EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31986L0363

Οδηγία 86/363/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης

ΕΕ L 221 της 7.8.1986, p. 43–47 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (FI, SV, CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/08/2008; καταργήθηκε από 32005R0396

ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/1986/363/oj

31986L0363

Οδηγία 86/363/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 24ης Ιουλίου 1986 που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 221 της 07/08/1986 σ. 0043 - 0047
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 3 τόμος 21 σ. 0226
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 3 τόμος 21 σ. 0226


*****

ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 24ης Ιουλίου 1986

που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης

(86/363/ΕΟΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 43 και 100,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3),

Εκτιμώντας:

ότι η φυτική και ζωική παραγωγή καταλαμβάνει πολύ σημαντική θέση στην Κοινότητα·

ότι η απόδοση της παραγωγής αυτής επηρεάζεται συνεχώς από τους επιβλαβείς οργανισμούς και τα ζιζάνια·

ότι είναι απολύτως ουσιώδης η προστασία των φυτών, των φυτικών προϊόντων και του ζωικού κεφαλαίου από τους οργανισμούς αυτούς, όχι μόνο για να αποφευχθεί μείωση της απόδοσης αλλά και για να αυξηθεί η παραγωγικότητα στη γεωργία·

ότι η χρησιμοποίηση χημικών φυτοφαρμάκων αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μέσα προστασίας των φυτών, των φυτικών προϊόντων και του ζωικού κεφαλαίου από την επίδραση αυτών των επιβλαβών οργανισμών·

ότι αυτά τα φυτοφάρμακα, ωστόσο, δεν έχουν μόνο ευνοϊκή επίδραση επί της φυτικής και ζωικής παραγωγής, δεδομένου ότι πρόκειται, γενικά, για τοξικές ουσίες ή παρασκευάσματα με επικίνδυνες δευτερογενείς συνέπειες·

ότι ένας μεγάλος αριθμός από τα φυτοφάρμακα αυτά και τα προϊόντα τους που προκύπτουν από το μεταβολισμό ή την αποσύνθεσή τους μπορεί να έχει επιβλαβείς συνέπειες για τους καταναλωτές φυτικών και ζωικών προϊόντων·

ότι αυτά τα φυτοφάρμακα και οι τυχόν αναμείξεις τους είναι δυνατό να αποτελούν κίνδυνο για το περιβάλλον και εμμέσως να βλάπτουν τον άνθρωπο μέσω των ζωικών προϊόντων·

ότι μερικά κράτη μέλη, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους αυτούς, έχουν ήδη καθορίσει ανώτατες περιεκτικότητες για ορισμένα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης·

ότι η ύπαρξη ανομοιοτήτων μεταξύ των κρατών μελών σε ό,τι αφορά τις επιτρεπόμενες ανώτατες περιεκτικότητες σε κατάλοιπα φυτοφαρμάκων, μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία κωλυμάτων στις συναλλαγές και μ' αυτόν τον τρόπο να εμποδίσει την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων στο εσωτερικό της Κοινότητας·

ότι, για το λόγο αυτό, πρέπει να καθοριστούν, σε ένα πρώτο στάδιο, οι ανώτατες περιεκτικότητες για ορισμένες οργανοχλωρικές ενώσεις στο κρέας και τα προϊόντα με βάση το κρέας, το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, οι οποίες πρέπει να τηρούνται όταν τα προϊόντα αυτά τίθενται σε κυκλοφορία·

ότι, επιπλέον, με την τήρηση των ανώτατων περιεκτικοτήτων εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και η καλή προστασία της υγείας των καταναλωτών·

ότι, συγχρόνως, πρέπει να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να ελέγχουν τις περιεκτικότητες σε κατάλοιπα φυτοφαρμάκων στα τρόφιμα ζωικής προέλευσης που παράγονται και καταναλίσκονται στο έδαφός τους, μέσω συστήματος επίβλεψης και συναφών μέτρων, για την εξασφάλιση προστασίας ανάλογης με εκείνη που παρέχει η εφαρμογή των καθοριζόμενων ανωτάτων περιεκτικοτήτων·

ότι, κανονικά, επαρκεί η διεξαγωγή δειγματοληψιών, για το νωπό γάλα και τη νωπή κρέμα, στο γαλακτοκομείο ή όταν τα προϊόντα αυτά διατίθενται προς πώληση στον τελικό καταναλωτή· ότι, εντούτοις, θα έπρεπε να επιτραπεί στα κράτη μέλη να διενεργούν δειγματοληψίες, για το νωπό γάλα και τη νωπή κρέμα, σε προηγούμενο στάδιο·

ότι δεν είναι αναγκαία η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στα προϊόντα που προορίζονται για εξαγωγή σε τρίτες χώρες·

ότι πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη να μειώνουν προσωρινά τις καθορισμένες περιεκτικότητες, αν αποδειχθούν απροσδόκητα επικίνδυνες για την ανθρώπινη υγεία ή την υγεία των ζώων·

ότι ενδείκνυται, στην περίπτωση αυτή, να καθιερωθεί στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, στα πλαίσια της Μόνιμης Φυτοϋγειονομικής Επιτροπής·

ότι, για να εξασφαλιστεί η τήρηση των διατάξεων της παρούσας οδηγίας όταν τίθενται σε κυκλοφορία τα σχετικά τρόφιμα, τα κράτη μέλη πρέπει να προβλέπουν πρόσφορα μέτρα ελέγχου·

ότι θα έπρεπε να καθιερωθούν κοινοτικές μέθοδοι δειγματοληψίας και ανάλυσης, οι οποίες τουλάχιστον θα χρησιμοποιούνται ως μέθοδοι αναφοράς·

ότι οι μέθοδοι δειγματοληψίας και ανάλυσης είναι θέματα τεχνικής και επιστημονικής φύσεως και ως εκ τούτου θα έπρεπε να καθορίζονται με διαδικασία που να καθιερώνει στενή συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, στα πλαίσια της Μόνιμης Φυτοϋγειονομικής Επιτροπής·

ότι η οδηγία 64/433/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 1964 περί υγειονομικών προβλημάτων στον τομέα των ενδοκοινοτικών συναλλαγών νωπών κρεάτων (1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3768/85 (2), η οδηγία 72/462/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 1972 περί των υγειονομικών προβλημάτων και των υγειονομικών μέτρων κατά τις εισαγωγές ζώων του βοείου και χοιρείου είδους και νωπών κρεάτων προέλευσης τρίτων χωρών (3), όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3768/85, και η οδηγία 85/397/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5ης Αυγούστου 1985 για τα υγειονομικά προβλήματα και την υγειονομική πολιτική κατά τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές του θερμικά επεξεργασμένου γάλακτος (4), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3768/85, προβλέπουν τον καθορισμό ορίων για τα φυτοφάρμακα όσον αφορά το νωπό κρέας που αποστέλλεται από ένα κράτος μέλος σε άλλο, το νωπό κρέας που εισάγεται από τρίτες χώρες και το θερμικά επεξεργασμένο γάλα που αποστέλλεται από ένα κράτος μέλος σε άλλο, καθώς και τον προσδιορισμό των αναγκαίων μεθόδων ανάλυσης· ότι οι ανώτατες περιεκτικότητες σε κατάλοιπα που ορίζει η παρούσα οδηγία θα έπρεπε να εφαρμόζονται και για τους σκοπούς αυτών των τριών οδηγιών·

ότι είναι σκόπιμο να υποβάλλουν τα κράτη μέλη κάθε χρόνο έκθεση στην Επιτροπή επί των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από τα μέτρα ελέγχου τους, έτσι ώστε να καθίσταται δυνατή η συγκέντρωση πληροφοριών για τις περιεκτικότητες σε κατάλοιπα φυτοφαρμάκων, στο επίπεδο της Κοινότητας, στο σύνολό της·

ότι το Συμβούλιο θα πρέπει να επανεξετάσει την παρούσα οδηγία το αργότερο στις 30 Ιουνίου 1991, προκειμένου να οικοδομηθεί ένα ομοιόμορφο κοινοτικό σύστημα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η παρούσα οδηγία αφορά τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, εφόσον τα τρόφιμα αυτά ενδέχεται να περιέχουν κατάλοιπα των φυτοφαρμάκων που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ και με την επιφύλαξη των κοινοτικών ή εθνικών διατάξεων που αφορούν τις διαιτητικές ή παιδικές τροφές.

Άρθρο 2

1. Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, με τον όρο « κατάλοιπα φυτοφαρμάκων» νοούνται τα υπολείμματα των φυτοφαρμάκων καθώς και των προϊόντων που προκύπτουν από το μεταβολισμό, την αποσύνθεση ή την αντίδρασή τους τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ, που ευρίσκονται πάνω ή μέσα στα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1.

2. Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, με τον όρο «θέση σε κυκλοφορία» νοείται κάθε επί πληρωμή ή δωρεάν παράδοση των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1.

Άρθρο 3

1. Τα κράτη μέλη φροντίζουν ώστε τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 να μην παρουσιάζουν, από τη στιγμή που τίθενται σε κυκλοφορία, κανένα κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία οφειλόμενο στην παρουσία καταλοίπων φυτοφαρμάκων.

2. Τα κράτη μέλη δεν δύνανται να απαγορεύσουν ή να παρεμποδίσουν στο έδαφός τους την κυκλοφορία των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 λόγω της παρουσίας καταλοίπων φυτοφαρμάκων, παρά μόνο εάν η ποσότητα των εν λόγω καταλοίπων υπερβαίνει τις ανώτατες περιεκτικότητες που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ.

Άρθρο 4

1. Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 δεν δύνανται να περιέχουν, από τη στιγμή που τίθενται σε κυκλοφορία, κατάλοιπα φυτοφαρμάκων που υπερβαίνουν τις ανώτατες περιεκτικότητες που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ.

2. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κάθε αναγκαία διάταξη προκειμένου να εξασφαλίσουν, με δειγματοληπτικούς τουλάχιστον ελέγχους, την τήρηση των ανώτατων περιεκτικοτήτων που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 5

1. Στην περίπτωση προϊόντων τα οποία απαριθμούνται στο άρθρο 1, εκτός από αυτά που έχουν εισαχθεί από τρίτη χώρα ή που προορίζονται για άλλο κράτος μέλος, τα κράτη μέλη μπορούν, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 4, να συνεχίζουν να εφαρμόζουν σύστημα που ήδη ισχύει στο έδαφός τους και που επιτρέπει τον έλεγχο της παρουσίας καταλοίπων φυτοφαρμάκων και λαμβάνουν παράλληλα κάθε άλλο μέτρο με σκοπό την επίτευξη αποτελέσματος ισοδυνάμου με τις περιεκτικότητες σε κατάλοιπα φυτοφαρμάκων που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ έτσι ώστε να εκτιμηθεί μέχρι ποιο βαθμό ο πληθυσμός τους εκτίθεται συνολικά, μέσω της διατροφής, στους κινδύνους από τα κατάλοιπα αυτά, όποια και αν είναι η πηγή τους. Τέτοια μέτρα περιλαμβάνουν τακτικές και αντιπροσωπευτικές έρευνες σχετικά με τις περιεκτικότητες σ' αυτά τα κατάλοιπα φυτοφαρμάκων που περιέχονται σε τυπικά διαιτολόγια.

2. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή για κάθε εφαρμογή της παραγράφου 1.

Άρθρο 6

Παρά τις διατάξεις του άρθρου 4, για τα προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, τα οποία υπάγονται στην κλάση 04.01 του κοινού δασμολογίου, η προβλεπόμενη δειγματοληψία διεξάγεται στο γαλακτοκομείο ή στο σημείο παράδοσης στους καταναλωτές, εφόσον τα προϊόντα δεν παραδίδονται σε γαλακτοκομείο. Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέψουν δειγματοληψίες, μόλις τεθούν σε κυκλοφορία τα προϊόντα αυτά για πρώτη φορά.

Άρθρο 7

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή, πριν από την 1η Αυγούστου κάθε έτους, έκθεση για τα αποτελέσματα των επίσημων ελέγχων, της ασκηθείσας επίβλεψης και των άλλων μέτρων που ελήφθησαν σύμφωνα με το άρθρο 4, και, ενδεχομένως, το άρθρο 5 κατά το προηγούμενο έτος.

Άρθρο 8

1. Οι τρόποι δειγματοληψίας και οι μέθοδοι ανάλυσης που απαιτούνται για τους ελέγχους, την επίβλεψη και τα άλλα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 4 και, ενδεχομένως, στο άρθρο 5, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 12. Η ύπαρξη κοινοτικών μεθόδων ανάλυσης, που πρέπει να χρησιμοποιούνται σε περίπτωση διαφορών, δεν αποκλείει τη χρήση εκ μέρους των κρατών μελών άλλων επιστημονικά αξιόπιστων μεθόδων που επιτρέπουν την επίτευξη συγκρίσιμων αποτελεσμάτων.

2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στα υπόλοιπα κράτη μέλη και στην Επιτροπή τις άλλες μεθόδους που χρησιμοποιούν σύμφωνα με την παράγραφο 1.

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των σχετικών μέτρων κτηνιατρικού ελέγχου για τον έλεγχο των καταλοίπων φυτοφαρμάκων στα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1, ιδίως αυτών που θεσπίστηκαν σύμφωνα με τις οδηγίες 64/433/ΕΟΚ, 72/462/ΕΟΚ και 85/397/ΕΟΚ.

Άρθρο 9

1. Όταν κράτος μέλος θεωρεί ότι κάποια ανώτατη περιεκτικότητα που καθορίζεται στο παράρτημα ΙΙ προκαλεί κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία, και συνεπώς απαιτεί ταχεία επέμβαση, το κράτος μέλος αυτό δύναται να την περιορίσει προσωρινά στο έδαφός του. Στην περίπτωση αυτή, ανακοινώνει αμελλητί στα λοιπά κράτη μέλη και στην Επιτροπή τα ληφθέντα μέτρα, συνοδευόμενα από αιτιολογική έκθεση.

2. Εάν παρουσιασθεί η κατάσταση που προβλέπεται στην παράγραφο 1, αποφασίζεται, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 13, αν οι ανώτατες περιεκτικότητες που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ πρέπει να τροποποιηθούν. Εφόσον το Συμβούλιο ή η Επιτροπή δεν λάβουν καμία απόφαση, σύμφωνα με την προαναφερθείσα διαδικασία, το κράτος μέλος δύναται να διατηρήσει τα μέτρα τα οποία έχει θέσει σε εφαρμογή.

Άρθρο 10

Με την επιφύλαξη του άρθρου 9, οι τροποποιήσεις των ανώτατων περιεκτικοτήτων που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ, λόγω της εξέλιξης των τεχνικών και επιστημονικών γνώσεων, αποφασίζονται από το Συμβούλιο με ειδική πλειοψηφία μετά από πρόταση της Επιτροπής.

Άρθρο 11

Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα μετά από πρόταση της Επιτροπής, θεσπίζει, με οδηγίες, κάθε νέο κατάλογο προϊόντων ή κάθε νέο κατάλογο καταλοίπων φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα στα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 καθώς και τις ανώτατες περιεκτικότητές τους.

Άρθρο 12

1. Στην περίπτωση προσφυγής στη διαδικασία που καθορίζει το παρόν άρθρο, η Μόνιμη Φυτοϋγειονομική Επιτροπή, στο εξής καλούμενη «επιτροπή», συγκαλείται αμμελητί από τον πρόεδρό της, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε μετά από αίτηση κράτους μέλους.

2. Στην επιτροπή, οι ψήφοι των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης. Ο πρόεδρος δεν ψηφίζει.

3. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για τα μέτρα αυτά εντός προθεσμίας που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα των εξεταζομένων θεμάτων. Αποφασίζει με πλειοψηφία πενήντα τεσσάρων ψήφων.

4. Η Επιτροπή καθορίζει τα μέτρα και τα θέτει σε άμεση εφαρμογή, όταν αυτά είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής. Αν δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει αμέσως στο Συμβούλιο πρόταση για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο θεσπίζει τα μέτρα με ειδική πλειοψηφία.

Αν μετά την πάροδο προθεσμίας τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της πρότασης, το Συμβούλιο δεν έχει θεσπίσει μέτρα, η Επιτροπή θεσπίζει τα προταθέντα μέτρα, εκτός από την περίπτωση που το Συμβούλιο αποφασίζει με απλή πλειοψηφία κατά των εν λόγω μέτρων.

Άρθρο 13

1. Στην περίπτωση προσφυγής στη διαδικασία που καθορίζει το παρόν άρθρο, η επιτροπή συγκαλείται αμελλητί από τον πρόεδρό της, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε μετά από αίτηση κράτους μέλους.

2. Στην επιτροπή, οι ψήφοι των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης. Ο πρόεδρος δεν ψηφίζει.

3. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει σχέδιο για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για τα μέτρα αυτά εντός προθεσμίας δύο ημερών. Αποφασίζει με πλειοψηφία πενήντα τεσσάρων ψήφων.

4. Η Επιτροπή θεσπίζει τα μέτρα και τα θέτει σε άμεση εφαρμογή, όταν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής. Αν δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει αμέσως στο Συμβούλιο πρόταση για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο θεσπίζει τα μέτρα με ειδική πλειοψηφία.

Εάν, μετά την πάροδο προθεσμίας δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία υποβολής της πρότασης, το Συμβούλιο δεν έχει θεσπίσει μέτρα, η Επιτροπή θεσπίζει τα προτεινόμενα μέτρα, εκτός από την περίπτωση που το Συμβούλιο αποφασίσει με απλή πλειοψηφία κατά των εν λόγω μέτρων. Άρθρο 14

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1, όταν αποδεικνύεται τουλάχιστο από κατάλληλη ένδειξη ότι προορίζονται για εξαγωγή σε τρίτες χώρες.

Άρθρο 15

Προκειμένου να τελειοποιηθεί το κοινοτικό καθεστώς που καθορίζει η παρούσα οδηγία, το Συμβούλιο, με βάση έκθεση της Επιτροπής, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από κατάλληλες προτάσεις, επανεξετάζει, το αργότερο στις 30 Ιουνίου 1991, την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 16

Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία, το αργότερο στις 30 Ιουνίου 1988. Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου, που θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 17

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 24 Ιουλίου 1986.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. CLARK

(1) ΕΕ αριθ. C 56 της 6. 3. 1980, σ. 14.

(2) ΕΕ αριθ. C 28 της 9. 2. 1981, σ. 64.

(3) ΕΕ αριθ. C 300 της 18. 11. 1980, σ. 29.

(1) ΕΕ αριθ. 121 της 29. 7. 1964, σ. 2012/64.

(2) ΕΕ αριθ. L 362 της 31. 12. 1985, σ. 8.

(3) ΕΕ αριθ. L 302 της 21. 12. 1972, σ. 28.

(4) ΕΕ αριθ. L 226 της 24. 8. 1985, σ. 12.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

1.2 // // // Κλάση

του κοινού

δασμολογίου

// Περιγραφή εμπορευμάτων

// // // ex 02.01 // Κρέατα και παραπροϊόντα σφαγίων βρώσιμα, ίππων, όνων, ημιόνων, βοοειδών, χοίρων, προβάτων και αιγών, νωπά, διατηρημένα δι' απλής ψύξεως ή κατεψυγμένα // 02.02 // Κρέατα πουλερικών ορνιθώνος και παραπροϊόντα αυτών, βρώσιμα (εξαιρέσει των συκωτιών), νωπά, διατηρημένα δι' απλής ψύξεως ή κατεψυγμένα // 02.03 // Συκώτια πουλερικών ορνιθώνος νωπά, διατηρημένα δι' απλής ψύξεως, κατεψυγμένα, αλατισμένα ή εν άλμη // ex 02.04 // Έτερα κρέατα και παραπροϊόντα σφαγίων βρώσιμα, νωπά, διατηρημένα δι' απλής ψύξεως ή κατεψυγμένα, περιστερών κατοικιδίων, κονίκλων κατοικιδίων και θηραμάτων // ex 02.05 // Λαρδίον, χοίρειον λίπος (ξύγκι) και λίπος πουλερικών, νωπά, διατηρημένα δι' απλής ψύξεως, κατεψυγμένα, ηλατισμένα ή εν άλμη, απεξηραμμένα ή καπνιστά // 02.06 // Κρέατα και παραπροϊόντα σφαγίων παντός είδους, βρώσιμα (εξαιρέσει των συκωτιών πουλερικών), ηλατισμένα ή εν άλμη, απεξηραμμένα ή καπνιστά // 04.01 // Γάλα και κρέμα γάλακτος (ανθόγαλα), νωπά, μη συμπεπυκνωμένα ούτε περιέχοντα σάκχαριν // 04.02 // Γάλα και κρέμα γάλακτος (ανθόγαλα), διατηρημένα, συμπεπυκνωμένα ή περιέχοντα σάκχαριν // 04.03 // Βούτυρο // 04.04 // Τυροί και πεπηγμένον δια τυρού γάλα // ex 04.05 // Αυγά πτηνών και κρόκοι αυγών, άπαντα νωπά, απεξηραμμένα ή άλλως πως διατηρημένα, περιέχοντα ή μη σάκχαριν, εξαιρέσει των αυγών προς επώασιν καθώς και των αυγών και κρόκων αυγών που προορίζονται για χρήσεις άλλες από τη διατροφή // 16.01 // Αλλάντες, αλλάντια και παρόμοια, εκ κρέατος, παραπροϊόντων σφαγίων ή και εξ αίματος // 16.02 // Έτερα παρασκευάσματα και κονσέρβαι κρεάτων ή παραπροϊόντων σφαγίων // //

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

1.2,4 // // // Κατάλοιπα φυτοφαρμάκων // Ανώτατες περιεκτικότητες σε mg/kg (ppm)

// // 1.2.3.4 // // Λιπαρών ουσιών που περιέχονται στο

κρέας, τα παραπροϊόντα σφαγίων,

τα παρασκευάσματα κρέατος και τις

ζωικές λιπαρές ουσίες που απαριθ-

μούνται στο παράρτημα Ι στις κλάσεις

ex 02.01, 02.02, 02.03, ex 02.04, ex 02.05, 02.06, 16.01 και 16.02 (1) // Για το νωπό και το πλήρες αγελαδινό

γάλα που περιλαμβάνονται

στο παράρτημα Ι στην κλάση

04.01· για τα άλλα τρόφιμα των

κλάσεων 04.01, 04.02, 04.03 και

04.04 σύμφωνα με (2) // Για τα νωπά αυγά χωρίς το κέλυφός

τους, για τα αυγά πτηνών και τους

κρόκους αυγών που περιλαμβάνονται

στο παράρτημα Ι στην κλάση ex 04.05 // // // // // 1.2.3.4.5 // 1. Αλντρίν

2. Ντιελντρίν (HEOD) // Χωριστά ή μαζί,

εκφραζόμενη σε

ντιελντρίν (HEOD) // 0,2 // 0,006

1.2.3.4 // 3. Χλωρντέιν (σύνολο των ισομερών cis και trans και του οξυχλωρντέιν εκφραζομένων σε χλωρντέιν) // 0,05 // 0,002 // // 4. DDT (σύνολο των ισομερών του DDT, του TDE και του DDD, εκφραζόμενα σε DDT) // 1 // 0,04 // // 5. Εντρίν // 0,05 // 0,0008 // // 6. Επταχλώρ (σύνολο του επταχλώρ και του επταχλωρεποξειδίου, εκφραζόμενα σε επταχλώρ) // 0,2 // 0,004 // // 7. Εξαχλωροβενζόλιο (HCB ) // 0,2 // 0,01 // // 8. Εξαχλωροκυκλοεξάνιο (HCH) // // // // 8.1. Ισομερές α // 0,2 // 0,004 // // 8.2. Ισομερές β // 0,1 // 0,003 // // 8.3. Ισομερές γ (λιντέιν) // 2

ex 02.01: πρόβειο κρέας

1: άλλα

προϊόντα

// 0,008 // // // // //

(1) Για τα τρόφιμα με περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες το πολύ 10 % του βάρους, το κατάλοιπο αναφέρεται στο ολικό βάρος του αποστεωμένου τροφίμου. Στην περίπτωση αυτή, η ανώτατη περιεκτικότητα είναι το 1/10 της ανώτατης περιεκτικότητας που αναφέρεται στη λιπαρή ουσία αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι κατώτερη από 0,01 mg/kg.

(2) Ο υπολογισμός της περιεκτικότητας του νωπού και του πλήρους γάλακτος αγελάδας σε κατάλοιπα πρέπει να βασίζεται σε περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες ίση με το 4 % του βάρους. Για το νωπό και το πλήρες γάλα άλλης ζωικής προέλευσης, τα κατάλοιπα εκφράζονται με βάση τις λιπαρές ουσίες.

Για τα άλλα τρόφιμα που περιέχονται στο παράρτημα Ι, στις κλάσεις 04.01, 04.02, 04.03 και 04.04:

- που περιέχουν λιγότερο από 2 % του βάρους λιπαρές ουσίες, η ανώτατη περιεκτικότητα είναι ίση με το ήμισυ της περιεκτικότητας που ορίζεται για το νωπό και το πλήρες γάλα,

- που περιέχουν τουλάχιστον 2 % του βάρους λιπαρές ουσίες, η ανώτατη περιεκτικότητα εκφράζεται σε mg/kg λιπαρής ουσίας. Στην περίπτωση αυτή, η ανώτατη περιεκτικότητα είναι εικοσιπενταπλάσια της περιεκτικότητας που ορίζεται για το νωπό και το πλήρες γάλα.

Top