Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32014R1141

Κανονισμός (EE, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014 , σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών

ΕΕ L 317 της 4.11.2014, p. 1–27 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 27/03/2019

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2014/1141/oj

4.11.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 317/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (EE, ΕΥΡΑΤΌΜ) αριθ. 1141/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Οκτωβρίου 2014

σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 224,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 106α,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (3),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (4),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Το άρθρο 10 παράγραφος 4 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και το άρθρο 12 παράγραφος 2 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο Χάρτης») ορίζουν ότι τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο συμβάλλουν στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής συνείδησης και στην έκφραση της πολιτικής βούλησης των πολιτών της Ένωσης.

(2)

Τα άρθρα 11 και 12 του Χάρτη ορίζουν ότι το δικαίωμα στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι σε όλα τα επίπεδα, παραδείγματος χάρη στον πολιτικό τομέα καθώς και στους τομείς που αναφέρονται στον πολίτη, και το δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης, το οποίο περιλαμβάνει την ελευθερία γνώμης και την ελευθερία λήψης ή μετάδοσης πληροφοριών ή ιδεών, χωρίς την ανάμειξη δημόσιων αρχών και αδιακρίτως συνόρων, είναι θεμελιώδη δικαιώματα κάθε πολίτη της Ένωσης.

(3)

Οι ευρωπαίοι πολίτες θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν τα εν λόγω δικαιώματα προκειμένου να συμμετάσχουν πλήρως στη δημοκρατική ζωή της Ένωσης.

(4)

Τα πραγματικά διεθνικά ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά μπορούν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην έκφραση της φωνής των πολιτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, γεφυρώνοντας την απόσταση μεταξύ πολιτικής, σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο Ένωσης.

(5)

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά πρέπει να ενθαρρύνονται και να βοηθούνται στην προσπάθειά τους να διαμορφώσουν έναν ισχυρό σύνδεσμο μεταξύ της ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών και των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, και ιδίως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

(6)

Η εμπειρία που έχουν αποκτήσει τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), μαζί με το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Απριλίου 2011 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 (6), καταδεικνύουν την αναγκαιότητα βελτίωσης του νομικού και χρηματοοικονομικού πλαισίου για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά, ώστε να μπορέσουν να γίνουν πιο προβεβλημένοι και αποτελεσματικοί παράγοντες στο πολυεπίπεδο πολιτικό σύστημα της Ένωσης.

(7)

Ως αναγνώριση της αποστολής που αναθέτει η ΣΕΕ στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και για τη διευκόλυνση του έργου τους, θα πρέπει να θεσπισθεί συγκεκριμένο ευρωπαϊκό νομικό καθεστώς για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά.

(8)

Θα πρέπει να συσταθεί μια Αρχή για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα («η Αρχή») με σκοπό την καταχώριση, τον έλεγχο και την επιβολή κυρώσεων στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα. Η καταχώριση θα πρέπει να είναι απαραίτητη για την απόκτηση ευρωπαϊκού νομικού καθεστώτος, το οποίο συνεπάγεται ορισμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις. Για την αποφυγή οποιασδήποτε πιθανής σύγκρουσης συμφερόντων, η Αρχή θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη.

(9)

Θα πρέπει να καθορισθούν οι διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζουν τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά προκειμένου να αποκτήσουν ευρωπαϊκό νομικό καθεστώς βάσει του παρόντος κανονισμού, καθώς και οι διαδικασίες και τα κριτήρια που θα πρέπει να πληρούνται για τη λήψη απόφασης σχετικά με τη χορήγηση ενός τέτοιου ευρωπαϊκού νομικού καθεστώτος. Είναι επίσης απαραίτητο να θεσπισθούν οι διαδικασίες για τις περιπτώσεις στις οποίες ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα μπορεί να εκπέσει, να απολέσει ή να παραιτηθεί από το ευρωπαϊκό νομικό καθεστώς του.

(10)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η εποπτεία των νομικών οντοτήτων που θα υπόκεινται τόσο στο ενωσιακό όσο και στο εθνικό δίκαιο, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) όσον αφορά τη λειτουργία Μητρώου για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα («το Μητρώο») που θα διαχειρίζεται η Αρχή, ιδίως όσον αφορά τις πληροφορίες και τα έγγραφα τεκμηρίωσης που τηρούνται στο Μητρώο. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες, ακόμα και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Κατά την προετοιμασία και την κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(11)

Προκειμένου να εξασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες σε ό,τι αφορά διατάξεις για το σύστημα αριθμητικής καταχώρισης και για τα τυποποιημένα αποσπάσματα του Μητρώου που διατίθενται από την Αρχή σε τρίτους κατόπιν αιτήσεως. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7).

(12)

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά, τα οποία επιθυμούν να αποκτήσουν τη σχετική αναγνώριση σε επίπεδο Ένωσης μέσω της απόκτησης ευρωπαϊκού νομικού καθεστώτος και να τύχουν δημόσιας χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, θα πρέπει να τηρούν ορισμένες αρχές και να πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις. Ειδικότερα, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά θα πρέπει να σέβονται τις αξίες επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ.

(13)

Αποφάσεις για τη διαγραφή από το Μητρώο ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ενός ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος λόγω μη συμμόρφωσης με τις αξίες επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, θα πρέπει να λαμβάνονται μόνο σε περίπτωση προφανούς και σοβαρής καταπάτησης των εν λόγω αξιών. Όταν λαμβάνει απόφαση διαγραφής από το Μητρώο, η Αρχή θα πρέπει να τηρεί πλήρως τον Χάρτη.

(14)

Το καταστατικό ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ενός ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος θα πρέπει να περιέχει ορισμένες βασικές διατάξεις. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν πρόσθετες απαιτήσεις για τα καταστατικά των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων που έχουν την έδρα τους στην επικράτειά τους, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πρόσθετες απαιτήσεις δεν αντίκεινται στον παρόντα κανονισμό.

(15)

Η Αρχή θα πρέπει να ελέγχει τακτικά ότι εξακολουθούν να τηρούνται οι όροι και οι απαιτήσεις που συνδέονται με τη καταχώριση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων. Οι αποφάσεις που αφορούν τον σεβασμό των αρχών επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, θα πρέπει να λαμβάνονται μόνο σύμφωνα με τη διαδικασία που έχει προβλεφθεί ειδικά για τον σκοπό αυτό, μετά από διαβούλευση με την επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων.

(16)

Η Αρχή αποτελεί όργανο της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 263 ΣΛΕΕ.

(17)

Θα πρέπει να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία και η διαφάνεια της επιτροπής ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων.

(18)

Το ευρωπαϊκό νομικό καθεστώς που χορηγείται στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και στα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά θα πρέπει να παρέχει στα κόμματα και στα ιδρύματα αυτά δικαιοπρακτική ικανότητα και αναγνώριση σε όλα τα κράτη μέλη. Αυτή η δικαιοπρακτική ικανότητα και αναγνώριση δεν τους παρέχει το δικαίωμα να ορίζουν υποψηφίους στις εθνικές εκλογές ή στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή να συμμετέχουν σε εκστρατείες στο πλαίσιο δημοψηφισμάτων. Τα δικαιώματα αυτά ή κάθε παρόμοιο δικαίωμα παραμένει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών.

(19)

Οι δραστηριότητες των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων θα πρέπει να διέπονται από τον παρόντα κανονισμό και, για τα θέματα που δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα κανονισμό, από τις σχετικές διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας των κρατών μελών. Το νομικό καθεστώς ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος θα πρέπει να διέπεται από τον παρόντα κανονισμό και από τις εφαρμοστέες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου αυτά έχουν έδρα («κράτος μέλος της έδρας»). Το κράτος μέλος της έδρας θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ορίζει εκ των προτέρων το εφαρμοστέο δίκαιο ή να παρέχει δυνατότητα επιλογής στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και στα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα. Το κράτος μέλος της έδρας θα πρέπει επίσης να έχει τη δυνατότητα να επιβάλλει διαφορετικές ή πρόσθετες απαιτήσεις από αυτές που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων σχετικά με την καταχώριση και την ένταξη των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων με την ιδιότητα αυτή σε εθνικά διοικητικά συστήματα και συστήματα ελέγχου, και διατάξεων σχετικά με την οργάνωση και το καταστατικό τους, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων περί ευθύνης, υπό τον όρο ότι οι διατάξεις αυτές δεν αντίκεινται στον παρόντα κανονισμό.

(20)

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα θα πρέπει να διαθέτουν ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα, ως βασικό στοιχείο του ευρωπαϊκού νομικού καθεστώτος. Η απόκτηση ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας θα πρέπει να υπόκειται σε απαιτήσεις και διαδικασίες για την προστασία των συμφερόντων του κράτους μέλους της έδρας, του αιτούντος ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα («ο αιτών») και των ενδιαφερόμενων τρίτων. Ειδικότερα, οποιαδήποτε προϋπάρχουσα εθνική νομική προσωπικότητα θα πρέπει να μετατραπεί σε ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα και όλα τα επιμέρους δικαιώματα και υποχρεώσεις που συνδέονται με την προηγούμενη εθνική νομική προσωπικότητα θα πρέπει να μεταβιβαστούν στη νέα ευρωπαϊκή νομική οντότητα. Εξάλλου, προκειμένου να διευκολυνθεί η συνέχεια της δράσης, θα πρέπει να τεθούν διασφαλίσεις για να αποφευχθεί η εφαρμογή απαγορευτικών όρων από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος για τη μετατροπή αυτή. Το κράτος μέλος της έδρας θα πρέπει να δύναται να προσδιορίζει τους τύπους των εθνικών νομικών προσώπων που μπορούν να μετατραπούν σε ευρωπαϊκά νομικά πρόσωπα και μπορεί να αρνηθεί να εγκρίνει την εν λόγω μετατροπή βάσει του παρόντος κανονισμού έως ότου παρασχεθούν επαρκείς εγγυήσεις, ειδικότερα όσον αφορά τη νομιμότητα του καταστατικού του αιτούντος βάσει της νομοθεσίας του εν λόγω κράτους μέλους ή όσον αφορά την προστασία των πιστωτών ή των κατόχων άλλων δικαιωμάτων σε σχέση με προϋπάρχουσα εθνική νομική προσωπικότητα.

(21)

Η λύση της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας θα πρέπει να υπόκειται σε απαιτήσεις και διαδικασίες για την προστασία των συμφερόντων της Ένωσης, του κράτους μέλους της έδρας, του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος και τυχόν ενδιαφερόμενων τρίτων. Ειδικότερα, εάν το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα αποκτά νομική προσωπικότητα βάσει του δικαίου του κράτους μέλους της έδρας του, η λύση αυτή θα πρέπει να θεωρείται ως μετατροπή της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας και όλα τα επιμέρους δικαιώματα και υποχρεώσεις της πρώην ευρωπαϊκής νομικής οντότητας θα πρέπει να μεταβιβάζονται στην εθνική νομική οντότητα. Εξάλλου, προκειμένου να διευκολυνθεί η συνέχεια της δράσης, θα πρέπει να τεθούν διασφαλίσεις για να αποφεύγεται η εφαρμογή απαγορευτικών όρων για τη μετατροπή αυτή από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Εάν το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δεν αποκτά νομική προσωπικότητα στο κράτος μέλος της έδρας του, θα πρέπει να λύεται σύμφωνα με το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους και τηρουμένης της προϋπόθεσης σύμφωνα με την οποία δεν πρέπει να επιδιώκει κερδοσκοπικό σκοπό. Η Αρχή και ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα πρέπει να μπορούν να συμφωνούν λεπτομερείς όρους με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος για τη λύση της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας, ιδίως για να διασφαλιστεί η ανάκτηση των χρηματοδοτικών πόρων που ελήφθησαν από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η επιβολή οικονομικών κυρώσεων.

(22)

Εάν ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα αποτυγχάνει σοβαρά να συμμορφωθεί με το σχετικό εθνικό δίκαιο και εάν το θέμα αφορά στοιχεία που επηρεάζουν τον σεβασμό των αξιών επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, η Αρχή θα πρέπει να αποφασίζει, κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, να εφαρμόσει τις διαδικασίες του παρόντος κανονισμού. Εξάλλου, η Αρχή θα πρέπει να αποφασίζει, κατόπιν αιτήματος του κράτους μέλους της έδρας, να διαγράψει από το Μητρώο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα που απέτυχε σοβαρά να συμμορφωθεί με το σχετικό εθνικό δίκαιο επί οιουδήποτε άλλου θέματος.

(23)

Η επιλεξιμότητα για χρηματοδότηση από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να περιορίζεται στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και στα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά, τα οποία έχουν αναγνωρισθεί ως τέτοια και έχουν αποκτήσει ευρωπαϊκό νομικό καθεστώς. Μολονότι έχει ζωτική σημασία να διασφαλιστεί ότι οι εφαρμοστέες προϋποθέσεις για την απόκτηση του καθεστώτος του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος δεν είναι υπερβολικές αλλά μπορούν εύκολα να τηρούνται από οργανωμένους και σοβαρούς διεθνικούς συνασπισμούς πολιτικών κομμάτων ή φυσικών προσώπων ή και αμφοτέρων, είναι επίσης αναγκαίο να καθιερωθούν αναλογικά κριτήρια για τη διάθεση των περιορισμένων πόρων του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία να αποδεικνύουν αντικειμενικά την ευρωπαϊκή δέσμευση ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος και την αυθεντική εκλογική στήριξή του. Αυτά τα κριτήρια βασίζονται, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, στα αποτελέσματα των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στις οποίες τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα ή τα μέλη τους είναι υποχρεωμένα να συμμετάσχουν δυνάμει του παρόντος κανονισμού· τα αποτελέσματα αυτά παρέχουν ακριβή ένδειξη της εκλογικής αναγνώρισης ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος. Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν τον ρόλο άμεσης εκπροσώπησης των πολιτών της Ένωσης που ανατίθεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από το άρθρο 10 παράγραφος 2 ΣΕΕ, καθώς και τον στόχο των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων να συμμετέχουν πλήρως στον δημοκρατικό βίο της Ένωσης και να μετατρέπονται σε ενεργούς παράγοντες της ευρωπαϊκής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, για να εκφράζουν αποτελεσματικά τις απόψεις, γνώμες και την πολιτική βούληση των πολιτών της Ένωσης. Συνεπώς, η επιλεξιμότητα για χρηματοδότηση από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να περιορίζεται στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα τα οποία εκπροσωπούνται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από ένα τουλάχιστον εκ των μελών τους και στα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα τα οποία υποβάλλουν αίτηση μέσω ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος το οποίο εκπροσωπείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από ένα τουλάχιστον εκ των μελών του.

(24)

Για την αύξηση της διαφάνειας της χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και την αποφυγή δυνητικής κατάχρησης των κανόνων περί χρηματοδότησης, ένας βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα πρέπει, αποκλειστικά για τους σκοπούς της χρηματοδότησης, να θεωρείται μέλος ενός μόνον ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος, το οποίο θα πρέπει, ανάλογα με την περίπτωση, να είναι εκείνο με το οποίο συνδέεται το εθνικό ή περιφερειακό πολιτικό κόμμα του κατά την καταληκτική ημερομηνία υποβολής αιτήσεων χρηματοδότησης.

(25)

Θα πρέπει να θεσπιστούν όχι μόνον οι διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούν τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά όταν υποβάλλουν αίτηση χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά εξίσου οι διαδικασίες, τα κριτήρια και οι κανόνες που πρέπει να τηρούνται για τη λήψη της απόφασης χορήγησης της εν λόγω χρηματοδότησης.

(26)

Για να ενισχυθεί η ανεξαρτησία, λογοδοσία και ευθύνη των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων, ορισμένοι τύποι δωρεών και εισφορών σε αυτά από πηγές διαφορετικές από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να απαγορεύονται ή να υπόκεινται σε περιορισμούς. Τυχόν περιστολές στην ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων που ενδέχεται να προκαλούνται από τους εν λόγω περιορισμούς δικαιολογούνται για λόγους δημόσιας τάξης και είναι απολύτως αναγκαίες για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.

(27)

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα θα πρέπει να μπορούν να χρηματοδοτούν εκστρατείες που διεξάγονται στο πλαίσιο των εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενώ η χρηματοδότηση και ο περιορισμός των εκλογικών δαπανών για τα κόμματα και τους υποψηφίους σε αυτές τις εκλογές θα πρέπει να διέπονται από τους κανόνες που ισχύουν σε κάθε κράτος μέλος.

(28)

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα δεν θα πρέπει να χρηματοδοτούν, άμεσα ή έμμεσα, άλλα πολιτικά κόμματα, και, ειδικότερα, εθνικά κόμματα ή υποψηφίους. Τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα δεν θα πρέπει να χρηματοδοτούν, άμεσα ή έμμεσα, ευρωπαϊκά ή εθνικά πολιτικά κόμματα ή υποψηφίους. Επιπλέον, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά δεν θα πρέπει να χρηματοδοτούν εκστρατείες που αφορούν δημοψηφίσματα. Οι αρχές αυτές αντικατοπτρίζουν το περιεχόμενο της δήλωσης αριθ. 11 σχετικά με το άρθρο 191 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η οποία προσαρτάται στην Τελική Πράξη της Συνθήκης της Νίκαιας.

(29)

Θα πρέπει να θεσπίζονται συγκεκριμένοι κανόνες και διαδικασίες για την κατανομή των διαθέσιμων πιστώσεων κάθε έτος από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, τον αριθμό των δικαιούχων και, αφετέρου, το ποσοστό εκλεγμένων μελών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάθε δικαιούχου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος και, κατ’ επέκταση, του αντίστοιχου ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος που συνδέεται με αυτό. Οι εν λόγω κανόνες θα πρέπει να προβλέπουν απόλυτη διαφάνεια, λογιστικό, διαχειριστικό και χρηματοοικονομικό έλεγχο των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων που συνδέονται με αυτά, καθώς και την επιβολή αναλογικών κυρώσεων, μεταξύ άλλων σε περίπτωση παραβίασης από ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα των αρχών επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ.

(30)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που θεσπίζει ο παρών κανονισμός όσον αφορά τη χρηματοδότηση και τις δαπάνες των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων και όσον αφορά άλλα θέματα, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν αποτελεσματικοί μηχανισμοί ελέγχου. Για τον σκοπό αυτό, η Αρχή, ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες. Θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνεται η αμοιβαία συνεργασία μεταξύ των αρχών των κρατών μελών, προκειμένου να διασφαλίζεται ο αποδοτικός και αποτελεσματικός έλεγχος των υποχρεώσεων που απορρέουν από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο.

(31)

Είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ένα σαφές, ισχυρό και αποτρεπτικό σύστημα κυρώσεων προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική, αναλογική και ομοιόμορφη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις όσον αφορά τις δραστηριότητες των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων. Το σύστημα αυτό θα πρέπει επίσης να τηρεί την αρχή ne bis in idem, βάσει της οποίας δεν μπορούν να επιβληθούν δύο φορές κυρώσεις για το ίδιο αδίκημα. Είναι επίσης αναγκαίο να καθοριστούν οι αντίστοιχοι ρόλοι της Αρχής και του διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά τον έλεγχο και την εξακρίβωση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό καθώς και οι μηχανισμοί συνεργασίας μεταξύ αυτών και των αρχών των κρατών μελών.

(32)

Για την προαγωγή της ευρωπαϊκής πολιτικής συνείδησης των πολιτών και την προώθηση της διαφάνειας της ευρωπαϊκής εκλογικής διαδικασίας, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα μπορούν να ενημερώνουν τους πολίτες κατά τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τους δεσμούς μεταξύ αυτών και των εθνικών πολιτικών κομμάτων και υποψηφίων με τους οποίους συνδέονται.

(33)

Για λόγους διαφάνειας και για την ενίσχυση του ελέγχου και της δημοκρατικής λογοδοσίας των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων, οι πληροφορίες που θεωρούνται ουσιώδους δημόσιου συμφέροντος και αφορούν ιδίως το καταστατικό τους, τα μέλη, τις οικονομικές καταστάσεις, τους δωρητές και τις δωρεές, τις εισφορές και τις επιδοτήσεις που λαμβάνουν από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και οι πληροφορίες οι σχετικές με αποφάσεις που ελήφθησαν από την Αρχή και τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την καταχώριση, τη χρηματοδότηση και τις κυρώσεις, θα πρέπει να δημοσιεύονται. Η θέσπιση κανονιστικού πλαισίου για να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες αυτές διατίθενται στο κοινό αποτελεί τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο για την προώθηση ισότιμου και δίκαιου ανταγωνισμού μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων και για τη διενέργεια ανοικτών, διαφανών και δημοκρατικών νομοθετικών και εκλογικών διαδικασιών, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την εμπιστοσύνη των πολιτών και των ψηφοφόρων στην ευρωπαϊκή αντιπροσωπευτική δημοκρατία, και ευρύτερα, προλαμβάνοντας τη διαφθορά και την κατάχρηση εξουσίας.

(34)

Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η υποχρέωση δημοσίευσης της ταυτότητας των φυσικών προσώπων δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε δωρεές ίσες ή μικρότερες των 1 500 EUR ανά έτος και ανά δωρητή. Η εν λόγω υποχρέωση δεν θα πρέπει να ισχύει για τις δωρεές μεταξύ 1 500 και 3 000 EUR ανά έτος, εκτός εάν ο δωρητής έχει παράσχει προηγούμενη γραπτή συναίνεση για τη δημοσίευση. Τα όρια αυτά επιτυγχάνουν κατάλληλη ισορροπία μεταξύ του θεμελιώδους δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αφενός, και του νόμιμου δημοσίου συμφέροντος για διαφάνεια κατά τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων, αφετέρου, όπως αποτυπώνεται σε διεθνείς συστάσεις για την αποφυγή της διαφθοράς όσον αφορά τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων. Η δημοσιοποίηση των δωρεών που υπερβαίνουν τα 3 000 EUR ανά έτος και ανά δωρητή θα επιτρέψει τον αποτελεσματικό δημόσιο έλεγχο και τη διεξοδική εξέταση των σχέσεων μεταξύ των δωρητών και των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων. Επίσης, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, οι πληροφορίες για τις δωρεές θα πρέπει να δημοσιεύονται ετησίως, εκτός από τη χρονική περίοδο των εκλογικών εκστρατειών για τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή όταν πρόκειται για δωρεές που υπερβαίνουν τα 12 000 EUR, για τις οποίες η δημοσίευση θα πρέπει να γίνεται το συντομότερο δυνατό.

(35)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που κατοχυρώνονται στον Χάρτη, και ιδίως στα άρθρα 7 και 8, τα οποία ορίζουν ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής του και στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν και θα πρέπει να εφαρμόζεται με την πλήρη τήρηση αυτών των δικαιωμάτων και αρχών.

(36)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία διενεργείται από την Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(37)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία διενεργείται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(38)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου, είναι σκόπιμο να διευκρινίζεται ότι η Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, οι εθνικές αρχές οι οποίες είναι αρμόδιες για την άσκηση ελέγχου σε πτυχές που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων, καθώς και άλλοι τρίτοι οι οποίοι αναφέρονται ή προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, είναι οι υπεύθυνοι της επεξεργασίας κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 ή της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Θα πρέπει επίσης να προσδιορίζεται το μέγιστο χρονικό διάστημα κατά το οποίο μπορούν να διατηρούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία συλλέγουν, με σκοπό τη διασφάλιση της νομιμότητας, της κανονικότητας και της διαφάνειας της χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων και των μελών των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων. Υπό την ιδιότητα των υπευθύνων της επεξεργασίας, η Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, οι αρμόδιες εθνικές αρχές και οι τρίτοι θα πρέπει να λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο ώστε να συμμορφώνονται προς τις υποχρεώσεις που επιβάλλουν ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και η οδηγία 95/46/ΕΚ, και ιδίως εκείνες που σχετίζονται με το σύννομο της επεξεργασίας, την ασφάλεια των δραστηριοτήτων επεξεργασίας, την παροχή πληροφοριών και τα δικαιώματα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα να έχουν πρόσβαση στα δικά τους δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και να εξασφαλίζουν τη διόρθωση και τη διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν.

(39)

Οι διατάξεις του κεφαλαίου III της οδηγίας 95/46/ΕΚ σχετικά με τα ένδικα μέσα, την ευθύνη και τις κυρώσεις ισχύουν όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων η οποία διενεργείται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Οι αρμόδιες εθνικές αρχές ή οι τρίτοι ευθύνονται για κάθε ζημία την οποία προκαλούν επί τη βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές ή οι τρίτοι υπόκεινται σε κατάλληλες κυρώσεις για τις παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού.

(40)

Η τεχνική υποστήριξη που παρέχεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα θα πρέπει να διέπεται από την αρχή της ίσης μεταχείρισης, θα πρέπει να παρέχεται έναντι τιμολογίου και πληρωμής και θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο τακτικής έκθεσης η οποία δημοσιοποιείται.

(41)

Βασικές πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να δημοσιοποιούνται σε ειδικό δικτυακό τόπο.

(42)

Ο δικαστικός έλεγχος από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα συνδράμει στη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθούν διαδικασίες ώστε τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα να διαθέτουν το δικαίωμα ακρόασης και να λαμβάνουν διορθωτικά μέτρα προτού τους επιβληθεί κύρωση.

(43)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν τη θέσπιση εθνικών διατάξεων οι οποίες συμβάλλουν στην αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(44)

Θα πρέπει να παραχωρηθεί επαρκής χρόνος στα κράτη μέλη προκειμένου να θεσπίζουν διατάξεις που διασφαλίζουν την ομαλή και αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Θα πρέπει συνεπώς να προβλεφθεί μεταβατική περίοδος μεταξύ της έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού και της εφαρμογής του.

(45)

Ζητήθηκε η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος και γνωμοδότησε (10).

(46)

Λόγω της ανάγκης σημαντικών αλλαγών και προσθηκών στους κανόνες και στις διαδικασίες που εφαρμόζονται επί του παρόντος στα πολιτικά κόμματα και στα πολιτικά ιδρύματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 θα πρέπει να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τις προϋποθέσεις που διέπουν το καθεστώς και τη χρηματοδότηση πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο («ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα») και πολιτικών ιδρυμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο («ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα»).

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

1)

«πολιτικό κόμμα»: ένωση πολιτών:

η οποία επιδιώκει πολιτικούς σκοπούς, και

η οποία έχει αναγνωρισθεί ή ιδρυθεί σύμφωνα με την έννομη τάξη ενός τουλάχιστον κράτους μέλους·

2)

«πολιτικός συνασπισμός»: διαρθρωμένη συνεργασία μεταξύ πολιτικών κομμάτων και/ή πολιτών·

3)

«ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα»: πολιτικός συνασπισμός ο οποίος επιδιώκει πολιτικούς στόχους και είναι καταχωρισμένος στην Αρχή για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και ιδρύματα που συγκροτείται με το άρθρο 6, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό·

4)

«ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα»: οντότητα η οποία συνδέεται επίσημα με ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα, η οποία είναι καταχωρισμένη στην Αρχή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό, και η οποία, μέσω των δραστηριοτήτων της, στο πλαίσιο των σκοπών και των θεμελιωδών αξιών της Ένωσης, στηρίζει και συμπληρώνει τους στόχους του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος επιτελώντας ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

παρατήρηση, ανάλυση και συμβολή στη συζήτηση σχετικά με θέματα ευρωπαϊκής δημόσιας πολιτικής και σχετικά με τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης·

β)

ανάπτυξη δραστηριοτήτων οι οποίες σχετίζονται με ζητήματα ευρωπαϊκής δημόσιας πολιτικής, όπως οργάνωση και υποστήριξη σεμιναρίων, κατάρτισης, συνεδρίων και μελετών σχετικά με τέτοια θέματα μεταξύ ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων οργανώσεων νεολαίας και άλλων εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών·

γ)

ανάπτυξη συνεργασίας για την προώθηση της δημοκρατίας, μεταξύ άλλων σε τρίτες χώρες·

δ)

παροχή ενός πλαισίου συνεργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο για εθνικά πολιτικά ιδρύματα, πανεπιστημιακούς και άλλους συναφείς παράγοντες·

5)

«περιφερειακό κοινοβούλιο» ή «περιφερειακή συνέλευση»: όργανο του οποίου τα μέλη είτε κατέχουν περιφερειακή εκλογική εντολή είτε είναι πολιτικά υπόλογα σε εκλεγμένη συνέλευση·

6)

«χρηματοδότηση από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης»: επιδότηση χορηγούμενη σύμφωνα με τον τίτλο VΙ του μέρους Ι ή συνεισφορά χορηγούμενη σύμφωνα με το μέρος ΙΙ τίτλος VIII του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) («ο δημοσιονομικός κανονισμός»)·

7)

«δωρεά»: κάθε παροχή μετρητών, κάθε παροχή σε είδος, κάθε προμήθεια αγαθών, παροχή υπηρεσιών (συμπεριλαμβανομένων δανείων) ή εκτέλεση έργων σε τιμή χαμηλότερη της αγοραίας και/ή κάθε άλλη συναλλαγή που συνιστά οικονομικό πλεονέκτημα για το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα, με εξαίρεση τις συνεισφορές των μελών και τις συνήθεις πολιτικές δραστηριότητες που διεξάγονται από ιδιώτες σε εθελοντική βάση·

8)

«συνεισφορά μελών»: κάθε καταβολή μετρητών, συμπεριλαμβανομένων των συνδρομών μέλους ή εισφορά σε είδος ή κάθε προμήθεια αγαθών, παροχή υπηρεσιών (συμπεριλαμβανομένων δανείων) ή εκτέλεση έργων σε τιμή χαμηλότερη της αγοραίας και/ή κάθε άλλη συναλλαγή που συνιστά οικονομικό πλεονέκτημα για το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα, όταν παρέχονται στο εν λόγω ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή στο εν λόγω ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα από ένα από τα αντίστοιχα μέλη τους, με εξαίρεση τις συνήθεις πολιτικές δραστηριότητες που διεξάγονται από τα μεμονωμένα μέλη σε εθελοντική βάση·

9)

«ετήσιος προϋπολογισμός» για τους σκοπούς των άρθρων 20 και 27: το συνολικό ποσό δαπανών ενός συγκεκριμένου έτους, όπως αναφέρεται στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις του σχετικού ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή του σχετικού ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος·

10)

«εθνικό σημείο επαφής»: ένα από τα σημεία επαφής που ορίζονται για θέματα που σχετίζονται με τη κεντρική βάση δεδομένων για τους αποκλεισμούς η οποία αναφέρεται στο άρθρο 108 του δημοσιονομικού κανονισμού και στο άρθρο 144 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής (12) ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή πρόσωπα που έχουν οριστεί ειδικά από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών με σκοπό την ανταλλαγή πληροφοριών κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού·

11)

«έδρα»: ο τόπος στον οποίο το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα έχει την κεντρική του διοίκηση·

12)

«συρροή αδικημάτων»: δύο ή περισσότερα αδικήματα που διαπράττονται ως μέρος της ίδιας παράνομης πράξης·

13)

«αδίκημα καθ’ υποτροπήν»: αδίκημα που διαπράττεται εντός πενταετίας από την κύρωση που είχε επιβληθεί στο πρόσωπο που το διέπραξε για το ίδιο είδος αξιόποινης πράξης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ

Άρθρο 3

Προϋποθέσεις καταχώρισης

1.   Ένας πολιτικός συνασπισμός δικαιούται να ζητήσει την καταχώρισή του ως ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η έδρα του πρέπει να βρίσκεται σε κράτος μέλος, όπως αναφέρεται στο καταστατικό του·

β)

αυτός ή τα μέλη του πρέπει να εκπροσωπούνται, τουλάχιστον στο ένα τέταρτο των κρατών μελών, από μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των εθνικών κοινοβουλίων, των περιφερειακών κοινοβουλίων ή των περιφερειακών συνελεύσεων ή

αυτός ή τα μέλη του πρέπει να έλαβαν, τουλάχιστον στο ένα τέταρτο των κρατών μελών, τουλάχιστον τρία τοις εκατό των ψήφων σε καθένα από τα εν λόγω κράτη μέλη στις τελευταίες εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

γ)

πρέπει να τηρεί, ιδίως στο πρόγραμμα και στις δραστηριότητές του, τις αξίες επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, κυρίως τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των μελών μειονοτήτων·

δ)

αυτός ή τα μέλη του πρέπει να έχουν λάβει μέρος σε εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή να έχουν εκφράσει δημόσια την πρόθεσή του(-ς) να λάβουν μέρος στις επόμενες εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· και

ε)

δεν πρέπει να επιδιώκει κερδοσκοπικούς σκοπούς.

2.   Αιτών δικαιούται να ζητήσει την καταχώρισή του ως ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

πρέπει να συνδέεται με ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα που έχει καταχωριστεί σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό·

β)

η έδρα του πρέπει να βρίσκεται σε κράτος μέλος όπως αναφέρεται στο καταστατικό του·

γ)

πρέπει να τηρεί, ιδίως στο πρόγραμμα και στις δραστηριότητές του, τις αξίες επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, κυρίως τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των μελών μειονοτήτων·

δ)

οι στόχοι του πρέπει να συμπληρώνουν τους στόχους του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος με το οποίο συνδέεται επίσημα·

ε)

το διοικητικό του όργανο πρέπει να απαρτίζεται από μέλη από το ένα τέταρτο τουλάχιστον των κρατών μελών· και

στ)

δεν πρέπει να επιδιώκει κερδοσκοπικούς σκοπούς.

3.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα μπορεί να έχει μόνον ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα το οποίο συνδέεται επίσημα με αυτό. Κάθε ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα και το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα που συνδέεται με αυτό διασφαλίζουν τον διαχωρισμό των δομών καθημερινής διαχείρισης και διοίκησης καθώς και των οικονομικών λογαριασμών τους.

Άρθρο 4

Διακυβέρνηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων

1.   Το καταστατικό ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος συμμορφώνεται προς το εφαρμοστέο δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα του και περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες αφορούν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

το όνομα και το λογότυπό του, τα οποία πρέπει να διακρίνονται σαφώς από εκείνα οποιουδήποτε άλλου υφιστάμενου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος·

β)

τη διεύθυνση της έδρας του·

γ)

ένα πολιτικό πρόγραμμα, το οποίο περιγράφει τον σκοπό και τους στόχους του·

δ)

δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ε) ότι δεν επιδιώκει κερδοσκοπικούς σκοπούς·

ε)

όπου συντρέχει περίπτωση, το όνομα του πολιτικού ιδρύματος που συνδέεται με αυτό και περιγραφή της επίσημης σχέσης που υφίσταται μεταξύ τους·

στ)

τη διοικητική και χρηματοοικονομική οργάνωση και διαδικασίες, προσδιορίζοντας ειδικότερα τα όργανα και τις υπηρεσίες που έχουν την αρμοδιότητα της διοικητικής, οικονομικής και νομικής εκπροσώπησης και τους κανόνες που διέπουν την κατάρτιση, την έγκριση και τον έλεγχο των ετήσιων λογαριασμών· και

ζ)

την εσωτερική διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται σε περίπτωση εκούσιας λύσης του ως ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος.

2.   Το καταστατικό ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος περιλαμβάνει διατάξεις για την εσωκομματική οργάνωση, οι οποίες αναφέρονται τουλάχιστον στα ακόλουθα σημεία:

α)

στους λεπτομερείς όρους για την αποδοχή, την παραίτηση και τον αποκλεισμό των μελών του, με συνημμένο στο καταστατικό τον κατάλογο των κομμάτων-μελών του·

β)

στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που συνδέονται με κάθε είδους συμμετοχή και τα σχετικά δικαιώματα ψήφου·

γ)

στις εξουσίες, τις αρμοδιότητες και τη σύνθεση των διοικητικών του οργάνων, προσδιορίζοντας για το καθένα τα κριτήρια επιλογής υποψηφίων και τους λεπτομερείς όρους για τον διορισμό και την απομάκρυνσή τους·

δ)

στις εσωτερικές του διαδικασίες λήψης αποφάσεων, ιδίως τις διαδικασίες ψηφοφορίας και τις απαιτήσεις που αφορούν την απαρτία·

ε)

στην προσέγγιση που υιοθετεί ως προς τη διαφάνεια, ιδίως όσον αφορά τα βιβλία, τους λογαριασμούς και τις δωρεές, την προστασία της ιδιωτικής ζωής και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· και

στ)

στην εσωτερική διαδικασία τροποποίησης του καταστατικού του.

3.   Το κράτος μέλος της έδρας μπορεί να επιβάλλει πρόσθετες απαιτήσεις για το καταστατικό, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πρόσθετες απαιτήσεις δεν αντίκεινται στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 5

Διακυβέρνηση των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων

1.   Το καταστατικό του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος συμμορφώνεται προς το εφαρμοστέο δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα του και περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες αφορούν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

το όνομα και το λογότυπό του, τα οποία πρέπει να διακρίνονται σαφώς από εκείνα οποιουδήποτε άλλου υφιστάμενου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος·

β)

τη διεύθυνση της έδρας του·

γ)

περιγραφή του σκοπού και των στόχων του, οι οποίοι πρέπει να είναι συμβατοί με τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημείο 4·

δ)

δήλωση ότι δεν επιδιώκει κερδοσκοπικούς σκοπούς, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο στ)·

ε)

το όνομα του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος με το οποίο συνδέεται άμεσα και περιγραφή της επίσημης σχέσης που υφίσταται μεταξύ τους·

στ)

κατάλογο των οργάνων του, προσδιορίζοντας για καθένα τις εξουσίες, τις αρμοδιότητες και τη σύνθεσή του, συμπεριλαμβανομένων των όρων διορισμού και απομάκρυνσης των μελών και των διαχειριστών των οργάνων αυτών·

ζ)

τη διοικητική και χρηματοοικονομική οργάνωση και διαδικασίες, προσδιορίζοντας ειδικότερα τα όργανα και τις υπηρεσίες που έχουν την αρμοδιότητα της διοικητικής, οικονομικής και νομικής εκπροσώπησης και τους κανόνες που διέπουν την κατάρτιση, την έγκριση και τον έλεγχο των ετήσιων λογαριασμών·

η)

την εσωτερική διαδικασία τροποποίησης του καταστατικού του· και

θ)

την εσωτερική διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται σε περίπτωση εκούσιας λύσης του ως ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος.

2.   Το κράτος μέλος της έδρας μπορεί να επιβάλλει πρόσθετες απαιτήσεις για το καταστατικό, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πρόσθετες απαιτήσεις δεν αντίκεινται στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 6

Αρχή για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα

1.   Ιδρύεται Αρχή για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα (η «Αρχή») με σκοπό την καταχώριση, τον έλεγχο και την επιβολή κυρώσεων στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Η Αρχή έχει νομική προσωπικότητα. Είναι ανεξάρτητη και ασκεί τα καθήκοντά της συμμορφούμενη πλήρως προς τον παρόντα κανονισμό.

Η Αρχή αποφασίζει σχετικά με την καταχώριση και τη διαγραφή από το Μητρώο των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων σύμφωνα με τις διαδικασίες και τους όρους που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Επιπλέον, η Αρχή ελέγχει τακτικά ότι εξακολουθούν να τηρούνται από τα καταχωρισμένα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα οι προϋποθέσεις καταχώρισης που καθορίζονται στο άρθρο 3 και οι διατάξεις περί διακυβέρνησης που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και δ) έως στ) και στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ε) και ζ).

Στις αποφάσεις της, η Αρχή λαμβάνει πλήρως υπόψη το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι και την ανάγκη να διασφαλίζεται ο πλουραλισμός των πολιτικών κομμάτων στην Ευρώπη.

Η Αρχή εκπροσωπείται από τον διευθυντή της, ο οποίος λαμβάνει όλες τις αποφάσεις εξ ονόματός της.

3.   Ο διευθυντής της Αρχής διορίζεται για μία πενταετή μη ανανεώσιμη θητεία από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή (που αναφέρονται ομού ως «η διορίζουσα αρχή») με κοινή συμφωνία, βάσει προτάσεων επιτροπής επιλογής που αποτελείται από τους γενικούς γραμματείς των εν λόγω θεσμικών οργάνων και μετά από ανοικτή πρόσκληση για την υποβολή υποψηφιοτήτων.

Ο διευθυντής της Αρχής επιλέγεται βάσει των ατομικών και επαγγελματικών του προσόντων. Δεν είναι βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν κατέχει οποιουδήποτε είδους αιρετό αξίωμα ούτε είναι εν ενεργεία ή πρώην υπάλληλος ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος. Ο επιλεγείς διευθυντής δεν βρίσκεται σε σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ της ιδιότητάς του ως διευθυντή της Αρχής και άλλων επίσημων καθηκόντων που μπορεί ενδεχομένως να ασκεί, ειδικότερα στο πλαίσιο της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

Η χηρεύουσα θέση διευθυντή λόγω παραίτησης, συνταξιοδότησης, απομάκρυνσης ή θανάτου καλύπτεται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.

Σε περίπτωση κανονικής αντικατάστασης ή οικειοθελούς παραίτησης, ο διευθυντής εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του έως την ανάληψη καθηκόντων του αντικαταστάτη.

Εάν ο διευθυντής της Αρχής δεν πληροί πλέον τους απαιτούμενους όρους για την εκτέλεση των καθηκόντων του, μπορεί να απομακρυνθεί με κοινή συμφωνία τουλάχιστον δύο εκ των τριών θεσμικών οργάνων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο και με βάση έκθεση που εκπονεί η αναφερόμενη στο πρώτο εδάφιο επιτροπή επιλογής με δική της πρωτοβουλία ή μετά από αίτηση οποιουδήποτε από τα τρία θεσμικά όργανα.

Ο διευθυντής της Αρχής είναι ανεξάρτητος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. Όταν ενεργεί εξ ονόματος της Αρχής, ο διευθυντής δεν ζητεί ούτε λαμβάνει οδηγίες από οποιοδήποτε θεσμικό όργανο ή κυβέρνηση ή από οποιοδήποτε άλλο όργανο, υπηρεσία ή οργανισμό. Ο διευθυντής της Αρχής απέχει από κάθε ενέργεια που δεν συνάδει με τη φύση των καθηκόντων του.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή ασκούν από κοινού, όσον αφορά τον διευθυντή, τις εξουσίες που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων (και από το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης) όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (13). Με την επιφύλαξη των αποφάσεων περί διορισμού και απομάκρυνσης, τα τρία θεσμικά όργανα μπορούν να συμφωνήσουν να αναθέσουν σε οποιοδήποτε από αυτά την άσκηση ορισμένων ή όλων των υπόλοιπων εξουσιών της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής.

Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί να αναθέσει στον διευθυντή άλλα καθήκοντα υπό τον όρο ότι τα καθήκοντα αυτά δεν είναι ασυμβίβαστα με τον φόρτο εργασίας που προκύπτει από τα καθήκοντά του ως διευθυντή της Αρχής και δεν μπορούν να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων ή να θέσουν σε κίνδυνο την πλήρη ανεξαρτησία του διευθυντή.

4.   Η Αρχή στεγάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο παραχωρεί στην Αρχή τα αναγκαία γραφεία και την απαραίτητη διοικητική υποστήριξη.

5.   Ο διευθυντής της Αρχής επικουρείται από υπαλλήλους προερχόμενους από ένα ή περισσότερα θεσμικά όργανα της Ένωσης. Όταν εργάζονται για λογαριασμό της Αρχής, οι υπάλληλοι αυτοί ενεργούν υπό την αποκλειστική δικαιοδοσία του διευθυντή της Αρχής.

Η επιλογή των υπαλλήλων δεν πρέπει να μπορεί να έχει ως συνέπεια σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των καθηκόντων τους στην Αρχή και άλλων επίσημων καθηκόντων που μπορεί ενδεχομένως να ασκούν, και πρέπει να απέχουν από κάθε ενέργεια που δεν συνάδει με τη φύση των καθηκόντων τους.

6.   Η Αρχή συνάπτει συμφωνίες με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και, κατά περίπτωση, με άλλα θεσμικά όργανα σχετικά με διοικητικές ρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων της, ειδικότερα συμφωνίες σχετικά με το προσωπικό, τις υπηρεσίες και την υποστήριξη που παρέχονται σύμφωνα με τις παραγράφους 4, 5 και 8.

7.   Οι πιστώσεις για τις δαπάνες της Αρχής προβλέπονται σε χωριστό τίτλο του τμήματος για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι πιστώσεις είναι επαρκείς ώστε να διασφαλίζεται η πλήρης και ανεξάρτητη λειτουργία της Αρχής. Ένα σχέδιο προϋπολογισμού για την Αρχή υποβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από τον διευθυντή και δημοσιοποιείται. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναθέτει τα καθήκοντα του διατάκτη σε σχέση με τις πιστώσεις αυτές στον διευθυντή της Αρχής.

8.   Ο κανονισμός αριθ. 1 του Συμβουλίου (14) εφαρμόζεται στην Αρχή.

Οι μεταφραστικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη λειτουργία της Αρχής και του Μητρώου παρέχονται από το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

9.   Η Αρχή και ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ανταλλάσσουν όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την άσκηση των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού.

10.   Ο διευθυντής υποβάλλει ετησίως έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με τις δραστηριότητες της Αρχής.

11.   Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξετάζει τη νομιμότητα των αποφάσεων της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 263 ΣΛΕΕ και είναι αρμόδιο για τις διαφορές σχετικά με την αποκατάσταση ζημιών που έχουν προκληθεί από την Αρχή σύμφωνα με τα άρθρα 268 και 340 ΣΛΕΕ. Εάν η Αρχή δεν λάβει απόφαση, όταν αυτό προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό, είναι δυνατόν να ασκείται προσφυγή επί παραλείψει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 265 ΣΛΕΕ.

Άρθρο 7

Μητρώο για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα

1.   Η Αρχή καταρτίζει και διαχειρίζεται Μητρώο για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα. Οι πληροφορίες που περιέχει το Μητρώο διατίθενται ηλεκτρονικά σύμφωνα με το άρθρο 32.

2.   Προκειμένου να εξασφαλισθεί η κατάλληλη λειτουργία του Μητρώου, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 και εντός του πεδίου εφαρμογής των σχετικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού όσον αφορά:

α)

τις πληροφορίες και τα έγγραφα τεκμηρίωσης που κατέχει η Αρχή για τα οποία το Μητρώο πρόκειται να αποτελέσει το ενδεδειγμένο αποθετήριο και στα οποία περιλαμβάνονται το καταστατικό ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος, οποιαδήποτε άλλα έγγραφα υποβάλλονται ως μέρος αίτησης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2, οποιαδήποτε έγγραφα λαμβάνονται από τα κράτη μέλη της έδρας όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2 και στοιχεία σχετικά με την ταυτότητα των προσώπων που είναι μέλη οργάνων ή κατέχουν αξιώματα που περιβάλλονται με αρμοδιότητες διοικητικής, οικονομικής και νομικής εκπροσώπησης, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο ζ)·

β)

το υλικό από το Μητρώο που αναφέρεται υπό το στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου για την πιστοποίηση της νομιμότητας του οποίου πρόκειται να είναι αρμόδια η Αρχή σύμφωνα με τις αρμοδιότητές της δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Η Αρχή δεν είναι αρμόδια να ελέγχει τη συμμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων ή των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων προς οποιαδήποτε υποχρέωση ή απαίτηση επιβάλλεται στο σχετικό κόμμα ή ίδρυμα από το κράτος μέλος της έδρας σύμφωνα με τα άρθρα 4, 5 και το άρθρο 14 παράγραφος 2 και οι οποίες είναι επιπλέον των υποχρεώσεων και των απαιτήσεων που θεσπίζει ο παρών κανονισμός.

3.   Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, προσδιορίζει τις λεπτομέρειες του συστήματος αριθμητικής καταχώρισης που πρόκειται να εφαρμόζεται για το Μητρώο καθώς και τα τυποποιημένα αποσπάσματα του Μητρώου που πρόκειται να διατίθενται σε τρίτους μετά από αίτηση, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου επιστολών και εγγράφων. Τα αποσπάσματα αυτά δεν περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πέραν της ταυτότητας των προσώπων που είναι μέλη οργάνων ή κατέχουν αξιώματα που περιβάλλονται με αρμοδιότητες διοικητικής, οικονομικής και νομικής εκπροσώπησης, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο ζ). Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 37.

Άρθρο 8

Αίτηση καταχώρισης

1.   Για την καταχώριση, υποβάλλεται αίτηση στην Αρχή. Αίτηση καταχώρισης ως ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα υποβάλλεται μόνο μέσω του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος με το οποίο ο αιτών συνδέεται επίσημα.

2.   Η αίτηση συνοδεύεται από:

α)

έγγραφα τα οποία αποδεικνύουν ότι ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 3, συμπεριλαμβανομένης μιας τυποποιημένης επίσημης δήλωσης με τη μορφή που προβλέπεται στο παράρτημα·

β)

το καταστατικό του κόμματος ή του ιδρύματος, το οποίο περιλαμβάνει τις απαιτούμενες από τα άρθρα 4 και 5 διατάξεις, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών παραρτημάτων και, κατά περίπτωση, της δήλωσης του κράτους μέλους της έδρας που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2.

3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 και εντός του πεδίου εφαρμογής των σχετικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού:

α)

προκειμένου να επισημαίνει τυχόν συμπληρωματικές πληροφορίες ή συμπληρωματικά έγγραφα τεκμηρίωσης σε σχέση με την παράγραφο 2 που απαιτούνται για να μπορεί η Αρχή να ασκεί πλήρως τις αρμοδιότητές της σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη λειτουργία του Μητρώου,

β)

προκειμένου να τροποποιήσει την τυποποιημένη επίσημη δήλωση του παραρτήματος σε σχέση με τα στοιχεία που πρέπει να συμπληρώνει, κατά περίπτωση, ο αιτών ώστε να διασφαλίζεται η ύπαρξη επαρκών πληροφοριών σε σχέση με τον υπογράφοντα, την εντολή του και το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα το οποίο εξουσιοδοτείται να εκπροσωπεί για τους σκοπούς της δήλωσης.

4.   Η τεκμηρίωση που υποβάλλεται στην Αρχή ως μέρος της αίτησης αναρτάται αμέσως στον δικτυακό τόπο που αναφέρεται στο άρθρο 32.

Άρθρο 9

Εξέταση της αίτησης και απόφαση της Αρχής

1.   Η αίτηση εξετάζεται από την Αρχή προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις καταχώρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 και κατά πόσο το καταστατικό περιέχει τις απαιτούμενες από τα άρθρα 4 και 5 διατάξεις.

2.   Η Αρχή εκδίδει απόφαση καταχώρισης του αιτούντος, εκτός εάν διαπιστώσει ότι ο αιτών δεν πληροί τις προϋποθέσεις καταχώρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 ή ότι το καταστατικό δεν περιέχει τις απαιτούμενες από τα άρθρα 4 και 5 διατάξεις.

Η Αρχή δημοσιεύει την απόφαση καταχώρισης του αιτούντος εντός μηνός από την παραλαβή της αίτησης καταχώρισης ή, σε περίπτωση εφαρμογής των διαδικασιών του άρθρου 15 παράγραφος 4, εντός τεσσάρων μηνών από την παραλαβή της αίτησης καταχώρισης.

Σε περίπτωση που μια αίτηση είναι ελλιπής, η Αρχή καλεί αμελλητί τον αιτούντα να υποβάλει τα απαιτούμενα συμπληρωματικά στοιχεία. Για τους σκοπούς της προθεσμίας που ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο, ο χρόνος αρχίζει να υπολογίζεται μόνο από την ημερομηνία παραλαβής πλήρους αίτησης από την Αρχή.

3.   Η τυποποιημένη επίσημη δήλωση που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο α) θεωρείται επαρκής προκειμένου η Αρχή να διαπιστώσει ότι ο αιτών συμμορφώνεται προς τις προϋποθέσεις που προσδιορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ), ανάλογα με το ποιο από τα δύο εφαρμόζεται.

4.   Η απόφαση της Αρχής να καταχωρίσει τον αιτούντα δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαζί με το καταστατικό του οικείου κόμματος ή του οικείου ιδρύματος. Η απόφαση της Αρχής να μην καταχωρίσει τον αιτούντα δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαζί με τους λεπτομερείς λόγους απόρριψης.

5.   Κάθε τροποποίηση των εγγράφων ή του καταστατικού που υποβάλλονται στο πλαίσιο της αίτησης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 κοινοποιείται στην Αρχή, η οποία επικαιροποιεί την καταχώριση σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 15 παράγραφοι 2 και 4, τηρουμένων των αναλογιών.

6.   Ο επικαιροποιημένος κατάλογος των κομμάτων-μελών ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος, που επισυνάπτεται στο καταστατικό του κόμματος σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, αποστέλλεται στην Αρχή κατ’ έτος. Κάθε αλλαγή που έχει ως αποτέλεσμα το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα να μην μπορεί να πληροί πλέον την προϋπόθεση που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) ανακοινώνεται στην Αρχή εντός τεσσάρων εβδομάδων αφ’ ης πραγματοποιείται.

Άρθρο 10

Έλεγχος της συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις και τις απαιτήσεις καταχώρισης

1.   Με την επιφύλαξη της διαδικασίας που ορίζεται στην παράγραφο 3, η Αρχή ελέγχει τακτικά ότι εξακολουθούν να τηρούνται από τα καταχωρισμένα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα οι προϋποθέσεις καταχώρισης που καθορίζονται στο άρθρο 3 και οι διατάξεις περί διακυβέρνησης που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και δ) έως στ) και στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ε) και ζ).

2.   Εάν η Αρχή διαπιστώσει ότι οποιαδήποτε προϋπόθεση καταχώρισης ή διάταξη περί διακυβέρνησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, με εξαίρεση τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ), δεν τηρείται πλέον, ενημερώνει το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα.

3.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο ή η Επιτροπή μπορούν να υποβάλλουν αίτηση στην Αρχή προκειμένου να ελεγχθεί η συμμόρφωση ενός συγκεκριμένου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος προς τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ). Στις περιπτώσεις αυτές και στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α), η Αρχή ζητεί από την επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων που συστήνεται με το άρθρο 11 να γνωμοδοτήσει επί του θέματος. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της εντός δύο μηνών.

Σε περίπτωση που περιέλθουν σε γνώση της Αρχής πραγματικά περιστατικά που ενδέχεται να εγείρουν αμφιβολίες όσον αφορά τη συμμόρφωση ενός συγκεκριμένου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος προς τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα άρθρα 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ), η Αρχή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή προκειμένου να επιτρέψει σε οποιοδήποτε από αυτά να υποβάλει αίτηση ελέγχου κατά τα αναφερόμενα στο πρώτο εδάφιο. Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή δηλώνουν την πρόθεσή τους εντός δύο μηνών από την παραλαβή των εν λόγω πληροφοριών.

Οι διαδικασίες που προβλέπονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο δεν κινούνται εντός του διμήνου που προηγείται των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη της επιτροπής, η Αρχή αποφασίζει εάν θα διαγράψει από το Μητρώο το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα. Η απόφαση της Αρχής είναι δεόντως αιτιολογημένη.

Η Αρχή μπορεί να εκδώσει απόφαση διαγραφής από το Μητρώο για λόγους μη συμμόρφωσης προς τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα άρθρα 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) μόνο σε περίπτωση προφανούς και σοβαρής παράβασης των εν λόγω προϋποθέσεων. Η απόφαση υπόκειται στη διαδικασία της παραγράφου 4.

4.   Η απόφαση της Αρχής να διαγράψει από το Μητρώο ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα λόγω προφανούς και σοβαρής παράβασης όσον αφορά τη συμμόρφωση προς τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Η απόφαση τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν διατυπώσουν αντιρρήσεις εντός προθεσμίας τριών μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από την εκπνοή της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Αρχή ότι δεν προτίθενται να διατυπώσουν αντιρρήσεις. Σε περίπτωση που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο διατυπώσουν αντίρρηση, το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα παραμένουν καταχωρισμένα στο Μητρώο.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να διατυπώσουν αντιρρήσεις για την απόφαση μόνο για λόγους που σχετίζονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις προϋποθέσεις καταχώρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ).

Το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα ενημερώνεται ότι διατυπώθηκε αντίρρηση σχετικά με την απόφαση της Αρχής για τη διαγραφή από το Μητρώο.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εγκρίνουν θέση κατά τους αντίστοιχους για το κάθε θεσμικό όργανο κανόνες για τη λήψη αποφάσεων όπως έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με τις Συνθήκες. Κάθε αντίρρηση δικαιολογείται δεόντως και δημοσιοποιείται.

5.   Απόφαση της Αρχής για τη διαγραφή από το Μητρώο ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος, για την οποία δεν διατυπώθηκε αντίρρηση σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην παράγραφο 4, δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαζί με τους λεπτομερείς λόγους για τη διαγραφή και τίθεται σε ισχύ τρεις μήνες μετά την ημερομηνία της δημοσίευσης αυτής.

6.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα εκπίπτει αυτομάτως του καθεστώτος του, ως ευρωπαϊκού, εάν το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα με το οποίο συνδέεται διαγραφεί από το Μητρώο.

Άρθρο 11

Επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων

1.   Συγκροτείται επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων. Αποτελείται από έξι μέλη· το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή διορίζουν από δύο μέλη. Τα μέλη της επιτροπής επιλέγονται βάσει των ατομικών και επαγγελματικών τους προσόντων. Δεν είναι μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής, δεν κατέχουν αιρετό αξίωμα, δεν είναι μόνιμοι υπάλληλοι ή λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ούτε είναι εν ενεργεία ή πρώην υπάλληλοι ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος.

Τα μέλη της επιτροπής ασκούν τα καθήκοντά τους με ανεξαρτησία. Δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από οποιοδήποτε θεσμικό όργανο ή κυβέρνηση ή από οποιοδήποτε άλλο λοιπό όργανο, υπηρεσία ή οργανισμό και απέχουν από κάθε ενέργεια που δεν συνάδει με τη φύση των καθηκόντων τους.

Η επιτροπή ανανεώνεται εντός έξι μηνών από τη λήξη της πρώτης συνόδου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μετά τις εκάστοτε εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η θητεία των μελών δεν ανανεώνεται.

2.   Η επιτροπή εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό της. Ο πρόεδρος της επιτροπής εκλέγεται από τα μέλη της και μεταξύ των μελών της σύμφωνα με τον εσωτερικό της κανονισμό. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παρέχει τη γραμματεία και τη χρηματοδότηση της επιτροπής. Η γραμματεία της επιτροπής ενεργεί υπό την αποκλειστική δικαιοδοσία της επιτροπής.

3.   Όταν καλείται από την Αρχή, η επιτροπή γνωμοδοτεί σχετικά με κάθε προφανή και σοβαρή καταπάτηση των αξιών επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως αναφέρεται στα άρθρα 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ), από ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα. Προς τούτο, η επιτροπή μπορεί να ζητήσει κάθε σχετικό έγγραφο και αποδεικτικό στοιχείο από την Αρχή, τις υπηρεσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα, άλλα πολιτικά κόμματα, άλλα πολιτικά ιδρύματα ή άλλους ενδιαφερόμενους παράγοντες και μπορεί να ζητήσει να ακούσει τους εκπροσώπους τους.

Στις γνωμοδοτήσεις της, η επιτροπή λαμβάνει πλήρως υπόψη το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι και την ανάγκη να διασφαλίζεται ο πλουραλισμός των πολιτικών κομμάτων στην Ευρώπη.

Οι γνώμες της επιτροπής δημοσιοποιούνται χωρίς καθυστέρηση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΝΟΜΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ

Άρθρο 12

Νομική προσωπικότητα

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα έχουν ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα.

Άρθρο 13

Νομική αναγνώριση και δικαιοπρακτική ικανότητα

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα διαθέτουν νομική αναγνώριση και δικαιοπρακτική ικανότητα σε όλα τα κράτη μέλη.

Άρθρο 14

Εφαρμοστέο δίκαιο

1.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα διέπονται από τον παρόντα κανονισμό.

2.   Για θέματα που δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα κανονισμό ή, εάν κάποια θέματα ρυθμίζονται μόνον εν μέρει από αυτόν, για τις πτυχές εκείνες που δεν καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα διέπονται από τις εφαρμοστέες διατάξεις του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους στα οποία βρίσκονται αντιστοίχως οι έδρες τους.

Οι δραστηριότητες του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος και του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος σε άλλα κράτη μέλη διέπονται από το συναφές εθνικό δίκαιο των εν λόγω κρατών μελών.

3.   Για θέματα που δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα κανονισμό ή από τις εφαρμοστέες διατάξεις σύμφωνα με την παράγραφο 2, ή, εάν κάποια θέματα ρυθμίζονται μόνον εν μέρει από αυτές, για τις πτυχές εκείνες που δεν καλύπτονται από αυτές, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα διέπονται από τις διατάξεις των αντίστοιχων καταστατικών τους.

Άρθρο 15

Απόκτηση της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας

1.   Ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα αποκτούν ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα από την ημερομηνία της δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της απόφασης της Αρχής να τα καταχωρίσει, σύμφωνα με το άρθρο 9.

2.   Εφόσον το απαιτεί το κράτος μέλος στο οποίο έχει την έδρα του ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα το οποίο αιτείται την καταχώρισή του στο Μητρώο, η αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 8 συνοδεύεται από δήλωση που εκδίδει το εν λόγω κράτος μέλος, η οποία πιστοποιεί ότι ο αιτών έχει συμμορφωθεί προς όλες τις σχετικές εθνικές απαιτήσεις για την αίτηση και ότι το καταστατικό του συνάδει με το εφαρμοστέο δίκαιο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο.

3.   Σε περίπτωση που ο αιτών διαθέτει νομική προσωπικότητα βάσει του δικαίου κράτους μέλους, η απόκτηση ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας θεωρείται από το εν λόγω κράτος μέλος μετατροπή της εθνικής νομικής προσωπικότητας σε διάδοχη ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα. Η τελευταία διατηρεί πλήρως προϋπάρχοντα δικαιώματα και υποχρεώσεις της πρώην εθνικής νομικής οντότητας που παύει να υφίσταται. Το οικείο κράτος μέλος δεν θεσπίζει απαγορευτικούς όρους στο πλαίσιο αυτής της μετατροπής. Ο αιτών διατηρεί την έδρα του στο οικείο κράτος μέλος έως τη δημοσίευση απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 9.

4.   Εφόσον το απαιτεί το κράτος μέλος στο οποίο ο αιτών έχει την έδρα του, η Αρχή καθορίζει την ημερομηνία της δημοσίευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μόνο μετά από διαβούλευση με το εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 16

Λύση της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας

1.   Ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα αποστερείται της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητάς του μετά την έναρξη ισχύος απόφασης της Αρχής να το διαγράψει από το Μητρώο, όπως η απόφαση αυτή δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η απόφαση τίθεται σε ισχύ τρεις μήνες μετά τη δημοσίευση αυτή, εκτός εάν το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα ζητήσει μικρότερη περίοδο.

2.   Ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα διαγράφεται από το Μητρώο με απόφαση της Αρχής:

α)

ως επακόλουθο απόφασης που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφοι 2 έως 5·

β)

στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 6·

γ)

κατόπιν αιτήσεως του οικείου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή του οικείου ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος· ή

δ)

στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) του παρόντος άρθρου.

3.   Εάν ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα απέτυχε σοβαρά να εκπληρώσει σημαντικές υποχρεώσεις βάσει του εθνικού δικαίου που εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο, το κράτος μέλος της έδρας μπορεί να υποβάλει στην Αρχή δεόντως αιτιολογημένη αίτηση διαγραφής από το Μητρώο στην οποία πρέπει να προσδιορίζονται σαφώς και εξαντλητικά οι παράνομες πράξεις και οι συγκεκριμένες εθνικές απαιτήσεις που παραβιάστηκαν. Στις περιπτώσεις αυτές, η Αρχή:

α)

για θέματα που συνδέονται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο με στοιχεία που επηρεάζουν τον σεβασμό των αξιών επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, κινεί διαδικασία ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3. Εφαρμόζεται επίσης το άρθρο 10 παράγραφοι 4, 5 και 6·

β)

για κάθε άλλο θέμα και όταν η αιτιολογημένη αίτηση του οικείου κράτους μέλους επιβεβαιώνει ότι έχουν εξαντληθεί όλα τα εθνικά μέσα έννομης προστασίας, αποφασίζει να διαγράψει το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα από το Μητρώο.

Εάν ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα απέτυχε σοβαρά να εκπληρώσει σημαντικές υποχρεώσεις βάσει του εθνικού δικαίου που εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο και εάν το θέμα συνδέεται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο με στοιχεία που επηρεάζουν τον σεβασμό των αξιών επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, το οικείο κράτος μέλος μπορεί να υποβάλει αίτηση στην Αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Η Αρχή ενεργεί σύμφωνα με το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.

Σε όλες τις περιπτώσεις, η Αρχή ενεργεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Η Αρχή ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος και το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα για τη συνέχεια που δόθηκε στην αιτιολογημένη αίτηση διαγραφής από το Μητρώο.

4.   Η Αρχή καθορίζει την ημερομηνία της δημοσίευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μετά από διαβούλευση με το κράτος μέλος στο οποίο το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα έχει την έδρα του.

5.   Εάν το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα αποκτά νομική προσωπικότητα βάσει του δικαίου του κράτους μέλους της έδρας του, η απόκτηση αυτή θεωρείται από το εν λόγω κράτος μέλος μετατροπή της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας σε εθνική νομική προσωπικότητα που διατηρεί πλήρως τα προϋπάρχοντα δικαιώματα και υποχρεώσεις της πρώην ευρωπαϊκής νομικής οντότητας. Το εν λόγω κράτος μέλος δεν θεσπίζει απαγορευτικούς όρους στο πλαίσιο αυτής της μετατροπής.

6.   Εάν το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δεν αποκτά νομική προσωπικότητα βάσει του δικαίου του κράτους μέλους της έδρας του, το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα λύεται σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους. Το οικείο κράτος μέλος μπορεί να απαιτήσει, πριν από τη λύση αυτή, να αποκτηθεί εκ νέου εθνική νομική προσωπικότητα από το οικείο κόμμα ή το οικείο ίδρυμα σύμφωνα με την παράγραφο 5.

7.   Σε όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 6, το οικείο κράτος μέλος διασφαλίζει την πλήρη τήρηση της προϋπόθεσης του μη κερδοσκοπικού σκοπού που ορίζεται στο άρθρο 3. Η Αρχή και ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορούν να συμφωνούν λεπτομερείς όρους με το οικείο κράτος μέλος για τη λύση της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας, ιδίως προκειμένου να διασφαλιστεί η ανάκτηση των χρηματοδοτικών πόρων που ελήφθησαν από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η καταβολή τυχόν ποσών που επιβλήθηκαν στο πλαίσιο οικονομικών κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 27.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ

Άρθρο 17

Προϋποθέσεις χρηματοδότησης

1.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα το οποίο είναι καταχωρισμένο σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, εκπροσωπείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από τουλάχιστον ένα εκ των μελών του και δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού μπορεί να υποβάλει αίτηση χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που δημοσιεύει ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρόσκληση συνεισφορών.

2.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα το οποίο συνδέεται με ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα επιλέξιμο για την υποβολή αίτησης χρηματοδότησης βάσει της παραγράφου 1 το οποίο είναι καταχωρισμένο σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και το οποίο δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού μπορεί να υποβάλει αίτηση χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που δημοσιεύει ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρόσκληση υποβολής προτάσεων.

3.   Για τους σκοπούς του καθορισμού της επιλεξιμότητας για χρηματοδότηση από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με την παράγραφο 1 και το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) και για την εφαρμογή του άρθρου 19 παράγραφος 1, ένας βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θεωρείται μέλος ενός μόνον ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος, το οποίο, εφόσον συντρέχει περίπτωση, είναι εκείνο με το οποίο συνδέεται το εθνικό ή περιφερειακό πολιτικό του κόμμα κατά την καταληκτική ημερομηνία υποβολής αιτήσεων χρηματοδότησης.

4.   Οι οικονομικές συνεισφορές ή επιδοτήσεις από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν υπερβαίνουν το 85 % των ετήσιων επιστρεπτέων εξόδων που σημειώνονται στον προϋπολογισμό ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος και το 85 % των επιλέξιμων δαπανών ενός ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος. Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα μπορούν να χρησιμοποιούν οποιοδήποτε μη δαπανηθέν τμήμα της συνεισφοράς της Ένωσης που χορηγήθηκε για την κάλυψη επιστρεπτέων εξόδων εντός του οικονομικού έτους που έπεται της χορήγησης. Τα μη χρησιμοποιηθέντα ποσά μετά το εν λόγω οικονομικό έτος ανακτώνται σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό.

5.   Εντός των ορίων που καθορίζονται στα άρθρα 21 και 22, οι επιστρεπτέες δαπάνες μέσω οικονομικής συνεισφοράς περιλαμβάνουν διοικητικά έξοδα και έξοδα που συνδέονται με τεχνική συνδρομή, συνεδριάσεις, έρευνα, διασυνοριακές εκδηλώσεις, μελέτες, ενημέρωση και δημοσιεύσεις, καθώς και έξοδα που συνδέονται με εκστρατείες.

Άρθρο 18

Αίτηση χρηματοδότησης

1.   Για τη λήψη χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 παράγραφος 1 ή 2 υποβάλλει αίτηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μετά την πρόσκληση συνεισφορών ή την πρόσκληση υποβολής προτάσεων.

2.   Το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα και το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα πρέπει, κατά την υποβολή της αίτησης, να συμμορφώνονται προς τις υποχρεώσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 23 και, από την ημερομηνία της αίτησης έως τη λήξη του οικονομικού έτους ή της δράσης που καλύπτει η συνεισφορά ή η επιδότηση, να παραμείνουν καταχωρισμένα στο Μητρώο και να μην είναι δυνατόν να τους επιβληθεί καμία από τις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 και στο άρθρο 27 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημεία v) και vi).

3.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα περιλαμβάνει στην αίτησή του το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας ή το σχέδιο δράσης του.

4.   Ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκδίδει απόφαση εντός τριών μηνών από τη λήξη της πρόσκλησης συνεισφορών ή της πρόσκλησης υποβολής προτάσεων και εγκρίνει και διαχειρίζεται τις αντίστοιχες πιστώσεις, σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό.

5.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα μπορεί να υποβάλει αίτηση χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης μόνον μέσω του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος με το οποίο συνδέεται.

Άρθρο 19

Κριτήρια χορήγησης και κατανομή της χρηματοδότησης

1.   Οι αντίστοιχες πιστώσεις οι οποίες είναι διαθέσιμες για τα εν λόγω ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα στα οποία χορηγήθηκαν συνεισφορές ή επιδοτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 18 κατανέμονται ετησίως βάσει της ακόλουθης κλείδας κατανομής:

15 % κατανέμεται ισομερώς μεταξύ των δικαιούχων ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων,

85 % κατανέμεται μεταξύ των δικαιούχων ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων, αναλογικά προς το ποσοστό των εκλεγμένων βουλευτών τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Η ίδια κλείδα κατανομής χρησιμοποιείται για τη χορήγηση χρηματοδότησης σε ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, βάσει της σύνδεσής τους με ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα.

2.   Η κατανομή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 βασίζεται στον αριθμό των εκλεγμένων βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου οι οποίοι είναι μέλη του αιτούντος ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος κατά την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των αιτήσεων χρηματοδότησης, λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 17 παράγραφος 3.

Μετά την εν λόγω ημερομηνία, κάθε αλλαγή στον αριθμό των εκλεγμένων βουλευτών δεν επηρεάζει το αντίστοιχο ποσοστό χρηματοδότησης που κατανέμεται μεταξύ ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων ή ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων. Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη της απαίτησης που προβλέπεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 περί εκπροσώπησης του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από τουλάχιστον ένα εκ των μελών του.

Άρθρο 20

Δωρεές και εισφορές

1.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα μπορούν να δέχονται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα δωρεές ύψους έως 18 000 EUR ανά έτος και ανά δωρητή.

2.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, κατά την υποβολή των ετήσιων οικονομικών καταστάσεών τους σύμφωνα με το άρθρο 23, διαβιβάζουν επίσης κατάλογο όλων των δωρητών και των αντίστοιχων δωρεών τους, που αναφέρει τόσο τη φύση όσο και την αξία των επιμέρους δωρεών. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται επίσης στις εισφορές των κομμάτων-μελών των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων καθώς και στις εισφορές των οργανώσεων-μελών των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων.

Για δωρεές φυσικών προσώπων η αξία των οποίων υπερβαίνει τα 1 500 EUR και είναι μικρότερη ή ίση των 3 000 EUR, το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα αναφέρει εάν οι αντίστοιχοι δωρητές έχουν παράσχει προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση για τη δημοσίευση σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο ε).

3.   Οι δωρεές τις οποίες λαμβάνουν ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα κατά τους έξι μήνες που προηγούνται των εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ανακοινώνονται σε εβδομαδιαία βάση στην Αρχή εγγράφως και σύμφωνα με την παράγραφο 2.

4.   Μεμονωμένες δωρεές των οποίων η αξία υπερβαίνει τα 12 000 EUR που έγιναν δεκτές από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα ανακοινώνονται πάραυτα στην Αρχή εγγράφως και σύμφωνα με την παράγραφο 2.

5.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα και ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δεν δέχονται:

α)

ανώνυμες δωρεές ή εισφορές·

β)

δωρεές από τον προϋπολογισμό πολιτικών ομάδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

γ)

δωρεές προερχόμενες από οιαδήποτε δημόσια αρχή, από κράτος μέλος ή από τρίτη χώρα ή από οιαδήποτε επιχείρηση στην οποία παρόμοια δημόσια αρχή μπορεί να ασκεί, άμεσα ή έμμεσα, δεσπόζουσα επιρροή, επειδή η επιχείρηση αυτή της ανήκει ή λόγω της οικονομικής συμμετοχής της στην επιχείρηση αυτή ή λόγω των κανόνων που διέπουν την επιχείρηση· ή

δ)

δωρεές από οποιεσδήποτε οντότητες ιδιωτικού δικαίου που εδρεύουν σε τρίτη χώρα ή από άτομα προερχόμενα από τρίτη χώρα τα οποία δεν δικαιούνται να ψηφίζουν στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

6.   Εντός 30 ημερών από την ημερομηνία της λήψης της από το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα, κάθε δωρεά η οποία δεν επιτρέπεται βάσει του παρόντος κανονισμού:

α)

επιστρέφεται στον δωρητή ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί εξ ονόματος του δωρητή· ή,

β)

εάν η επιστροφή της δεν είναι εφικτή, αναφέρεται στην Αρχή και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκδίδει βεβαίωση απαίτησης και εντολή είσπραξης σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στα άρθρα 78 και 79 του δημοσιονομικού κανονισμού. Τα κεφάλαια εγγράφονται ως γενικά έσοδα στο τμήμα του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

7.   Επιτρέπονται οι εισφορές σε ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα από τα μέλη του. Η αξία των εν λόγω εισφορών δεν υπερβαίνει το 40 % του ετήσιου προϋπολογισμού του συγκεκριμένου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος.

8.   Επιτρέπονται οι εισφορές σε ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα από τα μέλη του και από το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα με το οποίο συνδέεται. Η αξία των εν λόγω εισφορών δεν υπερβαίνει το 40 % του ετήσιου προϋπολογισμού του συγκεκριμένου ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος και δεν επιτρέπεται να προέρχονται από κεφάλαια τα οποία έλαβε ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα βάσει του παρόντος κανονισμού από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το βάρος της απόδειξης φέρει το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα, το οποίο αναφέρει σαφώς στους λογαριασμούς του την προέλευση των κεφαλαίων που χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος που συνδέεται με αυτό.

9.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 7 και 8, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα μπορούν να δέχονται από πολίτες που είναι μέλη τους εισφορές αξίας 18 000 EUR κατ’ ανώτατο όριο ανά έτος και ανά μέλος, όταν οι εισφορές αυτές καταβάλλονται από το οικείο μέλος εξ ονόματός του.

Το όριο του πρώτου εδαφίου δεν ισχύει όταν το εν λόγω μέλος είναι επίσης εκλεγμένο μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εθνικού κοινοβουλίου ή περιφερειακού κοινοβουλίου ή περιφερειακής συνέλευσης.

10.   Τυχόν εισφορά που δεν επιτρέπεται βάσει του παρόντος κανονισμού επιστρέφεται σύμφωνα με την παράγραφο 6.

Άρθρο 21

Χρηματοδότηση εκστρατειών στο πλαίσιο των εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

1.   Με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου, η χρηματοδότηση ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από οποιαδήποτε άλλη πηγή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση εκστρατειών οι οποίες διεξάγονται από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα στο πλαίσιο των εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στις οποίες λαμβάνουν μέρος αυτά ή τα μέλη τους όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο δ).

Σύμφωνα με το άρθρο 8 της Πράξης περί εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση καθολική ψηφοφορία (15), η χρηματοδότηση και ο πιθανός περιορισμός των εκλογικών δαπανών για όλα τα πολιτικά κόμματα, υποψηφίους και τρίτους στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πέραν της συμμετοχής τους σε αυτές, διέπεται σε κάθε κράτος μέλος από τις εθνικές διατάξεις.

2.   Οι δαπάνες οι οποίες συνδέονται με τις εκστρατείες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 προσδιορίζονται σαφώς ως τέτοιες από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις τους.

Άρθρο 22

Απαγόρευση χρηματοδότησης

1.   Παρά το άρθρο 21 παράγραφος 1, η χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από οιαδήποτε άλλη πηγή δεν χρησιμοποιείται για την, άμεση ή έμμεση, χρηματοδότηση άλλων πολιτικών κομμάτων, και ιδίως εθνικών κομμάτων ή υποψηφίων. Τα εν λόγω εθνικά πολιτικά κόμματα και οι υποψήφιοι εξακολουθούν να υπόκεινται στους εθνικούς κανόνες.

2.   Η χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν χρησιμοποιείται για οποιονδήποτε άλλο σκοπό εκτός της χρηματοδότησης των καθηκόντων τους, όπως παρατίθενται στο άρθρο 2 σημείο 4, και της κάλυψης δαπανών οι οποίες συνδέονται άμεσα με τους στόχους που περιγράφονται στο καταστατικό τους σύμφωνα με το άρθρο 5. Ειδικότερα, δεν χρησιμοποιείται για την άμεση ή έμμεση χρηματοδότηση εκλογών, πολιτικών κομμάτων ή υποψηφίων ή άλλων ιδρυμάτων.

3.   Η χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση εκστρατειών που αφορούν δημοψηφίσματα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Άρθρο 23

Υποχρεώσεις τήρησης λογαριασμών, υποβολής εκθέσεων και οικονομικού ελέγχου

1.   Το αργότερο εντός έξι μηνών από τη λήξη του οικονομικού έτους, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα υποβάλλουν στην Αρχή, με κοινοποίηση στον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στο αρμόδιο εθνικό σημείο επαφής του κράτους μέλους της έδρας τους:

α)

τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και τα προσαρτήματά τους, οι οποίες αναφέρουν τα έσοδα και τα έξοδά τους, το ενεργητικό και το παθητικό στην αρχή και στο τέλος του οικονομικού έτους, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η έδρα τους και τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις τους με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16)·

β)

έκθεση εξωτερικού ελέγχου των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, η οποία αναφέρεται τόσο στην αξιοπιστία των εν λόγω ετήσιων οικονομικών καταστάσεων όσο και στη νομιμότητα και στην κανονικότητα των εσόδων και των εξόδων, εκπονείται δε από ανεξάρτητο φορέα ή εμπειρογνώμονα· και

γ)

τον κατάλογο των δωρητών και των συνεισφερόντων και των αντίστοιχων δωρεών ή συνεισφορών τους, οι οποίες αναφέρονται σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 2, 3 και 4.

2.   Εάν τα έξοδα πραγματοποιούνται από ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα από κοινού με εθνικά πολιτικά κόμματα ή από ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα από κοινού με εθνικά πολιτικά ιδρύματα, ή με άλλους οργανισμούς, τα δικαιολογητικά των εξόδων που πραγματοποιήθηκαν από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα ή από τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, άμεσα ή μέσω των εν λόγω τρίτων μερών, επισυνάπτονται στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Οι ανεξάρτητοι εξωτερικοί φορείς ή εμπειρογνώμονες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) επιλέγονται, εξουσιοδοτούνται και αμείβονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Εξουσιοδοτούνται δεόντως να ελέγχουν τους λογαριασμούς σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο έχουν την έδρα ή την εγκατάστασή τους.

4.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα παρέχουν στους ανεξάρτητους φορείς ή εμπειρογνώμονες κάθε πληροφορία που ζητούν προκειμένου να διενεργήσουν τον οικονομικό έλεγχο.

5.   Οι ανεξάρτητοι φορείς ή εμπειρογνώμονες γνωστοποιούν στην Αρχή και στον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κάθε ύποπτο περιστατικό παράνομης δραστηριότητας, απάτης ή δωροδοκίας που ενδέχεται να βλάψει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης. Η Αρχή και ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενημερώνουν σχετικώς τα εθνικά σημεία επαφής.

Άρθρο 24

Γενικοί κανόνες σχετικά με τον έλεγχο

1.   Ο έλεγχος της συμμόρφωσης των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων προς τις υποχρεώσεις που προβλέπει ο παρών κανονισμός ασκείται, σε συνεργασία, από την Αρχή, τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και από τα αρμόδια κράτη μέλη.

2.   Η Αρχή ελέγχει τη συμμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, ειδικότερα όσον αφορά το άρθρο 3, το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), και δ) έως στ), το άρθρο 5 στοιχεία α) έως ε) και ζ), το άρθρο 9 παράγραφοι 5 και 6, τα άρθρα 20, 21 και 22.

Ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ελέγχει τη συμμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων προς τις υποχρεώσεις που συνδέονται με την ενωσιακή χρηματοδότηση που απορρέει από τον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό. Κατά τη διεξαγωγή του εν λόγω ελέγχου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα στους τομείς της πρόληψης και της καταπολέμησης της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης.

3.   Ο έλεγχος από την Αρχή και τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεν επεκτείνεται στη συμμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 14.

4.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα παρέχουν στην Αρχή, στον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, στην Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) ή στα κράτη μέλη κάθε πληροφορία που ζητούν και που είναι αναγκαία για τη διενέργεια των ελέγχων για τους οποίους είναι υπεύθυνα βάσει του παρόντος κανονισμού.

Κατόπιν αιτήσεως και για τον σκοπό του ελέγχου της συμμόρφωσης προς το άρθρο 20, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα παρέχουν στην Αρχή πληροφορίες σχετικά με τις συνεισφορές που έχουν καταβάλει μεμονωμένα μέλη και με την ταυτότητα των μελών αυτών. Επιπλέον, κατά περίπτωση, η Αρχή μπορεί να απαιτήσει από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα να διαβιβάσουν υπογεγραμμένες επιβεβαιωτικές δηλώσεις από τα μέλη που κατέχουν αιρετά αξιώματα για τον σκοπό του ελέγχου της συμμόρφωσης προς την προϋπόθεση του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) πρώτο εδάφιο.

Άρθρο 25

Εφαρμογή και έλεγχος σε σχέση με τη χρηματοδότηση από την Ένωση

1.   Οι πιστώσεις για τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων καθορίζονται βάσει της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού και διατίθενται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τον δημοσιονομικό κανονισμό.

Οι όροι και οι προϋποθέσεις για τις συνεισφορές και τις επιδοτήσεις θεσπίζονται από τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην πρόσκληση συνεισφορών και στην πρόσκληση υποβολής προτάσεων.

2.   Ο έλεγχος της χρηματοδότησης που χορηγείται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και της χρήσης της, ασκείται σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό.

Ο έλεγχος ασκείται επίσης βάσει ετήσιας πιστοποίησης από εξωτερικό και ανεξάρτητο έλεγχο, όπως προβλέπεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1.

3.   Το Ελεγκτικό Συνέδριο ασκεί τις ελεγκτικές του εξουσίες σύμφωνα με το άρθρο 287 ΣΛΕΕ.

4.   Κάθε έγγραφο ή πληροφορία την οποία χρειάζεται το Ελεγκτικό Συνέδριο για να εκτελέσει τα καθήκοντά του παρέχεται σε αυτό κατόπιν αιτήματός του από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που λαμβάνουν χρηματοδότηση σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

5.   Η απόφαση ή η συμφωνία χορήγησης συνεισφοράς και επιδότησης προβλέπει ρητώς τον λογιστικό έλεγχο, από τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και το Ελεγκτικό Συνέδριο, βάσει αρχείων και επιτοπίως, του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος το οποίο έλαβε συνεισφορά ή του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος το οποίο έλαβε επιδότηση από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

6.   Το Ελεγκτικό Συνέδριο και ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ή οποιοσδήποτε άλλος εξωτερικός φορέας εξουσιοδοτημένος από τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μπορούν να διενεργούν τους αναγκαίους ελέγχους και τις επαληθεύσεις επιτοπίως με σκοπό να ελέγχουν τη νομιμότητα των δαπανών και την ορθή εφαρμογή των διατάξεων της απόφασης ή της συμφωνίας χορήγησης της συνεισφοράς και της επιδότησης και, στην περίπτωση ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων, την ορθή εφαρμογή του προγράμματος εργασίας ή της δράσης. Το εν λόγω ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το εν λόγω ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα παρέχει κάθε έγγραφο ή πληροφορία που απαιτείται για την εκτέλεση του συγκεκριμένου καθήκοντος.

7.   Η OLAF δύναται να διενεργεί έρευνες, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ελέγχων και επιθεωρήσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διαδικασίες του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17) και του κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου (18), για να διαπιστώσει εάν έχει διαπραχθεί απάτη, δωροδοκία ή άλλη παράνομη δραστηριότητα που επηρεάζει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης σε σχέση με συνεισφορές ή επιδοτήσεις στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού. Εφόσον συντρέχει περίπτωση, τα πορίσματά του ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα την έκδοση αποφάσεων ανάκτησης από τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Άρθρο 26

Τεχνική υποστήριξη

Κάθε τεχνική υποστήριξη που παρέχεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα βασίζεται στην αρχή της ίσης μεταχείρισης. Χορηγείται υπό όρους οι οποίοι δεν είναι λιγότερο ευνοϊκοί από εκείνους που χορηγούνται σε άλλες εξωτερικές οργανώσεις και ενώσεις στις οποίες τυχόν παρέχονται παρόμοιες διευκολύνσεις, παρέχεται δε έναντι τιμολογίου και πληρωμής.

Άρθρο 27

Κυρώσεις

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 16, η Αρχή αποφασίζει να διαγράψει ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα από το Μητρώο ως κύρωση στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν έχει βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση με ισχύ δεδικασμένου ότι το εν λόγω κόμμα ή ίδρυμα έχει τελέσει παράνομες δραστηριότητες εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, όπως καθορίζονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού·

β)

όταν διαπιστώνεται, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφοι 2 έως 5, ότι δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία α), γ) και ε) ή στο άρθρο 3 παράγραφος 2· ή

γ)

όταν η αίτηση κράτος μέλους για διαγραφή από το Μητρώο λόγω σοβαρής αδυναμίας εκπλήρωσης υποχρεώσεων δυνάμει του εθνικού δικαίου πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο β).

2.   Η αρχή επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

ποσοτικώς μη προσδιορίσιμα αδικήματα:

i)

σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του άρθρου 9 παράγραφος 5 ή παράγραφος 6:

ii)

σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις δεσμεύσεις που ανέλαβε και τις πληροφορίες που παρέσχε ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και δ) έως στ) και το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), δ) και ε)·

iii)

εάν παραλείψει να διαβιβάσει τον κατάλογο των δωρητών και των αντίστοιχων δωρεών τους σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 ή να αναφέρει τις δωρεές σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 3 και 4·

iv)

στις περιπτώσεις που ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα παραβίασε τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 24 παράγραφος 4·

v)

όταν έχει βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση με ισχύ δεδικασμένου ότι το εν λόγω κόμμα ή ίδρυμα έχει διαπράξει παράνομες δραστηριότητες εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, όπως καθορίζονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού·

vi)

όταν το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα παρέλειψε, οποτεδήποτε και εκ προθέσεως, να διαβιβάσει πληροφορίες ή διαβίβασε εσφαλμένες ή παραπλανητικές πληροφορίες ή εάν οι φορείς που έχουν εξουσιοδοτηθεί από τον παρόντα κανονισμό να διενεργούν οικονομικό έλεγχο ή άλλους ελέγχους στους δικαιούχους χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντοπίσουν ανακρίβειες στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις που θεωρούνται ουσιαστικές παραλείψεις ή δηλώσεις ψευδών στοιχείων σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα που καθορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002·

β)

ποσοτικώς προσδιορίσιμα αδικήματα:

i)

όταν ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δέχθηκε δωρεές και συνεισφορές οι οποίες δεν επιτρέπονται βάσει του άρθρου 20 παράγραφος 1 ή παράγραφος 5, εκτός εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 20 παράγραφος 6·

ii)

σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις των άρθρων 21 και 22.

3.   Ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να αποκλείσει ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα από μελλοντική χρηματοδότηση της Ένωσης έως πέντε έτη ή έως 10 έτη σε περίπτωση υποτροπής εντός πενταετίας, εφόσον κρίθηκε ένοχο για οποιοδήποτε από τα αδικήματα που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) σημεία v) και vi). Η διάταξη αυτή δεν θίγει τις αρμοδιότητες του διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπως ορίζονται στο άρθρο 204ιδ του δημοσιονομικού κανονισμού.

4.   Για τους σκοπούς της εφαρμογής των παραγράφων 2 και 3, επιβάλλονται οι ακόλουθες οικονομικές κυρώσεις σε ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα:

α)

στις περιπτώσεις ποσοτικώς μη προσδιορίσιμων αδικημάτων, ένα σταθερό ποσοστό του ετήσιου προϋπολογισμού του οικείου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος:

5 %· ή

7,5 % σε περίπτωση συρροής αδικημάτων· ή

20 % όταν το εν λόγω αδίκημα τελείται καθ’ υποτροπήν· ή

το ένα τρίτο των ως άνω οριζόμενων ποσοστών εάν το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δήλωσε οικειοθελώς το αδίκημα πριν η Αρχή να κινήσει επισήμως έρευνα, ακόμη και στην περίπτωση συρροής αδικημάτων ή αδικήματος καθ’ υποτροπήν και εάν το οικείο κόμμα ή ίδρυμα έλαβε τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα·

50 % του ετήσιου προϋπολογισμού του οικείου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος για το προηγούμενο έτος, όταν έχει βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση με ισχύ δεδικασμένου ότι το εν λόγω κόμμα ή ίδρυμα έχει τελέσει παράνομες δραστηριότητες εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, όπως καθορίζονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού·

β)

στις περιπτώσεις ποσοτικώς προσδιορίσιμων αδικημάτων, ένα σταθερό ποσοστό επί των ποσών που εισπράχθηκαν παράτυπα ή δεν αναφέρθηκαν σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα και με μέγιστο ποσό το 10 % του ετήσιου προϋπολογισμού του οικείου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος:

100 % των ποσών που εισπράχθηκαν παράτυπα ή δεν αναφέρθηκαν εφόσον τα ποσά αυτά δεν υπερβαίνουν τα 50 000 EUR· ή

150 % των ποσών που εισπράχθηκαν παράτυπα ή δεν αναφέρθηκαν εφόσον τα ποσά αυτά υπερβαίνουν τα 50 000 EUR αλλά δεν υπερβαίνουν τα 100 000 EUR, ή

200 % των ποσών που εισπράχθηκαν παράτυπα ή δεν αναφέρθηκαν εφόσον τα ποσά αυτά υπερβαίνουν τα 100 000 EUR αλλά δεν υπερβαίνουν τα 150 000 EUR, ή

250 % των ποσών που εισπράχθηκαν παράτυπα ή δεν αναφέρθηκαν εφόσον τα ποσά αυτά υπερβαίνουν τα 150 000 EUR αλλά δεν υπερβαίνουν τα 200 000 EUR, ή

300 % των ποσών που εισπράχθηκαν παράτυπα ή δεν αναφέρθηκαν εφόσον τα ποσά αυτά υπερβαίνουν τα 200 000 EUR, ή

το ένα τρίτο των προαναφερόμενων ποσοστών εάν το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δήλωσε οικειοθελώς το αδίκημα πριν η Αρχή και/ή ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κινήσουν επισήμως έρευνα και εάν το οικείο κόμμα ή ίδρυμα έλαβε τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα.

Για την εφαρμογή των προαναφερόμενων ποσοστών, κάθε δωρεά ή συνεισφορά εξετάζεται χωριστά.

5.   Κάθε φορά που ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα διαπράττει κατά συρροή αδικήματα βάσει του παρόντος κανονισμού, επιβάλλεται μόνο η κύρωση που προβλέπεται για το σοβαρότερο αδίκημα, εκτός εάν ορίζεται άλλως στην παράγραφο 4 στοιχείο α).

6.   Οι κυρώσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό υπόκεινται σε πενταετή προθεσμία παραγραφής από την ημέρα διάπραξης της σχετικής παράβασης ή, στην περίπτωση διαρκών ή καθ’ υποτροπήν παραβάσεων, από την ημέρα που έπαυσαν οι εν λόγω παραβάσεις.

Άρθρο 28

Συνεργασία μεταξύ της Αρχής, του διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των κρατών μελών

1.   Η Αρχή, ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τα κράτη μέλη μέσω των εθνικών σημείων επαφής ανταλλάσσουν πληροφορίες και αλληλοενημερώνονται τακτικά για θέματα που αφορούν τους όρους χρηματοδότησης, τους ελέγχους και τις κυρώσεις.

2.   Συμφωνούν επίσης επί πρακτικών ρυθμίσεων για την εν λόγω ανταλλαγή πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων που αφορούν τη δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών ή αποδεικτικών στοιχείων και για τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών.

3.   Ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενημερώνει την Αρχή για κάθε εύρημα που μπορεί να οδηγήσει στην επιβολή κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφοι 2 έως 4 προκειμένου να δοθεί στην Αρχή η δυνατότητα να λάβει τα κατάλληλα μέτρα.

4.   Η Αρχή ενημερώνει τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για κάθε απόφαση που έλαβε όσον αφορά τις κυρώσεις προκειμένου ο τελευταίος να έχει τη δυνατότητα να συναγάγει τα κατάλληλα συμπεράσματα στο πλαίσιο του δημοσιονομικού κανονισμού.

Άρθρο 29

Διορθωτικά μέτρα και αρχές χρηστής διοίκησης

1.   Πριν να λάβει οριστική απόφαση σχετικά με οποιαδήποτε από τις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 27, η Αρχή ή ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρέχει τη δυνατότητα στο ενδιαφερόμενο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα να θεσπίσει τα μέτρα που απαιτούνται για την επανόρθωση της κατάστασης εντός εύλογης προθεσμίας, η οποία κανονικά δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα. Ειδικότερα, η Αρχή ή ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρέχουν τη δυνατότητα διόρθωσης σφαλμάτων εκ παραδρομής και αριθμητικών λαθών, διαβίβασης πρόσθετων εγγράφων ή πληροφοριών, όταν απαιτείται, ή διόρθωσης τυχόν σφαλμάτων ήσσονος σημασίας.

2.   Σε περίπτωση που ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δεν λάβει διορθωτικά μέτρα εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, λαμβάνεται απόφαση σχετικά με την επιβολή των κατάλληλων κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 27.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν ισχύουν για τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) έως δ) και στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ).

Άρθρο 30

Ανάκτηση

1.   Με βάση την απόφαση της Αρχής για τη διαγραφή από το Μητρώο ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος, ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ανακαλεί ή τερματίζει κάθε τρέχουσα απόφαση ή συμφωνία σχετικά με χρηματοδότηση από την Ένωση, εκτός από την περίπτωση που προβλέπεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) και δ). Ανακτά επίσης κάθε χρηματοδότηση της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων τυχόν μη δαπανηθέντων χρηματοδοτικών πόρων προηγουμένων ετών.

2.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα στο οποίο επιβλήθηκε κύρωση για οιαδήποτε από τις παραβάσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 και στο άρθρο 27 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημεία v) και vi) δεν συμμορφώνεται πλέον, για τον λόγο αυτό, προς το άρθρο 18 παράγραφος 2. Ως εκ τούτου, ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τερματίζει τη συμφωνία ή απόφαση συνεισφοράς ή επιδότησης σχετικά με χορηγηθείσα από την Ένωση χρηματοδότηση βάσει του παρόντος κανονισμού και ανακτά τα αδικαιολογήτως καταβληθέντα ποσά βάσει της συμφωνίας ή απόφασης συνεισφοράς ή επιδότησης, συμπεριλαμβανομένων τυχόν μη δαπανηθέντων χρηματοδοτικών πόρων της Ένωσης προηγουμένων ετών.

Σε περίπτωση παρόμοιου τερματισμού, οι πληρωμές από τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περιορίζονται στις επιλέξιμες δαπάνες που όντως πραγματοποίησε το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος της απόφασης περί τερματισμού.

Η παρούσα παράγραφος ισχύει επίσης στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) και δ).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 31

Παροχή ενημέρωσης στους πολίτες

Με την επιφύλαξη των άρθρων 21 και 22 και των οικείων καταστατικών και εσωτερικών διαδικασιών, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα μπορούν, στο πλαίσιο των εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο για να ενημερώνουν τους πολίτες της Ένωσης για τις σχέσεις μεταξύ εθνικών πολιτικών κομμάτων και υποψηφίων και των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων.

Άρθρο 32

Διαφάνεια

1.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δημοσιοποιεί, υπό την εποπτεία του διατάκτη του ή υπό την εποπτεία της Αρχής, σε δικτυακό τόπο που δημιουργείται για τον εν λόγω σκοπό τα ακόλουθα:

α)

το όνομα και το καταστατικό όλων των καταχωρισμένων ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων, μαζί με τα έγγραφα που υποβάλλονται στο πλαίσιο της αίτησης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 8, το αργότερο τέσσερις εβδομάδες μετά την έκδοση της απόφασης της Αρχής και, εφεξής, κάθε τροποποίηση η οποία κοινοποιείται στην Αρχή βάσει του άρθρου 9 παράγραφοι 5 και 6·

β)

κατάλογο των αιτήσεων που δεν εγκρίθηκαν, μαζί με τα έγγραφα που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της αίτησης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 8 και τους λόγους απόρριψης, το αργότερο τέσσερις εβδομάδες μετά την έκδοση της απόφασης της Αρχής·

γ)

ετήσια έκθεση με πίνακα των ποσών που καταβλήθηκαν σε κάθε ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα και ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα, για κάθε οικονομικό έτος για το οποίο ελήφθησαν συνεισφορές ή καταβλήθηκαν επιδοτήσεις από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

δ)

τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και τις εκθέσεις εξωτερικού ελέγχου που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 και, για τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, τις τελικές εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή του προγράμματος εργασίας τους ή δράσεων·

ε)

τα ονόματα των δωρητών και τις αντίστοιχες δωρεές τους που αναφέρονται από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 2, 3 και 4, εξαιρουμένων των δωρεών φυσικών προσώπων η ετήσια αξία των οποίων δεν υπερβαίνει τα 1 500 EUR ανά έτος και ανά δωρητή, οι οποίες αναφέρονται ως «ελάσσονες δωρεές». Οι δωρεές φυσικών προσώπων η ετήσια αξία των οποίων υπερβαίνει τα 1 500 EUR και είναι μικρότερη ή ίση των 3 000 EUR δημοσιεύονται μόνο με προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση του αντίστοιχου δωρητή για τη δημοσίευσή τους. Εάν δεν έχει δοθεί προηγούμενη συγκατάθεση, οι δωρεές αυτές αναφέρονται ως «ελάσσονες δωρεές». Δημοσιεύεται επίσης το συνολικό ποσό των ελασσόνων δωρεών και ο αριθμός των δωρητών ανά ημερολογιακό έτος·

στ)

τις εισφορές που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφοι 7 και 8 και αναφέρονται από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2, συμπεριλαμβανομένης επίσης της ταυτότητας των κομμάτων-μελών ή των οργανώσεων που κατέβαλαν τις εν λόγω εισφορές·

ζ)

τις λεπτομέρειες και τους λόγους κάθε οριστικής απόφασης η οποία λαμβάνεται από την Αρχή βάσει του άρθρου 27, συμπεριλαμβανομένων, όπου συντρέχει περίπτωση, τυχόν γνωμοδοτήσεων που εκδίδει η επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 11, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001:

η)

τις λεπτομέρειες και τους λόγους κάθε οριστικής απόφασης, η οποία λαμβάνεται από τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου βάσει του άρθρου 27·

θ)

περιγραφή της τεχνικής υποστήριξης που παρέχεται σε ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα· και

ι)

την έκθεση αξιολόγησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και τις χρηματοδοτούμενες δραστηριότητες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 38.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δημοσιοποιεί τον κατάλογο των νομικών προσώπων που είναι μέλη ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος, ο οποίος επισυνάπτεται στο καταστατικό του κόμματος σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, και επικαιροποιείται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 6, καθώς και τον συνολικό αριθμό των μεμονωμένων μελών.

3.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, εκτός εάν τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δημοσιεύονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία α), ε) ή ζ).

4.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, με δήλωση για την προστασία της ιδιωτικής ζωής που είναι διαθέσιμη στο κοινό, παρέχουν στα εν δυνάμει μέλη και δωρητές τους τις πληροφορίες που απαιτούνται από το άρθρο 10 της οδηγίας 95/46/ΕΚ και τους ενημερώνουν σχετικά με τους όρους υπό τους οποίους τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν θα δημοσιοποιηθούν στο δικτυακό τόπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, καθώς και ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν θα υποστούν επεξεργασία για λόγους οικονομικού και άλλου ελέγχου από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Αρχή, την OLAF, το Ελεγκτικό Συνέδριο, τα κράτη μέλη ή τους εξωτερικούς φορείς ή εμπειρογνώμονες που έχουν εξουσιοδοτηθεί από αυτά, υπό την προϋπόθεση ότι υπόκεινται στην εν λόγω επεξεργασία βάσει του παρόντος κανονισμού. Ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, περιλαμβάνει τις ίδιες πληροφορίες στις προσκλήσεις συνεισφορών ή τις προσκλήσεις υποβολής προτάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 33

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.   Κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού, η Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων που θεσπίζεται στο άρθρο 11 συμμορφώνονται προς τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Για τους σκοπούς της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θεωρούνται ως υπεύθυνοι επεξεργασίας των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο δ) του εν λόγω κανονισμού.

2.   Κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, τα κράτη μέλη τα οποία είναι αρμόδια για την άσκηση ελέγχου σε πτυχές που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 24 και οι ανεξάρτητοι φορείς ή οι εμπειρογνώμονες που εξουσιοδοτούνται να ελέγχουν λογαριασμούς σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 1 συμμορφώνονται προς την οδηγία 95/46/ΕΚ και προς τις εθνικές διατάξεις που θεσπίζονται βάσει αυτής. Για τους σκοπούς της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θεωρούνται ως υπεύθυνοι επεξεργασίας των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο δ) της εν λόγω οδηγίας.

3.   Η Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η επιτροπή διακεκριμένων προσωπικοτήτων που θεσπίζεται στο άρθρο 11 διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία συλλέγονται από αυτά βάσει του παρόντος κανονισμού δεν χρησιμοποιούνται για κανέναν άλλο σκοπό εκτός της διασφάλισης της νομιμότητας, της κανονικότητας και της διαφάνειας της χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων και των μελών των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων. Διαγράφουν όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν συλλεγεί για τον σκοπό αυτό το αργότερο 24 μήνες μετά τη δημοσίευση των συναφών μερών σύμφωνα με το άρθρο 32.

4.   Τα κράτη μέλη και οι ανεξάρτητοι φορείς ή οι εμπειρογνώμονες που εξουσιοδοτούνται να ελέγχουν λογαριασμούς χρησιμοποιούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνουν μόνον για τον έλεγχο της χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων. Διαγράφουν τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο μετά τη διαβίβασή τους βάσει του άρθρου 28.

5.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να διατηρούνται πέραν των προθεσμιών που ορίζονται στην παράγραφο 3 ή όπως προβλέπεται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο που αναφέρεται στην παράγραφο 4, εάν η διατήρηση αυτή απαιτείται για σκοπούς νομικών ή διοικητικών διαδικασιών που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ενός ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος ή με τα μέλη ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος. Όλα τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαγράφονται το αργότερο μία εβδομάδα μετά την ημερομηνία ολοκλήρωσης των ως άνω διαδικασιών μέσω οριστικής απόφασης ή μετά την οριστική διευθέτηση οποιωνδήποτε ελέγχων, προσφυγών, αντιδικιών ή αξιώσεων.

6.   Οι υπεύθυνοι επεξεργασίας των δεδομένων, οι οποίοι αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, εφαρμόζουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά της τυχαίας ή της παράνομης καταστροφής, της τυχαίας απώλειας, αλλοίωσης ή μη εξουσιοδοτημένης γνωστοποίησης ή προσπέλασης, ιδίως εάν η επεξεργασία των δεδομένων αυτών περιλαμβάνει τη διαβίβασή τους σε δίκτυο και κατά κάθε άλλης παράνομης μορφής επεξεργασίας.

7.   Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων είναι υπεύθυνος να ελέγχει και να διασφαλίζει ότι η Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων που θεσπίζεται στο άρθρο 11 σέβονται και προστατεύουν τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού. Με την επιφύλαξη τυχόν ένδικων βοηθημάτων, κάθε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μπορεί να υποβάλει καταγγελία στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, εάν θεωρεί ότι το δικαίωμά του στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν παραβιάζεται ως αποτέλεσμα της επεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων από την Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή την επιτροπή.

8.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, τα κράτη μέλη και οι ανεξάρτητοι φορείς ή οι εμπειρογνώμονες που εξουσιοδοτούνται να ελέγχουν λογαριασμούς στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού ευθύνονται σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο για κάθε ζημία την οποία προκαλούν κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις για τις παραβάσεις του παρόντος κανονισμού, της οδηγίας 95/46/ΕΚ και των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται βάσει αυτής, και ιδίως για τη δόλια χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 34

Δικαίωμα ακρόασης

Πριν ή Αρχή ή ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να λάβει απόφαση που ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά τα δικαιώματα ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ενός ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος ή ενός αιτούντος σύμφωνα με το άρθρο 8, ακούει τους εκπροσώπους του εν λόγω ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος, ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος ή του αιτούντος. Η Αρχή ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αιτιολογούν δεόντως την απόφασή τους.

Άρθρο 35

Δικαίωμα προσφυγής

Οι αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει του παρόντος κανονισμού μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο δικαστικών διαδικασιών ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τις συναφείς διατάξεις της ΣΛΕΕ.

Άρθρο 36

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και στο άρθρο 8 παράγραφος 3 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για μία περίοδο πέντε ετών από τις 24 Νοεμβρίου 2014. Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους της αυτής διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη κάθε περιόδου.

3.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και στο άρθρο 8 παράγραφος 3 ανάθεση εξουσιών δύναται να ανακληθεί, ανά πάσα στιγμή, από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Παράγει αποτελέσματα από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 2 και του άρθρου 8 παράγραφος 3 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν διατύπωσαν αντιρρήσεις εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη αυτής της προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημέρωσαν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα εγείρουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 37

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 38

Αξιολόγηση

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από διαβούλευση με την Αρχή, δημοσιεύει μέχρι τα μέσα του 2018 έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και με τις χρηματοδοτηθείσες δραστηριότητες. Η έκθεση αναφέρει, όπου συντρέχει περίπτωση, τις ενδεχόμενες τροποποιήσεις που πρέπει να επέλθουν στο καθεστώς και στα συστήματα χρηματοδότησης.

Πριν από το τέλος του 2018, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού συνοδευόμενη, εφόσον συντρέχει περίπτωση, από νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 39

Αποτελεσματική εφαρμογή

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κατάλληλες διατάξεις για την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 40

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 καταργείται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο εξακολουθεί να ισχύει όσον αφορά πράξεις και δεσμεύσεις που συνδέονται με τη χρηματοδότηση πολιτικών κομμάτων και πολιτικών ιδρυμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τα οικονομικά έτη 2014, 2015, 2016 και 2017.

Άρθρο 41

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η Επιτροπή εκδίδει τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και στο άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο α) το αργότερο έως την 1η Ιουλίου 2015.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2017. Ωστόσο, η Αρχή στην οποία αναφέρεται το άρθρο 6 συστήνεται έως την 1η Σεπτεμβρίου 2016. Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που καταχωρίζονται μετά την 1η Ιανουαρίου 2017 μπορούν να υποβάλλουν αίτηση χρηματοδότησης μόνο για δραστηριότητες που αρχίζουν το 2018 ή μεταγενέστερα.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 22 Οκτωβρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. DELLA VEDOVA


(1)  ΕΕ C 133 της 9.5.2013, σ. 90.

(2)  ΕΕ C 62 της 2.3.2013, σ. 77.

(3)  ΕΕ C 67 της 7.3.2013, σ. 1.

(4)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 29ης Σεπτεμβρίου 2014.

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο (ΕΕ L 297 της 15.11.2003, σ. 1).

(6)  ΕΕ C 296 E της 2.10.2012, σ. 46.

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(9)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(10)  ΕΕ C 253 της 3.9.2013, σ. 12.

(11)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

(12)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ΕΕ L 362 της 31.12.2012, σ. 1).

(13)  Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου, της 29ης Φεβρουαρίου 1968, περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και περί θεσπίσεως ειδικών μέτρων προσωρινώς εφαρμοστέων στους υπαλλήλους της Επιτροπής (ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1).

(14)  Κανονισμός αριθ. 1 του Συμβουλίου, της 15ης Απριλίου 1958, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος (ΕΕ 17 της 6.10.1958, σ. 385/58).

(15)  ΕΕ L 278 της 8.10.1976, σ. 5.

(16)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων (ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1).

(17)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (Ευρατόμ) αριθ. 1074/1999 του Συμβουλίου (ΕΕ L 248 της 18.9.2013, σ. 1).

(18)  Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τυποποιημένη δήλωση που πρέπει να συμπληρώνεται από κάθε αιτούντα

Ο κάτωθι υπογράφων / Η κάτωθι υπογράφουσα, που έχω εξουσιοδοτηθεί πλήρως από [ονομασία του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος], βεβαιώνω ότι:

Ο/Η/Το [ονομασία του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος] δεσμεύεται να συμμορφώνεται προς τις προϋποθέσεις καταχώρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ 1141/2014, δηλαδή να τηρεί, στο πρόγραμμα και στις δραστηριότητές του, τις αξίες επί των οποίων ερείδεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των μελών μειονοτήτων.

Υπογραφή εξουσιοδοτημένου προσώπου:

Τίτλος (κύριος, κυρία, …), ονοματεπώνυμο

 

Ιδιότητα στον οργανισμό που υποβάλλει αίτηση καταχώρισης ως ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα / ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα:

 

Τόπος/ημερομηνία:

 

Υπογραφή:

 


Top