This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Η οδηγία 2009/32/ΕΚ αντικαθιστά την προηγούμενη νομοθεσία και καταρτίζει έναν ενιαίο κατάλογο διαλυτών εκχύλισης1 που μπορούν να χρησιμοποιούνται για την κατεργασία τροφίμων, συστατικών τροφίμων και πρώτων υλών υπό συνθήκες ορθής παρασκευαστικής πρακτικής.
Οι διαλύτες εκχύλισης που επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται υπό συνθήκες ορθής παρασκευαστικής πρακτικής για όλες τις χρήσεις είναι:
Διαλύτες εκχύλισης για τους οποίους καθορίζονται λεπτομερείς προϋποθέσεις χρήσης στο παράρτημα I της οδηγίας 2009/32/ΕΚ:
Τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) δεν μπορούν να απαγορεύουν, να περιορίζουν ή να εμποδίζουν την πώληση τροφίμων ή συστατικών τροφίμων, εφόσον οι εν λόγω διαλύτες έχουν χρησιμοποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας.
Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν τη χρήση άλλων ουσιών και υλών ως διαλυτών εκχύλισης.
Οι εθνικές αρχές μπορούν προσωρινά να αναστείλουν ή να περιορίσουν τη χρήση επιτρεπόμενου διαλύτη εκχύλισης εάν υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι η χρήση του σε τρόφιμα ενδέχεται να βλάψει την ανθρώπινη υγεία.
Θα πρέπει να ενημερώσουν άμεσα τα υπόλοιπα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία θα διερευνήσει τα στοιχεία που αιτιολογούν την απόφασή τους.
Οι ουσίες που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως διαλύτες εκχύλισης πρέπει να παρέχουν ενδείξεις κατά τρόπο ευδιάκριτο, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο στις συσκευασίες, τα δοχεία ή τις ετικέτες τους. Στις ενδείξεις αυτές, μεταξύ άλλων, συγκαταλέγεται:
Η οδηγία εφαρμόζεται από τις .
Οδηγία 2009/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της , για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τους διαλύτες εκχύλισης οι οποίοι χρησιμοποιούνται στην παρασκευή των τροφίμων και των συστατικών τους (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 141 της , σ. 3-11).
Οι διαδοχικές τροποποιήσεις της οδηγίας 2009/32/ΕΚ έχουν ενσωματωθεί στο αρχικό κείμενο. Αυτή η ενοποιημένη έκδοση αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης.
τελευταία ενημέρωση