Εσθονία

1) ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Γνώμη της Επιτροπής [COM(97) 2006 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Έκθεση της Επιτροπής [COM(98) 702 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Έκθεση της Επιτροπής [COM(99) 504 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Έκθεση της Επιτροπής [COM (2000)704 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Έκθεση της Επιτροπής [COM (2000)700 τελικό - SEC(2001) 1747 - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Έκθεση της Επιτροπής [COM (2000)700 τελικό - SEC(2001) 1403 - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Συνθήκη προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση [Επίσημη Εφημερίδα L 236 της 23.09.2003]

2) ΣΥΝΟΨΗ

Στη γνώμη που δημοσίευσε τον Ιούλιο 1997, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε ότι, παρά την αξιοσημείωτη πρόοδο που σημειώθηκε στον τομέα αυτό, ιδίως όσον αφορά τους μεθοριακούς ελέγχους, η Εσθονία όφειλε να καταβάλει μεγάλες προσπάθειες, προκειμένου να βρεθεί μεσοπρόθεσμα στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στους τομείς της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων. Επίσης καλούσε την Εσθονία να χειρίζεται με μεγαλύτερη σύνεση τα ζητήματα που αφορούν τους πρόσφυγες και όσους ζητούν άσυλο και να καταπολεμήσει αποτελεσματικότερα το οργανωμένο έγκλημα και τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ξέπλυμα χρημάτων).

Στην έκθεση του Νοεμβρίου 1998 διαπιστωνόταν ότι η Εσθονία είχε καταβάλει αξιόλογες προσπάθειες στον τομέα της μετανάστευσης, των μεθοριακών ελέγχων και της χορήγησης ασύλου παρόλο που, σε αυτό το σημείο, απόμεναν να ληφθούν μέτρα εφαρμογής. Είχε επίσης πραγματοποιηθεί σημαντικό έργο όσον αφορά την οργάνωση της αστυνομίας. Σε σχέση με την καταπολέμηση των ναρκωτικών και του οργανωμένου εγκλήματος, απαιτούνται σημαντικές προσπάθειες προκειμένου η Εσθονία να υιοθετήσει τις αναγκαίες διεθνείς και εθνικές νομικές πράξεις. Η Εσθονία θα πρέπει επίσης να συνεχίσει τις προσπάθειές της για την καταπολέμηση της διαφθοράς.

Στην έκθεση του Οκτωβρίου 1999 κρίθηκε ότι η Εσθονία τήρησε τις περισσότερες συστάσεις που διατυπώθηκαν στην έκθεση του 1998. Η επαναδιοργάνωση της αστυνομίας θα αποτέλούσε σημαντική πρόοδο αν ακολουθείτο από την ανάπτυξη της κατάρτισης και τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Η Εσθονία έπρεπε επίσης να ολοκληρώσει τη διαδικασία ευθυγράμμισης με το κοινοτικό κεκτημένο της διαχείρισης και του ελέγχου των ανατολικών της συνόρων, ιδίως με την ανάπτυξη υποδομών και εξοπλισμών. Απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή όσον αφορά τα ναρκωτικά και τη διαφθορά.

Στην έκθεση του Νοεμβρίου 2000, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι είχε σημειωθεί σημαντική πρόοδος στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων. Ωστόσο, έπρεπε να συνεχισθούν οι προσπάθειες για να ευθυγραμμιστεί η εσθονική νομοθεσία με το κεκτημένο στον τομέα της καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος, του λαθρεμπορίου ναρκωτικών, της καταπολέμησης της διαφθοράς των αστυνομικών του ελέγχου των συνόρων.

Στην έκθεση του Νοεμβρίου 2001 διαπιστώθηκε ότι η Εσθονία πραγματοποίησε σημαντικά βήματα στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων.

Στην έκθεση του Νοεμβρίου 2002, η Επιτροπή αναγνώρισε ότι η Εσθονία σημείωσε νέα πρόοδο στούς τομείς της προστασίας δεδομένων, του ελέγχου στα σύνορα, των θεωρήσεων, της μετανάστευσης καθώς και της αστυνομικής και δικαστικής συνεργασίας. Σε γενικές γραμμές, η προσέγγιση της νομοθεσίας έχει προχωρήσει σχετικά καλά και συνεχίζεται.

Η συνθήκη προσχώρησης υπογράφηκε στις 16 Απριλίου 2003 και η προσχώρηση πραγματοποιήθηκε την 1η Μαΐου 2004.

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΚΕΚΤΗΜΕΝΟ

Ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων

Η αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής όλων των ευρωπαίων πολιτών προβλέπεται από το άρθρο 14 (πρώην άρθρο 7Α της συνθήκης, καθώς και από τις διατάξεις που αφορούν την ευρωπαϊκή ιθαγένεια (άρθρο 18, πρώην άρθρο 8Α). Η συνθήκη του Μάαστριχτ είχε τοποθετήσει ανάμεσα στα ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος για τα κράτη μέλη την πολιτική ασύλου, τη διάβαση των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης και την πολιτική μετανάστευσης. Η συνθήκη του Άμστερνταμ, η οποία άρχισε να ισχύει την 1η Μαΐου 1999, περιέλαβε τα εν λόγω ζητήματα στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚ (άρθρα 61 έως 69), προβλέποντας ωστόσο πενταετή μεταβατική περίοδο πριν εφαρμοσθούν πλήρως οι κοινοτικές διαδικασίες. Απώτερο στόχο αποτελεί η δημιουργία ενός «χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης» χωρίς έλεγχο των προσώπων στα εσωτερικά σύνορα, ανεξάρτητα από την εθνικότητά τους. Παράλληλα, πρέπει να εφαρμοστούν κοινοί κανόνες όσον αφορά τους ελέγχους στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης, τις θεωρήσεις, την πολιτική ασύλου και μετανάστευσης. Το σχέδιο δράσης του Συμβουλίου και της Επιτροπής της 3ης Δεκεμβρίου 1998 καθορίζει ένα χρονοδιάγραμμα των μέτρων που πρέπει να θεσπιστούν για την επίτευξη των ανωτέρω στόχων στην επόμενη πενταετία, ένα χρονοδιάγραμμα το οποίο προσδιορίστηκε τον Μάρτιο 2000.

Ορισμένα κράτη μέλη εφαρμόζουν ήδη τους κοινούς κανόνες στους εν λόγω τομείς μέσω των συμφωνιών του Σένγκεν, η πρώτη από τις οποίες υπογράφηκε το 1985. Αυτές οι διακυβερνητικές συμφωνίες εντάχθηκαν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά τη θέση σε ισχύ της συνθήκης του Άμστερνταμ και αποτελούν πλέον μέρος του κοινοτικού κεκτημένου το οποίο πρέπει να υιοθετήσουν οι υποψήφιες χώρες.

Η Εσθονία δήλωσε ότι επιθυμεί να συμμορφωθεί προς τις διατάξεις της συμφωνίας του Σένγκεν. Έχει ξεκινήσει τη σχετική προετοιμασία και ζήτησε τη συνδρομή των κρατών μελών σχετικά, ιδίως όσον αφορά την ενίσχυση των ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα.

Η πολιτική ασύλου

Η ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου, που αποτελεί θέμα κοινού ενδιαφέροντος για τα κράτη μέλη μετά από την εφαρμογή της Συνθήκης του Μάαστριχτ, βασίζεται ουσιαστικά σε μέσα χωρίς νομική ισχύ, όπως, παραδείγματος χάριν, τα ψηφίσματα του Λονδίνου του 1992 για τις εμφανώς αβάσιμες αιτήσεις παροχής ασύλου και η αρχή της «τρίτης χώρας υποδοχής», ή σε διεθνείς συμβάσεις όπως η Σύμβαση της Γενεύης του 1951, σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων.

Στο πλαίσιο των συμφωνιών του Σένγκεν, τα κράτη μέλη υπέγραψαν στις 15 Ιουνίου 1990 τη Σύμβαση του Δουβλίνου, η οποία άρχισε να ισχύει την 1η Σεπτεμβρίου του 1997, σχετικά με τον καθορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου, η οποία υποβάλλεται σε ένα από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το εν λόγω ζήτημα δεν είχε ρυθμιστεί από τη Σύμβαση της Γενεύης. Στη συνέχεια εγκρίθηκαν διάφορα μέτρα εφαρμογής από την επιτροπή που συστάθηκε από τη σύμβαση αυτή.

Εκτός από το σχέδιο δράσης της 3ης Δεκεμβρίου 1998 της Επιτροπής και του Συμβουλίου, απαιτείται συνολική στρατηγική. Το Συμβούλιο δημιούργησε, συνεπώς, «task force» για το άσυλο και τη μετανάστευση προκειμένου να καλυφθεί η ανάγκη αυτή.

Η πολιτική μετανάστευσης

Θέμα κοινού ενδιαφέροντος μετά από τη συνθήκη του Μάαστριχτ που εμπίπτει στο πεδίο της διακυβερνητικής συνεργασίας στον τομέα των εσωτερικών υποθέσεων, δεν υφίσταται ακόμη ως ευρωπαϊκή πολιτική. Δεν έχει θεσπισθεί κανένας κανόνας όσον αφορά την είσοδο στο έδαφος και τη διαμονή των υπηκόων τρίτων χωρών. Εντούτοις, το σχέδιο δράσης της 3ης Δεκεμβρίου 1998 προβλέπει την έγκριση ειδικών μέτρων στον εν λόγω τομέα.

Η δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις

Λίγα μέτρα έχουν θεσπιστεί στον τομέα αυτόν, στον οποίο η ΕΕ μπορεί να ενεργήσει μετά τη συνθήκη του Μάαστριχτ. Το σημαντικότερο, μέχρι σήμερα, είναι η Σύμβαση για την επίδοση και κοινοποίηση δικαστικών πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις στην ΕΕ, Σύμβαση που μεταφέρθηκε υπό την μορφή κοινοτικού κανονισμού τον Μάιο του 2000. Τα κυριότερα μέσα που διευκολύνουν τη δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις καταρτίστηκαν σε διεθνές επίπεδο (συμβάσεις των Βρυξελλών και της Ρώμης, για παράδειγμα).

Η θέσπιση νέων κανόνων προβλέπεται επίσης από το σχέδιο δράσης της 3ης Δεκεμβρίου του 1998 του Συμβουλίου και της Επιτροπής.

Αστυνομική, τελωνειακή και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις

Το κεκτημένο στους εν λόγω τομείς απορρέει κυρίως από το πλαίσιο συνεργασίας που έχει οριστεί στον τίτλο VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή « τρίτο πυλώνα ». Η συνθήκη του Άμστερνταμ τροποποίησε τις σχετικές δικαστικές διατάξεις. Στο εξής, ο τίτλος VI αφορά κυρίως την αστυνομική συνεργασία, την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, την καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών, την καταπολέμηση της διαφθοράς και της απάτης, τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και την τελωνειακή συνεργασία. Διατηρεί τις ίδιες διακυβερνητικές διαδικασίες που θεσπίστηκαν με τη συνθήκη του Μάαστριχτ το 1993.

Το κεκτημένο σε θέματα δικαιοσύνης και εσωτερικών υποθέσεων προϋποθέτει υψηλό βαθμό συγκεκριμένης συνεργασίας ανάμεσα στις διοικήσεις, καθώς και τη θέσπιση ρυθμίσεων και την πραγματική εφαρμογή τους. Για τον σκοπό αυτό, το πρώτο πρόγραμμα «Octopus» χρηματοδοτήθηκε μεταξύ 1996 και 1998 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο της Ευρώπης. Στόχος του «Octopus ΙΙ» (1999-2000) είναι να διευκολύνει την έγκριση νέων νομοθετικών και συνταγματικών μέτρων από τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης καθώς και από ορισμένα νέα ανεξάρτητα κράτη, κατά το πρότυπο των κανόνων που ισχύουν στην ΕΕ, με την παροχή κατάρτισης και συνδρομής σε όλους τους αρμοδίους για την καταπολέμηση της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος. Εξάλλου, στις 28 Μαΐου 1998 υπογράφηκε σύμφωνο για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος ανάμεσα στην ΕΕ και τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (ΧΚΑΕ).

Στο εσωτερικό της Ένωσης, το σχέδιο δράσης του Συμβουλίου και της Επιτροπής της 3ης Δεκεμβρίου 1998 αναφέρει τα διάφορα μέτρα που θα πρέπει να εγκριθούν βραχυπρόθεσμα (εντός διετίας) και μεσοπρόθεσμα (εντός πενταετίας) για τη δημιουργία πραγματικού χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Μεταξύ αυτών, σημειώνεται η ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Europol), η οργάνωση των σχέσεων ανάμεσα στην υπηρεσία και τις δικαστικές αρχές των κρατών μελών, η ένταξη του κεκτημένου του Σένγκεν σε θέματα αστυνομικής και τελωνειακής συνεργασίας και η οργάνωση της συλλογής και της αποθήκευσης των αναγκαίων πληροφοριών όσον αφορά τη διασυνοριακή εγκληματικότητα.

Η ευρωπαϊκή συμφωνία σύνδεσης και το Λευκό Βιβλίο για τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και την εσωτερική αγορά

Η ευρωπαϊκή συμφωνία σύνδεσης με την Εσθονία περιλαμβάνει διατάξεις για συνεργασία στον τομέα της καταπολέμησης της τοξικομανίας και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.

Το Λευκό Βιβλίο για τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και την εσωτερική αγορά δεν ασχολείται άμεσα με τον τρίτο πυλώνα, αναφέρεται όμως σε ζητήματα όπως η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και η ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων, τα οποία συνδέονται στενά με τον προβληματισμό σχετικά με τον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Η Εσθονία κύρωσε, στις 20 Νοεμβρίου 2001, τη σύμβαση για την προστασία των προσώπων έναντι της αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που άρχισε να ισχύει τον Μάρτιο 2002. Η αστυνομία πρέπει να συμμορφωθεί προς τη σύσταση του Συμβουλίου της Ευρώπης όσον αφορά τη χρησιμοποίηση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον αστυνομικό τομέα.

Υπήρξε σημαντική πρόοδος στη πολιτική θεωρήσεων. Όσον αφορά τις διοικητικές δυνατότητες, η Εσθονία σημείωσε πρόοδο χάρη στη θέσπιση ενός νέου εθνικού μητρώου θεωρήσεων εν σειρά, που επιτρέπει όλες οι αιτήσεις έκδοσης θεωρήσεων που υποβάλλονται στις ξένες αντιπροσωπίες στην Εσθονία να διεκπεραιώνονται μέσω του μητρώου των θεωρήσεων.

Ενόψει της προσχώρησης η χώρα πρέπει ακόμα να προβεί στην ευθυγράμμιση του καταλόγου της Ευρωπαϊκής Ένωσης των χωρών οι υπήκοοι των οποίων εξαιρούνται της υποχρέωσης θεώρησης, ειδικότερα με τη σύναψη συμφωνιών εξαίρεσης.

Τον Ιούλιο 2001, η κυβέρνηση ενέκρινε σχέδιο δράσης «Σένγκεν». Σύμφωνα με το σχέδιο αυτό, η Εσθονία συνεχίζει την προετοιμασία της για τη συμμετοχή της στο σύστημα πληροφόρησης του Σένγκεν (SIS II). Γενικά, η χώρα πρέπει να συνεχίσει τις προσπάθειές της για την εφαρμογή ολόκληρου του κεκτημένου του Σένγκεν, επικαιροποιώντας το σημερινό σχέδιο. Ελλείπει ακόμα μια διεξοδική στρατηγική Σένγκεν.

Ο έλεγχος των εξωτερικών συνόρων διενεργείται κατά τρόπο ικανοποιητικό. Εντούτοις, είναι αναγκαίο να ενισχυθεί περαιτέρω ο έλεγχος βελτιώνοντας τον εξοπλισμό, την κατάρτιση και τις υποδομές καθώς και τους όρους διαβίωσης του προσωπικού της μεθοριακής φρουράς. Εξάλλου, πρέπει να επιταχυνθεί η σύσταση και η εφαρμογή του συστήματος παρακολούθησης του θαλασσίου χώρου. Τον Δεκέμβριο 2001, το Κοινοβούλιο κύρωσε τη σύμβαση που αποβλέπει στη διευκόλυνση της διεθνούς θαλάσσισας συγκοινωνίας.

Όσον αφορά την μετανάστευση, πρέπει να σημειωθεί περαιτέρω πρόοδος, ειδικότερα σχετικά με τη λαθρομετανάστευση. Εντούτοις, κατά τη διάρκεια του 2001, το εσθονιακό κοινοβούλιο θέσπισε τροποποιήσεις στη νομοθεσία για τους αλλοδαπούς, τους πρόσφυγες, την υποχρέωση εγκατάλειψης του εδάφους, την απαγόρευση εισόδου στη χώρα και για τα έγγραφα ταυτότητας. Τον Ιούνιο θεσπίστηκε η αναθεώρηση του νόμου περί αλλοδαπών σχετικά με την οικογενειακή επανένωση.

Τον Φεβρουάριο 2002 άρχισε να λειτουργεί μια ειδική υπηρεσία του Γραφείου Ιθαγένειας και Μεταναστεύσεων, επιφορτισμένη με τις θεωρήσεις και την πάταξη της λαθρομετανάστευσης. Όσον αφορά τις συμφωνίες επανεισδοχής, τον Ιούνιο 2002 η Εσθονία προέβη στη σύναψή τους με 33 χώρες. Η χώρα θα πρέπει εντούτοις να συνεχίσει τις προσπάθειες σύναψης συμφωνιών με τρίτες χώρες που παρουσιάζουν το ενδεχόμενο να αποτελέσουν πηγή λαθρομετανάστευσης.

Ακόμα και αν οι αιτήσεις χορήγησης ασύλου παραμένουν ολίγες στην Εσθονία, το Κοινοβούλιο τροποποίησε, τον Ιανουάριο 2001 και τον Μάιο 2002, τη νομοθεσία για τους πρόσφυγες. Πρέπει να συνεχιστεί η ευθυγράμμιση της νομοθεσίας. Τον Φεβρουάριο 2002 δημιουργήθηκε μια υπηρεσία επιφορτισμένη με το θέμα των προσφύγων. Πρέπει να βελτιωθούν τα μέτρα ένταξης των προσφύγων, π.χ. οι όροι για την οικογενειακή επανένωση και η πρόσβαση σε μόνιμη άδεια διαμονής.

Όσον αφορά την αστυνομική συνεργασία και την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, στους τομείς αυτούς σημειώθηκε πρόοδος (ευθυγράμμιση της νομοθεσίας, κατάρτιση, διεθνής συνεργασία κ.λπ.). Τον Οκτώβριο 2002 θεσπίστηκε η συμφωνία συνεργασίας μεταξύ Εσθονίας και Europol. Η χώρα υπέγραψε, άλλα δεν έχει ακόμα κυρώσει, τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών του 2002 για το διεθνικό οργανωμένο έγκλημα. Απομένει ωσαύτως να υπογραφεί και να κυρωθεί το δεύτερο πρωτόκολλο συμπληρωματικό προς την ευρωπαϊκή σύμβαση δικαστικής συνεργασίας σε ποινικά θέματα.

Ως προς την εφαρμογή, η Επιτροπή προτείνει να προωθηθεί η κατάρτιση των αστυνομικών και η ενίσχυση του δυναμικού τους, ώστε να είναι δυνατός ο αποτελεσματικότερος χειρισμός ορισμένων ειδικών προβλημάτων, όπως τα οικονομικά εγκλήματα ή η χρήση ναρκωτικών. Από το 2002 λειτουργεί ένα ηλεκτρονικό σύστημα καταγραφής των ποινικών πράξεων (POLIS) σε όλα τα αστυνομικά καταστήματα.

Νέα πρόοδος πρέεπι να σημειωθεί στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, χάρη στην κύρωση πολλών διεθνών μέσων, και συγκεκριμένα:

Τον Ιούνιο 2001, το εσθονικό Κοινοβούλιο θέσπισε τον νέο ποινικό κώδικα που αποβλέπει στην ευθυγράμμιση της εθνικής νομοθεσίας προς το κεκτημένο όσον αφορά την καταπολέμηση της απάτης και της διαφθοράς και τη νομιμοποίηση προσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Πρέπει να γίνουν προπαρασκευαστικές ενέργειες ενόψει της κύρωσης της σύμβασης του 1995 για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Τον Δεκέμβριο 2001, η Εσθονία κύρωσε την ποινική σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη δωροδοκία.

Όσον αφορά τη νομιμοποίηση προσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η νομοθεσία είναι σε μεγάλο βαθμό ευθυγραμμισμένη προς το κεκτημένο, αλλά είναι αναγκαίο να συνεχισθούν τα μέτρα κατάρτισης της υπηρεσίας οικονομικής πληροφόρησης, των υπηρεσιών οικονομικού εγκλήματος της αστυνομίας, των εισαγγελέων, των τελωνειακών, των τραπεζικών διευθυντών και υπαλλήλων.

Σχετικά με την καταπολέμηση των ναρκωτικών, η Εσθονία κύρωσε τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών και κατέστησε αυστηρότερες τις ποινές που προβλέπονται για εγκλήματα συνδεόμενα με τα ναρκωτικά. Επιπλέον, στην αστυνομία συστάθηκαν ειδικές ομάδες για την καταπολέμηση των ναρκωτικών. Η νομοθεσία είναι σε μεγάλο βαθμό ευθυγραμμισμένη προς το κεκτημένο. Η καταπολέμηση των ναρκωτικών προχωρά χάρη στη εφαρμογή της σχετικής εθνικής στρατηγικής και την ενίσχυση των διοικητικών οργάνων που συμμετέχουν στην εν λόγω εφαρμογή. Τον Ιούλιο 2001, συστάθηκε το εσθονικό κέντρο ελέγχου των ναρκωτικών, το οποίο παίζει επί πλέον τον ρόλο του εθνικού κέντρου συγκέντρωσης στο ευρωπαϊκό δίκτυο πληροφόρησης σχετικά με τα ναρκωτικά και την τοξικομανία (REITOX). Εντούτοις, πρέπει να βελτιωθεί το δυναμικό για την καταπολέμηση των ναρκωτικών με την ενίσχυση του διοικητικού και επιχειρησιακού δυναμικού των οργάνων που είναι επιφορτισμένα με την εφαρμογή του νόμου, ειδικότερα της αστυνομίας και των τελωνείων.

Στον τομέα της τελωνειακής συνεργασίας προχώρησε αισθητά η μεταφορά της νομοθεσίας στο εθνικό δίκαιο. Πρέπει να καταβληθούν συμπληρωματικές προσπάθειες ενόψει της εφαρμογής, από την προσχώρηση της Εσθονίας, της σύμβασης του 1977 για την αμοιβαία βοήθεια και συνεργασία μεταξύ των τελωνειακών υπηρεσιών (Naples II) και της σύμβασης SID (χρησιμοποίηση της πληροφορικής στον τομέα των τελωνείων). Εξάλλου, πρέπει να ενισχυθεί το διοικητικό δυναμικό των τελωνείων, εξασφαλίζοντας επαρκή προσωπικό και εξοπλισμό.

Όσον αφορά τη δικαστική συνεργασία, η Εσθονία κύρωσε, κατά τη διάρκεια του 2001,

Νέα πρόοδος αναφέρθηκε ως προς τα αστικά θέματα: τον Ιούνιο 2002, η Εσθονία κύρωσε τη σύμβαση της Χάγης του 1996 σχετικά με την αρμοδιότητα, την εφαρμοζόμενη νομοθεσία, την αναγνώριση, την εκτέλεση και τη συνεργασία όσον αφορά τη γονική ευθύνη και τα μέτρα προστασίας των παιδιών

Όσον αφορά την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, από την κύρωση της σύμβασης για την προστασία των ατόμων από την αυτόματη επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, η Εσθονία έχει προβεί στην κύρωση όλων των νομικών μέσων.

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 12.09.2005