EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31997L0078

Οδηγία 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 1997 για καθορισμό των αρχών οργάνωσης των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων που εισάγονται στην Κοινότητα από τρίτες χώρες

ΕΕ L 24 της 30.1.1998, p. 9–30 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 13/12/2019; καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από 32017R0625

ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/1997/78/oj

31997L0078

Οδηγία 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 1997 για καθορισμό των αρχών οργάνωσης των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων που εισάγονται στην Κοινότητα από τρίτες χώρες

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 024 της 30/01/1998 σ. 0009 - 0030


ΟΔΗΓΙΑ 97/78/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 18ης Δεκεμβρίου 1997 για καθορισμό των αρχών οργανώσεως των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων που εισάγονται στην Κοινότητα από τρίτες χώρες

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 43,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3),

Εκτιμώντας:

(1) ότι τα ζωικά προϊόντα, τα προϊόντα ζωικής προέλευσης και τα φυτικά προϊόντα που υπόκεινται σε έλεγχο για την αποφυγή της διάδοσης μεταδοτικών ασθενειών για τα ζώα, περιλαμβάνονται στον πίνακα του παραρτήματος II της συνθήκης 7

(2) ότι ο καθορισμός, σε κοινοτικό επίπεδο, των αρχών οργάνωσης των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων που προέρχονται από τρίτες χώρες συμβάλλει στην εξασφάλιση του εφοδιασμού και στη σταθεροποίηση των αγορών, εναρμονίζοντας, παράλληλα, τα αναγκαία μέτρα προστασίας της υγείας του ανθρώπου και των ζώων 7

(3) ότι η εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς κατέστησε απαραίτητο τον καθορισμό κοινών αρχών για τους κτηνιατρικούς ελέγχους, δεδομένου ότι οι έλεγχοι στα εσωτερικά σύνορα καταργήθηκαν 7

(4) ότι, μετά την έκδοση της οδηγίας 90/675/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Δεκεμβρίου 1990, για τον καθορισμό των βασικών αρχών σχετικά με την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων προελεύσεως τρίτων χωρών που εισάγονται στην Κοινότητα (4), σημειώθηκαν εξελίξεις κατά την εφαρμογή της και αποκτήθηκε νέα πείρα 7 ότι, για λόγους μεγαλύτερης διαφάνειας, η οδηγία αυτή πρέπει να τροποποιηθεί 7

(5) ότι πρέπει να θεσπισθούν εναρμονισμένοι όροι για όλα τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που εισάγονται στην Κοινότητα από τρίτες χώρες 7 ότι, συνεπώς, πρέπει να ισχύει ενιαίο καθεστώς ελέγχου για τα προϊόντα αυτά και να γίνουν οι αντίστοιχες προσαρμογές 7

(6) ότι πρέπει να θεσπιστούν κανόνες για τις παρτίδες που εισάγονται στην Κοινότητα χωρίς να έχουν υποβληθεί σε κτηνιατρικούς ελέγχους σε συνοριακό σταθμό επιθεώρησης 7

(7) ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν πρόσθετους όρους για τα προς εισαγωγή προϊόντα 7 ότι, κατά τη διεξαγωγή των ελέγχων, το ελέγχον κράτος μέλος πρέπει να λαμβάνει υπόψη του αυτές τις ειδικές εθνικές απαιτήσεις 7

(8) ότι, για τη μεταφόρτωση, σε πλοίο ή αεροπλάνο, προϊόντων με τελικό προορισμό εντός της Κοινότητας, πρέπει να θεσπισθούν σαφείς κανόνες σχετικά με το σημείο διενέργειας των ελέγχων 7

(9) ότι η κοινοτική νομοθεσία προβλέπει ότι ορισμένα προϊόντα πρέπει να παρακολουθούνται από τον τόπο άφιξής τους στην Κοινότητα μέχρι τον τόπο προορισμού για να διαφυλαχθεί η δημόσια υγεία και η υγεία των ζώων 7 ότι, γι' αυτό το λόγο, πρέπει να θεσπισθούν αυστηροί κανόνες 7

(10) ότι πρέπει να θεσπισθούν αυστηροί κανόνες για τα προϊόντα που φθάνουν στα κοινοτικά σύνορα χωρίς να είναι η Κοινότητα ο τελικός προορισμός τους, ώστε να εξασφαλισθεί ότι τα εν λόγω προϊόντα θα εγκαταλείψουν την Κοινότητα 7

(11) ότι πρέπει να γίνεται διαχωρισμός μεταξύ των προϊόντων που ανταποκρίνονται ή δεν ανταποκρίνονται προς τις κοινοτικές απαιτήσεις για εισαγωγή 7 ότι, για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές αυτές, πρέπει να θεσπισθούν ξεχωριστά συστήματα ελέγχου 7

(12) ότι ο εφοδιασμός των θαλάσσιων και αεροπορικών μεταφορικών μέσων με προϊόντα ζωικής προέλευσης για το πλήρωμα και τους επιβάτες έχει μεγάλη εμπορική σημασία στην Κοινότητα 7 ότι, συχνά, τα προϊόντα αυτά δεν ανταποκρίνονται προς τις κοινοτικές απαιτήσεις 7 ότι, γι' αυτό το λόγο χρειάζονται αυστηροί κανόνες για να προστατευθεί η δημόσια υγεία και η υγεία των ζώων 7

(13) ότι ένα κοινοτικό προϊόν που απορρίπτεται από μια τρίτη χώρα και επιστρέφεται στην Κοινότητα πρέπει να θεωρείται ότι δεν ανταποκρίνεται πλέον προς τις κοινοτικές απαιτήσεις 7 ότι, γι' αυτό το λόγο, πρέπει να θεσπισθούν αυστηροί κανόνες για να προστατευθεί η δημόσια υγεία και η υγεία των ζώων 7

(14) ότι πρέπει να προβλεφθούν συμπληρωματικές εγγυήσεις για να προληφθεί η απάτη και να θεσπιστούν εναρμονισμένα μέτρα για την καταστολή των δόλιων ενεργειών και των παρατυπιών 7

(15) ότι η οδηγία 90/675/ΕΟΚ έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα κατά τρόπο ουσιαστικό και, συνεπώς, με την ευκαιρία των νέων τροποποιήσεων που απαιτούνται, είναι σκόπιμο, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, να καταργηθεί και να αντικατασταθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τα κράτη μέλη διενεργούν τους κτηνιατρικούς ελέγχους στα προϊόντα από τρίτες χώρες που εισάγονται σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, εφαρμόζονται, εφόσον χρειάζεται, οι ορισμοί του άρθρου 2 της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1989, σχετικά με τους κτηνιατρικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (5), και στο άρθρο 2 της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 1990 σχετικά με τους κτηνιατρικούς και ζωοτεχνικούς ελέγχους που εφαρμόζονται στο ενδοκοινοτικό εμπόριο ορισμένων ζώντων ζώων και προϊόντων με προοπτική την υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς (6).

2. Επιπλέον, νοούνται ως:

α) «προϊόντα»: τα προϊόντα ζωικής προέλευσης που αναφέρονται στις οδηγίες 89/662/ΕΟΚ και 90/425/ΕΟΚ, συμπεριλαμβανομένων των παραπροϊόντων ζωικής προέλευσης που δεν καλύπτονται από το παράρτημα II της συνθήκης, καθώς και τα φυτικά προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 19 7

β) «έλεγχος εγγράφων»: η εξέταση των κτηνιατρικών πιστοποιητικών ή εγγράφων, ή άλλων εγγράφων τα οποία συνοδεύουν μια παρτίδα 7

γ) «έλεγχος ταυτότητος»: η οπτική εξακρίβωση της αντιστοιχίας μεταξύ των κτηνιατρικών πιστοποιητικών ή εγγράφων ή άλλων εγγράφων που προβλέπονται από την κτηνιατρική νομοθεσία, και του προϊόντος 7

δ) «φυσικός έλεγχος»: ο έλεγχος του ίδιου του προϊόντος, ο οποίος μπορεί να περιλαμβάνει έλεγχο της συσκευασίας και της θερμοκρασίας, καθώς και δειγματοληψία και εργαστηριακή εξέταση 7

ε) «ενδιαφερόμενος για το φορτίο»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (7), έχει την ευθύνη κατά τις διάφορες καταστάσεις που αναφέρονται στον εν λόγω κανονισμό, στις οποίες ενδέχεται να βρεθεί η παρτίδα, καθώς και ο εκπρόσωπος που αναφέρεται στο άρθρο 5 του εν λόγω κανονισμού, και το οποίο αναλαμβάνει την ευθύνη αυτή όσον αφορά τα περαιτέρω των ελέγχων που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία 7

στ) «παρτίδα»: ποσότητα ομοειδών προϊόντων η οποία καλύπτεται από τα ίδια κτηνιατρικά πιστοποιητικά ή έγγραφα, ή από άλλα έγγραφα που προβλέπονται από την κτηνιατρική νομοθεσία, η οποία μεταφέρεται με το ίδιο μεταφορικό μέσο προερχομένη από την ίδια τρίτη χώρα ή το ίδιο τμήμα αυτής 7

ζ) «συνοριακός σταθμός επιθεώρησης»: κάθε σταθμός επιθεώρησης που ορίζεται και εγκρίνεται σύμφωνα με το άρθρο 6 για να διενεργεί τους κτηνιατρικούς ελέγχους στα προϊόντα προέλευσης τρίτων χωρών που καταφθάνουν στα σύνορα ενός από τα εδάφη του παραρτήματος I 7

η) «εισαγωγή»: η θέση προϊόντων σε ελεύθερη κυκλοφορία καθώς και η πρόθεση θέσης προϊόντων σε ελεύθερη κυκλοφορία κατά την έννοια του άρθρου 79 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 7

θ) «τελωνειακός προορισμός»: ο προορισμός που αναφέρεται στο άρθρο 4, σημείο 15 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 7

ι) «όροι εισαγωγής»: οι κτηνιατρικές απαιτήσεις για τα προς εισαγωγή προϊόντα όπως προβλέπονται στην κοινοτική νομοθεσία 7

κ) «αρμόδια αρχή»: η κεντρική αρχή ενός κράτους μέλους η οποία είναι αρμόδια για τη διενέργεια των κτηνιατρικών ελέγχων, ή οποιαδήποτε αρχή στην οποία έχει εκχωρήσει την αρμοδιότητα αυτή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΛΕΓΧΩΝ

Άρθρο 3

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε καμμία παρτίδα προερχόμενη από τρίτη χώρα να μην εισέρχεται σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I εάν δεν έχει υποβληθεί στους κτηνιατρικούς ελέγχους της παρούσας οδηγίας.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε κάθε παρτίδα να εισέρχεται σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I μόνον μέσω συνοριακού σταθμού επιθεώρησης.

3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ενδιαφερόμενοι για το φορτίο να υποχρεούνται να κοινοποιούν τα στοιχεία εκ των προτέρων είτε συμπληρώνοντας τα αντίστοιχα σημεία του πιστοποιητικού που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 είτε παρέχοντας λεπτομερή περιγραφή -γραπτώς ή σε οποιοδήποτε ηλεκτρονικό υπόστρωμα- της παρτίδας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, συμπεριλαμβανομένων των παρτίδων που αναφέρονται στο άρθρο 9 και στο άρθρο 19 παράγραφος 1, στο κτηνιατρικό προσωπικό του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης όπου προσκομίζονται τα προϊόντα.

Τα κράτη μέλη μπορούν να ελέγχουν τα δηλωτικά των πλοίων και των αεροπλάνων καθώς και την αντιστοιχία τους προς τις προαναφερόμενες δηλώσεις και έγγραφα.

4. Οι τελωνειακές αρχές στις οποίες υπάγεται γεωγραφικά ο συνοριακός σταθμός επιθεώρησης εγκρίνουν τον τελωνειακό προορισμό των παρτίδων μόνον σύμφωνα με τις επιταγές του πιστοποιητικού που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1.

5. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, και ιδίως ο κατάλογος των υποβλητέων σε κτηνιατρικό έλεγχο προϊόντων, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 4

1. Κάθε παρτίδα υποβάλλεται στους κτηνιατρικούς ελέγχους στο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 από το προσωπικό της αρμόδιας αρχής υπό την ευθύνη του επίσημου κτηνιάτρου σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β).

2. Για κάθε παρτίδα, ο επίσημος κτηνίατρος συμβουλεύεται, βάσει των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 3, τη βάση δεδομένων που αναφέρεται στο παράρτημα I της απόφασης 92/438/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 1993 για τη μηχανογράφηση των κτηνιατρικών διαδικασιών εισαγωγής (σχέδιο Shift) (8). Επιπλέον, για κάθε παρτίδα που προορίζεται να εισαχθεί σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I της παρούσας οδηγίας, ο επίσημος κτηνίατρος συμβουλεύεται, αν απαιτείται, τη βάση δεδομένων που αναφέρεται στο παράρτημα II της απόφασης 92/438/ΕΟΚ.

Ο επίσημος κτηνίατρος μεριμνά ώστε να πραγματοποιούνται όλες οι εργασίες που απαιτούνται για την τήρηση της βάσης των δεδομένων που προβλέπονται από την απόφαση 92/438/ΕΟΚ.

3. Κάθε παρτίδα υποβάλλεται σε έλεγχο εγγράφων ανεξαρτήτως του τελωνειακού προορισμού της, για να διαπιστωθεί:

α) εάν τα στοιχεία των κτηνιατρικών πιστοποιητικών ή εγγράφων, που αναφέρει το άρθρο 7 παράγραφος 1, αντιστοιχούν στις πληροφορίες που είχαν κοινοποιηθεί εκ των προτέρων σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 3 7

β) σε περίπτωση εισαγωγής, εάν τα στοιχεία των κτηνιατρικών πιστοποιητικών ή εγγράφων, ή άλλων εγγράφων, παρέχουν τα απαιτούμενα εχέγγυα.

4. Πλην των ειδικών περιπτώσεων που προβλέπονται στα άρθρα 9 έως 15, ο επίσημος κτηνιάτρος διενεργεί:

α) έλεγχο ταυτότητος κάθε παρτίδας για να βεβαιωθεί, ότι τα προϊόντα ανταποκρίνονται στα στοιχεία των πιστοποιητικών ή εγγράφων που συνοδεύουν τις παρτίδες. Πλην των προϊόντων «χύμα» που προβλέπει η οδηγία 92/118/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιανουαρίου 1992, για τον καθορισμό των όρων υγειονομικού ελέγχου καθώς και των υγειονομικών όρων που διέπουν το εμπόριο και τις εισαγωγές στην Κοινότητα προϊόντων που δεν υπόκεινται, όσον αφορά τους προαναφερόμενους όρους, στις ειδικές κοινοτικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο κεφάλαιο I του παραρτήματος Α της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ και, όσον αφορά τους παθογόνους παράγοντες, της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (9), η εργασία αυτή περιλαμβάνει:

i) όταν τα προϊόντα ζωικής προέλευσης φθάνουν εντός εμπορευματοκιβωτίων, εξακρίβωση ότι οι σφραγίδες που επιθέτει ο επίσημος κτηνίατρος (ή η αρμόδια αρχή) όταν απαιτούνται από την κοινοτική νομοθεσία είναι άθικτες και ότι τα αναγραφόμενα στοιχεία αντιστοιχούν στα στοιχεία του συνοδευτικού εγγράφου ή πιστοποιητικού,

ii) στις λοιπές περιπτώσεις:

- για όλους τους τύπους προϊόντων, έλεγχο της παρουσίας και της συμφωνίας των σφραγίδων, των επίσημων σημάτων ή των σημάτων καταλληλότητας που δείχνουν τη χώρα και την εγκατάσταση προέλευσης προς τις σφραγίδες και τα σήματα του πιστοποιητικού ή του εγγράφου,

- για τα συσκευασμένα σε πρώτη ή δεύτερη συσκευασία προϊόντα, επιπλέον, έλεγχο της ειδικής σήμανσης που προβλέπεται από την κτηνιατρική νομοθεσία,

β) φυσικό έλεγχο κάθε παρτίδας για:

i) να διαπιστώσει αν τα προϊόντα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας και βρίσκονται σε κατάλληλη κατάσταση για να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό που ορίζεται στο πιστοποιητικό ή στο συνοδευτικό έγγραφο.

Οι έλεγχοι αυτοί πρέπει να διενεργούνται σύμφωνα με τα κριτήρια του παραρτήματος III,

ii) να εκτελεί, με συχνότητα που θα ορισθεί πριν την 1η Ιουνίου 1999 διά της διαδικασίας του άρθρου 29:

- τις επιτόπιες εργαστηριακές δοκιμές,

- τις απαιτούμενες επίσημες δειγματοληψίες και να φροντίζει ώστε τα σχετικά δείγματα να αναλύονται το συντομότερο δυνατόν.

5. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 5

1. Μετά τη διενέργεια των απαιτούμενων κτηνιατρικών ελέγχων, ο επίσημος κτηνίατρος εκδίδει για τη συγκεκριμένη παρτίδα προϊόντων πιστοποιητικό το οποίο βεβαιώνει τα πορίσματα των προαναφερόμενων ελέγχων σύμφωνα με το υπόδειγμα του παραρτήματος Β της απόφασης 93/13/ΕΟΚ (10), και το οποίο προσαρμόζεται ενδεχομένως σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.

2. Το πιστοποιητικό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 συνοδεύει την παρτίδα:

- όσον χρόνο η παρτίδα παραμένει υπό τελωνειακή επιτήρηση, οπότε στο εν λόγω έγγραφο πρέπει να γίνεται αναφορά στο τελωνειακό έγγραφο,

- σε περίπτωση εισαγωγής, μέχρι την πρώτη εγκατάσταση που αναφέρεται στην οδηγία 89/662/ΕΟΚ, ή το πρώτο κέντρο ή οργανισμό προορισμού που αναφέρεται στην οδηγία 90/425/ΕΟΚ.

3. Εάν η παρτίδα είναι σε πολλά τμήματα, οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 ισχύουν για το καθένα από αυτά.

4. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένων των προσαρμογών του Παραρτήματος Β της απόφασης 93/13/ΕΟΚ, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 6

1. Οι συνοριακοί σταθμοί επιθεώρησης πρέπει:

α) να γειτνιάζουν αμέσως με το σημείο εισόδου σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I και σε τόπο ο οποίος ορίζεται ή εγκρίνεται από τις τελωνειακές αρχές σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχεία α) και β) του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου.

Ωστόσο, μπορεί να γίνει δεκτός, με τη διαδικασία της παραγράφου 2 και ένας συνοριακός σταθμός επιθεώρησης που βρίσκεται σε κάποια απόσταση από το σημείο εισόδου όταν τούτο απαιτείται για λόγους γεωγραφικών εμποδίων (όπως π.χ. οι αποβάθρες εκφόρτωσης, οι αυχένες) και, στην περίπτωση σιδηροδρομικής μεταφοράς, στον πρώτο σιδηροδρομικό σταθμό στάσης που ορίζει η αρμόδια αρχή 7

β) να βρίσκονται υπό την αρμοδιότητα επίσημου κτηνιάτρου, ο οποίος και αναλαμβάνει την πραγματική ευθύνη των ελέγχων. Ο επίσημος κτηνίατρος μπορεί να επικουρείται από ειδικά εκπαιδευμένο βοηθητικό προσωπικό.

Ο επίσημος κτηνίατρος εξασφαλίζει την πλήρη ενημέρωση των βάσεων δεδομένων που αναφέρονται στην τρίτη περίπτωση του άρθρου 1 παραγράφος 1 της απόφασης 92/438/ΕΟΚ.

2. Ο κατάλογος των συνοριακών σταθμών επιθεώρησης που ισχύει κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας οδηγίας μπορεί να τροποποιείται ή να συμπληρώνεται μεταγενέστερα με τη διαδικασία του άρθρου 29:

α) με την προσθήκη οποιουδήποτε νέου συνοριακού σταθμού επιθεώρησης:

- που προτείνεται από τα κράτη μέλη, αφού η αρμόδια αρχή βεβαιωθεί ότι τηρούνται οι απαιτήσεις του παραρτήματος Β της παρούσας οδηγίας και της απόφασης 92/525/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 3ης Νοεμβρίου 1992, για τον καθορισμό των όρων έγκρισης των μεθοριακών σταθμών της Κοινότητας οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με τους κτηνιατρικούς ελέγχους κατά την εισαγωγή προϊόντων που προέρχονται από τρίτες χώρες (11),

- που επιθεωρείται από την Επιτροπή σε συνεργασία με την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους,

β) με την ανάκληση της έγκρισης ενός συνοριακού σταθμού επιθεώρησης, όταν διαπιστώνεται ότι δεν τηρούνται οι προϋποθέσεις του παραρτήματος II, είτε κατά τη διάρκεια ελέγχου που διενεργείται από την αρμόδια αρχή, είτε ύστερα από τις επιθεωρήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 23 εάν το κράτος μέλος δεν λαμβάνει υπόψη του τα πορίσματα της επιθεώρησης αυτής εντός εύλογου διαστήματος και ιδίως εάν οι επιθεωρήσεις κατέδειξαν σοβαρούς κινδύνους για την υγεία ανθρώπων ή ζώων.

3. Ένα κράτος μέλος πρέπει, για σοβαρούς λόγους, ιδίως δημόσιας υγείας ή υγείας των ζώων, να αναστείλει την έγκριση ενός συνοριακού σταθμού επιθεώρησης που βρίσκεται στην επικράτειά του, ενημερώνει δε την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για την αναστολή αυτή και για τους σχετικούς λόγους. Η αποκατάσταση του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης στον κατάλογο γίνεται μόνον σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α).

4. Η Επιτροπή καταρτίζει και δημοσιεύει κατάλογο των εγκεκριμένων συνοριακών σταθμών επιθεώρησης, καθώς και τις περιπτώσεις προσωρινής αναστολής της έγκρισης.

5. Έως ότου ληφθούν οι αποφάσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α), εξακολουθεί να εφαρμόζεται ο κατάλογος που καταρτίστηκε σύμφωνα με την οδηγία 90/675/ΕΟΚ με την επιφύλαξη της περίπτωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 3.

6. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 7

1. Κάθε παρτίδα που προορίζεται για εισαγωγή σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I συνοδεύεται από το πρωτότυπο των κτηνιατρικών πιστοποιητικών ή εγγράφων ή το πρωτότυπο άλλων εγγράφων που απαιτούνται από την κτηνιατρική νομοθεσία. Το πρωτότυπο των πιστοποιητικών ή εγγράφων παραμένει στο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης.

2. Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 10, κάθε παρτίδα προϊόντων από τρίτη χώρα που προορίζεται για εισαγωγή σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I υποβάλλεται σε έλεγχο ταυτότητος και σε φυσικό έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 4.

3. Η τελωνειακή αρχή επιτρέπει την εισαγωγή παρτίδων προϊόντων μόνον εάν, με την επιφύλαξη των τελωνειακών κανονισμών και των ειδικών διατάξεων που θα θεσπισθούν σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφοι 2 και 3 και το άρθρο 18, αποδεικνύεται ότι έχουν διενεργηθεί ικανοποιητικά οι απαιτούμενοι κτηνιατρικοί έλεγχοι, ότι έχει εκδοθεί το σχετικό πιστοποιητικό σύμφωνα με το άρθρο 5 και ότι η αρμόδια αρχή έχει την εγγύηση ότι έχουν καταβληθεί ή θα καταβληθούν οι δαπάνες επιθεώρησης που προβλέπονται από την οδηγία 85/73/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιανουαρίου 1985, για τη χρηματοδότηση των υγειονομικών επιθεωρήσεων και ελέγχων που προβλέπονται από τις οδηγίες 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ, 90/675/ΕΟΚ και 91/496/ΕΟΚ (12) (τροποποιημένη και κωδικοποιημένη).

4. Εάν η παρτίδα πληροί τους όρους εισαγωγής, ο επίσημος κτηνίατρος χορηγεί στον ενδιαφερόμενο επικυρωμένο αντίγραφο του πρωτοτύπου των πιστοποιητικών ή εγγράφων και εκδίδει, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1, το πιστοποιητικό το οποίο βεβαιώνει ότι η παρτίδα είναι σύμφωνη με τους όρους αυτούς βάσει των κτηνιατρικών ελέγχων που διενεργήθηκαν στο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης.

5. Οι συναλλαγές των προϊόντων που αναφέρονται στις οδηγίες 89/662/ΕΟΚ και 90/425/ΕΟΚ και των οποίων επιτρέπεται η εισαγωγή, σύμφωνα με την παράγραφο 3, του παρόντος άρθρου σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I της παρούσας οδηγίας, πρέπει να πραγματοποιείται σύμφωνα με τους κανόνες που ορίζονται στις εν λόγω οδηγίες και ιδίως στο κεφάλαιο II.

6. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 8

1. Όταν:

- τα προϊόντα προορίζονται για κράτος μέλος ή περιοχή όπου ισχύουν ειδικές απαιτήσεις στο πλαίσιο της κοινοτικής νομοθεσίας,

- πραγματοποιήθηκαν δειγματοληψίες των οποίων όμως τα αποτελέσματα δεν είναι γνωστά κατά την αναχώρηση του μεταφορικού μέσου από το συνοριακό σταθμό επιθεώρησης,

- πρόκειται για εισαγωγές που έχουν επιτραπεί για ειδικούς σκοπούς, στις περιπτώσεις που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία

πρέπει να κοινοποιούνται συμπληρωματικές πληροφορίες στην αρμόδια αρχή του τόπου προορισμού μέσω του δικτύου ΑΝΙΜΟ που προβλέπει η οδηγία 90/425/ΕΟΚ.

2. Κάθε παρτίδα προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, πρώτη και τρίτη περίπτωση, η οποία προορίζεται για άλλο κράτος μέλος, πρέπει να υποβάλλεται στον έλεγχο εγγράφων, έλεγχο ταυτότητος και φυσικό έλεγχο που προβλέπονται στο άρθρο 4, σημεία 3 και 4 στο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης που βρίσκεται στην επικράτεια του κράτους μέλους στο οποίο εισέρχονται τα προϊόντα, για να εξακριβώνεται, ιδίως, το κατά πόσον τα εν λόγω προϊόντα πληρούν τους κοινοτικούς κανόνες που εφαρμόζονται στο κράτος μέλος ή την περιοχή προορισμού. Ωστόσο, το κρέας άγριων τριχωτών θηραμάτων που εισάγονται με το δέρμα τους υποβάλλεται σε φυσικό έλεγχο, εκτός από τον έλεγχο καταλληλότητας και την ανίχνευση καταλοίπων που προβλέπει η οδηγία 96/23/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, περί λήψεως μέτρων ελέγχου για ορισμένες ουσίες και τα κατάλοιπά τους σε ζώντα ζώα και στα προϊόντα τους (13), που αναφέρονται στο κεφάλαιο II του παραρτήματος Γ - που πρέπει να διενεργούνται σύμφωνα με την οδηγία 92/45/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 1992, για τα υγειονομικά προβλήματα και τα προβλήματα υγειονομικού ελέγχου σχετικά με τη θανάτωση άγριων θηραμάτων και την εμπορία κρέατός των (14), στην εγκατάσταση προορισμού στην οποία το κρέας αυτό πρέπει να μεταφέρεται υπό τελωνειακή επιτήρηση διά της διαδικασίας της παραγράφου 4 πρώτη περίπτωση του παρόντος άρθρου μαζί με το πιστοποιητικό του άρθρου 5 παράγραφος 1.

Τα πορίσματα των ελέγχων αυτών πρέπει να κοινοποιούνται στην αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για τον συνοριακό σταθμό επιθεώρησης εισόδου των προϊόντων αυτών. Ανάλογα με τα πορίσματα αυτά, η αρχή αυτή λαμβάνει τα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 24.

3. Στην περίπτωση των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, πρώτη και τρίτη περίπτωση, τα οποία εισέρχονται σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος μέλος προορισμού, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα ώστε οι παρτίδες να φθάσουν στο προβλεπόμενο κράτος μέλος προορισμού.

4. Τα προϊόντα, τα οποία, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, πρέπει να παρακολουθούνται από το συνοριακό σταθμό επιθεώρησης του τόπου άφιξης έως την εγκατάσταση του τόπου προορισμού, αποστέλλονται υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

- οι παρτίδες αποστέλλονται μεταξύ του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης του τόπου άφιξης και της εγκατάστασης του τόπου προορισμού υπό την εποπτεία της αρμόδιας αρχής, σε στεγανά οχήματα ή εμπορευματοκιβώτια που σφραγίζονται από τις αρμόδιες αρχές. Τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τρίτη περίπτωση, πρέπει να παραμένουν υπό τελωνειακό έλεγχο μέχρι τον τόπο προορισμού σύμφωνα με τη διαδικασία Τ 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 1993 για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου περί θεσπίσεως του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (15), σε συνδυασμό με το πιστοποιητικό το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 και στο οποίο διευκρινίζεται ο επιτρεπόμενος προορισμός, καθώς και, ενδεχομένως, η φύση της προβλεπόμενης μεταποίησης,

- ο επίσημος κτηνίατρος του συγκεκριμένου συνοριακού σταθμού επιθεώρησης ενημερώνει μέσω του δικτύου ΑΝΙΜΟ την κτηνιατρική αρχή που είναι υπεύθυνη για την εγκατάσταση του τόπου προορισμού της αποστολής σχετικά με τον τόπο καταγωγής και τον τόπο προορισμού του προϊόντος,

- στην εγκατάσταση του τόπου προορισμού, τα προϊόντα υποβάλλονται στην επεξεργασία που αναφέρεται στην οικεία κοινοτική νομοθεσία,

- ο επίσημος κτηνίατρος του τόπου προορισμού, ή, στην περίπτωση του κεφαλαίου 10 του παραρτήματος I της οδηγίας 92/118/ΕΟΚ, ο επίσημος κτηνίατρος της ενδιάμεσης αποθήκης ο οποίος ενημερώνεται από τον υπεύθυνο της εγκατάστασης προορισμού, ή της ενδιάμεσης αποθήκης πρέπει να ανακοινώνει, στον επίσημο κτηνίατρο του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης ο οποίος του γνωστοποίησε την αποστολή, εντός δεκαπενθημέρου, την άφιξη του προϊόντος στον προορισμό του, διενεργεί δε τακτικούς ελέγχους για να εξακριβώσει, ιδίως ελέγχοντας τα μητρώα εισόδου, την άφιξη των προϊόντων στην εγκατάσταση προορισμού.

5. Όταν αποδεικνύεται στην αρμόδια αρχή του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης εισδοχής, και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20, ότι τα προϊόντα, τα οποία είχαν δηλωθεί προοριζόμενα για εγκεκριμένη εγκατάσταση, δεν έφθασαν ποτέ στον προορισμό τους, η αρμόδια αυτή αρχή λαμβάνει τα δέοντα μέτρα έναντι του ενδιαφερομένου για το φορτίο.

6. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή τον κατάλογο των εγκεκριμένων εγκαταστάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 4 για τα εν λόγω προϊόντα, σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία.

Εάν η εγκατάσταση δεν τηρεί τις υποχρεώσεις κοινοποίησης, το κράτος μέρος μπορεί να ανακαλέσει την έγκριση και να επιβάλλει τις δέουσες κυρώσεις ανάλογα με τη φύση του διατρεχόμενου κινδύνου.

Η Επιτροπή δημοσιεύει τον κατάλογο των εγκεκριμένων εγκαταστάσεων και εξασφαλίζει την ενημέρωσή του και την κοινοποίησή του στα κράτη μέλη.

7. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, οι οποίες καταρτίζονται ύστερα από διαβούλευση με τις τελωνειακές αρχές, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 9

1. Οι παρτίδες οι οποίες πρόκειται να εισαχθούν σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I και οι οποίες φθάνουν σε ένα συνοριακό σταθμό επιθεώρησης αλλά προορίζονται για εισαγωγή μέσω άλλου συνοριακού σταθμού επιθεώρησης ο οποίος βρίσκεται στην ίδια επικράτεια ή στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους, υποβάλλονται σε έλεγχο ταυτότητος και σε φυσικό έλεγχο στο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης προορισμού, υπό την προϋπόθεση ότι η μεταφορά πραγματοποιείται διά θαλάσσης ή αέρος. Οι διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζονται στο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης εισαγωγής που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 είναι οι εξής:

α) εάν η παρτίδα μεταφορτώνεται απευθείας από ένα αεροπλάνο σε άλλο ή από ένα πλοίο σε άλλο, εντός της τελωνειακής ζώνης του ιδίου λιμένα ή αερολιμένα είτε αμέσως είτε μετά την εκφόρτωση στην αποβάθρα ή στο σταθμό επί διάστημα μικρότερο του ελαχίστου που ορίζει το στοιχείο β), η αρμόδια αρχή πρέπει να ενημερώνεται σχετικά από τον ενδιαφερόμενο για το φορτίο. Η αρμόδια αρχή μπορεί, κατ' εξαίρεση, όταν υπάρχει κίνδυνος για την υγεία των ζώων και τη δημόσια υγεία, να διεξάγει έλεγχο εγγράφων των προϊόντων βάσει του πιστοποιητικού ή του κτηνιατρικού εγγράφου καταγωγής ή οποιουδήποτε άλλου εγγράφου συνοδεύει τη συγκεκριμένη παρτίδα ή επικυρωμένου αντιγράφου των εγγράφων αυτών,

β) στις λοιπές περιπτώσεις εκφόρτωσης η παρτίδα πρέπει:

i) να αποθηκεύεται επί ανώτατο και κατώτατο διάστημα και υπό συνθήκες που θα καθοριστούν με τη διαδικασία της παραγράφου 2, υπό τον έλεγχο της αρμόδιας αρχής, στην τελωνειακή ζώνη του λιμένα ή του αερολιμένα για να προωθηθεί σε ένα άλλο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης διά θαλάσσιας ή εναέριας μεταφοράς,

ii) να υποβάλλεται σε έλεγχο εγγράφων των προϊόντων σε αντιπαραβολή με τα έγγραφα που αναφέρονται στο στοιχείο α),

iii) με την επιφύλαξη του άρθρου 20, να υποβάλλεται, κατ' εξαίρεση, σε έλεγχο ταυτότητος και σε φυσικό έλεγχο όταν πιθανολογείται κίνδυνος για τη δημόσια υγεία ή την υγεία των ζώων.

2. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

3. Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία, προτάσει της Επιτροπής, μπορεί να υπάγει το παρόν άρθρο και την μεταφόρτωση επί του σιδηροδρόμου.

Άρθρο 10

1. Μετά από αίτηση του κράτους μέλους, συνοδευόμενη από τα απαραίτητα δικαιολογητικά, ή με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή μπορεί -με τη διαδικασία του άρθρου 29- να μειώσει τη συχνότητα των υλικών ελέγχων, υπό ορισμένες προϋποθέσεις και ανάλογα ιδίως με τα αποτελέσματα των προηγουμένων ελέγχων, όταν πρόκειται για προϊόντα με εναρμονισμένους όρους εισαγωγής. Συγκεκριμένα, πρέπει να τηρούνται οι εξής τρεις όροι:

i) τα προϊόντα να προέρχονται από τρίτες χώρες ή περιφέρειες τρίτων χωρών οι οποίες προσφέρουν ικανοποιητικές υγειονομικές εγγυήσεις όσον αφορά τους ελέγχους στον τόπο καταγωγής των προϊόντων που προορίζονται για εισαγωγή σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I,

ii) τα προϊόντα να προέρχονται από εγκαταστάσεις που περιέχονται σε κατάλογο που καταρτίζεται σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία ή, σε περίπτωση εγκαταστάσεων που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την απόφαση 95/408/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1995, σχετικά με τις λεπτομέρειες κατάρτισης, για μια μεταβατική περίοδο, προσωρινών πινάκων εγκαταστάσεων τρίτων χωρών, από τις οποίες επιτρέπεται στα κράτη μέλη να εισάγουν ορισμένα προϊόντα ζωικής προέλευσης, προϊόντα αλιείας ή ζώντα δίθυρα μαλάκια (16), από εγκατάσταση που έχει υποβληθεί σε κοινοτική ή εθνική επιθεώρηση, εφόσον η υποχρέωση αυτή προβλέπεται από την κοινοτική νομοθεσία.

iii) να έχουν θεσπιστεί πιστοποιητικά εισαγωγής για τα συγκεκριμένα προϊόντα.

2. Πριν υποβάλει πρόταση για την παροχή των παρεκκλίσεων αυτών στα προϊόντα που προέρχονται από μια συγκεκριμένη τρίτη χώρα, η Επιτροπή υποβάλλει στην επιτροπή έκθεση για την τήρηση, εκ μέρους της εν λόγω τρίτης χώρας, των ακόλουθων κριτηρίων:

α) εγγυήσεις που παρέχονται από την εν λόγω τρίτη χώρα για όλη ή τμήμα της επικρατείας της όσον αφορά την τήρηση των κοινοτικών απαιτήσεων, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων για τον έλεγχο των καταλοίπων 7

β) υγειονομική κατάσταση των ζώων στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα 7

γ) πληροφορίες σχετικά με την υγειονομική κατάσταση στη χώρα 7

δ) φύση των μέτρων που εφαρμόζονται στην τρίτη χώρα για τον έλεγχο και την καταπολέμηση των νόσων 7

ε) διάρθρωση, αρμοδιότητες, ανεξαρτησία και προσόντα της κτηνιατρικής υπηρεσίας ή των άλλων αρμόδιων αρχών 7

στ) τήρηση των στοιχειωδών προδιαγραφών που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία όσον αφορά την υγιεινή κατά την παραγωγή 7

ζ) τύπος του ή των προϊόντων και δυνητική επικινδυνότης τους 7

η) κανόνες για την έγκριση ορισμένων ουσιών και τήρηση των απαιτήσεων της οδηγίας 96/22/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1996, περί απαγορεύσεως της χρησιμοποιήσεως ορισμένων ουσιών με ορμονική ή θυρεοστατική δράση και των β-ανταγωνιστικών ουσιών στη ζωική παραγωγή για κερδοσκοπικούς λόγους και της οδηγίας 96/23/ΕΟΚ (17) 7

θ) πορίσματα των κοινοτικών ή εθνικών επισκέψεων ελέγχου 7

ι) πορίσματα των διεξαχθέντων ελέγχων κατά την εισαγωγή 7

ια) ανάλυση του κινδύνου που συνιστούν η φύση, η παρουσίαση ή ο τρόπος μεταφοράς των προς εισαγωγή προϊόντων.

3. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, είναι επίσης δυνατόν να αποφασίζεται, κατόπιν διαπραγματεύσεων αμοιβαία μείωση της συχνότητας των φυσικών ελέγχων, στο πλαίσιο συμφωνίας κτηνιατρικής ισοδυναμίας που συνάπτεται μεταξύ της Κοινότητας και μιας τρίτης χώρας.

Οι μειώσεις αυτές εισάγονται στην κοινοτική νομοθεσία με τη διαδικασία του άρθρου 29.

4. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 11

1. Τα κράτη μέλη επιτρέπουν, εξ ονόματος όλων των κρατών μελών μέσω των οποίων θα πραγματοποιηθεί η διαμετακόμιση, τη διαμετακόμιση παρτίδων από μια τρίτη χώρα προς μια άλλη τρίτη χώρα, μόνον όταν

α) οι παρτίδες αυτές προέρχονται από τρίτη χώρα, από την οποία δεν απαγορεύονται εισαγωγές προϊόντων στα εδάφη του παραρτήματος I, και προορίζονται για άλλη τρίτη χώρα.

Η αρμόδια αρχή μπορεί να παρεκκλίνει από την απαίτηση αυτή στην περίπτωση που μια παρτίδα μεταφορτώνεται κατ' άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) απευθείας από ένα αεροπλάνο σε άλλο ή από ένα πλοίο σε άλλο, εντός της τελωνειακής ζώνης του ίδιου λιμανιού ή αερολιμένα, για να επαναποσταλεί, χωρίς άλλη στάση, στα εδάφη του παραρτήματος Α, σύμφωνα με γενικά κριτήρια οριζόμενα βάσει της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου 7

β) η διαμετακόμιση αυτή έχει προηγουμένως εγκριθεί από τον επίσημο κτηνίατρο του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης του κράτους μέλους όπου φθάνει για πρώτη φορά η παρτίδα σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I 7

γ) ο ενδιαφερόμενος του φορτίου αναλαμβάνει εκ των προτέρων την υποχρέωση να ξαναπάρει τη συγκεκριμένη παρτίδα εάν τα προϊόντα αυτά απορριφθούν, προκειμένου να εξασφαλίσει τη διάθεσή τους σύμφωνα με το άρθρο 17.

2. Η έγκριση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, εξαρτάται από την τήρηση των ακόλουθων όρων:

α) οι παρτίδες που προσκομίζονται για διαμετακόμιση στο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης συνοδεύονται από τα πιστοποιητικά ή έγγραφα του άρθρου 7 παράγραφος 1, και ενδεχομένως από επικυρωμένες μεταφράσεις αυτών 7

β) η παρτίδα προϊόντων πρέπει να προσκομίζεται στον εν λόγω συνοριακό σταθμό επιθεώρησης για να υποβληθεί σε έλεγχο εγγράφων και ταυτότητος.

Η αρμόδια κτηνιατρική αρχή μπορεί να χορηγεί παρέκκλιση για τον έλεγχο εγγράφων και ταυτότητος για τη θαλάσσια ή αεροπορική μεταφορά όταν η παρτίδα:

- δεν έχει εκφορτωθεί. Στην περίπτωση αυτή και υπό την επιφύλαξη του άρθρου 20, ο έλεγχος εγγράφων περιορίζεται σε εξέταση του δηλωτικού,

- μεταφορτώνεται κατά το άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) απευθείας από ένα αεροπλάνο σε άλλο ή από ένα πλοίο σε άλλο, εντός της τελωνειακής ζώνης του ιδίου λιμένα ή αερολιμένα.

- όταν υπάρχει κίνδυνος για τη δημόσια υγεία ή την υγεία των ζώων ή όταν υπάρχει υπόνοια για παρατυπίες, πρέπει να διεξάγεται συμπληρωματικός φυσικός έλεγχος 7

γ) σε περίπτωση διέλευσης από τα εδάφη του παραρτήματος I οδικώς, σιδηροδρομικώς ή δια ποτάμιας οδού, η παρτίδα αυτή:

- αποστέλλεται υπό τελωνειακή επιτήρηση, σύμφωνα με τη διαδικασία Τ 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92, στο σημείο εξόδου από την Κοινότητα, μαζί με το έγγραφο που προβλέπεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου και το πιστοποιητικό που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στο οποίο αναφέρεται ο συνοριακός σταθμός επιθεώρησης από τον οποίο η παρτίδα θα εγκαταλείψει το έδαφος της Κοινότητας,

- μεταφέρεται, χωρίς διακοπή φόρτωσης ή κατάτμηση του φορτίου μετά την αναχώρησή του από το συνοριακό σταθμό επιθεώρησης του σημείου άφιξης, σε οχήματα ή εμπορευματοκιβώτια σφραγισμένα από τις αρχές. Κατά τη μεταφορά δεν επιτρέπεται κανένας χειρισμός επί του φορτίου,

- εγκαταλείπει την Κοινότητα μέσω συνοριακού σταθμού επιθεώρησης εντός τριάντα το πολύ ημερών από την αναχώρηση από το συνοριακό σταθμό επιθεώρησης εισδοχής, εκτός εάν χορηγείται γενική παρέκκλιση σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 4 για να ληφθούν υπόψη δεόντως αιτιολογημένες καταστάσεις γεωγραφικής απομάκρυνσης 7

δ) ο επίσημος κτηνίατρος που επιτρέπει τη μεταφορά ενημερώνει σχετικά τον επίσημο κτηνίατρο του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης του σημείου εξόδου μέσω του δικτύου ΑΝΙΜΟ 7

ε) ο επίσημος κτηνίατρος του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης εξόδου βεβαιώνει στο πιστοποιητικό που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 ότι οι συγκεκριμένες παρτίδες εγκατέλειψαν την Ένωση και διαβιβάζει αντίγραφο του εγγράφου αυτού στο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης εισοδοχής με φαξ ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο.

Αν ο επίσημος κτηνίατρος του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης εισδοχής δεν ενημερωθεί για την έξοδο των προϊόντων από την Κοινότητα εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ), τρίτη περίπτωση, απευθύνεται στην αρμόδια τελωνειακή αρχή η οποία διενεργεί όλες τις έρευνες για να διαπιστώσει τον πραγματικό προορισμό των προϊόντων.

3. Οι δαπάνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένων των δαπανών επιθεώρησης και ελέγχου που προβλέπει, βαρύνουν τον ενδιαφερόμενο του φορτίου ή τον εκπρόσωπό του, χωρίς αποζημίωση από το κράτος μέλος σύμφωνα με τις αρχές που προκύπτουν εκ του άρθρου 1 της οδηγίας 85/73/ΕΟΚ.

4. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, ιδίως δε η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των συνοριακών σταθμών επιθεώρησης των σημείων εισόδου και εξόδου, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 12

1. Οι παρτίδες προϊόντων από τρίτες χώρες, οι οποίες προορίζονται για ελεύθερη ζώνη, ελεύθερη αποθήκη ή τελωνειακή αποθήκη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 μπορούν να γίνονται δεκτές από την αρμόδια αρχή μόνον εάν ο ενδιαφερόμενος του φορτίου έχει δηλώσει εκ των προτέρων ότι ο τελικός προορισμός των προϊόντων είναι η θέση τους σε ελεύθερη κυκλοφορία σε ένα των εδαφών του παραρτήματος I, ή ότι έχουν άλλο τελικό προορισμό ως τελικό προορισμό τους και εάν τα προϊόντα αυτά τηρούν ή όχι τους όρους εισαγωγής.

Αν δεν διευκρινισθεί ο τελικός προορισμός, το προϊόν λογίζεται προοριζόμενο να τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία σε έδαφος του παραρτήματος I.

2. Οι παρτίδες της παραγράφου 1 υποβάλλονται, στο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης εισδοχής σε έλεγχο εγγράφων και ταυτότητος προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι πληρούν τους εν λόγω όρους εισαγωγής.

Ο φυσικός έλεγχος περιττεύει, εκτός αν πιθανολογείται σοβαρός κίνδυνος για την υγεία ανθρώπου και ζώων, όταν ο έλεγχος εγγράφων δείχνει ότι τα οικεία προϊόντα δεν πληρούν τις κοινοτικές προδιαγραφές.

Οι παρτίδες αυτές πρέπει να συνοδεύονται από τα έγγραφα του άρθρου 7 παράγραφος 1, συνοδευόμενα ενδεχομένως από επικυρωμένες μεταφράσεις.

3. Αν κατά τους ελέγχους της παραγράφου 2 διαπιστωθεί ότι πληρούνται οι κοινοτικοί όροι ο επίσημος κτηνίατρος του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης συντάσσει το πιστοποιητικό του άρθρου 5 παράγραφος 1 και τα τελωνειακά έγγραφα. Οι αρμόδιες κτηνιατρικές και τελωνειακές αρχές του σταθμού επιτρέπουν την εισδοχή σε αποθήκη ελεύθερης ζώνης, σε ελεύθερη αποθήκη ή σε τελωνειακή αποθήκη. Κτηνιατρικώς, τα προϊόντα αυτά θεωρούνται κατάλληλα να τεθούν αργότερα σε ελεύθερη κυκλοφορία.

4. Εάν, κατά τους ελέγχους της παραγράφου 2, διαπιστώνεται ότι τα προϊόντα δεν τηρούν τις κοινοτικές απαιτήσεις ο επίσημος κτηνίατρος του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης συντάσσει αναλόγως το πιστοποιητικό του άρθρου 5 παράγραφος 1 και τα τελωνειακά έγγραφα. Οι τελωνειακές και κτηνιατρικές αρχές του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης μπορούν στην περίπτωση αυτή να επιτρέψουν την εισδοχή σε αποθήκη ελεύθερης ζώνης, σε ελεύθερη αποθήκη ή σε τελωνειακή αποθήκη μόνο αν, τηρουμένου του άρθρου 16, πληρούνται οι εξής όροι:

α) τα προϊόντα δεν πρέπει να προέρχονται από τρίτη χώρα τελούσα υπό απαγόρευση βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 1 στοιχείο α), πρώτη φράση,

β) οι αποθήκες των ελεύθερων ζωνών και οι ελεύθερες ή τελωνειακές αποθήκες πρέπει να εγκρίνονται από την αρμόδια αρχή για την αποθήκευση προϊόντων. Για να εγκριθούν, πρέπει να ανταποκρίνονται στις εξής απαιτήσεις:

- να αποτελούνται από κλειστό χώρο του οποίου τα σημεία εισόδου και εξόδου ελέγχονται διαρκώς, από τον υπεύθυνο αποθήκης. Στις αποθήκες μέσα σε ελεύθερη ζώνη, ολόκληρη η ζώνη πρέπει να αποτελεί κλειστό χώρο υπό τον συνεχή έλεγχο της τελωνειακής αρχής,

- να ανταποκρίνονται στους όρους έγκρισης που ορίζονται για τις αποθήκες στις οποίες αποθηκεύονται το ή τα συγκεκριμένα προϊόντα, από την κοινοτική νομοθεσία ή, ελλείψει αυτής, από την εθνική νομοθεσία,

- να προβαίνουν σε καθημερινή καταγραφή όλων των παρτίδων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την αποθήκη κάθε μέρα, της φύσης και της ποσότητας των προϊόντων ανά παρτίδα και του ονόματος και της διεύθυνσης του παραλήπτη. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να διατηρούνται επί τρία τουλάχιστον έτη,

- να διαθέτουν χωριστούς χώρους εναποθήκευσης ή/και/ κατάψυξης που επιτρέπουν την εναποθήκευση των προϊόντων που δεν τηρούν την κτηνιατρική νομοθεσία.

Η αρμόδια αρχή μπορεί όμως, για τις υφιστάμενες αποθήκες, να επιτρέψει την χωριστή εναποθήκευση των προϊόντων αυτών στον ίδιο χώρο όταν τα προϊόντα που δεν πληρούν τις κοινοτικές προδιαγραφές εναποθηκεύονται σε κλειστό χώρο που κλειδώνει,

- να διεθέτουν χώρους για τους διενεργούντες τους κτηνιατρικούς ελέγχους.

Αν οι έλεγχοι της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου καταδείξουν ότι ο ενδιαφερόμενος για το φορτίο έχει κάνει ψευδή δήλωση δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, ο τελευταίος αυτός υποχρεούται να προβεί στη διάθεση της παρτίδας σύμφωνα με το άρθρο 17.

5. Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα:

- για να ελέγχουν ότι διατηρούνται οι όροι έγκρισης των αποθηκών,

- για να αποφεύγεται η αποθήκευση των προϊόντων που δεν τηρούν τις κοινοτικές κτηνιατρικές απαιτήσεις στους ίδιους χώρους ή διαμερίσματα με τα προϊόντα που τις τηρούν,

- για να εξασφαλίζουν αποτελεσματικό έλεγχο των εισόδων και εξόδων από την αποθήκη και, κατά τις ώρες πρόσβασης στις αποθήκες ή ζώνες, την εποπτεία από την κτηνιατρική αρχή. Μεριμνούν ιδίως ώστε τα προϊόντα που δεν τηρούν την κοινοτική κτηνιατρική νομοθεσία να μην εξέλθουν των χωρών ή διαμερισμάτων όπου ευρίσκονται, χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής,

- να διαθέτουν χώρους για τους διενεργούντες τους κτηνιατρικούς ελέγχους,

- για να διενεργούν κάθε απαιτούμενο έλεγχο ώστε να αποφεύγεται οποιαδήποτε αλλοίωση ή υποκατάσταση των προϊόντων που είναι αποθηκευμένα στις αποθήκες ή οποιαδήποτε αλλαγή της πρώτης ή της δεύτερης συσκευασίας ή μεταποίησης,

6. Για λόγους που αφορούν την υγεία ανθρώπων και ζώων, ένα κράτος μέλος μπορεί να απαγορεύσει την είσοδο, σε τελωνειακή αποθήκη, ελεύθερη αποθήκη ή ελεύθερη ζώνη, προϊόντων που δεν πληρούν τους όρους της κοινοτικής νομοθεσίας.

7. Οι παρτίδες δεν πρέπει να εισάγονται σε ελεύθερες ζώνες, ελεύθερη αποθήκη ή τελωνειακή αποθήκη αν δεν διαθέτουν τελωνειακή σφραγίδα.

8. Οι παρτίδες της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου δύνανται να εγκαταλείψουν μια ελεύθερη αποθήκη, μία τελωνειακή αποθήκη ή μία ελεύθερη ζώνη μόνο για να αποσταλλούν είτε προς τρίτη χώρα είτε προς αποθήκη προβλεπομένη στο άρθρο 13, είτε για να καταστραφούν υπό τον όρο ότι:

- η αποστολή προς τρίτη χώρα πρέπει να γίνει τηρουμένων των απαιτήσεων του άρθρου 11 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και του άρθρου 11 παράγραφος 2 στοιχεία α), γ), δ) και ε),

- η μεταφορά προς αποθήκη αναφερομένη στο άρθρο 13 πρέπει να γίνει υπό την κάλυψη ενός εντύπου τελωνειακού ελέγχου Τ 1, με σχετική μνεία της διεύθυνσης της αποθήκης στο συνοδευτικό πιστοποιητικό που προβλέπεται στο άρθρο αυτό,

- η μεταφορά στον τόπο καταστροφής πρέπει να γίνει μετά από τη μετουσίωση των οικείων προϊόντων.

Στη συνέχεια, οι παρτίδες αυτές αποστέλλονται, χωρίς εκφόρτωση του φορτίου και υπό την επίβλεψη της αρμόδιας αρχής, με στεγανά οχήματα η δοχεία σφραγισμένα από τις αρμόδιες αρχές.

Οι παρτίδες δεν δύνανται να μεταφερθούν μεταξύ αποθηκών προβλεπομένων στο παρόν άρθρο.

9. Όλες οι δαπάνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών επιθεώρησης και ελέγχου που ορίζονται από το παρόν άρθρο, βαρύνουν τον ενδιαφερόμενο για το φορτίο ή τον εκπρόσωπό του, χωρίς αποζημίωση από το κράτος μέλος, σύμφωνα με τις αρχές που απορρέουν από το άρθρο 1 της οδηγίας 85/73/ΕΟΚ.

10. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή τον κατάλογο:

α) των ελεύθερων ζωνών, ελεύθερων αποθηκών και τελωνειακών αποθηκών που αναφέρονται στην παράγραφο 4,

β) των επιχειρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 13.

Η Επιτροπή εξασφαλίζει τη δημοσίευση του καταλόγου του σημείου Α στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και ανακοινώνει στα κράτη μέλη τα ονόματα των επιχειρήσεων του στοιχείου β) παράγραφος 11.

11. Σε περίπτωση μη τήρησης των όρων που αναφέρονται στις παραγράφους 1-10 και στο μέτρο που οι όροι αυτοί εφαρμόζονται στην αποθήκη, η αρμόδια αρχή υποχρεούται να αναστείλει την έγκρισή της όπως αναφέρεται στην παράγραφο 4 στοιχείο β) ενημερώνοντας σχετικώς την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

Σε περίπτωση παρατυπιών, εκ προθέσεως ή βαρείας αμελείας, επιβάλλονται, στον υπεύθυνο της μεταφοράς της παρτίδας μετά την αναχώρησή της από την αποθήκη, οι κυρώσεις που προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους.

12. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, ιδίως όσον αφορά τις διαδικασίες ελέγχου που πρέπει να εφαρμόζονται κατά την άφιξη και την αναχώρηση των παρτίδων προς και από τις ζώνες ή τις αποθήκες αυτές, και τη μεταφορά των παρτίδων μεταξύ των ζωνών ή αποθηκών αυτών, τον τρόπο αποθήκευσης των προϊόντων και τους επιτρεπόμενους χειρισμούς τους, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 13

1. Οι επιχειρήσεις που εφοδιάζουν απευθείας τα θαλάσσια μεταφορικά μέσα με προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 4, για την τροφοδοσία του πληρώματος και των επιβατών πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 12 παράγραφοι 1, 2, παράγραφος 4 στοιχεία α) και στ), σημεία 2, 3 και 4 και παράγραφοι 5, 6, 7 και 9, και:

α) να εγκρίνονται προηγουμένως από την αρμόδια αρχή ως επιχειρήσεις 7

β) να εφοδιάζονται με προϊόντα τα οποία δεν πρέπει να υποβάλλονται σε οποιαδήποτε μεταποίηση, εκτός εάν η πρώτη ύλη πληροί τις κοινοτικές απαιτήσεις 7

γ) να διαθέτουν κτίρια των οποίων η είσοδος και η έξοδος ελέγχονται μονίμως από τον υπεύθυνο της αποθήκης. Όσον αφορά αποθήκες ευρισκόμενες σε ελεύθερη ζώνη, τυγχάνουν εφαρμογής οι απαιτήσεις του άρθρου 12, παράγραφος 4 στοιχείο β), πρώτη περίπτωση, δεύτερη φράση 7

δ) να αναλαμβάνουν τη δέσμευση να μην θέσουν τα προϊόντα του άρθρου 12 παράγραφος 4 στην κατανάλωση σε έδαφος του παραρτήματος I 7

ε) να ανακοινώνουν το ταχύτερο στην αρμόδια αρχή την άφιξη των προϊόντων σε αποθήκη του στοιχείου γ).

2. Οι επιχειρηματίες της παραγράφου 1 υποχρεούνται:

α) να πραγματοποιούν τις παραδόσεις απευθείας στα θαλάσσια μεταφορικά μέσα, ή σε ειδικά εγκεκριμένη αποθήκη που βρίσκεται στο λιμάνι προορισμού, υπό την προϋπόθεση ότι πρέπει να λαμβάνονται μέτρα ώστε τα συγκεκριμένα προϊόντα να μην μπορούν σε καμιά περίπτωση να εγκαταλείψουν τη λιμενική ζώνη για άλλο προορισμό. Η μεταφορά από την αρχική αποθήκη μέχρι τον λιμένα προορισμού πρέπει να γίνει υπό τελωνειακή επίβλεψη σύμφωνα με την διαδικασία Τ 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2913/92 και να συνοδεύεται από κτηνιατρικό πιστοποιητικό του οποίου το έντυπο θα καταρτιστεί με τη διαδικασία της παραγράφου 6 7

β) να ενημερώνουν εκ των προτέρων την αρμόδια αρχή της τελωνειακής ζώνης του κράτους μέλους από το οποίο παραδίδονται τα προϊόντα, καθώς και τις αρμόδιες αρχές της λιμενικής ζώνης του κράτους μέλους προορισμού, σχετικά με την ημερομηνία αποστολής των προϊόντων, αναφέροντας και τον τόπο προορισμού τους 7

γ) να αποδεικνύουν επισήμως ότι τα προϊόντα έφθασαν στον τελικό προορισμό τους 7

δ) να τηρούν, επί τρία τουλάχιστον έτη, μητρώο εισόδου και εξόδου. Το μητρώο αυτό πρέπει να επιτρέπει τον έλεγχο των τμημάτων εκείνων των παρτίδων τα οποία βρίσκονται εντός της αποθήκης.

3. Οι επιχειρήσεις πρέπει να μεριμνούν ώστε να προμηθεύουν στα πλοία προϊόντα που δεν πληρούν τις κοινοτικές απαιτήσεις μόνο όταν πρόκειται για τον ανεφοδιασμό των επιβατών και του πληρώματος έξω από τις παράκτιες ζώνες των εδαφών του παραρτήματος I, όπως ορίζονται από τις εθνικές νομοθεσίες.

4. Η αρμόδια αρχή της λιμενικής ζώνης του κράτους μέλους από το οποίο παραδίδονται τα προϊόντα, κοινοποιεί την παράδοση στην αρμόδια αρχή της λιμενικής ή αερολιμενικής ζώνης του κράτους μέλους προορισμού το αργότερο κατά τη στιγμή της αποστολής των προϊόντων και την ενημερώνει σχετικά με τον τόπο προορισμού των προϊόντων μέσω του δικτύου ΑΝΙΜΟ.

5. Εάν οι όροι του παρόντος άρθρου δεν τηρηθούν, η αρμόδια αρχή υποχρεούται να αποσύρει την έγκριση της παραγράφου 1 στοιχείο α) ενημερώνοντας την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

6. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, ιδιως όσον αφορά τις διαδικασίες ελέγχου που πρέπει να εφαρμόζονται κατά την αναχώρηση και κατά τη μεταφορά και την παράδοση των προϊόντων που πρέπει να παραδίδονται απευθείας στα θαλάσσια μεταφορικά μέσα, συμπεριλαμβανομένης της απόδειξης ότι τα προϊόντα αυτά έφθασαν στο νόμιμο προορισμό τους, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 14

1. Τα προϊόντα των οποίων ο αποδεκτός, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92, τελωνειακός προορισμός είναι άλλος από αυτόν που αναφέρεται στα άρθρα 7 και 12 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας, πρέπει να υποβάλλονται, όταν απαιτείται, εκτός από την περίπτωση καταστροφής ή επανεξαγωγής, σε έλεγχο ταυτότητος και φυσικό έλεγχο προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι τηρούν τους όρους εισαγωγής.

2. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται, όταν χρειάζεται, με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 15

1. Ένα κράτος μέλος επιτρέπει την επανεισαγωγή παρτίδας προϊόντων κοινοτικής καταγωγής που δεν επετράπη η εισαγωγή της σε τρίτη χώρα αν:

α) τα προϊόντα συνοδεύονται:

i) είτε από το πρωτότυπο πιστοποιητικό ή επικυρωμένο από την αρμοδία αρχή αντίγραφο του υγειονομικού πιστοποιητικού που συνοδεύει τα προϊόντα στο οποίο αναφέρονται οι λόγοι της απόρριψης και η εγγύηση ότι έχουν τηρηθεί οι όροι αποθήκευσης και μεταφοράς των προϊόντων και στο οποίο διευκρινίζεται ότι τα συγκεκριμένα προϊόντα δεν υπέστησαν κανένα χειρισμό,

ii) σε περίπτωση σφραγισμένων δοχείων, από βεβαίωση του μεταφορέα στην οποία πιστοποιείται ότι το περιεχόμενο δεν υπέστη κανένα χειρισμό ή εκφόρτωση 7

β) τα εν λόγω προϊόντα υποβάλλονται σε έλεγχο εγγράφων, σε έλεγχο ταυτότητος και, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 20, σε φυσικό έλεγχο 7

γ) η παρτίδα αυτή επιστρέφεται αμέσως, υπό τους όρους του άρθρου 8 παράγραφος 4, στην εγκατάσταση καταγωγής του κράτους μέλους όπου εκδόθηκε πιστοποιητικό και ότι, εάν πρέπει να μεταφερθεί μέσω άλλου κράτους μέλους, έχει προηγουμένως εγκριθεί από τον επίσημο κτηνίατρο του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης του κράτους μέλους στο οποίο η παρτίδα φθάνει για πρώτη φορά σε ένα από τα εδάφη που αναφέρονται στο παράρτημα I, εξ ονόματος όλων των κρατών μελών μέσω των οποίων θα πραγματοποιηθεί η διαμετακόμιση.

2. Ένα κράτος μέλος δεν μπορεί να αρνηθεί την επανεισδοχή μιας παρτίδας προϊόντων κοινοτικής καταγωγής η οποία απορρίφθηκε από μια τρίτη χώρα, εάν η αρμόδια αρχή η οποία εξέδωσε το αρχικό πιστοποιητικό συμφώνησε για την εκ νέου παραλαβή της παρτίδας και εάν πληρούνται οι όροι της παραγράφου 1.

3. Στην περίπτωση που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2, τα εν λόγω προϊόντα αποστέλλονται στην εγκατάσταση καταγωγής κατά τρόπον ώστε η μεταφορά τους να πραγματοποιείται, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 4, με στεγανά μεταφορικά μέσα που έχουν αναγνωρισθεί και σφραγισθεί από την αρμόδια αρχή έτσι ώστε οι σφραγίδες να καταστρέφονται μόλις ανοιχθεί το εμπορευματοκιβώτιο.

4. Ο επίσημος κτηνίατρος που επιτρέπει τη μεταφορά ενημερώνει την αρμόδια αρχή του τόπου προορισμού μέσω του δικτύου ΑΝΙΜΟ.

5. Οι δαπάνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένων των δαπανών επιθεώρησης και των δαπανών των ελέγχων που επιβάλει το παρόν άρθρο, βαρύνουν τον ενδιαφερόμενο για το φορτίο ή τον εκπρόσωπό του, χωρίς αποζημίωση από το κράτος μέλος, τηρουμένων των αρχών που απορρέουν από το άρθρο 1 της οδηγίας 85/73/ΕΟΚ.

6. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 16

1. Το παρόν κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται στα προϊόντα που:

α) αποτελούν μέρος των προσωπικών αποσκευών ταξιδιωτών και προορίζονται για προσωπική τους κατανάλωση, εφόσον η ποσότητα δεν υπερβαίνει ποσότητα που θα οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 και εφόσον τα προϊόντα προέρχονται από κράτος μέλος ή τρίτη χώρα ή τμήμα τρίτης χώρας που περιέχεται στον κατάλογο που καταρτίζεται σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία και από την οποία δεν έχουν απαγορευθεί οι εισαγωγές 7

β) αποστέλλονται σε μικρές συσκευασίες προς ιδιώτες, εφόσον πρόκειται για εισαγωγές μη εμπορικού χαρακτήρα και εφόσον η αποστελλόμενη ποσότητα δεν υπερβαίνει ποσότητα που θα οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 3 και εφόσον τα προϊόντα προέρχονται από τρίτη χώρα ή τμήμα τρίτης χώρας που περιέχεται στον κατάλογο που καταρτίζεται σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία και από την οποία δεν απαγορεύονται οι εισαγωγές 7

γ) βρίσκονται επί μεταφορικών μέσων που εκτελούν διεθνή δρομολόγια και προορίζονται για την τροφοδοσία του πληρώματος ή των επιβατών υπό την προϋπόθεση ότι δεν εισάγονται σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I 7

Όταν τα προϊόντα αυτά ή τα απορρίμματα της κουζίνας τους εκφορτώνονται, πρέπει να καταστρέφονται. Ωστόσο, τα προϊόντα δεν απαιτείται να καταστρέφονται όταν μεταφέρονται απευθείας από ένα μεταφορικό μέσο που εκτελεί διεθνή δρομολόγια σε άλλο, στο ίδιο λιμάνι και υπό τελωνειακό έλεγχο 7

δ) έχουν υποβληθεί, στο μέτρο που η ποσότητά τους δεν υπερβαίνει εκείνη που θα καθοριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 3, σε θερμική επεξεργασία, σε ερμητικά σφραγισμένα δοχεία, της οποίας η τιμή Fo ισούται προς 3,00 τουλάχιστον και:

i) αποτελούν μέρος των προσωπικών αποσκευών ταξιδιωτών και προορίζονται για προσωπική τους κατανάλωση,

ii) αποστέλλονται σε μικρές συσκευασίες προς ιδιώτες, εφόσον πρόκειται για εισαγωγές μη εμπορικού χαρακτήρα,

ε) αποστέλλονται ως εμπορικά δείγματα ή προορίζονται για εκθέσεις υπό την προϋπόθεση ότι δεν πρόκειται να διατεθούν στο εμπόριο και ότι έχουν λάβει προηγουμένως σχετική άδεια από την αρμόδια αρχή 7

στ) που προορίζονται για ειδικές μελέτες ή αναλύσεις, στο μέτρο που ο επίσημος έλεγχος επιτρέπει να εξακριβώνεται ότι τα προϊόντα αυτά δεν διατίθενται για ανθρώπινη διατροφή και ότι, μετά τη λήξη της έκθεσης ή τη διεξαγωγή των ειδικών μελετών ή της ανάλυσης, τα προϊόντα αυτά, εκτός από τις ποσότητες που χρησιμοποιήθηκαν κατά την ανάλυση, καταστρέφονται ή επαναποστέλλονται υπό ορισμένους όρους που καθορίζει η αρμόδια αρχή 7

Στην περίπτωση που αναφέρει το παρόν σημείο και στην περίπτωση που αναφέρεται στο στοιχείο ε), το κράτος μέλος προορισμού μεριμνά ώστε τα εν λόγω προϊόντα να μην μπορούν να χρησιμοποιηθούν για χρήσεις διαφορετικές από εκείνες για τις οποίες εισήλθαν στο έδαφός της.

2. Η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου δεν θίγει τους κανόνες που εφαρμόζονται στο νωπό κρέας και στα προϊόντα με βάση το κρέας σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 της οδηγίας 72/462/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1972, περί των υγειονομικών προβλημάτων και των υγειονομικών μέτρων κατά τις εισαγωγές ζώων του βοείου και χοιρείου είδους και νωπών κρεάτων προελεύσεως τρίτων χωρών (18).

3. Με τη διαδικασία του άρθρου 29, η Επιτροπή καθορίζει τους κανόνες εφαρμογής και ιδίως τα όρια βάρους για τα διάφορα προϊόντα που ενδέχεται να τύχουν των παρεκκλίσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 17

1. Οι παρτίδες που εισέρχονται σε ένα από τα εδάφη της Κοινότητας χωρίς να υποβληθούν στους κτηνιατρικούς ελέγχους σύμφωνα με τις απαιτήσεις των άρθρων 3 και 4 δημεύονται και η αρμόδια αρχή αποφασίζει είτε την καταστροφή τους σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο β) ή την εκ νέου αποστολή τους σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α).

2. Όταν, βάσει των ελέγχων που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, η αρμόδια αρχή διαπιστώνει ότι το προϊόν δεν πληροί τους όρους εισαγωγής, ή όταν κατά τους ελέγχους αυτούς διαπιστώνεται παρατυπία, η αρμόδια αρχή, μετά από διαβούλευση με τον ενδιαφερόμενο για το φορτίο ή τον εκπρόσωπό του, αποφασίζει:

α) είτε να αποστείλει εκ νέου το προϊόν εκτός των εδαφών του παραρτήματος I, από τον ίδιο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης προς προορισμό για τον οποίο συμφωνεί ο ενδιαφερόμενος για το φορτίο, με το ίδιο μεταφορικό μέσο, εντός εξήντα το πολύ ημερών, εφόσον δεν αντιτίθενται σ' αυτό τα πορίσματα της κτηνιατρικής επιθεώρησης και οι υγειονομικές απαιτήσεις ή οι απαιτήσεις υγειονομικού ελέγχου.

Στην περίπτωση αυτή, ο επίσημος κτηνίατρος του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης πρέπει:

- να κινεί τη διαδικασία ενημέρωσης που προβλέπεται στην πρώτη περίπτωση του άρθρου 1 παράγραφος 1 της απόφασης 92/438/ΕΟΚ,

- να ακυρώνει, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που θα ορίσει η Επιτροπή με τη διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 7, τα κτηνιατρικά πιστοποιητικά ή έγγραφα που συνοδεύουν τα απορριπτόμενα προϊόντα, ώστε τα συγκεκριμένα προϊόντα να μην μπορούν να εισαχθούν από άλλον συνοριακό σταθμό επιθεώρησης 7

β) είτε, εάν η εκ νέου αποστολή είναι αδύνατη ή έχει παρέλθει η προθεσμία εξήντα ημερών που αναφέρεται στο σημείο α) ή εάν ο ενδιαφερόμενος για το φορτίο συμφωνεί αμέσως, να καταστρέφει το προϊόν στις πλησιέστερες προς το συνοριακό σταθμό επιθεώρησης εγκαταστάσεις που προβλέπονται για το σκοπό αυτόν σύμφωνα με την οδηγία 90/667/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1990, για τη θέσπιση υγειονομικών κανόνων για τη διάθεση και τη μεταποίηση ζωικών αποβλήτων, τη διάθεσή τους στην αγορά και την προστασία από τους παθογόνους οργανισμούς των ζωοτροφών ζωικής προέλευσης ή με βάση τα ψάρια (19).

Μέχρις ότου επαναποσταλούν τα προϊόντα που αναφέρονται στο παρόν στοιχείο ή μέχρις ότου επιβεβαιωθούν οι λόγοι της απόρριψης, οι αρμόδιες αρχές αποθηκεύουν τα συγκεκριμένα προϊόντα υπό τον έλεγχο της αρμόδιας αρχής δαπάναις του ενδιαφερομένου.

3. Όταν, από τους ελέγχους που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 του παρόντος άρθρου συνάγεται σοβαρή παράβαση ή επανειλημμένες παραβάσεις της κοινοτικής κτηνιατρικής νομοθεσίας, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 23 και 24.

4. Οι διατάξεις της παραγράφου 2 δεν εφαρμόζονται όταν η αρμόδια αρχή έχει επιτρέψει τη χρήση των προϊόντων σύμφωνα με την οδηγία 90/667/ΕΟΚ, εφόσον δεν παρουσιάζουν κίνδυνο για την υγεία του ανθρώπου ή των ζώων.

5. Τα έξοδα για την εκ νέου αποστολή ή την καταστροφή της παρτίδας ή τη χρήση του προϊόντος για άλλους σκοπούς βαρύνουν τον ενδιαφερόμενο για το φορτίο ή τον εκπρόσωπό του.

Επιπλέον, όταν η διαπιστωθείσα παρατυπία οφείλεται σε βαρεία αμέλεια ή σε πρόθεση το κράτος μέλος οφείλει να επιβάλει στον ενδιαφερόμενο για το φορτίο τις κυρώσεις εκ της εθνικής νομοθεσίας.

6. Τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις της απόφασης 92/438/ΕΟΚ.

7. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των παραγράφων 1 έως 3, ιδίως δε η διαμόρφωση ενιαίων κριτηρίων αξιολόγησης βάσει των οποίων αποφασίζεται η απόρριψη, η κατάσχεση ή η καταστροφή, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 18

Με τη διαδικασία του άρθρου 29 και βάσει των προγραμμάτων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο, η Επιτροπή θεσπίζει τους κανόνες που εφαρμόζονται κατά τις εισαγωγές σε ορισμένα τμήματα των εδαφών του παραρτήματος I, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι ιδιαίτερες φυσικές δυσκολίες των εδαφών αυτών, ιδίως δε η μεγάλη τους απόσταση από τμήμα του ηπειρωτικού εδάφους της Κοινότητας.

Για το σκοπό αυτό, η Γαλλική Δημοκρατία, αφενός, και η Ελληνική Δημοκρατία, αφετέρου, θα υποβάλουν στην Επιτροπή πρόγραμμα στο οποίο θα εκθέτουν, για τη συγκεκριμένη περίπτωση των γαλλικών υπερπόντιων διαμερισμάτων, αφενός, και ορισμένων νήσων και νησιωτικών συμπλεγμάτων, αφετέρου, τη φύση των ελέγχων που πρέπει να διεξάγονται κατά την εισαγωγή προϊόντων από τρίτες χώρες στις περιοχές αυτές, λαμβανομένων υπόψη των φυσικών γεωγραφικών εμποδίων που χαρακτηρίζουν τα εδάφη αυτά.

Τα προγράμματα αυτά πρέπει να προσδιορίζουν τους ελέγχους που πρέπει να διενεργούνται ώστε τα προϊόντα που εισάγονται σ' αυτά τα εδάφη να μην επαναποσταλούν ποτέ σε άλλα τμήματα του κοινοτικού εδάφους, εκτός εάν τα εδάφη αυτά τηρούν τις απαιτήσεις της κοινοτικής κτηνιατρικής νομοθεσίας.

Άρθρο 19

1. Με τη διαδικασία του άρθρου 29, η Επιτροπή καταρτίζει τον κατάλογο των φυτικών προϊόντων τα οποία, λόγω ιδίως του τελικού προορισμού τους, είναι δυνατόν να συνιστούν κίνδυνο διάδοσης λοιμωδών ή μεταδοτικών ασθενειών για τα ζώα και, για το λόγο αυτό, πρέπει να υποβάλλονται στους κτηνιατρικούς ελέγχους που προβλέπει η παρούσα οδηγία, ίδιως δε στους ελέγχους που προβλέπονται στο άρθρο 4, με σκοπό να εξακριβώνονται η προέλευση και ο προβλεπόμενος προορισμός των φυτών αυτών.

Με την ίδια διαδικασία θεσπίζονται τα εξής:

- οι όροι υγειονομικού ελέγχου τους οποίους πρέπει να τηρούν οι τρίτες χώρες και τα εχέγγυα που πρέπει να προσφέρουν, ιδίως η φύση της επεξεργασίας που απαιτείται ενδεχομένως ανάλογα με την υγειονομική κατάστασή τους,

- ο κατάλογος των τρίτων χωρών στις οποίες μπορεί να επιτραπεί, ανάλογα με τα εχέγγυα, να εξάγουν προς την Κοινότητα τα φυτικά προϊόντα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο,

- τυχόν ειδικές διαδικασίες ελέγχου, και συγκεκριμένα όσον αφορά τη δειγματοληψία η οποία είναι δυνατόν να εφαρμόζεται στα προϊόντα αυτά, ιδίως σε περίπτωση εισαγωγών χύμα.

2. Μόλις εκφορτωθούν από αλιευτικό πλοίο με σημαία τρίτης χώρας και πριν εισαχθούν σε ένα από τα εδάφη του παραρτήματος I, τα νωπά αλιευτικά προϊόντα πρέπει, κατ' εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1093/94 του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 1994, για τον καθορισμό των όρων υπό τους οποίους τα αλιευτικά σκάφη τρίτων χωρών μπορούν να εκφορτώσουν απευθείας και να διαθέτουν στο εμπόριο τα αλιεύματά τους στους λιμένες της Κοινότητας (20), να υποβάλλονται στους κτηνιατρικούς ελέγχους που προβλέπονται για τα ψάρια αυτά όταν εκφορτώνονται από αλιευτικά πλοία με σημαία κράτους μέλους.

Πάντως, κατά παρέκκλιση εκ του άρθρου 3 παράγραφος 2, ένα κράτος μέλος μπορεί να λάβει την άδεια, με τη διαδικασία του άρθρου 29, να διενεργεί τους ελέγχους της παρούσας οδηγίας στους κατεψυγμένους και υπερκατεψυγμένους τόνους που εκφορτώνονται απευθείας χωρίς αφαίρεση εντοσθίων και κεφαλής, από σκάφος που ανήκει σε μεικτή εταιρεία καταχωρημένη βάσει των οικείων κοινοτικών διατάξεων, εφόσον:

- οι έλεγχοι γίνονται από την αρμόδια αρχή του εγγυτέρου συνοριακού σταθμού επιθεώρησης στην βιομηχανική εγκατάσταση προορισμού που έχει άδεια να μεταποιεί τα προϊόντα αυτά,

- η εγκατάσταση μεταποίησης δεν απέχει του σταθμού περισσότερο από 75 χλμ.,

- τα προϊόντα μεταφέρονται υπό τελωνειακή επιτήρηση, με τη διαδικασία του άρθρου 8 παράγραφος 4, πρώτη περίπτωση, από το σημείο εκφόρτωσης μέχρι την εγκατάσταση μεταποίησης.

3. Με τη διαδικασία του άρθρου 29, είναι δυνατόν να παρέχονται παρεκκλίσεις από τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 1 στοιχείο β) και, όσον αφορά το προσωπικό που είναι υπεύθυνο για τη διεξαγωγή των ελέγχων και την έκδοση πιστοποιητικών, από τις διατάξεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 1 για συνοριακό σταθμό επιθεώρησης στους οποίους προσκομίζονται και την έκδοση πιστοποιητικών όπως αναφέρεται στην οδηγία 91/493/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 1991, περί καθορισμού των υγειονομικών κανόνων που διέπουν την παραγωγή και τη διάθεση στην αγορά των αλιευτικών προϊόντων (21).

Άρθρο 20

1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Κεφαλαίου και αν υπάρχουν υπόνοιες ότι δεν έχει τηρηθεί η κτηνιατρική νομοθεσία ή αν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με:

α) την ταυτότητα ή τον πραγματικό προορισμό του προϊόντος 7

β) την αντιστοιχία του προϊόντος προς τις εγγυήσεις που προβλέπει η νομοθεσία για τον συγκεκριμένο τύπο προϊόντων 7

γ) την τήρηση των εγγυήσεων υγείας των ζώων ή της δημόσιας υγείας που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία,

ο επίσημος κτηνίατρος ή η αρμόδια αρχή διενεργούν τους κτηνιατρικούς ελέγχους που κρίνουν ενδεδειγμένους για να επιβεβαιώσουν ή να άρουν τις υπόνοιες αυτές.

Τα ελεγχόμενα προϊόντα πρέπει να παραμένουν υπό τον έλεγχο της αρμόδιας αρχής μέχρις ότου γίνουν γνωστά τα πορίσματα των ελέγχων.

Εάν επιβεβαιωθούν οι υπόνοιες, οι έλεγχοι των προϊόντων της ίδιας καταγωγής πρέπει να ενισχύονται σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 3.

2. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 21

1. Το αργότερο τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος της συνθήκης προσχώρησης, η Αυστριακή Δημοκρατία οφείλει να εισαγάγει το σύστημα ελέγχου που προβλέπεται στο παρόν κεφάλαιο. Κατά τη μεταβατική περίοδο, η Αυστρία εφαρμόζει τα μέτρα που θα καθοριστούν πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της πράξης προσχώρησης με τη διαδικασία του άρθρου 29. Τα μέτρα αυτά πρέπει να διασφαλίζουν ότι όλοι οι απαιτούμενοι έλεγχοι διεξάγονται όσο το δυνατόν πλησιέστερα προς τα εξωτερικά σύνορα της Κοινότητας.

2. Το αργότερο δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος της συνθήκης προσχώρησης, η Δημοκρατία της Φινλανδίας οφείλει να εισαγάγει το σύστημα ελέγχου που προβλέπεται στο παρόν κεφάλαιο. Κατά τη μεταβατική περίοδο, η Φινλανδία εφαρμόζει τα μέτρα που ορίζονται πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της πράξης προσχώρησης με τη διαδικασία του άρθρου 29. Τα μέτρα αυτά διασφαλίζουν ότι όλοι οι απαιτούμενοι έλεγχοι διεξάγονται όσον το δυνατόν πλησιέστερα προς τα εξωτερικά σύνορα της Κοινότητας.

3. Επί δύο έτη μετά την 1η Ιουλίου 1999 και ύστερα από σχετική αίτηση κράτους μέλους, είναι δυνατόν να δοθεί παρέκκλιση, με τη διαδικασία του άρθρου 29, από τις απαιτήσεις της όγδοης περίπτωσης του παραρτήματος II για τους συνοριακούς σταθμούς που βρίσκονται στα σύνορα των χωρών που έγιναν δεκτές ως υποψήφιες για προσχώρηση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ

Άρθρο 22

1. Αν στο έδαφος τρίτης χώρας εκδηλωθεί ή εξαπλωθεί ασθένεια που προβλέπεται στην οδηγία 82/894/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1982, για την κοινοποίηση των ασθενειών των ζώων μέσα στην Κοινότητα (22), ζωονόσος ή ασθένεια ή οποιοδήποτε άλλο φαινόμενο που ενδέχεται να συνιστά σοβαρό κίνδυνο για την υγεία των ζώων ή του ανθρώπου, ή αν αυτό αιτιολογείται από οποιοδήποτε άλλο σοβαρό λόγο υγειονομικού ελέγχου ή προστασίας της υγείας του ανθρώπου, ιδίως λόγω των διαπιστώσεων των εμπειρογνωμόνων κτηνιάτρων της ή κατά τους ελέγχους που διενεργούνται σε ένα συνοριακό σταθμό επιθεώρησης, η Επιτροπή θεσπίζει, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους, χωρίς καθυστέρηση και ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης, ένα από τα ακόλουθα μέτρα:

- αναστολή των εισαγωγών από το σύνολο ή τμήμα εδάφους της συγκεκριμένης τρίτης χώρας, και ενδεχομένως, από την τρίτη χώρα διαμετακόμισης,

- καθορισμό ειδικών όρων για τα προϊόντα που προέρχονται από το σύνολο ή τμήμα του εδάφους της συγκεκριμένης τρίτης χώρας,

- εκπόνηση, βάσει των πραγματικών διαπιστώσεων, προσαρμοσμένων απαιτήσεων ελέγχου, στις οποίες είναι δυνατόν να περιλαμβάνεται ειδική ανίχνευση των κινδύνων για τη δημόσια υγεία ή την υγεία των ζώων και, ανάλογα με τα πορίσματα των ελέγχων αυτών, αύξηση της συχνότητας των φυσικών ελέγχων.

2. Εάν, κατά τη διάρκεια ενός από τους ελέγχους που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία, διαπιστώνεται ότι μια παρτίδα προϊόντων μπορεί να συνιστά κίνδυνο για την υγεία των ζώων ή του ανθρώπου, η αρμόδια κτηνιατρική αρχή λαμβάνει αμέσως τα ακόλουθα μέτρα:

- κατάσχεση και καταστροφή της παρτίδας,

- άμεση ενημέρωση των άλλων συνοριακών σταθμών επιθεώρησης και της Επιτροπής για τις διαπιστώσεις και για την καταγωγή των προϊόντων, σύμφωνα με την απόφαση 92/438/ΕΟΚ.

3. Στην περίπτωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί να λάβει συντηρητικά μέτρα για τα προϊόντα που αναφέρονται στα άρθρα 11, 12 και 13.

4. Αντιπρόσωποι της Επιτροπής μπορούν να μεταβούν αμέσως επί τόπου.

5. Εάν ένα κράτος μέλος πληροφορήσει επίσημα την Επιτροπή ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα διασφάλισης, χωρίς η Επιτροπή να εφαρμόσει τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 ή να παραπέμψει το θέμα στη μόνιμη κτηνιατρική επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 6, το κράτος μέλος αυτό μπορεί να λάβει συντηρητικά μέτρα για τα εν λόγω προϊόντα.

Όταν ένα κράτος μέλος λαμβάνει συντηρητικά μέτρα έναντι μιας τρίτης χώρας ή εγκατάστασης τρίτης χώρας σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, ενημερώνει σχετικά τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή, στο πλαίσιο της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής.

Εντός δέκα εργάσιμων ημερών, το θέμα παραπέμπεται στη μόνιμη κτηνιατρική επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 28, με σκοπό την παράταση, τροποποίηση ή κατάργηση των μέτρων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 3 του παρόντος άρθρου. Με τη διαδικασία του άρθρου 28, μπορούν επίσης να εκδίδονται και οι απαιτούμενες αποφάσεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την ενδοκοινοτική κυκλοφορία των προϊόντων ή τη διαμετακόμιση.

6. Οι αποφάσεις για την τροποποίηση, την κατάργηση ή την παράταση των μέτρων που αποφασίζονται δυνάμει των παραγράφων 1, 2, 3 και 5 του παρόντος άρθρου, λαμβάνονται με τη διαδικασία του άρθρου 28.

7. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος κεφαλαίου θεσπίζονται, αν χρειάζεται, με τη διαδικασία του άρθρου 29.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΙ

Άρθρο 23

1. Στο μέτρο που απαιτείται για την ομοιόμορφη εφαρμογή των απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας, εμπειρογνώμονες κτηνίατροι της Επιτροπής μπορούν, σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές:

α) να ελέγχουν αν τα κράτη μέλη συμμορφούνται προς τις εν λόγω απαιτήσεις 7

β) να πραγματοποιούν επιτόπιους ελέγχους για να βεβαιωθούν ότι οι έλεγχοι διενεργούνται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

2. Το κράτος μέλος, στο έδαφος του οποίου διενεργείται επιθεώρηση, παρέχει στους εμπειρογνώμονες κτηνιάτρους της Επιτροπής κάθε αναγκαία βοήθεια για την εκπλήρωση της αποστολής τους.

Πριν την εκπόνηση και τη δημοσίευση οριστικής έκθεσης, τα πορίσματα των διεξαγόμενων ελέγχων πρέπει να συζητούνται με την αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους.

3. Όταν κρίνει ότι τούτο δικαιολογείται από τα πορίσματα του ελέγχου, η Επιτροπή εξετάζει την κατάσταση στο πλαίσιο της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής. Η Επιτροπή μπορεί να εκδώσει τις απαιτούμενες αποφάσεις με τη διαδικασία του άρθρου 28.

4. Η Επιτροπή παρακολουθεί την εξέλιξη της κατάστασης και, με τη διαδικασία του άρθρου 28, τροποποιεί ή καταργεί, αναλόγως, τις αποφάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.

5. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται, αν χρειάζεται, με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 24

1. Όταν, κατά τους ελέγχους που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία, διαπιστώνεται σοβαρή παράβαση ή επανειλημμένες παραβάσεις της κοινοτικής κτηνιατρικής νομοθεσίας, η αρμόδια αρχή λαμβάνει τα ακόλουθα μέτρα έναντι των προϊόντων τα οποία αφορά η συγκεκριμένη χρήση ή καταγωγή:

- ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τη φύση των χρησιμοποιηθέντων προϊόντων και την ενεχόμενη παρτίδα 7 η Επιτροπή ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, όλους τους συνοριακούς σταθμούς επιθεώρησης,

- τα κράτη μέλη ενισχύουν τους ελέγχους όλων των παρτίδων προϊόντων της ίδιας καταγωγής. Συγκεκριμένα, οι δέκα επόμενες παρτίδες της ίδιας καταγωγής πρέπει να παρακρατούνται, με την κατάθεση εγγύησης για τα έξοδα του ελέγχου, στο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης προκειμένου να υποβληθούν σε φυσικό έλεγχο και στη δειγματοληψία και τις εργαστηριακές εξετάσεις που προβλέπονται στο παράρτημα III.

Όταν οι νέοι αυτοί έλεγχοι επιτρέπουν να επιβεβαιωθεί η παραβίαση της κοινοτικής νομοθεσίας, οι οικείες παρτίδες πρέπει να διατεθούν κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β):

- η Επιτροπή ενημερώνεται για τα αποτελέσματα των ενισχυμένων ελέγχων και, βάσει των πληροφοριών αυτών, διεξάγει όλες τις αναγκαίες έρευνες για να προσδιορίσει τους λόγους και την προέλευση των παραβάσεων.

2. Όταν οι έλεγχοι αποκαλύπτουν υπέρβαση των ανώτατων ορίων καταλοίπων, διενεργούνται οι έλεγχοι που αναφέρονται στην παράγραφο 1, δεύτερη περίπτωση.

3. Εάν, στην περίπτωση τρίτων χωρών που έχουν συνάψει συμφωνίες ισοδυναμίας με την Κοινότητα ή τρίτων χωρών για τις οποίες εφαρμόζεται μειωμένη συχνότητα ελέγχων, μετά τη διενέργεια έρευνας στις αρμόδιες αρχές της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας, η Επιτροπή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι εν λόγω χώρες δεν τήρησαν τις υποχρεώσεις τους και τις εγγυήσεις των σχεδίων που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 1 της οδηγίας 96/23/ΕΚ, αναστέλλει, με τη διαδικασία του άρθρου 29 της παρούσας οδηγίας, την εφαρμογή των συμφωνιών αυτών ή τη μείωση της συχνότητας των ελέγχων για τα συγκεκριμένα προϊόντα έως ότου η χώρα αυτή αποδείξει ότι οι παραλείψεις επανορθώθηκαν. Η αναστολή παρατείνεται με την ίδια διαδικασία.

Εάν είναι αναγκαίο για την επανεφαρμογή των συμφωνιών, μεταβαίνει επί τόπου κοινοτική αποστολή στην οποία συμμετέχουν εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, με έξοδα της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας, προκειμένου να εξακριβώσει τα σχετικά ληφθέντα μέτρα.

Άρθρο 25

1. Όταν μια αρμόδια αρχή κράτους μέλους κρίνει, βάσει των πορισμάτων των ελέγχων που διενεργούνται στον τόπο εμπορίας των προϊόντων, ότι οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν τηρούνται σ' ένα συνοριακό σταθμό επιθεώρησης που αναφέρεται στο άρθρο 6, σε μια τελωνειακή αποθήκη, ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη αποθήκη που αναφέρεται στο άρθρο 12 ενός άλλου κράτους μέλους, επικοινωνεί αμέσως με την αρμόδια κεντρική αρχή του εν λόγω κράτους.

Η εν λόγω αρχή λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα και ανακοινώνει στην αρμόδια αρχή του πρώτου κράτους μέλους το είδος των πραγματοποιηθέντων ελέγχων, τις αποφάσεις που έλαβε, καθώς και την αιτιολόγησή τους.

Αν η αρμόδια αρχή του πρώτου κράτους μέλους κρίνει ότι τα μέτρα δεν επαρκούν, εξετάξει, μαζί με την αρμόδια αρχή του άλλου κράτους μέλους, τους τρόπους και τα μέσα επανόρθωσης της κατάστασης, ενδεχομένως, με επιτόπια επίσκεψη.

Όταν, από τους ελέγχους που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, διαπιστώνεται επανειλημμένη παράβαση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προορισμού ενημερώνει την Επιτροπή και τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών.

Μετά από αίτηση της αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους προορισμού ή με δική της πρωτοβουλία και λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των διαπιστωθεισών παραβάσεων, η Επιτροπή μπορεί:

- να αποστέλλει επιτόπου, σε συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, ομάδα ελέγχου,

- να ζητά από την αρμόδια αρχή την ενίσχυση των ελέγχων που διενεργούνται στο συγκεκριμένο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης, την τελωνειακή αποθήκη, την ελεύθερη ζώνη ή την ελεύθερη αποθήκη.

Μέχρις ότου διατυπωθούν τα συμπεράσματα της Επιτροπής, το ενεχόμενο κράτος μέλος πρέπει, μετά από αίτηση του κράτους μέλους προορισμού, να ενισχύει τους ελέγχους στο συγκεκριμένο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης, την τελωνειακή αποθήκη, την ελεύθερη ζώνη ή την ελεύθερη αποθήκη.

Το κράτος μέλος προορισμού μπορεί, από την πλευρά του, να εντείνει τους ελέγχους των προϊόντων που έχουν την ίδια προέλευση.

Μετά από αίτηση ενός από τα δύο συγκεκριμένα κράτη μέλη και εφόσον ο έλεγχος που αναφέρεται στο πέμπτο εδάφιο πρώτη περίπτωση της παραπάνω παραγράφου επιβεβαιώσει την ύπαρξη παρατυπιών, η Επιτροπή πρέπει να λάβει τα κατάλληλα μέτρα με τη διαδικασία του άρθρου 28. Τα μέτρα αυτά πρέπει να επιβεβαιώνονται ή να αναθεωρούνται το συντομότερο δυνατόν με την ίδια διαδικασία.

2. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τα ένδικα μέσα κατά των αποφάσεων των αρμόδιων αρχών που προβλέπονται από την ισχύουσα στα κράτη μέλη νομοθεσία.

Οι αποφάσεις της αρμόδιας αρχής και η αιτιολογία τους γνωστοποιούνται στον ενδιαφερόμενο για το φορτίο ή τον εντολοδόχο του.

Εάν ο ενδιαφερόμενος ή ο εντολοδόχος το ζητήσει, οι εν λόγω αποφάσεις και η σχετική αιτιολογία τους επιδίδονται και γραπτώς με μνεία των ενδίκων μέσων που διαθέτουν βάσει της ισχύουσας στο κράτος μέλος ελέγχου νομοθεσίας, καθώς και της διαδικασίας και των προθεσμιών άσκησης αυτών.

3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 26

1. Κάθε κράτος μέλος καταρτίζει πρόγραμμα ανταλλαγής υπαλλήλων αρμόδιων για τη διενέργεια ελέγχων επί των προϊόντων που προέρχονται από τρίτες χώρες.

2. Η Επιτροπή, στο πλαίσιο της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής, συντονίζει με τα κράτη μέλη τα προγράμματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου να καταστεί δυνατή η υλοποίηση των προγραμμάτων που προκύπτουν από το συντονισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

4. Η υλοποίηση των προγραμμάτων εξετάζεται κάθε χρόνο, στο πλαίσιο της μόνιμης κτηνιατρικής επιτροπής, βάσει εκθέσεων των κρατών μελών.

5. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη την κτηθείσα πείρα προκειμένου να βελτιώνουν και να εμπλουτίζουν τα προγράμματα ανταλλαγών.

6. Πρέπει να χορηγείται χρηματοδοτική συμμετοχή της Κοινότητας προκειμένου να επιτραπεί η αποτελεσματική ανάπτυξη των προγραμμάτων ανταλλαγών. Οι λεπτομέρειες της χρηματοδοτικής συμμετοχής της Κοινότητας, καθώς και η προβλεπόμενη συνδρομή που βαρύνει τον προϋπολογισμό της Κοινότητας καθορίζονται με την απόφαση 90/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990 (23), σχετικά με ορισμένες δαπάνες στον κτηνιατρικό τομέα.

7. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των παραγράφων 1, 4 και 5 του παρόντος άρθρου θεσπίζονται, αν χρειάζεται, με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 27

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επίσημοι κτηνίατροι που υπηρετούν στους συνοριακούς σταθμούς επιθεώρησης να παρακολουθούν τα ειδικά προγράμματα κατάρτισης που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Με τη διαδικασία του άρθρου 29 η Επιτροπή καταρτίζει τις κατευθυντήριες γραμμές στις οποίες πρέπει να ανταποκρίνονται τα προγράμματα αυτά.

Τουλάχιστον μία φορά το χρόνο η Επιτροπή διοργανώνει σεμινάρια για τους υπευθύνους των προγραμμάτων αυτών για να εξασφαλίζει το συντονισμό τους.

Οι δράσεις που προβλέπονται από το παρόν άρθρο χρηματοδοτούνται σύμφωνα με τον Τίτλο III της απόφασης 90/424/ΕΟΚ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 28

Στις περιπτώσεις που γίνεται αναφορά στη διαδικασία του παρόντος άρθρου, η μόνιμη κτηνιατρική επιτροπή, η οποία έχει συσταθεί με την απόφαση 68/361/ΕΟΚ του Συμβουλίου (24), αποφασίζει σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στο άρθρο 17 της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ.

Άρθρο 29

Στις περιπτώσεις που γίνεται αναφορά στη διαδικασία του παρόντος άρθρου, η μόνιμη κτηνιατρική επιτροπή αποφασίζει σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στο άρθρο 18 της οδηγίας 89/662/ΕΟΚ.

Άρθρο 30

Τα παραρτήματα II και III μπορούν να συμπληρώνονται με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 31

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από την τελωνειακή νομοθεσία.

Άρθρο 32

Για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη, μπορούν να ζητούν την χρηματοδοτική ενίσχυση της Κοινότητας που προβλέπεται στο άρθρο 38 της απόφασης 90/424/ΕΟΚ.

Άρθρο 33

Η οδηγία 90/675/ΕΟΚ καταργείται από τις 30 Ιανουαρίου 1999.

Οι πράξεις που έχουν θεσπιστεί βάσει της οδηγίας 90/675/ΕΟΚ πρέπει να εξακολουθήσουν να ισχύουν μέχρις ότου θεσπιστούν διατάξεις που θα τις αντικαταστήσουν βάσει της παρούσας οδηγίας.

Κάθε πράξη που θεσπίζεται βάσει της παρούσας οδηγίας πρέπει, όταν είναι απαραίτητο, να διευκρινίζει την ημερομηνία από την οποία οι οικείες διατάξεις θα αντικαταστήσουν τις αντίστοιχες διατάξεις της πράξης που είχε θεσπιστεί βάσει της οδηγίας 90/675/ΕΟΚ.

Οι παραπομπές στην καταργηθείσα οδηγία λογίζονται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος IV.

Άρθρο 34

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύσουν τις απαιτούμενες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία πριν από την 1η Ιουλίου 1999, ενημερώνουν δε αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιουλίου 1999.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τα κείμενα των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 35

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 36

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 18 Δεκεμβρίου 1997.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

F. BODEN

(1) ΕΕ C 285 της 23.8.1997, σ. 7.

(2) ΕΕ C 85 της 17.3.1997, σ. 76.

(3) ΕΕ C 66 της 3.3.1997, σ. 43.

(4) ΕΕ L 373 της 31.12.1990, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/43/ΕΚ (ΕΕ L 162 της 1.7.1995, σ. 1).

(5) ΕΕ L 395 της 30.12.1989, σ. 13 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 92/118/ΕΟΚ (ΕΕ L 62 της 15.3.1993, σ. 49).

(6) ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 29 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 92/118/ΕΟΚ.

(7) ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 82/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 17 της 21.1.1997, σ. 1).

(8) ΕΕ L 243 της 25.8.1992, σ. 27 7 απόφαση όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 1994.

(9) ΕΕ L 62 της 15.3.1993, σ. 49 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/90/ΕΚ (ΕΕ L 13 της 16.1.1997, σ. 24).

(10) ΕΕ L 9 της 15.1.1993, σ. 33 7 απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 96/32/ΕΚ (ΕΕ L 9 της 12.1.1996, σ. 9).

(11) ΕΕ L 331 της 17.11.1992, σ. 16.

(12) ΕΕ L 32 της 5.2.1985, σ. 14 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/43/ΕΚ (ΕΕ L 162 της 1.7.1996, σ. 1).

(13) ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 10.

(14) ΕΕ L 268 της 14.9.1992, σ. 35 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/23/ΕΚ (ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 10).

(15) ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1427/97 (ΕΕ L 196 της 24.7.1997, σ. 31).

(16) ΕΕ L 243 της 11.10.1995,σ. 17 7 απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 97/34/ΕΚ (ΕΕ L 13 της 16.1.1997, σ. 33).

(17) ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 3.

(18) ΕΕ L 302 της 31.12.1972, σ. 28 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/91/ΕΚ (ΕΕ L 13 της 16.1.1997, σ. 27).

(19) ΕΕ L 363 της 27.12.1990, σ. 51 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994.

(20) ΕΕ L 121 της 12.5.1994, σ. 3.

(21) ΕΕ L 268 της 24.9.1991, σ. 15 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 96/23/ΕΚ (ΕΕ L 125 της 23.5.1996, σ. 10).

(22) ΕΕ L 378 της 31.12.1982, σ. 58 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994.

(23) ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 19 7 απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση 94/370/ΕΚ (ΕΕ L 168 της 2.7.1994, σ. 31).

(24) ΕΕ L 255 της 18.10.1968, σ. 23.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΕΔΑΦΗ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 1

1) Το έδαφος του Βασιλείου του Βελγίου.

2) Το έδαφος του Βασιλείου της Δανίας εκτός από τις Νήσους Φερόε και τη Γροιλανδία.

3) Το έδαφος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.

4) Το έδαφος του Βασιλείου της Ισπανίας εκτός από τη Θεούτα και τη Μελίλα.

5) Το εδάφος της Ελληνικής Δημοκρατίας.

6) Το έδαφος της Γαλλικής Δημοκρατίας.

7) Το έδαφος της Ιρλανδίας.

8) Το έδαφος της Ιταλικής Δημοκρατίας.

9) Το έδαφος του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.

10) Το ευρωπαϊκό έδαφος του Βασιλείου των Κάτω Χωρών.

11) Το έδαφος της Πορτογαλικής Δημοκρατίας.

12) Το έδαφος του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Βόρειας Ιρλανδίας.

13) Το έδαφος της Δημοκρατίας της Αυστρίας.

14) Το έδαφος της Δημοκρατίας της Φινλανδίας.

15) Το έδαφος του Βασιλείου της Σουηδίας.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΟΡΟΙ ΕΓΚΡΙΣΗΣ ΣΥΝΟΡΙΑΚΟΥ ΣΤΑΘΜΟΥ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ

Για να λάβουν κοινοτική έγκριση, οι συνοριακοί σταθμοί επιθεώρησης πρέπει να διαθέτουν:

- το απαιτούμενο προσωπικό για τη διεξαγωγή του ελέγχου των εγγράφων (υγειονομικό πιστοποιητικό ή πιστοποιητικό καταλληλότητας ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο προβλέπεται από την κοινοτική νομοθεσία) που συνοδεύουν τα προϊόντα,

- αναλόγως των ποσοτήτων προϊόντων που ελέγχει ο συγκεκριμένος συνοριακός σταθμός επιθεώρησης, επαρκή αριθμό κτηνιάτρων και ειδικά εκπαιδευμένου βοηθητικού προσωπικού για τον έλεγχο της αντιστοιχίας των προϊόντων με τα συνοδευτικά έγγραφα, καθώς και για τη διεξαγωγή των συστηματικών φυσικών ελέγχων κάθε παρτίδας προϊόντων,

- επαρκές προσωπικό για τη δειγματοληψία και την επεξεργασία των τυχαίων δειγμάτων από τις παρτίδες προϊόντων που προσκομίζονται σε ένα συγκεκριμένο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης,

- αρκετά ευρύχωρες εγκαταστάσεις για το προσωπικό στο οποίο ανατίθεται η διενέργεια των κτηνιατρικών ελέγχων,

- κατάλληλους υγιεινούς χώρους και εγκαταστάσεις για τη διενέργεια των συνήθων αναλύσεων και των δειγματοληψιών που προβλέπει η παρούσα οδηγία,

- κατάλληλους υγιεινούς χώρους και εγκαταστάσεις για τη λήψη και την επεξεργασία των δειγμάτων κατά τους ελέγχους ρουτίνας που προβλέπονται από τους κοινοτικούς κανόνες (μικροβιολογικές προδιαγραφές),

- υπηρεσίες ειδικευμένου εργαστηρίου κοντά στο συνοριακό σταθμό επιθεώρησης, στο οποίο θα μπορούν να γίνονται ειδικές αναλύσεις των δειγμάτων που λαμβάνονται στο συνοριακό σταθμό,

- ψυκτικούς χώρους και εγκαταστάσεις που επιτρέπουν την αποθήκευση των τμημάτων των παρτίδων τα οποία λαμβάνονται προς ανάλυση, καθώς και των προϊόντων των οποίων δεν επετράπη η ελεύθερη κυκλοφορία από τον κτηνιατρικό υπεύθυνο του συνοριακού σταθμού επιθεώρησης,

- κατάλληλο εξοπλισμό για την ταχεία ανταλλαγή πληροφοριών, ιδίως με άλλους συνοριακούς σταθμούς επιθεώρησης (μέσω του μηχανογραφημένου συστήματος που προβλέπεται στο άρθρο 20 της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ ή του σχεδίου Shift),

- τις υπηρεσίες μιας εγκατάστασης που μπορεί να πραγματοποιεί τις επεξεργασίες που προβλέπονται από την οδηγία 90/667/ΕΟΚ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΥΛΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

Με τον φυσικό έλεγχο των ζωικών προϊόντων εξασφαλίζεται ότι τα προϊόντα είναι πάντα σε κατάσταση σύμφωνη προς τον προορισμό που αναφέρεται στο πιστοποιητικό ή το κτηνιατρικό έγγραφο: πρέπει, συνεπώς, να ελέγχονται οι εγγυήσεις όσον αφορά την καταγωγή η οποία πιστοποιείται από την τρίτη χώρα και να επιβεβαιώνεται ότι η μετέπειτα μεταφορά δεν μετέβαλε τις εγγυημένες συνθήκες που επικρατούσαν κατά την αναχώρηση, με:

α) οργανοληπτικές εξετάσεις: π.χ. οσμή, χρώμα, υφή, γεύση 7

β) απλές φυσικές ή χημικές δοκιμές: κοπή, απόψυξη, μαγείρεμα 7

γ) εργαστηριακές δοκιμές για την ανίχνευση:

καταλοίπων

παθογόνων

προσμείξεων

ενδείξεων αλλοίωσης.

Ανεξάρτητα από τον τύπο των προϊόντων, πρέπει να πραγματοποιούνται οι εξής ενέργειες:

α) έλεγχος των συνθηκών και των μέσων μεταφοράς, ιδίως για να καθίστανται εμφανείς οι ανεπάρκειες ή οι διακοπές της ψυκτικής αλυσίδας 7

β) το πραγματικό βάρος της παρτίδας πρέπει να συγκρίνεται προς το βάρος που αναφέρεται στο πιστοποιητικό ή το κτηνιατρικό έγγραφο, εν ανάγκη με ζύγιση ολόκληρης της παρτίδας 7

γ) πρέπει να ελέγχονται επιμελώς τόσο τα υλικά συσκευασίας όσο και όλες οι ενδείξεις (σφραγίδες, ετικέτες) επί των υλικών αυτών, ώστε να εξασφαλίζεται η συμφωνία τους προς την κοινοτική νομοθεσία 7

δ) πρέπει πάντοτε να ελέγχεται ότι οι θερμοκρασίες που απαιτούνται από την κοινοτική νομοθεσία έχουν τηρηθεί κατά την μεταφορά 7

ε) εξέταση διαφόρων συσκευασιών, ή, για τα προϊόντα χύμα, δειγματοληψίες για τη διενέργεια οργανοληπτικών ελέγχων, φυσικοχημικών δοκιμών, και εργαστηριακών εξετάσεων.

Οι δοκιμές πρέπει να διεξάγονται σε διάφορα δείγματα που λαμβάνονται από ολόκληρη την παρτίδα, εν ανάγκη, μετά από μερική εκφόρτωση, ώστε να είναι δυνατή η πρόσβαση σε ολόκληρη την παρτίδα.

Πρέπει να εξετάζεται το 1 % των τεμαχίων ή συσκευασιών της παρτίδας, με κατώτατο όριο 2 και ανώτατο όριο 10.

Ωστόσο, ανάλογα με τα προϊόντα και τις περιστάσεις, οι κτηνιατρικές υπηρεσίες μπορούν να επιβάλλουν διεξοδικότερους ελέγχους.

Για τα προϊόντα χύμα, πρέπει να λαμβάνονται πέντε τουλάχιστον δείγματα από κάθε παρτίδα 7

στ) όταν τα αποτελέσματα των δειγματοληπτικών εργαστηριακών δοκιμών δεν είναι αμέσως διαθέσιμα και όταν δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος για τη δημόσια υγεία ή την υγεία των ζώων, οι παρτίδες μπορούν να ελευθερώνονται.

Ωστόσο, όταν οι εργαστηριακές δοκιμές διενεργούνται επειδή υπάρχουν υποψίες παρατυπίας ή όταν προηγούμενες δοκιμές έχουν δώσει θετικά αποτελέσματα, οι παρτίδες ελευθερώνονται μόνον όταν τα αποτελέσματα των δοκιμών αποδειχθούν αρνητικά 7

ζ) η πλήρης εκφόρτωση του μεταφορικού μέσου πρέπει να πραγματοποιείται μόνον στις εξής περιπτώσεις:

- η φόρτωση έχει γίνει κατά τρόπο που δεν επιτρέπει την πρόσβαση σε ολόκληρη την παρτίδα με μερική μόνον εκφόρτωση,

- κατά το δειγματοληπτικό έλεγχο, διαπιστώνονται ορισμένες παρατυπίες,

- διαπιστώνονται παρατυπίες στην προηγούμενη παρτίδα,

- ο επίσημος κτηνίατρος υποπτεύεται ότι έχουν γίνει παρατυπίες 7

η) μετά την ολοκλήρωση του φυσικού ελέγχου, η αρμόδια αρχή πρέπει να πιστοποιεί τη διεξαγωγή του ελέγχου κλείνοντας και πάλι και σφραγίζοντας επισήμως όλες τις συσκευασίες που ανοίχθηκαν και σφραγίζοντας και πάλι όλα τα δοχεία, και αναγράφοντας τον αριθμό της σφραγίδας στο έγγραφο διέλευσης των συνόρων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Top