Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62012CJ0237

    Απόφαση του Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 4ης Σεπτεμβρίου 2014.
    Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά Γαλλικής Δημοκρατίας.
    Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 91/676/ΕΟΚ — Άρθρο 5, παράγραφος 4 — Παράρτημα II, A, σημεία 1 έως 3 και 5 — Παράρτημα III, παράγραφοι 1, σημεία 1 έως 3, και 2 — Προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση γεωργικής προελεύσεως — Περίοδοι διασποράς — Χωρητικότητα των δοχείων αποθηκεύσεως κόπρου — Οριοθέτηση της διασποράς — Απαγόρευση διασποράς σε εντόνως επικλινή, παγωμένα ή καλυμμένα με χιόνι εδάφη — Ασυμβατότητα της εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως.
    Υπόθεση C‑237/12.

    Court reports – general

    ECLI identifier: ECLI:EU:C:2014:2152

    ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (δεύτερο τμήμα)

    της 4ης Σεπτεμβρίου 2014 ( *1 )

    «Παράβαση κράτους μέλους — Οδηγία 91/676/ΕΟΚ — Άρθρο 5, παράγραφος 4 — Παράρτημα II, A, σημεία 1 έως 3 και 5 — Παράρτημα III, παράγραφοι 1, σημεία 1 έως 3, και 2 — Προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προελεύσεως — Περίοδοι διασποράς — Χωρητικότητα των δοχείων αποθηκεύσεως κόπρου — Οριοθέτηση της διασποράς — Απαγόρευση διασποράς σε εντόνως επικλινή, παγωμένα ή καλυμμένα με χιόνι εδάφη — Ασυμβατότητα της εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως»

    Στην υπόθεση C‑237/12,

    με αντικείμενο προσφυγή λόγω παραβάσεως δυνάμει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ, η οποία ασκήθηκε στις 16 Μαΐου 2012,

    Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους E. Manhaeve και B. Simon καθώς και από την J. Hottiaux, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

    προσφεύγουσα,

    κατά

    Γαλλικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από τους G. de Bergues, S. Menez και D. Colas,

    καθής,

    ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

    συγκείμενο από τους R. Silva de Lapuerta, πρόεδρο τμήματος, J. L. da Cruz Vilaça (εισηγητή), Γ. Αρέστη, J.-C. Bonichot και A. Arabadjiev, δικαστές,

    γενική εισαγγελέας: J. Kokott

    γραμματέας: M. Aleksejev, υπάλληλος διοικήσεως,

    έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 6ης Νοεμβρίου 2013,

    αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις της κατά τη συνεδρίαση της 16ης Ιανουαρίου 2014,

    εκδίδει την ακόλουθη

    Απόφαση

    1

    Με την προσφυγή της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να αναγνωρίσει ότι η Γαλλική Δημοκρατία, παραλείποντας να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει την πλήρη και ορθή εφαρμογή του συνόλου των απαιτήσεων που της επιβάλλει το άρθρο 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης (EE L 375, σ. 1), σε συνδυασμό με τα παραρτήματα II, A, σημεία 1 έως 3 και 5, καθώς και III, παράγραφοι 1, σημεία 1 έως 3, και 2, αυτής, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία αυτή.

    Το νομικό πλαίσιο

    Το δίκαιο της Ένωσης

    2

    Κατά την ενδέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 91/676, τα προγράμματα δράσεως «πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα για τη μείωση της διασποράς αζωτούχων λιπασμάτων στο έδαφος, και ιδίως να καθορίζουν ειδικά όρια διασποράς ζωικής κόπρου στο έδαφος».

    3

    Το άρθρο 1 της εν λόγω οδηγίας διευκρινίζει ότι η οδηγία αυτή αποσκοπεί στη μείωση της ρυπάνσεως των υδάτων που προκαλείται άμεσα ή έμμεσα από τα νιτρικά άλατα γεωργικής προελεύσεως και στην πρόληψη της περαιτέρω ρυπάνσεως αυτού του είδους.

    4

    Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της ίδιας οδηγίας ορίζει τα εξής:

    «Προκειμένου να εξασφαλίσουν ένα γενικό επίπεδο προστασίας όλων των υδάτων από τη ρύπανση, εντός δύο ετών από την κοινοποίηση της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη:

    α)

    θεσπίζουν έναν ή περισσότερους κώδικες ορθής γεωργικής πρακτικής, που θα εφαρμόζονται προαιρετικά από τους γεωργούς και οι οποίοι περιέχουν διατάξεις που καλύπτουν τουλάχιστον τα στοιχεία του παραρτήματος ΙΙ σημείο Α·

    […]».

    5

    Το άρθρο 5 της οδηγίας 91/676 προβλέπει τα εξής:

    «1.   Εντός διετίας μετά τον προβλεπόμενο στο άρθρο 3, παράγραφος 2, αρχικό χαρακτηρισμό, ή εντός ενός έτους μετά από κάθε χαρακτηρισμό προβλεπόμενο στο άρθρο 3, παράγραφος 4, τα κράτη μέλη εκπονούν προγράμματα δράσης όσον αφορά τις χαρακτηρισμένες ευπρόσβλητες περιοχές για να επιτύχουν τους στόχους του άρθρου 1.

    […]

    3.   Τα προγράμματα δράσης λαμβάνουν υπόψη:

    α)

    τα διαθέσιμα επιστημονικά και τεχνικά στοιχεία, και μάλιστα εκείνα που αφορούν τις σχετικές εισροές αζώτου γεωργικής και άλλης προέλευσης,

    β)

    τις περιβαλλοντικές συνθήκες στις συγκεκριμένες περιοχές του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

    4.   Τα προγράμματα δράσης εφαρμόζονται εντός τετραετίας από τη σύνταξή τους και περιλαμβάνουν τα εξής υποχρεωτικά μέτρα:

    α)

    τα μέτρα του παραρτήματος ΙΙΙ·

    β)

    τα μέτρα τα οποία τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν στον ή στους κώδικες ορθής γεωργικής πρακτικής που καταρτίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4, εκτός από όσα έχουν καταστεί κενά νοήματος λόγω των μέτρων του παραρτήματος ΙΙΙ.

    [...]»

    6

    Το παράρτημα II, A, σημεία 1 έως 3 και 5, της οδηγίας αυτής, που τιτλοφορείται «Κώδικας(ες) ορθής γεωργικής πρακτικής», ορίζει τα εξής:

    «Ο κώδικας ή οι κώδικες ορθής γεωργικής πρακτικής που αποβλέπουν στη μείωση της νιτρορύπανσης και συνεκτιμούν τις συνθήκες που επικρατούν στις διάφορες περιοχές της Κοινότητας, οφείλουν να περιλαμβάνουν κανόνες σχετικά με τα παρακάτω θέματα, εφόσον αυτά έχουν σημασία στις εκάστοτε συνθήκες:

    1)

    τις χρονικές περιόδους κατά τις οποίες δεν ενδείκνυται η διασπορά λιπασμάτων στο έδαφος·

    2)

    τη διασπορά λιπασμάτων σε [εντόνως] επικλινή εδάφη·

    3)

    τη διασπορά λιπασμάτων σε εδάφη κεκορεσμένα με νερό, πλημμυρισμένα, παγωμένα ή σκεπασμένα με χιόνι·

    […]

    5)

    τη χωρητικότητα και τον τρόπο κατασκευής των δοχείων αποθήκευσης της κόπρου, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για πρόληψη της ρύπανσης των υδάτων από την απορροή και τη διαρροή, στα επιφανειακά και τα υπόγεια ύδατα, υγρών που περιέχουν κόπρο και λυμάτων από αποθηκευμένα φυτικά υλικά όπως π.χ. από ενσιρωμένη χορτονομή·

    […]».

    7

    Κατά το παράρτημα III, παράγραφοι 1 έως 3, της εν λόγω οδηγίας, που τιτλοφορείται «Μέτρα που θα ληφθούν σε προγράμματα δράσης σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 4, στοιχείο αʹ»:

    «1.

    Τα μέτρα θα περιλαμβάνουν κανόνες σχετικούς με:

    1)

    τις περιόδους κατά τις οποίες θα απαγορεύεται η διασπορά στο έδαφος ορισμένων τύπων λιπασμάτων·

    2)

    τη χωρητικότητα των δοχείων αποθήκευσης κοπριάς· η χωρητικότητα αυτή πρέπει να υπερβαίνει τη χωρητικότητα που απαιτείται για αποθήκευση κατά τη διάρκεια της μακρότερης περιόδου κατά την οποία απαγορεύεται η διασπορά κοπριάς στο έδαφος στην ευπρόσβλητη ζώνη, εκτός εάν μπορεί να αποδειχθεί στην αρμόδια αρχή ότι κάθε πλεονάζουσα ποσότητα κοπριάς πέραν από όση χωρούν τα δοχεία θα διατίθεται κατά τρόπο αβλαβή για το περιβάλλον·

    3)

    τον περιορισμό της ποσότητας λιπάσματος που επιτρέπεται να διασπείρεται στο έδαφος, στα πλαίσια της ορθής γεωργικής πρακτικής, λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών της εν λόγω ευπρόσβλητης ζώνης, ιδίως [δε]:

    α)

    των εδαφολογικών συνθηκών, του τύπου εδάφους και της κλίσης του·

    β)

    των κλιματικών, βροχομετρικών και αρδευτικών συνθηκών·

    γ)

    της χρήσης του εδάφους και των γεωργικών πρακτικών, συμπεριλαμβανομένων και των συστημάτων αμειψισποράς·

    και βάσει της ισορροπίας μεταξύ:

    i)

    των προβλεπομένων αναγκών των καλλιεργειών σε άζωτο,

    και

    ii)

    της ποσότητας αζώτου που διατίθεται για τις καλλιέργειες από το έδαφος και από τη λίπανση, που αντιστοιχεί προς:

    την ποσότητα αζώτου που ενυπάρχει στο έδαφος τη στιγμή κατά την οποία οι καλλιέργειες αρχίζουν να το χρησιμοποιούν σε σημαντικό βαθμό (υπόλοιπες ποσότητες κατά το πέρας του χειμώνα),

    το άζωτο που αντλείται από το ισοζύγιο της μετατροπής των αποθεμάτων οργανικού αζώτου του εδάφους σε ανόργανες ουσίες,

    την εισροή αζωτούχων ενώσεων από τα ζωικά περιττώματα,

    την εισροή αζωτούχων ενώσεων από τα χημικά και άλλα λιπάσματα.

    2.

    Τα μέτρα αυτά εξασφαλίζουν ότι, για κάθε γεωργική ή κτηνοτροφική μονάδα, η ποσότητα κόπρου που προστίθεται κάθε χρόνο στο έδαφος, είτε από ανθρώπους είτε από τα ίδια τα ζώα, δεν υπερβαίνει μια καθορισμένη ποσότητα ανά εκτάριο.

    Η ποσότητα αυτή ανά εκτάριο είναι η ποσότητα κόπρου που περιέχει 170 kg άζωτο. Ωστόσο:

    α)

    κατά το πρώτο τετραετές πρόγραμμα δράσης, τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν τη διασπορά ποσότητας κόπρου που περιέχει μέχρι και 210 kg άζωτο·

    β)

    κατά τη διάρκεια του πρώτου τετραετούς προγράμματος δράσης και μετά απ’ αυτό, τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ποσότητες διαφορετικές από τις προαναφερόμενες. Οι ποσότητες αυτές πρέπει να καθορίζονται έτσι ώστε να μη θέτουν σε κίνδυνο την επίτευξη των στόχων του άρθρου 1 και πρέπει να βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια, όπως π.χ.:

    παρατεταμένες καλλιεργητικές περίοδοι,

    καλλιέργειες με μεγάλες ανάγκες αζώτου,

    υψηλή βροχόπτωση στην ευπρόσβλητη ζώνη,

    εδάφη με ιδιαίτερα μεγάλη απονιτρωτική ικανότητα.

    Εάν ένα κράτος μέλος επιτρέπει τη διασπορά διαφορετικής ποσότητας δυνάμει του στοιχείου βʹ του δεύτερου εδαφίου, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή, η οποία εξετάζει την αιτιολόγηση σύμφωνα με την κανονιστική, διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 9, παράγραφος 2.

    3.

    Τα κράτη μέλη μπορούν να υπολογίζουν τις ποσότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 με βάση τον αριθμό των ζώων.

    […]»

    Το γαλλικό δίκαιο

    8

    Το άρθρο 5 της οδηγίας 91/676 μεταφέρθηκε στο γαλλικό δίκαιο με το διάταγμα 2001-34, της 10ης Ιανουαρίου 2001, περί των εφαρμοστέων προγραμμάτων δράσεως για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προελεύσεως. Οι διατάξεις του διατάγματος αυτού κωδικοποιήθηκαν στα άρθρα R. 211-80 έως R. 211-85 του κώδικα περιβάλλοντος.

    9

    Η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001, περί των εφαρμοστέων στις ευπρόσβλητες περιοχές προγραμμάτων δράσεως για τη μείωση της ρυπάνσεως των υδάτων από νιτρικά άλατα γεωργικής προελεύσεως (JORF της 25ης Μαρτίου 2001, σ. 4712, στο εξής: απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001), εκδόθηκε κατ’ εφαρμογήν του διατάγματος 2001-34.

    10

    Η απόφαση της 1ης Αυγούστου 2005, περί καθορισμού των εφαρμοστέων στις ευπρόσβλητες περιοχές ελάχιστων προδιαγραφών και τροποποιήσεως της αποφάσεως της 6ης Μαρτίου 2001 περί των εφαρμοστέων στις ευπρόσβλητες περιοχές προγραμμάτων δράσεως για τη μείωση της ρυπάνσεως των υδάτων από νιτρικά άλατα γεωργικής προελεύσεως (JORF της 16ης Σεπτεμβρίου 2005, σ. 15019, στο εξής: απόφαση της 1ης Αυγούστου 2005), θεσπίζει τις εν λόγω προδιαγραφές, ιδίως, όσον αφορά τον τρόπο υπολογισμού της περιεχόμενης στη ζωική κόπρο μέγιστης ποσότητας αζώτου που μπορεί να διασπείρεται ετησίως.

    11

    Η εγκύκλιος της 15ης Μαΐου 2003, που τιτλοφορείται «Οδηγίες σχετικά με την εφαρμογή του [προγράμματος ελέγχου της ρυπάνσεως γεωργικής προελεύσεως (PMPOA)]: Απλουστεύσεις και προσαρμογές», καθορίζει τις τιμές απορρίψεως αζωτούχων ενώσεων ανά είδος ζώων (στο εξής: εγκύκλιος της 15ης Μαΐου 2003).

    12

    Το διάταγμα 2011-1257, της 10ης Οκτωβρίου 2011, περί των εφαρμοστέων προγραμμάτων δράσεως για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προελεύσεως (JORF της 11ης Οκτωβρίου 2011, σ. 17097), τροποποίησε τα άρθρα R. 211-80 έως R. 211-85 του κώδικα περιβάλλοντος.

    13

    Η απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με το εφαρμοστέο στις ευπρόσβλητες περιοχές εθνικό πρόγραμμα δράσεων για τη μείωση της ρυπάνσεως των υδάτων από νιτρικά άλατα γεωργικής προελεύσεως (JORF της 21ης Δεκεμβρίου 2011, σ. 21556, στο εξής: απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011), εκδόθηκε κατ’ εφαρμογήν του διατάγματος 2011-1257.

    Η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001

    14

    Η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001 περιέχει παράρτημα που τιτλοφορείται «Τεχνικό πλαίσιο της εκπονήσεως προγραμμάτων δράσεως». Στο μέρος 2 του παραρτήματος αυτού περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα σημεία 2.3 έως 2.5. Το εν λόγω σημείο 2.3, που τιτλοφορείται «Ισόρροπη λίπανση των αγροτεμαχίων με αζωτούχα λιπάσματα, συμπεριλαμβανομένων των αρδευομένων καλλιεργειών», ορίζει τα εξής:

    «Η δόση των λιπασμάτων που διασπείρονται στο έδαφος περιορίζεται βάσει της ισορροπίας μεταξύ των προβλεπομένων αναγκών των καλλιεργειών σε άζωτο και των προσθέτων και πηγών αζώτου παντός φύσεως. Τα πρόσθετα αζώτου που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη αφορούν όλα τα λιπάσματα […].

    Οι κανόνες διασποράς που πρέπει να τηρούνται για να διασφαλιστεί αυτή η ισόρροπη λίπανση, συμπεριλαμβανομένων των προσαρμογών που έχουν σχέση με τις αρδευόμενες καλλιέργειες, περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα δράσεως. Οι κανόνες αυτοί περιλαμβάνουν τουλάχιστον, ανά καλλιέργεια, και διακρίσεως γενομένης μεταξύ αρδευομένων και μη αρδευομένων καλλιεργειών, τα στοιχεία υπολογισμού της δόσεως (αναμενόμενες αποδόσεις, περιεκτικότητα του εδάφους σε άζωτο...) και τον τρόπο επιμερισμού.

    Τα εν λόγω στοιχεία υπολογισμού και οι ανωτέρω κανόνες καθορίζονται βάσει των διαθέσιμων τοπικών γεωπονικών στοιχείων αναφοράς, λαμβανομένου υπόψη του επιπέδου διαρροής νιτρικών αλάτων που συνάδει με την απαιτούμενη ποιότητα των υδάτων.

    Ο γεωργός πρέπει να γνωρίζει τις ποσότητες αζώτου που εισρέουν στο έδαφος διά της ζωικής κόπρου ή άλλων οργανικών λιπασμάτων [...]. Όταν τα υλικά αυτά δεν προέρχονται από τη γεωργική εκμετάλλευση, οι γεωργοί πρέπει να απαιτούν από τους προμηθευτές τους τα στοιχεία που θα τους επιτρέπουν να έχουν στη διάθεσή τους τις εν λόγω πληροφορίες καθώς και το είδος του λιπάσματος στο οποίο εμπίπτουν.»

    15

    Το σημείο 2.4, που τιτλοφορείται «Είδη λιπασμάτων και περίοδοι απαγορεύσεως διασποράς», της αποφάσεως της 6ης Μαρτίου 2001 καθορίζει τις ελάχιστες περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων απαγορεύεται η διασπορά των διαφόρων ειδών λιπασμάτων. Κατά τον πίνακα που περιλαμβάνεται στο σημείο αυτό, για τις μεγάλες φθινοπωρινές καλλιέργειες, η διασπορά των λιπασμάτων τύπου II απαγορεύεται από 1ης Νοεμβρίου έως 15 Ιανουαρίου και των λιπασμάτων τύπου III από 1ης Σεπτεμβρίου έως 15 Ιανουαρίου. Για τις μεγάλες εαρινές καλλιέργειες, η διασπορά των λιπασμάτων τύπου I απαγορεύεται από 1ης Ιουλίου έως 31 Αυγούστου, των λιπασμάτων τύπου II από 1ης Ιουλίου έως 15 Ιανουαρίου, και των λιπασμάτων τύπου III από 1ης Ιουλίου έως 15 Φεβρουαρίου. Για τους σπαρθέντες λειμώνες από εξαμήνου και πλέον, η διασπορά των λιπασμάτων τύπου II απαγορεύεται από 15ης Νοεμβρίου έως 15 Ιανουαρίου και των λιπασμάτων τύπου III από 1ης Οκτωβρίου έως 31 Ιανουαρίου.

    16

    Το σημείο 2.5 της εν λόγω αποφάσεως, που τιτλοφορείται «Ιδιαίτεροι όροι διασποράς», προβλέπει τα εξής:

    «[…]

    2° Σε εντόνως επικλινή εδάφη

    Η διασπορά των λιπασμάτων σε εντόνως επικλινή εδάφη απαγορεύεται. Το πρόγραμμα δράσεως ορίζει τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ισχύει η απαγόρευση, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων απορροής εκτός του αγροτεμαχίου διασποράς ή, εάν δεν συντρέχει τέτοια περίπτωση, το ποσοστό κλίσεως άνω του οποίου απαγορεύεται η διασπορά.

    3° Σε εδάφη παγωμένα, πλημμυρισμένα, κεκορεσμένα με νερό, ή καλυμμένα με χιόνι

    Ο κατωτέρω πίνακας ορίζει τους περιορισμούς της διασποράς. Σε περίπτωση διασποράς υποκείμενης σε ρύθμιση, το πρόγραμμα δράσεως προβλέπει τους όρους υπό τους οποίους πραγματοποιείται η διασπορά. [Βάσει του πίνακα στον οποίο παραπέμπει το σημείο αυτό, σε παγωμένα εδάφη, η διασπορά των λιπασμάτων τύπου I και ΙΙI απαγορεύεται ή υπόκειται σε ρύθμιση και η διασπορά των λιπασμάτων τύπου ΙΙ απαγορεύεται. Σε εδάφη καλυμμένα με χιόνι, η διασπορά των λιπασμάτων τύπου I απαγορεύεται ή υπόκειται σε ρύθμιση και η διασπορά των λιπασμάτων τύπου Ι και ΙΙ απαγορεύεται.]

    Σε επιφανειακώς μόνον παγωμένα εδάφη, τα οποία ψύχονται και αποψύχονται εναλλάξ εντός είκοσι τεσσάρων ωρών, είναι δυνατή η διασπορά όλων των ειδών λιπασμάτων.

    […]»

    Η απόφαση της 1ης Αυγούστου 2005

    17

    Το παράρτημα II, σημείο 1, που τιτλοφορείται «Υπολογισμός της ποσότητας αζώτου που περιέχει η διαθέσιμη στην εκμετάλλευση ζωική κόπρος», της αποφάσεως της 1ης Αυγούστου 2005 προβλέπει τα εξής:

    «Πρόκειται για το άζωτο που απεκκρίνεται με τα περιττώματα των ζώων, το οποίο υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας τον αριθμό των ζώων με τις τιμές του αζώτου που απεκκρίνεται ανά ζώο, λαμβανομένων, ενδεχομένως, διορθωτικώς υπόψη των ποσοτήτων αζώτου που διασπείρονται στις εγκαταστάσεις τρίτων και των ποσοτήτων αζώτου που προέρχονται από τρίτους.

    […]»

    Η απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011

    18

    Κατά το άρθρο 2 της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011:

    «I. —

    Η έναρξη εφαρμογής των προβλεπομένων στο μέρος ΙΙ του παραρτήματος I διατάξεων που αφορούν τον σχεδιασμό των δοχείων αποθηκεύσεως υπόκειται στις εξής προθεσμίες:

    1o

    Οι χωρητικότητες αποθηκεύσεως που υπολογίζονται με τη μέθοδο DEXEL [(Diagnostic Environnement de l’Exploitation d’Elevage — Περιβαλλοντική διάγνωση της κτηνοτροφικής εκμεταλλεύσεως)] και βάσει χρονοδιαγραμμάτων απαγορεύσεως διασποράς, τα οποία περιλαμβάνονται στις νομαρχιακές αποφάσεις που αφορούν την τέταρτη σειρά προγραμμάτων δράσεως, είναι απαιτητές από της δημοσιεύσεως της παρούσας αποφάσεως. […]

    2o

    Οι χωρητικότητες αποθηκεύσεως που υπολογίζονται με τη μέθοδο DEXEL βάσει των διατάξεων του μέρους Ι του παραρτήματος I […] είναι απαιτητές το αργότερο τρία έτη από την υπογραφή των περιφερειακών προγραμμάτων δράσεως της πέμπτης σειράς και εν πάση περιπτώσει το αργότερο έως την 1η Ιουλίου 2016.

    […]

    II. —

    Οι διατάξεις του μέρους I, του σημείου 2 του μέρους II, του στοιχείου c του σημείου 1 του μέρους III, των σημείων 2 και 3 του μέρους III, των μερών IV, V και VI του παραρτήματος I ισχύουν από 1ης Σεπτεμβρίου 2012.»

    19

    Το παράρτημα I, μέρος II, που τιτλοφορείται «Διατάξεις σχετικές με την αποθήκευση ζωικής κόπρου», της εν λόγω αποφάσεως προβλέπει τα εξής:

    «1°

    Δοχεία αποθηκεύσεως

    Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται σε κάθε κτηνοτροφική μονάδα που βρίσκεται σε ευπρόσβλητη περιοχή.[…]

    […]

    Η χωρητικότητα αποθηκεύσεως κόπρου πρέπει να καλύπτει τουλάχιστον, λαμβανομένων υπόψη των δυνατοτήτων επεξεργασίας ή εξαλείψεως της κόπρου αυτής χωρίς διακινδύνευση της ποιότητας των υδάτων, τις προβλεπόμενες στο μέρος Ι του παρόντος παραρτήματος ελάχιστες περιόδους απαγορεύσεως διασποράς […] και να λαμβάνει υπόψη τους πρόσθετους κινδύνους που συνδέονται με τις κλιματικές συνθήκες.

    Η ελάχιστη απαιτούμενη χωρητικότητα αποθηκεύσεως για κάθε εκμετάλλευση εκφράζεται σε εβδομάδες αποθηκεύσεως κόπρου. Αντιστοιχεί στη γεωπονική χωρητικότητα, η οποία υπολογίζεται με τη μέθοδο DEXEL που έχει αναπτυχθεί στο πλαίσιο του προγράμματος ελέγχου της ρυπάνσεως γεωργικής προελεύσεως […]. Η χωρητικότητα αποθηκεύσεως ορίζεται στο επίπεδο της εκμεταλλεύσεως για κάθε είδος κόπρου.

    Αποθήκευση ορισμένων ειδών κόπρου στον αγρό.

    […]

    Οι συμπαγείς κοπροσωροί χωρίς δυνατότητα διαρροής αποθηκεύονται ή λιπασματοποιούνται στον αγρό κατόπιν αποθηκεύσεως δύο μηνών στον τόπο όπου βρίσκονται τα ζώα ή σε χώρους συλλογής κόπρου υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

    […]

    Η διάρκεια αποθηκεύσεως δεν υπερβαίνει τους δέκα μήνες και η εκ νέου αποθήκευση στην ίδια εγκατάσταση δεν επιτρέπεται πριν από την παρέλευση τριετίας.

    […]»

    20

    Το παράρτημα II, σημεία A έως E, της ίδιας αποφάσεως, θεσπίζει τους κανόνες απεκκρίσεως αζώτου ανά είδος ζώου για τη θέση σε εφαρμογή του μέρους V του παραρτήματος I της αποφάσεως αυτής, το οποίο αφορά τον τρόπο υπολογισμού της περιεχόμενης στη ζωική κόπρο μέγιστης ποσότητας αζώτου που μπορεί να διασπαρθεί ετησίως σε κάθε εκμετάλλευση.

    Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

    21

    Η Επιτροπή κίνησε την προβλεπόμενη στο άρθρο 258 ΣΛΕΕ διαδικασία λόγω παραβάσεως, εκτιμώντας ότι η Γαλλική Δημοκρατία δεν εφάρμοσε ορθώς και πλήρως τις επιταγές του άρθρου 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676, σε συνδυασμό με τα παραρτήματα II, A, σημεία 1 έως 5, και III, παράγραφοι 1, σημεία 1 έως 3, καθώς και 2, της οδηγίας αυτής.

    22

    Η Επιτροπή, αφού προηγουμένως απέστειλε στο εν λόγω κράτος μέλος έγγραφο οχλήσεως με το οποίο του ζήτησε να υποβάλει τις παρατηρήσεις του, κρίνοντας δε μη ικανοποιητικές τις υποβληθείεσες αυτές παρατηρήσεις, εξέδωσε, στις 28 Οκτωβρίου 2011, αιτιολογημένη γνώμη με την οποία κάλεσε τη Γαλλική Δημοκρατία να λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθεί προς τη γνώμη αυτή εντός προθεσμίας δύο μηνών από την παραλαβή της.

    23

    Η Γαλλική Δημοκρατία απήντησε στην αιτιολογημένη γνώμη, με έγγραφο της 29ης Δεκεμβρίου 2011, υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι οι αιτιάσεις της Επιτροπής την οδήγησαν σε ριζική αναδιοργάνωση του γαλλικού νομικού πλαισίου. Ειδικότερα, βάσει του διατάγματος 2011-1257, οι διατάξεις που στηρίζονταν σε προγράμματα δράσεως των διαμερισμάτων (départements) αντικαταστάθηκαν από εθνικό πρόγραμμα δράσεως και από περιφερειακά προγράμματα δράσεως. Περαιτέρω, η απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 ενέκρινε το εθνικό πρόγραμμα δράσεως κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζει ένα αυξημένο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος για την επόμενη καλλιεργητική περίοδο. Όσον αφορά τα περιφερειακά προγράμματα δράσεως, βάσει υποχρεωτικών διαδικασιών διαβουλεύσεως με το κοινό και περιβαλλοντικής αξιολογήσεως, η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι είναι, κατ’ ουσίαν, αδύνατη η συγκεκριμενοποίησή τους πριν από τα μέσα του έτους 2013.

    24

    Δεδομένου ότι η Επιτροπή δεν έμεινε ικανοποιημένη από την απάντηση της Γαλλικής Δημοκρατίας στην αιτιολογημένη γνώμη, άσκησε την υπό κρίση προσφυγή, παραιτούμενη εντούτοις από την αιτίαση που περιέχεται στην αιτιολογημένη γνώμη σχετικά με την επιταγή του παραρτήματος II, A, σημείο 4, της οδηγίας 91/676.

    Επί της προσφυγής

    25

    Κατ’ αρχάς πρέπει να υπομνησθεί ότι η οδηγία 91/676 αποσκοπεί στη θέσπιση των αναγκαίων μέτρων για τη διασφάλιση, εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της προστασίας των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προελεύσεως (απόφαση Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών, C‑322/00, EU:C:2003:532, σκέψη 41 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    26

    Για την επίτευξη των σκοπών αυτών, τα κράτη μέλη οφείλουν, όπως προκύπτει από το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 91/676, να εκπονούν και να θέτουν σε εφαρμογή προγράμματα δράσεως για τις χαρακτηρισμένες ευπρόσβλητες περιοχές.

    27

    Από την ενδέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 91/676 προκύπτει ότι τα εν λόγω προγράμματα δράσεως πρέπει να περιλαμβάνουν μέτρα για τον περιορισμό της διασποράς αζωτούχων λιπασμάτων στο έδαφος και, ιδίως, να καθορίζουν ειδικά όρια διασποράς ζωικής κόπρου.

    28

    Κατά το άρθρο 5, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 91/676, τα εν λόγω προγράμματα δράσεως, η εφαρμογή των οποίων εναπόκειται στα κράτη μέλη, πρέπει ειδικότερα να περιλαμβάνουν ορισμένα υποχρεωτικά μέτρα που προβλέπονται στα παραρτήματα II και III της οδηγίας αυτής.

    29

    Κατά το άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχεία αʹ και βʹ, και το παράρτημα II, A, σημείο 1, της οδηγίας 91/676, τα εν λόγω προγράμματα δράσεως λαμβάνουν υπόψη τις βέλτιστες διαθέσιμες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση Επιτροπή κατά Ιρλανδίας, C‑418/04, EU:C:2007:780, σκέψη 63), καθώς και τις φυσικές, γεωλογικές και κλιματολογικές συνθήκες κάθε περιοχής (βλ., συναφώς, απόφαση Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών, EU:C:2003:532, σκέψεις 136 και 155).

    30

    Πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι, καίτοι τα κράτη μέλη έχουν ορισμένη ευχέρεια επιλογής των συγκεκριμένων κανόνων εφαρμογής των διατάξεων της οδηγίας 91/676 (βλ., συναφώς, απόφαση Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών, EU:C:2003:532, σκέψη 46), εντούτοις οφείλουν, εν πάση περιπτώσει, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 30 των προτάσεών της, να διασφαλίσουν την επίτευξη των σκοπών της οδηγίας αυτής και, συνεπώς, των σκοπών της πολιτικής της Ένωσης στον τομέα του περιβάλλοντος, σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 191, παράγραφοι 1 και 2, ΣΛΕΕ.

    31

    Περαιτέρω, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, στο πλαίσιο οδηγίας όπως η οδηγία 91/676, η οποία περιλαμβάνει τεχνικούς κανόνες στον τομέα του περιβάλλοντος, τα κράτη μέλη υποχρεούνται ειδικώς, προκειμένου να ικανοποιήσουν πλήρως την απαίτηση ασφάλειας δικαίου, να μεριμνούν ώστε η νομοθεσία τους που αποσκοπεί στη διασφάλιση της μεταφοράς της εν λόγω οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο να είναι σαφής και ακριβής (βλ., συναφώς, αποφάσεις Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου, C‑6/04, EU:C:2005:626, σκέψεις 21 και 26, καθώς και Επιτροπή κατά Βελγίου, C‑120/09, EU:C:2009:802, σκέψη 27).

    32

    Τέλος πρέπει, επίσης, να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, στο πλαίσιο διαδικασίας λόγω παραβάσεως εναπόκειται στην Επιτροπή να αποδείξει την ύπαρξη της προβαλλόμενης παραβάσεως και να προσκομίσει στο Δικαστήριο τα στοιχεία που απαιτούνται για την επαλήθευση εκ μέρους του Δικαστηρίου της υπάρξεως της εν λόγω παραβάσεως, χωρίς η Επιτροπή να μπορεί να στηριχθεί σε οποιοδήποτε τεκμήριο (απόφαση Επιτροπή κατά Κύπρου, C‑340/10, EU:C:2012:143, σκέψη 53 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    33

    Συνεπώς, στο πλαίσιο της υπό κρίση διαφοράς, εναπόκειται στο Δικαστήριο να εξακριβώσει αν η Επιτροπή προσκόμισε τα αναγκαία στοιχεία, βάσει των οποίων μπορεί να αποδειχθεί ότι τα μέτρα που έλαβε η Γαλλική Δημοκρατία στο πλαίσιο της μεταφοράς της οδηγίας 91/676 δεν συνάδουν με τις επιταγές της.

    34

    Προς στήριξη της προσφυγής της, η Επιτροπή προβάλλει έξι αιτιάσεις.

    Επί της πρώτης αιτιάσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676, σε συνδυασμό με τα παραρτήματα II, A, σημείο 1, και III, παράγραφος 1, σημείο 1, της οδηγίας αυτής

    Επιχειρήματα των διαδίκων

    35

    Η πρώτη αιτίαση της Επιτροπής, η οποία διαιρείται σε πέντε σκέλη, αφορά τις ελάχιστες περιόδους που ορίζει η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001, κατά τη διάρκεια των οποίων απαγορεύεται η διασπορά των διαφόρων ειδών λιπασμάτων. Με τα εν λόγω πέντε σκέλη, η Επιτροπή προσάπτει αντιστοίχως στη Γαλλική Δημοκρατία:

    ότι δεν προέβλεψε περιόδους απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου I σε μεγάλες φθινοπωρινές καλλιέργειες και σε λειμώνες σπαρθέντες από εξαμήνου και πλέον·

    ότι απαγόρευσε μόνο για τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο τη διασπορά των λιπασμάτων τύπου I σε μεγάλες εαρινές καλλιέργειες·

    ότι καθόρισε, στην περίπτωση των μεγάλων φθινοπωρινών καλλιεργειών, την απαγόρευση διασποράς των λιπασμάτων τύπου IΙ για το χρονικό διάστημα από 1ης Νοεμβρίου έως 15 Ιανουαρίου, και δεν παρέτεινε για τις ίδιες καλλιέργειες, την απαγόρευση διασποράς των λιπασμάτων τύπου III πέραν της 15ης Ιανουαρίου·

    ότι δεν παρέτεινε, στην περίπτωση των μεγάλων εαρινών καλλιεργειών, την περίοδο απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου II πέραν της 15ης Ιανουαρίου, και

    ότι προέβλεψε, για λειμώνες σπαρθέντες από εξαμήνου και πλέον, μια περίοδο απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου II μόνον από τις 15 Νοεμβρίου, και δεν παρέτεινε, για τους εν λόγω λειμώνες και στις ορεινές περιοχές, την απαγόρευση διασποράς των λιπασμάτων τύπου III έως τα τέλη Φεβρουαρίου.

    36

    Με το πρώτο σκέλος της αιτιάσεως αυτής, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το γαλλικό δίκαιο όφειλε να προβλέπει κανόνες περί απαγορεύσεως, κατά τη διάρκεια ορισμένων περιόδων, της διασποράς κάθε είδους λιπασμάτων, δεδομένου ότι η διασπορά ορισμένων λιπασμάτων αδιαλείπτως καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους είναι επιβλαβής και δεν μπορεί να διασφαλίσει την επίτευξη των σκοπών της οδηγίας που συνίστανται στην πρόληψη και στη μείωση της ρυπάνσεως των υδάτων από νιτρικά άλατα γεωργικής προελεύσεως.

    37

    Το εν λόγω θεσμικό όργανο, στηριζόμενο στα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα, επισημαίνει ότι, ακόμη κι αν είναι αργή η διαδικασία απελευθερώσεως του αζώτου που περιέχεται στα οργανικά λιπάσματα τύπου Ι, τα οποία ενέχουν λιγότερους κινδύνους σε σχέση με άλλους τύπους λιπασμάτων, εντούτοις, η ποσότητα αζώτου που απελευθερώνεται στο περιβάλλον είναι ικανή να ρυπάνει τα ύδατα διά της εκπλύσεως και της απορροής. Κατά την Επιτροπή, οι κίνδυνοι ρυπάνσεως των υδάτων είναι ιδιαιτέρως σημαντικοί κατά τη φθινοπωρινή και τη χειμερινή περίοδο, όταν το άζωτο δεν μπορεί να απορροφηθεί αμέσως από τα φυτά λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών (κάτω των 5 °C) και του σημαντικού επιπέδου των βροχοπτώσεων που δεν επιτρέπουν την ανάπτυξή τους.

    38

    Με το δεύτερο έως το πέμπτο σκέλος της πρώτης αιτιάσεώς της, η Επιτροπή υποστηρίζει, για τους ίδιους λόγους με τους προβαλλόμενους προς στήριξη του πρώτου σκέλους, ότι οι περίοδοι απαγορεύσεως της διασποράς των διαφόρων ειδών λιπασμάτων που προβλέπει η γαλλική ρύθμιση είναι ανεπαρκείς και πρέπει να επιμηκυνθούν για να καλύπτουν όλες τις περιόδους κατά τις οποίες υπάρχει σημαντικός κίνδυνος ρυπάνσεως των υδάτων από το άζωτο που δεν απορροφάται από τα φυτά.

    39

    Η Επιτροπή προσθέτει ότι, για τους λόγους που εκτίθενται στο παράρτημα III της αιτιολογημένης γνώμης, οι νέες περίοδοι απαγορεύσεως της διασποράς που προβλέπει η απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 δεν συνάδουν πλήρως με τις επιταγές της οδηγίας 91/676. Με το υπόμνημα απαντήσεώς της, η Επιτροπή εκθέτει τις αντιρρήσεις της όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα διασποράς καθώς και την κατηγοριοποίηση των διαφόρων ειδών λιπασμάτων βάσει της εν λόγω αποφάσεως, και ζητεί από το Δικαστήριο να αναγνωρίσει, και εξ αυτού του γεγονότος, την εκ μέρους της Γαλλικής Δημοκρατίας παράβαση των υποχρεώσεών της.

    40

    Η Γαλλική Δημοκρατία αντιτείνει, κατ’ αρχάς, ότι, κατόπιν της εκδόσεως της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011, η εθνική κανονιστική ρύθμιση προβλέπει εφεξής μια ελάχιστη περίοδο απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου I στις μεγάλες φθινοπωρινές καλλιέργειες και σε λειμώνες σπαρθέντες από εξαμήνου και πλέον.

    41

    Περαιτέρω, το εν λόγω κράτος μέλος επισημαίνει ότι η ίδια απόφαση τροποποίησε πλήρως το χρονοδιάγραμμα που είχε ορίσει η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001, πλην των ελάχιστων περιόδων απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου II και III σε λειμώνες σπαρθέντες από εξαμήνου και πλέον, οι οποίες συνάδουν, κατά τη γνώμη της, με την οδηγία 91/676.

    42

    Κατά τη Γαλλική Δημοκρατία, η απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 πρέπει να ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο, στο μέτρο που πρόκειται για ένα πλήρες και άμεσα εφαρμοστέο καθεστώς, το οποίο θεσπίστηκε πριν από την παρέλευση της προθεσμίας που είχε τάξει η Επιτροπή με την αιτιολογημένη γνώμη. Υπογραμμίζει δε ότι αν ορισμένα προβλεπόμενα από την ανωτέρω απόφαση μέτρα δεν είναι άμεσα εφαρμοστέα, τούτο οφείλεται στο ότι δεν μπορούν, εκ φύσεως, να τεθούν σε εφαρμογή κατά την τρέχουσα καλλιεργητική περίοδο. Επιπλέον, η αρχή της ασφάλειας δικαίου επιβάλλει να παρέχεται επαρκής προθεσμία στους ιδιώτες για να προσαρμοστούν στις προβλεπόμενες τροποποιήσεις.

    43

    Ακολούθως, η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει, βάσει των επιστημονικών δεδομένων που έχει στη διάθεσή της, ότι η απαγόρευση διασποράς των σταθερών οργανικών λιπασμάτων τύπου I, τα οποία απελευθερώνουν μικρότερες ποσότητες αζώτου αργά και προοδευτικά καθ’ όλη τη διάρκεια της φθινοπωρινής και χειμερινής περιόδου, μπορεί να είναι αντιπαραγωγική δεδομένου ότι, λόγω των φαινομένων επανοργανοποιήσεως του αζώτου στο έδαφος, μπορεί να είναι πρόσφορη η διασπορά τους το φθινόπωρο, προκειμένου το άζωτο που απελευθερώνουν στο περιβάλλον να μπορεί να χρησιμοποιηθεί από το φυτό κατά το στάδιο της αναπτύξεώς του. Επιπροσθέτως, με τον τρόπο αυτό μπορούν να αποκλεισθούν οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι από τη συγκέντρωση των περιόδων λιπάνσεως την άνοιξη και το καλοκαίρι.

    44

    Περαιτέρω, η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι υπάρχει σύμπτωση απόψεων μεταξύ των επιστημόνων όσον αφορά το γεγονός ότι τα συστήματα βοσκής χλωράς νομής, που χαρακτηρίζονται από μόνιμη φυτική κάλυψη, αποτελούν συστήματα χαμηλής διαρροής αζώτου, τα οποία παρέχουν μεγάλη προστασία κατά της ρυπάνσεως των υδάτων, μεταξύ άλλων, από ορισμένα οργανικά λιπάσματα τύπου I. Συνεπώς, η περίοδος απαγορεύσεως που προκρίνει η Επιτροπή για λειμώνες σπαρθέντες από εξαμήνου και πλέον θα ήταν εξαιρετικά μεγάλη.

    45

    Τέλος, η Γαλλική Δημοκρατία εκτιμά ότι οι περιεχόμενες στο υπόμνημα απαντήσεως της Επιτροπής επικρίσεις της σε σχέση με την απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 είναι απαράδεκτες, καθόσον το εν λόγω θεσμικό όργανο περιόρισε, με το δικόγραφο της προσφυγής του, τις αιτιάσεις του στο νομικό πλαίσιο της αποφάσεως της 6ης Μαρτίου 2001.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    – Επί του παραδεκτού

    46

    Όσον αφορά το παραδεκτό της πρώτης αιτιάσεως που προβάλλει η Επιτροπή προς στήριξη της προσφυγής της πρέπει να διαπιστωθεί ότι, με το δικόγραφο της προσφυγής, το εν λόγω θεσμικό όργανο περιόρισε τις επικρίσεις του στο χρονοδιάγραμμα που καθόριζε η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001. Όσον αφορά το προβλεπόμενο με την απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 νέο χρονοδιάγραμμα διασποράς, η Επιτροπή άσκησε κριτική μόνον υπό τη μορφή απλής παραπομπής στην εκτίμηση που περιλαμβάνει το παράρτημα III της αιτιολογημένης γνώμης.

    47

    Επιπλέον, οι επικρίσεις που προέβαλε η Επιτροπή με το δικόγραφο της προσφυγής της είχαν ως αντικείμενο είτε τον μη καθορισμό περιόδων απαγορεύσεως είτε τον καθορισμό περιόδων απαγορεύσεως ανεπαρκούς κατά την κρίση της διάρκειας. Αντιθέτως, με το υπόμνημά της απαντήσεως, η Επιτροπή διατυπώνει την αιτίασή της σε σχέση, αφενός, με τον μη καθορισμό των ενδεδειγμένων, κατά τη γνώμη της, περιόδων απαγορεύσεως που εκτίθενται μόνο στο παράρτημα III της αιτιολογημένης γνώμης και, αφετέρου, με την ανακριβή κατηγοριοποίηση των διαφόρων ειδών λιπασμάτων, ζήτημα το οποίο ουδόλως τέθηκε με το δικόγραφο της προσφυγής.

    48

    Πρέπει να παρατηρηθεί συναφώς ότι, όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, από το άρθρο 38, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, όπως ίσχυε κατά τον χρόνο ασκήσεως της προσφυγής, και από τη σχετική με τη διάταξη αυτή νομολογία του Δικαστηρίου, το εισαγωγικό της δίκης δικόγραφο που κατατέθηκε δυνάμει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ πρέπει να προσδιορίζει το αντικείμενο της διαφοράς και να περιέχει συνοπτική έκθεση των ισχυρισμών, τούτο δε κατά τρόπο αρκούντως σαφή και ακριβή προκειμένου να είναι σε θέση ο καθού να προετοιμάσει την άμυνά του και το Δικαστήριο να ασκήσει τον έλεγχό του (απόφαση Επιτροπή κατά Ιταλίας, C-68/11, EU:C:2012:815, σκέψη 51 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Κατά πάγια νομολογία, δεν εκπληρούται η υποχρέωση αυτή, εάν οι αιτιάσεις της Επιτροπής περιέχονται στο δικόγραφο της προσφυγής μόνον υπό μορφή απλής παραπομπής στους λόγους που εκτίθενται στο έγγραφο οχλήσεως και στην αιτιολογημένη γνώμη (απόφαση Επιτροπή κατά Ελλάδας, C‑375/95, EU:C:1997:505, σκέψη 35 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    49

    Περαιτέρω, ακόμη και αν το άρθρο 42, παράγραφος 2, του εν λόγω Κανονισμού Διαδικασίας, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία καταθέσεως του υπομνήματος απαντήσεως της Επιτροπής, επιτρέπει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, την προβολή νέων ισχυρισμών, ένας διάδικος δεν μπορεί να μεταβάλει το καθαυτό αντικείμενο της διαφοράς κατά τη διάρκεια της δίκης (βλ., συναφώς, αποφάσεις Επιτροπή κατά Γαλλίας, C‑256/98, EU:C:2000:192, σκέψη 31, και Επιτροπή κατά Σλοβενίας, C‑627/10, EU:C:2013:511, σκέψη 44).

    50

    Κατά συνέπεια πρέπει να κριθεί απαράδεκτη η πρώτη αιτίαση της Επιτροπής, καθόσον προσάπτει στη Γαλλική Δημοκρατία πρόσθετες παραβάσεις σε σχέση με εκείνες που περιέχονται, τουλάχιστον επαρκώς, στο δικόγραφο της προσφυγής.

    51

    Εντούτοις πρέπει να επισημανθεί ότι, στρέφοντας την προσφυγή της, διαρκούσης της δίκης, κατά των διατάξεων της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011, οι οποίες απλώς επαναλαμβάνουν τις περιόδους απαγορεύσεως που όριζε η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001 για τη διασπορά των λιπασμάτων τύπου ΙΙ και ΙΙΙ σε λειμώνες σπαρθέντες από εξαμήνου και πλέον, η Επιτροπή δεν μετέβαλε το αντικείμενο της διαφοράς (βλ., συναφώς, αποφάσεις Επιτροπή κατά Βελγίου, C‑221/03, EU:C:2005:573, σκέψη 39, και Επιτροπή κατά Γαλλίας, C‑197/12, EU:C:2013:202, σκέψη 26). Πράγματι, η Επιτροπή παραδεκτώς προβάλλει διαπίστωση παραβάσεως σε σχέση με διατάξεις της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011, με τις οποίες απλώς επαναλαμβάνονται οι περίοδοι απαγορεύσεως που όριζε η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001.

    – Επί της ουσίας

    52

    Εκ προοιμίου πρέπει να υπομνησθεί, πρώτον, ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται με γνώμονα την κατάσταση του οικείου κράτους μέλους κατά τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας και ότι δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές που επήλθαν στη συνέχεια (απόφαση Επιτροπή κατά Ιταλίας, C-85/13, EU:C:2014:251, σκέψη 31 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    53

    Δεδομένου ότι η αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής, της 27ης Οκτωβρίου 2011, ελήφθη από τη Γαλλική Δημοκρατία στις 28 Οκτωβρίου του ίδιου έτους, η δε ταχθείσα στο εν λόγω κράτος μέλος προθεσμία ήταν δύο μήνες από την παραλαβή της γνώμης αυτής, ως χρόνος εκτιμήσεως της τυχόν συνδρομής της προσαπτομένης παραβάσεως πρέπει, συνεπώς, να θεωρηθεί η 28η Δεκεμβρίου 2011.

    54

    Ειδικότερα, καίτοι η απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 εκδόθηκε πριν από την παρέλευση της προθεσμίας που όριζε η αιτιολογημένη γνώμη, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι διατάξεις της αποφάσεως αυτής, οι οποίες ίσχυαν ήδη από τις 28 Δεκεμβρίου 2011, αλλά όχι και εκείνες που τέθηκαν σε ισχύ μεταγενεστέρως της ημερομηνίας αυτής.

    55

    Κατά το άρθρο 2, μέρος II, της εν λόγω αποφάσεως, οι διατάξεις περί καθορισμού των ελάχιστων περιόδων κατά τη διάρκεια των οποίων απαγορεύεται η διασπορά των διαφόρων ειδών λιπασμάτων έπρεπε να τεθούν σε ισχύ μόλις από την 1η Σεπτεμβρίου 2012, δηλαδή μετά την παρέλευση της προθεσμίας που όριζε η αιτιολογημένη γνώμη. Συνεπώς, το Δικαστήριο δεν μπορεί να λάβει υπόψη τις τροποποιήσεις που επήλθαν με τις διατάξεις αυτές.

    56

    Πρέπει να υπομνησθεί, δεύτερον, ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η διαδικασία λόγω παραβάσεως στηρίζεται στην αντικειμενική διαπίστωση της αθετήσεως εκ μέρους κράτους μέλους των υποχρεώσεων που του επιβάλλει το δίκαιο της Ένωσης, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να επικαλείται διατάξεις, πρακτικές ή καταστάσεις της εσωτερικής του έννομης τάξεως για να δικαιολογήσει τη μη τήρηση των υποχρεώσεων και προθεσμιών που επιβάλλει μια οδηγία (βλ., συναφώς, αποφάσεις Επιτροπή κατά Ιρλανδίας, C‑55/12, EU:C:2013:274, σκέψη 45, και Επιτροπή κατά Τσεχικής Δημοκρατίας, C‑241/11, EU:C:2013:423, σκέψη 48).

    57

    Συνεπώς, οι δυσχέρειες που επικαλείται η Γαλλική Δημοκρατία για να δικαιολογήσει τη χρονικώς τμηματική εφαρμογή της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011 δεν μπορούν, στην υπό κρίση υπόθεση, να εμποδίσουν την αντικειμενική διαπίστωση παραβάσεως της οδηγίας 91/676.

    58

    Επί της ουσίας της αιτιάσεως αυτής πρέπει να επισημανθεί ότι το άρθρο 5, παράγραφος 4, της ίδιας οδηγίας, σε συνδυασμό με τα παραρτήματα II, A, σημείο 1, και III, παράγραφος 1, σημείο 1, αυτής, προβλέπει την υποχρέωση του κράτους μέλους να συμπεριλάβει στα εν λόγω προγράμματα δράσεως κανόνες σχετικά με τις χρονικές περιόδους κατά τις οποίες δεν ενδείκνυται, δηλαδή απαγορεύεται, η διασπορά λιπασμάτων. Το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι η απαγόρευση διασποράς κατά τη διάρκεια ορισμένων περιόδων του έτους αποτελεί ουσιώδη διάταξη της οδηγίας 91/676, η οποία δεν προβλέπει παρεκκλίσεις (βλ., συναφώς, απόφαση Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου, C‑526/08, EU:C:2010:379, σκέψεις, 54, 55 και 57).

    59

    Εν προκειμένω, όσον αφορά το πρώτο έως το τέταρτο σκέλος της πρώτης αιτιάσεως της Επιτροπής, αρκεί η διαπίστωση ότι η Γαλλική Δημοκρατία δεν αμφισβητεί ότι το χρονοδιάγραμμα διασποράς που καθορίστηκε με την απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001 δεν συνάδει με τις επιταγές της οδηγίας 91/676. Συγκεκριμένα, το εν λόγω κράτος μέλος επισημαίνει μόνον ότι οι νέες διατάξεις της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011 καθόρισαν ή επιμήκυναν τις ελάχιστες περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων απαγορεύεται η διασπορά των διαφόρων ειδών λιπασμάτων.

    60

    Όσον αφορά το πέμπτο σκέλος της αιτιάσεως πρέπει να επισημανθεί ότι, με τα υπομνήματα που υπέβαλε στο Δικαστήριο, η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι τα οργανικά λιπάσματα τύπου II των οποίων η ανοργανοποίηση είναι ταχεία καθώς και τα ανόργανα λιπάσματα τύπου III πρέπει να διασπείρονται κατά την εγγύτερη δυνατή περίοδο με την περίοδο βλαστήσεως των φυτών. Το εν λόγω κράτος μέλος δεν αμφισβητεί ούτε ότι η ικανότητα απορροφήσεως αζώτου εκ μέρους των φυτών στο σύνολο της γαλλικής επικράτειας παύει πριν από τις 15 Νοεμβρίου, ούτε το γεγονός ότι στις ορεινές περιοχές οι θερμοκρασίες διατηρούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα κάτω του ορίου (των 5 °C), από το οποίο και άνω τα φυτά μπορούν να απορροφούν το άζωτο.

    61

    Επιπλέον, η επιχειρηματολογία που αναπτύσσει η Γαλλική Δημοκρατία έναντι των σταθερών οργανικών λιπασμάτων τύπου I, η οποία συνοψίζεται στις σκέψεις 35 και 36 της παρούσας αποφάσεως, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την παροχή της δυνατότητας διασποράς των οργανικών λιπασμάτων τύπου II κατά τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία τα φυτά δεν απορροφούν άζωτο. Συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφίας τα οποία δεν αμφισβητήθηκαν από τη Γαλλική Δημοκρατία, ο κίνδυνος ρυπάνσεως των υδάτων από τη διασπορά των ανωτέρω λιπασμάτων κατά την περίοδο αυτή είναι αυξημένος λόγω του μεγαλύτερου ποσοστού αζώτου που περιέχουν ήδη τα λιπάσματα αυτά υπό ανόργανη μορφή. Το ίδιο ισχύει κατ’ ανάγκη και για τα ανόργανα λιπάσματα τύπου III.

    62

    Περαιτέρω, όπως παρατηρήθηκε στη σκέψη 29 της παρούσας αποφάσεως, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι ειδικές κλιματολογικές συνθήκες των ορεινών περιοχών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό των περιόδων απαγορεύσεως της διασποράς των διαφόρων ειδών λιπασμάτων.

    63

    Επιπροσθέτως, όσον αφορά το επιχείρημα της Γαλλικής Δημοκρατίας ότι οι λειμώνες παρέχουν μόνιμη φυτική κάλυψη που διασφαλίζει την προστασία των υδάτων από τη διαρροή νιτρικών αλάτων, πρέπει να διευκρινιστεί ότι η επιστημονική μελέτη, στην οποία στηρίζεται το επιχείρημα αυτό, ουδόλως αποκλείει τον κίνδυνο ρυπάνσεως από τη διασπορά λιπασμάτων εκτός της περιόδου βλαστήσεως των φυτών, καθόσον με την εν λόγω μελέτη, στην πραγματικότητα, απλώς διαπιστώνεται ότι οι απώλειες αζώτου στα συστήματα βοσκής χλωράς νομής μετρήθηκαν σε χαμηλότερο επίπεδο.

    64

    Υπό τις συνθήκες αυτές πρέπει να θεωρηθεί βάσιμη η πρώτη αιτίαση της Επιτροπής.

    Επί της δεύτερης αιτιάσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676, σε συνδυασμό με τα παραρτήματα II, A, σημείο 5, και III, παράγραφος 1, σημείο 2, της οδηγίας αυτής

    Επιχειρήματα των διαδίκων

    65

    Με τη δεύτερη αιτίασή της, η οποία διαιρείται σε τρία σκέλη, η Επιτροπή επικρίνει τις ρυθμίσεις που προβλέπουν η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001 και τα προγράμματα δράσεως των διαμερισμάτων όσον αφορά την αποθήκευση ζωικής κόπρου. Τα εν λόγω σκέλη αφορούν αντιστοίχως:

    την έλλειψη δεσμευτικών κανόνων έναντι των γεωργών με σαφή, ακριβή και αντικειμενικά κριτήρια για τον καθορισμό της αναγκαίας χωρητικότητας αποθηκεύσεως·

    την έλλειψη κανόνων ικανών να διασφαλίσουν στις εκμεταλλεύσεις επαρκείς χωρητικότητες αποθηκεύσεως, και

    την άδεια αποθηκεύσεως συμπαγούς κοπροσωρού στον αγρό, και τούτο για χρονικό διάστημα δέκα μηνών.

    66

    Προς στήριξη του πρώτου σκέλους της αιτιάσεώς της, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η εθνική κανονιστική ρύθμιση δεν περιέχει κανένα σαφές, ακριβές και αντικειμενικό κριτήριο, το οποίο να παρέχει στους γεωργούς τη δυνατότητα υπολογισμού της χωρητικότητας αποθηκεύσεως που πρέπει να διαθέτουν και στη διοίκηση τη δυνατότητα πρόσφορου ελέγχου της διαχειρίσεως της κόπρου. Το εν λόγω θεσμικό όργανο είναι της γνώμης ότι το καλύτερο μέσο για τον σκοπό αυτό είναι η χωρητικότητα αποθηκεύσεως που εκφράζεται σε μήνες και εβδομάδες παραγωγής κόπρου και συνδέεται με τον καθορισμό των ποσοτήτων κόπρου που απεκκρίνεται με τα περιττώματα ανά κατηγορία ζώων.

    67

    Προς στήριξη του δευτέρου σκέλους της δεύτερης αιτιάσεώς της, η Επιτροπή παρατηρεί ότι το γαλλικό δίκαιο δεν απαιτεί η χωρητικότητα αποθηκεύσεως να λαμβάνει υπόψη το αναγκαίο περιθώριο ασφαλείας για την αποθήκευση, όταν ενδέχεται η διασπορά κόπρου να μην είναι δυνατή λόγω ιδιαίτερων κλιματικών συνθηκών. Κατά την Επιτροπή, είναι επιβεβλημένη η πρόβλεψη ελάχιστης χωρητικότητας αποθηκεύσεως που να αντιστοιχεί στους πέντε μήνες, τουλάχιστον, για τα διαμερίσματα των περιφερειών Languedoc-Roussillon, της Ακουιτανίας, Midi-Pyrénées και Προβηγκίας-Άλπεων-Κυανής Ακτής, και στους έξι μήνες, τουλάχιστον, για τα διαμερίσματα των άλλων γαλλικών περιοχών.

    68

    Στο πλαίσιο αυτών των δύο πρώτων σκελών, η Επιτροπή επισημαίνει, επίσης, ότι η προβλεπομένη στην απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 μέθοδος εκτιμήσεως της χωρητικότητας αποθηκεύσεως DEXEL δεν είναι ενδεδειγμένη, στο μέτρο που θεσπίζει περίπλοκους κανόνες, οι οποίοι απαιτούν εξατομικευμένη εφαρμογή για κάθε εκμετάλλευση από διαπιστευμένους εμπειρογνώμονες. Επιπλέον, έως την 1η Ιουλίου 2016, η χωρητικότητα αποθηκεύσεως μπορεί να συνεχίσει να υπολογίζεται βάσει των προβλεπομένων στην απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001 ανακριβών περιόδων απαγορεύσεως της διασποράς. Εν πάση περιπτώσει, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι πραγματικός σκοπός της εν λόγω μεθόδου είναι η προσαρμογή της χωρητικότητας αποθηκεύσεως στις ανάγκες οικονομικής και γεωπονικής φύσεως κάθε εκμεταλλεύσεως και όχι στις περιόδους απαγορεύσεως της διασποράς.

    69

    Με το τρίτο σκέλος της αιτιάσεως αυτής, η Επιτροπή παρατηρεί ότι σχεδόν στο σύνολό τους τα προγράμματα δράσεως των διαμερισμάτων επιτρέπουν την άμεση αποθήκευση συμπαγούς κοπροσωρού στον αγρό για χρονικό διάστημα δέκα μηνών. Κατά το εν λόγω θεσμικό όργανο, αυτό το είδος αποθηκεύσεως για ένα τέτοιο χρονικό διάστημα, χωρίς στεγανοποίηση έναντι του εδάφους ή κάλυψη, ενέχει σημαντικούς κινδύνους ρυπάνσεως των υδάτων και πρέπει να απαγορευθεί. Με το υπόμνημά της απαντήσεως, η Επιτροπή προσθέτει ότι οι εθνικές αρχές αδυνατούν να ελέγξουν τη διάρκεια της αποθηκεύσεως αυτής, διότι η απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 δεν επιβάλλει στον γεωργό την υποχρέωση καταχωρίσεως της ημερομηνίας εναποθέσεως στον αγρό.

    70

    Η Γαλλική Δημοκρατία αμφισβητεί την άποψη της Επιτροπής. Υποστηρίζει ότι η μέθοδος DEXEL λαμβάνει υπόψη όλες τις σχετικές παραμέτρους για τον αξιόπιστο προσδιορισμό των αναγκών αποθηκεύσεως κάθε εκμεταλλεύσεως που βρίσκεται σε ευπρόσβλητη περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων λόγω κλιματικών συνθηκών. Η εφαρμογή της μεθόδου αυτής καταλήγει, κατά συνέπεια, σε μια ελάχιστη χωρητικότητα αποθηκεύσεως που υπερβαίνει την χωρητικότητα που απαιτείται για την αποθήκευση κατά τη διάρκεια της μεγαλύτερης περιόδου κατά την οποία απαγορεύεται η διασπορά. Κατά το εν λόγω κράτος μέλος, η επιβολή περιόδου αποθηκεύσεως έξι μηνών για την πλειονότητα των γαλλικών περιφερειών και πέντε μηνών για τις περιφέρειες της Νότιας Γαλλίας δεν παρέχει τη δυνατότητα συνεκτιμήσεως της ποικιλομορφίας των εκμεταλλεύσεων και των γαλλικών συνθηκών εδαφοκλιματικής και γεωπονικής φύσεως.

    71

    Όσον αφορά το τρίτο σκέλος της δεύτερης αιτιάσεως που προβάλλει η Επιτροπή, η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει, κατ’ αρχάς, ότι είναι απαράδεκτo, καθόσον αμφισβητεί ακόμη και επί της αρχής τη δυνατότητα χορηγήσεως άδειας αποθηκεύσεως συμπαγούς κοπροσωρού στον αγρό, τους όρους υπό τους οποίους πραγματοποιείται η αποθήκευση αυτή, καθώς και τον τρόπο ελέγχου των εφαρμοστέων εθνικών κανόνων, για τον λόγο ότι οι επικρίσεις της Επιτροπής, κατά τη διάρκεια της προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας, επικεντρώθηκαν μόνο στην υπέρμετρη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία επιτρέπεται αυτό το είδος αποθηκεύσεως.

    72

    Επί της ουσίας αυτού του σκέλους, η Γαλλική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι η απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011, η οποία προβλέπει τις ίδιες απαιτήσεις με εκείνες που είχαν τεθεί προηγουμένως με τα προγράμματα δράσεως των διαμερισμάτων, ορίζει ότι η αποθήκευση στον αγρό μπορεί να πραγματοποιείται μόνο μετά την παρέλευση διμήνου αποθηκεύσεως σε κτίριο και υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει δυνατότητα διαρροής της κόπρου. Οι απαιτήσεις αυτές καθιστούν δυνατή την αποτροπή κάθε κινδύνου ρυπάνσεως των υδάτων.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    – Επί του παραδεκτού

    73

    Όσον αφορά το παραδεκτό της δεύτερης αιτιάσεως της Επιτροπής πρέπει να διαπιστωθεί ότι η Επιτροπή, με την αιτιολογημένη γνώμη, δεν επέκρινε ούτε τη δυνατότητα χορηγήσεως αδείας αποθηκεύσεως συμπαγούς κοπροσωρού στον αγρό, δεδομένου ότι αποδέχθηκε τη δυνατότητα τέτοιας αποθηκεύσεως εφόσον περιορίζεται χρονικώς σε μερικές εβδομάδες, ούτε την αδυναμία επαληθεύσεως εκ μέρους των αρχών της πραγματικής διάρκειας αυτού του είδους αποθηκεύσεως.

    74

    Πρέπει να υπομνησθεί συναφώς ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, το αντικείμενο προσφυγής που ασκείται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 258 ΣΛΕΕ καθορίζεται από την προβλεπόμενη στην εν λόγω διάταξη προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία και, συνεπώς, δεν μπορεί πλέον να διευρυνθεί κατά τη διάρκεια της ένδικης διαδικασίας. Η αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής και η προσφυγή πρέπει να στηρίζονται στους ίδιους ισχυρισμούς, με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να μη μπορεί να εξετάσει αιτίαση που δεν έχει διατυπωθεί στην αιτιολογημένη γνώμη, η οποία πρέπει να περιλαμβάνει συνεκτική και λεπτομερή παράθεση των λόγων που έπεισαν την Επιτροπή ότι το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος παρέβη μια από τις υποχρεώσεις που υπέχει από τη Συνθήκη (βλ. αποφάσεις Επιτροπή κατά Γερμανίας, C‑160/08, EU:C:2010:230, σκέψη 43, και Επιτροπή κατά Ισπανίας, C‑67/12, EU:C:2014:5, σκέψη 52).

    75

    Κατά συνέπεια, η δεύτερη αιτίαση της Επιτροπής, στο μέτρο που προσάπτει στη Γαλλική Δημοκρατία πρόσθετες παραβάσεις σε σχέση με εκείνες που περιλαμβάνονται στην αιτιολογημένη γνώμη, πρέπει να κριθεί απαράδεκτη.

    76

    Αντιθέτως, όσον αφορά τους όρους υπό τους οποίους πραγματοποιείται η αποθήκευση συμπαγούς κοπροσωρού στον αγρό, πρέπει να παρατηρηθεί ότι η αιτίαση διατυπώθηκε με παρεμφερή τρόπο τόσο στο προ της ασκήσεως της προσφυγής στάδιο όσο και κατά τη διάρκεια της ένδικης διαδικασίας. Συγκεκριμένα, η αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής προέβαλε ήδη τους κινδύνους ρυπάνσεως των υδάτων που έχουν σχέση με το εν λόγω είδος αποθηκεύσεως, ακριβώς λόγω των προϋποθέσεων υπό τις οποίες αυτή επιτρέπεται, και τούτο παρά τα στοιχεία που είχαν διαβιβαστεί από τη Γαλλική Δημοκρατία, σχετικά με τα προαπαιτούμενα για την πραγματοποίηση μιας τέτοιας αποθηκεύσεως.

    77

    Υπό τις συνθήκες αυτές πρέπει να διαπιστωθεί ότι η Επιτροπή δεν διηύρυνε την αιτίασή της επ’ αυτού του σημείου και περιορίστηκε απλώς στο να διευκρινίσει, με την προσφυγή της, τις επικρίσεις που αφορούσαν τις εν λόγω προϋποθέσεις και επιταγές, μεταξύ άλλων, προκειμένου να απαντήσει στα επιχειρήματα που προέβαλε η Γαλλική Δημοκρατία.

    78

    Συνεπώς, όσον αφορά τους όρους υπό τους οποίους πραγματοποιείται η αποθήκευση συμπαγούς κοπροσωρού στον αγρό, η δεύτερη αιτίαση της Επιτροπής πρέπει να κριθεί παραδεκτή.

    79

    Περαιτέρω πρέπει να επισημανθεί ότι, όπως προκύπτει από τη σκέψη 51 της παρούσας αποφάσεως, η Επιτροπή ζητεί παραδεκτώς, σύμφωνα με το αίτημα που υπέβαλε συναφώς με το υπόμνημά της απαντήσεως, να αναγνωρισθεί η ύπαρξη παραβάσεως σε σχέση με τις διατάξεις της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011, στο μέτρο που η απόφαση αυτή επαναλαμβάνει απλώς τις επιταγές των προγραμμάτων δράσεως των διαμερισμάτων όσον αφορά την αποθήκευση κόπρου στον αγρό.

    – Επί της ουσίας

    80

    Εκ προοιμίου πρέπει να επισημανθεί ότι, κατά το άρθρο 2, μέρος I, 1o, της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011, οι διατάξεις της αποφάσεως αυτής περί των δοχείων αποθηκεύσεως κόπρου έπρεπε να τεθούν σε εφαρμογή από τη δημοσίευση της αποφάσεως αυτής, δηλαδή πριν από την παρέλευση της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας. Συνεπώς, για τους λόγους που εκτίθενται στις σκέψεις 52 έως 54 της παρούσας αποφάσεως, οι εν λόγω διατάξεις πρέπει να ληφθούν υπόψη στο πλαίσιο της υπό κρίση προσφυγής.

    81

    Επί της ουσίας της αιτιάσεως αυτής πρέπει να υπoμνησθεί ότι, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676, σε συνδυασμό με τα παραρτήματα II, A, σημείο 5, και III, παράγραφος 1, σημείο 2, αυτής, αφενός, τα προγράμματα δράσεως πρέπει να περιέχουν κανόνες σχετικά με τη χωρητικότητα και την κατασκευή των δοχείων αποθηκεύσεως κόπρου, με σκοπό την αποτροπή της ρυπάνσεως των υδάτων. Αφετέρου, η προβλεπόμενη χωρητικότητα αποθηκεύσεως πρέπει να υπερβαίνει τη χωρητικότητα που απαιτείται για αποθήκευση κατά τη διάρκεια της μεγαλύτερης περιόδου κατά την οποία απαγορεύεται η διασπορά στην ευπρόσβλητη περιοχή, εκτός εάν μπορεί να αποδειχθεί ότι κάθε πλεονάζουσα ποσότητα κοπριάς πέραν από όση όντως χωρούν τα δοχεία θα διατίθεται κατά τρόπο αβλαβή για το περιβάλλον.

    82

    Όσον αφορά το πρώτο σκέλος της δεύτερης αιτιάσεως πρέπει να επισημανθεί ότι το παράρτημα I, μέρος II, 1o, της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011 προβλέπει ότι κάθε κτηνοτροφική μονάδα που βρίσκεται σε ευπρόσβλητη περιοχή πρέπει να διαθέτει δοχεία αποθηκεύσεως των οποίων η χωρητικότητα πρέπει να καλύπτει τουλάχιστον, λαμβανομένων υπόψη των δυνατοτήτων επεξεργασίας ή εξαλείψεως της κόπρου αυτής χωρίς διακινδύνευση της ποιότητας των υδάτων, τις ελάχιστες περιόδους απαγορεύσεως διασποράς και να λαμβάνει υπόψη τους πρόσθετους κινδύνους που συνδέονται με τις κλιματικές συνθήκες. Η απαιτούμενη ελάχιστη χωρητικότητα αποθηκεύσεως πρέπει να εκφράζεται σε εβδομάδες αποθηκεύσεως κόπρου.

    83

    Για τον υπολογισμό της αναγκαίας χωρητικότητας αποθηκεύσεως, το άρθρο 2, μέρος I, 1o, της αποφάσεως αυτής επιβάλλει μια διαγνωστική μέθοδο που καλείται DEXEL. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφίας, η μέθοδος αυτή εφαρμόζεται από διαπιστευμένο εμπειρογνώμονα σε συνεργασία με τον γεωργό. Επιτρέπει τον υπολογισμό της χωρητικότητας αποθηκεύσεως στερεάς και υγρής κόπρου, βάσει των χαρακτηριστικών κάθε εκμεταλλεύσεως και παρέχοντας στους γεωργούς τη δυνατότητα διασποράς κατά την καλύτερη χρονική στιγμή σε συνάρτηση με τις ανάγκες των καλλιεργειών. Από τα εν λόγω στοιχεία προκύπτει, επίσης, ότι η μεθοδολογία και ο τρόπος υπολογισμού επί των οποίων στηρίζεται η εν λόγω διαγνωστική μέθοδος καθορίζονται λεπτομερώς, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων σχετικά με τη μηνιαία παραγωγή κόπρου ανά είδος ζώου.

    84

    Καίτοι η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η μέθοδος DEXEL δεν είναι ενδεδειγμένη για τον υπολογισμό της απαιτούμενης χωρητικότητας αποθηκεύσεως, διαπιστώνεται ότι δεν αποδεικνύει για ποιον λόγο ακριβώς η εν λόγω μέθοδος είναι εκ φύσεως ελαττωματική.

    85

    Ειδικότερα, δεν μπορεί να γίνει δεκτή η επίκριση της Επιτροπής σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των διαπιστευμένων εμπειρογνωμόνων και των γεωργών στο πλαίσιο της μεθόδου DEXEL. Συγκεκριμένα, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 65 των προτάσεών της, η εμπλοκή εμπειρογνωμόνων για την εφαρμογή της οδηγίας 91/676 ουδόλως αποκλείεται από την οδηγία αυτή.

    86

    Επιπλέον, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η Επιτροπή, από τα στοιχεία που υποβλήθηκαν στο Δικαστήριο σχετικά με τη μέθοδο DEXEL δεν προκύπτει ότι η χωρητικότητα αποθηκεύσεως υπολογίζεται κατά παράβαση των επιταγών της οδηγίας 91/676.

    87

    Συνεπώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το πρώτο σκέλος της δεύτερης αιτιάσεως της Επιτροπής δεν είναι βάσιμο.

    88

    Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος της δεύτερης αιτιάσεως, διαπιστώνεται, κατ’ αρχάς, ότι η απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 ορίζει ότι για τον σχεδιασμό των δοχείων αποθηκεύσεως πρέπει να λαμβάνονται υπόψη πρόσθετοι κίνδυνοι που συνδέονται με τις κλιματικές συνθήκες. Συνεπώς, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει η Επιτροπή, για την απαιτούμενη από την εθνική ρύθμιση χωρητικότητα αποθηκεύσεως πρέπει να προβλέπεται ένα περιθώριο ασφαλείας, το οποίο να παρέχει τη δυνατότητα αυξήσεως του αποθηκευτικού όγκου, όταν η διασπορά δεν είναι δυνατή για κλιματικούς λόγους.

    89

    Ακολούθως, όσον αφορά τις ελάχιστες περιόδους αποθηκεύσεως οι οποίες έπρεπε, κατά την Επιτροπή, να οριστούν για τις διάφορες γαλλικές περιφέρειες, αρκεί να επισημανθεί, αφενός, ότι, όπως προκύπτει από την επιστημονική μελέτη που προσκόμισε η Επιτροπή, στις γαλλικές περιφέρειες που βρίσκονται στη μεσογειακή εδαφοκλιματική ζώνη θα αρκούσε μια χωρητικότητα αποθηκεύσεως διάρκειας τεσσάρων μόνο μηνών.

    90

    Αφετέρου, από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει, επίσης, ότι ιδιαίτεροι παράγοντες σε κάθε εκμετάλλευση, όπως τα είδη της παραγόμενης κόπρου και οι υπάρχουσες καλλιέργειες μπορούν να επηρεάζουν την απαιτούμενη χωρητικότητα αποθηκεύσεως. Τα επιστημονικά δεδομένα που επικαλείται συναφώς η Γαλλική Δημοκρατία, τα οποία δεν αμφισβητεί η Επιτροπή, καταδεικνύουν ειδικότερα ότι είναι μειωμένοι οι κίνδυνοι ρυπάνσεως που συνδέονται με τα συστήματα εκτροφής, τα οποία παράγουν μόνο σταθερά οργανικά λιπάσματα τύπου I, ιδίως αν πρόκειται για συστήματα βοσκής χλωράς νομής.

    91

    Τέλος πρέπει να παρατηρηθεί ότι το άρθρο 2, μέρος I, 2o, της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011 επιτρέπει, κατά τη διάρκεια ενός χρονικού διαστήματος το οποίο μπορεί να παραταθεί έως την 1η Ιουλίου 2016, τον υπολογισμό της χωρητικότητας αποθηκεύσεως βάσει του προβλεπομένου με την απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001 χρονοδιαγράμματος απαγορεύσεως διασποράς, το οποίο, όπως διαπιστώθηκε στη σκέψη 64 της παρούσας αποφάσεως, δεν συνάδει με τις επιταγές της οδηγίας 91/676. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή ορθώς υποστηρίζει ότι η Γαλλική Δημοκρατία δεν θέσπισε κανόνες που να διασφαλίζουν ότι οι εκμεταλλεύσεις διαθέτουν επαρκή χωρητικότητα αποθηκεύσεως.

    92

    Συνεπώς, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το δεύτερο σκέλος της δεύτερης αιτιάσεως της Επιτροπής είναι βάσιμο, στο μέτρο που αυτή υποστηρίζει ότι, καθ’ όλο το διάστημα έως την 1η Ιουλίου 2016, μπορεί να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της χωρητικότητας αποθηκεύσεως ένα ασύμβατο προς τις επιταγές της οδηγίας 91/676 χρονοδιάγραμμα απαγορεύσεως διασποράς.

    93

    Όσον αφορά το τρίτο σκέλος της δεύτερης αιτιάσεως της Επιτροπής, από τα στοιχεία της ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφίας που δεν αμφισβητήθηκαν από τη Γαλλική Δημοκρατία προκύπτει ότι, κατόπιν αποθηκεύσεώς του σε στεγασμένο χώρο κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων μηνών, ο συμπαγής κοπροσωρός εξακολουθεί να απελευθερώνει άζωτο, έστω αργά και προοδευτικά. Από τα ανωτέρω προκύπτει, εξάλλου, ότι είναι προσωρινό το στάδιο της καθαρής ανοργανοποιήσεως του αζώτου που απελευθερώνεται στο έδαφος, κατά τη διάρκεια του οποίου είναι ασθενής ο κίνδυνος ρυπάνσεως από τέτοιου είδους λιπάσματα. Συγκεκριμένα, όταν η λίπανση πραγματοποιείται το φθινόπωρο, το εν λόγω φαινόμενο διαρκεί κατ’ αρχήν έως το τέλος του χειμώνα.

    94

    Συνεπώς, δεδομένου ότι η άμεση αποθήκευση κόπρου στον αγρό και χωρίς κάλυψη επιτρέπεται για μέγιστο χρονικό διάστημα δέκα μηνών, το οποίο μπορεί να παραταθεί πέραν του σταδίου καθαρής ανοργανοποιήσεως του αζώτου, δεν μπορεί να αποκλειστεί ο κίνδυνος ρυπάνσεως των υδάτων από τον συγκεκριμένο τρόπο αποθηκεύσεως.

    95

    Κατόπιν των προεκτεθέντων διαπιστώνεται ότι το τρίτο σκέλος της δεύτερης αιτιάσεως που προβάλλει η Επιτροπή προς στήριξη της προσφυγής της είναι βάσιμο.

    96

    Υπό τις συνθήκες αυτές πρέπει να κριθεί βάσιμη η δεύτερη αιτίαση της Επιτροπής, καθόσον η εθνική κανονιστική ρύθμιση, αφενός, προβλέπει ότι, καθ’ όλο το διάστημα έως την 1η Ιουλίου 2016, μπορεί να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της χωρητικότητας αποθηκεύσεως ένα ασύμβατο προς τις επιταγές της οδηγίας 91/676 χρονοδιάγραμμα απαγορεύσεως διασποράς και, αφετέρου, επιτρέπει την αποθήκευση συμπαγούς κοπροσωρού στον αγρό για χρονικό διάστημα δέκα μηνών.

    Επί της τρίτης αιτιάσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676, σε συνδυασμό με το παράρτημα III, παράγραφος 1, σημείο 3, της οδηγίας αυτής

    Επιχειρήματα των διαδίκων

    97

    Με την τρίτη αιτίασή της, η Επιτροπή προσάπτει στη Γαλλική Δημοκρατία ότι δεν θέσπισε κανόνες που να παρέχουν στους γεωργούς και στις ελεγκτικές αρχές τη δυνατότητα επακριβούς υπολογισμού της ποσότητας αζώτου που μπορεί να διασπαρθεί για να διασφαλιστεί ισόρροπη λίπανση.

    98

    Προς στήριξη της αιτιάσεως αυτής, το εν λόγω θεσμικό όργανο υποστηρίζει ότι, καίτοι η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001 προέβλεψε την εφαρμογή της επονομαζόμενης «μεθόδου του προβλεπόμενου ισολογισμού», για τον υπολογισμό της εκλυόμενης ποσότητας αζώτου, τα προγράμματα δράσεως των διαμερισμάτων, στην πλειονότητά τους, είτε δεν ορίζουν όλα τα αναγκαία στοιχεία υπολογισμού (τις ανάγκες κάθε καλλιέργειας και λειμώνα σε άζωτο, την αποτελεσματικότητα του αζώτου στα λιπάσματα, το άζωτο που περιέχεται στο έδαφος και στη ζωική κόπρο κ.λπ.) είτε παρουσιάζουν τα στοιχεία αυτά με τόσο περίπλοκο τρόπο που ουδόλως διασφαλίζεται η ορθή εφαρμογή τους. Κατά την Επιτροπή, εάν ορίζονταν μέγιστα επιτρεπόμενα ποσοτικά όρια συνολικής εισροής αζώτου στο έδαφος για τις διάφορες καλλιέργειες, θα ήταν δυνατή η αντιμετώπιση των δυσχερειών εφαρμογής της εν λόγω μεθόδου και η πλήρωση της απαιτήσεως περί ασφάλειας δικαίου.

    99

    Η Επιτροπή επισημαίνει, επίσης, με το υπόμνημά της απαντήσεως, ότι με την απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 ορίστηκαν μόνον οι βασικές αρχές της μεθόδου του προβλεπόμενου ισολογισμού, ενώ ο καθορισμός των στοιχείων αναφοράς σε περιφερειακό επίπεδο για τη λειτουργική εφαρμογή της μεθόδου αυτής ανατέθηκε στους περιφερειάρχες κατόπιν προτάσεως των περιφερειακών ομάδων εμπειρογνωμόνων στον τομέα των «νιτρικών αλάτων». Η Επιτροπή επικρίνει, ακολούθως, τις διατάξεις τόσο της εν λόγω αποφάσεως όσο και των σχετικών με την εφαρμογή της αποφάσεων των περιφερειαρχών.

    100

    Η Γαλλική Δημοκρατία εκτιμά ότι η μέθοδος του προβλεπόμενου ισολογισμού αρκεί για να διασφαλιστεί η ισόρροπη λίπανση με αζωτούχα λιπάσματα, διότι επιτρέπει τον καθορισμό κανόνων χρήσεως που περιορίζουν στην πηγή τη διασπειρόμενη δόση λιπασμάτων λαμβανομένων υπόψη των χαρακτηριστικών γεωπονικής και εδαφοκλιματικής φύσεως κάθε εκμεταλλεύσεως.

    101

    Περαιτέρω, το εν λόγω κράτος μέλος υποστηρίζει ότι οι τροποποιήσεις που επήλθαν με την απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 μπορούν να διασφαλίσουν την ορθή εφαρμογή της αρχής της ισόρροπης λιπάνσεως. Επισημαίνει, συναφώς, ότι η απόφαση αυτή περιέχει πλέον ρητή αναφορά στη μέθοδο υπολογισμού του προβλεπόμενου ισολογισμού και παραπέμπει σε ηλεκτρονικά διαθέσιμα έγγραφα που αφορούν λεπτομερώς τη μέθοδο αυτή. Επιπλέον, η εν λόγω απόφαση καθορίζει τις αναγκαίες προϋποθέσεις για τον υπολογισμό της ισόρροπης δόσεως αζώτου, οι οποίες είναι άμεσα αντιτάξιμες στους γεωργούς χωρίς να απαιτείται η έκδοση των αποφάσεων των περιφερειαρχών για τα λειτουργικά στοιχεία αναφοράς σε περιφερειακό επίπεδο.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    – Επί του παραδεκτού

    102

    Όσον αφορά το παραδεκτό της τρίτης αιτιάσεως της Επιτροπής πρέπει να παρατηρηθεί ότι το εν λόγω θεσμικό όργανο προσάπτει, για πρώτη φορά με το υπόμνημά του απαντήσεως, στη Γαλλική Δημοκρατία παραβάσεις σχετικές με τις διατάξεις της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011 και των αποφάσεων των περιφερειαρχών που δεν επαναλαμβάνουν απλώς το περιεχόμενο των διατάξεων της αποφάσεως της 6ης Μαρτίου 2001.

    103

    Κατά συνέπεια, καθόσον, με την αιτίαση αυτή, η Επιτροπή προσάπτει στη Γαλλική Δημοκρατία πρόσθετες παραβάσεις οι οποίες δεν περιλαμβάνονται ούτε στην αιτιολογημένη γνώμη ούτε στο δικόγραφο της προσφυγής, τούτη πρέπει, όπως προκύπτει από τις σκέψεις 49 και 74 της παρούσας αποφάσεως, να απορριφθεί ως απαράδεκτη.

    – Επί της ουσίας

    104

    Εκ προοιμίου διαπιστώνεται ότι, κατά το άρθρο 2, μέρος II, της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011, οι διατάξεις της αποφάσεως αυτής που επιβάλλουν υποχρεώσεις στους γεωργούς κατά τη διασπορά αζωτούχων λιπασμάτων σε ευπρόσβλητη περιοχή έπρεπε να τεθούν σε ισχύ μόλις από την 1η Σεπτεμβρίου 2012, δηλαδή μετά την προθεσμία που έτασσε η αιτιολογημένη γνώμη.

    105

    Επιπλέον, δεν αμφισβητείται ότι, κατά τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, δεν είχαν ακόμη οριστεί τα αναγκαία στοιχεία αναφοράς σε περιφερειακό επίπεδο για την εφαρμογή των διατάξεων της αποφάσεως αυτής σχετικά με τον υπολογισμό της ποσότητας αζώτου που εκλύουν τα λιπάσματα σύμφωνα με τη μέθοδο του προβλεπόμενου ισολογισμού.

    106

    Κατά συνέπεια, για τους λόγους που εκτίθενται στις σκέψεις 52 έως 54 της παρούσας αποφάσεως, δεν απαιτείται να εξεταστεί εάν οι τροποποιήσεις που επέφερε η εν λόγω απόφαση θα μπορούσαν να αποτελέσουν έγκυρη εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το παράρτημα III, παράγραφος 1, σημείο 3, της οδηγίας 91/676.

    107

    Περαιτέρω πρέπει να υπoμνησθεί ότι, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676, σε συνδυασμό με το παράρτημα III, παράγραφος 1, σημείο 3, αυτής, τα μέτρα που πρέπει να περιλαμβάνονται στα προγράμματα δράσεως περιλαμβάνουν κανόνες σχετικά με τον περιορισμό της διασποράς λιπασμάτων βάσει της ισορροπίας μεταξύ των προβλεπομένων αναγκών των καλλιεργειών σε άζωτο και της ποσότητας αζώτου που διατίθεται για τις καλλιέργειες από το έδαφος.

    108

    Εν προκειμένω διαπιστώνεται ότι, καίτοι από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει ότι η συλλογιστική επί της οποίας στηρίζεται η μέθοδος του προβλεπόμενου ισολογισμού θα έπρεπε, κατ’ αρχήν, να έχει ως αποτέλεσμα τη βέλτιστη διάθεση αζώτου για κάθε καλλιέργεια, εντούτοις η Γαλλική Δημοκρατία αναγνωρίζει ότι οι διατάξεις της αποφάσεως της 6ης Μαρτίου 2001, σχετικά με την ισόρροπη λίπανση με αζωτούχα λιπάσματα, δεν μπορούν να διασφαλίσουν την πλήρη εφαρμογή του παραρτήματος III, παράγραφος 1, σημείο 3, της οδηγίας 91/676 κατά τρόπο αρκούντως σαφή και ακριβή.

    109

    Πρέπει να επισημανθεί συναφώς ότι, τόσο στο πλαίσιο της υπό κρίση προσφυγής όσο και κατά το προ της ασκήσεως της προσφυγής στάδιο, το εν λόγω κράτος μέλος περιορίστηκε στο να επιφέρει τροποποιήσεις με την απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 προκειμένου να θέσει σε εφαρμογή την «απλή και ευανάγνωστη» μέθοδο του προβλεπόμενου ισολογισμού και να παράσχει στους γεωργούς και στις ελεγκτικές αρχές τη δυνατότητα ορθού υπολογισμού της ποσότητας αζώτου που μπορεί να διασπαρθεί για να διασφαλιστεί η ισόρροπη λίπανση, η οποία αποτελεί σκοπό της οδηγίας 91/676, γεγονός το οποίο αποδεικνύει με επαρκή βεβαιότητα ότι τούτο δεν ίσχυε υπό το καθεστώς της αποφάσεως της 6ης Μαρτίου 2001.

    110

    Κατά συνέπεια πρέπει να κριθεί βάσιμη η τρίτη αιτίαση που προβάλλει η Επιτροπή προς στήριξη της προσφυγής της.

    Επί της τέταρτης αιτιάσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676, σε συνδυασμό με το παράρτημα III, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής

    111

    Εκ προοιμίου πρέπει να διευκρινιστεί ότι η Επιτροπή, με το υπόμνημά της απαντήσεως, αφού έλαβε γνώση των επιχειρημάτων που προέβαλαν οι γαλλικές αρχές με το υπόμνημά τους αντικρούσεως, αποφάσισε να παραιτηθεί από μέρος της τέταρτης αιτιάσεώς της, στο μέτρο που αφορούσε τις καθοριζόμενες για την υγρή κόπρο των χοίρων τιμές απορρίψεως αζώτου, το οποίο, συνεπώς, δεν αποτελεί πλέον αντικείμενο της υπό κρίση προσφυγής.

    Επιχειρήματα των διαδίκων

    112

    Με την τέταρτη αιτίασή της, η οποία διαιρείται σε οκτώ σκέλη, η Επιτροπή διατείνεται, στηριζόμενη σε επιστημονικές μελέτες, ότι οι τιμές απορρίψεως αζώτου που προβλέπει η εγκύκλιος της 15ης Μαΐου 2003 για διάφορα είδη ζώων, στις οποίες παραπέμπει μεγάλο μέρος των προγραμμάτων δράσεως των διαμερισμάτων, υπολογίστηκαν βάσει ανακριβών ποσοτήτων απεκκρινομένου με τα περιττώματα των ζώων αζώτου ή υπέρμετρων συντελεστών απώλειας αζώτου διά της εξατμίσεως. Η εγκύκλιος αυτή δεν μπορεί, συνεπώς, να διασφαλίσει την τήρηση του ορίου διασποράς λιπασμάτων, το οποίο προβλέπεται από την οδηγία 91/676 σε 170 χιλιόγραμμα αζώτου ανά εκτάριο ετησίως. Τα οκτώ σκέλη που περιέχει η αιτίαση αυτή της Επιτροπής αντλούνται, συνεπώς, αντιστοίχως από:

    τον προσδιορισμό των τιμών για τις γαλακτοφόρες αγελάδες βάσει ανακριβούς ποσότητας απεκκρινομένου αζώτου και εσφαλμένου συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %·

    τον προσδιορισμό των τιμών για τα άλλα βοοειδή βάσει εσφαλμένου συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %·

    τον μη καθορισμό τιμών απορρίψεως αζώτου για τη στερεά κόπρο όσον αφορά τους χοίρους·

    τον προσδιορισμό τιμών για τα πουλερικά βάσει εσφαλμένου συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 60 %·

    τον προσδιορισμό τιμών για τα βοοειδή βάσει εσφαλμένου συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %·

    τον προσδιορισμό τιμών για τις αίγες βάσει εσφαλμένου συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %·

    τον προσδιορισμό τιμών για τους ίππους βάσει εσφαλμένου συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %, και

    τον προσδιορισμό τιμών για τους κονίκλους βάσει εσφαλμένου συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 60 %.

    113

    Με το πρώτο σκέλος της τέταρτης αιτιάσεώς της, η Επιτροπή εκτιμά, αφενός, ότι η καθοριζόμενη για τις γαλακτοφόρες αγελάδες τιμή απορρίψεως αζώτου στηρίζεται σε ποσότητα απεκκρινομένου αζώτου, η οποία δεν λαμβάνει υπόψη τα διάφορα επίπεδα γαλακτοπαραγωγής, ενώ το άζωτο που περιέχεται στη ζωική κόπρο ποικίλλει αναλόγως του ποσοστού γάλακτος που παράγει το ζώο και ότι πολλές γαλλικές περιφέρειες χαρακτηρίζονται από εντατική παραγωγή. Αφετέρου, η εν λόγω τιμή στηρίζεται σε πολύ υψηλό συντελεστή εξατμίσεως, ενώ ο μέσος συντελεστής εξατμίσεως πρέπει να υπολογίζεται στο 24 %.

    114

    Επιπλέον, το εν λόγω θεσμικό όργανο υποστηρίζει ότι η μεταβατική διάταξη που προβλέπει το παράρτημα II, μέρος B, της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011, δυνάμει της οποίας, για το χρονικό διάστημα από 1ης Σεπτεμβρίου 2012 έως 31 Αυγούστου 2013, ισχύει μια ενδιάμεση τιμή για τις εκμεταλλεύσεις εκτροφής γαλακτοφόρων αγελάδων που διαθέτουν βοσκότοπους σε ποσοστό άνω του 75 % της κύριας κτηνοτροφικής εκτάσεως, συνεπάγεται υπερλίπανση των γαιών και παρέκκλιση από την τήρηση του ανωτάτου ορίου των 170 χιλιογράμμων αζώτου ανά εκτάριο ετησίως.

    115

    Με το δεύτερο σκέλος της τέταρτης αιτιάσεώς της, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ο συντελεστής εξατμίσεως που ισχύει για τα άλλα βοοειδή είναι πολύ υψηλός, καθόσον ο συντελεστής εξατμίσεως βάσει των επιστημονικών δεδομένων είναι κατώτερος του 21 %. Με το υπόμνημά της απαντήσεως, η Επιτροπή αμφισβητεί, επίσης, τις ποσότητες απεκκρινόμενου αζώτου που δέχεται η Γαλλική Δημοκρατία για τον καθορισμό των εν λόγω τιμών.

    116

    Με το τρίτο σκέλος της αιτιάσεως αυτής, η Επιτροπή εκτιμά ότι θα έπρεπε, επίσης, να καθοριστούν τιμές απορρίψεως αζώτου για τη στερεά κόπρο των χοίρων.

    117

    Στο πλαίσιο του τετάρτου σκέλους της εν λόγω αιτιάσεως, η Επιτροπή επισημαίνει ότι ο προτεινόμενος στην επιστημονική βιβλιογραφία συντελεστής εξατμίσεως της κόπρου είναι της τάξεως του 30 %. Συνεπώς, για τα πουλερικά που παράγουν κόπρο, οι καθοριζόμενες από τη γαλλική ρύθμιση τιμές έχουν, κατά τη γνώμη της, ως αποτέλεσμα να υποτιμάται σημαντικά η περιεκτικότητα της κόπρου σε άζωτο το οποίο μπορεί να εκλυθεί στο περιβάλλον.

    118

    Με το πέμπτο και το έκτο σκέλος της ίδιας αιτιάσεως, το εν λόγω θεσμικό όργανο υποστηρίζει ότι οι συντελεστές εξατμίσεως που ισχύουν για τα αιγοπρόβατα είναι πολύ υψηλοί, καθόσον στις επιστημονικές μελέτες αναφέρονται συντελεστές της τάξεως του 9,5 %.

    119

    Όσον αφορά το έβδομο σκέλος της τέταρτης αιτιάσεώς της, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η επιστημονική βιβλιογραφία προκρίνει σε σχέση με τους ίππους κατώτερο συντελεστή εξατμίσεως, της τάξεως του 13,1 %, σε σχέση με τον προβλεπόμενο από την εθνική κανονιστική ρύθμιση.

    120

    Τέλος, με το όγδοο σκέλος της αιτιάσεως αυτής, η Επιτροπή διατείνεται ότι ο συντελεστής εξατμίσεως που προβλέπει η εθνική κανονιστική ρύθμιση για τους κονίκλους είναι, επίσης, πολύ υψηλός. Επισημαίνει, συναφώς, ότι διάφορες επιστημονικές μελέτες προκρίνουν συντελεστές της τάξεως του 28 % και του 44 %.

    121

    Η Γαλλική Δημοκρατία ανταπαντά, κατ’ αρχάς, ότι είναι εσφαλμένες οι τιμές απορρίψεως αζώτου που υπολογίζει εκ νέου η Επιτροπή εφαρμόζοντας τους κατά τη γνώμη της ενδεικνυόμενους συντελεστές εξατμίσεως, στο μέτρο που οι εν λόγω συντελεστές πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στις ποσότητες αζώτου που απορρίπτονται κατά την αποθήκευση σε στεγασμένους χώρους. Η Επιτροπή, όμως, εφάρμοσε τους ανωτέρω συντελεστές και στην απορριπτόμενη στην ύπαιθρο ποσότητα αζώτου.

    122

    Το εν λόγω κράτος μέλος είναι, επίσης, της γνώμης ότι η επίκριση της Επιτροπής όσον αφορά τις προβλεπόμενες για τα βοοειδή, πλην των γαλακτοφόρων αγελάδων, ποσότητες απεκκρινομένου αζώτου είναι απαράδεκτη, διότι προβάλλεται για πρώτη φορά με το υπόμνημα απαντήσεως.

    123

    Ακολούθως, η Γαλλική Δημοκρατία επισημαίνει ότι, εφεξής, η απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011, αφενός, προβλέπει κατώτερο συντελεστή εξατμίσεως, δηλαδή της τάξεως του 25 %, για τις γαλακτοφόρες αγελάδες και, αφετέρου, καθορίζει τις τιμές απορρίψεως αζώτου που ισχύουν για τη στερεά κόπρο των χοίρων.

    124

    Τέλος, η Γαλλική Δημοκρατία παρατηρεί ότι οι προβλεπόμενοι από τη γαλλική ρύθμιση συντελεστές εξατμίσεως στηρίζονται στις εργασίες της συντονιστικής επιτροπής για τις γεωργικές πρακτικές που σέβονται το περιβάλλον (στο εξής: Corpen) και ελήφθησαν βάσει ισολογιστικών μεθόδων, οι οποίες εκλαμβάνουν ως τιμή εξατμίσεως τη διαφορά μεταξύ του απεκκρινομένου από τα ζώα αζώτου και του αζώτου που μετριέται στα απόβλητα κτιρίων ή αποθηκών. Οι μέθοδοι αυτοί είναι, κατά την άποψή της, καταλληλότερες για τον υπολογισμό των τιμών απορρίψεως αζώτου από τη μεθοδολογία της άμεσης μετρήσεως στην οποία στηρίζονται οι μελέτες που προσκόμισε η Επιτροπή, η οποία αναλύει τα ρεύματα του αέρα και την περιεκτικότητα σε αέρια που εξέρχονται και εισέρχονται σε κτίρια και εγκαταστάσεις αποθηκεύσεως. Το εν λόγω κράτος μέλος υποστηρίζει ότι, εν πάση περιπτώσει, τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα, τα οποία αφορούν τις εκπομπές αζωτούχων αερίων που παράγονται από τη ζωική κόπρο, καταδεικνύουν πολύ μεγάλη μεταβλητότητα των σχετικών με τις εκπομπές αυτές τιμών.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    – Επί του παραδεκτού

    125

    Όσον αφορά το παραδεκτό της τέταρτης αιτιάσεως που προβάλλει η Επιτροπή πρέπει να επισημανθεί, αφενός, ότι οι επικρίσεις που αφορούν την προβλεπόμενη στο παράρτημα II, μέρος B, της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011, μεταβατική διάταξη, σχετικά με την παραγωγή αζώτου το οποίο μπορεί να απεκκριθεί με τα περιττώματα των γαλακτοφόρων αγελάδων, δεν περιλαμβάνονται στην αιτιολογημένη γνώμη. Αφετέρου, καίτοι με το δικόγραφο της προσφυγής η Επιτροπή δήλωσε ρητώς ότι δεν αμφισβητούσε τις ποσότητες απεκκρινομένου αζώτου που ίσχυαν για τα άλλα βοοειδή, με το υπόμνημά της απαντήσεως, αμφισβητεί τα εν λόγω στοιχεία υπολογισμού.

    126

    Συνεπώς, καθόσον, με την αιτίαση αυτή, η Επιτροπή επικρίνει την ενδιάμεση τιμή που ορίζεται για τις γαλακτοφόρες αγελάδες με τη μεταβατική διάταξη του παραρτήματος II, μέρος B, της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011, καθώς και τις ποσότητες απεκκρινομένου αζώτου που ορίζονται για τα άλλα βοοειδή με την εγκύκλιο της 15ης Μαΐου 2003, η εν λόγω αιτίαση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, για τους λόγους που εκτίθενται στις σκέψεις 49 και 74 της παρούσας αποφάσεως.

    127

    Αντιθέτως, όπως προκύπτει από τη σκέψη 51 της παρούσας αποφάσεως, η Επιτροπή ζητεί παραδεκτώς, σύμφωνα με το αίτημα που υπέβαλε συναφώς με το υπόμνημά της απαντήσεως, να αναγνωρισθεί η ύπαρξη παραβάσεως σε σχέση με τις διατάξεις της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011, οι οποίες προέβλεψαν τις ίδιες τιμές απορρίψεως αζώτου που ίσχυαν για τα βοοειδή, πλην των γαλακτοφόρων αγελάδων, καθώς και για τα πουλερικά, τα αιγοπρόβατα, τους ίππους και τους κονίκλους.

    – Επί της ουσίας

    128

    Εκ προοιμίου πρέπει να διαπιστωθεί ότι, κατά το άρθρο 2, μέρος II, της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011, οι διατάξεις της σχετικά με τον τρόπο υπολογισμού της περιεχομένης στη ζωική κόπρο μέγιστης ποσότητας αζώτου που μπορεί να διασπαρθεί ετησίως σε κάθε εκμετάλλευση έπρεπε να τεθούν σε εφαρμογή μόλις από την 1η Σεπτεμβρίου 2012, δηλαδή μετά την παρέλευση της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας. Το ίδιο ισχύει κατ’ ανάγκη και για τους προβλεπόμενους από την ίδια απόφαση για την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων κανόνες απεκκρίσεως αζώτου ανά είδος ζώου. Συνεπώς, όπως επισημάνθηκε με τις σκέψεις 52 έως 54 της παρούσας αποφάσεως, το Δικαστήριο δεν μπορεί να λάβει υπόψη τις τροποποιήσεις που επήλθαν με την απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011.

    129

    Κατά τα λοιπά πρέπει να υπoμνησθεί ότι το άρθρο 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676, σε συνδυασμό με το παράρτημα III, παράγραφος 2, αυτής, προβλέπει την υποχρέωση περιλήψεως στα προγράμματα δράσεως κανόνων σχετικά με τον περιορισμό της διασποράς των λιπασμάτων, οι οποίοι προορίζονται να διασφαλίσουν ότι «για κάθε γεωργική ή κτηνοτροφική μονάδα, η ποσότητα κόπρου που προστίθεται κάθε χρόνο στο έδαφος, είτε από ανθρώπους είτε από τα ίδια τα ζώα, δεν υπερβαίνει μια καθορισμένη ποσότητα ανά εκτάριο». Ο περιορισμός αυτός αντιστοιχεί στην ποσότητα κόπρου που περιέχει έως 170 χιλιόγραμμα αζώτου, μολονότι τα κράτη μέλη έχουν, υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παράρτημα III, παράγραφος 2, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 91/676, τη δυνατότητα να επιτρέπουν τη διασπορά διαφορετικής ποσότητας κόπρου.

    130

    Όπως προκύπτει από την ενδέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας αυτής, ο καθορισμός ειδικών ορίων διασποράς ζωικής κόπρου έχει ιδιαίτερη σημασία για την επίτευξη των σκοπών της μειώσεως και της προλήψεως της ρυπάνσεως των υδάτων από νιτρικά άλατα γεωργικής προελεύσεως.

    131

    Κατά το παράρτημα III, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας, οι ποσότητες της επιτρεπόμενης προς διασπορά ζωικής κόπρου μπορούν να υπολογίζονται βάσει του αριθμού των ζώων. Για τον σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη πρέπει, όπως επισημάνθηκε με τη σκέψη 29 της παρούσας αποφάσεως, να λαμβάνουν υπόψη τις βέλτιστες διαθέσιμες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις καθώς και τις φυσικές, γεωλογικές και κλιματολογικές συνθήκες κάθε περιοχής.

    132

    Εν προκειμένω, κατά το παράρτημα II, σημείο 1, της αποφάσεως της 1ης Αυγούστου 2005, η διαθέσιμη ποσότητα αζώτου που παράγουν τα ζώα μιας εκμεταλλεύσεως υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας τον αριθμό των ζώων με τις τιμές παραγωγής ανά ζώο του αζώτου που μπορεί να διασπαρθεί. Δεν αμφισβητείται ότι οι τιμές αυτές καθορίζονται αφαιρώντας, από τις μικτές ποσότητες του απεκκρινομένου από τα ζώα αζώτου, το εξατμιζόμενο άζωτο κατά τη διάρκεια σταβλισμού των ζώων και κατά τη διάρκεια αποθηκεύσεως της κόπρου, διά της εφαρμογής συντελεστών εξατμίσεως.

    133

    Υπό το πρίσμα των ανωτέρω σκέψεων πρέπει να γίνει δεκτό, κατ’ αρχάς, ότι τα σφάλματα στα οποία υπέπεσε η Επιτροπή όταν υπολόγισε εκ νέου τις τιμές απορρίψεως αζώτου, όπως η ίδια αναγνωρίζει με το υπόμνημά της απαντήσεως, δεν αναιρούν τις επικρίσεις της όσον αφορά τις μικτές ποσότητες απεκκρινομένου αζώτου καθώς και τους προβλεπόμενους από την εθνική ρύθμιση για τα διάφορα είδη ζώων συντελεστές απώλειας αζώτου διά εξατμίσεως. Το συμπέρασμα αυτό δεν αμφισβητείται από τη Γαλλική Δημοκρατία η οποία, επ’ αυτού, προβάλλει μόνον την εσφαλμένη εφαρμογή των επίμαχων συντελεστών στη συνολική ποσότητα του αζώτου που απεκκρίνουν τα ζώα.

    134

    Ακολούθως, όσον αφορά το πρώτο και το τρίτο σκέλος της τέταρτης αιτιάσεως της Επιτροπής, αρκεί η διαπίστωση, πρώτον, ότι η Γαλλική Δημοκρατία δέχεται, υπογραμμίζοντας τις τροποποιήσεις που επήλθαν συναφώς με την απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011, αφενός, ότι είχε θεσπίσει, πριν από την έκδοση της αποφάσεως αυτής, έναν πολύ υψηλό συντελεστή εξατμίσεως για τις γαλακτοφόρες αγελάδες και, αφετέρου, ότι είχε παραλείψει να καθορίσει τις τιμές απορρίψεως αζώτου για τη στερεά κόπρο των χοίρων.

    135

    Όσον αφορά, δεύτερον, το γεγονός ότι δεν ελήφθη υπόψη το ποσοστό γαλακτοπαραγωγής κατά τον υπολογισμό της μικτής ποσότητας του αζώτου που απεκκρίνουν οι γαλακτοφόρες αγελάδες, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι τα επιχειρήματα της Επιτροπής δεν αμφισβητήθηκαν από τη Γαλλική Δημοκρατία, η δε εν λόγω απόφαση προβλέπει εφεξής πολλά επίπεδα παραγωγής του αζώτου που μπορεί να διασπαρθεί σε συνάρτηση με τη γαλακτοπαραγωγή.

    136

    Τέλος, όσον αφορά το δεύτερο και το τέταρτο έως το όγδοο σκέλος της αιτιάσεως αυτής, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, πρέπει να διευκρινιστεί ότι η Επιτροπή στηρίζεται σε τεχνικά δεδομένα που περιλαμβάνονται σε πολλές επιστημονικές μελέτες για να θεμελιώσει τις επικρίσεις της όσον αφορά τους προβλεπόμενους από την εθνική ρύθμιση συντελεστές εξατμίσεως βάσει των πορισμάτων της Corpen.

    137

    Η Γαλλική Δημοκρατία, η οποία δεν αμφισβητεί τα πορίσματα των μελετών που επικαλείται η Επιτροπή, περιορίζεται στην προβολή, κατ’ ουσίαν, αφενός, των ελλείψεων της μεθοδολογίας της άμεσης μετρήσεως στην οποία στηρίζονται οι εν λόγω μελέτες για τον υπολογισμό των εφαρμοστέων στις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις συντελεστών εξατμίσεως. Αφετέρου, το εν λόγω κράτος μέλος υπογραμμίζει το γεγονός ότι οι συντελεστές εξατμίσεως, κατά πάσα πιθανότητα, δεν μπορούν να καθορίζονται επακριβώς από επιστημονικής απόψεως, με αποτέλεσμα η αβεβαιότητα αυτή να συνεπάγεται τη μεταβλητότητα των τιμών των διαθέσιμων στην επιστημονική βιβλιογραφία συντελεστών εξατμίσεως.

    138

    Όσον αφορά, πρώτον, το ζήτημα αν είναι ενδεδειγμένη η μεθοδολογία της άμεσης μετρήσεως πρέπει να επισημανθεί ότι οι αντιρρήσεις της Γαλλικής Δημοκρατίας δεν μπορούν, αυτές καθ’ εαυτέs, να θέσουν υπό αμφισβήτηση τον πρόσφορο χαρακτήρα των συντελεστών εξατμίσεως που προκρίνει η Επιτροπή. Συγκεκριμένα, από τα στοιχεία που προσκομίστηκαν στο Δικαστήριο προκύπτει ότι τόσο η εν λόγω μεθοδολογία όσο και η μέθοδος του ισολογισμού βασίζονται σε πειράματα που λαμβάνουν υπόψη μόνον το συγκεκριμένο πλαίσιο κάθε είδους ερευνώμενης κτηνοτροφικής εκμεταλλεύσεως. Επιπλέον, από την τελευταία επανεκτίμηση των στοιχείων αναφοράς της Corpen δεν προκύπτει καμία μεθοδολογική προτίμηση.

    139

    Δεύτερον, όσον αφορά το περιθώριο διακυμάνσεως των σχετικών με την εξάτμιση δεδομένων που επικαλούνται τα επιστημονικά δημοσιεύματα, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι από το γράμμα του παραρτήματος III, παράγραφος 2, της οδηγίας 91/676 προκύπτει σαφώς ότι η διάταξη αυτή προβλέπει ότι το ειδικό όριο που τίθεται για τη διασπορά ζωικής κόπρου, δηλαδή 170 χιλιόγραμμα αζώτου ανά εκτάριο ετησίως, πρέπει να τηρείται συστηματικώς από κάθε γεωργική ή κτηνοτροφική μονάδα, ακόμη και όταν, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του εν λόγω παραρτήματος, τα κράτη μέλη αποφασίζουν να υπολογίσουν το όριο αυτό βάσει του αριθμού των ζώων.

    140

    Εξάλλου, από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει ότι η μεταβλητότητα των τιμών των διαθέσιμων στην επιστημονική βιβλιογραφία συντελεστών εξατμίσεως μπορεί, μεταξύ άλλων, να εξηγηθεί από την ετερογένεια των συνθηκών εκτροφής και των κλιματικών συνθηκών, οι οποίες αποτέλεσαν αντικείμενο των μελετών που εκπονήθηκαν, η δε Γαλλική Δημοκρατία τόνισε, μεταξύ άλλων, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, την ποικιλομορφία των γαλλικών εκτροφών.

    141

    Υπό τις περιστάσεις αυτές, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στα σημεία 123 έως 126 των προτάσεών της, μόνον ο καθορισμός συντελεστών εξατμίσεως βάσει δεδομένων που εκτιμούν τις απώλειες αζώτου διά της εξατμίσεως επί του κατώτατου ποσοστού μπορεί να διασφαλίσει τη δέουσα τήρηση από το σύνολο των γαλλικών κτηνοτροφικών μονάδων του προβλεπομένου από την οδηγία 91/676 ορίου για τη διασπορά ζωικής κόπρου.

    142

    Δεδομένου ότι η Γαλλική Δημοκρατία προέβλεψε συντελεστές εξατμίσεως για τα βοοειδή, πλην των γαλακτοφόρων αγελάδων, καθώς και για τα πουλερικά, τα αιγοπρόβατα, τους ίππους και τους κονίκλους, σημαντικά ανώτερους από εκείνους που δέχεται η Επιτροπή βάσει επιστημονικών δεδομένων των οποίων η ακρίβεια δεν αμφισβητείται από το συγκεκριμένο κράτος μέλος, πρέπει να διαπιστωθεί ότι οι εν λόγω συντελεστές εξατμίσεως που προβλέπονται από την εθνική ρύθμιση δεν πληρούν τις επιταγές της οδηγίας 91/676.

    143

    Υπό το πρίσμα των ανωτέρω σκέψεων, η τέταρτη αιτίαση της Επιτροπής προς στήριξη της προσφυγής της πρέπει να κριθεί βάσιμη.

    Επί της πέμπτης αιτιάσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676, σε συνδυασμό με τα παραρτήματα II, A, σημείο 2, και III, παράγραφος 1, σημείο 3, στοιχείο αʹ, της οδηγίας αυτής

    Επιχειρήματα των διαδίκων

    144

    Με την πέμπτη αιτίασή της, η Επιτροπή προσάπτει στη Γαλλική Δημοκρατία ότι δεν θέσπισε επαρκείς κανόνες που να περιέχουν σαφή, ακριβή και αντικειμενικά κριτήρια σχετικά με τις προϋποθέσεις διασποράς λιπασμάτων σε εντόνως επικλινή εδάφη. Κατά το εν λόγω θεσμικό όργανο, προκειμένου να διασφαλιστεί η επαρκής εφαρμογή των επιταγών της οδηγίας 91/676, η εθνική ρύθμιση θα έπρεπε να ορίζει τα ποσοστά κλίσεως άνω των οποίων θα απαγορευόταν η διασπορά λιπασμάτων.

    145

    Η Γαλλική Δημοκρατία ανταπαντά ότι η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001 απαγορεύει τη διασπορά σε εντόνως επικλινή εδάφη διότι τούτη ενέχει κινδύνους απορροής εκτός του αγροτεμαχίου διασποράς. Υποστηρίζει, εξάλλου, ότι οι κίνδυνοι ρυπάνσεως των υδάτων δεν εξαρτώνται μόνον από τον βαθμό της κλίσεως, αλλά και από πολλούς άλλους παράγοντες, όπως η ομαλότητα της κλίσεως, η φύση της φυτικής καλύψεως και η κατεύθυνση της καλλιέργειας, ο τύπος του εδάφους, το σχήμα του αγροτεμαχίου, ο τρόπος και η κατεύθυνση κατεργασίας του εδάφους, καθώς και το είδος της κόπρου. Συνεπώς, η απαγόρευση της διασποράς που στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στο μέγεθος της κλίσεως του εδάφους είναι ανεπαρκής.

    146

    Το εν λόγω κράτος μέλος προσθέτει ότι η απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2011 προβλέπει κανόνες που αφορούν τις προϋποθέσεις διασποράς σε σχέση με τα τρεχούμενα ύδατα οι οποίοι, σε συνδυασμό με την απαγόρευση της διασποράς σε εντόνως επικλινή εδάφη, συμβάλλουν στην επίτευξη των σκοπών της οδηγίας 91/676.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    147

    Εκ προοιμίου πρέπει να επισημανθεί ότι, κατά το άρθρο 2, μέρος III, της αποφάσεως της 19ης Δεκεμβρίου 2011, οι διατάξεις της αποφάσεως αυτής σχετικά με τις προϋποθέσεις διασποράς που αφορούν τα τρεχούμενα ύδατα έπρεπε να τεθούν σε ισχύ μόλις από την 1η Σεπτεμβρίου 2012, δηλαδή μετά την παρέλευση της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας. Κατά συνέπεια, για τους λόγους που εκτίθενται στις σκέψεις 52 έως 54 της παρούσας αποφάσεως, το Δικαστήριο δεν μπορεί να λάβει υπόψη τις διατάξεις της αποφάσεως αυτής σχετικά με τις προϋποθέσεις διασποράς που αφορούν τα τρεχούμενα ύδατα.

    148

    Επί της ουσίας πρέπει να παρατηρηθεί ότι, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676, σε συνδυασμό με τα παραρτήματα II, A, σημείο 2, και III, παράγραφος 1, σημείο 3, στοιχείο αʹ, της οδηγίας αυτής, τα προγράμματα δράσεως πρέπει να περιέχουν κανόνες σχετικά με τις προϋποθέσεις διασποράς των λιπασμάτων σε εντόνως επικλινή εδάφη.

    149

    Περαιτέρω, όπως εκτέθηκε ήδη στη σκέψη 31 της παρούσας αποφάσεως, τα κράτη μέλη υποχρεούνται ειδικώς να μεριμνούν ώστε η νομοθεσία τους, που αποσκοπεί στη διασφάλιση της μεταφοράς της οδηγίας 91/676 στο εσωτερικό δίκαιο, να είναι σαφής και ακριβής.

    150

    Πρέπει να επισημανθεί συναφώς, πρώτον, ότι η Επιτροπή υποστηρίζει, χωρίς να αντιλέγει επ’ αυτού η Γαλλική Δημοκρατία, ότι ορισμένα προγράμματα δράσεως των διαμερισμάτων δεν περιέχουν κανένα κανόνα σχετικά με τις προϋποθέσεις διασποράς των λιπασμάτων σε εντόνως επικλινή εδάφη είτε στηρίζεται στο ποσοστό κλίσεως είτε στους διάφορους παράγοντες που το συγκεκριμένο κράτος μέλος έκρινε ότι έπρεπε να ληφθούν υπόψη. Επιπλέον, ένας σημαντικός αριθμός προγραμμάτων δράσεως των διαμερισμάτων επαναλαμβάνει απλώς τη γενική αρχή που προβλέπει η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001, κατά την οποία η διασπορά δεν πρέπει να πραγματοποιείται υπό συνθήκες που συνεπάγονται απορροή εκτός του αγροτεμαχίου διασποράς.

    151

    Δεύτερον, από την εξέταση των σχετικών διατάξεων της αποφάσεως της 6ης Μαρτίου 2001 προκύπτει ότι η απόφαση αυτή απλώς και μόνον, πρώτον, απαγορεύει τη διασπορά λιπασμάτων σε εντόνως επικλινή εδάφη και, δεύτερον, προβλέπει ότι τα προγράμματα δράσεως πρέπει να καθορίζουν τις περιπτώσεις κατά τις οποίες επιβάλλεται η απαγόρευση, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων απορροής εκτός του αγροτεμαχίου διασποράς ή, εάν δεν συντρέχει τέτοια περίπτωση, το ποσοστό κλίσεως του εδάφους άνω του οποίου απαγορεύεται η διασπορά.

    152

    Πρέπει να διαπιστωθεί ότι οι διατάξεις αυτές είναι γενικής φύσεως με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να καλύψουν τις ελλείψεις των προγραμμάτων δράσεως και, επομένως, να διασφαλίσουν την πλήρη εφαρμογή των διατάξεων των παραρτημάτων II, A, σημείο 2, και III, παράγραφος 1, σημείο 3, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 91/676, κατά τρόπο αρκούντως σαφή και ακριβή, σύμφωνα με τις επιταγές της αρχής της ασφάλειας δικαίου.

    153

    Υπό τις συνθήκες αυτές, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η πέμπτη αιτίαση της Επιτροπής είναι βάσιμη.

    Επί της έκτης αιτιάσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676, σε συνδυασμό με τα παραρτήματα II, A, σημείο 3, και III, παράγραφος 1, σημείο 3, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας αυτής

    Επιχειρήματα των διαδίκων

    154

    Με την έκτη αιτίασή της, η Επιτροπή, στηριζόμενη σε επιστημονικά δεδομένα, προσάπτει στη Γαλλική Δημοκρατία ότι δεν θέσπισε κανόνες περί απαγορεύσεως της διασποράς κάθε είδους λιπασμάτων σε παγωμένα ή καλυμμένα με χιόνι εδάφη ενώ μια τέτοια διασπορά ενέχει σημαντικούς κινδύνους απορροής και εκπλύσεως. Η Επιτροπή επισημαίνει, συναφώς, ότι η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001 προβλέπει ότι η διασπορά των λιπασμάτων τύπου I και III σε παγωμένα εδάφη, καθώς και η διασπορά των λιπασμάτων τύπου I σε καλυμμένα με χιόνι εδάφη πρέπει να ρυθμίζονται νομοθετικά. Επιπροσθέτως, κατά την απόφαση αυτή, η διασπορά κάθε είδους λιπάσματος επιτρέπεται σε επιφανειακώς μόνον παγωμένα εδάφη λόγω ενός κύκλου ψύξεως και αποψύξεως διάρκειας 24 ωρών. Τέλος, ορισμένες εκμεταλλεύσεις έχουν τη δυνατότητα διασποράς σε παγωμένα εδάφη συμπαγούς κοπροσωρού και κοπροχώματος.

    155

    Η Γαλλική Δημοκρατία απαντά στο επιχείρημα αυτό ότι η οδηγία 91/676 δεν απαιτεί τη συστηματική απαγόρευση της διασποράς λιπασμάτων σε καλυμμένα με χιόνι ή παγωμένα εδάφη, αλλά μόνον τη νομοθετική ρύθμιση της εν λόγω διασποράς. Δέχεται ότι, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων που μπορεί να ενέχει η διασπορά λιπασμάτων υπό τέτοιες συνθήκες, η πράξη αυτή πρέπει να υπόκειται σε σημαντικούς περιορισμούς. Εντούτοις, το εν λόγω κράτος μέλος εκτιμά ότι η απόφαση της 6ης Μαρτίου 2001 θεσπίζει τέτοιους περιορισμούς, στο μέτρο που η διασπορά των λιπασμάτων τύπου II σε παγωμένα εδάφη και η διασπορά των λιπασμάτων τύπου II και III σε καλυμμένα με χιόνι εδάφη απαγορεύονται σε όλες τις περιπτώσεις.

    Εκτίμηση του Δικαστηρίου

    156

    Το άρθρο 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676, σε συνδυασμό με τα παραρτήματα II, A, σημείο 3, και III, παράγραφος 1, σημείο 3, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας αυτής, απαιτεί από τα κράτη μέλη να λαμβάνουν μέτρα για τον περιορισμό της διασποράς στην περίπτωση παγωμένων ή καλυμμένων με χιόνι εδαφών.

    157

    Περαιτέρω, όπως εκτέθηκε στη σκέψη 29 της παρούσας αποφάσεως, κατά το άρθρο 5, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, της εν λόγω οδηγίας, τα προγράμματα δράσεως πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις βέλτιστες διαθέσιμες επιστημονικές γνώσεις.

    158

    Εν προκειμένω, όπως επισήμανε η γενική εισαγγελέας στο σημείο 144 των προτάσεών της, κατά την επιστημονική μελέτη που προσκομίστηκε στο Δικαστήριο από την Επιτροπή, της οποίας τα συμπεράσματα δεν αμφισβητήθηκαν από τη Γαλλική Δημοκρατία, η διασπορά λιπασμάτων σε παγωμένα ή καλυμμένα με χιόνι εδάφη πρέπει να απαγορεύεται σε κάθε περίπτωση. Συγκεκριμένα, τα παγωμένα εδάφη ή η κάλυψη με χιόνι περιορίζουν τη μετακίνηση θρεπτικών ουσιών στο έδαφος και αυξάνουν έντονα τον κίνδυνο περαιτέρω μεταφοράς αυτών των θρεπτικών ουσιών στα επιφανειακά ύδατα, ιδίως διά της απορροής.

    159

    Επιπλέον, οι κίνδυνοι ρυπάνσεως που εμφιλοχωρούν σε περίπτωση διασποράς σε παγωμένα ή καλυμμένα με χιόνι εδάφη δεν είναι μικρότεροι όταν το έδαφος είναι παγωμένο μόνον επιφανειακώς λόγω ενός κύκλου ψύξεως και αποψύξεως διάρκειας 24 ωρών. Αντιθέτως, όπως προκύπτει από την επιστημονική μελέτη για την οποία γίνεται λόγος στην προηγούμενη σκέψη, η εναλλαγή μεταξύ ψύξεως και αποψύξεως έχει σημαντική επίδραση στο ποσοστό ανοργανοποιήσεως, καθόσον η ψύξη αποψυγμένων εδαφών ευνοεί την ανοργανοποίηση του αζώτου.

    160

    Συνεπώς, η έκτη αιτίαση της Επιτροπής πρέπει να κριθεί βάσιμη.

    161

    Κατόπιν του συνόλου των προεκτεθέντων, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η Γαλλική Δημοκρατία, παραλείποντας να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει την πλήρη και ορθή εφαρμογή του συνόλου των απαιτήσεων που της επιβάλλει το άρθρο 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676 σε συνδυασμό με τα παραρτήματα II, A, σημεία 1 έως 3 και 5, καθώς και III, παράγραφοι 1, σημεία 1 έως 3, και 2, της οδηγίας αυτής, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της εν λόγω οδηγίας, καθόσον βάσει της εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως που θεσπίστηκε για να διασφαλιστεί η εφαρμογή της:

    δεν προβλέπονται περίοδοι απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου I στις μεγάλες φθινοπωρινές καλλιέργειες καθώς και σε λειμώνες σπαρθέντες από εξαμήνου και πλέον,

    η περίοδος απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου I στις μεγάλες εαρινές καλλιέργειες περιορίζεται στους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο,

    η απαγόρευση διασποράς των λιπασμάτων τύπου II στις μεγάλες φθινοπωρινές καλλιέργειες ισχύει μόνον από την 1η Νοεμβρίου έως τις 15 Ιανουαρίου και η απαγόρευση διασποράς των λιπασμάτων τύπου III στις ίδιες καλλιέργειες δεν παρατείνεται πέραν της 15ης Ιανουαρίου,

    η περίοδος απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου II στις μεγάλες εαρινές καλλιέργειες δεν παρατείνεται πέραν της 15ης Ιανουαρίου,

    η περίοδος απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου II σε λειμώνες σπαρθέντες από εξαμήνου και πλέον προβλέπεται μόνον από τις 15 Νοεμβρίου και η απαγόρευση διασποράς των λιπασμάτων τύπου III στους εν λόγω λειμώνες και στις ορεινές περιοχές δεν παρατείνεται έως τα τέλη Φεβρουαρίου,

    καθ’ όλο το διάστημα έως την 1η Ιουλίου 2016, μπορεί να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της χωρητικότητας αποθηκεύσεως ένα χρονοδιάγραμμα απαγορεύσεως διασποράς που δεν συνάδει με τις επιταγές της εν λόγω οδηγίας,

    η αποθήκευση συμπαγούς κοπροσωρού στον αγρό επιτρέπεται για χρονικό διάστημα δέκα μηνών,

    αυτή η κανονιστική ρύθμιση δεν εξασφαλίζει στους γεωργούς και στις ελεγκτικές αρχές τη δυνατότητα ορθού υπολογισμού της ποσότητας αζώτου που μπορεί να διασπαρθεί για να διασφαλιστεί η ισόρροπη λίπανση,

    όσον αφορά τις γαλακτοφόρες αγελάδες, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει ποσότητας απεκκρινομένου αζώτου, η οποία δεν λαμβάνει υπόψη τα διάφορα επίπεδα γαλακτοπαραγωγής, και βάσει συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %,

    όσον αφορά τα άλλα βοοειδή, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %,

    όσον αφορά τους χοίρους, οι τιμές απορρίψεως αζώτου για τη στερεά κόπρο δεν είναι καθορισμένες,

    όσον αφορά τα πουλερικά, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει εσφαλμένου συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 60 %,

    όσον αφορά τα πρόβατα, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %,

    όσον αφορά τις αίγες, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %,

    όσον αφορά τους ίππους, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %,

    όσον αφορά τους κονίκλους, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 60 %,

    η εν λόγω κανονιστική ρύθμιση δεν περιέχει σαφή, ακριβή και αντικειμενικά κριτήρια, σύμφωνα με τις επιταγές της αρχής της ασφάλειας δικαίου, σχετικά με τις προϋποθέσεις διασποράς λιπασμάτων σε εντόνως επικλινή εδάφη, και

    επιτρέπεται η διασπορά λιπασμάτων τύπου I και III σε παγωμένα εδάφη, η διασπορά των λιπασμάτων τύπου I σε καλυμμένα με χιόνι εδάφη, η διασπορά λιπασμάτων σε επιφανειακώς μόνον παγωμένα εδάφη λόγω ενός κύκλου ψύξεως και αποψύξεως διάρκειας 24 ωρών, καθώς και η διασπορά σε παγωμένα εδάφη συμπαγούς κοπροσωρού και κοπροχώματος.

    162

    Η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί κατά τα λοιπά.

    Επί των δικαστικών εξόδων

    163

    Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα, εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δυνάμει της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού, σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων, κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά του. Πάντως, αν τούτο δικαιολογείται από τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υποθέσεως, το Δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει ότι ένας διάδικος φέρει, πέραν των δικαστικών εξόδων του, και μέρος των εξόδων του αντιδίκου.

    164

    Εν προκειμένω, δεδομένου ότι η Επιτροπή ζήτησε να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα η Γαλλική Δημοκρατία, η οποία και ηττήθηκε ως επί το πλείστον, πρέπει να καταδικαστεί στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

     

    Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφασίζει:

     

    1)

    Η Γαλλική Δημοκρατία, παραλείποντας να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει την πλήρη και ορθή εφαρμογή του συνόλου των απαιτήσεων που της επιβάλλει το άρθρο 5, παράγραφος 4, της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για την προστασία των υδάτων από τη νιτρορύπανση γεωργικής προέλευσης, σε συνδυασμό με τα παραρτήματα II, A, σημεία 1 έως 3 και 5, καθώς και III, παράγραφοι 1, σημεία 1 έως 3, και 2, της οδηγίας αυτής, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει της εν λόγω οδηγίας, καθόσον βάσει της εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως που θεσπίστηκε για να διασφαλιστεί η εφαρμογή της:

    δεν προβλέπονται περίοδοι απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου I στις μεγάλες φθινοπωρινές καλλιέργειες καθώς και σε λειμώνες σπαρθέντες από εξαμήνου και πλέον,

    η περίοδος απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου I στις μεγάλες εαρινές καλλιέργειες περιορίζεται στους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο,

    η απαγόρευση διασποράς των λιπασμάτων τύπου II στις μεγάλες φθινοπωρινές καλλιέργειες ισχύει μόνον από την 1η Νοεμβρίου έως τις 15 Ιανουαρίου και η απαγόρευση διασποράς των λιπασμάτων τύπου III στις ίδιες καλλιέργειες δεν παρατείνεται πέραν της 15ης Ιανουαρίου,

    η περίοδος απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου II στις μεγάλες εαρινές καλλιέργειες δεν παρατείνεται πέραν της 15ης Ιανουαρίου,

    η περίοδος απαγορεύσεως της διασποράς των λιπασμάτων τύπου II σε λειμώνες σπαρθέντες από εξαμήνου και πλέον προβλέπεται μόνον από τις 15 Νοεμβρίου και η απαγόρευση διασποράς των λιπασμάτων τύπου III στους εν λόγω λειμώνες και στις ορεινές περιοχές δεν παρατείνεται έως τα τέλη Φεβρουαρίου,

    καθ’ όλο το διάστημα έως την 1η Ιουλίου 2016, μπορεί να λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό της χωρητικότητας αποθηκεύσεως ένα χρονοδιάγραμμα απαγορεύσεως διασποράς που δεν συνάδει με τις επιταγές της εν λόγω οδηγίας,

    η αποθήκευση συμπαγούς κοπροσωρού στον αγρό επιτρέπεται για χρονικό διάστημα έξι μηνών,

    αυτή η κανονιστική ρύθμιση δεν εξασφαλίζει στους γεωργούς και στις ελεγκτικές αρχές τη δυνατότητα ορθού υπολογισμού της ποσότητας αζώτου που μπορεί να διασπαρθεί για να διασφαλιστεί η ισόρροπη λίπανση,

    όσον αφορά τις γαλακτοφόρες αγελάδες, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει ποσότητας απεκκρινομένου αζώτου, η οποία δεν λαμβάνει υπόψη τα διάφορα επίπεδα γαλακτοπαραγωγής, και βάσει συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %,

    όσον αφορά τα άλλα βοοειδή, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %,

    όσον αφορά τους χοίρους, οι τιμές απορρίψεως αζώτου για τη στερεά κόπρο δεν είναι καθορισμένες,

    όσον αφορά τα πουλερικά, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει εσφαλμένου συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 60 %,

    όσον αφορά τα πρόβατα, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %,

    όσον αφορά τις αίγες, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %,

    όσον αφορά τους ίππους, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 30 %,

    όσον αφορά τους κονίκλους, οι τιμές απορρίψεως αζώτου καθορίζονται βάσει συντελεστή εξατμίσεως της τάξεως του 60 %,

    η εν λόγω κανονιστική ρύθμιση δεν περιέχει σαφή, ακριβή και αντικειμενικά κριτήρια, σύμφωνα με τις επιταγές της αρχής της ασφάλειας δικαίου, σχετικά με τις προϋποθέσεις διασποράς λιπασμάτων σε εντόνως επικλινή εδάφη, και

    επιτρέπεται η διασπορά λιπασμάτων τύπου I και III σε παγωμένα εδάφη, η διασπορά των λιπασμάτων τύπου I σε καλυμμένα με χιόνι εδάφη, η διασπορά λιπασμάτων σε επιφανειακώς μόνον παγωμένα εδάφη λόγω ενός κύκλου ψύξεως και αποψύξεως διάρκειας 24 ωρών, καθώς και η διασπορά σε παγωμένα εδάφη συμπαγούς κοπροσωρού και κοπροχώματος.

     

    2)

    Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

     

    3)

    Καταδικάζει τη Γαλλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

     

    (υπογραφές)


    ( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

    Top