Πράσινη Βίβλος σχετικά με το τεκμήριο αθωότητας

Η Επιτροπή προωθεί την προσέγγιση των ποινικών διαδικασιών, ιδίως όσον αφορά τις δικονομικές εγγυήσεις. Με την Πράσινη Βίβλο, η Επιτροπή απευθύνεται στους επαγγελματίες της δικαιοσύνης και σε όλους τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για να διαπιστώσει αν η αρχή του τεκμηρίου αθωότητας και των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτό κατανοούνται κατά τον ίδιο τρόπο σε όλα τα κράτη μέλη. Προτείνει τη διασαφήνιση της ερμηνείας που δίνουν τα κράτη μέλη.

ΠΡΑΞΗ

Πράσινη Βίβλος της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 2006, για το τεκμήριο αθωότητας [COM(2006) 174 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

ΣΥΝΟΨΗ

Η Πράσινη Βίβλος αφορά το τεκμήριο αθωότητας και τα δικαιώματα που προκύπτουν από αυτό. Η εν λόγω αρχή αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα τόσο βάσει του διεθνούς δικαίου όσο και σε κοινοτικό επίπεδο το οποίο αναγνωρίζεται, άνευ όρων, σε κάθε κατηγορούμενο ανεξάρτητα από τη φύση της σχετικής δικονομίας.

Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) παρέχει έναν ορισμό του τεκμηρίου αθωότητας, νοουμένου ως δικαιώματος για μια δίκαιη δίκη. Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ορίζει ότι καμία δικαστική αρχή δεν μπορεί να κηρύξει ένοχο έναν κατηγορούμενο πριν διατυπωθεί η ενοχή του ενώπιον δικαστηρίου και επισημαίνει ότι η προφυλάκιση θα πρέπει να παραμείνει μέτρο εφαρμοζόμενο κατ' εξαίρεση.

Η Επιτροπή προσπαθεί να προσδιορίσει τις αποκλίσεις ερμηνείας και εφαρμογής της αρχής του τεκμηρίου αθωότητας στα κράτη μέλη. Προτείνει τον καθορισμό ελάχιστων κοινών κανόνων όσον αφορά την ποινική διαδικασία. Τα μέτρα αυτά θα χρησιμεύσουν για τη μείωση των διαφορών μεταξύ των επιπέδων εγγυήσεων κατά την ποινική δικονομία που παρέχονται σε κάθε κράτος μέλος.

Προσέγγιση των εθνικών νομοθεσιών όσον αφορά τις δικονομικές εγγυήσεις

Η πρωτοβουλία αυτή της Επιτροπής σχετικά με το τεκμήριο αθωότητας εντάσσεται στο πλαίσιο της διαδικασίας εναρμόνισης του ποινικού δικαίου. Μια βάση κοινών κανόνων που στηρίζονται ιδίως στην αμοιβαία αναγνώριση θα πρέπει προοδευτικά να αντικαταστήσει εξ ολοκλήρου το ισχύον καθεστώς της αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής, ειδικότερα για όλα τα θέματα που αφορούν τη διεξαγωγή αποδείξεων συμπεριλαμβανομένου και του τεκμηρίου αθωότητας.

Η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης σημαίνει την εκτέλεση μιας απόφασης που έχει εκδώσει δικαστική αρχή άλλου κράτους μέλους. Γενικά, ένα κράτος μέλος δεν αναγνωρίζει στην επικράτειά του καμία νομική ισχύ στις ποινικές αποφάσεις που εκδίδονται σε άλλο κράτος μέλος. Η ποινική νομοθεσία υπόκειται στην κυριαρχία των κρατών μελών.

Η αμοιβαία αναγνώριση έχει ακριβώς ως στόχο να παράσχει στις αποφάσεις που εκδίδονται σε κράτος μέλος νομική ισχύ σε ολόκληρη την ΕΕ, στο πλαίσιο της δημιουργίας ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά μόνο αν υπάρχει εμπιστοσύνη στα άλλα νομικά συστήματα. Η αμοιβαία αυτή εμπιστοσύνη απορρέει από κοινή αναφορά στα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως επισημαίνεται στην Πράσινη Βίβλο της Επιτροπής για τις δικονομικές εγγυήσεις.

Η αρχή όμως αυτή πόρρω απέχει από το να είναι απόλυτη και προσκρούει στην πράξη σε διάφορους περιορισμούς. Υφίστανται π.χ. σημαντικές διαφορές μεταξύ των επιπέδων ποινών στα κράτη μέλη, οι δε αποφάσεις που λαμβάνονται κατά το προηγούμενο της επιβολής μιας ποινής στάδιο δεν εφαρμόζονται πάντα βάσει κοινών κανόνων ώστε να εξασφαλίζεται ένα κοινό επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε ολόκληρη την ΕΕ.

Εφαρμογή του τεκμηρίου αθωότητας

Η Πράσινη Βίβλος αφορά την αρχή του τεκμηρίου αθωότητας. Η αρχή αυτή εφαρμόζεται κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας. Πολλές αρχές του δικαίου που συνδέονται με το τεκμήριο αθωότητας εμφανίζονται κατά την ποινική διαδικασία, όπως:

Πλαίσιο

Η Επιτροπή κρίνει ότι ο χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, αποτελώντας τμήμα του τρίτου πυλώνα (es de en fr), πρέπει να οικοδομηθεί επί σαφών βάσεων όσον αφορά τα δικαιώματα και τις δικονομικές εγγυήσεις, τα οποία πρέπει να είναι ίδια για όλους. Από τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε, τον Οκτώβριο 1999, η αμοιβαία αναγνώριση των δικαστικών αποφάσεων (es de en fr) θεωρείται ο ακρογωνιαίος λίθος στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας.

Η Επιτροπή συνεχίζει τις εργασίες της για τον προσδιορισμό κοινών δικονομικών κανόνων επιχειρώντας στην εν λόγω Πράσινη Βίβλο να ορίσει το τεκμήριο αθωότητας. Οι απαντήσεις στις ερωτήσεις που περιλαμβάνονται στην Πράσινη Βίβλο αυτή αναμένονταν για τις 9 Ιουνίου 2006, το αργότερο. Καμία πρόταση αμοιβαίας αναγνώρισης των ποινικών αποφάσεων δεν εγκρίθηκε σε συνέχεια της πρόταση απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου του 2004, σχετικά με ορισμένα δικονομικά δικαιώματα που χορηγούνται στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας. Η γερμανική προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπέβαλε, στις 22 Φεβρουαρίου 2007, πρόταση απόφασης στον τομέα του ποινικού δικαίου και δικονομίας. Το κείμενο επικεντρώνεται ουσιαστικά σε τρία θεμελιώδη δικαιώματα που ήδη αναφέρονται στην πρόταση απόφασης-πλαισίου του 2004. Πρόκειται για το δικαίωμα νομικής ενημέρωσης του κατηγορουμένου, το δικαίωμα νομικής συνδρομής και το δικαίωμα συνδρομής διερμηνέως και μετάφρασης των εγγράφων. Πολλά κράτη μέλη, για διάφορους μερικές φορές λόγους, εμφανίζονται επιφυλακτικά όσον αφορά την εναρμόνιση των δικονομικών εγγυήσεων. Ορισμένα κράτη μέλη αντιλαμβάνονται την εναρμόνιση αυτή ως το πρώτο στάδιο για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού ποινικού κώδικα. Το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται η Επιτροπή την οδηγεί στη μελέτη της θέσπισης μιας ενισχυμένης συνεργασίας μάλλον, παρά στον προσανατολισμό της προς την εναρμόνιση των δικονομικών εγγυήσεων.

ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Πρόταση απόφασης πλαισίου του Συμβουλίου, της 28ης Απριλίου 2004, σχετικά με ορισμένα δικονομικά δικαιώματα στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση [COM(2004) 328 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Τάμπερε, το 1999, η Επιτροπή ανέλαβε την υποχρέωση να λάβει μέτρα για την εφαρμογή του προγράμματος μέτρων με στόχο την εφαρμογή της αρχής της αναγνώρισης των ποινικών αποφάσεων. Η παρούσα πρόταση προσανατολίζεται προς αυτή την κατεύθυνση και έχει ως στόχο να καθορίσει ελάχιστους κοινούς κανόνες όσον αφορά ορισμένα δικονομικά δικαιώματα που πρέπει να χορηγούνται στο πλαίσιο των ποινικών διαδικασιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η προσέγγιση αυτή των νομοθεσιών θα ενισχύσει γενικά τα δικαιώματα όλων των υπόπτων και των υπό αμφισβήτηση προσώπων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και θα διευκολύνει την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης. Το κείμενο προβλέπει δικαιώματα που μπορούν να εφαρμοστούν σε ολόκληρη την ποινική διαδικασία, όπως η πρόσβαση στη συνδρομή δικηγόρου καθ' όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, η πρόσβαση σε δωρεάν υπηρεσίες διερμηνέα και μεταφραστή, οι δικονομικές εγγυήσεις για τα άτομα που είναι ανίκανα να κατανοήσουν και να παρακολουθήσουν τη διαδικασία, η ενημέρωση των υπόπτων για τα δικαιώματά τους πριν από την πρώτη ανάκριση. Η πρόταση αυτή αποτελεί επίσης απαραίτητο συμπλήρωμα του ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης.

Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, της 26ης Ιουλίου 2000, για την αμοιβαία αναγνώριση των οριστικών αποφάσεων σε ποινικές υποθέσεις [COM(2000) 495 - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Η παρούσα ανακοίνωση έχει ως άξονα την αμοιβαία αναγνώριση των τελικών αποφάσεων. Παρουσιάζει τη γνώμη της Επιτροπής όσον αφορά την αμοιβαία αναγνώριση και διερευνά τις δυνατότητες εφαρμογής της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης στις οριστικές αποφάσεις σε ποινικές υποθέσεις. Το κείμενο καθορίζει τις διάφορες πτυχές της αμοιβαίας αναγνώρισης και προσδιορίζει τις πτυχές της δικονομίας που απαιτούν ελάχιστους κοινούς κανόνες. Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι ένα από τα μειονεκτήματα που παρουσιάζει το ισχύον καθεστώς σειράς κανόνων στην κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ είναι ότι το καθεστώς αυτό μπορεί να απαιτήσει σημαντικές διαπραγματευτικές προσπάθειες. Η Επιτροπή κρίνει ότι κατά τον τρόπο αυτό δεν θα απαιτείται εξέταση του θέματος των αρμοδιοτήτων για κάθε υπόθεση η οποία μπορεί να εμπλέκει δικαστικές αρχές δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών.

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 30.03.2007