοδο έως επτά ετών. Τα εν λόγω αρχεία μπορούν να ανακτηθούν από την ασφαλιστική επιχείρηση ή τον διανομέα ασφαλιστικών προϊόντων κατόπιν αιτήσεως της αρμόδιας αρχής.

Τα αρχεία που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο περιέχουν όλα τα ακόλουθα:

α)    το περιεχόμενο της διαφημιστικής ανακοίνωσης·

β)    λεπτομερή στοιχεία σχετικά με το μέσο που χρησιμοποιήθηκε για τη διαφημιστική ανακοίνωση·

γ)    την ημερομηνία και τη διάρκεια της διαφημιστικής ανακοίνωσης, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών χρόνων έναρξης και λήξης·

δ)    τα στοχευόμενα τμήματα πελατών ή καθοριστικούς παράγοντες δημιουργίας προφίλ·

ε)    τα κράτη μέλη στα οποία διατέθηκε η διαφημιστική ανακοίνωση·

στ)    την ταυτότητα οποιουδήποτε τρίτου συμμετέχει στη διάδοση της διαφημιστικής ανακοίνωσης.

Τα αρχεία για τα στοιχεία ταυτότητας που αναφέρονται στο στοιχείο στ) περιέχουν τα νόμιμα ονόματα, τις καταχωρισμένες διευθύνσεις, τα στοιχεία επικοινωνίας και, κατά περίπτωση, τον διαχειριστή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης των σχετικών φυσικών ή νομικών προσώπων.

8. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, σύμφωνα με το άρθρο 38, για να συμπληρώσει την παρούσα οδηγία διευκρινίζοντας τα ακόλουθα:

α)τα βασικά χαρακτηριστικά των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων που γνωστοποιούνται σε όλες τις διαφημιστικές ανακοινώσεις οι οποίες απευθύνονται σε ιδιώτες πελάτες ή δυνητικούς ιδιώτες πελάτες, καθώς και οποιαδήποτε άλλα σχετικά κριτήρια, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα εν λόγω βασικά χαρακτηριστικά εμφανίζονται με εμφανή τρόπο και είναι εύκολα προσβάσιμα από τον μέσο ιδιώτη πελάτη, ανεξάρτητα από το μέσο επικοινωνίας·

β)τις προϋποθέσεις με τις οποίες θα πρέπει να συμμορφώνονται οι διαφημιστικές ανακοινώσεις και οι πρακτικές εμπορικής προώθησης βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων, προκειμένου να είναι δίκαιες, σαφείς, μη παραπλανητικές, ισορροπημένες ως προς την παρουσίαση πλεονεκτημάτων και κινδύνων και κατάλληλες ως προς το περιεχόμενο και τους διαύλους διανομής για το κοινό-στόχο ή, κατά περίπτωση, την αγορά-στόχο.»·

στο άρθρο 28, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αν οι οργανωτικές ή διοικητικές ρυθμίσεις που εφαρμόζει ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση σύμφωνα με το άρθρο 27 για τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων δεν επαρκούν για να εξασφαλιστεί με εύλογη βεβαιότητα ότι θα αποφευχθεί ο κίνδυνος βλάβης στα συμφέροντα των πελατών, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση γνωστοποιεί σαφώς στον πελάτη τη γενική φύση ή τις πηγές των συγκρούσεων συμφερόντων, εγκαίρως πριν ο πελάτης δεσμευθεί από σύμβαση ασφάλισης ή προσφορά.»·

το άρθρο 29 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 29

Πληροφορίες προς πελάτες και λήπτες ασφάλισης

1.Με την επιφύλαξη του άρθρου 18 και του άρθρου 19 παράγραφοι 1 και 2, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση παρέχουν στους πελάτες εγκαίρως, πριν οι πελάτες δεσμευθούν από σύμβαση ασφάλισης ή προσφορά, τις κατάλληλες πληροφορίες σε εξατομικευμένη μορφή σχετικά με τα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα που προτείνονται στους εν λόγω πελάτες. Οι εν λόγω πληροφορίες περιλαμβάνουν όλα τα ακόλουθα στοιχεία:

α)όταν παρέχονται συμβουλές,

i) αν οι συμβουλές παρέχονται σε ανεξάρτητη βάση ή όχι,

ii) αν οι συμβουλές στηρίζονται σε ευρεία ή πιο περιορισμένη ανάλυση των διαφόρων ειδών βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων και, κατά περίπτωση, των υποκείμενων επενδυτικών στοιχείων ενεργητικού και, ιδίως, εάν το εύρος αυτό περιορίζεται ή όχι στα προϊόντα και τα στοιχεία ενεργητικού που παράγονται ή διατίθενται από οντότητες που έχουν στενούς δεσμούς με τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση, ή οποιεσδήποτε άλλες νομικές ή οικονομικές σχέσεις, όπως συμβατικές σχέσεις, που είναι τόσο στενές ώστε να υπάρχει ο κίνδυνος εξασθένισης της ανεξάρτητης βάσης των παρεχομένων συμβουλών· 

iii) κατά πόσο ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση θα δίνει στον πελάτη περιοδική αξιολόγηση της καταλληλότητας του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος που συστήνεται στον εν λόγω πελάτη· 

iv) όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση παρέχει συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση σε ιδιώτη πελάτη, αν το φάσμα των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων περιορίζεται ή όχι μόνο στα επαρκώς διαφοροποιημένα, μη πολύπλοκα (όπως αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 3) και οικονομικά αποδοτικά βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα· 

v) τον τρόπο με τον οποίο τα συνιστώμενα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα λαμβάνουν υπόψη τη διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου του πελάτη· 

β)περιγραφή των κύριων χαρακτηριστικών του προτεινόμενου βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος και, κατά περίπτωση, τυχόν συνιστώμενων υποκείμενων επενδυτικών στοιχείων ενεργητικού και επενδυτικών στρατηγικών, μεταξύ άλλων κατάλληλων οδηγιών και προειδοποιήσεων σχετικά με τους κινδύνους που σχετίζονται με τα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα και, κατά περίπτωση, με τα συνιστώμενα υποκείμενα επενδυτικά στοιχεία ενεργητικού, ή όσον αφορά συγκεκριμένες επενδυτικές στρατηγικές που ακολουθεί το εν λόγω προϊόν·

γ)πληροφορίες σχετικά με την προτεινόμενη ασφαλιστική κάλυψη, μεταξύ άλλων λεπτομερή στοιχεία των ασφαλιστικών παροχών και δικαιωμάτων προαίρεσης και των περιστάσεων που θα τις καθιστούσαν απαιτητές καθώς και, κατά περίπτωση, περίληψη των κινδύνων που αποκλείονται και των εξαιρέσεων για τις οποίες δεν μπορούν να διατυπωθούν απαιτήσεις·

δ)πληροφορίες για όλα τα ρητά και σιωπηρά κόστη, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές τρίτων, συμπεριλαμβανομένων όλου του κόστους και των επιβαρύνσεων που σχετίζονται με τη διανομή του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος, καθώς και του κόστους παροχής συμβουλών, κατά περίπτωση, για τον τρόπο με τον οποίο μπορεί ο πελάτης να το πληρώσει και τη διάρκεια των πληρωμών·

ε)το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σύμβαση και την αρμόδια δικαιοδοσία·

στ)γενικές πληροφορίες σχετικά με τους φορολογικούς κανόνες που ισχύουν για τον συγκεκριμένο τύπο βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο δ) συνοδεύονται από κατάλληλη επεξήγηση, σε τυποποιημένη και κατανοητή για τον μέσο ιδιώτη πελάτη γλώσσα, σχετικά με τον αντίκτυπο του κόστους, των επιβαρύνσεων και των τυχόν πληρωμών τρίτων στην αναμενόμενη απόδοση.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις παρουσιάζουν τις πληροφορίες για όλα τα κόστη, τις επιβαρύνσεις και τις πληρωμές τρίτων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο δ) σε συγκεντρωτική μορφή ώστε να μπορεί ο πελάτης να κατανοήσει το συνολικό κόστος και το αθροιστικό αποτέλεσμα στην απόδοση της επένδυσης. Το συνολικό κόστος εκφράζεται σε χρηματικούς όρους και ποσοστά που υπολογίζονται για τη διάρκεια του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος. Αν το ζητήσει ο πελάτης, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις παρέχουν αναλυτική καταγραφή των εν λόγω πληροφοριών.

Οι πληρωμές τρίτων που καταβάλλονται ή λαμβάνονται από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση σε σχέση με την παροχή ή τη διανομή του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος, αναλύονται χωριστά. Ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση γνωστοποιεί την αθροιστική επίπτωση των εν λόγω πληρωμών τρίτων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν επαναλαμβανόμενων πληρωμών τρίτων, στην καθαρή απόδοση κατά τη διάρκεια του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος. Ο σκοπός των πληρωμών τρίτων και η επίπτωσή τους στην καθαρή απόδοση εξηγούνται με τυποποιημένο τρόπο και σε γλώσσα κατανοητή για τον μέσο ιδιώτη πελάτη.

2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι παραγωγοί βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων συντάσσουν συνοπτικό εξατομικευμένο έγγραφο που περιέχει τις βασικές πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται ετησίως σε κάθε ιδιώτη πελάτη που κατέχει το προϊόν (στο εξής: ετήσια κατάσταση).

Η ακριβής ημερομηνία στην οποία αναφέρονται οι πληροφορίες στην ετήσια κατάσταση αναγράφεται σε εμφανή θέση.

Οι πληροφορίες στην ετήσια κατάσταση είναι ακριβείς και επικαιροποιημένες.

Οι παραγωγοί διαθέτουν δωρεάν την ετήσια κατάσταση σε κάθε ιδιώτη λήπτη ασφάλισης σε ηλεκτρονική μορφή. Έντυπο αντίγραφο παρέχεται κατόπιν αιτήσεως, επιπλέον οποιασδήποτε άλλης πληροφορίας διατίθεται με ηλεκτρονικά μέσα.

Η ετήσια κατάσταση δεν χρειάζεται να παρέχεται όταν ο παραγωγός παρέχει στους ιδιώτες λήπτες ασφάλισης πρόσβαση σε επιγραμμικό σύστημα, το οποίο θεωρείται σταθερό μέσο, όπου επικαιροποιημένες καταστάσεις με τις σχετικές πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 3 είναι εύκολα προσβάσιμες και ο παραγωγός διαθέτει αποδείξεις ότι ο ιδιώτης λήπτης ασφάλισης είχε πρόσβαση στις εν λόγω καταστάσεις τουλάχιστον μία φορά κατά τους προηγούμενους 12 μήνες.

3.Η ετήσια κατάσταση περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες βασικές πληροφορίες:

α)το συνολικό κόστος, τις συναφείς επιβαρύνσεις και τις πληρωμές τρίτων, εκφρασμένα αναλυτικά σε χρηματικούς όρους και ποσοστά, τα οποία καταβλήθηκαν ή επιβάρυναν, άμεσα ή έμμεσα, τον ιδιώτη λήπτη ασφάλισης κατά τους προηγούμενους 12 μήνες, καθώς και σε ενοποιημένη βάση από την έναρξη ισχύος της σύμβασης σε σχέση με το βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν·

β)την ετήσια απόδοση καθενός από τα υποκείμενα επενδυτικά στοιχεία ενεργητικού του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος και την ετήσια συνολική απόδοση του χαρτοφυλακίου, το καθένα σε σύγκριση με προηγούμενες αποδόσεις παρελθόντων ετών·

γ)τους συνολικούς φόρους, συμπεριλαμβανομένου τέλους χαρτοσήμου, φόρου συναλλαγών, παρακρατούμενου φόρου και τυχόν άλλων φόρων όταν εισπράττονται από την ασφαλιστική επιχείρηση, με διαχωρισμό ανά φόρο, και βαρύνουν τον ιδιώτη πελάτη σε σχέση με το βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν· 

δ)κατά περίπτωση, την αγοραία αξία ή την εκτιμώμενη αξία, όταν η αγοραία αξία δεν είναι διαθέσιμη, των υποκείμενων επενδυτικών στοιχείων ενεργητικού του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος·

ε)πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν από τον ιδιώτη λήπτη ασφάλισης όσον αφορά το βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν, όπως επενδύσεις, καταθέσεις, εισφορές, ασφάλιστρα και προμήθειες, κατά τους προηγούμενους 12 μήνες, αφαιρώντας τυχόν αναλήψεις που έγιναν·

στ)προσαρμοσμένες μεμονωμένες προβλέψεις του αναμενόμενου αποτελέσματος στο τέλος της συμβατικής ή συνιστώμενης περιόδου διακράτησης με βάση την τρέχουσα αξία της επένδυσης και την εξέλιξη της απόδοσής της μέχρι εκείνη τη στιγμή καθώς και σε σύνδεση με τα προσυμβατικά σενάρια απόδοσης στο έγγραφο βασικών πληροφοριών που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1286/2014, καθώς και δήλωση αποποίησης ευθύνης στην οποία αναφέρεται ότι οι εν λόγω προβλέψεις ενδέχεται να διαφέρουν από την πραγματική τελική αξία της επένδυσης·

ζ)πληροφορίες σχετικά με τις προϋποθέσεις και τις οικονομικές συνέπειες του πρόωρου τερματισμού της επένδυσης ή της αλλαγής παρόχων, συμπεριλαμβανομένης της αξίας εξαγοράς και των προϋποθέσεων για την εξαγορά του ασφαλιστηρίου συμβολαίου·

η)σύντομη περίληψη για την ασφαλιστική κάλυψη, ιδίως τις ασφαλιστικές παροχές και τυχόν δικαιώματα προαίρεσης, καθώς και πληροφορίες σχετικά με το τι συμβαίνει όταν πεθάνει ο ασφαλισμένος ή επέλθει άλλο ασφαλιζόμενο συμβάν·

θ)στην περίπτωση βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων για τα οποία οι όροι και οι προϋποθέσεις του ασφαλιστηρίου προβλέπουν περιοδικές αναθεωρήσεις ασφαλίστρων, τα προβλεπόμενα ασφάλιστρα που απαιτούνται για τη διατήρηση των υφιστάμενων παροχών προστασίας έως την ηλικία των 55, 65, 75 και 85 ετών.

4.Οι πληροφορίες που περιγράφονται στην παράγραφο 1 και η ετήσια κατάσταση που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3 παρέχονται σε ιδιώτες πελάτες και λήπτες ασφάλισης με τη χρήση τυποποιημένης ενωσιακής ορολογίας και μορφής. 

Η ΕΑΑΕΣ, αφού ζητήσει τη γνώμη της ΕΑΚΑΑ και μετά τη διεξαγωγή ελέγχων ικανοποίησης καταναλωτών και ελέγχων ικανοποίησης του κλάδου, καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να προσδιορίσει:

α)τη σχετική μορφή για την παροχή των πληροφοριών που απαριθμούνται στις παραγράφους 1 και 3, συμπεριλαμβανομένης της μορφής και της έκτασης του εγγράφου, και το περιεχόμενο καθενός από τα στοιχεία των πληροφοριών· 

β)την τυποποιημένη ενωσιακή ορολογία και τις σχετικές επεξηγήσεις που θα χρησιμοποιούνται για την παροχή των πληροφοριών που απαριθμούνται στις παραγράφους 1 και 3. Οι επεξηγήσεις διασφαλίζουν ότι είναι πιθανό να γίνουν κατανοητές από οποιονδήποτε ιδιώτη πελάτη χωρίς ειδικές γνώσεις για επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση.

Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ΕΕ: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει την παρούσα οδηγία με την έγκριση των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο, σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.

5.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση προβάλλουν τις κατάλληλες προειδοποιήσεις στο ενημερωτικό υλικό, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, που παρέχεται στους ιδιώτες πελάτες, για να τους προειδοποιούν σχετικά με τους ειδικούς κινδύνους ενδεχόμενων ζημιών που ενέχουν τα ιδιαιτέρως επικίνδυνα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα και, κατά περίπτωση, τα υποκείμενα επενδυτικά στοιχεία ενεργητικού.

Η ΕΑΑΕΣ, έως τις [18 μήνες μετά την έναρξη ισχύος της τροποποιητικής οδηγίας], καταρτίζει και επικαιροποιεί περιοδικά κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την έννοια των ιδιαιτέρως επικίνδυνων βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων τύπων βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων.

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για να προσδιορίσει περαιτέρω τη μορφή και το περιεχόμενο των εν λόγω προειδοποιήσεων κινδύνου, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων τύπων βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων και ειδών επικοινωνίας.

Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τα εν λόγω ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ΕΕ: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο τρίτο εδάφιο σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.

Η ΕΑΑΕΣ παρακολουθεί τη συνεπή εφαρμογή των προειδοποιήσεων κινδύνου σε ολόκληρη την Ένωση. Σε περίπτωση ανησυχιών σχετικά με τη χρήση ή την απουσία χρήσης ή την εποπτεία της χρήσης των εν λόγω προειδοποιήσεων κινδύνου στα κράτη μέλη, που ενδέχεται να έχει ουσιώδη αντίκτυπο στην προστασία των επενδυτών, η ΕΑΑΕΣ, μετά από διαβούλευση με τις οικείες αρμόδιες αρχές, μπορεί να επιβάλει τη χρήση προειδοποιήσεων κινδύνου από τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση.»·

παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα 29α και 29β:

«Άρθρο 29α

Αντιπαροχές

1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ή οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που παράγουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση ή διανέμουν τα εν λόγω προϊόντα σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφοι 2 και 3 δεν καταβάλλουν ούτε λαμβάνουν καμία αμοιβή ή προμήθεια, ούτε παρέχουν ούτε τους παρέχεται οποιοδήποτε μη χρηματικό όφελος όσον αφορά την παροχή ή τη διανομή βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος σε σχέση με οποιοδήποτε μέρος εκτός από τον πελάτη ή πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό του πελάτη.

Η απαγόρευση που περιέχεται στο πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται σε ήσσονος σημασίας μη χρηματικά οφέλη συνολικής αξίας κάτω των 100 EUR ετησίως ή τέτοιας κλίμακας και φύσης ώστε τα εν λόγω οφέλη να μην παραβλάπτουν τη συμμόρφωση με την υποχρέωση του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης να ενεργούν προς το βέλτιστο συμφέρον του πελάτη τους, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω οφέλη έχουν γνωστοποιηθεί με σαφήνεια στον πελάτη.

Οποιαδήποτε καταβολή αμοιβής ή οφέλους, που επιτρέπει ή απαιτείται για την παροχή υπηρεσιών, όπως τα ρυθμιστικά τέλη ή τα νομικά έξοδα, και η οποία δεν μπορεί από τη φύση της να οδηγήσει σε σύγκρουση με την υποχρέωση του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή ή της ασφαλιστικής επιχείρησης να ενεργούν με εντιμότητα, δικαιοσύνη και επαγγελματισμό προς το βέλτιστο συμφέρον των πελατών τους, δεν υπόκειται στις απαιτήσεις που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο.

2.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ή οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, όταν διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 1, λαμβάνουν ή καταβάλλουν αμοιβές ή οφέλη σε σχέση με τρίτους μόνο υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ή οι εν λόγω ασφαλιστικές επιχειρήσεις διασφαλίζουν ότι η λήψη ή η καταβολή των εν λόγω αμοιβών ή οφελών δεν παραβλάπτει τη συμμόρφωση με την υποχρέωσή τους να ενεργούν με εντιμότητα, δικαιοσύνη και επαγγελματισμό προς το βέλτιστο συμφέρον των πελατών τους. Οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις γνωστοποιούν την ύπαρξη, τη φύση και το ποσό των εν λόγω πληρωμών τρίτων σύμφωνα με το άρθρο 29.

3.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ενημερώνουν, κατά περίπτωση, τον πελάτη σχετικά με τους μηχανισμούς για τη μεταβίβαση στον πελάτη οποιασδήποτε αμοιβής, προμήθειας, χρηματικού ή μη χρηματικού οφέλους που έχει ληφθεί σε σχέση με τη διανομή του βασιζόμενου σε ασφάλιση προϊόντος.

4.Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν αυστηρότερες απαιτήσεις στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις σε σχέση με θέματα που καλύπτονται από το παρόν άρθρο. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη μπορούν επιπροσθέτως να απαγορεύουν ή να περιορίζουν περαιτέρω την προσφορά ή την αποδοχή αμοιβών, προμηθειών ή μη χρηματικών οφελών από τρίτους σε σχέση με την παροχή ασφαλιστικών συμβουλών.

Στις αυστηρότερες απαιτήσεις μπορεί να περιλαμβάνονται οποιεσδήποτε τέτοιου είδους αμοιβές, προμήθειες ή μη χρηματικά οφέλη που πρέπει να επιστρέφονται στους πελάτες ή να αντισταθμίζουν αμοιβές που έχει καταβάλει ο πελάτης.

Όλοι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ή οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις συμμορφώνονται προς τις αυστηρότερες απαιτήσεις ενός κράτους μέλους που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, μεταξύ άλλων και εκείνοι που εργάζονται στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή της ελευθερίας εγκατάστασης, όταν συνάπτουν συμβάσεις ασφάλισης με πελάτες που έχουν τη συνήθη διαμονή ή εγκατάστασή τους στο εν λόγω κράτος μέλος.

5.Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώσει την παρούσα οδηγία με την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 38, ώστε να προσδιορίσει περαιτέρω τα ακόλουθα:

α)τον τρόπο με τον οποίο οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις οφείλουν να συμμορφώνονται με τις αρχές που ορίζονται στο παρόν άρθρο·

β)τα κριτήρια για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που καταβάλλουν ή εισπράττουν αντιπαροχές προς την υποχρέωσή τους να ενεργούν με έντιμο, αμερόληπτο και επαγγελματικό τρόπο προς το βέλτιστο συμφέρον του πελάτη.

6.Τρία έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας (ΕΕ) [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ο αριθμός της τροποποιητικής οδηγίας] και κατόπιν διαβούλευσης με την ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΑΕΣ, η Επιτροπή αξιολογεί τις επιπτώσεις των πληρωμών τρίτων στους ιδιώτες επενδυτές, ιδίως υπό το πρίσμα των ενδεχόμενων συγκρούσεων συμφερόντων και όσον αφορά τη διαθεσιμότητα συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση, και εκτιμά τις επιπτώσεις των σχετικών διατάξεων της οδηγίας (ΕΕ) [Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί ο αριθμός της τροποποιητικής οδηγίας] στους ιδιώτες επενδυτές. Εάν είναι αναγκαίο για την πρόληψη ζημίας των καταναλωτών, η Επιτροπή προτείνει νομοθετικές τροποποιήσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

                       Άρθρο 29β

Βέλτιστο συμφέρον των πελατών

1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, προκειμένου να ενεργούν προς το βέλτιστο συμφέρον του πελάτη σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1, κατά την παροχή συμβουλών σε πελάτες σχετικά με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές υποχρεούνται:

α)να παρέχουν τις εν λόγω συμβουλές βάσει αξιολόγησης ενός κατάλληλου φάσματος βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων και, κατά περίπτωση, υποκείμενων επενδυτικών στοιχείων ενεργητικού·

β)να συνιστούν το οικονομικά αποδοτικότερο βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν και, κατά περίπτωση, τα οικονομικά αποδοτικότερα υποκείμενα επενδυτικά στοιχεία ενεργητικού μεταξύ των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων που προσδιορίζονται ως κατάλληλα για τον πελάτη σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 1 και προσφέρουν παρόμοια χαρακτηριστικά·

γ)να συνιστούν, μεταξύ του φάσματος των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων που προσδιορίζονται ως κατάλληλα για τον πελάτη σύμφωνα με το άρθρο 30 παράγραφος 1, ένα ή περισσότερα επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση και, κατά περίπτωση, υποκείμενα επενδυτικά στοιχεία ενεργητικού, χωρίς πρόσθετα χαρακτηριστικά που δεν είναι απαραίτητα για την επίτευξη των στόχων του πελάτη και που προκαλούν επιπλέον κόστος·

δ)να συνιστούν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, των οποίων η ασφαλιστική κάλυψη συνάδει με τις ασφαλιστικές απαιτήσεις και ανάγκες του πελάτη.

2.Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να συμπληρώσει την παρούσα οδηγία με την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 38 με στόχο τον περαιτέρω προσδιορισμό του τρόπου με τον οποίο οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις πρέπει να συμμορφώνονται με τις αρχές που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις λαμβάνουν υπόψη τη φύση των υπηρεσιών που προσφέρονται ή παρέχονται στον πελάτη, τη φύση των προϊόντων που προσφέρονται ή εξετάζονται, συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων τύπων βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων.»·

το άρθρο 30 τροποποιείται ως εξής:

α)παρεμβάλλεται η παράγραφος -1:

«-1. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση να αξιολογούν την καταλληλότητα ή τη συμβατότητα των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων και, κατά περίπτωση, των υποκείμενων επενδυτικών στοιχείων ενεργητικού που συνιστούν σε πελάτες ή που ζητούνται από πελάτες, εγκαίρως πριν οι πελάτες δεσμευθούν από σύμβαση ασφάλισης ή προσφορά. Καθεμία από αυτές τις αξιολογήσεις διενεργείται με βάση τις αναλογικές και αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τον πελάτη, όπως αυτές αντλούνται από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση εξηγούν στους πελάτες τον σκοπό της αξιολόγησης καταλληλότητας ή συμβατότητας πριν τους ζητηθούν οποιεσδήποτε πληροφορίες. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση προειδοποιούν τους πελάτες, σε τυποποιημένη μορφή, για όλα τα ακόλουθα:

α)ότι η παροχή ανακριβών ή ελλιπών πληροφοριών μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα της αξιολόγησης που θα διενεργήσει ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση·

β)ότι η έλλειψη πληροφοριών δεν επιτρέπει στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές και τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση να προσδιορίσουν εάν η σκοπούμενη υπηρεσία ή το σκοπούμενο χρηματοπιστωτικό μέσο είναι κατάλληλη/-ο ή συμβατή/-ό για τον πελάτη, καθώς και να παράσχουν συμβουλές.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση παρέχουν στους πελάτες, κατόπιν αιτήσεώς τους, έκθεση σχετικά με τις πληροφορίες που συλλέχθηκαν για την αξιολόγηση καταλληλότητας ή συμβατότητας. Η έκθεση αυτή υποβάλλεται σε τυποποιημένη μορφή, όπως έχει καταρτιστεί από την ΕΑΑΕΣ.

Η ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων ώστε να καθοριστούν η επεξήγηση και η προειδοποίηση που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο, καθώς και η μορφή και το περιεχόμενο της έκθεσης που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο.

Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ΕΕ: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έγκρισης των εν λόγω ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.»·

β)οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 παράγραφος 1, όταν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση παρέχει συμβουλές για επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, λαμβάνει τις πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την εμπειρία του πελάτη στον επενδυτικό τομέα που αφορά τον συγκεκριμένο τύπο βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος ή, κατά περίπτωση, υποκείμενων επενδυτικών στοιχείων ενεργητικού που προσφέρονται ή ζητούνται, σχετικά με τη χρηματοοικονομική κατάσταση του εν λόγω πελάτη, περιλαμβανομένης της σύνθεσης τυχόν υφιστάμενων χαρτοφυλακίων, της ικανότητάς του να υποστεί πλήρεις ή μερικές ζημίες, των επενδυτικών αναγκών και στόχων, περιλαμβανομένων τυχόν προτιμήσεων βιωσιμότητας, καθώς και του επιπέδου ανοχής κινδύνου, ώστε να μπορεί ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση να συστήσει στον πελάτη τα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα που είναι κατάλληλα για την περίπτωση του εν λόγω προσώπου και που, ιδίως, είναι σύμφωνα με το επίπεδο ανοχής κινδύνου του, με την ικανότητά του να υποστεί ζημίες και με την ανάγκη για διαφοροποίηση χαρτοφυλακίου.

Κατά την παροχή σε ιδιώτες πελάτες συμβουλών σε ανεξάρτητη βάση, οι οποίες περιορίζονται σε επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση που είναι επαρκώς διαφοροποιημένα, μη πολύπλοκα και οικονομικά αποδοτικά, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση δεν υποχρεούται να αντλήσει πληροφορίες για τη γνώση και την εμπειρία του πελάτη σχετικά με τα εξεταζόμενα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα ή σχετικά με τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου του πελάτη.

Κατά την παροχή συμβουλών η οποία συνεπάγεται αλλαγή μεταξύ υποκείμενων επενδυτικών στοιχείων ενεργητικού, οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις αντλούν τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τα υφιστάμενα υποκείμενα επενδυτικά στοιχεία ενεργητικού του πελάτη και τα συνιστώμενα νέα επενδυτικά στοιχεία ενεργητικού και αναλύουν το αναμενόμενο κόστος και όφελος όσον αφορά την αλλαγή, προκειμένου να μπορούν εύλογα να αποδείξουν ότι τα οφέλη της αλλαγής αναμένεται να υπερτερούν του κόστους.

2. Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 παράγραφος 1, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν δεν παρέχονται συμβουλές σε σχέση με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση ζητά από τον πελάτη να παράσχει πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την εμπειρία του εν λόγω προσώπου στον επενδυτικό τομέα που αφορά τον συγκεκριμένο τύπο βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος ή, κατά περίπτωση, υποκείμενων επενδυτικών στοιχείων ενεργητικού, που προσφέρονται ή ζητούνται, καθώς και σχετικά με την ικανότητα του προσώπου να υποστεί πλήρεις ή μερικές ζημίες και το επίπεδο ανοχής κινδύνου, ώστε να μπορεί ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση να αξιολογήσει αν το σκοπούμενο ή τα σκοπούμενα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα είναι κατάλληλα για τον πελάτη.

Εάν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση κρίνει, βάσει των πληροφοριών που έχει λάβει σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, ότι το προϊόν δεν είναι κατάλληλο για τον πελάτη, οφείλει να τον προειδοποιήσει. Η προειδοποίηση αυτή παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή και καταγράφεται.

Ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση δεν προβαίνει στη διανομή βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος που υπόκειται σε προειδοποίηση η οποία υποδεικνύει ότι το προϊόν της υπηρεσίας δεν είναι κατάλληλο, εκτός εάν ο πελάτης ζητήσει να προχωρήσει σε αυτήν παρά την εν λόγω προειδοποίηση και η ασφαλιστική επιχείρηση αποδεχθεί να συνάψει τη σύμβαση κατόπιν αιτήματος του πελάτη. Τόσο το αίτημα του πελάτη όσο και η αποδοχή της ασφαλιστικής επιχείρησης καταγράφονται.

H ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τη μορφή και το περιεχόμενο της προειδοποίησης που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο.

Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ΕΕ: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εν λόγω ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.

3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 παράγραφος 1, όταν δεν παρέχονται συμβουλές σε σχέση με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, και να επιτρέψουν στους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές ή τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να ασκήσουν δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων σε σχέση με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση εντός της επικράτειάς τους χωρίς να πρέπει να λάβουν τις πληροφορίες ή να προβούν στη διαπίστωση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)οι δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων σχετίζονται με ένα από τα ακόλουθα:

i) επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση τα οποία παρέχουν μόνο επενδυτική έκθεση σε χρηματοπιστωτικά μέσα που θεωρούνται μη πολύπλοκα βάσει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και δεν περιλαμβάνουν μια δομή η οποία δυσκολεύει τον πελάτη να κατανοήσει τους συνεπαγόμενους κινδύνους·

ii) άλλα μη πολύπλοκα επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου·

β)η δραστηριότητα διανομής ασφαλιστικών προϊόντων πραγματοποιείται κατόπιν πρωτοβουλίας του πελάτη·

γ)ο πελάτης έχει ενημερωθεί σαφώς ότι, κατά την παροχή της δραστηριότητας διανομής ασφαλιστικών προϊόντων, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση δεν υποχρεούται να αξιολογήσει την καταλληλότητα του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος ή της δραστηριότητας διανομής ασφαλιστικών προϊόντων που παρέχεται ή προσφέρεται και ότι ο πελάτης δεν καλύπτεται από την αντίστοιχη προστασία που παρέχουν οι σχετικοί κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας. Η προειδοποίηση αυτή παρέχεται σε τυποποιημένη μορφή·

δ)ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει των άρθρων 27 και 28.

Όλοι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ή οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, μεταξύ άλλων και εκείνοι που εργάζονται στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή της ελευθερίας εγκατάστασης, όταν διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση σε πελάτες που έχουν τη συνήθη διαμονή ή εγκατάστασή τους σε κράτος μέλος το οποίο δεν κάνει χρήση της παρέκκλισης που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο, συμμορφώνονται με τις εφαρμοστέες διατάξεις στο εν λόγω κράτος μέλος.

H ΕΑΑΕΣ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τη μορφή και το περιεχόμενο της προειδοποίησης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο γ).

Η ΕΑΑΕΣ υποβάλλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή το αργότερο έως τις [ΕΕ: να προστεθεί ημερομηνία 18 μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος].

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εγκρίνει τα εν λόγω ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010.»·

γ) η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ή οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις παρέχουν στον πελάτη επαρκείς αναφορές, σε σταθερό μέσο, σχετικά με τις δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων. Στις εν λόγω αναφορές περιέχονται περιοδικές ανακοινώσεις προς τους πελάτες, λαμβανομένων υπόψη του τύπου και του σύνθετου χαρακτήρα των συναφών βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων και της φύσης της υπηρεσίας που παρέχεται στον πελάτη και περιέχεται, ανάλογα με την περίπτωση, το κόστος των συναλλαγών και των υπηρεσιών που εκτελούνται ή παρέχονται για λογαριασμό του πελάτη.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ή οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, κατά την παροχή συμβουλών σχετικά με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, παρέχουν στον πελάτη, αρκετά πριν από τη σύναψη της σύμβασης και σε σταθερό μέσο, δήλωση καταλληλότητας όπου προσδιορίζονται οι συμβουλές που δόθηκαν και ο τρόπος με τον οποίο οι συμβουλές αυτές ανταποκρίνονται στις προτιμήσεις, τους στόχους και τα άλλα χαρακτηριστικά του πελάτη. Η παροχή της εν λόγω δήλωσης πραγματοποιείται αρκετά πριν ο πελάτης δεσμευθεί από σύμβαση ασφάλισης ή προσφορά, ώστε να διασφαλίζεται ότι ο πελάτης έχει αρκετό χρόνο να την εξετάσει και, όπου είναι αναγκαίο, να αντλήσει πρόσθετες πληροφορίες ή διευκρινίσεις από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν η σύμβαση ασφάλισης συνάπτεται με χρήση μέσου επικοινωνίας από απόσταση, το οποίο παρεμποδίζει την εκ των προτέρων επίδοση της δήλωσης καταλληλότητας, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση μπορεί να παρέχει τη δήλωση καταλληλότητας σε σταθερό μέσο αμέσως μετά τη δέσμευση του πελάτη με σύμβαση ασφάλισης, υπό τον όρο ότι πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)ο πελάτης έχει συγκατατεθεί να παραλάβει τη δήλωση καταλληλότητας, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, μετά τη σύναψη της σύμβασης·

β)ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση έχει προσφέρει στον πελάτη τη δυνατότητα να καθυστερήσει τη σύναψη της σύμβασης ώστε να παραλάβει πρώτα τη δήλωση καταλληλότητας της εν λόγω σύμβασης.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, αν ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση έχει ενημερώσει τον πελάτη ότι θα πραγματοποιεί περιοδική αξιολόγηση της καταλληλότητας, η περιοδική έκθεση περιέχει επικαιροποιημένη δήλωση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο το βασιζόμενο σε ασφάλιση επενδυτικό προϊόν ανταποκρίνεται στις προτιμήσεις, τους στόχους και άλλα χαρακτηριστικά του ιδιώτη πελάτη.»·

δ)παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι 5α, 5β και 5γ:

«5α. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν αυστηρότερες απαιτήσεις στους διανομείς σε σχέση με θέματα που καλύπτονται από το παρόν άρθρο. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη μπορούν να καταστήσουν υποχρεωτικές τις συμβουλές που αναφέρονται στο άρθρο 30 όταν πρόκειται για τις πωλήσεις οποιωνδήποτε βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων, ή για ορισμένους τύπους αυτών.

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι όλοι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές ή οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις συμμορφώνονται προς τις αυστηρότερες απαιτήσεις τους που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, μεταξύ άλλων και εκείνοι που εργάζονται στο πλαίσιο της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή της ελευθερίας εγκατάστασης, όταν συνάπτουν συμβάσεις ασφάλισης με πελάτες που έχουν τη συνήθη διαμονή ή εγκατάστασή τους στο εν λόγω κράτος μέλος.

5β. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση που διανέμουν επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, όταν ενημερώνουν τον πελάτη ότι οι συμβουλές παρέχονται σε ανεξάρτητη βάση:

α)να αξιολογούν επαρκώς μεγάλο αριθμό ασφαλιστικών προϊόντων που διατίθενται στην αγορά και τα οποία είναι επαρκώς διαφοροποιημένα ανάλογα με τον τύπο και τους παρόχους προϊόντων, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι στόχοι του πελάτη μπορούν να εκπληρωθούν με κατάλληλο τρόπο, και να μην περιορίζονται σε ασφαλιστικά προϊόντα που εκδίδονται ή παρέχονται από οντότητες που έχουν στενούς δεσμούς με τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ή την ασφαλιστική επιχείρηση·

β)να μην αποδέχονται και να μην παρακρατούν αμοιβές, προμήθειες ή άλλα χρηματικά ή μη χρηματικά οφέλη που καταβάλλονται ή παρέχονται από τρίτο ή από πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό τρίτου σε σχέση με την παροχή της υπηρεσίας προς τους πελάτες.

5γ. Κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών σε ιδιώτες πελάτες σε ανεξάρτητη βάση, ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής ή η ασφαλιστική επιχείρηση μπορούν να περιορίσουν την αξιολόγηση σε σχέση με τον τύπο των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 5β στοιχείο α) στα επαρκώς διαφοροποιημένα, οικονομικά αποδοτικά και μη πολύπλοκα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα. Πριν αποδεχθεί την εν λόγω υπηρεσία, ο ιδιώτης πελάτης ενημερώνεται δεόντως για τη δυνατότητα και τις προϋποθέσεις πρόσβασης σε συνήθεις συμβουλές σε ανεξάρτητη βάση και για τα σχετικά οφέλη και τους σχετικούς περιορισμούς.»·

ε)η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να συμπληρώνει την παρούσα οδηγία με την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 38 για τον περαιτέρω προσδιορισμό του τρόπου με τον οποίο οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές και οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις πρέπει να συμμορφώνονται με τις αρχές που ορίζονται στο παρόν άρθρο κατά την εκτέλεση δραστηριοτήτων διανομής ασφαλιστικών προϊόντων σε σχέση με επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση, μεταξύ άλλων όσον αφορά:

α)τις πληροφορίες που αντλούνται κατά την αξιολόγηση της καταλληλότητας και της συμβατότητας βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων για τους πελάτες τους·

β)τα κριτήρια για την αξιολόγηση των μη πολύπλοκων βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων για τους σκοπούς της παραγράφου 3 στοιχείο α) σημείο ii) του παρόντος άρθρου·

γ)το περιεχόμενο και τη μορφή των αρχείων και των συμφωνιών για την παροχή υπηρεσιών σε πελάτες και των περιοδικών αναφορών στους πελάτες σχετικά με τις παρεχόμενες υπηρεσίες.

Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις λαμβάνουν υπόψη τη φύση των υπηρεσιών που προσφέρονται ή παρέχονται στον πελάτη, τη φύση των προϊόντων που προσφέρονται ή εξετάζονται, συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων τύπων βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων και της ιδιωτικής ή επαγγελματικής φύσης του πελάτη.»·

το άρθρο 35 παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α) ειδικές διαδικασίες για την παραλαβή καταγγελιών για ενδεχόμενες ή πραγματικές παραβάσεις και την παρακολούθησή τους, συμπεριλαμβανομένης της σύστασης ασφαλών διαύλων επικοινωνίας για τις εν λόγω καταγγελίες. »·

β)προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

   «Οι ειδικές διαδικασίες που αναφέρονται στο στοιχείο α) περιλαμβάνουν επίσης τη δημιουργία, στην αρχική σελίδα του ιστοτόπου κάθε αρμόδιας αρχής, συνδέσμου προς ένα απλό έντυπο καταγγελίας που επιτρέπει σε οποιοδήποτε πρόσωπο να καταγγείλει ενδεχόμενες ή πραγματικές παραβάσεις του δικαίου της Ένωσης. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αρμόδιες αρχές να αναλύουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, όλες τις καταγγελίες που υποβάλλονται μέσω του εν λόγω εντύπου καταγγελίας·»

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 35α:

«Άρθρο 35α

Διαδικασία αντιμετώπισης δραστηριοτήτων που προσφέρονται μέσω ψηφιακών μέσων χωρίς άδεια ή εγγραφή

1.Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, όταν φυσικό ή νομικό πρόσωπο ασκεί δραστηριότητες διανομής ασφαλιστικών προϊόντων στο διαδίκτυο με στόχο πελάτες εντός της επικράτειάς τους χωρίς να έχει εγγραφεί σύμφωνα με το άρθρο 3 της παρούσας οδηγίας ή να έχει λάβει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 14 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, ή όταν αρμόδια αρχή υποψιάζεται ότι η εν λόγω οντότητα ασκεί τέτοιου είδους δραστηριότητες χωρίς να έχει εγγραφεί σύμφωνα με το άρθρο 3 της παρούσας οδηγίας ή να έχει λάβει άδεια σύμφωνα με το άρθρο 14 της οδηγίας 2009/138/ΕΚ, η αρμόδια αρχή λαμβάνει όλα τα κατάλληλα και αναλογικά μέτρα για να αποτρέψει την άσκηση των εν λόγω δραστηριοτήτων διανομής, μεταξύ άλλων σε σχέση με διαφημιστικές ανακοινώσεις, προσφεύγοντας στις εποπτικές εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 3. Τα εν λόγω μέτρα σέβονται τις αρχές της συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

2.Τα κράτη μέλη προβλέπουν ότι οι αρμόδιες αρχές δημοσιεύουν κάθε απόφαση επιβολής μέτρου βάσει της παραγράφου 1, σε συμμόρφωση με το άρθρο 32.

Οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την ΕΑΑΕΣ για κάθε απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Η ΕΑΑΕΣ δημιουργεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων που περιέχει τις αποφάσεις που υποβάλλονται από τις αρμόδιες αρχές, στην οποία έχουν πρόσβαση όλες οι αρμόδιες αρχές. Η ΕΑΑΕΣ δημοσιεύει κατάλογο όλων των υφιστάμενων αποφάσεων, με περιγραφή των οικείων φυσικών ή νομικών προσώπων και των ειδών των παρεχόμενων υπηρεσιών ή προϊόντων. Ο κατάλογος είναι προσβάσιμος από το κοινό μέσω συνδέσμου στον ιστότοπο της ΕΑΑΕΣ. Όσον αφορά τα φυσικά πρόσωπα, ο κατάλογος αυτός δεν οδηγεί στη δημοσίευση περισσότερων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εν λόγω φυσικών προσώπων από τα δεδομένα που δημοσιεύει η αρμόδια αρχή βάσει του πρώτου εδαφίου και σύμφωνα με το άρθρο 32.»·

το άρθρο 38 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 38

                   Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 39 όσον αφορά τα άρθρα 10, 25, 26α, 28, 29α, 29β και 30.»·

το άρθρο 39 τροποποιείται ως εξής:

α)οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Η προβλεπόμενη στα άρθρα 10, 25, 26α, 28, 29α, 29β και 30 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις 22 Φεβρουαρίου 2016.

3. Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στα άρθρα 10, 25, 26α, 28, 29α, 29β και 30 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.»·

β)παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 3α:

«3α. Πριν εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες που ορίζει κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου της 13ης Απριλίου 2016.»·

γ)η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 10, 25, 26α, 28, 29α, 29β και 30 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός τριών μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά τρεις μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.»·

το παράρτημα I τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα IΙI της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 3

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2009/138/ΕΚ

Το τμήμα 5 του κεφαλαίου 1 του τίτλου II της οδηγίας 2009/138/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1)ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τμήμα 5

Δικαίωμα υπαναχώρησης»·

απαλείφεται το ακόλουθο κείμενο:

«Ενότητα 1

Ασφάλιση ζημιών»·

τα άρθρα 183 και 184 απαλείφονται·

απαλείφεται το ακόλουθο κείμενο:

«Ενότητα 1

Ασφάλιση ζωής»·

το άρθρο 185 απαλείφεται.

Άρθρο 4

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2009/65/ΕΚ

Η οδηγία 2009/65/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1) το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι 1α έως 1στ:

«1α. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη απαιτούν από τις εταιρείες διαχείρισης να ενεργούν κατά τρόπο ώστε να αποτρέπεται η επιβολή αδικαιολόγητου κόστους στους ΟΣΕΚΑ και στους μεριδιούχους τους.

Το κόστος που πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις θεωρείται δικαιολογημένο:

α) το κόστος συνάδει με τις γνωστοποιήσεις στο ενημερωτικό δελτίο που αναφέρεται στο άρθρο 69 και τις βασικές πληροφορίες για τους επενδυτές που αναφέρονται στο άρθρο 78·

β) το κόστος είναι αναγκαίο για τη λειτουργία του ΟΣΕΚΑ σύμφωνα με την επενδυτική του στρατηγική και τον επενδυτικό του στόχο ή για την εκπλήρωση ρυθμιστικών απαιτήσεων·

γ) το κόστος βαρύνει τους επενδυτές κατά τρόπο που διασφαλίζει τη δίκαιη μεταχείριση των επενδυτών.

1β. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις εταιρείες διαχείρισης να τηρούν, να χρησιμοποιούν και να επανεξετάζουν αποτελεσματική διαδικασία τιμολόγησης που επιτρέπει τον προσδιορισμό και την ποσοτικοποίηση όλου του κόστους που βαρύνει τον ΟΣΕΚΑ ή τους μεριδιούχους του. Πριν από την αδειοδότηση του ΟΣΕΚΑ, και καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του, η εν λόγω διαδικασία τιμολόγησης διασφαλίζει ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) το κόστος δεν είναι αδικαιολόγητο·

β) το κόστος που βαρύνει τους ιδιώτες επενδυτές είναι δικαιολογημένο και αναλογικό, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών του ΟΣΕΚΑ, περιλαμβανομένου του επενδυτικού του στόχου, της στρατηγικής, των αναμενόμενων αποδόσεων, του επιπέδου κινδύνων και άλλων σχετικών χαρακτηριστικών.

1γ. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εταιρείες διαχείρισης είναι υπεύθυνες για την αποτελεσματικότητα και την ποιότητα της διαδικασίας τιμολόγησής τους. Η διαδικασία τιμολόγησης τεκμηριώνεται με σαφήνεια, καθορίζει σαφώς τις αρμοδιότητες των διοικητικών οργάνων της εταιρείας διαχείρισης ως προς τον καθορισμό και την επανεξέταση του κόστους που βαρύνει τους επενδυτές και υπόκειται σε περιοδική επανεξέταση. Η εκτίμηση του κόστους βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια και μεθοδολογία, όπως η σύγκριση με πρότυπα της αγοράς.

1δ. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις εταιρείες διαχείρισης να αξιολογούν τουλάχιστον ετησίως αν έχουν χρεωθεί αδικαιολόγητα κόστη στον ΟΣΕΚΑ ή στους μεριδιούχους του.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις εταιρείες διαχείρισης να αποζημιώνουν τους επενδυτές σε περίπτωση που έχουν χρεωθεί αδικαιολόγητα κόστη στον ΟΣΕΚΑ ή στους μεριδιούχους του.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις εταιρείες διαχείρισης να αναφέρουν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής τους και στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του ΟΣΕΚΑ, στον θεματοφύλακα και στους οικονομικούς ελεγκτές του ΟΣΕΚΑ, τις περιπτώσεις στις οποίες έχουν χρεωθεί αδικαιολόγητα κόστη στον ΟΣΕΚΑ ή στους μεριδιούχους του.

1ε. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις εταιρείες διαχείρισης να αξιολογούν τουλάχιστον ετησίως τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1β στοιχείο β). Η αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη τα κριτήρια που ορίζονται στη διαδικασία τιμολόγησης και περιλαμβάνει σύγκριση με τον σχετικό δείκτη αναφοράς για το κόστος και την απόδοση που δημοσιεύει η ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παράγραφο 1στ.

Εάν ο ΟΣΕΚΑ ή οι κατηγορίες μετοχών του, όταν έχουν διαφορετικές δομές κόστους, αποκλίνουν από τον σχετικό δείκτη αναφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 1στ, η εταιρεία διαχείρισης διενεργεί πρόσθετες δοκιμές και περαιτέρω αξιολογήσεις και διαπιστώνει αν παρά ταύτα το κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά. Εάν δεν μπορεί να αποδειχθεί η αιτιολόγηση και η αναλογικότητα του κόστους και των επιβαρύνσεων ή εάν ο ΟΣΕΚΑ ή οι κατηγορίες μετοχών του δεν συμμορφώνονται με άλλα κριτήρια που ορίζονται από την εταιρεία διαχείρισης στη διαδικασία τιμολόγησης, ο εν λόγω ΟΣΕΚΑ ή οι κατηγορίες μετοχών του δεν διατίθενται σε ιδιώτες επενδυτές από την εταιρεία διαχείρισης.

 

1στ. Κατόπιν διαβούλευσης με την ΕΑΑΕΣ και τις αρμόδιες αρχές, η ΕΑΚΑΑ, όπου απαιτείται, αναπτύσσει και δημοσιοποιεί δείκτες αναφοράς που επιτρέπουν τη συγκριτική αξιολόγηση του κόστους και της απόδοσης των ΟΣΕΚΑ ή των κατηγοριών μετοχών τους, όταν έχουν διαφορετικές δομές κόστους, προκειμένου να χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση που ορίζεται στην παράγραφο 1ε.

Αναπτύσσονται κοινοί δείκτες αναφοράς, όπου είναι εφικτό, για τους ΟΣΕΚΑ ή τις κατηγορίες μετοχών τους, όταν έχουν διαφορετικές δομές κόστους, που διατίθενται σε ιδιώτες επενδυτές και παρουσιάζουν παρόμοια επίπεδα απόδοσης, επίπεδα κινδύνου, στρατηγική, στόχους ή άλλα χαρακτηριστικά.

Αυτοί οι δείκτες αναφοράς προβάλλουν φάσμα κόστους και απόδοσης, ιδίως περιπτώσεις στις οποίες το κόστος και η απόδοση αποκλίνουν σημαντικά από τον μέσο όρο. Οι δείκτες αναφοράς επικαιροποιούνται τακτικά.»·

β)η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i) η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Με την επιφύλαξη του άρθρου 116, η Επιτροπή θεσπίζει, με πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση σύμφωνα με το άρθρο 112α, μέτρα με σκοπό να διασφαλισθεί ότι η εταιρεία διαχείρισης εκπληρώνει τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 έως 1ε, και ιδίως:»·

ii) το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β) τον καθορισμό των αρχών που απαιτούνται για να διασφαλισθεί ότι οι εταιρείες διαχείρισης διαθέτουν και χρησιμοποιούν αποτελεσματικά τους πόρους και τις διαδικασίες που απαιτούνται για τη δέουσα διεξαγωγή των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων·»

iii) προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία δ) και ε):

«δ) τον καθορισμό των ελάχιστων απαιτήσεων για τη διαδικασία τιμολόγησης, ώστε να αποφεύγεται η επιβολή αδικαιολόγητου κόστους στους ΟΣΕΚΑ και στους μεριδιούχους τους, ιδίως:

i) με τη διασφάλιση ότι το κόστος προσδιορίζεται και ποσοτικοποιείται ορθά και συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1α στοιχείο α)·

ii) με τον προσδιορισμό του κόστους που μπορεί να χρεωθεί στους ΟΣΕΚΑ και στους μεριδιούχους τους, λαμβανομένου υπόψη του επιπέδου του κόστους και της φύσης του κόστους με αναφορά σε κατάλογο επιλέξιμου κόστους που πληροί τις προϋποθέσεις οι οποίες ορίζονται στην παράγραφο 1α στοιχεία β) και γ), και των προϋποθέσεων υπό τις οποίες οι αρμόδιες αρχές μπορούν να εγκρίνουν κατά περίπτωση κόστος που δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο του επιλέξιμου κόστους αλλά πληροί τις προϋποθέσεις οι οποίες ορίζονται στην παράγραφο 1α στοιχεία β) και γ)·

iii) με τον προσδιορισμό ενδεχόμενων συγκρούσεων συμφερόντων και μέτρων για τον μετριασμό της εμφάνισης σύγκρουσης συμφερόντων·

iv) με τη θέσπιση διαδικασίας για τον καθορισμό του επιπέδου αποζημίωσης σε περίπτωση χρέωσης αδικαιολόγητου κόστους στους επενδυτές·

ε) την πρόβλεψη κριτηρίων για να καθορίζεται αν το κόστος είναι δικαιολογημένο και αναλογικό σύμφωνα με την παράγραφο 1β στοιχείο β), καθώς και για τη λήψη των διορθωτικών μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1ε και τον προσδιορισμό της μεθοδολογίας που χρησιμοποιεί η ΕΑΚΑΑ για την ανάπτυξη των δεικτών αναφοράς της.»·

γ)προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

«4. Έως τις…[Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = πέντε έτη από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας], μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Η έκθεση αξιολογεί τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)αν το παρόν άρθρο είχε θετικό αντίκτυπο στο κόστος και την απόδοση των ΟΣΕΚΑ που προσφέρονται σε ιδιώτες επενδυτές και σε ποιον βαθμό·

β)αν η αξιολόγηση που ορίζεται στην παράγραφο 1ε είναι αναλογική όσον αφορά την πολυπλοκότητα και το κόστος που βαρύνει τις εταιρείες διαχείρισης.»·

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 20α:

«Άρθρο 20α

Για κάθε ΟΣΕΚΑ που διαχειρίζεται, η εταιρεία διαχείρισης παρέχει στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της πληροφορίες σχετικά με το κόστος που βαρύνει τους επενδυτές και την απόδοση του ΟΣΕΚΑ, σε επίπεδο κάθε κεφαλαίου ή σε επίπεδο κατηγοριών μετοχών του ΟΣΕΚΑ όταν οι εν λόγω κατηγορίες μετοχών έχουν διαφορετικές δομές κόστους.»·

στο άρθρο 30, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για τους σκοπούς των άρθρων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, οι όροι “εταιρεία διαχείρισης” ερμηνεύονται ως “εταιρεία επενδύσεων”, με εξαίρεση το άρθρο 14 παράγραφος 1δ δεύτερο εδάφιο.»

στο άρθρο 90, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 14.»·

στο άρθρο 98 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο ιδ):

«ιδ) απαίτηση καταβολής αποζημίωσης στους επενδυτές σε περίπτωση που έχουν χρεωθεί αδικαιολόγητα κόστη στους ΟΣΕΚΑ ή στους μεριδιούχους τους.»·

στο άρθρο 99 παράγραφος 6, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«η) απαίτηση αποζημίωσης των επενδυτών σε περίπτωση που έχουν χρεωθεί αδικαιολόγητα κόστη στους ΟΣΕΚΑ ή στους μεριδιούχους τους.»·

στο άρθρο 112α παράγραφος 2, μετά το τέταρτο εδάφιο παρεμβάλλεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά το άρθρο 14 ανατίθεται στην Επιτροπή για τέσσερα έτη από τις [ΕΕ: να προστεθεί η ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας τροποποιητικής οδηγίας].»·

Άρθρο 5

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2011/61/ΕΕ

Η οδηγία 2011/61/ΕΕ τροποποιείται ως εξής:

1)το άρθρο 12 τροποποιείται ως εξής:

α)παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι 1α έως 1στ:

«1α. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ΔΟΕΕ να ενεργούν κατά τρόπο ώστε να αποτρέπεται η επιβολή αδικαιολόγητου κόστους στους ΟΕΕ και στους μεριδιούχους τους.

Το κόστος που πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις θεωρείται δικαιολογημένο:

α) το κόστος συνάδει με τις γνωστοποιήσεις στο ενημερωτικό δελτίο (φυλλάδιο) που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 3, τους κανονισμούς ή τα καταστατικά έγγραφα των κεφαλαίων όπως αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 και το έγγραφο βασικών πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1286/2014·

β) το κόστος είναι αναγκαίο για τη λειτουργία του ΟΕΕ σύμφωνα με την επενδυτική στρατηγική και τον στόχο του ή για την εκπλήρωση ρυθμιστικών απαιτήσεων·

γ) το κόστος βαρύνει τους επενδυτές κατά τρόπο που διασφαλίζει τη δίκαιη μεταχείριση των επενδυτών, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, όταν οι κανονισμοί ή τα καταστατικά έγγραφα του ΟΕΕ προβλέπουν προνομιακή μεταχείριση.

1β. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ΔΟΕΕ να τηρούν, να χρησιμοποιούν και να επανεξετάζουν αποτελεσματική διαδικασία τιμολόγησης που επιτρέπει τον προσδιορισμό και την ποσοτικοποίηση όλου του κόστους που βαρύνει τους ΟΕΕ ή τους μεριδιούχους τους. Η εν λόγω διαδικασία τιμολόγησης διασφαλίζει ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) το κόστος δεν είναι αδικαιολόγητο·

β) το κόστος που βαρύνει τους ιδιώτες επενδυτές είναι δικαιολογημένο και αναλογικό, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών του ΟΕΕ, περιλαμβανομένου του επενδυτικού του στόχου, της στρατηγικής, των αναμενόμενων αποδόσεων, του επιπέδου κινδύνων και άλλων σχετικών χαρακτηριστικών.

1γ. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι ΔΟΕΕ είναι υπεύθυνοι για την αποτελεσματικότητα και την ποιότητα της διαδικασίας τιμολόγησής τους. Η διαδικασία τιμολόγησης τεκμηριώνεται με σαφήνεια, καθορίζει σαφώς τις αρμοδιότητες των διοικητικών οργάνων του ΔΟΕΕ ως προς τον προσδιορισμό και την επανεξέταση του κόστους που βαρύνει τους επενδυτές και υπόκειται σε περιοδική επανεξέταση. Η εκτίμηση του κόστους βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια και μεθοδολογία, όπως η σύγκριση με πρότυπα της αγοράς.

1δ. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ΔΟΕΕ να αξιολογούν τουλάχιστον ετησίως αν έχουν χρεωθεί αδικαιολόγητα κόστη στους ΟΕΕ ή στους μεριδιούχους τους.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ΔΟΕΕ να αποζημιώνουν τους επενδυτές σε περίπτωση που έχουν χρεωθεί αδικαιολόγητα κόστη στους ΟΕΕ ή στους μεριδιούχους τους.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ΔΟΕΕ να αναφέρουν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής τους, στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής του ΟΕΕ, κατά περίπτωση, στον θεματοφύλακα και στους οικονομικούς ελεγκτές των ΔΟΕΕ και του ΟΕΕ, κατά περίπτωση, τις περιπτώσεις στις οποίες έχουν χρεωθεί αδικαιολόγητα κόστη στους ΟΕΕ ή στους μεριδιούχους τους.

1ε. Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους ΔΟΕΕ να αξιολογούν τουλάχιστον ετησίως τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1β στοιχείο β). Η αξιολόγηση λαμβάνει υπόψη τα κριτήρια που ορίζονται στη διαδικασία τιμολόγησης και, για τους ΟΕΕ που διατίθενται στο ευρύ επενδυτικό κοινό, περιλαμβάνει σύγκριση με τον σχετικό δείκτη αναφοράς για το κόστος και την απόδοση που δημοσιεύει η ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παράγραφο 1στ.

Εάν ο ΟΕΕ ή οι κατηγορίες μετοχών του, όταν έχουν διαφορετικές δομές κόστους, αποκλίνουν από τον σχετικό δείκτη αναφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 1στ, ο ΔΟΕΕ διενεργεί πρόσθετες δοκιμές και περαιτέρω αξιολογήσεις και διαπιστώνει εάν παρά ταύτα το κόστος και οι επιβαρύνσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά. Εάν δεν μπορεί να αποδειχθεί η αιτιολόγηση και η αναλογικότητα του κόστους και των επιβαρύνσεων ή εάν ο ΟΕΕ ή οι κατηγορίες μετοχών του δεν συμμορφώνονται με άλλα κριτήρια που ορίζονται από τον ΔΟΕΕ στη διαδικασία τιμολόγησης, ο εν λόγω ΟΕΕ ή η κατηγορία μετοχών του δεν διατίθενται στο ευρύ επενδυτικό κοινό από τον ΔΟΕΕ.

1στ. Κατόπιν διαβούλευσης με την ΕΑΑΕΣ και τις αρμόδιες αρχές, η ΕΑΚΑΑ, όπου απαιτείται, αναπτύσσει και δημοσιοποιεί δείκτες αναφοράς που επιτρέπουν τη συγκριτική αξιολόγηση του κόστους και της απόδοσης των ΟΕΕ ή των κατηγοριών μετοχών τους, όταν έχουν διαφορετικές δομές κόστους, προκειμένου να χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση που ορίζεται στην παράγραφο 1ε.

Αναπτύσσονται κοινοί δείκτες αναφοράς, όπου είναι εφικτό, για τους ΟΕΕ ή τις κατηγορίες μετοχών τους, όταν έχουν διαφορετικές δομές κόστους, που διατίθενται στο ευρύ επενδυτικό κοινό και παρουσιάζουν παρόμοια επίπεδα απόδοσης, επίπεδα κινδύνου, στρατηγική, στόχους ή άλλα χαρακτηριστικά.

Αυτοί οι δείκτες αναφοράς προβάλλουν φάσμα κόστους και απόδοσης, ιδίως περιπτώσεις στις οποίες το κόστος και η απόδοση αποκλίνουν σημαντικά από τον μέσο όρο. Οι δείκτες αναφοράς επικαιροποιούνται τακτικά.»·

β)η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Η Επιτροπή εκδίδει, με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 56 και με την επιφύλαξη των όρων των άρθρων 57 και 58, μέτρα που καθορίζουν τα κριτήρια που πρέπει να χρησιμοποιούν οι σχετικές αρμόδιες αρχές για την εκτίμηση του βαθμού στον οποίο οι ΔΟΕΕ συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, καθώς και μέτρα που διασφαλίζουν ότι ο ΔΟΕΕ συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 έως 1ε του παρόντος άρθρου, ιδίως όσον αφορά:

α) τον καθορισμό των ελάχιστων απαιτήσεων για τη διαδικασία τιμολόγησης ώστε να αποφεύγεται η επιβολή αδικαιολόγητου κόστους στους ΟΕΕ και στους μεριδιούχους τους, ιδίως:

i) με τη διασφάλιση ότι το κόστος προσδιορίζεται και ποσοτικοποιείται ορθά και συμμορφώνεται με την προϋπόθεση που ορίζεται στην παράγραφο 1α στοιχείο α)·

ii) με τον προσδιορισμό του κόστους που μπορεί να χρεωθεί στους ΟΕΕ και στους μεριδιούχους τους, λαμβανομένου υπόψη του επιπέδου του κόστους και της φύσης του κόστους με αναφορά σε κατάλογο επιλέξιμου κόστους που πληροί τις προϋποθέσεις οι οποίες ορίζονται στην παράγραφο 1α στοιχεία β) και γ) και των προϋποθέσεων υπό τις οποίες οι αρμόδιες αρχές μπορούν να εγκρίνουν κατά περίπτωση κόστος που δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο του επιλέξιμου κόστους, αλλά πληροί τις προϋποθέσεις οι οποίες ορίζονται στην παράγραφο 1α στοιχεία β) και γ)·

iii) με τον προσδιορισμό ενδεχόμενων συγκρούσεων συμφερόντων και μέτρων για τον μετριασμό της εμφάνισης σύγκρουσης συμφερόντων·

iv) με τη θέσπιση διαδικασίας για τον καθορισμό του επιπέδου αποζημίωσης σε περίπτωση χρέωσης αδικαιολόγητου κόστους στους επενδυτές.

β) την πρόβλεψη κριτηρίων για να καθορίζεται αν το κόστος είναι δικαιολογημένο και αναλογικό σύμφωνα με την παράγραφο 1β στοιχείο β), καθώς και για τη λήψη των διορθωτικών μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1ε και τον προσδιορισμό της μεθοδολογίας που χρησιμοποιεί η ΕΑΚΑΑ για την ανάπτυξη των δεικτών αναφοράς της.»·

γ)προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 4:

«4. Έως τις…[Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = πέντε έτη από την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας], μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου. Η έκθεση αξιολογεί τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)αν το παρόν άρθρο είχε θετικό αντίκτυπο στο κόστος και την απόδοση των ΟΕΕ που προσφέρονται στο ευρύ επενδυτικό κοινό και σε ποιον βαθμό·

β)αν η αξιολόγηση που ορίζεται στην παράγραφο 1ε είναι αναλογική όσον αφορά την πολυπλοκότητα και το κόστος που βαρύνει τους ΔΟΕΕ.»·

στο άρθρο 24 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο στ):

«στ) πληροφορίες για το κόστος που βαρύνει τους επενδυτές και την απόδοση του ΟΕΕ, σε επίπεδο κάθε ΟΕΕ ή σε επίπεδο κατηγοριών μετοχών του ΟΕΕ, όταν οι εν λόγω κατηγορίες μετοχών έχουν διαφορετικές δομές κόστους.»·

στο άρθρο 46 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο ιδ):

«ιδ) να απαιτούν την αποζημίωση των επενδυτών σε περίπτωση που έχουν χρεωθεί αδικαιολόγητα κόστη στους ΟΕΕ ή στους μεριδιούχους τους.»·

   στο άρθρο 56 παράγραφος 1, μετά την πρώτη περίοδο, παρεμβάλλεται η ακόλουθη περίοδος:

«Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά το άρθρο 12 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο τεσσάρων ετών από τις [ΕΕ: να προστεθεί η ημερομηνία έναρξης ισχύος της τροποποιητικής οδηγίας].»·

Άρθρο 6

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, το αργότερο την/στις …[Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = 12 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας], τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

2.Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την/τις …[Υπηρεσία Εκδόσεων: να προστεθεί η ημερομηνία = 18 μήνες από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας].

3.Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

4.Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 7

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 8

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο    Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος    Ο Πρόεδρος

Νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο – Στρατηγική για τις λιανικές επενδύσεις

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

1.1.Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.2.Σχετικοί τομείς πολιτικής

1.3.Η πρόταση αφορά

1.4.Στόχοι

1.4.1.Γενικοί στόχοι

1.4.2.Ειδικοί στόχοι

1.4.3.Αναμενόμενα αποτελέσματα και επιπτώσεις

1.4.4.    Δείκτες επιδόσεων

1.5.1.Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών, συμπεριλαμβανομένου λεπτομερούς χρονοδιαγράμματος για τη σταδιακή υλοποίηση της πρωτοβουλίας

1.5.2.Προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης (που μπορεί να προκύπτει από διάφορους παράγοντες, π.χ. οφέλη από τον συντονισμό, ασφάλεια δικαίου, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα ή συμπληρωματικότητα). Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου «προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης» είναι η αξία που απορρέει από την ενωσιακή παρέμβαση και η οποία προστίθεται στην αξία που θα είχε δημιουργηθεί αν τα κράτη μέλη ενεργούσαν μεμονωμένα.

1.5.3.Διδάγματα από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος

1.5.4.Συμβατότητα με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και ενδεχόμενες συνέργειες με άλλα κατάλληλα μέσα

1.5.5.Αξιολόγηση των διάφορων διαθέσιμων επιλογών χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων των δυνατοτήτων ανακατανομής

1.6.Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.7.Προβλεπόμενες μέθοδοι εκτέλεσης του προϋπολογισμού

2.ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

2.1.Κανόνες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων

2.2.Συστήματα διαχείρισης και ελέγχου

2.2.1.Αιτιολόγηση των τρόπων διαχείρισης, των μηχανισμών εκτέλεσης της χρηματοδότησης, των όρων πληρωμής και της προτεινόμενης στρατηγικής ελέγχου

2.2.2.Πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους που έχουν εντοπιστεί και τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου που έχουν δημιουργηθεί για τον μετριασμό τους

2.2.3.Εκτίμηση και αιτιολόγηση της οικονομικής αποδοτικότητας των ελέγχων (λόγος του κόστους του ελέγχου προς την αξία των σχετικών κονδυλίων που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης) και αξιολόγηση του εκτιμώμενου επιπέδου κινδύνου σφάλματος (κατά την πληρωμή και κατά το κλείσιμο)

2.3.Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

3.ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

3.1.Τομείς του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

3.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες

3.2.1.Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις δαπάνες

3.2.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις πιστώσεις των ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ

3.2.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στους ανθρώπινους πόρους των ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ

3.2.4.Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

3.2.5.Συμμετοχή τρίτων στη χρηματοδότηση

3.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ 

1.1.Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

Δέσμη μέτρων με στόχο την υλοποίηση της στρατηγικής για τις λιανικές επενδύσεις

 

1.2.Σχετικοί τομείς πολιτικής

Τομέας πολιτικής: Εσωτερική αγορά

Δραστηριότητα: Χρηματοπιστωτικές αγορές

1.3.Η πρόταση αφορά 

 νέα δράση

 νέα δράση έπειτα από δοκιμαστικό σχέδιο / προπαρασκευαστική ενέργεια 41  

 την παράταση υφιστάμενης δράσης 

 συγχώνευση μίας ή περισσότερων δράσεων προς άλλη/νέα δράση 

1.4.Στόχοι

1.4.1.Γενικοί στόχοι 

Οι γενικοί στόχοι της πρωτοβουλίας είναι να ενισχυθεί το πλαίσιο προστασίας για τους ιδιώτες επενδυτές ώστε να αποκτήσουν μεγαλύτερες δυνατότητες κατά τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων και να διασφαλιστεί η δίκαιη μεταχείρισή τους όταν χρησιμοποιούν επενδυτικές υπηρεσίες προκειμένου να επιτύχουν καλύτερες επενδυτικές αποδόσεις. Η στρατηγική για τις λιανικές επενδύσεις στοχεύει επίσης στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς σε όλες τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες λιανικής.

1.4.2.Ειδικοί στόχοι 

Οι ειδικοί στόχοι της παρούσας πρωτοβουλίας είναι οι ακόλουθοι:

Βελτίωση των πληροφοριών που παρέχονται στους επενδυτές και της ικανότητάς τους να λαμβάνουν καλά τεκμηριωμένες επενδυτικές αποφάσεις. Η πρωτοβουλία στοχεύει στη βελτίωση του νομικού πλαισίου προσαρμόζοντας τις γνωστοποιήσεις στο ψηφιακό περιβάλλον, καθιστώντας τις γνωστοποιήσεις πιο συναφείς για τους ιδιώτες επενδυτές και διασφαλίζοντας ότι οι ιδιώτες επενδυτές λαμβάνουν διαφημιστικές ανακοινώσεις, μεταξύ άλλων μέσω διαδικτυακών διαύλων, που είναι συναφείς και μη παραπλανητικές.

Καλύτερη ευθυγράμμιση των συμφερόντων μεταξύ διαμεσολαβητών και επενδυτών. Οι βελτιώσεις στο πλαίσιο διασφαλίζουν ότι οι συμβουλές που παρέχονται στους ιδιώτες επενδυτές δεν είναι μεροληπτικές λόγω χρηματικών ή μη χρηματικών κινήτρων που παρέχονται από τους παραγωγούς προϊόντων στους διαμεσολαβητές, και είναι καλής ποιότητας και προσαρμοσμένες στις ανάγκες, τις προτιμήσεις και τους στόχους τους.

Διασφάλιση ότι προσφέρονται στους ιδιώτες επενδυτές οικονομικά αποδοτικά προϊόντα. Η ενισχυμένη προσέγγιση στο νομοθετικό πλαίσιο που βασίζεται στην προσφερόμενη αξία αποσκοπεί να βοηθήσει τους ιδιώτες επενδυτές να επιτύχουν καλύτερες αποδόσεις και ευκολότερη πρόσβαση σε οικονομικά αποδοτικότερα επενδυτικά προϊόντα για ιδιώτες πελάτες.

1.4.3.Αναμενόμενα αποτελέσματα και επιπτώσεις

Να προσδιοριστούν τα αποτελέσματα που αναμένεται να έχει η πρόταση/πρωτοβουλία όσον αφορά τους/τις στοχευόμενους/-ες δικαιούχους/ομάδες.

Οι προτάσεις αναμένεται να αποφέρουν μεγαλύτερη συνοχή στο νομοθετικό πλαίσιο, ενισχύοντας παράλληλα τους κανόνες προστασίας των επενδυτών. Αυτό αναμένεται να το επιτύχουν ακολουθώντας μια ολιστική προσέγγιση, εξετάζοντας τις διάφορες νομοθετικές πράξεις και επιδιώκοντας να αντιμετωπίσουν τα εντοπισθέντα προβλήματα μέσω μιας ποικιλίας μέτρων. Ειδικότερα, οι προτάσεις αφορούν τον τρόπο με τον οποίο γίνονται οι γνωστοποιήσεις στους ιδιώτες επενδυτές και τους κανόνες για τις διαφημιστικές ανακοινώσεις σε ένα ολοένα και πιο ψηφιακό περιβάλλον, τη διαχείριση ενδεχόμενων συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν ως συνέπεια της καταβολής αντιπαροχών και τη διασφάλιση ότι αντικατοπτρίζεται δεόντως η σχέση κόστους-ωφέλειας στις υφιστάμενες διαδικασίες έγκρισης προϊόντων. Η νομοθετική δέσμη περιλαμβάνει σειρά πρόσθετων μέτρων που αποσκοπούν στην ενίσχυση της χρηματοοικονομικής κατάρτισης, στη διευκόλυνση της κατάταξης των πιο έμπειρων επενδυτών στους επαγγελματίες επενδυτές, στην ενίσχυση των κανόνων σχετικά με τις αξιολογήσεις καταλληλότητας και συμβατότητας, στην αυστηροποίηση των προτύπων σχετικά με τα επαγγελματικά προσόντα των συμβούλων, καθώς και σειρά μέτρων που αποσκοπούν στη βελτίωση της εφαρμογής εποπτείας.

1.4.4.Δείκτες επιδόσεων 

Να προσδιοριστούν οι δείκτες για την παρακολούθηση της προόδου και των επιτευγμάτων.

Μη εξαντλητικός κατάλογος πιθανών δεικτών:

● Η ΕΑΚΑΑ και η ΕΑΑΕΣ θα επιφορτιστούν με την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας των ψηφιακών γνωστοποιήσεων.

● Αλλαγή στον αριθμό των καταγγελιών όσον αφορά την ποιότητα/έλλειψη πληροφόρησης

● Αξιολόγηση του ρόλου της γνωστοποίησης στη λήψη καλά τεκμηριωμένων επενδυτικών αποφάσεων

● Αριθμός προειδοποιήσεων κινδύνου όσον αφορά την (επιθετική) εμπορική προώθηση

● Αξιολόγηση της ικανότητας του επενδυτή να διακρίνει τις βασικές πληροφορίες προϊόντων από τη νέα μορφή διαφημιστικής γνωστοποίησης

● Αναδυόμενες τάσεις και κίνδυνοι που σχετίζονται με την εμπορική προώθηση

● Διανομή επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές ανά είδος επένδυσης

● Αλλαγή στον συνολικό αριθμό καταγγελιών όσον αφορά τις επενδυτικές συμβουλές, τη διαχείριση χαρτοφυλακίου και την εκτέλεση εντολών

● Αλλαγή στον αριθμό των καταγγελιών ανάλογα με τον τύπο της εταιρείας

● Κατανομή κόστους και απόδοσης ανά είδος επένδυσης

● Αλλαγή στο κόστος των δεικτών αναφοράς που σχετίζονται με τη σχέση κόστους-ωφέλειας

● Αλλαγή στον αριθμό των καταγγελιών όσον αφορά τις αμοιβές και τις χρεώσεις

1.5.Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας 

1.5.1.Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών, συμπεριλαμβανομένου λεπτομερούς χρονοδιαγράμματος για τη σταδιακή υλοποίηση της πρωτοβουλίας

Οι παρούσες προτάσεις θα πρέπει να ανταποκρίνονται στις εξής προκλήσεις:

1.    Οι ιδιώτες επενδυτές δεν διαθέτουν συναφείς, συγκρίσιμες και εύληπτες πληροφορίες για τα επενδυτικά προϊόντα, ενώ ταυτόχρονα επηρεάζονται ανάρμοστα από τις διαφημιστικές ανακοινώσεις.

Οι συναφείς, συγκρίσιμες και εύληπτες πληροφορίες σχετικά με τα επενδυτικά προϊόντα είναι σημαντικές προκειμένου να βοηθήσουν τους ιδιώτες επενδυτές να λαμβάνουν καλά τεκμηριωμένες αποφάσεις. Ωστόσο, ο σκοπός αυτός παρακωλύεται από διάφορους παράγοντες που περιορίζουν την ικανότητα των επενδυτών να χρησιμοποιούν και να κατανοούν τις πληροφορίες που χρειάζονται —άλλοι σχετικοί με ελλείψεις στο πλαίσιο γνωστοποίησης για τα προϊόντα λιανικής και άλλοι σχετικοί με τα ανεπαρκή επίπεδα χρηματοοικονομικής κατάρτισης. Τα ενημερωτικά έγγραφα που παρέχονται στους ιδιώτες επενδυτές σπανίως είναι ελκυστικά και η διάταξή τους συχνά είναι πολύ πυκνή και μη φιλική προς τον αναγνώστη. Τα ανεπαρκή επίπεδα χρηματοοικονομικής κατάρτισης καθιστούν πιο δύσκολο για τους επενδυτές να βρίσκουν και να αξιολογούν τις διαθέσιμες πληροφορίες και αυτό να αντικατοπτρίζεται στις επενδυτικές τους αποφάσεις.

Οι ισχύοντες κανόνες γνωστοποίησης δεν βοηθούν επαρκώς τους καταναλωτές να ξεπεράσουν την υποκείμενη πολυπλοκότητα των επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές. Κατά συνέπεια, υπάρχουν περαιτέρω δυνατότητες προκειμένου οι γνωστοποιήσεις να βοηθούν καλύτερα τους ιδιώτες επενδυτές να λαμβάνουν τις αποφάσεις τους.

Οι ιδιώτες επενδυτές εκτίθενται όλο και περισσότερο στην επιρροή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και της διαδικτυακής εμπορικής προώθησης. Το τρέχον πλαίσιο δεν έχει προσαρμοστεί επαρκώς στην αυξανόμενη χρήση των ψηφιακών διαύλων για τις λιανικές επενδύσεις. Επιπλέον, το τρέχον πλαίσιο δεν αντικατοπτρίζει την αυξανόμενη ανάγκη να λαμβάνονται υπόψη οι προτιμήσεις βιωσιμότητας των ιδιωτών επενδυτών.

2.    Ελλείψεις στη διαδικασία παραγωγής και διανομής επενδυτικών προϊόντων που σχετίζονται με την καταβολή αντιπαροχών και τον βαθμό στον οποίο ο σχεδιασμός των προϊόντων αντικατοπτρίζει τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας και ωφέλειας για τον ιδιώτη επενδυτή.

Ορισμένα προϊόντα που προσφέρονται και συνιστώνται σε ιδιώτες επενδυτές δεν προσφέρουν ικανοποιητικά επενδυτικά αποτελέσματα και δεν εξυπηρετούν βέλτιστα τα συμφέροντά τους, ούτε ανταποκρίνονται στους επενδυτικούς στόχους, τις ανάγκες και τις προτιμήσεις τους. Τόσο η ΕΑΑΕΣ όσο και η ΕΑΚΑΑ έχουν διαπιστώσει ότι ορισμένα προϊόντα που προσφέρονται σε ιδιώτες επενδυτές (π.χ. ορισμένα δομημένα επενδυτικά προϊόντα ή επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση) τα τελευταία χρόνια έχουν προσφέρει πολύ χαμηλές, αν όχι αρνητικές, αποδόσεις, ειδικά μετά την αφαίρεση των αμοιβών.

Ιδιαίτερα δαπανηρά είναι τα προϊόντα που περιλαμβάνουν την καταβολή αντιπαροχών για χρηματοοικονομικούς διαμεσολαβητές στη διαδικασία διανομής. Παρά τις υφιστάμενες διασφαλίσεις για τον μετριασμό των συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν, εξακολουθούν να συνιστώνται στους επενδυτές προϊόντα που δεν τους προσφέρουν την καλύτερη αξία ούτε τους βοηθούν να επιτύχουν τους μακροπρόθεσμους επενδυτικούς τους στόχους.

Από κοινού, τα προβλήματα αυτά έχουν τις ακόλουθες συνέπειες:

1. Οι επενδυτές ενδέχεται να μην προστατεύονται δεόντως ή να μην τυγχάνουν δίκαιης μεταχείρισης·

2. Ορισμένοι επενδυτές δεν επιτυγχάνουν καλά αποτελέσματα στην επένδυσή τους λόγω της κακής ποιότητας των προϊόντων, γεγονός το οποίο καθιστά δυσκολότερη τη σώρευση κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση των συνταξιοδοτικών τους αναγκών ή άλλων στόχων ζωής·

3. Εφόσον οι ιδιώτες επενδυτές επιτυγχάνουν μη βέλτιστα αποτελέσματα και δεν κατανοούν γιατί τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα τους δεν είχαν ικανοποιητικές αποδόσεις, μπορεί να υπονομευθεί η εμπιστοσύνη τους στις κεφαλαιαγορές και να επηρεαστεί πρωτίστως αρνητικά η προθυμία τους να επενδύσουν·

4. Η χαμηλότερη συμμετοχή των ιδιωτών επενδυτών που προκύπτει μπορεί να περιορίσει τις προσπάθειες για επίτευξη μιας πιο αποτελεσματικής, ανεπτυγμένης και ολοκληρωμένης κεφαλαιαγοράς εντός της ΕΕ.

1.5.2.Προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης (που μπορεί να προκύπτει από διάφορους παράγοντες, π.χ. οφέλη από τον συντονισμό, ασφάλεια δικαίου, μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα ή συμπληρωματικότητα). Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου «προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης» είναι η αξία που απορρέει από την ενωσιακή παρέμβαση και η οποία προστίθεται στην αξία που θα είχε δημιουργηθεί αν τα κράτη μέλη ενεργούσαν μεμονωμένα.

Λόγοι για ανάληψη δράσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο (εκ των προτέρων)

Το νομικό πλαίσιο που διέπει την προστασία των ιδιωτών επενδυτών είναι εκτενές και εναρμονισμένο σε μεγάλο βαθμό σε επίπεδο ΕΕ. Παρά το εκτεταμένο αυτό σώμα νομοθεσίας σε επίπεδο ΕΕ, οι ασκήσεις συλλογής στοιχείων έχουν εντοπίσει ορισμένες σημαντικές ελλείψεις, ιδίως όσον αφορά τον τρόπο διανομής των επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές και τον τρόπο παροχής πληροφοριών στους ιδιώτες επενδυτές. Απαιτείται δράση σε επίπεδο ΕΕ, δεδομένου ότι οι επιλογές που εξετάζονται στην παρούσα εκτίμηση επιπτώσεων απαιτούν την τροποποίηση του υφιστάμενου νομικού πλαισίου, που αποτελείται από οδηγίες και κανονισμούς της ΕΕ. Ως εκ τούτου, οι μεμονωμένες πρωτοβουλίες σε επίπεδο κρατών μελών δεν είναι κατάλληλες στον βαθμό που οι προτεινόμενες τροποποιήσεις θα επέλθουν σε οδηγίες και κανονισμούς της ΕΕ και, κατά συνέπεια, πέραν του πεδίου της νομοθετικής αρμοδιότητας των κρατών μελών.

Αναμενόμενη προστιθέμενη αξία της Ένωσης (εκ των υστέρων)

Η διασφάλιση ενός συνεκτικού πλαισίου προστασίας των επενδυτών που θα τους παρέχει τη δυνατότητα να λαμβάνουν οικονομικές αποφάσεις και να ωφελούνται από την εσωτερική αγορά μπορεί να επιτευχθεί μόνο σε επίπεδο ΕΕ, σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη.

Δεδομένου ότι το τρέχον πλαίσιο προστασίας των ιδιωτών επενδυτών αποτελείται σε μεγάλο βαθμό από διαφορετικές νομικές πράξεις της ΕΕ, για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που εντοπίζονται στην παρούσα εκτίμηση επιπτώσεων και να διευκολυνθεί η διασυνοριακή συμμετοχή ιδιωτών επενδυτών στην ΕΕ, το παρόν πλαίσιο μπορεί να τροποποιηθεί μόνο σε επίπεδο ΕΕ για να επικαιροποιηθούν οι κανόνες προστασίας των επενδυτών. Η δράση σε επίπεδο ΕΕ και η εναρμόνιση των επιχειρησιακών απαιτήσεων για τους παρόχους υπηρεσιών καθώς και των επιβαλλόμενων απαιτήσεων γνωστοποίησης μειώνει την πολυπλοκότητα και τον διοικητικό φόρτο για τα ενδιαφερόμενα μέρη και προάγει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

1.5.3.Διδάγματα από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος

Η αξιολόγηση και η εκτίμηση επιπτώσεων που συνοδεύουν τη νομοθετική πρόταση αξιολόγησαν την απόδοση του υφιστάμενου πλαισίου και εντόπισαν ορισμένες ελλείψεις, ιδίως όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο ορισμένα προϊόντα ενσωματώνουν εκ σχεδιασμού υψηλό κόστος και την έλλειψη της δέουσας σημασίας όσον αφορά τα έγγραφα γνωστοποίησης που παρέχονται σε ιδιώτες επενδυτές. Ο έλεγχος συμπεριφοράς που πραγματοποίησε η ΕΑΑΕΣ πριν από την οριστικοποίηση του σχεδιασμού του εγγράφου βασικών πληροφοριών για το PEPP αποδείχθηκε επωφελής και είναι σκόπιμο να υιοθετηθούν παρόμοιες προσεγγίσεις όταν οι ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ εφαρμόσουν τις αλλαγές στους κανόνες γνωστοποίησης που αποτελούν μέρος της παρούσας νομοθετικής δέσμης μέτρων.

1.5.4.Συμβατότητα με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο και ενδεχόμενες συνέργειες με άλλα κατάλληλα μέσα

Οι στόχοι της πρωτοβουλίας είναι συνεπείς με μια σειρά από άλλες ενωσιακές πολιτικές και εν εξελίξει πρωτοβουλίες, ιδίως με τις πολιτικές της Ένωσης που αποσκοπούν στη δημιουργία Ένωσης Κεφαλαιαγορών (CMU). Στο νέο σχέδιο δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών του Σεπτεμβρίου 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε την πρόθεσή της να παρουσιάσει μια στρατηγική για τις λιανικές επενδύσεις στην Ευρώπη, η οποία θα επιδιώκει να διασφαλίσει ότι οι ιδιώτες επενδυτές μπορούν να ωφεληθούν πλήρως από τις κεφαλαιαγορές και ότι οι κανόνες είναι συνεκτικοί σε όλες τις νομικές πράξεις.

Η νομοθετική πρόταση έχει πολύ περιορισμένο αντίκτυπο στο ΠΔΠ, καθώς προβλέπει πρόσθετη συνεισφορά της Ένωσης στις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ που απορρέει από τα πρόσθετα 16 ΙΠΑ (7 έκτακτοι υπάλληλοι και 9 συμβασιούχοι) που θα λάβουν οι εν λόγω αρχές για την εκτέλεση των πρόσθετων καθηκόντων που τους ανατίθενται από τους νομοθέτες.

Τούτο συνεπάγεται την υποβολή πρότασης για την αύξηση του εξουσιοδοτημένου προσωπικού του οργανισμού κατά τη μελλοντική ετήσια διαδικασία του προϋπολογισμού. Οι οργανισμοί θα εξακολουθήσουν να καταβάλλουν προσπάθειες με σκοπό τη μεγιστοποίηση των συνεργειών και τη βελτίωση της αποδοτικότητας (μεταξύ άλλων μέσω συστημάτων ΤΠ) και θα παρακολουθούν στενά τον πρόσθετο φόρτο εργασίας που σχετίζεται με την παρούσα πρόταση, ο οποίος θα αντικατοπτρίζεται στο επίπεδο του εξουσιοδοτημένου προσωπικού που ζητούν οι οργανισμοί κατά την ετήσια διαδικασία του προϋπολογισμού.

1.5.5.Αξιολόγηση των διάφορων διαθέσιμων επιλογών χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων των δυνατοτήτων ανακατανομής

Τόσο η ΕΑΚΑΑ όσο και η ΕΑΑΕΣ ερωτήθηκαν κατά πόσο τα τέλη που επιβάλλονται σε επιχειρήσεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν έναν εναλλακτικό τρόπο για την κάλυψη του κόστους διαφόρων πρωτοβουλιών. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν δύσκολο να δικαιολογηθεί, καθώς τα εξεταζόμενα μέτρα δεν συνδέονται άμεσα με τις εποπτικές εξουσίες, αλλά εντάσσονται στο πλαίσιο της ανάπτυξης του ρυθμιστικού πλαισίου.

1.6.Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας

 περιορισμένη διάρκεια

   Πρόταση/πρωτοβουλία με ισχύ από [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ έως [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ

   Δημοσιονομικές επιπτώσεις από το ΕΕΕΕ έως το ΕΕΕΕ

 απεριόριστη διάρκεια

Περίοδος σταδιακής εφαρμογής από το 2025 έως το 2027,

και στη συνέχεια πλήρης εφαρμογή.

1.7.Προβλεπόμενες μέθοδοι εκτέλεσης του προϋπολογισμού 42   

 Άμεση διαχείριση από την Επιτροπή μέσω

   εκτελεστικών οργανισμών

 Επιμερισμένη διαχείριση με τα κράτη μέλη

 Έμμεση διαχείριση με ανάθεση καθηκόντων εκτέλεσης του προϋπολογισμού:

◻ σε διεθνείς οργανισμούς και στις οργανώσεις τους (να προσδιοριστούν)

◻ στην ΕΤΕπ και στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων

☑ στους οργανισμούς που αναφέρονται στα άρθρα 70 και 71

◻ σε οργανισμούς δημοσίου δικαίου

◻ σε οργανισμούς που διέπονται από ιδιωτικό δίκαιο και έχουν αποστολή δημόσιας υπηρεσίας, στον βαθμό που παρέχουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις

◻ σε οργανισμούς που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο κράτους μέλους, στους οποίους έχει ανατεθεί η εκτέλεση σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και οι οποίοι παρέχουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις

◻ σε οργανισμούς ή πρόσωπα επιφορτισμένα με την εφαρμογή συγκεκριμένων δράσεων στην ΚΕΠΠΑ βάσει του τίτλου V της ΣΕΕ και τα οποία προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη.

Παρατηρήσεις

 

2.ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ 

2.1.Κανόνες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων 

Να προσδιοριστούν η συχνότητα και οι όροι.

Σύμφωνα με τις ήδη υφιστάμενες ρυθμίσεις, οι ΕΕΑ εκπονούν τακτικά εκθέσεις σχετικά με τη δραστηριότητά τους (συμπεριλαμβανομένων των εσωτερικών εκθέσεων προς τα ανώτερα διοικητικά στελέχη, των εκθέσεων προς τα συμβούλια και της σύνταξης ετήσιας έκθεσης), και υπόκεινται σε ελέγχους από το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου της Επιτροπής όσον αφορά τη χρήση των πόρων και τις επιδόσεις τους. Η παρακολούθηση και η υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις δράσεις που περιλαμβάνονται στην πρόταση θα συμμορφώνονται με τις ήδη υφιστάμενες απαιτήσεις, καθώς και με οποιεσδήποτε νέες απαιτήσεις προκύψουν από την παρούσα πρόταση.

2.2.Συστήματα διαχείρισης και ελέγχου 

2.2.1.Αιτιολόγηση των τρόπων διαχείρισης, των μηχανισμών εκτέλεσης της χρηματοδότησης, των όρων πληρωμής και της προτεινόμενης στρατηγικής ελέγχου

Τα καθήκοντα θα εκτελεστούν μέσω έμμεσης διαχείρισης των ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ με χρηματοδότηση που παρέχεται μέσω επιχορήγησης της Ένωσης στις αρχές και από τις συνεισφορές των εθνικών αρμόδιων αρχών (ΕΑΑ) σύμφωνα με τον συνήθη τύπο χρηματοδότησης (40 % Ένωση και 60 % ΕΑΑ του κράτους μέλους συν τη συνεισφορά των ΕΑΑ της ΕΖΕΣ και το μερίδιο της ΕΑΑ στις εργοδοτικές συνταξιοδοτικές εισφορές).

Σύμφωνα με το άρθρο 30 των δημοσιονομικών τους κανονισμών, οι ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ εκτελούν τους προϋπολογισμούς τους βάσει της αρχής του αποτελεσματικού και αποδοτικού εσωτερικού ελέγχου, ο οποίος θα πρέπει να βασίζεται σε βέλτιστες διεθνείς πρακτικές και στο πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου που καθορίζει η Επιτροπή για τις δικές της υπηρεσίες.

Σύμφωνα με το άρθρο 70 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (δημοσιονομικός κανονισμός), εσωτερικός ελεγκτής των ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ είναι ο εσωτερικός ελεγκτής της Επιτροπής. Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 3 των δημοσιονομικών κανονισμών των ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ, ο εσωτερικός ελεγκτής της Επιτροπής (δηλαδή η Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου) είναι υπεύθυνος για τα ακόλουθα:

α) την εκτίμηση της επάρκειας και της αποτελεσματικότητας των εσωτερικών συστημάτων διαχείρισης, καθώς και των επιδόσεων των υπηρεσιών κατά την υλοποίηση των προγραμμάτων και των ενεργειών σε συσχετισμό με τους συναφείς κινδύνους·

β) την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου που εφαρμόζονται σε κάθε πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού του οργανισμού της Ένωσης.

Οι εν λόγω αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου θα επεκταθούν επίσης στα καθήκοντα που εκτελούν οι ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την προτεινόμενη νομοθεσία.

Εκτός από το έργο της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου, οι ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ υπόκεινται και σε εξωτερικό έλεγχο, μεταξύ άλλων από το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 104 των δημοσιονομικών κανονισμών των ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ, καταρτίζει κάθε χρόνο ειδικές ετήσιες εκθέσεις για τις ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 287 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 2.2.2.Πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους που έχουν εντοπιστεί και τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου που έχουν δημιουργηθεί για τον μετριασμό τους

Τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου προβλέπονται στους κανονισμούς που διέπουν επί του παρόντος τη λειτουργία των ΕΕΑ. Οι εν λόγω φορείς συνεργάζονται στενά με την Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου της Επιτροπής για να διασφαλίσουν την τήρηση των κατάλληλων προτύπων σε όλους τους τομείς του πλαισίου εσωτερικού ελέγχου. Κάθε χρόνο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατόπιν σύστασης του Συμβουλίου, χορηγεί σε κάθε ΕΕΑ απαλλαγή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού της.

2.2.3.Εκτίμηση και αιτιολόγηση της οικονομικής αποδοτικότητας των ελέγχων (λόγος του κόστους του ελέγχου προς την αξία των σχετικών κονδυλίων που αποτελούν αντικείμενο διαχείρισης) και αξιολόγηση του εκτιμώμενου επιπέδου κινδύνου σφάλματος (κατά την πληρωμή και κατά το κλείσιμο) 

Τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου που προβλέπονται στους κανονισμούς των ΕΕΑ, εφαρμόζονται ήδη και κρίνονται οικονομικά αποδοτικά. Ο κανονισμός επανεξετάζεται τακτικά και οι κίνδυνοι σφαλμάτων αναμένεται να είναι χαμηλοί.

2.3.Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας 

Να προσδιοριστούν τα ισχύοντα ή τα προβλεπόμενα μέτρα πρόληψης και προστασίας, π.χ. στη στρατηγική για την καταπολέμηση της απάτης.

Για την καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων, ισχύουν για τις ΕΕΑ, άνευ περιορισμών, οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF). Οι ΕΕΑ διαθέτουν ειδική στρατηγική για την καταπολέμηση της απάτης και συνακόλουθο σχέδιο δράσης. Οι δράσεις των ΕΕΑ στον τομέα της καταπολέμησης της απάτης είναι σύμφωνες με τον δημοσιονομικό κανονισμό, τις πολιτικές πρόληψης της απάτης της OLAF, τις διατάξεις που προβλέπονται από τη στρατηγική της Επιτροπής για την καταπολέμηση της απάτης [COM(2019) 196], καθώς και με την κοινή προσέγγιση για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς της ΕΕ (Ιούλιος 2012) και τον σχετικό χάρτη πορείας. Επιπλέον, οι κανονισμοί για τη σύσταση των ΕΕΑ, καθώς και οι δημοσιονομικοί κανονισμοί των ΕΕΑ καθορίζουν τις διατάξεις για την εκτέλεση και τον έλεγχο των προϋπολογισμών των ΕΕΑ και τους εφαρμοστέους δημοσιονομικούς κανόνες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αποσκοπούν στην πρόληψη της απάτης και των παρατυπιών.

3.ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ 

3.1.Τομείς του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται 

·Υφιστάμενες γραμμές του προϋπολογισμού

Κατά σειρά τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμών του προϋπολογισμού.

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Γραμμή του προϋπολογισμού

Είδος  
δαπάνης

Συμμετοχή

Αριθμός  

ΔΠ/ΜΔΠ 43

χωρών ΕΖΕΣ 44

υποψηφίων για ένταξη χωρών 45

τρίτων χωρών

κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού

1

ΕΑΑΕΣ: <03.10.03>

ΔΠ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

1

ΕΑΚΑΑ: <03.10.04>

ΔΠ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

·Νέες γραμμές του προϋπολογισμού των οποίων έχει ζητηθεί η δημιουργία

Κατά σειρά τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμών του προϋπολογισμού.

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Γραμμή του προϋπολογισμού

Είδος 
δαπάνης

Συμμετοχή

Αριθμός  

ΔΠ/ΜΔΠ

χωρών ΕΖΕΣ

υποψηφίων για ένταξη χωρών

τρίτων χωρών

κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού

Άνευ αντικειμένου

3.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες 

3.2.1.Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις δαπάνες 

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού  
πλαισίου

Αριθμός

Τομέας 1: Ενιαία αγορά, καινοτομία & ψηφιακή οικονομία

ΕΑΑΕΣ: <03.10.03>

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Τίτλος 1:

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

0,042

0,085

0,117

0,244

Πληρωμές

(2)

0,042

0,085

0,117

0,244

Τίτλος 2:

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

0,013

0,026

0,033

0,072

Πληρωμές

(2α)

0,013

0,026

0,033

0,072

Τίτλος 3:

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(3α)

0,324

0,120

0,060

0,504

Πληρωμές

(3β)

0,324

0,120

0,060

0,504

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
για την ΕΑΑΕΣ <30.10.03>

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1+1α+3α

0,379

0,231

0,210

0,820

Πληρωμές

=2+2α

+3β

0,379

0,231

0,210

0,820



ΕΑΚΑΑ: <03.10.04>

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Τίτλος 1:

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

0,098

0,198

0,202

0,498

Πληρωμές

(2)

0,098

0,198

0,202

0,498

Τίτλος 2:

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

0,026

0,052

0,053

0,131

Πληρωμές

(2α)

0,026

0,052

0,053

0,131

Τίτλος 3:

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(3α)

0,360

0,160

0,080

0,600

Πληρωμές

(3β)

0,360

0,160

0,080

0,600

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
για την ΕΑΚΑΑ <30.10.04>

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1+1α+3α

0,484

0,410

0,335

1,229

Πληρωμές

=2+2α

+3β

0,484

0,410

0,335

1,229





Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού  
πλαισίου

7

«Διοικητικές δαπάνες»

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

ΓΔ: <…….>

• Ανθρώπινοι πόροι

• Άλλες διοικητικές δαπάνες

ΣΥΝΟΛΟ ΓΔ <…….>

Πιστώσεις

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων 
του ΤΟΜΕΑ 7 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 

(Σύνολο αναλήψεων υποχρεώσεων = Σύνολο πληρωμών)

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων  
των ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 7 
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 

Αναλήψεις υποχρεώσεων

0,863

0,641

0,545

2,049

Πληρωμές

0,863

0,641

0,545

2,049

3.2.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις πιστώσεις των ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ 

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Να προσδιοριστούν οι στόχοι και τα αποτελέσματα

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Είδος 46

Μέσο κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Συνολικός αριθ.

Συνολικό κόστος

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 1: ΕΑΑΕΣ

- Αποτέλεσμα

Έλεγχοι ικανοποίησης καταναλωτών

1

0,510

1

0,510

- Αποτέλεσμα

Εκτίμηση κόστους και απόδοσης επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές

1

0,300

1

0,300

1

0,150

1

0,750

Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 1

0,810

0,300

0,150

1,260

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 2: ΕΑΚΑΑ

- Αποτέλεσμα

Έλεγχοι ικανοποίησης καταναλωτών

1

0,500

0,500

- Αποτέλεσμα

Σύστημα ΤΠ

1

0,400

1

0,400

1

0,200

1,000

Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 2

0,900

1

0,400

1

0,200

1,500

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ

1,710

0,700

0,350

2,760

3.2.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στους ανθρώπινους πόρους των ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ 

3.2.3.1.Συνοπτική παρουσίαση

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω:

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

ΕΑΑΕΣ 47

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AD)

0,079

0,160

0,164

0,403

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AST)

0,082

0,082

Συμβασιούχοι υπάλληλοι

0,035

0,072

0,073

0,180

Αποσπασμένοι εθνικοί εμπειρογνώμονες

ΣΥΝΟΛΟ

0,114

0,232

0,319

0,665

Ανάγκες σε προσωπικό [σε μονάδα ισοδυνάμου πλήρους απασχόλησης (ΙΠΑ)]:

ΕΑΑΕΣ

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AD)

1

1

1

1

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AST)

1

1

Συμβασιούχοι υπάλληλοι

1

1

1

1

Αποσπασμένοι εθνικοί εμπειρογνώμονες

ΣΥΝΟΛΟ

2

2

3

3

 

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

ΕΑΚΑΑ

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AD)

0,181

0,369

0,377

0,927

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AST)

Συμβασιούχοι υπάλληλοι

0,081

0,164

0,167

0,412

Αποσπασμένοι εθνικοί εμπειρογνώμονες

ΣΥΝΟΛΟ 48

0,262

0,533

0,544

1,339

Ανάγκες σε προσωπικό [σε μονάδα ισοδυνάμου πλήρους απασχόλησης (ΙΠΑ)]:

ΕΑΚΑΑ

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AD)

2

2

2

2

Έκτακτοι υπάλληλοι (βαθμοί AST)

Συμβασιούχοι υπάλληλοι

4

4

4

4

Αποσπασμένοι εθνικοί εμπειρογνώμονες

ΣΥΝΟΛΟ

6

6

6

6

3.2.3.2.Εκτιμώμενες ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους για την αρμόδια ΓΔ

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Εκτίμηση η οποία πρέπει να εκφράζεται σε ακέραιο αριθμό (ή το πολύ με ένα δεκαδικό ψηφίο)

Έτος 
N

Έτος 
N+1

Έτος N+2

Έτος N+3

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

·Θέσεις απασχόλησης του πίνακα προσωπικού (θέσεις μόνιμων και έκτακτων υπαλλήλων)

20 01 02 01 και 20 01 02 02 (έδρα και αντιπροσωπείες της Επιτροπής)

20 01 02 03 (στις αντιπροσωπείες της ΕΕ)

01 01 01 01 (έμμεση έρευνα)

10 01 05 01 (άμεση έρευνα)

Εξωτερικό προσωπικό (σε μονάδα ισοδυνάμου πλήρους απασχόλησης: ΙΠΑ) 49

20 02 01 (AC, END, INT από το συνολικό κονδύλιο)

20 02 03 (AC, AL, END, INT και JPD στις αντιπροσωπείες της ΕΕ)

Γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν)  50

— στην έδρα 51  

— στις αντιπροσωπείες της ΕΕ

01 01 01 02 (AC, END, INT — έμμεση έρευνα)

10 01 05 02 (AC, END, INT — άμεση έρευνα)

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν)

ΣΥΝΟΛΟ

Οι ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους θα καλυφθούν από το προσωπικό της ΓΔ που έχει ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχει ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ, το οποίο θα συμπληρωθεί, αν χρειαστεί, με τυχόν πρόσθετους πόρους που μπορεί να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

Περιγραφή των προς εκτέλεση καθηκόντων:

Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι

Εξωτερικό προσωπικό

Η περιγραφή του υπολογισμού του κόστους των θέσεων που εκφράζονται σε μονάδες ισοδύναμου πλήρους απασχόλησης (ΙΠΑ) θα πρέπει να περιλαμβάνεται στο παράρτημα V τμήμα 3.

3.2.4.Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 

   Η πρόταση/πρωτοβουλία είναι συμβατή με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί αναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

Να εξηγηθεί ο απαιτούμενος αναπρογραμματισμός και να προσδιοριστούν οι σχετικές γραμμές του προϋπολογισμού και τα αντίστοιχα ποσά.

Οι γραμμές του προϋπολογισμού των ΕΑΑΕΣ <03 10 03> και ΕΑΚΑΑ <03 10 04> θα πρέπει να αναπρογραμματιστούν ώστε να προβλέπονται οι πρόσθετες πιστώσεις που προσδιορίζονται στην ενότητα 3.2.1

   Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί τη χρησιμοποίηση του μηχανισμού ευελιξίας ή την αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 52 .

Να εξηγηθούν οι απαιτούμενες ενέργειες και να προσδιοριστούν οι σχετικοί τομείς και οι σχετικές γραμμές του προϋπολογισμού, καθώς και τα αντίστοιχα ποσά.

Άνευ αντικειμένου

3.2.5.Συμμετοχή τρίτων στη χρηματοδότηση 

Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν προβλέπει συγχρηματοδότηση από τρίτους.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία προβλέπει τη συγχρηματοδότηση που εκτιμάται κατωτέρω:

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

2023

2024

2025

2026

2027

Σύνολο

Εκτίμηση δαπανών που καλύπτονται από τις συνεισφορές των ΕΑΑ

1,320

1,020

0,884

3,224

ΣΥΝΟΛΟ συγχρηματοδοτούμενων πιστώσεων (συμπεριλαμβανομένων των εργοδοτικών συνταξιοδοτικών εισφορών)

1,320

1,020

0,884

3,224

3.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα 

Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις στα έσοδα.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία έχει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις που περιγράφονται κατωτέρω:

   στους ιδίους πόρους

   στα λοιπά έσοδα

Να αναφερθεί αν τα έσοδα προορίζονται για γραμμές δαπανών

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Γραμμή εσόδων του προϋπολογισμού:

Διαθέσιμες πιστώσεις για το τρέχον οικονομικό έτος

Επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας 53

Έτος 
N

Έτος 
N+1

Έτος 
N+2

Έτος 
N+3

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

Άρθρο ………….

Ως προς τα έσοδα «για ειδικό προορισμό», να προσδιοριστούν οι γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται.

Να προσδιοριστεί η μέθοδος υπολογισμού των επιπτώσεων στα έσοδα.

   

Προσάρτημα του νομοθετικού δημοσιονομικού δελτίου

Γενικές παραδοχές:

·Η νομοθεσία τίθεται σε ισχύ το 2025.

·Το κόστος των πρόσθετων δαπανών προσωπικού (Τίτλος 1) έχει υπολογιστεί με βάση το μέσο κόστος προσωπικού που ισχύει από τον Ιανουάριο του 2023, ύψους 142 000 EUR ανά έκτακτο υπάλληλο και 62 000 EUR ανά συμβασιούχο υπάλληλο [δηλ., το συνολικό τυπικό μέσο κόστος ανά έκτακτο υπάλληλο και ανά συμβασιούχο υπάλληλο αφού αφαιρεθεί το τυπικό κόστος των 29 000 EUR για το κόστος κτιρίου και ΤΠ που σχετίζεται με τα πρόσθετα ΙΠΑ, γνωστό ως περιφερειακές δαπάνες (habillage)].

Σε αυτό το τυπικό κόστος εφαρμόστηκαν οι ισχύοντες διορθωτικοί συντελεστές που εφαρμόζονται για την ΕΑΑΕΣ στη Φρανκφούρτη (100,6) και την ΕΑΚΑΑ στο Παρίσι (116,8), οι οποίοι στη συνέχεια αναπροσαρμόστηκαν στο 2 % από το 2024 (όπως είναι η συνήθης πρακτική κατά τον προγραμματισμό του προϋπολογισμού της Ένωσης με βάση ότι μερικά έτη ο πληθωρισμός μπορεί να είναι μικρότερος και άλλα έτη μπορεί να είναι μεγαλύτερος).

·Το κόστος των πρόσθετων δαπανών υποδομής και λειτουργίας (Τίτλος 2) υπολογίστηκε με την εφαρμογή του τυπικού «περιφερειακού» κόστους κτιρίων και ΤΠ ύψους 29 000 EUR ανά ΙΠΑ που ισχύει για το νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο το οποίο υπολογίστηκε το 2023 συν ένα τυπικό επίδομα κόστους 2 500 EUR ανά ΙΠΑ για άλλες διοικητικές δαπάνες που δεν καλύπτονται από την πίστωση για τις «περιφερειακές δαπάνες» (δηλ. 31 500 EUR ανά ΙΠΑ). Όσον αφορά τις δαπάνες προσωπικού του Τίτλου 1, οι 31 500 EUR ανά ΙΠΑ αναπροσαρμόζονται κατά 2 % από το 2024.

Αιτιολόγηση για τα επίπεδα των αιτούμενων πόρων (κόστος προσωπικού και λειτουργίας)

Οι αιτούμενοι πόροι είναι απαραίτητοι για την εκτέλεση των ακόλουθων εργασιών από τις ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ:

1.Παροχή τεχνικών συμβουλών από τις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ για την ανάπτυξη υποδείγματος της ΕΕ για τις γνωστοποιήσεις κόστους στο πλαίσιο των οδηγιών MiFID II και IDD

2.Κατάρτιση από τις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ κατευθυντήριων γραμμών σχετικά με τη χρήση των «ζωτικών πληροφοριών» στις διαφημιστικές ανακοινώσεις στο πλαίσιο των οδηγιών MiFID και IDD

3.Παροχή τεχνικών συμβουλών από τις ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ για τα κριτήρια αξιολόγησης της «σχέσης κόστους-ωφέλειας», συμπεριλαμβανομένης της μεθοδολογίας για τις συγκρίσεις (δείκτες αναφοράς) και για τη συλλογή πληροφοριών για τους εν λόγω δείκτες αναφοράς (τόσο για διανομείς όσο και για παραγωγούς)

4.Συλλογή δεδομένων σχετικά με το κόστος και την απόδοση των επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές (για τους σκοπούς της κατάρτισης δεικτών αναφοράς)

5.Κατάρτιση και επικαιροποίηση, όπου χρειάζεται, των υποδειγμάτων υποβολής αναφορών

6.Εξουσιοδότηση των ΕΑΚΑΑ και ΕΑΑΕΣ να επιβάλουν στις επιχειρήσεις τη συστηματική χρήση προειδοποιήσεων κινδύνου

7.Δημιουργία και λειτουργία πλατφορμών συνεργασίας από την ΕΑΚΑΑ (και την ΕΑΑΕΣ)

8.Οι ΕΑΑ απαιτείται να υποβάλλουν στην ΕΑΑΕΣ ενοποιημένα δεδομένα σχετικά με τη διασυνοριακή δραστηριότητα. Η ΕΑΑΕΣ θα λάβει εντολή να εκπονήσει περιορισμένη αλλά διορατική και εναρμονισμένη αναφορά των διασυνοριακών δραστηριοτήτων.

Πρόκειται για νέα καθήκοντα για τις ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ. Τόσο η ΕΑΚΑΑ όσο και η ΕΑΑΕΣ σχεδιάζουν να αναδιατάξουν τα υφιστάμενα ΙΠΑ σε ορισμένα από τα καθήκοντα (4 και 1,3 ΙΠΑ αντίστοιχα). Ωστόσο, οι ανάγκες σε πόρους που αντιστοιχούν στα προβλεπόμενα καθήκοντα δεν μπορούν να καλυφθούν πλήρως από την ανακατανομή του υφιστάμενου προσωπικού ή τις ήδη προγραμματισμένες επιχειρησιακές δαπάνες. Εκτιμάται ότι και οι δύο ΕΕΑ θα πρέπει να αναλάβουν τα καθήκοντα αυτά από το 2025.

Λόγω της προσωρινής φύσης των καθηκόντων 1, 2, 3, 5, 6, 8 προβλέπονται κυρίως θέσεις συμβασιούχων υπαλλήλων για την εκτέλεσή τους.

Έχει ληφθεί υπόψη ορισμένη βελτίωση της αποδοτικότητας ως αποτέλεσμα της ομαδοποίησης των ακόλουθων καθηκόντων:

καθήκοντα 1, 2, 6

καθήκοντα 3, 5, 8

καθήκοντα 4, 7

τα οποία μπορούν να εκτελούνται από το ίδιο προσωπικό είτε ταυτόχρονα είτε διαδοχικά.

Οι προϋπολογισμοί προσωπικού και ΤΠ για το καθήκον 4 (συλλογή δεδομένων σχετικά με το κόστος και την απόδοση των επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες πελάτες) είναι σημαντικά υψηλότεροι για την ΕΑΚΑΑ, καθώς αναμένεται να εκτελεί το καθήκον σε μεγαλύτερη κλίμακα (συλλογή πληροφοριών για μεγαλύτερο αριθμό προϊόντων).

Το κόστος προμήθειας για ελέγχους ικανοποίησης καταναλωτών έχει υπολογιστεί σε 500 000 EUR για καθεμία εκ των ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ, με πιθανότητα συνεργειών σε περίπτωση που ακολουθηθεί κοινή διαδικασία προμήθειας.

Εκτιμώμενο κόστος των ΕΑΑ για δραστηριότητες που θα διεξαχθούν από την ΕΑΑΕΣ

εκατ. EUR

ΕΑΑΕΣ

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Τίτλος 1: δαπάνες προσωπικού 

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

0,072

0,147

0,202

0,421

Πληρωμές

(2)

0,072

0,147

0,202

0,421

Τίτλος 2: δαπάνες υποδομών και λειτουργίας

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

0,019

0,039

0,050

0,108

Πληρωμές

(2α)

0,019

0,039

0,050

0,108

Τίτλος 3: επιχειρησιακές δαπάνες

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(3α)

0,486

0,180

0,090

0,756

Πληρωμές

(3β)

0,486

0,180

0,090

0,756

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1+1α+3α

0,577

0,366

0,342

1,285

Πληρωμές

=2+2α+3β

0,577

0,366

0,342

1,285

Εκτιμώμενο κόστος των ΕΑΑ για δραστηριότητες που θα διεξαχθούν από την ΕΑΚΑΑ

εκατ. EUR

ΕΑΚΑΑ

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Τίτλος 1: δαπάνες προσωπικού 

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

0,164

0,335

0,342

0,841

Πληρωμές

(2)

0,164

0,335

0,342

0,841

Τίτλος 2: δαπάνες υποδομών και λειτουργίας

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

0,039

0,079

0,080

0,198

Πληρωμές

(2α)

0,039

0,079

0,080

0,198

Τίτλος 3: επιχειρησιακές δαπάνες

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(3α)

0,540

0,240

0,120

0,900

Πληρωμές

(3β)

0,540

0,240

0,120

0,900

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1+1α+3α

0,743

0,654

0,542

1,939

Πληρωμές

=2+2α+3β

0,743

0,654

0,542

1,939



Εκτιμώμενο κόστος των ΕΑΑ για δραστηριότητες που θα διεξαχθούν από τις ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ

εκατ. EUR

ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Τίτλος 1: δαπάνες προσωπικού 

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

0,236

0,482

0,544

1,262

Πληρωμές

(2)

0,236

0,482

0,544

1,262

Τίτλος 2: δαπάνες υποδομών και λειτουργίας

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

0,058

0,118

0,130

0,306

Πληρωμές

(2α)

0,058

0,118

0,130

0,306

Τίτλος 3: επιχειρησιακές δαπάνες

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(3α)

1,026

0,420

0,210

1,656

Πληρωμές

(3β)

1,026

0,420

0,210

1,656

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1+1α+3α

1,320

1,020

0,884

3,224

Πληρωμές

=2+2α+3β

1,320

1,020

0,884

3,224

Εκτιμώμενο συνολικό κόστος (ΕΕ και ΕΑΑ) για δραστηριότητες που θα διεξαχθούν από την ΕΑΑΕΣ

εκατ. EUR

ΕΑΑΕΣ

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Τίτλος 1: δαπάνες προσωπικού 

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

0,114

0,232

0,319

0,665

Πληρωμές

(2)

0,114

0,232

0,319

0,665

Τίτλος 2: δαπάνες υποδομών και λειτουργίας

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

0,032

0,065

0,083

0,180

Πληρωμές

(2α)

0,032

0,065

0,083

0,180

Τίτλος 3: επιχειρησιακές δαπάνες

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(3α)

0,810

0,300

0,150

1,260

Πληρωμές

(3β)

0,810

0,300

0,150

1,260

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1+1α+3α

0,956

0,597

0,552

2,105

Πληρωμές

=2+2α+3β

0,956

0,597

0,552

2,105

Εκτιμώμενο συνολικό κόστος (ΕΕ και ΕΑΑ) για δραστηριότητες που θα διεξαχθούν από την ΕΑΚΑΑ

εκατ. EUR

ΕΑΚΑΑ

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Τίτλος 1: δαπάνες προσωπικού 

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

0,262

0,533

0,544

1,339

Πληρωμές

(2)

0,262

0,533

0,544

1,339

Τίτλος 2: δαπάνες υποδομών και λειτουργίας

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

0,065

0,131

0,133

0,329

Πληρωμές

(2α)

0,065

0,131

0,133

0,329

Τίτλος 3: επιχειρησιακές δαπάνες

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(3α)

0,900

0,400

0,200

1,500

Πληρωμές

(3β)

0,900

0,400

0,200

1,500

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1+1α+3α

1,227

1,064

0,877

3,168

Πληρωμές

=2+2α+3β

1,227

1,064

0,877

3,168

Εκτιμώμενο συνολικό κόστος (ΕΕ και ΕΑΑ) για δραστηριότητες που θα διεξαχθούν από τις ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ

εκατ. EUR

ΕΑΑΕΣ και ΕΑΚΑΑ

2023

2024

2025

2026

2027

ΣΥΝΟΛΟ

Τίτλος 1: δαπάνες προσωπικού 

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

0,376

0,765

0,863

2,004

Πληρωμές

(2)

0,376

0,765

0,863

2,004

Τίτλος 2: δαπάνες υποδομών και λειτουργίας

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

0,097

0,196

0,216

0,509

Πληρωμές

(2α)

0,097

0,196

0,216

0,509

Τίτλος 3: επιχειρησιακές δαπάνες

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(3α)

1,710

0,700

0,350

2,760

Πληρωμές

(3β)

1,710

0,700

0,350

2,760

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=2+2α+3β

2,183

1,661

1,429

5,273

Πληρωμές

=2+2α+3β

2,183

1,661

1,429

5,273

(1)     https://ec.europa.eu/info/business-economy-euro/growth-and-investment/capital-markets-union/capital-markets-union-2020-action-plan_el    
(2)     https://data.consilium.europa.eu/doc/document/ST-12898-2020-REV-1/el/pdf    
(3)     https://www.europarl.europa.eu/doceo/document/TA-9-2020-0266_EL.html  
(4)    Έρευνα του Ευρωβαρόμετρου για την παρακολούθηση του επιπέδου χρηματοοικονομικής κατάρτισης στην ΕΕ, 2023. Η σχετική ερώτηση είναι η ερώτηση 12: «Πόσο σίγουροι είστε ότι οι επενδυτικές συμβουλές που λαμβάνετε από την τράπεζα / τον ασφαλιστή / τον οικονομικό σας σύμβουλο είναι πρωτίστως προς το συμφέρον σας;».
(5)    Έρευνα του Ευρωβαρόμετρου για τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες λιανικής και τα χρηματοοικονομικά προϊόντα λιανικής , Οκτώβριος 2022. Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν είναι η έλλειψη οικονομικών μέσων, οι ανησυχίες σχετικά με τους κινδύνους, η αβεβαιότητα ως προς τις πιθανές αποδόσεις, η έλλειψη κατανόησης / πολυπλοκότητα και η προτίμηση τοποθέτησης των χρημάτων αλλού.
(6)    Αξίζει να σημειωθεί ότι και οι ιδρυτικοί κανονισμοί των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών περιέχουν εντολή για επανεξέταση και συντονισμό της χρηματοοικονομικής κατάρτισης και των εκπαιδευτικών πρωτοβουλιών από τις αρμόδιες αρχές [άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο β) των τριών ιδρυτικών κανονισμών].
(7)    Σε αυτό το πλαίσιο, η «χρηματοοικονομική διαπαιδαγώγηση» υποδηλώνει την επίσημη ή άτυπη διαδικασία μέσω της οποίας τα άτομα αποκτούν χρηματοοικονομική κατάρτιση (το αποτέλεσμα).
(8)    Με βάση τους τομεακούς εθνικούς λογαριασμούς της Eurostat (διεθνής συνεργασία για τα δεδομένα, NAID_10). Εάν προστεθούν οι απαιτήσεις κατά ασφαλιστών και τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, οι αριθμοί αλλάζουν σε 46 % για την ΕΕ και 72 % για τις ΗΠΑ (βλ. κεφάλαιο 1.1 της εκτίμησης επιπτώσεων).
(9)    Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ.
(10)    Οδηγία (ΕΕ) 2016/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2016, σχετικά με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων (αναδιατύπωση).
(11)    Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (αναδιατύπωση).
(12)    Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (αναδιατύπωση).
(13)    Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.
(14)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1286/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2014, σχετικά με τα έγγραφα βασικών πληροφοριών που αφορούν συσκευασμένα επενδυτικά προϊόντα για ιδιώτες επενδυτές και επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση (PRIIP).
(15)    Κανονισμός (EE) 2019/1238 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, σχετικά με τη θέσπιση πανευρωπαϊκού ατομικού συνταξιοδοτικού προϊόντος (PEPP).
(16)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Σχέδιο Δράσης για την Οικοδόμηση Ένωσης Κεφαλαιαγορών[COM(2015) 468 final].
(17)    Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με την ενδιάμεση επανεξέταση του σχεδίου δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών({SWD(2017) 224 final} και {SWD(2017) 225 final} — 8 Ιουνίου 2017).
(18)    Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική καιΚοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, Ένωση Κεφαλαιαγορών για τα άτομα και τις επιχειρήσεις — νέο σχέδιο δράσης. [COM(2020) 590 final].
(19)     https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=CELEX:52020DC0591    
(20)    Κανονισμός (ΕΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου,της 19ης Οκτωβρίου 2022, σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/31/ΕΚ (πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες).
(21)     https://commission.europa.eu/system/files/2022-10/com_2022_548_3_en.pdf      
(22)    Βλ.: https://reform-support.ec.europa.eu/what-we-do/financial-sector-and-access-finance_el
(23)    Αριθ. αναφοράς Ares(2021)4803687 - 27/7/2021 και αριθ. αναφοράς Ares(2021)4805409 - 27/7/2021.
(24)    Αριθ. αναφοράς ESMA35-42-1227.
(25)    Αριθ. αναφοράς EIOPA-BoS-22/244.
(26)     https://op.europa.eu/en/publication-detail/-/publication/d83364e5-ab55-11ed-b508-01aa75ed71a1/language-en/    
(27)    Στην ομάδα FSUG συμμετέχουν εμπειρογνώμονες που εκπροσωπούν τα συμφέροντα των καταναλωτών, των λιανικών επενδυτών ή των πολύ μικρών επιχειρήσεων, ιδίως με σκοπό να συμβουλεύουν την Επιτροπή κατά την εκπόνηση και υλοποίηση νομοθετικών πρωτοβουλιών ή πρωτοβουλιών πολιτικής που επηρεάζουν τους χρήστες χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Περισσότερες πληροφορίες είναι διαθέσιμες εδώ: https://finance.ec.europa.eu/regulation-and-supervision/expert-groups-comitology-and-other-committees/financial-services-user-group-fsug_en .
(28)    Οντότητες που ρυθμίζονται από τις οδηγίες MiFID, Φερεγγυότητα II, IDD, ΟΣΕΚΑ ή ΔΟΕΕ και παράγουν τα δικά τους επενδυτικά προϊόντα.
(29)    Στο πλαίσιο των μέτρων εποπτείας και παρακολούθησης των προϊόντων τους, οι παραγωγοί θα υποχρεούνται να προσδιορίζουν και να ποσοτικοποιούν το κόστος που σχετίζεται με κάθε επενδυτικό προϊόν (τόσο για τα υφιστάμενα όσο και για τα νέα προϊόντα) και να αιτιολογούν το ότι προσφέρει βέλτιστη σχέση κόστους-ωφέλειας στην αγορά-στόχο, μεταξύ άλλων σε σύγκριση με άλλα προϊόντα στην αγορά, με βάση δείκτες αναφοράς κόστους και απόδοσης ανά συγκεκριμένο τύπο προϊόντος («δείκτες αναφοράς του παραγωγού»).
(30)    Οντότητες που ρυθμίζονται από τις οδηγίες MiFID, Φερεγγυότητα II, IDD, ΟΣΕΚΑ ή ΔΟΕΕ και διανέμουν σε πελάτες προϊόντα που παράγουν ή ενεργούν ως διαμεσολαβητές και διανέμουν προϊόντα που παράγονται από άλλες οντότητες.
(31)    Ομοίως με τους δείκτες αναφοράς του παραγωγού, οι διανομείς επενδυτικών προϊόντων θα απαιτείται να αξιολογούν τον τρόπο με τον οποίο τα προϊόντα που διανέμουν συγκρίνονται με σχετικούς δείκτες αναφοράς («δείκτες αναφοράς του διανομέα») για παρόμοια προϊόντα στην αγορά.
(32)    Βλ. κεφάλαια 6.3 και 7 της εκτίμησης επιπτώσεων.
(33)    ΕΕ C … της …, σ. ….
(34)    Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).
(35)    Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1).
(36)    Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 (ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 1).
(37)    Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).
(38)    Οδηγία (ΕΕ) 2016/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2016, σχετικά με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων (ΕΕ L 26 της 2.2.2016, σ. 19).
(39)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/79/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 48).
(40)    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).
(41)    Όπως αναφέρεται στο άρθρο 58 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β) του δημοσιονομικού κανονισμού.
(42)    Οι λεπτομέρειες σχετικά με τις μεθόδους εκτέλεσης του προϋπολογισμού, καθώς και οι παραπομπές στον δημοσιονομικό κανονισμό είναι διαθέσιμες στον ιστότοπο BUDGpedia: https://myintracomm.ec.europa.eu/corp/budget/financial-rules/budget-implementation/Pages/implementation-methods.aspx
(43)    ΔΠ = Διαχωριζόμενες πιστώσεις / ΜΔΠ = Μη διαχωριζόμενες πιστώσεις.
(44)    ΕΖΕΣ: Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών.
(45)    Υποψήφιες χώρες και, κατά περίπτωση, δυνάμει υποψήφια μέλη της ΕΕ από τα Δυτικά Βαλκάνια.
(46)    Τα αποτελέσματα είναι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που θα παρασχεθούν (π.χ.: αριθμός ανταλλαγών φοιτητών που θα χρηματοδοτηθούν, αριθμός χλμ. οδών που θα κατασκευαστούν κ.λπ.).
(47)    Συνολικό κόστος ΕΕ και EAA (συμπεριλαμβανομένου του μεριδίου της ΕΑΑ στις εργοδοτικές συνταξιοδοτικές εισφορές)
(48)    Συνολικό κόστος ΕΕ και EAA (συμπεριλαμβανομένου του μεριδίου της ΕΑΑ στις εργοδοτικές συνταξιοδοτικές εισφορές)
(49)    AC = Συμβασιούχος υπάλληλος· AL = Τοπικός υπάλληλος· END = Αποσπασμένος εθνικός εμπειρογνώμονας· INT = Προσωρινό προσωπικό· JPD = Νέος επαγγελματίας σε αντιπροσωπεία της ΕΕ.
(50)    Επιμέρους ανώτατο όριο εξωτερικού προσωπικού που καλύπτεται από επιχειρησιακές πιστώσεις (πρώην γραμμές «BA»).
(51)    Κυρίως για τα ταμεία πολιτικής συνοχής της ΕΕ, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας, Αλιείας και Υδατοκαλλιέργειας (ΕΤΘΑΥ).
(52)    Βλ. άρθρα 12 και 13 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 2093/2020 του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2020, για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για τα έτη 2021 έως 2027.
(53)    Όσον αφορά τους παραδοσιακούς ιδίους πόρους (δασμούς, εισφορές ζάχαρης), τα αναγραφόμενα ποσά πρέπει να είναι καθαρά ποσά, δηλ. τα ακαθάριστα ποσά μετά την αφαίρεση του 20 % για έξοδα είσπραξης.
Top

Βρυξέλλες, 24.5.2023

COM(2023) 279 final

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

της πρότασης για

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ, 2011/61/ΕΕ, 2014/65/ΕΕ και (ΕΕ) 2016/97 όσον αφορά τους κανόνες προστασίας των ιδιωτών επενδυτών της Ένωσης

{SEC(2023) 330 final} - {SWD(2023) 278 final} - {SWD(2023) 279 final}


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Στο παράρτημα II της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, το τμήμα II.1 τροποποιείται ως εξής:

1)το τέταρτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα τεστ καταλληλότητας που εφαρμόζονται στους διαχειριστές και τους διευθυντές οντοτήτων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει της παρούσας οδηγίας ή άλλων οδηγιών της ΕΕ για τον χρηματοπιστωτικό τομέα μπορούν να θεωρηθούν παράδειγμα τέτοιας αξιολόγησης εμπειρίας και γνώσεων. Στην περίπτωση μικρής οντότητας, το πρόσωπο που αποτελεί αντικείμενο της εν λόγω αξιολόγησης είναι το πρόσωπο που εξουσιοδοτείται να διενεργεί συναλλαγές για λογαριασμό της.»·

2)το πέμπτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

1)η δεύτερη και η τρίτη περίπτωση αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«— η αξία του χαρτοφυλακίου χρηματοπιστωτικών μέσων του πελάτη, οριζόμενου ως καταθέσεις μετρητών συν χρηματοπιστωτικά μέσα, υπερβαίνει κατά μέσο όρο τις 250 000 EUR κατά τα τελευταία 3 έτη,

   ο πελάτης εργάζεται ή έχει εργαστεί στον χρηματοπιστωτικό τομέα ή έχει αναλάβει δραστηριότητες στην κεφαλαιαγορά    που απαιτούν την αγορά και πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων και/ή τη διαχείριση χαρτοφυλακίου    χρηματοπιστωτικών μέσων επί ένα έτος τουλάχιστον σε επαγγελματική θέση, η οποία απαιτεί γνώση των σχεδιαζόμενων συναλλαγών ή υπηρεσιών,»·

2) προστίθεται η ακόλουθη περίπτωση:

«    — ο πελάτης μπορεί να παράσχει στην επιχείρηση απόδειξη αναγνωρισμένης εκπαίδευσης ή κατάρτισης που    αποδεικνύει ότι κατανοεί τις σχετικές σχεδιαζόμενες συναλλαγές ή υπηρεσίες και    είναι ικανός να αξιολογεί επαρκώς τους κινδύνους.»·

3)προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Όταν ο πελάτης είναι νομική οντότητα, πληρούνται δύο τουλάχιστον από τα ακόλουθα κριτήρια:

   σύνολο ισολογισμού: 10 000 000 EUR

   καθαρός κύκλος εργασιών: 20 000 000 EUR

   ίδια κεφάλαια: 1 000 000 EUR

Η επιχείρηση επενδύσεων αξιολογεί αν ο νόμιμος εκπρόσωπος της εν λόγω νομικής οντότητας ή το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για τις επενδυτικές συναλλαγές για λογαριασμό της εν λόγω νομικής οντότητας κατανοεί τις σχετικές σκοπούμενες συναλλαγές ή υπηρεσίες, είναι ικανό να λαμβάνει επενδυτικές αποφάσεις σύμφωνα με τους στόχους, τις ανάγκες και την χρηματοοικονομική ικανότητα της νομικής οντότητας και είναι σε θέση να αξιολογεί επαρκώς τους κινδύνους.».

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

«Παράρτημα V

Ελάχιστες απαιτήσεις για επαγγελματικές γνώσεις και ικανότητες

(όπως αναφέρονται στο άρθρο 24δ παράγραφος 2)

α)κατανόηση των βασικών χαρακτηριστικών, των κινδύνων και των ιδιοτήτων των χρηματοπιστωτικών μέσων που προσφέρονται ή συνιστώνται, συμπεριλαμβανομένων τυχόν γενικών φορολογικών επιπτώσεων που μπορεί να βαρύνουν τον πελάτη στο πλαίσιο των συναλλαγών·

β)κατανόηση του συνολικού κόστους και των επιβαρύνσεων που βαρύνουν τον πελάτη στο πλαίσιο του είδους του επενδυτικού προϊόντος που προσφέρεται ή συνιστάται και του κόστους που σχετίζεται με την παροχή των συμβουλών και οποιωνδήποτε άλλων σχετικών υπηρεσιών παρέχονται·

γ)κατανόηση του τρόπου με τον οποίο το είδος του επενδυτικού προϊόντος που παρέχεται από την επιχείρηση μπορεί να μην είναι κατάλληλο για τον πελάτη, μετά από αξιολόγηση των σχετικών πληροφοριών που παρέχει ο πελάτης σε σχέση με τις αλλαγές που έχουν επέλθει από τη στιγμή που συγκεντρώθηκαν οι σχετικές πληροφορίες·

δ)κατανόηση του τρόπου λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών και του τόπου με τον οποίο επηρεάζουν την αξία και την τιμολόγηση των χρηματοπιστωτικών μέσων που προσφέρονται ή συνιστώνται στους πελάτες·

ε)κατανόηση του αντικτύπου των μακροοικονομικών εξελίξεων και των εθνικών/περιφερειακών/παγκόσμιων γεγονότων στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στην αξία των χρηματοπιστωτικών μέσων που προσφέρονται ή συνιστώνται στους πελάτες·

στ)κατανόηση της διαφοράς μεταξύ των προηγούμενων αποδόσεων και των σεναρίων μελλοντικών αποδόσεων, καθώς και των ορίων της πρόβλεψης·

ζ)κατανόηση των γενικών επιπτώσεων των κύριων στοιχείων του ρυθμιστικού πλαισίου για τον χρηματοπιστωτικό τομέα·

η)αξιολόγηση δεδομένων σχετικών με τα χρηματοπιστωτικά μέσα που προσφέρονται ή συνιστώνται στους πελάτες, όπως έγγραφα βασικών πληροφοριών, ενημερωτικά δελτία, οικονομικές καταστάσεις ή χρηματοοικονομικά δεδομένα·

θ)κατανόηση των ιδιαίτερων δομών της αγοράς για το είδος των χρηματοπιστωτικών μέσων που προσφέρονται ή συνιστώνται στους πελάτες·

ι)κατανόηση των αρχών αποτίμησης για το είδος των χρηματοπιστωτικών μέσων που προσφέρονται ή συνιστώνται στους πελάτες·

ια)κατανόηση των βασικών αρχών διαχείρισης χαρτοφυλακίου, περιλαμβανομένης της ικανότητας κατανόησης των επιπτώσεων της διαφοροποίησης όσον αφορά μεμονωμένες επενδυτικές εναλλακτικές δυνατότητες·

ιβ)κατανόηση της έννοιας της βιώσιμης επένδυσης και του τρόπου εξέτασης και ενσωμάτωσης των παραγόντων βιωσιμότητας και των προτιμήσεων βιωσιμότητας του πελάτη στις συμβουλευτικές διαδικασίες.»

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

1)Το μέρος II του παραρτήματος I της οδηγίας (ΕΕ) 2016/97 τροποποιείται ως εξής: το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)    ελάχιστη απαιτούμενη γνώση των βασικών χαρακτηριστικών, των κινδύνων και των ιδιοτήτων των βασιζόμενων σε ασφάλιση επενδυτικών προϊόντων, περιλαμβανομένων των όρων και των προϋποθέσεων και των καθαρών ασφαλίστρων, και, κατά περίπτωση, των καλυπτόμενων και μη καλυπτόμενων από εγγύηση οφελών, καθώς και των χρηματοοικονομικών κινδύνων που βαρύνουν τους λήπτες ασφάλισης και των τυχόν γενικών φορολογικών επιπτώσεων που μπορεί να βαρύνουν τον πελάτη·»·

2)παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο αα):

«αα)    ελάχιστη απαιτούμενη γνώση του συνολικού κόστους και των επιβαρύνσεων που βαρύνουν τον πελάτη στο πλαίσιο του είδους του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος που προσφέρεται ή συνιστάται και του κόστους που σχετίζεται με την παροχή των συμβουλών και οποιωνδήποτε άλλων σχετικών υπηρεσιών παρέχονται·»·

3)το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)    ελάχιστη απαιτούμενη επάρκεια στον χρηματοοικονομικό τομέα, μεταξύ άλλων ως προς τα ακόλουθα:

i)    κατανόηση του τρόπου λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών και του τρόπου με τον οποίο επηρεάζουν την αξία και την τιμολόγηση των χρηματοπιστωτικών μέσων που προσφέρονται ή συνιστώνται στους πελάτες·

ii)    κατανόηση του αντικτύπου των μακροοικονομικών εξελίξεων και των εθνικών/περιφερειακών/παγκόσμιων γεγονότων στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στην αξία των χρηματοπιστωτικών μέσων που προσφέρονται ή συνιστώνται στους πελάτες·

iii)    κατανόηση της διαφοράς μεταξύ των προηγούμενων αποδόσεων και των σεναρίων μελλοντικών αποδόσεων, καθώς και των ορίων της πρόβλεψης·

iv)    κατανόηση των ιδιαίτερων δομών της αγοράς για το είδος των χρηματοπιστωτικών μέσων που προσφέρονται ή συνιστώνται στους πελάτες·

v)    κατανόηση των αρχών αποτίμησης για το είδος των χρηματοπιστωτικών μέσων που προσφέρονται ή συνιστώνται στους πελάτες·»·

4)παρεμβάλλονται τα ακόλουθα στοιχεία στα) και στβ):

«στα)    ελάχιστη απαιτούμενη γνώση για την αξιολόγηση δεδομένων σχετικών με τα βασιζόμενα σε ασφάλιση επενδυτικά προϊόντα που προσφέρονται ή συνιστώνται στους πελάτες, όπως έγγραφα βασικών πληροφοριών, ενημερωτικά δελτία, οικονομικές καταστάσεις ή χρηματοοικονομικά δεδομένα·

στβ)    ελάχιστη απαιτούμενη γνώση των γενικών επιπτώσεων των κύριων στοιχείων του ρυθμιστικού πλαισίου για τον χρηματοπιστωτικό τομέα·»·

5)το στοιχείο θ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«θ)    ελάχιστη απαιτούμενη γνώση για την αξιολόγηση των αναγκών των πελατών, περιλαμβανομένης της κατανόησης του τρόπου με τον οποίο το είδος του βασιζόμενου σε ασφάλιση επενδυτικού προϊόντος που παρέχεται από την επιχείρηση μπορεί να μην είναι κατάλληλο για τον πελάτη, μετά από αξιολόγηση των σχετικών πληροφοριών που παρέχει ο πελάτης σε σχέση με τις αλλαγές που έχουν επέλθει από τη στιγμή που συγκεντρώθηκαν οι σχετικές πληροφορίες·»·

6)παρεμβάλλεται το ακόλουθο στοιχείο θα):

«θα)    κατανόηση της έννοιας της βιώσιμης επένδυσης και του τρόπου εξέτασης και ενσωμάτωσης των παραγόντων βιωσιμότητας και των προτιμήσεων βιωσιμότητας του πελάτη στις συμβουλευτικές διαδικασίες·»·

7)το στοιχείο ιβ) απαλείφεται.

Top