Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52004PC0497

    Πρόταση Κανονισμος του Συμβουλίου - Ευρωπαϊκό Αλιευτικό Ταμείο {SEC(2004) 965}

    /* COM/2004/0497 τελικό - CNS 2004/0169 */

    52004PC0497

    Πρόταση Κανονισμος του Συμβουλίου - Ευρωπαϊκό Αλιευτικό Ταμείο {SEC(2004) 965} /* COM/2004/0497 τελικό - CNS 2004/0169 */


    Βρυξέλλες, 14.7.2004

    COM(2004) 497 τελικό

    2004/0169 (CNS)

    Πρόταση

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    Ευρωπαϊκό Αλιευτικό Ταμείο

    (υποβληθείσα από την Επιτροπή){SEC(2004) 965}

    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    Η νομική βάση για κοινοτική δράση στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής είναι ο Τίτλος ΙΙ της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και κυρίως το άρθρο 37.

    Ως εκ τούτου, από το ξεκίνημά της η Κοινή Αλιευτική Πολιτική διέθετε μία σημαντική διαρθρωτική συνιστώσα. Κατά τα τελευταία έτη, η διαρθρωτική πολιτική αλιείας προκάλεσε τον εκσυγχρονισμό ολόκληρου του κλάδου της αλιείας. Οι προσπάθειες αυτές πρέπει να συνεχιστούν, ιδίως για τα νέα κράτη μέλη, δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στη διατήρηση ποιότητας της απασχόλησης καθώς και ένα ικανοποιητικό επίπεδο οικονομικής βιωσιμότητας του κλάδου, στην προσαρμογή της αλιευτικής ικανότητας προς τους διαθέσιμους αλιευτικούς πόρους, στην αναζήτηση υψηλής ποιότητας προϊόντων, στην εισαγωγή περισσότερο φιλικών προς το περιβάλλον και προς τους αλιευτικούς πόρους τεχνικών, χωρίς να παραμελείται, ωστόσο, η συνέχιση της βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας.

    Οι οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές και πολιτικές συνθήκες αλλάζουν συνεχώς. Τα κοινοτικά μέσα παροχής ενισχύσεων θα πρέπει να προσαρμοστούν σύμφωνα με τα καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί προκειμένου να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις που προκύπτουν από τις αλλαγές στον κλάδο της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, τις παγκόσμιες αγορές, τη χρήση νέων τεχνολογιών, τους εξαντλούμενους αλιευτικούς πόρους, την ανάγκη βιώσιμης και φιλικής προς το περιβάλλον αλιείας, την υποβάθμιση της ποιότητας των υδάτων υδατοκαλλιέργειας, τις πολιτικές περιφερειακής ανάπτυξης και τη ζήτηση προϊόντων αλιείας από πλευράς καταναλωτών.

    Κατά την επιδίωξη των συγκεκριμένων στόχων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, η Κοινότητα πρέπει να διασφαλίσει το μακροπρόθεσμο μέλλον των αλιευτικών δραστηριοτήτων και τη βιώσιμη εκμετάλλευση των πόρων και να προβεί σε ουσιαστικές διαρθρωτικές προσαρμογές προκειμένου να υπάρξει ισορροπία μεταξύ των αλιευτικών πόρων και της αλιευτικής ικανότητας. Η Κοινότητα πρέπει να εφοδιαστεί με τα μέσα που είναι απαραίτητα για την επιτάχυνση της εξάλειψης της πλεονάζουσας αλιευτικής ικανότητας και, κατά προτεραιότητα, για την παρακολούθηση της εφαρμογής σχεδίων αποκατάστασης ή διαχείρισης των αποθεμάτων καθώς και άλλων επειγόντων μέτρων κατά τρόπο αποτελεσματικό από οικονομικής απόψεως και δίκαιο από κοινωνικής απόψεως.

    Η Κοινότητα πρέπει να στηρίξει αποφασιστικότερα την ανάπτυξη και τη διάδοση αλιευτικών τεχνικών οι οποίες είναι περισσότερο συμβατές με το θαλάσσιο περιβάλλον και τους αλιευτικούς πόρους, να προωθήσει τις επενδύσεις σε επιλεκτικά αλιευτικά εργαλεία, να καθιερώσει απαγορευμένες περιοχές αλιείας ή να στηρίξει οποιεσδήποτε άλλες ιδιωτικές ή κοινές πρωτοβουλίες για την ενθάρρυνση της επιλεκτικής αλιείας οι οποίες υπερβαίνουν τις υποχρεώσεις που ορίζονται από τους κοινοτικούς κανόνες.

    Η ανάπτυξη του τομέα της υδατοκαλλιέργειας αντιπροσωπεύει επίσης μία πραγματική δυνατότητα για τη δημιουργία επικερδών θέσεων απασχόλησης και νέων οικονομικών δραστηριοτήτων. Ο τομέας υδατοκαλλιέργειας θα πρέπει να περιληφθεί σε μία προοπτική για την αειφόρο ανάπτυξη ποιοτικών προϊόντων με την ταυτόχρονη διασφάλιση της μείωσης των επιπτώσεων στο περιβάλλον.

    Με σκοπό την προστασία των αλιευτικών πόρων, θα πρέπει να προστίθεται η μεγαλύτερη δυνατή αξία στα αλιεύματα και στα προϊόντα με τον περιορισμό όλων των απωλειών και των απορρίψεων μέσω της εφαρμογής μιας σύγχρονης πολιτικής διάθεσης των αλιευμάτων στο εμπόριο και της ανάπτυξης τοπικών εγκαταστάσεων μεταποίησης προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας. Η κοινοτική στήριξη για δραστηριότητες του τύπου αυτού, οι οποίες που έχουν στόχο ιδίως να καταστήσουν τη μεγαλύτερη δυνατή ποσότητα προϊόντων κατάλληλη για την ανθρώπινη διατροφή, θα κατευθύνεται σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

    Τον καιρό αυτό των μεγάλων αλλαγών στον κλάδο της αλιείας, πρέπει να ληφθούν μέτρα όχι μόνον για την προστασία του ανθρώπινου κεφαλαίου του κλάδου της αλιείας, αλλά επίσης και για την απόκτηση όλης της νέας τεχνογνωσίας που είναι αναγκαία για την επίτευξη της βιώσιμης εκμετάλλευσης των αλιευτικών πόρων και την ανάπτυξη της υδατοκαλλιέργειας, ιδίως μέσω της παροχής κατάλληλης επιμόρφωσης στους απασχολούμενους στον κλάδο της αλιείας καθ' όλη τη διάρκεια της εργασιακής ζωής τους, της προσέλκυσης νεότερων στον κλάδο και στην προώθηση ίσων ευκαιριών μεταξύ ανδρών και γυναικών.

    Ο κοινωνικοοικονομικός ιστός των παράκτιων αλιευτικών περιοχών θα επηρεαστεί. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω περιοχές θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που θα προκύψουν, μεταξύ άλλων, από τις αλλαγές στον κλάδο της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, τις εξελίξεις στις παγκόσμιες αγορές, την εξάντληση των αλιευτικών πόρων και την ανάγκη εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων και του περιβάλλοντος κατά βιώσιμο τρόπο, δίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στην ποιότητα των υδάτων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας. Η Κοινότητα πρέπει να μπορεί να λαμβάνει συνοδευτικά μέτρα σε συνδυασμό με τον αναπροσανατολισμό των δραστηριοτήτων των περιοχών που επηρεάζονται από την αναδιάρθρωση του κλάδου της αλιείας. Ωστόσο, θα είναι αναγκαίο να περιοριστούν οι περιοχές που είναι επιλέξιμες για τη στήριξη αυτή: το ταμείο δεν έχει ως στόχο την κάλυψη όλων των παράκτιων και παραλίμνιων περιοχών της Κοινότητας.

    Προκειμένου να ληφθούν υπόψη σε μεγαλύτερο βαθμό τα ειδικά χαρακτηριστικά της αλιευτικής δραστηριότητας, τα οποία έχουν σχέση με την κοινωνική δομή του κλάδου της αλιείας και τις διαρθρωτικές και φυσικές διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των διαφόρων περιοχών που έχουν σχέση με την αλιεία, το Ευρωπαϊκό Αλιευτικό Ταμείο θα πρέπει να μπορεί να παρέχει περισσότερο άμεση βοήθεια, όπου είναι αναγκαίο, στο πλαίσιο μιας πολιτικής για τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη των παράκτιων περιοχών, η οποία να ευθυγραμμίζεται πλήρως και να είναι συμπληρωματική με τα άλλα κοινοτικά μέσα, ιδίως με τα ταμεία τα οποία είναι επιφορτισμένα με τη διαρθρωτική αλλαγή και σύγκλιση.

    Λαμβάνοντας υπόψη την ποικιλία των καταστάσεων και των περιοχών σε ολόκληρη την Κοινότητα καθώς και την αρχή της επικουρικότητας, η συνδρομή του Ταμείου για την ανάπτυξη των παράκτιων περιοχών θα πρέπει να αποτελεί μέρος μιας ολοκληρωμένης τοπικής προσέγγισης η οποία θα είναι επικεντρωμένη σε μία σχετική γεωγραφική στρατηγική και θα είναι προσαρμοσμένη προς την τοπική κατάσταση. Η σχεδίαση και η υλοποίησή της θα είναι όσο το δυνατόν περισσότερο αποκεντρωμένες και θα προτιμάται η συμμετοχή ιδιωτικών φορέων, επί τόπου, καθώς και μία προσέγγιση εκ των κάτω προς τα άνω.

    Το Ευρωπαϊκό Αλιευτικό Ταμείο, όπως το ΧΜΠΑ, πρέπει να διαδραματίσει έναν διπλό ρόλο προσθέτοντας κοινοτική αξία. Κατά πρώτο λόγο, ως χρηματοδοτικό μέσο που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, θα συνοδεύει μέτρα διαχείρισης των πόρων και θα βοηθά στην προσαρμογή των διαρθρώσεων του τομέα της παραγωγής και των εργαλείων παρακολούθησης της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής. Κατά δεύτερο λόγο, θα συνεχίσει να ενδιαφέρεται για την επίτευξη συνοχής όσον αφορά τους πληθυσμούς και τις περιοχές που ασχολούνται με αλιευτικές δραστηριότητες.

    Όπως προτείνεται στο παρόν έγγραφο, το Ευρωπαϊκό Αλιευτικό Ταμείο θα μπορεί να διαδραματίζει μεγαλύτερο ρόλο στην ανάπτυξη και στη διατήρηση του οικονομικού και κοινωνικού ιστού των κοινοτήτων που ασχολούνται με την αλιεία, για τις οποίες οι οικονομικές εναλλακτικές λύσεις παραμένουν περιορισμένες, ενώ ταυτόχρονα θα επιδιώκει τους στόχους τους οποίους ορίζει η Συνθήκη για την Κοινή Αλιευτική Πολιτική.

    Το Ταμείο θα διατηρήσει τις ίδιες βάσεις και αρχές, όπως τα άλλα διαρθρωτικά ταμεία, όπως είναι ο πολυετής προγραμματισμός και παρακολούθηση, η εταιρική σχέση, η συγχρηματοδότηση, η επικουρικότητα και η συγκέντρωση στις μειονεκτικές περιφέρειες καθώς και σε εκείνες που απειλούνται περισσότερο από την επίπτωση μέτρων αποκατάστασης των ιχθυαποθεμάτων.

    Κάθε κράτος μέλος θα καταρτίσει ένα εθνικό στρατηγικό σχέδιο, στο οποίο θα καθορίζει τους ειδικούς στόχους και τις προτεραιότητές του για συνδρομή του Ταμείου, υπό το φως των κοινοτικών στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών για την Κοινή Αλιευτική Πολιτική. Το στρατηγικό αυτό σχέδιο, το οποίο προσδιορίζει τις παρεμβάσεις και τη χρηματοδοτική συμμετοχή του Ταμείου καθώς και τους άλλους απαιτούμενους πόρους, θα χρησιμεύσει ως πλαίσιο αναφοράς για την κατάρτιση επιχειρησιακών προγραμμάτων.

    Προκειμένου να καταστεί αποτελεσματικότερη η δράση του Ταμείου, η προτεινόμενη προσέγγιση στηρίζεται σε απλοποιημένα κείμενα, με ένα ενιαίο κανονισμό και ένα ενιαίο Ταμείο, τα οποία θα καλύπτουν την κοινοτική συνδρομή. Τα επιχειρησιακά προγράμματα θα επικεντρωθούν επίσης σε έναν περιορισμένο αριθμό προτεραιοτήτων, αφήνοντας στην άκρη όλες τις τεχνικές λεπτομέρειες οι οποίες θα μπορούσαν να καταστήσουν δύσκολη την παρακολούθηση και την εφαρμογή τους.

    Οι πέντε άξονες προτεραιότητας είναι οι εξής: «μέτρα για την προσαρμογή του κοινοτικού αλιευτικού στόλου», «υδατοκαλλιέργεια, μεταποίηση και εμπορία προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας», «μέτρα συλλογικού ενδιαφέροντος», «αειφόρος ανάπτυξη αλιευτικών παράκτιων ζωνών» και «τεχνική συνδρομή».

    Η εφαρμογή των δράσεων του Ταμείου θα πραγματοποιηθεί με τη χρήση της επιμερισμένης διαχείρισης όπως ορίζεται στον δημοσιονομικό κανονισμό και θα στηρίζεται στις αρχές της αναλογικότητας και επικουρικότητας. Οι βασικές συνιστώσες της απλοποίησης και της αποκέντρωσης περιλαμβάνονται στην πρόταση, ιδίως δε:

    η παρούσα διαδικασία προγραμματισμού τριών φάσεων αντικαθίσταται από διαδικασία δύο φάσεων, η πρώτη από τις οποίες είναι στρατηγικής φύσεως ενώ η δεύτερη επιχειρησιακής φύσεως. Επιπροσθέτως, τα επιχειρησιακά προγράμματα δεν θα υποστηρίζονται πλέον, όπως συμβαίνει σήμερα, από συμπληρώματα προγραμματισμού, στα οποία εμφαίνονται τα λεπτομερή μέτρα, αλλά θα καθορίζουν μόνο τις βασικές προτεραιότητες όσον αφορά τη βοήθεια·

    όσον αφορά τη δημοσιονομική διαχείριση, το σύστημα πληρωμών απλοποιήθηκε και οι πληρωμές θα πραγματοποιούνται σε επίπεδο προτεραιότητας μόνο και όχι πλέον σε επίπεδο μέτρου. Η συγχρηματοδότηση θα καθορίζεται επίσης σε επίπεδο προτεραιότητας·

    η Επιτροπή θα απαιτεί από τα κράτη μέλη να υποβάλουν μόνον ό,τι είναι αναγκαίο για τη διασφάλιση χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης δίδοντάς της τη δυνατότητα να αναλάβει τις ευθύνες της για την εκτέλεση του κοινοτικού προϋπολογισμού. Η έννοια της αναλογικότητας λαμβάνεται υπόψη για τους σκοπούς της αξιολόγησης, της επιθεώρησης, της υποβολής εκθέσεων και της συμμετοχής στην επιτροπή του Ταμείου·

    θα καθορισθούν σε εθνικό επίπεδο κανόνες επιλεξιμότητας, εκτός από ορισμένες εξαιρέσεις. Η πρόταση εισάγει επίσης τις δυνατότητες μερικού κλεισίματος·

    τέλος, το ρυθμιστικό πλαίσιο απλοποιείται δραστικά, δεδομένου ότι το παρόν σχέδιο κανονισμού θα αντικαταστήσει ή θα τροποποιήσει τις διατάξεις των εν ισχύι κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1260/1999, (ΕΚ) 1263/1999, (ΕΚ) αριθ. 2792/1999, (ΕΚ) αριθ. 366/2001.

    Η κατανομή κονδυλίων στο Ταμείο βάσει των Δημοσιονομικών Προοπτικών που προτάθηκαν από την Επιτροπή για την περίοδο 2007-2013[1] ανέρχεται σε 4 963 εκατομμύρια ευρώ για τη διευρυμένη Ευρώπη των 27. Το ποσό αυτό συμβαδίζει σχεδόν με το ποσό που διατέθηκε για την Ευρώπη των 15 κατά την περίοδο 2000-2006 (3,7 εκατομμύρια ευρώ). Για την κατανομή των δημοσιονομικών πόρων μεταξύ των κρατών μελών, η Επιτροπή προτίθεται να εφαρμόσει τη μέθόδο που στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια που χρησιμοποιήθηκαν στο Συμβούλιο του Βερολίνου το 1999 για το στόχο της «σύγκλισης», λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να επιτευχθεί ισοτιμία στις περιφέρειες που επηρεάζονται από την «στατιστική επίπτωση» της διεύρυνσης. Οι πόροι που κατανεμήθηκαν σε περιφέρειες που δεν είναι επιλέξιμες για το στόχο της σύγκλισης θα διατεθούν από την Επιτροπή μεταξύ των κρατών μελών με βάση τα ακόλουθα αντικειμενικά κριτήρια: το μέγεθος του κλάδου της αλιείας στο σχετικό κράτος μέλος, την κλίμακα προσαρμογής που απαιτείται για την αλιευτική προσπάθεια, το επίπεδο απασχόλησης στον κλάδο της αλιείας και τη συνέχιση διεξαγόμενων δράσεων.

    Πραγματοποιήθηκε διαβούλευση με τους δημόσιους και ιδιωτικούς παράγοντες του κλάδου όσον αφορά το μελλοντικό μέσο αλιείας στο πλαίσιο ευρωπαϊκής διάσκεψης που πραγματοποιήθηκε από 27 έως 29 Μαΐου 2004 στο Bundoran, Donegal County, Ιρλανδία. Η διάσκεψη αυτή έδωσε τη δυνατότητα σε 300 περίπου συμμετέχοντες να εκφράσουν τη γνώμη τους. Οι εν λόγω συμμετέχοντες αντιπροσώπευαν όχι μόνο ολόκληρο τον τομέα και τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, αλλά επίσης και τους καταναλωτές και τις μη κυβερνητικές οργανώσεις. Τα συμπεράσματα της διάσκεψης συμπεριλήφθηκαν, όπου ήταν δυνατόν, στην παρούσα πρόταση κανονισμού.

    Στην αξιολόγηση των επιπτώσεων της πρότασης επισημαίνεται ότι αναμένονται διάφορες επιπτώσεις από τη συνδρομή του ΕΑΤ, ιδίως η συμβολή στην προσπάθεια για την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ των διαθέσιμων πόρων και των επιπέδων αλίευσης, ένας βαθμός αντιστάθμισης των κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων που απορρέουν από τις τάσεις που παρουσιάζουν οι αλιευτικές δραστηριότητες καθώς και από την αναδιάρθρωση που πρέπει να αντιμετωπίσει, η συμβολή στην προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος καθώς και η βελτίωση της επιλεκτικότητας των αλιευτικών εργαλείων, οι βελτιώσεις της ασφάλειας επί των σκαφών, οι συνθήκες εργασίας, η υγεία καθώς και η ποιότητα των προϊόντων.

    2004/0169 (CNS)

    Πρόταση

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    Ευρωπαϊκό Αλιευτικό Ταμείο

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 37,

    την πρόταση της Επιτροπής[2],

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου[3],

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[4],

    τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών[5],

    Εκτιμώντας τα εξής:

    Η ανάπτυξη του κοινοτικού αλιευτικού στόλου πρέπει να ρυθμίζεται ιδίως σύμφωνα με τις αποφάσεις τις οποίες υποχρεούνται να λαμβάνουν το Συμβούλιο και η Επιτροπή δυνάμει του κεφαλαίου ΙΙ του κανονισμού του Συμβουλίου αριθ. 2371/2002 της 20ής Δεκεμβρίου 2002 για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής[6].

    Ο στόχος της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής θα πρέπει να συνίσταται στη βιώσιμη εκμετάλλευση των έμβιων υδρόβιων πόρων και της υδατοκαλλιέργειας στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης, λαμβάνοντας υπόψη τις περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές πτυχές κατά ισόρροπο τρόπο.

    Το πεδίο εφαρμογής της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής καλύπτει τη διατήρηση, διαχείριση και εκμετάλλευση των έμβιων υδρόβιων πόρων και της υδατοκαλλιέργειας, καθώς και τη μεταποίηση και εμπορία προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, εφόσον οι δραστηριότητες αυτές πραγματοποιούνται στο έδαφος κρατών μελών, σε κοινοτικά ύδατα ή από κοινοτικά αλιευτικά σκάφη ή υπηκόους κρατών μελών.

    Βάσει του άρθρου 33 παράγραφος 2 της Συνθήκης, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της δραστηριότητας, ο οποίος απορρέει από την κοινωνική δομή του κλάδου καθώς και από τις διαρθρωτικές και φυσικές ανισότητες μεταξύ των διαφόρων περιοχών που ασχολούνται με αλιευτικές δραστηριότητες.

    Η συνιστώσα της αειφόρου ανάπτυξης της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής ενσωματώθηκε στους κανόνες που διέπουν τα Διαρθρωτικά Ταμεία από το 1993. Θα πρέπει να επιδιωχθεί η συνέχιση της εφαρμογής της στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης μέσω του Ευρωπαϊκού Αλιευτικού Ταμείου.

    Ο στόχος της αειφόρου ανάπτυξης της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη λόγω των διαρθρωτικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν για την ανάπτυξη του κλάδου της αλιείας, καθώς και των περιορισμών που υφίστανται από απόψεως των χρηματοδοτικών πόρων που διατίθενται στα κράτη μέλη της διευρυμένης Ένωσης. Ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο με την παροχή πολυ-χρηματοδότησης σε κοινοτικό επίπεδο, η οποία θα επικεντρώνεται στις σχετικές προτεραιότητες. Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που προβλέπεται στο άρθρο 4 της Συνθήκης, η Κοινότητα μπορεί να θεσπίζει μέτρα.

    Η Κοινή Αλιευτική Πολιτική πρέπει να ενσωματώνει τις κοινοτικές προτεραιότητες όσον αφορά την αειφόρο ανάπτυξη, οι οποίες ορίστηκαν στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια της Λισσαβώνας και του Γκέτεμπουργκ.

    Ο προγραμματισμός θα πρέπει να διασφαλίζει το συντονισμό του Ταμείου με τα άλλα ταμεία τα οποία επιδιώκουν την αειφόρο ανάπτυξη καθώς και με τα διαρθρωτικά ταμεία και την ΕΤΕ, και θα επεκτείνεται επίσης στον συνδυασμό επιδοτήσεων και δανείων.

    Οι δραστηριότητες του Ταμείου και οι πράξεις, στη χρηματοδότηση των οποίων συμμετέχει, θα πρέπει να είναι συμβατές με τις άλλες κοινοτικές πολιτικές και να συμμορφούνται με το σύνολο της κοινοτικής νομοθεσίας.

    Η δράση της Κοινότητας θα πρέπει να είναι συμπληρωματική προς τη δράση των κρατών μελών ή να επιδιώκει να συμβάλει σε αυτήν και, θα πρέπει, προκειμένου να διασφαλίζει σημαντική προστιθέμενη αξία, να ενισχυθεί η εταιρική σχέση. Αυτό αφορά τις περιφερειακές και τοπικές αρχές, τις άλλες αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που είναι υπεύθυνοι για το περιβάλλον και την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών, των οικονομικών και κοινωνικών εταίρων και άλλων αρμόδιων οργανισμών. Οι σχετικοί εταίροι θα πρέπει να συμμετέχουν στην προπαρασκευή, στην παρακολούθηση και την αξιολόγηση των παρεμβάσεων.

    Η Κοινότητα μπορεί να λαμβάνει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης και σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητα που ορίζεται στο εν λόγω άρθρο. Ο παρών κανονισμός περιορίζεται ακριβώς σε αυτά που απαιτούνται για την επίτευξη του εν λόγω στόχου.

    Προκειμένου να απλοποιηθεί η θέση σε εφαρμογή των Ταμείων και να αποσαφηνιστούν οι ευθύνες των κρατών μελών και της Επιτροπής, μπορεί να υπάρξει διαφοροποίηση των πόρων που χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή και από τα κράτη μέλη.

    Βάσει του άρθρου 274 της Συνθήκης, τα κράτη μέλη πρέπει να συνεργάζονται με την Επιτροπή προκειμένου να διασφαλίζουν την τήρηση των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης. Για το σκοπό αυτό, ο παρών κανονισμός καθορίζει τους όρους που επιτρέπουν στην Επιτροπή να επιτελεί τα καθήκοντά της για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Οι ευθύνες των κρατών μελών και της Κοινότητας θα πρέπει να προσδιοριστούν επακριβώς προκειμένου να υπάρξει αποτελεσματικότητα και διαφάνεια στις δραστηριότητες του Ταμείου. Οι ευθύνες αυτές θα πρέπει να προσδιοριστούν για κάθε στάδιο του προγραμματισμού, της παρακολούθησης, της αξιολόγησης και της επιθεώρησης. Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας και με την επιφύλαξη των εξουσιών οι οποίες έχουν ανατεθεί στην Επιτροπή, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ευθύνονται κατά κύριο λόγο για την εκτέλεση και τον έλεγχο των παρεμβάσεων.

    Τα άρθρα 2 και 3 της Συνθήκης εγγυώνται την εξάλειψη των ανισοτήτων και την προώθηση της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών.

    Η Επιτροπή θα πρέπει να καταρτίσει μια ενδεικτική ανάλυση των διαθέσιμων πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων με τη χρήση αντικειμενικής και διαφανούς μεθόδου, η οποία να εστιάζεται σε μεγάλο βαθμό στις περιφέρειες που καλύπτονται από τον στόχο σύγκλισης.

    Οι πιστώσεις που διατίθενται από το Ταμείο, θα πρέπει να υπόκεινται σε κατ' αποκοπή τιμαριθμική προσαρμογή για λόγους προγραμματισμού και η εν λόγω τιμαριθμική αναπροσαρμογή θα πρέπει, εφόσον είναι αναγκαίο, να υπόκειται σε τεχνική προσαρμογή το αργότερο μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2010.

    Για την ενίσχυση του πολλαπλασιαστικού αποτελέσματος των κοινοτικών πόρων μέσω της ενθάρρυνσης της προσφυγής όσο το δυνατόν περισσότερο σε ιδιωτικούς πόρους χρηματοδότησης και προκειμένου να λαμβάνεται καλύτερα υπόψη η αποδοτικότητα των δράσεων, θα πρέπει να διαφοροποιούνται τόσο οι τύποι συνδρομής που διατίθενται από τα Ταμεία όσο και τα ποσοστά συνδρομής με στόχο την προώθηση του κοινοτικού συμφέροντος, με την ενθάρρυνση της χρήσης μιας ευρείας κλίμακας χρηματοδοτικών πόρων και τον περιορισμό της συμμετοχής των Ταμείων με μέσω της ενθάρρυνσης της χρήσης κατάλληλων τύπων συνδρομής.

    Για την ενίσχυση του στρατηγικού περιεχομένου της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής σύμφωνα με τις κοινοτικές προτεραιότητες για την αειφόρο ανάπτυξη της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας, το Συμβούλιο, ενεργώντας κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, θα πρέπει να θεσπίσει στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για το καθορισμό των προτεραιοτήτων που διέπουν τη συνδρομή στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.

    Προκειμένου να απλουστευθούν οι διαδικασίες προγραμματισμού, θα πρέπει να υπάρξει διάκριση μεταξύ των ευθυνών της Επιτροπής από εκείνες των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα έτσι ώστε η Επιτροπή, ενεργώντας κατόπιν προτάσεως των κρατών μελών, να εγκρίνει τις στρατηγικές και αναπτυξιακές προτεραιότητες οι οποίες θα διέπουν τον προγραμματισμό καθώς και το μέγεθος της χρηματοδοτικής συμμετοχής της Κοινότητας, και τις σχετικές ρυθμίσεις εφαρμογής, ενώ, από την πλευρά τους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποφασίζουν για την εφαρμογή τους.

    Η ανάγκη απλοποίησης και αποκέντρωσης του προγραμματισμού και της δημοσιονομικής διαχείρισης θα πρέπει να αντιμετωπιστούν αποκλειστικά στο επίπεδο των προτεραιοτήτων, με τη διακοπή των συμπληρωμάτων προγραμματισμού και των κοινοτικών πλαισίων στήριξης.

    Το σύστημα προγραμματισμού θα πρέπει να απλοποιηθεί με την εφαρμογή μιας ενιαίας περιόδου προγραμματισμού διάρκειας 7 ετών. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να περιοριστούν οι τύποι συνδρομής και ο αριθμός των καθεστώτων συνδρομής και θα πρέπει γενικά να λαμβάνουν τη μορφή ενός επιχειρησιακού προγράμματος ανά κράτος μέλος.

    Θα πρέπει να οριστούν κριτήρια για τον καθορισμό επιλέξιμων περιοχών. Για το σκοπό αυτό, η ταυτοποίηση των περιφερειών και περιοχών προτεραιότητας σε κοινοτικό επίπεδο θα πρέπει να στηρίζεται στο κοινό σύστημα ταξινόμησης των περιφερειών, το οποίο θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, όσον αφορά την καθιέρωση κοινής ταξινόμησης στατιστικών εδαφικών μονάδων (NUTS)[7].

    Είναι αναγκαίο να ληφθούν συνοδευτικά μέτρα της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, ιδίως με τη μείωση των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεών της μέσω της εφαρμογής αναπτυξιακής πολιτικής παράκτιων ζωνών.

    Λαμβανομένης υπόψη της πολυμορφίας των καταστάσεων και των περιοχών σε ολόκληρη την Κοινότητα καθώς και της αρχής της επικουρικότητας, η πολιτική για την ανάπτυξη των παράκτιων αλιευτικών περιοχών θα πρέπει να αποτελέσει μέρος μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης η οποία θα εστιάζεται σε μία κατάλληλη γεωγραφική στρατηγική που θα είναι προσαρμοσμένη στις τοπικές συνθήκες, θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο αποκεντρωμένη, να ευνοεί τη συμμετοχή τοπικών παραγόντων, να στηρίζεται σε μία προσέγγιση από τα κάτω προς τα άνω, να επιτρέπει την εξέταση μέτριας κλίμακας δράσεων και να διασφαλίζει τη σημαντική συμμετοχή ιδιωτικών παραγόντων του κλάδου.

    Η θέσπιση από το Συμβούλιο πολυετών σχεδίων αποκατάστασης αποτελεί μια απόλυτη προτεραιότητα, ενώ τα σχέδια αυτά θα πρέπει να συνοδεύονται από σχέδια προσαρμογής της αλιευτικής προσπάθειας στο πλαίσιο του Ταμείου.

    Η μη ανανέωση αλιευτικής συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας και τρίτης χώρας, ή η σημαντική περικοπή αλιευτικών δυνατοτήτων στο πλαίσιο διεθνούς ρύθμισης, θα πρέπει επίσης να συνοδεύονται από πολυετή σχέδια διαχείρισης της αλιευτικής προσπάθειας με στόχο την προσαρμογή του στόλου στη νέα κατάσταση.

    Θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα για την προσαρμογή της αλιευτικής προσπάθειας στο πλαίσιο της θέσπισης επειγόντων μέτρων από τα κράτη μέλη ή την Επιτροπή, όπως προβλέπεται στα άρθρα 7 και 8 αντίστοιχα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002.

    Ο κοινοτικός στόλος θα πρέπει να μειωθεί προκειμένου να προσαρμοστεί προς τους διαθέσιμους και τους προσβάσιμους πόρους.

    Θα απαιτηθούν κοινωνικοοικονομικά συνοδευτικά μέτρα προκειμένου να τεθεί σε εφαρμογή η αναδιάρθρωση των αλιευτικών στόλων.

    Θα πρέπει να θεσπιστούν λεπτομερείς κανόνες για τη χορήγηση επιδομάτων και χρηματικής αποζημίωσης στους αλιείς και στους κατόχους αλιευτικών σκαφών σε περιπτώσεις προσωρινής παύσης δραστηριοτήτων ή της εφαρμογής τεχνικών απαγορεύσεων για τη χρήση ορισμένων αλιευτικών εργαλείων ή ορισμένων αλιευτικών μεθόδων.

    Είναι ζωτικής σημασίας για τον κλάδο της αλιείας η επίτευξη βιώσιμης ισορροπίας μεταξύ των υδρόβιων πόρων και της εκμετάλλευσής τους, λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων στο περιβάλλον. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεσπιστούν κατάλληλα μέτρα όχι μόνο για τη διασφάλιση της τροφικής αλυσίδας αλλά επίσης και για τη διασφάλιση της υδατοκαλλιέργειας και της βιομηχανίας μεταποίησης.

    Θα πρέπει να θεσπιστούν λεπτομερείς κανόνες για τη χορήγηση ενισχύσεων στην υδατοκαλλιέργεια, στη μεταποίηση και εμπορία προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, με ταυτόχρονη διασφάλιση της διατήρησης της οικονομικής βιωσιμότητας των κλάδων αυτών· για το σκοπό αυτό, είναι αναγκαίο να εντοπιστεί ένας περιορισμένος αριθμός στόχων προτεραιότητας όσον αφορά την παροχή συνδρομής και να επικεντρωθούν οι διαρθρωτικές ενισχύσεις σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

    Στο πλαίσιο των μέτρων του Ταμείου, θα πρέπει να περιλαμβάνεται επίσης η ανάληψη συνολικής δράσης από τον κλάδο.

    Μέσω τεχνικής συνδρομής, το Ταμείο θα πρέπει να παρέχει στήριξη για αξιολογήσεις, μελέτες, πιλοτικά προγράμματα και ανταλλαγές εμπειρίας, με στόχο την προώθηση καινοτόμων προσεγγίσεων και πρακτικών που συμβάλλουν στην απλή και διαφανή υλοποίηση.

    Η εν λόγω αποκεντρωμένη υλοποίηση των δράσεων του Ταμείου από τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχει επαρκή εχέγγυα ως προς τις λεπτομέρειες και την ποιότητα υλοποίησης, τα αποτελέσματα των δράσεων και την αξιολόγηση και χρηστή δημοσιονομική διαχείρισή τους, καθώς επίσης και ως προς την παρακολούθησή της.

    Η αποτελεσματικότητα και η επίπτωση των δράσεων των διαρθρωτικών ταμείων εξαρτάται επίσης από βελτιωμένη και περισσότερο εμπεριστατωμένη αξιολόγηση. Θα πρέπει να καθοριστούν οι σχετικές ευθύνες των κρατών μελών και της Επιτροπής και να θεσπιστούν ρυθμίσεις για τη διασφάλιση της αξιοπιστίας της αξιολόγησης.

    Ενδείκνυται η αξιολόγηση της συνδρομής για τους σκοπούς της προπαρασκευής, της επανεξέτασης και της αξιολόγησης των επιπτώσεών της καθώς και η συμπερίληψη της διαδικασίας αξιολόγησης στην παρακολούθηση της συνδρομής· για το σκοπό αυτό, πρέπει να καθοριστούν οι στόχοι και το περιεχόμενο κάθε σταδίου αξιολόγησης.

    Με στόχο την επίτευξη εύρυθμης εταιρικής σχέσης συνεργασίας και κατάλληλης προώθησης της κοινοτικής συνδρομής, θα πρέπει να παρέχεται η ευρύτερη δυνατή ενημέρωση και δημοσιότητα. Οι αρχές που είναι υπεύθυνες για τη διαχείριση της συνδρομής, θα πρέπει να είναι υπεύθυνες για το θέμα αυτό καθώς και για την ενημέρωση της Επιτροπής σχετικά με τα λαμβανόμενα μέτρα.

    Για τη διασφάλιση αποτελεσματικής και ορθής υλοποίησης, θα πρέπει να καθοριστούν οι υποχρεώσεις των κρατών μελών στο πλαίσιο των συστημάτων διαχείρισης και παρακολούθησης, πιστοποίησης δαπανών και πρόληψης, ανίχνευσης και διόρθωσης, παρατυπιών και παραβάσεων του κοινοτικού δικαίου.

    Θα πρέπει να οριστεί μία διαχειριστική επιτροπή, μία αρχή πιστοποίησης και μία αρχή επιθεώρησης για κάθε πρόγραμμα συνδρομής και να καθοριστούν οι ευθύνες τους. Οι εν λόγω ευθύνες θα πρέπει να αφορούν κατά κύριο λόγο τη χρηστή δημοσιονομική εφαρμογή, την οργάνωση της αξιολόγησης, την πιστοποίηση των πραγματικών δαπανών των δικαιούχων, τον έλεγχο και την τήρηση των υποχρεώσεων όσον αφορά τη δημοσιότητα καθώς και των υποχρεώσεων βάσει του κοινοτικού δικαίου. Θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα για τη διεξαγωγή τακτικών συναντήσεων μεταξύ της Επιτροπής και των οικείων εθνικών αρχών για την παρακολούθηση της συνδρομής.

    Θα πρέπει να προσδιοριστεί ότι η διευθύνουσα επιτροπή είναι οργανισμός που ορίζεται από το κράτος μέλος προκειμένου να εποπτεύει τη συνδρομή, να ελέγχει τον τρόπο διαχείρισής της μέσω της διαχειριστικής επιτροπής, να διασφαλίζει τη συμμόρφωση προς τις κατευθυντήριες γραμμές και κανόνες εφαρμογής της και να εξετάζει αξιολογήσεις.

    Οι δείκτες και οι ετήσιες εκθέσεις σχετικά με την υλοποίηση είναι ουσιαστικής σημασίας για την παρακολούθηση και θα πρέπει να καθορίζονται κατά καλύτερο τρόπο έτσι ώστε να αντανακλούν αξιόπιστα την πρόοδο των καθεστώτων συνδρομής και την ποιότητα του προγραμματισμού.

    Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής όσον αφορά τον δημοσιονομικό έλεγχο, θα πρέπει να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής στον τομέα αυτό.

    Θα πρέπει να απλοποιηθούν οι κανόνες και οι διαδικασίες που διέπουν τις αναλήψεις υποχρεώσεων και τις πληρωμές έτσι ώστε οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις να πραγματοποιούνται μία φορά ετησίως σύμφωνα με την πολυετή δημοσιονομική προοπτική και το σχέδιο χρηματοδότησης της συνδρομής, ενώ οι πληρωμές θα πρέπει να πραγματοποιούνται υπό τη μορφή προκαταβολής η οποία θα ακολουθείται από την επιστροφή των πραγματικών δαπανών. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία, οι τόκοι που αποφέρει οποιαδήποτε προκαταβολή θα πρέπει να θεωρούνται ως πόροι για το οικείο κράτος μέλος και, προκειμένου να ενισχυθεί η επίπτωση των Ταμείων, θα πρέπει να κατανέμονται για τον ίδιο με την προκαταβολή σκοπό.

    Η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση θα πρέπει να διασφαλίζεται με τη θέσπιση της απαίτησης ότι οι δαπάνες θα πρέπει να δικαιολογούνται και να πιστοποιούνται, καθώς και με τη σύνδεση των πληρωμών με την τήρηση ουσιαστικών ευθυνών ως προς την παρακολούθηση του προγραμματισμού, τους δημοσιονομικούς ελέγχους και την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου.

    Για τη διασφάλιση της χρηστής διαχείρισης των κοινοτικών πόρων, θα πρέπει να γίνουν βελτιώσεις στον τομέα της πρόβλεψης και της εκτέλεσης των δαπανών. Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαβιβάζουν κατά τακτά χρονικά διαστήματα στην Επιτροπή τις προβλέψεις τους για τη χρήση των κοινοτικών πόρων, ενώ οποιεσδήποτε καθυστερήσεις στη δημοσιονομική εκτέλεση θα πρέπει να προκαλούν την επιστροφή των προκαταβολών και την αυτόματη αποδέσμευση των κονδυλίων.

    Ένας τρόπος διασφάλισης της αποτελεσματικότητας των δράσεων των διαρθρωτικών ταμείων είναι η επαρκής παρακολούθηση. Η παρακολούθηση θα πρέπει να βελτιωθεί και θα πρέπει να καθοριστούν καλύτερα οι σχετικές ευθύνες. Ιδίως, θα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ των καθηκόντων διαχείρισης και των καθηκόντων παρακολούθησης.

    Για την αποτελεσματικότητα των μέτρων που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο, θα πρέπει να χορηγείται προκαταβολή ύψους 7% εντός περιόδου δύο ετών και ανάλογα με τους διαθέσιμους πόρους.

    Για την επίτευξη χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και αποτελεσματικότητας, θα πρέπει να εφαρμόζεται ο κανόνας αποδέσμευσης (Ν+2).

    Βάσει του άρθρου 2 της απόφασης του Συμβουλίου 1999/468/ΕΚ, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή[8], τα μέτρα που απαιτούνται για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να θεσπιστούν είτε με τη διαδικασία της συμβουλευτικής επιτροπής βάσει του άρθρου 3 της εν λόγω απόφασης ή, στην περίπτωση μέτρων διαχείρισης, βάσει της διαδικασίας της διαχειριστικής επιτροπής του άρθρου 4.

    Θα πρέπει να θεσπιστούν λεπτομερείς μεταβατικές διατάξεις προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα κατάρτισης νέου προγραμματισμού αμέσως μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και προκειμένου να διασφαλιστεί η μη διακοπή της παροχής συνδρομής στα κράτη μέλη εν αναμονή της υποβολής σχεδίων και καθεστώτων συνδρομής σύμφωνα με το νέο σύστημα.

    Θα πρέπει να καταργηθεί ο κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1260/1999, της 21ης Ιουνίου 1999 και (ΕΚ) αριθ. 2792/1999, της 17ης Δεκεμβρίου 1999 για τον καθορισμό των κριτηρίων και ρυθμίσεων σχετικά με την κοινοτική διαρθρωτική βοήθεια στον κλάδο της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας και τη μεταποίησή και εμπορία των προϊόντων τους, καθώς και άλλες διατάξεις. Ωστόσο, για την ορθή εκτέλεση δράσεων συνδρομής, καθώς και δράσεων και προγραμμάτων που εγκρίθηκαν μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2006, οι καταργούμενες διατάξεις θα πρέπει να συνεχίσουν να εφαρμόζονται για τον σκοπό αυτό.

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    ΤΙΤΛΟΣ I

    Στόχοί και γενικοί κανόνες σχετικά με τη συνδρομή

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IΠεδίο εφαρμογής και ορισμοί

    Άρθρο 1

    Πεδίο εφαρμογής

    Με τον παρόντα κανονισμό, θεσπίζεται Ευρωπαϊκό Αλιευτικό Ταμείο (το οποίο στο εξής καλείται «Ταμείο») και καθορίζεται το πλαίσιο της κοινοτικής στήριξης για την αειφόρο ανάπτυξη του κλάδου της αλιείας και των παράκτιων αλιευτικών ζωνών.

    Άρθρο 2

    Γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής

    Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό εφαρμόζονται σε ολόκληρο το έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, για τη συνδρομή που παρέχεται βάσει του κεφαλαίου IV του τίτλου IV, όσον αφορά την αειφόρο ανάπτυξη παράκτιων αλιευτικών ζωνών, τα κράτη μέλη επιλέγουν τις επιλέξιμες περιοχές με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 42 παράγραφος 3 και 4.

    Άρθρο 3

    Ορισμοί

    Για τον σκοπό του παρόντος κανονισμού:

    (α) «κλάδος της αλιείας» σημαίνει τον κλάδο της οικονομίας που περιλαμβάνει όλες τις δραστηριότητες παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας της αλιευτικής παραγωγής·

    (β) «αλιέας» σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο ασχολείται, κατά κύρια απασχόληση, όπως αναγνωρίζεται από το κράτος μέλος, επί ενεργού αλιευτικού σκάφους·

    (γ) «πρόσωπο που ασχολείται στον κλάδο της αλιείας» σημαίνει οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο ασχολείται κατά κύρια απασχόληση, στον κλάδο της αλιείας που καθορίζεται στο άρθρο 1·

    (δ) «αλιευτικό σκάφος» σημαίνει αλιευτικό σκάφος κατά την έννοια του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002·

    (ε) «υδατοκαλλιέργεια» σημαίνει την εκτροφή ή την καλλιέργεια υδρόβιων οργανισμών με τη χρήση τεχνικών που έχουν ως στόχο την αύξηση της παραγωγής των εν λόγω οργανισμών πέραν της φυσικής ικανότητας του περιβάλλοντος· οι οργανισμοί παραμένουν στην κυριότητα του φυσικού ή νομικού προσώπου καθ'όλη τη διάρκεια της φάσεως εκτροφής ή καλλιέργειας, μέχρι και τη στιγμή της συλλογής τους·

    (στ) «πολύ μικρή και μικρή επιχείρηση» σημαίνει μία πολύ μικρή ή μικρή επιχείρηση όπως ορίζεται στη σύσταση της Επιτροπής 2003/361/ΕΚ, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων[9]·

    (ζ) «επιχειρησιακό πρόγραμμα» (ΕΠ) σημαίνει το ενιαίο έγγραφο που συντάσσεται από το κράτος μέλος, εγκρίνεται από την Επιτροπή, και το οποίο περιέχει μια συνεκτική δέσμη προτεραιοτήτων·

    (η) «προγραμματισμός» σημαίνει τη διαδικασία οργάνωσης, λήψης αποφάσεων και χρηματοδότησης σε διάφορα στάδια με στόχο την υλοποίηση, σε πολυετή βάση, της κοινής δράσης εκ μέρους της Κοινότητας και των κρατών μελών για την επίτευξη των στόχων προτεραιότητας του Ταμείου·

    (θ) «άξονας προτεραιότητας» σημαίνει μία από τις προτεραιότητες της στρατηγικής σε ένα επιχειρησιακό πρόγραμμα που περιλαμβάνει μία ομάδα μέτρων τα οποία έχουν σχέση προς τις κοινές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές και καθορίζονται σε αυτές·

    (ι) «μέτρο» σημαίνει μία σειρά δράσεων που έχουν ως στόχο την εφαρμογή ενός άξονα προτεραιότητας·

    (ια) «πράξη» σημαίνει ένα πρόγραμμα που εκτελείται από έναν ή περισσότερους δικαιούχους·

    (ιβ) «δικαιούχος» σημαίνει τον επιχειρηματία, οργανισμό ή επιχείρηση, είτε δημόσια είτε ιδιωτική, που είναι υπεύθυνη για την εκκίνηση ή/και εφαρμογή των πράξεων. Στο πλαίσιο των καθεστώτων που προβλέπονται στο άρθρο 87 της Συνθήκης, δικαιούχοι είναι δημόσιες ή ιδιωτικές επιχειρήσεις οι οποίες εκτελούν μεμονωμένη δράση και λαμβάνουν δημόσια ενίσχυση·

    (ιγ) «δημόσια δαπάνη» σημαίνει οποιαδήποτε δημόσια δαπάνη από τις εθνικές αρχές, τοπικές αρχές ή από τον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ή οποιαδήποτε δαπάνη που περιλαμβάνει δαπάνη οργανισμών που διέπονται από το δημόσιο δίκαιο κατά την έννοια της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[10]·

    (ιδ) «στόχος σύγκλισης» σημαίνει το στόχο που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. ..../2004 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση των γενικών διατάξεων σχετικά με τα Διαρθρωτικά Ταμεία και το Ταμείο Συνοχής.[11]

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    Στόχοι και αποστολές

    Άρθρο 4

    Στόχοι

    Η συνδρομή του Ταμείου έχει ως στόχο:

    (α) τη στήριξη της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής προκειμένου να διασφαλιστεί η εκμετάλλευση των έμβιων υδρόβιων πόρων κατά τρόπο ο οποίος δημιουργεί τις αναγκαίες συνθήκες αειφορίας από οικονομικής, περιβαλλοντικής και κοινωνικής απόψεως·

    (β) την προώθηση της βιώσιμης ισορροπίας μεταξύ των πόρων και της ικανότητας του κοινοτικού στόλου·

    (γ) την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρησιακών δομών και την ανάπτυξη οικονομικά βιώσιμων επιχειρήσεων στον κλάδο της αλιείας·

    (δ) τη συμβολή στην προστασία του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων·

    (ε) την ενθάρρυνση της αειφόρου ανάπτυξης και τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής σε θαλάσσιες, παραλίμνιες και παράκτιες περιοχές που επηρεάζονται από τις δραστηριότητες της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας·

    (στ) την προαγωγή της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών στο πλαίσιο της ανάπτυξης του κλάδου της αλιείας και των παράκτιων αλιευτικών περιοχών.

    Άρθρο 5

    Αποστολές

    Η στήριξη του κλάδου της αλιείας παρέχεται από Ευρωπαϊκό Αλιευτικό Ταμείο (το οποίο στο εξής καλείται «Ταμείο» ή «ΕΤΑ»). Τα μέτρα που εφαρμόζονται βάσει του παρόντος κανονισμού συμβάλλουν στην επίτευξη των γενικών στόχων που ορίζονται στο άρθρο 33 της Συνθήκης και των στόχων που ορίζονται στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (ΚΑΠ). Τα μέτρα αυτά συνοδεύουν και συμπληρώνουν, όπου είναι αναγκαίο, τα άλλα κοινοτικά μέσα και πολιτικές.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    Αρχές που διέπουν τη συνδρομή

    Άρθρο 6

    Συμπληρωματικότητα, συνεκτικότητα και συμμόρφωση

    Το Ταμείο παρέχει συνδρομή, η οποία συμπληρώνει τα εθνικά, περιφερειακά και τοπικά μέτρα, ενσωματώνοντας σε αυτά τις προτεραιότητες της Κοινότητας.

    Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη συνεκτικότητα της συνδρομής των Ταμείων με τις δραστηριότητες, πολιτικές και προτεραιότητες της Κοινότητας.

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη συμμόρφωση των δράσεων που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο προς τις διατάξεις της Συνθήκης και των πράξεων που θεσπίζονται βάσει αυτής, καθώς και προς τις κοινοτικές πολιτικές και δράσεις, ιδίως όσον αφορά τους κανόνες ανταγωνισμού και την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων καθώς και την προστασία και βελτίωση του περιβάλλοντος.

    Οι δράσεις που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο δεν συμβάλλουν άμεσα ή έμμεσα στην αύξηση της αλιευτικής προσπάθειας.

    Εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002.

    Άρθρο 7

    Κρατικές ενισχύσεις

    Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, στις ενισχύσεις που χορηγούνται από τα κράτη μέλη σε επιχειρήσεις στον κλάδο της αλιείας εφαρμόζονται τα άρθρα 87, 88 και 89 της Συνθήκης.

    Τα άρθρα 87, 88 και 89 της Συνθήκης δεν εφαρμόζονται σε αναγκαστικές χρηματοδοτικές συνεισφορές των κρατών μελών σε μέτρα που συγχρηματοδοτούνται από την Κοινότητα και προβλέπονται στο πλαίσιο επιχειρησιακού προγράμματος που αναφέρεται το κεφάλαιο Ι τίτλος ΙΙΙ.

    Τα μέτρα που προβλέπουν δημόσια χρηματοδότηση η οποία υπερβαίνει τις υποχρεωτικές χρηματοδοτικές συνεισφορές που προβλέπονται στην παράγραφο 2, αντιμετωπίζονται βάσει της παραγράφου 1.

    Άρθρο 8

    Εταιρική σχέση

    Η συνδρομή του Ταμείου αποφασίζεται από την Επιτροπή στο πλαίσιο στενής συνεργασίας, η οποία στο εξής καλείται «εταιρική σχέση», μεταξύ της Επιτροπής και του κράτους μέλους. Το κράτος μέλος διοργανώνει, σύμφωνα με τους ισχύοντες εθνικούς κανόνες και πρακτικές, εταιρική σχέση με τις αρχές και οργανισμούς τους οποίους ορίζει, ήτοι:

    (α) τις αρμόδιες περιφερειακές, τοπικές, και άλλες δημόσιες αρχές·

    (β) τους οικονομικούς και κοινωνικούς εταίρους·

    (γ) οποιαδήποτε άλλη αρμόδια οργάνωση η οποία αντιπροσωπεύει την κοινωνία των πολιτών, τους περιβαλλοντικούς εταίρους, μη κυβερνητικές οργανώσεις καθώς και οργανώσεις που είναι υπεύθυνες για την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών.

    Το κράτος μέλος ορίζει τους πλέον αντιπροσωπευτικούς εταίρους σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο καθώς και στον οικονομικό και κοινωνικό ή άλλους τομείς (οι οποίοι στο εξής καλούνται «εταίροι»). Το κράτος μέλος καθιερώνει μία ευρεία και αποτελεσματική συμμετοχή όλων των αρμόδιων οργανισμών, σύμφωνα με εθνικούς κανόνες και πρακτικές, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη προώθησης της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών και της αειφόρου ανάπτυξης μέσω της ενσωμάτωσης απαιτήσεων προστασίας και βελτίωσης του περιβάλλοντος.

    Η εταιρική σχέση λειτουργεί με απόλυτη τήρηση της αντίστοιχης θεσμικής, νομικής και δημοσιονομικής δικαιοδοσίας κάθε κατηγορίας εταίρων.

    Η εταιρική σχέση καλύπτει την κατάρτιση και την παρακολούθηση του εθνικού στρατηγικού σχεδίου που προβλέπεται στο άρθρο 15 καθώς και την κατάρτιση, εφαρμογή και παρακολούθηση των επιχειρησιακών προγραμμάτων. Τα κράτη μέλη εμπλέκουν κάθε έναν από τους αρμόδιους εταίρους στα διάφορα στάδια προγραμματισμού εντός των χρονικών ορίων που ορίζονται για κάθε στάδιο.

    Άρθρο 9

    Επικουρικότητα και αναλογικότητα

    Η υλοποίηση των επιχειρησιακών προγραμμάτων υπάγεται στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Η αρμοδιότητα αυτή ασκείται σύμφωνα με τις απαιτήσεις διαχείρισης και ελέγχου που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό σε κατάλληλο γεωγραφικό επίπεδο.

    Τα μέσα που χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να ποικίλλουν ανάλογα με το μέγεθος της κοινοτικής συμμετοχής. Οι διαφορές αυτές ισχύουν ιδίως για τα μέσα που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση, επιθεώρηση και συμμετοχή της Επιτροπής στις Επιτροπές Παρακολούθησης που προβλέπονται στο άρθρο 61 και για τις ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τα επιχειρησιακά προγράμματα.

    Άρθρο 10

    Επιμερισμένη διαχείριση

    Ο κοινοτικός προϋπολογισμός που διατίθεται στο Ταμείο εκτελείται στο πλαίσιο επιμερισμένης διαχείρισης μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 53 του κανονισμού του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1605/2002. Ωστόσο, ο προϋπολογισμός για την τεχνική συνδρομή που αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 εκτελείται από την Επιτροπή στο πλαίσιο της άμεσης διαχείρισης. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή διασφαλίζουν την τήρηση των αρχών της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης σύμφωνα με το άρθρο 247 της Συνθήκης.

    Η Επιτροπή ασκεί τις αρμοδιότητές της για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σύμφωνα με τους εξής τρόπους:

    (α) Η Επιτροπή ελέγχει την ύπαρξη και την κατάλληλη λειτουργία συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου στα κράτη μέλη σύμφωνα με το κεφάλαιο Ι του τίτλου VII.

    (β) Η Επιτροπή διακόπτει, παρακρατεί ή αναστέλλει το σύνολο ή μέρος των πληρωμών σύμφωνα με τα άρθρα 84, 85 και 86, στην περίπτωση που τα εθνικά συστήματα διαχείρισης και ελέγχου παρουσιάζουν ελλείψεις, και εφαρμόζει οποιαδήποτε άλλη αναγκαία δημοσιονομική διόρθωση σύμφωνα με τις διαδικασίες που περιγράφονται στα άρθρα 97 και 98.

    (γ) Η Επιτροπή ελέγχει την επιστροφή τής προχρηματοδότησης και αποδεσμεύει αυτομάτως τις πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων σύμφωνα με τα άρθρα 78 παράγραφος 2, 87 και 91.

    Η εφαρμογή των μέτρων αυτών βοηθά την Επιτροπή να διαπιστώσει εάν τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τις χρηματοδοτήσεις των Ταμείων κατά νόμιμο και ορθό τρόπο και σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης κατά την έννοια των άρθρων 27 και 28 του κανονισμού του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1605/2002.

    Στη συνδρομή που παρέχεται από το Ταμείο εφαρμόζονται οι διατάξεις του τίτλου ΙΙ του δευτέρου μέρους του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1605/2002.

    Άρθρο 11

    Ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών

    Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή διασφαλίζουν την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών καθώς και την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου κατά τη διάρκεια των διαφόρων σταδίων υλοποίησης της συνδρομής του Ταμείου, συμπεριλαμβανομένων των σταδίων σχεδίασης, εφαρμογής, παρακολούθησης και αξιολόγησης.

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την προώθηση των δράσεων που έχουν ως στόχο την αύξηση του ρόλου των γυναικών στον κλάδο της αλιείας.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

    Δημοσιονομικό πλαίσιο

    Άρθρο 12

    Πόροι και συγκέντρωση

    Οι πόροι που διατίθενται για ανάληψη υποχρεώσεων από το Ταμείο για την περίοδο 2007 έως 20013 ανέρχονται σε 4 963 εκατ. ευρώ σε τιμές 2004 σύμφωνα με την ετήσια ανάλυση που εμφαίνεται στο παράρτημα Ι.

    Ποσοστό 0,8% των πόρων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο διατίθεται στην τεχνική συνδρομή η οποία προβλέπεται στο άρθρο 45.

    Για το σκοπό του προγραμματισμού τους και της μετέπειτα ενσωμάτωσής τους στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 υπόκεινται σε τιμαριθμική αναπροσαρμογή από [...] ύψους [...] ετησίως.

    Η ανάλυση των δημοσιονομικών πόρων που προβλέπονται στην παράγραφο 1, οι οποίοι δεν κατανέμονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 ανωτέρω, πραγματοποιείται κατά τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται μία σημαντική συγκέντρωση στις περιφέρειες οι οποίες έχουν σχέση με τον στόχο σύγκλισης.

    Η Επιτροπή μεριμνά ώστε ότι οι συνολικές ετήσιες πιστώσεις του Ταμείου για οποιοδήποτε κράτος μέλος βάσει του παρόντος κανονισμού, καθώς και οι πιστώσεις του ΕΤΠΑ και του ΕΚΤ βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. (....), συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής του ΕΤΠΑ στη χρηματοδότηση της διασυνοριακής πτυχής του Ευρωπαϊκού Μέσου Γειτονίας και Εταιρικής Σχέσεως βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. (...), του Προενταξιακού Μέσου, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. (....) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ), βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. (...), στο πλαίσιο του τμήματος του Προσανατολισμού του ΕΓΤΠΕ, οι οποίες συμβάλλουν στο στόχο σύγκλισης, να μην υπερβαίνουν το 4% του ΑΕΠ του σχετικού κράτους μέλους, όπως εκτιμάται κατά τον χρόνο έγκρισης της διοργανικής συμφωνίας.

    Οι κανονισμοί των χρηματοδοτικών μέσων που αναφέρονται ανωτέρω, εκτός του Ευρωπαϊκού Αλιευτικού Ταμείου, περιλαμβάνουν παρόμοια διάταξη.

    Άρθρο 13

    Δημοσιονομική κατανομή

    Η Επιτροπή καταρτίζει, ανά κράτος μέλος, ενδεικτικές αναλύσεις των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων που διατίθενται για την περίοδο προγραμματισμού 2007 έως 2013, διαχωρίζοντας το μερίδιο που συμβάλλει στο στόχο σύγκλισης με τη χρήση των εξής αντικειμενικών κριτηρίων: το μέγεθος του κλάδου της αλιείας στο κράτος μέλος, την κλίμακα προσαρμογής που απαιτείται για την αλιευτική προσπάθεια, το επίπεδο απασχόλησης στον κλάδο της αλιείας και τη συνέχιση των εφαρμοζόμενων μέτρων.

    ΤΙΤΛΟΣ II

    ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ

    Άρθρο 14

    Κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές

    Οι κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής καθορίζουν ένα πλαίσιο για την προπαρασκευή και την εφαρμογή του Ταμείου. Προβλέπουν το πλαίσιο αναφοράς για τη συμμετοχή του Ταμείου στην εφαρμογή του εθνικού στρατηγικού σχεδίου που αναφέρεται στο άρθρο 15.

    Το Συμβούλιο εγκρίνει, σε κοινοτικό επίπεδο, τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για την αειφόρο ανάπτυξη του κλάδου της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας καθώς και των κοινοτικών παράκτιων αλιευτικών περιοχών για την περίοδο από το 2007 έως το 2013.

    Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές καθορίζουν τις προτεραιότητες παροχής συνδρομής στο πλαίσιο του άξονα αυτού όπως ορίζονται στο τίτλο IVτου παρόντος κανονισμού.

    Οι κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές εγκρίνονται βάσει της διαδικασίας που ορίζεται στο άρθρο 37 της Συνθήκης το αργότερο τρεις μήνες μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

    Οι κατευθυντήριες γραμμές υπόκεινται, εφόσον είναι αναγκαίο, σε ενδιάμεση επανεξέταση με βάση την στρατηγική αξιολόγηση σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 4.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    Εθνικό στρατηγικό σχέδιο

    Άρθρο 15

    Εθνικό στρατηγικό σχέδιο

    Εντός τριών μηνών από την έγκριση των στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών, και πριν την υποβολή του επιχειρησιακού προγράμματος, κάθε κράτος μέλος θεσπίζει εθνικό στρατηγικό σχέδιο που καλύπτει τον κλάδο της αλιείας.

    Μετά από στενή διαβούλευση με τους εταίρους, το εθνικό στρατηγικό σχέδιο υποβάλλεται στην Επιτροπή λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα της αξιολόγησης που προβλέπονται στο άρθρο 47.

    Το εθνικό στρατηγικό σχέδιο υπόκειται σε διάλογο μεταξύ του κράτους μέλους και της Επιτροπής.

    Το εθνικό στρατηγικό σχέδιο καλύπτει όλες τις πτυχές της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής και καθορίζει προτεραιότητες, στόχους και προθεσμίες για την εφαρμογή του, με στόχο ιδίως:

    (α) τη μείωση της αλιευτικής προσπάθειας και της αλιευτικής ικανότητας και τον καθορισμό των πόρων και των προθεσμιών για την επίτευξη του στόχου όσον αφορά τον σχετικό τύπο αλιείας και αλιευτικό στόλο·

    (β) την ανάπτυξη των κλάδων της υδατοκαλλιέργειας, της μεταποίησης και της εμπορίας·

    (γ) τη στρατηγική υλοποίησης για την ικανοποίηση των απαιτήσεων όσον αφορά την επιθεώρηση και τον έλεγχο των αλιευτικών δραστηριοτήτων και τη συλλογή δεδομένων και πληροφοριών στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής·

    (δ) τη στρατηγική εφοδιασμού προϊόντων αλιείας και την ανάπτυξη αλιευτικών δραστηριοτήτων εκτός των κοινοτικών υδάτων·

    (ε) την αναπτυξιακή στρατηγική παράκτιων ζωνών και τα κριτήρια για τον καθορισμό των ζωνών αυτών.

    Άρθρο 16

    Περιεχόμενο του εθνικού στρατηγικού σχεδίου

    Το εθνικό στρατηγικό σχέδιο περιέχει συνοπτική περιγραφή:

    (α) της κατάστασης του κλάδου της αλιείας συνολικά·

    (β) την αξιολόγηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων·

    (γ) την ενδεικτική κατανομή των δημόσιων δημοσιονομικών πόρων που διατίθενται για την υλοποίηση της ΚΑΠ, με ένδειξη, εφόσον είναι αναγκαίο, για κάθε εθνική προτεραιότητα παρέμβασης, του μεριδίου που συγχρηματοδοτείται από το Ταμείο και του μεριδίου που χρηματοδοτείται από εθνικά δημόσια ταμεία.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    Στρατηγική παρακολούθηση

    Άρθρο 17

    Στρατηγική έκθεση της Επιτροπής και των κρατών μελών

    Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, μέχρι την 30ή Απριλίου 2011, έκθεση για την εφαρμογή του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου, στην οποία παρατίθενται συνοπτικά οι βασικές εξελίξεις και προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έχουν σχέση με την εφαρμογή των στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών.

    Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2011, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών έκθεση για την εφαρμογή των εθνικών στρατηγικών σχεδίων και των κοινοτικών στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών.

    Η Επιτροπή ενημερώνει την Επιτροπή του Ταμείου που προβλέπεται στο άρθρο 100.

    ΤΙΤΛΟΣ III

    Προγραμματισμός

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    Γενικές διατάξεις σχετικά με το Ταμείο

    Άρθρο 18

    Περιεχόμενου του επιχειρησιακού προγράμματος

    Τα επιχειρησιακά προγράμματα προβλέπουν τη στρατηγική, τις προτεραιότητες και τους ειδικούς στόχους όσον αφορά την Κοινή Αλιευτική Πολιτική και άλλες κοινές πολιτικές.

    Η συνδρομή λαμβάνει αποκλειστικά τη μορφή επιχειρησιακών προγραμμάτων. Τα κράτη μέλη καταρτίζουν επιχειρησιακό πρόγραμμα σε εθνικό επίπεδο μετά την περάτωση των στενών διαβουλεύσεων με τους περιφερειακούς, τοπικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς εταίρους του κλάδου της αλιείας και όλα τα άλλα κατάλληλα όργανα σύμφωνα με τη θεσμική δομή τους.

    Κάθε επιχειρησιακό πρόγραμμα προβλέπει:

    (α) τις προτεραιότητες, όπως καθορίζονται στις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές, τους ειδικούς στόχους τους, ποσοτικοποιημένους, εφόσον μπορούν να ποσοτικοποιηθούν, την αναμενόμενη επίπτωσή τους και τη συνεκτικότητά τους με το εθνικό στρατηγικό σχέδιο·

    (β) συνοπτική περιγραφή των βασικών μέτρων που προβλέπονται για την εφαρμογή των προτεραιοτήτων·

    (γ) τη συμπληρωματικότητα με τις δράσεις που σχεδιάζονται στο πλαίσιο του Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης και των άλλων διαρθρωτικών ταμείων·

    (δ) σχέδιο χρηματοδότησης, το οποίο περιλαμβάνει δύο πίνακες:

    - ο πρώτος πίνακας παρουσιάζει αναλυτική κατάσταση για κάθε έτος, σύμφωνα με το άρθρο [...], του ύψους των συνολικών κονδυλίων που προβλέπονται για τη συμμετοχή του Ταμείου. Το σχέδιο χρηματοδότησης παρουσιάζει χωριστά στη συνολική συμμετοχή του Ταμείου τις πιστώσεις που προορίζονται για το στόχο σύγκλισης. Η συνολική συμμετοχή του Ταμείου είναι συμβατή με την εφαρμοζόμενη δημοσιονομική προοπτική·

    - ο δεύτερος πίνακας προσδιορίζει, για ολόκληρη την περίοδο προγραμματισμού και για κάθε προτεραιότητα, το ύψος των κονδυλίων που προβλέπονται για την κοινοτική συμμετοχή και τις εθνικές δημόσιες συμμετοχές, το ποσοστό συμμετοχής του Ταμείου για κάθε προτεραιότητα και το ποσό που διατίθεται για την τεχνική συνδρομή. Στην περίπτωση που είναι αναγκαίο, ο πίνακας παρουσιάζει χωριστά τη συμμετοχή του Ταμείου που προβλέπεται για τις περιφέρειες του στόχου σύγκλισης μαζί με την αντίστοιχη εθνική δημόσια συμμετοχή.

    - Τα επιχειρησιακά προγράμματα καταρτίζονται σύμφωνα με τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές και το εθνικό στρατηγικό σχέδιο.

    Άρθρο 19

    Διατάξεις εφαρμογής των επιχειρησιακών προγραμμάτων

    Κάθε κράτος μέλος προβλέπει στις σχετικές διατάξεις εφαρμογής, ιδίως:

    (α) τον ορισμό από τα κράτη μέλη όλων των αρχών που προβλέπονται στο άρθρο 57·

    (β) περιγραφή των διαδικασιών διαχείρισης επιχειρησιακών προγραμμάτων που προβλέπονται στο άρθρο 58·

    (γ) δράσεις που έχουν στόχο τη βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό των διοικητικών διαρθρώσεων εφαρμογής της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής και την ενδυνάμωση των διοικητικών ικανοτήτων για τη διαχείριση και έλεγχο του Ταμείου·

    (δ) την περιγραφή των συστημάτων αξιολόγησης και παρακολούθησης καθώς και τη σύνθεση της επιτροπής παρακολούθησης που προβλέπεται στα άρθρα 46 και 61 έως 63 αντίστοιχα·

    (ε) τις διαδικασίες επιθεώρησης της υλοποίησης του επιχειρησιακού προγράμματος που προβλέπονται στο άρθρο 60·

    (στ) τον καθορισμό των διαδικασιών κινητοποίησης και κυκλοφορίας χρηματοοικονομικών ροών με στόχο τη διασφάλιση της διαφάνειάς τους·

    (ζ) τις ρυθμίσεις για τη διασφάλιση της δημοσιότητας των επιχειρησιακών προγραμμάτων σύμφωνα με το άρθρο 50·

    (η) την περιγραφή των διαδικασιών που συμφωνούνται μεταξύ της Επιτροπής και του κράτους μέλους για την ανταλλαγή ηλεκτρονικών δεδομένων με στόχο την τήρηση των απαιτήσεων πληρωμής, παρακολούθησης και αξιολόγησης που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό·

    (θ) τον διορισμό ανεξάρτητου οργανισμού επιθεώρησης που αναφέρεται στο άρθρο 69 παράγραφος 3.

    Για κάθε μία από τις μορφές συνδρομής που προβλέπονται στον τίτλο IV, τα κράτη μέλη, καθορίζουν στο επιχειρησιακό τους πρόγραμμα τους όρους και τις διαδικασίες εφαρμογής τους. Το πρόγραμμα προσδιορίζει ιδίως, κατά σαφή τρόπο, το σκοπό κάθε προβλεπόμενου μέτρου.

    Άρθρο 20

    Κατάρτιση και έγκριση

    Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει επιχειρησιακό πρόγραμμα σε εθνικό επίπεδο μετά από στενή διαβούλευση με τους εταίρους. Το πρόγραμμα αυτό διαβιβάζεται στην Επιτροπή εντός τριών μηνών από τη θέσπιση, εκ μέρους του κράτους μέλους, του εθνικού στρατηγικού σχεδίου του.

    Η Επιτροπή αξιολογεί το προτεινόμενο επιχειρησιακό πρόγραμμα προκειμένου να διαπιστώσει εάν συμβάλλει στους στόχους και στις προτεραιότητες που καθορίζονται στις κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές και στο εθνικό στρατηγικό σχέδιο, λαμβάνοντας υπόψη την εκ των προτέρων αξιολόγηση που αναφέρεται στο άρθρο 47.

    Στην περίπτωση που η Επιτροπή θεωρεί ότι ένα επιχειρησιακό πρόγραμμα δεν είναι σύμφωνο με τις κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές ή το εθνικό στρατηγικό σχέδιο, ζητεί από το κράτος μέλος να προβεί σε ανάλογη αναθεώρηση του προτεινόμενου προγράμματος.

    Η Επιτροπή εγκρίνει κάθε επιχειρησιακό πρόγραμμα το αργότερο πέντε μήνες από την επίσημη υποβολή του από το κράτος μέλος, υπό τον όρο ότι έχει καταρτισθεί σύμφωνα με το άρθρο 18.

    Άρθρο 21

    Διάρκεια και επανεξέταση

    Τα επιχειρησιακά προγράμματα καλύπτουν την περίοδο μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2007 και 31 Δεκεμβρίου 2013.

    Κάθε επιχειρησιακό πρόγραμμα επανεξετάζεται στην περίπτωση που έχει ανακύψει δυσκολία στην εφαρμογή του, ή εάν σημειώθηκαν σημαντικές στρατηγικές αλλαγές, ή για λόγους χρηστής διαχείρισης και, εφόσον είναι αναγκαίο, αναθεωρείται για την υπόλοιπη περίοδο κατόπιν πρωτοβουλίας του κράτους μέλους ή της Επιτροπής, μετά από έγκριση της επιτροπής παρακολούθησης που προβλέπεται στο άρθρο 61. Στην επανεξέταση λαμβάνονται υπόψη ιδίως οι ετήσιες εκθέσεις της Επιτροπής και οποιαδήποτε συμπεράσματα της ετήσιας εξέτασης, ιδίως για την αναθεώρηση ή την ενίσχυση των προτεραιοτήτων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής καθώς και τα πορίσματα και τα συμπεράσματα της ενδιάμεσης αξιολόγησης που προβλέπεται στο άρθρο 48.

    Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση σχετικά με τις αιτήσεις για την αναθεώρηση επιχειρησιακών προγραμμάτων εντός τριών μηνών μετά την επίσημη υποβολή της αίτησης από το κράτος μέλος.

    Άρθρο 22

    Σώρευση και επικάλυψη

    Κατά τη διάρκεια της περιόδου επιλεξιμότητας, μία πράξη είναι επιλέξιμη για τη συμμετοχή μόνο ενός Ταμείου ή ενός κοινοτικού χρηματοδοτικού μέσου. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την τήρηση της παρούσας διάταξης.

    ΤΙΤΛΟΣ IV

    αξονες προτεραιότητας

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 1: ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΑΛΙΕΥΤΙΚΟΥ ΣΤΟΛΟΥ

    Άρθρο 23

    Πεδίο εφαρμογής

    Το Ταμείο συνεισφέρει στη χρηματοδότηση:

    (α) δημόσιας ενίσχυσης σε πλοιοκτήτες και πληρώματα που επηρεάζονται από εθνικά σχέδια για την προσαρμογή της αλιευτικής προσπάθειας, στην περίπτωση που τα σχέδια αυτά αποτελούν μέρος:

    - σχεδίων αποκατάστασης που αναφέρονται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002·

    - επειγόντων μέτρων τα οποία αναφέρονται στα άρθρα 7 και 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002·

    - εθνικών σχεδίων προσαρμογής της αλιευτικής προσπάθειας μετά τη μη ανανέωση αλιευτικής συμφωνίας μεταξύ της Κοινότητας και τρίτης χώρας, ή σημαντικής περικοπής των αλιευτικών δυνατοτήτων βάσει διεθνούς συμφωνίας ή άλλης ρύθμισης·

    - σχεδίων διαχείρισης που αναφέρονται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002·

    - εθνικών σχεδίων εξόδου από το στόλο μέγιστης διάρκειας δύο ετών στο πλαίσιο των υποχρεώσεων που ορίζονται στα άρθρα 11 έως 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 για την προσαρμογή της αλιευτικής ικανότητας του κοινοτικού αλιευτικού στόλου.

    (β) επενδύσεων επί σκαφών σύμφωνα με το άρθρο 27·

    (γ) κοινωνικοοικονομικής αντιστάθμισης για τη στήριξη της διαχείρισης του στόλου, συμπεριλαμβανομένης της επαγγελματικής κατάρτισης.

    Άρθρο 24

    Προγραμματισμός της προσαρμογής της αλιευτικής προσπάθειας

    Κάθε κράτος μέλος καθορίζει στο εθνικό στρατηγικό σχέδιό του την πολιτική του για την προσαρμογή της αλιευτικής προσπάθειας. Δίδει προτεραιότητα στη χρηματοδότηση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 23 στοιχείο α) πρώτη περίπτωση.

    Τα εθνικά σχέδια προσαρμογής της αλιευτικής προσπάθειας που προβλέπονται στο άρθρο 23 στοιχείο α) πρώτη περίπτωση περιλαμβάνουν μέτρα για τη μόνιμη διακοπή αλιευτικών δραστηριοτήτων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25.

    Μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν μέτρα προσωρινής παύσης των δραστηριοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 26 καθώς και όλα τα άλλα σχετικά μέτρα του παρόντος κεφαλαίου.

    Στις περιφέρειες που καλύπτονται από το στόχο σύγκλισης, τα εθνικά σχέδια προσαρμογής της αλιευτικής προσπάθειας περιλαμβάνουν την κοινωνικοοικονομική αντιστάθμιση που προβλέπεται στο άρθρο 28.

    Στις περιφέρειες που δεν καλύπτονται από το στόχο σύγκλισης, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να παρουσιάσουν εθνικά μέτρα κοινωνικοοικονομικής στήριξης των εθνικών σχεδίων προσαρμογής της αλιευτικής προσπάθειας.

    Η διάρκεια των εθνικών σχεδίων προσαρμογής της αλιευτικής προσπάθειας που αναφέρονται στο άρθρο 23 στοιχείο α) δεν πρέπει να υπερβαίνει τα δύο έτη.

    Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 23 στοιχείο α), πρώτη, δεύτερη και τέταρτη περίπτωση, τα εθνικά σχέδια θεσπίζονται από τα κράτη μέλη εντός δύο μηνών από την ημερομηνία της απόφασης του Συμβουλίου ή της Επιτροπής.

    Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 23 στοιχείο α) τρίτη περίπτωση, τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα σχέδια αναδιάρθρωσης για τα επηρεαζόμενα σκάφη και αλιείς εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της Επιτροπής.

    Άρθρο 25

    Δημόσια ενίσχυση για τη μόνιμη παύση των δραστηριοτήτων

    Το Ταμείο παρέχει συνδρομή για τη συγχρηματοδότηση της μόνιμης παύσης των αλιευτικών δραστηριοτήτων των σκαφών υπό την προϋπόθεση ότι αποτελεί μέρος σχεδίου προσαρμογής της αλιευτικής προσπάθειας που αναφέρεται στο άρθρο 23 στοιχείο α). Η οριστική παύση των αλιευτικών δραστηριοτήτων ενός σκάφους μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη διάλυση του σκάφους ή την αλλαγή της χρήσης του για μη κερδοσκοπικούς σκοπούς.

    Η δημόσια ενίσχυση για οριστική παύση που καταβάλλεται στους ιδιοκτήτες σκαφών εφαρμόζεται στην αλιευτική ικανότητα του σκάφους και, κατά περίπτωση, στα αλιευτικά δικαιώματα που συνδέονται με αυτό.

    Για τη διευκόλυνση της εφαρμογής εθνικών σχεδίων προσαρμογής της αλιευτικής προσπάθειας, τα κράτη μέλη προκηρύσσουν δημόσιους διαγωνισμούς ή προσκλήσεις για την υποβολή προτάσεων.

    Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να καθορίζουν το επίπεδο των δημόσιων ενισχύσεων λαμβάνοντας υπόψη την καλύτερη αναλογία κόστους / αποτελεσματικότητας με βάση ένα ή περισσότερα από τα εξής αντικειμενικά κριτήρια:

    (α) την τιμή του αλιευτικού σκάφους στην εθνική αγορά ή την ασφαλιστική αξία του·

    (β) τον κύκλο εργασιών του σκάφους·

    (γ) την ηλικία του σκάφους και τη χωρητικότητα ή ισχύ των μηχανών του που εκφράζονται σε GT ή kW, αντίστοιχα.

    Κάθε έτος, τα κράτη μέλη καταγράφουν στην ετήσια έκθεση υλοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 65 τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν κατά την εφαρμογή των εθνικών σχεδίων τους για την προσαρμογή της αλιευτικής προσπάθειας. Τα αποτελέσματα μετρώνται με τη χρήση σχετικών δεικτών που καθορίζονται στα επιχειρησιακά προγράμματα.

    Άρθρο 26

    Δημόσια ενίσχυση για προσωρινή παύση των αλιευτικών δραστηριοτήτων

    Στο πλαίσιο σχεδίων προσαρμογής της αλιευτικής προσπάθειας που αναφέρονται στο άρθρο 23 στοιχείο α) πρώτη, δεύτερη και τέταρτη περίπτωση, το Ταμείο μπορεί να συνεισφέρει στη χρηματοδότηση μέτρων ενίσχυσης για την προσωρινή παύση αλιευτικών δραστηριοτήτων για αλιείς και ιδιοκτήτες σκαφών για μέγιστη περίοδο ενός έτους, η οποία μπορεί να παραταθεί κατά ένα έτος.

    Τα εν λόγω μέτρα προσωρινής παύσης των δραστηριοτήτων πρέπει να συνοδεύουν σχέδιο προσαρμογής της αλιευτικής προσπάθειας το οποίο εξασφαλίζει εντός διετίας μόνιμη μείωση από απόψεως αλιευτικής ικανότητας ίση τουλάχιστον με τη μείωση της αλιευτικής προσπάθειας που προκύπτει από την προσωρινή παύση των δραστηριοτήτων.

    Το Ταμείο μπορεί να συνεισφέρει στη χρηματοδότηση επιδομάτων προσωρινής παύσης των δραστηριοτήτων σε αλιείς και ιδιοκτήτες σκαφών για μέγιστη περίοδο έξι μηνών στην περίπτωση φυσικών καταστροφών ή άλλων έκτακτων συμβάντων τα οποία δεν έχουν σχέση με μέτρα διατήρησης των πόρων.

    Κάθε έτος, τα κράτη μέλη αναφέρουν στην ετήσια έκθεση εφαρμογής που προβλέπεται στο άρθρο 65 τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν κατά την εφαρμογή μέτρων προσωρινής παύσης των δραστηριοτήτων.

    Δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση επιδομάτων ή την καταβολή πληρωμών στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού επαναλαμβανόμενες εποχικές αναστολές των αλιευτικών δραστηριοτήτων.

    Άρθρο 27

    Επενδύσεις επί αλιευτικών σκαφών και επιλεκτικότητα

    Το Ταμείο μπορεί να συμμετάσχει στη χρηματοδότηση εξοπλισμού:

    (α) που προβλέπεται από το άρθρο 11 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2371/2002·

    (β) που καθιστά δυνατή τη διατήρηση επί του σκάφους αλιευμάτων, των οποίων δεν επιτρέπεται πλέον η απόρριψη·

    (γ) στο πλαίσιο πιλοτικών έργων που καλύπτουν την κατάρτιση ή την δοκιμή νέων τεχνικών μέτρων για περιορισμένη χρονική περίοδο η οποία καθορίζεται από το Συμβούλιο ή την Επιτροπή·

    (δ) για τη μείωση της επίπτωσης της αλιείας επί των ενδιαιτημάτων και του θαλάσσιου βυθού, καθώς και επί των μη εμπορεύσιμων ειδών, εξαιρουμένων των αλιευτικών εργαλείων.

    Το Ταμείο μπορεί να συνεισφέρει στη χρηματοδότηση επενδύσεων για την επίτευξη της επιλεκτικότητας αλιευτικών εργαλείων υπό τον όρο ότι το σχετικό σκάφος επηρεάζεται από σχέδιο αποκατάστασης που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος α) πρώτη περίπτωση, αλλάζει αλιευτική μέθοδο και εγκαταλείπει τον σχετικό τύπο αλιείας προκειμένου να στραφεί σε άλλο τύπο αλιείας όπου η κατάσταση των πόρων καθιστά δυνατή την αλιεία και υπό τον όρο ότι η επένδυση αφορά μόνο την πρώτη αντικατάσταση του αλιευτικού εργαλείου.

    Εκτός από τις περιπτώσεις που περιγράφηκαν στην παράγραφο 2, το Ταμείο μπορεί να συνεισφέρει στη χρηματοδότηση της πρώτης αντικατάστασης αλιευτικού εργαλείου, υπό τον όρο ότι το νέο εργαλείο είναι περισσότερο επιλεκτικό και εφόσον πληροί αναγνωρισμένα περιβαλλοντικά κριτήρια και πρακτικές πέραν των εν ισχύι ρυθμιστικών υποχρεώσεων.

    Άρθρο 27a

    Παράκτια αλιεία μικρής κλίμακας

    Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου «παράκτια αλιεία μικρής κλίμακας» σημαίνει την αλιεία που διεξάγεται από αλιευτικά σκάφη ολικού μήκους μικρότερου των 12 μέτρων, τα οποία δεν χρησιμοποιούν συρόμενο εργαλείο που περιλαμβάνεται στον πίνακα 2 του παραρτήματος 1 του κανονισμού της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 26/2004, της 30ής Δεκεμβρίου 2003, σχετικά με το μητρώο αλιευτικών σκαφών της Κοινότητας[12].

    Στην περίπτωση που το Ταμείο παρέχει χρηματοδότηση για μέτρα βάσει του άρθρου 27 του παρόντος κανονισμού υπέρ της παράκτια αλιείας μικρής κλίμακας, το ποσοστό ιδιωτικής χρηματοδοτικής συμμετοχής που εμφαίνεται στην ομάδα ΙΙ του πίνακα του παραρτήματος ΙΙ μειώνεται κατά 20%.

    Στην περίπτωση που το Ταμείο παρέχει χρηματοδότηση για μέτρα βάσει του άρθρου 28 του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται τα ποσοστά που εμφαίνονται στην ομάδα 3του παραρτήματος ΙΙ.

    Το Ταμείο μπορεί να συνεισφέρει στην καταβολή πριμοδοτήσεων για αλιείς και ιδιοκτήτες σκαφών που ασχολούνται με την παράκτια αλιεία μικρής κλίμακας, προκειμένου:

    να βελτιώσουν τη διαχείριση και τον έλεγχο των όρων πρόσβασης σε καθορισμένες ζώνες αλιείας·

    να προαγάγουν την οργάνωση της παραγωγής, της μεταποίησης και της αλυσίδας εμπορίας προϊόντων αλιείας·

    να προωθήσουν σε εθελοντική βάση τη μείωση της αλιευτικής προσπάθειας για τη διατήρηση των αλιευτικών πόρων·

    να χρησιμοποιήσουν τεχνολογικές καινοτομίες (περισσότερο επιλεκτικές αλιευτικές μεθόδους πέραν εκείνων που απαιτούνται από τις απαιτήσεις των κανονισμών), οι οποίες δεν αυξάνουν την αλιευτική προσπάθεια.

    Εφαρμόζονται τα ποσοστά που καθορίζονται στην ομάδα 3 του πίνακα του παραρτήματος ΙΙ του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 28

    Κοινωνικοοικονομική αντιστάθμιση για τη διαχείριση του στόλου

    Το Ταμείο δύναται να συμβάλει στη χρηματοδότηση κοινωνικοοικονομικών μέτρων που προτείνονται από τα κράτη μέλη για αλιείς οι οποίοι επηρεάζονται από εξελίξεις στον τομέα της αλιείας, και τα οποία αφορούν:

    (α) τη διαφοροποίησή των δραστηριοτήτων με στόχο την προώθηση της πολλαπλής απασχόλησης, για άτομα που απασχολούνται ενεργώς στον τομέα της αλιείας·

    (β) καθεστώτα για την επανακατάρτιση σε επαγγέλματα εκτός της θαλάσσιας αλιείας·

    (γ) την πρόωρη αποχώρηση από τις αλιευτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της πρόωρης συνταξιοδότησης.

    Το Ταμείο μπορεί επίσης να συνεισφέρει στη χρηματοδότηση μέτρων και πρωτοβουλιών επαγγελματικής κατάρτισης για νέους αλιείς οι οποίοι επιθυμούν να γίνουν ιδιοκτήτες αλιευτικού σκάφους για πρώτη φορά.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 2: ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ, ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΑΛΙΕΙΑΣ ΚΑΙ ΥΔΑΤΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑΣ

    Άρθρο 29

    Επενδύσεις στην υδατοκαλλιέργεια

    Το Ταμείο δύναται να στηρίζει επενδύσεις στον τομέα της υδατοκαλλιέργειας στο πλαίσιο των ειδικών στόχων που περιλαμβάνονται στα εθνικά στρατηγικά σχέδια που προβλέπονται στο άρθρο 15.

    Οι εν λόγω επενδύσεις μπορούν να καλύπτουν την κατασκευή, την επέκταση, τον εξοπλισμό και τον εκσυγχρονισμό εγκαταστάσεων παραγωγής, ιδίως με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών όσον αφορά την υγιεινή, την ανθρώπινη ή ζωική υγεία καθώς και την ποιότητα των προϊόντων, ή τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον. Η μεταβίβαση της κυριότητας μιας επιχείρησης δεν είναι επιλέξιμη για κοινοτική ενίσχυση.

    Στην περίπτωση που οι επενδύσεις πραγματοποιούνται με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τα κοινοτικά πρότυπα που θεσπίστηκαν πρόσφατα σχετικά με το περιβάλλον, την ανθρώπινη ή τη ζωική υγεία, την υγιεινή ή την καλή μεταχείριση των ζώων, είναι δυνατή η χορήγηση ενίσχυσης με στόχο τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τα εν λόγω νέα πρότυπα μόνον εντός των χρονικών ορίων που καθορίζονται από την κοινοτική νομοθεσία.

    Το Ταμείο δεν στηρίζει επενδύσεις που έχουν ως στόχο την αύξηση της παραγωγής προϊόντων τα οποία δεν βρίσκουν κανονικές δυνατότητες διάθεσης στην αγορά, ή τα οποία θα μπορούσαν να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στην πολιτική διατήρησης των αλιευτικών πόρων.

    Δεν χορηγείται ενίσχυση σε έργα που προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ[13], για τα οποία δεν έχουν παρασχεθεί οι πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα IV της εν λόγω οδηγίας.

    Άρθρο 30

    Επιλέξιμα μέτρα

    Το Ταμείο στηρίζει επενδύσεις που συμβάλλουν στην υλοποίηση ενός ή περισσότερων από τους εξής στόχους:

    (α) διαφοροποίηση προς νέα είδη και παραγωγή ειδών με καλές προοπτικές εμπορίας·

    (β) εφαρμογή μεθόδων εκτροφής οι οποίες μειώνουν ουσιαστικά τις επιπτώσεις στο περιβάλλον σε σύγκριση με τις συνήθεις πρακτικές στον τομέα της αλιείας·

    (γ) παροχή στήριξης σε παραδοσιακές δραστηριότητες υδατοκαλλιέργειας, οι οποίες είναι σημαντικές για την προστασία τόσο του οικονομικού και κοινωνικού ιστού όσο και του περιβάλλοντος·

    (δ) μέτρα κοινού ενδιαφέροντος που έχουν σχέση με την υδατοκαλλιέργεια, όπως προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ του παρόντος τίτλου καθώς και μέτρα επαγγελματικής κατάρτισης·

    (ε) παροχή αντιστάθμισης για τη χρήση παραγωγικών μεθόδων υδατοκαλλιέργειας που συμβάλουν στην προστασία του περιβάλλοντος και στην προστασία της φύσης·

    (στ) εφαρμογή μέτρων δημόσιας και ζωικής υγείας.

    Οι ενισχύσεις επενδύσεων διαφυλάσσονται για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

    Άρθρο 31

    Στήριξη υδατο-περιβαλλοντικών μέτρων

    Το Ταμείο δύναται να παρέχει στήριξη, μέσω της χορήγησης αντιστάθμισης, για τη χρήση παραγωγικών μεθόδων υδατοκαλλιέργειας που συμβάλλουν στην προστασία και στη βελτίωση του περιβάλλοντος καθώς και στη διατήρηση της φύσης με σκοπό τη τήρηση κοινοτικών στόχων όσον αφορά την αλιεία και το περιβάλλον.

    Σκοπός της στήριξης είναι η προώθηση:

    (α) τύπων υδατοκαλλιέργειας που συμβάλλουν στην προστασία και στη βελτίωση του περιβάλλοντος, των φυσικών πόρων, της γενετικής ποικιλότητας και της διαχείρισης της υπαίθρου και των παραδοσιακών χαρακτηριστικών των ζωνών υδατοκαλλιέργειας·

    (β) της συμμετοχής στην κοινοτική οικολογική διαχείριση και στο καθεστώς ελέγχου που δημιουργήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 761/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[14]·

    (γ) της βιολογικής υδατοκαλλιέργειας κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91[15].

    Προκειμένου να λάβουν επιχορηγήσεις βάσει του παρόντος άρθρου, οι ανάδοχοι έργων πρέπει να αναλάβουν τη δέσμευση να τηρήσουν υδατο-περιβαλλοντικές απαιτήσεις επί πέντε τουλάχιστον έτη, πέραν της απλής εφαρμογής της συνήθους ορθής πρακτικής στον τομέα υδατοκαλλιέργειας. Τα οφέλη των δεσμεύσεων αυτών πρέπει να αποδεικνύονται από εκ των προτέρων αξιολόγηση των επιπτώσεων που διενεργείται από οργανισμό που ορίζεται από το κράτος μέλος.

    Το μέγιστο ετήσιο ποσό της δημόσιας ενίσχυσης που χορηγείται ως αντιστάθμιση για ένα υδατο-περιβαλλοντικό μέτρο καθορίζεται κατ' έτος από το κράτος μέλος στο επιχειρησιακό του πρόγραμμα βάσει των εξής κριτηρίων:

    (α) σημειωθείσα απώλεια εσόδων·

    (β) πρόσθετο κόστος, το οποίο δυνατόν να προκύπτει από την εφαρμογή υδατο-περιβαλλοντικών μεθόδων, και

    (γ) ανάγκη παροχής χρηματοδοτικής στήριξης για τη διεξαγωγή του έργου.

    Άρθρο 32

    Μέτρα δημόσιας και ζωικής υγείας

    Το Ταμείο δύναται να συνεισφέρει:

    (α) στη χορήγηση αποζημίωσης σε οστρακοκαλλιεργητές για την προσωρινή αναστολή της συλλογής εκτρεφόμενων μαλακίων. Η μέγιστη διάρκεια χορήγησης της αντιστάθμισης ανέρχεται σε έξι μήνες κατά τη διάρκεια ολόκληρης της περιόδου 2007-2013. Η αποζημίωση μπορεί να χορηγείται στην περίπτωση που η μόλυνση των μαλακίων λόγω του πολλαπλασιασμού πλαγκτού που παράγει τοξίνες ή της παρουσίας πλαγκτού που περιέχει βιοτοξίνες καθιστά αναγκαία την αναστολή της συλλογής των μαλακίων για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας:

    - επί χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων διαδοχικών μηνών, ή

    - στην περίπτωση που η απώλεια που προκλήθηκε λόγω της αναστολής της συλλογής ανέρχεται σε ποσοστό μεγαλύτερο του 35% του ετήσιου κύκλου εργασιών της σχετικής επιχείρησης, το οποίο υπολογίζεται με βάση τον μέσο κύκλο εργασιών της επιχείρησής κατά τη διάρκεια των τριών προηγουμένων ετών.

    (β) στη χρηματοδότηση για την εξάλειψη των παθολογικών κινδύνων στην υδατοκαλλιέργεια στην περίπτωση που εγκρίνεται σχέδιο σφαγής από την Επιτροπή βάσει των όρων της απόφασης 90/424/ΕΚ[16].

    Άρθρο 33

    Επενδύσεις στον τομέα της μεταποίησης και εμπορίας

    Στο πλαίσιο ειδικών στρατηγικών που περιλαμβάνονται στα εθνικά στρατηγικά σχέδια, το Ταμείο μπορεί να στηρίζει επενδύσεις στον τομέα της μεταποίησης για άμεση ανθρώπινη κατανάλωση, καθώς και στον τομέα της εμπορίας προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας. Η ενίσχυση αυτή περιορίζεται σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

    Οι εν λόγω επενδύσεις μπορούν να καλύπτουν την κατασκευή, την επέκταση, τον εξοπλισμό και τον εκσυγχρονισμό εγκαταστάσεων παραγωγής, ιδίως με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών όσον αφορά την υγιεινή, την ανθρώπινη ή ζωική υγεία καθώς και την ποιότητα των προϊόντων, ή τη μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον. Η μεταβίβαση της κυριότητας μιας επιχείρησης δεν είναι επιλέξιμη για κοινοτική ενίσχυση.

    Στην περίπτωση που οι επενδύσεις πραγματοποιούνται με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τα κοινοτικά πρότυπα που θεσπίστηκαν πρόσφατα σχετικά με το περιβάλλον, την ανθρώπινη ή τη ζωική υγεία, την υγιεινή ή την καλή μεταχείριση των ζώων, είναι δυνατή η χορήγηση ενίσχυσης με στόχο τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τα εν λόγω νέα πρότυπα μόνον εντός των χρονικών ορίων που καθορίζονται από την κοινοτική νομοθεσία.

    Άρθρο 34

    Επιλέξιμα μέτρα

    Το Ταμείο στηρίζει επενδύσεις στον τομέα της μεταποίησης και εμπορίας για την κατασκευή, επέκταση, εξοπλισμό και εκσυγχρονισμό επιχειρήσεων.

    Οι επενδύσεις βάσει της παραγράφου 1 συμβάλλουν στη διατήρηση ή στην αύξηση της απασχόλησης στον τομέα της αλιείας και στην επίτευξη ενός ή περισσότερων από τους ακόλουθους στόχους:

    (α) βελτίωση των όρων εργασίας και της επαγγελματικής κατάρτισης·

    (β) βελτίωση και έλεγχος συνθηκών δημόσιας υγείας και υγιεινής ή ποιότητας των προϊόντων·

    (γ) μείωση των αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον·

    (δ) στήριξη της αύξησης της χρήσης ειδών χαμηλής ζήτησης, παραπροϊόντων και απορριμμάτων·

    (ε) εφαρμογή νέων τεχνολογιών ή ανάπτυξη ηλεκτρονικού εμπορίου·

    (στ) εμπορία προϊόντων τα οποία προέρχονται κυρίως από εκφορτώσεις του τοπικού στόλου.

    Η κοινοτική ενίσχυση δεν χορηγείται σε επενδύσεις που αφορούν το λιανικό εμπόριο.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 3: ΜΕΤΡΑ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΥ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ

    Άρθρο 35

    Αρχές που διέπουν την παροχή συνδρομής

    Το Ταμείο δύναται να στηρίζει συλλογικές δράσεις περιορισμένης διάρκειας, οι οποίες υπό κανονικές περιστάσεις δεν θα ελάμβαναν στήριξη από ιδιωτικές επιχειρήσεις και οι οποίες πραγματοποιούνται με την ενεργό υποστήριξη των ίδιων των επιχειρηματιών ή από οργανώσεις που δρουν για λογαριασμό παραγωγών ή άλλες οργανώσεις που είναι αναγνωρισμένες από τη διαχειριστική αρχή και οι οποίες συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής.

    Άρθρο 36

    Συλλογική δράση

    Το Ταμείο στηρίζει συλλογικές δράσεις, οι οποίες έχουν ως στόχο:

    (α) να συμβάλουν κατά βιώσιμο τρόπο στην καλύτερη διαχείριση ή διατήρηση των αλιευτικών πόρων, ή στη διαφάνεια των αγορών προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, ή

    (β) την προσέλκυση συλλογικών επενδύσεων για την ανάπτυξη ζωνών εκτροφής, την επεξεργασία λυμάτων ή την αγορά εξοπλισμού παραγωγής, μεταποίησης ή εμπορίας, ή

    (γ) την προώθηση της εταιρικής σχέσεως μεταξύ επιστημόνων και επιχειρηματιών στον τομέα της αλιείας, ή

    (δ) τη συμβολή στους στόχους που καθορίζονται στο άρθρο 24 στοιχείο α) παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 37

    Μέτρα που έχουν ως στόχο την προστασία και ανάπτυξη της υδρόβιας πανίδας

    Το Ταμείο δύναται να στηρίζει δράσεις συλλογικού ενδιαφέροντος που έχουν ως στόχο την προστασία και την ανάπτυξη της υδρόβιας πανίδας, εκτός από τον άμεσο εμπλουτισμό του αποθέματος. Οι δράσεις πρέπει να συμβάλουν στη βελτίωση του υδάτινου περιβάλλοντος.

    Οι δράσεις αυτές πρέπει να έχουν σχέση με την τοποθέτηση στατικών ή κινητών εγκαταστάσεων για την προστασία και την ανάπτυξη της υδρόβιας πανίδας ή για την αποκατάσταση εσωτερικών υδάτινων οδών, συμπεριλαμβανομένων των τόπων ωοτοκίας και των οδών μετανάστευσης για τα μεταναστευτικά είδη.

    Οι δράσεις πρέπει να υλοποιούνται από δημόσιους ή ημιδημόσιους οργανισμούς, αναγνωρισμένες εμπορικές οργανώσεις ή άλλους οργανισμούς που έχουν οριστεί για το σκοπό αυτό από τη διαχειριστική αρχή.

    Άρθρο 38

    Αλιευτικοί λιμένες

    Το Ταμείο μπορεί να στηρίζει επενδύσεις σε αλιευτικούς λιμένες που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για το σύνολο των αλιέων που χρησιμοποιούν τον λιμένα, οι οποίες συμβάλλουν στη βελτίωση των υπηρεσιών που προσφέρονται στους αλιείς.

    Οι επενδύσεις πρέπει να αφορούν:

    (α) τη βελτίωση των συνθηκών εκφόρτωσης, αποθήκευσης και μεταποίησης των προϊόντων αλιείας στους λιμένες·

    (β) την προμήθεια καυσίμων, πάγου, ύδατος και ηλεκτρικής ενέργειας·

    (γ) τη συντήρηση αλιευτικών σκαφών και την επισκευή του εξοπλισμού·

    (δ) την αναβάθμιση των αποβαθρών με στόχο τη βελτίωση της ασφάλειας κατά τη διάρκεια της εκφόρτωσης ή της φόρτωσης προϊόντων·

    (ε) τη μηχανογραφική διαχείριση αλιευτικών δραστηριοτήτων.

    Άρθρο 39

    Προώθηση και ανάπτυξη νέων αγορών

    Το Ταμείο μπορεί να στηρίζει συλλογικές δράσεις που έχουν ως στόχο την εφαρμογή πολιτικής για την αύξηση της ποιότητας και της αξίας των προϊόντων, καθώς και την προώθηση ή ανάπτυξη νέων αγορών προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας.

    Οι δράσεις δεν μπορούν να έχουν ως στόχο εμπορικά σήματα ή να παραπέμπουν σε συγκεκριμένες χώρες ή γεωγραφικές περιοχές, εκτός από την περίπτωση προϊόντων που αναγνωρίζονται βάσει των όρων του κανονισμού του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92[17].

    Οι επενδύσεις πρέπει να αφορούν:

    (α) τη διεξαγωγή εθνικών και διεθνικών εκστρατειών προώθησης προϊόντων·

    (β) τη διάθεση πλεοναζόντων ή υποεκμεταλλευόμενων ειδών τα οποία απορρίπτονται ή δεν παρουσιάζουν εμπορικό ενδιαφέρον·

    (γ) την εφαρμογή πολιτικής ποιότητας για τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας·

    (δ) την προώθηση προϊόντων που παράγονται με τη χρήση μεθόδων που προκαλούν μικρές επιπτώσεις στο περιβάλλον·

    (ε) την προώθηση προϊόντων που αναγνωρίζονται βάσει των όρων του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92.

    (στ) την πιστοποίηση ποιότητας·

    (ζ) τη σήμανση, συμπεριλαμβανομένης της σήμανσης προϊόντων που αλιεύθηκαν με τη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον αλιευτικών μεθόδων·

    (η) εκστρατείες προώθησης προϊόντων ή εκστρατείες για τη βελτίωση της εικόνας του τομέα της αλιείας·

    (θ) τη διεξαγωγή ερευνών της αγοράς.

    Άρθρο 40

    Πιλοτικά έργα

    Το Ταμείο μπορεί να στηρίζει πιλοτικά έργα που έχουν ως στόχο την απόκτηση και διάδοση νέων τεχνικών γνώσεων, τα οποία διεξάγονται από οικονομικό φορέα, αναγνωρισμένη επαγγελματική ένωση ή οποιονδήποτε άλλο αρμόδιο οργανισμό ο οποίος έχει οριστεί για το σκοπό αυτό από τη διαχειριστική αρχή σε συνεργασία με επιστημονικό ή τεχνικό οργανισμό.

    Τα πιλοτικά έργα που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο θα πρέπει:

    (α) να δοκιμάζουν, υπό σχεδόν πραγματικές συνθήκες του κλάδου παραγωγής, την τεχνική ή οικονομική βιωσιμότητα μιας καινοτόμου τεχνολογίας με στόχο την απόκτηση και διάδοση τεχνικών ή χρηματοοικονομικών γνώσεων της υπό δοκιμή τεχνολογίας·

    (β) να καθιστούν δυνατή τη διενέργεια δοκιμών σχεδίων διαχείρισης και σχεδίων κατανομής της αλιευτικής προσπάθειας, συμπεριλαμβανομένου, εφόσον είναι αναγκαίο, του καθορισμού ζωνών απαγόρευσης της αλιείας, με στόχο την αξιολόγηση των βιολογικών και χρηματοοικονομικών συνεπειών, και τον πειραματικό τεχνητό εμπλουτισμό του αποθέματος.

    Τα πιλοτικά έργα πρέπει πάντοτε να συνοδεύονται από επαρκή επιστημονική παρακολούθηση για την αποκόμιση σημαντικών αποτελεσμάτων.

    Τα αποτελέσματα έργων που χρηματοδοτούνται βάσει της παραγράφου 1, υπόκεινται στην υποβολή τεχνικών εκθέσεων οι οποίες είναι διαθέσιμες στο κοινό.

    Άρθρο 41

    Μετατροπή ή αλλαγή δραστηριοτήτων αλιευτικών σκαφών

    Το Ταμείο μπορεί να στηρίζει τη μετατροπή αλιευτικών σκαφών για αποκλειστικά εκπαιδευτικούς ή ερευνητικούς σκοπούς στον τομέα της αλιείας από δημόσιους ή ημιδημόσιους οργανισμούς υπό τη σημαία κράτους μέλους.

    Το Ταμείο μπορεί να στηρίζει δράσεις για τη μόνιμη αλλαγή των δραστηριοτήτων αλιευτικού σκάφους σε μη κερδοσκοπικές δραστηριότητες εκτός της επαγγελματικής αλιείας.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

    ΑΞΟΝΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 4: ΑΕΙΦΟΡΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΑΡΑΚΤΙΩΝ ΑΛΙΕΥΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ

    Άρθρο 42

    Πεδίο εφαρμογής της συνδρομής

    Το Ταμείο παρέχει συνδρομή, πέραν εκείνης που παρέχεται από τα άλλα κοινοτικά μέσα, για την αειφόρο ανάπτυξη και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής παράκτιων αλιευτικών περιοχών οι οποίες είναι επιλέξιμες στο πλαίσιο μιας συνολικής στρατηγικής με την οποία επιδιώκεται η στήριξη της υλοποίησης των στόχων της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής, λαμβανομένων κυρίως υπόψη των κοινωνικοοικονομικών συνεπειών της.

    Τα μέτρα για την αειφόρο ανάπτυξη παράκτιων αλιευτικών περιοχών έχουν ως στόχο:

    (α) τη διατήρηση της οικονομικής και κοινωνικής ευημερίας των περιοχών αυτών καθώς και την αξιοποίηση των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας·

    (β) τη διατήρηση και την ανάπτυξη θέσεων απασχόλησης σε παράκτιες αλιευτικές περιοχές μέσω της στήριξης που παρέχεται με στόχο τη διαφοροποίηση ή την οικονομική και κοινωνική αναδιάρθρωση των περιοχών που αντιμετωπίζουν κοινωνικοοικονομικές δυσκολίες λόγω αλλαγών στον κλάδο της αλιείας·

    (γ) την προαγωγή της ποιότητας του παράκτιου περιβάλλοντος

    (δ) τη στήριξη και την ανάπτυξη της συνεργασίας μεταξύ εθνικών και διεθνικών παράκτιων αλιευτικών περιοχών.

    Κάθε κράτος μέλος περιλαμβάνει στο επιχειρησιακό του πρόγραμμα κατάλογο των περιοχών που είναι επιλέξιμες για στήριξη του Ταμείου στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης παράκτιων περιοχών.

    Μία παράκτια αλιευτική περιοχή είναι γενικά μικρότερη από ό,τι μια περιοχή του επιπέδου NUTS III, και διαθέτει θαλάσσια ακτή, παραλίμνια όχθη ή εκβολές ποταμού που έχουν σχέση με την αλιεία. Η περιοχή θα πρέπει να είναι ευλόγως συνεκτική από γεωγραφικής, ωκεανογραφικής, οικονομικής και κοινωνικής απόψεως.

    Η περιοχή θα πρέπει να διαθέτει χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού, σημαντικό επίπεδο απασχόλησης στον κλάδο της αλιείας, αλιεία η οποία βρίσκεται στο στάδιο της παρακμής, ενώ δεν πρέπει να υπάρχει δήμος με πληθυσμό μεγαλύτερο των 100 000 κατοίκων.

    Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τις επιλέξιμες περιοχές βάσει της παραγράφου 3.

    Άρθρο 43

    Επιλέξιμα μέτρα

    Στήριξη για την αειφόρο ανάπτυξη παράκτιων αλιευτικών περιοχών μπορεί να χορηγείται με στόχο:

    (α) την αναδιάρθρωση και τον αναπροσανατολισμό οικονομικών δραστηριοτήτων, ιδίως με την προώθηση του οικοτουρισμού, υπό την προϋπόθεση ότι οι δράσεις αυτές δεν έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση της αλιευτικής προσπάθειας·

    (β) τη διαφοροποίηση δραστηριοτήτων μέσω της προώθησης της πολλαπλής απασχόλησης για άτομα που ασχολούνται ενεργά στον κλάδο της αλιείας, μέσω της δημιουργίας πρόσθετων θέσεων απασχόλησης ή θέσεων απασχόλησης αντικατάστασης εκτός του κλάδου της αλιείας·

    (γ) την τοπική εμπορική εκμετάλλευση θαλάσσιων τροφίμων·

    (δ) τη στήριξη εγκαταστάσεων αλιείας περιορισμένης κλίμακας και την προώθηση τουριστικών δραστηριοτήτων·

    (ε) την προστασία του θαλάσσιου, λιμναίου και παράκτιου περιβάλλοντος με στόχο τη διατήρηση της ελκυστικότητάς του, την αναβίωση και την ανάπτυξη παράκτιων οικισμών και χωριών και την προστασία και την αξιοποίηση της φυσικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς·

    (στ) την ανασύσταση του παραγωγικού δυναμικού στον κλάδο της αλιείας σε περίπτωση που έχει πληγεί από φυσικές ή βιομηχανικές καταστροφές·

    (ζ) τη στήριξη της διαπεριφερειακής και διεθνικής συνεργασίας μεταξύ των παραγόντων σε παράκτιες αλιευτικές περιοχές, κυρίως μέσω της δικτύωσης και της διάδοσης των βέλτιστων πρακτικών·

    (η) την απόκτηση οργανωτικών δεξιοτήτων και δεξιοτήτων παρουσίασης για την κατάρτιση και την εφαρμογή της τοπικής αναπτυξιακής στρατηγικής.

    Το Ταμείο μπορεί να χρηματοδοτεί σε επικουρική βάση μέτρα, μέχρι το 15% του σχετικού άξονα προτεραιότητας, για την προώθηση και βελτίωση των επαγγελματικών δεξιοτήτων, της δυνατότητας προσαρμογής των εργαζομένων και της πρόσβασης στην απασχόληση, ιδίως των γυναικών, υπό τον όρο ότι τα μέτρα αυτά αποτελούν αναπόσπαστο μέρος μιας στρατηγικής αειφόρου ανάπτυξης για τις παράκτιες περιοχές και ότι συνδέονται άμεσα με τα μέτρα που περιγράφονται στην πρώτη παράγραφο.

    Η στήριξη που παρέχεται βάσει της παραγράφου 1 δεν μπορεί να αφορά την ανανέωση ή τον εκσυγχρονισμό αλιευτικών σκαφών.

    Οι δικαιούχοι στήριξης που προβλέπεται στα σημεία α) και β) της πρώτης παραγράφου καθώς και της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου θα πρέπει να είναι είτε πρόσωπα που απασχολούνται στον κλάδο της αλιείας ή πρόσωπα που ασκούν επάγγελμα που εξαρτάται από τον κλάδο της αλιείας.

    Εάν ένα μέτρο βάσει του παρόντος άρθρου είναι επίσης επιλέξιμο στο πλαίσιο ενός άλλου κοινοτικού μέσου στήριξης, το κράτος μέλος πρέπει να αποσαφηνίζει κατά την κατάρτιση του προγράμματός του εάν λαμβάνει στήριξη από το Ταμείο ή από ένα άλλο κοινοτικό μέσο στήριξης.

    Άρθρο 44

    Συμμετοχή στην αειφόρο ανάπτυξη παράκτιων αλιευτικών περιοχών

    Δράσεις για τη στήριξη της αειφόρου ανάπτυξης των παράκτιων αλιευτικών περιοχών τίθενται σε εφαρμογή σε μία δεδομένη περιοχή από ομάδα τοπικών δημόσιων ή ιδιωτών εταίρων που συγκροτείται για το σκοπό αυτό, η οποία στο εξής αποκαλείται «παράκτια ομάδα δράσης» (ΠΟΔ). Κάθε ΠΟΔ, η οποία ιδρύεται σύμφωνα με τη νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους, επιλέγεται με διαφανή διαδικασία κατόπιν προκήρυξης δημόσιας πρόσκλησης για την υποβολή προτάσεων.

    Για τις πράξεις που υλοποιούνται κατόπιν πρωτοβουλίας των ΠΟΔ, ο ιδιωτικός τομέας φέρει την ευθύνη για τα δύο τρίτα τουλάχιστον των έργων·

    ΟΙ ΠΟΔ μπορούν να είναι επιλέξιμες για στήριξη του Ταμείου υπό τον όρο ότι πραγματοποιούν ολοκληρωμένες δράσεις τοπικής ανάπτυξης που στηρίζονται σε μία διαδικασία «από τα κάτω προς τα πάνω» και εφαρμόζονται σε μία δεδομένη περιοχή ή σε μία συγκεκριμένη κατηγορία προσώπων ή τύπων έργων. Το κράτος μέλος διασφαλίζει ότι οι ΠΟΔ διαθέτουν διοικητική και χρηματοοικονομική ικανότητα για τη διαχείριση των διαφόρων μορφών συνδρομής και για την επιτυχή υλοποίηση των σχεδιαζόμενων πράξεων.

    Η περιοχή που καλύπτεται από την ΠΟΔ θα πρέπει να είναι συνεκτική και να διαθέτει επαρκή «κρίσιμη μάζα» από απόψεως ανθρώπινων, χρηματοοικονομικών και οικονομικών πόρων για τη στήριξη μιας αειφόρου αναπτυξιακής στρατηγικής.

    ΟΙ ΠΟΔ σε ένα δεδομένο κράτος μέλος ή περιοχή, συνιστούν, ανάλογα με την ειδική φύση της θεσμικής δομής, μία κοινή ένωση με καταστατικό το οποίο εγγυάται την εύρυθμη λειτουργία τους.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

    ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 5: ΤΕΧΝΙΚΗ ΣΥΝΔΡΟΜΗ

    Άρθρο 45

    Τεχνική συνδρομή

    Κατόπιν πρωτοβουλίας ή/και για λογαριασμό της Επιτροπής, το Ταμείο μπορεί να χρηματοδοτήσει, μέχρι ανώτατου ποσοστού 0,80% της ετήσιας χρηματοδότησής του, μέρα προπαρασκευαστικά, παρακολούθησης, διοικητικής και τεχνικής στήριξης, αξιολόγησης, ελέγχου και επιθεώρησης που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Οι δράσεις αυτές εκτελούνται σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 καθώς και οποιωνδήποτε άλλων διατάξεων του εν λόγω κανονισμού και των κανόνων εφαρμογής του που εφαρμόζονται στη μορφή αυτή εκτέλεσης του προϋπολογισμού.

    Οι εν λόγω δράσεις περιλαμβάνουν:

    (α) μελέτες που έχουν σχέση με την κατάρτιση στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών της Κοινότητας καθώς και την ετήσια έκθεση της Επιτροπής·

    (β) αξιολογήσεις, εκθέσεις εμπειρογνωμόνων, στατιστικές και μελέτες, στις οποίες περιλαμβάνονται και μελέτες γενικής φύσεως που αφορούν την λειτουργία των Ταμείων·

    (γ) μέτρα που έχουν ως στόχο τους εταίρους, τους δικαιούχους συνδρομής του Ταμείου και το κοινό γενικά, μεταξύ των οποίων και μέτρα ενημέρωσης.

    (δ) μέτρα για τη διάδοση πληροφοριών, τη δικτύωση, την ευαισθητοποίηση, την προώθηση της συνεργασίας και την ανταλλαγή εμπειριών σε ολόκληρη την Κοινότητα·

    (ε) την εγκατάσταση, λειτουργία και διασύνδεση μηχανογραφημένων συστημάτων διαχείρισης, παρακολούθησης, επιθεώρησης και αξιολόγησης·

    (στ) τη βελτίωση μεθόδων αξιολόγησης και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις πρακτικές που χρησιμοποιούνται στον τομέα αυτό·

    (ζ) τη συγκρότηση διεθνικών και κοινοτικών δικτύων παραγόντων στον τομέα της βιώσιμης ανάπτυξης παράκτιων αλιευτικών ζωνών με στόχο την ενθάρρυνση της ανταλλαγής εμπειρίας και ορθής πρακτικής, την προώθηση και την εφαρμογή διαπεριφερειακής και διεθνικής συνεργασίας καθώς και τη διάδοση πληροφοριών.

    Κατόπιν πρωτοβουλίας των κρατών μελών, το Ταμείο μπορεί να χρηματοδοτήσει, στο πλαίσιο κάθε επιχειρησιακού προγράμματος, δράσεις που έχουν σχέση με την προπαρασκευή, διαχείριση, παρακολούθηση, αξιολόγηση, δημοσιότητα και έλεγχο της συνδρομής σε επιχειρησιακά προγράμματα μέχρι ποσοστού 5% του συνολικού ποσού κάθε επιχειρησιακού προγράμματος.

    Κατόπιν πρωτοβουλίας των κρατών μελών, το Ταμείο μπορεί επίσης να χρηματοδοτήσει δράσεις στο πλαίσιο κάθε επιχειρησιακού προγράμματος που έχουν σχέση με τη βελτίωση των διοικητικών ικανοτήτων των κρατών μελών, οι περιφέρειες των οποίων είναι επιλέξιμες βάσει του στόχου σύγκλισης.

    ΤΙΤΛΟΣ V

    Αποτελεσματικότητα και δημοσιότητα της συνδρομής

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ

    Άρθρο 46

    Γενικές διατάξεις

    Τα επιχειρησιακά προγράμματα υπόκεινται σε εκ των προτέρων, ενδιάμεσες και εκ των υστέρων αξιολογήσεις βάσει των διατάξεων των άρθρων 47 έως 49.

    Οι αξιολογήσεις έχουν ως στόχο τη βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας της συνδρομής του Ταμείου και της υλοποίησης των επιχειρησιακών προγραμμάτων. Αξιολογούν επίσης την επίπτωσή τους σε σχέση με τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας, τα εθνικά στρατηγικά σχέδια και τα ειδικά προβλήματα που επηρεάζουν τα κράτη μέλη, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τις ανάγκες της αειφόρου ανάπτυξης του κλάδου της αλιείας καθώς και τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

    Η αποτελεσματικότητα της συνδρομής του Ταμείου αξιολογείται με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

    (α) συνολική επίπτωση του Ταμείου στους στόχους που καθορίζονται στο άρθρο 4 του παρόντος κανονισμού·

    (β) επίπτωση των προτεραιοτήτων που καθορίζονται στα προγράμματα.

    Οι δραστηριότητες αξιολόγησης που προβλέπονται την παράγραφο 1 οργανώνονται με την ευθύνη των κρατών μελών ή της Επιτροπής, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας και με βάση την εταιρική σχέση μεταξύ της Επιτροπής και του κράτους μέλους.

    Τα κράτη μέλη παρέχουν τους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους που είναι αναγκαίοι για την πραγματοποίηση των αξιολογήσεων, διοργανώνουν την παραγωγή και συγκέντρωση όλων των αναγκαίων δεδομένων και χρησιμοποιούν τους διάφορους τύπους πληροφοριών που προβλέπονται από το σύστημα παρακολούθησης.

    Η Επιτροπή αποφασίζει τις μεθόδους και τα πρότυπα αξιολόγησης που εφαρμόζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 100 παράγραφος 3.

    Η αξιολόγηση πραγματοποιείται από ανεξάρτητους αξιολογητές. Τα αποτελέσματα δημοσιεύονται, εκτός εάν η αρχή που είναι υπεύθυνη για την αξιολόγηση εκφράσει ρητά την αντίρρησή της σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[18].

    Οι αξιολογήσεις χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό για την παροχή τεχνικής συνδρομής στα επιχειρησιακά προγράμματα στην περίπτωση που εκτελούνται υπό την ευθύνη του κράτους μέλους καθώς και από τον προϋπολογισμό για την παροχή τεχνικής συνδρομής της Επιτροπής, στην περίπτωση που εκτελούνται υπό την ευθύνη της.

    Άρθρο 47

    Εκ των προτέρων αξιολόγηση

    Η εκ των προτέρων αξιολόγηση έχει ως στόχο τη διασφάλιση της συνοχής μεταξύ των στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών της Κοινότητας, των εθνικών στρατηγικών σχεδίων και των επιχειρησιακών προγραμμάτων, καθώς επίσης και τη βελτιστοποίηση της κατανομής δημοσιονομικών πόρων στα επιχειρησιακά προγράμματα και τη βελτίωση της ποιότητας προγραμματισμού.

    Τα κράτη μέλη πραγματοποιούν εκ των προτέρων αξιολόγηση στο επίπεδο του επιχειρησιακού προγράμματος σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας καθώς και σύμφωνα με τις μεθόδους και πρότυπα αξιολόγησης που καθορίζονται βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφος 5.

    Άρθρο 48

    Ενδιάμεση αξιολόγηση

    Η ενδιάμεση αξιολόγηση έχει ως στόχο την εξέταση της αποτελεσματικότητας του συνόλου ή μέρους του επιχειρησιακού προγράμματος με σκοπό την προσαρμογή του με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας της συνδρομής και της υλοποίησής της.

    Ενδιάμεσες αξιολογήσεις διενεργούνται για ένα επιχειρησιακό πρόγραμμα σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας με βάση ένα χρονοδιάγραμμα το οποίο καθιστά δυνατή τη λήψη υπόψη των ευρημάτων σε περίπτωση παράτασης του προγράμματος.

    Ενδιάμεσες αξιολογήσεις διοργανώνονται υπό την ευθύνη του κράτους μέλους και κατόπιν πρωτοβουλίας των διαχειριστικών αρχών, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή σύμφωνα με τις μεθόδους και πρότυπα αξιολόγησης που καθορίζονται βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 46 παράγραφος 5. Οι αξιολογήσεις αυτές διαβιβάζονται στην επιτροπή παρακολούθησης του επιχειρησιακού προγράμματος καθώς και στην Επιτροπή.

    Η Επιτροπή προβαίνει σε ενδιάμεση αξιολόγηση της εφαρμογής των στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών της Κοινότητας με βάση χρονοδιάγραμμα που επιτρέπει τη χρήση των αποτελεσμάτων σε κάθε απόφαση που αφορά τη συνέχιση του προγραμματισμού.

    Άρθρο 49

    Εκ των υστέρων αξιολόγηση

    Η εκ των υστέρων αξιολόγηση εξετάζει τον βαθμό της απορρόφησης των πόρων, την αποτελεσματικότητα και επάρκεια του επιχειρησιακού προγράμματος καθώς και την επίπτωσή του σε σχέση με τους γενικούς στόχους που καθορίζονται στο άρθρο 4 και τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας. Προσδιορίζει τους παράγοντες οι οποίοι συνέβαλαν στην επιτυχία ή αποτυχία της υλοποίησης των επιχειρησιακών προγραμμάτων, μεταξύ των οποίων και από την άποψη της βιωσιμότητας καθώς και των βέλτιστων πρακτικών.

    Η εκ των υστέρων αξιολόγηση διενεργείται κατόπιν πρωτοβουλίας και υπό την ευθύνη της Επιτροπής σε διαβούλευση με το κράτος μέλος και τη διαχειριστική αρχή, η οποία συλλέγει τις αναγκαίες πληροφορίες για την υλοποίησή της.

    Η εκ των υστέρων αξιολόγηση περατώνεται το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2015.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    Ενημέρωση και δημοσιότητα

    Άρθρο 50

    Ενημέρωση και δημοσιότητα

    Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την ενημέρωση και δημοσιότητα των συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων και πράξεων. Η ενημέρωση προορίζεται για τους ευρωπαίους πολίτες. Η εν λόγω ενημέρωση έχει ως στόχο να προβάλει το ρόλο της Κοινότητας και να διασφαλίσει τη διαφάνεια της συνδρομής των Ταμείων.

    Η διαχειριστική αρχή είναι υπεύθυνη:

    (α) για τη διασφάλιση της δημοσιότητας του επιχειρησιακού προγράμματος στους εν δυνάμει δικαιούχους, εμπορικές ενώσεις, εμπορικούς και κοινωνικούς εταίρους, οργανώσεις για την προώθηση ίσων δικαιωμάτων και ευκαιριών, μη κυβερνητικές οργανώσεις στον περιβαλλοντικό τομέα καθώς και μη κυβερνητικές οργανώσεις που έχουν σχέση με τον κλάδο της αλιείας. Η διαχειριστική αρχή τους ενημερώνει σχετικά με τις ευκαιρίες που προσφέρονται από τη συνδρομή καθώς και για τους κανόνες και μεθόδους που διέπουν την πρόσβαση στη χρηματοδότηση·

    (β) για την ενημέρωση των δικαιούχων σχετικά με το ύψος της κοινοτικής συγχρηματοδότησης·

    (γ) για την ενημέρωση των ευρωπαίων πολιτών σχετικά με το ρόλο που διαδραματίζει η Κοινότητα στα επιχειρησιακά προγράμματα καθώς και για τα αποτελέσματά τους, καθώς επίσης και για τη διασφάλιση της ενημέρωσης των ευρωπαίων πολιτών σχετικά με το ρόλο αυτό από τους δικαιούχους.

    Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σε ετήσια βάση σχετικά με τις πρωτοβουλίες που αναλήφθηκαν για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.

    ΤΙΤΛΟΣ VI

    Χρηματοδοτική συμμετοχή του Ταμείου

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    ΣΥΜΜΕΤΟΧΉ ΤΟΥ ΤΑΜΕιΟΥ

    Άρθρο 51

    Ένταση της δημόσιας ενίσχυσης

    Η μέγιστη ένταση της δημόσιας ενίσχυσης καθορίζεται στον πίνακα του παραρτήματος ΙΙ του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 52

    Συμμετοχή του Ταμείου

    Η απόφαση για την έγκριση επιχειρησιακού προγράμματος καθορίζει τη μέγιστη συμμετοχή του Ταμείου για κάθε προτεραιότητα.

    Η συμμετοχή του Ταμείου υπολογίζεται σε σχέση με το σύνολο της δημόσιας δαπάνης.

    Η συμμετοχή του Ταμείου καθορίζεται ανά προτεραιότητα και υπόκειται στα ακόλουθα ανώτατα όρια:

    (α) 75% της δημόσιας δαπάνης που συγχρηματοδοτείται από το Ταμείο σε περιφέρειες που είναι επιλέξιμες βάσει του στόχου σύγκλισης·

    (β) 50% της δημόσιας δαπάνης για επιχειρησιακά προγράμματα σε άλλες περιφέρειες που δεν είναι επιλέξιμες βάσει του στόχου σύγκλισης

    (γ) 85% της δημόσιας δαπάνης για το τμήμα εκείνο των επιχειρησιακών προγραμμάτων που αφορά τις πλέον απόκεντρες περιφέρειες και τα ελληνικά απομακρυσμένα νησιά.

    Κατά παρέκκλιση των ανώτατων ορίων που προβλέπονται στην παράγραφο 3, η συνδρομή του Ταμείου ανέρχεται:

    (α) στο 85% της δημόσιας δαπάνης για δράσεις που υπάγονται στο άρθρο 23 στοιχείο α) πρώτη περίπτωση σε περιφέρειες που καλύπτονται από το στόχο σύγκλισης·

    (β) στο 65% της δημόσιας δαπάνης για δράσεις που υπάγονται στο άρθρο 23 στοιχείο α) πρώτη περίπτωση για τις περιφέρειες εκτός του στόχου σύγκλισης.

    Η ελάχιστη συμμετοχή του Ταμείου ανά προτεραιότητα ανέρχεται στο 20% της δημόσιας δαπάνης.

    Μέτρα τεχνικής συνδρομής που εφαρμόζονται κατόπιν πρωτοβουλίας ή για λογαριασμό της Επιτροπής μπορούν να χρηματοδοτούνται μέχρι ποσοστού 100%.

    Το συνολικό ποσό της στήριξης που χορηγείται σε μία πράξη εκ μέρους του Ταμείου ή μέσω άλλων ενισχύσεων που χορηγούνται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό δεν μπορεί να υπερβαίνει το 90% της δημόσιας δαπάνης για την εν λόγω πράξη.

    Άρθρο 53

    Μη σώρευση

    Κατά τη διάρκεια της περιόδου επιλεξιμότητας, μία προτεραιότητα ή μια πράξη δεν μπορεί να δικαιούται ταυτόχρονα της συνδρομής περισσότερων του ενός κοινοτικών ταμείων. Μία πράξη μπορεί να δικαιούται συνδρομής ενός και μόνο επιχειρηματικού προγράμματος ταυτόχρονα.

    Άρθρο 54

    Επιλεξιμότητα δαπανών

    Μία δαπάνη είναι επιλέξιμη για συμμετοχή του Ταμείου εάν έχει όντως πραγματοποιηθεί από τον δικαιούχο για την υλοποίηση πράξης μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2007 και 31ης Δεκεμβρίου 2015. Οι συγχρηματοδοτούμενες πράξεις δεν θα πρέπει να έχουν περατωθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης της επιλεξιμότητας.

    Μία δαπάνη είναι επιλέξιμη για συμμετοχή του Ταμείου μόνον εφόσον έχει πραγματοποιηθεί για πράξεις που έχουν αποφασιστεί από τη διαχειριστική αρχή του οικείου επιχειρησιακού προγράμματος ή υπό την ευθύνη της σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται εκ των προτέρων από την επιτροπή παρακολούθησης.

    Μία νέα δαπάνη, η οποία υποβάλλεται κατά τη διάρκεια της επανεξέτασης ενός επιχειρησιακού προγράμματος, είναι επιλέξιμη από την ημερομηνία λήψης από την Επιτροπή της αίτησης τροποποίησης του επιχειρησιακού προγράμματος.

    Οι κανόνες επιλεξιμότητας των δαπανών καθορίζονται σε εθνικό επίπεδο υπό την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

    Οι ακόλουθες δαπάνες δεν είναι επιλέξιμες:

    (α) ΦΠΑ·

    (β) τόκος οφειλών·

    (γ) αγορά γης αξίας υψηλότερης του 10% της συνολικής επιλέξιμης δαπάνης για τη σχετική δράση·

    (δ) δαπάνες ενδιαίτησης.

    Οι δαπάνες των παραγράφων 1 έως 3 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 45.

    Άρθρο 55

    Διάρκεια εκτέλεσης των πράξεων

    Το κράτος μέλος ή η διαχειριστική αρχή διασφαλίζουν ότι μία πράξη διατηρεί τη συμμετοχή των Ταμείων μόνον εάν η εν λόγω πράξη δεν υποστεί σημαντική τροποποίηση, εντός επτά ετών από την ημερομηνία της απόφασης χρηματοδότησης των αρμόδιων εθνικών αρχών ή της διαχειριστικής αρχής;

    (α) η οποία επηρεάζει τη φύση της ή τους όρους υλοποίησής της, ή παρέχει σε επιχείρηση ή δημόσιο οργανισμό αδικαιολόγητο πλεονέκτημα·

    (β) που απορρέει είτε από αλλαγή στη φύση της κυριότητας ενός στοιχείου υποδομής ή την παύση ή την μετακίνηση μιας παραγωγικής δραστηριότητας.

    Η διαχειριστική αρχή ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με οποιαδήποτε τέτοια τροποποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

    Τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά ανακτώνται σύμφωνα με τον τίτλο VIII του κεφαλαίου ΙΙ.

    Το κράτος μέλος διασφαλίζει ότι οι επιχειρήσεις, από τις οποίες ανακτώνται τα ποσά σύμφωνα με την παράγραφο 3, δεν δικαιούνται της συνδρομής του Ταμείου.

    ΤΙΤΛΟΣ VII

    Διαχείριση, παρακολούθηση και έλεγχοι

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

    Άρθρο 56

    Γενικές αρχές των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου

    Τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου των επιχειρησιακών προγραμμάτων που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη προβλέπουν:

    (α) σαφή καθορισμό των καθηκόντων των οργανισμών που ασχολούνται με τη διαχείριση και τον έλεγχο καθώς και σαφή καταμερισμό καθηκόντων σε κάθε οργανισμό·

    (β) σαφή διάκριση των καθηκόντων μεταξύ των οργανισμών που ασχολούνται με τη διαχείριση, πιστοποίηση δαπανών και έλεγχο, καθώς και στο πλαίσιο κάθε οργανισμού·

    (γ) επαρκείς πόρους για κάθε οργανισμό προκειμένου να εκτελεί τα καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί·

    (δ) αποτελεσματικές ρυθμίσεις εσωτερικού ελέγχου·

    (ε) αξιόπιστες υπηρεσίες λογιστικής, συστήματα παρακολούθησης και χρηματοοικονομικής παρουσίασης, τα οποία πρέπει να είναι σε μηχανογραφημένη μορφή·

    (στ) αποτελεσματικό σύστημα υποβολής εκθέσεων και παρακολούθησης στην περίπτωση ανάθεσης καθηκόντων·

    (ζ) ύπαρξη εγχειριδίων διαδικασιών για τα προς εκτέλεση καθήκοντα·

    (η) αποτελεσματικές ρυθμίσεις για τον έλεγχο της εύρυθμης λειτουργίας του συστήματος·

    (θ) συστήματα και διαδικασίες για τη διασφάλιση επαρκούς διαδρομής ελέγχου.

    Τα μέτρα που καθορίζονται στα σημεία β), γ), δ), στ), ζ) και η) πρέπει να είναι αναλογικά ως προς τη δημόσια δαπάνη στο πλαίσιο του σχετικού επιχειρησιακού προγράμματος.

    Άρθρο 57

    Ορισμός αρχών

    Για κάθε επιχειρησιακό πρόγραμμα, το κράτος μέλος ορίζει:

    α) διαχειριστική αρχή: αρχή, είτε δημόσια είτε ιδιωτική, εθνική, περιφερειακή ή τοπική που ορίζεται από το κράτος μέλος, για τη διαχείριση επιχειρησιακού προγράμματος, ή το ίδιο το κράτος μέλος, στην περίπτωση που εκτελεί το εν λόγω καθήκον·

    β) αρχή πιστοποίησης: οργανισμός, ή τοπική, περιφερειακή ή εθνική αρχή, η οποία ορίζεται από το κράτος μέλος για την πιστοποίηση δηλώσεων δαπανών και αιτήσεων πληρωμής πριν διαβιβαστούν στην Επιτροπή·

    γ) ελεγκτική αρχή: οργανισμός που είναι ανεξάρτητος από επιχειρησιακής απόψεως από τη διαχειριστική αρχή και την αρχή πιστοποίησης που έχει οριστεί από το κράτος μέλος για κάθε επιχειρησιακό πρόγραμμα και είναι υπεύθυνος για την επαλήθευση της εύρυθμης λειτουργίας του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου.

    Εκτός από τις αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1, το κράτος μέλος ορίζει επίσης έναν αρμόδιο οργανισμό για την είσπραξη των πληρωμών που πραγματοποιούνται από την Επιτροπή καθώς και οργανισμό ή οργανισμούς που είναι υπεύθυνοι για τη διενέργεια πληρωμών στους δικαιούχους.

    Το κράτος μέλος θεσπίζει κανόνες που διέπουν τις σχέσεις του με τις εν λόγω αρχές και οργανισμούς καθώς και τις σχέσεις τους με την Επιτροπή. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, το κράτος μέλος καθορίζει τις αμοιβαίες σχέσεις των εν λόγω αρχών, οι οποίες πρέπει να εκτελούν τα καθήκοντά τους σε πλήρη συμφωνία με τα θεσμικά, νομικά και δημοσιονομικά συστήματα του οικείου κράτους μέλους.

    Με την επιφύλαξη του άρθρου 56 παράγραφος 1 σημείο β), διάφορα ή το σύνολο των καθηκόντων διαχείρισης, πληρωμής, πιστοποίησης και επιθεώρησης μπορούν να εκτελούνται από τον ίδιο οργανισμό.

    Άρθρο 58

    Καθήκοντα της διαχειριστικής αρχής

    Η διαχειριστική αρχή είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση και εφαρμογή του επιχειρησιακού προγράμματος κατά επαρκή, αποτελεσματικό και ορθό τρόπο και ιδίως με στόχο:

    (α) τη διασφάλιση της επιλογής των προς χρηματοδότηση πράξεων σύμφωνα με τα κριτήρια που εφαρμόζονται στο επιχειρησιακό πρόγραμμα καθώς και τη συμμόρφωσή τους, καθ' όλη την περίοδο υλοποίησής τους, με τους ισχύοντες κοινοτικούς και εθνικούς κανόνες·

    (β) την επαλήθευση της παράδοσης των συγχρηματοδοτούμενων προϊόντων και υπηρεσιών και της πραγματικής πραγματοποίησης των δαπανών που δηλώνονται για τις διάφορες πράξεις καθώς και της συμμόρφωσης προς τους κοινοτικούς και εθνικούς κανόνες·

    (γ) τη διασφάλιση της ύπαρξης συστήματος καταχώρησης και αποθήκευσης σε ηλεκτρονική μορφή λεπτομερών λογιστικών εγγραφών για κάθε πράξη στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος καθώς και της συλλογής των δεδομένων υλοποίησης που είναι αναγκαία για τη δημοσιονομική διαχείριση, την παρακολούθηση, τον έλεγχο και την αξιολόγηση·

    (δ) τη διασφάλιση ότι οι δικαιούχοι και οι άλλοι οργανισμοί που εμπλέκονται στην υλοποίηση πράξεων τηρούν είτε χωριστό λογιστικό σύστημα είτε επαρκή λογιστική κωδικοποίηση για όλες τις συναλλαγές που έχουν σχέση με την πράξη·

    (ε) τη διασφάλιση της εκτέλεσης των αξιολογήσεων των επιχειρησιακών προγραμμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 46 εντός των χρονικών ορίων που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό καθώς και της τήρησης των προτύπων ποιότητας που συμφωνούνται μεταξύ της Επιτροπής και του κράτους μέλους·

    (στ) την κατάρτιση διαδικασιών για τη διασφάλιση της τήρησης όλων των εγγράφων σχετικά με τις δαπάνες και τους ελέγχους που απαιτούνται για τη διασφάλιση επαρκούς λογιστικής διαδρομής σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 83 και 93·

    (ζ) τη διασφάλιση της λήψης όλων των αναγκαίων πληροφοριών από την αρχή πιστοποίησης σχετικά με τις διαδικασίες και ελέγχους που πραγματοποιούνται σε σχέση με τη δαπάνη για σκοπούς πιστοποίησης·

    (η) την παροχή οδηγιών στην αρχή παρακολούθησης και τον εφοδιασμό της με τα απαιτούμενα έγγραφα τα οποία καθιστούν δυνατή την παρακολούθηση της ποιότητας υλοποίησης του επιχειρησιακού προγράμματος υπό το φως των ειδικών του στόχων·

    (θ) τη σύνταξη, και μετά την έγκριση της επιτροπής παρακολούθησης, την υποβολή στην Επιτροπή των ετήσιων και τελικών εκθέσεων σχετικά με την υλοποίηση·

    (ι) τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις ενημέρωσης και δημοσιότητας που ορίζονται στο άρθρο 50.

    Η διαχειριστική αρχή πρέπει να είναι επιφορτισμένη με καθήκοντα εσωτερικού ελέγχου.

    Άρθρο 59

    Καθήκοντα της αρχής πιστοποίησης

    Η αρχή πιστοποίησης ενός επιχειρησιακού προγράμματος είναι υπεύθυνη ιδίως για:

    την κατάρτιση και επιβολή στην Επιτροπή βεβαιώσεων δαπανών και ετήσιων πληρωμών σε ηλεκτρονική μορφή·

    την πιστοποίηση ότι:

    (α) η δήλωση δαπανών είναι ακριβής, ότι είναι προϊόν αξιόπιστων λογιστικών συστημάτων και ότι στηρίζεται σε επαληθεύσιμα δικαιολογητικά·

    (β) οι δηλωθείσες δαπάνες συμμορφούνται προς τους ισχύοντες κοινοτικούς και εθνικούς κανόνες και ότι διενεργήθηκαν για πράξεις που επελέγησαν για χρηματοδότηση σύμφωνα με τα κριτήρια που εφαρμόζονται στο πρόγραμμα στο πλαίσιο της τήρησης των εν ισχύι κοινοτικών και εθνικών κανόνων·

    τη διασφάλιση, για σκοπούς πιστοποίησης, ότι έχει λάβει επαρκείς πληροφορίες από τη διαχειριστική αρχή σχετικά με τις διαδικασίες που εφαρμόστηκαν και τους ελέγχους που εκτελέστηκαν σε σχέση με τις δαπάνες που περιλαμβάνονται στις δηλώσεις δαπανών·

    τη λήψη υπόψη, για σκοπούς πιστοποίησης, των αποτελεσμάτων όλων των λογιστικών ελέγχων που εκτελέστηκαν από ή υπό την ευθύνη της ελεγκτικής αρχής·

    την τήρηση λογιστικών εγγραφών σε ηλεκτρονική μορφή όσον αφορά τις δαπάνες που υποβάλλονται στην Επιτροπή·

    τη διασφάλιση της ανάκτησης οποιωνδήποτε ποσών κοινοτικής χρηματοδότησης που διαπιστώθηκε ότι καταβλήθηκαν αχρεωστήτως λόγω ανιχνευθεισών παρατυπιών, επιβαρυμένων, κατά περίπτωση, με τόκο, την τήρηση λογαριασμού ανακτήσιμων ποσών και, εφόσον είναι δυνατόν, την επιστροφή στην Επιτροπή των ποσών που ανακτήθηκαν μέσω της αφαίρεσής τους, από την επόμενη δήλωση δαπανών.

    Άρθρο 60

    Καθήκοντα της ελεγκτικής αρχής

    Η αρχή επιθεώρησης ενός επιχειρησιακού προγράμματος είναι υπεύθυνη ιδίως για τα κάτωθι:

    (α) τη διασφάλιση της εκτέλεσης των λογιστικών ελέγχων σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα λογιστικού ελέγχου για την επαλήθευση της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου του επιχειρησιακού προγράμματος·

    (β) τη διασφάλιση ότι οι λογιστικοί έλεγχοι των πράξεων πραγματοποιούνται σε κατάλληλο δείγμα για την επαλήθευση των δηλωθεισών δαπανών·

    (γ) την υποβολή στην Επιτροπή, εντός έξι μηνών από την έγκριση του επιχειρησιακού προγράμματος, στρατηγικής λογιστικού ελέγχου που καλύπτει τους οργανισμούς οι οποίοι θα εκτελέσουν τους λογιστικούς ελέγχους που αναφέρονται στα εδάφια α) και β), τη μέθοδο που θα χρησιμοποιηθεί, την μέθοδο δειγματοληψίας για τους ελέγχους των πράξεων καθώς και ενδεικτικό προγραμματισμό των λογιστικών ελέγχων προκειμένου να διασφαλιστεί ο λογιστικός έλεγχος των κυριότερων οργανισμών καθώς και η ομοιόμορφη κατανομή τους καθ όλη την περίοδο προγραμματισμού.

    (δ) στην περίπτωση που εφαρμόζονται κοινά συστήματα σε περισσότερα του ενός επιχειρησιακά προγράμματα, μπορεί να υποβληθεί βάσει του σημείου γ) ενιαία συνδυασμένη στρατηγική λογιστικού ελέγχου·

    (ε) μέχρι την 30ή Ιουνίου κάθε έτους κατά την περίοδο από το 2008 έως το 2016:

    (i) σύνταξη ετήσιας έκθεσης ελέγχου στην οποία παρατίθενται τα ευρήματα των λογιστικών ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με την στρατηγική λογιστικού ελέγχου όσον αφορά το επιχειρησιακό πρόγραμμα κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους, και αναφέρονται οι ελλείψεις που διαπιστώθηκαν στα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου του προγράμματος. Οι πληροφορίες σχετικά με 2014 και το 2015 μπορούν να περιλαμβάνονται στην τελική έκθεση η οποία επισυνάπτεται στη δήλωση ακρίβειας·

    (ii) την έκδοση γνώμης ως προς το εάν το σύστημα διαχείρισης και ελέγχου λειτούργησε αποτελεσματικά κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζει την ορθότητα των δηλώσεων δαπανών που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους καθώς και τη νομιμότητα και την κανονικότητα των σχετικών συναλλαγών·

    (στ) την παροχή πληροφοριών σχετικά με τους λογιστικούς ελέγχους και γνώμες που μπορούν να παρουσιαστούν μαζί σε μία ενιαία έκθεση στην περίπτωση που εφαρμόζεται κοινό σύστημα σε διάφορα επιχειρησιακά προγράμματα.

    (ζ) την υποβολή δήλωσης κατά το κλείσιμο του προγράμματος, στην οποία αξιολογείται η ακρίβεια της αίτησης πληρωμής του τελικού υπολοίπου καθώς και η νομιμότητα και κανονικότητα των σχετικών συναλλαγών που καλύπτονται από την πρώτη δήλωση δαπανών η οποία υποστηρίζεται από τελική έκθεση ελέγχου·

    Στην περίπτωση πραγματοποίησης των λογιστικών ελέγχων που αναφέρονται στα σημεία α) και β) από οργανισμό διαφορετικό από την ελεγκτική αρχή, η ελεγκτική αρχή διασφαλίζει ότι ο εν λόγω οργανισμός διαθέτει την αναγκαία επιχειρησιακή ανεξαρτησία και το έργο εκτελείται σύμφωνα με διεθνώς αποδεκτά πρότυπα λογιστικού ελέγχου.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    Παρακολούθηση

    Άρθρο 61

    επιτροπή παρακολούθησης

    Το κράτος μέλος ιδρύει επιτροπή παρακολούθησης για κάθε επιχειρησιακό πρόγραμμα, σε συμφωνία με τη διαχειριστική αρχή, μετά από διαβούλευση με τους εταίρους. Κάθε επιτροπή παρακολούθησης συγκροτείται εντός τριών μηνών από την απόφαση έγκρισης του επιχειρησιακού προγράμματος.

    Η εν λόγω επιτροπή καταρτίζει τους κανόνες διαδικασίας της εντός του θεσμικού, νομικού και δημοσιονομικού πλαισίου του οικείου κράτους μέλους, και τους εγκρίνει κατόπιν συμφωνίας με τη διαχειριστική αρχή.

    Άρθρο 62

    Σύνθεση

    Καθήκοντα προεδρεύοντος της επιτροπής παρακολούθησης ασκεί αντιπρόσωπος του κράτους μέλους ή της διαχειριστικής επιτροπής. Κατόπιν πρωτοβουλίας της Επιτροπής, αντιπρόσωπός της μπορεί να συμμετέχει στις εργασίες της επιτροπής παρακολούθησης με συμβουλευτική ιδιότητα.

    Η σύνθεσή της αποφασίζεται από το κράτος μέλος και περιλαμβάνει τους εταίρους που αναφέρονται στο άρθρο 8 καθώς και τη διαχειριστική αρχή.

    Η διαχειριστική αρχή συντονίζει την επιτροπή παρακολούθησης.

    Άρθρο 63

    Καθήκοντα

    Η επιτροπή παρακολούθησης διασφαλίζει την αποτελεσματικότητα και την ποιότητα υλοποίησης των επιχειρησιακών προγραμμάτων. Για το σκοπό αυτό:

    (α) εξετάζει και εγκρίνει τα κριτήρια για την επιλογή των προς χρηματοδότηση πράξεων εντός τεσσάρων μηνών από την έγκριση του επιχειρησιακού προγράμματος· τα κριτήρια επιλογής αναθεωρούνται σύμφωνα με τις ανάγκες προγραμματισμού·

    (β) επανεξετάζει σε περιοδική βάση την πρόοδο που σημειώθηκε στην επίτευξη των εδικών στόχων του επιχειρησιακού προγράμματος με βάση τα έγγραφα που υποβάλλονται από τη διαχειριστική αρχή·

    (γ) εξετάζει τα αποτελέσματα υλοποίησης, ιδίως την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται για κάθε προτεραιότητα,καθώς και τις ενδιάμεσες αξιολογήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 48·

    (δ) εξετάζει και εγκρίνει τις ετήσιες και τελικές εκθέσεις υλοποίησης που αναφέρονται στο άρθρο 65 πριν διαβιβαστούν στην Επιτροπή·

    (ε) ενημερώνεται σχετικά με την ετήσια έκθεση επιθεώρησης καθώς και για οποιαδήποτε σχόλια τα οποία μπορεί να διατυπώσει η Επιτροπή μετά την εξέταση της εν λόγω έκθεσης·

    (στ) Κατόπιν πρωτοβουλίας του κράτους μέλους, μπορεί να ενημερώνεται σχετικά με την ετήσια έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 17·

    (ζ) μπορεί να προτείνει στη διαχειριστική αρχή οποιαδήποτε προσαρμογή ή επανεξέταση του επιχειρησιακού προγράμματος η οποία ενδεχομένως μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη των στόχων του Ταμείου ή τη βελτίωση της διαχείρισής του, συμπεριλαμβανομένης της δημοσιονομικής διαχείρισής του·

    (η) εξετάζει και εγκρίνει οποιαδήποτε πρόταση για την τροποποίηση του περιεχομένου της απόφασης της Επιτροπής σχετικά με τη συμμετοχή του Ταμείου.

    Άρθρο 64

    Διατάξεις σχετικά με την παρακολούθηση

    Η διαχειριστική αρχή και η επιτροπή παρακολούθησης διασφαλίζουν την ποιότητα υλοποίησης του επιχειρησιακού προγράμματος.

    Η διαχειριστική αρχή και η επιτροπή παρακολούθησης διενεργούν την παρακολούθηση με τη χρήση χρηματοοικονομικών δεικτών καθώς και δεικτών υλοποίησης, αποτελεσμάτων και επιπτώσεων που καθορίζονται στο επιχειρησιακό πρόγραμμα.

    Στην περίπτωση που επιτρέπεται από τη φύση της συνδρομής, οι στατιστικές αναλύονται ανά κατηγορία και ανά μέγεθος των δικαιούχων επιχειρήσεων.

    Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, εξετάζει τους δείκτες που είναι αναγκαίοι για την παρακολούθηση και αξιολόγηση του επιχειρησιακού προγράμματος.

    Άρθρο 65

    Ετήσιες εκθέσεις και τελικές εκθέσεις

    Για πρώτη φορά το 2008 και μέχρι την 30ή Ιουνίου κάθε έτους, η διαχειριστική αρχή υποβάλλει στην Επιτροπή ετήσια έκθεση σχετικά με την υλοποίηση του επιχειρησιακού προγράμματος. Η διαχειριστική αρχή υποβάλλει στην Επιτροπή, μέχρι την 30ή Ιουνίου 2016, τελική έκθεση σχετικά με την υλοποίηση του επιχειρησιακού προγράμματος.

    Όλες οι ετήσιες εκθέσεις σχετικά με την υλοποίηση καθώς και η τελική έκθεση περιέχουν τα ακόλουθα στοιχεία:

    (α) την πρόοδο που σημειώθηκε στην υλοποίηση του επιχειρησιακού προγράμματος και των προτεραιοτήτων σε σχέση με τους ειδικούς επαληθεύσιμους στόχους τους, με ποσοτικό υπολογισμό, εφόσον και όποτε μπορούν να ποσοτικοποιηθούν, των χρηματοοικονομικών δεικτών καθώς επίσης και τον δεικτών υλοποίησης, αποτελεσμάτων και επιπτώσεων σε επίπεδο προτεραιότητας·

    (β) μεταβολή της γενικής κατάστασης που έχει άμεση επίπτωση στην υλοποίηση της συνδρομής, ιδίως σημαντικές κοινωνικοοικονομικές εξελίξεις, μεταβολές στις εθνικές, περιφερειακές ή τομεακές πολιτικές και, στην περίπτωση που είναι αναγκαίο, τις συνέπειές τους όσον αφορά τη συνεκτικότητα μεταξύ της συνδρομής του Ταμείου καθώς και της συνδρομής από άλλα χρηματοδοτικά μέσα·

    (γ) τη χρηματοδοτική εκτέλεση του επιχειρησιακού προγράμματος με λεπτομερή αναφορά για κάθε προτεραιότητα των δαπανών που καταβλήθηκαν στους δικαιούχους και της αντίστοιχης δημόσιας συνεισφοράς, των συνολικών πληρωμών που εισπράχθηκαν από την Επιτροπή, με ποσοτικοποίηση των χρηματοοικονομικών δεικτών που αναφέρονται στο άρθρο 64 παράγραφος 2·

    (δ) τη χρηματοδοτική εκτέλεση ανά τύπο συνδρομής σύμφωνα με την ανάλυση των προτεραιοτήτων που προβλέπεται στον τίτλο IV·

    (ε) τα μέτρα που λαμβάνονται από τη διαχειριστική αρχή και την επιτροπή παρακολούθησης για τη διασφάλιση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας της υλοποίησης, ιδίως:

    - τα μέτρα παρακολούθησης και αξιολόγησης, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμίσεων συλλογής δεδομένων,

    - συνοπτική παράθεση οποιωνδήποτε σημαντικών προβλημάτων τα οποία αντιμετωπίστηκαν στην υλοποίηση του επιχειρησιακού προγράμματος και οποιωνδήποτε ληφθέντων μέτρων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που λήφθηκαν σε απάντηση των σχολίων που διατυπώθηκαν βάσει του άρθρου 67·

    - τη χρήση της τεχνικής συνδρομής.

    (στ) τα μέτρα που λήφθηκαν για τη διασφάλιση της δημοσιότητας του επιχειρησιακού προγράμματος·

    (ζ) δήλωση συμμόρφωσης προς τις κοινοτικές πολιτικές κατά τη διάρκεια της υλοποίησης του επιχειρησιακού προγράμματος και, κατά περίπτωση, αναφορά των προβλημάτων τα οποία αντιμετωπίστηκαν και των μέτρων που λήφθηκαν για την επίλυσή τους·

    (η) κατά περίπτωση, τη χρήση της συνδρομής που επεστράφη στη διαχειριστική αρχή ή σε οποιαδήποτε άλλη δημόσια αρχή κατά τη διάρκεια της περιόδου υλοποίησης του επιχειρησιακού προγράμματος.

    Οι εκθέσεις κρίνονται αποδεκτές εάν περιέχουν όλες τις πληροφορίες που εμφαίνονται στην παράγραφο 2 και επιτρέπουν να παρουσιαστεί η υλοποίηση του επιχειρησιακού προγράμματος.

    Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση όσον αφορά το περιεχόμενο της ετήσιας έκθεσης σχετικά με την υλοποίηση που υποβάλλεται από τη διαχειριστική αρχή εντός δύο μηνών. Για την τελική έκθεση του επιχειρησιακού προγράμματος, το χρονικό όριο ανέρχεται σε πέντε μήνες. Εάν η Επιτροπή δεν απαντήσει εντός του προβλεπόμενου χρονικού ορίου, η έκθεση θεωρείται ότι έγινε αποδεκτή.

    Άρθρο 66

    Ετήσια έκθεση της Επιτροπής

    Μέχρι την 31η Δεκεμβρίου, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή Περιφερειών έκθεση σχετικά με την έμπρακτη εφαρμογή του παρόντος κανονισμού κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους. Η έκθεση αυτή συνοψίζει τις κυριότερες εξελίξεις, τάσεις και προκλήσείς όσον αφορά την υλοποίηση των επιχειρησιακών προγραμμάτων.

    Η έκθεση πρέπει να στηρίζεται σε εξέταση και αξιολόγηση εκ μέρους της Επιτροπής, της στρατηγικής ετήσιας έκθεσης των κρατών μελών, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 17, πρώτη παράγραφος καθώς και οποιασδήποτε άλλης διαθέσιμης πληροφορίας. Η έκθεση πρέπει να αναφέρει τα μέτρα παρακολούθησης που λήφθηκαν ή πρόκειται να ληφθούν από τα κράτη μέλη και την Επιτροπή, τα οποία θα καταστήσουν δυνατή την αποτελεσματική παρακολούθηση των ευρημάτων που περιέχονται στην έκθεση.

    Η έκθεση πρέπει επίσης να περιλαμβάνει:

    (α) περίληψη των δραστηριοτήτων του Ταμείου ανά κράτος μέλος, μαζί με ανάλυση ανά κράτος μέλος των πιστώσεων για τις οποίες έχουν αναληφθεί υποχρεώσεις και έχουν γίνει πληρωμές καθώς και της χρήσης της τεχνικής συνδρομής από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη·

    (β) αξιολόγηση του συντονισμού του Ταμείου με τα Διαρθρωτικά Ταμεία και το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης·

    (γ) τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων που προβλέπονται στο άρθρο 48, μόλις καταστούν διαθέσιμα·

    (δ) κατά την υποβολή της τέταρτης ετήσιας έκθεσης και, εκ νέου, κατά την υποβολή της έκθεσης που καλύπτει το τελικό έτος προγραμματισμού, σύνοψη των επιθεωρήσεων των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου που θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, οι οποίες πραγματοποιούνται για λογαριασμό της Επιτροπής, καθώς και των αποτελεσμάτων των ελέγχων των παρεμβάσεων του Ταμείου που πραγματοποιούνται από το κράτος μέλος και, κατά περίπτωση, των δημοσιονομικών διορθώσεων που επιβλήθηκαν.

    Άρθρο 67

    Ετήσια εξέταση προγραμμάτων

    Κάθε έτος, κατά την υποβολή των ετήσιων εκθέσεων υλοποίησης και ελέγχου που αναφέρονται στα άρθρα 65 και 60 παράγραφος 4 και σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται σε συμφωνία με το οικείο κράτος μέλος και τη διαχειριστική αρχή, η Επιτροπή και η διαχειριστική αρχή εξετάζουν την πρόοδο που σημειώθηκε στην υλοποίηση του επιχειρησιακού προγράμματος, τα κυριότερα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν κατά το προηγούμενο έτος, τη χρηματοδοτική εκτέλεση και άλλους παράγοντες με στόχο τη βελτίωση της υλοποίησης, συμπεριλαμβανομένων θεμάτων που έχουν σχέση με τη λειτουργία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου.

    Μετά την εξέταση αυτή, η Επιτροπή μπορεί να διατυπώσει σχόλια στο κράτος μέλος και στη διαχειριστική αρχή. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα που λήφθηκαν όσον αφορά τα σχόλια αυτά.

    Όταν καταστούν διαθέσιμες οι εκ των υστέρων αξιολογήσεις της συνδρομής που χορηγήθηκε κατά την περίοδο προγραμματισμού 2000-2006, τα συνολικά αποτελέσματα εξετάζονται με την ευκαιρία της πρώτης επόμενης ετήσιας εξέτασης.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

    Έλεγχοι

    Τμήμα 1

    Ευθύνες στων κρατών μελών

    Άρθρο 68

    Χρηστή δημοσιονομική διαχείριση

    Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για τη διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης των επιχειρησιακών προγραμμάτων και για τη νομιμότητα και την κανονικότητα των σχετικών συναλλαγών.

    Διασφαλίζουν ότι οι διαχειριστικές αρχές, οι αρχές πιστοποίησης, οι ελεγκτικές αρχές καθώς και οποιοιδήποτε άλλοι σχετικοί οργανισμοί λαμβάνουν επαρκείς οδηγίες για την κατάρτιση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου που αναφέρονται στα άρθρα 56 έως 60, με στόχο τη διασφάλιση της αποτελεσματικής και ορθής χρήσης της κοινοτικής χρηματοδότησης.

    Τα κράτη μέλη προλαμβάνουν, ανιχνεύουν και διορθώνουν παρατυπίες. Τις κοινοποιούν στην Επιτροπή σύμφωνα με τους κανόνες, και τηρούν την Επιτροπή ενήμερη σχετικά με την πρόοδο των διοικητικών και νομικών διαδικασιών.

    Στην περίπτωση μη δυνατότητας ανάκτησης αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών σε δικαιούχο, το κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την επιστροφή των απολεσθέντων ποσών στον προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκτός εάν αποδείξει ότι η απώλεια δεν προκλήθηκε λόγω παρατυπίας ή αμέλειάς του.

    Άρθρο 69

    Συστήματα διαχείρισης και ελέγχου

    Πριν την έγκριση ενός επιχειρησιακού προγράμματος, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την κατάρτιση συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου των επιχειρησιακών προγραμμάτων σύμφωνα με τα άρθρα 56 έως 60. Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για τη διασφάλιση της αποτελεσματικής λειτουργίας των συστημάτων καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου προγραμματισμού.

    Εντός τριών μηνών από την έγκριση κάθε επιχειρησιακού προγράμματος, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή περιγραφή των συστημάτων, η οποία καλύπτει ιδίως την οργάνωση και τις διαδικασίες των αρχών διαχείρισης και πιστοποίησης καθώς και των ενδιάμεσων οργανισμών καθώς και τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου που εφαρμόζονται από τις εν λόγω αρχές και οργανισμούς, από την ελεγκτική αρχή καθώς και τα οποιουσδήποτε άλλους οργανισμούς που πραγματοποιούν ελέγχους υπό την ευθύνη της.

    Η περιγραφή αυτή συνοδεύεται από έκθεση ανεξάρτητου οργανισμού ελέγχου στην οποία αναφέρονται τα αποτελέσματα αξιολόγησης των συστημάτων και διατυπώνεται γνώμη σχετικά με τη συμμόρφωσή τους προς τα άρθρα 56 έως 60. Στην περίπτωση που εκφράζονται επιφυλάξεις στη γνώμη, η έκθεση προσδιορίζει τις ελλείψεις και τη σοβαρότητά τους. Το κράτος μέλος καταρτίζει, σε συμφωνία με την Επιτροπή, σχέδιο στο οποίο καθορίζονται τα διορθωτικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν καθώς και το χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή τους.

    Ο ανεξάρτητος οργανισμός ελέγχου ορίζεται το αργότερο κατά την έγκριση του επιχειρησιακού προγράμματος. Η Επιτροπή μπορεί να δεχθεί η ελεγκτική αρχή του επιχειρησιακού προγράμματος να ασκεί καθήκοντα ανεξάρτητου οργανισμού ελέγχου στην περίπτωση που διαθέτει την αναγκαία ικανότητα. Ο ανεξάρτητος οργανισμός ελέγχου πρέπει να διαθέτει την αναγκαία επιχειρησιακή ανεξαρτησία και πρέπει να εκτελεί το έργο του σύμφωνα με διεθνή πρότυπα λογιστικού ελέγχου.

    Τμήμα 2

    Ευθύνες της Επιτροπής

    Άρθρο 70

    Ευθύνες της Επιτροπής

    Η Επιτροπή διασφαλίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 69, ότι τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει συστήματα διαχείρισης και ελέγχου με βάση τις ετήσιες εκθέσεις ελέγχου και τους δικούς της ελέγχους, καθώς επίσης και ότι τα συστήματα λειτουργούν αποτελεσματικά κατά τη διάρκεια της περιόδου υλοποίησης των επιχειρησιακών προγραμμάτων.

    Με την επιφύλαξη των ελέγχων που πραγματοποιούνται από τα κράτη μέλη, οι υπάλληλοι της Επιτροπής ή εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι της Επιτροπής μπορούν να πραγματοποιούν επιτόπιους ελέγχους για την επαλήθευση της αποτελεσματικής λειτουργίας των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, στους οποίους μπορούν να περιλαμβάνονται έλεγχοι πράξεων που προβλέπονται στο επιχειρησιακό πρόγραμμα με ελάχιστη προειδοποίηση μιας εργάσιμης ημέρας. Οι υπάλληλοι ή οι εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι του κράτους μέλους μπορούν να συμμετέχουν στους ελέγχους αυτούς.

    Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από ένα κράτος μέλος να πραγματοποιήσει επιτόπιο έλεγχο προκειμένου να επαληθεύσει την εύρυθμη λειτουργία των συστημάτων ή την ορθότητα μιας ή περισσότερων συναλλαγών. Οι υπάλληλοι ή οι εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι του κράτους μέλους μπορούν να συμμετέχουν στους ελέγχους αυτούς.

    Άρθρο 71

    Συνεργασία με οργανισμούς ελέγχου των κρατών μελών

    Η Επιτροπή συνεργάζεται με τις ελεγκτικές αρχές των επιχειρησιακών προγραμμάτων για το συντονισμό των αντίστοιχων σχεδίων ελέγχου τους και των μεθόδων επιθεώρησής τους και ανταλλάσσει αμελλητί τα αποτελέσματα των ελέγχων των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου με στόχο τη χρησιμοποίηση κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο των μέσων ελέγχου και την αποφυγή αδικαιολόγητης επικάλυψης της εργασίας. Η Επιτροπή και οι ελεγκτικές αρχές συναντώνται σε τακτική βάση, γενικά μία φορά τουλάχιστον κατ' έτος, προκειμένου να εξετάσουν από κοινού την ετήσια έκθεση ελέγχου που υποβάλλεται βάσει του άρθρου 60 και να ανταλλάξουν γνώμες σχετικά με άλλα θέματα που έχουν σχέση με τη βελτίωση της διαχείρισης και του ελέγχου των επιχειρησιακών προγραμμάτων. Η Επιτροπή διατυπώνει τα σχόλιά της σχετικά με την στρατηγική ελέγχου που προβλέπεται στο άρθρο 60 το αργότερο τρεις μήνες μετά από τη λήψη της ή κατά την πρώτη συνάντηση που πραγματοποιείται μετά από αυτή.

    Κατά τον καθορισμό τής στρατηγικής ελέγχου της, η Επιτροπή προσδιορίζει τα επιχειρησιακά προγράμματα, για τα οποία διατυπώθηκε ανεπιφύλακτη γνώμη για συμμόρφωση του συστήματος βάσει του άρθρου 60, ή στην περίπτωση που οι επιφυλάξεις αποσύρθηκαν μετά από διορθωτικά μέτρα, ή ότι η στρατηγική ελέγχου της ελεγκτικής αρχής είναι ικανοποιητική και ότι λήφθηκαν εύλογες εγγυήσεις ότι τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου λειτουργούν αποτελεσματικά με βάση τα αποτελέσματα των ελέγχων της Επιτροπής και του κράτους μέλους.

    Σχετικά με τα εν λόγω προγράμματα, η Επιτροπή μπορεί να ενημερώσει τα οικεία κράτη μέλη ότι θα στηρίζεται κυρίως στη γνώμη της ελεγκτικής αρχής ως προς την ορθότητα, νομιμότητα και κανονικότητα των δηλωθεισών δαπανών και θα πραγματοποιεί τους δικούς της επιτόπιους ελέγχους μόνο σε εξαιρετικές παριπτώσεις.

    Τίτλος VIII

    Δημοσιονομική Διαχείριση

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

    Δημοσιονομική διαχείριση

    Τμήμα 1

    Αναλήψεις υποχρεώσεων του προϋπολογισμού

    Άρθρο 72

    Αναλήψεις υποχρεώσεων του προϋπολογισμού

    Οι αναλήψεις υποχρεώσεων του κοινοτικού προϋπολογισμού στα επιχειρησιακά προγράμματα (οι οποίες στο εξής καλούνται «αναλήψεις υποχρεώσεων του προϋπολογισμού») πραγματοποιούνται σε ετήσια φάση κατά τη διάρκεια της περιόδου μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2007 και 31 Δεκεμβρίου 2013. Η πρώτη ανάληψη υποχρεώσεων του προϋπολογισμού πραγματοποιείται πριν τη λήψη απόφασης της Επιτροπής για την έγκριση του επιχειρησιακού προγράμματος. Οι μεταγενέστερες αναλήψεις υποχρεώσεων πραγματοποιείται από την Επιτροπή με βάση την απόφαση συμμετοχής του Ταμείου, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 20.

    Τμήμα 2

    Πληρωμές

    Άρθρο 73

    Κοινοί κανόνες που ισχύουν στις πληρωμές

    Οι πληρωμές, εκ μέρους της Επιτροπής, της συνεισφοράς του Ταμείου πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αναλήψεις υποχρεώσεων του προϋπολογισμού. Οι πληρωμές καταλογίζονται στην παλαιότερη ανοικτή ανάληψη υποχρεώσεων του προϋπολογισμού.

    Οι πληρωμές λαμβάνουν τη μορφή προχρηματοδότησης, ενδιάμεσων πληρωμών και πληρωμής του υπόλοιπου. Διενεργούνται από τον οργανισμό που έχει ορισθεί από το κράτος μέλος.

    Το αργότερο, στις 31 Ιανουαρίου κάθε έτους, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή επικαιροποιημένες προβλέψεις ετήσιων πληρωμών για το τρέχον δημοσιονομικό έτος και για το επόμενο δημοσιονομικό έτος.

    Όλες οι ανταλλαγές στοιχείων που αφορούν οικονομικές συναλλαγές μεταξύ της Επιτροπής και των αρχών που έχουν ορισθεί από τα κράτη μέλη πραγματοποιούνται με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων σύμφωνα με τους κανόνες εφαρμογής που έχουν θεσπιστεί από την Επιτροπή βάσει της διαδικασίας που αναφέρεται στο άρθρο 100 παράγραφος 3.

    Άρθρο 74

    Κανόνες για τον υπολογισμό ενδιάμεσων πληρωμών και πληρωμών του υπολοίπου

    Οι ενδιάμεσες πληρωμές και πληρωμές του υπολοίπου υπολογίζονται με την εφαρμογή του ποσοστού συγχρηματοδότησης κάθε προτεραιότητας σε δημόσιες δαπάνες που έχουν πιστοποιηθεί στο πλαίσιο της εν λόγω προτεραιότητας με βάση δήλωση δαπανών πιστοποιημένη από την αρμόδια αρχή πιστοποίησης.

    Άρθρο 75

    Δηλώσεις δαπανών

    Όλες οι δηλώσεις δαπανών περιλαμβάνουν, για κάθε προτεραιότητα, το ποσό της διενεργηθείσας δαπάνης από τους δικαιούχους για την υλοποίηση πράξεων καθώς και την αντίστοιχη συνεισφορά των δημόσιων Ταμείων. Οι δαπάνες που καταβάλλονται από τους δικαιούχους τεκμηριώνονται από τα εκδοθέντα τιμολόγια ή λογιστικά έγγραφα αντίστοιχης αποδεικτικής αξίας.

    Όσον αφορά τα καθεστώτα ενισχύσεων κατά την έννοια του άρθρου 87 της Συνθήκης, οι δαπάνες που πιστοποιούνται στην Επιτροπή είναι δαπάνες που καταβάλλονται από τους δικαιούχους για τους οποίους πραγματοποιήθηκε πληρωμή από τον οργανισμό που χορηγεί την ενίσχυση.

    Άρθρο 76

    Σώρευση πληρωμών προχρηματοδότησης και ενδιάμεσων πληρωμών

    Το σωρευτικό σύνολο των πληρωμών προχρηματοδότησης και των ενδιάμεσων πληρωμών που πραγματοποιήθηκαν δεν πρέπει να υπερβαίνει το 95% της συμμετοχής στο επιχειρησιακό πρόγραμμα.

    Όταν επιτευχθεί το ανώτατο αυτό όριο, η αρχή πιστοποίησης συνεχίζει να διαβιβάζει στην Επιτροπή οποιεσδήποτε πιστοποιημένες δαπάνες στις 31 Δεκεμβρίου του έτους «n», καθώς επίσης και τα ποσά που ανακτήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους για το Ταμείο, το αργότερο μέχρι την 31 Ιανουαρίου του έτους «n+1».

    Άρθρο 77

    Πλήρης πληρωμή στους δικαιούχους

    Τα κράτη μέλη διαπιστώνουν ότι ο υπεύθυνος για τη διενέργεια των πληρωμών οργανισμός διασφαλίζει ότι οι δικαιούχοι εισπράττουν το συντομότερο δυνατόν και πλήρως το συνολικό ποσό της συνεισφοράς των δημόσιων ταμείων. Κανένα ποσό δεν θα αφαιρείται ή θα παρακρατείται, ούτε θα εισπράττεται οποιαδήποτε ειδική επιβάρυνση ή άλλο τέλος ισοδύναμου αποτελέσματος, το οποίο θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των ποσών αυτών για τους δικαιούχους.

    Τμήμα 3

    Προχρηματοδότηση

    Άρθρο 78

    Πληρωμή

    Μετά την έκδοση απόφασης από την Επιτροπή για την έγκριση της συμμετοχής του Ταμείου σε επιχειρησιακό πρόγραμμα, καταβάλλεται ενιαίο ποσό προχρηματοδότησης από την Επιτροπή στον οργανισμό που ορίζεται από το κράτος μέλος. Το εν λόγω ποσό προχρηματοδότησης αντιπροσωπεύει το 7% της συμμετοχής του Ταμείου στο εν λόγω επιχειρησιακό πρόγραμμα.

    Το συνολικό ποσό που καταβάλλεται ως προχρηματοδότηση επιστρέφεται στην Επιτροπή από τον οργανισμό που ορίζεται από το κράτος μέλος εάν δεν έχει υποβληθεί καμία αίτηση πληρωμής στο πλαίσιο του επιχειρησιακού προγράμματος εντός 24 μηνών από την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσεως του ποσού της προχρηματοδότησης από την Επιτροπή.

    Οποιοδήποτε τόκος που προκύπτει από τη προχρηματοδότηση, καταλογίζεται στο εν λόγω επιχειρησιακό πρόγραμμα και πρέπει να αφαιρείται από το ποσό της δημόσιας δαπάνης που δηλώθηκε στην τελική δήλωση δαπανών.

    Το ποσό που καταβλήθηκε ως προχρηματοδότηση, εκκαθαρίζεται από τους λογαριασμούς κατά το κλείσιμο του επιχειρησιακού προγράμματος.

    Τμήμα 4

    Ενδιάμεσες πληρωμές

    Άρθρο 79

    Ενδιάμεσες πληρωμές

    Η Επιτροπή διενεργεί ενδιάμεσες πληρωμές ανάλογα με τη διαθέσιμη χρηματοδότηση και αφού λάβει εύλογες εγγυήσεις ότι το σύστημα διαχείρισης ελέγχου των επιχειρησιακών προγραμμάτων που έχει θεσπιστεί από το κράτος μέλος είναι σύμφωνο με τα άρθρα 56 έως 60. Οι εγγυήσεις αυτές στηρίζονται στην έκθεση του ανεξάρτητου οργανισμού ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 69 παράγραφος 3.

    Άρθρο 80

    Όροι αποδοχής των ετήσιων πληρωμών

    Κάθε ενδιάμεση πληρωμή που διενεργείται από την Επιτροπή υπόκειται στην τήρηση των ακόλουθων όρων:

    (α) υποβολή στην Επιτροπή αίτησης πληρωμής και δήλωσης δαπανών σύμφωνα με το άρθρο 73·

    (β) τήρήση του μέγιστου ποσού συνδρομής από του Ταμείου για κάθε προτεραιότητα κατά τη διάρκεια της περιόδου·

    (γ) υποβολή από τη διαχειριστική αρχή στην Επιτροπή της πλέον πρόσφατης ετήσιας έκθεσης υλοποίησης μέχρι την απαιτούμενη προθεσμία σύμφωνα με το άρθρο 65 παράγραφος 3·

    (δ) δεν πρέπει να έχει υπάρξει οποιαδήποτε διακοπή ή αναστολή των πληρωμών που προβλέπονται λεπτομερώς στο άρθρο 84, ούτε οποιαδήποτε αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής όσον αφορά παράβαση βάσει του άρθρου 226 της Συνθήκης, όσον αφορά πράξεις για τις οποίες πραγματοποιήθηκε η δαπάνη σύμφωνα με τη σχετική αίτηση πληρωμής.

    Με την επιφύλάξη της διαθέσιμης χρηματοδότησης, η Επιτροπή διενεργεί ενδιάμεσες πληρωμές το αργότερο εντός δύο μηνών μετά την ημερομηνία καταχώρησης μιας αίτησης πληρωμής που πληροί τους ανωτέρω όρους.

    Το κράτος μέλος και η υπεύθυνη για τη διενέργεια πληρωμών αρχή πιστοποίησης, ενημερώνονται το συντομότερο δυνατόν από την Επιτροπή στην περίπτωση που δεν πληρούται ένας από τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

    Άρθρο 81

    Διαδικασία πληρωμής

    Η Επιτροπή διενεργεί την ενδιάμεση πληρωμή το αργότερο εντός 45 ημερών μετά την ημερομηνία καταχώρησης αίτησης πληρωμής που πληροί τους όρους που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο.

    Στην περίπτωση που δεν πληρούται ένας από τους όρους αυτούς, το κράτος μέλος και η επιφορτισμένη με τη διενέργεια πληρωμών αρχή πιστοποίησης ενημερώνονται το συντομότερο δυνατόν από την Επιτροπή.

    Η αρχή πιστοποίησης διασφαλίζει τη συγκέντρωση των αιτήσεων ενδιάμεσων πληρωμών για τα επιχειρησιακά προγράμματα καθώς και τη διαβίβασή τους στην Επιτροπή, ει δυνατόν τρεις φορές ετησίως. Για πληρωμές που πρέπει να πραγματοποιηθούν από την Επιτροπή κατά το τρέχον έτος, η τελευταία ημερομηνία κατά την οποία μπορεί να υποβληθεί αίτησή πληρωμής είναι η 31η Οκτωβρίου.

    Τμήμα 5

    Πληρωμή υπολοίπου και κλείσιμο προγράμματοσ

    Άρθρο 82

    Όροι για την πληρωμή του υπολοίπου

    Η Επιτροπή καταβάλλει το υπόλοιπο υπό τον όρο ότι έχει λάβει τα ακόλουθα έγγραφα μέχρι την 30ή Ιουνίου 2016:

    (α) αίτηση πληρωμής του υπολοίπου και δήλωση δαπανών σύμφωνα με το άρθρο 65·

    (β) την τελική έκθεση υλοποίησης του επιχειρησιακού προγράμματος, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που καθορίζονται στο άρθρο 65·

    (γ) δήλωση ακρίβειας για την αίτηση πληρωμής του υπολοίπου που προβλέπεται στο άρθρο 60 παράγραφος 5, μαζί με την τελική έκθεση ελέγχου.

    Η πληρωμή του υπολοίπου υπόκειται στην αποδοχή της τελικής έκθεσης υλοποίησης και της δήλωσης ακρίβειας της αίτησης πληρωμής του υπολοίπου.

    Παράλειψη υποβολής στην Επιτροπή οποιουδήποτε των εγγράφων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μέχρι την 30ή Ιουνίου 2016 το αργότερο έχει αυτομάτως αποτέλεσμα την αποδέσμευση του υπολοίπου σύμφωνα με το άρθρο 87.

    Με την επιφύλαξη της διαθέσιμης χρηματοδότησης, η Επιτροπή καταβάλλει το υπόλοιπο εντός 45 ημερών από την ημερομηνία αποδοχής της τελικής έκθεσης και της δήλωσης ακρίβειας της αίτησης πληρωμής του υπολοίπου. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, το υπόλοιπο της ανάληψης υποχρεώσεων του προϋπολογισμού αποδεσμεύεται έξι μήνες μετά την πληρωμή.

    Μετά την 30ή Ιουνίου 2016, καμία περαιτέρω δαπάνη η οποία δεν έχει πιστοποιηθεί πριν την εν λόγω ημερομηνία δεν μπορεί να προστεθεί σε οποιεσδήποτε δηλώσεις δαπανών.

    Κατά παρέκκλιση των αποτελεσμάτων οποιωνδήποτε ελέγχων που πραγματοποιούνται από την Επιτροπή ή το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, το υπόλοιπο που καταβάλλεται από την Επιτροπή για το επιχειρησιακό πρόγραμμα μπορεί να τροποποιηθεί εντός εννέα μηνών από την ημερομηνία πληρωμής του ή, στην περίπτωση που πρέπει να επιστραφεί αρνητικό υπόλοιπο από το κράτος μέλος εντός εννέα μηνών από την ημερομηνία έκδοσης του χρεωστικού σημειώματος.

    Άρθρο 83

    Τήρηση εγγράφων

    Η διαχειριστική αρχή διασφαλίζει ότι όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα σχετικά με τη δαπάνη και τους ελέγχους του σχετικού επιχειρησιακού προγράμματος τηρούνται στη διάθεση της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τα έγγραφα τηρούνται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις που αφορούν τα χρονικά όρια για την τήρηση εγγράφων και επί χρονική περίοδο πέντε τουλάχιστον ετών μετά το κλείσιμο του επιχειρησιακού προγράμματος. Τα έγγραφα τηρούνται είτε υπό τη μορφή των πρωτοτύπων είτε υπό τη μορφή επικυρωμένων αντιγράφων των πρωτοτύπων σε κοινώς αποδεκτά μέσα καταχώρησης δεδομένων. Η περίοδος αυτή διακόπτεται είτε στην περίπτωση νομικών διαδικασιών είτε κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, στην οποία αναφέρονται οι σχετικοί λόγοι.

    Τμήμα 6

    Διακοπή, παρακράτηση και αναστολή πληρωμών

    Άρθρο 84

    Διακοπή

    Η προθεσμία πληρωμής διακόπτεται από τον εξουσιοδοτημένο διαχειριστή του προϋπολογισμού, κατά την έννοια του δημοσιονομικού κανονισμού, για μέγιστη περίοδο έξι μηνών στην περίπτωση που δεν υπάρχουν πληροφορίες ως προς την ορθή λειτουργία των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου ή στην περίπτωση που ο εξουσιοδοτημένος διαχειριστής ζητεί πρόσθετες πληροφορίες από τις εθνικές αρχές όσον αφορά τη διαδικασία παρακολούθησης των παρατηρήσεων που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο της ετήσιας επανεξέτασης. Η Επιτροπή ενημερώνει το κράτος μέλος και την αρχή πιστοποίησης σχετικά με τα αίτια της διακοπής. Το κράτος μέλος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να επανορθώσει την κατάσταση το συντομότερο δυνατόν.

    Στην περίπτωση που αποδεικνύεται αναγκαία η λήψη απόφασης σύμφωνα με τα άρθρα 85 και 86, η περίοδος διακοπής που αναφέρεται ανωτέρω παρατείνεται για μέγιστη περίοδο έξι μηνών.

    Άρθρο 85

    Παρακράτηση

    Η Επιτροπή αποφασίζει να παρακρατήσει από τις ενδιάμεσες πληρωμές το 20% των προς επιστροφή ποσών από την Επιτροπή στην περίπτωση που έχουν υλοποιηθεί τα βασικά στοιχεία του διορθωτικού σχεδίου δράσης που αναφέρεται στο άρθρο 69 παράγραφος 3 και έχουν αποκατασταθεί οι ελλείψεις που αναφέρονται στην ετήσια έκθεση της ελεγκτικής αρχής για το πρόγραμμα που αναφέρεται στο άρθρο 60 παράγραφος 4, σημείο α), αλλά απαιτούνται ακόμη τροποποιήσεις προκειμένου να δοθούν στην Επιτροπή εύλογες εγγυήσεις σχετικά με τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου.

    Οποιαδήποτε απόφαση παρακράτησης λαμβάνεται από την Επιτροπή αφού δοθεί στο κράτος μέλος η δυνατότητα να υποβάλει παρατηρήσεις εντός προθεσμίας δύο μηνών.

    Το υπόλοιπο των ενδιάμεσων πληρωμών καταβάλλεται όταν έχουν ληφθεί όλα τα απαιτούμενα μέτρα. Σε διαφορετική περίπτωση, είναι δυνατή η επιβολή οικονομικής διόρθωσης σύμφωνα με το άρθρο 96.

    Άρθρο 86

    Αναστολή πληρωμών

    Το σύνολο ή μέρος των ενδιάμεσων πληρωμών, στο επίπεδο των προτεραιοτήτων ή προγραμμάτων, μπορεί να ανασταλεί από την Επιτροπή στην περίπτωση που:

    α) υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις στο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου του προγράμματος, οι οποίες επηρεάζουν την αξιοπιστία της διαδικασίας για την πιστοποίηση των πληρωμών από την αρχή πιστοποίησης και για τις οποίες δεν έχουν ληφθεί διορθωτικά μέτρα ή,

    β) δαπάνη που περιλαμβάνεται σε πιστοποιημένη δήλωση δαπανών έχει σχέση με σοβαρή παρατυπία η οποία δεν έχει διορθωθεί, ή

    γ) ένα κράτος μέλος δεν έχει συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου 69.

    Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει την αναστολή των ενδιάμεσων πληρωμών αφού δώσει στον κράτος μέλος την ευκαιρία να υποβάλει τις παρατηρήσεις του εντός προθεσμίας δύο μηνών.

    Η Επιτροπή θέτει τέρμα στην αναστολή ενδιάμεσων πληρωμών στην περίπτωση που θεωρεί ότι το κράτος μέλος έχει λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να καταστήσει δυνατή την άρση της αναστολής. Στην περίπτωση που δεν λαμβάνονται τα απαιτούμενα μέτρα από το κράτος μέλος, η Επιτροπή μπορεί να λάβει απόφαση για τη μείωση του καθαρού ποσού ή να ακυρώσει την κοινοτική συμμετοχή στο επιχειρησιακό πρόγραμμα σύμφωνα με το άρθρο 96.

    Τμήμα 7

    Αυτόματη αποδέσμευση

    Άρθρο 87

    Αρχές

    Η επιτροπή αποδεσμεύει αυτομάτως οποιοδήποτε τμήμα των αναλήψεων υποχρεώσεων του προϋπολογισμού σε ένα επιχειρησιακό πρόγραμμα το οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε για την καταβολή των πληρωμών προχρηματοδότησης και των ενδιάμεσων πληρωμών, ή για το οποίο δεν υποβλήθηκε αποδεκτή αίτηση πληρωμής, όπως ορίζεται στο άρθρο 80, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του δεύτερου έτους μετά το έτος της ανάληψης υποχρεώσεων του προϋπολογισμού στο πλαίσιο του προγράμματος.

    Το τμήμα των αναλήψεων υποχρεώσεων που παραμένει ακόμη ανοικτό την 31η Δεκεμβρίου 2015 αποδεσμεύεται αυτομάτως εάν η Επιτροπή δεν έχει λάβει αποδεκτή αίτηση πληρωμής σχετικά με αυτό μέχρι την 30ή Ιουνίου 2016.

    Εάν ο παρών κανονισμός αρχίσει να ισχύει μετά την 1η Ιανουαρίου 2007, η περίοδος μετά την οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί η πρώτη αυτόματη αποδέσμευση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 παρατείνεται, όσον αφορά την πρώτη αποδέσμευση, κατά τον αριθμό των μηνών μεταξύ τγς 1ης Ιανουαρίου 2007 και της ημερομηνίας της πρώτης ανάληψης υποχρεώσεων του προϋπολογισμού.

    Άρθρο 88

    Εξαιρέσεις όσον αφορά τα χρονικά όρια των αποδεσμεύσεων

    Στην περίπτωση που απαιτείται μεταγενέστερη απόφαση της Επιτροπής προκειμένου να δοθεί άδεια για ένα καθεστώς ενισχύσεων, η προθεσμία της αυτόματης αποδέσμευσης που αναφέρεται στο άρθρο 87 αρχίζει να μετρά από την ημερομηνία της απόφασης της Επιτροπής που έπεται της απόφασης για την έγκριση του επιχειρησιακού προγράμματος. Τα ποσά τα οποία αφορά τη παρέκκλιση αυτή καθορίζονται με βάση κατάσταση που διαβιβάζεται από το κράτος μέλος, στην οποία αναφέρονται τα σχετικά αίτια.

    Άρθρο 89

    Διακοπή προθεσμιών όσον αφορά νομικές διαδικασίες και διοικητικές εφέσεις

    Η προθεσμία για την αυτόματη αποδέσμευση που αναφέρεται στο άρθρο 87 διακόπτεται, για το ποσό που αφορά τις σχετικές πράξεις, κατά τη διάρκεια νομικών διαδικασιών ή διοικητικής εφέσεως, οι οποίες έχουν ανασταλτικό αποτέλέσμα, υπό τον όρο ότι το κράτος μέλος διαβιβάζει στην Επιτροπή στοιχεία που αναφέρουν τους σχετικούς λόγους μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του έτους n+2. Για το τμήμα των αναλήψεων υποχρεώσεων που είναι ακόμή ανοικτό την 31η Δεκεμβρίου 2015, η προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 87 παράγραφος 2 διακόπτεται υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που εφαρμόζονται για το ποσό που αφορά τις σχετικές πράξεις.

    Άρθρο 90

    Εξαιρέσεις όσον αφορά την αυτόματη αποδέσμευση

    Δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό της αυτόματης αποδέσμευσης:

    (α) το τμήμα της ανάληψης υποχρεώσεων του προϋπολογισμού για το οποίο υποβλήθηκε αίτηση πληρωμής, του οποίου όμως η επιστροφή διεκόπη, παρακρατήθηκε ή ανεστάλη από την Επιτροπή στις 31 Δεκεμβρίου του έτους n+2. Εάν τα ποσά αυτά ληφθούν τελικά υπόψη ή όχι θα εξαρτάται από την έκβαση του προβλήματος που έχει ως αποτέλεσμα την παρακράτηση, διακοπή ή αναστολή τής πληρωμής·

    (β) το τμήμα της ανάληψης υποχρεώσεων του προϋπολογισμού για το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση πληρωμής, αλλά δεν έχει πραγματοποιηθεί η επιστροφή του ιδίως λόγω έλλειψης δημοσιονομικών πόρων·

    (γ) το τμήμα της ανάληψης υποχρεώσεων του προϋπολογισμού, για το οποίο δεν κατέστη δυνατό να υποβληθεί αποδεκτή αίτηση πληρωμής για λόγους ανωτέρας βίας που επηρεάζουν σοβαρά την υλοποίηση του επιχειρησιακού προγράμματος. Οι εθνικές αρχές, οι οποίες ισχυρίζονται λόγους ανωτέρας βίας, πρέπει να αποδείξουν τις άμεσες συνέπειες για την υλοποίηση ολοκλήρου ή μέρους του επιχειρησιακού προγράμματος.

    Άρθρο 91

    Διαδικασία

    Η Επιτροπή ενημερώνει εγκαίρως το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και τις αρχές οποτεδήποτε υπάρχει κίνδυνος εφαρμογής της αυτόματης αποδέσμευσης που προβλέπεται στην παράγραφο 2. Η Επιτροπή ενημερώνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και τις αρχές σχετικά με το ποσό της αυτόματης αποδέσμευσης που προκύπτει από τις πληροφορίες που έχει στην κατοχή της.

    Το κράτος μέλος διαθέτει προθεσμία δύο μηνών από την ημερομηνία λήψης της εν λόγω πληροφορίας προκειμένου να συμφωνήσει με το ποσό ή να υποβάλει τις παρατηρήσεις του. Η Επιτροπή προβαίνει στην αυτόματη αποδέσμευση το αργότερο εννέα μήνες μετά την προθεσμία που αναφέρεται στο άρθρο 87.

    Η συμμετοχή του Ταμείου στο επιχειρησιακό πρόγραμμα μειώνεται, για το σχετικό έτος, κατά το αυτομάτως αποδεσμευθέν ποσό. Το κράτος μέλος υποβάλλει αναθεωρημένο σχέδιο χρηματοδότησης για την κατανομή του μειωμένου ποσού της συνδρομής στις προτεραιότητες του επιχειρησιακού προγράμματος. Σε περίπτωση μη υποβολής του σχεδίου αυτού, η Επιτροπή μειώνει αναλογικά τα ποσά που κατανέμονται σε κάθε προτεραιότητα.

    Τμήμα 8

    Μερικό κλείσιμο

    Άρθρο 92

    Μερικό κλείσιμο

    Μερικό κλείσιμο επιχειρησιακών προγραμμάτων μπορεί να πραγματοποιείται σε χρονικές περιόδους που επιλέγονται από το κράτος μέλος. Το μερικό κλείσιμο αφορά περατωθείσες πράξεις για τις οποίες πραγματοποιήθηκε τελική πληρωμή στον δικαιούχο το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου του έτους n-1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, θεωρούνται ότι έχουν περατωθεί οι πράξεις στην περίπτωση που οι σχετικές δραστηριότητες έχουν όντως πραγματοποιηθεί και ο δικαιούχος έχει λάβει τελική πληρωμή ή έχει υποβάλει έγγραφο ισοδύναμου αποτελέσματος στη διαχειριστική αρχή.

    Το ύψος των πληρωμών που αντιστοιχεί σε περατωθείσες πράξεις προσδιορίζεται στις δηλώσεις δαπανών. Μερικό κλείσιμο πραγματοποιείται υπό τον όρο ότι η διαχειριστική αρχή διαβιβάζει τα εξής έγγραφα στην Επιτροπή μέχρι την 30ή Ιουνίου του έτους n:

    (α) τελική δήλωση δαπανών για τις εν λόγω πράξεις,

    (β) δήλωση ακρίβειας, η οποία έχει εκδοθεί από την ελεγκτική αρχή του προγράμματος, που προβλέπεται στο άρθρο 60, για την τελική αίτηση πληρωμής που έχει σχέση με τις περατωθείσες πράξεις, με την οποία πιστοποιείται η νομιμότητα και η κανονικότητα των σχετικών συναλλαγών.

    Άρθρο 93

    Έγγραφα

    Η διαχειριστική αρχή θέτει στη διάθεση της Επιτροπής κατάλογο πράξεων αποτελούν αντικείμενο που μερικού κλεισίματος, για τις οποίες έχει πραγματοποιηθεί τελική πληρωμή.

    Η διαχειριστική αρχή διασφαλίζει ότι όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα σχετικά με τη δαπάνη και τους ελέγχους των σχετικών πράξεων τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου. Τα έγγραφα τηρούνται για περίοδο πέντε τουλάχιστον ετών μετά το έτος κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε το τελικό κλείσιμο, με την επιφύλαξη των κανόνων που διέπουν τις κρατικές ενισχύσεις. Τα έγγραφα τηρούνται είτε υπό τη μορφή πρωτοτύπων είτε επικυρωμένων αντιγράφων των πρωτοτύπων σε κοινώς αποδεκτά μέσα καταχώρησης δεδομένων. Η περίοδος αυτή διακόπτεται είτε στην περίπτωση νομικών διαδικασιών είτε κατόπιν δεόντως αιτιολογημένης αίτησης της Επιτροπής.

    Οποιεσδήποτε δημοσιονομικές διορθώσεις, οι οποίες πραγματοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 95 και 96 σχετικά με πράξεις που υπόκεινται σε μερική περάτωση, θεωρούνται ως καθαρές δημοσιονομικές διορθώσεις.

    Τμήμα 9

    Χρήση του ευρώ

    Άρθρο 94

    Χρήση του ευρώ

    Οι αποφάσεις της Επιτροπής σχετικά με επιχειρησιακά προγράμματα, οι αναλήψεις υποχρεώσεων και οι πληρωμές της Επιτροπής, καθώς και τα ποσά των πιστοποιημένων δαπανών και οι αιτήσεις πληρωμής από τα κράτη μέλη εκφράζονται σε ευρώ, και η πληρωμή τους πραγματοποιείται στο νόμισμα αυτό σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που καταρτίζονται από την Επιτροπή βάσει της διαδικασίας που αναφέρεται στο άρθρο 10 παράγραφος 3.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

    Δημοσιονομικές διορθώσεις

    Τμήμα 1

    Δημοσιονομικές διορθώσείς από τα κράτη μέλη

    Άρθρο 95

    Δημοσιονομικές διορθώσεις από τα κράτη μέλη

    Τα κράτη μέλη φέρουν την πρωταρχική ευθύνη για την έρευνα των παρατυπιών, ενεργώντας κατόπιν στοιχείων για οποιαδήποτε μείζονος σημασίας αλλαγή η οποία επηρεάζει τη φύση των όρων υλοποίησης ή την παρακολούθηση της συνδρομής καθώς και για τη διενέργεια των απαιτούμενων δημοσιονομικών διορθώσεων.

    Το κράτος μέλος προβαίνει στις απαιτούμενες δημοσιονομικές διορθώσεις όσον αφορά τις μεμονωμένες ή συστημικές παρατυπίες που ανιχνεύονται σε πράξεις ή επιχειρησιακά προγράμματα. Οι διορθώσεις που διενεργούνται από το κράτος μέλος συνίστανται στην ακύρωση του συνόλου ή μέρους της κοινοτικής συμμετοχής. Το κράτος μέλος λαμβάνει υπόψη τη φύση και τη σοβαρότητα των παρατυπιών καθώς και την οικονομική απώλεια που υπέστη το Ταμείο. Τα κοινοτικά κεφάλαια που αποδεσμεύθηκαν με τον τρόπο αυτό, μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν από το κράτος μέλος μέχρι το Δεκέμβριο του 2015 για το σχετικό επιχειρησιακό πρόγραμμα σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της παραγράφου 3. Τα κράτη μέλη περιλαμβάνουν στην ετήσια έκθεση υλοποίησης και ελέγχου που διαβιβάζεται στην Επιτροπή βάσει των άρθρων 60 και 65 κατάλογο των διαδικασιών ακύρωσης που κινήθηκαν κατά το σχετικό έτος.

    Η συμμετοχή του Ταμείου που ακυρώνεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, δεν μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί για την πράξη ή τις πράξεις οι οποίες αποτέλεσαν αντικείμενο διόρθωσης, ούτε στην περίπτωση που η δημοσιονομική διόρθωση πραγματοποιείται λόγω συστημικού σφάλματος, για πράξεις στις οποίες συνέβη το εν λόγω συστημικό σφάλμα. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή, στην έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 65, για τον τρόπο με τον οποίο αποφάσισαν ή προτείνουν την επαναχρησιμοποίηση των ακυρωθέντων κεφαλαίων και, κατά περίπτωση, την τροποποίηση του χρηματοδοτικού σχεδίου του επιχειρησιακού προγράμματος.

    Στην περίπτωση συστημικών παρατυπιών, το κράτος μέλος επεκτείνει τις έρευνές του προκειμένου να καλύψει όλες τις πράξεις που θα μπορούσαν να επηρεαστούν.

    Στην περίπτωση ανάκτησης ποσών μετά από διαγραφή βάσει της παραγράφου 1, η αρμόδια υπηρεσία ή οργανισμός κινεί διαδικασίες ανάκτησης και ενημερώνει τις αρχές πιστοποίησης και διαχείρισης. Οι ανακτήσεις αποτελούν αντικείμενο ανακοίνωσης και λογιστικής καταχώρησης.

    Τμήμα 2

    Δημοσιονομικές διορθώσεις από την Επιτροπή

    Άρθρο 96

    Κριτήρια που διέπουν τις διορθώσεις

    Η Επιτροπή μπορεί να προβαίνει σε δημοσιονομικές διορθώσεις ακυρώνοντας το σύνολο ή μέρος της κοινοτικής συμμετοχής σε επιχειρησιακό πρόγραμμα στην περίπτωση που, μετά τη διεξαγωγή της αναγκαίας εξέτασης, συμπεραίνει ότι:

    (α) υπάρχει σοβαρή έλλειψη στο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου του προγράμματος, το οποίο έχει θέσει σε κίνδυνο την κοινοτική συνεισφορά η οποία έχει ήδη καταβληθεί στο πρόγραμμα·

    (β) οι δαπάνες που περιέχονται στην πιστοποιημένη δήλωση δαπανών είναι παράτυπες και δεν έχουν διορθωθεί από το κράτος μέλος πριν από την έναρξη της διαδικασίας διόρθωσης που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο·

    (γ) ένα κράτος μέλος δεν έχει συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις του βάσει του άρθρου 68 πριν την έναρξη της διαδικασίας διόρθωσης που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο.

    Η Επιτροπή στηρίζει τις δημοσιονομικές της διορθώσεις σε μεμονωμένες περιπτώσεις παρατυπιών που έχουν διαπιστωθεί, λαμβάνοντας υπόψη τη συστημική φύση της παρατυπίας προκειμένου να καθορίσει εάν θα πρέπει να εφαρμοστεί κατ' αποκοπή διόρθωση ή διόρθωση κατά παρέκταση. Στην περίπτωση που η παρατυπία αφορά δήλωση δαπάνης για την οποία έχουν προηγουμένως δοθεί θετικές εγγυήσεις σε ετήσια έκθεση ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 4 σημείο α), υφίσταται τεκμήριο συστημικού προβλήματος που προκαλεί την εφαρμογή κατ' αποκοπήν διόρθωσης ή διόρθωσης κατά παρέκταση, εκτός εάν το κράτος μέλος μπορεί να προσκομίσει υποδείξεις για την ανατροπή του τεκμηρίου αυτού εντός δύο μηνών.

    Η Επιτροπή, κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το ποσό της διόρθωσης, λαμβάνει υπόψη το μέγεθος της παρατυπίας καθώς και την έκταση και τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των ελλείψεων που διαπιστώθηκαν στο σχετικό επιχειρησιακό πρόγραμμα.

    Στην περίπτωση που η Επιτροπή στηρίζει τη θέση της στα γεγονότα που διαπιστώθηκαν από ελεγκτές, εκτός των δικών της ελεγκτών, εξάγει τα συμπεράσματά της σχετικά με τις δημοσιονομικές συνέπειες αφού εξετάσει τα μέτρα που λήφθηκαν από το σχετικό κράτος μέλος βάσει του άρθρου 69, τις εκθέσεις που υποβλήθηκαν βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1681/94 καθώς επίσης και οποιεσδήποτε απαντήσεις που λήφθηκαν από τα κράτη μέλη.

    Άρθρο 97

    Διαδικασία

    Πριν από τη λήψη απόφασης σχετικά με δημοσιονομική διόρθωση, η Επιτροπή κινεί τη διαδικασία ενημερώνοντας το κράτος μέλος σχετικά με τα προσωρινά συμπεράσματά του και ζητώντας από το κράτος μέλος να διατυπώσει τα σχόλιά του εντός διμήνου.

    Στην περίπτωση που η Επιτροπή προτείνει κατά παρέκταση ή κατ' αποκοπή δημοσιονομικές διορθώσεις, παρέχεται στο κράτος μέλος η ευκαιρία να αποδείξει, μέσω εξέτασης των σχετικών φακέλων, ότι η πραγματική έκταση της παρατυπίας είναι μικρότερη από την εκτίμηση της Επιτροπής. Το κράτος μέλος, σε συμφωνία με την Επιτροπή, μπορεί να περιορίσει το πεδίο της εξέτασης αυτής σε ένα κατάλληλο ποσοστό ή δείγμα των σχετικών φακέλων. Εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, ο χρόνος που επιτρέπεται για την εξέταση αυτή δεν πρέπει να υπερβαίνει μία πρόσθετη περίοδο δύο μηνών μετά τη δίμηνη περίοδο που αναφέρεται ανωτέρω. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε στοιχεία τα οποία υποβάλλονται από το κράτος μέλος εντός των προθεσμιών.

    Στην περίπτωση που το κράτος μέλος δεν αποδέχεται τα προσωρινά συμπεράσματα της Επιτροπής, καλείται σε ακρόαση από την Επιτροπή, κατά τη διάρκεια της οποίας τα δύο μέρη συνεργάζονται στηριζόμενα στην εταιρική σχέση και ασκούν προσπάθειες ώστε να επιτύχουν συμφωνία όσον αφορά τις παρατηρήσεις και τα συμπεράσματα που θα εξάγουν. Η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση σχετικά με τη δημοσιονομική διόρθωση εφόσον δεν επιτευχθεί συμφωνία εντός έξι μηνών από την ημερομηνία της ακρόασης. Στην περίπτωση που δεν πραγματοποιηθεί ακρόαση, η εξάμηνη προθεσμία αρχίζει από την ημερομηνία λήψης του εγγράφου με το οποίο το κράτος μέλος απορρίπτει την πρόσκληση για ακρόαση.

    Άρθρο 98

    Επιστροφή

    Οποιαδήποτε επιστροφή, η οποία οφείλεται στην Επιτροπή, πραγματοποιείται πριν από την προθεσμία που αναφέρεται στην εντολή είσπραξης [η οποία συντάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 72 των κανόνων εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων][19]. Η προθεσμία αυτή είναι η τελευταία ημέρα του δευτέρου μήνα μετά την έκδοση της εντολής.

    Οποιαδήποτε καθυστέρηση στην πραγματοποίηση της επιστροφής δίνει δικαίωμα επιβολής τόκου λόγω καθυστερημένης πληρωμής, που αρχίζει την ημερομηνία που καθίσταται ληξιπρόθεσμη και λήγει την ημερομηνία της πληρωμής. Το επιτόκιο ορίζεται κατά ενάμιση ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερο από τον τόκο που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις βασικές πράξεις αναχρηματοδότησής της κατά την πρώτη εργάσιμη ημέρα του μήνα κατά τον οποίο καθίσταται ληξιπρόθεσμη.

    Άρθρο 99

    Υποχρεώσεις των κρατών μελών

    Μία δημοσιονομική διόρθωση από την Επιτροπή δεν επηρεάζει την υποχρέωση του κράτους μέλους να επιδιώξει ανακτήσεις βάσει του άρθρου 96 και να ανακτήσει κρατικές ενισχύσεις βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999.

    Τίτλος IX

    Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Αλιευτικού Ταμείου

    Άρθρο 100

    Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Αλιευτικού Ταμείου και διαδικασίες

    Η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Αλιευτικού Ταμείου (η οποία στο εξής καλείται «επιτροπή»).

    Η επιτροπή αυτή συνίσταται από αντιπροσώπους των κρατών μελών και προεδρεύεται από αντιπρόσωπο της Επιτροπής. Η εν λόγω επιτροπή συγκροτείται υπό την αιγίδα της Επιτροπής.

    Σε περίπτωση παραπομπής στο παρόν άρθρο, εφαρμόζεται η διαδικασία διαχείρισης που ορίζεται στα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

    Η περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται σε ένα μήνα.

    Η Επιτροπή θεσπίζει τους κανόνες διαδικασίας της.

    Άρθρο 101

    Κανόνες εφαρμογής

    Οι κανόνες εφαρμογής του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 100.

    Ο τύπος των μέτρων τεχνικής συνδρομής που εφαρμόζονται από την Επιτροπή και προβλέπονται στο άρθρο 45 παράγραφος 1 ορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 100.

    ΤΙΤΛΟΣ X

    ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 102

    Μεταβατικές διατάξεις

    Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει τη συνέχιση ή τροποποίηση, συμπεριλαμβανομένης της συνολικής ή μερικής ακύρωσης, συνδρομής που έχει εγκριθεί από το Συμβούλιο ή την Επιτροπή με βάση τους κανονισμούς (ΕΟΚ) αριθ. 2052/88, (ΕΟΚ) αριθ. 4253/88, (ΕΚ) αριθ. 1164/94, (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 και (ΕΚ) αριθ. 2792/1999, ή οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία, η οποία εφαρμόζεται στην εν λόγω συνδρομή στις 31 Δεκεμβρίου 2006.

    Κατά την κατάρτιση της κοινοτικής συνδρομής, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη οποιαδήποτε μέτρα τα οποία έχουν ήδη εγκριθεί από το Συμβούλιο ή την Επιτροπή πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, και τα οποία έχουν δημοσιονομικές επιπτώσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από την εν λόγω συνδρομή.

    Τμήματα των ποσών που έχουν δεσμευθεί για συνδρομή που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2000 και της 31ης Δεκεμβρίου 2006, για τα οποία τα έγγραφα που απαιτούνται για το κλείσιμο της συνδρομής δεν έχουν αποσταλεί στην Επιτροπή μέχρι την προθεσμία για την υποβολή της τελικής έκθεσης, αποδεσμεύονται αυτομάτως από την Επιτροπή, το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2010, παρέχοντας τη δυνατότητα επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών. Τα έγγραφα που απαιτούνται για το κλείσιμο της συνδρομής είναι η αίτηση πληρωμής του υπολοίπου, η τελική έκθεση υλοποίησης και επιθεώρησης καθώς και η δήλωση που συντάσσεται από πρόσωπο η υπηρεσία που είναι επιφορτισμένη με καθήκοντα ανεξάρτητα από τη διαχειριστική αρχή, στην οποία συνοψίζονται τα συμπεράσματα των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν και αξιολογείται η ακρίβεια της αίτησης πληρωμής του τελικού υπολοίπου καθώς και η νομιμότητα και κανονικότητα των συναλλαγών που καλύπτονται από το τελικό πιστοποιητικό δαπανών, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999.

    Δεν λαμβάνονται υπόψη στον υπολογισμό του προς αυτόματη αποδέσμευση ποσού, τα ποσά που αφορούν πράξεις ή προγράμματα τα οποία έχουν ανασταλεί λόγω ανασταλτικού αποτελέσματος των νομικών διαδικασιών ή διοικητικών εφέσεων.

    Άρθρο 103

    Κατάργηση προηγούμενων κανονισμών

    Με την επιφύλαξη του άρθρου 102, καταργούνται από 1ης Ιανουαρίου 2007 οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1263/1999 και αριθ. 2792/1999.

    Οι παραπομπές στους καταργηθέντες κανονισμούς εκλαμβάνονται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό.

    Άρθρο 104

    Ρήτρα αναθεώρησης του παρόντος κανονισμού

    Βάσει προτάσεως της Επιτροπής, το Συμβούλιο αναθεωρεί τον παρόντα κανονισμό μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013 το αργότερο.

    Άρθρο 105

    Έναρξη ισχύος

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2007.

    Ωστόσο, το άρθρο 14 εφαρμόζεται από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και εφαρμόζεται άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, [...].

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    [...]

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    Σύμφωνα με την ανακοίνωση σχετικά με τις νομικές προοπτικές που εκδόθηκε από την Επιτροπή στις 10 Φεβρουαρίου 2004, η ετήσια ανάλυση των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων για το Ευρωπαϊκό Αλιευτικό Ταμείο, σε τιμές 2004, έχει ως εξής:

    εκατομ.

    +++++ TABLE +++++

    Για όλες τις περιφέρειες που καλύπτονται από τον στόχο σύγκλισης, στα 15 κράτη μέλη, οι πόροι που διατίθενται για αναλήψεις υποχρεώσεων, σε τιμές 2004, ανέρχονται σε 2,015 εκατ. για την περίοδο 2007-2013.

    εκατομ.

    +++++ TABLE +++++

    Θα ασκηθεί σημαντική προσπάθεια για τη συγκέντρωση πόρων του προϋπολογισμού στα νέα κράτη μέλη που καλύπτονται από το στόχο σύγκλισης. Οι πόροι που διατίθενται για αναλήψεις υποχρεώσεων στα εν λόγω κράτη μέλη, σε τιμές 2004, ανέρχονται σε 1 702 εκατ. για την περίοδο 2007-2013.

    εκατομ.

    +++++ TABLE +++++

    Ποσοστό 75% των πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων που διατίθενται στο Ταμείο, σε πραγματικές τιμές, πρέπει να δεσμευθεί στις περιφέρειες που καλύπτονται από το στόχο σύγκλισης.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IIΜΕΓΙΣΤΑ ΠΟΣΟΣΤΑ ΚΡΑΤΙΚΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

    Ποσοστά χρηματοδοτικής συμμετοχής

    Για όλα τα μέτρα που αναφέρονται στον τίτλο IV, τα όρια της κοινοτικής χρηματοδοτικής συμμετοχής (Α), η συνολική δημόσια χρηματοδοτική συμμετοχή (εθνική, περιφερειακή και λοιπή συμμετοχή) του σχετικού κράτους μέλους (Β) και, κατά περίπτωση, η χρηματοδοτική συμμετοχή ιδιωτών δικαιούχων (Γ) υπόκειται στους ακόλουθους όρους, που εκφράζονται ως ποσοστό επιλέξιμων δαπανών.

    Ομάδα 1: (μη παραγωγικές επενδύσεις)

    Πριμοδότηση μόνιμης απόσυρσης (άρθρο 25), πριμοδότηση προσωρινής παύσης δραστηριοτήτων (άρθρο 26), κοινωνικοοικονομική αντιστάθμιση (άρθρο 28), μέτρα για την αειφόρο ανάπτυξη παράκτιων αλιευτικών περιοχών (άρθρο 43), υδατο-περιβαλλοντικά μέτρα (άρθρο 31), μέτρα δημόσιας και ζωικής υγείας (άρθρο 32), συλλογικές δράσεις (άρθρο 36), μέτρα που προορίζονται για την προστασία και την ανάπτυξη της υδρόβιας πανίδας (άρθρο 37), εγκαταστάσεις αλιευτικών λιμένων (άρθρο 38), προώθηση και ανάπτυξη νέων αγορών (άρθρο 39), πιλοτικά έργα (άρθρο 40), μετατροπή και αλλαγή δραστηριοτήτων αλιευτικών σκαφών (άρθρο 41), τεχνική συνδρομή (άρθρο 45).

    Ομάδα 2: (παραγωγικές επενδύσεις)

    Μέτρα για την αειφόρο ανάπτυξη παράκτιων αλιευτικών περιοχών (άρθρο 43), επενδύσεις σε αλιευτικά σκάφη (άρθρο 27), επενδύσεις στην υδατοκαλλιέργεια (άρθρο 30), επενδύσεις στη μεταποίηση και εμπορία προϊόντων αλιείας (άρθρο 34), προώθηση και ανάπτυξη νέων αγορών (άρθρο 39).

    Ομάδα 3

    - στο πλαίσιο σχεδίων προσαρμογής της αλιευτικής προσπάθειας βάσει του άρθρου 23 παράγραφος α) πρώτη περίπτωση:

    - πριμοδοτήσεις μόνιμης απόσυρσης (άρθρο 25)

    - πριμοδοτήσεις προσωρινής παύσης δραστηριοτήτων (άρθρο 26)

    - κοινωνικοοικονομικές αντισταθμίσεις (άρθρο 28).

    - Μέτρα για την παράκτια αλιεία περιορισμένης κλίμακας βάσει του άρθρου 27 σημείο α) παράγραφοι 3 και 4.

    Ομάδα 4

    Πιλοτικά έργα, εκτός εκείνων που εκτελούνται από δημόσιους οργανισμούς (άρθρο 40).

    Ένταση ενίσχυσης και ποσοστά χρηματοδοτικής συμμετοχής για πράξεις που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού

    +++++ TABLE +++++

    (*) Το ποσοστό του ιδιωτικού τομέα για μέτρα βάσει του άρθρου 27 σημείο α) παράγραφος 2 μειώνεται κατά 20%.

    FICHE FINANCIRE LGISLATIVE

    +++++ TABLE +++++

    1. LIGNE(S) BUDGTAIRE(S) + INTITUL(S)

    2. DONNES CHIFFRES GLOBALES

    2.1 Enveloppe totale de l'action (partie B): millions d'euros en CE

    2.2 Priode d'application:

    (annes de dbut et d'expiration)

    01 janvier 2007 au 31 dcembre 2013.

    2.3 Estimation globale pluriannuelle des dpenses:

    a) chancier crdits d'engagement/crdits de paiement (intervention financire) (cf. point 6.1.1)

    Millions d'euros ( la 3e dcimale)

    +++++ TABLE +++++

    b) Assistance technique et administrative (ATA) et dpenses d'appui (DDA) (cf. point 6.1.2)

    +++++ TABLE +++++

    +++++ TABLE +++++

    c) Incidence financire globale des ressources humaines et autres dpenses de fonctionnement(cf. points 7.2 et 7.3)

    +++++ TABLE +++++

    +++++ TABLE +++++

    2.4 Compatibilit avec la programmation financire et les perspectives financires

    [X] Proposition compatible avec la programmation financire existante.

    Cette proposition est compatible avec la proposition de la Commission pour les perspectives financires 2007-2013 (Com (2004) 101 final du 10.02.2004). Elle s'inscrit dans le cadre de la rubrique 2 « conservation et gestion des ressources naturelles ».

    [...] Cette proposition ncessite une reprogrammation de la rubrique concerne des perspectives financires,

    [...] y compris, le cas chant, un recours aux dispositions de l'accord interinstitutionnel.

    2.5 Incidence financire sur les recettes

    [X] Aucune implication financire (concerne des aspects techniques relatifs la mise en uvre d'une mesure).

    OU

    [...] Incidence financire - L'effet sur les recettes est le suivant:

    Millions d'euros ( la premire dcimale)

    +++++ TABLE +++++

    4. BASE JURIDIQUE

    (Indiquer ici uniquement la base juridique principale.)

    Articles 32 et 33 du Trait.

    5. DESCRIPTION ET JUSTIFICATION

    5.1 Ncessit d'une intervention communautaire[20]

    5.1.1 Objectifs poursuivis

    La prsente proposition vise la mise en place d'un Fonds destin promouvoir le dveloppement conomique et social du secteur de la pche, dans le cadre d'une gestion durable des ressources halieutiques conformment aux orientations arrtes par la rforme de la politique commune de la pche adopte en Dcembre 2002.

    L'excs de capacit de flotte communautaire, en dpit des efforts entrepris dans le cadre des programmes structurels prcdents (IFOP 1994-1999 et IFOP 2000-2006), demeure l'une des causes de la surexploitation de certains stocks. Le Fonds europen pour la pche (FEP) devra dsormais contribuer de manire dcisive la rduction ncessaire des capacits, notamment celles des flottes exerant une pression sur les stocks menacs. Par ailleurs le Fonds devra accompagner la restructuration du secteur par un dispositif de mesures sociales et conomiques de nature limiter l'impact li au dclin des activits de pche ou aux mesures contraignantes prises en vertu de la politique de la conservation des ressources halieutiques.

    L'aquaculture et la transformation communautaires demeurent confrontes des problmes de comptitivit, de productivit et de durabilit, ces domaines devraient faire l'objet d'un soutien cibl, permettant aux entreprises de s'adapter aux contraintes de march, environnementales et rglementaires auxquelles elles sont confrontes.

    Les problmes lis l'volution du secteur et la raret de la ressource frappent l'ensemble des activits conomiques des zones pche, il convient donc de mettre en place une politique de dveloppement des zones ctires de pche qui s'inscrit dans une dmarche intgre autour d'une stratgie territoriale pertinente et adapte au contexte local.

    Enfin, conformment aux objectifs fixs la PCP rforme, il conviendra d'accorder une importance accrue la prise en compte de la dimension environnementale dans toutes les interventions du Fonds.

    L'analyse d'impact ralise par la DG FISH et mentionne au point 5.1.2 dveloppe davantage les objectifs poursuivis par les interventions du Fonds

    5.1.2 Dispositions prises relevant de l'valuation ex ante

    a) d'expliquer comment et quand l'valuation ex ante a t effectue (auteur, calendrier et si le(s) rapport(s) est/sont disponible(s) ou comment l'information correspondante a t collecte[21].

    L'analyse d'impact de la prsente proposition ralise par la DG pche a t rdige sur la base des valuations disponibles notamment

    - l'valuation ex post des programmes IFOP pour la priode 1994-1999,

    - l'valuation mi-parcours des programmes IFOP pour la priode 2000-2006,

    - l'tude de l'impact de l'IFOP sur l'industrie de la transformation 1994-1999.

    D'autres documents stratgiques ont t galement pris en compte pour l'laboration de cette proposition en particulier,

    - le Livre Vert sur l'avenir de la PCP (mars 2001),

    - la Communication de la Commission intitule « une stratgie pour le dveloppement durable de l'aquaculture europenne » - COM (2002)511 final du 19.9.2002,

    - la Communication de la Commission « plan d'action pour pallier les consquences sociales, conomiques et rgionales de la restructuration du secteur de la pche de l'UE » -COM (2002) 600 du 6.11.2002.

    b) de dcrire brivement les constatations et enseignements tirs de l'valuation ex ante.)

    La gestion des interventions soutenues par le Fonds sera plus dcentralise vers les Etats membres,,,, par analogie avec les rgles de gestion qui rgiront les nouveaux Fonds structurels et de cohsion et le nouvel instrument de dveloppement rural. Un autre lment de simplification rside dans le choix d'un Fonds unique couvrant tout le territoire communautaire, rgit par un rglement unique simplifi, se limitant dfinir les principes et les critres d'intervention.

    Les responsabilits de la Commission et des Etats membres seront galement mieux dfinies chaque stade de la programmation, du suivi, de l'valuation et du contrle. Au niveau de la programmation, cette proposition adopte le principe d'une feuille de route dterminant les objectifs stratgiques tels que prvu dans les conclusions du 3me rapport de la Commission sur la cohsion conomique de 2004. Ainsi le Conseil dans un premier temps adopte, sur proposition de la Commission, aprs avis du Parlement, des orientations stratgiques dfinissant les priorits d'intervention de la PCP et servant de cadre de rfrence pour la programmation du Fonds par les Etats membres. Les Etats membres adoptent leur tour des plans stratgiques nationaux conformes aux orientations du Conseil, qui portent sur l'ensemble des volets de la PCP et indiquent les priorits et les objectifs pour sa mise en uvre. Les programmes oprationnels des Etats membre devront tenir compte.

    Les ressources du Fonds seront concentres sur un nombre limit de priorits de manire amliorer la transparence financire, la qualit et l'efficacit des interventions et faciliter l'valuation de la valeur ajoute communautaire. Ainsi la concentration de l'effort financier sur l'ajustement des capacits de pche et l'attnuation des impacts socio-conomiques qui en dcoulent devraient mieux contribuer la ralisation des objectifs d'une pche responsable et durable sur le plan conomique, social et environnemental.

    5.1.3 Dispositions prises la suite de l'valuation ex post

    (Dans le cas du renouvellement d'un programme, il s'agit aussi de dcrire brivement les enseignements tirer d'une valuation intrimaire ou ex post.)

    L'valuation ex-post de l'impact du soutien de l'IFOP sur la priode 1994-1999 montre que cet instrument n'a pas t suffisant pour enrayer la rduction des surcapacits de pche, du fait, en partie, que l'IFOP s'est avr difficile grer et inadapt pour susciter le retrait des navires ciblant les stocks halieutiques les plus menacs.

    L'valuation ex-post de l'impact du soutien de l'IFOP reu par l'industrie de la transformation pour la priode 1994-1999 montre que, quoique la politique communautaire en matire d'aide au secteur de la transformation ait volu, vers des mesures de restructuration et un encouragement l'adoption de techniques de production amliorant la comptitivit, des progrs restent faire non seulement au niveau de la dfinition des priorits mais aussi celui de la simplification des mcanismes de mise en uvre de l'IFOP.

    L'valuation a mi-parcours des programmes relevant de la priode 2000-2006 suggre que la programmation devrait tre labore de manire partenariale, qu'il convient d'liminer les mesures contradictoires pour la flotte (construction, modernisation versus dmolition et dclassement) et de soutenir d'avantage des activits intra sectoriels, pour combattre la fragmentation du secteur. En ce qui concerne la gestion et le suivi des programmes, il est recommand d'amliorer la promotion pour attirer d'avantage des projets, de simplifier les procdures administratives et de mieux dfinir les indicateurs de suivi.

    5.2 Actions envisages et modalits de l'intervention budgtaire

    - L'adaptation des capacits de pche :

    Le fonds devra rpondre l'une des priorits de la PCP savoir l'exploitation durable des ressources halieutiques. Il devra par consquent accompagner la gestion de la flotte communautaire, aujourd'hui encore sur capacitaire, en visant en premier lieu les flottes pchant des ressources en dessous des limites biologiques raisonnable. Le Fonds pourra accorder des aides aux armateurs et quipages affects par des mesures d'ajustement des efforts de pche lorsque celles-ci s'inscrivent dans le cadre :

    - De plans de reconstitution ou de gestion de la ressource adopts par le Conseil,

    - De mesures d'urgence adopte par la Commission ou les Etats membres pour la conservation,

    - De la non reconduction d'un accord de pche avec un pays tiers ou d'un arrangement international,

    - De plans de sortie de flotte adopts par les Etats membres sur une base volontaire.

    Ces plans d'adaptation des capacits devront inclure des actions d'arrt dfinitif des activits de pche et pourront inclure des mesures d'arrt temporaire.

    Les crdits non allous au titre de la rserve feront l'objet d'une programmation classique pour tous les autres domaines d'intervention ci-aprs. Dans ce cadre, le fonds apportera un concours financier aux plans de sortie de flotte qui seraient adopts par les Etats membres suite la non reconduction d'un accord ou d'un arrangement international, ou en vue d'adapter les capacits de leur flotte de pche aux ressources disponibles dans le cadre de plans d'une dure limite adopts volontairement par les Etats membre.

    Un soutien appropri sera accord au financement d'quipements visant amliorer la scurit bord, d'hygine, la qualit des produits et des conditions de travail, l'exprimentation de nouvelles mesures techniques dans le cadre de projets pilotes et ou permettant de conserver les captures bord ou de rduite l'impact de la pche sur l'environnement marin.

    Au titre de cette priorit « ajustement des efforts de pche », des compensations socio-conomiques pourront tre octroyes en faveur des pcheurs affects par l'volution de l'activit de pche pour leur reconversion, la diversification de leur activit ou leur dpart anticip du secteur.

    - Dveloppement durable des zones ctires de pche :

    Le Fonds interviendra en faveur du dveloppement durable des zones ctires, qui devra s'appuyer sur une stratgie territoriale pertinente et adapte au contexte local, visant le maintien ou l'amlioration de la prosprit conomique et sociale, la promotion de la valeur ajoute des activits de pche et d'aquaculture, le soutien la diversification et la reconversion conomique et la promotion de l'environnement ctier. Le public vis dans ce cadre sera l'ensemble des communauts ctires lies au secteur, allant ainsi au-del des pcheurs et armateurs. La dlimitation des zones ligibles incombera aux Etats membres sur la base de critres homognes pour toute la Communaut et dfinis par la prsente proposition. Afin de donner une prfrence la participation des acteurs de terrain, et de garantir une dmarche ascendante partir de la base, les stratgies de dveloppement des zones ctires de pches seront labores et mises en oeuvre par des regroupements de partenaires locaux publics et privs, slectionns par les Etats membres par le biais d'appels propositions.

    - Aquaculture, transformation et commercialisation des produits de la pche et de l'aquaculture :

    Les investissements dans ces secteurs devront s'inscrire dans une perspective de dveloppement durable et d'amlioration de la comptitivit des entreprises, notamment travers l'adaptation des conditions de production, le respect de la sant humaine et animale, de la qualit des produits et la rduction de l'impact de ces activits sur l'environnement. Les aides aux investissement dans les entreprises de transformation ou de commercialisation seront nanmoins limites aux micro et petites entreprises.

    - Mesures d'intrt collectif

    Les mesures d'intrt collectif mises en uvre par les professionnels et destines la protection et au dveloppement de la faune aquatique constituent un autre domaine d'intervention du Fonds. Ces actions doivent tre mises en uvre par des organismes publics ou parapublics ou des organisations professionnelles ou similaires reconnues. Les autres domaines d'intervention au titre des mesures collectives ligibles sont les investissements dans les ports de pche contribuant l'amlioration des services offerts aux pcheurs, la promotion et la recherche de nouveaux dbouchs pour les produits de la pche et de l'aquaculture dans le respect du droit de la concurrence, les projets pilotes dans le but d'acqurir ou de diffuser de nouvelles connaissance techniques, la transformation des navires de pche des fins exclusives de formation ou de recherche.

    - Assistance technique

    Dans la limite de 5 % des programmes oprationnels, le Fonds pourra concourir au financement d'actions de prparation, de gestion, de suivi, d'valuation, d'information, de contrle et d'audit des interventions. Par ailleurs le Fonds pourra apporter un soutien au renforcement de la capacit administrative ncessaire pour la gestion de la PCP et du Fonds, des Etats membres dont la totalit des rgions relvent de l'objectif de convergence.

    A son initiative et pour son compte, et dans la limite de 0,8% de la dotation totale du Fonds, la Commission peut financer au titre du Fonds des mesures de prparation, de suivi et de mise en uvre, d'valuation, de contrle et d'audit ncessaire la mise en uvre du Fonds.

    Bien que ne relevant plus de la politique de cohsion pour la priode 2007-2013, les interventions du fonds en conserveront les mmes fondements savoir les principes de partenariat, de subsidiarit et de concentration en faveur des rgions les plus dfavorises. A ce titre, les taux d'intervention diffrencis pour les diffrentes rgions de la Communaut en vigueur pour les autres Fonds structurels (FEDER et FSE) seront d'application.

    5.3 Modalits de mise en uvre

    La mise en oeuvre du Fonds relve de la gestion partage entre la Commission et les Etats membres conformment l'article 53 du rglement (CE) n° 1605/2002 l'exception de l'assistance technique l'initiative de la Commission effectue en gestion directe. La Commission, sur proposition des Etats membres adopte les stratgies et les priorits de dveloppement de la programmation et la participation financire communautaire. La mise en uvre du Fonds et leur contrle, en application du principe de subsidiarit, relve de la responsabilit des Etats membres.

    6. INCIDENCE FINANCIRE

    6.1 Incidence financire totale sur la partie B (oprationnelle) (pour toute la priode de programmation)

    6.1.1 Intervention financire

    Crdits d'engagement en millions d'euros ( la 3e dcimale)

    +++++ TABLE +++++

    L'allocation financire pour le FEP dans le cadre des perspectives financires proposes par la Commission[22] pour la priode 2007-2013 est de EUR 4,96 milliard pour une Europe largie 25, ce qui correspond approximativement aux montants allous pour l'Europe de 15 lors de la priode 2000-2006 (EUR 3.7 milliard).

    6.1.2 Assistance technique et administrative (ATA), dpenses d'appui (DDA) et dpenses TI (crdits d'engagement)

    +++++ TABLE +++++

    6.2. Calcul des cots par mesure envisage en partie B (oprationnelle) (pour toute la priode de programmation)[23]

    (Dans le cas o il y a plusieurs actions, il y a lieu de donner, sur les mesures concrtes prendre pour chaque action, les prcisions ncessaires l'estimation du volume et du cot des ralisations.)

    Les programmes oprationnels qui seront labors par les Etats membres se dclineront en 5 axes prioritaires pour les Etats membres concerns par des mesures relatives la flotte et 4 axes prioritaires pour les pays qui ne seront pas concerns par ces mesures.

    Ces axes sont dtaills au titre IV de la prsente proposition, il s'agit respectivement de l'adaptation de la flotte de pche communautaire ; de l'aquaculture, de la transformation et de la commercialisation des produits,,,, des mesures d'intrt collectif, du dveloppement des zones ctires de pche ; et de l'assistance technique .

    La rpartition des crdits l'intrieur de chaque enveloppe est de la comptence des Etats membres, elle doit nanmoins tre compatible avec les orientations stratgiques prvues l'article 13 de la prsente proposition.

    7. INCIDENCE SUR LES EFFECTIFS ET LES DPENSES ADMINISTRATIVES

    Les besoins en ressources humaines et administratives seront couverts l'intrieure de la dotation alloue la DG gestionnaire dans le cadre de la procdure d'allocation annuelle.

    L'allocation de postes dpendra d'une part de l'organisation interne de la prochaine Commission et d'autre part d'une ventuelle rallocation de postes entre services suite aux nouvelles perspectives financires.

    7.1. Incidence sur les ressources humaines

    +++++ TABLE +++++

    7.2 Incidence financire globale des ressources humaines

    +++++ TABLE +++++

    Les montants correspondent aux dpenses totales pour 12 mois.

    7.3 Autres dpenses de fonctionnement dcoulant de l'action

    +++++ TABLE +++++

    Les montants correspondent aux dpenses totales de l'action pour 12 mois.

    (1) Prciser le type de comit ainsi que le groupe auquel il appartient :

    +++++ TABLE +++++

    8. SUIVI ET VALUATION

    8.1 Systme de suivi

    Un comit de pilotage est cr pour chaque programme oprationnel par l'tat membre, en accord avec l'autorit de gestion aprs consultation des partenaires. Le comit de pilotage s'assure de l'efficacit et de la qualit de la mise en oeuvre de l'intervention. Il examine et approuve les critres de slection des oprations finances, value priodiquementles progrs raliss pour atteindre les objectifs spcifiques du programme oprationnel, examine les rsultats de la mise en uvre et examine et approuve le rapport annuel d'excution et le rapport final d'excution avant leur envoi la Commission

    L'autorit de gestion et le comit de pilotage assurent le suivi au moyen d'indicateurs de rsultat, y compris les indicateurs physiques, d'impact et financiers dfinis dans le programme oprationnel. Ces indicateurs se rfrent au caractre spcifique du secteur de l'Etat membre et aux objectifs poursuivis. La Commission en partenariat avec les Etats membres et en conformit avec le principe de proportionnalit examine les indicateurs ncessaires au suivi et l'valuation du programme oprationnel.

    L'autorit de gestion envoie un rapport annuel d'excution et de contrle du programme oprationnel la Commission, dans les six mois suivant la fin de chaque anne civile entire de mise en oeuvre. Avant leur transmission la Commission, chaque rapport est examin et approuv par le comit de pilotage.

    8.2 Modalits et priodicit de l'valuation prvue

    Les programmes oprationnels des Etats membres pour la mise en uvre du Fonds font l'objet d'une valuation ex-ante, d'une valuation intermdiaire et d'une valuation ex-post conformment des modalits convenues entre la Commission et les Etats membres. Le principe de proportionnalit est applicable aux valuations.

    L'valuation ex-ante vise assurer la cohrence entre les orientations stratgiques au niveau de la Communaut,,,, les plans stratgiques nationaux et les programmes oprationnels ainsi qu' optimiser l'allocation des ressources budgtaires des programmes oprationnels et amliorer la qualit de la programmation. Elle est conduite sous la responsabilit de l'Etat membre.

    L'valuation intermdiaire vise examiner l'efficacit des programmes oprationnels en vue de leur adaptation pour amliorer la qualit des interventions et leur mise en uvre. Elle est organise l'initiative de l'autorit de gestion, en concertation avec la Commission. Elle doit tre conduite selon un calendrier permettant de tenir compte de ses conclusions en cas de reconduction du programme.

    L'valuation ex-post est conduite sous la responsabilit de la Commission en concertation avec l'Etat membre et l'autorit de gestion qui doit assurer la collecte des donnes ncessaires sa ralisation. Elle est finalise au plus tard deux ans la fin de la priode de programmation.

    9. MESURES ANTIFRAUDE

    La Commission s'assure de l'existence et du bon fonctionnement dans les Etats membres des systmes de gestion et de contrle. Elle se base galement sur les rapports annuels de contrle et sur ses propres contrles sur place pour vrifier le bon fonctionnement des ces systmes. La Commission coopre avec les autorits nationales d'audit des programmes oprationnels, avec lesquelles elles se runit au moins une fois par an.

    En cas de dfaillance des systmes de gestion et de contrle nationaux, la Commission interrompt, retient ou rduit tout ou partie des paiements.

    La Commission peut effectuer des corrections financire en annulant tout ou partie de la contribution communautaire pour un programme oprationnel lorsqu'elle constate qu'il existe des dficiences dans les systmes de gestion et de contrle qui mettent en pril les contributions communautaires dj octroyes, que les dclarations des dpenses sont irrgulires et n'ont pas fait l'objet de mesures de correction par les Etats membres ou que les Etats membres n'ont pas donn suite aux observations formules par la Commission sur le rapport annuel d'excution et de contrle tablit par l'autorit de gestion.

    [1] Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η οικοδόμηση του κοινού μας μέλλοντος - προκλήσεις πολιτικής και δημοσιονομικά μέσα της διευρυμένης Ένωσης 2007-2013. COM(2004) 101 τελικό της 10.2.2004.

    [2] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

    [3] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

    [4] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

    [5] ΕΕ C [...], [...], σ. [...].

    [6] ΕΕ L 358, 31.12.2002 σ. 59.

    [7] ΕΕ L 154, 21.6.2003, σ. 1.

    [8] ΕΕ L184, 17.7.1999,σ. 23.

    [9] ΕΕ L 124, 20.5.2003. σ. 36.

    [10] ΕΕ L 134, 30.4.2004, σ. 114.

    [11] ΕΕ L [...], [...], σ. [...].

    [12] ΕΕ L 5, 9.1.2004, σ. 25.

    [13] Οδηγία του Συμβουλίου 85/337/ΕΟΚ, της 27ης Ιουνίου 1985, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον (ΕΕ L 175, 5.7.1985, σ. 40). Οδηγία που τροποποιήθηκε την τελευταία φορά από την οδηγία 2003/35/ΕΚ (ΕΕ L 156, 25.6.2003, σ. 17).

    [14] ΕΕ L 114, 24.4.2001, σ. 1.

    [15] Κανονισμός του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91, της 24ης Ιουνίου 1991 για τη βιολογική παραγωγή γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και στα τρόφιμα ( (ΕΕ L 198, 22.7.1991, σ. 1). Κανονισμός που τροποποιήθηκε την τελευταία φορά από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 392/2004 της 24ης Φεβρουαρίου 2004 (ΕΕ L 65, 3.3.2004).

    [16] Απόφαση του Συμβουλίου 90/424/ΕΚ της 26ης Ιουνίου 1990, για τις δαπάνες στον κτηνιατρικό τομέα. Απόφαση που τροποποιήθηκε την τελευταία φορά με την απόφαση 2003/99 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 2003 (ΕΕ L 325, 12.12.2003, σ.31).

    [17] Κανονισμός της 14ης Ιουλίου 1992 για την προστασία γεωγραφικών ενδείξεων και ονομασιών προέλευσης για τα γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα (ΕΕ L 208, 24.7.1992, σ. 1). Κανονισμός που τροποποιήθηκε την τελευταία φορά από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 806/2003 της 14ης Απριλίου 2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 1).

    [18] ΕΕ L 145 της 31.5.2003, σ. 43.

    [19] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2352/2002, ΕΕ L 351 της 28.12.2002, σ. 29.

    [20] Pour plus d'informations, voir le document d'orientation spar.

    [21] Pour les informations minimales obligatoires prsenter en ce qui concerne les initiatives nouvelles, voir le document SEC(2000) 1051.

    [22] Communication de la Commission au Conseil et au Parlement europen. Construire notre avenir commun. Dfis politiques et moyens budgtaires de l'Union largie - 2007-2013. Document COM(2004) 101 final du 10.2.2004.

    [23] Pour plus d'informations, voir le document d'orientation spar.

    Top