Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32009R0767

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 767/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009 , για τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ζωοτροφών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση των οδηγιών 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 80/511/ΕΟΚ της Επιτροπής, 82/471/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 83/228/ΕΚ του Συμβουλίου, 93/74/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 93/113/ΕΚ του Συμβουλίου, 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου, και της απόφασης 2004/217/ΕΚ της Επιτροπής (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΕΕ L 229 της 1.9.2009, p. 1–28 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 26/12/2018

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2009/767/oj

1.9.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 229/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 767/2009 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 13ης Ιουλίου 2009

για τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ζωοτροφών, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση των οδηγιών 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 80/511/ΕΟΚ της Επιτροπής, 82/471/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 83/228/ΕΚ του Συμβουλίου, 93/74/ΕΟΚ του Συμβουλίου, 93/113/ΕΚ του Συμβουλίου, 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου, και της απόφασης 2004/217/ΕΚ της Επιτροπής

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 37 και το άρθρο 152 παράγραφος 4 στοιχείο β),

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησε τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η επιδίωξη υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας του ανθρώπου και των ζώων είναι ένας από τους θεμελιώδεις στόχους της νομοθεσίας περί τροφίμων, όπως διατυπώνεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (3), ο οποίος καθιέρωσε και την προσέγγιση «από το αγρόκτημα στο τραπέζι», χαρακτηρίζοντας τις ζωοτροφές σημαντικό κρίκο στην αρχή της τροφικής αλυσίδας. Η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της δημόσιας υγείας είναι ένας από τους θεμελιώδεις στόχους του παρόντος κανονισμού.

(2)

Η παραγωγή ζωοτροφών συνιστά σημαντικό προορισμό για τα ευρωπαϊκά γεωργικά προϊόντα επειδή τα περισσότερα υλικά που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τους είναι γεωργικά προϊόντα του παραρτήματος Ι της Συνθήκης. Επιπλέον, οι ζωοτροφές είναι ζωτικές για τα 5 εκατομμύρια κτηνοτρόφων της Κοινότητας επειδή αντιπροσωπεύουν το υψηλότερο στοιχείο κόστους.

(3)

Οι ζωοτροφές μπορούν να λάβουν τη μορφή πρώτων υλών ζωοτροφών, σύνθετων ζωοτροφών, προσθέτων υλών ζωοτροφών, προμειγμάτων ή φαρμακούχων ζωοτροφών. Οι κανόνες για τη διάθεση πρόσθετων υλών ζωοτροφών στην αγορά ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τις πρόσθετες ύλες που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων (4), και για τις φαρμακούχες ζωοτροφές στην οδηγία 90/167/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Μαρτίου 1990, για τον καθορισμό των όρων παρασκευής, διάθεσης στην αγορά και χρήσης των φαρμακούχων ζωοτροφών στην Κοινότητα (5).

(4)

Θα πρέπει να επικαιροποιηθεί και να αντικατασταθεί από έναν μοναδικό κανονισμό η ισχύουσα νομοθεσία σχετικά με την κυκλοφορία και τη χρήση πρώτων υλών ζωοτροφών και σύνθετων ζωοτροφών, συμπεριλαμβανομένων των ζωοτροφών για τα ζώα συντροφιάς, δηλαδή η οδηγία 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 2ας Απριλίου 1979 περί εμπορίας των συνθέτων ζωοτροφών (6), η οδηγία 93/74/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 1993 για τις ζωοτροφές με τις οποίες επιδιώκονται στόχοι ιδιαίτερης διατροφής (7) («διαιτητικές ζωοτροφές»), την οδηγία 96/25/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 1996 για την κυκλοφορία των πρώτων υλών ζωοτροφών (8), και η οδηγία 82/471/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1982 σχετικά με ορισμένα προϊόντα τα οποία χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων (9) («βιοπρωτεΐνες»). Για λόγους σαφήνειας, η οδηγία 83/228/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Απριλίου 1983, για τον καθορισμό των κατευθυντηρίων γραμμών για την εκτίμηση ορισμένων προϊόντων που χρησιμοποιούνται στη διατροφή των ζώων (10) και η οδηγία 80/511/ΕΟΚ της Επιτροπής της 2ας Μαΐου 1980 περί παροχής αδείας σε ορισμένες περιπτώσεις για τη θέση σε εμπορία συνθέτων ζωοτροφών σε συσκευασίες ή δοχεία μη κλειστά (11) θα πρέπει να καταργηθούν.

(5)

Αφού η οδηγία 79/373/ΕΟΚ καταργείται διά του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει επίσης να καταργηθεί και η οδηγία 93/113/ΕΚ του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 1993, σχετικά με τη χρησιμοποίηση και την εμπορία των ενζύμων, των μικροοργανισμών και των παρασκευασμάτων τους στις ζωοτροφές (12). Επιπλέον, λόγω της καταργήσεως της οδηγίας 79/373/ΕΟΚ και δεδομένου ότι ο παρών κανονισμός περιλαμβάνει κανόνες σχετικά με την επισήμανση των ζωοτροφών που ενσωματώνουν πρόσθετες ύλες, το άρθρο 16 της οδηγίας 70/524/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1970, σχετικά με τις πρόσθετες ύλες στις ζωοτροφές (13), που παρέμενε σε ισχύ μετά την κατάργηση της οδηγίας 70/524/ΕΟΚ με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, θα πρέπει να καταργηθεί.

(6)

Αντίθετα από τον ορισμό των τροφίμων στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 178/2002, ο ορισμός των ζωοτροφών δεν περιλαμβάνει το νερό. Επιπλέον, δεδομένου ότι το νερό δεν διατίθεται στην αγορά με σκοπό τη διατροφή των ζώων, ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει όρους για το νερό που χρησιμοποιείται στη διατροφή των ζώων. Θα πρέπει όμως να εφαρμόζεται στις ζωοτροφές που χορηγούνται με το νερό. Εξάλλου, η χρήση νερού από τις επιχειρήσεις ζωοτροφών καλύπτεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 183/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιανουαρίου 2005, περί καθορισμού των απαιτήσεων για την υγιεινή των ζωοτροφών (14), ο οποίος απαιτεί να χρησιμοποιείται καθαρό νερό εφόσον είναι απαραίτητο, για να αποτρέπονται μολύνσεις δυνητικώς επικίνδυνες, και το νερό που χρησιμοποιείται στην παρασκευή ζωοτροφών να είναι κατάλληλης ποιότητας.

(7)

Με δεδομένο τον κίνδυνο μόλυνσης της τροφικής αλυσίδας των ανθρώπων και των ζώων, κρίνεται σκόπιμο ο παρών κανονισμός να ισχύει τόσο για τα ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων όσο και αυτά που δεν χρησιμοποιούνται, περιλαμβανομένων των αγρίων ζώων.

(8)

Οι υποχρεώσεις των υπευθύνων επιχειρήσεων ζωοτροφών που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 178/2002 και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 183/2005 θα πρέπει να εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στις ζωοτροφές για τα ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων.

(9)

Για την επιβολή της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διενεργούν επίσημους ελέγχους σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (15). Οι έλεγχοι αυτοί θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν όχι μόνο τις υποχρεωτικές αλλά και τις προαιρετικές ενδείξεις της επισήμανσης. Για να γίνεται ο έλεγχος των στοιχείων που αφορούν τη σύνθεση, θα πρέπει να καθορισθούν οι αποδεκτές ανοχές των αναγραφομένων τιμών.

(10)

Για τη διαχείριση των κινδύνων σχετικά με την ασφάλεια των ζωοτροφών, ο κατάλογος των υλικών των οποίων η διάθεση στην αγορά με σκοπό τη διατροφή των ζώων απαγορεύεται, όπως ορίζεται στην απόφαση 2004/217/ΕΚ της Επιτροπής (16), μαζί με έναν κατάλογο υλικών των οποίων η διάθεση στην αγορά με σκοπό τη διατροφή των ζώων τελεί υπό περιορισμούς, θα πρέπει να περιληφθεί σε ένα παράρτημα του παρόντος κανονισμού. Ένα τέτοιο παράρτημα δεν θα πρέπει, ωστόσο, να οδηγήσει στην ερμηνεία ότι όλα τα προϊόντα που δεν περιλαμβάνονται στον κατάλογο θα μπορούσαν αυτόματα να θεωρούνται ασφαλή.

(11)

Η διάκριση μεταξύ πρώτων υλών ζωοτροφών, πρόσθετων υλών ζωοτροφών και άλλων προϊόντων όπως κτηνιατρικά φάρμακα επηρεάζει τις συνθήκες διάθεσης στην αγορά. Οι πρώτες ύλες ζωοτροφών χρησιμοποιούνται πρωτίστως για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες των ζώων, π.χ. για ενέργεια, θρεπτικές ουσίες, ανόργανα στοιχεία ή διατροφικές ίνες. Συνήθως, δεν προσδιορίζονται επαρκώς από χημική άποψη, με εξαίρεση τα βασικά θρεπτικά συστατικά. Τα αποτελέσματα που μπορούν να τεκμηριωθούν επιστημονικώς και περιορίζονται στις πρόσθετες ύλες ζωοτροφών ή τα κτηνιατρικά φάρμακα θα πρέπει να αποκλείονται από τις αντικειμενικές χρήσεις των πρώτων υλών ζωοτροφών. Κρίνεται, επομένως, σκόπιμο να καταρτιστούν μη δεσμευτικές κατευθυντήριες γραμμές για τη διάκριση αυτών των προϊόντων. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να διευκρινίζει εάν ένα προϊόν αποτελεί ζωοτροφή για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

(12)

Ο ορισμός των συμπληρωματικών ζωοτροφών στην οδηγία 79/373/ΕΟΚ δημιούργησε προβλήματα εφαρμογής σε διάφορα κράτη μέλη. Για τον σκοπό της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005, είναι σκόπιμο να διασαφηνιστεί η διάκριση μεταξύ των συμπληρωματικών ζωοτροφών και των προμειγμάτων.

(13)

Για να καταστεί εφικτή η ενιαία εφαρμογή της νομοθεσίας, οι πρώτες ύλες ζωοτροφών και οι συμπληρωματικές ζωοτροφές δεν θα πρέπει να περιλαμβάνουν πρόσθετες ύλες πάνω από ένα ορισμένο επίπεδο. Πάντως, εξαιρετικά συμπυκνωμένες ζωοτροφές όπως πλάκες λήξεως, τα οποία περιέχουν μέταλλα, μπορούν να χρησιμοποιούνται για άμεση σίτιση εάν η σύνθεση εξυπηρετεί τον ιδιαίτερο επιδιωκόμενο διατροφικό σκοπό όσον αφορά τη σκοπούμενη χρήση. Οι όροι χρήσης αυτών των ζωοτροφών θα πρέπει να εμφανίζονται στην επισήμανση ώστε οι αντίστοιχες μέγιστες περιεκτικότητες σε πρόσθετες ύλες ζωοτροφών στο ημερήσιο σιτηρέσιο να τηρούν τους όρους αυτούς.

(14)

Σκοπός της οδηγίας 82/471/ΕΟΚ ήταν να βελτιωθεί η προσφορά ζωοτροφών που χρησιμοποιούνται ως άμεση και έμμεση πηγή πρωτεϊνών στην Κοινότητα. Η εν λόγω οδηγία απαιτεί τη χορήγηση αδείας πριν από τη διάθεση στην αγορά για όλες τις πιθανές βιοπρωτεΐνες. Εντούτοις, μόνο ελάχιστες νέες άδειες χορηγήθηκαν στο παρελθόν και η έλλειψη ζωοτροφών πλούσιων σε πρωτεΐνες εξακολουθεί να είναι αισθητή. Ως εκ τούτου, η γενική απαίτηση αδείας πριν από τη διάθεση στην αγορά αποδείχθηκε απαγορευτική. Οι κίνδυνοι για την υγεία θα μπορούσαν, αντ’ αυτού, να αντιμετωπιστούν με μέσα που θα απαγόρευαν τα επικίνδυνα προϊόντα χάρη στην εποπτεία της αγοράς. Όταν το αποτέλεσμα της αξιολόγησης του κινδύνου μιας βιοπρωτεΐνης ήταν ή είναι αρνητικό, η κυκλοφορία της ή η χρήση της θα πρέπει να απαγορευθεί. Επομένως, η ειδική απαίτηση για μια γενική διαδικασία χορήγησης αδείας πριν από τη διάθεση στην αγορά όσον αφορά τις βιοπρωτεΐνες θα πρέπει να καταργηθεί, κάτι που θα έχει ως συνέπεια το σύστημα ασφαλείας για τέτοια προϊόντα να είναι το ίδιο για όλες τις άλλες πρώτες ύλες ζωοτροφών. Οι υφιστάμενοι περιορισμοί ή απαγόρευση ορισμένων βιοπρωτεϊνών δεν θα πρέπει να επηρεασθούν.

(15)

Οι διατάξεις της οδηγίας 93/74/ΕΟΚ, που εφαρμόστηκαν με την οδηγία 2008/38/ΕΚ της Επιτροπής, της 5ης Μαρτίου 2008, για την κατάρτιση καταλόγου των χρήσεων για τις οποίες προορίζονται οι ζωοτροφές με τις οποίες επιδιώκονται στόχοι ιδιαίτερης διατροφής (17), αποδείχθηκε ότι λειτουργούν ικανοποιητικά. Ο κατάλογος σκοπουμένων χρήσεων που καταρτίζεται με αυτόν τον τρόπο θα πρέπει, επομένως, να διατηρηθεί και να προβλεφθούν στον παρόντα κανονισμό διατάξεις για την επικαιροποίησή του. Ειδικότερα, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων θα πρέπει να παρέχει τη γνώμη της σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των εν λόγω ζωοτροφών όταν, βάσει των διαθέσιμων επιστημονικών και τεχνολογικών στοιχείων, θεωρείται ότι η χρήση των συγκεκριμένων ζωοτροφών ενδέχεται να μην επιτυγχάνει τους συγκεκριμένους διατροφικούς σκοπούς ή μπορεί να θίξει την υγεία των ζώων, την υγεία του ανθρώπου, το περιβάλλον ή την ευεξία των ζώων.

(16)

Η επιστημονική τεκμηρίωση θα πρέπει να αποτελεί τον κύριο παράγοντα που λαμβάνεται υπόψη στη χρήση ισχυρισμών περί ζωοτροφών, και οι υπεύθυνοι των επιχειρήσεων ζωοτροφών που χρησιμοποιούν τέτοιους ισχυρισμούς θα πρέπει να τους τεκμηριώνουν. Οι ισχυρισμοί θα πρέπει να τεκμηριώνονται επιστημονικά λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των διαθέσιμων επιστημονικών δεδομένων και σταθμίζοντας τη βαρύτητα των στοιχείων.

(17)

Η επισήμανση εξυπηρετεί τους σκοπούς της επιβολής, της ανιχνευσιμότητας και του ελέγχου. Η επισήμανση θα πρέπει επίσης να παρέχει τις απαραίτητες πληροφορίες στους αγοραστές ώστε να μπορούν να λαμβάνουν τις βέλτιστες αποφάσεις για τις ανάγκες τους. Επιπλέον, η επισήμανση θα πρέπει να έχει συνέπεια, συνοχή, και διαφάνεια και να είναι κατανοητή. Καθώς οι αγοραστές και ιδίως οι κτηνοτρόφοι δεν αποφασίζουν μόνο στο σημείο της πώλησης, όπου μπορούν να εξετάσουν τη συσκευασία των ζωοτροφών, οι απαιτήσεις σχετικά με τις πληροφορίες της επισήμανσης δεν θα πρέπει να ισχύουν μόνο για τις ετικέτες των προϊόντων αλλά και για άλλα είδη επικοινωνίας μεταξύ του πωλητή και του αγοραστή. Επιπροσθέτως, αυτές οι αρχές θα πρέπει να εφαρμόζονται και στην παρουσίαση και τη διαφήμιση των ζωοτροφών.

(18)

Η επισήμανση παρέχει υποχρεωτικές και προαιρετικές ενδείξεις. Οι υποχρεωτικές ενδείξεις θα πρέπει να συνδυάζουν γενικές απαιτήσεις επισήμανσης και ειδικές απαιτήσεις επισήμανσης για πρώτες ύλες ζωοτροφών ή σύνθετες ζωοτροφές αντίστοιχα, και συμπληρωματικές απαιτήσεις επισήμανσης σε περίπτωση διαιτητικών ζωοτροφών, μολυσμένων ουσιών και ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς.

(19)

Η παρούσα κατάσταση όσον αφορά χημικές προσμείξεις που απορρέουν από τη διεργασία παρασκευής πρώτων υλών διατροφής και από τα βοηθητικά μέσα επεξεργασίας δεν είναι ικανοποιητική. Για να εξασφαλίζεται υψηλού επιπέδου ασφάλεια των τροφίμων και κατά συνέπεια υψηλού επιπέδου προστασία της δημόσιας υγείας καθώς και για να βελτιωθεί η διαφάνεια, θα πρέπει να υιοθετηθούν διατάξεις όσον αφορά το ανεκτό επίπεδο τέτοιων χημικών προσμείξεων σύμφωνα με την ορθή πρακτική που αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 183/2005.

(20)

Η εφαρμοζόμενη αρχή, σύμφωνα με την οποία ορισμένες μόνο πρόσθετες ύλες ζωοτροφών θα πρέπει να επισημαίνονται εάν χρησιμοποιούνται σε πρώτες ύλες ζωοτροφών και σύνθετες ζωοτροφές, αποδείχθηκε ότι λειτουργεί ικανοποιητικά. Ωστόσο, η κατηγοριοποίηση που απορρέει από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 καθιστά επιβεβλημένη την επικαιροποίηση και τον εκσυγχρονισμό της, διότι η επισήμανση ορισμένων πρόσθετων υλών μπορεί να προκαλέσει σύγχυση, ιδίως σε κατόχους ζώων συντροφιάς.

(21)

Μετά την κρίση της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών (ΣΕΒ) και της διοξίνης, καθιερώθηκε το 2002, διά της οδηγίας 2002/2/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας 79/373/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί κυκλοφορίας των σύνθετων ζωοτροφών (18), με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η υποχρεωτική αναγραφή του ποσοστού κατά βάρος όλων των πρώτων υλών ζωοτροφών που ενσωματώνονται στις σύνθετες ζωοτροφές. Περαιτέρω, το επίπεδο ασφαλείας των τροφίμων και των ζωοτροφών βελτιώθηκε σημαντικά στο μεσοδιάστημα ως αποτέλεσμα των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 178/2002 και αριθ. 183/2005 καθώς και των εκτελεστικών μέτρων τους, ιδίως λόγω της έμφασης που δόθηκε στην ευθύνη των υπευθύνων επιχειρήσεων τροφίμων και ζωοτροφών, του βελτιωμένου συστήματος ανιχνευσιμότητας, της εισαγωγής της αρχής ανάλυσης επικινδυνότητας κρισίμων σημείων ελέγχου (HACCP) στις επιχειρήσεις ζωοτροφών και της δημιουργίας οδηγών ορθής πρακτικής σχετικά με την υγιεινή στις επιχειρήσεις ζωοτροφών. Έχοντας υπόψη αυτές τις θετικές εξελίξεις, οι οποίες αντανακλώνται στις κοινοποιήσεις προς το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές (RASFF), η υποχρεωτική αναγραφή του ποσοστού κατά βάρος όλων των πρώτων υλών που ενσωματώνονται στις σύνθετες ζωοτροφές επί της ετικέτας δεν είναι πλέον απαραίτητη για την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου ασφαλείας των ζωοτροφών και κατά συνέπεια υψηλού επιπέδου προστασίας της δημόσιας υγείας. Τα ακριβή ποσοστά μπορούν πάντως να παρέχονται προαιρετικά για μια επαρκή ενημέρωση του αγοραστή. Πέραν τούτων, οι αρμόδιες αρχές, επειδή έχουν πρόσβαση στα στοιχεία σχετικά με τα ακριβή ποσοστά κατά βάρος των πρώτων υλών ζωοτροφών που ενσωματώνονται σε σύνθετες ζωοτροφές, θα πρέπει να μπορούν, εφόσον προκύψει μια επείγουσα ανάγκη σχετικά με την υγεία του ανθρώπου και των ζώων ή σχετικά με το περιβάλλον και τηρώντας την οδηγία 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (19), να παρέχουν περαιτέρω ενημέρωση στους αγοραστές.

(22)

Για να εξασφαλισθεί η ορθή ενημέρωση και η μη παραπλάνηση του αγοραστή, θα πρέπει ωστόσο να απαιτείται η αναγραφή του ακριβούς ποσοστού κατά βάρος όταν η αντίστοιχη πρώτη ύλη ζωοτροφών τονίζεται στην επισήμανση μιας σύνθετης ζωοτροφής.

(23)

Η αναγραφή των πρώτων υλών ζωοτροφών που είναι ενσωματωμένες στις σύνθετες ζωοτροφές κατά φθίνουσα σειρά βάρους δίνει ήδη σημαντικές πληροφορίες για τα στοιχεία σχετικά με τη σύνθεση. Σε τομείς όπου ο παραγωγός δεν είναι υποχρεωμένος να αναγράφει ενδείξεις, ο αγοραστής θα πρέπει να μπορεί να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να διατηρηθεί περιθώριο ± 15 % της δηλούμενης τιμής.

(24)

Θα πρέπει να προστατεύονται τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας του παραγωγού. Για την επιβολή των δικαιωμάτων αυτών θα πρέπει να εφαρμόζονται οι διατάξεις της οδηγίας 2004/48/ΕΚ. Θα πρέπει επίσης να γίνει αποδεκτό ότι η ποσοτική σύνθεση των σύνθετων ζωοτροφών, σε αντίθεση προς την ονομασία των ενσωματωμένων πρώτων υλών ζωοτροφών, μπορεί, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να θεωρηθεί εμπιστευτική πληροφορία. χρήζουσα προστασίας.

(25)

Η οδηγία 2002/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 2002, σχετικά με τις ανεπιθύμητες ουσίες στις ζωοτροφές (20), δεν εφαρμόζεται στην επισήμανση ζωοτροφών με υπερβολικά επίπεδα ανεπιθύμητων ουσιών. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις προκειμένου να εξασφαλιστεί η κατάλληλη επισήμανση και η σωστή εκτέλεση της απαγόρευσης της αραίωσης σύμφωνα με το άρθρο 5 της εν λόγω οδηγίας, έως ότου οι μολυσμένες ύλες καθαρισθούν ή αποτοξινωθούν από εγκατάσταση αποτοξινοποίησης εγκεκριμένη σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφοι 2 ή 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005.

(26)

Παρεκκλίσεις από τις γενικές απαιτήσεις επισήμανσης θα πρέπει να παρέχονται όταν η εφαρμογή των απαιτήσεων αυτών δεν είναι αναγκαία για την προστασία της ανθρώπινης υγείας ή της υγείας των ζώων ή των συμφερόντων των καταναλωτών και θα επιβάρυνε αδικαιολόγητα τον παραγωγό ή τους υπευθύνους επιχειρήσεων ζωοτροφών που είναι αρμόδιοι για τις ενδείξεις της επισήμανσης. Βάσει εμπειρίας, αυτές οι παρεκκλίσεις θα πρέπει να παρέχονται ειδικότερα για ζωοτροφές που χορηγούνται από έναν κτηνοτρόφο σε άλλον για να τις χρησιμοποιήσει στο αγρόκτημά του, για μικρές ποσότητες, για σύνθετες ζωοτροφές που δεν αποτελούνται από περισσότερες από τρεις πρώτες ύλες ζωοτροφών και για μείγματα ολόκληρων σπόρων φυτών και δημητριακών, άλλων σπόρων και καρπών.

(27)

Κατά κανόνα, οι σύνθετες ζωοτροφές θα πρέπει να διατίθενται στην αγορά σε σφραγισμένους περιέκτες, αλλά θα πρέπει να προβλέπονται κατάλληλες παρεκκλίσεις όταν μια τέτοια απαίτηση δεν είναι αναγκαία για την προστασία της ανθρώπινης υγείας και της υγείας των ζώων ή των συμφερόντων των καταναλωτών και θα επιβάρυνε υπερβολικά τους υπευθύνους επιχειρήσεων ζωοτροφών.

(28)

Στο μέρος Β του παραρτήματος της οδηγίας 96/25/ΕΚ και στις στήλες 2 έως 4 του παραρτήματος της οδηγίας 82/471/ΕΟΚ περιλαμβάνονται κατάλογοι ορισμών, περιγραφών και διατάξεων σχετικά με την επισήμανση για ορισμένες πρώτες ύλες ζωοτροφών. Οι κατάλογοι αυτοί διευκολύνουν την ανταλλαγή πληροφοριών για τις ιδιότητες του προϊόντος μεταξύ του παραγωγού και του αγοραστή. Η συμμετοχή των ενδιαφερομένων στην κατάρτιση προαιρετικών προτύπων μέσω κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών στον τομέα της υγιεινής των ζωοτροφών υπήρξε συνολικά θετική εμπειρία. Η κατάρτιση ενός ευρύτερου καταλόγου από τους ενδιαφερόμενους θα μπορούσε να είναι πιο ευέλικτη και πιο προσαρμοσμένη στις ανάγκες ενημέρωσης του χρήστη απ’ ό,τι αν γίνεται από τον νομοθέτη. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να αποφασίσουν ποιες προσπάθειες θα καταβάλουν, ανάλογα με την αξία του καταλόγου πρώτων υλών ζωοτροφών. Είναι, επομένως, επιθυμητό να καταρτισθεί ένας μη εξαντλητικός κατάλογος πρώτων υλών ζωοτροφών που θα χρησιμοποιείται από τους υπευθύνους επιχειρήσεων ζωοτροφών σε προαιρετική βάση, εκτός από τη χρήση της ονομασίας της πρώτης ύλης ζωοτροφών.

(29)

Οι ισχύοντες κατάλογοι πρώτων υλών ζωοτροφών που περιέχονται στο μέρος B του παραρτήματος της οδηγίας 96/25/ΕΚ και στις στήλες 2 έως 4 του παραρτήματος της οδηγίας 82/471/ΕΟΚ θα πρέπει να αποτελέσουν την αρχική μορφή του κοινοτικού καταλόγου πρώτων υλών ζωοτροφών. Αυτή η αρχική μορφή θα πρέπει στη συνέχεια να ολοκληρωθεί με πρωτοβουλία των ενδιαφερομένων σύμφωνα με τα συμφέροντά τους, συμπεριλαμβάνοντας τις πρωτοεμφανιζόμενες πρώτες ύλες ζωοτροφών.

(30)

Για λόγους διαφάνειας είναι σκόπιμο μια πρώτη ύλη ζωοτροφών που δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο να κοινοποιείται στους εκπροσώπους των ενδιαφερομένων μερών μόλις αυτή η πρώτη ύλη διατεθεί για πρώτη φορά στην αγορά.

(31)

Η σύγχρονη επισήμανση διευκολύνει τη διαμόρφωση ενός ανταγωνιστικού περιβάλλοντος αγοράς, στο οποίο οι δυναμικοί, αποτελεσματικοί και καινοτόμοι οικονομικοί παράγοντες μπορούν να χρησιμοποιούν πλήρως την επισήμανση για να πωλούν τα προϊόντα τους. Όσον αφορά τη διεπιχειρησιακή σχέση για τη διάθεση ζωοτροφών στην αγορά και τη σχέση μεταξύ του παραγωγού και του αγοραστή ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς, οι κώδικες ορθής επισήμανσης για τους εν λόγω δύο τομείς μπορούν να αποβούν χρήσιμα μέσα για την επίτευξη των στόχων της σύγχρονης επισήμανσης. Οι κώδικες θα πρέπει να ορίζουν διατάξεις που θα βοηθούν τον αγοραστή να επιλέγει συνειδητά. Θα πρέπει επίσης να παρέχουν στον αρμόδιο για την επισήμανση σημαντικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα διάφορα στοιχεία της επισήμανσης. Οι εν λόγω κώδικες μπορούν να συμβάλλουν στην ερμηνεία του πλαισίου που διέπει την προαιρετική επισήμανση ή την παρουσίαση των υποχρεωτικών ενδείξεων επισήμανσης. Οι κώδικες θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σε εθελοντική βάση, εκτός αν η χρήση του κώδικα υποδεικνύεται στην επισήμανση.

(32)

Η συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων μερών είναι σημαντική για τη διασφάλιση της ποιότητας και της καταλληλότητας του καταλόγου και των κωδίκων ορθής επισήμανσης. Για να βελτιωθούν τα δικαιώματα των χρηστών να ενημερώνονται επαρκώς, το συμφέρον τους θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Αυτό μπορεί να εξασφαλιστεί από την Επιτροπή με την έγκριση του καταλόγου και των κωδίκων υπό τον όρο ότι το περιεχόμενό τους είναι δυνατόν να εφαρμοστεί και ότι ενδείκνυνται για την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού.

(33)

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τις επιβλητέες κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες, και αποτρεπτικές.

(34)

Χρειάζεται μια μεταβατική περίοδος όσον αφορά τις ζωοτροφές που ικανοποιούν ειδικούς διατροφικούς σκοπούς και όσον αφορά το ανεκτό επίπεδο χημικών προσμείξεων που προέρχονται από τη διεργασία παρασκευής και από τα βοηθητικά μέσα επεξεργασίας. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί η διάθεση στην αγορά των υφισταμένων αποθεμάτων έως ότου εξαντληθούν. Πέραν τούτων μπορεί να είναι σκόπιμο να προσδιορισθούν προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι ζωοτροφές μπορούν να επισημαίνονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του.

(35)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, ήτοι η εναρμόνιση των όρων διάθεσης στην αγορά και της χρήσης ζωοτροφών, προκειμένου να επιτευχθεί υψηλό επίπεδο ασφαλείας των ζωοτροφών και προστασίας της δημόσιας υγείας, καθώς επίσης και η επαρκής παροχή πληροφοριών προς τους χρήστες και τους καταναλωτές για την ενίσχυση της αποτελεσματικής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορεί συνεπώς να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να εγκρίνει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως καθορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία προς επίτευξη του στόχου αυτού.

(36)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (21).

(37)

Ειδικότερα, η Επιτροπή πρέπει ιδίως να εξουσιοδοτηθεί να τροποποιεί τον κατάλογο των υλών των οποίων η χρήση ως ζωοτροφών περιορίζεται ή απαγορεύεται, να χορηγεί άδεια σε ζωοτροφές που προορίζονται για ιδιαίτερους διατροφικούς σκοπούς, να καταρτίζει κατάλογο κατηγοριών επισήμανσης πρώτων υλών ζωοτροφών για ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων εκτός των γουνοφόρων ζώων, να εγκρίνει τροποποιήσεις στον κατάλογο που ορίζουν μέγιστη περιεκτικότητα χημικών προσμείξεων ή επίπεδα βοτανικής καθαρότητας ή ένδειξη που αντικαθιστά την υποχρεωτική δήλωση ή τα επίπεδα περιεκτικότητας σε υγρασία, να προσαρμόζει τα παραρτήματα με βάση τις επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις και να θεσπίζει μεταβατικά μέτρα. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και αποβλέπουν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων, συμπληρώνοντάς τον με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(38)

Για λόγους αποτελεσματικότητας, οι συνήθεις προθεσμίες της διαδικασίας κανονιστικής επιτροπής με έλεγχο θα πρέπει να συντομευθούν για την έγκριση επικαιροποιήσεων στον κατάλογο σκοπουμένων χρήσεων. Όταν, για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, οι συνήθεις προθεσμίες της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο δεν μπορούν να τηρηθούν, η Επιτροπή πρέπει να μπορεί να εφαρμόζει τη διαδικασία κατεπείγοντος του άρθρου 5α παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ για την τροποποίηση του καταλόγου των ουσιών των οποίων η κυκλοφορία ή η χρήση για τη διατροφή των ζώων απαγορεύεται ή περιορίζεται.

(39)

Το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 ορίζει τις διατάξεις για την επισήμανση και τη συσκευασία πρόσθετων υλών ζωοτροφών και προμειγμάτων. Η εφαρμογή των κανόνων σχετικά με τα προμείγματα έχει αποδεδειγμένα προκαλέσει πρακτικά προβλήματα εφαρμογής στη βιομηχανία και στις αρμόδιες αρχές. Για να καταστεί εφικτή μια πιο συνεκτική επισήμανση των προμειγμάτων, το εν λόγω άρθρο θα πρέπει να τροποποιηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Στόχος του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με τις γενικές αρχές που ετέθησαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 178/2002, είναι να εναρμονισθούν οι όροι διάθεσης στην αγορά και χρήσης ζωοτροφών, ώστε να εξασφαλίζεται υψηλού επιπέδου ασφάλεια των τροφίμων και συνεπώς υψηλού επιπέδου προστασία της δημόσιας υγείας, να παρέχεται επαρκής ενημέρωση των χρηστών και των καταναλωτών και να βελτιωθεί η αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες για τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση ζωοτροφών τόσο για τροφοπαραγωγικά όσο και μη τροφοπαραγωγικά ζώα εντός της Κοινότητας, καθώς και απαιτήσεις για την επισήμανση, τη συσκευασία και την παρουσίαση.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων που εφαρμόζονται στο πεδίο της διατροφής των ζώων, ιδίως:

α)

της οδηγίας 90/167/ΕΟΚ·

β)

της οδηγίας 2002/32/ΕΚ·

γ)

του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 999/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για τη θέσπιση κανόνων πρόληψης, καταπολέμησης και εξάλειψης ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (22)·

δ)

του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Οκτωβρίου 2002, για τον καθορισμό υγειονομικών κανόνων σχετικά με τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο (23)·

ε)

του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1829/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, για τα γενετικώς τροποποιημένα τρόφιμα και ζωοτροφές (24)·

στ)

του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1830/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την ιχνηλασιμότητα και την επισήμανση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών και την ιχνηλασιμότητα τροφίμων και ζωοτροφών που παράγονται από γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς (25)·

ζ)

του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003· και

η)

του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 2007, για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων (26).

3.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στο νερό, είτε αυτό προσλαμβάνεται απευθείας από τα ζώα είτε ενσωματώνεται σκόπιμα στις ζωοτροφές. Εφαρμόζεται ωστόσο για ζωοτροφές που πρέπει να λαμβάνονται μέσω του νερού.

Άρθρο 3

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«ζωοτροφές», «επιχείρηση ζωοτροφών», «διάθεση στην αγορά» όπως παρατίθενται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 178/2002·

β)

«πρόσθετες ύλες ζωοτροφών», «προμείγματα», «βοηθητικά μέσα επεξεργασίας» και «ημερήσιο σιτηρέσιο», όπως παρατίθενται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1831/2003· και

γ)

«επιχείρηση» και «αρμόδια αρχή», όπως παρατίθενται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 183/2005.

2.   Ισχύουν επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«υπεύθυνος επιχείρησης ζωοτροφών» το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει την ευθύνη να εξασφαλίζει ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού στην επιχείρηση ζωοτροφών που έχει υπό τον έλεγχό του·

β)

«από του στόματος διατροφή των ζώων» η χορήγηση ζωοτροφών στον γαστρεντερικό σωλήνα του ζώου από το στόμα με στόχο την κάλυψη των διατροφικών αναγκών του ζώου ή/και τη διατήρηση της παραγωγικότητας των υγιών ζώων·

γ)

«ζώο που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τροφίμων» οιοδήποτε ζώο διατρέφεται, εκτρέφεται ή διατηρείται με σκοπό την παραγωγή τροφίμων για ανθρώπινη κατανάλωση, συμπεριλαμβανομένων των ζώων που δεν προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση, αλλά ανήκουν στα είδη που συνήθως χρησιμοποιούνται για ανθρώπινη κατανάλωση·

δ)

«ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων» οιοδήποτε ζώο διατρέφεται, εκτρέφεται ή διατηρείται στην εκμετάλλευση αλλά δεν χρησιμοποιείται για ανθρώπινη κατανάλωση, όπως τα γουνοφόρα ζώα, τα ζώα συντροφιάς και τα ζώα που διατηρούνται σε εργαστήρια, σε ζωολογικούς κήπους ή σε τσίρκο·

ε)

«γουνοφόρα ζώα» ζώο που δεν χρησιμοποιείται για την παραγωγή τροφίμων και διατρέφεται, εκτρέφεται ή διατηρείται στην εκμετάλλευση για την παραγωγή γούνας και δεν χρησιμοποιείται για ανθρώπινη κατανάλωση·

στ)

«ζώο συντροφιάς» ζώο που δεν χρησιμοποιείται για την παραγωγή τροφίμων και ανήκει σε είδος που διατρέφεται, εκτρέφεται ή διατηρείται, αλλά κανονικά δεν χρησιμοποιείται για ανθρώπινη κατανάλωση στην Κοινότητα·

ζ)

«πρώτες ύλες ζωοτροφών» προϊόντα φυτικής ή ζωικής προέλευσης, πρωταρχικός σκοπός των οποίων είναι να ικανοποιούν τις διατροφικές ανάγκες των ζώων, στη φυσική τους κατάσταση, νωπά ή διατηρημένα, καθώς και προϊόντα που προέρχονται από τη βιομηχανική επεξεργασία αυτών, και οργανικές ή ανόργανες ουσίες, που περιέχουν ή όχι πρόσθετες ύλες ζωοτροφών και προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για την από του στόματος διατροφή των ζώων, είτε απευθείας ως έχουν είτε, ύστερα από μεταποίηση, ή για την παρασκευή σύνθετων ζωοτροφών ή ως έκδοχα προμειγμάτων·

η)

«σύνθετες ζωοτροφές» μείγμα τουλάχιστον δύο πρώτων υλών ζωοτροφών, που περιέχουν ή όχι πρόσθετες ύλες και προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για την από του στόματος διατροφή των ζώων με τη μορφή πλήρων ή συμπληρωματικών ζωοτροφών·

θ)

«πλήρεις ζωοτροφές» σύνθετες ζωοτροφές που, λόγω της σύνθεσής τους, επαρκούν για το ημερήσιο σιτηρέσιο·

ι)

«συμπληρωματικές ζωοτροφές» σύνθετες ζωοτροφές που περιέχουν υψηλά ποσοστά ορισμένων ουσιών και που, λόγω της σύνθεσής τους, επαρκούν για το ημερήσιο σιτηρέσιο μόνο εάν συνδυάζονται με άλλες ζωοτροφές·

ια)

«ανόργανες ζωοτροφές» συμπληρωματικές ζωοτροφές που περιέχουν τουλάχιστον 40 % ολική τέφρα·

ιβ)

«ζωοτροφές για θηλασμό» σύνθετες ζωοτροφές που χορηγούνται σε ξηρή μορφή ή ύστερα από διάλυση σε συγκεκριμένη ποσότητα υγρού για τη διατροφή νεαρών ζώων ως συμπλήρωμα ή υποκατάστατο του μεταπυαρικού μητρικού γάλακτος ή για τη διατροφή νεαρών ζώων όπως μόσχων, αμνών ή εριφίων που προορίζονται για σφαγή·

ιγ)

«έκδοχο» ουσία που χρησιμοποιείται για τη διάλυση, την αραίωση, τη διασπορά ή άλλη φυσική τροποποίηση μιας πρόσθετης ύλης ζωοτροφών έτσι ώστε να διευκολυνθεί ο χειρισμός της, η εφαρμογή της ή η χρήση της χωρίς να μεταβάλλει τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά της και χωρίς να ασκεί η ίδια τεχνολογικές επιδράσεις·

ιδ)

«ιδιαίτερος διατροφικός σκοπός» ο σκοπός να ικανοποιηθούν οι ειδικές διατροφικές ανάγκες των ζώων των οποίων η διαδικασία αφομοίωσης, απορρόφησης ή μεταβολισμού υφίσταται ή ενδέχεται να υποστεί προσωρινή ή μόνιμη βλάβη και, ως εκ τούτου, μπορεί να επωφεληθούν από την πρόσληψη ζωοτροφών προσαρμοσμένων στην κατάστασή τους·

ιε)

«ζωοτροφές που προορίζονται για ειδικούς διατροφικούς σκοπούς» ζωοτροφές οι οποίες μπορούν να ικανοποιήσουν ειδικούς διατροφικούς σκοπούς λόγω της ιδιαίτερης σύνθεσης ή μεθόδου παρασκευής τους, που τις διακρίνουν σαφώς από τις συνήθεις ζωοτροφές. Οι ζωοτροφές που προορίζονται για ειδικούς διατροφικούς σκοπούς δεν περιλαμβάνουν τις φαρμακούχες ζωοτροφές κατά την έννοια της οδηγίας 90/167/ΕΟΚ·

ιστ)

«μολυσμένες ζωοτροφές» ζωοτροφές που περιέχουν επίπεδο ανεπιθύμητων ουσιών υψηλότερο από το ανεκτό επίπεδο βάσει της οδηγίας 2002/32/ΕΚ·

ιζ)

«ελάχιστη διάρκεια αποθήκευσης» περίοδος κατά την οποία, υπό κανονικές συνθήκες αποθήκευσης, ο αρμόδιος για την επισήμανση εγγυάται ότι οι ζωοτροφές διατηρούν τις δηλωμένες ιδιότητές τους· μόνον μία ελάχιστη διάρκεια αποθήκευσης μπορεί να υποδεικνύεται όσον αφορά τη ζωοτροφή στο σύνολό της και προσδιορίζεται βάσει της ελάχιστης διάρκειας αποθήκευσης εκάστου των συστατικών της·

ιη)

«παρτίδα» ή «φορτίο» συγκεκριμένη ποσότητα ζωοτροφών που έχουν κοινά χαρακτηριστικά όπως προέλευση, ποικιλία, είδος συσκευασίας, συσκευαστή, αποστολέα, ή επισήμανση· και, όταν πρόκειται για διαδικασία παραγωγής, μια μονάδα παραγωγής προερχομένη από μια εγκατάσταση παραγωγής που χρησιμοποιεί ενιαίες παραμέτρους παραγωγής ή μια σειρά τέτοιων μονάδων, όταν παράγονται σε συνεχή σειρά και αποθηκεύονται μαζί·

ιθ)

«επισήμανση» κάθε ένδειξη, διακριτικό στοιχείο, εμπορικό σήμα, εμπορική επωνυμία, εικόνα ή σύμβολο που αναφέρεται στις ζωοτροφές ή τις συνοδεύει, περιλαμβανομένων των σκοπών διαφήμισης και που αποδίδεται σε ζωοτροφές, με την αναγραφή του εν λόγω στοιχείου σε οποιοδήποτε μέσο όπως συσκευασία, περιέκτη, φύλλο οδηγιών, ετικέτα, έγγραφο, δακτύλιο, περιλαίμιο ή το Διαδίκτυο·

κ)

«ετικέτα» κάθε ετικέτα, μάρκα, σήμα, εικόνα ή άλλη περιγραφή, εγγεγραμμένη, τυπωμένη, διάτρητη, σφραγισμένη, ανάγλυφη, εντυπωμένη ή προσαρτημένη σε συσκευασία ή περιέκτη ζωοτροφών· και

κα)

«παρουσίαση» το σχήμα, η όψη ή η συσκευασία και το υλικό που χρησιμοποιείται για τη συσκευασία των ζωοτροφών, πέραν του τρόπου με τον οποίο είναι διευθετημένες καθώς και ο χώρος στον οποίο εκτίθενται.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Άρθρο 4

Απαιτήσεις ασφαλείας και εμπορίας

1.   Οι ζωοτροφές διατίθενται στην αγορά και χρησιμοποιούνται μόνο εάν:

α)

είναι ασφαλείς· και

β)

δεν έχουν άμεσες δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον ή στην ευεξία των ζώων.

Οι απαιτήσεις του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στις ζωοτροφές για τα ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων.

2.   Εκτός από τις απαιτήσεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων ζωοτροφών που διαθέτουν στην αγορά ζωοτροφές μεριμνούν ώστε αυτές:

α)

να είναι υγιεινές, αυθεντικές, ανόθευτες, κατάλληλες για τη σκοπούμενη χρήση και εμπορεύσιμης ποιότητας· και

β)

να έχουν επισημανθεί, συσκευαστεί και παρουσιαστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και άλλης εφαρμοστέας κοινοτικής νομοθεσίας.

Οι απαιτήσεις του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στις ζωοτροφές για τα ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων.

3.   Οι ζωοτροφές συμμορφώνονται με τις τεχνικές διατάξεις σχετικά με τις προσμείξεις και άλλους χημικούς καθοριστικούς παράγοντες που παρατίθενται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 5

Αρμοδιότητες και υποχρεώσεις των επιχειρήσεων ζωοτροφών

1.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων ζωοτροφών συμμορφώνονται, τηρουμένων των αναλογιών, με τις υποχρεώσεις των άρθρων 18 και 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 και με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005 όσον αφορά τις ζωοτροφές για τα ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων.

2.   Ο αρμόδιος για την επισήμανση ζωοτροφών παρέχει στις αρμόδιες αρχές κάθε πληροφορία σχετικά με τη σύνθεση ή τις προβαλλόμενες ιδιότητες των ζωοτροφών που αυτός διαθέτει στην αγορά, η οποία καθιστά εφικτή την επαλήθευση της ακρίβειας των στοιχείων που αναγράφονται στην επισήμανση, περιλαμβανομένων των ακριβών ποσοστών κατά βάρος πρώτων υλών ζωοτροφών που χρησιμοποιούνται σε σύνθετες ζωοτροφές.

3.   Για λόγους οιασδήποτε επείγουσας ανάγκης σχετικά με την υγεία του ανθρώπου και των ζώων ή σχετικά με το περιβάλλον και με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 2004/48/ΕΚ η αρμόδια αρχή μπορεί να παρέχει στον αγοραστή τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της δυνάμει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, υπό τον όρο ότι, αφού έχει σταθμίσει τα αντίστοιχα νόμιμα συμφέροντα παρασκευαστών και αγοραστών, καταλήγει στον συμπέρασμα ότι αυτή η παροχή πληροφοριών είναι δικαιολογημένη. Εάν είναι σκόπιμο, η αρμόδια αρχή παρέχει αυτές τις πληροφορίες υπό την προϋπόθεση ότι ο αγοραστής θα υπογράψει ρήτρα εμπιστευτικότητας.

Άρθρο 6

Περιορισμός και απαγόρευση

1.   Οι ζωοτροφές δεν περιλαμβάνουν ούτε αποτελούνται από πρώτες ύλες των οποίων η διάθεση στην αγορά ή η χρήση για τη διατροφή των ζώων υπόκεινται σε περιορισμούς ή απαγόρευση. Ο κατάλογος αυτών των υλών εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙΙ.

2.   Η Επιτροπή εγκρίνει κατάλογο πρώτων υλών των οποίων η διάθεση στην αγορά ή η χρήση για τη διατροφή των ζώων υπόκεινται σε περιορισμούς ή απαγόρευση λαμβάνοντας ιδίως υπόψη την επιστημονική τεκμηρίωση, τις τεχνολογικές εξελίξεις, τις κοινοποιήσεις στο πλαίσιο του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης για τα τρόφιμα και τις ζωοτροφές (RASFF) ή τα αποτελέσματα των επίσημων ελέγχων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004.

Τα μέτρα αυτά που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, με τη συμπλήρωσή του θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 4.

Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία κατεπείγοντος στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 5 για την έκδοση αυτών των μέτρων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΔΙΑΘΕΣΗ ΕΙΔΙΚΩΝ ΤΥΠΩΝ ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ

Άρθρο 7

Χαρακτηριστικά τύπων ζωοτροφών

1.   Σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 28 παράγραφος 3, η Επιτροπή δύναται να εγκρίνει κατευθυντήριες γραμμές που αποσαφηνίζουν τη διάκριση μεταξύ πρώτων υλών ζωοτροφών, πρόσθετων υλών ζωοτροφών και άλλων προϊόντων όπως κτηνιατρικών φαρμάκων.

2.   Εφόσον είναι απαραίτητο, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει μέτρα προκειμένου να διευκρινισθεί εάν ένα προϊόν αποτελεί ζωοτροφή για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.

Τα μέτρα αυτά που έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, συμπληρώνοντάς τον με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 4.

Άρθρο 8

Περιεκτικότητα σε πρόσθετες ύλες ζωοτροφών

1.   Με την επιφύλαξη των όρων χρήσης που προβλέπονται στη σχετική νομική πράξη δυνάμει της οποίας χορηγείται άδεια στην οικεία πρόσθετη ύλη ζωοτροφών, οι πρώτες ύλες ζωοτροφών και οι συμπληρωματικές ζωοτροφές δεν περιλαμβάνουν πρόσθετες ύλες ζωοτροφών που ενσωματώνονται σε επίπεδα υπερεκατονταπλάσια της σχετικής ορισμένης μέγιστης περιεκτικότητας σε πλήρεις ζωοτροφές ή πενταπλάσια σε περίπτωση κοκκιδιοστατικών και ιστομονοστατικών.

2.   Υπέρβαση του επιπέδου «100 φορές η σχετική ορισμένη μέγιστη περιεκτικότητα σε πλήρεις ζωοτροφές» που εμφαίνεται στην παράγραφο 1 είναι δυνατή μόνον εάν η σύνθεση αυτών των προϊόντων ικανοποιεί τον ιδιαίτερο επιδιωκόμενο διατροφικό σκοπό όσον αφορά τη σχετική σκοπούμενη χρήση σύμφωνα με το άρθρο 10 του παρόντος κανονισμού. Οι όροι χρήσης για τις ζωοτροφές αυτές προσδιορίζονται με περισσότερες λεπτομέρειες στον κατάλογο σκοπουμένων χρήσεων. Επιχειρήσεις που ελέγχει ο παραγωγός αυτών των ζωοτροφών, ο οποίος χρησιμοποιεί τις πρόσθετες ύλες ζωοτροφών που εμφαίνονται στο κεφάλαιο 2 του παραρτήματος IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005, πρέπει να έχουν λάβει έγκριση σύμφωνα με το άρθρο 10 σημείο 1 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού.

Άρθρο 9

Διάθεση ζωοτροφών που προορίζονται για ειδικούς διατροφικούς σκοπούς στην αγορά

Οι ζωοτροφές που προορίζονται για ειδικούς διατροφικούς σκοπούς μπορούν να διατίθενται ως τέτοιες στην αγορά μόνο αν η σκοπούμενη χρήση τους περιλαμβάνεται στον κατάλογο σκοπουμένων χρήσεων που καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 10 και πληροί τα ουσιώδη χαρακτηριστικά σχετικά με τη διατροφή για τον αντίστοιχο ειδικό διατροφικό σκοπό που αναφέρεται στον εν λόγω κατάλογο.

Άρθρο 10

Κατάλογος σκοπουμένων χρήσεων ζωοτροφών που προορίζονται για ειδικούς διατροφικούς σκοπούς

1.   Η Επιτροπή μπορεί να επικαιροποιεί τον κατάλογο σκοπουμένων χρήσεων όπως ορίζεται στην οδηγία 2008/38/ΕΚ με την προσθήκη σκοπούμενης χρήσης, την απόσυρση σκοπούμενης χρήσης ή με την προσθήκη, αφαίρεση ή τροποποίηση των όρων που συνδέονται με την εν λόγω σκοπούμενη χρήση.

2.   Η διαδικασία επικαιροποίησης του καταλόγου σκοπουμένων χρήσεων μπορεί να κινηθεί κατόπιν υποβολής αίτησης από φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Κοινότητα ή από κράτος μέλος. Η εν λόγω αίτηση υποβάλλεται στην Επιτροπή. Η έγκυρη αίτηση περιλαμβάνει φάκελο που αποδεικνύει ότι η συγκεκριμένη σύνθεση των ζωοτροφών ικανοποιεί τον ιδιαίτερο επιδιωκόμενο διατροφικό σκοπό και ότι δεν υπάρχουν δυσμενείς επιπτώσεις για την υγεία των ζώων, την ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον και την ευεξία των ζώων.

3.   Η Επιτροπή καθιστά αμελλητί διαθέσιμη στα κράτη μέλη την αίτηση μαζί με τον φάκελο.

4.   Εάν, με βάση τα διαθέσιμα επιστημονικά και τεχνολογικά στοιχεία, η Επιτροπή έχει λόγους να πιστεύει ότι η χρήση των συγκεκριμένων ζωοτροφών ενδέχεται να μην ικανοποιεί τον ιδιαίτερο επιδιωκόμενο διατροφικό σκοπό ή μπορεί να έχει δυσμενείς επιπτώσεις για την υγεία των ζώων, την ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον και την ευεξία των ζώων, η Επιτροπή, εντός τριών μηνών από την παραλαβή έγκυρης αίτησης, ζητεί γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (εφεξής «η Αρχή»). Η Αρχή γνωμοδοτεί εντός έξι μηνών από την παραλαβή του αιτήματος. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται εάν η Αρχή ζητήσει συμπληρωματικές πληροφορίες από τον αιτούντα.

5.   Εντός έξι μηνών από την παραλαβή έγκυρης αίτησης ή, ανάλογα με την περίπτωση, μετά την παραλαβή της γνώμης της Αρχής, η Επιτροπή εκδίδει κανονισμό για την επικαιροποίηση του καταλόγου σκοπουμένων χρήσεων εφόσον πληρούνται οι όροι της παραγράφου 2.

Τα μέτρα αυτά που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, με τη συμπλήρωσή του θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 6.

6.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 5, η Επιτροπή, εντός έξι μηνών από την παραλαβή έγκυρης αίτησης ή, ανάλογα με την περίπτωση, μετά την παραλαβή της γνώμης της Αρχής, θέτει τέλος στη διαδικασία και απορρίπτει την επικαιροποίηση, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, εφόσον θεωρεί ότι η επικαιροποίηση αυτή δεν είναι αιτιολογημένη. Η Επιτροπή ενεργεί σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 28 παράγραφος 3.

Στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή ενημερώνει, όπου χρειάζεται, απευθείας τον αιτούντα και τα κράτη μέλη, αναφέροντας στην επιστολή της τους λόγους για τους οποίους κρίνει ότι η επικαιροποίηση δεν είναι αιτιολογημένη.

7.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 3, εκτελεστικά μέτρα σχετικά με την προετοιμασία και υποβολή της αίτησης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ, ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ

Άρθρο 11

Αρχές επισήμανσης και παρουσίασης

1.   Η επισήμανση και η παρουσίαση των ζωοτροφών δεν πρέπει να παραπλανά τον χρήστη, ιδίως:

α)

ως προς τη σκοπούμενη χρήση ή τα χαρακτηριστικά των ζωοτροφών, ιδίως τη φύση, τη μέθοδο παρασκευής ή παραγωγής, τις ιδιότητες, τη σύνθεση, την ποσότητα, τη διάρκεια, τα είδη ή τις κατηγορίες ζώων για τα οποία προορίζονται·

β)

με την απόδοση στις ζωοτροφές αποτελεσμάτων ή χαρακτηριστικών που δεν έχουν ή με τον υπαινιγμό ότι οι ζωοτροφές έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενώ στην πραγματικότητα όλες οι παρόμοιες ζωοτροφές έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά· ή

γ)

ως προς τη συμμόρφωση της επισήμανσης με τον κοινοτικό κατάλογο και τους κοινοτικούς κώδικες που αναφέρονται στα άρθρα 24 και 25.

2.   Οι πρώτες ύλες ζωοτροφών ή οι σύνθετες ζωοτροφές που διατίθενται στην αγορά χύμα ή σε μη σφραγισμένες συσκευασίες ή περιέκτες σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 συνοδεύονται από έγγραφο που περιέχει όλες τις υποχρεωτικές ενδείξεις επισήμανσης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

3.   Όταν οι ζωοτροφές παρέχονται προς πώληση με εξ αποστάσεως πώληση, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 1997, για την προστασία των καταναλωτών κατά τις εξ αποστάσεως συμβάσεις (27), οι υποχρεωτικές ενδείξεις επισήμανσης που απαιτούνται από τον παρόντα κανονισμό, εκτός από τις ενδείξεις που προβλέπονται στα άρθρα 15 στοιχεία β), δ), ε) και 16 παράγραφος 2 στοιχείο γ) ή 17 παράγραφος 1 στοιχείο δ), εμφανίζονται στα συνοδευτικά στοιχεία της εξ αποστάσεως πώλησης ή διατίθενται με άλλα ενδεδειγμένα μέσα πριν από τη σύναψη της εξ αποστάσεως σύμβασης. Οι ενδείξεις που προβλέπονται στα άρθρα 15 στοιχεία β), δ), ε) και 16 παράγραφος 2 στοιχείο γ) ή 17 παράγραφος 1 στοιχείο δ) παρέχονται το αργότερο κατά την ημερομηνία παράδοσης των ζωοτροφών.

4.   Επιπρόσθετες διατάξεις επισήμανσης, εκτός εκείνων του παρόντος κεφαλαίου, ορίζονται στο παράρτημα II.

5.   Τα επιτρεπόμενα περιθώρια ανοχής για τις αποκλίσεις μεταξύ των στοιχείων που αφορούν τη σύνθεση πρώτων υλών ζωοτροφών ή σύνθετων ζωοτροφών και εμφανίζονται στην επισήμανση και των τιμών που αναλύονται κατά τους επίσημους ελέγχους σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 παρατίθενται στο παράρτημα IV του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 12

Ευθύνη

1.   Ο υπεύθυνος για την επισήμανση εξασφαλίζει την παρουσία και την ουσιαστική ακρίβεια των ενδείξεων επισήμανσης.

2.   Υπεύθυνος για την επισήμανση είναι ο υπεύθυνος επιχείρησης ζωοτροφών που πρωτοθέτει τις ζωοτροφές στην αγορά ή, ενδεχομένως, ο υπεύθυνος επιχείρησης ζωοτροφών υπό την ονομασία ή την εταιρική επωνυμία του οποίου οι ζωοτροφές διατίθενται στην αγορά.

3.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων, στο βαθμό που οι δραστηριότητές τους επηρεάζουν την επισήμανση στο πλαίσιο της επιχείρησης που βρίσκεται υπό τον έλεγχό τους, εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες που παρέχονται με οποιοδήποτε μέσο ικανοποιούν τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

4.   Οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων τροφίμων που είναι αρμόδιοι για τις λιανικές ή διανεμητικές δραστηριότητες που δεν επηρεάζουν την επισήμανση ενεργούν με τη δέουσα φροντίδα ώστε να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις επισήμανσης, ιδίως με το να μην παρέχουν ζωοτροφές οι οποίες, όπως γνωρίζουν ή έπρεπε να είχαν συναγάγει με βάση τα στοιχεία που είχαν στη διάθεσή τους και ως επαγγελματίες, δεν πληρούν τις εν λόγω απαιτήσεις.

5.   Στο πλαίσιο των επιχειρήσεων που βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους, οι υπεύθυνοι επιχειρήσεων ζωοτροφών εξασφαλίζουν ότι οι υποχρεωτικές ενδείξεις επισήμανσης διαβιβάζονται σε όλη την τροφική αλυσίδα, έτσι ώστε να παρέχονται οι πληροφορίες στον τελικό χρήστη των ζωοτροφών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 13

Ισχυρισμοί

1.   Η επισήμανση και η παρουσίαση των πρώτων υλών ζωοτροφών και σύνθετων ζωοτροφών ενδέχεται να εφιστά ιδιαίτερη προσοχή στην παρουσία ή την απουσία μιας ουσίας στις ζωοτροφές, σε ένα ιδιαίτερο διατροφικό χαρακτηριστικό ή διεργασία ή σε μια ιδιαίτερη λειτουργία που σχετίζεται με οποιοδήποτε από αυτά τα στοιχεία, με τον όρο ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο ισχυρισμός είναι αντικειμενικός, επαληθεύσιμος από τις αρμόδιες αρχές και κατανοητός από τον χρήστη των ζωοτροφών·

β)

ο αρμόδιος για την επισήμανση τεκμηριώνει επιστημονικά, κατόπιν αιτήματος της αρμόδιας αρχής, το αληθές του ισχυρισμού, είτε μέσω επιστημονικών στοιχείων που διατίθενται στο κοινό είτε μέσω εμπεριστατωμένης εταιρικής έρευνας. Η επιστημονική τεκμηρίωση διατίθεται τη στιγμή κατά την οποία οι ζωοτροφές διατίθενται στην αγορά. Οι αγοραστές έχουν το δικαίωμα να εφιστούν την προσοχή της αρμόδιας αρχής στις αμφιβολίες τους όσον αφορά το αληθές του ισχυρισμού. Εφόσον κριθεί ότι ο ισχυρισμός δεν είναι επαρκώς τεκμηριωμένος, η επισήμανση σε σχέση με τον εν λόγω ισχυρισμό θεωρείται παραπλανητική για τους σκοπούς του άρθρου 11. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή διατηρεί αμφιβολίες όσον αφορά την επιστημονική τεκμηρίωση του σχετικού ισχυρισμού, μπορεί να καταθέσει το θέμα στην Επιτροπή. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει, κατά περίπτωση αφού παραλάβει τη γνωμοδότηση της Αρχής, σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 28 παράγραφος 2.

2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, οι ισχυρισμοί σχετικά με τη βελτιστοποίηση της διατροφής και τη στήριξη ή την προστασία των συνθηκών φυσιολογίας επιτρέπονται, εκτός εάν περιέχουν ισχυρισμό που εμφαίνεται στην παράγραφο 3 στοιχείο α).

3.   Η επισήμανση ή η παρουσίαση των πρώτων υλών ζωοτροφών και των σύνθετων ζωοτροφών δεν ισχυρίζεται ότι:

α)

προλαμβάνει, αντιμετωπίζει ή θεραπεύει μια ασθένεια, εκτός από την περίπτωση κοκκιδιοστατικών και ιστομονοστατικών όπως επιτρέπεται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, ωστόσο αυτό το σημείο δεν ισχύει για ισχυρισμούς που αφορούν έλλειψη διαιτητικής ισορροπίας υπό τον όρο ότι δεν υπάρχει σχετικό παθολογικό σύμπτωμα·

β)

έχει ιδιαίτερο διατροφικό σκοπό όπως προβλέπεται στον κατάλογο σκοπουμένων χρήσεων για τον οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 9, εκτός εάν ικανοποιεί τις απαιτήσεις που ορίζονται σε αυτόν.

4.   Διευκρινίσεις για τις απαιτήσεις οι οποίες ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 μπορεί να περιλαμβάνονται στους κοινοτικούς κώδικες που αναφέρονται στο άρθρο 25.

Άρθρο 14

Παρουσίαση των ενδείξεων επισήμανσης

1.   Οι υποχρεωτικές ενδείξεις επισήμανσης παρέχονται στο σύνολό τους σε εμφανές σημείο της συσκευασίας, του περιέκτη, της προσαρτημένης ετικέτας ή του συνοδευτικού εγγράφου που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 σε εμφανή θέση, με τρόπο ευανάγνωστο και ανεξίτηλο, στην επίσημη γλώσσα ή τουλάχιστον σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους ή της περιφέρειας στην αγορά των οποίων διατίθεται το προϊόν.

2.   Οι υποχρεωτικές ενδείξεις επισήμανσης πρέπει να αναγνωρίζονται εύκολα και να μην καλύπτονται από οποιαδήποτε άλλη πληροφορία. Αναγράφονται με χρώμα, γραμματοσειρά και μέγεθος που δεν καλύπτει ούτε τονίζει κανένα μέρος των πληροφοριών, εκτός εάν αυτή η διαφοροποίηση γίνεται για να δοθεί έμφαση στις δηλώσεις προφυλάξεων.

3.   Διευκρινίσεις σχετικά με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 και την παρουσίαση της προαιρετικής επισήμανσης που εμφαίνεται στο άρθρο 22 μπορεί να περιλαμβάνονται στους κοινοτικούς κώδικες που αναφέρονται στο άρθρο 25.

Άρθρο 15

Γενικές υποχρεωτικές απαιτήσεις επισήμανσης

Πρώτες ύλες ζωοτροφών ή σύνθετες ζωοτροφές διατίθενται στην αγορά μόνο εάν αναγράφονται στην επισήμανση οι ακόλουθες ενδείξεις:

α)

ο τύπος ζωοτροφών: «πρώτη ύλη ζωοτροφών», «πλήρεις ζωοτροφές» ή «συμπληρωματικές ζωοτροφές», κατά περίπτωση·

για τις «πλήρεις ζωοτροφές» μπορεί να χρησιμοποιείται ο όρος «πλήρεις ζωοτροφές για θηλασμό» ανάλογα με την περίπτωση,

για τις «συμπληρωματικές ζωοτροφές» μπορούν να χρησιμοποιούνται οι ακόλουθες ονομασίες κατά περίπτωση: «ανόργανες ζωοτροφές» ή «συμπληρωματικές ζωοτροφές για θηλασμό»,

για ζώα συντροφιάς άλλα από σκύλους και γάτες, οι όροι «πλήρεις ζωοτροφές» ή «συμπληρωματικές ζωοτροφές» μπορούν να αντικατασταθούν από τον όρο «σύνθετες ζωοτροφές»·

β)

η ονομασία ή η εταιρική επωνυμία και η διεύθυνση του υπευθύνου επιχείρησης ζωοτροφών που είναι αρμόδιος για την επισήμανση·

γ)

κατά περίπτωση, ο αριθμός έγκρισης μονάδας του αρμόδιου για την επισήμανση που χορηγείται σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 για μονάδες που έχουν λάβει έγκριση σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 2 στοιχεία α), β) και γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 ή το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1774/2002 ή το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005. Εάν ένας αρμόδιος για την επισήμανση έχει πλείονες αριθμούς έγκρισης, χρησιμοποιεί εκείνον ο οποίος του χορηγήθηκε δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005·

δ)

ο αριθμός αναφοράς παρτίδας ή φορτίου·

ε)

η καθαρή ποσότητα, εκφρασμένη σε μονάδες μάζας στην περίπτωση στερεών προϊόντων και σε μονάδες μάζας ή όγκου σε περίπτωση υγρών προϊόντων·

στ)

ο κατάλογος πρόσθετων υλών ζωοτροφών, με μνεία της κατηγορίας «πρόσθετες ύλες» σύμφωνα με το κεφάλαιο I του παραρτήματος VI ή VII, κατά περίπτωση, και με την επιφύλαξη των διατάξεων επισήμανσης που προβλέπονται στη νομική πράξη δυνάμει του οποίου χορηγείται άδεια στην οικεία πρόσθετη ύλη ζωοτροφών· και

ζ)

η περιεκτικότητα σε υγρασία σύμφωνα με το σημείο 6 του παραρτήματος I.

Άρθρο 16

Ειδικές υποχρεωτικές απαιτήσεις επισήμανσης για πρώτες ύλες ζωοτροφών

1.   Πέρα από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 15, η επισήμανση πρώτων υλών ζωοτροφών περιλαμβάνει επίσης:

α)

την ονομασία της πρώτης ύλης ζωοτροφών· η ονομασία χρησιμοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 5·

β)

την υποχρεωτική δήλωση που αντιστοιχεί στην οικεία κατηγορία, όπως ορίζεται στον κατάλογο του παραρτήματος V· η υποχρεωτική δήλωση μπορεί να αντικατασταθεί από τις ενδείξεις που προβλέπονται στον κοινοτικό κατάλογο για τον οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 24 για κάθε πρώτη ύλη ζωοτροφών της αντίστοιχης κατηγορίας.

2.   Πέρα από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1, η επισήμανση πρώτων υλών ζωοτροφών περιλαμβάνει τα ακόλουθα όταν ενσωματώνονται πρόσθετες ύλες:

α)

το είδος ή τις κατηγορίες ζώων για τα οποία προορίζεται η πρώτη ύλη ζωοτροφών όταν οι αντίστοιχες πρόσθετες ύλες δεν έχουν λάβει έγκριση για όλα τα ζωικά είδη ή έχουν λάβει έγκριση με ανώτατα όρια για μερικά είδη·

β)

οδηγίες για την ορθή χρήση σύμφωνα με το παράρτημα II σημείο 4, όταν ορίζεται μέγιστη περιεκτικότητα των αντίστοιχων πρόσθετων υλών· και

γ)

ελάχιστη διάρκεια αποθήκευσης για πρόσθετες ύλες εκτός των τεχνολογικών.

Άρθρο 17

Ειδικές υποχρεωτικές απαιτήσεις επισήμανσης για σύνθετες ζωοτροφές

1.   Πέρα από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 15, η επισήμανση σύνθετων ζωοτροφών περιλαμβάνει επίσης τα εξής:

α)

το είδος ή τις κατηγορίες του ζώου για το οποίο προορίζεται η σύνθετη ζωοτροφή·

β)

τις οδηγίες ορθής χρήσης, που αναφέρουν τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται οι ζωοτροφές· αυτές οι οδηγίες είναι εάν χρειάζεται σύμφωνες με το παράρτημα II σημείο 4·

γ)

σε περιπτώσεις που ο παραγωγός δεν είναι το πρόσωπο που είναι αρμόδιο για την επισήμανση, παρέχονται τα ακόλουθα στοιχεία:

η ονομασία ή η εταιρική επωνυμία και η διεύθυνση του παραγωγού, ή

ο αριθμός έγκρισης του παραγωγού όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 στοιχείο γ) ή αριθμός αναγνώρισης σύμφωνα με τα άρθρα 9, 23 ή 24 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005· εάν δεν υπάρχει τέτοιος αριθμός, ο αριθμός αναγνώρισης που χορηγείται κατόπιν αιτήματος των παραγωγών ή υπευθύνων επιχειρήσεων που εισάγουν ζωοτροφές, σύμφωνα με τη μορφή που προβλέπεται στο κεφάλαιο II του παραρτήματος V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005·

δ)

την ένδειξη της ελάχιστης διάρκειας αποθήκευσης σύμφωνα με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

η ένδειξη «να χρησιμοποιηθεί πριν από …», ακολουθούμενη από την ημερομηνία (ημέρα) σε περίπτωση ιδιαίτερα ευπαθών ζωοτροφών λόγω των διεργασιών υποβάθμισης,

η ένδειξη «ανάλωση κατά προτίμηση πριν από …», ακολουθούμενη από την ημερομηνία (μήνα) σε περίπτωση άλλων ζωοτροφών.

Εάν η ημερομηνία παρασκευής αναγράφεται στην επισήμανση, η ημερομηνία που δηλώνει ελάχιστη διάρκεια αποθήκευσης μπορεί να παρέχεται επίσης και με την εξής μορφή: «… (χρονική περίοδος σε ημέρες ή μήνες) μετά την ημερομηνία παρασκευής»·

ε)

τον κατάλογο των πρώτων υλών από τις οποίες αποτελούνται οι ζωοτροφές, ο οποίος φέρει τον τίτλο «σύνθεση» και αναφέρει την ονομασία κάθε πρώτης ύλης ζωοτροφών σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο α) και παραθέτει αυτές τις πρώτες ύλες ζωοτροφών κατά φθίνουσα σειρά βάρους υπολογιζόμενο βάσει της περιεκτικότητας σε υγρασία στη σύνθετη ζωοτροφή· ο εν λόγω κατάλογος μπορεί να περιλαμβάνει το ποσοστό κατά βάρος· και

στ)

τις υποχρεωτικές δηλώσεις που παρέχονται στο κεφάλαιο II του παραρτήματος VΙ ή του παραρτήματος VΙΙ, κατά περίπτωση.

2.   Όσον αφορά τον κατάλογο που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο ε), εφαρμόζονται οι ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

η ονομασία και το ποσοστό βάρους μιας πρώτης ύλης ζωοτροφών αναγράφονται εάν η παρουσία της τονίζεται στην επισήμανση με λέξεις, εικόνες ή γραφικά·

β)

εάν τα ποσοστά κατά βάρος των πρώτων υλών ζωοτροφών που ενσωματώνονται σε σύνθετες ζωοτροφές για ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων δεν αναγράφονται στην ετικέτα, ο υπεύθυνος για την επισήμανση, με την επιφύλαξη της οδηγίας 2004/48/ΕΚ, παρέχει στον αγοραστή κατόπιν αιτήματος, πληροφορίες σχετικά με την ποσοτική σύνθεση εντός κλίμακας +/– 15 % της τιμής σύμφωνα με τη σύνθεση των ζωοτροφών· και

γ)

στην περίπτωση σύνθετων ζωοτροφών που προορίζονται για ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων εκτός των γουνοφόρων ζώων, η αναγραφή της ειδικής ονομασίας της πρώτης ύλης ζωοτροφών μπορεί να αντικατασταθεί από την ονομασία της κατηγορίας στην οποία ανήκει η πρώτη ύλη ζωοτροφών.

3.   Για λόγους οιασδήποτε επείγουσας ανάγκης σχετικά με την υγεία του ανθρώπου και των ζώων ή σχετικά με το περιβάλλον και με την επιφύλαξη της οδηγίας 2004/48/ΕΚ, η αρμόδια αρχή μπορεί να παρέχει στον αγοραστή τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 2, υπό τον όρο ότι, αφού έχει σταθμίσει τα αντίστοιχα νόμιμα συμφέροντα παρασκευαστών και αγοραστών, καταλήγει στον συμπέρασμα ότι αυτή η παροχή πληροφοριών είναι δικαιολογημένη. Εάν είναι σκόπιμο, η αρμόδια αρχή παρέχει αυτές τις πληροφορίες υπό την προϋπόθεση ότι ο αγοραστής θα υπογράψει ρήτρα εμπιστευτικότητας.

4.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 στοιχείο γ), η Επιτροπή καταρτίζει κατάλογο κατηγοριών πρώτων υλών ζωοτροφών οι οποίες μπορεί να αναγράφονται αντί των μεμονωμένων πρώτων υλών ζωοτροφών στην επισήμανση ζωοτροφών για ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων εκτός των γουνοφόρων ζώων.

Τα μέτρα αυτά που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 4.

Άρθρο 18

Πρόσθετες υποχρεωτικές απαιτήσεις επισήμανσης για ζωοτροφές που προορίζονται για ιδιαίτερους διατροφικούς σκοπούς

Πέρα από τις γενικές υποχρεωτικές απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 15, 16 και 17, κατά περίπτωση, η επισήμανση ζωοτροφών που προορίζονται για ιδιαίτερους διατροφικούς σκοπούς περιλαμβάνει επίσης τα εξής στοιχεία:

α)

την έκφραση «διαιτητικές», που χρησιμοποιείται αποκλειστικά για ζωοτροφές που προορίζονται για ιδιαίτερους διατροφικούς σκοπούς, δίπλα στον προσδιορισμό των ζωοτροφών όπως ορίζεται στο άρθρο 15 στοιχείο α)·

β)

τις ενδείξεις που απαιτούνται για την αντίστοιχη σκοπούμενη χρήση στις στήλες 1 έως 6 του καταλόγου σκοπουμένων χρήσεων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 9· και

γ)

τη μνεία ότι πρέπει να ζητηθεί η γνώμη διατροφολόγου ή κτηνιάτρου πριν από τη χρήση των ζωοτροφών ή πριν από την παράταση της περιόδου χρήσης.

Άρθρο 19

Πρόσθετες υποχρεωτικές απαιτήσεις επισήμανσης ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς

Στην ετικέτα ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς αναγράφεται δωρεάν αριθμός τηλεφώνου ή άλλο κατάλληλο μέσο επικοινωνίας, ώστε να δίνεται στον αγοραστή η δυνατότητα να λάβει πληροφορίες πέραν των υποχρεωτικών ενδείξεων σχετικά με τα εξής στοιχεία:

α)

τις πρόσθετες ύλες ζωοτροφών που περιέχονται στις ζωοτροφές για ζώα συντροφιάς· και

β)

τις πρώτες ύλες ζωοτροφών που περιέχονται και οι οποίες προσδιορίζονται ανά κατηγορία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχείο γ).

Άρθρο 20

Πρόσθετες υποχρεωτικές απαιτήσεις επισήμανσης για μη συμμορφούμενες ζωοτροφές

1.   Πέραν των απαιτήσεων που ορίζονται στα άρθρα 15, 16, 17 και 18, οι ζωοτροφές οι οποίες δεν συμμορφώνονται προς τις νομοθετικές απαιτήσεις του κοινοτικού δικαίου που ορίζονται στο παράρτημα VΙΙΙ, όπως μολυσμένες ουσίες, επισημαίνονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο εν λόγω παράρτημα.

2.   Η Επιτροπή μπορεί να επιφέρει τροποποίηση στο παράρτημα VΙΙΙ για την προσαρμογή του στην πρόοδο της νομοθεσίας προς τη διαμόρφωση προδιαγραφών.

Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του, εγκρίνονται με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 28 παράγραφος 4.

Άρθρο 21

Παρεκκλίσεις

1.   Οι ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχεία γ), δ) ε) και ζ) και στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο β) δεν απαιτούνται εάν, πριν από κάθε συναλλαγή, ο αγοραστής έχει δηλώσει εγγράφως ότι δεν απαιτεί αυτές τις πληροφορίες. Η συναλλαγή μπορεί να συνίσταται σε περισσότερες από μία αποστολές.

2.   Στις συσκευασμένες ζωοτροφές, οι ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχεία γ), δ) και ε) και στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο γ) ή στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία γ), δ) και ε) μπορούν να αναγράφονται στη συσκευασία εκτός του χώρου της ετικέτας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1. Σε αυτές τις περιπτώσεις, επισημαίνεται η θέση στην οποία αναγράφονται οι εν λόγω ενδείξεις.

3.   Με την επιφύλαξη του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005, οι ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχεία γ), δ) ε) και ζ) και στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού δεν είναι υποχρεωτικές για τις πρώτες ύλες ζωοτροφών που δεν περιέχουν πρόσθετες ύλες ζωοτροφών, με εξαίρεση τα συντηρητικά ή τις πρόσθετες ύλες ενσίρωσης, και οι οποίες παράγονται και διοχετεύονται από υπεύθυνο επιχειρήσεων ζωοτροφών, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005, σε χρήστη ζωοτροφών στην πρωτογενή παραγωγή για χρήση στη δική του εκμετάλλευση.

4.   Οι υποχρεωτικές δηλώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ) δεν απαιτούνται για μείγματα ολόκληρων σπόρων φυτών και δημητριακών, άλλων σπόρων και καρπών.

5.   Σε περίπτωση σύνθετων ζωοτροφών που αποτελούνται από τρεις κατ’ ανώτατο όριο πρώτες ύλες ζωοτροφών, οι ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) δεν απαιτούνται εάν οι πρώτες ύλες ζωοτροφών που χρησιμοποιούνται εμφανίζονται σαφώς στην περιγραφή.

6.   Για ποσότητες οι οποίες δεν υπερβαίνουν τα 20 κιλά πρώτων υλών ζωοτροφών ή σύνθετων ζωοτροφών που προορίζονται για τον τελικό χρήστη και πωλούνται χύμα, οι ενδείξεις που αναφέρονται στα άρθρα 15, 16 και 17 μπορούν να επισημαίνονται στον αγοραστή με κατάλληλη αναφορά στο σημείο πώλησης. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχείο α) και στο άρθρο 16 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), κατά περίπτωση, παρέχονται στον αγοραστή το αργότερο κατά την έκδοση του τιμολογίου ή ταυτόχρονα με αυτό.

7.   Για ποσότητες ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς οι οποίες πωλούνται σε συσκευασίες με αρκετούς περιέκτες, οι ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 15 στοιχεία β), γ), στ) και ζ) και στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ), ε) και στ) μπορούν να αναγράφονται μόνο στην εξωτερική συσκευασία αντί σε κάθε περιέκτη, υπό τον όρο ότι η συνδυασμένη συνολική ποσότητα της συσκευασίας δεν υπερβαίνει τα 10 kg.

8.   Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν εθνικές διατάξεις για ζωοτροφές που προορίζονται για ζώα που διατηρούνται για επιστημονικούς ή πειραματικούς σκοπούς, με την προϋπόθεση ότι η ετικέτα τους αναφέρει σαφώς αυτόν το σκοπό. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμέσως τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή.

Άρθρο 22

Προαιρετική επισήμανση

1.   Πέραν των υποχρεωτικών απαιτήσεων επισήμανσης, η επισήμανση πρώτων υλών ζωοτροφών και σύνθετων ζωοτροφών μπορεί επίσης να περιλαμβάνει προαιρετικές ενδείξεις επισήμανσης, με τον όρο ότι τηρούνται οι γενικές αρχές του παρόντος κανονισμού.

2.   Περισσότερες λεπτομέρειες για την προαιρετική επισήμανση μπορούν να παρέχονται στους κοινοτικούς κώδικες στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 25.

Άρθρο 23

Συσκευασία

1.   Οι πρώτες ύλες ζωοτροφών και οι σύνθετες ζωοτροφές διατίθενται στην αγορά μόνο σε σφραγισμένες συσκευασίες ή περιέκτες. Οι συσκευασίες ή οι περιέκτες σφραγίζονται κατά τρόπο ώστε, όταν ανοιχθούν, η σφραγίδα να καταστρέφεται και να μην μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, μπορούν να διατίθενται στην αγορά χύμα ή σε μη σφραγισμένες συσκευασίες ή περιέκτες οι ακόλουθες ζωοτροφές:

α)

πρώτες ύλες ζωοτροφών·

β)

σύνθετες ζωοτροφές που λαμβάνονται αποκλειστικά με την ανάμειξη σπόρων ή ολόκληρων καρπών·

γ)

παραδόσεις μεταξύ παραγωγών σύνθετων ζωοτροφών·

δ)

παραδόσεις σύνθετων ζωοτροφών απευθείας από τον παραγωγό στον χρήστη ζωοτροφών·

ε)

παραδόσεις από παραγωγούς σύνθετων ζωοτροφών σε εταιρείες συσκευασίας·

στ)

ποσότητες σύνθετων ζωοτροφών που δεν υπερβαίνουν τα 50 κιλά κατά βάρος, οι οποίες προορίζονται για τον τελικό χρήστη και λαμβάνονται απευθείας από μια σφραγισμένη συσκευασία ή περιέκτη· και

ζ)

πλάκες λήξεως.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΩΝ ΥΛΩΝ ΖΩΟΤΡΟΦΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΙ ΚΩΔΙΚΕΣ ΟΡΘΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗΣ

Άρθρο 24

Κοινοτικός κατάλογος πρώτων υλών ζωοτροφών

1.   Καταρτίζεται κοινοτικός κατάλογος πρώτων υλών ζωοτροφών (στο εξής «ο κατάλογος») ως μέσο για τη βελτίωση της επισήμανσης των πρώτων υλών ζωοτροφών και των σύνθετων ζωοτροφών. Ο κατάλογος διευκολύνει την ανταλλαγή πληροφοριών για τις ιδιότητες του προϊόντος και καταγράφει ενδεικτικά τις πρώτες ύλες ζωοτροφών. Για κάθε πρώτη ύλη ζωοτροφών που καταγράφεται ο κατάλογος περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες ενδείξεις:

α)

την ονομασία·

β)

τον αριθμό αναγνώρισης·

γ)

περιγραφή της πρώτης ύλης ζωοτροφών, στην οποία περιλαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία παρασκευής, κατά περίπτωση·

δ)

ενδείξεις που αντικαθιστούν την υποχρεωτική δήλωση για τους σκοπούς του άρθρου 16 παράγραφος 1 στοιχείο β)· και

ε)

γλωσσάριο με τον ορισμό των διαφόρων διεργασιών και τεχνικών εκφράσεων που αναφέρονται.

2.   Η πρώτη έκδοση του κοινοτικού καταλόγου εγκρίνεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία με έλεγχο του άρθρου 28 παράγραφος 2 μέχρι τις 21 Μαρτίου 2010 το αργότερο και οι καταχωρίσεις του αποτελούνται από εκείνες που παρατίθενται στο μέρος B του παραρτήματος της οδηγίας 96/25/ΕΚ και στις στήλες 2 έως 4 του παραρτήματος της οδηγίας 82/471/ΕΟΚ. Το γλωσσάριο αποτελείται από το σημείο IV του μέρους Α του παραρτήματος της οδηγίας 96/25/ΕΚ.

3.   Η διαδικασία του άρθρου 26 εφαρμόζεται στις τροποποιήσεις του καταλόγου.

4.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των απαιτήσεων ασφαλείας που προβλέπονται στο άρθρο 4.

5.   Η χρήση του καταλόγου από τους υπευθύνους επιχειρήσεων ζωοτροφών είναι προαιρετική. Ωστόσο η ονομασία πρώτης ύλης ζωοτροφών που περιλαμβάνεται στον κατάλογο μπορεί να χρησιμοποιείται μόνον υπό τον όρο ότι πληρούνται όλες οι σχετικές διατάξεις του καταλόγου.

6.   Ο υπεύθυνος για τη διάθεση για πρώτη φορά στην αγορά μιας πρώτης ύλης ζωοτροφών που δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο κοινοποιεί αμέσως τη χρήση της στους εκπροσώπους του ευρωπαϊκού τομέα επιχειρήσεων ζωοτροφών στο άρθρο 26 παράγραφος 1. Οι εκπρόσωποι του ευρωπαϊκού τομέα επιχειρήσεων ζωοτροφών δημοσιεύουν μητρώο αυτών των κοινοποιήσεων στο Διαδίκτυο και το ενημερώνουν τακτικά.

Άρθρο 25

Κοινοτικοί κώδικες ορθών πρακτικών επισήμανσης

1.   Η Επιτροπή ενθαρρύνει την εκπόνηση δύο κοινοτικών κωδίκων ορθών πρακτικών επισήμανσης (στο εξής «κώδικες»), ο ένας θα αφορά ζωοτροφές για ζώα συντροφιάς και ο άλλος τις σύνθετες ζωοτροφές για τα ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων, που μπορεί να περιλαμβάνει τμήμα για σύνθετες ζωοτροφές για γουνοφόρα ζώα.

2.   Οι κώδικες αποσκοπούν στο να βελτιώσουν την καταλληλότητα της επισήμανσης. Περιλαμβάνουν ειδικότερα διατάξεις για την εμφάνιση των ενδείξεων επισήμανσης που προβλέπονται στο άρθρο 14, για τις προαιρετικές ενδείξεις επισήμανσης για το άρθρο 22 και για τους ισχυρισμούς που προβλέπονται στο άρθρο 13.

3.   Η διαδικασία του άρθρου 26 εφαρμόζεται για την κατάρτιση και την τυχόν τροποποίηση των κωδίκων.

4.   Η χρήση των κωδίκων από τους υπευθύνους επιχειρήσεων ζωοτροφών είναι προαιρετική. Πάντως ο αρμόδιος για την επισήμανση μπορεί να αναφέρει τη χρήση οιουδήποτε από τους κώδικες στην επισήμανση μόνον υπό τον όρο ότι τηρούνται όλες οι σχετικές διατάξεις αυτού του κώδικα.

Άρθρο 26

Κατάρτιση των κωδίκων και τροποποιήσεις του κοινοτικού καταλόγου και των κοινοτικών κωδίκων

1.   Το σχέδιο τροποποιήσεων του κοινοτικού καταλόγου και τα σχέδια των κωδίκων, καθώς και ενδεχόμενα σχέδια τροποποιήσεών τους, καταρτίζονται και τροποποιούνται από όλους τους κατάλληλους εκπροσώπους του ευρωπαϊκού τομέα επιχειρήσεων ζωοτροφών:

α)

σε διαβούλευση με άλλους ενδιαφερομένους, όπως οι χρήστες ζωοτροφών·

β)

σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και, κατά περίπτωση, με την Αρχή·

γ)

με βάση τη σχετική εμπειρία από τις γνώμες που εκδίδει η Αρχή και τις εξελίξεις των επιστημονικών ή των τεχνολογικών γνώσεων.

2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, η Επιτροπή εγκρίνει μέτρα για τους σκοπούς αυτού του άρθρου σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 28 παράγραφος 2.

3.   Εγκρίνονται τροποποιήσεις στον κοινοτικό κατάλογο που ορίζουν μέγιστη περιεκτικότητα χημικών προσμείξεων όπως αναφέρεται στο παράρτημα I, σημείο 1 ή επίπεδα βοτανικής καθαρότητας όπως αναφέρεται στο παράρτημα I, σημείο 2 ή ενδείξεις που αντικαθιστούν την υποχρεωτική δήλωση όπως αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή τα επίπεδα περιεκτικότητας σε υγρασία όπως αναφέρεται στο παράρτημα I σημείο 6. Αυτά τα μέτρα γενικής εμβέλειας που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 4.

4.   Οιοδήποτε μέτρο δυνάμει του παρόντος άρθρου εγκρίνεται υπό τον όρο ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

έχουν καταρτιστεί σύμφωνα με την παράγραφο 1·

β)

το περιεχόμενό τους είναι δυνατόν να εφαρμοστεί σε όλη την Κοινότητα για τους τομείς τους οποίους αφορούν· και

γ)

ενδείκνυνται για την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού.

5.   Ο κατάλογος δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά L. Οι τίτλοι και τα στοιχεία αναφοράς των κωδίκων δημοσιεύονται στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 27

Εκτελεστικά μέτρα

1.   Η Επιτροπή δύναται να τροποποιήσει τα παραρτήματα για να τα προσαρμόσει με βάση τις επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις.

Τα μέτρα αυτά που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων με τη συμπλήρωσή του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 28 παράγραφος 4.

2.   Άλλα εκτελεστικά μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εγκρίνονται με την κανονιστική διαδικασία του άρθρου 28 παράγραφος 3, εκτός αντιθέτου ειδικής διάταξης.

Άρθρο 28

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, που ιδρύθηκε με το άρθρο 58 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002, (στο εξής καλούμενη «η επιτροπή»).

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 3 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5, παράγραφος 6, της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζεται τρίμηνη.

4.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

5.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5α παράγραφοι 1, 2, 4 και 6 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

6.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και 5 στοιχείο β), και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Οι προθεσμίες που καθορίζονται στο άρθρο 5α παράγραφος 3 στοιχείο γ), παράγραφος 4 στοιχεία β) και ε) της απόφασης 1999/468/ΕΚ καθορίζονται αντίστοιχα σε δύο, έναν και δύο μήνες.

Άρθρο 29

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003

Το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 τροποποιείται ως εξής:

1.

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

το εδάφιο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

κατά περίπτωση, τον αριθμό έγκρισης της εγκατάστασης παρασκευής ή διάθεσης στην αγορά της πρόσθετης ύλης ζωοτροφών ή του προμείγματος σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιανουαρίου 2005, περί καθορισμού των απαιτήσεων για την υγιεινή των ζωοτροφών (28) ή, κατά περίπτωση, σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 95/69/ΕΚ·

β)

προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο στο τέλος της παραγράφου 1:

«Σε περίπτωση προμειγμάτων, τα στοιχεία β), δ), ε) και ζ) δεν εφαρμόζονται στις ενσωματωμένες πρόσθετες ύλες ζωοτροφών.».

2.

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Εκτός από τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η συσκευασία ή ο περιέκτης μιας πρόσθετης ύλης ζωοτροφών που ανήκει σε μια λειτουργική ομάδα που προσδιορίζεται στο παράρτημα ΙΙΙ ή ενός προμείγματος το οποίο περιέχει μια πρόσθετη ύλη που ανήκει σε μια λειτουργική ομάδα που προσδιορίζεται στο παράρτημα ΙΙΙ αναγράφει τις πληροφορίες σε εμφανή θέση, με τρόπο ευανάγνωστο και ανεξίτηλο, όπως υποδεικνύεται στο προαναφερθέν παράρτημα.».

3.

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Στην περίπτωση προμειγμάτων, η λέξη «προμείγμα» αναγράφεται στην ετικέτα. Δηλώνονται οι ουσίες που χρησιμοποιούνται ως έκδοχα, στην περίπτωση πρώτων υλών ζωοτροφών, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 767/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τη διάθεση ζωοτροφών στην αγορά και τη χρήση τους (29), και, όταν ως έκδοχο χρησιμοποιείται το νερό, δηλώνεται η περιεκτικότητα του μείγματος σε υγρασία. Μόνον μία ελάχιστη διάρκεια αποθήκευσης μπορεί να υποδεικνύεται σε σχέση με κάθε προμείγμα ως σύνολο· αυτή η ελάχιστη διάρκεια αποθήκευσης προσδιορίζεται βάσει της ελάχιστης διάρκειας αποθήκευσης εκάστου των συστατικών του.

Άρθρο 30

Κατάργηση

Το άρθρο 16 της οδηγίας 70/524/ΕΟΚ και οι οδηγίες 79/373/ΕΟΚ, 80/511/ΕΟΚ, 82/471/ΕΟΚ, 83/228/ΕΚ, 93/74/ΕΟΚ, 93/113/ΕΚ και 96/25/ΕΚ και η απόφαση 2004/217/ΕΚ καταργούνται από τις 1 Σεπτεμβρίου 2010.

Οι αναφορές στις καταργηθείσες οδηγίες και απόφαση θεωρείται ότι αποτελούν αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα IX.

Άρθρο 31

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις εν λόγω διατάξεις στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 1 Σεπτεμβρίου 2010 και την ενημερώνουν αμέσως για κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

Άρθρο 32

Μεταβατικά μέτρα

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 33 δεύτερο εδάφιο οι ζωοτροφές που διατίθενται στην αγορά ή επισημαίνονται σύμφωνα με τις οδηγίες 79/373/ΕΟΚ, 82/471/ΕΟΚ, 93/74/ΕΟΚ και 96/25/ΕΚ πριν από τις 1 Σεπτεμβρίου 2010 μπορούν να εισαχθούν ή να παραμείνουν στην αγορά μέχρι να εξαντληθούν τα αποθέματα.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 8 παράγραφος 2, οι τύποι ζωοτροφών που εμφαίνονται στο εν λόγω άρθρο που έχουν τεθεί νομίμως στην αγορά πριν από τις 1 Σεπτεμβρίου 2010 μπορούν να εισαχθούν ή να παραμείνουν στην αγορά έως ότου ληφθεί απόφαση σχετικά με την αίτηση για επικαιροποίηση του καταλόγου σκοπουμένων χρήσεων που αναφέρεται στο άρθρο 10, υπό τον όρο ότι αυτή η αίτηση θα έχει υποβληθεί πριν από τις 1 Σεπτεμβρίου 2010.

3.   Κατά παρέκκλιση από το παράρτημα I σημείο 1 του παρόντος κανονισμού, πρώτες ύλες ζωοτροφών μπορούν να διατίθενται στην αγορά και να χρησιμοποιούνται έως ότου καθορισθεί η ειδική μέγιστη περιεκτικότητα σε χημικές προσμείξεις που απορρέουν από τη διεργασία παρασκευής τους και από τα βοηθητικά μέσα επεξεργασίας, υπό τον όρο ότι συμμορφώνονται τουλάχιστον προς τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παράρτημα, μέρος Α, τίτλος II, σημείο 1 της οδηγίας 96/25/ΕΚ. Αυτή η παρέκκλιση πάντως μπορεί να ισχύσει το αργότερο έως τις 1 Σεπτεμβρίου 2010.

4.   Μπορούν να εγκριθούν μέτρα για να διευκολυνθεί η μετάβαση στην εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Ειδικότερα, μπορούν να προσδιορισθούν προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι ζωοτροφές μπορούν να επισημαίνονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του. Τα μέτρα αυτά που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού μεταξύ άλλων με συμπλήρωσή του θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο η οποία αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 4.

Άρθρο 33

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 1 Σεπτεμβρίου 2010.

Ωστόσο, τα άρθρα 31 και 32 εφαρμόζονται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Ιουλίου 2009.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

E. ERLANDSSON


(1)  ΕΕ C 77 της 31.3.2009, σ. 84.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2009 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 2009.

(3)  ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 29.

(5)  ΕΕ L 92 της 7.4.1990, σ. 42.

(6)  ΕΕ L 86 της 6.4.1979, σ. 30.

(7)  ΕΕ L 237 της 22.9.1993, σ. 23.

(8)  ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 35.

(9)  ΕΕ L 213 της 21.7.1982, σ. 8.

(10)  ΕΕ L 126 της 13.5.1983, σ. 23.

(11)  ΕΕ L 126 της 21.5.1980, σ. 14.

(12)  ΕΕ L 334 της 31.12.1993, σ. 17.

(13)  ΕΕ L 270 της 14.12.1970, σ. 1.

(14)  ΕΕ L 35 της 8.2.2005, σ. 1.

(15)  ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1.

(16)  ΕΕ L 67 της 5.3.2004, σ. 31.

(17)  ΕΕ L 62 της 6.3.2008, σ. 9.

(18)  ΕΕ L 63 της 6.3.2002, σ. 23.

(19)  ΕΕ L 157 της 30.4.2004, σ. 45.

(20)  ΕΕ L 140 της 30.5.2002, σ. 10.

(21)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(22)  ΕΕ L 147 της 31.5.2001, σ. 1.

(23)  ΕΕ L 273 της 10.10.2002, σ. 1.

(24)  ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 1.

(25)  ΕΕ L 268 της 18.10.2003, σ. 24.

(26)  ΕΕ L 189 της 20.7.2007, σ. 1.

(27)  ΕΕ L 144 της 4.6.1997, σ. 19.

(28)  ΕΕ L 35 της 8.2.2005, σ. 1.»·

(29)  ΕΕ L 229 της 1.9.2009. σ. 1.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Τεχνικές προδιαγραφές σχετικά με τις προσμείξεις, τις ζωοτροφές για θηλασμό, τις πρώτες ύλες ζωοτροφών για σύνδεση ή μετουσίωση, το επίπεδο τέφρας και την περιεκτικότητα σε υγρασία που αναφέρονται στο άρθρο 4

1.

Σύμφωνα με την ορθή πρακτική όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005, οι πρώτες ύλες ζωοτροφών είναι απαλλαγμένες από χημικές προσμείξεις που απορρέουν από τη διεργασία παρασκευής τους και από τα βοηθητικά μέσα επεξεργασίας, εκτός εάν ορίζεται συγκεκριμένη μέγιστη περιεκτικότητα στον κατάλογο για τον οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 24.

2.

Η βοτανική καθαρότητα των πρώτων υλών ζωοτροφών δεν πρέπει να είναι μικρότερη από 95 %, εκτός εάν ορίζεται χαμηλότερο ποσοστό στον κατάλογο για τον οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 24. Οι βοτανικές προσμείξεις περιλαμβάνουν τις προσμείξεις φυτικών υλών χωρίς δυσμενείς επιπτώσεις για τα ζώα, όπως άχυρο και σπόροι άλλων καλλιεργούμενων ειδών ή ζιζανίων. Οι βοτανικές προσμείξεις όπως υπολείμματα άλλων ελαιούχων σπόρων ή καρπών, που προέρχονται από προηγούμενη επεξεργασία, δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 0,5 % για κάθε τύπο ελαιούχων σπόρων ή καρπών.

3.

Το επίπεδο σιδήρου στις ζωοτροφές για θηλασμό όσον αφορά μόσχους ζωντανού βάρους έως 70 κιλά είναι τουλάχιστον 30 χιλιοστόγραμμα ανά κιλό των πλήρων ζωοτροφών, με περιεκτικότητα σε υγρασία 12 %.

4.

Όταν πρώτες ύλες ζωοτροφών χρησιμοποιούνται για τη μετουσίωση ή τη σύνδεση άλλων πρώτων υλών ζωοτροφών, το προϊόν μπορεί να εξακολουθεί να θεωρείται πρώτη ύλη ζωοτροφών. Αναφέρονται στην επισήμανση η ονομασία, η φύση και η ποσότητα της πρώτης ύλης ζωοτροφών που χρησιμοποιείται για μετουσίωση ή σύνδεση. Εάν μια πρώτη ύλη ζωοτροφών συνδέεται με άλλη πρώτη ύλη ζωοτροφών, το ποσοστό της δεύτερης πρώτης ύλης δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3 % του συνολικού βάρους.

5.

Το επίπεδο τέφρας αδιάλυτης στο υδροχλωρικό οξύ δεν πρέπει να υπερβαίνει το 2,2 % της ξηρής ύλης. Ωστόσο, επιτρέπεται η υπέρβαση του ποσοστού του 2,2 % προκειμένου περί:

πρώτων υλών ζωοτροφών,

σύνθετων ζωοτροφών που περιέχουν εγκεκριμένους ανόργανους παράγοντες σύνδεσης,

ανόργανων ζωοτροφών,

σύνθετων ζωοτροφών που περιέχουν, κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 50 %, ρύζι ή υποπροϊόντα σακχαρότευτλων,

σύνθετων ζωοτροφών που προορίζονται για ψάρια ιχθυοτροφείου με περιεκτικότητα ιχθυάλευρου άνω του 15 %,

υπό τον όρο ότι το επίπεδο αναγράφεται στην ετικέτα.

6.

Εάν δεν ορίζεται άλλο επίπεδο στο παράρτημα V ή στον κατάλογο για τον οποίο γίνεται λόγος στο άρθρο 24, η περιεκτικότητα σε υγρασία των ζωοτροφών πρέπει να δηλώνεται εάν υπερβαίνει:

το 5 %, σε περίπτωση ανόργανων ζωοτροφών που δεν περιέχουν καμία οργανική ουσία,

το 7 %, σε περίπτωση ζωοτροφών για θηλασμό και άλλων σύνθετων ζωοτροφών με περιεκτικότητα σε προϊόντα γάλακτος που υπερβαίνει το 40 %,

το 10 %, σε περίπτωση ανόργανων ζωοτροφών που περιέχουν οργανικές ουσίες,

το 14 %, σε περίπτωση άλλων ζωοτροφών.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Γενικές διατάξεις επισήμανσης που αναφέρονται στο άρθρο 11 παράγραφος 4

1.

Οι περιεκτικότητες ή τα επίπεδα που αναγράφονται ή που πρέπει να δηλώνονται αναφέρονται στο βάρος των ζωοτροφών, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά.

2.

Η αριθμητική αναφορά των ημερομηνιών ακολουθεί τη σειρά «ημέρα, μήνας, έτος» και η μορφή υποδεικνύεται στην ετικέτα με την ακόλουθη σύντμηση: «ΗΗ/ΜΜ/ΕΕ».

3.

Συνώνυμες εκφράσεις σε διάφορες γλώσσες:

α)

στα τσεχικά η έκφραση «produkty ke krmení» μπορεί να αντικαταστήσει τον όρο «krmiva» κατά περίπτωση, στα γερμανικά, η έκφραση «Einzelfuttermittel» μπορεί να αντικατασταθεί από την έκφραση «Futtermittel-Ausgangserzeugnis», στα ελληνικά η έκφραση «πρώτη ύλη ζωοτροφών» μπορεί να αντικατασταθεί από την έκφραση «απλή ζωοτροφή», και στα ιταλικά η έκφραση «materie prime per mangimi» μπορεί να αντικατασταθεί από την έκφραση «mangime semplice»

β)

στον προσδιορισμό των ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς, επιτρέπονται οι εξής εκφράσεις: στα βουλγαρικά «храна», στα ισπανικά «alimento», στα τσεχικά η έκφραση «kompletní krmná směs» μπορεί να αντικατασταθεί από την έκφραση «kompletní krmivo» και η έκφραση «doplňková krmná směs» από την «doplňkové krmivo», στα αγγλικά «pet food», στα ιταλικά «alimento», στα ουγγρικά «állateledel», στα ολλανδικά «samengesteld voeder», στα πολωνικά «karma», στα σλοβενικά «hrana za hišne živali», στα φιλανδικά «lemmikkieläinten ruoka».

4.

Οι οδηγίες για την ορθή χρήση των συμπληρωματικών ζωοτροφών και των πρώτων υλών ζωοτροφών των οποίων η περιεκτικότητα σε πρόσθετες ύλες υπερβαίνει τα μέγιστα επίπεδα που ορίζονται για τις πλήρεις ζωοτροφές πρέπει να αναφέρουν τη μέγιστη ποσότητα

σε γραμμάρια ή κιλά των ή μονάδες όγκου συμπληρωματικών ζωοτροφών και πρώτων υλών ζωοτροφών ανά ζώο και ανά ημέρα, ή

σε ποσοστό ημερησίου σιτηρεσίου, ή

ανά κιλό πλήρων ζωοτροφών ή ποσοστό πλήρων ζωοτροφών,

για να εξασφαλισθεί ότι οι αντίστοιχες μέγιστες περιεκτικότητες σε πρόσθετες ύλες ζωοτροφών στο ημερήσιο σιτηρέσιο είναι σύμφωνες προς τις οδηγίες αυτές.

5.

Χωρίς να θίγονται οι μέθοδοι ανάλυσης, προκειμένου περί ζωοτροφών για ζώα συντροφιάς η έκφραση «ακατέργαστη πρωτεΐνη» μπορεί να αντικατασταθεί από την έκφραση «πρωτεΐνη», η έκφραση «ακατέργαστα έλαια και λίπη» μπορεί να αντικατασταθεί από την έκφραση «περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες», και η έκφραση «ακατέργαστη τέφρα» μπορεί να αντικατασταθεί από τις εκφράσεις «αποτεφρωμένο υπόλειμμα» ή «ανόργανη ύλη».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

Κατάλογος πρώτων υλών των οποίων η διάθεση στην αγορά ή η χρήση για τη διατροφή των ζώων υπόκειται σε περιορισμούς ή απαγορεύεται όπως αναφέρεται στο άρθρο 6

 

Κεφάλαιο 1: Απαγορευμένες πρώτες ύλες

1)

Περιττώματα, ούρα καθώς και περιεχόμενο του πεπτικού συστήματος, που προκύπτει από εκκένωση ή αφαίρεση του πεπτικού συστήματος ανεξάρτητα από οποιαδήποτε μορφή επεξεργασίας ή πρόσμειξης.

2)

Δέρματα κατεργασμένα με δεψικές ουσίες, συμπεριλαμβανομένων και των αποβλήτων τους.

3)

Σπόροι και άλλα προϊόντα φυτικού πολλαπλασιασμού τα οποία, μετά τη συγκομιδή, έχουν υποστεί ειδική επεξεργασία με φυτοπροστατευτικά προϊόντα για τη χρήση για την οποία προορίζονται (πολλαπλασιασμό), και κάθε είδους παράγωγα από αυτά υποπροϊόντα.

4)

Ξύλο, συμπεριλαμβανομένου πριονιδιού ή άλλων υλικών που προέρχονται από ξύλο, που έχει υποστεί επεξεργασία, με προϊόντα συντήρησης ξύλου, όπως ορίζονται στο παράρτημα V της οδηγίας 98/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 1998, για τη διάθεση βιοκτόνων στην αγορά (1).

5)

Όλα τα απόβλητα που λαμβάνονται από τις διάφορες φάσεις της διαδικασίας επεξεργασίας αστικών, οικιακών και βιομηχανικών λυμάτων όπως ορίζονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (2), ανεξάρτητα από οποιαδήποτε περαιτέρω επεξεργασία των εν λόγω αποβλήτων και ανεξάρτητα από την προέλευση των λυμάτων.

6)

Στερεά αστικά απόβλητα, όπως τα οικιακά απόβλητα.

7)

Συσκευασίες ή τμήματα συσκευασιών από τη χρήση προϊόντων της γεωργικής βιομηχανίας τροφίμων.

 

Κεφάλαιο 2: Πρώτες ύλες που υπόκεινται σε περιορισμούς


(1)  ΕΕ L 123 της 24.4.1998, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 135 της 30.5.1991, σ. 40.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Επιτρεπόμενες ανοχές για την επισήμανση σχετικά με τη σύνθεση των πρώτων υλών ζωοτροφών και των σύνθετων ζωοτροφών που αναφέρει το άρθρο 11 παράγραφος 5

1.

Οι ανοχές που καθορίζονται στο παρόν παράρτημα περιλαμβάνουν τεχνικές και αναλυτικές παρεκκλίσεις. Όταν καθοριστούν σε επίπεδο Κοινότητας οι αναλυτικές ανοχές που καλύπτουν τις αβεβαιότητες μέτρησης και τις αποκλίσεις ως προς τη διαδικασία, οι τιμές που ορίζονται στην παράγραφο 2 πρέπει να προσαρμοστούν αντίστοιχα, ώστε να καλύπτονται μόνο οι τεχνικές ανοχές.

2.

Όταν διαπιστώνεται ότι η σύνθεση μιας πρώτης ύλης ζωοτροφών ή των σύνθετων ζωοτροφών αποκλίνει από τη σύνθεση που αναγράφεται στην επισήμανση κατά τρόπο ώστε να μειώνεται η τιμή της, επιτρέπονται οι ακόλουθες ανοχές:

α)

για ακατέργαστη πρωτεΐνη, ζάχαρα, άμυλο και ινουλίνη:

3 μονάδες για δηλούμενες περιεκτικότητες τουλάχιστον 30 %,

10 % της δηλούμενης περιεκτικότητας για δηλούμενη περιεκτικότητα μικρότερη του 30 % αλλά όχι μικρότερη του 10 %,

1 μονάδα για δηλούμενη περιεκτικότητα μικρότερη του 10 %.

β)

για ακατέργαστες ίνες και ακατέργαστα έλαια και λίπη:

2,2 μονάδες για δηλούμενες περιεκτικότητες τουλάχιστον 15 %,

15 % της δηλούμενης περιεκτικότητας για δηλούμενη περιεκτικότητα μικρότερη του 15 % αλλά όχι μικρότερη του 5 %,

0,8 μονάδες για δηλούμενες περιεκτικότητες μικρότερες του 5 %.

γ)

για υγρασία, ακατέργαστη τέφρα, τέφρα αδιάλυτη στο υδροχλωρικό οξύ και χλωριούχα άλατα εκφραζόμενα ως NaCl, ολικό φώσφορο, νάτριο, ανθρακικό ασβέστιο, ασβέστιο, μαγνήσιο, δείκτης οξύτητας και ύλη αδιάλυτη σε πετρελαϊκό αιθέρα:

1,5 μονάδες για δηλούμενες περιεκτικότητες (τιμές) τουλάχιστον 15 % (15), κατά περίπτωση,

10 % της δηλούμενης περιεκτικότητας (τιμής) για δηλούμενη περιεκτικότητα (τιμή) μικρότερη του 15 % (15) και όχι μικρότερη του 2 % (2), κατά περίπτωση,

0,2 μονάδες για δηλούμενες περιεκτικότητες (τιμές) μικρότερες του 2 % (2), κατά περίπτωση.

δ)

για ενεργειακή τιμή 5 % και για πρωτεϊνική τιμή 10 %.

ε)

για πρόσθετες ύλες ζωοτροφών (1)

10 %, εάν η δηλούμενη περιεκτικότητα είναι τουλάχιστον 1 000 μονάδες,

100 μονάδες για δηλούμενη περιεκτικότητα μικρότερη από 1 000 μονάδες αλλά όχι μικρότερη από 500 μονάδες,

20 % της δηλούμενης περιεκτικότητας, εάν η δηλούμενη περιεκτικότητα είναι μικρότερη από 500 μονάδες αλλά όχι μικρότερη από 1 μονάδα,

0,2 μονάδες για δηλούμενη περιεκτικότητα μικρότερη από 1 μονάδα αλλά όχι μικρότερη από 0,5 μονάδες,

40 % της δηλούμενης περιεκτικότητας, εάν η δηλούμενη περιεκτικότητα είναι μικρότερη από 0,5 μονάδες.

Αυτές οι ανοχές πρέπει να εφαρμόζονται και για τα μέγιστα επίπεδα πρόσθετων υλών ζωοτροφών στις σύνθετες ζωοτροφές.

3.

Στον βαθμό που δεν υπάρχει υπέρβαση των μέγιστων επιπέδων για εκάστη των πρόσθετων υλών ζωοτροφών, η διακύμανση από τη δηλούμενη περιεκτικότητα μπορεί να φθάσει έως το τριπλάσιο της σχετικής ανοχής που ορίζεται στην παράγραφο 2.

4.

Για τις πρόσθετες ύλες ζωοτροφών που ανήκουν στην ομάδα των μικροοργανισμών, το αποδεκτό ανώτατο όριο πρέπει να αντιστοιχεί στο οριζόμενο μέγιστο επίπεδο.


(1)  Στην παρούσα παράγραφο, ως 1 μονάδα νοείται 1 mg, 1 000 IU, 1 × 109 CFU ή 100 μονάδες ενζυμικής δράσης της αντίστοιχης πρόσθετης ύλης ζωοτροφών.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Υποχρεωτική δήλωση για πρώτες ύλες διατροφών που αναφέρει το άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο β)

 

Πρώτη ύλη ζωοτροφών που αποτελείται από

Υποχρεωτική δήλωση

1.

Συγκομιζόμενες χορτονομές, συμπεριλαμβανομένων των χονδροειδών

Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10 %

Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες

2.

Σπόροι σιτηρών

 

3.

Προϊόντα και υποπροϊόντα σπόρων σιτηρών

Άμυλο, εάν > 20 %

Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10 %

Ακατέργαστα έλαια και λίπη, εάν > 5 %

Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες

4.

Ελαιούχοι σπόροι, ελαιούχοι καρποί

 

5.

Προϊόντα και υποπροϊόντα ελαιούχων σπόρων ή καρπών

Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10 %

Ακατέργαστα έλαια και λίπη, εάν > 5 %

Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες

6.

Σπέρματα ψυχανθών

 

7.

Προϊόντα και υποπροϊόντα σπερμάτων ψυχανθών

Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10 %

Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες

8.

Κόνδυλοι, ρίζες

 

9.

Προϊόντα και υποπροϊόντα κονδύλων και ριζών

Άμυλο

Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες

Τέφρα αδιάλυτη σε HCl, εάν > 3,5 % ξηρής ύλης

10.

Προϊόντα και υποπροϊόντα της βιομηχανικής μεταποίησης σακχαρότευτλων

Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες, εάν > 15 %

Ολικό σάκχαρο εκφρασμένο σε σακχαρόζη

Τέφρα αδιάλυτη σε HCl, εάν > 3,5 % ξηρής ύλης

11.

Προϊόντα και υποπροϊόντα της βιομηχανικής μεταποίησης του σακχαροκάλαμου

Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες, εάν > 15 %

Ολικό σάκχαρο εκφρασμένο σε σακχαρόζη

12.

Άλλοι σπόροι και καρποί, τα προϊόντα και τα υποπροϊόντα τους, εκτός εκείνων που αναφέρονται στα σημεία 2-7

Ακατέργαστη πρωτεΐνη

Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες

Ακατέργαστα έλαια και λίπη, εάν > 10 %

13.

Άλλα φυτά, τα προϊόντα και τα υποπροϊόντα τους, εκτός εκείνων που αναφέρονται στα σημεία 8-11

Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10 %

Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες

14.

Προϊόντα και υποπροϊόντα γάλακτος

Ακατέργαστη πρωτεΐνη

Υγρασία, εάν > 5 %

Λακτόζη, εάν > 10 %

15.

Προϊόντα και υποπροϊόντα χερσαίων ζώων

Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10 %

Ακατέργαστα έλαια και λίπη, εάν > 5 %

Υγρασία, εάν > 8 %

16.

Ψάρια, άλλα θαλάσσια ζώα, τα προϊόντα και τα υποπροϊόντα τους

Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10 %

Ακατέργαστες λιπαρές ουσίες, εάν > 5 %

Υγρασία, εάν > 8 %

17.

Ανόργανες ουσίες

Ασβέστιο

Νάτριο

Φώσφορος

Άλλες σχετικές ανόργανες ουσίες

18.

Διάφορα

Ακατέργαστη πρωτεΐνη, εάν > 10 %

Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες

Ακατέργαστα έλαια και λίπη, εάν > 10 %

Άμυλο, εάν > 30 %

Ολικό σάκχαρο εκφρασμένο σε σακχαρόζη, εάν > 10 %

Τέφρα αδιάλυτη σε HCl, εάν > 3,5 % ξηρής ύλης


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Ενδείξεις επισήμανσης για πρώτες ύλες ζωοτροφών και σύνθετων ζωοτροφών για ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων

Κεφάλαιο I:   Επισήμανση πρόσθετων υλών ζωοτροφών κατά τα διαλαμβανόμενα στα άρθρα 15 στοιχείο στ) και 22 παράγραφος 1

1.

Οι ακόλουθες πρόσθετες ύλες παρατίθενται στον κατάλογο με την ειδική ονομασία τους όπως ορίζεται στη σχετική νομική πράξη δυνάμει της οποίας χορηγείται άδεια στην αντίστοιχη πρόσθετη ύλη ζωοτροφών, την προστιθέμενη ποσότητα, τον αριθμό αναγνώρισης και την αντίστοιχη ονομασία της λειτουργικής ομάδας όπως προβλέπεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 ή την κατηγορία που εμφαίνεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού:

α)

πρόσθετες ύλες, εάν ορίζεται μέγιστη περιεκτικότητα για οιαδήποτε είδη-στόχους·

β)

πρόσθετες ύλες που ανήκουν στις κατηγορίες «ζωοτεχνικές πρόσθετες ύλες» και «κοκκιδιοστατικά και ιστομονοστατικά»·

γ)

πρόσθετες ύλες που ανήκουν στη λειτουργική ομάδα «ουρία και τα παράγωγά της» της κατηγορίας «θρεπτικές πρόσθετες ύλες», όπως ορίζεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003.

2.

Η ονομασία όπως ορίζεται στη νομική πράξη δυνάμει της οποίας χορηγείται άδεια στην εν λόγω πρόσθετη ύλη ζωοτροφών και την προστιθέμενη ποσότητα της πρόσθετης ύλης ζωοτροφών αναγράφεται εάν η παρουσία της τονίζεται στην επισήμανση με λέξεις, εικόνες ή γραφικά.

3.

Ο αρμόδιος για την επισήμανση αποκαλύπτει στον αγοραστή εάν το ζητήσει τις ονομασίες, τον αριθμό αναγνώρισης και τη λειτουργική ομάδα των πρόσθετων υλών ζωοτροφών που δεν αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4.

Οι πρόσθετες ύλες ζωοτροφών που δεν αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να αναφέρονται προαιρετικά με τη μορφή που ορίζεται στην παράγραφο 1 ή μερικώς.

5.

Εάν μια αισθητική ή θρεπτική πρώτη ύλη ζωοτροφών, όπως αναφέρεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, αναγράφεται προαιρετικά στην επισήμανση, αναφέρεται η προστιθέμενη ποσότητά της.

6.

Εάν μια πρόσθετη ύλη ανήκει σε περισσότερες από μία λειτουργικές ομάδες, αναγράφεται η λειτουργική ομάδα ή κατηγορία που αντιστοιχεί στην κύρια λειτουργία της στην περίπτωση των υπό εξέταση ζωοτροφών.

Κεφάλαιο II:   Επισήμανση των αναλυτικών συστατικών, όπως αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και στο άρθρο 22 παράγραφος 1

1.

Τα αναλυτικά συστατικά σύνθετων ζωοτροφών για ζώα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων επισημαίνονται ως εξής:

Ζωοτροφές

Αναλυτικά συστατικά και επίπεδα

Στοχευόμενο είδος

Πλήρεις ζωοτροφές

Ακατέργαστη πρωτεΐνη

Όλα τα είδη

Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες

Όλα τα είδη

Ακατέργαστα έλαια και λίπη

Όλα τα είδη

Ακατέργαστη τέφρα

Όλα τα είδη

Λυσίνη

Χοίροι και πουλερικά

Μεθειονίνη

Χοίροι και πουλερικά

Ασβέστιο

Όλα τα είδη

Νάτριο

Όλα τα είδη

Φώσφορος

Όλα τα είδη

Συμπληρωματικές ζωοτροφές — Ανόργανες

Λυσίνη

Χοίροι και πουλερικά

Μεθειονίνη

Χοίροι και πουλερικά

Ασβέστιο

Όλα τα είδη

Νάτριο

Όλα τα είδη

Φώσφορος

Όλα τα είδη

Μαγνήσιο

Μηρυκαστικά

Συμπληρωματικές ζωοτροφές — Άλλες

Ακατέργαστη πρωτεΐνη

Όλα τα είδη

Ακατέργαστες ινώδεις ουσίες

Όλα τα είδη

Ακατέργαστα έλαια και λίπη

Όλα τα είδη

Ακατέργαστη τέφρα

Όλα τα είδη

Λυσίνη

Χοίροι και πουλερικά

Μεθειονίνη

Χοίροι και πουλερικά

Ασβέστιο ≥ 5 %

Όλα τα είδη

Νάτριο

Όλα τα είδη

Φώσφορος ≥ 2 %

Όλα τα είδη

Μαγνήσιο ≥ 0,5 %

Μηρυκαστικά

2.

Εάν υπό τον τίτλο «αναλυτικά συστατικά» αναφέρονται αμινοξέα, βιταμίνες ή/και ιχνοστοιχεία, αυτά δηλώνονται με τη συνολική ποσότητά τους.

3.

Εάν αναγράφονται η ενεργειακή τιμή ή/και η πρωτεϊνική τιμή, αυτή η αναγραφή γίνεται σύμφωνα με τη μέθοδο ΕΚ, εάν υπάρχει, ή με την αντίστοιχη επίσημη εθνική μέθοδο στο κράτος μέλος στην αγορά του οποίου διατίθενται οι ζωοτροφές, εάν υπάρχει.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

Ενδείξεις επισήμανσης για πρώτες ύλες ζωοτροφών και σύνθετων ζωοτροφών για ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων

Κεφάλαιο I:   Επισήμανση πρόσθετων υλών ζωοτροφών κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 15 στοιχείο στ) και 22 παράγραφος 1

1.

Οι ακόλουθες πρόσθετες ύλες παρατίθενται στον κατάλογο με την ειδική ονομασία τους όπως ορίζεται στη σχετική νομική πράξη δυνάμει της οποίας χορηγείται άδεια στην αντίστοιχη πρόσθετη ύλη ζωοτροφών ή/και τον αριθμό αναγνώρισής τους, την προστιθέμενη ποσότητα και την αντίστοιχη ονομασία της λειτουργικής ομάδας όπως προβλέπεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 ή την κατηγορία που εμφαίνεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού:

α)

πρόσθετες ύλες, εάν ορίζεται μέγιστη περιεκτικότητα για οιαδήποτε είδη-στόχους·

β)

πρόσθετες ύλες που ανήκουν στις κατηγορίες «ζωοτεχνικές πρόσθετες ύλες» και «κοκκιδιοστατικά και ιστομονοστατικά»·

γ)

πρόσθετες ύλες που ανήκουν στη λειτουργική ομάδα «ουρία και τα παράγωγά της» της κατηγορίας «θρεπτικές πρόσθετες ύλες», όπως ορίζεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003.

2.

Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, για πρόσθετες ύλες των λειτουργικών ομάδων «συντηρητικά», «αντιοξειδωτικά», και «χρωστικές ουσίες» όπως ορίζονται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003 αναγράφεται μόνον η αντίστοιχη λειτουργική ομάδα.

Στην περίπτωση αυτή η πληροφορία σύμφωνα με την παράγραφο 1 αποκαλύπτεται από τον αρμόδιο για την επισήμανση στον αγοραστή εάν το ζητήσει.

3.

Η ονομασία όπως ορίζεται στη νομική πράξη δυνάμει της οποίας χορηγείται άδεια στην εν λόγω πρόσθετη ύλη ζωοτροφών και την προστιθέμενη ποσότητα της πρόσθετης ύλης ζωοτροφών αναγράφεται εάν η παρουσία της τονίζεται στην επισήμανση με λέξεις, εικόνες ή γραφικά.

4.

Ο αρμόδιος για την επισήμανση αποκαλύπτει στον αγοραστή εάν το ζητήσει τις ονομασίες, τον αριθμό αναγνώρισης και τη λειτουργική ομάδα των πρόσθετων υλών ζωοτροφών που δεν αναφέρονται στην παράγραφο 1.

5.

Οι πρόσθετες ύλες ζωοτροφών που δεν αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να αναφέρονται προαιρετικά με τη μορφή που ορίζεται στην παράγραφο 1 ή μερικώς.

6.

Εάν μια αισθητική ή θρεπτική πρώτη ύλη ζωοτροφών, όπως αναφέρεται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1831/2003, αναγράφεται προαιρετικά στην επισήμανση, αναφέρεται η προστιθέμενη ποσότητά της.

7.

Εάν μια πρόσθετη ύλη ανήκει σε περισσότερες από μία λειτουργικές ομάδες, αναγράφεται η λειτουργική ομάδα ή κατηγορία που αντιστοιχεί στην κύρια λειτουργία της στην περίπτωση των υπό εξέταση ζωοτροφών.

8.

Ο αρμόδιος για την επισήμανση ζωοτροφών παρέχει στις αρμόδιες αρχές κάθε πληροφορία σχετικά με τη σύνθεση ή τις προβαλλόμενες ιδιότητες των ζωοτροφών που το άτομο αυτό διαθέτει στην αγορά, η οποία καθιστά εφικτή την επαλήθευση της ακρίβειας των στοιχείων που αναγράφονται στην επισήμανση, περιλαμβανομένων των πληροφοριών για όλα τα χρησιμοποιούμενα πρόσθετα.

Κεφάλαιο II:   Επισήμανση των αναλυτικών συστατικών, όπως αναφέρονται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και στο άρθρο 22 παράγραφος 1

1.

Τα αναλυτικά συστατικά σύνθετων ζωοτροφών για ζώα που δεν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τροφίμων επισημαίνονται ως εξής:

Ζωοτροφές

Αναλυτικά συστατικά

Στοχευόμενο είδος

Πλήρεις ζωοτροφές

Ακατέργαστη πρωτεΐνη

Γάτες, σκύλοι και γουνοφόρα ζώα

Ακατέργαστες διατροφικές ίνες

Γάτες, σκύλοι και γουνοφόρα ζώα

Ακατέργαστα έλαια και λίπη

Γάτες, σκύλοι και γουνοφόρα ζώα

Ακατέργαστη τέφρα

Γάτες, σκύλοι και γουνοφόρα ζώα

Συμπληρωματικές ζωοτροφές — Ανόργανες

Ασβέστιο

Όλα τα είδη

Νάτριο

Όλα τα είδη

Φώσφορος

Όλα τα είδη

Συμπληρωματικές ζωοτροφές — Άλλες

Ακατέργαστη πρωτεΐνη

Γάτες, σκύλοι και γουνοφόρα ζώα

Ακατέργαστες διατροφικές ίνες

Γάτες, σκύλοι και γουνοφόρα ζώα

Ακατέργαστα έλαια και λίπη

Γάτες, σκύλοι και γουνοφόρα ζώα

Ακατέργαστη τέφρα

Γάτες, σκύλοι και γουνοφόρα ζώα

2.

Εάν υπό τον τίτλο «αναλυτικά συστατικά» αναφέρονται αμινοξέα, βιταμίνες ή/και ιχνοστοιχεία, αυτά δηλώνονται με τη συνολική ποσότητά τους.

3.

Εάν αναγράφονται η ενεργειακή τιμή ή/και η πρωτεϊνική τιμή, αυτή η αναγραφή γίνεται σύμφωνα με τη μέθοδο ΕΚ, εάν υπάρχει, ή με την αντίστοιχη επίσημη εθνική μέθοδο στο κράτος μέλος στην αγορά του οποίου διατίθενται οι ζωοτροφές, εάν υπάρχει.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

Ειδικές διατάξεις για την επισήμανση ζωοτροφών που δεν πληρούν τις κατά το κοινοτικό δίκαιο απαιτήσεις για την ασφάλεια και τη διάθεση στην αγορά όπως αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1

1.

Οι μολυσμένες πρώτες ύλες επισημαίνονται ως «ζωοτροφές με υπερβολικά επίπεδα … (μνεία της ανεπιθύμητης ουσίας ή των ανεπιθύμητων ουσιών σύμφωνα με το παράρτημα I της οδηγίας 2002/32/ΕΚ), οι οποίες χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφές μόνο μετά από αποτοξικοποίηση σε εγκεκριμένες εγκαταστάσεις». Η έγκριση αυτών των εγκαταστάσεων βασίζεται στο άρθρο 10 παράγραφοι 2 ή 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 183/2005.

2.

Σε περίπτωση που η μόλυνση πρόκειται να μειωθεί ή να εξαλειφθεί με καθαρισμό, η επιπρόσθετη επισήμανση των μολυσμένων πρώτων υλών είναι «ζωοτροφές με υπερβολικά επίπεδα … (μνεία της ανεπιθύμητης ουσίας ή των ανεπιθύμητων ουσιών σύμφωνα με το παράρτημα I της οδηγίας 2002/32/ΕΚ), οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφές μόνο ύστερα από κατάλληλο καθαρισμό».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 79/373/ΕΟΚ

Οδηγία 96/25/ΕΚ

Άλλες πράξεις: οδηγίες 80/511/ΕΟΚ (1), 82/471/ΕΟΚ (2), 93/74/ΕΟΚ (3), 93/113/ΕΚ (4), ή απόφαση 2004/217/ΕΚ (5)

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 1

(2), (4): Άρθρο 1

(3): Άρθρο 4

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 2

(2), (3): Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 3

Άρθρο 3

(3): Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 2

 

Άρθρο 4

 

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 12

 

(3): Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 10α παράγραφος 3

Άρθρο 11 στοιχείο β)

(2): Άρθρο 8

Άρθρο 6

Άρθρο 7

Άρθρο 8

 

 

(3): Άρθρο 3

Άρθρο 9

 

 

(3): Άρθρο 6

Άρθρο 10

Άρθρο 5ε

 

 

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 1

(2): Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 6

Άρθρο 4 και άρθρο 6 παράγραφος 4

 

Άρθρο 11 παράγραφος 4

Άρθρο 6

Άρθρο 4

 

Άρθρο 11 παράγραφος 5

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 1

 

Άρθρο 12

Άρθρο 5ε

Άρθρο 5 παράγραφος 2

(3): Άρθρο 5 παράγραφος 6

Άρθρο 13

Άρθρο 5 παράγραφος 1, Άρθρο 11

Άρθρο 5 παράγραφος 1, Άρθρο 9

 

Άρθρο 14

Άρθρο 5 παράγραφος 1 και άρθρο 5 παράγραφος 5 στοιχείο γ)

Άρθρο 5 παράγραφος 1

(4): Άρθρο 7 παράγραφος 1σημείοΕ και οδηγία 70/524/ΕΟΚ: Άρθρο 16

Άρθρο 15

 

Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ) και άρθρο 7

 

Άρθρο 16

Άρθρο 5 παράγραφος 1 και άρθρα 5γ και 5δ

 

 

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφος 2

Άρθρο 5γ παράγραφος 3

 

 

Άρθρο 17 παράγραφος 3

 

 

(3): Άρθρο 5 παράγραφοι 1, 4 και 7 και άρθρο 6 στοιχείο α)

Άρθρο 18

Άρθρο 19

 

Άρθρο 8

 

Άρθρο 20

 

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α)

 

Άρθρο 21 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 5 στοιχείο δ)

 

 

Άρθρο 21 παράγραφος 2

 

Άρθρο 6 παράγραφος 3 στοιχείο α)

 

Άρθρο 21 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 5 στοιχείο β)

 

 

Άρθρο 21 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 5 στοιχείο α)

 

 

Άρθρο 21 παράγραφος 5

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 3 και άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β)

 

Άρθρο 21 παράγραφος 6

Άρθρο 21 παράγραφος 7

Άρθρο 14 στοιχείο γ)

 

 

Άρθρο 21 παράγραφος 8

Άρθρο 5 παράγραφος 3, άρθρο 5γ παράγραφος 4 και άρθρο 5ε

Άρθρο 5 παράγραφος 2

 

Άρθρο 22

Άρθρο 4 παράγραφος 1

 

(1): Άρθρο 1

Άρθρο 23

Άρθρο 24

Άρθρο 25

Άρθρο 26

Άρθρο 10

Άρθρο 11

 

Άρθρο 27

Άρθρο 13

Άρθρο 13

(2): Άρθρα 13 και 14

(3): Άρθρο 9

Άρθρο 28

Άρθρο 29

Άρθρο 30

Άρθρο 31

Άρθρο 32

Άρθρο 33

Παράρτημα, μέρος A σημεία 2, 3 και 4

Παράρτημα, μέρος A, σημεία II και VI

 

Παράρτημα I

Παράρτημα, μέρος A, σημείο 1 και άρθρο

5 παράγραφος 6,

Άρθρο 6 παράγραφος 4

 

αράρτημα II

 

 

(5) παράρτημα

ΠΠαράρτημα ΙΙΙ

Παράρτημα, μέρος A, σημεία 5 και 6

Παράρτημα, μέρος A, σημείο VII

 

Παράρτημα IV

 

Παράρτημα, μέρος Γ

 

Παράρτημα V

Παράρτημα, μέρος B

 

 

Παράρτημα VΙ

Παράρτημα, μέρος B

 

 

Παράρτημα VΙΙ


Top