Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62006CA0279

    Υπόθεση C-279/06: Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 11ης Σεπτεμβρίου 2008 (αίτηση του Audiencia Provincial de Madrid — Ισπανία, για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως) — CEPSA, Estaciones de Servicio SA κατά LV Tobar e Hijos SL (Ανταγωνισμός — Συμπράξεις — Συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων — Άρθρο 81 ΕΚ — Κανονισμός (ΕΟΚ) 1984/83 — Άρθρα 10 έως 13 — Κανονισμός 2990/1999 — Άρθρο 4, στοιχείο α' — Σύμβαση μεταξύ πρατηριούχου και πετρελαϊκής εταιρίας για την αποκλειστική προμήθεια πετρελαιοειδών προϊόντων — Απαλλαγή)

    ΕΕ C 285 της 8.11.2008, p. 4–5 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    8.11.2008   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 285/4


    Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 11ης Σεπτεμβρίου 2008 (αίτηση του Audiencia Provincial de Madrid — Ισπανία, για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως) — CEPSA, Estaciones de Servicio SA κατά LV Tobar e Hijos SL

    (Υπόθεση C-279/06) (1)

    (Ανταγωνισμός - Συμπράξεις - Συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων - Άρθρο 81 ΕΚ - Κανονισμός (ΕΟΚ) 1984/83 - Άρθρα 10 έως 13 - Κανονισμός 2990/1999 - Άρθρο 4, στοιχείο α' - Σύμβαση μεταξύ πρατηριούχου και πετρελαϊκής εταιρίας για την αποκλειστική προμήθεια πετρελαιοειδών προϊόντων - Απαλλαγή)

    (2008/C 285/05)

    Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

    Αιτούν δικαστήριο

    Audiencia Provincial de Madrid

    Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

    CEPSA, Estaciones de Servicio SA

    κατά

    LV Tobar e Hijos SL

    Αντικείμενο

    Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως — Audiencia Provincial de Madrid — Ερμηνεία του άρθρου 81, παράγραφος 1, ΕΚ και των άρθρων 10 έως 13 του κανονισμού (ΕΟΚ) 1984/83 της Επιτροπής, της 22ας Ιουνίου 1983, σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 85, παράγραφος 3, της Συνθήκης σε κατηγορίες συμφωνιών αποκλειστικής προμήθειας (ΕΕ L 173, σ. 5) — Συμβάσεις αποκλειστικής προμήθειας καυσίμων κινήσεως και θερμάνσεως, οι οποίες καλούνται συμβάσεις αντιπροσωπείας ή πρακτορείας αλλά περιέχουν ορισμένα ιδιαίτερα στοιχεία.

    Διατακτικό

    1)

    Μια σύμβαση αποκλειστικής προμήθειας καυσίμων κινήσεως και θερμάνσεως, λιπαντικών και άλλων συναφών προϊόντων μπορεί να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 81, παράγραφος 1, ΕΚ, εφόσον ο πρατηριούχος αναλαμβάνει, κατά ένα μη αμελητέο ποσοστό, έναν ή περισσότερους από τους οικονομικούς και εμπορικούς κινδύνους που συνδέονται με την πώληση των προϊόντων αυτών σε τρίτους κι εφόσον περιέχει ρήτρες που ενδέχεται να παρακωλύουν τη λειτουργία του ανταγωνισμού, όπως η ρήτρα περί καθορισμού της τιμής πωλήσεως στο κοινό. Σε περίπτωση που ο πρατηριούχος δεν αναλαμβάνει τέτοιους κινδύνους ή αναλαμβάνει ένα αμελητέο μόνο μέρος τους, στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διατάξεως είναι δυνατό να εμπίπτουν μόνον οι ρήτρες που επιβάλλουν στον πρατηριούχο υποχρεώσεις στο πλαίσιο των υπηρεσιών που παρέχει στον εντολέα του [προμηθευτή] ως μεσάζων, όπως είναι οι ρήτρες περί αποκλειστικότητας και μη ανταγωνισμού. Επιπλέον, στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να εξετάσει αν η σύμβαση που συνήφθη στις 7 Φεβρουαρίου 1996 μεταξύ της CEPSA Estaciones de Servicio SA και της LV Tobar e Hijos SL έχει ως αποτέλεσμα την παρακώλυση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού, κατά την έννοια του άρθρου 81 ΕΚ.

    2)

    Μια σύμβαση αποκλειστικής προμήθειας, όπως αυτή που περιγράφηκε με την ανωτέρω σκέψη του παρόντος διατακτικού, μπορεί να τύχει της κατά κατηγορία απαλλαγής που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΟΚ) 1984/83 της Επιτροπής, της 22ας Ιουνίου 1983, σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου [81], παράγραφος 3, της Συνθήκης σε κατηγορίες συμφωνιών αποκλειστικής προμήθειας, εφόσον πληροί την προϋπόθεση του άρθρου 12, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού αυτού, το οποίο καθορίζει τα δέκα έτη ως τη μέγιστη επιτρεπόμενη διάρκεια ισχύος κι εφόσον ο προμηθευτής χορηγεί στον πρατηριούχο, σε αντιστάθμισμα για την παροχή αποκλειστικότητας, σημαντικά οικονομικά πλεονεκτήματα που συμβάλλουν στη βελτίωση της διανομής, στη διευκόλυνση της εγκαταστάσεως ή του εκσυγχρονισμού του πρατηρίου και στη μείωση των δαπανών διανομής. Στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να εκτιμήσει αν οι προϋποθέσεις αυτές πληρούνται στην υπόθεση της κύριας δίκης.

    3)

    Τα άρθρα 10 έως 13 του κανονισμού 1984/83 πρέπει να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι αποκλείουν την εφαρμογή της κατά κατηγορία απαλλαγής σε μια σύμβαση αποκλειστικής προμήθειας η οποία προβλέπει ότι ο προμηθευτής καθορίζει την τιμή πωλήσεως στο κοινό. Στο αιτούν δικαστήριο απόκειται να εξετάσει αν, κατά το εθνικό δίκαιο, η συμβατική ρήτρα περί καθορισμού της τιμής πωλήσεως μπορεί να τροποποιηθεί με μονομερή πράξη του προμηθευτή, όπως συνέβη στην υπόθεση της κύριας δίκης, και αν μια αυτοδικαίως άκυρη σύμβαση μπορεί να καταστεί έγκυρη λόγω μιας τροποποιήσεως της συμβατικής αυτής ρήτρας, η οποία την καθιστά συμβατή με το άρθρο 81, παράγραφος 1, ΕΚ.

    4)

    Η αυτοδίκαιη ακυρότητα κατά το άρθρο 81, παράγραφος 2, ΕΚ δεν πλήττει το σύνολο της οικείας συμβάσεως μόνον εφόσον οι ρήτρες της που είναι ασυμβίβαστες με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού δεν μπορούν να διαχωριστούν από την ίδια τη σύμβαση. Αν μπορούν να διαχωριστούν, οι συνέπειες της ακυρότητας επί των λοιπών στοιχείων της συμφωνίας δεν αφορούν το κοινοτικό δίκαιο.


    (1)  ΕΕ C 212 της 2.9.2006.


    Top