ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 163

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

57ό έτος
29 Μαΐου 2014


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 542/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 όσον αφορά τους κανόνες που εφαρμόζονται στο Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και στο Δικαστήριο της Μπενελούξ

1

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 543/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, που τροποποιεί την απόφαση 2005/681/ΔΕΥ του Συμβουλίου για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Ακαδημίας (ΕΑΑ)

5

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 544/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 302/2009 του Συμβουλίου για τη θέσπιση πολυετούς σχεδίου αποκατάστασης του τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο

7

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 545/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου για τη διενέργεια δειγματοληπτικής Έρευνας Εργατικού Δυναμικού στην Κοινότητα ( 1 )

10

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 546/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 718/1999 του Συμβουλίου σχετικά με μια πολιτική ρύθμισης της μεταφορικής ικανότητας των κοινοτικών στόλων στην εσωτερική ναυσιπλοΐα για την προώθηση των μεταφορών διά της πλωτής οδού

15

 

*

Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 547/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης

18

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις των οποίων οι τίτλοι έχουν τυπωθεί με λευκά στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

29.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 163/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 542/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Μαΐου 2014

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 όσον αφορά τους κανόνες που εφαρμόζονται στο Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και στο Δικαστήριο της Μπενελούξ

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 81 παράγραφος 2 στοιχεία α), γ) και ε),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 19 Φεβρουαρίου 2013, το Βασίλειο του Βελγίου, η Δημοκρατία της Βουλγαρίας, η Τσεχική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Δανίας, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η Δημοκρατία της Εσθονίας, η Ιρλανδία, η Ελληνική Δημοκρατία, η Γαλλική Δημοκρατία, η Ιταλική Δημοκρατία, η Κυπριακή Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Λετονίας, η Δημοκρατία της Λιθουανίας, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, η Ουγγαρία, η Δημοκρατία της Μάλτας, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, η Δημοκρατία της Αυστρίας, η Πορτογαλική Δημοκρατία, η Ρουμανία, η Δημοκρατία της Σλοβενίας, η Σλοβακική Δημοκρατία, η Δημοκρατία της Φινλανδίας, το Βασίλειο της Σουηδίας και το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας υπέγραψαν συμφωνία για το Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας (3) («συμφωνία για το ΕΔΔΕ»). Η συμφωνία για το ΕΔΔΕ προβλέπει ότι δεν πρόκειται να τεθεί σε ισχύ πριν από την πρώτη ημέρα του τέταρτου μήνα μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος των τροποποιήσεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) που αφορούν τη σχέση του εν λόγω κανονισμού με τη συμφωνία για το ΕΔΔΕ.

(2)

Στις 15 Οκτωβρίου 2012, το Βασίλειο του Βελγίου, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου και το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, συμβαλλόμενα μέρη της Συνθήκης της 31ης Μαρτίου 1965 σχετικά με τη σύσταση και τον οργανισμό του Δικαστηρίου της Μπενελούξ («Συνθήκη του Δικαστηρίου της Μπενελούξ»), υπέγραψαν Πρωτόκολλο που τροποποιεί την εν λόγω Συνθήκη. Το εν λόγω Πρωτόκολλο κατέστησε δυνατή τη μεταφορά δικαιοδοσίας στο Δικαστήριο της Μπενελούξ για συγκεκριμένα θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012.

(3)

Είναι αναγκαίο να ρυθμιστεί η σχέση μεταξύ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 με τη συμφωνία για το ΕΔΔΕ και με τη Συνθήκη του Δικαστηρίου της Μπενελούξ μέσω τροποποιήσεων του εν λόγω κανονισμού.

(4)

Το Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και το Δικαστήριο της Μπενελούξ θα πρέπει να θεωρηθούν δικαστήρια κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 προκειμένου να εξασφαλιστούν η ασφάλεια δικαίου και η προβλεψιμότητα για τους εναγομένους κατά των οποίων μπορεί να ασκηθεί αγωγή ενώπιον των εν λόγω δύο δικαστηρίων σε τόπο ευρισκόμενο σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο που ορίζουν οι κανόνες του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012.

(5)

Οι τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 που προβλέπει ο παρών κανονισμός σχετικά με το Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας στοχεύουν στον καθορισμό της διεθνούς δικαιοδοσίας του εν λόγω δικαστηρίου και δεν επηρεάζουν την εσωτερική κατανομή διαδικασιών ανάμεσα στα τμήματα του εν λόγω δικαστηρίου ούτε τις ρυθμίσεις που ορίζονται στη συμφωνία για το ΕΔΔΕ οι οποίες αφορούν την άσκηση της δικαιοδοσίας, συμπεριλαμβανομένης της αποκλειστικής δικαιοδοσίας, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που προβλέπει η εν λόγω συμφωνία.

(6)

Ως δικαστήρια κοινά σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη, το Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και το Δικαστήριο της Μπενελούξ δεν είναι σε θέση, όπως τα δικαστήρια ενός κράτους μέλους, να ασκούν την εκ της εθνικής νομοθεσίας δικαιοδοσία τους επί εναγομένων που δεν κατοικούν σε κράτος μέλος. Για να επιτραπεί στα δύο δικαστήρια να ασκούν δικαιοδοσία επί των εναγομένων αυτών, οι κανόνες του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 θα πρέπει, επομένως, να εφαρμόζονται επίσης σε εναγομένους που κατοικούν σε τρίτα κράτη σε ό,τι αφορά ζητήματα δικαιοδοσίας του Ενιαίου Δικαστηρίου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και του Δικαστηρίου της Μπενελούξ. Οι ισχύοντες κανόνες δικαιοδοσίας του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 εξασφαλίζουν στενό σύνδεσμο ανάμεσα στις διαδικασίες στις οποίες εφαρμόζεται ο εν λόγω κανονισμός και στο έδαφος των κρατών μελών. Συνεπώς, αρμόζει η επέκταση των κανόνων αυτών σε διαδικασίες κατά όλων των εναγομένων, ασχέτως κατοικίας τους. Όταν εφαρμόζουν τους περί δικαιοδοσίας κανόνες του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012, το Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και το Δικαστήριο της Μπενελούξ (στο εξής ατομικώς αναφερόμενα ως «κοινό δικαστήριο») θα πρέπει να εφαρμόζουν μόνο τους κανόνες εκείνους που αρμόζουν στα αντικείμενα για τα οποία τους έχει ανατεθεί δικαιοδοσία.

(7)

Ένα κοινό δικαστήριο θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα επίλυσης διαφορών στις οποίες ο εναγόμενος είναι υπήκοος τρίτου κράτους βάσει επικουρικού κανόνα δικαιοδοσίας σε διαδικασία κατά εναγομένου από τρίτο κράτος με αντικείμενο την προσβολή ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας που θεμελιώνει αξίωση αποζημίωσης τόσο εντός όσο και εκτός της Ένωσης. Η επικουρική δικαιοδοσία θα πρέπει να ασκείται όταν περιουσιακά στοιχεία του εναγομένου βρίσκονται σε κράτος μέλος - συμβαλλόμενο μέρος της ιδρυτικής πράξης του κοινού δικαστηρίου και η εν λόγω διαφορά παρουσιάζει επαρκή σύνδεσμο με το συγκεκριμένο κράτος μέλος, για παράδειγμα διότι ο προσφεύγων κατοικεί εκεί ή όταν τα αποδεικτικά στοιχεία που αφορούν τη διαφορά βρίσκονται εκεί. Κατά τη θεμελίωση της δικαιοδοσίας του, το κοινό δικαστήριο οφείλει να λαμβάνει υπόψη την αξία των εν λόγω περιουσιακών στοιχείων, που θα πρέπει να μην είναι αμελητέα και να επιτρέπει την εκτέλεση της απόφασης, τουλάχιστον εν μέρει, στα κράτη μέλη- συμβαλλόμενα μέρη της πράξης για την ίδρυση κοινού δικαστηρίου.

(8)

Οι κανόνες του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 περί εκκρεμοδικίας και συναφών αγωγών, με σκοπό την πρόληψη των παράλληλων διαδικασιών και ασυμβίβαστων αποφάσεων, θα πρέπει να εφαρμόζονται όταν ασκούνται οι αγωγές ενώπιον κοινού δικαστηρίου και ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους στο οποίο δεν εφαρμόζεται η συμφωνία για το ΕΔΔΕ ή, αναλόγως, η Συνθήκη του Δικαστηρίου της Μπενελούξ.

(9)

Οι κανόνες του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 περί εκκρεμοδικίας και συναφών πράξεων θα πρέπει ομοίως να εφαρμόζονται όταν, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στη συμφωνία για το ΕΔΔΕ, κινούνται διαδικασίες που αφορούν ορισμένα είδη διαφορών ενώπιον του Ενιαίου Δικαστηρίου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, αφενός, και εθνικού δικαστηρίου κράτους μέλους που είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας για το ΕΔΔΕ, αφετέρου.

(10)

Οι αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από το Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας ή το Δικαστήριο της Μπενελούξ θα πρέπει να αναγνωρίζονται και να εκτελούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 σε κράτος μέλος που δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος, κατά περίπτωση, της συμφωνίας για το ΕΔΔΕ ή της Συνθήκης του Δικαστηρίου της Μπενελούξ.

(11)

Οι αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από τα δικαστήρια κράτους μέλους που δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος, κατά περίπτωση, της συμφωνίας για το ΕΔΔΕ ή της Συνθήκης του Δικαστηρίου της Μπενελούξ, θα πρέπει να αναγνωρίζονται και να εκτελούνται σε άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1215/2012.

(12)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθεί αναλόγως.

(13)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, εξαιτίας της κλίμακας και των αποτελεσμάτων του, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(14)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 και το άρθρο 4α παράγραφος 1του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που προσαρτάται στη ΣΕΕ και τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία κοινοποίησαν την επιθυμία τους να μετάσχουν στην έκδοση και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(15)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 για τη θέση της Δανίας το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και τη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του, χωρίς να θίγεται η δυνατότητα της χώρας αυτής να εφαρμόσει τις τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με το άρθρο 3 της συμφωνίας, της 19ης Οκτωβρίου 2005, μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία και την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (5),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

O κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012, κεφάλαιο VII, τροποποιείται διά της προσθήκης των εξής άρθρων:

«Άρθρο 71α

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ένα δικαστήριο κοινό σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη όπως προσδιορίζεται στην παράγραφο 2 («κοινό δικαστήριο») θεωρείται δικαστήριο κράτους μέλους όταν, βάσει της ιδρυτικής πράξεως του, το εν λόγω κοινό δικαστήριο ασκεί δικαιοδοσία επί υποθέσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού τα ακόλουθα δικαστήρια είναι κοινά δικαστήρια:

α)

το Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας που έχει συσταθεί με τη συμφωνία για το Ενιαίο Δικαστήριο Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας, η οποία υπεγράφη στις 19 Φεβρουαρίου 2013 («συμφωνία για το ΕΔΔΕ»)· και

β)

το Δικαστήριο της Μπενελούξ που έχει συσταθεί με τη Συνθήκη της 31ης Μαρτίου 1965 σχετικά με τη σύσταση και τον οργανισμό του Δικαστηρίου της Μπενελούξ («Συνθήκη του Δικαστηρίου της Μπενελούξ»).

Άρθρο 71β

Η δικαιοδοσία κοινού δικαστηρίου καθορίζεται ως εξής:

1)

Το κοινό δικαστήριο έχει δικαιοδοσία όπου, δυνάμει του παρόντος κανονισμού, τα δικαστήρια ενός κράτους μέλους που αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της πράξεως για την ίδρυση κοινού δικαστηρίου θα είχαν διεθνή δικαιοδοσία σε υπόθεση που καλύπτεται από την εν λόγω πράξη.

2)

Εάν ο εναγόμενος δεν έχει την κατοικία του σε κράτος μέλος και ο παρών κανονισμός δεν αναθέτει διεθνή δικαιοδοσία επ’ αυτού καθ’ οποιονδήποτε άλλο τρόπο, εφαρμόζεται κατά περίπτωση το κεφάλαιο II ασχέτως κατοικίας του εναγομένου.

Επιτρέπεται η υποβολή αίτησης προσωρινών, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών, μέτρων ενώπιον του κοινού δικαστηρίου, ακόμα και αν τα δικαστήρια τρίτου κράτους είναι αρμόδια να κρίνουν την ουσία της υπόθεσης.

3)

Όταν ένα κοινό δικαστήριο έχει δικαιοδοσία επί εναγομένου σύμφωνα με το σημείο 2 σε διαφορά περί την προσβολή ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας που θεμελιώνει αξίωση αποζημίωσης εντός της Ένωσης, το εν λόγω δικαστήριο δύναται επίσης να ασκήσει δικαιοδοσία σχετικά με αξίωση αποζημίωσης εκτός της Ένωσης, η οποία απορρέει από τέτοια προσβολή.

Τέτοια δικαιοδοσία μπορεί να θεμελιωθεί μόνο εάν περιουσιακά στοιχεία του εναγομένου βρίσκονται σε οποιοδήποτε κράτος μέλος-συμβαλλόμενο μέρος της πράξεως για την ίδρυση κοινού δικαστηρίου και η διαφορά παρουσιάζει επαρκή σύνδεσμο με κάθε τέτοιο κράτος μέλος.

Άρθρο 71γ

1.   Τα άρθρα 29 έως 32 εφαρμόζονται όταν κινούνται διαδικασίες ενώπιον κοινού δικαστηρίου και ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους που δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος στην ιδρυτική πράξη του εν λόγω κοινού δικαστηρίου.

2.   Τα άρθρα 29 έως 32 εφαρμόζονται όταν κατά τη μεταβατική περίοδο του άρθρου 83 της συμφωνίας για το ΕΔΔΕ, κινούνται διαδικασίες ενώπιον του Ενιαίου Δικαστηρίου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας και ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους που είναι συμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας για το ΕΔΔΕ.

Άρθρο 71δ

Ο παρών κανονισμός ισχύει για την αναγνώριση και εκτέλεση:

α)

αποφάσεων που εκδίδονται από κοινό δικαστήριο οι οποίες πρέπει να αναγνωριστούν και να εκτελεστούν σε κράτος μέλος που δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της πράξεως για την ίδρυση του κοινού δικαστηρίου· και

β)

αποφάσεων που εκδίδονται από τα δικαστήρια κράτους μέλους που δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της πράξεως για την ίδρυση του κοινού δικαστηρίου οι οποίες πρέπει να αναγνωριστούν και να εκτελεστούν σε κράτος μέλος-συμβαλλόμενο μέρος της εν λόγω πράξεως.

Ωστόσο, όταν η αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, εκδιδομένων από κοινό δικαστήριο επιδιώκεται σε κράτος μέλος-συμβαλλόμενο μέρος της πράξης για την ίδρυση κοινού δικαστηρίου, αντί των κανόνων του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι κανόνες της εν λόγω πράξεως για την αναγνώριση και την εκτέλεση.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από τις 10 Ιανουαρίου 2015.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Βρυξέλλες 15 Μαΐου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  Γνώμη της 26ης Φεβρουαρίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Απριλίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 6ης Μαΐου 2014.

(3)  ΕΕ C 175 της 20.6.2013, σ. 1.

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ L 351 της 20.12.2012, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 299 της 16.11.2005, σ. 62.


29.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 163/5


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 543/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Μαΐου 2014

που τροποποιεί την απόφαση 2005/681/ΔΕΥ του Συμβουλίου για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Ακαδημίας (ΕΑΑ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 87 παράγραφος 2 στοιχείο β),

Έχοντας υπόψη την πρωτοβουλία του Βελγίου, της Βουλγαρίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Γερμανίας, της Εσθονίας, της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Γαλλίας, της Κροατίας, της Ιταλίας, της Κύπρου, της Λεττονίας, της Λιθουανίας, του Λουξεμβούργου, της Ουγγαρίας, της Μάλτας, των Κάτω Χωρών, της Αυστρίας, της Πολωνίας, της Πορτογαλίας, της Ρουμανίας, της Σλοβενίας, της Σλοβακίας, της Φινλανδίας, και της Σουηδίας,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Ενεργώντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 4 της απόφασης 2005/681/ΔΕΥ του Συμβουλίου (2), έδρα της CEPOL έχει οριστεί το Bramshill (Ηνωμένο Βασίλειο).

(2)

Κατά παρέκκλιση του άρθρου 4 της απόφασης 2005/681/ΔΕΥ, με τις από 12ης Δεκεμβρίου 2012 και 8ης Φεβρουαρίου 2013 επιστολές του, το Ηνωμένο Βασίλειο γνωστοποίησε στη CEPOL ότι έχει αποφασίσει μονομερώς ότι δεν επιθυμεί πλέον να φιλοξενεί την έδρα της στο έδαφός του. Πέραν της έδρας της CEPOL, στο Bramshill υπάρχει επίσης κέντρο εκπαίδευσης αστυνομικών επονομαζόμενο «National Policing Improvement Agency» (Εθνικός Οργανισμός Βελτίωσης της Αστυνόμευσης) το οποίο το Ηνωμένο Βασίλειο είχε αποφασίσει να αντικαταστήσει με μια νέα Αστυνομική Ακαδημία που θα βρίσκεται σε άλλο σημείο της επικράτειας. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Ηνωμένο Βασίλειο είχε αποφασίσει να κλείσει το κέντρο εκπαίδευσης αστυνομικών στο Bramshill και να πωλήσει τον χώρο, επισημαίνοντας ότι το συναφές οικονομικό κόστος ήταν επαχθές και ότι δεν είχε βρεθεί άλλο επιχειρηματικό σχέδιο διαχείρισής του. Υπό το φως των βάσει της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) υποχρεώσεων ειλικρινούς συνεργασίας, ιδίως δε των υποχρεώσεων που απορρέουν από το άρθρο 4 ΣΕΕ, η Ένωση και τα κράτη μέλη της θα πρέπει να παρέχουν μεταξύ τους αμοιβαία συνδρομή για τη διατήρηση των επιχειρησιακών δραστηριοτήτων της CEPOL. Προς τον σκοπό αυτό, απαιτείται ειδικότερα από το Ηνωμένο Βασίλειο να διασφαλίσει ομαλή μετάβαση της CEPOL στη νέα της τοποθεσία, χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο ο τακτικός προϋπολογισμός της CEPOL.

(3)

Ενόψει της κοινής συμφωνίας που επιτεύχθηκε στις 8 Οκτωβρίου 2013 από τους αντιπροσώπους των κυβερνήσεων των κρατών μελών και της ανάγκης να διατηρηθεί το καθεστώς της CEPOL ως αυτοτελούς οργανισμού της Ένωσης, θα πρέπει να γίνουν ρυθμίσεις, βάσει των οποίων η CEPOL θα φιλοξενείται στη Βουδαπέστη μόλις μεταφερθεί από το Bramshill. Οι εν λόγω ρυθμίσεις θα πρέπει να ενσωματωθούν στην απόφαση 2005/681/ΔΕΥ.

(4)

Ενόψει του νομικού πλαισίου που εισήχθη με την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβώνας, είναι αναγκαία η αναθεώρηση της απόφασης 2005/681/ΔΕΥ, με παράλληλη διασφάλιση του καθεστώτος της CEPOL ως αυτοτελούς οργανισμού της Ένωσης.

(5)

Η απόφαση 2005/681/ΔΕΥ θα πρέπει επομένως να τροποποιηθεί αναλόγως.

(6)

Προτού η CEPOL εισέλθει στην επιχειρησιακή της φάση στη νέα τοποθεσία, θα πρέπει να συναφθεί συμφωνία για την έδρα, σύμφωνα με τις ισχύουσες διαδικασίες.

(7)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 και το άρθρο 4α παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά το χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), τα εν λόγω κράτη μέλη γνωστοποίησαν την επιθυμία τους να συμμετέχουν στην έκδοση και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(8)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και στη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(9)

Εν όψει της επείγουσας ανάγκης να οριστεί η νέα έδρα της CEPOL, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να αρχίσει να ισχύει την ημερομηνία δημοσίευσής του,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2005/681/ΔΕΥ τροποποιείται ως εξής:

1)

το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Έδρα

Ως έδρα της CEPOL ορίζεται η Βουδαπέστη (Ουγγαρία).»,

2)

παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 21α

Επανεξέταση

Έως τις 30 Νοεμβρίου 2015, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την αποτελεσματικότητα της παρούσας απόφασης, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να διασφαλιστεί το καθεστώς της CEPOL ως αυτοτελούς οργανισμού της Ένωσης. Η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται, εάν κρίνεται σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση της παρούσας απόφασης κατόπιν εμπεριστατωμένης ανάλυσης κόστους-οφέλους και εκτίμησης επιπτώσεων.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Σεπτεμβρίου 2014.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και εφαρμόζεται άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Βρυξέλλες, 15 Μαΐου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 6ης Μαΐου 2014.

(2)  Απόφαση 2005/681/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2005, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Ακαδημίας (ΕΑΑ) και την κατάργηση της απόφασης 2000/820/ΔΕΥ (EE L 256 της 1.10.2005, σ. 63).


29.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 163/7


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 544/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Μαΐου 2014

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 302/2009 του Συμβουλίου για τη θέσπιση πολυετούς σχεδίου αποκατάστασης του τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 43 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Ένωση αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της Διεθνούς σύμβασης για τη Διατήρηση των θυννοειδών του Ατλαντικού (3) («η σύμβαση»).

(2)

Κατά την 16η ειδική συνεδρίασή της το 2008, η Διεθνής Επιτροπή για τη Διατήρηση των θυννοειδών του Ατλαντικού («ICCAT») που συστάθηκε βάσει της σύμβασης, εξέδωσε τη σύσταση 08-05 για τη θέσπιση νέου σχεδίου αποκατάστασης του ερυθρού τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο, το οποίο αντικατέστησε το προηγούμενο σχέδιο αποκατάστασης που είχε εγκριθεί το 2006. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 302/2009 του Συμβουλίου (4) εκδόθηκε για την εφαρμογή των εν λόγω διεθνών μέτρων διατήρησης στο επίπεδο της Ένωσης.

(3)

Κατά την 17η ειδική συνεδρίασή της το 2010, η ICCAT εξέδωσε τη σύσταση 10-04 για την τροποποίηση του πολυετούς σχεδίου αποκατάστασης του ερυθρού τόνου. Κατόπιν τούτου, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 302/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5) τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 500/2012 για να εφαρμοστούν τα εν λόγω αναθεωρημένα διεθνή μέτρα διατήρησης στο επίπεδο της Ένωσης.

(4)

Κατά την 18η ειδική συνεδρίασή της το 2012, η ICCAT εξέδωσε τη σύσταση 12-03 για την περαιτέρω τροποποίηση του πολυετούς σχεδίου αποκατάστασης του ερυθρού τόνου. Προκειμένου να προσαρμόσει καλύτερα τις αλιευτικές περιόδους στη δραστηριότητα των στόλων, η σύσταση 12-03 προβλέπει τροποποίηση των αλιευτικών περιόδων, οι οποίες τώρα ορίζονται ως ανοικτές περίοδοι, σε αντίθεση με τις κλειστές περιόδους που ανέφεραν οι προηγούμενες συστάσεις της ICCAT. Επιπλέον, τροποποιήθηκαν οι πραγματικές ημερομηνίες κατά τις οποίες επιτρέπεται η αλιεία από γρι-γρι και από θυνναλιευτικά με καλάμι (δόλωμα) και με συρτή. Τέλος, για να αποφευχθεί η αβεβαιότητα σχετικά με τα εργαλεία που δεν υπόκεινται σε συγκεκριμένους κανόνες περί αλιευτικών περιόδων, κατέστη αναγκαίο να περιληφθεί διάταξη με την οποία επιτρέπεται ρητά η δυνατότητα αλιείας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους με όλα τα άλλα εργαλεία, εξαιρουμένων των παρασυρόμενων διχτυών κάθε είδους. Οι περίοδοι αλιείας στον Ατλαντικό και οι σχετικές ημερομηνίες επιδέχονται επανεξέταση από την ICCAT το 2015, κατόπιν εισηγήσεων της Διαρκούς Επιτροπής Έρευνας και Στατιστικής (SCRS) της ICCAT.

(5)

Κατά την 23η τακτική της συνεδρίαση τον Νοέμβριο του 2013, η ICCAT ενέκρινε τη σύσταση 13-08 που συμπληρώνει τη σύσταση 12-03, προκειμένου να επιτραπούν τροποποιήσεις των αλιευτικών περιόδων στον ανατολικό Ατλαντικό για τα θυνναλιευτικά με καλάμι (δόλωμα) και με συρτή κατά τρόπον ώστε να μην επηρεάζεται η προστασία των τόπων αναπαραγωγής του ερυθρού τόνου στη Μεσόγειο. Η σύσταση αυτή της ICCAT αναφέρει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη και τα μη συμβαλλόμενα συνεργαζόμενα μέρη, οι οντότητες ή οι αλιευτικές οντότητες (CPC) μπορούν να ορίζουν διαφορετική ημερομηνία έναρξης για τις αλιευτικές περιόδους των αλιευτικών με καλάμι και με συρτή που δραστηριοποιούνται στον ανατολικό Ατλαντικό, διατηρώντας ταυτόχρονα τη συνολική διάρκεια της ανοικτής περιόδου για τις αλιευτικές αυτές δραστηριότητες. Η ίδια σύσταση της ICCAT ορίζει επίσης κανόνες για τη χρήση στερεοσκοπικής κάμερας στο πλαίσιο δραστηριοτήτων εγκλωβισμού. Υπάρχει η πρόθεση όλες οι τεχνικές προδιαγραφές, συμπεριλαμβανομένων της έντασης της δειγματοληψίας, του τρόπου δειγματοληψίας, της απόστασης από την κάμερα, των διαστάσεων της θύρας μεταφοράς, των αλγορίθμων (σχέση μήκους-βάρους) να επανεξεταστούν από τη SCRS κατά τη σύνοδό της του 2014 και αν χρειαστεί να τροποποιηθούν από την ICCAT στην ετήσια σύνοδό της του 2014 βάσει των συστάσεων της SCRS.

(6)

Για να ενσωματωθεί στο ενωσιακό δίκαιο η σύσταση 12-03 της ICCAT, ώστε να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική διατήρηση του αποθέματος ερυθρού τόνου, να παρασχεθεί ασφάλεια δικαίου όσον αφορά τις υπόψη αλιευτικές περιόδους, και τέλος να δοθεί η δυνατότητα στα κράτη μέλη να ορίσουν δεόντως τα οικεία σχέδια αλιείας, αλιευτικής ικανότητας και επιθεωρήσεων και τις άλλες υποχρεώσεις υποβολής αναφορών, και προκειμένου να ενσωματωθεί στο ενωσιακό δίκαιο η σύσταση 13-08 της ICCAT όσον αφορά τη χρήση στερεοσκοπικής κάμερας στα πλαίσια δραστηριοτήτων εγκλωβισμού και τον ενδεχόμενο καθορισμό διαφορετικής ημερομηνίας έναρξης για τις αλιευτικές περιόδους των θυνναλιευτικών με καλάμι (δόλωμα) και με συρτή που δραστηριοποιούνται στον ανατολικό Ατλαντικό, είναι ανάγκη να τροποποιηθούν το ταχύτερο οι συναφείς διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 302/2009,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 302/2009 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 7

Αλιευτικές περίοδοι

1.   Επιτρέπεται η αλιεία τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό και τη Μεσόγειο από μεγάλης κλίμακας πελαγικά παραγαδιάρικα αλιευτικά σκάφη μήκους άνω των 24 μέτρων από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Μαΐου, με εξαίρεση την περιοχή που οριοθετείται δυτικά του γεωγραφικού μήκους 10° Δ και βόρεια του γεωγραφικού πλάτους 42° Β, όπου η εν λόγω αλιεία επιτρέπεται κατά την περίοδο από 1ης Αυγούστου έως 31 Ιανουαρίου.

2.   Επιτρέπεται η αλιεία τόνου με γρι-γρι στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο κατά την περίοδο από 26 Μαΐου έως 24 Ιουνίου.

3.   Επιτρέπεται η αλιεία ερυθρού τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο από σκάφη αλιείας με καλάμι (δόλωμα) και συρτή κατά την περίοδο από 1ης Ιουλίου έως 31 Οκτωβρίου.

Παρά το πρώτο εδάφιο, για τα έτη 2014 και 2015, και εφόσον δεν επηρεάζεται η προστασία των τόπων αναπαραγωγής, τα κράτη μέλη μπορεί να ορίζουν στα ετήσια εθνικά αλιευτικά τους προγράμματα, διαφορετική ημερομηνία έναρξης για τα αλιευτικά με καλάμι (δόλωμα) και συρτή που φέρουν τη σημαία τους και δραστηριοποιούνται στον ανατολικό Ατλαντικό, υπό την προϋπόθεση ότι η συνολική διάρκεια της ανοικτής περιόδου για τις αλιευτικές αυτές δραστηριότητες παραμένει σύμφωνη με το πρώτο εδάφιο.

Στο ενωσιακό αλιευτικό πρόγραμμα που υποβάλλεται κάθε χρόνο στην ICCAT μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου προσδιορίζονται οι τυχόν αλλαγές των ημερομηνιών έναρξης γι’ αυτές τις αλιευτικές δραστηριότητες, καθώς και οι συντεταγμένες των υπόψη περιοχών.

4.   Επιτρέπεται η αλιεία τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό με πελαγικές μηχανότρατες κατά την περίοδο από 16 Ιουνίου έως 14 Οκτωβρίου.

5.   Επιτρέπεται η ερασιτεχνική και αγωνιστική αλιεία τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο κατά την περίοδο από 16 Ιουνίου έως 14 Οκτωβρίου.

6.   Η αλιεία τόνου με άλλα εργαλεία πλην των αναφερόμενων στις παραγράφους 1 έως 5, επιτρέπεται καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Παρά τούτο, η αλιεία τόνου με παρασυρόμενα δίχτυα κάθε είδους παραμένει υπό απαγόρευση.»·

2)

προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 24α

Χρήση στερεοσκοπικής κάμερας κατά τη διάρκεια δραστηριοτήτων εγκλωβισμού

Η χρήση στερεοσκοπικής κάμερας στο πλαίσιο δραστηριοτήτων εγκλωβισμού πραγματοποιείται σύμφωνα με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

η ένταση δειγματοληψίας των ζώντων ιχθύων δεν είναι μικρότερη του 20 % των εγκλωβιζόμενων ιχθύων. Όπου τούτο είναι τεχνικώς δυνατόν, η δειγματοληψία των ζώντων ιχθύων είναι συνεχής με τη μέτρηση ενός ατόμου σε κάθε πέντε. Το σχετικό δείγμα απαρτίζεται από ιχθείς μετρούμενους σε απόσταση 2 έως 8 μέτρων από τη στερεοσκοπική κάμερα·

β)

οι διαστάσεις της θύρας μεταφοράς που συνδέει τον κλωβό-δότη με τον κλωβό υποδοχής ορίζονται σε μέγιστο πλάτος 10 μέτρων και μέγιστο ύψος 10 μέτρων·

γ)

όταν οι μετρήσεις του μήκους των ιχθύων παρουσιάζουν ευρεία κατανομή (δύο ή περισσότερες ομάδες διαφορετικών μεγεθών), είναι δυνατή η χρήση περισσοτέρων του ενός αλγορίθμων μετατροπής για την ίδια δραστηριότητα εγκλωβισμού. Οι πλέον πρόσφατοι αλγόριθμοι που καθορίζονται από τη μόνιμη επιτροπή έρευνας και στατιστικών της ICCAT χρησιμοποιούνται για τη μετατροπή των μηκών (μεσουραίο μήκος) σε συνολικά βάρη, σύμφωνα με την κατηγορία μεγέθους των μετρούμενων ιχθύων κατά τη διάρκεια της δραστηριότητας εγκλωβισμού·

δ)

επικύρωση των στερεοσκοπικών μετρήσεων μήκους πραγματοποιείται πριν από κάθε δραστηριότητα εγκλωβισμού με τη χρήση διαβαθμισμένης κλίμακας σε απόσταση μεταξύ 2 και 8 μέτρων·

ε)

όταν ανακοινώνονται τα αποτελέσματα του στερεοσκοπικού προγράμματος, οι πληροφορίες αναφέρουν τα περιθώρια σφάλματος που ενέχει η στερεοσκοπική κάμερα βάσει των τεχνικών της προδιαγραφών, τα οποία δεν υπερβαίνουν το +/-5 %.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Μαΐου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 67 της 6.3.2014, σ. 157.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Απριλίου 2014, (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 8ης Μαΐου 2014.

(3)  Απόφαση 86/238/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 9ης Ιουνίου 1986, για την προσχώρηση της Κοινότητας στη διεθνή σύμβαση για τη διατήρηση των θυννοειδών του Ατλαντικού, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο που προσαρτάται στην τελική πράξη της διάσκεψης των πληρεξουσίων των συμβαλλομένων στη σύμβαση κρατών, που υπεγράφη στο Παρίσι στις 10 Ιουλίου 1984 (ΕΕ L 162 της 18.6.1986, σ. 33).

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 302/2009 του Συμβουλίου, της 6ης Απριλίου 2009, για τη θέσπιση πολυετούς σχεδίου αποκατάστασης του τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 43/2000 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1559/2007 (ΕΕ L 96 της 15.4.2009, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 500/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2012, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 302/2009 του Συμβουλίου για τη θέσπιση πολυετούς σχεδίου αποκατάστασης του τόνου στον Ανατολικό Ατλαντικό και στη Μεσόγειο (ΕΕ L 157 της 16.6.2012, σ. 1).


29.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 163/10


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 545/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Μαΐου 2014

σχετικά με την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου για τη διενέργεια δειγματοληπτικής Έρευνας Εργατικού Δυναμικού στην Κοινότητα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 338 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Για την αποτελεσματική καταπολέμηση των διακρίσεων, σύμφωνα με το άρθρο 10 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με το άρθρο 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για να επιτευχθεί ο στόχος της πλήρους απασχόλησης και της κοινωνικής προόδου, σύμφωνα με το άρθρο 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), καθώς και προκειμένου να παρακολουθείται η πρόοδος της επίτευξης των στόχων πολιτικής της Ένωσης, όπως είναι οι πρωταρχικοί στόχοι της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», είναι απαραίτητο να υπάρχουν συγκρίσιμες, αξιόπιστες και αντικειμενικές στατιστικές σχετικά με την κατάσταση των απασχολούμενων, των ανέργων και των ατόμων εκτός της αγοράς εργασίας, με παράλληλη τήρηση του στατιστικού απορρήτου, της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων.

(2)

Ως συνέπεια της έναρξης ισχύος της ΣΛΕΕ, οι εξουσίες που έχουν ανατεθεί στην Επιτροπή θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν με το άρθρο 290 αυτής και με το νέο νομικό πλαίσιο που είναι αποτέλεσμα της έναρξης ισχύος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2).

(3)

Δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, η Επιτροπή δεσμεύτηκε να επανεξετάσει τις νομοθετικές πράξεις που επί του παρόντος περιέχουν αναφορές στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στη ΣΛΕΕ.

(4)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου (3) περιέχει αναφορές στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να επανεξεταστεί βάσει των κριτηρίων που ορίζονται στη ΣΛΕΕ.

(5)

Προκειμένου κυρίως να λαμβάνονται υπόψη οι οικονομικές, κοινωνικές και τεχνικές εξελίξεις, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ σε ό,τι αφορά την αναπροσαρμογή του καταλόγου των μεταβλητών της έρευνας, οι οποίες καθορίζονται στον κατάλογο των 14 ομάδων χαρακτηριστικών της έρευνας που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 577/98, τον καθορισμό ενός τριετούς προγράμματος ενοτήτων ad hoc, προσδιορίζοντας, για κάθε ενότητα ad hoc το θέμα, τον κατάλογο και την περιγραφή των πεδίων των εξειδικευμένων πληροφοριών («υποενότητες ad hoc») και την περίοδο αναφοράς. Επιπλέον, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων για την έγκριση του καταλόγου των διαρθρωτικών μεταβλητών και της περιοδικότητας της έρευνας. Η Επιτροπή θα πρέπει να μεριμνά ώστε οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις να μη συνεπάγονται σημαντική πρόσθετη επιβάρυνση για τα κράτη μέλη ή τους ερωτώμενους.

(6)

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διενεργεί τις δέουσες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές της εργασίες, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Κατά την επεξεργασία και κατάρτιση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(7)

Για να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 577/98, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(8)

Λόγω της σπουδαιότητας των ενοτήτων ad hoc της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού για τις πολιτικές της Ένωσης, η Ένωση πρόκειται να συμβάλει στη χρηματοδότηση της εφαρμογής τους, βάσει της αρχής του εύλογου καταμερισμού της οικονομικής επιβάρυνσης μεταξύ των προϋπολογισμών της Ένωσης και των κρατών μελών. Οι επιδοτήσεις θα πρέπει να χορηγούνται χωρίς προσκλήσεις υποβολής προτάσεων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4). Οι επιδοτήσεις θα πρέπει να διατίθενται, με την επιφύλαξη της πραγματικής υλοποίησης των ενοτήτων ad hoc, στις εθνικές στατιστικές υπηρεσίες και άλλες εθνικές αρχές που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5). Οι επιδοτήσεις που χορηγούνται για σκοπούς διενέργειας ερευνών εργατικού δυναμικού μπορούν να έχουν τη μορφή εφάπαξ ποσών. Στο πλαίσιο αυτό, η χρήση εφάπαξ ποσών θα πρέπει να αποτελεί ένα από τα κύρια μέσα απλούστευσης της διαχείρισης των επιδοτήσεων.

(9)

Κατά παρέκκλιση από τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 και ενόψει της αύξησης της επιβάρυνσης λόγω των πρόσθετων στοιχείων που θα πρέπει να συλλεχθούν για τις ενότητες ad hoc της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού που θα συμβάλουν στην παροχή των δεικτών για τους στόχους της ενωσιακής πολιτικής, είναι αναγκαίο να συγχρηματοδοτηθούν οι δαπάνες μισθοδοσίας του προσωπικού των εθνικών δημόσιων υπηρεσιών, ακόμη και αν η οικεία δημόσια αρχή θα μπορούσε να αναλάβει τη στηριζόμενη δράση χωρίς επιδότηση από την Ένωση, καθώς και να συγχρηματοδοτηθούν άλλες σχετικές επιλέξιμες δαπάνες.

(10)

Σε ό,τι αφορά την ανάθεση αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή, ο παρών κανονισμός περιορίζεται στην ευθυγράμμιση της υφιστάμενης ανάθεσης αρμοδιοτήτων στην Επιτροπή που περιέχεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 577/98 με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ και το νέο νομοθετικό πλαίσιο που είναι αποτέλεσμα της έναρξης ισχύος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, καθώς και, κατά περίπτωση, στην αναθεώρηση της έκτασης των εν λόγω αρμοδιοτήτων. Δεδομένου ότι εξακολουθεί να ισχύει ότι οι στόχοι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 577/98 είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη μπορούν όμως να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 ΣΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(11)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου, είναι αναγκαίο να μην επηρεαστούν από τον παρόντα κανονισμό οι διαδικασίες θέσπισης μέτρων που έχουν ξεκινήσει αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

(12)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 577/98 θα πρέπει, κατά συνέπεια, να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 577/98 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 7γ σε ό,τι αφορά την αναπροσαρμογή του καταλόγου των μεταβλητών της έρευνας, οι οποίες καθορίζονται στον κατάλογο των 14 ομάδων χαρακτηριστικών της έρευνας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και η οποία καθίσταται αναγκαία από την εξέλιξη των τεχνικών και των εννοιών. Οι προαιρετικές μεταβλητές δεν μπορούν να μετατραπούν σε υποχρεωτικές μεταβλητές με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει της παρούσας παραγράφου. Οι υποχρεωτικές μεταβλητές που πρέπει να καλύπτονται συνεχώς περιλαμβάνονται στα χαρακτηριστικά της έρευνας στα στοιχεία α) ως ι) και τα στοιχεία ιβ), ιγ) και ιδ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Οι μεταβλητές αυτές περιλαμβάνονται στα 94 χαρακτηριστικά της έρευνας. Η σχετική κατ’ εξουσιοδότηση πράξη εκδίδεται όχι αργότερα από 15 μήνες πριν από την έναρξη της περιόδου αναφοράς της έρευνας.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 7γ σχετικά με κατάλογο μεταβλητών (εφεξής «διαρθρωτικές μεταβλητές»), οι οποίες επιλέγονται μεταξύ των χαρακτηριστικών της έρευνας που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και οι οποίες χρειάζεται να συλλέγονται αποκλειστικά ως ετήσιοι μέσοι όροι, με τη χρήση υπο-δείγματος ανεξάρτητων παρατηρήσεων, καθοριζόμενοι σε 52 εβδομάδες και όχι ως τριμηνιαίοι μέσοι όροι.

2α.   Οι διαρθρωτικές μεταβλητές πληρούν την προϋπόθεση ότι το σχετικό τυπικό σφάλμα (χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η επίδραση του σχεδίου) οποιασδήποτε ετήσιας εκτίμησης που αντιπροσωπεύει το 1 % και άνω του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας δεν υπερβαίνει:

α)

το 9 % για κράτη μέλη με πληθυσμό μεταξύ ενός και 20 εκατ. κατοίκων· και

β)

το 5 % για κράτη μέλη με πληθυσμό 20 εκατ. και άνω.

Τα κράτη μέλη με πληθυσμό μικρότερο του ενός εκατομμυρίου κατοίκων εξαιρούνται από τις απαιτήσεις για το σχετικό τυπικό σφάλμα και οι μεταβλητές συλλέγονται για το συνολικό δείγμα, εκτός εάν το δείγμα πληροί το κριτήριο του στοιχείου α).

Όσον αφορά τα κράτη μέλη που χρησιμοποιούν υπο-δείγμα για τη συλλογή στοιχείων σχετικά με τις διαρθρωτικές μεταβλητές, εάν χρησιμοποιείται πάνω από ένα κύμα, το συνολικό χρησιμοποιούμενο υπο-δείγμα αποτελείται από ανεξάρτητες παρατηρήσεις.

2β.   Εξασφαλίζεται η συνέπεια μεταξύ των ετήσιων συνόλων που προκύπτουν από το υπο-δείγμα και των ετήσιων μέσων όρων που προκύπτουν από το πλήρες δείγμα για την απασχόληση, την ανεργία και τον μη ενεργό πληθυσμό ανά φύλο και για τις ακόλουθες ηλικιακές ομάδες: 15 έως 24, 25 έως 34, 35 έως 44, 45 έως 54, και 55+.

3.   Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, υιοθετεί κανόνες ελέγχου, την κωδικοποίηση των μεταβλητών και τον κατάλογο αρχών για τη διατύπωση των ερωτημάτων σχετικά με την κατάσταση απασχόλησης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 8 παράγραφος 2.»·

β)

η παράγραφος 4 απαλείφεται.

2)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 7α

Ενότητες ad hoc

1.   Μπορεί να προστεθεί ένα επιπλέον σύνολο χαρακτηριστικών (εφεξής «ενότητα ad hoc») για τη συμπλήρωση των πληροφοριών που περιγράφονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1.

2.   Το δείγμα που χρησιμοποιείται για τη συλλογή πληροφοριών για τις ενότητες ad hoc παρέχει πληροφορίες και για τις διαρθρωτικές μεταβλητές.

3.   Το δείγμα που χρησιμοποιείται για τη συλλογή πληροφοριών για τις ενότητες ad hoc πληροί μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

να συλλέγει τις πληροφορίες για τις ενότητες ad hoc και για τις 52 εβδομάδες αναφοράς και να υπόκειται στις ίδιες απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2α, ή

β)

να συλλέγει τις πληροφορίες για τις ενότητες ad hoc σε ολόκληρο το δείγμα τουλάχιστον ενός τριμήνου.

4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 7γ σχετικά με τη θέσπιση προγράμματος ενοτήτων ad hoc που καλύπτει τρία χρόνια. Το πρόγραμμα αυτό για κάθε ενότητα ad hoc ορίζει το θέμα, τον κατάλογο και την περιγραφή των πεδίων εξειδικευμένων πληροφοριών (εφεξής «υποενότητες ad hoc») που διαμορφώνουν το πλαίσιο εντός του οποίου καθορίζονται τα τεχνικά χαρακτηριστικά της ενότητας ad hoc που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου και ορίζει την περίοδο αναφοράς. Το πρόγραμμα εγκρίνεται το αργότερο 24 μήνες πριν από την έναρξη της περιόδου αναφοράς του προγράμματος.

5.   Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή του προγράμματος που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, προσδιορίζει τα τεχνικά χαρακτηριστικά της ενότητας ad hoc σε κάθε υποενότητα ad hoc σύμφωνα με το πεδίο εξειδικευμένων πληροφοριών που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο, καθώς και τα φίλτρα και τους κωδικούς που θα χρησιμοποιηθούν για τη διαβίβαση δεδομένων και την προθεσμία για τη διαβίβαση των αποτελεσμάτων, που μπορεί να διαφέρει από την προθεσμία η οποία αναφέρεται στο άρθρο 6. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 8 παράγραφος 2.

6.   Ο αναλυτικός κατάλογος των πληροφοριών που πρέπει να συλλέγονται στο πλαίσιο μιας ενότητας ad hoc καταρτίζεται το αργότερο 12 μήνες πριν από την έναρξη της περιόδου αναφοράς που προβλέπεται για την εν λόγω ενότητα. Το μέγεθος μιας ενότητας ad hoc δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 11 τεχνικά χαρακτηριστικά.

Άρθρο 7β

Παροχή χρηματοδότησης

Η Ένωση χορηγεί χρηματοδοτική στήριξη στις εθνικές στατιστικές υπηρεσίες και άλλες εθνικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) για την εφαρμογή των ενοτήτων ad hoc που αναφέρονται στο άρθρο 7α του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1296/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7). Σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), η Ένωση μπορεί να χορηγεί επιδοτήσεις χωρίς πρόσκληση υποβολής προτάσεων στις εν λόγω εθνικές στατιστικές υπηρεσίες και άλλες εθνικές αρχές. Οι επιδοτήσεις μπορούν να λάβουν τη μορφή εφάπαξ ποσών και η χορήγησή τους εξαρτάται από την πραγματική συμμετοχή των κρατών μελών στην υλοποίηση των ενοτήτων ad hoc.

Άρθρο 7γ

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Κατά την άσκηση των εξουσιών που ανατίθενται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 και το άρθρο 7α, η Επιτροπή μεριμνά ώστε οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις να μη συνεπάγονται σημαντική πρόσθετη επιβάρυνση για τα κράτη μέλη και τους ερωτώμενους.

Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις εκδίδονται μόνο όταν είναι αναγκαίες για να λαμβάνονται υπόψη οι κοινωνικές και οικονομικές εξελίξεις. Οι εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις δεν μεταβάλλουν την προαιρετική φύση των απαιτούμενων πληροφοριών.

Η Επιτροπή αιτιολογεί δεόντως τις στατιστικές δράσεις που προβλέπονται στις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, χρησιμοποιώντας, κατά περίπτωση, τη συμβολή σχετικών εμπειρογνωμόνων επί τη βάσει ανάλυσης κόστους-αποτελεσματικότητας, συμπεριλαμβανομένης αξιολόγησης της επιβάρυνσης των ερωτώμενων και του κόστους παραγωγής, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 223/2009.

3.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 4 παράγραφος 2 και στο άρθρο 7α εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 18 Ιουνίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εξουσιοδότηση το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίσης διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εκφράσουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

4.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 4 παράγραφος 2 και στο άρθρο 7α εξουσιοδότηση δύναται να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση των εξουσιών που προσδιορίζονται στην εν λόγω απόφαση. Τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία η οποία προσδιορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων έχουν τεθεί ήδη σε ισχύ.

5.   Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

6.   Κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 2 και του άρθρου 7α τίθεται σε ισχύ μόνον εάν δεν διατυπωθούν αντιρρήσεις είτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είτε από το Συμβούλιο εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της ως άνω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα διατυπώσουν αντιρρήσεις. Η εν λόγω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164)."

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1296/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την απασχόληση και την κοινωνική καινοτομία («EaSI») και για την τροποποίηση της απόφασης 283/2010/ΕΕ για τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Μικροχρηματοδοτήσεων Progress για την απασχόληση και την κοινωνική ένταξη (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 238)."

(8)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).»."

3)

Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή του ευρωπαϊκού στατιστικού συστήματος που συγκροτήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 223/2009. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9).

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»."

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός δεν επηρεάζει τις διαδικασίες θέσπισης μέτρων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 577/98, οι οποίες έχουν ξεκινήσει αλλά δεν έχουν ολοκληρωθεί πριν από τις 18 Ιουνίου 2014.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Μαΐου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Απριλίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 8ης Μαΐου 2014.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1998, για τη διενέργεια δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα (ΕΕ L 77 της 14.3.1998, σ. 3).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2009, σχετικά με τις ευρωπαϊκές στατιστικές και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1101/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη διαβίβαση στη Στατιστική Υπηρεσία των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων πληροφοριών που καλύπτονται από το στατιστικό απόρρητο, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 322/97 του Συμβουλίου σχετικά με τις κοινοτικές στατιστικές και της απόφασης 89/382/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου για τη σύσταση επιτροπής του στατιστικού προγράμματος των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 164).


29.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 163/15


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 546/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Μαΐου 2014

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 718/1999 του Συμβουλίου σχετικά με μια πολιτική ρύθμισης της μεταφορικής ικανότητας των κοινοτικών στόλων στην εσωτερική ναυσιπλοΐα για την προώθηση των μεταφορών διά της πλωτής οδού

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 91 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 718/1999 του Συμβουλίου (4) θεσπίζει πολιτική ρύθμισης της μεταφορικής ικανότητας του στόλου της Ένωσης για πλοία που χρησιμοποιούνται για να μεταφέρουν εμπορεύματα στις εσωτερικές πλωτές οδούς των κρατών μελών.

(2)

Όσον αφορά τον εκσυγχρονισμό και την αναδιάρθρωση των στόλων, θα πρέπει να προβλεφθούν, κατά προτίμηση σε αρχικό στάδιο, κοινωνικά μέτρα υπέρ όλων των μελών πληρωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων και των ιδιωτών μικροεπαγγελματιών, που επιθυμούν να εγκαταλείψουν τον κλάδο της εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή να απασχοληθούν σε άλλον τομέα δραστηριότητας, καθώς και κινήτρων για τη δημιουργία ομίλων επιχειρήσεων, για τη βελτίωση της επαγγελματικής κατάρτισης των πληρωμάτων της εσωτερικής ναυσιπλοΐας και για την αρτιότερη προσαρμογή των σκαφών στην τεχνολογική πρόοδο, συμπεριλαμβανομένων και των φιλικών προς το περιβάλλον σκαφών. Το αποθεματικό ταμείο που έχει συσταθεί σε κάθε κράτος μέλος του οποίου οι εσωτερικές πλωτές οδοί συνδέονται με αυτές άλλου κράτους μέλους και η χωρητικότητα του στόλου του είναι ανώτερη των 100 000 τόνων, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 718/1999, θα πρέπει να χρησιμοποιείται για μέτρα που επηρεάζουν ιδιώτες μικροεπαγγελματίες. Θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν άλλα ειδικά ταμεία που υπάρχουν ήδη στην Ένωση για τη στήριξη δραστηριοτήτων που αναλαμβάνονται από κοινού από τους κοινωνικούς εταίρους.

(3)

Προς τον σκοπό αυτό, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν τα αποθεματικά ταμεία, εφόσον αυτό ζητηθεί ομόφωνα από τις οργανώσεις εκπροσώπησης του κλάδου των εσωτερικών πλωτών μεταφορών.

(4)

Τα αποθεματικά ταμεία, που συνίστανται μόνον από τις χρηματοδοτικές εισφορές του κλάδου, δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ μέχρι τώρα.

(5)

Τα μέτρα για τον εκσυγχρονισμό του στόλου της Ένωσης που αναφέρονται στο άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 718/1999, αφορούν μόνο κοινωνικά θέματα και την ασφάλεια του εργασιακού περιβάλλοντος. Άλλα είδη μέτρων στήριξης για τη διαμόρφωση πλαισίου ευνοϊκού για την καινοτομία και το περιβάλλον δεν προβλέπονται.

(6)

Τα μέτρα που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 718/1999 σχετικά με τα καθεστώτα επαγγελματικής εκπαίδευσης ή μετειδίκευσης αφορούν όλα τα μέλη πληρωμάτων που εγκαταλείπουν τον κλάδο, μεταξύ των οποίων είναι και οι ιδιώτες μικροεπαγγελματίες, και όχι μόνον όσους χαρακτηρίζονται ως εργαζόμενοι.

(7)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 718/1999 προβλέπει μέτρα που ενθαρρύνουν τους ιδιώτες μικροεπαγγελματίες να καθίστανται μέλη των επαγγελματικών οργανώσεων, δεν προβλέπει όμως μέτρα για την ενίσχυση των οργανώσεων εκπροσώπησης του κλάδου των εσωτερικών πλωτών μεταφορών σε επίπεδο Ένωσης, μολονότι οι ισχυρές οργανώσεις σε όλη την Ένωση μπορούν να συμβάλλουν στον μετριασμό των επιπτώσεων από τον κατακερματισμό του κλάδου.

(8)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 718/1999 θα πρέπει να συμπληρωθεί με μέτρα για την καθιέρωση επαγγελματικής εκπαίδευσης ή μετειδίκευσης για μέλη πληρωμάτων άλλα από εκείνα που χαρακτηρίζονται ως εργαζόμενοι που εγκαταλείπουν τον κλάδο, για την ενθάρρυνση των ιδιωτών μικροεπαγγελματιών να καθίστανται μέλη των επαγγελματικών οργανώσεων, την ενίσχυση των επαγγελματικών ενώσεων και την ενθάρρυνση της καινοτομίας των σκαφών και της προσαρμογής τους στην τεχνολογική πρόοδο όσον αφορά το περιβάλλον.

(9)

Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενισχύσουν την έρευνα και την καινοτομία στον κλάδο των εσωτερικών πλωτών μεταφορών και στις πολυτροπικές λιμενικές υποδομές, μέσω διαθέσιμων χρηματοδοτικών μέσων, όπου περιλαμβάνονται, κατά περίπτωση, ο Ορίζοντας 2020 – πρόγραμμα-πλαίσιο για την έρευνα και την καινοτομία 2014-2020 (Ορίζοντας 2020) (5) και η διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη» (6), διασφαλίζοντας, με τον τρόπο αυτόν, την ενσωμάτωση του συγκεκριμένου κλάδου στις πολυτροπικές μεταφορές.

(10)

Η Επιτροπή θα πρέπει να υποστηρίξει μέτρα για την καινοτομία και την προσαρμογή των στόλων εσωτερικής ναυσιπλοΐας στην τεχνική πρόοδο όσον αφορά το περιβάλλον, με την προώθηση της χρήσης χρηματοδοτικών μέσων από υφιστάμενους ενωσιακούς πόρους, όπως η Διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη» και ο Ορίζοντας 2020, και θα πρέπει να προτείνει τρόπους μόχλευσης των αποθεματικών ταμείων μέσω των υφιστάμενων αυτών πόρων καθώς και με χρηματοδοτικά μέσα από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.

(11)

Επειδή τα αποθεματικά ταμεία έχουν δημιουργηθεί από συνδρομές του κλάδου, θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα να χρησιμοποιούνται για την προσαρμογή των σκαφών στις τεχνικές και περιβαλλοντικές απαιτήσεις που θεσπίστηκαν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της προσαρμογής τους στην περαιτέρω εξέλιξη των ευρωπαϊκών προδιαγραφών σχετικά με τις εκπομπές των κινητήρων, καθώς και για την ενθάρρυνση της αποδοτικότητας των καυσίμων, της χρήσης εναλλακτικών καυσίμων και άλλων μέτρων για τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα και για φιλικά προς το περιβάλλον σκάφη, συμπεριλαμβανομένων των προσαρμοσμένων στις συνθήκες των ποταμών σκάφων.

(12)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 718/1999 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 718/1999 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

Με την επιφύλαξη του άρθρου 3 παράγραφος 5, οιοδήποτε κράτος μέλος μπορεί να λάβει ιδίως μέτρα προκειμένου:

να διευκολυνθεί η πρόωρη συνταξιοδότηση για τους μεταφορείς της εσωτερικής ναυσιπλοΐας που εγκαταλείπουν τον κλάδο ή η απασχόλησή τους σε άλλη οικονομική δραστηριότητα, μεταξύ άλλων μέσω της παροχής διεξοδικών πληροφοριών·

να οργανωθούν καθεστώτα επαγγελματικής εκπαίδευσης ή μετειδίκευσης για τα μέλη πληρωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων και των ιδιωτών μικροεπαγγελματιών, που εγκαταλείπουν τον κλάδο και να παρέχονται κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τα καθεστώτα αυτά·

να βελτιωθεί η επαγγελματική κατάρτιση των πληρωμάτων εσωτερικής ναυσιπλοΐας καθώς και οι γνώσεις του προσωπικού στον τομέα της εφοδιαστικής, ώστε να διαφυλαχθεί η ανάπτυξη και το μέλλον του επαγγέλματος·

να ενθαρρυνθούν οι ιδιώτες μικροεπαγγελματίες να καθίστανται μέλη των επαγγελματικών ενώσεων και να ενισχυθούν οι οργανώσεις εκπροσώπησης του κλάδου των εσωτερικών πλωτών μεταφορών σε επίπεδο Ένωσης·

να ενθαρρυνθεί η προσαρμογή των σκαφών στην τεχνολογική πρόοδο, ώστε να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της προστασίας της υγείας, και να προαχθεί η ασφάλεια·

να ενθαρρυνθεί η ανακαίνιση των σκαφών και η προσαρμογή τους στην τεχνολογική πρόοδο όσον αφορά το περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων των φιλικών προς το περιβάλλον σκαφών·

να ενθαρρυνθούν οι τρόποι μόχλευσης για τη χρήση των αποθεματικών ταμείων σε συνδυασμό με τα διαθέσιμα χρηματοδοτικά μέσα, μεταξύ άλλων κατά περίπτωση, βάσει του Ορίζοντας 2020 και της Διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη», και με χρηματοδοτικά μέσα από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Μαΐου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  Γνώμη της 21ης Ιανουαρίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Γνώμη της 31ης Ιανουαρίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Απριλίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 8ης Μαΐου 2014.

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 718/1999 του Συμβουλίου, της 29ης Μαρτίου 1999, σχετικά με μια πολιτική ρύθμισης της μεταφορικής ικανότητας των κοινοτικών στόλων στην εσωτερική ναυσιπλοΐα για την προώθηση των μεταφορών διά της πλωτής οδού (ΕΕ L 90 της 2.4.1999, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1291/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση του προγράμματος-πλαισίου «Ορίζων 2020) για την έρευνα και την καινοτομία (2014-2020) και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1982/2006/ΕΚ (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 104).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1316/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για τη σύσταση της διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη», την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 913/2010 και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 680/2007 και (ΕΚ) αριθ. 67/2010 (ΕΕ L 348 της 20.12.2013, σ. 129).


29.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 163/18


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 547/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Μαΐου 2014

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 322,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 106α,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) εκδόθηκε στις 25 Οκτωβρίου 2012 και συνοδεύτηκε από κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής με την οποία συμφωνήθηκε να αναθεωρηθεί ο εν λόγω κανονισμός για να ληφθεί υπόψη η έκβαση των διαπραγματεύσεων σχετικά με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο για την περίοδο 2014-2020.

(2)

Κατόπιν της έκδοσης του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1311/2013 του Συμβουλίου (4), και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1316/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), και σύμφωνα με την κοινή δήλωση, είναι ανάγκη να τροποποιηθεί ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 ώστε να συμπεριληφθούν οι κανόνες μεταφοράς για το αποθεματικό έκτακτης βοήθειας και για τα έργα που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο της διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη».

(3)

Όσον αφορά το αποθεματικό έκτακτης βοήθειας, οι αντίστοιχες πιστώσεις έχουν εγγραφεί στον Τίτλο «Αποθεματικά» του γενικού προϋπολογισμού της Ένωσης. Επομένως, είναι αναγκαία η τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012, για να προβλεφθεί η μεταφορά στο έτος ν+1, των πιστώσεων που εγγράφηκαν στο αποθεματικό και δεν χρησιμοποιήθηκαν το έτος ν.

(4)

Λόγω της φύσης τους, τα έργα τα οποία χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο της διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη», θα απαιτήσουν, σε πολλές περιπτώσεις, σύνθετες διαδικασίες σύναψης συμβάσεων. Επομένως, ακόμη και περιορισμένες καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση των έργων αυτών μπορεί να οδηγήσουν στην απώλεια ετήσιων πιστώσεων ανάληψης υποχρεώσεων και να υποβαθμίσουν τη βιωσιμότητα των συγκεκριμένων έργων και, κατά συνέπεια, την πολιτική βούληση της Ένωσης για τον εκσυγχρονισμό των δικτύων και των υποδομών μεταφορών, ενέργειας και τηλεπικοινωνιών. Για να προληφθεί αυτό, ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 θα πρέπει να επιτρέψει να μεταφέρονται στο επόμενο οικονομικό έτος οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί έως το τέλος εκάστου από τα οικονομικά έτη 2014, 2015 και 2016 για τα έργα τα οποία χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο της Διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη». Η μεταφορά θα πρέπει να υποβάλλεται για έγκριση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(5)

Κατόπιν της έκδοσης του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), είναι αναγκαία η τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012, προκειμένου οι αποδεσμευόμενες πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων να καθίστανται εκ νέου διαθέσιμες για τη δημιουργία του αποθεματικού επίδοσης και των χρηματοδοτικών μέσων χωρίς ανώτατο όριο εγγύησης και τιτλοποίησης υπέρ των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012

Ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«γ)

τα ποσά που αντιστοιχούν στις πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων για το αποθεματικό έκτακτης βοήθειας.»·

ii)

προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Τα ποσά που αναφέρονται στο στοιχείο γ) του πρώτου εδαφίου μπορούν να μεταφερθούν μόνο στο επόμενο οικονομικό έτος.»·

β)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Με την επιφύλαξη του στοιχείου γ) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 14, οι πιστώσεις που εγγράφονται σε αποθεματικό και οι πιστώσεις που αφορούν δαπάνες προσωπικού δεν μεταφέρονται. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι δαπάνες προσωπικού περιλαμβάνουν τις αποδοχές και τις αποζημιώσεις των μελών και του προσωπικού των θεσμικών οργάνων στα οποία εφαρμόζεται ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης.».

2)

Η επικεφαλίδα του τίτλου II του μέρους II αντικαθίσταται από την εξής:

«ΤΙΤΛΟΣ II

ΔΙΑΡΘΡΩΤΙΚΑ ΤΑΜΕΙΑ, ΤΑΜΕΙΟ ΣΥΝΟΧΗΣ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΛΙΕΙΑΣ, ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, ΤΑΜΕΙΑ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΠΟΥ ΥΠΟΚΕΙΝΤΑΙ ΣΕ ΕΠΙΜΕΡΙΣΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ, ΚΑΙ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗ “ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ”».

3)

Στο άρθρο 178, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Οι αποδεσμευόμενες πιστώσεις μπορούν να ανασυσταθούν σε περίπτωση:

α)

αποδέσμευσης πιστώσεων από πρόγραμμα δυνάμει των διευθετήσεων για την εφαρμογή του αποθεματικού επίδοσης που ορίζονται στο άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7)·

β)

αποδέσμευσης πιστώσεων από πρόγραμμα που αφορά συγκεκριμένο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής υπέρ ΜΜΕ, μετά από τη διακοπή της συμμετοχής κράτους μέλους στο μέσο χρηματοοικονομικής τεχνικής, κατά τα αναφερόμενα στο έβδομο εδάφιο του άρθρου 39 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1303/2013·

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 320).»."

4)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 178α

Μεταφορά πιστώσεων αναλήψεων υποχρεώσεων για τη διευκόλυνση «Συνδέοντας την Ευρώπη»

1.   Για τα οικονομικά έτη 2014, 2015 και 2016, οι πιστώσεις αναλήψεων υποχρεώσεων οι οποίες προορίζονται για έργα χρηματοδοτούμενα στο πλαίσιο της διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη», που θεσπίζεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1316/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), και δεν έχουν δεσμευθεί στο τέλος του οικονομικού έτους μπορούν να μεταφερθούν μόνον στο επόμενο οικονομικό έτος·

2.   Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο προτάσεις μεταφοράς πιστώσεων του προηγούμενου οικονομικού έτους έως τις 15 Φεβρουαρίου του τρέχοντος οικονομικού έτους.

3.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, το οποίο ενεργεί με ειδική πλειοψηφία, εξετάζουν κάθε πρόταση μεταφοράς πιστώσεων έως τις 31 Μαρτίου του τρέχοντος οικονομικού έτους.

4.   Η πρόταση μεταφοράς πιστώσεων εγκρίνεται αν, μέσα στην προθεσμία που καθορίζεται στην παράγραφο 3, συμβεί ένα από τα ακόλουθα:

α)

το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο την εγκρίνουν·

β)

είτε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είτε το Συμβούλιο την εγκρίνει και το άλλο θεσμικό όργανο απέχει να ενεργήσει·

γ)

το Ευρωπαϊκό Κοινοβουλίου και το Συμβούλιο απέχουν να ενεργήσουν ή δεν λάβουν απόφαση για την απόρριψή της.

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1316/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για τη σύσταση της διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη», την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 913/2010 και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 680/2007 και (ΕΚ) αριθ. 67/2010 (ΕΕ L 348 της 20.12.2013, σ. 129).»."

Άρθρο 2

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Μαΐου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 4 της 8.1.2014, σ. 1.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 6ης Μαΐου 2014.

(3)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (EE, Ευρατόμ) αριθ. 1311/2013 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 2013, για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 884).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1316/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για τη σύσταση της διευκόλυνσης «Συνδέοντας την Ευρώπη», την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 913/2010 και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 680/2007 και (ΕΚ) αριθ. 67/2010 (ΕΕ L 348 της 20.12.2013, σ. 129).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1303/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί καθορισμού κοινών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και περί καθορισμού γενικών διατάξεων για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, το Ταμείο Συνοχής και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1083/2006 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 320).


Κοινή δήλωση σχετικά με τη χωριστή διαδικασία απαλλαγής για τις κοινές επιχειρήσεις δυνάμει του άρθρου 209 του δημοσιονομικού κανονισμού

1.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή συμφωνούν ότι προκειμένου οι κοινές επιχειρήσεις να επωφελούνται από απλουστευμένους δημοσιονομικούς κανόνες που είναι καλύτερα προσαρμοσμένοι στη δημόσια-ιδιωτική φύση τους, πρέπει να συστήνονται δυνάμει του άρθρου 209 του δημοσιονομικού κανονισμού.

Εντούτοις, συμφωνούν επίσης ότι:

Δεδομένης της ειδικής φύσης και του τρέχοντος καθεστώτος των κοινών επιχειρήσεων και προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή με το 7ο πρόγραμμα-πλαίσιο, οι κοινές επιχειρήσεις πρέπει να εξακολουθούν να υπάγονται σε χωριστή διαδικασία απαλλαγής η οποία θα εξουσιοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατόπιν σύστασης του Συμβουλίου. Για τον λόγο αυτό, θα θεσπιστούν ειδικές παρεκκλίσεις από το άρθρο 209 του δημοσιονομικού κανονισμού στις συστατικές πράξεις των κοινών επιχειρήσεων που θα συσταθούν στο πλαίσιο του προγράμματος «Ορίζοντας 2020». Οι εν λόγω παρεκκλίσεις θα αναφέρονται στη χωριστή διαδικασία απαλλαγής και θα περιλαμβάνουν κάθε πρόσθετη αναγκαία προσαρμογή.

Προκειμένου να μπορούν οι κοινές επιχειρήσεις να επωφελούνται άμεσα από τις απλουστεύσεις που θεσπίζονται στο νέο δημοσιονομικό πλαίσιο επιβάλλεται να τεθεί σε ισχύ ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός της Επιτροπής, της 30ής Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τον πρότυπο δημοσιονομικό κανονισμό για τους οργανισμούς ΣΔΙΤ δυνάμει του άρθρου 209 του δημοσιονομικού κανονισμού.

2.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σημειώνουν ότι η Επιτροπή:

Θα διασφαλίσει ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες των κοινών επιχειρήσεων περιλαμβάνουν παρεκκλίσεις από τον πρότυπο δημοσιονομικό κανονισμό για τους οργανισμούς ΣΔΙΤ προκειμένου να απηχείται η θέσπιση της χωριστής διαδικασίας απαλλαγής στις συστατικές τους πράξεις.

Προτίθεται να προτείνει σχετικές τροποποιήσεις των άρθρων 209 και 60 παράγραφος 7 του δημοσιονομικού κανονισμού στο πλαίσιο της μελλοντικής επανεξέτασης του δημοσιονομικού κανονισμού.