Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31981R1390

    Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1390/81 του Συμβουλίου της 12ης Μαΐου 1981 περί επέκτασης στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 «περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς και στις οικογένειές τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας»

    ΕΕ L 143 της 29.5.1981, p. 1–32 (DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (FI, SV, CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1981/1390/oj

    31981R1390

    Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1390/81 του Συμβουλίου της 12ης Μαΐου 1981 περί επέκτασης στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 «περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς και στις οικογένειές τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας»

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 143 της 29/05/1981 σ. 0001 - 0032
    Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 5 τόμος 2 σ. 0132
    Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 5 τόμος 2 σ. 0132


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1390/81 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 12ης Μαΐου 1981 περί επεκτάσεως στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 "περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς και στις οικογένειές τους που διακινούνται εντός της Κοινότητος"

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως τα άρθρα 2, 7, 51 και 235,

    την πρόταση της Επιτροπής που διατυπώθηκε κατόπιν διαβουλεύσεως με τη Διοικητική Επιτροπή για την Κοινωνική Ασφάλιση των Διακινουμένων Eργαζομένων(1),

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(2),

    τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3),

    Εκτιμώντας:

    ότι, για να θεσπισθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των μισθωτών και να εξαλειφθούν τα εμπόδια που θα προέκυπταν στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως από την εφαρμογή μόνο των εθνικών νομοθεσιών, το Συμβούλιο εξέδωσε, σύμφωνα με το άρθρο 51 της συνθήκης, τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς και στις οικογένειές τους που διακινούνται εντός της Κοινότητος (4), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 196/81 (5), που καθορίζει τους κανόνες συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως που ισχύουν για τους μισθωτούς-

    ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, που αποτελεί μια από τις θεμελειώδεις αρχές της Κοινότητος, δεν περιορίζεται μόνο στους μισθωτούς αλλά αφορά και τους μη μισθωτούς, στα πλαίσια του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών-

    ότι κρίνεται αναγκαίος ο συντονισμός των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως που ισχύουν για τους μη μισθωτούς, ώστε να επιτευχθεί ένας από τους στόχους της Κοινότητος- ότι η συνθήκη δεν προβλέπει τις απαιτούμενες για το σκοπό αυτόν ειδικές εξουσίες δράσεως-

    ότι, προς το σκοπό αυτό, κατ' εφαρμογή της συνθήκης, απαγορεύεται από το τέλος της μεταβατικής περιόδου κάθε διακριτική μεταχείριση με βάση την εθνικότητα στον τομέα του δικαιώματος εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών-

    ότι, στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως, η εφαρμογή μόνο των εθνικών νομοθεσιών δεν θα εξασφάλιζε επαρκή προστασία στους μη μισθωτούς που διακινούνται εντός της Κοινότητος- ότι για να αποκτήσει πλήρη ισχύ το δικαίωμα εγκαταστάσεως και η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών πρέπει να συντονισθούν τα συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως που ισχύουν για τους μη μισθωτούς-

    ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71, παρ' όλο που εφαρμόζεται στους μισθωτούς, καλύπτει, εν τούτοις, ήδη ορισμένες κατηγορίες μη μισθωτών- ότι για λόγους ισότητας θα έπρεπε να εφαρμόζονται κατά το δυνατόν ευρύτερα στους μη μισθωτούς οι ίδιοι κανόνες που προβλέπονται για τους μισθωτούς-

    ότι πρέπει να επέλθουν οι αναγκαίες προσαρμογές στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 ώστε να επιτρέπεται η εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού αυτού στους μη μισθωτούς και τις οικογένειές τους, που διακινούνται εντός της Κοινότητος, κατά το δυνατόν ευρύτερα, εφ' όσον συμβιβάζεται με τη φύση της επαγγελματικής τους δραστηριότητας και τα χαρακτηριστικά των ειδικών συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στα οποία υπάγονται οι κατηγορίες αυτές-

    ότι οι προσαρμογές που πρέπει να επέλθουν στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 απαιτούν την προσαρμογή ορισμένων παραρτημάτων του-

    ότι απαιτείται, ιδίως, να προσδιορισθεί σε παράρτημα η έννοια των όρων "μισθωτός" και "μη μισθωτός", σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71, όταν ο ενδιαφερόμενος υπάγεται σε σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως που εφαρμόζεται σε όλους τους κατοίκους ή σε ορισμένες κατηγορίες κατοίκων ή στο σύνολο του ενεργού πληθυσμού Κράτους μέλους- ότι είναι προτιμότερο να συγκεντρωθούν οι διευκρινίσεις αυτές, καθώς και ο όρος "μέλος οικογενείας", σε ειδικό παράρτημα- ότι, εκτός τούτου, πρέπει να προβλεφθούν δύο νέα παραρτήματα για να αναφερθούν τόσο τα ειδικά συστήματα για μη μισθωτούς που αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού, όσο και οι περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα πρόσωπο υπάγεται ταυτόχρονα στη νομοθεσία δύο Κρατών μελών,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 τροποποιείται ως εξής:

    1. Ο τίτλος αντικαθίσταται ως εξής:

    "ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    της 14ης Ιουνίου 1971

    περί της εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς, καθώς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητος".

    2. Στο άρθρο 1:

    α) οι περιπτώσεις α και β αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    "α) ως "μισθωτός" και "μη μισθωτός" νοείται αντίστοιχα κάθε πρόσωπο:

    i) το οποίο είναι ασφαλισμένο δυνάμει υποχρεωτικής ή προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως κατά ενός ή περισσοτέρων κινδύνων που αντιστοιχούν στους κλάδους συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως που εφαρμόζεται στους μισθωτούς,

    ii) το οποίο είναι ασφαλισμένο υποχρεωτικά κατά ενός ή περισσοτέρων κινδύνων, που αντιστοιχούν στους κλάδους στους οποίους εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, στο πλαίσιο συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως που καλύπτει όλους τους κατοίκους ή το σύνολο του ενεργού πληθυσμού:

    - όταν οι τρόποι διαχειρίσεως ή χρηματοδοτήσεως του συστήματος αυτού επιτρέπουν το χαρακτηρισμό του ως μισθωτού ή μη μισθωτού, ή

    - ελλείψει τέτοιων κριτηρίων, όταν το πρόσωπο είναι ασφαλισμένο δυνάμει υποχρεωτικής ή προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως κατά άλλου κινδύνου καθοριζόμενου στο παράρτημα I, στο πλαίσιο συστήματος δημιουργηθέντος προς όφελος των μισθωτών ή μη μισθωτών ή ενός συστήματος αναφερόμενου στο σημείο iii ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος στο ενδιαφερόμενο Κράτος μέλος, όταν το πρόσωπο αυτό ανταποκρίνεται στον ορισμό του παραρτήματος I,

    iii) το οποίο είναι ασφαλισμένο υποχρεωτικά κατά περισσοτέρων κινδύνων που αντιστοιχούν στους κλάδους στους οποίους εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, στο πλαίσιο ενός συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως οργανωμένου κατά τρόπο ενιαίο υπέρ του συνόλου του αγροτικού πληθυσμού, σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα I,

    iv) το οποίο είναι ασφαλισμένο προαιρετικά κατά ενός ή περισσοτέρων κινδύνων που αντιστοιχούν στους κλάδους, στους οποίους εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, στο πλαίσιο συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως Κράτους μέλους δημιουργηθέντος προς όφελος των μισθωτών ή μη μισθωτών ή όλων των κατοίκων ή ορισμένων κατηγοριών κατοίκων,

    - αν τούτο ασκεί μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα, ή

    - αν τούτο είχε προηγουμένως ασφαλισθεί υποχρεωτικά κατά του ίδιου κινδύνου στο πλαίσιο συστήματος δημιουργηθέντος προς όφελος των μισθωτών ή μη μισθωτών του ίδιου Κράτους μέλους-

    β) ως "μεθοριακός εργαζόμενος" νοείται κάθε εργαζόμενος, μισθωτός ή μη, ο οποίος ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα στο έδαφος ενός Κράτους μέλους και κατοικεί στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους όπου επιστρέφει, κατ' αρχήν, κάθε ημέρα ή τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα- πάντως ο μεθοριακός εργαζόμενος, που αποσπάται από την επιχείρηση στην οποία κανονικά υπάγεται ή που παρέχει υπηρεσίες στο έδαφος του ίδιου Κράτους μέλους ή άλλου Κράτους μέλους, διατηρεί την ιδιότητα του μεθοριακού εργαζομένου επί χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τέσσερις μήνες, ακόμη και αν, κατά τη διάρκεια του χρονικού αυτού διαστήματος, δεν δύναται να επιστρέφει κάθε ημέρα ή τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα στον τόπο της κατοικίας του-"

    β) στην περίπτωση γ πρώτος και δεύτερος στίχος, ο όρος "κάθε εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τον όρο "κάθε μισθωτός"-

    γ) η περίπτωση στ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "στ) ως "μέλος της οικογενείας" νοείται κάθε πρόσωπο που ορίζεται ή αναγνωρίζεται ως μέλος της οικογενείας ή που ορίζεται ως μέλος του νοικοκυριού από τη νομοθεσία, δυνάμει της οποίας καταβάλλονται οι παροχές ή, στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 22 παράγραφος 1 περίπτωση α και το άρθρο 31, από τη νομοθεσία του Κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί πάντως, αν οι νομοθεσίες αυτές θεωρούν ως μέλος της οικογενείας ή του νοικοκυριού μόνον το πρόσωπο που ζει υπό τη στέγη του μισθωτού ή μη μισθωτού, ο όρος αυτός θεωρείται ότι πληρούται όταν η συντήρηση του εν λόγω προσώπου βαρύνει κυρίως τον εργαζόμενο, μισθωτό ή μη. Αν η νομοθεσία ενός Κράτους μέλους σχετικά με τις εις είδος παροχές ασθενείας ή μητρότητος δεν επιτρέπει τη διάκριση των μελών της οικογενείας από τα άλλα πρόσωπα στα οποία εφαρμόζεται, ο όρος "μέλος της οικογενείας" έχει την έννοια που του αποδίδεται στο παράρτημα I-"-

    δ) στην περίπτωση ζ όγδοος και ένατος στίχος, ο όρος "του αποθανόντος εργαζομένου" αντικαθίσταται από τον όρο "του αποθανόντος"-

    ε) στην περίπτωση ι μετά από το τελευταίο εδάφιο προστίθεται το εξής εδάφιο:

    "ο όρος "νομοθεσία" αποκλείει, επίσης, τις διατάξεις που διέπουν ειδικά συστήματα για μη μισθωτούς των οποίων η δημιουργία εναπόκειται στην πρωτοβουλία των ενδιαφερομένων ή τα οποία εφαρμόζονται μόνο σε ένα τμήμα του εδάφους του εν λόγω Κράτους μέλους, ανεξάρτητα από το αν ή όχι οι αρχές αποφάσισαν να τις καταστήσουν υποχρεωτικές ή να επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής τους. Τα εν λόγω ειδικά συστήματα αναφέρονται στο παράρτημα II-"-

    στ) στην περίπτωση ιη, οι όροι "περίοδοι εισφορών ή απασχολήσεως" αντικαθίστανται από τους όρους "περίοδοι εισφορών, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητος"-

    ζ) η περίπτωση ιθ αντικαθίσταται ως εξής:

    "ιθ) ως "περίοδοι απασχολήσεως" ή "περίοδοι μη μισθωτής δραστηριότητος" νοούνται οι περίοδοι που καθορίζονται ή αναγνωρίζονται ως τέτοιες από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν, ως και κάθε εξομοιούμενη προς αυτές περίοδος, κατά το μέτρο που αναγνωρίζονται από τη νομοθεσία αυτή ως ισοδύναμες προς τις περιόδους απασχολήσεως ή προς τις περιόδους μη μισθωτής δραστηριότητος-"-

    η) στην περίπτωση κα σημείο i τελευταίος στίχος, ο αριθμός "Ι" αντικαθίσταται από τον αριθμό "II".

    3. Στο άρθρο 2:

    α) παράγραφος 1 πρώτος στίχος, ο όρος "εργαζομένους" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτούς ή μη μισθωτούς"-

    β) παράγραφος 2:

    - δεύτερος στίχος, ο όρος "εργαζομένων" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτών ή μη μισθωτών",

    - τέταρτος στίχος, οι λέξεις "των εργαζομένων αυτών" αντικαθίστανται από τις λέξεις "αυτών των μισθωτών ή μη μισθωτών".

    4. Στο άρθρο 3 παράγραφος 3 τελευταίος στίχος, ο αριθμός "II" αντικαθίσταται από τον αριθμό "III".

    5. Στο άρθρο 7 παράγραφος 2 περίπτωση γ τελευταίος στίχος, ο αριθμός "II" αντικαθίσταται από τον αριθμό "III".

    6. Στο άρθρο 9 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

    "1. Οι διατάξεις της νομοθεσίας ενός Κράτους μέλους, κατά τις οποίες η υπαγωγή στην προαιρετική ασφάλιση ή στην προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως εξαρτάται από την κατοικία στο έδαφος του κράτους αυτού, δεν ισχύουν για τα πρόσωπα- τα οποία κατοικούν στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους σε οιαδήποτε στιγμή της προηγούμενης επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας, υπό την ιδιότητα μισθωτών ή μη μισθωτών.".

    7. Στο άρθρο 10 παράγραφος 2, μετά τις λέξεις "υπό την ιδιότητα του εργαζομένου" προστίθενται οι λέξεις "μισθωτού ή μη μισθωτού".

    8. Τα όρθρα 13 και 14 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    "Άρθρο 13

    Γενικοί κανόνες

    1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 14γ, τα πρόσωπα για τα οποία ισχύει ο παρών κανονισμός υπόκεινται στη νομοθεσία ενός μόνου Κράτους μέλους. Η νομοθεσία αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος τίτλου.

    2. Με την επιφύλαξη των άρθρων 14 μέχρι 17:

    α) το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος Κράτους μέλους υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους αυτού, ακόμη και αν κατοικεί στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους ή αν η επιχείρηση ή ο εργοδότης που το απασχολεί έχει την έδρα της ή την κατοικία του στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους-

    β) το πρόσωπο που ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος Κράτους μέλους υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους αυτού, ακόμη και αν κατοικεί στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους-

    γ) το πρόσωπο που ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα σε πλοίο υπό σημαία ενός Κράτους μέλους υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους αυτού-

    δ) οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι προς αυτούς εξομοιούμενοι υπόκεινται στη νομοθεσία του Κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται η υπηρεσία που τους απασχολεί-

    ε) το πρόσωπο που καλείται ή επανακαλείται για την εκτέλεση στρατιωτικής θητείας ή πολιτικής υπηρεσίας σ' ένα Κράτος μέλος υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους αυτού. Αν η υπαγωγή στη νομοθεσία αυτή εξαρτάται από την πραγματοποίηση ασφαλιστικών περιόδων προ της κατατάξεώς του στο στρατό ή την πολιτική υπηρεσία ή μετά την απόλυσή του από το στρατό ή την πολιτική υπηρεσία, οι περίοδοι ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν δυνάμει της νομοθεσίας κάθε άλλου Κράτους μέλους θεωρούνται, κατά το αναγκαίο μέτρο, ως περίοδοι ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία του πρώτου Κράτους μέλους. Ο μισθωτός ή μη μισθωτός, που καλείται ή επανακαλείται να εκτελέσει στρατιωτική θητεία ή πολιτική υπηρεσία, διατηρεί την ιδιότητα του μισθωτού ή μη μισθωτού.

    Άρθρο 14

    Ειδικοί κανόνες που ισχύουν για τα πρόσωπα που ασκούν μισθωτή δραστηριότητα εκτός από τους ναυτικούς

    Ο κανόνας του άρθρου 13 παράγραφος 2 περίπτωση α ισχύει με την επιφύλαξη των εξής εξαιρέσεων και ειδικών περιπτώσεων:

    1. α) Το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος ενός Κράτους μέλους σε επιχείρηση, στην οποία κανονικά υπάγεται και η οποία τον αποσπά στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους προς εκτέλεση εργασίας για λογαριασμό της, εξακολουθεί να υπόκειται στη νομοθεσία του πρώτου Κράτους μέλους, υπό τον όρο ότι η προβλεπόμενη διάρκεια της εργασίας αυτής δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες και ότι δεν αποστέλλεται σε αντικατάσταση άλλου προσώπου του οποίου έληξε η περίοδος αποσπάσεως-

    β) αν η διάρκεια της προς εκτέλεση εργασίας παρατείνεται λόγω απρόβλεπτων συνθηκών πέραν της διάρκειας που προεβλέφθη αρχικά και υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, εξακολουθεί να ισχύει η νομοθεσία του πρώτου Κράτους μέλους μέχρι τέλους της εργασίας αυτής, υπό τον όρο ότι η αρμόδια αρχή του Κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου είναι αποσπασμένος ο ενδιαφερόμενος ή ο οργανισμός που ορίζεται από την αρχή αυτή, θα έχει παράσχει τη συναίνεσή του- η συναίνεση αυτή πρέπει να ζητηθεί πριν λήξει η αρχική περίοδος των δώδεκα μηνών. Η συναίνεση αυτή πάντως δεν δύναται να δοθεί για περίοδο υπερβαίνουσα τους δώδεκα μήνες.

    2. Το πρόσωπο που ασκεί κανονικά μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος δύο ή περισσότερων Κρατών μελών υπόκειται στη νομοθεσία η οποία προσδιορίζεται ως εξής:

    α) το πρόσωπο που είναι μέλος του προσωπικού που ταξιδεύει δια ξηράς, θαλάσσης ή αέρος, μιας επιχειρήσεως η οποία διενεργεί, για λογαριασμό δικό της ή τρίτων, διεθνείς σιδηροδρομικές, οδικές, αεροπορικές ή πλωτές μεταφορές επιβατών ή εμπορευμάτων, έχει δε την έδρα στο έδαφος Κράτους μέλους, υπόκειται στη νομοθεσία του τελευταίου αυτού Κράτους. Πάντως:

    i) το πρόσωπο που απασχολείται σε υποκαταστήματα ή μόνιμη αντιπροσωπεία που διατηρεί η επιχείρηση αυτή στο έδαφος Κράτους μέλους, άλλου από εκείνο στο οποίο έχει την έδρα της, υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται το υποκατάστημα αυτό ή η μόνιμη αντιπροσωπεία-

    ii) το πρόσωπο, που απασχολείται κυρίως στο έδαφος του Κράτους μέλους όπου κατοικεί, υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους αυτού, ακόμη και αν η επιχείρηση η οποία τον απασχολεί δεν έχει ούτε έδρα, ούτε υποκατάστημα, ούτε μόνιμη αντιπροσωπεία στο έδαφος αυτό-

    β) το πρόσωπο, πλην του αναφερομένου στην περίπτωση α, υπόκειται:

    i) στη νομοθεσία του Κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, αν ασκεί μέρος της δραστηριότητός του στο έδαφος αυτό ή αν απασχολείται για λογαριασμό περισσότερων επιχειρήσεων ή περισσότερων εργοδοτών που έχουν την έδρα ή κατοικία τους στο έδαφος διαφόρων Κρατών μελών-

    ii) στη νομοθεσία του Κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου η επιχείρηση ή ο εργοδότης που τον απασχολεί έχει την έδρα της ή την κατοικία του, αν δεν κατοικεί στο έδαφος ενός από τα Κράτη μέλη στα οποία ασκεί τη δραστηριότητά του.

    3. Το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος Κράτους μέλους σε επιχείρηση η οποία έχει την έδρα της στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, και η οποία διασχίζεται από τα κοινά σύνορα των Κρατών αυτών, υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου η επιχείρηση αυτή έχει την έδρα της.

    Άρθρο 14α

    Ειδικοί κανόνες που ισχύουν για πρόσωπα που ασκούν μη μισθωτή δραστηριότητα εκτός από τους ναυτικούς

    Ο κανόνας του άρθρου 13 παράγραφος 2 περίπτωση β ισχύει με την επιφύλαξη των εξής εξαιρέσεων και ειδικών περιπτώσεων:

    1. α) Το πρόσωπο που ασκεί κανονικά μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος ενός Κράτους μέλους, και που πραγματοποιεί μία εργασία στο έδαφος ενός άλλου Κράτους μέλους, εξακολουθεί να υπόκειται στη νομοθεσία του πρώτου Κράτους μέλους, υπό τον όρο ότι η προβλεπόμενη διάρκεια της εργασίας αυτής δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες-

    β) αν η διάρκεια της προς εκτέλεση εργασίας παρατείνεται λόγω απρόβλεπτων συνθηκών πέραν της διάρκειας που είχε προβλεφθεί αρχικά, και υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, εξακολουθεί να ισχύει η νομοθεσία του πρώτου Κράτους μέλους μέχρι τέλους της εργασίας αυτής, υπό τον όρο ότι η αρμόδια αρχή του Κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ο ενδιαφερόμενος μετέβη για να πραγματοποιήσει την εν λόγω εργασία ή ο οργανισμός που ορίζεται από την αρχή αυτή θα έχει παράσχει τη συναίνεσή του- η συναίνεση αυτή πρέπει να ζητηθεί πριν να λήξει η αρχική περίοδος των δώδεκα μηνών. Η συναίνεση αυτή πάντως δεν δύναται να δοθεί για περίοδο που υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες.

    2. Το πρόσωπο που ασκεί κανονικά μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος δύο ή περισσότερων Κρατών μελών υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, αν ασκεί μέρος της δραστηριότητός του στο έδαφος αυτού του Κράτους μέλους. Αν δεν ασκεί δραστηριότητα στο έδαφος του Κράτους μέλους όπου κατοικεί, υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους μέλους στου οποίου το έδαφος ασκεί την κύρια δραστηριότητά του. Τα κριτήρια που προσδιορίζουν την κύρια δραστηριότητα ορίζονται στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 97.

    3. Το πρόσωπο που ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα σε επιχείρηση η οποία έχει την έδρα της στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, και η οποία διασχίζεται από τα κοινά σύνορα δύο Κρατών μελών, υπόκειται στη νομοθεσία του Κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου η επιχείρηση αυτή έχει την έδρα της.

    4. Αν η νομοθεσία στην οποία ένα πρόσωπο θα έπρεπε να υπαχθεί σύμφωνα με τις παραγράφους 2 ή 3 δεν του επιτρέπει να συμμετέχει, έστω και εθελοντικά, σε σύστημα ασφαλίσεως γήρατος, ο ενδιαφερόμενος υπάγεται στη νομοθεσία του άλλου Κράτους μέλους η οποία θα μπορούσε να εφαρμοσθεί στην περίπτωσή του ανεξάρτητα από αυτές τις διατάξεις ή, στην περίπτωση που θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν οι νομοθεσίες δύο ή περισσοτέρων Κρατών μελών, στη νομοθεσία που καθορίζεται με κοινή συμφωνία μεταξύ αυτών των Κρατών μελών ή των αρμοδίων αρχών τους.

    Άρθρο 14β

    Ειδικοί κανόνες για τους ναυτικούς

    Ο κανόνας του άρθρου 13 παράγραφος 2 περίπτωση γ ισχύει με την επιφύλαξη των εξής εξαιρέσεων και ειδικών περιπτώσεων:

    1. Το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα σε επιχείρηση από την οποία κανονικά εξαρτάται, είτε στο έδαφος Κράτους μέλους είτε σε πλοίο υπό σημαία Κράτους μέλους, και η οποία τον αποσπά, προς εκτέλεση εργασίας για λογαριασμό της, σε πλοίο υπό σημαία άλλου Κράτους μέλους, εξακολουθεί να υπόκειται στη νομοθεσία του πρώτου Κράτους μέλους υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1.

    2. Το πρόσωπο που ασκεί κανονικά μη μισθωτή δραστηριότητα είτε στο έδαφος Κράτους μέλους είτε σε πλοίο υπό σημαία Κράτους μέλους, και που εκτελεί εργασία για λογαριασμό του σε πλοίο υπό σημαία άλλου Κράτους μέλους, εξακολουθεί να υπόκειται στη νομοθεσία του πρώτου Κράτους μέλους υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 14α παράγραφος 1.

    3. Το πρόσωπο το οποίο, ενώ δεν ασκεί συνήθως την επαγγελματική του δραστηριότητα στη θάλασσα, εκτελεί εργασία στα χωρικά ύδατα ή σε λιμάνι Κράτους μέλους, σε πλοίο υπό σημαία άλλου Κράτους μέλους που ευρίσκεται σε αυτά τα χωρικά ύδατα ή σε αυτό το λιμάνι, χωρίς να ανήκει στο πλήρωμα του πλοίου αυτού, υπόκειται στη νομοθεσία του πρώτου Κράτους μέλους.

    4. Το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα σε πλοίο υπό σημαία Κράτους μέλους, και αμείβεται για τη δραστηριότητα αυτή από επιχείρηση ή πρόσωπο που εδρεύει ή κατοικεί στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, υπόκειται στη νομοθεσία του τελευταίου αυτού Κράτους αν κατοικεί στο έδαφός του- η επιχείρηση ή το πρόσωπο που καταβάλλει την αμοιβή θεωρείται ως εργοδότης για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής.

    Άρθρο 14γ

    Ειδικοί κανόνες για πρόσωπα που ασκούν ταυτόχρονα μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος Κράτους μέλους και μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους.

    1. Το πρόσωπο που ασκεί ταυτόχρονα μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος Κράτους μέλους και μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους υπόκειται:

    α) με την επιφύλαξη της περιπτώσεως β, στη νομοθεσία του Κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ασκεί μισθωτή δραστηριότητα-

    β) στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο παράρτημα VII, στη νομοθεσία καθενός από αυτά τα Κράτη μέλη όσον αφορά τη δραστηριότητα που ασκείται στο έδαφός τους.

    2. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παραγράφου 1 περίπτωση β θα καθορισθούν σε κανονισμό που θα εκδώσει το Συμβούλιο κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής.

    Άρθρο 14δ

    Διάφορες διατάξεις

    1. Το πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 14α παράγραφοι 2, 3 και 4 και στο άρθρο 14γ παράγραφος 1 περίπτωση α, θεωρείται, για τους σκοπούς εφαρμογής της νομοθεσίας που καθορίζεται σύμφωνα με αυτές τις διατάξεις, ότι άσκησε το σύνολο της επαγγελματικής του δραστηριότητος ή των επαγγελματικών του δραστηριοτήτων στο έδαφος του ενδιαφερόμενου Κράτους μέλους.

    2. Οι διατάξεις της νομοθεσίας ενός Κράτους μέλους, που προβλέπουν ότι ο δικαιούχος συντάξεως που ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα δεν υπάγεται σε υποχρεωτική ασφάλιση λόγω της δραστηριότητος αυτής, ισχύουν επίσης για τον δικαιούχο συντάξεως η οποία εκτήθη δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους, εκτός αν ο ενδιαφερόμενος ζητήσει ρητώς να υπαχθεί στην υποχρεωτική ασφάλιση, απευθυνόμενος στον φορέα που ορίζεται από την αρμόδια αρχή του πρώτου Κράτους μέλους και αναγράφεται στο παράρτημα 10 του κανονισμού που αναφέρεται στο άρθρο 97."

    9. Στο άρθρο 15, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "1. Τα άρθρα 13 μέχρι 14δ δεν ισχύουν για την προαιρετική ασφάλιση ή την προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως, εκτός αν, για έναν από τους κλάδους που αναφέρονται στο άρθρο 4, υπάρχει σε ένα Κράτος μέλος μόνο προαιρετικό σύστημα ασφαλίσεως.".

    10. Το άρθρο 17 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "Άρθρο 17

    Εξαιρέσεις των διατάξεων των άρθρων 13 μέχρι 16

    Δύο ή περισσότερα Κράτη μέλη, οι αρμόδιες αρχές των Κρατών αυτών ή οι οργανισμοί που έχουν ορισθεί από τις αρχές αυτές δύνανται, κατόπιν κοινής συμφωνίας, να προβλέψουν εξαιρέσεις των διατάξεων των άρθρων 13 μέχρι 16, προς το συμφέρον ορισμένων κατηγοριών προσώπων που ασκούν μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα ή ορισμένων από τα πρόσωπα αυτά"

    11. Στο άρθρο 18 παράγραφος 2 έκτος στίχος, ο όρος "ο ενδιαφερόμενος εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τον όρο "ο ενδιαφερόμενος".

    12. Στον τίτλο του τμήματος 2, ο όρος "εργαζόμενοι" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτοί ή μη μισθωτοί".

    13. Στο άρθρο 19 παράγραφος 1 πρώτος στίχος και παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός".

    14. Στο άρθρο 20 πέμπτος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τον όρο "ο ενδιαφερόμενος".

    15. Στο άρθρο 21 παράγραφος 1 πρώτος στίχος παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο και παράγραφος 4, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός".

    16. Στο άρθρο 22:

    α) παράγραφος 1 πρώτος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός".

    β) παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο, ο όρος "ενός εργαζομένου" αντικαθίσταται από τους όρους "ενός μισθωτού ή μη μισθωτού"-

    γ) παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο και δεύτερο εδάφιο περίπτωση α, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός"-

    δ) παράγραφος 4 πρώτος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός"-

    17. Στο άρθρο 23, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το εξής κείμενο:

    "1. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των εις χρήμα παροχών βασίζεται επί μέσων αποδοχών, καθορίζει τις μέσες αυτές αποδοχές αποκλειστικά βάσει των διαπιστωθέντων αποδοχών κατά τη διάρκεια των περιόδων που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία αυτή.

    2. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των εις χρήμα παροχών βασίζεται επί κατ' αποκοπήν αποδοχών, λαμβάνει υπόψη αποκλειστικά τις κατ' αποκοπήν ή, κατά περίπτωση, το μέσο όρο των κατ' αποκοπήν αποδοχών που αντιστοιχούν στις περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία αυτή.".

    18. Στο άρθρο 24 παράγραφος 1:

    - πρώτος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός",

    - όγδοος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος αυτός" αντικαθίσταται από τους όρους "αυτός ο μισθωτός ή μη μισθωτός"

    19. Στο άρθρο 25:

    α) παράγραφος 1 πρώτος στίχος, ο όρος "εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτός ή μη μισθωτός"-

    β) παράγραφος 2 πρώτος στίχος, ο όρος "εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τον όρο "μισθωτός".

    20. Στο άρθρο 26 παράγραφος 1 πρώτος στίχος, ο όρος "εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτός ή μη μισθωτός.".

    21. Το άρθρο 34 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "Άρθρο 34

    Γενικές διατάξεις

    1. Για την εφαρμογή των άρθρων 28, 28α, 29 και 31, ο δικαιούχος δύο ή περισσοτέρων συντάξεων, οφειλομένων κατά τη νομοθεσία ενός μόνο Κράτους μέλους, θεωρείται δικαιούχος συντάξεως οφειλόμενης κατά τη νομοθεσία ενός Κράτους μέλους κατά την έννοια των διατάξεων αυτών.

    2. Οι διατάξεις των άρθρων 27 μέχρι 33 δεν ισχύουν για το δικαιούχο συντάξεως ή για τα μέλη της οικογενείας του που δικαιούνται παροχών δυνάμει της νομοθεσίας ενός Κράτους μέλους εκ του λόγου ότι ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα. Στην περίπτωση αυτή, και για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, ο ενδιαφερόμενος θεωρείται ως μισθωτός ή μη μισθωτός ή μέλος οικογενείας μισθωτού ή μη μισθωτού.".

    22. Στο άρθρο 35:

    α) οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    "1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2, αν η νομοθεσία της χώρας διαμονής ή κατοικίας προβλέπει περισσότερα συστήματα ασφαλίσεως ασθενείας ή μητρότητος, οι διατάξεις που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 19, του άρθρου 21 παράγραφος 1, των άρθρων 22, 25 ή 26, του άρθρου 28 παράγραφος 1, του άρθρου 29 παράγραφος 1 ή του άρθρου 31, είναι οι διατάξεις του συστήματος εκείνου στο οποίο υπάγονται οι χειρώνακτες εργαζόμενοι της βιομηχανίας χάλυβα. Εν τούτοις, η εν λόγω νομοθεσία προβλέπει ειδικό σύστημα για τους εργαζομένους των ορυχείων και των παρεμφερών επιχειρήσεων, οι διατάξεις του συστήματος αυτού εφαρμόζονται στην κατηγορία αυτή των εργαζομένων και στα μέλη της οικογενείας τους, εφ' όσον ο φορέας του τόπου διαμονής ή κατοικίας, προς τον οποίο απευθύνονται, είναι αρμόδιος για την εφαρμογή του συστήματος αυτού.

    2. Αν η νομοθεσία της χώρας διαμονής ή κατοικίας προβλέπει ένα ή περισσότερα ειδικά καθεστώτα για το σύνολο ή το μεγαλύτερο μέρος των επαγγελματικών κατηγοριών των μη μισθωτών, τα οποία χορηγούν λιγότερο ευνοϊκές παροχές σε είδος από εκείνες που χορηγούνται στους μισθωτούς, οι διατάξεις που εφαρμόζονται στον ενδιαφερόμενο και στα μέλη της οικογενείας του, δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 1 περίπτωση α και παράγραφος 2, του άρθρου 22 παράγραφος 1 περίπτωση ι και παράγραφος 3, του άρθρου 28 παράγραφος 1 περίπτωση α ή του άρθρου 31 περίπτωση α, είναι οι διατάξεις του ή των συστημάτων που καθορίζονται από τον κανονισμό εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 97:

    α) όταν, στο αρμόδιο Κράτος, ο ενδιαφερόμενος υπάγεται σε ειδικό σύστημα που ισχύει για μη μισθωτούς, το οποίο επίσης χορηγεί λιγότερο ευνοϊκές παροχές σε είδος από εκείνες που χορηγούνται στους μισθωτούς- ή

    β) όταν, δυνάμει της νομοθεσίας περί συντάξεως του αρμόδιου ή των αρμόδιων Κρατών μελών, ο δικαιούχος συντάξεως ή συντάξεων δικαιούται να λαμβάνει μόνο τις παροχές σε είδος που προβλέπονται από ειδικό σύστημα που ισχύει για μη μισθωτούς, το οποίο επίσης χορηγεί λιγότερο ευνοϊκές παροχές σε είδος από εκείνες που λαμβάνουν οι μισθωτοί."

    β) οι παράγραφοι 2 και 3 γίνονται αντίστοιχα παράγραφοι 3 και 4-

    γ) στη νέα παράγραφο 3, ο όρος "τους εργαζομένους" αντικαθίσταται από τους όρους "τους μισθωτούς ή μη μισθωτούς".

    23. Στον τίτλο III κεφάλαιο 2 τμήμα 1, στην επικεφαλίδα, ο όρος "εργαζόμενοι" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτοί ή μη μισθωτοί".

    24. Στο άρθρο 37:

    α) παράγραφος 1 πρώτος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός"-

    β) παράγραφος 2 πρώτος στίχος, ο αριθμός III αντικαθίσταται από τον αριθμό IV.

    25. Στο άρθρο 38:

    α) παράγραφος 2:

    - τρίτος στίχος μετά από τη λέξη "πραγματοποιηθεί" προστίθεται η λέξη "αποκλειστικά",

    - τέταρτος στίχος, μετά από τις λέξεις "ειδικό σύστημα ασφαλίσεως", προστίθεται οι λέξεις "που εφαρμόζεται σε μισθωτούς"-

    β) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

    "3. Αν η νομοθεσία Κράτους μέλους εξαρτά τη χορήγηση ορισμένων παροχών από τον όρο ότι οι περίοδοι ασφαλίσεως έχουν πραγματοποιηθεί αποκλειστικά σε επάγγελμα υπαγόμενο σε ειδικό σύστημα ασφαλίσεως, που εφαρμόζεται σε μη μισθωτούς, οι περίοδοι που πραγματοποιήθηκαν υπό το καθεστώς νομοθεσιών άλλων Κρατών μελών λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση των παροχών αυτών μόνον αν έχουν πραγματοποιηθεί υπό αντίστοιχο σύστημα, ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, στο ίδιο επάγγελμα.

    Αν, αφού ληφθούν υπόψη οι περίοδοι που πραγματοποιήθηκαν κατ'αυτό τον τρόπο, ο ενδιαφερόμενος δεν πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να λάβει τις εν λόγω παροχές, οι περίοδοι αυτές λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση των παροχών του γενικού συστήματος ασφαλίσεως ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, του συστήματος που εφαρμόζεται κατά περίπτωση στους εργάτες ή τους υπαλλήλους, στο μέτρο που οι περίοδοι αυτές πραγματοποιήθηκαν υπό σύστημα ασφαλίσεως άλλο από το προαναφερόμενο αντίστοιχο σύστημα και με την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος ήταν επίσης ασφαλισμένος βάσει αυτού του γενικού συστήματος ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, βάσει του συστήματος που εφαρμόζεται κατά περίπτση στους εργάτες ή υπαλλήλους.".

    26. Στο άρθρο 39, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "3. Ο ενδιαφερόμενος ο οποίος δεν δικαιούται παροχών, κατ'εφαρμογή της παραγράφου 1, λαμβάνει τις παροχές τις οποίες δικαιούται ακόμη δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους, λαμβανομένων υπόψη, κατά περίπτωση, των διατάξεων του άρθρου 38.".

    27. Στον τίτλο III κεφάλαιο 2 τμήμα 2, στην επικεφαλίδα, ο όρος "εργαζόμενοι" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτοί ή μη μισθωτοί".

    28. Στο άρθρο 40:

    α) παράγραφος 1 πρώτος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός"-

    β) παράγραφος 2, ο αριθμός "III" αντικαθίσταται από τον αριθμό "IV" στον:

    - τέταρτο στίχο,

    - τελευταίο στίχο της πρώτης περιπτώσεως,

    - τελευταίο στίχο της δεύτερης περιπτώσεως-

    γ) παράγραφος 3 περίπτωση α:

    - ο αριθμός "III" του παραρτήματος αντικαθίσταται από τον αριθμό "IV",

    - οι λέξεις "όταν ένας εργαζόμενος" αντικαθίστανται από τις λέξεις "όταν μισθωτός ή μη μισθωτός"-

    δ) παράγραφος 4 τελευταίος στίχος, ο αριθμός "IV" αντικαθίσταται από τον αριθμό "V".

    29. Στο άρθρο 41:

    α) παράγραφος 1 δεύτερος στίχος, ο όρος "εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτός ή μη μισθωτός"-

    β) παράγραφος 1 περίπτωση δ σημείο iii τελευταίος στίχος, ο αριθμός "III" αντικαθίσταται από τον αριθμό "IV",

    γ) παράγραφος 2 δεύτερος στίχος, ο όρος "εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτός ή μη μισθωτός".

    30. Στο άρθρο 44:

    α) στον τίτλο, ο όρος "εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτός ή μη μισθωτός"-

    β) παράγραφος 1 πρώτος στίχος, ο όρος "εργαζομένου" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτού ή μη μισθωτού"-

    γ) παράγραφος 2 δεύτερος και πέμπτος στίχος, ο όρος "εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτός ή μη μισθωτός"-

    31. Στο άρθρο 45:

    α) στον τίτλο, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός"-

    β) παράγραφος 2:

    - τρίτος στίχος, μετά τις λέξεις "έχουν πραγματοποιηθεί", προστίθεται η λέξη "αποκλειστικά",

    - μετά τις λέξεις "ειδικό σύστημα ασφαλίσεως" προστίθενται οι λέξεις "εφαρμόζεται σε μισθωτούς"-

    γ) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

    "3. Αν η νομοθεσία Κράτους μέλους εξαρτά τη χορήγηση ορισμένων παροχών από τον όρο ότι οι περίοδοι ασφαλίσεως έχουν πραγματοποιηθεί αποκλειστικά σε επάγγελμα υπαγόμενο σε ειδικό σύστημα ασφαλίσεως που εφαρμόζεται σε μη μισθωτούς, οι περίοδοι που πραγματοποιήθηκαν υπό το καθεστώς νομοθεσιών άλλων Κρατών μελών λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση των παροχών αυτών μόνον αν έχουν πραγματοποιηθεί υπό αντίστοιχο σύστημα ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, στο ίδιο επάγγελμα.

    Αν, αφού ληφθούν υπόψη οι περίοδοι που πραγματοποιήθηκαν κατ' αυτό τον τρόπο, ο ενδιαφερόμενος δεν πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να λάβει τις εν λόγω παροχές, οι περίοδοι αυτές λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση των παροχών του γενικού συστήματος ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, του συστήματος που εφαρμόζεται κατά περίπτωση στους εργάτες ή τους υπαλλήλους, στο μέτρο που οι περίοδοι αυτές πραγματοποιήθηκαν υπό σύστημα ασφαλίσεως άλλο από το προαναφερόμενο αντίστοιχο σύστημα και με την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος ήταν επίσης ασφαλισμένος βάσει αυτού του γενικού συστήματος ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, βάσει του συστήματος που εφαρμόζεται κατά περίπτωση στους εργάτες ή υπαλλήλους."-

    δ) η παράγραφος 3 γίνεται παράγραφος 4, στην οποία ο όρος "εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τον όρο "μισθωτός" στο δεύτερο και έκτο στίχο"-

    ε) προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

    "5. Η παράγραφος 4 εφαρμόζεται στους μη μισθωτούς για να καθορισθεί αν πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις για τη χορήγηση παροχών επιζώντων.

    6. Αν η νομοθεσία ενός Κράτους μέλους, που εξαρτά τη χορήγηση παροχών αναπηρίας από την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος υπόκειται σε αυτή τη νομοθεσία κατά το χρόνο της επελεύσεως του κινδύνου, δεν απαιτεί καμιά διάρκεια ασφαλίσεως ούτε για τη κτήση του δικαιώματος ούτε για τον υπολογισμό των παροχών, κάθε μη μισθωτός που έπαυσε να υπόκειται σε αυτή τη νομοθεσία θεωρείται, για τους σκοπούς της εφαρμογής τoυ παρόντος κεφαλαίου, ότι εξακολουθεί να υπόκειται σ' αυτή κατά το χρόνο της επελεύσεως του κινδύνου, εφ' όσον υπόκειται στη νομοθεσία ενός άλλου Κράτους μέλους το χρόνο της επελεύσεως του κινδύνου.".

    32. Στο άρθρο 46:

    α) παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο δεύτερος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός"-

    β) παράγραφος 2 δεύτερος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός"-

    γ) παράγραφος 2 περίπτωση α, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός".

    33. Στο άρθρο 47, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "1. Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 περίπτωση α, ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:

    α) ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται επί μέσων αποδοχών, μέσης εισφοράς, μέσης προσαυξήσεως ή επί της σχέσεως η οποία υπήρχε κατά τις περιόδους ασφαλίσεως μεταξύ των μεικτών αποδοχών του ενδιαφερομένου και του μέσου όρου των μεικτών αποδοχών όλων των ασφαλισμένων, εξαιρέσει των μαθητευομένων, προσδιορίζει τα μέσα ή τα αναλογικά αυτά ποσά αποκλειστικά βάσει των ασφαλιστικών περιόδων που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία του Κράτους αυτού, ή των μεικτών αποδοχών που εισέπραξε ο ενδιαφερόμενος κατά τη διάρκεια μόνο των περιόδων αυτών-

    β) ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται επί του ποσού των αποδοχών, των εισφορών ή των προσαυξήσεων, προσδιορίζει τις αποδοχές, τις εισφορές ή τις προσαυξήσεις, που πρέπει να ληφθούν υπόψη σχετικά με τις περιόδους ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες άλλων Κρατών μελών, βάσει του μέσου όρου των αποδοχών, των εισφορών ή των προσαυξήσεων, ο οποίος διαπιστούται για τις περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός-

    γ) ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται επί αποδοχών ή κατ' αποκοπήν ποσού, θεωρεί ότι οι αποδοχές ή το ποσόν που πρέπει να ληφθεί υπόψη σχετικά με τις περιόδους ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες άλλων Κρατών μελών είναι ίσο με τις αποδοχές ή το κατ' αποκοπήν ποσό ή, κατά περίπτωση, με το μέσο όρο των αποδοχών ή των κατ' αποκοπήν ποσών που αντιστοιχούν στις περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός-

    δ) ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται, για ορισμένες περιόδους, επί του ποσού των αποδοχών και, για άλλες περιόδους, επί αποδοχών ή κατ' αποκοπήν ποσού, λαμβάνει υπόψη, σχετικά με τις περιόδους ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες άλλων Κρατών μελών, τις αποδοχές ή τα κατ' αποκοπήν ποσά που προσδιορίστηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις των περιπτώσεων β ή γ ή το μέσο όρο αυτών των αποδοχών ή ποσών, ανάλογα με την περίπτωση- αν, για όλες τις περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός, ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται επί αποδοχών ή κατ' αποκοπήν ποσού, ο φορέας θεωρεί ότι οι αποδοχές που πρέπει να ληφθούν υπόψη σχετικά με τις περιόδους ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες άλλων Κρατών μελών είναι ίσες με τις πλασματικές αποδοχές που αντιστοιχούν σ' αυτές τις αποδοχές ή στο κατ' αποκοπήν ποσό".

    34. Στο άρθρο 52 πρώτος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός".

    35. Στο άρθρο 53 τελευταίος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τον όρο "ο ενδιαφερόμενος".

    36. Στο άρθρο 54 παράγραφος 1 πρώτος στίχος και παράγραφος 2 πρώτος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός".

    37. Στο άρθρο 55 παράγραφος 1 πρώτος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός".

    38. Στο άρθρο 58, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το εξής κείμενο:

    "1. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των εις χρήμα παροχών βασίζεται επί μέσων αποδοχών, καθορίζει τις μέσες αυτές αποδοχές αποκλειστικά βάσει των διαπιστωθέντων αποδοχών κατά τη διάρκεια των περιόδων που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία αυτή.

    2. Ο αρμόδιος φορέας Κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των εις χρήμα παροχών βασίζεται επί κατ' αποκοπήν αποδοχών, λαμβάνει υπόψη αποκλειστικά τις κατ' αποκοπήν ή, κατά περίπτωση, το μέσο όρο των κατ' αποκοπήν αποδοχών που αντιστοιχούν στις περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία αυτή.".

    39. Στο άρθρο 60, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "1. Σε περίπτωση επιδεινώσεως επαγγελματικής ασθενείας, για την οποία ένας μισθωτός ή μη μισθωτός έλαβε ή λαμβάνει αποζημίωση δυνάμει της νομοθεσίας Κράτους μέλους, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

    α) αν ο ενδιαφερόμενος, αφ' ότου λαμβάνει τις παροχές, δεν άσκησε, υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, επαγγελματική δραστηριότητα που δυνατόν να προκαλέσει ή να επιδεινώσει την εν λόγω ασθένεια, ο αρμόδιος φορέας του πρώτου Κράτους υποχρεούται να αναλάβει το βάρος των παροχών, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρμόζεται απ' αυτόν, αφού λάβει υπόψη την επιδείνωση-

    β) αν ο ενδιαφερόμενος, αφ' ότου λαμβάνει τις παροχές, έχει ασκήσει τέτοια δραστηριότητα υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, ο αρμόδιος φορέας του πρώτου Κράτους μέλους υποχρεούται να αναλάβει το βάρος των παροχών, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρμόζεται απ' αυτόν, χωρίς να λάβει υπόψη την επιδείνωση. Ο αρμόδιος φορέας του δεύτερου Κράτους μέλους καταβάλλει στον ενδιαφερόμενο ένα συμπλήρωμα, το ποσό του οποίου ισούται με τη διαφορά μεταξύ του ποσού των παροχών που οφείλονται μετά την επιδείνωση και του ποσού των παροχών που θα οφείλονταν πριν από την επιδείνωση, κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρμόζεται από το φορέα αυτόν, αν η εν λόγω ασθένεια είχε επέλθει υπό τη νομοθεσία του Κράτους μέλους αυτού-

    γ) αν, στην περίπτωση που αναφέρεται υπό β, ένας μισθωτός ή μη μισθωτός που προσεβλήθη από σκληρογόνο πνευμονοκονίωση ή από ασθένεια καθοριζόμενη κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 57 παράγραφος 4, δεν δικαιούται παροχών δυνάμει της νομοθεσίας του δευτέρου Κράτους μέλους, ο αρμόδιος φορέας του πρώτου Κράτους μέλους οφείλει να καταβάλλει τις παροχές, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρμόζεται απ' αυτόν, αφού λάβει υπόψη την επιδείνωση. Εν τούτοις, ο φορέας του δεύτερου Κράτους μέλους αναλαμβάνει το βάρος που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ του ποσού των εις χρήμα παροχών, συμπεριλαμβανομένων και των συντάξεων, που οφείλει ο αρμόδιος φορέας του πρώτου Κράτους μέλους, αφού λάβει υπόψη την επιδείνωση, και του ποσού των αντιστοίχων παροχών που οφείλονται πριν την επιδείνωση.".

    40. Στο άρθρο 61 παράγραφος 1, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τον όρο "ο ενδιαφερόμενος".

    41. Στο άρθρο 62 παράγραφος 1, ο όρος "εργαζόμενοι" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτοί ή μη μισθωτοί".

    42. Στο άρθρο 65 παράγραφος 1 πρώτος στίχος, ο όρος "αν ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "αν ο μισθωτός ή μη μισθωτός".

    43. Στο άρθρο 67 παράγραφος 1 και 2, η φράση "που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους" αντικαθίσταται από τη φράση "που πραγματοποιήθηκαν υπό την ιδιότητα μισθωτού υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους".

    44. Στο άρθρο 69 παράγραφος 1 πρώτος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός".

    45. Στο άρθρο 70 παράγραφος 1, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο μισθωτός ή μη μισθωτός".

    46. Στο άρθρο 71 παράγραφος 1:

    α) πρώτος στίχος, ο όρος "ο άνεργος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο άνεργος μισθωτός"-

    β) περίπτωση β σημείο i πρώτος στίχος και περίπτωση β σημείο ii πρώτος στίχος, ο όρος "εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τον όρο "μισθωτός"-

    γ) περίπτωση β σημείο ii, ο όρος "στον εργαζόμενο αυτόν", αντικαθίσταται από τον όρο "στον μισθωτό αυτόν".

    47. Στον τίτλο III κεφάλαιο 7:

    α) ο τίτλος αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

    "ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΕΣ ΠΑΡΟΧΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ"-

    β) τμήμα 1, ο τίτλος αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

    "Κοινή διάταξη στις παροχές για μισθωτούς ή μη μισθωτούς και ανέργους"-

    γ) κεφάλαιο 7 τμήμα 2, στον τίτλο, ο όρος "Εργαζόμενοι" αντικαθίσταται από τον όρο "Μισθωτοί".

    48. Στο άρθρο 72, οι όροι "περίοδοι ασφαλίσεως ή απασχολήσεως" αντικαθίστανται από τους όρους "περίοδοι ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μισθωτής δραστηριότητος".

    49. Στο άρθρο 73:

    α) ο τίτλος αντικαθίσταται ως εξής:

    "Μισθωτοί".

    β) παράγραφος 1, πρώτος στίχος και παράγραφος 2 πρώτος στίχος, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τον όρο "ο μισθωτός"-

    γ) η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "3. Εν τούτοις, ο μισθωτός, που κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 14 παράγραφος 1 υπάγεται στη γαλλική νομοθεσία, δικαιούται για τα μέλη της οικογενείας του, που τον συνοδεύουν στο έδαφος του Κράτους μέλους στο οποίο εργάζεται, των οικογενειακών παροχών που καθορίζονται στο παράρτημα VI.".

    50. Στο άρθρο 74 παράγραφος 1 πρώτος στίχος και παράγραφος 2 πρώτος στίχος, ο όρος "ο άνεργος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο άνεργος μισθωτός".

    51. Στο άρθρο 75:

    α) παράγραφος 1 περίπτωση α, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τον όρο "ο μισθωτός"-

    β) παράγραφος 2 περίπτωση β, ο όρος "στον εργαζόμενο" αντικαθίσταται από τον όρο "στον μισθωτό".

    52. Στο άρθρο 78:

    α) παράγραφος 2 περίπτωση α πρώτος στίχος και περίπτωση β πρώτος στίχος, οι όροι "αποθανόντος εργαζομένου" αντικαθίστανται από τους όρους "αποθανόντος μισθωτού ή μη μισθωτού"-

    β) παράγραφος 2 περίπτωση β σημείο ii, οι όροι "ο εργαζόμενος που απέθανε" αντικαθίστανται από τον όρο "ο αποθανών".

    53. Στο άρθρο 79:

    α) παράγραφος 1:

    - πρώτο εδάφιο, οι όροι "ο εργαζόμενος που απέθανε" αντικαθίστανται από τον όρο "ο αποθανών",

    - δεύτερο εδάφιο περίπτωση α, ο όρος "μη μισθωτής δραστηριότητος" παρεμβάλλεται μεταξύ των όρων "απασχολήσεως" και "ή κατοικίας"-

    β) παράγραφος 2, ο όρος "ο εργαζόμενος" αντικαθίσταται από τους όρους "ο δικαιούχος ή ο αποθανών"-

    γ) παράγραφος 3, τελευταίος στίχος, ο όρος "εργαζομένου" αντικαθίσταται από τους όρους "μισθωτού ή μη μισθωτού".

    54. Στο άρθρο 89, ο αριθμός "V" αντικαθίσταται από τον αριθμό "VI".

    55. Στο άρθρο 93 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο και δεύτερο εδάφιο, ο όρος "εργαζομένων" αντικαθίσταται από τον όρο "μισθωτών".

    56. Τα παραρτήματα I μέχρι V γίνονται παραρτήματα II μέχρι VI και προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα:

    "ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ

    I. Μισθωτοί ή/και μη μισθωτοί

    (άρθρο 1 εδάφιο α σημεία ii και iii του κανονισμού)

    Α. ΒΕΛΓΙΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Β. ΔΑΝΙΑ

    1. Ως μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 περίπτωση α σημείο ii του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο το οποίο λόγω ασκήσεως μισθωτής δραστηριότητος υπάγεται στη νομοθεσία περί εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών.

    2. Ως μη μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 περίπτωση α σημείο ii του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με το νόμο περί ημερησίων παροχών εις χρήμα σε περίπτωση ασθενείας ή μητρότητος, δικαιούται αυτών των επιδομάτων βάσει επαγγελματικού εισοδήματος εκτός από εισόδημα μισθωτών υπηρεσιών.

    Γ. ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

    Αν ο γερμανικός φορέας είναι ο αρμόδιος φορέας για τη χορήγηση οικογενειακών παροχών, σύμφωνα με τον τίτλο III κεφάλαιο 7 του κανονισμού, θεωρείται, κατά την έννοια του άρθρου 1 περίπτωση α σημείο ii του κανονισμού:

    α) ως μισθωτός, πρόσωπο ασφαλισμένο υποχρεωτικά κατά του κινδύνου της ανεργίας ή πρόσωπο το οποίο λαμβάνει, σε συνάρτηση με την ασφάλιση αυτή, παροχές εις χρήμα λόγω ασθενείας ή ανάλογες παροχές-

    β) ως μη μισθωτός, πρόσωπο που ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα και το οποίο υποχρεούται:

    - να ασφαλισθεί ή να καταβάλλει εισφορές κατά του κινδύνου γήρατος σε σύστημα ασφαλίσεως μη μισθωτών, ή

    - να ασφαλισθεί στο πλαίσιο της υποχρεωτικής ασφαλίσεως συντάξεως.

    Δ. ΓΑΛΛΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Ε. ΕΛΛΑΣ

    1. Θεωρούνται ως μισθωτοί, κατά την έννοια του άρθρου 1 εδάφιο α σημείο iii του κανονισμού, τα πρόσωπα τα οποία είναι ασφαλισμένα στα πλαίσια του συστήματος ΟΓΑ τα οποία ασκούν αποκλειστικώς μισθωτή δραστηριότητα ή τα οποία υπάγονται ή έχουν υπαχθεί στη νομοθεσία ενός άλλου Κράτους μέλους και τα οποία, ως εκ τούτου, έχουν ή είχαν την ιδιότητα του εργαζομένου κατά την έννοια του άρθρου 1 εδάφιο α του κανονισμού.

    2. Για τη χορήγηση των οικογενειακών επιδομάτων του εθνικού συστήματος, θεωρούνται ως μισθωτοί, κατά την έννοια του άρθρου 1 εδάφιο α σημείο ii του κανονισμού, τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 1 εδάφιο α του i και iii του κανονισμού.

    ΣΤ. ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    1. Ως μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 περίπτωση α σημείο ii του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο που είναι ασφαλισμένο υποχρεωτικά ή προαιρετικά, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 37 του κωδικοποιημένου νόμου του 1981 περί κοινωνικής ασφαλίσεως και κοινωνικών υπηρεσιών [Social Welfare (Consolidation) Act (1981)].

    2. Ως μη μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 περίπτωση α σημείο ii του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο που ασκεί μία επαγγελματική δραστηριότητα χωρίς σύμβαση εργασίας ή που έχει πάρει σύνταξη έχοντας παύσει αυτή τη δραστηριότητα. Όσον αφορά τις εις είδος παροχές ασθενείας, ο ενδιαφερόμενος πρέπει επί πλέον να δικαιούται των παροχών αυτών, σύμφωνα με το άρθρο 45 ή το άρθρο 46 του νόμου περί υγείας του 1970 [Health Act (1970)].

    Ζ. ΙΤΑΛΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Η. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Θ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    Ως μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 περίπτωση α σημείο ii του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο που ασκεί δραστηριότητα ή επάγγελμα χωρίς σύμβαση εργασίας.

    Ι. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    Ως μισθωτός ή μη μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 περίπτωση α σημείο ii του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο που έχει την ιδιότητα του μισθωτού (employed earner) ή μη μισθωτού (self-employed earner), κατά την έννοια της νομοθεσίας της Μεγάλης Βρετανίας ή της νομοθεσίας της Βορείου Ιρλανδίας, καθώς και το πρόσωπο στο οποίο οφείλονται εισφορές υπό την ιδιότητα μισθωτού (employed person) ή μη μισθωτού (self-employed person), κατά την έννοια της νομοθεσίας του Γιβραλτάρ.

    II. Μέλη της οικογενείας

    (άρθρο 1 περίπτωση στ δεύτερη περίοδος του κανονισμού)

    Α. ΒΕΛΓΙΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Β. ΔΑΝΙΑ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών εις είδος, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1 περίπτωση α και το άρθρο 31 του κανονισμού, ως "μέλος της οικογενείας" νοείται το πρόσωπο που θεωρείται μέλος της οικογενείας σύμφωνα με το νόμο περί δημοσίας υγείας.

    Γ. ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Δ. ΓΑΛΛΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Ε. ΕΛΛΑΣ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ΣΤ. ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών εις είδος σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1 περίπτωση α και το άρθρο 31 του κανονισμού, ως "μέλος της οικογενείας" νοείται το πρόσωπο που θεωρείται ότι συντηρείται από το μισθωτό ή μη μισθωτό κατ'εφαρμογή των νόμων του 1947 μέχρι 1970 περί υγείας (Health Acts 1947-1970).

    Z. ΙΤΑΛΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Η. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Θ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Ι. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών εις είδος, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1 περίπτωση α και το άρθρο 31 του κανονισμού, ως "ως μέλος της οικογενείας" νοείται:

    α) όσον αφορά τις νομοθεσίες της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας, το πρόσωπο που θεωρείται συντηρούμενο πρόσωπο κατά την έννοια του νόμου του 1975 περί κοινωνικής ασφαλίσεως [Social Security Act (1975)] ή, κατά περίπτωση, του νόμου του 1975 περί κοινωνικής ασφαλίσεως στη Βόρειο Ιρλανδία [Social Security (Northern Ireland) Act 1975],

    και

    β) όσον αφορά τη νομοθεσία του Γιβραλτάρ, το πρόσωπο που θεωρείται συντηρούμενο πρόσωπο κατά την έννοια του κανονισμού του 1973 περί του καθεστώτος ομαδικής ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος (Group Practice Medical Scheme Ordinance 1973).".

    57. Στο παράρτημα II:

    α) ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    (άρθρο 1 περίπτωση κα του κανονισμού)

    I. Ειδικά επιδόματα τοκετού που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού δυνάμει του άρθρου 1 περίπτωση κα"-

    β) προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

    "II. Ειδικά συστήματα για μη μισθωτούς που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού δυνάμει του άρθρου 1 περίπτωση ι τέταρτο εδάφιο

    Α. ΒΕΛΓΙΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Β. ΔΑΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Γ. ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

    Οι φορείς ασφαλίσεως και προνοίας (Versicherungs- und Versorgungswerke) για ιατρούς, οδοντιάτρους, κτηνιάτρους, φαρμακοποιούς, δικηγόρους, πράκτορες διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας (Patentanwaelte), συμβολαιογράφους (Wirtschaftspruefer), συμβούλους και πληρεξούσιους επί φορολογικών θεμάτων (Steuerbevollmaechtigte), πλοηγούς (Seelotsen), αρχιτέκτονες, που ιδρύθηκαν δυνάμει της νομοθεσίας των Laender, και άλλοι φορείς ασφαλίσεως και προνοίας, ιδίως τα ταμεία προνοίας (Fuersorgeeinrichtungen) και το σύστημα διευρυμένης κατανομής αμοιβών (erweiterte Honorarverteilung).

    Δ. ΓΑΛΛΙΑ

    1. Μη μισθωτοί, μη απασχολούμενοι στη γεωργία:

    α) τα συμπληρωματικά συστήματα ασφαλίσεως γήρατος και τα συστήματα ασφαλίσεως αναπηρίας και θανάτου των μη μισθωτών που αναφέρονται στα άρθρα L 658, L 659,L 663-11, L 663-12, L 682 και L 683-1 του Κώδικα Κοινωνικής Ασφαλίσεως-

    β) οι συμπληρωματικές παροχές του άρθρου 9 του νόμου αριθ. 66.509 της 12ης Ιουλίου 1966.

    2. Μη μισθωτοί απασχολούμενοι στη γεωργία:

    οι ασφαλίσεις που προβλέπονται στα άρθρα 1049 και 1234.19 του Αγρονομικού Κώδικα, αντίστοιχα στον τομέα ασθενείας-μητρότητος και γήρατος και στον τομέα των εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών των μη μισθωτών απασχολούμενων στη γεωργία.

    Ε. ΕΛΛΑΣ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ΣΤ. ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Ζ. ΙΤΑΛΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Η. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Θ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    Χωρίς αντικείμενο.

    Ι. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    Χωρίς αντικείμενο."

    58. Στο μέρος Α σημείο 7 ΒΕΛΓΙΟ-ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ του παραρτήματος III, το υπάρχον κείμενο γίνεται περίπτωση α και προστίθεται το ακόλουθο κείμενο:

    "β) Ανταλλαγή επιστολών της 10ης και 12ης Ιουλίου 1968 σχετικά με τους ανεξάρτητους επαγγελματίες."

    59. Στο παράρτημα IV-

    α) το σημείο Α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "Α. ΒΕΛΓΙΟ

    Οι νομοθεσίες που αφορούν το γενικό σύστημα αναπηρίας, το ειδικό σύστημα αναπηρίας των εργατών ορυχείων, το ειδικό σύστημα των ναυτικών του εμπορικού ναυτικού και η νομοθεσία περί ασφαλίσεως κατά της ανικανότητος προς εργασία των ανεξάρτητων επαγγελματιών."-

    β) το σημείο Δ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "Δ. ΓΑΛΛΙΑ

    1. Μισθωτοί

    Το σύνολο των νομοθεσιών περί της ασφαλίσεως αναπηρίας εκτός από τη νομοθεσία περί της ασφαλίσεως αναπηρίας του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως των εργατών ορυχείων.

    2. Μη μισθωτοί

    Η νομοθεσία περί της ασφαλίσεως αναπηρίας των μη μισθωτών απασχολουμένων στη γεωργία.".

    60. Το παράρτημα VI αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

    (άρθρο 89 του κανονισμού)

    Ειδικές περιπτώσεις εφαρμογής των νομοθεσιών ορισμένων Κρατών μελών

    Α. ΒΕΛΓΙΟ

    1. Τα πρόσωπα, των οποίων το δικαίωμα παροχών εις είδος της ασφαλίσεως ασθενείας απορρέει από τις διατάξεις του βελγικού συστήματος υποχρεωτικής ασφαλίσεως κατά της ασθενείας και αναπηρίας, οι οποίες εφαρμόζονται στους ανεξάρτητους επαγγελματίες, απολαύουν των διατάξεων του τίτλου III κεφάλαιο 1 του κανονισμού, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 35 παράγραφος 1, υπό τους ακόλουθους όρους:

    α) σε περίπτωση διαμονής στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους εκτός από το Βέλγιο, οι ενδιαφερόμενοι δικαιούνται:

    i) όσον αφορά την υγειονομική περίθαλψη σε περίπτωση νοσηλεύσεως, τις παροχές εις είδος που προβλέπονται από τη νομοθεσία του Κράτους διαμονής-

    ii) όσον αφορά τις άλλες παροχές εις είδος που προβλέπονται από το βελγικό σύστημα, την απόδοση των παροχών αυτών από τον αρμόδιο βελγικό φορέα στο ποσοστό που προβλέπεται από τη νομοθεσία του Κράτους διαμονής-

    β) σε περίπτωση κατοικίας στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους εκτός από το Βέλγιο, οι ενδιαφερόμενοι δικαιούνται των παροχών εις είδος που προβλέπονται από τη νομοθεσία του Κράτους κατοικίας υπό τον όρο να καταβάλουν, στον αρμόδιο βελγικό φορέα, τη συμπληρωματική εισφορά που προβλέπεται για το λόγο αυτό από τη βελγική ρύθμιση.

    2. Για την εφαρμογή των διατάξεων των κεφαλαίων 7 και 8 του τίτλου III του κανονισμού από τον αρμόδιο βελγικό φορέα, το τέκνο θεωρείται ότι ανετράφη στο Κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου κατοικεί.

    3. Για την εφαρμογή του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, θεωρούνται επίσης ως περίοδοι ασφαλίσεως, που πραγματοποιήθηκαν υπό τη βελγική νομοθεσία περί του γενικού συστήματος αναπηρίας και του συστήματος των ναυτικών, οι περίοδοι ασφαλίσεως γήρατος που πραγματοποιήδηκαν υπό τη βελγική νομοθεσία προ της 1ης Ιανουαρίου 1945.

    4. Για την εφαρμογή του άρθρου 40 παράγραφος 3 περίπτωση α σημείο ii, λαμβάνονται υπόψη μόνο οι περίοδοι κατά τις οποίες ο μισθωτός ή μη μισθωτός ήταν ανίκανος προς εργασία κατά την έννοια της βελγικής νομοθεσίας.

    5. Οι περίοδοι ασφαλίσεως γήρατος που πραγματοποιήθηκαν από μη μισθωτούς, υπό τη βελγική νομοθεσία προ της ενάρξεως ισχύος της νομοθεσίας περί ανικανότητος προς εργασία των ανεξάρτητων εργαζόμενων, θεωρούνται ως περίοδοι που πραγματοποιήθηκαν υπό την τελευταία αυτή νομοθεσία για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού.

    6. Για να εξακριβωθεί αν πληρούνται οι όροι από τους οποίους η βελγική νομοθεσία εξαρτά την κτήση του δικαιώματος παροχών ανεργίας, οι ημέρες που λαμβάνονται υπόψη ως εξομοιούμενες ημέρες, κατά την έννοια της εν λόγω νομοθεσίας, λαμβάνονται υπόψη μόνο στο μέτρο που οι προηγούμενες ημέρες ήταν ημέρες μισθωτής εργασίας.

    Δ. ΔΑΝΙΑ

    1. Οι περίοδοι ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή ασκήσεως μη μισθωτής δραστηριότητος που πραγματοποιήθηκαν σε άλλο Κράτος μέλος εκτός της Δανίας λαμβάνονται υπόψη για την υπαγωγή υπό την ιδιότητα μέλους σε εγκεκριμένο ταμείο ασφαλίσεως ανεργίας, σαν να επρόκειτο για περιόδους απασχολήσεως ή ασκήσεως μη μισθωτής δραστηριότητος που πραγματοποιήθηκαν στη Δανία.

    2. Σε περίπτωση κατοικίας ή διαμονής στη Δανία, οι μισθωτοί ή μη μισθωτοί, οι αιτούντες και οι δικαιούχοι συντάξεως, καθώς και τα μέλη της οικογενείας τους, που αναφέρονται στο άρθρο 19, στο άρθρο 22 παράγραφοι 1 και 3, στο άρθρο 25 παράγραφος 1 και 3, στο άρθρο 26 παράγραφος 1 στα άρθρα 28α, 29 και 31 του κανονισμού, δικαιούνται των παροχών εις είδος υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που προβλέπει η δανική νομοθεσία για τα πρόσωπα των οποίων το εισόδημα δεν υπερβαίνει το επίπεδο που αναφέρεται στο άρθρο 3 του νόμου αριθ.311 της 9ης Ιουνίου 1971 περί της δημόσιας υπηρεσίας υγείας, εφ'όσον οι εν λόγω παροχές βαρύνουν φορέα Κράτους μέλους άλλου εκτός της Δανίας.

    3. Οι διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφος 1 αριθ. 2 του νόμου περί των συντάξεων γήρατος, του άρθρου 1 παράγραφος 1 αριθ. 2 του νόμου περί των συντάξεων αναπηρίας και του άρθρου 2 παράγραφος 1 αριθ.2 του νόμου περί των συντάξεων και των επιδομάτων χηρείας δεν ισχύουν για τους μισθωτούς ή μη μισθωτούς ή τους επιζώντες αυτών που κατοικούν στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους εκτός της Δανίας

    4. Οι διατάξεις της δανικής νομοθεσίας περί των συντάξεων χηρείας και γήρατος ισχύουν για τη χήρα μισθωτού ή μη μισθωτού ο οποίος είχε υπαχθεί στη δανική νομοθεσία, ακόμη και αν η χήρα αυτή δεν έχει κατοικήσει στη Δανία.

    5. Οι διατάξεις του κανονισμού δεν θίγουν τις μεταβατικές διατάξεις των δανικών νόμων της 7ης Ιουνίου 1972 περί του δικαιώματος συντάξεως των δανών υπηκόων, οι οποίοι είχαν κατοικήσει πράγματι στη Δανία κατά τη διάρκεια ορισμένης χρονικής περιόδου, αμέσως πριν από την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως. Η σύνταξη χορηγείται ωστόσο, υπό τους όρους που προβλέπονται για τους δανούς υπηκόους, στους υπηκόους άλλων Κρατών μελών οι οποίοι πράγματι κατοικούσαν στη Δανία κατά τη διάρκεια ενός έτους αμέσως πριν από την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως.

    6. α) Οι περίοδοι κατά τη διάρκεια των οποίων ένας μεθοριακός εργαζόμενος, που κατοικεί στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους εκτός από τη Δανία, ασκούσε την επαγγελματική του δραστηριότητα στο έδαφος της Δανίας, πρέπει να θεωρούνται ως περίοδοι κατοικίας σε σχέση προς τη δανική νομοθεσία. Το ίδιο ισχύει για τις περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων ένας μεθοριακός εργαζόμενος έχει αποσπασθεί ή παρέχει υπηρεσία σε άλλο Κράτος μέλος εκτός από τη Δανία.

    β) Οι περίοδοι κατά τη διάρκεια των οποίων ένας εποχιακά εργαζόμενος, που κατοικεί στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους εκτός από τη Δανία, έχει απασχοληθεί στο έδαφος της Δανίας, πρέπει να θεωρούνται ως περίοδοι κατοικίας σε σχέση προς τη δανική νομοθεσία. Το ίδιο ισχύει για τις περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων ένας εποχιακά εργαζόμενος έχει αποσπασθεί στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους εκτός από τη Δανία.

    7. Για να εξακριβωθεί αν πληρούνται οι όροι γενέσεως του δικαιώματος παροχών σε περίπτωση μητρότητος, σύμφωνα με το κεφάλαιο 12 του νόμου περί των ημερήσιων παροχών εις χρήμα σε περίπτωση ασθενείας ή μητρότητος, αν η ενδιαφερόμενη δεν υπήγετο στη δανική νομοθεσία καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς που ορίζεται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 ή 2 του ανωτέρω νόμου, ισχύουν τα ακόλουθα:

    α) οι περίοδοι ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν, ενδεχομένως, υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους εκτός της Δανίας κατά την προαναφερθείσα περίοδο αναφοράς, κατά τη διάρκεια της οποίας η ενδιαφερόμενη δεν υπήγετο στη δανική νομοθεσία, λαμβάνονται υπόψη σαν να επρόκειτο για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό την τελευταία αυτή νομοθεσία-

    β) κατά τη διάρκεια των περιόδων που λαμβάνονται υπόψη κατ' αυτόν τον τρόπο, η ενδιαφερόμενη θεωρείται ότι έλαβε ένα μέσο μισθό, το ποσό του οποίου είναι ίσο προς εκείνο του μέσου όρου των μισθών οι οποίοι διαπιστώθηκαν για τις περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη δανική νομοθεσία, κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου αναφοράς.

    8. Για την εφαρμογή του άρθρου 12 παράγραφος 2 του κανονισμού στη δανική νομοθεσία, οι συντάξεις αναπηρίας, γήρατος και χηρείας θεωρούνται ως παροχές της ιδίας φύσεως.

    9. Για την εφαρμογή του άρθρου 67 του κανονισμού, οι παροχές ανεργίας των μη μισθωτών που είναι ασφαλισμένοι στη Δανία υπολογίζονται σύμφωνα με τη δανική νομοθεσία.

    Γ. ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

    1. α) Εφ' όσον η γερμανική νομοθεσία περί της ασφαλίσεως κατά των ατυχημάτων δεν το προβλέπει ήδη, οι γερμανικοί φορείς αποζημιώνουν επίσης, σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτή, τα εργατικά ατυχήματα (και τις επαγγελματικές ασθένειες) που συνέβησαν στην Αλσατία Λωραίνη προ της 1ης Ιανουαρίου 1919, το βάρος των οποίων δεν ανελήφθη από τους γαλλικούς φορείς κατ' εφαρμογή της υπό ημερομηνία 21 Ιουνίου 1921 αποφάσεως του Συμβουλίου της Κοινωνίας των Εθνών (Reichsgesetzblatt, σ. 1289), υπό τον όρον ότι το θύμα ή οι επιζώντες του κατοικούν στο έδαφος Κράτους μέλους.

    β) Το άρθρο 10 του κανονισμού δεν θίγει τις διατάξεις κατά τις οποίες δεν καταβάλλονται παροχές ή καταβάλλονται μόνον υπό ορισμένους όρους για ατυχήματα (και επαγγελματικές ασθένειες) που συνέβησαν εκτός του εδάφους της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, καθώς και για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν εκτός του εδάφους αυτού, εφ' όσον οι δικαιούχοι των παροχών αυτών κατοικούν εκτός του εδάφους της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.

    2. α) Για να καθορισθεί αν οι περίοδοι που θεωρούνται κατά τη γερμανική νομοθεσία ως περίοδοι διακοπής (Ausfallzeiten) ή ως συμπληρωματικές περίοδοι (Zurechnungszeiten) πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σαν τέτοιες, οι υποχρεωτικές εισφορές που καταβάλλονται κατά τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους και η υπαγωγή στην ασφάλιση συντάξεων άλλου Κράτους μέλους εξομοιώνονται με τις υποχρεωτικές εισφορές που καταβάλλονται βάσει της γερμανικής νομοθεσίας και με την υπαγωγή στη γερμανική ασφάλιση συντάξεων. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στην ασφάλιση γήρατος των αγροτών της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας ούτε στα αντίστοιχα ειδικά συστήματα των άλλων Κρατών μελών.

    Κατά τον υπολογισμό του αριθμού των ημερολογιακών μηνών, από την υπαγωγή στην ασφάλιση μέχρι την επέλευση του κινδύνου, δεν λαμβάνονται υπόψη ούτε οι εξομοιούμενες περίοδοι δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους που περιλαμβάνονται μεταξύ των δύο αυτών ημερομηνιών, ούτε οι περίοδοι λήψεως συντάξεως δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους.

    β) Οι διατάξεις της περιπτώσεως α δεν εφαρμόζονται επί της κατ' αποκοπήν περιόδου διακοπής (pauschale Ausfallzeit). Αυτή καθορίζεται αποκλειστικά βάσει των περιόδων ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν στη Γερμανία.

    γ) Η λήψη υπόψη συμπληρωματικής περιόδου (Zurechnungszeit), βάσει της γερμανικής νομοθεσίας επί της ασφαλίσεως συντάξεως των εργατών ορυχείων, εξαρτάται, επί πλέον, από τον όρο ότι η τελευταία εισφορά που κατεβλήθη δυνάμει της γερμανικής νομοθεσίας έχει καταβληθεί προς την ασφάλιση συντάξεως των εργατών ορυχείων.

    δ) Για τη λήψη υπόψη των γερμανικών περιόδων αντικαταστάσεως (Ersatzzeiten), ισχύει αποκλειστικά η γερμανική εθνική νομοθεσία.

    ε) Κατά παρέκκλιση της διατάξεως της περιπτώσεως δ, ισχύει για τους υπαγομένους στη γερμανική ασφάλιση συντάξεων, οι οποίοι κατοικούν κατά τη διάρκεια της περιόδου από 1ης Ιανουαρίου 1948 μέχρι 31ης Ιουλίου 1963 στα γερμανικά εδάφη υπό ολλανδική διοίκηση, η εξής διάταξη: για τη λήψη υπόψη των γερμανικών περιόδων αντικαταστάσεως (Ersatzzeiten), κατά την έννοια του άρθρου 1251 παράγραφος 2 του γερμανικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως (RVO) ή αντιστοίχων διατάξεων, εξομοιώνεται η καταβολή εισφοράς στην ολλανδική ασφάλιση, κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, με την άσκηση επαγγέλματος ή δραστηριότητος που υπάγεται στην υποχρεωτική ασφάλιση κατά την έννοια της γερμανικής νομοθεσίας.

    3. Όσον αφορά τις προς διενέργεια πληρωμές προς τα γερμανικά ταμεία ασφαλίσεως ασθενείας, αναστέλλεται η υποχρέωση πληρωμής των εισφορών, που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού, μέχρι της εκδόσεως της αποφάσεως επί της αιτήσεως συνταξιοδοτήσεως.

    4. Για να προσδιορισθεί, αν υπάρχει τέκνο που δικαιούται συντάξεως ορφανού, εξομοιούται η λήψη μιας από τις παροχές που αναφέρονται στο άρθρο 78, ή άλλης οικογενειακής παροχής που χορηγείται, δυνάμει της γαλλικής νομοθεσίας, για ανήλικο τέκνο που κατοικεί στη Γαλλία, με τη λήψη συντάξεως ορφανού δυνάμει της γερμανικής νομοθεσίας.

    5. Αν η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή μεταγενέστερων κανονισμών περί κοινωνικής ασφαλίσεως συνεπάγεται εξαιρετικές επιβαρύνσεις για ορισμένους φορείς ασφαλίσεως ασθενείας, δύνανται να αποδοθούν οι επιβαρύνσεις αυτές ολικώς ή μερικώς. Η Ομοσπονδιακή Ένωση των Περιφερειακών Ταμείων Ασθενείας με την ιδιότητά της σαν οργανισμός συνδέσεως (ασφάλιση ασθενείας), αποφασίζει, από κοινού με τις άλλες κεντρικές ενώσεις ταμείων ασθενείας, περί της εν λόγω αποδόσεως. Οι αναγκαίοι πόροι για την πραγματοποίηση της αποδόσεως προέρχονται από φόρους που επιβάλλονται σε όλους τους φορείς ασφαλίσεως ασθενείας, κατ' αναλογία του μέσου αριθμού των μελών τους, περιλαμβανομένων και των συνταξιούχων, κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους.

    6. Για την εφαρμογή του κανονισμού, το κατ' αποκοπήν ποσό για την υποβολή σε ιατρική περίθαλψη, το οποίο χορηγείται, δυνάμει της γερμανικής νομοθεσίας σε περίπτωση τοκετού, στις ασφαλισμένες γυναίκες και στα μέλη της οικογενείας των ασφαλισμένων, θεωρείται σαν παροχή εις είδος.

    7. Το άρθρο 1233 του νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως (RVO) και το άρθρο 10 του νόμου περί ασφαλίσεως των υπαλλήλων (AVG), όπως τροποποιήθηκαν από το νόμο περί μεταρρυθμίσεως του συστήματος των συντάξεων της 16ης Οκτωβρίου 1972, οι οποίοι διέπουν την προαιρετική ασφάλιση στο πλαίσιο των γερμανικών συστημάτων ασφαλίσεως συντάξεων, εφαρμόζονται στους υπηκόους των άλλων Κρατών μελών καθώς και στους απάτριδες και στους πρόσφυγες που κατοικούν στο έδαφος των άλλων Κρατών μελών, κατά τον ακόλουθο τρόπο:

    Αν πληρούνται οι γενικές προϋποθέσεις, δύνανται να καταβάλλονται εισφορές προαιρετικής ασφαλίσεως στη γερμανική ασφάλιση συντάξεων:

    α) εφ' όσον ο ενδιαφερόμενος έχει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του στο έδαφος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας-

    β) εφ' όσον ο ενδιαφερόμενος έχει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους και ήταν ασφαλισμένος, υποχρεωτικά ή προαιρετικά, σε οποιαδήποτε στιγμή κατά το παρελθόν στη γερμανική ασφάλιση συντάξεων-

    γ) εφ' όσον ο ενδιαφερόμενος, υπήκοος άλλου Κράτους μέλους, έχει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του στο έδαφος τρίτου Κράτους, εφ' όσον κατέβαλε εισφορές επί εξήντα τουλάχιστον μήνες στη γερμανική ασφάλιση συντάξεων ή εδικαιούτο να υπαχθεί στην προαιρετική ασφάλιση δυνάμει των μεταβατικών διατάξεων που ίσχυαν προηγουμένως και δεν είναι ασφαλισμένος, υποχρεωτικά ή προαιρετικά, δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους.

    8. Ο κανονισμός δεν θίγει το άρθρο 51α παράγραφος 2 του νόμου περί μεταρρυθμίσεως του συστήματος συντάξεων εργατών (ArVNG) ούτε το άρθρο 49α παράγραφος 2 του νόμου περί μεταρρυθμίσεως του συστήματος συντάξεων των υπαλλήλων (AnVNG), όπως τροποποιήθηκαν από το νόμο περί μεταρρυθμίσεως του συστήματος συντάξεων της 16ης Οκτωβρίου 1972. Τα πρόσωπα, που δικαιούνται να υπαχθούν στην προαιρετική ασφάλιση, σύμφωνα με την παράγραφο 8 περιπτώσεις β και γ, δύνανται να καταβάλλουν εισφορές μόνο για τις περιόδους για τις οποίες δεν έχουν ήδη καταβάλει εισφορές κατ' εφαρμογή της νομοθεσίας άλλου Κράτους μέλους.

    9. Αν οι παροχές εις είδος που έχουν χορηγηθεί από γερμανικούς φορείς του τόπου κατοικίας σε δικαιούχους συντάξεως ή σε μέλη της οικογενείας τους, που είναι ασφαλισμένοι σε αρμόδιους φορείς άλλων Κρατών μελών, πρέπει να αποδοθούν με βάση μηνιαία κατ' αποκοπήν ποσά, οι παροχές αυτές θεωρούνται, για τη δημοσιονομική εξίσωση μεταξύ γερμανικών φορέων για την ασφάλιση ασθενείας των δικαιούχων συντάξεως, ως παροχές οι οποίες βαρύνουν το γερμανικό σύστημα ασφαλίσεως ασθενείας των δικαιούχων συντάξεως. Τα κατ' αποκοπήν ποσά, που αποδίδονται από τους αρμόδιους φορείς των άλλων Κρατών μελών στους γερμανικούς φορείς του τόπου κατοικίας, θεωρούνται ως εισπράξεις που πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά τη δημοσιονομική εξίσωση που αναφέρεται ανωτέρω.

    10. Όσον αφορά τους μη μισθωτούς, το ευεργέτημα της ασφαλίσεως ανεργίας (Arbeitslosenhilfe) εξαρτάται από τον όρο ότι ο ενδιαφερόμενος, πριν δηλώσει την ανεργία του, είχε ασκήσει κατά κύρια απασχόληση μη μισθωτή δραστηριότητα κατά τη διάρκεια τουλάχιστον ενός έτους στο έδαφος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και ότι δεν την εγκατέλειψε μόνο προσωρινά.

    11. Οι περίοδοι ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, βάσει ειδικού καθεστώτος ασφαλίσεως γήρατος κατόχων γεωργικών εκμεταλλεύσεων ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, υπό την ιδιότητα αυτή, βάσει του γενικού συστήματος ασφαλίσεως, λαμβάνονται υπόψη για την πλήρωση του όρου του απαιτουμένου χρονικού διαστήματος ασφαλίσεως για την καταβολή εισφοράς κατά την έννοια του άρθρου 27 του νόμου περί ασφαλίσεως γήρατος αγροτών (Gesetz uber die Altershilfe der Landwirte - GAL), υπό τον όρο ότι:

    α) η δήλωση που δικαιολογεί την καταβολή θα κατατεθεί εντός των καθορισμένων προθεσμιών, και

    β) προ της υποβολής της δηλώσεως αυτής, ο ενδιαφερόμενος να είχε καταβάλλει τελευταία στο έδαφος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας την εισφορά βάσει του καθεστώτος ασφαλίσεως γήρατος των αγροτών.

    12. Οι περίοδοι υποχρεωτικής ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, είτε βάσει ειδικού συστήματος βιοτεχνών ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, βάσει ειδικού συστήματος μη μισθωτών ή βάσει του γενικού συστήματος ασφαλίσεως, λαμβάνονται υπόψη για τη συμπλήρωση των 216 μηνών υποχρεωτικής ασφαλίσεως που απαιτούνται για την άσκηση του δικαιώματος της εκούσιας αποχωρήσεως από το σύστημα ασφαλίσεως συντάξεων των βιοτεχνών.

    Γ. ΓΑΛΛΙΑ

    1. α) Το επίδομα προς υπερήλικες μισθωτούς καθώς και το επίδομα προς υπερήλικες μη μισθωτούς και το αγροτικό επίδομα γήρατος χορηγούνται, υπό τους όρους που προβλέπει η γαλλική νομοθεσία για τους γάλλους εργαζόμενους, προς όλους τους εργαζόμενους, μισθωτούς ή μη μισθωτούς, οι οποίοι είναι υπήκοοι των υπολοίπων Κρατών μελών και κατοικούν, κατά το χρόνο υποβολής της αιτήσεώς τους, στο γαλλικό έδαφος.

    β) Το ίδιο ισχύει για τους πρόσφυγες και τους απάτριδες.

    γ) Οι διατάξεις του κανονισμού δεν θίγουν τις διατάξεις της γαλλικής νομοθεσίας, δυνάμει των οποίων λαμβάνονται υπόψη αποκλειστικά οι περίοδοι μισθωτής ή εξομοιούμενης προς αυτήν δραστηριότητος ή, κατά περίπτωση, οι περίοδοι μη μισθωτής δραστηριότητος που συμπληρώθηκαν στα εδάφη των ευρωπαϊκών διαμερισμάτων και των υπερποντίων διαμερισμάτων (Γουαδελούπης, Γουϊάνας, Μαρτινίκας και Ρεϋνιόν) της Γαλλικής Δημοκρατίας, για να αποκτήσουν οι υπερήλικες μισθωτοί καθώς και οι υπερήλικες μη μισθωτοί δικαίωμα επιδόματος.

    2. Το ειδικό επίδομα και η σωρεύσιμη αποζημίωση, που προβλέπονται από την ειδική νομοθεσία περί κοινωνικής ασφαλίσεως για τα ορυχεία, καταβάλλονται μόνο στους εργαζόμενους που απασχολούνται στα ορυχεία της Γαλλίας.

    3. Ο υπ' αριθ. 65-555 και υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1965 νόμος, ο οποίος παρέχει στους Γάλλους, που ασκούν ή ήσκησαν στο εξωτερικό επαγγελματική δραστηριότητα, το δικαίωμα προσχωρήσεως στο σύστημα προαιρετικής ασφαλίσεως γήρατος, εφαρμόζεται επί των υπηκόων των υπολοίπων Κρατών μελών υπό τους ακόλουθους όρους:

    - η επαγγελματική δραστηριότητα, που παρέχει τη δυνατότητα προαιρετικής ασφαλίσεως κατά το γαλλικό σύστημα, δεν πρέπει να ασκείται ή να έχει ασκηθεί ούτε στο γαλλικό έδαφος ούτε στο έδαφος του Κράτους μέλους, του οποίου είναι υπήκοος ο μισθωτός ή ο μη μισθωτός,

    - ο μισθωτός ή ο μη μισθωτός οφείλει, κατά την υποβολή της αιτήσεως προσχωρήσεως στα δικαιώματα του εν λόγω νόμου, να αποδείξει είτε ότι έχει κατοικήσει στη Γαλλία επί δέκα τουλάχιστον έτη, συνεχόμενα ή μη, είτε ότι έχει υπαχθεί κατά την ίδια διάρκεια στη γαλλική νομοθεσία, υπό μορφή υποχρεωτικής ασφαλίσεως ή προαιρετικής συνεχίσεως ασφαλίσεως.

    4. Κατά την έννοια του άρθρου 73 παράγραφος 3 του κανονισμού, ο όρος "οικογενειακές παροχές" περιλαμβάνει:

    α) τα επιδόματα προ του τοκετού που προβλέπει το άρθρο L 516 του Κώδικα Κοινωνικής Ασφαλίσεως (code de la securite sociale)-

    β) τα οικογενειακά επιδόματα που προβλέπουν τα άρθρα L 524 και L 531 του Κώδικα Κοινωνικής Ασφαλίσεως (code de la securite sociale)-

    γ) την αντισταθμιστική αποζημίωση του αναλογικού φόρου (impot cedulaire) που προβλέπει το άρθρο L 532 του Κώδικα Κοινωνικής Ασφαλίσεως (code de la securite sociale).

    Η παροχή αυτή πάντως δύναται να καταβληθεί μόνον αν ο μισθός, που λαμβάνεται με την ευκαιρία της αποσπάσεως, υπόκειται στο φόρο εισοδήματος στη Γαλλία-

    δ) το επίδομα υπέρ της οικοκυράς συζύγου που προβλέπει το άρθρο L 533 του Κώδικα Κοινωνικής Ασφαλίσεως (code de la securite sociale).

    5. Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 περίπτωση α του κανονισμού, στα συστήματα στα οποία οι συντάξεις γήρατος υπολογίζονται με βάση τις μονάδες συντάξεως, ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει υπόψη, για κάθε έτος ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκε υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, αριθμό μονάδων συντάξεως ίσον προς το πηλίκο του αριθμού των μονάδων συντάξεως που αποκτήθηκαν βάσει της νομοθεσίας που εφαρμόζεται από αυτό δια του αριθμού των ετών που αντιστοιχούν στις μονάδες αυτές.

    Ε. ΕΛΛΑΣ

    1. Παρά τις διατάξεις του παραρτήματος I στοιχείο I τμήμα Ε σημείο i, στο άρθρο 22 σημείο 1 εδάφιο α του κανονισμού εφαρμόζεται επί ασφαλισμένου στον ΟΓΑ, η κατάσταση της υγείας του οποίου απαιτεί άμεση περίθαλψη πριν αρχίσει την άσκηση της εργασίας για την οποία έχει έλθει σε Κράτος μέλος εκτός της Ελλάδος.

    2. Το άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού δεν θίγει τη διάταξη του άρθρου 2 παράγραφος 4 του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 4577/66, σύμφωνα με την οποία η πληρωμή των συντάξεων που χορηγεί το ΙΚΑ στα πρόσωπα ελληνικής υπηκοότητος ή καταγωγής τα προερχόμενα από την Αίγυπτο ή την Τουρκία αναστέλλεται όταν ο δικαιούχος διαμένει στο εξωτερικό χωρίς σοβαρό λόγο περισσότερο από έξι μήνες.

    ΣΤ. ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    1. Σε περίπτωση κατοικίας ή διαμονής στην Ιρλανδία οι μισθωτοί ή μη μισθωτοί, οι άνεργοι, οι αιτούντες και οι δικαιούχοι συντάξεως, καθώς και τα μέλη της οικογενείας τους, που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 1, στο άρθρο 22 παράγραφοι 1 και 3, στο άρθρο 25 παράγραφοι 1 και 3, στο άρθρο 26 παράγραφοι 1 και στα άρθρα 28α, 29 και 31 του κανονισμού, απολαύουν δωρεάν του συνόλου της ιατρικής περιθάλψεως που προβλέπεται από την ιρλανδική νομοθεσία, εφ' όσον οι δαπάνες για τις παροχές αυτές βαρύνουν φορέα άλλου Κράτους μέλους εκτός της Ιρλανδίας.

    2. Τα μέλη της οικογενείας μισθωτού ή μη μισθωτού, για τον οποίον ισχύει η νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους εκτός της Ιρλανδίας και ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από τη νομοθεσία αυτή, για να έχει δικαίωμα παροχών, αφού ληφθεί υπόψη ενδεχομένως το άρθρο 18 του κανονισμού, απολαύουν δωρεάν του συνόλου της ιατρικής περιθάλψεως που προβλέπεται από την ιρλανδική νομοθεσία, εφ'όσον κατοικούν στηυ Ιρλανδία.

    Οι δαπάνες για τις καταβληθείσες παροχές βαρύνουν το φορέα στον οποίο είναι ασφαλισμένος ο μισθωτός ή μη μισθωτός.

    Αν όμως ο σύζυγος του μισθωτού ή μη μισθωτού ή το πρόσωπο το οποίο έχει τη μέριμνα των τέκνων ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα στην Ιρλανδία, οι παροχές που χορηγούνται προς τα μέλη της οικογενείας βαρύνουν τον ιρλανδικό φορέα, κατά το μέτρο που το δικαίωμα επί των ανωτέρω παροχών γεννάται μόνον κατ'εφαρμογή της ιρλανδικής νομοθεσίας.

    3. Αν μισθωτός που υπόκειται στην ιρλανδική νομοθεσία υποστεί ατύχημα, αφού έχει εγκαταλείψει το έδαφος ενός Κράτους μέλους, για να μεταβεί κατά τη διάρκεια της απασχολήσεώς του στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, αλλά πριν φθάσει στον προορισμό του, το δικαίωμά του επί των παροχών σε σχέση με το ατύχημα θεμελιώνεται:

    α) σαν να είχε συμβεί το ατύχημα στο ιρλανδικό έδαφος, και

    β) χωρίς να ληφθεί υπόψη η απουσία του από το ιρλανδικό έδαφος, προκειμένου να καθορισθεί, αν λόγω της απασχολήσεώς του, ήταν ασφαλισμένος υπό την εν λόγω νομοθεσία.

    4. Για την εφαρμογή του άρθρου 12 παράγραφος 2 του κανονισμού στην ιρλανδική νομοθεσία, οι συντάξεις αναπηρίας, γήρατος και χηρείας θεωρούνται ως παροχές της ιδίας φύσεως.

    5. Για τον υπολογισμό του μισθού, προκειμένου να χορηγηθεί παροχή κυμαινόμενη βάσει του μισθού, η οποία προβλέπεται από την ιρλανδική νομοθεσία σε περίπτωση χορηγήσεως παροχών ασθενείας, μητρότητος και ανεργίας, υπολογίζεται για το μισθωτό, κατά παρέκκλιση του άρθρου 23 παράγραφος 1 και του άρθρου 68 παράγραφος 1 του κανονισμού, για κάθε εβδομάδα απασχολήσεως που συμπλήρωσε υπό την ιδιότητα του μισθωτού σύμφωνα με τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, κατά τη διάρκεια του σχετικού φορολογικού έτους (φόρος εισοδήματος), ποσό ίσο προς τος μέσο εβδομαδιαίο μισθό των ανδρών ή των γυναικών μισθωτών, ανάλογα με την περίπτωση, κατά το φορολογικό αυτό έτος.

    6. Για την εφαρμογή του άρθρου 40 παράγραφος 3 περίπτωση α σημείο ii, λαμβάνονται υπόψη μόνον περίοδοι κατά τις οποίες ο μισθωτός ή μη μισθωτός ήταν ανίκανος προς εργασία κατά την έννοια της ιρλανδικής νομοθεσίας.

    7. Για την εφαρμογή του άρθρου 44 παράγραφος 2, ο μισθωτός θεωρείται ότι έχει ζητήσει ρητά να αναβληθεί η εκκαθάριση της συντάξεως γήρατος, την οποία θα εδικαιούτο βάσει της ιρλανδικής νομοθεσίας, αν δεν έχει πράγματι αποσυρθεί από την εργασία του, εφ' όσον η προϋπόθεση αυτή απαιτείται για τη λήψη της συντάξεως γήρατος.

    8. Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1983, για την εφαρμογή της ιρλανδικής νομοθεσίας στις παροχές, εκτός από τις οικογενειακές παροχές και τις εις είδος παροχές ασθενείας και μητρότητος, δεν λαμβάνονται υπόψη άλλοι περίοδοι εκτός από εκείνες που πραγματοποιήθηκαν υπό την ιδιότητα του μισθωτού.

    Ζ. ΙΤΑΛΙΑ

    Ουδέν.

    Η. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    1. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 94 παράγραφος 2 του κανονισμού, οι περίοδοι ασφαλίσεως και οι εξομοιούμενες προς αυτές περίοδοι που πραγματοποιήθηκαν προ της 1ης Ιανουαρίου 1946, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Λουξεμβούργου για την ασφάλιση συντάξεως λόγω αναπηρίας, γήρατος ή θανάτου, λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής μόνον κατά το μέτρο που οι ασφαλιστικές προσδοκίες έχουν διατηρηθεί μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1959 ή έχουν ανακτηθεί μεταγενέστερα σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτή μόνον ή με τις ισχύουσες ή υπό σύναψη διμερείς συμβάσεις. Εφ'όσον υφίστανται περισσότερες διμερείς συμβάσεις, λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι ασφαλίσεως ή οι εξομοιούμενες προς αυτές περίοδοι από την παλαιότερη ημερομηνία.

    2. Για τη χορήγηση του πάγιου τμήματος των συντάξεων του Λουξεμβούργου, οι περίοδοι ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία του Λουξεμβούργου από μισθωτούς ή μη μισθωτούς, που δεν κατοικούσαν στο Λουξεμβούργο, εξομοιούνται προς περιόδους κατοικίας από 1ης Οκτωβρίου 1972.

    I. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    1. Ασφάλιση εξόδων ασθενείας

    α) Όσον αφορά το δικαίωμα παροχών εις είδος, το κεφάλαιο 1 του τίτλου III του κανονισμού ισχύει μόνο για τα πρόσωπα που έχουν δικαίωμα παροχών εις είδος δυνάμει της υποχρεωτικής ασφαλίσεως, της προαιρετικής ασφαλίσεως ή της ασφαλίσεως υπερηλίκων, ασφαλίσεις που αναφέρονται στο νόμο περί των ταμείων ασθενείας (Ziekenfondswet).

    β) Ο δικαιούχος συντάξεως γήρατος, βάσει της ολλανδικής νομοθεσίας και συντάξεως δυνάμει της νομοθεσίας άλλου Κράτου μέλους, θεωρείται, για την εφαρμογή των άρθρων 27 ή/και 28 ότι έχει δικαίωμα επί των παροχών εις είδος αν πληροί, λαμβανομένου ενδεχομένως υπόψη του άρθρου 9, τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την υπαγωγή στην ασφάλιση ασθενείας των ηλικιωμένων ή στην προαιρετική ασφάλιση, ασφαλίσεις που αναφέρονται στο νόμο περί του ταμείου ασφαλίσεως ασθενείας (Ziekenfondswet).

    Η διάταξη αυτή ισχύει, επίσης, για την ύπανδρη γυναίκα, ο σύζυγος της οποίας είναι δικαιούχος συντάξεως γήρατος για εγγάμους, βάσει της ολλανδικής νομοθεσίας, και πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την υπαγωγή στην ασφάλιση ασθενείας των ηλικιωμένων ή στην προαιρετική ασφάλιση, ασφαλίσεις που αναφέρονται στο νόμο περί του ταμείου ασφαλίσεως ασθενείας.

    γ) Ο δικαιούχος συντάξεως γήρατος δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας που κατοικεί σε άλλο Κράτος μέλος υποχρεούται, αν υπάγεται στην ασφάλιση ασθενείας των ηλικιωμένων ή στην προαιρετική ασφάλιση που προβλέπονται από το νόμο περί του ταμείου ασφαλίσεως ασθενείας, να πληρώσει για τον εαυτό του, και, ενδεχομένως, για τα μέλη της οικογενείας του, εισφορά υπολογιζόμενη βάσει του ημίσεως των εξόδων που απαιτούνται στις Κάτω Χώρες για την ιατρική περίθαλψη των ηλικιωμένων και των μελών της οικογενείας τους. Επί της εισφοράς αυτής διενεργείται έκπτωση εις βάρος του συστήματος υποχρεωτικής ασφαλίσεως που ρυθμίζεται από το νόμο περί του ταμείου ασφαλίσεως ασθενείας, η οποία αντιστοιχεί στην έκπτωση που χορηγείται, εις βάρος του προαναφερθέντος συστήματος υποχρεωτικής ασφαλίσεως, στα πρόσωπα που κατοικούν στις Κάτω Χώρες, και υπάγονται στην ασφάλιση ασθενείας των ηλικιωμένων, για τα οποία οι εισφορές έχουν ορισθεί με την ίδια βάση.

    δ) Πρόσωπο το οποίο δεν δικαιούται συντάξεως γήρατος βάσει της ολλανδικής νομοθεσίας και, αν είναι έγγαμο, του οποίου ο σύζυγος δεν δικαιούται συντάξεως γήρατος για εγγάμους, βάσει της ιδίας νομοθεσίας, υποχρεούται, αν κατοικεί σε άλλο Κράτος μέλος και υπάγεται στην προαιρετική ασφάλιση που προβλέπεται στο νόμο περί του ταμείου ασφαλίσεως ασθενείας, να πληρώσει για το ίδιο και, ενδεχομένως, για κάθε μέλος της οικογενείας του που έχει συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας του, εισφορά αντίστοιχη με το μέσο όρο των εισφορών που ορίζονται από τα ολλανδικά ταμεία ασθενείας για τους προαιρετικά ασφαλισμένους οι οποίοι κατοικούν στις Κάτω Χώρες. Η εισφορά αυτή στρογγυλοποιείται προς το επόμενο φιορίνι.

    2. Εφαρμογή της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως γήρατος

    α) Ως περίοδοι ασφαλίσεως, που πραγματοποιήθηκαν δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως γήρατος, θεωρούνται, επίσης, οι περίοδοι προ της 1ης Ιανουαρίου 1957 κατά τη διάρκεια των οποίων ο δικαιούχος μη πληρών τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες δύνανται να εξομοιωθούν οι εν λόγω περίοδοι με περιόδους ασφαλίσεως, κατοικούσε στο έδαφος των Κάτω Χωρών μετά τη συμπλήρωση του 15ου έτους της ηλικίας του, ή κατά τη διάρκεια των οποίων ο εν λόγω δικαιούχος, ενώ κατοικούσε στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, ασκούσε μισθωτή δραστηριότητα στις Κάτω Χώρες για λογαριασμό εργοδότου εγκατεστημένου στη χώρα αυτή.

    β) Οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπόψη, σύμφωνα με την περίπτωση α, δεν υπολογίζονται αν συμπίπτουν με περιόδους που ελήφθησαν υπόψη για τον υπολογισμό της οφειλόμενης συντάξεως δυνάμει της νομοθεσίας περί της ασφαλίσεως γήρατος άλλου Κράτους μέλους.

    γ) Όσον αφορά την ύπανδρη γυναίκα ο σύζυγος της οποίας δικαιούται συντάξεως, δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως γήρατος, λαμβάνονται επίσης υπόψη ως περίοδοι ασφαλίσεως οι περίοδοι αυτού του γάμου οι οποίες προηγούνται της ημερομηνίας κατά την οποία η ενδιαφερόμενη συνεπλήρωσε το 65ο έτος της ηλικίας της και κατά τη διάρκεια των οποίων κατοικούσε στο έδαφος ενός ή περισσοτέρων Κρατών μελών, εφ'όσον οι περίοδοι αυτές συμπίπτουν με τις περιόδους ασφαλίσεως που συμπλήρωσε ο σύζυγός της υπό τη νομοθεσία αυτή και με τις περιόδους ασφαλίσεως που πρέπει να ληφθούν υπόψη σύμφωνα με την περίπτωση α.

    δ) Οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπόψη, σύμφωνα με τις διατάξεις της περιπτώσεως γ, δεν υπολογίζονται αν συμπίπτουν με περιόδους οι οποίες ελήφθησαν υπόψη για τον υπολογισμό της συντάξεως που οφείλεται στην ύπανδρη γυναίκα, δυνάμει της νομοθεσίας περί της ασφαλίσεως γήρατος άλλου Κράτους μέλους, ή με περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων έλαβε σύνταξη γήρατος δυνάμει τέτοιας νομοθεσίας.

    ε) Όσον αφορά τη γυναίκα η οποία είχε υπανδρευθεί, και της οποίας ο σύζυγος είχε υπαχθεί στην ολλανδική νομοθεσία περί της ασφαλίσεως γήρατος, ή θεωρείται ότι έχει συμπληρώσει περιόδους ασφαλίσεως δυνάμει των διατάξεων της περιπτώσεως α, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των δύο προηγουμένων περιπτώσεων.

    στ) Οι περίοδοι που αναφέρονται στις περιπτώσεις α και γ λαμβάνονται υπόψη, για τον υπολογισμό της συντάξεως γήρατος, μόνον αν ο ενδιαφερόμενος κατοίκησε επί έξι έτη στο έδαφος ενός ή περισσοτέρων Κρατών μελών μετά τη συμπλήρωση του 59ου έτους της ηλικίας του και εφ'όσον κατοικεί στο έδαφος ενός από αυτά τα Κράτη μέλη.

    3. Εφαρμογή της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως χηρών και ορφανών

    α) Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, θεωρούνται επίσης ως περίοδοι ασφαλίσεως, που πραγματοποιήθηκαν δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας περί της γενικής ασφαλίσεως χηρών και ορφανών, οι περίοδοι προ της 1ης Οκτωβρίου 1959, κατά τη διάρκεια των οποίων ο μισθωτός ή μη μισθωτός κατοικούσε στο έδαφος των Κάτω Χωρών μετά τη συμπλήρωση του 15ου έτους της ηλικίας του ή κατά τη διάρκεια των οποίων, ενώ κατοικούσε στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, ασκούσε μισθωτή δραστηριότητα στις Κάτω Χώρες για λογαριασμό εργοδότου εγκατεστημένου στη χώρα αυτή.

    β) Οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπόψη, σύμφωνα με την περίπτωση α, δεν υπολογίζονται αν συμπίπτουν με περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία περί συντάξεων επιζώντων άλλου Κράτους μέλους.

    4. Εφαρμογή της ολλανδικής νομοθεσίας περί της ασφαλίσεως κατά της ανικανότητος προς εργασία

    Για την εφαρμογή του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, οι ολλανδικοί φορείς θα τηρήσουν τις ακόλουθες διατάξεις:

    α) αν ο ενδιαφερόμενος, τη στιγμή που επήλθε η ανικανότης προς εργασία με την αναπηρία που προέκυψε, ήταν μισθωτός κατά την έννοια του άρθρου 1 περίπτωση α του κανονισμού, ο αρμόδιος φορέας καθορίζει το ποσό των παροχών εις χρήμα σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου της 18ης Φεβρουαρίου 1966 περί ασφαλίσεως κατά της ανικανότητος προς εργασία (WAO), λαμβάνοντας υπόψη:

    - τις περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τον προαναφερθέντα νόμο της 18ης Φεβρουαρίου 1966 (WAO),

    - τις περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν μετά την ηλικία των ετών υπό το νόμο της 11ης Δεκεμβρίου 1975 περί ανικανότητος προς εργασία (AAW), εφ' όσον δεν συμπίπτουν με τις περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν από τον ενδιαφερόμενο υπό τον προαναφερθέντα νόμο της 18ης Φεβρουαρίου 1966 (WAO), και

    - τις περιόδους μισθωτής εργασίας και τις εξομοιούμενες προς αυτές περιόδους που πραγματοποιήθηκαν στις Κάτω Χώρες πριν από την 1η Ιουλίου 1967-

    β) αν ο ενδιαφερόμενος, τη στιγμή που επήλθε η ανικανότης προς εργασία με την αναπηρία που προέκυψε, δεν ήταν μισθωτός κατά την έννοια του άρθρου 1 περίπτωση α (α) του κανονισμού, ο αρμόδιος φορέας καθορίζει το ποσό των παροχών εις χρήμα σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου της 11ης Δεκεμβρίου 1975 περί ανικανότητος προς εργασία (AAW), λαμβάνοντας υπόψη:

    - τις περιόδους ασφαλίσεως που συμπλήρωσε ο ενδιαφερόμενος μετά την ηλικία των 15 ετών υπό τον προαναφερθέντα νόμο της 11ης Δεκεμβρίου 1975 (AAW),

    - τις περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό το νόμο της 18ης Φεβρουαρίου 1966 περί ασφαλίσεως κατά της ανικανότητος προς εργασία (WAO), εφ' όσον δεν συμπίπτουν με τις περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τον προαναφερθέντα νόμο της 11ης Δεκεμβρίου 1975 (AAW), και

    - τις περιόδους μισθωτής εργασίας και τις εξομοιούμενες προς αυτές περιόδους που πραγματοποιήθηκαν στις Κάτω Χώρες πριν από την 1η Ιουλίου 1967.

    5. Εφαρμογή ορισμένων μεταβατικών διατάξεων

    Το άρθρο 45 παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται κατά τον υπολογισμό του δικαιώματος επί των παροχών, δυνάμει των μεταβατικών διατάξεων των νομοθεσιών περί της γενικής ασφαλίσεως γήρατος (άρθρο 46), περί της γενικής ασφαλίσεως χηρών και ορφανών και περί της γενικής ασφαλίσεως κατά της ανικανότητος προς εργασία.

    I. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    1. Όταν ένα πρόσωπο κατοικεί συνήθως στο έδαφος του Γιβραλτάρ ή αν υποχρεούτο, από την τελευταία άφιξή του σ'αυτό το έδαφος, να καταβάλλει εισφορές βάσει της νομοθεσίας του Γιβραλτάρ, υπό την ιδιότητα του μισθωτού και εφ' όσον το πρόσωπο αυτό ζητήσει, λόγω ανικανότητος προς εργασία, μητρότητος ή ανεργίας, να απαλλαγεί από την καταβολή των εισφορών για μία ορισμένη χρονική περίοδο και να πιστωθούν στο λογαριασμό του εισφορές γι' αυτή την περίοδο, κάθε περίοδος κατά την οποία το πρόσωπο αυτό απασχολείτο στο έδαφος ενός Κράτους μέλους εκτός από το Ηνωμένο Βασίλειο, θεωρείται, ως προς την αίτηση αυτή, ως περίοδος απασχολήσεώς του στο έδαφος του Γιβραλτάρ, για την οποία κατέβαλε εισφορές υπό την ιδιότητα του μισθωτού, κατ' εφαρμογή της νομοθεσίας του Γιβραλτάρ.

    2. Για την εφαρμογή των διατάξεων του τίτλου III κεφάλαιο 3 του κανονισμού, όταν μία γυναίκα υποβάλλει αίτηση συντάξεως γήρατος, δυνάμει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου:

    α) βάσει της ασφαλίσεως του συζύγου της,

    ή

    β) βάσει της προσωπικής της ασφαλίσεως και όταν, ένεκα λύσεως του γάμου της δια θανάτου του συζύγου της ή δι' άλλου τρόπου, οι εισφορές που κατεβλήθησαν από τον τελευταίο υπολογίζονται για τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων συντάξεως,

    κάθε αναφορά σε περίοδο ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκε από την αιτούσα θεωρείται, προκειμένου να καθορισθεί ο ετήσιος μέσος όρος των εισφορών που κατέβαλε ο σύζυγός της ή των εισφορών που πιστώθηκαν στο λογαριασμό του, ότι περιλαμβάνει αναφορά σε περίοδο ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκε από το σύζυγό της.

    3. α) Αν σ' ένα πρόσωπο χορηγούνται παροχές ανεργίας που προβλέπονται από τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, δυνάμει του άρθρου 71 παράγραφος 1 περίπτωση α σημείο ii ή περίπτωση β σημείο ii του κανονισμού, οι περίοδοι ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητος που πραγματοποίησε το πρόσωπο αυτό υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, θεωρούνται για τη γένεση του δικαιώματος παροχών για τα τέκνα (child benefit), το οποίο η νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου εξαρτά από μία περίοδο παρουσίας στη Μεγάλη Βρετανία ή, ενδεχομένως, στη Βόρειο Ιρλανδία, ως περίοδοι παρουσίας στη Μεγάλη Βρετανία ή, ενδεχομένως, στη Βόρειο Ιρλανδία.

    β) Αν, δυνάμει του τίτλου II του κανονισμού, ισχύει η νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου για μισθωτό ή μη μισθωτό ο οποίος δεν πληροί τον όρο που απαιτεί η νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου για τη γένεση του δικαιώματος παροχών για τέκνα (child benefit):

    i) εφ' όσον ο όρος αυτός συνίσταται στην παρουσία στη Μεγάλη Βρετανία, ή, ενδεχομένως, στη Βόρειο Ιρλανδία, ο εργαζόμενος αυτός θεωρείται, ως προς την πλήρωση του όρου αυτού, σαν να ήταν παρών,

    ii) εφ' όσον ο όρος αυτός συνίσταται σε μία περίοδο παρουσίας στη Μεγάλη Βρετανία ή, ενδεχομένως, στη Βόρειο Ιρλανδία, οι περίοδοι ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μισθωτής δραστηριότητος που πραγματοποίησε ο εργαζόμενος αυτός υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους, θεωρούνται, ως προς την πλήρωση του όρου αυτού, ως περίοδοι παρουσίας στη Μεγάλη Βρετανία ή, ενδεχομένως, στη Βόρειο Ιρλανδία.

    γ) Όσον αφορά τις αιτήσεις για οικογενειακά επιδόματα (family allowances) βάσει της νομοθεσίας του Γιβραλτάρ, ισχύουν κατ' αναλογία οι διατάξεις των περιπτώσεων α και β.

    4. Αν, σύμφωνα με τις διατάξεις του τίτλου II του κανονισμού, η νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου που εφαρμόζεται επί μισθωτού ή μη μισθωτού, προκειμένου να αποκτήσει αυτός δικαίωμα επιδόματος βοηθείας (attendance allowance), θεωρείται:

    α) σαν να ευρίσκετο ο τόπος γεννήσεώς του στο έδαφος του Ηνωμένου Βασιλείου, αν ο τόπος αυτός ευρίσκεται στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους,

    και

    β) σαν να κατοικούσε συνήθως στο Ηνωμένο Βασίλειο και να ήταν εκεί παρών καθ' όλη τη διάρκεια της περιόδου ασφαλίσεως ή απασχολήσεως, ή μη μισθωτής δραστηριότητος που πραγματοποίησε στο έδαφος ή υπό τη νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους.

    5. Αν μισθωτός που υπόκειται στη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου υποστεί ατύχημα, αφού εγκαταλείψει το έδαφος ενός Κράτους μέλους, για να μεταβεί, κατά τη διάρκεια της απασχολήσεώς του, στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, αλλά πριν φθάσει στον προορισμό του, το δικαίωμά του επί παροχών σε σχέση με το ατύχημα θεμελιώνεται:

    α) σαν να είχε συμβεί το ατύχημα στο έδαφος του Ηνωμένου Βασιλείου,

    και

    β) χωρίς να ληφθεί υπόψη, προκειμένου να καθορισθεί αν ήταν μισθωτός (employed earner) βάσει της νομοθεσίας της Μεγάλης Βρετανίας ή της Βορείου Ιρλανδίας ή μισθωτός (employed person) βάσει της νομοθεσίας του Γιβραλτάρ, η απουσία του από τα εδάφη αυτά.

    6. Ο κανονισμός δεν εφαρμόζεται επί εκείνων των διατάξεων της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου που προορίζονται να θέσουν σε ισχύ συμφωνία περί κοινωνικής ασφαλίσεως μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και τρίτου κράτους.

    7. Όποτε το απαιτεί η νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου προς γένεση δικαιώματος παροχών, ο υπήκοος Κράτους μέλους που γεννήθηκε σε τρίτο κράτος εξομοιώνεται με τους υπηκόους του Ηνωμένου Βασιλείου που γεννήθηκαν σε τρίτο κράτος.

    8. Για την εφαρμογή του τίτλου III κεφάλαιο 3 του κανονισμού, δεν λαμβάνονται υπόψη ούτε οι αναλογικές εισφορές που κατέβαλε ο ασφαλισμένος υπό τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, ούτε οι αναλογικές παροχές γήρατος που πρέπει να καταβληθούν υπό τη νομοθεσία αυτή. Το ποσό των αναλογικών παροχών προστίθεται στο ποσό των παροχών που οφείλεται δυνάμει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με το εν λόγω κεφάλαιο- το άθροισμα δε των δύο ποσών αποτελεί την παροχή που πράγματι οφείλεται στον ενδιαφερόμενο.

    9. Για την εφαρμογή του άρθρου 12 παράγραφος 2 του κανονισμού στη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, θεωρούνται οι συντάξεις αναπηρίας, γήρατος και χηρείας ως παροχές της ιδίας φύσεως.

    10. Για την εφαρμογή του κανονισμού περί των παροχών κοινωνικής ασφαλίσεως, για τις οποίες δεν έχει καταβληθεί εισφορά, και περί της ασφαλίσεως ανεργίας (Γιβραλτάρ), θεωρείται ότι κατοικεί στο Γιβραλτάρ κάθε πρόσωπο στο οποίο εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, αν το πρόσωπο αυτό κατοικεί σε ένα Κράτος μέλος.

    11. Για την εφαρμογή των άρθρων 10, 27, 28, 28α, 29, 30 και 31 του κανονισμού, το επίδομα συμπαραστάσεως (attendance allowance), που παρέχεται σε μισθωτό ή μη μισθωτό κατ' εφαρμογή της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, θεωρείται ως παροχή αναπηρίας.

    12. Για την εφαρμογή του άρθρου 10 παράγραφος 1 του κανονισμού, ο δικαιούχος παροχής που του οφείλεται βάσει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, ο οποίος διαμένει στο έδαφος άλλου Κράτους μέλους, θεωρείται κατά τη διάρκεια της διαμονής αυτής σαν να κατοικούσε στο έδαφος του άλλου αυτού Κράτους μέλους.

    13. 1. Για τον υπολογισμό του παράγοντος "αποδοχές" (earnings factor), προκειμένου να προσδιορισθεί το δικαίωμα παροχών που προβλέπονται από τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, με την επιφύλαξη της παραγράφου 15, κάθε εβδομάδα κατά την οποία ίσχυε για το μισθωτό ή μη μισθωτό η νομοθεσία άλλου Κράτους μέλους και η οποία άρχισε κατά τη διάρκεια του σχετικού έτους επιβολής φόρου επί του εισοδήματος, κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, θα λαμβάνεται υπόψη κατά τον εξής τρόπο:

    α) i) για κάθε εβδομάδα ασφαλίσεως, απασχολήσεως, ή κατοικίας ως μισθωτός, ο ενδιαφερόμενος θεωρείται ότι κατέβαλε εισφορές ως μισθωτός (employed earner) βάσει μισθού που αντιστοιχεί στα δύο τρίτα του ανώτατου ορίου μισθών του φορολογικού αυτού έτους,

    ii) για κάθε εβδομάδα ασφαλίσεως μη μισθωτής δραστηριότητος ή κατοικίας ως μη μισθωτός, ο ενδιαφερόμενος θεωρείται ότι κατέβαλε εισφορά της κατηγορίας 2 ως μισθωτός-

    β) για κάθε πλήρη εβδομάδα, για την οποία ο ενδιαφερόμενος μπορεί να επικαλεσθεί περίοδο εξομοιούμενη προς περίοδο ασφαλίσεως, απασχολήσεως, μη μισθωτής δραστηριότητος ή κατοικίας, θεωρείται ότι ο ενδιαφερόμενος αυτός έχει λάβει πίστωση εισφορών, η οποία δεν δύναται να είναι μεγαλύτερη από όσο απαιτείται για να ανέλθει ο συνολικός παράγων "αποδοχές" του αυτού του φορολογικού έτους στο επίπεδο που απαιτείται, προκειμένου το φορολογικό αυτό έτος να θεωρηθεί σαν έτος που πρέπει να ληφθεί υπόψη (reckonable year), κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου περί χορηγήσεως πιστώσεων εισφορών.

    2. Για τη μετατροπή του παράγοντος "αποδοχές" σε περιόδους ασφαλίσεως, διαιρείται ο παράγων "αποδοχές", ο οπoίος επετεύχθη κατά τη διάρκεια του σχετικού έτους επιβολής φόρου επί του εισοδήματος, κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, δια του ποσού του κατωτάτου ορίου μισθών που έχει καθορισθεί για το φορολογικό αυτό έτος. Το προκύπτον πηλίκο εκφράζεται υπό μορφή ακέραιου αριθμού παραλειπομένων των δεκαδικών. Ο αριθμός που προκύπτει από τον υπολογισμό αυτό θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει τον αριθμό των εβδομάδων ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου κατά τη διάρκεια αυτού του φορολογικού έτους, υπό τον όρο ότι ο αριθμός αυτός δεν δύναται να υπερβαίνει τον αριθμό των εβδομάδων κατά τη διάρκεια των οποίων ίσχυσε για τον ενδιαφερόμενο η προαναφερθείσα νομοθεσία κατά το φορολογικό αυτό έτος.

    14. Για την εφαρμογή του άρθρου 40 παράγραφος 3 περίπτωση α (ii), λαμβάνονται υπόψη μόνον οι περίοδοι κατά τις οποίες ο μισθωτός ή μη μισθωτός ήταν ανίκανος προς εργασία κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου.

    15. 1. Για τον υπολογισμό, βάσει του άρθρου 46 παράγραφος 2 περίπτωση α του κανονισμού, του θεωρητικού ποσού του τμήματος της συντάξεως που αποτελείται από ένα πρόσθετο στοιχείο, κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου:

    α) οι όροι "μισθοί", "εισφορές" και "προσαυξήσεις", που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 περίπτωση β του κανονισμού, υποδηλώνουν τα πλεονάσματα των παραγόντων "αποδοχές", κατά την έννοια του νόμου περί συντάξεων κοινωνικής ασφαλίσεως του 1975 (Social Security Pensions Act 1975) ή, κατά περίπτωση, του κανονισμού περί των συντάξεων κοινωνικής ασφαλίσεως στη Βόρειο Ιρλανδία του 1975 [Social Security Pensions (Northern Ireland) Order 1975]-

    β) ο μέσος όρος των πλεονασμάτων των παραγόντων "αποδοχές" υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 1 περίπτωση β του κανονισμού, ερμηνευόμενος όπως αναφέρεται στην ανωτέρω περίπτωση α με τη διαίρεση του συνόλου των πλεονασμάτων, που έχουν καταχωρηθεί βάσει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, δια του αριθμού των ετών επιβολής φόρου επί του εισοδήματος, κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου (συμπεριλαμβανομένων και των κλασμάτων των ετών), τα οποία έχουν συμπληρωθεί βάσει της νομοθεσίας αυτής, από τις 6 Απριλίου 1978 κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου ασφαλίσεως.

    2. Για τον υπολογισμό του ποσού τμήματος συντάξεως που αποτελείται από ένα πρόσθετο στοιχείο, κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, οι όροι "περίοδοι ασφαλίσεως και κατοικίας", που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, υποδηλώνουν τις περιόδους ασφαλίσεως και κατοικίας που έχουν συμπληρωθεί από τις 6 Απριλίου 1978.

    61. Προστίθεται το ακόλουθο παράρτημα:

    "ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

    (εφαρμογή του άρθρου 14γ παράγραφος 1 περίπτωση β)

    Περιπτώσεις κατά τις οποίες πρόσωπο υπόκειται ταυτόχρονα στη νομοθεσία δύο Κρατών μελών

    1. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητος στο Βέλγιο και μισθωτής δραστηριότητος σε άλλο Κράτος μέλος, εκτός του Λουξεμβούργου. Όσον αφορά το Λουξεμβούργο, ισχύει η ανταλλαγή επιστολών μεταξύ Βελγίου και Λουξεμβούργου της 10ης και 12ης Ιουλίου 1968.

    2. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητος στη Δανία και μισθωτής δραστηριότητος σε άλλο Κράτος μέλος από πρόσωπο που κατοικεί στη Δανία.

    3. Άσκηση μη μισθωτής γεωργικής δραστηριότητος στη Γερμανία και μισθωτής δραστηριότητος σε άλλο Κράτος μέλος.

    4. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητος στη Γαλλία και μισθωτής δραστηριότητος σε άλλο Κράτος μέλος, εκτός του Λουξεμβούργου.

    5. Άσκηση μη μισθωτής γεωργικής δραστηριότητος στη Γαλλία και μισθωτής δραστηριότητος στο Λουξεμβούργο.

    6. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητος στην Ελλάδα και μισθωτής δραστηριότητος σε άλλο Κράτος μέλος.

    7. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητος στην Ιταλία και μισθωτής δραστηριότητος σε άλλο Κράτος μέλος.".

    Άρθρο 2

    1. Ο παρών κανονισμός δεν δημιουργεί κανένα δικαίωμα παροχών για περίοδο προγενέστερη της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του.

    2. Κάθε περίοδος ασφαλίσεως καθώς και, κατά περίπτωση, κάθε περίοδος απασχολήσεως, μη μισθωτής δραστηριότητος ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκε υπό τη νομοθεσία Κράτους μέλους προ της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κανονισμού, λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων που γεννώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

    3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1, δικαίωμα γεννάται, δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ακόμη και αν αναφέρεται σε ασφαλιστικό κίνδυνο που επήλθε προ της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κανονισμού.

    4. Κάθε παροχή η οποία δεν έχει εκκαθαρισθεί ή έχει ανασταλεί, λόγω της ιθαγενείας ή της κατοικίας του ενδιαφερόμενου, εκκαθαρίζεται ή επαναφέρεται, κατόπιν αιτήσεως αυτού, από την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κανονισμού, με την επιφύλαξη ότι προηγουμένως εκκαθαρισθέντα δικαιώματα δεν ρυθμίσθηκαν δι' εφάπαξ καταβολής.

    5. Τα δικαιώματα των ενδιαφερομένων, οι οποίοι επέτυχαν προ της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος κανονισμού την εκκαθάριση συντάξεως, δύνανται να αναθεωρηθούν, κατόπιν αιτήσεώς τους, αφού ληφθούν υπόψη οι διατάξεις του κανονισμού αυτού. Η διάταξη αυτή ισχύει επίσης για τις υπόλοιπες παροχές που αναφέρονται στο άρθρο 78 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71.

    6. Αν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 υποβληθεί εντός προθεσμίας δύο ετών από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του παρόντος κανονισμού, τα δικαιώματα που γεννώνται δυνάμει του κανονισμού αυτού αποκτώνται από την ημερομηνία αυτή, χωρίς να είναι δυνατόν να αντιταχθούν στους ενδιαφερόμενους οι διατάξεις της νομοθεσίας Κράτους μέλους περί εκπτώσεως ή παραγραφής των δικαιωμάτων.

    7. Αν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 υποβληθεί μετά τη λήξη της διετούς προθεσμίας από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, τα δικαιώματα από τα οποία δεν εξέπεσε ο δικαιούχος ή τα οποία δεν παρεγράφησαν αποκτώνται από την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως, με την επιφύλαξη τυχόν ευνοϊκότερων διατάξεων της νομοθεσίας ενός Κράτους. μέλους.

    Άρθρο 3

    Εκτός από την περίπτωση που τα ενδιαφερόμενα Κράτη μέλη αποφασίσουν διαφορετικά, οι συμφωνίες που συνάπτονται κατ'εφαρμογή του άρθρου 36 παράγραφος 3, του άρθρου 63 παράγραφος 3 και του άρθρου 70 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71, πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, δεν ισχύουν για τα πρόσωπα στα οποία επεκτείνεται το ευεργέτημα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 βάσει του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 4

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του έβδομου μήνα από τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων του κανονισμού περί προσαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72(6), για να επιτραπεί η εφαρμογή του στους μη μισθωτούς, καθώς και στα μέλη των οικογενειών τους.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε Κράτος μέλος.

    Έγινε στις Βρυξέλλες, στις 12 Μαΐου 1981.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    G. BRAKS

    (1) ΕΕ αριθ. C 14 της 18. 1. 1978, σ. 15.

    (2) ΕΕ αριθ. C 131 της 5. 6. 1978, σ. 45.

    (3) ΕΕ αριθ. C 269 της 13. 11. 1978, σ. 40.

    (4) ΕΕ αριθ. L 149 της 5. 7. 1971, σ. 2.

    (5) ΕΕ αριθ. L 24 της 28. 1. 1981, σ. 3.

    (6) ΕΕ αριθ. L 74 της 27. 3. 1972, σ. 1.

    Top