EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52002DC0411

Έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο για την εφαρμογή του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 του Συμβουλίου για τον καθορισμό των κανόνων για τις λιπαρές ύλες για επάλειψη

/* COM/2002/0411 τελικό */

52002DC0411

Έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο για την εφαρμογή του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 του Συμβουλίου για τον καθορισμό των κανόνων για τις λιπαρές ύλες για επάλειψη /* COM/2002/0411 τελικό */


ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ για την εφαρμογή του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 του Συμβουλίου για τον καθορισμό των κανόνων για τις λιπαρές ύλες για επάλειψη

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1. Εισαγωγη

1.1. Προκαταρκτικά

1.2. Άρθρο 5, ενδείξεις που παραπέμπουν σε μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά

2. Ερωτηματολογιο

3. Εμπορευματοποίηση των λιπαρών υλών για επάλειψη στην Ευρωπαϊκή Ένωση - δυναμισμός, πολυπλοκότητα και ποικιλότητα του τομέα

4. Εφαρμογή του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94

4.1. Χρήση των ενδείξεων « μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά» ή « μειωμένα λιπαρά »

4.2. Χρήση των ενδείξεων «χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά», «light» ή «ελαφρύ»

4.3. Προβλήματα που εμφανίστηκαν κατά την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2

4.4. Το άρθρο 5 παράγραφος 2 ως απόκριση στις ανάγκες των οικονομικών φορέων και των καταναλωτών

4.5. Άλλες προς εξέταση πτυχές.

5. Συμπεράσματα

Ερωτηματολόγιο

A. Ερωτήσεις σχετικά με την παραγωγή των λιπαρών υλών για επάλειψη με μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά

B. Ερωτήσεις σχετικά με τη χρήση των ενδείξεων που παραπέμπουν σε μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά

1. Εισαγωγη

1.1. Προκαταρκτικά

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2991/94 του Συμβουλίου για τον καθορισμό κανόνων για τις λιπαρές ύλες για επάλειψη [1] εκδόθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 1994 σε ένα περιβάλλον χαρακτηριζόμενο από:

[1] ΕΕ L 316 της 9.12.1994, σ. 2.

- μια αγορά στερεών λιπαρών υλών προοριζόμενων για ανθρώπινη διατροφή που διαφοροποιείτο ολοένα και περισσότερο λόγω της ανάπτυξης των τεχνικών παραγωγής καθώς και της αλλαγής των επιθυμιών των καταναλωτών,

- από την ομοιότητα των σχετικών προϊόντων από πλευράς εμφάνισης και χρήσης τους, τα οποία επομένως ήταν ανταγωνιστικά.

Προς το σκοπό της δημιουργίας ενός νομικού πλαισίου που να συνεισφέρει, αφενός, στην ανάπτυξη του εμπορίου υπό συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού και, αφετέρου, να διευκολύνει την επιλογή των καταναλωτών, καθώς και για να αποφεύγεται οποιαδήποτε σύγχυση, καθιερώθηκε μια ομοιόμορφη ταξινόμηση για το σύνολο των υπόψη προϊόντων.

Η ταξινόμηση αυτή λαμβάνει υπόψη της δύο στοιχεία που μπορούν να επιτρέψουν σύγκριση και διάκριση:

- την περιεκτικότητα σε λιπαρή ύλη (που συνιστά το ουσιώδες στοιχείο των προϊόντων αυτών),

- την προέλευση από γάλα ή μη, φυτική ή ζωική.

Για κάθε προϊόν υπαγόμενο στην ταξινόμηση καθιερώθηκε μια αποκλειστική ονομασία πώλησης.

Η ονομασία πώλησης επιτρέπει λοιπόν την ταυτοποίηση ενός προϊόντος με καθορισμένη περιεκτικότητα σε λιπαρή ύλη και με καθορισμένη προέλευση τηρώντας δύο κριτήρια (το παράρτημα 1 περιλαμβάνει την ταξινόμηση που καθιερώνει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2991/94):

1. Περιορισμός της χρήσης των όρων « βούτυρο » και « μαργαρίνη », και κατ' αναλογία των όρων « σύνθετη λιπαρή ύλη », σε ορισμένες κατηγορίες προϊόντων με το υψηλότερο ποσοστό λιπαρής ύλης (ίσο ή ανώτερο του 80% και κατώτερο του 90%).

2. Για τις υπόλοιπες κατηγορίες, η μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρή ύλη πρέπει να εμφαίνεται στην ονομασία χρησιμοποιώντας τους όρους « τριών τετάρτων », « ημι-» ή « λιπαρή ύλη για επάλειψη X% ».

Ως συμπλήρωμα του δεύτερου κριτηρίου, υπάρχει η επιλογή της χρήσης ενδείξεων που παραπέμπουν σε μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρή ύλη υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 παράγραφος 2, η εφαρμογή του οποίου αποτελεί αντικείμενο της παρούσας έκθεσης.

1.2. Άρθρο 5, ενδείξεις που παραπέμπουν σε μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά

Το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 για επάλειψη προβλέπει τα εξής:

«1. Για τα προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα, κάθε ένδειξη με την οποία δηλώνεται αμέσως ή εμμέσως μια περιεκτικότητα σε λιπαρές ύλες ή υποβάλλεται σχετική ιδέα, πλην όσων αναφέρονται σ' αυτό, απαγορεύεται.

2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, επιτρέπεται η προσθήκη των ενδείξεων:

α) "μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά" ή «μειωμένα λιπαρά» για τα αναφερόμενα στο παράρτημα προϊόντα που έχουν περιεκτικότητα σε λιπαρά άνω του 41% μέχρι και 62%.

β) "χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά", "ελαφρύ" ή "light" για τα αναφερόμενα στο παράρτημα προϊόντα που έχουν περιεκτικότητα σε λιπαρά μέχρι και 41%.

Ωστόσο, οι όροι "μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά" ή « μειωμένα λιπαρά » και οι όροι "χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά", "ελαφρύ" ή "light" μπορούν να αντικαθιστούν αντιστοίχως τους προβλεπόμενους στο παράρτημα όρους "τριών τετάρτων" και "ημι-".

Πριν από τη λήξη πενταετίας από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο, βάσει έκθεσης της Επιτροπής, επανεξετάζει την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.

2. Ερωτηματολογιο

Για την ετοιμασία της παρούσας έκθεσης, εστάλη στα κράτη μέλη ερωτηματολόγιο (παράρτημα), συνταχθέν από τις υπηρεσίες της Επιτροπής, για να ληφθούν υπόψη οι εμπειρίες τους και η αντίληψή τους σχετικά με το κοινοτικό σύστημα που μας απασχολεί.

Δύο ομάδες ερωτήσεων αποτελούσαν μέρος της έκθεσης:

- ερωτήσεις σχετικά με την παραγωγή. Κρίθηκε αναγκαίο να γίνει γνωστό το μερίδιο των προϊόντων μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά στο σύνολο των κίτρινων λιπαρών υλών για να προσδιοριστεί το ενδιαφέρον που επέδειξαν οι καταναλωτές αγοράζοντας τον τύπο αυτό προϊόντων.

- ερωτήσεις σχετικά με τη χρήση ενδείξεων που παραπέμπουν σε μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά. Σκοπός των ερωτήσεων αυτών ήταν, αφενός, να εκτιμηθεί το ενδιαφέρον που επέδειξαν οι κατασκευαστές και οι διανομείς χρησιμοποιώντας τους όρους που αποτελούν αντικείμενο της έκθεσης και, αφετέρου, να ταυτοποιηθούν τα προβλήματα που εγείρονται ενδεχομένως κατά την εφαρμογή των κανόνων για τους εν λόγω όρους.

Οι απαντήσεις των κρατών μελών ελήφθησαν υπόψη κατά τη σύνταξη της παρούσας έκθεσης.

3. Εμπορευματοποίηση των λιπαρών υλών για επάλειψη στην Ευρωπαϊκή Ένωση - δυναμισμός, πολυπλοκότητα και ποικιλότητα του τομέα

Προκειμένου να γίνει γνωστός ο όγκος των μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά προϊόντων που διατίθενται στην αγορά και το ποσοστό τους στο σύνολο των προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94, ζητήθηκε από τα κράτη μέλη να παράσχουν στοιχεία που επιτρέπουν την εν λόγω εκτίμηση.

Η απουσία αξιόπιστων στατιστικών, ο δυναμισμός της αγοράς και οι ισχυρισμοί περί εμπιστευτικότητας των στοιχείων που διατυπώθηκαν από ορισμένα κράτη μέλη, δεν επέτρεψαν τη λήψη επακριβών στοιχείων. Δεδομένου ότι οι πληροφορίες που διαβιβάστηκαν από ορισμένα κράτη μέλη ήταν μερικές φορές περιορισμένες, χρειάστηκε να χρησιμοποιήσουμε και άλλες πηγές που μπορούσαν να αποδειχθούν χρήσιμες στη σύνταξη της παρούσας έκθεσης. Εν πάσει περιπτώσει, χάρη στις προσπάθειες που καταβλήθηκαν από τα περισσότερα κράτη μέλη με την παροχή των διαθέσιμων στοιχείων παραγωγής και/ή εμπορευματοποίησης, μπορέσαμε να φθάσουμε στα ακόλουθα συμπεράσματα:

- ο τομέας των λιπαρών υλών για επάλειψη είναι ένας πολύ δυναμικός τομέας που χαρακτηρίζεται από συνεχή εμφάνιση νέων προϊόντων,

- η αγορά των προϊόντων αυτών εμφανίζει έντονη κινητικότητα στο θέμα της διαφοροποίησης: τα διατιθέμενα στην αγορά προϊόντα είναι πολυάριθμα, με μεταβαλλόμενη σύσταση σε λιπαρά γάλακτος ή μη, και με ποικίλη περιεκτικότητα σε λιπαρά,

- η εμπορευματοποίηση προϊόντων μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά είναι αισθητά λιγότερο σημαντική στην περίπτωση των γαλακτοκομικών προϊόντων από την περίπτωση των υπόλοιπων, μη αποκλειστικά γαλακτοκομικών, προϊόντων,

- η εν λόγω αγορά χαρακτηρίζεται από πολυμορφία, με μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών.

Πράγματι, αφενός υπάρχουν διαφορές που αφορούν την προέλευση της πρώτης ύλης: Σε ορισμένα κράτη μέλη όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα δεσπόζει η εμπορευματοποίηση φυτικών λιπαρών υλών ενώ η χρήση λιπαρών υλών γάλακτος είναι παραδοσιακά μάλλον περιορισμένη. Το ίδιο δεν ισχύει στο Βέλγιο, στη Γαλλία, στη Γερμανία και στη Δανία όπου η εμπορευματοποίηση βουτυρικών λιπαρών υλών είναι αισθητά υψηλότερη.

Αφετέρου, παρουσιάζονται διαφορές σχετικά με το μέγεθος του διατιθέμενου στο εμπόριο όγκου προϊόντων με μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά. Ωστόσο, παρά τις διαφορές που υφίστανται μεταξύ των κρατών μελών, υπάρχει ένα κοινό χαρακτηριστικό: τα προϊόντα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά έχουν κερδίσει, παντού, σημαντικό τμήμα της αγοράς.

4. Εφαρμογή του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94

4.1. Χρήση των ενδείξεων « μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά» ή « μειωμένα λιπαρά »

Διαπιστώθηκε ότι, οι δύο ενδείξεις που παραπέμπουν σε μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρή ύλη χρησιμοποιούνται στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ένδειξη που επιλέγεται ποικίλει ανάλογα με το κράτος μέλος: Στη Γαλλία και στην Ελλάδα χρησιμοποιούνται και οι δύο ενδείξεις. στο Βέλγιο και στην Ιταλία χρησιμοποιείται η ένδειξη « μειωμένα λιπαρά » ενώ στις υπόλοιπες χώρες χρησιμοποιείται η ένδειξη « μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά»

4.2. Χρήση των ενδείξεων «χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά», «light» ή «ελαφρύ»

Οι ενδείξεις που παραπέμπουν σε χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά χρησιμοποιούνται από όλα τα κράτη μέλη στην αγορά των οποίων διατίθεται ο τύπος αυτός προϊόντων, η επιλογή όμως της ένδειξης και το μέγεθος της χρήσης τους ποικίλλει ανάλογα με τη χώρα, όπως φαίνεται από τον παρακάτω πίνακα.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

4.3. Προβλήματα που εμφανίστηκαν κατά την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2

Ούτε οι οικονομικοί παράγοντες ούτε οι εθνικές αρχές που είναι υπεύθυνες για την εφαρμογή των διατάξεων της εν λόγω παραγράφου συνάντησαν, στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συγκεκριμένα προβλήματα κατά την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2.

Μόνο μια χώρα, το Ηνωμένο Βασίλειο, ανέφερε ότι ορισμένοι κατασκευαστές και καταναλωτές είχαν ορισμένες αμφιβολίες όσον αφορά τη χρήση των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 σε σχέση με τη χρήση των ενδείξεων « ελαφρύ » ή « light » για τα υπόλοιπα τρόφιμα.

4.4. Το άρθρο 5 παράγραφος 2 ως απόκριση στις ανάγκες των οικονομικών φορέων και των καταναλωτών

Γενικά, η δυνατότητα χρήσης των ενδείξεων είτε μειωμένης, είτε χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 ανταποκρίνεται στις ανάγκες των παραγωγών, των διανομέων και των καταναλωτών. Προς την κατεύθυνση αυτή συνέκλιναν τα κράτη μέλη. Επίσης, εκδηλώθηκε η επιθυμία διατήρησης των εν λόγω ενδείξεων.

Ωστόσο, η αντίληψη απέναντι στον τύπο αυτό ενδείξεων δεν είναι ομοιόμορφη :

Αφενός, υπάρχουν χώρες που είναι πιο συνηθισμένες στη χρήση των γενικών όρων « ημι- » ή « τριών τετάρτων ». Μια τέτοια περίπτωση είναι π.χ. η Γερμανία.

Από την άλλη μεριά, υπάρχουν χώρες όπου οι όροι αυτοί « ημι- » ή « τριών τετάρτων » είναι λιγότερο διαδεδομένοι ή ακόμη, ενίοτε, δεν χρησιμοποιούνται καθόλου, με αποτέλεσμα, κατά την εμπορευματοποίηση του τύπου αυτού προϊόντων να χρησιμοποιούνται συνήθως οι ενδείξεις « μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά», « μειωμένα λιπαρά », « χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά », « light » και « ελαφρύ ». Τέτοια περίπτωση είναι π.χ. η Γαλλία.

Στην πράξη, η επιλογή μεταξύ των γενικών ονομασιών πώλησης « ημι- » ou « τριών τετάρτων » και των προαιρετικών ενδείξεων που αποτελούν αντικείμενο της έκθεσης διαφέρει και χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια συνέχισης χρησιμοποίησης των ενδείξεων που έχουν καταστεί πιο οικείες στους καταναλωτές λόγω της χρησιμοποίησής τους κατά το παρελθόν.

Γενικά, διαπιστώθηκε ότι οι ενδείξεις στην εφαρμογή των οποίων αναφέρεται η παρούσα έκθεση προσφέρουν πληροφορίες καλώς αντιληπτές από τον καταναλωτή.

4.5. Άλλες προς εξέταση πτυχές.

Έστω κι αν δεν ανεφύησαν προβλήματα εφαρμογής του άρθρου 5 παράγραφος 2, υπήρξαν αρκετές πτυχές που επισημάνθηκαν ως στοιχεία που χρειάζονται βελτίωση, δηλ. :

- Ρητή ένδειξη της περιεκτικότητας σε λιπαρά ως συμπλήρωμα των όρων

Ορισμένες αντιπροσωπείες κρίνουν ότι αν συμπεριληφθεί η περιεκτικότητα σε λιπαρά ως στοιχείο της επισήμανσης ή της ονομασίας πώλησης θα αποφεύγεται η σύγχυση στους καταναλωτές (Σουηδία, Γερμανία, Φινλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο). Ωστόσο, το στοιχείο αυτό προβλέπεται ήδη στο άρθρο 3 παράγραφος 1. Σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, οι ονομασίες πώλησης πρέπει να συνοδεύονται από τις ενδείξεις τις σχετικές με την περιεκτικότητα σε λιπαρά και την προέλευση, φυτική ή ζωική, έτσι ώστε ο καταναλωτής να διαθέτει πλήρεις πληροφορίες όσον αφορά τη φύση και τη σύσταση του προϊόντος.

- Αλλαγή των γενικών ονομασιών πώλησης

Ορισμένες αντιπροσωπείες (Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα, Γερμανία, Φινλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία, Βέλγιο) βρίσκουν ότι οι γενικά καθιερωμένες ονομασίες πώλησης στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2991/94 δεν είναι και οι πλέον κατάλληλες είτε γιατί δεν είναι απόλυτα αποδεκτές από τον καταναλωτή είτε γιατί ο καταναλωτής δεν έχει επαρκώς σαφή πληροφόρηση για τη φύση των προϊόντων αυτών. Προτείνεται μια ετερογενής σειρά τροποποιήσεων:

Η Γερμανία και η Ιρλανδία επιθυμούν να συνεχιστεί η χρησιμοποίηση των ονομασιών « ημιμαργαρίνη » και « τριών τετάρτων μαργαρίνη » αλλά προτείνουν την αντικατάσταση της ονομασίας « λιπαρή ύλη για επάλειψη X% » με την ονομασία « μαργαρίνη X% ».

Από την άλλη πλευρά, το Ηνωμένο Βασίλειο προτείνει όλα τα προϊόντα να επισημαίνονται ομοιόμορφα έτσι ώστε οι ονομασίες πώλησης για τα προϊόντα της ίδιας ομάδας να είναι κοινές και η διαφορά μεταξύ δύο προϊόντων που ανήκουν στην ίδια ομάδα να έγκειται στην ένδειξη της περιεκτικότητας σε λιπαρά. Έτσι, οι προτεινόμενες ονομασίες είναι οι « λιπαρή ύλη γάλακτος για επάλειψη X%», « λιπαρές ύλες για επάλειψη X%» και « μείγματα λιπαρών υλών για επάλειψη X% » Οι όροι « ημι- » και « τριών τετάρτων » θα μπορούν να χρησιμοποιούνται, προαιρετικά ως συμπλήρωμα της υποχρεωτικής ονομασίας πώλησης και της περιεκτικότητας σε λιπαρά, για τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στις περιοχές μεταξύ 39-41% και 60-62%, αντίστοιχα.

Εξ άλλου, η Φινλανδία προτείνει οι αποδεκτές ονομασίες πώλησης να είναι: « βούτυρο X% », « μαργαρίνη X% » και « σύνθετη λιπαρή ύλη για επάλειψη X%».

Η Ιταλία προτείνει την αντικατάσταση της ονομασίας « λιπαρή ύλη για επάλειψη X% » από την « φυτικό άρτυμα X% », και δη « φυτική μαργαρίνη X% ».

Η Πορτογαλία προτείνει η μετάφραση στα πορτογαλικά των ονομασιών πώλησης « λιπαρή ύλη γάλακτος για επάλειψη X% », « λιπαρή ύλη για επάλειψη x% » και « μείγμα λιπαρών υλών για επάλειψη X% » να είναι « κρέμα γάλακτος για επάλειψη X% », « κρέμα για επάλειψη x% » και « μεικτή κρέμα για επάλειψη X% ».

Επίσης, η Ελλάδα προτείνει την τροποποίηση της ονομασίας « λιπαρή ύλη για επάλειψη X% » σε « μαργαρίνη X% » και « μείγμα λιπαρών υλών για επάλειψη X% » σε « προϊόν μαργαρίνης και βουτύρου για επάλειψη X% » ή « μείγμα μαργαρίνης και βουτύρου για επάλειψη X% ».

Τέλος, το Βέλγιο κρίνει ότι ορισμένες μεταφράσεις δεν αποδίδουν σωστά την έννοια που εκφράζουν οι όροι που χρησιμοποιούνται σε άλλες γλώσσες.

- Κατάργηση της δυνατότητας χρησιμοποίησης ορισμένων ενδείξεων

Δύο κράτη μέλη προτείνουν την κατάργηση της δυνατότητας που παρέχεται στους οικονομικούς φορείς να διαθέτουν στο εμπόριο τα προϊόντα τους χρησιμοποιώντας ορισμένες ενδείξεις που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94, δηλ.:

- η Δανία προτείνει την κατάργηση της δυνατότητας χρησιμοποίησης δύο ενδείξεων που δεν χρησιμοποιούνται από τους φορείς της εν λόγω χώρας. Οι ενδείξεις των οποίων προτείνεται η κατάργηση είναι: « μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά » και « χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά ».

- το Ηνωμένο Βασίλειο θεωρεί ότι οι ενδείξεις που παραπέμπουν σε χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά θα πρέπει να εφαρμόζονται ομοιόμορφα για όλα τα τρόφιμα και ότι η γραμμή που πρέπει να ακολουθηθεί είναι εκείνη που καθιερώνεται στο πλαίσιο του CODEX. Δεδομένου ότι οι κατευθυντήριες γραμμές του CODEX προβλέπουν ότι οι ενδείξεις που παραπέμπουν σε χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται παρά μόνον όταν η περιεκτικότητα σε λιπαρά των τροφίμων υπερβαίνει το 3%, το Ηνωμένο Βασίλειο θεωρεί ότι η χρήση των ενδείξεων αυτών δεν είναι επιτρεπόμενη στην περίπτωση των προϊόντων που αποτελούν αντικείμενο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94.

Ωστόσο, η ύπαρξη των ενδείξεων που παραπέμπουν σε χαμηλή περιεκτικότητα, στην περίπτωση προϊόντων με περιεκτικότητα σε λιπαρά μεταξύ 10 και 90%, δικαιολογείται δεδομένου ότι ο τύπος αυτός ενδείξεων δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με απόλυτο τρόπο αλλά, αντιθέτως, οι ενδείξεις αυτές πρέπει να ορίζονται σε σχέση με ένα σημείο αναφοράς, εκείνο που αντιστοιχεί στα προϊόντα πλήρους περιεκτικότητας σε λιπαρά (βούτυρο, μαργαρίνη και σύνθετη λιπαρή ύλη).

5. Συμπεράσματα

Τα αποτελέσματα της μελέτης των πληροφοριών των κρατών μελών καθώς και των πληροφοριών που διαθέτει η Επιτροπή επιτρέπουν την εξαγωγή των ακόλουθων συμπερασμάτων:

1. Οι πληροφορίες σχετικά με τον όγκο παραγωγής και/ή διάθεσης στο εμπόριο κίτρινων λιπαρών υλών που ελήφθησαν από τα κράτη μέλη δεν είναι επαρκείς για να έχουμε μια πλήρη γνώση της κατάστασης των αγορών των προϊόντων αυτών.

Επιπλέον, η συχνή εμφάνιση νέων προϊόντων, η έλλειψη αξιόπιστων στατιστικών δεδομένων και το στατιστικό μυστικό από μέρους των παραγωγών συνέβαλαν στο να δυσκολέψει η λήψη των πληροφοριών.

Ωστόσο, οι συλλεγείσες πληροφορίες δείχνουν ότι οι διατιθέμενες στο εμπόριο ποσότητες προϊόντων μειωμένης ή χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά αυξάνουν εις βάρος εκείνων των πλέον παραδοσιακών προϊόντων.

2. Η εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με τις γενικές ονομασίες πώλησης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2991/94 και η εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν τις ενδείξεις που παραπέμπουν σε μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού επέτρεψαν τη διασαφήνιση των ονομασιών πώλησης των διατιθέμενων στο εμπόριο προϊόντων χωρίς να εμποδίζεται η δυναμική εξέλιξη του τομέα.

Οι επιχειρήσεις κατέχουν την αναγκαία τεχνογνωσία για να συμμορφώνονται στις απαιτήσεις του κανονισμού.

Όσον αφορά ειδικά τις ενδείξεις που παραπέμπουν σε μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά, η ύπαρξη των δύο δυνατοτήτων, εκείνης της χρησιμοποίησης μόνο των όρων « ημι- », « τριών τετάρτων » και « λιπαρή ύλη για επάλειψη X% » που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 και εκείνης της αντικατάστασής τους ή προσθήκης των ενδείξεων « μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά », « μειωμένα λιπαρά », « χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά », « light » και « ελαφρύ » επιτρέπει την ανταπόκριση στις ανάγκες των οικονομικών φορέων και των καταναλωτών οι οποίοι, ανάλογα με τη χώρα, είναι περισσότερο εξοικειωμένοι με τη μία ή την άλλη ονομασία πώλησης.

Επίσης, διαπιστώθηκε ότι όλες οι ενδείξεις που αποτελούν αντικείμενο της παρούσας έκθεσης χρησιμοποιούνται έστω κι αν η επιλογή μεταξύ των εν λόγω ενδείξεων διαφέρει από τη μια χώρα στην άλλη.

Από την άλλη μεριά, πρέπει βεβαίως, κατά την αξιολόγηση της εφαρμογής των εν λόγω ενδείξεων, να ληφθούν υπόψη και οι προσπάθειες που έγιναν από τους παραγωγούς για τη δημιουργία και/ή εδραίωση των αγορών τους χρησιμοποιώντας ενδείξεις που σημαίνουν μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά.

3. Ούτε οι αρμόδιες εθνικές αρχές ούτε οι οικονομικοί φορείς επικαλέστηκαν δυσκολίες εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94.

4. Οι αρμόδιες εθνικές αρχές αποτίμησαν θετικά την απόδοση των ενδείξεων που προβλέπονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94. Σύμφωνα με αυτές, οι εν λόγω ενδείξεις ανταποκρίνονται στις ανάγκες των παραγωγών, των διανομέων και των καταναλωτών.

Οι καταναλωτές εξοικειώθηκαν με τη χρήση ενδείξεων όπως «μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά », « μειωμένα λιπαρά », « χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά », « light » και « ελαφρύ », ενδείξεις οι οποίες παραπέμποντας σε μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά επιτρέπουν να διακρίνεται ο τύπος αυτός προϊόντων από το « βούτυρο » και τη « μαργαρίνη », κατηγορίες προϊόντων πλήρους και σαφώς καθορισμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά.

5. Στόχος της έκθεσης, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2991/94 ήταν να χρησιμεύσει ως βάση για την εξέταση της εφαρμογής των ενδείξεων « μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά », « μειωμένα λιπαρά », « χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά », « light » και « ελαφρύ». Ωστόσο, οι προτάσεις τροποποίησης άλλων στοιχείων μελετήθηκαν και αυτές προσεκτικά και εξήχθησαν τα ακόλουθα συμπεράσματα:

Κατά πρώτον, οι υπηρεσίες της Επιτροπής, από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94, δεν έχουν λάβει καμμία κοινοποίηση που να μπορεί να οδηγήσει στη σκέψη ότι έχουν δημιουργηθεί προβλήματα σχετικά με τη χρησιμοποίηση των γενικών ονομασιών πώλησης. Συνεπώς, δεν φαίνεται να υπάρχει ανάγκη τροποποίησης των γενικών ονομασιών πώλησης που καθιερώνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2991/94.

Δεύτερον, οι τροποποιήσεις στις γενικές ονομασίες πώλησης που προτείνονται από ορισμένα κράτη μέλη απέχουν μεταξύ τους και είναι πολύ επικεντρωμένες σε μονόπλευρες καταστάσεις.

6. Συνοπτικά, η εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94 όχι μόνο δεν δημιούργησε δυσκολίες αλλά αποδείχτηκε και αποδοτική συμβάλλοντας στη δημιουργία, μαζί με τις γενικές ονομασίες, ενός πλαισίου κοινοτικών κανόνων που περιλαμβάνει, διευκρινίζοντας ταυτόχρονα, το φάσμα των ονομασιών πώλησης και ενδείξεων που υφίστανται στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Λαμβανόμενης υπόψη της απουσίας προβλημάτων σχετικά με την εφαρμογή των εν λόγω ενδείξεων και του γεγονότος ότι αυτές αποδείχθηκαν αποδοτικές, δεν τίθεται θέμα κατάργησής τους, κατάργηση που θα περιέπλεκε την κατάσταση τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τους οικονομικούς φορείς.

Εξυπακούεται ότι η εφαρμογή των ενδείξεων που παραπέμπουν σε μειωμένη ή χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά θα μπορεί να αναθεωρηθεί υπό το φως των εξελίξεων σε κοινοτικό επίπεδο της νομοθεσίας στο θέμα της τυποποίησης των ισχυρισμών για τα τρόφιμα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ερωτηματολόγιο

Η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει στο Συμβούλιο έκθεση για την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94, δηλ., για τη χρήση των ενδείξεων που παραπέμπουν σε μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά.

Για το σκοπό αυτό, είναι αναγκαίο να γνωρίζουμε το μερίδιο των προϊόντων μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά στο σύνολο των λιπαρών υλών για επάλειψη καθώς και το ενδιαφέρον το οποίο επέδειξαν οι κατασκευαστές και οι διανομείς χρησιμοποιώντας τους όρους που αποτελούν αντικείμενο της έκθεσης.

A. Ερωτήσεις σχετικά με την παραγωγή των λιπαρών υλών για επάλειψη με μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά

Αναφέρετε τις παραχθείσες ποσότητες των ετών 1998 και 1999, σε τόνους, ανά ομάδα προϊόντων και ανά περιεκτικότητα σε λιπαρά.

Ομάδες προϊόντων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

B. Ερωτήσεις σχετικά με τη χρήση των ενδείξεων που παραπέμπουν σε μειωμένη περιεκτικότητα σε λιπαρά

1. Διατίθενται στην αγορά σας λιπαρές ύλες για επάλειψη με περιεκτικότητα σε λιπαρά άνω του 41% μέχρι και 62%;

1.1. Εάν ναι, προστίθενται στην ονομασία πώλησης οι ενδείξεις « μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά » ή « μειωμένα λιπαρά »; Ποιά; Πάντοτε; Ενίοτε;

1.2. Στην περίπτωση των προϊόντων περιεκτικότητας σε λιπαρά 60% τουλάχιστον και 62% μέγιστο, ο όρος « τριών τετάρτων » αντικαθίσταται από τις ενδείξεις « μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά » ή « μειωμένα λιπαρά »; Εάν ναι. Από ποία; Πάντοτε; Ενίοτε;

2. Διατίθενται στην αγορά σας λιπαρές ύλες για επάλειψη η περιεκτικότητα των οποίων σε λιπαρά είναι κατώτερη ή ίση του 41%;

2.1. Εάν ναι, προστίθενται στην ονομασία πώλησης οι ενδείξεις « χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά », « light » ή « ελαφρύ »; Ποιά; Πάντοτε; Ενίοτε;

2.2. Στις περιπτώσεις των προϊόντων με περιεκτικότητα σε λιπαρά 39% τουλάχιστον και 41% μέγιστο, ο όρος « ημι- » αντικαθίσταται από τις ενδείξεις « χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά », « light » ή « ελαφρύ »; Εάν ναι. Από ποιά; Πάντοτε; Ενίοτε;

3. Η Επιτροπή, από την έναρξη ισχύος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94, δεν έχει λάβει καμμία κοινοποίηση που να μπορεί να οδηγήσει στη σκέψη ότι έχουν ανακύψει προβλήματα σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2991/94. Ωστόσο:

- σε σχέση με την εφαρμογή αυτού του άρθρου, έχουν δημιουργηθεί προβλήματα για τις αρμόδιες αρχές; Εάν ναι, ποιά;

- οι οικονομικοί φορείς είχαν δυσκολίες εφαρμογής; Εάν ναι, ποιά;

4. Κρίνετε ότι οι διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 2 ανταποκρίνονται στις ανάγκες των παραγωγών, των διανομέων και των καταναλωτών; Εάν όχι, επισημάνατε τα σημεία που χρειάζονται βελτίωση.

5. Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα του άρθρου 5 παράγραφος 2, στα προϊόντα με περιεκτικότητα σε λιπαρά άνω του 41% μέχρι και 62% μπορούν να χρησιμοποιούνται οι ενδείξεις « μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά » ή « μειωμένα λιπαρά ».

Ωστόσο, οι δυνατότητες αλλάζουν ανάλογα με την περιεκτικότητα σε λιπαρά:

- στην περίπτωση προϊόντων με περιεκτικότητα σε λιπαρά 60% τουλάχιστον και 62% μέγιστο, οι ενδείξεις « μειωμένης περιεκτικότητας σε λιπαρά » ή « μειωμένα λιπαρά » μπορούν ή να προστεθούν στην ονομασία πώλησης « τριών τετάρτων » ή να αντικαταστήσουν την ονομασία αυτή.

- ωστόσο, στα προϊόντα με περιεκτικότητα άνω του 41% και κάτω του 60% μπορούν να προστεθούν οι εν λόγω ενδείξεις στην ονομασία αλλά όχι να την αντικαταστήσουν.

Το ίδιο καθεστώς παρουσιάζεται και για τις ενδείξεις « χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά », « light » ή « ελαφρύ ».

Κρίνετε ότι η παροχή δύο διαφορετικών δυνατοτήτων εφαρμογής για τις ενδείξεις αυτές ανάλογα με την περιοχή περιεκτικοτήτων, μικρή (60-62%) ή μεγάλη (42-62%) οδηγεί σε σύγχυση; :

- εάν ναι, επισημάνατε τις τροποποιήσεις που πρέπει να γίνουν;

- εάν όχι, οι ενδείξεις αυτές αποδείχθηκαν οι ενδεδειγμένες;

6. Άλλες παρατηρήσεις.

Top