EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων

Απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων

 

ΣΥΝΟΨΗ ΤΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ:

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ;

  • Ο κανονισμός, γνωστός ως κανονισμός περί κεφαλαιακών απαιτήσεων (ΚΚΑ), στοχεύει στην ενίσχυση των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας των τραπεζών στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Απαιτεί από αυτές να διαθέτουν επαρκές κεφάλαιο, υποχρεώσεις απορρόφησης ζημιών και ρευστά διαθέσιμα, προκειμένου να διασφαλιστεί η οικονομική τους ευρωστία. Ο ΚΚΑ απαιτεί επίσης από τις τράπεζες να δημοσιοποιούν πώς συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας.
  • Ο γενικός στόχος είναι να γίνουν οι τράπεζες πιο εύρωστες και ανθεκτικές σε περιόδους οικονομικών πιέσεων.

ΒΑΣΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 θεσπίζει ένα ενιαίο σύνολο εναρμονισμένων κανόνων προληπτικής εποπτείας, τους οποίους πρέπει να τηρούν οι τράπεζες σε όλη την ΕΕ. Αυτό το «ενιαίο εγχειρίδιο κανόνων» έχει ως στόχο τη διασφάλιση της ομοιόμορφης εφαρμογής καθολικών προτύπων (Βασιλεία III) σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ.

Η νομική αυτή πράξη έχει τροποποιηθεί πολλές φορές, σύμφωνα με την εξέλιξη των διεθνών κανονιστικών προτύπων που καθορίζονται από την Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία.

Οι κύριες καινοτομίες του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 είναι οι εξής:

  • Υψηλότερες και καλύτερες κεφαλαιακές απαιτήσεις. Οι τράπεζες πρέπει να διαθέτουν συνολικό ποσό κεφαλαίου που να αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 8 % του ενεργητικού τους, που αποτιμάται με βάση τους κινδύνους τους. Για παράδειγμα, ορισμένα στοιχεία του ενεργητικού, όπως τα μετρητά, θεωρούνται ασφαλή και δεν επιβάλλουν κεφαλαιακή απαίτηση· άλλα στοιχεία του ενεργητικού —όπως δάνεια σε άλλες τράπεζες, σε επιχειρήσεις ή σε καταναλωτές— θεωρείται ότι ενέχουν υψηλότερο κίνδυνο και επομένως έχουν κεφαλαιακή απαίτηση. Όσο υψηλότερο κίνδυνο ενέχουν τα στοιχεία του ενεργητικού που έχει ένα ίδρυμα τόσο μεγαλύτερο κεφάλαιο πρέπει να διαθέτει.
  • Μέτρα για τη ρευστότητα. Για να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες θα έχουν επαρκή ρευστότητα, ο κανονισμός θεσπίζει δύο απαιτήσεις:
    • τον δείκτη κάλυψης του κινδύνου ρευστότητας, ο οποίος στοχεύει να εξασφαλίσει ότι οι τράπεζες έχουν αρκετά ρευστά διαθέσιμα (π.χ., μετρητά ή άλλα στοιχεία του ενεργητικού που μπορούν να μετατραπούν γρήγορα σε μετρητά με μικρή ή καθόλου απώλεια αξίας) βραχυπρόθεσμα·
    • την απαίτηση καθαρής σταθερής χρηματοδότησης, με την οποία επιδιώκεται να διασφαλιστεί ότι οι τράπεζες δεν θα βασίζονται υπερβολικά στη βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση για να χρηματοδοτήσουν τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα στοιχεία του ενεργητικού τους.
  • Περιορισμός της μόχλευσης. Ο κανονισμός καθορίζει έναν δεσμευτικό δείκτη μόχλευσης, με στόχο την επιβολή περιορισμών στις τράπεζες ώστε να μη χρηματοδοτούν υπερβολικά μεγάλο μέρος των δραστηριοτήτων τους με χρεωστικούς τίτλους.

Τροποποιητικές νομοθετικές πράξεις

  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1014 παρέτεινε την περίοδο κατά την οποία οι διαπραγματευτές βασικών εμπορευμάτων εξαιρούνται από τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα και τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020 ή την ημερομηνία έναρξης ισχύος τυχόν τροποποιήσεων, ανάλογα με το ποια από τις δύο ημερομηνίες είναι προγενέστερη.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/2395 θέσπισε μεταβατικές ρυθμίσεις για τον μετριασμό των επιπτώσεων της εισαγωγής του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 του Συμβουλίου Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (ΔΠΧΑ 9)* για τα ίδια κεφάλαια και για τη διαχείριση μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων ορισμένων ανοιγμάτων του δημόσιου τομέα που είναι εκπεφρασμένα στο εγχώριο νόμισμα κάποιου κράτους μέλους. Απαιτούσε από τις τράπεζες που χρησιμοποιούν τα ΔΠΧΠ για να προετοιμάσουν τις οικονομικές τους καταστάσεις να εφαρμόσουν το ΔΠΧΑ 9 από την 1η Ιανουαρίου 2018. Δεδομένου ότι αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε ξαφνική σημαντική αύξηση των προβλέψεων για προσδοκώμενες πιστωτικές ζημίες —και κατά συνέπεια σε ξαφνική μείωση του κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 των ιδρυμάτων*— ο κανονισμός επιτρέπει στα ιδρύματα να προσθέτουν στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 ένα μέρος της αύξησης των προσδοκώμενων πιστωτικών ζημιών ως πρόσθετο κεφάλαιο για μια μεταβατική περίοδο 5 ετών έως τις 31 Δεκεμβρίου 2022.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/2401 καθορίζει τις αναθεωρημένες κεφαλαιακές απαιτήσεις για θέσεις σε τιτλοποίηση*. Τροποποιεί τις κανονιστικές κεφαλαιακές απαιτήσεις για ιδρύματα που ενεργούν ως μεταβιβάζοντες, ανάδοχοι ή επενδυτές σε συναλλαγές τιτλοποίησης, προκειμένου να αντικατοπτρίζουν επαρκώς τα ειδικά χαρακτηριστικά των απλών, διαφανών και τυποποιημένων τιτλοποιήσεων.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/630 τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 όσο αφορά την ελάχιστη κάλυψη ζημιών για μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα. Στοχεύει στην αποτροπή υπερβολικής συσσώρευσης μη εξυπηρετούμενων δανείων* στο μέλλον χωρίς επαρκή κάλυψη των ζημιών στους ισολογισμούς των τραπεζών. Επιδιώκει να υποχρεώσει τις τράπεζες να βάζουν στην άκρη επαρκείς ίδιους πόρους όταν νέα δάνεια καθίστανται μη εξυπηρετούμενα. Ο κανονισμός θεσπίζει ένα «προληπτικό σύστημα ασφαλείας» που επιτρέπει στα ιδρύματα να καλύπτουν έως τα κοινά ελάχιστα επίπεδα τις ζημίες που υφίστανται και προβλέπονται από νέα δάνεια μόλις αυτά τα δάνεια καταστούν μη εξυπηρετούμενα. Όταν μια τράπεζα δεν συμμορφώνεται με την ισχύουσα απαίτηση ελάχιστης κάλυψης, αφαιρούνται ίδια κεφάλαιά της.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/876 θέσπισε αλλαγές σχετικά με τον δείκτη μόχλευσης, τον δείκτη καθαρής σταθερής χρηματοδότησης, τις απαιτήσεις για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις, τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου, τον κίνδυνο αγοράς, τα ανοίγματα έναντι κεντρικών αντισυμβαλλομένων, τα ανοίγματα έναντι οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, τα μεγάλα χρηματοδοτικά ανοίγματα και τις υποχρεώσεις υποβολής αναφορών και δημοσιοποίησης.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/2033 θεσπίζει ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο προληπτικής εποπτείας για τις επιχειρήσεις επενδύσεων. Παλαιότερα όλες οι επιχειρήσεις επενδύσεων υπόκεινταν στους ίδιους κανόνες όσον αφορά το κεφάλαιο, τη ρευστότητα και τη διαχείριση κινδύνων με τις τράπεζες.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/873 θέσπισε ορισμένες στοχευμένες αλλαγές στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 λόγω της πανδημίας της νόσου COVID-19. Αυτές οι αλλαγές αποσκοπούν στην προσφέρουν προσωρινή ανακούφιση από τις κεφαλαιακές απαιτήσεις προκειμένου να μεγιστοποιήσουν την ικανότητα των τραπεζών να δανείζουν και να απορροφούν ζημίες που σχετίζονται με την πανδημία, διατηρώντας παράλληλα την ανθεκτικότητά τους. Αυτές οι αλλαγές περιλαμβάνουν την προσαρμογή του χρόνου εφαρμογής ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων και την προσωρινή επέκταση της προνομιακής μεταχείρισης στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που επωφελούνται από κρατική εγγύηση στο πλαίσιο των μέτρων για τον μετριασμό των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2021/558 θεσπίζει αλλαγές για την αύξηση της ευαισθησίας ως προς τον συνολικό κίνδυνο του πλαισίου της ΕΕ για τις τιτλοποιήσεις, προκειμένου η χρήση της τιτλοποίησης να γίνεται πιο οικονομικά βιώσιμη για ιδρύματα εντός ενός εποπτικού πλαισίου που διατηρεί τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ΕΕ.

Κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 παρέχει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξουσίες ώστε να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικές πράξεις προκειμένου να τεθεί πλήρως σε ισχύ το ενιαίο εγχειρίδιο τραπεζικών κανόνων. Ο πλήρης κατάλογος αυτών των πράξεων είναι διαθέσιμος εδώ.

ΑΠΟ ΠΟΤΕ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ Ο ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ;

  • Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 εφαρμόζεται από τις 28 Ιουνίου 2013.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1014 εφαρμόζεται από τις 19 Ιουλίου 2016.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/2395 εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2018.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2017/2401 εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2019.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/630 εφαρμόζεται από τις 26 Απριλίου 2019.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/876 εφαρμόζεται από τις 28 Ιουνίου 2021 με κάποιες εξαιρέσεις.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/2033 εφαρμόζεται από τις 26 Ιουνίου 2021.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/873 εφαρμόζεται από τις 27 Ιουνίου 2020.
  • Ο τροποποιητικός κανονισμός (ΕΕ) 2021/558 εφαρμόζεται από τις 10 Απριλίου 2022.

ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

  • Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 αποτελεί μέρος μιας δέσμης νομοθετικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένης μιας οδηγίας, που εγκρίθηκε για να κάνει τον τραπεζικό τομέα της ΕΕ πιο ανθεκτικό. Ο κανονισμός καθορίζει τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ενώ η συνοδευτική οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις (οδηγία 2013/36/ΕΕ) ρυθμίζει την πρόσβαση σε δραστηριότητες αποδοχής καταθέσεων.
  • Για περισσότερες πληροφορίες, βλέπε:

ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΟΙ

Διεθνές Πρότυπο Χρηματοοικονομικής Αναφοράς 9 (ΔΠΧΑ 9). Ένα πρότυπο που στοχεύει στη βελτίωση της χρηματοοικονομικής αναφοράς των χρηματοοικονομικών μέσων με τη χρήση ενός πιο προορατικού μοντέλου για την αναγνώριση των αναμενόμενων πιστωτικών ζημιών σε χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία. Η εφαρμογή του ΔΠΧΑ 9 μπορεί να οδηγήσει σε ξαφνική σημαντική αύξηση των προβλέψεων για προσδοκώμενες πιστωτικές ζημίες και, κατά συνέπεια, σε ξαφνική μείωση του κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 των ιδρυμάτων. Επομένως, απαιτούνται ρυθμίσεις για τον μετριασμό του ενδεχομένως σημαντικού αρνητικού αντίκτυπου στα κεφάλαια κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 λόγω της λογιστικής μεθόδου για τον προσδιορισμό πιστωτικών ζημιών.
Κοινές μετοχές της κατηγορίας 1. Μια συνιστώσα του κεφαλαίου κατηγορίας 1 που αποτελείται από το βασικό κεφάλαιο μιας τράπεζας και περιλαμβάνει κοινές μετοχές και τα κέρδη εις νέον.
Τιτλοποίηση. Μια συναλλαγή η οποία δίνει τη δυνατότητα στον δανειστή —στην πλειονότητα των περιπτώσεων σε μια τράπεζα— να αναχρηματοδοτήσει μια σειρά δανείων/ στοιχείων του ενεργητικού (π.χ., υποθήκες, μισθώσεις οχημάτων, καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες) μετατρέποντάς τα σε τίτλους στους οποίους μπορούν να επενδύσουν άλλα άτομα.
Μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Ένα δάνειο θεωρείται γενικά μη εξυπηρετούμενο όταν έχουν περάσει περισσότερες από 90 ημέρες χωρίς ο δανειολήπτης (εταιρεία ή άτομο) να πληρώσει τα οφειλόμενα ποσά ή τους τόκους που έχουν συμφωνηθεί, ή όταν καθίσταται απίθανο ο δανειολήπτης να το αποπληρώσει.

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1-337).

Οι διαδοχικές τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 έχουν ενσωματωθεί στο αρχικό κείμενο. Αυτή η ενοποιημένη απόδοση αποτελεί απλώς εργαλείο τεκμηρίωσης.

ΣΥΝΑΦΗ ΚΕΙΜΕΝΑ

Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338-436).

Βλέπε την ενοποιημένη απόδοση.

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1-59).

Βλέπε την ενοποιημένη απόδοση.

τελευταία ενημέρωση 28.06.2023

Επάνω