Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52011PC0320

    Τροποποιημένη πρόταση ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη(Αναδιατύπωση)

    /* COM/2011/0320 τελικό */

    52011PC0320




    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    1. Πλαίσιο της πρότασης

    1.1. Λόγοι υποβολής και στόχοι της πρότασης

    Όπως ανακοινώθηκε στο Σχέδιο πολιτικής για το άσυλο[1], στις 9 Δεκεμβρίου 2008 η Επιτροπή υπέβαλε πρόταση τροποποίησης της οδηγίας 2003/9/EΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη[2] (εφεξής «οδηγία για τις συνθήκες υποδοχής»). Η πρόταση καταρτίστηκε με βάση την αξιολόγηση της εφαρμογής της τρέχουσας οδηγίας στα κράτη μέλη και κατόπιν ευρείας διαδικασίας διαβούλευσης με τα κράτη μέλη, την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, μη κυβερνητικές οργανώσεις και άλλα σχετικά ενδιαφερόμενα μέρη.

    Στις 7 Μαΐου 2009, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διατύπωσε τη θέση του[3] σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής, εγκρίνοντας τις περισσότερες από τις προτεινόμενες τροποποιήσεις. Η πρόταση συζητήθηκε στο Συμβούλιο, κυρίως στο πλαίσιο της τσεχικής και της σουηδικής Προεδρίας, αλλά οι διαπραγματεύσεις υπήρξαν δύσκολες και το Συμβούλιο δεν κατέληξε σε κοινή θέση επί του κειμένου.

    Με την υποβολή της τροποποιημένης πρότασης, η Επιτροπή προτίθεται να χρησιμοποιήσει το δικαίωμα πρωτοβουλίας της για να ενισχύσει τις εργασίες με σκοπό την επίτευξη ενός πραγματικού κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου (ΚΕΣΑ). Η Επιτροπή είναι πεπεισμένη ότι ένα τέτοιο σύστημα, δίκαιο και ταυτόχρονα αποτελεσματικό, θα είναι εξίσου επωφελές τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τους πρόσφυγες.

    Η Επιτροπή φέρει την πολιτική ευθύνη να διευκολύνει τις διαπραγματεύσεις και να εξασφαλίσει πραγματικές ευκαιρίες ώστε να τηρήσει η Ένωση τη δέσμευση που έχει αναλάβει και η οποία περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα της Στοκχόλμης, να επιτύχει δηλαδή τη δημιουργία του ΚΕΣΑ ως το 2012. Η έκδοση της νέας οδηγίας για τη μακρά διαμονή, η οποία καλύπτει σήμερα τους δικαιούχους διεθνούς προστασίας, έδωσε ισχυρή ώθηση προς αυτή την κατεύθυνση.

    Παράλληλα, η Επιτροπή εκδίδει και την τροποποιημένη πρότασή της για την οδηγία που αφορά τις διαδικασίες ασύλου.

    Οι συνθήκες υποδοχής θα πρέπει να εξασφαλίζουν αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης και να είναι συγκρίσιμες σε ολόκληρη την Ένωση, ανεξάρτητα από το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλεται η αίτηση χορήγησης ασύλου. Για την επίτευξη αυτών των στόχων η Επιτροπή συνέχισε να συλλέγει πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο που θα μπορούσαν να παγιωθούν οι βέλτιστες εθνικές πρακτικές και να καταστεί ευκολότερη η εφαρμογή τους σε όλες τις χώρες της ΕΕ.

    Η τροποποιημένη πρόταση συνδυάζει τις γνώσεις και την εμπειρία που αποκτήθηκαν κατά τις διαπραγματεύσεις και τις διαβουλεύσεις με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες και μη κυβερνητικές οργανώσεις, σε ένα απλουστευμένο και συνεκτικότερο σύστημα υποδοχής που σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα.

    Ειδικότερα, εισάγει σαφέστερες έννοιες και περισσότερο απλουστευμένους κανόνες και παραχωρεί στα κράτη μέλη μεγαλύτερη ευελιξία κατά την ενσωμάτωση των κανόνων αυτών στα εθνικά νομικά τους συστήματα. Επιτρέπει επίσης στα κράτη μέλη να αντιμετωπίζουν καλύτερα ενδεχόμενες καταχρήσεις των οικείων συστημάτων υποδοχής και λαμβάνει υπόψη τον προβληματισμό τους σχετικά με τις χρηματοοικονομικές και διοικητικές επιπτώσεις ορισμένων από τα προτεινόμενα μέτρα. Παράλληλα, η τροποποιημένη πρόταση διατηρεί υψηλές απαιτήσεις μεταχείρισης σε συνάρτηση με τα θεμελιώδη δικαιώματα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όσον αφορά την κράτηση. Αυστηροί περιορισμοί στο δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας εφαρμόζονται μόνον όταν κρίνονται αναγκαίοι και αναλογικοί και θα πρέπει να συνοδεύονται από τις απαραίτητες νομικές εγγυήσεις. Η ιδιαίτερη κατάσταση των ευάλωτων προσώπων πρέπει να αποτελεί πάντοτε πρωταρχικό μέλημα. Οι απαιτήσεις υποδοχής θα πρέπει επίσης να εναρμονιστούν περισσότερο ώστε να αντιμετωπίζουν δευτερογενείς μετακινήσεις στο μέτρο που αυτές αποτελούν μία από τις σημαντικές αιτίες αυτού του φαινομένου.

    Η τροποποιημένη πρόταση θα πρέπει να εξεταστεί από κοινού με την τροποποιημένη πρόταση οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου. Σκοπός της πρότασης είναι, μεταξύ άλλων, η βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας των εθνικών συστημάτων ασύλου, πράγμα που θα μειώσει το κόστος υποδοχής των κρατών μελών παρέχοντάς τους τη δυνατότητα να εκδίδουν ταχύτερα τις αποφάσεις.

    Η τροποποιημένη πρόταση συνδέεται επίσης με τον κανονισμό για τη θέσπιση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για Θέματα Ασύλου (EASO), ο οποίος εκδόθηκε στις 19 Μαΐου 2010, δηλαδή μετά την έκδοση της αρχικής πρότασης οδηγίας για τις συνθήκες υποδοχής. Η EASO μπορεί να προσφέρει πρακτική στήριξη και εμπειρογνωσία στα κράτη μέλη για να υλοποιήσουν τις διατάξεις της οδηγίας και να εντοπίσουν τις βέλτιστες πρακτικές. Μπορεί επίσης να στηρίξει τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες πιέσεις στα συστήματα υποδοχής τους προσδιορίζοντας τους πλέον αποδοτικούς, από άποψη κόστους, τρόπους για την υλοποίηση των προβλεπόμενων μέτρων μέσω του συνδυασμού ορθών πρακτικών και μέσω της διαρθρωμένης ανταλλαγής πρακτικών υψηλού επιπέδου. Πράγματι, για πρώτη φορά μετά την έγκρισή της, η EASO θα προσφέρει αυτού του είδους τη βοήθεια στην Ελλάδα με την αποστολή ομάδων υποστήριξης για το άσυλο, οι οποίες θα συνδράμουν στην αντιμετώπιση επειγουσών αναγκών κατά τη διαδικασία χορήγησης ασύλου.

    1.2. Γενικό πλαίσιο

    Η πρόταση του 2008 και η παρούσα τροποποιημένη πρόταση αποτελούν μέρη μιας νομοθετικής δέσμης στον τομέα του ασύλου και αποσκοπούν στη δημιουργία ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου (ΚΕΣΑ) ως το 2012.

    Ειδικότερα, το 2008, μαζί με την πρόταση τροποποίησης της οδηγίας για τις συνθήκες υποδοχής, η Επιτροπή υιοθέτησε επίσης προτάσεις για την τροποποίηση του κανονισμού του Δουβλίνου και του κανονισμού EURODAC. Το 2009, η Επιτροπή ενέκρινε προτάσεις για την τροποποίηση της οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου και της οδηγίας για τη θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων αναγνώρισης. Το 2010, εγκρίθηκε ο κανονισμός για τη σύσταση ευρωπαϊκής υπηρεσίας υποστήριξης στον τομέα του ασύλου, με σκοπό να ενταθεί η επιχειρησιακή συνεργασία μεταξύ κρατών μελών και να διευκολυνθεί η εφαρμογή κοινών κανόνων στον τομέα του ασύλου.

    Η νομοθετική αυτή δέσμη συνάδει με το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο, το οποίο εγκρίθηκε στις 16 Οκτωβρίου 2008 και το οποίο επανεπιβεβαίωσε τους στόχους του προγράμματος της Χάγης και κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις για τη θέσπιση, το αργότερο ως το 2012, ενιαίας διαδικασίας για το άσυλο η οποία θα περιλαμβάνει κοινές εγγυήσεις. Στο ίδιο πλαίσιο, το πρόγραμμα της Στοκχόλμης, το οποίο εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στη σύνοδό του στις 10-11 Δεκεμβρίου 2009, υπογράμμισε την ανάγκη να δημιουργηθεί ως το 2012 «ένας κοινός χώρος προστασίας και αλληλεγγύης, βάσει κοινής διαδικασίας ασύλου και ομοιόμορφου καθεστώτος για τα πρόσωπα στα οποία χορηγείται διεθνής προστασία», με βάση «πρότυπα υψηλής προστασίας», καθώς και «δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες». Ειδικότερα, το πρόγραμμα της Στοκχόλμης προβλέπει ότι πρέπει να παρέχεται στα πρόσωπα, ανεξάρτητα από το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλουν αίτηση ασύλου, το ίδιο επίπεδο μεταχείρισης όσον αφορά τις συνθήκες υποδοχής .

    Στο πλαίσιο της κατάρτισης της προηγούμενης πρότασης, πραγματοποιήθηκε εκτίμηση των επιπτώσεων[4] . Η τροποποιημένη πρόταση βασίζεται στις ίδιες αρχές με την προηγούμενη. Επίσης αποσκοπεί στην απλούστευση και αποσαφήνιση ορισμένων διατάξεων ώστε να καταστεί ευκολότερη η εφαρμογή τους. Για τον λόγο αυτόν, η εκτίμηση επιπτώσεων που διενεργήθηκε για την προηγούμενη πρόταση εξακολουθεί να ισχύει και για την τροποποιημένη πρόταση.

    1.3. Συνοχή με άλλες πολιτικές και στόχους της Ένωσης

    Η παρούσα πρόταση συνάδει πλήρως με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε του 1999, το Πρόγραμμα της Χάγης του 2004, το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο του 2008 και το Πρόγραμμα της Στοκχόλμης του 2009 όσον αφορά τη δημιουργία του ΚΕΣΑ.

    Η πρόταση συνάδει επίσης με τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» δεδομένου ότι εξασφαλίζει στους αιτούντες άσυλο κατάλληλη πρόσβαση στην απασχόληση. Οι αιτούντες άσυλο που ασκούν οικονομική δραστηριότητα παύουν να ζητούν συμπληρωματική στήριξη από τα εθνικά συστήματα κοινωνικής πρόνοιας, και έτσι έχουν θετική, έστω και αν αυτή είναι συχνά προσωρινή, συμβολή στην ανάπτυξη.

    2. Διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη

    Στο πλαίσιο των προπαρασκευαστικών εργασιών για την προηγούμενη πρόταση, η Επιτροπή παρουσίασε Πράσινη Βίβλο, πραγματοποίησε διάφορες συσκέψεις εμπειρογνωμόνων, μεταξύ των οποίων με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες και με εταίρους της κοινωνίας των πολιτών, ανέθεσε την εκπόνηση εξωτερικής μελέτης, και συγκέντρωσε στοιχεία με αφορμή τις απαντήσεις που δόθηκαν σε διάφορα αναλυτικά ερωτηματολόγια.

    Η Επιτροπή ενέκρινε επίσης έκθεση αξιολόγησης σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας, στην οποία επισημάνθηκαν ορισμένες ελλείψεις στο δίκαιο και τις πολιτικές των κρατών μελών.

    Μετά την έγκριση της αρχικής πρότασης τον Δεκέμβριο του 2008, πραγματοποιήθηκαν στο Συμβούλιο συζητήσεις σε τεχνικό επίπεδο, κυρίως στο πλαίσιο της τσεχικής και της σουηδικής Προεδρίας. Οι συζητήσεις κατέδειξαν ότι πολλά κράτη μέλη ήταν αντίθετα με συγκεκριμένες διατάξεις της πρότασης εξαιτίας των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των νομικών συστημάτων τους και/ή των συστημάτων τους στον τομέα του ασύλου. Στο πλαίσιο αυτό εκφράστηκε ο φόβος ότι οι προσαρμογές θα απαιτούσαν σημαντικές προσπάθειες στον τομέα της χρηματοδότησης, καθώς και διοικητικές αναπροσαρμογές, και ότι θα παρεμπόδιζαν την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας ασύλου.

    Στη διάρκεια των συζητήσεων, τα κράτη μέλη είχαν την ευκαιρία να εξηγήσουν τα πιθανά προβλήματα εφαρμογής που θα μπορούσαν ενδεχομένως να συναντήσουν όσον αφορά συγκεκριμένες διατάξεις. Κατέστη προφανές ότι, προκειμένου να αποφευχθεί η ενσωμάτωση πολλαπλών εξαιρέσεων για συγκεκριμένα κράτη μέλη, η οποία θα έθετε σε κίνδυνο τη συνολική συνοχή του προτεινόμενου συστήματος, ήταν ευκαιρία να επανεξετάσει η Επιτροπή την πρόταση και να προτείνει μια πιο ολοκληρωμένη λύση σχετικά με τα προβλήματα που διατυπώθηκαν, διασφαλίζοντας παράλληλα την προστιθέμενη αξία του κειμένου. Η αποσαφήνιση και απλούστευση των προτεινόμενων διατάξεων, ώστε να καταστεί ευκολότερη η εφαρμογή τους για τα κράτη μέλη, αναμένεται να δώσει νέα ώθηση στις συζητήσεις. Η Επιτροπή ανακοίνωσε, λοιπόν, στο Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων της 8ης Νοεμβρίου 2010 ότι θα υποβάλει τροποποιημένη πρόταση για την παρούσα οδηγία, καθώς και για την οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου, πριν από την έναρξη της πολωνικής Προεδρίας του Συμβουλίου το 2011.

    Οι προτεινόμενες τροπολογίες που περιλαμβάνονται στη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η οποία εγκρίθηκε στις 7 Μαΐου 2009, λαμβάνονται σε μεγάλο βαθμό υπόψη στην τροποποιημένη πρόταση. Η τροποποιημένη πρόταση λαμβάνει επίσης δεόντως υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[5] και της Επιτροπής των Περιφερειών[6], καθώς και τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες και μη κυβερνητικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

    Στο πλαίσιο των προπαρασκευαστικών εργασιών για την παρούσα τροποποιημένη πρόταση, η Επιτροπή πραγματοποίησε, μεταξύ Ιανουαρίου και Απριλίου 2010, σειρά διμερών συναντήσεων τεχνικών διαβουλεύσεων με ενδιαφερόμενα μέρη, περιλαμβανομένων εθνικών διοικήσεων, κατά τις οποίες επεξηγήθηκαν διεξοδικά οι περιορισμοί και οι επιφυλάξεις όσον αφορά την αρχική πρόταση της Επιτροπής.

    Η τροποποιημένη πρόταση λαμβάνει επίσης υπόψη τις συζητήσεις που έλαβαν χώρα στο πλαίσιο της υπουργικής διάσκεψης για την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας χορήγησης ασύλου, η οποία διοργανώθηκε από τη βελγική Προεδρία στις 13-14 Σεπτεμβρίου 2010. Η διάσκεψη εστιάστηκε, μεταξύ άλλων , στο θέμα της αντιμετώπισης των αναγκών των ευάλωτων ατόμων που ζητούν άσυλο.

    3. Νομικά στοιχεία της πρότασης

    3.1. Σύνοψη των προτεινόμενων ενεργειών

    Ο κύριος στόχος της τροποποιημένης αυτής πρότασης είναι η περαιτέρω αποσαφήνιση και η εξασφάλιση μεγαλύτερης ευελιξίας όσον αφορά τις προτεινόμενες απαιτήσεις υποδοχής ούτως ώστε να ενσωματωθούν ευκολότερα στα εθνικά νομικά συστήματα. Ταυτόχρονα, διατηρεί τα βασικά στοιχεία της πρότασης του 2008, μεταξύ των οποίων η εξασφάλιση κατάλληλων και συγκρίσιμων συνθηκών υποδοχής σε ολόκληρη την ΕΕ. Εξακολουθεί επίσης να εγγυάται τον πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων σύμφωνα με τις νομολογιακές εξελίξεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Τούτο ισχύει ιδίως όσον αφορά το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας και του σεβασμού της αξιοπρέπειας.

    Τέλος, η πρόταση βελτιώνει τη συνοχή στο πλαίσιο της νομοθετικής δέσμης ΚΕΣΑ, ιδίως με την τροποποιημένη πρόταση σχετικά με την οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου. Όπου κρίνεται απαραίτητο, περιλαμβάνει επίσης τις τροποποιήσεις που προκύπτουν από τις διαπραγματεύσεις σχετικά με την οδηγία για την αναγνώριση και την οδηγία του Δουβλίνου ώστε να εξασφαλίζεται συνέπεια όσον αφορά τα οριζόντια θέματα.

    Η τροποποιημένη πρόταση πραγματεύεται κυρίως τα ακόλουθα θέματα:

    3.1.1. Απλούστευση της εφαρμογής για τα κράτη μέλη

    Σε σύγκριση με την πρόταση του 2008, η τροποποιημένη πρόταση παρέχει στα κράτη μέλη μεγαλύτερο περιθώριο ελιγμών κατά την εφαρμογή ορισμένων από τα προτεινόμενα μέτρα, λαμβάνοντας έτσι υπόψη τις ανησυχίες που διατυπώνονται όσον αφορά το δυνητικό ύψος των χρηματοοικονομικών επιπτώσεων, των διοικητικών περιορισμών και του κόστους. Η βελτίωση αυτή μπορεί να επιτευχθεί με βελτίωση των ορισμών των νομικών εννοιών, απλούστευση των απαιτήσεων και των μηχανισμών υποδοχής, και μεγαλύτερη ευελιξία των κανόνων, οι οποίοι θα μπορούν να ενσωματωθούν ευκολότερα στις εθνικές πρακτικές.

    Οι τροποποιήσεις αυτές αφορούν ιδίως τις εγγυήσεις που παρέχονται στους αιτούντες άσυλο που τίθενται υπό κράτηση, τις συνθήκες υποδοχής στις εγκαταστάσεις κράτησης, τις προθεσμίες πρόσβασης στην αγορά απασχόλησης, το επίπεδο ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης που παρέχεται στα πρόσωπα με ειδικές ανάγκες υποδοχής και τους μηχανισμούς προσδιορισμού των αναγκών αυτών, την πρόσβαση σε υλική συνδρομή, καθώς και τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων με σκοπό τη διασφάλιση καλύτερης παρακολούθησης των κυριότερων διατάξεων της οδηγίας.

    Η τροποποιημένη πρόταση μεριμνά επίσης καλύτερα ώστε να διαθέτουν τα κράτη μέλη τα αναγκαία μέσα για τον χειρισμό των υποθέσεων εκείνων στις οποίες οι κανόνες υποδοχής καταστρατηγούνται και/ή καθίστανται παράγοντες προσέλκυσης . Ειδικότερα, επιτρέπει να ανακαλείται σε περισσότερες περιπτώσεις η υλική συνδρομή, με την προϋπόθεση ότι εφαρμόζονται οι απαραίτητες εγγυήσεις και γίνεται σεβαστή η κατάσταση των ιδιαιτέρως ευάλωτων προσώπων.

    3.1.2. Σαφείς και αυστηροί κανόνες όσον αφορά την κράτηση

    Είναι αναγκαίο να θεσπιστούν αυστηροί και εξαντλητικοί κανόνες της ΕΕ που θα αποκλείουν κάθε μέτρο αυθαίρετης κράτησης και θα εγγυώνται σε όλες τις περιπτώσεις τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Η Επιτροπή ανησυχεί για την εκτεταμένη εφαρμογή μέτρων κράτησης έναντι των αιτούντων άσυλο, ενώ το κεκτημένο της ΕΕ στον τομέα του ασύλου αποσιωπά το θέμα αυτό. Η τροποποιημένη πρόταση υιοθετεί επομένως τη γενική προσέγγιση της πρότασης του 2008 στο θέμα της κράτησης. Ειδικότερα, το μέτρο της κράτησης μπορεί να εφαρμοστεί μόνον όταν συντρέχουν λόγοι που έχουν ήδη προβλεφθεί και μόνον όταν συνάδει με τις αρχές της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας, και αφού κάθε περίπτωση εξεταστεί χωριστά. Πρέπει να παρέχονται οι αναγκαίες εγγυήσεις, όπως η πρόσβαση σε αποτελεσματική άσκηση ενδίκων μέσων και, κατά περίπτωση, δωρεάν νομική συνδρομή. Οι συνθήκες υποδοχής στις σχετικές εγκαταστάσεις πρέπει επίσης να σέβονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις συνάδουν πλήρως με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, καθώς και με την πρόσφατη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) κατά την ερμηνεία του άρθρου 3 της Σύμβασης.

    Θεσπίζεται παράλληλα μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά ορισμένους από τους προτεινόμενους κανόνες κράτησης και αποσαφηνίζονται διάφορες έννοιες προκειμένου να διευκολυνθεί η εφαρμογή τους και να ληφθούν υπόψη ορισμένες ιδιαιτερότητες των διαφορετικών νομικών συστημάτων των κρατών μελών (π.χ. όσον αφορά την πρόσβαση σε δωρεάν νομική συνδρομή και την πιθανότητα έκδοσης από τις διοικητικές αρχές εντάλματος με στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας). Η τροποποιημένη πρόταση εισάγει επίσης περισσότερο ευέλικτες συνθήκες κράτησης στις γεωγραφικές περιοχές στις οποίες είναι πρακτικά δύσκολο να διασφαλίζονται πάντοτε όλες οι προτεινόμενες εγγυήσεις, κυρίως στους συνοριακούς σταθμούς και στις ζώνες διέλευσης. Θεσπίζονται επίσης τροποποιήσεις σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ για την κράτηση οι οποίοι εφαρμόζονται στους υπηκόους τρίτων χωρών που αποτελούν αντικείμενο απόφασης επιστροφής ώστε, κατά περίπτωση, να διασφαλίζεται η συνεκτικότερη προσέγγιση των κανόνων αυτών.

    Κατά τις συζητήσεις που διεξήχθησαν στο Συμβούλιο διαπιστώθηκε ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι προς το μείζον συμφέρον των ασυνόδευτων ανηλίκων να κρατούνται σε εγκαταστάσεις κράτησης, ιδίως για να αποφεύγονται οι απαγωγές οι οποίες, όπως αναφέρεται, συμβαίνουν στα ανοικτά κέντρα. Στο πλαίσιο αυτό, η τροποποιημένη πρόταση επιτρέπει την κράτηση ασυνόδευτων ανηλίκων, μόνον εφόσον αποδειχθεί ότι είναι προς το μείζον συμφέρον τους, όπως ορίζεται στην προτεινόμενη οδηγία, και ότι κανένα εναλλακτικό μη στερητικό της ελευθερίας μέτρο δεν θα ήταν αποτελεσματικό. Εξάλλου, πρέπει να διασφαλίζεται, μέσω της επιμέρους εξέτασης κάθε περίπτωσης, ότι η κράτηση δεν θα βλάψει την υγεία και την ευεξία των ανηλίκων. Επιπλέον, η κράτηση μπορεί να εφαρμοστεί μόνον αν η συγκεκριμένη εγκατάσταση κράτησης εξασφαλίζει τις απαιτούμενες συνθήκες υποδοχής (πρόσβαση σε δραστηριότητες αναψυχής, δραστηριότητες στο ύπαιθρο κτλ.). Η προτεινόμενη διάταξη συνάδει με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

    3.1.3. Εξασφάλιση αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης

    - Η αντιμετώπιση των ειδικών αναγκών υποδοχής αποδεικνύεται ένας από τους περισσότερο προβληματικούς τομείς όσον αφορά τις ισχύουσες εθνικές απαιτήσεις. Ο προσδιορισμός των αναγκών αυτών δεν επηρεάζει απλώς την πρόσβαση στην κατάλληλη αγωγή, αλλά θα μπορούσε να επηρεάσει και την ποιότητα της διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Σκοπός της τροποποιημένης πρότασης είναι να διασφαλίσει τη θέσπιση εθνικών μέτρων που θα επιτρέπουν τον γρήγορο εντοπισμό των ειδικών αναγκών υποδοχής των ευάλωτων προσώπων και τη συνεχή υποστήριξη και παρακολούθηση των επιμέρους περιπτώσεων. Δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στις ειδικές ανάγκες υποδοχής ιδιαιτέρως ευάλωτων ομάδων, όπως οι ανήλικοι και τα θύματα βασανιστηρίων. Παράλληλα, η τροποποιημένη πρόταση επιδιώκει την απλούστευση αυτής της διαδικασίας προσδιορισμού των ειδικών αναγκών, και οριοθετεί σαφέστερα τη σχέση ανάμεσα στα ευάλωτα πρόσωπα και τα πρόσωπα με ειδικές ανάγκες υποδοχής.

    Η πρόταση δεν αναφέρεται σε ίση μεταχείριση με τους υπηκόους του κράτους μέλους υποδοχής όσον αφορά την πρόσβαση στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, λαμβάνοντας υπόψη τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τις έντονες επιφυλάξεις του Συμβουλίου.

    - Κατά την αξιολόγηση της εφαρμογής της τρέχουσας οδηγίας διαπιστώθηκαν ελλείψεις όσον αφορά το επίπεδο της υλικής συνδρομής που παρέχουν τα κράτη μέλη στους αιτούντες άσυλο. Μολονότι η τρέχουσα οδηγία επιβάλλει την υποχρέωση εξασφάλισης ικανοποιητικού επιπέδου μεταχείρισης, στην πράξη αποδεικνύεται δύσκολος ο καθορισμός του απαιτούμενου επιπέδου συνδρομής. Κρίνεται επομένως αναγκαία η θέσπιση σημείων αναφοράς που θα επιτρέπουν να «ποσοτικοποιηθεί» καλύτερα η υποχρέωση αυτή και θα μπορούν επίσης να εφαρμόζονται αποτελεσματικά από τις εθνικές διοικήσεις.

    Κατά τις διαπραγματεύσεις στο Συμβούλιο και τις πρόσφατες διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη, κατέστη σαφές ότι η σχετική εθνική νομοθεσία και οι εθνικές πρακτικές προβλέπουν σήμερα σχετικά σημεία αναφοράς, τα οποία εμφανίζουν όμως μεγάλες αποκλίσεις. Λαμβανομένης υπόψη της κατάστασης αυτής, η τροποποιημένη πρόταση παρέχει κάποια ευελιξία και δεν αποσκοπεί στη θέσπιση ενιαίου σημείου αναφοράς για την ΕΕ. Αντιθέτως, επιτρέπει την εφαρμογή διαφορετικών εθνικών κριτηρίων αξιολόγησης, εφόσον αυτά είναι μετρήσιμα και μπορούν να διευκολύνουν την παρακολούθηση του επιπέδου της βοήθειας που παρέχεται στους αιτούντες.

    3.1.4. Ενίσχυση της ανεξαρτησίας των αιτούντων άσυλο

    Η πρόσβαση στην απασχόληση θα μπορούσε να αποτρέψει τον αποκλεισμό των αιτούντων άσυλο από την κοινωνία υποδοχής και να τους καταστήσει περισσότερο ανεξάρτητους. Αντίθετα, η υποχρεωτική ανεργία συνεπάγεται κόστος για το Δημόσιο, το οποίο αναγκάζεται να καταβάλλει πρόσθετες παροχές κοινωνικής πρόνοιας, και ενδέχεται να ενθαρρύνει την παράνομη εργασία[7]. Στο πλαίσιο αυτό, η διευκόλυνση της πρόσβασης στην απασχόληση είναι ευεργετική τόσο για τους αιτούντες άσυλο όσο και για το κράτος μέλος υποδοχής.

    Η τροποποιημένη πρόταση επιτρέπει μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις σχετικά με τη διάρκεια της εξέτασης των αιτήσεων χορήγησης ασύλου που περιλαμβάνονται στην τροποποιημένη πρόταση οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου.

    3.2. Νομική βάση

    Η τροποποιημένη πρόταση βασίζεται στο άρθρο 78 παράγραφος 2 στοιχείο στ) της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), το οποίο καλεί τα κράτη μέλη να θεσπίσουν «προδιαγραφές» σχετικά με τις προϋποθέσεις υποδοχής των αιτούντων άσυλο.

    3.3. Εδαφική εφαρμογή

    Η προτεινόμενη οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. Η εφαρμογή της οδηγίας στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία θα καθοριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του πρωτοκόλλου αριθ. 21 το οποίο προσαρτάται στη ΣΛΕΕ.

    Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν δεσμεύεται από την οδηγία ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

    3.4. Αρχή της επικουρικότητας

    Ο τίτλος V της ΣΛΕΕ για ένα χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης αναθέτει ορισμένες αρμοδιότητες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι αρμοδιότητες αυτές πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με το άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή, μόνον εάν και στον βαθμό που οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης είναι αδύνατο να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και συνεπώς δύνανται, λόγω των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα από την Ένωση.

    Η υφιστάμενη νομική βάση για την Ένωση θεσπίζεται στο άρθρο 78 της ΣΛΕΕ. Η διάταξη αυτή αναφέρει ότι η Ένωση «αναπτύσσει κοινή πολιτική στους τομείς του ασύλου, της επικουρικής προστασίας και της προσωρινής προστασίας με στόχο να παρέχεται το κατάλληλο καθεστώς σε οποιονδήποτε υπήκοο τρίτης χώρας χρήζει διεθνούς προστασίας και να εξασφαλίζεται η τήρηση της αρχής της μη επαναπροώθησης. Η πολιτική αυτή πρέπει να συνάδει προς τη Σύμβαση της Γενεύης της 28ης Ιουλίου 1951 και το Πρωτόκολλο της 31ης Ιανουαρίου 1967 για τη νομική κατάσταση των προσφύγων και προς άλλες ισχύουσες συμβάσεις». Το άρθρο 78 παράγραφος 2 στοιχείο στ) αναφέρει ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, λαμβάνουν μέτρα όσον αφορά κοινό ευρωπαϊκό σύστημα ασύλου, στο οποίο περιλαμβάνονται «προδιαγραφές σχετικά με τις προϋποθέσεις υποδοχής αιτούντων άσυλο ή επικουρικής προστασίας».

    Λόγω του διακρατικού χαρακτήρα των προβλημάτων που συνδέονται με το άσυλο και την προστασία των προσφύγων, η EE βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση ώστε να προτείνει λύσεις στο πλαίσιο του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου (ΚΕΣΑ), ιδίως σχετικά με ζητήματα που αφορούν τις προδιαγραφές υποδοχής που ισχύουν σε ολόκληρη την Ένωση. Παρά το γεγονός ότι, με την έκδοση της οδηγίας του 2003, επιτεύχθηκε υψηλό επίπεδο εναρμόνισης, απαιτείται η ανάληψη περαιτέρω δράσης σε επίπεδο ΕΕ για να επιτευχθεί βελτίωση και εναρμόνιση των προδιαγραφών όσον αφορά τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο.

    3.5. Αρχή της αναλογικότητας

    Κατά την εκτίμηση των επιπτώσεων της τροποποίησης της οδηγίας για τις συνθήκες υποδοχής, η οποία διενεργήθηκε στο πλαίσιο των προπαρασκευαστικών εργασιών για την προηγούμενη πρόταση, αξιολογήθηκε κάθε εναλλακτική επιλογή για την επίλυση των διαπιστωθέντων προβλημάτων, ώστε να εξασφαλιστεί η ιδανική αναλογία μεταξύ πρακτικού οφέλους και απαιτούμενων προσπαθειών, και συνήχθη το συμπέρασμα ότι η ανάληψη δράσης από μέρους της EE δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου της επίλυσης των προβλημάτων αυτών. Η παρούσα τροποποιημένη πρόταση διατηρεί τις κατευθυντήριες αρχές της προηγούμενης πρότασης, εισάγοντας παράλληλα μεγαλύτερη ευελιξία για τα κράτη μέλη, συμβάλλοντας έτσι περισσότερο στην τήρηση της αρχής της αναλογικότητας.

    3.6. Επιπτώσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα

    Η παρούσα πρόταση αποτέλεσε αντικείμενο εμπεριστατωμένης εξέτασης ώστε να διασφαλισθεί ότι οι διατάξεις της συμβιβάζονται πλήρως με τα θεμελιώδη δικαιώματα ως γενικές αρχές του δικαίου της ΕΕ, όπως προβλέπονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (εφεξής «ο Χάρτης»), καθώς και ως υποχρεώσεις που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο. Κατά συνέπεια, δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στις διατάξεις που αφορούν την κράτηση, τις διαδικαστικές εγγυήσεις, τη μεταχείριση προσώπων με ειδικές ανάγκες υποδοχής, ιδίως ανηλίκων, ασυνόδευτων ανηλίκων και θυμάτων βασανιστηρίων, καθώς και την πρόσβαση στις υλικές συνθήκες υποδοχής.

    Η εξασφάλιση υψηλότερων και δικαιότερων προδιαγραφών υποδοχής θα έχει συνολικά ιδιαίτερα θετικές συνέπειες για τους αιτούντες άσυλο από την άποψη των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ειδικότερα, θα ενισχυθεί το δικαίωμα στην ελευθερία που προβλέπεται στο άρθρο 6 του Χάρτη και θα αποσαφηνιστεί το ότι ένα πρόσωπο δεν μπορεί να κρατείται απλώς και μόνον επειδή υπέβαλε αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας. Επίσης η πρόταση προβλέπει ότι η κράτηση θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οι οποίες προβλέπονται από την οδηγία, και μόνον εφόσον συνάδει με τις αρχές της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται, καθώς και τον σκοπό που εξυπηρετεί. Διασφαλίζεται επίσης η πρόσβαση σε αποτελεσματική άσκηση ενδίκων μέσων, σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη .

    Το κείμενο θα επιτρέπει να λαμβάνονται καλύτερα υπόψη τα δικαιώματα των ανηλίκων, χάρη στην ενσωμάτωση σχετικού ορισμού ο οποίος αποσαφηνίζει την αρχή του μείζονος συμφέροντος του παιδιού, σύμφωνα με το άρθρο 24 του Χάρτη, και περιορίζει τις δυνατότητες κράτησης. Επιπλέον, θα αντιμετωπίζει αποτελεσματικότερα τις ιδιαιτερότητες ευάλωτων ομάδων, μεριμνώντας ώστε οι ανάγκες τους να εντοπίζονται εγκαίρως και να τους παρέχεται πρόσβαση σε κατάλληλη μεταχείριση. Η διευκόλυνση της πρόσβασης των αιτούντων άσυλο στην αγορά εργασίας θα μπορούσε να τους βοηθήσει να αποκτήσουν μεγαλύτερη ανεξαρτησία και θα διευκολύνει την ένταξή τους στο κράτος μέλος υποδοχής. Εξάλλου, η πρόταση θα ενισχύσει την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 21 του Χάρτη, διασφαλίζοντας ότι η μεταχείριση των αιτούντων άσυλο δεν είναι αδικαιολόγητα λιγότερο ευνοϊκή σε σχέση με τη μεταχείριση που επιφυλάσσεται στους υπηκόους του κράτους μέλους υποδοχής. Τέλος, η επιβολή υποχρέωσης ενημέρωσης σχετικά με τις ουσιαστικές διατάξεις της οδηγίας που συνδέονται με τα θεμελιώδη δικαιώματα θα εξασφαλίσει την καλύτερη παρακολούθηση της εφαρμογής των δικαιωμάτων αυτών σε επίπεδο ΕΕ. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να μεταφέρουν και να εφαρμόσουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας με παράλληλη τήρηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων που έχουν ενσωματωθεί στον Χάρτη.

    ê 2003/9/ΕΚ

    2008/0244 (COD)

    Τροποποιημένη πρόταση

    ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη (Αναδιατύπωση)

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 78 παράγραφος 2 στοιχείο στ),

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[8],

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών[9],

    Αποφασίζοντας με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    ò νέο

    (1) Ορισμένες ουσιαστικές τροποποιήσεις πρέπει να επέλθουν στην οδηγία 2003/9/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 2003, σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη[10]. Για λόγους σαφήνειας, η οδηγία πρέπει να αναδιατυπωθεί.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 1 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    (2) Η κοινή πολιτική ασύλου, η οποία περιλαμβάνει ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα για το άσυλο, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του στόχου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προοδευτική εγκαθίδρυση ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, ανοικτού σε εκείνους οι οποίοι, αναγκασμένοι από τις περιστάσεις, αναζητούν νομίμως προστασία στην Ö Ευρωπαϊκή Ένωση Õ Κοινότητα. ð Θα πρέπει να διέπεται από την αρχή της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής των ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών της επιπτώσεων. ï

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 2

    ð νέο

    (3) Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά την ειδική σύνοδο που πραγματοποίησε στο Τάμπερε στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, συμφώνησε να εργασθεί για τη θέσπιση ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος για το άσυλο, βασιζόμενου στην πλήρη και συνολική εφαρμογή της σύμβασης της Γενεύης, της 28ης Ιουλίου 1951, περί του καθεστώτος των προσφύγων, όπως συμπληρώθηκε με το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης, της 31ης Ιανουαρίου 1967, τηρουμένης κατ' αυτόν τον τρόπο της αρχής της μη επαναπροώθησης. ð Η πρώτη φάση του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου επιτεύχθηκε με την έκδοση των οικείων νομικών πράξεων που προβλέπονται στις Συνθήκες, περιλαμβανομένης της οδηγίας 2003/9/ΕΚ. ï

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 3

    Στα συμπεράσματα του Τάμπερε προβλέπεται ότι το κοινό ευρωπαϊκό σύστημα για το άσυλο θα πρέπει να συμπεριλάβει βραχυπρόθεσμα κοινές ελάχιστες απαιτήσεις για τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 4

    Η θέσπιση ελάχιστων προτύπων για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο αποτελεί ένα περαιτέρω βήμα προς τη διαμόρφωση μιας ευρωπαϊκής πολιτικής ασύλου.

    ò νέο

    (4) Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά τη σύνοδό του της 4ης Νοεμβρίου 2004, ενέκρινε το πρόγραμμα της Χάγης το οποίο όρισε τους προς υλοποίηση στόχους στον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης για την περίοδο 2005-2010. Στο πλαίσιο αυτό, το πρόγραμμα της Χάγης κάλεσε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ολοκληρώσει την αξιολόγηση των νομικών πράξεων της πρώτης φάσης και να υποβάλει τις πράξεις και τα μέτρα της δεύτερης φάσης στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

    (5) Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά τη σύνοδό του στις 10-11 Δεκεμβρίου 2009, ενέκρινε το πρόγραμμα της Στοκχόλμης το οποίο επανεπιβεβαίωσε τη δέσμευσή του για τη δημιουργία, έως το 2012, ενός κοινού χώρου προστασίας και αλληλεγγύης, βάσει κοινής διαδικασίας ασύλου και ομοιόμορφου καθεστώτος για τα πρόσωπα στα οποία χορηγείται διεθνής προστασία με βάση πρότυπα υψηλής προστασίας καθώς και δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες. Το πρόγραμμα της Στοκχόλμης προβλέπει ακόμη ότι είναι σημαντικό να προσφέρεται στα πρόσωπα, ανεξάρτητα από το κράτος μέλος στο οποίο υποβάλλουν αίτηση ασύλου, το ίδιο επίπεδο μεταχείρισης όσον αφορά τις συνθήκες υποδοχής.

    (6) Πρέπει να αξιοποιηθούν οι πόροι του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων και της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο, που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 439/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[11], ώστε να δοθεί η δέουσα υποστήριξη στις προσπάθειες των κρατών μελών σχετικά με την υλοποίηση των απαιτήσεων που ορίζονται στη δεύτερη φάση του κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, ιδίως σε εκείνα τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ειδικές και δυσανάλογες πιέσεις στα συστήματα ασύλου τους, κυρίως λόγω της γεωγραφικής τους θέσης ή της δημογραφικής τους κατάστασης.

    (7) Βάσει των αποτελεσμάτων των αξιολογήσεων που πραγματοποιήθηκαν σχετικά με την υλοποίηση των πράξεων του πρώτου σταδίου, κρίνεται σκόπιμο, κατά το παρόν στάδιο, να επιβεβαιωθούν οι αρχές στις οποίες βασίζεται η οδηγία 2003/9/EΚ με σκοπό να εξασφαλισθούν βελτιωμένες συνθήκες υποδοχής για τους αιτούντες άσυλο.

    (8) Για να εξασφαλισθεί η ίση μεταχείριση των αιτούντων άσυλο στο σύνολο της Ένωσης, η παρούσα οδηγία πρέπει να εφαρμόζεται σε όλα τα στάδια και τους τύπους διαδικασιών που αφορούν τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας, καθώς και σε όλους τους χώρους και τις εγκαταστάσεις που φιλοξενούν αιτούντες άσυλο.

    (9) Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη πρέπει να επιδιώκουν την επίτευξη πλήρους συμμόρφωσης με τις αρχές του μείζονος συμφέροντος του παιδιού και της σημασίας της ενότητας της οικογένειας, σύμφωνα με τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα του παιδιού του 1989 και την ευρωπαϊκή σύμβαση για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, αντιστοίχως.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 6

    (10) Όσον αφορά τη μεταχείριση των προσώπων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη δεσμεύονται από υποχρεώσεις που απορρέουν από πράξεις διεθνούς δικαίου των οποίων είναι μέρη και οι οποίες απαγορεύουν τις διακρίσεις.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 7

    (11) Είναι σκόπιμο να θεσπισθούν ελάχιστα πρότυπα για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο, τα οποία, υπό κανονικές συνθήκες θα επαρκούν για την εξασφάλιση αξιοπρεπούς επιπέδου και συγκρίσιμων συνθηκών διαβίωσης σε όλα τα κράτη μέλη.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 8

    (12) Η εναρμόνιση των συνθηκών υποδοχής των αιτούντων άσυλο θα πρέπει να συμβάλλει στον περιορισμό των δευτερογενών μετακινήσεων των αιτούντων άσυλο, οι οποίες επηρεάζονται από την ανομοιογένεια των συνθηκών υποδοχής τους.

    ò νέο

    (13) Για να εξασφαλισθεί η ίση μεταχείριση όλων των αιτούντων διεθνή προστασία και να διασφαλισθεί η συνοχή με το ισχύον κεκτημένο της EE, και ιδίως με την οδηγία […/…/ΕΕ] [οδηγία για την αναγνώριση], είναι σκόπιμο να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ώστε να συμπεριλάβει τους αιτούντες επικουρική προστασία.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 9 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    (14) ð Ο άμεσος εντοπισμός και η παρακολούθηση των ατόμων ï Η υποδοχή των ομάδων με ειδικές ανάγκες ð υποδοχής ï θα πρέπει να αποτελεί ð πρωταρχικό μέλημα των εθνικών αρχών ώστε να διασφαλίζεται ότι η υποδοχή τους ï έχει σχεδιασθεί ειδικά με σκοπό την κάλυψη Ö των ειδικών αναγκών υποδοχής Õ που οφείλονται στην κατάσταση αυτή.

    ò νέο

    (15) Η κράτηση των αιτούντων άσυλο πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τη βασική αρχή ότι ένα πρόσωπο δεν μπορεί να κρατείται απλώς και μόνον επειδή επιζητεί διεθνή προστασία, κυρίως σύμφωνα με το άρθρο 31 της σύμβασης της Γενεύης, της 28ης Ιουλίου 1951, όσον αφορά το καθεστώς των προσφύγων. Ειδικότερα, τα κράτη μέλη δεν πρέπει να επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις στους αιτούντες άσυλο λόγω παράνομης εισόδου ή διαμονής, και να εφαρμόζουν στις κινήσεις των προσφύγων τούτων μόνον τα απαραίτητα περιοριστικά μέτρα. Στο πλαίσιο αυτό, η κράτηση αιτούντων άσυλο πρέπει να είναι δυνατή μόνον σε σαφώς καθορισμένες, εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες προβλέπονται στην παρούσα οδηγία και να διέπεται από την αρχή της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας όσον αφορά τόσο τον τρόπο όσο και τον σκοπό της εν λόγω κράτησης. Σε περίπτωση που τελεί υπό κράτηση, ο αιτών άσυλο πρέπει να έχει αποτελεσματική πρόσβαση στις αναγκαίες διαδικαστικές εγγυήσεις, όπως το δικαίωμα προσφυγής ενώπιον εθνικού δικαστηρίου.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 10 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    (16) Η υποδοχή των αιτούντων Οι αιτούντες που τελούν υπό κράτηση ð θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με πλήρη σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και η υποδοχή τους ï θα πρέπει να έχει σχεδιασθεί ειδικά με σκοπό την κάλυψη των αναγκών που οφείλονται στην κατάσταση αυτή. ð Ειδικότερα, τα κράτη μέλη πρέπει να μεριμνούν για την εφαρμογή του άρθρου 37 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών του 1989 για τα δικαιώματα του παιδιού. ï

    ò νέο

    (17) Σε ορισμένες περιπτώσεις ενδέχεται να μην είναι στην πράξη εφικτό να διασφαλισθούν αμέσως ορισμένες εγγυήσεις υποδοχής κατά την κράτηση, παραδείγματος χάρη λόγω της γεωγραφικής θέσης ή της συγκεκριμένης διάρθρωσης των εγκαταστάσεων κράτησης. Ωστόσο, κάθε παρέκκλιση από τις εγγυήσεις αυτές θα πρέπει να είναι προσωρινή και να εφαρμόζεται μόνο στις περιστάσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Παρεκκλίσεις θα πρέπει να εφαρμόζονται μόνον σε εξαιρετικές περιστάσεις και να είναι δεόντως αιτιολογημένες, λαμβανομένων υπόψη των εκάστοτε περιστάσεων, καθώς και του επιπέδου σοβαρότητας της εφαρμοζόμενης παρέκκλισης, της διάρκειάς της και των επιπτώσεών της για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 11

    (18) Προκειμένου να διασφαλίζεται η τήρηση των ελάχιστων διαδικαστικών εγγυήσεων που συνίστανται στην παροχή της δυνατότητας επικοινωνίας με οργανώσεις ή ομάδες προσώπων που παρέχουν νομική συνδρομή, θα πρέπει να παρέχεται πληροφόρηση στις εν λόγω οργανώσεις και ομάδες προσώπων.

    ò νέο

    (19) Προκειμένου να ενισχυθεί η ανεξαρτησία των αιτούντων άσυλο και να περιοριστούν οι μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ κρατών μελών, είναι ουσιαστικής σημασίας να θεσπιστούν σαφείς κανόνες σχετικά με την πρόσβαση των αιτούντων άσυλο στην αγορά εργασίας. Οι κανόνες αυτοί πρέπει να συνάδουν με τους κανόνες σχετικά με τη διάρκεια της διαδικασίας εξέτασης όπως ορίζεται στην οδηγία […/…/ΕΕ/] [οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου].

    (20) Προκειμένου να διασφαλισθεί ότι η υλική συνδρομή που παρέχεται στους αιτούντες άσυλο συνάδει με τις αρχές της παρούσας οδηγίας, είναι ανάγκη να καθορίσουν τα κράτη μέλη το επίπεδο της συνδρομής αυτής με βάση αντίστοιχα και μετρήσιμα σημεία αναφοράς.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 12 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    (21) Θα πρέπει να περισταλεί η δυνατότητα κατάχρησης του συστήματος υποδοχής με τον Ö καθορισμό των περιστάσεων κατά τις οποίες Õ που δικαιολογούν τον περιορισμό ή την ανάκληση των συνθηκών υποδοχής οι συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο Ö ενδέχεται να περιοριστούν ή η υποδοχή να ανακληθεί Õ ð διασφαλίζοντας παράλληλα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης για όλους τους αιτούντες άσυλο ï.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 13

    (22) Θα πρέπει να διασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα των εθνικών συστημάτων υποδοχής και της συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών σε θέματα υποδοχής των αιτούντων άσυλο.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 14

    (23) Θα πρέπει να ενθαρρύνεται ο κατάλληλος συντονισμός μεταξύ των αρμόδιων αρχών όσον αφορά την υποδοχή των αιτούντων άσυλο και οι αρμονικές σχέσεις μεταξύ των τοπικών κοινωνιών και των κέντρων φιλοξενίας.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 15 (προσαρμοσμένο)

    (24) Εξ ορισμού, τα ελάχιστα πρότυπα επιτρέπουν στα Τα κράτη μέλη Ö θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα Õ να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ ευνοϊκότερες διατάξεις για τους υπηκόους τρίτων χωρών και τους ανιθαγενείς που ζητούν διεθνή προστασία από ένα κράτος μέλος.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 16

    ð νέο

    (25) Βάσει της ίδιας λογικής, τα κράτη μέλη καλούνται επίσης να εφαρμόζουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας κατά τις διαδικασίες εξέτασης των αιτήσεων που αφορούν άλλες μορφές προστασίας, εκτός από εκείνες που απορρέουν από ð την οδηγία […/…/ΕΕ] [οδηγία για την αναγνώριση] ï τη σύμβαση της Γενεύης για τους υπηκόους τρίτων χωρών και τους ανιθαγενείς.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 17

    (26) Η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να αξιολογείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 18 (προσαρμοσμένο)

    (27) Δεδομένου ότι οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης, ήτοι η θέσπιση ελάχιστων προτύπων για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται, συνεπώς, λόγω των διαστάσεων και των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα Ö σε επίπεδο Ένωσης Õ σε κοινοτικό επίπεδο, η Ö Ένωση Õ Κοινότητα μπορεί να θεσπίσει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως εκτίθεται στο άρθρο 5 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως εκτίθεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 19

    Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, το οποίο είναι προσαρτημένο στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ηνωμένο Βασίλειο γνωστοποίησε, με την από 18 Αυγούστου 2001 επιστολή του, την επιθυμία του να συμμετάσχει στη θέσπιση και την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 20

    Σύμφωνα με το άρθρο 1 του εν λόγω πρωτοκόλλου, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας οδηγίας. Κατά συνέπεια, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν ισχύουν για την Ιρλανδία.

    ò νέο

    (28) Σύμφωνα με το άρθρο 4α παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου, στο μέτρο που το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έχει κοινοποιήσει την επιθυμία του να αποδεχθεί το μέτρο, σύμφωνα με το άρθρο 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, δεν δεσμεύεται από αυτό και εξακολουθεί να δεσμεύεται από την οδηγία 2003/9/ΕΚ.

    (29) Σύμφωνα με το άρθρο 1 του ως άνω πρωτοκόλλου, η Ιρλανδία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας οδηγίας. Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του ανωτέρω πρωτοκόλλου, η Ιρλανδία δεν δεσμεύεται συνεπώς από την παρούσα οδηγία.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 21

    (30) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, το οποίο είναι προσαρτημένο στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας οδηγίας και, συνεπώς, δεν δεσμεύεται από αυτήν, ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

    ê 2003/9/ΕΚ αιτιολογική σκέψη 5

    ð νέο

    (31) Η παρούσα οδηγία σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και συνάδει με τις αρχές που αναγνωρίζονται, ιδίως στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, η παρούσα οδηγία αποβλέπει στη διασφάλιση του πλήρους σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και στην προώθηση της εφαρμογής των άρθρων 1ð, 6, 7, ï και 18 ð, 21, 24 και 47 ï του εν λόγω Χάρτη ð και πρέπει να εφαρμοσθεί αναλόγως ï.

    ò νέο

    (32) Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν ουσιώδη μεταβολή σε σχέση με την προηγούμενη οδηγία. Η υποχρέωση μεταφοράς των διατάξεων που παραμένουν αμετάβλητες προκύπτει ήδη από την προηγούμενη οδηγία.

    (33) Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας που περιέχεται στο παράρτημα II, Μέρος B.

    ê 2003/9/ΕΚ

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    ΣΚΟΠΟΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

    Άρθρο 1

    Σκοπός

    Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η θέσπιση ελάχιστων προτύπων για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

    α) "Σύμβαση της Γενεύης": η σύμβαση, της 28ης Ιουλίου 1951, περί του καθεστώτος των προσφύγων, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο της Νέας Υόρκης της 31ης Ιανουαρίου 1967.

    β) "Αίτηση ασύλου": η αίτηση την οποία υποβάλλει υπήκοος τρίτης χώρας ή ανιθαγενής και η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως αίτηση για διεθνή προστασία από κράτος μέλος, σύμφωνα με τη σύμβαση της Γενεύης. Κάθε αίτηση διεθνούς προστασίας τεκμαίρεται ότι είναι αίτηση ασύλου, εκτός αν ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ανιθαγενής ζητά ρητώς να του παρασχεθεί κάποια άλλη μορφή προστασίας η οποία είναι δυνατόν να ζητηθεί αυτοτελώς.

    ò νέο

    α) «Αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας»: η αίτηση για διεθνή προστασία, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο η) της οδηγίας […/…/ΕΕ] [οδηγία για την αναγνώριση].

    ê 2003/9/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    β)γ) «Αιτών» Ö, «αιτών διεθνή προστασία» Õ ή «αιτών άσυλο» : Ö : Õ ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο ανιθαγενής ο οποίος έχει υποβάλει αίτηση ασύλου ð παροχής διεθνούς προστασίας ï, επί της οποίας δεν έχει ληφθεί ακόμη οριστική απόφαση.

    γ) δ) «Μέλη της οικογένειας» : Ö : Õ υπό την προϋπόθεση ότι η οικογένεια υπήρχε ήδη στη χώρα καταγωγής, τα ακόλουθα μέλη της οικογένειας του αιτούντος άσυλο που ευρίσκονται στο ίδιο κράτος μέλος σε σχέση με την αίτηση ασύλου ð παροχής διεθνούς προστασίας ï:

    Ö (i) σε περίπτωση που ο αιτών είναι ενήλικας, Õ

    (i) - ο/η σύζυγος ή ο εκτός γάμου συμβιών με τον αιτούντα άσυλο στα πλαίσια σταθερής σχέσης, υπό την προϋπόθεση ότι η νομοθεσία ή η πρακτική του οικείου κράτους μέλους αντιμετωπίζει τα άγαμα ζεύγη κατά τρόπο συγκρίσιμο προς τα έγγαμα, δυνάμει της περί αλλοδαπών Ö υπηκόων τρίτων χωρών Õ νομοθεσίας του,

    (ii) - τα ανήλικα τέκνα του ζεύγους Ö των ζευγαριών Õ που μνημονεύεονται στην πρώτη περίπτωση στο σημείο i) ή τα τέκνα του αιτούντος άσυλο, υπό την προϋπόθεση ότι είναι άγαμα ανύπανδρα και οικονομικώς εξαρτημένα, χωρίς να έχει σημασία αν γεννήθηκαν εντός ή εκτός γάμου ή αν είναι υιοθετημένα, όπως ορίζεται από το εθνικό δίκαιο.

    ò νέο

    - τα ανήλικα τέκνα των ζευγαριών που μνημονεύονται στην πρώτη περίπτωση του σημείου (i) ή τα τέκνα του αιτούντος άσυλο, χωρίς να έχει σημασία αν γεννήθηκαν εντός ή εκτός γάμου ή αν είναι υιοθετημένα, όπως ορίζεται από το εθνικό δίκαιο, υπό τον όρο ότι δεν συνοδεύονται από τους/τις συζύγους τους και είναι προς το μείζον συμφέρον τους να θεωρούνται μέλη της οικογένειας,

    (ii) σε περίπτωση που ο αιτών είναι άγαμος ανήλικος:

    - ο πατέρας, η μητέρα, χωρίς να έχει σημασία αν ο αιτών γεννήθηκε εντός ή εκτός γάμου ή αν είναι υιοθετημένος, όπως ορίζεται από το εθνικό δίκαιο, ή ο ενήλικας που έχει την ευθύνη του αιτούντος σύμφωνα με τον νόμο ή την εθνική πρακτική του οικείου κράτους μέλους,

    - τα ανήλικα αδέλφια του αιτούντος, χωρίς να έχει σημασία αν γεννήθηκαν εντός ή εκτός γάμου ή αν είναι υιοθετημένα, όπως ορίζεται από το εθνικό δίκαιο, υπό τον όρο ότι είναι άγαμα ή έγγαμα αλλά δεν συνοδεύονται από τους/τις συζύγους τους, και είναι προς το μείζον συμφέρον τους να θεωρούνται μέλη της οικογένειας,

    (iii) σε περίπτωση που ο αιτών είναι έγγαμος ανήλικος, τα πρόσωπα που μνημονεύονται στο σημείο (ii), υπό τον όρο ότι ο αιτών δεν συνοδεύεται από τον/τη συζυγό του και είναι προς το μείζον συμφέρον του αιτούντος ή των αδελφών του να θεωρούνται μέλη της οικογένειας τα πρόσωπα που αναφέρονται στο σημείο (ii).

    ê 2003/9/ΕΚ

    ε) "Πρόσφυγας": κάθε πρόσωπο το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 τμήμα Α της σύμβασης της Γενεύης.

    στ) "Καθεστώς πρόσφυγα": το καθεστώς που χορηγεί ένα κράτος μέλος σε ένα πρόσωπο που είναι πρόσφυγας και γίνεται δεκτό υπό την ιδιότητα αυτή στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους.

    ζ) "Διαδικασίες" και "προσφυγές": οι διαδικασίες και προσφυγές που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο των κρατών μελών.

    ò νέο

    δ) «ανήλικος»: υπήκοος τρίτης χώρας ή ανιθαγενής ηλικίας κάτω των 18 ετών.

    ê 2003/9/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    ε)η) «Ασυνόδευτοις ανήλικοςι»: Ö : Õ ð ανήλικος ï τα πρόσωπα ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ ετών που φτάνουν Ö φτάνει Õ στο έδαφος των κρατών μελών χωρίς να συνοδεύεονται από ενήλικο υπεύθυνο για αυτά αυτόν σύμφωνα με το νόμο ή ð την εθνική πρακτική του οικείου κράτους μέλους ï το έθιμο, και εφόσον κανένας ενήλικος δεν ασκεί στην πράξη την επιμέλειά τουςÖ του Õ. Ο ορισμός καλύπτει και τους ανηλίκους Ö καλύπτει και τον ανήλικο Õ που Ö παύει Õ παύουν να συνοδεύεονται μετά την είσοδό τους Ö του Õ στο έδαφος των κρατών μελών.

    στ)θ) «Συνθήκες υποδοχής»: Ö : Õ η πλήρης δέσμη μέτρων που τα κράτη μέλη εφαρμόζουν προς όφελος των αιτούντων άσυλο σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

    ζ)ι) «Υλικές συνθήκες υποδοχής»: Ö : Õ οι συνθήκες υποδοχής που περιλαμβάνουν την παροχή στέγης, τροφής και ρουχισμού, σε είδος ή υπό μορφή οικονομικού βοηθήματος ή δελτίων, ð ή συνδυασμό των τριών ï, καθώς και ένα βοήθημα για τα καθημερινά έξοδα.

    η)ια) «Κράτηση» : Ö : Õ ο περιορισμός σε ειδικό χώρο που επιβάλλει ένα κράτος μέλος σε αιτούντα άσυλο, με αποτέλεσμα τη στέρηση της ελευθερίας κυκλοφορίας του/της.

    θ)ιβ) «Κέντρο φιλοξενίας» : Ö : Õ κάθε χώρος που χρησιμοποιείται για την ομαδική φιλοξενία των αιτούντων άσυλο.

    ò νέο

    ι) «Εκπρόσωπος»: πρόσωπο ή οργάνωση που έχει ορισθεί από τις αρμόδιες αρχές για να ενεργεί ως νόμιμος κηδεμόνας, με καθήκον να συνδράμει και να αντιπροσωπεύει ασυνόδευτο ανήλικο σε διαδικασίες που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, ώστε να διασφαλίζει το μείζον συμφέρον του ανηλίκου και να ασκεί νομική ικανότητα για λογαριασμό του οσάκις είναι αναγκαίο. Σε περίπτωση που οργάνωση ενεργεί ως εκπρόσωπος, ορίζει ένα πρόσωπο υπεύθυνο για να επιτελεί τα καθήκοντα του νόμιμου κηδεμόνα όσον αφορά τον ανήλικο, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

    ια) «Αιτών με ειδικές ανάγκες υποδοχής»: ευάλωτος αιτών, σύμφωνα με το άρθρο 21, που χρειάζεται ειδικές εγγυήσεις ώστε να απολαύει των δικαιωμάτων και να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που προβλέπει η παρούσα οδηγία.

    ê 2003/9/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 3

    Πεδίο εφαρμογής

    1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε όλους τους υπηκόους τρίτων χωρών και τους ανιθαγενείς που υποβάλλουν αίτηση για χορήγηση ασύλου ð παροχή διεθνούς προστασίας ï στα σύνορα, ή στο έδαφος, Ö περιλαμβανομένων των συνόρων, Õ ð στα χωρικά ύδατα ή στις ζώνες διέλευσης ï κράτους μέλους, εφόσον τους επιτρέπεται να παραμείνουν στο έδαφος ως αιτούντες άσυλο, καθώς και στα μέλη της οικογενείας τους, εφόσον καλύπτονται από αυτήν την αίτηση ð για παροχή διεθνούς προστασίας ï ασύλου σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

    ê 2003/9/ΕΚ

    ð νέο

    2. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση των αιτήσεων χορήγησης διπλωματικού ή εδαφικού ασύλου που υποβάλλονται σε αντιπροσωπίες των κρατών μελών.

    3. Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων της οδηγίας 2001/55/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουλίου 2001, σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές παροχής προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων και μέτρα για τη δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά την υποδοχή και την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτών των ατόμων[12].

    4. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στις διαδικασίες εξέτασης των αιτήσεων παροχής άλλων μορφών προστασίας εκτός από εκείνη που απορρέει από ð την οδηγία […/…/ΕΕ] [οδηγία για την αναγνώριση] ï τη σύμβαση της Γενεύης σε σχέση με υπηκόους τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς, που διαπιστώνεται ότι δεν είναι πρόσφυγες.

    Άρθρο 4

    Ευνοϊκότερες διατάξεις

    Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν ή να διατηρούν σε ισχύ ευνοϊκότερες διατάξεις σχετικά με τις συνθήκες υποδοχής των αιτούντων άσυλο και άλλων στενών συγγενών του αιτούντος που ευρίσκονται στο ίδιο κράτος μέλος όταν εξαρτώνται από αυτόν ή για ανθρωπιστικούς λόγους, υπό την προϋπόθεση ότι οι διατάξεις αυτές συμβιβάζονται με την παρούσα οδηγία.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣ

    Άρθρο 5

    Ενημέρωση

    1. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν τους αιτούντες άσυλο, μέσα σε εύλογη προθεσμία η οποία δεν υπερβαίνει τις δεκαπέντε ημέρες από την υποβολή της αίτησης ð παροχής διεθνούς προστασίας ï ασύλου στην αρμόδια αρχή, τουλάχιστον για τις τυχόν παροχές που προβλέπονται και για τις υποχρεώσεις προς τις οποίες πρέπει να συμμορφώνονται σε σχέση με τις συνθήκες υποδοχής.

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι αιτούντες άσυλο ενημερώνονται για τις οργανώσεις ή τις ομάδες προσώπων που παρέχουν ειδική νομική βοήθεια και για τις οργανώσεις οι οποίες δύνανται να συνδράμουν ή να ενημερώνουν τους αιτούντες άσυλο για τις υπάρχουσες συνθήκες υποδοχής τους, συμπεριλαμβανομένης της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης.

    ê 2003/9/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η κατά την παράγραφο 1 ενημέρωση παρέχεται γραπτώς και εφόσον είναι δυνατόν, σε γλώσσα που ð κατανοούν ή ï Ö Õ ευλόγως εικάζεται ότι κατανοούν οι αιτούντες άσυλο. Κατά περίπτωση, η ενημέρωση αυτή μπορεί να παρέχεται και προφορικώς.

    Άρθρο 6

    Επίσημα έγγραφα

    1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, εντός τριών ημερών από την υποβολή αίτησης ð παροχής διεθνούς προστασίαςï ασύλου στην αρμόδια αρχή, χορηγείται στον αιτούντα άσυλο έγγραφο το οποίο εκδίδεται στο όνομά του/της και το οποίο πιστοποιεί ότι πρόκειται για αιτούντα άσυλο ή ότι του/της επιτρέπεται να παραμείνει στο έδαφος του κράτους μέλους επί όσο διάστημα εκκρεμεί ή εξετάζεται η αίτησή του/της.

    Αν το πρόσωπο αυτό δεν μπορεί να κυκλοφορεί ελεύθερα στο σύνολο ή σε τμήμα του εδάφους του κράτους μέλους, το έγγραφο πιστοποιεί επίσης το γεγονός αυτό.

    2. Τα κράτη μέλη δύνανται να αποκλείουν την εφαρμογή του παρόντος άρθρου όταν ο αιτών άσυλο κρατείται και εφόσον διαρκεί η εξέταση αίτησης ð παροχής διεθνούς προστασίαςï ασύλου που έχει υποβληθεί στα σύνορα ή στο πλαίσιο διαδικασίας με την οποία κρίνεται το δικαίωμα του αιτούντος άσυλο να εισέλθει νομίμως στο έδαφος κράτους μέλους. Σε ειδικές περιπτώσεις, τα κράτη μέλη δύνανται, καθόσο χρόνο διαρκεί η εξέταση της αίτησης ð διεθνούς προστασίαςï ασύλου, να παρέχουν στους αιτούντες άσυλο άλλα αποδεικτικά ισοδύναμα προς το έγγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

    3. Το έγγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν χρειάζεται να πιστοποιεί την ταυτότητα του αιτούντος άσυλο.

    4. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα για να παρέχουν στους αιτούντες άσυλο το έγγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, το οποίο πρέπει να ισχύει καθόσο χρόνο οι αιτούντες άσυλο επιτρέπεται να παραμείνουν στο έδαφος ή στα σύνορα του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

    5. Τα κράτη μέλη χορηγούν στους αιτούντες άσυλο ταξιδιωτικό έγγραφο οσάκις ανακύπτουν σοβαροί ανθρωπιστικοί λόγοι οι οποίοι υπαγορεύουν την παρουσία τους σε άλλο κράτος.

    ò νέο

    6. Τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν καμία υποχρέωση υποβολής επισήμων εγγράφων ή άλλες διοικητικές διατυπώσεις στους αιτούντες άσυλο πριν τους χορηγήσουν τα δικαιώματα τα οποία δικαιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, απλώς και μόνον επειδή οι αιτούντες ζητούν να τους παρασχεθεί διεθνής προστασία.

    ê 2003/9/ΕΚ

    ð νέο

    Άρθρο 7

    Διαμονή και ελευθερία κυκλοφορίας

    1. Οι αιτούντες άσυλο μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής ή στην περιοχή την οποία τους ορίζει αυτό το κράτος μέλος. Η οριζόμενη περιοχή δεν θίγει την αναπαλλοτρίωτη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής και αφήνει αρκετά περιθώρια για την εξασφάλιση της πρόσβασης σε όλα τα πλεονεκτήματα στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

    2. Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν σχετικά με τη διαμονή του αιτούντος άσυλο, για λόγους δημόσιου συμφέροντος, δημόσιας τάξης ή, όταν είναι αναγκαίο, για την ταχεία επεξεργασία και την αποτελεσματική παρακολούθηση της αίτησής του/της ð για παροχή διεθνούς προστασίαςï.

    3. Τα κράτη μέλη μπορούν, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, παραδείγματος χάριν εάν το επιτάσσει η νομοθεσία ή η δημόσια τάξη, να περιορίζουν τον αιτούντα άσυλο σε συγκεκριμένο τόπο, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο.

    3.4. Τα κράτη μέλη μπορούν να συνδέουν την παροχή των υλικών συνθηκών υποδοχής με την πραγματική διαμονή των αιτούντων άσυλο σε συγκεκριμένο τόπο, τον οποίο καθορίζουν τα κράτη μέλη. Η σχετική απόφαση, η οποία μπορεί να είναι γενικού χαρακτήρα, πρέπει να λαμβάνεται σε ατομική βάση και θεσπίζεται από την εθνική νομοθεσία.

    4.5. Τα κράτη μέλη προβλέπουν τη δυνατότητα να παρέχεται στους αιτούντες άσυλο προσωρινή άδεια απομάκρυνσης από τον τόπο διαμονής που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 4 ή/και την οριζόμενη περιοχή που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Οι αποφάσεις λαμβάνονται σε ατομική, αμερόληπτη και αντικειμενική βάση και πρέπει να αιτιολογούνται όταν είναι απορριπτικές.

    Ο αιτών άσυλο δεν χρειάζεται να ζητεί άδεια προκειμένου να παρουσιασθεί στις αρχές ή να εμφανισθεί ενώπιον δικαστηρίου, εφόσον η παρουσία του είναι αναγκαία.

    5.6. Τα κράτη μέλη ζητούν από τους αιτούντες άσυλο να γνωστοποιούν στις αρμόδιες αρχές τη διεύθυνσή τους και να τους κοινοποιούν οποιαδήποτε μεταβολή της διεύθυνσης αυτής, το συντομότερο δυνατόν.

    ò νέο

    Άρθρο 8

    Κράτηση

    1. Τα κράτη μέλη δεν υποβάλλουν σε κράτηση ένα πρόσωπο απλώς και μόνο διότι επιζητεί διεθνή προστασία σύμφωνα με την οδηγία […/…/ΕΕ] [οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου].

    2. Εφόσον κρίνεται αναγκαίο, και κατόπιν ατομικής αξιολόγησης κάθε περίπτωσης, τα κράτη μέλη μπορούν να θέσουν υπό κράτηση αιτούντα άσυλο, εάν δεν είναι δυνατό να εφαρμοστούν αποτελεσματικά άλλα λιγότερο περιοριστικά εναλλακτικά μέτρα.

    3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 11 και της κράτησης στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας, ο αιτών μπορεί να υποβληθεί σε κράτηση μόνο:

    α) προκειμένου να διαπιστωθεί ή να επαληθευτεί η ταυτότητα ή η υπηκοότητά του,

    β) προκειμένου να προσδιοριστούν, στο πλαίσιο προκαταρκτικής εξέτασης, τα στοιχεία στα οποία βασίζεται η αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας, η απόκτηση των οποίων θα ήταν σε άλλη περίπτωση αδύνατη,

    γ) στο πλαίσιο διαδικασίας, για να αποφασιστεί το δικαίωμα εισόδου στο έδαφος,

    δ) όταν η κράτηση κρίνεται επιβεβλημένη για λόγους εθνικής ασφάλειας και δημόσιας τάξης.

    Οι λόγοι αυτοί προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο.

    4. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η εθνική νομοθεσία να προβλέπει κανόνες που αφορούν εναλλακτικές της κράτησης λύσεις, όπως η τακτική εμφάνιση ενώπιον των αρχών, η κατάθεση χρηματικής εγγύησης ή η υποχρέωση διαμονής σε υποδεικνυόμενο μέρος .

    Άρθρο 9

    Εγγυήσεις για κρατούμενους αιτούντες άσυλο

    1. Η κράτηση έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και εφαρμόζεται μόνο για όσο διάστημα ισχύουν οι λόγοι που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3.

    Οι διοικητικές διαδικασίες που συνδέονται με τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 εκτελούνται χωρίς περιττές καθυστερήσεις. Καθυστερήσεις των διοικητικών διαδικασιών που δεν μπορούν να αποδοθούν στο αιτούντα άσυλο δεν δικαιολογούν συνέχιση της κράτησης.

    2. Η κράτηση διατάσσεται από τις δικαστικές ή διοικητικές αρχές. Όταν η κράτηση διατάσσεται από διοικητικές αρχές, επιβεβαιώνεται από τις δικαστικές αρχές εντός 72 ωρών από την έναρξή της. Αν η δικαστική αρχή κρίνει παράνομη την κράτηση, ή αν δεν έχει εκδοθεί απόφαση εντός 72 ωρών, ο κρατούμενος αιτών άσυλο αφήνεται αμέσως ελεύθερος.

    3. Η κράτηση διατάσσεται εγγράφως. Στη διαταγή κράτησης αναφέρονται οι πραγματικοί και νομικοί λόγοι στους οποίους αυτή βασίζεται, καθώς και οι διαδικασίες που θεσπίζει η εθνική νομοθεσία για την άσκηση ενδίκων μέσων, σε γλώσσα την οποία κατανοεί ή ευλόγως εικάζεται ότι κατανοεί ο αιτών άσυλο. Η διαταγή διαβιβάζεται πάραυτα στον κρατούμενο αιτούντα άσυλο.

    4. Η κράτηση επανεξετάζεται από δικαστική αρχή σε εύλογα χρονικά διαστήματα, είτε αυτεπαγγέλτως είτε μετά από αίτηση του αιτούντος άσυλο, ιδίως όταν είναι παρατεταμένης διάρκειας ή υπάρξουν σχετικές περιστάσεις ή προκύψουν νέα στοιχεία τα οποία επηρεάζουν τη νομιμότητα της κράτησης.

    5. Σε περιπτώσεις έφεσης ή επανεξέτασης της διαταγής κράτησης, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αιτούντες άσυλο να έχουν πρόσβαση σε δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση, εφόσον δεν μπορούν να καταβάλουν τις σχετικές δαπάνες και στο μέτρο που είναι αναγκαίο για τη διασφάλιση της ουσιαστικής πρόσβασης των αιτούντων στη δικαιοσύνη.

    Η νομική συνδρομή και εκπροσώπηση περιλαμβάνει, οπωσδήποτε, την κατάρτιση των αναγκαίων δικονομικών εγγράφων και την εκπροσώπηση ενώπιον των δικαστικών αρχών.

    Η νομική συνδρομή και εκπροσώπηση μπορεί να περιορίζεται στους νομικούς συμβούλους ή τους συνηγόρους που καθορίζονται ειδικά από την εθνική νομοθεσία για τη συνδρομή και εκπροσώπηση των αιτούντων άσυλο.

    Στις περιπτώσεις αυτές, οι διαδικασίες πρόσβασης σε νομική συνδρομή και εκπροσώπηση προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία.

    Άρθρο 10

    Συνθήκες κράτησης

    1. Η κράτηση γίνεται μόνο σε ειδικές εγκαταστάσεις κράτησης.

    Οι αιτούντες άσυλο που τελούν υπό κράτηση κρατούνται χωριστά από άλλους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν έχουν υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας, εκτός εάν αυτό είναι αναγκαίο για την εξασφάλιση της ενότητας της οικογένειας και εφόσον ο αιτών έχει δώσει τη συγκατάθεσή του.

    2. Οι αιτούντες άσυλο που τελούν υπό κράτηση έχουν πρόσβαση σε υπαίθριους χώρους.

    3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα που εκπροσωπούν τον Ύπατο Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες να έχουν τη δυνατότητα να επικοινωνούν με τους αιτούντες και να τους παρέχεται πρόσβαση στις εγκαταστάσεις κράτησης. Τούτο ισχύει και για οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους για λογαριασμό της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες, βάσει συμφωνίας με το εν λόγω κράτος μέλος.

    4. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε μέλη της οικογένειας, νομικοί σύμβουλοι ή συνήγοροι και πρόσωπα που εκπροσωπούν συναφείς μη κυβερνητικές οργανώσεις αναγνωρίζονται από το οικείο κράτος μέλος, έχουν τη δυνατότητα να επικοινωνούν με τους αιτούντες και έχουν πρόσβαση στις εγκαταστάσεις κράτησης. Περιορισμοί στην πρόσβαση μπορεί να επιβληθούν μόνον όταν, δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας, είναι αντικειμενικά απαραίτητοι για την ασφάλεια, τη δημόσια τάξη ή τη διοικητική διαχείριση των εγκαταστάσεων κράτησης, εφόσον η πρόσβαση δεν περιορίζεται υπερβολικά ούτε καθίσταται αδύνατη.

    5. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αιτούντες άσυλο που τελούν υπό κράτηση να λαμβάνουν συστηματικά πληροφορίες στις οποίες επεξηγείται ο κανονισμός που εφαρμόζεται στην εγκατάσταση και ορίζονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις τους σε γλώσσα την οποία κατανοούν ή ευλόγως εικάζεται ότι κατανοούν.

    6. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και για εύλογη χρονική περίοδο η οποία είναι όσο το δυνατόν συντομότερη, τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν:

    α) από το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 όταν η διαμονή σε ειδικές εγκαταστάσεις κράτησης δεν είναι προσωρινά δυνατή και, κατά συνέπεια, τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να χρησιμοποιούν σωφρονιστικά καταστήματα, με την προϋπόθεση ότι οι αιτούντες άσυλο κρατούνται χωριστά από κρατουμένους του κοινού δικαίου· οι ασυνόδευτοι ανήλικοι δεν κρατούνται, ωστόσο, σε σωφρονιστικά καταστήματα,

    β) από την παράγραφο 5 όταν ο αιτών άσυλο κρατείται σε συνοριακό σταθμό ή σε ζώνη διέλευσης με εξαίρεση τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 43 της οδηγίας […/…/ΕΚ] [οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου].

    Άρθρο 11

    Κράτηση ευάλωτων ατόμων και ατόμων με ειδικές ανάγκες υποδοχής

    1. Σε καμία περίπτωση δεν κρατούνται ευάλωτα άτομα εφόσον δεν έχει αποδειχθεί ότι η υγεία τους, συμπεριλαμβανομένης της ψυχικής τους υγείας, και η ευεξία τους δεν θα επιδεινωθούν σημαντικά ως συνέπεια της κράτησης.

    Σε περίπτωση κράτησης ευάλωτων ατόμων, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τακτική παρακολούθηση και επαρκή υποστήριξη λαμβάνοντας υπόψη την κατάστασή τους, συμπεριλαμβανομένης της υγείας τους.

    2. Οι ανήλικοι δεν τίθενται υπό κράτηση παρά μόνον εάν αποδειχθεί σε μια συγκεκριμένη περίπτωση ότι αυτό είναι προς το μείζον συμφέρον τους, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2.

    Η κράτηση ανηλίκων αποτελεί μέτρο έσχατης ανάγκης, το οποίο εφαρμόζεται εφόσον αποδειχθεί ότι δεν μπορούν να εφαρμοσθούν αποτελεσματικά άλλα εναλλακτικά, λιγότερο περιοριστικά μέτρα δεν μπορούν να εφαρμοστούν αποτελεσματικά. Είναι όσο το δυνατόν συντομότερη και καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια για την απελευθέρωση των κρατουμένων ανηλίκων και για την τοποθέτησή τους σε καταλύματα κατάλληλα για ανηλίκους.

    Η κράτηση ασυνόδευτων ανηλίκων εφαρμόζεται μόνο σε ιδιαίτερα εξαιρετικές περιπτώσεις.

    Οι υπό κράτηση ανήλικοι έχουν τη δυνατότητα να ασχολούνται με δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, όπως παιχνίδια και ψυχαγωγικές δραστηριότητες που αρμόζουν στην ηλικία τους.

    Οι ανήλικοι έχουν πρόσβαση σε υπαίθριους χώρους.

    Σε περίπτωση κράτησης ασυνόδευτων ανηλίκων, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε αυτοί να στεγάζονται χωριστά από τους ενηλίκους.

    3. Στις οικογένειες υπό κράτηση παρέχεται χωριστό κατάλυμα το οποίο εξασφαλίζει επαρκή σεβασμό της ιδιωτικής ζωής.

    4. Σε περίπτωση κράτησης αιτουσών άσυλο γυναικών, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να στεγάζονται χωριστά από τους άντρες αιτούντες άσυλο, εκτός εάν αποτελούν μέλη της οικογένειάς τους και εάν όλοι οι ενδιαφερόμενοι έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους.

    Εξαιρέσεις μπορούν επίσης να ισχύσουν όσον αφορά τη χρήση κοινόχρηστων χώρων που έχουν σχεδιαστεί για ψυχαγωγικές ή κοινωνικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της χορήγησης γευμάτων.

    5. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, και για εύλογη περίοδο, η οποία πρέπει να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη, τα κράτη μέλη μπορούν να παρεκκλίνουν από το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 2, από την παράγραφο 3 και από το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4, όταν ο αιτών άσυλο κρατείται σε συνοριακό φυλάκιο ή σε ζώνη διέλευσης, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 43 της οδηγίας […/…/EΕ] [οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου].

    ê 2003/9/EΚ

    ðνέο

    Άρθρο 12 8

    Οικογένειες

    Τα κράτη μέλη λαμβάνουν, στο μέτρο του δυνατού, τα κατάλληλα μέτρα για τη διατήρηση της ενότητας οικογενείας που ευρίσκεται στο έδαφός τους, εάν παρέχεται στους αιτούντες άσυλο στέγαση από το συγκεκριμένο κράτος μέλος. Τα μέτρα αυτά εφαρμόζονται με τη συμφωνία του αιτούντος άσυλο.

    Άρθρο 13 9

    Ιατρικές εξετάσεις

    Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν την υποβολή των αιτούντων άσυλο σε ιατρικές εξετάσεις για λόγους δημόσιας υγείας.

    Άρθρο 14 10

    Μαθητεία και εκπαίδευση των ανηλίκων

    1. Τα κράτη μέλη παρέχουν στα ανήλικα τέκνα των αιτούντων άσυλο και στους ανηλίκους αιτούντες άσυλο πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα, υπό προϋποθέσεις ανάλογες με αυτές που ισχύουν για τους υπηκόους του κράτους μέλους υποδοχής, ενόσω δεν είναι εκτελεστό μέτρο απομάκρυνσης κατ' αυτών των ιδίων ή των γονέων τους. Η εκπαίδευση μπορεί να παρέχεται στα κέντρα φιλοξενίας.

    Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι η πρόσβαση αυτή πρέπει να περιορίζεται στο σύστημα δημόσιας εκπαίδευσης.

    Ανήλικος είναι όποιος δεν έχει ακόμη την κατά νόμο ηλικία ενηλικίωσης στο κράτος μέλος στο οποίο έχει υποβληθεί ή εξετάζεται η αίτηση ασύλου. Τα κράτη μέλη δεν ανακαλούν το δικαίωμα παρακολούθησης δευτεροβάθμιων σπουδών αποκλειστικά και μόνο λόγω ενηλικιώσεως του ανηλίκου.

    2. Η πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα δεν πρέπει να καθυστερεί πέραν των τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης ð παροχής διεθνούς προστασίας ï ασύλου από τον ανήλικο ð ή εξ ονόματος αυτού ï ή από τους γονείς του. Το διάστημα αυτό μπορεί να φθάνει το έτος όταν παρέχεται ειδική εκπαίδευση προκειμένου να διευκολύνεται η πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα.

    ò νέο

    Προπαρασκευαστικά μαθήματα, συμπεριλαμβανομένων γλωσσικών μαθημάτων, παρέχονται στους ανηλίκους, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, για τη διευκόλυνση της πρόσβασης και ένταξής τους στο εθνικό εκπαιδευτικό σύστημα.

    ê 2003/9/EΚ

    ð νέο

    3. Όταν η πρόσβαση στο εκπαιδευτικό σύστημα, όπως εκτίθεται στην παράγραφο 1, είναι αδύνατη λόγω της ειδικής κατάστασης του ανηλίκου, το κράτος μέλος ð ï μπορεί να προσφέρει άλλες εκπαιδευτικές ρυθμίσεις ð σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και τις εθνικές πρακτικές ï.

    Άρθρο 15 11

    Απασχόληση

    1. Τα κράτη μέλη καθορίζουν χρονική περίοδο, η οποία αρχίζει από την ημερομηνία που κατατίθεται η αίτηση ασύλου, κατά τη διάρκεια της οποίας ο αιτών άσυλο δεν έχει πρόσβαση στην αγορά εργασίας.

    ò νέο

    1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν στους αιτούντες πρόσβαση στην αγορά εργασίας το αργότερο έξι μήνες μετά από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης διεθνούς προστασίας.

    Τα κράτη μέλη δύνανται να παρατείνουν την ανωτέρω προθεσμία για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους 6 επιπλέον μήνες στις περιπτώσεις που προβλέπονται στα στοιχεία β) και γ) του άρθρου 31 παράγραφος 3 της οδηγίας […/…/EΕ] [οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου].

    ê 2003/9/EΚ

    ð νέο

    2. Εάν ένα χρόνο μετά την υποβολή αίτησης ασύλου δεν έχει ληφθεί πρωτοβάθμια απόφαση και η καθυστέρηση αυτή δεν μπορεί να αποδοθεί στον αιτούντα, Τα κράτη μέλη αποφασίζουν υπό ποίες προϋποθέσεις επιτρέπεται η πρόσβαση του αιτούντος άσυλο στην αγορά εργασίας ð, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, εξασφαλίζοντας παράλληλα στους αιτούντες άσυλο ουσιαστική πρόσβαση στην αγορά εργασίας. ï.

    3. Η πρόσβαση στην αγορά εργασίας δεν ανακαλείται κατά τη διάρκεια των διαδικασιών προσφυγής, εφόσον η προσφυγή κατά απορριπτικής αποφάσεως με τακτική διαδικασία έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, έως ότου κοινοποιηθεί απορριπτική απόφαση επί της προσφυγής.

    4. Για λόγους σχετικούς με την πολιτική για την αγορά εργασίας, τα κράτη μέλη μπορούν να δίνουν προτεραιότητα στους πολίτες της ΕΕ και στους υπηκόους των κρατών που είναι μέρη της συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο καθώς και στους νομίμως διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών.

    Άρθρο 16 12

    Επαγγελματική κατάρτιση

    Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν στους αιτούντες άσυλο πρόσβαση στην επαγγελματική κατάρτιση, ασχέτως του αν έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας.

    Η πρόσβαση σε επαγγελματική κατάρτιση που συνδέεται με σύμβαση απασχόλησης εξαρτάται από το κατά πόσον ο αιτών άσυλο έχει πρόσβαση στην αγορά εργασίας σύμφωνα με το άρθρο 15 11.

    Άρθρο 17 13

    Γενικοί κανόνες για τις υλικές συνθήκες υποδοχής και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη

    1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την παροχή υλικών συνθηκών υποδοχής στους αιτούντες άσυλο όταν υποβάλλουν αίτηση ασύλου ð παροχής διεθνούς προστασίας ï.

    ê2003/9/ΕΚ (προσαρμοσμένο)

    2. Τα κράτη μέλη Ö μεριμνούν Õ λαμβάνουν μέτρα ώστε οι υλικές συνθήκες υποδοχής Ö να εξασφαλίζουν Õ να εξασφαλίζουν Ö στους αιτούντες διεθνή προστασία επαρκές βιοτικό επίπεδο, το οποίο να διασφαλίζει τη συντήρησή τους και να προστατεύει τη σωματική και την ψυχική τους υγεία Õ βιοτικό επίπεδο κατάλληλο από απόψεως υγείας και ικανό να διασφαλίζει τη συντήρησή τους.

    ê 2003/9/EΚ

    ð νέο

    Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να επιτυγχάνεται αυτό το βιοτικό επίπεδο στην ειδική περίπτωση των ð ευάλωτων ï προσώπων με ειδικές ανάγκες, σύμφωνα με το άρθρο ð 21 ï 17 , καθώς και στην περίπτωση των προσώπων που τελούν υπό κράτηση.

    3. Τα κράτη μέλη δύνανται να εξαρτούν την παροχή του συνόλου ή μέρους των υλικών συνθηκών υποδοχής και της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης από την προϋπόθεση ότι οι αιτούντες άσυλο δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους που να τους εξασφαλίζουν κατάλληλο βιοτικό επίπεδο από απόψεως υγείας και να καθιστούν δυνατή τη συντήρησή τους.

    4. Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους αιτούντες άσυλο να καλύπτουν πλήρως ή εν μέρει το κόστος των υλικών συνθηκών υποδοχής και της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης που προβλέπει η παρούσα οδηγία, σύμφωνα με τη διάταξη της παραγράφου 3, όταν οι αιτούντες άσυλο διαθέτουν επαρκείς πόρους, παραδείγματος χάριν εάν έχουν εργασθεί επί εύλογο χρονικό διάστημα.

    Εάν αποκαλυφθεί ότι ο αιτών άσυλο διέθετε επαρκείς πόρους για την κάλυψη των υλικών συνθηκών υποδοχής και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης καθόσο χρόνο καλύπτονταν αυτές οι βασικές ανάγκες, τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν την επιστροφή από τον αιτούντα άσυλο.

    5. Οι υλικές συνθήκες υποδοχής μπορούν να παρέχονται σε είδος ή υπό τη μορφή οικονομικού βοηθήματος ή δελτίων ή σε συνδυασμό αυτών των διατάξεων.

    Όταν τα κράτη μέλη παρέχουν υλικές συνθήκες υποδοχής υπό μορφή βοηθήματος ή δελτίων, το ποσό τους καθορίζεται σύμφωνα με τις αρχές που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

    ò νέο

    5. Όταν τα κράτη μέλη παρέχουν υλικές συνθήκες υποδοχής υπό μορφή οικονομικού βοηθήματος και δελτίων, το ποσό τους καθορίζεται σύμφωνα με το σημείο (τα σημεία) αναφοράς που έχει καθορίσει το οικείο κράτος μέλος είτε νομοθετικά είτε στην πράξη για να εξασφαλίζει επαρκές βιοτικό επίπεδο στους υπηκόους του, όπως το ελάχιστο επίπεδο παροχών κοινωνικής πρόνοιας. Τα κράτη μέλη δύνανται να παρέχουν στους αιτούντες άσυλο λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση από ό,τι στους υπηκόους τους στις περιπτώσεις αυτές, εφόσον αυτό αιτιολογείται δεόντως.

    ê 2003/9/EΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    Άρθρο 18 14

    Λεπτομέρειες για τις υλικές συνθήκες υποδοχής

    1. Εφόσον η στέγαση παρέχεται σε είδος, θα πρέπει να λαμβάνει μία από τις κατωτέρω μορφές ή να αποτελεί συνδυασμό τους:

    α) χώρο που χρησιμοποιείται προς τον σκοπό της στέγασης των αιτούντων άσυλο κατά τη διάρκεια της εξέτασης αίτησης ð διεθνούς προστασίας ï ασύλου που υποβάλλεται ð που υποβάλλεται ï στα σύνορα ð ή σε ζώνες διέλευσης ï·

    β) κέντρα φιλοξενίας που εξασφαλίζουν κατάλληλο βιοτικό επίπεδο·

    γ) ιδιωτικές κατοικίες, διαμερίσματα, ξενοδοχεία ή άλλοι χώροι προσαρμοσμένοι για τη στέγαση αιτούντων.

    2. ð Με την επιφύλαξη ειδικών όρων κράτησης, όπως ορίζεται στα άρθρα 10 και 11, ï Ö σχετικά με τη στέγαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) και γ), Õ τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να εξασφαλίζεται για τους αιτούντες άσυλο, στους οποίους παρέχεται η στέγαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) και γ):

    α) Ö να εξασφαλίζεται στους αιτούντες Õ η προστασία της οικογενειακής τους ζωής·

    β) Ö οι αιτούντες να έχουν Õ δυνατότητα επικοινωνίας με συγγενείς, νομικούς συμβούλους ð ή συνηγόρους ï, Ö εκπροσώπους Õ και εκπροσώπους της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) και ð με άλλες σχετικές εθνικές, διεθνείς και μη κυβερνητικές οργανώσεις και φορείς ï με μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ) που αναγνωρίζουν τα κράτη μέλη.

    ê 2003/9/EK άρθρο 14 παράγραφος 7 (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    γ) ð Προκειμένου να παρέχεται συνδρομή στους αιτούντες άσυλο ï , Ö παρέχεται Õ παρέχεται πρόσβαση στα κέντρα φιλοξενίας και στους λοιπούς χώρους στέγασης ð στα μέλη της οικογένειας ï, στους συνηγόρους συνηγόρους ή νομικούς συμβούλους των αιτούντων άσυλο, Ö στους εκπροσώπους Õ και στους εκπροσώπους της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες Ö (UNHCR) Õ Ö και Õ ή στις ð σχετικές ï εξουσιοδοτημένες από αυτή μη κυβερνητικές οργανώσεις τις οποίες έχει αναγνωρίσει το σχετικό κράτος μέλος. Περιορισμοί στην πρόσβαση αυτή μπορούν να επιβάλλονται μόνο για λόγους που σχετίζονται με την ασφάλεια Ö αυτών των χώρων Õ των κέντρων και των χώρων και των αιτούντων άσυλο.

    ò νέο

    3. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη ιδιαίτερα ζητήματα σχετικά με το φύλο και την ηλικία, καθώς και την κατάσταση των προσώπων με ειδικές ανάγκες στην περίπτωση των αιτούντων άσυλο εντός των χώρων και των κέντρων φιλοξενίας που αναφέρονται στο άρθρο 1 στοιχεία α) και β).

    ê 2003/9/EΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    4. Τα κράτη μέλη Ö λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την αποτροπή Õ αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στην αποτροπή βιαιοπραγιών ð και της βίας που έχει σχέση με το φύλο, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής βίας, ï στους χώρους και τα κέντρα φιλοξενίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β).

    3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν, κατά περίπτωση, ώστε τα ανήλικα τέκνα των αιτούντων άσυλο ή οι ανήλικοι αιτούντες να διαμένουν με τους γονείς τους ή με τον ενήλικο συγγενή που έχει την επιμέλειά τους σύμφωνα με το νόμο ή το εθιμικό δίκαιο.

    5. 4. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η μεταφορά αιτούντων άσυλο από ένα χώρο στέγασης σε άλλο να πραγματοποιείται μόνον όταν είναι αναγκαία. Τα κράτη μέλη παρέχουν στους αιτούντες άσυλο τη δυνατότητα να ενημερώνουν τους νομικούς τους συμβούλους συμβούλους ð ή συνηγόρους ï για τη μεταφορά και για τη νέα τους διεύθυνση.

    6. 5. Το προσωπικό που εργάζεται στα κέντρα φιλοξενίας πρέπει να διαθέτει κατάλληλη κατάρτιση και να δεσμεύεται από την αρχή της εμπιστευτικότητας, όπως ορίζεται στο εθνικό δίκαιο, για τις πληροφορίες τις οποίες γνωρίζει εκ της εργασίας του.

    7. 6. Τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν στους αιτούντες άσυλο να συμμετέχουν στη διαχείριση των υλικών μέσων και των άυλων παραμέτρων της ζωής στο κέντρο, μέσω μιας συμβουλευτικής επιτροπής ή ενός αντιπροσωπευτικού συμβουλευτικού οργάνου των διαμενόντων.

    7. Προκειμένου να παρέχεται συνδρομή στους αιτούντες άσυλο, παρέχεται πρόσβαση στα κέντρα φιλοξενίας και στους λοιπούς χώρους στέγασης στους συνηγόρους ή νομικούς συμβούλους των αιτούντων άσυλο και στους εκπροσώπους της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες ή τις εξουσιοδοτημένες από αυτή μη κυβερνητικές οργανώσεις, τις οποίες έχει αναγνωρίσει το σχετικό κράτος μέλος. Περιορισμοί στην πρόσβαση αυτή μπορούν να επιβάλλονται μόνο για λόγους που σχετίζονται με την ασφάλεια των κέντρων και των χώρων και των αιτούντων άσυλο.

    8. ð Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, ï τα κράτη μέλη μπορούν κατ' εξαίρεση να θεσπίζουν λεπτομέρειες όσον αφορά τις υλικές συνθήκες υποδοχής διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στο παρόν άρθρο, για εύλογη χρονική περίοδο η οποία είναι όσο το δυνατόν συντομότερη, όταν:

    α) - απαιτείται αρχική εκτίμηση των ειδικών αναγκών του αιτούντος άσυλο ð , σύμφωνα με το άρθρο 22 ï ,

    - δεν είναι διαθέσιμες, σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή, οι υλικές συνθήκες υποδοχής οι οποίες προβλέπονται στο παρόν άρθρο,

    β) - έχουν εξαντληθεί προσωρινά οι συνήθως διαθέσιμες δυνατότητες στέγασης,

    - ο αιτών άσυλο τελεί υπό κράτηση ή υπό περιορισμό σε συνοριακό φυλάκιο..

    Αυτές οι διαφορετικές συνθήκες καλύπτουν σε κάθε περίπτωση τις βασικές ανάγκες.

    Άρθρο 19 15

    Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη

    1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αιτούντες άσυλο να λαμβάνουν την απαραίτητη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η οποία περιλαμβάνει, τουλάχιστον, τις πρώτες βοήθειες και την αναγκαία θεραπεία ασθενείας ð ή μετατραυματικών διαταραχών ï.

    2. Τα κράτη μέλη παρέχουν την απαραίτητη ιατρική ή άλλη συνδρομή στους αιτούντες άσυλο με ειδικές ανάγκες ð υποδοχής ï, ð συμπεριλαμβανομένης, κατά περίπτωση, της κατάλληλης ψυχιατρικής περίθαλψηςï.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

    ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ Ή ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΤΩΝ Ö ΥΛΙΚΩΝ Õ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΥΠΟΔΟΧΗΣ

    Άρθρο 20 16

    Περιορισμός ή ανάκληση των Ö υλικών Õ συνθηκών υποδοχής

    1. Τα κράτη μέλη δύνανται να περιορίζουν ή να ανακαλούν τις Ö υλικές Õ συνθήκες υποδοχής στις ακόλουθες περιπτώσεις:

    α) όταν ο αιτών άσυλο:

    α) - εγκαταλείπει τον τόπο διαμονής που έχει καθορίσει η αρμόδια αρχή χωρίς να την ενημερώσει ή, εφόσον απαιτείται, χωρίς άδεια, ή

    β) - δεν συμμορφούται με υποχρεώσεις δήλωσης στοιχείων ή δεν ανταποκρίνεται σε αιτήσεις παροχής πληροφοριών ή δεν προσέρχεται, στα πλαίσια της διαδικασίας ασύλου, σε προσωπική συνέντευξη εντός εύλογης προθεσμίας που ορίζεται από το εθνικό δίκαιο, ή

    γ) - έχει υποβάλει ήδη ð μεταγενέστερη αίτηση ασύλου όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο ιζ) της οδηγίας […/…/EΕ] [οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου] ï αίτηση ασύλου στο ίδιο κράτος μέλος. Ö, ή Õ

    Ö δ) όταν ο αιτών άσυλο έχει αποκρύψει τους οικονομικούς του πόρους, και έχει, κατά συνέπεια, επωφεληθεί με τρόπο αθέμιτο από τις υλικές συνθήκες υποδοχής. Õ

    ÖΓια τις περιπτώσεις α) και β), Õ Όόταν ο αιτών άσυλο εντοπισθεί ή προσέλθει αυτοβούλως στην αρμόδια αρχή, λαμβάνεται δεόντως αιτιολογημένη απόφαση, βασιζόμενη στους λόγους της εξαφάνισης, σχετικά με την ανανέωση της παροχής μερικών ή όλων των Ö υλικών Õ συνθηκών υποδοχής Ö που είχαν αποσυρθεί ή περιορισθεί Õ·.όταν ο αιτών άσυλο έχει αποκρύψει τους οικονομικούς του πόρους, και έχει, κατά συνέπεια, επωφεληθεί με τρόπο αθέμιτο από τις υλικές συνθήκες υποδοχής.

    Εάν αποκαλυφθεί ότι ο αιτών άσυλο διέθετε επαρκείς πόρους για την κάλυψη των υλικών συνθηκών υποδοχής και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης καθόσο χρόνο καλύπτονταν αυτές οι βασικές ανάγκες, τα κράτη μέλη μπορούν να ζητούν την επιστροφή από τον αιτούντα άσυλο.

    2. Τα κράτη μέλη μπορούν να αρνηθούν συνθήκες υποδοχής σε περιπτώσεις όπου ο αιτών άσυλο δεν έχει αποδείξει ότι η αίτηση ασύλου υπεβλήθη το συντομότερο δυνατόν, εντός ευλόγων ορίων, μετά την άφιξη στο εν λόγω κράτος μέλος.

    2. 3. Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν τις κυρώσεις που ισχύουν για τη σοβαρή παράβαση των κανόνων των κέντρων φιλοξενίας καθώς για την επίδειξη ιδιαίτερα βίαιης συμπεριφοράς.

    3. 4. Οι αποφάσεις για τον περιορισμό, την ανάκληση ή την άρνηση των Ö υλικών Õ συνθηκών υποδοχής ή για κυρώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 2, λαμβάνονται σε ατομική, αντικειμενική και αμερόληπτη βάση και πρέπει να αιτιολογούνται. Οι αποφάσεις βασίζονται στην ειδική κατάσταση του συγκεκριμένου προσώπου, ιδίως όσον αφορά τα πρόσωπα τα οποία καλύπτονται από το άρθρο ð 21 ï 17 , λαμβανομένης υπόψη της αρχής της αναλογικότητας. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν υπό οποιεσδήποτε συνθήκες την πρόσβαση σε επείγουσα ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ð σύμφωνα με το άρθρο 19 ï.

    4. 5. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι δεν ανακαλούνται ούτε περιορίζονται οι υλικές συνθήκες υποδοχής πριν ληφθεί απορριπτική απόφαση Ö σύμφωνα με την παράγραφο 3 Õ.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙV

    ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ð ΕΥΑΛΩΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ï ΠΡΟΣΩΠΑ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ

    Άρθρο 21 17

    Γενική αρχή

    1. Κατά τη μεταφορά ð της παρούσας οδηγίας ï των διατάξεων του κεφαλαίου ΙΙ περί υλικών συνθηκών υποδοχής και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στην εθνική νομοθεσία, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τους την ειδική κατάσταση των ευάλωτων προσώπων, όπως οι ανήλικοι, οι ασυνόδευτοι ανήλικοι, τα άτομα με ειδικές ανάγκες, οι ηλικιωμένοι, οι εγκυμονούσες, οι μονογονεϊκές οικογένειες με ανήλικα παιδιά ð, τα θύματα εμπορίας ανθρώπων, τα άτομα με σοβαρές σωματικές ασθένειες, με ψυχικές ασθένειες ή με μετατραυματικές διαταραχές ï και τα άτομα που έχουν υποστεί βασανιστήρια, βιασμό ή άλλες σοβαρές μορφές ψυχολογικής, φυσικής ή σεξουαλικής βίας.

    2. Η παράγραφος 1 ισχύει μόνο για τα πρόσωπα που διαπιστώνεται ότι έχουν ειδικές ανάγκες ύστερα από ατομική εκτίμηση της κατάστασής τους.

    ò νέο

    Άρθρο 22

    Προσδιορισμός των ειδικών αναγκών υποδοχής των ευάλωτων προσώπων

    1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν μηχανισμούς που τους επιτρέπουν να προσδιορίζουν εάν ο αιτών είναι ευάλωτο πρόσωπο, και, σε καταφατική περίπτωση, τις ειδικές ανάγκες υποδοχής, αναφέροντας επίσης τη φύση των αναγκών αυτών. Οι εν λόγω μηχανισμοί τίθενται σε λειτουργία εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος από την υποβολή αίτησης για διεθνή προστασία. Τα κράτη μέλη μεριμνούν επίσης για την αντιμετώπιση των εν λόγω ειδικών αναγκών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, εάν οι ανάγκες αυτές καταστούν εμφανείς σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας ασύλου.

    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν επαρκή υποστήριξη στα άτομα με ειδικές ανάγκες καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας ασύλου και μεριμνούν για την κατάλληλη παρακολούθηση της κατάστασής τους.

    2. Οι μηχανισμοί προσδιορισμού που προβλέπονται στην παράγραφο 1 ισχύουν με την επιφύλαξη της εκτίμησης των αναγκών διεθνούς προστασίας βάσει της οδηγίας […/…/EΕ] [οδηγία για την αναγνώριση].

    ê 2003/9/EΚ

    ð νέο

    Άρθρο 23 18

    Ανήλικοι

    1. Το απώτερο μείζον συμφέρον του παιδιού αποτελεί το πρωταρχικό μέλημα των κρατών μελών κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας οδηγίας σχετικά με τους ανηλίκους. ðΤα κράτη μέλη εξασφαλίζουν στο παιδί επίπεδο διαβίωσης κατάλληλο για την σωματική, πνευματική, διανοητική, ηθική και κοινωνική ανάπτυξή του. ï

    ò νέο

    2. Κατά την εκτίμηση του μείζονος συμφέροντος του παιδιού, τα κράτη μέλη λαμβάνουν δεόντως υπόψη ιδίως τους ακόλουθους παράγοντες:

    α) τις δυνατότητες επανένωσης της οικογένειας·

    β) την ποιότητα ζωής και την κοινωνική ανάπτυξη του ανηλίκου, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη το εθνικό, θρησκευτικό, πολιτιστικό και γλωσσικό του υπόβαθρο·

    γ) ζητήματα ασφάλειας και προστασίας, ιδίως εάν υπάρχει κίνδυνος να καταστεί το παιδί θύμα εμπορίας ανθρώπων·

    δ) τις απόψεις του ανηλίκου ανάλογα με την ηλικία και την ωριμότητά του/της.

    3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ανήλικοι να έχουν πρόσβαση σε δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου, όπως παιχνίδια και ψυχαγωγικές δραστηριότητες που αρμόζουν στην ηλικία τους εντός των χώρων και των κέντρων φιλοξενίας που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), καθώς και σε δραστηριότητες ανοικτού χώρου.

    ê 2003/9/EΚ

    4. 2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν την πρόσβαση σε υπηρεσίες αποκατάστασης σε ανηλίκους που είναι θύματα κάθε μορφής κατάχρησης, αμέλειας, εκμετάλλευσης, βασανιστηρίων ή σκληρής, απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή που έχουν υποφέρει από ένοπλες συγκρούσεις, και εξασφαλίζουν ότι τους παρέχεται κατάλληλη ψυχολογική φροντίδα, καθώς και εξειδικευμένη θεραπεία, εφόσον απαιτείται.

    ê 2003/9/EΚ άρθρο 14 παράγραφος 3

    ð νέο

    5. Τα κράτη μέλη μεριμνούν, κατά περίπτωση, ώστε τα ανήλικα τέκνα των αιτούντων άσυλο ή οι ανήλικοι αιτούντες να διαμένουν με τους γονείς τους ή με τον ενήλικο συγγενή που έχει την επιμέλειά τους σύμφωνα με τον νόμο ή το εθιμικό δίκαιο ð με την εθνική πρακτική των οικείων κρατών μελών, εφόσον αυτό είναι προς το μείζον συμφέρον των εν λόγω ανηλίκων ï.

    ê 2003/9/EΚ

    ð νέο

    Άρθρο 24 19

    Ασυνόδευτοι ανήλικοι

    1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν το ταχύτερο δυνατόν μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται η αναγκαία εκπροσώπηση των ασυνόδευτων ανηλίκων από νόμιμο κηδεμόνα ή, οσάκις απαιτείται, η εκπροσώπησή τους από οργανισμό υπεύθυνο για την επιμέλεια και την ευημερία ανηλίκων ή οποιαδήποτε άλλη κατάλληλη εκπροσώπηση ð εξασφαλίσουν ότι ο ασυνόδευτος ανήλικος διαθέτει εκπροσώπηση και συνδρομή από εκπρόσωπο προκειμένου να επωφεληθεί των δικαιωμάτων και να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Ο/Η εκπρόσωπος πρέπει να διαθέτει την αναγκαία εμπειρογνωσία στον τομέα της παιδικής μέριμνας και να ασκεί τα καθήκοντά του/της σύμφωνα με την αρχή του μείζονος συμφέροντος του παιδιού, όπως προβλέπεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2.ï

    Πραγματοποιείται τακτικά αξιολόγηση από τις αρμόδιες αρχές.

    2. Οι ασυνόδευτοι ανήλικοι που υποβάλλουν αίτηση ð παροχής διεθνούς προστασίας ï ασύλου , από τη στιγμή που γίνονται δεκτοί στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής στο οποίο υποβλήθηκε ή εξετάζεται η αίτηση ð παροχής διεθνούς προστασίας ï ασύλου έως τη στιγμή που υποχρεούνται να το εγκαταλείψουν, φιλοξενούνται:

    α) μαζί με ενήλικους συγγενείς·

    β) από ανάδοχο οικογένεια·

    γ) σε κέντρα φιλοξενίας με ειδικές ρυθμίσεις για ανηλίκους·

    δ) σε άλλου είδους καταλύματα κατάλληλα για ανηλίκους.

    Τα κράτη μέλη δύνανται να τοποθετούν ασυνόδευτους ανηλίκους ηλικίας 16 ετών ή άνω σε κέντρα φιλοξενίας για ενηλίκους αιτούντες άσυλο, ð εάν αυτό είναι προς το μείζον συμφέρον τους, όπως προβλέπεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2ï.

    Τα αδέλφια παραμένουν ενωμένα, στο μέτρο του δυνατού, λαμβανομένου υπόψη του μείζονος συμφέροντος του ενδιαφερομένου ανηλίκου και, ειδικότερα, της ηλικίας και του βαθμού ωριμότητάς του/της. Οι μεταβολές κατοικίας των ασυνόδευτων ανηλίκων περιορίζονται στο ελάχιστο.

    ê 2003/9/EΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    3. ð Τα κράτη μέλη θεσπίζουν μηχανισμούς για την αναζήτηση των μελών της οικογενείας του ασυνόδευτου ανηλίκου. ï Ö Αρχίζουν Õ Τα κράτη μέλη, για την προστασία του μείζονος συμφέροντος του ασυνόδευτου ανηλίκου, προσπαθούν να εντοπίζουν ð να ï αναζητούν τα μέλη της οικογένειας οικογένειάς του/της Ö του ασυνόδευτου ανηλίκου Õ ð, εν ανάγκη με τη βοήθεια διεθνών ή άλλων σχετικών οργανώσεων, ï το συντομότερο δυνατόν ð αφότου υποβληθεί αίτηση παροχής διεθνούς προστασίας, προστατεύοντας παράλληλα τo μείζον συμφέρον του/της ï. Σε περίπτωση που υπάρχει κίνδυνος να απειληθεί η ζωή ή η ακεραιότητα του ανηλίκου ή των στενών συγγενών του, ιδίως αν αυτοί διαμένουν στη χώρα καταγωγής, πρέπει να διασφαλίζεται ότι η συλλογή, επεξεργασία και διαβίβαση των πληροφοριών που αφορούν τα εν λόγω πρόσωπα γίνεται εμπιστευτικά, ώστε να μην διακυβεύεται η ασφάλειά τους.

    ê 2003/9/EΚ

    ð νέο

    4. Οι απασχολούμενοι με ασυνόδευτους ανηλίκους πρέπει να διαθέτουν ð και να συνεχίζουν να λαμβάνουν ï ή κατάλληλη κατάρτιση σχετικά με τις ανάγκες των ανηλίκων και να δεσμεύονται από την αρχή της εμπιστευτικότητας, όπως ορίζεται στο εθνικό δίκαιο, για τις πληροφορίες των οποίων έλαβαν γνώση κατά την άσκηση της εργασίας τους.

    Άρθρο 25 20

    Θύματα βασανιστηρίων και βίας

    1. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι , εάν υπάρξει ανάγκη, τα πρόσωπα που έχουν υποστεί βασανιστήρια, βιασμό ή άλλες σοβαρές πράξεις βίας, λαμβάνουν την περίθαλψη την οποία απαιτούν οι προαναφερόμενες πράξεις ð, και ιδίως πρόσβαση σε υπηρεσίες αποκατάστασης οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα ιατρικής και ψυχολογικής θεραπείας ï.

    ò νέο

    2. Οι απασχολούμενοι με θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλων σοβαρών πράξεων βίας πρέπει να διαθέτουν και να συνεχίζουν να λαμβάνουν κατάλληλη κατάρτιση σχετικά με τις ανάγκες των ανηλίκων και να δεσμεύονται από την αρχή της εμπιστευτικότητας, όπως ορίζεται στο οικείο εθνικό δίκαιο, για τις πληροφορίες των οποίων λαμβάνουν γνώση κατά την άσκηση της εργασίας τους.

    ê 2003/9/EΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

    ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ

    Άρθρο 26 21

    Προσφυγές

    1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι απορριπτικές αποφάσεις όσον αφορά την παροχή ð, την απόσυρση ή τον περιορισμό ï πλεονεκτημάτων κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή οι αποφάσεις που λαμβάνονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 7, οι οποίες θίγουν ατομικά τους αιτούντες άσυλο, να μπορούν να προσβάλλονται με τις διαδικασίες που προβλέπει το εθνικό δίκαιο. Στον τελευταίο βαθμό τουλάχιστον χορηγείται η δυνατότητα προσφυγής ή επανεξέτασης ð, για νομικούς ή πραγματικούς λόγους, ï ενώπιον δικαστικής αρχής.

    ò νέο

    2. Για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αιτούντες άσυλο να έχουν πρόσβαση σε δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση, εφόσον δεν μπορούν να αναλάβουν τις σχετικές δαπάνες, και στον βαθμό που είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της ουσιαστικής πρόσβασής τους στη Δικαιοσύνη.

    Η νομική συνδρομή και εκπροσώπηση περιλαμβάνουν τουλάχιστον την κατάρτιση των απαιτούμενων δικονομικών εγγράφων και την εκπροσώπηση έναντι των δικαστικών αρχών.

    Η νομική συνδρομή και εκπροσώπηση μπορεί να περιορίζονται σε νομικούς ή άλλους συμβούλους που καθορίζονται ειδικά από το εθνικό δίκαιο για να συνδράμουν και να εκπροσωπούν τους αιτούντες άσυλο.

    ê 2003/9/EΚ

    ð νέο

    2. Οι διαδικασίες πρόσβασης σε νομική αρωγή ð και εκπροσώπηση ï στις περιπτώσεις αυτές καθορίζονται από το εθνικό δίκαιο.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

    ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΥΠΟΔΟΧΗΣ

    Άρθρο 22

    Συνεργασία

    Τα κράτη μέλη ενημερώνουν τακτικά την Επιτροπή σχετικά με τα δεδομένα που αναφέρονται στον αριθμό των προσώπων στα οποία παρέχονται συνθήκες υποδοχής, ταξινομημένα κατά φύλο και ηλικία. Επίσης παρέχουν πλήρη στοιχεία για τον τύπο, την ονομασία και τη μορφή των εγγράφων που προβλέπονται στο άρθρο 6.

    ò νέο

    Άρθρο 27

    Αρμόδιες αρχές

    Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή τα στοιχεία των αρχών που είναι αρμόδιες για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σε περίπτωση αλλαγής των στοιχείων των εν λόγω αρχών.

    ê 2003/9/EΚ

    ð νέο

    Άρθρο 28 23

    Σύστημα προσανατολισμού, παρακολούθησης και ελέγχου

    1. Τα κράτη μέλη, τηρουμένης δεόντως της συνταγματικής τους διάρθρωσης, ð θεσπίζουν τους αναγκαίους μηχανισμούς για να ï εξασφαλίζουν την καθιέρωση κατάλληλου προσανατολισμού, παρακολούθησης και ελέγχου του επιπέδου των συνθηκών υποδοχής.

    ò νέο

    2. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν τις σχετικές πληροφορίες στην Επιτροπή χρησιμοποιώντας το υπόδειγμα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι, έως την [1 έτος από την προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο] το αργότερο.

    ê 2003/9/EΚ

    Άρθρο 29 24

    Προσωπικό και πόροι

    1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι αρχές και οι λοιποί φορείς που εφαρμόζουν την παρούσα οδηγία να έχουν λάβει την απαραίτητη βασική κατάρτιση αναφορικά με τις ανάγκες των αιτούντων άσυλο, τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών.

    2. Τα κράτη μέλη παρέχουν τους αναγκαίους πόρους σε συνάρτηση με τις εθνικές διατάξεις που τίθενται σε ισχύ προκειμένου να εφαρμοσθεί η παρούσα οδηγία.

    ê 2003/9/EΚ (προσαρμοσμένο)

    ð νέο

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

    TEΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 30 25

    Εκθέσεις

    Έως την ð [δύο έτη από την προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο], το αργότερο ï 6η, Αυγούστου 2006, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και προτείνει τυχόν τροποποιήσεις που είναι αναγκαίες.

    Τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή όλες τις πληροφορίες που ενδείκνυνται για την κατάρτιση της έκθεσης, συμπεριλαμβανομένων των στατιστικών δεδομένων που προβλέπονται στο άρθρο 22, έως την ð […/…/…] ï τις 6 Φεβρουαρίου 2006.

    Μετά την υποβολή της Ö πρώτης Õέκθεσης η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, τουλάχιστον ανά πενταετία, έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

    ê 2003/9/EΚ (προσαρμοσμένο)

    Άρθρο 31 26

    Μεταφορά

    1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως την 6η Φεβρουαρίου 2005Ö τα άρθρα […][Τα άρθρα που τροποποιήθηκαν ως προς την ουσία σε σχέση με την προϋπάρχουσα οδηγία] και με το παράρτημα I έως την […] το αργότερο Õ. Πληροφορούν Ö Κοινοποιούν Õ αμέσως στην Επιτροπή σχετικά Ö το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και έναν πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των διατάξεων αυτών και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας Õ.

    Τα μέτρα αυτά Ö Οι διατάξεις αυτές Õ, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Η διατύπωση της εν λόγω μνείας καθορίζεται από τα κράτη μέλη. ÖΟι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι αναφορές στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη. Õ

    2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των Ö κύριων Õ διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα Ö που διέπεται από Õ την παρούσα οδηγία.

    κ

    Άρθρο 32

    Καταργούμενες διατάξεις

    Η οδηγία 2003/9/ΕΚ καταργείται για τα κράτη μέλη που δεσμεύονται από την παρούσα οδηγία από την [ημέρα που έπεται της ημερομηνίας η οποία ορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο της παρούσας οδηγίας], με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα ΙΙ μέρος B.

    Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος ΙΙΙ.

    ê 2003/9/EΚ (προσαρμοσμένο)

    Άρθρο 33 27

    Έναρξη ισχύος

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την Ö εικοστή Õ ημέρα Ö από Õ τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ö Τα άρθρα […] [ Τα άρθρα που δεν έχουν τροποποιηθεί σε σχέση με την προϋπάρχουσα οδηγία ] και το παράρτημα Ι εφαρμόζονται από την [ημέρα που έπεται της ημερομηνίας η οποία ορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο]. Õ

    Άρθρο 34 28

    Αποδέκτες

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη Ö σύμφωνα με τις Συνθήκες Õ σύμφωνα με τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    [...] (τόπος)

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    Ο Πρόεδρος […]

    Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος

    Ο Πρόεδρος […]

    ò νέο

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    Υπόδειγμα αναφοράς των πληροφοριών που πρέπει να υποβάλλουν τα κράτη μέλη σε ετήσια βάση, όπως προβλέπεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2 της οδηγίας […/…/EΕ] Μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας, οι πληροφορίες αυτές υποβάλλονται εκ νέου στην Επιτροπή σε περίπτωση που επήλθε ουσιαστική αλλαγή στην εθνική νομοθεσία ή πρακτική αφότου υποβλήθηκαν οι πληροφορίες.

    1. Βάσει των άρθρων 2 στοιχείο ια) και 22 της οδηγίας […/…/EΕ], αναφέρατε αναλυτικά τα διάφορα στάδια που ακολουθούνται για τον εντοπισμό των προσώπων με ειδικές ανάγκες υποδοχής, συμπεριλαμβανομένης της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής κίνησης της διαδικασίας και των συνεπειών της όσον αφορά την αντιμετώπιση των εν λόγω αναγκών, ιδίως, όσον αφορά τους ασυνόδευτους ανήλικους, τα θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή άλλων σοβαρών μορφών ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής βίας και τα θύματα εμπορίας ανθρώπων.

    2. Να δοθούν πλήρη στοιχεία για τον τύπο, την ονομασία και τη μορφή των εγγράφων που προβλέπονται στο άρθρο 6 της οδηγίας […/…/EΕ].

    3. Εν σχέσει προς το άρθρο 15 της οδηγίας […/…/EΕ], εφόσον ισχύουν ιδιαίτεροι όροι για την πρόσβαση των αιτούντων άσυλο στην αγορά εργασίας, περιγράψτε λεπτομερώς αυτούς τους περιορισμούς.

    4. Εν σχέσει προς το άρθρο 2 στοιχείο ζ) της οδηγίας […/…/EΚ], περιγράψτε τον τρόπο με τον οποίο παρέχονται οι υλικές συνθήκες υποδοχής, (δηλ. ποιες υλικές συνθήκες υποδοχής παρέχονται σε είδος, σε χρήμα, σε δελτία ή σε συνδυασμό αυτών των στοιχείων) και αναφέρατε το ύψος του χρηματικού βοηθήματος για τα καθημερινά έξοδα που παρέχεται στους αιτούντες άσυλο.

    5. Κατά περίπτωση, εν σχέσει προς το άρθρο 17 παράγραφος 5 της οδηγίας […/…/EΚ], αναφέρατε αναλυτικά το σημείο (τα σημεία) αναφοράς που εφαρμόζει η εθνική νομοθεσία ή πρακτική για τον καθορισμό του ύψους της οικονομικής ενίσχυσης που χορηγείται στους αιτούντες άσυλο. Εάν οι αιτούντες άσυλο τυγχάνουν λιγότερο ευνοϊκής μεταχείρισης σε σχέση με τους υπηκόους του κράτους μέλους, εξηγήστε τους λόγους που υπαγορεύουν την εν λόγω μεταχείριση.

    κ

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    Μέρος A

    Καταργούμενη οδηγία(κατά το άρθρο 32)

    Οδηγία 2003/9/EK του Συμβουλίου | (EE L 31 της 6.2.2003, σ. 18) |

    Μέρος Β

    Προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο(κατά το άρθρο 31)

    Οδηγία | Λήξη προθεσμίας μεταφοράς |

    2003/9/EΚ | 6 Φεβρουαρίου 2005 |

    κ

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IIΙ

    πίνακας αντιστοιχίας

    Οδηγία 2003/9/EΚ | Η παρούσα οδηγία |

    Άρθρο 1 | Άρθρο 1 |

    Άρθρο 2, εισαγωγική φράση | Άρθρο 2, εισαγωγική φράση |

    Άρθρο 2 στοιχείο α) | - |

    Άρθρο 2 στοιχείο β) | - |

    - | Άρθρο 2 στοιχείο α) |

    Άρθρο 2 στοιχείο γ) | Άρθρο 2 στοιχείο β) |

    Άρθρο 2 στοιχείο δ), εισαγωγική φράση | Άρθρο 2 στοιχείο γ) εισαγωγική φράση |

    - | Άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο i) εισαγωγική φράση |

    Άρθρο 2 στοιχείο δ) σημείο i) | Άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο i) πρώτη περίπτωση |

    Άρθρο 2 στοιχείο δ) σημείο ii) | Άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο i) δεύτερη περίπτωση |

    - | Άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο i) τρίτη περίπτωση |

    - | Άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο ii) εισαγωγική φράση |

    - | Άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο ii) πρώτη περίπτωση |

    Άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο ii) δεύτερη περίπτωση |

    - | Άρθρο 2 στοιχείο γ) σημείο iii) |

    Άρθρο 2 στοιχεία ε), στ) και ζ) | - |

    - | Άρθρο 2 στοιχείο δ) |

    Άρθρο 2 στοιχείο η) | Άρθρο 2 στοιχείο ε) |

    Άρθρο 2 στοιχείο θ) | Άρθρο 2 στοιχείο στ) |

    Άρθρο 2 στοιχείο ι) | Άρθρο 2 στοιχείο ζ) |

    Άρθρο 2 στοιχείο ια) | Άρθρο 2 στοιχείο θ) |

    Άρθρο 2 στοιχείο ιβ) | Άρθρο 2 στοιχείο ι) |

    - | Άρθρο 2 στοιχείο ια) |

    - | Άρθρο 2 στοιχείο ιβ) |

    Άρθρο 3 | Άρθρο 3 |

    Άρθρο 4 | Άρθρο 4 |

    Άρθρο 5 | Άρθρο 5 |

    Άρθρο 6 παράγραφοι 1–5 | Άρθρο 6 παράγραφοι 1–5 |

    - | Άρθρο 6 παράγραφος 6 |

    Άρθρο 6 παράγραφοι 2 έως 5 | Άρθρο 6 παράγραφοι 2 έως 5 |

    Άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2 | Άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2 |

    Άρθρο 7 παράγραφος 3 | - |

    Άρθρο 7 παράγραφοι 4 έως 6 | Άρθρο 7 παράγραφοι 3 έως 5 |

    - | Άρθρο 8 |

    - | Άρθρο 9 |

    - | Άρθρο 10 |

    - | Άρθρο 11 |

    Άρθρο 8 | Άρθρο 12 |

    Άρθρο 9 | Άρθρο 13 |

    Άρθρο 10 παράγραφος 1 | Άρθρο 14 παράγραφος 1 |

    Άρθρο 10 παράγραφος 2 | Άρθρο 14 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο |

    - | Άρθρο 14 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο |

    Άρθρο 10 παράγραφος 3 | Άρθρο 14 παράγραφος 3 |

    Άρθρο 11 παράγραφος 1 | - |

    - | Άρθρο 15 παράγραφος 1 |

    Άρθρο 11 παράγραφος 2 | Άρθρο 15 παράγραφος 2 |

    Άρθρο 11 παράγραφος 3 | Άρθρο 15 παράγραφος 3 |

    Άρθρο 11 παράγραφος 4 | - |

    Άρθρο 12 | Άρθρο 16 |

    Άρθρο 13 παράγραφοι 1 έως 4 | Άρθρο 17 παράγραφοι 1 έως 4 |

    Άρθρο 13 παράγραφος 5 | - |

    - | Άρθρο 17 παράγραφος 5 |

    Άρθρο 14 παράγραφος 1 | Άρθρο 18 παράγραφος 1 |

    Άρθρο 14 παράγραφος 2 εισαγωγική φράση στοιχεία α) και β) | Άρθρο 18 παράγραφος 2 εισαγωγική φράση στοιχεία α) και β) |

    - [πρώην άρθρο 14 παράγραφος 7 προσαρμοσμένο] | Άρθρο 18 παράγραφος 2 στοιχείο γ) |

    Άρθρο 14 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 18 παράγραφος 4 |

    Άρθρο 14 παράγραφος 3 | - |

    Άρθρο 14 παράγραφος 4 | Άρθρο 18 παράγραφος 5 |

    Άρθρο 14 παράγραφος 5 | Άρθρο 18 παράγραφος 6 |

    Άρθρο 14 παράγραφος 6 | Άρθρο 18 παράγραφος 7 |

    Άρθρο 14 παράγραφος 8 εισαγωγική φράση, πρώτη περίπτωση | Άρθρο 18 παράγραφος 8 εισαγωγική φράση, στοιχείο α) |

    Άρθρο 14 παράγραφος 8 δεύτερη περίπτωση | - |

    Άρθρο 14 παράγραφος 8 τρίτη περίπτωση | Άρθρο 18 παράγραφος 8 στοιχείο β) |

    Άρθρο 14 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο | Άρθρο 18 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο |

    Άρθρο 14 παράγραφος 8, τρίτη και τέταρτη περίπτωση | Άρθρο 18 παράγραφος 8 στοιχεία β) και γ) |

    Άρθρο 14 παράγραφος 8 τέταρτη περίπτωση | - |

    Άρθρο 14 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 18 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο |

    Άρθρο 15 | Άρθρο 19 |

    Άρθρο 16 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση | Άρθρο 20 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση |

    Άρθρο 16 παράγραφος 1) στοιχείο α) | - |

    Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο α), πρώτη, δεύτερη και τρίτη περίπτωση | Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ) |

    - | Άρθρο 20 παράγραφος 1 στοιχείο δ) |

    Άρθρο 16 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο | Άρθρο 20 δεύτερο εδάφιο |

    Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο β) πρώτο εδάφιο | - |

    Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο β) δεύτερο εδάφιο | - |

    Άρθρο 16 παράγραφος 2 | - |

    Άρθρο 16 παράγραφοι 3 έως 5 | Άρθρο 20 παράγραφοι 2 έως 4 |

    Άρθρο 17 παράγραφος 1 | Άρθρο 21 |

    Άρθρο 17 παράγραφος 2 | - |

    - | Άρθρο 22 |

    Άρθρο 18 παράγραφος 1 | Άρθρο 23 παράγραφος 1 |

    - | Άρθρο 23 παράγραφοι 2 και 3 |

    Άρθρο 18 παράγραφος 2 | Άρθρο 23 παράγραφος 4 |

    Άρθρο 23 παράγραφος 5 |

    Άρθρο 19 | Άρθρο 24 |

    Άρθρο 20 | Άρθρο 25 παράγραφος 1 |

    - | Άρθρο 25 παράγραφος 2 |

    Άρθρο 21 παράγραφος 1 | Άρθρο 26 παράγραφος 1 |

    - | Άρθρο 26 παράγραφος 2 |

    Άρθρο 21 παράγραφος 2 | Άρθρο 26 παράγραφος 2 |

    Άρθρο 22 | - |

    - | Άρθρο 27 |

    Άρθρο 23 | Άρθρο 28 παράγραφος 1 |

    - | Άρθρο 28 παράγραφος 2 |

    Άρθρο 24 | Άρθρο 29 |

    Άρθρο 25 | Άρθρο 30 |

    Άρθρο 26 | Άρθρο 31 |

    - | Άρθρο 32 |

    Άρθρο 27 | Άρθρο 33 πρώτο εδάφιο |

    - | Άρθρο 33 δεύτερο εδάφιο |

    Άρθρο 28 | Άρθρο 34 |

    – | Παράρτημα I |

    – | Παράρτημα II |

    - | Παράρτημα III |

    [1] COM(2008) 360.

    [2] ΕΕ L 31 της 6.2.2003, σ. 18.

    [3] ΕΕ C 212 Ε της 5.8.2010, σ. 348.

    [4] SEC(2008) 2944.

    [5] ΕΕ C 317, της 23.12.2009, σ. 110.

    [6] ΕΕ C 79, της 27.3.2010, σ. 58.

    [7] Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονοµική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών - Μελέτη για τις σχέσεις µεταξύ νόµιµης και παράνοµης µετανάστευσης, COM(2004) 412.

    [8] ΕΕ C , , σ. .

    [9] ΕΕ C , , σ. .

    [10] ΕΕ L 31 της 6.2.2003, σ. 18.

    [11] ΕΕ L 132 της 29.5.2010, σ. 11.

    [12] ΕΕ L 212 της 7.8.2001, σ. 12.

    Top