ISSN 1977-0669

doi:10.3000/19770669.L_2014.094.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 94

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

57ό έτος
28 Μαρτίου 2014


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης ( 1 )

1

 

*

Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ ( 1 )

65

 

*

Οδηγία 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβούλιου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις προμήθειες φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της οδηγίας 2004/17/ΕΚ ( 1 )

243

 

*

Οδηγία 2014/36/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την εποχιακή εργασία

375

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΟΔΗΓΙΕΣ

28.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 94/1


ΟΔΗΓΊΑ 2014/23/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2014

σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 53 παράγραφος 1, το άρθρο 62 και το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Έπειτα από διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η απουσία σαφών κανόνων σε ενωσιακό επίπεδο που διέπουν την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης προκαλεί ανασφάλεια δικαίου, εμποδίζει την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών και στρεβλώνει τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι οικονομικοί φορείς, ιδίως οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), στερούνται των δικαιωμάτων τους εντός της εσωτερικής αγοράς και χάνουν σημαντικές εμπορικές ευκαιρίες, ενώ οι δημόσιες αρχές ενδέχεται να μην διαχειρίζονται τους δημόσιους πόρους κατά τρόπον ώστε οι πολίτες της ΕΕ να λαμβάνουν ποιοτικές υπηρεσίες στις καλύτερες τιμές. Ένα κατάλληλο, ισορροπημένο και ευέλικτο νομικό πλαίσιο για την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης θα εξασφάλιζε πραγματική και άνευ διακρίσεων πρόσβαση στην αγορά για όλους τους οικονομικούς φορείς της Ένωσης, καθώς και ασφάλεια δικαίου, πράγμα που θα ευνοήσει τις δημόσιες επενδύσεις σε υποδομές και στρατηγικές υπηρεσίες προς τους πολίτες. Το εν λόγω νομικό πλαίσιο θα προσέφερε επίσης αυξημένη ασφάλεια δικαίου στους οικονομικούς φορείς και θα μπορούσε να αποτελέσει βάση και μέσον για περαιτέρω άνοιγμα των διεθνών αγορών δημόσιων προμηθειών και ενίσχυση των διεθνών εμπορικών συναλλαγών. Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δοθεί στη βελτίωση των ευκαιριών πρόσβασης των ΜΜΕ σε ολόκληρο το φάσμα των αγορών παραχωρήσεων της Ένωσης.

(2)

Οι κανόνες του νομοθετικού πλαισίου που διέπουν την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης πρέπει να είναι σαφείς και απλοί. Πρέπει δε να αντικατοπτρίζουν δεόντως την ιδιαιτερότητα των παραχωρήσεων σε σύγκριση με τις δημόσιες συμβάσεις και να μη δημιουργούν υπερβολική γραφειοκρατία.

(3)

Οι δημόσιες προμήθειες παίζουν βασικό ρόλο στη στρατηγική Ευρώπη 2020, που περιλαμβάνεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Μαρτίου 2010 με τίτλο «Ευρώπη 2020, μια στρατηγική για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» (στρατηγική «Ευρώπη 2020»), ως ένα από τα αγορακεντρικά εργαλεία που πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη έξυπνης, διατηρήσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης, διασφαλίζοντας παράλληλα την πλέον αποδοτική χρήση των δημόσιων πόρων. Στο πλαίσιο αυτό, οι συμβάσεις παραχώρησης αποτελούν σημαντικά μέσα για τη μακροπρόθεσμη διαρθρωτική ανάπτυξη των υποδομών και των στρατηγικών υπηρεσιών, συμβάλλοντας στην προώθηση του ανταγωνισμού εντός της εσωτερικής αγοράς, καθιστώντας δυνατή την αξιοποίηση της εμπειρογνωμοσύνης του ιδιωτικού τομέα και συμβάλλοντας στην επίτευξη αποτελεσματικότητας και καινοτομίας.

(4)

Η ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης δημόσιων έργων υπόκειται σήμερα στους βασικούς κανόνες της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), ενώ η ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών με διασυνοριακό ενδιαφέρον υπόκειται στις αρχές της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), και ειδικότερα στις αρχές της ελεύθερης κυκλοφορίας αγαθών, της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και στις αρχές που πηγάζουν εξ αυτής, όπως της ίσης μεταχείρισης, της μη διάκρισης, της αμοιβαίας αναγνώρισης, της αναλογικότητας και της διαφάνειας. Υπάρχει κίνδυνος ανασφαλείας δικαίου αν υπάρξουν αποκλίνουσες ερμηνείες των αρχών της ΣΛΕΕ από τους εθνικούς νομοθέτες και λόγω των μεγάλων διαφορών μεταξύ των νομοθεσιών στα διάφορα κράτη μέλη. Ο κίνδυνος αυτός επιβεβαιώθηκε από την εκτεταμένη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία, εντούτοις, πραγματεύτηκε εν μέρει μόνο ορισμένες πτυχές της ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης.

Απαιτείται η ομοιόμορφη εφαρμογή των αρχών της ΣΛΕΕ σε όλα τα κράτη μέλη και η εξάλειψη των διαφορών στην κατανόηση αυτών των αρχών σε ενωσιακό επίπεδο για την άρση των συνεχιζόμενων στρεβλώσεων στην εσωτερική αγορά. Αυτό θα ευνοήσει και την αποδοτικότητα των δημόσιων δαπανών, θα διευκολύνει την ισότιμη πρόσβαση και δίκαιη συμμετοχή των ΜΜΕ στις αναθέσεις συμβάσεων παραχώρησης, τόσο σε επίπεδο τοπικό όσο και Ένωσης, και θα υποστηρίξει την επίτευξη βιώσιμων στόχων δημόσιας πολιτικής.

(5)

Η παρούσα οδηγία αναγνωρίζει και επαναβεβαιώνει το δικαίωμα των κρατών μελών και των δημόσιων αρχών να αποφασίζουν τα μέσα οργάνωσης που κρίνουν καταλληλότερα για την εκτέλεση έργων και την παροχή υπηρεσιών. Ειδικότερα, η παρούσα οδηγία δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να επηρεάσει την ελευθερία των κρατών μελών και των δημόσιων αρχών να εκτελούν απευθείας τα έργα ή να παρέχουν άμεσα υπηρεσίες προς το κοινό ή να αναθέτουν σε τρίτους την παροχή αυτή κατόπιν εκχωρήσεως. Τα κράτη μέλη ή οι δημόσιες αρχές θα πρέπει να παραμένουν ελεύθερες να καθορίζουν και να διευκρινίζουν τα χαρακτηριστικά των υπηρεσιών που πρόκειται να παρασχεθούν, συμπεριλαμβανομένων τυχόν όρων αναφορικά με την ποιότητα ή την τιμή των υπηρεσιών, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, στο πλαίσιο της επιδίωξης των στόχων δημόσιας πολιτικής.

(6)

Υπενθυμίζεται ότι τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να αποφασίζουν, σύμφωνα με τις αρχές της ΣΛΕΕ περί ίσης μεταχείρισης, μη διάκρισης, διαφάνειας και ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων, να οργανώνουν την παροχή υπηρεσιών είτε ως υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, είτε ως μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος, είτε ως μείγμα των ανωτέρω. Ομοίως θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η παρούσα οδηγία δεν θίγει την ελευθερία των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών να καθορίζουν, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, το πεδίο εφαρμογής και τα χαρακτηριστικά της υπηρεσίας που θα παρασχεθεί, συμπεριλαμβανομένων τυχόν όρων σχετικά με την ποιότητά της, προκειμένου να επιτευχθούν οι οικείοι στόχοι δημόσιας πολιτικής της. Επίσης, δεν θα πρέπει να θίγει την εξουσία των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών να παρέχουν, να παραγγέλλουν και να χρηματοδοτούν υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, σύμφωνα με το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το Πρωτόκολλο αριθ. 26 που προσαρτάται στη ΣΛΕΕ και στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Επιπλέον, η παρούσα οδηγία δεν αφορά τη χρηματοδότηση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος ή τα συστήματα ενισχύσεων που χορηγούν τα κράτη μέλη, ιδίως στον κοινωνικό τομέα, σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες περί ανταγωνισμού. Τονιστέον ότι οι μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος δεν θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(7)

Υπενθυμίζεται επίσης ότι η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να επηρεάζει τη νομοθεσία των κρατών μελών στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης. Ομοίως, δεν θα πρέπει να επιφέρει ελευθέρωση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος που ανατίθενται σε δημόσιες ή ιδιωτικές οντότητες ούτε την ιδιωτικοποίηση κρατικών φορέων παροχής υπηρεσιών.

(8)

Για τις συμβάσεις παραχώρησης που φθάνουν ή υπερβαίνουν ορισμένη αξία, είναι σκόπιμο να προβλέπεται ένας ελάχιστος συντονισμός των εθνικών διαδικασιών για την ανάθεση αυτών των συμβάσεων βάσει των αρχών της ΣΛΕΕ ώστε να διασφαλίζεται το άνοιγμα των συμβάσεων παραχώρησης στον ανταγωνισμό και επαρκής ασφάλεια δικαίου. Οι εν λόγω συντονιστικές διατάξεις δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα αναγκαία για την επίτευξη των προαναφερόμενων στόχων και την εξασφάλιση ορισμένου βαθμού ευελιξίας. Τα κράτη μέλη πρέπει να μπορούν να συμπληρώνουν και να αναπτύσσουν περαιτέρω τις διατάξεις αυτές εφόσον το κρίνουν σκόπιμο ιδίως για την καλύτερη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις ανωτέρω αρχές.

(9)

Διευκρινίζεται ότι οι όμιλοι οικονομικών φορέων, ακόμη και όταν συνασπίζονται υπό μορφή προσωρινής ένωσης, μπορούν να συμμετέχουν σε διαδικασίες ανάθεσης χωρίς να χρειάζεται να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή. Αν χρειάζεται, φέρ’ ειπείν, όταν απαιτείται από κοινού και εις ολόκληρον ευθύνη, θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότης να τους επιβληθεί μια συγκεκριμένη μορφή μόλις τους ανατεθεί σύμβαση παραχώρησης. Τονιστέον επίσης ότι οι αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να μπορούν να καθορίζουν ρητά τον τρόπο με τον οποίο οι οικονομικοί φορείς πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας, ή τα κριτήρια τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας που απαιτούνται όταν οι οικονομικοί φορείς συμμετέχουν μεμονωμένα. Η εκτέλεση των συμβάσεων παραχώρησης από ομίλους οικονομικών φορέων ενδέχεται να χρειασθεί όρους που δεν επιβάλλονται σε μεμονωμένους συμμετέχοντες. Οι όροι αυτοί, οι οποίοι θα πρέπει να έχουν αντικειμενική και αναλογική βάση, θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν, φέρ’ ειπείν, την απαίτηση να ορισθεί κοινός εκπρόσωπος ή επικεφαλής εταίρος, για τους σκοπούς της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης ή την απαίτηση πληροφόρησης σχετικά με τη σύνθεσή τους.

(10)

Πρέπει επίσης να εισαχθούν ορισμένες ελάχιστες διατάξεις συντονισμού για την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης έργων και υπηρεσιών στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, δεδομένου ότι οι εθνικές αρχές δύνανται να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς αυτούς και λαμβανομένου υπόψη του κλειστού χαρακτήρα των αγορών όπου λειτουργούν, λόγω της ύπαρξης ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων χορηγούμενων από τα κράτη μέλη όσον αφορά τον εφοδιασμό, την προμήθεια ή την εκμετάλλευση των δικτύων παροχής των συγκεκριμένων υπηρεσιών.

(11)

Οι παραχωρήσεις αυτές αποτελούν συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας μέσω των οποίων μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς αναθέτουν την εκτέλεση έργων, ή την παροχή ή τη διαχείριση υπηρεσιών, σε έναν ή περισσότερους οικονομικούς φορείς. Το αντικείμενο των συμβάσεων αυτών είναι η προμήθεια έργων ή υπηρεσιών μέσω παραχώρησης, το αντάλλαγμα της οποίας συνίσταται στο δικαίωμα εκμετάλλευσης των έργων ή υπηρεσιών ή σε συνδυασμό του δικαιώματος αυτού με πληρωμή. Οι συμβάσεις αυτές μπορεί, αλλά όχι απαραίτητα, να συνεπάγονται τη μεταβίβαση κυριότητας σε αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς, αλλά οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς αποκομίζουν πάντοτε τα οφέλη από τα εν λόγω έργα ή υπηρεσίες.

(12)

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας τονίζεται ότι η απλή χρηματοδότηση δραστηριότητας, κατά κύριο δε λόγο μέσω επιχορηγήσεων, που συνδέεται συχνά με την υποχρέωση επιστροφής των ληφθέντων ποσών εάν δεν χρησιμοποιηθούν κατά προορισμόν, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(13)

Επιπροσθέτως, διακανονισμοί σύμφωνα με τους οποίους όλοι οι φορείς που ανταποκρίνονται σε ορισμένους όρους μπορούν να ασκούν ένα συγκεκριμένο καθήκον χωρίς δυνατότητες επιλογών, όπως τα συστήματα επιλογής πελάτη και δελτίων υπηρεσιών δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως παραχωρήσεις, ακόμη και αν βασίζονται σε νομικές συμφωνίες μεταξύ της δημόσιας αρχής και των οικονομικών φορέων. Συστήματα αυτού του είδους βασίζονται συνήθως σε απόφαση δημόσιας αρχής η οποία ορίζει τους διαφανείς και αμερόληπτους όρους της συνεχούς πρόσβασης των οικονομικών φορέων στην παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών όπως οι κοινωνικές υπηρεσίες, παρέχοντας τη δυνατότητα στους πελάτες να επιλέγουν μεταξύ των φορέων αυτών.

(14)

Επιπλέον, ορισμένες πράξεις κρατών μελών όπως οι εξουσιοδοτήσεις ή οι άδειες, με τις οποίες το κράτος μέλος ή μια δημόσια αρχή αυτού θεσπίζει τους όρους άσκησης μιας οικονομικής δραστηριότητας όπου περιλαμβάνεται όρος περί διεξαγωγής μιας συγκεκριμένης λειτουργίας, και οι οποίες συνήθως χορηγούνται κατόπιν αιτήματος του οικονομικού φορέα και όχι με πρωτοβουλία της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα και όπου ο οικονομικός φορέας είναι ελεύθερος να αποσυρθεί από την πραγματοποίηση έργων ή την παροχή υπηρεσιών, δεν θεωρούνται παραχωρήσεις. Στις πράξεις αυτές μπορούν να εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις της οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5). Αντίθετα με αυτές τις πράξεις κρατών μελών, οι συμβάσεις παραχώρησης προβλέπουν αμοιβαία δεσμευτικές υποχρεώσεις για τις περιπτώσεις όπου η εκτέλεση αυτών των έργων ή η παροχή των υπηρεσιών υπόκειται σε συγκεκριμένες απαιτήσεις που καθορίζονται από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα και είναι νομικά εκτελεστές.

(15)

Προσέτι, ορισμένες συμφωνίες που έχουν ως αντικείμενο το δικαίωμα οικονομικού φορέα να εκμεταλλεύεται ορισμένους τομείς ή πόρους του Δημοσίου, δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, όπως έγγεια ή οιαδήποτε δημόσια ιδιοκτησία, ιδίως στον τομέα των θαλάσσιων λιμένων, των λιμένων εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή των αερολιμένων, όπου το Δημόσιο ή η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας θέτει μόνο γενικούς όρους για τη χρήση τους χωρίς την προμήθεια συγκεκριμένων έργων ή υπηρεσιών, δεν πρέπει να θεωρούνται συμβάσεις παραχώρησης κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας. Αυτό συνήθως αφορά συμβάσεις του δημόσιου τομέα ή έγγειας μίσθωσης, οι οποίες περιέχουν γενικά όρους σχετικά με την παραχώρηση του μισθίου στον μισθωτή, τη χρήση στην οποία θα υποβληθεί το μίσθιο, τις υποχρεώσεις του εκμισθωτή και του μισθωτή ως προς τη συντήρηση του μισθίου, τη διάρκεια της σύμβασης μίσθωσης και την απόδοση του μισθίου στον εκμισθωτή, το μίσθωμα και τα παρεπόμενα έξοδα που βαρύνουν τον μισθωτή.

(16)

Επιπλέον, συμφωνίες που χορηγούν δικαιώματα διέλευσης καλύπτοντας τη χρήση της δημόσιας ακίνητης περιουσίας για την παροχή ή τη λειτουργία σταθερών γραμμών ή δικτύων που προορίζονται για την παροχή υπηρεσίας στο κοινό, στον βαθμό που οι συμφωνίες αυτές ούτε επιβάλλουν υποχρέωση παροχής ούτε αφορούν οιαδήποτε εξαγορά υπηρεσιών από αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα για τον ίδιο ή για τελικούς χρήστες, επίσης δεν θα πρέπει να θεωρούνται συμβάσεις παραχώρησης κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας.

(17)

Οι συμβάσεις που δεν συνεπάγονται πληρωμές στον ανάδοχο και όπου αυτός αμείβεται με βάση τα ρυθμιζόμενα τέλη τα οποία υπολογίζονται κατά τρόπο ώστε να καλύπτουν όλες τις δαπάνες και τις επενδύσεις που πραγματοποίησε ο ανάδοχος για την παροχή της υπηρεσίας, δεν θα πρέπει να καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

(18)

Οι δυσκολίες που σχετίζονται με την ερμηνεία των εννοιών της σύμβασης παραχώρησης και της δημόσιας σύμβασης αποτελούν αιτία διαρκούς ανασφαλείας δικαίου για τους εμπλεκόμενους παράγοντες και έχουν οδηγήσει σε πολυάριθμες αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για το λόγο αυτό, πρέπει να αποσαφηνιστεί ο ορισμός της παραχώρησης, ειδικότερα ως προς την έννοια του λειτουργικού κινδύνου. Το κύριο χαρακτηριστικό μιας παραχώρησης, δηλαδή το δικαίωμα εκμετάλλευσης των έργων ή των υπηρεσιών, περιλαμβάνει πάντα τη μεταβίβαση στον παραχωρησιούχο ενός λειτουργικού κινδύνου οικονομικής υφής ο οποίος εμπεριέχει την πιθανότητα μη απόδοσης ολόκληρης της επένδυσης και μη ανάκτησης του κόστους λειτουργίας των έργων ή παροχής των υπηρεσιών που του έχουν ανατεθεί υπό φυσιολογικές συνθήκες λειτουργίας έστω και αν μέρος του κινδύνου παραμένει στην αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα. Η εφαρμογή συγκεκριμένων κανόνων που διέπουν την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης δεν θα ήταν αιτιολογημένη εάν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας είχε απαλλάξει τον οικονομικό φορέα από οιαδήποτε δυνητική ζημιά, με την εξασφάλιση ελάχιστου προσόδου, ίσης ή υψηλότερης από τις επενδύσεις που πραγματοποίησε και από τη δαπάνη που καλείται να αναλάβει ο οικονομικός φορέας σε σχέση με την εκτέλεση της σύμβασης. Συγχρόνως, πρέπει να καταστεί σαφές ότι ορισμένες συμφωνίες που αμείβονται αποκλειστικά από αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα πρέπει να χαρακτηρίζονται ως παραχωρήσεις όταν η ανάκτηση των επενδύσεων ή της δαπάνης που επωμίστηκε ο οικονομικός φορέας για την εκτέλεση του έργου ή την παροχή της υπηρεσίας εξαρτάται από την πραγματική ζήτηση ή προσφορά για την υπηρεσία ή το περιουσιακό στοιχείο.

(19)

Όταν ειδική τομεακή νομοθεσία εκμηδενίζει τον κίνδυνο εγγυώμενη στον παραχωρησιούχο την αντιστάθμιση των επενδύσεων και του κόστους που επωμίσθηκε για την εκτέλεση της σύμβασης, η σύμβαση αυτή δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται ως παραχώρηση κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας. Το γεγονός ότι ο κίνδυνος είναι εκ των προτέρων περιορισμένος δεν πρέπει να αποκλείει τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως παραχώρησης. Το ίδιο μπορεί να ισχύει, λόγου χάριν, σε τομείς με ρυθμιζόμενα τέλη ή στις περιπτώσεις όπου ο λειτουργικός κίνδυνος περιορίζεται μέσω συμβατικών διευθετήσεων που προβλέπουν μερική αντιστάθμιση, περιλαμβανομένης και αποζημίωσης σε περίπτωση πρόωρης λήξης της παραχώρησης για λόγους οφειλόμενους στην αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα ή για λόγους ανωτέρας βίας.

(20)

Ο λειτουργικός κίνδυνος πρέπει να είναι αποτέλεσμα παραγόντων εκτός του ελέγχου των μερών. Ο κίνδυνος που συνδέεται με κακή διαχείριση, με μη εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων από τον οικονομικό φορέα ή με γεγονότα ανωτέρας βίας δεν είναι αποφασιστικής σημασίας για τον σκοπό της ταξινόμησης ως παραχώρησης, δεδομένου ότι οι κίνδυνοι αυτοί είναι εγγενείς σε κάθε σύμβαση, είτε πρόκειται για δημόσια σύμβαση είτε για σύμβαση παραχώρησης. Ως λειτουργικός κίνδυνος ορίζεται ο κίνδυνος έκθεσης στις αστάθμητες συνθήκες της αγοράς, ο οποίος μπορεί να συνίσταται είτε σε κίνδυνο σχετιζόμενο με τη ζήτηση ή με την προσφορά, ή και με την προσφορά και με τη ζήτηση. Ως κίνδυνος που σχετίζεται με τη ζήτηση νοείται ο κίνδυνος που αφορά την πραγματική ζήτηση για τα έργα ή τις υπηρεσίες που αποτελούν αντικείμενο της σύμβασης. Ως κίνδυνος που σχετίζεται με την προσφορά νοείται ο κίνδυνος που αφορά την παροχή των έργων ή των υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο της σύμβασης και ειδικότερα ο κίνδυνος να μην ανταποκρίνεται στη ζήτηση η παροχή των υπηρεσιών. Για την αξιολόγηση του λειτουργικού κινδύνου θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η καθαρή παρούσα αξία του συνόλου της επενδύσεως, των δαπανών και των εσόδων του παραχωρησιούχου, κατά τρόπο συνεπή και ενιαίο.

(21)

Η έννοια των «οργανισμών δημοσίου δικαίου» έχει εξετασθεί επανειλημμένως από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο έκανε διάφορες διευκρινίσεις με βασική σημασία για την πλήρη κατανόηση της εννοίας αυτής. Θα πρέπει, ως εκ τούτου, να διευκρινισθεί ότι ένας οργανισμός ο οποίος λειτουργεί υπό κανονικές συνθήκες αγοράς, στοχεύει σε κέρδος και υφίσταται τις ζημίες που απορρέουν από την άσκηση της δραστηριότητάς του, δεν θα πρέπει να θεωρείται «οργανισμός δημοσίου δικαίου» δεδομένου ότι οι ανάγκες γενικού συμφέροντος που συνεστήθη για να ικανοποιήσει ή που του ανατέθηκε να ικανοποιήσει, θεωρείται ότι έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα. Ομοίως, η προϋπόθεση που αφορά την προέλευση της χρηματοδότησης ενός οργανισμού έχει αποτελέσει επίσης αντικείμενο εξέτασης από το Δικαστήριο, το οποίο έχει διευκρινίσει μεταξύ άλλων ότι χρηματοδότηση «κατά το πλείστον» σημαίνει περισσότερο από το μισό και ότι μια τέτοια χρηματοδότηση μπορεί να περιλαμβάνει πληρωμές από χρήστες οι οποίες επιβάλλονται, υπολογίζονται και εισπράττονται σύμφωνα με κανόνες δημοσίου δικαίου.

(22)

Είναι σκόπιμο να διευκρινισθεί η έννοια των «αποκλειστικών δικαιωμάτων» και των «ειδικών δικαιωμάτων», διότι έχουν ζωτική σημασία για τον ορισμό του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και την έννοια των αναθετόντων φορέων. Δέον να διευκρινισθεί ότι οι φορείς που δεν είναι ούτε αναθέτοντες φορείς κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) ούτε δημόσιες επιχειρήσεις υπόκεινται στις διατάξεις της μόνον εφόσον ασκούν μία από τις δραστηριότητες που καλύπτονται βάσει των δικαιωμάτων αυτών. Ωστόσο, δεν θεωρούνται αναθέτοντες φορείς εάν τα εν λόγω δικαιώματα έχουν χορηγηθεί μέσω διαδικασίας βασιζόμενης σε αντικειμενικά κριτήρια, ιδίως σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία, και για τα οποία έχει διασφαλισθεί κατάλληλη δημοσιότητα. Στην εν λόγω νομοθεσία πρέπει να περιλαμβάνονται η οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), η οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), η οδηγία 97/67/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), η οδηγία 94/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10). Δέον να διευκρινισθεί επίσης ότι ο κατάλογος των νομοθετημάτων δεν είναι εξαντλητικός και ότι δικαιώματα οιασδήποτε μορφής τα οποία έχουν παρασχεθεί με άλλες διαδικασίες βάσει αντικειμενικών κριτηρίων και για τα οποία έχει διασφαλισθεί η δέουσα δημοσιότητα, δεν σχετίζονται με τους σκοπούς του καθορισμού των αναθετόντων φορέων που καλύπτει η παρούσα οδηγία.

(23)

H παρούσα οδηγία εφαρμόζεται μόνο στις συμβάσεις παραχώρησης των οποίων η αξία είναι ανώτερη ή ίση ενός κατώτατου ορίου, το οποίο αντικατοπτρίζει το έκδηλο διασυνοριακό ενδιαφέρον των παραχωρήσεων για τους οικονομικούς παράγοντες άλλων κρατών μελών, εκτός αυτών της αναθέτουσας αρχής ή οντότητος. Κατά συνέπεια, είναι απαραίτητο να καθορισθεί η μέθοδος υπολογισμού της αξίας μιας παραχώρησης και να είναι η ίδια για τις συμβάσεις παραχώρησης έργων και παραχώρησης υπηρεσιών διότι αμφότερες οι συμβάσεις συχνά καλύπτουν στοιχεία και έργων και υπηρεσιών. Πρέπει δε να αναφέρεται ο υπολογισμός αυτός στον συνολικό κύκλο εργασιών του παραχωρησιούχου, λαμβάνοντας υπόψη τα έργα και τις υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της παραχώρησης, όπως υπολογίζεται από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, εκτός ΦΠΑ, καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης.

(24)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί πραγματικό άνοιγμα της αγοράς και ισόρροπη εφαρμογή των κανόνων ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, είναι αναγκαίο να ορίζονται οι αντίστοιχοι φορείς με βάση άλλα κριτήρια και όχι το νομικό καθεστώς τους. Θα πρέπει, λοιπόν, να ληφθεί μέριμνα ώστε να μη θίγεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης μεταξύ των φορέων ανάθεσης που δραστηριοποιούνται στο δημόσιο τομέα και εκείνων που δραστηριοποιούνται στον ιδιωτικό τομέα. Είναι επίσης αναγκαίο να διασφαλισθεί, σύμφωνα με το άρθρο 345 της ΣΛΕΕ, ότι δεν θίγεται το καθεστώς της ιδιοκτησίας στα κράτη μέλη. Θα πρέπει συνεπώς να εφαρμόζονται ειδικοί και ομοιογενείς κανόνες στις συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από φορείς που ασκούν μία από τις προαναφερθείσες δραστηριότητες με σκοπό τη συνέχιση αυτών των δραστηριοτήτων, ασχέτως του εάν πρόκειται για κρατικές, τοπικές ή περιφερειακές αρχές, οργανισμούς δημοσίου δικαίου, δημόσιες επιχειρήσεις ή άλλους φορείς που απολαύουν ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων. Οι οργανισμοί που είναι υπεύθυνοι βάσει του εθνικού δικαίου για την παροχή υπηρεσιών που συνδέονται με μία από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα II, τεκμαίρεται ότι ασκούν αυτές τις δραστηριότητες.

(25)

Δέον να διευκρινισθεί ότι η σχετική δραστηριότητα στον τομέα των αερολιμένων καλύπτει επίσης τις υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται στους επιβάτες και συμβάλλουν στην ομαλή λειτουργία των αερολιμενικών εγκαταστάσεων και οι οποίες αναμένονται από ένα σύγχρονο αερολιμένα με εύρυθμη λειτουργία, όπως εμπόριο λιανικής, χώροι μαζικής εστιάσεως και χώροι στάθμευσης αυτοκινήτων.

(26)

Ορισμένοι φορείς δραστηριοποιούνται στους τομείς της παραγωγής, της μετάδοσης ή/και της διανομής θερμότητας και ψύξης. Ενδέχεται να υπάρχει κάποια αβεβαιότητα ως προς το ποιοι κανόνες ισχύουν για τις δραστηριότητες σχετικά με τη θέρμανση και την ψύξη αντίστοιχα. Ως εκ τούτου, πρέπει να διευκρινιστεί ότι η μετάδοση ή/και διανομή θερμότητας είναι δραστηριότητα που καλύπτεται από το παράρτημα II, επομένως οι φορείς που δραστηριοποιούνται στον τομέα της θέρμανσης υπόκεινται στους κανόνες της παρούσας οδηγίας που ισχύουν για τους αναθέτοντες φορείς εφόσον κρίνονται ως τέτοιοι. Από την άλλη πλευρά, οι φορείς που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ψύξης υπόκεινται στους κανόνες της παρούσας οδηγίας που ισχύουν για τις αναθέτουσες αρχές, εφόσον κρίνονται ως τέτοιες. Τέλος, πρέπει να διευκρινισθεί ότι οι συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται για την επιδίωξη συμβάσεων τόσο σχετικά με τη θέρμανση όσο και την ψύξη πρέπει να εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις περί συμβάσεων για την επιδίωξη διαφόρων δραστηριοτήτων, προκειμένου να καθορισθεί ποιοι κανόνες περί δημόσιων συμβάσεων διέπουν, ενδεχομένως, την ανάθεσή τους.

(27)

Προτού εξετασθεί οιαδήποτε αλλαγή του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας για τον τομέα της ψύξης, πρέπει να εξετασθεί η κατάσταση του εν λόγω τομέα προκειμένου να ληφθούν επαρκείς πληροφορίες, ιδίως όσον αφορά την κατάσταση του ανταγωνισμού, τον βαθμό διασυνοριακών δημόσιων συμβάσεων και τις απόψεις των ενδιαφερομένων. Δεδομένου ότι η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας σε αυτόν τον τομέα μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο από την άποψη του ανοίγματος της αγοράς, η εν λόγω εξέταση πρέπει να διενεργηθεί κατά την αξιολόγηση του αντίκτυπου της παρούσας οδηγίας.

(28)

Πρέπει να διευκρινισθεί ότι για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2 του παραρτήματος II, η «παροχή» περιλαμβάνει την παραγωγή και τη χονδρική και λιανική πώληση. Ωστόσο η παραγωγή φυσικού αερίου με τη μορφή εξόρυξης υπόκειται στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 6 του ανωτέρω παραρτήματος.

(29)

Στην περίπτωση μεικτών συμβάσεων, οι ισχύοντες κανόνες θα πρέπει να καθορίζονται σε συνάρτηση με το κύριο αντικείμενο της σύμβασης, εάν τα διάφορα τμήματα της συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικώς αδύνατον να διαχωριστούν. Θα πρέπει συνεπώς να διευκρινιστεί ο τρόπος με τον οποίον οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς θα καθορίζουν εάν τα διάφορα μέρη είναι δυνατό να διαχωριστούν ή όχι. Η διευκρίνιση αυτή θα πρέπει να βασίζεται στη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αξιολόγηση θα γίνεται σε κατά περίπτωση βάση και οι εκπεφρασμένες ή εκτιμώμενες προθέσεις της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέως όσον αφορά τις διάφορες πτυχές που καθιστούν μια μεικτή σύμβαση αδιαίρετη θα πρέπει να είναι επαρκείς και να υποστηρίζονται από αντικειμενικά αποδεικτικά στοιχεία, επαρκή να τις αιτιολογήσουν και να θεμελιώσουν την ανάγκη σύναψης ενιαίας σύμβασης. Αιτιολογημένη ανάγκη σύναψης ενιαίας σύμβασης θα μπορούσε, επί παραδείγματι, να υπάρξει στην περίπτωση κατασκευής ενιαίου κτιρίου του οποίου ένα μέρος θα χρησιμοποιηθεί απευθείας από την αναθέτουσα αρχή και άλλο μέρος θα λειτουργήσει στη βάση παραχώρησης, επί παραδείγματι, ως χώρος στάθμευσης για το κοινό. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η ανάγκη σύναψης ενιαίας σύμβασης μπορεί να οφείλεται και σε τεχνικούς και σε οικονομικούς λόγους.

(30)

Στην περίπτωση μεικτών συμβάσεων οι οποίες μπορούν να διαχωριστούν, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς παραμένουν ελεύθερες να αναθέτουν χωριστές συμβάσεις για τα επιμέρους τμήματα της μεικτής σύμβασης, οπότε οι διατάξεις που εφαρμόζονται σε καθένα από τα επιμέρους τμήματα θα πρέπει να προσδιορίζονται αποκλειστικώς σε συνάρτηση με τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης σύμβασης. Αντιθέτως, εάν οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να αναθέσουν σύμβαση η οποία συμπεριλαμβάνει αμφότερα τα στοιχεία παραχώρησης και άλλα στοιχεία, ανεξαρτήτως της αξίας τους και του νομικού καθεστώτος στο οποίο θα υπάγονταν υπό άλλες συνθήκες, τότε πρέπει να αναφέρονται οι κανόνες που εφαρμόζονται. Ειδικές διατάξεις θα πρέπει να προβλεφθούν για τις μεικτές συμβάσεις που άπτονται της άμυνας ή της ασφάλειας ή περιλαμβάνουν ορισμένα τμήματα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ΣΛΕΕ.

(31)

Οι συμβάσεις παραχώρησης είναι δυνατόν να ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές για την κάλυψη των απαιτήσεων διαφόρων δραστηριοτήτων που υπόκεινται ενδεχομένως σε διαφορετικά νομικά καθεστώτα. Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι το νομικό καθεστώς που εφαρμόζεται σε μια μοναδική παραχώρηση προοριζόμενη να καλύψει πλείονες δραστηριότητες θα πρέπει να υπάγεται στους κανόνες που διέπουν τη δραστηριότητα για την οποία προορίζεται κατά κύριο λόγο. Ο προσδιορισμός της δραστηριότητας για την οποία προορίζεται κατά κύριο λόγο η σύμβαση μπορεί να βασίζεται σε ανάλυση των απαιτήσεων που πρέπει να καλύπτει η συγκεκριμένη παραχώρηση, στην οποία προβαίνει ο αναθέτων φορέας για τους σκοπούς του υπολογισμού της αξίας της παραχώρησης και τη σύνταξη των εγγράφων ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να είναι αντικειμενικά αδύνατο να προσδιοριστεί η δραστηριότητα για την οποία προορίζεται κυρίως η παραχώρηση. Σε παρόμοιες περιπτώσεις πρέπει να αναφέρονται οι κανόνες που εφαρμόζονται.

(32)

Σε ορισμένες περιπτώσεις, μια συγκεκριμένη αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας που είναι κρατική, περιφερειακή ή τοπική αρχή ή οργανισμός δημοσίου δικαίου ή ένωσή τους, ενδέχεται να είναι η μοναδική πηγή για συγκεκριμένη υπηρεσία, για την παροχή της οποίας έχει αποκλειστικό δικαίωμα δυνάμει των εθνικών νομοθετικών, κανονιστικών ή δημοσιευμένων διοικητικών διατάξεων που είναι συμβατές με τη ΣΛΕΕ. Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι, σε αυτές τις περιπτώσεις, μια αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας, ως ανωτέρω, αναφερόμενος στην παρουσα παράγραφοτους, μπορεί να αναθέτει συμβάσεις παραχώρησης στους εν λόγω οργανισμούς χωρίς να εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία.

(33)

Είναι επίσης σκόπιμο να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ορισμένες συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών που ανατίθενται σε οικονομικούς φορείς, εφόσον ανατίθενται δυνάμει αποκλειστικού δικαιώματος που απολαύει ο οικονομικός φορέας βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή δημοσιευμένων διοικητικών διατάξεων, και το οποίο έχει χορηγηθεί σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ και τις ενωσιακές πράξεις που θεσπίζουν κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά και εφαρμόζονται στις δραστηριότητες οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα II, εφόσον το αποκλειστικό αυτό δικαίωμα καθιστά αδύνατη την προσφυγή σε διαγωνισμό για την ανάθεση. Κατά παρέκκλιση και με την επιφύλαξη των νομικών συνεπειών της γενικής εξαίρεσης από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, οι συμβάσεις παραχώρησης σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 10 παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση να δημοσιεύεται γνωστοποίηση της ανάθεσης παραχώρησης με σκοπό την εξασφάλιση στοιχειώδους διαφάνειας, εκτός εάν οι όροι της διαφάνειας αυτής προβλέπονται σε τομεακή νομοθεσία. Για την ενίσχυση της διαφάνειας, όταν ένα κράτος μέλος χορηγεί αποκλειστικό δικαίωμα σε οικονομικό φορέα για την άσκηση μιας εκ των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο παράρτημα II, οφείλει να ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

(34)

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας οι έννοιες των ουσιωδών συμφερόντων ασφάλειας, του στρατιωτικού εξοπλισμού, του ευαίσθητου εξοπλισμού, των ευαίσθητων έργων και των ευαίσθητων υπηρεσιών έχουν τη σημασία που τους δίνεται στην οδηγία 2009/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11).

(35)

Η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει την ελευθερία των κρατών μελών να επιλέγουν, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, μεθόδους για τη διοργάνωση και τον έλεγχο της λειτουργίας των τυχερών παιγνιδιών και των στοιχημάτων, μεταξύ άλλων και μέσω της χορήγησης αδειών. Είναι σκόπιμο να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας οι συμβάσεις παραχώρησης που αφορούν τη λειτουργία λαχειοφόρων αγορών οι οποίες ανατίθενται από κράτος μέλος σε οικονομικό φορέα βάσει αποκλειστικού δικαιώματος που εκχωρείται μέσω διαδικασίας άνευ δημοσιότητας δυνάμει των ισχυουσών εθνικών νομοθετικών, κανονιστικών ή δημοσιευμένων διοικητικών διατάξεων σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ. Η εν λόγω εξαίρεση δικαιολογείται λόγω της παραχώρησης αποκλειστικού δικαιώματος σε οικονομικό φορέα, η οποία καθιστά αδύνατη τη διενέργεια διαγωνισμού για την ανάθεση, καθώς και της ανάγκης διαφύλαξης της δυνατότητας των κρατών μελών να ελέγχουν τον τομέα των παιχνιδιών σε εθνικό επίπεδο, λόγω των υποχρεώσεών τους όσον αφορά την προστασία της δημόσιας και κοινωνικής τάξης.

(36)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε ορισμένες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, όταν παρέχονται από μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ή ενώσεις, εφόσον η ιδιαίτερη φύση των εν λόγω οργανισμών θα ήταν δύσκολο να διατηρηθεί σε περίπτωση που οι πάροχοι υπηρεσιών θα έπρεπε να επιλεγούν σύμφωνα με τις διαδικασίες της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, η εξαίρεση δεν θα πρέπει να επεκταθεί πέραν των απολύτως απαραίτητων· ως εκ τούτου, θα πρέπει να ορισθεί ρητά ότι οι υπηρεσίες ασθενοφόρων για τη διακομιδή ασθενών δεν θα πρέπει να εξαιρεθούν. Εν προκειμένω, πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι η ομάδα 601 του CPV «Υπηρεσίες Χερσαίων Μεταφορών» δεν καλύπτει τις υπηρεσίες ασθενοφόρων οι οποίες περιλαμβάνονται στην τάξη 8514 του CPV. Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι οι υπηρεσίες που καλύπτονται από τον κωδικό 85143000-3 του CPV, οι οποίες συνίστανται αποκλειστικά σε υπηρεσίες ασθενοφόρων για τη διακομιδή ασθενών, θα πρέπει να υπόκεινται στο ειδικό καθεστώς για παροχή κοινωνικών και άλλων ειδικών υπηρεσιών («απλουστευμένο καθεστώς»). Συνεπώς, οι μεικτές συμβάσεις παραχώρησης για την παροχή υπηρεσιών ασθενοφόρων για τη διακομιδή ασθενών γενικά θα υπόκεινται επίσης στο απλουστευμένο καθεστώς, εάν η αξία των υπηρεσιών ασθενοφόρων για τη διακομιδή ασθενών είναι υψηλότερη από την αξία άλλων υπηρεσιών ασθενοφόρων.

(37)

Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται μόνο στις αναθέτουσες αρχές και τους αναθέτοντες φορείς των κρατών μελών. Κατά συνέπεια, τα πολιτικά κόμματα δεν θα υπόκεινται στις διατάξεις της, εφόσον δεν είναι αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς. Ωστόσο, πολιτικά κόμματα σε ορισμένα κράτη μέρη μπορούν να καλύπτονται από την έννοια των φορέων που διέπονται από το δημόσιο δίκαιο. Εντούτοις, ορισμένες υπηρεσίες (όπως η παραγωγή ταινιών και βιντεοταινιών πολιτικού περιεχομένου) συνδέονται άρρηκτα με τις πολιτικές απόψεις του παρόχου υπηρεσιών, όταν παρέχονται στο πλαίσιο εκλογικής εκστρατείας· κατά συνέπεια, οι πάροχοι υπηρεσιών επιλέγονται κανονικά κατά τρόπο που δεν μπορεί να διέπεται από τους κανόνες περί παραχώρησης. Τέλος, θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι το καταστατικό και η χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων υπόκεινται σε κανόνες διαφορετικούς από αυτούς της παρούσας οδηγίας.

(38)

Πολλοί αναθέτοντες φορείς είναι οργανωμένοι ως οικονομικός όμιλος ο οποίος μπορεί να περιλαμβάνει διάφορες χωριστές επιχειρήσεις· συχνά, η κάθε μία από αυτές τις επιχειρήσεις έχει εξειδικευμένη λειτουργία στο συνολικό πλαίσιο του οικονομικού ομίλου. Είναι επομένως σκόπιμο να εξαιρεθούν ορισμένες συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών και έργων που ανατίθενται σε συνδεδεμένη επιχείρηση, κύρια δραστηριότητα της οποίας είναι η παροχή των εν λόγω υπηρεσιών ή έργων στον όμιλο στον οποίο ανήκει η ίδια και όχι η προσφορά τους στην αγορά. Είναι επίσης σκόπιμο να εξαιρεθούν ορισμένες συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών και έργων που ανατίθενται από αναθέτοντα φορέα σε κοινοπραξία η οποία έχει συσταθεί από αναθέτοντες φορείς με σκοπό την άσκηση των δραστηριοτήτων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία και της οποίας ο εν λόγω φορέας αποτελεί μέρος. Ωστόσο, είναι επίσης σκόπιμο να εξασφαλισθεί ότι ο αποκλεισμός αυτός δεν προκαλεί στρέβλωση του ανταγωνισμού προς όφελος επιχειρήσεων ή κοινοπραξιών συνδεδεμένων με τους αναθέτοντες φορείς· είναι σκόπιμο να προβλεφθεί κατάλληλη δέσμη κανόνων, ιδίως όσον αφορά τα ανώτατα όρια εντός των οποίων οι επιχειρήσεις μπορούν να λαμβάνουν μέρος του ετήσιου κύκλου εργασιών τους από την αγορά και άνω των οποίων δεν θα είναι δυνατόν να τους ανατίθενται συμβάσεις παραχώρησης χωρίς διαγωνισμό, τη σύνθεση των κοινοπραξιών και τη σταθερότητα των σχέσεων μεταξύ αυτών των κοινοπραξιών και των αναθετόντων φορέων από τους οποίους απαρτίζονται.

(39)

Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να θεωρούνται συνδεδεμένες όταν υπάρχει άμεση ή έμμεση δεσπόζουσα επιρροή μεταξύ του αναθέτοντος φορέα και της ενδιαφερομένης επιχείρησης ή όταν αμφότεροι υπόκεινται στη δεσπόζουσα επιρροή άλλης επιχείρησης· στο πλαίσιο αυτό, η ιδιωτική συμμετοχή δεν πρέπει να έχει σημασία αυτή καθεαυτήν. Η επαλήθευση του αν μια επιχείρηση συνδέεται με δεδομένο αναθέτοντα φορέα ή όχι πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο εύκολη. Κατά συνέπεια, και δεδομένου ότι η πιθανή ύπαρξη αυτής της άμεσης ή έμμεσης δεσπόζουσας επιρροής πρέπει να επαληθευθεί προκειμένου να αποφασισθεί εάν θα πρέπει να ενοποιηθούν οι ετήσιοι λογαριασμοί των επιχειρήσεων και των ενδιαφερόμενων φορέων, οι επιχειρήσεις πρέπει να θεωρούνται ως συνδεδεμένες, εφόσον είναι ενοποιημένοι οι ετήσιοι λογαριασμοί τους. Ωστόσο, οι κανόνες της Ένωσης σχετικά με τους ενοποιημένους λογαριασμούς δεν ισχύουν σε ορισμένες περιπτώσεις, λόγου χάρη λόγω του μεγέθους των εμπλεκομένων επιχειρήσεων ή επειδή δεν πληρούνται ορισμένοι όροι σχετικά με τη νομική μορφή τους. Στις περιπτώσεις αυτές, όταν δεν εφαρμόζεται η οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12), είναι απαραίτητο να εξετασθεί εάν υφίσταται άμεση ή έμμεση δεσπόζουσα επιρροή λαμβάνοντας υπόψη την κυριότητα, της χρηματοδοτικής συμμετοχής ή των κανόνων που διέπουν τις επιχειρήσεις αυτές.

(40)

Οι συμβάσεις παραχώρησης στον τομέα του ύδατος υπόκεινται συχνά σε ειδικές και σύνθετες ρυθμίσεις, οι οποίες απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή λόγω της σημασίας του ύδατος ως δημόσιου αγαθού με θεμελιώδη αξία για όλους τους πολίτες της ΕΕ. Οι ιδιαιτερότητες των εν λόγω ρυθμίσεων δικαιολογούν να υπάρχει αποκλεισμός στον τομέα του ύδατος από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Η εξαίρεση θα καλύπτει συμβάσεις παραχώρησης έργων και υπηρεσιών για τη διάθεση ή την εκμετάλλευση σταθερών δικτύων σχεδιασμένων για να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής πόσιμου ύδατος ή της παροχής πόσιμου ύδατος στα δίκτυα αυτά. Συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών για την αποχέτευση ή την επεξεργασία λυμάτων και για έργα υδραυλικής μηχανικής, αρδευτικά ή αποστραγγιστικά έργα (εφόσον ο όγκος του ύδατος που προορίζεται για εφοδιασμό με πόσιμο ύδωρ υπερβαίνει το 20 % του συνολικού όγκου ύδατος που διατίθεται για τα εν λόγω έργα ή εγκαταστάσεις άρδευσης ή αποστράγγισης) θα πρέπει επίσης να εξαιρούνται εφόσον συνδέονται με εξαιρουμένη δραστηριότητα.

(41)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτοντες φορείς και αποσκοπούν στη διεξαγωγή δραστηριότητας που αναφέρεται στο παράρτημα II εάν, στο κράτος μέλος στο οποίο ασκείται η εν λόγω δραστηριότητα, είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σε αγορές όπου η πρόσβαση δεν είναι περιορισμένη, όπως προκύπτει μετά από διαδικασία η οποία προβλέπεται προς το σκοπό αυτό στην οδηγία 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13). Συνεπώς, κρίνεται σκόπιμο να διατηρηθεί η διαδικασία, η οποία ισχύει για όλους τους τομείς ή τμήματά τους που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, η οποία θα επιτρέπει να ληφθούν υπόψη οι επιδράσεις του τρέχοντος ή μελλοντικού ανοίγματος στον ανταγωνισμό. Μια τέτοιου είδους διαδικασία πρέπει να παρέχει ασφάλεια δικαίου για τους εμπλεκόμενους φορείς, καθώς και μια κατάλληλη διαδικασία λήψης αποφάσεων, η οποία να διασφαλίζει, εντός σύντομων προθεσμιών, την ομοιόμορφη εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας στον εν λόγω τομέα. Για λόγους ασφαλείας δικαίου πρέπει να διευκρινιστεί ότι ισχύουν όλες οι αποφάσεις που εκδίδονται πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας που εκδίδεται βάσει του άρθρου 30 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14).

(42)

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη και, συνεπώς, δεν εφαρμόζεται στην ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης που εκτελούνται από διεθνείς οργανισμούς εξ ονόματός τους και για ίδιο λογαριασμό. Πρέπει, ωστόσο, να διευκρινιστεί σε ποιον βαθμό θα πρέπει να εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία στην ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης που διέπεται από ειδικούς διεθνείς κανόνες.

(43)

Η ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης για ορισμένους παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών και ραδιοφωνικών μέσων θα πρέπει να επιτρέπει να λαμβάνονται υπόψη πτυχές με πολιτισμική ή κοινωνική διάσταση που καθιστούν ακατάλληλη την εφαρμογή κανόνων για την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης. Για τους λόγους αυτούς, θα πρέπει συνεπώς να προβλεφθεί εξαίρεση για τις συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών που ανατίθενται από τους ίδιους τους παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων, όσον αφορά την αγορά, την ανάπτυξη, την παραγωγή ή τη συμπαραγωγή προγραμμάτων έτοιμων προς χρησιμοποίηση και άλλων προπαρασκευαστικών υπηρεσιών, όπως οι συμβάσεις που αφορούν σενάρια ή καλλιτεχνικές επιδόσεις αναγκαίες για την παραγωγή του προγράμματος. Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι ο αποκλεισμός αυτός θα εφαρμόζεται τόσο στις υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μέσων όσο και στις κατά παραγγελία υπηρεσίες (μη γραμμικές υπηρεσίες). Ωστόσο, η εξαίρεση αυτή δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στην προμήθεια του τεχνικού εξοπλισμού που είναι αναγκαίος για την παραγωγή, τη συμπαραγωγή και την εκπομπή αυτών των προγραμμάτων.

(44)

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την αρμοδιότητα των κρατών μελών να μεριμνούν για τη χρηματοδότηση δημόσιων υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων στον βαθμό που η χρηματοδότηση αυτή παρέχεται σε ραδιοτηλεοπτικούς οργανισμούς για την εκπλήρωση του στόχου της δημόσιας υπηρεσίας, έτσι όπως την έχει θεσμοθετήσει, οριοθετήσει και οργανώσει κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με το Πρωτόκολλο 29 στη ΣΛΕΕ και στην ΣΕΕ σχετικά με το σύστημα των δημόσιων ραδιοτηλεοπτικών οργανισμών στα κράτη μέλη.

(45)

Υπάρχει σοβαρή νομική ασάφεια σχετικά με τον βαθμό στον οποίο οι συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα θα πρέπει να καλύπτονται από τους κανόνες περί παραχωρήσεων που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία. Η σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ερμηνεύεται διαφορετικά στα διάφορα κράτη μέλη και ακόμα και μεταξύ αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων. Κατά συνέπεια, κρίνεται αναγκαίο να αποσαφηνιστεί σε ποιες περιπτώσεις οι συμβάσεις που συνάπτονται εντός του δημόσιου τομέα δεν υπόκεινται στην εφαρμογή των κανόνων που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία. Η εν λόγω αποσαφήνιση θα πρέπει να βασίζεται στις αρχές που έχουν διατυπωθεί στη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το γεγονός ότι οι συμβαλλόμενοι σε μια συμφωνία είναι οι ίδιοι δημόσιες αρχές δεν αποκλείει από μόνο του την εφαρμογή των κανόνων που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία. Εντούτοις, η εφαρμογή των κανόνων που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία δεν πρέπει να παρεμποδίζει το δικαίωμα των δημόσιων αρχών να εκτελούν τα καθήκοντα παροχής δημόσιων υπηρεσιών που τους ανατίθενται χρησιμοποιώντας ιδίους πόρους, συνεργαζόμενες, ενδεχομένως, με άλλες δημόσιες αρχές. Θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι τυχόν εξαιρούμενες συνεργασίες μεταξύ δημόσιων φορέων δεν θα προκαλούν στρέβλωση του ανταγωνισμού έναντι των ιδιωτικών οικονομικών φορέων, εφόσον θέτουν τον ιδιωτικό πάροχο υπηρεσιών σε πλεονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών του.

(46)

Οι συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται σε ελεγχόμενα νομικά πρόσωπα δεν θα πρέπει να υπόκεινται στην εφαρμογή των διαδικασιών που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, εάν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας, όπως αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α), ασκεί στο εν λόγω νομικό πρόσωπο έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκεί επί των δικών της υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι το ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο εκτελεί ποσοστό άνω του 80 % των δραστηριοτήτων του κατά την εκτέλεση των συμβάσεων που του ανατίθενται από την ελέγχουσα αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα ή από άλλα νομικά πρόσωπα ελεγχόμενα από την εν λόγω αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα, ανεξαρτήτως του ωφελούμενου από την εκτέλεση των συμβάσεων. Η εξαίρεση δεν θα πρέπει να επεκτείνεται σε καταστάσεις όπου υπάρχει άμεση συμμετοχή ιδιωτικού οικονομικού φορέα στο κεφάλαιο του ελεγχόμενου νομικού προσώπου εφόσον, σε αυτές τις περιπτώσεις, η ανάθεση σύμβασης παραχώρησης χωρίς διαγωνισμό θα παρέχει στον ιδιωτικό οικονομικό φορέα με κεφαλαιακή συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο αδικαιολόγητο πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών του. Ωστόσο, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των δημόσιων φορέων με υποχρεωτική ιδιότητα μέλους, όπως των οργανισμών που είναι υπεύθυνοι για τη διαχείριση ή άσκηση ορισμένων δημόσιων υπηρεσιών, αυτό δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η συμμετοχή συγκεκριμένων ιδιωτικών οικονομικών φορέων στο κεφάλαιο του ελεγχόμενου νομικού προσώπου καθίσταται υποχρεωτική μέσω νομοθετικής διάταξης του εθνικού δικαίου, σύμφωνα με τις Συνθήκες, υπό την προϋπόθεση ότι η συμμετοχή αυτή είναι δεν προβλέπει ελέγχους και αποκλεισμούς και δεν συνεπάγεται αποφασιστική επιρροή στις αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου. Θα πρέπει να διευκρινιστεί περαιτέρω ότι το αποφασιστικό στοιχείο είναι μόνο η άμεση ιδιωτική συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.

Κατά συνέπεια, όταν υπάρχει ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στην ή στις ελέγχουσες αναθέτουσες αρχές ή τον ή τους ελέγχοντες αναθέτοντες φορείς, αυτό δεν αποκλείει την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, χωρίς την εφαρμογή των διαδικασιών της παρούσας οδηγίας, διότι οι εν λόγω συμμετοχές δεν επηρεάζουν αρνητικά τον ανταγωνισμό μεταξύ ιδιωτικών οικονομικών φορέων. Επίσης, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς, όπως οι οργανισμοί που διέπονται από το δημόσιο δίκαιο και που μπορούν να έχουν ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή, θα πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιούν την εξαίρεση για την οριζόντια συνεργασία. Κατά συνέπεια, όταν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις όσον αφορά την οριζόντια συνεργασία, η σχετική εξαίρεση θα πρέπει να επεκταθεί στις εν λόγω αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς, όταν η σύμβαση συνάπτεται αποκλειστικά μεταξύ αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων.

(47)

Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς, όπως αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α), θα πρέπει να μπορούν να παρέχουν από κοινού τις δημόσιες υπηρεσίες τους μέσω συνεργασίας, χωρίς να υποχρεούνται να χρησιμοποιούν κάποια ιδιαίτερη νομική μορφή. Η συνεργασία αυτή μπορεί να καλύπτει όλα τα είδη των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την εκτέλεση υπηρεσιών και υποχρεώσεων παροχής υπηρεσιών που ανατίθενται στις συμμετέχουσες αρχές ή αναλαμβάνονται από αυτές, όπως υποχρεωτικά ή εθελούσια καθήκοντα τοπικών ή περιφερειακών αρχών ή υπηρεσίες που ανατίθενται σε συγκεκριμένους φορείς από το δημόσιο δίκαιο. Οι υπηρεσίες που παρέχονται από τις διάφορες συμμετέχουσες αρχές ή φορείς δεν είναι απαραίτητο να είναι όμοιες· μπορούν επίσης να είναι συμπληρωματικές. Οι συμβάσεις για την από κοινού παροχή δημόσιων υπηρεσιών δεν θα πρέπει να υπόκεινται στην εφαρμογή των κανόνων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, υπό τις προϋποθέσεις ότι αυτές συνάπτονται αποκλειστικά μεταξύ αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων, ότι η υλοποίηση της συνεργασίας αυτής εξυπηρετεί αποκλειστικά σκοπούς που αφορούν το δημόσιο συμφέρον και ότι κανένας ιδιωτικός πάροχος υπηρεσιών δεν περιέρχεται σε πλεονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών του.

Για να πληροί τις προϋποθέσεις αυτές, η συνεργασία θα πρέπει να στηρίζεται σε συνεργατική αντίληψη. Η συνεργασία αυτή δεν συνεπάγεται ότι όλες οι συμμετέχουσες αρχές αναλαμβάνουν την εκτέλεση βασικών συμβατικών υποχρεώσεων, εφόσον αναλαμβάνουν δέσμευση να συμβάλουν στη συνεργατική εκτέλεση της σχετικής δημόσιας υπηρεσίας. Επιπροσθέτως, η υλοποίηση της συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν χρηματοοικονομικών συναλλαγών μεταξύ συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών, πρέπει να εξυπηρετεί αποκλειστικά σκοπούς που αφορούν το δημόσιο συμφέρον.

(48)

Υπάρχουν περιπτώσεις όπου μια νομική οντότητα ενεργεί, δυνάμει των διατάξεων του εθνικού δικαίου, ως όργανο ή ως τεχνική υπηρεσία για καθορισμένες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς και υποχρεούται να εκτελεί εντολές που λαμβάνει από τις εν λόγω αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς και δεν έχει καμία επιρροή στην πληρωμή για τις επιδόσεις της. Λόγω της μη συμβατικής της φύσης, μια τέτοια αμιγώς διοικητική σχέση δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διαδικασιών ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης.

(49)

Πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι η έννοια του «οικονομικού φορέα» πρέπει να ερμηνεύεται διασταλτικά ώστε να καλύπτει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που προσφέρει την εκτέλεση εργασιών και/ή έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής υπό την οποία έχουν επιλέξει να λειτουργούν. Ως εκ τούτου, η έννοια του οικονομικού φορέα περιλαμβάνει εταιρείες, υποκαταστήματα, θυγατρικές, συμπράξεις, συνεταιριστικές επιχειρήσεις, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, πανεπιστήμια, δημόσια και ιδιωτικά, και άλλες μορφές οντοτήτων, ασχέτως του εάν πρόκειται πάντοτε για «νομικά πρόσωπα».

(50)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η επαρκής δημοσιοποίηση των συμβάσεων παραχώρησης έργων και υπηρεσιών που είναι ίσες με ορισμένο κατώτατο όριο ή το υπερβαίνουν και τις οποίες αναθέτουν αναθέτοντες φορείς και αναθέτουσες αρχές, πριν από την ανάθεση των εν λόγω συμβάσεων παραχώρησης πρέπει να έχει προηγηθεί η υποχρεωτική δημοσίευση γνωστοποίησης για την ανάθεση σύμβασης παραχώρησης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(51)

Λόγω των επιζήμιων επιπτώσεων για τον ανταγωνισμό, η ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης χωρίς προηγούμενη δημοσίευση πρέπει να επιτρέπεται μόνο σε πολύ εξαιρετικές περιστάσεις. Η εξαίρεση πρέπει να περιορίζεται σε περιπτώσεις στις οποίες είναι εξαρχής σαφές ότι η δημοσίευση δεν θα αυξήσει τον ανταγωνισμό, κυρίως επειδή αντικειμενικά υπάρχει μόνο ένας οικονομικός φορέας που μπορεί να εκτελέσει τη σύμβαση παραχώρησης. Η αδυναμία ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης σε άλλον οικονομικό φορέα, δεν πρέπει να έχει δημιουργηθεί από την ίδια την αναθέτουσα αρχή ή τον ίδιο τον αναθέτοντα φορέα ενόψει της μελλοντικής διαδικασίας ανάθεσης. Επιπλέον, η διαθεσιμότητα ικανοποιητικών επιλογών υποκατάστασης πρέπει να αξιολογηθεί σε βάθος.

(52)

Για να αποφευχθεί η στεγανοποίηση της αγοράς και ο περιορισμός του ανταγωνισμού, θα πρέπει να περιορίζεται η διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης. Επίσης, παραχωρήσεις πολύ μακράς διάρκειας ενδέχεται να οδηγούν σε αποκλεισμό από την αγορά και να εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία υπηρεσιών και την ελευθερία εγκατάστασης. Μια τέτοια διάρκεια μπορεί εντούτοις να δικαιολογηθεί εάν είναι απαραίτητη προκειμένου ο παραχωρησιούχος να μπορέσει να ανακτήσει τις σχεδιαζόμενες για την υλοποίηση της παραχώρησης επενδύσεις και το επενδυθέν κεφάλαιο να έχει απόδοση. Κατά συνέπεια, για τις συμβάσεις παραχώρησης με διάρκεια μεγαλύτερη της πενταετίας, η διάρκεια θα πρέπει να περιορίζεται στο διάστημα κατά το οποίο ο παραχωρησιούχος δύναται ευλόγως να αποσβέσει την επένδυση που έκανε για τη λειτουργία των έργων και των υπηρεσιών, καθώς και να έχει λογική απόδοση του επενδεδυμένου κεφαλαίου υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας, λαμβάνοντας υπόψη ειδικούς συμβατικούς στόχους που ανέλαβε ο παραχωρησιούχος προκειμένου να καλύψει απαιτήσεις που αφορούν, για παράδειγμα, την ποιότητα ή την τιμή για τους χρήστες. Η εκτίμηση θα πρέπει να ισχύει τη στιγμή της ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης. Θα πρέπει να είναι δυνατόν να περιλαμβάνει αρχικές και περαιτέρω επενδύσεις που κρίνονται αναγκαίες για τη λειτουργία της σύμβασης παραχώρησης, ιδίως δαπάνες για υποδομές, πνευματικά δικαιώματα, διπλώματα ευρεσιτεχνίας, εξοπλισμό, υλικοτεχνική υποστήριξη, πρόσληψη και εκπαίδευση προσωπικού και τα αρχικά έξοδα. Η μέγιστη διάρκεια της παραχώρησης θα αναφέρεται στα έγγραφα παραχώρησης, εκτός εάν η διάρκεια συνιστά κριτήριο για την ανάθεση της σύμβασης. Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει πάντοτε να μπορούν να αναθέσουν σύμβαση παραχώρησης για διάστημα μικρότερο του χρόνου που απαιτείται για την απόσβεση των επενδύσεων, υπό τον όρο ότι η σχετική αντιστάθμιση δεν εξαλείφει τον λειτουργικό κίνδυνο.

(53)

Κρίνεται σκόπιμο να εξαιρεθούν από την πλήρη εφαρμογή της παρούσας οδηγίας μόνο οι υπηρεσίες οι οποίες έχουν περιορισμένη διασυνοριακή διάσταση, όπως ορισμένες κοινωνικές, υγειονομικές, ή εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Οι εν λόγω υπηρεσίες παρέχονται εντός συγκεκριμένου πλαισίου, το οποίο διαφέρει σημαντικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, λόγω διαφορετικών πολιτισμικών παραδόσεων. Πρέπει συνεπώς να θεσπιστεί ειδικό καθεστώς παραχωρήσεων για τις υπηρεσίες εκείνες οι οποίες λαμβάνουν υπόψη το γεγονός ότι έχουν ρυθμιστεί προσφάτως. Η υποχρέωση δημοσίευσης προκαταρκτικής γνωστοποίησης και γνωστοποίησης ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης για κάθε σύμβαση παραχώρησης της οποίας η αξία ισούται ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που θεσπίζει η παρούσα οδηγία αποτελεί ενδεδειγμένο τρόπο ενημέρωσης για επιχειρηματικές ευκαιρίες σε δυνητικούς προσφέροντες και για τον αριθμό και το είδος των συμβάσεων που ανατίθενται σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Επιπλέον, τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίζουν κατάλληλα μέτρα με αναφορά στην ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης για τις εν λόγω υπηρεσίες, που θα αποβλέπουν στην εξασφάλιση της συμμόρφωσης με τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των οικονομικών φορέων, επιτρέποντας παράλληλα στις αναθέτουσες αρχές και στους αναθέτοντες φορείς να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες των εν λόγω υπηρεσιών. Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη διασφάλισης της καινοτομίας καθώς και, σύμφωνα με το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το πρωτόκολλο αριθ. 26,υψηλού επιπέδου ποιότητας, ασφαλείας και οικονομικής προσιτότητας, ίσης μεταχείρισης και προώθησης της καθολικής πρόσβασης και των δικαιωμάτων των χρηστών.

(54)

Δεδομένης της σημασίας του πολιτισμικού πλαισίου και του ευαίσθητου χαρακτήρα των εν λόγω υπηρεσιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαθέτουν μεγάλη διακριτική ευχέρεια για τη διοργάνωση της επιλογής των παρόχων υπηρεσιών με τον τρόπο που τα ίδια κρίνουν καταλληλότερο. Οι κανόνες της παρούσας οδηγίας δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν συγκεκριμένα ποιοτικά κριτήρια για την επιλογή των παρόχων υπηρεσιών, όπως τα κριτήρια που προβλέπονται στο εθελοντικό ευρωπαϊκό πλαίσιο ποιότητας για τις κοινωνικές υπηρεσίες της επιτροπής κοινωνικής προστασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα κράτη μέλη ή/και οι δημόσιες αρχές έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν οι ίδιες τις εν λόγω υπηρεσίες ή να οργανώνουν τις κοινωνικές υπηρεσίες κατά τρόπο που να μην απαιτεί τη σύναψη συμβάσεων παραχώρησης, για παράδειγμα μέσω απλής χρηματοδότησης των εν λόγω υπηρεσιών ή χορηγώντας άδειες ή εξουσιοδοτήσεις σε όλους τους οικονομικούς φορείς που πληρούν τα κριτήρια τα οποία έχει ορίσει εκ των προτέρων η αναθέτουσα αρχή ή ο φορέας ανάθεσης, χωρίς περιορισμούς ή ποσοστώσεις, εφόσον το εν λόγω σύστημα διασφαλίζει επαρκή δημοσιοποίηση και συμμορφώνεται με τις αρχές της διαφάνειας και της αμεροληψίας.

(55)

Για την ενδεδειγμένη ένταξη περιβαλλοντικών, κοινωνικών και εργασιακών απαιτήσεων στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης, είναι ιδιαίτερα σημαντικό τα κράτη μέλη και οι αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς να λάβουν κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις στους τομείς του περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου οι οποίες ισχύουν στον τόπο εργασίας όπου εκτελούνται τα έργα ή παρέχονται οι εργασίες, και απορρέουν από νόμους, κανονισμούς ή διοικητικές διατάξεις, σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο, καθώς και από συλλογικές συμβάσεις, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω κανόνες και η εφαρμογή τους συμμορφούνται με το δίκαιο της Ένωσης. Ομοίως, οι υποχρεώσεις που απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες, οι οποίες έχουν επικυρωθεί από όλα τα κράτη μέλη και περιληφθεί στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμόζονται κατά την εκτέλεση της σύμβασης παραχώρησης. Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να εμποδίζει με κανένα τρόπο την εφαρμογή όρων και συνθηκών απασχόλησης πιο ευνοϊκών για τους εργαζόμενους. Τα σχετικά μέτρα θα πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με τις βασικές αρχές του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με σκοπό, ιδίως, την εξασφάλιση ίσης μεταχείρισης. Τα σχετικά μέτρα θα πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με την οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), και κατά τρόπο που εξασφαλίζει ίση μεταχείριση και δεν εισάγει διακρίσεις, άμεσα ή έμμεσα, κατά οικονομικών φορέων και εργαζομένων από άλλα κράτη μέλη.

(56)

Οι υπηρεσίες θα πρέπει να θεωρούνται ότι παρέχονται στον τόπο εκτέλεσης των χαρακτηριστικών επιδόσεων. Όταν οι υπηρεσίες παρέχονται από απόσταση, φέρ’ ειπείν από τηλεφωνικά κέντρα, οι υπηρεσίες θα πρέπει να θεωρούνται ότι παρέχονται στον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών, ανεξαρτήτως των τόπων και των κρατών μελών προορισμού τους.

(57)

Οι σχετικές υποχρεώσεις μπορούν να αντικατοπτρίζονται σε ρήτρες συμβάσεων παραχώρησης. Θα πρέπει επίσης να υπάρχει η δυνατότητα να περιλαμβάνουν ρήτρες που θα διασφαλίζουν τη συμμόρφωση των συλλογικών συμφωνιών προς το δίκαιο της Ένωσης. Η μη συμμόρφωση προς τις σχετικές υποχρεώσεις μπορεί να θεωρηθεί σοβαρό παράπτωμα του συγκεκριμένου οικονομικού φορέα, δυνάμενο να επιφέρει τον αποκλεισμό του από τη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης.

(58)

Ο έλεγχος της τήρησης των εν λόγω διατάξεων του περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου θα πρέπει να διενεργείται στα ενδεδειγμένα στάδια της διαδικασίας ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, δηλαδή κατά την εφαρμογή των γενικών αρχών που διέπουν την επιλογή των συμμετεχόντων και την ανάθεση των συμβάσεων, κατά την εφαρμογή των κριτηρίων αποκλεισμού.

(59)

Καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να απαγορεύει την επιβολή ή την εφαρμογή μέτρων απαραίτητων για την προστασία της δημόσιας τάξης και ασφαλείας, των χρηστών ηθών, της υγείας, της ζωής των ανθρώπων και των ζώων ή για τη διατήρηση των φυτών, ή και άλλων περιβαλλοντικών μέτρων, ιδίως με βασικό σκοπό την αειφόρο ανάπτυξη, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα αυτά είναι σύμφωνα προς τη ΣΛΕΕ.

(60)

Για να εξασφαλιστεί η εμπιστευτικότητα κατά τη διαδικασία, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς, καθώς και οικονομικοί φορείς δεν θα πρέπει να αποκαλύπτουν πληροφορίες οι οποίες τους έχουν διαβιβαστεί ως εμπιστευτικές. Η μη συμμόρφωση προς αυτές τις υποχρεώσεις δέον να συνεπάγεται την εφαρμογή κατάλληλων κυρώσεων, όπως και εφόσον προβλέπονται από το αστικό ή διοικητικό δίκαιο των κρατών μελών.

(61)

Για την καταπολέμηση της απάτης, της ευνοιοκρατίας και της διαφθοράς και για την πρόληψη της σύγκρουσης συμφερόντων, τα κράτη μέλη οφείλουν να λάβουν κατάλληλα μέτρα με σκοπό την εξασφάλιση διαφάνειας της διαδικασίας ανάθεσης και ίσης μεταχείρισης όλων των υποψηφίων και προσφερόντων. Κύρια επιδίωξη των εν λόγω μέτρων θα πρέπει να είναι η εξάλειψη των συγκρούσεων συμφερόντων και άλλων σοβαρών παρατυπιών.

(62)

Προκειμένου όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς να έχουν τη δυνατότητα να υποβάλουν αιτήσεις και προσφορές, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να υποχρεούνται να τηρούν μια ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των εν λόγω αιτήσεων και προσφορών.

(63)

Η επιλογή αναλογικών, αμερόληπτων και δίκαιων κριτηρίων επιλογής και η εφαρμογή τους επί των οικονομικών φορέων είναι κρίσιμες για την αποτελεσματική τους πρόσβαση στις οικονομικές ευκαιρίες που σχετίζονται με τις συμβάσεις παραχώρησης. Ειδικότερα, η δυνατότητα ενός υποψηφίου να στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων μπορεί να έχει αποφασιστική σημασία για τη συμμετοχή ΜΜΕ. Για το λόγο αυτό, κρίνεται σκόπιμο τα κριτήρια επιλογής να σχετίζονται αποκλειστικά με την επαγγελματική και τεχνική ικανότητα και την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια των φορέων, και να συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης, να ανακοινώνονται στη γνωστοποίηση της σύμβασης παραχώρησης και να μην αποκλείουν τη δυνατότητα ενός οικονομικού φορέα, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, να στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με αυτούς, εφόσον ο τελευταίος αποδεικνύει στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα ότι θα έχει στη διάθεσή του τους αναγκαίους πόρους.

(64)

Επίσης, προκειμένου να ενταχθεί καλύτερα η κοινωνική και η περιβαλλοντική παράμετρος στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης, θα πρέπει να επιτρέπεται στις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς να χρησιμοποιούν για τα έργα ή τις υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν βάσει της σύμβασης παραχώρησης κριτήρια ανάθεσης ή όρους εκτέλεσης σύμβασης παραχώρησης τα οποία να καλύπτουν κάθε πτυχή και στάδιο του κύκλου ζωής τους, από την εξόρυξη των πρώτων υλών για το προϊόν έως το στάδιο της απόρριψής του, συμπεριλαμβανομένων των παραγόντων που εμπλέκονται στη συγκεκριμένη διαδικασία παραγωγής, ή εμπορίας των εν λόγω έργων ή υπηρεσιών, ή ειδικές διαδικασίες σε μεταγενέστερο στάδιο του κύκλου ζωής τους, ακόμη και αν οι παράγοντες αυτοί δεν αποτελούν μέρος της υλικής τους υπόστασης. Κριτήρια και όροι που αναφέρονται σε τέτοιες διαδικασίες παραγωγής ή παροχής είναι, επί παραδείγματι, ότι οι υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης παρέχονται με τη χρήση ενεργειακά αποδοτικών μηχανημάτων. Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα κριτήρια και τους όρους αυτούς περιλαμβάνονται επίσης κριτήρια ανάθεσης ή όροι εκτέλεσης σύμβασης παραχώρησης που αφορούν την παροχή ή τη χρήση προϊόντων δίκαιου εμπορίου κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της προς ανάθεση σύμβασης παραχώρησης. Τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις που αφορούν την εμπορία και τους όρους της μπορούν φέρ’ ειπείν, να αναφέρουν την απαίτηση καταβολής ελάχιστου τιμήματος ή πριμ σε σχέση με την τιμή στους υπεργολάβους. Οι όροι εκτέλεσης της σύμβασης παραχώρησης που αφορούν περιβαλλοντικές παραμέτρους είναι δυνατόν να περιλαμβάνουν, επί παραδείγματι, τη μείωση των απορριμμάτων ή την αποδοτικότητα των πόρων.

(65)

Τα κριτήρια ανάθεσης ή οι όροι εκτέλεσης της σύμβασης παραχώρησης που αφορούν τις κοινωνικές πτυχές της διαδικασίας παραγωγής πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με την οδηγία 96/71/ΕΚ, όπως την ερμήνευσε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, και δεν θα πρέπει να επιλέγονται ή να εφαρμόζονται κατά τρόπο που δημιουργεί άμεσες ή έμμεσες διακρίσεις εις βάρος οικονομικών φορέων από άλλα κράτη μέλη ή από τρίτες χώρες που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη συμφωνία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες («ΣΔΠ») ή σε συμφωνίες ελευθέρων συναλλαγών στις οποίες είναι συμβαλλόμενο μέρος η Ένωση. Ως εκ τούτου, οι απαιτήσεις για τους βασικούς όρους εργασίας που ρυθμίζει η οδηγία 96/71/ΕΚ, όπως τα κατώτατα όρια αποδοχών, θα πρέπει να παραμένουν στα επίπεδα που ορίζει η εθνική νομοθεσία ή οι συλλογικές συμβάσεις που ισχύουν σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας. Οι όροι εκτέλεσης μιας σύμβασης παραχώρησης μπορούν επίσης να αποσκοπούν στην ενθάρρυνση της εφαρμογής μέτρων για την προαγωγή της ισότητας γυναικών και ανδρών στην εργασία, την ενίσχυση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας και το συνδυασμό εργασίας και ιδιωτικής ζωής, την προστασία του περιβάλλοντος ή της καλής διαβίωσης των ζώων και την επί της ουσίας συμμόρφωση προς τις θεμελιώδεις συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) και την πρόσληψη περισσότερων μειονεκτούντων ατόμων από εκείνα που απαιτούνται βάσεις της εθνικής νομοθεσίας.

(66)

Αντικείμενο κριτηρίων ανάθεσης ή όρων εκτέλεσης της σύμβασης παραχώρησης μπορούν να αποτελέσουν επίσης μέτρα που προσβλέπουν στην προστασία της υγείας του προσωπικού που συμμετέχει στη διαδικασία εκτέλεσης της σύμβασης παραχώρησης, στη διευκόλυνση της κοινωνικής ενσωμάτωσης μειονεκτούντων ατόμων ή μελών ευάλωτων ομάδων μεταξύ των ατόμων στα οποία έχει ανατεθεί η εκτέλεση της σύμβασης, ή στην κατάρτιση με αντικείμενο τις δεξιότητες που απαιτούνται για την εν λόγω σύμβαση, υπό την προϋπόθεση ότι αφορούν έργα ή υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν βάσει της σύμβασης. Παραδείγματος χάρη, κριτήρια ή όροι αυτού του είδους μπορούν να αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στην απασχόληση μακροχρόνια ανέργων ή στην υλοποίηση μέτρων κατάρτισης για ανέργους ή νέους κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της προς ανάθεση σύμβασης παραχώρησης. Στις τεχνικές προδιαγραφές οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να περιλαμβάνουν κοινωνικές απαιτήσεις αυτού του είδους που να χαρακτηρίζουν ευθέως το προϊόν ή την υπηρεσία, όπως η δυνατότητα πρόσβασης σε άτομα με αναπηρία ή ο σχεδιασμός για όλους τους χρήστες.

(67)

Οι τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις που καταρτίζουν οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να επιτρέπουν το άνοιγμα της ανάθεσης των συμβάσεων παραχώρησης στον ανταγωνισμό. Οι απαιτήσεις αυτές πρέπει να καθορίζουν τα χαρακτηριστικά που απαιτούνται για τα έργα ή/και τις υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης, και μπορούν να αναφέρονται στην ειδική διαδικασία εκτέλεσης ή παροχής των αιτουμένων έργων ή υπηρεσιών, υπό τον όρο ότι συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης και είναι ανάλογα της αξίας και των στόχων της σύμβασης. Η ειδική διαδικασία εκτέλεσης μπορεί να περιλαμβάνει απαιτήσεις σχετικά με τη δυνατότητα πρόσβασης ατόμων με ειδικές ανάγκες ή επίπεδα περιβαλλοντικών επιδόσεων. Οι εν λόγω τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις πρέπει να περιλαμβάνονται στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης και να τηρούν τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας. Δέον να καταρτίζονται κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται ο τεχνητός περιορισμός του ανταγωνισμού, κυρίως μέσω απαιτήσεων που να ευνοούν έναν συγκεκριμένο οικονομικό φορέα, αντικατοπτρίζοντας βασικά χαρακτηριστικά των αγαθών, υπηρεσιών ή έργων που παρέχονται συνήθως από τον οικονομικό φορέα αυτόν. Εν πάση περιπτώσει, οι προσφορές που περιλαμβάνουν έργα ή/και υπηρεσίες, καθώς και προμήθειες παρεπόμενες αυτών των έργων και υπηρεσιών, οι οποίες τηρούν με ισοδύναμο τρόπο προς τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά, πρέπει να εξετάζονται από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς.

(68)

Οι συμβάσεις παραχώρησης είναι συνήθως μακροπρόθεσμες, σύνθετες συμφωνίες με τις οποίες ο παραχωρησιούχος αναλαμβάνει ευθύνες και κινδύνους που παραδοσιακά βαρύνουν τις αναθέτουσες αρχές και οντότητες και κανονικά εμπίπτουν στο πεδίο των αρμοδιοτήτων τους. Για τον λόγο αυτόν, υπό την επιφύλαξη της παρούσας οδηγίας και των αρχών της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης, πρέπει να δοθεί μεγάλη ευχέρεια στις αναθέτουσες αρχές και τους αναθέτοντες φορείς για τον καθορισμό της διαδικασίας που θα οδηγήσει στην επιλογή του παραχωρησιούχου. Εντούτοις, προκειμένου να διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση και η διαφάνεια καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας ανάθεσης, είναι σκόπιμο να προβλέπονται βασικές εγγυήσεις όσον αφορά τη διαδικασία ανάθεσης, που θα περιλαμβάνουν τις πληροφορίες για τη φύση και το πεδίο εφαρμογής της παραχώρησης, τον περιορισμό του αριθμού των υποψηφίων, τη διάδοση των πληροφοριών στους υποψηφίους και τους προσφέροντες και την ύπαρξη ενδεδειγμένων μητρώων. Είναι επίσης απαραίτητη η πρόβλεψη της μη παρέκκλισης από τους αρχικούς όρους της γνωστοποίησης σύμβασης παραχώρησης προκειμένου να αποτρέπεται η άνιση μεταχείριση των πιθανών υποψηφίων.

(69)

Οι συμβάσεις παραχώρησης δεν πρέπει να ανατίθενται σε οικονομικούς φορείς που έχουν συμμετάσχει σε εγκληματική οργάνωση ή που έχουν κριθεί ένοχοι δωροδοκίας, απάτης σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, τρομοκρατικών εγκλημάτων, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και εμπορίας ανθρώπων. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, ωστόσο, να μπορούν να προβλέπουν παρέκκλιση από τους υποχρεωτικούς αυτούς αποκλεισμούς σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος καθιστούν αναγκαία την ανάθεση της σύμβασης. Η μη καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης θα πρέπει επίσης να τιμωρείται με υποχρεωτικό αποκλεισμό στο επίπεδο της Ένωσης.

(70)

Οι αναθέτουσες αρχές και αναθέτοντες φορείς θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να αποκλείουν οικονομικούς φορείς οι οποίοι έχουν φανεί αναξιόπιστοι, επί παραδείγματι λόγω σοβαρών ή επανειλημμένων παραβάσεων περιβαλλοντικών ή κοινωνικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων και των κανόνων σχετικά με τη δυνατότητα πρόσβασης ατόμων με αναπηρίες, ή λόγω άλλων μορφών σοβαρών επαγγελματικών παραπτωμάτων, όπως είναι οι παραβιάσεις των κανόνων περί ανταγωνισμού ή περί δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι το σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα μπορεί να θέσει εν αμφιβόλω την ακεραιότητα του οικονομικού φορέα και, ως εκ τούτου, να καταστήσει τον οικονομικό φορέα ακατάλληλο να λάβει την ανάθεση σύμβασης παραχώρησης, ανεξαρτήτως εάν ο οικονομικός φορέας έχει άλλως την τεχνική και οικονομική ικανότητα να εκτελέσει τη σύμβαση. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας φέρει την ευθύνη για τις συνέπειες πιθανής λανθασμένης του απόφασης, οι αναθέτουσες αρχές και φορείς θα πρέπει επίσης να παραμένουν ελεύθεροι να εκτιμούν ότι έχει σημειωθεί σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα όταν, πριν την έκδοση τελικής και δεσμευτικής απόφασης για την ύπαρξη λόγων υποχρεωτικού αποκλεισμού, μπορούν να αποδείξουν με οιονδήποτε κατάλληλο τρόπο ότι ο οικονομικός φορέας παραβίασε τις υποχρεώσεις του, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων που αφορούν την πληρωμή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, εκτός εάν το εθνικό δίκαιο ορίζει διαφορετικά. Οι αναθέτουσες αρχές και αναθέτοντες φορείς θα πρέπει επίσης να μπορούν να αποκλείουν υποψηφίους ή προσφέροντες των οποίων οι επιδόσεις σε παλαιότερες συμβάσεις παραχώρησης με αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς παρουσίαζαν σοβαρές αδυναμίες σε βασικές απαιτήσεις, όπως η αδυναμία προμήθειας ή παροχής, σημαντικές ελλείψεις στο παρασχεθέν προϊόν ή υπηρεσία με αποτέλεσμα να μην μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό για τον οποίο προοριζόταν, ή ανάρμοστη διαγωγή που δημιουργεί σοβαρές αμφιβολίες για την αξιοπιστία του οικονομικού φορέα. Το εθνικό δίκαιο θα πρέπει να προβλέπει τη μέγιστη διάρκεια αυτών των αποκλεισμών.

(71)

Θα πρέπει, ωστόσο, να επιτραπεί στους οικονομικούς φορείς να υιοθετούν μέτρα συμμόρφωσης για να άρουν τις συνέπειες τυχόν ποινικών αδικημάτων ή παραπτωμάτων και να αποτρέψουν αποτελεσματικά περαιτέρω κρούσματα έκνομης συμπεριφοράς. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί να συνίστανται ιδίως σε μέτρα που αφορούν το προσωπικό και την οργάνωση, όπως είναι η διακοπή όλων των δεσμών με πρόσωπα ή οργανισμούς που εμπλέκονται στην παράνομη συμπεριφορά, κατάλληλα μέτρα αναδιοργάνωσης προσωπικού, η εφαρμογή συστημάτων υποβολής εκθέσεων και ελέγχου, η δημιουργία δομής εσωτερικού ελέγχου για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης και η έγκριση εσωτερικών κανόνων ευθύνης και αποζημίωσης. Σε περίπτωση που τα εν λόγω μέτρα προσφέρουν επαρκείς εγγυήσεις, ο εν λόγω οικονομικός φορέας δεν θα πρέπει πλέον να αποκλείεται για αυτούς και μόνο τους λόγους. Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν να εξετάζονται τα μέτρα συμμόρφωσης που λαμβάνονται με σκοπό την πιθανή συμμετοχή τους στη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης. Θα πρέπει, εντούτοις, να εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίζουν τους ακριβείς διαδικαστικούς και ουσιαστικούς όρους που θα ισχύουν σε τέτοιες περιπτώσεις. Έχουν ειδικότερα την ελευθερία να αποφασίζουν εάν επιθυμούν να αναθέτουν στις επιμέρους αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς να προβαίνουν στις σχετικές αξιολογήσεις ή να εμπιστεύονται το καθήκον αυτό σε άλλες αρχές, σε κεντρικό ή σε αποκεντρωτικό επίπεδο.

(72)

Είναι σημαντικό να διασφαλίζεται με κατάλληλες ενέργειες των αρμοδίων εθνικών αρχών εντός του πεδίου ευθύνης και αρμοδιότητός τους, όπως, για παράδειγμα των επιθεωρήσεων εργασίας ή των οργανισμών προστασίας του περιβάλλοντος, η τήρηση από τους υπεργολάβους των ισχυουσών υποχρεώσεων που επιβάλλει η περιβαλλοντική, κοινωνική και εργατική νομοθεσία, οι οποίες προβλέπονται στο δίκαιο της Ένωσης, στα εθνικά δίκαια, σε συλλογικές συμβάσεις ή στις διατάξεις του διεθνούς περιβαλλοντικού, κοινωνικού ή εργατικού δικαίου που απαριθμούνται στην παρούσα οδηγία, υπό την εφόσον οι εν λόγω διατάξεις και η εφαρμογή τους συνάδουν προς το δίκαιο της Ένωσης. Είναι επίσης αναγκαίο να διασφαλιστεί, σε κάποιον βαθμό, η διαφάνεια στην αλυσίδα υπεργολαβίας, καθώς αυτό θα παράσχει στις αναθέτουσες αρχές και τους αναθέτοντες φορείς πληροφόρηση σχετικά με αυτούς που είναι παρόντες στα εργοτάξια, στα οποία εκτελούνται εργασίες για αυτές, ή σχετικά με το ποιες επιχειρήσεις παρέχουν υπηρεσίες σε κτήρια, ή εντός αυτών, και σε υποδομές ή χώρους, όπως δημαρχεία, δημοτικά σχολεία, αθλητικές εγκαταστάσεις, λιμένες ή αυτοκινητοδρόμους, για τους οποίους είναι υπεύθυνες ή επί των οποίων έχουν εποπτεία οι αναθέτουσες αρχές. Θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η υποχρέωση παροχής των απαιτούμενων πληροφοριών βαρύνει, εν πάση περιπτώσει, τον παραχωρησιούχο, είτε στη βάση ειδικών ρητρών, τις οποίες θα πρέπει κάθε αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας να συμπεριλάβει σε όλες τις διαδικασίες ανάθεσης, είτε στη βάση υποχρεώσεων τις οποίες θα επιβάλουν τα κράτη μέλη στους παραχωρησιούχους μέσω διατάξεων γενικής εφαρμογής.

Θα πρέπει επίσης να αποσαφηνιστεί ότι, όταν το εθνικό δίκαιο κράτους μέλους προβλέπει μηχανισμό εις ολόκληρον ευθύνης των υπεργολάβων και του παραχωρησιούχου, πρέπει να εφαρμόζονται οι όροι που αφορούν την τήρηση των ισχυουσών υποχρεώσεων στους χώρους της περιβαλλοντικής, κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας που έχουν θεσπισθεί με διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, ή με διατάξεις εθνικών δικαίων, συλλογικών συμβάσεων ή του διεθνούς περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου που απαριθμούνται στην παρούσα οδηγία, εφόσον η εφαρμογή τους συνάδει προς το δίκαιο της Ένωσης. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να ορίζεται ρητώς ότι τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν περαιτέρω ρυθμίσεις, επεκτείνοντας, για παράδειγμα, τις υποχρεώσεις διαφάνειας ή επιτρέποντας στις αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς, ή υποχρεώνοντάς τους, να ελέγχουν ότι οι υπεργολάβοι δεν βρίσκονται σε κατάσταση η οποία δικαιολογεί τον αποκλεισμό οικονομικών φορέων. Όταν ισχύουν τέτοια μέτρα για τους υπεργολάβους, πρέπει να διασφαλίζεται η συνοχή του ρυθμιστικού πλαισίου με τις διατάξεις που ισχύουν για τους παραχωρησιούχους, ούτως ώστε η ύπαρξη λόγων υποχρεωτικού αποκλεισμού να συνοδεύεται από την επιβολή υποχρέωσης στον παραχωρησιούχο να αντικαταστήσει τον σχετικό υπεργολάβο. Όταν από τον έλεγχο αυτόν προκύπτει η ύπαρξη μη υποχρεωτικών λόγων αποκλεισμού, πρέπει να καθίσταται σαφές ότι οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να απαιτούν την αντικατάσταση· θα πρέπει ωστόσο να προβλέπεται επίσης ρητώς ότι είναι δυνατό να υποχρεώνονται οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς να απαιτήσουν την αντικατάσταση του σχετικού υπεργολάβου, όταν ο αποκλεισμός των παραχωρησιούχων θα ήταν υποχρεωτικός σε τέτοιες περιπτώσεις. Θα πρέπει, τέλος, να ορίζεται ρητώς ότι τα κράτη μέλη εξακολουθούν να έχουν τη δυνατότητα να θεσπίσουν πιο αυστηρούς κανόνες ευθύνης στο εθνικό τους δίκαιο.

(73)

Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αξιολογεί τους προσφέροντες βάσει ενός ή περισσότερων κριτηρίων ανάθεσης. Για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια και η ίση μεταχείριση, τα κριτήρια ανάθεσης των συμβάσεων παραχώρησης πρέπει πάντοτε να συνάδουν με ορισμένα γενικά πρότυπα. Τα γενικά αυτά πρότυπα μπορούν να αναφέρονται σε παράγοντες που δεν είναι αμιγώς οικονομικοί, αλλά επηρεάζουν την αξία ενός διαγωνισμού από την οπτική γωνία της αναθέτουσας αρχής ή φορέως και επιτρέπουν τη διαπίστωση ενός συνολικού οικονομικού πλεονεκτήματος για την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα. Τα κριτήρια θα πρέπει να γνωστοποιούνται εκ των προτέρων σε όλους τους δυνητικούς υποψηφίους ή προσφέροντες, να συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης και να μην παρέχουν στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα απεριόριστη ελευθερία επιλογής. Πρέπει να επιτρέπουν τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό και να συνοδεύονται από απαιτήσεις που επιτρέπουν την αποτελεσματική επαλήθευση των πληροφοριών τις οποίες παρέχουν οι προσφέροντες. Τα κριτήρια ανάθεσης μπορούν να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, περιβαλλοντικά ή κοινωνικά κριτήρια ή σχετικά με την καινοτομία. Οι αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς πρέπει επίσης να καθορίζουν κριτήρια ανάθεσης κατά φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας, προκειμένου να διασφαλίζεται ίση μεταχείριση των ενδεχόμενων προσφερόντων, δίδοντάς τους τη δυνατότητα να γνωρίζουν όλα τα στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη όταν προετοιμάζουν τις προσφορές τους.

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας λαμβάνει προσφορά η οποία προτείνει καινοτόμο λύση με εξαιρετικό επίπεδο λειτουργικών επιδόσεων που δεν θα μπορούσε να έχει προβλέψει επιμελής αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται, κατ ‘ εξαίρεση, να τροποποιήσει τη σειρά των κριτηρίων ούτως ώστε να λάβει υπόψη τις νέες δυνατότητες που προσφέρει η καινοτόμος λύση, υπό την προϋπόθεση ότι η τροποποίηση εξασφαλίζει ίση μεταχείριση όλων των πραγματικών ή δυνητικών προσφερόντων, εκδίδοντας νέα πρόσκληση υποβολής προσφορών ή, ενδεχομένως, δημοσιεύοντας νέα γνωστοποίηση σύμβασης παραχώρησης.

(74)

Τα ηλεκτρονικά μέσα ανταλλαγής πληροφοριών και επικοινωνίας μπορούν να απλοποιήσουν σημαντικά τη δημοσίευση συμβάσεων παραχώρησης και να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα, την ταχύτητα και τη διαφάνεια των διαδικασιών παραχώρησης. Μπορούν δε να αποτελέσουν τον συνήθη τρόπο επικοινωνίας και ανταλλαγής πληροφοριών στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης, δεδομένου ότι ενισχύουν τις δυνατότητες των οικονομικών φορέων να συμμετέχουν σε διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά.

(75)

Οι συμβάσεις παραχώρησης περιλαμβάνουν συνήθως μακροχρόνιες και σύνθετες τεχνικές και χρηματοοικονομικές ρυθμίσεις οι οποίες υπόκεινται συχνά σε μεταβαλλόμενες συνθήκες. Είναι, συνεπώς, αναγκαίο να αποσαφηνιστούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες, για τυχόν τροποποιήσεις μιας σύμβασης παραχώρησης κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής της, απαιτείται νέα διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης, λαμβανομένης υπόψη της σχετικής νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Νέα διαδικασία συμβάσεων παραχώρησης απαιτείται σε περίπτωση ουσιωδών αλλαγών της αρχικής σύμβασης παραχώρησης, και ιδίως του εύρους και του περιεχομένου των αμοιβαίων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Οι εν λόγω αλλαγές αποτελούν ένδειξη της πρόθεσης των συμβαλλομένων να επαναδιαπραγματευτούν ουσιώδεις όρους ή προϋποθέσεις της σύμβασης παραχώρησης. Αυτό ισχύει, ιδίως, σε περίπτωση που οι τροποποιημένες προϋποθέσεις θα επηρέαζαν το αποτέλεσμα της διαδικασίας, εάν αποτελούσαν μέρος της αρχικής διαδικασίας. Τροποποιήσεις της σύμβασης παραχώρησης που οδηγούν σε ελάσσονος σημασίας μεταβολή της αξίας της, μέχρι κάποιο όριο αξίας, θα πρέπει να είναι πάντα δυνατές χωρίς να απαιτείται διεξαγωγή νέας διαδικασίας σύμβασης παραχώρησης. Για τον σκοπό αυτόν και προκειμένου να διασφαλίζεται ασφάλεια του δικαίου, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να προβλέπει ελάχιστα όρια, κάτω από τα οποία δεν απαιτείται νέα διαδικασία ανάθεσης. Τροποποιήσεις της σύμβασης παραχώρησης άνω των εν λόγω κατώτατων ορίων θα πρέπει να είναι δυνατές χωρίς να απαιτείται διεξαγωγή νέας διαδικασίας ανάθεσης, εφόσον οι τροποποιήσεις αυτές τηρούν ορισμένες προϋποθέσεις. Τέτοιες μπορεί να είναι, φέρ’ ειπείν, η περίπτωση τροποποιήσεων που κατέστησαν αναγκαίες λόγω της ανάγκης να καλυφθούν αιτήματα των αναθετουσών αρχών ή των αναθετόντων φορέων, όσον αφορά τις απαιτήσεις ασφαλείας και λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες αυτών των δραστηριοτήτων όπως, για παράδειγμα, η λειτουργία εγκαταστάσεων ορεινού αθλητισμού και τουριστικών υποδομών, οπότε η νομοθεσία είναι δυνατόν να εξελιχθεί προς αντιμετώπιση των σχετιζόμενων κινδύνων, εφόσον οι τροποποιήσεις αυτές συμμορφώνονται με τους όρους της παρούσας οδηγίας.

(76)

Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς μπορεί να χρειαστεί να αντιμετωπίσουν εξαιρετικές περιστάσεις τις οποίες ήταν αδύνατον να προβλέψουν όταν ανέθεταν τη σύμβαση παραχώρησης, ιδίως όταν η εκτέλεση της σύμβασης καλύπτει μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Σε αυτή την περίπτωση, απαιτείται ένας βαθμός ευελιξίας για την προσαρμογή της σύμβασης παραχώρησης στις εν λόγω περιστάσεις χωρίς νέα διαδικασία ανάθεσης. Η έννοια των απρόβλεπτων περιστάσεων αναφέρεται σε περιστάσεις που δεν θα ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, παρά την ευλόγως επιμελή προετοιμασία της αρχικής ανάθεσης από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, λαμβανομένων υπόψη των διαθέσιμων μέσων, της φύσης και των χαρακτηριστικών του συγκεκριμένου έργου, των ορθών πρακτικών στον σχετικό τομέα και της ανάγκης διασφάλισης της κατάλληλης σχέσης μεταξύ των πόρων που δαπανώνται για την προετοιμασία της ανάθεσης και της προβλεπόμενης αξίας της. Εντούτοις, αυτό δεν ισχύει σε περιπτώσεις όπου η τροποποίηση έχει ως αποτέλεσμα την αλλοίωση της φύσης της σύμβασης παραχώρησης στο σύνολό της, για παράδειγμα μέσω της αντικατάστασης των προς εκτέλεση έργων ή των προς παροχή υπηρεσιών με κάτι διαφορετικό ή μέσω της ουσιαστικής αλλαγής του είδους της σύμβασης παραχώρησης, δεδομένου ότι, σε μια τέτοια κατάσταση, μπορεί να υποτεθεί ότι θα επηρεαστεί το αποτέλεσμα. Για συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται για τους σκοπούς της άσκησης δραστηριότητας πλην εκείνων που απαριθμούνται στο παράρτημα II, οποιαδήποτε αύξηση της αξίας μη απαιτούσα νέα διαδικασία ανάθεσης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50 % της αξίας της αρχικής σύμβασης παραχώρησης. Όταν επέρχονται διαδοχικές τροποποιήσεις, ο περιορισμός αυτός ισχύει για την αξία κάθε τροποποίησης. Οι επακόλουθες τροποποιήσεις δεν αποσκοπούν στην αποφυγή της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(77)

Σύμφωνα με τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας, ο ανάδοχος δεν θα πρέπει, επί παραδείγματι όταν η σύμβαση παραχώρησης καταγγέλλεται λόγω πλημμελούς εκτέλεσης, να αντικαθίσταται από άλλον οικονομικό φορέα χωρίς να πραγματοποιηθεί προκήρυξη νέου διαγωνισμού. Ωστόσο, ο ανάδοχος που εκτελεί τη σύμβαση παραχώρησης θα πρέπει να μπορεί, ιδίως εάν η σύμβαση έχει ανατεθεί σε όμιλο οικονομικών φορέων, να υποστεί ορισμένες διαρθρωτικές μεταβολές κατά την εκτέλεση της σύμβασης, όπως καθαρά εσωτερική αναδιοργάνωση, εξαγορές, συγχωνεύσεις ή διαδικασία αφερεγγυότητας. Οι εν λόγω διαρθρωτικές αλλαγές δεν πρέπει να συνεπάγονται αυτομάτως απαίτηση έναρξης νέων διαδικασιών ανάθεσης για τη σύμβαση παραχώρησης που εκτελεί ο προσφέρων.

(78)

Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν τροποποιήσεις σε σύμβαση παραχώρησης μέσω ρητρών αναθεώρησης ή προαίρεσης· εντούτοις, οι εν λόγω ρήτρες δεν θα πρέπει να τους παρέχουν απεριόριστη διακριτική ευχέρεια. Συνεπώς, η παρούσα οδηγία πρέπει να ορίζει ως ποιο βαθμό μπορούν να προβλέπονται τροποποιήσεις στην αρχική παραχώρηση. Θα πρέπει, κατά συνέπεια, να διευκρινιστεί ότι ρήτρες αναθεώρησης ή προαίρεσης που έχουν συνταχθεί με επαρκή σαφήνεια μπορούν να προβλέπουν, για παράδειγμα, τιμαριθμική προσαρμογή ή να διασφαλίζουν ότι, π.χ., ο εξοπλισμός επικοινωνίας που πρέπει να παραδοθεί εντός ορισμένης προθεσμίας παραμένει κατάλληλος και στην περίπτωση τροποποίησης των πρωτοκόλλων επικοινωνίας ή άλλων τεχνολογικών αλλαγών. Θα πρέπει επίσης να είναι δυνατόν να προβλέπονται, με ρήτρες που θα είναι επαρκώς σαφείς, προσαρμογές της σύμβασης παραχώρησης, οι οποίες καθίστανται αναγκαίες λόγω τεχνικών δυσκολιών που προέκυψαν κατά τη λειτουργία ή συντήρηση. Θα πρέπει, τέλος, να υπομνησθεί ότι οι συμβάσεις παραχώρησης μπορούν, για παράδειγμα, να συμπεριλάβουν τόσο την τακτική συντήρηση όσο και έκτακτες παρεμβάσεις συντήρησης, οι οποίες είναι πιθανόν να απαιτηθούν για την εξασφάλιση της συνέχειας στην παροχή δημόσιας υπηρεσίας.

(79)

Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς είναι δυνατόν να έλθουν αντιμέτωποι με καταστάσεις όπου επέρχεται ανάγκη συμπληρωματικών έργων ή υπηρεσιών. Στις περιπτώσεις αυτές, εάν πληρούνται οι όροι της παρούσας οδηγίας, πρέπει να θεωρείται δικαιολογημένη η τροποποίηση της αρχικής σύμβασης παραχώρησης χωρίς νέα διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης.

(80)

Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς βρίσκονται ενίοτε αντιμέτωπες με καταστάσεις που απαιτούν την πρόωρη καταγγελία της συμβάσεως προκειμένου να συμμορφωθούν προς υποχρεώσεις προκύπτουσες από το ενωσιακό δίκαιο στον τομέα των συμβάσεων παραχώρησης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, συνεπώς, να διασφαλίζουν τη δυνατότητα των αναθετουσών αρχών και των αναθετόντων φορέων, βάσει των προϋποθέσεων που ορίζει το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, να καταγγείλουν μια σύμβαση παραχώρησης κατά τη διάρκεια της ισχύος της, εφόσον απαιτείται από το ενωσιακό δίκαιο.

(81)

Προκειμένου να διασφαλιστεί επαρκής νομική προστασία των υποψηφίων και των προσφερόντων κατά τις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης, όπως επίσης για την αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων της παρούσας οδηγίας και των αρχών της ΣΛΕΕ, οι οδηγίες 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου (16) και 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου (17) θα πρέπει να εφαρμόζονται επίσης για τις συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών και τις συμβάσεις παραχώρησης έργων που ανατίθενται τόσο από αναθέτουσες αρχές όσο και από αναθέτοντες φορείς. Πρέπει ως εκ τούτου να τροποποιηθούν αναλόγως οι οδηγίες 89/665/ΕΟΚ και 92/13/ΕΟΚ.

(82)

Η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να διέπεται από την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18).

(83)

Τα κράτη μέλη οφείλουν να παρακολουθούν με συνέπεια και συστηματικότητα την εφαρμογή και τη λειτουργία των κανόνων που διέπουν την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης προκειμένου να διασφαλίζουν την αποτελεσματική και ομοιόμορφη εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου.

(84)

Η Επιτροπή οφείλει να επανεξετάζει τις οικονομικές επιπτώσεις που έχει στην εσωτερική αγορά η εφαρμογή των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, ιδίως όσον αφορά παράγοντες όπως η διασυνοριακή ανάθεση συμβάσεων, η συμμετοχή των ΜΜΕ και το κόστος συναλλαγών που προκύπτει από την εφαρμογή των κατώτατων ορίων του άρθρου 12 λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες δομές του τομέα του ύδατος. Η Επιτροπή υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έως τις 18 Απριλίου 2019. Σύμφωνα με το άρθρο XXIV παράγραφος 7 της ΣΔΠ, η ΣΔΠ θα αποτελέσει αντικείμενο περαιτέρω διαπραγματεύσεων τρία χρόνια μετά από την έναρξη ισχύος της και περιοδικά στη συνέχεια. Σε αυτό το πλαίσιο, η ορθότητα των κατώτατων ορίων θα πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων δυνάμει της ΣΔΠ, λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο του πληθωρισμού και του κόστους των συναλλαγών. Η Επιτροπή οφείλει, εφόσον είναι εφικτό και σκόπιμο, να εξετάσει το ενδεχόμενο να προτείνει αύξηση των κατώτατων ποσών που ισχύουν βάσει της ΣΔΠ κατά τον επόμενο γύρο διαπραγματεύσεων. Σε περίπτωση οποιασδήποτε μεταβολής των εν λόγω εφαρμοστέων κατώτατων ορίων, η έκθεση τη Επιτροπής πρέπει, εφόσον ενδείκνυται, να συνοδεύεται από νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

(85)

Για την προσαρμογή στις γρήγορες τεχνολογικές, οικονομικές και κανονιστικές εξελίξεις θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ όσον αφορά την επανεξέταση των καταλόγων νομοθετημάτων του παραρτήματος III, την επανεξέταση των τεχνικών διαδικασιών για τον υπολογισμό των μεθόδων σχετικα με τα κατώτατα όρια και την περιοδική επανεξέταση των ιδίων των κατωτάτων ορίων,την τροποποίηση της αναφερομένης ονοματολογίας CPV και την προσαρμογή των καταλόγων νομοθετημάτων του παραρτήματος X. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες, ακόμα και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαικό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(86)

Προκειμένου να διασφαλίζονται ομοιόμορφες συνθήκες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τη διαδικασία για τη σύνταξη και διαβίβαση προκηρύξεων και για την αποστολή και δημοσίευση δεδομένων που αναφέρονται στα παραρτήματα V, VII και VIII, θα πρέπει να δοθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19). Η συμβουλευτική διαδικασία πρέπει να χρησιμοποιείται για την έγκριση εκτελεστικών πράξεων που δεν έχουν επιπτώσεις ούτε από δημοσιονομική άποψη ούτε όσον αφορά τη φύση και το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία. Αντιθέτως, οι εν λόγω πράξεις έχουν απλώς διοικητικό χαρακτήρα και προορίζονται να διευκολύνουν την εφαρμογή των κανόνων που προβλέπει η παρούσα οδηγία.

(87)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή ο συντονισμός των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που εφαρμόζονται σε ορισμένες διαδικασίες παραχώρησης, είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη αλλά δύναται αντιθέτως να επιτευχθεί καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(88)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, τα κράτη μέλη ανέλαβαν να συνοδεύουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό τους δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα στα οποία θα επεξηγείται η σχέση μεταξύ των συστατικών στοιχείων μιας οδηγίας και των αντίστοιχων μερών των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Αναφορικά με την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί δικαιολογημένη τη διαβίβαση των εγγράφων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΤΙΤΛΟΣ I:

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I:

Πεδίο εφαρμογής, γενικές αρχές και ορισμοί

Τμήμα I:

Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής, γενικές αρχές, ορισμοί και κατώτατα όρια

Άρθρο 1:

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 2:

Αρχή της ελεύθερης διαχείρισης από τις δημόσιες αρχές

Άρθρο 3:

Αρχή της ίσης μεταχείρισης, μη διάκριση και διαφάνεια

Άρθρο 4:

Ελευθερία καθορισμού υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος

Άρθρο 5:

Ορισμοί

Άρθρο 6:

Αναθέτουσες αρχές

Άρθρο 7:

Αναθέτοντες φορείς

Άρθρο 8:

Κατώτατα όρια και μέθοδοι υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων παραχώρησης

Άρθρο 9:

Αναθεώρηση του κατώτατου ορίου

ΤΜΗΜΑ II:

ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ

Άρθρο 10:

Εξαιρέσεις οι οποίες εφαρμόζονται σε συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές και αναθέτοντες φορείς

Άρθρο 11:

Ειδικές εξαιρέσεις στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών

Άρθρο 12:

Ειδικές εξαιρέσεις στον τομέα του ύδατος

Άρθρο 13:

Συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται σε συνδεδεμένη επιχείρηση

Άρθρο 14:

Συμβάσεις που ανατίθενται σε κοινοπραξία ή σε αναθέτοντα φορέα που συμμετέχει σε κοινοπραξία

Άρθρο 15:

Κοινοποίηση πληροφοριών από αναθέτοντες φορείς

Άρθρο 16:

Αποκλεισμός δραστηριοτήτων που είναι άμεσα εκτεθειμένες στον ανταγωνισμό

Άρθρο 17:

Συμβάσεις παραχώρησης μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα

ΤΜΗΜΑ III:

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 18:

Διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης

Άρθρο 19:

Κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

Άρθρο 20:

Μεικτές συμβάσεις

Άρθρο 21:

Μεικτές συμβάσεις που άπτονται της άμυνας ή της ασφάλειας

Άρθρο 22:

Συμβάσεις που καλύπτουν δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα II και άλλες δραστηριότητες

Άρθρο 23:

Συμβάσεις που καλύπτουν δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα II και συγχρόνως άπτονται της άμυνας ή της ασφάλειας

ΤΜΗΜΑ IV:

ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ

Άρθρο 24:

Συμβάσεις παραχώρησης κατ’ αποκλειστικότητα

Άρθρο 25:

Υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II:

Αρχές

Άρθρο 26:

Οικονομικοί φορείς

Άρθρο 27:

Ονοματολογίες

Άρθρο 28:

Εχεμύθεια

Άρθρο 29:

Κανόνες που εφαρμόζονται στην επικοινωνία

ΤΙΤΛΟΣ II:

ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΣΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ: ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I:

Γενικές αρχές

Άρθρο 30:

Γενικές αρχές

Άρθρο 31:

Γνωστοποιήσεις προκήρυξης συμβάσεων παραχώρησης

Άρθρο 32:

Γνωστοποιήσεις ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης

Άρθρο 33:

Μορφή και τρόπος δημοσίευσης των γνωστοποιήσεων

Άρθρο 34:

Ηλεκτρονική διαθεσιμότητα των εγγράφων σύμβασης παραχώρησης

Άρθρο 35:

Καταπολέμηση της διαφθοράς και πρόληψη της σύγκρουσης συμφερόντων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II:

Διαδικαστικές εγγυήσεις

Άρθρο 36:

Τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις

Άρθρο 37:

Διαδικαστικές εγγυήσεις

Άρθρο 38:

Επιλογή και ποιοτική αξιολόγηση των υποψηφίων

Άρθρο 39:

Προθεσμίες παραλαβής αιτήσεων συμμετοχής για τη σύμβαση παραχώρησης

Άρθρο 40:

Γνωστοποίηση στους υποψηφίους και στους προσφέροντες

Άρθρο 41:

Κριτήρια ανάθεσης

ΤΙΤΛΟΣ III:

ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ

Άρθρο 42:

Υπεργολαβία

Άρθρο 43:

Τροποποίηση συμβάσεων κατά τη διάρκειά τους

Άρθρο 44:

Λύση συμβάσεων παραχώρησης

Άρθρο 45:

Παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων

ΤΙΤΛΟΣ IV:

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ 89/665/ΕΟΚ ΚΑΙ 92/13/ΕΟΚ

Άρθρο 46:

Τροποποιήσεις της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ

Άρθρο 47:

Τροποποιήσεις της οδηγίας 92/13/ΕΟΚ

ΤΙΤΛΟΣ V:

ΑΝΑΤΙΘΕΜΕΝΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ, ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 48:

Άσκηση της ανάθεσης εξουσιών

Άρθρο 49:

Διαδικασία επείγοντος

Άρθρο 50:

Διαδικασία επιτροπής

Άρθρο 51:

Μεταφορά

Άρθρο 52:

Μεταβατικές διατάξεις

Άρθρο 53:

Παρακολούθηση και εκθέσεις

Άρθρο 54:

Έναρξη ισχύος

Άρθρο 55:

Αποδέκτες

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I:

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΣΗΜΕΙΟ 7) ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II:

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΑΣΚΟΥΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΑΝΑΘΕΤΟΝΤΕΣ ΦΟΡΕΙΣ ΟΠΩΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 7

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III:

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 7 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΣΤΟΙΧΕΙΟ β)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV:

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 19

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 31

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΕΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 31 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 32

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 32

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX:

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X:

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 30 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΜΙΑΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΙΣΧΥΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 43

ΤΙΤΛΟΣ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Πεδίο εφαρμογής, γενικές αρχές και ορισμοί

Τμήμα Ι

Αντικείμενο, πεδίο εφαρμογής, γενικές αρχές, ορισμοί και κατώτατα όρια

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες σχετικά με τις διαδικασίες προμηθειών από αναθέτουσες αρχές και αναθέτοντες φορείς μέσω παραχώρησης, η αξία των οποίων εκτιμάται ότι δεν υπολείπεται των κατώτατων ορίων που ορίζονται στο άρθρο 8.

2.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης έργων και υπηρεσιών, σε οικονομικούς φορείς από:

α)

αναθέτουσες αρχές· ή

β)

αναθέτοντες φορείς, υπό τον όρο ότι τα έργα ή οι υπηρεσίες προορίζονται για την άσκηση μίας εκ των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο παράρτημα II.

3.   Η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας υπόκειται στο άρθρο 346 της ΣΛΕΕ.

4.   Συμφωνίες, αποφάσεις ή άλλες νομικές πράξεις που οργανώνουν τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων και ευθυνών για την εκτέλεση δημόσιων καθηκόντων μεταξύ αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων ή ομίλων αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων και δεν προβλέπουν την απόδοση αμοιβής έναντι συμβατικών επιδόσεων θεωρούνται ζήτημα εσωτερικής οργάνωσης του εκάστοτε κράτους μέλους και, ως τέτοιο, δεν επηρεάζονται ουδόλως από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 2

Αρχή της ελεύθερης διαχείρισης από τις δημόσιες αρχές

1.   Η παρούσα οδηγία αναγνωρίζει την αρχή της ελεύθερης διοίκησης εκ μέρους των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών σύμφωνα με τις Συνθήκες σύμφωνα με το εθνικό και το ενωσιακό δίκαιο. Οι αρχές αυτές διαθέτουν την ελευθερία να αποφασίζουν για τη βέλτιστη εκτέλεση των έργων ή παροχή των υπηρεσιών για τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου ποιότητας, ασφάλειας και οικονομικής προσιτότητας, ίσης μεταχείρισης και την προώθηση της καθολικής πρόσβασης και των δικαιωμάτων των χρηστών των δημόσιων υπηρεσιών.

Οι εν λόγω αρχές μπορούν να επιλέξουν να εκτελούν τα καθήκοντα δημόσιου συμφέροντος που τους ανατίθενται είτε ιδίοις πόροις ή σε συνεργασία με άλλες δημόσιες αρχές ή να τα αναθέτουν σε οικονομικούς φορείς.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τα συστήματα των κρατών μελών όσον αφορά την ιδιοκτησία και, ιδίως, δεν απαιτεί την ιδιωτικοποίηση δημόσιων επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό.

Άρθρο 3

Αρχή της ίσης μεταχείρισης, μη διάκριση και διαφάνεια

1.   Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και αμερόληπτα και ενεργούν με διαφανή και αναλογικό τρόπο.

Ο σχεδιασμός της διαδικασίας ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης της τιμής, δεν μπορεί να γίνεται με πρόθεση τον αποκλεισμό της από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ή την αδικαιολόγητα ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων οικονομικών φορέων ή κάποιων έργων, παροχών αγαθών ή υπηρεσιών.

2.   Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς επιδιώκουν τη διασφάλιση διαφάνειας στη διαδικασία ανάθεσης και στην εκτέλεση της σύμβασης, τηρώντας παραλλήλως το άρθρο 28.

Άρθρο 4

Ελευθερία καθορισμού υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος

1.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να ορίζουν, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ποιες υπηρεσίες θεωρούν γενικού οικονομικού συμφέροντος, πώς θα πρέπει να οργανώνονται και να χρηματοδοτούνται οι υπηρεσίες αυτές, σύμφωνα με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων, και σε ποιες ειδικές υποχρεώσεις θα πρέπει να υπόκεινται. Η παρούσα οδηγία δεν θίγει επίσης τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη οργανώνουν τα οικεία συστήματα κοινωνικής ασφάλισης.

2.   Το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας δεν καλύπτει τις μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος.

Άρθρο 5

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

ως «συμβάσεις παραχώρησης» νοούνται συμβάσεις παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών, ως ορίζονται στα στοιχεία α) και β):

α)

ως «σύμβαση παραχώρησης έργων» νοείται η σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας που συνάπτεται εγγράφως μέσω της οποίας μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς αναθέτουν την εκτέλεση έργων σε έναν ή περισσότερους οικονομικούς φορείς, το δε αντίτιμο για αυτή συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης των έργων τα οποία αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης είτε στο δικαίωμα αυτό μαζί με καταβολή πληρωμής·

β)

ως «σύμβαση παραχώρησης υπηρεσιών» νοείται η σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας που συνάπτεται εγγράφως μέσω της οποίας μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς αναθέτουν την εκτέλεση υπηρεσιών σε έναν ή περισσότερους οικονομικούς φορείς, το δε αντίτιμο για αυτήν συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης των έργων τα οποία αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης, είτε στο δικαίωμα αυτό μαζί με καταβολή πληρωμής·

Η ανάθεση σύμβασης παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών συνεπάγεται τη μεταβίβαση στον παραχωρησιούχο του λειτουργικού κινδύνου που απορρέει από την εκμετάλλευση των εν λόγω έργων ή υπηρεσιών και ο οποίος συμπεριλαμβάνει κίνδυνο ζήτησης ή προσφοράς ή αμφοτέρων. Ο παραχωρησιούχος θεωρείται ότι αναλαμβάνει λειτουργικό κίνδυνο όταν, υπό φυσιολογικές συνθήκες λειτουργίας, δεν υπάρχει εγγύηση για την απόσβεση της επένδυσης ή των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν κατά την εκτέλεση των έργων ή την παροχή των υπηρεσιών που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης. Το τμήμα του κινδύνου που μεταβιβάζεται στον παραχωρησιούχο περιλαμβάνει την πραγματική έκθεση στις αστάθμητες συνθήκες της αγοράς, που συνεπάγεται ότι οιαδήποτε πιθανή εκτιμώμενη απώλεια του παραχωρησιούχου δεν πρέπει να είναι απλώς ονομαστική ή αμελητέα·

2)

ως «οικονομικός φορέας» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή δημόσιος φορέας ή ομάδα αυτών των προσώπων και/ή φορέων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών ενώσεων επιχειρήσεων, που προσφέρει την εκτέλεση εργασιών και/ή έργου, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά·

3)

ως «υποψήφιος» νοείται οικονομικός φορέας που επεδίωξε πρόσκληση ή έχει προσκληθεί να συμμετάσχει σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης·

4)

ως «προσφέρων» νοείται οικονομικός φορέας που έχει υποβάλει προσφορά·

5)

ως «παραχωρησιούχος» νοείται οικονομικός φορέας στον οποίο έχει ανατεθεί σύμβαση παραχώρησης·

6)

με τους όρους «γραπτώς» ή «εγγράφως» νοείται κάθε σύνολο λέξεων ή αριθμών το οποίο μπορεί να διαβάζεται, να αναπαράγεται και στη συνέχεια να κοινοποιείται, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που διαβιβάζονται και αποθηκεύονται με ηλεκτρονικά μέσα·

7)

ως «εκτέλεση έργων» νοείται η εκτέλεση, ή η μελέτη και εκτέλεση, έργων που σχετίζονται με μία από τις δραστηριότητες του παραρτήματος I, ή έργου, ή η υλοποίηση, με οιαδήποτε μέσα, έργου που αντιστοιχεί στις απαιτήσεις που διευκρινίζονται από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα που ασκεί αποφασιστική επιρροή στο είδος ή στη μελέτη του έργου·

8)

ως «έργο» νοείται το αποτέλεσμα ενός συνόλου οικοδομικών εργασιών ή εργασιών πολιτικού μηχανικού το οποίο επαρκεί καθαυτό για την εκτέλεση μιας οικονομικής ή τεχνικής λειτουργίας·

9)

ως «ηλεκτρονικό μέσο» νοείται ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός για την επεξεργασία (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) και την αποθήκευση δεδομένων, τα οποία διαβιβάζονται, διακινούνται ή λαμβάνονται με τη χρήση ενσύρματου, ασύρματου, οπτικού ή άλλου ηλεκτρομαγνητικού μέσου·

10)

ως «αποκλειστικά δικαιώματα» νοούνται τα δικαιώματα που εκχωρούνται από αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους μέσω οιασδήποτε νομοθετικής, κανονιστικής ή δημοσιευμένης διοικητικής διάταξης συμβατής με τις Συνθήκες που έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζει την άσκηση μιας δραστηριότητας σε έναν μόνο οικονομικό φορέα ή διαφόρους οικονομικούς φορείς αντιστοίχως και η οποία επηρεάζει ουσιωδώς την ικανότητα άλλων οικονομικών φορέων να ασκούν τέτοιου είδους δραστηριότητα·

11)

ως «ειδικά δικαιώματα» νοούνται τα δικαιώματα που εκχωρούνται από αρμόδια αρχή ενός κράτους μέλους μέσω οιασδήποτε νομοθετικής, κανονιστικής ή δημοσιευμένης διοικητικής διάταξης συμβατής με τις Συνθήκες που έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζει την άσκηση μιας δραστηριότητας σε δύο ή περισσότερους οικονομικούς φορείς και η οποία επηρεάζει ουσιωδώς την ικανότητα άλλων οικονομικών φορέων να ασκούν τέτοιου είδους δραστηριότητα·

12)

ως «έγγραφο παραχώρησης» νοείται οιοδήποτε έγγραφο το οποίο υποβάλλει ή στο οποίο παραπέμπει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας με σκοπό να περιγράψει ή να προσδιορίσει στοιχεία της παραχώρησης ή της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένης της γνωστοποίησης σύμβασης παραχώρησης, των τεχνικών και λειτουργικών απαιτήσεων, των προτεινόμενων όρων της σύμβασης παραχώρησης, των μορφοτύπων για την υποβολή των εγγράφων από τους υποψηφίους και τους προσφέροντες, των πληροφοριών για τις γενικές υποχρεώσεις και τυχόν πρόσθετων εγγράφων·

13)

ως «καινοτομία» νοείται η υλοποίηση ενός νέου ή σημαντικά βελτιωμένου προϊόντος, υπηρεσίας ή διαδικασίας, περιλαμβανομένων ενδεικτικώς των διαδικασιών παραγωγής ή κατασκευής, μιας νέας μεθόδου μάρκετινγκ ή μιας νέας οργανωτικής μεθόδου στις επιχειρηματικές πρακτικές, στην οργάνωση του χώρου εργασίας ή στις εξωτερικές σχέσεις, μεταξύ άλλων με πρόθεση να συντελέσει στην επίλυση κοινωνικών ζητημάτων ή να στηρίζει τη στρατηγική «Ευρώπη 2020».

Άρθρο 6

Αναθέτουσες αρχές

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, «αναθέτουσες αρχές» είναι το κράτος, οι τοπικές ή περιφερειακές αρχές, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου, οι ενώσεις που απαρτίζονται από μία ή περισσότερες από τις προαναφερόμενες αρχές, οργανισμούς ή ενώσεις, πλην εκείνων που ασκούν μία από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα II και αναθέτουν σύμβαση παραχώρησης για την άσκηση μίας από τις εν λόγω δραστηριότητες.

2.   Οι «περιφερειακές αρχές» περιλαμβάνουν όλες τις αρχές των διοικητικών μονάδων που απαριθμούνται ενδεικτικά στα NUTS 1 και 2, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20).

3.   Οι «τοπικές αρχές» περιλαμβάνουν όλες τις αρχές των διοικητικών μονάδων που εμπίπτουν στο NUTS 3 και μικρότερες διοικητικές μονάδες, όπως αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1059/2003.

4.   «Οργανισμοί δημοσίου δικαίου» είναι οι οργανισμοί που έχουν όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α)

έχουν συσταθεί για τον συγκεκριμένο σκοπό της κάλυψης αναγκών γενικού συμφέροντος, που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα·

β)

έχουν νομική προσωπικότητα· και

γ)

χρηματοδοτούνται, κατά το μεγαλύτερο μέρος, από τις κρατικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου· ή υπόκεινται σε διαχειριστική εποπτεία από τους ανωτέρω οργανισμούς ή αρχές· ή έχουν διοικητικό, διευθυντικό ή εποπτικό συμβούλιο, του οποίου περισσότερο από το ήμισυ των μελών διορίζεται από τις κρατικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, ή από άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου.

Άρθρο 7

Αναθέτοντες φορείς

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ως «αναθέτοντες φορείς» νοούνται οι φορείς που ασκούν μία από τις δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα II και αναθέτουν σύμβαση παραχώρησης για την άσκηση μίας από τις εν λόγω δραστηριότητες. Πρόκειται συγκεκριμένα για:

α)

κρατικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, οργανισμούς δημοσίου δικαίου, ενώσεις που απαρτίζονται από μία ή περισσότερες από τις προαναφερόμενες αρχές ή έναν ή περισσότερους από τους προαναφερόμενους οργανισμούς δημοσίου δικαίου·

β)

δημόσιες επιχειρήσεις όπως ορίζονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου·

γ)

φορείς οι οποίοι δεν εμπίπτουν στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου αλλά λειτουργούν επί τη βάσει ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων τα οποία εκχωρούνται για την άσκηση μίας εκ των δραστηριοτήτων που ορίζονται στο παράρτημα II.

2.   Φορείς στους οποίους έχουν εκχωρηθεί ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα μέσω διαδικασίας στην οποία έχει διασφαλιστεί επαρκής δημοσιότητα και στην περίπτωση που η εκχώρηση των εν λόγω δικαιωμάτων βασίστηκε σε αντικειμενικά κριτήρια δεν συνιστούν «αναθέτοντες φορείς» κατά την έννοια του στοιχείου γ) της παραγράφου 1. Οι διαδικασίες αυτές περιλαμβάνουν:

α)

διαδικασίες σύναψης δημόσιων συμβάσεων με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21) και την οδηγία 2014/25/ΕΕ, την οδηγία 2009/81/ΕΚ ή την παρούσα οδηγία·

β)

διαδικασίες σύμφωνα με άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης, που περιλαμβάνονται στο παράρτημα III, οι οποίες διασφαλίζουν ικανοποιητική εκ των προτέρων διαφάνεια για τη χορήγηση αδειών με βάση αντικειμενικά κριτήρια.

3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 48 για την τροποποίηση του καταλόγου των νομοθετικών πράξεων της Ένωσης που περιλαμβάνονται στο παράρτημα III όταν τέτοιου είδους τροποποιήσεις καθίστανται αναγκαίες λόγω της θέσπισης νέας νομοθεσίας, ή της κατάργησης ή της τροποποίησης υφιστάμενης νομοθεσίας.

4.   Ως «δημόσια επιχείρηση» νοείται κάθε επιχείρηση επί της οποίας οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ασκούν άμεσα ή έμμεσα δεσπόζουσα επιρροή λόγω κατοχής της κυριότητας της επιχείρησης, χρηματοοικονομικής συμμετοχής ή βάσει των κανόνων που διέπουν την επιχείρηση.

Η δεσπόζουσα επιρροή εκ μέρους των αναθετουσών αρχών τεκμαίρεται σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις, κατά τις οποίες οι εν λόγω αρχές, άμεσα ή έμμεσα:

α)

κατέχουν την πλειοψηφία του εγγεγραμμένου κεφαλαίου της επιχείρησης·

β)

ελέγχουν την πλειοψηφία των ψήφων που συνδέονται με τις μετοχές που εκδίδει η επιχείρηση·

γ)

μπορούν να διορίζουν περισσότερα από τα μισά μέλη του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου της επιχείρησης.

Άρθρο 8

Κατώτατα όρια και μέθοδοι υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων παραχώρησης

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης των οποίων η αξία ισούται ή υπερβαίνει τα 5 186 000 EUR.

2.   Η αξία της σύμβασης παραχώρησης ισούται με τον συνολικό κύκλο εργασιών του παραχωρησιούχου καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης, εκτός ΦΠΑ, όπως υπολογίζεται από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, λαμβάνοντας υπόψη τα έργα και τις υπηρεσίες που αποτελούν το αντικείμενο της σύμβασης, καθώς και τις παρεπόμενες προμήθειες αυτών των έργων και υπηρεσιών.

Αυτή η εκτίμηση ισχύει τη στιγμή που αποστέλλεται η γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης παραχώρησης ή, στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται τέτοια γνωστοποίηση, τη στιγμή που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αρχίζει τη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης, φέρ’ ειπείν ερχόμενος σε επαφή με οικονομικούς φορείς για τους σκοπούς της προμήθειας.

Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, εάν η αξία της παραχώρησης τη στιγμή της ανάθεσης είναι πάνω από 20 % υψηλότερη από την εκτιμώμενη αξία, ισχύει η αξία της σύμβασης παραχώρησης τη στιγμή της ανάθεσης.

3.   Η εκτιμώμενη αξία μιας σύμβασης παραχώρησης υπολογίζεται με αντικειμενική μέθοδο στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης. Κατά την εκτίμηση της αξίας της σύμβασης παραχώρησης, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς, κατά περίπτωση, λαμβάνουν υπόψη ιδίως:

α)

την αξία τυχόν δικαιωμάτων προαίρεσης και τυχόν παρατάσεων της διάρκειας της παραχώρησης·

β)

τα έσοδα από την καταβολή τελών και προστίμων από τους χρήστες των έργων ή των υπηρεσιών, πέραν εκείνων που εισπράττονται εξ ονόματος της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα·

γ)

τις πληρωμές ή οιοδήποτε χρηματοοικονομικό πλεονέκτημα οιασδήποτε μορφής το οποίο καταβάλλει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ή οιαδήποτε άλλη δημόσια αρχή προς τον παραχωρησιούχο, περιλαμβανομένων της αντιστάθμισης για την τήρηση της υποχρέωσης παροχής δημόσιας υπηρεσίας και των δημόσιων επιχορηγήσεων πάγιων επενδύσεων·

δ)

την αξία των επιχορηγήσεων ή οιωνδήποτε άλλων χρηματοοικονομικών πλεονεκτημάτων οιασδήποτε μορφής που παρέχονται από τρίτους, για την εκτέλεση της σύμβασης παραχώρησης·

ε)

τα έσοδα από πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων που αποτελούν μέρος της σύμβασης παραχώρησης·

στ)

την αξία όλων των προμηθειών και υπηρεσιών που θέτουν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς στη διάθεση του παραχωρησιούχου, υπό τον όρο ότι είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των έργων ή την παροχή των υπηρεσιών·

ζ)

τα βραβεία ή τα ποσά που καταβάλλονται στους υποψηφίους ή προσφέροντες.

4.   Η επιλογή της μεθόδου για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας μιας σύμβασης παραχώρησης δεν πρέπει να γίνεται με σκοπό την εξαίρεσή της από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Μια σύμβαση παραχώρησης δεν πρέπει να κατατέμνεται ούτως ώστε να μην εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εκτός εάν υφίστανται αντικειμενικοί λόγοι.

5.   Όταν προτεινόμενο έργο ή υπηρεσία μπορεί να οδηγήσει σε ανάθεση χωριστών συμβάσεων παραχώρησης κατά τμήματα, λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων αυτών των τμημάτων.

6.   Όταν η συνολική αξία των τμημάτων ισούται ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που προβλέπεται στο παρόν άρθρο, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην ανάθεση κάθε τμήματος.

Άρθρο 9

Αναθεώρηση του κατώτατου ορίου

1.   Κάθε δύο έτη, αρχής γενομένης από τις 30 Ιουνίου 2013, η Επιτροπή επαληθεύει ότι το κατώτατο όριο που θεσπίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 8 αντιστοιχεί στο κατώτατο όριο που ορίζει η συμφωνία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες («ΣΔΠ») όσον αφορά τις συμβάσεις παραχώρησης έργων και, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, το αναθεωρεί σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Σύμφωνα με τη μέθοδο υπολογισμού που θεσπίζεται στη ΣΔΠ, η Επιτροπή υπολογίζει την αξία του κατώτατου ορίου με βάση τη μέση ημερήσια τιμή του ευρώ, εκφραζόμενη σε ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα (ΕΤΔ), κατά την εικοσιτετράμηνη χρονική περίοδο η οποία λήγει την 31η Αυγούστου που προηγείται της αναθεώρησης, με ισχύ από 1ης Ιανουαρίου. Η κατ’ αυτόν τον τρόπο αναθεωρημένη αξία του κατώτατου ορίου, εάν χρειαστεί, στρογγυλοποιείται προς τα κάτω κατά προσέγγιση χιλιάδας ευρώ σε σχέση με το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό αυτόν, προκειμένου να εξασφαλίζεται η τήρηση των ισχυόντων κατώτατων ορίων που προβλέπονται στη ΣΔΠ, εκφραζόμενων σε ΕΤΔ.

2.   Κάθε δύο έτη, αρχής γενομένης από την 1η Ιανουαρίου 2014, η Επιτροπή προσδιορίζει τις αξίες, στα εθνικά νομίσματα των κρατών μελών εκτός ευρωζώνης, των κατώτατων ορίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 8, όπως έχουν αναθεωρηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Σύμφωνα με τη μέθοδο υπολογισμού που καθορίζεται στη ΣΔΠ, ο προσδιορισμός αυτών των αξιών βασίζεται στη μέση ημερήσια τιμή των νομισμάτων αυτών, που αντιστοιχεί στο ισχύον κατώτατο όριο εκφραζόμενο σε ευρώ κατά την εικοσιτετράμηνη χρονική περίοδο η οποία λήγει την 31η Αυγούστου που προηγείται της αναθεώρησης, με ισχύ από 1ης Ιανουαρίου.

3.   Η Επιτροπή προβαίνει στη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης του αναφερόμενου στην παράγραφο 1 αναθεωρημένου κατώτατου ορίου και της αντίστοιχης αξίας του στα εθνικά νομίσματα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2, καθώς και η αξία που καθορίζεται σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2, στην αρχή του μηνός Νοεμβρίου που έπεται της αναθεώρησής τους.

4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 48, με σκοπό την προσαρμογή της μεθοδολογίας που καθορίζεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου σε οποιαδήποτε αλλαγή στη μεθοδολογία που προβλέπεται στη συμφωνία για την αναθεώρηση των κατώτατων ορίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 8, καθώς και για τον προσδιορισμό των αντίστοιχων τιμών στα εθνικά νομίσματα των κρατών μελών εκτός ευρωζώνης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Ανατίθεται επίσης στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 48, με σκοπό την αναθεώρηση των κατώτατων ορίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 8, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

5.   Όταν πρέπει να αναθεωρηθεί το κατώτατο όριο αυτό, ενώ οι χρονικοί περιορισμοί εμποδίζουν τη χρήση της διαδικασίας του άρθρου 48 και υφίστανται συνεπώς επιτακτικοί λόγοι επείγοντος, η διαδικασία του άρθρου 49 εφαρμόζεται επί των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που εκδίδονται σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.

Τμήμα ΙΙ

Εξαιρέσεις

Άρθρο 10

Εξαιρέσεις οι οποίες εφαρμόζονται σε συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές και αναθέτοντες φορείς

1.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών οι οποίες ανατίθενται σε αναθέτουσα αρχή ή σε αναθέτοντα φορέα όπως ορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α), ή σε ένωσή τους, βάσει αποκλειστικού δικαιώματος.

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών οι οποίες ανατίθενται σε οικονομικό φορέα βάσει αποκλειστικού δικαιώματος το οποίο έχει εκχωρηθεί σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ και τις ενωσιακές νομοθετικές πράξεις που θεσπίζουν κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά και εφαρμόζονται στις δραστηριότητες του παραρτήματος II.

2.   Κατά παρέκκλιση από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, όταν η ενωσιακή τομεακή νομοθεσία που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο δεν προβλέπει ειδικές ανά τομέα υποχρεώσεις διαφάνειας, εφαρμόζεται το άρθρο 32.

Όταν ένα κράτος μέλος εκχωρεί αποκλειστικό δικαίωμα σε οικονομικό φορέα για την άσκηση μίας εκ των δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα II, ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή εντός ενός μηνός από την εκχώρηση του αποκλειστικού αυτού δικαιώματος.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών αεροπορικών μεταφορών που βασίζονται σε άδεια εκμετάλλευσης κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (22) ή σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών επιβατικών μεταφορών κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007.

4.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας υποχρεούται να αναθέσει ή να οργανώσει σύμφωνα με διαδικασίες διαφορετικές από εκείνες της παρούσας οδηγίας και οι οποίες έχουν θεσπιστεί με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

βάσει νομικού μέσου που δημιουργεί διεθνείς νομικές υποχρεώσεις, όπως διεθνούς συμφωνίας που συνάπτεται σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ μεταξύ κράτους μέλους και μίας ή περισσότερων τρίτων χωρών ή υποδιαιρέσεών τους και καλύπτει έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες που προορίζονται για την από κοινού εκτέλεση ή εκμετάλλευση ενός σχεδίου από τα συμβαλλόμενα μέρη της·

β)

από διεθνή οργανισμό.

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αναθέτει σύμφωνα με τους κανόνες σύναψης δημόσιων συμβάσεων οι οποίοι προβλέπονται από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, όταν οι σχετικές συμβάσεις παραχώρησης χρηματοδοτούνται πλήρως από τον εν λόγω οργανισμό ή το εν λόγω ίδρυμα. Στην περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης που συγχρηματοδοτούνται κατά το μεγαλύτερο μέρος από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν επί των εφαρμοστέων διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων.

Όλα τα νομικά μέσα που αναφέρονται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή, η οποία δύναται να ζητήσει γνωμοδότηση από τη συμβουλευτική επιτροπή δημόσιων συμβάσεων που αναφέρεται στο άρθρο 50.

Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης που άπτονται της άμυνας ή της ασφάλειας όπως αναφέρεται στην οδηγία 2009/81/ΕΚ.

5.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης που άπτονται της άμυνας ή της ασφάλειας όπως αναφέρεται στην οδηγία 2009/81/ΕΚ και οι οποίες διέπονται από:

α)

ειδικούς διαδικαστικούς κανόνες δυνάμει διεθνούς συμφωνίας ή διακανονισμού που έχει συναφθεί μεταξύ ενός ή περισσότερων κρατών μελών και μίας ή περισσότερων τρίτων χωρών·

β)

ειδικούς διαδικαστικούς κανόνες δυνάμει συναφθείσας διεθνούς συμφωνίας ή διακανονισμού που συνδέεται με τη στάθμευση στρατευμάτων και αφορά επιχειρήσεις κράτους μέλους ή τρίτης χώρας· ή

γ)

ειδικούς διαδικαστικούς κανόνες διεθνούς οργανισμού που αγοράζει για δικό του σκοπό ή σε συμβάσεις παραχώρησης που πρέπει να αναθέσει κράτος μέλος σύμφωνα με τους ως άνω κανόνες.

6.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης στους τομείς της άμυνας ή της ασφάλειας κατά τα αναφερόμενα στην οδηγία 2009/81/ΕΚ, εξαιρουμένων των ακόλουθων συμβάσεων:

α)

συμβάσεων παραχώρησης για τις οποίες η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα υποχρέωνε ένα κράτος μέλος να παράσχει πληροφορίες των οποίων τη δημοσιοποίηση θεωρεί αντίθετη προς τα ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας του· ή η ανάθεση και η εκτέλεση έχουν κηρυχθεί απόρρητες και οι οποίες πρέπει να συνοδεύονται από ειδικά μέτρα ασφαλείας σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις που ισχύουν σε ένα κράτος μέλος, εφόσον το κράτος μέλος κρίνει ότι τα εν λόγω ουσιώδη συμφέροντα δεν μπορούν να διασφαλιστούν με λιγότερο παρεμβατικά μέτρα, όπως, για παράδειγμα, εκείνα που αναφέρονται στην παράγραφο 7·

β)

συμβάσεων παραχώρησης που ανατίθενται στο πλαίσιο προγράμματος συνεργασίας που αναφέρεται στο άρθρο 13 στοιχείο γ) της οδηγίας 2009/81/ΕΚ·

γ)

συμβάσεων παραχώρησης που ανατίθενται από μια κυβέρνηση σε άλλη κυβέρνηση σχετικά με έργα και υπηρεσίες που συνδέονται άμεσα με στρατιωτικό ή ευαίσθητο εξοπλισμό ή με έργα και υπηρεσίες ειδικά για στρατιωτικούς σκοπούς, ή με ευαίσθητα έργα και ευαίσθητες υπηρεσίες·

δ)

συμβάσεων παραχώρησης που έχουν συναφθεί σε τρίτη χώρα και εκτελούνται όταν αναπτύσσονται δυνάμεις εκτός του εδάφους της Ένωσης, εφόσον επιχειρησιακές ανάγκες απαιτούν οι συμβάσεις αυτές να συναφθούν με οικονομικούς φορείς που ευρίσκονται στην περιοχή των επιχειρήσεων· και

ε)

συμβάσεων παραχώρησης που εξαιρούνται για άλλους λόγους από την παρούσα οδηγία.

7.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης που δεν εξαιρούνται για άλλους λόγους σύμφωνα με την παράγραφο 6 στο μέτρο που η προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας κράτους μέλους δεν μπορεί να εξασφαλιστεί με λιγότερο δραστικά μέτρα, π.χ. διά της επιβολής απαιτήσεων για την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας καθιστά διαθέσιμες σε μια διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, όπως προβλέπεται στην παρούσα οδηγία.

8.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών που αφορούν:

α)

την αγορά ή τη μίσθωση, με οποιουσδήποτε χρηματοδοτικούς όρους, γης, υφιστάμενων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων, ή σε σχέση με δικαιώματα επ’ αυτών·

β)

την αγορά, την ανάπτυξη, την παραγωγή ή τη συμπαραγωγή υλικού προγραμμάτων που προορίζονται για υπηρεσίες οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων τις οποίες αναθέτουν πάροχοι υπηρεσιών οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων ή στις συμβάσεις παραχώρησης χρόνου μετάδοσης ή προγράμματος που ανατίθενται σε παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων. Για τους σκοπούς του παρόντος στοιχείου, οι «υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων» και οι «πάροχοι υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων» έχουν την ίδια έννοια με εκείνη του άρθρου 1 παράγραφος 1, στοιχεία α) και δ) αντιστοίχως της οδηγίας 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (23). Το «πρόγραμμα» έχει την ίδια έννοια με εκείνη του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2010/13/ΕΕ, αλλά περιλαμβάνει επίσης ραδιοφωνικά προγράμματα και υλικό ραδιοφωνικών προγραμμάτων. Επίσης, για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης, το «υλικό προγραμμάτων» έχει την ίδια έννοια με το «πρόγραμμα»·

γ)

υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού·

δ)

μία εκ των κατωτέρω νομικών υπηρεσιών:

i)

νομική εκπροσώπηση ενός πελάτη από δικηγόρο κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 77/249/ΕΟΚ του Συμβουλίου (24) σε:

διαιτησία ή συμβιβασμό που πραγματοποιείται σε κράτος μέλος, τρίτη χώρα ή ενώπιον διεθνούς αρχής διαιτησίας ή συμβιβασμού, ή

νομικές διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίων, δικαιοδοτικών οργάνων ή δημόσιων αρχών κράτους μέλους, τρίτης χώρας ή διεθνών δικαστηρίων και δικαιοδοτικών οργάνων·

ii)

νομικές συμβουλές που παρέχονται για την προετοιμασία οιασδήποτε από τις διαδικασίες που αναφέρονται στο ανωτέρω σημείο i) ή εάν υπάρχει απτή ένδειξη και σημαντική πιθανότητα το ζήτημα το οποίο αφορούν οι συμβουλές να αποτελέσει αντικείμενο τέτοιων διαδικασιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι συμβουλές παρέχονται από δικηγόρο κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 77/249/ΕΟΚ·

iii)

υπηρεσίες πιστοποίησης εγγράφων που πρέπει να παρέχονται από συμβολαιογράφους·

iv)

νομικές υπηρεσίες που παρέχονται από εμπιστευματοδόχους, διορισμένους επιτρόπους ή άλλες νομικές υπηρεσίες των οποίων οι πάροχοι διορίζονται από δικαστήριο ή δικαιοδοτικό όργανο στο οικείο κράτος μέλος, ή διορίζονται εκ του νόμου για να εκτελέσουν συγκεκριμένα καθήκοντα υπό την εποπτεία τέτοιων δικαστηρίων ή δικαιοδοτικών οργάνων·

v)

άλλες νομικές υπηρεσίες οι οποίες, στο οικείο κράτος μέλος, συνδέονται, έστω και περιστασιακά, με την άσκηση επίσημης εξουσίας·

ε)

χρηματοοικονομικές υπηρεσίες σχετικές με την έκδοση, την αγορά, την πώληση ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, κατά την έννοια της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (25), καθώς και υπηρεσίες και πράξεις κεντρικών τραπεζών που εκτελούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας·

στ)

δάνεια, είτε συνδέονται είτε όχι με την έκδοση, την πώληση, την αγορά ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων·

ζ)

υπηρεσίες πολιτικής άμυνας, πολιτικής προστασίας και πρόληψης κινδύνου που παρέχονται από μη κερδοσκοπικές οργανώσεις ή ενώσεις και οι οποίες εμπίπτουν στους ακόλουθους κωδικούς CPV: 75250000-3, 75251000-0, 75251100-1, 75251110-4, 75251120-7, 75252000-7, 75222000-8, 98113100-9 και 85143000-3 εκτός των υπηρεσιών μεταφοράς ασθενών με ασθενοφόρο·

η)

συμβάσεις παραχώρησης για υπηρεσίες πολιτικών εκστρατειών που καλύπτονται από τους κωδικούς CPV 79341400-0, 92111230-3 και 92111240-6, όταν ανατίθενται από πολιτικό κόμμα στο πλαίσιο προεκλογικής εκστρατείας.

9.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών λαχειοφόρων αγορών που εμπίπτουν στον κωδικό CPV 92351100-7, οι οποίες ανατίθενται από κράτος μέλος σε οικονομικό παράγοντα βάσει αποκλειστικού δικαιώματος. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η έννοια του αποκλειστικού δικαιώματος δεν καλύπτει τα αποκλειστικά δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 7.

Η εκχώρηση τέτοιου αποκλειστικού δικαιώματος υπόκειται σε δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

10.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης που αναθέτουν αναθέτοντες φορείς για την άσκηση των δραστηριοτήτων τους σε τρίτη χώρα, υπό συνθήκες που δεν συνεπάγονται την υλική εκμετάλλευση δικτύου ή γεωγραφικής περιοχής εντός της Ένωσης.

Άρθρο 11

Ειδικές εξαιρέσεις στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης των οποίων βασικός στόχος είναι να επιτραπεί στις αναθέτουσες αρχές η παροχή ή η εκμετάλλευση δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή η παροχή στο κοινό ενός ή περισσότερων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου οι όροι «δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών» και «δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών» έχουν την ίδια σημασία που έχουν στην οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (26).

Άρθρο 12

Ειδικές εξαιρέσεις στον τομέα του ύδατος

1.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης που αφορούν:

α)

τη διάθεση ή την εκμετάλλευση σταθερών δικτύων σχεδιασμένων για να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής πόσιμου ύδατος·

β)

την τροφοδότηση των εν λόγω δικτύων με πόσιμο ύδωρ.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται επίσης στις συμβάσεις παραχώρησης με ένα ή και τα δύο των αντικειμένων που αναφέρονται κατωτέρω όταν συνδέονται με δραστηριότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 1:

α)

έργα υδραυλικής μηχανικής, άρδευσης ή αποστράγγισης, εφόσον ο όγκος του ύδατος που προορίζεται για εφοδιασμό με πόσιμο ύδωρ υπερβαίνει το 20 % του συνολικού όγκου ύδατος που διατίθεται από τέτοια σχέδια ή εγκαταστάσεις άρδευσης ή αποστράγγισης, ή

β)

την αποχέτευση ή την επεξεργασία λυμάτων.

Άρθρο 13

Συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται σε συνδεδεμένη επιχείρηση

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «συνδεδεμένη επιχείρηση» νοείται κάθε επιχείρηση της οποίας οι ετήσιοι λογαριασμοί έχουν ενοποιηθεί με τους λογαριασμούς του αναθέτοντος φορέα σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2013/34/ΕΕ.

2.   Στην περίπτωση φορέων που δεν εμπίπτουν στην οδηγία 2013/34/ΕΕ, ως «συνδεδεμένη επιχείρηση» νοείται κάθε επιχείρηση η οποία:

α)

μπορεί να υπόκειται, άμεσα ή έμμεσα, σε δεσπόζουσα επιρροή του αναθέτοντος φορέα·

β)

μπορεί να ασκεί δεσπόζουσα επιρροή επί του αναθέτοντος φορέα· ή

γ)

υπόκειται, από κοινού με τον αναθέτοντα φορέα, στη δεσπόζουσα επιρροή άλλης επιχείρησης δυνάμει ιδιοκτησίας, χρηματοδοτικής συμμετοχής ή των κανόνων που τη διέπουν.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η έννοια της «δεσπόζουσας επιρροής» ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 7 παράγραφος 4.

3.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 17 και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται:

α)

από αναθέτοντα φορέα σε συνδεδεμένη επιχείρηση· ή

β)

από κοινοπραξία η οποία έχει συσταθεί αποκλειστικά από αναθέτοντες φορείς με σκοπό την άσκηση δραστηριοτήτων που περιγράφονται στο παράρτημα II σε επιχείρηση συνδεδεμένη με έναν από αυτούς τους αναθέτοντες φορείς.

4.   Η παράγραφος 3 εφαρμόζεται:

α)

στις συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών, εφόσον το 80 % τουλάχιστον του μέσου συνολικού κύκλου εργασιών της συνδεδεμένης επιχείρησης, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις υπηρεσίες που παρείχε η εν λόγω επιχείρηση κατά την τελευταία τριετία, προέρχεται από την παροχή υπηρεσιών στον αναθέτοντα φορέα ή σε άλλες επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται·

β)

στις συμβάσεις παραχώρησης έργων, εφόσον το 80 % τουλάχιστον του μέσου συνολικού κύκλου εργασιών της συνδεδεμένης επιχείρησης κατά την τελευταία τριετία, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα έργα που εκτέλεσε η εν λόγω επιχείρηση, προέρχεται από την παροχή έργων στον αναθέτοντα φορέα ή σε άλλες επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται.

5.   Όταν, λόγω της ημερομηνίας σύστασης της συνδεδεμένης επιχείρησης ή της ημερομηνίας έναρξης των δραστηριοτήτων της, δεν είναι διαθέσιμος ο κύκλος εργασιών της για την τελευταία τριετία, η επιχείρηση αρκεί να αποδεικνύει ότι ο κύκλος εργασιών που αναφέρεται στην παράγραφο 4 στοιχεία α) ή β), είναι αξιόπιστος, ιδίως με προβολές επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

6.   Όταν περισσότερες από μία επιχειρήσεις συνδεδεμένες με τον αναθέτοντα φορέα με τον οποίο συγκροτούν οικονομικό όμιλο, παρέχουν την ίδια ή παρόμοιες υπηρεσίες ή εκτελούν ίδια ή παρόμοια έργα, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων στην παράγραφο 4 ποσοστών λαμβάνεται υπόψη ο συνολικός κύκλος εργασιών που προκύπτει αντιστοίχως από την παροχή υπηρεσιών, ή την εκτέλεση έργων εκ μέρους των εν λόγω συνδεδεμένων επιχειρήσεων.

Άρθρο 14

Συμβάσεις που ανατίθενται σε κοινοπραξία ή σε αναθέτοντα φορέα που συμμετέχει σε κοινοπραξία

Κατά παρέκκλιση του άρθρου 17 και με την προϋπόθεση ότι η κοινοπραξία έχει συσταθεί με σκοπό την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας επί περίοδο τουλάχιστον τριών ετών και ότι η συστατική πράξη της κοινοπραξίας ορίζει ότι οι αναθέτοντες φορείς που τη συγκροτούν συμμετέχουν σε αυτήν τουλάχιστον για την εν λόγω περίοδο, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις:

α)

τις οποίες αναθέτει κοινοπραξία η οποία έχει συσταθεί αποκλειστικά από ορισμένους αναθέτοντες φορείς με σκοπό την άσκηση δραστηριοτήτων αναφερόμενων στο παράρτημα II σε έναν από τους εν λόγω αναθέτοντες φορείς· ή

β)

τις οποίες αναθέτει αναθέτων φορέας σε τέτοιου είδους κοινοπραξία στην οποία συμμετέχει.

Άρθρο 15

Κοινοποίηση πληροφοριών από αναθέτοντες φορείς

Οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεως, τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 13 παράγραφοι 2 και 3 και του άρθρου 14:

α)

τις επωνυμίες των σχετικών επιχειρήσεων ή κοινοπραξιών·

β)

τη φύση και την αξία των σχετικών παραχωρήσεων·

γ)

τις αποδείξεις, που η Επιτροπή κρίνει απαραίτητες, ότι η σχέση μεταξύ της επιχείρησης ή της κοινοπραξίας στην οποία ανατίθενται οι συμβάσεις παραχώρησης και του αναθέτοντος φορέα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των άρθρων 13 ή 14.

Άρθρο 16

Αποκλεισμός δραστηριοτήτων που είναι άμεσα εκτεθειμένες στον ανταγωνισμό

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτοντες φορείς εφόσον στο κράτος μέλος στο οποίο πρόκειται να εκτελεσθούν οι παραχωρήσεις αυτές κρίνεται δυνάμει του άρθρου 35 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ ότι η δραστηριότητα είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σύμφωνα με το άρθρο 34 της εν λόγω οδηγίας.

Άρθρο 17

Συμβάσεις παραχώρησης μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα

1.   Σύμβαση παραχώρησης που ανατίθεται από αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) σε άλλο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ασκεί επί του εν λόγω νομικού προσώπου έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκεί επί των δικών της (του) υπηρεσιών·

β)

πάνω από το 80 % των δραστηριοτήτων του ελεγχόμενου νομικού προσώπου πραγματοποιείται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από την ελέγχουσα αναθέτουσα αρχή ή τον ελέγχοντα αναθέτοντα φορέα ή από άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από την εν λόγω αναθέτουσα αρχή ή τον εν λόγω αναθέτοντα φορέα· και

γ)

δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, με εξαίρεση μειοψηφικές και χωρίς δυνατότητα αρνησικυρίας μορφές ιδιωτικής κεφαλαιακής συμμετοχής που απαιτούνται από τις ισχύουσες εθνικές νομοθετικές διατάξεις, σύμφωνα με τις Συνθήκες, οι οποίες δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.

Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας όπως ορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) θεωρείται ότι ασκεί έλεγχο επί ενός νομικού προσώπου παρόμοιο με τον έλεγχο που ασκεί στις υπηρεσίες της (του) κατά την έννοια του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, όταν ασκεί αποφασιστική επιρροή τόσο στους στρατηγικούς στόχους όσο και στις σημαντικές αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου. Ο έλεγχος μπορεί επίσης να ασκείται από άλλο νομικό πρόσωπο, το οποίο με τη σειρά του ελέγχεται κατά τον ίδιο τρόπο από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα.

2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης και όταν ένα ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο το οποίο είναι αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας όπως ορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) αναθέτει σύμβαση παραχώρησης στην αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα που το ελέγχει ή σε άλλο νομικό πρόσωπο που τελεί υπό τον έλεγχο της ίδιας αναθέτουσας αρχής ή αναθέτοντος φορέα, εφόσον δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο νομικό πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η σύμβαση παραχώρησης, με εξαίρεση μειοψηφικές και χωρίς δυνατότητα αρνησικυρίας μορφές ιδιωτικής κεφαλαιακής συμμετοχής που απαιτούνται από τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις, σύμφωνα με τις Συνθήκες, οι οποίες δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.

3.   Μια αναθέτουσα αρχή ή ένας αναθέτων φορέας όπως ορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) που δεν ασκεί επί νομικού προσώπου ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου έλεγχο υπό την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου μπορεί εντούτοις να αναθέσει σύμβαση παραχώρησης στο εν λόγω νομικό πρόσωπο χωρίς να εφαρμόσει την παρούσα οδηγία, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας όπως ορίζεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) ασκεί από κοινού με άλλες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς έλεγχο επί του εν λόγω νομικού προσώπου ανάλογο εκείνου που ασκεί στις υπηρεσίες του (της)·

β)

πάνω από το 80 % των δραστηριοτήτων του εν λόγω νομικού προσώπου πραγματοποιείται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από τις ελέγχουσες αναθέτουσες αρχές ή τους ελέγχοντες αναθέτοντες φορείς ή από άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τις ίδιες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς· και

γ)

δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, με εξαίρεση μειοψηφικές και χωρίς δυνατότητα αρνησικυρίας μορφές ιδιωτικής κεφαλαιακής συμμετοχής που απαιτούνται από τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις, οι οποίες είναι σύμφωνες με τις Συνθήκες και οι οποίες δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.

Για τους σκοπούς του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, θεωρείται ότι οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς όπως ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) ασκούν από κοινού έλεγχο επί νομικού προσώπου εφόσον πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

i)

τα όργανα λήψης αποφάσεων του ελεγχόμενου νομικού προσώπου απαρτίζονται από εκπροσώπους όλων των αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων που συμμετέχουν. Ο ίδιος αντιπρόσωπος μπορεί να εκπροσωπεί πολλές ή όλες τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς που συμμετέχουν·

ii)

οι εν λόγω αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς είναι σε θέση να ασκούν από κοινού αποφασιστική επιρροή στους στρατηγικούς στόχους και τις σημαντικές αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου· και

iii)

το ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο δεν επιδιώκει συμφέροντα αντίθετα από τα συμφέροντα των ελεγχουσών αναθετουσών αρχών ή των ελεγχόντων αναθετόντων φορέων.

4.   Σύμβαση που συνάπτεται αποκλειστικά μεταξύ δύο ή περισσότερων αναθετουσών αρχών ή αναθετόντων φορέων όπως ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η σύμβαση θεσπίζει ή υλοποιεί συνεργασία μεταξύ των συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών ή των συμμετεχόντων αναθετόντων φορέων η οποία αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οι δημόσιες υπηρεσίες που πρέπει να παρέχουν αποβλέπουν στην επίτευξη κοινών στόχων·

β)

η υλοποίηση της εν λόγω συνεργασίας λαμβάνει αποκλειστικά υπόψη το δημόσιο συμφέρον· και

γ)

οι συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές ή οι συμμετέχοντες αναθέτοντες φορείς εκτελούν στην ελεύθερη αγορά λιγότερο από το 20 % των δραστηριοτήτων που άπτονται της συνεργασίας.

5.   Για τον προσδιορισμό του ποσοστού των δραστηριοτήτων που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παραγράφου 1, στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 και στο στοιχείο γ) της παραγράφου 4, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος συνολικός κύκλος εργασιών ή άλλο ενδεδειγμένο μέτρο που βασίζεται στις δραστηριότητες, όπως το κόστος που βαρύνει το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο, αναθέτουσα αρχή ή φορέα κατά το στοιχείο α) του άρθρου 7 παράγραφος 1 όσον αφορά υπηρεσίες, προμήθειες και έργα κατά την τριετία που προηγείται της ανάθεσης της σύμβασης.

Όταν, λόγω της ημερομηνίας σύστασης ή έναρξης λειτουργίας του συγκεκριμένου νομικού προσώπου, αναθέτουσας αρχής ή φορέως, ή λόγω αναδιοργάνωσης των δραστηριοτήτων του, ο κύκλος εργασιών ή άλλο μέτρο που βασίζεται στις δραστηριότητες, όπως το κόστος, είτε δεν είναι διαθέσιμο για την τελευταία τριετία είτε δεν είναι πλέον ενδεδειγμένο, αρκεί να αποδειχθεί η αξιοπιστία της μέτρησης της δραστηριότητας, ιδίως με προβολές επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

Τμήμα ΙΙΙ

Γενικές διατάξεις

Άρθρο 18

Διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης

1.   Οι συμβάσεις παραχώρησης έχουν περιορισμένη διάρκεια. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας υπολογίζει τη διάρκεια της σύμβασης ανάλογα με τα έργα ή τις υπηρεσίες που ζητούνται.

2.   Για τις συμβάσεις παραχώρησης που διαρκούν περισσότερο από πέντε έτη, η μέγιστη διάρκεια της παραχώρησης δεν πρέπει να υπερβαίνει τον εύλογο χρόνο εντός του οποίου ο παραχωρησιούχος θα μπορούσε να αποσβέσει τις επενδύσεις που πραγματοποίησε για την εκτέλεση των έργων ή την παροχή των υπηρεσιών μαζί με κάποια απόδοση του κεφαλαίου, λαμβάνοντας υπόψη τις επενδύσεις που απαιτούνται για την επίτευξη των συγκεκριμένων συμβατικών υποχρεώσεων.

Οι επενδύσεις που λαμβάνονται υπόψη για τον υπολογισμό περιλαμβάνουν τόσο την αρχική επένδυση όσο και τις επενδύσεις που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης.

Άρθρο 19

Κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

Οι συμβάσεις παραχώρησης για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα IV και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας υπόκεινται μόνον στις υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 31 παράγραφος 3 και τα άρθρα 32, 46 και 47.

Άρθρο 20

Μεικτές συμβάσεις

1.   Οι συμβάσεις παραχώρησης που έχουν ως αντικείμενο τόσο έργα όσο και υπηρεσίες ανατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις οι οποίες εφαρμόζονται στο είδος της σύμβασης παραχώρησης που χαρακτηρίζει το κύριο αντικείμενο της εν λόγω σύμβασης.

Στην περίπτωση μεικτών συμβάσεων που αποτελούνται εν μέρει από κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες του παραρτήματος IV και εν μέρει από άλλες υπηρεσίες, το κύριο αντικείμενο προσδιορίζεται σύμφωνα με το ποια από τις εκτιμώμενες αξίες των αντίστοιχων υπηρεσιών είναι η υψηλότερη.

2.   Όταν τα διάφορα τμήματα συγκεκριμένης σύμβασης μπορούν αντικειμενικά να διαχωριστούν, εφαρμόζονται οι παράγραφοι 3 και 4. Όταν τα διάφορα τμήματα συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικά αδύνατον να διαχωριστούν, εφαρμόζεται η παράγραφος 5.

Όταν τμήμα μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ ή την οδηγία 2009/81/ΕΚ, εφαρμόζεται το άρθρο 21 της παρούσας οδηγίας.

Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν πλείονες δραστηριότητες, μία εκ των οποίων υπόκειται είτε στο παράρτημα II της παρούσας οδηγίας είτε στην οδηγία 2014/25/EE, οι ισχύουσες διατάξεις καθορίζονται, αντίστοιχα, σύμφωνα με το άρθρο 22 της παρούσας οδηγίας και το άρθρο 6 της οδηγίας 2014/25/EE.

3.   Σε περίπτωση συμβάσεων που έχουν ως αντικείμενο στοιχεία που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία και άλλα στοιχεία, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους τμήματα. Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να αναθέσουν χωριστές συμβάσεις για συγκεκριμένα τμήματα, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε συγκεκριμένου τμήματος.

Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση ενιαίας σύμβασης, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου ή στο άρθρο 21, στην προκύπτουσα μεικτή σύμβαση, ανεξαρτήτως της αξίας των τμημάτων που διαφορετικά θα ενέπιπταν σε άλλο νομικό καθεστώς και ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος από το οποίο θα διέπονταν σε διαφορετική περίπτωση τα τμήματα αυτά.

4.   Σε περίπτωση μεικτών συμβάσεων που περιλαμβάνουν τόσο στοιχεία συμβάσεων παραχώρησης όσο και στοιχεία δημόσιων συμβάσεων που καλύπτονται από την οδηγία 2014/24/ΕΕ ή συμβάσεων που καλύπτονται από την οδηγία 2014/25/ΕΕ, η μεικτή σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις, αντίστοιχα, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/25/ΕΕ.

5.   Όταν τα διάφορα τμήματα συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικά αδύνατον να διαχωριστούν, το ισχύον νομικό καθεστώς καθορίζεται με βάση το κύριο αντικείμενο της εν λόγω σύμβασης.

Στην περίπτωση συμβάσεων που περιλαμβάνουν τόσο στοιχεία σύμβασης παραχώρησης υπηρεσιών όσο και στοιχεία συμβάσεων προμηθειών, το κύριο αντικείμενο προσδιορίζεται σύμφωνα με το ποια από τις εκτιμώμενες αξίες των αντίστοιχων υπηρεσιών ή προμηθειών είναι η υψηλότερη.

Άρθρο 21

Μεικτές συμβάσεις που άπτονται της άμυνας ή της ασφάλειας

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις μεικτές συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο στοιχεία σύμβασης παραχώρησης που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία και προμήθειες ή άλλα στοιχεία τα οποία καλύπτονται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ ή από την οδηγία 2009/81/ΕΚ.

Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν πολλαπλές δραστηριότητες, μία εκ των οποίων υπόκειται είτε στο παράρτημα II της παρούσας οδηγίας είτε στην οδηγία 2014/25/ΕΕ και μία άλλη καλύπτεται από την οδηγία 2009/81/ΕΚ ή το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ, οι διατάξεις που ισχύουν καθορίζονται, αντίστοιχα, σύμφωνα με, το άρθρο 23 της παρούσας οδηγίας και το άρθρο 26 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ.

2.   Όταν τα διαφορετικά τμήματα μιας συγκεκριμένης σύμβασης μπορούν αντικειμενικά να διαχωριστούν, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέξουν να αναθέσουν χωριστές συμβάσεις για τα διαφορετικά τμήματα ή να αναθέσουν ενιαία σύμβαση.

Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να αναθέσουν χωριστές συμβάσεις για συγκεκριμένα τμήματα, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε συγκεκριμένου τμήματος.

Όταν οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να αναθέσουν ενιαία σύμβαση, ισχύουν τα ακόλουθα κριτήρια για τον καθορισμό του εφαρμοστέου νομικού καθεστώτος:

α)

όταν τμήμα μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ ή διαφορετικά τμήματα καλύπτονται αντίστοιχα από το άρθρο 346 ΣΛΕΕ και την οδηγία 2009/81/ΕΚ, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται χωρίς εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση ενιαίας σύμβασης βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους,

β)

όταν τμήμα μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από την οδηγία 2009/81/ΕΚ, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να επιλέξει την ανάθεση της σύμβασης σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2009/81/ΕΚ, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση ενιαίας σύμβασης βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους.

Η απόφαση ανάθεσης ενιαίας σύμβασης δεν μπορεί, ωστόσο, να λαμβάνεται με σκοπό την εξαίρεσή της από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή της οδηγίας 2009/81/ΕΚ.

3.   Όταν τα διαφορετικά τμήματα μιας συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικά αδύνατον να διαχωριστούν, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται χωρίς την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, όταν περιλαμβάνει στοιχεία στα οποία εφαρμόζεται το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ. Διαφορετικά, η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί, κατ’ επιλογήν της αναθέτουσας αρχής ή φορέως, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας ή της οδηγίας 2009/81/ΕΚ.

Άρθρο 22

Συμβάσεις που καλύπτουν δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα II και άλλες δραστηριότητες

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 20, στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν πολλαπλές δραστηριότητες, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέξουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για κάθε συγκεκριμένη δραστηριότητα ή την ανάθεση ενιαίας σύμβασης. Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση χωριστής σύμβασης, η απόφαση για τους κανόνες που εφαρμόζονται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε συγκεκριμένης δραστηριότητας.

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 20, σε περίπτωση που οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς επιλέξουν να αναθέσουν ενιαία σύμβαση, ισχύουν οι παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος άρθρου. Ωστόσο, όταν μία από τις συγκεκριμένες δραστηριότητες καλύπτεται από την οδηγία 2009/81/ΕΚ ή το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ, εφαρμόζεται το άρθρο 23 του παρόντος άρθρου.

Η επιλογή ανάμεσα στην ανάθεση ενιαίας σύμβασης και στην ανάθεση περισσότερων χωριστών συμβάσεων δεν πρέπει να γίνεται με σκοπό την εξαίρεση μιας σύμβασης ή συμβάσεων από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ή, ενδεχομένως, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/25/ΕΕ.

2.   Μια σύμβαση που προορίζεται να καλύψει πολλαπλές δραστηριότητες υπόκειται στους κανόνες που ισχύουν για την κύρια δραστηριότητα για την οποία προορίζεται.

3.   Στην περίπτωση συμβάσεων για τις οποίες είναι αντικειμενικά αδύνατος ο καθορισμός της κύριας δραστηριότητας για την οποία προορίζονται, οι εφαρμοστέοι κανόνες καθορίζονται σύμφωνα με τα εξής:

α)

εάν μία από τις δραστηριότητες για τις οποίες προορίζεται η σύμβαση υπόκειται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται στις συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές και η άλλη υπόκειται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται στις συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτοντες φορείς, η σύμβαση παραχώρησης ανατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται στις συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές·

β)

εάν μία από τις δραστηριότητες για τις οποίες προορίζεται η σύμβαση υπόκειται στην παρούσα οδηγία και η άλλη στην οδηγία 2014/24/ΕΕ, η σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ ·

γ)

εάν μία από τις δραστηριότητες για τις οποίες προορίζεται η σύμβαση υπόκειται στην παρούσα οδηγία και η άλλη δεν υπόκειται ούτε στην παρούσα οδηγία ούτε στην οδηγία 2014/24/ΕΕ ή την οδηγία 2014/25/ΕΕ, η σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 23

Συμβάσεις που καλύπτουν δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα II και συγχρόνως άπτονται της άμυνας ή της ασφάλειας

1.   Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν πολλαπλές δραστηριότητες, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιλέξουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για κάθε συγκεκριμένη δραστηριότητα ή την ανάθεση ενιαίας σύμβασης. Όταν οι αναθέτουσες αρχές επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για συγκεκριμένες δραστηριότητες, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε συγκεκριμένης δραστηριότητας.

Κατά παρέκκλιση του άρθρου 21, σε περίπτωση που οι αναθέτοντες φορείς επιλέξουν να αναθέσουν ενιαία σύμβαση, ισχύει η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου.

Ωστόσο, η επιλογή ανάμεσα στην ανάθεση ενιαίας σύμβασης και στην ανάθεση περισσότερων χωριστών συμβάσεων δεν πρέπει να γίνεται με σκοπό την εξαίρεση σύμβασης ή συμβάσεων από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ή της οδηγίας 2009/81/ΕΚ.

2.   Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν μια δραστηριότητα που υπόκειται στην παρούσα οδηγία και μια άλλη δραστηριότητα η οποία:

α)

καλύπτεται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ· ή

β)

υπόκειται στην οδηγία 2009/81/ΕΚ,

η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας:

i)

μπορεί να αναθέσει σύμβαση χωρίς την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στις περιπτώσεις του στοιχείου α)· ή

ii)

μπορεί να επιλέξει να αναθέσει σύμβαση είτε σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας είτε σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2009/81/ΕΚ, στις περιπτώσεις του στοιχείου β). Το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν θίγει τα κατώτατα όρια και τις εξαιρέσεις που προβλέπει η οδηγία 2009/81/ΕΚ.

Οι συμβάσεις που εμπίπτουν στο στοιχείο β) και οι οποίες περιλαμβάνουν επιπλέον προμήθειες ή άλλα στοιχεία που καλύπτονται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ μπορούν να ανατίθενται χωρίς την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Ωστόσο, η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται με την προϋπόθεση η ανάθεση της ενιαίας σύμβασης να δικαιολογείται για αντικειμενικούς λόγους και η απόφαση για την ανάθεση ενιαίας σύμβασης να μη λαμβάνεται με σκοπό την εξαίρεση συμβάσεων από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Τμήμα IV

Ειδικές περιπτώσεις

Άρθρο 24

Συμβάσεις παραχώρησης κατ’ αποκλειστικότητα

Τα κράτη μέλη μπορούν να παραχωρούν κατ’ αποκλειστικότητα το δικαίωμα συμμετοχής στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης σε προστατευόμενα εργαστήρια και σε οικονομικούς φορείς που έχουν ως κύριο σκοπό την κοινωνική και επαγγελματική ένταξη ατόμων με αναπηρίες ή μειονεκτήματα, ή μπορούν να προβλέπουν την εκτέλεση αυτών των συμβάσεων παραχώρησης στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης, εφόσον τουλάχιστον το 30 % των εργαζομένων στα εργαστήρια αυτά, στους οικονομικούς φορείς ή στα προγράμματα είναι άτομα με αναπηρίες ή μειονεκτήματα. Η γνωστοποίηση ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης, ή σε περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών που αναφέρονται στο άρθρο 19, η προκαταρκτική γνωστοποίηση κάνουν μνεία του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 25

Υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών για υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης καλυπτόμενες από τους κωδικούς CPV 73000000-2 έως 73120000-9, 73300000-5, 73420000-2 και 73430000-5, εφόσον πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα οφέλη ανήκουν αποκλειστικά στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα για χρήση κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων της (του), και

β)

η παρεχόμενη υπηρεσία αμείβεται εξ ολοκλήρου από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Αρχές

Άρθρο 26

Οικονομικοί φορείς

1.   Οι οικονομικοί φορείς οι οποίοι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, έχουν δικαίωμα να παρέχουν τη συγκεκριμένη υπηρεσία, δεν απορρίπτονται με μοναδική αιτιολογία το γεγονός ότι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιείται η ανάθεση της σύμβασης, θα έπρεπε να είναι είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα.

Είναι δυνατόν να απαιτείται από τα νομικά πρόσωπα να αναφέρουν, στην υποβολή προσφοράς ή στην αίτηση συμμετοχής που υποβάλλουν, τα ονόματα και τα επαγγελματικά προσόντα του προσωπικού το οποίο πρόκειται να αναλάβει την εκτέλεση της εν λόγω σύμβασης.

2.   Στις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης μπορούν να συμμετέχουν όμιλοι οικονομικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων προσωρινών ενώσεων. Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να μην απαιτούν από τους εν λόγω ομίλους να διαθέτουν συγκεκριμένη νομική μορφή για την υποβολή προσφοράς ή αίτησης συμμετοχής.

Όταν κρίνεται αναγκαίο, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να διευκρινίζουν στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης τον τρόπο με τον οποίο οι όμιλοι οικονομικών φορέων θα πληρούν τις προϋποθέσεις όσον αφορά την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια ή την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα κατά το άρθρο 38, εφόσον οι προϋποθέσεις αυτές δικαιολογούνται από αντικειμενικούς λόγους και είναι αναλογικές. Τα κράτη μέλη μπορούν να θέσουν τυποποιημένους όρους για την εκ μέρους των ομίλων οικονομικών φορέων τήρηση των απαιτήσεων αυτών. Οι όροι εκτέλεσης σύμβασης παραχώρησης από τέτοιους ομίλους οικονομικών φορέων, οι οποίοι είναι διαφορετικοί από εκείνους που επιβάλλονται σε μεμονωμένους συμμετέχοντες, πρέπει επίσης να δικαιολογούνται από αντικειμενικούς λόγους και είναι αναλογικοί.

3.   Παρά τις παραγράφους 1 και 2, οι αναθέτουσες αρχές ή φορείς μπορούν να υποχρεώσουν τους ομίλους οικονομικών φορέων να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή αφού τους ανατεθεί η σύμβαση, στον βαθμό που η σχετική μεταβολή είναι αναγκαία για την ικανοποιητική εκτέλεση της σύμβασης.

Άρθρο 27

Ονοματολογίες

1.   Οποιεσδήποτε αναφορές σε ονοματολογίες στο πλαίσιο της ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης πραγματοποιούνται χρησιμοποιώντας το «Κοινό λεξιλόγιο για τις δημόσιες συμβάσεις (CPV)» όπως θεσπίστηκε δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2195/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (27).

2.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 48 για να τροποποιεί τους κωδικούς CPV της παρούσας οδηγίας, οσάκις πρέπει να αντικατοπτριστούν στην παρούσα οδηγία αλλαγές στην ονοματολογία CPV και χωρίς αυτές να συνεπάγονται τροποποίηση του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 28

Εχεμύθεια

1.   Εκτός αν προβλέπεται άλλως στην παρούσα οδηγία ή στο εθνικό δίκαιο στο οποίο υπόκειται η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας και ιδίως στη νομοθεσία όσον αφορά την πρόσβαση στην ενημέρωση, και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων σχετικά με τη δημοσιοποίηση των ανατιθέμενων συμβάσεων παραχώρησης και την ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 32 και 40 της παρούσας οδηγίας, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δεν αποκαλύπτει πληροφορίες που της/του έχουν διαβιβάσει οικονομικοί φορείς και τις οποίες έχουν χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικές, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των τεχνικών ή εμπορικών απορρήτων και των εμπιστευτικών πτυχών των προσφορών.

Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει τη δημοσιοποίηση μη εμπιστευτικών τμημάτων συναφθεισών συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν μεταγενέστερων τροποποιήσεων.

2.   Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να επιβάλλει απαιτήσεις στους οικονομικούς φορείς, με στόχο την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που τους παρέχει καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης.

Άρθρο 29

Κανόνες που εφαρμόζονται στην επικοινωνία

1.   Εκτός από τις περιπτώσεις που η χρήση ηλεκτρονικών μέσων είναι υποχρεωτική σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 και το άρθρο 34, τα κράτη μέλη ή οι αναθέτουσες αρχές και αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέξουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέσα επικοινωνίας για κάθε επικοινωνία και ανταλλαγή πληροφοριών:

α)

ηλεκτρονικά μέσα,

β)

ταχυδρομείο ή φαξ,

γ)

προφορική επικοινωνία, περιλαμβανομένου του τηλεφώνου, για επικοινωνίες που δεν αφορούν τα βασικά στοιχεία μιας διαδικασίας ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης και υπό τον όρο ότι το περιεχόμενο της προφορικής επικοινωνίας τεκμηριώνεται επαρκώς σε σταθερό μέσο,

δ)

παράδοση ιδιοχείρως πιστοποιούμενη από αποδεικτικό παραλαβής.

Τα κράτη μέλη μπορούν να καταστήσουν υποχρεωτική τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας για συμβάσεις παραχώρησης, υπερβαίνοντας τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται στο άρθρο 33 παράγραφος 2 και στο άρθρο 34 της παρούσας οδηγίας.

2.   Το επιλεγέν μέσο επικοινωνίας θα πρέπει να είναι γενικώς προσιτό, να μην εισάγει διακρίσεις και να μην περιορίζει την πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία σύναψης συμβάσεων παραχώρησης. Τα εργαλεία και οι συσκευές που χρησιμοποιούνται για την επικοινωνία με ηλεκτρονικά μέσα, καθώς και τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους, πρέπει να είναι συμβατά με τις εν γένει χρησιμοποιούμενες τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών.

Σε κάθε επικοινωνία, ανταλλαγή και αποθήκευση πληροφοριών, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς διασφαλίζουν ότι διαφυλάσσεται η ακεραιότητα των δεδομένων και το απόρρητο των αιτήσεων και των προσφορών. Εξετάζουν το περιεχόμενο των αιτήσεων και των προσφορών μόνο μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής τους.

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ

ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΣΗ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ:

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Γενικές αρχές

Άρθρο 30

Γενικές αρχές

1.   Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορούν να οργανώνουν ελεύθερα τη διαδικασία που οδηγεί στην επιλογή του παραχωρησιούχου με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης προς την παρούσα οδηγία

2.   Κατά τον σχεδιασμό της διαδικασίας ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης τηρούνται οι αρχές που καθορίζονται στο άρθρο 3. Ειδικότερα, κατά τη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης, η αναθέτουσα αρχή ή φορέας δεν πρέπει να παρέχει, κατά τρόπο που δημιουργεί διακρίσεις, πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν ορισμένους υποψηφίους ή προσφέροντες εις βάρος άλλων.

3.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι, κατά την εκτέλεση των συμβάσεων παραχώρησης, οι οικονομικοί φορείς τηρούν τις υποχρεώσεις στους τομείς του περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου που έχουν θεσπισθεί μέσω της νομοθεσίας της Ένωσης, της εθνικής νομοθεσίας, συλλογικών συμβάσεων ή των διεθνών διατάξεων περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου που απαριθμούνται στο παράρτημα X.

4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 48 για την τροποποίηση του καταλόγου του παραρτήματος X, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, με σκοπό την προσθήκη νέων διεθνών συμφωνιών που έχουν κυρωθεί από όλα τα κράτη μέλη ή σε περίπτωση που οι αναφερόμενες σε αυτόν υφιστάμενες διεθνείς συμφωνίες δεν κυρώνονται πλέον από όλα τα κράτη μέλη ή έχουν υποστεί άλλες τροποποιήσεις, για παράδειγμα όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, το περιεχόμενο ή την ονομασία τους.

Άρθρο 31

Γνωστοποιήσεις προκήρυξης συμβάσεων παραχώρησης

1.   Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς που επιθυμούν να αναθέσουν σύμβαση παραχώρησης δημοσιοποιούν την πρόθεσή τους με γνωστοποίηση προκήρυξης.

2.   Οι γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης παραχώρησης περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα V και, κατά περίπτωση, οιαδήποτε άλλη πληροφορία κρίνεται χρήσιμη από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα, με μορφή τυποποιημένων εντύπων.

3.   Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς που επιθυμούν να αναθέσουν σύμβαση παραχώρησης για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα IV γνωστοποιούν την πρόθεσή τους για ανάθεση σύμβασης παραχώρησης μέσω της δημοσίευσης προκαταρκτικής γνωστοποίησης. Οι εν λόγω γνωστοποιήσεις περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα VI.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς δεν υποχρεούνται να δημοσιεύσουν γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης παραχώρησης σε περίπτωση που τα έργα ή οι υπηρεσίες μπορούν παρασχεθούν μόνον από έναν συγκεκριμένο οικονομικό φορέα για οιονδήποτε από τους κατωτέρω λόγους:

α)

η σύμβαση παραχώρησης αποσκοπεί στη δημιουργία ή την απόκτηση ενός μοναδικού έργου τέχνης ή μιας καλλιτεχνικής εκδήλωσης·

β)

έλλειψη ανταγωνισμού για τεχνικούς λόγους·

γ)

ύπαρξη αποκλειστικού δικαιώματος·

δ)

προστασία δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και αποκλειστικών δικαιωμάτων πλην αυτών του σημείου 10 του άρθρου 5.

Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στα στοιχεία β), γ) και δ) του πρώτου εδαφίου εφαρμόζονται μόνον εφόσον δεν υπάρχει εύλογη εναλλακτική επιλογή ή δυνατότητα υποκατάστασης και η απουσία ανταγωνισμού δεν είναι αποτέλεσμα τεχνητού περιορισμού των παραμέτρων ανάθεσης της παραχώρησης·

5.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δεν υποχρεούται να δημοσιεύσει νέα γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης παραχώρησης εάν, σε προηγούμενη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, δεν υποβλήθηκε καμία αίτηση συμμετοχής ή προσφορά ή καμία από τις υποβληθείσες αιτήσεις ή προσφορές δεν κρίθηκε κατάλληλη, με την προϋπόθεση ότι δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης παραχώρησης και ότι διαβιβάζεται σχετική έκθεση στην Επιτροπή, εφόσον το ζητήσει·

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, μια προσφορά θεωρείται ότι δεν είναι κατάλληλη εάν είναι άσχετη με τη σύμβαση παραχώρησης και δεν είναι σε θέση, χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, όπως καθορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, μια προσφορά δεν θεωρείται κατάλληλη εφόσον:

α)

ο αιτών αποκλείεται ή μπορεί να αποκλειστεί βάσει των παραγράφων 5 έως 9 του άρθρου 38ή δεν πληροί τα κριτήρια επιλογής που ορίζει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας βάσει της παραγράφου 1 του άρθρου 38·

β)

οι αιτήσεις περιλαμβάνουν προσφέροντες που δεν είναι κατάλληλοι σύμφωνα με το ανωτέρω δεύτερο εδάφιο.

Άρθρο 32

Γνωστοποιήσεις ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης

1.   Το αργότερο εντός 48 ημερών από την ανάθεση σύμβασης παραχώρησης, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς αποστέλλουν, σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου 33, γνωστοποίηση με τα αποτελέσματα της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης. Για τις κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες του παραρτήματος IV, οι γνωστοποιήσεις αυτές μπορούν να συγκεντρώνονται ανά τριμηνία. Σε αυτή την περίπτωση, αποστέλλονται εντός 48 ημερών από τη λήξη εκάστης τριμηνίας.

2.   Οι γνωστοποιήσεις ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα VII ή, όσον αφορά συμβάσεις παραχώρησης για κοινωνικές και για άλλες ειδικές υπηρεσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα IV, τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα VIII. Δημοσιεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33.

Άρθρο 33

Μορφή και τρόπος δημοσίευσης των γνωστοποιήσεων

1.   Οι γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης παραχώρησης, οι γνωστοποιήσεις ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης και η γνωστοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 43 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στα παραρτήματα V, VII και VIII με μορφή τυποποιημένων εντύπων, συμπεριλαμβανομένων τυποποιημένων εντύπων για τα διορθωτικά.

Η Επιτροπή καταρτίζει τα τυποποιημένα αυτά έντυπα μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 50.

2.   Οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συντάσσονται, διαβιβάζονται με ηλεκτρονικά μέσα στην Υπηρεσία εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δημοσιεύονται σύμφωνα με το παράρτημα IX. Η Υπηρεσία εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβεβαιώνει στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα την παραλαβή της γνωστοποίησης και τη δημοσίευση των πληροφοριών που διαβιβάστηκαν, αναφέροντας την ημερομηνία της δημοσίευσης, η οποία συνιστά και απόδειξη της δημοσίευσης. Οι γνωστοποιήσεις δημοσιεύονται το αργότερο πέντε ημέρες μετά την αποστολή τους. Τα έξοδα δημοσίευσης των γνωστοποιήσεων από την Υπηρεσία εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης βαρύνουν την Ένωση.

3.   Οι γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης παραχώρησης δημοσιεύονται εξ ολοκλήρου σε μία ή περισσότερες επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, αναλόγως της επιλογής της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντα φορέα. Αυθεντικό θεωρείται μόνο το(τα) κείμενο(-α) που δημοσιεύεται(-ονται) στην εν λόγω γλώσσα ή γλώσσες. Περίληψη των σημαντικότερων στοιχείων κάθε γνωστοποίησης δημοσιεύεται και στις λοιπές επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

4.   Οι γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης παραχώρησης και οι γνωστοποιήσεις ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης δεν δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο προτού δημοσιευθούν από την Υπηρεσία εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτός εάν η δημοσίευση σε επίπεδο ΕΕ δεν γίνει εντός 48 ωρών αφότου η Υπηρεσία εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβεβαίωσε την παραλαβή από την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα της γνωστοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 2. Οι γνωστοποιήσεις προκήρυξης και οι γνωστοποιήσεις ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης που δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο δεν περιλαμβάνουν άλλες πληροφορίες εκτός από εκείνες που περιέχονται στις γνωστοποιήσεις που αποστέλλονται στην Υπηρεσία εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά αναφέρουν την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης στην Υπηρεσία εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 34

Ηλεκτρονική διαθεσιμότητα των εγγράφων σύμβασης παραχώρησης

1.   Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς παρέχουν δωρεάν απεριόριστη και πλήρη άμεση πρόσβαση, με ηλεκτρονικά μέσα, στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης από την ημερομηνία δημοσίευσης της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης παραχώρησης ή, εάν η γνωστοποίησης της προκήρυξης δεν περιέχει την πρόσκληση για την υποβολή προσφορών, από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης για την υποβολή προσφορών. Στο κείμενο της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης παραχώρησης ή των εν λόγω προσκλήσεων διευκρινίζεται η διεύθυνση διαδικτύου στην οποία διατίθενται τα εν λόγω έγγραφα παραχώρησης.

2.   Όταν, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, για έκτακτους λόγους ασφαλείας ή τεχνικούς λόγους ή λόγω του ιδιαιτέρως ευαίσθητου χαρακτήρα των εμπορικών πληροφοριών που απαιτούν πολύ υψηλό επίπεδο προστασίας, δεν μπορεί να προσφερθεί δωρεάν απεριόριστη και πλήρης άμεση πρόσβαση, με ηλεκτρονικά μέσα, σε ορισμένα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης, οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν στη γνωστοποίηση προκήρυξης ή στην πρόσκληση υποβολής προσφορών ότι τα σχετικά έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης θα διαβιβασθούν με άλλα μέσα, πλην των ηλεκτρονικών, καθώς και ότι θα παραταθεί το χρονικό όριο για την παραλαβή των προσφορών.

3.   Εφόσον έχει ζητηθεί εγκαίρως, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς ή οι αρμόδιες υπηρεσίες παρέχουν σε όλους τους αιτούντες ή τους προσφέροντες που λαμβάνουν μέρος στη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης το αργότερο έξι ημέρες πριν από την εκπνοή της προθεσμίας που έχει ορισθεί για την παραλαβή των προσφορών.

Άρθρο 35

Καταπολέμηση της διαφθοράς και πρόληψη της σύγκρουσης συμφερόντων

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις αναθέτουσες αρχές και τους αναθέτοντες φορείς να λαμβάνουν ενδεδειγμένα μέτρα για την καταπολέμησης της απάτης, της ευνοιοκρατίας και της διαφθοράς και για την αποτελεσματική πρόληψη, τον εντοπισμό και την επανόρθωση συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν κατά τη διεξαγωγή διαδικασιών ανάθεσης συμβάσεων παραχώρησης, ούτως ώστε να αποφεύγονται τυχόν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να διασφαλίζεται η διαφάνεια της διαδικασίας ανάθεσης και η ίση μεταχείριση όλων των υποψηφίων και προσφερόντων.

Η έννοια της σύγκρουσης συμφερόντων καλύπτει τουλάχιστον τις περιπτώσεις στις οποίες τα μέλη του προσωπικού της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντα φορέα που συμμετέχουν στη διεξαγωγή της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης ή που μπορούν να επηρεάσουν την έκβαση της εν λόγω διαδικασίας έχουν, άμεσα ή έμμεσα, χρηματοπιστωτικά, οικονομικά ή άλλα προσωπικά συμφέροντα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι θέτουν σε κίνδυνο την αμεροληψία και την ανεξαρτησία στο πλαίσιο της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης.

Σε σχέση με τις συγκρούσεις συμφερόντων, τα θεσπιζόμενα μέτρα δεν υπερβαίνουν τα απολύτως αναγκαία για την πρόληψη πιθανής σύγκρουσης ή την επανόρθωση διαπιστωθείσας σύγκρουσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Διαδικαστικές εγγυήσεις

Άρθρο 36

Τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις

1.   Οι τεχνικές και οι λειτουργικές απαιτήσεις καθορίζουν τα χαρακτηριστικά που απαιτείται να έχουν τα έργα και/ή οι υπηρεσίες που αποτελούν αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης. Περιλαμβάνονται στα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης.

Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούν επίσης να αναφέρονται στην ειδική διαδικασία εκτέλεσης ή παροχής των ζητούμενων έργων ή υπηρεσιών υπό τον όρο ότι συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης και είναι ανάλογα της αξίας και των στόχων της σύμβασης. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούν για παράδειγμα να περιλαμβάνουν τα επίπεδα ποιότητας, τα επίπεδα περιβαλλοντικών και κλιματικών επιδόσεων, τον σχεδιασμό για όλες τις χρήσεις (συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας πρόσβασης για τα άτομα με ειδικές ανάγκες), καθώς και την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, τις επιδόσεις, την ασφάλεια ή τις διαστάσεις, την ορολογία, τα σύμβολα, τις δοκιμές και τις μεθόδους δοκιμών, τη σήμανση και την επίθεση ετικετών, καθώς και οδηγίες για τους χρήστες.

2.   Εκτός εάν δικαιολογείται από το αντικείμενο της σύμβασης, οι τεχνικές και λειτουργικές προδιαγραφές δεν αναφέρονται σε συγκεκριμένη κατασκευή ή προέλευση ή σε ιδιαίτερη μέθοδο κατασκευής που χαρακτηρίζει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που παρέχονται από συγκεκριμένο οικονομικό φορέα ούτε σε εμπορικό σήμα, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, τύπο ή συγκεκριμένη παραγωγή που θα είχε ως αποτέλεσμα να ευνοούνται ή να αποκλείονται ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένα προϊόντα. Τέτοια αναφορά επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, όταν δεν είναι εφικτή μια επαρκώς ακριβής και κατανοητή περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης. Η εν λόγω αναφορά συνοδεύεται από τους όρους «ή ισοδύναμο».

3.   Μια αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας δεν απορρίπτει προσφορά με την αιτιολογία ότι τα δημοπρατούμενα έργα, και υπηρεσίες δεν πληρούν τις τεχνικές και λειτουργικές προδιαγραφές τις οποίες έχει καθορίσει, εφόσον ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, ότι οι λύσεις που προτείνει ανταποκρίνονται, κατά ισοδύναμο τρόπο, στις τεχνικές και λειτουργικές απαιτήσεις.

Άρθρο 37

Διαδικαστικές εγγυήσεις

1.   Οι συμβάσεις παραχώρησης ανατίθενται στη βάση των κριτηρίων που ορίζει η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας σύμφωνα με το άρθρο 41, υπό τον όρο ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο προσφέρων πληροί τις ελάχιστες απαιτήσεις που έχει ορίσει, κατά περίπτωση, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας·

β)

ο προσφέρων πληροί τις προϋποθέσεις συμμετοχής που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1· και

γ)

ο προσφέρων δεν αποκλείεται από τη συμμετοχή στη διαδικασία ανάθεσης βάσει του άρθρου 38 παράγραφοι 4 έως 7 και με την επιφύλαξη του άρθρου 38 παράγραφος 9.

Οι ελάχιστες απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α) περιλαμβάνουν προϋποθέσεις και χαρακτηριστικά (κυρίως τεχνικά, φυσικά, λειτουργικά και νομικά) που όλοι οι προσφέροντες θα πρέπει να πληρούν ή να διαθέτουν.

2.   Η αναθέτουσα αρχή η ο αναθέτων φορέας παρέχουν:

α)

στη γνωστοποίηση της προκήρυξης της σύμβασης παραχώρησης, περιγραφή της παραχώρησης και των προϋποθέσεων συμμετοχής·

β)

στη γνωστοποίηση της προκήρυξης της σύμβασης παραχώρησης, στην πρόσκληση υποβολής προσφορών ή σε άλλα έγγραφα της σύμβασης παραχώρησης, περιγραφή των κριτηρίων ανάθεσης και, κατά περίπτωση, τις ελάχιστες απαιτήσεις που πρέπει να πληρούνται.

3.   Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να περιορίσει τον αριθμό των υποψηφίων ή προσφερόντων σε κατάλληλο επίπεδο, εφόσον αυτό γίνεται με διαφάνεια και με αντικειμενικά κριτήρια. Ο αριθμός των υποψηφίων ή προσφερόντων που καλούνται να συμμετάσχουν πρέπει να είναι επαρκής ώστε να εξασφαλίζεται πραγματικός ανταγωνισμός.

4.   Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας κοινοποιούν σε όλους τους συμμετέχοντες την περιγραφή της προβλεπόμενης οργάνωσης της διαδικασίας και ενδεικτική προθεσμία. Ενδεχόμενη τροποποίηση κοινοποιείται σε όλους τους συμμετέχοντες και, στον βαθμό που αφορά στοιχεία που περιλαμβάνονται στη γνωστοποίηση της προκήρυξης, ανακοινώνεται σε όλους τους οικονομικούς φορείς.

5.   Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας εξασφαλίζει την κατάλληλη καταγραφή των σταδίων της διαδικασίας σύμφωνα με τα μέσα που κρίνει επιβεβλημένα, με την επιφύλαξη του άρθρου 28 παράγραφος 1.

6.   Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να προβεί σε διαπραγματεύσεις με τους υποψηφίους και τους προσφέροντες. Το αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης, τα κριτήρια ανάθεσης και οι ελάχιστες απαιτήσεις δεν τροποποιούνται κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων.

Άρθρο 38

Επιλογή και ποιοτική αξιολόγηση των υποψηφίων

1.   Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς εξακριβώνουν τις προϋποθέσεις συμμετοχής που σχετίζονται με την επαγγελματική και τεχνική ικανότητα, τη χρηματοπιστωτική και οικονομική επάρκεια των υποψηφίων ή των προσφερόντων βάσει υπεύθυνων δηλώσεων και συστάσεων που πρέπει να υποβάλλονται ως αποδεικτικά στοιχεία, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που διευκρινίζονται στην προκήρυξη της παραχώρησης και οι οποίες πρέπει να μην εισάγουν διακρίσεις και να είναι αναλογικές με το αντικείμενο της σύμβασης παραχώρησης. Οι προϋποθέσεις συμμετοχής σχετίζονται και είναι αναλογικές με την ανάγκη διασφάλισης της ικανότητας του παραχωρησιούχου να εκτελέσει τη σύμβαση παραχώρησης, λαμβάνοντας υπόψη το αντικείμενο της σύμβασης και με τον στόχο εξασφάλισης πραγματικού ανταγωνισμού.

2.   Για την πλήρωση των προϋποθέσεων συμμετοχής που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ένας οικονομικός φορέας μπορεί, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και για συγκεκριμένη σύμβαση παραχώρησης, να στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με αυτούς. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να αποδείξει στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα ότι θα έχει στη διάθεσή του τους αναγκαίους πόρους καθ’ όλη τη διάρκεια της παραχώρησης, προσκομίζοντας για παράδειγμα σχετική δέσμευση των εν λόγω φορέων. Όσον αφορά τη χρηματοοικονομική επάρκεια, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να απαιτεί ο οικονομικός φορέας και οι άλλοι φορείς να είναι από κοινού υπεύθυνοι για την εκτέλεση της σύμβασης.

3.   Ομοίως, μια κοινοπραξία οικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 26, μπορεί να στηρίζεται στις ικανότητες των συμμετεχόντων στην κοινοπραξία ή άλλων φορέων.

4.   Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς όπως ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) αποκλείουν έναν οικονομικό φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης σε περίπτωση που περιέλθει σε γνώση τους ότι υπάρχει τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση εις βάρος του για έναν από τους ακόλουθους λόγους:

α)

συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 της απόφασης-πλαισίου αριθ. 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου (28)·

β)

διαφθορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 της σύμβασης περί καταπολεμήσεως της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (29) και στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της απόφασης-πλαισίου αριθ. 2003/568/ΔΕΥ του Συμβουλίου (30), καθώς και διαφθορά όπως ορίζεται στο εθνικό δίκαιο της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντα φορέα ή του οικονομικού φορέα·

γ)

απάτη, κατά την έννοια του άρθρου 1 της σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων (31) των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

δ)

τρομοκρατικά εγκλήματα ή εγκλήματα συνδεόμενα με τρομοκρατικές δραστηριότητες, όπως ορίζονται, αντιστοίχως, στα άρθρα 1 και 3 της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου (32), ή ηθική αυτουργία, συνέργεια ή απόπειρα διάπραξης εγκλήματος, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 αυτής·

ε)

νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 1 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (33)·

στ)

παιδική εργασία και άλλες μορφές εμπορίας ανθρώπων, σύμφωνα με το άρθρο 2 της οδηγίας 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (34).

Η υποχρέωση αποκλεισμού οικονομικού φορέα εφαρμόζεται επίσης όταν το πρόσωπο εις βάρος του οποίου εκδόθηκε τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση είναι μέλος του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου του εν λόγω οικονομικού φορέα ή έχει εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε αυτό.

Αναθέτοντες φορείς άλλοι από τους αναφερόμενους στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) μπορούν να αποκλείσουν έναν οικονομικό φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης σε περίπτωση που περιέλθει σε γνώση τους ότι υπάρχει τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση εις βάρος του για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

5.   Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς όπως ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) αποκλείουν οικονομικό φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, εάν περιέλθει σε γνώση τους ότι αυτός αθετεί τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και εφόσον αυτό πιστοποιείται από τελική και δεσμευτική δικαστική ή διοικητική απόφαση σύμφωνη με τις νομικές διατάξεις της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένος ή με τις νομικές διατάξεις του κράτους μέλους της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα.

Επιπλέον, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς όπως ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) μπορούν να αποκλείσουν ή να υποχρεωθούν από τα κράτη μέλη να αποκλείσουν οικονομικό φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης, όταν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να αποδείξει με κατάλληλα μέσα ότι ο οικονομικός φορέας έχει παραβεί τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.

Η παρούσα παράγραφος παύει να εφαρμόζεται όταν ο οικονομικός φορέας εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, είτε καταβάλλοντας τους φόρους ή τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης που οφείλει, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των δεδουλευμένων τόκων ή των προστίμων, είτε υπαγόμενος σε δεσμευτικό διακανονισμό για την καταβολή τους.

6.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν παρέκκλιση από τον υποχρεωτικό αποκλεισμό που προβλέπεται στις παραγράφους 4 και 5 κατ’ εξαίρεση, για επιτακτικούς λόγους δημόσιου συμφέροντος, όπως δημόσιας υγείας ή προστασίας του περιβάλλοντος.

Τα κράτη μέλη μπορούν, επίσης, να προβλέπουν παρέκκλιση από τον υποχρεωτικό αποκλεισμό που προβλέπεται στην παράγραφο 5, όταν ο αποκλεισμός θα ήταν σαφώς δυσανάλογος, ιδίως όταν μόνο μικρά ποσά των φόρων ή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης δεν έχουν καταβληθεί ή όταν ο οικονομικός φορέας ενημερώθηκε σχετικά με το ακριβές ποσό που όφειλε λόγω αθέτησης των υποχρεώσεών του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης σε χρόνο κατά τον οποίο δεν είχε τη δυνατότητα να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την παράγραφο 5 τρίτο εδάφιο, πριν από την εκπνοή της προθεσμίας αίτησης συμμετοχής.

7.   Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αποκλείσουν ή να υποχρεωθούν από τα κράτη μέλη να αποκλείσουν από τη συμμετοχή σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης οιονδήποτε οικονομικό φορέα εάν πληρούται οιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

εάν μπορούν να αποδείξουν με κατάλληλα μέσα αθέτηση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 30 παράγραφος 3,

β)

εάν ο οικονομικός φορέας έχει κηρύξει πτώχευση ή υπόκειται σε διαδικασία αφερεγγυότητας ή εκκαθάρισης, τελεί υπό αναγκαστική διαχείριση από εκκαθαριστή ή από το δικαστήριο, έχει υπαχθεί σε πτωχευτικό συμβιβασμό, έχει αναστείλει τις επιχειρηματικές δραστηριότητές του ή βρίσκεται σε οποιαδήποτε ανάλογη κατάσταση που προκύπτει από παρόμοια διαδικασία προβλεπόμενη στις εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις· ωστόσο, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να αποφασίσει να μην αποκλείσει ή να υποχρεωθεί από το κράτος μέλος να μην αποκλείσει οικονομικό φορέα ο οποίος βρίσκεται σε μια από τις ανωτέρω καταστάσεις, όταν έχει διαπιστωθεί ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας θα είναι σε θέση να εκτελέσει τη σύμβαση, λαμβανομένων υπόψη των εφαρμοστέων εθνικών κανόνων και μέτρων σχετικά με τη συνέχεια των δραστηριοτήτων στις ανωτέρω καταστάσεις,

γ)

εάν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποδείξει, με κατάλληλα μέσα, ότι ο οικονομικός φορέας έχει διαπράξει σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, το οποίο θέτει εν αμφιβόλω την ακεραιότητά του,

δ)

εάν η σύγκρουση συμφερόντων κατά την έννοια του άρθρου 35 δεύτερο εδάφιο δεν μπορεί να επανορθωθεί με άλλα, λιγότερο παρεμβατικά, μέσα,

ε)

εάν η αναθέτουσα αρχή διαθέτει επαρκώς εύλογες ενδείξεις που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο οικονομικός φορέας συνήψε συμφωνίες με άλλους οικονομικού φορείς με στόχο τη στρέβλωση του ανταγωνισμού,

στ)

εάν ο οικονομικός φορέας έχει παρουσιάσει σημαντικές ή επαναλαμβανόμενες ελλείψεις όσον αφορά ουσιώδη απαίτηση στο πλαίσιο προηγούμενης σύμβασης παραχώρησης η προηγούμενης σύμβασης με αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα όπως ορίζεται στην παρούσα οδηγία ή στην οδηγία 2014/25/ΕΕ που είχαν ως αποτέλεσμα την πρόωρη καταγγελία της εν λόγω σύμβασης, αποζημιώσεις ή άλλες παρόμοιες κυρώσεις,

ζ)

εάν ο οικονομικός φορέας έχει κριθεί ένοχος σοβαρών ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή των πληροφοριών που απαιτούνται για την εξακρίβωση της απουσίας λόγων αποκλεισμού ή την πλήρωση των κριτηρίων επιλογής, έχει αποκρύψει τέτοιες πληροφορίες ή δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα απαιτούμενα έγγραφα προς επίρρωση αυτών των πληροφοριών,

η)

εάν ο οικονομικός φορέας επιχειρεί να επηρεάσει με αθέμιτο τρόπο τη διαδικασία λήψης αποφάσεων της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, να αποκτήσει εμπιστευτικές πληροφορίες που ενδέχεται να συνεπάγονται αθέμιτα πλεονεκτήματα για τον ίδιο στη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης ή να παράσχει εξ αμελείας παραπλανητικές πληροφορίες που ενδέχεται να επηρεάσουν ουσιωδώς τις αποφάσεις που αφορούν τον αποκλεισμό, την επιλογή ή την ανάθεση της σύμβασης,

θ)

στην περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης στους τομείς της άμυνας και της ασφαλείας κατά τα οριζόμενα στην οδηγία 2009/81/ΕΚ, εφόσον έχει εξακριβωθεί, βάσει αποδεικτικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων προστατευόμενων πηγών δεδομένων, ότι ο οικονομικός φορέας δεν διαθέτει την αξιοπιστία που απαιτείται για τον αποκλεισμό κινδύνων κατά της ασφαλείας του κράτους μέλους.

8.   Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς όπως ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) αποκλείουν, ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οικονομικό φορέα, εφόσον διαπιστωθεί ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας βρίσκεται, λόγω πράξεων που διαπράχθηκαν ή παραλείφθηκαν είτε πριν είτε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου και στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.

Ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αποκλείσουν ή να υποχρεωθούν από τα κράτη μέλη να αποκλείσουν οικονομικό φορέα, εφόσον διαπιστωθεί ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας βρίσκεται, λόγω των πράξεων που διαπράχθηκαν ή παραλείφθηκαν είτε πριν είτε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στη δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 και στην παράγραφο 7.

9.   Κάθε οικονομικός φορέας που βρίσκεται σε μία από τις καταστάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 7 μπορεί να προσκομίσει στοιχεία από τα οποία να τεκμαίρεται ότι τα μέτρα που έλαβε αποδεικνύουν επαρκώς την αξιοπιστία του, παρά την ύπαρξη του σχετικού λόγου αποκλεισμού. Εάν τα στοιχεία κριθούν επαρκή, ο εν λόγω οικονομικός φορέας δεν αποκλείεται από τη διαδικασία.

Για τον σκοπό αυτόν, ο οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι έχει καταβάλει ή δεσμευθεί να καταβάλει αποζημίωση για τυχόν ζημίες που προκλήθηκαν από το ποινικό αδίκημα ή το παράπτωμα, έχει διευκρινίσει τα γεγονότα και τις περιστάσεις με ολοκληρωμένο τρόπο, μέσω ενεργού συνεργασίας με τις ερευνητικές αρχές, και έχει λάβει συγκεκριμένα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα καθώς και μέτρα σε επίπεδο προσωπικού κατάλληλα για την αποφυγή περαιτέρω ποινικών αδικημάτων ή παραπτωμάτων. Τα μέτρα που λαμβάνονται από τους οικονομικούς φορείς αξιολογούνται σε συνάρτηση με τη σοβαρότητα και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του ποινικού αδικήματος ή του παραπτώματος. Σε περίπτωση που τα μέτρα κριθούν ανεπαρκή, αποστέλλεται στον εν λόγω οικονομικό φορέα αιτιολόγηση της σχετικής απόφασης.

Οικονομικός φορέας που έχει αποκλειστεί, με τελεσίδικη απόφαση, από τη συμμετοχή σε διαδικασίες ανάθεσης δημόσιας σύμβασης ή σύμβασης παραχώρησης δεν μπορεί να κάνει χρήση της δυνατότητας που παρέχεται βάσει της παρούσας παραγράφου κατά την περίοδο του αποκλεισμού που ορίζεται στην εν λόγω απόφαση στο κράτος μέλος στο οποίο ισχύει η απόφαση.

10.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους όρους εφαρμογής του παρόντος άρθρου, μέσω νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων και τηρουμένης της ενωσιακής νομοθεσίας. Καθορίζουν, ιδίως, τη μέγιστη περίοδο αποκλεισμού σε περίπτωση που ο οικονομικός φορέας δεν λάβει μέτρα για να αποδείξει την αξιοπιστία του, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 9. Εάν η περίοδος αποκλεισμού δεν έχει καθοριστεί από τελεσίδικη απόφαση, η περίοδος αυτή δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη από την ημερομηνία της καταδίκης με τελεσίδικη απόφαση στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 και τρία έτη από την ημερομηνία του σχετικού γεγονότος στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 7.

Άρθρο 39

Προθεσμίες παραλαβής αιτήσεων συμμετοχής για τη σύμβαση παραχώρησης

1.   Κατά τον καθορισμό των προθεσμιών παραλαβής των αιτήσεων ή των προσφορών, οι αναθέτουσες αρχές λαμβάνουν υπόψη, ιδίως, το πολύπλοκο της παραχώρησης και τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προσφορών ή των αιτήσεων, με την επιφύλαξη των ελάχιστων προθεσμιών που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Εάν οι αιτήσεις ή οι προσφορές μπορούν να συνταχθούν μόνον έπειτα από επιτόπια επίσκεψη ή από επιτόπια εξέταση εγγράφων προσαρτημένων στα έγγραφα ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης, οι προθεσμίες παραλαβής των αιτήσεων για τη σύμβαση παραχώρησης ή για την παραλαβή των προσφορών ορίζονται κατά τρόπον ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς να μπορούν να λάβουν γνώση όλων των αναγκαίων πληροφοριών για τη σύνταξη αιτήσεων ή προσφορών και, σε κάθε περίπτωση, είναι μεγαλύτερες από τις ελάχιστες προθεσμίες που ορίζονται στις παραγράφους 3 και 4.

3.   Η ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή αιτήσεων υποψηφιότητας είτε περιλαμβάνονται οι προσφορές είτε όχι για την παραχώρηση είναι 30 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της σχετικής γνωστοποίησης.

4.   Εάν η διαδικασία πραγματοποιείται σε διαδοχικά στάδια, η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αρχικών προσφορών είναι 22 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

5.   Σύντμηση κατά πέντε ημέρες της προθεσμίας παραλαβής των προσφορών είναι δυνατή όταν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αποδέχεται την υποβολή προσφορών με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με το άρθρο 29.

Άρθρο 40

Γνωστοποίηση στους υποψηφίους και στους προσφέροντες

1.   Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας γνωστοποιεί το ταχύτερο δυνατόν στους υποψήφιους και στους προσφέροντες τις αποφάσεις που λαμβάνονται σχετικά με την ανάθεση της σύμβασης παραχώρησης, περιλαμβανομένου και του ονόματος του αναδόχου, καθώς και τους λόγους για τους οποίους ενδεχομένως αποφάσισε να μην αναθέσει σύμβαση για την οποία έχει προηγηθεί δημοσίευση προκήρυξης παραχώρησης, ή να αρχίσει εκ νέου τη διαδικασία.

Επιπλέον, κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερομένου μέρους, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας γνωστοποιεί το συντομότερο, και σε κάθε περίπτωση εντός 15 ημερών από την παραλαβή γραπτής αίτησης, στους προσφέροντες που έχουν υποβάλει αποδεκτή προσφορά, τα χαρακτηριστικά και τα σχετικά πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς.

2.   Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται να αποφασίζει να μην γνωστοποιήσει ορισμένες πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, σχετικά με τη σύμβαση εάν η γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών μπορεί να εμποδίσει την εφαρμογή των νόμων, να είναι κατ’ άλλον τρόπο αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον, να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών οικονομικών παραγόντων ή τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των παραγόντων αυτών.

Άρθρο 41

Κριτήρια ανάθεσης

1.   Οι συμβάσεις παραχώρησης ανατίθενται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που συμμορφούνται προς τις αρχές που ορίζονται στο άρθρο 3, και διασφαλίζουν την αξιολόγηση των προσφορών υπό συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού κατά τρόπον ο οποίος να παρέχει συνολικό οικονομικό πλεονέκτημα για την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα.

2.   Τα κριτήρια ανάθεσης συνδέονται με το αντικείμενο της παραχώρησης και δεν παρέχουν απεριόριστη ελευθερία επιλογής στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα. Μπορούν να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, περιβαλλοντικά ή κοινωνικά κριτήρια ή κριτήρια σχετικά με την καινοτομία.

Τα κριτήρια αυτά συνοδεύονται από απαιτήσεις που επιτρέπουν την αποτελεσματική επαλήθευση των πληροφοριών που παρέχονται από τους προσφέροντες.

Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας επαληθεύει εάν οι προσφορές πληρούν όντως τα κριτήρια ανάθεσης.

3.   Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας κατατάσσουν τα κριτήρια με φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας.

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, όταν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας λαμβάνουν προσφορά η οποία προτείνει καινοτόμους λύσεις με εξαιρετικό επίπεδο λειτουργικών απαιτήσεων που δεν θα μπορούσε να είχε προβλέψει μια επιμελής αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας, η εν λόγω αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δύναται, κατ’ εξαίρεση, να τροποποιήσει τη σειρά προτεραιότητας των κριτηρίων ανάθεσης προκειμένου να ληφθεί υπόψη η καινοτόμος λύση. Στην περίπτωση αυτή, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας ενημερώνουν όλους τους προσφέροντες για την τροποποίηση της σειράς σπουδαιότητας και εκπονούν νέα πρόσκληση υποβολής προσφορών, με βάση τις ελάχιστες προθεσμίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 39. Εφόσον τα κριτήρια ανάθεσης έχουν δημοσιευθεί τη στιγμή της δημοσίευσης της γνωστοποίησης της σύμβασης παραχώρησης, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας δημοσιεύουν νέα γνωστοποίηση της σύμβασης παραχώρησης, με βάση τις ελάχιστες προθεσμίες που αναφέρονται στο άρθρο 39 παράγραφος 3.

Η τροποποίηση της σειράς προτεραιότητας δεν θα πρέπει να δημιουργεί διακρίσεις.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΚΑΝΟΝΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ

Άρθρο 42

Υπεργολαβία

1.   Η τήρηση των υποχρεώσεων του άρθρου 30 παράγραφος 3 από τους υπεργολάβους διασφαλίζεται μέσω κατάλληλων ενεργειών από τις αρμόδιες εθνικές αρχές που ενεργούν εντός των ορίων της ευθύνης και της αρμοδιότητάς τους.

2.   Στα έγγραφα της παραχώρησης, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορεί να ζητήσει ή μπορεί να υποχρεώνεται από ένα κράτος μέλος να ζητήσει από τον προσφέροντα ή τον αιτούντα να αναφέρει στην προσφορά του το τμήμα της σύμβασης που προτίθεται να αναθέσει ως υπεργολαβία σε τρίτους, καθώς και τους προτεινόμενους υπεργολάβους. Η παρούσα παράγραφος δεν αίρει την ευθύνη του κυρίου παραχωρησιούχου.

3.   Στην περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης έργων και αναφορικά με τις υπηρεσίες που παρέχονται στις εγκαταστάσεις υπό εποπτεία της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα, μετά την ανάθεση της σύμβασης παραχώρησης και το αργότερο κατά την έναρξη της εκτέλεσης της σύμβασης, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας απαιτούν από τον παραχωρησιούχο να τους υποδείξει το όνομα, τα στοιχεία επικοινωνίας και τους νομικούς εκπροσώπους των υπεργολάβων του που συμμετέχουν στα εν λόγω έργα ή υπηρεσίες, εφόσον του είναι γνωστά την παρούσα χρονική στιγμή. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας απαιτούν από τον παραχωρησιούχο να τους κοινοποιεί τυχόν αλλαγές των πληροφοριών αυτών στη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης καθώς και τις απαιτούμενες πληροφορίες όσον αφορά νέους υπεργολάβους που θα συμμετάσχουν στα εν λόγω έργα ή υπηρεσίες

Παρά το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλουν την υποχρέωση οι απαιτούμενες πληροφορίες να χορηγούνται άμεσα στον παραχωρησιούχο.

Το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο δεν εφαρμόζονται στους προμηθευτές.

Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επεκτείνουν ή να τους ζητεί κράτος μέλος να επεκτείνουν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο, όπως π.χ.:

α)

σε συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών πλην εκείνων που αφορούν υπηρεσίες που παρέχονται σε εγκαταστάσεις υπό την εποπτεία της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα ή των προμηθευτών που ενέχονται στις συμβάσεις παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών,

β)

σε υπεργολάβους των υπεργολάβων του παραχωρησιούχου ή σε κατώτερη βαθμίδα στην αλυσίδα της υπεργολαβικής ανάθεσης.

4.   Για την αποφυγή παραβιάσεων των υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 30 παράγραφος 3, λαμβάνονται τα δέοντα μέτρα, όπως:

α)

Όταν προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο κράτους μέλους μηχανισμός κοινής ευθύνης μεταξύ των υπεργολάβων και του παραχωρησιούχου, το οικείο κράτος μέλος διασφαλίζει ότι εφαρμόζονται οι σχετικοί κανόνες σύμφωνα προς τις προϋποθέσεις που εκτίθενται στο άρθρο 30 παράγραφος 3,

β)

Οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επαληθεύουν ή τα κράτη μέλη μπορούν να τους ζητούν να επαληθεύουν κατά πόσον υφίστανται λόγοι εξαίρεσης υπεργολάβων δυνάμει των παραγράφων 4 έως 10του άρθρου 38. Στις περιπτώσεις αυτές, η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας απαιτεί από τον οικονομικό παράγοντα να αντικαταστήσει τον υπεργολάβο για τον οποίο διαπιστώθηκε από την επαλήθευση ότι υφίστανται λόγοι υποχρεωτικής εξαίρεσης. Η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας μπορούν να απαιτούν ή τα κράτη μέλη μπορούν να τους ζητούν να απαιτούν από τον οικονομικό παράγοντα να αντικαταστήσει τον υπεργολάβο για τον οποίο διαπιστώθηκε από την επαλήθευση ότι δεν υφίστανται λόγοι υποχρεωτικής εξαίρεσης.

5.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν αυστηρότερους κανόνες ευθύνης δυνάμει της εθνικής τους νομοθεσίας.

6.   Τα κράτη μέλη, έχοντας επιλέξει την παροχή μέτρων δυνάμει των παραγράφων 1 και 3, καθορίζουν τους όρους εφαρμογής των εν λόγω μέτρων, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων και τηρουμένου του ενωσιακού δικαίου. Με τον τρόπο αυτό, τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν τη δυνατότητα εφαρμογής τους, έναντι π.χ. ορισμένων συμβάσεων, ορισμένων κατηγοριών αναθετουσών αρχών, αναθετόντων φορέων ή οικονομικών φορέων ή έναντι ορισμένων ποσών.

Άρθρο 43

Τροποποίηση συμβάσεων κατά τη διάρκειά τους

1.   Οι αναθέσεις παραχώρησης δύνανται να τροποποιούνται άνευ διεξαγωγής νέας διαδικασίας ανάθεσης παραχώρησης δυνάμει της παρούσας οδηγίας σε οποιαδήποτε από τις κατωτέρω περιπτώσεις:

α)

εφόσον οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής τους αξίας, έχουν προβλεφθεί στα αρχικά έγγραφα της παραχώρησης με τη μορφή σαφών, ακριβών και ρητών ρητρών αναθεώρησης, στις οποίες μπορεί να περιλαμβάνονται ρήτρες αναθεώρησης της αξίας ή επιλογές. Οι εν λόγω ρήτρες ορίζουν το πεδίο εφαρμογής και τη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή αναθεωρήσεων, καθώς και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Δεν προβλέπουν τροποποιήσεις ή αναθεωρήσεις που θα μπορούσαν να μεταβάλουν τη συνολική φύση της σύμβασης παραχώρησης·

β)

όσον αφορά πρόσθετα έργα ή υπηρεσίες από τον αρχικό ανάδοχο που έχουν καταστεί υποχρεωτικές και δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική σύμβαση παραχώρησης εφόσον η αλλαγή αναδόχου:

i)

δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους, όπως απαιτήσεις αμοιβαίας αντικατάστασης ή διαλειτουργικότητας με υφιστάμενο εξοπλισμό, υπηρεσίες ή εγκαταστάσεις, η αγορά των οποίων έγινε στο πλαίσιο της αρχικής σύμβασης παραχώρησης· και

ii)

θα επέφερε σημαντικά μειονεκτήματα ή ουσιώδη επιβάρυνση ως προς το κόστος για την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα.

Ωστόσο, σε περιπτώσεις συμβάσεων παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσα αρχή, για τους σκοπούς της άσκησης δραστηριότητας πλην εκείνων που απαριθμούνται στο παράρτημα II, οποιαδήποτε αύξηση της αξίας δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50 % της αξίας της αρχικής σύμβασης παραχώρησης. Σε περίπτωση που γίνονται περισσότερες διαδοχικές τροποποιήσεις, ο περιορισμός αυτός εφαρμόζεται στην αξία εκάστης τροποποίησης. Οι εν λόγω διαδοχικές τροποποιήσεις δεν έχουν ως στόχο την παράκαμψη της παρούσας οδηγίας·

γ)

στις περιπτώσεις κατά τις οποίες πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η ανάγκη τροποποίησης προέκυψε λόγω περιστάσεων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από επιμελή αναθέτουσα αρχή ή αναθέτοντα φορέα,

ii)

η τροποποίηση δεν μεταβάλλει τη συνολική φύση της παραχώρησης,

iii)

σε περιπτώσεις συμβάσεων παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσα αρχή, για τους σκοπούς της άσκησης δραστηριότητας πλην εκείνων που απαριθμούνται στο παράρτημα II, οποιαδήποτε αύξηση της αξίας δεν υπερβαίνει το 50 % της αξίας της αρχικής σύμβασης παραχώρησης. Σε περίπτωση που γίνονται περισσότερες διαδοχικές τροποποιήσεις, ο περιορισμός αυτός εφαρμόζεται στην αξία εκάστης τροποποίησης. Οι εν λόγω διαδοχικές τροποποιήσεις δεν έχουν ως στόχο την παράκαμψη της παρούσας οδηγίας·

δ)

όταν ένας νέος παραχωρησιούχος αντικαθιστά εκείνον στον οποίο η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας είχαν αρχικά αναθέσει τη σύμβαση παραχώρησης συνεπεία:

i)

είτε ρητής ρήτρας αναθεώρησης ή επιλογής σύμφωνα προς το στοιχείο α),

ii)

είτε καθολικής ή μερικής διαδοχής στη θέση του αρχικού παραχωρησιούχου, κατόπιν εταιρικής αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένης εξαγοράς, συγχώνευσης, και αφερεγγυότητας, άλλου οικονομικού φορέα ο οποίος πληροί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που θεσπίστηκαν αρχικά, εφόσον η διαδοχή δεν συνεπάγεται άλλες ουσιώδεις τροποποιήσεις της σύμβασης και δεν έχει στόχο την αποφυγή της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ή

iii)

στην περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας αναλαμβάνουν οι ίδιοι τις υποχρεώσεις του βασικού παραχωρησιούχου έναντι των υπεργολάβων του, εφόσον προβλέπεται η δυνατότητα αυτή δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας·

ε)

εφόσον οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της αξίας τους, δεν είναι ουσιαστικές κατά την έννοια της παραγράφου 4.

Οι αναθέτουσες αρχές ή οι αναθέτοντες φορείς που έχουν τροποποιήσει σύμβαση παραχώρησης στις περιπτώσεις των στοιχείων β) και γ) της παρούσας παραγράφου, δημοσιεύουν σχετική γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εν λόγω ανακοίνωση περιέχει τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα XI και δημοσιεύεται σύμφωνα με το άρθρο 33.

2.   Επιπλέον, και χωρίς να απαιτείται επαλήθευση κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των στοιχείων α) έως δ) της παραγράφου 4, οι συμβάσεις παραχώρησης μπορούν να τροποποιούνται χωρίς διαδικασία νέας σύμβασης παραχώρησης σύμφωνα προς την παρούσα οδηγία, εφόσον η αξία της τροποποίησης είναι χαμηλότερη των ακόλουθων αξιών:

i)

του κατώτατου ορίου του άρθρου 8, και

ii)

του 10 % της αξίας της αρχικής σύμβασης παραχώρησης.

Μολαταύτα, η τροποποίηση δεν μπορεί να μεταβάλει τη συνολική φύση της παραχώρησης. Σε περίπτωση που γίνονται διάφορες διαδοχικές τροποποιήσεις, η αξία τους αξιολογείται βάσει της καθαρής σωρευτικής αξίας των διαδοχικών τροποποιήσεων.

3.   Για τον υπολογισμό της αξίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ) του παρόντος άρθρου, σημείο αναφοράς αποτελεί η επικαιροποιημένη αξία, όταν η σύμβαση παραχώρησης περιλαμβάνει ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής. Εάν δεν περιλαμβάνεται ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής στη σύμβαση παραχώρησης, η επικαιροποιημένη αξία υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη τον μέσο πληθωρισμό στο κράτος μέλος της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα.

4.   Τυχόν τροποποίηση μιας σύμβασης παραχώρησης κατά τη διάρκεια ισχύος της θεωρείται ουσιώδης κατά την έννοια του στοιχείου ε) της παραγράφου 1, εάν τροποποιεί ουσιωδώς τη σύμβαση σε σχέση με εκείνη που είχε αρχικά συναφθεί. Σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, μια τροποποίηση θεωρείται ουσιώδης εάν πληρούται μία ή περισσότερες από τις κατωτέρω προϋποθέσεις:

α)

η τροποποίηση εισάγει όρους οι οποίοι, εάν αποτελούσαν μέρος της αρχικής διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης, θα είχαν επιτρέψει την αποδοχή άλλων υποψηφίων από αυτούς που επιλέχθηκαν αρχικά ή την αποδοχή προσφοράς διαφορετικής από εκείνη που επιλέχθηκε αρχικά ή θα προσέλκυαν επιπλέον συμμετέχοντες στη διαδικασία ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης,

β)

η τροποποίηση μεταβάλλει την οικονομική ισορροπία της σύμβασης παραχώρησης υπέρ του παραχωρησιούχου κατά τρόπο ο οποίος δεν προβλεπόταν στην αρχική σύμβαση παραχώρηση,

γ)

η τροποποίηση επεκτείνει σημαντικά το πεδίο της παραχώρησης,

δ)

όταν ένας νέος παραχωρησιούχος αντικαθιστά εκείνον στον οποίο η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας είχαν αρχικά αναθέσει τη σύμβαση παραχώρησης σε περιπτώσεις άλλες από εκείνες που προβλέπονται στο στοιχείο δ) της παραγράφου 1.

5.   Δυνάμει της παρούσας οδηγίας απαιτείται νέα διαδικασία ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης για άλλες τροποποιήσεις των διατάξεων ανάθεσης σύμβασης κατά τη διάρκεια αυτής πλην εκείνων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2.

Άρθρο 44

Λύση συμβάσεων παραχώρησης

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αναθέτουσες αρχές και οι αναθέτοντες φορείς έχουν τη δυνατότητα, δυνάμει των προϋποθέσεων που ορίζει το εφαρμοστέο εθνικό ενοχικό δίκαιο, να καταγγείλει μια δημόσια σύμβαση κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής της, εφόσον πληρούται μία ή περισσότερες από τις κατωτέρω προϋποθέσεις:

α)

έγινε μια τροποποίηση της σύμβασης παραχώρησης που θα είχε άλλως απαιτήσει μια νέα διαδικασία παραχώρησης, βάσει του άρθρου 43·

β)

ο εργολάβος, τη στιγμή της ανάθεσης της σύμβασης, τελούσε σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 4 και, ως τούτου, θα έπρεπε να έχει αποκλειστεί από τη διαδικασία παραχώρησης·

γ)

το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφαίνεται, στο πλαίσιο διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 258 της ΣΛΕΕ, ότι ένα κράτος μέλος δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του δυνάμει των Συνθηκών λόγω του γεγονότος ότι αναθέτουσα αρχή ή αναθέτων φορέας που ανήκει στο εν λόγω κράτος μέλος έχει αναθέσει τη σχετική σύμβαση παραχώρησης χωρίς να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του/της δυνάμει των Συνθηκών και της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 45

Παρακολούθηση και υποβολή εκθέσεων

1.   Για να εξασφαλίζεται ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τουλάχιστον τα καθήκοντα που ορίζονται στο παρόν άρθρο επιτελούνται από μία ή περισσότερες αρχές ή δομές. Κοινοποιούν στην Επιτροπή όλες τις σχετικές αρμόδιες αρχές ή δομές.

2.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι παρακολουθείται η εφαρμογή των κανόνων για την ανάθεση των συμβάσεων παραχώρησης. Όταν οι αρχές ή οι δομές παρακολούθησης εντοπίζουν συγκεκριμένες παραβιάσεις, όπως απάτη, διαφθορά, σύγκρουση συμφερόντων και άλλες σοβαρές παρατυπίες ή συστημικά προβλήματα, έχουν την εξουσία να υποδεικνύουν τις παραβιάσεις ή τα προβλήματα αυτά στις εθνικές αρχές λογιστικού ελέγχου, στα δικαστήρια ή σε άλλες αρμόδιες αρχές ή δομές, όπως είναι ο διαμεσολαβητής, τα εθνικά κοινοβούλια ή οι επιτροπές τους.

3.   Τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων παρακολούθησης σύμφωνα με την παράγραφο 2 τίθενται στη διάθεση του κοινού με τα κατάλληλα μέσα πληροφόρησης.

Η Επιτροπή δύναται, το πολύ ανά τριετία, να ζητεί από τα κράτη μέλη να της διαβιβάζουν έκθεση παρακολούθησης η οποία θα παρέχει επισκόπηση των συχνότερων περιπτώσεων πλημμελούς εφαρμογής των κανόνων ανάθεσης των συμβάσεων παραχώρησης, περιλαμβανομένων και των πιθανών διαρθρωτικών ή επαναλαμβανόμενων προβλημάτων στην εφαρμογή των κανόνων, πιθανών περιπτώσεων απάτης και άλλων παράνομων συμπεριφορών.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρέχονται δωρεάν οι πληροφορίες και η καθοδήγηση για την ερμηνεία και την εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης όσον αφορά την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης ώστε να βοηθήσουν τις αναθέτουσες αρχές και τους αναθέτοντες φορείς στην ορθή εφαρμογή των κανόνων της Ένωσης.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΔΗΓΙΩΝ 89/665/ΕΟΚ ΚΑΙ 92/13/ΕΟΚ

Άρθρο 46

Τροποποιήσεις της οδηγίας 89/665/ΕΟΚ

Η οδηγία 89/665/ΕΟΚ τροποποιείται ως ακολούθως:

1)

Το άρθρο 1 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις συμβάσεις οι οποίες αναφέρονται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (35), εκτός εάν οι εν λόγω συμβάσεις εξαιρούνται κατ’ εφαρμογή των άρθρων 7, 8, 9, 10, 11, 12,15,16, 17 και 37 της εν λόγω οδηγίας.

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης σε συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές οι οποίες αναφέρονται στην οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (36) εκτός εάν οι παραχωρήσεις αυτές εξαιρούνται σύμφωνα με τα άρθρα 10, 11, 12, 17 και 25 της εν λόγω οδηγίας.

Οι συμβάσεις κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας περιλαμβάνουν δημόσιες συμβάσεις, συμφωνίες-πλαίσια, συμβάσεις παραχώρησης έργων, συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών και δυναμικά συστήματα αγορών.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε, όσον αφορά τις συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ, οι αποφάσεις που λαμβάνουν οι αναθέτουσες αρχές να υπόκεινται στην άσκηση αποτελεσματικών και, ιδίως, όσο το δυνατόν ταχύτερων αναθεωρήσεων, υπό τις προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 2 έως 2στ της παρούσας οδηγίας, λόγω του ότι οι αποφάσεις αυτές παραβιάζουν την ενωσιακή νομοθεσία περί προμηθειών ή τους εθνικούς κανόνες μεταφοράς της εν λόγω νομοθεσίας.

2)

Το άρθρο 2α παράγραφος 2 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Δεν επιτρέπεται να συναφθεί σύμβαση κατόπιν αποφάσεως για την ανάθεση σύμβασης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ πριν από την εκπνοή προθεσμίας τουλάχιστον 10 ημερολογιακών ημερών από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία απεστάλη η απόφαση ανάθεσης στους ενδιαφερόμενους προσφέροντες και υποψηφίους, εφόσον χρησιμοποιούνται φαξ ή ηλεκτρονικά μέσα ή, εφόσον χρησιμοποιούνται άλλα μέσα επικοινωνίας, πριν από την εκπνοή προθεσμίας τουλάχιστον 15 ημερολογιακών ημερών από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία απεστάλη η απόφαση ανάθεσης στους ενδιαφερόμενους προσφέροντες και υποψηφίους ή τουλάχιστον 10 ημερολογιακών ημερών από την επομένη της ημερομηνίας παραλαβής της απόφασης ανάθεσης.»·

β)

το τέταρτο εδάφιο πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

σύνοψη των σχετικών λόγων όπως ορίζεται στο άρθρο 55 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 55 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας, ή στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 40 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/23/ΕΕ, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 40 παράγραφος 2 της οδηγίας αυτής και,».

3)

Στο άρθρο 2β γίνονται οι εξής τροποποιήσεις:

α)

στην πρώτη παράγραφο:

i)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«α)

αν η οδηγία 2014/24/ΕΕ ή, όπου χρειάζεται, η οδηγία 2014/23/ΕΕ δεν απαιτεί προηγούμενη δημοσίευση της προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης·»·

ii)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«γ)

εφόσον πρόκειται για συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνία-πλαίσιο, όπως προβλέπει το άρθρο 33 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ και εφόσον πρόκειται για συγκεκριμένη σύμβαση η οποία βασίζεται σε δυναμικό σύστημα αγορών όπως προβλέπει το άρθρο 34 της εν λόγω οδηγίας·»·

β)

στη δεύτερη παράγραφο, η πρώτη και η δεύτερη περίπτωση αντικαθίστανται ως εξής:

«—

συντρέχει παράβαση του στοιχείου γ) του άρθρου 33παράγραφος 4 ή του άρθρου 34 παράγραφος 6 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ, και,

εκτιμάται ότι η αξία της σύμβασης είναι ίση ή υπερβαίνει τα κατώτατα όρια του άρθρου 4 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ.»

4)

Στο άρθρο 2γ, η φράση «στην οδηγία 2004/18/ΕΚ» αντικαθίσταται από τη φράση «στην οδηγία 2014/24/ΕΕ ή στην οδηγία 2014/23/ΕΕ».

5)

Το άρθρο 2δ τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1,

i)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

εφόσον η αναθέτουσα αρχή έχει αναθέσει σύμβαση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς αυτό να επιτρέπεται σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ ή την οδηγία 2014/23/ΕΕ»·

ii)

στο στοιχείο β) η φράση «της οδηγίας 2004/18/ΕΚ» αντικαθίσταται από τη φράση «της οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ»·

β)

στην παράγραφο 4, η πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

η αναθέτουσα αρχή κρίνει ότι η ανάθεση σύμβασης χωρίς προηγούμενη δημοσίευση γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιτρέπεται σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ ή την οδηγία 2014/23/ΕΕ»·

γ)

στην παράγραφο 5, η πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

η αναθέτουσα αρχή θεωρεί ότι η ανάθεση σύμβασης είναι σύμφωνη με το στοιχείο γ) του άρθρου 33 παράγραφος 4 ή το άρθρο 34 παράγραφος 6 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ»·

6)

Το άρθρο 2στ παράγραφος 1 στοιχείο α) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«α)

πριν παρέλθουν τουλάχιστον 30 ημερολογιακές ημέρες από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία:

η αναθέτουσα αρχή δημοσίευσε απόφαση ανάθεσης σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 50 και 51 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή με τα άρθρα 31 και 32 της οδηγίας 2014/23/ΕΕ, εφόσον η δημοσίευση αυτή περιλαμβάνει αιτιολόγηση της απόφασης της αναθέτουσας αρχής / του αναθέτοντος φορέα να αναθέσει τη σύμβαση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή

η αναθέτουσα αρχή ενημέρωσε τους ενδιαφερόμενους προσφέροντες και υποψηφίους σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης, εφόσον οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν συνοπτική έκθεση των συναφών λόγων κατά το άρθρο 55 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ, με την επιφύλαξη του άρθρου 55 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας ή κατά το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 40 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/23/ΕΕ, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 40 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας. Η δυνατότητα αυτή ισχύει και στις περιπτώσεις της πρώτης παραγράφου του άρθρου 2β στοιχείο γ) της παρούσας οδηγίας·».

7)

Το άρθρο 3 παράγραφος1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή μπορεί να επικαλεσθεί τη διαδικασία των παραγράφων 2 έως 5 όταν, πριν από τη σύναψη σύμβασης, κρίνει ότι έχει διαπραχθεί σοβαρή παράβαση του ενωσιακού δικαίου για τις προμήθειες στο πλαίσιο διαδικασίας ανάθεσης σύμβασης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ».

Άρθρο 47

Τροποποιήσεις της οδηγίας 92/13/ΕΟΚ

Η οδηγία 92/13/ΕΟΚ τροποποιείται ως ακολούθως:

1)

Το άρθρο 1 παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε συμβάσεις που αναφέρονται στην οδηγία 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (37), εκτός αν οι συμβάσεις αυτές εξαιρούνται σύμφωνα με τα άρθρα 18 έως 24, 27 έως 30, 34 ή 55 της εν λόγω οδηγίας.

Οι συμβάσεις κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας περιλαμβάνουν τις συμβάσεις προμηθειών, έργων και υπηρεσιών, τις συμφωνίες-πλαίσιο και τα δυναμικά συστήματα αγορών.

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης σε συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτοντες φορείς οι οποίοι αναφέρονται στην οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (38), εκτός εάν οι συμβάσεις αυτές εξαιρούνται σύμφωνα με τα άρθρα 10, 12, 13, 14, 16, 17 και 25 της εν λόγω οδηγίας.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε, όσον αφορά τις συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/25/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ, οι αποφάσεις που λαμβάνουν οι αναθέτοντες φορείς να υπόκεινται στην άσκηση αποτελεσματικών και, ιδίως, όσο το δυνατόν ταχύτερων αναθεωρήσεων, υπό τις προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 2 έως 2στ της παρούσας οδηγίας, λόγω του ότι οι αποφάσεις αυτές παραβιάζουν την ενωσιακή νομοθεσία περί προμηθειών ή τους εθνικούς κανόνες μεταφοράς της εν λόγω νομοθεσίας.

2)

Το άρθρο 2α παράγραφος 2 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Δεν επιτρέπεται να συναφθεί σύμβαση κατόπιν αποφάσεως για την ανάθεση σύμβασης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/25/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ πριν από την εκπνοή προθεσμίας τουλάχιστον 10 ημερολογιακών ημερών από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία απεστάλη η απόφαση ανάθεσης στους ενδιαφερόμενους προσφέροντες και υποψηφίους, εφόσον χρησιμοποιούνται φαξ ή ηλεκτρονικά μέσα ή, εφόσον χρησιμοποιούνται άλλα μέσα επικοινωνίας, πριν από την εκπνοή προθεσμίας τουλάχιστον 15 ημερολογιακών ημερών από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία απεστάλη η απόφαση ανάθεσης στους ενδιαφερόμενους προσφέροντες και υποψηφίους ή τουλάχιστον 10 ημερολογιακών ημερών από την επομένη της ημερομηνίας παραλαβής της απόφασης ανάθεσης.»·

β)

στο τέταρτο εδάφιο, η πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

σύνοψη των σχετικών λόγων όπως ορίζεται στο άρθρο 75 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ με την επιφύλαξη του άρθρου 75 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας ή στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 40 παράγραφος1 της οδηγίας 2014/23/ΕΕ με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 40 παράγραφος 2 της ανωτέρω οδηγίας, και».

3)

Στο άρθρο 2β γίνονται οι εξής τροποποιήσεις:

α)

στην πρώτη παράγραφο:

i)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«α)

αν η οδηγία 2014/25/ΕΕ ή, όπου χρειάζεται, η οδηγία 2014/23/ΕΕ δεν απαιτεί προηγούμενη δημοσίευση της προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης»·

ii)

το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«γ)

εφόσον πρόκειται για συμβάσεις που βασίζονται σε δυναμικό σύστημα αγορών, όπως προβλέπεται από το άρθρο 52 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ»·

β)

στη δεύτερη παράγραφο, η πρώτη και η δεύτερη περίπτωση αντικαθίστανται ως εξής:

«—

συντρέχει παράβαση του άρθρου 52 παράγραφος 6 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ, και,

εκτιμάται ότι η αξία της σύμβασης ισούται προς ή υπερβαίνει τα κατώτατα όρια του άρθρου 15 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ».

4)

Στο άρθρο 2γ, η φράση «της οδηγίας 2004/17/ΕΚ» αντικαθίσταται από τη φράση «της οδηγίας 2014/25/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ».

5)

Το άρθρο 2δ τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1:

i)

το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

εφόσον ο αναθέτων φορέας έχει αναθέσει σύμβαση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς αυτό να επιτρέπεται σύμφωνα με την οδηγία 2014/25/ΕΕ ή την οδηγία 2014/23/ΕΕ»·

ii)

στο στοιχείο β), η φράση «της οδηγίας 2004/17/ΕΚ» αντικαθίσταται από τη φράση «της οδηγίας 2014/25/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ»·

β)

στην παράγραφο 4, η πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

ο αναθέτων φορέας κρίνει ότι η ανάθεση σύμβασης χωρίς προηγούμενη δημοσίευση γνωστοποίησης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι επιτρεπτή σύμφωνα με την οδηγία 2014/25/ΕΕ ή την οδηγία 2014/23/ΕΕ,»·

γ)

στην παράγραφο 5, η πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«—

η αναθέτουσα αρχή κρίνει ότι η ανάθεση μιας σύμβασης τηρεί το άρθρο 52 παράγραφος 6 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ,».

6)

Στο άρθρο 2στ παράγραφος 1, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το εξής κείμενο:

«α)

πριν παρέλθουν τουλάχιστον 30 ημερολογιακές ημέρες από την επομένη της ημερομηνίας κατά την οποία:

ο αναθέτων φορέας δημοσίευσε γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης σύμφωνα με τα άρθρα 70 και 71 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ ή με τα άρθρα 31 και 32 της οδηγίας 2014/23/ΕΕ, εφόσον η γνωστοποίηση αυτή περιλαμβάνει αιτιολόγηση της απόφασης του αναθέτοντος φορέα να αναθέσει τη σύμβαση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση γνωστοποίησης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή·

ο αναθέτων φορέας ενημέρωσε τους ενδιαφερόμενους προσφέροντες και υποψηφίους σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης, εφόσον οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν συνοπτική έκθεση των συναφών λόγων κατά το άρθρο 75 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ με την επιφύλαξη του άρθρου 75 παράγραφος 3 της ανωτέρω οδηγίας ή κατά το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 40 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/23/ΕΕ, με την επιφύλαξη του άρθρου 40 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας. Η δυνατότητα αυτή ισχύει και στις περιπτώσεις του στοιχείου γ) της πρώτης παραγράφου του άρθρου 2β της παρούσας οδηγίας·».

7)

Στο άρθρο 8, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή μπορεί να επικαλεστεί τη διαδικασία των παραγράφων 2 έως 5 όταν, πριν από τη σύναψη μιας σύμβασης, κρίνει ότι έχει διαπραχθεί σοβαρή παράβαση του ενωσιακού δικαίου για τις προμήθειες στο πλαίσιο διαδικασίας ανάθεσης σύμβασης παραχώρησης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2014/25/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ, ή όσον αφορά το άρθρο 26 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ για τους αναθέτοντες φορείς στους οποίους εφαρμόζεται αυτή η διάταξη».

ΤΙΤΛΟΣ V

ΑΝΑΤΙΘΕΜΕΝΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ, ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 48

Άσκηση της ανάθεσης εξουσιών

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η εξουσία για την έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων κατά το άρθρο 7 παράγραφος 3, το άρθρο 9 παράγραφος 4, το άρθρο 27 παράγραφος 2 και το άρθρο 30 παράγραφος4 δίδεται στην Επιτροπή για αόριστο χρόνο από τις 17 Απριλίου 2014.

3.   Η εξουσιοδότηση κατά το άρθρο 7 παράγραφος 3, το άρθρο 9 παράγραφος 4, το άρθρο 27 παράγραφος 2 και το άρθρο 30 παράγραφος 4 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Αμέσως μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που θεσπίζεται δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 3, του άρθρου 9 παράγραφος 4, του άρθρου 27 παράγραφος 2 και του άρθρου 30 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν διατυπωθούν ενστάσεις ούτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε από το Συμβούλιο εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να διατυπώσουν ενστάσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 49

Διαδικασία επείγοντος

1.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο τίθενται σε ισχύ αμελλητί και εφαρμόζονται επί όσο χρονικό διάστημα δεν προβάλλεται ένσταση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Στην κοινοποίηση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας επείγοντος.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δύνανται να προβάλλουν αντιρρήσεις έναντι κατ’ εξουσιοδότηση πράξης σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 5. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή καταργεί την πράξη χωρίς καθυστέρηση μετά την κοινοποίηση της απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου να εγείρει αντιρρήσεις.

Άρθρο 50

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από τη συμβουλευτική επιτροπή δημόσιων συμβάσεων, η οποία έχει συσταθεί με την απόφαση 71/306/ΕΟΚ του Συμβουλίου (39). Η εν λόγω επιτροπή είναι μια επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όταν γίνεται αναφορά στο παρόν άρθρο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 51

Μεταφορά

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία μέχρι τις 18 Απριλίου 2016. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

Τα μέτρα αυτά, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, παραπέμπουν στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την παραπομπή αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών μέτρων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 52

Μεταβατικές διατάξεις

Οι παραπομπές στο άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β) της οδηγίας 2004/17/ΕΚ και στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 1 και στον τίτλο III της οδηγίας 2004/18/ΕΚ θεωρούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 53

Παρακολούθηση και εκθέσεις

Η Επιτροπή επανεξετάζει τις οικονομικές επιπτώσεις που έχει στην εσωτερική αγορά η εφαρμογή των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 8, ιδίως όσον αφορά παράγοντες όπως η διασυνοριακή ανάθεση συμβάσεων και το κόστος των συναλλαγών, και υποβάλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έως τις 18 Απριλίου 2019. Η ορθότητα των κατώτατων ορίων θα εξεταστεί στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων δυνάμει της ΣΔΠ, λαμβάνοντας υπόψη τον αντίκτυπο του πληθωρισμού και του κόστους των συναλλαγών. Η Επιτροπή, εφόσον είναι εφικτό και σκόπιμο, θα εξετάσει τη δυνατότητα αύξησης των κατώτατων ορίων που εφαρμόζονται δυνάμει της ΣΔΠ, κατά τον προσεχή γύρο των διαπραγματεύσεων.

Σε περίπτωση οποιασδήποτε μεταβολής των εφαρμοστέων κατώτατων ορίων δυνάμει της ΣΔΠ, η έκθεση, εφόσον ενδείκνυται, συνοδεύεται από νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

Η Επιτροπή αξιολογεί επίσης τις οικονομικές επιπτώσεις στην εσωτερική αγορά των εξαιρέσεων που ορίζονται στο άρθρο 12, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαίτερες δομές του τομέα του ύδατος και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έως τις 18 Απριλίου 2019.

Η Επιτροπή επανεξετάζει τη λειτουργία της παρούσας οδηγίας και υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έως τις 18 Απριλίου 2021, και έκτοτε ανά πενταετία, βάσει των πληροφοριών που παρέχουν τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 45 παράγραφος 3.

Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τα αποτελέσματα των επανεξετάσεων που διεξάγονται σύμφωνα προς την τέταρτη παράγραφο.

Άρθρο 54

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις παραχώρησης που προκηρύχθηκαν ή ανατέθηκαν πριν από τις 17 Απριλίου 2014.

Άρθρο 55

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΫΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 191 της 29.6.2012, σ. 84.

(2)  ΕΕ C 391 της 18.12.2012, σ. 49.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 11ης Φεβρουαρίου 2014.

(4)  Οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114).

(5)  Οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 36).

(6)  Οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/55/ΕΚ (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 94).

(7)  Οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 55).

(8)  Οδηγία 97/67/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών (ΕΕ L 15 της 21.1.1998, σ. 14).

(9)  Οδηγία 94/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ής Μαΐου 1994 για τους όρους χορήγησης και χρήσης των αδειών αναζήτησης, εξερεύνησης και παραγωγής υδρογονανθράκων (ΕΕ L 164 της 30.6.1994, σ. 3).

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70 (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 1).

(11)  Οδηγία 2009/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης ορισμένων συμβάσεων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών που συνάπτονται από αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας καθώς και την τροποποίηση των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 216 της 20.8.2009, σ. 76).

(12)  Οδηγία 2013/34/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19).

(13)  Οδηγία 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις προμήθειες φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (βλέπε σελίδα 243 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(14)  Οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 1).

(15)  Οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (ΕΕ L 18 της 21.1.1997, σ. 1).

(16)  Οδηγία 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 21ης Δεκεμβρίου 1989 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων (ΕΕ L 395 της 30.12.1989, σ. 33).

(17)  Οδηγία 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 1992 για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων φορέων οι οποίοι λειτουργούν στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών (ΕΕ L 76 της 23.3.1992, σ. 14).

(18)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(19)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(20)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για τη θέσπιση μιας κοινής ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων (NUTS) (ΕΕ L 154 της 21.6.2003, σ. 1).

(21)  Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες (βλέπε σελίδα 65 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(22)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1008/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 2008, σχετικά με κοινούς κανόνες εκμετάλλευσης των αεροπορικών γραμμών στην Κοινότητα (ΕΕ L 293 της 31.10.2008, σ. 3).

(23)  Οδηγία 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

(24)  Οδηγία 77/249/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1977, περί διευκολύνσεως της πραγματικής ασκήσεως της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών από δικηγόρους (ΕΕ L 78 της 26.3.1977, σ. 17).

(25)  Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1).

(26)  Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία-πλαίσιο) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33).

(27)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2195/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Νοεμβρίου 2002 περί του κοινού λεξιλογίου για τις δημόσιες συμβάσεις (CPV) (ΕΕ L 340 της 16.12.2002, σ. 1).

(28)  Απόφαση-πλαίσιο 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2008, για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος (ΕΕ L 300 της 11.11.2008, σ. 42).

(29)  ΕΕ C 195 της 25.6.1997, σ. 1.

(30)  Απόφαση-πλαίσιο 2003/568/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα (ΕΕ L 192 της 31.7.2003, σ. 54).

(31)  ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 48.

(32)  Απόφαση-πλαίσιο 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 164 της 22.6.2002, σ. 3).

(33)  Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15).

(34)  Οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 101 της 15.4.2011, σ. 1).

(35)  Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 65).

(36)  Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 1)».

(37)  Οδηγία 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου, σχετικά με τις προμήθειες φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 243)

(38)  Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου, σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ L 94 της 28.3.2014, σ. 1)».

(39)  Απόφαση 71/306/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 26ης Ιουλίου 1971 περί συστάσεως συμβουλευτικής επιτροπής για τις Συμβάσεις Δημοσίων Έργων (ΕΕ L 185 της 16.8.1971, σ. 15).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΣΗΜΕΙΟ 7) ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5  (1)

NACE Αναθ. 1 (2)

Κωδικός CPV

ΤΙΤΛΟΣ ΣΤ

ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ

Τμήμα

Ομάδα

Κλάση

Περιγραφή

Σχόλια

45

 

 

Κατασκευές

Το τμήμα αυτό περιλαμβάνει:

— νέες κατασκευές, αποκατάσταση και συνήθεις επισκευές

45000000

 

45.1

 

Προετοιμασία εργοταξίου

 

45100000

 

 

45.11

Κατεδάφιση κτιρίων εκτέλεση χωματουργικών εργασιών

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

αποξήλωση ή κατεδάφιση κτιρίων και άλλων κατασκευών

εκκαθάριση εργοταξίων,

χωματουργικά έργα: εκσκαφές, επιχωματώσεις, επιπέδωση και ισοπέδωση εργοταξίων, εκσκαφή τάφρων, αφαίρεση βράχων, ανατινάξεις κ.λπ.

προπαρασκευή εργοταξίων ορυχείων

αφαίρεση υπερφορτίσεων και λοιπές εργασίες διαμόρφωσης και προετοιμασίας γηπέδων και χώρων εκμετάλλευσης ορυχείων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει επίσης:

αποστράγγιση εργοταξίων.

αποστράγγιση αγροτικών ή δασικών εκτάσεων.

45110000

 

 

45.12

Δοκιμαστικές γεωτρήσεις

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

δοκιμαστικές διατρήσεις και γεωτρήσεις καθώς και πυρηνοληψία για κατασκευαστικούς, γεωφυσικούς, γεωλογικούς ή συναφείς σκοπούς.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

γεώτρηση φρεατίων άντλησης πετρελαίου ή φυσικού αερίου, βλέπε 11.20.

γεώτρηση φρεατίων ύδατος, βλέπε 45.25,

διάνοιξη φρεατίων, βλέπε 45.25,

αναζήτηση κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, γεωφυσική, γεωλογική και σεισμική έρευνα, βλέπε 74.20.

45120000

 

45.2

 

Κατασκευή πλήρων κτιρίων και τεχνικών έργων ή μερών τους· έργα πολιτικού μηχανικού

 

45200000

 

 

45.21

Κατασκευή κτιρίων και τεχνικών έργων πολιτικού μηχανικού

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευή κάθε τύπου κτιρίων κατασκευή τεχνικών έργων πολιτικού μηχανικού,

γεφυρών (περιλαμβανομένων και των γεφυρών για υπερυψωμένους αυτοκινητόδρομους), κοιλαδογεφυρών, σηράγγων και υπογείων διαβάσεων,

αγωγών και γραμμών επικοινωνιών και παροχής ηλεκτρικού ρεύματος για μεγάλες αποστάσεις,

αγωγών και γραμμών επικοινωνιών και παροχής ηλεκτρικού ρεύματος για αστικά κέντρα,

βοηθητικών αστικών έργων,

συναρμολόγηση και ανέγερση προκατασκευασμένων κατασκευών στο εργοτάξιο

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

υπηρεσίες συναφείς με την άντληση πετρελαίου και φυσικού αερίου, βλέπε 11.20,

ανέγερση πλήρων προκατασκευασμένων κατασκευών από τμήματα ιδίας κατασκευής που δεν είναι από σκυρόδεμα, βλέπε τμήματα 20, 26 και 28,

κατασκευαστικά έργα (εκτός από κτίρια) σταδίων, κολυμβητηρίων, γυμναστηρίων, γηπέδων τένις, γηπέδων γκολφ και λοιπών αθλητικών εγκαταστάσεων, βλέπε 45.23,

εγκαταστάσεις παροχών σε κτίρια, βλέπε 45.3,

αποπεράτωση κτιρίων, βλέπε 45.4,

δραστηριότητες αρχιτέκτονος και πολιτικού μηχανικού, βλέπε 74.20,

διαχείριση κατασκευαστικών έργων, βλέπε 74.20.

45210000

εκτός:

– 45213316

45220000

45231000

45232000

 

 

45.22

Κατασκευή στεγών και δομικών σκελετών κτιρίων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευή στεγών,

τοποθέτηση επικαλύψεων,

στεγάνωση στεγών.

45261000

 

 

45.23

Κατασκευή αυτοκινητοδρόμων, οδών, αεροδρομίων και αθλητικών εγκαταστάσεων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευή αυτοκινητοδρόμων, οδών αστικού και υπεραστικού δικτύου, άλλων αμαξιτών οδών και πεζοδρόμων,

κατασκευή σιδηροδρομικών έργων,

κατασκευή διαδρόμων αεροδρομίων,

κατασκευαστικά έργα (εκτός από κτίρια) σταδίων, κολυμβητηρίων, γυμναστηρίων, γηπέδων τένις, γηπέδων γκολφ και λοιπών αθλητικών εγκαταστάσεων,

διαγράμμιση οδικών επιφανειών και χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

προκαταρκτικά χωματουργικά έργα, βλέπε 45.11.

45212212 και DA03

45230000

εκτός:

– 45231000

– 45232000

– 45234115

 

 

45.24

Κατασκευή υδραυλικών και λιμενικών έργων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευή: — υδάτινων οδών, λιμενικών και ποτάμιων έργων, λιμένων σκαφών αναψυχής (μαρίνες), κλεισιάδων κ.λπ.

φραγμάτων και αναχωμάτων,

βυθοκορήσεις,

υποβρύχια έργα.

45240000

 

 

45.25

Εκτέλεση λοιπών κατασκευαστικών εργασιών ειδικής φύσης

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευαστικές δραστηριότητες που εξειδικεύονται σε τομέα κοινό σε διάφορα είδη κατασκευών και απαιτούν ειδικευμένο προσωπικό ή εξοπλισμό,

κατασκευή θεμελιώσεων, περιλαμβανομένης και της έμπηξης πασσάλων,

γεώτρηση και κατασκευή φρεατίων ύδατος, εκσκαφή φρεάτων,

ανέγερση μη ιδιοκατασκευασμένων χαλύβδινων στοιχείων,

κάμψη χάλυβα,

οπτοπλινθοδομή και λιθοδομή,

ανέγερση και αποξήλωση ικριωμάτων και εξεδρών εργασίας, περιλαμβανομένης της εκμίσθωσης ικριωμάτων και εξεδρών εργασίας,

ανέγερση καπνοδόχων και βιομηχανικών κλιβάνων.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

εκμίσθωση ικριωμάτων χωρίς την ανέγερση και την αποξήλωσή τους, βλέπε 71.32

45250000

45262000

 

45.3

 

Εγκαταστάσεις παροχών σε κτίρια

 

45300000

 

 

45.31

Καλωδιώσεις και ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

— εγκατάσταση σε κτίρια και άλλες κατασκευές:

ηλεκτρικών καλωδιώσεων και εξαρτημάτων,

συστημάτων τηλεπικοινωνίας,

ηλεκτρικών εγκαταστάσεων θέρμανσης,

οικιακών κεραιών και σηματοληπτών,

συστημάτων συναγερμού πυρκαγιάς,

συστημάτων αντιδιαρρηκτικού συναγερμού,

ανελκυστήρων και κυλιομένων,

κλιμάκων αλεξικέραυνων κ.λπ.

45213316

45310000

εκτός:

– 45316000

 

 

45.32

Μονώσεις

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εργασίες θερμομόνωσης, ηχομόνωσης ή μόνωσης κατά των δονήσεων σε κτίρια ή άλλα κατασκευαστικά έργα.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

στεγανοποίηση, βλέπε 45.22.

45320000

 

 

45.33

Υδραυλικές εγκαταστάσεις

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εγκατάσταση σε κτίρια και άλλες κατασκευές:

υδραυλικού εξοπλισμού και ειδών υγιεινής,

εγκαταστάσεων φυσικού αερίου,

εξοπλισμού και αγωγών θέρμανσης, εξαερισμού, ψύξης ή κλιματισμού,

συστημάτων καταιονισμού (σπρίνκλερ).

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

εγκατάσταση ηλεκτρικών εγκαταστάσεων θέρμανσης, βλέπε 45.31.

45330000

 

 

45.34

Λοιπές εγκαταστάσεις παροχών σε κτίρια

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εγκατάσταση συστημάτων φωτισμού και σηματοδότησης οδών, σιδηροδρόμων, αεροδρομίων και λιμένων,

εγκατάσταση σε κτίρια ή άλλες κατασκευές εξαρτημάτων και μόνιμων προσαρτημάτων που δεν κατατάσσονται αλλού.

45234115

45316000

45340000

 

45.4

 

Αποπεράτωση κτιρίων

 

45400000

 

 

45.41

Επιχρίσεις κονιαμάτων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

επίχριση σε κτίρια ή άλλες κατασκευές εσωτερικών και εξωτερικών γυψοκονιαμάτων ή γυψομαρμαροκονιαμάτων (στόκου), περιλαμβανομένων και των λεπτών πήχεων που χρησιμοποιούνται ως βάση για το κονίαμα.

45410000

 

 

45.42

Λεπτοξυλουργικές εργασίες

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

τοποθέτηση μη ιδιοκατασκευασμένων θυρών, παραθύρων, πλαισίων για θύρες και παράθυρα, εξοπλισμένων κουζινών, κλιμακοστασίων, εξοπλισμού καταστημάτων και συναφών ειδών, από ξύλο ή άλλα υλικά,

εσωτερικά τελειώματα όπως οροφές, ξύλινες επενδύσεις τοίχων, κινητά χωρίσματα κ.λπ.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

διάστρωση παρκέτων και άλλων ξύλινων επενδύσεων δαπέδων, βλέπε 45.43.

45420000

 

 

45.43

Επενδύσεις δαπέδων και τοίχων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

διάστρωση, πλακόστρωση, ανάρτηση ή τοποθέτηση σε κτίρια και άλλες κατασκευές:

επενδύσεων τοίχων ή τοποθέτηση κεραμικών, τσιμεντένιων ή λιθολαξευτών πλακιδίων τοίχου ή δαπέδου,

παρκέτων και άλλων ξύλινων επενδύσεων δαπέδων, ταπήτων και επενδύσεων δαπέδων από λινοτάπητες,

περιλαμβανομένων αυτών από ελαστικό ή πλαστικές ύλες,

επενδύσεων δαπέδων ή τοίχων από μωσαϊκό, μάρμαρο, γρανίτη ή σχιστόλιθο,

χάρτινων ταπετσαριών τοίχου.

45430000

 

 

45.44

Χρωματισμοί και τοποθέτηση υαλοπινάκων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εσωτερικούς και εξωτερικούς χρωματισμούς κτιρίων,

χρωματισμούς έργων πολιτικού μηχανικού,

τοποθέτηση υαλοπινάκων, καθρεπτών κ.λπ.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

τοποθέτηση παραθύρων, βλέπε 45.42,

45440000

 

 

45.45

Λοιπές εργασίες αποπεράτωσης κτιρίων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εγκατάσταση ιδιωτικών κολυμβητηρίων,

ατμοκαθαρισμό, καθαρισμό με αμμορριπή και συναφείς δραστηριότητες για τις εξωτερικές επιφάνειες κτιρίων,

λοιπές εργασίες αποπεράτωσης κτιρίων και τελειωμάτων π.δ.κ.α.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

εσωτερικό καθαρισμό κτιρίων και λοιπών κατασκευών, βλέπε 74.70.

45212212 και DA04

45450000

 

45.5

 

Εκμίσθωση εξοπλισμού κατασκευών ή κατεδαφίσεων, μαζί με το χειριστή

 

45500000

 

 

45.50

Εκμίσθωση εξοπλισμού κατασκευών ή κατεδαφίσεων, μαζί με τον χειριστή

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

εκμίσθωση μηχανημάτων και εξοπλισμού κατασκευών και κατεδαφίσεων χωρίς χειριστή, βλέπε 71.32.

45500000


(1)  Σε περίπτωση διισταμένων ερμηνειών μεταξύ CPV και NACE, εφαρμόζεται η ονοματολογία CPV.

(2)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3037/90 του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 1990, για τη στατιστική ονοματολογία των οικονομικών δραστηριοτήτων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΕ L 293 της 24.10.1990, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΑΣΚΟΥΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΑΝΑΘΕΤΟΝΤΕΣ ΦΟΡΕΙΣ ΟΠΩΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 7

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας που διέπουν τις συμβάσεις παραχώρησης που ανατίθενται από αναθέτοντες φορείς εφαρμόζονται στις ακόλουθες δραστηριότητες:

1.

Όσον αφορά το αέριο και τη θερμότητα:

α)

διάθεση ή εκμετάλλευση σταθερών δικτύων σχεδιασμένων για να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής αερίου ή θερμότητας·

β)

τροφοδότηση των εν λόγω σταθερών δικτύων με αέριο ή θερμότητα.

Η τροφοδότηση με αέριο ή θερμότητα σταθερών δικτύων που προορίζονται να παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό από αναθέτοντα φορέα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), δεν θεωρείται δραστηριότητα κατά την έννοια της παραγράφου 1, όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η παραγωγή αερίου ή θερμότητας από τον συγκεκριμένο αναθέτοντα φορέα αποτελεί αναπόφευκτο αποτέλεσμα της άσκησης δραστηριότητας άλλης από εκείνες που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο ή στις παραγράφους 2 έως 3 του παρόντος παραρτήματος,

ii)

η τροφοδότηση του δημόσιου δικτύου αποβλέπει μόνο στην οικονομική εκμετάλλευση της παραγωγής αυτής και αντιστοιχεί το πολύ στο 20 % του κύκλου εργασιών του αναθέτοντος φορέα, με βάση το μέσο όρο των τριών τελευταίων ετών, συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος έτους.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η «παροχή» περιλαμβάνει την παραγωγή, τη χονδρική καθώς και τη λιανική πώληση φυσικού αερίου. Ωστόσο η παραγωγή φυσικού αερίου με τη μορφή εξόρυξης υπόκειται στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 4 του παρόντος παραρτήματος.

2.

Όσον αφορά την ηλεκτρική ενέργεια:

α)

διάθεση ή εκμετάλλευση σταθερών δικτύων σχεδιασμένων για να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής ηλεκτρικής ενέργειας·

β)

τροφοδότηση των εν λόγω σταθερών δικτύων με ηλεκτρική ενέργεια.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, η τροφοδότηση με ηλεκτρισμό περιλαμβάνει την παραγωγή, τη χονδρική και τη λιανική πώληση ηλεκτρικής ενέργειας.

Η τροφοδότηση με ηλεκτρική ενέργεια δικτύων που προορίζονται να παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό από αναθέτοντα φορέα κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο β) και γ), δεν θεωρείται δραστηριότητα κατά την έννοια της παραγράφου 1, όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον συγκεκριμένο αναθέτοντα φορέα γίνεται διότι η κατανάλωσή του είναι αναγκαία για την άσκηση δραστηριότητας άλλης από εκείνες που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο ή στις παραγράφους 1 και 3 του παρόντος παραρτήματος·

β)

η τροφοδότηση του δημόσιου δικτύου εξαρτάται μόνον από την ιδιοκατανάλωση του συγκεκριμένου αναθέτοντος φορέα και δεν υπερβαίνει το 30 % της συνολικής παραγωγής ενέργειας του φορέα, με βάση τον μέσο όρο των τριών τελευταίων ετών, συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος έτους.

3.

Δραστηριότητες που σχετίζονται με την παροχή ή την εκμετάλλευση δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό στους τομείς των μεταφορών με σιδηρόδρομο, αυτόματα συστήματα, τραμ, τρόλεϊ, λεωφορεία ή οχήματα συρόμενα με καλώδιο.

Όσον αφορά τις υπηρεσίες μεταφορών, θεωρείται ότι υφίσταται δίκτυο όταν η υπηρεσία παρέχεται με τους όρους που ορίζονται από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους, όπως εκείνοι που αφορούν τις ακολουθητέες διαδρομές, τη διαθέσιμη μεταφορική ικανότητα ή τη συχνότητα παροχής της υπηρεσίας.

4.

Δραστηριότητες εκμετάλλευσης μιας γεωγραφικής περιοχής με σκοπό την παροχή υπηρεσιών αερολιμένων, θαλάσσιων λιμένων ή λιμένων εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή άλλων τερματικών σταθμών μεταφορικών μέσων, σε αεροπορικούς, θαλάσσιους ή ποτάμιους μεταφορείς.

5.

Δραστηριότητες που σχετίζονται με την παροχή:

α)

τις ταχυδρομικές υπηρεσίες·

β)

άλλων υπηρεσιών πλην των ταχυδρομικών, εφόσον οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται από φορέα ο οποίος παρέχει επίσης ταχυδρομικές υπηρεσίες κατά την έννοια του σημείου ii) του δευτέρου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, και εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ, όσον αφορά τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο σημείο ii) του δεύτερου εδαφίου.

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και με την επιφύλαξη της οδηγίας 97/67/ΕΚ, νοούνται ως:

i)

«ταχυδρομικό αντικείμενο»: αντικείμενο με συγκεκριμένο παραλήπτη, αποστελλόμενο υπό την τελική του μορφή, ανεξάρτητα από το βάρος του. Τα αντικείμενα αυτά περιλαμβάνουν, πέραν των αντικειμένων αλληλογραφίας π.χ. βιβλία, καταλόγους, εφημερίδες, περιοδικά και ταχυδρομικά δέματα που περιέχουν αντικείμενα με ή χωρίς εμπορική αξία, ανεξάρτητα από το βάρος τους,

ii)

«ταχυδρομικές υπηρεσίες»: υπηρεσίες που συνίστανται στη συλλογή, διαλογή, μεταφορά και διανομή ταχυδρομικών αντικειμένων. Σε αυτές περιλαμβάνονται τόσο οι υπηρεσίες που εμπίπτουν όσο και αυτές που δεν εμπίπτουν στο αντικείμενο της καθολικής υπηρεσίες που ορίζεται σύμφωνα με την οδηγία 97/67/ΕΚ,

iii)

«άλλες υπηρεσίες πλην των ταχυδρομικών»: υπηρεσίες παρεχόμενες στους εξής τομείς:

υπηρεσίες διαχείρισης της αλληλογραφίας (τόσο προγενέστερες όσο και μεταγενέστερες της αποστολής, συμπεριλαμβανομένων των «mailroom management services»),

υπηρεσίες συνδεόμενες με ταχυδρομικά αντικείμενα που δεν περιλαμβάνονται στο στοιχείο α), όπως το διαφημιστικό ταχυδρομείο χωρίς συγκεκριμένο παραλήπτη,

6.

Δραστηριότητες που συνδέονται με την εκμετάλλευση γεωγραφικής περιοχής με σκοπό:

α)

την εξόρυξη πετρελαίου ή αερίου·

β)

την αναζήτηση, ή την εξόρυξη άνθρακα ή άλλων στερεών καυσίμων.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 7 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΣΤΟΙΧΕΙΟ Β)

Δικαιώματα που έχουν εκχωρηθεί μέσω διαδικασίας στην οποία έχει διασφαλιστεί επαρκής δημοσιότητα και όπου η εκχώρηση των εν λόγω δικαιωμάτων βασίστηκε σε αντικειμενικά κριτήρια δεν συνιστούν «ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα» κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας. Ακολουθεί ένας κατάλογος με διαδικασίες που διασφαλίζουν ικανοποιητική εκ των προτέρων διαφάνεια για τη χορήγηση εξουσιοδοτήσεων με βάση άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης που δεν συνιστούν «ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα» υπό την έννοια της παρούσας οδηγίας:

α)

Χορήγηση εξουσιοδότησης για την εκμετάλλευση εγκαταστάσεων φυσικού αερίου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ.

β)

Εξουσιοδότηση ή πρόσκληση υποβολής προσφορών για την κατασκευή νέων εγκαταστάσεων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με την οδηγία 2009/72/ΕΚ.

γ)

Χορήγηση εξουσιοδότησης σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 9 της οδηγίας 97/67/ΕΚ για τις εξουσιοδοτήσεις που αφορούν ταχυδρομικές υπηρεσίες που δεν ανατίθενται ή δεν πρόκειται να ανατεθούν κατ’ αποκλειστικότητα.

δ)

Διαδικασία για τη χορήγηση εξουσιοδότησης για την εκτέλεση δραστηριότητας που περιλαμβάνει την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων σύμφωνα με την οδηγία 94/22/ΕΚ.

ε)

Δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών υπό την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 για την παροχή υπηρεσιών δημόσιων επιβατικών μεταφορών με λεωφορείο, τραμ, σιδηρόδρομο ή μετρό που έχουν ανατεθεί με διαδικασία διαγωνισμού σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3, υπό τον όρο ότι η διάρκειά τους είναι σύμφωνη με το άρθρο 4 παράγραφοι 3 ή 4 του ανωτέρω κανονισμού.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 19

Περιγραφή

Κωδικός CPV

79611000-0; 75200000-8; 75231200-6; 75231240-8; 79622000-0 [Υπηρεσίες διάθεσης προσωπικού οικιακών βοηθών]· 79624000-4 [Υπηρεσίες διάθεσης νοσηλευτικού προσωπικού] και 79625000-1 [Υπηρεσίες διάθεσης ιατρικού προσωπικού] από 85000000-9 έως 85323000-9· 85143000-3

98133100-5, 98133000-4 και 98200000-5 και 98500000-8 [Νοικοκυριά που απασχολούν οικιακό βοηθητικό προσωπικό] και 98513000-2 έως 98514000-9 [υπηρεσίες ανθρώπινου δυναμικού για οικιακές εργασίες, υπηρεσίες πρακτορείων διάθεσης εργατικού δυναμικού για οικιακές εργασίες, υπηρεσίες υπαλληλικού προσωπικού γραφείων για οικιακές εργασίες, προσωρινό προσωπικό για οικιακές εργασίες, υπηρεσίες οικιακής βοήθειας και οικιακές υπηρεσίες],

Κοινωνικές, υγειονομικές και συναφείς υπηρεσίες

85321000-5 και 85322000-2, 75000000-6 [Υπηρεσίες δημόσιας διοίκησης, άμυνας και κοινωνικής ασφάλισης], 75121000-0, 75122000-7, 75124000-1· από 79995000-5 έως 79995200-7· από 80000000-4 Υπηρεσίες εκπαίδευσης και επιμόρφωσης έως 80660000-8· από 92000000-1 έως 92342200-2· από 92360000-2 έως 92700000-8·

79950000-8 [Υπηρεσίες διοργάνωσης εκθέσεων και συνεδρίων], 79951000-5 [Υπηρεσίες οργάνωσης σεμιναρίων], 79952000-2 [Υπηρεσίες εκδηλώσεων], 79952100-3 [Υπηρεσίες οργάνωσης πολιτιστικών εκδηλώσεων], 79953000-9 [Υπηρεσίες οργάνωσης φεστιβάλ], 79954000-6 [Υπηρεσίες οργάνωσης πάρτι], 79955000-3 [Υπηρεσίες οργάνωσης επιδείξεων μόδας], 79956000-0 [Υπηρεσίες οργάνωσης εμπορικών εκθέσεων και εκθέσεων]

Διοικητικές, κοινωνικές, εκπαιδευτικές, υγειονομικές και πολιτιστικές υπηρεσίες

75300000-9

Υπηρεσίες υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης (1)

75310000-2, 75311000-9, 75312000-6,

75313000-3, 75313100-4, 75314000-0,

75320000-5, 75330000-8, 75340000-1

Υπηρεσίες παροχής επιδομάτων

98000000-3, 98120000-0, 98132000-7, 98133110-8 και 98130000-3

Λοιπές κοινοτικές, κοινωνικές και ατομικές υπηρεσίες, περιλαμβανομένων υπηρεσιών παρεχόμενων από συνδικαλιστικές οργανώσεις, πολιτικές οργανώσεις, ενώσεις νέων και λοιπές υπηρεσίες συλλογικών οργανώσεων

98131000-0

Θρησκευτικές υπηρεσίες

55100000-1 έως 55410000-7· 55521000-8 έως 55521200-0

[55521000-8 Υπηρεσίες τροφοδοσίας ιδιωτικών οικιών με έτοιμα φαγητά, 55521100-9

Υπηρεσίες παροχής γευμάτων κατ’ οίκον από την κοινωνική πρόνοια, 55521200-0 Υπηρεσίες παράδοσης γευμάτων].

55520000-1 Υπηρεσίες τροφοδοσίας, 55522000-5 Υπηρεσίες τροφοδοσίας εταιρειών μεταφορών με έτοιμα γεύματα, 55523000-2 Υπηρεσίες τροφοδοσίας άλλων επιχειρήσεων ή ιδρυμάτων με έτοιμα γεύματα, 55524000-9 Υπηρεσίες τροφοδοσίας σχολείων με έτοιμα γεύματα

55510000-8 Υπηρεσίες καντίνας, 55511000-5 Υπηρεσίες καντίνας και άλλες υπηρεσίες καφετέριας περιορισμένης πελατείας, 55512000-2 Υπηρεσίες διαχείρισης καντίνας, 55523100-3 Υπηρεσίες σχολικών γευμάτων

Υπηρεσίες ξενοδοχείων και εστιατορίων

79100000-5 έως 79140000-7· 75231100-5,

Νομικές υπηρεσίες στον βαθμό που δεν αποκλείονται βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 8 στοιχείο δ)

75100000-7 έως 75120000-3· 75123000-4, 75125000-8 έως 75131000-3

Λοιπές διοικητικές και κρατικές υπηρεσίες

75200000-8 έως 75231000-4

Παροχή υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο

75231210-9 έως 75231230-5· 75240000-0 έως 75252000-7, 794300000-7, 98113100-9

Υπηρεσίες φυλακών, δημόσιας ασφαλείας και διάσωσης, στο βαθμό που δεν αποκλείονται, βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 8 στοιχείο ζ)

79700000-1 έως 79721000-4 [Υπηρεσίες ερευνών και ασφαλείας, Υπηρεσίες ασφαλείας, Υπηρεσίες παρακολούθησης συστημάτων συναγερμού, Υπηρεσίες φύλαξης, Υπηρεσίες επιτήρησης, Υπηρεσίες συστήματος ανίχνευσης, Υπηρεσίες ανεύρεσης φυγόδικων, Υπηρεσίες περιπόλου, Υπηρεσίες παράδοσης υπηρεσιακού διακριτικού σήματος, Ανακριτικές υπηρεσίες και Υπηρεσίες γραφείου ιδιωτικής αστυνομίας]

79722000-1[Υπηρεσίες γραφολογίας], 79723000-8 [Υπηρεσίες ανάλυσης απορριμμάτων]

Υπηρεσίες ερευνών και ασφαλείας

64000000-6 [Υπηρεσίες ταχυδρομείων και τηλεπικοινωνιών], 64100000-7 [Υπηρεσίες κρατικών και ιδιωτικών ταχυδρομείων], 64110000-0 [Ταχυδρομικές υπηρεσίες], 64111000-7 [Ταχυδρομικές υπηρεσίες που αφορούν εφημερίδες και περιοδικά], 64112000-4 Ταχυδρομικές υπηρεσίες που αφορούν επιστολές], 64113000-1 [Ταχυδρομικές υπηρεσίες που αφορούν δέματα], 64114000-8 [Ταχυδρομικές υπηρεσίες συναλλαγής με το κοινό], 64115000-5 [Υπηρεσίες ενοικίασης ταχυδρομικών θυρίδων], 64116000-2 [Υπηρεσίες ποστ ρεστάντ], 64122000-7 [Υπηρεσίες ενδοϋπηρεσιακής αλληλογραφίας και ταχυδρόμησης]

Ταχυδρομικές υπηρεσίες

50116510-9 [Υπηρεσίες αναγόμωσης ελαστικών], 71550000-8 [Υπηρεσίες σιδηρουργού]

Διάφορες υπηρεσίες

98900000-2 [Παροχή υπηρεσιών από οργανισμούς και φορείς εκτός επικράτειας] και 98910000-5 [Παροχή ειδικών υπηρεσιών προς διεθνείς οργανισμούς και φορείς]

Διεθνείς υπηρεσίες


(1)  Οι υπηρεσίες αυτές δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία εάν παρέχονται ως μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος. Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να οργανώνουν την παροχή υποχρεωτικών κοινωνικών υπηρεσιών ή άλλων υπηρεσιών ως υπηρεσιών γενικού συμφέροντος ή ως μη οικονομικών υπηρεσιών γενικού συμφέροντος.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 31

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Είδος αναθέτουσας αρχής ή αναθέτοντος φορέα και κύρια δραστηριότητα που ασκεί.

3.

Εάν οι αιτήσεις πρόκειται να περιλαμβάνουν προσφορές, ηλεκτρονική διεύθυνση ή διεύθυνση διαδικτύου στην οποία θα διατίθεται δωρεάν απεριόριστη και πλήρης άμεση πρόσβαση στα έγγραφα της παραχώρησης. Όταν δεν διατίθεται δωρεάν απεριόριστη και πλήρης άμεση πρόσβαση στις περιπτώσεις που εκτίθενται στο άρθρο 34 παράγραφος 2 διευκρινίζεται ο τρόπος απόκτησης πρόσβασης στα σχετικά με την προμήθεια έγγραφα.

4.

Περιγραφή της παραχώρησης: φύση και έκταση των έργων ή των υπηρεσιών, φύση και εύρος των υπηρεσιών, τάξη μεγέθους ή ενδεικτική αξία και όπου είναι δυνατό, διάρκεια της σύμβασης. Εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε τμήματα, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε τμήμα. Εάν συντρέχει περίπτωση, περιγραφή τυχόν επιλογών.

5.

Κωδικοί CPV. Εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε τμήματα, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε τμήμα.

6.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παροχής σε περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών· εάν η σύμβαση παραχώρησης υποδιαιρείται σε τμήματα, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε τμήμα.

7.

Οι προϋποθέσεις συμμετοχής, στις οποίες περιλαμβάνονται:

α)

εάν συντρέχει περίπτωση, ένδειξη ότι πρόκειται για σύμβαση παραχώρησης που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεσθεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευμένων θέσεων εργασίας·

β)

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση του κατά πόσον η παροχή της υπηρεσίας αφορά αποκλειστικά, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία· παραπομπή στη σχετική νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη·

γ)

κατάλογος και σύντομη περιγραφή των κριτηρίων επιλογής, εφόσον συντρέχει περίπτωση· τα ελάχιστα επίπεδα των προτύπων που ενδέχεται να απαιτούνται· διευκρίνιση των απαιτούμενων πληροφοριών (υπεύθυνες δηλώσεις, τεκμηρίωση).

8.

Προθεσμία για την υποβολή αιτήσεων ή την παραλαβή των προσφορών.

9.

Κριτήρια που θα εφαρμοσθούν στην ανάθεση της παραχώρησης εάν δεν περιλαμβάνονται σε άλλα έγγραφα της παραχώρησης.

10.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης.

11.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Ακριβείς πληροφορίες σχετικά με τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, ενδεχομένως, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμός τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας καθώς και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται αυτές οι πληροφορίες.

12.

Κατά περίπτωση, ειδικοί όροι στους οποίους υπόκειται η εκτέλεση της σύμβασης ή των συμβάσεων παραχώρησης.

13.

Διεύθυνση στην οποία διαβιβάζονται οι αιτήσεις ή οι προσφορές.

14.

Κατά περίπτωση, αναφορά των απαιτήσεων και των όρων που συνδέονται με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας.

15.

Πληροφορίες σχετικά με το αν η σύμβαση παραχώρησης σχετίζεται με έργο ή/και πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από πόρους της Ένωσης.

16.

Για τις παραχωρήσεις έργων, αναφέρεται αν η παραχώρηση καλύπτεται από την ΣΔΠ.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΕΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 31 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Εάν συντρέχει περίπτωση, ηλεκτρονική διεύθυνση ή διεύθυνση διαδικτύου στην οποία διατίθενται οι προδιαγραφές και τα υποστηρικτικά έγγραφα.

3.

Τύπος αναθέτουσας αρχής ή αναθέτοντος φορέα και κύρια δραστηριότητα που ασκεί.

4.

Κωδικοί CPV· εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε τμήματα, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε τμήμα.

5.

Κωδικός NUTS για το κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης των συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών.

6.

Περιγραφή των υπηρεσιών, ενδεικτική τάξη μεγέθους ή αξίας.

7.

Προϋποθέσεις συμμετοχής.

8.

Κατά περίπτωση, προθεσμία(-ες) επικοινωνίας με την αναθέτουσα αρχή ή τον αναθέτοντα φορέα σχετικά με τη συμμετοχή.

9.

Κατά περίπτωση, σύντομη περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών της διαδικασίας ανάθεσης που πρόκειται να εφαρμοστεί.

10.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 32

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, και κατά περίπτωση, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Είδος αναθέτουσας αρχής ή αναθέτοντος φορέα και κύρια δραστηριότητα που ασκεί.

3.

Κωδικοί CPV.

4.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παροχής σε περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών·

5.

Περιγραφή της παραχώρησης: φύση και έκταση των έργων, φύση και έκταση των υπηρεσιών, διάρκεια της σύμβασης.. Εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε τμήματα, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε τμήμα. Εάν συντρέχει περίπτωση, περιγραφή τυχόν επιλογών.

6.

Περιγραφή της χρησιμοποιηθείσας διαδικασίας ανάθεσης, στην περίπτωση ανάθεσης χωρίς προηγούμενη δημοσίευση, και αιτιολόγηση.

7.

Κριτήρια, προβλεπόμενα στο άρθρο 41, που χρησιμοποιήθηκαν για την ανάθεση της σύμβασης ή των συμβάσεων παραχώρησης.

8.

Ημερομηνία της απόφασης ή των αποφάσεων ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης·

9.

Αριθμός των προσφορών που ελήφθησαν για κάθε ανάθεση, στον οποίο περιλαμβάνεται:

α)

ο αριθμός των προσφορών που ελήφθησαν από οικονομικούς φορείς που είναι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις·

β)

ο αριθμός των προσφορών που ελήφθησαν από το εξωτερικό·

γ)

ο αριθμός των προσφορών που ελήφθησαν ηλεκτρονικά.

10.

Για κάθε ανάθεση, επωνυμία, διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS και κατά περίπτωση, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναδόχου ή των αναδόχων, συμπεριλαμβανομένων

α)

πληροφοριών σχετικά με το εάν ο ανάδοχος είναι μικρομεσαία επιχείρηση,

β)

πληροφοριών σχετικά με το εάν η σύμβαση παραχώρησης ανατέθηκε σε κοινοπραξία.

11.

Αξία και κύριοι οικονομικοί όροι της ανατιθέμενης σύμβασης παραχώρησης, περιλαμβανομένων

α)

των αμοιβών, των τιμών και των ενδεχόμενων προστίμων

β)

των ενδεχόμενων βραβείων και ποσών

γ)

των τυχόν άλλων λεπτομερειών που αφορούν την αξία της παραχώρησης όπως ορίζεται στο άρθρο 8 παράγραφος 3.

12.

Πληροφορίες σχετικά με το αν η σύμβαση παραχώρησης σχετίζεται με έργο ή/και πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

13.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Διευκρινίσεις όσον αφορά την προθεσμία υποβολής των προσφυγών ή, ενδεχομένως, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμός τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας καθώς και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται αυτές οι πληροφορίες.

14.

Ημερομηνία(-ες) και παραπομπή(-ές) σε προηγούμενες δημοσιεύσεις στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη σύμβαση ή τις συμβάσεις παραχώρησης που δημοσιοποιούνται στην παρούσα γνωστοποίηση.

15.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης.

16.

Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της παραχώρησης, εφόσον δεν προσδιορίζεται σε άλλα έγγραφα παραχώρησης, σύμφωνα με το άρθρο 8.

17.

Ενδεχομένως, άλλα πληροφοριακά στοιχεία.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 32

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, και κατά περίπτωση, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Είδος αναθέτουσας αρχής ή αναθέτοντος φορέα και κύρια δραστηριότητα που ασκεί.

3.

Κωδικοί CPV. Εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε τμήματα, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε τμήμα.

4.

Συνοπτική περιγραφή του αντικειμένου της παραχώρησης.

5.

Αριθμός προσφορών που ελήφθησαν.

6.

Αξία της επιλεγείσας προσφοράς, συμπεριλαμβανομένων των αμοιβών και των τιμών.

7.

Επωνυμία, διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του επιτυχόντος οικονομικού φορέα ή των επιτυχόντων οικονομικών φορέων.

8.

Ενδεχομένως, άλλα πληροφοριακά στοιχεία.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

1.   Δημοσίευση των προκηρύξεων και γνωστοποιήσεων

Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 31 και 32 πρέπει να αποστέλλονται από τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να δημοσιεύονται σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:

Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 31 και 32 δημοσιεύονται από την Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Η Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης χορηγεί στην αναθέτουσα αρχή ή στον αναθέτοντα φορέα τη βεβαίωση που αναφέρεται στο άρθρο 33 παράγραφος 2.

2.   Μορφή και λεπτομέρειες σχετικά με την ηλεκτρονική διαβίβαση των προκηρύξεων

Η μορφή και οι λεπτομέρειες διαβίβασης των προκηρύξεων με ηλεκτρονικά μέσα που έχουν θεσπιστεί από την Επιτροπή είναι διαθέσιμες στην ακόλουθη διεύθυνση διαδικτύου «http://simap.europa.eu».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 30 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

 

Σύμβαση ΔΟΕ 87 περί συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας συνδικαλιστικού δικαιώματος,

 

Σύμβαση ΔΟΕ 98 περί συνδικαλιστικού δικαιώματος και συλλογικών διαπραγματεύσεων,

 

Σύμβαση ΔΟΕ 29 σχετικά με την αναγκαστική εργασία,

 

Σύμβαση ΔΟΕ 105 σχετικά με την κατάργηση της αναγκαστικής εργασίας,

 

Σύμβαση ΔΟΕ 138 για την ελάχιστη ηλικία απασχόλησης,

 

Σύμβαση ΔΟΕ 111 για την εισαγωγή διακρίσεων (εργασία και απασχόληση),

 

Σύμβαση ΔΟΕ 100 σχετικά με την ίση αμοιβή,

 

Σύμβαση ΔΟΕ 182 σχετικά με τις χειρότερες μορφές παιδικής εργασίας,

 

Σύμβαση της Βιέννης για την προστασία της στιβάδας του όζοντος και πρωτόκολλο του Μόντρεαλ για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος,

 

Σύμβαση της Βασιλείας για τον έλεγχο της διασυνοριακής διακίνησης επικίνδυνων αποβλήτων και της διάθεσής τους (σύμβαση της Βασιλείας),

 

Σύμβαση της Στοκχόλμης για τους έμμονους οργανικούς ρύπους (σύμβαση της Στοκχόλμης για τους ΕΟΡ),

 

Σύμβαση σχετικά με τη διαδικασία συναίνεσης μετά από ενημέρωση όσον αφορά ορισμένα επικίνδυνα χημικά προϊόντα και φυτοφάρμακα στο διεθνές εμπόριο (UNEP/FAO) (σύμβαση ΣΜΕ), και τα τρία σχετικά περιφερειακά πρωτόκολλα.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΜΙΑΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΙΣΧΥΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 43

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής ή του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κωδικοί CPV·

3.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παροχής σε περίπτωση συμβάσεων παραχώρησης υπηρεσιών·

4.

Περιγραφή της σύμβασης παραχώρησης πριν και μετά την τροποποίηση: φύση και έκταση των έργων, φύση και έκταση των υπηρεσιών.

5.

Κατά περίπτωση, τροποποίηση της αξίας της παραχώρησης, συμπεριλαμβανομένης αύξησης των τιμών ή των αμοιβών λόγω της τροποποίησης.

6.

Περιγραφή των περιστάσεων που κατέστησαν αναγκαία την τροποποίηση.

7.

Ημερομηνία της απόφασης ανάθεσης της σύμβασης παραχώρησης.

8.

Εάν συντρέχει περίπτωση, επωνυμία, διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του νέου οικονομικού φορέα ή των νέων οικονομικών φορέων.

9.

Πληροφορίες σχετικά με το αν η σύμβαση παραχώρησης σχετίζεται με έργο ή/και πρόγραμμα που χρηματοδοτείται από πόρους της Ένωσης.

10.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Διευκρινίσεις όσον αφορά τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, ενδεχομένως, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμός τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας καθώς και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται αυτές οι πληροφορίες.

11.

Ημερομηνία ή ημερομηνίες και παραπομπή ή παραπομπές σε προηγούμενες δημοσιεύσεις στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν τη σύμβαση ή τις συμβάσεις που αφορά η σχετική γνωστοποίηση.

12.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης.

13.

Ενδεχομένως, άλλα πληροφοριακά στοιχεία.


28.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 94/65


ΟΔΗΓΊΑ 2014/24/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2014

σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 53 παράγραφος 1, το άρθρο 62 και το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η ανάθεση δημόσιων συμβάσεων από τις αρχές των κρατών μελών ή εκ μέρους αυτών πρέπει να είναι σύμφωνη με τις αρχές της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) και ιδίως με την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, την αρχή της ελευθερίας της εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και με τις αρχές που απορρέουν από αυτές, όπως είναι η αρχή της ίσης μεταχείρισης, η αρχή της αποφυγής διακρίσεων, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, η αρχή της αναλογικότητας και η αρχή της διαφάνειας. Εντούτοις, για δημόσιες συμβάσεις που υπερβαίνουν ορισμένη αξία, είναι σκόπιμο να θεσπιστούν διατάξεις για τον συντονισμό των εθνικών διαδικασιών προμήθειας, ούτως ώστε να διασφαλίζεται ότι οι εν λόγω αρχές εφαρμόζονται στην πράξη και ότι οι δημόσιες προμήθειες είναι ανοικτές στον ανταγωνισμό.

(2)

Οι δημόσιες προμήθειες διαδραματίζουν βασικό ρόλο στη στρατηγική «Ευρώπη 2020», που εκτίθεται στην από 3ης Μαρτίου 2010 ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Ευρώπη 2020 — Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» («Στρατηγική Ευρώπη 2020 για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη») ως ένα από τα αγορακεντρικά εργαλεία που πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη έξυπνης, διατηρήσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης, παράλληλα με τη διασφάλιση της πλέον αποδοτικής χρήσης των δημόσιων πόρων. Για τον σκοπό αυτόν, οι ισχύοντες κανόνες για τις δημόσιες προμήθειες που εγκρίθηκαν δυνάμει της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4) και της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), θα πρέπει να αναθεωρηθούν και να εκσυγχρονιστούν, για να αυξηθεί η αποδοτικότητα των δημόσιων δαπανών, με τη διευκόλυνση ιδίως της συμμετοχής μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) στις δημόσιες προμήθειες, καθώς και για να μπορέσουν οι αγοραστές να αξιοποιήσουν καλύτερα τις δημόσιες προμήθειες για την επίτευξη κοινών κοινωνικών στόχων. Επίσης, είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν βασικές έννοιες και όροι, προκειμένου να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου και να ενσωματωθούν ορισμένες πτυχές από τη σχετική πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(3)

Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (6), ιδίως όσον αφορά την επιλογή μέσων επικοινωνίας, τεχνικών προδιαγραφών, κριτηρίων ανάθεσης και όρων εκτελέσεων των συμβάσεων.

(4)

Η αυξανόμενη ποικιλομορφία της δημόσιας δράσης έχει καταστήσει αναγκαίο τον σαφέστερο ορισμό της ίδιας της έννοιας των προμηθειών· η διευκρίνιση αυτή δεν θα πρέπει όμως να διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας σε σύγκριση με εκείνο της οδηγίας 2004/18/ΕΚ. Οι κανόνες της Ένωσης σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες δεν αποσκοπούν να καλύψουν όλες τις μορφές εκταμίευσης δημόσιου χρήματος, αλλά μόνο όσες στοχεύουν στην απόκτηση έργων, αγαθών ή υπηρεσιών μέσω δημόσιας σύμβασης. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η απόκτηση έργων, αγαθών ή υπηρεσιών θα πρέπει να υπόκειται στην παρούσα οδηγία, είτε γίνεται μέσω αγοράς ή μίσθωσης είτε μέσω άλλων συμβατικών μορφών.

Η απόκτηση θα πρέπει να γίνεται αντιληπτή υπό ευρείαν έννοια, ως απόκτηση των ωφελειών των σχετικών έργων, αγαθών ή υπηρεσιών, χωρίς να απαιτείται απαραίτητα η μεταβίβαση της κυριότητας στις αναθέτουσες αρχές. Επιπλέον, η απλή χρηματοδότηση δραστηριότητας, κατά κύριο λόγο μέσω επιχορηγήσεων, που συνδέεται συχνά με την υποχρέωση επιστροφής των ποσών που ελήφθησαν εάν δεν χρησιμοποιηθούν για τους σκοπούς για τους οποίους προορίζονται, δεν εμπίπτει συνήθως στους κανόνες για τις δημόσιες προμήθειες. Ομοίως, περιπτώσεις στις οποίες όλοι οι φορείς που πληρούν ορισμένους όρους μπορούν να ασκούν συγκεκριμένα καθήκοντα χωρίς επιλογή, όπως στα συστήματα επιλογής πελάτη και τα συστήματα επιταγών παροχής υπηρεσιών, δεν θα πρέπει να θεωρούνται ως προμήθειες αλλά ως συστήματα απλής αδειοδότησης (π.χ. άδειες για φάρμακα ή ιατρικές υπηρεσίες).

(5)

Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να αναθέτουν σε εξωτερικούς φορείς την παροχή υπηρεσιών που επιθυμούν να παρέχουν τα ίδια ή να οργανώνουν με άλλα μέσα πλην των δημόσιων συμβάσεων κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας. Η παροχή υπηρεσιών που βασίζεται σε νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις ή σε συμβάσεις εργασίας δεν θα πρέπει να καλύπτεται. Σε ορισμένα κράτη μέλη αυτό μπορεί να συμβαίνει, επί παραδείγματι, με ορισμένες διοικητικές και κρατικές υπηρεσίες, όπως είναι οι εκτελεστικές και οι νομοθετικές υπηρεσίες, ή με ορισμένες υπηρεσίες υπέρ του κοινωνικού συνόλου, όπως είναι υπηρεσίες στον τομέα των εξωτερικών υποθέσεων ή της δικαιοσύνης ή οι υπηρεσίες υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης.

(6)

Υπενθυμίζεται επίσης ότι η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να επηρεάζει τη νομοθεσία των κρατών μελών στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης. Ομοίως, δεν θα πρέπει να αφορά την ελευθέρωση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος που ανατίθενται σε δημόσιες ή ιδιωτικές οντότητες ούτε την ιδιωτικοποίηση δημόσιων φορέων παροχής υπηρεσιών.

Θα πρέπει, επίσης, να υπενθυμιστεί ότι τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να οργανώνουν την παροχή υποχρεωτικών κοινωνικών υπηρεσιών ή άλλων υπηρεσιών —όπως, επί παραδείγματι, των ταχυδρομικών— είτε με τη μορφή υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος είτε με τη μορφή μη οικονομικών υπηρεσιών γενικού συμφέροντος είτε ως συνδυασμό των ανωτέρω. Τονίζεται ότι οι μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος δεν θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(7)

Τέλος, θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η παρούσα οδηγία δεν θίγει την ελευθερία των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών να καθορίζουν, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, το πεδίο εφαρμογής και τα χαρακτηριστικά της υπηρεσίας που θα παρασχεθεί, συμπεριλαμβανομένων τυχόν όρων σχετικά με την ποιότητά της, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι δημόσιας πολιτικής τους. H παρούσα οδηγία επίσης δεν θα πρέπει να θίγει την εξουσία των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών να παρέχουν, να παραγγέλλουν και να χρηματοδοτούν υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, σύμφωνα με το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το πρωτόκολλο αριθ. 26 για τις υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος που προσαρτάται στη ΣΛΕΕ και στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Επιπλέον, η παρούσα οδηγία δεν αφορά τη χρηματοδότηση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος ή τα συστήματα ενισχύσεων που χορηγούν τα κράτη μέλη, ιδίως στον κοινωνικό τομέα, σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες περί ανταγωνισμού.

(8)

Μια σύμβαση θα πρέπει να θεωρείται δημόσια σύμβαση έργων μόνο στην περίπτωση που το αντικείμενό της καλύπτει ειδικά την εκτέλεση δραστηριοτήτων από τις απαριθμούμενες στο παράρτημα II, ακόμα κι αν η σύμβαση καλύπτει την παροχή και άλλων υπηρεσιών που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των εν λόγω δραστηριοτήτων. Οι δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών διαχείρισης ακινήτων, μπορούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, να περιλαμβάνουν και την εκτέλεση έργων. Ωστόσο, όταν τα έργα αυτά είναι παρεμπίπτοντα ως προς το κύριο αντικείμενο της σύμβασης, και αποτελούν ενδεχόμενη συνέπεια ή συμπλήρωμα αυτού του αντικειμένου, το γεγονός ότι τα εν λόγω έργα συμπεριλαμβάνονται στη σύμβαση δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον χαρακτηρισμό της δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών ως δημόσιας σύμβασης έργων.

Εντούτοις, λόγω της ποικιλομορφίας που παρουσιάζουν οι δημόσιες συμβάσεις έργων, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να μπορούν να προβλέπουν τόσο χωριστή όσο και κοινή ανάθεση των συμβάσεων για τον σχεδιασμό και την εκτέλεση των έργων. Η παρούσα οδηγία δεν αποσκοπεί να επιβάλει ούτε την κοινή ούτε τη χωριστή ανάθεση συμβάσεων.

(9)

Για την υλοποίηση έργου που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που ορίζει η αναθέτουσα αρχή, η εν λόγω αρχή πρέπει να έχει λάβει μέτρα για τον καθορισμό του είδους του έργου ή, τουλάχιστον, να έχει ασκήσει καθοριστική επιρροή στον σχεδιασμό του. Όταν ο εργολάβος εκτελεί το σύνολο ή μέρος του έργου με δικά του μέσα ή μεριμνά για την εκτέλεση με άλλα μέσα δεν θα πρέπει να αλλάζει τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως σύμβασης έργων, εφόσον αναλαμβάνει άμεση ή έμμεση υποχρέωση, νομικώς εκτελεστέα, να μεριμνήσει για την εκτέλεση των έργων.

(10)

Η έννοια «αναθέτουσες αρχές» και ειδικότερα ο όρος «οργανισμοί δημοσίου δικαίου» έχουν εξεταστεί επανειλημμένως στη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προκειμένου να αποσαφηνιστεί ότι το προσωπικό πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να παραμείνει αμετάβλητο, είναι σκόπιμο να διατηρηθούν οι ορισμοί επί των οποίων βασίστηκε το Δικαστήριο και να ενσωματωθούν ορισμένες διευκρινίσεις που προσφέρει η νομολογία για την καλύτερη κατανόηση των ορισμών αυτών, χωρίς πρόθεση τροποποίησης της σημασίας τους, ως έχει διαμορφωθεί από τη νομολογία. Για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι ένας οργανισμός ο οποίος λειτουργεί υπό κανονικές συνθήκες αγοράς, στοχεύει στο κέρδος και υφίσταται τις ζημίες που απορρέουν από την άσκηση της δραστηριότητάς του δεν θα πρέπει να θεωρείται «οργανισμός δημοσίου δικαίου», δεδομένου ότι έχει συσταθεί για να ικανοποιήσει ή του έχει ανατεθεί το καθήκον να ικανοποιήσει ανάγκες γενικού συμφέροντος οι οποίες θεωρούνται ότι έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα.

Ομοίως, η προϋπόθεση που αφορά την προέλευση της χρηματοδότησης ενός οργανισμού έχει αποτελέσει επίσης αντικείμενο εξέτασης από τη νομολογία, η οποία έχει διευκρινίσει μεταξύ άλλων ότι χρηματοδότηση «κατά το πλείστον» σημαίνει περισσότερο από το μισό και ότι μια τέτοια χρηματοδότηση μπορεί να περιλαμβάνει πληρωμές από χρήστες οι οποίες επιβάλλονται, υπολογίζονται και εισπράττονται σύμφωνα με κανόνες δημοσίου δικαίου.

(11)

Στην περίπτωση μεικτών συμβάσεων, οι ισχύοντες κανόνες θα πρέπει να καθορίζονται σε συνάρτηση με το κύριο αντικείμενο της σύμβασης, εάν τα διάφορα τμήματα της συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικώς αδύνατον να διαχωριστούν. Θα πρέπει συνεπώς να διευκρινιστεί ο τρόπος με τον οποίον οι αναθέτουσες αρχές θα καθορίζουν εάν τα διάφορα μέρη είναι δυνατό να διαχωριστούν ή όχι. Η διευκρίνιση αυτή θα πρέπει να βασίζεται στη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αξιολόγηση θα γίνεται σε κατά περίπτωση βάση και οι εκπεφρασμένες ή εκτιμώμενες προθέσεις της αναθέτουσας αρχής όσον αφορά τις διάφορες πτυχές που καθιστούν μια μεικτή σύμβαση αδιαίρετη θα πρέπει να είναι επαρκείς και να υποστηρίζονται από αντικειμενικά αποδεικτικά στοιχεία, επαρκή να τις αιτιολογήσουν και να θεμελιώσουν την ανάγκη σύναψης ενιαίας σύμβασης. Αιτιολογημένη ανάγκη σύναψης ενιαίας σύμβασης θα μπορούσε, επί παραδείγματι, να υπάρξει στην περίπτωση κατασκευής ενιαίου κτιρίου του οποίου ένα μέρος θα χρησιμοποιηθεί απευθείας από την αναθέτουσα αρχή και άλλο μέρος θα λειτουργήσει στη βάση παραχώρησης, επί παραδείγματι, ως χώρος στάθμευσης για το κοινό. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η ανάγκη σύναψης ενιαίας σύμβασης μπορεί να οφείλεται και σε τεχνικούς και σε οικονομικούς λόγους.

(12)

Στην περίπτωση μεικτών συμβάσεων οι οποίες μπορούν να διαχωριστούν, οι αναθέτουσες αρχές παραμένουν βεβαίως ελεύθερες να αναθέτουν χωριστές συμβάσεις για τα επιμέρους τμήματα της μεικτής σύμβασης, οπότε οι διατάξεις που εφαρμόζονται σε καθένα από τα επιμέρους τμήματα θα πρέπει να προσδιορίζονται αποκλειστικώς σε συνάρτηση με τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης προμήθειας. Αντιθέτως, εάν οι αναθέτουσες αρχές επιλέγουν να συμπεριλάβουν άλλα στοιχεία στην προμήθεια, ανεξαρτήτως της αξίας τους και του νομικού καθεστώτος στο οποίο θα υπόκειντο σε διαφορετική περίπτωση, τότε ως βασική αρχή θα πρέπει ισχύει ότι, σε περίπτωση που, εάν ανετίθετο μόνη της, η σύμβαση θα έπρεπε να ανατεθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, τότε η παρούσα οδηγία θα πρέπει να εφαρμοστεί σε ολόκληρη τη μεικτή σύμβαση.

(13)

Ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις για τις μεικτές συμβάσεις που άπτονται της άμυνας ή της ασφάλειας ή περιλαμβάνουν τμήματα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ΣΛΕΕ. Στις περιπτώσεις αυτές, θα πρέπει να είναι δυνατή η μη εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, υπό την προϋπόθεση ότι υφίσταται αντικειμενικός λόγος για την ανάθεση ενιαίας σύμβασης και ότι η απόφαση για την ανάθεση ενιαίας σύμβασης δεν λαμβάνεται με σκοπό την εξαίρεση συμβάσεων από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή της οδηγίας 2009/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7). Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι δεν θα πρέπει να εμποδίζονται οι αναθέτουσες αρχές να επιλέγουν να εφαρμόζουν την παρούσα οδηγία, αντί της οδηγίας 2009/81/ΕΚ, σε ορισμένες μεικτές συμβάσεις.

(14)

Πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι η έννοια του «οικονομικού φορέα» πρέπει να ερμηνεύεται διασταλτικά, ώστε να καλύπτει κάθε πρόσωπο και/ή οντότητα που προσφέρει την εκτέλεση εργασιών, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής υπό την οποία έχει επιλέξει να λειτουργεί. Ως εκ τούτου, η έννοια του οικονομικού φορέα περιλαμβάνει εταιρείες, υποκαταστήματα, θυγατρικές, συμπράξεις, συνεταιριστικές επιχειρήσεις, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, πανεπιστήμια, δημόσια και ιδιωτικά, και άλλες μορφές οντοτήτων πλην των φυσικών προσώπων, ασχέτως του εάν πρόκειται υπό όλες τις περιστάσεις για «νομικά πρόσωπα».

(15)

Διευκρινίζεται ότι οι όμιλοι οικονομικών φορέων, ακόμη και όταν συνασπίζονται υπό μορφή προσωρινής ένωσης, μπορούν να συμμετέχουν σε διαδικασίες ανάθεσης χωρίς να χρειάζεται να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή. Αν χρειάζεται, φερ’ ειπείν όταν απαιτείται από κοινού και εις ολόκληρον ευθύνη, ενδέχεται να χρειαστεί συγκεκριμένη μορφή, όταν ανατίθεται η σύμβαση σε αντίστοιχους ομίλους.

Τονιστέον επίσης ότι οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να μπορούν να καθορίζουν ρητά τον τρόπο με τον οποίο οι όμιλοι οικονομικών φορέων πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις σχετικά με την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ή τα κριτήρια σχετικά με την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα, που απαιτούνται όταν οι οικονομικοί φορείς συμμετέχουν μεμονωμένα.

Η εκτέλεση της σύμβασης από ομίλους οικονομικών φορέων ενδέχεται να χρειασθεί όρους που δεν επιβάλλονται σε μεμονωμένους συμμετέχοντες. Οι όροι αυτοί, οι οποίοι θα πρέπει να έχουν αντικειμενική και αναλογική βάση, θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν, φερ’ ειπείν, την απαίτηση να ορισθεί κοινός εκπρόσωπος ή επικεφαλής εταίρος, για τους σκοπούς της διαδικασίας προμήθειας ή την απαίτηση πληροφόρησης σχετικά με τη σύνθεσή τους.

(16)

Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να χρησιμοποιούν όλα τα μέσα τα οποία διαθέτουν βάσει του εθνικού δικαίου, ούτως ώστε να αποτρέπουν τη στρέβλωση των διαδικασιών δημόσιων προμηθειών λόγω σύγκρουσης συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών προσδιορισμού, πρόληψης και αποκατάστασης της σύγκρουσης συμφερόντων.

(17)

Η απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου (8), καθόσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της, ενέκρινε συγκεκριμένα τη συμφωνία περί Δημοσίων Προμηθειών του ΠΟΕ (η «ΣΔΠ»). Στόχος της ΣΔΠ εν λόγω συμφωνίας είναι η θέσπιση ενός πολυμερούς πλαισίου ισόρροπων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για τις δημόσιες συμβάσεις, με σκοπό την ελευθέρωση και την επέκταση του παγκόσμιου εμπορίου. Όσον αφορά τις συμβάσεις που καλύπτονται από τα παραρτήματα 1, 2, 4 και 5 και τις γενικές σημειώσεις του σχετικού με την Ευρωπαϊκή Ένωση Προσαρτήματος I της ΣΔΠ, καθώς και από άλλες σχετικές διεθνείς συμφωνίες που δεσμεύουν την Ένωση, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να πληρούν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις εν λόγω συμφωνίες, εφαρμόζοντας την παρούσα οδηγία σε οικονομικούς φορείς τρίτων χωρών που έχουν υπογράψει τις συμφωνίες αυτές.

(18)

Η ΣΔΠ εφαρμόζεται σε συμβάσεις που υπερβαίνουν ορισμένα κατώτατα όρια, τα οποία καθορίζονται στη ΣΔΠ και εκφράζονται ως ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα. Τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν για να διασφαλιστεί ότι αντιστοιχούν στα κατώτατα όρια της ΣΔΠ εκφρασμένα σε ευρώ. Ενδείκνυται, επίσης, να προβλεφθεί περιοδική αναθεώρηση των εκφρασμένων σε ευρώ κατώτατων ορίων, προκειμένου να προσαρμόζονται, μέσω καθαρά μαθηματικής πράξης, ανάλογα με τις τυχόν διακυμάνσεις της αξίας του ευρώ σε σχέση με τα εν λόγω ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα. Πέραν των εν λόγω περιοδικών μαθηματικών αναπροσαρμογών, η αύξηση των κατώτατων ορίων ως ορίζονται στη ΣΔΠ θα πρέπει να εξετασθεί κατά τον επόμενο γύρο διαπραγματεύσεων.

(19)

Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι, για την εκτίμηση της αξίας μιας σύμβασης, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα έσοδα, είτε εισπράττονται από την αναθέτουσα αρχή είτε από τρίτους. Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι, για την εκτίμηση των κατώτατων ορίων, η έννοια των ομοιογενών αγαθών θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως αναφερόμενη σε προϊόντα τα οποία προορίζονται για πανομοιότυπες ή παρεμφερείς χρήσεις, π.χ. προμήθεια ενός φάσματος τροφίμων ή διαφόρων ειδών επίπλων γραφείου. Κατά κανόνα, ένας οικονομικός φορέας που δραστηριοποιείται στον σχετικό τομέα θα πρέπει να διαθέτει αυτού του είδους τις προμήθειες στο σύνηθες φάσμα των προϊόντων του.

(20)

Όσον αφορά την εκτίμηση της αξίας μιας συγκεκριμένης προμήθειας, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η εκτίμηση της αξίας βάσει υποδιαίρεσης της προμήθειας επιτρέπεται μόνο όταν συντρέχουν αντικειμενικοί λόγοι. Φερ’ ειπείν, θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η εκτίμηση αξιών συμβάσεων στο επίπεδο χωριστής λειτουργικής μονάδας της αναθέτουσας αρχής, π.χ. σχολείου ή νηπιαγωγείου, εφόσον η εν λόγω μονάδα είναι ανεξάρτητα υπεύθυνη για τις προμήθειές της. Αυτό τεκμαίρεται όταν η χωριστή λειτουργική μονάδα διεξάγει ανεξάρτητα τις διαδικασίες προμήθειας και λαμβάνει τις αποφάσεις αγοράς, διαθέτει χωριστή γραμμή προϋπολογισμού για τις συγκεκριμένες προμήθειες, συνάπτει τη σύμβαση ανεξάρτητα και τη χρηματοδοτεί από προϋπολογισμό τον οποίο έχει στη διάθεσή της. Η υποδιαίρεση δεν δικαιολογείται όταν η αναθέτουσα αρχή απλώς διοργανώνει διαδικασία προμήθειας κατά τρόπο αποκεντρωμένο.

(21)

Οι δημόσιες συμβάσεις που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές δραστηριοποιούμενες στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και εμπίπτουν στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων αυτών καλύπτονται από την οδηγία 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9). Οι συμβάσεις όμως που ανατίθενται από αναθέτουσες αρχές στο πλαίσιο δραστηριοτήτων παροχής υπηρεσιών θαλάσσιων, παράκτιων ή ποτάμιων μεταφορών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(22)

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη και, συνεπώς, δεν εφαρμόζεται σε προμήθειες που εκτελούνται από διεθνείς οργανισμούς εξ ονόματός τους και για ίδιο λογαριασμό. Πρέπει, ωστόσο, να διευκρινιστεί σε ποιο βαθμό θα πρέπει να εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία σε προμήθειες που διέπονται από ειδικούς διεθνείς κανόνες.

(23)

Για την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων με αντικείμενο την παροχή ορισμένων οπτικοακουστικών και ραδιοφωνικών υπηρεσιών από παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης θα πρέπει να επιτρέπεται η συνεκτίμηση πτυχών με πολιτιστική ή κοινωνική σημασία οι οποίες καθιστούν απρόσφορη την εφαρμογή των κανόνων περί προμηθειών. Για τους λόγους αυτούς, θα πρέπει συνεπώς να προβλεφθεί εξαίρεση για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που ανατίθενται από τους ίδιους τους παρόχους υπηρεσιών μέσων ενημέρωσης για την αγορά, την ανάπτυξη, την παραγωγή ή τη συμπαραγωγή προγραμμάτων έτοιμων προς χρησιμοποίηση και άλλων προπαρασκευαστικών υπηρεσιών, όπως εκείνων που αφορούν σενάρια ή καλλιτεχνικές υπηρεσίες που είναι απαραίτητες για την παραγωγή του προγράμματος. Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι η εξαίρεση αυτή θα εφαρμόζεται τόσο στις υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μέσων όσο και στις κατά παραγγελία υπηρεσίες (μη γραμμικές υπηρεσίες). Ωστόσο, η εξαίρεση αυτή δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται στην προμήθεια του τεχνικού εξοπλισμού που είναι αναγκαίος για την παραγωγή, τη συμπαραγωγή και την εκπομπή αυτών των προγραμμάτων.

(24)

Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι οι υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού και άλλες συναφείς μορφές διευθέτησης διαφορών παρέχονται συνήθως από φορείς ή πρόσωπα που είναι αντικείμενο συμφωνίας ή επιλογής, κατά τρόπο ο οποίος δεν μπορεί να διέπεται από κανόνες περί προμηθειών. Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να ισχύει για τις συμβάσεις υπηρεσιών όσον αφορά την παροχή τους, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού τους από το εθνικό δίκαιο.

(25)

Ορισμένες νομικές υπηρεσίες προσφέρονται από παρόχους υπηρεσιών που ορίζονται από δικαστήριο ή δικαιοδοτικό όργανο κράτους μέλους, περιλαμβάνουν εκπροσώπηση πελατών σε δικαστικές υποθέσεις από δικηγόρους, πρέπει να παρέχονται από συμβολαιογράφους ή συνδέονται με την άσκηση επίσημης εξουσίας. Οι νομικές αυτές υπηρεσίες συνήθως παρέχονται από φορείς ή φυσικά πρόσωπα που ορίζονται ή επιλέγονται κατά τρόπο μη επιδεχόμενο ρυθμίσεως διά κανόνων περί προμηθειών, όπως η περίπτωση ορισμού εισαγγελέων σε ορισμένα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, οι νομικές υπηρεσίες αυτές θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(26)

Είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι ο όρος «χρηματοπιστωτικά μέσα» χρησιμοποιείται στην παρούσα οδηγία με την έννοια που έχει και σε άλλες νομοθετικές πράξεις για την εσωτερική αγορά και, κατόπιν της πρόσφατης δημιουργίας του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, θα πρέπει να οριστεί ότι οι συναλλαγές με το εν λόγω Ταμείο και Μηχανισμό θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Θα πρέπει, τέλος, να διευκρινιστεί ότι τα δάνεια, είτε συνδέονται είτε όχι με την έκδοση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων ή με άλλες σχετικές εργασίες, θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(27)

Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι το άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10), προβλέπει ρητά ότι οι οδηγίες 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ εφαρμόζονται αντιστοίχως στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών και στις δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών δημόσιων επιβατικών μεταφορών με λεωφορείο ή τραμ εφαρμόζονται, ενώ στις συμβάσεις παραχώρησης δημόσιων υπηρεσιών μεταφορών με λεωφορείο ή τραμ ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007. Υπενθυμίζεται επίσης ότι ο εν λόγω κανονισμός εξακολουθεί να εφαρμόζεται σε (δημόσιες) συμβάσεις υπηρεσιών καθώς και σε συμβάσεις παραχώρησης δημόσιων επιβατικών μεταφορών με σιδηρόδρομο ή μετρό. Για να αποσαφηνιστούν οι σχέσεις μεταξύ της παρούσας οδηγίας και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007, θα πρέπει να οριστεί ρητώς ότι οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται σε δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών για την παροχή υπηρεσιών δημόσιων επιβατικών μεταφορών με σιδηρόδρομο ή μετρό, η ανάθεση των οποίων θα πρέπει να συνεχίσει να διέπεται από τις διατάξεις του εν λόγω κανονισμού. Αν ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 επιτρέπει να ορίζονται από το εθνικό δίκαιο τυχόν αποκλίσεις από τους κανόνες του, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να συνεχίσουν να προβλέπουν στην εθνική νομοθεσία ότι οι δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών για υπηρεσίες δημόσιων επιβατικών μεταφορών με σιδηρόδρομο ή μετρό πρέπει να ανατίθενται με διαδικασία ανάθεσης σύμβασης σύμφωνης προς τους γενικούς κανόνες τους περί δημοσίων προμηθειών.

(28)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε ορισμένες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, όταν παρέχονται από μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ή ενώσεις, εφόσον η ιδιαίτερη φύση των εν λόγω οργανισμών θα ήταν δύσκολο να διατηρηθεί σε περίπτωση που οι πάροχοι υπηρεσιών θα έπρεπε να επιλεγούν σύμφωνα με τις διαδικασίες της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, η εξαίρεση δεν θα πρέπει να επεκταθεί πέραν των απολύτως απαραίτητων. Θα πρέπει ως εκ τούτου να ορισθεί ρητά ότι οι υπηρεσίες ασθενοφόρων για τη διακομιδή ασθενών δεν θα πρέπει να αποκλειστούν. Εν προκειμένω, θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι η Ομάδα 601 του CPV «Υπηρεσίες Χερσαίων Μεταφορών» δεν καλύπτει τις υπηρεσίες ασθενοφόρων για τη διακομιδή ασθενών οι οποίες καλύπτονται από την τάξη 8514 του CPV. Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι οι υπηρεσίες του κωδικού 85143000-3 του CPV, οι οποίες συνίστανται αποκλειστικά σε υπηρεσίες ασθενοφόρων για τη διακομιδή ασθενών, θα πρέπει να υπόκεινται στο ειδικό καθεστώς για κοινωνικές και άλλες συγκεκριμένες υπηρεσίες («απλοποιημένο καθεστώς»). Συνεπώς, οι μεικτές συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών ασθενοφόρων γενικά θα υπόκεινται επίσης στο απλουστευμένο καθεστώς, εάν η αξία των υπηρεσιών διακομιδής ασθενών είναι υψηλότερη από την αξία άλλων υπηρεσιών ασθενοφόρων.

(29)

Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται μόνο στις αναθέτουσες αρχές των κρατών μελών. Κατά συνέπεια, τα πολιτικά κόμματα γενικά δεν θα υπόκεινται στις διατάξεις της, εφόσον δεν είναι αναθέτουσες αρχές. Ωστόσο, πολιτικά κόμματα σε ορισμένα κράτη μέρη μπορούν να καλύπτονται από την έννοια των οργανισμών δημοσίου δικαίου.

Εντούτοις, ορισμένες υπηρεσίες (όπως η παραγωγή προπαγανδιστικών ταινιών και βιντεοταινιών) συνδέονται άρρηκτα με τις πολιτικές απόψεις του παρόχου υπηρεσιών, όταν παρέχονται στο πλαίσιο εκλογικής εκστρατείας· κατά συνέπεια, οι πάροχοι υπηρεσιών επιλέγονται κανονικά κατά τρόπο που δεν μπορεί να διέπεται από τους κανόνες περί προμηθειών.

Τέλος, θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι το καταστατικό και η χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων υπόκεινται σε κανόνες διαφορετικούς από αυτούς της παρούσας οδηγίας.

(30)

Σε ορισμένες περιπτώσεις, μια συγκεκριμένη αναθέτουσα αρχή ή μια συγκεκριμένη ένωση αναθετουσών αρχών ενδέχεται να είναι η μοναδική πηγή για μια συγκεκριμένη υπηρεσία, για την παροχή της οποίας έχει αποκλειστικό δικαίωμα δυνάμει δημοσιευμένων νομοθετικών, κανονιστικών ή δημοσιευμένων διοικητικών διατάξεων συμβατών προς τη ΣΛΕΕ. Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι είναι δυνατή η ανάθεση δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών στην εν λόγω αναθέτουσα αρχή ή ένωση χωρίς εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

(31)

Υπάρχει σοβαρή νομική ασάφεια σχετικά με τον βαθμό στον οποίο οι συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα θα πρέπει να καλύπτονται από τους κανόνες περί δημοσίων προμηθειών. Η σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ερμηνεύεται διαφορετικά από τα διάφορα κράτη μέλη, ακόμα και από τις διάφορες αναθέτουσες αρχές. Κατά συνέπεια, κρίνεται αναγκαίο να αποσαφηνιστεί σε ποιες περιπτώσεις οι συμβάσεις που συνάπτονται εντός του δημόσιου τομέα δεν υπόκεινται στην εφαρμογή των κανόνων περί δημοσίων προμηθειών.

Η εν λόγω αποσαφήνιση θα πρέπει να βασίζεται στις αρχές που έχουν διατυπωθεί στη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το γεγονός ότι οι συμβαλλόμενοι σε μια συμφωνία είναι οι ίδιοι δημόσιες αρχές δεν αποκλείει από μόνο του την εφαρμογή των κανόνων περί δημοσίων προμηθειών. Εντούτοις, η εφαρμογή των κανόνων περί δημοσίων προμηθειών δεν πρέπει να παρεμποδίζει το δικαίωμα των δημόσιων αρχών να εκτελούν τα καθήκοντα παροχής δημόσιων υπηρεσιών που τους ανατίθενται χρησιμοποιώντας ίδιους πόρους, συνεργαζόμενες, ενδεχομένως, με άλλες δημόσιες αρχές.

Θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι τυχόν εξαιρούμενες συνεργασίες μεταξύ δημοσίων φορέων δεν θα προκαλούν στρέβλωση του ανταγωνισμού έναντι των ιδιωτικών οικονομικών φορέων, εφόσον θέτουν τον ιδιωτικό πάροχο υπηρεσιών σε πλεονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών.

(32)

Οι δημόσιες συμβάσεις που ανατίθενται σε ελεγχόμενα νομικά πρόσωπα δεν θα πρέπει να υπόκεινται στην εφαρμογή των διαδικασιών που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, εάν η αναθέτουσα αρχή ασκεί στο εν λόγω πρόσωπο έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκεί επί των δικών της υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι το ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο εκτελεί ποσοστό άνω του 80 % των δραστηριοτήτων του κατά την εκτέλεση των συμβάσεων που του ανατίθενται από την ελέγχουσα αναθέτουσα αρχή ή από άλλα νομικά πρόσωπα ελεγχόμενα από την εν λόγω αναθέτουσα αρχή, ανεξαρτήτως του ωφελούμενου από την εκτέλεση των συμβάσεων.

Η εξαίρεση δεν θα πρέπει να επεκτείνεται σε καταστάσεις όπου υπάρχει άμεση συμμετοχή ιδιωτικού οικονομικού φορέα στο κεφάλαιο του ελεγχόμενου νομικού προσώπου εφόσον, σε αυτές τις περιπτώσεις, η ανάθεση δημόσιας σύμβασης χωρίς διαγωνισμό θα παρέχει στον ιδιωτικό οικονομικό φορέα με κεφαλαιακή συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο αδικαιολόγητο πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών του. Ωστόσο, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των δημόσιων φορέων με υποχρεωτική ιδιότητα μέλους, όπως των οργανισμών που είναι υπεύθυνοι για τη διαχείριση ή άσκηση ορισμένων δημόσιων υπηρεσιών, αυτό δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η συμμετοχή συγκεκριμένων ιδιωτικών οικονομικών φορέων στο κεφάλαιο του ελεγχόμενου νομικού προσώπου καθίσταται υποχρεωτική μέσω διάταξης του εθνικού δικαίου, σύμφωνο με τις Συνθήκες, υπό την προϋπόθεση ότι η συμμετοχή αυτή είναι δεν προβλέπει ελέγχους και αποκλεισμούς και δεν συνεπάγεται αποφασιστική επιρροή στις αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου. Θα πρέπει να διευκρινιστεί περαιτέρω ότι το αποφασιστικό στοιχείο είναι μόνο η άμεση ιδιωτική συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο. Κατά συνέπεια, όταν υπάρχει ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στην ελέγχουσα αναθέτουσα αρχή ή αρχές, αυτό δεν αποκλείει την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, χωρίς την εφαρμογή των διαδικασιών της παρούσας οδηγίας, διότι οι εν λόγω συμμετοχές δεν επηρεάζουν αρνητικά τον ανταγωνισμό μεταξύ ιδιωτικών οικονομικών φορέων.

Επίσης, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι αναθέτουσες αρχές, όπως οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου, οι οποίες μπορούν να έχουν ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή, θα πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιούν την εξαίρεση για την οριζόντια συνεργασία. Κατά συνέπεια, όταν πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις όσον αφορά την οριζόντια συνεργασία, η σχετική εξαίρεση θα πρέπει να επεκταθεί στις εν λόγω αναθέτουσες αρχές, όταν η σύμβαση συνάπτεται αποκλειστικά μεταξύ αναθετουσών αρχών.

(33)

Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να μπορούν να επιλέξουν να παρέχουν από κοινού τις δημόσιες υπηρεσίες τους μέσω συνεργασίας, χωρίς να υποχρεούνται να χρησιμοποιούν κάποια ιδιαίτερη νομική μορφή. Η συνεργασία αυτή μπορεί να καλύπτει όλα τα είδη των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την εκτέλεση υπηρεσιών και υποχρεώσεων παροχής υπηρεσιών που ανατίθενται στις συμμετέχουσες αρχές ή αναλαμβάνονται από αυτές, όπως υποχρεωτικά ή εθελούσια καθήκοντα τοπικών ή περιφερειακών αρχών ή υπηρεσίες που ανατίθενται σε συγκεκριμένους οργανισμούς δημοσίου δικαίου. Οι υπηρεσίες που παρέχονται από τις διάφορες συμμετέχουσες αρχές δεν είναι απαραίτητο να είναι όμοιες· μπορούν επίσης να είναι συμπληρωματικές.

Οι συμβάσεις για την από κοινού παροχή δημόσιων υπηρεσιών δεν θα πρέπει να υπόκεινται στην εφαρμογή των κανόνων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία, υπό τις προϋποθέσεις ότι αυτές συνάπτονται αποκλειστικά μεταξύ αναθετουσών αρχών, ότι η υλοποίηση της συνεργασίας αυτής εξυπηρετεί αποκλειστικά σκοπούς που αφορούν το δημόσιο συμφέρον και ότι κανένας ιδιωτικός πάροχος υπηρεσιών δεν περιέρχεται σε πλεονεκτική θέση έναντι των ανταγωνιστών του.

Για να πληροί τις προϋποθέσεις αυτές, η συνεργασία θα πρέπει να στηρίζεται σε συνεργατική αντίληψη. Αυτό δεν συνεπάγεται ότι όλες οι συμμετέχουσες αρχές αναλαμβάνουν την εκτέλεση βασικών συμβατικών υποχρεώσεων, εφόσον αναλαμβάνουν δέσμευση να συμβάλουν στη συνεργατική εκτέλεση της σχετικής δημόσιας υπηρεσίας. Επιπροσθέτως, η υλοποίηση της συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν χρηματοοικονομικών συναλλαγών μεταξύ συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών, θα πρέπει να εξυπηρετεί αποκλειστικά σκοπούς που αφορούν το δημόσιο συμφέρον.

(34)

Υπάρχουν περιπτώσεις όπου μια νομική οντότητα ενεργεί, δυνάμει των οικείων διατάξεων του εθνικού δικαίου, ως όργανο ή τεχνική υπηρεσία για καθορισμένες αναθέτουσες αρχές και υποχρεούται να εκτελεί εντολές που λαμβάνει από τις εν λόγω αναθέτουσες αρχές, χωρίς να έχει καμία επιρροή στην αμοιβή για τις εργασίες της. Λόγω της μη συμβατικής της φύσης, μια τέτοια αμιγώς διοικητική σχέση δεν θα πρέπει να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διαδικασιών δημόσιων προμηθειών.

(35)

Η συγχρηματοδότηση προγραμμάτων έρευνας και ανάπτυξης (Ε&Α) από πηγές του βιομηχανικού κλάδου θα πρέπει να ενθαρρύνεται. Θα πρέπει, κατά συνέπεια, να διευκρινιστεί ότι η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις όπου δεν υφίσταται τέτοια συγχρηματοδότηση και όπου από τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων Ε&Α ωφελείται η οικεία αναθέτουσα αρχή. Τούτο δεν θα πρέπει να αποκλείει τη δυνατότητα του παρόχου των υπηρεσιών που διεξήγαγε τις εν λόγω δραστηριότητες να δημοσιεύει απολογισμό των δραστηριοτήτων αυτών, εφόσον η αναθέτουσα αρχή διατηρεί το αποκλειστικό δικαίωμα να χρησιμοποιεί τα αποτελέσματα της Ε&Α κατά την άσκηση της δραστηριότητάς της. Ωστόσο, δεν εμποδίζει την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας τυχόν εικονική κοινοχρησία των αποτελεσμάτων της Ε&Α ή καθαρά συμβολική συμμετοχή στην αμοιβή του παρόχου υπηρεσιών.

(36)

Η απασχόληση και η εργασία συμβάλλουν στην κοινωνική ένταξη και αποτελούν βασικά στοιχεία για τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών για όλους. Σε αυτό το πλαίσιο, σημαντικό ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν τα προστατευόμενα εργαστήρια. Το ίδιο ισχύει και για άλλες κοινωνικές επιχειρήσεις κύριος σκοπός των οποίων είναι η κοινωνική και επαγγελματική ένταξη ή επανένταξη ατόμων με αναπηρίες και μειονεκτούντων ατόμων, όπως των ανέργων, μελών μειονεκτουσών μειονοτήτων ή άλλων κοινωνικά περιθωριοποιημένων ομάδων. Ωστόσο, τα εργαστήρια ή οι επιχειρήσεις αυτές ενδέχεται να μην είναι σε θέση να λαμβάνουν συμβάσεις υπό κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού. Είναι, κατά συνέπεια, σκόπιμο να προβλεφθεί ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παραχωρούν κατ’ αποκλειστικότητα στα εργαστήρια ή τις επιχειρήσεις αυτές το δικαίωμα συμμετοχής σε διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων ή σε ορισμένες παρτίδες δημόσιων συμβάσεων, ή να τους αναθέτουν κατ’ αποκλειστικότητα την εκτέλεση συμβάσεων στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης.

(37)

Λόγω της ενδεδειγμένης ένταξης περιβαλλοντικών, κοινωνικών και εργασιακών απαιτήσεων στις διαδικασίες δημόσιων προμηθειών, είναι ιδιαίτερα σημαντικό τα κράτη μέλη και οι αναθέτουσες αρχές να λάβουν κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις στους τομείς του περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου οι οποίες ισχύουν στον τόπο εργασίας όπου εκτελούνται τα έργα ή παρέχονται οι εργασίες, και απορρέουν από νόμους, κανονισμούς, διατάγματα και αποφάσεις, σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο, καθώς και από συλλογικές συμβάσεις, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω κανόνες (και η εφαρμογή τους) συμμορφούνται με το δίκαιο της Ένωσης. Ομοίως, οι υποχρεώσεις που απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες, οι οποίες έχουν επικυρωθεί από όλα τα κράτη μέλη και περιληφθεί στο παράρτημα X θα πρέπει να εφαρμόζονται κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της σύμβασης. Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να εμποδίζει με κανένα τρόπο την εφαρμογή όρων και συνθηκών απασχόλησης πιο ευνοϊκών για τους εργαζόμενους.

Τα σχετικά μέτρα θα πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με τις βασικές αρχές του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με σκοπό, ιδίως, την εξασφάλιση ίσης μεταχείρισης. Τα σχετικά μέτρα θα πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με την οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) και κατά τρόπο που εξασφαλίζει ίση μεταχείριση και δεν εισάγει διακρίσεις, άμεσα ή έμμεσα, κατά οικονομικών φορέων και εργαζομένων από άλλα κράτη μέλη.

(38)

Οι υπηρεσίες θα πρέπει να θεωρούνται ότι παρέχονται στον τόπο εκτέλεσης των χαρακτηριστικών επιδόσεων. Όταν οι υπηρεσίες παρέχονται από απόσταση, φερ’ ειπείν, από τηλεφωνικά κέντρα, οι υπηρεσίες αυτές θα πρέπει να θεωρούνται ότι παρέχονται στον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών, ανεξαρτήτως των τόπων και των κρατών μελών όπου προορίζονται.

(39)

Οι σχετικές υποχρεώσεις θα μπορούσαν να αντικατοπτρίζονται σε ρήτρες συμβάσεων. Επίσης, θα πρέπει να επιτρέπεται η προσθήκη ρητρών για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς συλλογικές συμβάσεις, βάσει του δικαίου της Ένωσης για τις δημόσιες συμβάσεις. Η μη συμμόρφωση προς τις σχετικές υποχρεώσεις μπορεί να θεωρηθεί σοβαρό παράπτωμα του συγκεκριμένου οικονομικού φορέα, δυνάμενο να επιφέρει τον αποκλεισμό του από τη διαδικασία ανάθεσης δημόσιας σύμβασης.

(40)

Ο έλεγχος της τήρησης των εν λόγω διατάξεων του περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου θα πρέπει να διενεργείται στα ενδεδειγμένα στάδια της διαδικασίας προμήθειας, δηλαδή κατά την εφαρμογή των γενικών αρχών που διέπουν την επιλογή των συμμετεχόντων και την ανάθεση των συμβάσεων, κατά την εφαρμογή των κριτηρίων αποκλεισμού και κατά την εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με τις ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές. Η απαραίτητη επαλήθευση για τον σκοπό αυτό θα πρέπει να διεξάγεται σύμφωνα με τις συναφείς διατάξεις της παρούσας οδηγίας, ιδίως, αυτές οι οποίες διέπουν τα αποδεικτικά μέσα και τις υπεύθυνες δηλώσεις.

(41)

Καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να απαγορεύει την επιβολή ή την εφαρμογή μέτρων απαραίτητων για την προστασία της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, των χρηστών ηθών, της υγείας, της ζωής των ανθρώπων και των ζώων ή για τη διατήρηση των φυτών, ή και άλλων περιβαλλοντικών μέτρων, ιδίως με βασικό σκοπό την αειφόρο ανάπτυξη, υπό την προϋπόθεση ότι τα μέτρα αυτά είναι σύμφωνα προς τη ΣΛΕΕ.

(42)

Είναι επιτακτική η ανάγκη να παρασχεθεί στις αναθέτουσες αρχές μεγαλύτερη ευελιξία για την επιλογή διαδικασίας προμήθειας που να προβλέπει διαπραγματεύσεις. Εκτενέστερη χρήση των διαδικασιών αυτών είναι, εξάλλου, πιθανό να αυξήσει τις διασυνοριακές συναλλαγές, καθώς η αξιολόγηση έδειξε ότι οι συμβάσεις που ανατίθενται μέσω διαδικασίας με διαπραγμάτευση και προηγούμενη δημοσίευση, έχουν ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό επιτυχίας διασυνοριακών προσφορών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προβλέπουν τη χρήση της ανταγωνιστικής διαδικασίας με διαπραγμάτευση ή του ανταγωνιστικού διαλόγου σε διάφορες περιπτώσεις όπου οι ανοικτές ή οι κλειστές διαδικασίες χωρίς διαπραγμάτευση δεν είναι πιθανό να οδηγήσουν σε ικανοποιητικά αποτελέσματα. Υπενθυμίζεται ότι η χρήση του ανταγωνιστικού διαλόγου έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια από τη σκοπιά της αξίας των συμβάσεων. Έχει αποδειχθεί χρήσιμη σε περιπτώσεις που οι αναθέτουσες αρχές δεν είναι σε θέση να ορίσουν τα μέσα που θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους ή να εκτιμήσουν τι μπορεί να προσφέρει η αγορά ως τεχνικές, χρηματοδοτικές ή νομικές λύσεις. Η κατάσταση αυτή μπορεί να παρουσιαστεί ιδίως στις περιπτώσεις που αφορούν καινοτόμα έργα, εκτέλεση σημαντικών έργων υποδομής ολοκληρωμένων μεταφορών, μεγάλα δίκτυα πληροφορικής ή έργα που απαιτούν περίπλοκη και διαρθρωμένη χρηματοδότηση. Κατά περίπτωση, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να ενθαρρύνονται να ορίζουν επικεφαλής του σχεδίου για την εξασφάλιση καλής συνεργασίας μεταξύ των οικονομικών φορέων και της αναθέτουσας αρχής κατά τη διαδικασία ανάθεσης.

(43)

Για τις συμβάσεις έργων, περιπτώσεις όπως οι προαναφερθείσες περιλαμβάνουν έργα που δεν είναι συνήθη κτίρια ή που οι εργασίες αφορούν σχεδιαστικές ή καινοτόμες λύσεις. Για υπηρεσίες ή αγαθά που απαιτούν προσαρμογή ή σχεδιασμό, είναι πιθανόν να αξίζει η χρήση της ανταγωνιστικής διαδικασίας με διαπραγμάτευση ή του ανταγωνιστικού διαλόγου. Η προσαρμογή ή οι σχεδιαστικές αυτές προσπάθειες είναι ιδιαίτερα αναγκαίες στην περίπτωση περίπλοκων αγορών όπως εξελιγμένα προϊόντα, υπηρεσίες πνευματικής φύσεως, φερ’ ειπείν, υπηρεσίες παροχής συμβουλών, υπηρεσίες αρχιτεκτονικής ή μηχανικής, ή μεγάλα έργα τεχνολογίας των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ). Στις περιπτώσεις αυτές, ενδέχεται να πρέπει να πραγματοποιηθούν διαπραγματεύσεις, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η συγκεκριμένη προμήθεια ή υπηρεσία ανταποκρίνεται στις ανάγκες της αναθέτουσας αρχής. Στην περίπτωση έτοιμων προς χρήση υπηρεσιών ή αγαθών που μπορούν να παράσχουν πολλοί φορείς της αγοράς, δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται η ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση και ο ανταγωνιστικός διάλογος.

(44)

Η ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση θα πρέπει επίσης να είναι δυνατή σε περιπτώσεις όπου μια ανοικτή ή μια κλειστή διαδικασία έχει αποφέρει μόνο αντικανονικές ή απαράδεκτες προσφορές. Στις περιπτώσεις αυτές, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να μπορούν να διεξάγουν διαπραγματεύσεις με σκοπό τη λήψη κανονικών και αποδεκτών προσφορών.

(45)

Η ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση θα πρέπει να συνοδεύεται από κατάλληλες διασφαλίσεις, με τις οποίες θα εξασφαλίζεται η τήρηση των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας. Πιο συγκεκριμένα, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να αναφέρουν εκ των προτέρων τις ελάχιστες απαιτήσεις που χαρακτηρίζουν τη φύση της προμήθειας και δεν θα πρέπει να τροποποιηθούν κατά τις διαπραγματεύσεις. Τα κριτήρια ανάθεσης και η στάθμισή τους θα πρέπει να παραμένουν σταθερά καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας και να μην υπόκεινται σε διαπραγμάτευση, ώστε να διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση όλων των οικονομικών φορέων. Οι διαπραγματεύσεις πρέπει να αποσκοπούν στη βελτίωση των προσφορών, ώστε να δίνεται στις αναθέτουσες αρχές η δυνατότητα να αγοράζουν έργα, αγαθά και υπηρεσίες απόλυτα προσαρμοσμένα στις ιδιαίτερες ανάγκες τους. Οι διαπραγματεύσεις μπορούν να αφορούν όλα τα χαρακτηριστικά των έργων, των αγαθών και των υπηρεσιών που αγοράζονται, όπως, επί παραδείγματι, η ποιότητα, οι ποσότητες, οι εμπορικές ρήτρες, καθώς και οι κοινωνικές, περιβαλλοντικές και καινοτόμες πτυχές, υπό τον όρο ότι δεν αποτελούν ελάχιστες απαιτήσεις.

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι ελάχιστες απαιτήσεις που θέτει η αναθέτουσα αρχή είναι οι όροι και τα χαρακτηριστικά (κυρίως φυσικά, λειτουργικά και νομικά) στα οποία πρέπει να ανταποκρίνεται ή τα οποία πρέπει να διαθέτει μια προσφορά ώστε να μπορεί η αναθέτουσα αρχή να αναθέσει τη σύμβαση σύμφωνα με τα κριτήρια ανάθεσης που έχει επιλέξει. Για τη διασφάλιση της διαφάνειας και της ιχνηλασιμότητας της διαδικασίας, όλες οι φάσεις θα πρέπει να τεκμηριώνονται δεόντως. Επιπλέον, όλες οι προσφορές καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας θα πρέπει να υποβάλλονται γραπτώς.

(46)

Θα πρέπει να επιτρέπεται στις αναθέτουσες αρχές να συντομεύουν ορισμένες προθεσμίες που ισχύουν για τις ανοικτές και κλειστές διαδικασίες και για τις ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, εάν οι προθεσμίες αυτές δεν θα ήταν εφικτό να τηρηθούν λόγω επείγουσας ανάγκης, η οποία πρέπει να αιτιολογείται δεόντως από τις αναθέτουσες αρχές. Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι δεν είναι απαραίτητο να πρόκειται για κατεπείγουσα ανάγκη οφειλομένη σε γεγονότα τα οποία η αναθέτουσα αρχή δεν θα μπορούσε να προβλέψει και για τα οποία δεν ευθύνεται.

(47)

Η έρευνα και η καινοτομία, συμπεριλαμβανομένης της οικολογικής και της κοινωνικής καινοτομίας, συγκαταλέγονται στους βασικούς μοχλούς της μελλοντικής ανάπτυξης και έχουν τοποθετηθεί στο επίκεντρο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Οι δημόσιες αρχές θα πρέπει να κάνουν τη βέλτιστη στρατηγική χρήση των δημόσιων προμηθειών για την ενθάρρυνση της καινοτομίας. Η αγορά καινοτόμων αγαθών, έργων και υπηρεσιών είναι βασική στη βελτίωση της αποδοτικότητας και της ποιότητας των δημόσιων υπηρεσιών, αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα σημαντικές κοινωνικές προκλήσεις. Συνεισφέρει στην επίτευξη της βέλτιστης οικονομικής απόδοσης για το δημόσιο χρήμα, και αποφέρει ευρύτερα οικονομικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά οφέλη από την άποψη της δημιουργίας νέων ιδεών, της μετουσίωσής τους σε καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες, και, κατά συνέπεια, της προώθησης της αειφόρου οικονομικής ανάπτυξης.

Υπενθυμίζεται ότι στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 14ης Δεκεμβρίου 2007 με τίτλο «Προεμπορικές δημόσιες συμβάσεις: προώθηση της καινοτομίας για την εξασφάλιση βιώσιμων και ποιοτικών δημόσιων υπηρεσιών στην Ευρώπη», η οποία αφορά δημόσιες προμήθειες υπηρεσιών Ε&A που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, περιγράφεται μια σειρά υποδειγμάτων προμηθειών. Τα υποδείγματα αυτά παραμένουν διαθέσιμα μέχρι σήμερα, όμως η παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμβάλει στη διευκόλυνση των δημόσιων προμηθειών καινοτομίας και να βοηθήσει τα κράτη μέλη να επιτύχουν τους στόχους της «Ένωσης καινοτομίας».

(48)

Λόγω της σπουδαιότητας της καινοτομίας, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να επιτρέπουν την υποβολή εναλλακτικών προσφορών όσο το δυνατόν συχνότερα. Κατά συνέπεια θα πρέπει να επισημανθεί στις αρχές αυτές η ανάγκη να καθορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις που θα πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές, προτού να επιτρέπουν την υποβολή τους.

(49)

Όταν η ανάγκη για την ανάπτυξη καινοτόμου προϊόντος, υπηρεσίας ή έργου και η επακόλουθη απόκτηση των αγαθών, υπηρεσιών ή έργων που προκύπτουν δεν μπορεί να καλυφθεί με λύσεις ήδη διαθέσιμες στην αγορά, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ειδική διαδικασία προμήθειας για τις συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Η ειδική αυτή διαδικασία θα πρέπει να επιτρέπει στις αναθέτουσες αρχές να συγκροτούν μια μακροπρόθεσμη σύμπραξη καινοτομίας για την ανάπτυξη και την επακόλουθη απόκτηση νέων, καινοτόμων προϊόντων, υπηρεσιών ή έργων, εφόσον τα εν λόγω καινοτόμα προϊόντα, υπηρεσίες ή έργα μπορούν να παραδοθούν στα συμφωνηθέντα επίπεδα επιδόσεων και το συμφωνηθέν κόστος, χωρίς ανάγκη χωριστής διαδικασίας προμήθειας για την αγορά. Η σύμπραξη καινοτομίας θα πρέπει να βασίζεται στους διαδικαστικούς κανόνες που εφαρμόζονται στην ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση και οι συμβάσεις να ανατίθενται με βάση αποκλειστικά την καλύτερη αναλογία τιμής-ποιότητας· πρόκειται για το ασφαλέστερο κριτήριο σύγκρισης προσφορών για καινοτόμες λύσεις. Είτε πρόκειται για πολύ μεγάλα έργα είτε για μικρότερα καινοτόμα έργα, η σύμπραξη καινοτομίας θα πρέπει να είναι δομημένη κατά τρόπο ώστε να μπορεί να ενεργοποιήσει την απαραίτητη ζήτηση της αγοράς, παρέχοντας κίνητρα για την ανάπτυξη μιας καινοτόμου λύσης χωρίς στεγανοποίηση της αγοράς.

Ως εκ τούτου, οι αναθέτουσες αρχές δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν τις συμπράξεις καινοτομίας κατά τρόπο που να εμποδίζει, να περιορίζει ή να στρεβλώνει τον ανταγωνισμό. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η δημιουργία παράλληλων συμπράξεων καινοτομίας με περισσότερους από έναν εταίρους θα μπορούσε να συμβάλει στην αποφυγή τέτοιων αποτελεσμάτων.

(50)

Λόγω των επιζήμιων επιπτώσεων στον ανταγωνισμό, οι διαδικασίες με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο σε άκρως εξαιρετικές περιπτώσεις. Η εξαίρεση αυτή θα πρέπει να περιορίζεται σε περιπτώσεις που είτε η δημοσίευση είναι αδύνατη, για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης οφειλομένης σε γεγονότα τα οποία η αναθέτουσα αρχή δεν θα μπορούσε να προβλέψει και για τα οποία δεν ευθύνεται, είτε είναι σαφές εξαρχής ότι η δημοσίευση δεν θα οδηγήσει σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό ή σε καλύτερα αποτελέσματα όσον αφορά την προμήθεια, μεταξύ άλλων και γιατί αντικειμενικά υπάρχει μόνο ένας οικονομικός φορέας που μπορεί να εκτελέσει τη σύμβαση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα έργα τέχνης, όπου η ταυτότητα του καλλιτέχνη συνδέεται άρρηκτα με τον μοναδικό χαρακτήρα και την αξία του έργου τέχνης. Η αποκλειστικότητα μπορεί να οφείλεται και σε άλλους λόγους, όμως μόνο καταστάσεις αντικειμενικής αποκλειστικότητας μπορούν να δικαιολογήσουν τη χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση, εφόσον η κατάσταση της αποκλειστικότητας δεν δημιουργήθηκε από την ίδια την αναθέτουσα αρχή με στόχο τη μελλοντική διαδικασία προμήθειας.

Οι αναθέτουσες αρχές που επικαλούνται αυτή την εξαίρεση θα πρέπει να αιτιολογούν γιατί δεν υπάρχουν εύλογες εναλλακτικές ή υποκατάστατα, όπως η χρήση εναλλακτικών διαύλων διανομής ακόμα και εκτός του κράτους μέλους της αναθέτουσας αρχής ή να εξετάζουν παρεμφερή από άποψη λειτουργίας έργα, αγαθά και υπηρεσίες.

Στις περιπτώσεις που η κατάσταση της αποκλειστικότητας οφείλεται σε τεχνικούς λόγους, αυτοί θα πρέπει να προσδιορίζονται με ακρίβεια και να αιτιολογούνται κατά περίπτωση. Θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν, επί παραδείγματι, την τεχνική αδυναμία άλλων οικονομικών φορέων να επιτύχουν τις απαιτούμενες επιδόσεις ή την αναγκαιότητα χρήσης ειδικής τεχνογνωσίας, εργαλείων ή μέσων που μόνον ένας φορέας διαθέτει. Οι τεχνικοί λόγοι μπορεί να προέρχονται επίσης από ειδικές απαιτήσεις διαλειτουργικότητας που πρέπει να πληρούνται για να εξασφαλιστεί η λειτουργία των έργων, των αγαθών ή των υπηρεσιών.

Τέλος, η διαδικασία προμήθειας δεν είναι χρήσιμη όταν αγοράζονται άμεσα αγαθά σε αγορά πρώτων υλών, περιλαμβανομένων των χρηματιστηρίων εμπορίας βασικών αγαθών, όπως είναι τα αγροτικά προϊόντα, πρώτων υλών και ενέργειας, όπου η πολυμερής ρυθμιζόμενη και εποπτευόμενη εμπορική δομή εγγυάται κατά τρόπο φυσικό τις τιμές της αγοράς.

(51)

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι διατάξεις σχετικά με την προστασία εμπιστευτικών πληροφοριών ουδόλως εμποδίζουν την κοινοποίηση μη εμπιστευτικών τμημάτων συνημμένων συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν επακόλουθων αλλαγών.

(52)

Τα ηλεκτρονικά μέσα πληροφοριών και επικοινωνιών μπορούν να απλουστεύσουν σε μεγάλο βαθμό τη δημοσίευση συμβάσεων και να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα και τη διαφάνεια των διαδικασιών προμήθειας. Θα πρέπει να αποτελέσουν τον συνήθη τρόπο επικοινωνίας και ανταλλαγής πληροφοριών στις διαδικασίες προμήθειας, δεδομένου ότι ενισχύουν τις δυνατότητες των οικονομικών φορέων να συμμετέχουν σε διαδικασίες προμήθειας σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά. Για τον σκοπό αυτόν, θα καταστούν υποχρεωτικές η διαβίβαση των γνωστοποιήσεων σε ηλεκτρονική μορφή, η ηλεκτρονική διάθεση των εγγράφων της προμήθειας και —μετά από μεταβατική περίοδο 30 μηνών— η πλήρης ηλεκτρονική επικοινωνία, δηλαδή η επικοινωνία με ηλεκτρονικά μέσα σε όλες τις φάσεις της διαδικασίας, περιλαμβανομένης της διαβίβασης αιτήσεων συμμετοχής και ειδικότερα της διαβίβασης των προσφορών (ηλεκτρονική υποβολή). Τα κράτη μέλη και οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να διατηρήσουν το δικαίωμα να προχωρήσουν ακόμη περισσότερο εφόσον το επιθυμούν. Πρέπει, επίσης, να αποσαφηνιστεί ότι η υποχρεωτική χρήση των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας σύμφωνα με την παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει, ωστόσο, να υποχρεώνει τις αναθέτουσες αρχές να επεξεργάζονται ηλεκτρονικά τις προσφορές ούτε να καθιστά υποχρεωτική την ηλεκτρονική αξιολόγηση ή την αυτόματη επεξεργασία. Επιπλέον, δυνάμει της παρούσας οδηγίας, μετά την ανάθεση της σύμβασης δεν θα πρέπει να υφίσταται η υποχρέωση να χρησιμοποιούνται ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνιών για κανένα στοιχείο της διαδικασίας δημοσίων προμηθειών ούτε και για την εσωτερική επικοινωνία εντός της αναθέτουσας αρχής.

(53)

Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει, πλην συγκεκριμένων καταστάσεων, να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, τα οποία δεν επιφέρουν διακρίσεις, είναι γενικά διαθέσιμα και διαλειτουργικά με τα γενικώς χρησιμοποιούμενα προϊόντα ΤΠΕ και δεν περιορίζουν την πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία προμήθειας. Όταν χρησιμοποιούνται, τα εν λόγω μέσα θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τη δυνατότητα πρόσβασης των ατόμων με αναπηρίες. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η υποχρέωση να χρησιμοποιούνται ηλεκτρονικά μέσα σε όλα τα στάδια της διαδικασίας δημόσιων προμηθειών δεν θα ήταν ενδεδειγμένη στην περίπτωση όπου η χρήση ηλεκτρονικών μέσων απαιτεί ειδικευμένα εργαλεία ή μορφοτύπους αρχείων που δεν είναι γενικώς διαθέσιμοι ή στην περίπτωση όπου οι σχετικές επικοινωνίες μπορούν να γίνουν μόνο με τη χρήση ειδικού εξοπλισμού γραφείου. Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει, συνεπώς, να μην υποχρεούνται να απαιτούν τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας κατά τη διαδικασία υποβολής σε ορισμένες περιπτώσεις, που θα πρέπει να προσδιορίζονται ρητά. Στην οδηγία θα πρέπει να ορίζεται ότι στις εν λόγω περιπτώσεις συγκαταλέγονται καταστάσεις κατά τις οποίες απαιτείται η χρησιμοποίηση ειδικού εξοπλισμού γραφείου τον οποίο δεν διαθέτουν συνήθως οι αναθέτουσες αρχές, όπως εκτυπωτές για εκτύπωση σε μεγάλες διαστάσεις. Σε κάποιες διαδικασίες προμήθειας, στα έγγραφα της προμήθειας μπορεί να απαιτείται η υποβολή υλικού ή υπό κλίμακα προπλάσματος το οποίο δεν μπορεί να υποβληθεί στις αναθέτουσες αρχές με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το πρόπλασμα θα πρέπει να υποβάλλεται στις αναθέτουσες αρχές ταχυδρομικώς ή άλλως.

Διευκρινίζεται ωστόσο ότι η χρήση άλλων μέσων επικοινωνίας θα πρέπει να περιορίζεται στα στοιχεία εκείνα του διαγωνισμού για τα οποία δεν απαιτούνται ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας.

Είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι, εφόσον απαιτείται για τεχνικούς λόγους, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να θέτουν ένα μέγιστο όριο για το μέγεθος των υποβαλλόμενων φακέλων.

(54)

Ενδέχεται να υπάρχουν εξαιρετικές περιπτώσεις κατά τις οποίες θα πρέπει να επιτρέπεται στις αναθέτουσες αρχές να μη χρησιμοποιήσουν τέτοια ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, όταν αυτό είναι απαραίτητο για την προστασία του ιδιαίτερα ευαίσθητου χαρακτήρα των πληροφοριών. Τονιστέον ότι, όταν η χρήση ηλεκτρονικών εργαλείων τα οποία δεν είναι γενικά διαθέσιμα μπορεί να παράσχει το απαραίτητο επίπεδο προστασίας, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται αυτά τα ηλεκτρονικά εργαλεία, όπως όταν οι αναθέτουσες αρχές απαιτούν τη χρήση ειδικών ασφαλών μέσων επικοινωνίας στα οποία παρέχουν πρόσβαση.

(55)

Οι διαφορετικοί τεχνικοί μορφότυποι ή διαδικασίες και τα διαφορετικά πρότυπα ανταλλαγής μηνυμάτων ενδέχεται να δημιουργήσουν εμπόδια στη διαλειτουργικότητα, όχι μόνο στο εσωτερικό κάθε κράτους μέλους αλλά και κυρίως μεταξύ των κρατών μελών. Προκειμένου, επί παραδείγματι, να συμμετάσχουν σε διαδικασία προμήθειας στην οποία επιτρέπεται ή απαιτείται η χρήση ηλεκτρονικών καταλόγων, οι οποίο αποτελούν έναν μορφότυπο για την παρουσίαση και την οργάνωση των πληροφοριών κατά τρόπο που είναι κοινός για όλους τους προσφέροντες και προσφέρεται για ηλεκτρονική επεξεργασία, οι οικονομικοί φορείς θα υποχρεούνταν, ελλείψει τυποποίησης, να προσαρμόζουν τους καταλόγους τους σε κάθε διαδικασία προμήθειας, πράγμα το οποίο θα συνεπαγόταν την παροχή παρεμφερών πληροφοριών σε διαφορετικούς μορφοτύπους, αναλόγως των προδιαγραφών της εκάστοτε αναθέτουσας αρχής. Η τυποποίηση λοιπόν των μορφοτύπων του καταλόγου θα βελτιώσει το επίπεδο της διαλειτουργικότητας, θα ενισχύσει την αποτελεσματικότητα και θα μειώσει την απαιτούμενη από τους οικονομικούς φορείς προσπάθεια.

(56)

Όταν η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον υφίσταται ανάγκη να διασφαλιστεί ή να ενισχυθεί η διαλειτουργικότητα μεταξύ διαφορετικών τεχνικών μορφοτύπων ή διαδικασιών και προτύπων αποστολής μηνυμάτων μέσω της επιβολής της χρήσης συγκεκριμένων προτύπων και, εφόσον διαπιστώσει ότι υφίσταται ανάγκη, διερευνά ποια πρότυπα να επιβάλει, θα πρέπει να λαμβάνει σοβαρότατα υπόψη τις γνώμες των ενδιαφερομένων μερών. Θα πρέπει επίσης να εξετάζει σε ποιο βαθμό έχει ήδη χρησιμοποιηθεί στην πράξη ένα συγκεκριμένο πρότυπο από τους οικονομικούς φορείς και τις αναθέτουσες αρχές και πόσο αποτελεσματικό υπήρξε. Πριν να καταστήσει ένα τεχνικό πρότυπο υποχρεωτικό, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να μελετά προσεκτικά το κόστος που αυτό θα επιφέρει, ιδίως σε ό,τι αφορά τις προσαρμογές υφιστάμενων λύσεων ηλεκτρονικών προμηθειών, περιλαμβανομένων των υποδομών, των διαδικασιών και του λογισμικού. Εάν τα συγκεκριμένα πρότυπα δεν τα αναπτύσσει διεθνής, ευρωπαϊκός ή εθνικός οργανισμός τυποποίησης, θα πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις για τα πρότυπα των ΤΠΕ που θεσπίζει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12).

(57)

Πριν να προσδιορίσουν το επίπεδο ασφάλειας που απαιτείται για τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνιών που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν στα διάφορα στάδια της διαδικασίας ανάθεσης, τα κράτη μέλη και οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να αξιολογήσουν την αναλογικότητα μεταξύ, αφενός, των απαιτήσεων που σκοπό έχουν να διασφαλίσουν την ορθή και αξιόπιστη αναγνώριση των αποστολέων της επικοινωνίας καθώς και την πληρότητα του περιεχομένου της και, αφετέρου, του κινδύνου προβλημάτων π.χ. σε καταστάσεις όπου τα μηνύματα αποστέλλονται από αποστολέα διαφορετικό από εκείνον που αναφέρεται ως τέτοιος. Εάν όλες οι άλλες παράμετροι παραμένουν αμετάβλητες, τούτο σημαίνει ότι το επίπεδο ασφάλειας που απαιτείται, επί παραδείγματι, για ένα ηλεκτρονικό ταχυδρομείο με το οποίο ζητείται επιβεβαίωση της ακριβούς διεύθυνσης στην οποία θα πραγματοποιηθεί μια ενημερωτική συνάντηση δεν πρέπει να ορίζεται σε επίπεδο ίδιο με αυτό με την υποβολή της προσφοράς, η οποία είναι δεσμευτική για τον οικονομικό φορέα. Ομοίως, η αξιολόγηση της αναλογικότητας θα μπορούσε να οδηγήσει σε απαίτηση χαμηλότερων επιπέδων ασφάλειας για την εκ νέου υποβολή ηλεκτρονικών καταλόγων ή την υποβολή προσφορών σε ένα πλαίσιο «μίνι» διαγωνισμών εντός μιας συμφωνίας-πλαισίου ή την πρόσβαση σε έγγραφα της προμήθειας.

(58)

Αν και τα βασικά στοιχεία μιας διαδικασίας προμήθειας, όπως τα έγγραφα της προμήθειας, οι αιτήσεις συμμετοχής, η επιβεβαίωση ενδιαφέροντος και οι προσφορές, θα πρέπει να διακοινώνονται πάντοτε γραπτώς, η προφορική επικοινωνία με τους οικονομικούς φορείς θα πρέπει να συνεχίσει να είναι δυνατή, υπό τον όρο ότι το περιεχόμενό της τεκμηριώνεται επαρκώς. Αυτό είναι αναγκαίο προκειμένου να διασφαλίζεται το δέον επίπεδο διαφάνειας που θα επιτρέπει να επαληθεύεται κατά πόσον έχει τηρηθεί η αρχή της ίσης μεταχείρισης. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι οι προφορικές επικοινωνίες με τους προσφέροντες οι οποίες ενδέχεται να έχουν αντίκτυπο στο περιεχόμενο και την αξιολόγηση των προσφορών να τεκμηριώνονται επαρκώς και με τα ενδεδειγμένα μέσα, όπως με γραπτές ή ηχητικές καταγραφές ή συνόψεις των βασικών στοιχείων της επικοινωνίας.

(59)

Στις αγορές δημόσιων προμηθειών της Ένωσης παρατηρείται έντονη τάση συγκέντρωσης της ζήτησης από τους αγοραστές του Δημοσίου, με στόχο την επίτευξη οικονομιών κλίμακας, συμπεριλαμβανομένων χαμηλότερων τιμών και κόστους συναλλαγής, καθώς και την καλύτερη και πιο επαγγελματική διαχείριση των προμηθειών. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της συγκέντρωσης των αγορών είτε βάσει του αριθμού των εμπλεκόμενων αναθετουσών αρχών είτε βάσει του όγκου και της αξίας των αγορών με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, η συγκέντρωση και η κεντρική διαχείριση των αγορών θα πρέπει να υπόκειται σε προσεκτική παρακολούθηση, προκειμένου να αποφεύγεται η υπερβολική συγκέντρωση αγοραστικής δύναμης και οι αθέμιτες πρακτικές, και να διαφυλάσσονται η διαφάνεια και ο ανταγωνισμός καθώς και οι ευκαιρίες πρόσβασης στην αγορά για τις ΜΜΕ.

(60)

Το μέσο των συμφωνιών-πλαισίων χρησιμοποιείται ευρέως και θεωρείται αποτελεσματική τεχνική προμηθειών σε ολόκληρη την Ευρώπη. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να διατηρηθεί σε μεγάλο βαθμό ως έχει. Εντούτοις, χρειάζεται να διευκρινιστούν ορισμένες πτυχές, και ιδίως ότι οι συμφωνίες-πλαίσια δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται από αναθέτουσες αρχές που δεν αναφέρονται σε αυτές. Για τον σκοπό αυτό, οι αναθέτουσες αρχές που είναι εξαρχής συμβαλλόμενα μέρη σε συγκεκριμένη συμφωνία-πλαίσιο θα πρέπει να αναφέρονται σαφώς, είτε με την ονομασία τους είτε με άλλον τρόπο, επί παραδείγματι με αναφορά σε συγκεκριμένη κατηγορία αναθετουσών αρχών εντός μιας σαφώς καθορισμένης περιοχής, έτσι ώστε οι καλυπτόμενες αναθέτουσες αρχές να μπορούν να αναγνωρίζονται εύκολα και με τρόπο αναμφισβήτητο. Ομοίως, δεν θα πρέπει να είναι δυνατή η είσοδος νέων οικονομικών φορέων σε μια συμφωνία-πλαίσιο μετά τη σύναψή της. Αυτό σημαίνει, επί παραδείγματι, ότι στις περιπτώσεις που μια κεντρική αρχή αγορών χρησιμοποιεί ένα συνολικό μητρώο αναθετουσών αρχών ή κατηγοριών τους, όπως οι τοπικές αρχές δεδομένης γεωγραφικής περιοχής, οι οποίες μπορούν να προσφεύγουν στις συμφωνίες-πλαίσια που συνάπτει, η κεντρική αυτή αρχή αγορών θα πρέπει να ενεργεί κατά τρόπον ώστε να έχει τη δυνατότητα να επαληθεύει όχι μόνο την ταυτότητα της συγκεκριμένης αναθέτουσας αρχής αλλά και την ημερομηνία κατά την οποία αποκτά το δικαίωμα χρήσης της συμφωνίας-πλαισίου που έχει συνάψει η κεντρική αρχή αγορών, δεδομένου ότι η ημερομηνία αυτή καθορίζει ποιες συμφωνίες-πλαίσια μπορεί να χρησιμοποιεί η συγκεκριμένη αναθέτουσα αρχή.

(61)

Στις αντικειμενικές προϋποθέσεις για τον προσδιορισμό του ποιος από τους οικονομικούς φορείς που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη συμφωνία-πλαίσιο θα πρέπει να ασκήσει ένα συγκεκριμένο καθήκον, όπως η παροχή αγαθών ή υπηρεσιών για χρήση από φυσικά πρόσωπα, θα πρέπει να επιτραπεί, στο πλαίσιο συμφωνιών-πλαισίων όπου ορίζονται όλοι οι όροι, να περιλαμβάνονται οι ανάγκες ή η επιλογή των ενδιαφερόμενων φυσικών προσώπων.

Θα πρέπει να παρέχεται περισσότερη ευελιξία στις αναθέτουσες αρχές όταν προβαίνουν σε προμήθειες βάσει συμφωνιών-πλαισίων οι οποίες συνάπτονται με περισσότερους του ενός οικονομικού φορέα και οι οποίες καθορίζουν όλους τους όρους.

Σε τέτοιες περιπτώσεις, θα πρέπει να επιτρέπεται στις αναθέτουσες αρχές να αποκτούν συγκεκριμένα έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που καλύπτονται από τη συμφωνία-πλαίσιο, είτε ζητώντας τα από έναν από τους οικονομικούς φορείς, που καθορίζονται σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια και βάσει των όρων που έχουν ήδη τεθεί, είτε αναθέτοντας συγκεκριμένη σύμβαση για τα εν λόγω έργα, αγαθά ή υπηρεσίες μετά τη διεξαγωγή «μίνι διαγωνισμών» μεταξύ των οικονομικών φορέων που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη συμφωνία-πλαίσιο. Για την εξασφάλιση της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης, οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν στα έγγραφα της προμήθειας για τη συμφωνία-πλαίσιο τα αντικειμενικά κριτήρια βάσει των οποίων θα γίνεται η επιλογή μεταξύ των δύο αυτών μεθόδων εκτέλεσης της συμφωνίας-πλαισίου. Τα κριτήρια αυτά θα μπορούσαν επί παραδείγματι να συνδέονται με την ποσότητα, την αξία ή τα χαρακτηριστικά των έργων, των αγαθών ή των υπηρεσιών, περιλαμβανομένης της ανάγκης υψηλότερου επιπέδου υπηρεσιών ή ασφαλείας, ή με τις εξελίξεις των επιπέδων των τιμών σε σύγκριση με προκαθορισμένο δείκτη τιμών. Οι συμφωνίες-πλαίσιο δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται εσφαλμένα ή με τέτοιο τρόπο ώστε να αποκλείουν, να περιορίζουν ή να στρεβλώνουν τον υγιή ανταγωνισμό. Οι αναθέτουσες αρχές δεν θα πρέπει να είναι υποχρεωμένες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία να προμηθεύονται έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες, οι οποίες καλύπτονται από κάποια συμφωνία-πλαίσιο, στα πλαίσια της εν λόγω συμφωνίας-πλαισίου.

(62)

Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι, ενώ οι συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνία-πλαίσιο πρέπει να ανατεθούν πριν από την εκπνοή της προθεσμίας της ίδιας της συμφωνίας-πλαισίου, η διάρκεια των επιμέρους συμβάσεων που βασίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο δεν απαιτείται να συμπίπτει με τη διάρκειά της εν λόγω συμφωνίας-πλαισίου, αλλά μπορεί να είναι, κατά περίπτωση, βραχύτερη ή μακρότερη. Θα πρέπει, ιδίως, να επιτρέπεται ο καθορισμός της διάρκειας των επιμέρους συμβάσεων που βασίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες, όπως ο χρόνος που απαιτείται για την εκτέλεσή τους, όπου περιλαμβάνεται η συντήρηση εξοπλισμού με προσδόκιμο ωφέλιμης διάρκειας ζωής μεγαλύτερο των τεσσάρων ετών ή όπου απαιτείται ευρείας έκτασης εκπαίδευση του προσωπικού για την εκτέλεση της σύμβασης.

Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι μπορεί να υπάρξουν εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες θα πρέπει να επιτραπεί διάρκεια μεγαλύτερη των τεσσάρων ετών για τις ίδιες τις συμφωνίες-πλαίσια. Τέτοιες περιπτώσεις, οι οποίες πρέπει να είναι δεόντως δικαιολογημένες με κριτήριο, ιδίως, το αντικείμενο της συμφωνίας-πλαισίου, μπορούν να προκύψουν, για παράδειγμα, όταν χρειάζεται να διαθέτουν οι οικονομικοί φορείς εξοπλισμό με περίοδο απόσβεσης μεγαλύτερη των τεσσάρων ετών, ο οποίος πρέπει να είναι διαθέσιμος ανά πάσα στιγμή, καθ’ όλη τη διάρκεια της συμφωνίας-πλαισίου.

(63)

Από την αποκτηθείσα πείρα προκύπτει το συμπέρασμα ότι χρειάζεται να προσαρμοστούν επίσης οι κανόνες που διέπουν τα δυναμικά συστήματα αγορών, ώστε να μπορούν στις αναθέτουσες αρχές να αξιοποιούν πλήρως τις δυνατότητες τις οποίες προσφέρει το μέσο αυτό. Τα συστήματα χρειάζονται απλούστευση· ειδικότερα, θα πρέπει να λειτουργούν υπό τη μορφή κλειστής διαδικασίας, η οποία θα καταργήσει την ανάγκη ενδεικτικών προσφορών, οι οποίες έχουν κριθεί ως μία από τις σημαντικότερες επιβαρύνσεις που σχετίζονται με τα δυναμικά συστήματα αγορών. Έτσι, οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας υποβάλλει αίτηση συμμετοχής και πληροί τα κριτήρια επιλογής θα πρέπει να επιτρέπεται να λαμβάνει μέρος στις διαδικασίες προμήθειας που διεξάγονται μέσω του δυναμικού συστήματος αγορών εντός της περιόδου ισχύος του. Αυτή η τεχνική αγορών επιτρέπει στις αναθέτουσες αρχές να έχουν στη διάθεσή τους ένα ιδιαίτερα ευρύ φάσμα προσφορών και, συνεπώς, να εξασφαλίζουν την καλύτερη δυνατή χρησιμοποίηση των δημόσιων πόρων, αυξάνοντας τον ανταγωνισμό όταν πρόκειται για συνηθισμένα ή έτοιμα προς χρήση προϊόντα, έργα ή υπηρεσίες που είναι κατά κανόνα διαθέσιμες στην αγορά.

(64)

Η εξέταση των αιτήσεων συμμετοχής θα πρέπει κανονικά να γίνεται εντός 10 εργάσιμων ημερών το πολύ, δεδομένου ότι η αξιολόγηση των κριτηρίων επιλογής θα γίνεται με βάση τις απλουστευμένες απαιτήσεις τεκμηρίωσης τις οποίες καθορίζει η παρούσα οδηγία. Όταν όμως συγκροτείται για πρώτη φορά ένα δυναμικό σύστημα αγορών, οι αναθέτουσες αρχές ενδέχεται, λόγω της ανταπόκρισης στην πρώτη δημοσίευση γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης ή της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, να δεχθούν έναν τόσο μεγάλο αριθμό αιτήσεων συμμετοχής, ώστε να χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να τις εξετάσουν. Αυτό θα πρέπει να γίνεται δεκτό, υπό τον όρο ότι δεν δρομολογείται προμήθεια πριν να εξεταστούν όλες οι αιτήσεις. Οι αναθέτουσες αρχές θα είναι ελεύθερες να οργανώνουν την εξέταση των αιτήσεων συμμετοχής όπως αυτές κρίνουν, αποφασίζοντας επί παραδείγματι να τις εξετάζουν μια φορά την εβδομάδα μόνο, υπό τον όρο ότι τηρούνται οι προθεσμίες για την εξέταση κάθε αίτησης.

(65)

Οποιαδήποτε στιγμή κατά την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να είναι ελεύθερες να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να υποβάλουν νέα και επικαιροποιημένη υπεύθυνη δήλωση ότι πληρούν τα κριτήρια της ποιοτικής επιλογής, εντός εύλογης προθεσμίας. Πρέπει να υπενθυμιστεί ότι ισχύει και στο ειδικό πλαίσιο των δυναμικών συστημάτων αγορών η —προβλεπόμενη στις γενικές διατάξεις της παρούσας οδηγίας περί αποδεικτικών μέσων— δυνατότητα της αναθέτουσας αρχής να ζητεί από τους οικονομικούς φορείς να υποβάλουν δικαιολογητικά καθώς και η υποχρέωσή της να ζητεί δικαιολογητικά από τον προσφέροντα στον οποίο έχει αποφασίσει ότι θα αναθέσει τη σύμβαση.

(66)

Για να αυξηθούν οι πιθανότητες των ΜΜΕ να συμμετέχουν σε ένα μεγάλης κλίμακας δυναμικό σύστημα αγορών, όπως, επί παραδείγματι, σε σύστημα το οποίο χειρίζεται μια κεντρική αρχή αγορών, η αναθέτουσα αρχή θα πρέπει να μπορεί να οργανώνει το σύστημα βάσει αντικειμενικά καθορισμένων κατηγοριών προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών. Οι κατηγορίες αυτές θα πρέπει να ορίζονται με αναφορά σε αντικειμενικούς παράγοντες, όπως, επί παραδείγματι, το μέγιστο επιτρεπόμενο μέγεθος συγκεκριμένων συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν στο πλαίσιο της εν λόγω κατηγορίας ή μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή στην οποία πρόκειται να εκτελεστούν ειδικές συμβάσεις. Στις περιπτώσεις που ένα δυναμικό σύστημα αγορών χωρίζεται σε κατηγορίες, η αναθέτουσα αρχή εφαρμόζει κριτήρια επιλογής τα οποία είναι αναλογικά προς τα χαρακτηριστικά της εκάστοτε κατηγορίας.

(67)

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι κατά κανόνα οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί δεν ενδείκνυνται για ορισμένες δημόσιες συμβάσεις έργων και ορισμένες δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών οι οποίες έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες πνευματικού δημιουργού όπως ο σχεδιασμός έργων, διότι μόνο τα στοιχεία που επιδέχονται αυτόματη αξιολόγηση με ηλεκτρονικά μέσα, χωρίς παρέμβαση ή εκτίμηση της αναθέτουσας αρχής, ήτοι μόνο τα στοιχεία που είναι προσδιορίσιμα ποσοτικά κατά τρόπον ώστε να εκφράζονται αριθμητικώς ή ως ποσοστά μπορούν να αποτελούν αντικείμενο ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.

Θα πρέπει, όμως, να διευκρινιστεί επίσης ότι οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί μπορούν να χρησιμοποιούνται σε διαδικασία προμήθειας για την απόκτηση συγκεκριμένου δικαιώματος πνευματικής δημιουργίας. Είναι επίσης σκόπιμο να υπενθυμιστεί ότι, αν και οι αναθέτουσες αρχές παραμένουν ελεύθερες να περιορίζουν τον αριθμό των υποψηφίων ή των προσφερόντων εφόσον δεν έχει ξεκινήσει ο πλειστηριασμός, δεν επιτρέπεται καμία περαιτέρω μείωση των προσφερόντων που συμμετέχουν στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό μετά την έναρξη του πλειστηριασμού.

(68)

Αναπτύσσονται συνεχώς νέες ηλεκτρονικές τεχνικές αγορών, όπως είναι οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι. Οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι είναι ένας μορφότυπος για την παρουσίαση και την οργάνωση των πληροφοριών κατά τρόπο ο οποίος είναι κοινός για όλους τους προσφέροντες και προσφέρεται για ηλεκτρονική επεξεργασία. Ένα παράδειγμα είναι η παρουσίαση των προσφορών σε λογιστικό φύλλο. Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να μπορούν να απαιτούν ηλεκτρονικούς καταλόγους σε όλες τις διαθέσιμες διαδικασίες όπου απαιτείται η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας. Οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι συμβάλλουν στην ενίσχυση του ανταγωνισμού και στον εξορθολογισμό των δημόσιων προμηθειών, ιδίως εξοικονομώντας χρόνο και χρήματα. Εντούτοις, θα πρέπει να θεσπιστούν ορισμένοι κανόνες για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση της χρήσης των νέων τεχνικών με τους κανόνες της παρούσας οδηγίας και με τις αρχές της ίσης μεταχείρισης, της αποφυγής των διακρίσεων και της διαφάνειας. Εν προκειμένω, η χρήση ηλεκτρονικών καταλόγων για την παρουσίαση των προσφορών δεν θα πρέπει σημάνει ότι οι οικονομικοί φορείς θα μπορούν να περιορίζονται στη διαβίβαση του γενικού τους καταλόγου. Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι υποχρεωμένοι να προσαρμόζουν τους γενικούς τους καταλόγους στην εκάστοτε διαδικασία προμήθειας. Η προσαρμογή αυτή θα διασφαλίζει ότι ο κατάλογος που διαβιβάζεται στο πλαίσιο διαδικασίας προμήθειας περιλαμβάνει μόνο τα προϊόντα, τα έργα ή τις υπηρεσίες που οι οικονομικοί φορείς κρίνουν —έπειτα από προσεκτική εξέταση— ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της αναθέτουσας αρχής. Οι οικονομικοί φορείς θα έχουν συνεπώς τη δυνατότητα να αντιγράφουν πληροφορίες από τον γενικό τους κατάλογο, όχι όμως να τον υποβάλουν ολόκληρο.

Επιπλέον, εφόσον παρέχονται επαρκείς εγγυήσεις σχετικά με τη διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας, της ίσης μεταχείρισης και της προβλεψιμότητας, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να μπορούν να προκηρύσσουν διαγωνισμούς σχετικά με ειδικές αγορές βάσει ηλεκτρονικών καταλόγων που έχουν διαβιβαστεί προηγουμένως, ιδίως εάν προκηρυχθεί νέος διαγωνισμός στο πλαίσιο συμφωνίας-πλαισίου ή εάν χρησιμοποιείται δυναμικό σύστημα αγορών.

Στις περιπτώσεις που οι αναθέτουσες αρχές προκηρύσσουν διαγωνισμούς, ο οικείος οικονομικός φορέας θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ελέγχει ότι διαγωνισμός τον οποίο προκηρύσσει η αναθέτουσα αρχή δεν περιέχει εκ παραδρομής λάθη. Εφόσον υπάρχουν τέτοια λάθη, ο οικονομικός φορέας δεν θα δεσμεύεται από τον διαγωνισμό τον οποίο έχει προκηρύξει η αναθέτουσα αρχή, εκτός εάν διορθωθεί το λάθος.

Σύμφωνα με τις απαιτήσεις των κανόνων σχετικά με τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να αποφεύγουν την επιβολή αδικαιολόγητων εμποδίων στην πρόσβαση των οικονομικών φορέων σε διαδικασίες προμήθειας στις οποίες οι προσφορές πρέπει να προσκομίζονται υπό τη μορφή ηλεκτρονικών καταλόγων και οι οποίες εγγυώνται τη συμμόρφωση με τις γενικές αρχές της αποφυγής των διακρίσεων και της ίσης μεταχείρισης.

(69)

Στην πλειονότητα των κρατών μελών χρησιμοποιούνται ολοένα και περισσότερο τεχνικές συγκέντρωσης των προμηθειών. Οι κεντρικές αρχές αγορών αναλαμβάνουν την πραγματοποίηση αγορών, τη διαχείριση δυναμικών συστημάτων αγορών ή την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων / συμφωνιών-πλαισίων που προορίζονται για άλλες αναθέτουσες αρχές, είτε έναντι αμοιβής είτε όχι. Οι αναθέτουσες αρχές για τις οποίες συνάπτεται μια συμφωνία-πλαίσιο θα πρέπει να μπορούν να τη χρησιμοποιούν για μεμονωμένες ή επαναλαμβανόμενες αγορές. Λόγω του μεγάλου όγκου των αγοραζόμενων ποσοτήτων οι τεχνικές αυτές μπορούν να συμβάλουν στην αύξηση του ανταγωνισμού και θα πρέπει να ενισχύσουν την επαγγελματική διαχείριση των δημόσιων αγορών. Πρέπει συνεπώς να υπάρξει μέριμνα για έναν ενωσιακό ορισμό των κεντρικών αρχών αγορών που θα αφορά ειδικά τις αναθέτουσες αρχές και θα διευκρινίζεται ότι οι κεντρικές αρχές αγορών λειτουργούν με δύο διαφορετικούς τρόπους.

Μπορούν να λειτουργούν πρώτον ως πωλητές χονδρικής που αγοράζουν, αποθηκεύουν ή επαναπωλούν ή δεύτερον, μπορούν να λειτουργούν ως μεσάζοντες που αναθέτουν συμβάσεις, χειρίζονται δυναμικά συστήματα αγορών ή συνάπτουν συμφωνίες-πλαίσια για χρήση από τις αναθέτουσες αρχές. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να αναλαμβάνουν τον ρόλο του μεσάζοντα, διεξάγοντας αυτόνομα τις σχετικές διαδικασίες ανάθεσης, χωρίς να λαμβάνουν λεπτομερείς οδηγίες από τις οικείες αναθέτουσες αρχές· σε άλλες περιπτώσεις, μπορούν να διεξάγουν τις διαδικασίες ανάθεσης βάσει οδηγιών από τις οικείες αναθέτουσες αρχές, εξ ονόματός τους και για λογαριασμό τους.

Επιπλέον, θα πρέπει να θεσπιστούν κανόνες για την ανάθεση της ευθύνης τήρησης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία στην κεντρική αρχή αγορών και τις αναθέτουσες αρχές που πραγματοποιούν αγορές από την κεντρική αρχή αγορών ή μέσω αυτής. Σε περίπτωση που η κεντρική αρχή αγορών έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα για τη διεξαγωγή των διαδικασιών προμήθειας, θα πρέπει επίσης να έχει την άμεση και αποκλειστική ευθύνη για τη νομιμότητα των διαδικασιών. Σε περίπτωση που μια αναθέτουσα αρχή εκτελεί ορισμένα τμήματα της διαδικασίας, επί παραδείγματι την εκ νέου διεξαγωγή διαγωνισμού στο πλαίσιο συμφωνίας-πλαισίου ή την ανάθεση μεμονωμένων συμβάσεων βάσει δυναμικού συστήματος αγορών, θα πρέπει να συνεχίσει να φέρει την ευθύνη για τα στάδια που εκτελεί.

(70)

Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να μπορούν να αναθέτουν δημόσια σύμβαση υπηρεσιών για την παροχή κεντρικών δραστηριοτήτων προμηθειών σε κεντρική αρχή αγορών χωρίς να εφαρμόζονται οι διαδικασίες της παρούσας οδηγίας· θα πρέπει επίσης να επιτρέπεται οι εν λόγω δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών να περιλαμβάνουν την παροχή επικουρικών δραστηριοτήτων προμηθειών. Οι δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών για την παροχή επικουρικών δραστηριοτήτων προμηθειών, όταν δεν πραγματοποιούνται από κεντρική αρχή αγορών στο πλαίσιο της εκ μέρους της παροχής κεντρικών δραστηριοτήτων προμηθειών προς την οικεία αναθέτουσα αρχή αλλά με άλλον τρόπο, θα πρέπει να ανατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Πρέπει να υπενθυμιστεί επίσης ότι η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που παρέχονται μεν κεντρικές ή επικουρικές δραστηριότητες προμηθειών, όχι όμως με σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας που συνιστά προμήθεια κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας.

(71)

Η ενίσχυση των διατάξεων που αφορούν τις κεντρικές αρχές αγορών δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αποτρέπει τις τρέχουσες πρακτικές περιστασιακών από κοινού προμηθειών, δηλαδή λιγότερο θεσμοθετημένων και συστηματικών κοινών αγορών ή την καθιερωμένη πρακτική της προσφυγής σε παρόχους υπηρεσιών που προετοιμάζουν και διαχειρίζονται διαδικασίες προμήθειας εξ ονόματος και για λογαριασμό μιας αναθέτουσας αρχής και βάσει οδηγιών της. Αντίθετα, ορισμένα χαρακτηριστικά των από κοινού προμηθειών θα πρέπει να διευκρινιστούν λόγω του σημαντικού ρόλου που μπορούν να διαδραματίζουν οι συγκεκριμένες προμήθειες, μεταξύ άλλων, και όσον αφορά τα καινοτόμα έργα.

Οι από κοινού προμήθειες μπορούν να λαμβάνουν διάφορες μορφές, από τις συντονισμένες προμήθειες μέσω της εκπόνησης κοινών τεχνικών προδιαγραφών για έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που πρόκειται να προμηθευτούν διάφορες αναθέτουσες αρχές, με κάθε μία από αυτές να διεξάγει χωριστή διαδικασία προμήθειας, μέχρι περιπτώσεις όπου οι αναθέτουσες αρχές διεξάγουν από κοινού μια διαδικασία προμήθειας είτε ενεργώντας μαζί είτε αναθέτοντας σε μια αναθέτουσα αρχή τη διαχείριση της διαδικασίας προμήθειας εξ ονόματος όλων των αναθετουσών αρχών.

Στην περίπτωση που διάφορες αναθέτουσες αρχές διεξάγουν από κοινού διαδικασία προμήθειας, είναι από κοινού υπεύθυνες για την τήρηση των υποχρεώσεών τους που απορρέουν από την παρούσα οδηγία. Εντούτοις, στην περίπτωση που οι αναθέτουσες αρχές διεξάγουν μέρη μόνο της διαδικασίας προμήθειας, η κοινή ευθύνη υφίσταται μόνο για τα μέρη της διαδικασίας που διεξάγονται από κοινού. Κάθε αναθέτουσα αρχή θα είναι υπεύθυνη μόνο για τις διαδικασίες ή τα μέρη της διαδικασίας που διεξάγει μόνη, όπως η ανάθεση μιας σύμβασης, η σύναψη συμφωνίας-πλαισίου, ο χειρισμός δυναμικού συστήματος αγορών, η εκ νέου διεξαγωγή διαγωνισμού στο πλαίσιο μιας συμφωνίας-πλαισίου ή ο προσδιορισμός του ποιος από τους οικονομικούς φορείς που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη συμφωνία-πλαίσιο θα ασκήσει ένα συγκεκριμένο καθήκον.

(72)

Τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας είναι προσφέρονται ιδιαίτερα για την υποστήριξη πρακτικών και εργαλείων συγκέντρωσης των προμηθειών, χάρη στη δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης και αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων που προσφέρουν, καθώς και στην ελαχιστοποίηση του κόστους πληροφόρησης και συναλλαγών. Συνεπώς, σε πρώτο στάδιο, η χρήση των εν λόγω ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας θα πρέπει να καταστεί υποχρεωτική για τις κεντρικές αρχές αγορών, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να διευκολυνθεί η εφαρμογή συγκλινουσών πρακτικών σε ολόκληρη την Ένωση. Στη συνέχεια, θα πρέπει να θεσπιστεί γενική υποχρέωση χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας σε όλες τις διαδικασίες προμήθειας, μετά την πάροδο 30 μηνών.

(73)

Η από κοινού ανάθεση δημόσιων συμβάσεων από αναθέτουσες αρχές διαφορετικών κρατών μελών αντιμετωπίζει επί του παρόντος συγκεκριμένες νομικές δυσκολίες λόγω της σύγκρουσης των εθνικών νομοθεσιών. Παρά το γεγονός ότι η οδηγία 2004/18/ΕΚ επέτρεψε εμμέσως τις διασυνοριακές από κοινού δημόσιες προμήθειες, οι αναθέτουσες αρχές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές νομικές και πρακτικές δυσκολίες όταν αγοράζουν από κεντρικές αρχές αγορών σε άλλα κράτη μέλη ή αναθέτουν από κοινού δημόσιες συμβάσεις. Προκειμένου να επιτραπεί στις αναθέτουσες αρχές να αντλήσουν τα μέγιστα οφέλη από τις δυνατότητες της εσωτερικής αγοράς από άποψη οικονομιών κλίμακας και επιμερισμού κινδύνων-οφελών, μεταξύ άλλων και για καινοτόμα έργα που εμπεριέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από αυτόν που μπορεί ευλόγως να αναλάβει μια αναθέτουσα αρχή μεμονωμένα, οι δυσκολίες αυτές θα πρέπει να αντιμετωπιστούν. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να θεσπιστούν νέοι κανόνες σχετικά με τις διασυνοριακές από κοινού προμήθειες, προκειμένου να διευκολυνθεί η συνεργασία μεταξύ των αναθετουσών αρχών και να ενισχυθούν τα οφέλη από την εσωτερική αγορά με τη δημιουργία διασυνοριακών επιχειρηματικών δυνατοτήτων για προμηθευτές και παρόχους υπηρεσιών. Οι κανόνες αυτοί θα πρέπει να καθορίζουν τους όρους για τη διασυνοριακή χρησιμοποίηση των κεντρικών αρχών αγορών και να υποδεικνύουν την εφαρμοστέα νομοθεσία περί δημοσίων προμηθειών, περιλαμβανομένου του εφαρμοστέου δικαίου για τα ένδικα μέσα, σε περιπτώσεις διασυνοριακών από κοινού διαδικασιών, συμπληρώνοντας τους σχετικούς για τη σύγκρουση νόμων κανόνες που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13). Επιπλέον, οι αναθέτουσες αρχές διαφορετικών κρατών μελών θα πρέπει να μπορούν να συγκροτούν κοινές νομικές οντότητες, οι οποίες ιδρύονται δυνάμει εθνικού ή του ενωσιακού δικαίου. Χρειάζονται ειδικοί κανόνες για την εν λόγω μορφή από κοινού προμηθειών.

Ωστόσο, οι αναθέτουσες αρχές δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν τη δυνατότητα διασυνοριακών από κοινού προμηθειών με σκοπό να παρακάμπτουν αναγκαστικούς κανόνες του δημοσίου δικαίου, σύμφωνους με το ενωσιακό δίκαιο, στους οποίους υπόκεινται στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένες. Στους κανόνες αυτούς μπορούν να περιλαμβάνονται, επί παραδείγματι, διατάξεις σχετικά με τη διαφάνεια και την πρόσβαση στα έγγραφα ή ειδικές απαιτήσεις για την ιχνηλασιμότητα ευαίσθητων αγαθών.

(74)

Οι τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζονται από τους αγοραστές του Δημοσίου πρέπει να επιτρέπουν το άνοιγμα των δημόσιων προμηθειών στον ανταγωνισμό καθώς και την επίτευξη των στόχων βιωσιμότητας. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να είναι δυνατή η υποβολή προσφορών που αντικατοπτρίζουν την ποικιλία των προτύπων για τεχνικές λύσεις και των τεχνικών προδιαγραφών στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων όσων καταρτίζονται βάσει των κριτηρίων απόδοσης βάσει του κύκλου ζωής και της βιωσιμότητας της διαδικασίας παραγωγής των έργων, αγαθών και υπηρεσιών.

Κατά συνέπεια, οι τεχνικές προδιαγραφές θα πρέπει να καταρτίζονται κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται ο τεχνητός περιορισμός του ανταγωνισμού μέσω απαιτήσεων που να ευνοούν έναν συγκεκριμένο οικονομικό φορέα, αντικατοπτρίζοντας βασικά χαρακτηριστικά των αγαθών, υπηρεσιών ή έργων που παρέχονται συνήθως από τον οικονομικό φορέα αυτό. Η κατάρτιση των τεχνικών προδιαγραφών ως προς τις λειτουργικές απαιτήσεις και τις απαιτήσεις εκτέλεσης επιτρέπει εν γένει την επίτευξη του ανωτέρω στόχου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Οι λειτουργικές απαιτήσεις και οι σχετικές με την εκτέλεση απαιτήσεις συνιστούν επίσης ενδεδειγμένα μέσα που θα ευνοήσουν την καινοτομία στις δημόσιες προμήθειες και θα πρέπει να χρησιμοποιούνται όσο το δυνατόν ευρύτερα. Σε περίπτωση αναφοράς σε ευρωπαϊκό πρότυπο ή, ελλείψει αυτού, σε εθνικό πρότυπο, θα πρέπει να εξετάζονται από τις αναθέτουσες αρχές προσφορές βασιζόμενες σε άλλες ισοδύναμες λύσεις. Υπεύθυνος για την απόδειξη της ισοδυναμίας με το απαιτούμενο σήμα θα πρέπει να είναι ο οικονομικός φορέας.

Προκειμένου να αποδείξουν την εν λόγω ισοδυναμία, θα πρέπει να μπορεί να απαιτείται από τους προσφέροντες να παρέχουν στοιχεία επαληθευμένα από τρίτο μέρος· ωστόσο, θα πρέπει επίσης να επιτρέπονται τυχόν άλλα ενδεδειγμένα αποδεικτικά μέσα, όπως ο τεχνικός φάκελος του κατασκευαστή, εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας είτε δεν έχει πρόσβαση στα εν λόγω πιστοποιητικά ή εκθέσεις δοκιμών είτε δεν έχει τη δυνατότητα να τα αποκτήσει εντός των σχετικών προθεσμιών, υπό την προϋπόθεση ότι ο συγκεκριμένος οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι τα έργα, τα αγαθά και οι υπηρεσίες πληρούν τις απαιτήσεις και τα κριτήρια που προβλέπονται στις τεχνικές προδιαγραφές, τα κριτήρια ανάθεσης ή τους όρους εκτέλεσης σύμβασης.

(75)

Οι αναθέτουσες αρχές που επιθυμούν να αγοράσουν έργα, αγαθά ή υπηρεσίες με συγκεκριμένα περιβαλλοντικά, κοινωνικά ή άλλα χαρακτηριστικά θα πρέπει να είναι σε θέση να αναφέρουν συγκεκριμένα σήματα, όπως το ευρωπαϊκό οικολογικό σήμα, τα (πολυ)εθνικά οικολογικά σήματα ή οποιοδήποτε άλλο σήμα, υπό την προϋπόθεση ότι οι απαιτήσεις για την απόκτηση του σήματος συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης, όπως είναι η περιγραφή του προϊόντος και η παρουσίασή του, συμπεριλαμβανομένων και των απαιτήσεων σχετικά με τη συσκευασία. Επιπλέον, είναι ιδιαίτερα σημαντικό οι εν λόγω απαιτήσεις να αναπτύσσονται και να υιοθετούνται βάσει αντικειμενικά επαληθεύσιμων κριτηρίων, μέσω μιας διαδικασίας στην οποία έχουν δικαίωμα συμμετοχής τα ενδιαφερόμενα μέρη, όπως οι κρατικοί οργανισμοί, οι καταναλωτές, οι κατασκευαστές, οι διανομείς ή οι περιβαλλοντικές οργανώσεις, και το σήμα να είναι προσιτό και διαθέσιμο σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα ώστε οι αναφορές στα σήματα να μην έχουν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της καινοτομίας. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι ενδιαφερόμενοι φορείς θα μπορούσαν να είναι δημόσιοι ή ιδιωτικοί φορείς, επιχειρήσεις ή κάθε είδους μη κυβερνητικοί οργανισμοί (οι οποίοι δεν ανήκουν σε κυβέρνηση και δεν είναι συμβατικές επιχειρήσεις).

Επίσης, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι συγκεκριμένοι εθνικοί ή κυβερνητικοί φορείς ή οργανισμοί μπορούν να συμμετέχουν στην κατάρτιση απαιτήσεων σήματος που μπορούν να χρησιμοποιούνται σε σχέση με την προμήθεια από τις δημόσιες αρχές χωρίς οι φορείς και οι οργανισμοί να απολέσουν το καθεστώς τους ως τρίτων μερών.

Οι αναφορές στα σήματα δεν θα πρέπει να συνεπάγονται περιορισμό της καινοτομίας.

(76)

Για όλες τις προμήθειες που προορίζονται για χρήση από πρόσωπα, είτε πρόκειται για το ευρύ κοινό είτε για το προσωπικό της αναθέτουσας αρχής, οι αναθέτουσες αρχές πρέπει να καθορίζουν τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια προσβασιμότητας για άτομα με αναπηρίες ή τον σχεδιασμό για όλους τους χρήστες, εκτός από δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις.

(77)

Κατά την κατάρτιση τεχνικών προδιαγραφών, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις απαιτήσεις που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης στον τομέα της προστασίας δεδομένων, ιδίως όσον αφορά τον σχεδιασμό της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων (προστασία δεδομένων από τον σχεδιασμό).

(78)

Οι δημόσιες προμήθειες θα πρέπει να προσαρμόζονται στις ανάγκες των ΜΜΕ. Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν τον Κώδικα Βέλτιστων Πρακτικών που περιλαμβάνεται στο έγγραφο εργασίας της Επιτροπής, της 25ης Ιουνίου 2008, με τίτλο «Ευρωπαϊκός Κώδικας Βέλτιστων Πρακτικών για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των ΜΜΕ στις συμβάσεις δημόσιων προμηθειών», παρέχοντας κατευθυντήριες γραμμές για τον τρόπο εφαρμογής του πλαισίου δημόσιων προμηθειών κατά τρόπο που διευκολύνει τη συμμετοχή των ΜΜΕ. Προς τούτο και για να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει ιδίως να ενθαρρύνονται να υποδιαιρούν τις μεγάλες συμβάσεις σε παρτίδες. Η υποδιαίρεση θα μπορούσε να γίνεται είτε σε ποσοτική βάση, ώστε το μέγεθος των επιμέρους συμβάσεων να αντιστοιχεί καλύτερα στις δυνατότητες των ΜΜΕ, είτε σε ποιοτική βάση, αναλόγως του είδους και των διαθέσιμων εξειδικεύσεων, ώστε να προσαρμόζεται καλύτερα το περιεχόμενο των επιμέρους συμβάσεων στους εξειδικευμένους τομείς των ΜΜΕ ή σύμφωνα με τις διαδοχικές φάσεις των σχεδίων.

Το μέγεθος και το αντικείμενο των παρτίδων θα πρέπει να καθορίζεται ελεύθερα από την αναθέτουσα αρχή η οποία, σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της προμήθειας, θα πρέπει επίσης να μπορεί να αναθέτει κάποιες από τις παρτίδες χωρίς να εφαρμόζει τις διαδικασίες της παρούσας οδηγίας. Η αναθέτουσα αρχή θα έχει καθήκον να εξετάζει την ορθότητα της υποδιαίρεσης συμβάσεων σε παρτίδες και θα είναι ελεύθερη να αποφασίζει αυτόνομα, βάσει οιουδήποτε σκεπτικού κρίνει πρόσφορο, χωρίς να υπόκειται σε διοικητική ή δικαστική εποπτεία. Εφόσον η αναθέτουσα αρχή αποφασίσει ότι δεν είναι σκόπιμη η υποδιαίρεση της σύμβασης σε παρτίδες, στη χωριστή έκθεση ή στα έγγραφα της προμήθειας θα πρέπει να αναφέρονται οι κύριοι λόγοι αυτής της επιλογής. Τέτοιοι λόγοι θα ήταν, επί παραδείγματι, να αποφανθεί η αναθέτουσα αρχή ότι η υποδιαίρεση εγκυμονεί τον κίνδυνο να περιοριστεί ο ανταγωνισμός ή να γίνει η εκτέλεση της σύμβασης υπερβολικά δύσκολη από τεχνικής απόψεως ή ακριβή, ή ότι η ανάγκη να συντονιστούν οι διάφοροι εργολάβοι των παρτίδων ενδέχεται να θέσει σε σοβαρό κίνδυνο την ορθή εκτέλεση της σύμβασης.

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την ελευθερία να εντείνουν τις προσπάθειές τους ώστε να διευκολύνουν τη συμμετοχή των ΜΜΕ στην αγορά δημόσιων προμηθειών, επεκτείνοντας σε μικρότερες συμβάσεις την υποχρέωση εξέτασης της υποδιαίρεσης των συμβάσεων σε παρτίδες, απαιτώντας από τις αναθέτουσες αρχές να αιτιολογούν την απόφασή τους να μην χωρίζουν τις συμβάσεις σε παρτίδες ή καθιστώντας υποχρεωτική την υποδιαίρεση σε παρτίδες υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Για τον ίδιο σκοπό, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν την ελευθερία να προβλέπουν μηχανισμούς για απευθείας πληρωμές σε υπεργολάβους.

(79)

Όταν οι συμβάσεις υποδιαιρούνται σε παρτίδες, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει, προκειμένου, παραδείγματος χάρη, να διατηρήσουν τον ανταγωνισμό ή να διασφαλίσουν την αξιοπιστία του εφοδιασμού, να μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό των παρτίδων για τις οποίες μπορεί να υποβάλει προσφορά ένας οικονομικός φορέας· θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να περιορίζουν τον αριθμό των παρτίδων που μπορούν να ανατεθούν σε έναν προσφέροντα.

Ωστόσο, ο στόχος της διευκόλυνσης της μεγαλύτερης πρόσβασης των ΜΜΕ στις δημόσιες προμήθειες ενδέχεται να υπονομευθεί, εάν οι αναθέτουσες αρχές υποχρεωθούν να αναθέσουν τη σύμβαση ανά παρτίδα, ακόμη και αν αυτό συνεπάγεται την αποδοχή λύσεων ουσιωδώς λιγότερο πλεονεκτικών σε σχέση με μια σύμβαση η οποία συγκεντρώνει διάφορες ή όλες τις παρτίδες. Όταν η δυνατότητα εφαρμογής της μεθόδου αυτής έχει ήδη αναφερθεί ρητά προηγουμένως, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διενεργήσουν συγκριτική αξιολόγηση των προσφορών, ούτως ώστε να καθορισθεί αν οι προσφορές συγκεκριμένου προσφέροντος για συγκεκριμένο συνδυασμό παρτίδων πληρούν, ως σύνολο, τα κριτήρια ανάθεσης σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, όσον αφορά αυτές τις παρτίδες, καλύτερα από τις προσφορές των χωριστών παρτίδων, μεμονωμένα. Εάν ναι, η αναθέτουσα αρχή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αναθέσει σύμβαση που συνδυάζει τις εν λόγω παρτίδες με το συγκεκριμένο προσφέροντα. Διευκρινίζεται ότι οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να διενεργήσουν τη συγκριτική αξιολόγηση, πρώτον, καθορίζοντας ποιες προσφορές πληρούν βέλτιστα τα κριτήρια ανάθεσης για κάθε παρτίδα και στη συνέχεια συγκρίνοντάς τες με τις προσφορές που έχουν υποβληθεί από συγκεκριμένο προσφέροντα για συγκεκριμένο συνδυασμό παρτίδων συνολικά.

(80)

Προκειμένου οι διαδικασίες να γίνουν ταχύτερες και αποτελεσματικότερες, οι προθεσμίες για τη συμμετοχή σε διαδικασίες προμήθειας θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν μικρότερες και να μη δημιουργούν περιττούς φραγμούς στην πρόσβαση οικονομικών παραγόντων προερχόμενων από την εσωτερική αγορά και ιδίως ΜΜΕ. Θα πρέπει συνεπώς να μην παραβλέπεται το γεγονός ότι οι αναθέτουσες αρχές, όταν καθορίζουν τις προθεσμίες για την παραλαβή προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής, θα πρέπει να συνυπολογίζουν την πολυπλοκότητα της σύμβασης και τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προσφορών, ακόμη κι αν αυτό συνεπάγεται τον καθορισμό προθεσμιών μεγαλύτερων από τις ελάχιστες που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία. Από την άλλη πλευρά, η χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληροφοριών και επικοινωνιών και ειδικότερα η διαθεσιμότητα όλων των εγγράφων της προμήθειας σε ηλεκτρονική μορφή σε όλους τους οικονομικούς φορείς, τους προσφέροντες και τους υποψηφίους καθώς και η ηλεκτρονική διαβίβαση των ανακοινώσεων οδηγούν σε αυξημένη διαφάνεια και εξοικονόμηση χρόνου. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να υπάρξει πρόνοια για τη μείωση των ελάχιστων προθεσμιών, σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζει η συμφωνία και υπό τον όρο ότι είναι συμβατές με τον συγκεκριμένο τρόπο διαβίβασης που προβλέπεται σε επίπεδο Ένωσης. Επιπλέον, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συντομεύουν περαιτέρω τις προθεσμίες παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής και των προσφορών όταν λόγοι επείγοντος καθιστούν ανέφικτη την τήρηση των κανονικών προθεσμιών, χωρίς όμως να καθιστούν αδύνατη τη συνήθη διαδικασία με δημοσίευση. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου καταστάσεις κατεπείγουσας ανάγκης τις οποίες η οικεία αναθέτουσα αρχή δεν θα μπορούσε να προβλέψει και για τις οποίες δεν είναι υπεύθυνη καθιστούν αδύνατη τη διεξαγωγή συνήθους διαδικασίας ακόμη και με συντόμευση της προθεσμίας, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να μπορούν, στο μέτρο του απολύτως αναγκαίου, να αναθέτουν συμβάσεις κάνοντας χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση. Αυτό μπορεί να συμβεί σε περίπτωση φυσικών καταστροφών, όπου απαιτείται άμεση δράση.

(81)

Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι η ανάγκη να διασφαλιστεί ότι οι οικονομικοί φορείς διαθέτουν επαρκή χρόνο για την κατάρτιση κατάλληλων προσφορών μπορεί να έχει ως συνέπεια ότι η προθεσμία που ορίστηκε αρχικά θα πρέπει να παραταθεί. Η περίπτωση αυτή θα συντρέχει ιδίως όταν γίνονται σημαντικές αλλαγές στα έγγραφα της προμήθειας. Θα πρέπει επίσης, στο πλαίσιο αυτό, να διευκρινιστεί ότι ως σημαντικές αλλαγές νοούνται, ιδίως όσον αφορά τις τεχνικές προδιαγραφές, οι αλλαγές ως προς τις οποίες οι οικονομικοί φορείς χρειάζονται επιπλέον χρόνο προκειμένου να τις κατανοήσουν και να ανταποκριθούν καταλλήλως. Θα πρέπει ωστόσο να καταστεί σαφές ότι οι αλλαγές αυτές δεν θα πρέπει να είναι τόσο ουσιώδεις ώστε να σημαίνουν ότι θα είχε επιτραπεί η συμμετοχή άλλων υποψηφίων, πέραν αυτών που είχαν αρχικά επιλεγεί, ή ότι η διαδικασία προμήθειας θα είχε προσελκύσει και άλλους φορείς για να συμμετάσχουν σε αυτήν. Η περίπτωση αυτή θα συντρέχει, ιδίως, όταν οι αλλαγές καθιστούν τη σύμβαση ή τη συμφωνία-πλαίσιο ουσιωδώς διαφορετική ως προς τον χαρακτήρα της, σε σχέση με αυτήν που είχε αρχικά προβλεφθεί στα έγγραφα προμήθειας.

(82)

Πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι πληροφορίες που αφορούν ορισμένες αποφάσεις που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προμήθειας, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης μη ανάθεσης σύμβασης ή μη σύναψης συμφωνίας-πλαισίου, θα πρέπει να αποστέλλονται από τις αναθέτουσες αρχές χωρίς οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες να πρέπει να τις ζητούν. Πρέπει επίσης να υπενθυμιστεί ότι η οδηγία 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου (14) προβλέπει την υποχρέωση να παρέχουν οι αναθέτουσες αρχές στους ενδιαφερόμενους υποψηφίους ή προσφέροντες, χωρίς και πάλι να πρέπει αυτοί να το ζητήσουν, συνοπτική αιτιολόγηση ορισμένων από τις κεντρικές αποφάσεις που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια μιας διαδικασίας προμήθειας. Διευκρινίζεται τέλος ότι οι υποψήφιοι και οι προσφέροντες θα πρέπει να μπορούν να ζητούν λεπτομερέστερες πληροφορίες όσον αφορά αυτή την αιτιολόγηση, οι δε αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να υποχρεούνται να παρέχουν τις πληροφορίες αυτές, εκτός εάν υπάρχουν σοβαροί λόγοι που συνηγορούν υπέρ του αντιθέτου. Οι λόγοι αυτοί θα πρέπει να καθοριστούν στην παρούσα οδηγία. Για να διασφαλιστεί η αναγκαία διαφάνεια στο πλαίσιο των διαδικασιών προμήθειας για τις οποίες διεξάγονται διαπραγματεύσεις και διάλογος με προσφέροντες, οι προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτή προσφορά θα πρέπει, εντός των ίδιων προθεσμιών, να μπορούν να ζητούν πληροφορίες για τη διεξαγωγή και την πρόοδο της διαδικασίας.

(83)

Οι υπερβολικά αυστηρές απαιτήσεις όσον αφορά την οικονομική και χρηματοπιστωτική ικανότητα συχνά αποτελούν αδικαιολόγητο εμπόδιο στη συμμετοχή ΜΜΕ σε δημόσιες προμήθειες. Ενδεχόμενες τέτοιες απαιτήσεις θα πρέπει να είναι συναφείς και ανάλογες με το αντικείμενο της σύμβασης. Ειδικότερα, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται στις αναθέτουσες αρχές να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να έχουν έναν ελάχιστο κύκλο εργασιών ο οποίος θα είναι δυσανάλογος προς το αντικείμενο της σύμβασης· η σχετική απαίτηση δεν θα πρέπει κανονικά να υπερβαίνει κατ’ ανώτατο όριο το διπλάσιο της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης. Ωστόσο, σε δεόντως δικαιολογημένες περιστάσεις, θα πρέπει να μπορούν να εφαρμόζονται υψηλότερες απαιτήσεις. Οι εν λόγω περιστάσεις μπορεί να σχετίζονται με τους υψηλούς κινδύνους που συνεπάγεται η εκτέλεση της σύμβασης ή με το γεγονός ότι η έγκαιρη και ορθή εκτέλεσή της είναι κρίσιμης σημασίας, παραδείγματος χάρη γιατί αποτελεί απαραίτητη προκαταρκτική προϋπόθεση για την εκτέλεση άλλων συμβάσεων.

Σε αυτές τις δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να παραμένουν ελεύθερες να αποφασίσουν αυτόνομα αν είναι σκόπιμο και κατάλληλο να προβλεφθούν υψηλότερες ελάχιστες απαιτήσεις κύκλου εργασιών χωρίς διοικητική ή δικαστική εποπτεία. Όταν πρόκειται να εφαρμοστούν υψηλότερες ελάχιστες απαιτήσεις κύκλου εργασιών, οι αναθέτουσες αρχές παραμένουν ελεύθερες να ορίσουν το επίπεδο, εφόσον είναι συναφές και ανάλογο με το αντικείμενο της σύμβασης. Όταν η αναθέτουσα αρχή αποφασίσει ότι η ελάχιστη απαίτηση κύκλου εργασιών θα πρέπει να ορισθεί σε επίπεδο άνω του διπλασίου της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης, οι βασικοί λόγοι της επιλογής της αναθέτουσας αρχής θα πρέπει να αναφέρονται στη χωριστή έκθεση ή τα έγγραφα της προμήθειας.

Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να μπορούν επίσης να ζητήσουν πληροφορίες σχετικά με την αναλογία, φερ’ ειπείν, ενεργητικού και παθητικού στους ετήσιους λογαριασμούς. Η θετική αναλογία από την οποία προκύπτουν επίπεδα ενεργητικού υψηλότερα από του παθητικού θα μπορούσε να παράσχει πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία για την οικονομική επάρκεια του οικονομικού φορέα.

(84)

Πολλοί οικονομικοί φορείς, μεταξύ αυτών και οι ΜΜΕ, θεωρούν ότι ένα σημαντικό εμπόδιο στη συμμετοχή τους στις δημόσιες προμήθειες είναι ο διοικητικός φόρτος που απορρέει από την ανάγκη προσκόμισης σημαντικού αριθμού πιστοποιητικών ή άλλων εγγράφων που σχετίζονται με τα κριτήρια αποκλεισμού και τα κριτήρια επιλογής. Ο περιορισμός των εν λόγω απαιτήσεων, φερ’ ειπείν, με χρήση του Ευρωπαϊκού Ενιαίου Εγγράφου Προμήθειας (ΕΕΕΠ) που συνίσταται σε ενημερωμένη υπεύθυνη δήλωση, θα μπορούσε να απλοποιήσει σημαντικά τη διαδικασία, προς όφελος τόσο των αναθετουσών αρχών όσο και των οικονομικών φορέων.

Ο προσφέρων στον οποίο έχει αποφασιστεί να ανατεθεί η σύμβαση θα πρέπει, ωστόσο, να υποχρεούται να παράσχει τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία και οι αναθέτουσες αρχές δεν θα πρέπει να συνάπτουν συμβάσεις με προσφέροντες που δεν είναι σε θέση να το πράξουν. Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν ανά πάσα στιγμή όλα ή κάποια από τα δικαιολογητικά έγγραφα, εφόσον θεωρούν ότι αυτό είναι απαραίτητο για την ομαλή διεξαγωγή της διαδικασίας. Χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση είναι οι διαδικασίες δύο φάσεων —κλειστές διαδικασίες, ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, ανταγωνιστικοί διάλογοι και συμπράξεις καινοτομίας— στις οποίες οι αναθέτουσες αρχές κάνουν χρήση της δυνατότητας να περιορίζουν τον αριθμό των υποψηφίων που καλούνται να υποβάλουν προσφορές. Η απαίτηση υποβολής των συμπληρωματικών εγγράφων τη στιγμή της επιλογής των υποψηφίων που θα κληθούν μπορεί να δικαιολογηθεί με σκοπό να αποφευχθεί οι αναθέτουσες αρχές να καλέσουν υποψηφίους οι οποίοι αργότερα αποδεικνύονται ανίκανοι να υποβάλουν τα δικαιολογητικά έγγραφα στο στάδιο της ανάθεσης, εμποδίζοντας τη συμμετοχή άλλων υποψηφίων που πληρούν κατά τα λοιπά τα κριτήρια επιλογής.

Θα πρέπει να προβλέπεται ρητά ότι το ΕΕΕΠ θα πρέπει επίσης να παρέχει τις απαραίτητες πληροφορίες όσον αφορά τις οντότητες στις ικανότητες των οποίων βασίζεται ο οικονομικός φορέας, ούτως ώστε η επαλήθευση των πληροφοριών αυτών να διενεργείται μαζί και με τους ίδιους όρους με την επαλήθευση που αφορά τον κύριο οικονομικό φορέα.

(85)

Είναι σημαντικό οι αποφάσεις που λαμβάνουν οι αναθέτουσες αρχές να βασίζονται σε πρόσφατη πληροφόρηση, ιδίως σε ό,τι αφορά τους λόγους αποκλεισμού, δεδομένου ότι σημαντικές αλλαγές μπορούν να επέλθουν με αρκετά ταχύ ρυθμό, για παράδειγμα, σε περίπτωση οικονομικών δυσκολιών οι οποίες καθιστούν ακατάλληλο τον οικονομικό φορέα ή, αντίστροφα, επειδή αποπληρώθηκε εν τω μεταξύ εκκρεμές χρέος που αφορούσε εισφορές κοινωνικής ασφάλισης. Είναι επομένως προτιμητέο να επαληθεύουν οι αναθέτουσες αρχές, όπου αυτό είναι δυνατόν, την πληροφόρηση αυτή χρησιμοποιώντας τις σχετικές βάσεις δεδομένων, οι οποίες ενδείκνυται να είναι εθνικές, κατά την έννοια ότι πρέπει να τις διαχειρίζονται δημόσιες αρχές. Στην παρούσα φάση εξέλιξης, ενδέχεται να υπάρχουν ακόμη περιπτώσεις όπου η ανωτέρω επαλήθευση δεν είναι προς το παρόν δυνατή για τεχνικούς λόγους. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει μέτρα προώθησης, τα οποία μπορούν να διευκολύνουν την ευχερή ηλεκτρονική πρόσβαση σε ενημερωμένη πληροφόρηση, όπως την ενίσχυση των εργαλείων που προσφέρουν πρόσβαση σε εικονικούς φακέλους επιχειρήσεων ή μέσα διευκόλυνσης της διαλειτουργικότητας μεταξύ βάσεων δεδομένων ή άλλα συνοδευτικά μέτρα.

Ενδείκνυται επίσης να προβλέπεται ότι οι αναθέτουσες αρχές δεν θα πρέπει να ζητούν έγγραφα που είναι ακόμη ενημερωμένα, τα οποία έχουν ήδη στην κατοχή τους από προηγούμενες διαδικασίες προμήθειας. Ωστόσο, θα πρέπει επίσης να αποτρέπεται η δυσανάλογη επιβάρυνση των αναθετουσών αρχών με υποχρεώσεις αρχειοθέτησης και πρωτοκόλλησης στο πλαίσιο αυτό. Συνεπώς, η εν λόγω υποχρέωση θα πρέπει να επιβάλλεται μόνον όταν η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας είναι υποχρεωτική, καθώς η ηλεκτρονική διαχείριση εγγράφων θα καταστήσει το έργο αυτό πολύ ευκολότερο για τις αναθέτουσες αρχές.

(86)

Μπορεί να επιτευχθεί περαιτέρω απλοποίηση τόσο για τους οικονομικούς φορείς όσο και για τις αναθέτουσες αρχές με τη χρήση τυποποιημένων εντύπων υπεύθυνων δηλώσεων, μέσω της οποίας θα μπορούσαν να μειωθούν τα προβλήματα που αφορούν την ακριβή σύνταξη των επίσημων δηλώσεων και των δηλώσεων συναίνεσης και να αντιμετωπιστούν τα ζητήματα γλώσσας.

(87)

Η Επιτροπή παρέχει και διαχειρίζεται ένα ηλεκτρονικό σύστημα, το e-Certis, το οποίο ενημερώνεται και επαληθεύεται επί του παρόντος σε εθελοντική βάση από τις εθνικές αρχές. Σκοπός του e-Certis είναι να διευκολύνει την ανταλλαγή πιστοποιητικών και άλλων αποδεικτικών εγγράφων που απαιτούνται συχνά από τις αναθέτουσες αρχές. Η μέχρι στιγμής πείρα έχει δείξει ότι η εθελοντική ενημέρωση και επαλήθευση δεν επαρκούν για την αξιοποίηση όλων των δυνατοτήτων που προσφέρει το e-Certis για την απλούστευση και τη διευκόλυνση των ανταλλαγών εγγράφων, προς όφελος ιδίως των ΜΜΕ. Επομένως, σε πρώτο στάδιο, θα πρέπει να καταστεί υποχρεωτική η διατήρησή του· σε μεταγενέστερο στάδιο, η χρήση του e-Certis θα γίνει υποχρεωτική.

(88)

Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να μπορεί να απαιτούν την εφαρμογή μέτρων ή συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης κατά την εκτέλεση μιας δημόσιας σύμβασης. Τα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης, ανεξαρτήτως της καταγραφής τους σύμφωνα με τις πράξεις της Ένωσης, όπως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15), μπορούν να καταδεικνύουν την τεχνική ικανότητα του οικονομικού φορέα να εκτελέσει τη σύμβαση. Αυτό περιλαμβάνει τα πιστοποιητικά οικολογικού σήματος και τα κριτήρια περιβαλλοντικής διαχείρισης. Όταν ο οικονομικός φορέας δεν έχει πρόσβαση στα εν λόγω καταγεγραμμένα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης ή δεν έχει τη δυνατότητα να αποκτήσει την εν λόγω πρόσβαση εντός των σχετικών προθεσμιών, θα πρέπει να μπορεί να υποβάλει περιγραφή των εφαρμοζόμενων μέτρων περιβαλλοντικής διαχείρισης, υπό την προϋπόθεση ότι ο συγκεκριμένος οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι τα μέτρα εξασφαλίζουν το ίδιο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος με τα μέτρα που απαιτούνται βάσει της περιβαλλοντικής διαχείρισης.

(89)

Η έννοια των κριτηρίων ανάθεσης είναι κεντρική στην παρούσα οδηγία. Είναι, ως εκ τούτου, σημαντικό να εκτίθενται οι σχετικές διατάξεις με τον πλέον απλό και ομαλό τρόπο. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση του όρου: «η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά» ως κυρίαρχης έννοιας, καθώς η τελική επιλογή των αναδόχων θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με την κρίση της επιμέρους αναθέτουσας αρχής περί της οικονομικά καλύτερης λύσης μεταξύ αυτών που προσφέρονται. Προς αποφυγή σύγχυσης με το κριτήριο ανάθεσης που είναι σήμερα γνωστό ως «η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά» στις οδηγίες 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ, θα πρέπει να γίνεται χρήση διαφορετικού όρου για την κάλυψη αυτής της έννοιας, δηλαδή της «καλύτερης αναλογίας τιμής-ποιότητας». Συνεπώς, θα πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με τη σχετική νομολογία που αφορά τις οδηγίες αυτές, εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου η παρούσα οδηγία προβλέπει λύση σαφώς διαφορετική ως προς την ουσία.

(90)

Η ανάθεση της σύμβασης θα πρέπει να πραγματοποιείται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τις αρχές της διαφάνειας, της αποφυγής των διακρίσεων και της ίσης μεταχείρισης, με σκοπό να διασφαλίζεται αντικειμενική σύγκριση της σχετικής αξίας των προσφορών, ώστε να προσδιορίζεται, σε συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού, ποια προσφορά είναι η πιο συμφέρουσα από οικονομική άποψη. Θα πρέπει να προβλέπεται ρητά ότι η πιο συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά θα πρέπει να εκτιμάται βάσει της καλύτερης αναλογίας τιμής-ποιότητας, πράγμα το οποίο θα πρέπει να περιλαμβάνει πάντοτε στοιχείο αποτελεσματικότητας σε σχέση με την τιμή ή το κόστος. Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι η πιο συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά θα μπορούσε επίσης να εκτιμηθεί μόνο βάσει της αποτελεσματικότητας σε σχέση με την τιμή ή το κόστος. Επίσης, υπενθυμίζεται ότι οι αναθέτουσες αρχές είναι ελεύθερες να ορίσουν τα κατάλληλα ποιοτικά πρότυπα μέσω τεχνικών προδιαγραφών ή μέσω των όρων εκτέλεσης της σύμβασης.

Προκειμένου οι δημόσιες προμήθειες να στραφούν περισσότερο προς την ποιότητα, θα πρέπει να επιτραπεί στα κράτη μέλη να απαγορεύουν ή να περιορίζουν τη χρήση μόνο της τιμής ή μόνο του κόστους για την αξιολόγηση της πιο συμφέρουσας προσφοράς από οικονομική άποψη, εφόσον το κρίνουν σκόπιμο.

Για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση προς την αρχή της ίσης μεταχείρισης κατά την ανάθεση συμβάσεων, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να υποχρεούνται να δημιουργούν τις απαιτούμενες συνθήκες διαφάνειας, ώστε να μπορούν όλοι οι προσφέροντες να ενημερώνονται επαρκώς για τα κριτήρια και τις ρυθμίσεις που θα ισχύσουν κατά τη λήψη της απόφασης για την ανάθεση της σύμβασης. Θα πρέπει συνεπώς να υποχρεώνονται οι αναθέτουσες αρχές να αναφέρουν τα κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης και τη σχετική στάθμιση καθενός εξ αυτών. Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει, ωστόσο, να έχουν τη δυνατότητα να παρεκκλίνουν από την αναφορά της στάθμισης των κριτηρίων σε πλήρως δικαιολογημένες περιπτώσεις, τις οποίες πρέπει να μπορούν να αιτιολογούν, όταν η στάθμιση αυτή δεν μπορεί να καταρτιστεί εκ των προτέρων, ιδίως λόγω της πολυπλοκότητας της σύμβασης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, θα πρέπει να αναφέρουν τα κριτήρια σε φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας.

(91)

Δυνάμει του άρθρου 11 της ΣΛΕΕ οι απαιτήσεις της περιβαλλοντικής προστασίας πρέπει να ενταχθούν στον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών και δράσεων της Ένωσης, ιδίως προκειμένου να προωθηθεί η αειφόρος ανάπτυξη. Η παρούσα οδηγία διευκρινίζει με ποιον τρόπο οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να συμβάλλουν στην προστασία του περιβάλλοντος και την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης, ενώ ταυτόχρονα εγγυάται στις αρχές αυτές τη δυνατότητα να επιτυγχάνουν, για τις συμβάσεις τους, την καλύτερη σχέση ποιότητας/τιμής.

(92)

Κατά την εκτίμηση της καλύτερης αναλογίας τιμής-ποιότητας, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να καθορίζουν τα σχετικά με το αντικείμενο της σύμβασης οικονομικά και ποιοτικά κριτήρια τα οποία θα χρησιμοποιήσουν για τον σκοπό αυτό. Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει, συνεπώς, να επιτρέπουν τη συγκριτική αξιολόγηση του επιπέδου απόδοσης που προσφέρει κάθε προσφορά σε συνάρτηση με το αντικείμενο της σύμβασης, όπως ορίζεται στις τεχνικές προδιαγραφές. Όσον αφορά την καλύτερη αναλογία τιμής-ποιότητας, στην παρούσα οδηγία παρατίθεται μη εξαντλητικός κατάλογος πιθανών κριτηρίων ανάθεσης, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών και κοινωνικών πτυχών. Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να ενθαρρύνονται ώστε τα κριτήρια ανάθεσης που επιλέγουν να τους επιτρέπουν να αποκτούν έργα, αγαθά και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας που να ανταποκρίνονται κατά τον καλύτερο τρόπο στις ανάγκες τους.

Τα επιλεγμένα κριτήρια ανάθεσης δεν θα πρέπει να παρέχουν στην αναθέτουσα αρχή απεριόριστη ελευθερία επιλογής και θα πρέπει να διασφαλίζουν τη δυνατότητα πραγματικού και δίκαιου ανταγωνισμού και να συνοδεύονται από ρυθμίσεις που να επιτρέπουν την ουσιαστική εξακρίβωση των πληροφοριών που παρέχουν οι προσφέροντες.

Για να προσδιοριστεί η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, εξασφαλίζεται η καλύτερη σχέση ποιότητας/τιμής, η απόφαση ανάθεσης της σύμβασης δεν θα πρέπει να βασίζεται μόνο σε μη κοστολογικά κριτήρια. Τα ποιοτικά κριτήρια θα πρέπει συνεπώς να συνοδεύονται από ένα κοστολογικό κριτήριο το οποίο θα μπορούσε, ανάλογα με την επιλογή της αναθέτουσας αρχής, να είναι είτε η τιμή είτε μια προσέγγιση βασιζόμενη στη σχέση αποδοτικότητας-κόστους, όπως, επί παραδείγματι, η κοστολόγηση του κύκλου ζωής. Τα κριτήρια ανάθεσης δεν θα πρέπει, ωστόσο, να θίγουν την εφαρμογή εθνικών διατάξεων που καθορίζουν τις αμοιβές για ορισμένες υπηρεσίες ή σταθερές τιμές για ορισμένα αγαθά.

(93)

Όπου οι εθνικές διατάξεις καθορίζουν την αμοιβή για ορισμένες υπηρεσίες ή τις τιμές ορισμένων προμηθειών, θα πρέπει να διευκρινίζεται ότι εξακολουθεί να είναι δυνατή η αποτίμηση της σχέσης ποιότητας-τιμής επί τη βάσει και άλλων παραγόντων πέραν της τιμής ή της αμοιβής μόνον. Ανάλογα με τη σχετική υπηρεσία ή προϊόν, στους παράγοντες αυτούς μπορεί, για παράδειγμα, να περιλαμβάνονται οι όροι παράδοσης και πληρωμής, πτυχές της εξυπηρέτησης μετά την πώληση (π.χ. η έκταση των συμβουλευτικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών αντικατάστασης) ή περιβαλλοντικές ή κοινωνικές πτυχές (π.χ. αν τα βιβλία τυπώθηκαν σε ανακυκλωμένο χαρτί ή χαρτί που έχει παραχθεί με αειφόρο εκμετάλλευση της ξυλείας, οι δαπάνες που οφείλονται σε περιβαλλοντικούς εξωτερικούς παράγοντες ή αν προωθείται η κοινωνική ένταξη μειονεκτούντων ατόμων ή μελών ευάλωτων κοινωνικών ομάδων μεταξύ των προσώπων που συμμετέχουν στην εκτέλεση της σύμβασης). Δεδομένου ότι υπάρχουν πολλές δυνατότητες αποτίμησης της σχέσης ποιότητας-τιμής στη βάση ουσιαστικών κριτηρίων, θα πρέπει να αποφεύγεται η χρησιμοποίηση της κλήρωσης ως μοναδικού μέσου ανάθεσης της σύμβασης.

(94)

Στις περιπτώσεις όπου η ποιότητα του απασχολούμενου προσωπικού επηρεάζει το επίπεδο απόδοσης της σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν ως κριτήριο ανάθεσης την οργάνωση, τα προσόντα και την πείρα του προσωπικού στο οποίο ανατίθεται η εκτέλεση της σχετικής σύμβασης, καθώς αυτό μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα της εκτέλεσης της σύμβασης και, κατ’ επέκταση, την οικονομική αξία της προσφοράς. Ένα τέτοιο παράδειγμα θα μπορούσαν να αποτελέσουν οι συμβάσεις για υπηρεσίες διανοητικής φύσεως, όπως οι υπηρεσίες συμβούλων ή αρχιτεκτόνων. Οι αναθέτουσες αρχές που κάνουν χρήση αυτής της δυνατότητας θα πρέπει να διασφαλίζουν, με κατάλληλα συμβατικά μέσα, ότι το προσωπικό που έχει αναλάβει την εκτέλεση της σύμβασης πληροί τα καθορισθέντα ποιοτικά πρότυπα και ότι η αντικατάσταση του προσωπικού αυτού είναι δυνατή μόνο με τη συναίνεση της αναθέτουσας αρχής, η οποία ελέγχει ότι οι αντικαταστάτες παρέχουν ισοδύναμα εχέγγυα ποιότητας.

(95)

Είναι εξαιρετικά σημαντικό να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό των δημόσιων προμηθειών για την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Εν προκειμένω, θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι οι δημόσιες προμήθειες είναι ουσιώδεις για τη δημιουργία καινοτομίας, η οποία έχει μεγάλη σημασία για τη μελλοντική ανάπτυξη στην Ευρώπη. Εντούτοις, δεδομένων των σημαντικών διαφορών μεταξύ διαφόρων τομέων και αγορών, δεν θα ήταν σκόπιμος ο καθορισμός γενικών υποχρεωτικών απαιτήσεων για προμήθειες στον περιβαλλοντικό και τον κοινωνικό τομέα και στον τομέα της καινοτομίας.

Η νομοθεσία της Ένωσης έχει ήδη ορίσει υποχρεωτικές απαιτήσεις όσον αφορά τις προμήθειες για την επίτευξη ειδικών στόχων στους τομείς των οχημάτων οδικών μεταφορών [οδηγία 2009/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16) ], και του εξοπλισμού γραφείου [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 106/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17) ]. Επιπλέον, έχει προχωρήσει σημαντικά ο καθορισμός κοινών μεθοδολογιών για την κοστολόγηση κύκλου ζωής.

Κρίνεται, επομένως, σκόπιμο να διατηρηθεί αυτή η πρακτική, ήτοι να εναπόκειται στις ειδικές ανά τομέα νομοθετικές πράξεις ο ορισμός υποχρεωτικών στόχων και σκοπών σε συνάρτηση με τις ιδιαίτερες πολιτικές και συνθήκες που επικρατούν στον κάθε τομέα καθώς και η προώθηση της ανάπτυξης και της χρήσης ευρωπαϊκών προσεγγίσεων για την κοστολόγηση του κύκλου ζωής ως μέσου περαιτέρω ενίσχυσης της χρήσης των δημόσιων προμηθειών προς στήριξη της διατηρήσιμης ανάπτυξης.

(96)

Τα εν λόγω ειδικά ανά τομέα μέτρα θα πρέπει να συμπληρωθούν από προσαρμογή των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2001/18/ΕΚ ώστε να δοθεί στις αρμόδιες αρχές η δυνατότητα να προωθούν τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη στο πλαίσιο των στρατηγικών τους για τις προμήθειες. Θα πρέπει, συνεπώς, να καταστεί σαφές ότι, εκτός εάν η εκτίμηση βασίζεται μόνο στην τιμή, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να προσδιορίζουν την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά και το χαμηλότερο κόστος χρησιμοποιώντας μια προσέγγιση κοστολόγησης του κύκλου ζωής. Η έννοια της κοστολόγησης του κύκλου ζωής περιλαμβάνει όλες τις πτυχές του κόστος καθ’ όλον τον κύκλο ζωής των έργων, των αγαθών ή των υπηρεσιών.

Περιλαμβάνει, συνεπώς, το εσωτερικό κόστος, όπως το κόστος της έρευνας που θα διεξαχθεί, της ανάπτυξη, της παραγωγή, της μεταφοράς, της χρήσης, της συντήρηση και της απόρριψης στο τέλος του κύκλου ζωής, μπορεί όμως να περιλαμβάνει και τις πτυχές του κόστους που οφείλονται σε εξωτερικές περιβαλλοντικές παρενέργειες, όπως η ρύπανση που προκαλεί η εξόρυξη των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται στο προϊόν ή προκαλούνται από αυτό ή την κατασκευή του, υπό την προϋπόθεση ότι είναι δυνατή η χρηματική αποτίμηση και η παρακολούθησή τους. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν οι αναθέτουσες αρχές για την εκτίμηση των πτυχών του κόστους που οφείλονται σε εξωτερικές περιβαλλοντικές παρενέργειες θα πρέπει να καθορίζονται εκ των προτέρων με αντικειμενικό τρόπο που δεν δημιουργεί διακρίσεις και να είναι προσβάσιμες από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Οι μέθοδοι αυτές είναι δυνατό να καθορίζονται σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο· ωστόσο, για να αποφεύγονται στρεβλώσεις του ανταγωνισμού λόγω εξατομικευμένων μεθοδολογιών, θα πρέπει να παραμένουν γενικές, υπό την έννοια ότι δεν θα πρέπει να αναπτύσσονται ειδικά για μία συγκεκριμένη διαδικασία δημόσιων προμηθειών.

Θα πρέπει να αναπτυχθούν κοινές μεθοδολογίες σε επίπεδο Ένωσης για τον υπολογισμό του κόστους του κύκλου ζωής για συγκεκριμένες κατηγορίες αγαθών ή υπηρεσιών. Όταν αναπτύσσονται αυτές οι κοινές μεθοδολογίες, η χρήση τους θα πρέπει να καθίσταται υποχρεωτική.

Ακόμη, θα πρέπει να εξετάζεται η σκοπιμότητα καθιέρωσης κοινής μεθοδολογίας για την κοστολόγηση του κύκλου κοινωνικής ζωής, λαμβανομένων υπόψη υπαρχουσών μεθοδολογιών, όπως των Κατευθυντηρίων Γραμμών για την Κοινωνική Ανάλυση του Κύκλου Ζωής Προϊόντων που εκδόθηκαν στο πλαίσιο του Περιβαλλοντικού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών.

(97)

Επίσης, προκειμένου να ενταχθεί καλύτερα η κοινωνική και η περιβαλλοντική παράμετρος στις διαδικασίες προμήθειας, θα πρέπει να επιτρέπεται στις αναθέτουσες αρχές να χρησιμοποιούν για τα έργα, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν βάσει της δημόσιας σύμβασης κριτήρια ανάθεσης ή όρους εκτέλεσης σύμβασης τα οποία να καλύπτουν κάθε πτυχή και στάδιο του κύκλου ζωής τους, από την εξόρυξη των πρώτων υλών για το προϊόν έως το στάδιο της απόρριψής του, περιλαμβανομένων και των παραγόντων που εμπλέκονται στη συγκεκριμένη διαδικασία παραγωγής, παροχής ή εμπορίας και των όρων εμπορίας των εν λόγω έργων, αγαθών ή υπηρεσιών, ή ειδικές διαδικασίες σε μεταγενέστερο στάδιο του κύκλου ζωής τους, ακόμη και αν οι παράγοντες αυτοί δεν αποτελούν μέρος της υλικής τους υπόστασης. Κριτήρια και όροι που αναφέρονται σε τέτοιες διαδικασίες παραγωγής ή παροχής είναι, επί παραδείγματι, η μη χρήση τοξικών χημικών στην παραγωγή των αγορασθέντων προϊόντων ή η παροχή των αγοραζόμενων υπηρεσιών με τη χρήση ενεργειακώς αποδοτικών μηχανημάτων. Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα κριτήρια και τους όρους αυτούς περιλαμβάνονται επίσης κριτήρια ανάθεσης ή όροι εκτέλεσης σύμβασης που αφορούν την παροχή ή τη χρήση προϊόντων δίκαιου εμπορίου κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της προς ανάθεση σύμβασης. Τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις που αφορούν την εμπορία και τους όρους της μπορούν φερ’ ειπείν, να αναφέρουν το γεγονός ότι το προϊόν προέρχεται από ισότιμη εμπορία, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης καταβολής ελάχιστης τιμής ή πριμ σε σχέση με την τιμή στους παραγωγούς. Οι όροι εκτέλεσης της σύμβασης που αφορούν περιβαλλοντικές παραμέτρους είναι δυνατό να περιλαμβάνουν, επί παραδείγματι, την παράδοση, τη συσκευασία και τη διάθεση των προϊόντων και, σε ό,τι αφορά τα έργα και τις υπηρεσίες, τη μείωση των απορριμμάτων ή την αποδοτικότητα των πόρων.

Εντούτοις, ο όρος της σύνδεσης με το αντικείμενο της σύμβασης αποκλείει κριτήρια και όρους σχετιζόμενους με γενική εταιρική πολιτική, η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί ως παράγοντας που χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη διαδικασία παραγωγής ή παροχής των αγοραζόμενων έργων, αγαθών ή υπηρεσιών. Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται στις αναθέτουσες αρχές να απαιτούν από τους προσφέροντες να διαθέτουν εταιρική πολιτική για κοινωνική ή περιβαλλοντική ευθύνη.

(98)

Είναι εξαιρετικά σημαντικό η σύμβαση να περιέχει κριτήρια ανάθεσης ή όρους εκτέλεσης της σύμβασης που να αφορούν τις κοινωνικές πτυχές της διαδικασίας παραγωγής των έργων, των αγαθών ή των υπηρεσιών που πρόκειται να παρασχεθούν. Επίσης, τα κριτήρια και οι όροι αυτοί θα πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με την οδηγία 96/71/ΕΚ, όπως την ερμήνευσε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και δεν θα πρέπει να επιλέγονται ή να εφαρμόζονται κατά τρόπο που δημιουργεί άμεσες ή έμμεσες διακρίσεις εις βάρος οικονομικών φορέων από άλλα κράτη μέλη ή από τρίτες χώρες που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη ΣΔΠ ή σε συμφωνίες ελευθέρων συναλλαγών στις οποίες είναι συμβαλλόμενο μέρος η Ένωση. Ως εκ τούτου, οι απαιτήσεις για τους βασικούς όρους εργασίας που ρυθμίζει η οδηγία 96/71/ΕΚ, όπως τα κατώτατα όρια αποδοχών, θα πρέπει να παραμένουν στα επίπεδα που ορίζει η εθνική νομοθεσία ή οι συλλογικές συμβάσεις που ισχύουν σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας.

Οι όροι εκτέλεσης μιας σύμβασης μπορούν επίσης να αποσκοπούν στην ενθάρρυνση της εφαρμογής μέτρων για την προαγωγή της ισότητας γυναικών και ανδρών στην εργασία, την ενίσχυση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας και το συνδυασμό εργασίας και ιδιωτικής ζωής, την προστασία του περιβάλλοντος ή της καλής διαβίωσης των ζώων και την επί της ουσίας συμμόρφωση προς τις θεμελιώδεις συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) και την πρόσληψη περισσότερων μειονεκτούντων ατόμων από εκείνα που απαιτούνται βάσεις της εθνικής νομοθεσίας.

(99)

Αντικείμενο κριτηρίων ανάθεσης ή όρων εκτέλεσης της σύμβασης μπορούν να αποτελέσουν επίσης μέτρα που προσβλέπουν στην προστασία της υγείας του προσωπικού που συμμετέχει στη διαδικασία παραγωγής, στη διευκόλυνση της κοινωνικής ενσωμάτωσης μειονεκτούντων ατόμων ή μελών ευάλωτων ομάδων μεταξύ των ατόμων στα οποία έχει ανατεθεί η εκτέλεση της σύμβασης, ή στην κατάρτιση με αντικείμενο τις δεξιότητες που απαιτούνται για την εν λόγω σύμβαση, υπό την προϋπόθεση ότι αφορούν έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν βάσει της σύμβασης. Παραδείγματος χάρη, κριτήρια ή όροι αυτού του είδους μπορούν να αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στην απασχόληση μακροχρόνια ανέργων ή στην υλοποίηση μέτρων κατάρτισης για ανέργους ή νέους κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της προς ανάθεση σύμβασης. Στις τεχνικές προδιαγραφές οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να περιλαμβάνουν κοινωνικές απαιτήσεις αυτού του είδους που να χαρακτηρίζουν ευθέως το προϊόν ή την υπηρεσία, όπως η δυνατότητα πρόσβασης σε άτομα με αναπηρία ή ο σχεδιασμός για όλους τους χρήστες.

(100)

Οι δημόσιες συμβάσεις δεν θα πρέπει να ανατίθενται σε οικονομικούς φορείς που έχουν συμμετάσχει σε εγκληματική οργάνωση ή που έχουν κριθεί ένοχοι για δωροδοκία, για απάτη εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, για τρομοκρατικά εγκλήματα, για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Η μη καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης θα πρέπει επίσης να τιμωρείται με υποχρεωτικό αποκλεισμό στο επίπεδο της Ένωσης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, ωστόσο, να μπορούν να προβλέπουν παρέκκλιση από τους υποχρεωτικούς αυτούς αποκλεισμούς σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος καθιστούν αναγκαία την ανάθεση της σύμβασης. Μια τέτοια περίπτωση είναι, επί παραδείγματι, η επείγουσα ανάγκη για εμβόλια ή για εξοπλισμό έκτακτης ανάγκης που μπορούν να αγοραστούν μόνο από οικονομικό φορέα για τον οποίο ισχύει κατά τα λοιπά ένας από τους υποχρεωτικούς λόγους αποκλεισμού.

(101)

Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να αποκλείουν οικονομικούς φορείς οι οποίοι έχουν φανεί αναξιόπιστοι, επί παραδείγματι λόγω παραβάσεων περιβαλλοντικών ή κοινωνικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων και των κανόνων σχετικά με τη δυνατότητα πρόσβασης ατόμων με αναπηρίες, ή λόγω άλλων μορφών σοβαρών επαγγελματικών παραπτωμάτων, όπως είναι οι παραβιάσεις των κανόνων περί ανταγωνισμού ή περί δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι το σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα μπορεί να θέσει εν αμφιβόλω την ακεραιότητα του οικονομικού φορέα και, ως εκ τούτου, να καταστήσει τον οικονομικό φορέα ακατάλληλο να λάβει την ανάθεση δημόσιας σύμβασης, ανεξαρτήτως εάν ο οικονομικός φορέας έχει άλλως την τεχνική και οικονομική ικανότητα να εκτελέσει τη σύμβαση.

Δεδομένου ότι η αναθέτουσα αρχή φέρει την ευθύνη για τις συνέπειες πιθανής λανθασμένης της απόφασης, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει επίσης να παραμένουν ελεύθερες να αποφαίνονται ότι έχει σημειωθεί σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα όταν, πριν την έκδοση τελικής και δεσμευτικής απόφασης για την ύπαρξη λόγων υποχρεωτικού αποκλεισμού, μπορούν να αποδείξουν με ενδεδειγμένα μέσα ότι ο οικονομικός φορέας έχει παραβεί τις υποχρεώσεις του, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων που αφορούν την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, εκτός εάν το εθνικό δίκαιο ορίζει άλλως. Θα πρέπει επίσης να μπορούν να αποκλείουν υποψηφίους ή προσφέροντες των οποίων οι επιδόσεις σε παλαιότερες δημόσιες συμβάσεις παρουσίασαν σοβαρές αδυναμίες σε βασικές απαιτήσεις, όπως η αδυναμία παροχής ή εκτέλεσης, σημαντικές ελλείψεις στο παρασχεθέν προϊόν ή υπηρεσία με αποτέλεσμα να μην μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό για τον οποίο προοριζόταν, ή ανάρμοστη διαγωγή που δημιουργεί σοβαρές αμφιβολίες για την αξιοπιστία του οικονομικού φορέα. Το εθνικό δίκαιο θα πρέπει να προβλέπει τη μέγιστη διάρκεια αυτών των αποκλεισμών.

Όταν βασίζονται σε λόγους προαιρετικού αποκλεισμού, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να δίδουν ιδιαίτερη προσοχή στην αρχή της αναλογικότητας. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορούν ελάσσονες παρατυπίες να οδηγήσουν στον αποκλεισμό οικονομικού φορέα Όταν, ωστόσο, συρρέουν επαναλαμβανόμενες περιπτώσεις ελασσόνων παρατυπιών, μπορεί να γεννηθούν αμφιβολίες ως προς την αξιοπιστία οικονομικού φορέα, οι οποίες μπορούν ενδεχομένως να δικαιολογούν τον αποκλεισμό του.

(102)

Θα πρέπει, ωστόσο, να επιτρέπεται στους οικονομικούς φορείς να υιοθετούν μέτρα συμμόρφωσης με στόχο την άρση των συνεπειών τυχόν ποινικών αδικημάτων ή παραπτωμάτων και την αποτελεσματική πρόληψη των παρανομιών. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί να συνίστανται ιδίως σε μέτρα που αφορούν το προσωπικό και την οργάνωση, όπως είναι η διακοπή όλων των δεσμών με πρόσωπα ή οργανισμούς που εμπλέκονται στην παράνομη συμπεριφορά, κατάλληλα μέτρα αναδιοργάνωσης προσωπικού, η εφαρμογή συστημάτων υποβολής εκθέσεων και ελέγχου, η δημιουργία δομής εσωτερικού ελέγχου για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης και η έγκριση εσωτερικών κανόνων ευθύνης και αποζημίωσης. Όταν τα εν λόγω μέτρα προσφέρουν επαρκείς εγγυήσεις, ο εν λόγω οικονομικός φορέας δεν θα πρέπει πλέον να αποκλείεται για αυτούς τους λόγους και μόνον. Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν να εξετάζονται τα μέτρα συμμόρφωσης που λαμβάνονται με σκοπό την πιθανή συμμετοχή τους στη διαδικασία προμήθειας. Θα πρέπει, εντούτοις, να εναπόκειται στα κράτη μέλη να καθορίζουν τους ακριβείς διαδικαστικούς και ουσιαστικούς όρους που θα ισχύσουν σε τέτοιες περιπτώσεις. Θα πρέπει ειδικότερα να έχουν την ελευθερία να αποφασίζουν αν επιθυμούν να επιτρέπουν στις επιμέρους αναθέτουσες αρχές να προβαίνουν οι ίδιες στις σχετικές αξιολογήσεις ή να αναθέτουν το καθήκον αυτό σε άλλες αρχές, σε κεντρικό ή μη επίπεδο.

(103)

Οι προσφορές που φαίνονται αφύσικα χαμηλές σε σχέση με τα έργα, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες ενδέχεται να βασίζονται σε τεχνικά, οικονομικά ή νομικά αβάσιμες παραδοχές ή πρακτικές. Σε περίπτωση που ο προσφέρων δεν μπορεί να παράσχει ικανοποιητική εξήγηση, η αναθέτουσα αρχή θα πρέπει να δικαιούται να απορρίψει την προσφορά. Η απόρριψη θα πρέπει να είναι υποχρεωτική σε περιπτώσεις όπου η αναθέτουσα αρχή έχει διαπιστώσει ότι η ασυνήθιστα χαμηλή τιμή ή το ασυνήθιστα χαμηλό κόστος που προτείνεται είναι αποτέλεσμα της μη συμμόρφωσης με υποχρεωτική ενωσιακή νομοθεσία ή συμβατή προς αυτή εθνική νομοθεσία στους τομείς του κοινωνικού, εργατικού ή περιβαλλοντικού δικαίου, ή με διατάξεις του διεθνούς εργατικού δικαίου.

(104)

Με τους όρους εκτέλεσης της σύμβασης θεσπίζονται συγκεκριμένες απαιτήσεις για την εκτέλεση της σύμβασης. Αντίθετα από τα κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης που αποτελούν τη βάση για συγκριτική αξιολόγηση της ποιότητας των προσφορών, οι όροι εκτέλεσης της σύμβασης είναι προκαθορισμένες και αντικειμενικές απαιτήσεις οι οποίες δεν επηρεάζουν την αξιολόγηση των προσφορών. Οι όροι εκτέλεσης μιας σύμβασης θα πρέπει να συνάδουν με την παρούσα οδηγία εφόσον δεν εισάγουν άμεσα ή έμμεσα διακρίσεις και σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης, το οποίο περιλαμβάνει όλους τους παράγοντες που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη διαδικασία παραγωγής, παροχής ή εμπορίας. Στους εν λόγω όρους περιλαμβάνονται και εκείνοι που αφορούν τη διαδικασία εκτέλεσης της σύμβασης, αλλά όχι οι απαιτήσεις που σχετίζονται με γενική εταιρική πολιτική.

Οι όροι εκτέλεσης μιας σύμβασης θα πρέπει να αναφέρονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης, στην προκαταρκτική γνωστοποίηση που χρησιμοποιείται ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού ή στα έγγραφα της προμήθειας.

(105)

Είναι σημαντικό να διασφαλίζεται με κατάλληλες ενέργειες των αρμόδιων εθνικών αρχών και εντός του πεδίου ευθύνης και αρμοδιότητας αυτών, όπως, για παράδειγμα των επιθεωρήσεων εργασίας ή των οργανισμών προστασίας του περιβάλλοντος, η τήρηση από τους υπεργολάβους των ισχυουσών υποχρεώσεων που επιβάλλει η περιβαλλοντική, κοινωνική και εργατική νομοθεσία, οι οποίες προβλέπονται στο δίκαιο της Ένωσης, στα εθνικά δίκαια, σε συλλογικές συμβάσεις ή στις διατάξεις του διεθνούς περιβαλλοντικού, κοινωνικού ή εργατικού δικαίου που απαριθμούνται στην παρούσα οδηγία, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω διατάξεις και η εφαρμογή τους συνάδουν προς το δίκαιο της Ένωσης.

Είναι επίσης αναγκαίο να διασφαλιστεί, σε κάποιο βαθμό, η διαφάνεια στην αλυσίδα υπεργολαβίας, καθώς αυτό θα παράσχει στις αναθέτουσες αρχές πληροφόρηση σχετικά με αυτούς που είναι παρόντες στα εργοτάξια, στα οποία εκτελούνται εργασίες για αυτές, ή σχετικά με το ποιες επιχειρήσεις παρέχουν υπηρεσίες σε κτίρια, ή εντός αυτών, και σε υποδομές ή χώρους, όπως δημαρχεία, δημοτικά σχολεία, αθλητικές εγκαταστάσεις, λιμένες ή αυτοκινητοδρόμους, για τους οποίους είναι υπεύθυνες ή επί των οποίων έχουν άμεση εποπτεία οι αναθέτουσες αρχές. Θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η υποχρέωση παροχής των απαιτούμενων πληροφοριών βαρύνει, εν πάση περιπτώσει, τον κύριο εργολάβο, είτε στη βάση ειδικών ρητρών, τις οποίες θα πρέπει κάθε αναθέτουσα αρχή να συμπεριλάβει σε όλες τις διαδικασίες προμήθειας, είτε στη βάση υποχρεώσεων τις οποίες θα επιβάλουν τα κράτη μέλη στους κύριους εργολάβους μέσω διατάξεων γενικής εφαρμογής.

Θα πρέπει επίσης να αποσαφηνιστεί ότι, όταν το εθνικό δίκαιο κράτους μέλους προβλέπει μηχανισμό εις ολόκληρον ευθύνης των υπεργολάβων και του κύριου εργολάβου, πρέπει να εφαρμόζονται οι όροι που αφορούν την τήρηση των ισχυουσών υποχρεώσεων στους χώρους της περιβαλλοντικής, κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας που έχουν θεσπισθεί με διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, ή με διατάξεις εθνικών δικαίων, συλλογικών συμβάσεων ή του διεθνούς περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου που απαριθμούνται στην παρούσα οδηγία, υπό την προϋπόθεση ότι η εφαρμογή τους συνάδει προς το δίκαιο της Ένωσης. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να ορίζεται ρητώς ότι τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν περαιτέρω ρυθμίσεις, επεκτείνοντας, για παράδειγμα, τις υποχρεώσεις διαφάνειας, επιτρέποντας τις πληρωμές απευθείας στους υπεργολάβους ή επιτρέποντας στις αναθέτουσες αρχές, ή υποχρεώνοντάς τις, να ελέγχουν ότι οι υπεργολάβοι δεν βρίσκονται σε κατάσταση η οποία δικαιολογεί τον αποκλεισμό οικονομικών φορέων. Όταν ισχύουν τέτοια μέτρα για τους υπεργολάβους, πρέπει να διασφαλίζεται η συνοχή του ρυθμιστικού πλαισίου με τις διατάξεις που ισχύουν για τους κύριους εργολάβους, ούτως ώστε η ύπαρξη λόγων υποχρεωτικού αποκλεισμού να συνοδεύεται από την επιβολή υποχρέωσης στον κύριο εργολάβο να αντικαταστήσει τον σχετικό υπεργολάβο. Όταν από τον έλεγχο αυτόν προκύπτει η ύπαρξη μη υποχρεωτικών λόγων αποκλεισμού, πρέπει να καθίσταται σαφές ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτήσουν την αντικατάσταση. Θα πρέπει ωστόσο να προβλέπεται επίσης ρητώς ότι είναι δυνατό να υποχρεώνονται οι αναθέτουσες αρχές να απαιτήσουν την αντικατάσταση του σχετικού υπεργολάβου, όταν ο αποκλεισμός των κύριων εργολάβων θα ήταν υποχρεωτικός σε τέτοιες περιπτώσεις.

Θα πρέπει, τέλος, να ορίζεται ρητώς ότι τα κράτη μέλη εξακολουθούν να έχουν τη δυνατότητα να θεσπίσουν πιο αυστηρούς κανόνες ευθύνης στο εθνικό τους δίκαιο ή να προβλέψουν περαιτέρω ρυθμίσεις στο εθνικό δίκαιο σχετικά με τις απευθείας πληρωμές στους υπεργολάβους.

(106)

Υπενθυμίζεται ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου (18) εφαρμόζεται επί του υπολογισμού των προθεσμιών που προβλέπει η παρούσα οδηγία.

(107)

Είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες, για τυχόν τροποποιήσεις μιας σύμβασης κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής της, απαιτείται νέα διαδικασία προμήθειας, λαμβανομένης υπόψη της σχετικής νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Νέα διαδικασία προμήθειας απαιτείται σε περίπτωση ουσιωδών αλλαγών της αρχικής σύμβασης, και ιδίως του εύρους και του περιεχομένου των αμοιβαίων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Οι εν λόγω αλλαγές αποτελούν ένδειξη της πρόθεσης των συμβαλλομένων να επαναδιαπραγματευτούν ουσιώδεις όρους ή προϋποθέσεις της σύμβασης. Αυτό ισχύει, ιδίως, σε περίπτωση που οι τροποποιημένες προϋποθέσεις θα επηρέαζαν το αποτέλεσμα της διαδικασίας, εάν αποτελούσαν μέρος της αρχικής διαδικασίας.

Τροποποιήσεις της σύμβασης που οδηγούν σε ελάσσονος σημασίας μεταβολή της αξίας της, μέχρι κάποιου ορίου, θα πρέπει να είναι πάντα δυνατές χωρίς να απαιτείται διεξαγωγή νέας διαδικασίας προμήθειας. Προς τούτο και προκειμένου να εξασφαλιστεί νομική ασφάλεια, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να προβλέπει ελάχιστα κατώτατα όρια κάτω των οποίων δεν απαιτείται νέα διαδικασία προμήθειας. Τροποποιήσεις της σύμβασης άνω των εν λόγω κατώτατων ορίων θα πρέπει να είναι δυνατές χωρίς να απαιτείται διεξαγωγή νέας διαδικασίας προμήθειας, εφόσον συμμορφούνται με τις σχετικές προϋποθέσεις της παρούσας οδηγίας.

(108)

Ενδέχεται οι αναθέτουσες αρχές να αντιμετωπίσουν καταστάσεις όπου απαιτούνται πρόσθετες εργασίες, αγαθά ή υπηρεσίες· σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να δικαιολογείται η τροποποίηση της αρχικής σύμβασης χωρίς νέα διαδικασία ανάθεσης, ιδίως όπου οι πρόσθετες παραδόσεις αποσκοπούν είτε στη μερική αντικατάσταση είτε στην επέκταση υπηρεσιών, αγαθών ή εγκαταστάσεων που ήδη υπάρχουν, όταν η αλλαγή του προμηθευτή θα υποχρέωνε την αναθέτουσα αρχή να δεχτεί υλικό, εργασίες ή υπηρεσίες με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά, γεγονός που θα είχε ως αποτέλεσμα την ασυμβατότητα ή την έγερση δυσανάλογων τεχνικών δυσκολιών κατά τη λειτουργία και τη συντήρηση.

(109)

Οι αναθέτουσες αρχές μπορεί να χρειαστεί να αντιμετωπίσουν εξαιρετικές περιστάσεις τις οποίες ήταν αδύνατον να προβλέψουν όταν ανέθεταν τη σύμβαση, ιδίως όταν η εκτέλεση της σύμβασης καλύπτει μεγάλο χρονικό διάστημα. Σε αυτή την περίπτωση, χρειάζεται ένας βαθμός ευελιξίας για την προσαρμογή της σύμβασης στις εν λόγω περιστάσεις, χωρίς νέα διαδικασία προμήθειας. Η έννοια των απρόβλεπτων περιστάσεων αναφέρεται σε περιστάσεις που δεν θα ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, παρά την ευλόγως επιμελή προετοιμασία της αρχικής ανάθεσης από την αναθέτουσα αρχή, λαμβανομένων υπόψη των διαθέσιμων μέσων, της φύσης και των χαρακτηριστικών του συγκεκριμένου έργου, των ορθών πρακτικών στον σχετικό τομέα και της ανάγκης διασφάλισης της κατάλληλης σχέσης μεταξύ των πόρων που δαπανώνται για την προετοιμασία της ανάθεσης και της προβλεπόμενης αξίας της. Εντούτοις, αυτό δεν ισχύει σε περιπτώσεις όπου η τροποποίηση έχει ως αποτέλεσμα την αλλοίωση της φύσης της συνολικής προμήθειας, επί παραδείγματι μέσω της αντικατάστασης των προς αγορά έργων, αγαθών και υπηρεσιών με κάτι διαφορετικό ή μέσω της ριζικής αλλαγής του είδους της προμήθειας, καθότι, σε μια τέτοια κατάσταση, μπορεί να θεωρηθεί ότι η τροποποίηση θα μπορούσε υποθετικά να επηρεάσει αποτέλεσμα.

(110)

Σύμφωνα με τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας, ο ανάδοχος δεν θα πρέπει, επί παραδείγματι όταν η σύμβαση καταγγέλλεται λόγω πλημμελούς εκτέλεσης, να αντικαθίσταται από άλλον οικονομικό φορέα χωρίς να πραγματοποιηθεί προκήρυξη νέου διαγωνισμού. Ωστόσο, ο ανάδοχος που εκτελεί τη σύμβαση θα πρέπει να μπορεί, ιδίως εάν η σύμβαση έχει ανατεθεί σε περισσότερες από μία επιχειρήσεις, να υποστεί ορισμένες διαρθρωτικές μεταβολές κατά την εκτέλεση της σύμβασης, όπως καθαρά εσωτερική αναδιοργάνωση, εξαγορές, συγχωνεύσεις ή διαδικασία αφερεγγυότητας. Οι εν λόγω διαρθρωτικές μεταβολές δεν θα πρέπει να συνεπάγονται αυτομάτως απαίτηση έναρξης νέων διαδικασιών προμήθειας για όλες τις δημόσιες συμβάσεις τις οποίες εκτελεί ο εν λόγω προσφέρων.

(111)

Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει, στις ίδιες τις συμβάσεις, να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν τροποποιήσεις μέσω ρητρών αναθεώρησης ή προαίρεσης· εντούτοις, οι εν λόγω ρήτρες δεν θα πρέπει να τους παρέχουν απεριόριστη διακριτική ευχέρεια. Συνεπώς, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να ορίζει ως ποιο βαθμό μπορούν να προβλέπονται τροποποιήσεις στην αρχική σύμβαση. Θα πρέπει, κατά συνέπεια, να διευκρινιστεί ότι ρήτρες αναθεώρησης ή προαίρεσης που έχουν συνταχθεί με επαρκή σαφήνεια μπορούν να προβλέπουν, για παράδειγμα, τιμαριθμική προσαρμογή ή να διασφαλίζουν ότι για παράδειγμα, ο εξοπλισμός επικοινωνιών που πρέπει να παραδοθεί εντός ορισμένης προθεσμίας παραμένει κατάλληλος και στην περίπτωση τροποποίησης των πρωτοκόλλων επικοινωνίας ή άλλων τεχνολογικών αλλαγών. Θα πρέπει επίσης να είναι δυνατόν να προβλέπονται, με ρήτρες που θα είναι επαρκώς σαφείς, προσαρμογές της σύμβασης, οι οποίες καθίστανται αναγκαίες λόγω τεχνικών δυσκολιών που προέκυψαν κατά τη λειτουργία ή συντήρηση. Θα πρέπει επίσης να υπομνησθεί ότι οι συμβάσεις μπορούν, για παράδειγμα, να συμπεριλάβουν τόσο την τακτική συντήρηση όσο και έκτακτες παρεμβάσεις συντήρησης, οι οποίες είναι πιθανόν να απαιτηθούν για την εξασφάλιση της συνέχειας στην παροχή δημόσιας υπηρεσίας.

(112)

Οι αναθέτουσες αρχές βρίσκονται ενίοτε αντιμέτωπες με καταστάσεις που απαιτούν την πρόωρη καταγγελία δημόσιων συμβάσεων προκειμένου να συμμορφωθούν προς υποχρεώσεις προκύπτουσες από το ενωσιακό δίκαιο στον τομέα των δημόσιων προμηθειών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, συνεπώς, να διασφαλίζουν τη δυνατότητα των αναθετουσών αρχών, βάσει των προϋποθέσεων που ορίζει το εθνικό δίκαιο, να καταγγείλουν μια δημόσια σύμβαση κατά τη διάρκεια της ισχύος της, εφόσον απαιτείται από το ενωσιακό δίκαιο.

(113)

Τα συμπεράσματα της αξιολόγησης του εγγράφου εργασίας της Επιτροπής της 27ης Ιουνίου 2011 με τίτλο «Έκθεση αξιολόγησης: Επιπτώσεις και αποτελεσματικότητα της νομοθεσίας της Ένωσης περί δημοσίων προμηθειών» έδειξαν ότι θα πρέπει να αναθεωρηθεί η εξαίρεση ορισμένων υπηρεσιών από την πλήρη εφαρμογή της οδηγίας 2004/18/ΕΚ. Ως εκ τούτου, η πλήρης εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να επεκταθεί σε ορισμένες υπηρεσίες.

(114)

Ορισμένες κατηγορίες υπηρεσιών εξακολουθούν, λόγω της φύσης τους, να έχουν περιορισμένη διασυνοριακή διάσταση, και συγκεκριμένα οι υπηρεσίες εκείνες που είναι γνωστές ως προσωπικές, όπως ορισμένες κοινωνικές, υγειονομικές και εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Οι εν λόγω υπηρεσίες παρέχονται εντός συγκεκριμένου πλαισίου, το οποίο διαφέρει σημαντικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, λόγω διαφορετικών πολιτισμικών παραδόσεων. Συνεπώς, θα πρέπει να θεσπιστεί ειδικό καθεστώς για τις δημόσιες συμβάσεις που καλύπτουν αυτές τις υπηρεσίες, με ένα όριο υψηλότερο του ισχύοντος για άλλες υπηρεσίες.

Οι προσωπικές υπηρεσίες αξίας χαμηλότερης από αυτό το όριο συνήθως δεν παρουσιάζουν ενδιαφέρουν για παρόχους από άλλα κράτη μέλη, εκτός εάν υπάρχουν συγκεκριμένες ενδείξεις για το αντίθετο, όπως χρηματοδότηση από την Ένωση για διασυνοριακά έργα.

Οι συμβάσεις για προσωπικές υπηρεσίες που υπερβαίνουν το κατώτατο όριο θα πρέπει να χαρακτηρίζονται από διαφάνεια σε ολόκληρη την Ένωση. Δεδομένης της σημασίας του πολιτισμικού πλαισίου και του ευαίσθητου χαρακτήρα των εν λόγω υπηρεσιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διαθέτουν μεγάλη διακριτική ευχέρεια για τη διοργάνωση της επιλογής των παρόχων υπηρεσιών με τον τρόπο που τα ίδια κρίνουν καταλληλότερο. Οι κανόνες της παρούσας οδηγίας λαμβάνουν υπόψη αυτή την ανάγκη, επιβάλλοντας μόνο την τήρηση των βασικών αρχών διαφάνειας και ίσης μεταχείρισης και διασφαλίζοντας ότι οι αναθέτουσες αρχές είναι σε θέση να εφαρμόζουν ειδικά ποιοτικά κριτήρια για την επιλογή των παρόχων υπηρεσιών, όπως τα κριτήρια που προβλέπονται στο εθελοντικό ευρωπαϊκό πλαίσιο ποιότητας για τις κοινωνικές υπηρεσίες, το οποίο δημοσιεύθηκε από την Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας. Κατά τον καθορισμό των διαδικασιών που χρησιμοποιούνται για την ανάθεση συμβάσεων για προσωπικές υπηρεσίες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν υπόψη το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το πρωτόκολλο αριθ. 26. Με τον τρόπο αυτό, τα κράτη μέλη επιδιώκουν επίσης τους στόχους της απλούστευσης και μείωσης του διοικητικού φόρτου για τις αναθέτουσες αρχές και τους οικονομικούς φορείς. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι ο τρόπος αυτός συνεπάγεται επίσης χρήση των κανόνων που ισχύουν για τις συμβάσεις υπηρεσιών που δεν υπόκεινται στο ειδικό καθεστώς.

Τα κράτη μέλη και οι δημόσιες αρχές διατηρούν τη δυνατότητα να παρέχουν οι ίδιες τις εν λόγω υπηρεσίες ή να οργανώνουν τις κοινωνικές υπηρεσίες κατά τρόπο που δεν απαιτεί τη σύναψη δημόσιων συμβάσεων, επί παραδείγματι απλώς χρηματοδοτώντας τις εν λόγω υπηρεσίες ή χορηγώντας άδειες εκμετάλλευσης ή άλλες άδειες σε όλους τους οικονομικούς φορείς που πληρούν τα κριτήρια τα οποία έχουν οριστεί εκ των προτέρων από την αναθέτουσα αρχή, χωρίς περιορισμούς ή ποσοστώσεις, εφόσον το εν λόγω σύστημα διασφαλίζει επαρκή δημοσιοποίηση και συμμορφώνεται με τις αρχές της διαφάνειας και της αποφυγής των διακρίσεων.

(115)

Ομοίως, οι ξενοδοχειακές υπηρεσίες και οι υπηρεσίες εστιατορίων παρέχονται συνήθως από φορείς εγκατεστημένους στον τόπο παροχής των υπηρεσιών αυτών· η διασυνοριακή τους διάσταση είναι ως εκ τούτου περιορισμένη. Θα πρέπει συνεπώς να καλύπτονται μόνο από το απλοποιημένο καθεστώς από του ορίου των 750 000 EUR. Οι μεγάλες συμβάσεις για ξενοδοχεία και εστιατόρια που υπερβαίνουν αυτό το όριο ενδέχεται να παρουσιάζουν ενδιαφέρον για διαφόρους οικονομικούς φορείς, όπως ταξιδιωτικά πρακτορεία και άλλους μεσάζοντες, και σε διασυνοριακή επίσης βάση.

(116)

Ομοίως, ορισμένες νομικές υπηρεσίες αφορούν ζητήματα που άπτονται αποκλειστικά του εθνικού δικαίου· ως εκ τούτου, παρέχονται κατά κανόνα μόνο από φορείς εγκατεστημένους στο οικείο κράτος μέλος και έχουν, κατά συνέπεια, περιορισμένη διασυνοριακή διάσταση. Θα πρέπει συνεπώς να καλύπτονται μόνο από το απλοποιημένο καθεστώς από του ορίου των 750 000 EUR. Οι μεγάλες συμβάσεις νομικών υπηρεσιών άνω του ορίου αυτού ενδέχεται να παρουσιάζουν ενδιαφέρον για διάφορους οικονομικούς φορείς, όπως διεθνείς δικηγορικές εταιρείες, και σε διασυνοριακή επίσης βάση, ιδίως όταν αφορούν νομικά ζητήματα που προκύπτουν ή σχετίζονται με το ενωσιακό ή άλλο διεθνές δίκαιο ή αφορούν περισσότερες από μία χώρες.

(117)

Η πείρα έχει δείξει ότι μια σειρά άλλων υπηρεσιών, όπως οι υπηρεσίες διάσωσης, πυρόσβεσης και φυλακών, παρουσιάζουν κατά κανόνα ορισμένο διασυνοριακό ενδιαφέρον μόνο από τη στιγμή που αποκτούν επαρκή κριτική μάζα χάρη στη σχετικά υψηλή αξία τους. Εφόσον δεν αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να καλύπτονται από το απλοποιημένο καθεστώς. Η πιθανότητα να παρουσιάσουν διασυνοριακό ενδιαφέρον ορισμένες άλλες κατηγορίες υπηρεσιών, όπως οι κρατικές υπηρεσίες ή οι υπηρεσίες προς το κοινωνικό σύνολο, στον βαθμό που η παροχή τους βασίζεται πράγματι σε συμβάσεις, είναι κατά κανόνα υπαρκτή μόνο άνω του ορίου των 750 000 EUR· οι συγκεκριμένες υπηρεσίες θα πρέπει, συνεπώς, να υπαχθούν στο απλοποιημένο καθεστώς.

(118)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί η συνέχεια των δημόσιων υπηρεσιών, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να προβλέπει ότι η στις διαδικασίες προμήθειας για ορισμένες υγειονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές υπηρεσίες θα μπορούσαν να συμμετέχουν μόνο οργανισμοί που βασίζονται στην ιδία ευθύνη ή στην ενεργό συμμετοχή των υπαλλήλων στη διακυβέρνηση και υφιστάμενοι οργανισμοί, όπως κοινοπραξίες, όσον αφορά τη συμμετοχή στην παροχή των εν λόγω υπηρεσιών στους τελικούς χρήστες. Το πεδίο εφαρμογής της παρούσας διάταξης περιορίζεται αποκλειστικά σε ορισμένες υγειονομικές, κοινωνικές και συναφείς υπηρεσίες, ορισμένες υπηρεσίες εκπαίδευσης και κατάρτισης, υπηρεσίες βιβλιοθηκών, αρχείων, μουσείων και άλλες πολιτιστικές υπηρεσίες, υπηρεσίες στο χώρο του αθλητισμού και υπηρεσίες για ιδιωτικά νοικοκυριά και δεν καλύπτει τις εξαιρέσεις που προβλέπει άλλως η παρούσα οδηγία. Οι συγκεκριμένες υπηρεσίες υπόκεινται μόνο στο ειδικό καθεστώς που προβλέπεται για τις κοινωνικές και λοιπές υπηρεσίες («απλουστευμένο καθεστώς»).

(119)

Είναι σκόπιμο ο προσδιορισμός των υπηρεσιών αυτών να γίνει με αναφορά σε συγκεκριμένες καταχωρίσεις του «Κοινού λεξιλογίου για τις δημόσιες συμβάσεις (CPV)», το οποίο θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2195/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19), υπό τη μορφή ιεραρχικά δομημένης ονοματολογίας, διαιρούμενης σε τμήματα, ομάδες, τάξεις κατηγορίες και υποκατηγορίες. Για την αποφυγή ανασφάλειας δικαίου, πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι η αναφορά σε τμήμα δεν συνεπάγεται σιωπηρώς αναφορά και στις υποδιαιρέσεις του. Η συνολική κάλυψη ενός τμήματος και των υποδιαιρέσεών του θα πρέπει, αντιθέτως, να επισημαίνεται ρητώς με την αναφορά όλων των σχετικών καταχωρίσεων, εφόσον ενδείκνυται, υπό τη μορφή φάσματος κωδικών.

(120)

Οι διαγωνισμοί μελετών χρησιμοποιούνται κατά παράδοση περισσότερο στους τομείς της χωροταξίας και της πολεοδομίας, της αρχιτεκτονικής και των έργων πολιτικού μηχανικού, ή της επεξεργασίας δεδομένων. Πρέπει, ωστόσο, να υπενθυμιστεί ότι τα ευέλικτα αυτά μέσα μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν και για άλλους σκοπούς, όπως η απόκτηση σχεδίων χρηματοοικονομικής τεχνικής που θα μπορούσαν να βελτιστοποιήσουν τη στήριξη των ΜΜΕ στο πλαίσιο των κοινών ευρωπαϊκών πόρων για μικρομεσαίες επιχειρήσεις (Jeremie) ή άλλων ενωσιακών προγραμμάτων στήριξης των ΜΜΕ σε ένα δεδομένο κράτος μέλος. Ο διαγωνισμός μελέτης που χρησιμοποιείται για την απόκτηση τέτοιου είδους σχεδίων χρηματοοικονομικής τεχνικής θα μπορούσαν να προβλέπουν επίσης ότι οι επακόλουθες συμβάσεις υπηρεσιών για την υλοποίηση του σχεδίου αυτού θα ανατεθούν στον νικητή ή έναν από τους νικητές του διαγωνισμού μελέτης μέσω διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση.

(121)

Η αξιολόγηση έδειξε ότι υπάρχουν ακόμα σημαντικά περιθώρια βελτίωσης σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των ευρωπαϊκών κανόνων για τις δημόσιες προμήθειες. Για την αποτελεσματικότερη και πιο συνεκτική εφαρμογή των κανόνων, είναι σημαντική η σαφής επισκόπηση των πιθανών διαρθρωτικών προβλημάτων και των γενικών τάσεων που αναπτύσσονται στις εθνικές πολιτικές για τις προμήθειες, με σκοπό την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση των ενδεχόμενων προβλημάτων. Η επισκόπηση αυτή θα πρέπει να υλοποιείται μέσω της κατάλληλης παρακολούθησης, τα δε αποτελέσματά της θα πρέπει να δημοσιεύονται τακτικά, ώστε να είναι δυνατή η διεξαγωγή συζήτησης βάσει τεκμηρίων για ενδεχόμενες βελτιώσεις των κανόνων και των πρακτικών που εφαρμόζονται στις προμήθειες. Η απόκτηση αυτής της ενδεδειγμένης επισκόπησης θα μπορούσε επίσης να επιτρέπει τη διαμόρφωση αντίληψης σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων δημοσίων προμηθειών στο πλαίσιο της υλοποίησης σχεδίων χρηματοδότησης από την Ένωση. Τα κράτη μέλη θα έχουν το ελεύθερο να αποφασίζουν πώς και από ποιον θα διεξάγεται αυτή η παρακολούθηση στην πράξη· θα είναι επίσης ελεύθερα να αποφασίζουν κατά πόσον η παρακολούθηση θα πρέπει να βασίζεται σε δειγματοληπτικό εκ των υστέρων έλεγχο ή σε συστηματικό εκ των προτέρων έλεγχο των διαδικασιών δημόσιων προμηθειών που καλύπτει η παρούσα οδηγία. Θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα τα ενδεχόμενα προβλήματα να τίθενται υπόψη των κατάλληλων οργάνων· αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι αναγνωρίζεται στα πρόσωπα που διεξήγαγαν την παρακολούθηση ικανότητα διαδίκου ενώπιον δικαστηρίου.

Η καλύτερη καθοδήγηση, ενημέρωση και υποστήριξη των αναθετουσών αρχών και των οικονομικών φορέων θα μπορούσε, επίσης, να συμβάλει σημαντικά στην αύξηση της απόδοσης των δημόσιων προμηθειών χάρη στην καλύτερη γνώση, τη μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου και την ενίσχυση του επαγγελματικού χαρακτήρα των πρακτικών που ακολουθούνται στις προμήθειες· η καθοδήγηση αυτή θα πρέπει να είναι διαθέσιμη στις αναθέτουσες αρχές και στους οικονομικούς φορείς όποτε θεωρείται αναγκαία η βελτίωση της ορθής εφαρμογής των κανόνων. Η προσφερόμενη καθοδήγηση θα μπορούσε να καλύπτει όλα τα θέματα που άπτονται των δημόσιων προμηθειών, όπως ο σχεδιασμός των αγορών, οι διαδικασίες, η επιλογή των τεχνικών και των μέσων και οι ορθές πρακτικές κατά τη διεξαγωγή των διαδικασιών. Όσον αφορά τα νομικά θέματα, η καθοδήγηση δεν θα συνεπάγεται απαραιτήτως πλήρη νομική ανάλυση των ζητημάτων μπορεί να περιορίζεται σε γενική περιγραφή των στοιχείων που θα πρέπει να μελετηθούν για τη λεπτομερή ανάλυση των θεμάτων που θα πραγματοποιηθεί στη συνέχεια, επισημαίνοντας, επί παραδείγματι, τη νομολογία που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί, κατευθυντήριες γραμμές ή άλλες πηγές που έχουν εξετάσει το συγκεκριμένο θέμα.

(122)

Η οδηγία 89/665/ΕΟΚ προβλέπει ορισμένες διαδικασίες προσφυγής που τίθενται στη διάθεση τουλάχιστον των ατόμων που έχουν ή είχαν συμφέρον να συνάψουν συγκεκριμένη σύμβαση και τα οποία ζημιώθηκαν ή κινδυνεύουν να ζημιωθούν από εικαζόμενη παράβαση του ενωσιακού δικαίου στον τομέα των δημόσιων προμηθειών ή των εθνικών κανόνων που μεταφέρουν αυτό το νομοθέτημα στο εσωτερικό δίκαιο. Η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει αυτές τις διαδικασίες προσφυγής. Εντούτοις, οι πολίτες, τα ενδιαφερόμενα μέρη, είτε οργανωμένα είτε όχι, καθώς και άλλα πρόσωπα ή φορείς που δεν έχουν πρόσβαση στις διαδικασίες προσφυγής σύμφωνα με την οδηγία 89/665/ΕΟΚ έχουν ως φορολογούμενοι έννομο συμφέρον να διεξάγονται κατά τρόπο ορθό οι διαδικασίες προμήθειας. Θα πρέπει, λοιπόν, να έχουν τη δυνατότητα, με τρόπο διαφορετικό από το σύστημα προσφυγής που προβλέπει η οδηγία 89/665/ΕΟΚ και χωρίς να απαιτείται απαραιτήτως η παρουσία τους ενώπιον δικαστηρίων, να γνωστοποιούν πιθανές παραβιάσεις της οδηγίας σε αρμόδια αρχή ή δομή. Για να αποφεύγονται οι αλληλεπικαλύψεις μεταξύ υφιστάμενων αρχών ή δομών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προβλέπουν τη δυνατότητα προσφυγής σε γενικές αρχές ή δομές παρακολούθησης, σε τομεακά όργανα εποπτείας, σε δημοτικές αρχές εποπτείας, σε αρχές ανταγωνισμού, στον διαμεσολαβητή ή σε εθνικές αρχές ελέγχου.

(123)

Προκειμένου να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό των δημόσιων προμηθειών όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, οι προμήθειες οι σχετικές με θέματα περιβάλλοντος, κοινωνίας και καινοτομίας θα πρέπει επίσης να παίξουν τον ρόλο τους. Είναι, συνεπώς, σημαντική η επισκόπηση των εξελίξεων στον τομέα των στρατηγικών προμηθειών, προκειμένου να αποκτάται τεκμηριωμένη εικόνα των γενικών τάσεων σε συνολικό (μακρο)επίπεδο στον συγκεκριμένο τομέα. Όσες τυχόν σχετικές εκθέσεις έχουν ήδη εκπονηθεί μπορούν, βεβαίως, να χρησιμοποιηθούν και σε αυτό το πλαίσιο.

(124)

Δεδομένου του δυναμικού των ΜΜΕ όσον αφορά τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, τη μεγέθυνση και την καινοτομία, είναι σημαντικό να ενθαρρύνεται η συμμετοχή τους στις δημόσιες προμήθειες, τόσο μέσω των σχετικών διατάξεων της παρούσας οδηγίας όσο και μέσω πρωτοβουλιών σε εθνικό επίπεδο. Οι νέες διατάξεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμβάλουν στη βελτίωση του επιπέδου επιτυχίας, του μεριδίου δηλαδή των ΜΜΕ επί της συνολικής αξίας των συμβάσεων που ανατίθενται. Δεν κρίνεται σκόπιμο να επιβληθούν υποχρεωτικά μερίδια επιτυχίας· ωστόσο, οι εθνικές πρωτοβουλίες ενίσχυσης της συμμετοχής των ΜΜΕ θα πρέπει να παρακολουθούνται εκ του σύνεγγυς δεδομένης της σημασίας τους.

(125)

Έχει ήδη θεσπιστεί σειρά διαδικασιών και μεθόδων εργασίας σχετικά με τις ανακοινώσεις της Επιτροπής και τις επαφές της με τα κράτη μέλη, όπως επί παραδείγματι ανακοινώσεις και επαφές σχετικά με τις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 258 και 260 της ΣΛΕΕ, το δίκτυο επίλυσης προβλημάτων στην εσωτερική αγορά (Solvit) και την πρωτοβουλία EU Pilot, τις οποίες δεν τροποποιεί η παρούσα οδηγία. Θα πρέπει, ωστόσο, να συμπληρωθούν με τον καθορισμό ενός και μόνο σημείου αναφοράς σε κάθε κράτος μέλος για τη συνεργασία με την Επιτροπή, το οποίο θα λειτουργεί ως μοναδικό σημείο εισόδου για θέματα που αφορούν τις δημόσιες προμήθειες στα κράτη μέλη. Τη λειτουργία αυτή μπορούν να επιτελούν πρόσωπα ή δομές που βρίσκονται ήδη τακτικά σε επαφή με την Επιτροπή για θέματα που αφορούν δημόσιες προμήθειες, όπως τα εθνικά σημεία επαφής, τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Δημόσιων Προμηθειών, τα μέλη του Δικτύου για τις Δημόσιες Προμήθειες ή εθνικά συντονιστικά όργανα.

(126)

Η διαφάνεια και η ιχνηλασιμότητα στη λήψη αποφάσεων για τις διαδικασίες προμήθειας είναι βασικές παράμετροι για τη διασφάλιση ορθών διαδικασιών, μεταξύ άλλων και για την αποτελεσματική καταπολέμηση της διαφθοράς και της απάτης. Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει συνεπώς να κρατούν αντίγραφα των συμβάσεων μεγάλης αξίας που συνάπτονται, ώστε τα ενδιαφερόμενα μέρη να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτά τα έγγραφα σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες για την πρόσβαση σε έγγραφα. Επιπλέον, τα στοιχεία και οι αποφάσεις ουσιώδους σημασίας για κάθε διαδικασία προμήθειας θα πρέπει να τεκμηριώνονται σε σχετική έκθεση. Για να αποφεύγεται κατά το δυνατόν η διοικητική επιβάρυνση, θα πρέπει να επιτρέπεται η έκθεση αυτή να παραπέμπει σε πληροφορίες ευρισκόμενες ήδη στη σχετική γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης. Τα ηλεκτρονικά συστήματα για τη δημοσίευση των εν λόγω γνωστοποιήσεων, τα οποία διαχειρίζεται η Επιτροπή, θα πρέπει επίσης να βελτιωθούν, ώστε να διευκολυνθεί η εισαγωγή δεδομένων και να καταστούν ταυτοχρόνως ευκολότερες η εξαγωγή συνολικών εκθέσεων και η ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των διαφόρων συστημάτων.

(127)

Με σκοπό τη διοικητική απλούστευση και προκειμένου να μειωθεί η επιβάρυνση των κρατών μελών, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει περιοδικά κατά πόσον η ποιότητα και η πληρότητα των πληροφοριών που περιέχονται στις γνωστοποιήσεις που δημοσιεύονται σε σχέση με διαδικασίες προμήθειας είναι επαρκείς, ώστε να μπορεί η Επιτροπή να εξάγει τα στατιστικά στοιχεία τα οποία, σε διαφορετική περίπτωση, θα έπρεπε να διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη.

(128)

Η αποτελεσματική διοικητική συνεργασία είναι απαραίτητη για την ανταλλαγή των πληροφοριών που χρειάζονται για τη διεξαγωγή διαδικασιών ανάθεσης σε διασυνοριακές καταστάσεις, ιδίως όσον αφορά την εξακρίβωση των λόγων αποκλεισμού και των κριτηρίων επιλογής, της εφαρμογής ποιοτικών και περιβαλλοντικών προτύπων καθώς και των καταλόγων των εγκεκριμένων οικονομικών φορέων. Η ανταλλαγή πληροφοριών υπόκειται στους εθνικούς νόμους περί εχεμύθειας. Ως εκ τούτου, η παρούσα οδηγία δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν πληροφορίες πέραν αυτών στις οποίες έχουν πρόσβαση οι εθνικές αναθέτουσες αρχές. Το Σύστημα Πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς (ΙΜΙ) που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20) θα μπορούσε να αποτελέσει ένα χρήσιμο ηλεκτρονικό μέσο διευκόλυνσης και ενίσχυσης της διοικητικής συνεργασίας μέσω της διαχείρισης της ανταλλαγής πληροφοριών επί τη βάσει απλών και ενιαίων διαδικασιών που θα υπερβαίνουν τα γλωσσικά εμπόδια. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να δρομολογηθεί το ταχύτερο δυνατόν πιλοτικό πρόγραμμα για να δοκιμαστεί η σκοπιμότητα της επέκτασης του ΙΜΙ στην ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

(129)

Με στόχο την προσαρμογή στις ταχείες τεχνικές, οικονομικές και κανονιστικές εξελίξεις, είναι σκόπιμο να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ όσον αφορά ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία της παρούσας οδηγίας. Πράγματι, λόγω της ανάγκης συμμόρφωσης με τις διεθνείς συμφωνίες, η Επιτροπή θα πρέπει να διαθέτει την εξουσία να τροποποιεί τις τεχνικές διαδικασίες για τις μεθόδους υπολογισμού των κατώτατων ορίων, καθώς και να αναθεωρεί τακτικά τα εν λόγω κατώτατα όρια και να προσαρμόζει το παράρτημα X· οι κατάλογοι των κεντρικών κρατικών αρχών τροποποιούνται συχνά, λόγω διοικητικών μεταβολών σε εθνικό επίπεδο. Οι εν λόγω τροποποιήσεις κοινοποιούνται στην Επιτροπή, η οποία πρέπει να έχει την εξουσία προσαρμογής του παραρτήματος I· οι αναφορές στην ονοματολογία του CPV (Κοινό λεξιλόγιο για τις δημόσιες συμβάσεις) μπορεί να υποστούν κανονιστικές τροποποιήσεις σε επίπεδο ΕΕ, οι οποίες θα πρέπει να αποτυπώνονται στο κείμενο της παρούσας οδηγίας· οι τεχνικές λεπτομέρειες και τα χαρακτηριστικά των συσκευών για την ηλεκτρονική παραλαβή θα πρέπει να επικαιροποιούνται ανάλογα με τις τεχνολογικές εξελίξεις · είναι επίσης αναγκαίο να διαθέτει η Επιτροπή την εξουσία να καταρτίζει υποχρεωτικά τεχνικά πρότυπα ηλεκτρονικής επικοινωνίας, ούτως ώστε να διασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα των τεχνικών μορφοτύπων, των διαδικασιών και της αποστολής μηνυμάτων σε διαδικασίες προμήθειας που διεκπεραιώνονται με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, λαμβάνοντας υπόψη τις τεχνολογικές εξελίξεις· ο κατάλογος των νομοθετικών πράξεων της Ένωσης που θεσπίζουν κοινές μεθοδολογίες για τον υπολογισμό του κόστους του κύκλου ζωής θα πρέπει να προσαρμόζεται ταχέως, προκειμένου να ενσωματώνονται σε αυτόν τα μέτρα που εγκρίνονται ανά τομέα. Για την κάλυψη των ανωτέρω αναγκών, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την εξουσία να επικαιροποιεί τον κατάλογο των νομοθετικών πράξεων, συμπεριλαμβανομένων και των μεθοδολογιών προσδιορισμού του κόστους του κύκλου ζωής. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις —και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων— κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της. Η Επιτροπή, κατά την επεξεργασία και την κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και δέουσα διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(130)

Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να διαβουλεύεται με τις κατάλληλες ομάδες εμπειρογνωμόνων στον τομέα της ηλεκτρονικής προμήθειας, εξασφαλίζοντας ισόρροπη σύνθεση των βασικών ομάδων ενδιαφερόμενων φορέων.

(131)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ομοιόμορφες συνθήκες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες όσον αφορά την κατάρτιση των τυποποιημένων εντύπων για τη δημοσίευση των γνωστοποιήσεων και για τις υπεύθυνες δηλώσεις. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21).

(132)

Για την έκδοση των εκτελεστικών πράξεων που αφορούν τα τυποποιημένα έντυπα για τη δημοσίευση ανακοινώσεων θα πρέπει να χρησιμοποιείται η συμβουλευτική διαδικασία, καθώς δεν έχουν επιπτώσεις ούτε από δημοσιονομική άποψη ούτε στη φύση και το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία, Αντιθέτως, οι εν λόγω πράξεις έχουν καθαρά διοικητικό σκοπό και εξυπηρετούν τη διευκόλυνση της εφαρμογής των κανόνων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

(133)

Για την έκδοση των τυποποιημένων εντύπων για τις υπεύθυνες δηλώσεις θα πρέπει να χρησιμοποιείται η διαδικασία εξέτασης λόγω των επιπτώσεων των δηλώσεων αυτών επί των προμηθειών και επειδή διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην απλοποίηση των απαιτήσεων υποβολής εγγράφων στα πλαίσια των διαδικασιών προμηθειών.

(134)

Η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει τις επιπτώσεις της εφαρμογής των κατώτατων ορίων στην εσωτερική αγορά και να υποβάλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Κατά την επανεξέταση θα πρέπει να λάβει υπόψη παράγοντες όπως το επίπεδο των διασυνοριακών προμηθειών, η συμμετοχή των ΜΜΕ, το κόστος συναλλαγών και η σχέση κόστους-οφέλους.

Σύμφωνα με το άρθρο της ΧΧΙΙ παράγραφος 7, η ΣΔΠ θα αποτελέσει αντικείμενο περαιτέρω διαπραγματεύσεων τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος της και σε τακτά διαστήματα στη συνέχεια. Σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να εξεταστεί η καταλληλότητα των κατώτατων ορίων, λαμβανομένου υπόψη του αντίκτυπου του πληθωρισμού σε περίπτωση μακράς περιόδου χωρίς αλλαγές των κατώτατων ορίων της ΣΔΠ· εάν πρέπει να αλλάξει το επίπεδο των κατώτατων ορίων, η Επιτροπή θα πρέπει, όπου απαιτείται, να εγκρίνει νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση των κατώτατων ορίων που τίθενται σε αυτή την οδηγία.

(135)

Έχοντας υπόψη τις εν εξελίξει συζητήσεις περί των οριζόντιων διατάξεων που διέπουν τις σχέσεις με τρίτες χώρες στο πλαίσιο δημόσιας προμήθειας, η Επιτροπή θα πρέπει να παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς τις παγκόσμιες εμπορικές συνθήκες και να εκτιμήσει την ανταγωνιστική θέση της Ένωσης.

(136)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή ο συντονισμός των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που εφαρμόζονται σε ορισμένες διαδικασίες δημόσιων προμηθειών, είναι αδύνατον να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται λόγω της κλίμακάς της και των αποτελεσμάτων της να επιτευχθεί καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(137)

Επομένως, η οδηγία 2004/18/ΕΚ θα πρέπει να καταργηθεί.

(138)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής για τα επεξηγηματικά έγγραφα της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, τα κράτη μέλη έχουν δεσμευθεί να συνοδεύεται, σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, η κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό τους δίκαιο από ένα ή περισσότερα έγγραφα που επεξηγούν τη σχέση μεταξύ των συστατικών στοιχείων μιας οδηγίας και των αντίστοιχων μερών των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Αναφορικά με την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί δικαιολογημένη τη διαβίβαση των εγγράφων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΤΙΤΛΟΣ I:

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I:

Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

ΤΜΗΜΑ 1:

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΉΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1:

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 2:

Ορισμοί

Άρθρο 3:

Μεικτές προμήθειες

ΤΜΗΜΑ 2:

ΚΑΤΩΤΑΤΑ ΟΡΙΑ

Άρθρο 4:

Κατώτατα ποσά

Άρθρο 5:

Μέθοδοι υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας της προμήθειας

Άρθρο 6:

Αναθεώρηση των κατώτατων ορίων και του καταλόγου των κεντρικών κρατικών αρχών

ΤΜΗΜΑ 3:

ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ

Άρθρο 7:

Συμβάσεις στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών

Άρθρο 8:

Ειδικές εξαιρέσεις στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών

Άρθρο 9:

Δημόσιες συμβάσεις που ανατίθενται και διαγωνισμοί μελετών που διοργανώνονται δυνάμει διεθνών κανόνων

Άρθρο 10:

Ειδικές εξαιρέσεις για συμβάσεις υπηρεσιών

Άρθρο 11:

Συμβάσεις υπηρεσιών που ανατίθενται βάσει αποκλειστικού δικαιώματος

Άρθρο 12:

Δημόσιες συμβάσεις μεταξύ οντοτήτων του δημοσίου τομέα

ΤΜΗΜΑ 4:

ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ

Ενότητα 1:

Συμβάσεις με υποδιαιρέσεις και υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης

Άρθρο 13:

Συμβάσεις που επιδοτούνται από αναθέτουσες αρχές

Άρθρο 14:

Υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης

Ενότητα 2:

Προμήθειες που αφορούν την άμυνα ή την ασφάλεια

Άρθρο 15:

Άμυνα και ασφάλεια

Άρθρο 16:

Μεικτές προμήθειες που αφορούν την άμυνα ή την ασφάλεια

Άρθρο 17:

Δημόσιες συμβάσεις και διαγωνισμοί μελέτης που αφορούν την άμυνα ή την ασφάλεια και ανατίθενται ή διοργανώνονται σύμφωνα με διεθνείς κανόνες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II:

Γενικοί κανόνες

Άρθρο 18:

Αρχές εφαρμοζόμενες στις προμήθειες

Άρθρο 19:

Οικονομικοί φορείς

Άρθρο 20:

Συμβάσεις ανατιθέμενες κατ’ αποκλειστικότητα

Άρθρο 21:

Εμπιστευτικότητα

Άρθρο 22:

Κανόνες που εφαρμόζονται στις επικοινωνίες

Άρθρο 23:

Ονοματολογίες

Άρθρο 24:

Συγκρούσεις συμφερόντων

ΤΙΤΛΟΣ II:

ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I:

Διαδικασίες

Άρθρο 25:

Προϋποθέσεις που σχετίζονται με τη ΣΔΠ και άλλες διεθνείς συμφωνίες

Άρθρο 26:

Επιλογή των διαδικασιών

Άρθρο 27:

Ανοικτή διαδικασία

Άρθρο 28:

Κλειστή διαδικασία

Άρθρο 29:

Ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση

Άρθρο 30:

Ανταγωνιστικός διάλογος

Άρθρο 31:

Σύμπραξη καινοτομίας

Άρθρο 32:

Χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II:

Τεχνικές και εργαλεία για ηλεκτρονικές και συγκεντρωτικές προμήθειες

Άρθρο 33:

Συμφωνίες-πλαίσια

Άρθρο 34:

Δυναμικά συστήματα αγορών

Άρθρο 35:

Ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί

Άρθρο 36:

Ηλεκτρονικοί κατάλογοι

Άρθρο 37:

Κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών και κεντρικές αρχές αγορών

Άρθρο 38:

Περιστασιακές από κοινού προμήθειες

Άρθρο 39:

Προμήθειες που αφορούν αναθέτουσες αρχές από διαφορετικά κράτη μέλη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III:

Διεξαγωγή της διαδικασίας

ΤΜΗΜΑ 1

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ

Άρθρο 40:

Προκαταρκτικές διαβουλεύσεις της αγοράς

Άρθρο 41:

Προηγούμενη εμπλοκή υποψηφίων ή προσφερόντων

Άρθρο 42:

Τεχνικές προδιαγραφές

Άρθρο 43:

Σήματα

Άρθρο 44:

Εκθέσεις δοκιμών, πιστοποίηση και άλλα αποδεικτικά μέσα

Άρθρο 45:

Εναλλακτικές προσφορές

Άρθρο 46:

Υποδιαίρεση συμβάσεων σε παρτίδες

Άρθρο 47:

Καθορισμός προθεσμιών

ΤΜΗΜΑ 2:

ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ

Άρθρο 48:

Προκαταρκτικές γνωστοποιήσεις

Άρθρο 49:

Γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης

Άρθρο 50:

Γνωστοποιήσεις ανάθεσης σύμβασης

Άρθρο 51:

Σύνταξη και λεπτομέρειες δημοσίευσης των γνωστοποιήσεων

Άρθρο 52:

Δημοσίευση σε εθνικό επίπεδο

Άρθρο 53:

Ηλεκτρονική διάθεση των εγγράφων της προμήθειας

Άρθρο 54:

Προσκλήσεις προς υποψηφίους

Άρθρο 55:

Ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων

ΤΜΗΜΑ 3:

ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΩΝ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Άρθρο 56:

Γενικές αρχές

Ενότητα 1:

Κριτήρια ποιοτικής επιλογής

Άρθρο 57:

Λόγοι αποκλεισμού

Άρθρο 58:

Κριτήρια επιλογής

Άρθρο 59:

Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Προμήθειας

Άρθρο 60:

Αποδεικτικά μέσα

Άρθρο 61:

Επιγραμμικό αποθετήριο πιστοποιητικών (e-Certis)

Άρθρο 62:

Πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης

Άρθρο 63:

Στήριξη στις ικανότητες άλλων φορέων

Άρθρο 64:

Επίσημοι κατάλογοι εγκεκριμένων οικονομικών φορέων και πιστοποίηση από οργανισμούς δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου

Ενότητα 2:

Περιορισμός του αριθμού των υποψηφίων, των προσφορών και των λύσεων

Άρθρο 65:

Περιορισμός του αριθμού των πληρούντων τα κριτήρια επιλογής υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν

Άρθρο 66:

Περιορισμός του αριθμού των προσφορών και των λύσεων

Ενότητα 3:

Ανάθεση της σύμβασης

Άρθρο 67:

Κριτήρια ανάθεσης των συμβάσεων

Άρθρο 68:

Κοστολόγηση του κύκλου ζωής

Άρθρο 69:

Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV:

Εκτέλεση της σύμβασης

Άρθρο 70:

Όροι εκτέλεσης της σύμβασης

Άρθρο 71:

Υπεργολαβία

Άρθρο 72:

Τροποποίηση συμβάσεων κατά τη διάρκειά τους

Άρθρο 73:

Λύση συμβάσεων

ΤΙΤΛΟΣ III:

ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I:

Κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

Άρθρο 74:

Ανάθεση συμβάσεων για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

Άρθρο 75:

Δημοσίευση γνωστοποιήσεων

Άρθρο 76:

Αρχές της ανάθεσης συμβάσεων

Άρθρο 77:

Αποκλειστικές συμβάσεις για ορισμένες υπηρεσίες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II:

Κανόνες που διέπουν τους διαγωνισμούς μελετών

Άρθρο 78:

Πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 79:

Γνωστοποιήσεις

Άρθρο 80:

Κανόνες σχετικά με τη διοργάνωση διαγωνισμών μελετών και την επιλογή συμμετεχόντων

Άρθρο 81:

Σύνθεση της κριτικής επιτροπής

Άρθρο 82:

Αποφάσεις της κριτικής επιτροπής

ΤΙΤΛΟΣ IV:

ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Άρθρο 83:

Επιβολή

Άρθρο 84:

Χωριστές εκθέσεις σχετικά με τις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων

Άρθρο 85:

Εθνικά στοιχεία εκθέσεων και στατιστικών

Άρθρο 86:

Διοικητική συνεργασία

ΤΙΤΛΟΣ V:

ΕΞΟΥΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΕΩΝ, ΕΞΟΥΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 87:

Άσκηση της ανάθεσης εξουσιών

Άρθρο 88:

Διαδικασία του επείγοντος

Άρθρο 89:

Διαδικασία επιτροπής

Άρθρο 90:

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και μεταβατικές διατάξεις

Άρθρο 91:

Καταργήσεις

Άρθρο 92:

Επανεξέταση

Άρθρο 93:

Έναρξη ισχύος

Άρθρο 94:

Αποδέκτες

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I:

ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II:

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 2 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΣΗΜΕΙΟ 6 ΣΤΟΙΧΕΙΟ α)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III:

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 4 ΣΤΟΙΧΕΙΟ β) ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΣΥΝΑΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΝΑΘΕΤΟΥΣΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV:

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ TA ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ, ΑΙΤΗΣΕΩΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ ΣΤΟΥΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥΣ ΣΧΕΔΙΩΝ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

Μέρος A:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΕ «ΠΡΟΦΙΛ ΑΓΟΡΑΣΤΗ»

Μέρος B:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΕΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ (ως αναφέρεται στο άρθρο 48)

Μέρος Γ:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ (ως αναφέρεται στο άρθρο 49)

Μέρος Δ:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ (ως αναφέρεται στο άρθρο 50)

Μέρος E:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ (ως αναφέρεται στο άρθρο 79 παράγραφος 1)

Μέρος ΣΤ:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΩΝ (ως αναφέρεται στο άρθρο 79 παράγραφος 2)

Μέρος Ζ:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ (ως αναφέρεται στο άρθρο 72 παράγραφος 1)

Μέρος H:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ (ως αναφέρεται στο άρθρο 75 παράγραφος 1)

Μέρος Θ:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΕΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ (ως αναφέρεται στο άρθρο 75 παράγραφος 1)

Μέρος I:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ (ως αναφέρεται στο άρθρο 75 παράγραφος 2)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI:

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥΣ (ΑΡΘΡΟ 35 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII:

ΟΡΙΣΜΟΣ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII:

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX:

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΠΡΟΣΚΛΗΣΕΩΝ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΟ Ή ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 54

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X:

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 18 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI:

ΜΗΤΡΩΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII:

ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΑ ΜΕΣΑ ΓΙΑ ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIII:

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΕ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 68 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIV:

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 74

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XV:

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

ΤΙΤΛΟΣ I

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

Τμήμα 1

Αντικείμενο και ορισμοί

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες για τις διαδικασίες προμήθειας που πραγματοποιούνται από αναθέτουσες αρχές, τόσο για δημόσιες συμβάσεις όσο για διαγωνισμούς μελετών, των οποίων η αξία εκτιμάται ότι δεν υπολείπεται των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 4.

2.   Προμήθεια κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας είναι η απόκτηση, μέσω δημόσιας σύμβασης, από μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές, έργων, αγαθών ή υπηρεσιών από οικονομικούς φορείς που επιλέγονται από τις εν λόγω αναθέτουσες αρχές, ανεξαρτήτως του κατά πόσον τα έργα, τα αγαθά ή οι υπηρεσίες προορίζονται για την εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος.

3.   Η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας υπόκειται στο άρθρο 346 της ΣΛΕΕ.

4.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να ορίζουν, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ποιες υπηρεσίες θεωρούν γενικού οικονομικού συμφέροντος, πώς θα πρέπει να οργανώνονται και να χρηματοδοτούνται οι υπηρεσίες αυτές, σύμφωνα με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων, και σε ποιες ειδικές υποχρεώσεις θα πρέπει να υπόκεινται. Ομοίως, η παρούσα οδηγία δεν θίγει την απόφαση των δημόσιων αρχών αν, πώς και σε ποιο βαθμό επιθυμούν να εκτελέσουν δημόσια καθήκοντα οι ίδιες, σύμφωνα με το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το πρωτόκολλο αριθ. 26 σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος.

5.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη οργανώνουν τα συστήματά τους στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης.

6.   Συμφωνίες, αποφάσεις ή άλλες νομικές πράξεις που οργανώνουν τη μεταβίβαση δικαιωμάτων και ευθυνών για την εκτέλεση δημόσιων καθηκόντων μεταξύ αναθετουσών αρχών ή ομίλων αναθετουσών αρχών και δεν προβλέπουν αμοιβή για την εκτέλεση των συμβάσεων, θεωρούνται ζήτημα εσωτερικής οργάνωσης του εκάστοτε κράτους μέλους και, κατά συνέπεια, ουδόλως επηρεάζονται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

ως «αναθέτουσες αρχές» νοούνται το κράτος, οι περιφερειακές ή οι τοπικές αρχές, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου ή οι ενώσεις μιας ή περισσότερων από αυτές τις αρχές ή ενός ή περισσότερων από αυτούς τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου·

2)

ως «κεντρικές κρατικές αρχές» νοούνται οι αναθέτουσες αρχές που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I και, εφόσον έχουν επέλθει διορθώσεις ή τροποποιήσεις σε εθνικό επίπεδο, οι οντότητες που τις έχουν διαδεχθεί·

3)

ως «μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές» νοούνται όλες οι αναθέτουσες αρχές που δεν είναι κεντρικές κρατικές αρχές,

4)

ως «οργανισμοί δημοσίου δικαίου» νοούνται οι οργανισμοί που έχουν όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α)

έχουν συσταθεί για τον συγκεκριμένο σκοπό της κάλυψης αναγκών γενικού συμφέροντος, που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα·

β)

έχουν νομική προσωπικότητα· και

γ)

χρηματοδοτούνται, κατά το μεγαλύτερο μέρος, από τις κρατικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου· ή υπόκεινται σε διαχειριστική εποπτεία από τις αρχές ή οργανισμούς αυτούς· ή έχουν διοικητικό, διευθυντικό ή εποπτικό συμβούλιο, του οποίου περισσότερο από το ήμισυ των μελών διορίζεται από τις κρατικές, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, ή από άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου·

5)

ως «δημόσιες συμβάσεις» νοούνται οι συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας οι οποίες συνάπτονται γραπτώς μεταξύ ενός ή περισσότερων οικονομικών φορέων και μιας ή περισσότερων αναθετουσών αρχών και έχουν ως αντικείμενο την εκτέλεση έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών·

6)

ως «δημόσιες συμβάσεις έργων» νοούνται οι δημόσιες συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο:

α)

την εκτέλεση ή συγχρόνως τη μελέτη και την εκτέλεση εργασιών που αφορούν μία από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο παράρτημα II·

β)

την εκτέλεση ή συγχρόνως τη μελέτη και την εκτέλεση έργου·

γ)

την υλοποίηση, με οποιαδήποτε μέσα, έργου ανταποκρινόμενου στις απαιτήσεις που ορίζει αναθέτουσα αρχή που ασκεί καθοριστική επίδραση στο είδος ή τη μελέτη του έργου·

7)

ως «έργο» νοείται το αποτέλεσμα ενός συνόλου οικοδομικών εργασιών ή εργασιών πολιτικού μηχανικού το οποίο επαρκεί καθαυτό για την επιτέλεση οικονομικής ή τεχνικής λειτουργίας·

8)

ως «δημόσιες συμβάσεις αγαθών» νοούνται οι δημόσιες συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την αγορά, τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση-πώληση, με ή χωρίς δικαίωμα αγοράς, προϊόντων. Μια δημόσια σύμβαση αγαθών μπορεί να περιλαμβάνει, παρεμπιπτόντως, εργασίες τοποθέτησης και εγκατάστασης·

9)

ως «δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών» νοούνται οι δημόσιες συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών, πλην των αναφερομένων στο σημείο 6.

10)

ως «οικονομικός φορέας» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή δημόσιος φορέας ή ομάδα αυτών των προσώπων και/ή φορέων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών ενώσεων επιχειρήσεων, που προσφέρει την εκτέλεση εργασιών και/ή έργου, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά·

11)

ως «προσφέρων» νοείται οικονομικός φορέας που έχει υποβάλει προσφορά·

12)

ως «υποψήφιος» νοείται οικονομικός φορέας που έχει ζητήσει να του αποσταλεί ή έχει λάβει πρόσκληση συμμετοχής σε κλειστή διαδικασία, σε ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση, σε διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση, σε ανταγωνιστικό διάλογο ή σε σύμπραξη καινοτομίας·

13)

ως «έγγραφο της προμήθειας» νοείται κάθε έγγραφο το οποίο παρουσιάζει ή στο οποίο παραπέμπει η αναθέτουσα αρχή με σκοπό να περιγράψει ή να προσδιορίσει στοιχεία της προμήθειας ή της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένης της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης, της προκαταρκτικής γνωστοποίησης σε περίπτωση που χρησιμοποιείται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού, των τεχνικών προδιαγραφών, του περιγραφικού εγγράφου, των προτεινόμενων όρων της σύμβασης, των μορφοτύπων για την παρουσίαση των εγγράφων από τους υποψηφίους και τους προσφέροντες, των πληροφοριών για τις γενικές υποχρεώσεις και τυχόν πρόσθετων εγγράφων·

14)

ως «κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών» νοούνται δραστηριότητες που διεξάγονται σε μόνιμη βάση με μία από τις κατωτέρω μορφές:

α)

η απόκτηση αγαθών και/ή υπηρεσιών που προορίζονται για αναθέτουσες αρχές,

β)

η ανάθεση δημόσιων συμβάσεων ή η σύναψη συμφωνιών-πλαισίων για έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτουσες αρχές·

15)

ως «επικουρικές δραστηριότητες προμηθειών» νοούνται δραστηριότητες που συνίστανται στην παροχή υποστήριξης σε δραστηριότητες προμηθειών, ιδίως με τις κατωτέρω μορφές:

α)

τεχνική υποδομή που παρέχει τη δυνατότητα στις αναθέτουσες αρχές να αναθέτουν δημόσιες συμβάσεις ή να συνάπτουν συμφωνίες-πλαίσια για έργα, αγαθά ή υπηρεσίες·

β)

συμβουλές σχετικά με τη διεξαγωγή ή τον σχεδιασμό διαδικασιών δημοσίων προμηθειών·

γ)

προετοιμασία και διαχείριση διαδικασιών προμήθειας εξ ονόματος και για λογαριασμό της ενδιαφερόμενης αναθέτουσας αρχής·

16)

ως «κεντρική αρχή αγορών» νοείται αναθέτουσα αρχή που παρέχει κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών και, ενδεχομένως, επικουρικές δραστηριότητες προμηθειών·

17)

ως «πάροχος υπηρεσιών προμηθειών» νοείται δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας που προσφέρει επικουρικές δραστηριότητες προμηθειών στην αγορά·

18)

με τους όρους «γραπτώς» ή «εγγράφως» νοείται κάθε σύνολο λέξεων ή αριθμών το οποίο μπορεί να διαβάζεται, να αναπαράγεται και στη συνέχεια να γνωστοποιείται, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που διαβιβάζονται και αποθηκεύονται με ηλεκτρονικά μέσα·

19)

ως «ηλεκτρονικό μέσο» νοείται ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός για την επεξεργασία (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) και την αποθήκευση δεδομένων, τα οποία διαβιβάζονται, διακινούνται ή λαμβάνονται με τη χρήση ενσύρματου, ασύρματου, οπτικού ή άλλου ηλεκτρομαγνητικού μέσου·

20)

ως «κύκλος ζωής» νοούνται όλα τα διαδοχικά και/ή διασυνδεδεμένα στάδια, συμπεριλαμβανομένων της έρευνας και της ανάπτυξης που θα πραγματοποιηθούν, της παραγωγής, της εμπορίας και των όρων της, της μεταφοράς, της χρήσης και της συντήρησης, καθ’ όλη τη διάρκεια ύπαρξης ενός προϊόντος ή ενός έργου ή της παροχής μιας υπηρεσίας, από την αγορά των πρώτων υλών ή την παραγωγή των πόρων μέχρι την απόρριψη, την εκκαθάριση και το τέλος της υπηρεσίας ή χρήσης·

21)

ως «διαγωνισμοί μελετών» νοούνται διαδικασίες που παρέχουν τη δυνατότητα στην αναθέτουσα αρχή να αποκτά, κυρίως στους τομείς της χωροταξίας, της πολεοδομίας, της αρχιτεκτονικής και των έργων πολιτικού μηχανικού ή της επεξεργασίας δεδομένων, μια μελέτη ή ένα σχέδιο που επιλέγεται από κριτική επιτροπή έπειτα από διαγωνισμό, με ή χωρίς την απονομή βραβείων·

22)

ως «καινοτομία» νοείται η υλοποίηση νέου ή σημαντικά βελτιωμένου προϊόντος, υπηρεσίας ή διαδικασίας, που περιλαμβάνει αλλά δεν περιορίζεται στις διαδικασίες παραγωγής, οικοδομής ή κατασκευής, νέας μεθόδου εμπορίας ή νέας μεθόδου οργάνωσης στις επιχειρηματικές πρακτικές, την οργάνωση του χώρου εργασίας ή τις εξωτερικές σχέσεις, μεταξύ άλλων, με σκοπό τη συμβολή στην αντιμετώπιση των κοινωνιακών προκλήσεων ή την υποστήριξη της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη·

23)

ως «σήμα» νοείται οποιοδήποτε έγγραφο, πιστοποιητικό ή βεβαίωση που επιβεβαιώνει ότι ένα συγκεκριμένο έργο, προϊόν, υπηρεσία ή διαδικασία πληροί ορισμένες απαιτήσεις·

24)

ως «απαίτηση ή απαιτήσεις σήματος» νοούνται οι απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληροί ένα συγκεκριμένο έργο, προϊόν, υπηρεσία ή διαδικασία, προκειμένου να λάβει το σχετικό σήμα.

2.   Για τον σκοπό του παρόντος άρθρου «περιφερειακές αρχές» είναι οι ενδεικτικώς απαριθμούμενες στο NUTS 1 και 2, ως αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (22), ενώ οι «τοπικές αρχές» περιλαμβάνουν όλες τις αρχές των διοικητικών μονάδων που εμπίπτουν στο NUTS 3 και μικρότερες διοικητικές μονάδες, ως αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1059/2003.

Άρθρο 3

Μεικτές προμήθειες

1.   Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται σε μεικτές συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο διαφορετικά είδη προμηθειών το σύνολο των οποίων καλύπτεται από την παρούσα οδηγία.

Οι παράγραφοι 3 έως 5 εφαρμόζονται σε μεικτές συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο προμήθειες που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία και προμήθειες που καλύπτονται από άλλα νομικά καθεστώτα.

2.   Οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο δύο ή περισσότερα είδη προμηθειών (έργα, υπηρεσίες ή αγαθά) ανατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις που εφαρμόζονται στο είδος της προμήθειας που χαρακτηρίζει το κύριο αντικείμενο της σχετικής σύμβασης.

Στην περίπτωση μεικτών συμβάσεων που αποτελούνται εν μέρει από υπηρεσίες κατά την έννοια του τίτλου III κεφάλαιο I και εν μέρει από άλλες υπηρεσίες ή μεικτών συμβάσεων που αποτελούνται εν μέρει από υπηρεσίες και εν μέρει από αγαθά, το κύριο αντικείμενο προσδιορίζεται σύμφωνα με το ποια από τις εκτιμώμενες αξίες των αντίστοιχων υπηρεσιών ή αγαθών είναι η υψηλότερη.

3.   Όταν τα διαφορετικά τμήματα μιας συγκεκριμένης σύμβασης μπορούν να χωριστούν αντικειμενικά, εφαρμόζεται η παράγραφος 4. Όταν τα διαφορετικά τμήματα μιας συγκεκριμένης σύμβασης δεν μπορούν να χωριστούν αντικειμενικά, εφαρμόζεται η παράγραφος 6.

Όταν τμήμα μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ ή την οδηγία 2009/81/ΕΚ, εφαρμόζεται το άρθρο 16 της παρούσας οδηγίας.

4.   Σε περίπτωση συμβάσεων με αντικείμενο προμήθειες που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία καθώς και προμήθειες που δεν καλύπτονται από αυτήν, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους τμήματα ή την ανάθεση ενιαίας σύμβασης. Όταν οι αναθέτουσες αρχές επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους τμήματα, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών εκάστου τμήματος.

Όταν οι αναθέτουσες αρχές επιλέγουν την ανάθεση ενιαίας σύμβασης, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται, εκτός εάν το άρθρο 16 προβλέπει άλλως, στην προκύπτουσα μεικτή σύμβαση, ανεξαρτήτως της αξίας των τμημάτων που διαφορετικά θα ενέπιπταν σε άλλο νομικό καθεστώς και ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος από το οποίο θα διέπονταν σε διαφορετική περίπτωση τα τμήματα αυτά.

Στην περίπτωση μεικτών συμβάσεων που περιέχουν στοιχεία συμβάσεων αγαθών, έργων και υπηρεσιών και συμβάσεων παραχώρησης, η μεικτή σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, υπό τον όρο ότι, υπολογιζόμενη σύμφωνα με το άρθρο 5, η εκτιμώμενη αξία του τμήματος της σύμβασης που συνιστά σύμβαση καλυπτόμενη από την παρούσα οδηγία είναι ίση ή ανώτερη από το σχετικό όριο που προβλέπεται στο άρθρο 4.

5.   Σε περίπτωση συμβάσεων με αντικείμενο προμήθειες καλυπτόμενες από την παρούσα οδηγία και προμήθειες για την άσκηση δραστηριότητας που διέπεται από τις διατάξεις της οδηγίας 2014/25/ΕΕ, οι εφαρμοστέοι κανόνες καθορίζονται, κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6 της οδηγίας 2014/25/ΕΕ.

6.   Όταν τα διάφορα τμήματα συγκεκριμένης σύμβασης δεν μπορούν να χωριστούν αντικειμενικά, το ισχύον νομικό καθεστώς καθορίζεται με βάση το κύριο αντικείμενο της εν λόγω σύμβασης.

Τμήμα 2

Κατώτατα όρια

Άρθρο 4

Κατώτατα ποσά

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις προμήθειες των οποίων η εκτιμώμενη αξία εκτός φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) είναι ίση προς ή ανώτερη από τα ακόλουθα κατώτατα όρια:

α)

5 186 000 EUR για τις δημόσιες συμβάσεις έργων·

β)

134 000 EUR για δημόσιες συμβάσεις αγαθών και υπηρεσιών που ανατίθενται από κεντρικές κρατικές αρχές και για διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται από τις εν λόγω αρχές· σε περίπτωση που οι δημόσιες συμβάσεις αγαθών ανατίθενται από τις αναθέτουσες αρχές που δραστηριοποιούνται στον τομέα της άμυνας, το εν λόγω κατώτατο όριο ισχύει μόνο για τις συμβάσεις που αφορούν τα οριζόμενα στο παράρτημα III προϊόντα·

γ)

207 000 EUR για δημόσιες συμβάσεις αγαθών και υπηρεσιών που ανατίθενται από μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές και για διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται από τις εν λόγω αρχές· το κατώτατο όριο αυτό εφαρμόζεται επίσης στις δημόσιες συμβάσεις αγαθών που ανατίθενται από κεντρικές κρατικές αρχές οι οποίες δραστηριοποιούνται στον τομέα της άμυνας, όταν οι συμβάσεις αυτές αφορούν προϊόντα που δεν καλύπτονται από το παράρτημα III·

δ)

750 000 EUR για δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αφορούν κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα XIV.

Άρθρο 5

Μέθοδοι υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας της προμήθειας

1.   Ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας μιας προμήθειας βασίζεται στο συνολικό πληρωτέο ποσό, χωρίς ΦΠΑ, όπως εκτιμάται από την αναθέτουσα αρχή, συμπεριλαμβανομένων τυχόν δικαιωμάτων προαιρέσεως ή τυχόν παρατάσεων της σύμβασης, όπως ορίζουν ρητά τα έγγραφα της προμήθειας.

Σε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή προβλέπει απονομή βραβείων ή καταβολή χρηματικών ποσών για τους υποψήφιους ή προσφέροντες, λαμβάνει υπόψη της τα ποσά αυτά κατά τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της προμήθειας.

2.   Όταν αναθέτουσα αρχή αποτελείται από χωριστές επιχειρησιακές μονάδες, λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία για όλες τις χωριστές επιχειρησιακές μονάδες.

Παρά τα προβλεπόμενα στο πρώτο εδάφιο, όταν η χωριστή επιχειρησιακή μονάδα είναι ανεξαρτήτως υπεύθυνη για τις προμήθειές της ή ορισμένες κατηγορίες αυτών, οι τιμές μπορούν να υπολογίζονται στο επίπεδο της συγκεκριμένης μονάδας.

3.   Η επιλογή της χρησιμοποιούμενης μεθόδου για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας μιας προμήθειας δεν γίνεται με σκοπό την εξαίρεσή της από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Η προμήθεια δεν υποδιαιρείται κατά τρόπο ώστε να μην εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εκτός εάν υφίσταται αντικειμενικός λόγος.

4.   Η εκτιμωμένη αξία ισχύει τη στιγμή της αποστολής της προκήρυξης διαγωνισμού, ή, στις περιπτώσεις όπου δεν προβλέπεται προκήρυξη διαγωνισμού, τη στιγμή που η αναθέτουσα αρχή αρχίζει τη διαδικασία προμήθειας, φερ’ ειπείν ερχόμενη σε επαφή με οικονομικούς φορείς για τους σκοπούς της προμήθειας, όπου χρειάζεται.

5.   Για τις συμφωνίες-πλαίσια και για τα δυναμικά συστήματα αγορών, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η μέγιστη εκτιμώμενη αξία, χωρίς ΦΠΑ, του συνόλου των συμβάσεων που προβλέπονται για τη συνολική διάρκεια της συμφωνίας-πλαισίου ή του δυναμικού συστήματος αγορών.

6.   Στην περίπτωση συμπράξεων καινοτομίας, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η μέγιστη εκτιμώμενη αξία, χωρίς ΦΠΑ, των δραστηριοτήτων έρευνας και ανάπτυξης που θα λάβουν χώρα σε όλα τα στάδια της προβλεπόμενης σύμπραξης, καθώς και των αγαθών, των υπηρεσιών ή των έργων που θα αναπτυχθούν και θα παρασχεθούν κατά τη λήξη της προβλεπόμενης σύμπραξης.

7.   Όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις έργων, κατά τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας λαμβάνονται υπόψη το κόστος των έργων καθώς και η συνολική εκτιμώμενη αξία των αγαθών και υπηρεσιών που τίθενται στη διάθεση του εργολάβου από τις αναθέτουσες αρχές, εφόσον είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των έργων.

8.   Όταν προτεινόμενο έργο ή προτεινόμενη παροχή υπηρεσιών μπορεί να οδηγήσει σε ανάθεση συμβάσεων υπό τη μορφή χωριστών παρτίδων, λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων αυτών των παρτίδων.

Όταν η συνολική αξία των παρτίδων ισούται ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που προβλέπεται στο άρθρο 4, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην ανάθεση κάθε παρτίδας.

9.   Όταν ένα σχέδιο αγοράς για την απόκτηση ομοιογενών αγαθών μπορεί να οδηγήσει σε ανάθεση συμβάσεων υπό τη μορφή χωριστών παρτίδων, λαμβάνεται υπόψη κατά την εφαρμογή του άρθρου 4 στοιχεία β) και γ) η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων αυτών των παρτίδων.

Όταν η συνολική αξία των παρτίδων ισούται ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που προβλέπεται στο άρθρο 4, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην ανάθεση κάθε παρτίδας.

10.   Παρά τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 8 και 9, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αναθέτουν συμβάσεις για μεμονωμένες παρτίδες χωρίς να εφαρμόζουν τις διαδικασίες που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, εφόσον η εκτιμώμενη αξία της εν λόγω παρτίδας, χωρίς ΦΠΑ, είναι μικρότερη από 80 000 EUR για αγαθά ή υπηρεσίες ή από 1 εκατ. EUR για έργα. Πάντως, η συνολική αξία των παρτίδων που ανατίθενται με αυτόν τον τρόπο, χωρίς την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, δεν υπερβαίνει το 20 % της συνολικής αξίας όλων των παρτίδων στις οποίες έχει υποδιαιρεθεί το προτεινόμενο έργο, η προτεινόμενη αγορά ομοιογενών αγαθών ή η προτεινόμενη παροχή υπηρεσιών.

11.   Όταν πρόκειται για δημόσιες συμβάσεις αγαθών ή υπηρεσιών οι οποίες έχουν περιοδικό χαρακτήρα ή οι οποίες προβλέπεται να ανανεωθούν μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης βασίζεται στα εξής:

α)

είτε στη συνολική πραγματική αξία των διαδοχικών συμβάσεων του ιδίου τύπου οι οποίες συνήφθησαν κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο ή οικονομικό έτος, αναπροσαρμοσμένη, όταν είναι δυνατόν, προκειμένου να ληφθούν υπόψη ενδεχόμενες μεταβολές ως προς τις ποσότητες ή την αξία τους κατά τους δώδεκα μήνες που έπονται της αρχικής σύμβασης·

β)

είτε στην εκτιμώμενη συνολική αξία των διαδοχικών συμβάσεων που συνάπτονται κατά το δωδεκάμηνο που έπεται της πρώτης παράδοσης ή κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, εφόσον αυτό υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες.

12.   Όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις αγαθών που έχουν ως αντικείμενο τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση-πώληση προϊόντων, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης είναι η εξής:

α)

στην περίπτωση δημόσιων συμβάσεων ορισμένου χρόνου, εφόσον η διάρκειά τους είναι ίση ή μικρότερη από 12 μήνες, η συνολική εκτιμώμενη αξία για τη διάρκεια της σύμβασης ή, εφόσον η διάρκεια της σύμβασης είναι μεγαλύτερη από 12 μήνες, η συνολική αξία της σύμβασης στην οποία περιλαμβάνεται η εκτιμώμενη υπολειπόμενη αξία·

β)

στην περίπτωση δημόσιων συμβάσεων αορίστου χρόνου ή στην περίπτωση που η διάρκειά τους δεν μπορεί να προσδιοριστεί, η μηνιαία αξία πολλαπλασιαζόμενη επί 48.

13.   Όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, η βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης είναι, ανάλογα με την περίπτωση, η εξής:

α)

ασφαλιστικές υπηρεσίες: το καταβλητέο ασφάλιστρο και οι άλλοι τρόποι αμοιβής·

β)

τραπεζικές και άλλες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες: οι αμοιβές, οι καταβλητέες προμήθειες, οι τόκοι και οι άλλοι τρόποι αμοιβής·

γ)

συμβάσεις μελετών: οι αμοιβές, οι καταβλητέες προμήθειες και οι άλλοι τρόποι αμοιβής.

14.   Όσον αφορά τις συμβάσεις υπηρεσιών στις οποίες δεν αναφέρεται συνολική τιμή, ως βάση υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων λαμβάνεται:

α)

στην περίπτωση συμβάσεων ορισμένου χρόνου και εφόσον η διάρκειά τους είναι ίση ή μικρότερη από 48 μήνες: η συνολική αξία για όλη τη διάρκεια τους·

β)

στην περίπτωση συμβάσεων αορίστου χρόνου ή διάρκειας μεγαλύτερης των 48 μηνών: η μηνιαία αξία πολλαπλασιασμένη επί 48.

Άρθρο 6

Αναθεώρηση των κατώτατων ορίων και του καταλόγου των κεντρικών κρατικών αρχών

1.   Ανά διετία, αρχής γενομένης από τις 30 Ιουνίου 2013, η Επιτροπή επαληθεύει αν τα κατώτατα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 4 στοιχεία α), β) και γ) αντιστοιχούν στα κατώτατα όρια που προβλέπονται στη συμφωνία περί δημοσίων προμηθειών (ΣΔΠ) του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου και, εάν κρίνεται αναγκαίο, τα αναθεωρεί βάσει του παρόντος άρθρου.

Με τη μέθοδο υπολογισμού που καθορίζεται στη ΣΔΠ, η Επιτροπή υπολογίζει την αξία αυτών των κατώτατων ορίων με βάση τη μέση ημερήσια τιμή του ευρώ, εκφραζόμενη σε ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα (ΕΤΔ), κατά την εικοσιτετράμηνη χρονική περίοδο η οποία λήγει την 31η Αυγούστου που προηγείται της αναθεώρησης, με ισχύ από 1ης Ιανουαρίου. Η κατ’ αυτόν τον τρόπο αναθεωρημένη αξία των κατώτατων ορίων, εάν χρειαστεί, στρογγυλοποιείται προς τα κάτω κατά προσέγγιση χιλιάδας ευρώ σε σχέση με το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό αυτόν, προκειμένου να εξασφαλίζεται η τήρηση των ισχυόντων κατώτατων ορίων που προβλέπονται στη ΣΔΠ, εκφραζόμενων σε ΕΤΔ.

2.   Όταν προβαίνει στην αναθεώρηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή αναθεωρεί επιπλέον:

α)

το κατώτατο όριο που προβλέπεται στο άρθρο 13 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), ευθυγραμμίζοντάς το με το αναθεωρημένο κατώτατο όριο που εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις έργων·

β)

το κατώτατο όριο που προβλέπεται στο άρθρο 13 πρώτη παράγραφος στοιχείο β), ευθυγραμμίζοντάς το με το αναθεωρημένο κατώτατο όριο που εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών οι οποίες ανατίθενται από μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές.

3.   Κάθε δύο έτη, αρχής γενομένης από την 1η Ιανουαρίου 2014, η Επιτροπή προσδιορίζει το ύψος, στα εθνικά νομίσματα των κρατών μελών εκτός ευρωζώνης, των κατώτατων ορίων του άρθρου 4 στοιχεία α), β) και γ), αναθεωρημένων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Ταυτόχρονα, η Επιτροπή προσδιορίζει την αξία, στα εθνικά νομίσματα των κρατών μελών εκτός ευρωζώνης, των κατώτατων ορίων που αναφέρονται στο άρθρο 4 στοιχείο δ).

Σύμφωνα με τη μέθοδο υπολογισμού που καθορίζεται στη ΣΔΠ, ο προσδιορισμός αυτών των αξιών βασίζεται στη μέση ημερήσια τιμή των νομισμάτων αυτών, που αντιστοιχεί στα ισχύοντα κατώτατα όρια, εκφραζόμενη σε ευρώ, κατά την εικοσιτετράμηνη χρονική περίοδο η οποία λήγει την τελευταία ημέρα του Αυγούστου που προηγείται της αναθεώρησης, με ισχύ από 1ης Ιανουαρίου.

4.   Η Επιτροπή προβαίνει στη δημοσίευση των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 αναθεωρημένων κατώτατων ορίων και την αντίστοιχη αξία τους στα εθνικά νομίσματα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3, καθώς και η αξία που καθορίζεται σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αρχή του μηνός Νοεμβρίου που ακολουθεί την αναθεώρησή τους.

5.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 87, με σκοπό την προσαρμογή της μεθοδολογίας που καθορίζεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου σε οποιαδήποτε αλλαγή της μεθοδολογίας που προβλέπεται στη ΣΔΠ για την αναθεώρηση των κατώτατων ορίων που αναφέρονται στο άρθρο 4 στοιχεία α), β) και γ), καθώς και για τον προσδιορισμό των αντίστοιχων τιμών στα εθνικά νομίσματα των κρατών μελών εκτός της ευρωζώνης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 87, προκειμένου να αναθεωρεί τα κατώτατα όρια που αναφέρονται στο άρθρο 4 στοιχεία α), β) και γ) σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, και να αναθεωρεί τα κατώτατα όρια που αναφέρονται στο άρθρο 13 πρώτη παράγραφος στοιχεία α) και β), σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

6.   Σε περίπτωση που είναι απαραίτητη η αναθεώρηση των κατώτατων ορίων του άρθρου 4 στοιχεία α), β) και γ) και των κατώτατων ορίων του άρθρου 13 πρώτη παράγραφος στοιχεία α) και β) αλλά, λόγω χρονικών περιορισμών, δεν είναι δυνατή η χρήση της διαδικασίας που ορίζεται στο άρθρο 87 και, συνεπώς, συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 5 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88.

7.   Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 87 για την τροποποίηση του παραρτήματος I, προκειμένου να ενημερώνει τον κατάλογο αναθετουσών αρχών μετά τις γνωστοποιήσεις των κρατών μελών, όταν οι τροποποιήσεις αυτές αποδεικνύονται απαραίτητες για το σωστό προσδιορισμό των αναθετουσών αρχών.

Τμήμα 3

Εξαιρέσεις

Άρθρο 7

Συμβάσεις στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε δημόσιες συμβάσεις και διαγωνισμούς μελετών οι οποίοι, στο πλαίσιο της οδηγίας 2014/25/ΕΕ, ανατίθενται ή διοργανώνονται από αναθέτουσες αρχές οι οποίες ασκούν μία ή περισσότερες από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 8 έως 14 της εν λόγω οδηγίας και ανατίθενται για τις δραστηριότητες αυτές, ούτε στις δημόσιες συμβάσεις που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας δυνάμει των άρθρων 18, 23 και 34 της εν λόγω οδηγίας, ούτε, όταν ανατίθενται από αναθέτουσα αρχή που παρέχει ταχυδρομικές υπηρεσίες κατά την έννοια του άρθρου 13 παράγραφος 2 στοιχείο β) της εν λόγω οδηγίας, σε συμβάσεις που ανατίθενται για τις ακόλουθες δραστηριότητες:

α)

υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας που συνδέονται με το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και παρέχονται εξ ολοκλήρου με ηλεκτρονικά μέσα (περιλαμβανομένης της ασφαλούς διαβίβασης κωδικοποιημένων εγγράφων με ηλεκτρονικά μέσα, της διαχείρισης διευθύνσεων και της διαβίβασης συστημένου ηλεκτρονικού ταχυδρομείου)·

β)

χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, όπως καλύπτονται από την ονοματολογία του CPV με τους αριθμούς αναφοράς από 66100000-1 έως 66720000-3 και στο άρθρο 21 στοιχείο δ), της οδηγίας 2014/25/ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων ιδίως των ταχυδρομικών ενταλμάτων πληρωμής και των ταχυδρομικών μεταφορών πιστώσεων·

γ)

υπηρεσίες φιλοτελισμού· ή

δ)

υπηρεσίες εφοδιαστικής διαχείρισης (υπηρεσίες που συνδυάζουν τη φυσική παράδοση και/ή την εναποθήκευση με άλλα μη ταχυδρομικά καθήκοντα).

Άρθρο 8

Ειδικές εξαιρέσεις στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελετών των οποίων κύριο αντικείμενο είναι να επιτραπεί στις αναθέτουσες αρχές η διάθεση ή η εκμετάλλευση δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή η παροχή στο κοινό μιας ή περισσότερων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι όροι «δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών» και «δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών» έχουν την ίδια σημασία που έχουν στην οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (23).

Άρθρο 9

Δημόσιες συμβάσεις που ανατίθενται και διαγωνισμοί μελετών που διοργανώνονται δυνάμει διεθνών κανόνων

1.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να αναθέσει ή να διοργανώσει σύμφωνα με διαδικασίες προμήθειας διαφορετικές από εκείνες της παρούσας οδηγίας και οι οποίες προβλέπονται σε οποιοδήποτε από τα εξής:

α)

νομικό μέσο που δημιουργεί διεθνείς νομικές υποχρεώσεις, όπως διεθνή συμφωνία ή ρύθμιση που συνάπτεται σύμφωνα με τις Συνθήκες μεταξύ κράτους μέλους και μιας ή περισσότερων τρίτων χωρών ή υποδιαιρέσεών τους και καλύπτει έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που προορίζονται για την από κοινού εκτέλεση ή εκμετάλλευση ενός σχεδίου από τα συμβαλλόμενα μέρη τους·

β)

διεθνή οργανισμό.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή όλα τα νομικά μέσα που προβλέπονται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παρούσης παραγράφου, η οποία μπορεί να ζητήσει τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Δημόσιων Προμηθειών που προβλέπεται στο άρθρο 89.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που αναθέτει ή διοργανώνει η αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με κανόνες περί προμηθειών που προβλέπονται από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, εφόσον οι δημόσιες συμβάσεις και οι σχετικοί διαγωνισμοί μελετών χρηματοδοτούνται πλήρως από τον εν λόγω οργανισμό ή ίδρυμα· στην περίπτωση δημόσιων συμβάσεων και διαγωνισμών μελετών που συγχρηματοδοτούνται ως επί το πλείστον από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν επί των εφαρμοστέων διαδικασιών προμήθειας.

3.   Το άρθρο 17 εφαρμόζεται στις συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελέτης που αφορούν θέματα άμυνας και ασφάλειας και ανατίθενται ή διοργανώνονται σύμφωνα με διεθνείς κανόνες. Οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται επί των ανωτέρω συμβάσεων και διαγωνισμών μελέτης.

Άρθρο 10

Ειδικές εξαιρέσεις για συμβάσεις υπηρεσιών

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών για:

α)

την αγορά ή μίσθωση, με οποιουσδήποτε χρηματοδοτικούς όρους, γης, υφισταμένων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων, ή σε σχέση με δικαιώματα επ’ αυτών·

β)

την αγορά, την ανάπτυξη, την παραγωγή ή τη συμπαραγωγή υλικού προγραμμάτων που προορίζεται για υπηρεσίες οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων τις οποίες αναθέτουν πάροχοι υπηρεσιών οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων ή στις συμβάσεις για τον χρόνο μετάδοσης ή την παροχή προγραμμάτων που ανατίθενται σε παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων. Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου, οι «υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων» και οι «πάροχοι υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων» έχουν την ίδια έννοια με εκείνη του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχεία α) και δ) της οδηγίας 2010/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (24). Το «πρόγραμμα» έχει την ίδια έννοια με εκείνη του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2010/13/ΕΕ, αλλά περιλαμβάνει επίσης ραδιοφωνικά προγράμματα και υλικό ραδιοφωνικών προγραμμάτων. Επίσης, για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης, το «υλικό προγραμμάτων» έχει την ίδια έννοια με το «πρόγραμμα»·

γ)

υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού·

δ)

οποιαδήποτε από τις κατωτέρω νομικές υπηρεσίες:

i)

νομική εκπροσώπηση πελάτη από δικηγόρο κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 77/249/ΕΟΚ του Συμβουλίου (25) σε:

διαιτησία ή συμβιβασμό που διεξάγεται σε κράτος μέλος, τρίτη χώρα ή ενώπιον διεθνούς οργάνου διαιτησίας ή συμβιβασμού, ή

δικαστικές διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίων, δικαιοδοτικών οργάνων ή δημοσίων αρχών κράτους μέλους, τρίτης χώρας ή διεθνών δικαστηρίων, δικαιοδοτικών ή θεσμικών οργάνων,

ii)

νομικές συμβουλές για την προετοιμασία οποιασδήποτε από τις διαδικασίες του σημείου i) του παρόντος στοιχείου ή εάν υπάρχει απτή ένδειξη και μεγάλη πιθανότητα το ζήτημα που αφορούν οι συμβουλές να αποτελέσει αντικείμενο τέτοιων διαδικασιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι συμβουλές παρέχονται από δικηγόρο, κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 77/249/ΕΟΚ,

iii)

υπηρεσίες πιστοποίησης και εξακρίβωσης της γνησιότητας εγγράφων που πρέπει να παρέχονται από συμβολαιογράφους,

iv)

νομικές υπηρεσίες που παρέχονται από εμπιστευματοδόχους (trustees) ή διορισμένους επιτρόπους ή άλλες νομικές υπηρεσίες των οποίων οι πάροχοι διορίζονται από δικαστήριο στο οικείο κράτος μέλος ή διορίζονται βάσει του δικαίου για την εκτέλεση ειδικών καθηκόντων υπό την εποπτεία τέτοιων δικαστηρίων ή δικαιοδοτικών οργάνων,

v)

λοιπές νομικές υπηρεσίες, οι οποίες στο σχετικό κράτος μέλος συνδέονται, έστω και περιστασιακά, με την άσκηση δημόσιας εξουσίας·

ε)

χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες σχετικές με την έκδοση, την αγορά, την πώληση ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, κατά την έννοια της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (26), υπηρεσίες κεντρικών τραπεζών και συναλλαγές με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας·

στ)

δάνεια, είτε συνδέονται είτε όχι με την έκδοση, την πώληση, την αγορά ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων·

ζ)

συμβάσεις απασχόλησης·

η)

υπηρεσίες πολιτικής άμυνας, πολιτικής προστασίας και πρόληψης κινδύνων που παρέχονται από μη κερδοσκοπικές οργανώσεις ή ενώσεις και καλύπτονται από τους ακόλουθους κωδικούς του CPV: 75250000-3, 75251000-0, 75251100-1, 75251110-4, 75251120-7, 75252000-7, 75222000-8, 98113100-9 και 85143000-3 πλην των υπηρεσιών ασθενοφόρων για τη διακομιδή ασθενών·

θ)

δημόσιες επιβατικές μεταφορές με σιδηρόδρομο ή μετρό·

ι)

υπηρεσίες πολιτικών εκστρατειών που καλύπτονται από τους κωδικούς του CPV 79341400-0, 92111230-3 και 92111240-6, όταν ανατίθενται από πολιτικό κόμμα στο πλαίσιο προεκλογικής εκστρατείας.

Άρθρο 11

Συμβάσεις υπηρεσιών που ανατίθενται βάσει αποκλειστικού δικαιώματος

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που ανατίθενται από αναθέτουσα αρχή σε άλλη αναθέτουσα αρχή ή σε ένωση αναθετουσών αρχών βάσει αποκλειστικού δικαιώματος του οποίου απολαύουν δυνάμει νομοθετικών, κανονιστικών ή δημοσιευμένων διοικητικών διατάξεων συμφώνων προς τη ΣΛΕΕ.

Άρθρο 12

Δημόσιες συμβάσεις μεταξύ οντοτήτων του δημοσίου τομέα

1.   Μια δημόσια σύμβαση που ανατίθεται από αναθέτουσα αρχή σε άλλο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εάν πληρούνται οι κατωτέρω σωρευτικές προϋποθέσεις:

α)

η αναθέτουσα αρχή ασκεί επί του εν λόγω νομικού προσώπου έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκεί επί των δικών της υπηρεσιών·

β)

περισσότερο από το 80 % των δραστηριοτήτων του ελεγχομένου νομικού προσώπου διεξάγεται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί από την ελέγχουσα αναθέτουσα αρχή ή άλλες νομικές οντότητες που ελέγχει η εν λόγω αναθέτουσα αρχή, και

γ)

δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο εξαιρουμένων των μη ελεγχουσών και μη αποκλειουσών μορφών ιδιωτικής κεφαλαιακής συμμετοχής που απαιτούνται από τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις, σύμφωνα με τις Συνθήκες και δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.

Μια αναθέτουσα αρχή θεωρείται ότι ασκεί έλεγχο επί νομικού προσώπου ανάλογο με τον έλεγχο που ασκεί στις υπηρεσίες της κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου στοιχείο α), όταν ασκεί αποφασιστική επιρροή τόσο στους στρατηγικούς στόχους όσο και στις σημαντικές αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου. Ο έλεγχος μπορεί, επίσης, να ασκείται από άλλο νομικό πρόσωπο που ελέγχεται με τον ίδιο τρόπο από την αναθέτουσα αρχή.

2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης σε περίπτωση που ένα ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο το οποίο είναι αναθέτουσα αρχή αναθέτει σύμβαση στην αναθέτουσα αρχή η οποία το ελέγχει ή σε άλλο νομικό πρόσωπο που τελεί υπό τον έλεγχο της ίδιας αναθέτουσας αρχής, εφόσον δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο νομικό πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η δημόσια σύμβαση εξαιρουμένων των μη ελεγχουσών και μη αποκλειουσών μορφών ιδιωτικής κεφαλαιακής συμμετοχής που απαιτούνται από την εθνική νομοθεσία, σύμφωνα με τις Συνθήκες και δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.

3.   Μια αναθέτουσα αρχή που δεν ασκεί έλεγχο κατά την έννοια της παραγράφου 1 σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου μπορεί, εντούτοις, να αναθέσει δημόσια σύμβαση στο εν λόγω νομικό πρόσωπο χωρίς να εφαρμόσει τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες σωρευτικές προϋποθέσεις:

α)

η αναθέτουσα αρχή ασκεί από κοινού με άλλες αναθέτουσες αρχές έλεγχο επί του εν λόγω νομικού προσώπου ανάλογο εκείνου που ασκούν επί των δικών τους υπηρεσιών·

β)

περισσότερο από το 80 % των δραστηριοτήτων του εν λόγω νομικού προσώπου διεξάγεται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από τις ελέγχουσες αναθέτουσες αρχές ή άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τις ίδιες αναθέτουσες αρχές· και

γ)

δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο εξαιρουμένων των μη ελεγχουσών και μη αποκλειουσών μορφών ιδιωτικής κεφαλαιακής συμμετοχής που απαιτούνται από τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις, σύμφωνα με τις Συνθήκες και δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου στοιχείο α), οι αναθέτουσες αρχές ασκούν από κοινού έλεγχο επί νομικού προσώπου, εφόσον πληρούνται οι κατωτέρω σωρευτικές προϋποθέσεις:

i)

τα όργανα λήψης αποφάσεων του ελεγχόμενου νομικού προσώπου απαρτίζονται από αντιπροσώπους όλων των αναθετουσών αρχών που συμμετέχουν· ένας αντιπρόσωπος μπορεί να εκπροσωπεί πολλές ή όλες τις συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές·

ii)

οι εν λόγω αναθέτουσες αρχές είναι σε θέση να ασκούν από κοινού αποφασιστική επιρροή στους στρατηγικούς στόχους και τις σημαντικές αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου· και

iii)

το ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο δεν επιδιώκει συμφέροντα αντίθετα από αυτά των αναθετουσών αρχών που το ελέγχουν.

4.   Μια σύμβαση η οποία συνάπτεται αποκλειστικά μεταξύ δύο ή περισσότερων αναθετουσών αρχών δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εφόσον πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

α)

η σύμβαση καθιερώνει ή υλοποιεί συνεργασία μεταξύ των συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών η οποία αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οι δημόσιες υπηρεσίες που πρέπει να εκτελούν οι εν λόγω αρχές παρέχονται για την επιδίωξη των κοινών τους στόχων·

β)

η υλοποίηση της συνεργασίας αυτής εξυπηρετεί αποκλειστικά σκοπούς δημοσίου συμφέροντος· και

γ)

οι συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές εκτελούν στην ανοικτή αγορά λιγότερο από το 20 % των δραστηριοτήτων που αφορά η συνεργασία·

5.   Για τον προσδιορισμό του ποσοστού των δραστηριοτήτων που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 και στο στοιχείο γ) της παραγράφου 4, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος συνολικός κύκλος εργασιών ή άλλο ενδεδειγμένο μέτρο βάσει δραστηριοτήτων, όπως το κόστος που βαρύνει το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο ή αναθέτουσα αρχή όσον αφορά τις υπηρεσίες, τα αγαθά και τα έργα κατά την τριετία που προηγείται της ανάθεσης της σύμβασης.

Αν, λόγω της ημερομηνίας κατά την οποία δημιουργήθηκε ή άρχισε τις δραστηριότητές του το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο ή αναθέτουσα αρχή, ή λόγω αναδιοργάνωσης των δραστηριοτήτων του, ο κύκλος εργασιών ή άλλο μέτρο βάσει δραστηριοτήτων, όπως το κόστος, δεν διατίθεται για την τελευταία τριετία ή δεν είναι πλέον κατάλληλο, αρκεί να αποδειχθεί ότι η μέτρηση της δραστηριότητας είναι αξιόπιστη, ιδίως μέσω προβολών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

Τμήμα 4

Ειδικές περιπτώσεις

Ενότητα 1

Συμβάσεις με υποδιαιρέσεις και υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης

Άρθρο 13

Συμβάσεις που επιδοτούνται από αναθέτουσες αρχές

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην ανάθεση των κατωτέρω συμβάσεων:

α)

συμβάσεων έργων που επιδοτούνται άμεσα σε ποσοστό άνω του 50 % από τις αναθέτουσες αρχές και των οποίων η εκτιμώμενη αξία, χωρίς ΦΠΑ, ισούται ή υπερβαίνει τα 5 186 000 EUR, όταν οι συμβάσεις αυτές αφορούν μια από τις ακόλουθες δραστηριότητες:

i)

δραστηριότητες πολιτικού μηχανικού που αναφέρονται στο παράρτημα II,

ii)

οικοδομικές εργασίες για νοσοκομεία, εγκαταστάσεις αθλητισμού, αναψυχής και ψυχαγωγίας, σχολικά και πανεπιστημιακά κτίρια και κτίρια διοικητικής χρήσης·

β)

συμβάσεις υπηρεσιών που επιδοτούνται άμεσα σε ποσοστό άνω του 50 % από τις αναθέτουσες αρχές και των οποίων η εκτιμώμενη αξία, χωρίς ΦΠΑ, ισούται ή υπερβαίνει τα 207 000 EUR και οι οποίες συνδέονται με σύμβαση έργων όπως αναφέρεται στο στοιχείο α).

Οι αναθέτουσες αρχές που χορηγούν τις επιδοτήσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β) μεριμνούν για την τήρηση της παρούσας οδηγίας, όταν δεν αναθέτουν οι ίδιες τις επιδοτούμενες συμβάσεις ή όταν αναθέτουν τη σύμβαση αυτή εξ ονόματος και για λογαριασμό άλλων φορέων.

Άρθρο 14

Υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται μόνο σε δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών για υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης καλυπτόμενες από τους κωδικούς CPV 73000000-2 έως 73120000-9, 73300000-5, 73420000-2 και 73430000-5, εφόσον πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα προϊόντα ανήκουν αποκλειστικά στην αναθέτουσα αρχή για ιδία χρήση κατά την άσκηση της δραστηριότητάς της, και

β)

η παροχή της υπηρεσίας αμείβεται εξ ολοκλήρου από την αναθέτουσα αρχή.

Ενότητα 2

Προμήθειες που αφορούν την άμυνα ή την ασφάλεια

Άρθρο 15

Άμυνα και ασφάλεια

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην ανάθεση δημόσιων συμβάσεων και σε διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας, εξαιρουμένων των κατωτέρω συμβάσεων:

α)

συμβάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2009/81/ΕΚ·

β)

συμβάσεων στις οποίες δεν εφαρμόζεται η οδηγία 2009/81/ΕΚ, σύμφωνα με τα άρθρα 8, 12 και 13 της εν λόγω οδηγίας.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που δεν εξαιρούνται διαφορετικά σύμφωνα με την παράγραφο 1, στο μέτρο που η προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας κράτους μέλους δεν μπορεί να διασφαλιστεί με λιγότερο δραστικά μέτρα, όπως, επιβάλλοντας απαιτήσεις για την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που η αναθέτουσα αρχή καθιστά διαθέσιμες σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Επίσης, και σύμφωνα με το άρθρο 346 παράγραφος 1 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελέτης που δεν εξαιρούνται διαφορετικά σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, στο μέτρο που η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα υποχρέωνε ένα κράτος μέλος να παράσχει πληροφορίες τη δημοσιοποίηση των οποίων θεωρεί αντίθετη με τα ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας του.

3.   Όταν η προμήθεια και η εκτέλεση της δημόσιας σύμβασης ή του διαγωνισμού μελέτης κηρύσσεται απόρρητη ή πρέπει να συνοδεύεται από ειδικά μέτρα ασφαλείας σύμφωνα με τις νομικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις που ισχύουν σε ένα κράτος μέλος, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος κρίνει ότι τα εν λόγω ουσιώδη συμφέροντα δεν μπορούν να διασφαλιστούν με λιγότερο δραστικά μέτρα, όπως αυτά που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2.

Άρθρο 16

Μεικτές προμήθειες που αφορούν την άμυνα ή την ασφάλεια

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις μεικτές συμβάσεις που έχουν αντικείμενο προμήθεια η οποία καλύπτεται από την παρούσα οδηγία καθώς και προμήθεια η οποία καλύπτεται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ ή την οδηγία 2009/81/ΕΚ.

2.   Όταν τα διάφορα τμήματα μιας συγκεκριμένης δημόσιας σύμβασης μπορούν να χωριστούν αντικειμενικά, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιλέγουν να αναθέσουν χωριστές συμβάσεις για τα ξεχωριστά τμήματα ή να αναθέσουν ενιαία σύμβαση.

Όταν οι αναθέτουσες αρχές επιλέγουν να αναθέσουν χωριστές συμβάσεις για χωριστά τμήματα, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών εκάστου τμήματος.

Όταν οι αναθέτουσες αρχές επιλέγουν να αναθέσουν ενιαία σύμβαση, ισχύουν τα ακόλουθα κριτήρια για τον καθορισμό του εφαρμοστέου νομικού καθεστώτος:

α)

όταν τμήμα μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται χωρίς εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση ενιαίας σύμβασης βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους·

β)

όταν τμήμα μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από την οδηγία 2009/81/ΕΚ, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2009/81/ΕΚ, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση ενιαίας σύμβασης βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους. Το παρόν εδάφιο δεν επηρεάζει τα κατώτατα όρια και τις εξαιρέσεις τις οποίες προβλέπει η οδηγία 2009/81/ΕΚ.

Η απόφαση ανάθεσης ενιαίας σύμβασης δεν μπορεί, ωστόσο, να λαμβάνεται με σκοπό την εξαίρεση των συμβάσεων από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή της οδηγίας 2009/81/ΕΚ.

3.   Το στοιχείο α) του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 2 εφαρμόζεται στις μεικτές συμβάσεις για τις οποίες θα μπορούσαν άλλως να ισχύουν τα στοιχεία α) και β) του προαναφερθέντος εδαφίου.

4.   Όταν τα διάφορα τμήματα μιας συγκεκριμένης σύμβασης δεν μπορούν να χωριστούν αντικειμενικά, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται χωρίς να εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία, όταν περιλαμβάνει στοιχεία στα οποία εφαρμόζεται το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ· διαφορετικά, μπορεί να ανατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2009/81/ΕΚ.

Άρθρο 17

Δημόσιες συμβάσεις και διαγωνισμοί μελέτης που αφορούν την άμυνα ή την ασφάλεια και ανατίθενται ή διοργανώνονται σύμφωνα με διεθνείς κανόνες

1.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που αφορούν την άμυνα και την ασφάλεια και που η αναθέτουσα αρχή υποχρεούται να αναθέσει ή να διοργανώσει σύμφωνα με διαδικασίες προμήθειας διαφορετικές από εκείνες της παρούσας οδηγίας και οι οποίες προβλέπονται σε οποιοδήποτε από τα εξής:

α)

διεθνή συμφωνία ή ρύθμιση που συνάπτεται σύμφωνα με τις Συνθήκες μεταξύ κράτους μέλους και μιας ή περισσότερων τρίτων χωρών ή περιφερειών τους και καλύπτουν έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που προορίζονται για την από κοινού εκτέλεση ή εκμετάλλευση ενός σχεδίου από τα συμβαλλόμενα μέρη τους·

β)

διεθνείς συμφωνίες ή ρυθμίσεις που έχουν συναφθεί για τη στάθμευση στρατευμάτων και αφορούν επιχειρήσεις κράτους μέλους ή τρίτης χώρας·

γ)

διεθνή οργανισμό.

Όλες οι συμφωνίες ή οι ρυθμίσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α) της παρούσης παραγράφου κοινοποιούνται στην Επιτροπή, η οποία μπορεί να ζητήσει τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Δημόσιων Προμηθειών που αναφέρεται στο άρθρο 89.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που αφορούν την άμυνα ή την ασφάλεια και ανατίθενται από την αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με κανόνες περί προμηθειών οι οποίοι προβλέπονται από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, εφόσον οι σχετικές δημόσιες συμβάσεις και διαγωνισμοί μελετών χρηματοδοτούνται πλήρως από τον εν λόγω οργανισμό ή ίδρυμα. Στην περίπτωση δημόσιων συμβάσεων και διαγωνισμών μελετών που συγχρηματοδοτούνται ως επί το πλείστον από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν επί των εφαρμοστέων διαδικασιών προμήθειας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Γενικοί κανόνες

Άρθρο 18

Αρχές εφαρμοζόμενες στις προμήθειες

1.   Οι αναθέτουσες αρχές αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις και ενεργούν με διαφανή και αναλογικό τρόπο.

Ο σχεδιασμός των προμηθειών δεν γίνεται με σκοπό τον αποκλεισμό της από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ή τον τεχνητό περιορισμό του διαγωνισμού. Ο διαγωνισμός θεωρείται ότι περιορίζεται τεχνητά όταν οι προμήθειες έχουν σχεδιαστεί με σκοπό την αδικαιολόγητα ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων οικονομικών φορέων.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι, κατά την εκτέλεση των δημόσιων συμβάσεων, οι οικονομικοί φορείς τηρούν τις ισχύουσες υποχρεώσεις στους τομείς του περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου, που έχουν θεσπισθεί με το ενωσιακό δίκαιο, το εθνικό δίκαιο, συλλογικές συμβάσεις ή διεθνείς διατάξεις περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου, οι οποίες απαριθμούνται στο παράρτημα X.

Άρθρο 19

Οικονομικοί φορείς

1.   Οι οικονομικοί φορείς οι οποίοι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, έχουν δικαίωμα να παρέχουν τη συγκεκριμένη υπηρεσία δεν απορρίπτονται με μοναδική αιτιολογία το γεγονός ότι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιείται η ανάθεση της σύμβασης, θα έπρεπε να είναι είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα.

Ωστόσο, στην περίπτωση των δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών και έργων, καθώς και των δημόσιων συμβάσεων αγαθών που καλύπτουν, επιπλέον, εργασίες ή υπηρεσίες τοποθέτησης και εγκατάστασης, είναι δυνατόν να απαιτείται από τα νομικά πρόσωπα να αναφέρουν, στην προσφορά ή στην αίτηση συμμετοχής τους, τα ονόματα και τα επαγγελματικά προσόντα των μελών του προσωπικού που επιφορτίζονται με την εκτέλεση της συγκεκριμένης σύμβασης.

2.   Στις διαδικασίες προμήθειας μπορούν να συμμετέχουν όμιλοι οικονομικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών ενώσεων. Οι αναθέτουσες αρχές δεν απαιτούν από τους εν λόγω ομίλους να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή για την υποβολή προσφοράς ή την αίτηση συμμετοχής.

Όταν κρίνεται αναγκαίο, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να διευκρινίζουν στα έγγραφα προμηθειών τον τρόπο με τον οποίο οι όμιλοι οικονομικών φορέων θα πληρούν τις προϋποθέσεις όσον αφορά την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια ή την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα κατά το άρθρο 58, εφόσον αυτό έχει αντικειμενική και αναλογική βάση. Τα κράτη μέλη μπορούν να θέσουν τυποποιημένους όρους όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι όμιλοι οικονομικών φορέων θα ικανοποιούν την απαίτηση αυτή.

Οι όροι εκτέλεσης της σύμβασης από τους ομίλους οικονομικών φορέων, οι οποίοι είναι διαφορετικοί από εκείνους που επιβάλλονται σε μεμονωμένους συμμετέχοντες, δικαιολογούνται επίσης από αντικειμενικούς λόγους και είναι αναλογικοί.

3.   Παρά την παράγραφο 2, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτήσουν από τους ομίλους οικονομικών φορέων να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή αφού τους ανατεθεί η σύμβαση, στο μέτρο που η σχετική μεταβολή είναι αναγκαία για την ικανοποιητική εκτέλεση της σύμβασης.

Άρθρο 20

Συμβάσεις ανατιθέμενες κατ’ αποκλειστικότητα

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να παραχωρούν κατ’ αποκλειστικότητα το δικαίωμα συμμετοχής σε διαδικασίες δημόσιων προμηθειών σε προστατευόμενα εργαστήρια και οικονομικούς φορείς που έχουν ως κύριο σκοπό την κοινωνική και επαγγελματική ένταξη προσώπων με αναπηρία ή μειονεκτούντων προσώπων ή να προβλέπουν την εκτέλεση των συμβάσεων αυτών στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης, εφόσον περισσότεροι από τουλάχιστον 30 % των εργαζομένων στα εργαστήρια, τους οικονομικούς φορείς ή τα προγράμματα αυτά είναι εργαζόμενοι με αναπηρία ή μειονεκτούντες εργαζόμενοι.

2.   Η προκήρυξη του διαγωνισμού παραπέμπει στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 21

Εμπιστευτικότητα

1.   Εκτός αν προβλέπεται άλλως στην παρούσα οδηγία ή στο εθνικό δίκαιο στο οποίο υπόκειται η αναθέτουσα αρχή, ιδίως στη νομοθεσία όσον αφορά την πρόσβαση στην ενημέρωση, και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων σχετικά με τη δημοσιοποίηση των συναπτόμενων συμβάσεων και την ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 50 και 55, η αναθέτουσα αρχή δεν αποκαλύπτει πληροφορίες που της έχουν διαβιβάσει οικονομικοί φορείς και τις οποίες έχουν χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικές, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά, των τεχνικών ή εμπορικών απορρήτων και των εμπιστευτικών πτυχών των προσφορών.

2.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιβάλλουν απαιτήσεις στους οικονομικούς φορείς, με σκοπό την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών τις οποίες παρέχουν οι αναθέτουσες αρχές καθ’ όλη τη διαδικασία της προμήθειας.

Άρθρο 22

Κανόνες που εφαρμόζονται στις επικοινωνίες

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλες οι επικοινωνίες καθώς και όλες οι ανταλλαγές πληροφοριών δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ιδιαίτερα η ηλεκτρονική υποβολή, εκτελούνται με ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου. Τα εργαλεία και οι συσκευές που χρησιμοποιούνται για τις επικοινωνίες με ηλεκτρονικά μέσα, καθώς και τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους, δεν δημιουργούν διακρίσεις, είναι γενικώς προσιτά και συμβατά με τις γενικά χρησιμοποιούμενες ΤΠΕ, και δεν περιορίζουν την πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία της προμήθειας.

Παρά τα προβλεπόμενα στο πρώτο εδάφιο, οι αναθέτουσες αρχές δεν υποχρεούνται να απαιτούν τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας κατά τη διαδικασία υποβολής στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

λόγω του ειδικού χαρακτήρα της προμήθειας, η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας θα απαιτούσε συγκεκριμένα εργαλεία, συσκευές ή μορφότυπους αρχείων που δεν διατίθενται γενικά ή δεν υποστηρίζονται από γενικά διαθέσιμες εφαρμογές·

β)

οι εφαρμογές που υποστηρίζουν μορφότυπους αρχείων κατάλληλους για την περιγραφή των προσφορών χρησιμοποιούν μορφότυπους αρχείων που δεν μπορούν να υποστούν επεξεργασία από οποιαδήποτε άλλη ανοιχτή ή γενικά διαθέσιμη εφαρμογή ή υπόκεινται σε σύστημα αποκλειστικών αδειών εκμετάλλευσης και δεν μπορούν να διατεθούν για μεταφόρτωση ή εξ αποστάσεως χρήση από την αναθέτουσα αρχή·

γ)

η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας θα απαιτούσε ειδικό γραφειακό εξοπλισμό ο οποίος δεν διατίθεται γενικά στις αναθέτουσες αρχές·

δ)

τα έγγραφα της προμήθειας απαιτούν την υποβολή υλικών ή υπό κλίμακα προπλασμάτων τα οποία δεν είναι δυνατόν να διαβιβασθούν με ηλεκτρονικά μέσα.

Όσον αφορά τις επικοινωνίες για τις οποίες δεν χρησιμοποιούνται ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, η επικοινωνία γίνεται με το ταχυδρομείο ή με άλλο κατάλληλο μέσο ή με συνδυασμό ταχυδρομικών ή άλλων καταλλήλων μέσων και ηλεκτρονικών μέσων.

Παρά τα προβλεπόμενα στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, οι αναθέτουσες αρχές δεν υποχρεούνται να απαιτούν τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας κατά τη διαδικασία υποβολής, στο μέτρο που απαιτείται η χρήση άλλων μέσων επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών, είτε λόγω παραβίασης της ασφάλειας των εν λόγω ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας είτε για την προστασία του ιδιαιτέρως ευαίσθητου χαρακτήρα των πληροφοριών που απαιτεί ένα τόσο υψηλό επίπεδο προστασίας το οποίο δεν μπορεί να εξασφαλισθεί κατάλληλα με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων και συσκευών που διατίθενται γενικά σε οικονομικούς φορείς ή μπορούν να διατεθούν σε αυτούς με εναλλακτικά μέσα πρόσβασης, κατά την έννοια της παραγράφου 5.

Εναπόκειται στις αναθέτουσες αρχές που απαιτούν, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρούσης παραγράφου ο, άλλα μέσα επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών για τη διαδικασία υποβολής, να αναφέρουν στη χωριστή έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 84 τους σχετικούς λόγους. Εφόσον συντρέχει περίπτωση, οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν στη χωριστή έκθεση τους λόγους για τους οποίους κρίνεται απαραίτητη η χρήση άλλων μέσων επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών κατ’ εφαρμογή του τετάρτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, μπορεί να χρησιμοποιείται προφορική επικοινωνία σε σχέση με άλλες ανακοινώσεις πλην των βασικών στοιχείων της διαδικασίας της προμήθειας, υπό τον όρο ότι το περιεχόμενο της προφορικής επικοινωνίας τεκμηριώνεται επαρκώς. Προς τούτο, τα ουσιαστικά στοιχεία της διαδικασίας προμηθειών περιλαμβάνουν τα έγγραφα της προμήθειας, τις αιτήσεις συμμετοχής, τις επιβεβαιώσεις ενδιαφέροντος και τις προσφορές. Ειδικότερα, οι προφορικές επικοινωνίες με τους προσφέροντες οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στο περιεχόμενο και την αξιολόγηση των προσφορών τεκμηριώνονται επαρκώς και με τα ενδεδειγμένα μέσα, όπως με γραπτές ή ηχητικές καταγραφές ή συνόψεις των βασικών στοιχείων της επικοινωνίας.

3.   Σε κάθε επικοινωνία, ανταλλαγή και αποθήκευση πληροφοριών, οι αναθέτουσες αρχές μεριμνούν για τη διαφύλαξη της ακεραιότητας των δεδομένων και του απορρήτου των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής. Εξετάζουν το περιεχόμενο των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής μόνο μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής τους.

4.   Όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις έργων και τους διαγωνισμούς μελετών, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν τη χρήση συγκεκριμένων ηλεκτρονικών μέσων, όπως ηλεκτρονικών εργαλείων μοντελοποίησης κτηριοδομικών πληροφοριών ή παρόμοιων μέσων. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι αναθέτουσες αρχές παρέχουν εναλλακτικά μέσα πρόσβασης, σύμφωνα με την παράγραφο 5, έως ότου τα εργαλεία αυτά να διατεθούν γενικά κατά την έννοια της δεύτερης πρότασης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1.

5.   Εάν είναι απαραίτητο, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν τη χρήση εργαλείων και συσκευών που δεν διατίθενται γενικώς, υπό την προϋπόθεση ότι οι προσφέρουν εναλλακτικά μέσα πρόσβασης.

Οι αναθέτουσες αρχές θεωρείται ότι προσφέρουν κατάλληλα εναλλακτικά μέσα πρόσβασης σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες καταστάσεις:

α)

όταν προσφέρουν ελεύθερη, άμεση, πλήρη και δωρεάν πρόσβαση με ηλεκτρονικά μέσα στα εν λόγω εργαλεία και συσκευές από την ημερομηνία δημοσίευσης της γνωστοποίησης σύμφωνα με το παράρτημα VIII ή από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος· το κείμενο της γνωστοποίησης ή η πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος διευκρινίζει τη διαδικτυακή διεύθυνση εκ της οποίας διατίθενται τα εργαλεία και οι συσκευές αυτές·

β)

όταν διασφαλίζουν ότι οι προσφέροντες που δεν έχουν πρόσβαση στα εν λόγω εργαλεία και συσκευές ή δεν έχουν τη δυνατότητα να τα αποκτήσουν εντός των σχετικών προθεσμιών, εφόσον για την αδυναμία πρόσβασης δεν ευθύνεται ο ίδιος ο προσφέρων, μπορούν να έχουν πρόσβαση στη διαδικασία της προμήθειας χρησιμοποιώντας προσωρινά αδειοπλαίσια διαθέσιμα δωρεάν στο διαδίκτυο· ή

γ)

όταν υποστηρίζουν έναν εναλλακτικό δίαυλο για την ηλεκτρονική υποβολή προσφορών.

6.   Επιπλέον των απαιτήσεων του παραρτήματος IV, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες στα εργαλεία και τις συσκευές για την ηλεκτρονική διαβίβαση και παραλαβή προσφορών, καθώς και για την ηλεκτρονική παραλαβή αιτήσεων συμμετοχής:

α)

είναι διαθέσιμες στους ενδιαφερομένους οι πληροφορίες σχετικά με τις προδιαγραφές για την ηλεκτρονική υποβολή προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής, συμπεριλαμβανομένης της κρυπτογράφησης και της χρονοσήμανσης·

β)

τα κράτη μέλη ή οι αναθέτουσες αρχές, ενεργώντας εντός του συνολικού πλαισίου που έχει θέσει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, προσδιορίζουν το επίπεδο ασφαλείας που απαιτείται για τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας στα διάφορα στάδια της συγκεκριμένης διαδικασίας προμήθειας· το επίπεδο αυτό είναι ανάλογο προς τους κινδύνους·

γ)

στις περιπτώσεις όπου τα κράτη μέλη ή οι αναθέτουσες αρχές, ενεργώντας εντός του συνολικού πλαισίου που έχει θέσει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, συμπεραίνουν ότι το επίπεδο των κινδύνων, αξιολογούμενο σύμφωνα με το στοιχείο β) της παρούσης παραγράφου, είναι τέτοιο ώστε να απαιτούνται προηγμένες ηλεκτρονικές υπογραφές, όπως ορίζονται στην οδηγία 1999/93/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (27), οι αναθέτουσες αρχές αποδέχονται τις προηγμένες ηλεκτρονικές υπογραφές που υποστηρίζονται από αναγνωρισμένο πιστοποιητικό, λαμβάνοντας υπόψη αν τα πιστοποιητικά χορηγούνται από έναν πάροχο υπηρεσιών πιστοποίησης ο οποίος περιλαμβάνεται στον κατάλογο εμπίστευσης που προβλέπεται στην απόφαση 2009/767/ΕΚ της Επιτροπής (28), ανεξάρτητα από το αν έχουν δημιουργηθεί με ή χωρίς ασφαλή διάταξη δημιουργίας υπογραφών, με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

οι αναθέτουσες αρχές πρέπει να καθορίζουν τον απαιτούμενο μορφότυπο προηγμένων υπογραφών, βάσει των μορφοτύπων που έχουν θεσπιστεί με την απόφαση 2011/130/ΕΕ της Επιτροπής (29), και να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να είναι σε θέση να επεξεργαστούν τεχνικά τους εν λόγω μορφοτύπους· όταν χρησιμοποιείται διαφορετικός μορφότυπος ηλεκτρονικής υπογραφής, η ηλεκτρονική υπογραφή ή ο φορέας του ηλεκτρονικού εγγράφου περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τις ισχύουσες δυνατότητες επικύρωσης, υπό την ευθύνη του κράτους μέλους. Οι δυνατότητες επικύρωσης επιτρέπουν στην αναθέτουσα αρχή να επικυρώνει, με επιγραμμικά μέσα, δωρεάν και κατά τρόπο κατανοητό για μη φυσικούς ομιλητές, την ηλεκτρονική υπογραφή που έχει παραληφθεί, ως προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, υποστηριζόμενη από αναγνωρισμένο πιστοποιητικό.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις πληροφορίες σχετικά με τον πάροχο των υπηρεσιών επικύρωσης στην Επιτροπή, η οποία διαθέτει στο κοινό διά του διαδικτύου τις πληροφορίες που έχει λάβει,

ii)

σε περίπτωση προσφορών που υπογράφονται με την υποστήριξη αναγνωρισμένου πιστοποιητικού που περιλαμβάνεται στον κατάλογο εμπίστευσης, η αναθέτουσες αρχές δεν πρέπει να εφαρμόζουν πρόσθετες απαιτήσεις που ενδέχεται να εμποδίσουν τη χρήση των εν λόγω υπογραφών από τους προσφέροντες.

Για τα έγγραφα που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο διαδικασίας προμήθειας και υπογράφονται από αρμόδια αρχή κράτους μέλους ή άλλο φορέα έκδοσης, η αρμόδια αρχή ή φορέας έκδοσης μπορεί να καθορίζει τον απαιτούμενο μορφότυπο προηγμένων υπογραφών σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 2 της απόφασης 2011/130/ΕΕ. Λαμβάνει τα μέτρα που είναι αναγκαία ώστε να είναι σε θέση να επεξεργαστεί τεχνικά τους μορφοτύπους αυτούς, συμπεριλαμβάνοντας στο σχετικό έγγραφο τις πληροφορίες που απαιτούνται για την επεξεργασία της υπογραφής. Τα έγγραφα αυτά περιλαμβάνουν στην ηλεκτρονική υπογραφή ή στον φορέα του ηλεκτρονικού εγγράφου πληροφορίες σχετικά με τις υφιστάμενες δυνατότητες επικύρωσης που επιτρέπουν την επικύρωση της παραλαμβανόμενης ηλεκτρονικής υπογραφής με επιγραμμικά μέσα, δωρεάν και κατά τρόπο κατανοητό για τους μη φυσικούς ομιλητές.

7.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 87, με σκοπό την τροποποίηση των τεχνικών λεπτομερειών και χαρακτηριστικών που καθορίζονται στο παράρτημα IV λόγω τεχνολογικών εξελίξεων.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 87, με σκοπό την τροποποίηση του καταλόγου των στοιχείων α) έως δ) του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, όταν οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν καταστήσει ακατάλληλες τις συνεχείς εξαιρέσεις από τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας ή, κατ’ εξαίρεση, όταν πρέπει να προβλεφθούν νέες εξαιρέσεις λόγω τεχνολογικών εξελίξεων.

Προκειμένου να διασφαλίσει τη διαλειτουργικότητα των τεχνικών μορφοτύπων, καθώς και των προτύπων διαδικασιών και αποστολής μηνυμάτων, ιδίως σε διασυνοριακό πλαίσιο, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 87, για να θεσπίσει την υποχρεωτική χρήση συγκεκριμένων τεχνικών προτύπων, ιδίως όσον αφορά τη χρήση ηλεκτρονικής υποβολής, ηλεκτρονικών καταλόγων και μέσων ηλεκτρονικής πιστοποίησης, μόνον εφόσον τα τεχνικά πρότυπα έχουν εξεταστεί ενδελεχώς και έχουν αποδείξει τη χρησιμότητά τους στην πράξη. Πριν να καταστήσει υποχρεωτική τη χρήση οποιουδήποτε τεχνικού προτύπου, η Επιτροπή μελετά επίσης προσεκτικά το κόστος που αυτό θα επιφέρει, ιδίως σε ό,τι αφορά τις προσαρμογές υφιστάμενων λύσεων ηλεκτρονικών προμηθειών, περιλαμβανομένων των υποδομών, των διαδικασιών και του λογισμικού.

Άρθρο 23

Ονοματολογίες

1.   Οποιεσδήποτε αναφορές σε ονοματολογίες στο πλαίσιο δημόσιων προμηθειών γίνονται με τη χρήση του «Κοινού λεξιλογίου για τις δημόσιες συμβάσεις (CPV)», όπως εγκρίθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2195/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 87, με σκοπό την προσαρμογή των κωδικών CPV που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, όποτε πρέπει να αποτυπωθούν στην παρούσα οδηγία αλλαγές στην ονοματολογία του CPV που δεν συνεπάγονται τροποποίηση του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 24

Συγκρούσεις συμφερόντων

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αναθέτουσες αρχές λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την αποτελεσματική πρόληψη, τον εντοπισμό και την επανόρθωση συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν κατά τη διεξαγωγή διαδικασιών προμήθειας, ούτως ώστε να αποφεύγονται τυχόν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση όλων των οικονομικών φορέων.

Η έννοια της σύγκρουσης συμφερόντων καλύπτει τουλάχιστον οποιαδήποτε κατάσταση κατά την οποία μέλη του προσωπικού της αναθέτουσας αρχής ή παρόχου υπηρεσιών προμηθειών ενεργούντος εξ ονόματος της αναθέτουσας αρχής τα οποία συμμετέχουν στη διεξαγωγή της διαδικασίας προμήθειας ή μπορούν να επηρεάσουν την έκβασή της έχουν, άμεσα ή έμμεσα, χρηματοοικονομικό, οικονομικό ή άλλο προσωπικό συμφέρον που θα μπορούσε να εκληφθεί ως στοιχείο που θίγει την αμεροληψία και την ανεξαρτησία τους στο πλαίσιο της διαδικασίας προμήθειας.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Διαδικασίες

Άρθρο 25

Προϋποθέσεις που σχετίζονται με τη ΣΔΠ και άλλες διεθνείς συμφωνίες

Στον βαθμό που καλύπτονται από τα παραρτήματα 1, 2, 4 και 5 και τις γενικές σημειώσεις του σχετικού με την Ευρωπαϊκή Ένωση προσαρτήματος I της ΣΔΠ καθώς και από τις λοιπές διεθνείς συμφωνίες από τις οποίες δεσμεύεται η Ένωση, οι αναθέτουσες αρχές επιφυλάσσουν για τα έργα, τα αγαθά, τις υπηρεσίες και τους οικονομικούς φορείς των χωρών που έχουν υπογράψει τις εν λόγω συμφωνίες μεταχείριση εξίσου ευνοϊκή με αυτήν που επιφυλάσσουν για τα έργα, τα αγαθά, τις υπηρεσίες και τους οικονομικούς φορείς της Ένωσης.

Άρθρο 26

Επιλογή των διαδικασιών

1.   Κατά την ανάθεση των δημόσιων συμβάσεών τους, οι αναθέτουσες αρχές εφαρμόζουν τις εθνικές διαδικασίες, προσαρμοσμένες κατά τρόπο ώστε να είναι σύμφωνες με την παρούσα οδηγία, εφόσον, υπό την επιφύλαξη του άρθρου 32, έχει δημοσιευθεί προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να εφαρμόζουν ανοικτές ή κλειστές διαδικασίες, όπως ρυθμίζονται στην παρούσα οδηγία.

3.   Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να εφαρμόζουν συμπράξεις καινοτομίας, όπως ρυθμίζονται στην παρούσα οδηγία.

4.   Τα κράτη μέλη ορίζουν επίσης ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να χρησιμοποιούν ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση ή ανταγωνιστικό διάλογο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όσον αφορά έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που πληρούν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα κριτήρια:

i)

σε περίπτωση που οι ανάγκες της αναθέτουσας αρχής δεν είναι δυνατόν να ικανοποιηθούν χωρίς προσαρμογή των άμεσα διαθέσιμων λύσεων,

ii)

περιλαμβάνουν σχεδιασμό ή καινοτόμες λύσεις,

iii)

η σύμβαση δεν είναι δυνατόν να ανατεθεί χωρίς προηγούμενες διαπραγματεύσεις λόγω ειδικών περιστάσεων που σχετίζονται με τη φύση, την πολυπλοκότητα ή τη νομική ή χρηματοοικονομική οργάνωση ή λόγω των κινδύνων που συνδέονται με αυτά,

iv)

οι τεχνικές προδιαγραφές δεν είναι δυνατόν να καθοριστούν με επαρκή ακρίβεια από την αναθέτουσα αρχή με αναφορά σε πρότυπο, ευρωπαϊκή τεχνική αξιολόγηση, κοινή τεχνική προδιαγραφή ή τεχνικό πλαίσιο αναφοράς κατά την έννοια των σημείων 2 έως 5 του παραρτήματος VII·

β)

όσον αφορά έργα, αγαθά ή υπηρεσίες για τα οποία, έπειτα από ανοικτή ή κλειστή διαδικασία, υποβάλλονται μόνο αντικανονικές ή απαράδεκτες προσφορές. Στις περιπτώσεις αυτές, οι αναθέτουσες αρχές δεν απαιτείται να δημοσιεύουν γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης εάν στη διαδικασία περιλαμβάνουν όλους τους προσφέροντες που πληρούν τα κριτήρια των άρθρων 57 έως 64 και, κατά την προηγηθείσα ανοικτή ή κλειστή διαδικασία, υπέβαλαν προσφορές σύμφωνες προς τις τυπικές απαιτήσεις της διαδικασίας προμήθειας, και μόνον αυτούς.

Συγκεκριμένα, οι προσφορές που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των εγγράφων της προμήθειας, παρελήφθησαν καθυστερημένα, όταν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία αθέμιτης πρακτικής ή διαφθοράς ή κρίνονται από την αναθέτουσα αρχή αφύσικα χαμηλές, θεωρούνται αντικανονικές. Συγκεκριμένα, οι προσφορές που υποβάλλονται από προσφέροντες οι οποίοι δεν διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα και προσφέροντες των οποίων η τιμή υπερβαίνει τον προϋπολογισμό της αναθέτουσας αρχής, όπως καθορίσθηκε και τεκμηριώθηκε πριν από τη δρομολόγηση της διαδικασίας προμήθειας, θεωρούνται απαράδεκτες.

5.   Ο διαγωνισμός προκηρύσσεται μέσω γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 49.

Όταν η σύμβαση ανατίθεται με κλειστή διαδικασία ή ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση, τα κράτη μέλη μπορούν, παρά τα προβλεπόμενα στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, να ορίζουν ότι μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές ή ειδικές κατηγορίες τους μπορούν να προκηρύσσουν διαγωνισμό μέσω προκαταρκτικής γνωστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 2.

Όταν ο διαγωνισμός προκηρύσσεται μέσω προκαταρκτικής γνωστοποίησης, σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 2, οι οικονομικοί φορείς που έχουν εκδηλώσει το ενδιαφέρον τους μετά τη δημοσίευση της προκαταρκτικής γνωστοποίησης προσκαλούνται στη συνέχεια να επιβεβαιώσουν το ενδιαφέρον τους γραπτώς, μέσω «πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος», σύμφωνα με το άρθρο 54.

6.   Στις ειδικές περιπτώσεις και περιστάσεις που αναφέρονται ρητά στο άρθρο 32, τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να εφαρμόζουν διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση ή διαγωνισμό. Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν να χρησιμοποιείται η διαδικασία αυτή σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 32.

Άρθρο 27

Ανοικτή διαδικασία

1.   Στις ανοικτές διαδικασίες, μπορεί να υποβάλλει προσφορά στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας.

Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών είναι 35 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης.

Η προσφορά συνοδεύεται από τις πληροφορίες για την ποιοτική επιλογή που ζητούνται από την αναθέτουσα αρχή.

2.   Στις περιπτώσεις όπου οι αναθέτουσες αρχές έχουν δημοσιεύσει προκαταρκτική γνωστοποίηση που δεν χρησιμοποιήθηκε η ίδια ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού, η ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου, μπορεί να περιορίζεται σε 15 ημέρες, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η προκαταρκτική γνωστοποίηση περιελάμβανε όλες τις πληροφορίες που οφείλει να περιλαμβάνει η γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης σύμφωνα με το παράρτημα V μέρος Β τμήμα I, εφόσον οι πληροφορίες αυτές ήταν διαθέσιμες κατά τη στιγμή της δημοσίευσης της προκαταρκτικής γνωστοποίησης·

β)

η προκαταρκτική γνωστοποίηση απεστάλη προς δημοσίευση εντός διαστήματος 35 ημερών έως 12 μηνών πριν από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης της σύμβασης.

3.   Σε περίπτωση που επείγουσα κατάσταση, δεόντως αιτιολογημένη από τις αναθέτουσες αρχές, καθιστά αδύνατη την τήρηση της ελάχιστης προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ορίζουν ελάχιστη προθεσμία που δεν είναι μικρότερη των 15 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης της σύμβασης.

4.   Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να συντομεύει κατά πέντε ημέρες την προθεσμία παραλαβής των προσφορών που ορίζεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου όταν αποδέχεται την υποβολή προσφορών με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο και παράγραφοι 5 και 6.

Άρθρο 28

Κλειστή διαδικασία

1.   Στις κλειστές διαδικασίες, μπορεί να υποβάλλει αίτηση συμμετοχής στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού που περιλαμβάνει τις πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα V μέρος Β ή Γ κατά περίπτωση οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας, παρέχοντας τις πληροφορίες για την ποιοτική επιλογή που ζητούνται από την αναθέτουσα αρχή.

Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής είναι 30 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης της σύμβασης ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού χρησιμοποιείται η προκαταρκτική γνωστοποίηση, από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος.

2.   Προσφορά μπορούν να υποβάλλουν μόνο οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από την αναθέτουσα αρχή κατόπιν της αξιολόγησης των πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό κατάλληλων υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 65.

Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών είναι 30 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

3.   Στις περιπτώσεις όπου οι αναθέτουσες αρχές έχουν δημοσιεύσει προκαταρκτική γνωστοποίηση που δεν χρησιμοποιείται η ίδια ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού, η ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών που ορίζεται στην παράγραφο 2 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου μπορεί να περιορίζεται σε 10 ημέρες, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η προκαταρκτική γνωστοποίηση περιελάμβανε όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το παράρτημα V μέρος Β τμήμα I, εφόσον οι πληροφορίες αυτές ήταν διαθέσιμες κατά τη στιγμή της δημοσίευσης της προκαταρκτικής γνωστοποίησης·

β)

η προκαταρκτική γνωστοποίηση απεστάλη προς δημοσίευση εντός διαστήματος 35 ημερών έως 12 μηνών πριν από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης της σύμβασης.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι όλες ή ειδικές κατηγορίες μη κεντρικών αναθετουσών αρχών μπορούν να ορίζουν την προθεσμία παραλαβής των προσφορών με κοινή συμφωνία μεταξύ της αναθέτουσας αρχής και των υποψηφίων που έχουν επιλεγεί, εφόσον παρέχεται σε όλους τους επιλεγμένους υποψηφίους ίσος χρόνος για την κατάρτιση και την υποβολή των προσφορών τους. Ελλείψει συμφωνίας σχετικά με την προθεσμία παραλαβής των προσφορών, η προθεσμία δεν είναι μικρότερη των 10 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

5.   Η προθεσμία παραλαβής των προσφορών που ορίζεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου μπορεί να συντομεύεται κατά πέντε ημέρες όταν η αναθέτουσα αρχή αποδέχεται την υποβολή προσφορών με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφοι 1, 5 και 6.

6.   Σε περίπτωση που μια επείγουσα κατάσταση, δεόντως αιτιολογημένη από τις αναθέτουσες αρχές, καθιστά αδύνατη την τήρηση των ελάχιστων προθεσμιών που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, οι εν λόγω αρχές μπορούν να ορίζουν:

α)

προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής η οποία δεν είναι μικρότερη των 15 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης της σύμβασης·

β)

προθεσμία παραλαβής των προσφορών η οποία δεν είναι μικρότερη των 10 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

Άρθρο 29

Ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση

1.   Στις ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, μπορεί να υποβάλλει αίτηση συμμετοχής στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού που περιλαμβάνει τις πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα V μέρος Β και Γ οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας, παρέχοντας τις πληροφορίες για την ποιοτική επιλογή που ζητούνται από την αναθέτουσα αρχή.

Στα έγγραφα της προμήθειας, οι αναθέτουσες αρχές καθορίζουν το αντικείμενο της προμήθειας, περιγράφοντας τις ανάγκες τους και τα χαρακτηριστικά που απαιτούνται για τα αγαθά, τα έργα ή τις υπηρεσίες της προμήθειας και προσδιορίζουν τα κριτήρια ανάθεσης σύμβασης. Επίσης, αναφέρουν ποια στοιχεία της περιγραφής ορίζουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν όλες οι προσφορές.

Οι παρεχόμενες πληροφορίες είναι επαρκώς ακριβείς ώστε να μπορούν οι οικονομικοί φορείς να αναγνωρίζουν τη φύση και το αντικείμενο της προμήθειας και να αποφασίζουν αν θα ζητήσουν να συμμετάσχουν στη διαδικασία.

Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής είναι 30 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης της σύμβασης ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού χρησιμοποιείται η προκαταρκτική γνωστοποίηση, από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος. Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αρχικών προσφορών είναι 30 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης. Εφαρμόζεται το άρθρο 28 παράγραφοι 3 έως 6.

2.   Αρχική προσφορά, η οποία αποτελεί τη βάση των επακόλουθων διαπραγματεύσεων, μπορούν να υποβάλλουν μόνον οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από την αναθέτουσα αρχή, κατόπιν της αξιολόγησης των πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί. Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό κατάλληλων υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 65.

3.   Εάν δεν ορίζεται άλλως στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, οι αναθέτουσες αρχές διαπραγματεύονται με τους προσφέροντες τις αρχικές και όλες τις επακόλουθες προσφορές που υποβάλλουν, εξαιρουμένης της τελικής προσφοράς κατά την έννοια της παραγράφου 7, με σκοπό τη βελτίωση του περιεχόμενου τους.

Οι ελάχιστες απαιτήσεις και τα κριτήρια ανάθεσης δεν υπόκεινται σε διαπραγματεύσεις.

4.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αναθέτουν συμβάσεις με βάση τις αρχικές προσφορές χωρίς διαπραγμάτευση, εφόσον έχουν αναφέρει στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ότι διατηρούν τη δυνατότητα να το πράξουν.

5.   Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, οι αναθέτουσες αρχές εξασφαλίζουν την ίση μεταχείριση όλων των προσφερόντων. Για τον σκοπό αυτόν, δεν παρέχουν κατά τρόπο που να δημιουργεί διακρίσεις πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν ορισμένους προσφέροντες έναντι των υπολοίπων. Ενημερώνουν όλους τους προσφέροντες των οποίων οι προσφορές δεν έχουν αποκλειστεί σύμφωνα με την παράγραφο 6 γραπτώς για τυχόν αλλαγές των τεχνικών προδιαγραφών ή άλλων εγγράφων της προμήθειας πέραν εκείνων που καθορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις. Μετά τις αλλαγές αυτές, οι αναθέτουσες αρχές παρέχουν επαρκές χρονικό διάστημα στους προσφέροντες ώστε να τροποποιήσουν και να υποβάλουν εκ νέου τροποποιημένες προσφορές, κατά περίπτωση.

Σύμφωνα με το άρθρο 21, οι αναθέτουσες αρχές δεν αποκαλύπτουν στους λοιπούς συμμετέχοντες εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν διαβιβαστεί από υποψήφιο ή προσφέροντα που συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις, χωρίς τη συναίνεσή του. Η εν λόγω συναίνεση δεν λαμβάνει τη μορφή γενικής παραίτησης, αλλά παρέχεται σχετικά με την προτιθέμενη γνωστοποίηση ειδικών πληροφοριών.

6.   Οι ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση μπορούν να διεξάγονται σε διαδοχικές φάσεις, ούτως ώστε να μειώνεται ο αριθμός των προς διαπραγμάτευση προσφορών με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή σε άλλο έγγραφο της προμήθειας. Η αναθέτουσα αρχή αναφέρει αν θα κάνει χρήση της δυνατότητας αυτής στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή σε άλλο έγγραφο της προμήθειας.

7.   Όταν η αναθέτουσα αρχή σκοπεύει να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις, ενημερώνει τους υπόλοιπους προσφέροντες και ορίζει κοινή προθεσμία για την υποβολή τυχόν νέων ή αναθεωρημένων προσφορών. Επαληθεύει ότι οι τελικές προσφορές πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις και τηρούν τις διατάξεις του άρθρου 56 παράγραφος 1, αξιολογεί τις τελικές προσφορές, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης και αναθέτει τη σύμβαση σύμφωνα με τα άρθρα 66 έως 69.

Άρθρο 30

Ανταγωνιστικός διάλογος

1.   Στους ανταγωνιστικούς διαλόγους, οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής έπειτα από γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης, παρέχοντας τις πληροφορίες για την ποιοτική επιλογή που ζητούνται από την αναθέτουσα αρχή.

Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής είναι 30 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης της σύμβασης.

Στον διάλογο μπορούν να συμμετέχουν μόνον οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από την αναθέτουσα αρχή, κατόπιν αξιολόγησης των πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί. Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό κατάλληλων υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 65. Η σύμβαση ανατίθεται αποκλειστικά βάσει του κριτηρίου ανάθεσης της πλέον συμφέρουσας, από πλευράς σχέσης τιμής και ποιότητος, προσφοράς, σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 2

2.   Οι αναθέτουσες αρχές παρουσιάζουν τις ανάγκες και τις απαιτήσεις τους στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης και προσδιορίζουν τις εν λόγω ανάγκες και απαιτήσεις στη γνωστοποίηση αυτή και/ή σε περιγραφικό έγγραφο. Ταυτοχρόνως και στα ίδια έγγραφα, επίσης παρουσιάζουν και προσδιορίζουν τα επιλεγέντα κριτήρια ανάθεσης και ορίζουν ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα.

3.   Οι αναθέτουσες αρχές προβαίνουν, με τους συμμετέχοντες που επιλέγονται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 56 έως 66, σε διάλογο, σκοπός του οποίου είναι η διερεύνηση και ο προσδιορισμός των μέσων που μπορούν να ικανοποιήσουν με τον καλύτερο τρόπο τις ανάγκες τους. Κατά τη διάρκεια του διαλόγου αυτού, μπορούν να συζητούν με τους επιλεγέντες συμμετέχοντες όλες τις πτυχές της προμήθειας.

Κατά τη διάρκεια του διαλόγου, οι αναθέτουσες αρχές εξασφαλίζουν την ίση μεταχείριση όλων των συμμετεχόντων. Για τον σκοπό αυτό, δεν παρέχουν, κατά τρόπο που να δημιουργεί διακρίσεις, πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν ορισμένους συμμετέχοντες έναντι των υπολοίπων.

Σύμφωνα με το άρθρο 21, οι αναθέτουσες αρχές δεν αποκαλύπτουν στους λοιπούς συμμετέχοντες τις προτεινόμενες λύσεις ή άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν διαβιβαστεί από υποψήφιο ή προσφέροντα που συμμετέχει στον διάλογο χωρίς τη συναίνεσή του. Η εν λόγω συναίνεση δεν λαμβάνει τη μορφή γενικής παραίτησης, αλλά παρέχεται σχετικά με τη σκοπούμενη γνωστοποίηση ειδικών πληροφοριών.

4.   Οι ανταγωνιστικοί διάλογοι μπορούν να διεξάγονται σε διαδοχικές φάσεις, ούτως ώστε να μειώνεται ο αριθμός των υπό εξέταση λύσεων κατά τη φάση του διαλόγου, με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που προσδιορίζονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης ή στο περιγραφικό έγγραφο. Στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης ή στο περιγραφικό έγγραφο, η αναθέτουσα αρχή αναφέρει αν θα κάνει χρήση της ανωτέρω επιλογής.

5.   Η αναθέτουσα αρχή συνεχίζει τον διάλογο έως ότου μπορέσει να προσδιορίσει την ή τις λύσεις οι οποίες μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες της.

6.   Αφού κηρύξουν τη λήξη του διαλόγου και ενημερώσουν σχετικά τους λοιπούς συμμετέχοντες, οι αναθέτουσες αρχές καλούν καθέναν να υποβάλει την τελική προσφορά του, βάσει της ή των λύσεων που υποβλήθηκαν και προσδιορίστηκαν κατά τη διάρκεια του διαλόγου. Οι προσφορές αυτές περιέχουν όλα τα απαιτούμενα και αναγκαία στοιχεία για την υλοποίηση του σχεδίου.

Εφόσον το ζητεί η αναθέτουσα αρχή, οι προσφορές αυτές μπορούν να αποσαφηνίζονται, να εξειδικεύονται και να βελτιστοποιούνται. Ωστόσο, η αποσαφήνιση, η εξειδίκευση, η βελτιστοποίηση ή οι πρόσθετες πληροφορίες δεν επιτρέπεται να συνεπάγονται μεταβολές των ουσιωδών στοιχείων της προσφοράς ή της δημόσιας προμήθειας, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών και των απαιτήσεων που προσδιορίζονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης ή στο περιγραφικό έγγραφο, όταν μεταβολές των στοιχείων, των αναγκών και των απαιτήσεων αυτών ενδέχεται να προκαλέσουν στρέβλωση του ανταγωνισμού ή διακρίσεις.

7.   Οι αναθέτουσες αρχές αξιολογούν τις προσφορές τις οποίες λαμβάνουν βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης ή στο περιγραφικό έγγραφο.

Εφόσον το ζητεί η αναθέτουσα αρχή, μπορούν να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις με τον προσφέροντα που έχει κριθεί ότι υπέβαλε την πλέον συμφέρουσα από άποψη τιμής/ποιότητος προσφορά σύμφωνα με το άρθρο 67 για την επιβεβαίωση των οικονομικών δεσμεύσεων ή άλλων όρων που περιέχονται στην προσφορά, οριστικοποιώντας τους όρους της σύμβασης, εφόσον αυτό δεν συνεπάγεται την ουσιώδη τροποποίηση βασικών στοιχείων της προσφοράς ή της δημόσιας προμήθειας, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών και των απαιτήσεων που προσδιορίζονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης ή στο περιγραφικό έγγραφο, και ότι δεν ενέχουν κίνδυνο στρέβλωσης του ανταγωνισμού ή εισαγωγής διακρίσεων.

8.   Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να προβλέπουν απονομή βραβείων ή καταβολή χρηματικών ποσών στους συμμετέχοντες στον διάλογο.

Άρθρο 31

Σύμπραξη καινοτομίας

1.   Στις συμπράξεις καινοτομίας, μπορεί να υποβάλλει αίτηση συμμετοχής έπειτα από γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας, παρέχοντας τις πληροφορίες για την ποιοτική επιλογή που ζητούνται από την αναθέτουσα αρχή.

Στα έγγραφα της προμήθειας, η αναθέτουσα αρχή προσδιορίζει την ανάγκη καινοτόμου προϊόντος, υπηρεσίας ή έργου που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί με την αγορά προϊόντων, υπηρεσιών ή έργων που διατίθενται ήδη στην αγορά. Αναφέρει ποια στοιχεία της περιγραφής ορίζουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν όλες οι προσφορές. Οι παρεχόμενες πληροφορίες είναι επαρκώς ακριβείς ώστε να μπορούν οι οικονομικοί φορείς να αντιλαμβάνονται τη φύση και το αντικείμενο της απαιτούμενης λύσης και να αποφασίζουν αν θα υποβάλουν αίτηση συμμετοχής στη διαδικασία.

Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποφασίσει να συγκροτήσει τη σύμπραξη καινοτομίας με έναν εταίρο ή με περισσότερους εταίρους που εκτελούν χωριστές δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης.

Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής είναι 30 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης της σύμβασης. Στη διαδικασία μπορούν να συμμετάσχουν μόνον οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από την αναθέτουσα αρχή, κατόπιν της αξιολόγησης των πληροφοριών που έχουν υποβληθεί. Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό των κατάλληλων υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 65. Οι συμβάσεις ανατίθενται αποκλειστικά βάσει του κριτηρίου ανάθεσης της πλέον συμφέρουσας από πλευράς σχέσης τιμής-ποιότητος προσφοράς, σύμφωνα με το άρθρο 67.

2.   Η σύμπραξη καινοτομίας στοχεύει στην ανάπτυξη καινοτόμου προϊόντος, υπηρεσίας ή έργου και στην επακόλουθη αγορά των αγαθών, υπηρεσιών ή έργων που προκύπτουν, υπό την προϋπόθεση ότι ανταποκρίνονται στα συμπεφωνημένα μεταξύ αναθετουσών αρχών και συμμετεχόντων επίπεδα επιδόσεων και μεγίστου κόστους.

Η σύμπραξη καινοτομίας είναι οργανωμένη σε διαδοχικές φάσεις σύμφωνα με τα διαδοχικά βήματα της διαδικασίας έρευνας και καινοτομίας, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει την παρασκευή προϊόντων, την παροχή των υπηρεσιών ή την ολοκλήρωση των έργων. Η σύμπραξη καινοτομίας ορίζει ενδιάμεσους στόχους προς επίτευξη από τους εταίρους και προβλέπει την καταβολή της αμοιβής σε κατάλληλες δόσεις.

Με βάση τους ανωτέρω στόχους, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποφασίσει μετά από κάθε φάση να λύσει τη σύμπραξη καινοτομίας ή, σε περίπτωση σύμπραξης καινοτομίας με περισσότερους από έναν εταίρους, να περιορίσει τον αριθμό των εταίρων καταγγέλλοντας επιμέρους συμβάσεις, εφόσον η αναθέτουσα αρχή έχει αναφέρει στα έγγραφα της προμήθειας τις δυνατότητες αυτές και τους όρους χρήσης τους.

3.   Εκτός εάν το παρόν άρθρο ορίζει άλλως, οι αναθέτουσες αρχές διαπραγματεύονται με τους προσφέροντες τις αρχικές και όλες τις επακόλουθες προσφορές που υποβάλλουν, εξαιρουμένης της τελικής προσφοράς με σκοπό τη βελτίωση του περιεχόμενου τους.

Οι ελάχιστες απαιτήσεις και τα κριτήρια ανάθεσης δεν υπόκεινται σε διαπραγματεύσεις.

4.   Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, οι αναθέτουσες αρχές εξασφαλίζουν την ίση μεταχείριση όλων των προσφερόντων. Για τον σκοπό αυτόν, δεν παρέχουν κατά τρόπο που να δημιουργεί διακρίσεις πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν ορισμένους προσφέροντες έναντι των υπολοίπων. Ενημερώνουν όλους τους προσφέροντες των οποίων οι προσφορές δεν έχουν αποκλειστεί σύμφωνα με την παράγραφο 5 γραπτώς για τυχόν αλλαγές των τεχνικών προδιαγραφών ή άλλων εγγράφων της προμήθειας πέραν εκείνων που καθορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις. Μετά τις αλλαγές αυτές, οι αναθέτουσες αρχές παρέχουν επαρκές χρονικό διάστημα στους προσφέροντες ώστε να τροποποιήσουν και να υποβάλουν εκ νέου τροποποιημένες προσφορές, κατά περίπτωση.

Σύμφωνα με το άρθρο 21, οι αναθέτουσες αρχές δεν αποκαλύπτουν στους λοιπούς συμμετέχοντες εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν διαβιβαστεί από υποψήφιο ή προσφέροντα που συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις, χωρίς τη συναίνεσή του. Η εν λόγω συναίνεση δεν λαμβάνει τη μορφή γενικής παραίτησης, αλλά παρέχεται σχετικά με την προτιθέμενη γνωστοποίηση ειδικών πληροφοριών.

5.   Οι διαπραγματεύσεις κατά τις διαδικασίες σύμπραξης καινοτομίας μπορούν να διεξάγονται σε διαδοχικές φάσεις, ούτως ώστε να μειώνεται ο αριθμός των προς διαπραγμάτευση προσφορών με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή στα έγγραφα της προμήθειας. Η αναθέτουσα αρχή αναφέρει αν θα κάνει χρήση της δυνατότητας αυτής στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή στα έγγραφα της προμήθειας.

6.   Κατά την επιλογή των υποψηφίων, οι αναθέτουσες αρχές εφαρμόζουν ιδίως τα κριτήρια που σχετίζονται με την ικανότητα των υποψηφίων στο πεδίο της έρευνας και της ανάπτυξης καθώς και την ικανότητά τους όσον αφορά την ανάπτυξη και την υλοποίηση καινοτόμων λύσεων.

Μόνον οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από την αναθέτουσα αρχή, κατόπιν της αξιολόγησης των ζητούμενων πληροφοριών, μπορούν να υποβάλλουν έργα έρευνας και καινοτομίας για την κάλυψη των αναγκών που έχουν προσδιοριστεί από την αναθέτουσα αρχή και δεν μπορούν να καλυφθούν από τις υφιστάμενες λύσεις.

Στα έγγραφα της προμήθειας, η αναθέτουσα αρχή ορίζει τις ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας. Σε περίπτωση σύμπραξης καινοτομίας με περισσότερους του ενός εταίρους, η αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 21, δεν αποκαλύπτει στους λοιπούς εταίρους λύσεις που προτείνονται από εταίρο ή άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες που διαβιβάζονται από αυτόν στο πλαίσιο της σύμπραξης χωρίς τη συναίνεσή του. Η εν λόγω συναίνεση δεν λαμβάνει τη μορφή γενικής παραίτησης, αλλά παρέχεται σχετικά με τη σκοπούμενη γνωστοποίηση ειδικών πληροφοριών.

7.   Η αναθέτουσα αρχή εξασφαλίζει ότι η δομή της σύμπραξης και ιδίως η διάρκεια και η αξία των διαφόρων φάσεων ανταποκρίνονται στον βαθμό καινοτομίας της προτεινόμενης λύσης και τη σειρά των δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας που απαιτούνται για την ανάπτυξη μιας καινοτόμου λύσης που δεν διατίθεται ακόμη στην αγορά. Η εκτιμώμενη αξία των αγαθών, υπηρεσιών ή έργων δεν είναι δυσανάλογη σε σχέση με την επένδυση που απαιτείται για την ανάπτυξή τους.

Άρθρο 32

Χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση

1.   Στις ειδικές περιπτώσεις και περιστάσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 έως 5, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αναθέτουν δημόσιες συμβάσεις χρησιμοποιώντας τη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση.

2.   Η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση μπορεί να χρησιμοποιείται για δημόσιες συμβάσεις έργων, δημόσιες συμβάσεις αγαθών και δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών σε οποιαδήποτε από τις κατωτέρω περιπτώσεις:

α)

εάν, ύστερα από ανοικτή ή κλειστή διαδικασία, είτε δεν υποβλήθηκε καμία προσφορά ή αίτηση συμμετοχής είτε οι προσφορές ή οι αιτήσεις συμμετοχής που υποβλήθηκαν δεν είναι κατάλληλες, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης και ότι διαβιβάζεται σχετική έκθεση στην Επιτροπή εάν το ζητήσει·

Δεν θεωρείται κατάλληλη μια προσφορά άσχετη με τη σύμβαση και προδήλως ανίκανη, χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της αναθέτουσας αρχής, όπως προσδιορίζονται στα έγγραφα της προμήθειας. Μια αίτηση συμμετοχής δεν θεωρείται κατάλληλη εάν ο σχετικός οικονομικός φορέας πρόκειται ή μπορεί να αποκλειστεί σύμφωνα με το άρθρο 57 ή δεν πληροί τα κριτήρια επιλογής που ορίζει η αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το άρθρο 58·

β)

εάν τα έργα, τα αγαθά ή οι υπηρεσίες μπορούν να παρασχεθούν μόνον από έναν συγκεκριμένο οικονομικό φορέα για οποιονδήποτε από τους κατωτέρω λόγους:

i)

ο στόχος της προμήθειας είναι η δημιουργία ή απόκτηση μοναδικού έργου τέχνης ή καλλιτεχνικής εκδήλωσης,

ii)

δεν υφίσταται ανταγωνισμός για τεχνικούς λόγους,

iii)

προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.

Οι εξαιρέσεις που ορίζονται των περιπτώσεων ii) και iii) εφαρμόζονται μόνο εάν δεν υπάρχει εύλογη εναλλακτική λύση ή υποκατάστατο και η απουσία ανταγωνισμού δεν είναι αποτέλεσμα τεχνητού περιορισμού των παραμέτρων της προμήθειας·

γ)

στο μέτρο που είναι απολύτως αναγκαίο, εάν λόγω κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα τα οποία η αναθέτουσα αρχή δεν θα μπορούσε να προβλέψει, δεν είναι δυνατή η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για τις ανοικτές, κλειστές ή ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση· οι περιστάσεις τις οποίες επικαλούνται οι αναθέτουσες αρχές για τη δικαιολόγηση της κατεπείγουσας ανάγκης σε καμία περίπτωση δεν απορρέουν από δική τους ευθύνη.

3.   Η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση μπορεί να χρησιμοποιείται για δημόσιες συμβάσεις αγαθών:

α)

όταν τα σχετικά προϊόντα κατασκευάζονται αποκλειστικά για σκοπούς έρευνας, πειραματισμού, μελέτης ή ανάπτυξης· ωστόσο, οι συμβάσεις που ανατίθενται δυνάμει του παρόντος σημείου δεν περιλαμβάνουν την παραγωγή ποσοτήτων ικανών να εξασφαλίζουν την εμπορική βιωσιμότητα του προϊόντος ή την απόσβεση των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης·

β)

για συμπληρωματικές παραδόσεις που πραγματοποιούνται από τον αρχικό προμηθευτή και προορίζονται είτε για τη μερική ανανέωση προμηθειών αγαθών ή εγκαταστάσεων είτε για επέκταση υφιστάμενων προμηθειών αγαθών ή εγκαταστάσεων, εφόσον η αλλαγή προμηθευτή θα υποχρέωνε την αναθέτουσα αρχή να προμηθεύεται αγαθά με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά τα οποία θα προκαλούσαν ασυμβατότητα ή δυσανάλογες τεχνικές δυσχέρειες στη χρήση και τη συντήρηση· η διάρκεια αυτών των συμβάσεων, καθώς και των ανανεώσιμων συμβάσεων, δεν υπερβαίνει κατά κανόνα τα τρία έτη·

γ)

εάν πρόκειται για αγαθά που είναι εισηγμένα και αγοράζονται σε χρηματιστήριο εμπορευμάτων·

δ)

για την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών, υπό ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, είτε από προμηθευτή που παύει οριστικά τις εμπορικές του δραστηριότητες είτε από τον εκκαθαριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας, δικαστικού συμβιβασμού ή ανάλογης διαδικασίας που προβλέπεται στις εθνικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις.

4.   Η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση μπορεί να χρησιμοποιείται για δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών όταν η σχετική σύμβαση έπεται διαγωνισμού μελετών που έχει διοργανωθεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και πρέπει, σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στον διαγωνισμό μελετών, να ανατεθεί στον νικητή ή σε έναν από τους νικητές του διαγωνισμού μελετών· στη δεύτερη περίπτωση, στις διαπραγματεύσεις πρέπει να προσκληθούν να συμμετάσχουν όλοι οι νικητές του διαγωνισμού.

5.   Η διαδικασία με διαπραγμάτευσης χωρίς προηγούμενη δημοσίευση μπορεί να χρησιμοποιείται για νέα έργα ή υπηρεσίες που συνίστανται στην επανάληψη παρόμοιων έργων ή υπηρεσιών που ανατέθηκαν από τον οικονομικό φορέα με τον οποίο συνήψαν την αρχική σύμβαση οι ίδιες αναθέτουσες αρχές, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω έργα ή υπηρεσίες είναι σύμφωνα με βασικό σχέδιο για το οποίο ανατέθηκε η αρχική σύμβαση σύμφωνα με διαδικασία προβλεπόμενη στο άρθρο 26 παράγραφος 1. Στο βασικό σχέδιο επισημαίνεται η έκταση πιθανών συμπληρωματικών έργων ή υπηρεσιών και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα ανατεθούν.

Η ενδεχόμενη χρήση της εν λόγω διαδικασίας επισημαίνεται ήδη κατά την προκήρυξη του πρώτου διαγωνισμού και το συνολικό προβλεπόμενο ποσό των επακόλουθων εργασιών ή υπηρεσιών λαμβάνεται υπόψη από τις αναθέτουσες αρχές κατά την εφαρμογή του άρθρου 4.

Χρήση της διαδικασίας αυτής μπορεί να γίνει μόνο εντός τριετίας από τη σύναψη της αρχικής σύμβασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Τεχνικές και εργαλεία για ηλεκτρονικές και συγκεντρωτικές προμήθειες

Άρθρο 33

Συμφωνίες-πλαίσια

1.   Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να συνάπτουν συμφωνίες-πλαίσια, εφόσον εφαρμόζουν τις διατάξεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

Ως συμφωνία-πλαίσιο νοείται συμφωνία μεταξύ μιας ή περισσότερων αναθετουσών αρχών και ενός ή περισσότερων οικονομικών φορέων η οποία αποσκοπεί στον καθορισμό των όρων που θα διέπουν τις συμβάσεις που πρόκειται να συναφθούν κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου, ιδίως όσον αφορά τις τιμές και, ενδεχομένως, τις προβλεπόμενες ποσότητες.

Η διάρκεια μιας συμφωνίας-πλαισίου δεν υπερβαίνει τα τέσσερα έτη, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων, δεόντως δικαιολογημένων, ιδίως λόγω του αντικειμένου της συμφωνίας-πλαισίου.

2.   Οι συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνία-πλαίσιο ανατίθενται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο, καθώς και στις παραγράφους 3 και 4.

Οι διαδικασίες αυτές μπορούν να εφαρμόζονται μόνο μεταξύ των αναθετουσών αρχών που έχουν οριστεί σαφώς για τον σκοπό αυτόν στην προκήρυξη διαγωνισμού ή την πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος και των οικονομικών φορέων που είναι συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας-πλαισίου που έχει συναφθεί.

Οι συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνία-πλαίσιο δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να επιφέρουν ουσιώδεις τροποποιήσεις στους όρους της συμφωνίας-πλαισίου, ιδίως στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

3.   Όταν συνάπτεται συμφωνία-πλαίσιο με έναν μόνο οικονομικό φορέα, οι συμβάσεις που βασίζονται στην εν λόγω συμφωνία-πλαίσιο ανατίθενται βάσει των όρων που τίθενται στη συμφωνία-πλαίσιο.

Για την ανάθεση των συμβάσεων αυτών, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να διαβουλεύονται γραπτώς με τον οικονομικό φορέα που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη συμφωνία-πλαίσιο, ζητώντας του, εάν χρειάζεται, να συμπληρώσει την προσφορά του.

4.   Όταν συνάπτεται συμφωνία-πλαίσιο με περισσότερους του ενός οικονομικούς φορείς, η εν λόγω συμφωνία-πλαίσιο εκτελείται με έναν από τους κατωτέρω τρόπους:

α)

σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της συμφωνίας-πλαισίου, χωρίς προκήρυξη νέου διαγωνισμού, εφόσον αναφέρονται όλοι οι όροι που διέπουν την παροχή των σχετικών έργων, υπηρεσιών και αγαθών και οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για τον προσδιορισμό του συμβαλλόμενου στη συμφωνία-πλαίσιο οικονομικού φορέα που θα τις εκτελέσει· οι εν λόγω προϋποθέσεις αναφέρονται στα έγγραφα προμήθειας για τη συμφωνία-πλαίσιο·

β)

όταν στη συμφωνία-πλαίσιο αναφέρονται όλοι οι όροι που διέπουν την παροχή των σχετικών έργων, υπηρεσιών και αγαθών, εν μέρει χωρίς προκήρυξη νέου διαγωνισμού σύμφωνα με το στοιχείο α) και εν μέρει με την προκήρυξη νέου διαγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων που είναι συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας σύμφωνα με το στοιχείο γ), εφόσον προβλέπεται τέτοια δυνατότητα από τις αναθέτουσες αρχές στα έγγραφα της προμήθειας για τη συμφωνία-πλαίσιο. Η επιλογή του κατά πόσον συγκεκριμένα έργα, αγαθά ή υπηρεσίες αποκτώνται κατόπιν προκήρυξης νέου διαγωνισμού ή άμεσα, σύμφωνα με τους όρους που ορίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο, γίνεται σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια, τα οποία ορίζονται στα έγγραφα της προμήθειας για τη συμφωνία-πλαίσιο. Τα εν λόγω έγγραφα της προμήθειας προσδιορίζουν επίσης ποιοι όροι μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο νέου διαγωνισμού.

Οι δυνατότητες που προβλέπονται στην πρώτη παράγραφο του παρόντος σημείου εφαρμόζονται επίσης σε οποιαδήποτε παρτίδα μιας συμφωνίας-πλαισίου για την οποία έχουν προβλεφθεί όλοι οι όροι που διέπουν την παροχή των σχετικών έργων, υπηρεσιών και αγαθών, ανεξαρτήτως του αν έχουν προβλεφθεί όλοι οι όροι που διέπουν την παροχή των σχετικών έργων, υπηρεσιών και αγαθών για τις λοιπές παρτίδες·

γ)

σε περίπτωση που στη συμφωνία-πλαίσιο δεν προβλέπονται όλοι οι όροι που διέπουν την παροχή έργων, υπηρεσιών και αγαθών, με έναρξη νέου διαγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων που είναι συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας-πλαισίου.

5.   Οι διαγωνισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχεία β) και γ) βασίζονται στους ιδίους όρους με αυτούς που ίσχυαν για την ανάθεση της συμφωνίας-πλαισίου, και, εφόσον χρειαστεί, σε ακριβέστερα διατυπωμένους όρους και, ενδεχομένως, σε άλλους όρους που επισημαίνονται στα έγγραφα της προμήθειας για τη συμφωνία-πλαίσιο, σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία:

α)

για κάθε σύμβαση που πρόκειται να συναφθεί, οι αναθέτουσες αρχές διαβουλεύονται γραπτώς με τους οικονομικούς φορείς που είναι ικανοί να εκτελέσουν τη σύμβαση·

β)

οι αναθέτουσες αρχές ορίζουν επαρκή προθεσμία για την υποβολή προσφορών για κάθε συγκεκριμένη σύμβαση, λαμβανομένων υπόψη παραμέτρων όπως η πολυπλοκότητα του αντικειμένου της σύμβασης και ο απαραίτητος χρόνος για την αποστολή των προσφορών·

γ)

οι προσφορές υποβάλλονται γραπτώς και το περιεχόμενό τους παραμένει σφραγισμένο έως τη λήξη της προβλεπόμενης προθεσμίας απάντησης·

δ)

οι αναθέτουσες αρχές αναθέτουν κάθε σύμβαση στον προσφέροντα που υπέβαλε την καλύτερη προσφορά, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που έχουν καθοριστεί στα έγγραφα της προμήθειας για τη συμφωνία-πλαίσιο.

Άρθρο 34

Δυναμικά συστήματα αγορών

1.   Για αγορές τρέχουσας χρήσης των οποίων τα χαρακτηριστικά, όπως είναι γενικώς διαθέσιμα στην αγορά, ικανοποιούν τις απαιτήσεις των αναθετουσών αρχών, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να χρησιμοποιούν δυναμικό σύστημα αγορών. Το δυναμικό σύστημα αγορών λειτουργεί ως μια εξ ολοκλήρου ηλεκτρονική διαδικασία και είναι ανοικτό καθ’ όλη περίοδο ισχύος του συστήματος αγορών σε κάθε οικονομικό φορέα που πληροί τα κριτήρια επιλογής. Μπορεί να χωριστεί σε κατηγορίες προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών που ορίζονται αντικειμενικά με βάση τα χαρακτηριστικά της προμήθειας που πρέπει να εκτελεστεί στο πλαίσιο της εκάστοτε κατηγορίας. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν αναφορά στο μέγιστο επιτρεπόμενο μέγεθος των επακόλουθων ειδικών συμβάσεων ή σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή στην οποία θα εκτελεστούν επακόλουθες ειδικές συμβάσεις.

2.   Για την πραγματοποίηση προμήθειας στο πλαίσιο δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτουσες αρχές ακολουθούν τους κανόνες της κλειστής διαδικασίας. Όλοι οι υποψήφιοι που ικανοποιούν τα κριτήρια επιλογής γίνονται δεκτοί στο σύστημα και ο αριθμός των υποψηφίων που γίνονται δεκτοί στο σύστημα δεν περιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 65. Όταν οι αναθέτουσες αρχές χωρίζουν το σύστημα σε κατηγορίες προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, καθορίζουν τα εφαρμοστέα κριτήρια επιλογής για κάθε κατηγορία.

Παρά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 28, εφαρμόζονται οι ακόλουθες προθεσμίες:

α)

η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής είναι 30 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού χρησιμοποιείται η προκαταρκτική γνωστοποίηση, από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος. Άπαξ και αποσταλεί η πρόσκληση υποβολής προσφορών για την πρώτη ειδική προμήθεια στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, δεν εφαρμόζονται άλλες προθεσμίες για την παραλαβή αιτήσεων συμμετοχής·

β)

η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών είναι τουλάχιστον 10 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών. Κατά περίπτωση, εφαρμόζεται το άρθρο 28 παράγραφος 4· το άρθρο 28 παράγραφοι 3 και 5 δεν εφαρμόζεται.

3.   Όλες τις επικοινωνίες στο πλαίσιο δυναμικού συστήματος αγορών πραγματοποιούνται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφοι 1, 3, 5 και 6.

4.   Για τους σκοπούς της ανάθεσης συμβάσεων βάσει ενός δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτουσες αρχές:

α)

δημοσιεύουν προκήρυξη διαγωνισμού, όπου καθίσταται σαφές ότι πρόκειται για δυναμικό σύστημα αγορών·

β)

διευκρινίζουν στα έγγραφα της προμήθειας τουλάχιστον τη φύση και την εκτιμώμενη ποσότητα των προβλεπόμενων αγορών, καθώς και όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που αφορούν το δυναμικό σύστημα αγορών, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου λειτουργίας του, τον χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό εξοπλισμό και τις τεχνικές ρυθμίσεις και προδιαγραφές της σύνδεσης·

γ)

αναφέρουν κάθε διαίρεση σε κατηγορίες προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών και τα χαρακτηριστικά τους·

δ)

για όσο διάστημα είναι σε ισχύ το σύστημα, προσφέρουν ελεύθερη, άμεση και πλήρη πρόσβαση στα έγγραφα της προμήθειας, σύμφωνα με το άρθρο 53.

5.   Οι αναθέτουσες αρχές παρέχουν, καθ’ όλη την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών, τη δυνατότητα σε κάθε οικονομικό φορέα να ζητήσει να συμμετάσχει στο σύστημα, βάσει των όρων που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Οι αναθέτουσες αρχές ολοκληρώνουν την αξιολόγηση των εν λόγω αιτήσεων, σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής, εντός 10 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή τους. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί σε 15 εργάσιμες ημέρες σε μεμονωμένες περιπτώσεις, όταν αυτό δικαιολογείται, ιδίως λόγω της ανάγκης να εξεταστούν συμπληρωματικά έγγραφα ή να επαληθευθεί διαφορετικά αν πληρούνται τα κριτήρια επιλογής.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο και εφόσον δεν έχει αποσταλεί η πρόσκληση υποβολής προσφορών για την πρώτη ειδική προμήθεια στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να παρατείνουν την περίοδο αξιολόγησης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν δημοσιεύεται πρόσκληση υποβολής προσφορών κατά την παραταθείσα περίοδο αξιολόγησης. Η διάρκεια της παράτασης που προτίθενται να εφαρμόσουν οι αναθέτουσες αρχές επισημαίνεται στα έγγραφα της προμήθειας.

Η αναθέτουσα αρχή ενημερώνει το ταχύτερο δυνατόν τον σχετικό οικονομικό φορέα αν έχει επιλεγεί να συμμετάσχει στο δυναμικό σύστημα αγορών ή όχι.

6.   Οι αναθέτουσες αρχές προσκαλούν όλους τους επιλεγμένους συμμετέχοντες να υποβάλουν προσφορά για κάθε ειδική προμήθεια στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, σύμφωνα με το άρθρο 54. Όταν το δυναμικό σύστημα αγορών χωρίζεται σε κατηγορίες έργων, προϊόντων ή υπηρεσιών, οι αναθέτουσες αρχές καλούν όλους τους συμμετέχοντες οι οποίοι έχουν επιλεγεί για την κατηγορία που αντιστοιχεί στη σχετική ειδική προμήθεια να υποβάλουν προσφορά.

Αναθέτουν τη σύμβαση στον προσφέροντα που υποβάλλει την καλύτερη προσφορά, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης για το δυναμικό σύστημα αγορών, ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού έχει χρησιμοποιηθεί προκαταρκτική γνωστοποίηση, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος. Τα κριτήρια αυτά μπορούν, κατά περίπτωση, να προσδιορίζονται με μεγαλύτερη ακρίβεια στην πρόσκληση υποβολής προσφορών.

7.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών, να απαιτούν από τους επιλεγμένους συμμετέχοντες να υποβάλουν ανανεωμένη και επικαιροποιημένη υπεύθυνη δήλωση, όπως προβλέπεται στο άρθρο 59 παράγραφος 1, εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης του αιτήματος.

Το άρθρο 59 παράγραφοι 4 έως 6 εφαρμόζεται καθ’ όλη την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών.

8.   Οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών στην προκήρυξη του διαγωνισμού. Ενημερώνουν την Επιτροπή για οποιαδήποτε μεταβολή της περιόδου ισχύος, μέσω των κατωτέρω τυποποιημένων εντύπων:

α)

εάν η περίοδος ισχύος μεταβάλλεται χωρίς να παύει η λειτουργία του συστήματος, μέσω του εντύπου που χρησιμοποιείται αρχικά για την προκήρυξη διαγωνισμού για το δυναμικό σύστημα αγορών·

β)

εάν παύει η λειτουργία του συστήματος, μέσω της γνωστοποίησης ανάθεσης σύμβασης που αναφέρεται στο άρθρο 50.

9.   Στους οικονομικούς παράγοντες που ενδιαφέρονται ή συμμετέχουν στο δυναμικό σύστημα αγορών δεν επιβάλλεται καμία χρέωση πριν ή κατά την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών.

Άρθρο 35

Ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί

1.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, στους οποίους παρουσιάζονται νέες, μειωμένες τιμές και/ή νέες αξίες όσον αφορά ορισμένα στοιχεία των προσφορών.

Για τον σκοπό αυτόν, οι αναθέτουσες αρχές διοργανώνουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό με τη μορφή επαναληπτικής ηλεκτρονικής διαδικασίας, διεξαγόμενης έπειτα από προκαταρκτική πλήρη αξιολόγηση των προσφορών, η οποία επιτρέπει την ταξινόμησή τους με βάση αυτόματες μεθόδους αξιολόγησης.

Δεδομένου ότι ορισμένες δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών και δημόσιες συμβάσεις έργων που έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες πνευματικού δημιουργού, όπως ο σχεδιασμός έργων, δεν μπορούν να ταξινομηθούν με βάση αυτόματη μέθοδο αξιολόγησης, οι συμβάσεις αυτές δεν αποτελούν αντικείμενο ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.

2.   Στις ανοικτές ή κλειστές διαδικασίες ή ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποφασίζουν την ανάθεση δημόσιας σύμβασης κατόπιν ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, όταν τα έγγραφα της προμήθειας και ιδίως οι τεχνικές προδιαγραφές μπορούν να διατυπωθούν με ακρίβεια.

Υπό τους ιδίους όρους, ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί και κατά τη διεξαγωγή νέου διαγωνισμού μεταξύ των συμβαλλομένων μερών συμφωνίας-πλαισίου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 33 παράγραφος 4 στοιχείο β) ή γ), καθώς και κατά τη διεξαγωγή διαγωνισμού για την ανάθεση συμβάσεων στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 34.

3.   Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός βασίζεται σε ένα από τα ακόλουθα στοιχεία των προσφορών:

α)

μόνο στις τιμές όταν η σύμβαση ανατίθεται αποκλειστικά βάσει της τιμής·

β)

στις τιμές και/ή τις νέες αξίες των χαρακτηριστικών των προσφορών που επισημαίνονται στα έγγραφα της προμήθειας, εφόσον η σύμβαση ανατίθεται βάσει της καλύτερης αναλογίας τιμής/ποιότητας ή βάσει της προσφοράς με το χαμηλότερο κόστος σύμφωνα με μια προσέγγιση βασιζόμενη στη σχέση αποδοτικότητας-κόστους.

4.   Οι αναθέτουσες αρχές που αποφασίζουν να κάνουν χρήση ηλεκτρονικού πλειστηριασμού το επισημαίνουν στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος. Τα έγγραφα της προμήθειας περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα VI.

5.   Προτού να προβούν στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, οι αναθέτουσες αρχές διενεργούν μια πρώτη πλήρη αξιολόγηση των προσφορών, σύμφωνα με το ή τα κριτήρια ανάθεσης και με τη στάθμισή τους, όπως έχει καθοριστεί.

Η προσφορά θεωρείται παραδεκτή όταν έχει υποβληθεί από προσφέροντα που δεν έχει αποκλειστεί σύμφωνα με το άρθρο 57 και πληροί τα κριτήρια επιλογής και του οποίου η προσφορά είναι σύμφωνη με τις τεχνικές προδιαγραφές, χωρίς να είναι αντικανονική ή απαράδεκτη.

Συγκεκριμένα, οι προσφορές που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των εγγράφων της προμήθειας, παρελήφθησαν καθυστερημένα, όταν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία αθέμιτης πρακτικής ή διαφθοράς ή κρίνονται από την αναθέτουσα αρχή αφύσικα χαμηλές, θεωρούνται αντικανονικές. Συγκεκριμένα, οι προσφορές που υποβάλλονται από προσφέροντες οι οποίοι δεν διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα και προσφέροντες των οποίων η τιμή υπερβαίνει τον προϋπολογισμό της αναθέτουσας αρχής, όπως καθορίσθηκε και τεκμηριώθηκε πριν από τη δρομολόγηση της διαδικασίας προμήθειας, θεωρούνται απαράδεκτες.

Δεν θεωρείται κατάλληλη μια προσφορά άσχετη με τη σύμβαση και προδήλως ανίκανη, χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της αναθέτουσας αρχής, όπως προσδιορίζονται στα έγγραφα της προμήθειας. Μια αίτηση συμμετοχής δεν θεωρείται κατάλληλη εάν ο σχετικός οικονομικός φορέας πρόκειται ή μπορεί να αποκλειστεί σύμφωνα με το άρθρο 57 ή δεν πληροί τα κριτήρια επιλογής που ορίζει η αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το άρθρο 58.

Όλοι οι προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτές προσφορές καλούνται ταυτόχρονα και με ηλεκτρονικά μέσα να συμμετάσχουν στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, χρησιμοποιώντας, κατά την προσδιορισμένη ημερομηνία και ώρα, τα στοιχεία σύνδεσης σύμφωνα με τις οδηγίες που παρέχονται στην πρόσκληση. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να διεξάγεται σε διαδοχικές φάσεις. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός δεν αρχίζει προτού παρέλθουν δύο εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία αποστολής των προσκλήσεων.

6.   Η πρόσκληση συνοδεύεται από το αποτέλεσμα της πλήρους αξιολόγησης του οικείου προσφέροντα, η οποία γίνεται σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο άρθρο 67 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο.

Στην πρόσκληση αναφέρεται επίσης ο μαθηματικός τύπος που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί κατά την ηλεκτρονική δημοπρασία για την αυτόματη ανακατάταξη των προσφορών βάσει των νέων τιμών και/ή των νέων αξιών που υποβάλλονται. Εκτός από την περίπτωση κατά την οποία η οικονομικώς πιο συμφέρουσα προσφορά βρίσκεται με βάση μόνο την τιμή, ο μαθηματικός αυτός τύπος περιλαμβάνει τους συντελεστές στάθμισης όλων των κριτηρίων που έχουν οριστεί για τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, όπως αναφέρεται στη γνωστοποίηση που χρησιμοποιείται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού ή σε άλλα έγγραφα της προμήθειας. Προς τούτο, όμως, τυχόν περιθώρια διακύμανσης περιορίζονται εκ των προτέρων σε συγκεκριμένη τιμή.

Σε περίπτωση που επιτρέπονται εναλλακτικές προσφορές, προβλέπεται χωριστός μαθηματικός τύπος για κάθε εναλλακτική προσφορά.

7.   Κατά τη διάρκεια κάθε φάσης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, οι αναθέτουσες αρχές γνωστοποιούν αμέσως σε όλους τους προσφέροντες τις πληροφορίες εκείνες τουλάχιστον που τους δίνουν τη δυνατότητα να γνωρίζουν ανά πάσα στιγμή την αντίστοιχη κατάταξή τους. Δύνανται, εάν έχει επισημανθεί εκ των προτέρων, να γνωστοποιούν και άλλες πληροφορίες σχετικά με άλλες τιμές ή αξίες που υποβάλλονται. Δύνανται επίσης να ανακοινώνουν τον αριθμό των συμμετεχόντων σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη φάση του πλειστηριασμού. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να γνωστοποιούν την ταυτότητα των προσφερόντων κατά τη διεξαγωγή των διαφόρων φάσεων του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

8.   Οι αναθέτουσες αρχές περατώνουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό με έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

κατά την προκαθορισμένη ημερομηνία και ώρα·

β)

όταν δεν λαμβάνουν πλέον νέες τιμές ή νέες αξίες που να πληρούν τις απαιτήσεις όσον αφορά τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις, εφόσον έχουν ορίσει προηγουμένως το διάστημα που θα επιτρέψουν να παρέλθει από την παραλαβή της τελευταίας υποβολής πριν να περατώσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό· ή

γ)

αφού ολοκληρωθεί ο προκαθορισμένος αριθμός φάσεων του πλειστηριασμού.

Εάν οι αναθέτουσες αρχές προτίθενται να περατώσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό σύμφωνα με το στοιχείο γ) του πρώτου εδαφίου, ενδεχομένως σε συνδυασμό με τον τρόπο που προβλέπεται στο στοιχείο β) αυτού, η πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό αναφέρει το χρονοδιάγραμμα κάθε φάσης του πλειστηριασμού.

9.   Μετά την περάτωση του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, οι αναθέτουσες αρχές αναθέτουν τη σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο 67, με βάση τα αποτελέσματα του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

Άρθρο 36

Ηλεκτρονικοί κατάλογοι

1.   Όταν απαιτείται η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ορίζουν ότι οι προσφορές πρέπει να υποβάλλονται υπό τη μορφή ηλεκτρονικού καταλόγου ή να περιλαμβάνουν ηλεκτρονικό κατάλογο.

Τα κράτη μέλη μπορούν να καταστήσουν υποχρεωτική τη χρήση ηλεκτρονικών καταλόγων για ορισμένα είδη προμηθειών.

Οι προσφορές που παρουσιάζονται υπό μορφή ηλεκτρονικού καταλόγου μπορούν να συνοδεύονται από άλλα έγγραφα, που συμπληρώνουν την προσφορά.

2.   Οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι καταρτίζονται από τους υποψηφίους ή τους προσφέροντες, με σκοπό τη συμμετοχή τους σε μια συγκεκριμένη διαδικασία προμήθειας σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και τον μορφότυπο που έχει καθοριστεί από την αναθέτουσα αρχή.

Επιπλέον, οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις για τα εργαλεία ηλεκτρονικής επικοινωνίας, όπως και με τυχόν επιπρόσθετες απαιτήσεις που καθορίζονται από την αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το άρθρο 22.

3.   Εάν η παρουσίαση προσφορών υπό τη μορφή ηλεκτρονικών καταλόγων είναι αποδεκτή ή υποχρεωτική, οι αναθέτουσες αρχές:

α)

το αναφέρουν στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού έχει χρησιμοποιηθεί προκαταρκτική γνωστοποίηση·

β)

επισημαίνουν στα έγγραφα της προμήθειας όλες τις αναγκαίες πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 6 όσον αφορά τον μορφότυπο, τον χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό εξοπλισμό και τις τεχνικές ρυθμίσεις και προδιαγραφές της σύνδεσης για τον κατάλογο.

4.   Εάν έχει συναφθεί συμφωνία-πλαίσιο με περισσότερους του ενός οικονομικούς φορείς έπειτα από την υποβολή προσφορών υπό τη μορφή ηλεκτρονικών καταλόγων, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ορίζουν ότι η προκήρυξη νέου διαγωνισμού για συγκεκριμένες συμβάσεις λαμβάνει χώρα βάσει ενημερωμένων καταλόγων. Στην περίπτωση αυτή, οι αναθέτουσες αρχές χρησιμοποιούν μία από τις ακόλουθες μεθόδους:

α)

καλούν τους προσφέροντες να υποβάλουν εκ νέου τους ηλεκτρονικούς καταλόγους τους, προσαρμοσμένους στις απαιτήσεις της εν λόγω σύμβασης· ή

β)

ενημερώνουν τους προσφέροντες ότι σκοπεύουν να συλλέξουν από τους ηλεκτρονικούς καταλόγους που έχουν ήδη υποβληθεί τις πληροφορίες που απαιτούνται ώστε να καταρτίσουν προσφορές προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις της συγκεκριμένης σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση της εν λόγω μεθόδου έχει επισημανθεί στα έγγραφα της προμήθειας για τη συμφωνία-πλαίσιο.

5.   Εάν οι αναθέτουσες αρχές προκηρύσσουν νέο διαγωνισμό για συγκεκριμένες συμβάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 4 στοιχείο β), ενημερώνουν τους προσφέροντες για την ημερομηνία και την ώρα κατά την οποία σκοπεύουν να συλλέξουν τις πληροφορίες που απαιτούνται ούτως ώστε να καταρτίσουν προσφορές προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις της εν λόγω συγκεκριμένης σύμβασης και παρέχουν στους προσφέροντες τη δυνατότητα να αρνηθούν την εν λόγω συλλογή πληροφοριών.

Οι αναθέτουσες αρχές προβλέπουν επαρκές χρονικό διάστημα μεταξύ της κοινοποίησης και της συλλογής των πληροφοριών.

Πριν από την ανάθεση της σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές παρουσιάζουν τις συλλεγείσες πληροφορίες στον ενδιαφερόμενο προσφέροντα, δίνοντάς του την ευκαιρία να αμφισβητήσει ή να επιβεβαιώσει ότι η προσφορά που προέκυψε με αυτόν τον τρόπο δεν περιέχει ουσιώδη σφάλματα.

6.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αναθέτουν συμβάσεις βάσει δυναμικού συστήματος αγορών απαιτώντας οι προσφορές για μια συγκεκριμένη σύμβαση να υποβάλλονται υπό τη μορφή ηλεκτρονικού καταλόγου.

Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν επίσης να αναθέτουν συμβάσεις βάσει δυναμικού συστήματος αγορών σύμφωνα με το στοιχείο β) της παραγράφου 4 και την παράγραφο 5, υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση συμμετοχής στο δυναμικό σύστημα αγορών συνοδεύεται από ηλεκτρονικό κατάλογο σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και τον μορφότυπο που ορίζεται από την αναθέτουσα αρχή. Στη συνέχεια, ο εν λόγω κατάλογος συμπληρώνεται από τους υποψηφίους, αφού ενημερωθούν για την πρόθεση της αναθέτουσας αρχής να καταρτίσει προσφορές μέσω της διαδικασίας του στοιχείου β) της παραγράφου 4.

Άρθρο 37

Κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών και κεντρικές αρχές αγορών

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποκτούν αγαθά και/ή υπηρεσίες από κεντρική αρχή αγορών που προσφέρει την κεντρική δραστηριότητα προμηθειών που αναφέρεται στο στοιχείο α) του σημείου 14 του άρθρου 2 παράγραφος 1.

Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποκτούν έργα, αγαθά και υπηρεσίες χρησιμοποιώντας συμβάσεις που ανατίθενται από κεντρική αρχή αγορών, χρησιμοποιώντας δυναμικά συστήματα αγορών που διαχειρίζεται κεντρική αρχή αγορών, ή, στον βαθμό που καθορίζεται στο άρθρο 33 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, χρησιμοποιώντας συμφωνία-πλαίσιο που συνάπτεται από κεντρική αρχή αγορών προσφέρουσα την κεντρική δραστηριότητα προμηθειών που αναφέρεται στο στοιχείο β) του σημείου 14 του άρθρου 2 παράγραφος 1. Όταν ένα δυναμικό σύστημα αγορών το οποίο χειρίζεται μια κεντρική αρχή αγορών μπορεί να χρησιμοποιείται από λοιπές αναθέτουσες αρχές, αυτό αναφέρεται στην προκήρυξη διαγωνισμού με την οποία συγκροτείται το σύστημα.

Σε σχέση με το πρώτο και δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι ορισμένες προμήθειες πραγματοποιούνται με προσφυγή σε κεντρικές αρχές αγορών ή σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες κεντρικές αρχές αγορών.

2.   Μια αναθέτουσα αρχή εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της δυνάμει της παρούσας οδηγίας όταν αγοράζει αγαθά ή υπηρεσίες από κεντρική αρχή αγορών που προσφέρει την κεντρική δραστηριότητα προμηθειών που αναφέρεται στο στοιχείο α) του σημείου 14 του άρθρου 2 παράγραφος 1.

Επιπλέον, μια αναθέτουσα αρχή εκπληρώνει, επίσης, τις υποχρεώσεις της δυνάμει της παρούσας οδηγίας όταν αποκτά έργα, αγαθά ή υπηρεσίες χρησιμοποιώντας συμβάσεις που ανατίθενται από την κεντρική αρχή αγορών, χρησιμοποιώντας δυναμικά συστήματα αγορών που διαχειρίζεται η κεντρική αρχή αγορών, ή, στον βαθμό που καθορίζεται στο άρθρο 33 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, χρησιμοποιώντας συμφωνία-πλαίσιο που συνάπτεται από την κεντρική αρχή αγορών που αναφέρεται στο στοιχείο β) του σημείου 14 του άρθρου 2 παράγραφος 1.

Ωστόσο, η σχετική αναθέτουσα αρχή είναι υπεύθυνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων δυνάμει της παρούσας οδηγίας για τα μέρη που διεξάγονται από την ίδια, όπως:

α)

η ανάθεση σύμβασης στο πλαίσιο δυναμικού συστήματος αγορών το οποίο διαχειρίζεται κεντρική αρχή αγορών·

β)

η διεξαγωγή νέου διαγωνισμού βάσει της συμφωνίας-πλαισίου που έχει συναφθεί από κεντρική αρχή αγορών·

γ)

κατ’ εφαρμογή του άρθρου 33 παράγραφος 4 στοιχείο α) ή β), ο προσδιορισμός του συμβαλλόμενου στη συμφωνία-πλαίσιο οικονομικού φορέα που θα εκτελέσει ένα συγκεκριμένο καθήκον στο πλαίσιο συμφωνίας-πλαισίου που έχει συναφθεί από κεντρική αρχή αγορών.

3.   Όλες οι διαδικασίες προμήθειας που διεξάγονται από κεντρική αρχή αγορών εκτελούνται μέσω ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 22.

4.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, χωρίς να εφαρμόζουν τις διαδικασίες της παρούσας οδηγίας, να αναθέτουν δημόσια σύμβαση υπηρεσιών για την παροχή κεντρικών δραστηριοτήτων προμηθειών σε κεντρική αρχή αγορών.

Αυτές οι δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών μπορεί επίσης να περιλαμβάνουν την παροχή επικουρικών δραστηριοτήτων προμηθειών.

Άρθρο 38

Περιστασιακές από κοινού προμήθειες

1.   Δύο ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές μπορούν να συμφωνούν να εκτελούν ορισμένες ειδικές προμήθειες από κοινού.

2.   Στις περιπτώσεις όπου μια διαδικασία προμήθειας εκτελείται εξ ολοκλήρου από κοινού εξ ονόματος και για λογαριασμό όλων των αναθετουσών αρχών, οι αναθέτουσες αρχές αυτές είναι υπεύθυνες από κοινού για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από την παρούσα οδηγία. Τούτο ισχύει και σε περιπτώσεις όπου τη διαδικασία διαχειρίζεται μία αναθέτουσα αρχή, ενεργώντας τόσο για δικό της λογαριασμό όσο και για λογαριασμό των λοιπών αναθετουσών αρχών.

Εάν η διεξαγωγή των διαδικασιών προμήθειας δεν πραγματοποιείται στο σύνολό της εξ ονόματος και για λογαριασμό των ενδιαφερόμενων αναθετουσών αρχών, οι αρχές έχουν από κοινού ευθύνη μόνο για τα μέρη εκείνα που εκτελούνται από κοινού. Κάθε αναθέτουσα αρχή φέρει την αποκλειστική ευθύνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της σύμφωνα με την παρούσα οδηγία για τα μέρη που αναλαμβάνει ιδίω ονόματι και για δικό της λογαριασμό.

Άρθρο 39

Προμήθειες που αφορούν αναθέτουσες αρχές από διαφορετικά κράτη μέλη

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 12, μπορούν να ενεργούν από κοινού για την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων αναθέτουσες αρχές από διαφορετικά κράτη μέλη, χρησιμοποιώντας έναν από τους τρόπους που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

Οι αναθέτουσες αρχές δεν χρησιμοποιούν τα μέσα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο με σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής αναγκαστικών διατάξεων του δημοσίου δικαίου σύμφωνων με το ενωσιακό δίκαιο στις οποίες υπόκεινται στο οικείο κράτος μέλος.

2.   Κανένα κράτος μέλος δεν απαγορεύει στις αναθέτουσες αρχές του να χρησιμοποιούν κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών προσφερόμενες από κεντρική αρχή αγορών εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος.

Όσον αφορά κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών που προσφέρονται από κεντρικές αρχές αγορών εγκατεστημένες σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο της αναθέτουσας αρχής, τα κράτη μέλη μπορούν, ωστόσο, να επιλέγουν να προσδιορίζουν ότι οι δικές τους αναθέτουσες αρχές μπορούν να χρησιμοποιούν μόνο τις κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών κατά τα οριζόμενα είτε στο στοιχείο α) είτε στο στοιχείο β) του σημείου 14 του άρθρου 2 παράγραφος 1.

3.   Η παροχή των κεντρικών προμηθειών από κεντρική αρχή αγορών εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος πραγματοποιείται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η κεντρική αρχή αγορών.

Οι εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η κεντρική αρχή αγορών εφαρμόζονται επίσης στα ακόλουθα:

α)

στην ανάθεση σύμβασης στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών·

β)

στη διεξαγωγή νέου διαγωνισμού στο πλαίσιο συμφωνίας-πλαισίου·

γ)

στον προσδιορισμό, σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 4 στοιχείο α) ή β), του συμβαλλόμενου στη συμφωνία-πλαίσιο φορέα οικονομικού φορέα που θα εκτελέσει ένα συγκεκριμένο καθήκον.

4.   Αναθέτουσες αρχές από διαφορετικά κράτη μέλη μπορούν από κοινού να αναθέτουν δημόσια σύμβαση, να συνάπτουν συμφωνία-πλαίσιο ή να λειτουργούν δυναμικό σύστημα αγορών. Μπορούν επίσης, στον βαθμό που καθορίζεται στο άρθρο 33 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, να αναθέτουν συμβάσεις βάσει της συμφωνίας-πλαισίου ή του δυναμικού συστήματος αγορών. Εκτός αν τα αναγκαία στοιχεία ρυθμίζονται από διεθνή συμφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών μελών, οι συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές συνάπτουν συμφωνία όπου προσδιορίζονται τα εξής:

α)

οι ευθύνες των μερών και οι σχετικές εφαρμοστέες εθνικές διατάξεις·

β)

η εσωτερική οργάνωση της διαδικασίας προμήθειας, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης της διαδικασίας, της κατανομής των έργων, αγαθών ή υπηρεσιών που πρόκειται να αποκτηθούν και της σύναψης των συμβάσεων.

Μια συμμετέχουσα αναθέτουσα αρχή εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της δυνάμει της παρούσας οδηγίας όταν αγοράζει έργα, αγαθά ή υπηρεσίες από την αναθέτουσα αρχή που είναι υπεύθυνη για τη διαδικασία προμήθειας. Για τον προσδιορισμό των ευθυνών και του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου σύμφωνα με το στοιχείο α), οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποφασίζουν να αναθέτουν τις ευθύνες σε μια ή περισσότερες από τις συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές και να επιλέγουν τις σχετικές εφαρμοστέες διατάξεις οποιουδήποτε κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη τουλάχιστον μία από τις συμμετέχουσες αρχές. Η ανάθεση ευθυνών και το σχετικό εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο αναφέρονται στα έγγραφα της προμήθειας για τις από κοινού ανατιθέμενες δημόσιες συμβάσεις.

5.   Σε περίπτωση που αναθέτουσες αρχές από διαφορετικά κράτη μέλη έχουν συστήσει κοινή νομική οντότητα, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών ομίλων εδαφικής συνεργασίας δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (30) ή άλλων οντοτήτων που ιδρύονται δυνάμει της νομοθεσίας της Ένωσης, οι συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές συμφωνούν, μέσω απόφασης του αρμόδιου οργάνου της κοινής νομικής οντότητας, επί των εφαρμοστέων εθνικών κανόνων περί προμηθειών ενός από τα ακόλουθα κράτη μέλη:

α)

οι εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου έχει την έδρα της η κοινή νομική οντότητα·

β)

οι εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου διεξάγει τις δραστηριότητές της η κοινή νομική οντότητα.

Η συμφωνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο μπορεί είτε να εφαρμόζεται για αόριστο χρονικό διάστημα, όταν καθορίζεται στη συστατική πράξη της κοινής νομικής οντότητας, είτε να περιορίζεται σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, σε ορισμένα είδη συμβάσεων ή σε μία ή περισσότερες μεμονωμένες αναθέσεις συμβάσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Διεξαγωγή της διαδικασίας

Τμήμα 1

Προετοιμασία

Άρθρο 40

Προκαταρκτικές διαβουλεύσεις της αγοράς

Πριν δρομολογήσουν διαδικασία προμήθειας, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να διεξάγουν διαβουλεύσεις με την αγορά, προκειμένου να προετοιμάζουν την προμήθεια και να ενημερώνουν τους οικονομικούς φορείς για τα σχέδια και τις απαιτήσεις τους όσον αφορά τις προμήθειες.

Για τον σκοπό αυτόν, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, επί παραδείγματι, να ζητούν ή να δέχονται τις συμβουλές ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων ή αρχών ή συμμετεχόντων της αγοράς. Οι εν λόγω συμβουλές μπορούν να χρησιμοποιούνται για τον σχεδιασμό και τη διεξαγωγή της διαδικασίας προμήθειας, εφόσον οι εν λόγω συμβουλές δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη στρέβλωση του ανταγωνισμού και την παραβίαση των αρχών της αποφυγής των διακρίσεων και της διαφάνειας.

Άρθρο 41

Προηγούμενη εμπλοκή υποψηφίων ή προσφερόντων

Εάν ένας υποψήφιος, ένας προσφέρων ή μια επιχείρηση που σχετίζεται με υποψήφιο ή προσφέροντα έχει παράσχει συμβουλές στην αναθέτουσα αρχή, είτε εντός είτε εκτός του πλαισίου του άρθρου 40, ή έχει εμπλακεί με οποιονδήποτε τρόπο στην προετοιμασία της διαδικασίας προμήθειας, η αναθέτουσα αρχή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίζει τη μη στρέβλωση του ανταγωνισμού λόγω της συμμετοχής του εν λόγω υποψηφίου ή προσφέροντα.

Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν τη γνωστοποίηση στους λοιπούς υποψηφίους και προσφέροντες σχετικών πληροφοριών που ανταλλάχθηκαν στο πλαίσιο της προηγούμενης εμπλοκής του υποψηφίου ή του προσφέροντος στην προετοιμασία της διαδικασίας προμήθειας και τον προσδιορισμό επαρκών προθεσμιών για την παραλαβή των προσφορών. Ο ενδιαφερόμενος υποψήφιος ή προσφέρων αποκλείεται από τη διαδικασία μόνο εάν δεν υπάρχει άλλος τρόπος να διασφαλιστεί συμμόρφωση με την υποχρέωση τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης.

Πριν από οποιονδήποτε τέτοιον αποκλεισμό, παρέχεται η ευκαιρία στους υποψηφίους ή τους προσφέροντες να αποδείξουν ότι η συμμετοχή τους στην προετοιμασία της διαδικασίας προμήθειας δεν είναι δυνατόν να προκαλέσει στρέβλωση του ανταγωνισμού. Τα μέτρα που λαμβάνονται τεκμηριώνονται στη χωριστή έκθεση που απαιτείται δυνάμει του άρθρου 84.

Άρθρο 42

Τεχνικές προδιαγραφές

1.   Οι τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο παράρτημα VII σημείο 1 παρατίθενται στα έγγραφα της προμήθειας και καθορίζουν τα χαρακτηριστικά που απαιτείται να έχουν τα έργα, οι υπηρεσίες ή τα αγαθά.

Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορεί επίσης να αναφέρονται στην ειδική διαδικασία ή μέθοδο παραγωγής ή παροχής των ζητούμενων έργων, αγαθών ή υπηρεσιών ή σε ειδική διαδικασία άλλου σταδίου του κύκλου ζωής τους, ακόμη και αν οι παράγοντες αυτοί δεν αποτελούν μέρος της υλικής τους υπόστασης, υπό την προϋπόθεση ότι συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης και βρίσκονται σε αναλογία με την αξία και τους στόχους της.

Οι τεχνικές προδιαγραφές μπορούν επίσης να προσδιορίζουν αν θα απαιτηθεί μεταβίβαση των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.

Για όλες τις προμήθειες που προορίζονται για χρήση από φυσικά πρόσωπα, είτε πρόκειται για το ευρύ κοινό είτε για το προσωπικό της αναθέτουσας αρχής, οι εν λόγω τεχνικές προδιαγραφές καταρτίζονται με τρόπο ώστε να λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια προσβασιμότητας για άτομα με αναπηρίες ή τον σχεδιασμό για όλους τους χρήστες.

Εάν έχουν εγκριθεί υποχρεωτικά πρότυπα προσβασιμότητας βάσει νομοθετικής πράξης της Ένωσης, οι τεχνικές προδιαγραφές, όσον αφορά τα κριτήρια προσβασιμότητας για άτομα με αναπηρίες ή τον σχεδιασμό για όλους τους χρήστες, καθορίζονται με παραπομπή στα εν λόγω πρότυπα.

2.   Οι τεχνικές προδιαγραφές εξασφαλίζουν ισότιμη πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία προμήθειας και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αδικαιολόγητων εμποδίων στο άνοιγμα των δημόσιων προμηθειών στον ανταγωνισμό.

3.   Υπό την επιφύλαξη των υποχρεωτικών εθνικών τεχνικών κανόνων, εφόσον συμβιβάζονται με το δίκαιο της Ένωσης, οι τεχνικές προδιαγραφές διατυπώνονται με έναν από τους κατωτέρω τρόπους:

α)

ως επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών, υπό την προϋπόθεση ότι οι παράμετροι είναι επαρκώς ακριβείς ώστε να επιτρέπουν στους προσφέροντες να προσδιορίζουν το αντικείμενο της σύμβασης και στις αναθέτουσες αρχές να αναθέτουν τη σύμβαση·

β)

με παραπομπή σε τεχνικές προδιαγραφές και, με σειρά προτεραιότητας, σε εθνικά πρότυπα που μεταφέρουν ευρωπαϊκά πρότυπα, ευρωπαϊκές τεχνικές αξιολογήσεις, κοινές τεχνικές προδιαγραφές, διεθνή πρότυπα, άλλα τεχνικά συστήματα αναφοράς που έχουν θεσπιστεί από ευρωπαϊκούς φορείς τυποποίησης ή —όταν αυτά δεν υπάρχουν— σε εθνικά πρότυπα, εθνικές τεχνικές εγκρίσεις ή εθνικές τεχνικές προδιαγραφές στον τομέα του σχεδιασμού, του υπολογισμού και της εκτέλεσης των έργων και της χρησιμοποίησης των αγαθών· κάθε παραπομπή συνοδεύεται από τη μνεία «ή ισοδύναμο»·

γ)

ως επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις κατά τα οριζόμενα στο στοιχείο α), με παραπομπή, ως τεκμήριο συμμόρφωσης προς τις εν λόγω επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις, στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο στοιχείο β)·

δ)

με παραπομπή στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο στοιχείο β) για ορισμένα χαρακτηριστικά και με παραπομπή στις επιδόσεις ή στις λειτουργικές απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α) για άλλα χαρακτηριστικά.

4.   Εκτός εάν δικαιολογείται από το αντικείμενο της σύμβασης, οι τεχνικές προδιαγραφές δεν περιέχουν μνεία συγκεκριμένης κατασκευής ή προέλευσης ή ιδιαίτερης μεθόδου κατασκευής που να χαρακτηρίζει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που παρέχονται από συγκεκριμένο οικονομικό φορέα ούτε εμπορικού σήματος, διπλώματος ευρεσιτεχνίας, τύπου ή συγκεκριμένης καταγωγής ή παραγωγής που θα είχε ως αποτέλεσμα να ευνοούνται ή να αποκλείονται ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένα προϊόντα. Η εν λόγω μνεία επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, όταν δεν είναι δυνατόν να γίνει αρκούντως ακριβής και κατανοητή περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 3. Η εν λόγω μνεία συνοδεύεται από τους όρους «ή ισοδύναμο».

5.   Όταν η αναθέτουσα αρχή χρησιμοποιεί τη δυνατότητα παραπομπής στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β), δεν απορρίπτει προσφορά με την αιτιολογία ότι τα έργα, τα αγαθά ή οι υπηρεσίες για τις οποίες υποβάλλεται προσφορά δεν πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές στις οποίες έχει παραπέμψει, εφόσον ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, συμπεριλαμβανομένων των αποδεικτικών μέσων που αναφέρονται στο άρθρο 44, ότι οι λύσεις που προτείνει πληρούν κατά ισοδύναμο τρόπο τις απαιτήσεις που καθορίζονται από τις τεχνικές προδιαγραφές.

6.   Όταν η αναθέτουσα αρχή χρησιμοποιεί τη δυνατότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο α) για τη διατύπωση των τεχνικών προδιαγραφών με αναφορά στις επιδόσεις ή στις λειτουργικές απαιτήσεις, δεν απορρίπτει προσφορά έργων, αγαθών ή υπηρεσιών που πληρούν εθνικό πρότυπο το οποίο αποτελεί μεταφορά ευρωπαϊκού προτύπου, ευρωπαϊκή τεχνική έγκριση, κοινή τεχνική προδιαγραφή, διεθνές πρότυπο ή τεχνικό πλαίσιο αναφοράς που έχει καταρτιστεί από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης, εφόσον οι εν λόγω προδιαγραφές καλύπτουν τις επιδόσεις ή τις λειτουργικές απαιτήσεις τις οποίες έχει ορίσει.

Ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 44, ότι το έργο, το αγαθό ή η υπηρεσία που πληροί το πρότυπο ανταποκρίνεται στις επιδόσεις ή στις λειτουργικές απαιτήσεις τις οποίες έχει ορίσει η αναθέτουσα αρχή.

Άρθρο 43

Σήματα

1.   Όταν οι αναθέτουσες αρχές σκοπεύουν να προβούν σε αγορά έργων, αγαθών ή υπηρεσιών με ειδικά περιβαλλοντικά, κοινωνικά ή άλλα χαρακτηριστικά, μπορούν, στις τεχνικές προδιαγραφές, τα κριτήρια ανάθεσης ή τις προϋποθέσεις εκτέλεσης της σύμβασης, να απαιτούν συγκεκριμένο σήμα ως αποδεικτικό της συμμόρφωσης των έργων, των υπηρεσιών ή των αγαθών προς τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι απαιτήσεις σήματος αφορούν αποκλειστικά τα κριτήρια που σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης και που είναι κατάλληλα για τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών των έργων, των αγαθών ή των υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο της σύμβασης·

β)

οι απαιτήσεις σήματος βασίζονται σε κριτήρια που μπορούν να επαληθευτούν με αντικειμενικό τρόπο και δεν εισάγουν διακρίσεις·

γ)

τα σήματα καθιερώνονται μέσω ανοικτής και διαφανούς διαδικασίας, στην οποία έχουν δικαίωμα συμμετοχής όλοι οι ενδιαφερόμενοι, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών οργανισμών, των καταναλωτών, των κοινωνικών εταίρων, των κατασκευαστών, των διανομέων και των μη κυβερνητικών οργανώσεων·

δ)

τα σήματα είναι προσιτά για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη·

ε)

οι απαιτήσεις σήματος καθορίζονται από τρίτο μέρος επί του οποίου ο οικονομικός φορέας που υποβάλλει αίτηση για το σήμα δεν μπορεί να ασκήσει αποφασιστική επιρροή.

Όταν οι αναθέτουσες αρχές δεν απαιτούν τα έργα, τα αγαθά και οι υπηρεσίες να πληρούν όλες τις απαιτήσεις σήματος, αναφέρουν περί ποίων απαιτήσεων σήματος πρόκειται.

Οι αναθέτουσες αρχές που απαιτούν συγκεκριμένο σήμα αποδέχονται όλα τα σήματα που επιβεβαιώνουν ότι τα έργα, τα αγαθά και οι υπηρεσίες πληρούν τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις.

Όταν ένας οικονομικός φορέας δεν είχε τεκμηριωμένα τη δυνατότητα να αποκτήσει το ειδικό σήμα που έχει υποδείξει η αναθέτουσα αρχή ή ισοδύναμο σήμα εντός των σχετικών προθεσμιών για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται ο ίδιος, η αναθέτουσα αρχή αποδέχεται άλλα κατάλληλα αποδεικτικά μέσα, όπως, ενδεχομένως τον τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή, υπό την προϋπόθεση ότι ο συγκεκριμένος οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι τα προς παροχή έργα, αγαθά και υπηρεσίες πληρούν τις απαιτήσεις του ειδικού σήματος ή τις ειδικές απαιτήσεις που έχει υποδείξει η αναθέτουσα αρχή.

2.   Εάν ένα σήμα πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 στοιχεία β), γ), δ) και ε), αλλά ορίζει επιπλέον απαιτήσεις που δεν σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές δεν απαιτούν το καθαυτό σήμα αλλά μπορούν να ορίζουν την τεχνική προδιαγραφή με παραπομπή στις λεπτομερείς προδιαγραφές του εν λόγω σήματος ή, εάν είναι αναγκαίο, σε τμήματα των σχετικών προδιαγραφών που σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης και είναι κατάλληλα για τον ορισμό των χαρακτηριστικών του εν λόγω αντικειμένου.

Άρθρο 44

Εκθέσεις δοκιμών, πιστοποίηση και άλλα αποδεικτικά μέσα

1.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να προσκομίζουν έκθεση δοκιμών από οργανισμό αξιολόγησης της πιστότητας ή πιστοποιητικό που έχει εκδοθεί από τέτοιον οργανισμό ως αποδεικτικό μέσο συμμόρφωσης με απαιτήσεις ή κριτήρια που αναφέρονται στις τεχνικές προδιαγραφές, τα κριτήρια ανάθεσης ή τις προϋποθέσεις εκτέλεσης της σύμβασης.

Σε περίπτωση που οι αναθέτουσες αρχές απαιτούν την υποβολή πιστοποιητικών εκδιδόμενων από ειδικό οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης οφείλουν να δέχονται επίσης πιστοποιητικά από άλλους ισοδύναμους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι ο οργανισμός ο οποίος πραγματοποιεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένων βαθμονομήσεων, δοκιμών, πιστοποίησης και επιθεώρησης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (31).

2.   Οι αναθέτουσες αρχές δέχονται και άλλα κατάλληλα αποδεικτικά μέσα, εκτός από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 1, όπως τον τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή, εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας δεν είχε πρόσβαση στα πιστοποιητικά ή στις εκθέσεις δοκιμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή δεν είχε τη δυνατότητα να τα αποκτήσει εντός των σχετικών προθεσμιών, υπό τους όρους ότι για την αδυναμία πρόσβασης δεν ευθύνεται ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας και ότι ο ίδιος αποδεικνύει ότι τα προς παροχή έργα, αγαθά και υπηρεσίες πληρούν τις απαιτήσεις ή τα κριτήρια που ορίζονται στις τεχνικές προδιαγραφές, τα κριτήρια ανάθεσης ή τις προϋποθέσεις εκτέλεσης σύμβασης.

3.   Εφόσον τους ζητηθεί, τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση άλλων κρατών μελών οποιεσδήποτε πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία και τα έγγραφα που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 42 παράγραφος 6, το άρθρο 43 και τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του οικονομικού φορέα κοινοποιούν τις σχετικές πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 86.

Άρθρο 45

Εναλλακτικές προσφορές

1.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιτρέπουν ή να απαιτούν από τους προσφέροντες να υποβάλλουν εναλλακτικές προσφορές. Αναφέρουν στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού χρησιμοποιείται προκαταρκτική γνωστοποίηση, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, αν επιτρέπουν ή αν απαιτούν ή όχι την υποβολή εναλλακτικών προσφορών. Οι εναλλακτικές προσφορές δεν επιτρέπονται εάν δεν υπάρχει σχετική αναφορά. Οι εναλλακτικές προσφορές συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης.

2.   Οι αναθέτουσες αρχές που επιτρέπουν ή απαιτούν εναλλακτικές προσφορές αναφέρουν στα έγγραφα της προμήθειας τις ελάχιστες προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές, καθώς και τον τρόπο υποβολής αυτών των προσφορών, ειδικότερα αν οι εναλλακτικές προσφορές αυτές μπορούν να υποβάλλονται μόνον στις περιπτώσεις που έχει επίσης υποβληθεί προσφορά που δεν συνιστά εναλλακτική προσφορά. Επίσης, διασφαλίζουν ότι τα επιλεγμένα κριτήρια ανάθεσης μπορούν να εφαρμοστούν σε εναλλακτικές προσφορές που πληρούν τις εν λόγω ελάχιστες προϋποθέσεις, καθώς και σε συμμορφούμενες προσφορές που δεν είναι εναλλακτικές.

3.   Οι αναθέτουσες αρχές λαμβάνουν υπόψη τους μόνο τις εναλλακτικές προσφορές που ανταποκρίνονται στις ελάχιστες απαιτήσεις τις οποίες έχουν ορίσει.

Στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων αγαθών ή υπηρεσιών, οι αναθέτουσες αρχές που έχουν επιτρέψει ή απαιτήσει εναλλακτικές προσφορές δεν απορρίπτουν μια εναλλακτική προσφορά για τον μόνο λόγο ότι, εάν επιλεγεί, θα οδηγήσει, αντίστοιχα, είτε στη σύναψη σύμβασης υπηρεσιών αντί δημόσιας σύμβασης αγαθών είτε στη σύναψη σύμβασης αγαθών αντί δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών.

Άρθρο 46

Υποδιαίρεση συμβάσεων σε παρτίδες

1.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποφασίζουν να αναθέτουν μια σύμβαση υπό τη μορφή χωριστών παρτίδων και μπορούν να προσδιορίζουν το μέγεθος και το αντικείμενο των παρτίδων αυτών.

Εξαιρουμένων των συμβάσεων οι οποίες έχουν υποδιαιρεθεί υποχρεωτικά, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν τους βασικούς λόγους της απόφασής τους για μη υποδιαίρεση σε παρτίδες, στοιχείο που περιλαμβάνεται στα έγγραφα της προμήθειας ή στη χωριστή έκθεση κατ’ άρθρο 84.

2.   Οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν, στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, αν οι προσφορές υποβάλλονται για μία, περισσότερες ή για όλες τις παρτίδες.

Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται, ακόμη και εάν οι προσφορές είναι δυνατόν να υποβάλλονται για πολλές ή για όλες τις παρτίδες, να περιορίζουν τον αριθμό των παρτίδων που μπορούν να ανατεθούν σε έναν προσφέροντα, υπό την προϋπόθεση ότι ο μέγιστος αριθμός των παρτίδων ανά προσφέροντα ορίζεται στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος. Οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν στα έγγραφα της προμήθειας τα αντικειμενικά και χωρίς διακρίσεις κριτήρια ή τους κανόνες που προτίθενται να εφαρμόσουν για τον προσδιορισμό των παρτίδων που ανατίθενται, στην περίπτωση που η εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης θα είχε ως αποτέλεσμα την ανάθεση σε έναν προσφέροντα παρτίδων που υπερβαίνουν τον μέγιστο αριθμό.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, σε περίπτωση που είναι δυνατή η ανάθεση περισσότερων της μιας παρτίδων στον ίδιο προσφέροντα, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αναθέτουν συμβάσεις συνδυάζοντας πολλές ή όλες τις παρτίδες, εφόσον έχουν αναφέρει στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης ή στην πρόσκληση για επιβεβαίωση ενδιαφέροντος ότι διατηρούν το δικαίωμα να το πράξουν και αναφέρουν τον τρόπο συνδυασμού των παρτίδων ή ομάδων παρτίδων.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να εφαρμόζουν την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο καθιστώντας υποχρεωτική την ανάθεση συμβάσεων με τη μορφή χωριστών παρτίδων, υπό προϋποθέσεις καθοριζόμενες σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο και τηρουμένου του ενωσιακού δικαίου. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζονται επίσης η παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο και, κατά περίπτωση, η παράγραφος 3.

Άρθρο 47

Καθορισμός προθεσμιών

1.   Κατά τον καθορισμό των προθεσμιών παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής, οι αναθέτουσες αρχές λαμβάνουν υπόψη την πολυπλοκότητα της σύμβασης και τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προσφορών, υπό την επιφύλαξη των ελάχιστων προθεσμιών που καθορίζονται στα άρθρα 27 έως 31.

2.   Εάν οι προσφορές μπορούν να συνταχθούν μόνον έπειτα από επιτόπια επίσκεψη ή από επιτόπια εξέταση εγγράφων προσαρτημένων στα έγγραφα της προμήθειας, οι προθεσμίες παραλαβής των προσφορών, οι οποίες είναι μεγαλύτερες από τις ελάχιστες προθεσμίες που προβλέπονται στα άρθρα 27 έως 31, ορίζονται κατά τρόπο ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς να μπορούν να λάβουν γνώση όλων των αναγκαίων πληροφοριών για τη διατύπωση των προσφορών.

3.   Οι αναθέτουσες αρχές παρατείνουν την προθεσμία παραλαβής των προσφορών, ούτως ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς να μπορούν να λάβουν γνώση όλων των αναγκαίων πληροφοριών για την κατάρτιση των προσφορών στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν, για οποιονδήποτε λόγο, οι πρόσθετες πληροφορίες, αν και ζητήθηκαν από τον οικονομικό φορέα σε εύθετο χρόνο, δεν παρέχονται το αργότερο έξι ημέρες πριν από την προθεσμία που ορίζεται για την παραλαβή των προσφορών. Σε περίπτωση επισπευσμένης διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφος 3 και το άρθρο 28 παράγραφος 6, η προθεσμία ορίζεται σε τέσσερις ημέρες·

β)

όταν τα έγγραφα προμήθειας υφίστανται σημαντικές αλλαγές.

Η διάρκεια της παράτασης είναι ανάλογη με τη σπουδαιότητα των πληροφοριών ή των αλλαγών.

Όταν οι πρόσθετες πληροφορίες δεν έχουν ζητηθεί σε εύθετο χρόνο ή δεν έχουν σημασία για την προετοιμασία κατάλληλων προσφορών, δεν απαιτείται από τις αναθέτουσες αρχές να παρατείνουν τις προθεσμίες.

Τμήμα 2

Δημοσιότητα και διαφάνεια

Άρθρο 48

Προκαταρκτικές γνωστοποιήσεις

1.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να δημοσιοποιούν τις προθέσεις τους για τις σχεδιαζόμενες προμήθειες δημοσιεύοντας προκαταρκτική γνωστοποίηση. Οι εν λόγω γνωστοποιήσεις περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα V μέρος B τμήμα I. Δημοσιεύονται είτε από την Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε από τις αναθέτουσες αρχές στο «προφίλ αγοραστή» τους, σύμφωνα με το σημείο 2 στοιχείο β) του παραρτήματος VIII. Όταν η προκαταρκτική γνωστοποίηση δημοσιεύεται από τις αναθέτουσες αρχές στο «προφίλ αγοραστή» τους, οι αναθέτουσες αρχές αποστέλλουν στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης γνωστοποίηση δημοσίευσης στο «προφίλ αγοραστή» τους, σύμφωνα με παράρτημα VIII. Οι εν λόγω γνωστοποιήσεις περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα V μέρος Α.

2.   Για κλειστές διαδικασίες και ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, οι μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές μπορούν να χρησιμοποιούν την προκαταρκτική γνωστοποίηση ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού, σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 5, υπό την προϋπόθεση ότι η γνωστοποίηση πληροί όλες τις κατωτέρω προϋποθέσεις:

α)

αναφέρεται κατά τρόπο συγκεκριμένο στα αγαθά, τα έργα ή τις υπηρεσίες που θα αποτελέσουν το αντικείμενο της σύμβασης που πρόκειται να συναφθεί·

β)

επισημαίνει ότι η σύμβαση θα ανατεθεί μέσω κλειστής διαδικασίας ή ανταγωνιστικής διαδικασίας με διαπραγμάτευση, χωρίς μεταγενέστερη δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, και καλεί τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους·

γ)

περιέχει, εκτός από τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα V μέρος B τμήμα I, και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα V μέρος B τμήμα II·

δ)

έχει αποσταλεί προς δημοσίευση μεταξύ 35 ημερών και 12 μηνών πριν από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης που αναφέρεται στο άρθρο 54 παράγραφος 1.

Οι ανωτέρω γνωστοποιήσεις δεν δημοσιεύονται σε «προφίλ αγοραστή». Ωστόσο, η τυχόν πρόσθετη δημοσίευση σε εθνικό επίπεδο σύμφωνα με το άρθρο 52 μπορεί να πραγματοποιηθεί σε «προφίλ αγοραστή».

Η περίοδος που καλύπτεται από την προκαταρκτική γνωστοποίηση διαρκεί κατ’ ανώτατο όριο 12 μήνες από την ημερομηνία αποστολής της προς δημοσίευση. Ωστόσο, στην περίπτωση δημόσιων συμβάσεων για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες, η προκαταρκτική γνωστοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 75 παράγραφος 1 στοιχείο β) μπορεί να καλύπτει περίοδο μεγαλύτερη των 12 μηνών.

Άρθρο 49

Γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης

Οι γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης χρησιμοποιούνται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού για όλες τις διαδικασίες, με την επιφύλαξη του άρθρου 26 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο και του άρθρου 32. Οι γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα V μέρος Γ και δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 51.

Άρθρο 50

Γνωστοποιήσεις ανάθεσης σύμβασης

1.   Το αργότερο 30 ημέρες από τη σύναψη σύμβασης ή συμφωνίας-πλαισίου, μετά τη λήψη απόφασης για την ανάθεση ή τη σύναψή της, οι αναθέτουσες αρχές αποστέλλουν γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης με τα αποτελέσματα της διαδικασίας προμήθειας.

Οι εν λόγω γνωστοποιήσεις περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα V μέρος Δ και δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 51.

2.   Εάν η προκήρυξη διαγωνισμού για τη σχετική σύμβαση είχε γίνει υπό τη μορφή προκαταρκτικής γνωστοποίησης και η αναθέτουσα αρχή αποφασίσει να μην αναθέσει περαιτέρω συμβάσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από την προκαταρκτική γνωστοποίηση, η γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης περιέχει σχετική επισήμανση.

Στην περίπτωση συμφωνιών-πλαισίων που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 33, οι αναθέτουσες αρχές απαλλάσσονται από την υποχρέωση αποστολής γνωστοποίησης με τα αποτελέσματα της διαδικασίας προμήθειας για κάθε σύμβαση που βασίζεται στη συμφωνία-πλαίσιο. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι αναθέτουσες αρχές συγκεντρώνουν σε τριμηνιαία βάση τις γνωστοποιήσεις των αποτελεσμάτων των διαδικασιών προμήθειας για συμβάσεις που βασίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο. Στην περίπτωση αυτή, οι αναθέτουσες αρχές αποστέλλουν τις συγκεντρωμένες γνωστοποιήσεις το αργότερο 30 ημέρες μετά τη λήξη εκάστου τριμήνου.

3.   Οι αναθέτουσες αρχές αποστέλλουν γνωστοποίηση με τα αποτελέσματα της ανάθεσης συμβάσεων που βασίζονται σε δυναμικό σύστημα αγορών το αργότερο 30 ημέρες μετά την ανάθεση κάθε σύμβασης. Μπορούν, ωστόσο, να συγκεντρώνουν τις γνωστοποιήσεις αυτές σε τριμηνιαία βάση. Στην περίπτωση αυτή, αποστέλλουν τις συγκεντρωμένες γνωστοποιήσεις το αργότερο 30 ημέρες μετά τη λήξη εκάστου τριμήνου.

4.   Ορισμένες πληροφορίες σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαισίου μπορούν να μη δημοσιεύονται, όταν η γνωστοποίησή τους μπορεί να εμποδίσει την εφαρμογή των νόμων, να είναι αντίθετη, καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο, προς το δημόσιο συμφέρον ή να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων δημόσιων ή ιδιωτικών οικονομικών φορέων ή να βλάψει τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων.

Άρθρο 51

Σύνταξη και λεπτομέρειες δημοσίευσης των γνωστοποιήσεων

1.   Οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 48, 49 και 50 περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα V υπό τη μορφή τυποποιημένων εντύπων, συμπεριλαμβανομένων και των τυποποιημένων εντύπων για τα διορθωτικά.

Η Επιτροπή καταρτίζει τα τυποποιημένα έντυπα αυτά μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 89 παράγραφος 2.

2.   Οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 48, 49 και 50 συντάσσονται, διαβιβάζονται με ηλεκτρονικά μέσα στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δημοσιεύονται σύμφωνα με το παράρτημα VIII. Οι γνωστοποιήσεις δημοσιεύονται το αργότερο πέντε ημέρες μετά την αποστολή τους. Τα έξοδα δημοσίευσης των γνωστοποιήσεων από την Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης βαρύνουν την Ένωση.

3.   Οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 48, 49 και 50 δημοσιεύονται εξ ολοκλήρου στην επίσημη γλώσσα(-ες) των θεσμικών οργάνων της Ένωσης που επιλέγεται από την αναθέτουσα αρχή. Αυθεντικό θεωρείται μόνο το (τα) κείμενο(-α) που δημοσιεύεται(-ονται) στην εν λόγω γλώσσα ή γλώσσες. Περίληψη των σημαντικότερων στοιχείων κάθε γνωστοποίησης δημοσιεύεται και στις λοιπές επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

4.   Η Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης διασφαλίζει ότι εξακολουθεί να δημοσιεύεται το πλήρες κείμενο και η περίληψη των προκαταρκτικών γνωστοποιήσεων όπως αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 2, καθώς και οι προκηρύξεις διαγωνισμών για τη δημιουργία δυναμικού συστήματος αγορών όπως αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 4 στοιχείο α):

α)

σε περίπτωση που πρόκειται για προκαταρκτικές γνωστοποιήσεις, για 12 μήνες ή μέχρι την παραλαβή γνωστοποίησης ανάθεσης σύμβασης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 50, στην οποία αναφέρεται ότι δεν θα ανατεθούν περαιτέρω συμβάσεις κατά τη διάρκεια της δωδεκάμηνης περιόδου που καλύπτεται από την προκήρυξη του διαγωνισμού. Ωστόσο, στην περίπτωση δημόσιων συμβάσεων για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες, η προκαταρκτική γνωστοποίηση που αναφέρεται στο άρθρο 75 παράγραφος 1 στοιχείο β) εξακολουθεί να δημοσιεύεται μέχρι τα τέλη της αρχικά αναφερθείσας περιόδου ισχύος ή μέχρι την παραλαβή γνωστοποίησης ανάθεσης σύμβασης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 50, στην οποία αναφέρεται ότι δεν θα ανατεθούν περαιτέρω συμβάσεις κατά τη διάρκεια της δωδεκάμηνης περιόδου που καλύπτεται από την προκήρυξη του διαγωνισμού·

β)

σε περίπτωση που πρόκειται για προκηρύξεις διαγωνισμών για τη δημιουργία δυναμικού συστήματος αγορών, κατά την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών.

5.   Οι αναθέτουσες αρχές είναι σε θέση να αποδεικνύουν την ημερομηνία αποστολής των γνωστοποιήσεων.

Η Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης χορηγεί στην αναθέτουσα αρχή βεβαίωση της παραλαβής της γνωστοποίησης και της δημοσίευσης των πληροφοριών που της διαβίβασε, επισημαίνοντας την ημερομηνία της εν λόγω δημοσίευσης. Η βεβαίωση αυτή συνιστά απόδειξη της δημοσίευσης.

6.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να δημοσιεύουν γνωστοποιήσεις για δημόσιες συμβάσεις που δεν υπόκεινται στην προβλεπόμενη από την παρούσα οδηγία υποχρέωση δημοσίευσης, εφόσον οι εν λόγω γνωστοποιήσεις αποστέλλονται στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ηλεκτρονικά μέσα, με τον μορφότυπο και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στο παράρτημα VIII.

Άρθρο 52

Δημοσίευση σε εθνικό επίπεδο

1.   Οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 48, 49 και 50 καθώς και οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτές δεν δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης σύμφωνα με το άρθρο 51. Ωστόσο, η δημοσίευση μπορεί να πραγματοποιείται σε κάθε περίπτωση σε εθνικό επίπεδο, όταν οι αναθέτουσες αρχές δεν έχουν ενημερωθεί σχετικά με τη δημοσίευση εντός 48 ωρών από την επιβεβαίωση της παραλαβής της γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 51.

2.   Οι γνωστοποιήσεις που δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο δεν περιλαμβάνουν πληροφορίες άλλες από εκείνες που περιέχονται στις γνωστοποιήσεις που αποστέλλονται στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή δημοσιεύονται στο «προφίλ αγοραστή», αλλά αναφέρουν την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης που εστάλη στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της δημοσίευσης στο «προφίλ αγοραστή».

3.   Οι προκαταρκτικές γνωστοποιήσεις δεν δημοσιεύονται στο «προφίλ αγοραστή» πριν από την αποστολή στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της γνωστοποίησης με την οποία ανακοινώνεται η δημοσίευσή τους υπό τη μορφή αυτή. Αναφέρουν την ημερομηνία αυτής της αποστολής

Άρθρο 53

Ηλεκτρονική διάθεση των εγγράφων της προμήθειας

1.   Οι αναθέτουσες αρχές προσφέρουν ελεύθερη, άμεση, πλήρη και δωρεάν ηλεκτρονική πρόσβαση στα έγγραφα της προμήθειας από την ημερομηνία δημοσίευσης της γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 51 ή την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος. Το κείμενο της γνωστοποίησης ή της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος διευκρινίζει τη διεύθυνση διαδικτύου απ’ όπου μπορεί να ληφθούν τα έγγραφα της προμήθειας.

Όταν δεν μπορεί να προσφερθεί ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν ηλεκτρονική πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα προμηθειών για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της παρούσας οδηγίας, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αναφέρουν στη γνωστοποίηση ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ότι τα σχετικά έγγραφα της προμήθειας θα διαβιβαστούν με μέσα άλλα πλην των ηλεκτρονικών, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία υποβολής προσφορών παρατείνεται κατά πέντε ημέρες, εκτός από περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένης επείγουσας ανάγκης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3, στο άρθρο 28 παράγραφος 6 και στο άρθρο 29 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο.

Όταν δεν μπορεί να προσφερθεί ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν ηλεκτρονική πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα προμηθειών διότι οι αναθέτουσες αρχές έχουν σκοπό να εφαρμόσουν το άρθρο 21 παράγραφος 2 της παρούσας οδηγίας, αναφέρουν στη γνωστοποίηση ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος τα μέτρα προστασίας του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών τα οποία απαιτούν και τον τρόπο με τον οποίο είναι δυνατή η πρόσβαση στα σχετικά έγγραφα. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία υποβολής προσφορών παρατείνεται κατά πέντε ημέρες, εκτός από περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένης επείγουσας ανάγκης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3, στο άρθρο 28 παράγραφος 6 και στο άρθρο 29 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο.

2.   Εφόσον ζητούνται εγκαίρως, οι αναθέτουσες αρχές παρέχουν σε όλους τους προσφέροντες που συμμετέχουν στη διαδικασία προμήθειας συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τις προδιαγραφές και τυχόν δικαιολογητικά έγγραφα, το αργότερο έξι ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας που έχει οριστεί για την παραλαβή των προσφορών. Σε περίπτωση διαδικασίας επείγοντος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3 και στο άρθρο 28 παράγραφος 6, η προθεσμία αυτή ανέρχεται σε τέσσερις ημέρες.

Άρθρο 54

Προσκλήσεις προς υποψηφίους

1.   Στις κλειστές διαδικασίες, τις διαδικασίες ανταγωνιστικού διαλόγου, τις συμπράξεις καινοτομίας και τις ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, οι αναθέτουσες αρχές προσκαλούν ταυτοχρόνως και γραπτώς τους επιλεγέντες υποψηφίους να υποβάλουν τις προσφορές τους ή, στην περίπτωση ανταγωνιστικού διαλόγου, να συμμετάσχουν στον διάλογο.

Εάν ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού χρησιμοποιείται προκαταρκτική γνωστοποίηση, σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 2, οι αναθέτουσες αρχές προσκαλούν ταυτοχρόνως και γραπτώς τους οικονομικούς φορείς που έχουν εκδηλώσει το ενδιαφέρον τους να επιβεβαιώσουν ότι εξακολουθούν να ενδιαφέρονται.

2.   Οι προσκλήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνουν παραπομπή στην ηλεκτρονική διεύθυνση στην οποία διατίθενται απευθείας με ηλεκτρονικά μέσα τα έγγραφα της προμήθειας. Οι προσκλήσεις συνοδεύονται από τα έγγραφα της προμήθειας, εφόσον τα έγγραφα αυτά δεν καθίστανται αντικείμενο ελεύθερης, άμεσης, πλήρους και δωρεάν πρόσβασης για τους λόγους που εκτίθενται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 δεύτερο ή τρίτο εδάφιο και δεν διατίθενται ήδη με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Επιπλέον, οι προσκλήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα IX.

Άρθρο 55

Ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων

1.   Οι αναθέτουσες αρχές ενημερώνουν, το συντομότερο δυνατόν, όλους τους υποψηφίους και τους προσφέροντες για τις αποφάσεις που λαμβάνονται σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας-πλαισίου, την ανάθεση σύμβασης ή την αποδοχή σε ένα δυναμικό σύστημα αγορών, συμπεριλαμβανομένων των λόγων για τους οποίους αποφάσισαν να μη συνάψουν συμφωνία-πλαίσιο, να μην αναθέσουν σύμβαση για την οποία προκηρύχθηκε διαγωνισμός, να αρχίσουν νέα διαδικασία ή να μην θέσουν σε εφαρμογή δυναμικό σύστημα αγορών.

2.   Κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων υποψηφίων ή προσφερόντων, οι αναθέτουσες αρχές γνωστοποιούν το συντομότερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση εντός 15 ημερών από την παραλαβή γραπτής αίτησης:

α)

σε τυχόν απορριφθέντες υποψηφίους, τους λόγους για την απόρριψη της αίτησης συμμετοχής τους·

β)

σε τυχόν απορριφθέντες προσφέροντες, τους λόγους για την απόρριψη της προσφοράς τους· στις δε περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 42 παράγραφοι 5 και 6, αιτιολογούν επίσης την απόφασή τους περί μη ισοδυναμίας ή περί μη εκπλήρωσης των απαιτήσεων επίδοσης ή λειτουργίας από τα έργα, τα αγαθά ή οι υπηρεσίες·

γ)

σε προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτή προσφορά, τα χαρακτηριστικά και τα σχετικά πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς, καθώς και την επωνυμία του αναδόχου ή των συμβαλλομένων μερών της συμφωνίας-πλαισίου·

δ)

σε προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτή προσφορά, τη διεξαγωγή και την πρόοδο των διαπραγματεύσεων και του διαλόγου με τους προσφέροντες.

3.   Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποφασίζουν να μη γνωστοποιήσουν ορισμένες πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 σχετικά με την ανάθεση των συμβάσεων, τη σύναψη συμφωνιών-πλαισίων ή την αποδοχή σε ένα σύστημα δυναμικών αγορών εάν η γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών μπορεί να εμποδίσει την εφαρμογή των νόμων, να είναι αντίθετη, καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο, προς το δημόσιο συμφέρον ή να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα ενός συγκεκριμένου οικονομικού φορέα δημόσιου ή ιδιωτικού ή τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ οικονομικών φορέων.

Τμήμα 3

Επιλογή των συμμετεχόντων και ανάθεση των συμβάσεων

Άρθρο 56

Γενικές αρχές

1.   Οι συμβάσεις ανατίθενται βάσει των κριτηρίων που καθορίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 67 έως 69, εφόσον η αναθέτουσα αρχή έχει επαληθεύσει, σύμφωνα με τα άρθρα 59 έως 61, ότι πληρούνται όλες οι κατωτέρω σωρευτικές προϋποθέσεις:

α)

η προσφορά συνάδει με τις απαιτήσεις, τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια που προβλέπονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος και στα έγγραφα της προμήθειας, λαμβανομένου υπόψη, κατά περίπτωση, του άρθρου 45·

β)

η προσφορά προέρχεται από προσφέροντα ο οποίος δεν αποκλείεται από τη συμμετοχή δυνάμει του άρθρου 57 και πληροί τα κριτήρια επιλογής που καθορίζονται από την αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το άρθρο 58, και, κατά περίπτωση, τους κανόνες και τα κριτήρια αμεροληψίας που αναφέρονται στο άρθρο 65.

Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποφασίζουν να μην αναθέσουν σύμβαση στον προσφέροντα ο οποίος υποβάλλει την οικονομικώς περισσότερο συμφέρουσα προσφορά, όταν διαπιστώνουν ότι η προσφορά δεν τηρεί τις ισχύουσες υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 18 παράγραφος 2.

2.   Στις ανοικτές διαδικασίες, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποφασίζουν να εξετάσουν τις προσφορές πριν από την επαλήθευση της μη ύπαρξης λόγων αποκλεισμού και της πλήρωσης των κριτηρίων επιλογής, σύμφωνα με τα άρθρα 57 έως 64. Όταν κάνουν χρήση της δυνατότητας αυτής, εξασφαλίζουν ότι η επαλήθευση απουσίας των λόγων αποκλεισμού και πλήρωσης των κριτηρίων επιλογής πραγματοποιείται κατά τρόπο αμερόληπτο και διαφανή ώστε να μην έχει ανατεθεί σύμβαση σε προσφέροντα που θα έπρεπε να είχε αποκλειστεί σύμφωνα με το άρθρο 57 ή δεν πληροί τα κριτήρια επιλογής που έχει καθορίσει η αναθέτουσα αρχή.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποκλείουν τη χρήση της διαδικασίας του πρώτου εδαφίου ή να την περιορίζουν σε ορισμένα είδη προμηθειών ή σε ειδικές περιπτώσεις.

3.   Όταν οι πληροφορίες ή η τεκμηρίωση που πρέπει να υποβάλλονται από τους οικονομικούς φορείς είναι ή εμφανίζονται ελλιπείς ή λανθασμένες ή όταν λείπουν συγκεκριμένα έγγραφα, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν —εφόσον δεν ορίζεται άλλως από την εθνική νομοθεσία με την οποία εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία— να ζητούν από τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να υποβάλλουν, να συμπληρώνουν, να αποσαφηνίζουν ή να ολοκληρώνουν τις σχετικές πληροφορίες ή τεκμηρίωση εντός εύλογης προθεσμίας υπό την προϋπόθεση ότι τα σχετικά αιτήματα υποβάλλονται τηρουμένων απολύτως των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας.

4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 87 για την τροποποίηση του καταλόγου του παραρτήματος X, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, με σκοπό την προσθήκη νέων διεθνών συμφωνιών που έχουν επικυρωθεί από όλα τα κράτη μέλη ή σε περίπτωση που οι αναφερόμενες υφιστάμενες διεθνείς συμφωνίες δεν απολαύουν πλέον της επικύρωσης του συνόλου των κρατών μελών ή έχουν υποστεί άλλες τροποποιήσεις, επί παραδείγματι όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, το περιεχόμενο ή την ονομασία τους.

Ενότητα 1

Κριτήρια ποιοτικής επιλογής

Άρθρο 57

Λόγοι αποκλεισμού

1.   Οι αναθέτουσες αρχές αποκλείουν από τη συμμετοχή σε διαδικασία προμήθειας έναν οικονομικό φορέα όταν αποδεικνύουν, με την επαλήθευση που προβλέπεται στα άρθρα 59, 60 και 61, ή προκύπτει άλλως ότι υπάρχει τελεσίδικη απόφαση εις βάρος του για έναν από τους ακόλουθους λόγους:

α)

συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 της απόφασης-πλαισίου 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου (32)·

β)

διαφθορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 της σύμβασης περί της καταπολέμησης της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (33) και στο άρθρο 2 παράγραφος 1 της απόφασης-πλαισίου 2003/568/ΔΕΥ του Συμβουλίου (34), καθώς και όπως ορίζεται στο εθνικό δίκαιο της αναθέτουσας αρχής ή του οικονομικού φορέα·

γ)

απάτη, κατά την έννοια του άρθρου 1 της σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (35)·

δ)

τρομοκρατικά εγκλήματα ή εγκλήματα συνδεόμενα με τρομοκρατικές δραστηριότητες, όπως ορίζονται, αντιστοίχως, στα άρθρα 1 και 3 της απόφασης-πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου (36), ή ηθική αυτουργία, συνέργεια ή απόπειρα διάπραξης εγκλήματος, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 αυτής·

ε)

νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 1 της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (37)·

στ)

παιδική εργασία και άλλες μορφές εμπορίας ανθρώπων, σύμφωνα με το άρθρο 2 της οδηγίας 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (38).

Η υποχρέωση αποκλεισμού οικονομικού φορέα εφαρμόζεται επίσης όταν το πρόσωπο εις βάρος του οποίου εκδόθηκε τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση είναι μέλος του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου του εν λόγω οικονομικού φορέα ή έχει εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε αυτό.

2.   Αποκλείεται από τη συμμετοχή σε διαδικασία προμήθειας οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας, εάν η αναθέτουσα αρχή γνωρίζει ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας έχει αθετήσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και αυτό έχει διαπιστωθεί από δικαστική ή διοικητική απόφαση με τελεσίδικη και δεσμευτική ισχύ σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ή με τις νομικές διατάξεις του κράτους μέλους της αναθέτουσας αρχής.

Επιπλέον, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποκλείει ή να υποχρεώνεται από τα κράτη μέλη να αποκλείει οποιονδήποτε οικονομικό φορέα από τη συμμετοχή σε διαδικασία προμήθειας, εάν μπορεί να αποδείξει με τα κατάλληλα μέσα ότι ο οικονομικός φορέας έχει αθετήσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.

Η παρούσα παράγραφος παύει να εφαρμόζεται όταν ο οικονομικός φορέας εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, είτε καταβάλλοντας τους φόρους ή τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης που οφείλει, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των δεδουλευμένων τόκων ή των προστίμων, είτε υπαγόμενος σε δεσμευτικό διακανονισμό για την καταβολή τους.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν παρέκκλιση από τον υποχρεωτικό αποκλεισμό που προβλέπεται στις παραγράφους 1 και 2 κατ’ εξαίρεση, για επιτακτικούς λόγους δημόσιου συμφέροντος, όπως δημόσιας υγείας ή προστασίας του περιβάλλοντος.

Τα κράτη μέλη μπορούν, επίσης, να προβλέπουν παρέκκλιση από τον υποχρεωτικό αποκλεισμό που προβλέπεται στην παράγραφο 2, όταν ο αποκλεισμός θα ήταν σαφώς δυσανάλογος, ιδίως όταν μόνο μικρά ποσά των φόρων ή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης δεν έχουν καταβληθεί ή όταν ο οικονομικός φορέας ενημερώθηκε σχετικά με το ακριβές ποσό που οφείλεται λόγω αθέτησης των υποχρεώσεών του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης σε χρόνο κατά τον οποίο δεν είχε τη δυνατότητα να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την παράγραφο 2 τρίτο εδάφιο, πριν από την εκπνοή της προθεσμίας αίτησης συμμετοχής ή, σε ανοικτές διαδικασίες, της προθεσμίας υποβολής προσφοράς.

4.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποκλείουν ή μπορούν να υποχρεώνονται από τα κράτη μέλη να αποκλείουν από τη συμμετοχή σε διαδικασία προμήθειας οποιονδήποτε οικονομικό φορέα σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες καταστάσεις:

α)

εάν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποδείξει με κατάλληλη μέσα αθέτηση των ισχυουσών υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 18 παράγραφος 2·

β)

εάν ο οικονομικός φορέας κηρύσσει χρεοκοπία ή υπόκειται σε διαδικασία αφερεγγυότητας ή παύσης δραστηριοτήτων, εάν τελεί υπό αναγκαστική διαχείριση από εκκαθαριστή ή από το δικαστήριο, εάν έχει υπαχθεί σε πτωχευτικό συμβιβασμό, εάν έχουν ανασταλεί οι επιχειρηματικές δραστηριότητές του ή εάν βρίσκεται σε οποιαδήποτε ανάλογη κατάσταση προκύπτουσα από παρόμοια διαδικασία προβλεπόμενη σε εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις·

γ)

εάν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποδείξει, με κατάλληλα μέσα, ότι ο οικονομικός φορέας έχει διαπράξει σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, το οποίο θέτει εν αμφιβόλω την ακεραιότητά του·

δ)

εάν η αναθέτουσα αρχή διαθέτει επαρκώς εύλογες ενδείξεις που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο οικονομικός φορέας συνήψε συμφωνίες με άλλους οικονομικού φορείς με στόχο τη στρέβλωση του ανταγωνισμού·

ε)

εάν η σύγκρουση συμφερόντων κατά την έννοια του άρθρου 54 δεν μπορεί να επανορθωθεί με άλλα, λιγότερο παρεμβατικά, μέσα·

στ)

εάν η στρέβλωση του ανταγωνισμού από την πρότερη συμμετοχή των οικονομικών φορέων κατά την προετοιμασία της διαδικασίας προμήθειας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 41, δεν μπορεί να επανορθωθεί με άλλα, λιγότερο παρεμβατικά, μέσα·

ζ)

εάν ο οικονομικός φορέας έχει επιδείξει σοβαρή ή επαναλαμβανόμενη πλημμέλεια κατά την εκτέλεση ουσιώδους απαίτησης στο πλαίσιο προηγούμενης δημόσιας σύμβασης, προηγούμενης σύμβασης με αναθέτουσα αρχή ή προηγούμενης σύμβασης παραχώρησης που είχε ως αποτέλεσμα την πρόωρη καταγγελία της προηγούμενης σύμβασης, αποζημιώσεις ή άλλες παρόμοιες κυρώσεις·

η)

εάν ο οικονομικός φορέας έχει κριθεί ένοχος σοβαρών ψευδών δηλώσεων κατά την παροχή των πληροφοριών που απαιτούνται για την εξακρίβωση της απουσίας των λόγων αποκλεισμού ή την πλήρωση των κριτηρίων επιλογής, έχει αποκρύψει τις πληροφορίες αυτές ή δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα δικαιολογητικά που απαιτούνται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 59, ή

θ)

εάν ο οικονομικός φορέας επιχειρεί να επηρεάσει με αθέμιτο τρόπο τη διαδικασία λήψης αποφάσεων της αναθέτουσας αρχής, να αποκτήσει εμπιστευτικές πληροφορίες που ενδέχεται να του αποφέρουν αθέμιτο πλεονέκτημα στη διαδικασία προμήθειας ή να παράσχει εξ αμελείας παραπλανητικές πληροφορίες που ενδέχεται να επηρεάσουν ουσιωδώς τις αποφάσεις που αφορούν τον αποκλεισμό, την επιλογή ή την ανάθεση.

Παρά το στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου, τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτήσουν, ή να προβλέψουν τη δυνατότητα να μην αποκλείεται από την αναθέτουσα αρχή ένας οικονομικός φορέας ευρισκόμενος σε μια των καταστάσεων του προαναφερθέντος σημείου, όταν η αναθέτουσα αρχή έχει αποδείξει ότι ο εν λόγω φορέας δύναται να εκτελέσει τη σύμβαση, λαμβάνοντας υπόψιν την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία και μέτρα σχετικά με τη συνέχιση της επιχειρηματικής του λειτουργίας στις καταστάσεις του στοιχείου β).

5.   Ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποκλείσουν έναν οικονομικό φορέα, όταν αποδεικνύεται ότι αυτός βρίσκεται, λόγω πράξεων ή παραλείψεων αυτού, είτε πριν είτε κατά τη διαδικασία, σε μια από τις περιπτώσεις των παραγράφων 1 και 2.

Ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποκλείουν ή να υποχρεώνονται από τα κράτη μέλη να αποκλείουν οικονομικό φορέα, όταν αποδεικνύεται ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας βρίσκεται, λόγω πράξεων ή παραλείψεων αυτού, είτε πριν είτε κατά τη διαδικασία, σε μια από τις περιπτώσεις της παραγράφου 4.

6.   Οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας αντιμετωπίζει μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 4 μπορεί να προσκομίζει στοιχεία από τα οποία να τεκμαίρεται ότι τα μέτρα που έλαβε επαρκούν για να αποδείξουν την αξιοπιστία του, παρότι συντρέχει ο σχετικός λόγος αποκλεισμού. Εάν τα στοιχεία κριθούν επαρκή, ο εν λόγω οικονομικός φορέας δεν αποκλείεται από τη διαδικασία προμήθειας.

Για τον σκοπό αυτόν, ο οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι έχει καταβάλει ή δεσμευθεί να καταβάλει αποζημίωση για τυχόν ζημίες που προκλήθηκαν από το ποινικό αδίκημα ή το παράπτωμα, ότι έχει διευκρινίσει τα γεγονότα και τις περιστάσεις με ολοκληρωμένο τρόπο, μέσω ενεργού συνεργασίας με τις ερευνητικές αρχές, και έχει λάβει συγκεκριμένα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα καθώς και μέτρα σε επίπεδο προσωπικού κατάλληλα για την αποφυγή περαιτέρω ποινικών αδικημάτων ή παραπτωμάτων.

Τα μέτρα που λαμβάνονται από τους οικονομικούς φορείς αξιολογούνται σε συνάρτηση με τη σοβαρότητα και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του ποινικού αδικήματος ή του παραπτώματος. Σε περίπτωση που τα μέτρα κριθούν ανεπαρκή, γνωστοποιείται στον οικονομικό φορέα το σκεπτικό της απόφασης αυτής.

Οικονομικός φορέας που έχει αποκλειστεί, με τελεσίδικη απόφαση, από τη συμμετοχή σε διαδικασίες προμήθειας ή ανάθεσης παραχώρησης δεν μπορεί να κάνει χρήση της δυνατότητας που παρέχεται βάσει της παρούσας παραγράφου κατά την περίοδο του αποκλεισμού που ορίζεται στην εν λόγω απόφαση στο κράτος μέλος στο οποίο ισχύει η απόφαση.

7.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους όρους εφαρμογής του παρόντος άρθρου, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων και τηρουμένου του ενωσιακού δικαίου. Καθορίζουν, ιδίως, τη μέγιστη περίοδο αποκλεισμού σε περίπτωση που ο οικονομικός φορέας δεν λάβει μέτρα για να αποδείξει την αξιοπιστία του, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 6. Εάν η περίοδος αποκλεισμού δεν έχει καθοριστεί από τελεσίδικη απόφαση, η περίοδος αυτή δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη από την ημερομηνία της καταδίκης με τελεσίδικη απόφαση στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο και τρία έτη από την ημερομηνία του σχετικού γεγονότος στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4.

Άρθρο 58

Κριτήρια επιλογής

1.   Τα κριτήρια επιλογής μπορεί να αφορούν:

α)

την καταλληλότητα για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας·

β)

την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια·

γ)

την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα.

Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιβάλλουν στους οικονομικούς φορείς ως απαιτήσεις συμμετοχής μόνο τα κριτήρια που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 4. Οι αναθέτουσες αρχές περιορίζουν τις όποιες προϋποθέσεις συμμετοχής σε εκείνες που είναι απαραίτητες ώστε να εξασφαλίζεται ότι ένας υποψήφιος ή προσφέρων διαθέτει τις νομικές και χρηματοοικονομικές δυνατότητες και την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα για την εκτέλεση της προς ανάθεση σύμβασης. Όλες οι απαιτήσεις σχετίζονται και είναι ανάλογες με το αντικείμενο της σύμβασης.

2.   Όσον αφορά την καταλληλότητα για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να είναι εγγεγραμμένοι σε ένα από τα επαγγελματικά ή εμπορικά μητρώα που τηρούνται στο κράτος μέλος εγκατάστασής τους, όπως περιγράφεται στο παράρτημα XI ή να ικανοποιούν οποιαδήποτε άλλη απαίτηση ορίζεται στο παράρτημα αυτό.

Στις διαδικασίες προμήθειας υπηρεσιών, εφόσον οι οικονομικοί φορείς πρέπει να διαθέτουν ειδική έγκριση ή να είναι μέλη συγκεκριμένου οργανισμού για να μπορούν να παράσχουν τη σχετική υπηρεσία στη χώρα καταγωγής τους, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να τους ζητεί να αποδείξουν ότι διαθέτουν την έγκριση αυτή ή ότι είναι μέλη του εν λόγω οργανισμού.

3.   Όσον αφορά την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιβάλλουν υποχρεώσεις που να διασφαλίζουν ότι οι οικονομικοί φορείς διαθέτουν την αναγκαία οικονομική και χρηματοδοτική ικανότητα για την εκτέλεση της σύμβασης. Για τον σκοπό αυτόν, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν, ειδικότερα, από τους οικονομικούς φορείς να έχουν έναν ορισμένο ελάχιστο ετήσιο κύκλο εργασιών, συμπεριλαμβανομένου ορισμένου ελάχιστου κύκλου εργασιών στον τομέα δραστηριοτήτων που καλύπτεται από τη σύμβαση. Επίσης, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τους ετήσιους λογαριασμούς, παρουσιάζοντας την αναλογία, φερ’ ειπείν, στοιχείων ενεργητικού και παθητικού. Μπορούν επίσης να απαιτούν κατάλληλο επίπεδο ασφαλιστικής κάλυψης έναντι επαγγελματικών κινδύνων.

Ο ελάχιστος ετήσιος κύκλος εργασιών που απαιτείται να έχουν οι οικονομικοί φορείς δεν υπερβαίνει το διπλάσιο της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης, εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, όπως σχετικά με τους ειδικούς κινδύνους που αφορούν τη φύση των έργων, των υπηρεσιών ή των αγαθών. Η αναθέτουσα αρχή αναφέρει τους βασικούς λόγους για την απαίτηση αυτή στα έγγραφα της προμήθειας ή στη χωριστή έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 84.

Η αναλογία, φερ’ ειπείν, στοιχείων ενεργητικού και παθητικού μπορεί να λαμβάνεται υπόψη όταν η αναθέτουσα αρχή προσδιορίζει τις μεθόδους και τα κριτήρια της συνεκτίμησης αυτής στα έγγραφα προμήθειας. Οι μέθοδοι και τα κριτήρια αυτά χαρακτηρίζονται από διαφάνεια, αντικειμενικότητα και αποφυγή διακρίσεων.

Όταν μια σύμβαση υποδιαιρείται σε παρτίδες, το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε σχέση με κάθε επιμέρους παρτίδα. Εντούτοις, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να καθορίζει τον ελάχιστο ετήσιο κύκλο εργασιών που πρέπει να έχουν οικονομικοί φορείς ανά ομάδες παρτίδων, σε περίπτωση που θα ανατεθούν στον ανάδοχο περισσότερες παρτίδες που πρέπει να εκτελεστούν ταυτοχρόνως.

Εάν οι συμβάσεις βάσει συμφωνίας-πλαισίου πρόκειται να ανατεθούν μετά από προκήρυξη νέου διαγωνισμού, η μέγιστη απαίτηση ετήσιου κύκλου εργασιών που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου υπολογίζεται βάσει του αναμενόμενου μέγιστου μεγέθους των συγκεκριμένων συμβάσεων που θα εκτελεστούν ταυτοχρόνως, ή, εάν αυτό δεν είναι γνωστό, βάσει της εκτιμώμενης αξίας της συμφωνίας-πλαισίου. Στην περίπτωση δυναμικού συστήματος αγορών, η μέγιστη απαίτηση ετήσιου κύκλου εργασιών που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο υπολογίζεται βάσει του αναμενόμενου μέγιστου μεγέθους των συγκεκριμένων συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος.

4.   Όσον αφορά την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιβάλλουν υποχρεώσεις που να εξασφαλίζουν ότι οι οικονομικοί φορείς διαθέτουν τους αναγκαίους ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους και την πείρα για την εκτέλεση της σύμβασης σε κατάλληλο επίπεδο ποιότητας.

Οι αναθέτουσες αρχές μπορεί να απαιτούν, ειδικότερα, από τους οικονομικούς φορείς να διαθέτουν ικανοποιητικό επίπεδο εμπειριών, αποδεικνυόμενο με κατάλληλες συστάσεις από συμβάσεις που έχουν εκτελεστεί κατά το παρελθόν. Μια αναθέτουσα αρχή μπορεί να θεωρεί ότι ένας οικονομικός φορέας δεν διαθέτει την αναγκαία επαγγελματική ικανότητα εάν διαπιστώσει ότι ο οικονομικός φορέας έχει συγκρουόμενα συμφέροντα που ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την εκτέλεση της σύμβασης.

Στο πλαίσιο διαδικασιών προμήθειας αγαθών για τα οποία απαιτούνται εργασίες τοποθέτησης ή εγκατάστασης, παροχή υπηρεσιών ή εκτέλεση έργων, η ικανότητα των οικονομικών φορέων να παράσχουν αυτή την υπηρεσία ή να εκτελέσουν την εγκατάσταση ή τα έργα μπορεί να αξιολογείται βάσει της τεχνογνωσίας τους, της αποτελεσματικότητας, της πείρας και της αξιοπιστίας τους.

5.   Οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν τα απαιτούμενα κριτήρια συμμετοχής που μπορεί να εκφράζονται ως ελάχιστα επίπεδα ικανότητας, καθώς και τα κατάλληλα αποδεικτικά μέσα, στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος.

Άρθρο 59

Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Προμήθειας

1.   Κατά την υποβολή αιτήσεων συμμετοχής ή υποβολής προσφοράς, οι αναθέτουσες αρχές δέχονται το Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Προμήθειας (ΕΕΕΠ), το οποίο αποτελείται από ενημερωμένη υπεύθυνη δήλωση ως προκαταρκτική απόδειξη προς αντικατάσταση των πιστοποιητικών που εκδίδουν δημόσιες αρχές ή τρίτα μέρη επιβεβαιώνοντας ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας πληροί οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

δεν βρίσκεται σε μια από τις καταστάσεις του άρθρου 57 λόγω της οποίας οι οικονομικοί φορείς αποκλείονται ή μπορούν να αποκλεισθούν·

β)

πληροί τα σχετικά κριτήρια επιλογής τα οποία έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 58·

γ)

κατά περίπτωση, τηρεί τους αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια που έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 65.

Όταν ο οικονομικός φορέας εξαρτάται από τις ικανότητες άλλων φορέων σύμφωνα με το άρθρο 63, το ΕΕΕΠ περιέχει επίσης τις πληροφορίες του πρώτου εδαφίου της παρούσης παραγράφου όσον αφορά τις οντότητες αυτές.

Το ΕΕΕΠ αποτελείται από τυπική δήλωση του οικονομικού φορέα ότι ο σχετικός λόγος για τον αποκλεισμό δεν ισχύει και/ή ότι πληρούται το σχετικό κριτήριο επιλογής και παρέχει τις κατάλληλες πληροφορίες, όπως απαιτείται από την αναθέτουσα αρχή. Το ΕΕΕΠ προσδιορίζει τη δημόσια αρχή ή το τρίτο μέρος που είναι υπεύθυνο για τη θέσπιση του δικαιολογητικού και περιλαμβάνει τυπική δήλωση ότι ο οικονομικός φορέας θα είναι σε θέση, κατόπιν αιτήσεως και χωρίς καθυστέρηση, να προσκομίσει το εν λόγω δικαιολογητικό.

Όταν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να λάβει τα δικαιολογητικά απευθείας με πρόσβαση σε βάση δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 5, το ΕΕΕΠ περιέχει επίσης τις πληροφορίες που απαιτούνται για τον συγκεκριμένο σκοπό, όπως την ηλεκτρονική διεύθυνση της βάσης δεδομένων, τυχόν δεδομένα αναγνώρισης και, κατά περίπτωση, την απαραίτητη δήλωση συναίνεσης.

Οι οικονομικοί φορείς μπορούν να χρησιμοποιήσουν εκ νέου ΕΕΕΠ το οποίο έχει ήδη χρησιμοποιηθεί σε προηγούμενη διαδικασία προμήθειας, εφόσον επιβεβαιώνουν ότι οι πληροφορίες του εγγράφου εξακολουθούν να είναι αληθείς.

2.   Το ΕΕΕΠ καταρτίζεται βάσει τυποποιημένου εντύπου. H Επιτροπή θεσπίζει το εν λόγω τυποποιημένο έντυπο, μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 89 παράγραφος 3.

Το ΕΕΕΠ παρέχεται αποκλειστικά σε ηλεκτρονική μορφή.

3.   Παρά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 92, η Επιτροπή επισκοπεί την πρακτική χρήση του ΕΕΕΠ, λαμβάνοντας υπόψη την τεχνική εξέλιξη των βάσεων δεδομένων στα κράτη μέλη και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έως τις 18 Απριλίου 2017.

Κατά περίπτωση, η Επιτροπή υποβάλλει προτάσεις λύσεων για τη βελτιστοποίηση της διασυνοριακής πρόσβασης σε αυτή τη βάση δεδομένων και της χρήσης πιστοποιητικών και βεβαιώσεων στην εσωτερική αγορά.

4.   Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να ζητεί από προσφέροντες και υποψήφιους ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας να υποβάλλουν όλα ή ορισμένα δικαιολογητικά, όταν αυτό απαιτείται για την ορθή διεξαγωγή της διαδικασίας.

Πριν από την ανάθεση της σύμβασης, η αναθέτουσα αρχή, εξαιρουμένων των συμβάσεων βάσει συμφωνιών-πλαισίων, όταν οι συμβάσεις αυτές συνάπτονται δυνάμει του άρθρου 33 παράγραφος 3 ή του άρθρου 33 παράγραφος 4 στοιχείο α), απαιτεί από τον προσφέροντα στον οποίο αποφάσισε να αναθέσει τη σύμβαση να υποβάλει ενημερωμένα δικαιολογητικά, σύμφωνα με το άρθρο 59 και, κατά περίπτωση, το άρθρο 60. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να καλέσει τους οικονομικούς φορείς να συμπληρώσουν ή να διευκρινίσουν τα πιστοποιητικά που έχουν παραληφθεί σύμφωνα με τα άρθρα 60 και 62.

5.   Παρά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 4, οι οικονομικοί φορείς δεν υποχρεούνται να υποβάλλουν δικαιολογητικά ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία, εφόσον και καθόσον η αναθέτουσα αρχή έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει τα πιστοποιητικά ή τις συναφείς πληροφορίες απευθείας μέσω πρόσβασης σε εθνική βάση δεδομένων σε οποιοδήποτε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία διατίθεται δωρεάν, όπως εθνικό μητρώο προμήθειας, εικονικός φάκελος επιχείρησης ή ηλεκτρονικό σύστημα αποθήκευσης εγγράφων ή σύστημα προεπιλογής.

Παρά την παράγραφο 4 οι οικονομικοί φορείς δεν υποχρεούνται να υποβάλουν δικαιολογητικά όταν η αναθέτουσα αρχή που ανέθεσε τη σύμβαση ή υπέγραφε τη συμφωνία-πλαίσιο έχει ήδη τα δικαιολογητικά αυτά.

Για τον σκοπό του πρώτου εδαφίου, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι βάσεις δεδομένων, οι οποίες περιέχουν σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τους οικονομικούς φορείς και μπορούν να χρησιμοποιούνται από τις αναθέτουσες αρχές, μπορούν επίσης να χρησιμοποιούνται υπό τις ίδιους όρους από τις αναθέτουσες αρχές άλλων κρατών μελών.

6.   Τα κράτη μέλη διαθέτουν και ενημερώνουν στο e-Certis πλήρη κατάλογο των βάσεων δεδομένων οι οποίες περιλαμβάνουν σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τους οικονομικούς φορείς και μπορούν να χρησιμοποιούνται από τις αναθέτουσες αρχές άλλων κρατών μελών. Κατόπιν αιτήσεως τα κράτη μέλη κοινοποιούν στα λοιπά κράτη μέλη κάθε πληροφορία που αφορά τις βάσεις δεδομένων, σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Άρθρο 60

Αποδεικτικά μέσα

1.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν τα πιστοποιητικά, τις βεβαιώσεις και τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου και στο παράρτημα XII ως απόδειξη της μη ύπαρξης λόγων αποκλεισμού, όπως αναφέρονται στο άρθρο 57 και της πλήρωσης των κριτηρίων επιλογής σύμφωνα με το άρθρο 58.

Οι αναθέτουσες αρχές δεν απαιτούν αποδεικτικά μέσα πλην εκείνων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 62. Επιπλέον, όσον αφορά το άρθρο 63, οι οικονομικοί φορείς μπορούν να βασίζονται σε οποιαδήποτε κατάλληλα μέσα για να αποδεικνύουν στην αναθέτουσα αρχή ότι θα έχουν τους αναγκαίους πόρους στη διάθεσή τους.

2.   Οι αναθέτουσες αρχές δέχονται ως επαρκή απόδειξη του ότι ο οικονομικός φορέας δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 57 τα εξής στοιχεία:

α)

για την παράγραφο 1 του εν λόγω άρθρου, την προσκόμιση αποσπάσματος του σχετικού μητρώου, όπως του ποινικού μητρώου ή, ελλείψει αυτού, ισοδύναμου εγγράφου που εκδίδεται από αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή του κράτους μέλους ή της χώρας καταγωγής όπου είναι εγκατεστημένος ο εν λόγω οικονομικός φορέας, από το οποίο προκύπτει ότι πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις·

β)

για την παράγραφο 2 και την παράγραφο 4 στοιχείο β) του εν λόγω άρθρου, πιστοποιητικό που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους ή χώρας·

Αν η οικεία χώρα ή κράτος μέλος δεν εκδίδει τέτοιου είδους έγγραφο ή πιστοποιητικό ή όπου το έγγραφο ή το πιστοποιητικό αυτό δεν καλύπτει όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 και στην παράγραφο 4 στοιχείο β) του εν λόγω άρθρου 57, το έγγραφο ή το πιστοποιητικό μπορεί να αντικαθίσταται από ένορκη δήλωση ή, στα κράτη μέλη ή χώρες όπου δεν προβλέπεται ένορκη δήλωση, από υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής, συμβολαιογράφου ή αρμόδιου επαγγελματικού ή εμπορικού οργανισμού της χώρας καταγωγής ή του κράτους μέλους ή χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο οικονομικός φορέας.

Τα κράτη μέλη, παρέχουν, όπου κρίνεται αναγκαίο, επίσημη δήλωση όπου αναφέρεται ότι δεν εκδίδονται τα έγγραφα ή τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο ή ότι τα έγγραφα αυτά δεν καλύπτουν όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 57 παράγραφοι 1 και 2 και παράγραφος 4 στοιχείο β). Οι επίσημες δηλώσεις αυτές καθίστανται διαθέσιμες μέσω του επιγραμμικού αποθετηρίου πιστοποιητικών (e-Certis) που αναφέρονται στο άρθρο 61.

3.   Η οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια του οικονομικού φορέα μπορεί, κατά κανόνα, να αποδεικνύεται με ένα ή περισσότερα από τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο παράρτημα XII μέρος I.

Εάν ο οικονομικός φορέας, για βάσιμο λόγο, δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα δικαιολογητικά που ζητεί η αναθέτουσα αρχή, μπορεί να αποδεικνύει την οικονομική και χρηματοοικονομική του επάρκεια με οποιοδήποτε άλλο έγγραφο κρίνεται κατάλληλο από την αναθέτουσα αρχή.

4.   Η τεχνική ικανότητα των οικονομικών φορέων μπορεί να αποδεικνύεται με έναν ή περισσότερους από τους τρόπους που αναφέρονται στο παράρτημα XII μέρος II, ανάλογα με τη φύση, την ποσότητα ή τη σπουδαιότητα και τη χρήση των έργων, των αγαθών ή των υπηρεσιών.

5.   Εφόσον τους ζητηθεί, τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση άλλων κρατών μελών κάθε πληροφορία σχετικά με τους λόγους αποκλεισμού που παρατίθενται στο άρθρο 57, την καταλληλότητα για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας και τις χρηματοοικονομικές και τεχνικές ικανότητες των προσφερόντων που αναφέρονται στο άρθρο 58, καθώς και κάθε πληροφορία σχετικά με τα αποδεικτικά μέσα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 61

Επιγραμμικό αποθετήριο πιστοποιητικών (e-Certis)

1.   Με σκοπό τη διευκόλυνση της διασυνοριακής υποβολής προσφορών, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν τη διαρκή επικαιροποίηση των πληροφοριών για τα πιστοποιητικά και τις λοιπές μορφές αποδεικτικών εγγράφων που εισάγονται στο σύστημα e-Certis της Επιτροπής.

2.   Οι αναθέτουσες αρχές προσφεύγουν στο e-Certis και απαιτούν κατά κύριο λόγο είδη πιστοποιητικών ή μορφές αποδεικτικών εγγράφων που καλύπτονται από το e-Certis.

3.   Η Επιτροπή διαθέτει το ΕΕΕΠ σε όλες τις γλώσσες στο e-Certis.

Άρθρο 62

Πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης

1.   Οι αναθέτουσες αρχές, εάν απαιτούν την προσκόμιση πιστοποιητικών εκδιδόμενων από ανεξάρτητους οργανισμούς που βεβαιώνουν ότι ο οικονομικός φορέας συμμορφώνεται με ορισμένα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας, συμπεριλαμβανομένης της προσβασιμότητας για άτομα με ειδικές ανάγκες, παραπέμπουν σε συστήματα διασφάλισης ποιότητας βασιζόμενα στη σχετική σειρά ευρωπαϊκών προτύπων που έχουν πιστοποιηθεί από διαπιστευμένους οργανισμούς. Οι αναθέτουσες αρχές αναγνωρίζουν ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη. Επίσης, κάνουν δεκτά άλλα αποδεικτικά στοιχεία για ισοδύναμα μέτρα διασφάλισης ποιότητας, εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας δεν είχε τη δυνατότητα να αποκτήσει τα εν λόγω πιστοποιητικά εντός των σχετικών προθεσμιών για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται ο ίδιος, υπό την προϋπόθεση ότι τα προτεινόμενα μέτρα διασφάλισης ποιότητας πληρούν τα απαιτούμενα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας.

2.   Εάν οι αναθέτουσες αρχές απαιτούν την υποβολή πιστοποιητικών εκδιδομένων από ανεξάρτητους οργανισμούς που να βεβαιώνουν ότι ο οικονομικός φορέας συμμορφώνεται με συγκεκριμένα συστήματα ή πρότυπα όσον αφορά την περιβαλλοντική διαχείριση, παραπέμπουν στο σύστημα οικολογικής διαχείρισης και ελέγχου (EMAS) της Ένωσης ή σε άλλα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης που έχουν αναγνωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 45 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 ή σε άλλα πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης βασιζόμενα σε αντίστοιχα ευρωπαϊκά ή διεθνή πρότυπα που έχουν εκδοθεί από διαπιστευμένους οργανισμούς. Οι αναθέτουσες αρχές αναγνωρίζουν ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη.

Όταν ο οικονομικός φορέας τεκμηριωμένα δεν έχει πρόσβαση στα εν λόγω πιστοποιητικά ή δεν έχει τη δυνατότητα να τα αποκτήσει εντός των σχετικών προθεσμιών για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται ο ίδιος, η αναθέτουσα αρχή αποδέχεται επίσης άλλα αποδεικτικά μέτρων περιβαλλοντικής διαχείρισης, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι τα συγκεκριμένα μέτρα είναι ισοδύναμα με εκείνα που απαιτούνται βάσει του εφαρμοστέου συστήματος ή προτύπου περιβαλλοντικής διαχείρισης.

3.   Εφόσον τους ζητηθεί, τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση άλλων κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 86, κάθε πληροφορία σχετικά με τα έγγραφα που προσκομίζονται ως στοιχεία αποδεικτικά της συμμόρφωσης με ποιοτικά και περιβαλλοντικά πρότυπα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.

Άρθρο 63

Στήριξη στις ικανότητες άλλων φορέων

1.   Όσον αφορά τα κριτήρια της οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας που προβλέπονται στο άρθρο 58 παράγραφος 3 και τα κριτήρια σχετικά με την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα που προβλέπονται στο άρθρο 58 παράγραφος 4, ένας οικονομικός φορέας μπορεί, εφόσον συντρέχει περίπτωση και για συγκεκριμένη σύμβαση, να στηρίζεται στις ικανότητες άλλων οντοτήτων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με αυτούς. Όσον αφορά τα κριτήρια που σχετίζονται με τους τίτλους σπουδών και τα επαγγελματικά προσόντα που ορίζονται στο παράρτημα XII μέρος II στοιχείο στ) ή με τη σχετική επαγγελματική πείρα, οι οικονομικοί φορείς μπορούν, ωστόσο, να βασίζονται στις ικανότητες άλλων φορέων μόνο εάν αυτές θα εκτελέσουν τις εργασίες ή τις υπηρεσίες για τις οποίες απαιτούνται οι συγκεκριμένες ικανότητες. Σε περίπτωση που οικονομικός φορέας επιθυμεί να στηριχθεί στις ικανότητες άλλων φορέων, αποδεικνύει στην αναθέτουσα αρχή ότι θα έχει στη διάθεσή του τους αναγκαίους πόρους, παραδείγματος χάριν, με την προσκόμιση της σχετικής δέσμευσης των φορέων αυτών για τον σκοπό αυτό.

Η αναθέτουσα αρχή ελέγχει, σύμφωνα με τα άρθρα 59, 60 και 61, αν πληρούν τα σχετικά κριτήρια επιλογής οι φορείς στις ικανότητες των οποίων ο οικονομικός φορέας προτίθεται να στηριχθεί και αν συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού σύμφωνα με το άρθρο 57. Η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει ένα φορέα που δεν πληροί σχετικό κριτήριο επιλογής ή για την οποία συντρέχουν υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να απαιτήσει από τον οικονομικό φορέα, ή δύναται να υποχρεωθεί σχετικώς από το κράτος μέλος, να αντικαταστήσει φορέα έναντι του οποίου δεν συντρέχουν μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού.

Όταν οικονομικός φορέας στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων όσον αφορά τα κριτήρια που σχετίζονται με την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να ζητά από τον οικονομικό φορέα και τους φορείς αυτούς να είναι από κοινού υπεύθυνοι για την εκτέλεση της σύμβασης.

Υπό τους ιδίους όρους, ένας όμιλος οικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2, μπορεί να στηρίζεται στις ικανότητες των συμμετεχόντων στον όμιλο ή άλλων φορέων.

2.   Στην περίπτωση συμβάσεων έργων, συμβάσεων υπηρεσιών και εργασιών τοποθέτησης και εγκατάστασης στο πλαίσιο σύμβασης αγαθών, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν την εκτέλεση ορισμένων κρίσιμων καθηκόντων απευθείας από τον ίδιο τον προσφέροντα ή, σε περίπτωση που η προσφορά υποβάλλεται από όμιλο οικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2, από έναν από τους συμμετέχοντες στον όμιλο αυτό.

Άρθρο 64

Επίσημοι κατάλογοι εγκεκριμένων οικονομικών φορέων και πιστοποίηση από οργανισμούς δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να καταρτίζουν ή να διατηρούν είτε επίσημους καταλόγους εγκεκριμένων εργοληπτών, προμηθευτών ή παρόχων υπηρεσιών, είτε να προβλέπουν πιστοποίηση από οργανισμούς πιστοποίησης που τηρούν τα ευρωπαϊκά πρότυπα πιστοποίησης, κατά την έννοια του παραρτήματος VII.

Ανακοινώνουν στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη τη διεύθυνση του οργανισμού πιστοποίησης ή του οργανισμού που είναι υπεύθυνος για τους επίσημους καταλόγους, στον οποίο αποστέλλονται οι αιτήσεις.

2.   Τα κράτη μέλη προσαρμόζουν στις διατάξεις της παρούσας ενότητας τις προϋποθέσεις εγγραφής στους επίσημους καταλόγους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, καθώς και τις προϋποθέσεις που αφορούν την έκδοση πιστοποιητικών από τους οργανισμούς πιστοποίησης.

Τα κράτη μέλη προσαρμόζουν επίσης τις εν λόγω προϋποθέσεις στο άρθρο 63 όσον αφορά τις αιτήσεις εγγραφής που υποβάλλονται από οικονομικούς φορείς οι οποίοι ανήκουν σε όμιλο και επικαλούνται πόρους που τους διαθέσουν άλλες εταιρείες του ομίλου. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι εν λόγω οικονομικοί φορείς αποδεικνύουν στην αρχή που συντάσσει τον επίσημο κατάλογο ότι θα έχουν στη διάθεσή τους αυτούς τους πόρους καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού που πιστοποιεί την εγγραφή τους στον επίσημο κατάλογο και ότι οι εν λόγω εταιρείες συνεχίζουν να πληρούν, κατά το ίδιο διάστημα, τις απαιτήσεις ποιοτικής επιλογής τις οποίες καλύπτει ο επίσημος κατάλογος ή το πιστοποιητικό που επικαλούνται οι φορείς αυτοί για την εγγραφή τους.

3.   Οι οικονομικοί φορείς που είναι εγγεγραμμένοι σε επίσημους καταλόγους ή διαθέτουν πιστοποιητικό μπορούν, για την εκάστοτε σύμβαση, να προσκομίζουν στις αναθέτουσες αρχές πιστοποιητικό εγγραφής εκδιδόμενο από την αρμόδια αρχή ή το πιστοποιητικό που εκδίδεται από τον αρμόδιο οργανισμό πιστοποίησης.

Στα πιστοποιητικά αυτά αναφέρονται τα δικαιολογητικά βάσει των οποίων έγινε η εγγραφή των εν λόγω οικονομικών φορέων στον επίσημο κατάλογο ή η πιστοποίηση και η κατάταξη στον εν λόγω κατάλογο.

4.   Η πιστοποιούμενη εγγραφή στους επίσημους καταλόγους από τους αρμόδιους οργανισμούς ή το πιστοποιητικό που εκδίδεται από τον οργανισμό πιστοποίησης συνιστά τεκμήριο καταλληλότητας όσον αφορά τις απαιτήσεις ποιοτικής επιλογής τις οποίες καλύπτει ο επίσημος κατάλογος ή το πιστοποιητικό.

5.   Οι πληροφορίες που μπορούν να συναχθούν από την εγγραφή σε επίσημους καταλόγους ή από την πιστοποίηση δεν τίθενται υπό αμφισβήτηση χωρίς αιτιολόγηση. Όσον αφορά την καταβολή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και των φόρων, μπορεί να ζητείται πρόσθετο πιστοποιητικό από κάθε εγγεγραμμένο οικονομικό φορέα, όποτε πρόκειται να ανατεθεί μια σύμβαση.

Οι αναθέτουσες αρχές άλλων κρατών μελών εφαρμόζουν την παράγραφο 3 και το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου μόνον προς όφελος των οικονομικών φορέων που είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος το οποίο έχει καταρτίσει τον επίσημο κατάλογο.

6.   Οι απαιτήσεις προσκόμισης αποδείξεων για τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που καλύπτονται από τον επίσημο κατάλογο ή το πιστοποιητικό είναι σύμφωνες με το άρθρο 60, και, ανάλογα με την περίπτωση, με το άρθρο 62. Για την εγγραφή των οικονομικών φορέων άλλων κρατών μελών σε επίσημο κατάλογο ή για την πιστοποίησή τους δεν απαιτούνται άλλες αποδείξεις ή δηλώσεις πλην εκείνων που ζητούνται από τους οικονομικούς φορείς του οικείου κράτους μέλους.

Οι οικονομικοί φορείς μπορούν να ζητούν, ανά πάσα στιγμή, την εγγραφή τους σε επίσημο κατάλογο ή την έκδοση πιστοποιητικού. Ενημερώνονται, σε ευλόγως σύντομο χρονικό διάστημα, για την απόφαση της αρχής που καταρτίζει τον επίσημο κατάλογο ή του αρμόδιου οργανισμού πιστοποίησης.

7.   Η εν λόγω εγγραφή ή πιστοποίηση δεν επιβάλλεται στους οικονομικούς φορείς άλλων κρατών μελών προκειμένου να συμμετάσχουν σε δημόσια σύμβαση. Οι αναθέτουσες αρχές αναγνωρίζουν τα ισοδύναμα πιστοποιητικά που εκδίδονται από οργανισμούς εγκατεστημένους σε άλλα κράτη μέλη. Αποδέχονται επίσης και άλλα ισοδύναμα αποδεικτικά μέσα.

8.   Εφόσον τους ζητηθεί, τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση άλλων κρατών μελών κάθε πληροφορία σχετικά με τα έγγραφα που προσκομίζονται ως απόδειξη ότι οι οικονομικοί φορείς πληρούν τις απαιτήσεις εγγραφής στον επίσημο κατάλογο εγκεκριμένων οικονομικών φορέων ή ως απόδειξη ότι οι οικονομικοί φορείς από άλλο κράτος μέλος διαθέτουν ισοδύναμη πιστοποίηση.

Ενότητα 2

Περιορισμός του αριθμού των υποψηφίων, των προσφορών και των λύσεων

Άρθρο 65

Περιορισμός του αριθμού των πληρούντων τα κριτήρια επιλογής υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν

1.   Στις κλειστές διαδικασίες, στις ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, στις διαδικασίες ανταγωνιστικού διαλόγου και στις συμπράξεις καινοτομίας, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό των πληρούντων τα κριτήρια επιλογής υποψηφίων οι οποίοι θα προσκληθούν να υποβάλουν προσφορά ή να συμμετάσχουν στον διάλογο, υπό τον όρο ότι υπάρχει ο ελάχιστος αριθμός, σύμφωνα με την παράγραφο 2, υποψηφίων που πληρούν τα κριτήρια.

2.   Οι αναθέτουσες αρχές προσδιορίζουν, στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης ή στην πρόκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, αντικειμενικά και χωρίς διακρίσεις κανόνες ή κριτήρια τα οποία προτίθενται να χρησιμοποιήσουν, τον ελάχιστο αριθμό υποψηφίων που σκοπεύουν να καλέσουν και, ενδεχομένως, τον μέγιστο αριθμό.

Στην κλειστή διαδικασία, ο ελάχιστος αριθμός υποψηφίων είναι πέντε. Στην ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση, στη διαδικασία ανταγωνιστικού διαλόγου και στη σύμπραξη καινοτομίας, ο ελάχιστος αριθμός υποψηφίων είναι τρεις. Εν πάση περιπτώσει, ο αριθμός υποψηφίων που καλούνται είναι επαρκής ώστε να εξασφαλίζεται πραγματικός ανταγωνισμός.

Οι αναθέτουσες αρχές καλούν αριθμό υποψηφίων τουλάχιστον ίσο προς τον ελάχιστο αριθμό υποψηφίων. Στην περίπτωση όμως όπου ο αριθμός των υποψηφίων που πληρούν τα κριτήρια επιλογής και τα ελάχιστα επίπεδα ικανότητας που αναφέρονται στο άρθρο 58 παράγραφος 5 είναι μικρότερος από τον ελάχιστο αριθμό, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να συνεχίζει τη διαδικασία, καλώντας τους υποψηφίους που διαθέτουν τις απαιτούμενες ικανότητες. Στο πλαίσιο της ιδίας διαδικασίας, η αναθέτουσα αρχή δεν περιλαμβάνει άλλους οικονομικούς φορείς που δεν υπέβαλαν αίτηση συμμετοχής ή υποψηφίους που δεν πληρούν τις απαιτούμενες ικανότητες.

Άρθρο 66

Περιορισμός του αριθμού των προσφορών και των λύσεων

Όταν οι αναθέτουσες αρχές κάνουν χρήση της δυνατότητας περιορισμού του αριθμού των προς διαπραγμάτευση προσφορών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 29 παράγραφος 6 ή των προς συζήτηση λύσεων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 30 παράγραφος 4 πραγματοποιούν αυτόν τον περιορισμό με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που αναφέρονται στα έγγραφα της προμήθειας. Στην τελική φάση, ο αριθμός αυτός επιτρέπει τη διασφάλιση συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός προσφερόντων, λύσεων ή προεπιλεγμένων υποψηφίων.

Ενότητα 3

Ανάθεση της σύμβασης

Άρθρο 67

Κριτήρια ανάθεσης των συμβάσεων

1.   Με την επιφύλαξη των εθνικών νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων σχετικά με την τιμή ορισμένων αγαθών ή την αμοιβή ορισμένων υπηρεσιών, οι αναθέτουσες αρχές βασίζουν την ανάθεση των δημόσιων συμβάσεων στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά.

2.   H πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά σύμφωνα με τη γνώμη της αναθέτουσας αρχής προσδιορίζεται βάσει της τιμής ή του κόστους, με χρήση προσέγγισης αποτελεσματικότητας σε σχέση με το κόστος, όπως της κοστολόγησης του κύκλου ζωής, σύμφωνα με το άρθρο 68 και μπορεί να περιλαμβάνει τη βέλτιστη σχέση τιμής-ποιότητας, η οποία εκτιμάται βάσει κριτηρίων συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, ποιοτικών, περιβαλλοντικών και/ή κοινωνικών πτυχών που συνδέονται με το αντικείμενο της συγκεκριμένης δημόσιας σύμβασης. Στα κριτήρια αυτά μπορούν να περιλαμβάνονται, φερ’ ειπείν:

α)

η ποιότητα, περιλαμβανομένης της τεχνικής αξίας, τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, η προσβασιμότητα, ο σχεδιασμός για όλους τους χρήστες, τα κοινωνικά, περιβαλλοντικά και καινοτόμα χαρακτηριστικά και η εμπορία και οι σχετικοί όροι·

β)

η οργάνωση, τα προσόντα και η πείρα του προσωπικού στο οποίο ανατίθεται η εκτέλεση της σύμβασης, αν η ποιότητα του διατεθέντος προσωπικού μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στο επίπεδο απόδοσης της σύμβασης, ή

γ)

η εξυπηρέτηση μετά την πώληση και η τεχνική βοήθεια, οι όροι παράδοσης, όπως η ημερομηνία παράδοσης, η διαδικασία και η περίοδος παράδοσης, ή η περίοδος εκτέλεσης.

Το στοιχείο του κόστους δύναται επίσης να λαμβάνει τη μορφή σταθερής τιμής ή κόστους βάσει του οποίου οι οικονομικοί φορείς θα ανταγωνίζονται αποκλειστικά και μόνο βάσει ποιοτικών κριτηρίων.

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι αναθέτουσες αρχές δεν μπορούν να χρησιμοποιούν την τιμή ή το κόστος ως μοναδικό κριτήριο ανάθεσης ή να περιορίζουν τη χρήση τους σε ορισμένες κατηγορίες αναθετουσών αρχών ή ορισμένα είδη συμβάσεων.

3.   Τα κριτήρια ανάθεσης θεωρούνται ότι συνδέονται με το αντικείμενο της δημόσιας σύμβασης εφόσον συνδέονται με τα έργα, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που θα παρασχεθούν στο πλαίσιο της σύμβασης σε σχέση με οποιαδήποτε πτυχή της και σε οποιοδήποτε από τα στάδια του κύκλου ζωής της, περιλαμβανομένων και των παραγόντων που εμπλέκονται:

α)

στη συγκεκριμένη διαδικασία παραγωγής, διάθεσης ή εμπορίας των εν λόγω έργων, αγαθών ή υπηρεσιών, ή

β)

στη συγκεκριμένη διαδικασία άλλου σταδίου του κύκλου ζωής της,

έστω και αν οι εν λόγω παράγοντες δεν αποτελούν μέρος της υλικής υπόστασής της.

4.   Τα κριτήρια ανάθεσης δεν έχουν ως αποτέλεσμα την παροχή απεριόριστης ελευθερίας επιλογής στην εν λόγω αναθέτουσα αρχή. Διασφαλίζουν τη δυνατότητα αποτελεσματικού ανταγωνισμού και συνοδεύονται από προδιαγραφές που επιτρέπουν την αποτελεσματική επαλήθευση των πληροφοριών που παρέχονται από τους προσφέροντες, προκειμένου να αξιολογείται ο βαθμός συμμόρφωσής τους προς τα κριτήρια ανάθεσης. Εάν υπάρχουν αμφιβολίες, οι αναθέτουσες αρχές επαληθεύουν αποτελεσματικά την ακρίβεια των πληροφοριών και αποδείξεων τις οποίες παρέχουν οι προσφέροντες.

5.   Η αναθέτουσα αρχή διευκρινίζει στα έγγραφα της προμήθειας τη σχετική στάθμιση που προσδίδει σε καθένα από τα κριτήρια που έχουν επιλεγεί για τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, εκτός εάν αυτό καθορίζεται μόνο βάσει της τιμής.

Η στάθμιση αυτή μπορεί να εκφράζεται με την πρόβλεψη περιθωρίου διακύμανσης με το κατάλληλο μέγιστο εύρος.

Εάν δεν είναι δυνατή η στάθμιση για αντικειμενικούς λόγους, η αναθέτουσα αρχή επισημαίνει τα κριτήρια με φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας.

Άρθρο 68

Κοστολόγηση του κύκλου ζωής

1.   Η κοστολόγηση του κύκλου ζωής καλύπτει, στον βαθμό που αρμόζει, ένα μέρος ή το σύνολο των ακόλουθων ειδών κόστους κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής ενός προϊόντος, μιας υπηρεσίας ή ενός έργου:

α)

κόστος που βαρύνει την αναθέτουσα αρχή ή άλλους χρήστες, όπως:

i)

το κόστος που σχετίζονται με την απόκτηση,

ii)

το κόστος χρήσης, όπως για την κατανάλωση ενέργειας και άλλων πόρων,

iii)

το κόστος συντήρησης,

iv)

το κόστος που αφορά το τέλος του κύκλου ζωής, όπως το κόστος της συλλογής και της ανακύκλωσης·

β)

το κόστος που οφείλεται σε περιβαλλοντικές εξωτερικές παρενέργειες που συνδέονται με το προϊόν, την υπηρεσία ή τις εργασίες στη διάρκεια του κύκλου ζωής, εφόσον η χρηματική αξία του μπορεί να προσδιοριστεί και να επαληθευτεί· στο κόστος αυτό μπορεί να περιλαμβάνεται το κόστος των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και άλλων εκπομπών ρύπων, καθώς και το κόστος για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.

2.   Όταν μια αναθέτουσα αρχή αξιολογεί το κόστος χρησιμοποιώντας προσέγγιση κοστολόγησης του κύκλου ζωής, αναφέρει στα έγγραφα της προμήθειας τα δεδομένα που πρέπει να υποβάλουν οι προσφέροντες και τη μέθοδο που θα χρησιμοποιήσει για την κοστολόγηση του κύκλου ζωής βάσει των εν λόγω δεδομένων.

Η μέθοδος που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση του κόστους που οφείλεται σε περιβαλλοντικές εξωτερικές παρενέργειες οφείλει να πληροί το σύνολο των ακόλουθων προϋποθέσεων:

α)

βασίζεται σε κριτήρια που μπορούν να επαληθευτούν με αντικειμενικό τρόπο και δεν εισάγουν διακρίσεις. Συγκεκριμένα, όταν δεν έχει εκπονηθεί για επαναλαμβανόμενη ή συνεχή εφαρμογή, δεν συνεπάγεται αδικαιολόγητα ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων οικονομικών φορέων·

β)

είναι προσιτή σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη·

γ)

τα απαιτούμενα δεδομένα μπορούν να παρασχεθούν με εύλογες προσπάθειες από φυσιολογικά επιμελείς οικονομικούς φορείς, περιλαμβανομένων των φορέων τρίτων χωρών που είναι μέρη της ΣΠΔ ή άλλων διεθνών συμφωνιών από τις οποίες δεσμεύεται η Ένωση.

3.   Στις περιπτώσεις όπου με νομοθετική πράξη της Ένωσης έχει καταστεί υποχρεωτική μια κοινή μέθοδος υπολογισμού του κόστους του κύκλου ζωής, η εν λόγω κοινή μέθοδος εφαρμόζεται για την αξιολόγηση του κόστους κύκλου ζωής.

Κατάλογος των εν λόγω νομοθετικών και, κατά περίπτωση, των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων με τις οποίες συμπληρώνονται περιλαμβάνεται στο παράρτημα XIII. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 87 σχετικά με την επικαιροποίηση του εν λόγω καταλόγου, όταν απαιτείται ενημέρωση του καταλόγου λόγω είτε της θέσπισης νέας νομοθεσίας που καθιστά υποχρεωτική μια κοινή μέθοδο είτε της κατάργησης ή τροποποίησης της ισχύουσας νομοθεσίας.

Άρθρο 69

Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές

1.   Όταν οι προσφορές φαίνονται ασυνήθιστα χαμηλές σε σχέση με τα έργα, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες, οι αναθέτουσες αρχές απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να εξηγήσουν την τιμή ή το κόστος που προτείνουν στην προσφορά.

2.   Οι εξηγήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να αφορούν ιδίως:

α)

τα οικονομικά χαρακτηριστικά της μεθόδου κατασκευής, της διαδικασίας παρασκευής ή των παρεχόμενων υπηρεσιών·

β)

τις επιλεγείσες τεχνικές λύσεις ή τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες που διαθέτει ο προσφέρων για την παροχή των προϊόντων ή των υπηρεσιών ή για την εκτέλεση του έργου·

γ)

την πρωτοτυπία του έργου, των αγαθών ή των υπηρεσιών που προτείνονται από τον προσφέροντα·

δ)

τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις του άρθρου 18 παράγραφος 2·

ε)

τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις του άρθρου 71·

στ)

το ενδεχόμενο χορήγησης κρατικής ενίσχυσης στον προσφέροντα.

3.   Η αναθέτουσα αρχή αξιολογεί τις παρεχόμενες πληροφορίες, σε συνεννόηση με τον προσφέροντα. Μπορεί να απορρίψει την προσφορά μόνο εάν τα παρεχόμενα στοιχεία δεν εξηγούν κατά τρόπο ικανοποιητικό το χαμηλό επίπεδο της τιμής ή του κόστους που προτείνεται, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Οι αναθέτουσες αρχές απορρίπτουν την προσφορά, εάν διαπιστώσουν ότι η προσφορά είναι ασυνήθιστα χαμηλή, διότι δεν συμμορφώνεται με τις ισχύουσες υποχρεώσεις του άρθρου 18 παράγραφος 2.

4.   Εάν η αναθέτουσα αρχή διαπιστώνει ότι μια προσφορά είναι ασυνήθιστα χαμηλή λόγω χορήγησης κρατικής ενίσχυσης στον προσφέροντα, η προσφορά μπορεί να απορρίπτεται αποκλειστικά για αυτόν τον λόγο μόνο μετά από διαβούλευση με τον προσφέροντα και εφόσον αυτός δεν είναι σε θέση να αποδείξει, εντός επαρκούς προθεσμίας την οποία ορίζει η αναθέτουσα αρχή, ότι η εν λόγω ενίσχυση είναι σύμφωνη με την εσωτερική αγορά κατά την έννοια του άρθρου 107 της ΣΛΕΕ. Σε περίπτωση όπου η αναθέτουσα αρχή απορρίπτει προσφορά υπό τις συνθήκες αυτές, ενημερώνει σχετικώς την Επιτροπή.

5.   Εφόσον τους ζητηθεί, τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση άλλων κρατών μελών, στο πλαίσιο διοικητικής συνεργασίας, κάθε πληροφορία που έχουν στη διάθεσή τους —όπως νόμους, κανονισμούς, συλλογικές συμβάσεις καθολικής ισχύος ή εθνικά τεχνικά πρότυπα— σχετικά με τα δικαιολογητικά και τα έγγραφα που προσκομίζονται σε σχέση με τις λεπτομέρειες που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Εκτέλεση της σύμβασης

Άρθρο 70

Όροι εκτέλεσης της σύμβασης

Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιβάλλουν ειδικούς όρους σχετικά με την εκτέλεση της σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης κατά την έννοια του άρθρου 67 παράγραφος 3 και επισημαίνονται στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στα έγγραφα της προμήθειας. Οι εν λόγω όροι μπορούν να περιλαμβάνουν οικονομικές, περιβαλλοντικές, κοινωνικές παραμέτρους ή παραμέτρους που αφορούν την καινοτομία και την απασχόληση.

Άρθρο 71

Υπεργολαβία

1.   Η τήρηση των υποχρεώσεων του άρθρου 18 παράγραφος 2 από υπεργολάβους εξασφαλίζεται μέσω ενδεδειγμένης δράσης των αρμόδιων εθνικών αρχών που ενεργούν εντός των ορίων της ευθύνης και της αρμοδιότητάς τους.

2.   Στα έγγραφα της προμήθειας, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να ζητεί ή μπορεί να υποχρεώνεται από ένα κράτος μέλος να ζητεί από τον προσφέροντα να αναφέρει στην προσφορά του το τμήμα της σύμβασης που προτίθεται να αναθέσει υπό μορφή υπεργολαβίας σε τρίτους, καθώς και τους υπεργολάβους που προτείνει.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν κατόπιν αιτήσεως του υπεργολάβου και όταν το επιτρέπει η φύση της σύμβασης, ότι η αναθέτουσα αρχή μεταφέρει τις οφειλόμενες πληρωμές απευθείας στον υπεργολάβο για τις υπηρεσίες, τις προμήθειες ή τα έργα που παρείχε στον οικονομικό φορέα στον οποίο ανατέθηκε η δημόσια σύμβαση (κύριο εργολάβο). Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν κατάλληλους μηχανισμούς που επιτρέπουν στον κύριο εργολάβο να εγείρει αντιρρήσεις ως προς αδικαιολόγητες πληρωμές. Οι ρυθμίσεις που αφορούν αυτόν τον τρόπο πληρωμής ορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης.

4.   Οι παράγραφοι 1 έως 3 δεν αίρουν την ευθύνη του κύριου εργολάβου.

5.   Στις περιπτώσεις των συμβάσεων έργων και όσον αφορά τις υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν σε εγκαταστάσεις υπό την άμεση εποπτεία της αναθέτουσας αρχής, μετά την ανάθεση της σύμβασης και το αργότερο κατά την έναρξη της εκτέλεσής της, η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τον κύριο εργολάβο να της αναφέρει την επωνυμία, τα στοιχεία επικοινωνίας και τους νομικούς εκπροσώπους των υπεργολάβων του, οι οποίοι δραστηριοποιούνται στα εν λόγω έργα και υπηρεσίες, εφόσον είναι γνωστά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τον κύριο εργολάβο να της κοινοποιεί οποιαδήποτε αλλαγή των πληροφοριών αυτών, κατά τη διάρκεια της σύμβασης καθώς και τις υποχρεωτικές πληροφορίες σχετικά με τυχόν νέους υπεργολάβους τους οποίους ο κύριος εργολάβος χρησιμοποιεί εν συνεχεία στα εν λόγω έργα και υπηρεσίες.

Παρά το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν την υποχρέωση ενημέρωσης απευθείας στον κύριο εργολάβο.

Όταν απαιτείται για τους σκοπούς της παραγράφου 6 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου, οι απαιτούμενες πληροφορίες συνοδεύονται από τις υπεύθυνες δηλώσεις των υπεργολάβων, σύμφωνα με το άρθρο 59. Τα εκτελεστικά μέτρα βάσει της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου μπορούν να προβλέπουν ότι οι υπεργολάβοι οι οποίοι παρουσιάζονται μετά την ανάθεση της σύμβασης προσκομίζουν τα πιστοποιητικά και λοιπά δικαιολογητικά αντί της υπεύθυνης δήλωσης.

Το πρώτο εδάφιο δεν ισχύει για τους προμηθευτές.

Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επεκτείνουν ή να υποχρεωθούν από τα κράτη μέλη να επεκτείνουν τις υποχρεώσεις του πρώτου εδαφίου, φερ’ ειπείν:

α)

στις συμβάσεις αγαθών, στις συμβάσεις υπηρεσιών, πλην όσων αφορούν υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν στις εγκαταστάσεις υπό την άμεση εποπτεία της αναθέτουσας αρχής ή στους προμηθευτές που συμμετέχουν σε συμβάσεις έργων ή υπηρεσιών·

β)

στους υπεργολάβους των υπεργολάβων του κύριου εργολάβου και ούτω καθ’ εξής στην αλυσίδα υπεργολαβίας.

6.   Προκειμένου να μην αθετούνται οι υποχρεώσεις του άρθρου 18 παράγραφος 2, μπορούν να λαμβάνονται ενδεδειγμένα μέτρα, όπως:

α)

Όταν το εθνικό δίκαιο κράτους μέλους προβλέπει μηχανισμό από κοινού ευθύνης μεταξύ υπεργολάβων και του κύριου εργολάβου, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μεριμνά ώστε να εφαρμόζονται οι συναφείς κανόνες σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 18 παράγραφος 2.

β)

Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, σύμφωνα με τα άρθρα 59, 60 και 61, να επαληθεύσουν ή να υποχρεωθούν από το κράτος μέλος να επαληθεύσουν αν συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού υπεργολάβων, σύμφωνα με το άρθρο 57. Εν προκειμένω, η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει έναν υπεργολάβο, όταν από την επαλήθευση προκύπτει ότι συντρέχουν υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού του. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να απαιτήσει ή να υποχρεωθεί από το κράτος μέλος να απαιτήσει από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει έναν υπεργολάβο, όταν από την επαλήθευση προκύπτει ότι συντρέχουν μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού του.

7.   Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν αυστηρότερους κανόνες περί ευθύνης ή περαιτέρω ρυθμίσεις στο εθνικό δίκαιο σχετικά με τις απευθείας πληρωμές στους υπεργολάβους, χωρίς αυτοί να υποχρεούνται να το ζητούν.

8.   Τα κράτη μέλη τα οποία έχουν επιλέξει να προβλέπουν μέτρα σύμφωνα με τις παραγράφους 3, 5 ή 6 καθορίζουν, με νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις και τηρώντας το δίκαιο της Ένωσης, τους εκτελεστικούς όρους για τα εν λόγω μέτρα. Με τον τρόπο αυτό, τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν τη δυνατότητα εφαρμογής, παραδείγματος χάριν, όσον αφορά ορισμένα είδη συμβάσεων, ορισμένες κατηγορίες αναθετουσών αρχών ή οικονομικών φορέων ή ορισμένα ποσά.

Άρθρο 72

Τροποποίηση συμβάσεων κατά τη διάρκειά τους

1.   Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες-πλαίσια μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία προμήθειας, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, προβλέπονται στα έγγραφα της αρχικής προμήθειας με τη μορφή σαφών, ακριβών και ρητών ρητρών αναθεώρησης, συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, ρητρών αναθεώρησης τιμών ή προαιρέσεων. Οι εν λόγω ρήτρες ορίζουν το πεδίο και τη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή προαιρέσεων, καθώς και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Δεν προβλέπουν τροποποιήσεις ή προαιρέσεις που θα μπορούσαν να μεταβάλουν τη συνολική φύση της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαισίου·

β)

για πρόσθετα έργα, υπηρεσίες ή αγαθά του αρχικού εργολάβου τα οποία έχουν καταστεί απαραίτητα και δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική προμήθεια, όταν η αλλαγή εργολάβου:

i)

δεν μπορεί να γίνει για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους, π.χ. απαιτήσεις εναλλαξιμότητας ή διαλειτουργικότητας με τον εξοπλισμό, τις υπηρεσίες ή τις εγκαταστάσεις που αποκτήθηκαν με την αρχική προμήθεια, και

ii)

θα συνεπαγόταν σημαντική αναστάτωση ή ουσιαστική επικάλυψη δαπανών για την αναθέτουσα αρχή.

Ωστόσο, η όποια αύξηση της τιμής δεν μπορεί να υπερβαίνει το 50 % της αξίας της αρχικής σύμβασης. Όταν επέρχονται διαδοχικές τροποποιήσεις, ο περιορισμός αυτός ισχύει για την αξία κάθε τροποποίησης. Οι επακόλουθες τροποποιήσεις δεν αποσκοπούν στην αποφυγή της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας·

γ)

όταν πληρούνται οι ακόλουθες σωρευτικές προϋποθέσεις:

i)

η ανάγκη τροποποίησης προέκυψε λόγω περιστάσεων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από μια επιμελή αναθέτουσα αρχή,

ii)

η τροποποίηση δεν μεταβάλλει τη συνολική φύση της σύμβασης,

iii)

η όποια αύξηση της τιμής δεν υπερβαίνει το 50 % της αξίας της αρχικής σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαισίου. Όταν επέρχονται διαδοχικές τροποποιήσεις, ο περιορισμός αυτός ισχύει για την αξία κάθε τροποποίησης. Οι επακόλουθες τροποποιήσεις δεν αποσκοπούν στην αποφυγή της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας·

δ)

όταν νέος εργολάβος αντικαθιστά εκείνον στον οποίο ανατέθηκε αρχικά η σύμβαση από την αναθέτουσα αρχή, συνεπεία:

i)

ρητής ρήτρας αναθεώρησης ή προαίρεσης, σύμφωνα με το στοιχείο α),

ii)

μερικής ή ολικής διαδοχής του αρχικού εργολάβου, κατόπιν εταιρικής αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένων της εξαγοράς, της συγχώνευσης και της αφερεγγυότητας, από άλλο οικονομικό φορέα ο οποίος πληροί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που καθορίστηκαν αρχικά, εφόσον η διαδοχή δεν συνεπάγεται άλλες ουσιώδεις τροποποιήσεις της σύμβασης και δεν έχει στόχο την αποφυγή της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ή

iii)

όταν η ίδια η αναθέτουσα αρχή αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κύριου εργολάβου έναντι των υπεργολάβων του και η δυνατότητα αυτή προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο, σύμφωνα με το άρθρο 71·

ε)

όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, δεν είναι ουσιώδεις κατά την έννοια της παραγράφου 4.

Οι αναθέτουσες αρχές που τροποποιούν σύμβαση στις περιπτώσεις των στοιχείων β) και γ) της παρούσης παραγράφου δημοσιεύουν σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εν λόγω ανακοινώσεις περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα V μέρος Ζ και δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 51.

2.   Επίσης, και χωρίς να απαιτείται επαλήθευση αν τηρούνται οι προϋποθέσεις των στοιχείων α) έως δ) της παραγράφου 4, οι συμβάσεις μπορούν να τροποποιούνται επίσης χωρίς νέα διαδικασία προμήθειας, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, όταν η αξία της τροποποίησης είναι κατώτερη και των δύο ακόλουθων τιμών:

i)

των κατώτατων ορίων του άρθρου 4, και

ii)

του 10 % της αξίας της αρχικής σύμβασης όσον αφορά τις συμβάσεις υπηρεσιών και αγαθών και του 15 % της αξίας της αρχικής σύμβασης όσον αφορά τις συμβάσεις έργων.

Ωστόσο, η τροποποίηση δεν μπορεί να μεταβάλλει τη συνολική φύση της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαισίου. Όταν επέρχονται διαδοχικές τροποποιήσεις, η αξία τους εκτιμάται βάσει της καθαρής σωρευτικής αξίας των διαδοχικών τροποποιήσεων.

3.   Για τον υπολογισμό της τιμής που προβλέπεται στην παράγραφο 2 και στα στοιχεία β) και γ) της παραγράφου 1, η προσαρμοσμένη τιμή είναι η τιμή αναφοράς όταν η σύμβαση περιλαμβάνει ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής.

4.   Η τροποποίηση σύμβασης ή απόφασης-πλαισίου κατά τη διάρκειά της θεωρείται ουσιώδης κατά την έννοια του στοιχείου ε) της παραγράφου 1, όταν καθιστά τη σύμβαση ή τη συμφωνία-πλαίσιο ουσιωδώς διαφορετική, ως προς τον χαρακτήρα, από εκείνη η οποία συνήφθη αρχικώς. Εν πάση περιπτώσει, με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, η τροποποίηση θεωρείται ουσιώδης όταν πληρούται μια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η τροποποίηση εισάγει όρους οι οποίοι, εάν αποτελούσαν μέρος της αρχικής διαδικασίας προμήθειας, θα είχαν οδηγήσει στη συμμετοχή διαφορετικών υποψηφίων από αυτούς που επιλέχθηκαν αρχικώς ή στην αποδοχή άλλης προσφοράς από εκείνη που επελέγη αρχικώς ή θα προσέλκυαν και άλλους συμμετέχοντες στη διαδικασία προμήθειας·

β)

η τροποποίηση αλλάζει την οικονομική ισορροπία της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαισίου υπέρ του εργολάβου κατά τρόπο που δεν προβλεπόταν στην αρχική σύμβαση ή συμφωνία-πλαίσιο·

γ)

η τροποποίηση επεκτείνει σημαντικά το αντικείμενο της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαισίου·

δ)

όταν νέος εργολάβος αντικαθιστά εκείνον στον οποίο είχε ανατεθεί αρχικώς η σύμβαση σε περιπτώσεις διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στο στοιχείο δ) της παραγράφου 1.

5.   Απαιτείται νέα διαδικασία προμήθειας σύμφωνα με την παρούσα οδηγία για τροποποιήσεις των διατάξεων δημόσιας σύμβασης ή συμφωνίας-πλαισίου κατά τη διάρκειά της διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στις παραγράφους 1 και 2.

Άρθρο 73

Λύση συμβάσεων

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αναθέτουσες αρχές έχουν τη δυνατότητα, τουλάχιστον στις ακόλουθες περιστάσεις και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, να καταγγέλλουν μια δημόσια σύμβαση κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής της, εφόσον:

α)

η σύμβαση έχει υποστεί ουσιώδη τροποποίηση, που θα απαιτούσε νέα διαδικασία προμηθείας δυνάμει του άρθρου 72·

β)

ο εργολάβος, τη στιγμή της ανάθεσης της σύμβασης, αντιμετώπιζε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 57 παράγραφος 1 και, ως τούτου, θα έπρεπε να έχει αποκλειστεί από τη διαδικασία της προμήθειας·

γ)

η σύμβαση δεν έπρεπε να ανατεθεί στον εργολάβο λόγω σοβαρής αθέτησης των υποχρεώσεων από τις Συνθήκες και την παρούσα οδηγία, σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο διαδικασίας δυνάμει του άρθρου 258 της ΣΛΕΕ.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

Άρθρο 74

Ανάθεση συμβάσεων για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

Οι δημόσιες συμβάσεις για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες, όπως υπηρεσίες ξενοδοχείων και εστίασης ή ορισμένες νομικές, σωστικές ή διοικητικές υπηρεσίες, οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα XIV ανατίθενται σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο εφόσον η αξία των συμβάσεων ισούται ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που ορίζεται στο άρθρο 4 στοιχείο δ).

Άρθρο 75

Δημοσίευση γνωστοποιήσεων

1.   Οι αναθέτουσες αρχές που προτίθενται να αναθέσουν δημόσια σύμβαση για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 74 γνωστοποιούν την πρόθεσή τους αυτή με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

μέσω γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης, η οποία περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα V μέρος Η, σύμφωνα με τα τυποποιημένα έντυπα που αναφέρονται στο άρθρο 51, ή

β)

μέσω προκαταρκτικής γνωστοποίησης, η οποία παραμένει δημοσιευμένη σε διαρκή βάση και περιλαμβάνει τις πληροφορίες του παραρτήματος V μέρος I. Η προκαταρκτική γνωστοποίηση αναφέρει ρητώς τα είδη των υπηρεσιών που θα αποτελέσουν το αντικείμενο των προς ανάθεση συμβάσεων. Αναφέρει ότι οι συμβάσεις θα ανατεθούν χωρίς περαιτέρω δημοσίευση και καλεί τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να εκδηλώσουν γραπτώς το ενδιαφέρον τους.

Τα πρώτο εδάφιο, ωστόσο, δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση που θα μπορούσε να έχει χρησιμοποιηθεί διαδικασία με διαπραγμάτευση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32, χωρίς προκαταρκτική δημοσίευση για την ανάθεση δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών.

2.   Οι αναθέτουσες αρχές που ανέθεσαν δημόσια σύμβαση για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 74 γνωστοποιούν τα αποτελέσματα της διαδικασίας προμήθειας με γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης, η οποία περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα V μέρος Η, σύμφωνα με τα τυποποιημένα έντυπα που αναφέρονται στο άρθρο 51. Μπορούν, ωστόσο, να συγκεντρώνουν τις γνωστοποιήσεις αυτές σε τριμηνιαία βάση. Στην περίπτωση αυτή, αποστέλλουν τις συγκεντρωμένες γνωστοποιήσεις το αργότερο 30 ημέρες μετά τη λήξη εκάστου τριμήνου.

3.   Η Επιτροπή θεσπίζει τα τυποποιημένα έντυπα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 89 παράγραφος 2.

4.   Οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 51.

Άρθρο 76

Αρχές της ανάθεσης συμβάσεων

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν εθνικούς κανόνες για την ανάθεση συμβάσεων δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αναθέτουσες αρχές τηρούν τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των οικονομικών φορέων. Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να καθορίζουν τους εφαρμοστέους διαδικαστικούς κανόνες, υπό το όρο ότι οι κανόνες αυτοί επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες των σχετικών υπηρεσιών.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη διασφάλισης της ποιότητας, της συνέχειας, της δυνατότητας πρόσβασης, του οικονομικά προσιτού χαρακτήρα, της διαθεσιμότητας και της πληρότητας των υπηρεσιών, τις ειδικές ανάγκες των διαφόρων κατηγοριών χρηστών, συμπεριλαμβανομένων των μειονεκτουσών και των ευάλωτων ομάδων, τη συμμετοχή και την ενδυνάμωση των χρηστών και την καινοτομία. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν ότι η επιλογή του παρόχου υπηρεσιών γίνεται βάσει της προσφοράς που παρουσιάζει τον καλύτερο λόγο τιμής/ποιότητος, λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων ποιότητας και βιωσιμότητας για τις κοινωνικές υπηρεσίες.

Άρθρο 77

Αποκλειστικές συμβάσεις για ορισμένες υπηρεσίες

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να παραχωρούν το δικαίωμα των οργανισμών να συμμετέχουν σε διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων αποκλειστικά και μόνο στις αναφερόμενες στο άρθρο 74 υγειονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές υπηρεσίες που καλύπτονται από τους κωδικούς CPV 75121000-0, 75122000-7, 75123000-4, 79622000-0, 79624000-4, 79625000-1, 80110000-8, 80300000-7, 80420000-4, 80430000-7, 80511000-9, 80520000-5, 80590000-6, από 85000000-9 έως 85323000-9, 92500000-6, 92600000-7, 98133000-4, 98133110-8.

2.   Ο προβλεπόμενος στην παράγραφο 1 οργανισμός πρέπει να πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

έχει ως στόχο την εκτέλεση αποστολής δημόσιας υπηρεσίας που συνδέεται με την αναφερόμενη στην παράγραφο 1 παροχή υπηρεσιών·

β)

τα κέρδη επενδύονται εκ νέου ώστε να επιτευχθεί ο στόχος του οργανισμού. Η διανομή ή αναδιανομή κερδών θα πρέπει να γίνεται σε συμμετοχική βάση·

γ)

οι δομές διαχείρισης ή ευθύνης του οργανισμού που εκτελεί τη σύμβαση βασίζονται στην ιδία ευθύνη των υπαλλήλων ή σε συμμετοχικές αρχές ή απαιτούν την ενεργή συμμετοχή υπαλλήλων, χρηστών ή φορέων, και

δ)

δεν έχει ανατεθεί στον οργανισμό από τη συγκεκριμένη αναθέτουσα αρχή σύμβαση για τις συγκεκριμένες υπηρεσίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο κατά την τελευταία τριετία.

3.   Η μέγιστη διάρκεια της σύμβασης δεν υπερβαίνει τα τρία έτη.

4.   Η προκήρυξη διαγωνισμού παραπέμπει στο παρόν άρθρο.

5.   Παρά τις διατάξεις του άρθρου 92, η Επιτροπή αξιολογεί τον αντίκτυπο του παρόντος άρθρου και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο το αργότερο στις 18 Απριλίου 2019.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Κανόνες που διέπουν τους διαγωνισμούς μελετών

Άρθρο 78

Πεδίο εφαρμογής

Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται:

α)

στους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται στο πλαίσιο διαδικασίας που οδηγεί στην ανάθεση δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών·

β)

στους διαγωνισμούς μελετών με απονομή βραβείων ή καταβολή χρηματικών ποσών στους συμμετέχοντες.

Στις περιπτώσεις του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου του παρόντος άρθρου, το κατώτατο όριο που αναφέρεται στο άρθρο 4 υπολογίζεται με βάση την εκτιμώμενη αξία, χωρίς ΦΠΑ, της δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των ενδεχόμενων απονεμόμενων βραβείων ή καταβαλλόμενων χρηματικών ποσών για τους συμμετέχοντες.

Στις περιπτώσεις του στοιχείου β) του πρώτου εδαφίου του παρόντος άρθρου, ως κατώτατο όριο νοείται το συνολικό ύψος των εν λόγω απονεμόμενων βραβείων και καταβαλλόμενων χρηματικών ποσών, συμπεριλαμβανομένης της εκτιμώμενης αξίας, χωρίς ΦΠΑ, της δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών που θα μπορούσε να ανατεθεί αργότερα δυνάμει του άρθρου 32 παράγραφος 4, εφόσον η αναθέτουσα αρχή έχει εξαγγείλει στη γνωστοποίηση προκήρυξης διαγωνισμού μελετών την πρόθεσή της να προβεί σε ανάθεση τέτοιους είδους σύμβασης.

Άρθρο 79

Γνωστοποιήσεις

1.   Οι αναθέτουσες αρχές που σκοπεύουν να διοργανώσουν διαγωνισμό μελετών εξαγγέλλουν την πρόθεσή τους αυτή μέσω γνωστοποίησης προκήρυξης διαγωνισμού.

Εάν σκοπεύουν να αναθέσουν επακόλουθη σύμβαση υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 32 παράγραφος 4, εξαγγέλλουν την πρόθεσή τους αυτή στη γνωστοποίηση προκήρυξης διαγωνισμού.

2.   Οι αναθέτουσες αρχές που έχουν διοργανώσει διαγωνισμό μελετών αποστέλλουν γνωστοποίηση με τα αποτελέσματα του διαγωνισμού σύμφωνα με το άρθρο 51 και είναι σε θέση να αποδεικνύουν την ημερομηνία αποστολής.

Εάν η γνωστοποίηση αυτή μπορεί να εμποδίσει την εφαρμογή του νόμου, να είναι αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον ή να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένης δημόσιας ή ιδιωτικής επιχείρησης ή τον θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών, επιτρέπεται να μη δημοσιεύονται πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα του διαγωνισμού μελετών.

3.   Οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφοι 2 έως 6 και το άρθρο 52. Περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα V μέρη Ε και ΣΤ αντιστοίχως, υπό τη μορφή τυποποιημένων εντύπων.

Η Επιτροπή καταρτίζει τα τυποποιημένα έντυπα μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 89 παράγραφος 2.

Άρθρο 80

Κανόνες σχετικά με τη διοργάνωση διαγωνισμών μελετών και την επιλογή συμμετεχόντων

1.   Για τη διοργάνωση των διαγωνισμών, οι αναθέτουσες αρχές εφαρμόζουν διαδικασίες προσαρμοσμένες στις διατάξεις του τίτλου I και του παρόντος κεφαλαίου.

2.   Το δικαίωμα συμμετοχής στους διαγωνισμούς μελετών δεν περιορίζεται:

α)

με αναφορά στην επικράτεια ή σε τμήμα της επικράτειας κράτους μέλους·

β)

από το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες θα έπρεπε να είναι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου διοργανώνεται ο διαγωνισμός μελετών, είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα.

3.   Εάν για έναν διαγωνισμό μελετών προβλέπεται περιορισμός του αριθμού των συμμετεχόντων, οι αναθέτουσες αρχές θεσπίζουν σαφή και χωρίς διακρίσεις κριτήρια επιλογής. Εν πάση περιπτώσει, ο αριθμός υποψηφίων που καλούνται να συμμετάσχουν είναι επαρκής ώστε να εξασφαλίζεται πραγματικός ανταγωνισμός.

Άρθρο 81

Σύνθεση της κριτικής επιτροπής

Η κριτική επιτροπή απαρτίζεται αποκλειστικά από φυσικά πρόσωπα ανεξάρτητα από τους συμμετέχοντες στον διαγωνισμό μελετών. Όταν απαιτείται από τους συμμετέχοντες στον διαγωνισμό να διαθέτουν συγκεκριμένο επαγγελματικό προσόν, τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών της κριτικής επιτροπής διαθέτει το προσόν αυτό ή άλλο ισοδύναμο προσόν.

Άρθρο 82

Αποφάσεις της κριτικής επιτροπής

1.   Η κριτική επιτροπή είναι αδέσμευτη κατά τη λήψη των αποφάσεών της ή κατά τις γνωμοδοτήσεις της.

2.   Η κριτική επιτροπή εξετάζει τις μελέτες και τα σχέδια που υποβάλλονται από τους υποψηφίους με τρόπο ανώνυμο και βασιζόμενη αποκλειστικά στα κριτήρια που επισημαίνονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης του διαγωνισμού.

3.   Η κριτική επιτροπή καταχωρίζει σε πρακτικό που υπογράφεται από τα μέλη της την κατάταξη των μελετών στην οποία καταλήγει σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά κάθε έργου, καθώς και τις παρατηρήσεις της και κάθε σημείο που μπορεί να χρειάζεται αποσαφήνιση.

4.   Τηρείται ανωνυμία μέχρι τη γνωμοδότηση ή τη λήψη απόφασης από την κριτική επιτροπή.

5.   Οι υποψήφιοι μπορούν να καλούνται, εάν χρειάζεται, να απαντήσουν σε ερωτήσεις που έχει καταχωρίσει στο πρακτικό της η κριτική επιτροπή, προς διευκρίνιση οποιουδήποτε στοιχείου των έργων.

6.   Συντάσσονται πλήρη πρακτικά του διαλόγου μεταξύ των μελών της κριτικής επιτροπής και των υποψηφίων.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Άρθρο 83

Επιβολή

1.   Προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τουλάχιστον τα καθήκοντα που περιγράφονται στο παρόν άρθρο να εκτελούνται από μία ή περισσότερες αρχές, οργανισμούς ή δομές. Κοινοποιούν στην Επιτροπή όλους τους σχετικούς φορείς, αρχές ή δομές που είναι επιφορτισμένοι με τα συγκεκριμένα καθήκοντα.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρακολουθείται η εφαρμογή των κανόνων περί δημοσίων προμηθειών.

Όταν οι αρχές ή οι δομές παρακολούθησης εντοπίζουν, ιδία πρωτοβουλία ή κατόπιν λήψης πληροφοριών, συγκεκριμένες παραβιάσεις ή συστημικά προβλήματα, έχουν την εξουσία να υποδεικνύουν τα προβλήματα αυτά στις αρχές λογιστικού ελέγχου των κρατών, στα δικαστήρια ή σε άλλες αρμόδιες αρχές ή δομές, όπως είναι ο διαμεσολαβητής, τα κοινοβούλια των κρατών ή οι επιτροπές τους.

3.   Τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων παρακολούθησης σύμφωνα με την παράγραφο 2 τίθενται στη διάθεση του κοινού με τα κατάλληλα μέσα πληροφόρησης. Τα αποτελέσματα τίθενται επίσης στη διάθεση της Επιτροπής. Φερ’ ειπείν, μπορούν να ενσωματώνονται στις εκθέσεις παρακολούθησης που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή μέχρι τις 18 Απριλίου 2017 και στη συνέχεια ανά τριετία έκθεση παρακολούθησης η οποία περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τις συχνότερες αιτίες πλημμελούς εφαρμογής ή έλλειψης ασφάλειας δικαίου, περιλαμβανομένων ενδεχόμενων διαρθρωτικών ή επαναλαμβανόμενων προβλημάτων στην εφαρμογή των κανόνων, το επίπεδο της συμμετοχής ΜΜΕ στις δημόσιες προμήθειες, καθώς και την πρόληψη, τον εντοπισμό και τη δέουσα αναφορά περιπτώσεων απάτης, διαφθοράς, σύγκρουσης συμφερόντων και άλλων ανάλογων σοβαρών παρατυπιών στον τομέα των προμηθειών.

Η Επιτροπή μπορεί, το συχνότερο ανά τριετία, να ζητεί από τα κράτη μέλη να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την πρακτική εφαρμογή των εθνικών πολιτικών τους για τις στρατηγικές προμήθειες.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου και της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, εφαρμόζεται ο ορισμός των ΜΜΕ που περιλαμβάνεται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής (39).

Βάσει των δεδομένων που λαμβάνονται βάσει της παρούσας παραγράφου, η Επιτροπή εκδίδει σε τακτική βάση έκθεση σχετικά με την εφαρμογή και τις βέλτιστες πρακτικές των εθνικών πολιτικών προμήθειας στην εσωτερική αγορά.

4.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για:

α)

τη δωρεάν παροχή ενημέρωσης και καθοδήγησης σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες, ώστε να βοηθούνται οι αναθέτουσες αρχές και οι οικονομικοί φορείς, ιδίως οι ΜΜΕ, στην ορθή εφαρμογή των κανόνων της Ένωσης περί δημοσίων προμηθειών, και

β)

την παροχή στήριξης στις αναθέτουσες αρχές όσον αφορά τον σχεδιασμό και τη διεξαγωγή των διαδικασιών προμήθειας.

5.   Με την επιφύλαξη των γενικών διαδικασιών και μεθόδων εργασίας που έχει θεσπίσει η Επιτροπή για την επικοινωνία και τις επαφές της με τα κράτη μέλη, τα κράτη μέλη ορίζουν ένα σημείο αναφοράς για τη συνεργασία τους με την Επιτροπή όσον αφορά την εφαρμογή της νομοθεσίας περί δημοσίων προμηθειών.

6.   Τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές διατηρούν αντίγραφα όλων των συμβάσεων που συνάπτονται και των οποίων η αξία ισούται ή είναι μεγαλύτερη από:

α)

1 000 000 EUR, όταν πρόκειται για δημόσιες συμβάσεις αγαθών ή δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών·

β)

10 000 000 EUR, όταν πρόκειται για δημόσιες συμβάσεις έργων.

Οι αναθέτουσες αρχές παρέχουν πρόσβαση στις εν λόγω συμβάσεις· ωστόσο, μπορούν να αρνούνται την πρόσβαση σε συγκεκριμένα έγγραφα ή στοιχεία, στον βαθμό και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στους εφαρμοστέους ενωσιακούς ή εθνικούς κανόνες σχετικά με την πρόσβαση σε έγγραφα και την προστασία των δεδομένων.

Άρθρο 84

Χωριστές εκθέσεις σχετικά με τις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων

1.   Για κάθε σύμβαση ή συμφωνία-πλαίσιο που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία και κάθε συγκρότηση δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτουσες αρχές συντάσσουν γραπτή έκθεση η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α)

την επωνυμία και τη διεύθυνση της αναθέτουσας αρχής, το αντικείμενο και την αξία της σύμβασης, της συμφωνίας-πλαισίου ή του δυναμικού συστήματος αγορών·

β)

κατά περίπτωση, τα αποτελέσματα της ποιοτικής επιλογής και/ή τον περιορισμό του αριθμού σύμφωνα με τα άρθρα 65 και 66, και συγκεκριμένα:

i)

το όνομα των επιλεγέντων υποψηφίων ή προσφερόντων και την αιτιολόγηση της επιλογής τους,

ii)

το όνομα των απορριφθέντων υποψηφίων ή προσφερόντων και τους λόγους της απόρριψής τους·

γ)

τους λόγους της απόρριψης των προσφορών που κρίθηκαν ασυνήθιστα χαμηλές·

δ)

την επωνυμία του αναδόχου και την αιτιολόγηση της επιλογής της προσφοράς και, όταν είναι γνωστό, το τμήμα της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαισίου το οποίο ο ανάδοχος προτίθεται να αναθέσει υπό μορφή υπεργολαβίας σε τρίτους και όταν είναι γνωστές κατά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, τις επωνυμίες των υπεργολάβων του κύριου εργολάβου, εάν συντρέχει περίπτωση·

ε)

όσον αφορά τις ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγματεύσεις και τους ανταγωνιστικούς διαλόγους, τις περιστάσεις που ορίζονται στο άρθρο 26 και δικαιολογούν τη χρήση των διαδικασιών αυτών·

στ)

όσον αφορά τις διαδικασίες με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση, τις περιστάσεις που ορίζονται στο άρθρο 32 και δικαιολογούν τη χρήση της διαδικασίας αυτής·

ζ)

κατά περίπτωση, τους λόγους για τους οποίους η αναθέτουσα αρχή αποφάσισε να μην αναθέσει σύμβαση ή συμφωνία-πλαίσιο ή να συγκροτήσει δυναμικό σύστημα αγορών·

η)

κατά περίπτωση, τους λόγους για τους οποίους χρησιμοποιήθηκαν για την υποβολή προσφοράς άλλα μέσα επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών·

θ)

κατά περίπτωση, τις συγκρούσεις συμφερόντων που εντοπίστηκαν και τα επακόλουθα μέτρα που ελήφθησαν.

Η έκθεση αυτή δεν απαιτείται για συμβάσεις βασιζόμενες σε συμφωνίες-πλαίσια, εφόσον συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 3 ή το άρθρο 33 παράγραφος 4 στοιχείο α).

Εφόσον η γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης που συντάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 50 ή το άρθρο 75 παράγραφος 2 περιέχει τις πληροφορίες που απαιτούνται στην παρούσα παράγραφο, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να παραπέμπουν στη γνωστοποίηση αυτή.

2.   Οι αναθέτουσες αρχές τεκμηριώνουν την πρόοδο της διεξαγωγής όλων των διαδικασιών προμήθειας, είτε πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα είτε όχι. Προς τον σκοπό αυτό, μεριμνούν για τη διατήρηση επαρκούς τεκμηρίωσης ώστε να μπορούν να αιτιολογούν τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε όλα τα στάδια της διαδικασίας προμήθειας, όπως, επί παραδείγματι, τεκμηρίωσης για τις επικοινωνίες με οικονομικούς φορείς και τις εσωτερικές συζητήσεις, την προετοιμασία των εγγράφων προμήθειας, τον διάλογο ή τη διαπραγμάτευση (εφόσον διεξήχθη), την επιλογή και την ανάθεση της σύμβασης. Η τεκμηρίωση διατηρείται τουλάχιστον για περίοδο τριών ετών από την ημερομηνία ανάθεσης της σύμβασης.

3.   Η έκθεση ή τα κύρια στοιχεία της γνωστοποιούνται στην Επιτροπή ή τους αρμόδιους φορείς, αρχές ή δομές που αναφέρονται στο άρθρο 83 κατόπιν αιτήσεώς τους.

Άρθρο 85

Εθνικά στοιχεία εκθέσεων και στατιστικών

1.   Η Επιτροπή επανεξετάζει την ποιότητα και την πληρότητα των στοιχείων που μπορούν να εξαχθούν από τις αναφερόμενες στα άρθρα 48, 49, 50, 75 και 79 γνωστοποιήσεις που δημοσιεύονται σύμφωνα προς το παράρτημα VIII.

Σε περίπτωση που η ποιότητα και η πληρότητα των στοιχείων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσης παραγράφου δεν είναι σύμφωνες με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 48 παράγραφος 1, το άρθρο 49, το άρθρο 50 παράγραφος 1, το άρθρο 75 παράγραφος 2 και το άρθρο 79 παράγραφος 3, η Επιτροπή ζητεί συμπληρωματικές πληροφορίες από τα σχετικά κράτη μέλη. Εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, τα σχετικά κράτη μέλη παρέχουν τα ελλείποντα στατιστικά στοιχεία που ζητεί η Επιτροπή.

2.   Μέχρι τις 18 Απριλίου 2017 και στη συνέχεια ανά τριετία τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή στατιστική έκθεση σχετικά με τις προμήθειες που θα καλύπτονταν από την παρούσα οδηγία εάν η αξία τους υπερέβαινε το σχετικό κατώτατο όριο που ορίζεται στο άρθρο 4, μαζί με εκτίμηση της συγκεντρωτικής συνολικής αξίας των εν λόγω προμηθειών εντός της καλυπτόμενης περιόδου. Η εκτίμηση αυτή μπορεί ιδίως να στηρίζεται στα δεδομένα που διατίθενται σύμφωνα με τις εθνικές απαιτήσεις περί δημοσίευσης ή σε εκτιμήσεις που βασίζονται σε δειγματοληψίες.

Η έκθεση αυτή μπορεί να περιλαμβάνεται στην έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 83 παράγραφος 3.

3.   Τα κράτη μέλη διαθέτουν στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με τη θεσμική τους οργάνωση όσον αφορά την εφαρμογή, την παρακολούθηση και την επιβολή της παρούσας οδηγίας, καθώς και σχετικά με τις εθνικές πρωτοβουλίες για την παροχή καθοδήγησης ή για την υποστήριξη της εφαρμογής των κανόνων της Ένωσης σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις ή για την ανταπόκριση στις προκλήσεις που προκύπτουν κατά την εφαρμογή των εν λόγω κανόνων.

Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να περιλαμβάνονται στην έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 83 παράγραφος 3.

Άρθρο 86

Διοικητική συνεργασία

1.   Τα κράτη μέλη προσφέρουν αμοιβαία υποστήριξη μεταξύ τους και λαμβάνουν μέτρα για την αποτελεσματική συνεργασία τους, προκειμένου να διασφαλίσουν την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με ζητήματα που αναφέρονται στα άρθρα 42, 43, 44, 57, 59, 60, 62, 64 και 69. Οι εν λόγω αρχές διασφαλίζουν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών που ανταλλάσσουν.

2.   Οι αρμόδιες αρχές όλων των ενδιαφερόμενων κρατών μελών ανταλλάσσουν πληροφορίες σύμφωνα με τη νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που προβλέπεται στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (40) και στην οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (41).

3.   Προκειμένου να δοκιμασθεί η καταλληλότητα της χρήσης του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά (ΣΠΕΑ), το οποίο θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2012, με σκοπό την ανταλλαγή πληροφοριών που καλύπτει η παρούσα οδηγία, θα δρομολογηθεί πιλοτικό πρόγραμμα, το αργότερο στις 18 Απριλίου 2015.

ΤΙΤΛΟΣ V

ΕΞΟΥΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΕΩΝ, ΕΞΟΥΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 87

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή σύμφωνα με τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρεται στα άρθρα 6, 22, 23, 56 και 68 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις 17 Απριλίου 2014.

3.   Η εξουσία που αναφέρεται στα άρθρα 6, 22, 23, 56 και 68 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης τερματίζει την εξουσία που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Η ανάκληση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται στην απόφαση. Δεν επηρεάζει την ισχύ των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που έχουν ήδη τεθεί σε ισχύ.

4.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που θεσπίζεται δυνάμει των άρθρων 6, 22, 23, 56 και 68 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν διατυπωθούν ενστάσεις ούτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε από το Συμβούλιο εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της εν λόγω πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να διατυπώσουν ενστάσεις. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 88

Διαδικασία του επείγοντος

1.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το παρόν άρθρο τίθενται σε ισχύ αμέσως και εφαρμόζονται εφόσον δεν έχει διατυπωθεί ένσταση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Στην κοινοποίηση κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εκτίθενται οι λόγοι για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας του επείγοντος.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν να διατυπώσουν ενστάσεις σχετικά με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 87 παράγραφος 5. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή καταργεί την πράξη χωρίς καθυστέρηση μετά την κοινοποίηση της απόφασης για τη διατύπωση ενστάσεων από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο.

Άρθρο 89

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή Δημόσιων Προμηθειών, η οποία έχει συσταθεί με την απόφαση 71/306/ΕΟΚ του Συμβουλίου (42). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά τη έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 90

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και μεταβατικές διατάξεις

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία μέχρι τις 18 Απριλίου 2016 Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη μπορούν να αναβάλουν την εφαρμογή του άρθρου 22 παράγραφος 1 μέχρι τις 18 Οκτωβρίου 2018, εκτός από τις περιπτώσεις όπου είναι υποχρεωτική η χρήση ηλεκτρονικών μέσων, σύμφωνα με τα άρθρα 34, 35 ή 36, το άρθρο 37 παράγραφος 3, το άρθρο 51 παράγραφος 2 ή το άρθρο 53.

Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου τα κράτη μέλη μπορούν να αναβάλλουν την εφαρμογή του άρθρου 22 παράγραφος 1 για τις κεντρικές αρχές αγορών μέχρι τις 18 Απριλίου 2017.

Εάν ένα κράτος μέλος επιλέξει να αναβάλει την εφαρμογή του άρθρου 22 παράγραφος 1, το εν λόγω κράτος μέλος προβλέπει ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να επιλέξουν μεταξύ των ακόλουθων μέσων επικοινωνίας για κάθε επικοινωνία και ανταλλαγή πληροφοριών:

α)

ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με το άρθρο 22·

β)

ταχυδρομείο, ή άλλο κατάλληλο μέσο·

γ)

φαξ·

δ)

συνδυασμό αυτών των μέσων.

3.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη δύνανται να αναβάλουν την εφαρμογή του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 59 παράγραφος 2 έως τις 18 Απριλίου 2018.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη δύνανται να αναβάλουν την εφαρμογή του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 59 παράγραφος 5 έως τις 18 Οκτωβρίου 2018.

5.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη δύνανται να αναβάλουν την εφαρμογή του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 61 παράγραφος 2 έως τις 18 Οκτωβρίου 2018.

6.   Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα μέτρα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 5, αυτά περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

7.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 91

Καταργήσεις

Η οδηγία 2004/18/ΕΚ καταργείται στις 18 Απριλίου 2016.

Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα XV.

Άρθρο 92

Επανεξέταση

Η Επιτροπή επανεξετάζει τις οικονομικές επιπτώσεις που έχει στην εσωτερική αγορά η εφαρμογή των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 4, ιδίως σε σχέση με παράγοντες όπως η διασυνοριακή ανάθεση συμβάσεων και το κόστος των συναλλαγών, και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο μέχρι τις 18 Απριλίου 2019.

Η Επιτροπή, εφόσον είναι εφικτό και σκόπιμο, θα εξετάσει το ενδεχόμενο να προτείνει αύξηση των κατώτατων ποσών που ισχύουν βάσει της ΣΔΠ κατά τον επόμενο γύρο διαπραγματεύσεων. Σε περίπτωση οποιασδήποτε μεταβολής των εφαρμοστέων κατώτατων ορίων δυνάμει της ΣΔΠ, η έκθεση συνοδεύεται, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 93

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 94

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΫΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 191 της 29.6.2012, σ. 84.

(2)  ΕΕ C 391 της 18.12.2012, σ. 49.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 11ης Φεβρουαρίου 2014.

(4)  Οδηγία 2004/17/ΕΚ του ΕΚ και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών προμήθειας στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων έργων, αγαθών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114).

(6)  Εγκρίθηκε με την απόφαση 2010/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τη σύναψη, από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (ΕΕ L 23 της 27.1.2010, σ. 35).

(7)  Οδηγία 2009/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης ορισμένων συμβάσεων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών που συνάπτονται από αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας καθώς και την τροποποίηση των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 216 της 20.8.2009, σ. 76).

(8)  Απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994) (ΕΕ L 336 της 23.12.1994, σ. 1).

(9)  Οδηγία 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις προμήθειες από φορείς που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (βλέπε σελίδα 243 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και 1107/70 (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 1).

(11)  Οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (ΕΕ L 18 της 21.1.1997, σ. 1).

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 98/34/ΕΚ, 2004/22/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2009/23/ΕΚ και 2009/105/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης αριθ. 1673/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12).

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) (ΕΕ L 177 της 4.7.2008, σ. 6).

(14)  Οδηγία 89/665/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων (ΕΕ L 395 της 30.12.1989, σ. 33).

(15)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 και των αποφάσεων της Επιτροπής 2001/681/ΕΚ και 2006/193/ΕΚ (ΕΕ L 342 της 22.12.2009, σ. 1).

(16)  Οδηγία 2009/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την προώθηση καθαρών και ενεργειακώς αποδοτικών οχημάτων οδικών μεταφορών (ΕΕ L 120 της 15.5.2009, σ. 5).

(17)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 106/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2008, σχετικά με το κοινοτικό πρόγραμμα επισήμανσης της ενεργειακής απόδοσης του εξοπλισμού γραφείου (ΕΕ L 39 της 13.2.2008, σ. 1).

(18)  Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 1971, περί καθορισμού των κανόνων που εφαρμόζονται στις προθεσμίες, ημερομηνίες και διορίες (ΕΕ L 124 της 8.6.1971, σ. 1).

(19)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2195/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, περί του κοινού λεξιλογίου για τις δημόσιες συμβάσεις (CPV) (ΕΕ L 340 της 16.12.2002, σ. 1).

(20)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά και για την κατάργηση της απόφασης 2008/49/ΕΚ της Επιτροπής («κανονισμός ΙΜΙ») (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 1).

(21)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(22)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για τη θέσπιση μιας κοινής ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων (NUTS) (ΕΕ L 154 της 21.6.2003, σ. 1).

(23)  Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία-πλαίσιο) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33).

(24)  Οδηγία 2010/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

(25)  Οδηγία 77/249/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1977, περί διευκολύνσεως της πραγματικής ασκήσεως της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών από δικηγόρους (ΕΕ L 78 της 26.3.1977, σ. 17).

(26)  Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1).

(27)  Οδηγία 1999/93/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με το κοινοτικό πλαίσιο για ηλεκτρονικές υπογραφές (ΕΕ L 13 της 19.1.2000, σ. 12).

(28)  Απόφαση της Επιτροπής, της 16ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση μέτρων που διευκολύνουν τη χρήση διαδικασιών με ηλεκτρονικά μέσα μέσω των «ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης» βάσει της οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 274 της 20.10.2009, σ. 36).

(29)  Απόφαση της Επιτροπής, της 25ης Φεβρουαρίου 2011, περί καθιέρωσης ελάχιστων απαιτήσεων για τη διασυνοριακή επεξεργασία εγγράφων τα οποία έχουν υπογραφεί ηλεκτρονικά από αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με την οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 53 της 26.2.2011, σ. 66).

(30)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για τον ευρωπαϊκό όμιλο εδαφικής συνεργασίας (ΕΟΕΣ) (ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 19).

(31)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30).

(32)  Απόφαση-πλαίσιο 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 2008, για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος (ΕΕ L 300 της 11.11.2008, σ. 42).

(33)  ΕΕ C 195 της 25.6.1997, σ. 1.

(34)  Απόφαση-πλαίσιο 2003/568/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003, για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα (ΕΕ L 192 της 31.7.2003, σ. 54).

(35)  ΕΕ C 316 της 27.11.1995, σ. 48.

(36)  Απόφαση-πλαίσιο 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 164 της 22.6.2002, σ. 3).

(37)  Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15).

(38)  Οδηγία 2011/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και για την προστασία των θυμάτων της, καθώς και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαίσιο 2002/629/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 101 της 15.4.2011, σ. 1).

(39)  Σύσταση της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(40)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(41)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(42)  Απόφαση 71/306/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1971, περί συστάσεως συμβουλευτικής επιτροπής για τις Συμβάσεις Δημοσίων Έργων (ΕΕ L 185 της 16.8.1971, σ. 15).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΒΕΛΓΙΟ

1.

Services publics fédéraux (Υπουργεία):

1.

Federale Overheidsdiensten (Υπουργεία):

SPF Chancellerie du Premier Ministre

FOD Kanselarij van de Eerste Minister

SPF Personnel et Organisation

FOD Kanselarij Personeel en Organisatie

SPF Budget et Contrôle de la Gestion

FOD Budget en Beheerscontrole

SPF Technologie de l’Information et de la Communication (Fedict)

FOD Informatie- en Communicatietechnologie (Fedict)

SPF Affaires étrangères, Commerce extérieur et Coopération au Développement

FOD Buitenlandse Zaken, Buitenlandse Handel en Ontwikkelingssamenwerking

SPF Intérieur

FOD Binnenlandse Zaken

SPF Finances

FOD Financiën

SPF Mobilité et Transports

FOD Mobiliteit en Vervoer

SPF Emploi, Travail et Concertation sociale

FOD Werkgelegenheid, Arbeid en sociaal overleg

SPF Sécurité Sociale et Institutions publiques de Sécurité Sociale

FOD Sociale Zekerheid en Openbare Instellingen van sociale Zekerheid

SPF Santé publique, Sécurité de la Chaîne alimentaire et Environnement

FOD Volksgezondheid, Veiligheid van de Voedselketen en Leefmilieu

SPF Justice

FOD Justitie

SPF Economie, PME, Classes moyennes et Energie

FOD Economie, KMO, Middenstand en Energie

Ministère de la Défense

Ministerie van Landsverdediging

Service public de programmation Intégration sociale, Lutte contre la pauvreté et Economie sociale

Programmatorische Overheidsdienst Maatschappelijke Integratie, Armoedsbestrijding en sociale Economie

Service public fédéral de Programmation Développement durable

Programmatorische federale Overheidsdienst Duurzame Ontwikkeling

Service public fédéral de Programmation Politique scientifique

Programmatorische federale Overheidsdienst Wetenschapsbeleid

2.

Régie des Bâtiments

2.

Regie der Gebouwen

Office national de Sécurité sociale

Rijksdienst voor sociale Zekerheid

Institut national d’Assurance sociales pour travailleurs indépendants

Rijksinstituut voor de sociale Verzekeringen der Zelfstandigen

Institut national d’Assurance Maladie-Invalidité

Rijksinstituut voor Ziekte- en Invaliditeitsverzekering

Office national des Pensions

Rijksdienst voor Pensioenen

Caisse auxiliaire d’Assurance Maladie-Invalidité

Hulpkas voor Ziekte-en Invaliditeitsverzekering

Fond des Maladies professionnelles

Fonds voor Beroepsziekten

Office national de l’Emploi

Rijksdienst voor Arbeidsvoorziening

ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

Администрация на Народното събрание

Aдминистрация на Президента

Администрация на Министерския съвет

Конституционен съд

Българска народна банка

Министерство на външните работи

Министерство на вътрешните работи

Министерство на държавната администрация и административната реформа

Министерство на извънредните ситуации

Министерство на земеделието и храните

Министерство на здравеопазването

Министерство на икономиката и енергетиката

Министерство на културата

Министерство на образованието и науката

Министерство на околната среда и водите

Министерство на отбраната

Министерство на правосъдието

Министерство на регионалното развитие и благоустройството

Министерство на транспорта

Министерство на труда и социалната политика

Министерство на финансите

Κρατικές υπηρεσίες, κρατικές επιτροπές, εκτελεστικοί οργανισμοί και άλλες κρατικές αρχές οι οποίες δημιουργούνται διά νόμου ή με υπουργικό διάταγμα και αναλαμβάνουν την άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας:

Агенция за ядрено регулиране

Висшата атестационна комисия

Държавна комисия за енергийно и водно регулиране

Държавна комисия по сигурността на информацията

Комисия за защита на конкуренцията

Комисия за защита на личните данни

Комисия за защита от дискриминация

Комисия за регулиране на съобщенията

Комисия за финансов надзор

Патентно ведомство на Република България

Сметна палата на Република България

Агенция за приватизация

Агенция за следприватизационен контрол

Български институт по метрология

Държавна агенция «Архиви»

Държавна агенция «Държавен резерв и военновременни запаси»

Държавна агенция «Национална сигурност»

Държавна агенция за бежанците

Държавна агенция за българите в чужбина

Държавна агенция за закрила на детето

Държавна агенция за информационни технологии и съобщения

Държавна агенция за метрологичен и технически надзор

Държавна агенция за младежта и спорта

Държавна агенция по горите

Държавна агенция по туризма

Държавна комисия по стоковите борси и тържища

Институт по публична администрация и европейска интеграция

Национален статистически институт

Национална агенция за оценяване и акредитация

Националната агенция за професионално образование и обучение

Национална комисия за борба с трафика на хора

Агенция «Митници»

Агенция за държавна и финансова инспекция

Агенция за държавни вземания

Агенция за социално подпомагане

Агенция за хората с увреждания

Агенция по вписванията

Агенция по геодезия, картография и кадастър

Агенция по енергийна ефективност

Агенция по заетостта

Агенция по обществени поръчки

Българска агенция за инвестиции

Главна дирекция «Гражданска въздухоплавателна администрация»

Дирекция «Материално-техническо осигуряване и социално обслужване» на Министерство на вътрешните работи

Дирекция «Оперативно издирване» на Министерство на вътрешните работи

Дирекция «Финансово-ресурсно осигуряване» на Министерство на вътрешните работи

Дирекция за национален строителен контрол

Държавна комисия по хазарта

Изпълнителна агенция «Автомобилна администрация»

Изпълнителна агенция «Борба с градушките»

Изпълнителна агенция «Българска служба за акредитация»

Изпълнителна агенция «Военни клубове и информация»

Изпълнителна агенция «Главна инспекция по труда»

Изпълнителна агенция «Държавна собственост на Министерството на отбраната»

Изпълнителна агенция «Железопътна администрация»

Изпълнителна агенция «Изпитвания и контролни измервания на въоръжение, техника и имущества»

Изпълнителна агенция «Морска администрация»

Изпълнителна агенция «Национален филмов център»

Изпълнителна агенция «Пристанищна администрация»

Изпълнителна агенция «Проучване и поддържане на река Дунав»

Изпълнителна агенция «Социални дейности на Министерството на отбраната»

Изпълнителна агенция за икономически анализи и прогнози

Изпълнителна агенция за насърчаване на малките и средни предприятия

Изпълнителна агенция по лекарствата

Изпълнителна агенция по лозата и виното

Изпълнителна агенция по околна среда

Изпълнителна агенция по почвените ресурси

Изпълнителна агенция по рибарство и аквакултури

Изпълнителна агенция по селекция и репродукция в животновъдството

Изпълнителна агенция по сортоизпитване, апробация и семеконтрол

Изпълнителна агенция по трансплантация

Изпълнителна агенция по хидромелиорации

Комисията за защита на потребителите

Контролно-техническата инспекция

Национален център за информация и документация

Национален център по радиобиология и радиационна защита

Национална агенция за приходите

Национална ветеринарномедицинска служба

Национална служба «Полиция»

Национална служба «Пожарна безопасност и защита на населението»

Национална служба за растителна защита

Национална служба за съвети в земеделието

Национална служба по зърното и фуражите

Служба «Военна информация»

Служба «Военна полиция»

Фонд «Републиканска пътна инфраструктура»

Авиоотряд 28

ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Ministerstvo dopravy

Ministerstvo financí

Ministerstvo kultury

Ministerstvo obrany

Ministerstvo pro místní rozvoj

Ministerstvo práce a sociálních věcí

Ministerstvo průmyslu a obchodu

Ministerstvo spravedlnosti

Ministerstvo školství, mládeže a tělovýchovy

Ministerstvo vnitra

Ministerstvo zahraničních věcí

Ministerstvo zdravotnictví

Ministerstvo zemědělství

Ministerstvo životního prostředí

Poslanecká sněmovna PČR

Senát PČR

Kancelář prezidenta

Český statistický úřad

Český úřad zeměměřičský a katastrální

Úřad průmyslového vlastnictví

Úřad pro ochranu osobních údajů

Bezpečnostní informační služba

Národní bezpečnostní úřad

Česká akademie věd

Vězeňská služba

Český báňský úřad

Úřad pro ochranu hospodářské soutěže

Správa státních hmotných rezerv

Státní úřad pro jadernou bezpečnost

Česká národní banka

Energetický regulační úřad

Úřad vlády České republiky

Ústavní soud

Nejvyšší soud

Nejvyšší správní soud

Nejvyšší státní zastupitelství

Nejvyšší kontrolní úřad

Kancelář Veřejného ochránce práv

Grantová agentura České republiky

Státní úřad inspekce práce

Český telekomunikační úřad

ΔΑΝΙΑ

Folketinget

Rigsrevisionen

Statsministeriet

Udenrigsministeriet

Beskæftigelsesministeriet

5 styrelser og institutioner (πέντε υπηρεσίες και οργανισμοί)

Domstolsstyrelsen

Finansministeriet

5 styrelser og institutioner (πέντε υπηρεσίες και οργανισμοί)

Forsvarsministeriet

5 styrelser og institutioner (πέντε υπηρεσίες και οργανισμοί)

Ministeriet for Sundhed og Forebyggelse

Adskillige styrelser og institutioner, herunder Statens Serum Institut (ορισμένες υπηρεσίες και οργανισμοί, μεταξύ των οποίων το Statens Serum Institut)

Justitsministeriet

Rigspolitichefen, anklagemyndigheden samt 1 direktorat og et antal styrelser (Εθνικό Αρχηγείο Αστυνομίας, η εισαγγελία, μία διεύθυνση και διάφορες υπηρεσίες)

Kirkeministeriet

10 stiftsøvrigheder (δέκα επισκοπικές αρχές)

Kulturministeriet — Υπουργείο Πολιτισμού

4 styrelser samt et antal statsinstitutioner (τέσσερα τμήματα και ορισμένοι οργανισμοί)

Miljøministeriet

5 styrelser (πέντε υπηρεσίες)

Ministeriet for Flygtninge, Invandrere og Integration

1 styrelse (μία υπηρεσία)

Ministeriet for Fødevarer, Landbrug og Fiskeri

4 direktoraterog institutioner (τέσσερις διευθύνσεις και οργανισμοί)

Ministeriet for Videnskab, Teknologi og Udvikling

Adskillige styrelser og institutioner, Forskningscenter Risø og Statens uddannelsesbygninger (ορισμένες υπηρεσίες και οργανισμοί, μεταξύ των οποίων το Εθνικό Εργαστήριο του Risoe και τα Εθνικά Ιδρύματα Έρευνας και Κατάρτισης)

Skatteministeriet

1 styrelse og institutioner (μία υπηρεσία και ορισμένοι οργανισμοί)

Velfærdsministeriet

3 styrelser og institutioner (τρεις υπηρεσίες και ορισμένοι οργανισμοί)

Transportministeriet

7 styrelser og institutioner, herunder Øresundsbrokonsortiet (επτά υπηρεσίες και οργανισμοί, μεταξύ των οποίων το Øresundsbrokonsortiet)

Undervisningsministeriet

3 styrelser, 4 undervisningsinstitutioner og 5 andre institutioner (τρεις υπηρεσίες, τέσσερα εκπαιδευτικά ιδρύματα και πέντε άλλοι οργανισμοί)

Økonomi- og Erhvervsministeriet

Adskilligestyrelser og institutioner (ορισμένες υπηρεσίες και οργανισμοί)

Klima- og Energiministeriet

3 styrelse og institutioner (τρεις υπηρεσίες και οργανισμοί)

ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Auswärtiges Amt

Bundeskanzleramt

Bundesministerium für Arbeit und Soziales

Bundesministerium für Bildung und Forschung

Bundesministerium für Ernährung, Landwirtschaft und Verbraucherschutz

Bundesministerium der Finanzen

Bundesministerium des Innern (μόνον αγαθά προοριζόμενα για πολιτική χρήση)

Bundesministerium für Gesundheit

Bundesministerium für Familie, Senioren, Frauen und Jugend

Bundesministerium der Justiz

Bundesministerium für Verkehr, Bau und Stadtentwicklung

Bundesministerium für Wirtschaft und Technologie

Bundesministerium für wirtschaftliche Zusammenarbeit und Entwicklung

Bundesministerium der Verteidigung (μη στρατιωτικά αγαθά)

Bundesministerium für Umwelt, Naturschutz und Reaktorsicherheit

ΕΣΘΟΝΙΑ

Vabariigi Presidendi Kantselei

Eesti Vabariigi Riigikogu

Eesti Vabariigi Riigikohus

Riigikontroll

Õiguskantsler

Riigikantselei

Rahvusarhiiv

Haridus- ja Teadusministeerium

Justiitsministeerium

Kaitseministeerium

Keskkonnaministeerium

Kultuuriministeerium

Majandus- ja Kommunikatsiooniministeerium

Põllumajandusministeerium

Rahandusministeerium

Siseministeerium

Sotsiaalministeerium

Välisministeerium

Keeleinspektsioon

Riigiprokuratuur

Teabeamet

Maa-amet

Keskkonnainspektsioon

Metsakaitse- ja Metsauuenduskeskus

Muinsuskaitseamet

Patendiamet

Tarbijakaitseamet

Riigihangete Amet

Taimetoodangu Inspektsioon

Põllumajanduse Registrite ja Informatsiooni Amet

Veterinaar- ja Toiduamet

Konkurentsiamet

Maksu –ja Tolliamet

Statistikaamet

Kaitsepolitseiamet

Kodakondsus- ja Migratsiooniamet

Piirivalveamet

Politseiamet

Eesti Kohtuekspertiisi Instituut

Keskkriminaalpolitsei

Päästeamet

Andmekaitse Inspektsioon

Ravimiamet

Sotsiaalkindlustusamet

Tööturuamet

Tervishoiuamet

Tervisekaitseinspektsioon

Tööinspektsioon

Lennuamet

Maanteeamet

Veeteede Amet

Julgestuspolitsei

Kaitseressursside Amet

Kaitseväe Logistikakeskus

Tehnilise Järelevalve Amet.

ΙΡΛΑΝΔΙΑ

President’s Establishment

Houses of the Oireachtas — [Κοινοβούλιο]

Department of the Taoiseach — [πρωθυπουργός]

Central Statistics Office

Department of Finance

Office of the Comptroller and Auditor General

Office of the Revenue Commissioners

Office of Public Works

State Laboratory

Office of the Attorney General

Office of the Director of Public Prosecutions

Valuation Office

Office of the Commission for Public Service Appointments

Public Appointments Service

Office of the Ombudsman

Chief State Solicitor’s Office

Department of Justice, Equality and Law Reform

Courts Service

Prisons Service

Office of the Commissioners of Charitable Donations and Bequests

Department of the Environment, Heritage and Local Government

Department of Education and Science

Department of Communications, Energy and Natural Resources

Department of Agriculture, Fisheries and Food

Department of Transport

Department of Health and Children

Department of Enterprise, Trade and Employment

Department of Arts, Sports and Tourism

Department of Defence

Department of Foreign Affairs

Department of Social and Family Affairs

Department of Community, Rural and Gaeltacht — [ιρλανδόφωνες περιοχές] Affairs

Arts Council

National Gallery.

ΕΛΛΑΔΑ

Υπουργείο Εσωτερικών

Υπουργείο Εξωτερικών

Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών

Υπουργείο Ανάπτυξης

Υπουργείο Δικαιοσύνης

Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων

Υπουργείο Πολιτισμού

Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης

Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων

Υπουργείο Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας

Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών

Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων

Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής

Υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης

Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας

Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης

Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς

Γενική Γραμματεία Ισότητας

Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων

Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού

Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας

Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας

Γενική Γραμματεία Αθλητισμού

Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων

Γενική Γραμματεία Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας Ελλάδος

Εθνικό Συμβούλιο Κοινωνικής Φροντίδας

Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας

Εθνικό Τυπογραφείο

Γενικό Χημείο του Κράτους

Ταμείο Εθνικής Οδοποιίας

Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης

Πανεπιστήμιο Αιγαίου

Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Πανεπιστήμιο Πατρών

Πανεπιστήμιο Μακεδονίας

Πολυτεχνείο Κρήτης

Σιβιτανίδειος Δημόσια Σχολή Τεχνών και Επαγγελμάτων

Αιγινήτειο Νοσοκομείο

Αρεταίειο Νοσοκομείο

Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης

Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Υλικού

Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων

Οργανισμός Σχολικών Κτιρίων

Γενικό Επιτελείο Στρατού

Γενικό Επιτελείο Ναυτικού

Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας

Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας

Γενική Γραμματεία Εκπαίδευσης Ενηλίκων

Υπουργείο Εθνικής Άμυνας

Γενική Γραμματεία Εμπορίου.

ΙΣΠΑΝΙΑ

Presidencia de Gobierno

Ministerio de Asuntos Exteriores y de Cooperación

Ministerio de Justicia

Ministerio de Defensa

Ministerio de Economía y Hacienda

Ministerio del Interior

Ministerio de Fomento

Ministerio de Educación, Política Social y Deportes

Ministerio de Industria, Turismo y Comercio

Ministerio de Trabajo e Inmigración

Ministerio de la Presidencia

Ministerio de Administraciones Públicas

Ministerio de Cultura

Ministerio de Sanidad y Consumo

Ministerio de Medio Ambiente y Medio Rural y Marino

Ministerio de Vivienda

Ministerio de Ciencia e Innovación

Ministerio de Igualdad

ΓΑΛΛΙΑ

1.   Υπουργεία

Services du Premier ministre

Ministère chargé de la santé, de la jeunesse et des sports

Ministère chargé de l’intérieur, de l’outre-mer et des collectivités territoriales

Ministère chargé de la justice

Ministère chargé de la défense

Ministère chargé des affaires étrangères et européennes

Ministère chargé de l’éducation nationale

Ministère chargé de l’économie, des finances et de l’emploi

Secrétariat d’Etat aux transports

Secrétariat d’Etat aux entreprises et au commerce extérieur

Ministère chargé du travail, des relations sociales et de la solidarité

Ministère chargé de la culture et de la communication

Ministère chargé du budget, des comptes publics et de la fonction publique

Ministère chargé de l’agriculture et de la pêche

Ministère chargé de l’enseignement supérieur et de la recherche

Ministère chargé de l’écologie, du développement et de l’aménagement durables

Secrétariat d’Etat à la fonction publique

Ministère chargé du logement et de la ville

Secrétariat d’Etat à la coopération et à la francophonie

Secrétariat d’Etat à l’outre-mer

Secrétariat d’Etat à la jeunesse, des sports et de la vie associative

Secrétariat d’Etat aux anciens combattants

Ministère chargé de l’immigration, de l’intégration, de l’identité nationale et du co-développement

Secrétariat d’Etat en charge de la prospective et de l’évaluation des politiques publiques

Secrétariat d’Etat aux affaires européennes,

Secrétariat d’Etat aux affaires étrangères et aux droits de l’homme

Secrétariat d’Etat à la consommation et au tourisme

Secrétariat d’Etat à la politique de la ville

Secrétariat d’Etat à la solidarité

Secrétariat d’Etat en charge de l’industrie et de la consommation

Secrétariat d’Etat en charge de l’emploi

Secrétariat d’Etat en charge du commerce, de l’artisanat, des PME, du tourisme et des services

Secrétariat d’Etat en charge de l’écologie

Secrétariat d’Etat en charge du développement de la région-capitale

Secrétariat d’Etat en charge de l’aménagement du territoire

2.   Οργανισμοί, ανεξάρτητες αρχές και δικαστήρια

Présidence de la République

Assemblée Nationale

Sénat

Conseil constitutionnel

Conseil économique et social

Conseil supérieur de la magistrature

Agence française contre le dopage

Autorité de contrôle des assurances et des mutuelles

Autorité de contrôle des nuisances sonores aéroportuaires

Autorité de régulation des communications électroniques et des postes

Autorité de sûreté nucléaire

Autorité indépendante des marchés financiers

Comité national d’évaluation des établissements publics à caractère scientifique, culturel et professionnel

Commission d’accès aux documents administratifs

Commission consultative du secret de la défense nationale

Commission nationale des comptes de campagne et des financements politiques

Commission nationale de contrôle des interceptions de sécurité

Commission nationale de déontologie de la sécurité

Commission nationale du débat public

Commission nationale de l’informatique et des libertés

Commission des participations et des transferts

Commission de régulation de l’énergie

Commission de la sécurité des consommateurs

Commission des sondages

Commission de la transparence financière de la vie politique

Conseil de la concurrence

Conseil des ventes volontaires de meubles aux enchères publiques

Conseil supérieur de l’audiovisuel

Défenseur des enfants

Haute autorité de lutte contre les discriminations et pour l’égalité

Haute autorité de santé

Médiateur de la République

Cour de justice de la République

Tribunal des Conflits

Conseil d’Etat

Cours administratives d’appel

Tribunaux administratifs

Cour des Comptes

Chambres régionales des Comptes

Cours et tribunaux de l’ordre judiciaire (Cour de Cassation, Cours d’Appel, Tribunaux d’instance et Tribunaux de grande instance)

3.   Εθνικοί δημόσιοι οργανισμοί

Académie de France à Rome

Académie de marine

Académie des sciences d’outre-mer

Académie des technologies

Agence centrale des organismes de sécurité sociale (ACOSS)

Agence de biomédicine

Agence pour l’enseignement du français à l’étranger

Agence française de sécurité sanitaire des aliments

Agence française de sécurité sanitaire de l’environnement et du travail

Agence Nationale pour la cohésion sociale et l’égalité des chances

Agence nationale pour la garantie des droits des mineurs

Agences de l’eau

Agence Nationale de l’Accueil des Etrangers et des migrations

Agence nationale pour l’amélioration des conditions de travail (ANACT

Agence nationale pour l’amélioration de l’habitat (ANAH)

Agence Nationale pour la Cohésion Sociale et l’Egalité des Chances

Agence nationale pour l’indemnisation des français d’outre-mer (ANIFOM)

Assemblée permanente des chambres d’agriculture (APCA)

Bibliothèque publique d’information

Bibliothèque nationale de France

Bibliothèque nationale et universitaire de Strasbourg

Caisse des Dépôts et Consignations

Caisse nationale des autoroutes (CNA)

Caisse nationale militaire de sécurité sociale (CNMSS)

Caisse de garantie du logement locatif social

Casa de Velasquez

Centre d’enseignement zootechnique

Centre d’études de l’emploi

Centre d’études supérieures de la sécurité sociale

Centres de formation professionnelle et de promotion agricole

Centre hospitalier des Quinze-Vingts

Centre international d’études supérieures en sciences agronomiques (Montpellier Sup Agro)

Centre des liaisons européennes et internationales de sécurité sociale

Centre des Monuments Nationaux

Centre national d’art et de culture Georges Pompidou

Centre national des arts plastiques

Centre national de la cinématographie

Centre National d’Etudes et d’expérimentation du machinisme agricole, du génie rural, des eaux et des forêts (CEMAGREF)

Centre national du livre

Centre national de documentation pédagogique

Centre national des œuvres universitaires et scolaires (CNOUS)

Centre national professionnel de la propriété forestière

Centre National de la Recherche Scientifique (C.N.R.S)

Centres d’éducation populaire et de sport (CREPS)

Centres régionaux des œuvres universitaires (CROUS)

Collège de France

Conservatoire de l’espace littoral et des rivages lacustres

Conservatoire National des Arts et Métiers

Conservatoire national supérieur de musique et de danse de Paris

Conservatoire national supérieur de musique et de danse de Lyon

Conservatoire national supérieur d’art dramatique

Ecole centrale de Lille

Ecole centrale de Lyon

École centrale des arts et manufactures

École française d’archéologie d’Athènes

École française d’Extrême-Orient

École française de Rome

École des hautes études en sciences sociales

Ecole du Louvre

École nationale d’administration

École nationale de l’aviation civile (ENAC)

École nationale des Chartes

École nationale d’équitation

Ecole Nationale du Génie de l’Eau et de l’environnement de Strasbourg

Écoles nationales d’ingénieurs

Ecole nationale d’ingénieurs des industries des techniques agricoles et alimentaires de Nantes

Écoles nationales d’ingénieurs des travaux agricoles

École nationale de la magistrature

Écoles nationales de la marine marchande

École nationale de la santé publique (ENSP)

École nationale de ski et d’alpinisme

École nationale supérieure des arts décoratifs

École nationale supérieure des arts et techniques du théâtre

École nationale supérieure des arts et industries textiles Roubaix

Écoles nationales supérieures d’arts et métiers

École nationale supérieure des beaux-arts

École nationale supérieure de céramique industrielle

École nationale supérieure de l’électronique et de ses applications (ENSEA)

Ecole nationale supérieure du paysage de Versailles

Ecole Nationale Supérieure des Sciences de l’information et des bibliothécaires

Ecole nationale supérieure de la sécurité sociale

Écoles nationales vétérinaires

École nationale de voile

Écoles normales supérieures

École polytechnique

École technique professionnelle agricole et forestière de Meymac (Corrèze)

École de sylviculture Crogny (Aube)

École de viticulture et d’œnologie de la Tour- Blanche (Gironde)

École de viticulture — Avize (Marne)

Etablissement national d’enseignement agronomique de Dijon

Établissement national des invalides de la marine (ENIM)

Établissement national de bienfaisance Koenigswarter

Établissement public du musée et du domaine national de Versailles

Fondation Carnegie

Fondation Singer-Polignac

Haras nationaux

Hôpital national de Saint-Maurice

Institut des hautes études pour la science et la technologie

Institut français d’archéologie orientale du Caire

Institut géographique national

Institut National de l’origine et de la qualité

Institut national des hautes études de sécurité

Institut de veille sanitaire

Institut National d’enseignement supérieur et de recherche agronomique et agroalimentaire de Rennes

Institut National d’Etudes Démographiques (I.N.E.D)

Institut National d’Horticulture

Institut National de la jeunesse et de l’éducation populaire

Institut national des jeunes aveugles — Paris

Institut national des jeunes sourds — Bordeaux

Institut national des jeunes sourds — Chambéry

Institut national des jeunes sourds — Metz

Institut national des jeunes sourds — Paris

Institut national de physique nucléaire et de physique des particules (I.N.P.N.P.P)

Institut national de la propriété industrielle

Institut National de la Recherche Agronomique (I.N.R.A)

Institut National de la Recherche Pédagogique (I.N.R.P)

Institut National de la Santé et de la Recherche Médicale (I.N.S.E.R.M)

Institut national d’histoire de l’art (I.N.H.A.)

Institut national de recherches archéologiques préventives

Institut National des Sciences de l’Univers

Institut National des Sports et de l’Education Physique

Institut national supérieur de formation et de recherche pour l’éducation des jeunes handicapés et les enseignements inadaptés

Instituts nationaux polytechniques

Instituts nationaux des sciences appliquées

Institut national de recherche en informatique et en automatique (INRIA)

Institut national de recherche sur les transports et leur sécurité (INRETS)

Institut de Recherche pour le Développement

Instituts régionaux d’administration

Institut des Sciences et des Industries du vivant et de l’environnement (Agro Paris Tech)

Institut supérieur de mécanique de Paris

Institut Universitaires de Formation des Maîtres

Musée de l’armée

Musée Gustave-Moreau

Musée national de la marine

Musée national J.-J.-Henner

Musée du Louvre

Musée du Quai Branly

Muséum National d’Histoire Naturelle

Musée Auguste-Rodin

Observatoire de Paris

Office français de protection des réfugiés et apatrides

Office National des Anciens Combattants et des Victimes de Guerre (ONAC)

Office national de la chasse et de la faune sauvage

Office National de l’eau et des milieux aquatiques

Office national d’information sur les enseignements et les professions (ONISEP)

Office universitaire et culturel français pour l’Algérie

Ordre national de la Légion d’honneur

Palais de la découverte

Parcs nationaux

Universités

4.   Άλλοι εθνικοί δημόσιοι φορείς

Union des groupements d’achats publics (UGAP)

Agence Nationale pour l’emploi (A.N.P.E)

Caisse Nationale des Allocations Familiales (CNAF)

Caisse Nationale d’Assurance Maladie des Travailleurs Salariés (CNAMS)

Caisse Nationale d’Assurance-Vieillesse des Travailleurs Salariés (CNAVTS)

ΚΡΟΑΤΙΑ

Hrvatski sabor

Predsjednik Republike Hrvatske

Ured predsjednika Republike Hrvatske

Ured predsjednika Republike Hrvatske po prestanku obnašanja dužnosti

Vlada Republike Hrvatske

uredi Vlade Republike Hrvatske

Ministarstvo gospodarstva

Ministarstvo regionalnog razvoja i fondova Europske unije

Ministarstvo financija

Ministarstvo obrane

Ministarstvo vanjskih i europskih poslova

Ministarstvo unutarnjih poslova

Ministarstvo pravosuđa

Ministarstvo uprave

Ministarstvo poduzetništva i obrta

Ministarstvo rada i mirovinskog sustava

Ministarstvo pomorstva, prometa i infrastrukture

Ministarstvo poljoprivrede

Ministarstvo turizma

Ministarstvo zaštite okoliša i prirode

Ministarstvo graditeljstva i prostornog uređenja

Ministarstvo branitelja

Ministarstvo socijalne politike i mladih

Ministarstvo zdravlja

Ministarstvo znanosti, obrazovanja i sporta

Ministarstvo kulture

državne upravne organizacije

uredi državne uprave u županijama

Ustavni sud Republike Hrvatske

Vrhovni sud Republike Hrvatske

sudovi

Državno sudbeno vijeće

državna odvjetništva

Državnoodvjetničko vijeće

pravobraniteljstva

Državna komisija za kontrolu postupaka javne nabave

Hrvatska narodna banka

državne agencije i uredi

Državni ured za reviziju

ΙΤΑΛΙΑ

Αρχές αγορών

Presidenza del Consiglio dei Ministri

Ministero degli Affari Esteri

Ministero dell’Interno

Ministero della Giustizia e Uffici giudiziari (esclusi i giudici di pace)

Ministero della Difesa

Ministero dell’Economia e delle Finanze

Ministero dello Sviluppo Economico

Ministero delle Politiche Agricole, Alimentari e Forestali

Ministero dell’Ambiente, Tutela del Territorio e del Mare

Ministero delle Infrastrutture e dei Trasporti

Ministero del Lavoro, della Salute e delle Politiche Sociali

Ministero dell’Istruzione, Università e Ricerca

Ministero per i Beni e le Attività culturali, comprensivo delle sue articolazioni periferiche

Άλλοι εθνικοί δημόσιοι φορείς:

CONSIP (Concessionaria Servizi Informatici Pubblici)

ΚΥΠΡΟΣ

Προεδρία και Προεδρικό Μέγαρο

Γραφείο Συντονιστή Εναρμόνισης

Υπουργικό Συμβούλιο

Βουλή των Αντιπροσώπων

Δικαστική Υπηρεσία

Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας

Ελεγκτική Υπηρεσία της Δημοκρατίας

Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας

Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας

Γραφείο Επιτρόπου Διοικήσεως

Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού

Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου

Γραφείο Προγραμματισμού

Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας

Γραφείο Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα

Γραφείο Εφόρου Δημοσίων Ενισχύσεων

Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών

Υπηρεσία Εποπτείας και Ανάπτυξης Συνεργατικών Εταιρειών

Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων

Υπουργείο Άμυνας

Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος

Τμήμα Γεωργίας

Κτηνιατρικές Υπηρεσίες

Τμήμα Δασών

Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων

Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης

Μετεωρολογική Υπηρεσία

Τμήμα Αναδασμού

Υπηρεσία Μεταλλείων

Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών

Τμήμα Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών

Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως

Αστυνομία

Πυροσβεστική Υπηρεσία Κύπρου

Τμήμα Φυλακών

Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού

Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη

Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων

Τμήμα Εργασίας

Τμήμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων

Τμήμα Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας

Κέντρο Παραγωγικότητας Κύπρου

Ανώτερο Ξενοδοχειακό Ινστιτούτο Κύπρου

Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο

Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας

Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων

Υπουργείο Εσωτερικών

Επαρχιακές Διοικήσεις

Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως

Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μεταναστεύσεως

Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας

Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών

Πολιτική Άμυνα

Υπηρεσία Μέριμνας και Αποκαταστάσεων Εκτοπισθέντων

Υπηρεσία Ασύλου

Υπουργείο Εξωτερικών

Υπουργείο Οικονομικών

Τελωνεία

Τμήμα Εσωτερικών Προσόδων

Στατιστική Υπηρεσία

Τμήμα Κρατικών Αγορών και Προμηθειών

Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού

Κυβερνητικό Τυπογραφείο

Τμήμα Υπηρεσιών Πληροφορικής

Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού

Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων

Τμήμα Δημοσίων Έργων

Τμήμα Αρχαιοτήτων

Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας

Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας

Τμήμα Οδικών Μεταφορών

Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών

Τμήμα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών

Υπουργείο Υγείας

Φαρμακευτικές Υπηρεσίες

Γενικό Χημείο

Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας

Οδοντιατρικές Υπηρεσίες

Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας

ΛΕΤΟΝΙΑ

Υπουργεία, γραμματείες υπουργών με ειδικά καθήκοντα και τα υπαγόμενα σε αυτά όργανα

Aizsardzības ministrija un tās padotībā esošās iestādes

Ārlietu ministrija un tas padotībā esošās iestādes

Bērnu un ģimenes lietu ministrija un tās padotībā esošas iestādes

Ekonomikas ministrija un tās padotībā esošās iestādes

Finanšu ministrija un tās padotībā esošās iestādes

Iekšlietu ministrija un tās padotībā esošās iestādes

Izglītības un zinātnes ministrija un tās padotībā esošās iestādes

Kultūras ministrija un tas padotībā esošās iestādes

Labklājības ministrija un tās padotībā esošās iestādes

Reģionālās attīstības un pašvaldības lietu ministrija un tās padotībā esošās iestādes

Satiksmes ministrija un tās padotībā esošās iestādes

Tieslietu ministrija un tās padotībā esošās iestādes

Veselības ministrija un tās padotībā esošās iestādes

Vides ministrija un tās padotībā esošās iestādes

Zemkopības ministrija un tās padotībā esošās iestādes

Īpašu uzdevumu ministra sekretariāti un to padotībā esošās iestādes

Satversmes aizsardzības birojs

Άλλα κρατικά όργανα

Augstākā tiesa

Centrālā vēlēšanu komisija

Finanšu un kapitāla tirgus komisija

Latvijas Banka

Prokuratūra un tās pārraudzībā esošās iestādes

Saeimas kanceleja un tās padotībā esošās iestādes

Satversmes tiesa

Valsts kanceleja un tās padotībā esošās iestādes

Valsts kontrole

Valsts prezidenta kanceleja

Tiesībsarga birojs

Nacionālā radio un televīzijas padome

Citas valsts iestādes, kuras nav ministriju padotībā (Άλλα κρατικά όργανα μη υπαγόμενα σε υπουργεία)

ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

Prezidentūros kanceliarija

Seimo kanceliarija

Institutions accountable to the Seimas [Κοινοβούλιο]: Lietuvos mokslo taryba

Seimo kontrolierių įstaiga

Valstybės kontrolė

Specialiųjų tyrimų tarnyba

Valstybės saugumo departamentas

Konkurencijos taryba

Lietuvos gyventojų genocido ir rezistencijos tyrimo centras

Vertybinių popierių komisija

Ryšių reguliavimo tarnyba

Nacionalinė sveikatos taryba

Etninės kultūros globos taryba

Lygių galimybių kontrolieriaus tarnyba

Valstybinė kultūros paveldo komisija

Vaiko teisių apsaugos kontrolieriaus įstaiga

Valstybinė kainų ir energetikos kontrolės komisija

Valstybinė lietuvių kalbos komisija

Vyriausioji rinkimų komisija

Vyriausioji tarnybinės etikos komisija

Žurnalistų etikos inspektoriaus tarnyba

Vyriausybės kanceliarija

Institutions accountable to the Vyriausybės [κυβέρνηση]:

Ginklų fondas

Informacinės visuomenės plėtros komitetas

Kūno kultūros ir sporto departamentas

Lietuvos archyvų departamentas

Mokestinių ginčų komisija

Statistikos departamentas

Tautinių mažumų ir išeivijos departamentas

Valstybinė tabako ir alkoholio kontrolės tarnyba

Viešųjų pirkimų tarnyba

Narkotikų kontrolės departamentas

Valstybinė atominės energetikos saugos inspekcija

Valstybinė duomenų apsaugos inspekcija

Valstybinė lošimų priežiūros komisija

Valstybinė maisto ir veterinarijos tarnyba

Vyriausioji administracinių ginčų komisija

Draudimo priežiūros komisija

Lietuvos valstybinis mokslo ir studijų fondas

Lietuvių grįžimo į Tėvynę informacijos centras.

Konstitucinis Teismas

Lietuvos bankas

Aplinkos ministerija

Όργανα που υπάγονται στο Aplinkos ministerija [Υπουργείο Περιβάλλοντος]:

Generalinė miškų urėdija

Lietuvos geologijos tarnyba

Lietuvos hidrometeorologijos tarnyba

Lietuvos standartizacijos departamentas

Nacionalinis akreditacijos biuras

Valstybinė metrologijos tarnyba

Valstybinė saugomų teritorijų tarnyba

Valstybinė teritorijų planavimo ir statybos inspekcija

Finansų ministerija

Όργανα που υπάγονται στο Finansų ministerija [Υπουργείο Οικονομικών]:

Muitinės departamentas

Valstybės dokumentų technologinės apsaugos tarnyba

Valstybinė mokesčių inspekcija

Finansų ministerijos mokymo centras

Krašto apsaugos ministerija

Όργανα που υπάγονται στο Krašto apsaugos ministerija [Υπουργείο Εθνικής Άμυνας]:

Antrasis operatyvinių tarnybų departamentas

Centralizuota finansų ir turto tarnyba

Karo prievolės administravimo tarnyba

Krašto apsaugos archyvas

Krizių valdymo centras

Mobilizacijos departamentas

Ryšių ir informacinių sistemų tarnyba

Infrastruktūros plėtros departamentas

Valstybinis pilietinio pasipriešinimo rengimo centras

Lietuvos kariuomenė

Krašto apsaugos sistemos kariniai vienetai ir tarnybos

Kultūros ministerija

Όργανα που υπάγονται στο Kultūros ministerija [Υπουργείο Πολιτισμού]:

Kultūros paveldo departamentas

Valstybinė kalbos inspekcija.

Socialinės apsaugos ir darbo ministerija

Όργανα που υπάγονται στο Socialinės apsaugos ir darbo ministerija [Υπουργείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Εργασίας]:

Garantinio fondo administracija

Valstybės vaiko teisių apsaugos ir įvaikinimo tarnyba

Lietuvos darbo birža

Lietuvos darbo rinkos mokymo tarnyba

Trišalės tarybos sekretoriatas

Socialinių paslaugų priežiūros departamentas

Darbo inspekcija

Valstybinio socialinio draudimo fondo valdyba

Neįgalumo ir darbingumo nustatymo tarnyba

Ginčų komisija

Techninės pagalbos neįgaliesiems centras

Neįgaliųjų reikalų departamentas

Susisiekimo ministerija

Όργανα που υπάγονται στο Susisiekimo ministerija [Υπουργείο Μεταφορών και Επικοινωνιών]:

Lietuvos automobilių kelių direkcija

Valstybinė geležinkelio inspekcija

Valstybinė kelių transporto inspekcija

Pasienio kontrolės punktų direkcija

Sveikatos apsaugos ministerija

Όργανα που υπάγονται στο Sveikatos apsaugos ministerija [Υπουργείο Υγείας]:

Valstybinė akreditavimo sveikatos priežiūros veiklai tarnyba

Valstybinė ligonių kasa

Valstybinė medicininio audito inspekcija

Valstybinė vaistų kontrolės tarnyba

Valstybinė teismo psichiatrijos ir narkologijos tarnyba

Valstybinė visuomenės sveikatos priežiūros tarnyba

Farmacijos departamentas

Sveikatos apsaugos ministerijos Ekstremalių sveikatai situacijų centras

Lietuvos bioetikos komitetas

Radiacinės saugos centras

Švietimo ir mokslo ministerija

Όργανα που υπάγονται στο Švietimo ir mokslo ministerija [Υπουργείο Παιδείας και Επιστημών]:

Nacionalinis egzaminų centras

Studijų kokybės vertinimo centras

Teisingumo ministerija

Όργανα που υπάγονται στο Teisingumo ministerija [Υπουργείο Δικαιοσύνης]:

Kalėjimų departamentas

Nacionalinė vartotojų teisių apsaugos taryba

Europos teisės departamentas

Ūkio ministerija

Υπηρεσίες υπαγόμενες στο Ūkio ministerija [Υπουργείο Οικονομίας]:

Įmonių bankroto valdymo departamentas

Valstybinė energetikos inspekcija

Valstybinė ne maisto produktų inspekcija

Valstybinis turizmo departamentas.

Užsienio reikalų ministerija

Diplomatinės atstovybės ir konsulinės įstaigos užsienyje bei atstovybės prie tarptautinių organizacijų

Vidaus reikalų ministerija

Όργανα που υπάγονται στο Vidaus reikalų ministerija [Υπουργείο Εσωτερικών]:

Asmens dokumentų išrašymo centras

Finansinių nusikaltimų tyrimo tarnyba

Gyventojų registro tarnyba

Policijos departamentas

Priešgaisrinės apsaugos ir gelbėjimo departamentas

Turto valdymo ir ūkio departamentas

Vadovybės apsaugos departamentas

Valstybės sienos apsaugos tarnyba

Valstybės tarnybos departamentas

Informatikos ir ryšių departamentas

Migracijos departamentas

Sveikatos priežiūros tarnyba

Bendrasis pagalbos centras

Žemės ūkio ministerija

Όργανα που υπάγονται στο Žemės ūkio ministerija [Υπουργείο Γεωργίας]:

Nacionalinė mokėjimo agentūra

Nacionalinė žemės tarnyba

Valstybinė augalų apsaugos tarnyba

Valstybinė gyvulių veislininkystės priežiūros tarnyba

Valstybinė sėklų ir grūdų tarnyba

Žuvininkystės departamentas

Teismai [Δικαστήρια]:

Lietuvos Aukščiausiasis Teismas

Lietuvos apeliacinis teismas

Lietuvos vyriausiasis administracinis teismas

apygardų teismai

apygardų administraciniai teismai

apylinkių teismai

Nacionalinė teismų administracija

Generalinė prokuratūra

Άλλοι οργανισμοί της κεντρικής δημόσιας διοίκησης (institucijos [όργανα], įstaigos [οργανισμοί], tarnybos [υπηρεσίες])

Aplinkos apsaugos agentūra

Valstybinė aplinkos apsaugos inspekcija

Aplinkos projektų valdymo agentūra

Miško genetinių išteklių, sėklų ir sodmenų tarnyba

Miško sanitarinės apsaugos tarnyba

Valstybinė miškotvarkos tarnyba

Nacionalinis visuomenės sveikatos tyrimų centras

Lietuvos AIDS centras

Nacionalinis organų transplantacijos biuras

Valstybinis patologijos centras

Valstybinis psichikos sveikatos centras

Lietuvos sveikatos informacijos centras

Slaugos darbuotojų tobulinimosi ir specializacijos centras

Valstybinis aplinkos sveikatos centras

Respublikinis mitybos centras

Užkrečiamųjų ligų profilaktikos ir kontrolės centras

Trakų visuomenės sveikatos priežiūros ir specialistų tobulinimosi centras

Visuomenės sveikatos ugdymo centras

Muitinės kriminalinė tarnyba

Muitinės informacinių sistemų centras

Muitinės laboratorija

Muitinės mokymo centras

Valstybinis patentų biuras

Lietuvos teismo ekspertizės centras

Centrinė hipotekos įstaiga

Lietuvos metrologijos inspekcija

Civilinės aviacijos administracija

Lietuvos saugios laivybos administracija

Transporto investicijų direkcija

Valstybinė vidaus vandenų laivybos inspekcija

Pabėgėlių priėmimo centras

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Ministère d’Etat

Ministère des Affaires Etrangères et de l’Immigration

Ministère de l’Agriculture, de la Viticulture et du Développement Rural

Ministère des Classes moyennes, du Tourisme et du Logement

Ministère de la Culture, de l’Enseignement Supérieur et de la Recherche

Ministère de l’Economie et du Commerce extérieur

Ministère de l’Education nationale et de la Formation professionnelle

Ministère de l’Egalité des chances

Ministère de l’Environnement

Ministère de la Famille et de l’Intégration

Ministère des Finances

Ministère de la Fonction publique et de la Réforme administrative

Ministère de l’Intérieur et de l’Aménagement du territoire

Ministère de la Justice

Ministère de la Santé

Ministère de la Sécurité sociale

Ministère des Transports

Ministère du Travail et de l’Emploi

Ministère des Travaux publics

ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Egészségügyi Minisztérium

Földművelésügyi és Vidékfejlesztési Minisztérium

Gazdasági és Közlekedési Minisztérium

Honvédelmi Minisztérium

Igazságügyi és Rendészeti Minisztérium

Környezetvédelmi és Vízügyi Minisztérium

Külügyminisztérium

Miniszterelnöki Hivatal

Oktatási és Kulturális Minisztérium

Önkormányzati és Területfejlesztési Minisztérium

Pénzügyminisztérium

Szociális és Munkaügyi Minisztérium

Központi Szolgáltatási Főigazgatóság

ΜΑΛΤΑ

Uffiċċju tal-Prim Ministru (Γραφείο του πρωθυπουργού)

Ministeru għall-Familja u Solidarjeta’ Soċjali (Υπουργείο Οικογένειας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης)

Ministeru ta’ l-Edukazzjoni Zghazagh u Impjieg (Υπουργείο Παιδείας, Νεολαίας και Απασχόλησης)

Ministeru tal-Finanzi (Υπουργείο Οικονομικών)

Ministeru tar-Riżorsi u l-Infrastruttura (Υπουργείο Πόρων και Υποδομών)

Ministeru tat-Turiżmu u Kultura (Υπουργείο Τουρισμού και Πολιτισμού)

Ministeru tal-Ġustizzja u l-Intern (Υπουργείο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων)

Ministeru għall-Affarijiet Rurali u l-Ambjent (Υπουργείο Αγροτικών Υποθέσεων και Περιβάλλοντος)

Ministeru għal Għawdex (Υπουργείο για το Gozo)

Ministeru tas-Saħħa, l-Anzjani u Kura fil-Kommunita’ (Υπουργείο Υγείας, Ηλικιωμένων και Κοινοτικής Φροντίδας)

Ministeru ta’ l-Affarijiet Barranin (Υπουργείο Εξωτερικών)

Ministeru għall-Investimenti, Industrija u Teknologija ta’ Informazzjoni (Υπουργείο Επενδύσεων, Βιομηχανίας και Τεχνολογίας των Πληροφοριών)

Ministeru għall-Kompetittivà u Komunikazzjoni (Υπουργείο Ανταγωνιστικότητας και Επικοινωνιών)

Ministeru għall-Iżvilupp Urban u Toroq (Υπουργείο Πολεοδομίας και Οδικού Δικτύου)

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Ministerie van Algemene Zaken

Bestuursdepartement

Bureau van de Wetenschappelijke Raad voor het Regeringsbeleid

Rijksvoorlichtingsdienst

Ministerie van Binnenlandse Zaken en Koninkrijksrelaties

Bestuursdepartement

Centrale Archiefselectiedienst (CAS)

Algemene Inlichtingen- en Veiligheidsdienst (AIVD)

Agentschap Basisadministratie Persoonsgegevens en Reisdocumenten (BPR)

Agentschap Korps Landelijke Politiediensten

Ministerie van Buitenlandse Zaken

Directoraat-generaal Regiobeleid en Consulaire Zaken (DGRC)

Directoraat-generaal Politieke Zaken (DGPZ)

Directoraat-generaal Internationale Samenwerking (DGIS)

Directoraat-generaal Europese Samenwerking (DGES)

Centrum tot Bevordering van de Import uit Ontwikkelingslanden (CBI)

Centrale diensten ressorterend onder S/PlvS (οι υπηρεσίες στήριξης που υπάγονται στον γενικό γραμματέα και στον βοηθό γενικό γραμματέα)

Buitenlandse Posten (ieder afzonderlijk)

Ministerie van Defensie — (Υπουργείο Άμυνας)

Bestuursdepartement

Commando Diensten Centra (CDC)

Defensie Telematica Organisatie (DTO)

Centrale directie van de Defensie Vastgoed Dienst

De afzonderlijke regionale directies van de Defensie Vastgoed Dienst

Defensie Materieel Organisatie (DMO)

Landelijk Bevoorradingsbedrijf van de Defensie Materieel Organisatie

Logistiek Centrum van de Defensie Materieel Organisatie

Marinebedrijf van de Defensie Materieel Organisatie

Defensie Pijpleiding Organisatie (DPO)

Ministerie van Economische Zaken

Bestuursdepartement

Centraal Planbureau (CPB)

SenterNovem

Staatstoezicht op de Mijnen (SodM)

Nederlandse Mededingingsautoriteit (NMa)

Economische Voorlichtingsdienst (EVD)

Agentschap Telecom

Kenniscentrum Professioneel & Innovatief Aanbesteden, Netwerk voor Overheidsopdrachtgevers (PIANOo)

Regiebureau Inkoop Rijksoverheid

Octrooicentrum Nederland

Consumentenautoriteit

Ministerie van Financiën

Bestuursdepartement

Belastingdienst Automatiseringscentrum

Belastingdienst

de afzonderlijke Directies der Rijksbelastingen (τα διάφορα τμήματα της διοίκησης πόρων και τελωνείων σε όλη τη χώρα)

Fiscale Inlichtingen- en Opsporingsdienst (μεταξύ άλλων, Economische Controle dienst (ECD))

Belastingdienst Opleidingen

Dienst der Domeinen

Ministerie van Justitie

Bestuursdepartement

Dienst Justitiële Inrichtingen

Raad voor de Kinderbescherming

Centraal Justitie Incasso Bureau

Openbaar Ministerie

Immigratie en Naturalisatiedienst

Nederlands Forensisch Instituut

Dienst Terugkeer & Vertrek

Ministerie van Landbouw, Natuur en Voedselkwaliteit

Bestuursdepartement

Dienst Regelingen (DR)

Agentschap Plantenziektenkundige Dienst (PD)

Algemene Inspectiedienst (AID)

Dienst Landelijk Gebied (DLG)

Voedsel en Waren Autoriteit (VWA)

Ministerie van Onderwijs, Cultuur en Wetenschappen

Bestuursdepartement

Inspectie van het Onderwijs

Erfgoedinspectie

Centrale Financiën Instellingen

Nationaal Archief

Adviesraad voor Wetenschaps- en Technologiebeleid

Onderwijsraad

Raad voor Cultuur

Ministerie van Sociale Zaken en Werkgelegenheid

Bestuursdepartement

Inspectie Werk en Inkomen

Agentschap SZW

Ministerie van Verkeer en Waterstaat

Bestuursdepartement

Directoraat-Generaal Transport en Luchtvaart

Directoraat-generaal Personenvervoer

Directoraat-generaal Water

Centrale diensten (Central Services)

Shared services Organisatie Verkeer en Watersaat

Koninklijke Nederlandse Meteorologisch Instituut KNMI

Rijkswaterstaat, Bestuur

De afzonderlijke regionale Diensten van Rijkswaterstaat (Κάθε επιμέρους περιφερειακή υπηρεσία της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιων Έργων και Υδάτινων Πόρων)

De afzonderlijke specialistische diensten van Rijkswaterstaat (Κάθε επιμέρους εξειδικευμένη υπηρεσία της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιων Έργων και Υδάτινων Πόρων)

Adviesdienst Geo-Informatie en ICT

Adviesdienst Verkeer en Vervoer (AVV)

Bouwdienst

Corporate Dienst

Data ICT Dienst

Dienst Verkeer en Scheepvaart

Dienst Weg- en Waterbouwkunde (DWW)

Rijksinstituut voor Kunst en Zee (RIKZ)

Rijksinstituut voor Integraal Zoetwaterbeheer en Afvalwaterbehandeling (RIZA)

Waterdienst

Inspectie Verkeer en Waterstaat, Hoofddirectie

Port state Control

Directie Toezichtontwikkeling Communicatie en Onderzoek (TCO)

Toezichthouder Beheer Eenheid Lucht

Toezichthouder Beheer Eenheid Water

Toezichthouder Beheer Eenheid Land

Ministerie van Volkshuisvesting, Ruimtelijke Ordening en Milieubeheer

Bestuursdepartement

Directoraat-generaal Wonen, Wijken en Integratie

Directoraat-generaal Ruimte

Directoraat-general Milieubeheer

Rijksgebouwendienst

VROM Inspectie

Ministerie van Volksgezondheid, Welzijn en Sport

Bestuursdepartement

Inspectie Gezondheidsbescherming, Waren en Veterinaire Zaken

Inspectie Gezondheidszorg

Inspectie Jeugdhulpverlening en Jeugdbescherming

Rijksinstituut voor de Volksgezondheid en Milieu (RIVM)

Sociaal en Cultureel Planbureau

Agentschap t.b.v. het College ter Beoordeling van Geneesmiddelen

Tweede Kamer der Staten-Generaal

Eerste Kamer der Staten-Generaal

Raad van State

Algemene Rekenkamer

Nationale Ombudsman

Kanselarij der Nederlandse Orden

Kabinet der Koningin

Raad voor de rechtspraak en de Rechtbanken

ΑΥΣΤΡΙΑ

Bundeskanzleramt

Bundesministerium für europäische und internationale Angelegenheiten

Bundesministerium für Finanzen

Bundesministerium für Gesundheit, Familie und Jugend

Bundesministerium für Inneres

Bundesministerium für Justiz

Bundesministerium für Landesverteidigung

Bundesministerium für Land- und Forstwirtschaft, Umwelt und Wasserwirtschaft

Bundesministerium für Soziales und Konsumentenschutz

Bundesministerium für Unterricht, Kunst und Kultur

Bundesministerium für Verkehr, Innovation und Technologie

Bundesministerium für Wirtschaft und Arbeit

Bundesministerium für Wissenschaft und Forschung

Österreichische Forschungs- und Prüfzentrum Arsenal Gesellschaft m.b.H

Bundesbeschaffung G.m.b.H

Bundesrechenzentrum G.m.b.H

ΠΟΛΩΝΙΑ

Kancelaria Prezydenta RP

Kancelaria Sejmu RP

Kancelaria Senatu RP

Kancelaria Prezesa Rady Ministrów

Sąd Najwyższy

Naczelny Sąd Administracyjny

Wojewódzkie sądy administracyjne

Sądy powszechne — rejonowe, okręgowe i apelacyjne

Trybunał Konstytucyjny

Najwyższa Izba Kontroli

Biuro Rzecznika Praw Obywatelskich

Biuro Rzecznika Praw Dziecka

Biuro Ochrony Rządu

Biuro Bezpieczeństwa Narodowego

Centralne Biuro Antykorupcyjne

Ministerstwo Pracy i Polityki Społecznej

Ministerstwo Finansów

Ministerstwo Gospodarki

Ministerstwo Rozwoju Regionalnego

Ministerstwo Kultury i Dziedzictwa Narodowego

Ministerstwo Edukacji Narodowej

Ministerstwo Obrony Narodowej

Ministerstwo Rolnictwa i Rozwoju Wsi

Ministerstwo Skarbu Państwa

Ministerstwo Sprawiedliwości

Ministerstwo Infrastruktury

Ministerstwo Nauki i Szkolnictwa Wyższego

Ministerstwo Środowiska

Ministerstwo Spraw Wewnętrznych i Administracji

Ministerstwo Spraw Zagranicznych

Ministerstwo Zdrowia

Ministerstwo Sportu i Turystyki

Urząd Komitetu Integracji Europejskiej

Urząd Patentowy Rzeczypospolitej Polskiej

Urząd Regulacji Energetyki

Urząd do Spraw Kombatantów i Osób Represjonowanych

Urząd Transportu Kolejowego

Urząd Dozoru Technicznego

Urząd Rejestracji Produktów Leczniczych, Wyrobów Medycznych i Produktów Biobójczych

Urząd do Spraw Repatriacji i Cudzoziemców

Urząd Zamówień Publicznych

Urząd Ochrony Konkurencji i Konsumentów

Urząd Lotnictwa Cywilnego

Urząd Komunikacji Elektronicznej

Wyższy Urząd Górniczy

Główny Urząd Miar

Główny Urząd Geodezji i Kartografii

Główny Urząd Nadzoru Budowlanego

Główny Urząd Statystyczny

Krajowa Rada Radiofonii i Telewizji

Generalny Inspektor Ochrony Danych Osobowych

Państwowa Komisja Wyborcza

Państwowa Inspekcja Pracy

Rządowe Centrum Legislacji

Narodowy Fundusz Zdrowia

Polska Akademia Nauk

Polskie Centrum Akredytacji

Polskie Centrum Badań i Certyfikacji

Polska Organizacja Turystyczna

Polski Komitet Normalizacyjny

Zakład Ubezpieczeń Społecznych

Komisja Nadzoru Finansowego

Naczelna Dyrekcja Archiwów Państwowych

Kasa Rolniczego Ubezpieczenia Społecznego

Generalna Dyrekcja Dróg Krajowych i Autostrad

Państwowa Inspekcja Ochrony Roślin i Nasiennictwa

Komenda Główna Państwowej Straży Pożarnej

Komenda Główna Policji

Komenda Główna Straży Granicznej

Inspekcja Jakości Handlowej Artykułów Rolno-Spożywczych

Główny Inspektorat Ochrony Środowiska

Główny Inspektorat Transportu Drogowego

Główny Inspektorat Farmaceutyczny

Główny Inspektorat Sanitarny

Główny Inspektorat Weterynarii

Agencja Bezpieczeństwa Wewnętrznego

Agencja Wywiadu

Agencja Mienia Wojskowego

Wojskowa Agencja Mieszkaniowa

Agencja Restrukturyzacji i Modernizacji Rolnictwa

Agencja Rynku Rolnego

Agencja Nieruchomości Rolnych

Państwowa Agencja Atomistyki

Polska Agencja Żeglugi Powietrznej

Polska Agencja Rozwiązywania Problemów Alkoholowych

Agencja Rezerw Materiałowych

Narodowy Bank Polski

Narodowy Fundusz Ochrony Środowiska i Gospodarki Wodnej

Państwowy Fundusz Rehabilitacji Osób Niepełnosprawnych

Instytut Pamięci Narodowej — Komisja Ścigania Zbrodni Przeciwko Narodowi Polskiemu

Rada Ochrony Pamięci Walk i Męczeństwa

Służba Celna Rzeczypospolitej Polskiej

Państwowe Gospodarstwo Leśne «Lasy Państwowe»

Polska Agencja Rozwoju Przedsiębiorczości

Urzędy wojewódzkie

Samodzielne Publiczne Zakłady Opieki Zdrowotnej, jeśli ich organem założycielskim jest minister, centralny organ administracji rządowej lub wojewoda

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Presidência do Conselho de Ministros

Ministério das Finanças e da Administração Pública

Ministério da Defesa Nacional

Ministério dos Negócios Estrangeiros

Ministério da Administração Interna

Ministério da Justiça

Ministério da Economia e da Inovação

Ministério da Agricultura, Desenvolvimento Rural e Pescas

Ministério da Educação

Ministério da Ciência, Tecnologia e do Ensino Superior

Ministério da Cultura

Ministério da Saúde

Ministério do Trabalho e da Solidariedade Social

Ministério das Obras Públicas, Transportes e Comunicações

Ministério do Ambiente, do Ordenamento do Território e do Desenvolvimento Regional

Presidença da Republica

Tribunal Constitucional

Tribunal de Contas

Provedoria de Justiça

ΡΟΥΜΑΝΙΑ

Administrația Prezidențială

Senatul României

Camera Deputaților

Inalta Curte de Casație și Justiție

Curtea Constituțională

Consiliul Legislativ

Curtea de Conturi

Consiliul Superior al Magistraturii

Parchetul de pe lângă Inalta Curte de Casație și Justiție

Secretariatul General al Guvernului

Cancelaria primului ministru

Ministerul Afacerilor Externe

Ministerul Economiei și Finanțelor

Ministerul Justiției

Ministerul Apărării

Ministerul Internelor și Reformei Administrative

Ministerul Muncii, Familiei și Egalității de Șanse

Ministerul pentru Intreprinderi Mici și Mijlocii, Comerț, Turism și Profesii Liberale

Ministerul Agriculturii și Dezvoltării Rurale

Ministerul Transporturilor

Ministerul Dezvoltării, Lucrărilor Publice și Locuinței

Ministerul Educației Cercetării și Tineretului

Ministerul Sănătății Publice

Ministerul Culturii și Cultelor

Ministerul Comunicațiilor și Tehnologiei Informației

Ministerul Mediului și Dezvoltării Durabile

Serviciul Român de Informații

Serviciul de Informații Externe

Serviciul de Protecție și Pază

Serviciul de Telecomunicații Speciale

Consiliul Național al Audiovizualului

Consiliul Concurenței (CC)

Direcția Națională Anticorupție

Inspectoratul General de Poliție

Autoritatea Națională pentru Reglementarea și Monitorizarea Achizițiilor Publice

Consiliul Național de Soluționare a Contestațiilor

Autoritatea Națională de Reglementare pentru Serviciile Comunitare de Utilități Publice (ANRSC)

Autoritatea Națională Sanitară Veterinară și pentru Siguranța Alimentelor

Autoritatea Națională pentru Protecția Consumatorilor

Autoritatea Navală Română

Autoritatea Feroviară Română

Autoritatea Rutieră Română

Autoritatea Națională pentru Protecția Drepturilor Copilului

Autoritatea Națională pentru Persoanele cu Handicap

Autoritatea Națională pentru Turism

Autoritatea Națională pentru Restituirea Proprietăților

Autoritatea Națională pentru Tineret

Autoritatea Națională pentru Cercetare Științifică

Autoritatea Națională pentru Reglementare în Comunicații și Tehnologia Informației

Autoritatea Națională pentru Serviciile Societății Informaționale

Autoritatea Electorală Permanente

Agenția pentru Strategii Guvernamentale

Agenția Națională a Medicamentului

Agenția Națională pentru Sport

Agenția Națională pentru Ocuparea Forței de Muncă

Agenția Națională de Reglementare în Domeniul Energiei

Agenția Română pentru Conservarea Energiei

Agenția Națională pentru Resurse Minerale

Agenția Română pentru Investiții Străine

Agenția Națională pentru Întreprinderi Mici și Mijlocii și Cooperație

Agenția Națională a Funcționarilor Publici

Agenția Națională de Administrare Fiscală

Agenția de Compensare pentru Achiziții de Tehnică Specială

Agenția Națională Anti-doping

Agenția Nucleară

Agenția Națională pentru Protecția Familiei

Agenția Națională pentru Egalitatea de Șanse între Bărbați și Femei

Agenția Națională pentru Protecția Mediului

Agenția națională Antidrog

ΣΛΟΒΕΝΙΑ

Predsednik Republike Slovenije

Državni zbor Republike Slovenije

Državni svet Republike Slovenije

Varuh človekovih pravic

Ustavno sodišče Republike Slovenije

Računsko sodišče Republike Slovenije

Državna revizijska komisja za revizijo postopkov oddaje javnih naročil

Slovenska akademija znanosti in umetnosti

Vladne službe

Ministrstvo za finance

Ministrstvo za notranje zadeve

Ministrstvo za zunanje zadeve

Ministrstvo za obrambo

Ministrstvo za pravosodje

Ministrstvo za gospodarstvo

Ministrstvo za kmetijstvo, gozdarstvo in prehrano

Ministrstvo za promet

Ministrstvo za okolje in prostor

Ministrstvo za delo, družino in socialne zadeve

Ministrstvo za zdravje

Ministrstvo za javno upravo

Ministrstvo za šolstvo in šport

Ministrstvo za visoko šolstvo, znanost in tehnologijo

Ministrstvo za kulturo

Vrhovno sodišče Republike Slovenije

višja sodišča

okrožna sodišča

okrajna sodišča

Vrhovno državno tožilstvo Republike Slovenije

Okrožna državna tožilstva

Državno pravobranilstvo

Upravno sodišče Republike Slovenije

Višje delovno in socialno sodišče

delovna sodišča

Davčna uprava Republike Slovenije

Carinska uprava Republike Slovenije

Urad Republike Slovenije za preprečevanje pranja denarja

Urad Republike Slovenije za nadzor prirejanja iger na srečo

Uprava Republike Slovenije za javna plačila

Urad Republike Slovenije za nadzor proračuna

Policija

Inšpektorat Republike Slovenije za notranje zadeve

Generalštab Slovenske vojske

Uprava Republike Slovenije za zaščito in reševanje

Inšpektorat Republike Slovenije za obrambo

Inšpektorat Republike Slovenije za varstvo pred naravnimi in drugimi nesrečami

Uprava Republike Slovenije za izvrševanje kazenskih sankcij

Urad Republike Slovenije za varstvo konkurence

Urad Republike Slovenije za varstvo potrošnikov

Tržni inšpektorat Republike Slovenije

Urad Republike Slovenije za intelektualno lastnino

Inšpektorat Republike Slovenije za elektronske komunikacije, elektronsko podpisovanje in pošto

Inšpektorat za energetiko in rudarstvo

Agencija Republike Slovenije za kmetijske trge in razvoj podeželja

Inšpektorat Republike Slovenije za kmetijstvo, gozdarstvo in hrano

Fitosanitarna uprava Republike Slovenije

Veterinarska uprava Republike Slovenije

Uprava Republike Slovenije za pomorstvo

Direkcija Republike Slovenije za caste

Prometni inšpektorat Republike Slovenije

Direkcija za vodenje investicij v javno železniško infrastrukturo

Agencija Republike Slovenije za okolje

Geodetska uprava Republike Slovenije

Uprava Republike Slovenije za jedrsko varstvo

Inšpektorat Republike Slovenije za okolje in prostor

Inšpektorat Republike Slovenije za delo

Zdravstveni inšpektorat

Urad Republike Slovenije za kemikalije

Uprava Republike Slovenije za varstvo pred sevanji

Urad Republike Slovenije za meroslovje

Urad za visoko šolstvo

Urad Republike Slovenije za mladino

Inšpektorat Republike Slovenije za šolstvo in šport

Arhiv Republike Slovenije

Inšpektorat Republike Slovenije za kulturo in medije

Kabinet predsednika Vlade Republike Slovenije

Generalni sekretariat Vlade Republike Slovenije

Služba vlade za zakonodajo

Služba vlade za evropske zadeve

Služba vlade za lokalno samoupravo in regionalno politiko

Urad vlade za komuniciranje

Urad za enake možnosti

Urad za verske skupnosti

Urad za narodnosti

Urad za makroekonomske analize in razvoj

Statistični urad Republike Slovenije

Slovenska obveščevalno-varnostna agencija

Protokol Republike Slovenije

Urad za varovanje tajnih podatkov

Urad za Slovence v zamejstvu in po svetu

Služba Vlade Republike Slovenije za razvoj

Informacijski pooblaščenec

Državna volilna komisija

ΣΛΟΒΑΚΙΑ

Υπουργεία και άλλες κεντρικές κρατικές αρχές που αναφέρονται στον νόμο αριθ. 575/2001 Coll. περί της διάρθρωσης των δραστηριοτήτων της κυβέρνησης και των αρχών της κεντρικής κρατικής διοίκησης σύμφωνα με μεταγενέστερες ρυθμίσεις:

Kancelária Prezidenta Slovenskej republiky

Národná rada Slovenskej republiky

Ministerstvo hospodárstva Slovenskej republiky

Ministerstvo financií Slovenskej republiky

Ministerstvo dopravy, pôšt a telekomunikácií Slovenskej republiky

Ministerstvo pôdohospodárstva Slovenskej republiky

Ministerstvo výstavby a regionálneho rozvoja Slovenskej republiky

Ministerstvo vnútra Slovenskej republiky

Ministerstvo obrany Slovenskej republiky

Ministerstvo spravodlivosti Slovenskej republiky

Ministerstvo zahraničných vecí Slovenskej republiky

Ministerstvo práce, sociálnych vecí a rodiny Slovenskej republiky

Ministerstvo životného prostredia Slovenskej republiky

Ministerstvo školstva Slovenskej republiky

Ministerstvo kultúry Slovenskej republiky

Ministerstvo zdravotníctva Slovenskej republiky

Úrad vlády Slovenskej republiky

Protimonopolný úrad Slovenskej republiky

Štatistický úrad Slovenskej republiky

Úrad geodézie, kartografie a katastra Slovenskej republiky

Úrad jadrového dozoru Slovenskej republiky

Úrad pre normalizáciu, metrológiu a skúšobníctvo Slovenskej republiky

Úrad pre verejné obstarávanie

Úrad priemyselného vlastníctva Slovenskej republiky

Správa štátnych hmotných rezerv Slovenskej republiky

Národný bezpečnostný úrad

Ústavný súd Slovenskej republiky

Najvyšši súd Slovenskej republiky

Generálna prokuratura Slovenskej republiky

Najvyšši kontrolný úrad Slovenskej republiky

Telekomunikačný úrad Slovenskej republiky

Úrad priemyselného vlastníctva Slovenskej republiky

Úrad pre finančný trh

Úrad na ochranu osobn ý ch udajov

Kancelária verejneho ochranu prav

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

Oikeuskanslerinvirasto — Justitiekanslersämbetet

Liikenne- ja viestintäministeriö — Kommunikationsministeriet

Ajoneuvohallintokeskus AKE — Fordonsförvaltningscentralen AKE

Ilmailuhallinto — Luftfartsförvaltningen

Ilmatieteen laitos — Meteorologiska institutet

Merenkulkulaitos — Sjöfartsverket

Merentutkimuslaitos — Havsforskningsinstitutet

Ratahallintokeskus RHK — Banförvaltningscentralen RHK

Rautatievirasto — Järnvägsverket

Tiehallinto — Vägförvaltningen

Viestintävirasto — Kommunikationsverket

Maa- ja metsätalousministeriö — Jord- och skogsbruksministeriet

Elintarviketurvallisuusvirasto — Livsmedelssäkerhetsverket

Maanmittauslaitos — Lantmäteriverket

Maaseutuvirasto — Landsbygdsverket

Oikeusministeriö — Justitieministeriet

Tietosuojavaltuutetun toimisto — Dataombudsmannens byrå

Tuomioistuimet — Domstolar

Korkein oikeus — Högsta domstolen

Korkein hallinto-oikeus — Högsta förvaltningsdomstolen

Hovioikeudet — Hovrätter

Käräjäoikeudet — Tingsrätter

Hallinto-oikeudet –Förvaltningsdomstolar

Markkinaoikeus — Marknadsdomstolen

Työtuomioistuin — Arbetsdomstolen

Vakuutusoikeus — Försäkringsdomstolen

Kuluttajariitalautakunta — Konsumenttvistenämnden

Vankeinhoitolaitos — Fångvårdsväsendet

HEUNI — Yhdistyneiden Kansakuntien yhteydessä toimiva Euroopan kriminaalipolitiikan instituutti — HEUNI — Europeiska institutet för kriminalpolitik, verksamt i anslutning till Förenta nationerna

Konkurssiasiamiehen toimisto — Konkursombudsmannens byrå

Kuluttajariitalautakunta — Konsumenttvistenämnden

Oikeushallinnon palvelukeskus — Justitieförvaltningens servicecentral

Oikeushallinnon tietotekniikkakeskus — Justitieförvaltningens datateknikcentral

Oikeuspoliittinen tutkimuslaitos (Optula) — Rättspolitiska forskningsinstitutet

Oikeusrekisterikeskus — Rättsregistercentralen

Onnettomuustutkintakeskus — Centralen för undersökning av olyckor

Rikosseuraamusvirasto — Brottspåföljdsverket

Rikosseuraamusalan koulutuskeskus — Brottspåföljdsområdets utbildningscentral

Rikoksentorjuntaneuvosto — Rådet för brottsförebyggande

Saamelaiskäräjät — Sametinget

Valtakunnansyyttäjänvirasto — Riksåklagarämbetet

Vankeinhoitolaitos — Fångvårdsväsendet

Opetusministeriö — Undervisningsministeriet

Opetushallitus — Utbildningsstyrelsen

Valtion elokuvatarkastamo — Statens filmgranskningsbyrå

Puolustusministeriö — Försvarsministeriet

Puolustusvoimat — Försvarsmakten

Sisäasiainministeriö — Inrikesministeriet

Väestörekisterikeskus — Befolkningsregistercentralen

Keskusrikospoliisi — Centralkriminalpolisen

Liikkuva poliisi — Rörliga polisen

Rajavartiolaitos — Gränsbevakningsväsendet

Lääninhallitukset — Länstyrelserna

Suojelupoliisi — Skyddspolisen

Poliisiammattikorkeakoulu — Polisyrkeshögskolan

Poliisin tekniikkakeskus — Polisens teknikcentral

Poliisin tietohallintokeskus — Polisens datacentral

Helsingin kihlakunnan poliisilaitos — Polisinrättningen i Helsingfors

Pelastusopisto — Räddningsverket

Hätäkeskuslaitos — Nödcentralsverket

Maahanmuuttovirasto — Migrationsverket

Sisäasiainhallinnon palvelukeskus — Inrikesförvaltningens servicecentral

Sosiaali- ja terveysministeriö — Social- och hälsovårdsministeriet

Työttömyysturvan muutoksenhakulautakunta — Besvärsnämnden för utkomstskyddsärenden

Sosiaaliturvan muutoksenhakulautakunta — Besvärsnämnden för social trygghet

Lääkelaitos — Läkemedelsverket

Terveydenhuollon oikeusturvakeskus — Rättsskyddscentralen för hälsovården

Säteilyturvakeskus — Strålsäkerhetscentralen

Kansanterveyslaitos — Folkhälsoinstitutet

Lääkehoidon kehittämiskeskus ROHTO — Utvecklingscentralen för läkemedelsbe-handling

Sosiaali- ja terveydenhuollon tuotevalvontakeskus — Social- och hälsovårdens produkttillsynscentral

Sosiaali- ja terveysalan tutkimus- ja kehittämiskeskus Stakes — Forsknings- och utvecklingscentralen för social- och hälsovården Stakes

Vakuutusvalvontavirasto — Försäkringsinspektionen

Työ- ja elinkeinoministeriö — Arbets- och näringsministeriet

Kuluttajavirasto — Konsumentverket

Kilpailuvirasto — Konkurrensverket

Patentti- ja rekisterihallitus — Patent- och registerstyrelsen

Valtakunnansovittelijain toimisto — Riksförlikningsmännens byrå

Valtion turvapaikanhakijoiden vastaanottokeskukset – Statliga förläggningar för asylsökande

Energiamarkkinavirasto - Energimarknadsverket

Geologian tutkimuskeskus — Geologiska forskningscentralen

Huoltovarmuuskeskus — Försörjningsberedskapscentralen

Kuluttajatutkimuskeskus — Konsumentforskningscentralen

Matkailun edistämiskeskus (MEK) — Centralen för turistfrämjande

Mittatekniikan keskus (MIKES) — Mätteknikcentralen

Tekes — teknologian ja innovaatioiden kehittämiskeskus - Tekes — utvecklingscentralen för teknologi och innovationer

Turvatekniikan keskus (TUKES) — Säkerhetsteknikcentralen

Valtion teknillinen tutkimuskeskus (VTT) — Statens tekniska forskningscentral

Syrjintälautakunta — Nationella diskrimineringsnämnden

Työneuvosto — Arbetsrådet

Vähemmistövaltuutetun toimisto — Minoritetsombudsmannens byrå

Ulkoasiainministeriö — Utrikesministeriet

Valtioneuvoston kanslia — Statsrådets kansli

Valtiovarainministeriö — Finansministeriet

Valtiokonttori — Statskontoret

Verohallinto — Skatteförvaltningen

Tullilaitos — Tullverket

Tilastokeskus — Statistikcentralen

Valtion taloudellinen tutkimuskeskus — Statens ekonomiska forskningscentral

Ympäristöministeriö — Miljöministeriet

Suomen ympäristökeskus — Finlands miljöcentral

Asumisen rahoitus- ja kehityskeskus — Finansierings- och utvecklingscentralen för boendet

Valtiontalouden tarkastusvirasto — Statens revisionsverk

ΣΟΥΗΔΙΑ

A

Affärsverket svenska kraftnät

Akademien för de fria konsterna

Alkohol- och läkemedelssortiments-nämnden

Allmänna pensionsfonden

Allmänna reklamationsnämnden

Ambassader

Ansvarsnämnd, statens

Arbetsdomstolen

Arbetsförmedlingen

Arbetsgivarverk, statens

Arbetslivsinstitutet

Arbetsmiljöverket

Arkitekturmuseet

Arrendenämnder

Arvsfondsdelegationen

Arvsfondsdelegationen

B

Banverket

Barnombudsmannen

Beredning för utvärdering av medicinsk metodik, statens

Bergsstaten

Biografbyrå, statens

Biografiskt lexikon, svenskt

Birgittaskolan

Blekinge tekniska högskola

Bokföringsnämnden

Bolagsverket

Bostadsnämnd, statens

Bostadskreditnämnd, statens

Boverket

Brottsförebyggande rådet

Brottsoffermyndigheten

C

Centrala studiestödsnämnden

D

Danshögskolan

Datainspektionen

Departementen

Domstolsverket

Dramatiska institutet

E

Ekeskolan

Ekobrottsmyndigheten

Ekonomistyrningsverket

Ekonomiska rådet

Elsäkerhetsverket

Energimarknadsinspektionen

Energimyndighet, statens

EU/FoU-rådet

Exportkreditnämnden

Exportråd, Sveriges

F

Fastighetsmäklarnämnden

Fastighetsverk, statens

Fideikommissnämnden

Finansinspektionen

Finanspolitiska rådet

Finsk-svenska gränsälvskommissionen

Fiskeriverket

Flygmedicincentrum

Folkhälsoinstitut, statens

Fonden för fukt- och mögelskador

Forskningsrådet för miljö, areella näringar och samhällsbyggande, Formas

Folke Bernadotte Akademin

Forskarskattenämnden

Forskningsrådet för arbetsliv och socialvetenskap

Fortifikationsverket

Forum för levande historia

Försvarets materielverk

Försvarets radioanstalt

Försvarets underrättelsenämnd

Försvarshistoriska museer, statens

Försvarshögskolan

Försvarsmakten

Försäkringskassan

G

Gentekniknämnden

Geologiska undersökning

Geotekniska institut, statens

Giftinformationscentralen

Glesbygdsverket

Grafiska institutet och institutet för högre kommunikation- och reklamutbildning

Granskningsnämnden för radio och TV

Granskningsnämnden för försvarsuppfinningar

Gymnastik- och Idrottshögskolan

Göteborgs universitet

H

Handelsflottans kultur- och fritidsråd

Handelsflottans pensionsanstalt

Handelssekreterare

Handelskamrar, auktoriserade

Handikappombudsmannen

Handikappråd, statens

Harpsundsnämnden

Haverikommission, statens

Historiska museer, statens

Hjälpmedelsinstitutet

Hovrätterna

Hyresnämnder

Häktena

Hälso- och sjukvårdens ansvarsnämnd

Högskolan Dalarna

Högskolan i Borås

Högskolan i Gävle

Högskolan i Halmstad

Högskolan i Kalmar

Högskolan i Karlskrona/Ronneby

Högskolan i Kristianstad

Högskolan i Skövde

Högskolan i Trollhättan/Uddevalla

Högskolan på Gotland

Högskolans avskiljandenämnd

Högskoleverket

Högsta domstolen

I

ILO kommittén

Inspektionen för arbetslöshetsförsäkringen

Inspektionen för strategiska produkter

Institut för kommunikationsanalys, statens

Institut för psykosocial medicin, statens

Institut för särskilt utbildningsstöd, statens

Institutet för arbetsmarknadspolitisk utvärdering

Institutet för rymdfysik

Institutet för tillväxtpolitiska studier

Institutionsstyrelse, statens

Insättningsgarantinämnden

Integrationsverket

Internationella programkontoret för utbildningsområdet

J

Jordbruksverk, statens

Justitiekanslern

Jämställdhetsombudsmannen

Jämställdhetsnämnden

Järnvägar, statens

Järnvägsstyrelsen

K

Kammarkollegiet

Kammarrätterna

Karlstads universitet

Karolinska Institutet

Kemikalieinspektionen

Kommerskollegium

Konjunkturinstitutet

Konkurrensverket

Konstfack

Konsthögskolan

Konstnärsnämnden

Konstråd, statens

Konsulat

Konsumentverket

Krigsvetenskapsakademin

Krigsförsäkringsnämnden

Kriminaltekniska laboratorium, statens

Kriminalvården

Krisberedskapsmyndigheten

Kristinaskolan

Kronofogdemyndigheten

Kulturråd, statens

Kungl. Biblioteket

Kungl. Konsthögskolan

Kungl. Musikhögskolan i Stockholm

Kungl. Tekniska högskolan

Kungl. Vitterhets-, historie- och antikvitetsakademien

Kungl Vetenskapsakademin

Kustbevakningen

Kvalitets- och kompetensråd, statens

Kärnavfallsfondens styrelse

L

Lagrådet

Lantbruksuniversitet, Sveriges

Lantmäteriverket

Linköpings universitet

Livrustkammaren, Skoklosters slott och Hallwylska museet

Livsmedelsverk, statens

Livsmedelsekonomiska institutet

Ljud- och bildarkiv, statens

Lokala säkerhetsnämnderna vid kärnkraftverk

Lotteriinspektionen

Luftfartsverket

Luftfartsstyrelsen

Luleå tekniska universitet

Lunds universitet

Läkemedelsverket

Läkemedelsförmånsnämnden

Länsrätterna

Länsstyrelserna

Lärarhögskolan i Stockholm

M

Malmö högskola

Manillaskolan

Maritima muséer, statens

Marknadsdomstolen

Medlingsinstitutet

Meteorologiska och hydrologiska institut, Sveriges

Migrationsverket

Militärhögskolor

Mittuniversitetet

Moderna museet

Museer för världskultur, statens

Musikaliska Akademien

Musiksamlingar, statens

Myndigheten för handikappolitisk samordning

Myndigheten för internationella adoptionsfrågor

Myndigheten för skolutveckling

Myndigheten för kvalificerad yrkesutbildning

Myndigheten för nätverk och samarbete inom högre utbildning

Myndigheten för Sveriges nätuniversitet

Myndigheten för utländska investeringar i Sverige

Mälardalens högskola

N

Nationalmuseum

Nationellt centrum för flexibelt lärande

Naturhistoriska riksmuseet

Naturvårdsverket

Nordiska Afrikainstitutet

Notarienämnden

Nämnd för arbetstagares uppfinningar, statens

Nämnden för statligt stöd till trossamfund

Nämnden för styrelserepresentationsfrågor

Nämnden mot diskriminering

Nämnden för elektronisk förvaltning

Nämnden för RH anpassad utbildning

Nämnden för hemslöjdsfrågor

O

Oljekrisnämnden

Ombudsmannen mot diskriminering på grund av sexuell läggning

Ombudsmannen mot etnisk diskriminering

Operahögskolan i Stockholm

P

Patent- och registreringsverket

Patentbesvärsrätten

Pensionsverk, statens

Personregisternämnd statens, SPAR-nämnden

Pliktverk, Totalförsvarets

Polarforskningssekretariatet

Post- och telestyrelsen

Premiepensionsmyndigheten

Presstödsnämnden

R

Radio- och TV–verket

Rederinämnden

Regeringskansliet

Regeringsrätten

Resegarantinämnden

Registernämnden

Revisorsnämnden

Riksantikvarieämbetet

Riksarkivet

Riksbanken

Riksdagsförvaltningen

Riksdagens ombudsmän

Riksdagens revisorer

Riksgäldskontoret

Rikshemvärnsrådet

Rikspolisstyrelsen

Riksrevisionen

Rikstrafiken

Riksutställningar, Stiftelsen

Riksvärderingsnämnden

Rymdstyrelsen

Rådet för Europeiska socialfonden i Sverige

Räddningsverk, statens

Rättshjälpsmyndigheten

Rättshjälpsnämnden

Rättsmedicinalverket

S

Samarbetsnämnden för statsbidrag till trossamfund

Sameskolstyrelsen och sameskolor

Sametinget

SIS, Standardiseringen i Sverige

Sjöfartsverket

Skatterättsnämnden

Skatteverket

Skaderegleringsnämnd, statens

Skiljenämnden i vissa trygghetsfrågor

Skogsstyrelsen

Skogsvårdsstyrelserna

Skogs och lantbruksakademien

Skolverk, statens

Skolväsendets överklagandenämnd

Smittskyddsinstitutet

Socialstyrelsen

Specialpedagogiska institutet

Specialskolemyndigheten

Språk- och folkminnesinstitutet

Sprängämnesinspektionen

Statistiska centralbyrån

Statskontoret

Stockholms universitet

Stockholms internationella miljöinstitut

Strålsäkerhetsmyndigheten

Styrelsen för ackreditering och teknisk kontroll

Styrelsen för internationellt utvecklingssamarbete, SIDA

Styrelsen för Samefonden

Styrelsen för psykologiskt försvar

Stängselnämnden

Svenska institutet

Svenska institutet för europapolitiska studier

Svenska ESF rådet

Svenska Unescorådet

Svenska FAO kommittén

Svenska Språknämnden

Svenska Skeppshypotekskassan

Svenska institutet i Alexandria

Sveriges författarfond

Säkerhetspolisen

Säkerhets- och integritetsskyddsnämnden

Södertörns högskola

T

Taltidningsnämnden

Talboks- och punktskriftsbiblioteket

Teaterhögskolan i Stockholm

Tingsrätterna

Tjänstepensions och grupplivnämnd, statens

Tjänsteförslagsnämnden för domstolsväsendet

Totalförsvarets forskningsinstitut

Totalförsvarets pliktverk

Tullverket

Turistdelegationen

U

Umeå universitet

Ungdomsstyrelsen

Uppsala universitet

Utlandslönenämnd, statens

Utlänningsnämnden

Utrikesförvaltningens antagningsnämnd

Utrikesnämnden

Utsädeskontroll, statens

V

Valideringsdelegationen

Valmyndigheten

Vatten- och avloppsnämnd, statens

Vattenöverdomstolen

Verket för förvaltningsutveckling

Verket för högskoleservice

Verket för innovationssystem (VINNOVA)

Verket för näringslivsutveckling (NUTEK)

Vetenskapsrådet

Veterinärmedicinska anstalt, statens

Veterinära ansvarsnämnden

Väg- och transportforskningsinstitut, statens

Vägverket

Vänerskolan

Växjö universitet

Växtsortnämnd, statens

Å

Åklagarmyndigheten

Åsbackaskolan

Ö

Örebro universitet

Örlogsmannasällskapet

Östervångsskolan

Överbefälhavaren

Överklagandenämnden för högskolan

Överklagandenämnden för nämndemanna-uppdrag

Överklagandenämnden för studiestöd

Överklagandenämnden för totalförsvaret

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Cabinet Office

Office of the Parliamentary Counsel

Central Office of Information

Charity Commission

Crown Estate Commissioners (Vote Expenditure Only)

Crown Prosecution Service

Department for Business, Enterprise and Regulatory Reform

Competition Commission

Gas and Electricity Consumers’ Council

Office of Manpower Economics

Department for Children, Schools and Families

Department of Communities and Local Government

Rent Assessment Panels

Department for Culture, Media and Sport

British Library

British Museum

Commission for Architecture and the Built Environment

The Gambling Commission

Historic Buildings and Monuments Commission for England (English Heritage)

Imperial War Museum

Museums, Libraries and Archives Council

National Gallery

National Maritime Museum

National Portrait Gallery

Natural History Museum

Science Museum

Tate Gallery

Victoria and Albert Museum

Wallace Collection

Department for Environment, Food and Rural Affairs

Agricultural Dwelling House Advisory Committees

Agricultural Land Tribunals

Agricultural Wages Board and Committees

Cattle Breeding Centre

Countryside Agency

Plant Variety Rights Office

Royal Botanic Gardens, Kew

Royal Commission on Environmental Pollution

Department of Health

Dental Practice Board

National Health Service Strategic Health Authorities

NHS Trusts

Prescription Pricing Authority

Department for Innovation, Universities and Skills

Higher Education Funding Council for England

National Weights and Measures Laboratory

Patent Office

Department for International Development

Department of the Procurator General and Treasury Solicitor

Legal Secretariat to the Law Officers

Department for Transport

Maritime and Coastguard Agency

Department for Work and Pensions

Disability Living Allowance Advisory Board

Independent Tribunal Service

Medical Boards and Examining Medical Officers (War Pensions)

Occupational Pensions Regulatory Authority

Regional Medical Service

Social Security Advisory Committee

Export Credits Guarantee Department

Foreign and Commonwealth Office

Wilton Park Conference Centre

Government Actuary’s Department

Government Communications Headquarters

Home Office

HM Inspectorate of Constabulary

House of Commons

House of Lords

Ministry of Defence

Defence Equipment & Support

Meteorological Office

Ministry of Justice

Boundary Commission for England

Combined Tax Tribunal

Council on Tribunals

Court of Appeal — Criminal

Employment Appeals Tribunal

Employment Tribunals

HMCS Regions, Crown, County and Combined Courts (England and Wales)

Immigration Appellate Authorities

Immigration Adjudicators

Immigration Appeals Tribunal

Lands Tribunal

Law Commission

Legal Aid Fund (England and Wales)

Office of the Social Security Commissioners

Parole Board and Local Review Committees

Pensions Appeal Tribunals

Public Trust Office

Supreme Court Group (England and Wales)

Transport Tribunal

The National Archives

National Audit Office

National Savings and Investments

National School of Government

Northern Ireland Assembly Commission

Northern Ireland Court Service

Coroners Courts

County Courts

Court of Appeal and High Court of Justice in Northern Ireland

Crown Court

Enforcement of Judgements Office

Legal Aid Fund

Magistrates’ Courts

Pensions Appeals Tribunals

Northern Ireland, Department for Employment and Learning

Northern Ireland, Department for Regional Development

Northern Ireland, Department for Social Development

Northern Ireland, Department of Agriculture and Rural Development

Northern Ireland, Department of Culture, Arts and Leisure

Northern Ireland, Department of Education

Northern Ireland, Department of Enterprise, Trade and Investment

Northern Ireland, Department of the Environment

Northern Ireland, Department of Finance and Personnel

Northern Ireland, Department of Health, Social Services and Public Safety

Northern Ireland, Office of the First Minister and Deputy First Minister

Northern Ireland Office

Crown Solicitor’s Office

Department of the Director of Public Prosecutions for Northern Ireland

Forensic Science Laboratory of Northern Ireland

Office of the Chief Electoral Officer for Northern Ireland

Police Service of Northern Ireland

Probation Board for Northern Ireland

State Pathologist Service

Office of Fair Trading

Office for National Statistics

National Health Service Central Register

Office of the Parliamentary Commissioner for Administration and Health Service Commissioners

Paymaster General’s Office

Postal Business of the Post Office

Privy Council Office

Public Record Office

HM Revenue and Customs

The Revenue and Customs Prosecutions Office

Royal Hospital, Chelsea

Royal Mint

Rural Payments Agency

Scotland, Auditor-General

Scotland, Crown Office and Procurator Fiscal Service

Scotland, General Register Office

Scotland, Queen’s and Lord Treasurer’s Remembrancer

Scotland, Registers of Scotland

The Scotland Office

The Scottish Ministers

Architecture and Design Scotland

Crofters Commission

Deer Commission for Scotland

Lands Tribunal for Scotland

National Galleries of Scotland

National Library of Scotland

National Museums of Scotland

Royal Botanic Garden, Edinburgh

Royal Commission on the Ancient and Historical Monuments of Scotland

Scottish Further and Higher Education Funding Council

Scottish Law Commission

Community Health Partnerships

Special Health Boards

Health Boards

The Office of the Accountant of Court

High Court of Justiciary

Court of Session

HM Inspectorate of Constabulary

Parole Board for Scotland

Pensions Appeal Tribunals

Scottish Land Court

Sheriff Courts

Scottish Police Services Authority

Office of the Social Security Commissioners

The Private Rented Housing Panel and Private Rented Housing Committees

Keeper of the Records of Scotland

The Scottish Parliamentary Body Corporate

HM Treasury

Office of Government Commerce

United Kingdom Debt Management Office

The Wales Office (Office of the Secretary of State for Wales)

The Welsh Ministers

Higher Education Funding Council for Wales

Local Government Boundary Commission for Wales

The Royal Commission on the Ancient and Historical Monuments of Wales

Valuation Tribunals (Wales)

Welsh National Health Service Trusts and Local Health Boards

Welsh Rent Assessment Panels


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 2 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΣΗΜΕΙΟ 6) ΣΤΟΙΧΕΙΟ α)

Σε περίπτωση διιστάμενων ερμηνειών μεταξύ CPV και NACE, εφαρμόζεται η ονοματολογία του CPV.

NACE αναθ. 1 (1)

Κωδικός CPV

ΤΙΤΛΟΣ ΣΤ

ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ

Τμήμα

Ομάδα

Τάξη

Ονομασία υπηρεσιών

Σημειώσεις

45

 

 

Κατασκευές

Το τμήμα αυτό περιλαμβάνει:

νέες κατασκευές, αποκατάσταση και συνήθεις επισκευές.

45000000

 

45.1

 

Προετοιμασία εργοταξίου

 

45100000

 

 

45.11

Κατεδάφιση κτιρίων εκτέλεση χωματουργι-κών εργασιών

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατεδάφιση κτιρίων και άλλων κατασκευών,

εκκαθάριση εργοταξίων,

χωματουργικά έργα: εκσκαφές, επιχωματώσεις, επιπέδωση και ισοπέδωση εργοταξίων, εκσκαφή τάφρων, αφαίρεση βράχων, ανατινάξεις κ.λπ.

προπαρασκευή εργοταξίων ορυχείων:

αφαίρεση υπερφορτίσεων και λοιπές εργασίες διαμόρφωσης και προετοιμασίας γηπέδων και χώρων εκμετάλλευσης ορυχείων.

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει επίσης:

αποστράγγιση εργοταξίων,

αποστράγγιση αγροτικών ή δασικών εκτάσεων.

45110000

 

 

45.12

Δοκιμαστικές γεωτρήσεις

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

δοκιμαστικές διατρήσεις και γεωτρήσεις καθώς και πυρηνοληψία για κατασκευαστικούς, γεωφυσικούς, γεωλογικούς ή συναφείς σκοπούς.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

γεώτρηση φρεατίων άντλησης πετρελαίου ή φυσικού αερίου, βλέπε 11.20,

γεώτρηση φρεατίων ύδατος, βλέπε 45.25,

διάνοιξη φρεατίων, βλέπε 45.25,

αναζήτηση κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, γεωφυσική, γεωλογική και σεισμική έρευνα, βλέπε 74.20.

45120000

 

45.2

 

Κατασκευή πλήρων κτιρίων και τεχνικών έργων ή μερών τους· έργα πολιτικού μηχανικού

 

45200000

 

 

45.21

Κατασκευή κτιρίων και τεχνικών έργων πολιτικού μηχανικού

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευή κάθε τύπου κτιρίων κατασκευή τεχνικών έργων πολιτικού μηχανικού,

γεφυρών (περιλαμβανομένων και των γεφυρών για υπερυψωμένους αυτοκινητόδρομους), κοιλαδογεφυρών, σηράγγων και υπογείων διαβάσεων,

αγωγών και γραμμών επικοινωνιών και παροχής ηλεκτρικού ρεύματος για μεγάλες αποστάσεις,

αγωγών και γραμμών επικοινωνιών και παροχής ηλεκτρικού ρεύματος για αστικά κέντρα,

βοηθητικά αστικά έργα,

συναρμολόγηση και ανέγερση προκατασκευασμένων κατασκευών στο εργοτάξιο.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

υπηρεσίες συναφείς με την άντληση πετρελαίου και φυσικού αερίου, βλέπε 11.20,

ανέγερση πλήρων προκατασκευασμένων κατασκευών από τμήματα ιδίας κατασκευής που δεν είναι από σκυρόδεμα, βλέπε τμήματα 20, 26 και 28,

κατασκευαστικά έργα (εκτός από κτίρια) σταδίων, κολυμβητηρίων, γυμναστηρίων, γηπέδων τένις, γηπέδων γκολφ και λοιπών αθλητικών εγκαταστάσεων, βλέπε 45.23,

εγκαταστάσεις παροχών σε κτίρια, βλέπε 45.3,

αποπεράτωση κτιρίων, βλέπε 45.4,

δραστηριότητες αρχιτέκτονος και πολιτικού μηχανικού, βλέπε 74.20,

διαχείριση κατασκευαστικών έργων, βλέπε 74.20.

45210000

εκτός από:

– 45213316

45220000

45231000

45232000

 

 

45.22

Κατασκευή στεγών και δομικών σκελετών κτιρίων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευή στεγών,

τοποθέτηση επικαλύψεων,

στεγανοποίηση στεγών.

45261000

 

 

45.23

Κατασκευή αυτοκινητοδρόμων, οδών, αεροδρομίων και αθλητικών εγκαταστά-σεων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευή αυτοκινητοδρόμων, οδών αστικού και υπεραστικού δικτύου, άλλων αμαξιτών οδών και πεζοδρόμων,

κατασκευή σιδηροδρομικών έργων,

κατασκευή διαδρόμων αεροδρομίων,

κατασκευαστικά έργα (εκτός από κτίρια) σταδίων, κολυμβητηρίων, γυμναστηρίων, γηπέδων τένις, γηπέδων γκολφ και λοιπών αθλητικών εγκαταστάσεων,

διαγράμμιση οδικών επιφανειών και χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

προκαταρκτικά χωματουργικά έργα, βλέπε 45.11.

45212212 και DA03

45230000

εκτός από:

– 45231000

– 45232000

– 45234115

 

 

45.24

Κατασκευή υδραυλικών και λιμενικών έργων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευή:

υδάτινων οδών, λιμενικών και ποτάμιων έργων, λιμένων σκαφών αναψυχής (μαρίνες), κλεισιάδων κ.λπ.

φραγμάτων και αναχωμάτων,

βυθοκορήσεις,

υποβρύχια έργα.

45240000

 

 

45.25

Εκτέλεση λοιπών κατασκευαστικών εργασιών ειδικής φύσης

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευαστικές δραστηριότητες που εξειδικεύονται σε τομέα κοινό σε διάφορα είδη κατασκευών και απαιτούν ειδικευμένο προσωπικό ή εξοπλισμό,

κατασκευή θεμελιώσεων, περιλαμβανομένης και της έμπηξης πασσάλων,

γεώτρηση και κατασκευή φρεατίων ύδατος, εκσκαφή φρεάτων,

ανέγερση μη ιδιοκατασκευασμένων χαλύβδινων στοιχείων,

κάμψη χάλυβα,

οπτοπλινθοδομή και λιθοδομή,

ανέγερση και αποξήλωση ικριωμάτων και εξεδρών εργασίας, περιλαμβανομένης της εκμίσθωσης ικριωμάτων και εξεδρών εργασίας,

ανέγερση καπνοδόχων και βιομηχανικών κλιβάνων.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

εκμίσθωση ικριωμάτων χωρίς την ανέγερση και την αποξήλωσή τους, βλέπε 71.32

45250000

45262000

 

45.3

 

Εγκαταστά-σεις παροχών σε κτίρια

 

45300000

 

 

45.31

Καλωδιώσεις και ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εγκατάσταση σε κτίρια και άλλες κατασκευές:

ηλεκτρικών καλωδιώσεων και εξαρτημάτων,

συστημάτων τηλεπικοινωνίας,

ηλεκτρικών εγκαταστάσεων θέρμανσης,

οικιακών κεραιών και σηματοληπτών,

συστημάτων συναγερμού πυρκαγιάς,

συστημάτων αντιδιαρρηκτικού συναγερμού,

ανελκυστήρων και κυλιομένων,

κλιμάκων αλεξικέραυνων κ.λπ.

45213316

45310000

εκτός από:

– 45316000

 

 

45.32

Μονώσεις

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εργασίες θερμομόνωσης, ηχομόνωσης ή μόνωσης κατά των δονήσεων σε κτίρια ή άλλα κατασκευαστικά έργα.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

στεγανοποίηση, βλέπε 45.22.

45320000

 

 

45.33

Υδραυλικές εγκαταστάσεις

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εγκατάσταση σε κτίρια και άλλες κατασκευές:

υδραυλικού εξοπλισμού και ειδών υγιεινής,

εγκαταστάσεων φυσικού αερίου,

εξοπλισμού και αγωγών θέρμανσης, εξαερισμού, ψύξης ή κλιματισμού,

συστημάτων καταιονισμού (σπρίνκλερ).

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

εγκατάσταση και επισκευή ηλεκτρικών εγκαταστάσεων θέρμανσης, βλέπε 45.31.

45330000

 

 

45.34

Λοιπές εγκαταστάσεις παροχών σε κτίρια

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εγκατάσταση συστημάτων φωτισμού και σηματοδότησης οδών, σιδηροδρόμων, αεροδρομίων και λιμένων,

εγκατάσταση σε κτίρια ή άλλες κατασκευές εξαρτημάτων και μόνιμων προσαρτημάτων που δεν κατατάσσονται αλλού.

45234115

45316000

45340000

 

45.4

 

Αποπεράτωση κτιρίων

 

45400000

 

 

45.41

Επιχρίσεις κονιαμάτων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

επίχριση σε κτίρια ή άλλες κατασκευές εσωτερικών και εξωτερικών γυψοκονιαμάτων ή γυψομαρμαροκονιαμάτων (στόκου), περιλαμβανομένων και των λεπτών πήχεων που χρησιμοποιούνται ως βάση για το κονίαμα.

45410000

 

 

45.42

Λεπτοξυλουρ-γικές εργασίες

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

τοποθέτηση μη ιδιοκατασκευασμένων θυρών, παραθύρων, πλαισίων για θύρες και παράθυρα, εξοπλισμένων κουζινών, κλιμακοστασίων, εξοπλισμού καταστημάτων και συναφών ειδών, από ξύλο ή άλλα υλικά,

εσωτερικά τελειώματα όπως οροφές, ξύλινες επενδύσεις τοίχων, κινητά χωρίσματα κ.λπ.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

διάστρωση παρκέτων και άλλων ξύλινων επενδύσεων δαπέδων, βλέπε 45.43.

45420000

 

 

45.43

Επενδύσεις δαπέδων και τοίχων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

διάστρωση, πλακόστρωση, ανάρτηση ή τοποθέτηση σε κτίρια και άλλες κατασκευές:

επενδύσεις τοίχων ή τοποθέτηση κεραμικών, τσιμεντένιων ή λιθολαξευτών πλακιδίων τοίχου ή δαπέδου,

παρκέτων και άλλων ξύλινων επενδύσεων δαπέδων, ταπήτων και επενδύσεων δαπέδων από λινοτάπητες,

περιλαμβανομένων αυτών από ελαστικό ή πλαστικές ύλες,

επενδύσεων δαπέδων ή τοίχων από μωσαϊκό, μάρμαρο, γρανίτη ή σχιστόλιθο,

χάρτινων ταπετσαριών τοίχου.

45430000

 

 

45.44

Χρωματισμοί και τοποθέτηση υαλοπινάκων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εσωτερικούς και εξωτερικούς χρωματισμούς κτιρίων,

χρωματισμούς έργων πολιτικού μηχανικού,

τοποθέτηση υαλοπινάκων, καθρεπτών κ.λπ.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

τοποθέτηση παραθύρων, βλέπε 45.42.

45440000

 

 

45.45

Λοιπές εργασίες αποπεράτωσης κτιρίων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εγκατάσταση ιδιωτικών κολυμβητηρίων,

ατμοκαθαρισμό, καθαρισμό με αμμορριπή και συναφείς δραστηριότητες για τις εξωτερικές επιφάνειες κτιρίων,

λοιπές εργασίες αποπεράτωσης κτιρίων και τελειωμάτων π.δ.κ.α.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

εσωτερικό καθαρισμό κτιρίων και λοιπών κατασκευών, βλέπε 74.70.

45212212 και DA04

45450000

 

45.5

 

Εκμίσθωση εξοπλισμού κατασκευών ή κατεδαφίσεων μαζί με τον χειριστή

 

45500000

 

 

45.50

Εκμίσθωση εξοπλισμού κατασκευών ή κατεδαφίσεων, μαζί με τον χειριστή

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

εκμίσθωση μηχανημάτων και εξοπλισμού κατασκευών και κατεδαφίσεων χωρίς χειριστή, βλέπε 71.32.

45500000


(1)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3037/90 του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 1990, για τη στατιστική ονοματολογία των οικονομικών δραστηριοτήτων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΕ L 293 της 24.10.1990, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 4 ΣΤΟΙΧΕΙΟ β) ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΣΥΝΑΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΝΑΘΕΤΟΥΣΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ

Το μόνο αυθεντικό κείμενο όσον αφορά τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας είναι το περιεχόμενο στο παράρτημα I σημείο 3 της ΣΔΠ στο οποίο βασίζεται ο ακόλουθος ενδεικτικός κατάλογος προϊόντων:

Κεφάλαιο 25:

Αλάτι, θείο, γαίες και πέτρες, γύψος, ασβέστης και τσιμέντα

Κεφάλαιο 26:

Μεταλλεύματα, σκουριές και τέφρες μετάλλων

Κεφάλαιο 27:

Ορυκτά καύσιμα, ορυκτά λάδια και προϊόντα της απόσταξης αυτών· ασφαλτούχες ουσίες, ορυκτά κεριά

εκτός από:

ex ex 27.10: ειδικά καύσιμα κινητήρων

Κεφάλαιο 28:

Ανόργανα χημικά προϊόντα, ενώσεις ανόργανες ή οργανικές των πολύτιμων μετάλλων, των ραδιενεργών στοιχείων, των μετάλλων των σπανίων γαιών και των ισοτόπων

εκτός από:

 

ex ex 28.09: εκρηκτικά

 

ex ex 28.13: εκρηκτικά

 

ex ex 28.14: δακρυγόνα

 

ex ex 28.28: εκρηκτικά

 

ex ex 28.32: εκρηκτικά

 

ex ex 28.39: εκρηκτικά

 

ex ex 28.50: τοξικά προϊόντα

 

ex ex 28.51: τοξικά προϊόντα

 

ex ex 28.54: εκρηκτικά

Κεφάλαιο 29:

Οργανικά χημικά προϊόντα

εκτός από:

 

ex ex 29.03: εκρηκτικά

 

ex ex 29.04: εκρηκτικά

 

ex ex 29.07: εκρηκτικά

 

ex ex 29.08: εκρηκτικά

 

ex ex 29.11: εκρηκτικά

 

ex ex 29.12: εκρηκτικά

 

ex ex 29.13: τοξικά προϊόντα

 

ex ex 29.14: τοξικά προϊόντα

 

ex ex 29.15: τοξικά προϊόντα

 

ex ex 29.21: τοξικά προϊόντα

 

ex ex 29.22: τοξικά προϊόντα

 

ex ex 29.23: τοξικά προϊόντα

 

ex ex 29.26: εκρηκτικά

 

ex ex 29.27: τοξικά προϊόντα

 

ex ex 29.29: εκρηκτικά

Κεφάλαιο 30:

Φαρμακευτικά προϊόντα

Κεφάλαιο 31:

Λιπάσματα

Κεφάλαιο 32:

Δεψικά και βαφικά εκχυλίσματα, ταννίνες και τα παράγωγά τους, χρωστικά και άλλες χρωστικές ύλες, χρώματα επίχρισης και βερνίκια, μαστίχες (στόκοι), μελάνια

Κεφάλαιο 33:

Αιθέρια έλαια και ρητινοειδή, προϊόντα αρωματοποιίας ή καλλωπισμού παρασκευασμένα και καλλυντικά παρασκευάσματα

Κεφάλαιο 34:

Σαπούνια, οργανικές ουσίες επιφανειακής δράσης, παρασκευάσματα για πλύσιμο (αλισίβα), παρασκευάσματα λιπαντικά, κεριά τεχνητά, κεριά παρασκευασμένα, προϊόντα συντήρησης, κεριά και παρόμοια είδη, πάστες προπλασμάτων και «κεριά οδοντοτεχνικής»

Κεφάλαιο 35:

Λευκωματώδεις ύλες, κόλλες, ένζυμα

Κεφάλαιο 37:

Φωτογραφικά και κινηματογραφικά προϊόντα

Κεφάλαιο 38:

Διάφορα προϊόντα των χημικών βιομηχανιών

εκτός από:

ex ex 38.19: τοξικά προϊόντα

Κεφάλαιο 39:

Τεχνητές πλαστικές ύλες, αιθέρες και εστέρες της κυτταρίνης, τεχνητές ρητίνες και τεχνουργήματα από τις ύλες αυτές

εκτός από:

ex ex 39.03: εκρηκτικά

Κεφάλαιο 40:

Καουτσούκ φυσικό ή συνθετικό, τεχνητό καουτσούκ και τεχνουργήματα από καουτσούκ

εκτός από:

ex ex 40.11: επίσωτρα αλεξίσφαιρα

Κεφάλαιο 41:

Δέρματα (άλλα από τα γουνοδέρματα)

Κεφάλαιο 42:

Τεχνουργήματα από δέρμα, είδη σελοποιίας και λοιπού εξοπλισμού για όλα τα ζώα, είδη ταξιδιού, σακίδια χεριού και παρόμοια. Τεχνουργήματα από έντερα (άλλα από τα έντερα μεταξοσκώληκα)

Κεφάλαιο 43:

Γουνοδέρματα και γουναρικά, γουνοδέρματα τεχνητά

Κεφάλαιο 44:

Ξυλεία και είδη από ξύλο· ξυλάνθρακας

Κεφάλαιο 45:

Φελλός και είδη από φελλό

Κεφάλαιο 46:

Τεχνουργήματα σπαρτοπλεκτικής και καλαθοποιίας

Κεφάλαιο 47:

Ύλες που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή του χαρτιού

Κεφάλαιο 48:

Χαρτί και χαρτόνια, τεχνουργήματα από κυτταρίνη, χαρτί ή χαρτόνι

Κεφάλαιο 49:

Προϊόντα των εκδοτικών οίκων, του τύπου ή άλλων βιομηχανιών που ασχολούνται με τις γραφικές τέχνες. Κείμενα χειρόγραφα ή δακτυλογραφημένα και σχέδια

Κεφάλαιο 65:

Καλύμματα κεφαλής και μέρη αυτών

Κεφάλαιο 66:

Ομπρέλες για τη βροχή και τον ήλιο, ράβδοι (μπαστούνια), μαστίγια κάθε είδους και τα μέρη τους

Κεφάλαιο 67:

Φτερά και πούπουλα κατεργασμένα και είδη από φτερά ή από πούπουλα. Τεχνητά άνθη, τεχνουργήματα από τρίχες κεφαλής ανθρώπου

Κεφάλαιο 68:

Τεχνουργήματα από πέτρες, γύψο, τσιμέντο, αμίαντο, μαρμαρυγία ή ανάλογες ύλες

Κεφάλαιο 69:

Προϊόντα κεραμευτικής

Κεφάλαιο 70:

Γυαλί και τεχνουργήματα από γυαλί

Κεφάλαιο 71:

Μαργαριτάρια φυσικά ή από καλλιέργεια, πολύτιμες και ημιπολύτιμες πέτρες, πολύτιμα μέταλλα, μέταλλα επιστρωμένα με πολύτιμα μέταλλα και τεχνουργήματα από τις ύλες αυτές· απομιμήσεις κοσμημάτων

Κεφάλαιο 73:

Τεχνουργήματα από χυτοσίδηρο, σίδηρο ή χάλυβα

Κεφάλαιο 74:

Χαλκός και τεχνουργήματα από χαλκό

Κεφάλαιο 75:

Νικέλιο και τεχνουργήματα από νικέλιο

Κεφάλαιο 76:

Αργίλιο και τεχνουργήματα από αργίλιο

Κεφάλαιο 77:

Μαγνήσιο και βηρύλλιο και τεχνουργήματα από μαγνήσιο και βηρύλλιο

Κεφάλαιο 78:

Μόλυβδος και τεχνουργήματα από μόλυβδο

Κεφάλαιο 79:

Ψευδάργυρος και τεχνουργήματα από ψευδάργυρο

Κεφάλαιο 80:

Κασσίτερος και τεχνουργήματα από κασσίτερο

Κεφάλαιο 81:

Άλλα κοινά μέταλλα που χρησιμοποιούνται στη μεταλλουργία και τεχνουργήματα από τα μέταλλα αυτά

Κεφάλαιο 82:

Εργαλεία, είδη μαχαιροποιίας, κουτάλια και πιρούνια, από κοινά μέταλλα και μέρη των ειδών αυτών

εκτός από:

 

ex ex 82.05: εργαλεία

 

ex ex 82.07: εργαλεία, ανταλλακτικά

Κεφάλαιο 83:

Διάφορα τεχνουργήματα από κοινά μέταλλα

Κεφάλαιο 84:

Λέβητες, μηχανές, συσκευές και μηχανικές επινοήσεις και τα μέρη τους

εκτός από:

 

ex ex 84.06: κινητήρες

 

ex ex 84.08: άλλοι κινητήρες

 

ex ex 84.45: μηχανές

 

ex ex 84.53: αυτόματες μηχανές επεξεργασίας πληροφοριών

 

ex ex 84.55: μέρη μηχανών της κλάσης 84.53

 

ex ex 84.59: πυρηνικοί αντιδραστήρες

Κεφάλαιο 85:

Μηχανές και ηλεκτρικές συσκευές και αντικείμενα ηλεκτροτεχνικών χρήσεων

εκτός από:

 

ex ex 85.13: εξοπλισμός τηλεπικοινωνιών

 

ex ex 85.15: συσκευές διαβίβασης

Κεφάλαιο 86:

Οχήματα και υλικό για σιδηροδρομικές γραμμές, μη ηλεκτρικές συσκευές σηματοδότησης για τις γραμμές συγκοινωνιών

εκτός από:

 

ex ex 86.02: ηλεκτράμαξες σιδηροδρόμων τεθωρακισμένες

 

ex ex 86.03: λοιπές σιδηροδρομικές άμαξες τεθωρακισμένες

 

ex ex 86.05: τεθωρακισμένα βαγόνια

 

ex ex 86.06: βαγόνια συνεργεία επισκευής

 

ex ex 86.07: βαγόνια

Κεφάλαιο 87:

Αυτοκίνητα οχήματα, εκτός του τροχαίου υλικού για σιδηροδρόμους και τραμ, τα μέρη και εξαρτήματά τους

εκτός από:

 

ex ex 87.08: άρματα μάχης και αυτοκίνητα τεθωρακισμένα

 

ex ex 87.01: ελκυστήρες

 

ex ex 87.02: στρατιωτικά οχήματα

 

ex ex 87.03: οχήματα επισκευών

 

ex ex 87.09: μοτοσικλέτες

 

ex ex 87.14: ρυμουλκούμενα

Κεφάλαιο 89:

Θαλάσσια και ποτάμια ναυσιπλοΐα

εκτός από:

ex ex 89.01A: πολεμικά πλοία

Κεφάλαιο 90:

Όργανα και συσκευές οπτικής, φωτογραφίας και κινηματογραφίας, μέτρησης, ελέγχου, ακριβείας, όργανα και συσκευές ιατροχειρουργικής, μέρη και εξαρτήματα αυτών των οργάνων και συσκευών

εκτός από:

 

ex ex 90.05: διόπτρες

 

ex ex 90.13: διάφορα όργανα, λέιζερ

 

ex ex 90.14: τηλέμετρα

 

ex ex 90.28: ηλεκτρικά ή ηλεκτρονικά όργανα μέτρησης

 

ex ex 90.11: μικροσκόπια

 

ex ex 90.17: ιατρικά όργανα

 

ex ex 90.18: συσκευές μηχανοθεραπείας

 

ex ex 90.19: συσκευές ορθοπεδικής

 

ex ex 90.20: συσκευές ακτίνων X

Κεφάλαιο 91:

Κατασκευή ρολογιών

Κεφάλαιο 92:

Μουσικά όργανα, συσκευές εγγραφής ή αναπαραγωγής του ήχου, συσκευές εγγραφής ή αναπαραγωγής των εικόνων και του ήχου για την τηλεόραση, και μέρη και εξαρτήματα των συσκευών αυτών

Κεφάλαιο 94:

Έπιπλα, έπιπλα ιατροχειρουργικά και μέρη αυτών. Είδη κλινοστρωμνής και παρόμοια

εκτός από:

ex ex 94.01A: καθίσματα αεροσκαφών

Κεφάλαιο 95:

Είδη και τεχνουργήματα από ύλες που μπορούν να λαξευτούν ή να χυτευτούν

Κεφάλαιο 96:

Σκούπες και ψήκτρες, είδη για το πουδράρισμα (πομπόν) και κόσκινα

Κεφάλαιο 98:

Τεχνουργήματα διάφορα


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ TA ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ, ΑΙΤΗΣΕΩΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ ΣΤΟΥΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥΣ ΣΧΕΔΙΩΝ

Τα εργαλεία και τα συστήματα ηλεκτρονικής παραλαβής προσφορών, αιτήσεων συμμετοχής, καθώς και σχεδίων και μελετών πρέπει κατ’ ελάχιστο όριο να διασφαλίζουν, με τεχνικά μέσα και κατάλληλες διαδικασίες, ότι:

α)

μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια η ώρα και η ημερομηνία παραλαβής των προσφορών, των αιτήσεων συμμετοχής και των σχεδίων και μελετών·

β)

μπορεί να εξασφαλίζεται ευλόγως ότι κανείς δεν θα έχει πρόσβαση πριν από τις καθορισμένες ημερομηνίες στις πληροφορίες που διαβιβάζονται δυνάμει των ως άνω απαιτήσεων·

γ)

μόνον τα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα μπορούν να καθορίζουν ή να τροποποιούν τις ημερομηνίες αποσφράγισης των παραληφθεισών πληροφοριών·

δ)

η πρόσβαση στο σύνολο ή σε μέρος των υποβαλλόμενων πληροφοριών, κατά τα διάφορα στάδια της διαδικασίας προμήθειας ή του διαγωνισμού μελετών, είναι δυνατή μόνον για εξουσιοδοτημένα πρόσωπα·

ε)

η παροχή πρόσβασης στις διαβιβαζόμενες πληροφορίες είναι δυνατή μόνο από εξουσιοδοτημένα πρόσωπα και μόνον μετά την προκαθορισμένη ημερομηνία·

στ)

στις πληροφορίες που παρελήφθησαν και αποσφραγίσθηκαν κατ’ εφαρμογή των προαναφερόμενων απαιτήσεων έχουν πρόσβαση μόνον δεόντως εξουσιοδοτημένα πρόσωπα·

ζ)

σε περίπτωση παραβίασης ή απόπειρας παραβίασης των απαγορεύσεων ή των όρων πρόσβασης που αναφέρονται στα στοιχεία β), γ), δ), ε) και στ), μπορεί να εξασφαλίζεται ευλόγως ότι οι παραβιάσεις ή οι απόπειρες παραβίασης είναι σαφώς ανιχνεύσιμες.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

ΜΕΡΟΣ Α

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις δημοσίευσης προκαταρκτικής γνωστοποίησης σε «προφίλ αγοραστή»

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Τύπος αναθέτουσας αρχής και κύρια δραστηριότητα που ασκεί.

3.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι η αναθέτουσα αρχή είναι κεντρική αρχή αγορών ή ότι πρόκειται ή μπορεί να πρόκειται για άλλη μορφή από κοινού προμήθειας.

4.

Κωδικοί CVP.

5.

Διεύθυνση του «προφίλ αγοραστή» στο διαδίκτυο (URL).

6.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης δημοσίευσης προκαταρκτικής γνωστοποίησης στο «προφίλ αγοραστή».

ΜΕΡΟΣ B

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις προκαταρκτικές γνωστοποιήσεις

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 48)

I.   Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται σε όλες τις περιπτώσεις

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Ηλεκτρονική διεύθυνση ή διεύθυνση διαδικτύου στην οποία θα υπάρχει ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν πρόσβαση στα έγγραφα της προμήθειας.

Όταν δεν διατίθεται ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν πρόσβαση για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο, παρατίθενται στοιχεία για τον τρόπο αξιολόγησης των εγγράφων της προμήθειας.

3.

Τύπος αναθέτουσας αρχής και κύρια δραστηριότητα που ασκεί.

4.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι η αναθέτουσα αρχή είναι κεντρική αρχή αγορών ή ότι πρόκειται ή μπορεί να πρόκειται για άλλη μορφή από κοινού προμήθειας.

5.

Κωδικοί CPV· εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε παρτίδες, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε παρτίδα.

6.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση συμβάσεων έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση συμβάσεων αγαθών και υπηρεσιών. εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε παρτίδες, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε παρτίδα.

7.

Σύντομη περιγραφή της προμήθειας: φύση και έκταση των έργων, φύση και ποσότητα ή αξία των αγαθών, φύση και έκταση των υπηρεσιών.

8.

Σε περίπτωση που η γνωστοποίηση αυτή δεν χρησιμοποιείται για την προκήρυξη διαγωνισμού, την ή τις εκτιμώμενες ημερομηνίες δημοσίευσης γνωστοποίησης ή γνωστοποιήσεων διαγωνισμού για τη σύμβαση ή τις συμβάσεις που αναφέρονται στην προκαταρκτική γνωστοποίηση.

9.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης.

10.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.

11.

Διευκρίνιση του αν η σύμβαση καλύπτεται ή όχι από τη ΣΔΠ.

II.   Πρόσθετες πληροφορίες που παρέχονται εάν η γνωστοποίηση χρησιμοποιείται ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού (άρθρο 48 παράγραφος 2)

1.

Μνεία του γεγονότος ότι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς πρέπει να εκδηλώνουν στην αναθέτουσα αρχή το ενδιαφέρον τους για την ή τις συμβάσεις.

2.

Είδος της διαδικασίας ανάθεσης (κλειστές διαδικασίες, με χρήση ή μη δυναμικού συστήματος αγορών, ή ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση).

3.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση αν:

α)

πρόκειται για συμφωνία-πλαίσιο·

β)

πρόκειται για δυναμικό σύστημα αγορών.

4.

Στον βαθμό που είναι ήδη γνωστό, το χρονοδιάγραμμα παράδοσης ή παροχής προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών και η διάρκεια της σύμβασης.

5.

Στον βαθμό που είναι ήδη γνωστές, οι προϋποθέσεις συμμετοχής, στις οποίες περιλαμβάνεται:

α)

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι πρόκειται για δημόσια σύμβαση που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεστεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευμένων θέσεων εργασίας·

β)

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση του κατά πόσον η παροχή της υπηρεσίας αφορά αποκλειστικά, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία·

γ)

σύντομη περιγραφή των κριτηρίων επιλογής.

6.

Σύντομη περιγραφή των κριτηρίων που θα χρησιμοποιηθούν για την ανάθεση της σύμβασης, στον βαθμό που τα κριτήρια είναι ήδη γνωστά.

7.

Στον βαθμό που είναι ήδη γνωστό, το εκτιμώμενο συνολικό μέγεθος της σύμβασης ή των συμβάσεων· όταν η σύμβαση υποδιαιρείται σε παρτίδες, οι πληροφορίες αυτές παρέχονται για κάθε παρτίδα.

8.

Τελική ημερομηνία παραλαβής εκδηλώσεων ενδιαφέροντος.

9.

Διεύθυνση στην οποία διαβιβάζονται οι εκδηλώσεις ενδιαφέροντος.

10.

Γλώσσα ή γλώσσες στις οποίες πρέπει να συντάσσονται οι υποψηφιότητες ή προσφορές.

11.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση αν:

α)

απαιτείται/γίνεται δεκτή η ηλεκτρονική υποβολή προσφορών ή αιτήσεων συμμετοχής·

β)

θα χρησιμοποιηθούν ηλεκτρονικές παραγγελίες·

γ)

θα χρησιμοποιηθεί ηλεκτρονική τιμολόγηση·

δ)

θα γίνουν δεκτές ηλεκτρονικές πληρωμές.

12.

Πληροφορίες σχετικά με το αν η σύμβαση σχετίζεται με έργο και/ή πρόγραμμα που χρηματοδοτείται με πόρους της Ένωσης.

13.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Ακριβής πληροφορίες όσον αφορά τις προθεσμίες των διαδικασιών προσφυγής ή, εν ανάγκη, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμοί τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία είναι δυνατόν να λαμβάνονται οι πληροφορίες αυτές.

ΜΕΡΟΣ Γ

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 49)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Ηλεκτρονική διεύθυνση ή διεύθυνση διαδικτύου στην οποία θα υπάρχει ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν πρόσβαση στα έγγραφα της προμήθειας.

Όταν δεν διατίθεται ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν πρόσβαση για τους λόγους που εκτίθενται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο, παρατίθενται στοιχεία για τον τρόπο αξιολόγησης των εγγράφων της προμήθειας.

3.

Τύπος αναθέτουσας αρχής και κύρια δραστηριότητα που ασκεί.

4.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι η αναθέτουσα αρχή είναι κεντρική αρχή αγορών ή ότι πρόκειται για άλλη μορφή από κοινού προμηθειών.

5.

Κωδικοί CPV· εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε παρτίδες, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε παρτίδα.

6.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση συμβάσεων έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση συμβάσεων αγαθών και υπηρεσιών. Εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε παρτίδες, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε παρτίδα.

7.

Περιγραφή της προμήθειας: φύση και έκταση των έργων, φύση και ποσότητα ή αξία των αγαθών, φύση και έκταση των υπηρεσιών. Εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε παρτίδες, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε παρτίδα. Εάν συντρέχει περίπτωση, περιγραφή τυχόν επιλογών.

8.

Εκτιμώμενη συνολική τάξη μεγέθους: της σύμβασης ή των συμβάσεων· όταν η σύμβαση υποδιαιρείται σε παρτίδες, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε παρτίδα.

9.

Αποδοχή ή απαγόρευση υποβολής εναλλακτικών προσφορών.

10.

Το χρονοδιάγραμμα παράδοσης ή παροχής αγαθών, έργων ή υπηρεσιών και, στο μέτρο του δυνατού, η διάρκεια της σύμβασης.

α)

Σε περίπτωση συμφωνίας-πλαισίου, αναφορά της σχεδιαζόμενης διάρκειας της συμφωνίας-πλαισίου, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από τους λόγους για τους οποίους η διάρκεια υπερβαίνει τα τέσσερα έτη· στο μέτρο του δυνατού, αναφορά της αξίας ή της τάξης μεγέθους και της συχνότητας των συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν, του αριθμού και, εάν συντρέχει περίπτωση, του προτεινόμενου μέγιστου αριθμού των οικονομικών φορέων που θα συμμετάσχουν.

β)

Σε περίπτωση δυναμικού συστήματος αγορών, αναφορά της σχεδιαζόμενης διάρκειας του συστήματος αυτού στο μέτρο του δυνατού, αναφορά της αξίας ή της τάξης μεγέθους και της συχνότητας των συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν.

11.

Οι προϋποθέσεις συμμετοχής, στις οποίες περιλαμβάνονται:

α)

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι πρόκειται για δημόσια σύμβαση που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεστεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευμένων θέσεων εργασίας·

β)

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση του κατά πόσον η παροχή της υπηρεσίας αφορά αποκλειστικά, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία· παραπομπή στη σχετική νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη·

γ)

ένας κατάλογος και μια σύντομη περιγραφή των κριτηρίων που αφορούν την προσωπική κατάσταση των οικονομικών φορέων τα οποία ενδέχεται να επιφέρουν τον αποκλεισμό τους και των κριτηρίων επιλογής· τα ελάχιστα επίπεδα των προτύπων που ενδέχεται να απαιτούνται· διευκρίνιση των απαιτούμενων πληροφοριών (υπεύθυνες δηλώσεις, τεκμηρίωση).

12.

Είδος διαδικασίας ανάθεσης· εάν συντρέχει περίπτωση, αιτιολόγηση της προσφυγής στη διαδικασία του επείγοντος (στην περίπτωση των ανοιχτών, των κλειστών διαδικασιών και των ανταγωνιστικών διαδικασιών με διαπραγμάτευση).

13.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση αν:

α)

πρόκειται για συμφωνία-πλαίσιο·

β)

πρόκειται για δυναμικό σύστημα αγορών·

γ)

πρόκειται για ηλεκτρονικό πλειστηριασμό (στην περίπτωση των ανοικτών, των κλειστών διαδικασιών ή των ανταγωνιστικών διαδικασιών με διαπραγμάτευση).

14.

Σε περίπτωση που η σύμβαση υποδιαιρείται σε παρτίδες, αναφορά της δυνατότητας υποβολής προσφορών για μια, περισσότερες ή όλες τις παρτίδες· αναφορά της πιθανότητας περιορισμού του αριθμού των παρτίδων που μπορούν να ανατεθούν σε έναν προσφέροντα. Όταν η σύμβαση δεν υποδιαιρείται σε παρτίδες, εξήγηση των σχετικών λόγων, εκτός εάν οι πληροφορίες αυτές παρέχονται στη χωριστή έκθεση.

15.

Σε περίπτωση κλειστής διαδικασίας, ανταγωνιστικής διαδικασίας με διαπραγμάτευση, ανταγωνιστικού διαλόγου ή σύμπραξης καινοτομίας, εάν γίνεται χρήση της δυνατότητας περιορισμού του αριθμού των υποψηφίων που θα κληθούν να υποβάλουν προσφορά, να συμμετάσχουν στον διάλογο ή να διαπραγματευτούν: αναφέρονται ο ελάχιστος αριθμός και, κατά περίπτωση, ο μέγιστος αριθμός υποψηφίων που προβλέπεται και τα αντικειμενικά κριτήρια επιλογής αυτών των υποψηφίων.

16.

Σε περίπτωση ανταγωνιστικής διαδικασίας με διαπραγμάτευση, ανταγωνιστικού διαλόγου ή σύμπραξης καινοτομίας, αναφέρεται, ενδεχομένως, η χρησιμοποίηση διαδικασίας με διαδοχικές φάσεις, προκειμένου να μειώνεται προοδευτικά ο αριθμός των προς συζήτηση λύσεων ή των προς διαπραγμάτευση προσφορών.

17.

Κατά περίπτωση, ειδικοί όροι στους οποίους υπόκειται η εκτέλεση της σύμβασης ή των συμβάσεων.

18.

Τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για την ανάθεση της σύμβασης ή των συμβάσεων. Εκτός από την περίπτωση κατά την οποία η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βρίσκεται μόνο με κριτήριο την τιμή, τα κριτήρια που συνιστούν την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά καθώς και η στάθμιση των κριτηρίων αυτών αναφέρονται εφόσον δεν περιλαμβάνονται στις προδιαγραφές ή, στην περίπτωση του ανταγωνιστικού διαλόγου, στο περιγραφικό έγγραφο.

19.

Η προθεσμία παραλαβής των προσφορών (ανοιχτή διαδικασία) ή των αιτήσεων συμμετοχής (κλειστές διαδικασίες, ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, δυναμικά συστήματα αγορών, ανταγωνιστικοί διάλογοι, συμπράξεις καινοτομίας).

20.

Διεύθυνση στην οποία διαβιβάζονται οι προσφορές ή οι αιτήσεις συμμετοχής.

21.

Στην περίπτωση των ανοικτών διαδικασιών:

α)

χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο προσφέρων δεσμεύεται από την προσφορά του·

β)

ημερομηνία, ώρα και τόπος αποσφράγισης των προσφορών·

γ)

πρόσωπα τα οποία επιτρέπεται να παρίστανται στην αποσφράγιση.

22.

Η γλώσσα ή οι γλώσσες στις οποίες μπορούν να συνταχθούν οι προτάσεις ή οι αιτήσεις συμμετοχής.

23.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση αν:

α)

γίνεται δεκτή η ηλεκτρονική υποβολή προσφορών ή αιτήσεων συμμετοχής·

β)

θα χρησιμοποιηθούν ηλεκτρονικές παραγγελίες·

γ)

θα γίνει δεκτή η ηλεκτρονική τιμολόγηση·

δ)

θα χρησιμοποιηθούν ηλεκτρονικές πληρωμές.

24.

Πληροφορίες σχετικά με το αν η σύμβαση σχετίζεται με έργο και/ή πρόγραμμα που χρηματοδοτείται με πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

25.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Ακριβείς πληροφορίες όσον αφορά τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, ενδεχομένως, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμός τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας καθώς και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται αυτές οι πληροφορίες.

26.

Ημερομηνία ή ημερομηνίες και παραπομπές σε προηγούμενες δημοσιεύσεις στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν τη σύμβαση ή τις συμβάσεις της σχετικής γνωστοποίησης.

27.

Σε περίπτωση ανανεώσιμων προμηθειών, δημοσιεύεται το εκτιμώμενο χρονοδιάγραμμα της δημοσίευσης των επόμενων γνωστοποιήσεων.

28.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης.

29.

Διευκρίνιση του αν η σύμβαση καλύπτεται ή όχι από τη ΣΔΠ.

30.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.

ΜΕΡΟΣ Δ

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις ανάθεσης σύμβασης

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 50)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Τύπος αναθέτουσας αρχής και κύρια δραστηριότητα που ασκεί.

3.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι η αναθέτουσα αρχή είναι κεντρική αρχή αγορών ή ότι πρόκειται για άλλη μορφή από κοινού προμηθειών.

4.

Κωδικοί CVP.

5.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση συμβάσεων έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση συμβάσεων αγαθών και υπηρεσιών.

6.

Περιγραφή της προμήθειας: φύση και έκταση των έργων, φύση και ποσότητα ή αξία των αγαθών, φύση και έκταση των υπηρεσιών. Εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε παρτίδες, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε παρτίδα. Εάν συντρέχει περίπτωση, περιγραφή τυχόν επιλογών.

7.

Είδος διαδικασίας ανάθεσης· σε περίπτωση διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση, αιτιολόγηση της επιλογής αυτής.

8.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση του αν:

α)

πρόκειται για συμφωνία-πλαίσιο·

β)

πρόκειται για δυναμικό σύστημα αγορών.

9.

Κριτήρια προβλεπόμενα στο άρθρο 66 τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για την ανάθεση της σύμβασης ή των συμβάσεων. Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση σχετικά με το αν πρόκειται για ηλεκτρονικό πλειστηριασμό (στην περίπτωση των ανοικτών ή των κλειστών διαδικασιών ή των ανταγωνιστικών διαδικασιών με διαπραγμάτευση).

10.

Ημερομηνία της σύναψης της σύμβασης ή των συμβάσεων ή της συμφωνίας ή συμφωνιών πλαισίου κατόπιν αποφάσεως για την ανάθεση ή τη σύναψή της.

11.

Αριθμός των προσφορών που ελήφθησαν για κάθε ανάθεση, στον οποίο περιλαμβάνεται:

α)

ο αριθμός των προσφορών που ελήφθησαν από οικονομικούς φορείς που είναι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις·

β)

ο αριθμός των προσφορών που ελήφθησαν από άλλο κράτος μέλος ή από τρίτη χώρα·

γ)

ο αριθμός των προσφορών που ελήφθησαν ηλεκτρονικά.

12.

Για κάθε ανάθεση, επωνυμία, διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναδόχου ή των αναδόχων, συμπεριλαμβανομένων:

α)

πληροφοριών σχετικά με το αν ο ανάδοχος είναι μικρομεσαία επιχείρηση·

β)

πληροφοριών σχετικά με το αν η σύμβαση ανατέθηκε σε όμιλο οικονομικών φορέων (κοινή επιχείρηση, κοινοπραξία ή άλλο).

13.

Αξία της (των) επιλεγείσας(-ών) προσφοράς(-ών) ή υψηλότερη και χαμηλότερη προσφορά που ελήφθησαν υπόψη για την ανάθεση της σύμβασης ή των συμβάσεων.

14.

Κατά περίπτωση, για κάθε ανάθεση, αξία και τμήμα της σύμβασης που ενδέχεται να ανατεθεί με υπεργολαβία σε τρίτους.

15.

Πληροφορίες σχετικά με το αν η σύμβαση σχετίζεται με έργο και/ή πρόγραμμα που χρηματοδοτείται με πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

16.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Ακριβείς πληροφορίες όσον αφορά την προθεσμία υποβολής των προσφυγών ή, ενδεχομένως, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμός τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας καθώς και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται αυτές οι πληροφορίες.

17.

Ημερομηνία ή ημερομηνίες και παραπομπές σε προηγούμενες δημοσιεύσεις στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν τη σύμβαση ή τις συμβάσεις της σχετικής γνωστοποίησης.

18.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης.

19.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.

ΜΕΡΟΣ Ε

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις προκήρυξης διαγωνισμών μελετών

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 79 παράγραφος 1)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Ηλεκτρονική διεύθυνση ή διεύθυνση διαδικτύου στην οποία θα υπάρχει ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν πρόσβαση στα έγγραφα της προμήθειας.

Όταν δεν διατίθεται ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν πρόσβαση για τους λόγους που εκτίθενται στο άρθρο 53 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο, παρατίθενται στοιχεία για τον τρόπο αξιολόγησης των εγγράφων της προμήθειας.

3.

Τύπος αναθέτουσας αρχής και κύρια δραστηριότητα που ασκεί.

4.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι η αναθέτουσα αρχή είναι κεντρική αρχή αγορών ή ότι πρόκειται για άλλη μορφή από κοινού προμηθειών.

5.

Κωδικοί CPV· εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε παρτίδες, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε παρτίδα.

6.

Περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών του έργου.

7.

Ενδεχομένως, αριθμός και ύψος των προς απονομή βραβείων.

8.

Είδος διαγωνισμού σχεδίου (ανοιχτός ή κλειστός).

9.

Σε περίπτωση ανοιχτού διαγωνισμού σχεδίου, προθεσμία υποβολής των έργων.

10.

Σε περίπτωση κλειστού διαγωνισμού σχεδίου:

α)

προβλεπόμενος αριθμός συμμετεχόντων·

β)

ενδεχομένως, επωνυμία των ήδη επιλεγέντων συμμετεχόντων·

γ)

κριτήρια επιλογής των συμμετεχόντων·

δ)

καταληκτική ημερομηνία για την παραλαβή των αιτήσεων συμμετοχής.

11.

Διευκρίνιση, ενδεχομένως, εάν το δικαίωμα συμμετοχής περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία.

12.

Κριτήρια που εφαρμόζονται κατά την αξιολόγηση των μελετών.

13.

Διευκρίνιση του αν η απόφαση της κριτικής επιτροπής είναι δεσμευτική για την αναθέτουσα αρχή.

14.

Αναφορά ενδεχόμενων χρηματικών ποσών που θα καταβληθούν σε όλους τους συμμετέχοντες.

15.

Διευκρίνιση του αν οι συμβάσεις που θα ακολουθήσουν μετά τον διαγωνισμό σχεδίου θα ανατεθούν ή δεν θα ανατεθούν στον βραβευόμενο ή στους βραβευόμενους του διαγωνισμού σχεδίου.

16.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης.

17.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.

ΜΕΡΟΣ ΣΤ

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις αποτελεσμάτων διαγωνισμών

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 79 παράγραφος 2)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Τύπος αναθέτουσας αρχής και κύρια δραστηριότητα που ασκεί.

3.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι η αναθέτουσα αρχή είναι κεντρική αρχή αγορών ή ότι πρόκειται για άλλη μορφή από κοινού προμηθειών.

4.

Κωδικοί CVP.

5.

Περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών του έργου.

6.

Η αξία των βραβείων.

7.

Είδος διαγωνισμού σχεδίου (ανοιχτός ή κλειστός).

8.

Κριτήρια που εφαρμόστηκαν κατά την αξιολόγηση των έργων.

9.

Ημερομηνία έκδοσης της απόφασης της κριτικής επιτροπής.

10.

Αριθμός συμμετεχόντων.

α)

Αριθμός συμμετεχόντων που είναι ΜΜΕ.

β)

Αριθμός συμμετεχόντων από το εξωτερικό.

11.

Επωνυμία, διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του νικητή ή των νικητών του διαγωνισμού και διευκρίνιση του αν ο νικητής ή οι νικητές είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

12.

Πληροφορίες σχετικά με το αν ο διαγωνισμός μελετών σχετίζεται με έργο ή πρόγραμμα που χρηματοδοτείται με πόρους της Ένωσης.

13.

Ημερομηνία ή ημερομηνίες και παραπομπές σε προηγούμενες δημοσιεύσεις στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν το έργο ή τα έργα της σχετικής γνωστοποίησης.

14.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης.

15.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.

ΜΕΡΟΣ Ζ

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις τροποποίησης σύμβασης κατά τη διάρκειά της

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 72 παράγραφος 1)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κωδικοί CPV.

3.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση συμβάσεων έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση συμβάσεων αγαθών και υπηρεσιών.

4.

Περιγραφή της προμήθειας πριν και μετά την τροποποίηση: φύση και έκταση των έργων, φύση και ποσότητα ή αξία των αγαθών, φύση και έκταση των υπηρεσιών.

5.

Εάν συντρέχει περίπτωση, αύξηση της τιμής που προκλήθηκε από την τροποποίηση.

6.

Περιγραφή των περιστάσεων που κατέστησαν αναγκαία την τροποποίηση.

7.

Ημερομηνία της απόφασης ανάθεσης της σύμβασης.

8.

Εάν συντρέχει περίπτωση, επωνυμία, διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του νέου οικονομικού φορέα ή των νέων οικονομικών φορέων.

9.

Πληροφορίες σχετικά με το αν η σύμβαση σχετίζεται με έργο και/ή πρόγραμμα που χρηματοδοτείται με πόρους της Ένωσης.

10.

Επωνυμία και διεύθυνση του οργάνου εποπτείας και του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Ακριβείς πληροφορίες όσον αφορά τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, ενδεχομένως, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμός τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας καθώς και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται αυτές οι πληροφορίες.

11.

Ημερομηνία ή ημερομηνίες και παραπομπές σε προηγούμενες δημοσιεύσεις στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν τη σύμβαση ή τις συμβάσεις της σχετικής γνωστοποίησης.

12.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης.

13.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.

ΜΕΡΟΣ Η

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης που αφορούν συμβάσεις για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

(που αναφέρονται στο άρθρο 75 παράγραφος 1)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής.

2.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση αγαθών και υπηρεσιών.

3.

Σύντομη περιγραφή της σχετικής σύμβασης περιλαμβανομένων των κωδικών CPV.

4.

Οι προϋποθέσεις συμμετοχής, στις οποίες περιλαμβάνονται

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι πρόκειται για σύμβαση που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεστεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευμένων θέσεων εργασίας,

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι η ανάθεση της παροχής των υπηρεσιών επιφυλάσσεται, με νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, σε μια συγκεκριμένη επαγγελματική τάξη.

5.

Προθεσμία επικοινωνίας με την αναθέτουσα αρχή σχετικά με τη συμμετοχή.

6.

Σύντομη περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών της διαδικασίας ανάθεσης.

ΜΕΡΟΣ Θ

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις προκαταρκτικές γνωστοποιήσεις για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

(που αναφέρονται στο άρθρο 75 παράγραφος 1)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής.

2.

Σύντομη περιγραφή της σχετικής σύμβασης περιλαμβανομένης και της εκτιμώμενης συνολικής αξίας της σύμβασης και του κωδικού CPV.

3.

Στον βαθμό που είναι ήδη γνωστοί:

α)

ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση αγαθών και υπηρεσιών·

β)

το χρονοδιάγραμμα παράδοσης ή παροχής αγαθών, έργων ή υπηρεσιών και η διάρκεια της σύμβασης·

γ)

οι προϋποθέσεις συμμετοχής, στις οποίες περιλαμβάνονται:

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι πρόκειται για δημόσια σύμβαση που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεστεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευμένων θέσεων εργασίας,

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση του κατά πόσον η παροχή της υπηρεσίας αφορά αποκλειστικά, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία·

δ)

σύντομη περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών της διαδικασίας ανάθεσης.

4.

Μνεία του γεγονότος ότι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς πρέπει να εκδηλώνουν στην αναθέτουσα αρχή το ενδιαφέρον τους για την ή τις συμβάσεις και της τελικής ημερομηνίας παραλαβής εκδηλώσεων ενδιαφέροντος και διεύθυνση στην οποία διαβιβάζονται οι εκδηλώσεις ενδιαφέροντος.

ΜΕΡΟΣ I

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις ανάθεσης σύμβασης που αφορούν συμβάσεις για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

(που αναφέρονται στο άρθρο 75 παράγραφος 2)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου της αναθέτουσας αρχής.

2.

Σύντομη περιγραφή της σχετικής σύμβασης περιλαμβανομένου των κωδικών CPV.

3.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση αγαθών και υπηρεσιών.

4.

Αριθμός προσφορών που ελήφθησαν.

5.

Τιμή ή φάσμα των τιμών (ελάχιστη/μέγιστη) που καταβλήθηκαν.

6.

Για κάθε ανάθεση, επωνυμία, διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του οικονομικού φορέα ή των οικονομικών φορέων.

7.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥΣ

(άρθρο 35 παράγραφος 4)

Εάν οι αναθέτουσες αρχές έχουν αποφασίσει να διεξαγάγουν ηλεκτρονικό πλειστηριασμό περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής στοιχεία στα έγγραφα της προμήθειας:

α)

τα στοιχεία των οποίων οι αξίες αποτελούν αντικείμενο της ηλεκτρονικής δημοπρασίας, εφόσον τα εν λόγω στοιχεία είναι προσδιορίσιμα ποσοτικώς και μπορούν να εκφράζονται αριθμητικώς ή ποσοστιαίως·

β)

τα ενδεχόμενα όρια των αξιών που μπορούν να υποβάλλονται, όπως αυτά προκύπτουν από τις προδιαγραφές του αντικειμένου της σύμβασης·

γ)

τις πληροφορίες που τίθενται στη διάθεση των προσφερόντων στη διάρκεια του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού και, ενδεχομένως, τη χρονική στιγμή που τίθενται στη διάθεσή τους·

δ)

τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τη διεξαγωγή του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού·

ε)

τους όρους υπό τους οποίους οι προσφέροντες μπορούν να υποβάλουν τις προσφορές τους, ιδίως τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις οι οποίες, ενδεχομένως, απαιτούνται για την υποβολή προσφορών·

στ)

τις κατάλληλες πληροφορίες για το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό σύστημα και για τον τρόπο και τις τεχνικές προδιαγραφές της σύνδεσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΟΡΙΣΜΟΣ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας νοούνται ως:

1.   «τεχνική προδιαγραφή»: ένα από τα ακόλουθα

α)

όταν πρόκειται για συμβάσεις δημοσίων έργων: όλες οι τεχνικές απαιτήσεις που περιέχονται ιδίως στα έγγραφα της προμήθειας και καθορίζουν τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά υλικού, προϊόντος ή αγαθού, ώστε να ανταποκρίνονται στη χρήση για την οποία προορίζονται από την αναθέτουσα αρχή· τα χαρακτηριστικά αυτά περιλαμβάνουν τα επίπεδα περιβαλλοντικής και κλιματικής επίδοσης, τον σχεδιασμό για όλες τις απαιτήσεις (συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας πρόσβασης των ατόμων με αναπηρία) και την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, την επίδοση, την ασφάλεια ή τις διαστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών σχετικά με τη διασφάλιση της ποιότητας, την ορολογία, τα σύμβολα, τις δοκιμές και τις μεθόδους δοκιμών, τη συσκευασία, τη σήμανση και την επίθεση ετικετών, τις οδηγίες χρήσης καθώς και τις διαδικασίες και μεθόδους παραγωγής σε κάθε στάδιο του κύκλου ζωής των έργων· τα χαρακτηριστικά αυτά περιλαμβάνουν επίσης τους κανόνες μελέτης και υπολογισμού των έργων, τους όρους δοκιμής, ελέγχου και παραλαβής των έργων καθώς και τις κατασκευαστικές τεχνικές ή μεθόδους και κάθε άλλο όρο τεχνικού χαρακτήρα που η αναθέτουσα αρχή είναι σε θέση να καθορίσει, μέσω γενικών ή ειδικών κανονιστικών διατάξεων, σχετικά με τα ολοκληρωμένα έργα καθώς και με τα υλικά ή τα στοιχεία που συνιστούν τα έργα αυτά·

β)

όταν πρόκειται για δημόσιες συμβάσεις αγαθών ή υπηρεσιών: η προδιαγραφή που περιέχεται σε έγγραφο το οποίο προσδιορίζει τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας, όπως τα επίπεδα ποιότητας, τα επίπεδα της περιβαλλοντικής και κλιματικής επίδοσης, ο σχεδιασμός για όλες τις απαιτήσεις (συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας πρόσβασης για τα άτομα με αναπηρία), και η αξιολόγηση της συμμόρφωσης, της καταλληλότητας, της χρήσης του προϊόντος, της ασφάλειας ή των διαστάσεών του, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων που ισχύουν για το προϊόν όσον αφορά την ονομασία πώλησης, την ορολογία, τα σύμβολα, τις δοκιμές και μεθόδους δοκιμών, τη συσκευασία, τη σήμανση και την επίθεση ετικετών, τις οδηγίες για τους χρήστες, τις διαδικασίες και μεθόδους παραγωγής σε οποιοδήποτε στάδιο του κύκλου ζωής του αγαθού ή της υπηρεσίας, καθώς και τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

2.   «πρότυπο»: η τεχνική προδιαγραφή που έχει εγκριθεί από αναγνωρισμένο οργανισμό με δραστηριότητα τυποποίησης, για επαναλαμβανόμενη ή διαρκή εφαρμογή, της οποίας όμως η τήρηση δεν είναι υποχρεωτική και εμπίπτει σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:

α)   «διεθνές πρότυπο»: πρότυπο που έχει εγκριθεί από διεθνή οργανισμό τυποποίησης και έχει τεθεί στη διάθεση του κοινού·

β)   «ευρωπαϊκό πρότυπο»: πρότυπο εγκεκριμένο από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης που έχει τεθεί στη διάθεση του κοινού·

γ)   «εθνικό πρότυπο»: πρότυπο που έχει εκδοθεί από εθνικό οργανισμό τυποποίησης και έχει τεθεί στη διάθεση του κοινού·

3.   «ευρωπαϊκή τεχνική αξιολόγηση»: η τεκμηριωμένη αξιολόγηση των επιδόσεων ενός δομικού προϊόντος, σε συνάρτηση με τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του, σύμφωνα προς το αντίστοιχο έγγραφο ευρωπαϊκής αξιολόγησης, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 305/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1)·

4.   «κοινή τεχνική προδιαγραφή»: η τεχνική προδιαγραφή στον τομέα ΤΠΕ που έχει εκπονηθεί σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·

5.   «τεχνικό πλαίσιο αναφοράς»: κάθε παραδοτέο το οποίο εκπονείται από τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, πλην των ευρωπαϊκών προτύπων, σύμφωνα με διαδικασίες προσαρμοσμένες στην εξέλιξη των αναγκών της αγοράς.


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 305/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2011, για τη θέσπιση εναρμονισμένων όρων εμπορίας προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών και για την κατάργηση της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 4.4.2011, σ. 5).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

1.   Δημοσίευση γνωστοποιήσεων

Οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 48, 49, 50, 75 και 79 αποστέλλονται από τις αναθέτουσες αρχές στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δημοσιεύονται σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:

Οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 48, 49, 50, 75 και 79 δημοσιεύονται από την Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τις αναθέτουσες αρχές στην περίπτωση προκαταρκτικής γνωστοποίησης που δημοσιεύεται στο «προφίλ αγοραστή» σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 1.

Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται, επιπλέον, να δημοσιεύουν τις πληροφορίες αυτές μέσω του διαδικτύου στο «προφίλ αγοραστή», όπως προβλέπεται στο σημείο 2 στοιχείο β).

Η Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης χορηγεί στην αναθέτουσα αρχή τη βεβαίωση της δημοσίευσης των πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο.

2.   Δημοσίευση συμπληρωματικών ή πρόσθετων πληροφοριών

α)

Εκτός και εάν προβλέπεται διαφορετικά στο άρθρο 53 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο, οι αναθέτουσες αρχές δημοσιεύουν στο διαδίκτυο το πλήρες κείμενο των εγγράφων της προμήθειας.

β)

Το «προφίλ αγοραστή» μπορεί να περιλαμβάνει τις προκαταρκτικές γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 48 παράγραφος 1, πληροφορίες για τις τρέχουσες προσκλήσεις προς υποβολή προσφορών, τις προγραμματιζόμενες αγορές, τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί, τις διαδικασίες που έχουν ακυρωθεί, καθώς και κάθε άλλη χρήσιμη γενική πληροφορία, όπως έναν αρμόδιο επικοινωνίας, έναν αριθμό τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας, μια ταχυδρομική διεύθυνση και μια ηλεκτρονική διεύθυνση. Το «προφίλ αγοραστή» μπορεί επίσης να περιλαμβάνει προκαταρκτικές γνωστοποιήσεις που χρησιμοποιούνται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού και δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο δυνάμει του άρθρου 52.

3.   Μορφή και λεπτομέρειες σχετικά με την ηλεκτρονική διαβίβαση των γνωστοποιήσεων

Η μορφή και οι λεπτομέρειες διαβίβασης των γνωστοποιήσεων με ηλεκτρονικά μέσα που έχουν θεσπιστεί από την Επιτροπή είναι διαθέσιμες στην ακόλουθη διεύθυνση διαδικτύου «http://simap.europa.eu».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΠΡΟΣΚΛΗΣΕΩΝ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ, ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΟ Ή ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 54

1.

Η πρόσκληση υποβολής προσφορών ή συμμετοχής σε διάλογο δυνάμει του άρθρου 54 πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α)

παραπομπή στη δημοσιευθείσα προκήρυξη διαγωνισμού·

β)

την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας παραλαβής των προσφορών, τη διεύθυνση στην οποία πρέπει να διαβιβάζονται και τη γλώσσα ή τις γλώσσες στις οποίες πρέπει να συντάσσονται·

γ)

στην περίπτωση του ανταγωνιστικού διαλόγου, την ημερομηνία που έχει καθοριστεί και τη διεύθυνση για την έναρξη της φάσης των διαβουλεύσεων, καθώς και τη γλώσσα ή τις γλώσσες που θα χρησιμοποιηθούν·

δ)

ένδειξη των εγγράφων που πρέπει ενδεχομένως να επισυνάπτονται, είτε για την τεκμηρίωση δηλώσεων που πρέπει να είναι επαληθεύσιμες και στις οποίες ο υποψήφιος προβαίνει σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 60 και, κατά περίπτωση, με το άρθρο 62, είτε για τη συμπλήρωση των πληροφοριών που προβλέπονται στα εν λόγω άρθρα, υπό τους ίδιους όρους με τους προβλεπόμενους στα άρθρα 59, 60 και 62·

ε)

τη σχετική στάθμιση των κριτηρίων ανάθεσης της σύμβασης ή, εφόσον συντρέχει λόγος, τη φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας αυτών των κριτηρίων, εάν δεν περιλαμβάνονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, στις τεχνικές προδιαγραφές ή στο περιγραφικό έγγραφο.

Ωστόσο, στην περίπτωση συμβάσεων που ανατίθενται μέσω ανταγωνιστικού διαλόγου ή σύμπραξης καινοτομίας, οι πληροφορίες που προβλέπονται στο στοιχείο β) δεν περιλαμβάνονται στην πρόσκληση συμμετοχής στον διάλογο ή στην πρόσκληση διαπραγμάτευσης αλλά επισημαίνονται στην πρόσκληση υποβολής προσφορών.

2.

Όταν η προκήρυξη διαγωνισμού πραγματοποιείται με προκαταρκτική γνωστοποίηση, οι αναθέτουσες αρχές καλούν εκ των υστέρων όλους τους υποψηφίους να επιβεβαιώσουν το ενδιαφέρον τους βάσει λεπτομερών πληροφοριών σχετικά με την εν λόγω σύμβαση, πριν να αρχίσει η επιλογή των προσφερόντων ή των συμμετεχόντων σε διαπραγμάτευση.

Η πρόσκληση αυτή περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

φύση και ποσότητα, συμπεριλαμβανομένων όλων των δικαιωμάτων προαιρέσεως για συμπληρωματικές συμβάσεις και, ει δυνατόν, την εκτιμώμενη προθεσμία η οποία ορίζεται για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων προαιρέσεως· εάν πρόκειται για ανανεώσιμες συμβάσεις, φύση και ποσότητα, και, ει δυνατόν, την κατά προσέγγιση προθεσμία δημοσίευσης μεταγενέστερων γνωστοποιήσεων διαγωνισμών για έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που προκηρύσσονται·

β)

είδος της διαδικασίας: κλειστή διαδικασία ή ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση·

γ)

ενδεχομένως, ημερομηνία έναρξης ή ολοκλήρωσης της παράδοσης των αγαθών, της εκτέλεσης των έργων ή της παροχής των υπηρεσιών·

δ)

σε περίπτωση που δεν μπορεί να προσφερθεί ηλεκτρονική πρόσβαση, διεύθυνση και ημερομηνία λήξης της προθεσμίας για την κατάθεση των αιτήσεων των ενδιαφερομένων να λάβουν τα έγγραφα της προμήθειας καθώς και γλώσσα ή γλώσσες στις οποίες πρέπει να συντάσσονται·

ε)

διεύθυνση της αναθέτουσας αρχής που θα αναθέσει τη σύμβαση·

στ)

όροι οικονομικού και τεχνικού χαρακτήρα, χρηματοοικονομικές εγγυήσεις και πληροφορίες που απαιτούνται από τους οικονομικούς φορείς·

ζ)

είδος της σύμβασης που αποτελεί αντικείμενο της πρόσκλησης υποβολής προσφορών: αγορά, χρηματοδοτική μίσθωση, μίσθωση ή μίσθωση-πώληση ή συνδυασμός των ανωτέρω συμβάσεων και

η)

κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης και στάθμιση αυτών ή, ενδεχομένως, σειρά σπουδαιότητας των κριτηρίων αυτών, σε περίπτωση που οι πληροφορίες αυτές δεν περιλαμβάνονται στην προκαταρκτική γνωστοποίηση ή στις τεχνικές προδιαγραφές ή στην πρόσκληση προς υποβολή προσφορών ή προς διαπραγμάτευση.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 18 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σύμβαση 87 της ΔΟΕ περί συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας συνδικαλιστικού δικαιώματος

Σύμβαση 98 της ΔΟΕ περί συνδικαλιστικού δικαιώματος και συλλογικών διαπραγματεύσεων

Σύμβαση 29 της ΔΟΕ σχετικά με την αναγκαστική εργασία

Σύμβαση 105 της ΔΟΕ σχετικά με την κατάργηση της αναγκαστικής εργασίας

Σύμβαση 138 της ΔΟΕ για την ελάχιστη ηλικία απασχόλησης

Σύμβαση 111 της ΔΟΕ για την εισαγωγή διακρίσεων (εργασία και απασχόληση)

Σύμβαση 100 της ΔΟΕ σχετικά με την ίση αμοιβή

Σύμβαση 182 της ΔΟΕ σχετικά με τις χειρότερες μορφές παιδικής εργασίας

Σύμβαση της Βιέννης για την προστασία της στιβάδας του όζοντος και πρωτόκολλο του Μόντρεαλ για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος

Σύμβαση της Βασιλείας για τον έλεγχο της διασυνοριακής διακίνησης επικίνδυνων αποβλήτων και της διάθεσής τους (σύμβαση της Βασιλείας)

Σύμβαση της Στοκχόλμης για τους έμμονους οργανικούς ρύπους (σύμβαση της Στοκχόλμης για τους ΕΟΡ)

Σύμβαση σχετικά με τη διαδικασία συναίνεσης μετά από ενημέρωση όσον αφορά ορισμένα επικίνδυνα χημικά προϊόντα και φυτοφάρμακα στο διεθνές εμπόριο (UNEP/FAO) (σύμβαση ΣΜΕ), Ρότερνταμ, 10 Σεπτεμβρίου 1998 και τα τρία σχετικά περιφερειακά πρωτόκολλα.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI

ΜΗΤΡΩΑ  (1)

Τα σχετικά επαγγελματικά και εμπορικά μητρώα καθώς και οι δηλώσεις και τα πιστοποιητικά που αντιστοιχούν σε κάθε κράτος μέλος είναι:

στο Βέλγιο, το «Registre du commerce»/»Handelsregister» και, στην περίπτωση των συμβάσεων υπηρεσιών, το «Ordres professionnels/Beroepsorden»,

στη Βουλγαρία, το «Търговски регистър»,

στην Τσεχική Δημοκρατία, το «obchodní rejstřík»,

στη Δανία, το «Erhvervsstyrelsen»,

στη Γερμανία, το «Handelsregister», το «Handwerksrolle», και, στην περίπτωση των συμβάσεων υπηρεσιών, το «Vereinsregister», το «Partnerschaftsregister» και τα «Mitgliedsverzeichnisse der Berufskammern der Länder»,

στην Εσθονία, το «Registrite ja Infosüsteemide Keskus»,

στην Ιρλανδία, ο οικονομικός φορέας μπορεί να κληθεί να προσκομίσει πιστοποιητικό εκδοθέν από το «Registrar of Companies» ή το «Registrar of Friendly Societies» ή, ελλείψει αυτού, πιστοποιητικό που βεβαιώνει ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο δήλωσε ενόρκως ότι ασκεί το εν λόγω επάγγελμα στη χώρα όπου είναι εγκατεστημένο, σε συγκεκριμένο τόπο και υπό καθορισμένη εμπορική επωνυμία,

στην Ελλάδα, το «Μητρώο Εργοληπτικών Επιχειρήσεων — ΜΕΕΠ» του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε) στην περίπτωση των δημόσιων συμβάσεων έργων· το «Βιοτεχνικό ή Εμπορικό ή Βιομηχανικό Επιμελητήριο» και το «Μητρώο Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού» στην περίπτωση των συμβάσεων αγαθών· στην περίπτωση των συμβάσεων υπηρεσιών, ο πάροχος υπηρεσιών μπορεί να κληθεί να προβεί σε ένορκη δήλωση ενώπιον συμβολαιογράφου σχετικά με την άσκηση του συγκεκριμένου επαγγέλματος· στις περιπτώσεις που προβλέπει η ισχύουσα εθνική νομοθεσία, για την παροχή υπηρεσιών μελετών που αναφέρεται στο παράρτημα I, τα επαγγελματικά μητρώα είναι το «Μητρώο Μελετητών» και το «Μητρώο Γραφείων Μελετών»,

στην Ισπανία, το «Registro Oficial de Licitadores y Empresas Clasificadas del Estado» στην περίπτωση των συμβάσεων έργων και των συμβάσεων υπηρεσιών, και, στην περίπτωση των συμβάσεων αγαθών, το «Registro Mercantil» ή, στην περίπτωση μη καταχωρημένων σε μητρώο ατόμων, πιστοποιητικό που βεβαιώνει ότι το οικείο πρόσωπο δήλωσε ενόρκως ότι ασκεί το εν λόγω επάγγελμα,

στη Γαλλία, το «Registre du commerce et des sociétés» και το «Répertoire des métiers»,

στην Κροατία, το «Sudski registar» και το «Obrtni registrar» ή, στην περίπτωση ορισμένων δραστηριοτήτων, ένα πιστοποιητικό που αναφέρει ότι ο ενδιαφερόμενος επιτρέπεται να εκτελεί την οικεία εμπορική δραστηριότητα ή επάγγελμα,

στην Ιταλία, το «Registro della Camera di commercio, industria, agricoltura e artigianato»· επίσης, την περίπτωση συμβάσεων αγαθών και συμβάσεων υπηρεσιών, το «Registro delle commissioni provinciali per l’artigianato», ή, επιπλέον των προαναφερθέντων μητρώων, το «Consiglio nazionale degli ordini professionali» για τις συμβάσεις υπηρεσιών· όσον αφορά τις συμβάσεις έργων ή υπηρεσιών, το «Albo nazionale dei gestori ambientali», επιπλέον των προαναφερθέντων μητρώων,

στην Κύπρο, ο εργολάβος μπορεί να κληθεί να προσκομίσει πιστοποιητικό του «Council for the Registration and Audit of Civil Engineering and Building Contractors (Συμβούλιο Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων)» σύμφωνα με τον νόμο περί εγγραφής και ελέγχου εργοληπτών οικοδομικών και τεχνικών έργων όσον αφορά τις συμβάσεις έργων· στην περίπτωση των συμβάσεων αγαθώνκαι υπηρεσιών, ο προμηθευτής ή ο πάροχος υπηρεσιών μπορεί να κληθεί να προσκομίσει πιστοποιητικό από τον «Registrar of Companies and Official Receiver» (Έφορος Εταιρειών και Επίσημος Παραλήπτης) ή, διαφορετικά, βεβαίωση στην οποία να διευκρινίζεται ότι ο ενδιαφερόμενος δήλωσε ενόρκως ότι ασκεί το εν λόγω επάγγελμα στη χώρα όπου είναι εγκατεστημένος, σε συγκεκριμένο τόπο και υπό καθορισμένη εμπορική επωνυμία,

στη Λετονία, το «Uzņēmumu reģistrs»,

στη Λιθουανία, το «Juridinių asmenų registras»,

στο Λουξεμβούργο, το «Registre aux firmes» και το «Rôle de la chambre des métiers»,

στην Ουγγαρία, το «Cégnyilvántartás», το «egyéni vállalkozók jegyzői nyilvántartása», και, στην περίπτωση των συμβάσεων υπηρεσιών, ορισμένα «szakmai kamarák nyilvántartása» ή, στις περιπτώσεις ορισμένων δραστηριοτήτων, πιστοποιητικό που βεβαιώνει ότι επιτρέπεται στο εν λόγω πρόσωπο να ασκεί τη συγκεκριμένη εμπορική ή επαγγελματική δραστηριότητα,

στη Μάλτα, ο οικονομικός φορέας παρέχει το σχετικό «numru ta’ registrazzjoni tat-Taxxa tal-Valur Miżjud (VAT) u n-numru tal-licenzja ta’ kummerc», ή, εφόσον πρόκειται για σύμπραξη ή εταιρεία, τον σχετικό αριθμό καταχώρισης που έχει εκδοθεί από τη μαλτέζικη αρχή για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες,

στις Κάτω Χώρες, το «Handelsregister»,

στην Αυστρία, το «Firmenbuch», το «Gewerberegister» και το «Mitgliederverzeichnisse der Landeskammern»,

στην Πολωνία, το «Krajowy Rejestr Sądowy»,

στην Πορτογαλία, το «Instituto da Construção e do Imobiliário» (INCI) στην περίπτωση των συμβάσεων έργων, το «Registro Nacional das Pessoas Colectivas» στην περίπτωση των συμβάσεων αγαθών και υπηρεσιών,

στη Ρουμανία, το «Registrul Comerțului»,

στη Σλοβενία, το «sodni register» και το «obrtni register»,

στη Σλοβακία, το «Obchodný register»,

στη Φινλανδία, το «Kaupparekisteri»/»Handelsregistret»,

στη Σουηδία, το «aktiebolags-, handels- eller föreningsregistren»,

στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο οικονομικός φορέας μπορεί να κληθεί να προσκομίσει πιστοποιητικό από το «Registrar of Companies», το οποίο βεβαιώνει ότι έχει συστήσει εταιρεία ή ότι είναι εγγεγραμμένος σε μητρώο ή, εάν τούτο δεν είναι δυνατόν, πιστοποιητικό που βεβαιώνει ότι το συγκεκριμένο πρόσωπο δήλωσε ενόρκως ότι ασκεί το εν λόγω επάγγελμα σε συγκεκριμένο τόπο και υπό καθορισμένη εμπορική επωνυμία.


(1)  Για τους σκοπούς του άρθρου 58 παράγραφος 2, ως «επαγγελματικά και εμπορικά μητρώα» νοούνται τα περιλαμβανόμενα στο παράρτημα Α και, σε περίπτωση που έχουν επέλθει τροποποιήσεις σε εθνικό επίπεδο, τα μητρώα που τα αντικατέστησαν.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII

ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΑ ΜΕΣΑ ΓΙΑ ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ

Μέρος I:   Οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια

Η οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια του οικονομικού φορέα είναι δυνατόν, κατά κανόνα, να αποδεικνύεται με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα δικαιολογητικά:

α)

κατάλληλες τραπεζικές βεβαιώσεις ή, ενδεχομένως, πιστοποιητικό ασφαλιστικής κάλυψης επαγγελματικών κινδύνων·

β)

ισολογισμούς ή αποσπάσματα ισολογισμών, στην περίπτωση που η δημοσίευση των ισολογισμών απαιτείται από τη νομοθεσία της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο οικονομικός φορέας·

γ)

δήλωση περί του ολικού ύψους του κύκλου εργασιών και, ενδεχομένως, του κύκλου εργασιών στον τομέα δραστηριοτήτων που αποτελεί το αντικείμενο της σύμβασης, για τις τρεις τελευταίες οικονομικές χρήσεις κατ’ ανώτατο όριο, συναρτήσει της ημερομηνίας δημιουργίας του οικονομικού φορέα ή έναρξης των δραστηριοτήτων του, εφόσον είναι διαθέσιμες οι πληροφορίες για τον εν λόγω κύκλο εργασιών.

Μέρος II:   Τεχνική ικανότητα

Αποδεικτικά στοιχεία των τεχνικών ικανοτήτων του οικονομικού φορέα, που αναφέρονται στο άρθρο 58:

α)

οι ακόλουθοι κατάλογοι:

i)

κατάλογος των εργασιών που εκτελέσθηκαν την τελευταία πενταετία, κατά μέγιστο όριο, συνοδευόμενος από πιστοποιητικά ορθής εκτέλεσης και ολοκλήρωσης των σημαντικότερων εργασιών εάν είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση ικανοποιητικού επιπέδου ανταγωνισμού, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ορίζουν ότι θα λαμβάνονται υπόψη στοιχεία σχετικών εργασιών που εκτελέσθηκαν πριν από την τελευταία πενταετία,

ii)

κατάλογος των κυριότερων παραδόσεων ή των κυριότερων υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν την τελευταία τριετία, κατά μέγιστο όριο, με αναφορά του αντίστοιχου ποσού, της ημερομηνίας και του δημόσιου ή ιδιωτικού παραλήπτη. Εάν είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση ικανοποιητικού επιπέδου ανταγωνισμού, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ορίζουν ότι θα λαμβάνονται υπόψη στοιχεία σχετικών αγαθών ή υπηρεσιών που παραδόθηκαν ή εκτελέσθηκαν πριν από την τελευταία τριετία·

β)

αναφορά του τεχνικού προσωπικού ή των τεχνικών υπηρεσιών, είτε ανήκουν απευθείας στην επιχείρηση του οικονομικού φορέα είτε όχι, ιδίως των υπευθύνων για τον έλεγχο της ποιότητας και, όταν πρόκειται για δημόσιες συμβάσεις έργων, εκείνων που θα έχει στη διάθεσή του ο εργολάβος για την εκτέλεση του έργου·

γ)

περιγραφή του τεχνικού εξοπλισμού και των μέτρων που λαμβάνει ο οικονομικός φορέας για την εξασφάλιση της ποιότητας και των μέσων μελέτης και έρευνας της επιχείρησής του·

δ)

αναφορά του τρόπου διαχείρισης της αλυσίδας εφοδιασμού και των συστημάτων ανίχνευσης που θα είναι σε θέση να εφαρμόζει ο οικονομικός φορέας κατά την εκτέλεση της σύμβασης·

ε)

εάν τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που παρέχονται είναι σύνθετα ή, κατ’ εξαίρεση, πρέπει να ανταποκρίνονται σε κάποιον ιδιαίτερο σκοπό, έλεγχος διενεργούμενος από την αναθέτουσα αρχή ή, εξ ονόματός της, από αρμόδιο επίσημο οργανισμό της χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο προμηθευτής ή ο πάροχος υπηρεσιών, με την επιφύλαξη της συναίνεσης του οργανισμού αυτού· ο έλεγχος αυτός αφορά το παραγωγικό δυναμικό του προμηθευτή ή τις τεχνικές ικανότητες του παρόχου υπηρεσιών και, εφόσον κρίνεται αναγκαίο, τα μέσα μελέτης και έρευνας που αυτός διαθέτει καθώς και τα μέτρα που λαμβάνει για τον έλεγχο της ποιότητας·

στ)

αναφορά τίτλων σπουδών και επαγγελματικών προσόντων του παρόχου υπηρεσιών ή του εργολάβου ή των διευθυντικών στελεχών της επιχείρησης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν αξιολογούνται ως κριτήριο ανάθεσης·

ζ)

αναφορά των μέτρων περιβαλλοντικής διαχείρισης που μπορεί να εφαρμόζει ο οικονομικός φορέας κατά την εκτέλεση της σύμβασης·

η)

δήλωση στην οποία αναφέρονται το μέσο ετήσιο εργατοϋπαλληλικό δυναμικό του παρόχου υπηρεσιών ή του εργολάβου και ο αριθμός των στελεχών της επιχείρησής του κατά τα τελευταία τρία χρόνια·

θ)

δήλωση σχετικά με τα μηχανήματα, τις εγκαταστάσεις και τον τεχνικό εξοπλισμό που διαθέτει ο πάροχος υπηρεσιών ή ο εργολάβος για την εκτέλεση της σύμβασης·

ι)

αναφορά του τμήματος της σύμβασης το οποίο ο οικονομικός φορέας προτίθεται, ενδεχομένως, να αναθέσει σε τρίτους υπό μορφή υπεργολαβίας·

ια)

όσον αφορά τα προϊόντα που παρέχονται:

i)

δείγματα, περιγραφή ή φωτογραφίες, η αυθεντικότητα των οποίων πρέπει να μπορεί να βεβαιώνεται κατόπιν αιτήσεως της αναθέτουσας αρχής,

ii)

πιστοποιητικά εκδιδόμενα από επίσημα ινστιτούτα ή επίσημες υπηρεσίες ελέγχου της ποιότητας, αναγνωρισμένων ικανοτήτων, με τα οποία βεβαιώνεται η καταλληλότητα των προϊόντων, επαληθευόμενη με παραπομπές σε ορισμένες τεχνικές προδιαγραφές ή πρότυπα.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIII

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 68 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οδηγία 2009/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIV

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 74

Κωδικός CPV

Περιγραφή

75200000-8· 75231200-6· 75231240-8· 79611000-0· 79622000-0 [Υπηρεσίες διάθεσης προσωπικού οικιακών βοηθών]· 79624000-4 [Υπηρεσίες διάθεσης νοσηλευτικού προσωπικού] και 79625000-1 [Υπηρεσίες διάθεσης ιατρικού προσωπικού] από 85000000-9 έως 85323000-9· 98133100-5, 98133000-4· 98200000-5· 98500000-8 [Νοικοκυριά που απασχολούν οικιακό βοηθητικό προσωπικό] και 98513000-2 έως 98514000-9 [Υπηρεσίες ανθρώπινου δυναμικού για οικιακές εργασίες, Υπηρεσίες πρακτορείων διάθεσης εργατικού δυναμικού για οικιακές εργασίες, υπηρεσίες υπαλληλικού προσωπικού γραφείων για οικιακές εργασίες, Προσωρινό προσωπικό για οικιακές εργασίες, Υπηρεσίες οικιακής βοήθειας και Οικιακές υπηρεσίες]

Υπηρεσίες υγείας, κοινωνικές υπηρεσίες και συναφείς προς αυτές υπηρεσίες

85321000-5 και 85322000-2, 75000000-6 [Υπηρεσίες δημόσιας διοίκησης, άμυνας και κοινωνικής ασφάλισης], 75121000-0, 75122000-7, 75124000-1· από 79995000-5 έως 79995200-7· από 80000000-4 Υπηρεσίες εκπαίδευσης και επιμόρφωσης έως 80660000-8· από 92000000-1 έως 92700000-8

79950000-8 [Υπηρεσίες διοργάνωσης εκθέσεων και συνεδρίων], 79951000-5 [Υπηρεσίες οργάνωσης σεμιναρίων], 79952000-2 [Υπηρεσίες εκδηλώσεων], 79952100-3 [Υπηρεσίες οργάνωσης πολιτιστικών εκδηλώσεων], 79953000-9 [Υπηρεσίες οργάνωσης φεστιβάλ], 79954000-6 [Υπηρεσίες οργάνωσης πάρτι], 79955000-3 [Υπηρεσίες οργάνωσης επιδείξεων μόδας], 79956000-0 [Υπηρεσίες οργάνωσης εμπορικών εκθέσεων και εκθέσεων]

Διοικητικές κοινωνικές, εκπαιδευτικές, υγειονομικές και πολιτιστικές υπηρεσίες

75300000-9

Υπηρεσίες υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης (1)

75310000-2, 75311000-9, 75312000-6, 75313000-3, 75313100-4, 75314000-0, 75320000-5, 75330000-8, 75340000-1

Υπηρεσίες παροχής επιδομάτων

98000000-3· 98120000-0· 98132000-7· 98133110 -8 και 98130000 -3

Λοιπές κοινοτικές, κοινωνικές και ατομικές υπηρεσίες, περιλαμβανομένων υπηρεσιών παρεχόμενων από συνδικαλιστικές οργανώσεις, πολιτικές οργανώσεις, ενώσεις νέων και λοιπές υπηρεσίες συλλογικών οργανώσεων

98131000-0

Θρησκευτικές υπηρεσίες

55100000-1 έως 55410000-7· 55521000-8 έως 55521200-0 [55521000-8 Υπηρεσίες τροφοδοσίας ιδιωτικών οικιών με έτοιμα φαγητά, 55521100-9 Υπηρεσίες παροχής γευμάτων κατ’ οίκον από την κοινωνική πρόνοια, 55521200-0 Υπηρεσίες παράδοσης γευμάτων]

55520000-1 Υπηρεσίες τροφοδοσίας, 55522000-5 Υπηρεσίες τροφοδοσίας εταιρειών μεταφορών με έτοιμα γεύματα, 55523000-2 Υπηρεσίες τροφοδοσίας άλλων επιχειρήσεων ή ιδρυμάτων με έτοιμα γεύματα, 55524000-9 Υπηρεσίες τροφοδοσίας σχολείων με έτοιμα γεύματα

55510000-8 Υπηρεσίες καντίνας, 55511000-5 Υπηρεσίες καντίνας και άλλες υπηρεσίες καφετέριας περιορισμένης πελατείας, 55512000-2 Υπηρεσίες διαχείρισης καντίνας, 55523100-3 Υπηρεσίες σχολικών γευμάτων

Υπηρεσίες ξενοδοχείων και εστιατορίων

79100000-5 έως 79140000-7· 75231100-5·

Νομικές υπηρεσίες στον βαθμό που δεν αποκλείονται βάσει του άρθρου 10 στοιχείο δ)

75100000-7 έως 75120000-3· 75123000-4· 75125000-8 έως 75131000-3

Λοιπές διοικητικές και κρατικές υπηρεσίες

75200000-8 έως 75231000-4

Παροχή υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο

75231210-9 έως 75231230-5· 75240000-0 έως 75252000-7· 794300000-7· 98113100-9

Υπηρεσίες φυλακών, δημόσιας ασφάλειας και διάσωσης, στο βαθμό που δεν αποκλείονται, βάσει του άρθρου 10 στοιχείο η)

79700000-1 έως 79721000-4 [Υπηρεσίες ερευνών και ασφάλειας, Υπηρεσίες ασφάλειας, Υπηρεσίες παρακολούθησης συστημάτων συναγερμού, Υπηρεσίες φύλαξης, Υπηρεσίες επιτήρησης, Υπηρεσίες συστήματος ανίχνευσης, Υπηρεσίες ανεύρεσης φυγόδικων, Υπηρεσίες περιπόλου, Υπηρεσίες παράδοσης υπηρεσιακού διακριτικού σήματος, Ανακριτικές υπηρεσίες και Υπηρεσίες γραφείου ιδιωτικής αστυνομίας] 79722000-1 [Υπηρεσίες γραφολογίας], 79723000-8 [Υπηρεσίες ανάλυσης απορριμμάτων]

Υπηρεσίες ερευνών και ασφαλείας

98900000-2 [Παροχή υπηρεσιών από οργανισμούς και φορείς εκτός επικράτειας] και 98910000-5 [Παροχή ειδικών υπηρεσιών προς διεθνείς οργανισμούς και φορείς]

Διεθνείς υπηρεσίες

64000000-6 [Υπηρεσίες ταχυδρομείων και τηλεπικοινωνιών], 64100000-7 [Υπηρεσίες κρατικών και ιδιωτικών ταχυδρομείων], 64110000-0 [Ταχυδρομικές υπηρεσίες], 64111000-7 [Ταχυδρομικές υπηρεσίες που αφορούν εφημερίδες και περιοδικά], 64112000-4 Ταχυδρομικές υπηρεσίες που αφορούν επιστολές], 64113000-1 [Ταχυδρομικές υπηρεσίες που αφορούν δέματα], 64114000-8 [Ταχυδρομικές υπηρεσίες συναλλαγής με το κοινό], 64115000-5 [Υπηρεσίες ενοικίασης ταχυδρομικών θυρίδων], 64116000-2 [Υπηρεσίες ποστ ρεστάντ], 64122000-7 [Υπηρεσίες ενδοϋπηρεσιακής αλληλογραφίας και ταχυδρόμησης]

Ταχυδρομικές υπηρεσίες

50116510-9 [Υπηρεσίες αναγόμωσης ελαστικών], 71550000-8 [Υπηρεσίες σιδηρουργού]

Διάφορες υπηρεσίες


(1)  Οι υπηρεσίες αυτές δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία εάν παρέχονται ως μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος. Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να οργανώνουν την παροχή υποχρεωτικών κοινωνικών υπηρεσιών ή άλλων υπηρεσιών είτε ως υπηρεσιών γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος είτε ως μη οικονομικών υπηρεσιών γενικού ενδιαφέροντος.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XV

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Παρούσα οδηγία

Οδηγία 2004/18/ΕΚ

Άρθρο 1 παράγραφοι 1, 2, 4, 5 και 6

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 10

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 1)

Άρθρο 1 παράγραφος 9 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 2)

Άρθρο 7 στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 3)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 4) στοιχείο α)

Άρθρο 1 παράγραφος 9 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 4) στοιχείο β)

Άρθρο 1 παράγραφος 9 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 4) στοιχείο γ)

Άρθρο 1 παράγραφος 9 δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 5)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 6)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β) πρώτη πρόταση

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 7)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β) δεύτερη πρόταση

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 8)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 9)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 10)

Άρθρο 1 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 11)

Άρθρο 1 παράγραφος 8 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 12)

Άρθρο 1 παράγραφος 8 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 13)

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 14)

Άρθρο 1 παράγραφος 10

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 15)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 16)

Άρθρο 1 παράγραφος 10

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 18)

Άρθρο 1 παράγραφος 12

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 19)

Άρθρο 1 παράγραφος 13

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 20)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 21)

Άρθρο 1 παράγραφος 11 στοιχείο ε)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 22)

Άρθρο 2, παράγραφος 1 σημείο 23)

Άρθρο 2, παράγραφος 1 σημείο 24)

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 3 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 22, άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 3 παράγραφος 5

Άρθρο 3 παράγραφος 6

Άρθρο 4

Άρθρα 7, 67

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 3, άρθρο 9 παράγραφος 7 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 4

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 5

Άρθρο 9 παράγραφος 9

Άρθρο 5 παράγραφος 6

Άρθρο 5 παράγραφος 7

Άρθρο 9 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 8

Άρθρο 9 παράγραφος 5 στοιχείο α) πρώτο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 9

Άρθρο 9 παράγραφος 5 στοιχείο β) πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 10

Άρθρο 9 παράγραφος 5 στοιχείο α) τρίτο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 5 στοιχείο β) τρίτο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 11

Άρθρο 9 παράγραφος 7

Άρθρο 5 παράγραφος 12

Άρθρο 9 παράγραφος 6

Άρθρο 5 παράγραφος 13

Άρθρο 9 παράγραφος 8 στοιχείο α)

Άρθρο 5 παράγραφος 14

Άρθρο 9 παράγραφος 8 στοιχείο β)

Άρθρο 6 παράγραφοι 1 έως 6

Άρθρο 78, άρθρο 79 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 6 παράγραφος 7

Άρθρο 79 σημείο 2) στοιχείο δ)

Άρθρο 7

Άρθρο 12, άρθρο 68 στοιχείο α)

Άρθρο 8 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 13, άρθρο 68 στοιχείο β)

Άρθρο 8 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 1 παράγραφος 15

Άρθρο 9

Άρθρο 15, άρθρο 68 στοιχείο β)

Άρθρο 10 στοιχείο α)

Άρθρο 16 στοιχείο α)

Άρθρο 10 στοιχείο β)

Άρθρο 16 στοιχείο β)

Άρθρο 10 στοιχείο γ)

Άρθρο 16 στοιχείο γ)

Άρθρο 10 στοιχείο δ)

Άρθρο 10 στοιχείο ε)

Άρθρο 16 στοιχείο δ)

Άρθρο 10 στοιχείο στ)

Άρθρο 10 στοιχείο ζ)

Άρθρο 16 στοιχείο ε)

Άρθρο 10 στοιχείο η)

Άρθρο 10 στοιχείο θ)

Άρθρο 10 στοιχείο ι)

Άρθρο 11

Άρθρο 18

Άρθρο 12

Άρθρο 13 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 8 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 13 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 8 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 16 στοιχείο στ)

Άρθρο 15 παράγραφος 1 και 2

Άρθρο 10, άρθρο 14, άρθρο 68 στοιχείο β)

Άρθρο 15 παράγραφος 3

Άρθρο 14, άρθρο 68 στοιχείο β)

Άρθρο 16

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 10 δεύτερο εδάφιο, άρθρο 12 της οδηγίας 2009/81/ΕΚ

Άρθρο 17 παράγραφος 2

Άρθρο 18 παράγραφος 1

Άρθρο 2

Άρθρο 18 παράγραφος 2

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφοι 2 - 3

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 20 παράγραφος 1

Άρθρο 19

Άρθρο 20 παράγραφος 2

Άρθρο 19 2o εδάφιο

Άρθρο 21 παράγραφος 1

Άρθρο 6

Άρθρο 21 παράγραφος 2

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 42 παράγραφοι 1, 2 και 4, άρθρο 71 παράγραφος 1

Άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 22 παράγραφος 3

Άρθρο 42 παράγραφος 3, άρθρο 71 παράγραφος 2

Άρθρο 22 παράγραφος 4

Άρθρο 22 παράγραφος 5

Άρθρο 22 παράγραφος 6

Άρθρο 42 παράγραφοι 5 και 6, άρθρο 71 παράγραφος 3

Άρθρο 22 παράγραφος 7 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 79 παράγραφος 2 στοιχείο ζ)

Άρθρο 22 παράγραφος 7 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 14 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 23 παράγραφος 2

Άρθρο 79 παράγραφος 2 στοιχεία ε) και στ)

Άρθρο 24

Άρθρο 25

Άρθρο 5

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 28 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 26 παράγραφος 2

Άρθρο 28 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 26 παράγραφος 3

Άρθρο 26 παράγραφος 4

Άρθρο 28 δεύτερο εδάφιο, άρθρο 30 παράγραφος 1

Άρθρο 26 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 35 παράγραφος 2

Άρθρο 26 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 26 παράγραφος 6

Άρθρο 28 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 27 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 1 παράγραφος 11 στοιχείο α)

Άρθρο 27 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 38 παράγραφος 2

Άρθρο 27 παράγραφος 2

Άρθρο 38 παράγραφος 4

Άρθρο 27 παράγραφος 3

Άρθρο 27 παράγραφος 4

Άρθρο 28 παράγραφος 1

Άρθρο 38 παράγραφος 3 στοιχείο α), άρθρο 1 παράγραφος 11 στοιχείο β)

Άρθρο 28 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 11 στοιχείο β), άρθρο 38 παράγραφος 3 στοιχείο β), άρθρο 44 παράγραφος 3 πρώτη περίοδος

Άρθρο 28 παράγραφος 3

Άρθρο 38 παράγραφος 4

Άρθρο 28 παράγραφος 4

Άρθρο 28 παράγραφος 5

Άρθρο 28 παράγραφος 6

Άρθρο 38 παράγραφος 8

Άρθρο 29 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 1 παράγραφος 11 στοιχείο δ)

Άρθρο 29 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 29 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 38 παράγραφος 3 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 29 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 11 στοιχείο δ), άρθρο 44 παράγραφος 3 πρώτη περίοδος

Άρθρο 29 παράγραφος 3

Άρθρο 30 παράγραφος 2

Άρθρο 29 παράγραφος 4

Άρθρο 29 παράγραφος 5

Άρθρο 30 παράγραφος 3

Άρθρο 29 παράγραφος 6

Άρθρο 30 παράγραφος 4

Άρθρο 29 παράγραφος 7

Άρθρο 30 παράγραφος 2

Άρθρο 30 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 11 στοιχείο γ), άρθρο 38 παράγραφος 3, άρθρο 44 παράγραφος 3 πρώτη περίοδος

Άρθρο 30 παράγραφος 2

Άρθρο 29 παράγραφος 2 παράγραφος 7

Άρθρο 30 παράγραφος 3

Άρθρο 29 παράγραφος 3

Άρθρο 30 παράγραφος 4

Άρθρο 29 παράγραφος 4

Άρθρο 30 παράγραφος 5

Άρθρο 29 παράγραφος 5

Άρθρο 30 παράγραφος 6

Άρθρο 29 παράγραφος 6

Άρθρο 30 παράγραφος 7

Άρθρο 29 παράγραφος 7

Άρθρο 30 παράγραφος 8

Άρθρο 29 παράγραφος 8

Άρθρο 31

Άρθρο 32 παράγραφος 1

Άρθρο 31 πρώτη πρόταση

Άρθρο 32 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 31 σημείο 1) στοιχείο α)

Άρθρο 32 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 31 σημείο 1) στοιχείο β)

Άρθρο 32 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 31 σημείο 1) στοιχείο γ)

Άρθρο 32 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Άρθρο 31 σημείο 2) στοιχείο α)

Άρθρο 32 παράγραφος 3 στοιχείο β)

Άρθρο 31 σημείο 2) στοιχείο β)

Άρθρο 32 παράγραφος 3 στοιχείο γ)

Άρθρο 31 σημείο 2) στοιχείο γ)

Άρθρο 32 παράγραφος 3 στοιχείο δ)

Άρθρο 31 σημείο 2) στοιχείο δ)

Άρθρο 32 παράγραφος 4

Άρθρο 31 σημείο 3)

Άρθρο 32 παράγραφος 5

Άρθρο 31 σημείο 4) στοιχείο β)

Άρθρο 33 παράγραφος 1

Άρθρο 32 παράγραφος 1, άρθρο 1 παράγραφος 5, άρθρο 32 παράγραφος 2 πρώτο και τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 33 παράγραφος 2

Άρθρο 32 παράγραφος 2 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 33 παράγραφος 3

Άρθρο 32 παράγραφος 3

Άρθρο 33 παράγραφος 4

Άρθρο 32 παράγραφος 4

Άρθρο 33 παράγραφος 5

Άρθρο 32 παράγραφος 4

Άρθρο 34 παράγραφος 1

Άρθρο 33 παράγραφος 1, άρθρο 1 παράγραφος 6

Άρθρο 34 παράγραφος 2

Άρθρο 33 παράγραφος 2

Άρθρο 34 παράγραφος 3

Άρθρο 33 παράγραφος 2 μέχρι τέλους

Άρθρο 34 παράγραφος 4

Άρθρο 33 παράγραφος 3

Άρθρο 34 παράγραφος 5

Άρθρο 33 παράγραφος 4

Άρθρο 34 παράγραφος 6

Άρθρο 33 παράγραφος 6

Άρθρο 34 παράγραφος 7

Άρθρο 34 παράγραφος 8

Άρθρο 34 παράγραφος 9

Άρθρο 33 παράγραφος 7 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 35 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 54 παράγραφος 1

Άρθρο 35 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 1 παράγραφος 7

Άρθρο 35 παράγραφος 2

Άρθρο 54 παράγραφος 2 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 35 παράγραφος 3

Άρθρο 54 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 35 παράγραφος 4

Άρθρο 54 παράγραφος 3

Άρθρο 35 παράγραφος 5

Άρθρο 54 παράγραφος 4

Άρθρο 35 παράγραφος 6

Άρθρο 54 παράγραφος 5

Άρθρο 35 παράγραφος 7

Άρθρο 54 παράγραφος 6

Άρθρο 35 παράγραφος 8

Άρθρο 54 παράγραφος 7

Άρθρο 35 παράγραφος 9

Άρθρο 54 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 36

Άρθρο 37 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 37 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 37 παράγραφος 3

Άρθρο 37 παράγραφος 4

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 38

Άρθρο 39

Άρθρο 40

Αιτιολογική σκέψη 8

Άρθρο 41

Άρθρο 42 παράγραφος 1

Άρθρο 23 παράγραφος 1

Άρθρο 42 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 2

Άρθρο 42 παράγραφος 3

Άρθρο 23 παράγραφος 3

Άρθρο 42 παράγραφος 4

Άρθρο 23 παράγραφος 8

Άρθρο 42 παράγραφος 5

Άρθρο 23 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 42 παράγραφος 6

Άρθρο 23 παράγραφος 5 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 43 παράγραφος 1

Άρθρο 23 παράγραφος 6

Άρθρο 43 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 6 πρώτη περίπτωση

Άρθρο 44 παράγραφος 1

Άρθρο 23 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο, παράγραφος 5 δεύτερο και τρίτο εδάφιο, παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο, παράγραφος 7

Άρθρο 44 παράγραφος 2

Άρθρο 23 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο, παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο, παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 44 παράγραφος 4

Άρθρο 45 παράγραφος 1

Άρθρο 24 παράγραφος 1 και 2

Άρθρο 45 παράγραφος 2

Άρθρο 24 παράγραφος 3

Άρθρο 45 παράγραφος 3

Άρθρο 24 παράγραφος 4

Άρθρο 46

Άρθρο 47 παράγραφος 1

Άρθρο 38 παράγραφος 1

Άρθρο 47 παράγραφος 2

Άρθρο 38 παράγραφος 7

Άρθρο 47 παράγραφος 3

Άρθρο 38 παράγραφος 7

Άρθρο 48 παράγραφος 1

Άρθρο 35 παράγραφος 1, άρθρο 36 παράγραφος 1

Άρθρο 48 παράγραφος 2

Άρθρο 49

Άρθρο 35 παράγραφος 2, άρθρο 36 παράγραφος 1

Άρθρο 50 παράγραφοι 1-3

Άρθρο 35 παράγραφος 4 πρώτο έως τρίτο εδάφιο, άρθρο 36 παράγραφος 1

Άρθρο 50 παράγραφος 4

Άρθρο 35 παράγραφος 4 πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 51 παράγραφος 1

Άρθρο 36 παράγραφος 1, άρθρο 79 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 51 παράγραφος 2

Άρθρο 36 παράγραφος 2

Άρθρο 51 παράγραφος 2

Άρθρο 36 παράγραφος 3 και παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 51 παράγραφος 3

Άρθρο 36 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 51 παράγραφος 4

Άρθρο 51 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 36 παράγραφος 7

Άρθρο 51 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 36 παράγραφος 8

Άρθρο 51 παράγραφος 6

Άρθρο 37

Άρθρο 52 παράγραφος 1

Άρθρο 36 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 52 παράγραφος 2 και 3

Άρθρο 36 παράγραφος 5 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 53 παράγραφος 1

Άρθρο 38 παράγραφος 6

Άρθρο 53 παράγραφος 2

Άρθρο 39 παράγραφος 2

Άρθρο 54 παράγραφος 1

Άρθρο 40 παράγραφος 1

Άρθρο 54 παράγραφος 2

Άρθρο 40 παράγραφος 2

Άρθρο 55 παράγραφος 1

Άρθρο 41 παράγραφος 1

Άρθρο 55 παράγραφος 2

Άρθρο 41 παράγραφος 2

Άρθρο 55 παράγραφος 3

Άρθρο 41 παράγραφος 3

Άρθρο 56 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 44 παράγραφος 1

Άρθρο 56 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 56 παράγραφος 3

Άρθρο 56 παράγραφος 4

Άρθρο 56 παράγραφος 5

Άρθρο 57 παράγραφος 1

Άρθρο 45 παράγραφος 1

Άρθρο 57 παράγραφος 2

Άρθρο 45 παράγραφος 2 στοιχεία ε) και στ)

Άρθρο 57 παράγραφος 3

Άρθρο 45 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 57 παράγραφος 4

Άρθρο 45 παράγραφος 2

Άρθρο 57 παράγραφος 5

Άρθρο 57 παράγραφος 6

Άρθρο 57 παράγραφος 7

Άρθρο 45 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 58 παράγραφος 1

Άρθρο 44 παράγραφος 1 παράγραφος 2 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 58 παράγραφος 2

Άρθρο 46

Άρθρο 58 παράγραφος 3

Άρθρο 47

Άρθρο 58 παράγραφος 4

Άρθρο 48

Άρθρο 58 παράγραφος 5

Άρθρο 44 παράγραφος 2

Άρθρο 59

Άρθρο 60 παράγραφος 1

Άρθρο 47 παράγραφοι 4 έως 5, άρθρο 48 παράγραφος 6

Άρθρο 60 παράγραφος 2

Άρθρο 45 παράγραφος 3

Άρθρο 60 παράγραφος 3 και 4

Άρθρο 47 παράγραφοι 1 και 5, άρθρο 48 παράγραφος 2

Άρθρο 60 παράγραφος 5

Άρθρο 61

Άρθρο 62 παράγραφος 1

Άρθρο 49

Άρθρο 62 παράγραφος 2

Άρθρο 50

Άρθρο 62 παράγραφος 3

Άρθρο 63 παράγραφος 1

Άρθρο 47 παράγραφοι 2 και 3, άρθρο 48 παράγραφος 3 και 4

Άρθρο 63 παράγραφος 2

Άρθρο 63 παράγραφος 1

Άρθρο 52 παράγραφος 1, άρθρο 52 παράγραφος 7

Άρθρο 64 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 52 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 64 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 52 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 64 παράγραφος 3

Άρθρο 52 παράγραφος 2

Άρθρο 64 παράγραφος 4

Άρθρο 52 παράγραφος 3

Άρθρο 64 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 52 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 64 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 52 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 64 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 52 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 64 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 52 παράγραφος 6

Άρθρο 64 παράγραφος 7

Άρθρο 52 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 64 παράγραφος 8

Άρθρο 65

Άρθρο 44 παράγραφος 3

Άρθρο 66

Άρθρο 44 παράγραφος 4

Άρθρο 67 παράγραφος 1

Άρθρο 53 παράγραφος 1

Άρθρο 67 παράγραφος 2

Άρθρο 53 παράγραφος 1

Άρθρο 67 παράγραφος 2α

Άρθρο 67 παράγραφος 4

Αιτιολογική σκέψη 1, αιτιολογική σκέψη 46 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 67 παράγραφος 5

Άρθρο 53 παράγραφος 2

Άρθρο 68

Άρθρο 69 παράγραφος 1

Άρθρο 55 παράγραφος 1

Άρθρο 69 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 55 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 69 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 55 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 69 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 55 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ)

Άρθρο 69 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 55 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο δ)

Άρθρο 69 παράγραφος 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 69 παράγραφος 2 στοιχείο στ)

Άρθρο 55 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο ε)

Άρθρο 69 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 55 παράγραφος 2

Άρθρο 69 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 69 παράγραφος 4

Άρθρο 55 παράγραφος 3

Άρθρο 69 παράγραφος 5

Άρθρο 70

Άρθρο 26

Άρθρο 71 παράγραφος 1

Άρθρο 71 παράγραφος 2

Άρθρο 25 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 71 παράγραφος 3

Άρθρο 71 παράγραφος 4

Άρθρο 25 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 71 παράγραφοι 5 - 8

Άρθρο 72

Άρθρο 73

Άρθρο 74

Άρθρο 75

Άρθρο 76

Άρθρο 77

Άρθρο 78

Άρθρο 67 παράγραφος 2

Άρθρο 79 παράγραφοι 1 - 2

Άρθρο 69 παράγραφοι 1 - 2

Άρθρο 79 παράγραφος 3

Άρθρο 70 παράγραφος 1, άρθρο 79 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 80 παράγραφος 1

Άρθρο 80 παράγραφος 2

Άρθρο 66 παράγραφος 2

Άρθρο 80 παράγραφος 3

Άρθρο 72

Άρθρο 81

Άρθρο 73

Άρθρο 82

Άρθρο 74

Άρθρο 83 παράγραφος 1

Άρθρο 81 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 83 παράγραφοι 2 - 6

Άρθρο 84

Άρθρο 43

Άρθρο 85

Άρθρο 86

Άρθρο 87

Άρθρο 77 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 88

Άρθρο 77 παράγραφος 5

Άρθρο 89 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 77 παράγραφοι 1, 2

Άρθρο 89 παράγραφος 3

Άρθρο 90 παράγραφος 1

Άρθρο 80 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 90 παράγραφοι 2 - 5

Άρθρο 90 παράγραφος 6

Άρθρο 80 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 91

Άρθρο 82

Άρθρο 92

Άρθρο 93

Άρθρο 83

Άρθρο 94

Άρθρο 84

Παράρτημα I

Παράρτημα IV

Παράρτημα II

Παράρτημα I

Παράρτημα III

Παράρτημα V

Παράρτημα III

Παράρτημα IV στοιχεία α) - στ)

Παράρτημα X στοιχεία β) - η)

Παράρτημα IV στοιχείο ζ)

Παράρτημα V – Μέρος A

Παράρτημα VII – Μέρος A

Παράρτημα V – Μέρος B – I

Παράρτημα VII – Μέρος A

Παράρτημα V – Μέρος B – II

Παράρτημα V – Μέρος Γ

Παράρτημα VII – Μέρος A

Παράρτημα V – Μέρος Δ

Παράρτημα VII – Μέρος A

Παράρτημα V – Μέρος E

Παράρτημα VII – Μέρος Δ

Παράρτημα V – Μέρος ΣΤ

Παράρτημα VII – Μέρος Δ

Παράρτημα V – Μέρος Ζ

Παράρτημα V – Μέρος H

Παράρτημα V – Μέρος Θ

Παράρτημα V – Μέρος I

Παράρτημα VI

Άρθρο 54 παράγραφος 3 στοιχεία α) - στ)

Παράρτημα VII

Παράρτημα VI

Παράρτημα VIII

Παράρτημα VIII

Παράρτημα IX, 1

Άρθρο 40 παράγραφος 5

Παράρτημα IX, 2

Παράρτημα X

Παράρτημα XI

Παράρτημα IX, Μέρη A, B, Γ

Παράρτημα XII, Μέρος I

Άρθρο 47 παράγραφος 1

Παράρτημα XII, Μέρος II

Άρθρο 48 παράγραφος 2

Παράρτημα XIII

Παράρτημα XIV

Παράρτημα II

Παράρτημα XV

Παράρτημα XII


28.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 94/243


ΟΔΗΓΊΑ 2014/25/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΫΛΙΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2014

σχετικά με τις προμήθειες φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της οδηγίας 2004/17/ΕΚ

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 53 παράγραφος 1, το άρθρο 62 και το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με βάση τα αποτελέσματα της αξιολόγησης του εγγράφου εργασίας της Επιτροπής της 27ης Ιουνίου 2011 με τίτλο «Έκθεση αξιολόγησης: Επιπτώσεις και αποτελεσματικότητα της νομοθεσίας της Ένωσης περί δημοσίων προμηθειών», κρίνεται σκόπιμο να διατηρηθούν κανόνες για τις προμήθειες φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, καθώς οι εθνικές αρχές εξακολουθούν να έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των εν λόγω φορέων, συμπεριλαμβανομένης της συμμετοχής στο κεφάλαιό τους και της εκπροσώπησής τους στα όργανα διοίκησης, διαχείρισης ή εποπτείας των φορέων. Ένας άλλος λόγος να συνεχιστεί η ρύθμιση των προμηθειών στους εν λόγω τομείς είναι ο κλειστός χαρακτήρας των αγορών στις οποίες δραστηριοποιούνται οι φορείς, λόγω της ύπαρξης ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων που έχουν χορηγηθεί από τα κράτη μέλη όσον αφορά την τροφοδότηση, τη διάθεση ή τη λειτουργία των δικτύων για την παροχή της συγκεκριμένης υπηρεσίας.

(2)

Για να διασφαλιστεί το άνοιγμα στον ανταγωνισμό των προμηθειών φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, είναι σκόπιμο να θεσπισθούν διατάξεις για τον συντονισμό των διαδικασιών όσον αφορά συμβάσεις που υπερβαίνουν μια συγκεκριμένη αξία. Ο συντονισμός είναι απαραίτητος για να εξασφαλιστεί η εφαρμογή των αρχών της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), ιδίως της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, καθώς και των αρχών που απορρέουν από αυτές, όπως η αρχή της ίσης μεταχείρισης, η αρχή της αποφυγής των διακρίσεων, η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης, η αρχή της αναλογικότητας και η αρχή της διαφάνειας. Λόγω της φύσεως των τομέων που καλύπτει, ο συντονισμός των διαδικασιών για τις προμήθειες σε επίπεδο Ένωσης θα πρέπει, διασφαλίζοντας την εφαρμογή των εν λόγω αρχών, να θέσει ένα πλαίσιο θεμιτών εμπορικών πρακτικών και να επιτρέπει τη μέγιστη δυνατή ευελιξία.

(3)

Για προμήθειες των οποίων η αξία είναι χαμηλότερη από την αξία που ενεργοποιεί την εφαρμογή των διατάξεων ενωσιακού συντονισμού, είναι σκόπιμο να υπενθυμιστεί η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά την ορθή εφαρμογή των κανόνων και των αρχών της ΣΛΕΕ.

(4)

Οι δημόσιες προμήθειες διαδραματίζουν ρόλο ζωτικής σημασίας στη στρατηγική «Ευρώπη 2020» που περιλαμβάνεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Μαρτίου 2010 με τίτλο «Ευρώπη 2020, μια στρατηγική για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» («στρατηγική Ευρώπη 2020 για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη»), ως ένα από τα αγορακεντρικά εργαλεία που πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την επίτευξη έξυπνης, αειφόρου και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης, διασφαλίζοντας παράλληλα την πλέον αποδοτική χρήση των δημόσιων πόρων. Για τον σκοπό αυτό, οι ισχύοντες κανόνες σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες που εγκρίθηκαν δυνάμει της οδηγίας 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), και της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), θα πρέπει να αναθεωρηθούν και να εκσυγχρονιστούν με σκοπό να αυξηθεί η αποδοτικότητα των δημόσιων δαπανών, διευκολύνοντας ιδιαίτερα τη συμμετοχή μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) στις δημόσιες προμήθειες, καθώς και να επιτραπεί στους αγοραστές να αξιοποιήσουν καλύτερα τις δημόσιες προμήθειες για την υποστήριξη κοινών κοινωνικών στόχων. Επίσης, πρέπει να διευκρινιστούν βασικές έννοιες και νοήματα προκειμένου να διασφαλιστεί μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου και να ενσωματωθούν ορισμένες πτυχές από τη σχετική πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(5)

Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (6), ιδίως όσον αφορά την επιλογή των μέσων επικοινωνίας, των τεχνικών προδιαγραφών, των κριτηρίων ανάθεσης και των όρων εκτέλεσης των συμβάσεων

(6)

Είναι σκόπιμο η έννοια των προμηθειών στην παρούσα οδηγία να προσεγγίζει κατά το δυνατόν την αντίστοιχη της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις ιδιαιτερότητες των τομέων που καλύπτει η παρούσα οδηγία.

(7)

Υπενθυμίζεται ότι καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να αναθέσουν σε τρίτους ή σε εξωτερικούς φορείς την παροχή υπηρεσιών τις οποίες επιθυμούν να παρέχουν τα ίδια ή τις οποίες επιθυμούν να οργανώσουν με τρόπο διαφορετικό από τη διαδικασία των προμηθειών κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας. Η παροχή υπηρεσιών που βασίζεται σε νομοθετικές, κανονιστικές διατάξεις ή σε συμβάσεις εργασίας εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας. Σε ορισμένα κράτη μέλη αυτό μπορεί να αφορά για παράδειγμα την παροχή συγκεκριμένων υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο, όπως παροχή πόσιμου ύδατος.

(8)

Είναι επίσης σκόπιμο να υπενθυμιστεί ότι η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να επηρεάζει τη νομοθεσία των κρατών μελών στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης ούτε θα πρέπει να αφορά την ελευθέρωση των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος που ανατίθενται αποκλειστικά σε δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς ούτε την ιδιωτικοποίηση δημόσιων φορέων παροχής υπηρεσιών.

Θα πρέπει, επίσης, να υπενθυμιστεί ότι τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να οργανώνουν την παροχή υποχρεωτικών κοινωνικών υπηρεσιών ή άλλων υπηρεσιών, όπως οι ταχυδρομικές υπηρεσίες, είτε με τη μορφή υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος είτε με τη μορφή μη οικονομικών υπηρεσιών γενικού συμφέροντος είτε ως συνδυασμό των ανωτέρω. Τονίζεται ότι οι μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος δεν θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(9)

Τέλος, θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι η παρούσα οδηγία δεν θίγει την ελευθερία των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών να καθορίζουν, σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης, τις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, το πεδίο εφαρμογής τους και τα χαρακτηριστικά της προς παροχή υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων ενδεχόμενων προδιαγραφών όσον αφορά την ποιότητα, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι δημόσιας πολιτικής τους. H παρούσα οδηγία επίσης δεν θα πρέπει να θίγει την εξουσία των εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών να παρέχουν, να παραγγέλλουν και να χρηματοδοτούν υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, σύμφωνα με το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το πρωτόκολλο αριθ. 26 για τις υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος που προσαρτάται στη ΣΛΕΕ και στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ). Επιπλέον, η παρούσα οδηγία δεν αφορά τη χρηματοδότηση υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος ή τα συστήματα ενισχύσεων που χορηγούν τα κράτη μέλη, ιδίως στον κοινωνικό τομέα, σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες περί ανταγωνισμού.

(10)

Μια σύμβαση θα πρέπει να θεωρείται σύμβαση έργου μόνο αν το αντικείμενό της καλύπτει ειδικά την εκτέλεση δραστηριοτήτων που απαριθμούνται στο παράρτημα I, ακόμα κι αν η σύμβαση καλύπτει την παροχή και άλλων υπηρεσιών αναγκαίων για την εκτέλεση των εν λόγω δραστηριοτήτων. Οι συμβάσεις υπηρεσιών, ιδίως στον τομέα των υπηρεσιών διαχείρισης ακινήτων, μπορούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, να περιλαμβάνουν και την εκτέλεση έργων. Ωστόσο, όταν τα έργα αυτά είναι παρεμπίπτοντα ως προς το κύριο αντικείμενο της σύμβασης και αποτελούν πιθανή συνέπεια ή συμπλήρωμα αυτού του αντικειμένου, το γεγονός ότι τα εν λόγω έργα περιλαμβάνονται στη σύμβαση δεν δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό της σύμβασης υπηρεσιών ως σύμβασης έργου.

Ωστόσο, λόγω της πολυμορφίας των συμβάσεων έργων, οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να μπορούν να προβλέπουν τόσο τη χωριστή όσο και την από κοινού ανάθεση των συμβάσεων μελέτης και εκτέλεσης έργου. Η παρούσα οδηγία δεν αποσκοπεί να επιβάλει τη χωριστή ή την από κοινού ανάθεση της σύμβασης.

(11)

Για την υλοποίηση έργου που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που ορίζει η αναθέτουσα αρχή, η εν λόγω αρχή πρέπει να έχει λάβει μέτρα για τον καθορισμό του είδους του έργου ή, τουλάχιστον, να έχει ασκήσει καθοριστική επιρροή στον σχεδιασμό του. Το εάν ο εργολάβος εκτελεί το σύνολο ή μέρος του έργου με δικά του μέσα ή εάν μεριμνά για την εκτέλεση του έργου με άλλα μέσα, δεν πρέπει να επηρεάζει τον χαρακτηρισμό της σύμβασης ως σύμβασης έργου, εφόσον ο εργολάβος αναλαμβάνει άμεση ή έμμεση, νομικώς εκτελεστέα, υποχρέωση να μεριμνήσει για την εκτέλεση των έργων.

(12)

Η έννοια «αναθέτουσες αρχές» και ειδικότερα ο όρος «οργανισμοί δημοσίου δικαίου» έχουν εξεταστεί επανειλημμένως στη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προκειμένου να αποσαφηνιστεί ότι το προσωπικό πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας πρέπει να παραμείνει αμετάβλητο, είναι σκόπιμο να διατηρηθούν οι ορισμοί επί των οποίων βασίστηκε το Δικαστήριο και να ενσωματωθούν ορισμένες διευκρινίσεις που προσφέρει αυτή η νομολογία για την καλύτερη κατανόηση των ορισμών, χωρίς πρόθεση τροποποίησης της σημασίας τους, ως έχει διαμορφωθεί από τη νομολογία.

Για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι ένας οργανισμός ο οποίος λειτουργεί υπό κανονικές συνθήκες αγοράς, στοχεύει στο κέρδος και υφίσταται τις ζημίες που απορρέουν από την άσκηση της δραστηριότητάς του δεν θα πρέπει να θεωρείται «οργανισμός δημοσίου δικαίου», δεδομένου ότι έχει συσταθεί για να ικανοποιήσει ή του έχει ανατεθεί το καθήκον να ικανοποιήσει ανάγκες γενικού συμφέροντος οι οποίες θεωρούνται ότι έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα. Ομοίως, η προϋπόθεση σχετικά με την προέλευση της χρηματοδότησης του υπό εξέταση οργανισμού μελετήθηκε επίσης από τη νομολογία, η οποία διευκρίνισε μεταξύ άλλων ότι χρηματοδότηση «κατά το πλείστον» σημαίνει άνω του μισού και ότι η εν λόγω χρηματοδότηση μπορεί να περιλαμβάνει πληρωμές από χρήστες οι οποίες επιβάλλονται, υπολογίζονται και εισπράττονται σύμφωνα με τους κανόνες του δημόσιου δικαίου.

(13)

Στην περίπτωση μεικτών συμβάσεων, οι ισχύοντες κανόνες θα πρέπει να καθορίζονται όσον αφορά το κύριο αντικείμενο της σύμβασης, εάν τα διάφορα τμήματα της συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικώς αδύνατον να διαχωριστούν. Θα πρέπει συνεπώς να αποσαφηνιστεί με ποιον τρόπο οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να καθορίζουν κατά πόσον τα διάφορα μέρη μπορούν να διαχωριστούν ή όχι. Η αποσαφήνιση αυτή θα πρέπει να βασίζεται στη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο καθορισμός θα πρέπει να πραγματοποιείται κατά περίπτωση, χωρίς να επαρκεί η δεδηλωμένη ή εκτιμώμενη πρόθεση του αναθέτοντος φορέα να θεωρήσει αδιαίρετες τις διάφορες πτυχές που συνθέτουν μια μεικτή σύμβαση· η πρόθεση αυτή πρέπει να υποστηρίζεται από αντικειμενικά αποδεικτικά στοιχεία που είναι ικανά να την αιτιολογήσουν και να δικαιολογήσουν την ανάγκη να συναφθεί ενιαία σύμβαση. Μια τέτοια δικαιολογημένη ανάγκη να συναφθεί ενιαία σύμβαση μπορεί να υφίσταται, για παράδειγμα, στην περίπτωση κατασκευής ενός κτιρίου, μέρος του οποίου πρόκειται να χρησιμοποιηθεί απευθείας από τον σχετικό αναθέτοντα φορέα ενώ άλλο μέρος του πρόκειται να λειτουργήσει βάσει παραχώρησης, φέρ’ ειπείν ως χώρος στάθμευσης για το κοινό. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η ανάγκη σύναψης ενιαίας σύμβασης μπορεί να οφείλεται και σε τεχνικούς και σε οικονομικούς λόγους.

(14)

Σε περίπτωση μεικτών συμβάσεων που μπορούν να διαχωριστούν, οι αναθέτοντες φορείς είναι πάντοτε ελεύθεροι να αναθέσουν χωριστές συμβάσεις για τα διάφορα τμήματα της μεικτής σύμβασης, οπότε οι διατάξεις που ισχύουν για κάθε τμήμα πρέπει να καθορίζονται αποκλειστικά όσον αφορά τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης σύμβασης. Αντιθέτως, εάν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να συμπεριλάβουν στις προμήθειες και άλλα στοιχεία, ανεξαρτήτως της αξίας τους και του νομικού καθεστώτος στο οποίο θα υπέκειντο τα στοιχεία αυτά σε διαφορετική περίπτωση, τότε ως βασική αρχή θα πρέπει να ισχύει ότι, σε περίπτωση που, εάν η σύμβαση ανετίθετο μόνη της, θα έπρεπε να ανατεθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, τότε η παρούσα οδηγία θα πρέπει να συνεχίσει να ισχύει για ολόκληρη τη μεικτή σύμβαση.

(15)

Ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις για τις μεικτές συμβάσεις που άπτονται της άμυνας ή της ασφάλειας ή περιλαμβάνουν τμήματα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ΣΛΕΕ. Στις περιπτώσεις αυτές, θα πρέπει να είναι δυνατή η μη εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, υπό την προϋπόθεση ότι υφίσταται αντικειμενικός λόγος για την ανάθεση ενιαίας σύμβασης και ότι η απόφαση για την ανάθεση ενιαίας σύμβασης δεν λαμβάνεται με σκοπό την εξαίρεση συμβάσεων από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή της οδηγίας 2009/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8). Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι δεν θα πρέπει να εμποδίζονται οι αναθέτουσες αρχές να επιλέγουν να εφαρμόζουν την παρούσα οδηγία, αντί της οδηγίας 2009/81/ΕΚ, σε ορισμένες μεικτές συμβάσεις.

(16)

Επιπλέον είναι δυνατόν να ανατίθενται συμβάσεις με σκοπό την ικανοποίηση των απαιτήσεων πολλαπλών δραστηριοτήτων, που υπόκεινται πιθανώς σε διαφορετικά νομικά καθεστώτα. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι το νομικό καθεστώς που ισχύει για μια ενιαία σύμβαση η οποία προορίζεται να καλύψει πολλαπλές δραστηριότητες πρέπει να υπόκειται στους κανόνες που ισχύουν για την κύρια δραστηριότητα για την οποία προορίζεται. Ο προσδιορισμός της κύριας δραστηριότητας για την οποία προορίζεται η σύμβαση μπορεί να βασίζεται σε ανάλυση των απαιτήσεων τις οποίες πρέπει να πληροί η συγκεκριμένη σύμβαση, η οποία διενεργείται από τον αναθέτοντα φορέα με σκοπό να εκτιμηθεί η αξία της σύμβασης και να συνταχθούν τα έγγραφα προμηθειών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στην αγορά ενός μόνον εξοπλισμού για την εκτέλεση διαφόρων δραστηριοτήτων για τις οποίες δεν είναι διαθέσιμες πληροφορίες που να επιτρέπουν την εκτίμηση του αντίστοιχου βαθμού χρήσης, ίσως είναι αντικειμενικά αδύνατο να προσδιοριστεί η κύρια δραστηριότητα για την οποία προορίζεται η σύμβαση. Θα πρέπει να επισημαίνεται ποιοι κανόνες εφαρμόζονται σε τέτοιες περιπτώσεις.

(17)

Θα πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι η έννοια του «οικονομικού φορέα» θα πρέπει να ερμηνεύεται διασταλτικά, ώστε να καλύπτει κάθε πρόσωπο και/ή οντότητα που προσφέρει την εκτέλεση εργασιών, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής υπό την οποία έχει επιλέξει να λειτουργεί. Ως εκ τούτου, η έννοια του οικονομικού φορέα περιλαμβάνει εταιρείες, υποκαταστήματα, θυγατρικές, συμπράξεις, συνεταιριστικές επιχειρήσεις, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, πανεπιστήμια, δημόσια και ιδιωτικά, και άλλες μορφές οντοτήτων πλην των φυσικών προσώπων, ασχέτως του εάν πρόκειται πάντοτε για «νομικά πρόσωπα».

(18)

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι όμιλοι οικονομικών φορέων, ακόμη και όταν συνασπίζονται υπό μορφή προσωρινής ένωσης, μπορούν να συμμετέχουν σε διαδικασίες ανάθεσης χωρίς να χρειάζεται να λάβουν συγκεκριμένη νομική μορφή. Στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο, όταν για παράδειγμα απαιτείται από κοινού και εις ολόκληρον ευθύνη, μπορεί να απαιτηθεί από τους ομίλους οικονομικών φορέων να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή, όταν τους ανατεθεί η σύμβαση.

Θα πρέπει να διευκρινιστεί επίσης ότι οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να μπορούν να καθορίζουν ρητά τον τρόπο με τον οποίο οι όμιλοι οικονομικών φορέων πρέπει να πληρούν τα κριτήρια και τις απαιτήσεις σχετικά με την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, που απαιτούνται όταν οι οικονομικοί φορείς συμμετέχουν μεμονωμένα.

Η εκτέλεση της σύμβασης από ομίλους οικονομικών φορέων ενδέχεται να απαιτεί τον καθορισμό όρων που δεν επιβάλλονται σε μεμονωμένους συμμετέχοντες. Οι όροι αυτοί, οι οποίοι θα πρέπει να έχουν αντικειμενική και αναλογική βάση, θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν, φερ’ ειπείν, την απαίτηση να ορισθεί κοινός εκπρόσωπος ή επικεφαλής εταίρος, για τους σκοπούς της διαδικασίας των προμηθειών ή την απαίτηση λήψης πληροφοριών σχετικά με τη σύνθεσή τους.

(19)

Προκειμένου να διασφαλίζεται πραγματικό άνοιγμα της αγοράς και ισόρροπη εφαρμογή των κανόνων περί προμηθειών στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, είναι απαραίτητο οι καλυπτόμενοι φορείς να προσδιορίζονται σε βάση διαφορετική από το νομικό καθεστώς τους. Επομένως, πρέπει να διασφαλίζεται ότι δεν θίγεται η ίση μεταχείριση των αναθετόντων φορέων που δραστηριοποιούνται στον δημόσιο τομέα και εκείνων που δραστηριοποιούνται στον ιδιωτικό τομέα. Επίσης, είναι απαραίτητο να διασφαλίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 345 της ΣΛΕΕ, ότι δεν θίγονται οι κανόνες που διέπουν το σύστημα ιδιοκτησιακού καθεστώτος στα κράτη μέλη.

(20)

Η έννοια των ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων αποτελεί κεντρικό στοιχείο στον ορισμό του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, καθώς οι φορείς που δεν είναι ούτε αναθέτουσες αρχές ούτε δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας υπόκεινται στις διατάξεις της μόνο στον βαθμό που ασκούν μία από τις δραστηριότητες που καλύπτονται βάσει τέτοιου είδους δικαιωμάτων. Είναι συνεπώς σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι δικαιώματα που έχουν εκχωρηθεί μέσω διαδικασίας που βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια, ιδίως σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης, και για την οποία έχει διασφαλιστεί επαρκής δημοσιότητα, δεν συνιστούν ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

Στην εν λόγω νομοθεσία θα πρέπει να περιλαμβάνονται η οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), η οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10), η οδηγία 97/67/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12), και ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13).

Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι ο ανωτέρω κατάλογος νομοθεσίας δεν είναι εξαντλητικός και ότι δικαιώματα οιασδήποτε μορφής που παρέχονται, μεταξύ άλλων με πράξεις εκχώρησης, μέσω διαδικασίας που βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια και για την οποία έχει διασφαλιστεί επαρκής δημοσιότητα„ δεν συνιστούν ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα για τους σκοπούς του καθορισμού του προσωπικού πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Η έννοια των αποκλειστικών δικαιωμάτων πρέπει επίσης να χρησιμοποιείται προκειμένου να καθορίζεται εάν δικαιολογείται η χρήση διαδικασίας διαπραγμάτευσης χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού λόγω του ότι τα έργα, τα αγαθά ή οι υπηρεσίες μπορούν να παρασχεθούν μόνον από συγκεκριμένο οικονομικό φορέα λόγω της προστασίας ορισμένων αποκλειστικών δικαιωμάτων.

Ωστόσο, έχοντας κατά νου το διαφορετικό ratio legis στο οποίο βασίζονται οι εν λόγω διατάξεις, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η έννοια των αποκλειστικών δικαιωμάτων δεν είναι απαραίτητο να έχει το ίδιο περιεχόμενο και στα δύο πλαίσια. Θα πρέπει συνεπώς να διευκρινιστεί ότι ένας φορέας που έχει κερδίσει το αποκλειστικό δικαίωμα να παρέχει συγκεκριμένη υπηρεσία σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή ύστερα από διαδικασία που βασίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια για την οποία έχει εξασφαλιστεί επαρκής διαφάνεια, δεν θα αποτελούσε, εάν επρόκειτο για ιδιωτικό οργανισμό, αναθέτοντα φορέα αλλά ωστόσο θα ήταν ο μόνος φορέας που θα μπορούσε να παράσχει τη δεδομένη υπηρεσία στην εν λόγω περιοχή.

(21)

Ορισμένοι φορείς δραστηριοποιούνται στους τομείς της παραγωγής, της μετάδοσης ή της διανομής θερμότητας και ψύξης Ενδέχεται να υπάρχει κάποια αβεβαιότητα ως προς το ποιοι κανόνες ισχύουν για τις δραστηριότητες σχετικά με τη θέρμανση και την ψύξη αντίστοιχα. Πρέπει λοιπόν να διευκρινισθεί ότι αναθέτουσες αρχές, δημόσιες επιχειρήσεις και ιδιωτικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα της θέρμανσης υπόκεινται στην παρούσα οδηγία, ωστόσο, στην περίπτωση των ιδιωτικών εταιρειών, υπό την επιπλέον προϋπόθεση ότι λειτουργούν βάσει ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων. Αντιθέτως, οι αναθέτουσες αρχές που δραστηριοποιούνται στον τομέα της ψύξης υπόκεινται στις διατάξεις της οδηγίας 2014/24/ΕΕ, ενώ οι δημόσιες επιχειρήσεις και οι ιδιωτικές εταιρείες —ανεξαρτήτως του εάν αυτές οι τελευταίες λειτουργούν βάσει ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων— δεν υπόκεινται στους κανόνες περί προμηθειών. Τέλος, πρέπει να διευκρινιστεί ότι συμβάσεις που ανατίθενται για την εκτέλεση τόσο δραστηριοτήτων θέρμανσης όσο και δραστηριοτήτων ψύξης θα πρέπει να εξετάζονται με βάση τις διατάξεις που διέπουν τις συμβάσεις πολλαπλών δραστηριοτήτων προκειμένου να καθοριστεί ποιοι κανόνες περί προμηθειών διέπουν, ενδεχομένως, την ανάθεσή τους.

(22)

Προτού εξετασθεί οιαδήποτε αλλαγή του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και της οδηγίας 2014/24/ΕΕ για τον τομέα της ψύξης, πρέπει να εξετασθεί η κατάσταση του εν λόγω τομέα προκειμένου να συγκεντρωθούν επαρκείς πληροφορίες, ιδίως όσον αφορά την κατάσταση του ανταγωνισμού, τον όγκο των διασυνοριακών προμηθειών και τις απόψεις των ενδιαφερομένων. Δεδομένου ότι η εφαρμογή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14) σε αυτόν τον τομέα μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις για το άνοιγμα της αγοράς, θα ήταν σκόπιμο να πραγματοποιηθεί η εξέταση ταυτόχρονα με την αξιολόγηση αντικτύπου της οδηγίας 2014/23/ΕΕ.

(23)

Χωρίς να επεκτείνεται με κανέναν τρόπο το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, πρέπει να διευκρινιστεί ότι όταν η παρούσα οδηγία αναφέρεται στην παροχή ηλεκτρικής ενέργειας καλύπτονται η παραγωγή και η χονδρική και λιανική πώληση ηλεκτρικής ενέργειας.

(24)

Οι αναθέτοντες φορείς που δραστηριοποιούνται στον τομέα του πόσιμου ύδατος μπορούν επίσης να πραγματοποιούν και άλλες δραστηριότητες σχετικές με τα ύδατα, όπως έργα στον τομέα της υδραυλικής μηχανικής, αρδευτικά ή αποστραγγιστικά έργα ή έργα αποχέτευσης και επεξεργασίας λυμάτων. Στην περίπτωση αυτή, οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να είναι σε θέση να εφαρμόσουν τις διαδικασίες για τις προμήθειες που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία για όλες τις δραστηριότητές τους που είναι σχετικές με τα ύδατα, όποιο τμήμα του κύκλου του ύδατος και να αφορούν. Ωστόσο, οι κανόνες για τις προμήθειες που προτείνονται για τις προμήθειες προϊόντων δεν είναι κατάλληλοι για τις αγορές ύδατος, δεδομένης της ανάγκης προμήθειας ύδατος από πηγές κοντά στην περιοχή όπου θα χρησιμοποιηθεί.

(25)

Κρίνεται σκόπιμο να εξαιρεθούν οι προμήθειες για την εξερεύνηση πετρελαίου και φυσικού αερίου, καθώς έχει διαπιστωθεί επανειλημμένα ότι ο εν λόγω τομέας δέχεται τόσο μεγάλη ανταγωνιστική πίεση ώστε οι ρυθμίσεις για τις προμήθειες που θεσπίζονται από τους κανόνες περί προμηθειών της Ένωσης δεν είναι πλέον απαραίτητες. Δεδομένου ότι η εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου συνεχίζει να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, χρειάζεται ενδεχομένως να γίνει διάκριση ανάμεσα στην εξερεύνηση και την εξόρυξη. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρείται ότι η «εξερεύνηση» περιλαμβάνει τις ενέργειες που πραγματοποιούνται προκειμένου να εξακριβωθεί αν σε μια δεδομένη ζώνη υφίσταται πετρέλαιο και φυσικό αέριο, και, εάν ναι, αν αυτό είναι εμπορικώς εκμεταλλεύσιμο ενώ ως «εξόρυξη» πρέπει να θεωρείται η «παραγωγή» πετρελαίου και φυσικού αερίου. Σύμφωνα με την πάγια πρακτική σε περιπτώσεις συγχωνεύσεων, θα πρέπει να θεωρείται ότι η «παραγωγή» περιλαμβάνει επίσης την «ανάπτυξη», δηλαδή την κατασκευή επαρκών υποδομών για τη μελλοντική παραγωγή (εξέδρες εξόρυξης πετρελαίου, αγωγοί, τερματικοί σταθμοί κ.λπ.).

(26)

Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να χρησιμοποιούν όλα τα μέσα τα οποία διαθέτουν βάσει του εθνικού δικαίου, ούτως ώστε να αποτρέπουν τη στρέβλωση των διαδικασιών προμηθειών που απορρέει από σύγκρουση συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών εντοπισμού, πρόληψης και άρσης τέτοιων συγκρούσεων.

(27)

Η απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου (15), ενέκρινε συγκεκριμένα τη Συμφωνία περί Δημοσίων Προμηθειών του ΠΟΕ («ΣΔΠ». Στόχος της ΣΔΠ είναι η θέσπιση ενός πολυμερούς πλαισίου ισόρροπων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων για τις δημόσιες συμβάσεις, με σκοπό την ελευθέρωση και την επέκταση του παγκόσμιου εμπορίου. Για συμβάσεις που καλύπτονται από τα παραρτήματα 3, 4 και 5 και από τις γενικές σημειώσεις στο προσάρτημα I της ΣΔΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και από άλλες σχετικές διεθνείς συμφωνίες που δεσμεύουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι αναθέτοντες φορείς οφείλουν να πληρούν τις υποχρεώσεις δυνάμει των εν λόγω συμφωνιών εφαρμόζοντας την παρούσα οδηγία σε οικονομικούς φορείς τρίτων χωρών που έχουν υπογράψει τις συμφωνίες.

(28)

Η ΣΔΠ εφαρμόζεται σε συμβάσεις που υπερβαίνουν ορισμένα κατώτατα όρια, τα οποία καθορίζονται στη ΣΔΠ και εκφράζονται ως ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα. Τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν για να διασφαλιστεί ότι αντιστοιχούν στα κατώτατα όρια της ΣΔΠ εκφρασμένα σε ευρώ. Ενδείκνυται, επίσης, να προβλεφθεί περιοδική αναθεώρηση των εκφρασμένων σε ευρώ κατώτατων ορίων, προκειμένου να προσαρμόζονται, μέσω καθαρά μαθηματικής πράξης, ανάλογα με τις τυχόν διακυμάνσεις της αξίας του ευρώ σε σχέση με τα εν λόγω ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα.

Πέραν των εν λόγω περιοδικών μαθηματικών αναπροσαρμογών, κατά τον επόμενο γύρο διαπραγματεύσεων θα πρέπει να εξετασθεί η αύξηση των κατώτατων ορίων της ΣΔΠ.

Προκειμένου να αποφευχθεί ο πολλαπλασιασμός των κατώτατων ορίων, κρίνεται επιπλέον σκόπιμο, με την επιφύλαξη των διεθνών δεσμεύσεων της Ένωσης, να συνεχιστεί η εφαρμογή των ίδιων κατώτατων ορίων σε όλους τους αναθέτοντες φορείς, ανεξάρτητα από τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιούνται.

(29)

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι, για τον υπολογισμό της αξίας μια σύμβασης, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα έσοδα, είτε προέρχονται από τον αναθέτοντα φορέα είτε από τρίτα μέρη.

Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι, για τον υπολογισμό των κατώτατων ορίων, ως παρεμφερή αγαθά θα πρέπει να νοούνται προϊόντα τα οποία προορίζονται για πανομοιότυπες ή παρεμφερείς χρήσεις, όπως μια σειρά τροφίμων ή διάφορα είδη επίπλωσης γραφείου. Κατά κανόνα, ένας οικονομικός φορέας που δραστηριοποιείται στον συγκεκριμένο τομέα θα πρέπει να περιλαμβάνει αυτά τα αγαθά στο σύνηθες φάσμα προϊόντων του.

(30)

Όσον αφορά την εκτίμηση της αξίας μιας συγκεκριμένης προμήθειας, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η εκτίμηση της αξίας βάσει υποδιαίρεσης της προμήθειας επιτρέπεται μόνο όταν συντρέχουν αντικειμενικοί λόγοι. Φερ’ ειπείν, θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η εκτίμηση της αξίας συμβάσεων στο επίπεδο χωριστής λειτουργικής μονάδας της αναθέτουσας αρχής εφόσον η εν λόγω μονάδα είναι ανεξάρτητα υπεύθυνη για τις προμήθειές της. Αυτό τεκμαίρεται όταν η χωριστή λειτουργική μονάδα διεξάγει ανεξάρτητα τις διαδικασίες προμηθειών και λαμβάνει τις αποφάσεις αγοράς, έχει εξουσία επί χωριστής γραμμής προϋπολογισμού για τις συγκεκριμένες προμήθειες, συνάπτει τη σύμβαση ανεξάρτητα και τη χρηματοδοτεί από προϋπολογισμό τον οποίο έχει στη διάθεσή της. Η υποδιαίρεση δεν δικαιολογείται όταν η αναθέτουσα αρχή απλώς διοργανώνει την προμήθεια με αποκεντρωμένο τρόπο.

(31)

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη και, συνεπώς, δεν εφαρμόζεται σε διαδικασίες προμηθειών που εκτελούνται από διεθνείς οργανισμούς εξ ονόματός τους και για ίδιο λογαριασμό. Πρέπει, ωστόσο, να διευκρινιστεί σε ποιον βαθμό θα πρέπει να εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία σε προμήθειες που διέπονται από ειδικούς διεθνείς κανόνες.

(32)

Θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι οι υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού και άλλες συναφείς μορφές διευθέτησης διαφορών παρέχονται συνήθως από φορείς ή πρόσωπα που είναι αντικείμενο συμφωνίας ή επιλογής, κατά τρόπο ο οποίος δεν μπορεί να διέπεται από κανόνες περί προμηθειών. Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι η παρούσα οδηγία δεν ισχύει για τις συμβάσεις παροχής τέτοιων υπηρεσιών, ανεξαρτήτως της ονομασίας τους από το εθνικό δίκαιο.

(33)

Ορισμένες νομικές υπηρεσίες προσφέρονται από παρόχους υπηρεσιών που ορίζονται από δικαστήριο ή δικαιοδοτικό όργανο κράτους μέλους, περιλαμβάνουν εκπροσώπηση πελατών σε δικαστικές υποθέσεις από δικηγόρους, πρέπει να παρέχονται από συμβολαιογράφους ή συνδέονται με την άσκηση επίσημης εξουσίας. Οι νομικές αυτές υπηρεσίες συνήθως παρέχονται από φορείς ή φυσικά πρόσωπα που ορίζονται ή επιλέγονται κατά τρόπο μη επιδεχόμενο ρύθμιση με κανόνες περί προμηθειών, όπως, επί παραδείγματι, η περίπτωση ορισμού εισαγγελέων σε ορισμένα κράτη μέλη. Συνεπώς, οι εν λόγω υπηρεσίες θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(34)

Είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι ο όρος «χρηματοπιστωτικά μέσα» χρησιμοποιείται στην παρούσα οδηγία με την έννοια που έχει και σε άλλες νομοθετικές πράξεις για την εσωτερική αγορά και, κατόπιν της πρόσφατης δημιουργίας του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, θα πρέπει να οριστεί ότι οι συναλλαγές με το εν λόγω Ταμείο και Μηχανισμό θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Θα πρέπει, τέλος, να διευκρινιστεί ότι τα δάνεια, είτε συνδέονται είτε όχι με την έκδοση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων ή με άλλες σχετικές εργασίες, πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(35)

Υπενθυμίζεται ότι στο άρθρο 5 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16) προβλέπεται ρητά ότι οι οδηγίες 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ εφαρμόζονται αντιστοίχως στις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών και στις δημόσιες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών για την παροχή δημόσιων επιβατικών μεταφορών με λεωφορείο ή τραμ, ενώ ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 εφαρμόζεται στις συμβάσεις παραχώρησης υπηρεσιών για την παροχή δημόσιων επιβατικών μεταφορών με λεωφορείο ή τραμ. Θα πρέπει επίσης να υπενθυμιστεί ότι ο εν λόγω κανονισμός συνεχίζει να εφαρμόζεται σε συμβάσεις (δημόσιων) υπηρεσιών καθώς και σε συμβάσεις παραχώρησης δημόσιων επιβατικών μεταφορών με σιδηρόδρομο ή μετρό. Με σκοπό να διευκρινιστεί η σχέση ανάμεσα στην παρούσα οδηγία και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1370/2007, πρέπει να προβλεφθεί ρητά ότι οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν πρέπει να εφαρμόζονται στις συμβάσεις υπηρεσιών για την παροχή δημόσιων επιβατικών μεταφορικών υπηρεσιών με σιδηρόδρομο ή μετρό, η ανάθεση των οποίων πρέπει να συνεχίσει να διέπεται από τις διατάξεις του εν λόγω κανονισμού. Στον βαθμό που σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 εναπόκειται στην εθνική νομοθεσία να αποκλίνει από τους κανόνες του εν λόγω κανονισμού, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να συνεχίσουν να προβλέπουν στην εθνική τους νομοθεσία ότι οι συμβάσεις υπηρεσιών για την παροχή δημόσιων επιβατικών μεταφορικών υπηρεσιών με σιδηρόδρομο ή μετρό πρέπει να ανατίθενται με διαδικασία ανάθεσης συμβάσεων σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες περί δημόσιων προμηθειών.

(36)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε ορισμένες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, όταν παρέχονται από μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς ή ενώσεις, εφόσον η ιδιαίτερη φύση των εν λόγω οργανισμών θα ήταν δύσκολο να διατηρηθεί εάν οι πάροχοι υπηρεσιών έπρεπε να επιλεγούν σύμφωνα με τις διαδικασίες της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, η εξαίρεση δεν θα πρέπει να επεκταθεί πέραν των απολύτως απαραίτητων. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ορισθεί ρητά ότι οι υπηρεσίες ασθενοφόρων για τη μεταφορά ασθενών δεν θα πρέπει να αποκλειστούν. Εν προκειμένω, πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι η Ομάδα 601 του CPV «Υπηρεσίες Χερσαίων Μεταφορών» δεν καλύπτει τις υπηρεσίες ασθενοφόρων για τη μεταφορά ασθενών οι οποίες περιλαμβάνονται στην τάξη 8514 του CPV. Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι οι υπηρεσίες του κωδικού 85143000-3 του CPV, οι οποίες συνίστανται αποκλειστικά σε υπηρεσίες ασθενοφόρων για τη μεταφορά ασθενών, θα πρέπει να υπόκεινται στο ειδικό καθεστώς για τις κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες («απλουστευμένο καθεστώς»). Συνεπώς, οι συμβάσεις για την παροχή υπηρεσιών ασθενοφόρων για τη μεταφορά ασθενών γενικά θα υπόκεινται επίσης στο απλουστευμένο καθεστώς, εάν η αξία των υπηρεσιών ασθενοφόρων για τη μεταφορά ασθενών είναι υψηλότερη από την αξία άλλων υπηρεσιών ασθενοφόρων.

(37)

Σε ορισμένες περιπτώσεις, μια συγκεκριμένη αναθέτουσα αρχή ή μια ένωση αναθετουσών αρχών ενδέχεται να είναι η μοναδική πηγή για μια συγκεκριμένη υπηρεσία, όσον αφορά την παροχή της οποίας έχει αποκλειστικό δικαίωμα δυνάμει νομοθετικών, κανονιστικών ή δημοσιευμένων διοικητικών διατάξεων συμβατών προς τη ΣΛΕΕ. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι μια σύμβαση υπηρεσιών μπορεί να ανατεθεί στην εν λόγω αναθέτουσα αρχή ή ένωση χωρίς να εφαρμοστεί η παρούσα οδηγία.

(38)

Υπάρχει σημαντική νομική ασάφεια σχετικά με το κατά πόσο οι συμβάσεις που συνάπτονται ανάμεσα σε αναθέτουσες αρχές πρέπει να καλύπτονται από τους κανόνες περί δημόσιων προμηθειών. Η σχετική νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ερμηνεύεται διαφορετικά στα διάφορα κράτη μέλη, ακόμα και μεταξύ των αναθετουσών αρχών. Δεδομένου ότι η εν λόγω νομολογία ισχύει επίσης και για τις δημόσιες αρχές όταν δραστηριοποιούνται στους τομείς που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, κρίνεται σκόπιμο να διασφαλιστεί ότι ισχύουν οι ίδιοι κανόνες και ερμηνεύονται με τον ίδιο τρόπο τόσο στην παρούσα οδηγία όσο και στην οδηγία 2014/24/ΕΕ.

(39)

Πολλές αναθέτουσες αρχές οργανώνονται ως οικονομικός όμιλος ο οποίος μπορεί να περιλαμβάνει χωριστές επιχειρήσεις· συχνά εκάστη αυτών των επιχειρήσεων έχει εξειδικευμένο ρόλο στο γενικό πλαίσιο του οικονομικού ομίλου. Κρίνεται σκόπιμο να εξαιρεθούν ορισμένες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, αγαθών και έργων που ανατίθενται σε συνδεδεμένη επιχείρηση η οποία έχει ως κύρια δραστηριότητα την παροχή τέτοιου είδους υπηρεσιών, αγαθών ή έργων στον όμιλο στον οποίο ανήκει και όχι την παροχή τους στην αγορά. Κρίνεται επίσης σκόπιμο να εξαιρεθούν ορισμένες συμβάσεις παροχής υπηρεσιών, αγαθών και έργων που ανατίθενται από αναθέτοντα φορέα σε κοινοπραξία που απαρτίζεται από μια σειρά αναθετόντων φορέων με σκοπό την εκτέλεση δραστηριοτήτων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία και στην οποία συμμετέχει ο εν λόγω φορέας. Ωστόσο, κρίνεται σκόπιμο να διασφαλιστεί ότι η εν λόγω εξαίρεση δεν προκαλεί στρεβλώσεις του ανταγωνισμού προς όφελος των επιχειρήσεων ή κοινοπραξιών που είναι συνδεδεμένες με τους αναθέτοντες φορείς· είναι σκόπιμο να προβλεφθεί κατάλληλο σύνολο κανόνων, ιδίως όσον αφορά τα ανώτατα όρια εντός των οποίων ο ετήσιος κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων μπορεί να προέρχεται από την αγορά και πέραν των οποίων δεν είναι πλέον δυνατόν να τους ανατίθενται συμβάσεις χωρίς προκήρυξη διαγωνισμού, τη σύνθεση των κοινοπραξιών και τη σταθερότητα των σχέσεων μεταξύ αυτών των κοινοπραξιών και των αναθετόντων φορέων από τους οποίους απαρτίζονται.

(40)

Κρίνεται επίσης σκόπιμο να διευκρινιστεί η αλληλεπίδραση μεταξύ των διατάξεων περί συνεργασίας μεταξύ των δημόσιων αρχών και των διατάξεων για την ανάθεση συμβάσεων σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις ή στο πλαίσιο κοινοπραξιών.

(41)

Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να θεωρούνται συνδεδεμένες όταν υπάρχει άμεση ή έμμεση κυρίαρχη επιρροή μεταξύ του αναθέτοντος φορέα και της οικείας επιχείρησης ή όταν αμφότερες υπάγονται στην κυρίαρχη επιρροή άλλης επιχείρησης. Σε αυτό το πλαίσιο δεν θα πρέπει να έχει σημασία η ιδιωτική συμμετοχή αφ’ εαυτής. Ο έλεγχος αν μια επιχείρηση είναι συνδεδεμένη με δεδομένο αναθέτοντα φορέα θα πρέπει να διενεργείται με τη μεγαλύτερη δυνατή ευχέρεια. Συνεπώς, και δεδομένου ότι η πιθανή ύπαρξη άμεσης ή έμμεσης κυρίαρχης επιρροής θα πρέπει ήδη να ελέγχεται προκειμένου να αποφασιστεί αν θα πρέπει να ενοποιηθούν οι ετήσιοι λογαριασμοί των οικείων επιχειρήσεων και οντοτήτων, οι επιχειρήσεις θα πρέπει να θεωρούνται ως συνδεδεμένες όταν ενοποιούνται οι ετήσιοι λογαριασμοί τους, Ωστόσο, οι κανόνες της Ένωσης για τους ενοποιημένους λογαριασμούς δεν ισχύουν σε ορισμένες περιπτώσεις, για παράδειγμα λόγω του μεγέθους των οικείων επιχειρήσεων ή διότι δεν πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις ως προς τον νομικό τους τύπο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όταν δεν ισχύει η οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Συμβουλίου (17), πρέπει να εξετάζεται αν υπάρχει άμεση ή έμμεση κυρίαρχη επιρροή λαμβάνοντας υπόψη την ιδιοκτησία, οικονομική συμμετοχή ή τους κανόνες που διέπουν τις επιχειρήσεις.

(42)

Η συγχρηματοδότηση προγραμμάτων έρευνας και ανάπτυξης (Ε&Α) από πηγές του βιομηχανικού κλάδου πρέπει να ενθαρρύνεται. Θα πρέπει, κατά συνέπεια, να διευκρινιστεί ότι η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται μόνο στις περιπτώσεις όπου δεν υφίσταται τέτοια συγχρηματοδότηση και όπου από τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων Ε&Α ωφελείται o οικείος αναθέτων φορέας. Τούτο δεν αποκλείει τη δυνατότητα του παρόχου των υπηρεσιών που διεξήγαγε τις εν λόγω δραστηριότητες να δημοσιεύει απολογισμό των δραστηριοτήτων αυτών, εφόσον ο αναθέτων φορέας διατηρεί το αποκλειστικό δικαίωμα να χρησιμοποιεί τα αποτελέσματα της Ε&Α κατά την άσκηση της δραστηριότητάς της. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να εμποδίζει την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας τυχόν εικονική κοινοχρησία των αποτελεσμάτων της Ε&Α ή καθαρά συμβολική συμμετοχή στην αμοιβή του παρόχου υπηρεσιών.

(43)

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται ούτε σε συμβάσεις που επιτρέπουν την εκτέλεση δραστηριότητας διεπόμενης από την παρούσα οδηγία ούτε σε διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται για την επιδίωξη τέτοιας δραστηριότητας αν, στο κράτος μέλος στο οποίο εκτελείται, εκτίθεται άμεσα στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες δεν περιορίζεται η πρόσβαση. Συνεπώς, κρίνεται σκόπιμο να διατηρηθεί η διαδικασία, η οποία ισχύει για όλους τους τομείς ή τμήματά τους που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, η οποία θα επιτρέπει να ληφθούν υπόψη οι επιπτώσεις του τρέχοντος ή μελλοντικού ανοίγματος στον ανταγωνισμό. Αυτή η διαδικασία πρέπει να παρέχει ασφάλεια δικαίου για τους συμμετέχοντες φορείς, καθώς και κατάλληλη διαδικασία λήψης αποφάσεων, η οποία να διασφαλίζει, εντός σύντομων προθεσμιών, την ενιαία εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης στον εν λόγω τομέα. Για λόγους ασφάλειας δικαίου πρέπει να διευκρινιστεί ότι όλες οι αποφάσεις που εκδίδονται πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας σχετικά με τη δυνατότητα εφαρμογής των αντίστοιχων διατάξεων που περιλαμβάνονται στο άρθρο 30 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ εξακολουθούν να ισχύουν.

(44)

Η άμεση έκθεση στον ανταγωνισμό πρέπει να αξιολογείται με βάση αντικειμενικά κριτήρια, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των τμημάτων του οικείου τομέα. Η εν λόγω αξιολόγηση περιορίζεται ωστόσο από τις σύντομες προθεσμίες που ισχύουν και από την ανάγκη να βασίζεται στις πληροφορίες που διαθέτει η Επιτροπή —είτε από ήδη διαθέσιμες πηγές είτε από τις πληροφορίες που λαμβάνονται στο πλαίσιο της εφαρμογής του άρθρου 35— οι οποίες δεν μπορούν να συμπληρωθούν με μεθόδους που απαιτούν περισσότερο χρόνο, όπως ιδίως η διενέργεια έρευνας απευθυνόμενης στους οικείους οικονομικούς φορείς. Συνεπώς, η αξιολόγηση της άμεσης έκθεσης στον ανταγωνισμό που μπορεί να διενεργηθεί στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας πραγματοποιείται με την επιφύλαξη της πλήρους εφαρμογής της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού.

(45)

Η αξιολόγηση του κατά πόσον ένας συγκεκριμένος τομέας, ή τμήματά του, εκτίθεται άμεσα στον ανταγωνισμό πρέπει να πραγματοποιείται σε ό,τι αφορά τον συγκεκριμένο τομέα στον οποίο λαμβάνει χώρα η δραστηριότητα ή τα οικεία τμήματά της από τους σχετικούς οικονομικούς φορείς, τη λεγόμενη «αντίστοιχη γεωγραφική αγορά». Καθώς η έννοια αυτή έχει κρίσιμη σημασία για την αξιολόγηση, πρέπει να οριστεί καταλλήλως βάσει των υπαρχουσών εννοιών στο δίκαιο της Ένωσης. Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι η αντίστοιχη γεωγραφική αγορά μπορεί να μην συμπίπτει με το έδαφος του σχετικού κράτους μέλους· συνεπώς, θα πρέπει να είναι δυνατόν να περιορίζονται οι αποφάσεις σχετικά με τη δυνατότητα εφαρμογής της εξαίρεσης σε τμήματα του εδάφους του οικείου κράτους μέλους.

(46)

Η υλοποίηση και εφαρμογή κατάλληλων διατάξεων του δικαίου της Ένωσης για το άνοιγμα δεδομένου τομέα ή τμήματός του θα πρέπει να θεωρείται ότι παρέχει επαρκές τεκμήριο ελεύθερης πρόσβασης στην εν λόγω αγορά. Οι κατάλληλες αυτές διατάξεις πρέπει να προσδιορίζονται σε παράρτημα το οποίο μπορεί να αναπροσαρμόζεται από την Επιτροπή. Κατά την αναπροσαρμογή του εν λόγω παραρτήματος, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει ιδίως υπόψη την ενδεχόμενη θέσπιση μέτρων που συνεπάγονται πραγματικό άνοιγμα στον ανταγωνισμό τομέων άλλων εκτός από εκείνους για τους οποίους αναφέρεται ήδη νομοθεσία στο εν λόγω παράρτημα, όπως για τον τομέα των εθνικών σιδηροδρομικών επιβατικών μεταφορών.

(47)

Όταν η ελεύθερη πρόσβαση σε συγκεκριμένη αγορά δεν τεκμαίρεται βάσει της εφαρμογής κατάλληλων διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, πρέπει να καταδεικνύεται ότι η εν λόγω πρόσβαση είναι ελεύθερη, εκ του νόμου και εκ των πραγμάτων. Όταν κράτος μέλος επεκτείνει την εφαρμογή νομικής πράξης της Ένωσης που ανοίγει συγκεκριμένο τομέα στον ανταγωνισμό σε καταστάσεις που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω νομικής πράξης, για παράδειγμα με την εφαρμογή της οδηγίας 94/22/ΕΚ στον τομέα του άνθρακα ή της οδηγίας 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18) στις επιβατικές υπηρεσίες σε εθνικό επίπεδο, το εν λόγω γεγονός πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν αξιολογείται κατά πόσον η πρόσβαση στον σχετικό τομέα είναι ελεύθερη.

(48)

Οι ανεξάρτητες εθνικές αρχές, όπως οι τομεακές ρυθμιστικές αρχές ή οι αρχές ανταγωνισμού, συνήθως διαθέτουν εξειδικευμένη τεχνογνωσία, πληροφορίες και γνώσεις που θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμες όταν αξιολογείται κατά πόσον μια συγκεκριμένη δραστηριότητα ή τμήματά της εκτίθενται άμεσα στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες δεν περιορίζεται η πρόσβαση. Τα αιτήματα εξαίρεσης θα πρέπει συνεπώς, κατά περίπτωση, να ενσωματώνουν ή να συνοδεύονται από πρόσφατη θέση όσον αφορά την κατάσταση από πλευράς ανταγωνισμού στον σχετικό τομέα, ληφθείσα από ανεξάρτητη εθνική αρχή που έχει αρμοδιότητα σε σχέση με την οικεία δραστηριότητα.

Εφόσον δεν υπάρχει αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη θέση ληφθείσα από ανεξάρτητη εθνική αρχή που έχει αρμοδιότητα σε σχέση με την οικεία δραστηριότητα, θα πρέπει να αφιερώνεται περισσότερος χρόνος στην αξιολόγηση ενός αιτήματος εξαίρεσης. Συνεπώς ο χρόνος εντός του οποίου η Επιτροπή πρέπει να διεξάγει την αξιολόγηση τέτοιων αιτημάτων θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(49)

Η Επιτροπή υποχρεούται πάντα να εξετάζει τα αιτήματα που είναι σύμφωνα με τους λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή των διαδικασιών με βάση τις οποίες προσδιορίζεται κατά πόσον μια συγκεκριμένη δραστηριότητα, ή τμήματά της, εκτίθεται άμεσα στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες δεν περιορίζεται η πρόσβαση. Θα πρέπει ωστόσο να διευκρινιστεί επίσης ότι, ενδεχομένως, λόγω της πολυπλοκότητας τέτοιων αιτημάτων ίσως να μην είναι πάντα δυνατό να εξασφαλιστεί η έκδοση, εντός των ισχυουσών προθεσμιών, εκτελεστικών πράξεων που να προσδιορίζουν κατά πόσον μια δραστηριότητα ή τμήματά της εκτίθεται άμεσα στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες η πρόσβαση δεν περιορίζεται.

(50)

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η Επιτροπή πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ζητεί από τα κράτη μέλη ή τους αναθέτοντες φορείς να παράσχουν ή να συμπληρώσουν ή να αποσαφηνίσουν πληροφορίες. Η Επιτροπή οφείλει να ορίσει κατάλληλη προθεσμία για το σκοπό αυτό, λαμβάνοντας επίσης δεόντως υπόψη την ανάγκη να τηρηθούν οι προθεσμίες για την έκδοση της εκτελεστικής πράξης από την Επιτροπή, καθώς και παράγοντες όπως η δυσκολία των ζητούμενων πληροφοριών και η ευχέρεια πρόσβασης σε αυτές.

(51)

Η απασχόληση και η εργασία συμβάλλουν στην κοινωνική ένταξη και αποτελούν βασικά στοιχεία για τη διασφάλιση ίσων ευκαιριών για όλους. Σε αυτό το πλαίσιο, σημαντικό ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν τα προστατευόμενα εργαστήρια. Το ίδιο ισχύει και για άλλες κοινωνικές επιχειρήσεις κύριος σκοπός των οποίων είναι η κοινωνική και επαγγελματική ένταξη ή επανένταξη ατόμων με αναπηρίες και μειονεκτούντων ατόμων, όπως των ανέργων, μελών μειονοτήτων που αντιμετωπίζουν δυσκολίες ή άλλων κοινωνικά περιθωριοποιημένων ομάδων. Ωστόσο, τα εργαστήρια ή οι επιχειρήσεις αυτές ενδέχεται να μην είναι σε θέση να επιτυγχάνουν την ανάθεση συμβάσεων υπό κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού. Είναι, κατά συνέπεια, σκόπιμο να προβλεφθεί ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να παραχωρούν κατ’ αποκλειστικότητα στα εργαστήρια ή τις επιχειρήσεις αυτές το δικαίωμα συμμετοχής σε διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων ή σε ορισμένες παρτίδες δημόσιων συμβάσεων, ή να τους αναθέτουν κατ’ αποκλειστικότητα την εκτέλεση συμβάσεων στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης.

(52)

Λόγω της ενδεδειγμένης ένταξης περιβαλλοντικών, κοινωνικών και εργασιακών απαιτήσεων στις διαδικασίες δημόσιων προμηθειών, είναι ιδιαίτερα σημαντικό τα κράτη μέλη και οι αναθέτοντες φορείς να λάβουν κατάλληλα μέτρα για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς τις υποχρεώσεις στους τομείς του περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου οι οποίες ισχύουν στον τόπο εκτέλεσης των έργων ή παροχής των υπηρεσιών, και απορρέουν από νόμους, κανονισμούς, διατάγματα και αποφάσεις, σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο, καθώς και από συλλογικές συμβάσεις, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω κανόνες (και η εφαρμογή τους) συνάδουν προς το δίκαιο της Ένωσης. Ομοίως, οι υποχρεώσεις που απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες, οι οποίες έχουν επικυρωθεί από όλα τα κράτη μέλη και περιληφθεί στο παράρτημα XIV θα πρέπει να ισχύουν κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της σύμβασης. Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να εμποδίζει με κανένα τρόπο την εφαρμογή όρων και συνθηκών απασχόλησης πιο ευνοϊκών για τους εργαζόμενους.

Τα σχετικά μέτρα θα πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με τις βασικές αρχές του δικαίου της Ένωσης, ιδίως με σκοπό την εξασφάλιση ίσης μεταχείρισης. Τα σχετικά μέτρα θα πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με την οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19) και κατά τρόπο που εξασφαλίζει ίση μεταχείριση και δεν εισάγει διακρίσεις, άμεσα ή έμμεσα, κατά οικονομικών φορέων και εργαζομένων από άλλα κράτη μέλη.

(53)

Ως τόπος παροχής των υπηρεσιών θα πρέπει να θεωρείται ο τόπος εκτέλεσης των χαρακτηριστικών παροχών. Όταν οι υπηρεσίες παρέχονται από απόσταση, φερ’ ειπείν, από τηλεφωνικά κέντρα, ως τόπος παροχής των εν λόγω υπηρεσιών θα πρέπει να θεωρείται ο τόπος εκτέλεσης των υπηρεσιών, ανεξαρτήτως του τόπου και του κράτους μέλους για το οποίο προορίζονται.

(54)

Οι σχετικές υποχρεώσεις θα μπορούσαν να αντικατοπτρίζονται σε ρήτρες συμβάσεων. Επίσης, θα πρέπει να επιτρέπεται η προσθήκη ρητρών για την εξασφάλιση της συμμόρφωσης προς συλλογικές συμβάσεις, βάσει του δικαίου της Ένωσης για τις δημόσιες συμβάσεις. Η μη συμμόρφωση προς τις σχετικές υποχρεώσεις θα μπορούσε να θεωρηθεί σοβαρό παράπτωμα του συγκεκριμένου οικονομικού φορέα, δυνάμενο να επιφέρει τον αποκλεισμό του από τη διαδικασία ανάθεσης δημόσιας σύμβασης.

(55)

Ο έλεγχος της τήρησης των διατάξεων του περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου θα πρέπει να διενεργείται στα ενδεδειγμένα στάδια της διαδικασίας προμήθειας, κατά την εφαρμογή των γενικών αρχών που διέπουν την επιλογή των συμμετεχόντων και την ανάθεση των συμβάσεων, κατά την εφαρμογή των κριτηρίων αποκλεισμού και κατά την εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με τις ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές. Η απαραίτητη επαλήθευση για το σκοπό αυτό θα πρέπει να διεξάγεται σύμφωνα με τις συναφείς διατάξεις της παρούσας οδηγίας, ιδίως αυτές οι οποίες διέπουν τα αποδεικτικά μέσα και τις υπεύθυνες δηλώσεις.

(56)

Καμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να απαγορεύει την επιβολή ή την εφαρμογή μέτρων απαραίτητων για την προστασία της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, των χρηστών ηθών, της υγείας, της ζωής των ανθρώπων και των ζώων, τη διατήρηση της χλωρίδας ή άλλων περιβαλλοντικών μέτρων, ιδίως με βασικό σκοπό την αειφόρο ανάπτυξη, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα είναι σύμφωνα προς τη ΣΛΕΕ.

(57)

Η έρευνα και η καινοτομία, συμπεριλαμβανομένης της οικολογικής και της κοινωνικής καινοτομίας, συγκαταλέγονται στους βασικούς μοχλούς της μελλοντικής ανάπτυξης και έχουν τοποθετηθεί στο επίκεντρο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να κάνουν τη βέλτιστη στρατηγική χρήση των δημόσιων προμηθειών για την ενθάρρυνση της καινοτομίας. Η αγορά καινοτόμων προϊόντων, έργων και υπηρεσιών διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη βελτίωση της αποδοτικότητας και της ποιότητας των δημόσιων υπηρεσιών, ενώ παράλληλα λαμβάνει υπόψη σημαντικές κοινωνικές προκλήσεις. Συμβάλλει στην εξασφάλιση της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, καθώς και σε ευρύτερα οικονομικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά οφέλη από την άποψη της δημιουργίας νέων ιδεών, της μετατροπής τους σε καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες και κατά συνέπεια της προώθησης αειφόρου οικονομικής ανάπτυξης.

Υπενθυμίζεται ότι μια σειρά μοντέλων για τις δημόσιες προμήθειες περιγράφεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 14ης Δεκεμβρίου 2007 με τίτλο «Προεμπορικές δημόσιες συμβάσεις: προώθηση της καινοτομίας για την εξασφάλιση βιώσιμων και ποιοτικών δημόσιων υπηρεσιών στην Ευρώπη», η οποία αφορά τις δημόσιες προμήθειες για τις υπηρεσίες Ε&A που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Τα μοντέλα αυτά θα συνεχίσουν να είναι διαθέσιμα, αλλά η παρούσα οδηγία πρέπει επίσης να συμβάλει στη διευκόλυνση των δημόσιων προμηθειών στον τομέα της καινοτομίας και να βοηθήσει τα κράτη μέλη να επιτύχουν τους στόχους της «Ένωσης καινοτομίας».

(58)

Λόγω της σπουδαιότητας της καινοτομίας, οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να ενθαρρυνθούν να επιτρέπουν την υποβολή εναλλακτικών προσφορών όσο το δυνατόν συχνότερα. Θα πρέπει κατά συνέπεια να επισημανθεί στους εν λόγω αναθέτοντες φορείς η ανάγκη να καθορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις που θα πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές, προτού επιτρέψουν την υποβολή τους.

(59)

Όταν η ανάγκη ανάπτυξης καινοτόμου προϊόντος ή υπηρεσίας ή καινοτόμων έργων και επακόλουθης αγοράς των αγαθών, υπηρεσιών ή έργων που προκύπτουν δεν μπορεί να καλυφθεί από τις λύσεις που είναι ήδη διαθέσιμες στην αγορά, οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να έχουν πρόσβαση σε ειδική διαδικασία προμηθειών σε ό,τι αφορά συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Η ειδική αυτή διαδικασία πρέπει να επιτρέπει στους αναθέτοντες φορείς να δημιουργούν μακροπρόθεσμη σύμπραξη καινοτομίας για την ανάπτυξη και την επακόλουθη αγορά νέων, καινοτόμων προϊόντων, υπηρεσιών ή έργων, εφόσον τα εν λόγω καινοτόμα προϊόντα, έργα ή υπηρεσίες μπορούν να παραδοθούν στα συμφωνηθέντα επίπεδα επιδόσεων και με το συμφωνηθέν κόστος χωρίς να χρειάζεται ξεχωριστή διαδικασία προμηθειών για την αγορά. Η σύμπραξη καινοτομίας πρέπει να βασίζεται στους διαδικαστικούς κανόνες που ισχύουν για τις διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού και οι συμβάσεις πρέπει να ανατίθενται αποκλειστικά με κριτήριο τη βέλτιστη σχέση τιμής/ποιότητας, το οποίο είναι το πιο κατάλληλο για τη σύγκριση προσφορών για καινοτόμες λύσεις. Ασχέτως αν αφορά πολύ μεγάλα έργα ή μικρότερα καινοτόμα έργα, η σύμπραξη καινοτομίας πρέπει να είναι δομημένη κατά τρόπο ώστε να μπορεί να παρέχει την απαραίτητη ζήτηση της αγοράς, παρέχοντας κίνητρα για την ανάπτυξη καινοτόμου λύσης χωρίς μονοπωλιακό έλεγχο της αγοράς. Ως εκ τούτου, οι αναθέτοντες φορείς δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν τις συμπράξεις καινοτομίας κατά τρόπο που να εμποδίζει, να περιορίζει ή να στρεβλώνει τον ανταγωνισμό. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η δημιουργία παράλληλων συμπράξεων καινοτομίας με περισσότερους από έναν εταίρους θα μπορούσε να συμβάλει στην αποφυγή τέτοιων αποτελεσμάτων.

(60)

Σύμφωνα με την κτηθείσα πείρα, ο ανταγωνιστικός διάλογος που προβλέπεται βάσει της οδηγίας 2014/24/ΕΕ απεδείχθη χρήσιμος σε περιπτώσεις όπου οι αναθέτουσες αρχές δεν κατορθώνουν να προσδιορίσουν τα μέσα κάλυψης των αναγκών τους ή αξιολόγησης όσων μπορεί να προσφέρει η αγορά σε ό,τι αφορά τεχνικές, οικονομικές ή νομικές λύσεις. Η κατάσταση αυτή μπορεί να εμφανιστεί ιδίως σε σχέση με καινοτόμα έργα, την εκτέλεση σημαντικών έργων υποδομής ολοκληρωμένων μεταφορών, μεγάλα δίκτυα πληροφορικής ή έργα που απαιτούν περίπλοκη και διαρθρωμένη χρηματοδότηση. Τα κράτη μέλη πρέπει επομένως να έχουν τη δυνατότητα να θέτουν το εργαλείο αυτό στη διάθεση των αναθετόντων φορέων. Κατά περίπτωση, οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει να ενθαρρύνονται να ορίζουν επικεφαλής του σχεδίου για την εξασφάλιση καλής συνεργασίας μεταξύ των οικονομικών φορέων και της αναθέτουσας αρχής κατά τη διαδικασία ανάθεσης.

(61)

Λόγω των επιζήμιων επιπτώσεων για τον ανταγωνισμό, οι διαδικασίες με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο σε άκρως εξαιρετικές περιστάσεις. Η εξαίρεση αυτή πρέπει να περιορίζεται σε περιπτώσεις στις οποίες είτε είναι αδύνατη η δημοσίευση, λόγω εξαιρετικά επείγουσας ανάγκης που οφείλεται σε γεγονότα που δεν μπορεί να προβλέψει ή για τα οποία δεν ευθύνεται ο αναθέτων φορέας, είτε είναι σαφές εξαρχής ότι η δημοσίευση δεν θα οδηγήσει σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό ή καλύτερα αποτελέσματα των δημόσιων προμηθειών, μεταξύ άλλων επειδή υπάρχει αντικειμενικά μόνο ένας οικονομικός φορέας που μπορεί να εκτελέσει τη σύμβαση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα έργα τέχνης, όπου η ταυτότητα του καλλιτέχνη συνδέεται άρρηκτα με τον μοναδικό χαρακτήρα και την αξία του έργου τέχνης. Η αποκλειστικότητα μπορεί επίσης να οφείλεται σε άλλους λόγους, αλλά μόνον οι καταστάσεις αντικειμενικής αποκλειστικότητας μπορούν να δικαιολογήσουν τη χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, εφόσον η κατάσταση της αποκλειστικότητας δεν δημιουργήθηκε από τον ίδιο τον αναθέτοντα φορέα με στόχο τη μελλοντική διαδικασία προμηθειών.

Οι αναθέτοντες φορείς που βασίζονται στην εξαίρεση αυτή πρέπει να εξηγήσουν για ποιον λόγο δεν υπάρχουν λογικές εναλλακτικές λύσεις ή υποκατάστατα, όπως η χρήση εναλλακτικών διαύλων διανομής μεταξύ άλλων εκτός του κράτους μέλους του αναθέτοντος φορέα ή η εξέταση συγκρίσιμων από λειτουργικής άποψης έργων, αγαθών και υπηρεσιών.

Στις περιπτώσεις που η κατάσταση της αποκλειστικότητας οφείλεται σε τεχνικούς λόγους, αυτοί θα πρέπει να προσδιορίζονται με ακρίβεια και να αιτιολογούνται κατά περίπτωση. Θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν, επί παραδείγματι, την τεχνική αδυναμία άλλων οικονομικών φορέων να επιτύχουν τις απαιτούμενες επιδόσεις ή την αναγκαιότητα χρήσης ειδικής τεχνογνωσίας, εργαλείων ή μέσων που μόνον ένας οικονομικός φορέας διαθέτει. Οι τεχνικοί λόγοι μπορεί να προέρχονται επίσης από ειδικές απαιτήσεις διαλειτουργικότητας που πρέπει να πληρούνται για να εξασφαλιστεί η λειτουργία των έργων, των αγαθών ή των υπηρεσιών.

Τέλος, η διαδικασία προμήθειας δεν είναι χρήσιμη όταν αγοράζονται άμεσα αγαθά σε αγορά πρώτων υλών, περιλαμβανομένων των χρηματιστηρίων εμπορίας βασικών αγαθών, όπως είναι τα αγροτικά προιόντα, πρώτων υλών και ενέργειας, όπου η πολυμερής ρυθμιζόμενη και εποπτευόμενη εμπορική δομή εγγυάται κατά τρόπο φυσικό τις τιμές της αγοράς.

(62)

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι διατάξεις σχετικά με την προστασία εμπιστευτικών πληροφοριών ουδόλως εμποδίζουν την κοινοποίηση μη εμπιστευτικών τμημάτων συνημμένων συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένων τυχόν επακόλουθων αλλαγών.

(63)

Τα ηλεκτρονικά μέσα πληροφοριών και επικοινωνιών μπορούν να απλουστεύσουν σε μεγάλο βαθμό τη δημοσίευση συμβάσεων και να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα και τη διαφάνεια των διαδικασιών προμήθειας. Θα πρέπει να αποτελέσουν τον συνήθη τρόπο επικοινωνίας και ανταλλαγής πληροφοριών στις διαδικασίες προμήθειας, δεδομένου ότι ενισχύουν σημαντικά τις δυνατότητες των οικονομικών φορέων να συμμετέχουν σε διαδικασίες προμήθειας σε ολόκληρη την εσωτερική αγορά. Για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να καταστούν υποχρεωτικές η διαβίβαση των γνωστοποιήσεων σε ηλεκτρονική μορφή, η ηλεκτρονική διάθεση των εγγράφων της προμήθειας και —μετά από μεταβατική περίοδο 30 μηνών— η πλήρης ηλεκτρονική επικοινωνία, δηλαδή η επικοινωνία με ηλεκτρονικά μέσα σε όλες τις φάσεις της διαδικασίας, περιλαμβανομένης της διαβίβασης αιτήσεων συμμετοχής και ειδικότερα της διαβίβασης των προσφορών (ηλεκτρονική υποβολή). Τα κράτη μέλη και οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να είναι ελεύθεροι να προχωρήσουν περαιτέρω αν το επιθυμούν. Πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι η υποχρεωτική χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας σύμφωνα με την παρούσα οδηγία δεν πρέπει, παρά ταύτα, να υποχρεώνει τους αναθέτοντες φορείς να επεξεργάζονται ηλεκτρονικά τις προσφορές ούτε να καθιστά υποχρεωτική την ηλεκτρονική αξιολόγηση ή την αυτόματη επεξεργασία. Επιπλέον, βάσει της παρούσας οδηγίας, η υποχρέωση χρησιμοποίησης ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας δεν θα πρέπει να ισχύει για κανένα στοιχείο της διαδικασίας δημόσιων προμηθειών μετά την ανάθεση της σύμβασης, ούτε και για την εσωτερική επικοινωνία στο πλαίσιο του αναθέτοντος φορέα.

(64)

Οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει, πλην ορισμένων συγκεκριμένων καταστάσεων, να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, τα οποία δεν επιφέρουν διακρίσεις, είναι γενικά διαθέσιμα και διαλειτουργικά με τα γενικώς χρησιμοποιούμενα προϊόντα τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΙ) και τα οποία δεν περιορίζουν την πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία προμήθειας. Η χρήση των εν λόγω μέσων επικοινωνίας θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη τη δυνατότητα πρόσβασης των ατόμων με αναπηρίες. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η υποχρέωση να χρησιμοποιούνται ηλεκτρονικά μέσα σε όλα τα στάδια της διαδικασίας δημόσιων προμηθειών δεν θα ήταν ενδεδειγμένη στην περίπτωση όπου η χρήση ηλεκτρονικών μέσων απαιτεί ειδικευμένα εργαλεία ή μορφοτύπους αρχείων που δεν είναι γενικώς διαθέσιμοι ή στην περίπτωση όπου οι σχετικές επικοινωνίες μπορούν να γίνουν μόνο με τη χρήση ειδικού εξοπλισμού γραφείου. Οι αναθέτοντες φορείς δεν θα πρέπει συνεπώς να υποχρεούνται να απαιτούν τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας κατά τη διαδικασία υποβολής σε ορισμένες περιπτώσεις, που θα πρέπει να προσδιορίζονται ρητά. Η παρούσα οδηγία ορίζει ότι στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να περιλαμβάνονται καταστάσεις που απαιτούν τη χρήση εξειδικευμένου εξοπλισμού γραφείου που δεν είναι γενικά διαθέσιμος στους αναθέτοντες φορείς, όπως οι εκτυπωτές μεγάλων σχημάτων. Σε ορισμένες διαδικασίες προμηθειών τα σχετικά με την προμήθεια έγγραφα ενδέχεται να απαιτούν την υποβολή φυσικού μοντέλου ή μοντέλου υπό κλίμακα το οποίο δεν μπορεί να υποβληθεί στους αναθέτοντες φορείς με ηλεκτρονικά μέσα. Στις περιπτώσεις αυτές, το μοντέλο πρέπει να αποστέλλεται στους αναθέτοντες φορείς με το ταχυδρομείο ή με άλλο κατάλληλο μέσο.

Διευκρινίζεται ωστόσο ότι η χρήση άλλων μέσων επικοινωνίας θα πρέπει να περιορίζεται στα στοιχεία εκείνα του διαγωνισμού για τα οποία δεν απαιτούνται ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας.

Είναι σκόπιμο να διασαφηνιστεί ότι, όπου κρίνεται απαραίτητο για τεχνικούς λόγους, οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ορίζουν ανώτατο όριο για το μέγεθος των αρχείων που είναι δυνατόν να υποβληθούν.

(65)

Ενδεχομένως θα πρέπει, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να παρέχεται στους αναθέτοντες φορείς η δυνατότητα να μην χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, όταν αυτό απαιτείται για την προστασία του ιδιαίτερα ευαίσθητου χαρακτήρα των πληροφοριών. Τονιστέον ότι ότι, όταν η χρήση ηλεκτρονικών εργαλείων τα οποία δεν είναι γενικά διαθέσιμα μπορεί να παράσχει το απαραίτητο επίπεδο προστασίας, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται τα εργαλεία αυτά, όπως όταν οι αναθέτοντες φορείς απαιτούν τη χρήση ειδικών ασφαλών μέσων επικοινωνίας στα οποία παρέχουν πρόσβαση.

(66)

Οι διαφορετικοί τεχνικοί μορφότυποι ή διαδικασίες και τα διαφορετικά πρότυπα ανταλλαγής μηνυμάτων ενδέχεται να παρεμποδίσουν τη διαλειτουργικότητα, όχι μόνο στο εσωτερικό κάθε κράτους μέλους αλλά και —κυρίως— μεταξύ των κρατών μελών. Για παράδειγμα, προκειμένου να συμμετάσχουν σε διαδικασία προμηθειών στην οποία επιτρέπεται ή απαιτείται η χρήση ηλεκτρονικών καταλόγων, που αποτελούν μορφότυπο για την παρουσίαση και την οργάνωση των πληροφοριών με τρόπο κοινό για όλους τους προσφέροντες και είναι κατάλληλοι για ηλεκτρονική διαχείριση, οι οικονομικοί φορείς θα ήταν αναγκασμένοι, ελλείψει τυποποίησης, να προσαρμόσουν τους καταλόγους τους σε κάθε διαδικασία δημόσιων προμηθειών, πράγμα που σημαίνει την παροχή σχεδόν πανομοιότυπων πληροφοριών με διαφορετικούς μορφότυπους ανάλογα με τις προδιαγραφές των σχετικών αναθετόντων φορέων. Η τυποποίηση λοιπόν των μορφοτύπων του καταλόγου θα βελτιώσει το επίπεδο της διαλειτουργικότητας, θα ενισχύσει την αποτελεσματικότητα και θα μειώσει την απαιτούμενη από τους οικονομικούς φορείς προσπάθεια.

(67)

Όταν η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσον υφίσταται ανάγκη να διασφαλιστεί ή να ενισχυθεί η διαλειτουργικότητα μεταξύ διαφορετικών τεχνικών μορφοτύπων ή διαδικασιών και προτύπων αποστολής μηνυμάτων με την επιβολή της χρήσης συγκεκριμένων προτύπων και, εφόσον διαπιστώσει ότι υφίσταται ανάγκη, διερευνά ποια πρότυπα να επιβάλει, θα πρέπει να λαμβάνει σοβαρότατα υπόψη τις γνώμες των ενδιαφερομένων μερών. Θα πρέπει επίσης να εξετάζει σε ποιον βαθμό έχει ήδη χρησιμοποιηθεί στην πράξη ένα συγκεκριμένο πρότυπο από τους οικονομικούς και τους αναθέτοντες φορείς και πόσο αποτελεσματικό υπήρξε. Προτού επιβάλει τη χρήση συγκεκριμένου προτύπου, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να μελετά προσεκτικά το σχετικό κόστος, ιδίως όσον αφορά την προσαρμογή στις υπάρχουσες λύσεις όσον αφορά την ηλεκτρονική σύναψη συμβάσεων δημόσιων προμηθειών, περιλαμβανομένων των υποδομών, των διαδικασιών και του λογισμικού.

Εάν τα συγκεκριμένα πρότυπα δεν έχουν αναπτυχθεί από διεθνή, ευρωπαϊκό ή εθνικό οργανισμό τυποποίηση, θα πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις για τα πρότυπα των ΤΠΕ που θεσπίζει ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20).

(68)

Προτού καθορίσουν το επίπεδο ασφάλειας που απαιτείται για τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας τα οποία θα χρησιμοποιηθούν στα διάφορα στάδια της διαδικασίας ανάθεσης, τα κράτη μέλη και οι αναθέτοντες φορείς οφείλουν να αξιολογήσουν την αναλογικότητα ανάμεσα, αφενός, στις απαιτήσεις που έχουν ως στόχο να διασφαλιστεί η ορθή και αξιόπιστη ταυτοποίηση των αποστολέων των σχετικών μηνυμάτων καθώς και η αρτιότητα του περιεχομένου τους και, αφετέρου, τον κίνδυνο προβλημάτων, όπως σε περίπτωση που μηνύματα προέρχονται από αποστολέα διαφορετικό αυτού που δηλώνεται. Εάν όλες οι άλλες παράμετροι παραμένουν αμετάβλητες, τούτο σημαίνει ότι το επίπεδο ασφάλειας που απαιτείται, επί παραδείγματι, για ένα ηλεκτρονικό μήνυμα με το οποίο ζητείται επιβεβαίωση της ακριβούς διεύθυνσης στην οποία θα πραγματοποιηθεί μια ενημερωτική συνάντηση δεν πρέπει να ορίζεται στο ίδιο επίπεδο που απαιτείται για την υποβολή της προσφοράς, η οποία είναι δεσμευτική για τον οικονομικό φορέα. Ομοίως, η αξιολόγηση της αναλογικότητας θα μπορούσε να οδηγήσει σε απαίτηση χαμηλότερων επιπέδων ασφάλειας για την εκ νέου υποβολή ηλεκτρονικών καταλόγων ή την υποβολή προσφορών σε ένα πλαίσιο «μίνι» διαγωνισμών εντός συμφωνίας-πλαισίου ή την πρόσβαση σε έγγραφα της προμήθειας.

(69)

Αν και τα βασικά στοιχεία της διαδικασίας προμήθειας, όπως τα έγγραφα της προμήθειας, οι αιτήσεις συμμετοχής, η επιβεβαίωση ενδιαφέροντος και οι προσφορές θα πρέπει να υποβάλλονται πάντοτε γραπτώς, η προφορική επικοινωνία με τους οικονομικούς φορείς θα πρέπει να συνεχίσει να είναι δυνατή, υπό τον όρο ότι το περιεχόμενό της τεκμηριώνεται επαρκώς. Αυτό είναι αναγκαίο προκειμένου να διασφαλίζεται το δέον επίπεδο διαφάνειας που επιτρέπει να επαληθεύεται η τήρηση της αρχής της ίσης μεταχείρισης. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι οι προφορικές επικοινωνίες με τους προσφέροντες οι οποίες ενδέχεται να έχουν αντίκτυπο στο περιεχόμενο και την αξιολόγηση των προσφορών να τεκμηριώνονται επαρκώς και με τα ενδεδειγμένα μέσα, όπως με γραπτές ή ηχητικές καταγραφές ή συνόψεις των βασικών στοιχείων της επικοινωνίας.

(70)

Στις αγορές δημόσιων προμηθειών της Ένωσης παρατηρείται έντονη τάση συγκέντρωσης της ζήτησης από τους αγοραστές του Δημοσίου, με στόχο την επίτευξη οικονομιών κλίμακας, συμπεριλαμβανομένων χαμηλότερων τιμών και εξόδων συναλλαγής, καθώς και την καλύτερη και πιο επαγγελματική διαχείριση των προμηθειών. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσω της συγκέντρωσης των αγορών είτε βάσει του αριθμού των συμμετεχόντων αναθετόντων φορέων είτε βάσει του όγκου και της αξίας τους με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, η συγκέντρωση και η κεντρική διαχείριση των αγορών θα πρέπει να υπόκεινται σε προσεκτική παρακολούθηση, προκειμένου να αποφεύγονται η υπερβολική συγκέντρωση αγοραστικής δύναμης και οι αθέμιτες πρακτικές, και να διαφυλάσσονται η διαφάνεια και ο ανταγωνισμός καθώς και οι ευκαιρίες πρόσβασης στην αγορά για τις ΜΜΕ.

(71)

Η προσφυγή σε συμφωνίες-πλαίσια μπορούν να αποδειχθεί αποτελεσματική τεχνική δημόσιων προμηθειών σε ολόκληρη την Ένωση. Ωστόσο, πρέπει να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός με τη βελτίωση της διαφάνειας και της πρόσβασης σε δημόσιες προμήθειες που συνάπτονται μέσω συμφωνιών-πλαισίων. Είναι επομένως σκόπιμο να αναθεωρηθούν οι εφαρμοστέες στις εν λόγω συμφωνίες διατάξεις, με την πρόβλεψη ιδίως ότι η ανάθεση συγκεκριμένων συμβάσεων με βάση τις συμφωνίες γίνεται βάσει αντικειμενικών κανόνων και κριτηρίων, για παράδειγμα ύστερα από «μίνι διαγωνισμό», και με τον περιορισμό της διάρκειας των συμφωνιών-πλαισίων.

(72)

Πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι, ενώ οι συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνία-πλαίσιο πρέπει να ανατίθενται πριν από την εκπνοή της ισχύος της ίδιας της συμφωνίας-πλαισίου, η διάρκεια των επιμέρους συμβάσεων που βασίζονται σε αυτήν δεν απαιτείται να συμπίπτει με τη διάρκειά της, αλλά μπορεί να είναι, κατά περίπτωση, βραχύτερη ή μακρότερη. Θα πρέπει ιδίως να συνεκτιμώνται, κατά τον καθορισμό της διάρκειας των βασιζόμενων σε συμφωνία-πλαίσιο επιμέρους συμβάσεων, παράγοντες όπως ο απαιτούμενος χρόνος εκτέλεσης, όπου περιλαμβάνεται η συντήρηση εξοπλισμού με προσδόκιμο ωφέλιμης διάρκειας ζωής μεγαλύτερο των οκτώ ετών ή όπου απαιτείται ευρεία εκπαίδευση του προσωπικού για την εκτέλεση της σύμβασης.

Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι μπορεί να υπάρξουν περιπτώσεις στις οποίες η διάρκεια των ίδιων των συμφωνιών-πλαισίων θα πρέπει να μπορεί να υπερβαίνει τα οκτώ έτη. Τέτοιες περιπτώσεις, οι οποίες πρέπει να είναι δεόντως δικαιολογημένες με κριτήριο, ιδίως, το αντικείμενο της συμφωνίας-πλαισίου, ενδέχεται να προκύψουν, για παράδειγμα, όταν οι οικονομικοί φορείς πρέπει να έχουν στη διάθεσή τους εξοπλισμό η περίοδος απόσβεσης του οποίου είναι μεγαλύτερη των οκτώ ετών και ο οποίος πρέπει να είναι διαθέσιμος ανά πάσα στιγμή καθ’ όλη τη διάρκεια της συμφωνίας-πλαισίου. Στο ειδικό πλαίσιο των επιχειρήσεων κοινής ωφελείας που παρέχουν βασικές υπηρεσίες στο κοινό ενδέχεται ενίοτε να απαιτούνται σε ορισμένες όχι μόνο συμβάσεις πλαίσια αλλά και επιμέρους συμβάσεις μεγαλύτερης διάρκειας· για παράδειγμα στην περίπτωση συμφωνιών πλαισίων που αποσκοπούν στην εξασφάλιση της τακτικής και έκτακτης συντήρησης δικτύων η οποία ενδέχεται να απαιτεί τον χειρισμό ακριβού εξοπλισμού από προσωπικό υψηλής εξειδίκευσης με σκοπό την απρόσκοπτη συνέχιση της παροχής των υπηρεσιών και την ελαχιστοποίηση τυχόν προβλημάτων.

(73)

Έχοντας υπόψη την κτηθείσα πείρα, πρέπει επίσης να προσαρμοστούν οι κανόνες που διέπουν τα δυναμικά συστήματα αγορών ώστε να είναι σε θέση οι αναθέτοντες φορείς να αξιοποιούν πλήρως τις δυνατότητες του εν λόγω εργαλείου. Τα συστήματα χρειάζονται απλούστευση· ειδικότερα, θα πρέπει να λειτουργούν υπό μορφή κλειστής διαδικασίας, άρα χωρίς ανάγκη ενδεικτικών προσφορών οι οποίες θεωρούνται ως ένα από τα πλέον επιβαρυντικά στοιχεία των δυναμικών συστημάτων αγορών. Επομένως, οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας υποβάλλει αίτηση συμμετοχής και πληροί τα κριτήρια επιλογής πρέπει να έχει τη δυνατότητα συμμετοχής στις διαδικασίες προμηθειών που διεξάγονται μέσω του δυναμικού συστήματος αγορών καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος του.

Αυτή η τεχνική αγορών επιτρέπει στους αναθέτοντες φορείς να έχουν στη διάθεσή τους ιδιαίτερα ευρύ φάσμα προσφορών και συνεπώς να εξασφαλίζουν την καλύτερη δυνατή χρησιμοποίηση των πόρων μέσω ευρέος ανταγωνισμού σε ό,τι αφορά συνηθισμένα ή έτοιμα προς χρήση προϊόντα, έργα ή υπηρεσίες που είναι κατά κανόνα διαθέσιμα στην αγορά.

(74)

Η εξέταση των εν λόγω αιτήσεων συμμετοχής πρέπει κανονικά να πραγματοποιείται μέσα σε ανώτατο διάστημα 10 εργάσιμων ημερών δεδομένου ότι η αξιολόγηση των κριτηρίων επιλογής θα λάβει χώρα με βάση τις απαιτήσεις τεκμηρίωσης που ορίζουν οι αναθέτοντες φορείς, ενδεχομένως σύμφωνα με τις απλοποιημένες διατάξεις της οδηγίας 2014/24/ΕΕ. Ωστόσο, όταν θεσπίζεται για πρώτη φορά δυναμικό σύστημα αγορών, μετά την πρώτη δημοσίευση της ανακοίνωσης προκήρυξης σύμβασης ή της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, οι αναθέτοντες φορείς πιθανόν να κατακλύζονται από τόσο μεγάλο αριθμό αιτήσεων συμμετοχής που να χρειάζονται περισσότερο χρόνο για την εξέταση των αιτήσεων. Αυτό θα πρέπει να γίνεται δεκτό, υπό τον όρο ότι δεν δρομολογείται συγκεκριμένη προμήθεια πριν εξεταστούν όλες οι αιτήσεις.

Οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να έχουν την ευχέρεια να οργανώνουν τον τρόπο με τον οποίο προτίθενται να εξετάσουν τις αιτήσεις συμμετοχής, για παράδειγμα να αποφασίσουν να πραγματοποιούν την εν λόγω εξέταση μόνο μία φορά τη βδομάδα, με την προϋπόθεση να τηρούνται οι προθεσμίες για την εξέταση κάθε αίτησης. Οι αναθέτοντες φορείς που χρησιμοποιούν τα κριτήρια εξαίρεσης ή επιλογής τα οποία προβλέπονται δυνάμει της οδηγίας 2014/24/ΕΕ στο πλαίσιο δυναμικού συστήματος αγορών οφείλουν να τηρούν τις σχετικές διατάξεις της οδηγίας αυτής όπως οι αναθέτουσες αρχές που διαχειρίζονται δυναμικό σύστημα αγορών σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ.

(75)

Προκειμένου να ενισχυθούν οι δυνατότητες των ΜΜΕ να συμμετέχουν σε δυναμικό σύστημα αγορών μεγάλης κλίμακας, για παράδειγμα σύστημα που λειτουργεί υπό τη διεύθυνση κεντρικής αρχής προμηθειών, η σχετική αναθέτουσα αρχή ή φορέας πρέπει να έχει τη δυνατότητα να διαρθρώσει το σύστημα σε αντικειμενικά προσδιοριζόμενες κατηγορίες προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών. Οι κατηγορίες αυτές θα πρέπει να ορίζονται βάσει αντικειμενικών παραγόντων, όπως, επί παραδείγματι, το μέγιστο επιτρεπόμενο μέγεθος συγκεκριμένων συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν στο πλαίσιο της εν λόγω κατηγορίας ή μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή στην οποία πρόκειται να εκτελεστούν μεταγενέστερες ειδικές συμβάσεις. Όταν ένα δυναμικό σύστημα αγορών διαιρείται σε κατηγορίες, η αναθέτουσα αρχή ή φορέας οφείλει να εφαρμόζει κριτήρια επιλογής αναλογικά με τα χαρακτηριστικά της οικείας κατηγορίας.

(76)

Πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί είναι συνήθως ακατάλληλοι για ορισμένες συμβάσεις έργων και ορισμένες συμβάσεις υπηρεσιών που έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες πνευματικού δημιουργού, όπως ο σχεδιασμός έργων, επειδή μόνο τα στοιχεία που είναι κατάλληλα για αυτόματη αξιολόγηση με ηλεκτρονικά μέσα, χωρίς παρέμβαση ή εκτίμηση του αναθέτοντος φορέα, δηλαδή στοιχεία που μπορούν να προσδιοριστούν ποσοτικά ώστε να εκφραστούν με τη μορφή αριθμών ή ποσοστών επί τοις εκατό, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.

Πρέπει, όμως, να διευκρινιστεί επίσης ότι οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί μπορούν να χρησιμοποιούνται σε διαδικασία προμήθειας για την απόκτηση συγκεκριμένου δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας. Είναι επίσης σκόπιμο να υπενθυμιστεί ότι παρόλο που οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να εφαρμόζουν κριτήρια επιλογής που τους δίνουν τη δυνατότητα να μειώσουν τον αριθμό των υποψηφίων ή προσφερόντων εφόσον δεν έχει αρχίσει ακόμα ο πλειστηριασμός, δεν πρέπει να επιτρέπεται η περαιτέρω μείωση του αριθμού του προσφερόντων που συμμετέχουν στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό μετά την έναρξή του.

(77)

Αναπτύσσονται συνεχώς νέες ηλεκτρονικές τεχνικές αγορών, όπως είναι οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι. Οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι είναι ένας μορφότυπος για την παρουσίαση και την οργάνωση των πληροφοριών κατά τρόπο ο οποίος είναι κοινός για όλους τους προσφέροντες και είναι κατάλληλος για ηλεκτρονική επεξεργασία. Ένα παράδειγμα είναι η παρουσίαση των προσφορών σε λογιστικό φύλλο. Οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να μπορούν να απαιτήσουν ηλεκτρονικούς καταλόγους σε όλες τις διαθέσιμες διαδικασίες όπου απαιτείται η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας. Οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι συμβάλλουν στην ενίσχυση του ανταγωνισμού και στον εξορθολογισμό των δημόσιων προμηθειών, ιδίως με την εξοικονόμηση χρόνου και χρήματος. Εντούτοις, πρέπει να θεσπιστούν ορισμένοι κανόνες για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση της εν λόγω χρήσης με τους κανόνες της παρούσας οδηγίας και με τις αρχές της ίσης μεταχείρισης, της αποφυγής των διακρίσεων και της διαφάνειας. Εν προκειμένω, η χρήση ηλεκτρονικών καταλόγων για την παρουσίαση των προσφορών δεν θα πρέπει να συνεπάγεται ότι τη δυνατότητα των οικονομικών φορέων να περιορίζονται στη διαβίβαση του γενικού τους καταλόγου. Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι υποχρεωμένοι να προσαρμόζουν τους γενικούς τους καταλόγους στην εκάστοτε διαδικασία προμήθειας. Με την εν λόγω προσαρμογή εξασφαλίζεται ότι ο κατάλογος που διαβιβάζεται στο πλαίσιο δεδομένης διαδικασίας προμηθειών περιέχει μόνο προϊόντα, έργα ή υπηρεσίες που οι οικονομικοί φορείς εκτιμούν – ύστερα από προσεκτική εξέταση – ότι αντιστοιχούν στις απαιτήσεις του αναθέτοντος φορέα. Οι οικονομικοί φορείς θα έχουν συνεπώς τη δυνατότητα να αντιγράφουν πληροφορίες από τον γενικό τους κατάλογο, όχι όμως να τον υποβάλλουν ολόκληρο. Επιπλέον, εφόσον παρέχονται ικανοποιητικές εγγυήσεις σχετικά με τη διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας, της ίσης μεταχείρισης και της προβλεψιμότητας, οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να μπορούν να προκηρύσσουν διαγωνισμούς σχετικά με ειδικές αγορές βάσει ηλεκτρονικών καταλόγων που έχουν διαβιβαστεί προηγουμένως, ιδίως όταν εκτελείται νέος διαγωνισμός βάσει συμφωνίας-πλαισίου ή χρησιμοποιείται δυναμικό σύστημα αγορών.

Όταν η προσφορά έχει καταρτιστεί από τον αναθέτοντα φορέα, πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα στον σχετικό οικονομικό φορέα να ελέγχει ότι η εν λόγω προσφορά δεν περιέχει ουσιώδη σφάλματα. Όταν υπάρχουν ουσιώδη σφάλματα, ο οικονομικός φορέας δεν πρέπει να δεσμεύεται από την προσφορά που καταρτίσθηκε από τον αναθέτοντα φορέα, εκτός αν τα σφάλματα διορθωθούν.

Σύμφωνα με τις απαιτήσεις των κανόνων σχετικά με τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, οι αναθέτοντες φορείς δεν θα πρέπει να δυσχεραίνουν αδικαιολόγητα την πρόσβαση των οικονομικών φορέων σε διαδικασίες προμηθειών στις οποίες οι προσφορές πρέπει να υποβάλλονται υπό μορφή ηλεκτρονικών καταλόγων και οι οποίες εγγυώνται τη συμμόρφωση με τις γενικές αρχές αποφυγής των διακρίσεων και ίσης μεταχείρισης.

(78)

Στην πλειονότητα των κρατών μελών χρησιμοποιούνται ολοένα και περισσότερο τεχνικές συγκέντρωσης των προμηθειών. Οι κεντρικές αρχές προμηθειών είναι επιφορτισμένες με την πραγματοποίηση αγορών, τη διαχείριση δυναμικών συστημάτων αγορών ή την ανάθεση συμβάσεων/συμφωνιών-πλαισίων που προορίζονται για άλλες αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς, με ή χωρίς αμοιβή. Οι αναθέτοντες φορείς για τους οποίους συνάπτεται συμφωνία-πλαίσιο θα πρέπει να μπορούν να τη χρησιμοποιούν για μεμονωμένες ή επαναλαμβανόμενες αγορές. Λόγω του μεγάλου όγκου των αγοραζόμενων ποσοτήτων οι τεχνικές αυτές μπορεί να συμβάλουν στην αύξηση του ανταγωνισμού και θα πρέπει να ενισχύσουν την επαγγελματική διαχείριση των δημόσιων αγορών. Πρέπει συνεπώς να προβλεφθεί ενωσιακός ορισμός των κεντρικών αρχών προμηθειών που να αφορά συγκεκριμένα τους αναθέτοντες φορείς και πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι κεντρικές αρχές προμηθειών λειτουργούν με δύο διαφορετικούς τρόπους.

Πρώτον, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ενεργούν ως χονδρέμποροι αγοράζοντας, αποθηκεύοντας και μεταπωλώντας και, δεύτερον, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ενεργούν ως μεσάζοντες που αναθέτουν συμβάσεις, διαχειρίζονται δυναμικά συστήματα αγορών ή συνάπτουν συμφωνίες-πλαίσια που θα χρησιμοποιηθούν από τους αναθέτοντες φορείς.

Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να αναλαμβάνουν τον ρόλο του μεσάζοντα, διεξάγοντας αυτόνομα τις σχετικές διαδικασίες ανάθεσης, χωρίς να λαμβάνουν λεπτομερείς οδηγίες από τους οικείους αναθέτοντες φορείς· σε άλλες περιπτώσεις, μπορούν να διεξάγουν τις διαδικασίες ανάθεσης βάσει οδηγιών από τους οικείους αναθέτοντες φορείς, εξ ονόματός τους και για λογαριασμό τους.

Επιπλέον πρέπει να θεσπιστούν κανόνες σχετικά με τον επιμερισμό της ευθύνης για την τήρηση των δυνάμει της παρούσας οδηγίας υποχρεώσεων, μεταξύ άλλων σε περίπτωση προσφυγών, μεταξύ της κεντρικής αρχής προμηθειών και των αναθετόντων φορέων που πραγματοποιούν αγορές από ή μέσω της αρχής αυτής. Όταν η κεντρική αρχή προμηθειών είναι αποκλειστικά αρμόδια για τη διεξαγωγή των διαδικασιών προμήθειας, θα πρέπει επίσης να έχει την άμεση και αποκλειστική ευθύνη για τη νομιμότητα των διαδικασιών. Όταν ο αναθέτων φορέας εκτελεί ορισμένα τμήματα της διαδικασίας, για παράδειγμα την εκ νέου διεξαγωγή διαγωνισμού βάσει συμφωνίας-πλαισίου ή την ανάθεση μεμονωμένων συμβάσεων βάσει δυναμικού συστήματος αγορών, θα πρέπει να συνεχίσει να φέρει την ευθύνη για τα στάδια που εκτελεί.

(79)

Πρέπει να επιτρέπεται στους αναθέτοντες φορείς να αναθέτουν σύμβαση υπηρεσιών για την παροχή δραστηριοτήτων κεντρικών προμηθειών σε κεντρική αρχή προμηθειών χωρίς να εφαρμόζουν τις διαδικασίες της παρούσας οδηγίας· θα πρέπει επίσης να επιτρέπεται η συμπερίληψη της παροχής δραστηριοτήτων επικουρικών προμηθειών σε τέτοιες συμβάσεις υπηρεσιών. Τέτοιες συμβάσεις υπηρεσιών για την παροχή δραστηριοτήτων επικουρικών προμηθειών, όταν δεν εκτελούνται από κεντρική αρχή προμηθειών σε σχέση με την παροχή από μέρους της δραστηριοτήτων κεντρικών προμηθειών στον σχετικό αναθέτοντα φορέα, πρέπει να ανατίθενται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Πρέπει να υπενθυμιστεί επίσης ότι η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις που παρέχονται μεν κεντρικές ή επικουρικές δραστηριότητες προμηθειών, όχι όμως με σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας που συνιστά προμήθεια κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας.

(80)

Η πρόβλεψη αυστηρότερων διατάξεων για τις κεντρικές αρχές προμηθειών δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να εμποδίζει την τρέχουσα πρακτική των περιστασιακών από κοινού προμηθειών, δηλαδή λιγότερο θεσμοθετημένων και συστηματικών κοινών αγορών ή την καθιερωμένη πρακτική της προσφυγής σε παρόχους υπηρεσιών που προετοιμάζουν και διαχειρίζονται διαδικασίες προμηθειών εξ ονόματος και για λογαριασμό ενός αναθέτοντος φορέα και σύμφωνα με τις οδηγίες του. Αντίθετα, ορισμένα χαρακτηριστικά των από κοινού προμηθειών θα πρέπει να διευκρινιστούν λόγω του σημαντικού ρόλου που μπορούν να διαδραματίζουν οι συγκεκριμένες προμήθειες, μεταξύ άλλων, και όσον αφορά τα καινοτόμα έργα.

Οι από κοινού προμήθειες μπορούν να λάβουν διάφορες μορφές που κυμαίνονται από τις συντονισμένες προμήθειες με την προετοιμασία κοινών τεχνικών προδιαγραφών για έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που θα αποτελέσουν αντικείμενο προμήθειας από διάφορους αναθέτοντες φορείς, καθένας εκ των οποίων διεξάγει διαφορετική διαδικασία προμηθειών, μέχρι την περίπτωση οι σχετικοί αναθέτοντες φορείς να διεξαγάγουν κοινή διαδικασία δημόσιων προμηθειών είτε ενεργώντας από κοινού είτε αναθέτοντας τη διαχείριση της διαδικασίας προμηθειών σε έναν αναθέτοντα φορέα για λογαριασμό όλων των υπολοίπων.

Όταν διάφοροι αναθέτοντες φορείς διεξάγουν κοινή διαδικασία προμηθειών, είναι από κοινού υπεύθυνοι για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, όταν μόνο ορισμένα μέρη της διαδικασίας προμηθειών διεξάγονται από κοινού από τους αναθέτοντες φορείς, η κοινή ευθύνη ισχύει μόνο για τα μέρη της διαδικασίας που διεξήχθησαν από κοινού. Κάθε αναθέτων φορέας πρέπει να φέρει την αποκλειστική ευθύνη σε ό,τι αφορά διαδικασίες ή μέρη διαδικασιών που διεξάγει μόνος του, όπως την ανάθεση σύμβασης, τη σύναψη συμφωνίας-πλαισίου, τη διαχείριση δυναμικού συστήματος αγορών ή την εκ νέου διεξαγωγή διαγωνισμού βάσει συμφωνίας-πλαισίου.

(81)

Τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας προσφέρονται ιδιαίτερα για την υποστήριξη πρακτικών και εργαλείων συγκέντρωσης των προμηθειών, χάρη στη δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης και αυτόματης επεξεργασίας δεδομένων που προσφέρουν, καθώς και στην ελαχιστοποίηση του κόστους πληροφόρησης και συναλλαγών. Συνεπώς, σε πρώτο στάδιο, η χρήση των εν λόγω ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας θα πρέπει να καταστεί υποχρεωτική για τις κεντρικές αρχές προμηθειών, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να διευκολυνθεί η εφαρμογή συγκλινουσών πρακτικών σε ολόκληρη την Ένωση. Στη συνέχεια, θα πρέπει να θεσπιστεί γενική υποχρέωση χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας σε όλες τις διαδικασίες προμήθειας, μετά από μεταβατική περίοδο 30 μηνών.

(82)

Η από κοινού ανάθεση συμβάσεων από αναθέτοντες φορείς διαφορετικών κρατών μελών προσκρούει επί του παρόντος σε συγκεκριμένες νομικές δυσκολίες όσον αφορά τις συγκρούσεις εθνικών νομοθεσιών. Παρά το γεγονός ότι η οδηγία 2004/17/ΕΚ επέτρεψε σιωπηρά τις διασυνοριακές κοινές δημόσιες προμήθειες, οι αναθέτοντες φορείς εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικές νομικές και πρακτικές δυσκολίες κατά τις αγορές τους από κεντρικές αρχές προμηθειών σε άλλα κράτη μέλη ή κατά την από κοινού ανάθεση συμβάσεων. Προκειμένου να επιτραπεί στους αναθέτοντες φορείς να αντλήσουν τα μέγιστα οφέλη από τις δυνατότητες της εσωτερικής αγοράς όσον αφορά τις οικονομίες κλίμακας και τον διαμοιρασμό των κινδύνων και των ωφελειών, μεταξύ άλλων και για καινοτόμα έργα που εμπεριέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από αυτόν που μπορεί ευλόγως να αναλάβει ένας αναθέτων φορέας μεμονωμένα, τα εν λόγω προβλήματα πρέπει να λυθούν. Συνεπώς πρέπει να θεσπιστούν νέοι κανόνες για τις διασυνοριακές κοινές δημόσιες προμήθειες ώστε να διευκολυνθεί η συνεργασία ανάμεσα στους αναθέτοντες φορείς και να ενισχυθούν τα οφέλη της εσωτερικής αγοράς με τη δημιουργία διασυνοριακών επιχειρηματικών ευκαιριών για προμηθευτές και παρόχους υπηρεσιών. Οι εν λόγω κανόνες πρέπει να καθορίζουν τις προϋποθέσεις για τη διασυνοριακή χρήση των κεντρικών αρχών προμηθειών και να ορίζουν την εφαρμοστέα νομοθεσία για τις δημόσιες προμήθειες, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμοστέας νομοθεσίας για την άσκηση προσφυγών, στην περίπτωση κοινών διασυνοριακών διαδικασιών, συμπληρώνοντας τους κανόνες για τη σύγκρουση νόμων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21). Επιπλέον, οι αναθέτοντες φορείς διαφορετικών κρατών μελών θα πρέπει να μπορούν να συγκροτούν κοινούς νομικούς φορείς δυνάμει του εθνικού δικαίου ή του δικαίου της Ένωσης. Θα πρέπει να οριστούν ειδικοί κανόνες για κοινές προμήθειες αυτού του είδους.

Ωστόσο οι αναθέτοντες φορείς δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν τις δυνατότητες διασυνοριακών από κοινού δημόσιων προμηθειών για να παρακάμπτουν τους σύμφωνους προς το δίκαιο της Ένωσης υποχρεωτικούς κανόνες δημόσιου δικαίου από τους οποίους διέπονται στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένοι. Οι κανόνες αυτοί μπορούν να περιλαμβάνουν, επί παραδείγματι, διατάξεις περί διαφάνειας και πρόσβασης στα έγγραφα ή ειδικές απαιτήσεις για την ιχνηλασιμότητα ευαίσθητων αγαθών.

(83)

Οι τεχνικές προδιαγραφές που καθορίζονται από τους αγοραστές θα πρέπει να επιτρέπουν το άνοιγμα των δημόσιων συμβάσεων στον ανταγωνισμό καθώς και την επίτευξη των στόχων βιωσιμότητας. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να είναι δυνατή η υποβολή προσφορών που αντικατοπτρίζουν την ποικιλία των τεχνικών λύσεων, προτύπων και τεχνικών προδιαγραφών στην αγορά, συμπεριλαμβανομένων όσων καταρτίζονται με βάση κριτήρια επιδόσεων που συνδέονται με τον κύκλο ζωής και τη βιωσιμότητα της διαδικασίας παραγωγής των έργων, αγαθών και υπηρεσιών.

Κατά συνέπεια, οι τεχνικές προδιαγραφές θα πρέπει να καταρτίζονται κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται ο τεχνητός περιορισμός του ανταγωνισμού μέσω απαιτήσεων που να ευνοούν συγκεκριμένο οικονομικό φορέα, αντικατοπτρίζοντας βασικά χαρακτηριστικά των αγαθών, υπηρεσιών ή έργων που παρέχονται συνήθως από τον εν λόγω οικονομικό φορέα. Η κατάρτιση των τεχνικών προδιαγραφών με κριτήριο τις απαιτήσεις λειτουργίας και επιδόσεων γενικά επιτρέπει την επίτευξη του ανωτέρω στόχου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Οι απαιτήσεις λειτουργίας και επιδόσεων συνιστούν επίσης ενδεδειγμένα μέσα για την προώθηση της καινοτομίας στις δημόσιες προμήθειες και θα πρέπει να χρησιμοποιούνται όσο το δυνατόν εκτενέστερα. Όταν γίνεται αναφορά σε ευρωπαϊκό πρότυπο ή, ελλείψει αυτού, σε εθνικό πρότυπο, θα πρέπει να εξετάζονται από τους αναθέτοντες φορείς προσφορές βασιζόμενες σε άλλες ισοδύναμες λύσεις που πληρούν τις απαιτήσεις των αναθετόντων φορέων και είναι ισοδύναμες από άποψη ασφάλειας. Υπεύθυνος για την απόδειξη της ισοδυναμίας με το απαιτούμενο σήμα θα πρέπει να είναι ο οικονομικός φορέας.

Για την απόδειξη της ισοδυναμίας, θα πρέπει να είναι δυνατόν να υποχρεωθούν οι προσφέροντες να υποβάλουν στοιχεία επαληθευμένα από τρίτους. Ωστόσο, θα πρέπει επίσης να επιτρέπονται άλλα ενδεδειγμένα αποδεικτικά μέσα, όπως ο τεχνικός φάκελος του κατασκευαστή, εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας δεν έχει πρόσβαση στα εν λόγω πιστοποιητικά ή εκθέσεις δοκιμών ούτε δυνατότητα να τα αποκτήσει εντός των σχετικών προθεσμιών, υπό την προϋπόθεση ότι ο συγκεκριμένος οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι τα έργα, τα αγαθά και οι υπηρεσίες πληρούν τις απαιτήσεις ή τα κριτήρια που προβλέπονται στις τεχνικές προδιαγραφές, τα κριτήρια ανάθεσης ή τους όρους εκτέλεσης σύμβασης.

(84)

Για όλες τις δημόσιες προμήθειες που προορίζονται για χρήση από πρόσωπα, είτε πρόκειται για το ευρύ κοινό είτε για το προσωπικό του αναθέτοντος φορέα, θα πρέπει να ορίζονται —εκτός από δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις— τεχνικές προδιαγραφές από τους αναθέτοντες φορείς προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη κριτήρια πρόσβασης ατόμων με αναπηρίες ή σχεδιασμού για όλους τους χρήστες.

(85)

Οι αναθέτοντες φορείς που επιθυμούν να αγοράσουν έργα, αγαθά ή υπηρεσίες με συγκεκριμένα περιβαλλοντικά, κοινωνικά ή άλλα χαρακτηριστικά πρέπει να είναι σε θέση να αναφέρουν συγκεκριμένα σήματα, όπως το ευρωπαϊκό οικολογικό σήμα, τα (πολυ)εθνικά οικολογικά σήματα ή οποιοδήποτε άλλο σήμα, με την προϋπόθεση ότι οι απαιτήσεις για την απόκτηση του σήματος συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης, όπως είναι η περιγραφή του προϊόντος και η παρουσίασή του, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων συσκευασίας. Επιπλέον, είναι ιδιαίτερα σημαντικό οι εν λόγω απαιτήσεις να ορίζονται και να υιοθετούνται βάσει αντικειμενικά επαληθεύσιμων κριτηρίων, μέσω διαδικασίας στην οποία έχουν δικαίωμα συμμετοχής οι ενδιαφερόμενοι, όπως κυβερνητικοί οργανισμοί, καταναλωτές, κατασκευαστές, διανομείς ή περιβαλλοντικές οργανώσεις, και το σήμα να είναι προσιτό και διαθέσιμο σε όλους τους ενδιαφερόμενους. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι ενδιαφερόμενοι φορείς θα μπορούσαν να είναι δημόσιοι ή ιδιωτικοί φορείς, επιχειρήσεις ή κάθε είδους μη κυβερνητικοί οργανισμοί (οργανισμός ο οποίος δεν ανήκει σε κυβέρνηση και δεν είναι συμβατική κερδοσκοπική επιχείρηση).

Επίσης, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι συγκεκριμένοι εθνικοί ή κυβερνητικοί φορείς ή οργανισμοί μπορούν να συμμετέχουν στην κατάρτιση απαιτήσεων σήματος που μπορούν να χρησιμοποιούνται σε σχέση με την προμήθεια από τις δημόσιες αρχές χωρίς οι εν λόγω φορείς και οργανισμοί να απολέσουν το καθεστώς τους ως τρίτων μερών. Οι αναφορές στα σήματα δεν θα πρέπει να συνεπάγονται περιορισμό της καινοτομίας.

(86)

Κατά την κατάρτιση τεχνικών προδιαγραφών, οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις απαιτήσεις που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης στον τομέα της προστασίας δεδομένων, ιδίως όσον αφορά το σχεδιασμό της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων (προστασία δεδομένων από το σχεδιασμό).

(87)

Οι δημόσιες προμήθειες θα πρέπει να προσαρμόζονται στις ανάγκες των ΜΜΕ. Οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να ενθαρρύνονται να χρησιμοποιούν τον Κώδικα Βέλτιστων Πρακτικών που περιλαμβάνεται στο έγγραφο εργασίας της Επιτροπής, της 25ης Ιουνίου 2008, με τίτλο «Ευρωπαϊκός Κώδικας Βέλτιστων Πρακτικών για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των ΜΜΕ στις συμβάσεις δημόσιων προμηθειών», παρέχοντας κατευθυντήριες γραμμές για τον τρόπο εφαρμογής του πλαισίου δημόσιων προμηθειών κατά τρόπο που διευκολύνει τη συμμετοχή των ΜΜΕ. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να προβλέπεται ρητά η δυνατότητα υποδιαίρεσης των συμβάσεων σε παρτίδες. Η υποδιαίρεση αυτή θα μπορούσε να γίνεται είτε σε ποσοτική βάση, ώστε το μέγεθος των επιμέρους συμβάσεων να αντιστοιχεί καλύτερα στις δυνατότητες των ΜΜΕ, είτε σε ποιοτική βάση, αναλόγως του είδους και των διαθέσιμων εξειδικεύσεων, ώστε να προσαρμόζεται καλύτερα το περιεχόμενο των επιμέρους συμβάσεων στους εξειδικευμένους τομείς των ΜΜΕ και/ή σύμφωνα με τις διαδοχικές φάσεις των σχεδίων. Το μέγεθος και το αντικείμενο των παρτίδων πρέπει να καθορίζεται χωρίς περιορισμούς από τον αναθέτοντα φορέα ο οποίος, σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες που αφορούν τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της δημόσιας προμήθειας, πρέπει να έχει επίσης τη δυνατότητα να αναθέτει ορισμένες από τις παρτίδες χωρίς να εφαρμόζει τις διαδικασίες της παρούσας οδηγίας.

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να παραμείνουν ελεύθερα να διευκολύνουν περαιτέρω τη συμμετοχή των ΜΜΕ στην αγορά δημόσιων προμηθειών θεσπίζοντας την υποχρέωση να εξετάζεται η σκοπιμότητα της υποδιαίρεσης συμβάσεων σε παρτίδες, δηλαδή μικρότερες συμβάσεις, ζητώντας από τους αναθέτοντες φορείς να αιτιολογούν απόφασή τους να μην υποδιαιρέσουν σύμβαση σε παρτίδες ή καθιστώντας την υποδιαίρεση σε παρτίδες υποχρεωτική υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Για τον ίδιο σκοπό, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να έχουν την ελευθερία να προβλέπουν μηχανισμούς για απευθείας πληρωμές σε υπεργολάβους.

(88)

Όταν οι συμβάσεις υποδιαιρούνται σε παρτίδες, οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να έχουν την ευχέρεια να περιορίσουν τον αριθμό των παρτίδων για τις οποίες μπορεί να υποβάλει προσφορά ένας οικονομικός φορέας, παραδείγματος χάρη για να διατηρήσουν τον ανταγωνισμό ή να διασφαλίσουν τη σταθερότητα του εφοδιασμού· θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να περιορίζουν τον αριθμό των παρτίδων που μπορούν να ανατεθούν σε έναν προσφέροντα.

Ωστόσο, ο στόχος της διευκόλυνσης της μεγαλύτερης πρόσβασης των ΜΜΕ στις δημόσιες προμήθειες ενδέχεται να υπονομευθεί, εάν οι αναθέτοντες φορείς υποχρεωθούν να αναθέτουν τη σύμβαση ανά παρτίδα ακόμη και όταν αυτό συνεπάγεται την αποδοχή λύσεων ουσιωδώς λιγότερο πλεονεκτικών σε σχέση με σύμβαση η οποία συγκεντρώνει διάφορες ή όλες τις παρτίδες. Όταν η δυνατότητα εφαρμογής της μεθόδου αυτής έχει ήδη αναφερθεί ρητά προηγουμένως, οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διενεργήσουν συγκριτική αξιολόγηση των προσφορών, ούτως ώστε να καθορισθεί αν οι προσφορές συγκεκριμένου προσφέροντος για συγκεκριμένο συνδυασμό παρτίδων πληρούν, ως σύνολο, τα κριτήρια ανάθεσης που θέτει η παρούσα οδηγία, όσον αφορά τις εν λόγω παρτίδες, καλύτερα από τις προσφορές των χωριστών παρτίδων, μεμονωμένα. Εάν ναι, οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αναθέτουν σύμβαση που συνδυάζει τις εν λόγω παρτίδες στον συγκεκριμένο προσφέροντα. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να διενεργήσουν τη συγκριτική αξιολόγηση, πρώτον, καθορίζοντας ποιες προσφορές πληρούν με τον καλύτερο τρόπο τα κριτήρια ανάθεσης για κάθε χωριστή παρτίδα και στη συνέχεια συγκρίνοντάς τις με τις προσφορές που έχουν υποβληθεί από συγκεκριμένο προσφέροντα για συγκεκριμένο συνδυασμό παρτίδων, ως σύνολο.

(89)

Προκειμένου οι διαδικασίες να γίνουν ταχύτερες και αποτελεσματικότερες, οι προθεσμίες για τη συμμετοχή σε διαδικασίες προμηθειών θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν μικρότερες και να μην δημιουργούν περιττούς φραγμούς στην πρόσβαση οικονομικών φορέων προερχόμενων από την εσωτερική αγορά και ιδίως ΜΜΕ. Πρέπει συνεπώς να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι, όταν καθορίζονται οι προθεσμίες για την παραλαβή προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής, οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να έχουν ιδίως κατά νου την πολυπλοκότητα της σύμβασης και τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προσφορών, ακόμα κι αν αυτό συνεπάγεται τον καθορισμό προθεσμιών που είναι μεγαλύτερες από τα ελάχιστα όρια που προβλέπει η παρούσα οδηγία. Από την άλλη πλευρά, η χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληροφοριών και επικοινωνιών και ειδικότερα η διαθεσιμότητα όλων των εγγράφων της προμήθειας σε ηλεκτρονική μορφή σε όλους τους οικονομικούς φορείς, τους προσφέροντες και τους υποψηφίους καθώς και η ηλεκτρονική διαβίβαση των ανακοινώσεων οδηγούν σε αυξημένη διαφάνεια και εξοικονόμηση χρόνου. Κατά συνέπεια, πρέπει να προβλεφθεί η μείωση των ελάχιστων χρονικών ορίων που ισχύουν για τις ανοιχτές διαδικασίες σύμφωνα με τους κανόνες που θέτει η ΣΔΠ και με την προϋπόθεση να είναι συμβατά με τον συγκεκριμένο τρόπο διαβίβασης που προβλέπεται σε ενωσιακό επίπεδο. Επιπλέον οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να μειώσουν περαιτέρω τις προθεσμίες για την παραλαβή των προσφορών σε ανοιχτές διαδικασίες σε περιπτώσεις όπου λόγω επιτακτικής ανάγκης είναι ανέφικτη η τήρηση της κανονικής προθεσμίας σε ανοιχτές διαδικασίες, αλλά παραμένει δυνατή η διεξαγωγή ανοιχτής διαδικασίας με μικρότερη προθεσμία. Μόνο όταν σε εξαιρετικές περιπτώσεις κατεπείγουσας ανάγκης λόγω γεγονότων που δεν θα μπορούσαν να έχουν προβλεφθεί από τον σχετικό αναθέτοντα φορέα ούτε οφείλονται σε δική του υπαιτιότητα καθίσταται αδύνατη η διεξαγωγή κανονικής διαδικασίας ακόμα και με μικρότερες προθεσμίες, οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να έχουν τη δυνατότητα, στον βαθμό που είναι απολύτως αναγκαίο, να αναθέτουν συμβάσεις με διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού. Αυτό μπορεί να συμβεί σε περίπτωση φυσικών καταστροφών, όπου απαιτείται άμεση δράση.

(90)

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η ανάγκη να διασφαλιστεί ότι οι οικονομικοί φορείς διαθέτουν επαρκή χρόνο για την κατάρτιση κατάλληλων προσφορών μπορεί να έχει ως συνέπεια ότι η προθεσμία που ορίστηκε αρχικά θα πρέπει να παραταθεί. Η περίπτωση αυτή συντρέχει ιδίως όταν γίνονται σημαντικές αλλαγές στα έγγραφα της προμήθειας. Θα πρέπει επίσης, στο πλαίσιο αυτό, να διευκρινιστεί ότι ως σημαντικές αλλαγές νοούνται, ιδίως όσον αφορά τις τεχνικές προδιαγραφές, οι αλλαγές ως προς τις οποίες οι οικονομικοί φορείς χρειάζονται επιπλέον χρόνο προκειμένου να τις κατανοήσουν και να ανταποκριθούν καταλλήλως. Θα πρέπει ωστόσο να καταστεί σαφές ότι οι αλλαγές αυτές δεν θα πρέπει να είναι τόσο ουσιώδεις ώστε να σημαίνουν ότι θα είχε επιτραπεί η συμμετοχή άλλων υποψηφίων, πέραν αυτών που είχαν αρχικά επιλεγεί, ή ότι η διαδικασία προμήθειας θα είχε προσελκύσει και άλλους φορείς για να συμμετάσχουν σε αυτήν. Η περίπτωση αυτή συντρέχει, ιδίως, όταν οι αλλαγές καθιστούν τη σύμβαση ή τη συμφωνία-πλαίσιο ουσιωδώς διαφορετική ως προς τον χαρακτήρα της, σε σχέση με αυτήν που είχε αρχικά προβλεφθεί στα έγγραφα προμήθειας.

(91)

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι πληροφορίες που αφορούν ορισμένες αποφάσεις οι οποίες ελήφθησαν κατά τη διάρκεια διαδικασίας προμηθειών, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης να μην ανατεθεί μια σύμβαση ή να μην συναφθεί συμφωνία-πλαίσιο, πρέπει να αποστέλλονται από τους αναθέτοντες φορείς, χωρίς οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες να πρέπει να ζητήσουν τις πληροφορίες αυτές. Υπενθυμίζεται επίσης ότι η οδηγία 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου (22) προβλέπει υποχρέωση των αναθετόντων φορέων, και πάλι χωρίς να χρειάζεται να το ζητήσουν οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες, να παρέχουν στους σχετικούς υποψήφιους και προσφέροντες σύνοψη του σκεπτικού στο οποίο βασίστηκαν ορισμένες από τις πιο σημαντικές αποφάσεις που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια διαδικασίας προμηθειών. Πρέπει τέλος να διασαφηνιστεί ότι οι υποψήφιοι και οι προσφέροντες θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν πιο λεπτομερείς πληροφορίες όσον αφορά το εν λόγω σκεπτικό, τις οποίες οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να είναι υποχρεωμένοι να δώσουν, εκτός αν υφίστανται σημαντικοί λόγοι να μην το πράξουν. Οι λόγοι αυτοί θα πρέπει να ορίζονται στην παρούσα οδηγία. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η απαραίτητη διαφάνεια στο πλαίσιο διαδικασιών προμηθειών που περιλαμβάνουν διαπραγματεύσεις και διάλογο με τους προσφέροντες, οι προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτή προσφορά πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα, μέσα στις ίδιες προθεσμίες, να ζητούν πληροφορίες σχετικά με τη διεξαγωγή και την πρόοδο της διαδικασίας, εκτός αν υπάρχουν σοβαροί λόγοι περί του αντιθέτου.

(92)

Εφόσον συνάδει με την ανάγκη να εξασφαλιστεί ο στόχος ορθής εμπορικής πρακτικής παράλληλα με το μέγιστο περιθώριο ευελιξίας, κρίνεται σκόπιμο να προβλέπεται η εφαρμογή της οδηγίας 2014/24/ΕΕ όσον αφορά τις απαιτήσεις σχετικά με την οικονομική και χρηματοπιστωτική ικανότητα και τα αποδεικτικά έγγραφα. Οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει συνεπώς να μπορούν να εφαρμόζουν τα κριτήρια επιλογής που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία και, στις περιπτώσεις που το πράττουν, θα πρέπει να είναι υποχρεωμένοι στη συνέχεια να εφαρμόζουν άλλες σχετικές διατάξεις που αφορούν ιδιαίτερα το ανώτατο όριο των απαιτήσεων σχετικά με τον ελάχιστο κύκλο εργασιών καθώς και τη χρησιμοποίηση του Ευρωπαϊκού Ενιαίου Έγγραφου Προμήθειας.

(93)

Οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να μπορούν να απαιτούν την εφαρμογή μέτρων ή συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης κατά την εκτέλεση σύμβασης. Τα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης, ασχέτως αν καταγράφονται δυνάμει πράξεων της Ένωσης, όπως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (23), μπορούν να καταδεικνύουν την τεχνική ικανότητα του οικονομικού φορέα να εκτελέσει τη σύμβαση. Η περιγραφή, από πλευράς του οικονομικού φορέα, των μέτρων που εφαρμόζει ώστε να διασφαλίσει ταυτόσημο επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος θα πρέπει να γίνεται δεκτή ως εναλλακτικό αποδεικτικό μέσο αντίστοιχο των καταγεγραμμένων συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης, εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας δεν έχει πρόσβαση στα εν λόγω καταγεγραμμένα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης ή δεν έχει τη δυνατότητα να αποκτήσει την εν λόγω πρόσβαση εντός των σχετικών προθεσμιών.

(94)

Η έννοια των κριτηρίων ανάθεσης είναι κεντρική στην παρούσα οδηγία και είναι, ως εκ τούτου, σημαντικό να εκτίθενται οι σχετικές διατάξεις με τον πλέον απλό και ομαλό τρόπο. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση του όρου: «η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά» ως κυρίαρχης έννοιας, καθώς η τελική επιλογή των αναδόχων θα πρέπει να γίνει σύμφωνα με την κρίση του επιμέρους αναθέτοντος φορέα περί της οικονομικά καλύτερης λύσης μεταξύ αυτών που προσφέρονται. Προς αποφυγή σύγχυσης με το κριτήριο ανάθεσης που είναι σήμερα γνωστό ως «η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά» στις οδηγίες 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ, θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί διαφορετικός όρος για την κάλυψη αυτής της έννοιας, η «βέλτιστη σχέση τιμής-ποιότητας». Συνεπώς, θα πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με τη σχετική νομολογία που αφορά τις οδηγίες αυτές, εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου η παρούσα οδηγία προβλέπει λύση σαφώς διαφορετική ως προς την ουσία.

(95)

Η ανάθεση της σύμβασης θα πρέπει να πραγματοποιείται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τις αρχές της διαφάνειας, της αποφυγής των διακρίσεων και της ίσης μεταχείρισης, με σκοπό να διασφαλίζεται αντικειμενική σύγκριση της σχετικής αξίας των προσφορών, ώστε να προσδιορίζεται, σε συνθήκες πραγματικού ανταγωνισμού, ποια προσφορά είναι η πιο συμφέρουσα από οικονομική άποψη. Θα πρέπει να προβλέπεται ρητά ότι η πιο συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά θα πρέπει να εκτιμάται βάσει της βέλτιστης σχέσης τιμής-ποιότητας που θα πρέπει πάντοτε να περιλαμβάνει στοιχείο σχετικό με την τιμή ή το κόστος. Θα πρέπει επιπλέον να διευκρινιστεί ότι η πιο συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά θα μπορούσε επίσης να εκτιμάται με αποκλειστικό γνώμονα την τιμή ή τη σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας. Είναι επίσης σκόπιμο να υπενθυμιστεί ότι οι αναθέτοντες φορείς είναι ελεύθεροι να ορίζουν κατάλληλα ποιοτικά πρότυπα μέσω τεχνικών προδιαγραφών ή μέσω των όρων εκτέλεσης της σύμβασης.

Προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα των δημόσιων προμηθειών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να απαγορεύουν ή να περιορίζουν τη χρήση της τιμής ή του κόστους ως αποκλειστικού κριτηρίου για την αξιολόγηση της πιο οικονομικά συμφέρουσας προσφοράς, εφόσον το κρίνουν σκόπιμο.

Προκειμένου να τηρείται η αρχή της ίσης μεταχείρισης κατά την ανάθεση συμβάσεων, οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να υποχρεούνται να εξασφαλίζουν την αναγκαία διαφάνεια ώστε όλοι οι προσφέροντες να ενημερώνονται σε ικανοποιητικό βαθμό σχετικά με τα κριτήρια και τις ρυθμίσεις που θα ισχύσουν κατά την απόφαση ανάθεσης της σύμβασης. Οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει συνεπώς να έχουν την υποχρέωση να προσδιορίζουν τα κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης και τη σχετική στάθμιση που αποδίδεται σε καθένα από τα κριτήρια αυτά. Οι αναθέτοντες φορείς πρέπει ωστόσο να έχουν τη δυνατότητα να παρεκκλίνουν από την υποχρέωση να αναφέρουν τη στάθμιση των κριτηρίων ανάθεσης σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, τεκμηριώνοντας την απόφασή τους αυτή, εφόσον η στάθμιση δεν μπορεί να προσδιοριστεί εκ των προτέρων, λόγω ιδίως της πολυπλοκότητας της σύμβασης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, θα πρέπει να αναφέρουν τα κριτήρια σε φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας.

(96)

Το άρθρο 11 ΣΛΕΕ προβλέπει ότι οι απαιτήσεις περιβαλλοντικής προστασίας πρέπει να ενταχθούν στον καθορισμό και την εφαρμογή των πολιτικών και δράσεων της Ένωσης, ιδίως προκειμένου να προωθηθεί η αειφόρος ανάπτυξη. Η παρούσα οδηγία διευκρινίζει με ποιον τρόπο οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να συμβάλλουν στην προστασία του περιβάλλοντος και στην προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης, ενώ ταυτόχρονα εγγυάται στους φορείς αυτούς τη δυνατότητα να επιτυγχάνουν την καλύτερη σχέση ποιότητας/τιμής για τις συμβάσεις τους.

(97)

Κατά την εκτίμηση της καλύτερης αναλογίας τιμής-ποιότητας, οι αναθέτοντες φορείς οφείλουν να ορίζουν τα οικονομικά και ποιοτικά κριτήρια ανάθεσης που σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης βάσει των οποίων θα αξιολογήσουν τις προσφορές, προκειμένου να επιλεγεί η πλέον οικονομικά συμφέρουσα για τον αναθέτοντα φορέα προσφορά. Τα εν λόγω κριτήρια πρέπει συνεπώς να επιτρέπουν τη συγκριτική αξιολόγηση του επιπέδου εκτέλεσης που παρουσιάζει κάθε προσφορά σε σχέση με το αντικείμενο της σύμβασης, όπως αυτό ορίζεται στις τεχνικές προδιαγραφές. Όσον αφορά την καλύτερη αναλογία τιμής-ποιότητας, στην παρούσα οδηγία παρατίθεται μη εξαντλητικός κατάλογος πιθανών κριτηρίων ανάθεσης. Οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να ενθαρρύνονται να επιλέξουν κριτήρια ανάθεσης τα οποία να τους επιτρέπουν να αποκτήσουν έργα, αγαθά και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας που είναι τα πλέον κατάλληλα για τις ανάγκες τους.

Τα επιλεγμένα κριτήρια ανάθεσης δεν θα πρέπει να παρέχουν στον αναθέτοντα φορέα απεριόριστη ελευθερία επιλογής και πρέπει να διασφαλίζουν τη δυνατότητα πραγματικού και θεμιτού ανταγωνισμού και να συνοδεύονται από απαιτήσεις που επιτρέπουν να εξακριβώνονται πραγματικά οι πληροφορίες που παρέχονται από τους προσφέροντες.

Για να προσδιοριστεί η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, η απόφαση ανάθεσης της σύμβασης δεν θα πρέπει να βασίζεται αποκλειστικά σε μη κοστολογικά κριτήρια. Τα ποιοτικά κριτήρια θα πρέπει συνεπώς να συνοδεύονται από κοστολογικό κριτήριο το οποίο θα μπορούσε, κατ’ επιλογή του αναθέτοντος φορέα, να είναι είτε η τιμή είτε προσέγγιση βασιζόμενη στη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, όπως, επί παραδείγματι, η κοστολόγηση του κύκλου ζωής. Τα κριτήρια ανάθεσης δεν θα πρέπει, ωστόσο, να θίγουν την εφαρμογή εθνικών διατάξεων που καθορίζουν τις αμοιβές για ορισμένες υπηρεσίες ή σταθερές τιμές για ορισμένα αγαθά.

(98)

Όπου οι εθνικές διατάξεις καθορίζουν την αμοιβή για ορισμένες υπηρεσίες ή τις τιμές ορισμένων αγαθών, θα πρέπει να διευκρινίζεται ότι εξακολουθεί να είναι δυνατή η αποτίμηση της σχέσης ποιότητας-τιμής βάσει και άλλων παραγόντων πέραν της τιμής μόνον ή της αμοιβής. Ανάλογα με τη σχετική υπηρεσία ή προϊόν, στους παράγοντες αυτούς μπορεί, για παράδειγμα, να περιλαμβάνονται οι όροι παράδοσης και πληρωμής, θέματα σχετικά με την εξυπηρέτηση μετά την πώληση (π.χ. προβλεπόμενες συμβουλευτικές υπηρεσίες και υπηρεσίες αντικατάστασης) ή περιβαλλοντικές ή κοινωνικές πτυχές (π.χ. αν έχουν τυπωθεί βιβλία σε ανακυκλωμένο χαρτί ή χαρτί που έχει παραχθεί με αειφόρο εκμετάλλευση της ξυλείας, οι δαπάνες που οφείλονται σε περιβαλλοντικούς εξωτερικούς παράγοντες ή αν προωθείται η κοινωνική ένταξη μειονεκτούντων ατόμων ή μελών ευάλωτων κοινωνικών ομάδων μεταξύ των προσώπων που συμμετέχουν στην εκτέλεση της σύμβασης). Δεδομένου ότι υπάρχουν πολλές δυνατότητες αποτίμησης της σχέσης ποιότητας-τιμής βάσει ουσιαστικών κριτηρίων, θα πρέπει να αποφεύγεται η χρησιμοποίηση της κλήρωσης ως μοναδικού μέσου ανάθεσης της σύμβασης.

(99)

Όταν το επίπεδο του απασχολούμενου προσωπικού συνδέεται με το επίπεδο εκτέλεσης της σύμβασης, οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να έχουν επίσης τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν ως κριτήριο ανάθεσης την οργάνωση, τα προσόντα και την πείρα του προσωπικού στο οποίο θα ανατεθεί η εκτέλεση της εν λόγω σύμβασης, καθώς τα στοιχεία αυτά ενδέχεται να επηρεάσουν την ποιότητα της εκτέλεσης της σύμβασης και, ως αποτέλεσμα, την οικονομική αξία της προσφοράς. Ένα τέτοιο παράδειγμα θα μπορούσαν να αποτελέσουν οι συμβάσεις για υπηρεσίες διανοητικής φύσεως, όπως οι υπηρεσίες συμβούλων ή αρχιτεκτόνων. Οι αναθέτοντες φορείς που αξιοποιούν τη δυνατότητα αυτή οφείλουν να διασφαλίζουν, με τα αρμόζοντα συμβατικά μέσα, ότι το προσωπικό στο οποίο ανατίθεται η εκτέλεση σύμβασης πληροί ικανοποιητικά τα καθορισμένα πρότυπα ποιότητας και ότι το εν λόγω προσωπικό μπορεί να αντικατασταθεί μόνο με τη σύμφωνη γνώμη του αναθέτοντος φορέα, ο οποίος ελέγχει ότι το αναπληρωματικό προσωπικό εγγυάται αντίστοιχο επίπεδο ποιότητας.

(100)

Είναι εξαιρετικά σημαντικό να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό των δημόσιων προμηθειών για την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Εν προκειμένω, θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι οι δημόσιες προμήθειες είναι ουσιώδεις για τη δημιουργία καινοτομίας, η οποία έχει μεγάλη σημασία για τη μελλοντική ανάπτυξη στην Ευρώπη. Εντούτοις, δεδομένων των σημαντικών διαφορών μεταξύ μεμονωμένων τομέων και αγορών, δεν θα ήταν σκόπιμος ο καθορισμός γενικών υποχρεωτικών απαιτήσεων για δημόσιες συμβάσεις στον περιβαλλοντικό και κοινωνικό τομέα και στον τομέα της καινοτομίας.

Η νομοθεσία της Ένωσης έχει ήδη ορίσει υποχρεωτικές απαιτήσεις δημόσιων προμηθειών για την επίτευξη ειδικών στόχων στους τομείς των οχημάτων οδικών μεταφορών [οδηγία 2009/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (24)], και εξοπλισμού γραφείου [κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 106/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (25)]. Επιπλέον, έχει προχωρήσει σημαντικά ο καθορισμός κοινών μεθοδολογιών για την κοστολόγηση κύκλου ζωής.

Κρίνεται, επομένως, σκόπιμο να συνεχισθεί αυτή η πρακτική, ήτοι να ορίζονται σε ειδικές ανά τομέα νομοθετικές πράξεις υποχρεωτικοί στόχοι και σκοποί σε συνάρτηση με τις ιδιαίτερες πολιτικές και συνθήκες που επικρατούν στον οικείο τομέα, και να προωθηθούν η ανάπτυξη και η χρήση ευρωπαϊκών προσεγγίσεων για την κοστολόγηση του κύκλου ζωής ως μέσου περαιτέρω ενίσχυσης της χρήσης των δημόσιων προμηθειών προς στήριξη της βιώσιμης ανάπτυξης.

(101)

Τα εν λόγω ειδικά μέτρα για κάθε τομέα θα πρέπει να συμπληρωθούν με προσαρμογή των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ με τις οποίες παρέχεται στους αναθέτοντες φορείς η δυνατότητα να προωθούν τους στόχους της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη στις στρατηγικές προμηθειών τους. Θα πρέπει, συνεπώς, να καταστεί σαφές ότι, εκτός εάν η εκτίμηση βασίζεται αποκλειστικά στην τιμή, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να προσδιορίζουν την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά και το χαμηλότερο κόστος χρησιμοποιώντας προσέγγιση κοστολόγησης του κύκλου ζωής. Η έννοια της κοστολόγησης του κύκλου ζωής περιλαμβάνει όλες τις δαπάνες κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής των έργων, αγαθών ή υπηρεσιών.

Περιλαμβάνει, συνεπώς, εσωτερικές δαπάνες, όπως οι δαπάνες έρευνας που πρέπει να διεξαχθεί, ανάπτυξης, παραγωγής, μεταφοράς, χρήσης, συντήρηση και απόρριψης στο τέλος του κύκλου ζωής, μπορεί όμως να περιλαμβάνει και δαπάνες οφειλόμενες σε εξωτερικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως η ρύπανση που προκαλείται από την εξόρυξη των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται στο προϊόν ή από το ίδιο το προϊόν ή την κατασκευή του, εφόσον είναι δυνατή η χρηματική αποτίμηση και η παρακολούθησή τους. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούν οι αναθέτοντες φορείς για την εκτίμηση των δαπανών που αποδίδονται σε εξωτερικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες πρέπει να ορίζονται εκ των προτέρων με αντικειμενικό τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις και να είναι προσιτές σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Οι μέθοδοι αυτές μπορούν να ορίζονται σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο· όμως, για να αποφευχθούν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού εξαιτίας εξατομικευμένων μεθοδολογιών, πρέπει να παραμένουν γενικές υπό την έννοια ότι δεν πρέπει να αναπτύσσονται ειδικά για συγκεκριμένη διαδικασία δημόσιων προμηθειών. Πρέπει να αναπτυχθούν κοινές μέθοδοι σε επίπεδο Ένωσης για τον υπολογισμό του κόστους κύκλου ζωής για ειδικές κατηγορίες αγαθών ή υπηρεσιών. Όταν αναπτύσσονται αυτές οι κοινές μέθοδοι, η χρήση τους θα πρέπει να καθίσταται υποχρεωτική.

Ακόμη, θα πρέπει να εξετασθεί η σκοπιμότητα θέσπισης κοινής μεθόδου για την κοστολόγηση του κύκλου κοινωνικής ζωής, λαμβάνοντας υπόψη υπάρχουσες μεθόδους, όπως οι Κατευθυντήριες Γραμμές για την Κοινωνική Ανάλυση του Κύκλου Ζωής Προϊόντων που εκδόθηκαν στο πλαίσιο του Περιβαλλοντικού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών.

(102)

Επίσης, προκειμένου να ενταχθούν καλύτερα η κοινωνική και η περιβαλλοντική παράμετρος στις διαδικασίες προμηθειών, οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν για τα έργα, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν βάσει της δημόσιας σύμβασης κριτήρια ανάθεσης ή όρους εκτέλεσης σύμβασης τα οποία να καλύπτουν κάθε πτυχή και στάδιο του κύκλου ζωής τους, από την εξόρυξη των πρώτων υλών για το προϊόν έως το στάδιο της απόρριψής του, περιλαμβανομένων και των παραγόντων που εμπλέκονται στη συγκεκριμένη διαδικασία παραγωγής, παροχής ή εμπορίας (και των όρων εμπορίας) των εν λόγω έργων, αγαθών ή υπηρεσιών, ή σε ειδική διαδικασία σε μεταγενέστερο στάδιο του κύκλου ζωής τους, ακόμη και αν οι παράγοντες αυτοί δεν αποτελούν μέρος της υλικής τους υπόστασης. Κριτήρια και όροι που αναφέρονται σε τέτοιες διαδικασίες παραγωγής ή παροχής είναι, επί παραδείγματι, ότι δεν χρησιμοποιήθηκαν τοξικά χημικά για την κατασκευή των αγορασθέντων προϊόντων ή ότι οι αγορασθείσες υπηρεσίες παρέχονται με τη χρήση ενεργειακά αποδοτικών μηχανημάτων.

Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα κριτήρια και τους όρους αυτούς περιλαμβάνονται επίσης κριτήρια ανάθεσης ή όροι εκτέλεσης σύμβασης που αφορούν την παροχή ή τη χρήση προϊόντων δίκαιου εμπορίου κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της προς ανάθεση σύμβασης. Οι όροι εκτέλεσης της σύμβασης που αφορούν περιβαλλοντικές παραμέτρους είναι δυνατό να περιλαμβάνουν, επί παραδείγματι, την παράδοση, τη συσκευασία και τη διάθεση των προϊόντων και, σε ό,τι αφορά τα έργα και τις υπηρεσίες, τη μείωση των απορριμμάτων ή την αποδοτικότητα των πόρων.

Εντούτοις, ο όρος της σύνδεσης με το αντικείμενο της σύμβασης αποκλείει κριτήρια και όρους σχετιζόμενους με γενική εταιρική πολιτική, η οποία δεν μπορεί να θεωρηθεί ως παράγοντας που χαρακτηρίζει τη συγκεκριμένη διαδικασία παραγωγής ή παροχής των αγοραζόμενων έργων, αγαθών ή υπηρεσιών. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να επιτρέπεται στους αναθέτοντες φορείς να απαιτούν από τους προσφέροντες να εφαρμόζουν ορισμένη εταιρική πολιτική για την κοινωνική ή περιβαλλοντική ευθύνη.

(103)

Είναι ουσιώδες τα κριτήρια ανάθεσης ή οι όροι εκτέλεσης της σύμβασης που αφορούν τις κοινωνικές πτυχές της διαδικασίας παραγωγής να αναφέρονται στα έργα, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν δυνάμει της σύμβασης. Επιπλέον πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με την οδηγία 96/71/ΕΚ όπως ερμηνεύθηκε από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και δεν πρέπει να επιλέγονται ή να εφαρμόζονται κατά τρόπο που δημιουργεί άμεσες ή έμμεσες διακρίσεις εις βάρος οικονομικών φορέων από άλλα κράτη μέλη ή από τρίτες χώρες που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη ΣΔΠ ή σε συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών στις οποίες είναι συμβαλλόμενο μέρος η Ένωση. Ως εκ τούτου, οι απαιτήσεις για τους βασικούς όρους εργασίας που ρυθμίζει η οδηγία 96/71/ΕΚ, όπως τα κατώτατα όρια αποδοχών, θα πρέπει να παραμένουν στα επίπεδα που ορίζουν η εθνική νομοθεσία ή οι συλλογικές συμβάσεις που ισχύουν σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης στο πλαίσιο της εν λόγω οδηγίας.

Οι όροι εκτέλεσης μιας σύμβασης μπορούν επίσης να αποσκοπούν στην ενθάρρυνση της προαγωγής της ισότητας γυναικών και ανδρών στην εργασία, την ενίσχυση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας και το συνδυασμό εργασίας και ιδιωτικής ζωής, την προστασία του περιβάλλοντος ή της καλής διαβίωσης των ζώων και την επί της ουσίας συμμόρφωση προς τις θεμελιώδεις συμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ) και την πρόσληψη περισσότερων μειονεκτούντων ατόμων από εκείνα που απαιτούνται βάσεις της εθνικής νομοθεσίας.

104)

Αντικείμενο των κριτηρίων ανάθεσης ή όρων εκτέλεσης της σύμβασης μπορούν να αποτελούν επίσης μέτρα που προσβλέπουν στην προστασία της υγείας του προσωπικού που συμμετέχει στη διαδικασία παραγωγής, στη διευκόλυνση της κοινωνικής ενσωμάτωσης μειονεκτούντων ατόμων ή μελών ευάλωτων ομάδων μεταξύ των ατόμων στα οποία ανατίθεται η εκτέλεση της σύμβασης, ή στην κατάρτιση με αντικείμενο τις δεξιότητες που απαιτούνται για την εν λόγω σύμβαση, υπό την προϋπόθεση ότι αφορούν έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν βάσει της σύμβασης. Παραδείγματος χάρη, κριτήρια ή όροι αυτού του είδους μπορούν να αναφέρονται, μεταξύ άλλων, στην απασχόληση μακροχρόνια ανέργων ή στην υλοποίηση μέτρων κατάρτισης για ανέργους ή νέους κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης της προς ανάθεση σύμβασης. Στις τεχνικές προδιαγραφές οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να περιλαμβάνουν κοινωνικές απαιτήσεις που να χαρακτηρίζουν ευθέως το προϊόν ή την υπηρεσία, όπως η δυνατότητα πρόσβασης ατόμων με αναπηρίες ή ο σχεδιασμός για όλους τους χρήστες.

(105)

Οι δημόσιες συμβάσεις δεν θα πρέπει να ανατίθενται σε οικονομικούς φορείς που έχουν συμμετάσχει σε εγκληματική οργάνωση ή έχουν κριθεί ένοχοι δωροδοκίας, απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, τρομοκρατικών εγκλημάτων, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η μη καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης θα πρέπει επίσης να οδηγεί σε υποχρεωτικό αποκλεισμό στο επίπεδο της Ένωσης. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, ωστόσο, να μπορούν να προβλέπουν παρέκκλιση από τους υποχρεωτικούς αυτούς αποκλεισμούς σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος καθιστούν αναγκαία την ανάθεση της σύμβασης. Μια τέτοια περίπτωση είναι, επί παραδείγματι, η επείγουσα ανάγκη για εμβόλια ή για εξοπλισμό έκτακτης ανάγκης που μπορούν να αγοραστούν μόνο από οικονομικό φορέα για τον οποίο ισχύει διαφορετικά ένας από τους υποχρεωτικούς λόγους αποκλεισμού. Δεδομένου ότι οι αναθέτοντες φορείς, οι οποίοι δεν είναι και αναθέτουσες αρχές, μπορεί να μην έχουν πρόσβαση σε αδιαμφισβήτητες αποδείξεις επί του θέματος, κρίνεται σκόπιμο οι εν λόγω αναθέτοντες φορείς να έχουν την επιλογή να εφαρμόσουν τα κριτήρια αποκλεισμού που περιέχονται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ. Ως εκ τούτου, η υποχρέωση εφαρμογής του άρθρου 57 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2014/24/EE θα πρέπει να περιορίζεται στους αναθέτοντες φορείς που είναι και αναθέτουσες αρχές.

(106)

Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει επίσης να έχουν τη δυνατότητα να αποκλείουν οικονομικούς φορείς οι οποίοι έχουν φανεί αναξιόπιστοι, επί παραδείγματι λόγω παραβάσεων περιβαλλοντικών ή κοινωνικών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων και των κανόνων σχετικά με τη δυνατότητα πρόσβασης ατόμων με αναπηρίες, ή λόγω άλλων μορφών σοβαρών επαγγελματικών παραπτωμάτων, όπως είναι οι παραβιάσεις των κανόνων περί ανταγωνισμού ή περί δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι το σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα μπορεί να θέσει εν αμφιβόλω την ακεραιότητα του οικονομικού φορέα και, ως εκ τούτου, να καταστήσει τον οικονομικό φορέα ακατάλληλο να λάβει την ανάθεση δημόσιας σύμβασης, ανεξαρτήτως εάν ο οικονομικός φορέας έχει άλλως την τεχνική και οικονομική ικανότητα να εκτελέσει τη σύμβαση.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αναθέτων φορέας είναι υπεύθυνος για τις συνέπειες ενδεχόμενης εσφαλμένης του απόφασης, οι αναθέτοντες φορείς θα πρέπει επίσης να έχουν την ευχέρεια να εκτιμούν ότι σημειώθηκε σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα όταν μπορούν να αποδείξουν με κατάλληλο τρόπο, πριν από την έκδοση οριστικής και δεσμευτικής απόφασης για την ύπαρξη λόγων υποχρεωτικού αποκλεισμού, ότι ο οικονομικός φορέας παραβίασε τις υποχρεώσεις του, συμπεριλαμβανομένων υποχρεώσεων σχετικά με την πληρωμή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο εθνικό δίκαιο. Θα πρέπει επίσης να μπορούν να αποκλείουν υποψηφίους ή προσφέροντες των οποίων οι επιδόσεις σε παλαιότερες δημόσιες συμβάσεις ή συμβάσεις με άλλους αναθέτοντες φορείς παρουσίασαν σοβαρές αδυναμίες σε βασικές απαιτήσεις, όπως η αδυναμία προμήθειας ή εκτέλεσης, σημαντικές ελλείψεις στο προϊόν ή την υπηρεσία που παρασχέθηκε με αποτέλεσμα να μην μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό για τον οποίο προοριζόταν, ή ανάρμοστη διαγωγή που δημιουργεί σοβαρές αμφιβολίες ως προς την αξιοπιστία του οικονομικού φορέα. Το εθνικό δίκαιο θα πρέπει να προβλέπει τη μέγιστη διάρκεια αυτών των αποκλεισμών.

Κατά την εφαρμογή προαιρετικών λόγων αποκλεισμού πρέπει να λαμβάνεται ιδιαιτέρως υπόψη η αρχή της αναλογικότητας. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις θα πρέπει ελάσσονες παρατυπίες να οδηγήσουν στον αποκλεισμό οικονομικού φορέα. Σε περίπτωση όμως επανειλημμένων ελάσσονων παρατυπιών, ενδέχεται να γεννηθούν αμφιβολίες ως προς την αξιοπιστία οικονομικού φορέα, οι οποίες θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν τον αποκλεισμό του.

(107)

Όταν οι αναθέτοντες φορείς υποχρεούνται ή επιλέγουν να εφαρμόσουν τα προαναφερθέντα κριτήρια αποκλεισμού, πρέπει να εφαρμόζουν την οδηγία 2014/24/ΕΕ ως προς τη δυνατότητα των οικονομικών φορέων να λαμβάνουν μέτρα συμμόρφωσης με στόχο τη διόρθωση των συνεπειών τυχόν ποινικών αδικημάτων ή παραπτωμάτων και την αποτελεσματική πρόληψη περαιτέρω περιπτώσεων παράνομης συμπεριφοράς.

(108)

Οι προσφορές που φαίνονται αφύσικα χαμηλές σε σχέση με τα έργα, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες ενδέχεται να βασίζονται σε τεχνικά, οικονομικά ή νομικά αβάσιμες παραδοχές ή πρακτικές. Σε περίπτωση που ο προσφέρων δεν μπορεί να παράσχει ικανοποιητική εξήγηση, ο αναθέτων φορέας πρέπει να δικαιούται να απορρίψει την προσφορά. Η προσφορά θα πρέπει να απορρίπτεται υποχρεωτικά σε περιπτώσεις που ο αναθέτων φορέας έχει διαπιστώσει ότι οι ασυνήθιστα χαμηλές τιμές ή προτεινόμενες δαπάνες είναι αποτέλεσμα της μη συμμόρφωσης με το υποχρεωτικό δίκαιο της Ένωσης ή το συμβατό με αυτήν εθνικό δίκαιο στους τομείς του κοινωνικού, εργατικού ή περιβαλλοντικού δικαίου ή με τις διατάξεις του διεθνούς εργατικού δικαίου.

(109)

Με τους όρους εκτέλεσης της σύμβασης θεσπίζονται συγκεκριμένες απαιτήσεις για την εκτέλεση της σύμβασης. Αντίθετα από τα κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης που αποτελούν τη βάση για συγκριτική αξιολόγηση της ποιότητας των προσφορών, οι όροι εκτέλεσης της σύμβασης είναι προκαθορισμένες και αντικειμενικές απαιτήσεις οι οποίες δεν επηρεάζουν την αξιολόγηση των προσφορών. Οι όροι εκτέλεσης μιας σύμβασης θα πρέπει να συνάδουν με την παρούσα οδηγία εφόσον δεν εισάγουν άμεσα ή έμμεσα διακρίσεις και σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης, το οποίο περιλαμβάνει όλους τους παράγοντες που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη διαδικασία παραγωγής, παροχής ή εμπορίας. Περιλαμβάνονται οι όροι που αφορούν τη διαδικασία εκτέλεσης της σύμβασης, αλλά όχι οι απαιτήσεις που σχετίζονται με γενική εταιρική πολιτική.

(110)

Είναι σημαντικό να διασφαλίζεται με κατάλληλες ενέργειες των αρμόδιων εθνικών αρχών, εντός του πεδίου ευθύνης και αρμοδιότητάς τους, όπως, για παράδειγμα των επιθεωρήσεων εργασίας ή των οργανισμών προστασίας του περιβάλλοντος, η τήρηση από τους υπεργολάβους των ισχυουσών υποχρεώσεων στους τομείς της περιβαλλοντικής, κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας, οι οποίες προβλέπονται στο δίκαιο της Ένωσης, στα εθνικά δίκαια, σε συλλογικές συμβάσεις ή στις διατάξεις του διεθνούς περιβαλλοντικού, κοινωνικού ή εργατικού δικαίου που απαριθμούνται στην παρούσα οδηγία, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω διατάξεις και η εφαρμογή τους συνάδουν προς το δίκαιο της Ένωσης.

Είναι επίσης αναγκαίο να διασφαλιστεί, σε κάποιον βαθμό, η διαφάνεια στην αλυσίδα υπεργολαβίας, καθώς με αυτό τον τρόπο θα ενημερώνονται οι αναθέτοντες φορείς σχετικά με αυτούς που είναι παρόντες στα εργοτάξια στα οποία εκτελούνται εργασίες για λογαριασμό τους, ή σχετικά με το ποιες επιχειρήσεις παρέχουν υπηρεσίες σε κτήρια, ή εντός αυτών, και σε υποδομές ή χώρους, όπως δημαρχεία, δημοτικά σχολεία, αθλητικές εγκαταστάσεις, λιμένες ή αυτοκινητοδρόμους, για τους οποίους οι αναθέτοντες φορείς είναι υπεύθυνοι ή επί των οποίων έχουν άμεση εποπτεία. Θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η υποχρέωση παροχής των απαιτούμενων πληροφοριών βαρύνει, εν πάση περιπτώσει, τον κύριο εργολάβο, είτε βάσει ειδικών ρητρών, τις οποίες θα πρέπει κάθε αναθέτων φορέας να συμπεριλαμβάνει σε όλες τις διαδικασίες προμήθειας, είτε βάσει υποχρεώσεων τις οποίες θα επιβάλλουν τα κράτη μέλη στους κύριους εργολάβους μέσω διατάξεων γενικής εφαρμογής.

Θα πρέπει επίσης να αποσαφηνιστεί ότι, όταν το εθνικό δίκαιο κράτους μέλους προβλέπει μηχανισμό εις ολόκληρον ευθύνης των υπεργολάβων και του κύριου εργολάβου, πρέπει να εφαρμόζονται οι όροι που αφορούν την επιβολή της τήρησης των ισχυουσών υποχρεώσεων στους τομείς της περιβαλλοντικής, κοινωνικής και εργατικής νομοθεσίας, οι οποίες προβλέπονται στο δίκαιο της Ένωσης, στα εθνικά δίκαια, σε συλλογικές συμβάσεις ή στις διατάξεις του διεθνούς περιβαλλοντικού, κοινωνικού ή εργατικού δικαίου που απαριθμούνται στην παρούσα οδηγία, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω διατάξεις και η εφαρμογή τους συνάδουν προς το δίκαιο της Ένωσης Επιπροσθέτως, θα πρέπει να ορίζεται ρητώς ότι τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν περαιτέρω ρυθμίσεις, επεκτείνοντας, για παράδειγμα, τις υποχρεώσεις διαφάνειας, επιτρέποντας τις πληρωμές απευθείας στους υπεργολάβους ή επιτρέποντας στις αναθέτουσες αρχές, ή υποχρεώνοντάς τις, να ελέγχουν ότι οι υπεργολάβοι δεν βρίσκονται σε κατάσταση η οποία δικαιολογεί τον αποκλεισμό οικονομικών φορέων. Κατά την εφαρμογή των μέτρων αυτών στους υπεργολάβους πρέπει να διασφαλίζεται η συνοχή με τις διατάξεις που ισχύουν για τους κύριους εργολάβους, ούτως ώστε η ύπαρξη υποχρεωτικών λόγων αποκλεισμού να συνοδεύεται από την επιβολή υποχρέωσης στον κύριο εργολάβο να αντικαταστήσει τον σχετικό υπεργολάβο. Όταν από τον έλεγχο αυτόν προκύπτει η ύπαρξη μη υποχρεωτικών λόγων αποκλεισμού, πρέπει να καθίσταται σαφές ότι οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτούν την αντικατάσταση. Θα πρέπει ωστόσο να προβλέπεται επίσης ρητώς ότι είναι δυνατό να υποχρεώνονται οι αναθέτουσες αρχές να απαιτούν την αντικατάσταση του σχετικού υπεργολάβου, όταν ο αποκλεισμός των κύριων εργολάβων θα ήταν υποχρεωτικός σε τέτοιες περιπτώσεις.

Θα πρέπει, επίσης, να ορίζεται ρητώς ότι τα κράτη μέλη εξακολουθούν να έχουν τη δυνατότητα να θεσπίζουν πιο αυστηρούς κανόνες ευθύνης στο εθνικό τους δίκαιο ή να προβλέπουν περαιτέρω ρυθμίσεις στο εθνικό δίκαιο σχετικά με τις απευθείας πληρωμές στους υπεργολάβους.

(111)

Λαμβάνοντας υπόψη τις τρέχουσες συζητήσεις για τις οριζόντιες διατάξεις που διέπουν τις σχέσεις με τρίτες χώρες στο πλαίσιο των δημόσιων προμηθειών, είναι σκόπιμο να διατηρηθεί για μεταβατική περίοδο το ισχύον καθεστώς που εφαρμόζεται στον τομέα κοινής ωφελείας σύμφωνα με τα άρθρα 58 και 59 της οδηγίας 2004/17/ΕΚ. Κατά συνέπεια, οι εν λόγω διατάξεις πρέπει να παραμείνουν ως έχουν, συμπεριλαμβανομένης της διάταξης για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων όταν οι επιχειρήσεις της Ένωσης δυσκολεύονται να αποκτήσουν πρόσβαση σε αγορές τρίτων χωρών. Υπό τις συνθήκες αυτές, οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις θα πρέπει να συνεχίσουν να εκδίδονται από το Συμβούλιο.

(112)

Υπενθυμίζεται ότι ο κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου (26) ισχύει για τον υπολογισμό των προθεσμιών που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία.

(113)

Είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες, για τυχόν τροποποιήσεις μιας σύμβασης κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής της, απαιτείται νέα διαδικασία προμήθειας, λαμβανομένης υπόψη της σχετικής νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Νέα διαδικασία προμήθειας απαιτείται σε περίπτωση ουσιωδών αλλαγών της αρχικής σύμβασης, και ιδίως του εύρους και του περιεχομένου των αμοιβαίων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Οι εν λόγω αλλαγές αποτελούν ένδειξη της πρόθεσης των συμβαλλομένων να επαναδιαπραγματευθούν σημαντικούς όρους της σχετικής σύμβασης. Αυτό ισχύει, ιδίως, σε περίπτωση που οι τροποποιημένοι όροι θα επηρέαζαν το αποτέλεσμα της διαδικασίας, εάν αποτελούσαν μέρος της αρχικής διαδικασίας.

Τροποποιήσεις της σύμβασης που οδηγούν σε ελάσσονος σημασίας μεταβολή της αξίας της, μέχρι κάποιου ορίου, θα πρέπει να είναι πάντα δυνατές χωρίς να απαιτείται διεξαγωγή νέας διαδικασίας προμήθειας. Προς τούτο και προκειμένου να εξασφαλιστεί νομική ασφάλεια, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να προβλέπει ελάχιστα κατώτατα όρια κάτω των οποίων δεν απαιτείται νέα διαδικασία προμήθειας. Τροποποιήσεις της σύμβασης με αύξηση των εν λόγω κατώτατων ορίων θα πρέπει να είναι δυνατές χωρίς να απαιτείται διεξαγωγή νέας διαδικασίας προμήθειας, εφόσον συνάδουν προς τους οικείους όρους της παρούσας οδηγίας.

(114)

Ενδέχεται οι αναθέτοντες φορείς να αντιμετωπίσουν καταστάσεις όπου απαιτούνται πρόσθετα έργα, αγαθά ή υπηρεσίες· σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να δικαιολογείται η τροποποίηση της αρχικής σύμβασης χωρίς νέα διαδικασία προμήθειας, ιδίως όπου οι πρόσθετες παραδόσεις αποσκοπούν είτε στη μερική αντικατάσταση είτε στην επέκταση υπηρεσιών, αγαθών ή εγκαταστάσεων που ήδη υπάρχουν, όταν η αλλαγή του προμηθευτή θα υποχρέωνε τον αναθέτοντα φορέα να δεχτεί υλικό, έργα ή υπηρεσίες με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά, γεγονός που θα προκαλούσε ασυμβατότητα ή δυσανάλογες τεχνικές δυσκολίες κατά τη λειτουργία και τη συντήρηση.

(115)

Οι αναθέτοντες φορείς ενδέχεται να αντιμετωπίσουν εξωτερικές συνθήκες που δεν μπορούσαν να προβλέψουν κατά την ανάθεση της σύμβασης, ιδίως όταν η εκτέλεση της σύμβασης καλύπτει μεγάλη περίοδο. Σε αυτή την περίπτωση, απαιτείται ορισμένος βαθμός ευελιξίας για την προσαρμογή της σύμβασης στις εν λόγω συνθήκες χωρίς νέα διαδικασία προμηθειών. Η έννοια των απρόβλεπτων συνθηκών αναφέρεται σε συνθήκες που δεν θα ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, παρά την ευλόγως επιμελή προετοιμασία της αρχικής ανάθεσης από τον αναθέτοντα φορέα, λαμβάνοντας υπόψη τα μέσα που διαθέτει, τη φύση και τα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου έργου, τις ορθές πρακτικές στον σχετικό τομέα και την ανάγκη διασφάλισης της κατάλληλης σχέσης μεταξύ των πόρων που δαπανώνται για την προετοιμασία της ανάθεσης και της προβλεπόμενης αξίας της.

Εντούτοις, αυτό δεν ισχύει σε περιπτώσεις όπου η τροποποίηση οδηγεί σε αλλοίωση της φύσης της συνολικής προμήθειας, επί παραδείγματι μέσω της αντικατάστασης των προς αγορά έργων, αγαθών και υπηρεσιών με κάτι διαφορετικό ή μέσω της ριζικής αλλαγής του είδους της προμήθειας, καθότι, σε μια τέτοια κατάσταση, μπορεί να θεωρηθεί ότι η τροποποίηση θα μπορούσε υποθετικά να επηρεάσει το αποτέλεσμα.

(116)

Σύμφωνα με τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας, ο ανάδοχος δεν θα πρέπει, επί παραδείγματι όταν η σύμβαση καταγγέλλεται λόγω πλημμελούς εκτέλεσης, να αντικαθίσταται από άλλον οικονομικό φορέα χωρίς να πραγματοποιηθεί προκήρυξη νέου διαγωνισμού. Ωστόσο, ο ανάδοχος που εκτελεί τη σύμβαση θα πρέπει να μπορεί, ιδίως εάν η σύμβαση έχει ανατεθεί σε περισσότερες από μια επιχειρήσεις, να υποστεί ορισμένες διαρθρωτικές μεταβολές κατά την εκτέλεση της σύμβασης, όπως καθαρά εσωτερική αναδιοργάνωση, εξαγορές, συγχωνεύσεις ή διαδικασία αφερεγγυότητας. Οι εν λόγω διαρθρωτικές αλλαγές δεν πρέπει να συνεπάγονται αυτομάτως την έναρξη νέων διαδικασιών προμηθειών για όλες τις συμβάσεις που εκτελεί ο προσφέρων αυτός.

(117)

Οι αναθέτοντες φορείς πρέπει, στις ίδιες τις συμβάσεις, να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν τροποποιήσεις μέσω ρητρών αναθεώρησης ή προαίρεσης, αλλά οι εν λόγω ρήτρες δεν πρέπει να τους παρέχουν απεριόριστη διακριτική ευχέρεια. Συνεπώς, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να ορίζει ως ποιον βαθμό μπορούν να προβλέπονται τροποποιήσεις στην αρχική σύμβαση. Θα πρέπει, κατά συνέπεια, να διευκρινιστεί ότι ρήτρες αναθεώρησης ή προαίρεσης που έχουν συνταχθεί με επαρκή σαφήνεια μπορούν να προβλέπουν, για παράδειγμα, τιμαριθμική προσαρμογή ή να διασφαλίζουν, για παράδειγμα, ότι ο εξοπλισμός επικοινωνιών που πρέπει να παραδοθεί εντός ορισμένης προθεσμίας παραμένει κατάλληλος και στην περίπτωση τροποποίησης των πρωτοκόλλων επικοινωνίας ή άλλων τεχνολογικών αλλαγών. Θα πρέπει επίσης να είναι δυνατόν να προβλέπονται, με ρήτρες που θα είναι επαρκώς σαφείς, προσαρμογές της σύμβασης, οι οποίες καθίστανται αναγκαίες λόγω τεχνικών δυσκολιών που προέκυψαν κατά τη λειτουργία ή συντήρηση. Θα πρέπει, επίσης, να υπομνησθεί ότι οι συμβάσεις μπορούν, για παράδειγμα, να συμπεριλαμβάνουν τόσο την τακτική συντήρηση όσο και έκτακτες παρεμβάσεις συντήρησης, οι οποίες είναι πιθανόν να απαιτηθούν για την εξασφάλιση της συνέχειας στην παροχή δημόσιας υπηρεσίας.

(118)

Οι αναθέτοντες φορείς βρίσκονται ενίοτε αντιμέτωποι με καταστάσεις που απαιτούν την πρόωρη καταγγελία δημόσιων συμβάσεων προκειμένου να συμμορφωθούν προς υποχρεώσεις δυνάμει του δικαίου της Ένωσης στον τομέα των δημόσιων προμηθειών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει, συνεπώς, να διασφαλίζουν τη δυνατότητα των αναθετόντων φορέων, βάσει των προϋποθέσεων που ορίζει το εθνικό δίκαιο, να καταγγέλλουν μια δημόσια σύμβαση κατά τη διάρκεια της ισχύος της, εφόσον απαιτείται από το δίκαιο της Ένωσης.

(119)

Τα συμπεράσματα της αξιολόγησης του εγγράφου εργασίας της Επιτροπής της 27ης Ιουνίου 2011 με τίτλο «Έκθεση αξιολόγησης: Επιπτώσεις και αποτελεσματικότητα της νομοθεσίας της Ένωσης περί δημοσίων προμηθειών» έδειξαν ότι θα πρέπει να αναθεωρηθεί η εξαίρεση ορισμένων υπηρεσιών από την πλήρη εφαρμογή της οδηγίας 2004/17/ΕΚ. Ως εκ τούτου, η πλήρης εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να επεκταθεί σε ορισμένες υπηρεσίες.

(120)

Ορισμένες κατηγορίες υπηρεσιών εξακολουθούν λόγω της φύσης τους να έχουν περιορισμένη διασυνοριακή διάσταση, και συγκεκριμένα οι υπηρεσίες που είναι γνωστές ως προσωπικές, όπως ορισμένες κοινωνικές, υγειονομικές και εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Οι εν λόγω υπηρεσίες παρέχονται εντός συγκεκριμένου πλαισίου που ποικίλλει σημαντικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο, λόγω διαφορετικών πολιτισμικών παραδόσεων. Συνεπώς πρέπει να θεσπιστεί ειδικό καθεστώς για τις συμβάσεις που καλύπτουν αυτές τις υπηρεσίες, με υψηλότερο όριο, εν σχέσει με το ισχύον για άλλες υπηρεσίες.

Στο συγκεκριμένο πλαίσιο των προμηθειών στους εν λόγω τομείς, οι προσωπικές υπηρεσίες αξίας χαμηλότερης από το προαναφερόμενο κατώτατο όριο συνήθως δεν ενδιαφέρουν παρόχους από άλλα κράτη μέλη, εκτός εάν υπάρχουν συγκεκριμένες ενδείξεις για το αντίθετο, όπως ενωσιακή χρηματοδότηση για διασυνοριακά έργα.

Οι συμβάσεις για προσωπικές υπηρεσίες που υπερβαίνουν το εν λόγω κατώτατο όριο θα πρέπει να χαρακτηρίζονται από διαφάνεια σε ολόκληρη την Ένωση. Δεδομένης της σημασίας του πολιτισμικού πλαισίου και του ευαίσθητου χαρακτήρα των εν λόγω υπηρεσιών, τα κράτη μέλη πρέπει να διαθέτουν μεγάλη διακριτική ευχέρεια για τη διοργάνωση της επιλογής των παρόχων υπηρεσιών με τον τρόπο που κρίνουν καταλληλότερο. Οι κανόνες της παρούσας οδηγίας λαμβάνουν υπόψη αυτή την ανάγκη, επιβάλλοντας μόνο την τήρηση των βασικών αρχών διαφάνειας και ίσης μεταχείρισης και διασφαλίζοντας ότι οι αναθέτοντες φορείς είναι σε θέση να εφαρμόζουν ειδικά ποιοτικά κριτήρια για την επιλογή των παρόχων υπηρεσιών, όπως τα κριτήρια που προβλέπονται στο εθελοντικό ευρωπαϊκό πλαίσιο ποιότητας για τις κοινωνικές υπηρεσίες, δημοσιευόμενο υπό της Επιτροπής Κοινωνικής Προστασίας. Κατά τον καθορισμό των διαδικασιών που χρησιμοποιούνται για την ανάθεση συμβάσεων για προσωπικές υπηρεσίες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη το άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το πρωτόκολλο αριθ. 26. Με τον τρόπο αυτό, τα κράτη μέλη επιδιώκουν επίσης τους στόχους της απλούστευσης και μείωσης του διοικητικού φόρτου για τις αναθέτουσες αρχές και τους οικονομικούς φορείς. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται επίσης χρήση των κανόνων που ισχύουν για τις συμβάσεις υπηρεσιών που δεν υπόκεινται στο ειδικό καθεστώς.

Τα κράτη μέλη και οι αναθέτοντες φορείς έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν οι ίδιοι τις εν λόγω υπηρεσίες ή να οργανώνουν τις κοινωνικές υπηρεσίες κατά τρόπο που δεν απαιτεί τη σύναψη δημόσιων συμβάσεων, για παράδειγμα μέσω απλής χρηματοδότησης των εν λόγω υπηρεσιών ή χορήγησης αδειών εκμετάλλευσης ή άλλων αδειών σε όλους τους οικονομικούς φορείς οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια που έχουν οριστεί εκ των προτέρων από τον αναθέτοντα φορέα, χωρίς περιορισμούς ή ποσοστώσεις, εφόσον το εν λόγω σύστημα διασφαλίζει επαρκή δημοσιοποίηση και συμμορφώνεται με τις αρχές της διαφάνειας και της αποφυγής των διακρίσεων.

(121)

Ομοίως, οι υπηρεσίες ξενοδοχείου και εστιατορίου παρέχονται συνήθως από φορείς εγκατεστημένους στον τόπο παροχής των εν λόγω υπηρεσιών και ως εκ τούτου η διασυνοριακή τους διάσταση είναι περιορισμένη. Θα πρέπει συνεπώς να καλύπτονται μόνο από το απλοποιημένο καθεστώς, με κατώτατο όριο το 1 000 000 EUR. Οι μεγάλες συμβάσεις για ξενοδοχεία και εστιατόρια που υπερβαίνουν το εν λόγω όριο ενδέχεται να παρουσιάζουν ενδιαφέρον, και σε διασυνοριακή βάση, για διαφόρους οικονομικούς φορείς, όπως ταξιδιωτικά πρακτορεία και άλλους μεσάζοντες.

(122)

Ομοίως, ορισμένες νομικές υπηρεσίες αφορούν αποκλειστικά ζητήματα που άπτονται του εθνικού δικαίου· ως εκ τούτου, παρέχονται κατά κανόνα μόνο από φορείς εγκατεστημένους στο οικείο κράτος μέλος και έχουν, κατά συνέπεια, περιορισμένη διασυνοριακή διάσταση. Θα πρέπει συνεπώς να καλύπτονται μόνο από το απλοποιημένο καθεστώς, με κατώτατο όριο το 1 000 000 EUR. Οι μεγάλες συμβάσεις νομικών υπηρεσιών που υπερβαίνουν το εν λόγω όριο ενδέχεται να παρουσιάζουν ενδιαφέρον για διάφορους οικονομικούς φορείς, όπως διεθνείς δικηγορικές εταιρείες, και σε διασυνοριακή επίσης βάση, ιδίως όταν αφορούν νομικά ζητήματα που προκύπτουν ή σχετίζονται με το ενωσιακό ή άλλο διεθνές δίκαιο ή αφορούν περισσότερες από μία χώρες.

(123)

Η κτηθείσα πείρα έχει καταδείξει ότι μια σειρά άλλων υπηρεσιών, όπως οι υπηρεσίες διάσωσης, οι υπηρεσίες πυρόσβεσης και οι σωφρονιστικές υπηρεσίες, ως επί το πλείστον παρουσιάζουν κάποιο διασυνοριακό ενδιαφέρον μόνο από τη στιγμή που αποκτούν επαρκή κρίσιμη μάζα μέσω της σχετικά υψηλής αξίας τους. Εφόσον δεν αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να καλύπτονται από το απλοποιημένο καθεστώτος. Η πιθανότητα να παρουσιάσουν διασυνοριακό ενδιαφέρον ορισμένες άλλες κατηγορίες υπηρεσιών, όπως οι υπηρεσίες διερεύνησης και ασφάλειας, θα είναι κατά κανόνα υπαρκτή μόνον άνω του ορίου του 1 000 000 EUR και κατά συνέπεια μόνο τότε θα πρέπει να υπόκεινται στο απλοποιημένο καθεστώς.

(124)

Προκειμένου να διασφαλίζεται η συνέχεια των δημόσιων υπηρεσιών, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να επιτρέπει να μπορούν να συμμετέχουν στις διαδικασίες προμηθειών για ορισμένες υγειονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές υπηρεσίες μόνον οργανισμοί που βασίζονται στην ιδία ευθύνη ή στην ενεργό συμμετοχή των υπαλλήλων στη διοίκησή τους, και υφιστάμενοι οργανισμοί, όπως κοινοπραξίες, να συμμετέχουν στην παροχή των εν λόγω υπηρεσιών στους τελικούς χρήστες. Το πεδίο εφαρμογής της παρούσας διάταξης περιορίζεται αποκλειστικά σε ορισμένες υγειονομικές, κοινωνικές και συναφείς υπηρεσίες, ορισμένες υπηρεσίες εκπαίδευσης και κατάρτισης, υπηρεσίες βιβλιοθηκών, αρχείων, μουσείων και άλλες πολιτιστικές υπηρεσίες, υπηρεσίες στο χώρο του αθλητισμού και υπηρεσίες για ιδιωτικά νοικοκυριά και δεν καλύπτει άλλες εξαιρέσεις που προβλέπει η παρούσα οδηγία. Οι συγκεκριμένες υπηρεσίες θα πρέπει να καλύπτονται μόνο από το απλοποιημένο καθεστώς.

(125)

Είναι σκόπιμο να προσδιοριστούν οι εν λόγω υπηρεσίες με αναφορά σε συγκεκριμένες θέσεις του Κοινού Λεξιλογίου για τις Δημόσιες Συμβάσεις (CPV) όπως εγκρίθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2195/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (27), το οποίο είναι μια ιεραρχικά δομημένη ονοματολογία που διαιρείται σε τμήματα, ομάδες, τάξεις, κατηγορίες και υποκατηγορίες. Για να αποφευχθεί η νομική ασάφεια, πρέπει να διευκρινιστεί ότι η αναφορά σε τμήμα δεν συνεπάγεται αναφορά και στις υποδιαιρέσεις του. Η συνολική κάλυψη ενός τμήματος και των υποδιαιρέσεών του θα πρέπει, αντιθέτως, να επισημαίνεται ρητώς με την αναφορά όλων των σχετικών θέσεων, ενδεχομένων ως σειράς κωδικών.

(126)

Οι διαγωνισμοί μελετών χρησιμοποιούνται κατά παράδοση περισσότερο στους τομείς της χωροταξίας και της πολεοδομίας, της αρχιτεκτονικής και των έργων πολιτικού μηχανικού, ή της επεξεργασίας δεδομένων. Υπενθυμίζεται ωστόσο ότι αυτά τα ευέλικτα μέσα μπορούν επίσης να χρησιμοποιηθούν για άλλους σκοπούς και ότι μπορεί να οριστεί πως οι μεταγενέστερες συμβάσεις υπηρεσιών θα ανατεθούν στον νικητή ή σε έναν από τους νικητές του διαγωνισμού μελετών με διαδικασία διαπραγμάτευσης χωρίς δημοσίευση.

(127)

Η αξιολόγηση έδειξε ότι υπάρχουν ακόμα σημαντικά περιθώρια βελτίωσης σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των ευρωπαϊκών κανόνων για τις δημόσιες προμήθειες. Για την αποτελεσματικότερη και πιο συνεκτική εφαρμογή των κανόνων, απαιτείται ορθή επισκόπηση των πιθανών διαρθρωτικών προβλημάτων και των γενικών τάσεων που αναπτύσσονται στις εθνικές πολιτικές για τις προμήθειες, με σκοπό την πιο στοχευμένη αντιμετώπιση των ενδεχόμενων προβλημάτων. Για την εν λόγω επισκόπηση χρειάζεται κατάλληλη παρακολούθηση, τα αποτελέσματα της οποίας θα πρέπει να δημοσιεύονται τακτικά, ώστε να είναι δυνατή η διεξαγωγή συζήτησης βάσει στοιχείων για ενδεχόμενες βελτιώσεις των κανόνων και των πρακτικών στον τομέα των προμηθειών. Η ορθή αυτή επισκόπηση θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει στη διαμόρφωση αντίληψης σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων δημοσίων προμηθειών στο πλαίσιο της υλοποίησης σχεδίων που συγχρηματοδοτούνται από την Ένωση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την ευχέρεια να αποφασίζουν πώς και από ποιον θα διεξάγεται αυτή η παρακολούθηση στην πράξη· σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει επίσης να παραμένουν ελεύθερα να αποφασίζουν κατά πόσον η παρακολούθηση θα πρέπει να βασίζεται σε δειγματοληπτικό εκ των υστέρων έλεγχο ή σε συστηματικό εκ των προτέρων έλεγχο των διαδικασιών δημόσιων προμηθειών που καλύπτει η παρούσα οδηγία. Θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα επισήμανσης ενδεχόμενων προβλημάτων στα κατάλληλα όργανα· αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι αναγνωρίζεται στα πρόσωπα που διεξήγαγαν την παρακολούθηση ικανότητα διαδίκου ενώπιον δικαστηρίου.

Η καλύτερη καθοδήγηση, ενημέρωση και υποστήριξη των αναθετόντων και των οικονομικών φορέων θα μπορούσε, επίσης, να συμβάλει σημαντικά στην αύξηση της απόδοσης των δημόσιων προμηθειών χάρη στην καλύτερη γνώση, τη μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου και την ενίσχυση του επαγγελματικού χαρακτήρα των πρακτικών που ακολουθούνται στις προμήθειες. Η καθοδήγηση αυτή πρέπει να είναι διαθέσιμη στους αναθέτοντες και στους οικονομικούς φορείς όποτε θεωρείται αναγκαία η βελτίωση της ορθής εφαρμογής των κανόνων. Η παρεχόμενη καθοδήγηση θα μπορούσε να καλύπτει όλα τα θέματα που άπτονται των δημόσιων προμηθειών, όπως ο σχεδιασμός των αγορών, οι διαδικασίες, η επιλογή των τεχνικών και των μέσων και οι βέλτιστες πρακτικές κατά τη διεξαγωγή των διαδικασιών. Όσον αφορά τα νομικά θέματα, η καθοδήγηση δεν θα συνεπάγεται απαραιτήτως πλήρη νομική ανάλυση των ζητημάτων· μπορεί να περιορίζεται σε γενική περιγραφή των στοιχείων που θα πρέπει να μελετηθούν για τη λεπτομερή ανάλυση των θεμάτων που θα πραγματοποιηθεί στη συνέχεια, επισημαίνοντας, επί παραδείγματι, τη νομολογία που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί, κατευθυντήριες γραμμές ή άλλες πηγές που έχουν εξετάσει το συγκεκριμένο θέμα.

(128)

Η οδηγία 92/13/ΕΟΚ προβλέπει ορισμένες διαδικασίες προσφυγής που τίθενται στη διάθεση τουλάχιστον των ατόμων που έχουν ή είχαν συμφέρον να συνάψουν συγκεκριμένη σύμβαση και τα οποία ζημιώθηκαν ή κινδυνεύουν να ζημιωθούν από εικαζόμενη παράβαση διατάξεων του δικαίου της Ένωσης στον τομέα των δημόσιων προμηθειών ή των εθνικών κανόνων που μεταφέρουν τις διατάξεις αυτές στο εσωτερικό δίκαιο. Η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει τις εν λόγω διαδικασίες προσφυγής. Εντούτοις, οι πολίτες, τα ενδιαφερόμενα μέρη, είτε οργανωμένα είτε όχι, καθώς και άλλα πρόσωπα ή φορείς που δεν έχουν πρόσβαση στις διαδικασίες προσφυγής σύμφωνα με την οδηγία 92/13/ΕΟΚ έχουν, ως φορολογούμενοι, έννομο συμφέρον να διεξάγονται κατά τρόπο ορθό οι διαδικασίες προμήθειας. Θα πρέπει, λοιπόν, να έχουν τη δυνατότητα, με τρόπο διαφορετικό από το σύστημα προσφυγής που προβλέπει η οδηγία 92/13/ΕΟΚ και χωρίς να τους αναγνωρίζεται απαραιτήτως ικανότητα διαδίκου ενώπιον δικαστηρίου, να γνωστοποιούν πιθανές παραβιάσεις της οδηγίας σε αρμόδια αρχή ή υπηρεσία. Για να αποφεύγονται οι αλληλεπικαλύψεις μεταξύ υφιστάμενων αρχών ή υπηρεσιών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να προβλέπουν τη δυνατότητα προσφυγής σε γενικές αρχές ή υπηρεσίες παρακολούθησης, σε τομεακά όργανα εποπτείας, σε δημοτικές αρχές εποπτείας, σε αρχές ανταγωνισμού, στον διαμεσολαβητή ή σε εθνικές αρχές ελέγχου.

(129)

Προκειμένου να αξιοποιηθεί πλήρως το δυναμικό των δημόσιων προμηθειών όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, θα πρέπει να ενεργοποιηθούν επίσης οι προμήθειες στον περιβαλλοντικό και τον κοινωνικό τομέα καθώς και στο πεδίο της καινοτομίας. Είναι, συνεπώς, σημαντική η επισκόπηση των εξελίξεων στον τομέα των στρατηγικών προμηθειών, προκειμένου να αποκτάται τεκμηριωμένη εικόνα των γενικών τάσεων σε συνολικό (μακρο)επίπεδο στον εν λόγω τομέα. Όσες τυχόν σχετικές εκθέσεις έχουν ήδη εκπονηθεί μπορούν, βεβαίως, να χρησιμοποιηθούν και σε αυτό το πλαίσιο.

(130)

Δεδομένου του δυναμικού των ΜΜΕ όσον αφορά τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, τη μεγέθυνση και την καινοτομία, είναι σημαντικό να ενθαρρύνεται η συμμετοχή τους στις δημόσιες προμήθειες, τόσο μέσω των σχετικών διατάξεων της παρούσας οδηγίας όσο και μέσω πρωτοβουλιών σε εθνικό επίπεδο. Οι νέες διατάξεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμβάλουν στη βελτίωση του επιπέδου επιτυχίας τους, του μεριδίου δηλαδή των ΜΜΕ επί της συνολικής αξίας των συμβάσεων που ανατίθενται. Δεν είναι σκόπιμο να επιβληθούν υποχρεωτικά ποσοστά επιτυχίας· ωστόσο, οι εθνικές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της συμμετοχής των ΜΜΕ θα πρέπει να παρακολουθούνται εκ του σύνεγγυς δεδομένης της σημασίας της.

(131)

Έχει ήδη θεσπιστεί σειρά διαδικασιών και μεθόδων εργασίας σχετικά με τις ανακοινώσεις της Επιτροπής και τις επαφές της με τα κράτη μέλη, όπως επί παραδείγματι ανακοινώσεις και επαφές σχετικά με τις διαδικασίες που προβλέπονται στα άρθρα 258 και 260 της ΣΛΕΕ, το δίκτυο επίλυσης προβλημάτων στην εσωτερική αγορά (SOLVIT) και την πρωτοβουλία EU Pilot, τις οποίες δεν τροποποιεί η παρούσα οδηγία. Θα πρέπει, ωστόσο, να συμπληρωθούν με τον καθορισμό ενός μοναδικού σημείου αναφοράς σε κάθε κράτος μέλος για τη συνεργασία με την Επιτροπή, το οποίο θα λειτουργεί ως μοναδικό σημείο εισόδου για θέματα που αφορούν τις δημόσιες προμήθειες στα κράτη μέλη. Τη λειτουργία αυτή μπορούν να επιτελούν πρόσωπα ή δομές που βρίσκονται ήδη τακτικά σε επαφή με την Επιτροπή για θέματα που αφορούν δημόσιες προμήθειες, όπως τα εθνικά σημεία επαφής, τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Δημόσιων Προμηθειών, τα μέλη του Δικτύου για τις Δημόσιες Προμήθειες ή εθνικά συντονιστικά όργανα.

(132)

Η ιχνηλασιμότητα και η διαφάνεια στη λήψη αποφάσεων για τις διαδικασίες προμήθειας είναι βασικές παράμετροι για τη διασφάλιση ορθών διαδικασιών, μεταξύ άλλων και για την αποτελεσματική καταπολέμηση της διαφθοράς και της απάτης. Οι αναθέτουσες αρχές θα πρέπει συνεπώς να κρατούν αντίγραφα των συμβάσεων μεγάλης αξίας που συνάπτονται, ώστε τα ενδιαφερόμενα μέρη να μπορούν να έχουν πρόσβαση στα εν λόγω έγγραφα σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες για την πρόσβαση σε έγγραφα. Επιπλέον, τα ουσιαστικά στοιχεία και οι αποφάσεις των επιμέρους διαδικασιών προμηθειών πρέπει να τεκμηριώνονται από τους αναθέτοντες φορείς σε σχετική έκθεση. Για να αποφεύγεται κατά το δυνατό η διοικητική επιβάρυνση, θα πρέπει να επιτρέπεται η έκθεση αυτή να παραπέμπει σε πληροφορίες που περιλαμβάνονται ήδη στη σχετική γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης. Τα ηλεκτρονικά συστήματα για τη δημοσίευση των εν λόγω γνωστοποιήσεων, τα οποία διαχειρίζεται η Επιτροπή, θα πρέπει επίσης να βελτιωθούν, ώστε να διευκολυνθεί η εισαγωγή δεδομένων και να καταστούν ταυτοχρόνως ευκολότερες η εξαγωγή συνολικών εκθέσεων και η ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ των διαφόρων συστημάτων.

(133)

Με σκοπό τη διοικητική απλούστευση και προκειμένου να μειωθεί η επιβάρυνση των κρατών μελών, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάζει περιοδικά κατά πόσον η ποιότητα και η πληρότητα των πληροφοριών που περιέχονται στις γνωστοποιήσεις που δημοσιεύονται σε σχέση με διαδικασίες προμήθειας είναι επαρκείς, ώστε να μπορεί η Επιτροπή να εξάγει τα στατιστικά στοιχεία τα οποία, σε διαφορετική περίπτωση, θα έπρεπε να διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη.

(134)

Η αποτελεσματική διοικητική συνεργασία είναι απαραίτητη για την ανταλλαγή των πληροφοριών που χρειάζονται για τη διεξαγωγή των διαδικασιών ανάθεσης σε διασυνοριακές καταστάσεις, ιδίως όσον αφορά την εξακρίβωση των λόγων αποκλεισμού και των κριτηρίων επιλογής, καθώς και την εφαρμογή ποιοτικών και περιβαλλοντικών προτύπων. Το σύστημα πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς (ΙΜΙ) που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (28), θα μπορούσε να αποτελέσει ένα χρήσιμο ηλεκτρονικό μέσο διευκόλυνσης και ενίσχυσης της διοικητικής συνεργασίας διαχειριζόμενο την ανταλλαγή πληροφοριών βάσει απλών και ενιαίων διαδικασιών που θα υπερβαίνουν τα γλωσσικά εμπόδια. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να δρομολογηθεί το ταχύτερο δυνατό πιλοτικό πρόγραμμα για να δοκιμαστεί η σκοπιμότητα της επέκτασης του ΙΜΙ στην ανταλλαγή πληροφοριών δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

(135)

Με στόχο την προσαρμογή στις ταχείες τεχνικές, οικονομικές και κανονιστικές εξελίξεις, είναι σκόπιμο να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ όσον αφορά ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία της παρούσας οδηγίας. Λόγω της ανάγκης συμμόρφωσης με τις διεθνείς συμφωνίες, η Επιτροπή πρέπει να έχει την εξουσία να τροποποιεί τις τεχνικές διαδικασίες για τις μεθόδους υπολογισμού που αφορούν τα κατώτατα όρια, καθώς και να αναθεωρεί τακτικά τα εν λόγω κατώτατα όρια· οι αναφορές στην ονοματολογία του CPV (Κοινό λεξιλόγιο για τις δημόσιες συμβάσεις) μπορεί να υποστούν κανονιστικές τροποποιήσεις σε επίπεδο Ένωσης, οι οποίες θα πρέπει να αποτυπώνονται στο κείμενο της παρούσας οδηγίας· οι τεχνικές λεπτομέρειες και τα χαρακτηριστικά των συσκευών για την ηλεκτρονική λήψη πρέπει παρακολουθούν τις τεχνολογικές εξελίξεις· είναι επίσης αναγκαίο η Επιτροπή να έχει την εξουσία να καταρτίζει υποχρεωτικά τεχνικά πρότυπα ηλεκτρονικής επικοινωνίας ούτως ώστε να διασφαλίζεται η διαλειτουργικότητα των τεχνικών μορφότυπων, των διαδικασιών και της αποστολής μηνυμάτων σε διαδικασίες προμηθειών που διεξάγονται με ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας λαμβάνοντας υπόψη τις τεχνολογικές εξελίξεις· η Επιτροπή πρέπει επίσης να έχει την εξουσία να προσαρμόζει τον κατάλογο των νομοθετικών πράξεων της Ένωσης που θεσπίζουν κοινές μεθοδολογίες για τον υπολογισμό του κόστους κύκλου ζωής· τον κατάλογο των διεθνών κοινωνικών και περιβαλλοντικών συμβάσεων και τον κατάλογο της νομοθεσίας της Ένωσης του οποίου η υλοποίηση συνιστά τεκμήριο για την ελεύθερη πρόσβαση σε δεδομένη αγορά, καθώς και το παράρτημα II που παραθέτει κατάλογο νομοθετικών πράξεων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν εκτιμάται η ύπαρξη ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων, πρέπει να προσαρμόζονται γρήγορα για να ενσωματώνουν τα μέτρα που εγκρίνονται ανά τομέα. Προς τούτο η Επιτροπή πρέπει να έχει την εξουσία να επικαιροποιεί τους καταλόγους. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις —και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων— κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της. Η Επιτροπή, κατά την επεξεργασία και την κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και δέουσα διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(136)

Κατά την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή θα πρέπει να διαβουλεύεται με τις κατάλληλες ομάδες εμπειρογνωμόνων στον τομέα των ηλεκτρονικών προμηθειών, εξασφαλίζοντας ισόρροπη σύνθεση των βασικών ομάδων ενδιαφερόμενων φορέων.

(137)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίοι όροι εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες όσον αφορά τη διαδικασία αποστολής και δημοσίευσης των δεδομένων που αναφέρονται στο παράρτημα IX και τις διαδικασίες για την κατάρτιση και διαβίβαση των προκηρύξεων, των τυποποιημένων εντύπων για τη δημοσίευση των προκηρύξεων. Οι εν λόγω αρμοδιότητες πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (29).

(138)

Πρέπει να χρησιμοποιείται η συμβουλευτική διαδικασία για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων σχετικών με την τυποποιημένη μορφή δημοσίευσης των προκηρύξεων, οι οποίες δεν έχουν επιπτώσεις ούτε από δημοσιονομική άποψη ούτε στη φύση και το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία. Αντιθέτως, οι εν λόγω πράξεις έχουν καθαρά διοικητικό χαρακτήρα και διευκολύνουν την εφαρμογή των κανόνων της παρούσας οδηγίας.

Επιπλέον, αποφάσεις που προσδιορίζουν κατά πόσον δεδομένη δραστηριότητα εκτίθεται άμεσα στον ανταγωνισμό σε αγορές ελεύθερης πρόσβασης πρέπει να εκδίδονται υπό προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν ενιαίους όρους εφαρμογής της εν λόγω διάταξης. Πρέπει συνεπώς να ανατεθούν επίσης στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες όσον αφορά τις αναλυτικές διατάξεις για την εφαρμογή της διαδικασίας, που προβλέπεται στο άρθρο 35, με την οποία καθορίζεται κατά πόσον ισχύει τόσο το άρθρο 34 όσο και οι ίδιες οι εκτελεστικές πράξεις. Οι εν λόγω αρμοδιότητες πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Για την έκδοση των εν λόγω εκτελεστικών πράξεων πρέπει να χρησιμοποιείται η συμβουλευτική διαδικασία.

(139)

Η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάσει τις επιπτώσεις της εφαρμογής των κατώτατων ορίων στην εσωτερική αγορά και να υποβάλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Κατά την επανεξέταση θα πρέπει να λάβει υπόψη παράγοντες όπως το επίπεδο των διασυνοριακών προμηθειών, η συμμετοχή των ΜΜΕ, το κόστος των συναλλαγών και η σχέση κόστους-οφέλους.

Σύμφωνα με το άρθρο της ΧΧΙΙ παράγραφος 7, η ΣΔΠ θα αποτελέσει αντικείμενο περαιτέρω διαπραγματεύσεων τρία έτη μετά την έναρξη ισχύος της και σε τακτά διαστήματα στη συνέχεια. Σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει να εξεταστεί η καταλληλότητα των κατώτατων ορίων, λαμβανομένου υπόψη του αντίκτυπου του πληθωρισμού σε περίπτωση μακράς περιόδου χωρίς αλλαγές των κατώτατων ορίων της ΣΔΠ· εάν πρέπει να αλλάξει το επίπεδο των κατώτατων ορίων, η Επιτροπή θα πρέπει, όπου απαιτείται, να εγκρίνει νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση των κατώτατων ορίων που ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

(140)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή ο συντονισμός των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που εφαρμόζονται σε ορισμένες διαδικασίες δημόσιων προμηθειών, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της κλίμακας και των επιπτώσεών του, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της ΣΛΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα απαιτούμενα για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(141)

Η οδηγία 2004/17/ΕΚ θα πρέπει να καταργηθεί.

(142)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής για τα επεξηγηματικά έγγραφα της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, τα κράτη μέλη έχουν δεσμευθεί να συνοδεύεται, σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, η κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό τους δίκαιο από ένα ή περισσότερα έγγραφα που επεξηγούν τη σχέση μεταξύ των συστατικών στοιχείων μιας οδηγίας και των αντίστοιχων μερών των νομικών πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Αναφορικά με την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί δικαιολογημένη τη διαβίβαση των εγγράφων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΤΙΤΛΟΣ I:

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I:

Αντικείμενο και ορισμοί

Άρθρο 1:

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 2:

Ορισμοί

Άρθρο 3:

Αναθέτουσες αρχές

Άρθρο 4:

Αναθέτοντες φορείς

Άρθρο 5:

Μεικτές προμήθειες που καλύπτουν την ίδια δραστηριότητα

Άρθρο 6:

Προμήθειες που καλύπτουν πολλαπλές δραστηριότητες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II:

Δραστηριότητες

Άρθρο 7:

Κοινές διατάξεις

Άρθρο 8:

Φυσικό αέριο και θερμότητα

Άρθρο 9:

Ηλεκτρισμός

Άρθρο 10:

Ύδωρ

Άρθρο 11:

Υπηρεσίες μεταφορών

Άρθρο 12:

Λιμένες και αερολιμένες

Άρθρο 13:

Ταχυδρομικές υπηρεσίες

Άρθρο 14:

Εξόρυξη και συλλογή πετρελαίου και φυσικού αερίου και αναζήτηση ή εξόρυξη και συλλογή άνθρακα και άλλων στερεών καυσίμων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III:

Ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής

ΤΜΗΜΑ 1:

ΚΑΤΩΤΑΤΑ ΟΡΙΑ

Άρθρο 15:

Κατώτατα ποσά

Άρθρο 16:

Μέθοδοι υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των προμηθειών

Άρθρο 17:

Αναθεώρηση των κατωτάτων ορίων

ΤΜΗΜΑ 2:

ΕΞΑΙΡΟΥΜΕΝΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ ΜΕΛΕΤΩΝ· ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΠΡΟΜΗΘΕΙΕΣ ΠΟΥ ΑΠΤΟΝΤΑΙ ΤΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Ενότητα 1:

Εξαιρέσεις που ισχύουν για όλους τους αναθέτοντες φορείς και ειδικές εξαιρέσεις για τους τομείς της ενέργειας και του ύδατος

Άρθρο 18:

Συμβάσεις που ανατίθενται με σκοπό τη μεταπώληση ή τη μίσθωση σε τρίτους

Άρθρο 19:

Συμβάσεις και διαγωνισμοί μελετών που ανατίθενται ή διοργανώνονται με σκοπούς άλλους από την άσκηση μιας από τις οριζόμενες δραστηριότητες ή για την άσκηση μιας τέτοιας δραστηριότητας σε τρίτη χώρα

Άρθρο 20:

Συμβάσεις που ανατίθενται και διαγωνισμοί μελετών που διοργανώνονται δυνάμει διεθνών κανόνων

Άρθρο 21:

Ειδικές εξαιρέσεις για συμβάσεις υπηρεσιών

Άρθρο 22:

Συμβάσεις υπηρεσιών που ανατίθενται βάσει αποκλειστικού δικαιώματος

Άρθρο 23:

Συμβάσεις που συνάπτονται από ορισμένους αναθέτοντες φορείς για την αγορά ύδατος και για την προμήθεια ενέργειας ή καυσίμων που προορίζονται για την παραγωγή ενέργειας

Ενότητα 2:

Ειδικές διατάξεις για προμήθειες που άπτονται της άμυνας και της ασφάλειας

Άρθρο 24:

Άμυνα και ασφάλεια

Άρθρο 25:

Μεικτές προμήθειες που καλύπτουν την ίδια δραστηριότητα και άπτονται της άμυνας ή της ασφάλειας

Άρθρο 26:

Προμήθειες που καλύπτουν πολλαπλές δραστηριότητες και άπτονται της άμυνας και της ασφάλειας

Άρθρο 27:

Συμβάσεις και διαγωνισμοί μελετών που άπτονται της άμυνας και της ασφάλειας και ανατίθενται ή διοργανώνονται σύμφωνα με διεθνείς κανόνες

Ενότητα 3:

Ειδικές σχέσεις (συνεργασία, συνδεδεμένες επιχειρήσεις και κοινοπραξίες)

Άρθρο 28:

Συμβάσεις ανάμεσα σε αναθέτουσες αρχές

Άρθρο 29:

Συμβάσεις που ανατίθενται σε συνδεδεμένη επιχείρηση

Άρθρο 30:

Συμβάσεις που ανατίθενται σε κοινοπραξία ή σε αναθέτοντα φορέα που συμμετέχει σε κοινοπραξία

Άρθρο 31:

Κοινοποίηση πληροφοριών

Ενότητα 4:

Ειδικές περιπτώσεις

Άρθρο 32:

Υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης

Άρθρο 33:

Συμβάσεις οι οποίες υπάγονται σε ειδικό καθεστώς

Ενότητα 5:

Δραστηριότητες άμεσα εκτεθειμένες στον ανταγωνισμό και σχετικές διαδικαστικές διατάξεις

Άρθρο 34:

Δραστηριότητες άμεσα εκτεθειμένες στον ανταγωνισμό

Άρθρο 35:

Διαδικασία για τη βεβαίωση της δυνατότητας εφαρμογής του άρθρου 34

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV:

Γενικές αρχές

Άρθρο 36:

Αρχές που διέπουν τις προμήθειες

Άρθρο 37:

Οικονομικοί φορείς

Άρθρο 38:

Συμβάσεις ανατιθέμενες κατ’ αποκλειστικότητα

Άρθρο 39:

Εχεμύθεια

Άρθρο 40:

Κανόνες που εφαρμόζονται στις επικοινωνίες

Άρθρο 41:

Ονοματολογίες

Άρθρο 42:

Συγκρούσεις συμφερόντων

ΤΙΤΛΟΣ II:

ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I:

Διαδικασίες

Άρθρο 43:

Προϋποθέσεις που σχετίζονται με τη ΣΔΠ και άλλες διεθνείς συμφωνίες

Άρθρο 44:

Επιλογή διαδικασιών

Άρθρο 45:

Ανοικτή διαδικασία

Άρθρο 46:

Κλειστή διαδικασία

Άρθρο 47:

Διαδικασία με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού

Άρθρο 48:

Ανταγωνιστικός διάλογος

Άρθρο 49:

Σύμπραξη καινοτομίας

Άρθρο 50:

Χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II:

Τεχνικές και εργαλεία για τη σύναψη ηλεκτρονικών και συγκεντρωτικών δημόσιων συμβάσεων

Άρθρο 51:

Συμφωνίες-πλαίσια

Άρθρο 52:

Δυναμικά συστήματα αγορών

Άρθρο 53:

Ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί

Άρθρο 54:

Ηλεκτρονικοί κατάλογοι

Άρθρο 55:

Κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών και κεντρικές αρχές προμηθειών

Άρθρο 56:

Περιστασιακές από κοινού προμήθειες

Άρθρο 57:

Προμήθειες που αφορούν αναθέτουσες αρχές από διαφορετικά κράτη μέλη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III:

Διεξαγωγή της διαδικασίας

ΤΜΗΜΑ 1:

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ

Άρθρο 58:

Προκαταρκτικές διαβουλεύσεις της αγοράς

Άρθρο 59:

Προηγούμενη εμπλοκή υποψηφίων ή προσφερόντων

Άρθρο 60:

Τεχνικές προδιαγραφές

Άρθρο 61:

Σήματα

Άρθρο 62:

Εκθέσεις δοκιμών, πιστοποίηση και άλλα αποδεικτικά μέσα

Άρθρο 63:

Ανακοίνωση των τεχνικών προδιαγραφών

Άρθρο 64:

Εναλλακτικές προσφορές

Άρθρο 65:

Υποδιαίρεση συμβάσεων σε παρτίδες

Άρθρο 66:

Καθορισμός προθεσμιών

ΤΜΗΜΑ 2:

ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ

Άρθρο 67:

Περιοδικές ενδεικτικές προκηρύξεις

Άρθρο 68:

Ανακοινώσεις για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής

Άρθρο 69:

Γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης

Άρθρο 70:

Γνωστοποιήσεις ανάθεσης σύμβασης

Άρθρο 71:

Σύνταξη και λεπτομέρειες δημοσίευσης των γνωστοποιήσεων

Άρθρο 72:

Δημοσίευση σε εθνικό επίπεδο

Άρθρο 73:

Ηλεκτρονική διάθεση των εγγράφων της προμήθειας

Άρθρο 74:

Προσκλήσεις σε υποψηφίους

Άρθρο 75:

Ενημέρωση των αιτούντων προεπιλογή, των υποψηφίων και των προσφερόντων

ΤΜΗΜΑ 3:

ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΩΝ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ

Άρθρο 76:

Γενικές αρχές

Ενότητα 1:

Προεπιλογή και ποιοτική επιλογή

Άρθρο 77:

Συστήματα προεπιλογής

Άρθρο 78:

Κριτήρια ποιοτικής επιλογής

Άρθρο 79:

Στήριξη στις ικανότητες άλλων φορέων

Άρθρο 80:

Χρήση των λόγων αποκλεισμού και των κριτηρίων επιλογής που προβλέπονται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ

Άρθρο 81:

Πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης

Ενότητα 2:

Ανάθεση της σύμβασης

Άρθρο 82:

Κριτήρια ανάθεσης των συμβάσεων

Άρθρο 83:

Κοστολόγηση κύκλου ζωής

Άρθρο 84:

Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές

ΤΜΗΜΑ 4:

ΠΡΟΣΦΟΡΕΣ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΥΝ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΑΥΤΕΣ

Άρθρο 85:

Προσφορές που περιέχουν προϊόντα καταγωγής τρίτων χωρών

Άρθρο 86:

Σχέσεις με τρίτες χώρες στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων έργων, αγαθών και υπηρεσιών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV:

Εκτέλεση της σύμβασης

Άρθρο 87:

Όροι εκτέλεσης της σύμβασης

Άρθρο 88:

Υπεργολαβία

Άρθρο 89:

Τροποποίηση συμβάσεων κατά τη διάρκειά τους

Άρθρο 90:

Λύση συμβάσεων

ΤΙΤΛΟΣ III:

ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I:

Κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

Άρθρο 91:

Ανάθεση συμβάσεων για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

Άρθρο 92:

Δημοσίευση γνωστοποιήσεων

Άρθρο 93:

Αρχές της ανάθεσης συμβάσεων

Άρθρο 94:

Αποκλειστικές συμβάσεις για ορισμένες υπηρεσίες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II:

Κανόνες που διέπουν τους διαγωνισμούς μελετών

Άρθρο 95:

Πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 96:

Γνωστοποιήσεις

Άρθρο 97:

Κανόνες για τη διοργάνωση διαγωνισμών μελετών, την επιλογή των συμμετεχόντων και την κριτική επιτροπή

Άρθρο 98:

Αποφάσεις της κριτικής επιτροπής

ΤΙΤΛΟΣ IV:

ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Άρθρο 99:

Επιβολή

Άρθρο 100:

Χωριστές εκθέσεις σχετικά με τις διαδικασίες για την ανάθεση συμβάσεων

Άρθρο 101:

Εθνικές εκθέσεις και στατιστικά στοιχεία

Άρθρο 102:

Διοικητική συνεργασία

ΤΙΤΛΟΣ V:

ΑΝΑΤΙΘΕΜΕΝΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ, ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 103:

Άσκηση των ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων

Άρθρο 104:

Διαδικασία επείγουσας ανάγκης

Άρθρο 105:

Διαδικασία επιτροπής

Άρθρο 106:

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και μεταβατικές διατάξεις

Άρθρο 107:

Κατάργηση

Άρθρο 108:

Επανεξέταση

Άρθρο 109:

Έναρξη ισχύος

Άρθρο 110:

Αποδέκτες

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I:

Κατάλογος των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημείο 2 στοιχείο α)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II:

Κατάλογος της νομοθεσίας της Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III:

Κατάλογος της νομοθεσίας της Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 34 παράγραφος 3

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV:

Προθεσμία για την έκδοση των εκτελεστικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 35

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V:

Απαιτήσεις σχετικά με τα εργαλεία και τα συστήματα ηλεκτρονικής παραλαβής των προσφορών, των αιτήσεων συμμετοχής, των αιτήσεων προεπιλογής καθώς και των σχεδίων και μελετών στους διαγωνισμούς

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI Μέρος A:

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στην περιοδική ενδεικτική διακήρυξη (όπως αναφέρεται στο άρθρο 67)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI Μέρος Β:

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στη γνωστοποίηση της δημοσίευσης περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης για «προφίλ αγοραστή» που δεν χρησιμοποιείται ως μέσο πρόσκλησης σε διαγωνισμό (όπως αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII:

Πληροφορίες που τίθενται στα έγγραφα προμήθειας για ηλεκτρονικούς πλειστηριασμού (άρθρο 53 παράγραφος 4)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII:

Ορισμός ορισμένων τεχνικών προδιαγραφών

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX:

Χαρακτηριστικά σχετικά με τη δημοσίευση

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X:

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στη γνωστοποίηση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής [όπως αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 4 στοιχείο β) και στο άρθρο 68]

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI:

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης (όπως αναφέρεται στο άρθρο 69)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII:

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις ανάθεσης σύμβασης (όπως αναφέρεται στο άρθρο 70)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIII:

Περιεχόμενο των προσκλήσεων υποβολής προσφορών, συμμετοχής σε διάλογο, σε διαπραγμάτευση ή επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος που προβλέπονται στο άρθρο 74

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIV:

Κατάλογος των διεθνών κοινωνικών και περιβαλλοντικών συμβάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 36 παράγραφος 2

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XV:

Κατάλογος της νομοθεσίας της Ένωσης που αναφέρεται στο άρθρο 83 παράγραφος 3

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XVI:

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις τροποποίησης σύμβασης κατά τη διάρκειά της (όπως αναφέρεται στο άρθρο 89 παράγραφος 1)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XVII:

Υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 91

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XVIII:

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις προκηρύξεις διαγωνισμού που αφορούν συμβάσεις για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες (όπως αναφέρεται στο άρθρο 92)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIX:

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις διαγωνισμών μελετών (όπως αναφέρεται στο άρθρο 96 παράγραφος 1)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XX:

Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις διαγωνισμών μελετών (όπως αναφέρεται στο άρθρο 96 παράγραφος 1)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XXI:

Πίνακας αντιστοιχίας

ΤΙΤΛΟΣ I

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Αντικείμενο και ορισμοί

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία θεσπίζει κανόνες για τις διαδικασίες των προμηθειών που πραγματοποιούνται από αναθέτοντες φορείς όσον αφορά τόσο τις συμβάσεις όσο και τους διαγωνισμούς μελετών, η αξία των οποίων εκτιμάται ότι δεν είναι μικρότερη των κατωτάτων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 15.

2.   Προμήθειες κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας είναι η απόκτηση από έναν ή περισσότερους αναθέτοντες φορείς έργων, αγαθών ή υπηρεσιών, μέσω σύμβασης αγαθών, έργων ή υπηρεσιών, από οικονομικούς φορείς που επιλέγονται από τους εν λόγω αναθέτοντες φορείς, εφόσον τα εν λόγω έργα, αγαθά ή υπηρεσίες προορίζονται για την εκτέλεση μιας εκ των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στα άρθρα 8 έως 14.

3.   Η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας υπόκειται στο άρθρο 346 της ΣΛΕΕ.

4.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να ορίζουν, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ποιες υπηρεσίες θεωρούν γενικού οικονομικού συμφέροντος, πώς οι υπηρεσίες αυτές πρέπει να οργανώνονται και να χρηματοδοτούνται, σύμφωνα με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων, και σε ποιες ειδικές υποχρεώσεις πρέπει να υπόκεινται. Ομοίως, η παρούσα οδηγία δεν θίγει το δικαίωμα των δημόσιων αρχών να αποφασίζουν εάν, πώς και σε ποιο βαθμό επιθυμούν να εκτελούν δημόσια καθήκοντα οι ίδιες, σύμφωνα με το άρθρο 14 ΣΛΕΕ και το πρωτόκολλο αριθ. 26

5.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη οργανώνουν τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης σε εθνικό επίπεδο.

6.   Το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας δεν περιλαμβάνει τις μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

ως «συμβάσεις αγαθών, έργων και υπηρεσιών» νοούνται οι συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας οι οποίες συνάπτονται γραπτώς μεταξύ ενός ή περισσοτέρων από τους αναθέτοντες φορείς και ενός ή περισσοτέρων οικονομικών φορέων και έχουν ως αντικείμενο την εκτέλεση έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών·

2)

ως «συμβάσεις έργων» νοούνται οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο ένα από τα ακόλουθα:

α)

την εκτέλεση, ή συγχρόνως τη μελέτη και την εκτέλεση, εργασιών που αφορούν μία από τις δραστηριότητες οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα I·

β)

την εκτέλεση ή συγχρόνως τη μελέτη και την εκτέλεση έργου·

γ)

την υλοποίηση, με οποιαδήποτε μέσα, έργου ανταποκρινόμενου στις απαιτήσεις που ορίζει ο αναθέτων φορέας που ασκεί καθοριστική επίδραση στο είδος ή τη μελέτη του έργου·

3)

ως «έργο» νοείται το αποτέλεσμα ενός συνόλου οικοδομικών εργασιών ή εργασιών πολιτικού μηχανικού το οποίο επαρκεί καθαυτό για την επιτέλεση μιας οικονομικής ή τεχνικής λειτουργίας·

4)

ως «συμβάσεις αγαθών» νοούνται οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την αγορά, τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση-πώληση, με ή χωρίς προαίρεση αγοράς, προϊόντων. Μια σύμβαση αγαθών μπορεί να περιλαμβάνει, παρεμπιπτόντως, εργασίες τοποθέτησης και εγκατάστασης·

5)

ως «συμβάσεις υπηρεσιών» νοούνται οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών εκτός των αναφερομένων στο σημείο 2·

6)

ως «οικονομικός φορέας» νοείται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή αναθέτων φορέας, ή ομάδα αυτών των προσώπων και/ή φορέων, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε προσωρινής ένωσης επιχειρήσεων, που προσφέρει την εκτέλεση εργασιών και/ή έργου, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά·

7)

ως «προσφέρων» νοείται οικονομικός φορέας που έχει υποβάλει προσφορά·

8)

ως «υποψήφιος» νοείται οικονομικός φορέας που έχει ζητήσει να του αποσταλεί ή έχει λάβει πρόσκληση συμμετοχής σε κλειστή διαδικασία, σε διαδικασία με διαπραγμάτευση, σε ανταγωνιστικό διάλογο ή σε σύμπραξη καινοτομίας·

9)

ως «έγγραφο προμηθειών» νοείται κάθε έγγραφο το οποίο εκπονεί ή στο οποίο παραπέμπει ο αναθέτων φορέας με σκοπό να περιγράψει ή να προσδιορίσει στοιχεία της προμήθειας ή της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένης της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης, της περιοδικής ενδεικτικής γνωστοποίησης ή των ανακοινώσεων για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού, των τεχνικών προδιαγραφών, του περιγραφικού εγγράφου, των προτεινόμενων όρων της σύμβασης, των μορφότυπων για την παρουσίαση των εγγράφων από τους υποψηφίους και τους προσφέροντες, των πληροφοριών για τις γενικές υποχρεώσεις και τυχόν πρόσθετων εγγράφων·

10)

ως «κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών» νοούνται δραστηριότητες που διεξάγονται σε μόνιμη βάση, με μία από τις κατωτέρω μορφές:

α)

η απόκτηση αγαθών και/ή υπηρεσιών που προορίζονται για αναθέτοντες φορείς·

β)

η ανάθεση συμβάσεων ή η σύναψη συμφωνιών-πλαισίων για έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτοντες φορείς·

11)

ως «επικουρικές δραστηριότητες προμηθειών» νοούνται δραστηριότητες που συνίστανται στην παροχή υποστήριξης σε δραστηριότητες προμηθειών, ιδίως με τις κατωτέρω μορφές:

α)

τεχνική υποδομή που επιτρέπει στους αναθέτοντες φορείς να συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις ή να συνάπτουν συμφωνίες-πλαίσια για έργα, αγαθά ή υπηρεσίες·

β)

συμβουλές σχετικά με τη διεξαγωγή ή τον σχεδιασμό διαδικασιών προμηθειών·

γ)

προετοιμασία και διαχείριση των διαδικασιών προμηθειών εξ ονόματος και για λογαριασμό του ενδιαφερόμενου αναθέτοντος φορέα·

12)

ως «κεντρική αρχή προμηθειών» νοείται αναθέτων φορέας κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας ή αναθέτουσα αρχή κατά την έννοια του σημείου 1 του άρθρου 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ που παρέχει κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών και, ενδεχομένως, επικουρικές δραστηριότητες προμηθειών.

Οι προμήθειες που εκτελούνται από κεντρική αρχή προμηθειών προκειμένου να πραγματοποιηθούν κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών θεωρείται ότι αποτελούν προμήθειες για την εκτέλεση δραστηριότητας που περιγράφεται στα άρθρα 8 ως 14. Το άρθρο 18 δεν εφαρμόζεται στις προμήθειες που εκτελούνται από κεντρική αρχή προμηθειών με σκοπό την πραγματοποίηση κεντρικών δραστηριοτήτων προμηθειών·

13)

ως «πάροχος υπηρεσιών προμηθειών» νοείται δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας που προσφέρει επικουρικές δραστηριότητες προμηθειών στην αγορά·

14)

με τους όρους «γραπτώς» ή «εγγράφως» νοείται κάθε σύνολο λέξεων ή αριθμών το οποίο μπορεί να διαβιβάζεται, να αναπαράγεται και στη συνέχεια να γνωστοποιείται, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που διαβιβάζονται και αποθηκεύονται με ηλεκτρονικά μέσα·

15)

ως «ηλεκτρονικό μέσο» νοείται ο ηλεκτρονικός εξοπλισμός για την επεξεργασία (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) και την αποθήκευση δεδομένων, τα οποία διαβιβάζονται, διακινούνται ή λαμβάνονται με τη χρήση ενσύρματου, ασύρματου, οπτικού ή άλλου ηλεκτρομαγνητικού μέσου·

16)

ως «κύκλος ζωής» νοούνται όλα τα διαδοχικά και/ή διασυνδεδεμένα στάδια —συμπεριλαμβανομένης της έρευνας και της ανάπτυξης που θα πραγματοποιηθούν, της παραγωγής, της εμπορίας και των όρων της, της μεταφοράς, της χρήσης και της συντήρησης— καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής του προϊόντος ή του έργου ή της παροχής της υπηρεσίας, από την απόκτηση των πρώτων υλών ή την παραγωγή των πόρων μέχρι την απόρριψη, την εκκαθάριση και το τέλος της υπηρεσίας ή της χρήσης·

17)

ως «διαγωνισμοί μελετών» νοούνται οι διαδικασίες που επιτρέπουν στον αναθέτοντα φορέα να αποκτήσει, κυρίως στους τομείς της χωροταξίας, της πολεοδομίας, της αρχιτεκτονικής, των έργων πολιτικού μηχανικού ή της επεξεργασίας δεδομένων, μια μελέτη ή ένα σχέδιο που επιλέγεται από κριτική επιτροπή έπειτα από διαγωνισμό, με ή χωρίς την απονομή βραβείων·

18)

ως «καινοτομία» νοείται η υλοποίηση νέου ή σημαντικά βελτιωμένου προϊόντος, υπηρεσίας ή διαδικασίας, που περιλαμβάνει αλλά δεν περιορίζεται στις διαδικασίες παραγωγής, οικοδομής ή κατασκευής, νέας μεθόδου εμπορίας ή νέας μεθόδου οργάνωσης στις επιχειρηματικές πρακτικές, την οργάνωση του χώρου εργασίας ή τις εξωτερικές σχέσεις, μεταξύ άλλων, με σκοπό τη συμβολή στην αντιμετώπιση των κοινωνιακών προκλήσεων ή την υποστήριξη της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για μια έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη·

19)

ως «σήμα» νοείται οιοδήποτε έγγραφο, πιστοποιητικό ή βεβαίωση που επιβεβαιώνει ότι ένα συγκεκριμένο έργο, αγαθό, υπηρεσία ή διαδικασία πληροί ορισμένες απαιτήσεις·

20)

ως «απαίτηση ή απαιτήσεις σήματος» νοούνται οι απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληροί ένα συγκεκριμένο έργο, αγαθό, υπηρεσία ή διαδικασία, προκειμένου να λάβει το σχετικό σήμα.

Άρθρο 3

Αναθέτουσες αρχές

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ως «αναθέτουσες αρχές» νοούνται το κράτος, οι περιφερειακές ή οι τοπικές αρχές, οι οργανισμοί δημοσίου δικαίου και οι ενώσεις μιας ή περισσότερων από αυτές τις αρχές ή ενός ή περισσότερων από αυτούς τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου.

2.   Ως «περιφερειακές αρχές» νοούνται οι όλες οι αρχές των διοικητικών μονάδων που απαριθμούνται ενδεικτικώς στα επίπεδα ΝUTS 1 και 2 του καταλόγου που περιέχεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (30).

3.   Ως «τοπικές αρχές» νοούνται όλες οι αρχές των διοικητικών μονάδων που εμπίπτουν στο επίπεδο NUTS 3, καθώς και μικρότερες διοικητικές μονάδες, όπως αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1059/2003.

4.   Ως «οργανισμοί δημοσίου δικαίου» νοούνται οργανισμοί που έχουν όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α)

έχουν συσταθεί για τον συγκεκριμένο σκοπό της κάλυψης αναγκών γενικού συμφέροντος, που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα·

β)

έχουν νομική προσωπικότητα· και

γ)

χρηματοδοτούνται, κατά το μεγαλύτερο μέρος, από το κράτος, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου· ή υπόκεινται σε διαχειριστική εποπτεία από τις αρχές ή τους οργανισμούς αυτούς· ή που έχουν διοικητικό, διευθυντικό ή εποπτικό συμβούλιο, του οποίου περισσότερα από τα μισά μέλη διορίζονται από το κράτος, περιφερειακές ή τοπικές αρχές, ή από άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου.

Άρθρο 4

Αναθέτοντες φορείς

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας «αναθέτοντες φορείς» είναι εκείνοι οι οποίοι:

α)

είναι αναθέτουσες αρχές ή δημόσιες επιχειρήσεις οι οποίες ασκούν μία από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 8 έως 14·

β)

εάν δεν είναι αναθέτουσες αρχές ή δημόσιες επιχειρήσεις, ασκούν, μεταξύ των δραστηριοτήτων τους, κάποια από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 8 έως 14 ή συνδυασμό τέτοιων δραστηριοτήτων και λειτουργούν επί τη βάσει ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων τα οποία εκχωρεί αρμόδια αρχή κράτους μέλους.

2.   Ως «δημόσια επιχείρηση» νοείται κάθε επιχείρηση στην οποία οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ασκούν, άμεσα ή έμμεσα, δεσπόζουσα επιρροή λόγω κυριότητας, χρηματοδοτικής συμμετοχής ή των κανόνων που τη διέπουν.

Η δεσπόζουσα επιρροή εκ μέρους των αναθετουσών αρχών τεκμαίρεται σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις στις οποίες οι εν λόγω αρχές, άμεσα ή έμμεσα:

α)

κατέχουν την πλειοψηφία του εγγεγραμμένου κεφαλαίου της επιχείρησης, ή

β)

ελέγχουν την πλειοψηφία των ψήφων που συνδέονται με τις μετοχές που εκδίδει η επιχείρηση, ή

γ)

μπορούν να διορίζουν περισσότερα από τα μισά μέλη του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου της επιχείρησης.

3.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα» νοούνται τα δικαιώματα που εκχωρούνται από αρμόδια αρχή κράτους μέλους μέσω οιασδήποτε νομοθετικής, κανονιστικής ή διοικητικής διάταξης που έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζει την άσκηση των δραστηριοτήτων οι οποίες ορίζονται στα άρθρα 8 έως 14 σε έναν ή περισσότερους φορείς, και η οποία επηρεάζει ουσιωδώς την ικανότητα άλλων φορέων να ασκούν τέτοιου είδους δραστηριότητα.

Τα δικαιώματα που έχουν εκχωρηθεί μέσω διαδικασίας στην οποία έχει διασφαλιστεί επαρκής δημοσιότητα και στην περίπτωση που η εκχώρηση των εν λόγω δικαιωμάτων βασίστηκε σε αντικειμενικά κριτήρια δεν συνιστούν «ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα» κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου.

Οι διαδικασίες αυτές περιλαμβάνουν:

α)

διαδικασίες προμηθειών με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ, την οδηγία 2009/81/ΕΚ, την οδηγία 2014/23/ΕΕ ή την παρούσα οδηγία·

β)

διαδικασίες σύμφωνα με άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης, που περιλαμβάνονται στο παράρτημα II, οι οποίες διασφαλίζουν ικανοποιητική εκ των προτέρων διαφάνεια για τη χορήγηση αδειών με βάση αντικειμενικά κριτήρια.

4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 103 για την τροποποίηση του καταλόγου των νομοθετικών πράξεων της Ένωσης που περιέχεται στο παράρτημα II, όταν τέτοιου είδους τροποποιήσεις καθίστανται αναγκαίες λόγω της θέσπισης νέας νομοθεσίας, ή της κατάργησης ή της τροποποίησης υφιστάμενης νομοθεσίας.

Άρθρο 5

Μεικτές προμήθειες που καλύπτουν την ίδια δραστηριότητα

1.   Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται σε μεικτές συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο διαφορετικά είδη προμηθειών το σύνολο των οποίων καλύπτεται από την παρούσα οδηγία.

Οι παράγραφοι 3 έως 5 εφαρμόζονται σε μεικτές συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο προμήθειες που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία και προμήθειες που καλύπτονται από άλλα νομικά καθεστώτα.

2.   Οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο δύο ή περισσότερα είδη προμηθειών (έργα, υπηρεσίες ή αγαθά) συνάπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις που εφαρμόζονται στο είδος της προμήθειας που χαρακτηρίζει το κύριο αντικείμενο της σχετικής σύμβασης.

Στην περίπτωση μεικτών συμβάσεων που αποτελούνται εν μέρει από υπηρεσίες κατά την έννοια του τίτλου III κεφάλαιο I και εν μέρει από άλλες υπηρεσίες ή μεικτών συμβάσεων που αποτελούνται εν μέρει από υπηρεσίες και εν μέρει από αγαθά, το κύριο αντικείμενο προσδιορίζεται σύμφωνα με το ποια από τις εκτιμώμενες αξίες των αντίστοιχων υπηρεσιών ή αγαθών είναι η υψηλότερη.

3.   Όταν τα διάφορα τμήματα συγκεκριμένης σύμβασης μπορούν αντικειμενικά να διαχωριστούν, εφαρμόζεται η παράγραφος 4. Όταν τα διάφορα τμήματα συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικά αδύνατον να διαχωριστούν, εφαρμόζεται η παράγραφος 5.

Όταν τμήμα μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από το άρθρο 346 ΣΛΕΕ ή την οδηγία 2009/81/ΕΚ, εφαρμόζεται το άρθρο 25 της παρούσας οδηγίας.

4.   Σε περίπτωση συμβάσεων με αντικείμενο προμήθειες που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία καθώς και προμήθειες που δεν καλύπτονται από αυτήν, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους τμήματα ή την ανάθεση ενιαίας σύμβασης. Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους τμήματα, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών εκάστου τμήματος.

Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση ενιαίας σύμβασης, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται, εκτός εάν το άρθρο 25 προβλέπει άλλως, στην προκύπτουσα μεικτή σύμβαση, ανεξαρτήτως της αξίας των τμημάτων που διαφορετικά θα ενέπιπταν σε άλλο νομικό καθεστώς και ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος από το οποίο θα διέπονταν σε διαφορετική περίπτωση τα εν λόγω τμήματα.

Στην περίπτωση μεικτών συμβάσεων που περιέχουν στοιχεία συμβάσεων αγαθών, έργων και υπηρεσιών και συμβάσεων παραχώρησης, η μεικτή σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, υπό τον όρο ότι, υπολογιζόμενη σύμφωνα με το άρθρο 16, η εκτιμώμενη αξία του τμήματος της σύμβασης που συνιστά σύμβαση καλυπτόμενη από την παρούσα οδηγία είναι ίση ή ανώτερη από το σχετικό όριο που προβλέπεται στο άρθρο 15.

5.   Όταν τα διάφορα τμήματα συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικά αδύνατον να διαχωριστούν, το ισχύον νομικό καθεστώς καθορίζεται με βάση το κύριο αντικείμενο της σύμβασης.

Άρθρο 6

Προμήθειες που καλύπτουν πολλαπλές δραστηριότητες

1.   Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν πολλαπλές δραστηριότητες, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για κάθε δραστηριότητα ή την ανάθεση ενιαίας σύμβασης. Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε επιμέρους δραστηριότητας.

Παρά το άρθρο 5, όταν οι αναθέτοντες φορείς αποφασίζουν να αναθέσουν ενιαία σύμβαση, ισχύον οι παράγραφοι 2 και 3 του παρόντος άρθρου. Ωστόσο, όταν μία από τις σχετικές δραστηριότητες καλύπτεται από το άρθρο 346 ΣΛΕΕ ή την οδηγία 2009/81/ΕΚ, ισχύει το άρθρο 26 της παρούσας οδηγίας.

Η επιλογή ανάμεσα στην ανάθεση ενιαίας σύμβασης ή στην ανάθεση πολλών ξεχωριστών συμβάσεων δεν δύναται, ωστόσο, να αποφασισθεί με σκοπό την εξαίρεση της σύμβασης ή των συμβάσεων από το πεδίο εφαρμογής είτε της παρούσας οδηγίας ή, κατά περίπτωση, της οδηγίας 2014/24/ΕΕ ή της οδηγίας 2014/23/ΕΕ.

2.   Μια σύμβαση που προορίζεται να καλύψει πολλαπλές δραστηριότητες υπόκειται στους κανόνες που ισχύουν για την κύρια δραστηριότητα για την οποία προορίζεται.

3.   Στην περίπτωση συμβάσεων για τις οποίες είναι αντικειμενικά αδύνατον να προσδιοριστεί η κύρια δραστηριότητα για την οποία προορίζεται, οι ισχύοντες κανόνες καθορίζονται σύμφωνα με τα στοιχεία α), β) και γ):

α)

η σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ εάν μία από τις δραστηριότητες για τις οποίες προορίζεται υπάγεται στην παρούσα οδηγία και η άλλη στην οδηγία 2014/24/ΕΕ·

β)

η σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία εάν μία από τις δραστηριότητες για τις οποίες προορίζεται υπάγεται στην παρούσα οδηγία και η άλλη στην οδηγία 2014/23/ΕΕ·

γ)

η σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία εάν μία από τις δραστηριότητες για τις οποίες προορίζεται υπάγεται στην παρούσα οδηγία και η άλλη δεν υπάγεται ούτε στην παρούσα οδηγία ούτε στην οδηγία 2014/24/ΕΕ ούτε στην οδηγία 2014/23/ΕΕ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Δραστηριότητες

Άρθρο 7

Κοινές διατάξεις

Για τους σκοπούς των άρθρων 8, 9 και 10, ο όρος «τροφοδότηση» περιλαμβάνει την παραγωγή και τη χονδρική και λιανική πώληση.

Ωστόσο η παραγωγή φυσικού αερίου με τη μορφή εξόρυξης υπόκειται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 14.

Άρθρο 8

Φυσικό αέριο και θερμότητα

1.   Όσον αφορά το φυσικό αέριο και τη θερμότητα, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις ακόλουθες δραστηριότητες:

α)

την παροχή ή λειτουργία σταθερών δικτύων που έχουν ως στόχο να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής φυσικού αερίου ή θερμότητας·

β)

την τροφοδότηση των δικτύων αυτών με φυσικό αέριο ή θερμότητα.

2.   Η τροφοδότηση από αναθέτοντα φορέα που δεν είναι αναθέτουσα αρχή με φυσικό αέριο ή θερμότητα σταθερών δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό δεν θεωρείται σχετική δραστηριότητα κατά την έννοια της παραγράφου 1, όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η παραγωγή φυσικού αερίου ή θερμότητας από τον εν λόγω αναθέτοντα φορέα αποτελεί αναπόφευκτο αποτέλεσμα της άσκησης δραστηριότητας που δεν αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή στα άρθρα 9 έως 11·

β)

η τροφοδότηση του δημόσιου δικτύου αποβλέπει μόνο στην οικονομική εκμετάλλευση της παραγωγής αυτής και αντιστοιχεί το πολύ στο 20 % του κύκλου εργασιών του αναθέτοντος φορέα, με βάση τον μέσο όρο των τριών τελευταίων ετών συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος έτους.

Άρθρο 9

Ηλεκτρισμός

1.   Όσον αφορά τον ηλεκτρισμό, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις ακόλουθες δραστηριότητες:

α)

την παροχή ή λειτουργία σταθερών δικτύων που έχουν ως στόχο να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής ηλεκτρισμού,

β)

την τροφοδότηση των εν λόγω δικτύων με ηλεκτρισμό.

2.   Η τροφοδότηση από αναθέτοντα φορέα που δεν είναι αναθέτουσα αρχή με ηλεκτρισμό σταθερών δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό δεν θεωρείται σχετική δραστηριότητα κατά την έννοια της παραγράφου 1, όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η παραγωγή ηλεκτρισμού από τον αναθέτοντα φορέα γίνεται διότι η κατανάλωσή του είναι αναγκαία για την άσκηση δραστηριότητας που δεν αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή στα άρθρα 8, 10 και 11·

β)

η τροφοδότηση του δημόσιου δικτύου εξαρτάται μόνον από την ιδία κατανάλωση του αναθέτοντος φορέα και δεν υπερβαίνει το 30 % της συνολικής παραγωγής ενέργειας του εν λόγω αναθέτοντος φορέα, με βάση τον μέσο όρο των τριών τελευταίων ετών συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος έτους.

Άρθρο 10

Ύδωρ

1.   Για το νερό, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις ακόλουθες δραστηριότητες:

α)

την παροχή ή λειτουργία σταθερών δικτύων που έχουν ως στόχο να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής πόσιμου ύδατος·

β)

την τροφοδότηση των εν λόγω δικτύων με πόσιμο ύδωρ.

2.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης στις συμβάσεις που ανατίθενται ή στους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται από αναθέτοντες φορείς οι οποίοι ασκούν δραστηριότητα οριζόμενη στην παράγραφο 1, και που συνδέονται με ένα από τα ακόλουθα:

α)

έργα υδραυλικής μηχανικής, άρδευσης ή αποστράγγισης, εφόσον ο όγκος του ύδατος που προορίζεται για την τροφοδότηση με πόσιμο ύδωρ υπερβαίνει το 20 % του συνολικού όγκου ύδατος που παράγεται από τέτοια έργα ή εγκαταστάσεις άρδευσης ή αποστράγγισης·

β)

την αποχέτευση ή την επεξεργασία λυμάτων.

3.   Η τροφοδότηση από αναθέτοντα φορέα που δεν είναι αναθέτουσα αρχή με πόσιμο ύδωρ σταθερών δικτύων που προορίζονται να παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό δεν θεωρείται σχετική δραστηριότητα κατά την έννοια της παραγράφου 1, όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η παραγωγή πόσιμου ύδατος από τον αναθέτοντα φορέα γίνεται διότι η κατανάλωσή του είναι αναγκαία για την άσκηση δραστηριότητας που δεν αναφέρεται στα άρθρα 8 έως 11·

β)

η τροφοδότηση του δημόσιου δικτύου εξαρτάται μόνον από την ίδια κατανάλωση του αναθέτοντος φορέα και δεν υπερβαίνει το 30 % της συνολικής παραγωγής πόσιμου ύδατος του εν λόγω φορέα, με βάση τον μέσο όρο των τριών προηγουμένων ετών συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος έτους.

Άρθρο 11

Υπηρεσίες μεταφορών

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που αποσκοπούν στην παροχή ή τη λειτουργία δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό στους τομείς των μεταφορών με σιδηρόδρομο, αυτόματα συστήματα, τραμ, τρόλεϊ, λεωφορεία ή καλώδιο.

Όσον αφορά τις υπηρεσίες μεταφορών, θεωρείται ότι υφίσταται δίκτυο όταν η υπηρεσία παρέχεται με όρους που ορίζονται από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους, όπως όροι που αφορούν τα δρομολόγια, τη διαθέσιμη μεταφορική ικανότητα ή τη συχνότητα παροχής της υπηρεσίας.

Άρθρο 12

Λιμένες και αερολιμένες

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που αφορούν την εκμετάλλευση μιας γεωγραφικής περιοχής με σκοπό τη διάθεση αερολιμένων, θαλάσσιων λιμένων ή λιμένων εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή άλλων τερματικών σταθμών σε φορείς που πραγματοποιούν αεροπορικές, θαλάσσιες ή εσωτερικές πλωτές μεταφορές.

Άρθρο 13

Ταχυδρομικές υπηρεσίες

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που αποσκοπούν στην παροχή:

α)

ταχυδρομικών υπηρεσιών·

β)

άλλων υπηρεσιών πλην των ταχυδρομικών, εφόσον οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται από φορέα ο οποίος παρέχει επίσης ταχυδρομικές υπηρεσίες κατά την έννοια του στοιχείου β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1 όσον αφορά τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο στοιχείο β) της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και με την επιφύλαξη της οδηγίας 97/67/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (31), νοούνται ως:

α)   «ταχυδρομικό αντικείμενο»: αντικείμενο με συγκεκριμένο παραλήπτη, αποστελλόμενο υπό την τελική του μορφή, ανεξάρτητα από το βάρος του· πέραν των αντικειμένων αλληλογραφίας τα αντικείμενα αυτά περιλαμβάνουν, π.χ. βιβλία, καταλόγους, εφημερίδες, περιοδικά και ταχυδρομικά δέματα που περιέχουν αντικείμενα με ή χωρίς εμπορική αξία, ανεξάρτητα από το βάρος τους·

β)   «ταχυδρομικές υπηρεσίες»: υπηρεσίες που συνίστανται στη συλλογή, διαλογή, μεταφορά και παράδοση ταχυδρομικών αντικειμένων. Σε αυτές περιλαμβάνονται τόσο οι υπηρεσίες που εμπίπτουν όσο και αυτές που δεν εμπίπτουν στο αντικείμενο της καθολικής υπηρεσίες που ορίζεται σύμφωνα με την οδηγία 97/67/ΕΚ·

γ)   «άλλες υπηρεσίες πλην των ταχυδρομικών»: υπηρεσίες παρεχόμενες στους εξής τομείς:

i)

υπηρεσίες διαχείρισης της αλληλογραφίας (τόσο προγενέστερες όσο και μεταγενέστερες της αποστολής, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών «mailroom management services»)·

ii)

υπηρεσίες συνδεόμενες με ταχυδρομικά αντικείμενα που δεν περιλαμβάνονται στο στοιχείο α), όπως το διαφημιστικό ταχυδρομείο χωρίς συγκεκριμένο παραλήπτη.

Άρθρο 14

Εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου και αναζήτηση ή εξόρυξη άνθρακα και άλλων στερεών καυσίμων

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις δραστηριότητες εκμετάλλευσης μιας γεωγραφικής περιοχής με σκοπό:

α)

την εξόρυξη πετρελαίου ή φυσικού αερίου,

β)

την αναζήτηση ή εξόρυξη άνθρακα ή άλλων στερεών καυσίμων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής

Τμήμα 1

Κατώτατα όρια

Άρθρο 15

Κατώτατα ποσά

Με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που προβλέπονται στα άρθρα 18 έως 23 ή στο άρθρο 34, σχετικά με την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις προμήθειες των οποίων η εκτιμώμενη αξία, χωρίς τον φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ), είναι ίση με ή ανώτερη από τα ακόλουθα κατώτατα όρια:

α)

414 000 EUR για τις δημόσιες συμβάσεις αγαθών και υπηρεσιών, καθώς και για τους διαγωνισμούς μελετών,

β)

5 186 000 EUR για τις δημόσιες συμβάσεις έργων,

γ)

1 000 000 EUR για δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αφορούν κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες που περιέχονται στον κατάλογο του παραρτήματος XVII.

Άρθρο 16

Μέθοδοι υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των προμηθειών

1.   Ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας μιας προμήθειας βασίζεται στο συνολικό πληρωτέο ποσό, εκτός ΦΠΑ, όπως εκτιμάται από τον αναθέτοντα φορέα, συμπεριλαμβανομένων τυχόν δικαιωμάτων προαίρεσης και τυχόν παρατάσεων των συμβάσεων, που αναφέρονται ρητά στα έγγραφα προμηθειών.

Σε περίπτωση που ο αναθέτων φορέας προβλέπει βραβεία ή την καταβολή ποσών στους υποψηφίους ή τους προσφέροντες, τα λαμβάνει υπόψη κατά τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της προμηθείας.

2.   Όταν ο αναθέτων φορέας αποτελείται από χωριστές επιχειρησιακές μονάδες, λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία για όλες τις επιμέρους επιχειρησιακές μονάδες.

Παρά τα προβλεπόμενα στο πρώτο εδάφιο, όταν μια επιμέρους επιχειρησιακή μονάδα υπέχει ανεξάρτητη ευθύνη για τις προμήθειές της ή για ορισμένες κατηγορίες από αυτές, η αξία των προμηθειών μπορεί να υπολογίζεται στο επίπεδο της συγκεκριμένης μονάδας.

3.   Η επιλογή της μεθόδου για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας μιας προμήθειας δεν πρέπει να γίνεται με σκοπό την εξαίρεσή της από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Μια προμήθεια δεν πρέπει να κατατέμνεται κατά τρόπο ώστε να μην εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εκτός εάν υφίστανται αντικειμενικοί λόγοι.

4.   Η εκτιμωμένη αξία ισχύει τη στιγμή που αποστέλλεται η προκήρυξη διαγωνισμού ή, στις περιπτώσεις που δεν προβλέπεται τέτοια προκήρυξη, τη στιγμή που ο αναθέτων φορέας αρχίζει τη διαδικασία της ανάθεσης της σύμβασης προμήθειας, φερ’ ειπείν ερχόμενη σε επαφή με οικονομικούς φορείς για τους σκοπούς της προμήθειας, όπου χρειάζεται.

5.   Όσον αφορά τις συμφωνίες-πλαίσια και τα δυναμικά συστήματα αγορών, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η μέγιστη εκτιμώμενη αξία, εκτός ΦΠΑ, του συνόλου των συμβάσεων που προβλέπονται για τη συνολική διάρκεια της συμφωνίας ή του συστήματος.

6.   Στην περίπτωση συμπράξεων καινοτομίας, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η μέγιστη εκτιμώμενη αξία, εκτός ΦΠΑ, των δραστηριοτήτων έρευνας και ανάπτυξης που θα λάβουν χώρα κατά τη διάρκεια όλων των σταδίων της προβλεπόμενης σύμπραξης, καθώς και των αγαθών, των υπηρεσιών ή των έργων που θα αναπτυχθούν και θα παρασχεθούν κατά τη λήξη της προβλεπόμενης σύμπραξης.

7.   Για τους σκοπούς του άρθρου 15, οι αναθέτοντες φορείς περιλαμβάνουν στην εκτιμώμενη αξία μιας σύμβασης έργων το κόστος των έργων καθώς και τη συνολική εκτιμώμενη αξία τυχόν αγαθών ή υπηρεσιών που τίθενται στη διάθεση του εργολήπτη από τους αναθέτοντες φορείς, εφόσον είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των έργων.

8.   Όταν προτεινόμενο έργο ή προτεινόμενη παροχή υπηρεσιών μπορεί να οδηγήσει σε ανάθεση χωριστών συμβάσεων κατά τμήματα, λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων αυτών των τμημάτων.

Όταν η συνολική αξία των τμημάτων ισούται με ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που προβλέπεται στο άρθρο 15, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην ανάθεση κάθε τμήματος.

9.   Όταν μια πρόταση αγοράς παρεμφερών αγαθών μπορεί να οδηγήσει στην ανάθεση χωριστών συμβάσεων κατά τμήματα, για την εφαρμογή των στοιχείων β) και γ) του άρθρου 15 λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων των τμημάτων.

Όταν η συνολική αξία των τμημάτων ισούται με ή υπερβαίνει την αξία που προβλέπεται στο άρθρο 15, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην ανάθεση κάθε επιμέρους τμήματος.

10.   Παρά τα οριζόμενα στις παραγράφους 8 και 9, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αναθέτουν συμβάσεις για μεμονωμένα τμήματα χωρίς να εφαρμόζουν τις διαδικασίες που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία, εφόσον η εκτιμώμενη αξία του εν λόγω τμήματος χωρίς ΦΠΑ είναι μικρότερη από 80 000 EUR για αγαθά ή υπηρεσίες ή από 1 εκατ. EUR για έργα. Εντούτοις, η συνολική αξία των τμημάτων που ανατίθενται με αυτόν τον τρόπο, χωρίς την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, δεν πρέπει να υπερβαίνει το 20 % της συνολικής αξίας όλων των τμημάτων στα οποία έχει διαχωριστεί το προτεινόμενο έργο, η προτεινόμενη αγορά παρεμφερών αγαθών ή η προτεινόμενη παροχή υπηρεσιών.

11.   Όταν πρόκειται για συμβάσεις προμήθειας αγαθών ή υπηρεσιών που έχουν περιοδικό χαρακτήρα ή που προβλέπεται να ανανεωθούν μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης βασίζεται στα εξής:

α)

είτε στη συνολική πραγματική αξία των διαδοχικών συμβάσεων ιδίου τύπου οι οποίες συνήφθησαν κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο ή κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος, αναπροσαρμοσμένη, όταν είναι δυνατόν, προκειμένου να ληφθούν υπόψη ενδεχόμενες μεταβολές ως προς την ποσότητα ή την αξία τους κατά το δωδεκάμηνο μετά την αρχική σύμβαση· ή

β)

στη συνολική εκτιμώμενη αξία των διαδοχικών συμβάσεων που συνάπτονται κατά το δωδεκάμηνο μετά την πρώτη παράδοση ή κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, εφόσον αυτό υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες.

12.   Όσον αφορά τις συμβάσεις προμήθειας αγαθών που αφορούν χρηματοδοτική μίσθωση, μίσθωση ή μίσθωση-πώληση προϊόντων, ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης λαμβάνεται:

α)

για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, εφόσον η διάρκειά τους είναι ίση ή μικρότερη των 12 μηνών, η εκτιμώμενη συνολική αξία για τη διάρκεια της σύμβασης ή, εφόσον η διάρκεια της σύμβασης υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, η συνολική αξία της σύμβασης, συμπεριλαμβανομένης της εκτιμώμενης υπολειπόμενης αξίας·

β)

για τις συμβάσεις αορίστου χρόνου ή τις συμβάσεις των οποίων η διάρκεια δεν μπορεί να προσδιοριστεί, η μηνιαία αξία πολλαπλασιασμένη επί 48.

13.   Όσον αφορά τις συμβάσεις υπηρεσιών, ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης βασίζεται, κατά περίπτωση, στα εξής:

α)

ασφαλιστικές υπηρεσίες: το καταβλητέο ασφάλιστρο και άλλοι τρόποι αμοιβής·

β)

τραπεζικές και άλλες χρηματοοικονομικές υπηρεσίες: οι αμοιβές, οι καταβλητέες προμήθειες, οι τόκοι και άλλοι τρόποι αμοιβής·

γ)

συμβάσεις μελετών: οι αμοιβές, οι καταβλητέες προμήθειες και άλλοι τρόποι αμοιβής.

14.   Όσον αφορά τις συμβάσεις υπηρεσιών στις οποίες δεν αναφέρεται συνολική τιμή, ως βάση υπολογισμού της εκτιμώμενης αξίας των συμβάσεων λαμβάνεται:

α)

στην περίπτωση συμβάσεων ορισμένου χρόνου και εφόσον η διάρκειά τους είναι ίση ή μικρότερη από 48 μήνες: η συνολική αξία για όλη τη διάρκεια τους·

β)

στην περίπτωση συμβάσεων αορίστου χρόνου ή διάρκειας μεγαλύτερης των 48 μηνών: η μηνιαία αξία πολλαπλασιασμένη επί 48.

Άρθρο 17

Αναθεώρηση των κατωτάτων ορίων

1.   Κάθε δύο έτη αρχής γενομένης από τις 30 Ιουνίου 2013, η Επιτροπή επαληθεύει ότι τα κατώτατα όρια που θεσπίζονται στα στοιχεία α) και β) του άρθρου 15 αντιστοιχούν στα κατώτατα όρια που θεσπίζονται στη συμφωνία του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου περί Δημοσίων Προμηθειών (ΣΔΠ) και, όπου κρίνεται αναγκαίο, τα αναθεωρεί κατά το παρόν άρθρο.

Σύμφωνα με τη μέθοδο υπολογισμού που θεσπίζεται στη ΣΔΠ, η Επιτροπή υπολογίζει την αξία αυτών των κατώτατων ορίων με βάση τη μέση ημερήσια τιμή του ευρώ, εκφραζόμενη σε ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα (ΕΤΔ), κατά την εικοσιτετράμηνη χρονική περίοδο η οποία λήγει την 31η Αυγούστου που προηγείται της αναθεώρησης, με ισχύ από 1ης Ιανουαρίου. Η κατ’ αυτόν τον τρόπο αναθεωρημένη αξία των κατώτατων ορίων, εάν χρειασθεί, στρογγυλοποιείται προς τα κάτω κατά προσέγγιση χιλιάδας ευρώ, προκειμένου να εξασφαλίζεται η τήρηση των ισχυόντων κατώτατων ορίων που προβλέπονται στη ΣΔΠ, εκφραζόμενων σε ΕΤΔ.

2.   Κάθε δύο έτη αρχής γενομένης από την 1η Ιανουαρίου 2014, η Επιτροπή προσδιορίζει τις αξίες, στα εθνικά νομίσματα των κρατών μελών, των οποίων το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, των κατώτατων ορίων που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) του άρθρου 15, όπως έχουν αναθεωρηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

Ταυτόχρονα, η Επιτροπή προσδιορίζει την αξία, στα εθνικά νομίσματα των κρατών μελών, των οποίων το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, του κατώτατου ορίου που αναφέρεται στο στοιχείο γ) του άρθρου 15.

Σύμφωνα με τη μέθοδο υπολογισμού που θεσπίζεται στη ΣΔΠ, ο προσδιορισμός αυτών των αξιών βασίζεται στη μέση ημερήσια τιμή των νομισμάτων αυτών, που αντιστοιχεί στα ισχύοντα κατώτατα όρια εκφραζόμενα σε ευρώ, κατά την εικοσιτετράμηνη χρονική περίοδο η οποία λήγει την 31η Αυγούστου που προηγείται της αναθεώρησης, με ισχύ από 1ης Ιανουαρίου.

3.   H Επιτροπή προβαίνει στη δημοσίευση των αναφερόμενων στην παράγραφο 1 αναθεωρημένων κατώτατων ορίων, την αξία τους στα εθνικά νομίσματα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2, καθώς και την αξία που καθορίζεται σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αρχή του μηνός Νοεμβρίου που έπεται της αναθεώρησής τους.

4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 103 με σκοπό την προσαρμογή της μεθοδολογίας που θεσπίζεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου σε οποιαδήποτε αλλαγή στη μεθοδολογία που προβλέπεται στη ΣΔΠ για την αναθεώρηση των κατωφλίων που αναφέρονται στοιχεία α) και β) του άρθρου 15, καθώς και για τον προσδιορισμό των αντιστοίχων τιμών στα εθνικά νομίσματα των κρατών μελών, των οποίων το νόμισμα δεν είναι το ευρώ, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 103, με σκοπό την αναθεώρηση των κατωτάτων ορίων που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) του άρθρου 15, όταν κρίνεται απαραίτητο.

5.   Σε περίπτωση που είναι απαραίτητη η αναθεώρηση των κατώτατων ορίων που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) του άρθρου 15 και λόγω χρονικών περιορισμών δεν είναι δυνατή η χρήση της διαδικασίας που ορίζεται στο άρθρο 103 και συνεπώς συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι επείγουσας ανάγκης, η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 104 εφαρμόζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θεσπίζονται σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου.

Τμήμα 2

Εξαιρούμενες συμβάσεις και διαγωνισμοί μελετών· ειδικές διατάξεις για προμήθειες που άπτονται της άμυνας και της ασφάλειας

Ενότητα 1

Εξαιρέσεις που ισχύουν για όλους τους αναθέτοντες φορείς και ειδικές εξαιρέσεις για τους τομείς της ενέργειας και του ύδατος

Άρθρο 18

Συμβάσεις που ανατίθενται με σκοπό τη μεταπώληση ή τη μίσθωση σε τρίτους

1.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις που ανατίθενται με σκοπό τη μεταπώληση ή τη μίσθωση σε τρίτους, όταν ο αναθέτων φορέας δεν απολαύει κανενός ειδικού ή αποκλειστικού δικαιώματος πώλησης ή μίσθωσης του αντικειμένου αυτών των συμβάσεων και όταν άλλοι φορείς δικαιούνται να προβαίνουν ελεύθερα στην εν λόγω πώληση ή μίσθωση με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τον αναθέτοντα φορέα.

2.   Οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν στην Επιτροπή, εφόσον τους ζητηθεί, όλες τις κατηγορίες προϊόντων ή δραστηριοτήτων που θεωρούν ότι εξαιρούνται δυνάμει της παραγράφου 1. Η Επιτροπή μπορεί περιοδικά να προβεί στη δημοσίευση, για λόγους ενημέρωσης, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταλόγων των κατηγοριών προϊόντων και δραστηριοτήτων που θεωρεί ότι εξαιρούνται. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή σέβεται τον ευαίσθητο εμπορικό χαρακτήρα τον οποίο, ενδεχομένως, επικαλέσθηκαν οι αναθέτοντες φορείς κατά τη διαβίβαση των πληροφοριών.

Άρθρο 19

Συμβάσεις και διαγωνισμοί μελετών που ανατίθενται ή διοργανώνονται με σκοπούς άλλους από την άσκηση μιας από τις οριζόμενες δραστηριότητες ή για την άσκηση μιας τέτοιας δραστηριότητας σε τρίτη χώρα

1.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις που αναθέτουν ή στους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνουν οι αναθέτοντες φορείς με άλλους σκοπούς από την άσκηση των δραστηριοτήτων που ορίζονται στα άρθρα 8 έως 14 ή για την άσκηση αυτών των δραστηριοτήτων σε τρίτη χώρα, υπό συνθήκες που δεν προϋποθέτουν την υλική εκμετάλλευση δικτύου ή γεωγραφικής περιοχής στο εσωτερικό της Ένωσης, ούτε εφαρμόζεται σε διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται για τέτοιου είδους σκοπούς.

2.   Οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν στην Επιτροπή, εφόσον τους ζητηθεί, οποιαδήποτε δραστηριότητα θεωρούν ότι εξαιρείται δυνάμει της παραγράφου 1. Η Επιτροπή μπορεί περιοδικά να προβεί στη δημοσίευση, για λόγους ενημέρωσης, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταλόγων των κατηγοριών δραστηριοτήτων που θεωρεί ότι εξαιρούνται. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή σέβεται τον ευαίσθητο εμπορικό χαρακτήρα τον οποίο, ενδεχομένως, επικαλέσθηκαν οι αναθέτοντες φορείς κατά τη διαβίβαση των πληροφοριών.

Άρθρο 20

Συμβάσεις που ανατίθενται και διαγωνισμοί μελετών που διοργανώνονται δυνάμει διεθνών κανόνων

1.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις ή στους διαγωνισμούς μελετών που ο αναθέτων φορέας υποχρεούται να αναθέσει ή να διοργανώσει σύμφωνα με διαφορετικές διαδικασίες προμηθειών από τις προβλεπόμενες στην παρούσα οδηγία και οι οποίες έχουν θεσπιστεί με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

βάσει νομικού μέσου που δημιουργεί διεθνείς νομικές υποχρεώσεις, όπως διεθνή συμφωνία που συνάπτεται σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ μεταξύ κράτους μέλους και μιας ή περισσότερων τρίτων χωρών ή υποδιαιρέσεών τους και καλύπτει έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που προορίζονται για την από κοινού εκτέλεση ή εκμετάλλευση σχεδίου από τα συμβαλλόμενα μέρη της,

β)

από διεθνή οργανισμό.

Όλα τα νομικά μέσα που αναφέρονται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου κοινοποιούνται στην Επιτροπή, η οποία μπορεί να ζητήσει τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής Δημοσίων Συμβάσεων, που αναφέρεται στο άρθρο 105.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις και διαγωνισμούς μελετών που αναθέτει ή διοργανώνει ο αναθέτων φορέας σύμφωνα με τους κανόνες περί προμηθειών που θεσπίζονται από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, όταν οι σχετικές συμβάσεις ή οι σχετικοί διαγωνισμοί μελετών χρηματοδοτούνται πλήρως από τον εν λόγω οργανισμό ή ίδρυμα· στην περίπτωση συμβάσεων ή διαγωνισμών μελετών που συγχρηματοδοτούνται κατά το μεγαλύτερο μέρος από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν επί των εφαρμοστέων διαδικασιών προμηθειών.

3.   Το άρθρο 27 εφαρμόζεται στις συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελέτης που αφορούν θέματα άμυνας και ασφάλειας και ανατίθενται ή διοργανώνονται σύμφωνα με διεθνείς κανόνες. Οι παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται επί των ανωτέρω συμβάσεων και διαγωνισμών μελέτης.

Άρθρο 21

Ειδικές εξαιρέσεις για συμβάσεις υπηρεσιών

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις υπηρεσιών, με αντικείμενο:

α)

την αγορά ή μίσθωση, με οποιουσδήποτε χρηματοδοτικούς όρους, γης, υφιστάμενων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων ή αφορούν δικαιώματα επ’ αυτών·

β)

υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού,

γ)

οποιαδήποτε από τις κατωτέρω νομικές υπηρεσίες:

i)

νομική εκπροσώπηση πελάτη από δικηγόρο κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 77/249/ΕΟΚ του Συμβουλίου (32) σε:

διαιτησία ή συμβιβασμό που πραγματοποιείται σε κράτος μέλος, τρίτη χώρα ή ενώπιον διεθνούς αρχής διαιτησίας ή συμβιβασμού· ή

δικαστικές διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίων, δικαιοδοτικών οργάνων ή δημοσίων αρχών κράτους μέλους ή τρίτης χώρας ή ενώπιον διεθνών δικαστηρίων, δικαιοδοτικών ή θεσμικών οργάνων·

ii)

νομικές συμβουλές που παρέχονται για την προετοιμασία οιασδήποτε από τις διαδικασίες που αναφέρονται στο σημείο i) του παρόντος στοιχείου ή εάν υπάρχει απτή ένδειξη και σημαντική πιθανότητα το ζήτημα που αφορούν οι συμβουλές να αποτελέσει αντικείμενο τέτοιων διαδικασιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι συμβουλές παρέχονται από δικηγόρο, κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 77/249/ΕΟΚ·

iii)

υπηρεσίες πιστοποίησης και εξακρίβωσης της γνησιότητας εγγράφων που πρέπει να παρέχονται από συμβολαιογράφους·

iv)

νομικές υπηρεσίες που παρέχονται από εμπιστευματοδόχους (trustees) ή διορισμένους επιτρόπους ή άλλες νομικές υπηρεσίες των οποίων οι πάροχοι διορίζονται από δικαστήριο ή δικαιοδοτικό όργανο στο οικείο κράτος μέλος ή διορίζονται εκ του νόμου για να εκτελέσουν συγκεκριμένα καθήκοντα υπό την εποπτεία τέτοιων δικαστηρίων ή δικαιοδοτικών οργάνων·

v)

άλλες νομικές υπηρεσίες, οι οποίες στο σχετικό κράτος μέλος συνδέονται, έστω και περιστασιακά, με την άσκηση δημόσιας εξουσίας·

δ)

χρηματοοικονομικές υπηρεσίες σχετικές με την έκδοση, την πώληση, την αγορά ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, κατά την έννοια της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (33) και πράξεις που εκτελούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας·

ε)

δάνεια, είτε συνδέονται είτε όχι με την έκδοση, την πώληση, την αγορά ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων,

στ)

συμβάσεις απασχόλησης·

ζ)

δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές ή μεταφορές με το μετρό·

η)

υπηρεσίες πολιτικής άμυνας, πολιτικής προστασίας και πρόληψης κινδύνων που παρέχονται από μη κερδοσκοπικές οργανώσεις ή ενώσεις και καλύπτονται από τους κωδικούς του CPV: 75250000-3, 75251000-0, 75251100-1, 75251110-4, 75251120-7, 75252000-7, 752220008, 98113100-9 και 85143000-3 πλην των υπηρεσιών ασθενοφόρων για τη μεταφορά ασθενών·

θ)

συμβάσεις που αφορούν τον χρόνο μετάδοσης ή την παροχή προγράμματος που ανατίθενται σε παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων. Για τους σκοπούς του παρόντος στοιχείου, ο όρος «πάροχοι υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων» έχει την ίδια έννοια με εκείνη του στοιχείου δ) του άρθρου 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (34). Το «πρόγραμμα» έχει την ίδια έννοια με εκείνη του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) της εν λόγω οδηγίας, αλλά περιλαμβάνει επίσης ραδιοφωνικά προγράμματα και υλικό ραδιοφωνικών προγραμμάτων. Επίσης, για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης, το «υλικό προγραμμάτων» έχει την ίδια έννοια με το «πρόγραμμα».

Άρθρο 22

Συμβάσεις υπηρεσιών που ανατίθενται βάσει αποκλειστικού δικαιώματος

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις υπηρεσιών που ανατίθενται σε φορέα ο οποίος είναι ο ίδιος αναθέτουσα αρχή ή σε ένωση αναθετουσών αρχών δυνάμει αποκλειστικού δικαιώματος του οποίου απολαύουν βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή δημοσιευμένων διοικητικών διατάξεων, εφόσον οι διατάξεις αυτές είναι σύμφωνες με τη ΣΛΕΕ.

Άρθρο 23

Συμβάσεις που συνάπτονται από ορισμένους αναθέτοντες φορείς για την αγορά ύδατος και για την προμήθεια ενέργειας ή καυσίμων που προορίζονται για την παραγωγή ενέργειας

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

α)

στις συμβάσεις για την αγορά ύδατος, εφόσον συνάπτονται από αναθέτοντες φορείς οι οποίοι ασκούν μία ή και τις δύο δραστηριότητες που σχετίζονται με το πόσιμο ύδωρ και ορίζονται στο άρθρο 10 παράγραφος 1·

β)

στις συμβάσεις οι οποίες συνάπτονται από αναθέτοντες φορείς που δραστηριοποιούνται οι ίδιοι στον τομέα της ενέργειας μέσω της άσκησης μιας δραστηριότητας που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1, στο άρθρο 9 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 14 για την τροφοδότηση:

i)

με ενέργεια,

ii)

με καύσιμα που προορίζονται για την παραγωγή ενέργειας.

Ενότητα 2

Ειδικές διατάξεις για προμήθειες που άπτονται της άμυνας και της ασφάλειας

Άρθρο 24

Άμυνα και ασφάλεια

1.   Όσον αφορά τις συμβάσεις που συνάπτονται και τους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

α)

στις συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2009/81/ΕΚ·

β)

στις συμβάσεις οι οποίες δεν εφαρμόζεται η οδηγία 2009/81/ΕΚ δυνάμει την άρθρων 8, 12 και 13 της εν λόγω οδηγίας.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που δεν εξαιρούνται για άλλους λόγους σύμφωνα με την παράγραφο 1, στο μέτρο που η προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας κράτους μέλους δεν μπορεί να διασφαλιστεί με λιγότερο παρεμβατικά μέτρα, π.χ. διά της επιβολής απαιτήσεων για την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που η αναθέτουσα αρχή καθιστά διαθέσιμες σε διαδικασία σύναψης σύμβασης, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Επίσης, και σύμφωνα με το άρθρο 346 παράγραφος 1 στοιχείο α) της ΣΛΕΕ, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελετών που δεν εξαιρούνται για άλλους λόγους σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, στο μέτρο που η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα υποχρέωνε ένα κράτος μέλος να παράσχει πληροφορίες τη δημοσιοποίηση των οποίων θεωρεί αντίθετη με τα ουσιώδη συμφέροντα ασφαλείας του.

3.   Όταν η προμήθεια και η εκτέλεση της σύμβασης ή του διαγωνισμού μελετών κηρύσσεται απόρρητη ή πρέπει να συνοδεύεται από ειδικά μέτρα ασφαλείας σύμφωνα με τις νομικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις που ισχύουν σε ένα κράτος μέλος, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται, υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος μέλος κρίνει ότι τα εν λόγω ουσιώδη συμφέροντα δεν μπορούν να διασφαλιστούν με λιγότερο παρεμβατικά μέτρα, όπως εκείνα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2.

Άρθρο 25

Μεικτές προμήθειες που καλύπτουν την ίδια δραστηριότητα και άπτονται της άμυνας ή της ασφάλειας

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις μεικτές συμβάσεις που έχουν αντικείμενο προμήθειες οι οποίες καλύπτονται από την παρούσα οδηγία καθώς και προμήθειες ή άλλα στοιχεία τα οποία καλύπτονται από το άρθρο 346 ΣΛΕΕ ή την οδηγία 2009/81/ΕΚ.

2.   Όταν τα διάφορα τμήματα μιας συγκεκριμένης σύμβασης μπορούν αντικειμενικά να διαχωριστούν, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέξουν να αναθέσουν χωριστές συμβάσεις για τα επιμέρους τμήματα ή να αναθέσουν ενιαία σύμβαση.

Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους τμήματα, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε τμήματος.

Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να αναθέσουν ενιαία σύμβαση, ισχύουν τα ακόλουθα κριτήρια για τον καθορισμό του εφαρμοστέου νομικού καθεστώτος:

α)

όταν τμήμα μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται χωρίς εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση ενιαίας σύμβασης βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους,

β)

όταν τμήμα μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από την οδηγία 2009/81/ΕΚ, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται σύμφωνα με την οδηγία 2009/81/ΕΚ, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση ενιαίας σύμβασης βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους. Το παρόν στοιχείο δεν επηρεάζει τα κατώτατα όρια και τις εξαιρέσεις τις οποίες προβλέπει η οδηγία 2009/81/ΕΚ.

Η απόφαση ανάθεσης ενιαίας σύμβασης, ωστόσο, δεν λαμβάνεται με σκοπό την εξαίρεση των συμβάσεων από την εφαρμογή είτε της παρούσας οδηγίας ή της οδηγίας 2009/81/ΕΚ.

3.   Το στοιχείο α) του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 2 εφαρμόζεται στις μεικτές συμβάσεις για τις οποίες θα μπορούσαν διαφορετικά να ισχύουν και το στοιχείο α) και το στοιχείο β).

4.   Όταν τα διάφορα τμήματα μιας συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικά αδύνατον να διαχωριστούν, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται χωρίς να εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία, όταν περιλαμβάνει στοιχεία στα οποία εφαρμόζεται το άρθρο 346 της ΣΛΕΕ· διαφορετικά, μπορεί να ανατίθεται σύμφωνα με την οδηγία 2009/81/ΕΚ.

Άρθρο 26

Προμήθειες που καλύπτουν πολλαπλές δραστηριότητες και άπτονται της άμυνας και της ασφάλειας

1.   Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν πολλαπλές δραστηριότητες, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για κάθε επιμέρους δραστηριότητα ή την ανάθεση ενιαίας σύμβασης. Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους τμήματα, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε συγκεκριμένης δραστηριότητας.

Όταν οι αναθέτοντες φορείς αποφασίζουν να αναθέσουν ενιαία σύμβαση, ισχύει η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου. Η επιλογή ανάμεσα στην ανάθεση ενιαίας σύμβασης και στην ανάθεση πολλών χωριστών συμβάσεων δεν πρέπει να γίνεται με σκοπό την εξαίρεση της σύμβασης ή των συμβάσεων από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ή της οδηγίας 2009/81/ΕΚ.

2.   Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν δραστηριότητα η οποία υπόκειται στην παρούσα οδηγία και άλλη δραστηριότητα η οποία:

α)

υπόκειται στην οδηγία 2009/81/ΕΚ ή

β)

καλύπτεται από το άρθρο 346 ΣΛΕΕ,

η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2009/81/ΕΚ στις περιπτώσεις του στοιχείου α) και μπορεί να ανατεθεί χωρίς την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στις περιπτώσεις του στοιχείου β). Το παρόν εδάφιο δεν επηρεάζει τα κατώτατα όρια και τις εξαιρέσεις τις οποίες προβλέπει η οδηγία 2009/81/ΕΚ.

Οι συμβάσεις που εμπίπτουν στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου και οι οποίες περιλαμβάνουν επιπλέον προμήθειες ή άλλα στοιχεία που καλύπτονται από το άρθρο 346 ΣΛΕΕ μπορούν να ανατίθενται χωρίς την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Ωστόσο, το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο εφαρμόζονται με την προϋπόθεση η ανάθεση της ενιαίας σύμβασης να δικαιολογείται για αντικειμενικούς λόγους και η απόφαση για την ανάθεση ενιαίας σύμβασης να μην λαμβάνεται με σκοπό την εξαίρεση συμβάσεων από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 27

Συμβάσεις και διαγωνισμοί μελετών που άπτονται της άμυνας ή της ασφάλειας και ανατίθενται ή διοργανώνονται σύμφωνα με διεθνείς κανόνες

1.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που άπτονται της άμυνας και της ασφάλειας και που ο αναθέτων φορέας υποχρεούται να αναθέσει ή να διοργανώσει σύμφωνα με διαδικασίες προμηθειών διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στην παρούσα οδηγία και οι οποίες προβλέπονται σε οποιοδήποτε από τα εξής:

α)

διεθνή συμφωνία ή ρύθμιση που συνάπτεται σύμφωνα με τις Συνθήκες μεταξύ κράτους μέλους και μιας ή περισσότερων τρίτων χωρών ή υποδιαιρέσεών τους και καλύπτει έργα, αγαθά ή υπηρεσίες που προορίζονται για την από κοινού εκτέλεση ή εκμετάλλευση ενός σχεδίου από τους συμβαλλομένους·

β)

διεθνή συμφωνία ή ρύθμιση που έχει συναφθεί για τη στάθμευση στρατευμάτων και αφορά επιχειρήσεις κράτους μέλους ή τρίτης χώρας·

γ)

διεθνή οργανισμό.

Όλες οι συμφωνίες ή διακανονισμοί του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου κοινοποιούνται στην Επιτροπή που μπορεί να συμβουλευτεί την Συμβουλευτική επιτροπή δημοσίων προμηθειών του άρθρου 105.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις και διαγωνισμούς μελετών που άπτονται της άμυνας και της ασφάλειας και που ο αναθέτων φορέας αναθέτει σύμφωνα με τους κανόνες περί προμηθειών που θεσπίζονται από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, όταν οι σχετικές συμβάσεις ή οι σχετικοί διαγωνισμοί μελετών χρηματοδοτούνται πλήρως από τον εν λόγω οργανισμό ή ίδρυμα. Στην περίπτωση συμβάσεων ή διαγωνισμών μελετών που συγχρηματοδοτούνται κατά το μεγαλύτερο μέρος από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν επί των εφαρμοστέων διαδικασιών περί προμηθειών.

Ενότητα 3

Ειδικές σχέσεις (συνεργασία, συνδεδεμένες επιχειρήσεις και κοινοπραξίες)

Άρθρο 28

Συμβάσεις ανάμεσα σε αναθέτουσες αρχές

1.   Μια σύμβαση που ανατίθεται από αναθέτουσα αρχή σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εάν πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

α)

η αναθέτουσα αρχή ασκεί επί του εν λόγω νομικού προσώπου έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκεί επί των δικών της υπηρεσιών,

β)

πάνω από το 80 % των δραστηριοτήτων του ελεγχομένου νομικού προσώπου πραγματοποιείται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από την ελέγχουσα αναθέτουσα αρχή ή από άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από την εν λόγω αναθέτουσα αρχή,

γ)

δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, με εξαίρεση μειοψηφικές και χωρίς δυνατότητα αρνησικυρίας μορφές ιδιωτικής κεφαλαιακής συμμετοχής που απαιτούνται από τις ισχύουσες εθνικές νομοθετικές διατάξεις, σύμφωνα με τις Συνθήκες, οι οποίες δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.

Μια αναθέτουσα αρχή θεωρείται ότι ασκεί έλεγχο επί νομικού προσώπου ανάλογο με τον έλεγχο που ασκεί στις υπηρεσίες της κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου στοιχείο α), όταν ασκεί αποφασιστική επιρροή τόσο στους στρατηγικούς στόχους όσο και στις σημαντικές αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου. Αυτός ο έλεγχος μπορεί, επίσης, να ασκείται από άλλο νομικό πρόσωπο το οποίο με τη σειρά του ελέγχεται κατά τον ίδιο τρόπο από την αναθέτουσα αρχή.

2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης σε περίπτωση που ένα ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο το οποίο είναι αναθέτουσα αρχή αναθέτει σύμβαση στην αναθέτουσα αρχή η οποία το ελέγχει ή σε άλλο νομικό πρόσωπο που τελεί υπό τον έλεγχο της ίδιας αναθέτουσας αρχής, εφόσον δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο νομικό πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η δημόσια σύμβαση, με εξαίρεση μειοψηφικές και χωρίς δυνατότητα αρνησικυρίας μορφές ιδιωτικής κεφαλαιακής συμμετοχής που απαιτούνται από τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις, σύμφωνα με τις Συνθήκες, οι οποίες δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.

3.   Αναθέτουσα αρχή που δεν ασκεί έλεγχο, κατά την έννοια της παραγράφου 1, επί νομικού προσώπου ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου μπορεί εντούτοις να αναθέσει σύμβαση στο εν λόγω νομικό πρόσωπο χωρίς να εφαρμόσει την παρούσα οδηγία, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η αναθέτουσα αρχή ασκεί από κοινού με άλλες αναθέτουσες αρχές έλεγχο επί του εν λόγω νομικού προσώπου ανάλογο εκείνου που ασκούν επί των δικών τους υπηρεσιών·

β)

πάνω από το 80 % των δραστηριοτήτων του εν λόγω νομικού προσώπου πραγματοποιείται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από τις ελέγχουσες αναθέτουσες αρχές ή από άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τις ίδιες αναθέτουσες αρχές· και

γ)

δεν υπάρχει άμεση ιδιωτική κεφαλαιακή συμμετοχή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, με εξαίρεση μειοψηφικές και χωρίς δυνατότητα αρνησικυρίας μορφές ιδιωτικής κεφαλαιακής συμμετοχής που απαιτούνται από τις εθνικές νομοθετικές διατάξεις, σύμφωνα με τις Συνθήκες, οι οποίες δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.

Για τους σκοπούς του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου, θεωρείται ότι οι αναθέτουσες αρχές ασκούν από κοινού έλεγχο επί νομικού προσώπου όταν πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

i)

τα όργανα λήψης αποφάσεων του ελεγχόμενου νομικού προσώπου απαρτίζονται από αντιπροσώπους όλων των αναθετουσών αρχών που συμμετέχουν· ο ίδιος αντιπρόσωπος μπορεί να εκπροσωπεί πολλές ή όλες τις αναθέτουσες αρχές ή τους αναθέτοντες φορείς που συμμετέχουν·

ii)

οι εν λόγω αναθέτουσες αρχές είναι σε θέση να ασκούν από κοινού αποφασιστική επιρροή στους στρατηγικούς στόχους και τις σημαντικές αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου· και

iii)

το ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο δεν επιδιώκει συμφέροντα αντίθετα από τα συμφέροντα των ελεγχουσών αναθετουσών αρχών.

4.   Μια σύμβαση η οποία συνάπτεται αποκλειστικά μεταξύ δύο ή περισσότερων αναθετουσών αρχών δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εφόσον πληρούνται όλες οι κατωτέρω προϋποθέσεις:

α)

η σύμβαση θεσπίζει ή υλοποιεί συνεργασία μεταξύ των συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών η οποία αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οι δημόσιες υπηρεσίες που πρέπει να εκτελούν οι εν λόγω αρχές παρέχονται για την επιδίωξη των κοινών τους στόχων·

β)

η υλοποίηση της εν λόγω συνεργασίας λαμβάνει αποκλειστικά υπόψη το δημόσιο συμφέρον· και

γ)

οι συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές εκτελούν στην ανοικτή αγορά λιγότερο από το 20 % των δραστηριοτήτων που αφορά η συνεργασία.

5.   Για τον προσδιορισμό του ποσοστού των δραστηριοτήτων που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 3 και στο στοιχείο γ) της παραγράφου 4, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος συνολικός κύκλος εργασιών ή άλλο ενδεδειγμένο μέτρο βάσει δραστηριοτήτων, όπως το κόστος που βαρύνει το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο όσον αφορά τις υπηρεσίες, τα αγαθά και τα έργα κατά την τριετία που προηγείται της ανάθεσης της σύμβασης.

Όταν λόγω της ημερομηνίας σύστασης του συγκεκριμένου νομικού προσώπου ή της έναρξης των εμπορικών δραστηριοτήτων του ή λόγω αναδιοργάνωσης των δραστηριοτήτων του, ο κύκλος εργασιών, ή άλλο μέτρο που βασίζεται στις δραστηριότητες όπως το κόστος, είτε δεν είναι διαθέσιμο για την τελευταία τριετία είτε δεν είναι πλέον ενδεδειγμένο, αρκεί να αποδειχθεί η αξιοπιστία της μέτρησης της δραστηριότητας, ιδίως με προβολές επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

Άρθρο 29

Συμβάσεις που ανατίθενται σε συνδεδεμένη επιχείρηση

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «συνδεδεμένη επιχείρηση» νοείται κάθε επιχείρηση της οποίας οι ετήσιοι λογαριασμοί έχουν ενοποιηθεί με τους λογαριασμούς του αναθέτοντος φορέα σύμφωνα με τις απαιτήσεις της οδηγίας 2013/34/ΕΕ.

2.   Στην περίπτωση φορέων που δεν εμπίπτουν στην οδηγία 2013/34/ΕΕ, ως «συνδεδεμένη επιχείρηση» νοείται κάθε επιχείρηση η οποία:

α)

μπορεί να υπόκειται, άμεσα ή έμμεσα, σε δεσπόζουσα επιρροή του αναθέτοντος φορέα·

β)

μπορεί να ασκεί δεσπόζουσα επιρροή επί του αναθέτοντος φορέα· ή

γ)

υπόκειται, από κοινού με τον αναθέτοντα φορέα, στη δεσπόζουσα επιρροή άλλης επιχείρησης λόγω κυριότητας, χρηματοδοτικής συμμετοχής ή των κανόνων που τη διέπουν.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ο όρος «δεσπόζουσας επιρροής» έχει την ίδια έννοια με εκείνη του άρθρου 4 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο.

3.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 28 και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις που ανατίθενται:

α)

από αναθέτοντα φορέα σε συνδεδεμένη επιχείρηση· ή

β)

από κοινοπραξία, η οποία έχει συσταθεί αποκλειστικά από διάφορους αναθέτοντες φορείς με σκοπό την άσκηση δραστηριοτήτων κατά την έννοια των άρθρων 8 έως 14, σε επιχείρηση συνδεδεμένη με έναν από αυτούς τους αναθέτοντες φορείς.

4.   Η παράγραφος 3 εφαρμόζεται σε:

α)

συμβάσεις υπηρεσιών, εφόσον το 80 % τουλάχιστον του μέσου συνολικού κύκλου εργασιών της συνδεδεμένης επιχείρησης κατά την τελευταία τριετία, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις υπηρεσίες που παρείχε η εν λόγω επιχείρηση, προέρχεται από την παροχή υπηρεσιών στον αναθέτοντα φορέα ή σε άλλες επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται·

β)

συμβάσεις αγαθών, εφόσον το 80 % τουλάχιστον του μέσου συνολικού κύκλου εργασιών της συνδεδεμένης επιχείρησης, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα αγαθά που παρείχε η εν λόγω επιχείρηση κατά την τελευταία τριετία, προέρχεται από την παροχή αγαθών στον αναθέτοντα φορέα ή σε άλλες επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται·

γ)

στις συμβάσεις έργων, εφόσον το 80 % τουλάχιστον του μέσου συνολικού κύκλου εργασιών της συνδεδεμένης επιχείρησης, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα έργα που παρείχε η εν λόγω επιχείρηση κατά την τελευταία τριετία, προέρχεται από την παροχή έργων στον αναθέτοντα φορέα ή σε άλλες επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται.

5.   Όταν, λόγω της ημερομηνίας σύστασης της συνδεδεμένης επιχείρησης ή της ημερομηνίας έναρξης των δραστηριοτήτων της, δεν είναι διαθέσιμος ο κύκλος εργασιών της για την τελευταία τριετία, η επιχείρηση αρκεί να αποδεικνύει ότι ο κύκλος εργασιών που αναφέρεται στην παράγραφο 4 στοιχεία α), β) ή γ) είναι αξιόπιστος, ιδίως με προβολές επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.

6.   Όταν περισσότερες από μία επιχειρήσεις συνδεδεμένες με τον αναθέτοντα φορέα με τον οποίο συγκροτούν οικονομικό όμιλο, παρέχουν τις ίδιες ή παρεμφερείς υπηρεσίες ή τα ίδια ή παρεμφερή αγαθά ή έργα, για τον υπολογισμό των ποσοστών λαμβάνεται υπόψη ο συνολικός κύκλος εργασιών που προκύπτει αντιστοίχως από την παροχή υπηρεσιών, αγαθών ή έργων εκ μέρους των εν λόγω συνδεδεμένων επιχειρήσεων.

Άρθρο 30

Συμβάσεις που ανατίθενται σε κοινοπραξία ή σε αναθέτοντα φορέα που συμμετέχει σε κοινοπραξία

Κατά παρέκκλιση του άρθρου 28 και με την προϋπόθεση ότι η κοινοπραξία έχει συσταθεί με σκοπό την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας επί περίοδο τουλάχιστον τριών ετών και ότι η συστατική πράξη της κοινοπραξίας ορίζει ότι οι αναθέτοντες φορείς που τη συγκροτούν συμμετέχουν σε αυτήν τουλάχιστον για την εν λόγω περίοδο, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις:

α)

τις οποίες αναθέτει κοινοπραξία, η οποία έχει συσταθεί αποκλειστικά από ορισμένους αναθέτοντες φορείς με σκοπό την άσκηση δραστηριοτήτων κατά την έννοια των άρθρων 8 έως 14, σε έναν από τους εν λόγω αναθέτοντες φορείς· ή

β)

τις οποίες αναθέτει αναθέτων φορέας σε τέτοιου είδους κοινοπραξία στην οποία συμμετέχει.

Άρθρο 31

Κοινοποίηση πληροφοριών

Οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν στην Επιτροπή, εφόσον τους ζητηθεί, τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 29 παράγραφοι 2 και 3 και του άρθρου 30:

α)

τις επωνυμίες των επιχειρήσεων ή κοινοπραξιών για τις οποίες πρόκειται·

β)

τη φύση και την αξία των σχετικών συμβάσεων·

γ)

τα στοιχεία που η Επιτροπή κρίνει απαραίτητα για να αποδείξει ότι οι σχέσεις μεταξύ της επιχείρησης ή της κοινοπραξίας στην οποία ανατίθενται οι συμβάσεις και του αναθέτοντος φορέα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των άρθρων 29 ή 30.

Ενότητα 4

Ειδικές περιπτώσεις

Άρθρο 32

Υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται μόνο σε συμβάσεις υπηρεσιών για υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης που καλύπτονται από τους κωδικούς CPV 73000000-2 έως 73120000-9, 73300000-5, 73420000-2 και 73430000-5, εφόσον πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα αποτελέσματα ανήκουν αποκλειστικά στον αναθέτοντα φορέα για ιδία χρήση κατά την άσκηση της δραστηριότητάς του, και

β)

η παροχή της υπηρεσίας αμείβεται εξ ολοκλήρου από τον αναθέτοντα φορέα.

Άρθρο 33

Συμβάσεις οι οποίες υπάγονται σε ειδικό καθεστώς

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 34 της παρούσας οδηγίας, η Δημοκρατία της Αυστρίας και η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας εξασφαλίζουν, μέσω των όρων για τη χορήγηση άδειας ή με άλλα κατάλληλα μέτρα, ότι κάθε φορέας ο οποίος δραστηριοποιείται στους τομείς που αναφέρονται στην απόφαση 2002/205/ΕΚ της Επιτροπής (35) και στην απόφαση 2004/73/ΕΚ της Επιτροπής (36):

α)

τηρεί την αρχή περί μη διακρίσεων και την αρχή περί προκήρυξης διαγωνισμού για την ανάθεση συμβάσεων αγαθών, έργων και υπηρεσιών, ιδίως όσον αφορά τις πληροφορίες που ο φορέας θέτει στη διάθεση των οικονομικών φορέων σχετικά με τις προθέσεις του για προμήθειες·

β)

κοινοποιεί στην Επιτροπή, υπό τους όρους που καθορίζονται στην απόφαση 93/327/ΕΟΚ της Επιτροπής (37), πληροφορίες σχετικά με τις συμβάσεις που αναθέτει.

2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 34, το Ηνωμένο Βασίλειο εξασφαλίζει, μέσω των όρων για τη χορήγηση άδειας ή με άλλα κατάλληλα μέτρα, ότι κάθε φορέας ο οποίος δραστηριοποιείται στους τομείς που αναφέρονται στην απόφαση 97/367/ΕΟΚ εφαρμόζει την παράγραφο 1 στοιχεία α) και β) του παρόντος άρθρου όσον αφορά τις συμβάσεις που ανατίθενται για την πραγματοποίηση της εν λόγω δραστηριότητας στη Βόρεια Ιρλανδία.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται σε συμβάσεις που ανατίθενται με σκοπό την εξερεύνηση πετρελαίου ή φυσικού αερίου.

Ενότητα 5

Δραστηριότητες άμεσα εκτεθειμένες στον ανταγωνισμό και σχετικές διαδικαστικές διατάξεις

Άρθρο 34

Δραστηριότητες άμεσα εκτεθειμένες στον ανταγωνισμό

1.   Οι συμβάσεις που προορίζονται να επιτρέψουν την άσκηση δραστηριότητας οριζόμενης στα άρθρα 8 έως 14 δεν υπάγονται στην παρούσα οδηγία, εάν το κράτος μέλος ή οι αναθέτοντες φορείς που υπέβαλαν το αίτημα δυνάμει του άρθρου 35 μπορούν να καταδείξουν ότι η δραστηριότητα, στο κράτος μέλος όπου ασκείται, είναι άμεσα εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες η πρόσβαση δεν είναι περιορισμένη, ούτε οι διαγωνισμοί μελετών που διοργανώνονται για την πραγματοποίηση μιας τέτοιου είδους δραστηριότητας στην εν λόγω γεωγραφική περιοχή υπάγονται στην παρούσα οδηγία. Η συγκεκριμένη δραστηριότητα μπορεί να αποτελεί μέρος ευρύτερου τομέα ή να ασκείται μόνον σε ορισμένα τμήματα του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους. Η αναφερόμενη στην πρώτη περίοδο της παρούσας παραγράφου αξιολόγηση του ανταγωνισμού, η οποία διενεργείται με βάση τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στην Επιτροπή και για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, δεν θίγει την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού. Η αξιολόγηση αυτή πραγματοποιείται λαμβάνοντας υπόψη την αγορά για τις εν λόγω δραστηριότητες και τη γεωγραφική αγορά αναφοράς κατά την έννοια της παραγράφου 2.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, το κατά πόσον μια δραστηριότητα είναι άμεσα εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό καθορίζεται με βάση κριτήρια σύμφωνα με τις διατάξεις περί ανταγωνισμού της ΣΛΕΕ. Σε αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται τα χαρακτηριστικά των συγκεκριμένων προϊόντων ή υπηρεσιών, η ύπαρξη εναλλακτικών προϊόντων ή υπηρεσιών που θεωρούνται ότι μπορούν να τα υποκαταστήσουν τόσο από την πλευρά της ζήτησης όσο και από την πλευρά της προσφοράς, οι τιμές και η πραγματική ή δυνητική παρουσία περισσότερων του ενός παρόχων των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών.

Ως γεωγραφική αγορά αναφοράς, με βάση την οποία αξιολογείται η έκθεση στον ανταγωνισμό, νοείται η περιοχή όπου οι σχετικές επιχειρήσεις συμμετέχουν στην προσφορά και τη ζήτηση προϊόντων ή υπηρεσιών, όπου οι συνθήκες ανταγωνισμού είναι επαρκώς ομοιογενείς και η οποία μπορεί να διακριθεί από τις γειτονικές περιοχές επειδή, ιδίως, οι συνθήκες ανταγωνισμού είναι αισθητά διαφορετικές. Η εν λόγω αξιολόγηση λαμβάνει ιδίως υπόψη τη φύση και τα χαρακτηριστικά των σχετικών προϊόντων ή υπηρεσιών, την ύπαρξη εμποδίων για την είσοδο στην αγορά ή ενδεχόμενων προτιμήσεων των καταναλωτών, τις αισθητές διαφορές στα μερίδια αγοράς των επιχειρήσεων μεταξύ της εν λόγω περιοχής και των γειτονικών περιοχών ή τις αισθητές διαφορές στις τιμές.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, η πρόσβαση σε μια αγορά θεωρείται ότι δεν περιορίζεται εάν το κράτος μέλος έχει ενσωματώσει και εφαρμόσει τη νομοθεσία της Ένωσης που αναφέρεται στο παράρτημα III.

Όταν η ελεύθερη πρόσβαση σε συγκεκριμένη αγορά δεν τεκμαίρεται βάσει του πρώτου εδαφίου, πρέπει να καταδεικνύεται ότι η εν λόγω πρόσβαση είναι ελεύθερη εκ του νόμου και εκ των πραγμάτων.

Άρθρο 35

Διαδικασία για τη βεβαίωση της δυνατότητας εφαρμογής του άρθρου 34

1.   Όταν ένα κράτος μέλος ή, σε περίπτωση που το προβλέπει η νομοθεσία του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, ένας αναθέτων φορέας θεωρεί ότι, με βάση τα κριτήρια του άρθρου 34 παράγραφοι 2 και 3, μια δεδομένη δραστηριότητα είναι άμεσα εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες η πρόσβαση δεν είναι περιορισμένη, μπορεί να υποβάλει αίτημα στην Επιτροπή προκειμένου να βεβαιώσει ότι η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στην ανάθεση συμβάσεων ή στη διοργάνωση διαγωνισμών μελετών για την άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας. Το αίτημα συνοδεύεται ενδεχομένως από τη θέση που έλαβε ανεξάρτητη εθνική αρχή η οποία είναι αρμόδια για τη σχετική δραστηριότητα. Τέτοια αιτήματα μπορούν να αφορούν δραστηριότητες που αποτελούν μέρος ευρύτερου τομέα ή που ασκούνται μόνον σε ορισμένα τμήματα του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

Στο αίτημά του, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή ο ενδιαφερόμενος αναθέτων φορέας ενημερώνει την Επιτροπή για όλα τα συναφή στοιχεία, και ιδίως για κάθε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη ή συμφωνία που αφορά τη συμμόρφωση προς τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1.

2.   Εκτός εάν το αίτημα που υποβάλλεται από τον αναθέτοντα φορέα συνοδεύεται από αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη θέση που έλαβε ανεξάρτητη εθνική αρχή αρμόδια για τη σχετική δραστηριότητα, η οποία αναλύει λεπτομερώς τις προϋποθέσεις για τη δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 34 παράγραφος 1 στη σχετική δραστηριότητα σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του εν λόγω άρθρου, η Επιτροπή ενημερώνει πάραυτα το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή για όλα τα συναφή στοιχεία, και, ιδίως, για κάθε νομοθετική, κανονιστική ή διοικητική διάταξη ή συμφωνία που αφορά τη συμμόρφωση προς τους όρους που αναφέρονται στο άρθρο 34 παράγραφος 1.

3.   Κατόπιν αιτήματος που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί, με εκτελεστικές πράξεις τις οποίες εκδίδει εντός των προθεσμιών του παραρτήματος IV, να προσδιορίσει κατά πόσον μια αναφερόμενη στα άρθρα 8 έως 14 δραστηριότητα είναι άμεσα εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό με βάση τα κριτήρια του άρθρου 34. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 105 παράγραφος 2.

Οι συμβάσεις που προορίζονται να καταστήσουν δυνατή την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας και οι διαγωνισμοί μελετών που διοργανώνονται για την πραγματοποίηση μιας τέτοιου είδους δραστηριότητας παύουν να υπόκεινται στην παρούσα οδηγία σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

η Επιτροπή εξέδωσε την εκτελεστική πράξη σχετικά με τη δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 34 παράγραφος 1 εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο παράρτημα IV,

β)

η Επιτροπή δεν εξέδωσε την εκτελεστική πράξη εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο παράρτημα IV.

4.   Μετά την υποβολή του αιτήματος, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή ο ενδιαφερόμενος αναθέτων φορέας μπορεί, με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής, να τροποποιήσει ουσιωδώς το αίτημά του, ιδίως σε ό,τι αφορά τις σχετικές δραστηριότητες ή γεωγραφικές περιοχές. Στην περίπτωση αυτή ισχύει νέα προθεσμία για την έκδοση της εκτελεστικής πράξης, η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παραρτήματος IV, εκτός αν συμφωνηθεί μικρότερη προθεσμία από την Επιτροπή και το κράτος μέλος ή τον αναθέτοντα φορέα που υπέβαλε το αίτημα.

5.   Όταν μια δραστηριότητα σε δεδομένο κράτος μέλος αποτελεί ήδη αντικείμενο διαδικασίας δυνάμει των παραγράφων 1, 2 και 4, η παραλαβή μεταγενέστερων αιτήσεων για την ίδια δραστηριότητα στο εν λόγω κράτος μέλος πριν από το πέρας της προθεσμίας που έχει αρχίσει για την πρώτη αίτηση δεν θεωρείται ως έναρξη νέων διαδικασιών και οι αιτήσεις αυτές εξετάζονται στο πλαίσιο της πρώτης αίτησης.

6.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής των παραγράφων 1 έως 5. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη περιλαμβάνει τουλάχιστον κανόνες σχετικά με:

α)

τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προς ενημέρωση, της ημερομηνίας κατά την οποία αρχίζει και λήγει η προθεσμία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παραρτήματος IV, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε παρατάσεων ή αναστολών των προθεσμιών αυτών, όπως προβλέπεται στο εν λόγω παράρτημα·

β)

τη δημοσίευση της ενδεχόμενης δυνατότητας εφαρμογής του άρθρου 34 παράγραφος 1, σύμφωνα με την παράγραφο 3 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) του παρόντος άρθρου·

γ)

διατάξεις εφαρμογής όσον αφορά τη μορφή, το περιεχόμενο και άλλες λεπτομέρειες των αιτημάτων που υποβάλλονται δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου·

Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 105 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Γενικές αρχές

Άρθρο 36

Αρχές που διέπουν τις προμήθειες

1.   Οι αναθέτοντες φορείς αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις και ενεργούν με διαφανή και αναλογικό τρόπο.

Ο σχεδιασμός της προμήθειας δεν γίνεται με πρόθεση τον αποκλεισμό της από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας ή τον τεχνητό περιορισμό του διαγωνισμού. Ο διαγωνισμός θεωρείται ότι περιορίζεται τεχνητά όταν η προμήθεια σχεδιάζεται με σκοπό την αδικαιολόγητα ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων οικονομικών φορέων.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι, κατά την εκτέλεση των δημοσίων συμβάσεων, οι οικονομικοί φορείς τηρούν τις ισχύουσες υποχρεώσεις στους τομείς του περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου, που έχουν θεσπισθεί με το ενωσιακό δίκαιο, το εθνικό δίκαιο, συλλογικές συμβάσεις ή διεθνείς διατάξεις περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου, οι οποίες απαριθμούνται στο παράρτημα XIV.

Άρθρο 37

Οικονομικοί φορείς

1.   Οι οικονομικοί φορείς οι οποίοι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, έχουν δικαίωμα να παρέχουν τη συγκεκριμένη υπηρεσία δεν απορρίπτονται με μοναδική αιτιολογία το γεγονός ότι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιείται η ανάθεση της σύμβασης, θα έπρεπε να είναι είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα.

Εντούτοις, για τις συμβάσεις έργων και υπηρεσιών καθώς και για τις συμβάσεις αγαθών που περιλαμβάνουν επιπλέον υπηρεσίες ή δραστηριότητες τοποθέτησης και εγκατάστασης, είναι δυνατόν να ζητείται από τα νομικά πρόσωπα να αναφέρουν, στις προσφορές ή στις αιτήσεις συμμετοχής τους, τα ονόματα και τα κατάλληλα επαγγελματικά προσόντα των μελών του προσωπικού που είναι υπεύθυνα για την εκτέλεση της συγκεκριμένης σύμβασης.

2.   Στις διαδικασίες προμηθειών μπορούν να συμμετέχουν όμιλοι οικονομικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών ενώσεων. Οι αναθέτοντες φορείς δεν υποχρεώνουν τους εν λόγω ομίλους να διαθέτουν συγκεκριμένη νομική μορφή για την υποβολή προσφοράς ή την αίτηση συμμετοχής.

Όταν κρίνεται αναγκαίο, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να διευκρινίζουν στα έγγραφα προμηθειών τον τρόπο με τον οποίο οι όμιλοι οικονομικών φορέων πρέπει να πληρούν τα κριτήρια και τις και τις απαιτήσεις σχετικά με την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα, που αναφέρονται στα άρθρα 77 έως 81, εφόσον αυτό δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους και είναι αναλογικό. Τα κράτη μέλη μπορούν να θέσουν τυποποιημένους όρους όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι όμιλοι οικονομικών φορέων θα ικανοποιούν την απαίτηση αυτή.

Οι όροι εκτέλεσης της σύμβασης από τους ομίλους οικονομικών φορέων, οι οποίοι είναι διαφορετικοί από εκείνους που επιβάλλονται σε μεμονωμένους συμμετέχοντες, δικαιολογούνται επίσης από αντικειμενικούς λόγους και είναι αναλογικοί.

3.   Παρά την παράγραφο 2,οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να απαιτήσουν από τους ομίλους οικονομικών φορέων να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή αφού τους ανατεθεί η σύμβαση, στον βαθμό που η σχετική μεταβολή είναι αναγκαία για την ικανοποιητική εκτέλεση της σύμβασης.

Άρθρο 38

Συμβάσεις ανατιθέμενες κατ’ αποκλειστικότητα

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να παραχωρούν κατ’ αποκλειστικότητα το δικαίωμα συμμετοχής σε διαδικασίες προμηθειών σε προστατευόμενα εργαστήρια και οικονομικούς φορείς που έχουν ως κύριο σκοπό την κοινωνική και επαγγελματική ένταξη ατόμων με αναπηρίες ή μειονεκτούντων ατόμων ή να προβλέπουν την εκτέλεση αυτών των συμβάσεων στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης, εφόσον τουλάχιστον το 30 % των εργαζομένων στα εν λόγω εργαστήρια, οικονομικούς φορείς ή προγράμματα είναι εργαζόμενοι με αναπηρίες ή μειονεκτούντες εργαζόμενοι.

2.   Η προκήρυξη διαγωνισμού παραπέμπει στο παρόν άρθρο.

Άρθρο 39

Εχεμύθεια

1.   Εκτός αν προβλέπεται άλλως στην παρούσα οδηγία ή στο εθνικό δίκαιο στο οποίο υπόκειται η αναθέτων φορέας και ιδίως στη νομοθεσία όσον αφορά την πρόσβαση στην ενημέρωση, και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων σχετικά με τη δημοσιοποίηση των ανατιθέμενων συμβάσεων και την ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 70 και 75, ο αναθέτων φορέας δεν αποκαλύπτει πληροφορίες που του έχουν διαβιβάσει οικονομικοί φορείς και τις οποίες έχουν χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικές, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των τεχνικών ή εμπορικών απορρήτων και των εμπιστευτικών πτυχών των προσφορών.

2.   Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιβάλλουν στους οικονομικούς φορείς υποχρεώσεις προκειμένου να προστατεύσουν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών που καθιστούν διαθέσιμες οι αναθέτοντες φορείς καθ’ όλη τη διαδικασία προμηθειών, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που καθίστανται διαθέσιμες σε σχέση με τη λειτουργία ενός συστήματος προεπιλογής, ανεξαρτήτως του αν αυτό έχει αποτελέσει ή όχι αντικείμενο ανακοίνωσης για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής που χρησιμοποιείται ως μέσο για την προκήρυξη διαγωνισμού.

Άρθρο 40

Κανόνες που εφαρμόζονται στις επικοινωνίες

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλες οι επικοινωνίες και όλες οι ανταλλαγές πληροφοριών δυνάμει της παρούσας οδηγίας, ιδιαίτερα η ηλεκτρονική υποβολή των προσφορών, πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου. Τα εργαλεία και οι συσκευές που χρησιμοποιούνται για τις επικοινωνίες με ηλεκτρονικά μέσα, καθώς και τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους, δεν δημιουργούν διακρίσεις, είναι γενικώς διαθέσιμα και συμβατά με τις γενικά χρησιμοποιούμενες ΤΠΕ, και δεν περιορίζουν την πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία των προμηθειών.

Παρά τα προβλεπόμενα στο πρώτο εδάφιο, οι αναθέτοντες φορείς δεν υποχρεούνται να απαιτούν τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας κατά τη διαδικασία υποβολής στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

λόγω του ειδικού χαρακτήρα της προμήθειας, η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας θα απαιτούσε συγκεκριμένα εργαλεία, συσκευές ή μορφότυπους αρχείων που δεν είναι γενικώς διαθέσιμα ή δεν υποστηρίζονται από γενικά διαθέσιμες εφαρμογές,

β)

οι εφαρμογές που υποστηρίζουν μορφότυπους αρχείων κατάλληλους για την περιγραφή των προσφορών χρησιμοποιούν μορφότυπους αρχείων που δεν μπορούν να υποστούν επεξεργασία από οποιαδήποτε άλλη ανοιχτή ή γενικά διαθέσιμη εφαρμογή ή υπόκεινται σε σύστημα αποκλειστικών αδειών εκμετάλλευσης και δεν μπορούν να διατεθούν για μεταφόρτωση ή εξ αποστάσεως χρήση από τον αναθέτοντα φορέα,

γ)

η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας θα απαιτούσε ειδικό εξοπλισμό γραφείου που δεν διαθέτουν γενικώς οι αναθέτοντες φορείς,

δ)

τα έγγραφα της προμήθειας απαιτούν την υποβολή υλικού ή υπό κλίμακα προπλάσματος τα οποία δεν είναι δυνατόν να διαβιβασθούν με ηλεκτρονικά μέσα.

Όσον αφορά τις επικοινωνίες για τις οποίες δεν χρησιμοποιούνται ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, η επικοινωνία γίνεται με το ταχυδρομείο, ή με άλλο κατάλληλο τρόπο ή με συνδυασμό ταχυδρομικών ή άλλων καταλλήλων μέσων και ηλεκτρονικών μέσων.

Παρά τα προβλεπόμενα στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, οι αναθέτοντες φορείς δεν υποχρεούνται να απαιτούν τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας κατά τη διαδικασία υποβολής, στο μέτρο που απαιτείται η χρήση άλλων μέσων επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών, είτε λόγω παραβίασης της ασφάλειας των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας είτε για την προστασία του ιδιαιτέρως ευαίσθητου χαρακτήρα των πληροφοριών που απαιτεί ένα τόσο υψηλό επίπεδο προστασίας το οποίο δεν μπορεί να εξασφαλισθεί κατάλληλα με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων και συσκευών που είτε είναι γενικά διαθέσιμα σε οικονομικούς φορείς ή μπορούν να καταστούν διαθέσιμα σε αυτούς με εναλλακτικά μέσα πρόσβασης, κατά την έννοια της παραγράφου 5.

Εναπόκειται στους αναθέτοντες φορείς που απαιτούν, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, άλλα μέσα επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών για τη διαδικασία υποβολής, να αναφέρουν στη χωριστή έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 100 τους λόγους για αυτή την απαίτηση. Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν στη χωριστή έκθεση τους λόγους για τους οποίους κρίνεται απαραίτητη η χρήση άλλων μέσων επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών μέσων κατ’ εφαρμογή του τετάρτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, μπορεί να χρησιμοποιείται προφορική επικοινωνία σε σχέση με άλλες ανακοινώσεις πλην των βασικών στοιχείων της διαδικασίας προμηθειών, υπό τον όρο ότι το περιεχόμενο της προφορικής επικοινωνίας τεκμηριώνεται επαρκώς. Για το σκοπό αυτό, τα βασικά στοιχεία της διαδικασίας προμηθειών περιλαμβάνουν τα έγγραφα προμηθειών, τις αιτήσεις συμμετοχής και τις επιβεβαιώσεις ενδιαφέροντος και τις προσφορές,. Ειδικότερα, οι προφορικές επικοινωνίες με τους προσφέροντες οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στο περιεχόμενο και την αξιολόγηση των προσφορών τεκμηριώνονται επαρκώς και με τα ενδεδειγμένα μέσα, όπως με γραπτές ή ηχητικές καταγραφές ή συνόψεις των βασικών στοιχείων της επικοινωνίας.

3.   Σε κάθε επικοινωνία, ανταλλαγή και αποθήκευση πληροφοριών, οι αναθέτοντες φορείς εξασφαλίζουν ότι διαφυλάσσεται η ακεραιότητα των δεδομένων και το απόρρητο των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής. Εξετάζουν το περιεχόμενο των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής μόνο μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής τους.

4.   Όταν πρόκειται για δημόσιες συμβάσεις δημοσίων έργων και διαγωνισμούς μελετών, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν τη χρήση συγκεκριμένων ηλεκτρονικών μέσων, όπως ηλεκτρονικών εργαλείων μοντελοποίησης κτιριακών πληροφοριών ή παρόμοιων μέσων. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι αναθέτοντες φορείς προσφέρουν εναλλακτικά μέσα πρόσβασης, σύμφωνα με την παράγραφο 5, έως ότου τα εν λόγω εργαλεία καταστούν γενικώς διαθέσιμα κατά την έννοια της δεύτερης πρότασης του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1.

5.   Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, να απαιτούν τη χρήση εργαλείων που δεν είναι γενικώς διαθέσιμα, με την προϋπόθεση ότι προσφέρουν εναλλακτικά μέσα πρόσβασης.

Οι αναθέτοντες φορείς θεωρείται ότι προσφέρουν κατάλληλα εναλλακτικά μέσα πρόσβασης σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

προσφέρουν απεριόριστη, πλήρη και άμεση δωρεάν πρόσβαση με ηλεκτρονικά μέσα στα εν λόγω εργαλεία και συσκευές από την ημερομηνία δημοσίευσης της προκήρυξης σύμφωνα με το παράρτημα IX ή από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος. Το κείμενο της προκήρυξης ή η πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος διευκρινίζει τη διεύθυνση διαδικτύου στην οποία διατίθενται τα εν λόγω εργαλεία και συσκευές·

β)

διασφαλίζουν ότι οι προσφέροντες που δεν έχουν πρόσβαση στα εν λόγω εργαλεία και συσκευές, ή δεν έχουν τη δυνατότητα να τα αποκτήσουν εντός των σχετικών προθεσμιών, εφόσον για την αδυναμία πρόσβασης δεν ευθύνεται ο ίδιος ο προσφέρων, μπορούν να έχουν πρόσβαση στη διαδικασία της προμήθειας χρησιμοποιώντας προσωρινά αδειοπλαίσια διαθέσιμα δωρεάν στο διαδίκτυο· ή

γ)

υποστηρίζουν έναν εναλλακτικό δίαυλο για την ηλεκτρονική υποβολή των προσφορών.

6.   Εκτός των απαιτήσεων που αναφέρονται στο παράρτημα V, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες στα εργαλεία και τις συσκευές για την ηλεκτρονική διαβίβαση και παραλαβή προσφορών, καθώς και για την ηλεκτρονική παραλαβή αιτήσεων συμμετοχής:

α)

οι πληροφορίες σχετικά με τις αναγκαίες προδιαγραφές για την ηλεκτρονική υποβολή προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής, συμπεριλαμβανομένης της κρυπτογράφησης και της χρονοσήμανσης, είναι προσιτές στους ενδιαφερόμενους·

β)

τα κράτη μέλη, ή οι αναθέτοντες φορείς οι οποίοι δρουν μέσα σε γενικό πλαίσιο που καθορίζει το συγκεκριμένο κράτος μέλος, προσδιορίζουν το απαιτούμενο επίπεδο ασφάλειας για τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας που θα χρησιμοποιηθούν στα διάφορα στάδια της συγκεκριμένης διαδικασίας προμηθειών· το εν λόγω επίπεδο είναι ανάλογο προς τους κινδύνους·

γ)

στις περιπτώσεις που τα κράτη μέλη, ή οι αναθέτοντες φορείς οι οποίες δρουν μέσα σε γενικό πλαίσιο που καθορίζει το συγκεκριμένο κράτος μέλος, συμπεραίνουν ότι το επίπεδο των κινδύνων, που αξιολογείται σύμφωνα με το στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου, είναι τέτοιο ώστε να απαιτούνται προηγμένες ηλεκτρονικές υπογραφές, όπως ορίζονται στην οδηγία 1999/93/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (38), οι αναθέτοντες φορείς αποδέχονται τις προηγμένες υπογραφές που συνοδεύονται από αναγνωρισμένο ηλεκτρονικό πιστοποιητικό, λαμβάνοντας υπόψη αν αυτά τα πιστοποιητικά χορηγούνται από ένα πάροχο υπηρεσιών πιστοποίησης ο οποίος περιλαμβάνεται στον κατάλογο εμπίστευσης που προβλέπονται στην απόφαση 2009/767/ΕΚ της Επιτροπής (39), είτε έχουν δημιουργηθεί με ασφαλή διάταξη δημιουργίας υπογραφών είτε όχι, με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

οι αναθέτοντες φορείς καθορίζουν τον απαιτούμενο μορφότυπο προηγμένης υπογραφής βάσει των μορφότυπων που προβλέπονται στην απόφαση 2011/130/ΕΕ της Επιτροπής (40), και θεσπίζουν τα αναγκαία μέτρα για την τεχνική επεξεργασία των εν λόγω μορφότυπων· όταν χρησιμοποιείται διαφορετικός μορφότυπος ηλεκτρονικής υπογραφής, η ηλεκτρονική υπογραφή ή ο φορέας του ηλεκτρονικού εγγράφου περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τις ισχύουσες δυνατότητες επικύρωσης, για τις οποίες έχει την ευθύνη το κράτος μέλος. Οι δυνατότητες επικύρωσης επιτρέπουν στον αναθέτοντα φορέα να επικυρώνει, επιγραμμικά, δωρεάν και κατά τρόπο κατανοητό για άτομα άλλης μητρικής γλώσσας, την ηλεκτρονική υπογραφή που έχει παραληφθεί, ως προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, συνοδευόμενη από αναγνωρισμένο πιστοποιητικό. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις πληροφορίες σχετικά με τον πάροχο των υπηρεσιών επικύρωσης στην Επιτροπή, η οποία θέτει μέσω του διαδικτύου τις πληροφορίες στη διάθεση του κοινού·

ii)

σε περίπτωση προσφορών που υπογράφονται με τη βοήθεια αναγνωρισμένου πιστοποιητικού που περιλαμβάνεται στον κατάλογο εμπίστευσης, οι αναθέτοντες φορείς δεν εφαρμόζουν πρόσθετες απαιτήσεις που ενδέχεται να εμποδίσουν τη χρήση των εν λόγω υπογραφών από τους προσφέροντες.

Για τα έγγραφα που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο διαδικασίας προμήθειας και υπογράφονται από αρμόδια αρχή κράτους μέλους ή άλλο φορέα έκδοσης, η αρμόδια αρχή ή φορέας έκδοσης μπορεί να καθορίζει τον απαιτούμενο μορφότυπο προηγμένης υπογραφής σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 της απόφασης 2011/130/ΕΕ. Οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν τα μέτρα που είναι αναγκαία ώστε να είναι σε θέση να επεξεργαστούν τεχνικά αυτό το μορφότυπο, συμπεριλαμβάνοντας στο σχετικό έγγραφο τις πληροφορίες που απαιτούνται για την επεξεργασία της υπογραφής. Τα έγγραφα αυτά περιλαμβάνουν στην ηλεκτρονική υπογραφή ή στον φορέα του ηλεκτρονικού εγγράφου πληροφορίες σχετικά με τις υφιστάμενες δυνατότητες επικύρωσης που επιτρέπουν την επικύρωση της παραληφθείσας ηλεκτρονικής υπογραφής επιγραμμικά, δωρεάν και κατά τρόπο κατανοητό από άτομα άλλης μητρικής γλώσσας.

7.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 103, με σκοπό την τροποποίηση των τεχνικών λεπτομερειών και χαρακτηριστικών που καθορίζονται στο παράρτημα V προκειμένου να ληφθούν δεόντως υπόψη οι τεχνολογικές εξελίξεις.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 103, με σκοπό την τροποποίηση του καταλόγου των στοιχείων α) έως δ) του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, όταν οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν καταστήσει ακατάλληλες τις συνεχείς εξαιρέσεις από τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας ή, κατ’ εξαίρεση, όταν πρέπει να προβλεφθούν νέες εξαιρέσεις λόγω των τεχνολογικών εξελίξεων.

Προκειμένου να διασφαλίσει τη διαλειτουργικότητα των τεχνικών μορφοτύπων, καθώς και των προτύπων για την επεξεργασία και την αποστολή μηνυμάτων, ιδίως σε διασυνοριακό πλαίσιο, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 103, για να θεσπίζει την υποχρεωτική χρήση συγκεκριμένων τεχνικών προτύπων, ιδίως όσον αφορά τη χρήση ηλεκτρονικής υποβολής, ηλεκτρονικών καταλόγων και μέσων ηλεκτρονικής πιστοποίησης, μόνον εφόσον τα τεχνικά πρότυπα έχουν εξεταστεί ενδελεχώς και έχουν αποδείξει τη χρησιμότητά τους στην πράξη. Πριν καταστήσει υποχρεωτική τη χρήση οιουδήποτε τεχνικού προτύπου, η Επιτροπή μελετά επίσης προσεκτικά το συνεπαγόμενο κόστος, ιδίως σε ό,τι αφορά την προσαρμογή σε υπάρχουσες λύσεις για τις ηλεκτρονικές προμήθειες, περιλαμβανομένων των υποδομών, των διαδικασιών και του λογισμικού.

Άρθρο 41

Ονοματολογίες

1.   Οποιεσδήποτε αναφορές σε ονοματολογίες στο πλαίσιο δημόσιων προμηθειών γίνονται χρησιμοποιώντας το κοινό λεξιλόγιο για τις δημόσιες συμβάσεις (CPV) όπως θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2195/2002.

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 103 με σκοπό την προσαρμογή των κωδικών CPV της παρούσας οδηγίας, οσάκις αλλαγές στην ονοματολογία CPV πρέπει να ληφθούν υπόψη στην παρούσα οδηγία, χωρίς αυτές να συνεπάγονται τροποποίηση του πεδίου εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 42

Συγκρούσεις συμφερόντων

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αναθέτουσες αρχές λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για την αποτελεσματική πρόληψη, τον εντοπισμό και την επίλυση συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν κατά τη διεξαγωγή διαδικασιών προμηθειών ούτως ώστε να αποφεύγονται τυχόν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση όλων των οικονομικών φορέων.

Η έννοια της σύγκρουσης συμφερόντων καλύπτει τουλάχιστον οποιαδήποτε κατάσταση κατά την οποία μέλη του προσωπικού της αναθέτουσας αρχής ή παρόχου υπηρεσιών προμηθειών ενεργούντος εξ ονόματος της αναθέτουσας αρχής τα οποία συμμετέχουν στη διεξαγωγή της διαδικασίας προμήθειας ή μπορούν να επηρεάσουν την έκβασή της έχουν, άμεσα ή έμμεσα, χρηματοοικονομικό, οικονομικό ή άλλο προσωπικό συμφέρον που θα μπορούσε να εκληφθεί ως στοιχείο που θίγει την αμεροληψία και την ανεξαρτησία τους στο πλαίσιο της διαδικασίας προμήθειας.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Διαδικασίες

Άρθρο 43

Προϋποθέσεις που σχετίζονται με τη ΣΔΠ και άλλες διεθνείς συμφωνίες

Στον βαθμό που καλύπτονται από τα παραρτήματα 3, 4 και 5 και τις γενικές σημειώσεις του σχετικού με την Ευρωπαϊκή Ένωση προσαρτήματος I της ΣΔΠ καθώς και από τις λοιπές διεθνείς συμφωνίες από τις οποίες δεσμεύεται η Ένωση, οι αναθέτουσες αρχές κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) επιφυλάσσουν για τα έργα, τα αγαθά, τις υπηρεσίες και τους οικονομικούς φορείς των χωρών που έχουν υπογράψει τις εν λόγω συμφωνίες μεταχείριση εξίσου ευνοϊκή με αυτήν που επιφυλάσσουν για τα έργα, τα αγαθά, τις υπηρεσίες και τους οικονομικούς φορείς της Ένωσης.

Άρθρο 44

Επιλογή των διαδικασιών

1.   Κατά την ανάθεση συμβάσεων αγαθών, έργων ή υπηρεσιών, οι αναθέτοντες φορείς εφαρμόζουν τις διαδικασίες προσαρμοσμένες ούτως ώστε να συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία, εφόσον, με την επιφύλαξη του άρθρου 47, έχει δημοσιευθεί προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να εφαρμόζουν ανοικτές ή κλειστές διαδικασίες ή διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

3.   Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να εφαρμόζουν ανταγωνιστικούς διαλόγους και συμπράξεις καινοτομίας σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

4.   Η προκήρυξη διαγωνισμού μπορεί να λάβει χώρα με ένα από τα ακόλουθα μέσα:

α)

μέσω περιοδικής ενδεικτικής γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 67 σε περίπτωση που η σύμβαση ανατίθεται μέσω κλειστής διαδικασίας ή διαδικασίας με διαπραγμάτευση·

β)

μέσω ανακοίνωσης για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής σύμφωνα με το άρθρο 68 σε περίπτωση που η σύμβαση ανατίθεται μέσω κλειστής διαδικασίας ή διαδικασίας με διαπραγμάτευση ή με ανταγωνιστικό διάλογο ή σύμπραξη καινοτομίας·

γ)

μέσω γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 69.

Στην περίπτωση που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσης παραγράφου, οι οικονομικοί φορείς που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον μετά τη δημοσίευση της περιοδικής ενδεικτικής γνωστοποίησης προσκαλούνται στη συνέχεια να επιβεβαιώσουν το ενδιαφέρον τους γραπτώς μέσω πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος σύμφωνα με το άρθρο 74.

5.   Στις ειδικές περιπτώσεις και περιστάσεις που αναφέρονται ρητά στο άρθρο 50, τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να προσφεύγουν στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού. Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν να χρησιμοποιείται η εν λόγω διαδικασία σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση εκτός από όσες αναφέρονται στο άρθρο 50.

Άρθρο 45

Ανοικτή διαδικασία

1.   Στις ανοικτές διαδικασίες, κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας μπορεί να υποβάλει προσφορά στο πλαίσιο της προκήρυξης διαγωνισμού.

Η ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών είναι 35 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης.

Η προσφορά συνοδεύεται από τις πληροφορίες για την ποιοτική επιλογή που ζητούνται από τον αναθέτοντα φορέα.

2.   Στις περιπτώσεις όπου οι αναθέτοντες φορείς έχουν δημοσιεύσει περιοδική ενδεικτική γνωστοποίηση που δεν χρησιμοποιήθηκε ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού, η ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών, όπως ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, μπορεί να περιορίζεται σε 15 ημέρες, εφόσον πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η περιοδική ενδεικτική γνωστοποίηση περιέλαβε, εκτός από τις πληροφορίες που απαιτούνται από το παράρτημα VI μέρος Α τμήμα I, όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται από το παράρτημα VI μέρος Α τμήμα II, εφόσον οι τελευταίες πληροφορίες ήταν διαθέσιμες κατά τη δημοσίευση της περιοδικής ενδεικτικής γνωστοποίησης·

β)

η περιοδική ενδεικτική γνωστοποίηση εστάλη προς δημοσίευση εντός διαστήματος μεταξύ 35 ημερών και 12 μηνών πριν από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης.

3.   Σε περίπτωση που μια επείγουσα κατάσταση η οποία τεκμηριώνεται δεόντως από τον αναθέτοντα φορέα καθιστά αδύνατη την τήρηση της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, ο αναθέτων φορέας μπορεί να ορίζει προθεσμία που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 15 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης.

4.   Ο αναθέτων φορέας μπορεί να συντομεύσει κατά πέντε ημέρες την προθεσμία παραλαβής των προσφορών που ορίζεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου, όταν αποδέχεται την υποβολή προσφορών με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο και το άρθρο 40 παράγραφοι 5 και 6.

Άρθρο 46

Κλειστή διαδικασία

1.   Στις κλειστές διαδικασίες, οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού, παρέχοντας τις πληροφορίες για την ποιοτική επιλογή που ζητούνται από τον αναθέτοντα φορέα.

Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής ορίζεται γενικά σε 30 τουλάχιστον ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης ή της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 15 ημέρες.

2.   Μόνον οι οικονομικοί φορείς που έχουν προσκληθεί από τον αναθέτοντα φορέα κατόπιν αξιολόγησης, εκ μέρους του, των πληροφοριών που παρέχονται μπορούν να υποβάλουν προσφορά. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό κατάλληλων υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 78 παράγραφος 2.

Η προθεσμία παραλαβής των προσφορών μπορεί να ορίζεται με κοινή συμφωνία μεταξύ του αναθέτοντος φορέα και των υποψηφίων που έχουν επιλεγεί, εφόσον παρέχεται σε όλους τους επιλεγέντες υποψηφίους ίσος χρόνος για την κατάρτιση και την υποβολή των προσφορών τους.

Ελλείψει συμφωνίας σχετικά με την προθεσμία παραλαβής των προσφορών, η προθεσμία δεν είναι μικρότερη των 10 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

Άρθρο 47

Διαδικασία με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού

1.   Στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού, παρέχοντας τις πληροφορίες για την ποιοτική επιλογή που ζητούνται από τον αναθέτοντα φορέα.

Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής ορίζεται γενικά σε 30 τουλάχιστον ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης ή, σε περίπτωση που περιοδική ενδεικτική γνωστοποίηση χρησιμοποιείται ως προκήρυξη διαγωνισμού, της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 15 ημέρες.

2.   Μόνον οι οικονομικοί φορείς που έχουν προσκληθεί από τον αναθέτοντα φορέα κατόπιν αξιολόγησης, εκ μέρους του, των πληροφοριών που παρέχονται μπορούν να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό κατάλληλων υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 78 παράγραφος 2.

Η προθεσμία παραλαβής των προσφορών μπορεί να ορίζεται με κοινή συμφωνία μεταξύ του αναθέτοντος φορέα και των υποψηφίων που έχουν επιλεγεί, εφόσον παρέχεται σε όλους ίσος χρόνος για την κατάρτιση και την υποβολή των προσφορών τους.

Ελλείψει συμφωνίας σχετικά με την προθεσμία παραλαβής των προσφορών, η προθεσμία δεν είναι μικρότερη των 10 ημερών από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

Άρθρο 48

Ανταγωνιστικός διάλογος

1.   Στους ανταγωνιστικούς διαλόγους, οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 4 στοιχεία β) και γ), παρέχοντας τις πληροφορίες για την ποιοτική επιλογή που ζητούνται από τον αναθέτοντα φορέα.

Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής ορίζεται γενικά σε 30 τουλάχιστον ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης ή, σε περίπτωση που περιοδική ενδεικτική γνωστοποίηση χρησιμοποιείται ως προκήρυξη διαγωνισμού, της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 15 ημέρες.

Μόνον οι οικονομικοί φορείς που έχουν προσκληθεί από τον αναθέτοντα φορέα κατόπιν αξιολόγησης, εκ μέρους του, των πληροφοριών που παρέχονται μπορούν να συμμετάσχουν στον διάλογο. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό κατάλληλων υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 78 παράγραφος 2. Η σύμβαση ανατίθεται αποκλειστικά βάσει του κριτηρίου ανάθεσης της προσφοράς που παρουσιάζει τη βέλτιστη σχέση τιμής-ποιότητος σύμφωνα με το άρθρο 82 παράγραφος 2.

2.   Οι αναθέτοντες φορείς παρουσιάζουν και προσδιορίζουν τις ανάγκες και τις απαιτήσεις τους στην προκήρυξη διαγωνισμού και/ή σε περιγραφικό έγγραφο. Ταυτοχρόνως και στα ίδια έγγραφα, παρουσιάζουν και προσδιορίζουν επίσης τα επιλεγέντα κριτήρια ανάθεσης και ορίζουν ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα.

3.   Οι αναθέτοντες φορείς προβαίνουν, με τους συμμετέχοντες που επελέγησαν σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 76 έως 81, σε διάλογο, σκοπός του οποίου είναι η διερεύνηση και ο προσδιορισμός των μέσων που μπορούν να ικανοποιήσουν με τον καλύτερο τρόπο τις ανάγκες τους. Κατά τη διάρκεια του διαλόγου αυτού, μπορούν να συζητούν με τους επιλεγέντες συμμετέχοντες όλες τις πτυχές της προμήθειας.

Κατά τη διάρκεια του διαλόγου, οι αναθέτοντες φορείς εξασφαλίζουν την ίση μεταχείριση όλων των συμμετεχόντων. Για τον σκοπό αυτό, δεν παρέχουν, κατά τρόπο που να δημιουργεί διακρίσεις, πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν ορισμένους συμμετέχοντες έναντι των υπολοίπων.

Σύμφωνα με το άρθρο 39, οι αναθέτοντες φορείς δεν αποκαλύπτουν στους λοιπούς συμμετέχοντες τις προτεινόμενες λύσεις ή άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν διαβιβαστεί από έναν υποψήφιο ή προσφέροντα που συμμετέχει στον διάλογο, χωρίς τη συγκατάθεσή του. Η εν λόγω συγκατάθεση δεν λαμβάνει τη μορφή γενικής παραίτησης, αλλά παρέχεται σχετικά με τη σκοπούμενη γνωστοποίηση συγκεκριμένων πληροφοριών.

4.   Οι ανταγωνιστικοί διάλογοι μπορούν να διεξάγονται σε διαδοχικές φάσεις, ούτως ώστε να μειώνεται ο αριθμός των υπό εξέταση λύσεων κατά τη φάση του διαλόγου, με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που προσδιορίζονται στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στο περιγραφικό έγγραφο. Στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στο περιγραφικό έγγραφο, ο αναθέτων φορέας αναφέρει αν θα κάνει χρήση της ανωτέρω επιλογής.

5.   Ο αναθέτων φορέας συνεχίζει τον διάλογο έως ότου μπορέσει να προσδιορίσει την ή τις λύσεις οι οποίες, ενδεχομένως, ανταποκρίνονται στις ανάγκες του.

6.   Αφού κηρύξουν τη λήξη του διαλόγου και ενημερώσουν σχετικά τους λοιπούς συμμετέχοντες, οι αναθέτοντες φορείς τούς καλούν να υποβάλουν τις τελικές προσφορές τους βάσει της ή των λύσεων που παρουσιάστηκαν και προσδιορίστηκαν κατά τη διάρκεια του διαλόγου. Οι προσφορές αυτές περιέχουν όλα τα απαιτούμενα και αναγκαία στοιχεία για την υλοποίηση του σχεδίου.

Κατόπιν αιτήσεως του αναθέτοντος φορέα, οι προσφορές αυτές μπορούν να αποσαφηνίζονται, να διευκρινίζονται και να τελειοποιούνται. Ωστόσο, η εν λόγω αποσαφήνιση, διευκρίνιση και τελειοποίηση ή οι πρόσθετες πληροφορίες δεν πρέπει να συνεπάγονται μεταβολές των ουσιωδών στοιχείων της προσφοράς ή της προμήθειας, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών και των απαιτήσεων που προσδιορίζονται στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στο περιγραφικό έγγραφο, όταν μεταβολές στα στοιχεία αυτά, στις ανάγκες και στις απαιτήσεις ενδέχεται να δημιουργούν στρέβλωση του ανταγωνισμού ή να εισάγουν διακρίσεις.

7.   Οι αναθέτοντες φορείς αξιολογούν τις προσφορές τις οποίες λαμβάνουν βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στο περιγραφικό έγγραφο.

Εφόσον το ζητεί ο αναθέτων φορέας, μπορούν να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις με τον προσφέροντα που θεωρείται ότι υπέβαλε την προσφορά που παρουσιάζει τη βέλτιστη σχέση τιμής-ποιότητος σύμφωνα με το άρθρο 82 παράγραφος 2 για την επιβεβαίωση των οικονομικών δεσμεύσεων ή άλλων όρων που περιέχονται στην προσφορά, οριστικοποιώντας τους όρους της σύμβασης, εφόσον αυτό δεν συνεπάγεται την ουσιώδη τροποποίηση βασικών στοιχείων της προσφοράς ή της προμήθειας, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών και των απαιτήσεων που προσδιορίζονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης ή στο περιγραφικό έγγραφο, και ότι δεν συνεπάγονται κίνδυνο στρέβλωσης του ανταγωνισμού ή εισαγωγής διακρίσεων.

8.   Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να προβλέπουν την απονομή βραβείων ή την καταβολή ποσών στους συμμετέχοντες στον διάλογο.

Άρθρο 49

Σύμπραξη καινοτομίας

1.   Στις συμπράξεις καινοτομίας, οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 4 στοιχεία β) και γ), παρέχοντας τις πληροφορίες για την ποιοτική επιλογή που ζητούνται από τον αναθέτοντα φορέα.

Στα έγγραφα της προμήθειας ο αναθέτων φορέας καθορίζει την ανάγκη για καινοτόμο προϊόν, υπηρεσία ή έργο που δεν μπορεί να καλυφθεί με την αγορά προϊόντων, υπηρεσιών ή έργων τα οποία διατίθενται ήδη στην αγορά. Αναφέρει ποια στοιχεία της περιγραφής ορίζουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν όλες οι προσφορές. Τα στοιχεία πρέπει να είναι επαρκώς ακριβή ώστε να μπορούν οι οικονομικοί φορείς να προσδιορίζουν τη φύση και το εύρος της απαιτούμενης λύσης και να αποφασίζουν αν θα ζητήσουν να συμμετάσχουν στη διαδικασία.

Ο αναθέτων φορέας μπορεί να αποφασίσει να προχωρήσει σε σύμπραξη καινοτομίας με έναν εταίρο ή με πολλούς εταίρους που εκτελούν χωριστές δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης.

Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής ορίζεται γενικά σε 30 τουλάχιστον ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 15 ημέρες. Μόνον οι οικονομικοί φορείς που προσκλήθηκαν από τον αναθέτοντα φορέα μετά την αξιολόγηση των παρασχεθεισών πληροφοριών μπορούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό των κατάλληλων υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 2. Οι συμβάσεις ανατίθενται αποκλειστικά βάσει του κριτηρίου της προσφοράς που παρουσιάζει τη βέλτιστη σχέση τιμής-ποιότητος σύμφωνα με το άρθρο 82 παράγραφος 2.

2.   Η σύμπραξη καινοτομίας αποσκοπεί στην ανάπτυξη καινοτόμου προϊόντος, υπηρεσίας ή έργου και στην επακόλουθη αγορά των αγαθών, υπηρεσιών ή έργων που προκύπτουν, εφόσον αυτά αντιστοιχούν στα επίπεδα επιδόσεων και στο μέγιστο κόστος που συμφωνήθηκαν μεταξύ των αναθετόντων φορέων και συμμετεχόντων.

Η σύμπραξη καινοτομίας είναι οργανωμένη σε διαδοχικές φάσεις σύμφωνα με τα διαδοχικά βήματα της διαδικασίας έρευνας και καινοτομίας, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει την παρασκευή των προϊόντων, την παροχή των υπηρεσιών ή την ολοκλήρωση των έργων. Η σύμπραξη καινοτομίας ορίζει ενδιάμεσους στόχους που πρέπει να επιτευχθούν από τους εταίρους και προβλέπει την καταβολή της αμοιβής σε κατάλληλες δόσεις.

Με βάση τους ανωτέρω στόχους, ο αναθέτων φορέας μπορεί να αποφασίσει μετά από κάθε φάση να λύσει τη σύμπραξη καινοτομίας ή, σε περίπτωση σύμπραξης καινοτομίας με περισσότερους από έναν εταίρους, να περιορίσει τον αριθμό των εταίρων καταγγέλλοντας επιμέρους συμβάσεις, εφόσον ο αναθέτων φορέας προβλέπει στα έγγραφα της προμήθειας τις εν λόγω δυνατότητες και τις σχετικές προϋποθέσεις.

3.   Εκτός εάν το παρόν άρθρο ορίζει άλλως, οι αναθέτοντες φορείς διαπραγματεύονται με τους προσφέροντες τις αρχικές και όλες τις επακόλουθες προσφορές που υποβάλλουν, εξαιρουμένης της τελικής προσφοράς, με σκοπό τη βελτίωση του περιεχόμενου τους.

Οι ελάχιστες απαιτήσεις και τα κριτήρια ανάθεσης δεν υπόκεινται σε διαπραγματεύσεις.

4.   Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, οι αναθέτοντες φορείς εξασφαλίζουν την ίση μεταχείριση όλων των προσφερόντων. Για τον σκοπό αυτόν, δεν παρέχουν κατά τρόπο που να δημιουργεί διακρίσεις πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν ορισμένους προσφέροντες έναντι των υπολοίπων. Ενημερώνουν όλους τους προσφέροντες των οποίων οι προσφορές δεν έχουν αποκλειστεί σύμφωνα με την παράγραφο 5 γραπτώς για τυχόν αλλαγές των τεχνικών προδιαγραφών ή άλλων εγγράφων της προμήθειας πέραν εκείνων που καθορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις. Μετά τις εν λόγω αλλαγές, οι αναθέτοντες φορείς παρέχουν επαρκές χρονικό διάστημα στους προσφέροντες ώστε να τροποποιήσουν και να υποβάλουν εκ νέου τροποποιημένες προσφορές, κατά περίπτωση.

Σύμφωνα με το άρθρο 39, οι αναθέτοντες φορείς δεν αποκαλύπτουν στους λοιπούς συμμετέχοντες εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν διαβιβαστεί από υποψήφιο ή προσφέροντα που συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις, χωρίς τη συγκατάθεσή του. Η εν λόγω συγκατάθεση δεν λαμβάνει τη μορφή γενικής παραίτησης, αλλά παρέχεται σχετικά με τη σκοπούμενη γνωστοποίηση συγκεκριμένων πληροφοριών.

5.   Οι διαπραγματεύσεις κατά τις διαδικασίες σύμπραξης καινοτομίας μπορούν να διεξάγονται σε διαδοχικές φάσεις, ούτως ώστε να μειώνεται ο αριθμός των προς διαπραγμάτευση προσφορών με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή στα έγγραφα της προμήθειας. Στη γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή στα έγγραφα της σύμβασης, ο αναθέτων φορέας διευκρινίζει εάν θα κάνει χρήση της δυνατότητας αυτής.

6.   Κατά την επιλογή των υποψηφίων, οι αναθέτοντες φορείς εφαρμόζουν ιδίως τα κριτήρια που σχετίζονται με την ικανότητα των υποψηφίων στο πεδίο της έρευνας και της ανάπτυξης καθώς και την ικανότητά τους όσον αφορά την ανάπτυξη και την υλοποίηση καινοτόμων λύσεων.

Μόνον οι οικονομικοί φορείς που έχουν προσκληθεί από τον αναθέτοντα φορέα κατόπιν αξιολόγησης των απαιτούμενων πληροφοριών μπορούν να υποβάλουν σχέδια έρευνας και καινοτομίας με στόχο την ικανοποίηση των αναγκών που έχουν προσδιοριστεί από τον αναθέτοντα φορέα και δεν μπορούν να καλυφθούν από τις υφιστάμενες λύσεις.

Στα έγγραφα της προμήθειας, ο αναθέτων φορέας ορίζει τις ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας. Σε περίπτωση σύμπραξης καινοτομίας με περισσότερους του ενός εταίρους, ο αναθέτων φορέας, σύμφωνα με το άρθρο 39, δεν αποκαλύπτει στους λοιπούς εταίρους λύσεις που προτείνονται από εταίρο ή άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες που διαβιβάζονται από αυτόν στο πλαίσιο της σύμπραξης χωρίς τη συγκατάθεση του εν λόγω εταίρου. Η εν λόγω συγκατάθεση δεν λαμβάνει τη μορφή γενικής παραίτησης, αλλά παρέχεται σχετικά με τη σκοπούμενη γνωστοποίηση συγκεκριμένων πληροφοριών.

7.   Ο αναθέτων φορέας εξασφαλίζει ότι η δομή της σύμπραξης και ιδίως η διάρκεια και η αξία των διαφόρων φάσεων λαμβάνει υπόψη τον βαθμό καινοτομίας της προτεινόμενης λύσης και τη σειρά των δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας που απαιτούνται για την ανάπτυξη μιας καινοτόμου λύσης η οποία δεν διατίθεται ακόμα στην αγορά. Η εκτιμώμενη αξία των αγαθών, υπηρεσιών ή έργων που αγοράζονται δεν είναι δυσανάλογη σε σχέση με την επένδυση για την ανάπτυξή τους.

Άρθρο 50

Χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να χρησιμοποιούν μια διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εάν, ύστερα από διαδικασία με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, δεν υποβλήθηκε καμία προσφορά ή καμία από τις υποβληθείσες προσφορές δεν είναι κατάλληλη ή καμία αίτηση συμμετοχής ή καμία από τις υποβληθείσες αιτήσεις δεν είναι κατάλληλη, εφόσον δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης.

Μια προσφορά δεν θεωρείται κατάλληλη εάν είναι άσχετη με τη σύμβαση, καθώς δεν είναι προδήλως σε θέση, χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του αναθέτοντος φορέα, όπως καθορίζονται στα έγγραφα σχετικά με την προμήθεια. Μια αίτηση συμμετοχής δεν θεωρείται κατάλληλη όταν ο σχετικός οικονομικός φορέας πρόκειται ή μπορεί να αποκλειστεί δυνάμει των άρθρων 78 παράγραφος 1 ή 80 παράγραφος 1, ή δεν πληροί τα κριτήρια επιλογής που καθορίζονται από τον αναθέτοντα φορέα σύμφωνα με τα άρθρα 78 ή 80·

β)

εάν μια σύμβαση έχει αποκλειστικά ως στόχο έρευνα, δοκιμές, μελέτη ή ανάπτυξη και όχι την εξασφάλιση κέρδους ή την ανάκτηση των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης, και στον βαθμό που η ανάθεση μιας τέτοιας σύμβασης δεν θίγει την προκήρυξη διαγωνισμού για τις επόμενες συμβάσεις που θα επιδιώκουν, ιδίως, αυτούς τους στόχους·

γ)

εάν τα έργα, τα αγαθά ή οι υπηρεσίες μπορούν να παρασχεθούν μόνον από έναν συγκεκριμένο οικονομικό φορέα για οποιονδήποτε από τους κατωτέρω λόγους:

i)

ο στόχος της προμήθειας είναι η δημιουργία ή απόκτηση μοναδικού έργου τέχνης ή καλλιτεχνικής εκδήλωσης,

ii)

δεν υφίσταται ανταγωνισμός για τεχνικούς λόγους,

iii)

η προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.

Οι εξαιρέσεις που ορίζονται στα σημεία ii) και iii) εφαρμόζονται μόνο εάν δεν υπάρχει εύλογη εναλλακτική λύση ή υποκατάστατο και η απουσία ανταγωνισμού δεν είναι αποτέλεσμα τεχνητού περιορισμού των παραμέτρων της προμήθειας·

δ)

στο μέτρο που είναι απολύτως απαραίτητο, εάν λόγω κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα που δεν θα μπορούσε να προβλέψει ο αναθέτων φορέας, δεν είναι δυνατή η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για τις ανοικτές διαδικασίες, τις κλειστές διαδικασίες και τις διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού. Οι περιστάσεις που χρησιμοποιούνται για την αιτιολόγηση της κατεπείγουσας ανάγκης σε καμία περίπτωση δεν απορρέουν από ευθύνη του αναθέτοντος φορέα·

ε)

στην περίπτωση συμβάσεων προμηθειών για τις συμπληρωματικές παραδόσεις που πραγματοποιούνται από τον αρχικό προμηθευτή και προορίζονται είτε για τη μερική ανανέωση αγαθών ή εγκαταστάσεων είτε για επέκταση υφιστάμενων αγαθών ή εγκαταστάσεων, εφόσον η αλλαγή προμηθευτή θα υποχρέωνε τον αναθέτοντα φορέα να αποκτήσει αγαθά με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά τα οποία είναι ασυμβίβαστα ή προκαλούν δυσανάλογες τεχνικές δυσχέρειες ως προς τη χρήση και τη συντήρηση·

στ)

για νέα έργα ή υπηρεσίες που συνίστανται στην επανάληψη παρομοίων έργων ή υπηρεσιών που ανατέθηκαν στον ανάδοχο στον οποίο είχε ανατεθεί παλαιότερη σύμβαση από τους ίδιους αναθέτοντες φορείς, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά τα έργα ή υπηρεσίες είναι σύμφωνα με βασικό σχέδιο το οποίο αποτέλεσε αντικείμενο αρχικής σύμβασης η οποία έχει συναφθεί σύμφωνα με διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 44 παράγραφος 1.

Στο βασικό σχέδιο επισημαίνεται η έκταση πιθανών συμπληρωματικών έργων ή υπηρεσιών και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα ανατεθούν. Η ενδεχόμενη χρήση της εν λόγω διαδικασίας επισημαίνεται ήδη κατά την προκήρυξη του πρώτου διαγωνισμού και το συνολικό προβλεπόμενο ποσό των επακόλουθων εργασιών ή υπηρεσιών λαμβάνεται υπόψη από τους αναθέτοντες φορείς κατά την εφαρμογή των άρθρων 15 και 16·

ζ)

για αγαθά που είναι εισηγμένα και αγοράζονται σε χρηματιστήριο εμπορευμάτων·

η)

για τις αγορές ευκαιρίας, όταν, με την αξιοποίηση μιας ιδιαίτερα ευνοϊκής ευκαιρίας που παρουσιάζεται για πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, μπορούν να αποκτηθούν αγαθά σε τιμή πολύ χαμηλότερη από τις τιμές που επικρατούν συνήθως στην αγορά·

θ)

για την αγορά αγαθών ή υπηρεσιών, υπό ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, είτε από προμηθευτή που παύει οριστικά τις εμπορικές του δραστηριότητες είτε από τον εκκαθαριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας, δικαστικού συμβιβασμού ή ανάλογης διαδικασίας που προβλέπεται στις εθνικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις·

ι)

όταν η σχετική σύμβαση υπηρεσιών έπεται διαγωνισμού μελετών που έχει διοργανωθεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και πρέπει, σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπει ο διαγωνισμός μελετών, να ανατεθεί στον νικητή ή σε έναν από τους νικητές του εν λόγω διαγωνισμού· στην τελευταία περίπτωση, όλοι οι νικητές του διαγωνισμού καλούνται να συμμετάσχουν στις διαπραγματεύσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Τεχνικές και εργαλεία για τη σύναψη ηλεκτρονικών και συγκεντρωτικών συμβάσεων προμηθειών

Άρθρο 51

Συμφωνίες-πλαίσια

1.   Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να συνάπτουν συμφωνίες-πλαίσια, εφόσον εφαρμόζουν τις διατάξεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

Ως συμφωνία-πλαίσιο νοείται μια συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ ενός ή περισσοτέρων αναθετόντων φορέων και ενός ή περισσοτέρων οικονομικών φορέων, η οποία αποσκοπεί στον καθορισμό των όρων που διέπουν τις συμβάσεις οι οποίες πρόκειται να ανατεθούν στη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου, ιδίως όσον αφορά τις τιμές και, ενδεχομένως, τις προβλεπόμενες ποσότητες.

Η διάρκεια μιας συμφωνίας-πλαισίου δεν μπορεί να υπερβαίνει τα οκτώ έτη, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων που δικαιολογούνται δεόντως, ιδίως από το αντικείμενο της συμφωνίας-πλαισίου.

2.   Οι συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνία-πλαίσιο ανατίθενται βάσει αντικειμενικών κανόνων και κριτηρίων που μπορεί να περιλαμβάνουν την εκ νέου διεξαγωγή του διαγωνισμού για τους οικονομικούς φορείς που είναι μέρη της συμφωνίας-πλαισίου όπως συνάφθηκε. Οι εν λόγω κανόνες και κριτήρια προσδιορίζονται στα έγγραφα σχετικά με την προμήθεια για τη συμφωνία-πλαίσιο.

Οι αντικειμενικοί κανόνες και τα κριτήρια που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο διασφαλίζουν την ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων που είναι συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας. Εφόσον περιλαμβάνεται διεξαγωγή νέου διαγωνισμού, οι αναθέτοντες φορείς ορίζουν επαρκή προθεσμία για την υποβολή προσφορών για κάθε συγκεκριμένη προς υποβολήν σύμβαση και οι αναθέτοντες φορείς αναθέτουν κάθε σύμβαση στον προσφέροντα που υπέβαλε την καλύτερη προσφορά, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που έχουν καθορισθεί στα έγγραφα της προμήθειας για τη συμφωνία-πλαίσιο.

Οι αναθέτοντες φορείς δεν μπορούν να προσφεύγουν στις συμφωνίες-πλαίσια καταχρηστικά ή κατά τρόπο που να εμποδίζει, να περιορίζει ή να στρεβλώνει τον ανταγωνισμό.

Άρθρο 52

Δυναμικά συστήματα αγορών

1.   Για αγορές τρέχουσας χρήσης, της οποίας τα γενικά διαθέσιμα στην αγορά χαρακτηριστικά ικανοποιούν τις ανάγκες του αναθέτοντος φορέα, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να χρησιμοποιούν ένα δυναμικό σύστημα αγορών. Το δυναμικό σύστημα αγορών λειτουργεί ως μια καθ’ ολοκληρίαν ηλεκτρονική διαδικασία, ανοικτή καθ’ όλη την περίοδο ισχύος του συστήματος αγορών σε κάθε οικονομικό φορέα ο οποίος πληροί τα κριτήρια επιλογής. Μπορεί να χωριστεί σε κατηγορίες προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών που ορίζονται αντικειμενικά με βάση τα χαρακτηριστικά της προμήθειας που πρέπει να εκτελεστεί στο πλαίσιο της εκάστοτε κατηγορίας. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν αναφορά στο μέγιστο επιτρεπόμενο μέγεθος των επακόλουθων ειδικών συμβάσεων ή σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή στην οποία θα εκτελεστούν επακόλουθες ειδικές συμβάσεις.

2.   Για την εκτέλεση προμηθειών βάσει ενός δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτοντες φορείς ακολουθούν τους κανόνες της κλειστής διαδικασίας. Όλοι οι υποψήφιοι που ικανοποιούν τα κριτήρια επιλογής γίνονται δεκτοί στο σύστημα και ο αριθμός των υποψηφίων που γίνονται δεκτοί στο σύστημα είναι απεριόριστος σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 2. Όταν οι αναθέτοντες φορείς έχουν διαιρέσει το σύστημα σε κατηγορίες προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών σύμφωνα προς την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, προσδιορίζουν τα εφαρμοζόμενα κριτήρια επιλογής για εκάστη κατηγορία.

Παρά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 46, εφαρμόζονται οι ακόλουθες προθεσμίες:

α)

Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής ορίζεται, κατά γενικό κανόνα, σε 30 τουλάχιστον ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης διαγωνισμού ή της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, εφόσον ως μέσον προκήρυξης του διαγωνισμού χρησιμοποιείται περιοδική ενδεικτική προκήρυξη, και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 15 ημέρες. Άπαξ και αποσταλεί η πρόσκληση υποβολής προσφορών για την πρώτη συγκεκριμένη προμήθεια στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, δεν εφαρμόζονται άλλες προθεσμίες για την παραλαβή αιτήσεων συμμετοχής.

β)

Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών είναι τουλάχιστον 10 ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών. Εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 46 παράγραφος 2 δεύτερο και τρίτο εδάφιο.

3.   Όλες τις επικοινωνίες στο πλαίσιο ενός δυναμικού συστήματος αγορών πραγματοποιούνται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφοι 1, 3, 5 και 6.

4.   Για τους σκοπούς της ανάθεσης συμβάσεων βάσει ενός δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτοντες φορείς:

α)

δημοσιεύουν προκήρυξη διαγωνισμού, όπου καθίσταται σαφές ότι πρόκειται για δυναμικό σύστημα αγορών·

β)

διευκρινίζουν στα έγγραφα της προμήθειας τουλάχιστον τη φύση και την εκτιμώμενη ποσότητα των προβλεπόμενων αγορών, καθώς και όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που αφορούν το δυναμικό σύστημα αγορών, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου λειτουργίας του, του χρησιμοποιούμενου ηλεκτρονικού εξοπλισμού και των τεχνικών ρυθμίσεων και προδιαγραφών της σύνδεσης·

γ)

αναφέρουν κάθε διαίρεση σε κατηγορίες προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών και τα χαρακτηριστικά τους·

δ)

παρέχουν ελεύθερη, άμεση και πλήρη πρόσβαση, για όσο διάστημα είναι εν ισχύι το σύστημα, στα έγγραφα για την προμήθεια σύμφωνα με το άρθρο 73.

5.   Οι αναθέτοντες φορείς παρέχουν, καθ’ όλη την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών, τη δυνατότητα σε κάθε οικονομικό φορέα να ζητήσει να συμμετάσχει στο σύστημα σύμφωνα με τους όρους που προβλέπει η παράγραφος 2. Οι αναθέτοντες φορείς ολοκληρώνουν την αξιολόγηση των εν λόγω αιτήσεων σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής εντός 10 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή τους. Η εν λόγω προθεσμία μπορεί να παραταθεί σε 15 εργάσιμες ημέρες σε μεμονωμένες περιπτώσεις, όταν αυτό δικαιολογείται, ιδίως λόγω της ανάγκης να εξεταστούν συμπληρωματικά έγγραφα ή να επαληθευθεί διαφορετικά αν πληρούνται τα κριτήρια επιλογής.

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, και εφόσον δεν έχει αποσταλεί η πρόσκληση υποβολής προσφορών για την πρώτη συγκεκριμένη προμήθεια στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να παρατείνουν την περίοδο αξιολόγησης υπό την προϋπόθεση ότι κατά την παραταθείσα περίοδο αξιολόγησης δεν εκδίδεται πρόσκληση υποβολής προσφορών. Η διάρκεια της παράτασης που προτίθενται να εφαρμόσουν επισημαίνεται στα έγγραφα της προμήθειας από τους αναθέτοντες φορείς.

Οι αναθέτοντες φορείς ενημερώνουν, το ταχύτερο δυνατόν, τον ενδιαφερόμενο οικονομικό φορέα σχετικά με την αποδοχή του ή την απόρριψή του από το δυναμικό σύστημα αγορών.

6.   Οι αναθέτοντες φορείς προσκαλούν όλους τους συμμετέχοντες που έχουν γίνει δεκτοί να υποβάλουν προσφορά για κάθε συγκεκριμένη προμήθεια στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, σύμφωνα με το άρθρο 74. Εφόσον το δυναμικό σύστημα αγορών έχει διαιρεθεί σε κατηγορίες έργων, προϊόντων ή υπηρεσιών, οι αναθέτοντες φορείς καλούν όλους τους συμμετέχοντες που έχουν γίνει δεκτοί στην κατηγορία που αντιστοιχεί στην ειδική οικεία προμήθεια, να υποβάλουν προσφορές.

Αναθέτουν τη σύμβαση στον προσφέροντα που έχει υποβάλει την καλύτερη προσφορά βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στη προκήρυξη του διαγωνισμού για το δυναμικό σύστημα αγορών, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, ή, σε περίπτωση που χρησιμοποιείται ανακοίνωση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού, στην πρόσκληση υποβολής προσφορών. Τα κριτήρια αυτά μπορούν, κατά περίπτωση, να προσδιορίζονται με μεγαλύτερη ακρίβεια στην πρόσκληση υποβολής προσφορών.

7.   Οι αναθέτοντες φορείς οι οποίοι, δυνάμει του άρθρου 80, επικαλούνται λόγους αποκλεισμού και κριτήρια επιλογής που προβλέπονται στο πλαίσιο της οδηγίας 2014/24/ΕΕ, δύνανται, ανά πάσα στιγμή κατά την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών, να απαιτούν από τους συμμετέχοντες που έχουν γίνει δεκτοί να καταθέτουν ανανεωμένη και επικαιροποιημένη υπεύθυνη δήλωση όπως προβλέπεται στο άρθρο 59 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας, εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης της αίτησης.

Οι παράγραφοι 2 έως 4 του εν λόγω άρθρου 59 εφαρμόζονται στο σύνολο της περιόδου ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών.

8.   Οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών στην προκήρυξη του διαγωνισμού. Ενημερώνουν την Επιτροπή για οποιαδήποτε αλλαγή στην περίοδο ισχύος, μέσω των κατάλληλων τυποποιημένων εντύπων:

α)

εάν η περίοδος ισχύος μεταβάλλεται χωρίς να παύει η λειτουργία του συστήματος, μέσω του εντύπου που χρησιμοποιείται αρχικά για την προκήρυξη διαγωνισμού για το δυναμικό σύστημα αγορών·

β)

εάν παύει η λειτουργία του συστήματος, μέσω της γνωστοποίησης ανάθεσης σύμβασης που αναφέρεται στο άρθρο 70.

9.   Στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς καθώς και στους συμμετέχοντες στο δυναμικό σύστημα αγορών δεν επιβάλλονται έξοδα πριν ή στη διάρκεια της περιόδου ισχύος του συστήματος.

Άρθρο 53

Ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί

1.   Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, στους οποίους παρουσιάζονται νέες, μειωμένες τιμές και/ή νέες αξίες όσον αφορά ορισμένα στοιχεία των προσφορών.

Για τον σκοπό αυτόν, οι αναθέτοντες φορείς διοργανώνουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό με τη μορφή επαναληπτικής ηλεκτρονικής διαδικασίας, διεξαγόμενης έπειτα από προκαταρκτική πλήρη αξιολόγηση των προσφορών, η οποία επιτρέπει την ταξινόμησή τους με βάση αυτόματες μεθόδους αξιολόγησης.

Ορισμένες συμβάσεις υπηρεσιών ή έργων οι οποίες έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες πνευματικού δημιουργού όπως ο σχεδιασμός έργων, τα οποία δεν μπορούν να καταταγούν χρησιμοποιώντας μεθόδους αυτόματης αξιολόγησης, δεν θα αποτελούν αντικείμενο ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.

2.   Στις ανοικτές ή κλειστές διαδικασίες ή με διαπραγμάτευση διαδικασίες, με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αποφασίζουν ότι, πριν από την ανάθεση σύμβασης, διεξάγεται ηλεκτρονικός πλειστηριασμός, όταν τα το περιεχόμενο των εγγράφων της προμήθειας και ιδίως οι τεχνικές προδιαγραφές της, μπορούν να καθορισθούν με ακρίβεια.

Υπό τους ίδιους όρους, ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί και κατά τη διεξαγωγή νέου διαγωνισμού μεταξύ των συμβαλλομένων μερών συμφωνίας-πλαισίου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 51 παράγραφος 2, καθώς και κατά τη διεξαγωγή διαγωνισμού για την ανάθεση συμβάσεων στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 52.

3.   Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός βασίζεται σε ένα από τα ακόλουθα στοιχεία των προσφορών:

α)

μόνον στις τιμές όταν η σύμβαση ανατίθεται αποκλειστικά βάσει της τιμής,

β)

στις τιμές και/ή τις νέες αξίες των χαρακτηριστικών των προσφορών που επισημαίνονται στα έγγραφα της προμήθειας, εφόσον η σύμβαση ανατίθεται βάσει της βέλτιστης σχέσης τιμής/ποιότητας ή βάσει της προσφοράς με το χαμηλότερο κόστος σύμφωνα με μια προσέγγιση βασιζόμενη στη σχέση αποδοτικότητας-κόστους.

4.   Οι αναθέτοντες φορείς που αποφασίζουν να κάνουν χρήση ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, το αναφέρουν στην προκήρυξη διαγωνισμού, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή, σε περίπτωση που χρησιμοποιείται ανακοίνωση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού, στην πρόσκληση υποβολή προσφορών. Τα έγγραφα της προμήθειας περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα VII.

5.   Οι αναθέτοντες φορείς, πριν να προβούν στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, διενεργούν μια πρώτη πλήρη αξιολόγηση των προσφορών σύμφωνα με το επιλεγμένο κριτήριο ή τα κριτήρια ανάθεσης και με τη στάθμισή τους, όπως έχουν καθορισθεί.

Η προσφορά θεωρείται παραδεκτή όταν έχει υποβληθεί από προσφέροντα που δεν έχει αποκλειστεί σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 1 ή το άρθρο 80 παράγραφος 1 και πληροί τα κριτήρια επιλογής των άρθρων 78 και 80, και του οποίου η προσφορά είναι σύμφωνη με τις τεχνικές προδιαγραφές, χωρίς να είναι αντικανονική ή απαράδεκτη,

Συγκεκριμένα, οι προσφορές που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των εγγράφων της προμήθειας, παρελήφθησαν καθυστερημένα, όταν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία αθέμιτης πρακτικής ή διαφθοράς ή κρίνονται από την αναθέτουσα αρχή αφύσικα χαμηλές, θεωρούνται αντικανονικές. Συγκεκριμένα, οι προσφορές που υποβάλλονται από προσφέροντες οι οποίοι δεν διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα και προσφέροντες των οποίων η τιμή υπερβαίνει τον προϋπολογισμό της αναθέτουσας αρχής, όπως καθορίσθηκε και τεκμηριώθηκε πριν από τη δρομολόγηση της διαδικασίας προμήθειας, θεωρούνται απαράδεκτες.

Μια προσφορά δεν θεωρείται κατάλληλη εάν είναι άσχετη με τη σύμβαση, καθώς δεν είναι προδήλως σε θέση, χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του αναθέτοντος φορέα, όπως καθορίζονται στα έγγραφα σχετικά με την προμήθεια. Μια αίτηση συμμετοχής δεν θεωρείται κατάλληλη όταν ο σχετικός οικονομικός φορέας πρόκειται ή μπορεί να αποκλειστεί δυνάμει των άρθρων 78 παράγραφος 1 ή 80 παράγραφος 1, ή δεν πληροί τα κριτήρια επιλογής που καθορίζονται από τον αναθέτοντα φορέα σύμφωνα με τα άρθρα 78 ή 80.

Όλοι οι προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτές προσφορές καλούνται ταυτόχρονα και με ηλεκτρονικά μέσα να συμμετάσχουν στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, χρησιμοποιώντας, κατά την προσδιορισμένη ημερομηνία και ώρα, τα στοιχεία σύνδεσης σύμφωνα με τις οδηγίες που παρέχονται στην πρόσκληση. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να διεξάγεται σε διαδοχικές φάσεις. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός δεν αρχίζει προτού παρέλθουν δύο εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία αποστολής των προσκλήσεων.

6.   Η πρόσκληση συνοδεύεται από το αποτέλεσμα της πλήρους αξιολόγησης της σχετικής προσφοράς, η οποία γίνεται σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο άρθρο 85 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο.

Στην πρόσκληση αναφέρεται και ο μαθηματικός τύπος που θα χρησιμοποιηθεί κατά τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό για την αυτόματη ανακατάταξη των προσφορών σε συνάρτηση με τις νέες τιμές και/ή τις νέες αξίες που θα υποβληθούν. Πλην της περιπτώσεως κατά την οποία η οικονομικώς πλέον συμφέρουσα προσφορά βρίσκεται μόνο με βάση την τιμή, ο μαθηματικός αυτός τύπος περιλαμβάνει τους συντελεστές στάθμισης όλων των κριτηρίων που έχουν οριστεί για τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, όπως αναφέρεται στη γνωστοποίηση που χρησιμοποιείται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού ή σε άλλα έγγραφα της προμήθειας. Προς τούτο, όμως, τυχόν περιθώρια διακύμανσης περιορίζονται εκ των προτέρων σε συγκεκριμένη τιμή.

Σε περίπτωση που επιτρέπονται εναλλακτικές προσφορές, προβλέπεται χωριστός μαθηματικός τύπος για κάθε εναλλακτική προσφορά.

7.   Κατά τη διάρκεια κάθε φάσης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, οι αναθέτοντες φορείς γνωστοποιούν αμέσως σε όλους τους προσφέροντες τις πληροφορίες εκείνες που τους δίνουν τουλάχιστον τη δυνατότητα να γνωρίζουν, ανά πάσα στιγμή, την αντίστοιχη κατάταξή τους. Μπορούν επίσης να γνωστοποιούν και άλλες πληροφορίες σχετικά με άλλες τιμές ή αξίες που υποβάλλονται, υπό τον όρο ότι αυτό επισημαίνεται στη συγγραφή υποχρεώσεων. Μπορούν επίσης, ανά πάσα στιγμή, να ανακοινώνουν τον αριθμό των συμμετεχόντων σε κάθε φάση του πλειστηριασμού. Ωστόσο, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να γνωστοποιούν την ταυτότητα των προσφερόντων κατά τη διεξαγωγή των διαφόρων φάσεων του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

8.   Οι αναθέτοντες φορείς περατώνουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό σύμφωνα με έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

κατά την προκαθορισμένη ημερομηνία και ώρα·

β)

όταν δεν λαμβάνουν πλέον νέες τιμές ή νέες αξίες που να πληρούν τις απαιτήσεις όσον αφορά τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις, εφόσον έχουν ορίσει προηγουμένως το διάστημα που θα επιτρέψουν να παρέλθει από την παραλαβή της τελευταίας υποβολής πριν να περατώσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό· ή

γ)

αφού ολοκληρωθεί ο προκαθορισμένος αριθμός φάσεων του πλειστηριασμού.

Εάν οι αναθέτοντες φορείς προτίθενται να περατώσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό σύμφωνα με το στοιχείο γ) του πρώτου εδαφίου, ενδεχομένως σε συνδυασμό με τον τρόπο που προβλέπεται στο στοιχείο β), η πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό αναφέρει το χρονοδιάγραμμα κάθε φάσης του πλειστηριασμού.

9.   Μετά την περάτωση του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, οι αναθέτοντες φορείς αναθέτουν τη σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο 82, βάσει των αποτελεσμάτων του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

Άρθρο 54

Ηλεκτρονικοί κατάλογοι

1.   Όταν απαιτείται χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να ορίζουν ότι οι προσφορές πρέπει να υποβάλλονται υπό τη μορφή ηλεκτρονικού καταλόγου ή να περιλαμβάνουν ηλεκτρονικό κατάλογο.

Τα κράτη μέλη μπορούν να καταστήσουν υποχρεωτική τη χρήση ηλεκτρονικών καταλόγων για ορισμένα είδη προμηθειών.

Οι προσφορές που παρουσιάζονται υπό τη μορφή ηλεκτρονικού καταλόγου μπορούν να συνοδεύονται από άλλα έγγραφα, που συμπληρώνουν την προσφορά.

2.   Οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι καταρτίζονται από τους υποψηφίους ή τους προσφέροντες με στόχο τη συμμετοχή τους σε μια δεδομένη διαδικασία προμήθειας σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και τον μορφότυπο που έχει θεσπίσει ο αναθέτων φορέας.

Επιπλέον, οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις για τα εργαλεία ηλεκτρονικής επικοινωνίας όπως και με τυχόν επιπλέον απαιτήσεις που ορίζονται από τον αναθέτοντα φορέα σύμφωνα με το άρθρο 40.

3.   Εάν η παρουσίαση των προσφορών υπό τη μορφή ηλεκτρονικών καταλόγων είναι αποδεκτή ή υποχρεωτική, οι αναθέτοντες φορείς:

α)

το αναφέρουν στην προκήρυξη του διαγωνισμού, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, ή, σε περίπτωση που χρησιμοποιείται ανακοίνωση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού, στην πρόσκληση υποβολή προσφορών ή συμμετοχής σε διαπραγμάτευση·

β)

επισημαίνουν στα έγγραφα της προμήθειας όλες τις αναγκαίες πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 6 όσον αφορά τον μορφότυπο, τον χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό εξοπλισμό και τις τεχνικές ρυθμίσεις και προδιαγραφές της σύνδεσης για τον κατάλογο.

4.   Εάν έχει συναφθεί συμφωνία-πλαίσιο με περισσότερους του ενός οικονομικούς φορείς μετά την υποβολή προσφορών υπό τη μορφή ηλεκτρονικών καταλόγων, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να ορίζουν ότι η προκήρυξη νέου διαγωνισμού για συγκεκριμένες συμβάσεις λαμβάνει χώρα βάσει ενημερωμένων καταλόγων. Σε αυτή την περίπτωση, οι αναθέτοντες φορείς χρησιμοποιούν μία από τις ακόλουθες μεθόδους:

α)

καλούν τους προσφέροντες να υποβάλουν εκ νέου τους ηλεκτρονικούς καταλόγους τους, προσαρμοσμένους στις απαιτήσεις της εν λόγω σύμβασης· ή

β)

ενημερώνουν τους προσφέροντες ότι σκοπεύουν να συλλέξουν από τους ηλεκτρονικούς καταλόγους που έχουν ήδη υποβληθεί τις πληροφορίες που απαιτούνται ώστε να καταρτίσουν προσφορές προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις της συγκεκριμένης σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση της εν λόγω μεθόδου έχει επισημανθεί στα έγγραφα της προμήθειας για τη συμφωνία-πλαίσιο.

5.   Εάν οι αναθέτοντες φορείς προκηρύσσουν νέο διαγωνισμό για συγκεκριμένες συμβάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 4 στοιχείο β), αναφέρουν στους διαγωνιζομένους την ημερομηνία και ώρα κατά την οποία σκοπεύουν να συλλέξουν τις πληροφορίες που απαιτούνται ούτως ώστε να αποτελέσουν προσφορές προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις της εν λόγω συγκεκριμένης σύμβασης και παρέχουν στους προσφέροντες τη δυνατότητα να αρνηθούν την εν λόγω συλλογή πληροφοριών.

Οι αναθέτοντες φορείς προβλέπουν μια ικανοποιητική χρονική περίοδο μεταξύ της κοινοποίησης και της συλλογής των πληροφοριών.

Πριν από την ανάθεση της σύμβασης, οι αναθέτοντες φορείς παρουσιάζουν τις συλλεγείσες πληροφορίες στον ενδιαφερόμενο προσφέροντα, δίνοντάς του την ευκαιρία να αμφισβητήσει ή να επιβεβαιώσει ότι η προσφορά που προέκυψε με αυτόν τον τρόπο δεν περιέχει ουσιώδη σφάλματα.

6.   Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αναθέτουν συμβάσεις βάσει ενός δυναμικού συστήματος αγορών απαιτώντας οι προσφορές συγκεκριμένης σύμβασης να υποβάλλονται υπό μορφή ηλεκτρονικού καταλόγου.

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν επίσης να αναθέτουν συμβάσεις βάσει ενός δυναμικού συστήματος αγορών βάσει του στοιχείου β) της παραγράφου 4 και της παραγράφου 5, εφόσον η αίτηση συμμετοχής στο δυναμικό σύστημα αγορών συνοδεύεται από ηλεκτρονικό κατάλογο σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και τον μορφότυπο που ορίζεται από τον αναθέτοντα φορέα. Στη συνέχεια, ο εν λόγω κατάλογος συμπληρώνεται από τους υποψηφίους, αφού ενημερωθούν για την πρόθεση του αναθέτοντος φορέα να καταρτίσει προσφορές μέσω της διαδικασίας του στοιχείου β) της παραγράφου 4.

Άρθρο 55

Κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών και κεντρικές αρχές προμηθειών

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αποκτούν έργα, αγαθά ή/και υπηρεσίες από κεντρική αρχή προμηθειών η οποία παρέχει την κεντρική δραστηριότητα προμηθειών του άρθρου 2 σημείο 10 στοιχείο α).

Επίσης, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αποκτούν έργα, αγαθά και υπηρεσίες χρησιμοποιώντας συμβάσεις που ανατίθενται από κεντρική αρχή προμηθειών, μέσω δυναμικών συστημάτων αγορών που εκμεταλλεύεται κεντρική αρχή προμηθειών ή χρησιμοποιώντας συμφωνία-πλαίσιο που συνάπτεται από κεντρική αρχή προμηθειών προσφέρουσα την κεντρική δραστηριότητα προμηθειών του άρθρου 2 σημείο 10 στοιχείο β). Όταν ένα δυναμικό σύστημα αγορών το οποίο χειρίζεται μια κεντρική αρχή προμηθειών μπορεί να χρησιμοποιείται από λοιπούς αναθέτοντες φορείς, αυτό αναφέρεται στην προκήρυξη διαγωνισμού με την οποία συγκροτείται το εν λόγω δυναμικό σύστημα αγορών.

Σε σχέση με το πρώτο και δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι ορισμένες προμήθειες πραγματοποιούνται με προσφυγή σε κεντρικές αρχές προμηθειών ή σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες κεντρικές αρχές προμηθειών.

2.   Μια αναθέτουσα αρχή εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της δυνάμει της παρούσας οδηγίας όταν αποκτά αγαθά ή υπηρεσίες από κεντρική αρχή προμηθειών προσφέρουσα την κεντρική δραστηριότητα προμηθειών του άρθρου 2 σημείο 10 στοιχείο α).

Επιπλέον, ο αναθέτων φορέας εκπληρώνει, επίσης, τις υποχρεώσεις του δυνάμει της παρούσας οδηγίας όταν αποκτά έργα, αγαθά ή υπηρεσίες χρησιμοποιώντας συμβάσεις που ανατίθενται από την κεντρική αρχή προμηθειών, χρησιμοποιώντας δυναμικά συστήματα αγορών που διαχειρίζεται η κεντρική αρχή προμηθειών ή χρησιμοποιώντας συμφωνία-πλαίσιο που συνάπτεται από την κεντρική αρχή προμηθειών που προσφέρει την κεντρική δραστηριότητα προμηθειών του άρθρου 2 σημείο 10 στοιχείο β).

Ωστόσο, ο οικείος αναθέτων φορέας είναι υπεύθυνος για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων δυνάμει της παρούσας οδηγίας για τα μέρη που διεξάγονται από τον ίδιο, όπως:

α)

η ανάθεση σύμβασης στο πλαίσιο δυναμικού συστήματος αγορών το οποίο διαχειρίζεται κεντρική αρχή προμηθειών, ή

β)

η διεξαγωγή νέου διαγωνισμού βάσει συμφωνίας-πλαισίου που έχει συναφθεί από κεντρική αρχή προμηθειών.

3.   Όλες οι διαδικασίες προμήθειας που διεξάγονται από κεντρική αρχή προμηθειών εκτελούνται μέσω ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 40.

4.   Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται, χωρίς να εφαρμόζουν τις διαδικασίες της παρούσας οδηγίας, να αναθέτουν δημόσια σύμβαση υπηρεσιών για την παροχή κεντρικών δραστηριοτήτων προμηθειών σε κεντρική αρχή προμηθειών.

Αυτές οι συμβάσεις υπηρεσιών μπορεί επίσης να περιλαμβάνουν την παροχή επικουρικών δραστηριοτήτων προμηθειών.

Άρθρο 56

Περιστασιακές από κοινού προμήθειες

1.   Δύο ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές μπορούν να συμφωνούν να εκτελούν ορισμένες ειδικές προμήθειες από κοινού.

2.   Στις περιπτώσεις όπου μια διαδικασία προμήθειας εκτελείται εξ ολοκλήρου από κοινού εξ ονόματος και για λογαριασμό όλων των οικείων αναθετόντων φορέων, οι εν λόγω φορείς είναι υπεύθυνοι από κοινού για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από την παρούσα οδηγία. Τούτο ισχύει και σε περιπτώσεις όπου τη διαδικασία διαχειρίζεται ένας μόνος αναθέτων φορέας, ενεργώντας τόσο για δικό του λογαριασμό όσο και για λογαριασμό των λοιπών αναθετόντων φορέων.

Εάν η διεξαγωγή των διαδικασιών προμήθειας δεν πραγματοποιείται στο σύνολό της εξ ονόματος και για λογαριασμό των ενδιαφερόμενων αναθετόντων φορέων, οι αρχές έχουν από κοινού ευθύνη μόνο για τα μέρη εκείνα που εκτελούνται από κοινού. Κάθε αναθέτων φορέας φέρει την αποκλειστική ευθύνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του σύμφωνα με την παρούσα οδηγία για τα μέρη που αναλαμβάνει ιδίω ονόματι και για δικό του λογαριασμό.

Άρθρο 57

Προμήθειες που αφορούν αναθέτουσες αρχές από διαφορετικά κράτη μέλη

1.   Με την επιφύλαξη των άρθρων 28 έως 31, αναθέτοντες φορείς από διαφορετικά κράτη μέλη μπορούν να ενεργούν από κοινού για την ανάθεση συμβάσεων, χρησιμοποιώντας έναν από τους τρόπους που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

Οι αναθέτοντες φορείς δεν χρησιμοποιούν τα μέσα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο με σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής αναγκαστικών διατάξεων του δημοσίου δικαίου σύμφωνων με το ενωσιακό δίκαιο στις οποίες υπόκεινται στο κράτος μέλος τους.

2.   Κανένα κράτος μέλος δεν απαγορεύει στους αναθέτοντες φορείς του να χρησιμοποιούν κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών προσφερόμενες από κεντρική αρχή προμηθειών εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος.

Όσον αφορά κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών που προσφέρονται από κεντρικές αρχές προμηθειών εγκατεστημένες σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο της αναθέτοντος φορέα, τα κράτη μέλη μπορούν, ωστόσο, να επιλέγουν να προσδιορίζουν ότι οι δικοί τους αναθέτοντες φορείς μπορούν να χρησιμοποιούν μόνο τις κεντρικές δραστηριότητες προμηθειών κατά τα οριζόμενα είτε στο στοιχείο α) είτε στο στοιχείο β) του άρθρου 2 σημείο 10.

3.   Η παροχή κεντρικών δραστηριοτήτων προμηθειών από κεντρική αρχή προμηθειών εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος πραγματοποιείται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η κεντρική αρχή προμηθειών.

Οι εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η κεντρική αρχή προμηθειών εφαρμόζονται επίσης στα ακόλουθα:

α)

στην ανάθεση σύμβασης στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών,

β)

στη διεξαγωγή νέου διαγωνισμού στο πλαίσιο συμφωνίας-πλαισίου.

4.   Αναθέτοντες φορείς από διαφορετικά κράτη μέλη μπορούν από κοινού να αναθέτουν σύμβαση, να συνάπτουν συμφωνία-πλαίσιο ή να λειτουργούν δυναμικό σύστημα αγορών. Μπορούν επίσης να αναθέτουν συμβάσεις βάσει της συμφωνίας-πλαισίου ή του δυναμικού συστήματος αγορών. Εκτός αν τα απαραίτητα στοιχεία ρυθμίζονται από διεθνή συμφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών μελών, οι συμμετέχοντες αναθέτοντες φορείς συνάπτουν συμφωνία όπου προσδιορίζονται τα εξής:

α)

οι ευθύνες των μερών και οι σχετικές εφαρμοστέες εθνικές διατάξεις·

β)

η εσωτερική οργάνωση της διαδικασίας προμήθειας, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης της διαδικασίας, της κατανομής των έργων, αγαθών ή υπηρεσιών που πρόκειται να αποκτηθούν και της σύναψης των συμβάσεων.

Συμμετέχων αναθέτων φορέας εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του δυνάμει της παρούσας οδηγίας όταν αγοράζει έργα, αγαθά ή υπηρεσίες από αναθέτοντα φορέα που είναι υπεύθυνος για τη διαδικασία προμήθειας. Για τον προσδιορισμό των ευθυνών και του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου σύμφωνα με το στοιχείο α), οι συμμετέχοντες αναθέτοντες φορείς μπορούν να κατανείμουν συγκεκριμένες ευθύνες μεταξύ τους και να ορίσουν τις εφαρμοστέες διατάξεις των εθνικών δικαίων οποιουδήποτε από τα σχετικά κράτη μέλη τους. Η κατανομή ευθυνών και το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο αναφέρονται στα έγγραφα της προμήθειας για τις από κοινού ανατιθέμενες συμβάσεις.

5.   Σε περίπτωση που αναθέτοντες φορείς από διαφορετικά κράτη μέλη έχουν συστήσει κοινή οντότητα, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών ομίλων εδαφικής συνεργασίας δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (41) ή άλλων οντοτήτων που ιδρύονται δυνάμει της νομοθεσίας της Ένωσης, οι συμμετέχοντες αναθέτοντες φορείς συμφωνούν, μέσω απόφασης του αρμόδιου οργάνου της κοινής οντότητας, επί των εφαρμοστέων εθνικών κανόνων περί προμηθειών ενός από τα ακόλουθα κράτη μέλη:

α)

οι εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου έχει την έδρα της η κοινή οντότητα·

β)

οι εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου διεξάγει τις δραστηριότητές της η κοινή οντότητα.

Η συμφωνία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο μπορεί είτε να εφαρμόζεται για αόριστο χρονικό διάστημα, όταν καθορίζεται στη συστατική πράξη της κοινής οντότητας, είτε να περιορίζεται σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, σε ορισμένα είδη συμβάσεων ή σε μία ή περισσότερες μεμονωμένες αναθέσεις συμβάσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Διεξαγωγή της διαδικασίας

Τμήμα 1

Προετοιμασία

Άρθρο 58

Προκαταρκτικές διαβουλεύσεις της αγοράς

Πριν δρομολογήσουν διαδικασία προμήθειας, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να διεξάγουν διαβουλεύσεις με την αγορά, προκειμένου να προετοιμάζουν την προμήθεια και να ενημερώνουν τους οικονομικούς φορείς για τα σχέδια και τις απαιτήσεις τους όσον αφορά τις προμήθειες.

Για τον σκοπό αυτόν, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν, επί παραδείγματι, να ζητούν ή να δέχονται τις συμβουλές ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων ή αρχών ή συμμετεχόντων της αγοράς. Οι εν λόγω συμβουλές μπορούν να χρησιμοποιούνται για τον σχεδιασμό και τη διεξαγωγή της διαδικασίας προμήθειας, εφόσον οι εν λόγω συμβουλές δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη στρέβλωση του ανταγωνισμού και την παραβίαση των αρχών της αποφυγής των διακρίσεων και της διαφάνειας.

Άρθρο 59

Προηγούμενη εμπλοκή υποψηφίων ή προσφερόντων

Εάν ένας υποψήφιος, ένας προσφέρων ή μια επιχείρηση που σχετίζεται με υποψήφιο ή προσφέροντα έχει παράσχει συμβουλές στον αναθέτοντα φορέα, είτε εντός είτε εκτός του πλαισίου του άρθρου 58, ή έχει εμπλακεί με οποιονδήποτε τρόπο στην προετοιμασία της διαδικασίας προμήθειας, ο αναθέτων φορέας λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίζει τη μη στρέβλωση του ανταγωνισμού λόγω της συμμετοχής του εν λόγω υποψηφίου ή προσφέροντα.

Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν τη γνωστοποίηση στους λοιπούς υποψηφίους και προσφέροντες σχετικών πληροφοριών που ανταλλάχθηκαν στο πλαίσιο της προηγούμενης εμπλοκής του υποψηφίου ή του προσφέροντος στην προετοιμασία της διαδικασίας προμήθειας και τον προσδιορισμό επαρκών προθεσμιών για την παραλαβή των προσφορών. Ο ενδιαφερόμενος υποψήφιος ή προσφέρων αποκλείεται από τη διαδικασία μόνο εάν δεν υπάρχει άλλος τρόπος να διασφαλιστεί συμμόρφωση με την υποχρέωση τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης.

Πριν από οποιονδήποτε τέτοιον αποκλεισμό, παρέχεται η ευκαιρία στους υποψηφίους ή τους προσφέροντες να αποδείξουν ότι η συμμετοχή τους στην προετοιμασία της διαδικασίας προμήθειας δεν είναι δυνατόν να προκαλέσει στρέβλωση του ανταγωνισμού. Τα μέτρα που λαμβάνονται τεκμηριώνονται στη χωριστή έκθεση που απαιτείται δυνάμει του άρθρου 100.

Άρθρο 60

Τεχνικές προδιαγραφές

1.   Οι τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο παράρτημα VIII σημείο 1 παρατίθενται στα έγγραφα της προμήθειας. Οι τεχνικές προδιαγραφές ορίζουν τα χαρακτηριστικά που απαιτείται να έχουν τα έργα, οι υπηρεσίες ή τα αγαθά.

Τα εν λόγω χαρακτηριστικά μπορεί επίσης να αναφέρονται στην ειδική διαδικασία ή μέθοδο παραγωγής ή παροχής των ζητούμενων έργων, αγαθών ή υπηρεσιών ή σε ειδική διαδικασία άλλου σταδίου του κύκλου ζωής τους, ακόμη και αν οι παράγοντες αυτοί δεν αποτελούν μέρος της υλικής τους υπόστασης, υπό την προϋπόθεση ότι συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης και βρίσκονται σε αναλογία με την αξία και τους στόχους της.

Οι τεχνικές προδιαγραφές μπορούν επίσης να προσδιορίζουν αν θα απαιτηθεί μεταβίβαση των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.

Για όλες τις προμήθειες που προορίζονται για χρήση από φυσικά πρόσωπα, είτε πρόκειται για το ευρύ κοινό είτε για το προσωπικό της αναθέτοντος φορέα, οι τεχνικές προδιαγραφές καταρτίζονται με τρόπο ώστε να λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια προσβασιμότητας για άτομα με αναπηρίες ή τον σχεδιασμό για όλους τους χρήστες.

Εάν έχουν εγκριθεί υποχρεωτικές απαιτήσεις προσβασιμότητας βάσει νομικής πράξης της Ένωσης, οι τεχνικές προδιαγραφές, όσον αφορά τα κριτήρια προσβασιμότητας για άτομα με αναπηρίες ή τον σχεδιασμό για όλους τους χρήστες, καθορίζονται με παραπομπή στις εν λόγω απαιτήσεις.

2.   Οι τεχνικές προδιαγραφές εξασφαλίζουν ισότιμη πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία προμήθειας και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αδικαιολόγητων εμποδίων στο άνοιγμα των δημόσιων προμηθειών στον ανταγωνισμό.

3.   Υπό την επιφύλαξη των υποχρεωτικών εθνικών τεχνικών κανόνων, εφόσον συμβιβάζονται με το δίκαιο της Ένωσης, οι τεχνικές προδιαγραφές διατυπώνονται με έναν από τους κατωτέρω τρόπους:

α)

ως επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών, υπό την προϋπόθεση ότι οι παράμετροι είναι επαρκώς ακριβείς ώστε να επιτρέπουν στους προσφέροντες να προσδιορίζουν το αντικείμενο της σύμβασης και στις αναθέτουσες αρχές να αναθέτουν τη σύμβαση·

β)

με παραπομπή σε τεχνικές προδιαγραφές και, με σειρά προτεραιότητας, σε εθνικά πρότυπα που μεταφέρουν ευρωπαϊκά πρότυπα, ευρωπαϊκές τεχνικές αξιολογήσεις, κοινές τεχνικές προδιαγραφές, διεθνή πρότυπα, άλλα τεχνικά συστήματα αναφοράς που έχουν θεσπιστεί από ευρωπαϊκούς φορείς τυποποίησης ή —όταν αυτά δεν υπάρχουν— σε εθνικά πρότυπα, εθνικές τεχνικές εγκρίσεις ή εθνικές τεχνικές προδιαγραφές στον τομέα του σχεδιασμού, του υπολογισμού και της εκτέλεσης των έργων και της χρησιμοποίησης των αγαθών· κάθε παραπομπή συνοδεύεται από τη μνεία «ή ισοδύναμο»·

γ)

ως επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις κατά τα οριζόμενα στο στοιχείο α), με παραπομπή, ως τεκμήριο συμμόρφωσης προς τις εν λόγω επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις, στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο στοιχείο β)·

δ)

με παραπομπή στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στο στοιχείο β) για ορισμένα χαρακτηριστικά και με παραπομπή στις επιδόσεις ή στις λειτουργικές απαιτήσεις που αναφέρονται στο στοιχείο α) για άλλα χαρακτηριστικά.

4.   Εκτός εάν δικαιολογείται από το αντικείμενο της σύμβασης, οι τεχνικές προδιαγραφές δεν περιέχουν μνεία συγκεκριμένης κατασκευής ή προέλευσης ή ιδιαίτερης μεθόδου κατασκευής που να χαρακτηρίζει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που παρέχονται από συγκεκριμένο οικονομικό φορέα ούτε εμπορικού σήματος, διπλώματος ευρεσιτεχνίας, τύπου ή συγκεκριμένης καταγωγής ή παραγωγής που θα είχε ως αποτέλεσμα να ευνοούνται ή να αποκλείονται ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένα προϊόντα. Η εν λόγω μνεία επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, όταν δεν είναι δυνατόν να γίνει αρκούντως ακριβής και κατανοητή περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 3. Η εν λόγω μνεία συνοδεύεται από τους όρους «ή ισοδύναμο».

5.   Όταν o αναθέτων φορέας χρησιμοποιεί τη δυνατότητα παραπομπής στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β), δεν απορρίπτει προσφορά με την αιτιολογία ότι τα έργα, τα αγαθά ή οι υπηρεσίες για τις οποίες υποβάλλεται προσφορά δεν πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές στις οποίες έχει παραπέμψει, εφόσον ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, συμπεριλαμβανομένων των αποδεικτικών μέσων που αναφέρονται στο άρθρο 62, ότι οι λύσεις που προτείνει πληρούν κατά ισοδύναμο τρόπο τις απαιτήσεις που καθορίζονται από τις τεχνικές προδιαγραφές.

6.   Όταν ο αναθέτων φορέας χρησιμοποιεί τη δυνατότητα που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο α) για τη διατύπωση των τεχνικών προδιαγραφών με αναφορά στις επιδόσεις ή στις λειτουργικές απαιτήσεις, δεν απορρίπτει προσφορά έργων, αγαθών ή υπηρεσιών που πληρούν εθνικό πρότυπο το οποίο αποτελεί μεταφορά ευρωπαϊκού προτύπου, ευρωπαϊκή τεχνική έγκριση, κοινή τεχνική προδιαγραφή, διεθνές πρότυπο ή τεχνικό πλαίσιο αναφοράς που έχει καταρτιστεί από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης, εφόσον οι εν λόγω προδιαγραφές καλύπτουν τις επιδόσεις ή τις λειτουργικές απαιτήσεις τις οποίες έχει ορίσει.

Ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 62, ότι το έργο, το αγαθό ή η υπηρεσία που πληροί το πρότυπο ανταποκρίνεται στις επιδόσεις ή στις λειτουργικές απαιτήσεις τις οποίες έχει ορίσει ο αναθέτων φορέας.

Άρθρο 61

Σήματα

1.   Όταν οι αναθέτοντες φορείς σκοπεύουν να προβούν σε αγορά έργων, αγαθών ή υπηρεσιών με ειδικά περιβαλλοντικά, κοινωνικά ή άλλα χαρακτηριστικά, μπορούν, στις τεχνικές προδιαγραφές, τα κριτήρια ανάθεσης ή τις προϋποθέσεις εκτέλεσης της σύμβασης, να απαιτούν συγκεκριμένο σήμα ως αποδεικτικό της συμμόρφωσης των έργων, των αγαθών ή των υπηρεσιών προς τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι απαιτήσεις σήματος αφορούν αποκλειστικά τα κριτήρια που σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης και που είναι κατάλληλα για τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών των έργων, των αγαθών ή των υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο της σύμβασης·

β)

οι απαιτήσεις σήματος βασίζονται σε κριτήρια που μπορούν να επαληθευτούν με αντικειμενικό τρόπο και δεν εισάγουν διακρίσεις,

γ)

τα σήματα καθιερώνονται μέσω ανοικτής και διαφανούς διαδικασίας, στην οποία έχουν δικαίωμα συμμετοχής όλοι οι σχετικοί ενδιαφερόμενοι, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών οργανισμών, των καταναλωτών, των κοινωνικών εταίρων, των κατασκευαστών, των διανομέων και των μη κυβερνητικών οργανώσεων·

δ)

τα σήματα είναι προσιτά για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη·

ε)

οι απαιτήσεις σήματος καθορίζονται από τρίτο μέρος επί του οποίου ο οικονομικός φορέας που υποβάλλει αίτηση για το σήμα δεν μπορεί να ασκήσει αποφασιστική επιρροή.

Όταν οι αναθέτοντες φορείς δεν απαιτούν, όσον αφορά έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες,να πληρούνται όλες οι απαιτήσεις σήματος, αναφέρουν περί ποίων απαιτήσεων σήματος πρόκειται.

Οι αναθέτοντες φορείς που απαιτούν συγκεκριμένο σήμα αποδέχονται όλα τα σήματα που επιβεβαιώνουν ότι τα έργα, τα αγαθά και οι υπηρεσίες πληρούν τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις.

Όταν ένας οικονομικός φορέας δεν είχε τεκμηριωμένα τη δυνατότητα να αποκτήσει το ειδικό σήμα που έχει υποδείξει ο αναθέτων φορέας ή ισοδύναμο σήμα εντός των σχετικών προθεσμιών για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται ο ίδιος, ο αναθέτων φορέας αποδέχεται άλλα κατάλληλα αποδεικτικά μέσα, όπως, ενδεχομένως τον τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή, υπό την προϋπόθεση ότι ο συγκεκριμένος οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι τα προς παροχή έργα, αγαθά και υπηρεσίες πληρούν τις απαιτήσεις του ειδικού σήματος ή τις ειδικές απαιτήσεις που έχει υποδείξει ο αναθέτων φορέας.

2.   Εάν ένα σήμα πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 στοιχεία β), γ), δ) και ε), αλλά ορίζει επιπλέον απαιτήσεις που δεν σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης, οι αναθέτοντες φορείς δεν απαιτούν το καθαυτό σήμα αλλά μπορούν να ορίζουν την τεχνική προδιαγραφή με παραπομπή στις λεπτομερείς προδιαγραφές του εν λόγω σήματος ή, εάν είναι αναγκαίο, σε τμήματα των σχετικών προδιαγραφών που σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης και είναι κατάλληλα για τον ορισμό των χαρακτηριστικών του εν λόγω αντικειμένου.

Άρθρο 62

Εκθέσεις δοκιμών, πιστοποίηση και άλλα αποδεικτικά μέσα

1.   Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να προσκομίζουν έκθεση δοκιμών από οργανισμό αξιολόγησης της πιστότητας ή πιστοποιητικό που έχει εκδοθεί από τέτοιον οργανισμό ως αποδεικτικό μέσο συμμόρφωσης με απαιτήσεις ή κριτήρια που αναφέρονται στις τεχνικές προδιαγραφές, τα κριτήρια ανάθεσης ή τους όρους εκτέλεσης της σύμβασης.

Σε περίπτωση που οι αναθέτοντες φορείς απαιτούν την υποβολή πιστοποιητικών εκδιδόμενων από ειδικό οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης οφείλουν να δέχονται επίσης πιστοποιητικά από άλλους ισοδύναμους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι ο οργανισμός ο οποίος πραγματοποιεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένων βαθμονομήσεων, δοκιμών, πιστοποίησης και επιθεώρησης, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (42).

2.   Οι αναθέτοντες φορείς δέχονται και άλλα κατάλληλα αποδεικτικά μέσα, εκτός από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 1, όπως τον τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή, εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας δεν είχε πρόσβαση στα πιστοποιητικά ή στις εκθέσεις δοκιμών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή δεν είχε τη δυνατότητα να τα αποκτήσει εντός των σχετικών προθεσμιών, υπό τους όρους ότι για την αδυναμία πρόσβασης δεν ευθύνεται ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας και ότι ο ίδιος αποδεικνύει ότι τα έργα, αγαθά και υπηρεσίες πληρούν τις απαιτήσεις ή τα κριτήρια που ορίζονται στις τεχνικές προδιαγραφές, τα κριτήρια ανάθεσης ή τους όρους εκτέλεσης σύμβασης.

3.   Εφόσον τους ζητηθεί, τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση άλλων κρατών μελών οποιεσδήποτε πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία και τα έγγραφα που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 60 παράγραφος 6, το άρθρο 61 και τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του οικονομικού φορέα κοινοποιούν τις σχετικές πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 102.

Άρθρο 63

Ανακοίνωση των τεχνικών προδιαγραφών

1.   Οι αναθέτοντες φορείς διαθέτουν στους οικονομικούς φορείς που ενδιαφέρονται για την ανάληψη σύμβασης, κατόπιν αιτήσεώς τους, τις τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται συστηματικά στις συμβάσεις αγαθών, έργων ή υπηρεσιών τις οποίες αναθέτουν ή τις τεχνικές προδιαγραφές στις οποίες προτίθενται να παραπέμψουν για τις συμβάσεις που αποτελούν αντικείμενο περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης. Οι εν λόγω προδιαγραφές καθίστανται διαθέσιμες με ηλεκτρονικά μέσα, μέσω ελεύθερης, άμεσης και πλήρους πρόσβασης, χωρίς χρέωση.

Ωστόσο, οι τεχνικές προδιαγραφές διαβιβάζονται και με άλλα μέσα πλην των ηλεκτρονικών μέσων όταν η ελεύθερη, άμεση και πλήρης πρόσβαση χωρίς χρέωση με ηλεκτρονικά μέσα σε ορισμένα έγγραφα της σύμβασης δεν είναι δυνατή για κάποιον από τους λόγους που εκτίθενται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 40 παράγραφος 1 ή όταν η ελεύθερη, άμεση και πλήρης πρόσβαση χωρίς χρέωση με ηλεκτρονικά μέσα σε ορισμένα έγγραφα της σύμβασης δεν είναι δυνατή διότι οι αναθέτοντες φορείς προτίθενται να εφαρμόσουν το άρθρο 39 παράγραφος 2.

2.   Όταν αυτές οι τεχνικές προδιαγραφές καθορίζονται στα έγγραφα που τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερομένων οικονομικών φορέων με ηλεκτρονικά μέσα, μέσω ελεύθερης, άμεσης και πλήρους πρόσβασης, χωρίς χρέωση, αρκεί η παραπομπή στα εν λόγω έγγραφα.

Άρθρο 64

Εναλλακτικές προσφορές

1.   Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιτρέπουν ή να απαιτούν από τους προσφέροντες να υποβάλλουν εναλλακτικές προσφορές που ανταποκρίνονται στις ελάχιστες απαιτήσεις που έχουν ορίσει οι εν λόγω αναθέτοντες φορείς.

Οι αναθέτοντες φορείς δηλώνουν στα έγγραφα της προμήθειας εάν επιτρέπουν ή απαιτούν εναλλακτικές προσφορές και, εν τοιαύτη περιπτώσει, τις ελάχιστες προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές, καθώς και τον τρόπο υποβολής αυτών των προσφορών, ειδικότερα αν οι εναλλακτικές προσφορές αυτές μπορούν να υποβάλλονται μόνον στις περιπτώσεις που έχει επίσης υποβληθεί προσφορά που δεν συνιστά εναλλακτική προσφορά. Σε περίπτωση που επιτρέπονται ή απαιτούνται εναλλακτικές προσφορές, διασφαλίζουν επίσης ότι τα επιλεγμένα κριτήρια ανάθεσης μπορούν να εφαρμοστούν σε εναλλακτικές προσφορές που πληρούν τις εν λόγω ελάχιστες προϋποθέσεις καθώς και σε συμμορφούμενες προσφορές που δεν είναι εναλλακτικές.

2.   Στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων αγαθών ή υπηρεσιών, οι αναθέτοντες φορείς που έχουν επιτρέψει ή απαιτήσει εναλλακτικές προσφορές δεν απορρίπτουν μια εναλλακτική προσφορά με μοναδική αιτιολογία ότι, εάν επιλεγεί, θα οδηγήσει, αντίστοιχα, είτε στη σύναψη σύμβασης υπηρεσιών αντί σύμβασης αγαθών είτε στη σύναψη σύμβασης αγαθών αντί σύμβασης υπηρεσιών.

Άρθρο 65

Υποδιαίρεση συμβάσεων σε παρτίδες

1.   Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αποφασίζουν να αναθέτουν μια σύμβαση υπό τη μορφή χωριστών παρτίδων και μπορούν να προσδιορίζουν το μέγεθος και το αντικείμενο των παρτίδων αυτών.

Οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν στην προκήρυξη του διαγωνισμού, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, ή, σε περίπτωση που χρησιμοποιείται ανακοίνωση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού, στην πρόσκληση υποβολής προσφορών ή συμμετοχής σε διαπραγμάτευση, αν οι προσφορές μπορούν να υποβάλλονται σε μία ή περισσότερες παρτίδες ή στο σύνολό τους.

2.   Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται, ακόμη και εάν οι προσφορές είναι δυνατόν να υποβάλλονται για πολλές ή για όλες τις παρτίδες, να περιορίζουν τον αριθμό των παρτίδων που μπορούν να ανατεθούν σε έναν προσφέροντα, υπό την προϋπόθεση ότι ο μέγιστος αριθμός των παρτίδων ανά προσφέροντα ορίζεται στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, υποβολής προσφορών ή διαπραγμάτευσης. Οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν στα έγγραφα της προμήθειας τα αντικειμενικά και χωρίς διακρίσεις κριτήρια ή τους κανόνες που προτίθενται να εφαρμόσουν για τον προσδιορισμό των παρτίδων που ανατίθενται, στην περίπτωση που η εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης θα είχε ως αποτέλεσμα την ανάθεση σε έναν προσφέροντα παρτίδων που υπερβαίνουν τον μέγιστο αριθμό.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι, σε περίπτωση που είναι δυνατή η ανάθεση περισσότερων της μιας παρτίδων στον ίδιο προσφέροντα, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αναθέτουν σύμβαση συνδυάζοντας διάφορες ή όλες τις παρτίδες, εφόσον έχουν αναφέρει στη γνωστοποίηση προκήρυξης της σύμβασης ή στην πρόσκληση για επιβεβαίωση ενδιαφέροντος, υποβολής προσφορών ή διαπραγμάτευσης ότι διατηρούν το δικαίωμα να το πράξουν και αναφέρουν τις παρτίδες ή ομάδες παρτίδων που μπορούν να συνδυαστούν.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να καθιστούν υποχρεωτική την ανάθεση συμβάσεων με τη μορφή χωριστών παρτίδων, υπό προϋποθέσεις καθοριζόμενες σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο και τηρουμένου του ενωσιακού δικαίου. Εφαρμόζεται η παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και, κατά περίπτωση, η παράγραφος 3.

Άρθρο 66

Καθορισμός προθεσμιών

1.   Κατά τον καθορισμό των προθεσμιών παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής, οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν ιδίως υπόψη την πολυπλοκότητα της σύμβασης και τον χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προσφορών, υπό την επιφύλαξη των ελάχιστων προθεσμιών που καθορίζονται στα άρθρα 45 έως 49.

2.   Εάν οι προσφορές μπορούν να συνταχθούν μόνον έπειτα από επιτόπια επίσκεψη ή από επιτόπια εξέταση εγγράφων προσαρτημένων στα έγγραφα της προμήθειας, οι προθεσμίες παραλαβής των προσφορών, οι οποίες είναι μεγαλύτερες από τις ελάχιστες προθεσμίες που προβλέπονται στα άρθρα 45 έως 49, ορίζονται κατά τρόπο ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς να μπορούν να λάβουν γνώση όλων των αναγκαίων πληροφοριών για τη διατύπωση των προσφορών.

3.   Οι αναθέτοντες φορείς παρατείνουν την προθεσμία παραλαβής των προσφορών, ούτως ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς να μπορούν να λάβουν γνώση όλων των αναγκαίων πληροφοριών για την κατάρτιση των προσφορών στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν, για οποιοδήποτε λόγο, οι πρόσθετες πληροφορίες, αν και ζητήθηκαν από τον οικονομικό φορέα σε εύθετο χρόνο, δεν παρέχονται το αργότερο έξι ημέρες πριν από την προθεσμία παραλαβής των προσφορών. Σε περίπτωση επισπευσμένης ανοικτής διαδικασίας, σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφος 3, η προθεσμία ορίζεται σε τέσσερις ημέρες,

β)

όταν τα έγγραφα προμήθειας υφίστανται σημαντικές αλλαγές.

Η διάρκεια της παράτασης είναι ανάλογη με τη σπουδαιότητα των πληροφοριών ή των αλλαγών.

Όταν οι πρόσθετες πληροφορίες δεν έχουν ζητηθεί σε εύθετο χρόνο ή δεν έχουν σημασία για την προετοιμασία κατάλληλων προσφορών, δεν απαιτείται η εκ μέρους των αναθετόντων φορέων παράταση των προθεσμιών.

Τμήμα 2

Δημοσιότητα και διαφάνεια

Άρθρο 67

Περιοδικές ενδεικτικές προκηρύξεις

1.   Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να δημοσιοποιούν τις προθέσεις τους για τη σχεδιαζόμενη προμήθεια δημοσιεύοντας περιοδική ενδεικτική προκήρυξη. Οι εν λόγω προκηρύξεις περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα VI μέρος Α τμήμα I. Δημοσιεύονται είτε από την Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε από τους αναθέτοντες φορείς στο «προφίλ αγοραστή» τους σύμφωνα με το παράρτημα IX σημείο 2 στοιχείο β). Όταν η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη δημοσιεύεται από τους αναθέτοντες φορείς στο «προφίλ αγοραστή» τους, οι αναθέτοντες φορείς αποστέλλουν γνωστοποίηση δημοσίευσής της στο «προφίλ αγοραστή» τους στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το παράρτημα IX σημείο 3. Οι γνωστοποιήσεις περιέχουν τις πληροφορίες του παραρτήματος VI μέρος Β.

2.   Όταν ο διαγωνισμός προκηρύσσεται μέσω περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης όσον αφορά κλειστές διαδικασίες και διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, η προκήρυξη πληροί όλες τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

αναφέρεται κατά τρόπο συγκεκριμένο στα αγαθά, τα έργα ή τις υπηρεσίες που θα αποτελέσουν το αντικείμενο της σύμβασης που πρόκειται να συναφθεί·

β)

επισημαίνει ότι η σύμβαση θα ανατεθεί μέσω κλειστής ή διαδικασίας με διαπραγμάτευση, χωρίς μεταγενέστερη δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, και καλεί τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους·

γ)

περιέχει, εκτός από τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα VI μέρος Α τμήμα I, και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα VI μέρος Α τμήμα II·

δ)

έχει αποσταλεί προς δημοσίευση μεταξύ 35 ημερών και 12 μηνών πριν από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος.

Οι ανωτέρω προκηρύξεις δεν δημοσιεύονται σε «προφίλ αγοραστή». Ωστόσο, η τυχόν πρόσθετη δημοσίευση σε εθνικό επίπεδο σύμφωνα με το άρθρο 72 μπορεί να πραγματοποιηθεί σε «προφίλ αγοραστή».

Η περίοδος που καλύπτεται από την περιοδική ενδεικτική προκήρυξη διαρκεί κατ’ ανώτατο όριο 12 μήνες από την ημερομηνία αποστολής της προς δημοσίευση. Ωστόσο, στην περίπτωση συμβάσεων για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες, η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο β) μπορεί να καλύπτει περίοδο μεγαλύτερη των 12 μηνών.

Άρθρο 68

Ανακοινώσεις για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής

1.   Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να εφαρμόσουν σύστημα προεπιλογής, σύμφωνα με το άρθρο 77, για το σύστημα προεπιλογής συντάσσεται ανακοίνωση, όπως προβλέπεται στο παράρτημα X, η οποία αναφέρει το σκοπό τον οποίο εξυπηρετεί το σύστημα προεπιλογής και τις λεπτομέρειες της πρόσβασης στους κανόνες που το διέπουν.

2.   Οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν στην ανακοίνωση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής την περίοδο ισχύος του συστήματος προεπιλογής. Ενημερώνουν την Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για οποιαδήποτε αλλαγή στην περίοδο ισχύος, μέσω των κατάλληλων τυποποιημένων εντύπων:

α)

εάν η περίοδος ισχύος μεταβληθεί χωρίς να διακοπεί το σύστημα, μέσω του εντύπου για την ανακοίνωση της ύπαρξης συστήματος προεπιλογής·

β)

εάν παύει η λειτουργία του συστήματος, μέσω της γνωστοποίησης ανάθεσης σύμβασης που αναφέρεται στο άρθρο 70.

Άρθρο 69

Γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης

Οι γνωστοποιήσεις προκήρυξης σύμβασης χρησιμοποιούνται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού για όλες τις διαδικασίες. Περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο σχετικό τμήμα του παραρτήματος XI και δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 71.

Άρθρο 70

Γνωστοποιήσεις ανάθεσης σύμβασης

1.   Το αργότερο 30 ημέρες από τη σύναψη σύμβασης ή συμφωνίας-πλαισίου, μετά τη λήψη απόφασης για την ανάθεση ή τη σύναψή της, οι αναθέτοντες φορείς αποστέλλουν γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης με τα αποτελέσματα της διαδικασίας προμήθειας.

Η εν λόγω γνωστοποίηση περιέχει τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα XII και δημοσιεύεται σύμφωνα με το άρθρο 71.

2.   Εάν η προκήρυξη διαγωνισμού για τη σχετική σύμβαση είχε γίνει υπό τη μορφή περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης και ο αναθέτων φορέας αποφασίσει να μην αναθέσει περαιτέρω συμβάσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από την περιοδική ενδεικτική προκήρυξη, η γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης περιέχει σχετική επισήμανση.

Στην περίπτωση συμφωνιών-πλαισίων που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 51, οι αναθέτοντες φορείς απαλλάσσονται από την υποχρέωση αποστολής γνωστοποίησης με τα αποτελέσματα της διαδικασίας προμήθειας για κάθε σύμβαση που βασίζεται στη συμφωνία-πλαίσιο. Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι αναθέτοντες φορείς συγκεντρώνουν σε τριμηνιαία βάση τις γνωστοποιήσεις των αποτελεσμάτων των διαδικασιών προμήθειας για συμβάσεις που βασίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο. Στην περίπτωση αυτή, οι αναθέτοντες φορείς αποστέλλουν τις συγκεντρωμένες γνωστοποιήσεις το αργότερο 30 ημέρες μετά τη λήξη εκάστου τριμήνου.

Οι αναθέτοντες φορείς αποστέλλουν τη γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης που βασίζεται σε δυναμικό σύστημα αγορών, το αργότερο 30 ημέρες μετά τη σύναψη κάθε σύμβασης. Μπορούν, ωστόσο, να συγκεντρώνουν τις γνωστοποιήσεις αυτές σε τριμηνιαία βάση. Στην περίπτωση αυτή, αποστέλλουν τις συγκεντρωμένες γνωστοποιήσεις το αργότερο 30 ημέρες μετά τη λήξη εκάστου τριμήνου.

3.   Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το παράρτημα XII και προορίζονται να δημοσιευθούν, δημοσιεύονται σύμφωνα με το παράρτημα IX. Ορισμένες πληροφορίες σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαισίου μπορούν να μην δημοσιεύονται, όταν η γνωστοποίησή τους μπορεί να εμποδίσει την εφαρμογή των νόμων, να είναι αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον, ή να θίξει νόμιμα εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών οικονομικών φορέων, ή τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ οικονομικών φορέων.

Στην περίπτωση συμβάσεων υπηρεσιών έρευνας και ανάπτυξης («υπηρεσίες Ε&Α»), οι πληροφορίες σχετικά με τη φύση και την ποσότητα των υπηρεσιών μπορούν να περιοριστούν:

α)

στην ένδειξη «υπηρεσίες Ε&Α» σε περίπτωση που η σύμβαση έχει ανατεθεί με διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με το άρθρο 50 στοιχείο β)·

β)

πληροφορίες τουλάχιστον τόσο αναλυτικές όσο αναφέρονται στη προκήρυξη που χρησιμοποιήθηκε ως μέσο για την προκήρυξη του διαγωνισμού.

4.   Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το παράρτημα XII και δηλώνονται ως μη δημοσιεύσιμες, δημοσιεύονται μόνο σε απλουστευμένη μορφή και σύμφωνα με το παράρτημα IX για στατιστικούς λόγους.

Άρθρο 71

Σύνταξη και λεπτομέρειες δημοσίευσης των γνωστοποιήσεων

1.   Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 67 έως 70 περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στα παραρτήματα VI μέρος A, VI μέρος B, X, XI και XII υπό τη μορφή τυποποιημένων εντύπων, συμπεριλαμβανομένων των τυποποιημένων εντύπων για τα διορθωτικά.

Η Επιτροπή καταρτίζει τα τυποποιημένα αυτά έντυπα μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 105.

2.   Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 67 έως 70 συντάσσονται, διαβιβάζονται με ηλεκτρονικά μέσα στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δημοσιεύονται σύμφωνα με το παράρτημα IX. Οι γνωστοποιήσεις δημοσιεύονται το αργότερο πέντε ημέρες μετά την αποστολή τους. Τα έξοδα δημοσίευσης των γνωστοποιήσεων από την Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης βαρύνουν την Ένωση.

3.   Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 67 έως 70 δημοσιεύονται εξ ολοκλήρου στην ή στις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, που επιλέγει ο αναθέτων φορέας. Αυθεντικό θεωρείται μόνο το ή τα κείμενα που δημοσιεύονται στην εν λόγω γλώσσα ή γλώσσες. Περίληψη των σημαντικότερων στοιχείων κάθε γνωστοποίησης δημοσιεύεται και στις λοιπές επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

4.   Η Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης διασφαλίζει ότι συνεχίζεται η δημοσίευση του πλήρους κειμένου και της περίληψης των περιοδικών ενδεικτικών διακηρύξεων που αναφέρονται στο άρθρο 67 παράγραφος 2, των προκηρύξεων διαγωνισμού για τη θέσπιση ενός δυναμικού συστήματος αγορών όπως αναφέρονται στο άρθρο 52 παράγραφος 4 στοιχείο α), καθώς και των ανακοινώσεων για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής που χρησιμοποιούνται ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 4 στοιχείο β):

α)

σε περίπτωση που πρόκειται για περιοδικές ενδεικτικές προκηρύξεις, για 12 μήνες ή μέχρι την παραλαβή γνωστοποίησης ανάθεσης σύμβασης όπως προβλέπεται στο άρθρο 70 παράγραφος 2 στην οποία αναφέρεται ότι δεν θα ανατεθούν περαιτέρω συμβάσεις κατά τη διάρκεια της δωδεκάμηνης περιόδου που καλύπτεται από την προκήρυξη του διαγωνισμού. Ωστόσο, στην περίπτωση συμβάσεων για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες, η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 στοιχείο β) εξακολουθεί να δημοσιεύεται μέχρι τα τέλη της αρχικά αναφερθείσας περιόδου ισχύος ή μέχρι την παραλαβή γνωστοποίησης ανάθεσης σύμβασης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 70, στην οποία αναφέρεται ότι δεν θα ανατεθούν περαιτέρω συμβάσεις κατά τη διάρκεια της δωδεκάμηνης περιόδου που καλύπτεται από την προκήρυξη του διαγωνισμού,

β)

σε περίπτωση που πρόκειται για προκηρύξεις διαγωνισμών για τη δημιουργία δυναμικού συστήματος αγορών, κατά την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών·

γ)

σε περίπτωση ανακοινώσεων για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής, την περίοδο ισχύος τους.

5.   Οι αναθέτοντες φορείς οφείλουν να είναι σε θέση να αποδεικνύουν την ημερομηνία αποστολής των γνωστοποιήσεων.

Η Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης χορηγεί στον αναθέτοντα φορέα βεβαίωση της παραλαβής της γνωστοποίησης και της δημοσίευσης των πληροφοριών που του διαβίβασε, επισημαίνοντας την ημερομηνία της εν λόγω δημοσίευσης. Η βεβαίωση αυτή συνιστά απόδειξη της δημοσίευσης.

6.   Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να δημοσιεύουν προκηρύξεις για συμβάσεις έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών που δεν υπόκεινται στην προβλεπόμενη στην παρούσα οδηγία υποχρέωση δημοσίευσης, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω προκηρύξεις αποστέλλονται στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ηλεκτρονικά μέσα, με τον μορφότυπο και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στο παράρτημα IX.

Άρθρο 72

Δημοσίευση σε εθνικό επίπεδο

1.   Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 67 έως 70 καθώς και οι πληροφορίες που περιέχουν δεν δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης σύμφωνα με το άρθρο 71. Ωστόσο, η δημοσίευση μπορεί να πραγματοποιείται σε κάθε περίπτωση σε εθνικό επίπεδο, όταν οι αναθέτοντες φορείς δεν έχουν ενημερωθεί σχετικά με τη δημοσίευση εντός 48 ωρών από την επιβεβαίωση της παραλαβής της γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 71.

2.   Οι γνωστοποιήσεις που δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο δεν περιλαμβάνουν πληροφορίες άλλες από εκείνες που περιέχονται στις γνωστοποιήσεις που αποστέλλονται στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή δημοσιεύονται στο «προφίλ αγοραστή», αλλά αναφέρουν την ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης που εστάλη στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της δημοσίευσης στο «προφίλ αγοραστή».

3.   Οι περιοδικές ενδεικτικές διακηρύξεις δεν δημοσιεύονται στο «προφίλ αγοραστή» πριν από την αποστολή στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της γνωστοποίησης με την οποία ανακοινώνεται η δημοσίευσή τους υπό τη μορφή αυτή. Αναφέρουν δε την ημερομηνία αυτής της αποστολής.

Άρθρο 73

Ηλεκτρονική διάθεση των εγγράφων της προμήθειας

1.   Οι αναθέτοντες φορείς προσφέρουν ελεύθερη, άμεση, πλήρη και δωρεάν ηλεκτρονική πρόσβαση στα έγγραφα της προμήθειας από την ημερομηνία δημοσίευσης της γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 71 ή την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος.

Σε περίπτωση που το μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού είναι η ανακοίνωση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής, η εν λόγω πρόσβαση παρέχεται το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο κατά την αποστολή της πρόσκλησης υποβολής προσφορών ή συμμετοχής σε διαπραγμάτευση. Το κείμενο της γνωστοποίησης ή των προσκλήσεων διευκρινίζει τη διαδικτυακή διεύθυνση εκ της οποίας διατίθενται τα έγγραφα της προμήθειας.

Όταν δεν μπορεί να προσφερθεί ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν ηλεκτρονική πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα προμηθειών για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 40 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο της παρούσας οδηγίας, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αναφέρουν στη γνωστοποίηση ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ότι τα σχετικά έγγραφα της προμήθειας θα διαβιβαστούν με μέσα άλλα πλην των ηλεκτρονικών μέσων, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία υποβολής προσφορών παρατείνεται κατά πέντε ημέρες, εκτός από περιπτώσεις των οποίων ο επείγων χαρακτήρας είναι δεόντως αιτιολογημένος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 3 και όταν η προθεσμία ορίζεται με αμοιβαία συμφωνία δυνάμει του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 46 ή του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 47.

Όταν δεν είναι δυνατόν να παρέχεται ελεύθερη, άμεση και πλήρης δωρεάν ηλεκτρονική πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα για την προμήθεια διότι οι αναθέτοντες φορείς έχουν σκοπό να εφαρμόζουν το άρθρο 39 παράγραφος 2, αναφέρουν στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, ή σε περίπτωση που το μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού είναι η ανακοίνωση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής, ποια μέτρα απαιτούν τα οποία αποσκοπούν στην προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών, και πώς μπορεί να παρέχεται πρόσβαση στα σχετικά έγγραφα. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία υποβολής προσφορών παρατείνεται κατά πέντε ημέρες, εκτός από περιπτώσεις των οποίων ο επείγων χαρακτήρας είναι δεόντως αιτιολογημένος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 3 και όταν η προθεσμία ορίζεται με αμοιβαία συμφωνία δυνάμει του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 46 ή του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 47.

2.   Εφόσον ζητούνται εγκαίρως, οι αναθέτοντες φορείς παρέχουν σε όλους τους προσφέροντες που συμμετέχουν στη διαδικασία προμήθειας συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τις προδιαγραφές και τυχόν δικαιολογητικά έγγραφα, το αργότερο έξι ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας που έχει οριστεί για την παραλαβή των προσφορών. Σε περίπτωση ταχείας ανοικτής διαδικασίας όπως αναφέρεται στο άρθρο 45 παράγραφος 3, η προθεσμία αυτή ανέρχεται σε τέσσερις ημέρες.

Άρθρο 74

Προσκλήσεις σε υποψηφίους

1.   Στις κλειστές διαδικασίες, στις διαδικασίες ανταγωνιστικού διαλόγου, στις συμπράξεις καινοτομίας και στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, οι αναθέτοντες φορείς προσκαλούν ταυτοχρόνως και γραπτώς τους επιλεγέντες υποψηφίους να υποβάλουν τις προσφορές τους, να συμμετάσχουν στο διάλογο ή σε διαπραγμάτευση.

Εάν ως μέσον προκήρυξης διαγωνισμού χρησιμοποιείται περιοδική ενδεικτική προκήρυξη, σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 4 στοιχείο α), οι αναθέτοντες φορείς προσκαλούν ταυτοχρόνως και γραπτώς τους οικονομικούς φορείς που έχουν εκδηλώσει το ενδιαφέρον τους να επιβεβαιώσουν ότι εξακολουθούν να ενδιαφέρονται.

2.   Οι προσκλήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνουν παραπομπή στην ηλεκτρονική διεύθυνση στην οποία διατίθενται απευθείας με ηλεκτρονικά μέσα τα έγγραφα της προμήθειας. Οι προσκλήσεις συνοδεύονται από τα έγγραφα της προμήθειας, εφόσον τα εν λόγω έγγραφα δεν καθίστανται αντικείμενο ελεύθερης, άμεσης, πλήρους και δωρεάν πρόσβασης για τους λόγους που εκτίθενται στο άρθρο 73 παράγραφος 1 τρίτο ή τέταρτο εδάφιο και δεν διατίθενται ήδη με οποιονδήποτε άλλο τρόπο. Επιπλέον, οι προσκλήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα XIII.

Άρθρο 75

Ενημέρωση των αιτούντων προεπιλογή, των υποψηφίων και των προσφερόντων

1.   Οι αναθέτοντες φορείς ενημερώνουν, το συντομότερο δυνατόν, όλους τους υποψηφίους και τους προσφέροντες για τις αποφάσεις που λαμβάνονται σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας-πλαισίου, την ανάθεση της σύμβασης ή την αποδοχή σε ένα δυναμικό σύστημα αγορών, συμπεριλαμβανομένων των λόγων για τους οποίους αποφάσισαν να μη συνάψουν συμφωνία-πλαίσιο, να μην αναθέσουν σύμβαση για την οποία προκηρύχθηκε διαγωνισμός, ή να αρχίσουν νέα διαδικασία ή να μη θέσουν σε εφαρμογή δυναμικό σύστημα αγορών.

2.   Κατόπιν αιτήσεως του υποψηφίου ή προσφέροντος, οι αναθέτοντες φορείς γνωστοποιούν το συντομότερο δυνατόν και σε κάθε περίπτωση εντός 15 ημερών από την παραλαβή γραπτής αίτησης:

α)

σε τυχόν απορριφθέντες υποψηφίους, τους λόγους για την απόρριψη της αίτησης συμμετοχής τους,

β)

σε τυχόν απορριφθέντες προσφέροντες, τους λόγους για την απόρριψη της προσφοράς τους· στις δε περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 60 παράγραφοι 5 και 6, αιτιολογούν επίσης την απόφασή τους περί μη ισοδυναμίας ή την απόφασή τους ότι τα έργα, οι προμήθειες ή οι υπηρεσίες δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις περί απόδοσης ή λειτουργίας,

γ)

σε προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτή προσφορά, τα χαρακτηριστικά και τα σχετικά πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς, καθώς και την επωνυμία του αναδόχου ή των συμβαλλομένων μερών της συμφωνίας-πλαισίου,

δ)

σε προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτή προσφορά, τη διεξαγωγή και την πρόοδο των διαπραγματεύσεων και του διαλόγου με τους προσφέροντες.

3.   Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αποφασίζουν να μη γνωστοποιήσουν ορισμένες πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, σχετικά με την ανάθεση της σύμβασης, τη σύναψη της συμφωνίας-πλαισίου ή την αποδοχή σε δυναμικό σύστημα αγορών, εφόσον η κοινολόγηση θα αποτελούσε εμπόδιο για την εφαρμογή των νόμων ή θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον ή θα έθιγε νόμιμα εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών οικονομικών φορέων, ή θα μπορούσε να θίξει τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ οικονομικών φορέων.

4.   Οι αναθέτοντες φορείς που θεσπίζουν και διαχειρίζονται σύστημα προεπιλογής ενημερώνουν τους αιτούντες ως προς την απόφαση που λαμβάνουν σχετικά με την προεπιλογή εντός έξι μηνών.

Εάν για την απόφαση σχετικά με την προεπιλογή, απαιτείται διάστημα άνω του τετραμήνου από την κατάθεση της αίτησης προεπιλογής, ο αναθέτων φορέας γνωστοποιεί στον αιτούντα, μέσα σε δύο μήνες από την κατάθεση αυτή, τους λόγους που δικαιολογούν την παράταση της προθεσμίας και την ημερομηνία κατά την οποία θα γίνει δεκτή ή θα απορριφθεί η αίτησή του.

5.   Οι αιτούντες η αίτηση προεπιλογής των οποίων απορρίπτεται πρέπει να ενημερώνονται, το συντομότερο δυνατόν, και εντός δεκαπέντε ημερών το αργότερο από την ημερομηνία της απορριπτικής απόφασης, ως προς την απορριπτική απόφαση και ως προς τους λόγους της απόφασης αυτής. Οι λόγοι αυτοί πρέπει να βασίζονται στα κριτήρια προεπιλογής, που ορίζονται στο άρθρο 77 παράγραφος 2.

6.   Οι αναθέτοντες φορείς που θεσπίζουν και διαχειρίζονται σύστημα προεπιλογής μπορούν να περατώνουν τη διαδικασία προεπιλογής ενός οικονομικού φορέα μόνο για λόγους που στηρίζονται στα κριτήρια προεπιλογής, που αναφέρονται στο άρθρο 77 παράγραφος 2. Η πρόθεση περάτωσης της διαδικασίας προεπιλογής κοινοποιείται γραπτώς στον οικονομικό φορέα τουλάχιστον δεκαπέντε ημέρες πριν από την ημερομηνία που προβλέπεται για την περάτωση της διαδικασίας προεπιλογής, με μνεία του λόγου ή των λόγων που οδήγησαν σε αυτήν.

Τμήμα 3

Επιλογή των συμμετεχόντων και ανάθεση των συμβάσεων

Άρθρο 76

Γενικές αρχές

1.   Για τους σκοπούς της επιλογής των συμμετεχόντων στις διαδικασίες προμήθειας εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

α)

οι αναθέτοντες φορείς που έχουν θεσπίσει κανόνες και κριτήρια αποκλεισμού των προσφερόντων ή των υποψηφίων σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 1 ή με το άρθρο 80 παράγραφος 1, αποκλείουν τους οικονομικούς φορείς που προσδιορίζονται σύμφωνα με τους εν λόγω κανόνες και πληρούν τα εν λόγω κριτήρια·

β)

επιλέγουν τους προσφέροντες και τους υποψηφίους σύμφωνα με τους αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια που θεσπίζονται δυνάμει των άρθρων 78 και 80·

γ)

στις κλειστές διαδικασίες, στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προκήρυξη διαγωνισμού, στους ανταγωνιστικούς διαλόγους και στις συμπράξεις καινοτομίας, περιορίζουν, ενδεχομένως, τον αριθμό των επιλεγέντων υποψηφίων δυνάμει των στοιχείων α) και β) της παρούσας παραγράφου, σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 2.

2.   Όταν η έναρξη του διαγωνισμού πραγματοποιείται με ανακοίνωση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής και ενόψει της επιλογής των συμμετεχόντων σε διαδικασίες προμήθειας για τις ειδικές συμβάσεις που αποτελούν αντικείμενο της προκήρυξης του διαγωνισμού, οι αναθέτοντες φορείς:

α)

επιλέγουν τους οικονομικούς φορείς σύμφωνα με το άρθρο 77·

β)

εφαρμόζουν τις διατάξεις της παραγράφου 1 που αφορούν τις κλειστές ή με διαπραγμάτευση διαδικασίες, τους ανταγωνιστικούς διαλόγους ή τις συμπράξεις καινοτομίας στους εν λόγω οικονομικούς φορείς.

3.   Οι αναθέτοντες φορείς δεν μπορούν, όταν επιλέγουν τους συμμετέχοντες σε μια διαδικασία κλειστή ή με διαπραγμάτευση, σε ανταγωνιστικό διάλογο ή σε μια σύμπραξη καινοτομίας, όταν λαμβάνουν την απόφασή τους για την προεπιλογή ή όταν αναπροσαρμόζουν τα κριτήρια και τους κανόνες προεπιλογής:

α)

να επιβάλλουν διοικητικούς, τεχνικούς ή χρηματοοικονομικούς όρους σε ορισμένους οικονομικούς φορείς, εφόσον δεν θα τους επέβαλλαν σε άλλους·

β)

να απαιτούν δοκιμές ή αποδεικτικά στοιχεία για θέματα ως προς τα οποία υπάρχουν ήδη αντικειμενικές αποδείξεις.

4.   Όταν οι πληροφορίες ή η τεκμηρίωση που πρέπει να υποβάλλονται από τους οικονομικούς φορείς είναι ή εμφανίζονται ελλιπείς ή λανθασμένες, ή λείπουν συγκεκριμένα έγγραφα, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται, εκτός εάν προβλέπεται άλλως από την εθνική νομοθεσία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, να απαιτούν από τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να υποβάλλουν, να συμπληρώνουν, να αποσαφηνίζουν ή να ολοκληρώνουν τις σχετικές πληροφορίες ή τεκμηρίωση εντός εύλογης προθεσμίας υπό την προϋπόθεση ότι οι αιτήσεις αυτές υποβάλλονται σε πλήρη συμμόρφωση με τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας.

5.   Οι αναθέτοντες φορείς ελέγχουν τη συμβατότητα των προσφορών που έχουν υποβάλει οι επιλεγμένοι προσφέροντες προς τους κανόνες και τις απαιτήσεις που ισχύουν για τις προσφορές και αναθέτουν τη σύμβαση βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στα άρθρα 82 και 84, λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 64.

6.   Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να αποφασίζουν να μην αναθέσουν σύμβαση στον προσφέροντα ο οποίος υποβάλλει την καλύτερη προσφορά, όταν διαπιστώνουν ότι η προσφορά δεν τηρεί τις ισχύουσες υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 36 παράγραφος 2.

7.   Σε ανοικτές διαδικασίες, οι αναθέτοντες φορείς μπορεί να αποφασίσουν να εξετάσουν τις προσφορές πριν από την επαλήθευση της καταλληλότητας των προσφερόντων, εφόσον τηρούνται οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 76 έως 84, συμπεριλαμβανομένου του κανόνα ότι η σύμβαση δεν θα ανατεθεί σε προσφέροντα που θα έπρεπε να έχει αποκλειστεί δυνάμει του άρθρου 80 ή που δεν πληροί τα κριτήρια επιλογής που ορίζει ο αναθέτων φορέας, σύμφωνα με το άρθρο 78 παράγραφος 1 και το άρθρο 80.

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποκλείουν τη χρήση της διαδικασίας του πρώτου εδαφίου ή να την περιορίζουν σε ορισμένα είδη προμηθειών ή σε ειδικές περιπτώσεις.

8.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 103 για την τροποποίηση του καταλόγου του παραρτήματος XIV, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, με σκοπό την προσθήκη νέων διεθνών συμφωνιών που έχουν επικυρωθεί από όλα τα κράτη μέλη ή σε περίπτωση που οι αναφερόμενες υφιστάμενες διεθνείς συμφωνίες δεν απολαύουν πλέον της επικύρωσης του συνόλου των κρατών μελών ή έχουν υποστεί άλλες τροποποιήσεις, επί παραδείγματι όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, το περιεχόμενο ή την ονομασία τους.

Ενότητα 1

Προεπιλογή και ποιοτική επιλογή

Άρθρο 77

Συστήματα προεπιλογής

1.   Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν, εφόσον το επιθυμούν, να θεσπίζουν και να διαχειρίζονται σύστημα προεπιλογής των οικονομικών φορέων.

Οι αναθέτοντες φορείς, οι οποίοι θεσπίζουν ή διαχειρίζονται ένα σύστημα προεπιλογής εξασφαλίζουν τη δυνατότητα των οικονομικών φορέων να υποβάλλουν, ανά πάσα στιγμή, αίτηση για προεπιλογή.

2.   Το σύστημα που προβλέπεται στην παράγραφο 1 είναι δυνατόν να περιλαμβάνει διάφορα στάδια προεπιλογής.

Οι αναθέτοντες φορείς θεσπίζουν αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια για τον αποκλεισμό και την επιλογή οικονομικών φορέων που υποβάλουν αίτηση για προεπιλογή, καθώς και αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια για τη λειτουργία του συστήματος προεπιλογής, που καλύπτουν θέματα όπως η εγγραφή στο σύστημα, η περιοδική επικαιροποίηση των προεπιλογών, αν υπάρχουν, και η διάρκεια του συστήματος.

Όταν τα εν λόγω κριτήρια και κανόνες περιέχουν τεχνικές προδιαγραφές, εφαρμόζονται τα άρθρα 60 έως 62. Τα κριτήρια και κανόνες είναι δυνατόν να αναπροσαρμόζονται, εάν παρίσταται ανάγκη.

3.   Τα κριτήρια και κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 παρέχονται, κατ’ αίτηση, στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς. Η αναπροσαρμογή αυτών των κριτηρίων και κανόνων ανακοινώνεται στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς.

Εάν ένας αναθέτων φορέας κρίνει ότι το σύστημα προεπιλογής ορισμένων τρίτων φορέων ή οργανισμών ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του, ανακοινώνει στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς τις επωνυμίες των εν λόγω τρίτων φορέων ή οργανισμών.

4.   Τηρείται μητρώο των προεπιλεγέντων οικονομικών φορέων· το μητρώο αυτό μπορεί να χωρίζεται σε κατηγορίες ανάλογα με τα είδη των συμβάσεων για τις οποίες ισχύει η προεπιλογή.

5.   Όταν η προκήρυξη του διαγωνισμού γίνεται με ανακοίνωση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής, οι συγκεκριμένες συμβάσεις έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών που καλύπτονται από το σύστημα προεπιλογής ανατίθενται με κλειστές διαδικασίες ή διαδικασίες με διαπραγμάτευση, όπου όλοι οι προσφέροντες ή οι συμμετέχοντες επιλέγονται μεταξύ των υποψηφίων που έχουν ήδη προεπιλεγεί βάσει ενός τέτοιου συστήματος.

6.   Οποιαδήποτε τέλη χρεώνονται σε σχέση με τις αιτήσεις προεπιλογής ή με την επικαιροποίηση ή τη διατήρηση ήδη χορηγηθείσας προεπιλογής σύμφωνα με το σύστημα προεπιλογής είναι ανάλογες του παραγόμενου κόστους.

Άρθρο 78

Κριτήρια ποιοτικής επιλογής

1.   Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να θεσπίζουν αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια αποκλεισμού και επιλογής των προσφερόντων ή των υποψηφίων· οι εν λόγω κανόνες και κριτήρια είναι στη διάθεση των ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων.

2.   Εάν οι αναθέτοντες φορείς χρειάζεται να εξασφαλίσουν μια κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της διαδικασίας προμήθειας και των πόρων που απαιτούνται για την εκτέλεσή της, μπορούν, σε κλειστές διαδικασίες ή σε διαδικασίες με διαπραγμάτευση, σε ανταγωνιστικούς διαλόγους ή σε συμπράξεις καινοτομίας, να θεσπίσουν αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια που αντανακλούν την ανάγκη αυτή και να επιτρέψουν στον αναθέτοντα φορέα να μειώσει τον αριθμό των υποψηφίων που θα προσκληθούν να υποβάλουν προσφορές ή να συμμετάσχουν σε διαπραγμάτευση. Ο αριθμός των επιλεγέντων υποψηφίων πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνει υπόψη την ανάγκη εξασφάλισης επαρκούς ανταγωνισμού.

Άρθρο 79

Στήριξη στις ικανότητες άλλων φορέων

1.   Εάν οι αντικειμενικοί κανόνες και τα κριτήρια για τον αποκλεισμό και την επιλογή των οικονομικών φορέων που υποβάλλουν αίτηση προεπιλογής σε ένα σύστημα προεπιλογής περιλαμβάνουν απαιτήσεις σχετικά με την οικονομική και χρηματοπιστωτική ικανότητα του οικονομικού φορέα, ή με τις τεχνικές και επαγγελματικές ικανότητές του, ο οικονομικός φορέας μπορεί, οσάκις απαιτείται, να στηρίζεται στις δυνατότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με τους εν λόγω φορείς. Όσον αφορά τα κριτήρια αναφορικά με τους τίτλους σπουδών και επαγγελματικών προσόντων του παρόχου υπηρεσιών ή του εργολήπτη ή των διευθυντικών στελεχών της επιχείρησης ή της οικείας επαγγελματικής πείρας, οι οικονομικοί φορείς δύνανται ωστόσο να στηρίζονται μόνο στις ικανότητες άλλων φορέων εφόσον οι τελευταίοι εκτελούν τα έργα ή παρέχουν τις υπηρεσίες για τις οποίες απαιτούνται οι εν λόγω ικανότητες. Όταν ένας οικονομικός φορέας επιθυμεί να στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων, πρέπει να αποδεικνύει στον αναθέτοντα φορέα ότι θα διαθέτει τα μέσα αυτά καθ’ όλη την περίοδο ισχύος του συστήματος προεπιλογής, π.χ. με την παρουσίαση δέσμευσης εκ μέρους των εν λόγω φορέων.

Εφόσον, δυνάμει του άρθρου 80 της παρούσας οδηγίας, οι αναθέτοντες φορείς αναφέρονται στα κριτήρια εξαίρεσης ή επιλογής που προβλέπονται από την οδηγία 2014/24/ΕΕ, οι αναθέτοντες φορείς επαληθεύουν σύμφωνα με το άρθρο 80 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας εάν οι άλλοι φορείς στην ικανότητα των οποίων ο οικονομικός φορέας προτίθεται να στηρίζεται πληρούν τα σχετικά κριτήρια επιλογής ή εάν υφίστανται λόγοι εξαίρεσης, στους οποίους αναφέρονται οι αναθέτοντες φορείς δυνάμει του άρθρου 57 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ. Ο αναθέτων φορέας απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει φορέα έναντι του οποίου συντρέχουν υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού, τους οποίους ανέφερε ο αναθέτων φορέας. Ο αναθέτων φορέας δύναται να απαιτήσει, ή να υποχρεωθεί από το κράτος μέλος να απαιτήσει, από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει φορέα έναντι του οποίου συντρέχουν μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού, τους οποίους ανέφερε ο αναθέτων φορέας.

Όταν οικονομικός φορέας στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων όσον αφορά τα κριτήρια που σχετίζονται με την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, ο αναθέτων φορέας μπορεί να ζητήσει από τον οικονομικό φορέα και τους φορείς αυτούς να είναι από κοινού υπεύθυνοι για την εκτέλεση της σύμβασης.

Υπό τους ιδίους όρους, ένας όμιλοςοικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2, μπορεί να στηρίζεται στις ικανότητες των συμμετεχόντων στον όμιλο ή άλλων φορέων.

2.   Εάν οι αντικειμενικοί κανόνες και τα κριτήρια για τον αποκλεισμό και την επιλογή των υποψηφίων και των προσφερόντων σε ανοικτές διαδικασίες, σε κλειστές διαδικασίες, σε διαδικασίες με διαπραγμάτευση, σε ανταγωνιστικούς διαλόγους ή σε συμπράξεις καινοτομίας, περιλαμβάνουν απαιτήσεις σχετικά με την οικονομική και χρηματοπιστωτική ικανότητα του οικονομικού φορέα, ή με τις τεχνικές και επαγγελματικές ικανότητές του, ο οικονομικός φορέας μπορεί, οσάκις απαιτείται και για μια συγκεκριμένη σύμβαση, να στηρίζεται στις δυνατότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με τους εν λόγω φορείς. Όσον αφορά τα κριτήρια αναφορικά με τους τίτλους σπουδών και επαγγελματικών προσόντων του παρόχου υπηρεσιών ή του εργολήπτη ή των διευθυντικών στελεχών της επιχείρησης ή της οικείας επαγγελματικής πείρας, οι οικονομικοί φορείς δύνανται ωστόσο να στηρίζονται μόνο στις ικανότητες άλλων φορέων εφόσον οι τελευταίοι εκτελούν τα έργα ή παρέχουν τις υπηρεσίες για τις οποίες απαιτούνται οι εν λόγω ικανότητες. Όταν ένας οικονομικός φορέας επιθυμεί να στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων, πρέπει να αποδεικνύει στον αναθέτοντα φορέα ότι διαθέτει τα απαραίτητα μέσα, π.χ. με την παρουσίαση σχετικής δέσμευσης εκ μέρους των εν λόγω φορέων.

Εφόσον, δυνάμει του άρθρου 80 της παρούσας οδηγίας, οι αναθέτοντες φορείς αναφέρονται στα κριτήρια εξαίρεσης ή επιλογής που προβλέπονται από την οδηγία 2014/24/ΕΕ, οι αναθέτοντες φορείς επαληθεύουν σύμφωνα με το άρθρο 80 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας εάν οι άλλοι φορείς στην ικανότητα των οποίων ο οικονομικός φορέας προτίθεται να στηρίζεται πληρούν τα σχετικά κριτήρια επιλογής ή εάν υφίστανται λόγοι εξαίρεσης, στους οποίους αναφέρονται οι αναθέτοντες φορείς δυνάμει του 57 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ. Ο αναθέτων φορέας απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει φορέα που δεν πληροί σχετικό κριτήριο επιλογής ή έναντι του οποίου συντρέχουν υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού, τους οποίους ανέφερε ο αναθέτων φορέας. Ο αναθέτων φορέας δύναται να απαιτήσει, ή να υποχρεωθεί από το κράτος μέλος να απαιτήσει, από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει φορέα έναντι του οποίου συντρέχουν μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού, τους οποίους ανέφερε ο αναθέτων φορέας.

Όταν οικονομικός φορέας στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων όσον αφορά τα κριτήρια που σχετίζονται με την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, ο αναθέτων φορέας μπορεί να ζητήσει από τον οικονομικό φορέα και τους φορείς αυτούς να είναι από κοινού υπεύθυνοι για την εκτέλεση της σύμβασης.

Υπό τους ιδίους όρους, ένας όμιλοςοικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 37, μπορεί να στηρίζεται στις ικανότητες των συμμετεχόντων στον όμιλο ή άλλων φορέων

3.   Στην περίπτωση συμβάσεων έργων, συμβάσεων υπηρεσιών και εργασιών τοποθέτησης και εγκατάστασης στο πλαίσιο σύμβασης αγαθών, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να απαιτούν την εκτέλεση ορισμένων κρίσιμων καθηκόντων απευθείας από τον ίδιο τον προσφέροντα ή, σε περίπτωση που η προσφορά υποβάλλεται από κοινοπραξία οικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2, από έναν από τους συμμετέχοντες στην κοινοπραξία αυτή.

Άρθρο 80

Χρήση των λόγων αποκλεισμού και των κριτηρίων επιλογής που προβλέπονται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ

1.   Οι αντικειμενικοί κανόνες και τα κριτήρια για τον αποκλεισμό και την επιλογή των οικονομικών φορέων που υποβάλλουν αίτηση προεπιλογής σε ένα σύστημα προεπιλογής, καθώς και οι αντικειμενικοί κανόνες και τα κριτήρια για τον αποκλεισμό και την επιλογή των υποψηφίων και των προσφερόντων σε ανοικτές διαδικασίες, σε κλειστές διαδικασίες, σε διαδικασίες με διαπραγμάτευση, σε ανταγωνιστικούς διαλόγους ή σε συμπράξεις καινοτομίας, μπορούν να περιλαμβάνουν τους λόγους αποκλεισμού που παρατίθενται στο άρθρο 57 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτήν.

Όταν ένας αναθέτων φορέας είναι αναθέτουσα αρχή, τα εν λόγω κριτήρια και κανόνες περιλαμβάνουν τους λόγους αποκλεισμού που απαριθμούνται στο άρθρο 57 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο.

Εφόσον απαιτείται από τα κράτη μέλη, τα εν λόγω κριτήρια και κανόνες περιλαμβάνουν επιπλέον τους λόγους αποκλεισμού που απαριθμούνται στο άρθρο 57 παράγραφος 4 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο.

2.   Τα κριτήρια και οι κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο του παρόντος άρθρου 1 μπορούν να περιλαμβάνουν τα κριτήρια επιλογής που παρατίθενται στο άρθρο 58 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτήν, ιδιαίτερα όσον αφορά τα όρια για τις απαιτήσεις που αφορούν τους ετήσιους κύκλους εργασιών, όπως προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του εν λόγω άρθρου.

3.   Για τον σκοπό της εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται τα άρθρα 59 έως 61 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ.

Άρθρο 81

Πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης

1.   Οι αναθέτοντες φορείς, εάν απαιτούν την προσκόμιση πιστοποιητικών εκδιδόμενων από ανεξάρτητους οργανισμούς που βεβαιώνουν ότι ο οικονομικός φορέας συμμορφώνεται με ορισμένα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας, συμπεριλαμβανομένης της προσβασιμότητας για άτομα με ειδικές ανάγκες, παραπέμπουν σε συστήματα διασφάλισης ποιότητας βασιζόμενα στη σχετική σειρά ευρωπαϊκών προτύπων που έχουν πιστοποιηθεί από διαπιστευμένους οργανισμούς. Αναγνωρίζουν δε ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη. Επίσης, κάνουν δεκτά άλλα αποδεικτικά στοιχεία για ισοδύναμα μέτρα διασφάλισης ποιότητας, εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας δεν είχε τη δυνατότητα να αποκτήσει τα εν λόγω πιστοποιητικά εντός των σχετικών προθεσμιών για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται ο ίδιος, υπό την προϋπόθεση ότι τα προτεινόμενα μέτρα διασφάλισης ποιότητας πληρούν τα απαιτούμενα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας.

2.   Εάν οι αναθέτοντες φορείς απαιτούν την υποβολή πιστοποιητικών εκδιδομένων από ανεξάρτητους οργανισμούς που να βεβαιώνουν ότι ο οικονομικός φορέας συμμορφώνεται με συγκεκριμένα συστήματα ή πρότυπα όσον αφορά την περιβαλλοντική διαχείριση, παραπέμπουν στο σύστημα οικολογικής διαχείρισης και ελέγχου (EMAS) της Ένωσης ή σε άλλα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης που έχουν αναγνωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 45 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 ή σε άλλα πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης που βασίζονται σε αντίστοιχα ευρωπαϊκά ή διεθνή πρότυπα που έχουν εκδοθεί από διαπιστευμένους οργανισμούς. Αναγνωρίζουν δε ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη.

Όταν ο οικονομικός φορέας τεκμηριωμένα δεν είχε πρόσβαση στα εν λόγω πιστοποιητικά ή δεν είχε τη δυνατότητα να τα αποκτήσει εντός των σχετικών προθεσμιών για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται ο ίδιος, ο αναθέτων φορέας αποδέχεται επίσης άλλα αποδεικτικά μέτρων περιβαλλοντικής διαχείρισης, υπό την προϋπόθεση ότι ο οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι τα συγκεκριμένα μέτρα είναι ισοδύναμα με εκείνα που απαιτούνται βάσει του εφαρμοστέου συστήματος ή προτύπου περιβαλλοντικής διαχείρισης.

3.   Εφόσον τους ζητηθεί, τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση άλλων κρατών μελών, κάθε πληροφορία σχετικά με τα έγγραφα που προσκομίζονται ως στοιχεία αποδεικτικά της συμμόρφωσης με ποιοτικά και περιβαλλοντικά πρότυπα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.

Ενότητα 2

Ανάθεση της σύμβασης

Άρθρο 82

Κριτήρια ανάθεσης των συμβάσεων

1.   Με την επιφύλαξη των εθνικών νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων σχετικά με την τιμή ορισμένων αγαθών ή την αμοιβή ορισμένων υπηρεσιών, οι αναθέτοντες φορείς βασίζουν την ανάθεση των συμβάσεων στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά.

2.   H πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά σύμφωνα με τη γνώμη του αναθέτοντος φορέα προσδιορίζεται βάσει της τιμής ή του κόστους, με χρήση προσέγγισης αποτελεσματικότητας σε σχέση με το κόστος, όπως της κοστολόγησης του κύκλου ζωής, σύμφωνα με το άρθρο 83 και μπορεί να περιλαμβάνει τη βέλτιστη σχέση τιμής-ποιότητας, η οποία εκτιμάται βάσει κριτηρίων συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, ποιοτικών, περιβαλλοντικών και/ή κοινωνικών πτυχών που συνδέονται με το αντικείμενο της συγκεκριμένης σύμβασης. Στα κριτήρια αυτά μπορούν να περιλαμβάνονται, φερ’ ειπείν:

α)

η ποιότητα, περιλαμβανομένης της τεχνικής αξίας, τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, η προσβασιμότητα, ο σχεδιασμός για όλους τους χρήστες, τα κοινωνικά, περιβαλλοντικά και καινοτόμα χαρακτηριστικά και η εμπορία και οι σχετικοί όροι της·

β)

η οργάνωση, τα προσόντα και η πείρα του προσωπικού στο οποίο ανατίθεται η εκτέλεση της σύμβασης, σε περίπτωση που η ποιότητα του διατεθέντος προσωπικού μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στο επίπεδο απόδοσης της σύμβασης· ή

γ)

η εξυπηρέτηση μετά την πώληση και η τεχνική συνδρομή, οι όροι παράδοσης, όπως η ημερομηνία παράδοσης, η διαδικασία παράδοσης και η προθεσμία παράδοσης ή εκτέλεσης, οι δεσμεύσεις όσον αφορά τα εξαρτήματα και η ασφάλεια του εφοδιασμού.

Το στοιχείο του κόστους δύναται επίσης να λαμβάνει τη μορφή σταθερής τιμής ή κόστους βάσει του οποίου οι οικονομικοί φορείς θα ανταγωνίζονται αποκλειστικά και μόνο βάσει ποιοτικών κριτηρίων.

Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι αναθέτοντες φορείς δεν μπορούν να χρησιμοποιούν την τιμή ή το κόστος ως μοναδικό κριτήριο ανάθεσης ή να περιορίζουν τη χρήση τους σε ορισμένες κατηγορίες αναθετόντων φορέων ή ορισμένα είδη συμβάσεων.

3.   Τα κριτήρια ανάθεσης θεωρούνται ότι συνδέονται με το αντικείμενο της δημόσιας σύμβασης εφόσον συνδέονται με τα έργα, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που θα παρασχεθούν στο πλαίσιο της σύμβασης σε σχέση με οποιαδήποτε πτυχή της και σε οποιοδήποτε από τα στάδια του κύκλου ζωής της, περιλαμβανομένων και των παραγόντων που εμπλέκονται:

α)

στη συγκεκριμένη διαδικασία παραγωγής, διάθεσης ή εμπορίας των εν λόγω έργων, αγαθών ή υπηρεσιών· ή

β)

στη συγκεκριμένη διαδικασία άλλου σταδίου του κύκλου ζωής της,

έστω και αν οι εν λόγω παράγοντες δεν αποτελούν μέρος της υλικής υπόστασής της.

4.   Τα κριτήρια ανάθεσης δεν έχουν ως αποτέλεσμα την παροχή απεριόριστης ελευθερίας επιλογής στον εν λόγω αναθέτοντα φορέα. Διασφαλίζουν τη δυνατότητα αποτελεσματικού ανταγωνισμού και συνοδεύονται από προδιαγραφές που επιτρέπουν την αποτελεσματική επαλήθευση των πληροφοριών που παρέχονται από τους προσφέροντες, προκειμένου να αξιολογείται ο βαθμός συμμόρφωσής τους προς τα κριτήρια ανάθεσης. Εάν υπάρχουν αμφιβολίες, οι αναθέτοντες φορείς επαληθεύουν αποτελεσματικά την ακρίβεια των πληροφοριών και αποδείξεων τις οποίες παρέχουν οι προσφέροντες.

5.   Ο αναθέτων φορέας διευκρινίζει στα έγγραφα της προμήθειας τη σχετική στάθμιση που προσδίδει σε καθένα από τα κριτήρια που έχουν επιλεγεί για τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, εκτός εάν αυτό καθορίζεται μόνο βάσει της τιμής.

Η στάθμιση αυτή μπορεί να εκφράζεται με την πρόβλεψη περιθωρίου διακύμανσης με το κατάλληλο μέγιστο εύρος.

Εάν δεν είναι δυνατή η στάθμιση για αντικειμενικούς λόγους, ο αναθέτων φορέας αναφέρει τα κριτήρια με φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας.

Άρθρο 83

Κοστολόγηση κύκλου ζωής

1.   Η κοστολόγηση του κύκλου ζωής καλύπτει, στον βαθμό που αρμόζει, ένα μέρος ή το σύνολο των ακόλουθων ειδών κόστους κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής ενός προϊόντος, μιας υπηρεσίας ή ενός έργου

α)

κόστος που βαρύνει τον αναθέτοντα φορέα ή άλλους χρήστες, όπως:

i)

το κόστος που σχετίζεται με την απόκτηση,

ii)

το κόστος χρήσης, όπως για την κατανάλωση ενέργειας και άλλων πόρων,

iii)

το κόστος συντήρησης,

iv)

το κόστος που αφορά το τέλος του κύκλου ζωής, όπως το κόστος της συλλογής και της ανακύκλωσης·

β)

το κόστος που οφείλεται σε περιβαλλοντικές εξωτερικές παρενέργειες που συνδέονται με το προϊόν, την υπηρεσία ή τις εργασίες στη διάρκεια του κύκλου ζωής, εφόσον η χρηματική αξία του μπορεί να προσδιοριστεί και να επαληθευτεί· στο κόστος αυτό μπορεί να περιλαμβάνεται το κόστος των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και άλλων εκπομπών ρύπων, καθώς και το κόστος για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.

2.   Όταν μια αναθέτουσα αρχή αξιολογεί το κόστος χρησιμοποιώντας προσέγγιση κοστολόγησης του κύκλου ζωής, αναφέρει στα έγγραφα της προμήθειας τα δεδομένα που πρέπει να υποβάλουν οι προσφέροντες και τη μέθοδο που θα χρησιμοποιήσει για την κοστολόγηση του κύκλου ζωής βάσει των εν λόγω δεδομένων.

Η μέθοδος που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση του κόστους που οφείλεται σε περιβαλλοντικές εξωτερικές παρενέργειες οφείλει να πληροί το σύνολο των ακόλουθων προϋποθέσεων:

α)

βασίζεται σε κριτήρια που μπορούν να επαληθευτούν με αντικειμενικό τρόπο και δεν εισάγουν διακρίσεις. Συγκεκριμένα, όταν δεν έχει εκπονηθεί για επαναλαμβανόμενη ή συνεχή εφαρμογή, δεν συνεπάγεται αδικαιολόγητα ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων οικονομικών φορέων·

β)

είναι προσιτή σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη·

γ)

τα απαιτούμενα δεδομένα μπορούν να παρασχεθούν με εύλογες προσπάθειες από φυσιολογικά επιμελείς οικονομικούς φορείς, περιλαμβανομένων των φορέων τρίτων χωρών που είναι μέρη της ΣΔΠ ή άλλων διεθνών συμφωνιών από τις οποίες δεσμεύεται η Ένωση.

3.   Στις περιπτώσεις όπου με νομοθετική πράξη της Ένωσης έχει καταστεί υποχρεωτική μια κοινή μέθοδος υπολογισμού του κόστους του κύκλου ζωής, η εν λόγω κοινή μέθοδος εφαρμόζεται για την αξιολόγηση του κόστους κύκλου ζωής.

Κατάλογος των εν λόγω νομοθετικών και, κατά περίπτωση, των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων με τις οποίες συμπληρώνονται περιλαμβάνεται στο παράρτημα XV.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 103 σχετικά με την ενημέρωση του εν λόγω καταλόγου, όταν απαιτείται ενημέρωση του καταλόγου λόγω είτε της θέσπισης νέας νομοθεσίας που καθιστά υποχρεωτική μια κοινή μέθοδο είτε της κατάργησης ή τροποποίησης της υφιστάμενης νομοθεσίας.

Άρθρο 84

Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές

1.   Όταν οι προσφορές φαίνονται ασυνήθιστα χαμηλές σε σχέση με τα έργα, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες, οι αναθέτοντες φορείς απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να εξηγήσουν την τιμή ή το κόστος που προτείνουν στην προσφορά.

2.   Οι εξηγήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορούν να αφορούν ιδίως:

α)

τα οικονομικά χαρακτηριστικά της μεθόδου κατασκευής, των παρεχόμενων υπηρεσιών ή της διαδικασίας παρασκευής·

β)

τις επιλεγείσες τεχνικές λύσεις ή τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες που διαθέτει ο προσφέρων, για την προμήθεια των προϊόντων ή την παροχή των υπηρεσιών ή για την εκτέλεση του έργου

γ)

την πρωτοτυπία των αγαθών, των υπηρεσιών ή του έργου που προτείνονται από τον προσφέροντα·

δ)

τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις του άρθρου 36 παράγραφος 2·

ε)

τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις του άρθρου 88·

στ)

το ενδεχόμενο χορήγησης κρατικής ενίσχυσης στον προσφέροντα.

3.   Η αναθέτουσα αρχή αξιολογεί τις παρεχόμενες πληροφορίες σε συνεννόηση με τον προσφέροντα. Μπορεί να απορρίψει την προσφορά μόνο εάν τα παρεχόμενα στοιχεία δεν εξηγούν κατά τρόπο ικανοποιητικό το χαμηλό επίπεδο της τιμής ή του κόστους που προτείνεται, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Οι αναθέτουσες αρχές απορρίπτουν την προσφορά, εάν διαπιστώσουν ότι η προσφορά είναι ασυνήθιστα χαμηλή, διότι δεν συμμορφώνεται με τις ισχύουσες υποχρεώσεις του άρθρου 36 παράγραφος 2.

4.   Εάν ο αναθέτων φορέας διαπιστώνει ότι μια προσφορά είναι ασυνήθιστα χαμηλή λόγω χορήγησης κρατικής ενίσχυσης στον προσφέροντα, η προσφορά μπορεί να απορρίπτεται αποκλειστικά για αυτόν τον λόγο μόνο μετά από διαβούλευση με τον προσφέροντα και εφόσον αυτός δεν είναι σε θέση να αποδείξει, εντός επαρκούς προθεσμίας την οποία ορίζει ο αναθέτων φορέας, ότι η εν λόγω ενίσχυση είναι σύμφωνη με την εσωτερική αγορά κατά την έννοια του άρθρου 107 ΣΛΕΕ. Σε περίπτωση όπου ο αναθέτων φορέας απορρίπτει προσφορά υπό τις συνθήκες αυτές, ενημερώνει σχετικώς την Επιτροπή.

5.   Εφόσον τους ζητηθεί, τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση άλλων κρατών μελών, στο πλαίσιο διοικητικής συνεργασίας, κάθε πληροφορία που έχουν στη διάθεσή τους, όπως νόμους, κανονισμούς, συλλογικές συμβάσεις καθολικής ισχύος ή εθνικά τεχνικά πρότυπα σχετικά με τα δικαιολογητικά και τα έγγραφα που προσκομίζονται σε σχέση με τις λεπτομέρειες που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Τμήμα 4

Προσφορές που περιέχουν προϊόντα καταγωγής τρίτων χωρών και σχέσεις με τις χώρες αυτές

Άρθρο 85

Προσφορές που περιέχουν προϊόντα καταγωγής τρίτων χωρών

1.   Το παρόν άρθρο ισχύει για τις προσφορές που περιέχουν προϊόντα καταγωγής τρίτων χωρών με τις οποίες η Ένωση δεν έχει συνάψει, σε πολυμερή ή διμερή πλαίσια, συμφωνία που να εξασφαλίζει αντίστοιχη και ουσιαστική πρόσβαση των ενωσιακών επιχειρήσεων στις αγορές των εν λόγω τρίτων χωρών. Εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων της Ένωσης και των κρατών μελών της έναντι τρίτων χωρών.

2.   Κάθε προσφορά που υποβάλλεται για την ανάθεση σύμβασης προμήθειας αγαθών μπορεί να απορρίπτεται όταν το μέρος των προϊόντων, καταγωγής τρίτων χωρών, όπως καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (43), υπερβαίνει το 50 % της συνολικής αξίας των προϊόντων που συνιστούν την εν λόγω προσφορά.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τα λογισμικά που χρησιμοποιούνται στον εξοπλισμό των δικτύων τηλεπικοινωνιών θεωρούνται ως προϊόντα.

3.   Με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, μεταξύ δύο ή περισσότερων προσφορών που είναι ισοδύναμες σύμφωνα με τα κριτήρια ανάθεσης που καθορίζονται στο άρθρο 82, προτιμάται η προσφορά που δεν μπορεί να απορριφθεί κατ’ εφαρμογήν της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Το ύψος των προσφορών αυτών θεωρείται ισοδύναμο, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, εφόσον η διαφορά των τιμών δεν υπερβαίνει το 3 %.

Ωστόσο, δεν προτιμάται προσφορά έναντι άλλης, δυνάμει του πρώτου εδαφίου, όταν η αποδοχή της θα υποχρέωνε τον αναθέτοντα φορέα να αποκτήσει εξοπλισμό με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά από εκείνα του ήδη υφισταμένου εξοπλισμού, πράγμα που θα οδηγούσε σε ασυμβατότητα ή τεχνικές δυσχέρειες κατά τη χρήση ή τη συντήρηση ή σε δυσανάλογες δαπάνες.

4.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, προκειμένου να καθορισθεί η αναλογία προϊόντων, καταγωγής τρίτων χωρών, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2, δεν λαμβάνονται υπόψη οι τρίτες χώρες στις οποίες έχει επεκταθεί το ευεργέτημα της παρούσας οδηγίας με απόφαση του Συμβουλίου, σύμφωνα με την παράγραφο 1.

5.   Έως την 31η Δεκεμβρίου 2015 και στη συνέχεια κάθε χρόνο, η Επιτροπή διαβιβάζει ετήσια έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με τη σημειωθείσα πρόοδο στις πολυμερείς ή διμερείς διαπραγματεύσεις για την πρόσβαση των επιχειρήσεων της Ένωσης στις αγορές των τρίτων χωρών στους τομείς που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, σχετικά με τα τυχόν αποτελέσματα αυτών των διαπραγματεύσεων και σχετικά με την πρακτική εφαρμογή όλων των συναφθεισών συμφωνιών.

Άρθρο 86

Σχέσεις με τρίτες χώρες στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων έργων, αγαθών και υπηρεσιών

1.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις τυχόν γενικού χαρακτήρα δυσχέρειες που συναντούν και αναφέρουν οι επιχειρήσεις τους, εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων, στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την ανάθεση συμβάσεων υπηρεσιών σε τρίτες χώρες.

2.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο μέχρι τις 18 Απριλίου 2019 και στη συνέχεια σε τακτά χρονικά διαστήματα, σχετικά με το άνοιγμα των συμβάσεων υπηρεσιών στις τρίτες χώρες καθώς και σχετικά με την πορεία των διαπραγματεύσεων με τις χώρες αυτές για το εν λόγω θέμα, ιδίως στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).

3.   Η Επιτροπή προσπαθεί να επανορθώσει την κατάσταση, προσεγγίζοντας την τρίτη χώρα, όταν διαπιστώνει, είτε με βάση τις εκθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 2 είτε με βάση άλλα στοιχεία, ότι η εν λόγω τρίτη χώρα, όσον αφορά την ανάθεση συμβάσεων υπηρεσιών:

α)

δεν εξασφαλίζει στις επιχειρήσεις της Ένωσης πραγματική πρόσβαση αντίστοιχη με εκείνη που εξασφαλίζει η Ένωση στους προμηθευτές αυτών των τρίτων χωρών·

β)

δεν επιφυλάσσει στις επιχειρήσεις από την Ένωση εθνική μεταχείριση ή τις ίδιες ανταγωνιστικές δυνατότητες που διατίθενται στις εθνικές επιχειρήσεις, ή

γ)

επιφυλάσσει σε επιχειρήσεις άλλων τρίτων χωρών μεταχείριση πιο ευνοϊκή από αυτή των επιχειρήσεων της Ένωσης.

4.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις τυχόν δυσχέρειες που συναντούν και αναφέρουν οι επιχειρήσεις τους, εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων, και οι οποίες οφείλονται στη μη τήρηση των διεθνών διατάξεων εργατικού δικαίου που αναφέρονται στο παράρτημα XIV στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την ανάθεση συμβάσεων σε τρίτες χώρες.

5.   Υπό τους όρους που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4, η Επιτροπή, μπορεί ανά πάσα στιγμή, να προτείνει στο Συμβούλιο να εκδώσει εκτελεστική πράξη προκειμένου να ανασταλεί ή να περιορισθεί, για διάστημα οριζόμενο στην εν λόγω εκτελεστική πράξη, η ανάθεση συμβάσεων υπηρεσιών:

α)

σε επιχειρήσεις που υπόκεινται στο δίκαιο της εν λόγω τρίτης χώρας·

β)

σε επιχειρήσεις που συνδέονται με τις επιχειρήσεις που ορίζονται στο στοιχείο α), η έδρα των οποίων βρίσκεται στην Ένωση αλλά δεν έχουν άμεση και πραγματική σχέση με την οικονομία κράτους μέλους·

γ)

σε επιχειρήσεις που υποβάλλουν προσφορές σχετικά με υπηρεσίες προερχόμενες από την εν λόγω τρίτη χώρα.

Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία το συντομότερο δυνατόν.

Η Επιτροπή μπορεί να προτείνει τα εν λόγω μέτρα είτε με δική της πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους.

6.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων της Ένωσης έναντι τρίτων χωρών οι οποίες απορρέουν από διεθνείς συμφωνίες σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, ιδίως στο πλαίσιο του ΠΟΕ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Εκτέλεση της σύμβασης

Άρθρο 87

Όροι εκτέλεσης της σύμβασης

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιβάλλουν ειδικούς όρους σχετικά με την εκτέλεση της σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης κατά την έννοια του άρθρου 82 παράγραφος 3 και επισημαίνονται στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στα έγγραφα της προμήθειας. Οι εν λόγω όροι μπορούν να περιλαμβάνουν οικονομικές, περιβαλλοντικές, κοινωνικές παραμέτρους ή παραμέτρους που αφορούν την καινοτομία και την απασχόληση.

Άρθρο 88

Υπεργολαβία

1.   Η τήρηση των υποχρεώσεων του άρθρου 36 παράγραφος 2 από υπεργολάβους εξασφαλίζεται μέσω ενδεδειγμένης δράσης των αρμόδιων εθνικών αρχών που ενεργούν εντός των ορίων της ευθύνης και της αρμοδιότητάς τους.

2.   Στα έγγραφα της προμήθειας, o αναθέτων φορέας μπορεί να ζητεί ή μπορεί να υποχρεώνεται από κράτος μέλος να ζητεί από τον προσφέροντα να αναφέρει στην προσφορά του το τμήμα της σύμβασης που προτίθεται να αναθέσει υπό μορφή υπεργολαβίας σε τρίτους, καθώς και τους υπεργολάβους που προτείνει.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν κατόπιν αιτήσεως του υπεργολάβου και όταν το επιτρέπει η φύση της σύμβασης, ότι ο αναθέτων φορέας μεταφέρει τις οφειλόμενες πληρωμές απευθείας στον υπεργολάβο για τις υπηρεσίες, τις προμήθειες ή τα έργα που παρείχε στον οικονομικό φορέα στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση (κύριο εργολάβο). Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν κατάλληλους μηχανισμούς που επιτρέπουν στον κύριο εργολάβο να εγείρει αντιρρήσεις ως προς αδικαιολόγητες πληρωμές. Οι ρυθμίσεις που αφορούν αυτόν τον τρόπο πληρωμής ορίζονται στα έγγραφα της προμήθειας.

4.   Οι παράγραφοι 1 έως 3 δεν αίρουν την ευθύνη του κύριου εργολάβου.

5.   Στις περιπτώσεις των συμβάσεων έργων και όσον αφορά τις υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν σε εγκαταστάσεις υπό την άμεση εποπτεία του αναθέτοντος φορέα, μετά την ανάθεση της σύμβασης και το αργότερο κατά την έναρξη της εκτέλεσής της, ο αναθέτων φορέας απαιτεί από τον κύριο εργολάβο να του αναφέρει την επωνυμία, τα στοιχεία επικοινωνίας και τους νομικούς εκπροσώπους των υπεργολάβων του, οι οποίοι δραστηριοποιούνται στα εν λόγω έργα και υπηρεσίες, εφόσον είναι γνωστά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ο αναθέτων φορέας απαιτεί από τον κύριο εργολάβο να του κοινοποιεί οποιαδήποτε αλλαγή των πληροφοριών αυτών, κατά τη διάρκεια της σύμβασης καθώς και τις υποχρεωτικές πληροφορίες σχετικά με τυχόν νέους υπεργολάβους τους οποίους ο κύριος εργολάβος χρησιμοποιεί εν συνεχεία στα εν λόγω έργα και υπηρεσίες.

Παρά το πρώτο εδάφιο, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν την υποχρέωση ενημέρωσης απευθείας στον κύριο εργολάβο.

Όταν απαιτείται για τους σκοπούς της παραγράφου 6 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου, οι απαιτούμενες πληροφορίες συνοδεύονται από τις υπεύθυνες δηλώσεις των υπεργολάβων, σύμφωνα με το άρθρο 80 παράγραφος 3. Τα εκτελεστικά μέτρα βάσει της παραγράφου 8 του παρόντος άρθρου μπορούν να προβλέπουν ότι οι υπεργολάβοι οι οποίοι παρουσιάζονται μετά την ανάθεση της σύμβασης προσκομίζουν τα πιστοποιητικά και λοιπά δικαιολογητικά αντί της υπεύθυνης δήλωσης.

Το πρώτο εδάφιο δεν ισχύει για τους προμηθευτές.

Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επεκτείνουν ή να υποχρεωθούν από τα κράτη μέλη να επεκτείνουν τις υποχρεώσεις του πρώτου εδαφίου, φερ’ ειπείν:

α)

στις συμβάσεις αγαθών, στις συμβάσεις υπηρεσιών, πλην όσων αφορούν υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν στις εγκαταστάσεις υπό την άμεση εποπτεία του αναθέτοντος φορέα ή στους προμηθευτές που συμμετέχουν σε συμβάσεις έργων ή υπηρεσιών,

β)

στους υπεργολάβους των υπεργολάβων του κύριου εργολάβου και ούτω καθ’ εξής στην αλυσίδα υπεργολαβίας.

6.   Προκειμένου να μην αθετούνται οι υποχρεώσεις του άρθρου 36 παράγραφος 2, μπορούν να λαμβάνονται ενδεδειγμένα μέτρα, όπως:

α)

Όταν το εθνικό δίκαιο κράτους μέλους προβλέπει μηχανισμό από κοινού ευθύνης μεταξύ υπεργολάβων και του κύριου εργολάβου, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος μεριμνά ώστε να εφαρμόζονται οι συναφείς κανόνες σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 36 παράγραφος 2·

β)

Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, σύμφωνα με το άρθρο 80 παράγραφος 3 της παρούσας οδηγίας, να επαληθεύσουν ή να υποχρεωθούν από το κράτος μέλος να επαληθεύσουν αν συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού υπεργολάβων, σύμφωνα με το άρθρο 57 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ. Εν προκειμένω, η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει έναν υπεργολάβο, όταν από την επαλήθευση προκύπτει ότι συντρέχουν υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού του. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να απαιτήσει ή να υποχρεωθεί από το κράτος μέλος να απαιτήσει από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει έναν υπεργολάβο, όταν από την επαλήθευση προκύπτει ότι συντρέχουν μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού του.

7.   Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν αυστηρότερους κανόνες περί ευθύνης ή περαιτέρω ρυθμίσεις στο εθνικό δίκαιο σχετικά με τις απευθείας πληρωμές στους υπεργολάβους, χωρίς αυτοί να υποχρεούνται να ζητούν αυτή την απευθείας πληρωμή.

8.   Τα κράτη μέλη τα οποία έχουν επιλέξει να προβλέπουν μέτρα σύμφωνα με τις παραγράφους 3, 5 ή 6 καθορίζουν, με νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις και τηρώντας το δίκαιο της Ένωσης, τους εκτελεστικούς όρους για τα εν λόγω μέτρα. Με τον τρόπο αυτό, τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν τη δυνατότητα εφαρμογής, παραδείγματος χάριν, όσον αφορά ορισμένα είδη συμβάσεων, ορισμένες κατηγορίες αναθετόντων φορέων ή οικονομικών φορέων ή ορισμένα ποσά.

Άρθρο 89

Τροποποίηση συμβάσεων κατά τη διάρκειά τους

1.   Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες-πλαίσια μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία προμήθειας, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, προβλέπονται στα έγγραφα της αρχικής προμήθειας με τη μορφή σαφών, ακριβών και ρητών ρητρών αναθεώρησης, συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, ρητρών αναθεώρησης τιμών ή προαιρέσεων. Οι εν λόγω ρήτρες ορίζουν το πεδίο και τη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή προαιρέσεων, καθώς και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Δεν προβλέπουν τροποποιήσεις ή προαιρέσεις που θα μπορούσαν να μεταβάλουν τη συνολική φύση της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαισίου,

β)

για πρόσθετα έργα, υπηρεσίες ή αγαθά του αρχικού εργολάβου, ανεξαρτήτως αξίας τους, τα οποία έχουν καταστεί αναγκαία και δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική προμήθεια, όταν η αλλαγή εργολάβου:

i)

δεν μπορεί να γίνει για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους, π.χ. απαιτήσεις εναλλαξιμότητας ή διαλειτουργικότητας με τον εξοπλισμό, το λογισμικό, τις υπηρεσίες ή τις εγκαταστάσεις που αποκτήθηκαν με την αρχική προμήθεια, και

ii)

θα συνεπαγόταν σημαντική αναστάτωση ή ουσιαστική επικάλυψη δαπανών για τον αναθέτοντα φορέα·

γ)

όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

i)

η ανάγκη τροποποίησης προέκυψε λόγω περιστάσεων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από επιμελή αναθέτοντα φορέα,

ii)

η τροποποίηση δεν μεταβάλλει τη συνολική φύση της σύμβασης·

δ)

όταν νέος εργολάβος αντικαθιστά εκείνον στον οποίο ανατέθηκε αρχικά η σύμβαση από τον αναθέτοντα φορέα, συνεπεία:

i)

ρητής ρήτρας αναθεώρησης ή προαίρεσης, σύμφωνα με το στοιχείο α),

ii)

μερικής ή ολικής διαδοχής του αρχικού εργολάβου, κατόπιν εταιρικής αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένων της εξαγοράς, της συγχώνευσης και της αφερεγγυότητας, από άλλο οικονομικό φορέα ο οποίος πληροί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που καθορίστηκαν αρχικά, εφόσον η διαδοχή δεν συνεπάγεται άλλες ουσιώδεις τροποποιήσεις της σύμβασης και δεν έχει στόχο την αποφυγή της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ή

iii)

όταν ο ίδιος ο αναθέτων φορέας αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κύριου εργολάβου έναντι των υπεργολάβων του και η δυνατότητα αυτή προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο, σύμφωνα με το άρθρο 88·

ε)

όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, δεν είναι ουσιώδεις κατά την έννοια της παραγράφου 4.

Οι αναθέτοντες φορείς που τροποποιούν σύμβαση στις περιπτώσεις των στοιχείων β) και γ) της παρούσης παραγράφου προβαίνουν στη δημοσίευση της σχετικής ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η εν λόγω ανακοίνωση περιέχει τις πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα XVI και δημοσιεύεται σύμφωνα με το άρθρο 71.

2.   Επίσης, και χωρίς να απαιτείται επαλήθευση αν τηρούνται οι προϋποθέσεις των στοιχείων α) έως δ) της παραγράφου 4, οι συμβάσεις μπορούν να τροποποιούνται επίσης χωρίς νέα διαδικασία προμήθειας, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, όταν η αξία της τροποποίησης είναι κατώτερη και των δύο ακόλουθων τιμών:

i)

των κατώτατων ορίων του άρθρου 15· και

ii)

του 10 % της αξίας της αρχικής σύμβασης όσον αφορά τις συμβάσεις υπηρεσιών και αγαθών και του 15 % της αξίας της αρχικής σύμβασης όσον αφορά τις συμβάσεις έργων.

Ωστόσο, η τροποποίηση δεν μπορεί να μεταβάλλει τη συνολική φύση της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαισίου. Όταν επέρχονται διαδοχικές τροποποιήσεις, η αξία τους εκτιμάται βάσει της καθαρής σωρευτικής αξίας των διαδοχικών τροποποιήσεων.

3.   Για τον υπολογισμό της τιμής που προβλέπεται στην παράγραφο 2, η προσαρμοσμένη τιμή είναι η τιμή αναφοράς όταν η σύμβαση περιλαμβάνει ρήτρα τιμαριθμικής αναπροσαρμογής.

4.   Η τροποποίηση σύμβασης ή απόφασης-πλαισίου κατά τη διάρκειά της θεωρείται ουσιώδης κατά την έννοια του στοιχείου ε) της παραγράφου 1, όταν καθιστά τη σύμβαση ή την απόφαση-πλαίσιο ουσιωδώς διαφορετική, ως προς το χαρακτήρα, από εκείνη η οποία συνήφθη αρχικώς. Εν πάση περιπτώσει, με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, η τροποποίηση θεωρείται ουσιώδης όταν πληρούται μια ή περισσότερες από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η τροποποίηση εισάγει όρους οι οποίοι, εάν αποτελούσαν μέρος της αρχικής διαδικασίας προμήθειας, θα είχαν οδηγήσει στη συμμετοχή διαφορετικών υποψηφίων από αυτούς που επιλέχθηκαν αρχικώς ή στην αποδοχή άλλης προσφοράς από εκείνη που επελέγη αρχικώς ή θα προσέλκυαν επιπλέον συμμετέχοντες στη διαδικασία προμήθειας,

β)

η τροποποίηση αλλάζει την οικονομική ισορροπία της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαισίου υπέρ του εργολάβου κατά τρόπο που δεν προβλεπόταν στην αρχική σύμβαση ή συμφωνία-πλαίσιο,

γ)

η τροποποίηση επεκτείνει σημαντικά το αντικείμενο της σύμβασης ή της συμφωνίας-πλαισίου,

δ)

όταν νέος εργολάβος αντικαθιστά εκείνον στον οποίο ο αναθέτων φορέας είχε αναθέσει αρχικώς τη σύμβαση σε περιπτώσεις διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στο στοιχείο δ) της παραγράφου 1.

5.   Απαιτείται νέα διαδικασία προμήθειας σύμφωνα με την παρούσα οδηγία για τροποποιήσεις των διατάξεων σύμβασης έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών ή συμφωνίας-πλαισίου κατά τη διάρκειά της διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στις παραγράφους 1 και 2.

Άρθρο 90

Λύση συμβάσεων

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αναθέτοντες φορείς έχουν τη δυνατότητα, τουλάχιστον στις ακόλουθες περιστάσεις και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, να καταγγέλλουν μια σύμβαση έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής της, εφόσον αποδειχθεί ότι:

α)

η σύμβαση έχει υποστεί ουσιώδη τροποποίηση η οποία θα απαιτούσε νέα διαδικασία προμήθειας δυνάμει του άρθρου 89·

β)

ο εργολάβος, τη στιγμή της ανάθεσης της σύμβασης, αντιμετώπιζε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 57 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ και, ως τούτου, θα έπρεπε να έχει αποκλειστεί από τη διαδικασία της προμήθειας δυνάμει του δευτέρου εδαφίου του άρθρου 80 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας·

γ)

η σύμβαση δεν έπρεπε να ανατεθεί στον εργολάβο λόγω σοβαρής αθέτησης των υποχρεώσεων από τις Συνθήκες και την παρούσα οδηγία, σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο διαδικασίας δυνάμει του άρθρου 258 ΣΛΕΕ.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΕΙΔΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

Άρθρο 91

Ανάθεση συμβάσεων για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες

Οι συμβάσεις για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες, όπως υπηρεσίες ξενοδοχείων και εστίασης ή ορισμένες νομικές, σωστικές ή διοικητικές υπηρεσίες, οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα XVII ανατίθενται σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο εφόσον η αξία των συμβάσεων ισούται ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που ορίζεται στο άρθρο 15 στοιχείο γ).

Άρθρο 92

Δημοσίευση γνωστοποιήσεων

1.   Οι αναθέτοντες φορείς που προτίθενται να αναθέσουν σύμβαση για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 91 γνωστοποιούν την πρόθεσή τους αυτή με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

μέσω γνωστοποίησης προκήρυξης σύμβασης, ή

β)

μέσω περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξη ς η οποία δημοσιεύεται συνεχώς. Η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη αναφέρεται ειδικά στους τύπους υπηρεσιών που θα αποτελέσουν το αντικείμενο της προς ανάθεση σύμβασης. Αναφέρει ότι οι συμβάσεις θα ανατεθούν χωρίς περαιτέρω δημοσίευση και καλεί τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να εκδηλώσουν γραπτώς το ενδιαφέρον τους, ή

γ)

μέσω γνωστοποίησης για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής το οποίο θα δημοσιεύεται συνεχώς.

Τα πρώτο εδάφιο, ωστόσο, δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση που θα μπορούσε να έχει χρησιμοποιηθεί διαδικασία με διαπραγμάτευση, σύμφωνα με το άρθρο 50, χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού για την ανάθεση σύμβασης υπηρεσιών.

2.   Οι αναθέτοντες φορείς που ανέθεσαν σύμβαση για τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 91 γνωστοποιούν το αποτέλεσμα με γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης. Μπορούν, ωστόσο, να συγκεντρώνουν τις γνωστοποιήσεις αυτές σε τριμηνιαία βάση. Στην περίπτωση αυτή, αποστέλλουν τις συγκεντρωμένες γνωστοποιήσεις το αργότερο 30 ημέρες μετά τη λήξη εκάστου τριμήνου.

3.   Οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο παράρτημα XVIII, στα μέρη Α, Β, Γ ή Δ αντιστοίχως, χρησιμοποιώντας τα τυποποιημένα έντυπα. Η Επιτροπή καταρτίζει τα τυποποιημένα έντυπα μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 105.

4.   Οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 71.

Άρθρο 93

Αρχές της ανάθεσης συμβάσεων

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν εθνικούς κανόνες για την ανάθεση συμβάσεων δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι αναθέτοντες φορείς τηρούν τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης των οικονομικών φορέων. Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να καθορίζουν τους εφαρμοστέους διαδικαστικούς κανόνες, υπό τον όρο ότι οι κανόνες αυτοί επιτρέπουν στους αναθέτοντες φορείς να λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες των σχετικών υπηρεσιών.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη διασφάλισης της ποιότητας, της συνέχειας, της δυνατότητας πρόσβασης, του οικονομικά προσιτού χαρακτήρα, της διαθεσιμότητας και της πληρότητας των υπηρεσιών, τις ειδικές ανάγκες των διαφόρων κατηγοριών χρηστών, συμπεριλαμβανομένων των μειονεκτουσών και των ευάλωτων ομάδων, τη συμμετοχή και την ενδυνάμωση των χρηστών και την καινοτομία. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να προβλέπουν ότι η επιλογή του παρόχου υπηρεσιών γίνεται βάσει της προσφοράς με τη βέλτιστη σχέση τιμής/ποιότητας, λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων ποιότητας και βιωσιμότητας για τις κοινωνικές υπηρεσίες.

Άρθρο 94

Αποκλειστικές συμβάσεις για ορισμένες υπηρεσίες

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι οι αναθέτοντες φορείς που είναι αναθέτουσες αρχές δύνανται να παραχωρούν το δικαίωμα των οργανισμών να συμμετέχουν σε διαδικασίες ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων αποκλειστικά και μόνο στις αναφερόμενες στο άρθρο 91 υγειονομικές, κοινωνικές και πολιτιστικές υπηρεσίες που καλύπτονται από τους κωδικούς CPV 75121000-0, 75122000-7, 75123000-4, 79622000-0, 79624000-4, 79625000-1, 80110000-8, 80300000-7, 80420000-4, 80430000-7, 80511000-9, 80520000-5, 80590000-6, από 85000000-9 έως 85323000-9, 92500000-6, 92600000-7, 98133000-4, 98133110-8.

2.   Ο προβλεπόμενος στην παράγραφο 1 οργανισμός πρέπει να πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

έχει ως στόχο την εκτέλεση αποστολής δημόσιας υπηρεσίας που συνδέεται με την αναφερόμενη στην παράγραφο 1 παροχή υπηρεσιών,

β)

τα κέρδη επενδύονται εκ νέου ώστε να επιτευχθεί ο στόχος του οργανισμού. Η διανομή ή αναδιανομή κερδών θα πρέπει να γίνεται σε συμμετοχική βάση,

γ)

οι δομές διαχείρισης ή ευθύνης του οργανισμού που εκτελεί τη σύμβαση βασίζονται στην ιδία ευθύνη των υπαλλήλων ή σε συμμετοχικές αρχές ή απαιτούν την ενεργό συμμετοχή υπαλλήλων, χρηστών ή φορέων, και

δ)

δεν έχει ανατεθεί στον οργανισμό από τη συγκεκριμένη αναθέτουσα αρχή σύμβαση για τις συγκεκριμένες υπηρεσίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο κατά την τελευταία τριετία.

3.   Η μέγιστη διάρκεια της σύμβασης δεν υπερβαίνει τα τρία έτη.

4.   Η προκήρυξη διαγωνισμού παραπέμπει στο παρόν άρθρο.

5.   Παρά τις διατάξεις του άρθρου 108, η Επιτροπή αξιολογεί τον αντίκτυπο του παρόντος άρθρου και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έως τις 18 Απριλίου 2019.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Κανόνες που διέπουν τους διαγωνισμούς μελετών

Άρθρο 95

Πεδίο εφαρμογής

1.   Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται σε διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται στο πλαίσιο διαδικασίας προμήθειας για μια σύμβαση υπηρεσιών, εφόσον η εκτιμώμενη αξία της σύμβασης, εκτός ΦΠΑ, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε τυχόν βραβείων ή καταβολής ποσών στους συμμετέχοντες, ισούται με ή είναι μεγαλύτερη από το ποσό που παρατίθεται στο άρθρο 15 στοιχείο α).

2.   Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται σε όλους τους διαγωνισμούς μελετών όπου το συνολικό ποσό των βραβείων διαγωνισμού και της καταβολής ποσών στους συμμετέχοντες, συμπεριλαμβανομένης της εκτιμώμενης αξίας εκτός ΦΠΑ της σύμβασης υπηρεσιών η οποία μπορεί να συναφθεί στη συνέχεια δυνάμει του άρθρου 50 στοιχείο ι) αν ο αναθέτων φορέας δεν αποκλείει μια τέτοιου είδους ανάθεση στη προκήρυξη του διαγωνισμού, ισούται με ή είναι μεγαλύτερο από το ποσό που παρατίθεται στο άρθρο 15 στοιχείο α).

Άρθρο 96

Γνωστοποιήσεις

1.   Οι αναθέτοντες φορείς που σκοπεύουν να διοργανώσουν διαγωνισμό μελετών εξαγγέλλουν την πρόθεσή τους αυτή μέσω γνωστοποίησης προκήρυξης διαγωνισμού.

Εάν σκοπεύουν να αναθέσουν επακόλουθη σύμβαση υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 50 στοιχείο ι) εξαγγέλλουν την πρόθεσή τους αυτή στη γνωστοποίηση προκήρυξης διαγωνισμού.

Οι αναθέτοντες φορείς που διενήργησαν διαγωνισμό μελετών γνωστοποιούν το αποτέλεσμα της σχετικής διαδικασίας μέσω γνωστοποίησης προκήρυξης διαγωνισμού.

2.   Η προκήρυξη διαγωνισμού περιλαμβάνει τις πληροφορίες που παρατίθενται στο παράρτημα XIX και η γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων διαγωνισμού μελετών περιλαμβάνει τις πληροφορίες που παρατίθενται στο παράρτημα XX, σε σχήμα τυποποιημένου εντύπου. Η Επιτροπή καταρτίζει τα εν λόγω τυποποιημένα έντυπα μέσω εκτελεστικών πράξεων. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 105.

Η γνωστοποίηση των αποτελεσμάτων διαγωνισμού μελετών διαβιβάζεται στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός 30 ημερών από τη λήξη του διαγωνισμού.

Εάν η γνωστοποίηση πληροφοριακών στοιχείων για το αποτέλεσμα του διαγωνισμού εμποδίζει την εφαρμογή των νόμων, είναι αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον ή βλάπτει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα ενός συγκεκριμένου οικονομικού φορέα, δημόσιου ή ιδιωτικού, ή θα μπορούσε να θίξει τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ οικονομικών φορέων, τα στοιχεία αυτά είναι δυνατόν να μη δημοσιεύονται.

3.   Το άρθρο 71 παράγραφοι 2 έως 6 εφαρμόζεται και στις διακηρύξεις και γνωστοποιήσεις σχετικά με διαγωνισμούς μελετών.

Άρθρο 97

Κανόνες σχετικά με τη διοργάνωση διαγωνισμών μελετών, την επιλογή των συμμετεχόντων και την κριτική επιτροπή

1.   Για τη διοργάνωση των διαγωνισμών, οι αναθέτοντες φορείς εφαρμόζουν διαδικασίες προσαρμοσμένες στις διατάξεις του τίτλου I και του παρόντος κεφαλαίου.

2.   Το δικαίωμα συμμετοχής στους διαγωνισμούς μελετών δεν περιορίζεται:

α)

με αναφορά στην επικράτεια ή σε τμήμα της επικράτειας κράτους μέλους·

β)

από το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες θα έπρεπε να είναι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου διοργανώνεται ο διαγωνισμός μελετών, είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα.

3.   Εάν για έναν διαγωνισμό μελετών προβλέπεται περιορισμός του αριθμού των συμμετεχόντων, οι αναθέτοντες φορείς θεσπίζουν σαφή και αμερόληπτα κριτήρια επιλογής. Εν πάση περιπτώσει, ο αριθμός υποψηφίων που καλούνται να συμμετάσχουν είναι επαρκής ώστε να εξασφαλίζεται πραγματικός ανταγωνισμός.

4.   Η κριτική επιτροπή απαρτίζεται αποκλειστικά από φυσικά πρόσωπα ανεξάρτητα από τους συμμετέχοντες στον διαγωνισμό μελετών. Όταν απαιτείται από τους συμμετέχοντες στον διαγωνισμό να διαθέτουν συγκεκριμένο επαγγελματικό προσόν, το ένα τρίτο τουλάχιστον των μελών της κριτικής επιτροπής διαθέτει το ίδιο ή ισοδύναμο προσόν.

Άρθρο 98

Αποφάσεις της κριτικής επιτροπής

1.   Η κριτική επιτροπή είναι αδέσμευτη κατά τη λήψη των αποφάσεών της ή κατά τις γνωμοδοτήσεις της.

2.   Η κριτική επιτροπή εξετάζει τις μελέτες και τα σχέδια που υποβάλλονται από τους υποψηφίους με τρόπο ανώνυμο και βασιζόμενη αποκλειστικά στα κριτήρια που επισημαίνονται στη γνωστοποίηση προκήρυξης του διαγωνισμού.

3.   Η κριτική επιτροπή καταχωρίζει σε πρακτικό που υπογράφεται από τα μέλη της την κατάταξη των μελετών στην οποία καταλήγει σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά κάθε έργου, καθώς και τις παρατηρήσεις της και κάθε σημείο που μπορεί να χρειάζεται αποσαφήνιση.

4.   Τηρείται ανωνυμία μέχρι τη γνωμοδότηση ή τη λήψη απόφασης από την κριτική επιτροπή.

5.   Οι υποψήφιοι μπορούν να καλούνται, εάν χρειάζεται, να απαντήσουν σε ερωτήσεις που έχει καταχωρίσει στο πρακτικό της η κριτική επιτροπή, προς διευκρίνιση οποιουδήποτε στοιχείου των έργων.

6.   Συντάσσονται πλήρη πρακτικά του διαλόγου μεταξύ των μελών της κριτικής επιτροπής και των υποψηφίων.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

Άρθρο 99

Επιβολή

1.   Προκειμένου να διασφαλιστεί η ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τουλάχιστον τα καθήκοντα που περιγράφονται στο παρόν άρθρο να εκτελούνται από μία ή περισσότερες αρχές, οργανισμούς ή δομές. Κοινοποιούν στην Επιτροπή όλες τις αρχές ή δομές που είναι επιφορτισμένες με τα εν λόγω καθήκοντα.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι παρακολουθείται η εφαρμογή των κανόνων περί δημοσίων προμηθειών.

Όταν οι αρχές ή οι δομές παρακολούθησης εντοπίζουν, ιδία πρωτοβουλία ή κατόπιν λήψης πληροφοριών, συγκεκριμένες παραβιάσεις ή συστημικά προβλήματα, έχουν την εξουσία να υποδεικνύουν τα προβλήματα αυτά στις αρχές λογιστικού ελέγχου των κρατών, στα δικαστήρια ή σε άλλες αρμόδιες αρχές ή δομές, όπως είναι ο διαμεσολαβητής, τα κοινοβούλια των κρατών ή οι επιτροπές τους.

3.   Τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων παρακολούθησης σύμφωνα με την παράγραφο 2 τίθενται στη διάθεση του κοινού με τα κατάλληλα μέσα πληροφόρησης. Τα αποτελέσματα τίθενται επίσης στη διάθεση της Επιτροπής. Φερ’ ειπείν, μπορούν να ενσωματώνονται στις εκθέσεις παρακολούθησης που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

Μέχρι τις 18 Απριλίου 2017 και στη συνέχεια ανά τριετία, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στην Επιτροπή έκθεση παρακολούθησης η οποία περιλαμβάνει, κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τις συχνότερες αιτίες πλημμελούς εφαρμογής ή έλλειψης ασφάλειας δικαίου, περιλαμβανομένων ενδεχόμενων διαρθρωτικών ή επαναλαμβανόμενων προβλημάτων στην εφαρμογή των κανόνων, το επίπεδο της συμμετοχής ΜΜΕ στις δημόσιες προμήθειες, καθώς και την πρόληψη, τον εντοπισμό και τη δέουσα αναφορά περιπτώσεων απάτης, διαφθοράς, σύγκρουσης συμφερόντων και άλλων ανάλογων σοβαρών παρατυπιών στον τομέα των προμηθειών.

Η Επιτροπή μπορεί, το συχνότερο ανά τριετία, να ζητεί από τα κράτη μέλη να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την πρακτική εφαρμογή των εθνικών πολιτικών τους για τις στρατηγικές προμήθειες.

Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ως «ΜΜΕ» νοούνται οι επιχειρήσεις όπως ορίζονται στη σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής (44).

Βάσει των δεδομένων που λαμβάνει δυνάμει της παρούσας παραγράφου, η Επιτροπή εκδίδει σε τακτική βάση έκθεση σχετικά με την εφαρμογή και τις βέλτιστες πρακτικές των εν λόγω πολιτικών στην εσωτερική αγορά.

4.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν για:

α)

τη δωρεάν παροχή ενημέρωσης και καθοδήγησης σχετικά με την ερμηνεία και την εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες, ώστε να βοηθούνται οι αναθέτουσες αρχές και οι οικονομικοί φορείς, ιδίως οι ΜΜΕ, στην ορθή εφαρμογή των κανόνων της Ένωσης περί δημοσίων προμηθειών· και

β)

την παροχή στήριξης στις αναθέτουσες αρχές όσον αφορά το σχεδιασμό και τη διεξαγωγή των διαδικασιών προμήθειας.

5.   Με την επιφύλαξη των γενικών διαδικασιών και μεθόδων εργασίας που έχει θεσπίσει η Επιτροπή για την επικοινωνία και τις επαφές της με τα κράτη μέλη, τα κράτη μέλη ορίζουν ένα σημείο αναφοράς για τη συνεργασία τους με την Επιτροπή όσον αφορά την εφαρμογή της νομοθεσίας περί δημοσίων προμηθειών.

6.   Τουλάχιστον κατά τη διάρκεια της σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές διατηρούν αντίγραφα όλων των συμβάσεων που συνάπτονται και των οποίων η αξία ισούται ή είναι μεγαλύτερη από:

α)

1 000 000 EUR, όταν πρόκειται για συμβάσεις αγαθών ή συμβάσεις υπηρεσιών·

β)

10 000 000 EUR, όταν πρόκειται για συμβάσεις έργων.

Οι αναθέτουσες αρχές παρέχουν πρόσβαση στις εν λόγω συμβάσεις· ωστόσο, μπορούν να αρνούνται την πρόσβαση σε συγκεκριμένα έγγραφα ή στοιχεία, στον βαθμό και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στους εφαρμοστέους ενωσιακούς ή εθνικούς κανόνες σχετικά με την πρόσβαση σε έγγραφα και την προστασία των δεδομένων.

Άρθρο 100

Χωριστές εκθέσεις σχετικά με τις διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων

1.   Οι αναθέτοντες φορείς διατηρούν τις κατάλληλες πληροφορίες για κάθε σύμβαση ή συμφωνία-πλαίσιο που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία και κάθε υλοποίηση δυναμικού συστήματος αγορών. Οι εν λόγω πληροφορίες τους επιτρέπουν, σε μεταγενέστερη φάση, να αιτιολογήσουν τις αποφάσεις τους σχετικά με:

α)

την προεπιλογή και την επιλογή οικονομικών φορέων και την ανάθεση των συμβάσεων·

β)

την εφαρμογή διαδικασιών διαπραγμάτευσης χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με το άρθρο 50·

γ)

τη μη εφαρμογή των κεφαλαίων II έως IV του τίτλου II δυνάμει των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στα κεφάλαια ΙΙ και ΙΙΙ του τίτλου I·

δ)

εφόσον απαιτείται, τους λόγους για τους οποίους χρησιμοποιήθηκαν για την ηλεκτρονική υποβολή άλλα μέσα επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών.

Εφόσον η γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης που συντάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 70 ή το άρθρο 92 παράγραφος 2 περιέχει τις πληροφορίες που απαιτούνται στην παρούσα παράγραφο, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να παραπέμπουν στη γνωστοποίηση αυτή.

2.   Οι αναθέτοντες φορείς τεκμηριώνουν την πρόοδο της διεξαγωγής όλων των διαδικασιών προμήθειας είτε πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα είτε όχι. Προς τον σκοπό αυτό, μεριμνούν για τη διατήρηση επαρκούς τεκμηρίωσης ώστε να μπορούν να αιτιολογούν τις αποφάσεις που λαμβάνονται σε όλα τα στάδια της διαδικασίας προμήθειας, όπως, επί παραδείγματι, τεκμηρίωσης για τις επικοινωνίες με οικονομικούς φορείς και τις εσωτερικές συζητήσεις, την προετοιμασία των εγγράφων της προμήθειας, τον διάλογο ή τη διαπραγμάτευση (εφόσον διεξήχθη), την επιλογή και την ανάθεση της σύμβασης. Η τεκμηρίωση διατηρείται τουλάχιστον για μία τριετία από την ημερομηνία ανάθεσης της σύμβασης.

3.   Οι πληροφορίες ή η τεκμηρίωση, ή τα κύρια στοιχεία τους, γνωστοποιούνται στην Επιτροπή ή στις εθνικές αρχές, οργανισμούς ή δομές που αναφέρονται στο άρθρο 99 κατόπιν αιτήματός τους.

Άρθρο 101

Εθνικές εκθέσεις και στατιστικά στοιχεία

1.   Η Επιτροπή επανεξετάζει την ποιότητα και την πληρότητα των στοιχείων που μπορούν να εξαχθούν από τις αναφερόμενες στα άρθρα 67 έως 71, 92 και 96 γνωστοποιήσεις που δημοσιεύονται συμφώνως προς το παράρτημα IX.

Σε περίπτωση που η ποιότητα και η πληρότητα των στοιχείων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν είναι σύμφωνες με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 67 παράγραφος 1, το άρθρο 68 παράγραφος 1, το άρθρο 69, το άρθρο 70 παράγραφος 1, το άρθρο 92 παράγραφος 3 και το άρθρο 96 παράγραφος 2, η Επιτροπή ζητεί συμπληρωματικές πληροφορίες από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, τα σχετικά κράτη μέλη παρέχουν τα ελλείποντα στατιστικά στοιχεία που ζητεί η Επιτροπή.

2.   Μέχρι τις 18 Απριλίου 2017 και στη συνέχεια ανά τριετία τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή στατιστική έκθεση σχετικά με τις προμήθειες που θα καλύπτονταν από την παρούσα οδηγία εάν η αξία τους υπερέβαινε το σχετικό κατώτατο όριο που ορίζεται στο άρθρο 15, μαζί με εκτίμηση της συγκεντρωτικής συνολικής αξίας των εν λόγω προμηθειών εντός της καλυπτόμενης περιόδου. Η εν λόγω εκτίμηση μπορεί ιδίως να στηρίζεται στα δεδομένα που διατίθενται σύμφωνα με τις εθνικές απαιτήσεις περί δημοσίευσης ή σε εκτιμήσεις που βασίζονται σε δειγματοληψίες.

Η εν λόγω έκθεση μπορεί να ενσωματώνεται στην έκθεση που αναφέρεται στο άρθρο 99 παράγραφος 3.

Άρθρο 102

Διοικητική συνεργασία

1.   Τα κράτη μέλη προσφέρουν αμοιβαία υποστήριξη μεταξύ τους και θεσπίζουν μέτρα για την αποτελεσματική συνεργασία τους, προκειμένου να διασφαλίσουν την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με ζητήματα που αναφέρονται στα άρθρα 62, 81 και 84. Οι εν λόγω αρχές διασφαλίζουν τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των πληροφοριών που ανταλλάσσουν.

2.   Οι αρμόδιες αρχές όλων των ενδιαφερόμενων κρατών μελών ανταλλάσσουν πληροφορίες σύμφωνα με τη νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που προβλέπεται στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (45) και την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (46).

3.   Προκειμένου να δοκιμασθεί η καταλληλότητα της χρήσης του συστήματος πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά (ΣΠΕΑ), το οποίο θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2012, με σκοπό την ανταλλαγή πληροφοριών που καλύπτει η παρούσα οδηγία, θα δρομολογηθεί πιλοτικό πρόγραμμα, το αργότερο έως τις 18 Απριλίου 2015.

ΤΙΤΛΟΣ V

ΑΝΑΤΙΘΕΜΕΝΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ, ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 103

Άσκηση των ανατιθέμενων αρμοδιοτήτων

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στα άρθρα 4, 17, 40, 41, 76 και 83 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις 17 Απριλίου 2014.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στα άρθρα 4, 17, 40, 41, 76 και 83 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει των άρθρων 4, 17, 40, 41, 76 και 83 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 104

Διαδικασία επείγουσας ανάγκης

1.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο αρχίζει να ισχύει αμέσως και εφαρμόζεται εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση σύμφωνα με την παράγραφο 2. Η κοινοποίηση της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο εκθέτει τους λόγους για τους οποίους γίνεται χρήση της διαδικασίας επείγουσας ανάγκης.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δύνανται να προβάλουν αντιρρήσεις κατά της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης με τη διαδικασία του άρθρου 103 παράγραφος 5. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή καταργεί την πράξη αμέσως μόλις της κοινοποιηθεί η περί αντιρρήσεων απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 105

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή Δημοσίων Συμβάσεων, η οποία έχει συσταθεί με την απόφαση 71/306/ΕΟΚ του Συμβουλίου (47). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά τη έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 106

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και μεταβατικές διατάξεις

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως τις 18 Απριλίου 2016. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων.

2.   Παρά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη μπορούν να αναβάλουν την εφαρμογή του άρθρου 40 παράγραφος 1 μέχρι τις 18 Οκτωβρίου 2018, πλην των περιπτώσεων όπου είναι υποχρεωτική η χρήση ηλεκτρονικών μέσων σύμφωνα με τα άρθρα 52, 53, 54, το άρθρο 55 παράγραφος 3, το άρθρο 71 παράγραφος 2 ή το άρθρο 73.

Παρά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη μπορούν να αναβάλουν την εφαρμογή του άρθρου 40 παράγραφος 1 για τις κεντρικές αρχές προμηθειών σύμφωνα με το άρθρο 55 παράγραφος 3 μέχρι τις 18 Απριλίου 2017.

Εάν ένα κράτος μέλος επιλέξει να αναβάλει την εφαρμογή του άρθρου 40 παράγραφος 1, το εν λόγω κράτος μέλος προβλέπει ότι οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέξουν μεταξύ των ακόλουθων μέσων επικοινωνίας για κάθε επικοινωνία και ανταλλαγή πληροφοριών:

α)

ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με το άρθρο 40,

β)

ταχυδρομείο ή άλλο κατάλληλο μέσο,

γ)

φαξ,

δ)

συνδυασμό αυτών των μέσων.

3.   Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα μέτρα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, τότε περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 107

Κατάργηση

Η οδηγία 2004/17/ΕΚ καταργείται από τις 18 Απριλίου 2016.

Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος XXI.

Άρθρο 108

Επανεξέταση

Η Επιτροπή επανεξετάζει τις οικονομικές επιπτώσεις που έχει στην εσωτερική αγορά η εφαρμογή των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 15, ιδίως σε σχέση με παράγοντες όπως η διασυνοριακή ανάθεση συμβάσεων και το κόστος των συναλλαγών, και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έως τις 18 Απριλίου 2019.

Η Επιτροπή, εφόσον είναι εφικτό και σκόπιμο, θα εξετάσει το ενδεχόμενο να προτείνει αύξηση των κατώτατων ποσών που ισχύουν βάσει της ΣΔΠ κατά τον επόμενο γύρο διαπραγματεύσεων. Σε περίπτωση οποιασδήποτε μεταβολής των εφαρμοστέων κατώτατων ορίων δυνάμει της ΣΔΠ, η έκθεση συνοδεύεται, εφόσον κρίνεται σκόπιμο, από νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 109

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 110

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΫΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 191 της 29.6.2012, σ. 84.

(2)  ΕΕ C 391 της 18.12.2012, σ. 49.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Ιανουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 11ης Φεβρουαρίου 2014.

(4)  Οδηγία 2004/17/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών ανάθεσης συμβάσεων στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114).

(6)  Εγκρίθηκε με την απόφαση 2010/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τη σύναψη, από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (ΕΕ L 23 της 27.1.2010, σ. 35).

(7)  Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για τις δημόσιες προμήθειες (βλέπε σελίδα 65 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(8)  Οδηγία 2009/81/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης ορισμένων συμβάσεων έργων, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών που συνάπτονται από αναθέτουσες αρχές ή αναθέτοντες φορείς στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας καθώς και την τροποποίηση των οδηγιών 2004/17/ΕΚ και 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 216 της 20.8.2009, σ. 76).

(9)  Οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/55/ΕΚ (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 94).

(10)  Οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 55).

(11)  Οδηγία 97/67/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών (ΕΕ L 15 της 21.1.1998, σ. 14).

(12)  Οδηγία 94/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 1994, για τους όρους χορήγησης και χρήσης των αδειών αναζήτησης, εξερεύνησης και παραγωγής υδρογονανθράκων (ΕΕ L 164 της 30.6.1994, σ. 3).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70 (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 1).

(14)  Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για τις συμβάσεις παραχώρησης (βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(15)  Απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986–1994) (ΕΕ L 336 της 23.12.1994, σ. 1.)

(16)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2007, για τις δημόσιες επιβατικές σιδηροδρομικές και οδικές μεταφορές και την κατάργηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΟΚ) αριθ. 1191/69 και (ΕΟΚ) αριθ. 1107/70 (ΕΕ L 315 της 3.12.2007, σ. 1).

(17)  Οδηγία 2013/34/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19).

(18)  Οδηγία 2012/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τη δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού χώρου (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 32).

(19)  Οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1996 σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (ΕΕ L 18 της 21.1.1997, σ. 1).

(20)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 98/34/ΕΚ, 2004/22/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2009/23/ΕΚ και 2009/105/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης αριθ. 1673/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12).

(21)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) (ΕΕ L 177 της 4.7.2008, σ. 6).

(22)  Οδηγία 92/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, για το συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την εφαρμογή των κοινοτικών κανόνων στις διαδικασίες σύναψης των συμβάσεων φορέων οι οποίοι λειτουργούν στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των τηλεπικοινωνιών (ΕΕ L 76 της 23.3.1992, σ. 14).

(23)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (EMAS) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 και των αποφάσεων της Επιτροπής 2001/681/ΕΚ και 2006/193/ΕΚ (ΕΕ L 342 της 22.12.2009, σ. 1.)

(24)  Οδηγία 2009/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου), της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την προώθηση καθαρών και ενεργειακώς αποδοτικών οχημάτων οδικών μεταφορών (ΕΕ L 120 της 15.5.2009, σ. 5).

(25)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 106/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2008, σχετικά με το κοινοτικό πρόγραμμα επισήμανσης της ενεργειακής απόδοσης του εξοπλισμού γραφείου (ΕΕ L 39 της 13.2.2008, σ. 1).

(26)  Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1182/71 του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 1971, περί καθορισμού των κανόνων που εφαρμόζονται στις προθεσμίες, ημερομηνίες και διορίες (Ελληνική ειδική έκδοση: κεφάλαιο 01 τόμος 1 σ. 131 - 132).

(27)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2195/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, περί του κοινού λεξιλογίου για τις δημόσιες συμβάσεις (CPV) (ΕΕ L 340 της 16.12.2002, σ. 1).

(28)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1024/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του Συστήματος Πληροφόρησης για την εσωτερική αγορά και την κατάργηση της απόφασης 2008/49/ΕΚ («κανονισμός ΙΜΙ») (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 1.)

(29)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(30)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για τη θέσπιση μιας κοινής ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων (NUTS) (ΕΕ L 154 της 21.6.2003, σ. 1).

(31)  Οδηγία 97/67/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1997, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών (ΕΕ L 15 της 21.1.1998, σ. 14).

(32)  Οδηγία 77/249/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1977, περί διευκολύνσεως της πραγματικής ασκήσεως της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών από δικηγόρους (ΕΕ L 78 της 26.3.1977, σ. 17).

(33)  Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1).

(34)  Οδηγία 2010/13/EE του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2010, για τον συντονισμό ορισμένων νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων (οδηγία για τις υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων) (ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1).

(35)  Απόφαση 2002/205/ΕΚ της Επιτροπής, της 4ης Μαρτίου 2002, σε συνέχεια της αίτησης της Αυστρίας να προσφύγει στο εξαιρετικό καθεστώς που προβλέπεται στο άρθρο 3 της οδηγίας 93/38/ΕΟΚ (ΕΕ L 68 της 12.3.2002, σ. 31).

(36)  Απόφαση2004/73/ΕΚ της Επιτροπής, της 15ης Ιανουαρίου 2004, σχετικά με αίτημα της Γερμανίας για την εφαρμογή του ειδικού καθεστώτος που προβλέπεται από το άρθρο 3 της οδηγίας 93/38/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 16 της 23.1.2004, σ. 57).

(37)  Απόφαση της 93/327/ΕΟΚ της Επιτροπής, της 13ης Μαΐου 1993, για τον καθορισμό των όρων υπό τους οποίους οι αναθέτοντες φορείς οι οποίοι εκμεταλλεύονται γεωγραφικές περιοχές με σκοπό την ανεύρευση ή την εξόρυξη πετρελαίου, αερίου, άνθρακα ή άλλων στερεών καυσίμων πρέπει να κοινοποιούν στην Επιτροπή πληροφορίες για τις συμβάσεις που αναθέτουν (ΕΕ L 129 της 27.5.1993, σ. 25).

(38)  Οδηγία 1999/93/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 1999, σχετικά με το κοινοτικό πλαίσιο για ηλεκτρονικές υπογραφές (ΕΕ L 13 της 19.1.2000, σ. 12).

(39)  Απόφαση 2009/767/ΕΚ της Επιτροπής, της 16ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση μέτρων που διευκολύνουν τη χρήση διαδικασιών με ηλεκτρονικά μέσα μέσω των «ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης» βάσει της οδηγίας 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 274 της 20.10.2009, σ. 36).

(40)  Απόφαση 2011/130/ΕΕ της Επιτροπής, της 25ης Φεβρουαρίου 2011, περί καθιέρωσης ελάχιστων απαιτήσεων για τη διασυνοριακή επεξεργασία εγγράφων τα οποία έχουν υπογραφεί ηλεκτρονικά από αρμόδιες αρχές, σύμφωνα με την οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 53 της 26.2.2011, σ. 66).

(41)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για τον ευρωπαϊκό όμιλο εδαφικής συνεργασίας (ΕΟΕΣ) (ΕΕ L 210 της 31.7.2006, σ. 19).

(42)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30).

(43)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1).

(44)  Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(45)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(46)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(47)  Απόφαση 71/306/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 1971, περί συστάσεως συμβουλευτικής επιτροπής για τις Συμβάσεις Δημοσίων Έργων (ΕΕ L 185 της 16.8.1971, σ. 15).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 2 ΣΗΜΕΙΟ 2 ΣΤΟΙΧΕΙΟ Α)

Σε περίπτωση διισταμένων ερμηνειών μεταξύ CPV και NACE, εφαρμόζεται η ονοματολογία του CPV.

NACE (1)

Κωδικός CPV

ΤΙΤΛΟΣ ΣΤ

ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ

Τμήμα

Ομάδα

Τάξη

Ονομασία υπηρεσιών

Σημειώσεις

45

 

 

Κατασκευές

Το τμήμα αυτό περιλαμβάνει:

νέες κατασκευές, αποκατάσταση και συνήθεις επισκευές.

45000000

 

45.1

 

Προετοιμασία εργοταξίου

 

45100000

 

 

45.11

Κατεδάφιση κτιρίων· εκτέλεση χωματουργικών εργασιών

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατεδάφιση κτιρίων και άλλων κατασκευών,

εκκαθάριση εργοταξίων,

χωματουργικά έργα: εκσκαφές, επιχωματώσεις, επιπέδωση και ισοπέδωση εργοταξίων, εκσκαφή τάφρων, αφαίρεση βράχων, ανατινάξεις κ.λπ.

προπαρασκευή εργοταξίων ορυχείων:

αφαίρεση υπερφορτίσεων και λοιπές εργασίες διαμόρφωσης και προετοιμασίας γηπέδων και χώρων εκμετάλλευσης ορυχείων.

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει επίσης:

αποστράγγιση εργοταξίων,

αποστράγγιση αγροτικών ή δασικών εκτάσεων.

45110000

 

 

45.12

Δοκιμαστικές γεωτρήσεις

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

δοκιμαστικές διατρήσεις και γεωτρήσεις καθώς και πυρηνοληψία για κατασκευαστικούς, γεωφυσικούς, γεωλογικούς ή συναφείς σκοπούς.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

γεώτρηση φρεατίων άντλησης πετρελαίου ή φυσικού αερίου, βλέπε 11.20,

γεώτρηση φρεατίων ύδατος, βλέπε 45.25,

διάνοιξη φρεατίων, βλέπε 45.25,

αναζήτηση κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, γεωφυσική, γεωλογική και σεισμική έρευνα, βλέπε 74.20.

45120000

 

45.2

 

Κατασκευή πλήρων κτιρίων και τεχνικών έργων ή μερών τους· έργα πολιτικού μηχανικού

 

45200000

 

 

45.21

Κατασκευή κτιρίων και τεχνικών έργων πολιτικού μηχανικού

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευή κάθε τύπου κτιρίων κατασκευή τεχνικών έργων πολιτικού μηχανικού,

γεφυρών (περιλαμβανομένων και των γεφυρών για υπερυψωμένους αυτοκινητόδρομους), κοιλαδογεφυρών, σηράγγων και υπογείων διαβάσεων,

αγωγών και γραμμών επικοινωνιών και παροχής ηλεκτρικού ρεύματος για μεγάλες αποστάσεις,

αγωγών και γραμμών επικοινωνιών και παροχής ηλεκτρικού ρεύματος για αστικά κέντρα,

βοηθητικά αστικά έργα,

συναρμολόγηση και ανέγερση προκατασκευασμένων κατασκευών στο εργοτάξιο.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

υπηρεσίες συναφείς με την άντληση πετρελαίου και φυσικού αερίου, βλέπε 11.20,

ανέγερση πλήρων προκατασκευασμένων κατασκευών από τμήματα ιδίας κατασκευής που δεν είναι από σκυρόδεμα, βλέπε τμήματα 20, 26 και 28,

κατασκευαστικά έργα (εκτός από κτίρια) σταδίων, κολυμβητηρίων, γυμναστηρίων, γηπέδων τένις, γηπέδων γκολφ και λοιπών αθλητικών εγκαταστάσεων, βλέπε 45.23,

εγκαταστάσεις παροχών σε κτίρια, βλέπε 45.3,

αποπεράτωση κτιρίων, βλέπε 45.4,

δραστηριότητες αρχιτέκτονος και πολιτικού μηχανικού, βλέπε 74.20,

διαχείριση κατασκευαστικών έργων, βλέπε 74.20.

45210000

εκτός από:

– 45213316

45220000

45231000

45232000

 

 

45.22

Κατασκευή στεγών και δομικών σκελετών κτιρίων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευή στεγών,

τοποθέτηση επικαλύψεων,

στεγανοποίηση στεγών.

45261000

 

 

45.23

Κατασκευή αυτοκινητοδρόμων, οδών, αεροδρομίων και αθλητικών εγκαταστάσεων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευή αυτοκινητοδρόμων, οδών αστικού και υπεραστικού δικτύου, άλλων αμαξιτών οδών και πεζοδρόμων,

κατασκευή σιδηροδρομικών έργων,

κατασκευή διαδρόμων αεροδρομίων,

κατασκευαστικά έργα (εκτός από κτίρια) σταδίων, κολυμβητηρίων, γυμναστηρίων, γηπέδων τένις, γηπέδων γκολφ και λοιπών αθλητικών εγκαταστάσεων,

διαγράμμιση οδικών επιφανειών και χώρων στάθμευσης αυτοκινήτων.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

προκαταρκτικά χωματουργικά έργα, βλέπε 45.11.

45212212 και DA03

45230000

εκτός από:

– 45231000

– 45232000

– 45234115

 

 

45.24

Κατασκευή υδραυλικών και λιμενικών έργων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευή:

υδάτινων οδών, λιμενικών και ποτάμιων έργων, λιμένων σκαφών αναψυχής (μαρίνες), κλεισιάδων κ.λπ.

φραγμάτων και αναχωμάτων,

βυθοκορήσεις,

υποβρύχια έργα.

45240000

 

 

45.25

Εκτέλεση λοιπών κατασκευαστικών εργασιών ειδικής φύσης

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

κατασκευαστικές δραστηριότητες που εξειδικεύονται σε τομέα κοινό σε διάφορα είδη κατασκευών και απαιτούν ειδικευμένο προσωπικό ή εξοπλισμό,

κατασκευή θεμελιώσεων, περιλαμβανομένης και της έμπηξης πασσάλων,

γεώτρηση και κατασκευή φρεατίων ύδατος, εκσκαφή φρεάτων,

ανέγερση μη ιδιοκατασκευασμένων χαλύβδινων στοιχείων,

κάμψη χάλυβα,

οπτοπλινθοδομή και λιθοδομή,

ανέγερση και αποξήλωση ικριωμάτων και εξεδρών εργασίας, περιλαμβανομένης της εκμίσθωσης ικριωμάτων και εξεδρών εργασίας,

ανέγερση καπνοδόχων και βιομηχανικών κλιβάνων.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

εκμίσθωση ικριωμάτων χωρίς την ανέγερση και την αποξήλωσή τους, βλέπε 71.32

45250000

45262000

 

45.3

 

Εγκαταστάσεις παροχών σε κτίρια

 

45300000

 

 

45.31

Καλωδιώσεις και ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εγκατάσταση σε κτίρια και άλλες κατασκευές:

ηλεκτρικών καλωδιώσεων και εξαρτημάτων,

συστημάτων τηλεπικοινωνίας,

ηλεκτρικών εγκαταστάσεων θέρμανσης,

οικιακών κεραιών και σηματοληπτών,

συστημάτων συναγερμού πυρκαγιάς,

συστημάτων αντιδιαρρηκτικού συναγερμού,

ανελκυστήρων και κυλιομένων,

κλιμάκων αλεξικέραυνων κ.λπ.

45213316

45310000

εκτός από:

– 45316000

 

 

45.32

Μονώσεις

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εργασίες θερμομόνωσης, ηχομόνωσης ή μόνωσης κατά των δονήσεων σε κτίρια ή άλλα κατασκευαστικά έργα.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

στεγανοποίηση, βλέπε 45.22.

45320000

 

 

45.33

Υδραυλικές εγκαταστάσεις

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εγκατάσταση σε κτίρια και άλλες κατασκευές:

υδραυλικού εξοπλισμού και ειδών υγιεινής,

εγκαταστάσεων φυσικού αερίου,

εξοπλισμού και αγωγών θέρμανσης, εξαερισμού, ψύξης ή κλιματισμού,

συστημάτων καταιονισμού (σπρίνκλερ).

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

εγκατάσταση και επισκευή ηλεκτρικών εγκαταστάσεων θέρμανσης, βλέπε 45.31.

45330000

 

 

45.34

Λοιπές εγκαταστάσεις παροχών σε κτίρια

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εγκατάσταση συστημάτων φωτισμού και σηματοδότησης οδών, σιδηροδρόμων, αεροδρομίων και λιμένων,

εγκατάσταση σε κτίρια ή άλλες κατασκευές εξαρτημάτων και μόνιμων προσαρτημάτων που δεν κατατάσσονται αλλού.

45234115

45316000

45340000

 

45.4

 

Αποπεράτωση κτιρίων

 

45400000

 

 

45.41

Επιχρίσεις κονιαμάτων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

επίχριση σε κτίρια ή άλλες κατασκευές εσωτερικών και εξωτερικών γυψοκονιαμάτων ή γυψομαρμαροκονιαμάτων (στόκου), περιλαμβανομένων και των λεπτών πήχεων που χρησιμοποιούνται ως βάση για το κονίαμα.

45410000

 

 

45.42

Λεπτοξυλουργικές εργασίες

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

τοποθέτηση μη ιδιοκατασκευασμένων θυρών, παραθύρων, πλαισίων για θύρες και παράθυρα, εξοπλισμένων κουζινών, κλιμακοστασίων, εξοπλισμού καταστημάτων και συναφών ειδών, από ξύλο ή άλλα υλικά,

εσωτερικά τελειώματα όπως οροφές, ξύλινες επενδύσεις τοίχων, κινητά χωρίσματα κ.λπ.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

διάστρωση παρκέτων και άλλων ξύλινων επενδύσεων δαπέδων, βλέπε 45.43.

45420000

 

 

45.43

Επενδύσεις δαπέδων και τοίχων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

διάστρωση, πλακόστρωση, ανάρτηση ή τοποθέτηση σε κτίρια και άλλες κατασκευές:

επενδύσεις τοίχων ή τοποθέτηση κεραμικών, τσιμεντένιων ή λιθολαξευτών πλακιδίων τοίχου ή δαπέδου,

παρκέτων και άλλων ξύλινων επενδύσεων δαπέδων, ταπήτων και επενδύσεων δαπέδων από λινοτάπητες,

περιλαμβανομένων αυτών από ελαστικό ή πλαστικές ύλες,

επενδύσεων δαπέδων ή τοίχων από μωσαϊκό, μάρμαρο, γρανίτη ή σχιστόλιθο,

χάρτινων ταπετσαριών τοίχου.

45430000

 

 

45.44

Χρωματισμοί και τοποθέτηση υαλοπινάκων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εσωτερικούς και εξωτερικούς χρωματισμούς κτιρίων,

χρωματισμούς έργων πολιτικού μηχανικού,

τοποθέτηση υαλοπινάκων, καθρεπτών κ.λπ.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

τοποθέτηση παραθύρων, βλέπε 45.42.

45440000

 

 

45.45

Λοιπές εργασίες αποπεράτωσης κτιρίων

Η τάξη αυτή περιλαμβάνει:

εγκατάσταση ιδιωτικών κολυμβητηρίων,

ατμοκαθαρισμό, καθαρισμό με αμμορριπή και συναφείς δραστηριότητες για τις εξωτερικές επιφάνειες κτιρίων,

λοιπές εργασίες αποπεράτωσης κτιρίων και τελειωμάτων π.δ.κ.α.

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

εσωτερικό καθαρισμό κτιρίων και λοιπών κατασκευών, βλέπε 74.70.

45212212 και DA04

45450000

 

45.5

 

Εκμίσθωση εξοπλισμού κατασκευών ή κατεδαφίσεων, μαζί με το χειριστή

 

45500000

 

 

45.50

Εκμίσθωση εξοπλισμού κατασκευών ή κατεδαφίσεων, μαζί με το χειριστή

Η τάξη αυτή δεν περιλαμβάνει:

εκμίσθωση μηχανημάτων και εξοπλισμού κατασκευών και κατεδαφίσεων χωρίς χειριστή, βλέπε 71.32.

45500000


(1)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3037/90 του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 1990 (ΕΕ L 293 της 24.10.1990, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 4 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Τα δικαιώματα που έχουν εκχωρηθεί μέσω διαδικασίας στην οποία έχει διασφαλιστεί επαρκής δημοσιότητα και εφόσον η εκχώρηση βασίστηκε σε αντικειμενικά κριτήρια δεν συνιστούν «ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα» κατά την έννοια του άρθρου 4 της παρούσας οδηγίας. Ακολουθεί ένας κατάλογος με διαδικασίες που διασφαλίζουν ικανοποιητική εκ των προτέρων διαφάνεια για τη χορήγηση εξουσιοδοτήσεων με βάση άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης που δεν συνιστούν «ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα» κατά την έννοια του άρθρου 4 της παρούσας οδηγίας:

α)

χορήγηση εξουσιοδότησης για την εκμετάλλευση εγκαταστάσεων φυσικού αερίου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 της οδηγίας 2009/73/ΕΚ·

β)

εξουσιοδότηση ή πρόσκληση υποβολής προσφορών για την κατασκευή νέων εγκαταστάσεων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με την οδηγία 2009/72/ΕΚ·

γ)

χορήγηση εξουσιοδότησης σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 9 της οδηγίας 97/67/ΕΚ για τις εξουσιοδοτήσεις που αφορούν ταχυδρομικές υπηρεσίες που δεν ανατίθενται ή δεν πρόκειται να ανατεθούν κατ’ αποκλειστικότητα·

δ)

διαδικασία για τη χορήγηση εξουσιοδότησης για την εκτέλεση δραστηριότητας που περιλαμβάνει την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων σύμφωνα με την οδηγία 94/22/ΕΚ·

ε)

δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1370/2007 για την παροχή υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών με λεωφορείο, τραμ, σιδηρόδρομο ή μετρό, οι οποίες έχουν ανατεθεί βάσει διαδικασίας διαγωνισμού σύμφωνα προς το άρθρο 5 παράγραφος 3 αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι η χρονική του διάρκεια συνάδει με το άρθρο 4 παράγραφος 3 ή 4 του ανωτέρω κανονισμού.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 34 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

A.   Μεταφορά ή διανομή φυσικού αερίου ή θερμότητας

Οδηγία 2009/73/ΕΚ

B.   Παραγωγή, μεταφορά ή διανομή ηλεκτρικής ενέργειας

Οδηγία 2009/72/ΕΚ

Γ.   Παραγωγή, μεταφορά ή διανομή πόσιμου νερού

[Καμία]

Δ.   Αναθέτοντες φορείς στον τομέα των σιδηροδρομικών υπηρεσιών

 

Σιδηροδρομικές εμπορευματικές μεταφορές

 

Οδηγία 2012/34/ΕΕ

 

Διεθνείς σιδηροδρομικές μεταφορές επιβατών

 

Οδηγία 2012/34/ΕΚ

 

Εθνικές σιδηροδρομικές μεταφορές επιβατών

 

[Καμία]

E.   Αναθέτοντες φορείς στον τομέα των υπηρεσιών αστικού σιδηροδρόμου, τραμ, τρόλεϊ ή λεωφορείου

[Καμία]

ΣΤ.   Αναθέτοντες φορείς στον τομέα των ταχυδρομικών υπηρεσιών

Οδηγία 97/67/ΕΚ

Ζ.   Εξόρυξη πετρελαίου ή φυσικού αερίου

Οδηγία 94/22/ΕΚ

H.   Αναζήτηση και εξόρυξη άνθρακα και άλλων στερεών καυσίμων

[Καμία]

Θ.   Αναθέτοντες φορείς στον τομέα των εγκαταστάσεων θαλάσσιου λιμένα, λιμένα εσωτερικού πλωτού δικτύου ή άλλου τερματικού σταθμού

[Καμία]

Ι.   Αναθέτοντες φορείς στον τομέα των αερολιμενικών εγκαταστάσεων

[Καμία]


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΤΩΝ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 35

1.

Οι εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 35 εκδίδονται εντός των ακόλουθων προθεσμιών:

α)

90 εργάσιμες ημέρες στις περιπτώσεις που η ελεύθερη πρόσβαση σε συγκεκριμένη αγορά τεκμαίρεται με βάση το άρθρο 34 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο·

β)

130 εργάσιμες ημέρες σε περιπτώσεις πλην των αναφερομένων στο στοιχείο α).

Οι προθεσμίες που καθορίζονται στα στοιχεία α) και β) της παρούσας παραγράφου παρατείνονται για 15 εργάσιμες ημέρες όταν το αίτημα δεν συνοδεύεται από αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη θέση που έλαβε ανεξάρτητη εθνική αρχή η οποία είναι αρμόδια για τη σχετική δραστηριότητα, η οποία αναλύει λεπτομερώς τις προϋποθέσεις για τη δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 34 παράγραφος 1 στη σχετική δραστηριότητα σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 34.

Οι εν λόγω προθεσμίες ξεκινούν την πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά την ημερομηνία παραλαβής από την Επιτροπή του αιτήματος που αναφέρεται στο άρθρο 35 παράγραφος 1 ή, όταν οι πληροφορίες που πρέπει να συνοδεύουν το αίτημα είναι ελλιπείς, την πρώτη εργάσιμη ημέρα μετά την παραλαβή των ολοκληρωμένων πληροφοριών.

Οι προθεσμίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο μπορούν να παραταθούν από την Επιτροπή με τη σύμφωνη γνώμη του κράτους μέλους ή του αναθέτοντος φορέα που υπέβαλε το αίτημα.

2.

Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή τον ενδιαφερόμενο αναθέτοντα φορέα ή από την ανεξάρτητη εθνική αρχή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ή από οποιαδήποτε άλλη αρμόδια εθνική αρχή να παράσχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες ή να συμπληρώσει ή να διευκρινίσει τις πληροφορίες που υποβάλλονται εντός κατάλληλης προθεσμίας. Σε περίπτωση καθυστερημένων ή ημιτελών απαντήσεων, οι προθεσμίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 αναστέλλονται για την περίοδο από τη λήξη της προθεσμίας που ορίζεται στο αίτημα για την υποβολή πληροφοριών έως την παραλαβή των ολοκληρωμένων και ορθών πληροφοριών.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΠΑΡΑΛΑΒΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ, ΤΩΝ ΑΙΤΗΣΕΩΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ, ΤΩΝ ΑΙΤΗΣΕΩΝ ΠΡΟΕΠΙΛΟΓΗΣ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ ΣΤΟΥΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥΣ

Τα εργαλεία και τα συστήματα ηλεκτρονικής παραλαβής προσφορών, αιτήσεων συμμετοχής, καθώς και σχεδίων και μελετών πρέπει κατ’ ελάχιστο όριο να διασφαλίζουν, με τεχνικά μέσα και κατάλληλες διαδικασίες, ότι:

α)

μπορεί να καθορίζεται με ακρίβεια η ώρα και η ημερομηνία της παραλαβής των προσφορών, αιτήσεων συμμετοχής, αιτήσεων προεπιλογής καθώς και σχεδίων και μελετών·

β)

μπορεί να εξασφαλίζεται ευλόγως ότι κανείς δεν θα έχει πρόσβαση πριν από τις καθορισμένες ημερομηνίες στις πληροφορίες που διαβιβάζονται δυνάμει των ως άνω απαιτήσεων·

γ)

μόνον τα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα μπορούν να καθορίζουν ή να τροποποιούν τις ημερομηνίες αποσφράγισης των παραληφθεισών πληροφοριών·

δ)

στις διάφορες φάσεις της διαδικασίας προεπιλογής, της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης ή ανάθεσης του διαγωνισμού, η πρόσβαση στο σύνολο ή σε μέρος των υποβαλλομένων πληροφοριών είναι δυνατή μόνον από δεόντως εξουσιοδοτημένα πρόσωπα·

ε)

η παροχή πρόσβασης στις διαβιβαζόμενες πληροφορίες είναι δυνατή μόνο από εξουσιοδοτημένα πρόσωπα και μόνον μετά την προκαθορισμένη ημερομηνία·

στ)

στις πληροφορίες που παρελήφθησαν και αποσφραγίσθηκαν κατ’ εφαρμογή των εν λόγω απαιτήσεων έχουν πρόσβαση μόνον τα πρόσωπα τα εξουσιοδοτημένα να λάβουν γνώση,

ζ)

σε περίπτωση παραβίασης ή απόπειρας παραβίασης των απαγορεύσεων ή των όρων πρόσβασης που αναφέρονται στα στοιχεία β) έως στ), μπορεί να εξασφαλίζεται ευλόγως ότι οι παραβιάσεις ή οι απόπειρες παραβίασης είναι σαφώς ανιχνεύσιμες.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΜΕΡΟΣ Α

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 67)

I.   Πληροφορίες που πρέπει να περιλαμβάνονται σε κάθε περίπτωση

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κύρια ασκούμενη δραστηριότητα.

3.

α)

Για τις συμβάσεις προμηθειών: είδος και ποσότητα ή αξία των παροχών ή των προς προμήθεια ειδών (κωδικοί CPV).

β)

Για τις συμβάσεις έργων: φύση και έκταση των παροχών, βασικά χαρακτηριστικά του έργου ή των τμημάτων που το απαρτίζουν (κωδικοί CPV).

γ)

Για τις συμβάσεις υπηρεσιών: υπολογιζόμενο συνολικό ποσό των αγορών σε καθεμία από τις προβλεπόμενες κατηγορίες υπηρεσιών (κωδικοί CPV).

4.

Ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης ή αποστολής της γνωστοποίησης της δημοσίευσης της παρούσας προκήρυξης για το «προφίλ αγοραστή».

5.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.

II.   Πρόσθετες πληροφορίες που παρέχονται όταν η γνωστοποίηση χρησιμοποιείται ως μέσον έναρξης διαγωνισμού ή που δικαιολογεί σύντμηση της προθεσμίας υποβολής υποψηφιότητας ή προσφοράς (άρθρο 67 παράγραφος 2)

6.

Μνεία του γεγονότος ότι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς πρέπει να εκδηλώνουν στον φορέα το ενδιαφέρον τους για την ή τις συμβάσεις.

7.

Ηλεκτρονική ή διαδικτυακή διεύθυνση στην οποία θα υπάρχει ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν πρόσβαση στα έγγραφα της προμήθειας.

Όταν δεν διατίθεται ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν πρόσβαση για τους λόγους που εκτίθενται στο άρθρο 73 παράγραφος 1 τρίτο και τέταρτο εδάφιο, παρατίθενται στοιχεία για τον τρόπο αξιολόγησης των εγγράφων της προμήθειας.

8.

Διευκρίνιση, ενδεχομένως, ότι πρόκειται για σύμβαση που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεσθεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης.

9.

Προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων για την πρόσκληση υποβολής προσφορών ή διαπραγμάτευσης.

10.

Είδος και ποσότητα των προς παράδοση προϊόντων ή γενικά χαρακτηριστικά του έργου ή κατηγορία της υπηρεσίας και περιγραφή. Αναφέρατε, ενδεχομένως, εάν πρόκειται για συμφωνία-πλαίσιο. Να αναφέρονται επίσης οποιαδήποτε δικαιώματα προαιρέσεως για περαιτέρω ανάθεση συμβάσεων και η προσωρινή προθεσμία η οποία τάσσεται για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων καθώς και ο αριθμός των τυχόν παρατάσεων. Σε περίπτωση σειράς συμβάσεων προς ανάθεση ή συμβάσεων που πρόκειται να ανανεωθούν, να αναφέρεται επίσης το προσωρινό χρονοδιάγραμμα των προσεχών προκηρύξεων διαγωνισμού. Αναφέρατε κατά πόσον πρόκειται για αγορά, χρηματοδοτική μίσθωση, μίσθωση ή μίσθωση-πώληση ή και για συνδυασμό αυτών.

11.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση προμηθειών και υπηρεσιών· εάν η σύμβαση υποδιαιρείται σε τμήματα, οι σχετικές πληροφορίες παρέχονται για κάθε τμήμα.

12.

Προθεσμία παράδοσης ή εκτέλεσης ή διάρκεια της σύμβασης υπηρεσιών και, ει δυνατόν, προθεσμία έναρξης.

13.

Διεύθυνση στην οποία οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις πρέπει να εκδηλώνουν το ενδιαφέρον τους γραπτώς.

14.

Τελική ημερομηνία παραλαβής εκδηλώσεων ενδιαφέροντος.

15.

Γλώσσα ή γλώσσες στις οποίες πρέπει να συντάσσονται οι υποψηφιότητες ή προσφορές.

16.

Όροι οικονομικού και τεχνικού χαρακτήρα και οικονομικές και τεχνικές εγγυήσεις που πρέπει να πληροί εκείνος στον οποίον ανατίθεται η σύμβαση.

17.

α)

Προσωρινή ημερομηνία, εφόσον είναι γνωστή, της έναρξης της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης ή των συμβάσεων.

β)

Είδος της διαδικασίας ανάθεσης (κλειστές διαδικασίες, με χρήση ή μη δυναμικού συστήματος αγορών, ή ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση).

18.

Κατά περίπτωση, ειδικοί όροι στους οποίους υπόκειται η εκτέλεση της σύμβασης ή των συμβάσεων.

19.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση του αν:

α)

απαιτείται/γίνεται δεκτή η ηλεκτρονική υποβολή προσφορών ή αιτήσεων συμμετοχής·

β)

θα χρησιμοποιηθούν ηλεκτρονικές παραγγελίες·

γ)

θα χρησιμοποιηθεί ηλεκτρονική τιμολόγηση·

δ)

θα γίνουν δεκτές ηλεκτρονικές πληρωμές.

20.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Διευκρινίσεις όσον αφορά τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, εν ανάγκη, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμοί τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας (φαξ) και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία είναι δυνατόν να λαμβάνονται οι πληροφορίες αυτές.

21.

Εάν είναι γνωστά, τα κριτήρια τα προβλεπόμενα στο άρθρο 82, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για την ανάθεση της σύμβασης. Πλην των περιπτώσεων κατά τις οποίες η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βρίσκεται μόνο κριτήριο την τιμή. τα κριτήρια που συνιστούν την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά καθώς και η στάθμιση των κριτηρίων αυτών ή, ενδεχομένως, η σειρά σπουδαιότητας των κριτηρίων αυτών αναφέρονται, εφόσον δεν περιλαμβάνονται στις προδιαγραφές ή δεν περιλαμβάνονται ούτε στην πρόσκληση για επιβεβαίωση ενδιαφέροντος που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 2 στοιχείο β) ούτε στην πρόσκληση για υποβολή προσφορών ή για διαπραγμάτευση.

ΜΕΡΟΣ Β

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΗΣ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗΣ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗΣ ΓΙΑ «ΠΡΟΦΙΛ ΑΓΟΡΑΣΤΗ» ΠΟΥ ΔΕΝ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΩΣ ΜΕΣΟ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗΣ ΣΕ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κύρια ασκούμενη δραστηριότητα.

3.

Κωδικοί CVP.

4.

Διεύθυνση του «προφίλ αγοραστή» στο διαδίκτυο (URL).

5.

Ημερομηνία αποστολής της ειδοποίησης με την οποία ανακοινώνεται η δημοσίευση της προκαταρκτικής προκήρυξης στο «προφίλ αγοραστή».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΤΙΘΕΝΤΑΙ ΣΤΑ ΕΓΓΡΑΦΑ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΓΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥΣ (ΑΡΘΡΟ 53 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4)

Εάν οι αναθέτοντες φορείς έχουν αποφασίσει να διεξαγάγουν ηλεκτρονικό πλειστηριασμό περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής στοιχεία στα έγγραφα για την προμήθεια:

α)

τα στοιχεία, οι αξίες των οποίων θα αποτελέσουν αντικείμενο του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, εφόσον τα εν λόγω στοιχεία είναι προσδιορίσιμα ποσοτικώς κατά τρόπον ώστε να εκφράζονται σε αριθμούς ή ποσοστά·

β)

τα ενδεχόμενα όρια των αξιών που μπορούν να υποβάλλονται, όπως αυτά προκύπτουν από τις προδιαγραφές του αντικειμένου της σύμβασης·

γ)

τις πληροφορίες που τίθενται στη διάθεση των προσφερόντων στη διάρκεια του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού και, ενδεχομένως, τη χρονική στιγμή που τίθενται στη διάθεσή τους·

δ)

τις κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τη διεξαγωγή του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού·

ε)

τους όρους υπό τους οποίους οι προσφέροντες μπορούν να υποβάλουν τις προσφορές τους, ιδίως τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις οι οποίες, ενδεχομένως, απαιτούνται για την υποβολή προσφορών·

στ)

τις κατάλληλες πληροφορίες για το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό σύστημα και για τον τρόπο και τις τεχνικές προδιαγραφές της σύνδεσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΟΡΙΣΜΟΣ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοείται ως,

1.

«τεχνική προδιαγραφή» ένα από τα ακόλουθα:

α)

όταν πρόκειται για συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών: η προδιαγραφή που περιέχεται σε έγγραφο το οποίο προσδιορίζει τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας, όπως τα επίπεδα ποιότητας, τα επίπεδα της περιβαλλοντικής και κλιματικής επίδοσης, ο σχεδιασμός για όλες τις χρήσεις (συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας πρόσβασης για τα άτομα με αναπηρίες), και η αξιολόγηση της συμμόρφωσης, της καταλληλότητας, της χρήσης του προϊόντος, της ασφάλειας ή των διαστάσεών του, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων που ισχύουν για το προϊόν όσον αφορά την ονομασία πώλησης, την ορολογία, τα σύμβολα, τις δοκιμές και μεθόδους δοκιμών, τη συσκευασία, τη σήμανση και την επίθεση ετικετών, τις οδηγίες για τους χρήστες, τις διαδικασίες και μεθόδους παραγωγής σε οποιοδήποτε στάδιο του κύκλου ζωής της προμήθειας ή της υπηρεσίας, καθώς και τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

όταν πρόκειται για συμβάσεις έργων: όλες οι τεχνικές απαιτήσεις που περιέχονται ιδίως στις συγγραφές υποχρεώσεων και καθορίζουν τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά ενός υλικού, ενός προϊόντος ή μιας προμήθειας ειδών, και οι οποίες επιτρέπουν τον αντικειμενικό προσδιορισμό αυτών, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στη χρήση για την οποία προορίζονται από τον αναθέτοντα φορέα· τα χαρακτηριστικά αυτά περιλαμβάνουν τα επίπεδα περιβαλλοντικής και κλιματικής επίδοσης, τον σχεδιασμό για όλες τις απαιτήσεις (συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας πρόσβασης ατόμων με αναπηρίες) και την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, την επίδοση, την ασφάλεια ή τις διαστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών σχετικά με τη διασφάλιση της ποιότητας, την ορολογία, τα σύμβολα, τις δοκιμές και τις μεθόδους δοκιμών, τη συσκευασία, τη σήμανση και την επίθεση ετικετών, τις οδηγίες χρήσης καθώς και τις διαδικασίες και μεθόδους παραγωγής σε κάθε στάδιο του κύκλου ζωής των έργων· τα χαρακτηριστικά αυτά περιλαμβάνουν επίσης τους κανόνες μελέτης και υπολογισμού των έργων, τους όρους δοκιμής, ελέγχου και παραλαβής των έργων καθώς και τις κατασκευαστικές τεχνικές ή μεθόδους και κάθε άλλο όρο τεχνικού χαρακτήρα που ο αναθέτων φορέας είναι σε θέση να καθορίσει, μέσω γενικών ή ειδικών κανονιστικών διατάξεων, σχετικά με τα ολοκληρωμένα έργα καθώς και με τα υλικά ή τα στοιχεία που συνιστούν τα έργα αυτά·

2.

«πρότυπο»: η τεχνική προδιαγραφή που έχει εγκριθεί από αναγνωρισμένο οργανισμό τυποποίησης, για επαναλαμβανόμενη ή διαρκή εφαρμογή, της οποίας όμως η τήρηση δεν είναι υποχρεωτική και η οποία εμπίπτει σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:

α)   «διεθνές πρότυπο»: πρότυπο που έχει εγκριθεί από διεθνή οργανισμό τυποποίησης και έχει τεθεί στη διάθεση του κοινού·

β)   «ευρωπαϊκό πρότυπο»: πρότυπο εγκεκριμένο από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης που έχει τεθεί στη διάθεση του κοινού·

γ)   «εθνικό πρότυπο»: πρότυπο που έχει εκδοθεί από εθνικό οργανισμό τυποποίησης και έχει τεθεί στη διάθεση του κοινού·

3.

«ευρωπαϊκή τεχνική αξιολόγηση»: η τεκμηριωμένη αξιολόγηση των επιδόσεων ενός δομικού προϊόντος, σε συνάρτηση με τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του, σύμφωνα προς το αντίστοιχο έγγραφο ευρωπαϊκής αξιολόγησης, όπως ορίζεται στο σημείο 12 του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 305/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1)·

4.

«κοινή τεχνική προδιαγραφή»: η τεχνική προδιαγραφή στον τομέα ΤΠΕ που έχει εκπονηθεί σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14 του κανονισμού (ΕΕ) 1025/2012·

5.

«τεχνικό πλαίσιο αναφοράς»: κάθε παραδοτέο το οποίο εκπονείται από τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, πλην των ευρωπαϊκών προτύπων, σύμφωνα με διαδικασίες προσαρμοσμένες στην εξέλιξη των αναγκών της αγοράς.


(1)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 305/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2011, για τη θέσπιση εναρμονισμένων όρων εμπορίας προϊόντων του τομέα των δομικών κατασκευών και για την κατάργηση της οδηγίας 89/106/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 88 της 4.4.2011, σ. 5).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

1.   Δημοσίευση γνωστοποιήσεων

Οι διακηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 67, 68, 69, 70, 92 και 96 πρέπει να αποστέλλονται από τους αναθέτοντες φορείς στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να δημοσιεύονται σύμφωνα με τους ακόλουθους κανόνες:

α)

Οι διακηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 67, 68, 69, 70, 92 και 96 δημοσιεύονται μέσω της Υπηρεσίας Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από τους αναθέτοντες φορείς στην περίπτωση περιοδικών ενδεικτικών διακηρύξεων που δημοσιεύονται για το «προφίλ αγοραστή», σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 1.

Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται επιπλέον να δημοσιεύουν τις πληροφορίες αυτές μέσω του διαδικτύου στο σημείο «προφίλ αγοραστή», όπως προβλέπεται στο σημείο 2 στοιχείο β) κατωτέρω.

β)

Η Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης χορηγεί στον αναθέτοντα φορέα τη βεβαίωση της δημοσίευσης των πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 71 παράγραφος 5.

2.   Δημοσίευση συμπληρωματικών ή πρόσθετων πληροφοριών

α)

Εκτός και εάν προβλέπεται διαφορετικά στο τρίτο και τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 73, οι αναθέτοντες φορείς δημοσιεύουν στο διαδίκτυο το πλήρες κείμενο των εγγράφων της προμήθειας.

β)

Το προφίλ αγοραστή μπορεί να περιλαμβάνει στις περιοδικές ενδεικτικές διακηρύξεις που αναφέρονται στο άρθρο 67 παράγραφος 1, πληροφορίες για τις τρέχουσες προκηρύξεις, τις προγραμματιζόμενες αγορές, τις συμβάσεις που έχουν συναφθεί, τις διαδικασίες που έχουν ακυρωθεί, καθώς και κάθε άλλη χρήσιμη γενική πληροφορία, όπως αρμόδιο επικοινωνίας, αριθμό τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας, ταχυδρομική διεύθυνση και ηλεκτρονική διεύθυνση. Το «προφίλ αγοραστή» μπορεί επίσης να περιοδικές ενδεικτικές γνωστοποιήσεις που χρησιμοποιούνται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού, και δημοσιεύονται σε εθνικό επίπεδο δυνάμει του άρθρου 72.

3.   Μορφή και λεπτομέρειες της ηλεκτρονικής διαβίβασης διακηρύξεων

Η μορφή και οι λεπτομέρειες διαβίβασης των διακηρύξεων με ηλεκτρονικά μέσα που έχουν θεσπιστεί από την Επιτροπή είναι διαθέσιμες στην ακόλουθη διεύθυνση διαδικτύου «http://simap.eu.int».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΡΟΕΠΙΛΟΓΗΣ

[όπως αναφέρεται στο άρθρο 44 παράγραφος 4 στοιχείο β) και στο άρθρο 68]

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κύρια ασκούμενη δραστηριότητα.

3.

Διευκρίνιση, ενδεχομένως, ότι πρόκειται για σύμβαση που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεσθεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης.

4.

Σκοπός του συστήματος προεπιλογής (περιγραφή των προϊόντων, υπηρεσιών ή έργων ή κατηγοριών αυτών, τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο συμβάσεων μέσω του συστήματος – κωδικοί CPV). Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση προμηθειών και υπηρεσιών.

5.

Όροι που πρέπει να πληρούν οι οικονομικοί φορείς για την προεπιλογή τους βάσει του συστήματος και μέθοδοι σύμφωνα με τις οποίες ελέγχεται η τήρηση των προϋποθέσεων αυτών. Στις περιπτώσεις όπου η περιγραφή των εν λόγω όρων και μεθόδων ελέγχου είναι εκτενής και βασίζεται σε έγγραφα, στα οποία έχουν πρόσβαση οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς, αρκεί περιληπτική αναφορά των κυριότερων προϋποθέσεων και μεθόδων καθώς και παραπομπή στα σχετικά έγγραφα.

6.

Χρονικό διάστημα για το οποίο ισχύει το σύστημα προεπιλογής και διατυπώσεις για την ανανέωσή του.

7.

Μνεία του γεγονότος ότι η προκήρυξη χρησιμοποιείται ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού.

8.

Διεύθυνση όπου μπορούν να ζητούνται περαιτέρω πληροφορίες και τεκμηρίωση σχετικά με το σύστημα προεπιλογής (αν είναι διαφορετική από αυτή που αναφέρεται στο σημείο 1).

9.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Διευκρινίσεις όσον αφορά τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, εν ανάγκη, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμοί τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας (φαξ) και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία είναι δυνατόν να λαμβάνονται οι πληροφορίες αυτές.

10.

Εάν είναι γνωστά, τα κριτήρια τα προβλεπόμενα στο άρθρο 82, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για την ανάθεση της σύμβασης. Εκτός από την περίπτωση κατά την οποία η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βρίσκεται μόνο με βάση την τιμή, τα κριτήρια που συνιστούν την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά καθώς και η στάθμιση των κριτηρίων αυτών ή, ενδεχομένως, η σειρά σπουδαιότητας των κριτηρίων αυτών αναφέρονται, εφόσον δεν περιλαμβάνονται στις προδιαγραφές ή δεν περιλαμβάνονται στην πρόσκληση για υποβολή προσφορών ή για διαπραγμάτευση.

11.

Εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση του αν:

α)

απαιτείται/γίνεται δεκτή η ηλεκτρονική υποβολή προσφορών ή αιτήσεων συμμετοχής·

β)

θα χρησιμοποιηθούν ηλεκτρονικές παραγγελίες·

γ)

θα χρησιμοποιηθεί ηλεκτρονική τιμολόγηση·

δ)

θα γίνουν δεκτές ηλεκτρονικές πληρωμές.

12.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΠΡΟΚΗΡΥΞΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 69)

A.   ΑΝΟΙΚΤΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κύρια ασκούμενη δραστηριότητα.

3.

Διευκρίνιση, ενδεχομένως, ότι πρόκειται για σύμβαση που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεσθεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης.

4.

Φύση της σύμβασης (προμήθειες, έργα ή υπηρεσίες· να αναφέρεται, κατά περίπτωση, εάν πρόκειται για συμφωνία-πλαίσιο ή για δυναμικό σύστημα αγορών), περιγραφή (κωδικοί CPV. Κατά περίπτωση, να αναφέρεται κατά πόσον η υποβολή προσφορών ζητείται για αγορά, χρηματοδοτική μίσθωση, μίσθωση ή μίσθωση-πώληση ή για συνδυασμό αυτών.

5.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση προμηθειών και υπηρεσιών.

6.

Για τις προμήθειες και τα έργα:

α)

Είδος και ποσότητα των προς παράδοση προϊόντων (κωδικοί CPV). Να αναφέρονται ιδίως οποιαδήποτε δικαιώματα προαιρέσεως για περαιτέρω ανάθεση συμβάσεων και, ει δυνατόν, η προσωρινή προθεσμία, η οποία τάσσεται για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων προαιρέσεως καθώς και ο αριθμός των τυχόν παρατάσεων. Σε περίπτωση σειράς συμβάσεων προς ανάθεση ή συμβάσεων που πρόκειται να ανανεωθούν, να αναφέρονται επίσης, ει δυνατόν, το προσωρινό χρονοδιάγραμμα των προσεχών προκηρύξεων διαγωνισμού για τα ζητούμενα προϊόντα ή το είδος και η έκταση των υπηρεσιών και τα γενικά χαρακτηριστικά του έργου (κωδικοί CPV).

β)

Αναφορά της δυνατότητας ή μη των προμηθευτών να υποβάλουν προσφορά για μερική και/ή για όλα τα ζητούμενα προϊόντα.

Εάν, όσον αφορά τις συμβάσεις έργων, το έργο ή η σύμβαση υποδιαιρείται σε τμήματα, αναφορά των τμημάτων κατά τάξη μεγέθους και της δυνατότητας υποβολής προσφορών για ένα, περισσότερα ή και για όλα τα τμήματα.

γ)

Για τις συμβάσεις έργων: πληροφορίες για το στόχο του έργου ή της σύμβασης, στην περίπτωση που αυτή αφορά και την εκπόνηση μελετών.

7.

Για τις υπηρεσίες:

α)

Είδος και ποσότητα των προϊόντων που θα παρασχεθούν. Να αναφέρονται ιδίως οποιαδήποτε δικαιώματα προαιρέσεως για περαιτέρω ανάθεση συμβάσεων και, ει δυνατόν, η προσωρινή προθεσμία η οποία τάσσεται για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων προαιρέσεως καθώς και ο αριθμός των τυχόν παρατάσεων. Σε περίπτωση σειράς συμβάσεων προς ανάθεση ή συμβάσεων που πρόκειται να ανανεωθούν, να αναφέρεται επίσης, ει δυνατόν, το προσωρινό χρονοδιάγραμμα των προσεχών προκηρύξεων διαγωνισμού για τις ζητούμενες υπηρεσίες.

β)

Διευκρινίζεται κατά πόσον η εκτέλεση της υπηρεσίας παραχωρείται, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, σε μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία.

γ)

Μνεία των σχετικών νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων.

δ)

Διευκρινίζεται αν τα νομικά πρόσωπα είναι υποχρεωμένα να δηλώσουν τα ονόματα και τα επαγγελματικά προσόντα του προσωπικού που θα είναι επιφορτισμένο με την εκτέλεση της υπηρεσίας.

ε)

Διευκρινίζεται κατά πόσον οι πάροχοι των υπηρεσιών μπορούν να υποβάλλουν προσφορά για μέρος των ζητούμενων υπηρεσιών.

8.

Εάν είναι γνωστό, διευκρινίζεται το αν η υποβολή της (των) εναλλακτικής(-ών) προσφοράς(-ών) επιτρέπεται ή όχι.

9.

Προθεσμία παράδοσης ή εκτέλεσης ή διάρκεια της σύμβασης υπηρεσιών και, ει δυνατόν, προθεσμία έναρξης.

10.

Ηλεκτρονική διεύθυνση ή διεύθυνση διαδικτύου στην οποία θα υπάρχει ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν πρόσβαση στα έγγραφα της προμήθειας.

Όταν δεν διατίθεται ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν πρόσβαση για τους λόγους που εκτίθενται στο άρθρο 73 παράγραφος 1 τρίτο και τέταρτο εδάφιο, παρατίθενται στοιχεία για τον τρόπο αξιολόγησης των εγγράφων της προμήθειας.

11.

α)

Καταληκτική ημερομηνία για την παραλαβή των προσφορών ή των ενδεικτικών προσφορών στην περίπτωση υλοποίησης δυναμικού συστήματος αγοράς.

β)

Διεύθυνση στην οποία διαβιβάζονται.

γ)

Γλώσσα ή γλώσσες στις οποίες συντάσσονται.

12.

α)

Κατά περίπτωση, πρόσωπα που επιτρέπεται να παρίστανται στην αποσφράγιση των προσφορών.

β)

Ημερομηνία, ώρα και τόπος αποσφράγισης των προσφορών.

13.

Ενδεχομένως, απαιτούμενες εγγυήσεις.

14.

Βασικοί όροι χρηματοδότησης και πληρωμής και/ή παραπομπές στις σχετικές κανονιστικές διατάξεις.

15.

Κατά περίπτωση, νομική μορφή την οποία θα πρέπει να περιβληθεί η κοινοπραξία οικονομικών φορέων, εφόσον της ανατεθεί η σύμβαση.

16.

Ελάχιστοι όροι οικονομικού και τεχνικού χαρακτήρα που πρέπει να πληροί ο οικονομικός φορέας στον οποίο ανατίθεται η σύμβαση.

17.

Χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο προσφέρων δεσμεύεται από την προσφορά του.

18.

Κατά περίπτωση, ειδικοί όροι στους οποίους υπόκειται η εκτέλεση της σύμβασης ή των συμβάσεων.

19.

Κριτήρια, προβλεπόμενα στο άρθρο 82, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για την ανάθεση της σύμβασης. Εκτός από την περίπτωση κατά την οποία η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βρίσκεται μόνο με βάση την τιμή, τα κριτήρια που συνιστούν την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά καθώς και η στάθμιση των κριτηρίων αυτών ή, ενδεχομένως, η σειρά σπουδαιότητας των κριτηρίων αυτών επισημαίνονται, εφόσον δεν περιλαμβάνονται στις προδιαγραφές.

20.

Κατά περίπτωση, ημερομηνία ή ημερομηνίες και παραπομπή ή παραπομπές στη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης ή της αποστολής της γνωστοποίησης της δημοσίευσης της παρούσας προκήρυξης για το «προφίλ αγοραστή» στην οποία αναφέρεται η σύμβαση.

21.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Διευκρινίσεις όσον αφορά τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, εν ανάγκη, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμοί τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας (φαξ) και ηλεκτρονική διεύθυνση του τμήματος από το οποίο δυνατόν να λαμβάνονται οι πληροφορίες αυτές.

22.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης από τον αναθέτοντα φορέα.

23.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.

B.   ΚΛΕΙΣΤΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κύρια ασκούμενη δραστηριότητα.

3.

Διευκρίνιση, ενδεχομένως, ότι πρόκειται για σύμβαση που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεσθεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης.

4.

Φύση της σύμβασης (προμήθειες, έργα ή υπηρεσίες· αναφέρατε, κατά περίπτωση, εάν πρόκειται για συμφωνία-πλαίσιο), περιγραφή (κωδικοί CPV). Κατά περίπτωση, να αναφέρεται κατά πόσον η υποβολή προσφορών ζητείται για αγορά, χρηματοδοτική μίσθωση, μίσθωση ή μίσθωση-πώληση ή για συνδυασμό αυτών.

5.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση προμηθειών και υπηρεσιών.

6.

Για τις προμήθειες και τα έργα:

α)

Είδος και ποσότητα των προς παράδοση προϊόντων (κωδικοί CPV). Να αναφέρονται ιδίως οποιαδήποτε δικαιώματα προαιρέσεως για περαιτέρω ανάθεση συμβάσεων και, ει δυνατόν, η προσωρινή προθεσμία, η οποία τάσσεται για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων προαιρέσεως καθώς και ο αριθμός των τυχόν παρατάσεων. Σε περίπτωση σειράς συμβάσεων προς ανάθεση ή συμβάσεων που πρόκειται να ανανεωθούν, να αναφέρονται επίσης, ει δυνατόν, το προσωρινό χρονοδιάγραμμα των προσεχών προκηρύξεων διαγωνισμού για τα ζητούμενα προϊόντα ή το είδος και η έκταση των υπηρεσιών και τα γενικά χαρακτηριστικά του έργου (κωδικοί CPV).

β)

Αναφορά της δυνατότητας ή μη των προμηθευτών να υποβάλουν προσφορά για μερικά και/ή για όλα τα ζητούμενα προϊόντα.

Εάν, όσον αφορά τις συμβάσεις έργων, το έργο ή η σύμβαση υποδιαιρείται σε τμήματα, αναφορά των τμημάτων κατά τάξη μεγέθους και της δυνατότητας υποβολής προσφορών για ένα, περισσότερα ή και για όλα τα τμήματα.

γ)

Πληροφορίες για το στόχο του έργου ή της σύμβασης, στην περίπτωση που αυτή αφορά και την εκπόνηση μελετών.

7.

Για τις υπηρεσίες:

α)

Είδος και ποσότητα των προϊόντων που θα παρασχεθούν. Να αναφέρονται ιδίως οποιαδήποτε δικαιώματα προαιρέσεως για περαιτέρω ανάθεση συμβάσεων και, ει δυνατόν, η προσωρινή προθεσμία η οποία τάσσεται για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων προαιρέσεως καθώς και ο αριθμός των τυχόν παρατάσεων. Σε περίπτωση σειράς συμβάσεων προς ανάθεση ή συμβάσεων που πρόκειται να ανανεωθούν, να αναφέρεται επίσης, ει δυνατόν, το προσωρινό χρονοδιάγραμμα των προσεχών προκηρύξεων διαγωνισμού για τις ζητούμενες υπηρεσίες.

β)

Διευκρινίζεται κατά πόσον η εκτέλεση της υπηρεσίας παραχωρείται, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, σε μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία.

γ)

Μνεία των σχετικών νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων.

δ)

Διευκρινίζεται αν τα νομικά πρόσωπα είναι υποχρεωμένα να δηλώσουν τα ονόματα και τα επαγγελματικά προσόντα του προσωπικού που θα είναι επιφορτισμένο με την εκτέλεση της υπηρεσίας.

ε)

Διευκρινίζεται κατά πόσον οι πάροχοι των υπηρεσιών μπορούν να υποβάλλουν προσφορά για μέρος των ζητούμενων υπηρεσιών.

8.

Εάν είναι γνωστό, διευκρινίζεται το αν η υποβολή της (των) εναλλακτικής(-ών) προσφοράς(-ών) επιτρέπεται ή όχι.

9.

Προθεσμία παράδοσης ή εκτέλεσης ή διάρκεια της σύμβασης και, ει δυνατόν, προθεσμία έναρξης.

10.

Κατά περίπτωση, νομική μορφή την οποία θα πρέπει να περιβληθεί η κοινοπραξία οικονομικών φορέων, εφόσον της ανατεθεί η σύμβαση.

11.

α)

Καταληκτική ημερομηνία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής.

β)

Διεύθυνση στην οποία διαβιβάζονται.

γ)

Γλώσσα ή γλώσσες στις οποίες συντάσσονται.

12.

Καταληκτική ημερομηνία για την αποστολή των προσκλήσεων υποβολής των προσφορών.

13.

Ενδεχομένως, απαιτούμενες εγγυήσεις.

14.

Βασικοί όροι χρηματοδότησης και πληρωμής και/ή παραπομπές στις σχετικές κανονιστικές διατάξεις.

15.

Πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση του οικονομικού φορέα και ελάχιστοι όροι οικονομικού και τεχνικού χαρακτήρα που πρέπει αυτός να πληροί.

16.

Κριτήρια, προβλεπόμενα στο άρθρο 82, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για την ανάθεση της σύμβασης. Εκτός από την περίπτωση κατά την οποία η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βρίσκεται μόνο με βάση την τιμή, τα κριτήρια που συνιστούν την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά καθώς και η στάθμιση των κριτηρίων αυτών ή, ενδεχομένως, η σειρά σπουδαιότητας των κριτηρίων αυτών επισημαίνονται, εφόσον δεν περιλαμβάνονται στις προδιαγραφές ή δεν επισημαίνονται στην πρόσκληση για υποβολή προσφορών.

17.

Κατά περίπτωση, ειδικοί όροι στους οποίους υπόκειται η εκτέλεση της σύμβασης ή των συμβάσεων.

18.

Κατά περίπτωση, ημερομηνία ή ημερομηνίες και παραπομπή ή παραπομπές στη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης ή της αποστολής της γνωστοποίησης της δημοσίευσης της παρούσας προκήρυξης για το «προφίλ αγοραστή» στην οποία αναφέρεται η σύμβαση.

19.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Διευκρινίσεις όσον αφορά τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, εν ανάγκη, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμοί τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας (φαξ) και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία είναι δυνατόν να λαμβάνονται οι πληροφορίες αυτές.

20.

Ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης από τους αναθέτοντες φορείς.

21.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.

Γ.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΜΕ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κύρια ασκούμενη δραστηριότητα.

3.

Διευκρίνιση, ενδεχομένως, ότι πρόκειται για σύμβαση που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεσθεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης.

4.

Φύση της σύμβασης (προμήθειες, έργα ή υπηρεσίες· αναφέρατε, κατά περίπτωση, εάν πρόκειται για συμφωνία-πλαίσιο), περιγραφή (κωδικοί CPV). Κατά περίπτωση, να αναφέρεται κατά πόσον η υποβολή προσφορών ζητείται για αγορά, χρηματοδοτική μίσθωση, μίσθωση ή μίσθωση-πώληση ή για συνδυασμό αυτών.

5.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση προμηθειών και υπηρεσιών.

6.

Για τις προμήθειες και τα έργα:

α)

Είδος και ποσότητα των προς παράδοση προϊόντων (κωδικοί CPV). Να αναφέρονται ιδίως οποιαδήποτε δικαιώματα προαιρέσεως για περαιτέρω ανάθεση συμβάσεων και, ει δυνατόν, η προσωρινή προθεσμία, η οποία τάσσεται για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων προαιρέσεως καθώς και ο αριθμός των τυχόν παρατάσεων. Σε περίπτωση σειράς συμβάσεων προς ανάθεση ή συμβάσεων που πρόκειται να ανανεωθούν, να αναφέρονται επίσης, ει δυνατόν, το προσωρινό χρονοδιάγραμμα των προσεχών προκηρύξεων διαγωνισμού για τα ζητούμενα προϊόντα ή το είδος και η έκταση των υπηρεσιών και τα γενικά χαρακτηριστικά του έργου (κωδικοί CPV).

β)

Αναφορά της δυνατότητας ή μη των προμηθευτών να υποβάλουν προσφορά για μερικά και/ή για όλα τα ζητούμενα προϊόντα.

Εάν, όσον αφορά τις συμβάσεις έργων, το έργο ή η σύμβαση υποδιαιρείται σε τμήματα, αναφορά των τμημάτων κατά τάξη μεγέθους και της δυνατότητας υποβολής προσφορών για ένα, περισσότερα ή και για όλα τα τμήματα.

γ)

Για τις συμβάσεις έργων: πληροφορίες για το στόχο του έργου ή της σύμβασης, στην περίπτωση που αυτή αφορά και την εκπόνηση μελετών.

7.

Για τις υπηρεσίες:

α)

Είδος και ποσότητα των υπηρεσιών που θα παρασχεθούν. Να αναφέρονται ιδίως οποιαδήποτε δικαιώματα προαιρέσεως για περαιτέρω ανάθεση συμβάσεων και, ει δυνατόν, η προσωρινή προθεσμία η οποία τάσσεται για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων προαιρέσεως καθώς και ο αριθμός των τυχόν παρατάσεων. Σε περίπτωση σειράς συμβάσεων προς ανάθεση ή συμβάσεων που πρόκειται να ανανεωθούν, να αναφέρεται επίσης, ει δυνατόν, το προσωρινό χρονοδιάγραμμα των προσεχών προκηρύξεων διαγωνισμού για τις ζητούμενες υπηρεσίες.

β)

Διευκρινίζεται κατά πόσον η εκτέλεση της υπηρεσίας παραχωρείται, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, σε μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία.

γ)

Μνεία των σχετικών νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων.

δ)

Διευκρινίζεται αν τα νομικά πρόσωπα είναι υποχρεωμένα να δηλώσουν τα ονόματα και τα επαγγελματικά προσόντα του προσωπικού που θα είναι επιφορτισμένο με την εκτέλεση της υπηρεσίας.

ε)

Διευκρινίζεται κατά πόσον οι πάροχοι των υπηρεσιών μπορούν να υποβάλλουν προσφορά για μέρος των ζητούμενων υπηρεσιών.

8.

Εάν είναι γνωστό, διευκρινίζεται το αν η υποβολή της (των) εναλλακτικής(-ών) προσφοράς(-ών) επιτρέπεται ή όχι.

9.

Προθεσμία παράδοσης ή εκτέλεσης ή διάρκεια της σύμβασης και, ει δυνατόν, προθεσμία έναρξης.

10.

Κατά περίπτωση, νομική μορφή την οποία θα πρέπει να περιβληθεί η κοινοπραξία οικονομικών φορέων, εφόσον της ανατεθεί η σύμβαση.

11.

α)

Καταληκτική ημερομηνία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής.

β)

Διεύθυνση στην οποία διαβιβάζονται.

γ)

Γλώσσα ή γλώσσες στις οποίες συντάσσονται.

12.

Κατά περίπτωση, απαιτούμενες εγγυήσεις.

13.

Βασικοί όροι χρηματοδότησης και πληρωμής και/ή παραπομπές στις σχετικές κανονιστικές διατάξεις.

14.

Πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση του οικονομικού φορέα και ελάχιστοι όροι οικονομικού και τεχνικού χαρακτήρα που πρέπει αυτός να πληροί.

15.

Κριτήρια, προβλεπόμενα στο άρθρο 82, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για την ανάθεση της σύμβασης. Εκτός από την περίπτωση κατά την οποία η πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά βρίσκεται μόνο με κριτήριο την τιμή, τα κριτήρια που συνιστούν την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά καθώς και η στάθμιση των κριτηρίων αυτών ή, ενδεχομένως, η σειρά σπουδαιότητας των κριτηρίων αυτών επισημαίνονται, εφόσον δεν περιλαμβάνονται στις προδιαγραφές ή δεν επισημαίνονται στην πρόσκληση για συμμετοχή σε διαπραγμάτευση.

16.

Κατά περίπτωση, ονόματα και διευθύνσεις των οικονομικών φορέων που έχουν ήδη επιλεγεί από τον αναθέτοντα φορέα.

17.

Κατά περίπτωση, ειδικοί όροι στους οποίους υπόκειται η εκτέλεση της σύμβασης ή των συμβάσεων.

18.

Κατά περίπτωση, ημερομηνία ή ημερομηνίες και παραπομπή ή παραπομπές στη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης ή της αποστολής της γνωστοποίησης της δημοσίευσης της παρούσας προκήρυξης για το «προφίλ αγοραστή» στην οποία αναφέρεται η σύμβαση.

19.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Διευκρινίσεις όσον αφορά τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, εν ανάγκη, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμοί τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας (φαξ) και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία είναι δυνατόν να λαμβάνονται οι πληροφορίες αυτές.

20.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης από τον αναθέτοντα φορέα.

21.

Ενδεχομένως, άλλες σχετικές πληροφορίες.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 70)

I.   Πληροφορίες για τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (1)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κύρια ασκούμενη δραστηριότητα.

3.

Είδος της σύμβασης (προμήθειες, έργα ή υπηρεσίες και κωδικοί CPV· αναφέρατε, κατά περίπτωση, εάν πρόκειται για συμφωνία-πλαίσιο).

4.

Συνοπτική τουλάχιστον περιγραφή του είδους και της ποσότητας των προϊόντων, έργων ή των παρεχομένων υπηρεσιών.

5.

α)

Μορφή της προκήρυξης διαγωνισμού (προκήρυξη για την ύπαρξη διαδικασίας προεπιλογής, περιοδική ενδεικτική προκήρυξης, πρόσκληση υποβολής προσφορών).

β)

Ημερομηνία ή ημερομηνίες και παραπομπή ή παραπομπές στη δημοσίευση της προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

γ)

Εάν πρόκειται για συμβάσεις που συνάπτονται χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, μνεία της σχετικής διάταξης του άρθρου 50.

6.

Διαδικασία σύναψης συμβάσεων (ανοικτή, κλειστή ή με διαπραγμάτευση).

7.

Αριθμός των παραληφθεισών προσφορών, όπου καθορίζεται

α)

ο αριθμός των προσφορών που ελήφθησαν από οικονομικούς φορείς που είναι ΜΜΕ·

β)

ο αριθμός των προσφορών που ελήφθησαν από το εξωτερικό·

γ)

ο αριθμός των προσφορών που ελήφθησαν ηλεκτρονικά.

Σε περίπτωση πολλαπλών αναθέσεων (τμήματα, πολλαπλές συμφωνίες-πλαίσια), οι εν λόγω πληροφορίες παρέχονται για κάθε ανάθεση.

8.

Ημερομηνία της σύναψης της σύμβασης ή των συμβάσεων ή της συμφωνίας ή συμφωνιών- πλαισίου κατόπιν αποφάσεως για την ανάθεση ή τη σύναψή τους.

9.

Αντίτιμο που καταβλήθηκε για αγορές ευκαιρίας σύμφωνα με το άρθρο 50 στοιχείο η).

10.

Για κάθε ανάθεση, επωνυμία, διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναδόχου ή των αναδόχων, συμπεριλαμβανομένων:

α)

πληροφοριών σχετικά με το εάν ο ανάδοχος είναι ΜΜΕ·

β)

πληροφοριών σχετικά με το εάν η σύμβαση ανατέθηκε σε κοινοπραξία.

11.

Αναφέρατε, κατά περίπτωση, εάν η σύμβαση αποτέλεσε ή μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο υπεργολαβίας.

12.

Αντίτιμο που καταβλήθηκε ή αντίτιμο της υψηλότερης και της χαμηλότερης προσφοράς που ελήφθη υπόψη κατά την ανάθεση της σύμβασης.

13.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Διευκρινίσεις όσον αφορά τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, εν ανάγκη, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμοί τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας (φαξ) και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία είναι δυνατόν να λαμβάνονται οι πληροφορίες αυτές.

14.

Προαιρετικές πληροφορίες:

αξία και τμήμα της σύμβασης το οποίο μπορεί να ανατίθεται με υπεργολαβία σε τρίτους,

κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης.

II.   Πληροφορίες που δεν προορίζονται για δημοσίευση

15.

Αριθμός ανατεθεισών συμβάσεων (σε περίπτωση που μια ανάθεση έχει γίνει σε περισσότερους του ενός προμηθευτές).

16.

Αξία κάθε ανατεθείσας σύμβασης.

17.

Χώρα καταγωγής του προϊόντος ή της υπηρεσίας (κοινοτική ή εκτός Κοινότητας και, στη δεύτερη περίπτωση, κατάταξη ανά τρίτη χώρα).

18.

Κριτήριο ανάθεσης που χρησιμοποιείται:

19.

Η σύμβαση ανατέθηκε σε προσφέροντα που είχε υποβάλει εναλλακτική προσφορά, σύμφωνα με το άρθρο 64 παράγραφος 1;

20.

Υπήρξαν προσφορές που δεν επελέγησαν διότι ήταν υπερβολικά χαμηλές σύμφωνα με το άρθρο 84;

21.

Ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης από τον αναθέτοντα φορέα.


(1)  Τα στοιχεία των σημείων 6, 9 και 11 θεωρούνται μη δημοσιεύσιμα εφόσον ο αναθέτων φορέας κρίνει ότι η δημοσίευσή τους θίγει ευαίσθητο εμπορικό συμφέρον.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIII

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΠΡΟΣΚΛΗΣΕΩΝ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΕ ΔΙΑΛΟΓΟ, ΣΕ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ Ή ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 74

1.

Η πρόσκληση υποβολής προσφορών, συμμετοχής σε διάλογο ή διαπραγμάτευσης δυνάμει του άρθρου 74 πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α)

την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας παραλαβής των προσφορών, τη διεύθυνση στην οποία πρέπει να διαβιβασθούν και τη γλώσσα ή τις γλώσσες στις οποίες πρέπει να συνταχθούν·

Ωστόσο, στην περίπτωση συμβάσεων που συνάπτονται μέσω ανταγωνιστικού διαλόγου ή σύμπραξης καινοτομίας, οι εν λόγω πληροφορίες δεν περιλαμβάνονται στην πρόσκληση συμμετοχής σε διαπραγμάτευση αλλά επισημαίνονται στην πρόσκληση υποβολής προσφορών·

β)

στην περίπτωση του ανταγωνιστικού διαλόγου, την ημερομηνία που έχει καθοριστεί και τη διεύθυνση για την έναρξη της φάσης των διαβουλεύσεων, καθώς και τη γλώσσα ή τις γλώσσες που θα χρησιμοποιηθούν·

γ)

παραπομπή σε οποιαδήποτε δημοσιευθείσα προκήρυξη διαγωνισμού·

δ)

τα στοιχεία κάθε προκήρυξης διαγωνισμού που έχει δημοσιευθεί ήδη·

ε)

τα κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης όταν δεν περιλαμβάνονται στην ανακοίνωση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής που χρησιμεύει ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού·

στ)

τη σχετική στάθμιση των κριτηρίων ανάθεσης της σύμβασης ή, ενδεχομένως, τη φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας αυτών των κριτηρίων, σε περίπτωση που δεν περιλαμβάνονται στην προκήρυξη διαγωνισμού, στην ανακοίνωση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής ή στις προδιαγραφές.

2.

Όταν η έναρξη διαγωνισμού πραγματοποιείται με περιοδική ενδεικτική προκήρυξη, οι αναθέτοντες φορείς καλούν εκ των υστέρων όλους τους υποψηφίους να επιβεβαιώσουν το ενδιαφέρον τους βάσει λεπτομερών πληροφοριών σχετικά με την εν λόγω σύμβαση, πριν να αρχίσει η επιλογή των προσφερόντων ή των συμμετεχόντων σε διαπραγμάτευση.

Η πρόσκληση αυτή περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

φύση και ποσότητα, συμπεριλαμβανομένων όλων των δικαιωμάτων προαιρέσεως για συμπληρωματικές συμβάσεις και, ει δυνατόν, την εκτιμώμενη προθεσμία η οποία τάσσεται για την άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων προαιρέσεως· εάν πρόκειται για ανανεώσιμες συμβάσεις, φύση και ποσότητα, και, ει δυνατόν, την κατά προσέγγιση προθεσμία δημοσίευσης μεταγενέστερων διακηρύξεων διαγωνισμών για έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες που προκηρύσσονται·

β)

είδος της διαδικασίας: κλειστή ή με διαπραγμάτευση·

γ)

ενδεχομένως, ημερομηνία έναρξης ή ολοκλήρωσης της παράδοσης των αγαθών, της εκτέλεσης των έργων ή της παροχής των υπηρεσιών·

δ)

όταν δεν μπορεί να παρέχεται ηλεκτρονική πρόσβαση, διεύθυνση και ημερομηνία λήξης της προθεσμίας για την κατάθεση των αιτήσεων των ενδιαφερομένων να λάβουν τα έγγραφα της σύμβασης καθώς και γλώσσα ή γλώσσες στις οποίες πρέπει να συντάσσονται·

ε)

διεύθυνση του αναθέτοντος φορέα·

στ)

όροι οικονομικού και τεχνικού χαρακτήρα, χρηματοοικονομικές εγγυήσεις και πληροφορίες που απαιτούνται από τους οικονομικούς φορείς·

ζ)

είδος της σύμβασης που αποτελεί αντικείμενο της πρόσκλησης υποβολής προσφορών: αγορά, χρηματοδοτική μίσθωση, μίσθωση ή μίσθωση-πώληση ή συνδυασμός των ανωτέρω συμβάσεων· και

η)

κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης και στάθμιση αυτών ή, ενδεχομένως, τα κριτήρια αυτά κατά σειρά σπουδαιότητας, σε περίπτωση που δεν περιλαμβάνονται στην ενδεικτική προκήρυξη ή στις προδιαγραφές ή στην πρόσκληση προς υποβολή προσφορών ή προς διαπραγμάτευση.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIV

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 36 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

Σύμβαση ΔΟΕ 87 περί συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας συνδικαλιστικού δικαιώματος

Σύμβαση ΔΟΕ 98 περί συνδικαλιστικού δικαιώματος και συλλογικών διαπραγματεύσεων

Σύμβαση ΔΟΕ 29 σχετικά με την αναγκαστική εργασία

Σύμβαση ΔΟΕ 105 σχετικά με την κατάργηση της αναγκαστικής εργασίας

Σύμβαση ΔΟΕ 138 για την ελάχιστη ηλικία απασχόλησης

Σύμβαση ΔΟΕ 111 για την εισαγωγή διακρίσεων (εργασία και απασχόληση)

Σύμβαση ΔΟΕ 100 σχετικά με την ίση αμοιβή

Σύμβαση ΔΟΕ 182 σχετικά με τις χειρότερες μορφές παιδικής εργασίας

Σύμβαση της Βιέννης για την προστασία της στιβάδας του όζοντος και πρωτόκολλο του Μόντρεαλ για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος

Σύμβαση της Βασιλείας για τον έλεγχο της διασυνοριακής διακίνησης επικίνδυνων αποβλήτων και της διάθεσής τους (σύμβαση της Βασιλείας)

Σύμβαση της Στοκχόλμης για τους έμμονους οργανικούς ρύπους (σύμβαση της Στοκχόλμης για τους ΕΟΡ)

Σύμβαση σχετικά με τη διαδικασία συναίνεσης μετά από ενημέρωση όσον αφορά ορισμένα επικίνδυνα χημικά προϊόντα και φυτοφάρμακα στο διεθνές εμπόριο (UNEP/FAO) (σύμβαση ΣΜΕ), Ρότερνταμ, 10.9.1998 και τα τρία σχετικά περιφερειακά πρωτόκολλα.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XV

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 83 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 3

Οδηγία 2009/33/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XVI

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 89 παράγραφος 1)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κύρια ασκούμενη δραστηριότητα.

3.

Κωδικοί CPV.

4.

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση προμηθειών και υπηρεσιών.

5.

Περιγραφή της προμήθειας πριν και μετά την τροποποίηση: φύση και έκταση των έργων, φύση και ποσότητα ή αξία των αγαθών, φύση και έκταση των υπηρεσιών.

6.

Εάν συντρέχει περίπτωση, αύξηση της τιμής που προκλήθηκε από την τροποποίηση.

7.

Περιγραφή των περιστάσεων που κατέστησαν αναγκαία την τροποποίηση.

8.

Ημερομηνία της απόφασης ανάθεσης της σύμβασης.

9.

Εάν συντρέχει περίπτωση, επωνυμία, διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του νέου οικονομικού φορέα ή των νέων οικονομικών φορέων.

10.

Πληροφορίες σχετικά με το αν η σύμβαση σχετίζεται με έργο και/ή πρόγραμμα που χρηματοδοτείται με πόρους της Ένωσης.

11.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Διευκρινίσεις όσον αφορά τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, ενδεχομένως, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμός τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας καθώς και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται αυτές οι πληροφορίες.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XVII

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 91

Κωδικός CPV

Περιγραφή

75200000-8· 75231200-6· 75231240-8· 79611000-0· 79622000-0 [Υπηρεσίες διάθεσης προσωπικού οικιακών βοηθών]· 79624000-4 [Υπηρεσίες προμήθειας νοσηλευτικού προσωπικού] και 79625000-1 [Υπηρεσίες προμήθειας ιατρικού προσωπικού] από 85000000-9 έως 85323000-9· 98133100-5, 98133000-4· 98200000-5 και· 98500000-8 [Νοικοκυριά που απασχολούν οικιακό βοηθητικό προσωπικό] και 98513000-2 έως 98514000-9 [Υπηρεσίες ανθρώπινου δυναμικού για οικιακές εργασίες, Υπηρεσίες πρακτορείων διάθεσης εργατικού δυναμικού για οικιακές εργασίες, υπηρεσίες υπαλληλικού προσωπικού γραφείων για οικιακές εργασίες, Προσωρινό προσωπικό για οικιακές εργασίες, Υπηρεσίες οικιακής βοήθειας και Οικιακές υπηρεσίες]

Υγεία, κοινωνικές και συναφείς υπηρεσίες

85321000-5 και 85322000-2, 75000000-6 [Υπηρεσίες δημόσιας διοίκησης, άμυνας και κοινωνικής ασφάλισης], 75121000-0, 75122000-7, 75124000-1· από 79995000-5 έως 79995200-7· από 80000000-4 Υπηρεσίες εκπαίδευσης και επιμόρφωσης έως 80660000-8· από 92000000-1 έως 92700000-8 79950000-8 [Υπηρεσίες διοργάνωσης εκθέσεων και συνεδρίων], 79951000-5 [Υπηρεσίες οργάνωσης σεμιναρίων], 79952000-2 [Υπηρεσίες εκδηλώσεων], 79952100-3 [Υπηρεσίες οργάνωσης πολιτιστικών εκδηλώσεων], 79953000-9 [Υπηρεσίες οργάνωσης φεστιβάλ], 79954000-6 [Υπηρεσίες οργάνωσης πάρτι], 79955000-3 [Υπηρεσίες οργάνωσης επιδείξεων μόδας], 79956000-0 [Υπηρεσίες οργάνωσης εμπορικών εκθέσεων και εκθέσεων]

Διοικητικές κοινωνικές, εκπαιδευτικές, υγειονομικές και πολιτιστικές υπηρεσίες

75300000-9

Υπηρεσίες υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης (1)

75310000-2, 75311000-9, 75312000-6, 75313000-3, 75313100-4, 75314000-0, 75320000-5, 75330000-8, 75340000-1

Υπηρεσίες παροχής επιδομάτων

98000000-3, 98120000-0· 98132000-7· 98133110-8 και 98130000-3

Λοιπές κοινοτικές, κοινωνικές και ατομικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών που παρέχουν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι πολιτικές οργανώσεις, οι οργανώσεις νέων και οι λοιπές υπηρεσίες συλλογικών οργανώσεων

98131000-0

Θρησκευτικές υπηρεσίες

55100000-1 έως 55410000-7· 55521000-8 έως 55521200-0 [55521000-8 Υπηρεσίες τροφοδοσίας ιδιωτικών οικιών με έτοιμα φαγητά, 55521100-9 Υπηρεσίες παροχής γευμάτων κατ’ οίκον από την κοινωνική πρόνοια, 55521200-0 Υπηρεσίες παράδοσης γευμάτων] 55510000-8 [Υπηρεσίες καντίνας], 55511000-5 [Υπηρεσίες καντίνας και άλλες υπηρεσίες καφετέριας περιορισμένης πελατείας], 55512000-2 [Υπηρεσίες διαχείρισης καντίνας], 55523100-3 [Υπηρεσίες σχολικών γευμάτων], 55520000-1[Υπηρεσίες τροφοδοσίας με έτοιμα φαγητά], 55522000-5 [Υπηρεσίες τροφοδοσίας εταιρειών μεταφορών με έτοιμα φαγητά], 55523000-2 [Υπηρεσίες τροφοδοσίας άλλων επιχειρήσεων ή ιδρυμάτων με έτοιμα γεύματα], 55524000-9 [Υπηρεσίες τροφοδοσίας σχολείων με έτοιμα γεύματα]

Υπηρεσίες ξενοδοχείων και εστιατορίων

79100000-5 έως 79140000-7· 75231100-5·

Νομικές υπηρεσίες στον βαθμό που δεν αποκλείονται βάσει του άρθρου 21 στοιχείο γ)

75100000-7 έως 75120000-3· 75123000-4· 75125000-8 έως 75131000-3

Λοιπές διοικητικές και κρατικές υπηρεσίες

75200000-8 έως 75231000-4

Παροχή υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο

75231210-9 έως 75231230-5· 75240000-0 έως 75252000-7· 794300000-7· 98113100-9

Υπηρεσίες φυλακών, δημόσιας ασφάλειας και διάσωσης, στο βαθμό που δεν αποκλείονται, βάσει του άρθρου 21 στοιχείο η)

79700000-1 έως 79721000-4 [Υπηρεσίες ερευνών και ασφάλειας, Υπηρεσίες ασφάλειας, Υπηρεσίες παρακολούθησης συστημάτων συναγερμού, Υπηρεσίες φύλαξης, Υπηρεσίες επιτήρησης, Υπηρεσίες συστήματος ανίχνευσης, Υπηρεσίες ανεύρεσης φυγόδικων, Υπηρεσίες περιπόλου, Υπηρεσίες παράδοσης υπηρεσιακού διακριτικού σήματος, Ανακριτικές υπηρεσίες και Υπηρεσίες γραφείου ιδιωτικής αστυνομίας] 79722000-1[Υπηρεσίες γραφολογίας], 79723000-8 [Υπηρεσίες ανάλυσης απορριμμάτων]

Υπηρεσίες ερευνών και ασφαλείας

98900000-2 [Παροχή υπηρεσιών από οργανισμούς και φορείς εκτός επικράτειας] και 98910000-5 [Παροχή ειδικών υπηρεσιών προς διεθνείς οργανισμούς και φορείς]

Διεθνείς υπηρεσίες

64000000-6 [Υπηρεσίες ταχυδρομείων και τηλεπικοινωνιών], 64100000-7 [Υπηρεσίες κρατικών και ιδιωτικών ταχυδρομείων], 64110000-0 [Ταχυδρομικές υπηρεσίες], 64111000-7 [Ταχυδρομικές υπηρεσίες που αφορούν εφημερίδες και περιοδικά], 64112000-4 Ταχυδρομικές υπηρεσίες που αφορούν επιστολές], 64113000-1 [Ταχυδρομικές υπηρεσίες που αφορούν δέματα], 64114000-8 [Ταχυδρομικές υπηρεσίες συναλλαγής με το κοινό], 64115000-5 [Υπηρεσίες ενοικίασης ταχυδρομικών θυρίδων], 64116000-2 [Υπηρεσίες ποστ ρεστάντ], 64122000-7 [Υπηρεσίες ενδοϋπηρεσιακής αλληλογραφίας και ταχυδρόμησης]

Ταχυδρομικές υπηρεσίες

50116510-9 [Υπηρεσίες αναγόμωσης ελαστικών], 71550000-8 [Υπηρεσίες σιδηρουργού]

Διάφορες υπηρεσίες


(1)  Οι υπηρεσίες αυτές δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία εάν παρέχονται ως μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού ενδιαφέροντος· Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να οργανώνουν την παροχή υποχρεωτικών κοινωνικών υπηρεσιών ή άλλων υπηρεσιών είτε ως υπηρεσιών γενικού οικονομικού ενδιαφέροντος είτε ως μη οικονομικών υπηρεσιών γενικού ενδιαφέροντος.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XVIII

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΠΡΟΚΗΡΥΞΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

(όπως αναφέρονται στο άρθρο 92)

Μέρος A   Διακήρυξη διαγωνισμού

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κύρια ασκούμενη δραστηριότητα.

3.

Περιγραφή των υπηρεσιών ή κατηγοριών αυτών και, όπου κρίνεται κατάλληλο, των συναφών έργων και προμηθειών, οι οποίες θα αποτελέσουν αντικείμενο συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένης αναφοράς στις σχετικές ποσότητες ή τιμές, αριθμός(-οί) αναφοράς στους κωδικούς CPV.

4.

Κωδικός NUTS για το κύριο τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών.

5.

Διευκρίνιση, ενδεχομένως, ότι πρόκειται για σύμβαση που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεσθεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης.

6.

Κύριοι όροι που πρέπει να πληρούν οι οικονομικοί φορείς για τη συμμετοχή τους, ή, κατά περίπτωση, ηλεκτρονική διεύθυνση από την οποία μπορούν να ληφθούν λεπτομερείς πληροφορίες.

7.

Προθεσμία επικοινωνίας με τον αναθέτοντα φορέα σχετικά με τη συμμετοχή.

8.

Ενδεχομένως, άλλα πληροφοριακά στοιχεία.

Μέρος Β   Περίοδος ενδεικτικής γνωστοποίησης

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα.

2.

Σύντομη περιγραφή της σχετικής σύμβασης περιλαμβανομένων των αριθμών αναφοράς των κωδικών CPV.

3.

Στον βαθμό που είναι ήδη γνωστοί:

α)

ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση προμηθειών και υπηρεσιών·

β)

το χρονοδιάγραμμα παράδοσης ή παροχής αγαθών, έργων ή υπηρεσιών και η διάρκεια της σύμβασης·

γ)

οι προϋποθέσεις συμμετοχής, στις οποίες περιλαμβάνονται:

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι πρόκειται για σύμβαση που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεσθεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευμένων θέσεων εργασίας,

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση του κατά πόσον η παροχή της υπηρεσίας αφορά αποκλειστικά, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία·

δ)

σύντομη περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών της διαδικασίας ανάθεσης.

4.

Μνεία του γεγονότος ότι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς πρέπει να εκδηλώνουν στον αναθέτοντα φορέα το ενδιαφέρον τους για την ή τις συμβάσεις και της τελικής ημερομηνίας παραλαβής εκδηλώσεων ενδιαφέροντος και διεύθυνση στην οποία διαβιβάζονται οι εκδηλώσεις ενδιαφέροντος.

Μέρος Γ   Γνωστοποιήσεις για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα.

2.

Σύντομη περιγραφή της σχετικής σύμβασης περιλαμβανομένων των αριθμών αναφοράς των κωδικών CPV.

3.

Στον βαθμό που είναι ήδη γνωστοί:

α)

Ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο εκτέλεσης των έργων σε περίπτωση έργων ή ο κωδικός NUTS για τον κύριο τόπο παράδοσης ή εκτέλεσης σε περίπτωση προμηθειών και υπηρεσιών,

β)

το χρονοδιάγραμμα παράδοσης ή παροχής αγαθών, έργων ή υπηρεσιών και η διάρκεια της σύμβασης,

γ)

οι προϋποθέσεις συμμετοχής, στις οποίες περιλαμβάνονται

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση ότι πρόκειται για σύμβαση που μπορεί να ανατεθεί μόνο σε προστατευόμενα εργαστήρια ή να εκτελεσθεί μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευμένων θέσεων εργασίας,

εάν συντρέχει περίπτωση, διευκρίνιση του κατά πόσον η παροχή της υπηρεσίας αφορά αποκλειστικά, βάσει νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων, μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία·

δ)

σύντομη περιγραφή των βασικών χαρακτηριστικών της διαδικασίας ανάθεσης.

4.

Μνεία του γεγονότος ότι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς πρέπει να εκδηλώνουν στον αναθέτοντα φορέα το ενδιαφέρον τους για την ή τις συμβάσεις και της τελικής ημερομηνίας παραλαβής εκδηλώσεων ενδιαφέροντος και διεύθυνση στην οποία διαβιβάζονται οι εκδηλώσεις ενδιαφέροντος.

5.

Χρονικό διάστημα για το οποίο ισχύει το σύστημα προεπιλογής και διατυπώσεις για την ανανέωσή του.

Μέρος Δ   Γνωστοποίηση συναφθείσας σύμβασης

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κύρια ασκούμενη δραστηριότητα.

3.

Συνοπτική τουλάχιστον περιγραφή του είδους και της ποσότητας των υπηρεσιών και, όπου κρίνεται κατάλληλο, των παρεμπιπτόντων έργων και των παρεχομένων προμηθειών.

4.

Παραπομπή στη δημοσίευση της διακήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5.

Αριθμός των παραληφθεισών προσφορών.

6.

Όνομα και διεύθυνση του ή των επιλεγμένων οικονομικών φορέων.

7.

Ενδεχομένως, άλλα πληροφοριακά στοιχεία.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIX

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 96 παράγραφος 1)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κύρια ασκούμενη δραστηριότητα.

3.

Περιγραφή του αντικειμένου της μελέτης (κωδικοί CPV).

4.

Είδος της διαδικασίας του διαγωνισμού: ανοικτή ή κλειστή.

5.

Σε περίπτωση ανοικτής διαδικασίας: τελική προθεσμία υποβολής των μελετών.

6.

Σε περίπτωση κλειστής διαδικασίας:

α)

προβλεπόμενος αριθμός συμμετεχόντων ή ψαλίδα·

β)

ενδεχομένως, επωνυμία των ήδη επιλεγέντων συμμετεχόντων·

γ)

κριτήρια επιλογής των συμμετεχόντων·

δ)

καταληκτική ημερομηνία για την παραλαβή των αιτήσεων συμμετοχής.

7.

Διευκρινίζεται, ενδεχομένως, εάν η συμμετοχή παραχωρείται μόνο σε μια συγκεκριμένη επαγγελματική κατηγορία.

8.

Κριτήρια που εφαρμόζονται κατά την αξιολόγηση των μελετών.

9.

Ενδεχομένως, ονόματα των επιλεγέντων μελών της κριτικής επιτροπής.

10.

Διευκρινίζεται εάν η απόφαση της κριτικής επιτροπής είναι δεσμευτική για τον αναθέτοντα φορέα.

11.

Ενδεχομένως, αριθμός και ύψος των προς απονομή βραβείων.

12.

Διευκρινίζεται, ενδεχομένως, εάν οι πληρωμές πρέπει να καταβληθούν σε όλους τους συμμετέχοντες.

13.

Διευκρινίζεται εάν οι τυχόν συμβάσεις που ακολουθούν μετά τον διαγωνισμό, θα ανατεθούν στο βραβευόμενο ή στους βραβευόμενους.

14.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Διευκρινίσεις όσον αφορά τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, εν ανάγκη, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμοί τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας (φαξ) και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία είναι δυνατόν να λαμβάνονται οι πληροφορίες αυτές.

15.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης.

16.

Άλλες σχετικές πληροφορίες.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XX

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ

(όπως αναφέρεται στο άρθρο 96 παράγραφος 1)

1.

Επωνυμία, αριθμός ταυτοποίησης (εφόσον προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία), διεύθυνση συμπεριλαμβανομένου του κωδικού NUTS, τηλέφωνο, αριθμός τηλεομοιοτυπίας, ηλεκτρονική διεύθυνση και διεύθυνση διαδικτύου του αναθέτοντος φορέα και, εάν διαφέρουν, της υπηρεσίας από την οποία μπορούν να λαμβάνονται πρόσθετες πληροφορίες.

2.

Κύρια ασκούμενη δραστηριότητα.

3.

Περιγραφή του αντικειμένου της μελέτης (κωδικοί CPV).

4.

Συνολικός αριθμός συμμετεχόντων.

5.

Αριθμός αλλοδαπών συμμετεχόντων.

6.

Νικητής ή νικητές του διαγωνισμού.

7.

Ενδεχομένως, απονεμηθέν βραβείο/απονεμηθέντα βραβεία.

8.

Άλλες σχετικές πληροφορίες.

9.

Αναφορά των στοιχείων της προκήρυξης του διαγωνισμού μελετών.

10.

Επωνυμία και διεύθυνση του αρμοδίου οργάνου για τις διαδικασίες προσφυγής και, κατά περίπτωση, διαμεσολάβησης. Διευκρινίσεις όσον αφορά τις προθεσμίες υποβολής των προσφυγών ή, εν ανάγκη, επωνυμία, διεύθυνση, αριθμοί τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας (φαξ) και ηλεκτρονική διεύθυνση της υπηρεσίας από την οποία είναι δυνατόν να λαμβάνονται οι πληροφορίες αυτές.

11.

Ημερομηνία αποστολής της γνωστοποίησης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XXI

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

H παρούσα οδηγία

Οδηγία 2004/17/ΕΚ

Άρθρο 1

Άρθρο 2, πρώτη περίοδος

Άρθρο 1, παράγραφος 1

Άρθρο 2, σημείο 1

Άρθρο 1, παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 2, σημείο 2

Άρθρο 1, παράγραφος 2 στοιχείο β) πρώτη περίοδος

Άρθρο 2, σημείο 3

Άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο β), δεύτερη περίοδος

Άρθρο 2, σημείο 4

Άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο γ)

Άρθρο 2, σημείο 5

Άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο δ), πρώτο εδάφιο

Άρθρο 2, σημείο 6

Άρθρο 1, παράγραφος 7, πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 2, σημείο 7

Άρθρο 1, παράγραφος 7, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 2, σημείο 8

Άρθρο 1, παράγραφος 7, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 2, σημείο 9

Άρθρο 34, παράγραφος 1

Άρθρο 2, σημείο 10

Άρθρο 1, παράγραφος 8

Άρθρο 2, σημείο 11

Άρθρο 2, σημείο 12

Άρθρο 1, παράγραφος 8

Άρθρο 2, σημείο 13

Άρθρο 2, σημείο 14

Άρθρο 1, παράγραφος 11

Άρθρο 2, σημείο 15

Άρθρο 1, παράγραφος 12

Άρθρο 2, σημείο 16

Άρθρο 2, σημείο 17

Άρθρο 1, παράγραφος 10

Άρθρο 2, σημείο 18

Άρθρο 2, σημείο 19

Άρθρο 2, σημείο 20

Άρθρο 3, παράγραφος 1

Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο α), πρώτο εδάφιο

Άρθρο 3, παράγραφος 2

Άρθρο 3, παράγραφος 3

Άρθρο 3, παράγραφος 4

Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο α), δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 4, παράγραφος 1

Άρθρο 2, παράγραφος 2

Άρθρο 4, παράγραφος 2

Άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο β)

Άρθρο 4, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 2, παράγραφος 3

Άρθρο 4, παράγραφος 3, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 4, παράγραφος 4

Άρθρο 5, παράγραφος 1

Άρθρο 5, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 5, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 1, παράγραφος 2, στοιχείο δ), δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 5, παράγραφος 3

Άρθρο 5, παράγραφος 4, πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 5, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 5, παράγραφος 5

Άρθρο 6, παράγραφος 1, πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 9, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6, παράγραφος 2

Άρθρο 9, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 6, παράγραφος 3, στοιχείο α)

Άρθρο 9, παράγραφος 2

Άρθρο 6, παράγραφος 3, στοιχείο β)

Άρθρο 6, παράγραφος 3, στοιχείο γ)

Άρθρο 9, παράγραφος 3

Άρθρο 7

Άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 3, άρθρο 4 παράγραφος 1, άρθρο 7 στοιχείο α)

Άρθρο 8

Άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 9, παράγραφος 1

Άρθρο 3, παράγραφος 3

Άρθρο 9, παράγραφος 2

Άρθρο 3, παράγραφος 4

Άρθρο 10

Άρθρο 4

Άρθρο 11

Άρθρο 5, παράγραφος 1

Άρθρο 5, παράγραφος 2

Άρθρο 12

Άρθρο 7, στοιχείο β)

Άρθρο 13, παράγραφος 1

Άρθρο 6, παράγραφος 1 και παράγραφος 2, στοιχείο γ) στο τέλος

Άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο α)

Άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο α)

Άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο β)

Άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο β)

Άρθρο 13, παράγραφος 2, στοιχείο γ), σημεία i) και ii)

Άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο γ), πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 6, παράγραφος 2, στοιχείο γ), δεύτερη, τέταρτη, πέμπτη και έκτη περίπτωση

Άρθρο 14, στοιχείο α)

Άρθρο 7, στοιχείο α)

Άρθρο 14, στοιχείο β)

Άρθρο 7, στοιχείο α)

Άρθρο 8

Παράρτημα I - X

Άρθρο 15

Άρθρα 16 και 61

Άρθρο 16, παράγραφος 1

Άρθρο 17, παράγραφος 1· άρθρο 17, παράγραφος 8

Άρθρο 16, παράγραφος 2

Άρθρο 16, παράγραφος 3

Άρθρο 17, παράγραφος 2· άρθρο 17, παράγραφος 8

Άρθρο 16, παράγραφος 4

Άρθρο 16, παράγραφος 5

Άρθρο 17, παράγραφος 3

Άρθρο 16, παράγραφος 6

Άρθρο 16, παράγραφος 7

Άρθρο 17, παράγραφοι 4 και 5

Άρθρο 16, παράγραφος 8

Άρθρο 17, παράγραφος 6, στοιχείο α), πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 9

Άρθρο 17, παράγραφος 6, στοιχείο β), πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 10

Άρθρο 17, παράγραφος 6, στοιχείο α), τρίτο εδάφιο και παράγραφος 6, στοιχείο β), τρίτο εδάφιο

Άρθρο 16, παράγραφος 11

Άρθρο 17, παράγραφος 7

Άρθρο 16, παράγραφος 12

Άρθρο 17, παράγραφος 9

Άρθρο 16, παράγραφος 13

Άρθρο 17, παράγραφος 10

Άρθρο 16, παράγραφος 14

Άρθρο 17, παράγραφος 11

Άρθρο 17

Άρθρο 69

Άρθρο 18, παράγραφος 1

Άρθρο 19, παράγραφος 1

Άρθρο 18, παράγραφος 2

Άρθρο 19, παράγραφος 2

Άρθρο 19, παράγραφος 1

Άρθρο 20, παράγραφος 1· άρθρο 62, σημείο 1

Άρθρο 19, παράγραφος 2

Άρθρο 20, παράγραφος 2

Άρθρο 20

Άρθρο 22· άρθρο 62, σημείο 1

Άρθρο 21, στοιχείο α)

Άρθρο 24, στοιχείο α)

Άρθρο 21, στοιχείο β)

Άρθρο 24, στοιχείο β)

Άρθρο 21, στοιχείο γ)

Άρθρο 21, στοιχείο δ)

Άρθρο 24, στοιχείο γ)

Άρθρο 21, στοιχείο ε)

Άρθρο 21, στοιχείο στ)

Άρθρο 24, στοιχείο δ)

Άρθρο 21, στοιχείο ζ)

Άρθρο 21, στοιχείο η)

Άρθρο 21, στοιχείο θ)

Άρθρο 22

Άρθρο 25

Άρθρο 23

Άρθρο 26

Άρθρο 24, παράγραφος 1

Άρθρο 22α

Άρθρο 24, παράγραφος 2

Άρθρο 21· άρθρο 62, σημείο 1

Άρθρο 24, παράγραφος 3

Άρθρο 21· άρθρο 62, σημείο 1

Άρθρο 25

Άρθρο 26

Άρθρο 27, παράγραφος 1

Άρθρο 22α στο τέλος, άρθρο 12 της οδηγίας 2009/81/ΕΚ

Άρθρο 27, παράγραφος 2

Άρθρο 28

Άρθρο 29, παράγραφος 1

Άρθρο 23, παράγραφος 1

Άρθρο 29, παράγραφος 2

Άρθρο 23, παράγραφος 1

Άρθρο 29, παράγραφος 3

Άρθρο 23, παράγραφος 2

Άρθρο 29, παράγραφος 4

Άρθρο 23, παράγραφος 3, στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 29, παράγραφος 5

Άρθρο 23, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 29, παράγραφος 6

Άρθρο 23, παράγραφος 3, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 30

Άρθρο 23, παράγραφος 4

Άρθρο 31

Άρθρο 23, παράγραφος 5

Άρθρο 32

Άρθρο 24, στοιχείο ε)

Άρθρο 33, παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 27

Άρθρο 33, παράγραφος 3

Άρθρο 34, παράγραφος 1, πρώτη και δεύτερη περίοδος

Άρθρο 30, παράγραφος 1· άρθρο 62, σημείο 2

Άρθρο 34, παράγραφος 1, τρίτη περίοδος

Άρθρο 34, παράγραφος 1, τέταρτη περίοδος

Άρθρο 30, παράγραφος 2, αιτιολογική σκέψη 41

Άρθρο 34, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 30, παράγραφος 2

Άρθρο 34, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 34, παράγραφος 3

Άρθρο 30, παράγραφος 3

Άρθρο 35, παράγραφος 1

Άρθρο 30, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο· παράγραφος 5, πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 35, παράγραφος 2

Άρθρο 30, παράγραφος 5, πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 35, παράγραφος 3

Άρθρο 30, παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο· παράγραφος 5, τέταρτο εδάφιο· άρθρο 62, σημείο 2)

Άρθρο 30, παράγραφος 4, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 35, παράγραφος 4

Άρθρο 35, παράγραφος 5

Άρθρο 30, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 35, παράγραφος 6

Άρθρο 30, παράγραφος 6, τρίτο και τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 36, παράγραφος 1

Άρθρο 10

Άρθρο 36, παράγραφος 2

Άρθρο 37

Άρθρο 11

Άρθρο 38, παράγραφος 1

Άρθρο 28, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 38, παράγραφος 2

Άρθρο 28, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 39

Άρθρο 13

Άρθρο 40, παράγραφος 1

Άρθρο 48, παράγραφοι 1, 2 και 4· άρθρο 64, παράγραφος 1

Άρθρο 40, παράγραφος 2

Άρθρο 40, παράγραφος 3

Άρθρο 48, παράγραφοι 3· άρθρο 64, παράγραφος 2

Άρθρο 40, παράγραφος 4

Άρθρο 40, παράγραφος 5

Άρθρο 40, παράγραφος 6

Άρθρο 48, παράγραφος 5 και 6· αρθρο 64, παράγραφος 3

Άρθρο 40, παράγραφος 7, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 70, παράγραφος 2, στοιχείο στ) και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 40, παράγραφος 7, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

 

Άρθρο 41, παράγραφος 1

Άρθρο 1, παράγραφος 13

Άρθρο 41, παράγραφος 2

Άρθρο 70, παράγραφος 2, στοιχεία γ) και δ)· άρθρο 70, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 42

Άρθρο 43

Άρθρο 12

Άρθρο 44, παράγραφος 1

Άρθρο 40, παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 44, παράγραφος 2

Άρθρο 40, παράγραφος 2

Άρθρο 44, παράγραφος 3

Άρθρο 44, παράγραφος 4

Άρθρο 42, παράγραφοι 1 και 3, στοιχείο β)

Άρθρο 44, παράγραφος 5

Αρχή του άρθρου 40 παράγραφος 3

Άρθρο 45, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 1, παράγραφος 9, στοιχείο α)

Άρθρο 45, παράγραφος 1, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 45, παράγραφος 2

Άρθρο 45, παράγραφος 2

Άρθρο 45, παράγραφος 4

Άρθρο 45, παράγραφος 3

Άρθρο 45, παράγραφος 4

Άρθρο 46

Άρθρο 1, παράγραφος 9, στοιχείο β)· άρθρο 45, παράγραφος 3

Άρθρο 47

Άρθρο 1, παράγραφος 9, στοιχείο γ)· άρθρο 45, παράγραφος 3

Άρθρο 48

Άρθρο 49

Άρθρο 50, στοιχείο α)

Άρθρο 40, παράγραφος 3, στοιχείο α)

Άρθρο 50, στοιχείο β)

Άρθρο 40, παράγραφος 3, στοιχείο β)

Άρθρο 50, στοιχείο γ)

Άρθρο 40, παράγραφος 3, στοιχείο γ)

Άρθρο 50, στοιχείο δ)

Άρθρο 40, παράγραφος 3, στοιχείο δ)

Άρθρο 50, στοιχείο ε)

Άρθρο 40, παράγραφος 3, στοιχείο ε)

Άρθρο 50, στοιχείο στ)

Άρθρο 40, παράγραφος 3, στοιχείο ζ)

Άρθρο 50, στοιχείο ζ)

Άρθρο 40, παράγραφος 3, στοιχείο η)

Άρθρο 50, στοιχείο η)

Άρθρο 40, παράγραφος 3, στοιχείο ι)

Άρθρο 50, στοιχείο θ)

Άρθρο 40, παράγραφος 3, στοιχείο ια)

Άρθρο 50, στοιχείο ι)

Άρθρο 40, παράγραφος 3, στοιχείο ιβ)

Άρθρο 51, παράγραφος 1, πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 14, παράγραφος 1· άρθρο 1, παράγραφος 4

Άρθρο 51, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 51, παράγραφος 2, πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 51, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 14, παράγραφος 4

Άρθρο 52, παράγραφος 1

Άρθρο 1, παράγραφος 5· άρθρο 15, παράγραφος 1

Άρθρο 52, παράγραφος 2

Άρθρο 15, παράγραφος 2

Άρθρο 52, παράγραφος 3

Άρθρο 15, παράγραφος 2, τελευταία περίοδος

Άρθρο 52, παράγραφος 4

Άρθρο 15, παράγραφος 3

Άρθρο 52, παράγραφος 5

Άρθρο 15, παράγραφος 4

Άρθρο 52, παράγραφος 6

Άρθρο 15, παράγραφος 6

Άρθρο 52, παράγραφος 7

Άρθρο 52, παράγραφος 8

Άρθρο 52, παράγραφος 9

Άρθρο 15, παράγραφος 7, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 53, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 1, παράγραφος 6· άρθρο 56, παράγραφος 1

Άρθρο 53, παράγραφος 1, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 1, παράγραφος 6

Άρθρο 53, παράγραφος 2

Άρθρο 56, παράγραφος 2

Άρθρο 53, παράγραφος 3

Άρθρο 56, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 53, παράγραφος 4

Άρθρο 56, παράγραφος 3

Άρθρο 53, παράγραφος 5

Άρθρο 56, παράγραφος 4

Άρθρο 53, παράγραφος 6

Άρθρο 56, παράγραφος 5

Άρθρο 53, παράγραφος 7

Άρθρο 56, παράγραφος 6

Άρθρο 53, παράγραφος 8

Άρθρο 56, παράγραφος 7

Άρθρο 53, παράγραφος 9

Άρθρο 56, παράγραφος 8

Άρθρο 54

Άρθρο 55, παράγραφος 1

Άρθρο 29, παράγραφος 1

Άρθρο 55, παράγραφος 2

Άρθρο 29, παράγραφος 2

Άρθρο 55, παράγραφος 3

Άρθρο 55, παράγραφος 4

Άρθρο 29, παράγραφος 2

Άρθρο 56

Άρθρο 57

Άρθρο 58

Αιτιολογική σκέψη 15

Άρθρο 59

Άρθρο 60, παράγραφος 1

Άρθρο 34, παράγραφος 1

Άρθρο 60, παράγραφος 2

Άρθρο 34, παράγραφος 2

Άρθρο 60, παράγραφος 3

Άρθρο 34, παράγραφος 3

Άρθρο 60, παράγραφος 4

Άρθρο 34, παράγραφος 8

Άρθρο 60, παράγραφος 5

Άρθρο 34, παράγραφος 4

Άρθρο 60, παράγραφος 6

Άρθρο 34, παράγραφος 5

Άρθρο 61, παράγραφος 1

Άρθρο 34, παράγραφος 6

Άρθρο 61, παράγραφος 2

Άρθρο 34, παράγραφος 6

Άρθρο 62, παράγραφος 1

Άρθρο 34, παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο· παράγραφος 5, δεύτερο και τρίτο εδάφιο· παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο· παράγραφος 7

Άρθρο 62, παράγραφος 2

Άρθρο 34, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο· παράγραφος 5, πρώτο εδάφιο, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 62, παράγραφος 3

Άρθρο 63

Άρθρο 35

Άρθρο 64, παράγραφος 1

Άρθρο 36, παράγραφος 1

Άρθρο 64, παράγραφος 2

Άρθρο 36, παράγραφος 2

Άρθρο 65

Άρθρο 66, παράγραφος 1

Άρθρο 45, παράγραφος 1

Άρθρο 66, παράγραφος 2

Άρθρο 45, παράγραφος 9

Άρθρο 45, παράγραφος 10

Άρθρο 66, παράγραφος 3

Άρθρο 45, παράγραφος 9

Άρθρο 67, παράγραφος 1

Άρθρο 41, παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 67, παράγραφος 2

Άρθρο 42, παράγραφος 3· άρθρο 44, παράγραφος 1

Άρθρο 68

Άρθρο 41, παράγραφος 3

Άρθρο 69

Άρθρο 42, παράγραφος 1, στοιχείο γ)· άρθρο 44, παράγραφος 1

Άρθρο 70, παράγραφος 1

Άρθρο 43, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο· άρθρο 44, παράγραφος 1

Άρθρο 70, παράγραφος 2

Άρθρο 43, παράγραφος 1, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 70, παράγραφος 3

Άρθρο 43, παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 70, παράγραφος 4

Άρθρο 43, παράγραφος 5

Άρθρο 71, παράγραφος 1

Άρθρο 44, παράγραφος 1·

Άρθρο 70, παράγραφος 1, στοιχείο β)

Άρθρο 71, παράγραφος 2, πρώτη περίοδος

Άρθρο 44, παράγραφοι 2, 3

Άρθρο 71, παράγραφος 2, δεύτερη και τρίτη περίοδος

Άρθρο 44, παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 71, παράγραφος 3

Άρθρο 44, παράγραφος 4, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 71, παράγραφος 4

Άρθρο 71, παράγραφος 5, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 44, παράγραφος 6

Άρθρο 71, παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 44, παράγραφος 7

Άρθρο 71, παράγραφος 6

Άρθρο 44, παράγραφος 8

Άρθρο 72, παράγραφος 1

Άρθρο 44, παράγραφος 5, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 72, παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 44, παράγραφος 5, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 73, παράγραφος 1

Άρθρο 45, παράγραφος 6

Άρθρο 73, παράγραφος 2

Άρθρο 46, παράγραφος 2

Άρθρο 74, παράγραφος 1

Άρθρο 47, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος και παράγραφος 5, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 74, παράγραφος 2

Άρθρο 47, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος και

παράγραφος 5, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 75, παράγραφος 1

Άρθρο 49, παράγραφος 1

Άρθρο 75, παράγραφος 2

Άρθρο 49, παράγραφος 2, πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 75, παράγραφος 3

Άρθρο 49, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 75, παράγραφοι 4, 5 και 6

Άρθρο 49, παράγραφοι 3, 4 και 5

Άρθρο 76, παράγραφος 1

Άρθρο 51, παράγραφος 1

Άρθρο 76, παράγραφος 2

Άρθρο 51, παράγραφος 2

Άρθρο 76, παράγραφος 3

Άρθρο 52, παράγραφος 1

Άρθρο 76, παράγραφος 4

Άρθρο 76, παράγραφος 5

Άρθρο 51, παράγραφος 3

Άρθρο 76, παράγραφος 6

Άρθρο 76, παράγραφος 7

Άρθρο 76, παράγραφος 8

Άρθρο 77, παράγραφος 1

Άρθρο 53, παράγραφος 1

Άρθρο 77, παράγραφος 2

Άρθρο 53, παράγραφος 2

Άρθρο 77, παράγραφος 3

Άρθρο 53, παράγραφος 6

Άρθρο 77, παράγραφος 4

Άρθρο 53, παράγραφος 7

Άρθρο 77, παράγραφος 5

Άρθρο 53, παράγραφος 9

Άρθρο 77, παράγραφος 6

Άρθρο 78, παράγραφος 1

Άρθρο 54, παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 78, παράγραφος 2

Άρθρο 54, παράγραφος 3

Άρθρο 79, παράγραφος 1

Άρθρο 53, παράγραφοι 4 και 5

Άρθρο 79, παράγραφος 2

Άρθρο 54, παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 79, παράγραφος 3

Άρθρο 80, παράγραφος 1

Άρθρο 53, παράγραφος 3· άρθρο 54, παράγραφος 4

Άρθρο 80, παράγραφος 2

Άρθρο 80, παράγραφος 3

Άρθρο 53, παράγραφος 3· άρθρο 54, παράγραφος 4

Άρθρο 81, παράγραφος 1

Άρθρο 52, παράγραφος 2

Άρθρο 81, παράγραφος 2

Άρθρο 52, παράγραφος 3

Άρθρο 81, παράγραφος 3

Άρθρο 82, παράγραφος 1

Άρθρο 55, παράγραφος 1

Άρθρο 82, παράγραφος 2

Άρθρο 55, παράγραφος 1

Άρθρο 82, παράγραφος 3

Άρθρο 82, παράγραφος 4

Αιτιολογική σκέψη 1· αιτιολογική σκέψη 55, τρίτο εδάφιο.

Άρθρο 82, παράγραφος 5

Άρθρο 55, παράγραφος 2

Άρθρο 83

Άρθρο 84, παράγραφος 1

Άρθρο 57, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 84, παράγραφος 2, στοιχείο α)

Άρθρο 57, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο α)

Άρθρο 84, παράγραφος 2, στοιχείο β)

Άρθρο 57, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο β)

Άρθρο 84, παράγραφος 2, στοιχείο γ)

Άρθρο 57, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο γ)

Άρθρο 84, παράγραφος 2, στοιχείο δ)

Άρθρο 57, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο δ)

Άρθρο 84, παράγραφος 2, στοιχείο ε)

Άρθρο 84, παράγραφος 2, στοιχείο στ)

Άρθρο 57, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο ε)

Άρθρο 84, παράγραφος 3, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 57, παράγραφος 2

Άρθρο 84, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 84, παράγραφος 4

Άρθρο 57, παράγραφος 3

Άρθρο 84, παράγραφος 5

Άρθρο 85, παράγραφοι 1, 2, 3, 4 και άρθρο 86

Άρθρο 58, παράγραφοι 1 έως 4· άρθρο 59

Άρθρο 85, παράγραφος 5

Άρθρο 58, παράγραφος 5

Άρθρο 87

Άρθρο 38

Άρθρο 88, παράγραφος 1

Άρθρο 88, παράγραφος 2

Άρθρο 37, πρώτη περίοδος

Άρθρο 88, παράγραφος 3

Άρθρο 88, παράγραφος 4

Άρθρο 37, δεύτερη περίοδος

Άρθρο 88, παράγραφοι 5 έως 8

Άρθρο 89

Άρθρο 90

Άρθρο 91

Άρθρο 92

Άρθρο 93

Άρθρο 94

Άρθρο 95

Άρθρο 61

Άρθρο 96, παράγραφος 1

Άρθρο 63, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 96, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 63, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 96, παράγραφος 2, δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 63, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, πρώτη και δεύτερη περίοδος

Άρθρο 96, παράγραφος 3

Άρθρο 63, παράγραφος 2

Άρθρο 97, παράγραφος 1

Άρθρο 65, παράγραφος 1

Άρθρο 97, παράγραφος 2

Άρθρο 60, παράγραφος 2

Άρθρο 97, παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 65, παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 98

Άρθρο 66

Άρθρο 99, παράγραφος 1

Άρθρο 72, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 99, παράγραφοι 2 έως 6

Άρθρο 100

Άρθρο 50

Άρθρο 101

Άρθρο 102

Άρθρο 103

Άρθρο 68, παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 104

Άρθρο 68, παράγραφος 5

Άρθρο 105, παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 68, παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 105, παράγραφος 3

Άρθρο 106, παράγραφος 1

Άρθρο 71, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο

Άρθρο 106, παράγραφος 2

Άρθρο 106, παράγραφος 3

Άρθρο 71, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο

Άρθρο 107

Άρθρο 73

Άρθρο 108

Άρθρο 109

Άρθρο 74

Άρθρο 110

Άρθρο 75

Παράρτημα I έως X

Παράρτημα I (εκτός πρώτη περίοδος)

Παράρτημα XII (εκτός υποσημείωση 1)

Πρώτη περίοδος του παραρτήματος I

Υποσημείωση 1 στο παράρτημα XII

Παράρτημα II

Παράρτημα III, σημεία A, B, Γ, E, ΣΤ, Z, H, Θ και Ι

Παράρτημα XI

Παράρτημα III, σημείο Δ

Παράρτημα IV, σημείο 1, πρώτο έως τρίτο εδάφιο

Άρθρο 30, παράγραφος 6, δεύτερο εδάφιο

Παράρτημα IV, σημείο 1, τέταρτο εδάφιο

Παράρτημα IV, σημείο 2

Άρθρο 30, παράγραφος 6, πρώτο εδάφιο, δεύτερο περίοδος

Παράρτημα V, στοιχεία α) - στ)

Παράρτημα XXIV, στοιχεία β) - η)

Παράρτημα V, στοιχείο ζ)

Παράρτημα VI

Παράρτημα XV

Παράρτημα VII

Άρθρο 56, παράγραφος 3, δεύτερο εδάφιο, στοιχεία α) - στ)

Παράρτημα VIII, εκτός το σημείο 4

Παράρτημα XXI, εκτός το σημείο 4

Παράρτημα VIII, σημείο 4

Παράρτημα XXI, σημείο 4

Παράρτημα IX

Παράρτημα XX

Παράρτημα X

Παράρτημα XIV

Παράρτημα XI

Παράρτημα XIII

Παράρτημα XII

Παράρτημα XVI

Παράρτημα XIII, σημείο 1

Άρθρο 47, παράγραφος 4

Παράρτημα XIII, σημείο 2

Άρθρο 47, παράγραφος 5

Παράρτημα XIV

Παράρτημα XXIII

Παράρτημα XV

Παράρτημα XVI

Παράρτημα XVI

Παράρτημα XVII

Παράρτημα XVII

Παράρτημα XVIII

Παράρτημα XIX

Παράρτημα XVIII

Παράρτημα XX

Παράρτημα XIX

Παράρτημα ΧΧΙ

Παράρτημα XXVI

Παράρτημα XXII

Παράρτημα XXV


28.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 94/375


ΟΔΗΓΊΑ 2014/36/EE ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2014

σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την εποχιακή εργασία

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 79 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β),

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Για την προοδευτική εγκαθίδρυση χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) προβλέπει τη θέσπιση μέτρων στον τομέα του ασύλου, της μετανάστευσης και της διαφύλαξης των δικαιωμάτων των υπηκόων τρίτων χωρών.

(2)

Η ΣΛΕΕ προβλέπει ότι η Ένωση πρέπει να αναπτύξει μια κοινή μεταναστευτική πολιτική, στόχος της οποίας θα είναι να εξασφαλίζει, σε όλα τα στάδια, την αποτελεσματική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών και τη δίκαιη μεταχείριση των υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στα κράτη μέλη. Προς τούτο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πρόκειται να θεσπίσουν μέτρα σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών και για τον καθορισμό των δικαιωμάτων τους.

(3)

Το Πρόγραμμα της Χάγης, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 4ης Νοεμβρίου 2004, αναγνώρισε ότι η νόμιμη μετανάστευση θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην προαγωγή της οικονομικής ανάπτυξης και κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει σχέδιο πολιτικής για τη νόμιμη μετανάστευση στο οποίο να περιλαμβάνονται διαδικασίες εισδοχής ικανές να ανταποκρίνονται ταχέως στις κυμαινόμενες ανάγκες της αγοράς εργασίας για μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό.

(4)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 14ης και 15ης Δεκεμβρίου 2006 συμφώνησε σε σειρά ενεργειών για το 2007. Οι ενέργειες αυτές περιλαμβάνουν την ανάπτυξη πολιτικών για την ορθή διαχείριση της νόμιμης μετανάστευσης, με πλήρη σεβασμό των εθνικών αρμοδιοτήτων, προκειμένου να βοηθηθούν τα κράτη μέλη να καλύψουν τις υπάρχουσες και τις μελλοντικές ανάγκες σε εργατικό δυναμικό. Επίσης, ζήτησε να διερευνηθούν μέσα για τη διευκόλυνση της προσωρινής μετανάστευσης.

(5)

Το ευρωπαϊκό σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο, το οποίο εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 16 Οκτωβρίου 2008, εκφράζει τη δέσμευση της Ένωσης και των κρατών μελών της να εφαρμόσουν δίκαιη, αποτελεσματική και συνεκτική πολιτική για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις και να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που προσφέρει η μετανάστευση. Το σύμφωνο αποτελεί τη βάση μιας κοινής μεταναστευτικής πολιτικής που χαρακτηρίζεται από πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών μελών και συνεργασίας με τις τρίτες χώρες και βασίζεται στην καλή διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, προς το συμφέρον όχι μόνο των χωρών υποδοχής αλλά και των χωρών καταγωγής και των ίδιων των μεταναστών.

(6)

Το πρόγραμμα της Στοκχόλμης, το οποίο εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 11 Δεκεμβρίου 2009, αναγνωρίζει ότι η μετανάστευση εργατικού δυναμικού μπορεί να συμβάλει στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας και στην οικονομική ζωτικότητα και ότι, στο πλαίσιο των σημαντικών δημογραφικών προκλήσεων που θα αντιμετωπίσει η Ένωση στο μέλλον σε συνδυασμό με αυξημένη ζήτηση εργασίας, η εφαρμογή ευέλικτων πολιτικών μετανάστευσης θα συμβάλει σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη και στις μακροπρόθεσμες επιδόσεις της Ένωσης. Υπογραμμίζει, επίσης, ότι είναι σημαντικό να διασφαλιστεί η δίκαιη μεταχείριση των υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στο έδαφος των κρατών μελών και να βελτιστοποιηθεί η σχέση μεταξύ μετανάστευσης και ανάπτυξης. Καλεί την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να συνεχίσουν να εφαρμόζουν το σχέδιο πολιτικής για τη νόμιμη μετανάστευση, που καθορίζεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 21ης Δεκεμβρίου 2005.

(7)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμβάλει στην αποτελεσματική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών για την ειδική κατηγορία της εποχιακής προσωρινής μετανάστευσης και στη διασφάλιση αξιοπρεπών όρων διαβίωσης και εργασίας για τους εποχιακούς εργαζόμενους, καθορίζοντας δίκαιους και διαφανείς κανόνες για την εισδοχή και τη διαμονή και προσδιορίζοντας τα δικαιώματα των εποχιακών εργαζομένων, παρέχοντας συγχρόνως κίνητρα και εγγυήσεις ώστε να αποτρέπεται η υπέρβαση της επιτρεπόμενης διαμονής ή η προσωρινή διαμονή να μην γίνεται μόνιμη. Επίσης, οι κανόνες που θεσπίζονται στην οδηγία 2009/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4), θα συμβάλλουν στην αποτροπή της μετατροπής της προσωρινής διαμονής σε διαμονή χωρίς άδεια.

(8)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενεργοποιήσουν την παρούσα οδηγία χωρίς να προβαίνουν σε διακρίσεις λόγω φύλου, φυλής, χρώματος, εθνοτικής καταγωγής ή κοινωνικής προέλευσης, γενετικών χαρακτηριστικών, γλώσσας, θρησκείας ή πεποιθήσεων, πολιτικών ή κάθε άλλης γνώμης, ιδιότητας μέλους εθνικής μειονότητας, περιουσίας, γέννησης, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού, ιδιαίτερα σύμφωνα με την οδηγία 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου (5) και την οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου (6).

(9)

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την αρχή της προτίμησης των πολιτών της Ένωσης, όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας των κρατών μελών, όπως διατυπώνεται στις οικείες διατάξεις των σχετικών πράξεων προσχώρησης.

(10)

Η παρούσα οδηγία δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να καθορίζουν τον όγκο των εισερχομένων στο έδαφός τους υπηκόων τρίτων χωρών, προερχομένων από τρίτες χώρες, με σκοπό την εποχιακή εργασία, κατά τα οριζόμενα στη ΣΛΕΕ.

(11)

Η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει τους όρους παροχής υπηρεσιών που προβλέπονται στο άρθρο 56 ΣΛΕΕ. Ειδικότερα, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να επηρεάζει τους ειδικούς και γενικούς όρους εργασίας και απασχόλησης που ισχύουν, σύμφωνα με την οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), για τους εργαζόμενους που αποσπώνται από επιχείρηση εγκατεστημένη σε κράτος μέλος για παροχή υπηρεσίας στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

(12)

H παρούσα οδηγία θα πρέπει να επιδιώκει την κάλυψη άμεσων εργασιακών σχέσεων μεταξύ εποχιακών εργαζόμενων και εργοδοτών. Ωστόσο, σε περίπτωση που το εθνικό δίκαιο κράτους μέλους επιτρέπει την εισδοχή στο έδαφός του υπηκόων τρίτων χωρών ως εποχιακών εργαζομένων μέσω οργανισμών ευρέσεως εργασίας ή γραφείων προσωρινής απασχόλησης, τα οποία είναι εγκατεστημένα στο έδαφός του, και οι οποίοι συνάπτουν απευθείας σύμβαση με τον εποχιακό εργαζόμενο, οι εν λόγω οργανισμοί δεν θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(13)

Κατά τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη θα πρέπει, εφόσον κρίνεται σκόπιμο σε διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, να καταρτίζουν καταλόγους με τους τομείς απασχόλησης, οι οποίοι περιλαμβάνουν δραστηριότητες που εξαρτώνται από την εναλλαγή των εποχών. Οι δραστηριότητες που εξαρτώνται από την εναλλαγή των εποχών συνήθως ανήκουν σε τομείς, όπως η γεωργία και η παραγωγή οπωροκηπευτικών, ιδίως κατά την περίοδο φύτευσης ή συγκομιδής, ή ο τουρισμός, ιδίως κατά την περίοδο των διακοπών.

(14)

Εφόσον προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο και σύμφωνα με την αρχή της καταπολέμησης των διακρίσεων που ορίζεται στο άρθρο 10 ΣΛΕΕ, τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόζουν ευνοϊκότερη μεταχείριση σε υπηκόους συγκεκριμένων τρίτων χωρών σε σύγκριση με υπηκόους άλλων τρίτων χωρών, κατά την εφαρμογή των προαιρετικών διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

(15)

Η υποβολή αίτησης εισδοχής ως εποχιακού εργαζομένου θα πρέπει να είναι δυνατή μόνον εφόσον ο υπήκοοος τρίτης χώρας διαμένει εκτός του εδάφους των κρατών μελών.

(16)

Η άρνηση εισόδου για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να είναι δυνατή για λόγους δεόντως αιτιολογημένους. Ειδικότερα, ένα κράτος μέλος θα πρέπει να μπορεί να αρνηθεί την εισδοχή σε υπήκοο τρίτης χώρας, εφόσον θεωρεί, στηριζόμενο σε εκτίμηση των δεδομένων, ότι ο εν λόγω υπήκοος συνιστά δυνητική απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία.

(17)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει την εφαρμογή της οδηγίας 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8).

(18)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να επηρεάσει αρνητικά τα δικαιώματα που έχουν χορηγηθεί σε υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν ήδη νόμιμα σε κράτος μέλος για τον σκοπό εργασίας.

(19)

Στην περίπτωση των κρατών μελών που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (κώδικας περί θεωρήσεων) (9), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (κώδικας συνόρων του Σένγκεν) (10), και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 539/2001 του Συμβουλίου (11) εφαρμόζονται στο σύνολό τους. Κατά συνέπεια, για διαμονές που δεν υπερβαίνουν τις 90 ημέρες, οι όροι εισδοχής εποχιακών εργαζομένων στο έδαφος των κρατών μελών που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν διέπονται από τους εν λόγω κανονισμούς, ενώ η παρούσα οδηγία ρυθμίζει μόνον τα κριτήρια και τις απαιτήσεις για την πρόσβαση σε απασχόληση. Στην περίπτωση των κρατών μελών που δεν εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο Σένγκεν, εξαιρουμένων του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, ισχύει μόνον ο κώδικας συνόρων Σένγκεν. Οι διατάξεις του κεκτημένου Σένγκεν που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ανήκουν σε εκείνο το τμήμα του κεκτημένου Σένγκεν στο οποίο δεν συμμετέχουν η Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο και, ως εκ τούτου, οι διατάξεις αυτές δεν εφαρμόζονται στις εν λόγω χώρες.

(20)

Τα κριτήρια και οι απαιτήσεις εισδοχής καθώς και οι λόγοι απόρριψης και ανάκλησης ή μη παράτασης/μη ανανέωσης για διαμονές που δεν υπερβαίνουν τις 90 ημέρες θα πρέπει να καθορίζονται στην παρούσα οδηγία στον βαθμό που αφορούν απασχόληση με την ιδιότητα του εποχιακού εργαζόμενου. Όταν εκδίδονται θεωρήσεις βραχείας διαμονής με σκοπό την εποχιακή εργασία, οι οικείες διατάξεις του κεκτημένου Σένγκεν όσον αφορά τους όρους εισόδου και διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών, καθώς και τους λόγους απόρριψης, παράτασης, ακύρωσης ή ανάκλησης των εν λόγω θεωρήσεων, εφαρμόζονται αναλόγως. Ειδικότερα, οποιαδήποτε απόφαση περί απόρριψης, ακύρωσης ή ανάκλησης θεώρησης και οι λόγοι στους οποίους βασίζεται, θα πρέπει να κοινοποιούνται στον αιτούντα, δυνάμει του άρθρου 32 παράγραφος 2 και του άρθρου 34 παράγραφος 6 του κώδικα περί θεωρήσεων, με το τυποποιημένο έγγραφο που προβλέπεται στο παράρτημα VI του κώδικα περί θεωρήσεων.

(21)

Όσον αφορά τους εποχιακούς εργαζόμενους που γίνονται δεκτοί για διαμονή μεγαλύτερη των 90 ημερών, η παρούσα οδηγία θα πρέπει να καθορίζει τόσο τους όρους εισδοχής και διαμονής τους στο έδαφος των κρατών μελών όσο και τα κριτήρια και τις απαιτήσεις για την πρόσβαση σε απασχόληση στο κράτη μέλη.

(22)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να προβλέπει ευέλικτο σύστημα εισόδου με βάση τη ζήτηση και αντικειμενικά κριτήρια, όπως η έγκυρη σύμβαση εργασίας ή δεσμευτική προσφορά εργασίας η οποία να προσδιορίζει τις ουσιώδεις πτυχές της σύμβασης ή της σχέσης απασχόλησης.

(23)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν έλεγχο που να καταδεικνύει ότι μια θέση δεν μπορεί να πληρωθεί από το εγχώριο εργατικό δυναμικό.

(24)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να απορρίπτουν αίτηση εισδοχής, ειδικότερα σε περίπτωση που ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν έχει συμμορφωθεί προς την υποχρέωση που απέρρεε από προηγούμενη απόφαση εισδοχής ως εποχιακού εργαζομένου να εγκαταλείψει το έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους κατά τη λήξη της άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας.

(25)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι σε θέση να απαιτούν από τους εργοδότες να συνεργάζονται με τις αρμόδιες αρχές και να παρέχουν κάθε σχετική πληροφορία που απαιτείται προκειμένου να αποφευχθούν πιθανές καταχρήσεις και περιπτώσεις καταστρατήγησης της διαδικασίας που ορίζεται στην παρούσα οδηγία.

(26)

Η θέσπιση ενιαίας διαδικασίας για την έκδοση συνδυασμένης άδειας που αποτελεί συγχρόνως άδεια διαμονής και άδεια εργασίας θα συμβάλει στην απλούστευση των κανόνων που ισχύουν στα κράτη μέλη. Αυτό δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να καθορίζουν τις εθνικές αρχές και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να συμμετέχουν στην ενιαία διαδικασία, σύμφωνα με τις εθνικές ιδιαιτερότητες της διοικητικής οργάνωσης και πρακτικής.

(27)

Ο ορισμός των αρμοδίων αρχών στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να θίγει τον ρόλο και τις ευθύνες των λοιπών αρχών και, κατά περίπτωση, των κοινωνικών εταίρων, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και/ή πρακτική, όσον αφορά την εξέταση της αίτησης και τη σχετική απόφαση.

(28)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να παρέχει ένα βαθμό ευελιξίας στα κράτη μέλη όσον αφορά τις άδειες που εκδίδουν για την εισδοχή (είσοδος, διαμονή και εργασία) εποχιακών εργαζομένων. Η έκδοση θεώρησης διαμονής μακράς διαρκείας, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 στοιχείο α), δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα των κρατών μελών να χορηγούν εκ των προτέρων άδεια εργασίας στο σχετικό κράτος μέλος. Ωστόσο, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι έχουν ελεγχθεί και πληρούνται οι προϋποθέσεις απασχόλησης κατά τα προβλεπόμενα από την παρούσα οδηγία, θα πρέπει να καθίσταται σαφές στις άδειες αυτές ότι εκδίδονται για τον σκοπό εποχιακής εργασίας. Σε περίπτωση που εκδίδονται μόνο θεωρήσεις βραχείας διαμονής, τα κράτη μέλη θα πρέπει να χρησιμοποιούν για αυτό τον σκοπό τη στήλη «Παρατηρήσεις» της αυτοκόλλητης θεώρησης.

(29)

Για κάθε διαμονή που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιλέγουν να εκδώσουν είτε θεώρηση βραχείας διαμονής είτε θεώρηση βραχείας διαμονής συνοδευόμενη από άδεια εργασίας στις περιπτώσεις που ο υπήκοος τρίτης χώρας ζητεί θεώρηση σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 539/2001. Σε περίπτωση που ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης και σε περίπτωση που το κράτος μέλος δεν εφάρμοσε το άρθρο 4 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού, τα κράτη μέλη θα πρέπει να εκδίδουν άδεια εργασίας για την/τον εν λόγω υπήκοο, ως άδεια για τον σκοπό εποχιακής εργασίας. Για κάθε διαμονή που υπερβαίνει τις 90 ημέρες, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιλέγουν να εκδώσουν μια από τις ακόλουθες άδειες: θεώρηση διαμονής μακράς διαρκείας, άδεια εποχιακού εργαζόμενου ή άδεια εποχιακού εργαζόμενου συνοδευόμενη από θεώρηση διαμονής μακράς διαρκείας, αν η θεώρηση διαμονής μακράς διαρκείας απαιτείται βάσει του εθνικού δικαίου για την είσοδό του στο έδαφος. Ουδεμία διάταξη της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα κράτη μέλη να χορηγούν άδεια εργασίας κατευθείαν στον εργοδότη.

(30)

Όταν απαιτείται θεώρηση αποκλειστικώς για την είσοδο στο έδαφος κράτους μέλους και ο υπήκοος τρίτης χώρας πληροί τους όρους για τη χορήγηση άδειας εποχιακού εργαζόμενου, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος θα πρέπει να παρέχει στον υπήκοο της τρίτης χώρας κάθε διευκόλυνση για την απόκτηση της απαιτούμενης θεώρησης και να διασφαλίζει ότι οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται αποτελεσματικά για τον σκοπό αυτό.

(31)

Η μέγιστη διάρκεια διαμονής θα πρέπει να καθορίζεται από τα κράτη μέλη και να περιορίζεται σε χρονικό διάστημα μεταξύ πέντε και εννέα μηνών πράγμα που, από κοινού με τον ορισμό της εποχιακής εργασίας, θα διασφαλίζει ότι η εργασία έχει πραγματικά εποχιακό χαρακτήρα. Θα πρέπει να προβλεφθεί προς τούτο, ότι, εντός της εν λόγω μέγιστης διάρκειας διαμονής, είναι δυνατή η παράταση της σύμβασης ή η αλλαγή εργοδότη, υπό την προϋπόθεση ότι τα κριτήρια εισδοχής συνεχίζουν να πληρούνται. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ο ενδεχόμενος κίνδυνος καταχρηστικής μεταχείρισης των εποχιακών εργαζομένων που συνδέονται με έναν μόνον εργοδότη, μπορεί να μειωθεί και, συγχρόνως, να αντιμετωπίζονται με ευέλικτο τρόπο οι πραγματικές ανάγκες των εργοδοτών σε εργατικό δυναμικό. Η δυνατότητα των εποχιακών εργαζομένων να αλλάξουν εργοδότη δυνάμει των όρων της παρούσας οδηγίας δεν θα πρέπει να συνεπάγεται τη δυνατότητα του εποχιακού εργαζόμενου να αναζητήσει απασχόληση στο έδαφος του κράτους μέλους όντας άνεργος.

(32)

Τα κράτη μέλη, όταν αποφασίζουν για την παράταση της διαμονής ή την ανανέωση της άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας, θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνουν υπόψη τους την κατάσταση της αγοράς εργασίας.

(33)

Στις περιπτώσεις που εποχιακός εργαζόμενος έχει άδεια διαμονής μέγιστης διάρκειας 90 ημερών και το κράτος μέλος αποφασίσει να παρατείνει τη διαμονή πέραν των 90 ημερών, η θεώρηση βραχείας διαμονής θα πρέπει να αντικαθίσταται είτε από θεώρηση διαμονής μακράς διαρκείας είτε από άδεια εποχιακού εργαζόμενου.

(34)

Λαμβάνοντας υπόψη ορισμένα χαρακτηριστικά κυκλικής μετανάστευσης και τις προοπτικές απασχόλησης των εποχιακών εργαζομένων από τρίτες χώρες για περιόδους μεγαλύτερες από μια μόνον εποχιακή περίοδο, καθώς και το συμφέρον των εργοδοτών της 'Ενωσης να μπορούν να βασίζονται σε σταθερότερο και καταρτισμένο εργατικό δυναμικό, θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα διευκόλυνσης των διαδικασιών εισδοχής για καλόπιστους υπηκόους τρίτων χωρών, οι οποίοι έχουν γίνει δεκτοί ως εποχιακοί εργαζόμενοι σε κράτος μέλος, τουλάχιστον μια φορά κατά τα προηγούμενα πέντε χρόνια, και οι οποίοι σεβάστηκαν πάντοτε όλα τα κριτήρια και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία για την είσοδο και τη διαμονή τους στο συγκεκριμένο κράτος μέλος. Οι διαδικασίες αυτές δεν θα πρέπει να επηρεάζουν ή να καταστρατηγούν τον εποχιακό χαρακτήρα της απασχόλησης.

(35)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερομένων πληροφορίες σχετικά με τους όρους εισόδου και διαμονής, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων και των διαδικαστικών εγγυήσεων, όπως ορίζονται στην παρούσα οδηγία, καθώς και όλα τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την υποβολή αίτησης διαμονής και εργασίας στο έδαφος κράτους μέλους με την ιδιότητα του εποχιακού εργαζομένου.

(36)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις κατά των εργοδοτών σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεών τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Οι κυρώσεις αυτές μπορούν να συνίστανται σε μέτρα, όπως τα προβλεπόμενα στο άρθρο 7 της οδηγίας 2009/52/ΕΚ, και θα πρέπει να περιλαμβάνουν, εφόσον κριθεί σκόπιμο, υποχρέωση του εργοδότη για καταβολή αποζημίωσης σε εποχιακούς εργαζόμενους. Θα πρέπει να προβλέπονται οι αναγκαίοι μηχανισμοί που θα επιτρέπουν στους εργαζόμενους να λαμβάνουν την αποζημίωση που δικαιούνται ακόμα και εάν δεν ευρίσκονται πλέον στο έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

(37)

Θα πρέπει να θεσπιστεί σύνολο κανόνων που θα διέπουν τις διαδικασίες για την εξέταση των αιτήσεων εισδοχής εποχιακών εργαζομένων. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να είναι αποτελεσματική και διαχειρίσιμη στο πλαίσιο του συνήθους φόρτου εργασίας των διοικήσεων των κρατών μελών, καθώς και διαφανής και δίκαιη, ούτως ώστε να προσφέρουν το κατάλληλο επίπεδο ασφάλειας δικαίου στους ενδιαφερόμενους.

(38)

Στην περίπτωση θεωρήσεων βραχείας διαμονής, οι διαδικαστικές εγγυήσεις διέπονται από τις οικείες διατάξεις του κεκτημένου Σένγκεν.

(39)

Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών θα πρέπει να αποφασίζουν για τις αιτήσεις άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας το συντομότερο δυνατό μετά την υποβολή. Όσον αφορά τις αιτήσεις παράτασης ή ανανέωσης, οι οποίες υποβάλλονται κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν όλα τα εύλογα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι ο εποχιακός εργαζόμενος δεν υποχρεούται να διακόψει τη σχέση εργασίας με τον ίδιο εργοδότη ή δεν εμποδίζεται να αλλάξει εργοδότη, λόγω των διεξαγόμενων διοικητικών διαδικασιών. Οι αιτούντες θα πρέπει να υποβάλλουν την αίτηση παράτασης ή ανανέωσης, όσο το δυνατόν συντομότερα. Σε κάθε περίπτωση, οι εποχιακοί εργαζόμενοι θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να διαμένουν στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους, και, ενδεχομένως, να συνεχίσουν να εργάζονται, έως ότου οι αρμόδιες αρχές λάβουν τελική απόφαση σχετικά με την αίτηση παράτασης ή ανανέωσης.

(40)

Λόγω της φύσης της εποχιακής εργασίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνονται να διεκπεραιώνουν ατελώς τις αιτήσεις. Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος αποφασίσει ωστόσο να επιβάλλει σχετικό παράβολο, το παράβολο αυτό δεν θα πρέπει να είναι δυσανάλογο ή υπερβολικό.

(41)

Θα πρέπει να παρέχεται στους εποχικούς εργαζόμενους κατάλυμα που να εξασφαλίζει ικανοποιητικές συνθήκες διαβίωσης. Η αρμόδια αρχή θα πρέπει να ενημερώνεται για οιαδήποτε αλλαγή καταλύματος. Όταν το κατάλυμα παρέχεται από τον εργοδότη ή μέσω του εργοδότη, το ενοίκιο δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικό σε σχέση με την καθαρή αμοιβή του εποχιακού εργαζόμενου και σε σχέση με την ποιότητα του καταλύματος. Το ενοίκιο του εποχιακού εργαζόμενου δεν θα πρέπει να εκπίπτει αυτομάτως από τον μισθό του/της. Ο εργοδότης θα πρέπει να προσφέρει στον εποχιακό εργαζόμενο μισθωτήριο συμβόλαιο ή ισοδύναμο έγγραφο που να αναγράφει τους όρους ενοικίασης του καταλύματος και να διασφαλίζει ότι το κατάλυμα πληροί τις γενικές προδιαγραφές υγείας και ασφάλειας που ισχύουν στο συγκεκριμένο κράτος μέλος.

(42)

Οι υπήκοοι τρίτων χωρών που έχουν στην κατοχή τους έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο και άδεια για τον σκοπό εποχιακής εργασίας που έχει εκδοθεί δυνάμει της παρούσας οδηγίας από κράτος μέλος που εφαρμόζει πλήρως το κεκτημένο Σένγκεν, θα πρέπει να μπορούν να εισέρχονται και να διακινούνται ελεύθερα στο έδαφος των κρατών μελών που εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο Σένγκεν για μέγιστη περίοδο 90 ημερών ανά περίοδο 180 ημερών, σύμφωνα με τον κώδικα συνόρων Σένγκεν και το άρθρο 21 της σύμβασης εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν, της 14ης Ιουνίου 1985, μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών της Οικονομικής 'Ενωσης Μπενελούξ, της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Γαλλικής Δημοκρατίας, σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα (12) (σύμβαση εφαρμογής της συμφωνίας του Σένγκεν).

(43)

Λόγω της ιδιαίτερα ευάλωτης κατάστασης των εποχιακών εργαζομένων υπηκόων τρίτων χωρών και του προσωρινού χαρακτήρα της απασχόλησής τους, χρειάζεται να παρέχεται αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων των εποχιακών εργαζομένων υπηκόων τρίτων χωρών, μεταξύ άλλων στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης, να ελέγχεται τακτικά η συμμόρφωση και να εξασφαλίζεται πλήρης σεβασμός της αρχής της ίσης μεταχείρισης με τους εργαζόμενους που είναι υπήκοοι του κράτους μέλους υποδοχής, τηρώντας την αρχή της ίσης αμοιβής για ίση εργασία στον ίδιο χώρο εργασίας, με την εφαρμογή συλλογικών συμβάσεων ή άλλων ρυθμίσεων σχετικά με τις συνθήκες εργασίας που έχουν συναφθεί σε κάθε επίπεδο, ή για τις οποίες υπάρχει καταστατική πρόβλεψη, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και πρακτική, υπό όρους ίδιους με αυτούς που ισχύουν για τους υπηκόους του κράτους μέλους υποδοχής.

(44)

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων και των αρχών που περιλαμβάνονται στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη της 18ης Οκτωβρίου 1961 και στην ευρωπαϊκή σύμβαση σχετικά με το νομικό καθεστώς των διακινούμενων εργαζομένων, της 24ης Νοεμβρίου 1977.

(45)

Πέρα από τις νομοθετικές, διοικητικές και ρυθμιστικές διατάξεις που ισχύουν για τους εργαζόμενους υπηκόους του κράτους μέλους υποδοχής, θα πρέπει να εφαρμόζονται, στους εποχιακά εργαζόμενους υπηκόους τρίτων χωρών, οι διαιτητικές αποφάσεις καθώς και οι συλλογικές συμφωνίες και συμβάσεις που έχουν συναφθεί σε κάθε επίπεδο, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και πρακτική του κράτους μέλους υποδοχής, υπό τους ίδιους όρους που εφαρμόζονται στους πολίτες του κράτους μέλους υποδοχής.

(46)

Θα πρέπει να προβλέπεται ίση μεταχείριση για τους εποχιακούς εργαζόμενους τρίτων χωρών όσον αφορά τους κλάδους κοινωνικής ασφάλισης που απαριθμούνται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13). Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εναρμονίζει τη νομοθεσία των κρατών μελών στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης και να καλύπτει την κοινωνική πρόνοια. Απλώς εφαρμόζει την αρχή της ίσης μεταχείρισης σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης στα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να παρέχει περισσότερα δικαιώματα από όσα προβλέπονται ήδη στην υφιστάμενη νομοθεσία της Ένωσης στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης για υπηκόους τρίτων χωρών τα συμφέροντα των οποίων εξαρτώνται από περισσότερα του ενός κράτη μέλη.

Λόγω του προσωρινού χαρακτήρα της διαμονής των εποχιακών εργαζομένων και με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1231/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14), τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εξαιρούν τα οικογενειακά επιδόματα και τα επιδόματα ανεργίας από την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης μεταξύ των εποχιακών εργαζομένων και των δικών τους υπηκόων και θα πρέπει να είναι σε θέση να περιορίζουν την εφαρμογή της εν λόγω αρχής της ίσης μεταχείρισης όσον αφορά την εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση καθώς και όσον αφορά τα φορολογικά πλεονεκτήματα.

Η παρούσα οδηγία δεν προβλέπει την οικογενειακή επανένωση. Επιπλέον, η παρούσα οδηγία δεν παρέχει δικαιώματα όσον αφορά καταστάσεις που δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου, όπως, χάριν παραδείγματος, σε μέλη της οικογένειας που διαμένουν σε τρίτη χώρα. Ωστόσο, αυτό δεν θα πρέπει να θίγει το δικαίωμα κληρονόμων που έλκουν δικαιώματα από εποχιακό εργαζόμενο να λαμβάνουν σύνταξη επιζώντος όταν διαμένουν σε τρίτη χώρα. Τούτο δεν θα πρέπει να θίγει την άνευ διακρίσεων εφαρμογή από τα κράτη μέλη του εθνικού δικαίου που προβλέπει κανόνες de minimis σχετικά με τις συνεισφορές στα συνταξιοδοτικά καθεστώτα. Θα πρέπει να δημιουργηθούν μηχανισμοί που να διασφαλίζουν την αποτελεσματική ασφαλιστική κάλυψη κατά τη διάρκεια της διαμονής και τη μεταφορά των κεκτημένων δικαιωμάτων των εποχιακών εργαζομένων, κατά περίπτωση.

(47)

Το δίκαιο της Ένωσης δεν περιορίζει την εξουσία των κρατών μελών να οργανώνουν τα εθνικά τους συστήματα κοινωνικής ασφάλισης. Ελλείψει εναρμόνισης σε επίπεδο Ένωσης, εναπόκειται σε κάθε κράτος μέλος να ορίσει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγούνται οι παροχές κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και το ύψος των παροχών αυτών και την περίοδο για την οποία καταβάλλονται. Ωστόσο, κατά την άσκηση της εξουσίας αυτής, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συμμορφώνονται με το ενωσιακό δίκαιο.

(48)

Τυχόν περιορισμοί στο δικαίωμα της ίσης μεταχείρισης στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης δυνάμει της παρούσας οδηγίας, δεν θα πρέπει να θίγουν τα δικαιώματα που παρέχονται κατ’ εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1231/2010.

(49)

Για να εξασφαλισθεί η ορθή επιβολή της παρούσας οδηγίας, και ιδίως των διατάξεων που αφορούν τα δικαιώματα, τις συνθήκες εργασίας και τη στέγαση, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν την ύπαρξη κατάλληλων μηχανισμών ελέγχου των εργοδοτών και, ενδεχομένως, τη διενέργεια αποτελεσματικών και κατάλληλων επιθεωρήσεων στα αντίστοιχα εδάφη τους. Η επιλογή των εργοδοτών που θα υποβληθούν σε έλεγχο θα πρέπει να βασίζεται καταρχάς σε αξιολόγηση του κινδύνου που διεξάγεται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες, όπως ο τομέας στον οποίο δρα μία εταιρεία και κάθε προηγούμενο ιστορικό παραβάσεων.

(50)

Για να διευκολυνθεί η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν αποτελεσματικούς μηχανισμούς μέσω των οποίων οι εποχιακοί εργαζόμενοι θα μπορούν να έχουν πρόσβαση σε ένδικα μέσα και να υποβάλλουν καταγγελίες απευθείας ή μέσω αρμοδίων τρίτων, όπως οι συνδικαλιστικές οργανώσεις ή άλλες ενώσεις. Αυτό θεωρείται απαραίτητο για την αντιμετώπιση καταστάσεων στις οποίες οι εποχιακοί εργαζόμενοι δεν γνωρίζουν την ύπαρξη μηχανισμών νομικής προστασίας ή διστάζουν να τους χρησιμοποιήσουν επ’ ονόματί τους, διότι φοβούνται τις πιθανές συνέπειες. Οι εποχιακοί εργαζόμενοι θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε δικαστική προστασία έναντι ενδεχόμενων αντιποίνων λόγω της υποβολής καταγγελίας.

(51)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η καθιέρωση ειδικής διαδικασίας εισδοχής, η θέσπιση προϋποθέσεων εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την εποχιακή εργασία και ο καθορισμός των δικαιωμάτων τους ως εποχιακών εργαζομένων, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, και μπορούν, μάλλον, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως ορίζεται ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), λαμβάνοντας υπόψη τις πολιτικές για τη μετανάστευση και την απασχόληση σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(52)

Η παρούσα οδηγία αναγνωρίζει τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές που περιέχονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και συγκεκριμένα το άρθρο 7, το άρθρο 15 παράγραφος 3, τα άρθρα 17, 27, 28, 31 και το άρθρο 33 παράγραφος 2, σύμφωνα με το άρθρο 6 ΣΕΕ.

(53)

Σύμφωνα με την κοινή πολιτική δήλωση των κρατών μελών και της Επιτροπής, της 28ης Σεπτεμβρίου 2011, σχετικά με τα επεξηγηματικά έγγραφα (15), τα κράτη μέλη έχουν δεσμευθεί να συνοδεύουν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, την κοινοποίηση των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο με ένα ή περισσότερα έγγραφα που εξηγούν τη σχέση μεταξύ των συστατικών στοιχείων μιας οδηγίας και των αντίστοιχων μερών των πράξεων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο. Όσον αφορά την παρούσα οδηγία, ο νομοθέτης θεωρεί ότι η διαβίβαση τέτοιων εγγράφων είναι αιτιολογημένη.

(54)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά το χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και τη ΣΛΕΕ, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω πρωτοκόλλου, τα εν λόγω κράτη μέλη δεν συμμετέχουν στη θέσπιση της παρούσας οδηγίας και δεν δεσμεύονται από αυτήν ούτε υπόκεινται στην εφαρμογή της.

(55)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και τη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στη θέσπιση της παρούσας οδηγίας και δεν δεσμεύεται από αυτήν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

1.   Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την εργασία τους ως εποχιακών εργαζόμενων και καθορίζει τα δικαιώματα των εποχιακών εργαζόμενων.

2.   Για διαμονές μέγιστης διάρκειας 90 ημερών, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του κεκτημένου του Σένγκεν, και ειδικότερα του κώδικα περί θεωρήσεων, του κώδικα συνόρων Σένγκεν και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 539/2001.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στους υπηκόους τρίτων χωρών που διαμένουν εκτός του εδάφους των κρατών μελών και υποβάλλουν αίτηση εισδοχής ή έχουν ήδη γίνει δεκτοί, δυνάμει της παρούσας οδηγίας, στο έδαφος κράτους μέλους με σκοπό την εργασία τους ως εποχιακών εργαζομένων.

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε υπηκόους τρίτων χωρών, οι οποίοι τη στιγμή που υποβάλλουν αίτηση διαμένουν στο έδαφος κράτους μέλους, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 15.

2.   Κατά τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη θα πρέπει, εφόσον κριθεί σκόπιμο, σε διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, να καταρτίσουν καταλόγους με τους τομείς απασχόλησης οι οποίοι περιλαμβάνουν δραστηριότητες που εξαρτώνται από την εναλλαγή των εποχών. Τα κράτη μέλη μπορούν να τροποποιούν τον εν λόγω κατάλογο, οσάκις ενδείκνυται, σε διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για αυτές τις τροποποιήσεις.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στους υπηκόους τρίτων χωρών, οι οποίοι:

α)

ασκούν δραστηριότητες εξ ονόματος επιχειρήσεων εγκατεστημένων σε άλλο κράτος μέλος στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών κατά την έννοια του άρθρου 56 ΣΛΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των υπηκόων τρίτων χωρών που αποσπώνται από επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε κράτος μέλος στο πλαίσιο παροχής υπηρεσίας σύμφωνα με την οδηγία 96/71/ΕΚ·

β)

είναι μέλη οικογένειας πολιτών της Ένωσης που ασκούν το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας εντός της Ένωσης σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16)·

γ)

οι οποίοι, μαζί με τα μέλη της οικογένειάς τους και ανεξαρτήτως της υπηκοότητας τους, απολαύουν δικαιωμάτων ελεύθερης κυκλοφορίας ισοδύναμων των αντίστοιχων δικαιωμάτων των πολιτών της Ένωσης δυνάμει συμφωνιών είτε μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών, είτε μεταξύ της Ένωσης και τρίτων χωρών.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

α)   «υπήκοος τρίτης χώρας»: κάθε πρόσωπο που δεν είναι πολίτης της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 20 παράγραφος 1 ΣΛΕΕ·

β)   «εποχιακός εργαζόμενος»: ο υπήκοος τρίτης χώρας που διατηρεί την κύρια κατοικία του/της σε τρίτη χώρα, αλλά διαμένει νόμιμα και προσωρινά στο έδαφος κράτους μέλους για την άσκηση δραστηριότητας που εξαρτάται από την εναλλαγή των εποχών, βάσει μιας ή περισσότερων συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου που συνάπτονται απευθείας μεταξύ του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας και του εργοδότη που είναι εγκατεστημένος στο εν λόγω κράτος μέλος·

γ)   «δραστηριότητα που εξαρτάται από την εναλλαγή των εποχών»: δραστηριότητα που συνδέεται με ορισμένη περίοδο του έτους και αφορά επαναλαμβανόμενο γεγονός ή αλληλουχία γεγονότων που σχετίζονται με εποχιακές συνθήκες κατά τη διάρκεια των οποίων το απαιτούμενο επίπεδο εργατικού δυναμικού είναι σημαντικά υψηλότερο από το απαιτούμενο για τις συνήθεις δραστηριότητες·

δ)   «άδεια εποχιακού εργαζόμενου»: η άδεια που χορηγείται χρησιμοποιώντας τον τύπο που ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου (17), η οποία περιλαμβάνει αναφορά σε εποχιακή εργασία και η οποία επιτρέπει στον κάτοχό της να διαμένει και να εργάζεται στο έδαφος κράτους μέλους για διάστημα που υπερβαίνει τις 90 ημέρες σύμφωνα με τους όρους της παρούσας οδηγίας·

ε)   «θεώρηση βραχείας διαμονής»: άδεια που εκδίδεται από κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 2 σημείο 2) στοιχείο α) του κώδικα περί θεωρήσεων ή εκδίδεται δυνάμει του εθνικού δικαίου κράτους μέλους που δεν εφαρμόζει πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν·

στ)   «θεώρηση διαμονής μακράς διαρκείας»: άδεια που εκδίδεται από κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 18 της σύμβασης εφαρμογής του Σένγκεν ή εκδίδεται δυνάμει του εθνικού δικαίου κράτους μέλους που δεν εφαρμόζει πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν·

ζ)   «ενιαία διαδικασία υποβολής αίτησης»: διαδικασία που οδηγεί, βάσει ενιαίας αίτησης για τη χορήγηση σε υπήκοο τρίτης χώρας άδειας διαμονής και εργασίας στο έδαφος κράτους μέλους, σε απόφαση σε συνέχεια αίτησης άδειας εποχιακού εργαζόμενου·

η)   «άδεια για τον σκοπό εποχιακής εργασίας»: κάθε άδεια αναφερόμενη στο άρθρο 12 η οποία επιτρέπει στον δικαιούχο της άδειας να διαμένει και να εργάζεται στο έδαφος του κράτους μέλους που έχει χορηγήσει την άδεια σύμφωνα με την παρούσα οδηγία·

θ)   «άδεια εργασίας»: κάθε άδεια που χορηγείται από κράτος μέλος σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, με σκοπό την εργασία στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους.

Άρθρο 4

Ευνοϊκότερες διατάξεις

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη ευνοϊκότερων διατάξεων:

α)

του δικαίου της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των διμερών και πολυμερών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ της Ένωσης ή μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και μιας ή περισσότερων τρίτων χωρών, αφετέρου·

β)

διμερών ή πολυμερών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ ενός ή περισσότερων κρατών μελών και μιας ή περισσότερων τρίτων χωρών.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει το δικαίωμα των κρατών μελών να θεσπίζουν ή να διατηρούν ευνοϊκότερες διατάξεις για τους υπηκόους τρίτων χωρών ως προς τους οποίους εφαρμόζεται όσον αφορά τα άρθρα 18, 19, 20, 23 και 25.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΙΣΔΟΧΗΣ

Άρθρο 5

Κριτήρια και απαιτήσεις για την εισδοχή εποχιακού εργαζόμενου προς εργασίαν για διαμονή που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες

1.   Οι αιτήσεις εισδοχής σε κράτος μέλος βάσει της παρούσας οδηγίας για διαμονή που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες συνοδεύονται από:

α)

έγκυρη σύμβαση εργασίας ή, εάν προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο ή τις εθνικές διοικητικές διατάξεις ή πρακτικές, δεσμευτική προσφορά εργασίας με την ιδιότητα του εποχιακού εργαζόμενου στο συγκεκριμένο κράτος μέλος με εργοδότη εγκατεστημένο στο κράτος μέλος, η οποία διευκρινίζει:

i)

τον τόπο και το είδος της εργασίας,

ii)

τη διάρκεια της απασχόλησης,

iii)

το ποσό της αμοιβής,

iv)

τον αριθμό των ωρών εργασίας ανά εβδομάδα ή ανά μήνα,

v)

το ύψος του ενδεχόμενου επιδόματος αδείας,

vi)

κατά περίπτωση, άλλους σχετικούς όρους εργασίας, και

vii)

ει δυνατόν, την ημερομηνία έναρξης της απασχόλησης·

β)

αποδεικτικά στοιχεία ότι ο αιτών διαθέτει ασφάλιση ασθενείας ή, εάν αυτό προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, ότι έχει υποβάλει αίτηση για ασφάλιση ασθενείας που καλύπτει όλους τους κινδύνους που συνήθως καλύπτονται για τους υπηκόους του συγκεκριμένου κράτους μέλους, όσον αφορά τις περιόδους κατά τις οποίες δεν του παρέχεται, λόγω της σύμβασης εργασίας του ή σε συνδυασμό με αυτήν, ανάλογη ασφαλιστική κάλυψη και αντίστοιχα δικαιώματα σε παροχές, λόγω της εργασίας του στο εν λόγω κράτος μέλος·

γ)

αποδεικτικά στοιχεία ότι ο εποχιακός εργαζόμενος θα διαθέτει κατάλληλο κατάλυμα ή ότι θα του χορηγηθεί κατάλληλο κατάλυμα, σύμφωνα με το άρθρο 20.

2.   Τα κράτη μέλη απαιτούν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 στοιχείο α) να συνάδουν με το εφαρμοστέο δίκαιο και τις εθνικές συλλογικές συμβάσεις ή πρακτικές.

3.   Με βάση τα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη απαιτούν οι εποχιακοί εργαζόμενοι να μην προσφεύγουν στα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας των κρατών μελών.

4.   Στις περιπτώσεις που η σύμβαση εργασίας ή η δεσμευτική προσφορά εργασίας ορίζει ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας θα ασκήσει νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα, όπως ορίζεται στην οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18), τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τον αιτούντα να υποβάλει έγγραφα που να πιστοποιούν ότι ο υπήκοος της τρίτης χώρας πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο για την άσκηση του εν λόγω νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος.

5.   Κατά την εξέταση αίτησης άδειας εποχιακής απασχόλησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 12 της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν πλήρως το κεκτημένο του Σένγκεν, επαληθεύουν ότι ο υπήκοος της τρίτης χώρας:

α)

δεν συνιστά κίνδυνο παράνομης μετανάστευσης,

β)

και ότι προτίθεται να εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών το αργότερο κατά την ημερομηνία λήξης της άδειας.

Άρθρο 6

Κριτήρια και απαιτήσεις για την εισδοχή εποχιακού εργαζόμενου για διαμονή που υπερβαίνει τις 90 ημέρες

1.   Οι αιτήσεις εισδοχής σε κράτος μέλος βάσει της παρούσας οδηγίας για διαμονή που υπερβαίνει τις 90 ημέρες συνοδεύονται από:

α)

έγκυρη σύμβαση εργασίας ή, εάν προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο ή τις εθνικές διοικητικές διατάξεις ή πρακτικές, δεσμευτική προσφορά εργασίας με την ιδιότητα του εποχιακού εργαζόμενου στο συγκεκριμένο κράτος μέλος με εργοδότη εγκατεστημένο στο κράτος μέλος, η οποία διευκρινίζει:

i)

τον τόπο και το είδος της εργασίας,

ii)

τη διάρκεια της απασχόλησης,

iii)

το ποσό της αμοιβής,

iv)

τον αριθμό των ωρών εργασίας ανά εβδομάδα ή ανά μήνα,

v)

το ύψος του ενδεχόμενου επιδόματος αδείας,

vi)

κατά περίπτωση, άλλους σχετικούς όρους εργασίας, και

vii)

ει δυνατόν, την ημερομηνία έναρξης της απασχόλησης·

β)

αποδεικτικά στοιχεία ότι ο αιτών διαθέτει ασφάλιση ασθενείας ή, εάν αυτό προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο, ότι έχει υποβάλει αίτηση για ασφάλιση ασθενείας που καλύπτει όλους τους κινδύνους που συνήθως καλύπτονται για τους υπηκόους του συγκεκριμένου κράτους μέλους, όσον αφορά τις περιόδους κατά τις οποίες δεν του παρέχεται, λόγω της σύμβασης εργασίας του ή σε συνδυασμό με αυτήν, ανάλογη ασφαλιστική κάλυψη και αντίστοιχα δικαιώματα σε παροχές, λόγω της εργασίας του στο εν λόγω κράτος μέλος·

γ)

αποδεικτικά στοιχεία ότι ο εποχιακός εργαζόμενος θα διαθέτει κατάλληλο κατάλυμα ή ότι θα του χορηγηθεί κατάλληλο κατάλυμα, σύμφωνα με το άρθρο 20.

2.   Τα κράτη μέλη απαιτούν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 στοιχείο α) να συνάδουν με το εφαρμοστέο δίκαιο και τις εθνικές συλλογικές συμβάσεις και/ή πρακτικές.

3.   Με βάση τα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα κράτη μέλη απαιτούν από τους εποχιακούς εργαζόμενους να διαθέτουν επαρκείς πόρους για τη συντήρησή τους κατά τη διάρκεια της διαμονής τους χωρίς να προσφεύγουν στα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας των κρατών μελών.

4.   Οι υπήκοοι τρίτων χωρών που θεωρούνται απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή τη δημόσια υγεία δεν γίνονται δεκτοί.

5.   Κατά την εξέταση αίτησης άδειας αναφερόμενης στο άρθρο 12 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη επαληθεύουν ότι ο υπήκοος της τρίτης χώρας δεν συνιστά κίνδυνο παράνομης μετανάστευσης, και ότι προτίθεται να εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών το αργότερο κατά την ημερομηνία λήξης της άδειας.

6.   Στις περιπτώσεις που η σύμβαση εργασίας ή η δεσμευτική προσφορά εργασίας ορίζει ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας θα ασκήσει νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα, όπως ορίζεται στην οδηγία 2005/36/ΕΚ, τα κράτη μπορούν να απαιτούν από τον αιτούντα να υποβάλει έγγραφα που να πιστοποιούν ότι ο υπήκοος της τρίτης χώρας πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο για την άσκηση του εν λόγω νομοθετικά κατοχυρωμένου επαγγέλματος.

7.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τους υπηκόους τρίτων χωρών να έχουν στη κατοχή τους έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο, όπως ορίζεται από το εθνικό δίκαιο. Τα κράτη μέλη απαιτούν η περίοδος ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου να καλύπτει τουλάχιστον τη διάρκεια ισχύος της άδειας για σκοπό εποχιακής εργασίας.

Επιπροσθέτως, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να επιβάλλουν τους ακόλουθους όρους:

α)

η περίοδος ισχύος του ταξιδιωτικού εγγράφου να υπερβαίνει την προβλεπόμενη διάρκεια διαμονής τρεις μήνες, κατ’ ανώτατο όριο,

β)

η ημερομηνία έκδοσης του ταξιδιωτικού εγγράφου να έχει εκδοθεί τα τελευταία δέκα χρόνια, και

γ)

το ταξιδιωτικό έγγραφο να περιέχει τουλάχιστον δύο λευκές σελίδες.

Άρθρο 7

Όγκοι εισδοχής

Η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει το δικαίωμα των κρατών μελών να καθορίζουν τον όγκο των υπηκόων τρίτων χωρών που εισέρχονται στο έδαφός τους για εποχιακή εργασία. Βάσει αυτού, αίτηση άδειας για σκοπό εποχιακής εργασίας μπορεί είτε να θεωρηθεί μη παραδεκτή είτε να απορριφθεί.

Άρθρο 8

Λόγοι απόρριψης

1.   Τα κράτη μέλη απορρίπτουν αίτηση άδειας για σκοπό εποχιακής εργασίας εφόσον:

α)

δεν τηρούνται τα άρθρα 5 ή 6· ή

β)

τα προσκομισθέντα έγγραφα για τους σκοπούς των άρθρων 5 ή 6 έχουν αποκτηθεί δολίως ή έχουν πλαστογραφηθεί ή έχουν άλλως νοθευθεί·

2.   Τα κράτη μέλη απορρίπτουν, εφόσον κριθεί σκόπιμο, αίτηση άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας εφόσον:

α)

έχουν επιβληθεί κυρώσεις στον εργοδότη σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο για αδήλωτη εργασία και/ή παράνομη απασχόληση·

β)

η επιχείρηση του εργοδότη έχει τεθεί υπό εκκαθάριση σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο περί αφερεγγυότητας ή εάν δεν υπάρχει οικονομική δραστηριότητα· ή

γ)

έχουν επιβληθεί κυρώσεις στον εργοδότη σύμφωνα με το άρθρο 17.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ελέγχουν κατά πόσον η συγκεκριμένη κενή θέση είναι δυνατόν να καλυφθεί από υπήκοο του εν λόγω κράτους μέλους ή άλλους υπηκόους της Ένωσης, ή από υπήκοο τρίτης χώρας που διαμένει νόμιμα στο εν λόγω κράτος μέλος· στην περίπτωση αυτή δύνανται να απορρίπτουν την αίτηση. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της αρχής της προτίμησης για τους πολίτες της Ένωσης, όπως διατυπώνεται στις οικείες διατάξεις των σχετικών πράξεων προσχώρησης.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απορρίπτουν αίτηση άδειας για σκοπό εποχιακής εργασίας εφόσον:

α)

ο εργοδότης δεν πληροί τις νομικές του υποχρεώσεις σχετικά με την κοινωνική ασφάλιση, τη φορολογία, τα εργασιακά δικαιώματα ή τους όρους απασχόλησης, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο και/ή τις συλλογικές συμβάσεις·

β)

ο εργοδότης, εντός των 12 μηνών που προηγούνται άμεσα της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης, έχει καταργήσει μια θέση πλήρους απασχόλησης, προκειμένου να δημιουργηθεί η κενή θέση που ο εργοδότης προσπαθεί να καλύψει με τη χρήση της παρούσας οδηγίας· ή

γ)

ο υπήκοος της τρίτης χώρας δεν έχει συμμορφωθεί με υποχρεώσεις που απορρέουν από προηγούμενη απόφαση για εισδοχή ως εποχιακός εργαζόμενος.

5.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, κάθε απόφαση απόρριψης της αίτησης, λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης περίπτωσης, συμπεριλαμβανομένων των συμφερόντων του εποχιακού εργαζομένου, και να σέβεται την αρχή της αναλογικότητας.

6.   Οι λόγοι για την άρνηση χορήγησης θεώρησης βραχείας διαμονής καθορίζονται στις σχετικές διατάξεις του κώδικα θεωρήσεων.

Άρθρο 9

Ανάκληση της άδειας εποχιακής εργασίας

1.   Τα κράτη μέλη ανακαλούν την άδεια εποχιακής εργασίας, εφόσον:

α)

τα προσκομισθέντα έγγραφα για τους σκοπούς των άρθρων 5 ή 6 έχουν αποκτηθεί δολίως ή έχουν πλαστογραφηθεί ή έχουν άλλως νοθευθεί· ή

β)

ο κάτοχος διαμένει στο κράτος μέλος για σκοπούς άλλους από εκείνους για τους οποίους του χορηγήθηκε η άδεια διαμονής.

2.   Τα κράτη μέλη ανακαλούν, εφόσον κριθεί σκόπιμο, την άδεια για τον σκοπό εποχιακής εργασίας, εφόσον:

α)

έχουν υποβληθεί κυρώσεις στον εργοδότη σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο για αδήλωτη εργασία και/ή παράνομη απασχόληση·

β)

η επιχείρηση του εργοδότη έχει τεθεί υπό εκκαθάριση σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο περί αφερεγγυότητας ή εάν δεν υπάρχει οικονομική δραστηριότητα, ή

γ)

έχουν επιβληθεί κυρώσεις στον εργοδότη σύμφωνα με το άρθρο 17.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ανακαλούν την άδεια εποχιακής εργασίας εφόσον, σε οιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

δεν τηρείται ή δεν τηρείται πλέον το άρθρο 5 ή 6,

β)

ο εργοδότης δεν πληροί τις νομικές του υποχρεώσεις σχετικά με την κοινωνική ασφάλιση, τη φορολογία, τα εργασιακά δικαιώματα ή τους όρους απασχόλησης, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο και/ή τις συλλογικές συμβάσεις,

γ)

ο εργοδότης δεν έχει εκπληρώσει της υποχρεώσεις που απορρέουν από τη σύμβαση εργασίας, ή

δ)

ο εργοδότης, εντός των 12 μηνών που προηγούνται άμεσα της ημερομηνίας υποβολής της αίτησης, έχει καταργήσει μια θέση πλήρους απασχόλησης, προκειμένου να δημιουργηθεί η κενή θέση που ο εργοδότης προσπαθεί να καλύψει με τη χρήση της παρούσας οδηγίας.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να ανακαλούν την άδεια για τον σκοπό εποχιακής εργασίας, εφόσον ο υπήκοος τρίτης χώρας υποβάλει αίτηση: διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19), ή προστασίας σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, τις διεθνείς υποχρεώσεις ή την πρακτική του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

5.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, κάθε απόφαση ανάκλησης της άδειας λαμβάνει υπόψη τις ειδικές συνθήκες της συγκεκριμένης περίπτωσης, μεταξύ άλλων τα συμφέροντα του εποχιακά εργαζόμενου, και την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας.

6.   Οι λόγοι κατάργησης ή ανάκλησης της θεώρησης βραχείας διαμονής καθορίζονται στον κώδικα περί θεωρήσεων.

Άρθρο 10

Υποχρέωση συνεργασίας

Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τον εργοδότη να παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες που απαιτούνται για τη χορήγηση, την παράταση ή την ανανέωση της άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΔΕΙΕΣ ΕΠΟΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Άρθρο 11

Πρόσβαση στις πληροφορίες

1.   Τα κράτη μέλη καθιστούν εύκολα διαθέσιμες στους αιτούντες τις πληροφορίες σχετικά με όλα τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την υποβολή της αίτησης και τις πληροφορίες σχετικά με την είσοδο και τη διαμονή, καθώς και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις και τις διαδικαστικές εγγυήσεις των εποχιακά εργαζόμενων.

2.   Όταν κράτη μέλη χορηγούν σε υπηκόους τρίτων χωρών άδεια για τον σκοπό εποχιακής εργασίας, η εν λόγω άδεια συνοδεύεται από γραπτές πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, μεταξύ άλλων σε ό,τι αφορά τις διαδικασίες υποβολής καταγγελίας.

Άρθρο 12

Άδειες για τον σκοπό εποχιακής εργασίας

1.   Για διαμονή που δεν υπερβαίνει τις 90 ημέρες, τα κράτη μέλη χορηγούν στους υπηκόους τρίτων χωρών που συμμορφώνονται με το άρθρο 5 και για τους οποίους δεν ισχύουν οι λόγοι απόρριψης που αναφέρονται στο άρθρο 8, μία από τις ακόλουθες άδειες για τον σκοπό εποχιακής εργασίας, με την επιφύλαξη των κανόνων σχετικά με την έκδοση θεωρήσεων βραχείας διαμονής που προβλέπονται στον κώδικα περί θεωρήσεων και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1683/95 του Συμβουλίου (20):

α)

θεώρηση βραχείας διαμονής, η οποία αναφέρει ότι εκδίδεται με σκοπό την εποχιακή εργασία,

β)

θεώρηση βραχείας διαμονής που αναφέρει ότι εκδίδεται με σκοπό την εποχιακή εργασία και άδεια εργασίας που εκδίδεται σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, ή

γ)

άδεια εργασίας που αναφέρει ότι εκδίδεται με σκοπό την εποχιακή εργασία, εφόσον ο υπήκοος τρίτης χώρας απαλλάσσεται από την υποχρέωση θεώρησης σύμφωνα με το παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 539/2001 και το οικείο κράτος μέλος δεν εφαρμόζει στη συγκεκριμένη περίπτωση το άρθρο 4 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού.

Κατά τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη προβλέπουν είτε τις άδειες που αναφέρονται στα στοιχεία α) και γ) είτε τις άδειες που αναφέρονται στα στοιχεία β) και γ).

2.   Για διαμονή που υπερβαίνει τις 90 ημέρες, τα κράτη μέλη χορηγούν στους υπηκόους τρίτων χωρών που συμμορφώνονται με το άρθρο 6 και εφόσον δεν ισχύουν οι λόγοι απόρριψης του άρθρου 8, μία από τις ακόλουθες άδειες για τον σκοπό εποχιακής εργασίας:

α)

θεώρηση για διαμονή μακράς διαρκείας, η οποία αναφέρει ότι εκδίδεται για τον σκοπό εποχιακής εργασίας,

β)

άδεια εποχιακού εργαζόμενου, ή

γ)

άδεια εποχιακού εργαζόμενου και θεώρηση για διαμονή μακράς διαρκείας, εάν η θεώρηση διαμονής μακράς διαρκείας απαιτείται βάσει του εθνικού δικαίου για την είσοδο στο έδαφος.

Κατά τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, τα κράτη μέλη προβλέπουν μόνο μία από τις άδειες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ).

3.   Με την επιφύλαξη του κεκτημένου του Σένγκεν, τα κράτη μέλη αποφασίζουν εάν η αίτηση πρέπει να υποβάλλεται από τον υπήκοο τρίτης χώρας και/ή από τον εργοδότη.

Η υποχρέωση των κρατών μελών να καθορίζουν εάν η αίτηση θα υποβάλλεται από τον υπήκοο τρίτης χώρας και/ή από τον εργοδότη ισχύει με την επιφύλαξη ενδεχόμενων ρυθμίσεων που προβλέπουν ανάμειξη αμφοτέρων στη διαδικασία.

4.   Η άδεια εποχιακού εργαζόμενου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο στοιχεία β) και γ) εκδίδεται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, με τη χρήση του τύπου που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002. Τα κράτη μέλη αναγράφουν στην άδεια ότι εκδίδεται με σκοπό την εποχιακή εργασία.

5.   Στην περίπτωση θεωρήσεων για διαμονή μακράς διαρκείας, τα κράτη μέλη αναγράφουν στη στήλη «Παρατηρήσεις» της αυτοκόλλητης θεώρησης, ότι αυτή εκδίδεται με σκοπό την εποχιακή εργασία, σύμφωνα με το σημείο 12 του παραρτήματος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1683/95.

6.   Τα κράτη μέλη μπορούν να παρέχουν πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με την εργασιακή σχέση του εποχιακά εργαζόμενου σε έντυπη μορφή ή να αποθηκεύουν τέτοια δεδομένα σε ηλεκτρονική μορφή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 και στο στοιχείο α) σημείο 16 του παραρτήματός του.

7.   Όταν απαιτείται θεώρηση αποκλειστικώς για την είσοδο στο έδαφος κράτους μέλους και ο υπήκοος τρίτης χώρας πληροί τους όρους για τη χορήγηση άδειας εποχιακού εργαζόμενου σύμφωνα με την παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ), το οικείο κράτος μέλος χορηγεί στον υπήκοο τρίτης χώρας κάθε διευκόλυνση για την απόκτηση της απαιτούμενης θεώρησης.

8.   Η έκδοση θεώρησης για διαμονή μακράς διαρκείας, σύμφωνα με την παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), δεν θίγει τη δυνατότητα των κρατών μελών να εκδίδουν εκ των προτέρων άδεια εργασίας στο οικείο κράτος μέλος.

Άρθρο 13

Αιτήσεις για άδεια εποχιακού εργαζομένου

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρμόδιες αρχές για την παραλαβή της αίτησης, τη λήψη απόφασης σχετικά με την αίτηση και την έκδοση άδειας εποχιακού εργαζόμενου.

2.   Η αίτηση άδειας εποχιακού εργαζομένου υποβάλλεται σύμφωνα με ενιαία διαδικασία υποβολής αίτησης.

Άρθρο 14

Διάρκεια διαμονής

1.   Τα κράτη μέλη καθορίζουν μέγιστη διάρκεια διαμονής για τους εποχιακούς εργαζόμενους η οποία δεν είναι μικρότερη από πέντε μήνες και μεγαλύτερη από εννέα μήνες ανά δωδεκάμηνο. Μετά την εκπνοή αυτού του χρονικού διαστήματος, ο υπήκοος τρίτης χώρας εγκαταλείπει το έδαφος του κράτους μέλους, εκτός εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος έχει χορηγήσει άδεια διαμονής δυνάμει του εθνικού ή του ενωσιακού δικαίου για σκοπούς άλλους από την εποχιακή εργασία.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν μέγιστη χρονική περίοδο ανά δωδεκάμηνο κατά την οποία ο εργοδότης μπορεί να προσλαμβάνει εποχιακούς εργαζομένους. Το εν λόγω χρονικό διάστημα δεν είναι μικρότερο από τη μέγιστη περίοδο διαμονής που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 15

Παράταση της διαμονής ή ανανέωση της άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας

1.   Εντός της μέγιστης περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1, και υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι διατάξεις των άρθρων 5 ή 6 και δεν ισχύουν οι λόγοι απόρριψης του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο β), του άρθρου 8 παράγραφος 2 και, κατά περίπτωση, του άρθρου 8 παράγραφος 4, τα κράτη μέλη επιτρέπουν στους εποχιακούς εργαζόμενους παράταση της διαμονής τους, εφόσον παρατείνουν τη σύμβασή τους με τον ίδιο εργοδότη.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν, δυνάμει του εθνικού τους δικαίου, να επιτρέπουν σε εποχιακούς εργαζόμενους να παρατείνουν τη σύμβασή τους με τον ίδιο εργοδότη καθώς και τη διαμονή τους περισσότερες από μια φορές, με την προϋπόθεση ότι δεν σημειώνεται υπέρβαση της μέγιστης διάρκειας διαμονής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 14.

3.   Εντός της μεγίστης διάρκειας διαμονής που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1, και υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι διατάξεις των άρθρων 5 ή 6 και δεν ισχύουν οι λόγοι απόρριψης του άρθρου 8 παράγραφος 1 στοιχείο β), του άρθρου 8 παράγραφος 2 και, κατά περίπτωση, του άρθρου 8 παράγραφος 4, τα κράτη μέλη επιτρέπουν στους εποχιακά εργαζόμενους παράταση της διαμονής τους, προκειμένου να απασχοληθούν από διαφορετικό εργοδότη.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν, δυνάμει του εθνικού τους δικαίου, να επιτρέψουν σε εποχιακούς εργαζόμενους να απασχοληθούν από διαφορετικό εργοδότη και να παρατείνουν τη διαμονή τους περισσότερες από μια φορές, υπό την προϋπόθεση ότι δεν σημειώνεται υπέρβαση της μέγιστης διάρκειας διαμονής που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1.

5.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 έως 4, τα κράτη μέλη δέχονται την υποβολή αίτησης όταν ο εποχιακός εργαζόμενος που έχει γίνει δεκτός σύμφωνα με τους όρους της παρούσας οδηγίας ευρίσκεται στο έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

6.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απορρίπτουν την παράταση της διαμονής ή την ανανέωση της άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας, εφόσον η συγκεκριμένη κενή θέση είναι δυνατόν να καλυφθεί από υπήκοο του συγκεκριμένου κράτους μέλους ή άλλων υπηκόων της Ένωσης, ή από υπηκόους τρίτης χώρας που διαμένουν στο κράτος μέλος. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της αρχής της προτίμησης των πολιτών της Ένωσης, όπως διατυπώνεται στις οικείες διατάξεις των σχετικών πράξεων προσχώρησης.

7.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αρνούνται την παράταση της διαμονής ή την ανανέωση της άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας, όταν έχει συμπληρωθεί η μέγιστη διάρκεια διαμονής που ορίζεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1.

8.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αρνούνται την παράταση της διαμονής ή την ανανέωση της άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας, εφόσον ο υπήκοος τρίτης χώρας υποβάλει αίτηση διεθνούς προστασίας δυνάμει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ ή προστασίας δυνάμει του εθνικού δικαίου, των διεθνών υποχρεώσεων ή της πρακτικής του οικείου κράτους μέλους.

9.   Το άρθρο 9 παράγραφος 2 και το άρθρο 9 παράγραφος 3 στοιχεία β), γ) και δ) δεν εφαρμόζεται σε εποχιακό εργαζόμενο που υποβάλλει αίτηση προκειμένου να απασχοληθεί από διαφορετικό εργοδότη σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου όταν αυτές οι διατάξεις εφαρμόζονται στον προηγούμενο εργοδότη.

10.   Οι λόγοι παράτασης της θεώρησης βραχείας διαμονής καθορίζονται στις σχετικές διατάξεις του κώδικα περί θεωρήσεων.

11.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 8 παράγραφος 1, κάθε απόφαση σχετικά με αίτηση παράτασης ή ανανέωσης λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες της κάθε περίπτωσης, συμπεριλαμβανομένων των συμφερόντων του εποχιακού εργαζομένου, και σέβεται την αρχή της αναλογικότητας.

Άρθρο 16

Διευκόλυνση της επανεισόδου

1.   Τα κράτη μέλη διευκολύνουν την επανείσοδο υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι έγιναν δεκτοί στο συγκεκριμένο κράτος μέλος ως εποχιακοί εργαζόμενοι τουλάχιστον μια φορά τα προηγούμενα πέντε χρόνια και οι οποίοι τήρησαν πλήρως τις προϋποθέσεις που ισχύουν για τους εποχιακούς εργαζόμενους δυνάμει της παρούσας οδηγίας κατά τη διάρκεια κάθε διαμονής τους.

2.   Η διευκόλυνση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα, όπως:

α)

χορήγηση απαλλαγής από τις απαιτήσεις υποβολής ενός ή περισσοτέρων από τα έγγραφα που αναφέρονται στα άρθρα 5 ή 6·

β)

έκδοση πολλαπλών αδειών εποχιακού εργαζόμενου μέσω μιας μόνον διοικητικής πράξης·

γ)

επιτάχυνση της διαδικασίας που οδηγεί σε απόφαση σχετικά με αίτηση χορήγησης άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας ή θεώρησης διαμονής μακράς διαρκείας·

δ)

προτεραιότητα όσον αφορά την εξέταση αιτήσεων εισδοχής εποχιακών εργαζομένων, λαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, υπόψη προηγούμενη εισδοχή, όταν λαμβάνεται απόφαση για αιτήσεις με γνώμονα την εξάντληση των όγκων εισδοχής.

Άρθρο 17

Κυρώσεις κατά εργοδοτών

1.   Τα κράτη μέλη προβλέπουν κυρώσεις κατά των εργοδοτών που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την παρούσα οδηγία, συμπεριλαμβανομένης της εξαίρεσης από τη δυνατότητα απασχόλησης εποχιακών εργαζομένων των εργοδοτών που αθετούν σοβαρά τις υποχρεώσεις τους δυνάμει της παρούσας οδηγίας. Οι εν λόγω κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι, εάν η άδεια για τον σκοπό εποχιακής εργασίας ανακληθεί σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 και το άρθρο 9 παράγραφος 3 στοιχεία β), γ) και δ), ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση στον εποχιακό εργαζόμενο σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπει το εθνικό δίκαιο. Η ευθύνη καλύπτει όλες τις εκκρεμείς υποχρεώσεις που θα έπρεπε να έχει σεβαστεί ο εργοδότης εάν δεν είχε ανακληθεί η άδεια για τον σκοπό εποχιακής απασχόλησης.

3.   Σε περίπτωση που ο εργοδότης είναι υπεργολάβος ο οποίος παραβίασε τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, και εφόσον ο κύριος εργολάβος και κάθε ενδιάμεσος υπεργολάβος δεν έχουν αναλάβει υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας κατά το οριζόμενα στο εθνικό δίκαιο, ο κύριος εργολάβος και κάθε ενδιάμεσος υπεργολάβος μπορούν:

α)

να υπόκεινται στις κυρώσεις που καθορίζονται στην παράγραφο 1,

β)

επιπροσθέτως ή αντί του εργοδότη, να οφείλουν να καταβάλλουν κάθε αποζημίωση που οφείλεται στον εποχιακό εργαζόμενο σύμφωνα με την παράγραφο 2,

γ)

επιπροσθέτως ή αντί του εργοδότη, να οφείλουν να καταβάλλουν κάθε καθυστερούμενο ποσό που οφείλεται στον εποχιακό εργαζόμενο σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν αυστηρότερους κανόνες ευθύνης δυνάμει του εθνικού τους δικαίου.

Άρθρο 18

Διαδικαστικές εγγυήσεις

1.   Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους λαμβάνουν απόφαση σχετικά με την αίτηση άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας. Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν την απόφαση στον αιτούντα, σύμφωνα με τις διαδικασίες κοινοποίησης που προβλέπονται στο εθνικό δίκαιο, το ταχύτερο δυνατό και το αργότερο εντός 90 ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης της πλήρους αίτησης.

2.   Σε περίπτωση αίτησης παράτασης της διαμονής ή ανανέωσης της άδειας δυνάμει του άρθρου 15, τα κράτη μέλη λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο προκειμένου να διασφαλίσουν ότι ο εποχιακός εργαζόμενος δεν υποχρεούται να διακόψει τη σχέση εργασίας με τον ίδιο εργοδότη ή δεν εμποδίζεται να αλλάξει εργοδότη, λόγω των διεξαγόμενων διοικητικών διαδικασιών.

Εάν η ισχύς της άδειας εποχιακής εργασίας λήξει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας παράτασης ή ανανέωσης, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, τα κράτη μέλη επιτρέπουν στον εποχιακό εργαζόμενο να παραμείνει στο έδαφός τους έως ότου οι αρμόδιες αρχές λάβουν απόφαση σχετικά με την αίτηση, υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση υποβλήθηκε κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας και ότι δεν έχει συμπληρωθεί η χρονική περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1.

Οσάκις εφαρμόζεται το δεύτερο εδάφιο, τα κράτη μέλη μπορούν, μεταξύ άλλων, να αποφασίσουν:

α)

να χορηγήσουν εθνικές προσωρινές άδειες διαμονής ή ισοδύναμες άδειες έως ότου ληφθεί απόφαση, ή

β)

να επιτρέπουν στον εποχιακό εργαζόμενο να εργάζεται μέχρι να ληφθεί η απόφαση.

Ενόσω εξετάζεται η αίτηση παράτασης ή ανανέωσης, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

3.   Εάν οι πληροφορίες ή τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται προς υποστήριξη της αίτησης είναι ελλιπή, οι αρμόδιες αρχές ενημερώνουν τον αιτούντα, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, για τις συμπληρωματικές πληροφορίες που απαιτούνται και καθορίζουν εύλογη προθεσμία για την υποβολή τους. Η περίοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αναστέλλεται έως ότου οι αρμόδιες αρχές λάβουν τις απαιτούμενες συμπληρωματικές πληροφορίες.

4.   Οι λόγοι για τους οποίους κηρύσσεται απαράδεκτη ή απορρίπτεται αίτηση για τη χορήγηση άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας ή απορρίπτεται η παράταση της διαμονής ή η ανανέωση της άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασία, κοινοποιούνται εγγράφως στον αιτούντα. Οι λόγοι για την απόφαση ανάκλησης άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας κοινοποιούνται εγγράφως τόσο στον εποχιακό εργαζόμενο όσο και, εφόσον προβλέπεται στο εθνικό δίκαιο, στην εργοδότη.

5.   Κάθε απόφαση με την οποία κηρύσσεται απαράδεκτη ή απορρίπτεται αίτηση για τη χορήγηση άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας, απορρίπτεται η παράταση της διαμονής ή η ανανέωση της άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας ή ανακαλείται άδεια για τον σκοπό εποχιακής εργασίας, υπόκειται σε ένδικα μέτρα στο οικείο κράτος μέλος, δυνάμει του εθνικού δικαίου. Η γραπτή κοινοποίηση προσδιορίζει το δικαστήριο ή τη διοικητική αρχή ενώπιον των οποίων ο ενδιαφερόμενος μπορεί να προσφύγει καθώς και την προθεσμία εντός της οποίας μπορεί να ασκηθεί η προσφυγή.

6.   Οι διαδικαστικές εγγυήσεις σχετικά με τις θεωρήσεις βραχείας διαμονής καθορίζονται στις σχετικές διατάξεις του κώδικα περί θεωρήσεων.

Άρθρο 19

Τέλη και έξοδα

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν την καταβολή τελών για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Το ύψος αυτών των τελών δεν πρέπει να είναι δυσανάλογο ή υπερβολικό. Τα τέλη των θεωρήσεων βραχείας διαμονής διέπονται από τις οικείες διατάξεις του κεκτημένου του Σένγκεν. Εφόσον τα τέλη αυτά έχουν καταβληθεί από τον υπήκοο τρίτης χώρας, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι μπορούν να επιστρέφονται από τον εργοδότη σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν από τους εργοδότες εποχιακών εργαζομένων να πληρώνουν για:

α)

το κόστος μετακίνησής τους από τη χώρα καταγωγής τους στον τόπο εργασίας τους στο συγκεκριμένο κράτος μέλος και το κόστος επιστροφής τους·

β)

το κόστος της ασφάλισης ασθενείας που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) και στο άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο β).

Εφόσον έχουν καταβληθεί από τους εργοδότες δυνάμει της παρούσας παραγράφου, τα έξοδα αυτά δεν ανακτώνται από τον εποχιακό εργαζόμενο.

Άρθρο 20

Στέγαση

1.   Τα κράτη μέλη απαιτούν αποδεικτικά στοιχεία ότι ο εποχιακά εργαζόμενος θα διαθέτει κατάλυμα που εξασφαλίζει ικανοποιητικές συνθήκες διαβίωσης σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και/ή πρακτική, κατά τη διάρκεια της διαμονής του/της. Η αρμόδια αρχή ενημερώνεται για οιαδήποτε αλλαγή καταλύματος του εποχιακού εργαζόμενου.

2.   Όταν το κατάλυμα παρέχεται από τον εργοδότη ή μέσω του εργοδότη:

α)

μπορεί να απαιτείται από τον εποχιακό εργαζόμενο να καταβάλει ενοίκιο το ύψος του οποίου δεν είναι υπερβολικό σε σχέση με την καθαρή αμοιβή του/της και σε σχέση με την ποιότητα του καταλύματος. Το ενοίκιο αυτό δεν εκπίπτει αυτομάτως από τον μισθό του εποχιακού εργαζόμενου,

β)

ο εργοδότης προσφέρει στον εποχιακό εργαζόμενο μισθωτήριο συμβόλαιο ή ισοδύναμο έγγραφο που αναγράφει σαφώς τους όρους ενοικίασης του καταλύματος,

γ)

ο εργοδότης διασφαλίζει ότι το κατάλυμα πληροί τις γενικές προδιαγραφές υγείας και ασφάλειας που ισχύουν στο οικείο κράτος μέλος.

Άρθρο 21

Εύρεση εργασίας μέσω κρατικών υπηρεσιών εύρεσης εργασίας

Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι η τοποθέτηση εποχιακών εργαζομένων σε θέσεις εργασίας πραγματοποιείται μόνον μέσω κρατικών υπηρεσιών εύρεσης εργασίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Άρθρο 22

Δικαιώματα βάσει της άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας

Κατά την περίοδο ισχύος της άδειας που αναφέρεται στο άρθρο 12, ο κάτοχος της άδειας έχει τουλάχιστον τα ακόλουθα δικαιώματα:

α)

δικαίωμα εισόδου και διαμονής στο έδαφος του κράτους μέλους που εκδίδει την άδεια·

β)

ελεύθερη πρόσβαση σε ολόκληρο το έδαφος του κράτους μέλους που εκδίδει την άδεια σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο·

γ)

το δικαίωμα να ασκεί τη συγκεκριμένη δραστηριότητα για την οποία έχει λάβει άδεια σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 23

Δικαίωμα ίσης μεταχείρισης

1.   Οι εποχιακοί εργαζόμενοι απολαύουν ίσης μεταχείρισης με τους υπηκόους του κράτους μέλους υποδοχής τουλάχιστον όσον αφορά:

α)

τους όρους απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένου του κατώτατου επιτρεπομένου ορίου ηλικίας για εργασία, και τις συνθήκες εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των όρων αμοιβής και απόλυσης, του ωραρίου εργασίας, των αδειών και αργιών, καθώς και των απαιτήσεων όσον αφορά την υγεία και την ασφάλεια στον τόπο εργασίας·

β)

το δικαίωμα στην απεργία και στην ανάληψη συνδικαλιστικής δράσης, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και πρακτική του κράτους μέλους υποδοχής, την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, της προσχώρησης και της συμμετοχής σε οργάνωση εργαζόμενων ή οποιαδήποτε επαγγελματική οργάνωση, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων και των πλεονεκτημάτων που παρέχονται από τις οργανώσεις αυτές, μεταξύ των οποίων το δικαίωμα διαπραγμάτευσης και σύναψης συλλογικών συμβάσεων, με την επιφύλαξη των εθνικών διατάξεων για τη δημόσια τάξη και τη δημόσια ασφάλεια·

γ)

την καταβολή των καθυστερούμενων οφειλών από τους εργοδότες, όσον αφορά όλες τις οφειλόμενες αμοιβές στον υπήκοο τρίτης χώρας·

δ)

τους κλάδους κοινωνικής ασφάλισης, όπως ορίζονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004·

ε)

την πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες και την παροχή αγαθών και υπηρεσιών που διατίθενται στο κοινό, εκτός της στέγασης, με την επιφύλαξη της ελευθερίας σύναψης συμβάσεων, σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο·

στ)

συμβουλευτικές υπηρεσίες όσον αφορά την εποχιακή εργασία που παρέχονται από γραφεία ευρέσεως εργασίας·

ζ)

την εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση·

η)

την αναγνώριση διπλωμάτων, πιστοποιητικών και άλλων επαγγελματικών τίτλων, σύμφωνα με τις ισχύουσες εθνικές διαδικασίες·

θ)

τα φορολογικά πλεονεκτήματα, υπό την προϋπόθεση ότι ο εργαζόμενος θεωρείται ότι έχει φορολογική κατοικία στο εν λόγω κράτος μέλος.

Οι εποχιακοί εργαζόμενοι που μετακινούνται προς τρίτη χώρα, ή οι κληρονόμοι των εν λόγω εργαζομένων που διαμένουν σε τρίτη χώρα και έλκουν δικαιώματα από αυτούς, λαμβάνουν τις νόμιμες συντάξεις που δικαιούνται βάσει της προηγούμενης απασχόλησης του εποχιακού εργαζομένου σύμφωνα με τις διατάξεις που ορίζονται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004, υπό τις ίδιες συνθήκες και με τους ίδιους συντελεστές, όπως και οι πολίτες των οικείων κρατών μελών όταν μεταβαίνουν σε τρίτη χώρα.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να περιορίζουν την ίση μεταχείριση:

i)

όσον αφορά το στοιχείο δ) της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο, με την εξαίρεση των οικογενειακών επιδομάτων και των παροχών ανεργίας, με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1231/2010·

ii)

όσον αφορά το στοιχείο ζ) της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο, διά του περιορισμού της εφαρμογής του στην εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση που συνδέεται άμεσα με τη συγκεκριμένη επαγγελματική δραστηριότητα και του αποκλεισμού των επιδομάτων και των δανείων σπουδών και διαβίωσης ή άλλων επιδομάτων και δανείων·

iii)

όσον αφορά το στοιχείο θ) της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο σχετικά με τα φορολογικά πλεονεκτήματα, διά του περιορισμού της εφαρμογής του στις περιπτώσεις που ο καταχωρισμένος ή συνήθης τόπος διαμονής των μελών της οικογένειας του εποχιακού εργαζομένου για τα οποία αιτείται πλεονεκτημάτων ευρίσκεται επί του εδάφους του οικείου κράτους μέλους.

3.   Το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να ανακαλούν ή απορρίπτουν την παράταση ή την ανανέωση της άδειας για τον σκοπό εποχιακής εργασίας σύμφωνα με τα άρθρα 9 και 15.

Άρθρο 24

Παρακολούθηση, αξιολόγηση και επιθεώρηση

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν μέτρα με στόχο την πρόληψη πιθανών καταχρήσεων και την τιμωρία των παραβάσεων της παρούσας οδηγίας. Αυτά τα μέτρα περιλαμβάνουν την παρακολούθηση, την αξιολόγηση και, ενδεχομένως, την επιθεώρηση σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο ή τη διοικητική πρακτική.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες που είναι υπεύθυνες για την επιθεώρηση εργασίας ή οι αρμόδιες αρχές και, εφόσον προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο για τους εθνικούς εργαζόμενους, οι οργανώσεις που εκπροσωπούν τα δικαιώματα των εργαζομένων έχουν πρόσβαση στον χώρο εργασίας και, με τη συγκατάθεση του εργαζομένου, στο κατάλυμα.

Άρθρο 25

Διευκόλυνση των καταγγελιών

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι υπάρχουν αποτελεσματικοί μηχανισμοί μέσω των οποίων οι εποχιακοί εργαζόμενοι μπορούν να υποβάλλουν καταγγελίες εις βάρος των εργοδοτών τους, άμεσα ή μέσω τρίτων, οι οποίοι έχουν, σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζει το εθνικό τους δίκαιο, έννομο συμφέρον να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία, ή μέσω αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους, εφόσον αυτό προβλέπεται από το εθνικό δίκαιο.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα τρίτα μέρη που έχουν, σύμφωνα με τα κριτήρια που ορίζει το εθνικό τους δίκαιο, έννομο συμφέρον να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία, μπορούν να κινούν, είτε εξ ονόματος εποχιακού εργαζόμενου είτε προς υποστήριξη αυτού, με τη συναίνεσή του/της, κάθε προβλεπόμενη διοικητική ή αστική διαδικασία για την πραγμάτωση του στόχου της παρούσας οδηγίας, εξαιρουμένων των διαδικασιών και αποφάσεων που αφορούν τις θεωρήσεις βραχείας διαμονής.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι εποχιακοί εργαζόμενοι έχουν την ίδια πρόσβαση με άλλους εργαζόμενους που κατέχουν παρόμοια θέση σε μέτρα προστασίας κατά της απόλυσης ή άλλης δυσμενούς μεταχείρισης εκ μέρους του εργοδότη ως αντίποινα για καταγγελία εντός της επιχείρησης ή για ενδεχόμενη προσφυγή σε δικαστική διαδικασία με στόχο την ενίσχυση της συμμόρφωσης προς την παρούσα οδηγία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 26

Στατιστικές

1.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή στατιστικές σχετικά με τον αριθμό των αδειών με τον σκοπό εποχιακής εργασίας που εκδίδονται για πρώτη φορά και, στο μέτρο του δυνατού, σχετικά με τον αριθμό των υπηκόων τρίτων χωρών των οποίων οι άδειες για τον σκοπό εποχικής εργασίας έχουν παραταθεί/ανανεωθεί ή ανακληθεί. Οι στατιστικές αυτές κατανέμονται ανά ιθαγένεια, και, στο μέτρο του δυνατού, ανά διάρκεια ισχύος της άδειας και ανά οικονομικό τομέα.

2.   Οι στατιστικές της παραγράφου 1 έχουν περίοδο αναφοράς ένα ημερολογιακό έτος και ανακοινώνονται στην Επιτροπή εντός έξι μηνών από το τέλος του έτους αναφοράς. Το πρώτο έτος αναφοράς είναι το 2017.

3.   Οι στατιστικές της παραγράφου 1 ανακοινώνονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 862/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21).

Άρθρο 27

Υποβολή εκθέσεων

Κάθε τρία έτη και για πρώτη φορά το αργότερο στις 30 Σεπτεμβρίου 2019, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στα κράτη μέλη και προτείνει, ενδεχομένως, τις απαραίτητες τροποποιήσεις.

Άρθρο 28

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι απαραίτητες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2016. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των συγκεκριμένων μέτρων.

Τα εν λόγω μέτρα, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 29

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 30

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΫΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 218 της 23.7.2011, σ. 97.

(2)  ΕΕ C 166 της 7.6.2011, σ. 59.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 17ης Φεβρουαρίου 2014.

(4)  Οδηγία 2009/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 2009, σχετικά με την επιβολή ελάχιστων προτύπων όσον αφορά τις κυρώσεις και τα μέτρα κατά των εργοδοτών που απασχολούν παράνομα διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών (ΕΕ L 168 της 30.6.2009, σ. 24).

(5)  Οδηγία 2000/43/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής (ΕΕ L 180 της 19.7.2000, σ. 22).

(6)  Οδηγία 2000/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2000, για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία (ΕΕ L 303 της 2.12.2000, σ. 16).

(7)  Οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζόμενων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (ΕΕ L 18 της 21.1.1997, σ. 1).

(8)  Οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 98).

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (κώδικας περί θεωρήσεων) (ΕΕ L 243 της 15.9.2009, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 562/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη θέσπιση του κοινοτικού κώδικα σχετικά με το καθεστώς διέλευσης προσώπων από τα σύνορα (Κώδικας Συνόρων του Σένγκεν) (ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 1).

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 539/2001 του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2001, περί του καταλόγου τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων υπόκεινται στην υποχρέωση θεώρησης για τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών, και του καταλόγου των τρίτων χωρών οι υπήκοοι των οποίων απαλλάσσονται από την υποχρέωση αυτή (ΕΕ L 81 της 21.3.2001, σ. 1).

(12)  ΕΕ L 239 της 22.9.2000, σ. 19.

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (ΕΕ L 166 της 30.4.2004, σ. 1).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1231/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, για την επέκταση της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 987/2009 στους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν διέπονται ήδη από τους κανονισμούς αυτούς μόνον λόγω της ιθαγένείας τους (ΕΕ L 344 της 29.12.2010, σ. 1).

(15)  ΕΕ C 369 της 17.12.2011, σ. 14.

(16)  Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ (ΕΕ L 158 της 30.4.2004, σ. 77).

(17)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για την καθιέρωση αδειών διαμονής ενιαίου τύπου για τους υπηκόους τρίτων χωρών (ΕΕ L 157 της 15.6.2002, σ. 1).

(18)  Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων (ΕΕ L 255 της 30.9.2005, σ. 22).

(19)  Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχομένης προστασίας (ΕΕ L 337 της 20.12.2011, σ. 9).

(20)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1683/95 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 1995, για την καθιέρωση θεώρησης ενιαίου τύπου (ΕΕ L 164 της 14.7.1995, σ. 1).

(21)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 862/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, περί κοινοτικών στατιστικών για τη μετανάστευση και τη διεθνή προστασία και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 311/76 του Συμβουλίου περί τηρήσεως στατιστικών για τους αλλοδαπούς εργαζόμενους (ΕΕ L 199 της 31.7.2007, σ. 23).