EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32011R1077

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011 , σχετικά με την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης

OJ L 286, 1.11.2011, p. 1–17 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Special edition in Croatian: Chapter 19 Volume 011 P. 216 - 232

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 10/12/2018; καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από 32018R1726

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2011/1077/oj

1.11.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 286/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 1077/2011 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 25ης Οκτωβρίου 2011

σχετικά με την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 74, το άρθρο 77 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β), το άρθρο 78 παράγραφος 2 στοιχείο ε), το άρθρο 79 παράγραφος 2 στοιχείο γ), το άρθρο 82 παράγραφος 1 στοιχείο δ), το άρθρο 85 παράγραφος 1, το άρθρο 87 παράγραφος 2 στοιχείο α) και το άρθρο 88 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το Σύστημα Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) δημιουργήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη δημιουργία, τη λειτουργία και τη χρήση του Συστήματος Πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (2) και με την απόφαση 2007/533/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2007, σχετικά με την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II) (3). Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και η απόφαση 2007/533/ΔΕΥ προβλέπουν ότι η Επιτροπή θα είναι υπεύθυνη, κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου, για τη λειτουργική διαχείριση του Κεντρικού SIS II. Μετά την εν λόγω μεταβατική περίοδο, υπεύθυνη για τη λειτουργική διαχείριση του Κεντρικού SIS II και ορισμένων πτυχών της επικοινωνιακής υποδομής θα είναι διαχειριστική αρχή.

(2)

Το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) δημιουργήθηκε με την απόφαση 2004/512/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2004, για τη δημιουργία του Συστήματος Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) (4). Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για το Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) και την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ κρατών μελών για τις θεωρήσεις μικρής διάρκειας (κανονισμός VIS) (5) προβλέπει ότι η Επιτροπή θα είναι υπεύθυνη, κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου, για τη λειτουργική διαχείριση του VIS. Μετά την εν λόγω μεταβατική περίοδο, υπεύθυνη για τη λειτουργική διαχείριση του Κεντρικού VIS και των εθνικών διεπαφών και για ορισμένες πτυχές της επικοινωνιακής υποδομής θα είναι διαχειριστική αρχή.

(3)

Το Eurodac θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση του «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου (6). Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 407/2002 του Συμβουλίου (7) ορίζει τους αναγκαίους εκτελεστικούς κανόνες.

(4)

Είναι απαραίτητο να συσταθεί διαχειριστική αρχή για να εξασφαλιστεί η λειτουργική διαχείριση του SIS II, του VIS και του Eurodac και ορισμένων πτυχών της υποδομής επικοινωνιών μετά τη μεταβατική περίοδο και ενδεχομένως και άλλων συστημάτων τεχνολογίας της πληροφορίας (ΤΠ) μεγάλης κλίμακας στον χώρο της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης, που υπόκεινται στην έκδοση χωριστών νομοθετικών μέσων.

(5)

Για να επιτευχθούν συνέργειες, είναι αναγκαίο η λειτουργική διαχείριση των εν λόγω συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας να πραγματοποιείται από έναν ενιαίο φορέα, ο οποίος θα ωφελείται από οικονομίες κλίμακας, θα διαμορφώνει κρίσιμη μάζα και θα εξασφαλίζει τον υψηλότερο δυνατό βαθμό αξιοποίησης του κεφαλαίου και των ανθρώπινων πόρων.

(6)

Σε κοινές δηλώσεις που συνοδεύουν τα νομοθετικά μέσα του SIS II και του VIS, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κάλεσαν την Επιτροπή να υποβάλει, μετά από μια εκτίμηση επιπτώσεων, τις αναγκαίες νομοθετικές προτάσεις για την ανάθεση σε έναν οργανισμό της μακροπρόθεσμης λειτουργικής διαχείρισης του Κεντρικού SIS II και ορισμένων πτυχών της υποδομής επικοινωνίας και του VIS.

(7)

Δεδομένου ότι η διαχειριστική αρχή θα πρέπει να έχει νομική, διοικητική και χρηματοοικονομική αυτοτέλεια, θα πρέπει να συσταθεί υπό μορφή ρυθμιστικού οργανισμού («ο Οργανισμός») με νομική προσωπικότητα. Όπως συμφωνήθηκε, η έδρα του Οργανισμού θα πρέπει να βρίσκεται στο Ταλίν (Εσθονία). Εντούτοις, επειδή οι εργασίες που συνδέονται με την τεχνική ανάπτυξη και την προετοιμασία για τη λειτουργική διαχείριση του SIS II και του VIS πραγματοποιούνται ήδη στο Στρασβούργο (Γαλλία) και ήδη έχει εγκατασταθεί εφεδρικός δικτυακός τόπος για τα εν λόγω συστήματα ΤΠ στο Sankt Johann im Pongau (Αυστρία), η κατάσταση αυτή δεν είναι σκόπιμο να μεταβληθεί. Επίσης, στις δύο αυτές τοποθεσίες, αντιστοίχως, θα πρέπει να διεξάγονται οι εργασίες που συνδέονται με την τεχνική ανάπτυξη και τη λειτουργική διαχείριση του Eurodac και να είναι εγκατεστημένος ένας εφεδρικός δικτυακός τόπος για το Eurodac. Σε αυτές τις δύο τοποθεσίες, αντιστοίχως, θα πρέπει επίσης να διεξάγονται η τεχνική ανάπτυξη και η λειτουργική διαχείριση άλλων συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης και, εφόσον αυτό προβλέπεται στην οικεία νομοθετική πράξη, για τον εφεδρικό δικτυακό τόπο που θα είναι ικανός να διασφαλίζει τη λειτουργία ενός συστήματος ΤΠ μεγάλης κλίμακας σε περίπτωση βλάβης του εν λόγω συστήματος.

(8)

Κατά συνέπεια, τα καθήκοντα της διαχειριστικής αρχής που ορίζονται στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και (ΕΚ) αριθ. 767/2008 θα πρέπει να ασκούνται από τον Οργανισμό. Τα εν λόγω καθήκοντα περιλαμβάνουν την περαιτέρω τεχνική ανάπτυξη.

(9)

Σύμφωνα με τους κανονισμούς του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 και (ΕΚ) αριθ. 407/2002, έχει συσταθεί κεντρική μονάδα εντός της Επιτροπής η οποία είναι υπεύθυνη για τη λειτουργία της κεντρικής βάσης δεδομένων του Eurodac και για την εκτέλεση άλλων σχετικών καθηκόντων. Προκειμένου να αξιοποιούνται οι συνέργειες, ο Οργανισμός θα πρέπει να αναλάβει τα καθήκοντα της Επιτροπής που συνδέονται με τη λειτουργική διαχείριση του Eurodac, περιλαμβανομένων ορισμένων καθηκόντων σχετικών με την επικοινωνιακή υποδομή, από την ημερομηνία κατά την οποία αναλαμβάνει ο Οργανισμός τα καθήκοντά του.

(10)

Η βασική λειτουργία του Οργανισμού θα πρέπει να είναι η άσκηση των καθηκόντων λειτουργικής διαχείρισης του SIS II, του VIS και του Eurodac, καθώς και –εάν αποφασιστεί– άλλων συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Ο Οργανισμός θα πρέπει επίσης να έχει την ευθύνη για τεχνικά μέτρα μη κανονιστικού χαρακτήρα που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων που του ανατίθενται. Οι εν λόγω αρμοδιότητες δεν θα πρέπει να θίγουν τα καθήκοντα κανονιστικού χαρακτήρα που ασκεί αποκλειστικά η Επιτροπή μόνη ή στην Επιτροπή όταν επικουρείται από επιτροπή σύμφωνα με τις διατάξεις των αντίστοιχων νομοθετικών μέσων που διέπουν τα συστήματα τη λειτουργική διαχείριση των οποίων ασκεί ο Οργανισμός.

(11)

Επιπροσθέτως, ο Οργανισμός θα πρέπει να ασκεί καθήκοντα σχετικά με την παροχή κατάρτισης όσον αφορά την τεχνική χρήση του SIS II, του VIS και του Eurodac, καθώς και άλλων συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας που ενδεχομένως θα του ανατεθούν στο μέλλον.

(12)

Επιπλέον, ο Οργανισμός θα μπορούσε επίσης να καταστεί υπεύθυνος για την προετοιμασία, την ανάπτυξη και τη λειτουργική διαχείριση πρόσθετων συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας κατ’ εφαρμογή των άρθρων 67 έως 89 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»). Στον Οργανισμό θα πρέπει να ανατίθενται τέτοια καθήκοντα μόνο αφού εγκριθούν μεταγενέστερα και χωριστά νομοθετικά μέσα και αφού έχει προηγηθεί εκτίμηση επιπτώσεων.

(13)

Ο Οργανισμός θα πρέπει να είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση της έρευνας και για τη διενέργεια πιλοτικών σχεδίων, σύμφωνα με το άρθρο 49 παράγραφος 6 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (8), για συστήματα ΤΠ μεγάλης κλίμακας κατ’ εφαρμογή των άρθρων 67 έως 89 της ΣΛΕΕ, μετά από ειδική και σαφή αίτηση της Επιτροπής. Στις περιπτώσεις ανάθεσης της διενέργειας πιλοτικού σχεδίου, ο Οργανισμός θα πρέπει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή στη στρατηγική διαχείρισης πληροφοριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(14)

Η ανάθεση της λειτουργικής διαχείρισης συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης στον Οργανισμό δεν θα πρέπει να επηρεάζει τους ειδικούς κανόνες που ισχύουν όσον αφορά τα συγκεκριμένα συστήματα. Ειδικότερα, ισχύουν πλήρως οι ειδικοί κανόνες που διέπουν τον σκοπό, τα δικαιώματα πρόσβασης, τα μέτρα ασφάλειας και τις λοιπές απαιτήσεις προστασίας δεδομένων για κάθε σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας η λειτουργική διαχείριση του οποίου έχει ανατεθεί στον Οργανισμό.

(15)

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή θα πρέπει να εκπροσωπούνται σε ένα διοικητικό συμβούλιο, ώστε να ελέγχουν αποτελεσματικά τις λειτουργίες του Οργανισμού. Στο διοικητικό συμβούλιο θα πρέπει να ανατίθενται τα απαραίτητα καθήκοντα, ιδιαίτερα να θεσπίζει το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας, να εκπληρώνει τα καθήκοντά του σχετικά με τον προϋπολογισμό του Οργανισμού, να θεσπίζει τις δημοσιονομικές διατάξεις που εφαρμόζονται στον Οργανισμό, να διορίζει έναν εκτελεστικό διευθυντή και να θεσπίζει διαδικασίες για τη λήψη αποφάσεων από τον εκτελεστικό διευθυντή σχετικά με τα λειτουργικά καθήκοντα του Οργανισμού.

(16)

Όσον αφορά το SIS II, η Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία (Ευρωπόλ) και η Ευρωπαϊκή Μονάδα Δικαστικής Προστασίας (Eurojust), που κατέχουν αμφότερες το δικαίωμα πρόσβασης και απευθείας αναζήτησης δεδομένων τα οποία έχουν καταχωρισθεί στο SIS II κατ’ εφαρμογή της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ, θα πρέπει να έχουν ρόλο παρατηρητή στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου όταν στην ημερήσια διάταξη περιλαμβάνεται θέμα σχετικά με την εφαρμογή της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ. Η Ευρωπόλ και η Eurojust θα πρέπει να μπορούν να διορίζουν έναν εκπρόσωπο η καθεμία στη συμβουλευτική ομάδα του SIS II, που συστήνεται βάσει του παρόντος κανονισμού.

(17)

Όσον αφορά το VIS, η Ευρωπόλ θα πρέπει να έχει καθεστώς παρατηρητή κατά τις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου, όταν στην ημερήσια διάταξη περιλαμβάνεται θέμα σχετικά με την εφαρμογή της απόφασης 2008/633/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 23ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την πρόσβαση στο Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις (VIS) των εντεταλμένων αρχών των κρατών μελών καθώς και της Ευρωπόλ, προς αναζήτηση δεδομένων για την πρόληψη, εξακρίβωση και διερεύνηση τρομοκρατικών πράξεων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων (9). Η Ευρωπόλ θα πρέπει να μπορεί να διορίζει εκπρόσωπο στη συμβουλευτική ομάδα του VIS που συστήνεται βάσει του παρόντος κανονισμού.

(18)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν δικαίωμα ψήφου στο διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού όσον αφορά σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας, εάν δεσμεύονται, δυνάμει του δικαίου της Ένωσης, από οποιαδήποτε νομοθετική πράξη διέπει την ανάπτυξη, τη συγκρότηση, την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του συγκεκριμένου συστήματος. Η Δανία επίσης θα πρέπει να έχει δικαίωμα ψήφου όσον αφορά σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας, εάν αποφασίσει, δυνάμει του άρθρου 4 του πρωτοκόλλου (αριθ. 22) σχετικά με τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση («ΣΕΕ») και στη ΣΛΕΕ («πρωτόκολλο σχετικά με τη θέση της Δανίας»), να εφαρμόσει τη νομοθετική πράξη που διέπει την ανάπτυξη, την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του συγκεκριμένου συστήματος στο εθνικό της δίκαιο.

(19)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίζουν ένα μέλος στη συμβουλευτική ομάδα που αφορά σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας, εφόσον δεσμεύονται, δυνάμει του δικαίου της Ένωσης, από οποιαδήποτε νομοθετική πράξη διέπει την ανάπτυξη, την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του συγκεκριμένου συστήματος. Επιπλέον, η Δανία θα πρέπει να ορίζει ένα μέλος στη συμβουλευτική ομάδα που αφορά σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας, εάν αποφασίσει, δυνάμει του άρθρου 4 του πρωτοκόλλου σχετικά με τη θέση της Δανίας, να εφαρμόσει τη νομοθετική πράξη που διέπει την ανάπτυξη, την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του συγκεκριμένου συστήματος στο εθνικό της δίκαιο.

(20)

Για να κατοχυρώσει την πλήρη αυτονομία και ανεξαρτησία του, ο Οργανισμός θα πρέπει να διαθέτει αυτόνομο προϋπολογισμό με έσοδα από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η χρηματοδότηση του Οργανισμού θα πρέπει να εξαρτάται από συμφωνία της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής όπως ορίζεται στο σημείο 47 της διοργανικής συμφωνίας της 17ης Μαΐου 2006, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για δημοσιονομική πειθαρχία και χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (10). Θα πρέπει να εφαρμόζονται οι διαδικασίες προϋπολογισμού και χορήγησης απαλλαγής της Ένωσης. Ο λογιστικός έλεγχος και o έλεγχος της νομιμότητας και της κανονικότητας των υποκείμενων πράξεων θα πρέπει να ασκούνται από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

(21)

Στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, ο Οργανισμός θα πρέπει να συνεργάζεται με άλλους οργανισμούς της Ένωσης, ιδιαίτερα με εκείνους που έχουν θεσπιστεί στον χώρο της ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, και ειδικότερα τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα πρέπει επίσης να συμβουλεύεται τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών και να δίδει συνέχεια στις συστάσεις του όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων, όπου κρίνεται σκόπιμο.

(22)

Κατά τη διασφάλιση της ανάπτυξης και της λειτουργικής διαχείρισης συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας, ο Οργανισμός θα πρέπει να ακολουθεί τα ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα, λαμβάνοντας υπόψη τις αυστηρότερες επαγγελματικές απαιτήσεις, ιδίως τη στρατηγική διαχείρισης πληροφοριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(23)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (11) θα πρέπει να ισχύει για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον Οργανισμό. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων θα πρέπει να δικαιούται να απαιτεί από τον Οργανισμό πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για τις έρευνές του. Σύμφωνα με το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, η Επιτροπή συμβουλεύτηκε τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος εξέδωσε τη γνωμοδότησή του στις 7 Δεκεμβρίου 2009.

(24)

Για τη διασφάλιση της διαφανούς λειτουργίας του Οργανισμού, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (12) θα πρέπει να εφαρμόζεται στον Οργανισμό. Οι δραστηριότητες του Οργανισμού θα πρέπει να υπόκεινται στην ενδελεχή εξέταση του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή, σύμφωνα με το άρθρο 228 της ΣΛΕΕ.

(25)

Θα πρέπει να εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 1999, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (13) στον Οργανισμό, ο οποίος θα πρέπει να προσχωρήσει στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) (14).

(26)

Τα κράτη μέλη υποδοχής του Οργανισμού θα πρέπει να εξασφαλίζουν τις καλύτερες δυνατές συνθήκες για να διασφαλίσουν την εύρυθμη λειτουργία του Οργανισμού, για παράδειγμα συμπεριλαμβανομένων της πολυγλωσσικής σχολικής εκπαίδευσης με ευρωπαϊκό προσανατολισμό και κατάλληλων συγκοινωνιακών συνδέσεων.

(27)

Για να εξασφαλιστούν ανοιχτές και διαφανείς συνθήκες απασχόλησης και ίση μεταχείριση του προσωπικού, ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων») και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης («καθεστώς του λοιπού προσωπικού»), που καθορίζεται με τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 (15) (αποκαλούμενοι εφεξής ομού «κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης»), θα πρέπει να εφαρμόζεται στο προσωπικό και στον εκτελεστικό διευθυντή του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλων αντίστοιχων υποχρεώσεων εχεμύθειας.

(28)

Ο Οργανισμός είναι όργανο που συγκροτείται από την Ένωση κατά την έννοια του άρθρου 185 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 και θα πρέπει να θεσπίζει τους δημοσιονομικούς κανόνες του αναλόγως.

(29)

Ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 19ης Νοεμβρίου 2002 (16), για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους κοινοτικούς οργανισμούς του άρθρου 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 θα πρέπει να εφαρμόζεται στον Οργανισμό.

(30)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η ίδρυση Οργανισμού σε επίπεδο Ένωσης υπεύθυνου για τη λειτουργική διαχείριση και, όποτε κρίνεται σκόπιμο, την ανάπτυξη συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν, κατά συνέπεια, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 5 της ΣΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(31)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που διατυπώνονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 της ΣΕΕ.

(32)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου σχετικά με τη θέση της Δανίας, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν, ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του. Δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός, στο μέτρο που έχει σχέση με το SIS II και το VIS, αναπτύσσει το κεκτημένο του Σένγκεν, η Δανία, σύμφωνα με το άρθρο 4 του πρωτοκόλλου αυτού, θα αποφασίσει εντός έξι μηνών από την ημερομηνία έκδοσης του παρόντος κανονισμού εάν θα τον εφαρμόζει στο εθνικό της δίκαιο. Σύμφωνα με το άρθρο 3 της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας σχετικά με τα κριτήρια και τους μηχανισμούς για τον προσδιορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου που υποβάλλεται στη Δανία ή σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το σύστημα «Eurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου (17), η Δανία πρέπει να ενημερώσει την Επιτροπή εάν θα εφαρμόσει τα περιεχόμενα του παρόντος κανονισμού, στο μέτρο που σχετίζεται με το Eurodac.

(33)

Στο μέτρο που οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού έχουν σχέση με το SIS II, όπως διέπεται από την απόφαση 2007/533/ΔΕΥ, το Ηνωμένο Βασίλειο συμμετέχει στον παρόντα κανονισμό, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου (αριθ. 19) σχετικά με το κεκτημένο του Σένγκεν το οποίο έχει ενσωματωθεί στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ («πρωτόκολλο σχετικά με το κεκτημένο του Σένγκεν»), και το άρθρο 8 παράγραφος 2 της απόφασης 2000/365/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (18).

Στο μέτρο που οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού έχουν σχέση με το SIS II, όπως διέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1987/2006, και το VIS, που συνιστούν εξελίξεις διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες δεν συμμετέχει το Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με την απόφαση 2000/365/ΕΚ, το Ηνωμένο Βασίλειο, με επιστολή προς τον πρόεδρο του Συμβουλίου της 5ης Οκτωβρίου 2010, ζήτησε να του επιτραπεί να συμμετάσχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 4 του πρωτοκόλλου σχετικά με το κεκτημένο του Σένγκεν. Δυνάμει του άρθρου 1 της απόφασης 2010/779/ΕΕ του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2010, σχετικά με το αίτημα του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας να συμμετάσχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν όσον αφορά την ίδρυση ευρωπαϊκού οργανισμού για τη λειτουργική διαχείριση μεγάλων πληροφοριακών συστημάτων στον τομέα της ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης (19), έχει επιτραπεί στο Ηνωμένο Βασίλειο να συμμετάσχει στον παρόντα κανονισμό.

Επιπλέον, στο μέτρο που οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού έχουν σχέση με το Eurodac, το Ηνωμένο Βασίλειο, με επιστολή προς τον πρόεδρο του Συμβουλίου της 23ης Σεπτεμβρίου 2009, ανακοίνωσε την επιθυμία του να συμμετάσχει στην έκδοση και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, δυνάμει του άρθρου 3 του πρωτοκόλλου (αριθ. 21) για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά το χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ («πρωτόκολλο για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας»). Επομένως, το Ηνωμένο Βασίλειο συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού, δεσμεύεται από αυτόν και υπόκειται στην εφαρμογή του.

(34)

Ο παρών κανονισμός, στο μέτρο που οι διατάξεις του αφορούν το SIS II, όπως ρυθμίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1987/2006, και το VIS, συνιστά εξέλιξη διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν στις οποίες δεν συμμετέχει η Ιρλανδία, σύμφωνα με την απόφαση 2002/192/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με το αίτημα της Ιρλανδίας να συμμετέχει σε ορισμένες από τις διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν (20).

Η Ιρλανδία δεν ζήτησε να συμμετάσχει στη έκδοση του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 4 του πρωτοκόλλου σχετικά με το κεκτημένο του Σένγκεν. Η Ιρλανδία συνεπώς δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του, στον βαθμό που τα μέτρα τα οποία θεσπίζει αναπτύσσουν διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν που έχουν σχέση με το SIS II, όπως διέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1987/2006, και το VIS.

Στο μέτρο που οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού έχουν σχέση με το Eurodac, σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του. Επειδή δεν είναι δυνατόν, υπό τις συνθήκες αυτές, να εξασφαλιστεί η δυνατότητα εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στην Ιρλανδία ως προς όλα τα μέρη του, όπως απαιτείται από το άρθρο 288 της ΣΛΕΕ, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της βάσει των εν λόγω πρωτοκόλλων.

(35)

Όσον αφορά την Ισλανδία και τη Νορβηγία, ο παρών κανονισμός, στο μέτρο που έχει σχέση με το SIS II και το VIS, συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας συναφθείσας από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και από τη Δημοκρατία της Ισλανδίας και το Βασίλειο της Νορβηγίας σχετικά με τη σύνδεση των εν λόγω χωρών προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την περαιτέρω ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν (21), οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα του άρθρου 1 στοιχεία Α, B και Ζ της απόφασης 1999/437/ΕΚ του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, σχετικά με ορισμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της εν λόγω συμφωνίας (22). Όσον αφορά το Eurodac, ο παρών κανονισμός συνιστά νέο μέτρο σχετικά με το Eurodac κατά την έννοια της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος ή στην Ισλανδία ή τη Νορβηγία (23). Κατά συνέπεια, εφόσον αποφασίσουν να τον μεταφέρουν στην εσωτερική έννομη τάξη τους, οι αντιπροσωπείες της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας θα πρέπει να συμμετέχουν στο διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού. Προκειμένου να καθοριστούν οι περαιτέρω λεπτομερείς κανόνες, όπως επί παραδείγματι τα δικαιώματα ψήφου, που θα επιτρέπουν τη συμμετοχή της Δημοκρατίας της Ισλανδίας και του Βασιλείου της Νορβηγίας στις δραστηριότητες του Οργανισμού, θα πρέπει να υπάρξει περαιτέρω διακανονισμός μεταξύ της Ένωσης και των κρατών αυτών.

(36)

Όσον αφορά την Ελβετία, ο παρών κανονισμός, στο μέτρο που έχει σχέση με το SIS II και το VIS, συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (24), οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα του άρθρου 1 στοιχεία Α, Β και Ζ της απόφασης 1999/437/ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της απόφασης 2008/146/ΕΚ του Συμβουλίου (25). Όσον αφορά το Eurodac, ο παρών κανονισμός συνιστά νέο μέτρο σχετικά με το Eurodac κατά την έννοια της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος ή στην Ελβετία (26). Κατά συνέπεια, εφόσον αποφασίσει να τον μεταφέρει στην εσωτερική έννομη τάξη της, η αντιπροσωπεία της Ελβετικής Συνομοσπονδίας θα πρέπει να συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού. Προκειμένου να καθοριστούν οι περαιτέρω λεπτομερείς κανόνες, όπως επί παραδείγματι τα δικαιώματα ψήφου, που θα επιτρέπουν τη συμμετοχή της Ελβετικής Συνομοσπονδίας στις δραστηριότητες του Οργανισμού, πρέπει να υπάρξει περαιτέρω διακανονισμός μεταξύ της Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας.

(37)

Όσον αφορά το Λιχτενστάιν, ο παρών κανονισμός, στο μέτρο που έχει σχέση με το SIS II και το VIS, συνιστά ανάπτυξη των διατάξεων του κεκτημένου του Σένγκεν κατά την έννοια του πρωτοκόλλου που υπογράφτηκε μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη σύνδεση της Ελβετικής Συνομοσπονδίας προς τη θέση σε ισχύ, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν (27), οι οποίες εμπίπτουν στον τομέα του άρθρου 1 στοιχεία Α, Β και Ζ της απόφασης 1999/437/ΕΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 3 της απόφασης 2011/350/ΕΕ του Συμβουλίου (28). Όσον αφορά το Eurodac, ο παρών κανονισμός συνιστά νέο μέτρο σχετικό με το Eurodac κατά την έννοια του πρωτοκόλλου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν για την προσχώρηση του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τα κριτήρια και τους μηχανισμούς καθορισμού του κράτους που είναι αρμόδιο για την εξέταση αίτησης παροχής ασύλου που υποβάλλεται σε κράτος μέλος ή στην Ελβετία (29). Κατά συνέπεια, η αντιπροσωπεία του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν θα πρέπει να συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο του Οργανισμού. Προκειμένου να καθοριστούν οι περαιτέρω λεπτομερείς κανόνες, όπως επί παραδείγματι τα δικαιώματα ψήφου, που θα επιτρέπουν τη συμμετοχή του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν στις δραστηριότητες του Οργανισμού, θα πρέπει να υπάρξει περαιτέρω διακανονισμός μεταξύ της Ένωσης και του Πριγκιπάτου του Λιχτενστάιν,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ

Άρθρο 1

Ίδρυση του Οργανισμού

1.   Ιδρύεται Ευρωπαϊκός Οργανισμός για τη Λειτουργική Διαχείριση Συστημάτων ΤΠ Μεγάλης Κλίμακας στον Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης (ο Οργανισμός).

2.   Ο Οργανισμός είναι υπεύθυνος για τη λειτουργική διαχείριση του συστήματος πληροφοριών Σένγκεν δεύτερης γενιάς (SIS II), του συστήματος πληροφοριών για τις θεωρήσεις (VIS) και του Eurodac.

3.   Είναι δυνατόν να ανατεθεί στον Οργανισμό η ευθύνη για την προετοιμασία, ανάπτυξη και λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας άλλων από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 2, μόνο αν αυτό προβλέπεται από σχετικές νομοθετικές πράξεις, βασιζόμενες στα άρθρα 67 έως 89 της ΣΛΕΕ, αφού ληφθούν υπόψη, κατά περίπτωση, οι εξελίξεις στην έρευνα που αναφέρονται στο άρθρο 8 του παρόντος κανονισμού και τα αποτελέσματα των πιλοτικών σχεδίων που αναφέρονται στο άρθρο 9 του παρόντος κανονισμού.

4.   Η λειτουργική διαχείριση αποτελείται από όλες τις δραστηριότητες που είναι αναγκαίες ώστε να διατηρούνται σε λειτουργία τα συστήματα ΤΠ μεγάλης κλίμακας, σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις που εφαρμόζονται για κάθε ένα από αυτά, περιλαμβανομένης και της ευθύνης για την υποδομή επικοινωνίας που χρησιμοποιούν τα συστήματα αυτά. Τα εν λόγω συστήματα ΤΠ μεγάλης κλίμακας δεν ανταλλάσσουν δεδομένα, ούτε επιτρέπουν την κοινή χρήση πληροφοριών ή γνώσεων, εκτός εάν αυτό προβλέπεται σε ειδική νομική βάση.

Άρθρο 2

Στόχοι

Με την επιφύλαξη των αντίστοιχων ευθυνών της Επιτροπής και των κρατών μελών στη βάση των νομοθετικών πράξεων που διέπουν τη λειτουργία των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας, ο Οργανισμός εξασφαλίζει:

α)

την ουσιαστική, ασφαλή και συνεχή λειτουργία των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας·

β)

την αποδοτική και οικονομικά υπεύθυνη διαχείριση των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας·

γ)

επαρκώς υψηλή ποιότητα υπηρεσιών για τους χρήστες των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας·

δ)

συνέχεια και αδιάλειπτη λειτουργία·

ε)

υψηλό επίπεδο προστασίας δεδομένων, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, περιλαμβανόμενων των ειδικών διατάξεων για καθένα από τα συστήματα ΤΠ μεγάλης κλίμακας·

στ)

κατάλληλο επίπεδο ασφάλειας δεδομένων και υλικής ασφάλειας, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, περιλαμβανομένων των ειδικών διατάξεων για κάθε σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας· και

ζ)

τη χρήση κατάλληλης δομής για τη διαχείριση των έργων, με σκοπό την αποδοτική ανάπτυξη συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ

Άρθρο 3

Καθήκοντα σχετικά με το SIS II

Σχετικά με το SIS II, ο Οργανισμός εκτελεί:

α)

τα καθήκοντα που ανατίθενται στη διαχειριστική αρχή με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και την απόφαση 2007/533/ΔΕΥ και

β)

καθήκοντα που αφορούν την κατάρτιση στην τεχνική χρήση του SIS II, ιδίως για το προσωπικό του SIRENE (SIRENE - αίτηση συμπληρωματικών πληροφοριών για εθνικές καταχωρίσεις), καθώς και την κατάρτιση εμπειρογνωμόνων στις τεχνικές πτυχές του SIS II στο πλαίσιο της αξιολόγησης Σένγκεν.

Άρθρο 4

Καθήκοντα σχετικά με το VIS

Σχετικά με το VIS, ο Οργανισμός εκτελεί:

α)

τα καθήκοντα που ανατίθενται στη διαχειριστική αρχή με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και την απόφαση 2008/633/ΔΕΥ και

β)

καθήκοντα που αφορούν την κατάρτιση στην τεχνική χρήση του VIS.

Άρθρο 5

Καθήκοντα σχετικά με το Eurodac

Σχετικά με το Eurodac, ο Οργανισμός εκτελεί:

α)

τα καθήκοντα που ανατίθενται στην Επιτροπή ως αρχή υπεύθυνη για τη λειτουργική διαχείριση του Eurodac, σύμφωνα με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 και (ΕΚ) αριθ. 407/2002,

β)

καθήκοντα που συνδέονται με την επικοινωνιακή υποδομή, δηλαδή: εποπτεία, ασφάλεια και συντονισμό των σχέσεων μεταξύ των κρατών μελών και του παρόχου υπηρεσιών, και

γ)

καθήκοντα σχετικά με την κατάρτιση στην τεχνική χρήση του Eurodac.

Άρθρο 6

Καθήκοντα σχετικά με την προετοιμασία, την ανάπτυξη και τη λειτουργική διαχείριση άλλων συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας

Όταν του ανατίθεται η προετοιμασία, ανάπτυξη και λειτουργική διαχείριση άλλων συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 3, ο Οργανισμός εκτελεί, κατά περίπτωση, καθήκοντα σχετικά με την κατάρτιση στην τεχνική χρήση των εν λόγω συστημάτων.

Άρθρο 7

Καθήκοντα σχετικά με την υποδομή επικοινωνιών

1.   Ο Οργανισμός ασκεί τα καθήκοντα που σχετίζονται με την υποδομή επικοινωνιών τα οποία του αναθέτει η διαχειριστική αρχή, σύμφωνα με τα νομοθετικά μέσα που διέπουν την ανάπτυξη, εγκατάσταση, λειτουργία και χρήση των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2.

2.   Σύμφωνα με τα νομοθετικά μέσα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα καθήκοντα που σχετίζονται με την υποδομή επικοινωνιών (περιλαμβανομένης της λειτουργικής διαχείρισης και ασφάλειας) κατανέμονται μεταξύ του Οργανισμού και της Επιτροπής. Προκειμένου να εξασφαλισθεί η συνέπεια κατά την άσκηση των αντίστοιχων καθηκόντων τους, ο Οργανισμός και η Επιτροπή συμφωνούν μεταξύ τους ορισμένες λειτουργικές ρυθμίσεις οι οποίες καταγράφονται σε μνημόνιο κατανόησης.

3.   Η υποδομή επικοινωνιών υπόκειται σε κατάλληλη διαχείριση και έλεγχο, ώστε να προστατεύεται από κινδύνους και να εξασφαλίζεται η ασφάλειά της και εκείνη των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας, περιλαμβανομένης και της ασφάλειας των δεδομένων που ανταλλάσσονται μέσω της υποδομής επικοινωνιών.

4.   Λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα, μεταξύ των οποίων και σχέδια ασφαλείας, ώστε να εξασφαλιστεί, μεταξύ άλλων, ότι δεν θα επιτραπεί, χωρίς σχετική έγκριση, η ανάγνωση, η αντιγραφή, η τροποποίηση ή η διαγραφή προσωπικών δεδομένων κατά τη μεταφορά προσωπικών δεδομένων ή κατά τη μεταφορά υποθεμάτων, ειδικότερα με τις κατάλληλες τεχνικές κρυπτογράφησης. Δεν θα κυκλοφορεί στην υποδομή επικοινωνιών καμία λειτουργική πληροφορία σχετιζόμενη με το σύστημα χωρίς κρυπτογράφηση.

5.   Τα καθήκοντα σχετικά με τη λειτουργική διαχείριση της υποδομής επικοινωνιών μπορούν να ανατεθούν σε εξωτερικούς ιδιωτικούς φορείς ή οντότητες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002. Στην περίπτωση αυτή, ο πάροχος του δικτύου δεσμεύεται από τα μέτρα ασφάλειας της παραγράφου 4 και δεν έχει επ’ ουδενί πρόσβαση στα λειτουργικά δεδομένα του SIS II, του VIS ή του Eurodac, ούτε και στη σχετική με το SIS II ανταλλαγή SIRENE.

6.   Με την επιφύλαξη των υφισταμένων συμβάσεων όσον αφορά το δίκτυο του SIS II, του VIS και του Eurodac, η διαχείριση των κλειδιών κρυπτογράφησης παραμένει στην αρμοδιότητα του Οργανισμού και δεν μπορεί να ανατεθεί εξωτερικά σε οιανδήποτε οντότητα του ιδιωτικού τομέα.

Άρθρο 8

Παρακολούθηση της έρευνας

1.   Ο Οργανισμός παρακολουθεί τις εξελίξεις που σημειώνονται στην έρευνα σχετικά με τη λειτουργική διαχείριση του SIS II, του VIS, του Eurodac και άλλων συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας.

2.   Ο Οργανισμός ενημερώνει σε τακτική βάση το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και, όποτε τίθενται ζητήματα προστασίας δεδομένων, τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σχετικά με τις εξελίξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 9

Πιλοτικά σχέδια

1.   Μόνο κατόπιν της ειδικής και σαφούς αίτησης της Επιτροπής, η οποία ενημερώνει προηγουμένως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τουλάχιστον τρεις μήνες νωρίτερα και μετά από απόφαση του διοικητικού συμβουλίου, ο Οργανισμός μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ), να υλοποιεί πιλοτικά σχέδια όπως προβλέπονται στο άρθρο 49 παράγραφος 6 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002, για την ανάπτυξη ή τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 67 έως 89 της ΣΛΕΕ.

Ο Οργανισμός ενημερώνει τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και, όποτε τίθενται ζητήματα προστασίας δεδομένων, τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σχετικά με την εξέλιξη των πιλοτικών σχεδίων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

2.   Οι δημοσιονομικές πιστώσεις για πιλοτικά σχέδια που ζητά η Επιτροπή εγγράφονται στον προϋπολογισμό για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα δύο διαδοχικά οικονομικά έτη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

Άρθρο 10

Νομικό καθεστώς

1.   Ο Οργανισμός είναι όργανο της Ένωσης και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

2.   Σε κάθε κράτος μέλος, ο Οργανισμός περιβάλλεται με την ευρύτερη δυνατή ικανότητα δικαίου που αναγνωρίζεται στα νομικά πρόσωπα βάσει της εθνικής νομοθεσίας. Μπορεί, ιδίως, να αποκτά και να εκποιεί κινητή και ακίνητη περιουσία και να παρίσταται ενώπιον δικαστηρίου. Μπορεί επίσης να συνάπτει συμφωνίες για την έδρα του Οργανισμού και για τους δικτυακούς τόπους που δημιουργούνται σύμφωνα με την παράγραφο 4 με τα κράτη μέλη στο έδαφος των οποίων βρίσκονται η έδρα και οι τεχνικοί και εφεδρικοί δικτυακοί τόποι (κράτη μέλη υποδοχής).

3.   Ο Οργανισμός εκπροσωπείται από τον εκτελεστικό διευθυντή του.

4.   Έδρα του Οργανισμού είναι το Ταλίν της Εσθονίας.

Τα καθήκοντα που συνδέονται με την ανάπτυξη και τη λειτουργική διαχείριση σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3 και τα άρθρα 3, 4, 5 και 7 εκτελούνται στο Στρασβούργο της Γαλλίας.

Θα εγκατασταθεί στο Sankt Johann im Pongau της Αυστρίας εφεδρικός δικτυακός τόπος που θα διασφαλίζει τη συνέχιση της λειτουργίας συστήματος ΤΠ μεγάλης κλίμακας σε περίπτωση βλάβης του εν λόγω συστήματος, εφόσον προβλέπεται εφεδρικός δικτυακός τόπος στη νομοθετική πράξη που διέπει την ανάπτυξη, την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση του.

Άρθρο 11

Δομή

1.   Η διοικητική και διαχειριστική δομή του Οργανισμού περιλαμβάνει:

α)

διοικητικό συμβούλιο·

β)

εκτελεστικό διευθυντή·

γ)

συμβουλευτικές ομάδες.

2.   Η δομή του Οργανισμού περιλαμβάνει επίσης:

α)

υπεύθυνο προστασίας δεδομένων·

β)

υπεύθυνο ασφαλείας·

γ)

υπόλογο.

Άρθρο 12

Λειτουργίες του διοικητικού συμβουλίου

1.   Για να διασφαλίσει ότι ο Οργανισμός εκτελεί τα καθήκοντά του, το διοικητικό συμβούλιο:

α)

διορίζει και, εάν συντρέχει περίπτωση, απολύει τον εκτελεστικό διευθυντή, σύμφωνα με το άρθρο 18·

β)

ασκεί πειθαρχικό έλεγχο επί του εκτελεστικού διευθυντή και επιβλέπει τις επιδόσεις του, περιλαμβανομένης της εφαρμογής των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου·

γ)

καταρτίζει το οργανόγραμμα του Οργανισμού μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή·

δ)

θεσπίζει τον κανονισμό λειτουργίας του Οργανισμού μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή·

ε)

εγκρίνει, μετά από πρόταση του εκτελεστικού διευθυντή, τη συμφωνία για την έδρα του Οργανισμού και τις συμφωνίες σχετικά με τον τόπο των τεχνικών και των εφεδρικών δικτυακών τόπων που δημιουργούνται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4, οι οποίες πρέπει να υπογράφονται από τον εκτελεστικό διευθυντή και τα κράτη μέλη υποδοχής·

στ)

σε συμφωνία με την Επιτροπή, θεσπίζει τα αναγκαία εκτελεστικά μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων·

ζ)

εγκρίνει τα αναγκαία εκτελεστικά μέτρα για την απόσπαση εθνικών εμπειρογνωμόνων στον Οργανισμό·

η)

θεσπίζει πολυετές πρόγραμμα εργασιών βάσει των καθηκόντων που αναφέρονται στο κεφάλαιο II, με βάση σχέδιο που υποβάλλει ο εκτελεστικός διευθυντής που αναφέρεται στο άρθρο 17, μετά από διαβούλευση με τις συμβουλευτικές ομάδες του άρθρου 19 και αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής. Το πολυετές πρόγραμμα εργασιών περιλαμβάνει, με την επιφύλαξη της ετήσιας διαδικασίας προϋπολογισμού, πολυετείς δημοσιονομικές προβλέψεις και εκ των προτέρων αξιολογήσεις, προκειμένου να διαρθρωθούν οι στόχοι και τα διάφορα στάδια του πολυετούς σχεδιασμού·

θ)

εγκρίνει πολυετές πρόγραμμα πολιτικής για το προσωπικό και σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασίας και τα υποβάλλει μέχρι τις 31 Μαρτίου κάθε έτους στην Επιτροπή και στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή·

ι)

μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου κάθε έτους και αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής, εγκρίνει, με πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου και σύμφωνα με την ετήσια διαδικασία προϋπολογισμού και το νομοθετικό πρόγραμμα της Ένωσης στους τομείς των άρθρων 67 έως 89 της ΣΛΕΕ, το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του Οργανισμού για το επόμενο έτος και φροντίζει για τη διαβίβαση του εγκριθέντος προγράμματος εργασίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή και για τη δημοσίευσή του·

ια)

μέχρι τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, εγκρίνει την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του Οργανισμού για το προηγούμενο έτος, η οποία συγκρίνει, ιδιαίτερα, τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν με τους στόχους του ετήσιου προγράμματος εργασίας, και τη διαβιβάζει έως τις 15 Ιουνίου του ίδιου έτους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο· η ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων δημοσιεύεται·

ιβ)

εκτελεί τα καθήκοντά του σε σχέση με τον προϋπολογισμό του Οργανισμού, περιλαμβανομένης της υλοποίησης πιλοτικών σχεδίων, όπως αναφέρονται στο άρθρο 9, σύμφωνα με το άρθρο 32, το άρθρο 33 παράγραφος 6 και το άρθρο 34·

ιγ)

θεσπίζει τις δημοσιονομικές διατάξεις που εφαρμόζονται στον Οργανισμό σύμφωνα με το άρθρο 34·

ιδ)

διορίζει υπόλογο, ο οποίος είναι λειτουργικά ανεξάρτητος κατά την άσκηση των καθηκόντων του·

ιε)

διασφαλίζει ότι δίδεται η αρμόζουσα συνέχεια στις διαπιστώσεις και τις συστάσεις που προέρχονται από τις ποικίλες, εσωτερικές και εξωτερικές, εκθέσεις λογιστικού ελέγχου και αποτιμήσεις·

ιστ)

θεσπίζει τα αναγκαία μέτρα ασφάλειας, στα οποία περιλαμβάνονται σχέδιο ασφάλειας και σχέδιο συνέχισης των εργασιών και αποκατάστασης μετά από καταστροφές, λαμβάνοντας υπόψη τις τυχόν συστάσεις των εμπειρογνωμόνων ασφαλείας που μετέχουν στις συμβουλευτικές ομάδες·

ιζ)

διορίζει υπεύθυνο ασφάλειας·

ιη)

διορίζει υπεύθυνο προστασίας δεδομένων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001·

ιθ)

θεσπίζει, έως τις 22 Μαΐου 2012, τις πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001·

κ)

εγκρίνει τις εκθέσεις για την τεχνική λειτουργία του SIS II σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και το άρθρο 66 παράγραφος 4 της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ αντίστοιχα και του VIS σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και το άρθρο 17 παράγραφος 3 της απόφασης 2008/633/ΔΕΥ·

κα)

εγκρίνει την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της κεντρικής μονάδας του Eurodac σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000·

κβ)

διατυπώνει παρατηρήσεις σχετικά με τις εκθέσεις του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων για τους λογιστικούς ελέγχους σύμφωνα με άρθρο 45 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και το άρθρο 42 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 και διασφαλίζει ότι δίδεται η κατάλληλη συνέχεια στους ελέγχους·

κγ)

δημοσιεύει στατιστικές σχετικά με το SIS II σύμφωνα με το άρθρο 50 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και το άρθρο 66 παράγραφος 3 της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ αντίστοιχα·

κδ)

συλλέγει στατιστικά στοιχεία για τη λειτουργία της κεντρικής μονάδας του Eurodac σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000·

κε)

εξασφαλίζει την ετήσια δημοσίευση του καταλόγου αρμόδιων αρχών που νομιμοποιούνται να αναζητούν απευθείας τα δεδομένα που έχουν καταχωρισθεί στο SIS II σύμφωνα με το άρθρο 31 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και το άρθρο 46 παράγραφος 8 της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ, από κοινού με τον κατάλογο των γραφείων των εθνικών συστημάτων του SIS II (N.SIS II) και των γραφείων SIRENE όπως αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006 και στο άρθρο 7 παράγραφος 3 της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ αντίστοιχα·

κστ)

φροντίζει για την ετήσια έκδοση του καταλόγων των αρχών που διορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000·

κζ)

εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα του ανατίθενται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να συμβουλεύει τον εκτελεστικό διευθυντή για κάθε θέμα που αφορά αυστηρά την ανάπτυξη ή τη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας.

Άρθρο 13

Σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου

1.   Το διοικητικό συμβούλιο απαρτίζεται από έναν αντιπρόσωπο από κάθε κράτος μέλος και δύο αντιπροσώπους από την Επιτροπή.

2.   Κάθε κράτος μέλος και η Επιτροπή διορίζουν τα μέλη καθώς και τα αναπληρωματικά μέλη του διοικητικού συμβουλίου, έως τις 22 Ιανουαρίου 2012. Μετά τη λήξη αυτής της προθεσμίας, η Επιτροπή συγκαλεί το διοικητικό συμβούλιο. Κατά την απουσία τους, τα τακτικά μέλη εκπροσωπούνται από τα αναπληρωματικά τους μέλη.

3.   Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου διορίζονται βάσει του υψηλού επιπέδου της σχετικής τους πείρας και εμπειρογνωμοσύνης όσον αφορά τα συστήματα ΤΠ μεγάλης κλίμακας στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης και των γνώσεών τους περί προστασίας δεδομένων.

4.   Η θητεία των μελών είναι τετραετής. Μπορεί να ανανεωθεί μία φορά. Μετά τη λήξη της θητείας τους ή σε περίπτωση παραίτησης, τα μέλη συνεχίζουν να ασκούν τα καθήκοντά τους μέχρις ότου ανανεωθεί η θητεία τους ή αντικατασταθούν.

5.   Οι χώρες που συνδέονται με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν και των μέτρων που σχετίζονται με το Eurodac συμμετέχουν στις δραστηριότητες του Οργανισμού. Κάθε μία εξ αυτών διορίζει στο διοικητικό συμβούλιο έναν αντιπρόσωπο και έναν αναπληρωτή.

Άρθρο 14

Προεδρία του διοικητικού συμβουλίου

1.   Το διοικητικό συμβούλιο εκλέγει πρόεδρο και αναπληρωτή πρόεδρο μεταξύ των μελών του.

2.   Η θητεία του προέδρου και του αναπληρωτή προέδρου είναι διετής. Η θητεία τους είναι άπαξ ανανεώσιμη. Ωστόσο, εάν απολέσουν την ιδιότητα του μέλους του διοικητικού συμβουλίου σε οποιαδήποτε στιγμή της θητείας τους, η θητεία τους λήγει την ίδια ημερομηνία αυτομάτως.

3.   Ο πρόεδρος και ο αναπληρωτής πρόεδρος εκλέγονται μόνο μεταξύ εκείνων των μελών του διοικητικού συμβουλίου που έχουν διορισθεί από κράτη μέλη και τα οποία δεσμεύονται πλήρως δυνάμει του δικαίου της Ένωσης από τις νομοθετικές πράξεις που διέπουν την ανάπτυξη, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τη χρήση όλων των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας που διαχειρίζεται ο Οργανισμός.

Άρθρο 15

Συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου

1.   Οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου συγκαλούνται κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε των κατωτέρω:

α)

του προέδρου του·

β)

τουλάχιστον του ενός τρίτου των μελών του·

γ)

της Επιτροπής·

δ)

του εκτελεστικού διευθυντή.

Το διοικητικό συμβούλιο πραγματοποιεί τουλάχιστον μία τακτική συνεδρίαση ανά εξάμηνο.

2.   Στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνει μέρος ο εκτελεστικός διευθυντής.

3.   Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου μπορούν να επικουρούνται από εμπειρογνώμονες που είναι μέλη των συμβουλευτικών ομάδων.

4.   Η Ευρωπόλ και η Eurojust μπορούν να παρίστανται στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου ως παρατηρητές, όταν στην ημερήσια διάταξη περιλαμβάνεται θέμα που αφορά το SIS II σε σχέση με την εφαρμογή της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ. Επίσης, η Ευρωπόλ μπορεί να παρίσταται στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου ως παρατηρητής, όταν στην ημερήσια διάταξη περιλαμβάνεται θέμα που αφορά το VIS, σε σχέση με την εφαρμογή της απόφασης 2008/633/ΔΕΥ.

5.   Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να καλεί οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο η γνώμη του οποίου μπορεί να παρουσιάζει ενδιαφέρον, προκειμένου να συμμετέχει στις συνεδριάσεις του ως παρατηρητής.

6.   Ο Οργανισμός παρέχει γραμματειακή υποστήριξη στο διοικητικό συμβούλιο.

Άρθρο 16

Ψηφοφορία

1.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, καθώς και του άρθρου 12 παράγραφος 1 στοιχείο ι) και του άρθρου 18 παράγραφοι 1 και 7, οι αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου λαμβάνονται με πλειοψηφία όλων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου.

2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, κάθε μέλος του διοικητικού συμβουλίου έχει μία ψήφο.

3.   Κάθε μέλος διορισμένο από κράτος μέλος, το οποίο δεσμεύεται, δυνάμει του δικαίου της Ένωσης, από οποιαδήποτε νομοθετική πράξη διέπει την ανάπτυξη, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τη χρήση συστήματος ΤΠ μεγάλης κλίμακας που διαχειρίζεται ο Οργανισμός, μπορεί να ψηφίζει για ζητήματα που αφορούν το εν λόγω σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας.

Επιπλέον, όσον αφορά τη Δανία, αυτή θα έχει δικαίωμα ψήφου για ζητήματα που αφορούν σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας, εάν αποφασίσει, δυνάμει του άρθρου 4 του πρωτοκόλλου σχετικά με τη θέση της Δανίας, να εφαρμόσει τη νομοθετική πράξη που διέπει την ανάπτυξη, εγκατάσταση, λειτουργία και χρήση ενός τέτοιου συστήματος ΤΠ μεγάλης κλίμακας στο εθνικό της δίκαιο.

4.   Όσον αφορά τις χώρες που συνδέονται με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν και με τα μέτρα που σχετίζονται με το Eurodac, εφαρμόζεται το άρθρο 37.

5.   Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ μελών για το κατά πόσο ένα συγκεκριμένο σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας επηρεάζεται από κάποια ψηφοφορία, κάθε απόφαση σχετικά με το εάν δεν επηρεάζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο λαμβάνεται με πλειοψηφία δύο τρίτων.

6.   Ο εκτελεστικός διευθυντής δεν ψηφίζει.

7.   Ο εσωτερικός κανονισμός του Οργανισμού ορίζει λεπτομερέστερες ρυθμίσεις για τις ψηφοφορίες, ιδίως τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες ένα μέλος μπορεί να ενεργεί για λογαριασμό άλλου μέλους, καθώς και τυχόν απαιτήσεις απαρτίας, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 17

Αρμοδιότητες και εξουσίες του εκτελεστικού διευθυντή

1.   Ο Οργανισμός διοικείται και εκπροσωπείται από τον εκτελεστικό διευθυντή του.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής είναι ανεξάρτητος κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Με την επιφύλαξη των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων της Επιτροπής και του διοικητικού συμβουλίου, ο εκτελεστικός διευθυντής δεν ζητά ούτε λαμβάνει οδηγίες από κυβέρνηση ή από άλλο φορέα.

3.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 12, ο εκτελεστικός διευθυντής αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που ανατίθενται στον Οργανισμό και υπόκειται στη διαδικασία της ετήσιας απαλλαγής από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

4.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορεί να καλέσει τον εκτελεστικό διευθυντή να υποβάλει αναφορά για την εκτέλεση των καθηκόντων του.

5.   Ο εκτελεστικός διευθυντής:

α)

φροντίζει για την καθημερινή διαχείριση του Οργανισμού·

β)

διασφαλίζει τη λειτουργία του Οργανισμού σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

γ)

καταρτίζει και εφαρμόζει τις διαδικασίες, τις αποφάσεις, τις στρατηγικές, τα προγράμματα και τις δραστηριότητες που εγκρίνει το διοικητικό συμβούλιο, εντός των ορίων που καθορίζονται από τον παρόντα κανονισμό, τους εκτελεστικούς του κανόνες και οποιοδήποτε εφαρμοστέο δίκαιο·

δ)

θεσπίζει και εφαρμόζει ένα αποτελεσματικό σύστημα που επιτρέπει την τακτική παρακολούθηση και τις αξιολογήσεις:

i)

των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας, περιλαμβανομένης της συλλογής στατιστικών στοιχείων, και

ii)

του Οργανισμού, συμπεριλαμβανομένης της αποτελεσματικής και αποδοτικής επίτευξης των στόχων του·

ε)

συμμετέχει, χωρίς δικαίωμα ψήφου, στις συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου·

στ)

όσον αφορά το προσωπικό του Οργανισμού, ασκεί τις εξουσίες που ορίζονται στο άρθρο 20 παράγραφος 3 και διαχειρίζεται θέματα προσωπικού·

ζ)

με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων, θεσπίζει απαιτήσεις εμπιστευτικότητας, όπως ορίζει το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1987/2006, το άρθρο 17 της απόφασης 2007/533/ΔΕΥ και το άρθρο 26 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2008 αντιστοίχως και προκειμένου να εφαρμόσει τους δέοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλη ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας σε όλο το προσωπικό του Οργανισμού που ασχολείται με δεδομένα του Eurodac·

η)

διαπραγματεύεται και, κατόπιν έγκρισης από το διοικητικό συμβούλιο, υπογράφει με τις κυβερνήσεις των κρατών μελών υποδοχής συμφωνία σχετικά με την έδρα του Οργανισμού και συμφωνίες σχετικά με τους τεχνικούς και εφεδρικούς δικτυακούς τόπους.

6.   Ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει στο διοικητικό συμβούλιο προς έγκριση τα σχέδια ιδίως όσον αφορά τα ακόλουθα:

α)

το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του Οργανισμού και την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του, μετά από διαβούλευση με τις συμβουλευτικές ομάδες·

β)

τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον Οργανισμό·

γ)

το πολυετές πρόγραμμα εργασιών·

δ)

τον προϋπολογισμό του επόμενου έτους, καταρτισμένο βάσει δραστηριοτήτων·

ε)

το πολυετές σχέδιο πολιτικής προσωπικού·

στ)

την εντολή για την αξιολόγηση που αναφέρεται στο άρθρο 31·

ζ)

τις πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001·

η)

τα αναγκαία μέτρα ασφάλειας, στα οποία περιλαμβάνονται σχέδιο ασφάλειας και σχέδιο συνέχισης των εργασιών και αποκατάστασης μετά από καταστροφές·

θ)

εκθέσεις για την τεχνική λειτουργία κάθε συστήματος ΤΠ μεγάλης κλίμακας που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο κ) και την ετήσια έκθεση για τις δραστηριότητες της κεντρικής μονάδας του Eurodac που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο κα), βάσει των αποτελεσμάτων της παρακολούθησης και της αξιολόγησης·

ι)

τον ετήσιο, προς δημοσίευση, κατάλογο των αρμόδιων αρχών που νομιμοποιούνται να αναζητούν απευθείας δεδομένα που περιέχονται στο σύστημα SIS II, περιλαμβανομένου του καταλόγου των γραφείων N.SIS II και SIRENE που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο κε) και του καταλόγου των αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχείο κστ).

7.   Ο εκτελεστικός διευθυντής εκτελεί οποιοδήποτε άλλο καθήκον σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 18

Διορισμός του εκτελεστικού διευθυντή

1.   Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή για θητεία πέντε ετών από κατάλογο κατάλληλων υποψηφίων οι οποίοι αναδεικνύονται από ανοικτό διαγωνισμό που διοργανώνει η Επιτροπή. Η διαδικασία επιλογής προβλέπει τη δημοσίευση πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αλλού. Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να ζητήσει επανάληψη της διαδικασίας εάν κρίνει ότι δεν είναι κατάλληλος κανείς από τους υποψηφίους που περιλαμβάνονται στον κατάλογο. Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει τον εκτελεστικό διευθυντή με κριτήριο τα ατομικά προσόντα, την εμπειρία του στον τομέα των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας και τις διοικητικές, χρηματοοικονομικές και διαχειριστικές του ικανότητες, καθώς και τις γνώσεις του περί προστασίας δεδομένων. Το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει για τον διορισμό του εκτελεστικού διευθυντή με πλειοψηφία δύο τρίτων όλων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου.

2.   Πριν από τον διορισμό του, ο υποψήφιος τον οποίο επέλεξε το διοικητικό συμβούλιο καλείται να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας ή των αρμόδιων επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών των επιτροπών. Μετά τη δήλωση αυτή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκδίδει γνώμη στην οποία εκθέτει την άποψή του για τον επιλεγέντα υποψήφιο. Το διοικητικό συμβούλιο ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τον τρόπο με τον οποίο ελήφθη υπόψη η εν λόγω γνώμη. Η γνώμη έχει προσωπικό και εμπιστευτικό χαρακτήρα έως ότου διορισθεί ο υποψήφιος.

3.   Κατά τους τελευταίους εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς θητείας, το διοικητικό συμβούλιο, σε στενή διαβούλευση με την Επιτροπή, προβαίνει σε αξιολόγηση κατά την οποία αξιολογεί κυρίως τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν κατά την πρώτη θητεία του εκτελεστικού διευθυντή και τον τρόπο επίτευξής τους.

4.   Το διοικητικό συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση αξιολόγησης, και μόνο εφόσον δικαιολογείται από τους στόχους και τα καθήκοντα του Οργανισμού, δύναται να παρατείνει τη θητεία του εκτελεστικού διευθυντή άπαξ για διάστημα έως τρία έτη.

5.   Το διοικητικό συμβούλιο γνωστοποιεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την πρόθεσή του να παρατείνει τη θητεία του εκτελεστικού διευθυντή. Κατά τον μήνα που προηγείται αυτής της ανανέωσης, ο εκτελεστικός διευθυντής καλείται να προβεί σε δήλωση ενώπιον της αρμόδιας ή των αρμόδιων επιτροπών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών των επιτροπών.

6.   Ο εκτελεστικός διευθυντής λογοδοτεί στο διοικητικό συμβούλιο.

7.   Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να απολύσει τον εκτελεστικό διευθυντή. Το διοικητικό συμβούλιο λαμβάνει τέτοια απόφαση με πλειοψηφία δύο τρίτων όλων των μελών του που έχουν δικαίωμα ψήφου.

Άρθρο 19

Συμβουλευτικές ομάδες

1.   Οι ακόλουθες συμβουλευτικές ομάδες επικουρούν το διοικητικό συμβούλιο με την εμπειρογνωμοσύνη που διαθέτουν όσον αφορά τα συστήματα ΤΠ μεγάλης κλίμακας και, ειδικότερα, βοηθούν στην κατάρτιση του ετήσιου προγράμματος εργασίας και της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων:

α)

συμβουλευτική ομάδα SIS ΙΙ·

β)

συμβουλευτική ομάδα VIS·

γ)

συμβουλευτική ομάδα Eurodac·

δ)

οποιαδήποτε άλλη συμβουλευτική ομάδα έχει σχέση με σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας, εφόσον έτσι προβλέπει το συναφές νομοθετικό μέτρο που διέπει την ανάπτυξη, την εγκατάσταση, τη λειτουργία και τη χρήση και του εν λόγω συστήματος ΤΠ μεγάλης κλίμακας.

2.   Κάθε κράτος μέλος το οποίο δεσμεύεται, δυνάμει του δικαίου της Ένωσης, από οποιαδήποτε νομοθετική πράξη διέπει την ανάπτυξη, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τη χρήση συγκεκριμένου συστήματος ΤΠ μεγάλης κλίμακας, καθώς και η Επιτροπή, διορίζουν από ένα μέλος στη συμβουλευτική ομάδα που έχει σχέση με το εν λόγω σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας, με θητεία τριών ετών, η οποία είναι ανανεώσιμη.

Όσον αφορά τη Δανία, αυτή διορίζει επίσης ένα μέλος σε συμβουλευτική ομάδα που έχει σχέση με ένα σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας, εάν αποφασίσει, δυνάμει του άρθρου 4 του πρωτοκόλλου σχετικά με τη θέση της Δανίας, να εφαρμόσει τη νομοθετική πράξη που διέπει την ανάπτυξη, εγκατάσταση, λειτουργία και χρήση του συγκεκριμένου συστήματος ΤΠ μεγάλης κλίμακας στο εθνικό της δίκαιο.

Κάθε χώρα συνδεδεμένη με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν, των μέτρων που σχετίζονται με το Eurodac και των μέτρων που σχετίζονται με άλλα συστήματα ΤΠ μεγάλης κλίμακας, εφόσον μετέχει σε συγκεκριμένο σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας, διορίζει ένα μέλος στη συμβουλευτική ομάδα που έχει σχέση με το εν λόγω σύστημα ΤΠ μεγάλης κλίμακας.

3.   Η Ευρωπόλ και η Eurojust μπορούν να διορίζουν από έναν εκπρόσωπο στη συμβουλευτική ομάδα SIS II. Η Ευρωπόλ μπορεί επίσης να διορίζει έναν εκπρόσωπο στη συμβουλευτική ομάδα VIS.

4.   Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου δεν είναι δυνατόν να είναι μέλη οποιασδήποτε από τις συμβουλευτικές ομάδες. Ο εκτελεστικός διευθυντής ή ο εκπρόσωπος του εκτελεστικού διευθυντή μπορούν να παρίστανται σε όλες τις συνεδριάσεις των συμβουλευτικών ομάδων ως παρατηρητές.

5.   Οι διαδικασίες για τη λειτουργία και τη συνεργασία των συμβουλευτικών ομάδων ορίζονται στον εσωτερικό κανονισμό του Οργανισμού.

6.   Κατά τη σύνταξη γνωμοδότησης, τα μέλη κάθε συμβουλευτικής ομάδας καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την επίτευξη συναίνεσης. Εάν δεν επιτευχθεί συναίνεση, η γνωμοδότηση περιλαμβάνει την αιτιολογημένη θέση της πλειοψηφίας των μελών. Καταγράφονται επίσης οι αιτιολογημένες θέσεις της μειοψηφίας, μαζί με την αιτιολόγησή τους. Το άρθρο 16 παράγραφοι 3 και 4 εφαρμόζεται αναλόγως. Τα μέλη που εκπροσωπούν τις χώρες που συνδέονται με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν και με τα σχετικά με το Eurodac μέτρα μπορούν να εκφράζουν γνώμες για ζητήματα επί των οποίων δεν έχουν δικαίωμα ψήφου.

7.   Κάθε κράτος μέλος και κάθε χώρα συνδεδεμένη με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν και των σχετικών με το Eurodac μέτρων διευκολύνει τις δραστηριότητες των συμβουλευτικών ομάδων.

8.   Όσον αφορά την προεδρία των συμβουλευτικών ομάδων, εφαρμόζεται κατ’ αναλογία το άρθρο 14.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 20

Προσωπικό

1.   Στο προσωπικό του Οργανισμού και στον εκτελεστικό διευθυντή εφαρμόζονται ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης και οι κανόνες που θεσπίσθηκαν με κοινή συμφωνία των θεσμικών οργάνων της Ένωσης με στόχο την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.

2.   Για την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, ο Οργανισμός θεωρείται οργανισμός κατά την έννοια του άρθρου 1α παράγραφος 2 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων.

3.   Όσον αφορά το προσωπικό του, ο Οργανισμός ασκεί τις εξουσίες που εκχωρούνται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων αρχή από το καθεστώς του λοιπού προσωπικού.

4.   Το προσωπικό του Οργανισμού αποτελείται από μόνιμους, έκτακτους ή συμβασιούχους υπαλλήλους. Εάν οι συμβάσεις που σχεδιάζει να ανανεώσει ο εκτελεστικός διευθυντής πρόκειται να μετατραπούν σε αορίστου χρόνου σύμφωνα με το καθεστώς του λοιπού προσωπικού, χρειάζεται η σύμφωνη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου, η οποία δίνεται σε ετήσια βάση.

5.   Ο Οργανισμός δεν προσλαμβάνει προσωρινό προσωπικό για την εκτέλεση οικονομικών καθηκόντων τα οποία θεωρούνται ευαίσθητου χαρακτήρα.

6.   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη δύνανται να αποσπούν υπαλλήλους ή εθνικούς εμπειρογνώμονες στον Οργανισμό σε προσωρινή βάση. Το διοικητικό συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη το πολυετές πρόγραμμα πολιτικής προσωπικού, εγκρίνει τα απαραίτητα μέτρα εκτέλεσης για τον σκοπό αυτό.

7.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 17 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων, ο Οργανισμός εφαρμόζει τους δέοντες κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου ή άλλη ισοδύναμη υποχρέωση εχεμύθειας.

8.   Το διοικητικό συμβούλιο, κατόπιν συμφωνίας με την Επιτροπή, θεσπίζει τα αναγκαία εκτελεστικά μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων.

Άρθρο 21

Δημόσιο συμφέρον

Τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, ο εκτελεστικός διευθυντής και τα μέλη των συμβουλευτικών ομάδων αναλαμβάνουν τη δέσμευση να ενεργούν προς το δημόσιο συμφέρον. Προς τον σκοπό αυτό, υποβάλλουν ετήσια, γραπτή, δημόσια δήλωση ανάληψης δέσμευσης.

Ο κατάλογος των μελών του διοικητικού συμβουλίου δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο του Οργανισμού.

Άρθρο 22

Συμφωνία για την έδρα και συμφωνίες σχετικά με τους τεχνικούς και τους εφεδρικούς δικτυακούς τόπους

Οι απαραίτητοι διακανονισμοί για την εγκατάσταση του Οργανισμού στα κράτη μέλη υποδοχής και τα μέσα που πρέπει να τίθενται στη διάθεσή του από τα εν λόγω κράτη μέλη και οι ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη υποδοχής όσον αφορά τον εκτελεστικό διευθυντή, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου, το προσωπικό του Οργανισμού και τα μέλη των οικογενειών τους, ορίζονται σε συμφωνία για την έδρα του Οργανισμού και σε συμφωνίες για τους τεχνικούς και τους εφεδρικούς δικτυακούς τόπους, οι οποίες συνάπτονται μεταξύ του Οργανισμού και των κρατών μελών υποδοχής έπειτα από έγκριση του διοικητικού συμβουλίου.

Άρθρο 23

Προνόμια και ασυλίες

Το πρωτόκολλο για τα προνόμια και τις ασυλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζεται στον Οργανισμό.

Άρθρο 24

Ευθύνη

1.   Η συμβατική ευθύνη του Οργανισμού διέπεται από το εφαρμοστέο στην οικεία σύμβαση δίκαιο.

2.   Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο να αποφαίνεται δυνάμει τυχόν ρήτρας διαιτησίας που περιλαμβάνεται σε σύμβαση που συνάπτει ο Οργανισμός.

3.   Σε περίπτωση εξωσυμβατικής ευθύνης, ο Οργανισμός αποκαθιστά κάθε ζημία που προκαλείται από τις υπηρεσίες ή το προσωπικό του κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που είναι κοινές στα δίκαια των κρατών μελών.

4.   Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο να εκδικάζει τις διαφορές που αφορούν τις αποζημιώσεις για τις ζημίες που αναφέρονται στην παράγραφο 3.

5.   Η προσωπική ευθύνη του προσωπικού του Οργανισμού έναντι του Οργανισμού διέπεται από τις διατάξεις που θεσπίζονται από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης.

Άρθρο 25

Γλωσσικό καθεστώς

1.   Στον Οργανισμό εφαρμόζεται ο κανονισμός αριθ. 1, της 15ης Απριλίου 1958, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (30).

2.   Με την επιφύλαξη των αποφάσεων που λαμβάνονται βάσει του άρθρου 342 της ΣΛΕΕ, το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας και η ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων, που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχεία ι) και ια), συντάσσονται σε όλες τις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

3.   Οι μεταφραστικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη λειτουργία του Οργανισμού παρέχονται από το Κέντρο Μετάφρασης των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 26

Πρόσβαση στα έγγραφα

1.   Βάσει προτάσεως του εκτελεστικού διευθυντή και το αργότερο έξι μήνες μετά την 1η Δεκεμβρίου 2012, το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει κανόνες για την πρόσβαση στα έγγραφα του Οργανισμού, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

2.   Κατά των αποφάσεων που λαμβάνονται από τον Οργανισμό δυνάμει του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 μπορεί να υποβληθεί καταγγελία στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή ή να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπό τους όρους των άρθρων 228 και 263 της ΣΛΕΕ αντιστοίχως.

Άρθρο 27

Πληροφόρηση και επικοινωνία

1.   Ο Οργανισμός προβαίνει σε ανακοινώσεις σύμφωνα με τις νομοθετικές πράξεις που διέπουν την ανάπτυξη, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τη χρήση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας και με δική του πρωτοβουλία στους τομείς που εμπίπτουν στα καθήκοντά του. Φροντίζει ιδίως, πέραν της δημοσίευσης που προβλέπεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 στοιχεία ι), ια), κγ) και κε) και στο άρθρο 33 παράγραφος 8, για την ταχεία παροχή αντικειμενικών, αξιόπιστων και εύκολα κατανοητών πληροφοριών σχετικά με το έργο του στο κοινό και σε κάθε ενδιαφερόμενο.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει τις πρακτικές ρυθμίσεις για την εφαρμογή της παραγράφου 1.

Άρθρο 28

Προστασία δεδομένων

1.   Με την επιφύλαξη των εφαρμοστέων διατάξεων για την προστασία των δεδομένων που ορίζονται στα νομοθετικά μέτρα που διέπουν την ανάπτυξη, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τη χρήση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας, οι πληροφορίες που επεξεργάζεται ο Οργανισμός σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό υπόκεινται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει μέτρα για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 από τον Οργανισμό και ιδίως του τμήματος 8 που αφορά τον υπεύθυνο προστασίας δεδομένων.

Άρθρο 29

Κανόνες ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών και των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών

1.   Ο Οργανισμός εφαρμόζει τις αρχές ασφαλείας που προβλέπονται στην απόφαση 2001/844/ΕΚ, ΕΚΑΧ, Ευρατόμ της Επιτροπής, της 29ης Νοεμβρίου 2001, για την τροποποίηση του εσωτερικού κανονισμού της (31), συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων που έχουν σχέση με την ανταλλαγή, την επεξεργασία και την αποθήκευση διαβαθμισμένων πληροφοριών και των μέτρων για την υλική ασφάλεια.

2.   Ο Οργανισμός εφαρμόζει επίσης τις αρχές ασφαλείας που έχει εγκρίνει και εφαρμόζει η Επιτροπή σχετικά με την επεξεργασία των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών.

3.   Το διοικητικό συμβούλιο αποφασίζει, δυνάμει του άρθρου 2 και του άρθρου 12 παράγραφος 1 στοιχείο ιστ), για την εσωτερική δομή του Οργανισμού που απαιτείται ώστε να τηρούνται οι ενδεδειγμένες αρχές ασφαλείας.

Άρθρο 30

Ασφάλεια του Οργανισμού

1.   Ο Οργανισμός είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια και την τήρηση της τάξης εντός των κτιρίων, των εγκαταστάσεων και των εκτάσεων γης που χρησιμοποιεί. Ο Οργανισμός εφαρμόζει τις αρχές ασφαλείας και τις σχετικές διατάξεις των νομοθετικών πράξεων που διέπουν την ανάπτυξη, τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τη χρήση των συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας.

2.   Τα κράτη μέλη υποδοχής λαμβάνουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για την αποτελεσματική τήρηση της τάξης και της ασφάλειας στους χώρους που γειτνιάζουν άμεσα με τα κτίρια, τις εγκαταστάσεις και τις εκτάσεις γης που χρησιμοποιεί ο Οργανισμός και παρέχουν στον Οργανισμό την κατάλληλη προστασία, σύμφωνα με τη σχετική συμφωνία σχετικά με την έδρα του Οργανισμού και τις συμφωνίες σχετικά με τους τεχνικούς και τους εφεδρικούς δικτυακούς τόπους, εξασφαλίζοντας παράλληλα την ελεύθερη πρόσβαση των εξουσιοδοτημένων από τον Οργανισμό προσώπων στα εν λόγω κτίρια, εγκαταστάσεις και εκτάσεις γης.

Άρθρο 31

Αξιολόγηση

1.   Εντός τριών ετών από την 1η Δεκεμβρίου 2012 και κάθε τέσσερα έτη στη συνέχεια, η Επιτροπή, σε στενή συνεργασία με το διοικητικό συμβούλιο, διενεργεί αξιολόγηση της δράσης του Οργανισμού. Η αξιολόγηση εξετάζει τον τρόπο και την έκταση στην οποία ο Οργανισμός συμβάλλει αποτελεσματικά στη λειτουργική διαχείριση συστημάτων ΤΠ μεγάλης κλίμακας στο χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης και εκτελεί τα καθήκοντά του που περιγράφονται στον παρόντα κανονισμό. Η αξιολόγηση εξετάζει επίσης τον ρόλο του Οργανισμού στο πλαίσιο της στρατηγικής της Ένωσης με στόχο ένα συντονισμένο, οικονομικά αποτελεσματικό και συνεκτικό περιβάλλον ΤΠ σε επίπεδο Ένωσης που πρέπει να διαμορφωθεί τα επόμενα χρόνια.

2.   Με βάση την κατά την παράγραφο 1 αξιολόγηση, η Επιτροπή, έπειτα από διαβούλευση με το διοικητικό συμβούλιο, εκδίδει συστάσεις σχετικά με αλλαγές στον παρόντα κανονισμό, προκειμένου επίσης να τον ευθυγραμμίσει περαιτέρω με την κατά την παράγραφο 1 στρατηγική της Ένωσης. Η Επιτροπή διαβιβάζει στη συνέχεια τις εν λόγω αξιολογήσεις, μαζί με τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου και τις δέουσες προτάσεις, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 32

Προϋπολογισμός

1.   Τα έσοδα του Οργανισμού συνίστανται, με την επιφύλαξη άλλων κατηγοριών εσόδων:

α)

σε επιχορήγηση της Ένωσης που εγγράφεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (τμήμα Επιτροπή)·

β)

σε συνεισφορές των χωρών που συνδέονται με την υλοποίηση, εφαρμογή και ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν και των σχετικών με το Eurodac μέτρων·

γ)

σε τυχόν χρηματοοικονομικές εισφορές των κρατών μελών.

2.   Στις δαπάνες του Οργανισμού περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, αμοιβές προσωπικού, διοικητικές δαπάνες και δαπάνες υποδομής, λειτουργικά έξοδα και δαπάνες σχετικές με συμβάσεις ή συμφωνίες που συνάπτει ο Οργανισμός. Κάθε χρόνο, ο εκτελεστικός διευθυντής, λαμβάνοντας υπόψη τις δραστηριότητες που επιτέλεσε ο Οργανισμός, καταρτίζει σχέδιο κατάστασης προβλέψεων εσόδων και δαπανών του Οργανισμού για το επόμενο οικονομικό έτος, μαζί με τον πίνακα προσωπικού, και το διαβιβάζει στο διοικητικό συμβούλιο.

3.   Τα έσοδα και οι δαπάνες του Οργανισμού πρέπει να είναι ισοσκελισμένα.

4.   Το διοικητικό συμβούλιο, βάσει σχεδίου που καταρτίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή, συντάσσει σχέδιο κατάστασης προβλέψεων εσόδων και δαπανών του Οργανισμού για το επόμενο οικονομικό έτος.

5.   Το σχέδιο κατάστασης προβλέψεων εσόδων και δαπανών του Οργανισμού και οι γενικές κατευθυντήριες γραμμές στις οποίες στηρίζονται οι προβλέψεις διαβιβάζονται από το διοικητικό συμβούλιο στην Επιτροπή και στις χώρες που συνδέονται με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν και των μέτρων που σχετίζονται με το Eurodac έως τις 10 Φεβρουαρίου κάθε έτους, η δε τελική κατάσταση προβλέψεων διαβιβάζεται έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους.

6.   Έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, το διοικητικό συμβούλιο υποβάλλει στην Επιτροπή και στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή:

α)

το σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασίας του·

β)

το επικαιροποιημένο πολυετές πρόγραμμα πολιτικής προσωπικού, που έχει καταρτισθεί σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής·

γ)

πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των μόνιμων, έκτακτων και συμβασιούχων υπαλλήλων, όπως ορίζονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης για τα έτη ν-1 και ν, καθώς και εκτίμηση για το έτος ν + 1·

δ)

πληροφορίες σχετικά με εισφορές σε είδος που χορηγούνται από τα κράτη μέλη υποδοχής στον Οργανισμό·

ε)

εκτίμηση του υπολοίπου του λογαριασμού αποτελέσματος για το έτος ν-1.

7.   Η κατάσταση προβλέψεων διαβιβάζεται από την Επιτροπή στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή μαζί με το σχέδιο γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

8.   Βάσει της καταστάσεως προβλέψεων, η Επιτροπή εγγράφει στο σχέδιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις προβλέψεις που κρίνει αναγκαίες όσον αφορά τον πίνακα προσωπικού και το ύψος της επιχορήγησης από τον γενικό προϋπολογισμό, καταθέτει δε το σχέδιο αυτό στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σύμφωνα με το άρθρο 314 της ΣΛΕΕ.

9.   Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τις πιστώσεις για την επιχορήγηση που προορίζεται για τον Οργανισμό. Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τον πίνακα προσωπικού του Οργανισμού.

10.   Ο προϋπολογισμός του Οργανισμού εγκρίνεται από το διοικητικό συμβούλιο. Καθίσταται οριστικός ύστερα από την τελική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, προσαρμόζεται αναλόγως.

11.   Για κάθε τροποποίηση του προϋπολογισμού, καθώς και του πίνακα προσωπικού, ακολουθείται η ίδια διαδικασία.

12.   Το διοικητικό συμβούλιο κοινοποιεί το συντομότερο δυνατόν στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει κάθε σχέδιο που μπορεί να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού του, ιδίως οποιαδήποτε σχέδια αφορούν ακίνητα, όπως η μίσθωση ή η αγορά κτιρίων. Ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, καθώς και τις χώρες που συνδέονται με την υλοποίηση, εφαρμογή και ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν και με των μέτρων που σχετίζονται με το Eurodac. Εάν οποιοδήποτε από τα σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής προτίθεται να γνωμοδοτήσει, γνωστοποιεί την πρόθεσή του αυτή στο διοικητικό συμβούλιο εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή των πληροφοριών σχετικά με το σχέδιο. Εάν δεν λάβει απάντηση, ο Οργανισμός μπορεί να προβεί στη σχεδιαζόμενη πράξη.

Άρθρο 33

Εκτέλεση του προϋπολογισμού

1.   Ο προϋπολογισμός του Οργανισμού εκτελείται από τον εκτελεστικό του διευθυντή.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής διαβιβάζει κατ’ έτος στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή κάθε πληροφορία σχετικά με το πόρισμα των διαδικασιών αξιολόγησης.

3.   Ο υπόλογος του Οργανισμού διαβιβάζει στον υπόλογο της Επιτροπής και στο Ελεγκτικό Συνέδριο έως την 1η Μαρτίου του επόμενου έτους τους προσωρινούς λογαριασμούς του Οργανισμού, συνοδευόμενους από έκθεση σχετικά με τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση κατά τη διάρκεια του έτους. Ο υπόλογος της Επιτροπής ενοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς των οργάνων και των αποκεντρωμένων οργανισμών σύμφωνα με το άρθρο 128 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002.

4.   Ο υπόλογος του Οργανισμού αποστέλλει επίσης στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, έως τις 31 Μαρτίου του επόμενου έτους, την έκθεση σχετικά με τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση.

5.   Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τους προσωρινούς λογαριασμούς του Οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 129 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002, ο εκτελεστικός διευθυντής καταρτίζει τους οριστικούς λογαριασμούς του Οργανισμού με δική του ευθύνη και τους διαβιβάζει για γνωμοδότηση στο διοικητικό συμβούλιο.

6.   Το διοικητικό συμβούλιο γνωμοδοτεί σχετικά με τους οριστικούς λογαριασμούς του Οργανισμού.

7.   Έως την 1η Ιουλίου του επόμενου έτους, ο εκτελεστικός διευθυντής διαβιβάζει τους οριστικούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου, στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, στον υπόλογο της Επιτροπής, στο Ελεγκτικό Συνέδριο καθώς και στις χώρες που συνδέονται με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν και των μέτρων που σχετίζονται με το Eurodac.

8.   Οι οριστικοί λογαριασμοί δημοσιεύονται.

9.   Ο εκτελεστικός διευθυντής αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση στις παρατηρήσεις του έως τις 30 Σεπτεμβρίου. Την εν λόγω απάντηση αποστέλλει ο εκτελεστικός διευθυντής και στο διοικητικό συμβούλιο.

10.   Έπειτα από αίτημα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο εκτελεστικός διευθυντής υποβάλλει κάθε αναγκαία πληροφορία για την αίσια περάτωση της διαδικασίας απαλλαγής για το συγκεκριμένο οικονομικό έτος, όπως ορίζεται στο άρθρο 146 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002.

11.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έπειτα από σύσταση του Συμβουλίου που αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, χορηγεί, πριν από τις 15 Μαΐου του έτους ν+2, απαλλαγή στον εκτελεστικό διευθυντή σε σχέση με την εκτέλεση του προϋπολογισμού του έτους ν.

Άρθρο 34

Δημοσιονομικοί κανόνες

Το διοικητικό συμβούλιο, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής, θεσπίζει τους δημοσιονομικούς κανόνες στους οποίους υπόκειται ο Οργανισμός. Οι εν λόγω κανόνες δεν αποκλίνουν από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της 19ης Νοεμβρίου 2002, παρά μόνον εάν το απαιτούν ειδικές ανάγκες λειτουργίας του Οργανισμού και με προηγούμενη συμφωνία της Επιτροπής.

Άρθρο 35

Καταπολέμηση της απάτης

1.   Για να καταπολεμηθούν η απάτη, η διαφθορά και άλλες παράνομες δραστηριότητες, εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999.

2.   Ο Οργανισμός προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και εκδίδει, χωρίς καθυστέρηση, τις δέουσες διατάξεις, οι οποίες εφαρμόζονται στο σύνολο του προσωπικού του Οργανισμού.

3.   Οι αποφάσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση και οι εκτελεστικές συμφωνίες και πράξεις που απορρέουν από αυτές ορίζουν ρητά ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο και η OLAF μπορούν να διενεργούν, εφόσον είναι αναγκαίο, επιτόπιους ελέγχους στους αποδέκτες χρηματοδότησης του Οργανισμού και στους υπαλλήλους που είναι υπεύθυνοι για τη χορήγησή της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 36

Προπαρασκευαστικές δράσεις

1.   Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για τη σύσταση και την αρχική λειτουργία του Οργανισμού μέχρις ότου αυτός αποκτήσει τη λειτουργική ικανότητα εκτέλεσης του προϋπολογισμού του.

2.   Προς τον σκοπό αυτό, μέχρις ότου ο εκτελεστικός διευθυντής αναλάβει τα καθήκοντά του μετά τον διορισμό του από το διοικητικό συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 18, η Επιτροπή μπορεί να διαθέσει, σε προσωρινή βάση, περιορισμένο αριθμό υπαλλήλων της, περιλαμβανομένου ενός που καλείται να ασκήσει καθήκοντα εκτελεστικού διευθυντή. Ο προσωρινός εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να διορισθεί μόνο αφού συγκληθεί το διοικητικό συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2.

Αν ο προσωρινός εκτελεστικός διευθυντής δεν συμμορφώνεται προς τις υποχρεώσεις που θεσπίζει ο παρών κανονισμός, το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να ζητήσει από την Επιτροπή να διορίσει νέο προσωρινό εκτελεστικό διευθυντή.

3.   Ο προσωρινός εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να εγκρίνει όλες τις πληρωμές που καλύπτονται από πιστώσεις που προβλέπονται στον προϋπολογισμό του Οργανισμού, μετά την έγκρισή τους από το διοικητικό συμβούλιο, και μπορεί να συνάπτει συμβάσεις, περιλαμβανομένων των συμβάσεων για την πρόσληψη προσωπικού, μετά την έγκριση του πίνακα προσωπικού του Οργανισμού. Εάν δικαιολογείται, το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να επιβάλει περιορισμούς στις εξουσίες του προσωρινού εκτελεστικού διευθυντή.

Άρθρο 37

Συμμετοχή χωρών που συνδέονται με την υλοποίηση, την εφαρμογή και την ανάπτυξη του κεκτημένου του Σένγκεν και των μέτρων που σχετίζονται με το Eurodac

Στο πλαίσιο των οικείων διατάξεων των συμφωνιών σύνδεσής τους, θεσπίζονται ρυθμίσεις για να καθορισθούν, μεταξύ άλλων, ο χαρακτήρας και η έκταση της συμμετοχής καθώς και λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη συμμετοχή στις εργασίες του Οργανισμού χωρών που συνδέονται με την υλοποίηση, εφαρμογή και ανάπτυξη του κεκτημένου Σένγκεν και των σχετικών με το Eurodac μέτρων, συμπεριλαμβανόμενων των διατάξεων για τις χρηματοοικονομικές συνεισφορές, το προσωπικό και τα δικαιώματα ψήφου.

Άρθρο 38

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο Οργανισμός αναλαμβάνει τα καθήκοντά του που ορίζονται στα άρθρα 3 έως 9 από την 1η Δεκεμβρίου 2012.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Στρασβούργο, 25 Οκτωβρίου 2011.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BUZEK

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. DOWGIELEWICZ


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Ιουλίου 2011 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 12ης Σεπτεμβρίου 2011.

(2)  ΕΕ L 381 της 28.12.2006, σ. 4.

(3)  ΕΕ L 205 της 7.8.2007, σ. 63.

(4)  ΕΕ L 213 της 15.6.2004, σ. 5.

(5)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 60.

(6)  ΕΕ L 316 της 15.12.2002, σ. 1.

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 407/2002 του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, που θεσπίζει ορισμένους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2725/2000 σχετικά με τη θέσπιση του «Εurodac» για την αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων για την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου (ΕΕ L 62 της 5.3.2002, σ. 1).

(8)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(9)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 129.

(10)  ΕΕ C 139 της 14.6.2006, σ. 1.

(11)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(12)  ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43.

(13)  ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 1.

(14)  ΕΕ L 136 της 31.5.1999, σ. 15.

(15)  ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1.

(16)  ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 72.

(17)  ΕΕ L 66 της 8.3.2006, σ. 38.

(18)  ΕΕ L 131 της 1.6.2000, σ. 43.

(19)  ΕΕ L 333 της 17.12.2010, σ. 58.

(20)  ΕΕ L 64 της 7.3.2002, σ. 20.

(21)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 36.

(22)  ΕΕ L 176 της 10.7.1999, σ. 31.

(23)  ΕΕ L 93 της 3.4.2001, σ. 40.

(24)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 52.

(25)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 1.

(26)  ΕΕ L 53 της 27.2.2008, σ. 5.

(27)  ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 21.

(28)  ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 19.

(29)  ΕΕ L 160 της 18.6.2011, σ. 39.

(30)  ΕΕ 17 της 6.10.1958, σ. 385/58.

(31)  ΕΕ L 317 της 3.12.2001, σ. 1.


Top