Μια ενεργειακή πολιτική για την Ευρώπη

Μια ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική θα δεσμεύσει αποφασιστικά την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) στην κατεύθυνση μιας οικονομίας χαμηλής κατανάλωσης ενέργειας, ασφαλέστερης, ανταγωνιστικότερης και βιωσιμότερης. Οι ενεργειακοί στόχοι στους οποίους πρέπει να δοθεί προτεραιότητα είναι να εξασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ενέργειας, η στρατηγική ασφάλεια του εφοδιασμού, συγκεκριμένη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που οφείλονται στην παραγωγή ή την κατανάλωση ενέργειας, καθώς και η καθιέρωση μιας και μοναδικής φωνής της ΕΕ στη διεθνή σκηνή.

ΠΡΑΞΗ

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της 10ης Ιανουαρίου 2007 με τίτλο «Ενεργειακή πολιτική για την Ευρώπη» [COM(2007) 1 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

ΣΥΝΟΨΗ

Η παρούσα ανακοίνωση, στρατηγική ανάλυση της ενεργειακής κατάστασης στην Ευρώπη, εισάγει την ενοποιημένη δέσμη μέτρων που ορίζουν την ενεργειακή πολιτική της Ευρώπης (δέσμη «ενέργεια»).

ΓΙΑΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΜΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) οφείλει να αντιμετωπίσει πραγματικές ενεργειακές προκλήσεις με γνώμονα τόσο τη βιωσιμότητα και τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου όσο και την ασφάλεια εφοδιασμού και την εξάρτηση από τις εισαγωγές ή ακόμη την ανταγωνιστικότητα και την ουσιαστική υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας.

Η χάραξη μιας ευρωπαϊκής πολιτικής για την ενέργεια επιβάλλεται ως η αποτελεσματικότερη απόκριση σ' αυτές τις προκλήσεις, κοινούς παρονομαστές για όλα τα κράτη μέλη.

Η ΕΕ σκοπεύει να προχωρήσει σε μια νέα βιομηχανική επανάσταση και να δημιουργήσει μια οικονομία υψηλής ενεργειακής απόδοσης και χαμηλών εκπομπών CO2. Για να το επιτύχει, έχει θέσει μια σειρά μεγάλων ενεργειακών στόχων.

ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Αναπτύχθηκε σε κοινοτικό επίπεδο μια εσωτερική αγορά της ενέργειας ώστε να δοθεί στους καταναλωτές μια πραγματική δυνατότητα επιλογής, σε τιμές σωστές και ανταγωνιστικές. Όπως όμως τονίζεται στην ανακοίνωση για τις προοπτικές της εσωτερικής αγοράς ενέργειας και στην έρευνα σχετικά με την κατάσταση του ανταγωνισμού στους τομείς του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, εξακολουθούν να υπάρχουν εμπόδια που δεν επιτρέπουν στην οικονομία και στους Ευρωπαίους καταναλωτές να επωφεληθούν πλήρως από τα πλεονεκτήματα του ανοίγματος των αγορών φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Παραμένει λοιπόν επιτακτική η ανάγκη να εξασφαλιστεί η πραγματική υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς ενέργειας.

Μια ανταγωνιστική αγορά

Πρέπει να γίνει σαφέστερος διαχωρισμός της διαχείρισης των δικτύων φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας από τις δραστηριότητες παραγωγής και διανομής.

Όταν μια επιχείρηση ελέγχει ταυτοχρόνως τη διαχείριση και τις δραστηριότητες παραγωγής και διανομής, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος διακριτικής μεταχείρισης και καταχρήσεων. Πράγματι, μια καθετοποιημένη επιχείρηση δεν έχει ουσιαστικό συμφέρον να αυξήσει τη δυναμικότητα του δικτύου και να εκτεθεί έτσι σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό στην αγορά ώστε να μειώσει τις τιμές.

Ο διαχωρισμός της διαχείρισης των δικτύων από τις δραστηριότητες παραγωγής και διανομής θα ωθήσει τις επιχειρήσεις να επενδύσουν περισσότερο στα δίκτυα, ευνοώντας έτσι την είσοδο νεοεισερχομένων στην αγορά και ενισχύοντας την ασφάλεια εφοδιασμού.

Ο διαχωρισμός μπορεί να στηριχτεί είτε στην εγκατάσταση ενός ανεξάρτητου διαχειριστή δικτύου που θα εξασφαλίζει τη συντήρηση, ανάπτυξη και εκμετάλλευση των δικτύων, η κυριότητα των οποίων παραμένει στις καθετοποιημένες επιχειρήσεις, είτε σε πλήρη διαχωρισμό της κυριότητας.

Μια αγορά ενοποιημένη και διασυνδεδεμένη

Η εσωτερική αγορά ενέργειας εξαρτάται ουσιωδώς από το διασυνοριακό εμπόριο ενέργειας. Πλην όμως, οι εμπορικές αυτές συναλλαγές αποδεικνύονται συχνά δυσχερείς εξαιτίας των διαφορών μεταξύ εθνικών τεχνικών προδιαγραφών καθώς και ως προς την πυκνότητα των δικτύων.

Απαιτείται αποτελεσματική ρύθμιση σε κοινοτικό επίπεδο. Τα κύρια ζητούμενα είναι να εναρμονιστούν οι αρμοδιότητες και η ανεξαρτησία των ρυθμιστικών αρχών ενέργειας, να ενισχυθεί η συνεργασία τους, να υποχρεωθούν να εξετάσουν τον κοινοτικό στόχο υλοποίησης της εσωτερικής αγοράς ενέργειας και να καθοριστούν σε κοινοτικό επίπεδο οι κανονιστικές και τεχνικές πτυχές καθώς και τα κοινά πρότυπα ασφάλειας που είναι απαραίτητα για το διασυνοριακό εμπόριο.

Για να γίνει πραγματικότητα το ευρωπαϊκό δίκτυο της ενέργειας, το σχέδιο διασυνδέσεων προτεραιότητας επιμένει στη σημασία μιας πολιτικής και χρηματοδοτικής στήριξης για υλοποίηση των υποδομών που χαρακτηρίζονται ουσιαστικές, καθώς και στη σημασία του διορισμού Ευρωπαίων συντονιστών οι οποίοι θα παρακολουθούν τα προβληματικότερα έργα προτεραιότητας.

Μια δημόσια υπηρεσία ενέργειας

Η ΕΕ προτίθεται να επιμείνει στη μάχη για καταπολέμηση της ενεργειακής ένδειας και να εκπονήσει σχετικά ένα χάρτη των δικαιωμάτων του πελάτη στον τομέα της ενέργειας. Ο χάρτης θα ωθεί κυρίως σε μια κατεύθυνση δημιουργίας καθεστώτων ενίσχυσης των πολιτών που θίγονται περισσότερο από τις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας, καθώς επίσης και βελτίωσης της ενημέρωσης των καταναλωτών σχετικά με τους διάφορους παρόχους και τις δυνατότητες εφοδιασμού.

ΕΓΓΥΗΜΕΝΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟΥ ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΥ

Αποτελεί προτεραιότητα η θωράκιση της ΕΕ έναντι των εισαγωγών ενεργειακών πόρων, των διακοπών του εφοδιασμού, ενδεχόμενων ενεργειακών κρίσεων και της αβεβαιότητας σε ό,τι αφορά τον μελλοντικό εφοδιασμό. Η αβεβαιότητα αυτή αποδεικνύεται ακόμη προβληματικότερη για τα κράτη μέλη που εξαρτώνται από έναν μόνο προμηθευτή φυσικού αερίου.

Η νέα ενεργειακή πολιτική επιμένει συνεπώς στη σημασία μηχανισμών οι οποίοι εγγυώνται την αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών μελών καθώς και στη διαφοροποίηση των πηγών εφοδιασμού και των διαδρομών μεταφοράς.

Πρέπει να ενισχυθούν οι μηχανισμοί των στρατηγικών αποθεμάτων πετρελαίου και να αναζητηθούν τρόποι βελτίωσης της ασφάλειας εφοδιασμού με φυσικό αέριο. Απαραίτητη είναι επίσης η βελτίωση της ασφάλειας εφοδιασμού με ηλεκτρική ενέργεια, που παραμένει ουσιαστικής σημασίας.

ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΕΡΙΩΝ ΤΟΥ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ

Πηγή του 80 % των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ είναι ο τομέας της ενέργειας.

Αποφασισμένη να καταπολεμήσει τις κλιματικές αλλαγές, η ΕΕ δεσμεύεται να μειώσει τις εκπομπές στο εσωτερικό της κατά 20 % τουλάχιστον από σήμερα μέχρι το 2020. Επιπλέον, καλεί σε σύναψη μιας διεθνούς συμφωνίας η οποία θα δεσμεύει τις ανεπτυγμένες χώρες να έχουν μειώσει μέχρι το 2020 κατά 30 % τα αέρια θερμοκηπίου που παράγουν. Στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας, η ΕΕ θα θέσει ως νέο στόχο τη μείωση των δικών της εκπομπών κατά 30 % σε σχέση με το 1990. Οι στόχοι αυτοί εντάσσονται στον πυρήνα της στρατηγικής της ΕΕ για ανάσχεση των κλιματικών αλλαγών.

Πλην όμως, η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου προϋποθέτει μειωμένη κατανάλωση ενέργειας και αύξηση της κατανάλωσης καθαρών μορφών ενέργειας.

Ενεργειακή απόδοση

Να έχει μειώσει κατά 20 % μέχρι το 2020 την ενέργεια που καταναλώνει είναι ο στόχος της ΕΕ στο σχέδιο δράσης για την ενεργειακή απόδοση (2007-2012).

Απαιτούνται προς τούτο συγκεκριμένες προσπάθειες, όπως ειδικότερα η εξοικονόμηση ενέργειας στον τομέα των μεταφορών, η ανάπτυξη ελάχιστων απαιτήσεων ενεργειακής απόδοσης των μηχανημάτων που καταναλώνουν ενέργεια, η ευαισθητοποίηση των καταναλωτών ώστε να χρησιμοποιούν την ενέργεια ορθολογικά και με φειδώ, η βελτίωση της αποδοτικότητας της παραγωγής, της μεταφοράς και της διανομής θερμικής και ηλεκτρικής ενέργειας και τέλος η ανάπτυξη ενεργειακών τεχνολογιών και η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας των κτιρίων.

Η ΕΕ προτίθεται επίσης να υλοποιήσει μια κοινή προσέγγιση σε διεθνή κλίμακα για την εξοικονόμηση ενέργειας, μέσω της σύναψης μιας διεθνούς συμφωνίας για την ενεργειακή απόδοση.

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας

Η αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (αιολική ενέργεια, ηλιακή ενέργεια/φωτοβολταϊκά, βιομάζα και βιοκαύσιμα, γεωθερμική ενέργεια και αντλίες θερμότητας) συντελεί αδιαμφισβήτητα στην ανάσχεση των κλιματικών αλλαγών. Συντελεί επίσης στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, στην οικονομική μεγέθυνση και τη δημιουργία απασχόλησης στην Ευρώπη, χάρη στην αύξηση της παραγωγής και κατανάλωσης ενέργειας σε τοπικό επίπεδο.

Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας παραμένουν ωστόσο στο περιθώριο του ενεργειακού μείγματος της Ευρώπης αφού το κόστος τους εξακολουθεί να είναι υψηλότερο από το κόστος των συμβατικών πηγών ενέργειας.

Για να εδραιώσει περισσότερο τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η ΕΕ έχει θέσει στο χάρτη πορείας της για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας τον δεσμευτικό στόχο να αυξήσει το ποσοστό τους σε 20 % του ενεργειακού της μείγματος μέχρι το 2020.

Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, θα χρειαστεί να σημειωθεί πρόοδος και στις τρεις συνιστώσες τις οποίες κυρίως αφορούν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας: την ηλεκτρική ενέργεια [αύξηση της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές και αειφόρος παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα, χάρη κυρίως σε συστήματα δέσμευσης και αποθήκευσης CO2]· τα βιοκαύσιμα τα οποία μέχρι το 2020 θα πρέπει να καλύπτουν το 10 % των καυσίμων που προορίζονται για οχήματα· τέλος, τα συστήματα θέρμανσης και δροσισμού.

ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ

Οι ενεργειακές τεχνολογίες έχουν να διαδραματίσουν πρωταρχικό ρόλο ώστε να συνδυάζονται ανταγωνιστικότητα και αειφόρος παραγωγή ενέργειας, με παράλληλη βελτίωση της ασφάλειας εφοδιασμού. Επίσης, αποδεικνύονται απαραίτητες για την υλοποίηση των λοιπών ενεργειακών στόχων.

Πρωτοπόρος σήμερα στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, η ΕΕ προτίθεται να ενδυναμώσει αυτή τη θέση και να επιβληθεί με τον ίδιο τρόπο στην αγορά των ενεργειακών τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, η οποία βρίσκεται σε πλήρη αναπτυξιακή πορεία.

Η ΕΕ πρέπει λοιπόν να αναπτύξει περαιτέρω τις υφιστάμενες τεχνολογίες υψηλής ενεργειακής απόδοσης αλλά και νέες τεχνολογίες, ιδιαιτέρως τεχνολογίες με αποκλειστικό προορισμό την ενεργειακή αποδοτικότητα και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Ακόμη και αν η ΕΕ επιτύχει αξιοσημείωτη διαφοροποίηση στο ενεργειακό της μείγμα, θα παραμείνει σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από το πετρέλαιο και τον άνθρακα, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει επίσης να δώσει ιδιαίτερη προσοχή σε τεχνολογίες ορυκτών καυσίμων χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, κυρίως τεχνολογίες δέσμευσης και αποθήκευσης του άνθρακα.

Οι επενδύσεις σε τέτοιες τεχνολογικές εξελίξεις θα συμβάλουν κατά τρόπο άμεσο στην κοινοτική στρατηγική για οικονομική μεγέθυνση και απασχόληση.

Η Επιτροπή προτείνει ένα περίγραμμα ευρωπαϊκού στρατηγικού σχεδίου για τις ενεργειακές τεχνολογίες, το οποίο θα καλύπτει το σύνολο της διαδικασίας της καινοτομίας, από τη βασική έρευνα μέχρι την αγορά. Το στρατηγικό αυτό σχέδιο θα υποστηρίξει το 7ο πρόγραμμα-πλαίσιο έρευνας, το οποίο προβλέπει αύξηση κατά 50 % των ετήσιων δαπανών για έρευνα στον τομέα της ενέργειας, καθώς και το πρόγραμμα «Ευφυής ενέργεια - Ευρώπη».

ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΠΥΡΗΝΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Με δεδομένη την αυξανόμενη ανησυχία ως προς την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού και τις εκπομπές CO2, η πυρηνική ενέργεια έχει το πλεονέκτημα να είναι μια από τις πηγές ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα, οι οποίες εμφανίζουν τη μεγαλύτερη σταθερότητα από πλευράς κόστους και εφοδιασμού.

Η απόφαση για χρησιμοποίηση ή όχι της πυρηνικής ενέργειας ανήκει στα κράτη μέλη. Το ενδεικτικό πυρηνικό πρόγραμμα τονίζει ωστόσο την αναγκαιότητα μιας κοινής συνεκτικής δράσης που θα αφορά τη φυσική και επιχειρησιακή ασφάλεια και τη μη εξάπλωση, καθώς και το ξήλωμα πυρηνικών εγκαταστάσεων και τη διαχείριση πυρηνικών αποβλήτων.

ΚΟΙΝΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΕ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΠΕΔΟ

Η ΕΕ δεν είναι σε θέση να επιτύχει μόνη της το στόχο της ασφαλούς, ανταγωνιστικής και αειφόρου παραγωγής ενέργειας. Χρειάζεται προς τούτο τη στράτευση και τη συνεργασία των ανεπτυγμένων και των υπό ανάπτυξη χωρών, των καταναλωτών και των παραγωγών ενέργειας, καθώς και των χωρών διαμετακόμισης. Για λόγους αποτελεσματικότητας και συνέπειας, έχει μεγάλη σημασία να εκφράζονται τα κράτη μέλη της ΕΕ με μία φωνή για τα διεθνή ενεργειακά θέματα.

Η ΕΕ θα διαδραματίσει κινητήριο ρόλο στην κατάρτιση διεθνών συμφωνιών επί θεμάτων ενέργειας, ιδιαιτέρως ενισχύοντας τη συνθήκη για τον ενεργειακό χάρτη, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλία για μια συμφωνία σχετικά με την ενεργειακή αποδοτικότητα, καθώς και συμμετέχοντας ενεργά στο μετά-Κυότο καθεστώς ως προς τις κλιματικές αλλαγές.

Οι σχέσεις της ΕΕ τόσο με χώρες που καταναλώνουν ενεργειακούς πόρους (π.χ. ΗΠΑ (EN), Ινδία (EN), Βραζιλία (EN) ή ακόμη και Κίνα (EN)) όσο και με χώρες που παράγουν (π.χ. Ρωσία (EN), Νορβηγία (EN), ΟΠΕΚ (EN) και Αλγερία] ή χώρες διαμετακόμισης [Ουκρανία (EN)) είναι πρωταρχικής σημασίας από πλευράς γεωπολιτικής και οικονομικής σταθερότητας. Η ΕΕ θα καταβάλει συνεπώς κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να διαμορφώσει με τις χώρες αυτές διαφανείς ενεργειακές συμπράξεις, αναμενόμενες και αμοιβαίες, κυρίως δε με όμορες χώρες. Η ΕΕ προτείνει επίσης μια νέα σύμπραξη με την Αφρική, η οποία θα καλύπτει ένα μεγάλο φάσμα ενεργειακών θεμάτων.

Η ΕΕ δεσμεύεται επιπλέον να βοηθήσει τις υπό ανάπτυξη χώρες να δημιουργήσουν αποκεντρωμένες ενεργειακές υπηρεσίες, χαμηλού κόστους, αξιόπιστες και βιώσιμες. Η ΕΕ ενθαρρύνει τις χώρες αυτές, και μάλιστα τις αφρικανικές, να επενδύσουν αμέσως σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και σε νέας γενιάς τεχνολογίες καθαρής ενέργειας.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Η ιδέα μιας ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής ανάγεται στις απαρχές του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, με τη συνθήκη ΕΚΑΧ (συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα) του 1951 και με τη συνθήκη Ευρατόμ (συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας) του 1957. Παρά τις οικονομικές και γεωπολιτικές αλλαγές που σημειώθηκαν έκτοτε, η ανάγκη μιας τέτοιας πολιτικής παραμένει αναλλοίωτη.

Η δέσμη μέτρων για την ενέργεια, που παρουσίασε η Επιτροπή στις 10 Ιανουαρίου 2007, εγγράφεται στη δυναμική που δρομολογήθηκε με την Πράσινη Βίβλο για μια ευρωπαϊκή στρατηγική για αειφόρο, ανταγωνιστική και ασφαλή ενέργεια (Μάρτιος 2006) και επανατοποθετεί την ενέργεια στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής δράσης.

Βάσει της ίδιας δέσμης μέτρων, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων ενέκριναν στις 9 Μαρτίου 2007, στο πλαίσιο του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ένα συνολικό σχέδιο δράσης στον τομέα της ενέργειας για την περίοδο 2007-2009.

See also

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 20.11.2007