Ενίσχυση της εφαρμογής των οδηγιών της «νέας προσέγγισης»

Προκειμένου να δοθεί νέα ώθηση στο σύστημα τεχνικής εναρμόνισης, η Επιτροπή εκδίδει συστάσεις για την ενίσχυση της εφαρμογής των οδηγιών της «νέας προσέγγισης». Ο στόχος είναι η ενίσχυση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων με την προοπτική της διευρυμένης Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Οι συστάσεις αποσκοπούν στην προώθηση ασφαλέστερων, φθηνότερων και ανταγωνιστικότερων ευρωπαϊκών προϊόντων.

ΠΡΑΞΗ

Ανακοίνωση της Επιτροπής της 7ης Μαΐου 2003 στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: «Ενίσχυση της εφαρμογής των οδηγιών της νέας προσέγγισης» [COM(2003) 240 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

ΣΥΝΟΨΗ

Η βελτίωση της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων σε μια διευρυμένη Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί βασική συνιστώσα της νέας στρατηγικής της Επιτροπής για την εσωτερική αγορά για την περίοδο 2003-2006. Οι οδηγίες που βασίζονται στη « νέα προσέγγιση » καλύπτουν ένα μεγάλος μέρος των βιομηχανικών προϊόντων που διατίθενται στην ευρωπαϊκή αγορά.

Η «νέα προσέγγιση» υπήρξε επιτυχές εργαλείο για την εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας των αγαθών στην εσωτερική αγορά. Ωστόσο, η εφαρμογή αυτών των οδηγιών σχετικά με την εν λόγω προσέγγιση μπορεί να βελτιωθεί περαιτέρω. Η πιο ομοιόμορφη εφαρμογή της «νέας προσέγγισης» συμβάλλει στην προώθηση της υιοθέτησης από τις τρίτες χώρες κανονιστικών προσεγγίσεων που βασίζονται στο κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ.

Η παρούσα ανακοίνωση περιέχει συστάσεις που προορίζονται να βελτιώσουν τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Συμμετέχει στη διαδικασία βελτίωσης των κανονιστικών ρυθμίσεων και της ανταγωνιστικότητας της εσωτερικής αγοράς. Με αυτόν τον τρόπο, οι νομικές πράξεις της εσωτερικής αγοράς εφαρμόζονται ομοιόμορφα και εξασφαλίζουν ένα καλό επίπεδο συμμόρφωσης με την κοινοτική νομοθεσία.

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Οι οδηγίες της «νέας προσέγγισης» προβλέπουν ελέγχους των προϊόντων πριν και μετά την εμπορευματοποίησης ώστε να υπάρξουν εγγυήσεις για ένα υψηλό επίπεδο ασφάλειας των προϊόντων. Οι προτάσεις που απαριθμούνται στην παρούσα ανακοίνωση αφορούν κυρίως:

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης των οδηγιών της «νέας προσέγγισης» βασίζονται σε πρότυπα αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Τα περισσότερα από αυτά τα πρότυπα απαιτούν την παρέμβαση ενός κοινοποιημένου εξωτερικού οργανισμού που αξιολογεί τα εν λόγω προϊόντα που παρουσιάζουν κινδύνους.

Διαδικασία κοινοποίησης

Η Επιτροπή καλεί τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν ότι οι αρχές που έχουν επιφορτιστεί με την κοινοποίηση ενημερώνονται πλήρως για τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τη διαδικασία κοινοποίησης. Είναι αναγκαίο να καταβληθούν προσπάθειες για τη μείωση του χρονικού διαστήματος ανάμεσα στην απόφαση για κοινοποίηση ενός οργανισμού και την ολοκλήρωση της διαδικασίας κοινοποίησης.

Οι κατάλογοι των κοινοποιημένων οργανισμών για κάθε μία οδηγία δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκή Ένωσης. Η Επιτροπή προτείνει να αντικατασταθούν οι δημοσιεύσεις με ένα σύστημα κοινοποίησης σε απευθείας σύνδεση (on-line). Το σύστημα αυτό θα επιτρέψει στους κοινοποιημένους οργανισμούς να παρεμβαίνουν σχεδόν άμεσα.

To νομικό πλαίσιο

Oι επιμέρους οδηγίες συνιστούν τη νομική βάση της κοινοποίησης των οργανισμών. Ωστόσο, οι οδηγίες δεν περιλαμβάνουν λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να εφαρμόζονται τα κριτήρια για τον ορισμό των κοινοποιημένων οργανισμών που εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Η εξασφάλιση,όμως, μεγαλύτερης διαφάνειας κατά την εφαρμογή των απαιτήσεων σχετικά με τους κοινοποιημένους οργανισμούς και η βελτίωση της εφαρμογής τους είναι αναγκαίες. Η Επιτροπή θεωρεί απαραίτητο να ενοποιηθούν οι απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι κοινοποιημένοι οργανισμοί, πράγμα που θα μπορούσε να γίνει είτε μέσω μιας οριζόντιας οδηγίας είτε με την προσθήκη ενός τυποποιημένου άρθρου στις αντίστοιχες οδηγίες.

Ο ρόλος της διαπίστευσης

Η Επιτροπή προτείνει να αναπτυχθούν πιο ολοκληρωμένες κατευθύνσεις για τη χρήση της διαπίστευσης των οργανισμών. Με τον τρόπο αυτό, αυξάνεται η συνοχή μέσα την Κοινότητα και ενισχύεται η δομή για την παροχή υπηρεσιών διαπίστευσης. Επίσης προτείνεται να καθιερωθεί ένα μόνιμο φόρουμ των αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για τον ορισμό κοινοποιημένων οργανισμών, προκειμένου να διευκολυνθεί η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών για την αξιολόγηση, τον ορισμό και την εποπτεία των κοινοποιημένων οργανισμών.

Εποπτεία των κοινοποιημένων οργανισμών

Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης ελέγχουν και αξιολογούν τακτικά τους οργανισμούς που κοινοποιούν. Με τον τρόπο αυτό τα κράτη μέλη μπορούν να εξασφαλίσουν ότι οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διαθέτουν μόνιμα την τεχνική κατάρτιση που απαιτείται από τις οδηγίες.

Η Επιτροπή σκοπεύει να προτείνει να θεσπιστεί η ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ των κοινοποιημένων οργανισμών ως απαίτηση των οδηγιών νέας προσέγγισης. Το ίδιο θα ισχύσει για τις διατάξεις σχετικά με τις ενέργειες που πρέπει να γίνονται όταν οι κοινοποιημένοι οργανισμοί αποτυγχάνουν να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους όπως πρέπει ή παύσουν να παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες.

Διασυνοριακές δραστηριότητες

Δυνάμει της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης, οι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν να παρέχουν αυτόματα τις υπηρεσίες τους χωρίς περιορισμούς σε όλη την εσωτερική αγορά. Ωστόσο οι εθνικές αρχές που είναι επιφορτισμένες με τον ορισμό δεν διαθέτουν πάντα τα μέσα για την αξιολόγηση και τον έλεγχο των δραστηριοτήτων των οργανισμών που δραστηριοποιούνται σε χώρες που βρίσκονται εκτός της δικαιοδοσίας τους.

Η Επιτροπή σκοπεύει να υποστηρίξει την καθιέρωση μιας διαδικασίας ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αρχών ή/και των οργανισμών διαπίστευσης της χώρας "υποδοχής" και της διορίζουσας αρχής της χώρας "καταγωγής" των κοινοποιημένων οργανισμών. Αυτό απαιτεί μια νομική βάση. Η βάση αυτή αναμένεται να εισαχθεί είτε σε μια κοινή βασική οδηγία είτε στις επιμέρους οδηγίες «νέας προσέγγισης». Επιπλέον, η Επιτροπή δίνει έμφαση στη δημιουργία ενός δομημένου πλαισίου που επιτρέπει στους οργανισμούς τρίτων χωρών να εκτελούν καθήκοντα σύμφωνα με τις διατάξεις των οδηγιών.

Χωρισμός του ρυθμισμένου και του μη ρυθμισμένου τομέα

Οι δομές που χρησιμοποιούνται (δηλ. τυποποίηση, διαπίστευση ή αξιολόγηση της πιστότητας) για το μη ρυθμισμένο τομέα μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για σκοπούς ρύθμισης στο πλαίσιο της «νέας προσέγγισης». Η ανυπαρξία μιας νομικής βάσης για το μη ρυθμισμένο τομέα δημιούργησε, σε μερικές περιπτώσεις, μια "διχοτόμηση" των δραστηριοτήτων των σχετικών οργανισμών που δραστηριοποιούνται τόσο στο ρυθμισμένο όσο και στο μη ρυθμισμένο τομέα. Η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν πρέπει να γίνεται καμία διάκριση μεταξύ των ρυθμισμένων και των μη ρυθμισμένων τομέων.

Συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών

15.Μερικές οδηγίες της «νέας προσέγγισης» επιβάλλουν στους κοινοποιημένους οργανισμούς την υποχρέωση να προβαίνουν σε συστηματική ανταλλαγή πληροφοριών για τις περιπτώσεις άρνησης έκδοσης πιστοποιητικών καθώς και για τις περιπτώσεις ανάκλησης πιστοποιητικών. Ωστόσο η ανταλλαγή πληροφοριών δεν εμποδίζει ορισμένους κατασκευαστές να καταθέσουν αιτήσεις πιστοποίησης για μη συμμορφούμενα προϊόντα σε οργανισμούς άλλου κράτους μέλους. Η Επιτροπή προτείνει να εισαχθούν σε όλες τις οδηγίες διατάξεις για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα μη συμμορφούμενα προϊόντα .

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΟΤΗΤΑΣ

Αποδείχθηκε η αποτελεσματικότητα των διαφόρων διαδικασιών αξιολόγησης που εισήχθησαν με την απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με τη σήμανση πιστότητας «CE». Αντιμετωπίζονται ενίοτε προβλήματα στις περιπτώσεις στις οποίες ένα προϊόν καλύπτεται από περισσότερες από μία οδηγίες. Στην περίπτωση αυτή, οι κατασκευαστές πρέπει να προσφύγουν σε περισσότερους του ενός κοινοποιημένους οργανισμούς για την αξιολόγηση της πιστότητας, γεγονός που αυξάνει το κόστος. Οι ενότητες H, Ε και Δ (δήλωση πιστότητας με τη βοήθεια των συστημάτων ποιότητας) επιτρέπουν στους κατασκευαστές να διασφαλίζουν την ασφάλεια του προϊόντος με λιγότερο συχνή παρέμβαση κοινοποιημένου οργανισμού. Η Επιτροπή θα προτείνει:

Η σήμανση πιστότητας CE

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή πρέπει απαραιτήτως να αποσαφηνίσουν την έννοια του σήματος CE στους καταναλωτές. Το σήμα δείχνει ότι πληρούνται όλες οι απαιτήσεις των οδηγιών που εφαρμόζονται. Η Επιτροπή σκοπεύει να συνεχίσει να εξετάζει το ζήτημα της αδικαιολόγητης τοποθέτησης του σήματος CE. Θα αρχίσει μια ενημερωτική εκστρατεία σε στενή συνεργασία με τα κράτη μέλη.

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

Μέτρα εφαρμογής.

Η εποπτεία της αγοράς εμπίπτει στην ευθύνη των εθνικών αρχών. Σήμερα δεν εξασφαλίζεται πάντοτε ο σαφής διαχωρισμός μεταξύ διοριζουσών αρχών, οργανισμών διαπίστευσης, οργανισμών αξιολόγησης της πιστότητας και αρχών εποπτείας της αγοράς. Αυτές οι πιθανές πηγές σύγκρουσης συμφερόντων πρέπει να εξαλειφθούν.

Θέσπιση ενός κοινού επιπέδου εποπτείας

19.Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτύχουν ένα κοινό επίπεδο εποπτείας της αγοράς με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

Η Επιτροπή πιστεύει ότι ο καθορισμός βασικών κανόνων με τους οποίους θα είναι υποχρεωμένα να συμμορφώνονται τα κράτη μέλη απαιτεί αναθεώρηση του νομικού πλαισίου, είτε μέσω μιας κοινής βασικής οδηγίας, είτε με την ενσωμάτωση αυτών των κανόνων στις επιμέρους οδηγίες.

Ενισχυμένη διοικητική συνεργασία

Η εποπτεία της αγοράς πρέπει να συνοδεύεται από αποτελεσματική διασυνοριακή διοικητική συνεργασία. Η Επιτροπή προτείνει τα ακόλουθα μέτρα για την ενίσχυση της υπάρχουσας διοικητικής συνεργασίας:

Ρήτρες διασφάλισης

Τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να λαμβάνουν περιοριστικά μέτρα κατά των προϊόντων τα οποία διαπιστώνεται ότι δεν είναι ασφαλή. Το απλό γεγονός ότι ένα προϊόν πρέπει να φέρει, αλλά δεν φέρει, το σήμα CE είναι ένα κριτήριο που επιτρέπει σε μια αρχή εποπτείας της αγοράς να αποφανθεί ότι το προϊόν δεν συμμορφώνεται. Η διαδικασία της ρήτρας διασφάλισης που προβλέπεται στις οδηγίες επιτρέπει στην Επιτροπή να ελέγχει την αιτιολόγηση των εθνικών μέτρων, τα οποία αποσκοπούν στον περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των προϊόντων που φέρουν το σήμα «CE».

Πρόκειται για μια διαδικασία, η εφαρμογή της οποίας στην πράξη είναι δύσκολη και περίπλοκη. Η Επιτροπή προτείνει την τροποποίηση της διαδικασίας ρητρών διασφάλισης μέσω της αναθεώρησης του νομικού πλαισίου. Με τον τρόπο αυτό, θα εξασφαλιστεί μια πιο ομοιόμορφη προσέγγιση στο σύνολο των οδηγιών.

Οδηγία για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (ΟΓΑΠ)

Η πρόσφατη αναθεώρηση της οδηγίας για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (ΟΓΑΠ) έχει συνέπειες για τα προϊόντα που καλύπτονται από τις οδηγίες της «νέας προσέγγισης». Αντίθετα, οι περί ασφαλείας απαιτήσεις της οδηγίας για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων δεν εφαρμόζονται στα προϊόντα που καλύπτονται από οδηγίες της «νέας προσέγγισης». Μόνο οι σχετικές περί εφαρμογής διατάξεις της οδηγίας για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων εφαρμόζονται στα προϊόντα που καλύπτονται από νομοθετικές πράξεις της «νέας προσέγγισης». Αυτό σημαίνει ότι, τα βιομηχανικά και καταναλωτικά προϊόντα μπορεί στην πράξη να υπόκεινται σε διαφορετικές διατάξεις περί εποπτείας της αγοράς. Η Επιτροπή σκοπεύει να προτείνει την εισαγωγή στις οδηγίες «νέας προσέγγισης» διατάξεων για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τα βιομηχανικά προϊόντα που παρουσιάζουν σοβαρό και άμεσο κίνδυνο για τους χρήστες.

ΣΥΝΕΚΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ ΤΗΣ «ΝΕΑΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ»

Αναθεώρηση του νομικού πλαισίου

Μια δυνατότητα για να εισαχθούν οι αναγκαίες αλλαγές είναι η ένταξη των ενδεδειγμένων απαιτήσεων σε όλες τις τομεακές οδηγίες. Εφόσον όλοι οι κίνδυνοι δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται βάσει των ίδιων οδηγιών, τα προϊόντα ενδέχεται να διέπονται από περισσότερες της μιας οδηγίες, γεγονός που μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα:

Η Επιτροπή προτείνει να αρχίσουν να εξετάζονται τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της εκπόνησης μιας οδηγίας με κοινή βάση. Το ίδιο ισχύει για τη συμπερίληψη τυποποιημένων άρθρων για τα οριζόντια ζητήματα στις οδηγίες της «νέας προσέγγισης».

Ανάθεση δραστηριοτήτων σε εξωτερικούς συνεργάτες

Η εφαρμογή των οδηγιών της «νέας προσέγγισης» συνεπάγεται σημαντικό διοικητικό φόρτο όχι μόνο για τα κράτη μέλη αλλά και για την Επιτροπή. Η Επιτροπή θα εξετάσει με τα κράτη μέλη το σύνολο των διαθέσιμων λύσεων. Ανάμεσα στις λύσεις περιλαμβάνονται η τακτικότερη προσφυγή σε εξωτερικούς συμβούλους, και η ανάθεση ορισμένων δραστηριοτήτων σε έναν εξωτερικό φορέα, που θα στελεχώνεται από τεχνικούς εμπειρογνώμονες ειδικευμένους στον τομέα.

ΠΛΑΙΣΙΟ

Η «νέα προσέγγιση» βασίζεται στο ψήφισμα του Συμβουλίου της 7ης Μαΐου 1985 που παρείχε ένα νέο πλαίσιο στην εναρμόνιση των εθνικών κανονισμών σχετικά με τα βιομηχανικά προϊόντα και διευκόλυνε με τον τρόπο αυτό την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Το ψήφισμα αυτό συμπληρώθηκε, το 1989, από ένα νέο ψήφισμα του Συμβουλίου σχετικά με μια σφαιρική προσέγγιση σε ζητήματα αξιολόγησης πιστότητας. Στη συνέχεια, το Συμβούλιο εξέδωσε και άλλες αποφάσεις που θεσπίζουν λεπτομερέστερες προδιαγραφές για τις διαδικασίες δοκιμής και πιστότητας καθώς και για τη σήμανση πιστότητας «CE».

ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Ψήφισμα του Συμβουλίου, της 10ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με την ανακοίνωση της Επιτροπής "Ενίσχυση της εφαρμογής των οδηγιών νέας προσέγγισης" [Επίσημη Εφημερίδα C 282, 25.11.2003].

Ψήφισμα του Συμβουλίου, της 8ης Ιουλίου 1996, για τη συνεργασία μεταξύ διοικήσεων για την εφαρμογή της νομοθεσίας της σχετικής με την εσωτερική αγορά [Επίσημη Εφημερίδα C 224, 01.08.1996].

Ψήφισμα του Συμβουλίου, της 16ης Ιουνίου 1994, σχετικά με την ανάπτυξη της διοικητικής συνεργασίας για την εφαρμογή και την επιβολή της κοινοτικής νομοθεσίας στα πλαίσια της εσωτερικής αγοράς [Επίσημη Εφημερίδα C 179, 01.07.1994].

Ψήφισμα του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, σχετικά με τη σφαιρική προσέγγιση του θέματος της αξιολόγησης της πιστότητας [Επίσημη Εφημερίδα C 010, 16.01.1990].

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 13.12.2006