Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η μελλοντική διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη απαιτεί την αναθεώρηση της λειτουργίας των ευρωπαϊκών οργάνων. Πράγματι, η σημερινή διάρθρωση είναι το κληρονόμημα της οργάνωσης που είχε προβλεφθεί για έξι κράτη μέλη και, παρά τις προσαρμογές που έγιναν προκειμένου να ληφθεί υπόψη η προσχώρηση των νέων κρατών μελών, λειτουργεί ακόμη βάσει των ιδίων θεσμικών αρχών.

Η διακυβερνητική διάσκεψη που επεξεργάστηκε τη συνθήκη του Άμστερνταμ επιθυμούσε να βελτιώσει τη δημοκρατική νομιμότητα των ευρωπαϊκών οργάνων και να ενισχύσει την αποτελεσματικότητα του θεσμικού συστήματος ενόψει της διεύρυνσης. Η ενίσχυση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μετά τη θέση σε ισχύ της συνθήκης του Άμστερνταμ, επιτρέπει να προωθηθεί ο πρώτος στόχος. Ωστόσο, θα πρέπει να συγκληθεί μια νέα διακυβερνητική διάσκεψη προκειμένου να προετοιμαστούν τα θεσμικά όργανα για την προσχώρηση νέων μελών, όπως προβλέπεται στο πρωτόκολλο προσηρτημένο στις συνθήκες.

Οι εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,ενισχύονται στο πλαίσιο της διαδικασίας λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πράγματι, ο αριθμός των νομοθετικών διαδικασιών μειώθηκε, και απλουστεύθηκε η λειτουργία τους. Η νέα συνθήκη προβλέπει την κατάργηση της διαδικασίας συνεργασίας και τη σημαντική επέκταση της διαδικασίας συναπόφασης, γεγονός που τοποθετεί το Κοινοβούλιο στη θέση πραγματικού συνομοθέτη μαζί με το Συμβούλιο.

Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΥΝΑΠΟΦΑΣΗΣ

Επέκταση της συναπόφασης

Το πεδίο εφαρμογής της διαδικασίας συναπόφασης διευρύνεται σημαντικά. Για τους τομείς όπου εφαρμόζεται η ειδική πλειοψηφία και εκείνους που πρωτοεμφανίζονται στη νέα συνθήκη, η διαδικασία συνάποφασης μεταξύ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου γίνεται ο γενικός κανόνας (εκτός από τον τομέα της γεωργίας για τον οποίο το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία και απαιτείται μόνο διαβούλευση με το Κοινοβούλιο). Η συναπόφαση εφαρμόζεται επίσης σε ορισμένους τομείς που αποφασίζονται με ομοφωνία από το Συμβούλιο. Η διαδικασία συνεργασίας εφαρμόζεται μόνο σε ορισμένες αποφάσεις που αφορούν την Οικονομική και Νομισματική Ένωση.

Ειδικότερα, η διαδικασία συναπόφασης επεκτείνεται στους ακόλουθους τομείς της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (τα άρθρα εντός των παρενθέσεων αντιστοιχούν στη νέα αρίθμηση):

Απλοποίηση της διαδικασίας συναπόφασης

Η διαδικασία που καθιερώθηκε από τη συνθήκη του Μάαστριχ περιελάμβανε μέχρι τρεις αναγνώσεις του Συμβουλίου σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ αυτού και του Κοινοβουλίου. Εάν, μετά τη δεύτερη ανάγνωση της πρότασης πράξεως, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν θα μπορούσαν να καταλήξουν σε συμφωνία, το Συμβούλιο μπορούσε να επιβεβαιώσει την κοινή του θέση στην τρίτη ανάγνωση. Το κείμενο θεσπιζόταν στη συνέχεια, εκτός εάν το Κοινοβούλιο το απέρριπτε με απόλυτη πλειοψηφία των μελών του. Δεδομένης της δυσκολίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να συγκεντρώσει απόλυτη πλειοψηφία, το Συμβούλιο είχε πρωτεύοντα ρόλο στη νομοθετική διαδικασία.

Η δυνατότητα προσφυγής σε τρίτη ανάγνωση στο πλαίσιο του Συμβουλίου καταργήθηκε από τη συνθήκη του Άμστερνταμ. Η διαδικασία έτσι συντομεύθηκε και στην περίπτωση που δεν επιτυγχάνεται συμβιβασμός μεταξύ των δύο οργάνων, το προτεινόμενο μέτρο απορρίπτεται. Το Κοινοβούλιο αναγνωρίζεται ως συννομοθέτης δεδομένου ότι το Συμβούλιο θα πρέπει να καταλήξει σε συμβιβασμό εάν θέλει να θεσπισθεί το εν λόγω μέτρο.

Εξάλλου, η σχετική δήλωση της διακυβερνητικής διάσκεψης καλεί τα ενδιαφερόμενα όργανα (Κοινοβούλιο, Συμβούλιο και Επιτροπή) να τηρούν τις προθεσμίες που ορίζει το άρθρο 251 (πρώην άρθρο 189 Β): η πραγματική προθεσμία μεταξύ της δεύτερης ανάγνωσης του Κοινοβουλίου και της ολοκλήρωσης των εργασιών της επιτροπής συνδιαλλαγής δεν πρέπει να υπερβαίνει τους εννέα μήνες.

Η ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Η συνθήκη του Άμστερνταμ καθορίζει το ανώτατο μέγεθος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,. Ο αριθμός των μελών του δεν θα υπερβαίνει τα 700, ακόμη και μετά τη διεύρυνσητης Ένωσης στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα καταρτίσει σχέδιο όσον αφορά τη διεξαγωγή εκλογών με άμεση και καθολική ψηφοφορία με ενιαία διαδικασία σε όλα τα κράτη μέλη ή σύμφωνα με κοινές αρχές που θα ακολουθούν τα κράτη μέλη.

Το Κοινοβούλιο, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής και την ομόφωνη έγκριση του Συμβουλίου, θα θεσπίσει ένα καταστατικό για τα μέλη του.

Ο ρόλος του Κοινοβουλίου στη διαδικασία διορισμού των μελών της Επιτροπής ενισχύθηκε. Η διαδικασία έγκρισης που ενσωματώνεται στη συνθήκη του Μάαστριχτ τροποποιήθηκε . Το Κοινοβούλιο εγκρίνει την επιλογή των κρατών μελών για τον Πρόεδρο της Επιτροπής και μετά εγκρίνει όλα τα μέλη της μελλοντικής επιτροπής που διορίζονται με κοινή συμφωνία από τα κράτη μέλη και τον πρόεδρο.

Το πρωτόκολλο σχετικά με τον καθορισμό της έδρας των οργάνων θα προσαρτηθεί στις συνθήκες. Επιβεβαιώνει τη συμφωνία που επιτεύχθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Εδιμβούργου (Δεκέμβριος 1992) και αναφέρει ότι το Κοινοβούλιο θα έχει την έδρα του "στο Στρασβούργο όπου λαμβάνουν χώρα οι 12 μηνιαίες περίοδοι συνόδου της ολομέλειας, συμπεριλαμβανομένης της συνόδου για τον προϋπολογισμό". Οι περίοδοι των πρόσθετων συνόδων της ολομέλειας όπως και οι συνεδριάσεις των διαφόρων επιτροπών του Κοινοβουλίου πραγματοποιούνται στις Βρυξέλλες. "Η Γενική Γραμματεία του Κοινοβουλίου και οι υπηρεσίες της παραμένουν στο Λουξεμβούργο".