Στόχος 3

Η περιφερειακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει ως κύριο στόχο την οικονομική και κοινωνική συνοχή. Η δράση της βασίζεται στην οικονομική αλληλεγγύη που επιτρέπει τη μεταφορά άνω του 35% του προϋπολογισμού της Ένωσης (213 δισ. ευρώ για την περίοδο 2000-2006 συν 21,74 δισ. ευρώ που εγκρίθηκαν για τα δέκα νέα κράτη μέλη) στις πιο μειονεκτικές περιφέρειες. Κατ' αυτό τον τρόπο, οι αναπτυξιακά καθυστερημένες περιφέρειες της Ένωσης, αυτές που βρίσκονται σε ανασυγκρότηση ή που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες γεωγραφικές, οικονομικές και κοινωνικές καταστάσεις είναι καλύτερα προετοιμασμένες για να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες τους και να επωφεληθούν πλήρως των ευκαιριών της ενιαίας αγοράς.

Η ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της περιφερειακής πολιτικής εξαρτάται από το επίπεδο ανάπτυξης των περιφερειών και από το είδος των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν. Η κανονιστική ρύθμιση των Διαρθρωτικών Ταμείων για την περίοδο 2000-2006 προβλέπει ιδίως την εφαρμογή τριών στόχων προτεραιότητας:

Το παρόν δελτίο αφορά αποκλειστικά το στόχο 3, ενώ οι άλλοι στόχοι αποτελούν αντικείμενο ξεχωριστών δελτίων.

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΕΠΙΛΕΞΙΜΟΤΗΤΑ

Η μεταρρύθμιση των Διαρθρωτικών Ταμείων (es de en fr) του Προγράμματος Δράσης 2000 (es de en fr) συστήνει τη συγκέντρωση των διαρθρωτικών παρεμβάσεων στα πιο σημαντικά προβλήματα ανάπτυξης. Ο νέος στόχος 3 των Διαρθρωτικών Ταμείων για την περίοδο 2000-2006 ενσωματώνει λοιπόν τους πρώην στόχους 3 (καταπολέμηση της μακροχρόνιας ανεργίας, επαγγελματική ένταξη των νέων και των ατόμων που απειλούνται με αποκλεισμό από την αγορά εργασίας) και 4 (προσαρμογή των εργαζομένων στις νέες μορφές οργάνωσης της εργασίας). Αποτελεί το πλαίσιο αναφοράς για το σύνολο των μέτρων που έχουν ληφθεί βάσει του νέου τίτλου για την απασχόληση της συνθήκης του Άμστερνταμ και της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση (es de en fr).

Ο στόχος 3 ενσωματώνει όλες τις δράσεις υπέρ της ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού. Έχει ως στόχο τον εκσυγχρονισμό των πολιτικών και των συστημάτων κατάρτισης καθώς και την προώθηση της απασχόλησης.

Όλες οι περιφέρειες εκτός στόχου 1 είναι επιλέξιμες βάσει του στόχου 3. Όταν πρόκειται για περιφέρειες επιλέξιμες βάσει του στόχου 1, τα μέτρα υπέρ της κατάρτισης και της απασχόλησης περιλαμβάνονται ήδη στα προγράμματα κάλυψης της καθυστέρησης που υπάγονται στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ).

ΕΓΓΡΑΦΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

Ο προγραμματισμός είναι ένα βασικό στοιχείο της εφαρμογής της περιφερειακής πολιτικής της Ένωσης. Σε ένα πρώτο στάδιο, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή σχέδια ανάπτυξης. Τα σχέδια αυτά περιλαμβάνουν ακριβή περιγραφή της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης της χώρας ανά περιφέρεια, περιγραφή της πλέον κατάλληλης στρατηγικής για να επιτευχθούν οι καθορισθέντες στόχοι ανάπτυξης, καθώς και ενδείξεις για τη χρησιμοποίηση και τη μορφή της χρηματοδοτικής συμμετοχής των Διαρθρωτικών Ταμείων.

Τα σχέδια που υποβάλλονται βάσει του στόχου 3 καλύπτουν την επικράτεια ενός κράτους μέλους για χρηματοδοτήσεις εκτός των περιφερειών που αφορά ο στόχος 1. Αποτελούν, για το σύνολο της εθνικής επικράτειας, ένα πλαίσιο αναφοράς όσον αφορά την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού.

Τα κράτη μέλη υποβάλουν στη συνέχεια στο εκτελεστικό όργανο της ΕΕ τα έγγραφα προγραμματισμού. Τα έγγραφα αυτά καλύπτουν την περίοδο 2000-2006 και περιλαμβάνουν τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής. Μπορεί να είναι:

Στο πλαίσιο εξάλλου της εφαρμογής της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση, τα κράτη μέλη εγκρίνουν κάθε έτος τις κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση που καθορίζουν τις προτεραιότητες και τους συγκεκριμένους στόχους για το ερχόμενο έτος στον τομέα της πολιτικής για την απασχόληση. Κάθε κράτος μέλος θέτει σε εφαρμογή τις κατευθυντήριες γραμμές βάσει των εθνικών πολιτικών για την απασχόληση μέσω των εθνικών σχεδίων δράσης (ΕΣΔ) (DE) (EN) (FR). Κατόπιν, οι εθνικές αυτές πολιτικές αποτελούν αντικείμενο ελέγχου και ετήσιας αξιολόγησης εκ μέρους της Επιτροπής και των κρατών μελών.

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Χρηματοδοτικά μέσα

Για την περίοδο 2000-2006, το κονδύλιο για τα Διαρθρωτικά Ταμεία ανέρχεται σε 195 δισ. ευρώ (υποχρεώσεις σε τιμές 1999) στις οποίες προστίθενται 14,15 δισ. που προορίζονται για τα νέα κράτη μέλη. Για το στόχο 3 διατίθενται 24,05 δισ. ευρώ για 7 έτη (12,3% του συνόλου) για τα κράτη της ΕΕ των 15 και 0,11 δισ. ευρώ για την περίοδο μεταξύ 1ης Μαΐου και 31ης Ιανουαρίου 2006 για τα νέα κράτη μέλη (0,79% του συνόλου) που βαρύνουν αποκλειστικά το ΕΚΤ.

Η απόφαση 1999/505/ΕΚ [C(1999)1774 - Επίσημη Εφημερίδα L 194 της 27.7.1999] της Επιτροπής και η πράξη σχετικά με τους όρους προσχώρησης στην ΕΕ των δέκα νέων κρατών μελών καθορίζουν ενδεικτική κατανομή ανά κράτος μέλος των πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων βάσει του στόχου 3 των Διαρθρωτικών Ταμείων. Για την περίοδο 2000 έως 2006, η κατανομή αυτή είναι η ακόλουθη:

Κράτος μέλος

Στόχος 3(εκατ. ευρώ)

Αυστρία

528

Βέλγιο

737

Γαλλία

4.540

Γερμανία

4.581

Δανία

365

Ευρωπαϊκή Ένωση

24.050

Ηνωμένο Βασίλειο

4.568

Ισπανία

2.140

Ιταλία

3.744

Κάτω Χώρες

1.686

Κύπρος

19,5

Λουξεμβούργο

38

Σλοβακία

39,9

Σουηδία

720

Τσεχική Δημοκρατία

52,2

Φινλανδία

403

Τα άλλα κράτη μέλη δεν συμμετέχουν στο στόχο 3 για την περίοδο 2000-2006, εφόσον το σύνολο της επικράτειάς τους είναι επιλέξιμο βάσει του στόχου 1.

Συμμετοχή των Ταμείων

Κατά γενικό κανόνα, η συμμετοχή των Διαρθρωτικών Ταμείων βάσει του στόχου 3 υπόκειται στα ακόλουθα ανώτατα όρια: 50% κατ' ανώτατο όριο του επιλέξιμου συνολικού κόστους και τουλάχιστον 25% των επιλέξιμων δημόσιων δαπανών. Επειδή μόνο το ΕΚΤ συμμετέχει στη χρηματοδότηση του στόχου 3, τα ποσοστά συμμετοχής μπορούν να είναι υψηλότερα στις περιοχές τις οποίες αφορά ο στόχος 2 απ' ό,τι στις άλλες περιοχές.

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 01.08.2005