Βιομηχανική πολιτική σε μια διευρυμένη Ευρώπη

1) ΣΤΟΧΟΣ

Εκκίνηση ενός διαλόγου αναφορικά με τη συμβολή της βιομηχανικής πολιτικής στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας και τελειοποίηση της ολοκλήρωσης των διαφόρων πολιτικών μέσων που έχουν επιπτώσεις στη βιομηχανική αναγνωριστικότητα.

2) ΠΡΑΞΗ

Ανακοίνωση της Επιτροπής, στις 11 Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με τη βιομηχανική πολιτική σε μια διευρυμένη Ευρώπη [COM (2002) 714 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

3) ΣΥΝΟΨΗ

ΠΛΑΙΣΙΟ

Η ανακοίνωση τοποθετείται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Λισσαβόνας το 2000 και του Γκέτεμπουργκ το 2001. Η Επιτροπή είχε, σε μία προηγούμενη ανακοίνωση, αναφέρει ότι η παρούσα οικονομική ύφεση θα μπορούσε να θέσει σε αμφισβήτηση το στόχο της Λισσαβόνας, ήτοι να καταστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), το 2010, η « πλέον ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία της γνώσης παγκοσμίως, ικανή να δημιουργεί βιώσιμη ανάπτυξη, με περισσότερες και καλύτερες θέσεις απασχόλησης και μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή». Εξάλλου, η διάσκεψη κορυφής του Γκέτεμπουργκ είχε υπογραμμίσει την ανάγκη προώθησης του στόχου της βιώσιμης ανάπτυξης που αποσκοπούσε στην ταυτόχρονη επιδίωξη των στόχων των οικονομικών πυλώνων, κοινωνικού και περιβαλλοντικού.

Η βιομηχανική πολιτική έχει έναν βασικό ρόλο να διαδραματίσει ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να επιτύχει το στόχο που είχε ορίσει στη Λισσαβόνα και το Γκέτεμπουργκ.

Η ανακοίνωση προβαίνει σε σύντομη έκθεση της κατάστασης της βιομηχανίας στην ΕΕ, αναφέροντας τα διαπιστωμένα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Εξετάζει εξάλλου τις επιπτώσεις της μελλοντικής διεύρυνσης της Ένωσης. Το έγγραφο παρέχει επίσης μία γενική εικόνα των προκλήσεων που θα αντιμετωπίσει η ευρωπαϊκή βιομηχανία και προτείνουν ορισμένο αριθμό ενεργειών που θα πρέπει να ληφθούν για να την καταστήσουν ανταγωνιστικότερη.

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Αντιμετωπίζοντας έναν ανταγωνισμό που διεξάγεται πλέον σε παγκόσμια κλίμακα, οι περισσότεροι των κλάδων της ευρωπαϊκής βιομηχανίας κατέβαλαν αξιοσημείωτες προσπάθειες για να βελτιώσουν τις υποδομές στους παραγωγούς και να ενσωματώσουν νέες μορφές οργάνωσης.

Εξάλλου, κατόπιν της εμφάνισης ορισμένων αποφασιστικών παραγόντων, όπως η αυξανόμενη σημασία της εσωτερικής αγοράς και η εισαγωγή του ευρώ, η βιομηχανία της ΕΕ, και ειδικότερα ο τομέας των υπηρεσιών, γνώρισε μία σημαντική συγκέντρωση στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του '90.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιπροσωπεύει σημαντικό παράγοντα στο πλαίσιο του διεθνούς εμπορίου. Η μείωση του μεριδίου αγοράς της ΕΕ στο παγκόσμιο εμπόριο είναι σχετική καθόσον αν πέρασε από το 19,3% κατά την περίοδο 1991-1995 σε 18,4% το 2002, οι κυριότεροι ανταγωνιστές της εμφανίζουν μεγαλύτερη μείωση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες πέρασαν την ίδια στιγμή από 15,1% στο 12,1% και η Ιαπωνία από 12,2% στο 8,2%. Εξάλλου, το εμπορικό ισοζύγιο αγαθών της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπήρξε θετικό για εννέα από τα δέκα τελευταία έτη.

Παρά τη ζήτηση από τις επιχειρήσεις εργατικού δυναμικού περισσότερο εξειδικευμένου, τα επίπεδα επιμόρφωσης δεν είναι επαρκώς υψηλά. Βεβαίως, η μέση διάρκεια κατάρτισης του ενεργού πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκεται σε άνοδο αλλά οι αριθμοί βρίσκονται σε κ΄;θοδο σε σχέση με εκείνους των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ιαπωνίας. Έτσι, η μέση διάρκεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση φθάνει αντίστοιχα το 87% και 90% της μέσης διάρκειας στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ιαπωνία. Για ό,τι αφορά τις δημόσιες δαπάνες για εκπαίδευση και κατάρτιση ως ποσοστό του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕγχΠ) της ΕΕ, ο αριθμός αντίθετα μειώθηκε περνώντας από το 5,7% το 1990 στο 5% το 2001.

Στην ΕΕ, η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας (αύξηση του ΑΕγχΠ διαιρούμενης με τον αριθμό των απασχολουμένων ατόμων) μεταξύ 1995 και 2001 βρίσκεται κάτω (1,2%) εκείνης που καταγράφηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες (1,9%), ενώ η σύγκριση ήταν ακόμη ευνοϊκή για την ΕΕ μεταξύ 1985 και 1990. Ειδικότερα, αναλύθηκαν δύο κύριοι λόγοι γι' αυτή τη δυσμενή εξέλιξη. Ανεπαρκής μετασχηματισμός των επενδύσεων στον τομέα των τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας (ΤΠΕ) και σε κέρδος παραγωγικότητας και μία έλλειψη νεωτεριστικού πνεύματος που εκδηλώνεται με το ασθενές μερίδιο των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και δραστηριοτήτων έρευνας και ανάπτυξης (Ε&Α) σε σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ιαπωνία. Κυρίως, σε ορισμένους τομείς της βιομηχανίας, όπως η ηλεκτρονική, η βιοτεχνολογία ή η νανοτεχνολογία, η ΕΕ βρίσκεται σε καθυστέρηση ως προς τους ανταγωνιστές της.

Αν και συγκεντρώνουν περί τα δύο τρίτα των θέσεων απασχόλησης και παράγουν περισσότερο του 60% της συνολικής προστιθέμενης αξίας, σχετικά λίγες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) φθάνουν το αναγκαίο κρίσιμο μέγεθος για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τον ανταγωνισμό των μεγάλων επιχειρήσεων που είναι καλά εγκατεστημένες ή για να αποκτήσουν πρόσβαση στις αγορές του εξωτερικού.

ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ

Οι διαφορές μεταξύ της δομής της μεταποιητικής βιομηχανίας στα κράτη μέλη και εκείνης των υποψηφίων χωρών είναι σημαντικές. Αυτό οφείλεται τόσο στην κατώτερη εξειδίκευση της βιομηχανίας των υποψηφίων χωρών όσο και στην επικέντρωσή τους σε τομείς χαμηλής τεχνολογίας, όπως η επισιτιστική, η κλωστοϋφαντουργική, η μεταλλουργική βιομηχανία και ο κλάδος μεταποίησης του ξύλου. Εντούτοις, αυτά τα τελευταία έτη έγιναν σημαντικές πρόοδοι σε ότι αφορά την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, έστω και αν αυτή παραμένει σε κάθε περίπτωση κάτω του 50 % του μέσου όρου της ΕΕ.

΄Όλοι οι κλάδοι οφείλουν να αντιμετωπίσουν ένα δυσχερές περιβάλλον από πλευράς ανάπτυξης των επιχειρήσεων: το κόστος συμμόρφωσης με το κοινοτικό κεκτημένο, ιδίως με την περιβαλλοντική νομοθεσία, η δύσκολη πρόσβαση στη χρηματοδότηση, η ανεπαρκής υποστήριξη από πλευράς κρατικής εξουσίας κ.λπ. Αφετέρου, ορισμένες ΜΜΕ των σημερινών κρατών μελών, κυρίως στις παραμεθόριες περιοχές, θα μπορούσαν να θιγούν από ανταγωνισμό.

Η διεύρυνση της ΕΕ θα έπρεπε να παρουσιάζει το πλεονέκτημα μιας ανταγωνιστικής αναδιοργάνωσης. Έτσι, δεδομένης της αυξανόμενης ανομοιογένειας των μισθολογικών δομών και των τεχνολογικών ικανοτήτων, οι υποψήφιες χώρες έχουν ειδικευτεί στις παραγωγές χαμηλού κόστους, πράγμα που αντικατοπτρίζεται σε περιορισμένες μεταφορές παραγωγής από τα σημερινά κράτη μέλη προς τις υποψήφιες χώρες. Εξάλλου, πολυάριθμες επιχειρήσεις της ΕΕ εξαγόρασαν επιχειρήσεις των υποψηφίων χωρών στηριζόμενες στις τοπικές ικανότητες και τεχνολογικές συμμετοχές.

ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΜΙΑΣ ΝΕΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Οι κυριότερες προκλήσεις τις οποίες πρέπει να αντιμετωπίσει η βιομηχανική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναλύεται στην παρούσα ανακοίνωση ως εξής:

ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

Η ανακοίνωση αφιερώνεται κατά μεγάλο μέρος στο μέλλον και στις προοπτικές της βιομηχανικής πολιτικής και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας.

Οι προϋποθεσεις-πλαισιο

Οι προϋποθέσεις-πλαίσιο: οι προϋποθέσεις-πλαίσιο είναι ουσιώδεις για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Παρά τη Νομισματική Ένωση, η εσωτερική αγορά και η απελευθέρωση ορισμένων κλάδων όπως οι τηλεπικοινωνίες, η ενέργεια και οι μεταφορές, οι προσπάθειες για δημιουργία ενός περιβάλλοντος περισσότερο κατάλληλο για τις επιχειρήσεις παραμένουν ανεπαρκείς. Οι ακόλουθοι παράγοντες είναι ιδιαίτερα επιβλαβείς από αυτή την άποψη, καθόσον παρεμποδίζουν τα όρια ελιγμών των επιχειρήσεων στις δραστηριότητές τους:

Μία συστηματικότερη προσέγγιση της βιομηχανικής πολιτικής

Η Ευρωπαϊκή Ένωση προσδιόρισε ένα ορισμένο αριθμό γενικών προσεγγίσεων που αποσκοπούν στη βελτίωση του περιβάλλοντος των επιχειρήσεων:

Βελτίωση της ολοκλήρωσης των πολιτικών της ΕΕ

Η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων καθορίζεται από μεγάλο αριθμό πολιτικών. Η συνθήκη περί ίδρυσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας λαμβάνει υπόψη της αυτό στο άρθρο της 157 που ορίζει ότι η Κοινότητα συμβάλλει στην υλοποίηση των στόχων της βιομηχανικής πολιτικής μέσω των λοιπών της πολιτικών. Είναι ουσιώδες να υπάρχει επαγρύπνηση για την κατάλληλη ολοκλήρωση όλων των δραστηριοτήτων της ΕΕ που μπορούν να συμβάλουν στην επιδίωξη των στόχων αυτών. Πρόκειται συγκεκριμένα για την εμπορική πολιτική, τις πολιτικές που συνδέονται με την ενιαία αγορά, τις πολιτικές μεταφορών και ενέργειας, την πολιτική της Ε&Α, την πολιτική ανταγωνισμού, την περιφερειακή πολιτική και τη μακροοικονομική πολιτική. Για να συμβιβαστούν οι στόχοι του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Λισσαβόνας με εκείνους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Γκέτεμπουργκ, και να επιλεχθούν συγχρόνως οι οικονομικοί, κοινωνικοί και περιβαλλοντικοί στόχοι στο πλαίσιο της έννοιας της βιώσιμης ανάπτυξης, πρέπει να ληφθούν υπόψη άλλες πολιτικές. Μεταξύ αυτών θα πρέπει να αναφερθεί η κοινωνική πολιτική, η πολιτική της απασχόλησης και της επαγγελματικής κατάρτισης, οι πολιτικές προστασίας του καταναλωτή για τις δηλώσεις της υγείας, η προστασία του περιβάλλοντος και η κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων.

Διεύρυνση, παγκόσμια διακυβέρνηση και οριζόντια προσέγγιση

Ορισμένα μέσα της βιομηχανικής πολιτικής θα πρέπει να προσαρμοστούν στις συγκεκριμένες ανάγκες των εντασσομένων χωρών όπως η βελτίωση των επαγγελματικών προσόντων και η ανάπτυξη των ΜΜΕ.

Εξάλλου, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει μεγάλο συμφέρον να επιδιώξει την ανάπτυξη αρχών αποδεκτών σε παγκόσμιο επίπεδο στον τομέα όπως η προστασία του περιβάλλοντος, η ασφάλεια του καταναλωτή και τα κοινωνικά πρότυπα εργασίας ώστε οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να μην βρίσκονται σε δυσμενή θέση σε σχέση με τους ανταγωνιστές τους στο λοιπό κόσμο.

Η βιομηχανική πολιτική θα συνεχίσει να ακολουθεί μία οριζόντια προσέγγιση σε ό,τι αφορά παραδείγματος χάριν τις ενέργειες υπέρ του επιχειρηματικού πνεύματος και της καινοτομίας. Όμως μία κάθετη προσέγγιση θα είναι επίσης απαραίτητη για να ληφθούν υπόψη ιδιαιτερότητες σε ορισμένους βιομηχανικούς τομείς: η αυξημένη ανάγκη συμβολής Ε&Α της βιομηχανίας του χάλυβα, η πλευρά της προστασίας του περιβάλλοντος και του καταναλωτή στους τομείς της χημείας και της βιοτεχνολογίας, η ακόμη ατελής στην αεροναυτική βιομηχανία εσωτερική αγορά καθώς και το υπερβάλλον δυναμικό στον τομέα των τηλεπικοινωνιών.

ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ειδικότερα, οι ακόλουθες δραστηριότητες θα μπορούσαν να επιτευχθούν:

Προώθηση της καινοτομίας, της γνώσης και της έρευνας:

Επιχειρηματικό πνεύμα:

Διάθεση στο εμπόριο προϊόντων που σέβονται περισσότερο το περιβάλλον και ζητούνται περισσότερο από την κρατική εξουσία και τους καταναλωτές:

4) μετρα εφαρμογης

5) μεταγενεστερες εργασιες

Ανακοίνωση της Επιτροπής, της 20ης Απριλίου 2004, με τίτλο «Υποστήριξη των διαρθρωτικών αλλαγών: Μια βιομηχανική πολιτική για τη διευρυμένη Ευρώπη» [COM(2004) 274 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Ανακοίνωση της Επιτροπής, της 21ης Νοεμβρίου 2003, προς το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο με τίτλο «Ορισμένα κύρια θέματα για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης - Προς μια ολοκληρωμένη προσέγγιση» [COM(2003) 704 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 23.06.2006