Γενικές διατάξεις για τα Διαρθρωτικά Ταμεία

Αυτός ο κανονισμός σκοπεύει στη μείωση των αναπτυξιακών ανισοτήτων και προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται βελτίωση της αποτελεσματικότητας των κοινωνικών διαρθρωτικών παρεμβάσεων, με ενίσχυση της συγκέντρωσης των ενισχύσεων και απλούστευση της λειτουργίας τους, μέσω μείωσης του αριθμού των κατά προτεραιότητα στόχων παρέμβασης. Συμβάλει, επίσης, στον ακριβέστερο προσδιορισμό των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών και της Κοινότητας σε όλα τα στάδια: προγραμματισμός, εφαρμογή, παρακολούθηση, αξιολόγηση και έλεγχος.

ΠΡΑΞΗ

Κανονισμός (ΕΚ) 1260/1999 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, περί γενικών διατάξεων [Βλέπε πράξεις τροποποίησης].

ΣΥΝΟΨΗ

Σημαντικές κοινωνικοοικονομικές ανισότητες εξακολουθούν να υφίστανται μεταξύ των περιοχών της Ένωσης. Για παράδειγμα, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕγχΠ) ανά κάτοικο του Λουξεμβούργου είναι δύο φορές υψηλότερο από το αντίστοιχο της Ελλάδας. Παρόμοια, το Αμβούργο είναι η πλουσιότερη περιοχή της Ευρώπης, με κατά κεφαλή εισόδημα τέσσερις φορές ανώτερο από αυτό της περιοχής Alentejo. Οι ανισότητες αυτές μεταξύ των περιοχών είναι επιζήμιες για τη συνοχή της Ένωσης.

Η οικονομική και κοινωνική συνοχή αποτελεί, από αρκετά έτη, έναν από τους στόχους προτεραιότητας της ΕΕ. Πράγματι, προωθώντας τη συνοχή, η Ένωση ευνοεί την αρμονική, ισόρροπη και βιώσιμη ανάπτυξη των οικονομικών δραστηριοτήτων, την δημιουργία θέσεων εργασίας, συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος, καθώς και στην κατάργηση των ανισοτήτων μεταξύ ανδρών και γυναικών.

Για να αποφέρει αποτελέσματα η προσπάθεια οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, η Επιτροπή δημιούργησε χρηματοδοτικά μέσα: τα Διαρθρωτικά Ταμεία και το Ταμείο Συνοχής. Τα ταμεία αυτά χρησιμεύουν για συγχρηματοδότηση στα κράτη μέλη των περιφερειακών ή οριζοντίων παρεμβάσεων.

ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ

Έχουν συσταθεί τέσσερα είδη Διαρθρωτικών Ταμείων κατά τη διάρκεια της ολοκλήρωσης του ευρωπαϊκού οικοδομήματος:

ΣΤΟΧΟΙ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ, ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ

Αποβλέποντας στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των διαρθρωτικών δράσεων, ο κανονισμός 1260/99 προβλέπει μείωση του αριθμού των στόχων παρέμβασης από 7 κατά την περίοδο 1994-1999 σε 3 κατά προτεραιότητα στόχους για την περίοδο 2000-2006:

Για τις περιοχές που ήταν επιλέξιμες για τους στόχους 1, 2 και 5β μεταξύ 1994 και 1999, αλλά που δεν είναι επιλέξιμες για τους στόχους 1 ή 2 μεταξύ 2000 και 2006, δημιουργήθηκε ένα μεταβατικό καθεστώς. Πρόκειται για ένα σύστημα φθινουσών ενισχύσεων για τις ακόλουθες περιφέρειες: Ανατολικό Βερολίνο (Γερμανία), Hainaut (Bέλγιο), Cantabria (Ισπανία), Koρσική και οι κοινότητες των Valenciennes, Douai και Avesnes (Γαλλία), Molise (Italie), οι περιφέρειες Southern et Eastern (Ιρλανδία), Flevoland (Κάτω Χώρες), Λισσαβόνα και η κοιλάδα του Τάγου (Πορτογαλία), η Βόρειος Ιρλανδία, τα Highlands and Islands (Ηνωμένο Βασίλειο). Οι εν λόγω φθίνουσες μεταβατικές ενισχύσεις σκοπό έχουν να αποφευχθεί μία απότομη διακοπή της χρηματοδοτικής στήριξης των διαρθρωτικών Ταμείων. Αποσκοπούν επίσης στη παγίωση του κεκτημένου χάρη στις διαρθρωτικές παρεμβάσεις κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου προγραμματισμού.

Εξάλλου, οι νέοι κανονισμοί προβλέπουν μείωση του αριθμού των κοινοτικών πρωτοβουλιών από 13 κατά την περίοδο 1994-1999 σε 4 για την περίοδο 2000-2006. Οι νέες πρωτοβουλίες είναι:

Η Επιτροπή θα υποστηρίξει νέες ιδέες που δεν έχουν τύχει ακόμη μεγάλης εκμετάλλευσης μέσω των καινοτόμων δράσεων του ΕΤΠΑ (esdeenfr). Τα 3 θέματα εργασίας που έχουν ληφθεί υπόψη είναι τα εξής:

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΑ ΜΕΣΑ

Το ποσό της συνολικής επιδότησης των διαρθρωτικών Ταμείων ανέρχεται σε 195 δισεκατομμύρια ευρώ για την περίοδο 2000-2006 εκτός Ταμείου συνοχής.

Αποβλέποντας στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των αναλαμβανομένων πιστώσεων για τις αναπτυξιακά καθυστερημένες περιφέρειες, ο κανονισμός προβλέπει σημαντική συγκέντρωση των διατιθέμενων πόρων υπέρ του στόχου 1. Η κατανομή μεταξύ των τριών στόχων είναι η ακόλουθη:

Η συμμετοχή των διαρθρωτικών Ταμείων διαφέρει ανάλογα με τις παρεμβάσεις:

To αποθεματικό επιδόσεων αποτελεί ένα νέο στοιχείο που αποτελεί κίνητρο για τους τελικούς δικαιούχους. Ποσοστό 4 % των πιστώσεων που παρέχονται σε κάθε κράτος μέλος τοποθετείται σε αποθεματικό μέχρι το 2003, για να ανακατανεμηθεί στα πλέον αποδοτικά προγράμματα το αργότερο στις 31 Μαρτίου 2004. Το κράτος μέλος θα υποβάλει τις προτάσεις του στην Επιτροπή βάσει δεικτών παρακολούθησης που θα έχει προσδιορίσει το ίδιο.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Οι παρακάτω αρχές λειτουργίας των διαρθρωτικών Ταμείων εξειδικεύονται ή ενισχύονται: α) προγραμματισμός των ενισχύσεων, β) εταιρική σχέση μεταξύ μεγίστου αριθμού ενδιαφερομένων μερών , γ) προσθετικότητα της ευρωπαϊκής ενίσχυσης σε σχέση με τις εθνικές επιδοτήσεις, δ) διαχείριση, παρακολούθηση και αξιολόγηση της χρησιμοποίησης των Ταμείων, ε) πληρωμές και δημοσιονομικοί έλεγχοι.

Προγραμματισμός

Ο προγραμματισμός αποτελεί ένα από τα κύρια στοιχεία των μεταρρυθμίσεων των διαρθρωτικών Ταμείων των ετών 1988 και 1993, και παραμένει στο επίκεντρο της μεταρρύθμισης του 1999. Συνίσταται στην κατάρτιση πολυετών αναπτυξιακών προγραμμάτων και υλοποιείται σύμφωνα με μία διαδικασία λήψης αποφάσεων βάσει εταιρικής σχέσης, σε περισσότερα στάδια, μέχρι την ανάληψη της ευθύνης των δράσεων από τους δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς των έργων.

Στο πλαίσιο των διατάξεων του γενικού κανονισμού για τα διαρθρωτικά Ταμεία, η καλυπτόμενη περίοδος είναι επταετής για όλους τους στόχους (2000-2006), αλλά υπάρχει δυνατότητα προσαρμογών σε συνάρτηση με την ενδιάμεση αξιολόγηση (τέλος 2003).

Σε πρώτη φάση, υποβάλλονται από τα κράτη μέλη προγράμματα ανάπτυξης και ανασυγκρότησης. Αυτά θεμελιώνονται σε εθνικές και περιφερειακές προτεραιότητες και περιλαμβάνουν:

Τα κράτη μέλη θα υποβάλλουν στη συνέχεια στην Επιτροπή τα έγγραφα προγραμματισμού που περιλαμβάνουν τις γενικές κατευθύνσεις της ευρωπαϊκής διοίκησης. Τα εν λόγω έγγραφα προγραμματισμού μπορούν να λάβουν τις παράκτω μορφές :

Τα έγγραφα προγραμματισμού που αφορούν τον στόχο 1 είναι κατά γενικό κανόνα ΚΠΣ που αποτελούνται από ΕΠ· ωστόσο, τα ΕΕΠ μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην περίπτωση προγραμματισμού ενός ποσού κατώτερου από 1 δισ. Ευρώ. Για τον στόχο 2, τα έγγραφα αυτά είναι όλα ΕΕΠ. Αντίθετα, η φύση των εγγράφων προγραμματισμού σχετικά με τον στόχο 3 αφήνεται στην διάκριση των περιφερειών και των κρατών μελών.

Η Επιτροπή διαπραγματεύεται με τα κράτη μέλη βάσει των εν λόγω εγγράφων προγραμματισμού και πραγματοποιεί μία ενδεικτική κατανομή των ταμείων για κάθε παρέμβαση και για κάθε κράτος μέλος.

Εταιρική σχέση

Η νέα νομοθεσία συνεχίζει την προσέγγιση αυτή, επεκτείνοντας την εταιρική σχέση στις περιφερειακές και τοπικές αρχές, στους οικονομικούς και κοινωνικούς εταίρους και τους λοιπούς αρμόδιους οργανισμούς, εμπλέκοντας τους εταίρους αυτούς σε όλα τα στάδια, ήδη από την έγκριση του αναπτυξιακού σχεδίου.

Προσθετικότητα

Σύμφωνα με την αρχή αυτή, οι ευρωπαϊκές ενισχύσεις πρέπει να προστίθενται στις εθνικές ενισχύσεις και όχι να τις υποκαθιστούν. Τα κράτη οφείλουν να διατηρούν, για κάθε στόχο, τις δημόσιες δαπάνες τους τουλάχιστον στο ίδιο επίπεδο με αυτό της προηγούμενης περιόδου.

Μεταξύ των ετών 2000 και 2006, το γεωγραφικό επίπεδο ελέγχου της προσθετικότητας θα απλουστευθεί. Για το στόχο 1, πρόκειται για το σύνολο των επιλέξιμων περιφερειών και για τους στόχους 2 και 3 μαζί, το σύνολο της χώρας. Επιπλέον, τα κράτη θα υποβάλουν στην Επιτροπή τις αναγκαίες πληροφορίες κατά την έγκριση των προγραμμάτων, στο μεσοδιάστημα της εφαρμογής τους και στο τέλος.

Διαχείριση, παρακολούθηση και αξιολόγηση

Στο πλαίσιο του νέου κανονισμού για τα διαρθρωτικά Ταμεία, ορίζεται από τα κράτη μέλη, για κάθε πρόγραμμα, μια διαχειριστική αρχή, της οποίας τα καθήκοντα καλύπτουν την υλοποίηση, την κανονικότητα της διαχείρισης και την αποτελεσματικότητα του προγράμματος (συγκέντρωση στατιστικών και χρηματοοικονομικών στοιχείων, κατάρτιση και αποστολή στην Επιτροπή των ετησίων εκθέσεων εκτέλεσης, διοργάνωση της ενδιάμεσης αξιολόγησης κλπ.).

Επιπλέον, συγκροτούνται επιτροπές παρακολούθησης που υπάγονται πάντα στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Οι επιτροπές αυτές, στις οποίες προεδρεύει ένας εκπρόσωπος της διαχειριστικής αρχής, διασφαλίζουν την αποτελεσματικότητα και την ποιότητα της υλοποίησης των διαρθρωτικών δράσεων.

Οι υφιστάμενοι τρεις τύποι αξιολόγησης διατηρούνται (εκ των προτέρων/ex ante, ενδιάμεση και εκ των υστέρων/ex post), αλλά με τη μεταρρύθμιση προσδιορίζεται επακριβώς ο υπεύθυνος φορέας. Έτσι, η εκ των προτέρων αξιολόγηση υπάγεται στην ευθύνη των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών, η ενδιάμεση αξιολόγηση του προγράμματος πρέπει να πραγματοποιείται από την αρχή που το διαχειρίζεται, σε συνεργασία με την Επιτροπή και πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2003. Η εκ των υστέρων αξιολόγηση υπάγεται στην ευθύνη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε συνεργασία με το κράτος μέλος και τη διαχειριστική αρχή. Οι εκθέσεις αξιολόγησης πρέπει να τίθενται στη διάθεση του κοινού.

Πληρωμές και δημοσιονομικοί έλεγχοι

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συνάπτουν σύμβαση χρηματοδότησης, στην οποία η Επιτροπή αναλαμβάνει τη δέσμευση να καταβάλει ετήσιες πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων βάσει των εγγράφων προγραμματισμού που έχουν εγκριθεί. Κάθε κράτος μέλος ορίζει τότε για κάθε πρόγραμμα μίαν αρχή πληρωμών που θα είναι ο ενδιάμεσος μεταξύ των τελικών δικαιούχων και της Επιτροπής. Η αρχή πληρωμών παρακολουθεί την εξέλιξη και τη συμβατότητα προς τους κοινοτικούς κανόνες των δαπανών των τελικών δικαιούχων σε συνεργασία με την αρχή διαχείρισης. Οι φυσικές κινήσεις των κεφαλαίων (ή πιστώσεων πληρωμών) της Ένωσης προς τα κράτη μέλη πραγματοποιούνται όταν η Επιτροπή αποδίδει τις πραγματικές δαπάνες των τελικών δικαιούχων, οι οποίες θεωρούνται και πιστοποιούνται από τις αρχές πληρωμών.

Η αυξανόμενη αποκέντρωση της διαχείρισης των προγραμμάτων συνεπάγεται τη βελτίωση των μηχανισμών ελέγχου, που υπάγονται στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Η Επιτροπή εξασφαλίζει η ίδια την αποτελεσματικότητα των συστημάτων, η λειτουργία των οποίων εναπόκειται στις αρχές διαχείρισης και πληρωμών. Ποσοστό 5 % των δαπανών ενός προγράμματος πρέπει να αποτελούν αντικείμενο λεπτομερών ελέγχων μέσω π.χ. επιτόπιων και δημοσιονομικών ελέγχων. Εφόσον διαπιστώνονται παρατυπίες, τα κράτη μέλη έχουν ευθύνη να προβούν σε δημοσιονομικές διορθώσεις μέσω της ακύρωσης του συνόλου ή μέρους της χρηματοδότησης των σχετικών ενεργειών. Τα χρηματοδοτικά μέσα που αποδεσμεύονται από τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιηθούν εκ νέου, ενώ αυτά που ανακτώνται από την Επιτροπή αφαιρούνται και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εκ νέου.

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ: μορφή και ποσοστό συμμετοχής

Τα διαρθρωτικά Ταμεία συμμετέχουν κυρίως υπό μορφή μη επιστρεπτέας ενίσχυσης ή "απευθείας ενίσχυσης" και σε μικρότερο βαθμό υπό μορφή επιστρεπτέας ενίσχυσης, επιδοτήσεων επιτοκίου, εγγύησης, συμμετοχής στο μετοχικό κεφάλαιο, συμμετοχής στο κεφάλαιο επιχειρηματικού κινδύνου.

Η συμμετοχή των διαρθρωτικών Ταμείων υπόκειται στα ακόλουθα όρια:

Ανάλογα με την επιλεξιμότητα βάσει των στόχων και την οικονομική και γεωγραφική κατάσταση των περιφερειών, ο υφιστάμενος κανονισμός υπάγει τη συμμετοχή των Ταμείων σε άλλα όρια στην περίπτωση επενδύσεων σε επιχειρήσεις ή υποδομές που είναι σε θέση να αποφέρουν σημαντικά καθαρά έσοδα.

ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ

Η Επιτροπή υποβάλλει, πριν την 1η Νοεμβρίου κάθε έτους, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών, έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού στη διάρκεια του προηγουμένου έτους.

Επιπλέον, η Επιτροπή υποβάλλει ανά τριετία έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών, μία έκθεση για τις προόδους που επιτεύχθηκαν σε θέματα κοινωνικής και οικονομικής συνοχής και σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο συνέβαλαν οι διαρθρωτικές παρεμβάσεις. Η έκθεση αυτή περιέχει:

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Κατόπιν προτάσεων της Επιτροπής, το Συμβούλιο επανεξετάζει τον κανονισμό αυτό το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2006.

Οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 2052/88 και αριθ. 4253/88 καταργούνται από 1ης Ιανουαρίου 2000.

Στο παράρτημα, παρατίθεται η ετήσια κατανομή των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων για το διάστημα 2000-2006.

Για περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με την μεταρρύθμιση της διαρθρωτικής πολιτικής μπορείτε να συμβουλευθείτε τους κόμβους των γενικών διευθύνσεων που είναι αρμόδιες για την απασχόληση και την κοινωνική πολιτική, την αλιεία και την περιφερειακή πολιτική (ES) (DE) (EN) (FR) (IT).

Παραπομπες

Πράξη

Θέση σε ισχύ

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών

Επίσημη Εφημερίδα

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ.1260/1999

29.06.199901.01.2000 (άρθρα 28, 31, 32)

-

ΕΕ L 161 της 26.6.1999

Πράξη (εις) τροποποίησης)

Θέση σε ισχύ

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών

Επίσημη Εφημερίδα

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ.1447/2001

01.01.2000

-

ΕΕ L 198 της 21.7.2001

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ.1105/2003

27.06.2003

-

ΕΕ L 158 της 27.6.2003

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ.173/2005

22.02.2005

-

ΕΕ L 29 της 02.02.2005

ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Κανονισμός (EK) αριθ. 1083/2006 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2006 , περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και το Ταμείο Συνοχής και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 [Επίσημη Εφημερίδα L 210 της 31.7.2006]

ΕΤΗΣΙΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Δωδέκατη ετήσια έκθεση σχετικά με τα Διαρθρωτικά Ταμεία (2000) [COM(2001) 539 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Δέκατη τρίτη ετήσια έκθεση για τα Διαρθρωτικά Ταμεία (2001) [COM(2002) 591 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Δέκατη τέταρτη ετήσια έκθεση για τα Διαρθρωτικά Ταμεία (2002) [COM(2003) 646 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Δέκατη πέμπτη ετήσια έκθεση για την εφαρμογή των Διαρθρωτικών Ταμείων (εκτέλεση 2003) [COM(2004) 721 τελικό- Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Δέκατη έκτη ετήσια έκθεση για την εκτέλεση των Διαθρωτικών Ταμείων του 2004 [COM(2005) 533 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Δέκατη έβδομη ετήσια έκθεση εκτέλεσης των Διαρθρωτικών Ταμείων (2005) [COM(2006) 638 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Α) ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ

ΕΠΙΛΕΞΙΜΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΕΣ

- Στόχος 1:

Απόφαση αριθ. 1999/502/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Ιουλίου 1999, για την κατάρτιση του καταλόγου των περιφερειών τις οποίες αφορά ο στόχος αριθ. 1 των Διαρθρωτικών Ταμείων, για την περίοδο 2000 έως 2006 [Επίσημη Εφημερίδα L 194 της 27.7.1999] Η απόφαση αυτή προσδιορίζει ποιες είναι οι περιφέρειες NUTS II (ΟΣΕΜ ΙΙ) της Γερμανίας, της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Γαλλίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλίας, της Αυστρίας, της Πορτογαλίας, της Φινλανδίας, της Σουηδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, που είναι επιλέξιμες στο πλαίσιο του στόχου 1. Εξάλλου, επισημαίνει τις περιφέρειες οι οποίες δεν είναι πλέον επιλέξιμες και, εξαιτίας του γεγονότος αυτού, μπορούν να τύχουν μεταβατικής στήριξης. Συγκεκριμένα, η κατάσταση αυτή αφορά ορισμένες περιφέρειες του Βελγίου, της Γερμανίας, της Ισπανίας, της Γαλλίας, της Ιρλανδίας, της Ιταλίας, των Κάτω Χωρών, της Πορτογαλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου.

- Στόχος 2:

Απόφαση αριθ. 1999/503/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Ιουλίου 1999, για τον καθορισμό ανώτατου ορίου πληθυσμού ανά κράτος μέλος, στο πλαίσιο του στόχου 2 των Διαρθρωτικών Ταμείων, για την περίοδο 2000 έως 2006 [Επίσημη Εφημερίδα L 194 της 27.7.1999] Το μέτρο αυτό καθορίζει τα ανώτατα όρια πληθυσμού που πρέπει να τηρούνται κατά τον προσδιορισμό των ζωνών του στόχου 2. Αυτά τα ανώτατα όρια καθορίστηκαν σύμφωνα με τα κριτήρια που καθιερώνονται για το σκοπό αυτό από τον γενικό κανονισμό (18 % του πληθυσμού της Κοινότητας, ανώτατο όριο μείωσης κατά ένα τρίτο του πληθυσμού που υπαγόταν στους στόχους 2 και 5β , κτλ.).

Αποφάσεις της Επιτροπής για την κατάρτιση των καταλόγων των περιοχών του στόχου 2 των διαρθρωτικών Ταμείων, για την περίοδο 2000-2006 στις διάφορες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

Κράτος μέλος

Απόφαση

Δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα

Γερμανία

Απόφαση 2000/201/ΕΚ

ΕΕ L66 της 14.3.2000

Αυστρία

Απόφαση 2000/289/ΕΚ(τροποποιήθηκε με την Απόφαση 2000/607/ΕΚ)

ΕΕ L99 της 19.4.2000ΕΕ L258 της 12.10.2000

Βέλγιο

Απόφαση 2000/119/ΕΚ

ΕΕ L39 της 14.2.2000

Δανία

Απόφαση 2000/121/ΕΚ

ΕΕ L39 της 14.2.2000

Ισπανία

Απόφαση 2000/264/ΕΚ

ΕΕ L84 της 5.4.2000

Φινλανδία

Απόφαση 2000/120/ΕΚ

ΕΕ L39 της 14.2.2000

Γαλλία

Απόφαση 2000/339/ΕΚ(τροποποιήθηκε με την Απόφαση 2001/202/ΕΚ)(τροποποιήθηκε με την Απόφαση 2003/679/ΕΚ

ΕΕ L123 της 24.5.2000(ΕΕ L 78 της 16.3.2001)ΕΕ L 249 της 1.10.2001

Ιταλία

Απόφαση 2000/530/ΕΚ(τροποποιήθηκε με την Απόφαση 2001/363/ΕΚ)

ΕΕ L223 της 4.9.2000(ΕΕ L129 της 11.5.2001)

Λουξεμβούργο

Απόφαση 2000/277/ΕΚ

ΕΕ L87 της 8.4.2000

Κάτω Χώρες

Απόφαση 2000/118/ΕΚ

ΕΕ L39 της 14.2.2000

Ηνωμ. Βασίλειο

Απόφαση 2000/290/ΕΚ(τροποποιήθηκε με την: Απόφαση 2001/201/ΕΚ)

ΕΕ L 99 της 19.4.2000(ΕΕ L 78 της 16.3.2001)

Σουηδία

Απόφαση 2000/220/ΕΚ

ΕΕ L69 της 17.3.2000

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

Απόφαση αριθ. 1999/501/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Ιουλίου 1999, για την ενδεικτική κατανομή, ανά κράτος μέλος, των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων, στο πλαίσιο του στόχου 1 των Διαρθρωτικών Ταμείων, για την περίοδο 2000 έως 2006 [Επίσημη Εφημερίδα L 194 της 27.7.1999] Με την απόφαση αυτή καθορίζονται τα ενδεικτικά ποσά των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων στο πλαίσιο του στόχου αριθ. 1 (126.693 εκατ. ευρώ) για κάθε κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος PEACE (500 εκατ. ευρώ) και του ειδικού προγράμματος για τις σουηδικές περιφέρειες (350 εκατ. ευρώ), καθώς και τα ενδεικτικά ποσά της μεταβατικής στήριξης στο πλαίσιο του στόχου 1 (8.411 εκατ. ευρώ) για την περίοδο 2000-2006.

Απόφαση αριθ. 1999/504/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Ιουλίου 1999, για την ενδεικτική κατανομή, ανά κράτος μέλος, των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων, στο πλαίσιο του στόχου αριθ. 2 των Διαρθρωτικών Ταμείων, για την περίοδο 2000-2006 [Επίσημη Εφημερίδα L 194 της 27.7.1999] Με την απόφαση αυτή καθορίζονται τα ενδεικτικά ποσά των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων, στο πλαίσιο του στόχου αριθ. 2 (19.733 εκατ. ευρώ), καθώς και των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων στο πλαίσιο της μεταβατικής στήριξης του στόχου αυτού (2.721 εκατ. ευρώ) ανά κράτος μέλος.

Απόφαση αριθ. 1999/505/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Ιουλίου 1999, για την ενδεικτική κατανομή, ανά κράτος μέλος, των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων, στο πλαίσιο του στόχου 3 των Διαρθρωτικών Ταμείων, για την περίοδο 2000 έως 2006 [Επίσημη Εφημερίδα L 194 της 27.7.1999] Με την απόφαση αυτή καθορίζονται, με την αναγραφή σε πίνακα, τα ενδεικτικά ποσά των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων στο πλαίσιο του στόχου 1 για κάθε κράτος μέλος. Το συνολικό ποσό των πιστώσεων αυτών ανέρχεται σε 24050 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2000-2006.

Απόφαση αριθ. 1999/500/ΕΚ της Επιτροπής, της 1ης Ιουλίου 1999, για την ενδεικτική κατανομή, ανά κράτος μέλος, των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων, στο πλαίσιο του χρηματοδοτικού μέσου προσανατολισμού της αλιείας εκτός των περιφερειών του στόχου αριθ. 1 των Διαρθρωτικών Ταμείων, για την περίοδο 2000-2006 [Επίσημη Εφημερίδα L 194 της 27.7.1999] Με την απόφαση αυτή καθορίζονται, με την αναγραφή τους σε πίνακα, τα ενδεικτικά ποσά των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων στο πλαίσιο του ΧΜΠΑ, εκτός του στόχου 1 για κάθε κράτος μέλος. Το συνολικό ποσό των πιστώσεων αυτών ανέρχεται σε 1106 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2000-2006.

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΩΝ ΣΤΟΧΩΝ 1, 2 ΚΑΙ 3

Ανακοίνωση της Επιτροπής της 1ης Ιουλίου 1999 - «Τα Διαρθρωτικά Ταμεία και ο συντονισμός τους με το Ταμείο Συνοχής: Κατευθυντήριες γραμμές για τα προγράμματα της περιόδου 2000-2006» [COM(1999) 344 τελικό - Επίσημη Εφημερίδα C 267 της 22.9.1999] Με την ανακοίνωση αυτή καθορίζονται οι κατευθυντήριες γραμμές, στόχος των οποίων είναι να βοηθηθούν τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες στην κατάρτιση των εγγράφων προγραμματισμού. Με το πνεύμα αυτό, η εν λόγω ανακοίνωση ορίζει τις κοινοτικές προτεραιότητες που θα πρέπει να αντανακλώνται στις στρατηγικές παρέμβασης, στο πλαίσιο των στόχων 1, 2 και 3. Κατά πρώτον, η ανακοίνωση υπενθυμίζει την ανάγκη να τηρούνται ορισμένες αρχές οριζόντιου χαρακτήρα οι οποίες απορρέουν από τη συνθήκη και αφορούν όλες τις κοινοτικές πολιτικές: την αειφόρο ανάπτυξη και την ισότητα των ευκαιριών.

Η ανακοίνωση αυτή επιμένει στην ανάγκη να σχεδιάζονται ολοκληρωμένες και συνεπείς στρατηγικές ανάπτυξης ή αναδιάρθρωσης. Οι τρεις προτεραιότητες της παρέμβασης των Διαρθρωτικών Ταμείων και του Ταμείου Συνοχής είναι οι ακόλουθες:

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να συμβουλευθείτε το ειδικό δελτίο που αναφέρεται στην παρούσα ανακοίνωση.

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙ ΕΓΚΡΙΣΕΩΣ ΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΣΤΟΧΩΝ [Δεν έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

- Προγράμματα του στόχου 1:

- Προγράμματα του στόχου 2:

- Προγράμματα του στόχου 3:

Κοινοτικά πλαίσια στήριξης (ΚΠΣ): Βέλγιο, Ισπανία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Ιταλία, Πορτογαλία και Ηνωμένο Βασίλειο.

Ενιαία έγγραφα προγραμματισμού (DOCUP/EEΠ): Γερμανία, Αυστρία, Bέλγιο, Δανία, Φινλανδία (Φινλανδία και Νήσοι Aland), Γαλλία, Λουξεμβούργο, Σουηδία και Κάτω Χώρες.

Για πρόσβαση στις περιλήψεις των εγγράφων προγραμματισμού, στο σύνολό τους, βλέπε, όσον αφορά τους στόχους 1 και 2, τον κόμβο Inforegio (DE) (EN) (FR) της Γενικής Διεύθυνσης «Περιφερειακής Πολιτικής». Τα ίδια ειδικά έγγραφα για τον στόχο 3 βρίσκονται στον κόμβο της Γενικής Διεύθυνσης «Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων» (DE) (EN) (FR).

Β) ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ

-INTERREG ΙΙΙ:

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη, της 2ας Σεπτεμβρίου 2004, που θεσπίζει τις κατευθυντήριες γραμμές για μια κοινοτική πρωτοβουλία η οποία αφορά τη διευρωπαϊκή συνεργασία και έχει ως στόχο να ενθαρρύνει την αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη του ευρωπαϊκού εδάφους INTERREG III [Επίσημη Εφημερίδα C226 της 10.9.2004] Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημερώνει και διευκρινίζει τις διατάξεις του INTERREG III. Η Επιτροπή καταρτίζει ιδίως τον κατάλογο των νέων χώρων συνεργασίας μετά από τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σχέδιο κοινοποίησης της Επιτροπής στα κράτη μέλη, της 28ης Απριλίου 2000, για τον καθορισμό των προσανατολισμών για μια κοινοτική πρωτοβουλία που αφορά τη διευρωπαϊκή συνεργασία και αποσκοπεί να ενθαρρύνει την ισορροπημένη και αρμονική ανάπτυξη της ευρωπαϊκής επικράτειας (INTERREG ΙΙΙ) [Επίσημη Εφημερίδα C 143 της 23.5.2000] Με βάση την αποκτηθείσα πείρα στο πλαίσιο των δύο προηγουμένων σταδίων της πρωτοβουλίας INTERREG, η INTERREG ΙΙΙ υλοποιείται σε τρεις τομείς δράσης:

Η υλοποίηση της Πρωτοβουλίας τηρεί τους γενικούς στόχους των Διαρθρωτικών Ταμείων (δημιουργία θέσεων απασχόλησης, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, υποστήριξη της αειφόρου ανάπτυξης και της ισότητας των ευκαιριών) και εκείνους των άλλων κοινοτικών πολιτικών.

Η πρωτοβουλία INTERREG ΙΙΙ χρηματοδοτείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο από το ΕΤΠΑ όσον αφορά τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (4.875 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2000-2006) και από τα προγράμματα PHARE, ISPA, SAPARD, TACIS και MEDA στις τρίτες χώρες που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία.

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς τα κράτη μέλη, της 7ης Μαΐου 2001, για τη «Διαπεριφερειακή συνεργασία» - Σκέλος C της κοινοτικής πρωτοβουλίας INTERREG ΙΙΙ [Επίσημη Εφημερίδα C 141 της 15.5.2001].

Με βάση τις πληροφορίες που παρέχονται στην προηγούμενη ανακοίνωση, η παρούσα ανακοίνωση διευκρινίζει ότι η INTERREG ΙΙΙ C αποσκοπεί στην ενθάρρυνση των ανταλλαγών εμπειριών και των βέλτιστων πρακτικών μεταξύ περιφερειών και ειδικότερα των ενεργειών διαπεριφερειακής συνεργασίας.

Επιδοτούμενο με 295 εκατ. ευρώ, το σκέλος C της INTERREG ΙΙΙ θα δώσει προτεραιότητα στις ενέργειες στις οποίες συμμετέχουν οι τρίτες χώρες, και κυρίως οι υποψήφιες για προσχώρηση, καθώς και οι νησιωτικές και οι άκρως απομακρυσμένες περιφέρειες.

-LEADER+

Ανακοίνωση της Επιτροπής στα κράτη μέλη, της 14ης Απριλίου 2000, για τον καθορισμό των προσανατολισμών για την κοινοτική πρωτοβουλία που αφορά την αγροτική ανάπτυξη (LEADER+) [Επίσημη Εφημερίδα C 139 της 18.5.2000] Η πρωτοβουλία LEADER+ αποσκοπεί στην συμπλήρωση των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης και των διαρθρωτικών στόχων ενθαρρύνοντας τους αγροτικούς παράγοντες να συλλάβουν και να θέσουν σε εφαρμογή ολοκληρωμένες και καινοτόμες αναπτυξιακές στρατηγικές. Αποτελείται από τρία σκέλη:

Για την πρωτοβουλία LEADER+ διατίθενται 2.020 εκατ. ευρώ για την περίοδο 2000-2006 που επιβαρύνουν αποκλειστικά το ΕΤΓΠΕ τμήμα Προσανατολισμού. Η ανακοίνωση περιέχει επίσης τεχνικές διευκρινίσεις σχετικά με την εκπόνηση, την παρουσίαση και την επιλογή των προγραμμάτων πρωτοβουλίας LEADER+, καθώς και με τη διαχείριση, τον έλεγχο, την παρακολούθηση και την αξιολόγησή τους.

- EQUAL

Κοινοποίηση της Επιτροπής στα κράτη μέλη, της 14ης Απριλίου 2000, για τον καθορισμό των κατευθυντήριων γραμμών των προγραμμάτων κοινοτικής πρωτοβουλίας EQUAL σχετικά με τη διεθνική συνεργασία για την προώθηση νέων πρακτικών για την καταπολέμηση των διακρίσεων και των ανισοτήτων κάθε είδους σε σχέση με την αγορά εργασίας [Επίσημη Εφημερίδα C 127 της 5.5.2000] Με βάση την αποκτηθείσα πείρα στο πλαίσιο των προηγουμένων πρωτοβουλιών EMPLOI και ADAPT, η πρωτοβουλία EQUAL αποσκοπεί στην προώθηση μιας ανοικτής σε όλους αγοράς εργασίας μέσω νέων τακτικών καταπολέμησης των διακρίσεων και ανισοτήτων κάθε είδους. Για τον σκοπό αυτό, καλύπτει όλο το έδαφος της Ένωσης και δίνει περισσότερη σημασία στη διεθνικότητα των έργων, την πραγματική συμμετοχή των περιφερειακών και τοπικών διοικητικών αρχών καθώς και των επιχειρήσεων και τη διάδοση των ορθών πρακτικών.

Η πρωτοβουλία EQUAL έχει τέσσερις τομείς παρέμβασης που βασίζονται στους τέσσερις ακρογωνιαίους λίθους της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση:

Η πρωτοβουλία EQUAL χρηματοδοτείται σε κοινοτικό επίπεδο από το ΕΚΤ (με 2.847 εκατ. ευρώ για το 2000-2006).

- URBAN ΙΙ

Κοινοποίηση της Επιτροπής στα κράτη μέλη, της 28ης Απριλίου 2000, σχετικά με τη θέσπιση γενικών κατευθύνσεων για την ανάληψη κοινοτικής πρωτοβουλίας που αφορά την οικονομική και κοινωνική αναζωογόνηση πόλεων και οικισμών σε κρίση, έτσι ώστε να προωθηθεί η αειφόρος αστική ανάπτυξη (Urban II) [Επίσημη Εφημερίδα C 141 της 19.5.2000] Η πρωτοβουλία URBAN ΙΙ έχει ως στόχο την προώθηση των καινοτόμων στρατηγικών κοινωνικής και οικονομικής αναζωογόνησης των πόλεων ή οικισμών που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες δυσκολίες, διευκολύνοντας την ανίχνευση ορθών πρακτικών και την ανταλλαγή εμπειριών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Με το πνεύμα αυτό, οι στρατηγικές που υποστηρίζονται από την πρωτοβουλία πρέπει:

Από την URBAN II επωφελούνται 70 γεωγραφικές ζώνες. Οι ζώνες αυτές ανήκουν σε περιοχές επιλέξιμες δυνάμει των στόχων 1 και 2. Η χρηματοδότηση σε κοινοτικό επίπεδο προέρχεται από το ΕΤΠΑ (700 εκατ. ευρώ για το 2000-2006).

Γ) ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΩΝ ΤΑΜΕΙΩΝ

ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ, ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΥ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 438/2001 της Επιτροπής, της 2ας Μαρτίου 2001, για θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου των παρεμβάσεων των διαρθρωτικών Ταμείων [Επίσημη Εφημερίδα L 63 της 3.3.2001]

Για την περίοδο προγραμματισμού 2000-2006, η αποκέντρωση της δημοσιονομικής διαχείρισης των διαρθρωτικών Ταμείων εντάθηκε, ενώ τα κράτη μέλη και οι περιφέρειές τους απέκτησαν νέες ευθύνες. Τα κράτη μέλη ορίζουν για κάθε πρόγραμμα αρχές διαχείρισης και πληρωμής. Σχετικά με αυτό το θέμα, ο κανονισμός διευκρινίζει τον ρόλο που διαδραματίζει κάθε συμμετέχων στη διαχείριση, την παρακολούθηση και στον έλεγχο των Ταμείων που του ανατίθενται. Βλέπε το ειδικό δελτίο.

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 448/2001 της Επιτροπής, της 2ας Μαρτίου 2001, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά τη διαδικασία διενέργειας δημοσιονομικών διορθώσεων στην παρέμβαση που χορηγείται στο πλαίσιο των Διαρθρωτικών Ταμείων [Επίσημη Εφημερίδα L 64 της 6.3.2001]

Ο παρών κανονισμός προβλέπει έναν μηχανισμό ανάκτησης μέρους ή του συνόλου των ποσών σε περίπτωση που διαπιστώνεται μη επιλεξιμότητα, κακή διαχείριση ή ανεπαρκής έλεγχος των διαρθρωτικών Ταμείων. Ανάλογα με τη σοβαρότητα του λάθους, οι ανακτήσεις μπορούν να κυμαίνονται από 5 έως 100 % των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν. Βλέπε το ειδικό δελτίο.

ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1159/2000 της Επιτροπής, της 30ής Μαΐου 2000, για τις δράσεις πληροφόρησης και δημοσιότητας που πρέπει να αναλαμβάνουν τα κράτη μέλη σχετικά με τις παρεμβάσεις των διαρθρωτικών ταμείων [Επίσημη Εφημερίδα L 130 της 31.5.2000]. Οι παρεμβάσεις των διαρθρωτικών ταμείων (ΕΤΠΑ, ΕΚΤ, ΕΓΤΠΕ-τμήμα προσανατολισμού και ΧΜΠΑ) πρέπει να συνοδεύονται από μέτρα δημοσιότητας που, για λόγους διαφάνειας, συμβάλλουν στην ενημέρωση των εν δυνάμει και τελικών δικαιούχων σχετικά με τις δυνατότητες που προσφέρονται από τα ταμεία, καθώς και της κοινής γνώμης για τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σ΄ αυτόν τον τομέα.

Έτσι, τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης (ΚΠΣ), τα επιχειρησιακά προγράμματα (ΕΠ), τα ενιαία έγγραφα προγραμματισμού (ΕΕΠ) και τα προγράμματα κοινοτικών πρωτοβουλιών (ΠΚΠ) υποχρεούνται να προβλέψουν ένα πρόγραμμα κοινοποίησης αρθρώνοντας τις αναγκαίες ενέργειες ενημέρωσης και δημοσιότητας.

Η εκτέλεση αυτών των ενεργειών (π.χ.: πανό, αναμνηστικές στήλες, αφίσες, υλικό ενημέρωσης και ανακοινώσεων και άλλες ενημερωτικές εκδηλώσεις) εξασφαλίζεται από την αρχή διαχείρισης του προγράμματος. Σε κοινοτικό επίπεδο, η Επιτροπή ενθαρρύνει τις ανταλλαγές εμπειριών και την ανάπτυξη των ανεπίσημων δικτύων των υπευθύνων της ενημέρωσης.

ΕΠΙΛΕΞΙΜΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1685/2000 της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2000, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου, όσον αφορά την επιλεξιμότητα των δαπανών των ενεργειών που συγχρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία [Επίσημη Εφημερίδα L 193 της 27.7.2000]. Ο κανονισμός αυτός θεσπίζει κοινούς κανόνες σχετικά με την επιλεξιμότητα των δαπανών για ορισμένες ενέργειες που συγχρηματοδοτούνται από τα διαρθρωτικά ταμεία. Βλέπε το ειδικό δελτίο.

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο για τις αντίστοιχες αρμοδιότητες των κρατών μελών και της Επιτροπής στην επιμερισμένη διαχείριση των Διαρθρωτικών Ταμείων και του Ταμείου Συνοχής - Σημερινή κατάσταση και προοπτικές για τη νέα περίοδο προγραμματισμού μετά το 2006 [COM(2004)580 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Ανακοίνωση C(2002)1942 της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή του «κανόνα n+2» με βάση το άρθρο παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 (Διαρθρωτικά ταμεία). Η ανακοίνωση αυτή καθορίζει το γενικό πλαίσιο εφαρμογής του «κανόνα n+2» και αποβλέπει στην διευκρίνιση ζητημάτων που σχετίζονται με την αυτεπάγγελτη αποδέσμευση προκειμένου ο κανόνας αυτός να εφαρμοσθεί πριν τις 31 Δεκεμβρίου 2002, ημερομηνία πρώτης του εφαρμογής. Εκτός από συγκεκριμένες περιπτώσεις, ο γενικός κανόνας προβλέπει πως η Επιτροπή αποδεσμεύει αυτεπάγγελτα το μέρος της πίστωσης για το οποίο δεν έχει υποβληθεί κανένα αποδεκτό αίτημα πληρωμής μετά το δεύτερο έτος που ακολουθεί την δέσμευση της πίστωσης. Οι διευκρινίσεις αφορούν κυρίως τα ακόλουθα: ημερομηνία εφαρμογής του κανόνα, μεταφορές μεταξύ ταμείων ή προγραμμάτων, τις ενδεχόμενες περιπτώσεις επαναχρησιμοποίησης των ποσών που αποδεσμεύονται, (λάθος που αποδίδεται μόνον στην Επιτροπή, περίπτωση ανωτέρας βίας λόγω φυσικής καταστροφής μεγάλης έκτασης) καθώς και ενδεχόμενες δικαστικές διαδικασίες και διοικητικές προσφυγές που συνεπάγονται καθυστερήσεις πληρωμών.

Τροποποιήθηκε από:

Ανακοίνωση C(2003)2982 της Επιτροπής για την εφαρμογή του «κανόνα n+2» του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 Αυτή η αναθεωρημένη ανακοίνωση καταργεί την αναστολή των πληρωμών η οποία εφαρμόζεται μέχρις ότου λάβει και εγκρίνει η Επιτροπή ένα αναθεωρημένο σχέδιο χρηματοδότησης μετά από αποδέσμευση στο πλαίσιο του «κανόνα n+2». Το τμήμα της ανάληψης υποχρέωσης του οποίου συζητείται η αυτόματη αποδέσμευση δεσμεύεται. Αν το κράτος μέλος παράσχει στην Επιτροπή δικαιολογητικά που την οδηγούν στο να μειώσει το ποσό που παραμένει δεσμευμένο, τα ποσά που δεν έχουν ακόμη αποδεσμευτεί αποδεσμεύονται και καθίστανται διαθέσιμα για τον καταλογισμό των μεταγενέστερων αιτήσεων πληρωμών. Το κείμενο διευκρινίζει επίσης τον ορισμό της ανωτέρας βίας καθώς και ότι οι αιτήσεις πληρωμών μπορούν να διαβιβάζονται μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου.

Απόφαση C(2002)1870 της Επιτροπής σχετικά με την αυτεπάγγελτη αποδέσμευση πιστώσεων των Διαρθρωτικών Ταμείων στα πλαίσια πολυταμειακών προγραμμάτων για την περίοδο 2000-2006. Η απόφαση αυτή προσδιορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής της αυτεπάγγελτης αποδέσμευσης των πιστώσεων με βάση τον «κανόνα n+2» (όπου n = έτος δέσμευσης της πίστωσης) για τα πολυταμειακά προγράμματα. Για τα προγράμματα του τύπου αυτού, είναι συχνά αναπόφευκτο, οι δεσμεύσεις των πιστώσεων στα διάφορα ταμεία να πραγματοποιούνται σε διαφορετικές ημερομηνίες με αποτέλεσμα να επηρεάζονται μεταγενέστερα με βάση τον «κανόνα n+2». Η Επιτροπή αποφάσισε πως η ημερομηνία που θα χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της ημερομηνίας αποδέσμευσης είναι η ημερομηνία της τελευταίας δέσμευσης.

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο - Εξέλιξη της εκτέλεσης του προϋπολογισμού των διαρθρωτικών ταμείων και κυρίως του ΥΠΕ [COM (2002) 0528 τελικό]. Είναι φυσικό να υφίσταται χρονική διαφορά ανάμεσα στην έναρξη ενός μέτρου ενίσχυσης και των πρώτων πληρωμών, ιδίως για τα έργα υποδομής. Το υπόλοιπο προς εκκαθάριση (ΥΠΕ) σε κάποια δεδομένη χρονική στιγμή περιλαμβάνει όλες τις δεσμεύσεις πιστώσεων που έχουν πραγματοποιηθεί αλλά δεν έχουν ακόμη καταβληθεί και που θα πρέπει κανονικά να καταβληθούν στο μέλλον. Η παρούσα ανακοίνωση διαπιστώνει χαμηλή εκτέλεση των πιστώσεων πληρωμών που έχουν εγγραφεί στους προϋπολογισμούς των ετών 2000, 2001 και 2002. Μια πρώτη ανάλυση των λόγων για την βραδεία έναρξη των προγραμμάτων 2000-2006 αποκαλύπτει δύο φαινόμενα: την αλληλοεπικάλυψη κατά το 2000 και 2001 μιας περιόδου προγραμματισμού με την επόμενη καθώς και μιαν υπερεκτίμηση των πιστώσεων πληρωμών από την πλευρά των κρατών μελών. Επιπλέον η Επιτροπή δεσμεύεται να συνεχίσει τις πρωτοβουλίες της για την απλοποίηση των διαδικασιών και την αξιολόγηση που έχει η εφαρμογή του "κανόνα n+2" στην διαχείριση των προγραμμάτων.

ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για τη θέσπιση μιας κοινής ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων (ΝUΤS) [Επίσημη Εφημερίδα L 154 της 21.6.2003]. Για να εξασφαλισθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο η καθιέρωση και η διάδοση συγκρίσιμων περιφερειακών στατιστικών, ο κανονισμός αυτός θεσπίζει μια κοινής στατιστικής ονοματολογίας των εδαφικών μονάδων [ΝUΤS (esdeenfr)]. Σε κάθε περιφέρεια (ή διοικητική ενότητα) αντιστοιχεί ένας κωδικός και μία ειδική ονομασία. Χρησιμοποιούνται 3 ιεραρχικά επίπεδα (ΝUΤS) για την κατάταξη των περιφερειών βάσει των δημογραφικών ορίων στο εσωτερικό των οποίων τοποθετείται το μέσο μέγεθος των περιφερειών αυτών:

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 22.01.2007