Ez a dokumentum az EUR-Lex webhelyről származik.
Dokumentum 32024R2019
Regulation (EU, Euratom) 2024/2019 of the European Parliament and of the Council of 11 April 2024 amending Protocol No 3 on the Statute of the Court of Justice of the European Union
Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2024/2019 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Απριλίου 2024, για την τροποποίηση του πρωτοκόλλου αριθ. 3 περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2024/2019 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Απριλίου 2024, για την τροποποίηση του πρωτοκόλλου αριθ. 3 περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
PE/85/2023/REV/2
ΕΕ L, 2024/2019, 12.8.2024, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/2019/oj (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Hatályos
| Kapcsolat | Jogi aktus | Megjegyzés | Érintett szövegrész | Ettől az időponttól | Eddig az időpontig |
|---|---|---|---|---|---|
| módosítás | 12016E/PRO/03 | προσθήκη | άρθρο 23 εδάφιο | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016E/PRO/03 | προσθήκη | άρθρο 49a | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016E/PRO/03 | προσθήκη | άρθρο 50 εδάφιο | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016E/PRO/03 | προσθήκη | άρθρο 50b | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016E/PRO/03 | προσθήκη | τίτλος (υποδιαίρεση) V άρθρο 62d | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016E/PRO/03 | αντικατάσταση | άρθρο 23 εδάφιο 1 | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016E/PRO/03 | αντικατάσταση | άρθρο 23 εδάφιο 2 | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016E/PRO/03 | αντικατάσταση | άρθρο 50 εδάφιο 2 | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016E/PRO/03 | αντικατάσταση | άρθρο 50 εδάφιο 3 | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016E/PRO/03 | αντικατάσταση | άρθρο 54 εδάφιο 2 | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016E/PRO/03 | αντικατάσταση | άρθρο 58a | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016M/PRO/03 | προσθήκη | άρθρο 23 εδάφιο | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016M/PRO/03 | προσθήκη | άρθρο 49a | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016M/PRO/03 | προσθήκη | άρθρο 50 εδάφιο | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016M/PRO/03 | προσθήκη | άρθρο 50b | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016M/PRO/03 | προσθήκη | τίτλος (υποδιαίρεση) V άρθρο 62d | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016M/PRO/03 | αντικατάσταση | άρθρο 23 εδάφιο 1 | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016M/PRO/03 | αντικατάσταση | άρθρο 23 εδάφιο 2 | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016M/PRO/03 | αντικατάσταση | άρθρο 50 εδάφιο 2 | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016M/PRO/03 | αντικατάσταση | άρθρο 50 εδάφιο 3 | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016M/PRO/03 | αντικατάσταση | άρθρο 54 εδάφιο 2 | 01/09/2024 | |
| módosítás | 12016M/PRO/03 | αντικατάσταση | άρθρο 58a | 01/09/2024 |
|
Επίσημη Εφημερίδα |
EL Σειρά L |
|
2024/2019 |
12.8.2024 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ, ΕΥΡΑΤΟΜ) 2024/2019 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
της 11ης Απριλίου 2024
για την τροποποίηση του πρωτοκόλλου αριθ. 3 περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 256 παράγραφος 3 και το άρθρο 281 δεύτερο εδάφιο,
Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 106α παράγραφος 1,
Έχοντας υπόψη το αίτημα του Δικαστηρίου,
Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,
Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (1),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
|
(1) |
Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/2422 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), το Δικαστήριο υπέβαλε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, στις 14 Δεκεμβρίου 2017, έκθεση σχετικά με ενδεχόμενες τροποποιήσεις στην κατανομή της αρμοδιότητας για προδικαστικές αποφάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 267 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Στην εν λόγω έκθεση, το Δικαστήριο εκτίμησε ότι, κατά την ημερομηνία εκείνη, δεν ήταν σκόπιμο να προταθούν τροποποιήσεις όσον αφορά την εκδίκαση των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως που υποβάλλονται δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ. Εντούτοις, στην ίδια έκθεση, τόνισε ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο μεταβιβάσεως, σε μεταγενέστερο στάδιο, αρμοδιότητας στο Γενικό Δικαστήριο προς έκδοση προδικαστικών αποφάσεων σε ορισμένους συγκεκριμένους τομείς, εάν ο αριθμός και η πολυπλοκότητα των υποβαλλόμενων στο Δικαστήριο αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως είναι τέτοια ώστε να την επιβάλλει η ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Εξάλλου, η μεταβίβαση αυτή συνάδει με τη βούληση των συντακτών της Συνθήκης της Νίκαιας, οι οποίοι, αποσκοπώντας στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του δικαιοδοτικού συστήματος της Ένωσης, προέβλεψαν τη δυνατότητα συμμετοχής του Γενικού Δικαστηρίου στον χειρισμό των αιτήσεων αυτών. |
|
(2) |
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του Δικαστηρίου, ο αριθμός των εκκρεμών προδικαστικών υποθέσεων αυξάνεται και ο μέσος χρόνος εκδίκασής τους επιμηκύνεται. Δεδομένου ότι οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως πρέπει να εξετάζονται ταχέως προκειμένου να μπορούν τα εθνικά δικαστήρια να διασφαλίζουν το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής, η υφιστάμενη κατάσταση επιβάλλεται να διορθωθεί. Η κατάσταση αυτή δεν οφείλεται μόνο στον αυξημένο αριθμό των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως που υποβάλλονται κατ’ έτος στο Δικαστήριο, αλλά επίσης και στο γεγονός ότι ολοένα και περισσότερα από τα ζητήματα που τίθενται ενώπιόν του είναι ιδιαιτέρως περίπλοκα ή ευαίσθητα. Προκειμένου να δοθεί στο Δικαστήριο η δυνατότητα να συνεχίσει την εκπλήρωση της αποστολής του, που συνίσταται στη διαφύλαξη και την ενίσχυση της ενότητας και της συνοχής του ενωσιακού δικαίου, και για να διασφαλιστεί η υψηλότερη δυνατή ποιότητα των αποφάσεων του Δικαστηρίου, είναι ανάγκη, χάριν της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, να γίνει χρήση της δυνατότητας που προβλέπει το άρθρο 256 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο ΣΛΕΕ και να μεταβιβαστεί στο Γενικό Δικαστήριο η αρμοδιότητα να αποφαίνεται επί προδικαστικών ερωτημάτων, τα οποία υποβάλλονται δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, σε συγκεκριμένους τομείς καθοριζόμενους από τον Οργανισμό του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Οργανισμός»). |
|
(3) |
Η μεταβίβαση στο Γενικό Δικαστήριο μέρους της αρμοδιότητας για έκδοση προδικαστικών αποφάσεων αναμένεται να δώσει στο Δικαστήριο τη δυνατότητα να αφιερώνει περισσότερο χρόνο και πόρους στην εξέταση των πλέον περίπλοκων και ευαίσθητων αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως και, στο πλαίσιο αυτό, να ενισχύσει τον διάλογο με τα εθνικά δικαστήρια, μεταξύ άλλων μέσω της ευρύτερης χρήσης του μηχανισμού που προβλέπεται στο άρθρο 101 του κανονισμού διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο οποίος του παρέχει τη δυνατότητα να ζητεί διευκρινίσεις από το αιτούν δικαστήριο εντός προθεσμίας που τάσσει, πέραν των υπομνημάτων ή των γραπτών παρατηρήσεων που καταθέτουν οι ενδιαφερόμενοι που αναφέρονται στο άρθρο 23 του Οργανισμού. |
|
(4) |
Στο πλαίσιο αυτό, και δεδομένου ότι στις προδικαστικές υποθέσεις το Δικαστήριο καλείται όλο και περισσότερο να αποφαίνεται επί ζητημάτων συνταγματικής φύσης ή επί ζητημάτων που αφορούν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (o «Χάρτης»), θα πρέπει να ενισχυθεί η διαφάνεια και ο ανοικτός χαρακτήρας της δικαστικής διαδικασίας. Για τον σκοπό αυτό, και με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), ο Οργανισμός θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να προβλεφθεί ότι τα υπομνήματα ή οι γραπτές παρατηρήσεις που καταθέτει ο ενδιαφερόμενος που αναφέρεται στο άρθρο 23 του Οργανισμού θα πρέπει να δημοσιεύονται στον ιστότοπο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός εύλογου χρονικού διαστήματος από την περάτωση της υπόθεσης, εκτός εάν ο εν λόγω ενδιαφερόμενος εναντιώνεται στη δημοσίευση των δικών του γραπτών καταθέσεων, οπότε στον ίδιο ιστότοπο θα γίνεται μνεία της σχετικής εναντίωσης. Με τη δημοσίευση αυτή θα αυξηθεί η λογοδοσία και θα οικοδομηθεί εμπιστοσύνη στην Ένωση και στο δίκαιο της Ένωσης. |
|
(5) |
Μετά τη μεταρρύθμιση της δικαιοδοτικής δομής της Ένωσης που επήλθε με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/2422, το Γενικό Δικαστήριο είναι πλέον σε θέση να αντιμετωπίσει την αύξηση του φόρτου εργασίας που θα προκύψει λόγω της ανωτέρω μεταβίβασης της αρμοδιότητας επί προδικαστικών αποφάσεων σε ορισμένους συγκεκριμένους τομείς. Δεδομένου όμως ότι ο φόρτος εργασίας του Γενικού Δικαστηρίου συνδέεται στενά με την εξέλιξη της δραστηριότητας της Ένωσης, θα πρέπει να διασφαλιστεί η δυνατότητά του να συνεχίσει να ασκεί πλήρως τον δικαστικό του έλεγχο έναντι των θεσμικών και των λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης. |
|
(6) |
Για λόγους ασφάλειας δικαίου, είναι απαραίτητο οι τομείς στους οποίους ανατίθεται στο Γενικό Δικαστήριο αρμοδιότητα για έκδοση προδικαστικών αποφάσεων να είναι σαφώς οριοθετημένοι και επαρκώς διακριτοί από άλλους τομείς. Είναι δε σημαντικό να υπάρχει στους εν λόγω τομείς πλούσια νομολογία του Δικαστηρίου ικανή να καθοδηγεί το Γενικό Δικαστήριο κατά την άσκηση της αρμοδιότητάς του για έκδοση προδικαστικών αποφάσεων. |
|
(7) |
Επιπλέον, οι συγκεκριμένοι τομείς θα πρέπει να καθοριστούν λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης ο αριθμός των υποθέσεων από την εξέταση των οποίων θα απαλλαγεί το Δικαστήριο να είναι τέτοιος ώστε να έχει πραγματικό αντίκτυπο στον φόρτο εργασίας του. |
|
(8) |
Επί τη βάσει αυτών ακριβώς των κριτηρίων θα πρέπει να καθοριστούν οι συγκεκριμένοι τομείς στους οποίους ανατίθεται στο Γενικό Δικαστήριο αρμοδιότητα για έκδοση προδικαστικών αποφάσεων. Λαμβανομένου υπόψη του εξελικτικού χαρακτήρα του δικαίου της Ένωσης, ο καθορισμός αυτός θα πρέπει να βασίζεται στον συμβατικό τρόπο αναφοράς στους συγκεκριμένους αυτούς τομείς. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι εν λόγω τομείς μπορούν να καθοριστούν περαιτέρω στο μέλλον, διατηρώντας την απαραίτητη ασφάλεια δικαίου παρά τις εξελίξεις στο δίκαιο της Ένωσης σχετικά με αυτούς τους συγκεκριμένους τομείς, είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη τα θέματα που εμπίπτουν συνήθως στους εν λόγω ειδικούς τομείς κατά τον χρόνο εκδόσεως του παρόντος κανονισμού. |
|
(9) |
Το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, οι ειδικοί φόροι καταναλώσεως, ο τελωνειακός κώδικας και η δασμολογική κατάταξη των εμπορευμάτων στη Συνδυασμένη Ονοματολογία πληρούν τα κριτήρια προκειμένου να μπορούν να θεωρηθούν ως συγκεκριμένοι τομείς υπό την έννοια του άρθρου 256 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο ΣΛΕΕ. Στους τομείς αυτούς εμπίπτουν, κατά τον χρόνο εκδόσεως του παρόντος κανονισμού, θέματα όπως ο καθορισμός της φορολογικής βάσεως για τον υπολογισμό του φόρου προστιθέμενης αξίας ή οι προϋποθέσεις απαλλαγής από την καταβολή του εν λόγω φόρου· η ερμηνεία του γενικού καθεστώτος των ειδικών φόρων καταναλώσεως και του πλαισίου σχετικά με τους φόρους επί της αλκοόλης, των αλκοολούχων ποτών, του καπνού, των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας· τα στοιχεία βάσει των οποίων επιβάλλονται εισαγωγικοί ή εξαγωγικοί δασμοί στο πλαίσιο των εμπορευματικών συναλλαγών, όπως το κοινό δασμολόγιο, η καταγωγή και η δασμολογητέα αξία των εμπορευμάτων· οι διαδικασίες εισαγωγής και εξαγωγής, συμπεριλαμβανομένων της γενέσεως, του προσδιορισμού και της αποσβέσεως τελωνειακής οφειλής· τα ειδικά τελωνειακά καθεστώτα· το καθεστώς τελωνειακών ατελειών, καθώς και η ερμηνεία συγκεκριμένων δασμολογικών κλάσεων και τα κριτήρια για την κατάταξη ορισμένων εμπορευμάτων στη Συνδυασμένη Ονοματολογία που καθορίζεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου (5). |
|
(10) |
Η αποζημίωση και η παροχή βοήθειας στους επιβάτες σε περίπτωση καθυστερήσεως ή ματαιώσεως υπηρεσιών μεταφοράς ή σε περίπτωση αρνήσεως επιβιβάσεως των επιβατών πληρούν τα κριτήρια προκειμένου να μπορούν να θεωρηθούν ως συγκεκριμένος τομέας υπό την έννοια του άρθρου 256 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο ΣΛΕΕ και καλύπτουν θέματα που ρυθμίζονται κατά τον χρόνο εκδόσεως του παρόντος κανονισμού από τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 261/2004 (6), (ΕΕ) αριθ. 1177/2010 (7), (ΕΕ) αριθ. 181/2011 (8) και (ΕΕ) 2021/782 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9). Τα ίδια κριτήρια πληρούνται επίσης όσον αφορά το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου, το οποίο κατά τον χρόνο εκδόσεως του παρόντος κανονισμού ρυθμίζεται από την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10) και από τις πράξεις που θεσπίζονται βάσει της εν λόγω οδηγίας. |
|
(11) |
Λαμβανομένου υπόψη ότι το εφαρμοστέο κριτήριο για την κατανομή της αρμοδιότητας για έκδοση προδικαστικών αποφάσεων μεταξύ του Δικαστηρίου και του Γενικού Δικαστηρίου είναι ουσιαστικό, είναι σημαντικό, για λόγους ασφάλειας δικαίου και ταχύτητας, να μην εναπόκειται στο ίδιο το αιτούν δικαστήριο η επίλυση του ζητήματος ποιο δικαιοδοτικό όργανο είναι αρμόδιο να αποφανθεί επί της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως. Ως εκ τούτου, κάθε αίτηση προδικαστικής αποφάσεως θα πρέπει να εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου, το οποίο θα πρέπει να διαπιστώνει, σύμφωνα με όσα προβλέπονται λεπτομερώς στον κανονισμό διαδικασίας του, αν η αίτηση εμπίπτει αποκλειστικώς σε έναν ή περισσότερους συγκεκριμένους τομείς καθοριζόμενους από τον Οργανισμό και, κατά συνέπεια, αν πρέπει να διαβιβαστεί στο Γενικό Δικαστήριο. |
|
(12) |
Το Δικαστήριο θα πρέπει να εξακολουθήσει να αποφαίνεται επί αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως οι οποίες, μολονότι υπάγονται στους συγκεκριμένους τομείς ως προς τους οποίους ο παρών κανονισμός απονέμει στο Γενικό Δικαστήριο αρμοδιότητα για έκδοση προδικαστικών αποφάσεων, αφορούν επίσης και άλλους τομείς, δεδομένου ότι το άρθρο 256 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο ΣΛΕΕ δεν προβλέπει καμία δυνατότητα μεταβιβάσεως στο Γενικό Δικαστήριο της αρμοδιότητας για έκδοση προδικαστικών αποφάσεων σε τομείς πέραν των συγκεκριμένων. |
|
(13) |
Το δικαίωμα κάθε προσώπου να δικαστεί η υπόθεσή του δίκαια, δημόσια και εντός εύλογης προθεσμίας, από ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο, που έχει προηγουμένως συσταθεί νομίμως, αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα, το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 47 δεύτερο εδάφιο του Χάρτη. Ως εκ τούτου, ο ίδιος ο Οργανισμός θα πρέπει να ορίζει σαφώς ότι το Δικαστήριο θα παραμείνει αρμόδιο για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, όταν η αίτηση εγείρει ανεξάρτητα ζητήματα ερμηνείας του πρωτογενούς δικαίου, του δημόσιου διεθνούς δικαίου, των γενικών αρχών του ενωσιακού δικαίου ή του Χάρτη, λαμβανομένου υπόψη του οριζόντιου χαρακτήρα τους, ακόμη και αν το νομικό πλαίσιο της υποθέσεως της κύριας δίκης εμπίπτει σε έναν ή περισσότερους από τους συγκεκριμένους τομείς ως προς τους οποίους ο παρών κανονισμός απονέμει στο Γενικό Δικαστήριο αρμοδιότητα για έκδοση προδικαστικών αποφάσεων. |
|
(14) |
Μετά από προκαταρκτική ανάλυση και αφού ακούσει τον αντιπρόεδρο του Δικαστηρίου και τον πρώτο γενικό εισαγγελέα, ο πρόεδρος του Δικαστηρίου θα πρέπει να ενημερώνει τη Γραμματεία αν η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως πρέπει να διαβιβαστεί στο Γενικό Δικαστήριο ή να παραπεμφθεί για περαιτέρω ανάλυση στη γενική συνέλευση, στην οποία συμμετέχουν όλοι οι δικαστές και γενικοί εισαγγελείς του Δικαστηρίου. Για λόγους ορθής και ταχείας απονομής της δικαιοσύνης, η διαδικασία αξιολόγησης για το εάν η αίτηση θα πρέπει να διαβιβαστεί στο Γενικό Δικαστήριο θα πρέπει να διεξάγεται εντός χρονικού πλαισίου που δεν υπερβαίνει το απολύτως αναγκαίο, λαμβανομένων υπόψη της φύσεως, της διάρκειας και της πολυπλοκότητας της υποθέσεως. |
|
(15) |
Για λόγους ασφάλειας δικαίου και μεγαλύτερης διαφάνειας των δικαστικών διαδικασιών, το Δικαστήριο ή το Γενικό Δικαστήριο θα πρέπει να εκθέτουν συνοπτικά, στην απόφασή τους επί αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως, τους λόγους για τους οποίους είναι αρμόδια να αποφανθούν επί προδικαστικού ερωτήματος. Επιπλέον, το Δικαστήριο θα πρέπει να δημοσιεύει και να ενημερώνει τακτικά κατάλογο παραδειγμάτων που επεξηγούν την εφαρμογή του άρθρου 50β του Οργανισμού όπως προστίθεται με τον παρόντα τροποποιητικό κανονισμό. |
|
(16) |
Το Γενικό Δικαστήριο θα αποφαίνεται επί ζητημάτων αρμοδιότητας ή παραδεκτού που εγείρονται ρητώς ή σιωπηρώς με την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που του έχει διαβιβαστεί. |
|
(17) |
Το άρθρο 54 δεύτερο εδάφιο του Οργανισμού ορίζει ότι, εάν το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι δεν είναι αρμόδιο να εκδικάσει προσφυγή, την παραπέμπει στο Δικαστήριο. Η ίδια υποχρέωση θα πρέπει να ισχύει και στην περίπτωση που το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώσει, κατά την εξέταση αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως που του έχει υποβληθεί, ότι δεν πληροί τα κριτήρια του άρθρου 50β πρώτο εδάφιο του Οργανισμού όπως προστίθεται με τον παρόντα τροποποιητικό κανονισμό. |
|
(18) |
Επιπλέον, το Γενικό Δικαστήριο μπορεί, δυνάμει του άρθρου 256 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο ΣΛΕΕ, να παραπέμψει στο Δικαστήριο υπόθεση που εμπίπτει στην αρμοδιότητά του, αλλά συνεπάγεται την έκδοση αποφάσεως επί αρχής η οποία ενδέχεται να θίξει την ενότητα ή τη συνοχή του δικαίου της Ένωσης. |
|
(19) |
Προκειμένου να παρασχεθούν στα εθνικά δικαστήρια και στους ενδιαφερόμενους του άρθρου 23 του Οργανισμού οι ίδιες εγγυήσεις με αυτές που παρέχει το Δικαστήριο, θα πρέπει να θεσπιστούν ως προς το Γενικό Δικαστήριο δικονομικές διατάξεις, αντίστοιχες με εκείνες που εφαρμόζει το Δικαστήριο, για την εκδίκαση των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως, ιδίως όσον αφορά τον ορισμό γενικού εισαγγελέα. Οι δικαστές του Γενικού Δικαστηρίου θα πρέπει να εκλέγουν μεταξύ τους τα μέλη που θα ασκούν καθήκοντα γενικού εισαγγελέα για ανανεώσιμη περίοδο τριών ετών. Κατά τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία τα εν λόγω μέλη ασκούν καθήκοντα γενικού εισαγγελέα, δεν θα πρέπει να μετέχουν ως δικαστές σε υποθέσεις που διέπονται από το άρθρο 267 ΣΛΕΕ. Επιπλέον, προκειμένου να διασφαλιστεί η ανεξαρτησία του, ο γενικός εισαγγελέας που έχει οριστεί για την εξέταση αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως θα πρέπει να ανήκει σε τμήμα διαφορετικό από εκείνο στο οποίο έχει ανατεθεί η εν λόγω αίτηση. |
|
(20) |
Λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων της προδικαστικής διαδικασίας σε σχέση με τις ευθείες προσφυγές για τις οποίες είναι αρμόδιο το Γενικό Δικαστήριο, οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως αρμόζει να ανατίθενται σε τμήματα του Γενικού Δικαστηρίου που θα ορίζονται προς τον σκοπό αυτόν. |
|
(21) |
Επιπλέον, προκειμένου να διαφυλάσσεται, ιδίως, η συνοχή των προδικαστικών αποφάσεων που θα εκδίδει το Γενικό Δικαστήριο και χάριν της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, θα πρέπει να προβλεφθεί τμήμα του Γενικού Δικαστηρίου διευρυμένης συνθέσεως, ενδιάμεσης μεταξύ της πενταμελούς και της μείζονος συνθέσεως. Δεδομένων των αυξημένων αρμοδιοτήτων του Γενικού Δικαστηρίου που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, ένα κράτος μέλος ή ένα θεσμικό όργανο της Ένωσης θα πρέπει να μπορεί να ζητήσει ως διάδικος τη σύγκληση τέτοιου τμήματος διευρυμένης συνθέσεως όταν το Γενικό Δικαστήριο επιλαμβάνεται υποθέσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ. |
|
(22) |
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του Δικαστηρίου, ο αριθμός των αιτήσεων αναιρέσεως που ασκούνται κατά των αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου είναι αυξημένος. Για να διαφυλαχθεί η αποτελεσματικότητα της αναιρετικής διαδικασίας και να δοθεί στο Δικαστήριο η δυνατότητα να επικεντρωθεί στις αιτήσεις αναιρέσεως που εγείρουν σημαντικά νομικά ζητήματα, θα πρέπει να επεκταθεί ο μηχανισμός προηγούμενης εγκρίσεως της εξετάσεως των αιτήσεων αναιρέσεως και να ληφθεί συγχρόνως μέριμνα ώστε να τηρούνται οι εγγυήσεις οι οποίες είναι συμφυείς με την αποτελεσματική δικαστική προστασία. |
|
(23) |
Ο μηχανισμός προηγούμενης εγκρίσεως της εξετάσεως των αιτήσεων αναιρέσεως θα πρέπει να επεκταθεί στις αιτήσεις αναιρέσεως που ασκούνται κατά αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου η οποία αφορά απόφαση ανεξάρτητου τμήματος προσφυγών ενός οργάνου ή οργανισμού της Ένωσης ο οποίος δεν περιλαμβάνεται μεν στον κατάλογο του άρθρου 58α του Οργανισμού αλλά στο πλαίσιο του οποίου υφίστατο, την 1η Μαΐου 2019, τέτοιο ανεξάρτητο τμήμα προσφυγών. Οι εν λόγω αιτήσεις αναιρέσεως αφορούν υποθέσεις οι οποίες έχουν ήδη αποτελέσει αντικείμενο διπλού ελέγχου, αρχικά από ανεξάρτητο τμήμα προσφυγών και στη συνέχεια από το Γενικό Δικαστήριο, και, επομένως, διασφαλίζεται πλήρως το δικαίωμα σε αποτελεσματική δικαστική προστασία. |
|
(24) |
Ο μηχανισμός εγκρίσεως της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως θα πρέπει επίσης να επεκταθεί στις διαφορές σχετικά με την εκτέλεση συμβάσεων που περιλαμβάνουν ρήτρα διαιτησίας, υπό την έννοια του άρθρου 272 ΣΛΕΕ, στο πλαίσιο των οποίων, τις περισσότερες φορές, το Γενικό Δικαστήριο δεν καλείται να εφαρμόσει επί της ουσίας της ένδικης διαφοράς παρά μόνο το εθνικό δίκαιο στο οποίο παραπέμπει η ρήτρα διαιτησίας. Όταν το Γενικό Δικαστήριο καλείται να εφαρμόσει το δίκαιο της Ένωσης επί της ουσίας της ένδικης διαφοράς, θα πρέπει να εγκρίνεται η εξέταση των αιτήσεων αναιρέσεως που ασκούνται κατά των αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου που έχουν εκδοθεί επί τέτοιων διαφορών, εάν εγείρουν ζητήματα σημαντικά για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης. |
|
(25) |
Το άρθρο 23 του Οργανισμού παρέχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το δικαίωμα να καταθέτουν στο Δικαστήριο υπομνήματα ή γραπτές παρατηρήσεις, εφόσον έχουν εκδώσει την πράξη το κύρος ή η ερμηνεία της οποίας αμφισβητείται. Εντούτοις, στο πλαίσιο της δικαιοδοτικής του πρακτικής, το Δικαστήριο έχει ήδη δεχθεί τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σε διαδικασίες σχετικά με άλλες αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως, όταν είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα ζητήματα που είχε θίξει το οικείο εθνικό δικαστήριο. |
|
(26) |
Συνεπώς, το άρθρο 23 του Οργανισμού θα πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να προβλέπει ότι όλες οι αποφάσεις του δικαστηρίου κράτους μέλους που παραπέμπουν μια υπόθεση στο Δικαστήριο κοινοποιούνται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, προκειμένου να μπορούν να αξιολογήσουν αν έχουν τέτοιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον και να αποφασίσουν αν επιθυμούν να ασκήσουν το δικαίωμά τους να καταθέσουν υπομνήματα ή γραπτές παρατηρήσεις. Η τροποποίηση αυτή δεν θα πρέπει να θίγει το δικαίωμα άλλων θεσμικών και λοιπών οργάνων ή οργανισμών να καταθέτουν υπομνήματα ή γραπτές παρατηρήσεις, εφόσον έχουν εκδώσει την πράξη το κύρος ή η ερμηνεία της οποίας αμφισβητείται. |
|
(27) |
Ο παρών κανονισμός συνεπάγεται σημαντική τροποποίηση της δικαιοδοτικής δομής της Ένωσης και, επομένως, η εφαρμογή του θα πρέπει να παρακολουθείται στενά. Για τον σκοπό αυτό, το Δικαστήριο θα πρέπει να υποβάλει εντός εύλογης προθεσμίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή έκθεση σχετικά με τη μεταβίβαση στο Γενικό Δικαστήριο της αρμοδιότητας για την έκδοση προδικαστικών αποφάσεων επί συγκεκριμένων τομέων και σχετικά με την επέκταση του μηχανισμού προηγούμενης εγκρίσεως της εξετάσεως των αιτήσεων αναιρέσεως. Ειδικότερα, το Δικαστήριο θα πρέπει να παρέχει πληροφορίες που θα επιτρέπουν την αξιολόγηση του βαθμού επιτεύξεως των επιδιωκόμενων στόχων, λαμβανομένων υπόψη τόσο της ταχύτητας εκδικάσεως των υποθέσεων όσο και της αποτελεσματικότητας της εξετάσεως των πλέον περίπλοκων ή ευαίσθητων αιτήσεων αναιρέσεως και αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως. |
|
(28) |
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Δικαστήριο έχουν αναπτύξει εποικοδομητικό διάλογο για τη λειτουργία του δικαστικού συστήματος της Ένωσης, ο οποίος αποδείχθηκε ιδιαίτερα επωφελής στο πλαίσιο της παρούσας μεταρρυθμίσεως. Ο εν λόγω διάλογος, στον οποίο μπορούν να προσκαλούνται εμπειρογνώμονες οσάκις κρίνεται σκόπιμο, θα πρέπει να διεξάγεται με δομημένο τρόπο σε ετήσια βάση, με τον δέοντα σεβασμό στον ρόλο και τις αρμοδιότητες κάθε θεσμικού οργάνου, προκειμένου να συζητείται η εφαρμογή της μεταρρυθμίσεως του Οργανισμού που θεσπίζεται από τον παρόντα κανονισμό και να εξετάζονται περαιτέρω βελτιώσεις. |
|
(29) |
Η διαβούλευση με το κοινό και με τους συμφεροντούχους αποτελεί ουσιώδες συστατικό της εμπεριστατωμένης λήψεως αποφάσεων και της βελτιώσεως της ποιότητας του νομοθετικού έργου. Πριν από την έγκριση αιτήματος ή προτάσεως για την τροποποίηση των διατάξεων του πρωτοκόλλου αριθ. 3 περί του Οργανισμού σύμφωνα με το άρθρο 281 ΣΛΕΕ, το Δικαστήριο ή η Επιτροπή θα πρέπει να διεξάγουν δημόσιες διαβουλεύσεις με ανοικτό και διαφανή τρόπο, λαμβάνοντας μέριμνα ώστε οι όροι και οι προθεσμίες των εν λόγω δημόσιων διαβουλεύσεων να καθιστούν δυνατή την ευρύτερη δυνατή συμμετοχή. Τα αποτελέσματα των δημόσιων διαβουλεύσεων και των διαβουλεύσεων με τους συμφεροντούχους θα πρέπει να κοινοποιούνται χωρίς καθυστέρηση, ανάλογα με την περίπτωση, στην Επιτροπή ή στο Δικαστήριο, καθώς και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, και να δημοσιοποιούνται. |
|
(30) |
Το πρωτόκολλο αριθ. 3 περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί αναλόγως, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Το πρωτόκολλο αριθ. 3 περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Οργανισμός») τροποποιείται ως εξής:
|
1) |
το άρθρο 23 τροποποιείται ως εξής:
|
|
2) |
παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 49α Το Γενικό Δικαστήριο επικουρείται από έναν ή περισσότερους γενικούς εισαγγελείς κατά την εξέταση των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως που του διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 50β. Οι δικαστές του Γενικού Δικαστηρίου εκλέγουν μεταξύ τους, σύμφωνα με τον κανονισμό διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου, τα μέλη που θα ασκούν καθήκοντα γενικού εισαγγελέα. Κατά τη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία τα εν λόγω μέλη ασκούν καθήκοντα γενικού εισαγγελέα, δεν μετέχουν ως δικαστές στην εκδίκαση αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως. Για κάθε αίτηση προδικαστικής αποφάσεως, ο γενικός εισαγγελέας επιλέγεται μεταξύ των δικαστών που έχουν εκλεγεί για την άσκηση αυτού του καθήκοντος και οι οποίοι ανήκουν σε τμήμα διαφορετικό από εκείνο στο οποίο έχει ανατεθεί η υπό εξέταση αίτηση. Οι δικαστές που εκλέγονται για την άσκηση των καθηκόντων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο εκλέγονται για τριετή θητεία. Η θητεία τους μπορεί να ανανεωθεί μία φορά.» |
|
3) |
το άρθρο 50 τροποποιείται ως εξής:
|
|
4) |
παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 50β Το Γενικό Δικαστήριο είναι αρμόδιο να αποφαίνεται επί των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως που υποβάλλονται δυνάμει του άρθρου 267 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εμπίπτουν αποκλειστικώς σε έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους συγκεκριμένους τομείς:
Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, το Δικαστήριο παραμένει αρμόδιο να αποφαίνεται επί αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως οι οποίες εγείρουν ανεξάρτητα ζητήματα ερμηνείας του πρωτογενούς δικαίου, του δημόσιου διεθνούς δικαίου, των γενικών αρχών του ενωσιακού δικαίου ή του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κάθε αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει του άρθρου 267 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου. Το Δικαστήριο διαβιβάζει την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως στο Γενικό Δικαστήριο, αφού εξακριβώσει, το ταχύτερο δυνατόν και κατά τα λεπτομερώς προβλεπόμενα στον κανονισμό διαδικασίας του, ότι αυτή εμπίπτει αποκλειστικώς σε έναν ή περισσότερους από τους τομείς του πρώτου εδαφίου του παρόντος άρθρου. Οι αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως επί των οποίων αποφαίνεται το Γενικό Δικαστήριο δυνάμει του άρθρου 267 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανατίθενται σε τμήματα που ορίζονται προς τον σκοπό αυτόν κατά τα προβλεπόμενα λεπτομερώς στον κανονισμό διαδικασίας του.» |
|
5) |
στο άρθρο 54, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Εάν το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι δεν είναι αρμόδιο να εκδικάσει προσφυγή ή αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που υπάγεται στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου, την παραπέμπει στο Δικαστήριο. Ομοίως, εάν το Δικαστήριο κρίνει ότι αρμόδιο για την εκδίκαση της προσφυγής ή της αιτήσεως για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως είναι το Γενικό Δικαστήριο, την παραπέμπει σε αυτό, το οποίο δεν μπορεί σε τέτοια περίπτωση να κρίνει ότι είναι αναρμόδιο.» · |
|
6) |
το άρθρο 58α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 58α Υπόκειται σε έγκριση του Δικαστηρίου η εξέταση αιτήσεως αναιρέσεως που ασκείται κατά αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου η οποία αφορά απόφαση ανεξάρτητου τμήματος προσφυγών ενός εκ των κατωτέρω οργάνων και οργανισμών της Ένωσης:
Η διαδικασία που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται επίσης στις αιτήσεις αναιρέσεως που ασκούνται κατά:
Η εξέταση της αιτήσεως αναιρέσεως εγκρίνεται, εν όλω ή εν μέρει, κατά τα ειδικώς προβλεπόμενα στον κανονισμό διαδικασίας, όταν η αίτηση αυτή εγείρει σημαντικό ζήτημα για την ενότητα, τη συνοχή ή την εξέλιξη του δικαίου της Ένωσης. Η απόφαση σχετικά με την έγκριση ή μη της εξετάσεως της αιτήσεως αναιρέσεως αιτιολογείται και δημοσιεύεται.» |
|
7) |
στον τίτλο V του Οργανισμού παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο: «Άρθρο 62δ Το Δικαστήριο ή η Επιτροπή, κατά περίπτωση, προβαίνουν σε ευρείες διαβουλεύσεις πριν υποβάλουν αίτημα ή πρόταση για την τροποποίηση του παρόντος Οργανισμού.». |
Άρθρο 2
1. Οι υποβληθείσες δυνάμει του άρθρου 267 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον του Δικαστηρίου την πρώτη ημέρα του μηνός ο οποίος έπεται της ημερομηνίας ενάρξεως ισχύος του παρόντος κανονισμού εκδικάζονται από το Δικαστήριο.
2. Δεν υπόκεινται στον μηχανισμό προηγούμενης εγκρίσεως της εξετάσεως των αιτήσεων αναιρέσεως οι αιτήσεις αναιρέσεως κατά αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου οι οποίες αφορούν απόφαση ανεξάρτητου τμήματος προσφυγών ενός από τα όργανα ή τους οργανισμούς της Ένωσης που μνημονεύονται στο άρθρο 58α πρώτο εδάφιο στοιχεία ε) έως ι) του Οργανισμού, και κατά αποφάσεων τις οποίες αφορά το άρθρο 58α δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) του Οργανισμού, εφόσον έχουν κατατεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου κατά την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 3
1. Έως τις 2 Σεπτεμβρίου 2025, το Δικαστήριο δημοσιεύει και ενημερώνει τακτικά κατάλογο παραδειγμάτων που επεξηγούν την εφαρμογή του άρθρου 50β του Οργανισμού.
2. Έως τις 2 Σεπτεμβρίου 2028, το Δικαστήριο υποβάλλει έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή για την εφαρμογή της μεταρρύθμισης του Οργανισμού που θεσπίζεται με τον παρόντα κανονισμό.
Στην εν λόγω έκθεση, το Δικαστήριο αναφέρει τουλάχιστον τα εξής:
|
α) |
τον αριθμό των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως που υποβλήθηκαν δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ· |
|
β) |
τον αριθμό των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως σε καθέναν από τους συγκεκριμένους τομείς που προσδιορίζονται στο άρθρο 50β πρώτο εδάφιο του Οργανισμού· |
|
γ) |
τον αριθμό των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως που εξέτασε το Γενικό Δικαστήριο και τους μνημονευόμενους στο άρθρο 50β πρώτο εδάφιο του Οργανισμού συγκεκριμένους τομείς που αυτές αφορούσαν, και, κατά περίπτωση, τον αριθμό των υποθέσεων που παραπέμφθηκαν από το Γενικό Δικαστήριο στο Δικαστήριο, καθώς και τον αριθμό των αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου που αποτέλεσαν αντικείμενο της διαδικασίας επανεξετάσεως του άρθρου 62 του Οργανισμού· |
|
δ) |
τον αριθμό και τη φύση των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως οι οποίες, παρά το γεγονός ότι το νομικό πλαίσιο της υποθέσεως της κύριας δίκης ενέπιπτε σε έναν ή περισσότερους από τους συγκεκριμένους τομείς που μνημονεύονται στο άρθρο 50β πρώτο εδάφιο του Οργανισμού, δεν διαβιβάστηκαν στο Γενικό Δικαστήριο· |
|
ε) |
τη μέση διάρκεια της εξετάσεως των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 50β του Οργανισμού τόσο στο Δικαστήριο όσο και στο Γενικό Δικαστήριο, της διαδικασίας εξακριβώσεως του άρθρου 50β τρίτο εδάφιο του Οργανισμού και της διαδικασίας επανεξετάσεως του άρθρου 62 του Οργανισμού· |
|
στ) |
τον αριθμό και τη φύση των υποθέσεων που αποτέλεσαν αντικείμενο του μηχανισμού προηγούμενης εγκρίσεως της εξετάσεως των αιτήσεων αναιρέσεως· |
|
ζ) |
πληροφορίες που καθιστούν δυνατή την αξιολόγηση του βαθμού επιτεύξεως των στόχων που επιδιώκονται με τον παρόντα τροποποιητικό κανονισμό, λαμβανομένων υπόψη τόσο της ταχύτητας εκδικάσεως των υποθέσεων όσο και της αποτελεσματικότητας της εξετάσεως των πλέον περίπλοκων ή ευαίσθητων αιτήσεων αναιρέσεως και αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως, ιδίως μέσω της εντατικοποιήσεως των ανταλλαγών με τα αιτούντα δικαστήρια δυνάμει του άρθρου 101 του κανονισμού διαδικασίας του Δικαστηρίου· |
|
η) |
πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 23 πέμπτο εδάφιο του Οργανισμού, ιδίως όσον αφορά τις δημοσιευθείσες γραπτές καταθέσεις και τις περιπτώσεις εναντίωσης. |
Η έκθεση συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από αίτηση για θέσπιση νομοθετικής πράξεως για την τροποποίηση του Οργανισμού, ιδίως με σκοπό την τροποποίηση του καταλόγου των συγκεκριμένων τομέων που ορίζονται στο άρθρο 50β πρώτο εδάφιο του Οργανισμού.
Άρθρο 4
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται του μηνός της δημοσιεύσεώς του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 11 Απριλίου 2024.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
H Πρόεδρος
R. METSOLA
Για το Συμβούλιο
H Πρόεδρος
V. DE BUE
(1) Γνώμη της 14ης Μαρτίου 2023 [COM(2023)0135].
(2) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 27ης Φεβρουαρίου 2024 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 19ης Μαρτίου 2024.
(3) Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/2422 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, για την τροποποίηση του πρωτοκόλλου αριθ. 3 περί του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 341 της 24.12.2015, σ. 14).
(4) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43).
(5) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 256 της 7.9.1987, σ. 1).
(6) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (ΕΕ L 46 της 17.2.2004, σ. 1).
(7) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1177/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για τα δικαιώματα των επιβατών στις θαλάσσιες και εσωτερικές πλωτές μεταφορές και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 334 της 17.12.2010, σ. 1).
(8) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 181/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τα δικαιώματα των επιβατών λεωφορείων και πούλμαν και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 1).
(9) Κανονισμός (ΕΕ) 2021/782 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2021, σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των επιβατών σιδηροδρομικών μεταφορών (ΕΕ L 172 της 17.5.2021, σ. 1).
(10) Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32).
ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/2019/oj
ISSN 1977-0669 (electronic edition)