EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32002H0663

Σύσταση της Επιτροπής, της 19ης Αυγούστου 2002, σχετικά με ένα κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης για το 2003 με σκοπό τη διασφάλιση της τήρησης των ανωτάτων περιεκτικοτήτων υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά και σε ορισμένα άλλα προϊόντα φυτικής προέλευσης (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2002) 3084]

OJ L 225, 22.8.2002, p. 29–33 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

ELI: http://data.europa.eu/eli/reco/2002/663/oj

32002H0663

Σύσταση της Επιτροπής, της 19ης Αυγούστου 2002, σχετικά με ένα κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης για το 2003 με σκοπό τη διασφάλιση της τήρησης των ανωτάτων περιεκτικοτήτων υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά και σε ορισμένα άλλα προϊόντα φυτικής προέλευσης (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2002) 3084]

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 225 της 22/08/2002 σ. 0029 - 0033


Σύσταση της Επιτροπής

της 19ης Αυγούστου 2002

σχετικά με ένα κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης για το 2003 με σκοπό τη διασφάλιση της τήρησης των ανωτάτων περιεκτικοτήτων υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά και σε ορισμένα άλλα προϊόντα φυτικής προέλευσης

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2002) 3084]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2002/663/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 86/362/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1986, που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά(1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2002/42/ΕΚ της Επιτροπής(2), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β),

την οδηγία 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1990, που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών(3), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2002/42/EΚ, και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο β),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ και το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ, η Επιτροπή πρέπει να υποβάλλει στη μόνιμη φυτοϋγειονομική επιτροπή, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους, σύσταση με την οποία να καταρτίζεται ένα κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης για τη διασφάλιση της τήρησης των ανώτατων περιεκτικοτήτων των υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων, που καθορίζεται στα παραρτήματα II των εν λόγω οδηγιών. Το άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 645/2000 της Επιτροπής(4), ορίζει ότι οι εν λόγω συστάσεις μπορεί να καλύπτουν περιόδους ενός έως πέντε ετών.

(2) Η Επιτροπή πρέπει να μεριμνήσει σταδιακά για τη δημιουργία ενός συστήματος το οποίο θα δώσει τη δυνατότητα εκτίμησης της πραγματικής έκθεσης στα φυτοφάρμακα, όπως προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ και στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 4 παράγραφος 3 της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ. Για να είναι δυνατές εκτιμήσεις που ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, πρέπει να διατίθενται στοιχεία σχετικά με τον έλεγχο των υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων σε ορισμένα τρόφιμα που αποτελούν βασικά συστατικά του ευρωπαϊκού διαιτολογίου. Αναγνωρίζεται εν γένει ότι τα βασικά δεδομένα του ευρωπαϊκού διαιτολογίου συνίστανται σε περίπου 20-30 προϊόντα τροφίμων. Λαμβανομένων υπόψη των διαθέσιμων πόρων σε εθνικό επίπεδο για τον έλεγχο των υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων, τα κράτη μέλη είναι σε θέση να προβαίνουν στην ανάλυση οκτώ μόνον δειγμάτων προϊόντων ετησίως, στο πλαίσιο του προγράμματος συντονισμένης επίβλεψης. Οι χρήσεις φυτοφαρμάκων δείχνουν μεταβολές σε χρονικό διάστημα τριών ετών. Κάθε φυτοφάρμακο πρέπει έτσι να ελέγχεται, κατά κανόνα, σε 20-30 προϊόντα τροφίμων, σε μία σειρά τριετών κύκλων.

(3) Υπολείμματα των φυτοφαρμάκων acephate, της ομάδας του benomyl, chlorpyriphos, iprodione, methamidophos diazinon, metalaxyl, methidathion, thiabendazole, triazophos, chlorpyriphos-methyl, deltamethrin, endosulfan, imazalil, kresoxim-methyl, lambda-cyhalothrin, της ομάδας maneb, mecarbam, permethrin, pirimiphos-methyl, vinclozolin, azinphos-methyl, captan, chlorothalonil, dichlofluanid, dicofol, dimethoate, folpet, malathion, omethoate, oxydemeton-methyl, phorate, procymidone, propyzamide, azoxystrobine, aldicarb, bromopropylate, cypermethrin, methiocarb, methomyl, parathion και tolylfluanid πρέπει να ελεγχθούν το 2003, καθώς αυτό θα καταστήσει δυνατή τη χρησιμοποίηση αυτών των δεδομένων για την εκτίμηση της πραγματικής έκθεσης σε αυτά μέσω των τροφίμων, δεδομένου ότι αυτά τα στοιχεία έχουν ήδη ελεγχθεί από το 2001.

(4) Απαιτείται συστηματική στατιστική προσέγγιση ως προς τον αριθμό των δειγμάτων που θα πρέπει να λαμβάνονται σε κάθε συντονισμένη άσκηση παρακολούθησης. Η εν λόγω προσέγγιση έχει καθοριστεί από την Επιτροπή στο "Codex Alimentarius"(5). Με βάση μια διωνυμική κατανομή πιθανοτήτων, δύναται να υπολογιστεί ότι η εξέταση 459 δειγμάτων παρέχει 99 % βεβαιότητα για την ανίχνευση 1 δείγματος που περιέχει υπολείμματα φυτοφαρμάκων σε ποσοστό άνω του ορίου ανίχνευσης (LOD) όπου ποσοστό 1 % των προϊόντων φυτικής προέλευσης περιέχουν υπολείμματα άνω του LOD. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ληφθούν τουλάχιστον 459 δείγματα ανά την Κοινότητα. Η συλλογή των εν λόγω δειγμάτων πρέπει να κατανεμηθεί μεταξύ των κρατών μελών με βάση τον πληθυσμό και τον αριθμό των καταναλωτών, με ελάχιστο όριο 12 δείγματα ανά προϊόν και ανά έτος.

(5) Η Επιτροπή δημοσίευσε σχέδιο κατευθυντήριων γραμμών που αφορούν τις διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου για την ανάλυση υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων(6). Έχει συμφωνηθεί ότι το εν λόγω σχέδιο κατευθυντηρίων γραμμών πρέπει να εφαρμοστεί στο μέτρο του δυνατού από τα εργαστήρια ανάλυσης των κρατών μελών και θα πρέπει να αναθεωρείται συνεχώς υπό το φως της πείρας που αποκτάται από τα προγράμματα ελέγχου.

(6) Το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ και το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ επιβάλλει στα κράτη μέλη να διευκρινίζουν τα κριτήρια που εφαρμόζονται κατά την κατάρτιση των εθνικών προγραμμάτων επιθεώρησης, όταν αποστέλλονται στην Επιτροπή στοιχεία που αφορούν την εφαρμογή τους κατά το επόμενο έτος. Τα εν λόγω στοιχεία πρέπει να περιλαμβάνουν τα κριτήρια που εφαρμόζονται για τον καθορισμό του αριθμού των δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται και των αναλύσεων που πρέπει να πραγματοποιούνται, καθώς και των εφαρμοζομένων περιεκτικοτήτων και των κριτηρίων με τα οποία έχουν καθοριστεί οι εν λόγω περιεκτικότητες. Πρέπει να διευκρινίζονται οι λεπτομέρειες σχετικά με τη διαπίστευση, δυνάμει της οδηγίας 93/99/ΕΚ της 29ης Οκτωβρίου 1993 σχετικά με τα πρόσθετα μέτρα που αφορούν τον επίσημο έλεγχο των τροφίμων(7), των εργαστηρίων που διενεργούν τις αναλύσεις.

(7) Τα στοιχεία σχετικά με τα αποτελέσματα των προγραμμάτων επίβλεψης είναι ιδιαίτερα κατάλληλα για επεξεργασία, αποθήκευση και διαβίβαση με ηλεκτρονικές/μηχανογραφικές μεθόδους. Έχουν αναπτυχθεί μορφότυποι για την διαβίβαση δεδομένων υπό μορφή δισκέτας από τα κράτη μέλη προς την Επιτροπή. Τα κράτη μέλη πρέπει επομένως να είναι σε θέση να αποστέλλουν τις εκθέσεις τους στην Επιτροπή σε τυποποιημένο μορφότυπο. Η περαιτέρω ανάπτυξη του εν λόγω τυποποιημένου μορφότυπου πραγματοποιείται αποτελεσματικότερα με την εξέλιξη των κατευθυντηρίων γραμμών από την Επιτροπή.

(8) Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα σύσταση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής τροφικής αλυσίδας και υγείας των ζώων,

ΣΥΝΙΣΤΑ:

Άρθρο 1

Καλούνται τα κράτη μέλη να προβαίνουν σε δειγματοληψία και ανάλυση για τους συνδυασμούς προϊόντος/υπολείμματος φυτοφαρμάκου που καθορίζονται στο παράρτημα I, με βάση τον αριθμό των δειγμάτων κάθε προϊόντος που έχει κατανεμηθεί σε αυτά στο παράρτημα IΙ, ο οποίος αντανακλά, κατά περίπτωση σε επίπεδο εθνικό, κοινοτικό και τρίτης χώρας, το μερίδιο της αγοράς του κράτους μέλους.

Επιπλέον, καλούνται τα κράτη μέλη να ελέγχουν ειδικά το συνδυασμό nitrofen/σίτου στην ίδια βάση αριθμού δειγμάτων.

Για φυτοφάρμακα που δημιουργούν πιθανά οξύ κίνδυνο όπως οι OP-esters, endosulfan και N-methylcarbamates, δέκα δείγματα σταφυλιών, πιπεριού και αγγουριού πρέπει να υποβάλλονται σε μεμονωμένη ανάλυση των μονάδων του εργαστηριακού δείγματος σε περίπτωση που ανιχνεύονται αυτά τα φυτοφάρμακα.

Πρέπει να λαμβάνονται δύο δείγματα ικανού αριθμού μονάδων, εφόσον είναι δυνατόν από έναν μόνο παραγωγό· εάν στο πρώτο εργαστηριακό δείγμα παρατηρηθεί ανιχνεύσιμο επίπεδο φυτοφαρμάκου, οι μονάδες του δευτέρου δείγματος πρέπει να αναλύονται μεμονωμένα.

Άρθρο 2

Καλούνται τα κράτη μέλη να ανακοινώσουν τα αποτελέσματα για το τμήμα της ειδικής δράσης που καθορίζεται για το 2003 στο παράρτημα I, έως τις 31 Αυγούστου 2004, αναφέροντας τις αναλυτικές μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν και τα επιτευχθέντα επίπεδα αναφοράς, σύμφωνα με τις διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου που καθορίζονται στις διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου για την ανάλυση των υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων.

Η έκθεση θα πρέπει να συντάσσεται σε μορφότυπο -συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού- που ανταποκρίνεται στο Έγγραφο Εργασίας Προσανατολισμού των κρατών μελών για την εφαρμογή των συστάσεων της Επιτροπής για τα κοινοτικά προγράμματα συντονισμένης επίβλεψης που καθορίζεται στο παράρτημα III της σύστασης 1999/333/ΕΚ της Επιτροπής(8).

Άρθρο 3

Καλούνται τα κράτη μέλη, έως τις 31 Αυγούστου 2004, να αποστείλουν στην Επιτροπή και σε όλα τα άλλα κράτη μέλη κάθε στοιχείο όπως απαιτείται από το άρθρο 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ και το άρθρο 4 παράγραφος 3 της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ σχετικά με την περίοδο ελέγχου 2003, για να διασφαλιστεί, τουλάχιστον με δειγματοληπτικό έλεγχο, η τήρηση των ανώτατων περιεκτικοτήτων υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων, συμπεριλαμβανομένων:

α) των αποτελεσμάτων των εθνικών προγραμμάτων τους που αφορούν τα φυτοφάρμακα τα οποία απαριθμούνται στα παραρτήματα II των οδηγιών 86/362/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ, σε σχέση με τα εναρμονισμένα επίπεδα και, εφόσον δεν έχουν ακόμα καθοριστεί σε κοινοτική κλίμακα, σε σχέση με τα ισχύοντα εθνικά επίπεδα·

β) των στοιχείων των σχετικών με τις διαδικασίες που χρησιμοποιούν τα εργαστήριά τους για τον ποιοτικό έλεγχο, και ιδίως των στοιχείων που αφορούν πτυχές των προσανατολισμών για τις διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου με σκοπό την ανάλυση των υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων, τις οποίες δεν ήταν σε θέση να εφαρμόσουν ή αντιμετώπισαν προβλήματα κατά την εφαρμογή τους·

γ) των στοιχείων των σχετικών με τη διαπίστευση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 της οδηγίας 93/99/ΕΟΚ (συμπεριλαμβανομένου του τύπου της διαπίστευσης, του φορέα διαπίστευσης και του αντιγράφου του πιστοποιητικού διαπίστευσης), των εργαστηρίων που πραγματοποιούν τις αναλύσεις·

δ) των στοιχείων σχετικά με τις δοκιμές ικανότητας και τις δοκιμές δακτυλίου στις οποίες συμμετείχε το εργαστήριο.

Άρθρο 4

Καλούνται τα κράτη μέλη να αποστείλουν στην Επιτροπή, έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2003, το προβλεπόμενο εθνικό πρόγραμμά τους για τον έλεγχο των ανώτατων περιεκτικοτήτων υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων που καθορίζονται από τις οδηγίες 90/642/ΕΟΚ και 86/362/ΕΟΚ για το έτος 2004.

Η παρούσα σύσταση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 19 Αυγούστου 2002.

Για την Επιτροπή

David Byrne

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 221 της 7.8.1986, σ. 37.

(2) ΕΕ L 134 της 22.5.2002, σ. 29.

(3) ΕΕ L 350 της 14.12.1990, σ. 71.

(4) ΕΕ L 78 της 29.3.2000, σ. 7.

(5) "Codex Alimentarius", υπολείμματα φυτοφαρμάκων στα τρόφιμα, Ρώμη 1994, ISBN 92-5-203271-1, τόμος 2, σ. 372.

(6) Έγγραφο SANCO/3103/2000 (http://europa.eu.int/comm/food/fs/ph_ps/pest/index_en.htm).

(7) ΕΕ L 290 της 24.11.1993, σ. 14.

(8) ΕΕ L 128 της 21.5.1999, σ. 25.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Συνδυασμοί φυτοφαρμάκων/προϊόντων προς παρακολούθηση στο πλαίσιο της ειδικής ενέργειας που καθορίζεται στο άρθρο 1 της σύστασης

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Αριθμός δειγμάτων κάθε προϊόντος, τα οποία πρέπει να λαμβάνονται ετησίως από κάθε κράτος μέλος, στο πλαίσιο του κοινοτικού προγράμματος συντονισμένης επίβλεψης για το 2003

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Top