EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52014DC0339

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ Η έρευνα και η καινοτομία ως πηγές ανανέωσης της οικονομικής ανάπτυξης

/* COM/2014/0339 final */

52014DC0339

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ Η έρευνα και η καινοτομία ως πηγές ανανέωσης της οικονομικής ανάπτυξης /* COM/2014/0339 final */


1.           Έρευνα και καινοτομία: οι πηγές της μελλοντικής οικονομικής ανάπτυξης

Η Ευρώπη βρίσκεται στην κατάλληλη θέση για να αξιοποιήσει τις επόμενες ευκαιρίες οικονομικής ανάπτυξης. Με τη μεγαλύτερη εσωτερική αγορά παγκοσμίως, αποτελεί την έδρα πολλών από τις κορυφαίες καινοτόμες εταιρείες στον κόσμο και κατέχει ηγετική θέση σε πολλά γνωστικά πεδία και βασικές τεχνολογίες, όπως στους τομείς της υγείας, των τροφίμων, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, των περιβαλλοντικών τεχνολογιών και των μεταφορών[1].

Διαθέτει άπειρο πλούτο που απορρέει από το άρτια εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό της και τα κορυφαία ταλέντα της σε πολιτιστικούς και δημιουργικούς κλάδους. Ωστόσο, απαιτούνται ακόμη προσπάθειες για να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία της ενιαίας αγοράς, να βελτιωθούν οι πλαισιακές συνθήκες για την καινοτομία στις επιχειρήσεις και να επιταχυνθούν οι επενδύσεις σε επαναστατικές τεχνολογίες σε ταχέως αναπτυσσόμενους τομείς[2].

Νέες ευκαιρίες ανάπτυξης διανοίγονται από την παροχή νέων προϊόντων και υπηρεσιών που προκύπτουν από τις τεχνολογικές ανακαλύψεις, τις νέες διεργασίες και επιχειρηματικά μοντέλα, τη μη τεχνολογική καινοτομία και την καινοτομία στον τομέα των υπηρεσιών, σε συνδυασμό και με οδηγό τη δημιουργικότητα, τη διορατικότητα και το ταλέντο, δηλαδή, με άλλα λόγια, από την καινοτομία με την ευρύτερη έννοιά της. Οι ευκαιρίες αυτές θα πρέπει να εξυπηρετηθούν από ισχυρή εστίαση της οικονομικής πολιτικής και από πολιτικές με τις οποίες θα αντιμετωπίζονται οι κοινωνικές προκλήσεις, όπως η γήρανση του πληθυσμού, η ενεργειακή ασφάλεια, η κλιματική αλλαγή, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης του κινδύνου καταστροφών, και η κοινωνική ένταξη, που απαιτούν επαναστατικές καινοτομίες.

Για να αποκομίσουν τα οφέλη από αυτά τα πλεονεκτήματα από την άποψη της οικονομικής ευημερίας και της ποιότητας ζωής, οι κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη πρέπει να στηρίξουν ενεργά τις πολιτικές που ενισχύουν την ανάπτυξη, κυρίως την πολιτική έρευνας και καινοτομίας.

Η σταδιακή βελτίωση της οικονομικής κατάστασης επιτρέπει πλέον στην Ευρώπη να στρέψει την προσοχή της προς την ενίσχυση της ανάπτυξης, διατηρώντας παράλληλα τον ρυθμό των μεταρρυθμίσεων, ώστε να διασφαλίσει ανάκαμψη με διάρκεια. Κατά την έξοδο της Ευρώπης από την κρίση, καθίσταται όλο και πιο σαφές πόσο απέδωσε τελικά η στήριξη των πολιτικών που ενισχύουν την ανάπτυξη. Τα στοιχεία δείχνουν ότι μεγάλο μέρος της πρόσφατης αύξησης της παραγωγικότητας προέρχεται από την καινοτομία[3] και ότι, κατά μέσον όρο, οι χώρες που επένδυσαν περισσότερο στην έρευνα και την καινοτομία (Ε&Κ), πριν από την κρίση και κατά τη διάρκειά της, παρουσίασαν τη μεγαλύτερη ανθεκτικότητα κατά τη διάρκεια της οικονομικής ύφεσης[4].

Η έρευνα και η καινοτομία ως επένδυση για την ενίσχυση της ανάπτυξης

Για τον λόγο αυτό, η στρατηγική «Ευρώπη 2020» και οι πρόσφατες ετήσιες επισκοπήσεις της ανάπτυξης[5] τονίζουν την ανάγκη διατήρησης και, όπου είναι δυνατόν, προώθησης των δαπανών για την ενίσχυση της ανάπτυξης, στο πλαίσιο των συνολικών προσπαθειών δημοσιονομικής εξυγίανσης. Αυτό αντικατοπτρίζεται, επίσης, στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις του 2014 στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.

Οι δημόσιες επενδύσεις δημιουργούν τη βάση γνώσεων και το ταλέντο που χρειάζονται οι καινοτόμες εταιρείες και μοχλεύουν επίσης επενδύσεις των επιχειρήσεων στην έρευνα και την καινοτομία, που συνιστούν κρίσιμης σημασίας στοιχεία για την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020». Η περικοπή των δημοσίων επενδύσεων στην Ε&Κ, έστω και λόγω των δυσχερών δημοσιονομικών συνθηκών, μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις και στις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης μιας χώρας, μειώνοντας την ικανότητα απορρόφησης των αποτελεσμάτων της έρευνας και της καινοτομίας που επιτυγχάνονται σε άλλες χώρες και προκαλώντας απώλεια ελκυστικών ευκαιριών σταδιοδρομίας για τους πλέον προικισμένους νέους της χώρας.

Ο προϋπολογισμός της Ένωσης για την περίοδο 2014-20 σηματοδοτεί αποφασιστική στροφή προς την Ε&Κ και άλλα κονδύλια που ενισχύουν την ανάπτυξη, με αύξηση κατά 30%, σε πραγματικές τιμές, του προϋπολογισμού για το πρόγραμμα «Ορίζων 2020», το νέο πρόγραμμα έρευνας και καινοτομίας της ΕΕ. Αναμένεται επιπλέον επένδυση 83 δισ. ευρώ στην Ε&Κ, καθώς και στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), μέσω των νέων ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων.

Ωστόσο, η πρόσθετη αυτή επένδυση από τον προϋπολογισμό της Ένωσης πρέπει να συμπληρώνει και όχι να υποκαθιστά τις επενδύσεις των κρατών μελών, τόσο από δημόσιες όσο και από ιδιωτικές πηγές. Για να επιτευχθεί περαιτέρω πρόοδος όσον αφορά τον στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για επένδυση του 3% του ΑΕΠ στην Ε&Α [6], οι κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη πρέπει να συνεχίσουν να επενδύουν στην έρευνα και στην καινοτομία, εξασφαλίζοντας την αποδοτικότητά της και τη μόχλευση ιδιωτικών επενδύσεων. Για τη διευκόλυνση των επενδύσεων αυτών, θα πρέπει επίσης να βελτιωθούν οι πλαισιακές συνθήκες[7], λαμβανομένων υπόψη των τρεχουσών κατευθύνσεων της βιομηχανικής πολιτικής[8]. Οι εν λόγω δημόσιες δαπάνες δεν αποτελούν κόστος, αλλά επένδυση στο μέλλον, μια πραγματικότητα που αναγνωρίζεται πλέον στο αναθεωρημένο ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών, τη μέθοδο της Eurostat για τον υπολογισμό των δημοσίων δαπανών[9].

Ωστόσο, πολλά κράτη μέλη έχουν μειώσει τις άμεσες δαπάνες για Ε&Α στο πλαίσιο των προσπαθειών δημοσιονομικής εξυγίανσης, όπως εμφαίνεται στο σχήμα 1, έστω και αν, σε ορισμένες περιπτώσεις, η μείωση αυτή αντισταθμίζεται εν μέρει με την αύξηση των φορολογικών κινήτρων στον τομέα της Ε&Α. Οι περικοπές αυτές έχουν καταστεί ιδιαίτερα αισθητές από το 2012. Κατά την πρώτη περίοδο της κρίσης, από το 2008 έως το 2010, πολλά κράτη μέλη διαφύλαξαν τους προϋπολογισμούς τους για Ε&Α, κάποια μάλιστα αύξησαν τις σχετικές δαπάνες τους.

Παράλληλα, τα περισσότερα κράτη μέλη απέχουν πολύ από τους εθνικούς στόχους τους όσον αφορά την Ε&Α στο πλαίσιο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», όπως εμφαίνεται στο σχήμα 2[10]. Η κατάσταση αυτή αντανακλά κυρίως το έλλειμμα στις δαπάνες των επιχειρήσεων για Ε&Α[11].

Στην παρούσα ανακοίνωση διερευνάται ο τρόπος με τον οποίο μπορεί να μεγιστοποιηθεί το δυναμικό της έρευνας και της καινοτομίας ως κινητήριων μοχλών μιας νέας αναπτυξιακής πορείας, μέσω της βελτίωσης της ποιότητας των επενδύσεων στο πλαίσιο φιλοαναπτυξιακών στρατηγικών δημοσιονομικής εξυγίανσης των κρατών μελών.

 

Σχήμα 1. Οι αλλαγές στον τομέα της Ε&Α ως ποσοστό των συνολικών κυβερνητικών δαπανών (2008-2012)

Σχήμα 2. Ένταση δημόσιας και ιδιωτικής Ε&Α το 2012 στα κράτη μέλη, στην ΕΕ και σε τρίτες χώρες

2.           Αύξηση του αντίκτυπου και βελτίωση της σχέσης κόστους-απόδοσης

2.1         Βελτίωση της ποιότητας των δημοσίων δαπανών για έρευνα και καινοτομία

Σε συνθήκες συνεχιζόμενων δημοσιονομικών δυσχερειών, είναι ζωτικής σημασίας η μεγιστοποίηση του αντίκτυπου των δημοσίων δαπανών με τη βελτίωση της ποιότητάς τους. Ως εκ τούτου, οι δημόσιες επενδύσεις πρέπει να συμβαδίζουν με εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις των συστημάτων έρευνας και καινοτομίας, μεταξύ άλλων με την ενίσχυση της μοχλευτικής επενέργειας των δημοσίων δαπανών στις ιδιωτικές επενδύσεις. Οι κυβερνήσεις πρέπει να αρχίσουν να σχεδιάζουν πιο έξυπνα το πώς και το πού θα επενδύουν[12] και κατά τη διαδικασία αυτή θα πρέπει να εμπνέονται από την τολμηρή στρατηγική προσέγγιση που διατυπώθηκε στο πλαίσιο της εμβληματικής πρωτοβουλίας «Ένωση καινοτομίας» και στο θεματολόγιο του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας.[13]

Η αξιολόγηση της ποιότητας, της αποδοτικότητας και του αντίκτυπου των δημοσίων δαπανών για Ε&Κ είναι απαιτητική και οι διαθέσιμοι δείκτες υπόκεινται σε περιορισμούς. Αν εξεταστεί αποκλειστικά η ικανότητα του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα να μετατρέπουν τις επενδύσεις σε Ε&Α σε αιτήσεις για διπλώματα ευρεσιτεχνίας[14], τα διαθέσιμα πρότυπα μέτρησης δείχνουν ότι ορισμένες χώρες είναι ικανές να επιτυγχάνουν μεγαλύτερο αντίκτυπο των δημοσίων και ιδιωτικών δαπανών τους για Ε&Α σε σχέση με τις υπόλοιπες, όπως επεξηγείται στο σχήμα 3. Οι χώρες με την υψηλότερη αποδοτικότητα των δαπανών τείνουν να είναι αυτές με τα υψηλότερα επίπεδα δημοσίων δαπανών Ε&Α και κατά κεφαλήν ΑΕΠ, καθώς και με την ισχυρότερη βάση γνώσεων. Επιπλέον, οι επιχειρηματικές επενδύσεις σε Ε&Α τείνουν να είναι μεγαλύτερες στις χώρες με τις υψηλότερες δημόσιες δαπάνες για Ε&Α, δεδομένου ότι τα αποδοτικά δημόσια συστήματα Ε&Κ είναι σε θέση να μοχλεύουν αποτελεσματικότερα ιδιωτικές επενδύσεις σε Ε&Α[15]. 

Η βελτίωση της ποιότητας και της αποδοτικότητας των δαπανών μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία ενάρετου κύκλου, με τη μόχλευση υψηλότερων επιπέδων επενδύσεων από τον ιδιωτικό τομέα και την αύξηση των οικονομικών αποδόσεων[16]. Οι μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της ποιότητας και της αποδοτικότητας των δημοσίων δαπανών είναι μείζονος σημασίας για όλα τα κράτη μέλη. Γενικά, στην περίπτωση των κρατών μελών που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερους δημοσιονομικούς περιορισμούς και των οποίων οι δαπάνες είναι λιγότερο αποδοτικές, η ενίσχυση του αντίκτυπου με εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις και η αύξηση των επενδύσεών τους με σύνεση κατά την ανάκαμψη των οικονομιών τους είναι ζωτικής σημασίας. Από την άλλη πλευρά, τα κράτη μέλη με επαρκή δημοσιονομικά περιθώρια και υψηλή αποδοτικότητα, θα αποκομίσουν οφέλη πραγματοποιώντας εξυπνότερες επενδύσεις, ώστε να βελτιώσουν τη σχέση κόστους-απόδοσης.

     

Σχήμα 3. Ένταση Ε&Α και βαθμολογίες αποδοτικότητας[17]

Η αύξηση της αποδοτικότητας των δαπανών για Ε&Κ θα συμβάλει επίσης στη βελτίωση της γενικής ποιότητας των δημοσίων οικονομικών. Θα επιτρέψει την καλύτερη χρήση των περιορισμένων πόρων και, ως εκ τούτου, θα επιφέρει επίσης πιο μακροπρόθεσμες βελτιώσεις, με τη στήριξη της αξιοποίησης των αποτελεσμάτων της Ε&Κ. Οι οριζόντιες πρακτικές που έχουν υιοθετηθεί για τη βελτίωση της αποδοτικότητας των πολιτικών περιλαμβάνουν την τακτική επανεξέταση των δημοσίων δαπανών και την κατάρτιση προϋπολογισμού με άξονα τα αποτελέσματα και με βάση τις επιδόσεις. Περιπτωσιακές μελέτες (Γαλλία, Αυστρία, Σουηδία και Κάτω Χώρες) τονίζουν ότι τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν αυτές τις προσεγγίσεις κατόρθωσαν να επιτύχουν σημαντικά και ποσοτικοποιημένα αποτελέσματα από την άποψη της δημοσιονομικής διαφάνειας, της αποδοτικότητας και της εξοικονόμησης, χωρίς να υποβαθμίσουν (και, μάλιστα, βελτιώνοντας) την ποιότητα των δημοσίων υπηρεσιών.

2.2         Άξονες προτεραιότητας για τις μεταρρυθμίσεις

Οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα της Ε&Κ πρέπει να προσαρμοστούν στα χαρακτηριστικά κάθε κράτους μέλους. Ως εκ τούτου, ο προσδιορισμός, ο σχεδιασμός και η εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων για τη βελτίωση της ποιότητας των επενδύσεών τους σε Ε&Κ αποτελούν μεγάλη πρόκληση για όλα τα κράτη μέλη. Μέχρι σήμερα έχει σημειωθεί πρόοδος όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις που απορρέουν από την Ένωση καινοτομίας και τον Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας.

Η έκθεση του 2014 για την κατάσταση της Ένωσης καινοτομίας, που συνοδεύει την παρούσα ανακοίνωση, δείχνει αυξανόμενη δυναμική γύρω από την καινοτομία[18], στο πλαίσιο της επανεξέτασης της στρατηγικής «Ευρώπη 2020»[19]. Μεταξύ των σημαντικότερων αποτελεσμάτων περιλαμβάνεται το ευνοϊκότερο για την καινοτομία επιχειρηματικό περιβάλλον, μέσω του ενιαίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας και του διαβατηρίου για τα επιχειρηματικά κεφάλαια. Η ενωσιακή στήριξη της Ε&Κ αναμορφώθηκε ριζικά σε ενιαίο, ολοκληρωμένο και απλοποιημένο πρόγραμμα, το «Ορίζων 2020», με σαφείς και μετρήσιμους στόχους που επικεντρώνονται στην επιστημονική αριστεία, τη βιομηχανική υπεροχή και τις κοινωνικές προκλήσεις. 

Πολλά κράτη μέλη προχωρούν επίσης σε μεταρρύθμιση της δημόσιας χρηματοδοτικής στήριξης που παρέχουν στον τομέα της Ε&Κ. Η πείρα δείχνει ότι η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων με τρόπο που βελτιώνει την ποιότητα των δαπανών και διασφαλίζει οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις αποτελεί διαρκή διαδικασία και μακροπρόθεσμη πρόκληση για όλες τις χώρες. Η βελτίωση της σχέσης κόστους-απόδοσης απαιτεί μεγιστοποίηση του αντίκτυπου των πολιτικών Ε&Κ, μεταξύ άλλων με τη σύσφιγξη των δεσμών μεταξύ της ποιότητας και των πόρων που διατίθενται στον συγκεκριμένο τομέα. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητη η παροχή συνεπών κινήτρων για την άνοδο της ποιότητας των δημοσίων δαπανών και τη διατήρηση των δαπανών που ενισχύουν την ανάπτυξη, κυρίως στον τομέα της Ε&Κ.

Με βάση την ανωτέρω πείρα, διαφαίνονται τρεις άξονες μεταρρύθμισης, οι οποίοι έχουν σημασία για όλα τα κράτη μέλη. 

Ι           Βελτίωση της ποιότητας της κατάστρωσης στρατηγικών και της διαδικασίας χάραξης πολιτικής

Η Ε&Κ επηρεάζει πολλούς τομείς άσκησης πολιτικής και αποτελεί πεδίο δραστηριότητας πλήθους παραγόντων· ως εκ τούτου, θα πρέπει να κατευθύνεται από μια γενική στρατηγική και να καθοδηγείται σε αρκετά υψηλό πολιτικό επίπεδο. Η εν λόγω στρατηγική θα πρέπει να καλύπτει τόσο τις ερευνητικές, όσο και τις καινοτομικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων σε υποδομές. Η πολιτική θα πρέπει να σχεδιάζεται με συνεκτίμηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της Ε&Κ και με βάση ένα σταθερό πολυετές στρατηγικό πλαίσιο και προνοητικό προγραμματισμό των δημοσίων επενδύσεων. Η ένταξη δαπανών που ενισχύουν την ανάπτυξη, όπως οι δαπάνες για Ε&Κ, στην προοπτική πολυετούς σχεδιασμού μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών πλαισίων[20] μπορεί να συνδυάσει τα πλεονεκτήματα των υγιέστερων δημοσίων οικονομικών με μεγαλύτερη προβολή των μεσοπρόθεσμων προτεραιοτήτων των κυβερνήσεων. Με τον τρόπο αυτό είναι δυνατόν να ενισχυθεί η αξιοπιστία του συστήματος Ε&Κ και να γίνει ελκυστικότερο.

Τα κράτη μέλη θα πρέπει ταυτόχρονα να μεριμνήσουν για την αποφυγή του υπερβολικού διασκορπισμού των περιορισμένων πόρων, εστιάζοντας σε μικρό αριθμό βασικών πλεονεκτημάτων και δυνατοτήτων με τη διαδικασία της έξυπνης εξειδίκευσης, η οποία υποστηρίζεται στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών και επενδυτικών ταμείων. Δεδομένων των δυναμικών αλλαγών στον τομέα της Ε&Κ, θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη κατά τη χάραξη πολιτικής οι αναδυόμενοι τρόποι σκέψεις και παραδειγματικά πρότυπα[21]. Οι αντικειμενικές πληροφορίες και τα αποδεικτικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των προβλέψεων και των συστηματικών εκ των προτέρων και εκ των υστέρων αξιολογήσεων, αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της χάραξης πολιτικής, ιδίως για την εκτίμηση των μακροπρόθεσμων κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων της χρηματοδότησης της Ε&Κ. Τα κράτη μέλη πρέπει να παρακολουθούν συνεχώς τις επιπτώσεις και να επανεξετάζουν τις πολιτικές τους σε ευρωπαϊκό και διεθνές πλαίσιο.

Πλαίσιο 1. Πολλά κράτη μέλη επανακαθορίζουν τις εθνικές τους στρατηγικές Ε&Κ, βασιζόμενα σε μια ευρεία έννοια καινοτομίας, η οποία περιλαμβάνει την εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία. Η Γερμανία παρουσίασε ολοκληρωμένη στρατηγική προσανατολισμένη στην καινοτομία («Η στρατηγική υψηλής τεχνολογίας για τη Γερμανία»), η οποία βασίζεται σε μελλοντολογική ανάλυση, με έμφαση στις νέες τεχνολογίες που συνδέονται με τις κοινωνικές προκλήσεις, στην εντατικότερη συνεργασία μεταξύ επιστήμης και βιομηχανίας, καθώς και στη βελτίωση των πλαισιακών συνθηκών για τις καινοτόμες επιχειρήσεις. Μετά την επικαιροποίηση του 2010, η Γερμανία σκοπεύει τώρα να ενδυναμώσει τη στρατηγική, καθώς και τη σφαιρική και διυπουργική προσέγγιση της πολιτικής για την καινοτομία, που έχει υιοθετηθεί.

Αρκετά κράτη μέλη αξιολογούν τη σχέση κόστους-απόδοσης των δαπανών για Ε&Κ ως μέρος της ευρύτερης επανεξέτασης των δημοσίων δαπανών. Οι Κάτω Χώρες, για παράδειγμα, έχουν δημιουργήσει ένα εκτεταμένο σύστημα παρακολούθησης της πολιτικής για την επανεξέταση της ασκούμενης πολιτικής σε επιλεγμένους τομείς, συμπεριλαμβανομένου του τομέα της έρευνας και καινοτομίας, με σκοπό τον προσδιορισμό επιλογών για μελλοντική εξοικονόμηση και για τη μεγιστοποίηση της σχέσης κόστους-απόδοσης με βάση την εκ των προτέρων και την εκ των υστέρων αξιολόγηση. Στην επανεξέταση αυτή μετέχουν τα υπουργεία εθνικής οικονομίας, έρευνας και οικονομικών, καθώς και ανεξάρτητοι οργανισμοί, ενώ αξιοποιούνται η δημόσια χρηματοδοτική στήριξη της έρευνας που σχετίζεται με τις συγκεκριμένες πολιτικές και η βαθύτερη κατανόηση στην οποία οδηγούν τα στοιχεία που συγκεντρώνονται. Η Εσθονία έχει διατηρήσει μια μακροπρόθεσμη στρατηγική σταθερής αύξησης των επενδύσεων σε Ε&Α, με αποτέλεσμα να έχει υπερδεκαπλασιαστεί το αρχικό ύψος των δαπανών της (του έτους 2000). Η χώρα εφαρμόζει ολιστική στρατηγική ενοποιώντας όλους τους πόρους που της διαθέτει η ΕΕ, με σκοπό την επίτευξη αναπτυξιακών αλμάτων.

II          Βελτίωση της ποιότητας των προγραμμάτων, εστίαση των πόρων και των μηχανισμών χρηματοδότησης

Η διαχείριση σημαντικών ποσών δημόσιας χρηματοδότησης της Ε&Κ πραγματοποιείται μέσω προγραμμάτων, οι στόχοι των οποίων καθορίζονται κατά παράδοση σε επίπεδο επιστημονικών κλάδων, τεχνολογικών πεδίων ή βιομηχανικών κλάδων. Ακολουθώντας το παράδειγμα του προγράμματος «Ορίζων 2020», τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο ακριβέστερης εστίασης των προγραμμάτων τους σε βασικές κοινωνικές προκλήσεις, δεδομένου ότι η μετατροπή των τελευταίων σε μελλοντικές επιχειρηματικές ευκαιρίες εμπεριέχει σημαντικό δυναμικό ανάπτυξης, ενώ ταυτόχρονα παρέχονται λύσεις για τις ανησυχίες των πολιτών. Ο καλύτερος συντονισμός των προτεραιοτήτων μεταξύ των κρατών μελών μέσω του κοινού προγραμματισμού των εθνικών θεματολογίων έρευνας και καινοτομίας αυξάνει τον αντίκτυπο των δημοσίων επενδύσεων σε δεδομένο πεδίο της Ε&Κ. [22]

Όπως έχει διευκρινιστεί στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας, η ποιότητα των δημοσίων δαπανών μέσω προγραμμάτων μπορεί να βελτιωθεί με την κατανομή της χρηματοδότησης σε ανταγωνιστική βάση, μέσω ανοικτών προσκλήσεων υποβολής προτάσεων με κριτήριο την αριστεία, για παράδειγμα, βάσει διεθνούς αξιολόγησης από ομότιμους κριτές, και με την κατανομή της χρηματοδότησης ιδρυμάτων βάσει αποδεδειγμένων επιδόσεων. Η αρχή του ανοικτού ανταγωνισμού θα πρέπει να εφαρμόζεται και στα προγράμματα που έχουν ειδικούς οικονομικούς και/ή κοινωνικούς στόχους, με σαφή καθορισμό των αναμενόμενων επιπτώσεων και ισχυρό σύστημα αξιολόγησης των προτάσεων έναντι των επιπτώσεων αυτών με τη βοήθεια ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων. Σύμφωνα με τις πιο επικεντρωμένες και εναρμονισμένες στρατηγικές («έξυπνη εξειδίκευση»), η παρακολούθηση των πραγματικών αποτελεσμάτων και επιπτώσεων των χρηματοδοτούμενων έργων θα παρέχει ακριβείς και συγκρίσιμες πληροφορίες σχετικά με την ποιότητα και την αποδοτικότητα της χρηματοδότησης μέσω προγραμμάτων Ε&Κ.

Τα προγράμματα Ε&Κ πρέπει να είναι συναφή και προσιτά για τις επιχειρήσεις, το οποίο προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος που συνεπάγεται η συμμετοχή, να συντομευθεί ο χρόνος που απαιτείται για την έγκριση των επιχορηγήσεων, να παρακολουθείται η συμμετοχή των επιχειρήσεων και να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη οι παρατηρήσεις των συμμετεχόντων. Θα πρέπει να εξεταστεί ο ουσιαστικός ρόλος της επιστήμης αιχμής στην άνοδο του τρέχοντος επιπέδου της τεχνολογίας και ως εναύσματος για επαναστατικές τεχνολογικές καινοτομίες, με βάση τις επιτυχείς πρωτοβουλίες σε επίπεδο ΕΕ, όπως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας.

Πλαίσιο 2. Πολλά κράτη μέλη ενισχύουν την παράμετρο του ανταγωνισμού στην κατανομή της δημόσιας χρηματοδότησης της Ε&Κ. Μετά τη θέσπιση του νόμου περί Ε&Κ του 2008, η Σουηδία καθιέρωσε την ανταγωνιστική κατανομή ενός ορισμένου ποσοστού της βασικής χρηματοδότησης των πανεπιστημίων —αρχικά 10% και στη συνέχεια 20%— με βάση τις επιδόσεις τους όσον αφορά τις επιστημονικές δημοσιεύσεις και την προσέλκυση εξωτερικής χρηματοδότησης. Το 2011 η Πολωνία θέσπισε μεταρρυθμίσεις με σκοπό την αύξηση του ποσοστού δημόσιας χρηματοδότησης που διατίθεται για Ε&Κ σε ανταγωνιστική βάση, μέσω προσκλήσεων υποβολής προτάσεων που αξιολογούνται από ανεξάρτητους και διεθνείς εμπειρογνώμονες. Από το 2013, η Κροατία εφαρμόζει ένα νέο μοντέλο δημόσιας χρηματοδότησης της βασικής έρευνας, στο οποίο χρησιμοποιούνται τριετείς συμβάσεις βάσει επιδόσεων με τα ιδρύματα. Η Ελλάδα έθεσε πρόσφατα σε εφαρμογή ανταγωνιστική διαδικασία για τη λήψη των αποφάσεων σχετικά με περιορισμένο αριθμό εθνικών έργων που αφορούν ερευνητικές υποδομές. Το Ίδρυμα Επιστημών της Ιρλανδίας καθιέρωσε την αξιολόγηση, από ομότιμους κριτές, των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων των αιτήσεων επιχορήγησης, η οποία συμπληρώνει τις επιστημονικές αξιολογήσεις από ομότιμους κριτές.

Ορισμένοι οργανισμοί χρηματοδότησης αρχίζουν να παρακολουθούν και να αξιολογούν αυστηρά τον αντίκτυπο των προγραμμάτων τους. Το σύστημα παρακολούθησης που εφαρμόζει ο φινλανδικός Οργανισμός Χρηματοδότησης της Καινοτομίας (Tekes) καταδεικνύει ότι κάθε ευρώ που επενδύει ο Tekes έχει ως αποτέλεσμα να αυξάνονται κατά 2 ευρώ οι δαπάνες των εταιρειών για Ε&Α και ότι οι ΜΜΕ που στηρίζει σημειώνουν κατά 20% μεγαλύτερη αύξηση του κύκλου εργασιών και κατά 17% μεγαλύτερη αύξηση της απασχόλησης σε σχέση με συγκρίσιμες ΜΜΕ.

III        Βελτιστοποίηση της ποιότητας των δημοσίων ιδρυμάτων που διεξάγουν δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας

Σε όλα τα κράτη μέλη, ένα μεγάλο ποσοστό της δημόσιας χρηματοδότησης της Ε&Κ διατίθεται ως θεσμική χρηματοδότηση σε πανεπιστήμια, τεχνολογικά ιδρύματα και άλλους δημόσιους οργανισμούς έρευνας και τεχνολογίας. Τα ιδρύματα αυτά πρέπει να ενθαρρυνθούν να αποκτήσουν επιχειρηματικό πνεύμα και να αναζητήσουν νέες ευκαιρίες και συμπράξεις, και εκτός Ευρώπης, με στόχο τη βελτίωση της μεταφοράς γνώσεων στον ιδιωτικό τομέα και την ανακατανομή των πόρων προς τις δραστηριότητες που έχουν τον μεγαλύτερο αντίκτυπο. Συνεπώς, τα εν λόγω ιδρύματα χρειάζονται επαρκή αυτονομία και ευελιξία, με παράλληλη διασφάλιση της λογοδοσίας, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει την υποβολή τους σε τακτική ανεξάρτητη αξιολόγηση και εκτίμηση της ποιότητας.

Τα ιδρύματα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να προσελκύουν τους καλύτερους δυνατούς ερευνητές. Ωστόσο, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας, διαπιστώθηκε σε ορισμένες χώρες απουσία ανοικτών, διαφανών και αξιοκρατικών προσλήψεων, η οποία υπονομεύει τις επιδόσεις των ιδρυμάτων και αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την ελκυστικότητα και την εξέλιξη της σταδιοδρομίας των ικανότερων ερευνητών.

Πλαίσιο 3. Αρκετά κράτη μέλη, όπως η Αυστρία, η Πολωνία και η Ιταλία, έχουν θεσπίσει εθνικές κανονιστικές ρυθμίσεις που προβλέπουν ότι οι κενές θέσεις σε πανεπιστήμια και άλλους δημόσιους ερευνητικούς οργανισμούς πρέπει να προκηρύσσονται σε διεθνές επίπεδο, για παράδειγμα, μέσω της ευρωπαϊκής δικτυακής πύλης των ερευνητών «EURAXESS».

Οι νέες συμπράξεις με ιδρύματα που διεξάγουν δραστηριότητες Ε&Κ δίνουν ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη σε περιφερειακό επίπεδο. Η σύμπραξη μεταξύ Γερμανίας, Γαλλίας, Βελγίου και Λουξεμβούργου με τη συμμετοχή έξι πανεπιστημίων επιτρέπει τη μεγαλύτερη εξειδίκευση, τον επιμερισμό των μαθημάτων και τη βελτίωση της μεταφοράς γνώσεων στις επιχειρήσεις. Τον Απρίλιο του 2014, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου ανακοίνωσε επένδυση ύψους 1 δισ. λιρών στερλινών σε σύμπραξη με το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, βάσει της συμφωνίας Greater Cambridge City Deal, για την ανάπτυξη του τεχνολογικού συνεργατικού σχηματισμού της περιοχής, που απασχολεί ήδη 54.000 άτομα σε περισσότερες από 1.500 επιχειρήσεις τεχνολογικής βάσης, αποφέροντας ετήσια έσοδα που υπερβαίνουν τα 12 δισ. λίρες στερλίνες. Η πρωτοβουλία «Vanguard» συγκεντρώνει 18 περιφέρειες της ΕΕ (Asturias, Baden-Wurttenberg, Euskadi, Cataluña, Lombardia, Małopolska, Nordrhein-Westfalen, Norte, Oberösterreich, Pays de la Loire, Rhône-Alpes, Scotland, Śląsk, Skåne, Tampere, Vlaanderen, Wallonie και Zuid Nederland) για να εφαρμόσουν από κοινού στρατηγικές έξυπνης εξειδίκευσης που θα κινητοποιούν δημόσιους και ιδιωτικούς πόρους υπέρ της Ε&Κ, με άξονα πρωτοβουλίες συσπείρωσης για αναδυόμενες και μετασχηματιστικές τεχνολογίες.

2.3         Υποστήριξη των μεταρρυθμίσεων των κρατών μελών από την Επιτροπή

Για να βοηθήσει τα κράτη μέλη στη διαδικασία εφαρμογής μεταρρυθμίσεων στον τομέα της Ε&Κ, με βάση τους άξονες προτεραιότητας που προσδιορίζονται στο σημείο 2.2 της παρούσας ανακοίνωσης, η Επιτροπή θα επανεξετάσει τα διαθέσιμα σήμερα εργαλεία για την αξιολόγηση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας των μεταρρυθμίσεων στον τομέα της Ε&Κ και θα δρομολογήσει διάλογο με τα κράτη μέλη σχετικά με την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων προτεραιότητας στον τομέα της Ε&Κ και την πιθανή αναγκαιότητα ολοκληρωμένης και τεκμηριωμένης με στοιχεία προσέγγισης για την αξιολόγηση της ποιότητας των πολιτικών Ε&Κ σε επίπεδο κρατών μελών. Κατά την εργασία αυτή θα βασιστεί στη σχετική πείρα που αποκτήθηκε με το εργαλείο αυτοαξιολόγησης, το οποίο παρουσιάστηκε με την πρωτοβουλία για την Ένωση καινοτομίας, και από την ανάλυση της προόδου όσον αφορά τον Ευρωπαϊκό Χώρο Έρευνας και θα χρησιμοποιήσει τους σχετικούς δείκτες της, στους οποίους συγκαταλέγονται ο πίνακας αποτελεσμάτων της Ένωσης καινοτομίας και ο δείκτης αποτελεσμάτων της καινοτομίας[23]. Η Επιτροπή θα παράσχει επίσης δεδομένα, αναλύσεις και πληροφορίες παγκόσμιας κλάσης σχετικά με την πολιτική και τις επιδόσεις στον τομέα της έρευνας και καινοτομίας (Ε&Κ) σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο[24] και θα χρησιμοποιήσει τον μηχανισμό υποστήριξης πολιτικής που προβλέπεται στο πρόγραμμα «Ορίζων 2020» και περιλαμβάνει τεχνική βοήθεια, αξιολογήσεις από ομότιμους κριτές και αμοιβαία μάθηση.

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα προωθήσει επίσης τη διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας ώστε να συγκροτηθεί καλύτερη βάση αποδεικτικών στοιχείων για τη χάραξη πολιτικής στον τομέα της Ε&Κ, για παράδειγμα με τη χρήση των προσεγγίσεων μεγάλων δεδομένων και τη βελτίωση του τρόπου με τον οποίο λαμβάνονται υπόψη οι μακροπρόθεσμες θετικές επιπτώσεις της Ε&Κ σε ορισμένα από τα μακροοικονομικά μοντέλα που χρησιμοποιούνται για την υποστήριξη της χάραξης πολιτικής[25].

Η Επιτροπή θα διευκολύνει την ανταλλαγή πείρας στον σχεδιασμό και την εφαρμογή έμμεσων μέτρων, όπως η παροχή φορολογικών κινήτρων για Ε&Α με βάση τις δαπάνες, ώστε να εξασφαλιστεί οικονομική αποτελεσματικότητα, να αποφευχθούν ανεπιθύμητες διασυνοριακές επιδράσεις και να εξεταστεί αν μπορούν να επωφεληθούν οι νέες και ταχέως αναπτυσσόμενες εταιρείες, στις οποίες αναλογεί δυσανάλογα μεγάλος αριθμός νέων θέσεων εργασίας.

3.           Ενίσχυση του οικοσυστήματος της καινοτομίας

Η επιτυχία στην καινοτομία δεν εξαρτάται μόνο από την ποιότητα των δημοσίων πολιτικών, αλλά και από ευνοϊκές για την καινοτομία πλαισιακές συνθήκες.

Τα τελευταία έτη η Επιτροπή έχει καταβάλει συντονισμένες προσπάθειες για τον περιορισμό του κατακερματισμού της εσωτερικής αγοράς και την αποκατάσταση της οικονομικής εμπιστοσύνης. Προώθησε τη λειτουργία της ενιαίας αγοράς[26], έλαβε μέτρα για την ολοκλήρωση της τραπεζικής Ένωσης[27], για τη διευκόλυνση και τη διαφοροποίηση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση[28], καθώς και για τον εξορθολογισμό της νομοθεσίας και τη μείωση του διοικητικού φόρτου[29], και δεσμεύθηκε να ενθαρρύνει τη μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση της ευρωπαϊκής οικονομίας[30].

Η Επιτροπή προώθησε επίσης την αποτελεσματική χρήση των δημοσίων συμβάσεων και των μέσων που επενεργούν στη ζήτηση, καταπολέμησε τα εμπόδια στα οποία προσκρούουν η συνεργασία και η κινητικότητα μεταξύ του επιστημονικού και του επιχειρηματικού τομέα και ενθάρρυνε την καθιέρωση ευνοϊκού και αποδοτικού συστήματος δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Οι αναθεωρημένες κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις υποστηρίζουν την αλλαγή κατεύθυνσης προς την Ε&Κ των κρατικών ενισχύσεων που χορηγούν τα κράτη μέλη, λόγου χάριν βάσει του νέου κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία, με την αύξηση των ορίων κοινοποίησης και τη διεύρυνση των κατηγοριών ενισχύσεων, π.χ. για τη στήριξη της κατασκευής και αναβάθμισης ερευνητικών υποδομών και για τη διευκόλυνση της στήριξης σε εγγύτερο στην αγορά στάδιο. Ομοίως, οι αναθεωρημένες κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις που αφορούν κεφάλαια κινδύνου παρέχουν μεγαλύτερη ευελιξία για τη στήριξη των επιχειρηματικών κεφαλαίων και άλλων χρηματοδοτικών μέσων για καινοτόμες επιχειρήσεις, βοηθώντας τες να αντεπεξέλθουν στα κρισιμότερα στάδια του κύκλου ζωής τους. Παράλληλα, οι αναθεωρημένοι κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις επιβάλλουν νέες απαιτήσεις σχετικά με την αξιολόγηση των επιπτώσεων των καθεστώτων ενισχύσεων μεγάλης κλίμακας, οι οποίες θα συμβάλουν στην εφαρμογή αποτελεσματικότερων μέτρων με σαφή χαρακτήρα κινήτρου[31].

Εν τούτοις, από τη συνοδευτική αξιολόγηση της προόδου της Ένωσης καινοτομίας προκύπτει ότι υπάρχουν ορισμένα πεδία όπου πρέπει να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες:

– Η ενιαία αγορά συνιστά μεγάλο πλεονέκτημα που μπορεί να προσελκύσει καινοτόμες επενδύσεις στην Ευρώπη.  Ωστόσο, ο κατακερματισμός και η αναποτελεσματικότητα της ενιαίας αγοράς υπονομεύουν τις επενδύσεις των επιχειρήσεων στην Ε&Κ, ιδίως σε τομείς υψηλής τεχνολογίας, όπως οι τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ), συμπεριλαμβανομένων των ψηφιακών δικτύων, περιεχομένου και υπηρεσιών, και στον τομέα της υγείας. Αντιθέτως, η Ευρώπη κατέχει κορυφαία θέση παγκοσμίως στην έρευνα και την τεχνολογία μεταφορών, υποστηριζόμενη από μια επαρκώς ανεπτυγμένη ενιαία αγορά η οποία, ωστόσο, θα χρειαστεί να ακολουθήσει τον ταχύ ρυθμό της καινοτομίας, καθώς ο κλάδος των μεταφορών αυξάνει την ενεργειακή απόδοση, βελτιώνει την ασφάλεια και καταπολεμά την κυκλοφοριακή συμφόρηση.  Επιπλέον, πρέπει να προβλεφθούν σημαντικές καινοτομίες λόγω της διαμόρφωσης πλαισίων ενιαίας αγοράς που επιτρέπουν την ευρείας κλίμακας εμπορική εκμετάλλευση[32]. Η πλήρης υλοποίηση της ενιαίας αγοράς των υπηρεσιών, που αντιπροσωπεύει το 60% της οικονομίας της ΕΕ, θα έχει ισχυρό αντίκτυπο στην καινοτομία, ιδίως τη μη τεχνολογική, όπως η ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών μοντέλων και ο σχεδιασμός νέων υπηρεσιών. Επιπλέον, τα ρυθμιστικά πλαίσια πρέπει να προάγουν την εμπορική αξιοποίηση των νέων γνώσεων και να διευκολύνουν την είσοδο νέων επιχειρήσεων στην αγορά.

– Ο δημόσιος τομέας αποτελεί μείζονα οικονομικό παράγοντα και πρέπει να αποκτήσει ισχυρότερο επιχειρηματικό πνεύμα για να επωφεληθεί από την καινοτομία, με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας, της αποδοτικότητας και της ποιότητας των δημοσίων υπηρεσιών, καθώς και τη δημιουργία ζήτησης για καινοτομία στον ιδιωτικό τομέα[33]. Η αμοιβαία μάθηση έχει ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο αυτό. Οι δημόσιες συμβάσεις, που αντιπροσωπεύουν περίπου το ένα πέμπτο του ΑΕΠ στην Ένωση, μπορούν να προσφέρουν αγορές με ζήτηση καινοτόμων λύσεων. Αυτό απαιτεί συντονισμένες προσπάθειες από όλες τις αρχές που είναι αρμόδιες για τις δημόσιες συμβάσεις ώστε να αποφευχθεί ο κατακερματισμός της ζήτησης. Η μετάβαση στη χρήση ανοικτών δεδομένων παρέχει μεγάλες δυνατότητες όσον αφορά τη βελτίωση των δημοσίων υπηρεσιών, τη δημιουργία ευκαιριών για νέα προϊόντα και υπηρεσίες, καθώς και την ενίσχυση της λογοδοσίας και της διαφάνειας στη δημόσια διοίκηση. Η βελτίωση της ποιότητας των δημοσίων υπηρεσιών και της δημόσιας χρηματοδότησης απαιτεί ισχυρή βάση αποδεικτικών στοιχείων για τη λήψη των αποφάσεων που αφορούν δημοσιονομικά θέματα και τις ασκούμενες πολιτικές σύμφωνα με τις αρχές της «έξυπνης νομοθεσίας». Οι πιλοτικές δράσεις με επίκεντρο τον χρήστη, η έξυπνη χρήση των ΤΠΕ και το άνοιγμα των ψηφιακών δημοσίων υπηρεσιών θα επιτρέψουν στον δημόσιο τομέα να αναπτύξει και να παρέχει αποδοτικά νέες υπηρεσίες.

– Ο μετασχηματισμός της ευρωπαϊκής οικονομίας προς την κατεύθυνση της διατηρήσιμης ανταγωνιστικότητας απαιτεί μια βάση ανθρώπινων πόρων με τις απαραίτητες ειδικότητες και με πολύ μεγαλύτερο αριθμό ερευνητών που να διαθέτουν επιχειρηματικές δεξιότητες. Προϋποθέτει, επίσης, ότι η επιστήμη αιχμής θα ανυψώσει το τρέχον επίπεδο της τεχνολογίας και θα διαδραματίσει ενεργό ρόλο ως έναυσμα για επαναστατικές καινοτομίες. Τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης πρέπει να εξασφαλίζουν ευρείες δεξιότητες καινοτομίας (γέννηση ιδεών, επίλυση προβλημάτων, κριτική σκέψη, διαπολιτισμική επικοινωνία κ.λπ.), ώστε οι εργαζόμενοι και τα ιδρύματα [34] να μπορούν να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Οι ψηφιακές τεχνολογίες προσφέρουν νέες μεγάλες ευκαιρίες πρόσβασης στην εκπαίδευση[35], αλλά απαιτούν σημαντικές καινοτομίες στα εθνικά εκπαιδευτικά συστήματα, όπως η ενθάρρυνση των ανοικτών και ψηφιακών πρακτικών διδασκαλίας και μάθησης.

– Οι πολίτες της Ευρώπης πρέπει να διαπιστώνουν ότι η Ε&Κ βελτιώνει την ποιότητα της ζωής τους και ανταποκρίνεται στις ανησυχίες τους, για παράδειγμα να τους παρέχεται η δυνατότητα να εκφράζουν τη γνώμη τους κατά τον καθορισμό των προτεραιοτήτων[36]. Η πολιτική Ε&Κ πρέπει να παρέχει στα άτομα κίνητρα και μέσα ώστε να συμμετέχουν στην καινοτομία ως συνδημιουργοί και πρωτοπόροι πελάτες, να προωθεί την κοινωνική καινοτομία και επιχειρηματικότητα και να παρέχει στις καινοτόμες επιχειρήσεις τη δυνατότητα να δοκιμάζουν και να εκμεταλλεύονται εμπορικά νέες λύσεις σε πραγματικές συνθήκες.

4.           Συμπεράσματα

Τα ακόλουθα στοιχεία έχουν κρίσιμη σημασία για την πλήρη αξιοποίηση του δυναμικού της έρευνας και της καινοτομίας ως πηγών ανανέωσης της οικονομικής ανάπτυξης.

– Σύμφωνα με τη γενική αρχή της φιλοαναπτυξιακής δημοσιονομικής εξυγίανσης, τα κράτη μέλη πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στις δαπάνες που ενισχύουν την ανάπτυξη, κυρίως στις δαπάνες για Ε&Κ.

– Οι εν λόγω επενδύσεις πρέπει να συμβαδίζουν με μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της ποιότητας και την αύξηση της αποδοτικότητας και του αντίκτυπου των δημοσίων δαπανών για Ε&Κ, μεταξύ άλλων μέσω της μόχλευσης επιχειρηματικών επενδύσεων στην Ε&Κ.

– Στο πλαίσιο αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επικεντρωθούν σε τρεις κύριους άξονες μεταρρύθμισης: την ποιότητα της κατάστρωσης στρατηγικών και της διαδικασίας χάραξης πολιτικής· την ποιότητα των προγραμμάτων και την εστίαση των πόρων και των μηχανισμών χρηματοδότησης· την ποιότητα των ιδρυμάτων που διεξάγουν δραστηριότητες Ε&Α.

– Για να βοηθήσει τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν με επιτυχία μεταρρυθμίσεις στον τομέα της Ε&Κ, η Επιτροπή θα βασιστεί στην πείρα που έχει αποκτηθεί στο πλαίσιο της εμβληματικής πρωτοβουλίας «Ένωση καινοτομίας» και του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας και θα αξιοποιήσει πλήρως το Παρατηρητήριο Έρευνας και Καινοτομίας και τον μηχανισμό υποστήριξης πολιτικής που προβλέπεται στο πρόγραμμα «Ορίζων 2020», ώστε να υποστηρίξει μια ολοκληρωμένη και τεκμηριωμένη με στοιχεία προσέγγιση της χάραξης πολιτικής και της λήψης δημοσιονομικών αποφάσεων.

– Η ενίσχυση του ευρύτερου οικοσυστήματος της καινοτομίας και η διαμόρφωση των κατάλληλων πλαισιακών συνθηκών για την ενθάρρυνση της καινοτομίας στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έχουν καίρια σημασία. Μολονότι έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος μετά τη δρομολόγηση της Ένωσης καινοτομίας, χρειάζονται και άλλες προσπάθειες για την εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς, τη διευκόλυνση και τη διαφοροποίηση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση, την ενίσχυση της ικανότητας καινοτομίας του δημόσιου τομέα, τη δημιουργία ευέλικτων θέσεων εργασίας σε δραστηριότητες έντασης γνώσης, την ανάπτυξη μιας βάσης ανθρώπινων πόρων με δεξιότητες καινοτομίας, την προαγωγή της έρευνας αιχμής, την αντιμετώπιση της εξωτερικής διάστασης της πολιτικής Ε&Κ και την πληρέστερη ενσωμάτωση της επιστήμης και της καινοτομίας στην κοινωνία. Κατά την επανεξέταση της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» θα αξιολογηθεί η πρόοδος της Ένωσης καινοτομίας.

Η Επιτροπή καλεί το Συμβούλιο να δρομολογήσει διάλογο για την άνοδο της ποιότητας των επενδύσεων στην Ε&Κ, με βάση την παρούσα ανακοίνωση και στο πλαίσιο των ευρύτερων συζητήσεων που διεξάγονται στο Συμβούλιο σχετικά με τη βελτίωση της ποιότητας των δημοσίων οικονομικών και την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Επιπλέον, η Επιτροπή καλεί το Συμβούλιο να συζητήσει τις προκλήσεις της μελλοντικής πολιτικής στον τομέα της Ε&Κ.

[1]               Έκθεση του 2013 για την ανταγωνιστικότητα στην Ένωση καινοτομίας, SWD(2013) 505.

[2]               COM(2014) 014.

[3]               Η αύξηση του ΑΕΠ στις χώρες του ΟΟΣΑ από το 1985 έως το 2009 οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση των κεφαλαίων και της πολυπαραγοντικής παραγωγικότητας στην οποία οδήγησαν τα αποτελέσματα των συστημάτων έρευνας και καινοτομίας. Βλ. ΟΟΣΑ (2011), «Productivity and growth accounting» (Λογιστική παραγωγικότητας και μεγέθυνσης). 

[4]               Conte (2014), «Efficiency of R&D Spending at national and regional level» (Η αποδοτικότητα των δαπανών για Ε&Α σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο), Κοινό Κέντρο Ερευνών, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, υπό έκδοση. Ciriaci, D., Moncada Paternò Castello, P., and Voigt, P. (2013) «Innovation and job creation: a sustainable relation?» (Καινοτομία και δημιουργία θέσεων εργασίας: βιώσιμη σχέση;), έγγραφα εργασίας του IPTS/ΙΜΤΜ (Ινστιτούτο Μελετών Τεχνολογιών του Μέλλοντος) σχετικά με την εταιρική Ε&Α και την καινοτομία, αριθ. 01/2013, Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

[5]               COM(2013) 800 τελικό.

[6]               Στην παρούσα ανακοίνωση, οι δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης (Ε&Α) χρησιμοποιούνται για στατιστικούς σκοπούς. Δεν καλύπτουν την ευρύτερη καινοτομία, που δεν εμπίπτει στον ορισμό της Ε&Α.

[7]               Όπως η πρόσβαση στη χρηματοδότηση, οι κατάλληλες στρατηγικές για τους ανθρώπινους πόρους, η πλήρης εφαρμογή της ενιαίας αγοράς των υπηρεσιών και η στήριξη της ανάπτυξης των μελλοντικών τεχνολογιών γενικής εφαρμογής, μεταξύ άλλων, για την προαγωγή της ψηφιακής οικονομίας.

[8]               COM(2014) 014.

[9]               Το ευρωπαϊκό σύστημα εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών (SEC 2010) θα επικαιροποιηθεί τον Σεπτέμβριο του 2014.

[10]             COM(2014) 130 final/2.

[11]             Από την άποψη αυτή, μια σημαντική εξέλιξη που σημειώθηκε τα τελευταία έτη ήταν η συμπλήρωση των άμεσων δημοσίων επενδύσεων στην Ε&Κ με έμμεσα μέτρα, όπως τα φορολογικά κίνητρα στον τομέα της Ε&Α.

[12]             Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2012, «The quality of public expenditures in the EU» (Η ποιότητα των δημοσίων δαπανών στην ΕΕ), έκτακτο έγγραφο (Γενική Διεύθυνση ECFIN) αριθ. 125

[13]          COM (2010) 546, COM (2012) 392.

[14]             Στην τεχνική έκθεση Conte (2014), «Efficiency of R&D Spending at national and regional level» (Αποδοτικότητα των δαπανών για Ε&Α σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο), Κοινό Κέντρο Ερευνών, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, παρατίθεται εμπεριστατωμένη ανάλυση των επιλογών και των μεθοδολογικών προσεγγίσεων για τον υπολογισμό βαθμολογιών με σκοπό τη μέτρηση της αποδοτικότητας των συστημάτων Ε&Α. Οι βαθμολογίες αποδοτικότητας στο σχήμα 3 έχουν υπολογιστεί για την περίοδο 2005-2011 με στατιστική τεχνική (στοχαστική ανάλυση ορίων), η οποία εκτιμά ένα αποδοτικό όριο δυνατοτήτων χρησιμοποιώντας τη συνολική ένταση Ε&Α ως μέτρο των εισροών και τα κατά κεφαλή διπλώματα ευρεσιτεχνίας ως μέτρο των εκροών. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μεταβλητότητα των σχετικών μέτρων επίδοσης σε Ε&Α και διπλώματα ευρεσιτεχνίας είναι μεγαλύτερη μεταξύ των τομέων απ’ ό,τι μεταξύ των χωρών (Meliciani, 2000) και ότι η αναλογία των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας προς τις δαπάνες για Ε&Α διαφέρει επίσης σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των κλάδων της μεταποιητικής βιομηχανίας (Danguy και συν., 2013). Συνεπώς, οι βαθμολογίες αποδοτικότητας με τη χρήση των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από την τυπολογία εξειδίκευσης της κάθε χώρας στον τομέα της Ε&Α. Είναι επίσης δυνατόν να χρησιμοποιηθούν και άλλοι δείκτες εκροών για την κατά προσέγγιση εκτίμηση της αποδοτικότητας, μεταξύ των οποίων, κυρίως, οι επιστημονικές δημοσιεύσεις και βιβλιογραφικές αναφορές. Για τον ίδιο σκοπό, μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν σύνθετοι δείκτες.

[15]             Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο βαθμός συνεργασίας μεταξύ του δημόσιου τομέα και των επιχειρήσεων επηρεάζεται θετικά από την ένταση δημοσίων δαπανών για Ε&Α. Από τα στοιχεία του 2011 προκύπτει στατιστικά σημαντική συσχέτιση ανάμεσα στο ύψος της ιδιωτικής χρηματοδότησης δημόσιας Ε&Α και στην ένταση της δημόσιας Ε&Α.

[16]             Παρατηρούνται επίσης επίμονες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών ως προς τις συνολικές καινοτομικές επιδόσεις, όπως προκύπτει από τον πίνακα αποτελεσμάτων της Ένωσης καινοτομίας, τα αποτελέσματα της καινοτομίας, όπως επιβεβαιώνεται από τον σχετικό δείκτη της Επιτροπής, και ως προς τη συνολική ποιότητα της διακυβέρνησης, όπως προκύπτει από την 6ηέκθεση της Επιτροπής για τη συνοχή.

[17]         Τα επίπεδα αποδοτικότητας των κρατών μελών απεικονίζονται στο σχήμα αυτό με βάση τη σχέση μεταξύ των κατά κεφαλή διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και της συνολικής έντασης Ε&Α. Βλ. Conte (2014).

[18]             Έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής «State of the Innovation Union, Taking Stock 2010 – 2014» (Κατάσταση της Ένωσης καινοτομίας, απολογισμός της περιόδου 2010-2014).

[19]             COM(2014) 130.

[20]             Όπως προτρέπει η οδηγία 2011/85/ΕΕ του Συμβουλίου σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών, η οποία ορίζει, μεταξύ άλλων, τα χαρακτηριστικά και τα οφέλη των αξιόπιστων μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών πλαισίων.

[21]             Όπως τα μεγάλα δεδομένα, η ανοικτή καινοτομία και η προσέγγιση Science 2.0 (Επιστήμη 2.0). Θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη οι νέες ακριβέστερες αντιλήψεις για τις επιδράσεις της παγκοσμιοποίησης και της καινοτομίας στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην ανισότητα ή για τον ρόλο της καινοτομίας στην προώθηση της ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς. Η προσέγγιση Science 2.0 περιγράφει τις αλλαγές που παρατηρούνται στον τρόπο διεξαγωγής έρευνας και οργάνωσης των επιστημών. Διαθέτοντας τις δυνατότητες που παρέχουν οι ψηφιακές τεχνολογίες και ωθούμενη από την παγκοσμιοποίηση της επιστημονικής κοινότητας, υπόσχεται καλύτερη σχέση κόστους-απόδοσης, χάρη στην αύξηση της διαφάνειας, της ανοικτής πρόσβασης, της δικτύωσης και της συνεργασίας, ενέχει όμως και κινδύνους από την άποψη της απάτης και της επιστημονικής ακεραιότητας.

[22]             Το στρατηγικό σχέδιο ενεργειακών τεχνολογιών «ΣΕT» (COM (2013) 253) αποτελεί παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο ένας ενιαίος ολοκληρωμένος χάρτης πορείας των προτεραιοτήτων σε επίπεδο ΕΕ υποστηρίζει τον καλύτερο συντονισμό των βιομηχανικών επενδύσεων με τα προγράμματα της ΕΕ και των κρατών μελών.

[23]             COM(2013) 624 τελικό.

[24]             Ως μέρος των δραστηριοτήτων του Παρατηρητηρίου Έρευνας και Καινοτομίας της Επιτροπής.

[25]             Η Βασιλική Ακαδημία Τεχνών και Επιστημών των Κάτω Χωρών δημοσίευσε πρόσφατα την έκθεσή της «Δημόσιες επενδύσεις στη γνώση και η αξία της επιστήμης», στην οποία υποστηρίζει ότι, ενώ οι Κάτω Χώρες έχουν μακρά παράδοση στη χρήση μακροοικονομικών μοντέλων για την εξέταση του αντίκτυπου των δημοσίων πολιτικών και προϋπολογισμών, τα μοντέλα αυτά δεν αποτυπώνουν επαρκώς τα μακροπρόθεσμα οφέλη των δημοσίων επενδύσεων σε έρευνα και καινοτομία.

[26]             COM (2011) 206, COM (2012) 573. 

[27]             Στις 20 Μαρτίου 2014, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κατέληξαν σε συμφωνία σχετικά με τον προτεινόμενο Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης (ΕΜΕ) για την τραπεζική Ένωση. Ο μηχανισμός αυτός θα συμπληρώσει τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (ΕΕΜ), ο οποίος, όταν τεθεί σε πλήρη λειτουργία στα τέλη του 2014, θα επιτρέπει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να εποπτεύει άμεσα τις τράπεζες στη ζώνη του ευρώ, καθώς και σε άλλα κράτη μέλη που θα αποφασίσουν να προσχωρήσουν στην τραπεζική Ένωση.

[28]             Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στηρίζει τις επιχειρήσεις σε όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής της καινοτομίας. Εκτός από τα επιχειρηματικά κεφάλαια, υποστηρίζει τη χρηματοδότηση μέσω επιχειρηματικών αγγέλων, φορέων μεταφοράς τεχνολογίας ή πιο παραδοσιακού τραπεζικού δανεισμού.

[29]             COM (2012) 746, COM (2013) 685. 

[30]             COM (2014) 168.

[31]             Βλ. ΕΕ C 19 της 11.1.2014, σ. 4.

[32]             Για παράδειγμα, οι νέες αγορές των προηγμένων βιοκαυσίμων, των αποβλήτων και της ανακύκλωσης, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και των περιβαλλοντικών τεχνολογιών, στις οποίες η ΕΕ διαθέτει καινοτομικά πλεονεκτήματα.

[33]             Τα στοιχεία υποστηρίζουν επίσης τον ρόλο των κυβερνήσεων στην προώθηση των επενδύσεων στην Ε&Κ, λαμβανομένων υπόψη των ανεπαρκειών της αγοράς που συνδέονται, μεταξύ άλλων, με την τεχνολογική αβεβαιότητα, την αδιαιρετότητα, τις οικονομίες κλίμακας και τη διάχυση της γνώσης.

[34]             Σε συνεργασία με τον ΟΟΣΑ μέσω της πρωτοβουλίας HEInnovate, η Επιτροπή ανέπτυξε ένα εργαλείο αυτοαξιολόγησης για την υποστήριξη των ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ώστε να αποκτήσουν ισχυρότερο επιχειρηματικό πνεύμα.

[35]             COM(2012) 173 final: «Στοχεύοντας σε μια ανάκαμψη με άφθονες θέσεις απασχόλησης»

[36]             Για παράδειγμα, το έργο Voices (www.voicesforinnovation.eu/) έδωσε στους πολίτες τη δυνατότητα να καταθέσουν απόψεις σχετικά με τα θέματα έρευνας που θα χρηματοδοτηθούν βάσει του προγράμματος «Ορίζων 2020» στο θεματικό πεδίο «Τα απόβλητα ως πόρος».

Top