ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 44

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

51ό έτος
20 Φεβρουαρίου 2008


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 143/2008 του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 όσον αφορά τη θέσπιση διοικητικής συνεργασίας και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τους κανόνες για τον τόπο παροχής των υπηρεσιών, τα ειδικά καθεστώτα και τη διαδικασία επιστροφής ποσών σε σχέση με το φόρο προστιθέμενης αξίας

1

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 144/2008 της Επιτροπής, της 19ης Φεβρουαρίου 2008, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

7

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 145/2008 της Επιτροπής, της 19ης Φεβρουαρίου 2008, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 796/2004 σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή της πολλαπλής συμμόρφωσης, της διαφοροποίησης και του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς

9

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία 2008/8/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ όσον αφορά τον τόπο παροχής υπηρεσιών

11

 

*

Οδηγία 2008/9/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με την επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας, που προβλέπεται στην οδηγία 2006/112/ΕΚ, σε υποκείμενους στο φόρο μη εγκατεστημένους στο κράτος μέλος επιστροφής αλλά εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος

23

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Επιτροπή

 

 

2008/138/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2007, περί κρατικών ενισχύσεων που αφορούν αντισταθμίσεις στο πλαίσιο του διατάγματος για τα ζωικά λιπάσματα (κόπρο) (C 12/1999) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 6777]

29

 

 

2008/139/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 21ης Σεπτεμβρίου 2007, για την προώθηση των επενδύσεων για την ορθολογική εκμετάλλευση των σχετικά με την κρατική ενίσχυση αμπελουργικών εκτάσεων σε απότομες πλαγιές στη Ρηνανία-Παλατινάτο [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 4462]

31

 

 

2008/140/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, όσον αφορά την κρατική ενίσχυση για την προώθηση των επενδύσεων σε μία βυνοποιία (Maltacarrión, SA) στην Καστίλλη και Λεόν (C 48/2005) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 6897]

32

 

 

2008/141/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 25ης Σεπτεμβρίου 2007, σχετικά με τα μέτρα C 47/2003 (πρώην NN 49/2003) τα οποία έθεσε σε εφαρμογή η Ισπανία υπέρ της Izar [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 4298]  ( 1 )

33

 

 

2008/142/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 25ης Σεπτεμβρίου 2007, για την κρατική ενίσχυση C 32/2006 (πρώην N 179/2006) που έθεσε σε εφαρμογή η Πολωνία υπέρ της επιχείρησης Huta Cynku Miasteczko Śląskie SA [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 4310]  ( 1 )

36

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

20.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 44/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 143/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Φεβρουαρίου 2008

για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 όσον αφορά τη θέσπιση διοικητικής συνεργασίας και την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τους κανόνες για τον τόπο παροχής των υπηρεσιών, τα ειδικά καθεστώτα και τη διαδικασία επιστροφής ποσών σε σχέση με το φόρο προστιθέμενης αξίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 93,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι τροποποιήσεις όσον αφορά τον τόπο παροχής υπηρεσιών οι οποίες εισάγονται από την οδηγία 2008/8/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σχετικά με τον τόπο παροχής των υπηρεσιών (3) σημαίνουν ότι οι υπηρεσίες σε υποκειμένους στο φόρο παρέχονται κυρίως στον τόπο στον οποίο είναι εγκατεστημένος ο λήπτης των υπηρεσιών. Όταν ο παρέχων και ο λήπτης των υπηρεσιών είναι εγκατεστημένοι σε διαφορετικά κράτη μέλη, ο μηχανισμός αντιστροφής της επιβάρυνσης θα εφαρμόζεται συχνότερα από ό,τι μέχρι τώρα.

(2)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί η ορθή εφαρμογή του ΦΠΑ στις υπηρεσίες που υπόκεινται στο μηχανισμό αντιστροφής της επιβάρυνσης, τα δεδομένα που συλλέγονται από το κράτος μέλος εγκατάστασης του παρέχοντος τις υπηρεσίες θα πρέπει να γνωστοποιούνται στο κράτος μέλος εγκατάστασης του λήπτη. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου, της 7ης Οκτωβρίου 2003, για τη διοικητική συνεργασία στον τομέα του φόρου προστιθεμένης αξίας (4) θα πρέπει να προβλέπει για τη γνωστοποίηση αυτή.

(3)

Η οδηγία 2008/8/ΕΚ επεκτείνει επίσης το πεδίο εφαρμογής του ειδικού καθεστώτος για ηλεκτρονικές υπηρεσίες που παρέχονται από υποκείμενους στο φόρο μη εγκατεστημένους στην Κοινότητα.

(4)

Η οδηγία 2008/9/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, για τους λεπτομερείς κανόνες σχετικά με τη διαδικασία επιστροφής του φόρου προστιθέμενης αξίας, που προβλέπεται από την οδηγία 2006/112/ΕΚ, σε υποκείμενους στο φόρο μη εγκατεστημένους στο κράτος μέλος επιστροφής αλλά εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος (5) απλοποιεί τη διαδικασία επιστροφής του ΦΠΑ σε κράτος μέλος στο οποίο ο ενδιαφερόμενος υποκείμενος στο φόρο δεν έχει αριθμό μητρώου ΦΠΑ.

(5)

Η επέκταση του πεδίου εφαρμογής του ειδικού καθεστώτος και οι τροποποιήσεις της διαδικασίας επιστροφής για υποκείμενους στο φόρο οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος επιστροφής σημαίνουν ότι τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θα χρειαστεί να ανταλλάσσουν σημαντικά περισσότερες πληροφορίες. Η απαιτούμενη ανταλλαγή πληροφοριών δεν θα πρέπει να συνεπάγεται υπερβολική διοικητική επιβάρυνση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους. Η εν λόγω ανταλλαγή πληροφοριών θα πρέπει λοιπόν να γίνεται ηλεκτρονικά στα πλαίσια των ισχυόντων συστημάτων ανταλλαγής πληροφοριών.

(6)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 θα πρέπει άρα να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Από 1ης Ιανουαρίου 2010, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 του Συμβουλίου τροποποιείται ως εξής:

1.

Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«Για την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 357 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006 (6), σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, προβλέπονται επίσης κανόνες και διαδικασίες όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών με ηλεκτρονικά μέσα για το φόρο προστιθέμενης αξίας σχετικά με υπηρεσίες που παρέχονται ηλεκτρονικά σύμφωνα με το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στο κεφάλαιο 6 του τίτλου XII της εν λόγω οδηγίας καθώς επίσης για κάθε επακόλουθη ανταλλαγή πληροφοριών και, καθόσον αφορά υπηρεσίες που καλύπτονται από το εν λόγω ειδικό καθεστώς, για τη μεταφορά χρημάτων μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών.

2.

Στο άρθρο 2, τα σημεία 8 έως 11 αντικαθίστανται ως εξής:

«8.

“ενδοκοινοτική παράδοση αγαθών”: η παράδοση αγαθών η οποία πρέπει να δηλώνεται στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα που προβλέπεται στο άρθρο 262 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ,

9.

“ενδοκοινοτική παροχή υπηρεσιών”: η παροχή υπηρεσιών η οποία πρέπει να δηλώνεται στον ανακεφαλαιωτικό πίνακα που προβλέπεται στο άρθρο 262 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ,

10.

“ενδοκοινοτική απόκτηση αγαθών”: η απόκτηση, σύμφωνα με το άρθρο 20 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, του δικαιώματος διάθεσης ως κυρίου επί κινητών ενσώματων αγαθών,

11.

“αριθμός μητρώου ΦΠΑ”: ο αριθμός που προβλέπεται στα άρθρα 214, 215 και 216 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ».

3.

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 22, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Κάθε κράτος μέλος τηρεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων στην οποία αποθηκεύει και επεξεργάζεται τις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει σύμφωνα με το κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ».

4.

Στο άρθρο 23, πρώτη παράγραφος, το σημείο 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.

η συνολική αξία όλων των ενδοκοινοτικών παραδόσεων αγαθών και η συνολική αξία όλων των ενδοκοινοτικών παροχών υπηρεσιών προς πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί αριθμός μητρώου ΦΠΑ από όλες τις επιχειρήσεις που έχουν αριθμό μητρώου ΦΠΑ στο κράτος μέλος που παρέχει τις πληροφορίες».

5.

Στο άρθρο 24, η πρώτη παράγραφος αντικαθίσταται ως εξής:

«Με βάση τις πληροφορίες που αποθηκεύονται σύμφωνα με το άρθρο 22 και όπου το κρίνει απαραίτητο για τον έλεγχο της ενδοκοινοτικής απόκτησης αγαθών ή ενδοκοινοτικής παροχής υπηρεσιών που είναι φορολογητέες στο έδαφός του, αποκλειστικά δε και μόνο για την πρόληψη της παραβίασης της νομοθεσίας για το ΦΠΑ, η αρμόδια αρχή κράτους μέλους λαμβάνει άμεσα όλες τις ακόλουθες πληροφορίες, αυτομάτως, στις οποίες μπορεί επίσης να έχει άμεση πρόσβαση με ηλεκτρονικά μέσα:

1.

τους αριθμούς μητρώου ΦΠΑ των προσώπων που πραγματοποίησαν τις παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών που προβλέπονται από το σημείο 2 του πρώτου εδαφίου του άρθρου 23,

2.

τη συνολική αξία όλων αυτών των παραδόσεων αγαθών και παροχών υπηρεσιών από κάθε τέτοιο πρόσωπο σε κάθε πρόσωπο που έχει αριθμό μητρώου ΦΠΑ όπως προβλέπεται στο σημείο 1 του πρώτου εδαφίου του άρθρου 23».

6.

Στο άρθρο 27, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«4.   Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα που αφορούν οι ενδοκοινοτικές παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών και, για την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 357 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, οι μη εγκατεστημένοι υποκείμενοι στο φόρο που πραγματοποιούν ηλεκτρονικώς παρεχόμενες υπηρεσίες, ιδίως όσες αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ της εν λόγω οδηγίας, να έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν επιβεβαίωση της εγκυρότητας του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ οιουδήποτε συγκεκριμένου προσώπου.

Κατά την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 357 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ τα κράτη μέλη παρέχουν την επιβεβαίωση αυτή με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού».

7.

Η επικεφαλίδα του κεφαλαίου VΙ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

 

«ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ ΧΙΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2006/112/ΕΚ».

8.

Το άρθρο 28 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 28

Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται για τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στο κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ. Οι ορισμοί που περιέχονται στο άρθρο 358 της οδηγίας αυτής εφαρμόζονται επίσης για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου».

9.

Στο άρθρο 29 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Οι πληροφορίες του μη εγκατεστημένου στην Κοινότητα υποκείμενου στο φόρο προς το κράτος μέλος εγγραφής κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων του, σύμφωνα με το άρθρο 361 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλονται ηλεκτρονικά. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού».

10.

Στο άρθρο 30, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Η δήλωση φόρου προστιθεμένης αξίας, η οποία περιλαμβάνει τις λεπτομέρειες που αναφέρονται στο άρθρο 365 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού».

11.

Το άρθρο 31 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 31

Οι διατάξεις του άρθρου 22 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται και στις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει το κράτος μέλος εγγραφής, σύμφωνα με τα άρθρα 360, 361, 364 και 365 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ».

12.

Το άρθρο 34 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 34

Τα άρθρα 28 έως 33 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται κατά την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 357 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ».

13.

Προστίθεται το ακόλουθο κεφάλαιο VΙα:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ VΙα

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΦΥΛΑΞΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2008/9/ΕΚ.

Άρθρο 34α

1.   Όταν η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης λαμβάνει αίτηση για επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας δυνάμει του άρθρου 5 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με την επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας, που προβλέπεται στην οδηγία 2006/112/ΕΚ, σε υποκείμενους στο φόρο μη εγκατεστημένους στο κράτος μέλος επιστροφής αλλά εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος (7) και σε περίπτωση που δεν εφαρμόζεται το άρθρο 18 της εν λόγω οδηγίας, η αρμόδια αρχή οφείλει, εντός 15 ημερολογιακών ημερών από την παραλαβή της, να διαβιβάσει την αίτηση με ηλεκτρονικά μέσα στις αρμόδιες αρχές κάθε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους επιστροφής, επιβεβαιώνοντας έτσι ότι ο αιτών είναι υποκείμενος στο φόρο προστιθέμενης αξίας κατά τα οριζόμενα στο σημείο 5 του άρθρου 2 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ και ότι ο αριθμός μητρώου ΦΠΑ ή φορολογικού μητρώου που έχει δηλώσει το εν λόγω πρόσωπο είναι έγκυρος κατά την περίοδο επιστροφής.

2.   Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους επιστροφής κοινοποιούν με ηλεκτρονικά μέσα στις αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών μελών οποιαδήποτε πληροφορία που απαιτείται βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 2 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, περιλαμβανομένου και ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος με το οποίο θα διαβιβάζονται οι πληροφορίες αυτές, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

3.   Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους επιστροφής ενημερώνουν, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των λοιπών κρατών μελών εάν θέλουν να κάνουν χρήση της δυνατότητας που αναφέρεται στο άρθρο 11 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ, να απαιτήσουν δηλαδή από τον αιτούντα να υποβάλει περιγραφή της επιχειρηματικής του δραστηριότητας βάσει εναρμονισμένων κωδικών.

Οι εναρμονισμένοι κωδικοί που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και επί τη βάσει της ονοματολογίας NACE η οποία καθιερώνεται με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3037/90.

14.

Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 39 αντικαθίσταται ως εξής:

«Για την περίοδο που προβλέπεται στο άρθρο 357 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ η Επιτροπή και τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα υπάρχοντα ή τα νέα συστήματα επικοινωνίας και ανταλλαγής πληροφοριών, που είναι απαραίτητα σύμφωνα με όσα, περιγράφονται στα άρθρα 29 και 30, του παρόντος κανονισμού, θα έχουν τεθεί σε λειτουργία. Η Επιτροπή θα είναι υπεύθυνη για οποιαδήποτε προσαρμογή του Κοινού Δικτύου Επικοινωνιών/Κοινής Διεπαφής Συστημάτων (CCN/CSI) που απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών μεταξύ των κρατών μελών. Τα κράτη μέλη θα είναι υπεύθυνα για οποιαδήποτε προσαρμογή των συστημάτων τους που απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών με τη χρήση του CCN/CSI».

Άρθρο 2

Από 1ης Ιανουαρίου 2015 ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 τροποποιείται ως εξής:

1.

Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«Στον παρόντα κανονισμό προβλέπονται επίσης κανόνες και διαδικασίες όσον αφορά την ανταλλαγή, με ηλεκτρονικά μέσα, πληροφοριών για το φόρο προστιθέμενης αξίας σχετικά με υπηρεσίες που παρέχονται σύμφωνα με τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στο κεφάλαιο 6 του τίτλου XII της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, καθώς επίσης και για κάθε επακόλουθη ανταλλαγή πληροφοριών καθόσον αφορά υπηρεσίες που καλύπτονται από τα εν λόγω ειδικά καθεστώτα, για τη μεταφορά χρημάτων μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών».

2.

Στο άρθρο 2 η μοναδική παράγραφος αριθμείται «1» και προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 2:

«2.   Οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στα άρθρα 358, 358α και 369α της οδηγίας 2006/112/ΕΚ θα εφαρμόζονται επίσης για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού».

3.

Στο άρθρο 5, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Η αίτηση την οποία αναφέρει η παράγραφος 1 μπορεί να περιλαμβάνει αιτιολογημένο αίτημα διεξαγωγής συγκεκριμένης διοικητικής έρευνας. Εάν το κράτος μέλος είναι της άποψης ότι δεν απαιτείται διεξαγωγή διοικητικής έρευνας, ενημερώνει αμέσως την αιτούσα αρχή για τους λόγους που θεμελιώνουν την άποψη αυτή.

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου και του άρθρου 40 του παρόντος κανονισμού, μια αίτηση έρευνας με αντικείμενο τα ποσά που έχουν δηλωθεί από υποκείμενο στο φόρο για παροχή υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών, υπηρεσιών ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων και ηλεκτρονικώς παρεχομένων υπηρεσιών, που φορολογούνται στο κράτος μέλος όπου η αιτούσα αρχή έχει την έδρα της και για τις οποίες ο υποκείμενος στο φόρο χρησιμοποιεί ή επιλέγει να μη χρησιμοποιήσει το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στον τίτλο ΧΙΙ κεφάλαιο 6 τμήμα 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, μπορεί να απορριφθεί από την αρχή προς την οποία απευθύνεται το αίτημα. Η απόρριψη του αιτήματος πραγματοποιείται μόνο όταν έχουν διαβιβασθεί ήδη στην αιτούσα αρχή πληροφορίες σχετικά με το συγκεκριμένο υποκείμενο στο φόρο στο πλαίσιο διοικητικής έρευνας που πραγματοποιήθηκε κατά την προηγούμενη διετία.

Ωστόσο, όσον αφορά τις αιτήσεις που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο, που υποβάλλονται από την αιτούσα αρχή και αξιολογούνται από την αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση σύμφωνα με δήλωση βέλτιστων πρακτικών σχετικά με τη διασύνδεση της παρούσας παραγράφου και του άρθρου 40 παράγραφος 1, η οποία θα εγκριθεί με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2, το κράτος μέλος που αρνείται τη διεξαγωγή διοικητικής έρευνας, με βάση το άρθρο 40, παρέχει στην αιτούσα αρχή τουλάχιστον τις ημερομηνίες και αξίες όλων των σχετικών υπηρεσιών που παρασχέθηκαν κατά τα τελευταία δύο έτη από τον υποκείμενο στο φόρο στο κράτος μέλος της αιτούσας αρχής».

4.

Στο άρθρο 17 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, κάθε κράτος μέλος εγκατάστασης οφείλει να συνεργάζεται με κάθε κράτος μέλος κατανάλωσης ώστε να μπορεί να εξακριβωθεί εάν οι υποκείμενοι στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι στο έδαφός του δηλώνουν και καταβάλλουν ορθώς τον οφειλόμενο ΦΠΑ για υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων και ηλεκτρονικώς παρεχόμενες υπηρεσίες για τις οποίες ο υποκείμενος στο φόρο χρησιμοποιεί ή επιλέγει να μη χρησιμοποιήσει το ειδικό καθεστώς που καθορίζεται στον τίτλο ΧΙΙ κεφάλαιο 6 τμήμα 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ. Το κράτος μέλος εγκατάστασης ενημερώνει το κράτος μέλος κατανάλωσης για τυχόν διαφορές που υποπίπτουν στην αντίληψή του».

5.

Στο άρθρο 18, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Κάθε κράτος μέλος καθορίζει κατά πόσον θα λάβει μέρος στην ανταλλαγή συγκεκριμένης κατηγορίας πληροφοριών καθώς και κατά πόσον αυτό θα πρέπει να γίνει με αυτόματο ή δομημένο αυτόματο τρόπο. Εντούτοις, κάθε κράτος μέλος οφείλει να συμμετάσχει στις ανταλλαγές πληροφοριών που διαθέτει σχετικά με υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων και ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες για τις οποίες ο υποκείμενος στο φόρο χρησιμοποιεί ή επιλέγει να μη χρησιμοποιήσει το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στον τίτλο ΧΙΙ κεφάλαιο 6 τμήμα 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ».

6.

Στο άρθρο 27, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«4.   Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους μεριμνούν ώστε τα πρόσωπα που αφορούν οι ενδοκοινοτικές παραδόσεις αγαθών ή ενδοκοινοτικές παροχές υπηρεσιών και οι μη εγκατεστημένοι υποκείμενοι στο φόρο που παρέχουν υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών, υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μεταδόσεων και ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες, ιδίως όσες αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, να έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν επιβεβαίωση της εγκυρότητας του αριθμού φορολογικού μητρώου ΦΠΑ οιουδήποτε συγκεκριμένου προσώπου.

Τα κράτη μέλη παρέχουν την επιβεβαίωση αυτή με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού».

7.

Η επικεφαλίδα του κεφαλαίου VΙ αντικαθίσταται ως εξής:

 

«ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ ΧΙΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2006/112/ΕΚ».

8.

Το άρθρο 28 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 28

Οι ακόλουθες διατάξεις εφαρμόζονται για τα ειδικά καθεστώτα που προβλέπονται στο κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙΙ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ».

9.

Το άρθρο 29 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 29

1.   Οι πληροφορίες του μη εγκατεστημένου στην Κοινότητα υποκείμενου στο φόρο προς το κράτος μέλος εγγραφής κατά την έναρξη των δραστηριοτήτων του, σύμφωνα με το άρθρο 361 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλονται ηλεκτρονικά. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

2.   Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει τις πληροφορίες που αναφέρει η παράγραφος 1 ηλεκτρονικά στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών εντός δέκα ημερών από το τέλος του μήνα στη διάρκεια του οποίου έλαβε τις πληροφορίες από το μη εγκατεστημένο στην Κοινότητα υποκείμενο στο φόρο. Αντίστοιχες πληροφορίες για τον υποκείμενο στο φόρο, ο οποίος χρησιμοποιεί το ειδικό καθεστώς βάσει του άρθρου 369β της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, διαβιβάζονται στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών εντός δέκα ημερών μετά το τέλος του μηνός κατά τον οποίο ο υποκείμενος στο φόρο δήλωσε την έναρξη των φορολογητέων δραστηριοτήτων του βάσει του εν λόγω καθεστώτος. Ομοίως, οι αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών ενημερώνονται για το χορηγηθέντα αριθμό μητρώου.

Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος με το οποίο διαβιβάζονται οι πληροφορίες, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

3.   Το κράτος μέλος εγγραφής ενημερώνει άμεσα, με ηλεκτρονικά μέσα, τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, εάν ο υποκείμενος στο φόρο ο οποίος δεν είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα ή ο υποκείμενος στο φόρο ο οποίος δεν είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος κατανάλωσης έχει εξαιρεθεί από το ειδικό καθεστώς».

10.

Στο άρθρο 30, το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο αντικαθίστανται ως εξής:

«Η δήλωση φόρου προστιθεμένης αξίας, η οποία περιλαμβάνει τις λεπτομέρειες που αναφέρονται στο άρθρο 365 και στο άρθρο 369ζ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, υποβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα. Οι τεχνικές λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένου ενός κοινού ηλεκτρονικού μηνύματος, καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

Το κράτος μέλος εγγραφής διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές, με ηλεκτρονικά μέσα, στην ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή του κράτους μέλους κατανάλωσης, το αργότερο εντός δέκα ημερών από το τέλος του μηνός στη διάρκεια του οποίου παρέλαβε τη δήλωση. Οι πληροφορίες που προβλέπονται στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 369ζ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ πρέπει επίσης να διαβιβάζονται στην ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εγκατάστασης. Τα κράτη μέλη που απαιτούν τη συμπλήρωση φορολογικής δήλωσης σε εθνικό νόμισμα εκτός του ευρώ, μετατρέπουν τα ποσά σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου. Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης. Οι τεχνικές λεπτομέρειες της διαβίβασης των πληροφοριών αυτών καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 44 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού».

11.

Το άρθρο 31 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 31

Οι διατάξεις του άρθρου 22, του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται και στις πληροφορίες τις οποίες συλλέγει το κράτος μέλος εγγραφής, σύμφωνα με τα άρθρα 360, 361, 364, 365, 369γ, 369στ και 369ζ της οδηγίας 2006/112/ΕΚ».

12.

Στο άρθρο 32 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Όσον αφορά τις μεταφορές ποσών προς το κράτος μέλος κατανάλωσης σύμφωνα με το ειδικό καθεστώς που προβλέπεται στον τίτλο ΧΙΙ, κεφάλαιο 6 τμήμα 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, το κράτος μέλος εγγραφής δικαιούται να παρακρατήσει από τα ποσά που αναφέρονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο:

α)

από 1ης Ιανουαρίου 2015 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016, 30 %·

β)

από 1ης Ιανουαρίου 2017 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018, 15 %·

γ)

από 1ης Ιανουαρίου 2019, 0 %».

13.

Το άρθρο 34 διαγράφεται.

14.

Το πρώτο εδάφιο του άρθρου 39 αντικαθίσταται ως εξής:

«Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα υπάρχοντα ή νέα συστήματα επικοινωνίας και ανταλλαγής πληροφοριών που είναι απαραίτητα για τις ανταλλαγές πληροφοριών, που περιγράφονται στα άρθρα 29 και 30, θα έχουν τεθεί σε λειτουργία. Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για οποιαδήποτε προσαρμογή του Κοινού Δικτύου Επικοινωνιών/Κοινής Διεπαφής Συστημάτων (CCN/CSI) απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών μεταξύ κρατών μελών. Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για οποιαδήποτε προσαρμογή των συστημάτων τους απαιτείται για την ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών με τη χρήση του CCN/CSI».

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα άρθρα 1 και 2 εφαρμόζονται από τις ακόλουθες ημερομηνίες:

α)

Άρθρο 1, από 1ης Ιανουαρίου 2010.

β)

Άρθρο 2 από 1ης Ιανουαρίου 2015.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Φεβρουαρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. BAJUK


(1)  Γνώμη της 7ης Σεπτεμβρίου 2005.

(2)  Γνώμη της 12ης Μαΐου 2005.

(3)  Βλέπε σελίδα 11 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(4)  ΕΕ L 264 της 15.10.2003, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1).

(5)  Βλέπε σελίδα 23 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(6)  ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2008/8/ΕΚ (ΕΕ L 44 της 20.2.2008, σ. 11)».

(7)  ΕΕ L 44 της 20.2.2008, σ. 23».


20.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 44/7


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 144/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Φεβρουαρίου 2008

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 20 Φεβρουαρίου 2008.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Φεβρουαρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 19ης Φεβρουαρίου 2008, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

IL

53,3

JO

74,3

MA

43,5

TN

115,9

TR

93,6

ZZ

76,1

0707 00 05

JO

190,5

MA

143,8

TR

181,9

ZZ

172,1

0709 90 70

MA

52,4

TR

140,5

ZA

71,0

ZZ

88,0

0709 90 80

EG

60,4

ZZ

60,4

0805 10 20

EG

50,0

IL

51,5

MA

57,0

TN

47,7

TR

78,8

ZZ

57,0

0805 20 10

IL

110,6

MA

117,3

ZZ

114,0

0805 20 30, 0805 20 50, 0805 20 70, 0805 20 90

CN

42,0

EG

82,3

IL

80,1

JM

114,0

MA

128,9

PK

65,4

TR

81,4

ZZ

84,9

0805 50 10

EG

84,7

IL

96,9

MA

114,0

TR

113,2

ZZ

102,2

0808 10 80

AR

96,3

CA

88,1

CN

89,7

MK

39,9

US

109,1

ZZ

84,6

0808 20 50

AR

91,7

CN

92,4

US

122,0

ZA

92,3

ZZ

99,6


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


20.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 44/9


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 145/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Φεβρουαρίου 2008

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 796/2004 σχετικά με τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων για την εφαρμογή της πολλαπλής συμμόρφωσης, της διαφοροποίησης και του ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης και ελέγχου που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2019/93, (ΕΚ) αριθ. 1452/2001, (ΕΚ) αριθ. 1453/2001, (ΕΚ) αριθ. 1454/2001, (ΕΚ) αριθ. 1868/94, (ΕΚ) αριθ. 1251/1999, (ΕΚ) αριθ. 1254/1999, (ΕΚ) αριθ. 1673/2000, (ΕΟΚ) αριθ. 2358/71 και (ΕΚ) αριθ. 2529/2001 (1), και ιδίως το άρθρο 52 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 796/2004 της Επιτροπής (2) καθορίζει τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 όσον αφορά, μεταξύ άλλων, την εξακρίβωση της περιεκτικότητας τετραϋδροκανναβινόλης στην καλλιέργεια κάνναβης.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 796/2004, τα κράτη μέλη κοινοποίησαν στην Επιτροπή τα αποτελέσματα των δοκιμών για τον προσδιορισμό της περιεκτικότητας τετραϋδροκανναβινόλης στις ποικιλίες κάνναβης που φυτεύτηκαν το 2007. Τα αποτελέσματα αυτά πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την κατάρτιση του καταλόγου των ποικιλιών κάνναβης που θα είναι επιλέξιμες για άμεσες ενισχύσεις κατά τις επόμενες περιόδους εμπορίας και τον κατάλογο των ποικιλιών που επιτρέπονται προσωρινά κατά την περίοδο εμπορίας 2008/2009.

(3)

Μετά από αίτηση που υπέβαλε η Ρουμανία σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 796/2004, δύο νέες ποικιλίες κάνναβης πρέπει να συμπεριληφθούν ως επιλέξιμες για άμεσες ενισχύσεις.

(4)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 796/2004 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης άμεσων ενισχύσεων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 796/2004 αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την περίοδο εμπορίας 2008/2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 19 Φεβρουαρίου 2008.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1276/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 284 της 30.10.2007, σ. 11).

(2)  ΕΕ L 141 της 30.4.2004, σ. 18. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1550/2007 (ΕΕ L 337 της 21.12.2007, σ. 79).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ ΚΑΝΝΑΒΗΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΛΕΞΙΜΕΣ ΓΙΑ ΑΜΕΣΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ

α)   Ποικιλίες κάνναβης

Beniko

Carmagnola

Chamaeleon

CS

Delta-Llosa

Delta 405

Denise

Dioica 88

Epsilon 68

Fedora 17

Felina 32

Felina 34 – Félina 34

Ferimon – Férimon

Fibranova

Fibrimon 24

Futura 75

Kompolti

Red Petiole

Santhica 23

Santhica 27

Silesia

Uso-31

β)   Ποικιλίες κάνναβης εγκεκριμένες για την περίοδο εμπορίας 2008/2009

Bialobrzeskie

Cannakomp

Diana (1)

Fasamo

Kompolti hibrid TC

Lipko

Lovrin 110

Silvana

UNIKO-B

Zenit (1)


(1)  Μόνο για τη Ρουμανία, όπως εγκρίθηκε από την απόφαση 2007/69/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 32 της 6.2.2007, σ. 167).


ΟΔΗΓΙΕΣ

20.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 44/11


ΟΔΗΓΊΑ 2008/8/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Φεβρουαρίου 2008

για την τροποποίηση της οδηγίας 2006/112/ΕΚ όσον αφορά τον τόπο παροχής υπηρεσιών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 93,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς, η παγκοσμιοποίηση, η απορρύθμιση και οι τεχνολογικές μεταβολές προκάλεσαν όλες μαζί τεράστιες αλλαγές στον όγκο και στη διάρθρωση των συναλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών. Είναι όλο και περισσότερο δυνατή η παροχή ορισμένων υπηρεσιών εξ αποστάσεως. Ως εκ τούτου, με την πάροδο του χρόνου έχουν ληφθεί διάφορα κατά περίπτωση μέτρα για την αντιμετώπιση της κατάστασης και σήμερα πολλές συγκεκριμένες υπηρεσίες φορολογούνται στην πραγματικότητα με βάση την αρχή του προορισμού.

(2)

Για να λειτουργήσει ορθά η εσωτερική αγορά, θα πρέπει να τροποποιηθεί η οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθεμένης αξίας (3), όσον αφορά τον τόπο παροχής υπηρεσιών, σύμφωνα με τη στρατηγική της Επιτροπής για τον εκσυγχρονισμό και την απλούστευση της λειτουργίας του κοινού συστήματος ΦΠΑ.

(3)

Για όλες τις παροχές υπηρεσιών, τόπος φορολογίας θα έπρεπε, καταρχήν, να είναι ο τόπος στον οποίο πραγματοποιείται η κατανάλωση. Αλλά ακόμα και αν τροποποιηθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο ο γενικός κανόνας σχετικά με τον τόπο παροχής υπηρεσιών, ορισμένες εξαιρέσεις από το γενικό αυτό κανόνα εξακολουθούν να είναι απαραίτητες τόσο για διοικητικούς λόγους όσο και για πολιτικούς λόγους.

(4)

Για τις υπηρεσίες που παρέχονται σε υποκείμενους στο φόρο, ο γενικός κανόνας σχετικά με τον τόπο παροχής των υπηρεσιών θα πρέπει να βασίζεται στον τόπο εγκατάστασης του λήπτη και όχι στον τόπο εγκατάστασης του παρέχοντος τις υπηρεσίες. Για τον καθορισμό των κανόνων σχετικά με τον τόπο παροχής των υπηρεσιών και προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι επιβαρύνσεις των επιχειρήσεων, τα πρόσωπα που είναι υποκείμενα στο φόρο τα οποία ασκούν επίσης μη υποκείμενες σε φόρο δραστηριότητες, θα πρέπει να θεωρούνται ως υποκείμενα στο φόρο για όλες τις υπηρεσίες που τους παρέχονται. Ομοίως, μη υποκείμενα στο φόρο νομικά πρόσωπα που διαθέτουν αριθμό μητρώου ΦΠΑ, θα πρέπει να θεωρούνται ως υποκείμενα στο φόρο. Οι ρυθμίσεις αυτές, σύμφωνα με τους συνήθεις κανόνες, δεν θα πρέπει να επεκτείνονται στην παροχή υπηρεσιών που δέχεται ένα υποκείμενο στο φόρο πρόσωπο για προσωπική του χρήση ή για προσωπική χρήση των υπαλλήλων του.

(5)

Όταν οι υπηρεσίες παρέχονται σε μη υποκείμενους στο φόρο, γενικός κανόνας θα πρέπει να εξακολουθήσει να είναι ότι τόπος παροχής των υπηρεσιών είναι ο τόπος όπου βρίσκεται η έδρα της οικονομικής δραστηριότητας του παρέχοντος τις υπηρεσίες.

(6)

Σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν εφαρμόζονται οι γενικοί κανόνες σχετικά με τον τόπο παροχής των υπηρεσιών τόσο για τους υποκείμενους, όσο και για τους μη υποκείμενους στο φόρο, αλλά θα πρέπει να εφαρμόζονται ειδικές εξαιρέσεις. Οι εξαιρέσεις αυτές θα πρέπει να βασίζονται κυρίως στα ισχύοντα κριτήρια και να εκφράζουν την αρχή της φορολογίας στον τόπο κατανάλωσης, χωρίς να επιβάλλουν δυσανάλογες διοικητικές επιβαρύνσεις σε ορισμένους επιχειρηματίες.

(7)

Εάν ο υποκείμενος στο φόρο λαμβάνει υπηρεσίες από πρόσωπο μη εγκατεστημένο στο ίδιο κράτος μέλος, τότε είναι υποχρεωτικός σε ορισμένες περιπτώσεις ο μηχανισμός αντιστροφής της επιβάρυνσης, δηλαδή ο υποκείμενος στο φόρο θα πρέπει να υπολογίσει μόνος του το οφειλόμενο ποσό ΦΠΑ για τις εν λόγω υπηρεσίες.

(8)

Προκειμένου να απλοποιηθούν οι υποχρεώσεις των επιχειρήσεων οι οποίες ασκούν οικονομικές δραστηριότητες σε κράτη μέλη όπου δεν έχουν την έδρα τους, θα πρέπει να προβλεφθεί καθεστώς που να τους δίνει τη δυνατότητα εγγραφής στα φορολογικά μητρώα και υποβολής περιοδικών δηλώσεων σε ένα και μόνο σημείο ηλεκτρονικής επαφής. Έως ότου θεσπισθεί το καθεστώς αυτό, θα πρέπει να χρησιμοποιείται το καθεστώς που υιοθετήθηκε για να διευκολύνει τους μη εγκατεστημένους στην Κοινότητα υποκείμενους στο φόρο να συμμορφώνονται προς τις φορολογικές υποχρεώσεις τους.

(9)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η ορθή εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, κάθε υποκείμενος στο φόρο που διαθέτει αριθμό μητρώου ΦΠΑ θα πρέπει να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα των υποκείμενων στο φόρο και των μη υποκείμενων στο φόρο νομικών προσώπων που διαθέτουν αριθμό μητρώου ΦΠΑ, στα οποία έχει παράσχει φορολογητέες υπηρεσίες οι οποίες εμπίπτουν στο μηχανισμό αντιστροφής της επιβάρυνσης.

(10)

Μερικές από τις αλλαγές που επέρχονται ως προς τον τόπο παροχής υπηρεσιών θα μπορούσαν να έχουν σημαντική επίπτωση στον προϋπολογισμό των κρατών μελών. Για να διασφαλισθεί μια ομαλή μετάβαση, οι αλλαγές αυτές θα πρέπει να εισαχθούν σταδιακά.

(11)

Σύμφωνα με το σημείο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας (4) τα κράτη μέλη, με σκοπό ίδιο και κοινοτικό συμφέρον, ενθαρρύνονται να συντάσσουν τους δικούς τους πίνακες που εμφανίζουν, κατά το δυνατόν, την αντιστοιχία ανάμεσα στην παρούσα οδηγία και τα μέτρα μεταφοράς της, και να τους δημοσιοποιούν.

(12)

Η οδηγία 2006/112/ΕΚ θα πρέπει συνεπώς να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Από 1ης Ιανουαρίου 2009, η οδηγία 2006/112/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο άρθρο 56, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι διατάξεις της παραγράφου 1 στοιχεία ι) και ια) και της παραγράφου 2 εφαρμόζονται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009.».

2.

Στο άρθρο 57, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009.».

3.

Στο άρθρο 59, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Έως τις 31 Δεκεμβρίου 2009 τα κράτη μέλη εφαρμόζουν το άρθρο 58 στοιχείο β), στην περίπτωση ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στο άρθρο 56 παράγραφος 1 στοιχείο ι) και που παρέχονται προς μη υποκείμενους στο φόρο που είναι εγκατεστημένοι ή έχουν την κατοικία τους ή τη συνήθη διαμονή τους σε κράτος μέλος, από υποκείμενο στο φόρο που έχει την έδρα της οικονομικής δραστηριότητάς του ή τη μόνιμη εγκατάσταση από την οποία παρέχονται οι υπηρεσίες εκτός Κοινότητας ή, σε περίπτωση έλλειψης τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης, έχει την κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του εκτός της Κοινότητας.».

4.

Το άρθρο 357 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 357

Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2014.».

Άρθρο 2

Από 1ης Ιανουαρίου 2010, η οδηγία 2006/112/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Το κεφάλαιο 3 του τίτλου V αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Τόπος παροχής υπηρεσιών

Τμήμα 1

Ορισμοί

Άρθρο 43

Για τους σκοπούς της εφαρμογής των σχετικών με τον τόπο παροχής υπηρεσιών διατάξεων:

1.

υποκείμενος στο φόρο ο οποίος ασκεί επίσης δραστηριότητες ή πραγματοποιεί συναλλαγές που δεν θεωρούνται φορολογητέες παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 θεωρείται ως υποκείμενος στο φόρο όσον αφορά όλες τις υπηρεσίες που παρέχονται σε αυτόν·

2.

μη υποκείμενο στο φόρο νομικό πρόσωπο το οποίο διαθέτει αριθμό μητρώου ΦΠΑ θεωρείται ως υποκείμενος στο φόρο.

Τμήμα 2

Γενικοί κανόνες

Άρθρο 44

Ο τόπος παροχής υπηρεσιών σε υποκείμενο στο φόρο, ο οποίος ενεργεί υπό την ιδιότητα αυτή, είναι ο τόπος όπου το εν λόγω πρόσωπο έχει την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας. Ωστόσο, εάν οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται σε μόνιμη εγκατάσταση του υποκείμενου στο φόρο που βρίσκεται σε τόπο διαφορετικό από τον τόπο όπου έχει την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας, ως τόπος παροχής των υπηρεσιών αυτών θεωρείται ο τόπος όπου βρίσκεται η μόνιμη εγκατάστασή του. Ελλείψει τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης, ως τόπος παροχής υπηρεσιών θεωρείται ο τόπος της μόνιμης κατοικίας ή της συνήθους διαμονής του υποκείμενου στο φόρο στον οποίο παρέχονται οι υπηρεσίες.

Άρθρο 45

Ο τόπος παροχής υπηρεσιών σε μη υποκείμενο στο φόρο είναι ο τόπος της έδρας της οικονομικής δραστηριότητας του παρέχοντος τις υπηρεσίες. Ωστόσο, εάν οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται από μόνιμη εγκατάσταση του παρόχου που βρίσκεται σε τόπο διαφορετικό από τον τόπο της έδρας της οικονομικής του δραστηριότητας, ως τόπος παροχής των υπηρεσιών αυτών θεωρείται ο τόπος όπου βρίσκεται η μόνιμη αυτή εγκατάσταση. Ελλείψει τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης, ως τόπος παροχής υπηρεσιών θεωρείται ο τόπος της μόνιμης κατοικίας ή της συνήθους διαμονής του παρέχοντος.

Τμήμα 3

Ειδικές διατάξεις

Υποτμήμα 1

Παροχή υπηρεσιών από μεσάζοντες

Άρθρο 46

Τόπος παροχής υπηρεσιών σε μη υποκείμενους στο φόρο από μεσάζοντα που ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό τρίτου είναι ο τόπος στον οποίο πραγματοποιήθηκε η πράξη στην οποία παρεμβαίνει ο μεσάζων σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Υποτμήμα 2

Παροχή υπηρεσιών σχετικών με ακίνητα

Άρθρο 47

Ο τόπος παροχής υπηρεσιών σχετικών με ακίνητα, περιλαμβανομένων των υπηρεσιών εμπειρογνωμόνων και κτηματομεσιτών, της παροχής καταλύματος στον ξενοδοχειακό τομέα ή σε τομείς παρεμφερούς χαρακτήρα, όπως σε κατασκηνώσεις διακοπών ή σε τοποθεσίες που έχουν διαμορφωθεί για να χρησιμοποιηθούν ως κατασκήνωση, της παροχής του δικαιώματος χρήσης ακινήτου και της παροχής υπηρεσιών για την προετοιμασία και συντονισμό κατασκευαστικών εργασιών, όπως παραδείγματος χάριν οι υπηρεσίες αρχιτεκτόνων ή επιχειρήσεων επίβλεψης, είναι ο τόπος όπου κείται το ακίνητο.

Υποτμήμα 3

Παροχή υπηρεσιών μεταφοράς

Άρθρο 48

Τόπος παροχής υπηρεσιών μεταφοράς επιβατών είναι ο τόπος όπου πραγματοποιείται η μεταφορά, ανάλογα με τις διανυθείσες αποστάσεις.

Άρθρο 49

Τόπος παροχής υπηρεσιών μεταφοράς αγαθών, πλην της ενδοκοινοτικής μεταφοράς αγαθών προς μη υποκείμενους στο φόρο, είναι ο τόπος όπου πραγματοποιείται η μεταφορά, ανάλογα με τις διανυθείσες αποστάσεις.

Άρθρο 50

Τόπος παροχής υπηρεσιών ενδοκοινοτικής μεταφοράς αγαθών προς μη υποκείμενους στο φόρο είναι ο τόπος αναχώρησης.

Άρθρο 51

Ως “ενδοκοινοτική μεταφορά αγαθών” νοείται κάθε μεταφορά αγαθών της οποίας ο τόπος αναχώρησης και ο τόπος άφιξης βρίσκονται στα εδάφη δύο διαφορετικών κρατών μελών.

Ως “τόπος αναχώρησης” νοείται ο τόπος όπου αρχίζει πραγματικά η μεταφορά των αγαθών, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι διαδρομές που πραγματοποιούνται προς τον τόπο όπου βρίσκονται τα αγαθά, και ως “τόπος άφιξης” νοείται ο τόπος όπου περατώνεται πραγματικά η μεταφορά των αγαθών.

Άρθρο 52

Τα κράτη μέλη μπορούν να μην επιβάλλουν ΦΠΑ στο τμήμα εκείνο της ενδοκοινοτικής μεταφοράς αγαθών προς μη υποκείμενους στο φόρο που εκτελείται πάνω από ύδατα που δεν αποτελούν τμήμα του εδάφους της Κοινότητας.

Υποτμήμα 4

Παροχές πολιτιστικών, καλλιτεχνικών, αθλητικών, επιστημονικών, εκπαιδευτικών, ψυχαγωγικών και παρόμοιων υπηρεσιών, υπηρεσίες παρεπόμενες της μεταφοράς και πραγματογνωμοσύνες και εργασίες που αφορούν κινητά αγαθά

Άρθρο 53

Τόπος παροχής υπηρεσιών οι οποίες αφορούν πολιτιστικές, καλλιτεχνικές, αθλητικές, επιστημονικές, εκπαιδευτικές, ψυχαγωγικές ή παρόμοιες δραστηριότητες, όπως εμπορικές και άλλες εκθέσεις, περιλαμβανομένων των υπηρεσιών των διοργανωτών τέτοιων δραστηριοτήτων, καθώς και της παροχής παρεπόμενων προς τις υπηρεσίες αυτές υπηρεσιών, είναι ο τόπος στον οποίο πράγματι λαμβάνουν χώρα αυτές οι εκδηλώσεις.

Άρθρο 54

Τόπος παροχής των ακόλουθων υπηρεσιών προς μη υποκείμενους στο φόρο είναι ο τόπος στον οποίο πράγματι εκτελούνται οι υπηρεσίες αυτές:

α)

παρεπόμενες της μεταφοράς δραστηριότητες, όπως η φόρτωση, εκφόρτωση και διευθέτηση των μεταφερόμενων ειδών και παρόμοιες δραστηριότητες·

β)

πραγματογνωμοσύνες ή εργασίες που αφορούν κινητά ενσώματα αγαθά.

Υποτμήμα 5

Παροχή υπηρεσιών εστιατορίου και εστίασης

Άρθρο 55

Τόπος παροχής υπηρεσιών εστιατορίου και εστίασης (catering), άλλων από τις πράγματι εκτελούμενες επί πλοίων, αεροπλάνων ή τρένων κατά τη διάρκεια τμήματος μεταφοράς επιβατών που διενεργείται εντός της Κοινότητας, είναι ο τόπος στον οποίο πράγματι εκτελούνται οι υπηρεσίες αυτές.

Υποτμήμα 6

Μίσθωση μεταφορικών μέσων

Άρθρο 56

1.   Τόπος βραχυχρόνιας μίσθωσης μεταφορικού μέσου είναι ο τόπος όπου το μεταφορικό μέσο τίθεται πράγματι στη διάθεση του πελάτη.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως “βραχυχρόνια” νοείται η συνεχής κατοχή ή χρήση μεταφορικού μέσου για διάστημα που δεν υπερβαίνει τις τριάντα ημέρες, ενώ, όσον αφορά τα πλωτά μέσα, η συνεχής κατοχή ή χρήση για διάστημα που δεν υπερβαίνει τις ενενήντα ημέρες.

Υποτμήμα 7

Παροχή υπηρεσιών εστιατορίου και εστίασης για κατανάλωση σε πλοία, αεροσκάφη ή τρένα

Άρθρο 57

1.   Τόπος παροχής των υπηρεσιών εστιατορίων και εστίασης οι οποίες εκτελούνται πράγματι μέσα σε πλοία, αεροσκάφη ή τρένα κατά τη διάρκεια τμήματος μιας μεταφοράς επιβατών που διενεργείται εντός της Κοινότητας, είναι το σημείο αναχώρησης της μεταφοράς επιβατών.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, ως “τμήμα μεταφοράς επιβατών που διενεργείται εντός της Κοινότητας” νοείται το τμήμα της μεταφοράς που πραγματοποιείται, χωρίς ενδιάμεση στάση εκτός της Κοινότητας, μεταξύ του σημείου αναχώρησης και του σημείου άφιξης της μεταφοράς επιβατών.

Ως “σημείο αναχώρησης της μεταφοράς επιβατών” νοείται το πρώτο προγραμματισμένο σημείο επιβίβασης επιβατών εντός της Κοινότητας, ενδεχομένως μετά από ενδιάμεση στάση εκτός της Κοινότητας.

Ως “σημείο άφιξης της μεταφοράς επιβατών” νοείται το τελευταίο προγραμματισμένο σημείο αποβίβασης εντός της Κοινότητας επιβατών που έχουν επιβιβασθεί εντός της Κοινότητας, ενδεχομένως πριν από ενδιάμεση στάση εκτός της Κοινότητας.

Εάν πρόκειται για μεταφορά με επιστροφή, η διαδρομή της επιστροφής θεωρείται ως αυτοτελής μεταφορά.

Υποτμήμα 8

Παροχή ηλεκτρονικών υπηρεσιών σε μη υποκείμενους στο φόρο

Άρθρο 58

Τόπος παροχής ηλεκτρονικά παρεχόμενων υπηρεσιών, ιδίως των προβλεπόμενων στο παράρτημα ΙΙ, σε μη υποκείμενο στο φόρο ο οποίος είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος ή έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του σε κράτος μέλος, από υποκείμενο στο φόρο που έχει την έδρα της επιχείρησής του εκτός της Κοινότητας ή διαθέτει μόνιμη εγκατάσταση εκτός της Κοινότητας από την οποία παρέχεται η υπηρεσία ή, ελλείψει τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης, έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του εκτός της Κοινότητας, είναι ο τόπος εγκατάστασης ή μόνιμης κατοικίας ή συνήθους διαμονής του μη υποκείμενου στο φόρο.

Το γεγονός ότι ο παρέχων την υπηρεσία και ο λήπτης επικοινωνούν μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι πρόκειται για υπηρεσία παρεχόμενη ηλεκτρονικά.

Υποτμήμα 9

Παροχή υπηρεσιών σε μη υποκείμενους στο φόρο εκτός της Κοινότητας

Άρθρο 59

Τόπος παροχής των κατωτέρω υπηρεσιών, οι οποίες παρέχονται σε μη υποκείμενο στο φόρο ο οποίος είναι εγκατεστημένος ή έχει τη μόνιμη κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του εκτός της Κοινότητας, είναι ο τόπος στον οποίο το πρόσωπο αυτό είναι εγκατεστημένο ή έχει τη μόνιμη κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του:

α)

μεταβίβαση και παραχώρηση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, δικαιωμάτων εκ διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, αδειών εκμετάλλευσης, βιομηχανικών και εμπορικών σημάτων και άλλων παρόμοιων δικαιωμάτων·

β)

διαφημιστικές υπηρεσίες·

γ)

παροχή υπηρεσιών από συμβούλους, μηχανικούς, γραφεία μελετών, δικηγόρους, λογιστές και άλλες παρόμοιες υπηρεσίες, καθώς και επεξεργασία δεδομένων και παροχή πληροφοριών·

δ)

ανάληψη υποχρέωσης για μη άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας, εν όλω ή εν μέρει, ή δικαιώματος προβλεπόμενου στο παρόν άρθρο·

ε)

τραπεζικές, χρηματοοικονομικές και ασφαλιστικές εργασίες, συμπεριλαμβανομένων των εργασιών αντασφάλισης, με εξαίρεση τη μίσθωση χρηματοθυρίδων·

στ)

διάθεση προσωπικού·

ζ)

μίσθωση ενσώματων κινητών αγαθών, με εξαίρεση όλα τα μεταφορικά μέσα·

η)

παροχή πρόσβασης στα συστήματα διανομής φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας καθώς και μεταφοράς ή διοχέτευσης μέσω των συστημάτων αυτών και παροχή άλλων υπηρεσιών που συνδέονται άμεσα με αυτές·

θ)

τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες·

ι)

ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές υπηρεσίες·

ια)

ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες και ιδίως εκείνες που προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙ.

Το γεγονός ότι ο παρέχων την υπηρεσία και ο λήπτης επικοινωνούν μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι πρόκειται για υπηρεσία παρεχόμενη ηλεκτρονικά.

Υποτμήμα 10

Πρόληψη της διπλής φορολογίας ή της μη φορολογίας

Άρθρο 59α

Για την αποφυγή διπλής φορολογίας, μη φορολόγησης ή στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, τα κράτη μέλη μπορούν, όσον αφορά τις υπηρεσίες των οποίων ο τόπος παροχής διέπεται από τα άρθρα 44, 45, 56 και 59, να θεωρούν ότι:

α)

ο τόπος παροχής μιας ή και όλων αυτών των υπηρεσιών, ο οποίος βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, βρίσκεται εκτός της Κοινότητας, όταν η πραγματική χρησιμοποίηση και εκμετάλλευση των υπηρεσιών πραγματοποιείται εκτός της Κοινότητας·

β)

ο τόπος παροχής μιας ή και όλων αυτών των υπηρεσιών, ο οποίος βρίσκεται εκτός της Κοινότητας, βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, όταν η πραγματική χρησιμοποίηση και εκμετάλλευση των υπηρεσιών πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας.

Ωστόσο, η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται στις ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες, όταν οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται σε μη υποκείμενους στο φόρο που δεν είναι εγκατεστημένοι εντός της Κοινότητας.

Άρθρο 59β

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν το άρθρο 59α στοιχείο β) στις τηλεπικοινωνιακές και ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές υπηρεσίες, που προβλέπονται στο άρθρο 59 πρώτο εδάφιο στοιχείο ι), που παρέχονται σε μη υποκείμενο στο φόρο ο οποίος είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος ή έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του σε κράτος μέλος, από υποκείμενο στο φόρο που έχει την έδρα της επιχείρησής του εκτός της Κοινότητας ή διαθέτει μόνιμη εγκατάσταση εκτός της Κοινότητας από την οποία παρέχεται η υπηρεσία ή, ελλείψει τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης, έχει τη μόνιμη κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του εκτός της Κοινότητας.».

2.

Στο άρθρο 98 παράγραφος 2, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι μειωμένοι συντελεστές δεν εφαρμόζονται στις ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες.».

3.

Η εισαγωγική πρόταση του άρθρου 170 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κάθε υποκείμενος στο φόρο ο οποίος, κατά την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας 86/560/ΕΟΚ (5), του άρθρου 2 σημείο 1 και του άρθρου 3 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ (6) και του άρθρου 171 της παρούσας οδηγίας, δεν είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιεί αγορές αγαθών και υπηρεσιών ή εισαγωγές αγαθών που επιβαρύνονται με ΦΠΑ, δικαιούται επιστροφή του φόρου αυτού στο μέτρο που τα αγαθά και οι υπηρεσίες χρησιμοποιούνται για τις εξής πράξεις:

4.

Το άρθρο 171 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η επιστροφή του ΦΠΑ στους υποκείμενους στο φόρο, που δεν είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος όπου πραγματοποιούν αγορές αγαθών και υπηρεσιών ή εισαγωγές αγαθών που επιβαρύνονται με φόρο, αλλά είναι εγκατεστημένοι σε άλλο κράτος μέλος, πραγματοποιείται σύμφωνα με τις λεπτομερείς διαδικασίες που προβλέπονται από την οδηγία 2008/9/ΕΚ.»·

β)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η οδηγία 86/560/ΕΟΚ δεν εφαρμόζεται:

α)

σε ποσά ΦΠΑ τα οποία σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους επιστροφής έχουν εσφαλμένα τιμολογηθεί·

β)

σε ποσά ΦΠΑ που έχουν τιμολογηθεί για παραδόσεις αγαθών που απαλλάσσονται ή μπορούν να απαλλάσσονται από το φόρο, σύμφωνα με το άρθρο 138 ή το άρθρο 146 παράγραφος 1 στοιχείο β).».

5.

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 171α:

«Άρθρο 171α

Τα κράτη μέλη μπορούν, αντί να χορηγούν επιστροφή ΦΠΑ σύμφωνα με τις οδηγίες 86/560/ΕΟΚ ή 2008/9/ΕΚ που αφορά παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών σε υποκείμενο στο φόρο, για τις οποίες ο υποκείμενος στο φόρο είναι υπόχρεος για την καταβολή του φόρου σύμφωνα με τα άρθρα 194 έως 197 ή 199, να επιτρέπουν την έκπτωση του φόρου αυτού, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 168. Οι ισχύοντες περιορισμοί σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 2 και το άρθρο 4 παράγραφος 2 της οδηγίας 86/560/ΕΟΚ, μπορούν να διατηρηθούν.

Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εξαιρούν τον υποκείμενο στο φόρο που είναι υπόχρεος για την καταβολή του φόρου από τη διαδικασία επιστροφής του φόρου σύμφωνα με τις οδηγίες 86/560/ΕΟΚ ή 2008/9/ΕΚ.».

6.

Στο τμήμα 1 του κεφαλαίου 1 του τίτλου ΧΙ προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 192α:

«Άρθρο 192α

Για την εφαρμογή του παρόντος τμήματος, ένας υποκείμενος στο φόρο που έχει μόνιμη εγκατάσταση στο έδαφος του κράτους μέλους όπου οφείλεται ο φόρος, θεωρείται ως υποκείμενος στο φόρο μη εγκατεστημένος εντός του εν λόγω κράτους μέλους όταν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

πραγματοποιεί φορολογητέα παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών στο κράτος μέλος αυτό·

β)

η ενδεχόμενη εγκατάσταση που ο προμηθευτής ή ο παρέχων διατηρεί στο κράτος μέλος αυτό δεν παρεμβαίνει στην εν λόγω παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών.».

7.

Το άρθρο 196 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 196

Ο ΦΠΑ οφείλεται από τον υποκείμενο στο φόρο ή από το μη υποκείμενο στο φόρο νομικό πρόσωπο που διαθέτει αριθμό μητρώου ΦΠΑ, προς τον οποίο παρέχονται οι υπηρεσίες που καλύπτονται από το άρθρο 44, εφόσον οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται από υποκείμενο στο φόρο μη εγκατεστημένο στο εσωτερικό του εν λόγω κράτους μέλους.».

8.

Στο άρθρο 214 προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«δ)

κάθε υποκείμενος στο φόρο, ο οποίος λαμβάνει στο αντίστοιχο έδαφός τους, υπηρεσίες για τις οποίες είναι υπόχρεος για την καταβολή του ΦΠΑ σύμφωνα με το άρθρο 196·

ε)

κάθε υποκείμενος στο φόρο, εγκατεστημένος στο αντίστοιχο έδαφός τους, ο οποίος παρέχει υπηρεσίες εντός του εδάφους άλλου κράτους μέλους, για τις οποίες υπόχρεος για την καταβολή του ΦΠΑ είναι αποκλειστικά ο λήπτης σύμφωνα με το άρθρο 196.».

9.

Το άρθρο 262 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 262

Κάθε υποκείμενος στο φόρο που διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ οφείλει να υποβάλλει ανακεφαλαιωτικό πίνακα με τα ακόλουθα:

α)

τους αποκτώντες που διαθέτουν αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ, στους οποίους παρέδωσε αγαθά με τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 138 παράγραφος 1 και παράγραφος 2 στοιχείο γ)·

β)

τα πρόσωπα που διαθέτουν αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ, στα οποία παρέδωσε αγαθά που είχε αποκτήσει στο πλαίσιο των ενδοκοινοτικών αποκτήσεων σύμφωνα με το άρθρο 42·

γ)

τα υποκείμενα στο φόρο πρόσωπα και τα μη υποκείμενα στο φόρο νομικά πρόσωπα που διαθέτουν αριθμό μητρώου ΦΠΑ, στα οποία έχει παράσχει υπηρεσίες, εκτός των υπηρεσιών που απαλλάσσονται από την καταβολή ΦΠΑ στο κράτος μέλος στο οποίο είναι φορολογητέα η συναλλαγή, και για τις οποίες ο λήπτης των υπηρεσιών είναι υπόχρεος για την καταβολή του φόρου σύμφωνα με το άρθρο 196.».

10.

Στο άρθρο 264, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

ο αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που ο υποκείμενος στο φόρο διαθέτει στο κράτος μέλος στο οποίο πρέπει να υποβληθεί ο ανακεφαλαιωτικός πίνακας, με τον οποίο έχει πραγματοποιήσει παραδόσεις αγαθών σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 138 παράγραφος 1 ή παροχές φορολογούμενων υπηρεσιών σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 44·

β)

ο αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ τον οποίο διαθέτει κάθε αγοραστής αγαθών ή κάθε λήπτης υπηρεσιών σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο στο οποίο πρέπει να υποβληθεί ο ανακεφαλαιωτικός πίνακας και βάσει του οποίου του παραδόθηκαν τα αγαθά ή του παρασχέθηκαν οι υπηρεσίες·»·

β)

το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

για κάθε έναν αγοραστή αγαθών ή λήπτη υπηρεσιών, τη συνολική αξία των παραδόσεων αγαθών και τη συνολική αξία των παροχών υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν από τον υποκείμενο στο φόρο·».

11.

Το άρθρο 358 τροποποιείται ως εξής:

α)

το σημείο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.

“ηλεκτρονικές υπηρεσίες” και “ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες”: οι υπηρεσίες που προβλέπονται στο άρθρο 59 πρώτο εδάφιο στοιχείο ια),»·

β)

το σημείο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.

“κράτος μέλος κατανάλωσης”: το κράτος μέλος στο οποίο θεωρείται ότι πραγματοποιείται η παροχή ηλεκτρονικών υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 58,».

12.

Στο παράρτημα ΙΙ, ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΣ ΠΑΡΕΧΟΜΕΝΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 58 ΚΑΙ ΣΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ια) ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΕΔΑΦΙΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 59».

Άρθρο 3

Από 1ης Ιανουαρίου 2011, τα άρθρα 53 και 54 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 53

Τόπος παροχής υπηρεσιών που αφορούν την πρόσβαση σε πολιτιστικές, καλλιτεχνικές, αθλητικές, επιστημονικές, εκπαιδευτικές, ψυχαγωγικές ή συναφείς εκδηλώσεις, όπως είναι οι εμπορικές και άλλες εκθέσεις, καθώς και παρεπόμενων υπηρεσιών σχετικά με την πρόσβαση, που παρέχονται σε υποκείμενους στο φόρο, είναι ο τόπος στον οποίο πράγματι λαμβάνουν χώρα αυτές οι εκδηλώσεις.

Άρθρο 54

1.   Τόπος παροχής υπηρεσιών οι οποίες αφορούν πολιτιστικές, καλλιτεχνικές, αθλητικές, επιστημονικές, εκπαιδευτικές, ψυχαγωγικές ή παρόμοιες δραστηριότητες, όπως εμπορικές και άλλες εκθέσεις, περιλαμβανομένων των υπηρεσιών των διοργανωτών τέτοιων δραστηριοτήτων, καθώς και παροχής παρεπόμενων προς τις υπηρεσίες αυτές υπηρεσιών, που παρέχονται σε μη υποκείμενους στο φόρο, είναι ο τόπος στον οποίο πράγματι λαμβάνουν χώρα αυτές οι εκδηλώσεις.

2.   Τόπος παροχής των ακόλουθων υπηρεσιών προς μη υποκείμενους στο φόρο είναι ο τόπος στον οποίο πράγματι εκτελούνται οι υπηρεσίες αυτές:

α)

παρεπόμενες της μεταφοράς δραστηριότητες, όπως η φόρτωση, εκφόρτωση και διευθέτηση των μεταφερόμενων ειδών και παρόμοιες δραστηριότητες·

β)

πραγματογνωμοσύνες ή εργασίες που αφορούν κινητά ενσώματα αγαθά.».

Άρθρο 4

Από 1ης Ιανουαρίου 2013, η παράγραφος 2 του άρθρου 56 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τόπος μίσθωσης, εκτός από τη βραχυχρόνια μίσθωση, μεταφορικού μέσου σε μη υποκείμενο στο φόρο, είναι ο τόπος εγκατάστασης ή μόνιμης κατοικίας ή συνήθους διαμονής του λήπτη.

Στην περίπτωση ωστόσο σκάφους αναψυχής που μισθώνεται σε μη υποκείμενο στο φόρο, εκτός από τη βραχυχρόνια μίσθωση, τόπος μίσθωσης είναι ο τόπος που το σκάφος αναψυχής τίθεται πράγματι στη διάθεση του λήπτη, όταν ο παρέχων παρέχει πράγματι την υπηρεσία αυτή από την έδρα της επιχείρησής του ή από μία μόνιμη εγκατάσταση που βρίσκεται στον τόπο αυτόν.

3.   Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2, ως “βραχυχρόνια” νοείται η συνεχής κατοχή ή χρήση του μεταφορικού μέσου για διάστημα που δεν υπερβαίνει τις τριάντα ημέρες, ενώ, όσον αφορά τα πλωτά μέσα, η συνεχής κατοχή ή χρήση για διάστημα που δεν υπερβαίνει τις ενενήντα ημέρες.».

Άρθρο 5

Από 1ης Ιανουαρίου 2015, η οδηγία 2006/112/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στον τίτλο V κεφάλαιο 3 τμήμα 3, το υποτμήμα 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Υποτμήμα 8

Παροχή τηλεπικοινωνιακών, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών και ηλεκτρονικών υπηρεσιών σε μη υποκείμενους στο φόρο

Άρθρο 58

Τόπος παροχής των ακόλουθων υπηρεσιών σε μη υποκείμενο στο φόρο είναι ο τόπος εγκατάστασης ή μόνιμης κατοικίας ή συνήθους διαμονής αυτού του προσώπου:

α)

τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες·

β)

ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές υπηρεσίες·

γ)

ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες και ιδίως εκείνες που προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙ.

Το γεγονός ότι ο παρέχων την υπηρεσία και ο λήπτης επικοινωνούν μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου δε σημαίνει υποχρεωτικά ότι πρόκειται για υπηρεσία παρεχόμενη ηλεκτρονικά.».

2.

Στο άρθρο 59, διαγράφονται τα στοιχεία θ), ι) και ια) του πρώτου εδαφίου και το δεύτερο εδάφιο.

3.

Το άρθρο 59α αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 59α

Για την αποφυγή διπλής φορολογίας, μη φορολόγησης ή στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, τα κράτη μέλη μπορούν, όσον αφορά τις υπηρεσίες των οποίων ο τόπος παροχής διέπεται από τα άρθρα 44, 45, 56, 58 και 59, να θεωρούν ότι:

α)

ο τόπος παροχής μιας ή όλων αυτών των υπηρεσιών, ο οποίος βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, βρίσκεται εκτός της Κοινότητας, όταν η πραγματική χρησιμοποίηση και εκμετάλλευση των υπηρεσιών πραγματοποιείται εκτός της Κοινότητας·

β)

ο τόπος παροχής μιας ή όλων αυτών των υπηρεσιών, ο οποίος βρίσκεται εκτός της Κοινότητας, βρίσκεται στο εσωτερικό της χώρας, όταν η πραγματική χρησιμοποίηση και εκμετάλλευση των υπηρεσιών πραγματοποιείται στο εσωτερικό της χώρας.».

4.

Το άρθρο 59β καταργείται.

5.

Στο άρθρο 204 παράγραφος 1, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εντούτοις, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να εφαρμόζουν την επιλογή που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο στους υποκείμενους στο φόρο που δεν είναι εγκατεστημένοι εντός της Κοινότητας, όπως ορίζονται στο σημείο 1 του άρθρου 358α, οι οποίοι έχουν επιλέξει το ειδικό καθεστώς των τηλεπικοινωνιακών, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών ή ηλεκτρονικών υπηρεσιών.».

6.

Στον τίτλο ΧΙΙ, η επικεφαλίδα του κεφαλαίου 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

 

«Ειδικά καθεστώτα για μη εγκατεστημένους υποκείμενους στο φόρο που παρέχουν τηλεπικοινωνιακές, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές ή ηλεκτρονικές υπηρεσίες σε μη υποκείμενους στο φόρο».

7.

Το άρθρο 357 καταργείται.

8.

Το άρθρο 358 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 358

Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου και με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων, νοούνται ως:

1.

“τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες” και “ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές υπηρεσίες”, οι υπηρεσίες που προβλέπονται στο άρθρο 58 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β)·

2.

“ηλεκτρονικές υπηρεσίες” και “ηλεκτρονικά παρεχόμενες υπηρεσίες”, οι υπηρεσίες που προβλέπονται στο άρθρο 58 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ)·

3.

“κράτος μέλος κατανάλωσης”, το κράτος μέλος στο οποίο θεωρείται ότι πραγματοποιείται η παροχή των τηλεπικοινωνιακών, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών ή ηλεκτρονικών υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 58·

4.

“δήλωση ΦΠΑ”, η δήλωση που περιλαμβάνει τις απαραίτητες πληροφορίες για τον προσδιορισμό του ποσού του ΦΠΑ που οφείλεται σε κάθε κράτος μέλος.»

9.

Στον τίτλο ΧΙΙ κεφάλαιο 6, η επικεφαλίδα του τμήματος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

 

«Ειδικό καθεστώς για τηλεπικοινωνιακές, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές ή ηλεκτρονικές υπηρεσίες που παρέχονται από υποκείμενους στο φόρο μη εγκατεστημένους εντός της Κοινότητας».

10.

Στον τίτλο ΧΙΙ κεφάλαιο 6 τμήμα 2 προστίθεται το ακόλουθο άρθρο 358α:

«Άρθρο 358α

Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος και με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων, νοούνται ως:

1.

“μη εγκατεστημένος στην Κοινότητα υποκείμενος στο φόρο”, ο υποκείμενος στο φόρο που δεν διατηρεί την έδρα της οικονομικής δραστηριότητάς του ούτε μόνιμη εγκατάσταση στο έδαφος της Κοινότητας και ο οποίος δεν απαιτείται να διαθέτει γι’ άλλο λόγο αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ·

2.

“κράτος μέλος εγγραφής”, το κράτος μέλος το οποίο επιλέγει ο μη εγκατεστημένος υποκείμενος στο φόρο για να δηλώσει την έναρξη των δραστηριοτήτων του ως υποκείμενου στο φόρο στο έδαφος της Κοινότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος τμήματος.».

11.

Τα άρθρα 359 έως 365 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 359

Τα κράτη μέλη επιτρέπουν σε κάθε μη εγκατεστημένο υποκείμενο στο φόρο ο οποίος παρέχει τηλεπικοινωνιακές, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές ή ηλεκτρονικές υπηρεσίες σε μη υποκείμενο στο φόρο, που είναι εγκατεστημένος ή έχει τον τόπο της κατοικίας του ή της συνήθους διαμονής του σε κράτος μέλος, να χρησιμοποιεί το παρόν ειδικό καθεστώς. Το εν λόγω ειδικό καθεστώς ισχύει για όλες τις υπηρεσίες που παρέχονται με τον τρόπο αυτό εντός της Κοινότητας.

Άρθρο 360

Ο μη εγκατεστημένος υποκείμενος στο φόρο υποχρεούται να γνωστοποιεί στο κράτος μέλος εγγραφής την έναρξη των δραστηριοτήτων του, ως υποκείμενου στο φόρο, την παύση ή τη μεταβολή αυτών κατά τρόπο ώστε να μην πληροί πλέον τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο παρόν ειδικό καθεστώς. Η γνωστοποίηση αυτή πραγματοποιείται με ηλεκτρονικά μέσα.

Άρθρο 361

1.   Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχει ο μη εγκατεστημένος στην Κοινότητα υποκείμενος στο φόρο προς το κράτος μέλος εγγραφής, όταν αρχίζει τη φορολογητέα δραστηριότητά του, περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

ονοματεπώνυμο·

β)

ταχυδρομική διεύθυνση·

γ)

ηλεκτρονικές διευθύνσεις καθώς και ιστοσελίδες του Διαδικτύου·

δ)

τυχόν εθνικό αριθμό φορολογικού μητρώου·

ε)

δήλωση ότι δεν διαθέτει αριθμό ΦΠΑ εντός της Κοινότητας.

2.   Ο μη εγκατεστημένος υποκείμενος στο φόρο κοινοποιεί στο κράτος μέλος εγγραφής κάθε τυχόν αλλαγή των πληροφοριακών στοιχείων που έχει γνωστοποιήσει.

Άρθρο 362

Το κράτος μέλος εγγραφής χορηγεί στο μη εγκατεστημένο στην Κοινότητα υποκείμενο στο φόρο ατομικό αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ και του κοινοποιεί με ηλεκτρονικά μέσα τον αριθμό που του χορηγήθηκε. Τα κράτη μέλη κατανάλωσης, στηριζόμενα στις πληροφορίες βάσει των οποίων πραγματοποιήθηκε η εγγραφή, μπορούν να χρησιμοποιούν δικά τους συστήματα εγγραφής.

Άρθρο 363

Το κράτος μέλος εγγραφής διαγράφει τον μη εγκατεστημένο στην Κοινότητα υποκείμενο στο φόρο από το φορολογικό μητρώο στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εάν το εν λόγω πρόσωπο γνωστοποιήσει στο κράτος μέλος ότι δεν παρέχει πλέον τηλεπικοινωνιακές, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές ή ηλεκτρονικές υπηρεσίες·

β)

εάν μπορεί με άλλο τρόπο να συναχθεί ότι η φορολογητέα του δραστηριότητα έχει τερματισθεί·

γ)

εάν ο υποκείμενος δεν πληροί πλέον τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο παρόν ειδικό καθεστώς·

δ)

εάν συστηματικά δεν συμμορφώνεται προς τους κανόνες που διέπουν το ειδικό αυτό καθεστώς.

Άρθρο 364

Ο μη εγκατεστημένος στην Κοινότητα υποκείμενος στο φόρο υποβάλλει με ηλεκτρονικά μέσα, στο κράτος μέλος εγγραφής, δήλωση ΦΠΑ για κάθε ημερολογιακό τρίμηνο, είτε έχουν παρασχεθεί τηλεοπτικές, ραδιοφωνικές, τηλεοπτικές ή ηλεκτρονικές υπηρεσίες είτε όχι. Η δήλωση υποβάλλεται εντός είκοσι ημερών από το τέλος της φορολογικής περιόδου την οποία καλύπτει η δήλωση.

Άρθρο 365

Στη δήλωση ΦΠΑ αναγράφεται ο αριθμός φορολογικού μητρώου και, για κάθε κράτος μέλος κατανάλωσης στο οποίο οφείλεται ΦΠΑ, η συνολική αξία, χωρίς ΦΠΑ, των παροχών τηλεπικοινωνιακών, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών και ηλεκτρονικών υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη φορολογική περίοδο και το συνολικό για κάθε συντελεστή ποσό του αντίστοιχου φόρου. Πρέπει επίσης να αναφέρονται στη δήλωση οι ισχύοντες φορολογικοί συντελεστές και το συνολικό ποσό του φόρου που οφείλεται.».

12.

Η παράγραφος 1 του άρθρου 366 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η δήλωση ΦΠΑ συμπληρώνεται σε ευρώ.

Τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ μπορούν να απαιτούν τη συμπλήρωση της δήλωσης ΦΠΑ στο εθνικό τους νόμισμα. Εάν η παροχή υπηρεσιών έχει πραγματοποιηθεί σε άλλα νομίσματα, κατά τη συμπλήρωση της δήλωσης ΦΠΑ, ο μη εγκατεστημένος στην Κοινότητα υποκείμενος στο φόρο χρησιμοποιεί τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου.».

13.

Τα άρθρα 367 και 368 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 367

Ο μη εγκατεστημένος στην Κοινότητα υποκείμενος στο φόρο καταβάλλει το φόρο προστιθεμένης αξίας, με αναφορά στη σχετική δήλωση ΦΠΑ, συγχρόνως με την υποβολή της δήλωσης, και το αργότερο κατά την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης.

Η καταβολή γίνεται σε τραπεζικό λογαριασμό σε ευρώ που ορίζεται από το κράτος μέλος εγγραφής. Τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ μπορούν να απαιτούν να γίνεται η καταβολή σε τραπεζικό λογαριασμό στο νόμισμά τους.

Άρθρο 368

Ο μη εγκατεστημένος στην Κοινότητα υποκείμενος στο φόρο ο οποίος χρησιμοποιεί το παρόν ειδικό καθεστώς δεν εκπίπτει κανένα ποσό ΦΠΑ με βάση το άρθρο 168 της παρούσας οδηγίας. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 86/560/ΕΟΚ, στον εν λόγω υποκείμενο στο φόρο επιστρέφεται ο φόρος σύμφωνα με την προαναφερθείσα οδηγία. Το άρθρο 2 παράγραφοι 2 και 3 και το άρθρο 4 παράγραφος 2 της οδηγίας 86/560/ΕΟΚ δεν εφαρμόζονται στις επιστροφές που σχετίζονται με τηλεπικοινωνιακές, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές και ηλεκτρονικές υπηρεσίες οι οποίες καλύπτονται από το ειδικό αυτό καθεστώς.».

14.

Η παράγραφος 1 του άρθρου 369 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο μη εγκατεστημένος στην Κοινότητα υποκείμενος στο φόρο υποχρεούται να καταχωρίζει στα λογιστικά βιβλία τις πράξεις που υπάγονται στο παρόν ειδικό καθεστώς. Οι καταχωρίσεις αυτές πρέπει να είναι αρκετά λεπτομερείς, ώστε να επιτρέπουν στις φορολογικές αρχές του κράτους μέλους κατανάλωσης να επαληθεύουν την ακρίβεια της δήλωσης ΦΠΑ.».

15.

Στο κεφάλαιο 6 του τίτλου ΧΙΙ, προστίθεται το ακόλουθο τμήμα 3:

«Τμήμα 3

Ειδικό καθεστώς για τηλεπικοινωνιακές, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές ή ηλεκτρονικές υπηρεσίες που παρέχονται από υποκείμενους στο φόρο εγκατεστημένους εντός της Κοινότητας αλλά μη εγκατεστημένους στο κράτος μέλος κατανάλωσης

Άρθρο 369α

Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος και με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων, θεωρούνται ως:

1.

“υποκείμενος στο φόρο μη εγκατεστημένος στο κράτος μέλος κατανάλωσης”, υποκείμενος στο φόρο που έχει την έδρα της οικονομικής δραστηριότητάς του ή μόνιμη εγκατάσταση εντός της Κοινότητας αλλά δεν έχει την έδρα της οικονομικής δραστηριότητάς του, ούτε μόνιμη εγκατάσταση στο έδαφος του κράτους μέλους κατανάλωσης·

2.

“κράτος μέλος εγγραφής”, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η έδρα της οικονομικής δραστηριότητας του υποκείμενου στο φόρο ή, εάν η έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας δεν βρίσκεται στην Κοινότητα, το κράτος μέλος όπου έχει μόνιμη εγκατάσταση.

Στην περίπτωση που ο υποκείμενος στο φόρο δεν έχει την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας στην Κοινότητα αλλά έχει περισσότερες από μία μόνιμες εγκαταστάσεις στην Κοινότητα, κράτος μέλος εγγραφής είναι το κράτος μέλος με μόνιμη εγκατάσταση στο οποίο ο υποκείμενος στο φόρο δηλώνει ότι θα κάνει χρήση αυτού του ειδικού καθεστώτος. Ο υποκείμενος στο φόρο δεσμεύεται από αυτή την απόφαση για το συγκεκριμένο ημερολογιακό έτος και για τα δύο επόμενα ημερολογιακά έτη.

Άρθρο 369β

Τα κράτη μέλη επιτρέπουν σε κάθε υποκείμενο στο φόρο μη εγκατεστημένο στο κράτος μέλος κατανάλωσης ο οποίος παρέχει τηλεπικοινωνιακές, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές ή ηλεκτρονικές υπηρεσίες σε μη υποκείμενο στο φόρο, ο οποίος είναι εγκατεστημένος ή έχει τον τόπο της κατοικίας του ή της συνήθους διαμονής του σε κράτος μέλος, να χρησιμοποιεί το παρόν ειδικό καθεστώς. Το εν λόγω ειδικό καθεστώς εφαρμόζεται για όλες τις υπηρεσίες που παρέχονται με τον τρόπο αυτό εντός της Κοινότητας.

Άρθρο 369γ

Ο μη εγκατεστημένος στο κράτος μέλος κατανάλωσης υποκείμενος στο φόρο υποχρεούται να γνωστοποιεί στο κράτος μέλος εγγραφής την έναρξη των δραστηριοτήτων του που υπάγονται στο ειδικό αυτό καθεστώς, ως υποκείμενου στο φόρο, την παύση και τη μεταβολή αυτών κατά τρόπο ώστε να μην πληροί πλέον τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στο παρόν ειδικό καθεστώς. Η γνωστοποίηση αυτή πραγματοποιείται με ηλεκτρονικά μέσα.

Άρθρο 369δ

Ο υποκείμενος στο φόρο που χρησιμοποιεί το παρόν ειδικό καθεστώς εγγράφεται, για φορολογητέες συναλλαγές στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος, μόνον στο κράτος μέλος εγγραφής. Προς το σκοπό αυτό, το κράτος μέλος χρησιμοποιεί τον προσωπικό αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ που έχει ήδη χορηγηθεί στον υποκείμενο στο φόρο όσον αφορά τις υποχρεώσεις του στα πλαίσια του εσωτερικού συστήματος.

Τα κράτη μέλη κατανάλωσης, στηριζόμενα στις πληροφορίες βάσει των οποίων πραγματοποιήθηκε η εγγραφή, μπορούν να χρησιμοποιούν δικά τους συστήματα εγγραφής.

Άρθρο 369ε

Το κράτος μέλος εγγραφής εξαιρεί τον υποκείμενο σε φόρο που δεν είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος κατανάλωσης από το ειδικό καθεστώς στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

εάν το εν λόγω πρόσωπο κοινοποιήσει ότι δεν παρέχει πλέον τηλεπικοινωνιακές, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές ή ηλεκτρονικές υπηρεσίες·

β)

εάν μπορεί με άλλο τρόπο να συναχθεί ότι οι φορολογητέες του δραστηριότητες που υπάγονται στο ειδικό αυτό καθεστώς έχουν τερματισθεί·

γ)

εάν ο υποκείμενος δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που είναι αναγκαίες για την υπαγωγή του στο παρόν ειδικό καθεστώς·

δ)

εάν συστηματικά δεν συμμορφώνεται προς τους κανόνες που αφορούν το ειδικό αυτό καθεστώς.

Άρθρο 369στ

Ο υποκείμενος στο φόρο που δεν είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος κατανάλωσης υποβάλλει με ηλεκτρονικό τρόπο, στο κράτος μέλος εγγραφής, δήλωση φόρου προστιθεμένης αξίας για κάθε ημερολογιακό τρίμηνο, είτε έχουν παρασχεθεί τηλεπικοινωνιακές, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές ή ηλεκτρονικές υπηρεσίες είτε όχι. Η δήλωση υποβάλλεται εντός είκοσι ημερών από το τέλος της φορολογικής περιόδου την οποία καλύπτει η δήλωση.

Άρθρο 369ζ

Στη δήλωση ΦΠΑ αναγράφεται ο αριθμός φορολογικού μητρώου που προβλέπεται στο άρθρο 369δ και, για κάθε κράτος μέλος κατανάλωσης στο οποίο οφείλεται ΦΠΑ, η συνολική αξία, χωρίς ΦΠΑ, των παροχών τηλεπικοινωνιακών, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών και ηλεκτρονικών υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν κατά τη φορολογική περίοδο και το συνολικό για κάθε συντελεστή ποσό του αντίστοιχου φόρου. Πρέπει επίσης να αναφέρονται στη δήλωση οι ισχύοντες συντελεστές ΦΠΑ και το συνολικό ποσό του ΦΠΑ που οφείλεται.

Εάν ο υποκείμενος στο φόρο έχει μία ή περισσότερες μόνιμες εγκαταστάσεις εκτός από εκείνη που έχει στο κράτος μέλος εγγραφής από τις οποίες παρέχονται οι υπηρεσίες, στη δήλωση ΦΠΑ, πέραν των πληροφοριών που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο, αναγράφεται επιπλέον η συνολική αξία των τηλεπικοινωνιακών, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών ή ηλεκτρονικών υπηρεσιών που υπάγονται στο παρόν ειδικό καθεστώς, για κάθε κράτος μέλος στο οποίο ο υποκείμενος στο φόρο έχει εγκατάσταση, μαζί με τον ατομικό αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ ή τον αριθμό φορολογικής εγγραφής της εγκατάστασης αυτής, και κατά κράτος μέλος κατανάλωσης.

Άρθρο 369η

1.   Η δήλωση ΦΠΑ συμπληρώνεται σε ευρώ.

Τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ μπορούν να απαιτούν τη συμπλήρωση της δήλωσης ΦΠΑ στο εθνικό τους νόμισμα. Εάν η παροχή υπηρεσιών έχει πραγματοποιηθεί σε άλλα νομίσματα, κατά τη συμπλήρωση της δήλωσης ΦΠΑ, ο υποκείμενος στο φόρο που δεν είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος κατανάλωσης χρησιμοποιεί τη συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει την τελευταία ημέρα της φορολογικής περιόδου.

2.   Η μετατροπή γίνεται σύμφωνα με τις συναλλαγματικές ισοτιμίες που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την ημέρα εκείνη ή, εάν δεν υπήρξε δημοσίευση τη συγκεκριμένη ημέρα, τις ισοτιμίες της επόμενης ημέρας δημοσίευσης.

Άρθρο 369θ

Ο υποκείμενος στο φόρο που δεν είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος κατανάλωσης καταβάλλει το φόρο προστιθεμένης αξίας, με αναφορά στη σχετική δήλωση ΦΠΑ, συγχρόνως με την υποβολή της δήλωσης, και το αργότερο κατά την εκπνοή της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης.

Η καταβολή γίνεται σε τραπεζικό λογαριασμό σε ευρώ που ορίζεται από το κράτος μέλος εγγραφής. Τα κράτη μέλη που δεν έχουν υιοθετήσει το ευρώ μπορούν να απαιτούν να γίνεται η καταβολή σε τραπεζικό λογαριασμό στο νόμισμά τους.

Άρθρο 369ι

Ο υποκείμενος στο φόρο που δεν είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος κατανάλωσης ο οποίος χρησιμοποιεί το παρόν ειδικό καθεστώς δεν εκπίπτει κανένα ποσό ΦΠΑ εισροών, όσον αφορά τις δραστηριότητές του που υπάγονται σε αυτό το καθεστώς, με βάση το άρθρο 168 της παρούσας οδηγίας. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 2 σημείο 1 και το άρθρο 3 της οδηγίας 2008/9/ΕΚ, στον εν λόγω υποκείμενο στο φόρο επιστρέφεται ο φόρος σύμφωνα με την οδηγία αυτή.

Εάν ο υποκείμενος στο φόρο που δεν είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος κατανάλωσης και ο οποίος χρησιμοποιεί το παρόν ειδικό καθεστώς ασκεί επίσης στο κράτος μέλος κατανάλωσης δραστηριότητες μη υπαγόμενες σε αυτό το καθεστώς ως προς τις οποίες υποχρεούται να διαθέτει αριθμό μητρώου ΦΠΑ, εκπίπτει το ΦΠΑ, που αφορά τις φορολογούμενες δραστηριότητές του που υπάγονται στο παρόν ειδικό καθεστώς, με τη δήλωση ΦΠΑ την οποία υποβάλλει σύμφωνα με το άρθρο 250.

Άρθρο 369ια

1.   Ο υποκείμενος στο φόρο που δεν είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος κατανάλωσης υποχρεούται να καταχωρίζει στα λογιστικά βιβλία τις πράξεις που υπάγονται στο παρόν ειδικό καθεστώς. Οι καταχωρίσεις αυτές πρέπει να είναι αρκετά λεπτομερείς, ώστε να επιτρέπουν στις φορολογικές αρχές του κράτους μέλους κατανάλωσης να επαληθεύουν την ακρίβεια της δήλωσης ΦΠΑ.

2.   Οι καταχωρίσεις της παραγράφου 1 πρέπει να διατίθενται, έπειτα από αίτηση, με ηλεκτρονικά μέσα, στο κράτος μέλος κατανάλωσης και στο κράτος μέλος εγγραφής.

Οι καταχωρίσεις αυτές διαφυλάσσονται για διάστημα δέκα ετών, το οποίο αρχίζει από τις 31 Δεκεμβρίου του έτους κατά το οποίο πραγματοποιήθηκε η πράξη.».

16.

Η επικεφαλίδα του παραρτήματος ΙΙ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΟΥ ΠΑΡΕΧΟΝΤΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΑ ΚΑΙ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 58 ΠΡΩΤΟ ΕΔΑΦΙΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ γ)».

Άρθρο 6

Η Επιτροπή θα υποβάλει, πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2014, έκθεση σχετικά με τη δυνατότητα αποτελεσματικής εφαρμογής του κανόνα που θεσπίζεται στο άρθρο 5 όσον αφορά την παροχή τηλεπικοινωνιακών, ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών και ηλεκτρονικά παρεχόμενων υπηρεσιών σε μη υποκείμενους στο φόρο και σχετικά με το κατά πόσον ο κανόνας αυτός θα αντιστοιχεί ακόμη στην εφαρμοζόμενη, κατά το χρόνο αυτό, γενική πολιτική όσον αφορά τον τόπο παροχής των υπηρεσιών.

Άρθρο 7

1.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με τα άρθρα 1 έως 5 της παρούσας οδηγίας από τις αντίστοιχες ημερομηνίες που προβλέπονται στις διατάξεις αυτές. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις ανωτέρω διατάξεις, αυτές περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής αποφασίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των κύριων διατάξεων εθνικού δικαίου που θεσπίζουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 8

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 9

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 12 Φεβρουαρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. BAJUK


(1)  ΕΕ C 104 Ε της 30.4.2004, σ. 143 και γνώμη της 16ης Μαΐου 2006 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ C 117 της 30.4.2004, σ. 15 και ΕΕ C 195 της 18.8.2006, σ. 54.

(3)  ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2007/75/ΕΚ (ΕΕ L 346 της 29.12.2007, σ. 13).

(4)  ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1.

(5)  Δέκατη τρίτη οδηγία 86/560/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 17ης Νοεμβρίου 1986, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — τρόπος επιστροφής του φόρου προστιθέμενης αξίας στους υποκείμενους στο φόρο που δεν είναι εγκατεστημένοι σε έδαφος της Κοινότητας (ΕΕ L 326 της 21.11.1986, σ. 40).

(6)  Οδηγία 2008/9/ΕΚ του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2008, για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με την επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας που προβλέπεται στην οδηγία 2006/112/ΕΚ σε υποκείμενους στο φόρο μη εγκατεστημένους στο κράτος μέλος επιστροφής αλλά εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος (ΕΕ L 44 της 20.2.2008, σ. 23).».


20.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 44/23


ΟΔΗΓΊΑ 2008/9/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 12ης Φεβρουαρίου 2008

για τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων σχετικά με την επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας, που προβλέπεται στην οδηγία 2006/112/ΕΚ, σε υποκείμενους στο φόρο μη εγκατεστημένους στο κράτος μέλος επιστροφής αλλά εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα για τις διοικητικές αρχές των κρατών μελών και για τις επιχειρήσεις από τους κανόνες εφαρμογής που καθορίζονται στην οδηγία 79/1072/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 6ης Δεκεμβρίου 1979, περί εναρμονίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τους φόρους κύκλου εργασιών — Τρόπος επιστροφής του φόρου προστιθέμενης αξίας στους υποκείμενους στο φόρο οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι στο εσωτερικό της χώρας (3).

(2)

Οι ρυθμίσεις που περιέχονται στην εν λόγω οδηγία πρέπει να τροποποιηθούν ως προς τις προθεσμίες εντός των οποίων πρέπει να κοινοποιούνται στις επιχειρήσεις οι αποφάσεις που αφορούν την επιστροφή του φόρου. Ταυτόχρονα θα πρέπει να προβλεφθεί ότι και οι επιχειρήσεις οφείλουν να παρέχουν απαντήσεις εντός καθορισμένων προθεσμιών στις αρμόδιες αρχές. Επιπλέον είναι σκόπιμο να απλουστευθεί και να εκσυγχρονισθεί η διαδικασία επιτρέποντας τη χρήση σύγχρονων τεχνολογιών.

(3)

Η νέα διαδικασία θα ενισχύσει τη θέση των επιχειρήσεων, αφού τα κράτη μέλη οφείλουν να καταβάλλουν τόκο εάν η επιστροφή πραγματοποιηθεί καθυστερημένα, ενώ θα ενισχυθεί και το δικαίωμα των επιχειρήσεων να καταφεύγουν σε ένδικα μέσα.

(4)

Για λόγους σαφήνειας και καλύτερης κατανόησης, η διάταξη περί της εφαρμογής της οδηγίας 79/1072/ΕΟΚ που μέχρι τώρα περιεχόταν στην οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (4), θα πρέπει να ενσωματωθεί πλέον στην παρούσα οδηγία.

(5)

Δεδομένου ότι οι στόχοι της παρούσας οδηγίας είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και συνεπώς, δύνανται λόγω του εύρους της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο εν λόγω άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(6)

Σύμφωνα με το άρθρο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας (5), τα κράτη μέλη, με σκοπό ίδιο και προς κοινοτικό συμφέρον, ενθαρρύνονται να συντάσσουν τους δικούς τους πίνακες που απεικονίζουν, κατά το δυνατόν, την αντιστοιχία ανάμεσα στην παρούσα οδηγία και τα μέτρα μεταφοράς της, και να τους δημοσιοποιούν.

(7)

Η οδηγία 79/1072/ΕΟΚ θα πρέπει συνεπώς να καταργηθεί, με την επιφύλαξη των αναγκαίων μεταβατικών μέτρων για τις αιτήσεις επιστροφής που υποβάλλονται πριν από την 1η Ιανουαρίου 2010,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η παρούσα οδηγία καθορίζει τους λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας που προβλέπεται στο άρθρο 170 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ σε υποκείμενους στο φόρο μη εγκατεστημένους στο κράτος μέλος επιστροφής, οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 3.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1.

ως «υποκείμενος στο φόρο μη εγκατεστημένος στο κράτος μέλος επιστροφής» νοείται κάθε υποκείμενος στο φόρο κατά την έννοια του άρθρου 9 παράγραφος 1 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, ο οποίος είναι εγκατεστημένος όχι στο κράτος μέλος επιστροφής, αλλά εγκατεστημένος στο έδαφος άλλου κράτους μέλους·

2.

ως «κράτος μέλος επιστροφής» νοείται το κράτος μέλος στο οποίο επιβλήθηκε ο φόρος προστιθέμενης αξίας στον υποκείμενο στο φόρο τον μη εγκατεστημένο στο κράτος μέλος επιστροφής για αγαθά ή υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σε αυτόν από άλλους υποκείμενους στο φόρο στο εν λόγω κράτος μέλος ή για την εισαγωγή αγαθών στο εν λόγω κράτος μέλος·

3.

ως «περίοδος επιστροφής» νοείται η αναφερόμενη στο άρθρο 16 περίοδος που καλύπτεται από την αίτηση επιστροφής·

4.

ως «αίτηση επιστροφής» νοείται η αίτηση για την επιστροφή του φόρου προστιθέμενης αξίας που έχει επιβληθεί στον υποκείμενο στο φόρο ο οποίος δεν είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος επιστροφής, για αγαθά ή υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σε αυτόν από άλλους υποκείμενους στο φόρο στο εν λόγω κράτος μέλος ή για την εισαγωγή αγαθών στο εν λόγω κράτος μέλος·

5.

ως «αιτών» νοείται ο μη εγκατεστημένος στο κράτος μέλος επιστροφής υποκείμενος στο φόρο, ο οποίος υποβάλλει την αίτηση επιστροφής.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται για οποιονδήποτε υποκείμενο στο φόρο μη εγκατεστημένο στο κράτος μέλος επιστροφής, ο οποίος πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

κατά την περίοδο επιστροφής δεν διατηρούσε στο κράτος μέλος επιστροφής την έδρα της οικονομικής του δραστηριότητας ή μόνιμη εγκατάσταση από την οποία πραγματοποιούσε επιχειρηματικές πράξεις ή, σε περίπτωση μη ύπαρξης τέτοιας έδρας ή μόνιμης εγκατάστασης, την κατοικία ή τον τόπο της συνήθους διαμονής του·

β)

κατά την περίοδο επιστροφής δεν πραγματοποίησε παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών που να θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε στο κράτος μέλος επιστροφής, με εξαίρεση τις ακόλουθες πράξεις:

i)

παροχή υπηρεσιών μεταφοράς και συναφείς προς αυτές υπηρεσίες, που απαλλάσσονται δυνάμει των άρθρων 144, 146, 148, 149, 151, 153, 159 ή 160 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ·

ii)

παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών σε πρόσωπο που υπέχει υποχρέωση πληρωμής φόρου προστιθέμενης αξίας σύμφωνα με τα άρθρα 194 έως 197 και το άρθρο 199 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται όσον αφορά:

α)

ποσά φόρου προστιθέμενης αξίας τα οποία, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους επιστροφής, έχουν τιμολογηθεί εσφαλμένα·

β)

ποσά φόρου προστιθέμενης αξίας που έχουν τιμολογηθεί για παραδόσεις αγαθών που πρέπει ή μπορεί να απαλλάσσονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 138 ή του άρθρου 146 παράγραφος 1 στοιχείο β) της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

Άρθρο 5

Κάθε κράτος μέλος επιστρέφει σε κάθε υποκείμενο στο φόρο μη εγκατεστημένο στο κράτος μέλος επιστροφής κάθε ποσό φόρου προστιθέμενης αξίας ο οποίος επιβλήθηκε για αγαθά που παραδόθηκαν ή υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σε αυτόν από άλλους υποκείμενους στο φόρο στο εν λόγω κράτος μέλος ή για την εισαγωγή αγαθών στο εν λόγω κράτος μέλος, εφόσον τα εν λόγω αγαθά και υπηρεσίες χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο των κατωτέρω πράξεων:

α)

πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 169 στοιχεία α) και β) της οδηγίας 2006/112/ΕΚ·

β)

πράξεων που απευθύνονται σε πρόσωπο το οποίο είναι υπόχρεο στην πληρωμή φόρου προστιθέμενης αξίας σύμφωνα με τα άρθρα 194 έως 197 και το άρθρο 199 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, όπως εφαρμόζεται στο κράτος μέλος επιστροφής.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 6, για το σκοπό της παρούσας οδηγίας, η ύπαρξη αξίωσης για επιστροφή του φόρου επί των εισροών προσδιορίζεται σύμφωνα με την οδηγία 2006/112/ΕΚ όπως εφαρμόζεται στο κράτος μέλος επιστροφής.

Άρθρο 6

Για να δικαιούται την επιστροφή στο κράτος μέλος επιστροφής, ο υποκείμενος στο φόρο μη εγκατεστημένος στο κράτος μέλος επιστροφής πρέπει να διενεργεί πράξεις που παρέχουν δικαίωμα έκπτωσης στο κράτος μέλος εγκατάστασης.

Όταν υποκείμενος στο φόρο μη εγκατεστημένος στο κράτος μέλος επιστροφής διενεργεί, στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος, τόσο πράξεις που παρέχουν, όσο και πράξεις που δεν παρέχουν δικαίωμα προς έκπτωση σε αυτό το κράτος μέλος, το κράτος μέλος επιστροφής μπορεί να επιστρέψει, από το επιστρεπτέο ποσό που προκύπτει δυνάμει του άρθρου 5, μόνο το ποσοστό φόρου προστιθέμενης αξίας που αναλογεί στις πράξεις που παρέχουν δικαίωμα προς έκπτωση σύμφωνα με το άρθρο 173 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, όπως αυτή εφαρμόζεται στο κράτος μέλος εγκατάστασης.

Άρθρο 7

Για να επιτύχει επιστροφή φόρου προστιθέμενης αξίας στο κράτος μέλος επιστροφής, ο υποκείμενος στο φόρο ο μη εγκατεστημένος στο κράτος μέλος επιστροφής απευθύνει ηλεκτρονική αίτηση επιστροφής στο εν λόγω κράτος μέλος υποβάλλοντάς την στο κράτος μέλος εγκατάστασής του μέσω της ηλεκτρονικής δικτυακής πύλης που έχει εγκαταστήσει το εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 8

1.   Η αίτηση επιστροφής περιέχει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το όνομα του αιτούντος και την πλήρη διεύθυνσή του·

β)

διεύθυνση για επαφή με ηλεκτρονικά μέσα·

γ)

περιγραφή της επιχειρηματικής δραστηριότητας του αιτούντος για την οποία αποκτήθηκαν τα αγαθά ή οι υπηρεσίες·

δ)

την περίοδο επιστροφής που καλύπτει η αίτηση·

ε)

δήλωση του αιτούντος για τη μη παράδοση αγαθών και μη παροχή υπηρεσιών που θεωρείται ότι έχουν παραδοθεί ή παρασχεθεί στο κράτος επιστροφής κατά την περίοδο επιστροφής, πέραν των πράξεων του άρθρου 3 στοιχείο β) σημεία i) και ii)·

στ)

τον αριθμό μητρώου φόρου προστιθέμενης αξίας του αιτούντος ή τον αριθμό φορολογικής εγγραφής του· και

ζ)

στοιχεία τραπεζικού λογαριασμού, μεταξύ των οποίων τους κωδικούς ΙΒΑΝ και BIC.

2.   Εκτός των στοιχείων που απαριθμούνται στην παράγραφο 1, η αίτηση επιστροφής πρέπει να περιλαμβάνει, για κάθε κράτος μέλος επιστροφής και για κάθε τιμολόγιο ή παραστατικό εισαγωγής, τα κατωτέρω στοιχεία:

α)

το όνομα και την πλήρη διεύθυνση του προμηθευτή·

β)

με εξαίρεση την περίπτωση εισαγωγής, τον αριθμό μητρώου φόρου προστιθέμενης αξίας ή τον αριθμό φορολογικής εγγραφής του προμηθευτή, τον οποίο του έχει χορηγήσει το κράτος μέλος επιστροφής σύμφωνα με τα άρθρα 239 και 240 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ·

γ)

με εξαίρεση την περίπτωση εισαγωγής, το πρόθεμα του κράτους μέλους επιστροφής σύμφωνα με το άρθρο 215 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ·

δ)

την ημερομηνία και τον αριθμό του τιμολογίου ή του παραστατικού εισαγωγής·

ε)

τη βάση επιβολής του φόρου και το ποσό του φόρου προστιθέμενης αξίας, εκφραζόμενα στο νόμισμα του κράτους μέλους επιστροφής·

στ)

το ποσό του φόρου προστιθέμενης αξίας που εκπίπτει, υπολογιζόμενο σύμφωνα με το άρθρο 5 και το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 6, εκφρασμένο στο νόμισμα του κράτους μέλους επιστροφής·

ζ)

κατά περίπτωση, την αναλογία έκπτωσης που υπολογίζεται δυνάμει του άρθρου 6, εκφραζόμενη σε ποσοστό επί τοις εκατό·

η)

τη φύση των αποκτηθέντων αγαθών και υπηρεσιών, περιγραφόμενη σύμφωνα με τους κωδικούς του άρθρου 9.

Άρθρο 9

1.   Στην αίτηση επιστροφής το είδος των αγαθών και υπηρεσιών που αποκτήθηκαν ταξινομείται βάσει των κάτωθι κωδικών:

1

=

καύσιμα,

2

=

μίσθωση μεταφορικών μέσων,

3

=

δαπάνες που αφορούν μεταφορικά μέσα (πέραν των αγαθών και των υπηρεσιών που αναφέρονται στους κωδικούς 1 και 2),

4

=

ποσά για διόδια και τέλη χρησιμοποίησης των οδών,

5

=

ταξιδιωτικά έξοδα, λ.χ. κόμιστρα ταξί, ναύλοι μέσων μαζικής μεταφοράς,

6

=

κατάλυμα,

7

=

τρόφιμα, ποτά και υπηρεσίες εστιατορίου,

8

=

συμμετοχή σε εμπορικές και άλλες εκθέσεις,

9

=

έξοδα για είδη πολυτελείας, διασκέδαση και ψυχαγωγία,

10

=

άλλα.

Σε περίπτωση που χρησιμοποιείται ο κωδικός 10, πρέπει να δηλώνεται το είδος των παραδοθέντων αγαθών ή των υπηρεσιών που παρασχέθηκαν.

2.   Το κράτος μέλος επιστροφής μπορεί να ζητήσει από τον αιτούντα να παράσχει με ηλεκτρονικά μέσα συμπληρωματικές κωδικοποιημένες πληροφορίες για κάθε κωδικό της παραγράφου 1 στο μέτρο που οι πληροφορίες αυτές είναι απαραίτητες λόγω τυχόν περιορισμών του δικαιώματος έκπτωσης σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 2006/112/ΕΚ όπως εφαρμόζεται στο κράτος μέλος επιστροφής ή για την εφαρμογή σχετικής παρέκκλισης που χορηγεί το κράτος μέλος επιστροφής στο πλαίσιο των άρθρων 395 ή 396 της ίδιας οδηγίας.

Άρθρο 10

Το κράτος μέλος επιστροφής μπορεί, μη θιγομένων των κατά το άρθρο 20 αιτήσεων παροχής στοιχείων, να ζητήσει από τον αιτούντα να υποβάλει με ηλεκτρονικά μέσα, μαζί με την αίτησή του, αντίγραφο του τιμολογίου ή παραστατικού εισαγωγής εφόσον η βάση υπολογισμού του φόρου σε ένα τιμολόγιο ή παραστατικό εισαγωγής αφορά ποσό τουλάχιστον 1 000 ευρώ ή το ισόποσο στο εθνικό νόμισμα. Εφόσον το τιμολόγιο αφορά καύσιμα, αυτό το κατώτατο όριο είναι 250 ευρώ ή το ισόποσο στο εθνικό νόμισμα.

Άρθρο 11

Το κράτος μέλος επιστροφής μπορεί να απαιτεί από τον αιτούντα να υποβάλει περιγραφή της επιχειρηματικής του δραστηριότητας βάσει εναρμονισμένων κωδικών, που καθορίζονται από το άρθρο 34α παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1798/2003 (6).

Άρθρο 12

Το κράτος μέλος επιστροφής μπορεί να ορίζει ποια γλώσσα ή ποιες γλώσσες μπορούν να χρησιμοποιούνται από τον αιτούντα για την παροχή πληροφοριών στην αίτηση επιστροφής ή άλλων πρόσθετων πληροφοριών.

Άρθρο 13

Εάν μετά την υποβολή της αίτησης επιστροφής η αναλογία έκπτωσης αναπροσαρμοσθεί σύμφωνα με το άρθρο 175 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, ο αιτών προβαίνει στη διόρθωση του ποσού που ζήτησε ή που έχει ήδη καταβληθεί.

Η διόρθωση στην αίτηση επιστροφής πραγματοποιείται εντός του ημερολογιακού έτους που έπεται της εν λόγω περιόδου επιστροφής ή –εάν ο αιτών δεν υποβάλει αιτήσεις επιστροφής κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου ημερολογιακού έτους– με την υποβολή χωριστής δήλωσης μέσω της ηλεκτρονικής δικτυακής πύλης που έχει δημιουργήσει το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος.

Άρθρο 14

1.   Η αίτηση επιστροφής πρέπει να αφορά:

α)

αγορά αγαθών ή υπηρεσιών που έχει τιμολογηθεί κατά την περίοδο επιστροφής, εφόσον ο φόρος είχε καταστεί απαιτητός πριν ή κατά τη στιγμή της τιμολόγησης, ή αγορά ως προς την οποία ο φόρος κατέστη απαιτητός κατά την περίοδο επιστροφής, εφόσον για την αγορά αυτή είχε εκδοθεί τιμολόγιο πριν ο φόρος καταστεί απαιτητός·

β)

εισαγωγή αγαθών που πραγματοποιήθηκε κατά την περίοδο επιστροφής.

2.   Επιπροσθέτως των πράξεων που αναφέρει η παράγραφος 1, η αίτηση επιστροφής μπορεί να αφορά τιμολόγια ή παραστατικά εισαγωγής που δεν συμπεριλαμβάνονταν σε προηγούμενες αιτήσεις επιστροφής και αφορούν πράξεις που πραγματοποιήθηκαν κατά το εν λόγω ημερολογιακό έτος.

Άρθρο 15

1.   Η αίτηση επιστροφής υποβάλλεται στο κράτος μέλος της εγκατάστασης έως τις 30 Σεπτεμβρίου του ημερολογιακού έτους που ακολουθεί την περίοδο επιστροφής. Η αίτηση επιστροφής θεωρείται ότι έχει υποβληθεί μόνον εφόσον ο αιτών έχει δηλώσει όλα τα στοιχεία που απαιτούν τα άρθρα 8, 9 και 11.

2.   Το κράτος μέλος εγκατάστασης διαβιβάζει, χωρίς καθυστέρηση, στον αιτούντα ηλεκτρονική βεβαίωση παραλαβής.

Άρθρο 16

Η περίοδος επιστροφής δεν πρέπει να υπερβαίνει ένα ημερολογιακό έτος ούτε να είναι μικρότερη των τριών ημερολογιακών μηνών. Οι αιτήσεις επιστροφής δύναται ωστόσο να αφορούν περίοδο μικρότερη των τριών μηνών, εφόσον η περίοδος αυτή αντιστοιχεί στο υπόλοιπο ενός ημερολογιακού έτους.

Άρθρο 17

Εάν η αίτηση επιστροφής αφορά περίοδο επιστροφής μικρότερη από ένα ημερολογιακό έτος αλλά όχι μικρότερη των τριών μηνών, το ποσό του φόρου προστιθέμενης αξίας που αφορά η αίτηση επιστροφής δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 400 ευρώ ή το ισόποσο στο εκάστοτε εθνικό νόμισμα.

Εάν η αίτηση επιστροφής αφορά περίοδο επιστροφής ενός ημερολογιακού έτους ή το υπόλοιπο ενός ημερολογιακού έτους, το ποσό του φόρου προστιθέμενης αξίας δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 50 ευρώ ή το ισόποσο στο εκάστοτε εθνικό νόμισμα.

Άρθρο 18

1.   Το κράτος μέλος εγκατάστασης δεν διαβιβάζει την αίτηση στο κράτος μέλος επιστροφής εφόσον κατά την περίοδο επιστροφής ο αιτών, στο κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένος:

α)

δεν είναι υποκείμενος στο φόρο προστιθέμενης αξίας·

β)

πραγματοποιεί αποκλειστικά και μόνο παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών που απαλλάσσονται από το φόρο προστιθέμενης αξίας χωρίς δικαίωμα έκπτωσης του φόρου αυτού που είχε καταβληθεί στο προηγούμενο στάδιο δυνάμει των άρθρων 132, 135, 136, 371, των άρθρων 374 έως 377, του άρθρου 378 παράγραφος 2 στοιχείο α), του άρθρου 379 παράγραφος 2 ή των άρθρων 380 έως 390 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ ή των διατάξεων στην πράξη προσχώρησης του 2005 με τις οποίες προβλέπονται οι ίδιες απαλλαγές·

γ)

υπάγεται σε καθεστώς φοροαπαλλαγής για μικρές επιχειρήσεις σύμφωνα με τα άρθρα 284, 285 και 287 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ·

δ)

υπάγεται στο κοινό κατ’ αποκοπήν καθεστώς για αγρότες σύμφωνα με τα άρθρα 296 έως 305 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ.

2.   Το κράτος μέλος εγκατάστασης κοινοποιεί με ηλεκτρονικά μέσα στον αιτούντα την κατά την παράγραφο 1 απόφασή του.

Άρθρο 19

1.   Το κράτος μέλος επιστροφής γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση στον αιτούντα με ηλεκτρονικά μέσα την ημερομηνία κατά την οποία παρέλαβε την αίτηση.

2.   Το κράτος μέλος επιστροφής κοινοποιεί στον αιτούντα την απόφασή του σχετικά με την έγκριση ή απόρριψη της αίτησης επιστροφής εντός τετραμήνου από τη λήψη της στο εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 20

1.   Σε περιπτώσεις που το κράτος μέλος επιστροφής εκτιμά ότι δεν διαθέτει το σύνολο των σχετικών πληροφοριών στις οποίες θα βασισθεί η απόφασή του σχετικά με την αίτηση επιστροφής του συνολικού ποσού ή μέρους αυτού, μπορεί να ζητήσει με ηλεκτρονικά μέσα πρόσθετες πληροφορίες, ιδίως από τον αιτούντα ή από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης, εντός του τετραμήνου που ορίζεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2. Σε περίπτωση που οι πρόσθετες πληροφορίες ζητηθούν από πρόσωπο άλλο πλην του αιτούντος ή αρμόδιας αρχής κράτους μέλους, η αίτηση παροχής στοιχείων γίνεται ηλεκτρονικά μόνον εφόσον ο παραλήπτης της αίτησης διαθέτει τα ανάλογα μέσα.

Εάν κρίνεται απαραίτητο, το κράτος μέλος επιστροφής μπορεί να ζητήσει και νέες πρόσθετες πληροφορίες.

Στις πρόσθετες πληροφορίες που ζητούνται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο μπορεί να περιλαμβάνεται επίσης –σε περίπτωση που το κράτος μέλος επιστροφής έχει βάσιμες αμφιβολίες για την εγκυρότητα ή ακρίβεια συγκεκριμένης αξίωσης– το πρωτότυπο ή αντίγραφο του οικείου τιμολογίου ή παραστατικού εισαγωγής. Σε αυτή την περίπτωση τα κατώτατα όρια που προβλέπει το άρθρο 10 δεν ισχύουν.

2.   Το κράτος μέλος επιστροφής πρέπει να λάβει τις πληροφορίες που ζητήθηκαν βάσει της παραγράφου 1 εντός ενός μηνός από την άφιξη της αίτησης παροχής στοιχείων στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση αυτή.

Άρθρο 21

Όταν το κράτος μέλος επιστροφής ζητά πρόσθετες πληροφορίες, κοινοποιεί στον αιτούντα την απόφασή του να εγκρίνει την επιστροφή ή να απορρίψει τη σχετική αίτηση εντός διμήνου από την παραλαβή των απαιτούμενων πληροφοριών ή, αν δεν έχει λάβει απάντηση στο αίτημά του περί παροχής πληροφοριών, εντός διμήνου από τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπει το άρθρο 20 παράγραφος 2. Ωστόσο, η διαθέσιμη περίοδος για την απόφαση επιστροφής του συνολικού ποσού ή μέρους αυτού ανέρχεται πάντοτε σε έξι τουλάχιστον μήνες από την ημερομηνία λήψης της αίτησης από το κράτος μέλος επιστροφής.

Σε περίπτωση που το κράτος μέλος επιστροφής ζητήσει και άλλες πρόσθετες πληροφορίες, κοινοποιεί στον αιτούντα την απόφαση σχετικά με την επιστροφή του συνολικού ποσού ή μέρους αυτού εντός οκτώ μηνών από τη λήψη της αίτησης από το εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 22

1.   Σε περίπτωση έγκρισης της αίτησης επιστροφής, η επιστροφή του ποσού που εγκρίθηκε πραγματοποιείται από το κράτος μέλος επιστροφής το αργότερο εντός δέκα εργάσιμων ημερών από τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 ή, σε περίπτωση που ζητήθηκαν πρόσθετες ή και άλλες πρόσθετες πληροφορίες, από τη λήξη της αντίστοιχης προθεσμίας του άρθρου 21.

2.   Η επιστροφή καταβάλλεται στο κράτος μέλος επιστροφής ή, κατόπιν αιτήσεως του αιτούντος, σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος. Στην τελευταία περίπτωση, το κράτος μέλος επιστροφής αφαιρεί κάθε τραπεζική επιβάρυνση για τη μεταφορά από το ποσό που πρέπει να επιστραφεί στον αιτούντα.

Άρθρο 23

1.   Σε περίπτωση που η αίτηση επιστροφής απορρίπτεται εν όλω ή εν μέρει, το κράτος μέλος επιστροφής κοινοποιεί στον αιτούντα τους λόγους της απόρριψης, μαζί με την απόφαση.

2.   Τα μέσα προσφυγής κατά των αποφάσεων απόρριψης μιας αίτησης επιστροφής μπορούν να ασκούνται από τον αιτούντα ενώπιον των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους επιστροφής, σύμφωνα με τις διατυπώσεις και μέσα στις προθεσμίες που προβλέπονται για την άσκηση των αντίστοιχων μέσων από πρόσωπα εγκατεστημένα στο εν λόγω κράτος μέλος.

Εάν, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους επιστροφής, η μη λήψη απόφασης σχετικά με την αίτηση επιστροφής εντός των προθεσμιών που ορίζονται στην παρούσα οδηγία δεν θεωρείται ούτε έγκριση ούτε απόρριψη, ο αιτών πρέπει να μπορεί να ασκήσει και αυτός τις εκάστοτε διοικητικές ή ένδικες διαδικασίες που μπορούν να ασκηθούν στην ίδια περίπτωση από τους υποκείμενους στο φόρο τους εγκατεστημένους στο εν λόγω κράτος μέλος. Εάν δεν υπάρχουν τέτοιες διαδικασίες, τότε η μη λήψη απόφασης για την αίτηση επιστροφής εντός της καθορισμένης προθεσμίας λογίζεται ως απόρριψη της αίτησης.

Άρθρο 24

1.   Στην περίπτωση που μια επιστροφή εκμαιεύθηκε με απάτη ή άλλα αθέμιτα μέσα, η αρμόδια αρχή στο κράτος μέλος επιστροφής προβαίνει αμέσως στην αναζήτηση των ποσών που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως στον αιτούντα, καθώς και τυχόν προσαυξήσεων και τόκων που επιβλήθηκαν σύμφωνα με την ισχύουσα διαδικασία στο κράτος μέλος επιστροφής, με την επιφύλαξη των διατάξεων περί αμοιβαίας συνδρομής για την είσπραξη του φόρου προστιθέμενης αξίας.

2.   Σε περίπτωση που επιβλήθηκε διοικητική κύρωση ή υποχρέωση καταβολής τόκων αλλά το σχετικό ποσό δεν έχει ακόμη καταβληθεί, το κράτος μέλος επιστροφής μπορεί να αναστείλει κάθε περαιτέρω επιστροφή προς τον ενδιαφερόμενο υποκείμενο στο φόρο μέχρι του ύψους του οφειλόμενου ποσού.

Άρθρο 25

Το κράτος μέλος επιστροφής λαμβάνει υπόψη του ως μείωση ή αύξηση του επιστρεφόμενου ποσού τη διόρθωση που πραγματοποιείται όσον αφορά παλαιότερη αίτηση επιστροφής σύμφωνα με το άρθρο 13, ή, όταν υποβάλλεται χωριστή δήλωση, καταβάλλει ή εισπράττει χωριστά τη διόρθωση αυτή.

Άρθρο 26

Το κράτος μέλος επιστροφής καταβάλλει τόκο στον αιτούντα επί του ποσού της οφειλόμενης επιστροφής αν η επιστροφή καταβληθεί μετά την καταληκτική ημερομηνία πληρωμής βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 1.

Εάν ο αιτών δεν υποβάλει στο κράτος μέλος επιστροφής εντός των προβλεπομένων προθεσμιών τις πρόσθετες ή τις άλλες πρόσθετες πληροφορίες που του ζήτησε, δεν εφαρμόζεται η πρώτη παράγραφος. Δεν εφαρμόζεται επίσης μέχρις ότου τα έγγραφα τα οποία υποβάλλονται ηλεκτρονικά σύμφωνα με το άρθρο 10 παραληφθούν από το κράτος μέλος επιστροφής.

Άρθρο 27

1.   Ο τόκος υπολογίζεται από την επομένη της καταληκτικής ημερομηνίας πληρωμής της επιστροφής σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1 έως την ημέρα πραγματοποίησης της επιστροφής.

2.   Το επιτόκιο είναι ίσο προς το επιτόκιο που εφαρμόζεται στις επιστροφές φόρου προστιθέμενης αξίας σε υποκείμενους στο φόρο εγκατεστημένους στο κράτος μέλος επιστροφής σύμφωνα με το εσωτερικό δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους.

Εάν στην εθνική νομοθεσία δεν προβλέπεται η καταβολή τόκου όσον αφορά επιστροφές σε εγκατεστημένα πρόσωπα υποκείμενα στο φόρο, ο οφειλόμενος τόκος ισούται προς τον τόκο ή ισοδύναμη επιβάρυνση που εφαρμόζει το κράτος μέλος επιστροφής όσον αφορά τους τόκους υπερημερίας για την καταβολή του φόρου προστιθέμενης αξίας από τους υποκείμενους στο φόρο.

Άρθρο 28

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται όσον αφορά τις αιτήσεις επιστροφής που υποβάλλονται μετά την 31η Δεκεμβρίου 2009.

2.   Η οδηγία 79/1072/ΕΟΚ καταργείται από 1ης Ιανουαρίου 2010. Ωστόσο, οι διατάξεις της συνεχίζουν να εφαρμόζονται όσον αφορά τις αιτήσεις επιστροφής που υποβάλλονται πριν την 1η Ιανουαρίου 2010.

Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία εκτός αν πρόκειται για αιτήσεις επιστροφής που υποβάλλονται πριν από την 1η Ιανουαρίου 2010.

Άρθρο 29

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2010 τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία από την 1η Ιανουαρίου 2010 και ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, οι τελευταίες περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος της παραπομπής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των βασικών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στο πεδίο που καλύπτει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 30

Η παρούσα οδηγία τίθεται σε ισχύ από την ημέρα δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 31

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 12 Φεβρουαρίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. BAJUK


(1)  ΕΕ C 285 Ε της 22.11.2006, σ. 122.

(2)  ΕΕ C 28 της 3.2.2006, σ. 86.

(3)  ΕΕ L 331 της 27.12.1979, σ. 11. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/98/ΕΚ (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 129).

(4)  ΕΕ L 347 της 11.12.2006, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2007/75/ΕΚ (ΕΕ L 346 της 29.12.2007, σ. 13).

(5)  ΕΕ C 321 της 31.12.2003, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 264 της 15.10.2003, σ. 1.


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επιτροπή

20.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 44/29


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Δεκεμβρίου 2007

περί κρατικών ενισχύσεων που αφορούν αντισταθμίσεις στο πλαίσιο του διατάγματος για τα ζωικά λιπάσματα (κόπρο) (C 12/1999)

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 6777]

(Τα κείμενα στη γαλλική και ολλανδική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(2008/138/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2,

Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους με βάση τη(τις) διάταξη(-εις) που αναφέρεται(-ονται) ανωτέρω (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με την από 3ης Ιουλίου 1998 επιστολή οι βελγικές αρχές κοινοποίησαν την προαναφερόμενη ενίσχυση κατά τις διατάξεις του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ.

(2)

Με την από 26ης Μαρτίου 1999 επιστολή αριθ. SG-Greffe (1999) D/2211 η Επιτροπή κίνησε την κατά τα προβλεπόμενα διαδικασία έρευνας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ. Στην συνέχεια το Βέλγιο διατύπωσε παρατηρήσεις με την από 28ης Απριλίου 1999 επιστολή.

(3)

Η Επιτροπή έλαβε από ενδιαφερόμενα μέρη παρατηρήσεις τις οποίες διαβίβασε με την από 30ής Ιουνίου 1999 επιστολή στο Βέλγιο, στο οποίο δόθηκε η ευκαιρία να απαντήσει. Οι βελγικές αρχές έστειλαν στην Επιτροπή συμπληρωματικές πληροφορίες με τις από 1ης Ιουνίου 1999, 27ης Ιουνίου 2000 και 23ης Ιουλίου 2001 επιστολές.

(4)

Με την από 12ης Μαρτίου 2007 επιστολή το Βέλγιο ενημέρωσε την Επιτροπή ότι απέσυρε το κοινοποιημένο μέτρο. Στην εν λόγω επιστολή το Βέλγιο επιβεβαίωνε ότι η ενίσχυση δεν είχε καταβληθεί.

II.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(5)

Μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία της περιήλθε η αίτηση απόσυρσης από το Βέλγιο, η Επιτροπή δεν είχε λάβει καμία απόφαση κατά τα προβλεπόμενα σχετικά με την υπόψη κοινοποίηση. Υπό τις περιστάσεις αυτές, δέχεται την απόσυρση της κοινοποίησης υπό την έννοια των διατάξεων του άρθρου 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (2).

(6)

Συνεπώς η κατά τα προβλεπόμενα διαδικασία έρευνας θα πρέπει να περατωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, δεδομένου ότι είναι πλέον περιττή,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Με το παρόν η κατά τα προβλεπόμενα διαδικασία έρευνας με αντικείμενο ενίσχυση που αφορά αντισταθμίσεις στο πλαίσιο του διατάγματος για τα ζωικά λιπάσματα (κόπρου) περατώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 19 Δεκεμβρίου 2007.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 129 της 8.5.1999, σ. 2.

(2)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999. σ. 1.


20.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 44/31


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 21ης Σεπτεμβρίου 2007

για την προώθηση των επενδύσεων για την ορθολογική εκμετάλλευση των σχετικά με την κρατική ενίσχυση αμπελουργικών εκτάσεων σε απότομες πλαγιές στη Ρηνανία-Παλατινάτο

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 4462]

(Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(2008/139/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2,

Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Με επιστολή της 30ής Σεπτεμβρίου 1994, η οποία πρωτοκολλήθηκε στις 7 Οκτωβρίου 1994, η Γερμανία κοινοποίησε την ενίσχυση σύμφωνα με το άρθρο 93 (νυν άρθρο 88) παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ.

(2)

Με την επιστολή SG(95) D/4615 της 7ης Απριλίου 1995 η Επιτροπή κίνησε την επίσημη διαδικασία εξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 93 (νυν άρθρο 88) παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ (2). Η Γερμανία διαβίβασε τις παρατηρήσεις της με τις επιστολές της 29ης Μαΐου 1995 και της 24ης Ιουνίου 1996. Η Επιτροπή δεν έλαβε παρατηρήσεις από τρίτους ενδιαφερόμενους. Με την επιστολή της 1ης Ιουνίου 2007 οι γερμανικές αρχές διαβίβασαν στην Επιτροπή πρόσθετες πληροφορίες.

(3)

Με επιστολή της 24ης Ιουνίου 1996 η Γερμανία γνωστοποίησε ότι ανακαλεί την κοινοποιηθείσα ενίσχυση. Η Γερμανία επιβεβαίωσε εξάλλου, κατόπιν σχετικού ερωτήματος της Επιτροπής, ότι δεν είχαν χορηγηθεί επενδυτικές ενισχύσεις.

II.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(4)

Η Επιτροπή δεν είχε λάβει καμία επίσημη απόφαση σχετικά με την προαναφερόμενη κοινοποίηση έως τη στιγμή που της περιήλθε η κοινοποίηση της Γερμανίας. Κατά συνέπεια αποδέχεται την ανάκληση της κοινοποίησης βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (3).

(5)

Βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, η επίσημη διαδικασία εξέτασης θα πρέπει ως εκ τούτου να περατωθεί, δεδομένου ότι είναι άνευ αντικειμένου,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η επίσημη διαδικασία εξέτασης όσον αφορά την ενίσχυση για την προώθηση των επενδύσεων για την ορθολογική εκμετάλλευση των αμπελουργικών εκτάσεων σε απότομες πλαγιές στη Ρηνανία-Παλατινάτο περατώνεται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.

Βρυξέλλες, 21 Σεπτεμβρίου 2007.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 169 της 5.7.1995, σ. 12.

(2)  EE C 359 της 11.12.1999, σ. 27.

(3)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999.


20.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 44/32


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 21ης Δεκεμβρίου 2007

όσον αφορά την κρατική ενίσχυση για την προώθηση των επενδύσεων σε μία βυνοποιία (Maltacarrión, SA) στην Καστίλλη και Λεόν (C 48/2005)

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 6897]

(Το κείμενο στην ισπανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(2008/140/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΊΑ

(1)

Με την επιστολή της 1ης Δεκεμβρίου 2004, οι ισπανικές αρχές κοινοποίησαν την προαναφερόμενη ενίσχυση κατ' εφαρμογή του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ.

(2)

Με την επιστολή αριθ. SG-Greffe (2005) D/207666 της 22ας Δεκεμβρίου 2005, η Επιτροπή κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας κατ' εφαρμογή του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ (1). Η Ισπανία κοινοποίησε στη συνέχεια τις παρατηρήσεις της με επιστολή της 23ης Ιανουαρίου 2005.

(3)

Με επιστολή της 13ης Μαρτίου 2006, η Ισπανία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι απέσυρε το κοινοποιηθέν μέτρο. Απαντώντας σε ένα περαιτέρω ερώτημα της Επιτροπής, η Ισπανία επιβεβαίωσε με επιστολή της 5ης Μαΐου 2006 ότι δεν είχε καταβάλει ουδεμία ενίσχυση.

II.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(4)

Η Επιτροπή δεν είχε εκδώσει επίσημη απόφαση σχετικά με την εν λόγω κοινοποίηση έως την ημερομηνία που παρέλαβε την αίτηση απόσυρσης από την Ισπανία. Η Επιτροπή δέχεται υπό τις περιστάσεις αυτές την απόσυρση της κοινοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου της 22ας Μαρτίου 1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (2).

(5)

Συνεπώς, κρίνεται σκόπιμο να περατωθεί η επίσημη διαδικασία έρευνας βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, εφόσον στερείται αντικειμένου.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η επίσημη διαδικασία έρευνας όσον αφορά την ενίσχυση για την προώθηση των επενδύσεων σε μία βυνοποιία (Maltacarrión, SA) στην Καστίλλη και Λεόν περατώνεται βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο της Ισπανίας.

Βρυξέλλες, 21 Δεκεμβρίου 2007.

Για την Επιτροπή

Janez POTOČNIK

Μέλος της Επιτροπής


(1)  Δεν δημοσιεύτηκε επειδή οι ισπανικές αρχές κοινοποίησαν την απόσυρση του μέτρου πριν από τη δημοσίευσή του.

(2)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.


20.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 44/33


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 25ης Σεπτεμβρίου 2007

σχετικά με τα μέτρα C 47/2003 (πρώην NN 49/2003) τα οποία έθεσε σε εφαρμογή η Ισπανία υπέρ της Izar

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 4298]

(Το κείμενο στην ισπανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/141/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα (1) και έχοντας υπόψη της τις παρατηρήσεις αυτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Τον Μάρτιο του 2000, η Επιτροπή πληροφορήθηκε ότι η δημόσια ισπανική επιχείρηση χαρτοφυλακίου, Sociedad Estatal de Participaciones Industriales — Κρατική Εταιρεία Βιομηχανικών Συμμετοχών (στο εξής «SEPI») είχε χορηγήσει τρεις εγγυήσεις παράδοσης στη Repsol/Gas Natural (στο εξής «Repsol») σχετικά με την κατασκευή και την παράδοση τριών δεξαμενοπλοίων μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), η κατασκευή των οποίων είχε ανατεθεί στα δημόσια ναυπηγεία που την εποχή εκείνη ανήκαν στην Astilleros Españoles (στο εξής «AESA»), και που αργότερα μεταβιβάστηκαν στον όμιλο Izar. Τόσο η AESA όσο και η IZAR ανήκαν εξ ολοκλήρου στη SEPI.

(2)

Με επιστολή της 9ης Ιουλίου 2003, η Επιτροπή κοινοποίησε στην Ισπανία την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της Συνθήκης σχετικά με τα τρία μη κοινοποιηθέντα μέτρα.

(3)

Με επιστολές της 5ης Αυγούστου 2003 και της 22ας Οκτωβρίου 2003, οι ισπανικές αρχές υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους στην επιστολή της Επιτροπής. Η Επιτροπή έλαβε τις παρατηρήσεις ενός ενδιαφερόμενου μέρους (Repsol) τον Οκτώβριο του 2003 και τον Φεβρουάριο του 2004. Τις διαβίβασε στις ισπανικές αρχές, οι οποίες είχαν την ευκαιρία να τις σχολιάσουν. Τα σχόλια της Ισπανίας παρελήφθησαν με επιστολές της 12ης Ιανουαρίου 2004 και της 10ης Μαΐου 2004, αντίστοιχα.

(4)

Στο πλαίσιο δύο αποφάσεων για κρατικές ενισχύσεις που δεν συνδέονται με την παρούσα διαδικασία (2), οι οποίες εκδόθηκαν το 2004 (δηλ. μετά την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας σχετικά με τις εγγυήσεις των δεξαμενοπλοίων LNG), η Επιτροπή έκρινε ασυμβίβαστη με τη Συνθήκη την κρατική ενίσχυση ύψους 864 εκατ. ευρώ την οποία είχε χορηγήσει η Ισπανία στην Izar και διέταξε την ανάκτησή της.

(5)

Με επιστολή της 5ης Αυγούστου 2004, η Ισπανία επικαλέστηκε το άρθρο 296 της Συνθήκης (3) με στόχο τη διάσωση των στρατιωτικών ναυπηγικών δραστηριοτήτων από την προβλεπόμενη πτώχευση της Izar, συνεπεία της εντολής ανάκτησης. Σε μεταγενέστερη αλληλογραφία, οι ισπανικές αρχές εξήγησαν επίσης στην Επιτροπή πώς θα λειτουργούσε η νέα στρατιωτική ναυπηγική εταιρεία η οποία διαδέχθηκε την Bazán (στο εξής «Navantia»), τόνισαν τις δεσμεύσεις τους σε σχέση με τα προβλήματα ανταγωνισμού και πρότειναν μια μέθοδο παρακολούθησης των δεσμεύσεων αυτών.

(6)

Εν τω μεταξύ, οι εκκρεμείς εντολές ανάκτησης της Izar, συνολικού ύψους 1,200 εκατ. ευρώ (4), είχαν οδηγήσει την επιχείρηση σε κατάσταση αρνητικού ενεργητικού και οικονομοτεχνικής πτώχευσης. Λόγω της κατάστασης αυτής, την 1ης Απριλίου 2005, η Ισπανία έθεσε υπό εκκαθάριση τα πολιτικά ναυπηγεία που παρέμεναν στην κατοχή της Izar (δηλαδή τα ναυπηγεία που βρίσκονταν εκτός της περιμέτρου της νεοσυσταθείσας Navantia: Gijón, Sestao, Manises και Sevilla), και κίνησε διαδικασία ιδιωτικοποίησης για τα εν λόγω ναυπηγεία.

II.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(7)

Το 1999, η Repsol παραχώρησε σε τρεις πλοιοκτήτες από μία σύμβαση ναύλωσης ενός δεξαμενοπλοίου LNG, με τη δυνατότητα ενός επιπλέον δεξαμενοπλοίου για τον καθένα, βάσει καθεστώτος μακροχρόνιας χρονοναύλωσης.

(8)

Αργότερα, ξεκίνησαν διαπραγματεύσεις μεταξύ των πλοιοκτητών και ναυπηγικών εταιρειών, συμπεριλαμβανομένων κορεατικών ναυπηγείων, για την κατασκευή τριών δεξαμενοπλοίων LNG. Στις 31 Ιουλίου 2000, οι τρεις συμβάσεις κατασκευής των δεξαμενοπλοίων LNG ανατέθηκαν στα δύο κρατικά ισπανικά ναυπηγεία τα οποία είχαν μόλις μεταβιβαστεί από την AESA στην Izar (5), και υπεγράφησαν οι τελικές συμβάσεις ναυπήγησης.

(9)

Την ίδια ημέρα, η AESA υπέγραψε πρόσθετη ρήτρα στις συμβάσεις ναυπήγησης με την οποία αναλάμβανε τη υποχρέωση να αποζημιώσει τη Repsol για όλες τις δαπάνες που θα την βάρυναν εάν, λόγω υπαιτιότητας των ναυπηγείων, τα πλοία δεν παραδίδονταν σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης.

(10)

Την ίδια ημερομηνία (31 Ιουλίου 2000), η SEPI, παραχώρησε στη Repsol εγγυήσεις παράδοσης για καθεμία από τις τρεις συμβάσεις ναυπήγησης, οι οποίες κάλυπταν τις ίδιες ζημίες για τις οποίες η AESA είχε δεσμευτεί να αποζημιώσει τη Repsol (6). Το ανώτατο όριο των ζημιών ορίστηκε σε 180 εκατ. ευρώ περίπου ανά δεξαμενόπλοιο, δηλαδή συνολικά σε 540 εκατ. ευρώ περίπου. Οι εγγυήσεις χορηγήθηκαν για χρονικό διάστημα που άρχιζε στις 31 Ιουλίου 2000, μέχρι το πέρας της περιόδου που έληγε 12 μήνες μετά την παράδοση κάθε πλοίου (7).

III.   ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(11)

Στην απόφασή της της 9ης Ιουλίου 2003 για την κίνηση της επίσημης διαδικασίας έρευνας («απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας»), η Επιτροπή κατέληγε στο συμπέρασμα ότι τα τρία μέτρα ενίσχυσης συνιστούν κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της Συνθήκης και αμφισβητούσε το συμβιβάσιμο των μέτρων με την κοινή αγορά. Έκρινε ότι οι δικαιούχοι της ενίσχυσης ήταν τα ναυπηγεία, αλλά δεν απέκλειε το ενδεχόμενο να είχε επωφεληθεί και η Repsol από την ενίσχυση, και αποφάσισε ότι η διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 θα έπρεπε να συμπεριλάβει και τη Repsol, ώστε να υπάρξει η δυνατότητα υποβολής των συμπληρωματικών πληροφοριών που απαιτούνται ώστε να διασκεδαστούν οι αμφιβολίες.

IV.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΛΗΦΘΗΣΑΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(12)

Στις παρατηρήσεις της, η Repsol εμμένει στη διάκριση που πρέπει να γίνει μεταξύ της θέσης της ως συμβατικού δικαιούχου των εγγυήσεων και οιουδήποτε εικαζόμενου οφέλους απορρέει από την κρατική ενίσχυση. Σύμφωνα με τη Repsol:

Οι εγγυήσεις της SEPI κάλυπταν οφέλη τα οποία δικαιούτο η Repsol βάσει του ισπανικού αστικού και εμπορικού δικαίου. Οι εγγυήσεις αντιστοιχούσαν στην πιστωτική θέση της εταιρείας έναντι των πλοιοκτητών, της Izar και των ναυπηγείων. Η Repsol δεν όφειλε να καταβάλει κανένα ασφάλιστρο για τις εγγυήσεις, δεδομένου ότι δεν ισχύει στην αγορά η πρακτική να πληρώνουν οι εταιρείες για την εγγύηση την οποία λαμβάνουν προκειμένου να τηρήσουν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις.

Εξάλλου, οι εγγυήσεις δεν εξασφάλιζαν στη Repsol κανένα οικονομικό πλεονέκτημα κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της Συνθήκης. Όπως συνέβη και με τις εγγυήσεις που έλαβαν οι μητρικές πλοιοκτήτριες εταιρείες, οι αντεγγυήσεις της SEPI εξασφάλιζαν απλώς ότι θα πληρούνταν οι συμβατικοί όροι των συμβάσεων χρονοναύλωσης και των συμβάσεων ναυπήγησης, επιτρέποντας έτσι στη Repsol να εκπληρώσει τους όρους των συμβάσεων μεταφοράς LNG που είχε συνάψει με άλλους συμβαλλόμενους.

Θα είχαν απαιτηθεί συμπληρωματικές εγγυήσεις για τη Repsol πέραν εκείνων που παρείχε η Izar, ανεξαρτήτως αν είχαν χορηγηθεί από τη SEPI ή από άλλη οντότητα. Οι εγγυήσεις αυτές είναι αναγκαίες σύμφωνα με την πρακτική της αγοράς, λόγω του μεγέθους και των κινδύνων που εμπεριέχουν οι διακυβευόμενες εμπορικές επενδύσεις και δεσμεύσεις.

(13)

Οι παρατηρήσεις της Ισπανίας συνέπιπταν με τα ανωτέρω επιχειρήματα όσον αφορά τη θέση της Repsol. Οι ισπανικές αρχές κατέληξαν, συνεπώς, στο συμπέρασμα ότι η Repsol δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαιούχος κρατικής ενίσχυσης.

V.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

(14)

Ένας από τους λόγους της απόφασης για την κίνηση της διαδικασίας ήταν να εντοπιστεί ο δικαιούχος ενδεχόμενης κρατικής ενίσχυσης που υπάρχει στις εγγυήσεις παράδοσης που χορήγησε η SEPI.

(15)

Η Επιτροπή παρατηρεί ότι, σύμφωνα με το αστικό δίκαιο, τα άτομα που παρέχουν αγαθά ή υπηρεσίες υπέχουν ευθύνη για την εκτέλεση της σύμβασης που έχει συναφθεί με τον αγοραστή. Η ευθύνη αυτή καλύπτει τόσο την ποιότητα του προϊόντος όσο και τη συμφωνηθείσα προθεσμία παράδοσης. Συνεπώς, εφόσον δεν τηρηθεί μια συμβατική συμφωνία και ο αγοραστής υποστεί ζημία, ο τελευταίος μπορεί να απαιτήσει αποζημίωση. Στην παρούσα περίπτωση, η αποζημίωση αυτή θα βάρυνε το ναυπηγείο ή τη μητρική του εταιρεία, την Izar.

(16)

Βάσει των ανωτέρω, φαίνεται ότι η Repsol, η οποία μίσθωνε τα δεξαμενόπλοια που είχαν ναυπηγηθεί από (ναυπηγεία ιδιοκτησίας της) την Izar, βρισκόταν σε θέση πιστωτή έναντι των πλοιοκτητών και της Izar. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνη σύμφωνα με τις συμβάσεις χρονοναύλωσης και ναυπήγησης, συμπεριλαμβανομένης της πρόσθετης ρήτρας.

(17)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, και σύμφωνα με τις παρατηρήσεις της Repsol και των ισπανικών αρχών, η Επιτροπή συνάγει το συμπέρασμα ότι η Repsol δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαιούχος της ενίσχυσης, δεδομένου ότι δεν αποκόμισε κανένα όφελος το οποίο δεν θα δικαιούτο βάσει των γενικών διατάξεων του αστικού και εμπορικού δικαίου.

(18)

Η Επιτροπή εκτιμά ότι η εκούσια εκκαθάριση στοιχείων ενεργητικού της Izar υπήρξε ενδεδειγμένο μέτρο με σκοπό την εφαρμογή εκ μέρους της Ισπανίας των τριών εκκρεμών αποφάσεων ανάκτησης. Εκτιμά, ειδικότερα, ότι οι δεσμεύσεις και οι ενέργειες που ανέλαβε και έφερε σε πέρας η Ισπανία ήταν επαρκείς ώστε να αποτρέψουν τη νόθευση του ανταγωνισμού.

(19)

Η Επιτροπή φρονεί επίσης ότι η Ισπανία διεξήγαγε ικανοποιητικά τον διαγωνισμό για την πώληση των τεσσάρων πολιτικών ναυπηγείων, στο πλαίσιο μιας ανοικτής, διαφανούς και άνευ όρων διαδικασίας. Ειδικότερα, στις 3 Νοεμβρίου 2006, το υπουργικό συμβούλιο της Ισπανίας ενέκρινε την πώληση των ναυπηγείων του Sestao, της Gijón και της Σεβίλλης στους επιτυχόντες υποψηφίους. Οι συμβάσεις ιδιωτικοποίησης υπεγράφησαν στις 30 Νοεμβρίου 2006. Όσον αφορά το εναπομένον ναυπηγείο (Manises), συνήχθη το συμπέρασμα ότι, για να μεγιστοποιηθεί η αξία εκκαθάρισης, πλέον ενδεδειγμένη λύση ήταν η διακοπή της λειτουργίας του ναυπηγείου και η μεταβίβαση των στοιχείων ενεργητικού του στη SEPI.

(20)

Συνεπεία της διαδικασίας εκκαθάρισης και της πώλησης της Izar, η επιχείρηση έπαυσε οριστικά κάθε οικονομική δραστηριότητα. Ο μόνος λόγος για τον οποίο εξακολουθεί να υφίσταται η Izar είναι για να επιτελέσει τα καθήκοντα που συνδέονται με το κλείσιμο των δραστηριοτήτων της, ιδίως όσον αφορά τις απολύσεις προσωπικού. Με την ολοκλήρωση των ενεργειών αυτών, η Izar θα τεθεί υπό εκκαθάριση. Ο χαρακτήρας των δραστηριοτήτων αυτών δεν δικαιολογεί την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπει η Συνθήκη. Ως εκ τούτου, έστω και αν υποτεθεί ότι τα επίμαχα μέτρα συνεπάγονταν όφελος για την Izar και νόθευση του ανταγωνισμού, η Επιτροπή εκτιμά ότι η ενδεχόμενη νόθευση έληξε κατά τον χρόνο παύσης της οικονομικής δραστηριότητας της Izar και της διακοπής της λειτουργίας των ναυπηγείων. Υπό τις συνθήκες αυτές, μια απόφαση της Επιτροπής σχετικά με τον χαρακτηρισμό των μέτρων αυτών ως κρατικών ενισχύσεων και σχετικά με το συμβιβάσιμο των μέτρων δεν θα είχε κανένα πρακτικό αποτέλεσμα.

(21)

Ως εκ τούτου, η επίσημη διαδικασία έρευνας, η οποία κινήθηκε δυνάμει του άρθρου 88 παράγραφος 2 της Συνθήκης, στερείται αντικειμένου.

VI.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(22)

Βάσει των ανωτέρω εκτιμήσεων, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Repsol δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαιούχος της επίμαχης ενίσχυσης και ότι η διαδικασία κατά των ναυπηγείων Izar στερείται αντικειμένου.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ

Άρθρο 1

Περατώνεται η επίσημη διαδικασία έρευνας η οποία κινήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 2 της Συνθήκης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο της Ισπανίας.

Βρυξέλλες, 25 Σεπτεμβρίου 2007.

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 209 της 4.7.2003, σ. 24.

(2)  Υποθέσεις C 38/2003 και C 40/2000.

(3)  Το άρθρο αυτό προβλέπει ότι «κάθε κράτος μέλος μπορεί να λαμβάνει τα μέτρα που θεωρεί αναγκαία για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων ασφαλείας του, που αφορούν την παραγωγή ή εμπορία όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού».

(4)  Πέραν των δύο αποφάσεων του 2004, με άλλη προγενέστερη απόφαση του 1999 (υπόθεση C 3/99) είχε ζητηθεί από την Izar η ανάκτηση επιπλέον ποσού ύψους 111 εκατ. ευρώ.

(5)  Στις 20 Ιουλίου 2000, η AESA πώλησε στην Izar τα δύο ναυπηγεία που ήταν υπεύθυνα για τη ναυπήγηση των δεξαμενοπλοίων. Με επιστολή της 13ης Φεβρουαρίου 2003, οι ισπανικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι η Izar είχε αναλάβει την ευθύνη των δεσμεύσεων της AESA σχετικά με τις συμβάσεις ναυπήγησης.

(6)  Σύμφωνα με την εγγύηση αυτή, η SEPI θα αποζημίωνε τη Repsol σε πρώτη ζήτηση για όλες τις άμεσες, και έμμεσες δαπάνες και τις επακόλουθες ζημίες που θα υφίστατο η Repsol εάν, λόγω υπαιτιότητας της Izar, τα πλοία δεν παραδίδονταν σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης.

(7)  Σύμφωνα με τις συμβάσεις ναυπήγησης, τα δεξαμενόπλοια έπρεπε να παραδοθούν στις 15 Σεπτεμβρίου 2003, στις 15 Δεκεμβρίου 2003 και στις 15 Μαρτίου 2004 αντίστοιχα.


20.2.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 44/36


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 25ης Σεπτεμβρίου 2007

για την κρατική ενίσχυση C 32/2006 (πρώην N 179/2006) που έθεσε σε εφαρμογή η Πολωνία υπέρ της επιχείρησης Huta Cynku Miasteczko Śląskie SA

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 4310]

(Το κείμενο στην πολωνική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/142/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδιαίτερα το άρθρο 88 παράγραφος 2 εδάφιο 1,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (1) σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα και έχοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Στις 17 Μαρτίου τα 2006, η Πολωνία κοινοποίησε ενίσχυση αναδιάρθρωσης υπέρ της επιχείρησης Huta Cynku Miasteczko Śląskie SA (εφεξής «η HCM»). Η κοινοποίηση αυτή πραγματοποιήθηκε μετά από απόφαση της Επιτροπής στην οποία δεν εγείρονται αντιρρήσεις σχετικά με την ενίσχυση διάσωσης υπέρ της HCM με τη μορφή εγγύησης για δάνειο ύψους 11,8 εκατ. ζλότυ [3,12 εκατ. ευρώ (2)].

(2)

Στις 19 Ιουλίου 2006, η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ έναντι της κοινοποιηθείσας ενίσχυσης λόγω αμφιβολιών όσον αφορά τη συμβατότητά της με την κοινή αγορά. Η απόφαση της Επιτροπής για την κίνηση της διαδικασίας δημοσιεύθηκε την Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 30 Αυγούστου 2006 (3). Η Επιτροπή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τα μέτρα ενίσχυσης. Ωστόσο, κανένα τρίτο μέρος δεν υπέβαλε παρατηρήσεις.

(3)

Στις 18 Σεπτεμβρίου 2006, η Πολωνία υπέβαλε απάντηση, η οποία δεν ήταν πλήρης, σχετικά με την κίνηση της διαδικασίας. Με επιστολή της 23ης Μαΐου 2007, η Πολωνία πληροφόρησε την Επιτροπή ότι απέσυρε την κοινοποίησή της.

II.   ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

1.   Η δικαιούχος επιχείρηση

(4)

Η HCM είναι κρατική επιχείρηση ιδρυθείσα το 1966 η οποία δραστηριοποιείται στην αγορά της παραγωγής και της μεταλλουργικής επεξεργασίας μη σιδηρούχων μετάλλων (παραγωγή ψευδαργύρου και μολύβδου). Το 2004 η επιχείρηση κατείχε το 51 % της αγοράς καθαρισμένου ψευδαργύρου στην Πολωνία και το 3 % της αντίστοιχης ευρωπαϊκής αγοράς. Απασχολεί προσωπικό 1 100 περίπου εργαζομένων. Είναι εγκατεστημένη σε περιφέρεια επιλέξιμη για περιφερειακή ενίσχυση βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ.

2.   Τα μέτρα ενίσχυσης

(5)

Οι πολωνικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή ότι η Υπηρεσία Βιομηχανικής Ανάπτυξης (Agencja Rozwoju Przemysłu — εφεξής «ARP») είχε την πρόθεση να χορηγήσει πενταετές δάνειο ύψους 21,8 εκατομμυρίων ζλότυ (5,76 εκατ. ευρώ). Η αποπλήρωση του δανείου επρόκειτο να αρχίσει ένα έτος μετά την ημερομηνία χορήγησής του. Το δάνειο επρόκειτο να χορηγηθεί με μεταβλητό επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο αναφοράς της Επιτροπής. Ποσό ύψους 10 εκατομμυρίων ζλότυ (2,64 εκατ. ευρώ) επρόκειτο να διατεθεί για επενδύσεις τεχνολογικής αναδιάρθρωσης. Τα υπόλοιπα 11,8 εκατομμύρια ζλότυ (3,11 εκατ. ευρώ) προορίζονταν για την αποπληρωμή του δανείου διάσωσης, δηλ. για το δάνειο για το οποίο η ARP είχε χορηγήσει εγγύηση.

(6)

Η Πολωνία πληροφόρησε επίσης την Επιτροπή σχετικά με συμφωνία συμβιβασμού η οποία επρόκειτο να υπογραφεί με τους πιστωτές, έτσι ώστε η επιχείρηση να καταστεί εκ νέου φερέγγυα. Προς το σκοπό αυτό, οι πιστωτές, οι οποίοι είχαν αξιώσεις ύψους 65,3 εκατομμυρίων ζλότυ (15,9 εκατ. ευρώ) από την HCM, χωρίστηκαν σε κατηγορίες, ανάλογα με το μέγεθος των οφειλόμενων ποσών και των εγγυήσεων που κατείχαν. Η συμφωνία συμβιβασμού προβλέπει κυρίως αναβολή της εξόφλησης των χρεών προς δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς για περίοδο αρκετών ετών. Προς το σκοπό αυτό, δημιουργήθηκαν διάφορες κατηγορίες πιστωτών, αναλόγως των εγγυήσεων που κατείχαν. Η εξόφληση του χρέους αναβλήθηκε για συγκεκριμένη περίοδο για κάθε κατηγορία.

3.   Λόγοι για την κίνηση της διαδικασίας

(7)

Το δάνειο κοινοποιήθηκε από τις πολωνικές αρχές ως κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

(8)

Η Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ διότι αμφέβαλλε εάν συνέτρεχαν όλοι οι όροι για την έγκριση ενίσχυσης αναδιάρθρωσης όπως καθορίζονται στις κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (4) (εφεξής «οι κατευθυντήριες γραμμές») που ίσχυαν κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, και ιδίως εάν:

α)

το σχέδιο αναδιάρθρωσης θα είχε ως αποτέλεσμα την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του αποδέκτη της ενίσχυσης, δεδομένου ότι η αναδιάρθρωση ήταν κυρίως οικονομικού χαρακτήρα και βασιζόταν κατά κύριο λόγο σε συμφωνία συμβιβασμού η οποία δεν είχε υπογραφεί κατά την ημερομηνία κίνησης της διαδικασίας. Επιπλέον, δεν είχε αντιμετωπιστεί επαρκώς το πρόβλημα των σημαντικών επιπτώσεων των συναλλαγματικών ισοτιμιών στα οικονομικά αποτελέσματα της επιχείρησης·

β)

το ύψος της ίδιας συμμετοχής του δικαιούχου της ενίσχυσης στην κάλυψη του κόστους αναδιάρθρωσης ήταν σημαντικό·

γ)

τα αντισταθμιστικά μέτρα ήταν επαρκή, δεδομένου ότι συνίσταντο σε μείωση του παραγωγικού δυναμικού κατά μόλις 0,7 %.

(9)

Επιπλέον, η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες εάν η συμφωνία συμβιβασμού περιελάμβανε στοιχεία κρατικής ενίσχυσης.

III.   ΟΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ

(10)

Οι πολωνικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή ότι η HCM προέβη με επιτυχία στη σύναψη της συμφωνίας συμβιβασμού με τους πιστωτές μετά την κίνηση της διαδικασίας.

(11)

Εξάλλου, οι πολωνικές αρχές πληροφόρησαν την Επιτροπή ότι η επιχείρηση έχει πλέον καταστεί κερδοφόρος [με καθαρό κέρδος ύψους 10,3 εκατομμυρίων ζλότυ (περί τα 2,72 εκατ. ευρώ) κατά το πρώτο εξάμηνο 2006]. Τα ρευστά διαθέσιμα της επιχείρησης αυξήθηκαν και η HCM είναι πλέον σε θέση να εξασφαλίσει χρηματοδότηση στην αγορά. Ως εκ τούτου, και δεδομένου ότι το εγγυημένο δάνειο δεν συνιστούσε πλέον πλεονέκτημα για την επιχείρηση, η Πολωνία απέσυρε την κοινοποίηση των μέτρων ενίσχυσης που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 6. Επιπλέον, η επιχείρηση εξώφλησε το δάνειο για το οποίο είχε χορηγηθεί κρατική εγγύηση ως ενίσχυση διάσωσης, και ως εκ τούτου η εν λόγω εγγύηση στερείται πλέον αντικειμένου.

IV.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(12)

Σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (5), τα οικεία κράτη μέλη μπορούν να αποσύρουν εγκαίρως την κοινοποίηση μετά την κίνηση επίσημης διαδικασίας έρευνας, προτού η Επιτροπή λάβει απόφαση επί της ενίσχυσης. Στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή πρέπει να εκδώσει απόφαση περάτωσης της εν λόγω διαδικασίας χωρίς να προβεί σε αξιολόγηση.

(13)

Η Πολωνία απέσυρε την κοινοποίηση του μέτρου κρατικής ενίσχυσης που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 6 ανωτέρω. Ωστόσο, για να μπορέσει να περατώσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ, η Επιτροπή χρειάζεται να εκτιμήσει εάν η συμφωνία συμβιβασμού που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 6 περιέχει στοιχεία κρατικής ενίσχυσης.

(14)

Η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι η συμφωνία συμβιβασμού δεν συνιστά κρατική ενίσχυση, δεδομένου ότι πληροί το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή και διότι συνίσταται σε αναβολή εξόφλησης χρέους, η οποία είναι περισσότερο πλεονεκτική για τους πιστωτές από ό,τι η εκκαθάριση της HCM. Σύμφωνα με πάγια νομολογία, ένας δημόσιος πιστωτής σταθμίζει το πλεονέκτημα που αναμένει να αποκομίσει από την είσπραξη του ποσού που του προσφέρεται στο πλαίσιο του σχεδίου αναδιάρθρωσης έναντι του ποσού που θα ήταν σε θέση να εισπράξει σε περίπτωση εκκαθάρισης της επιχείρησης. Δεν υφίσταται πλεονέκτημα — επομένως ούτε και κρατική ενίσχυση — σε περίπτωση που η αναδιάρθρωση θα απέφερε περισσότερα έσοδα σε σχέση με την εκκαθάριση (6). Σύμφωνα με μελέτη που υπέβαλαν οι πολωνικές αρχές, ακόμα και εάν υποτεθεί ότι η αναβολή της εξόφλησης του χρέους θα είχε ως αποτέλεσμα απώλεια εσόδων υπολογίζοντας τη θετική καθαρή παρούσα αξία, η απώλεια αυτή θα αποτελούσε παρόλα αυτά μακροπρόθεσμα περισσότερο συμφέρουσα λύση για τους δημοσίους πιστωτές της επιχείρησης από ό,τι η εκκαθάρισή της. Ως συνέπεια της συμφωνίας συμβιβασμού, οι πιστωτές θα μπορέσουν να ανακτήσουν το 75,7 % των αξιώσεών τους κατά μέσον όρο, ενώ εκείνοι οι οποίοι βρίσκονται σε λιγότερο ευνοϊκή θέση θα εξασφαλίσουν το 72,9 %, ποσό που επίσης είναι υψηλότερο από τα αναμενόμενα έσοδα από την εκκαθάριση της επιχείρησης, τα οποία η προαναφερόμενη μελέτη υπολογίζει στο 64,8 %. Εξάλλου, η Επιτροπή δεν έχει λόγο να θεωρήσει ότι οι δημόσιοι πιστωτές έτυχαν λιγότερο ευνοϊκής μεταχείρισης έναντι των ιδιωτικών πιστωτών, δεδομένου ότι όλοι οι πιστωτές της ίδιας κατηγορίας έτυχαν κοινής μεταχείρισης.

(15)

Η κοινοποίηση του σχεδίου αναδιάρθρωσης επέτρεψε την παράταση της ενίσχυσης διάσωσης πέραν της προθεσμίας των έξι μηνών. Ωστόσο, η Πολωνία απέσυρε στη συνέχεια την κοινοποίηση. Στο σημείο 26 των κατευθυντηρίων γραμμών αναφέρεται σαφώς ότι η κοινοποίηση σχεδίου αναδιάρθρωσης αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση («sine qua non») για την παράταση της ενίσχυσης διάσωσης. Κατά συνέπεια, εάν αποσυρθεί σχέδιο αναδιάρθρωσης αφού έχει ήδη κοινοποιηθεί, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να δοθεί τέλος στην παράταση που χορηγήθηκε για την ενίσχυση διάσωσης (7). Η απαίτηση αυτή έγινε σεβαστή στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεδομένου ότι το δάνειο που αφορούσε η κρατική ενίσχυση αποπληρώθηκε.

V.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(16)

Η Επιτροπή αποφάσισε να περατώσει την επίσημη διαδικασία έρευνας βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ έναντι του κοινοποιηθέντος μέτρου ενίσχυσης, σημειώνοντας ότι η Πολωνία απέσυρε την κοινοποίηση και δεν χορήγησε παράνομη κρατική ενίσχυση.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το μέτρο ενίσχυσης υπέρ της επιχείρησης HCM, το οποίο η Πολωνία είχε την πρόθεση να θέσει σε εφαρμογή με μορφή δανείου ύψους 21,8 εκατομμυρίων ζλότυ (περί τα 5,76 εκατ. ευρώ), αποσύρθηκε αφότου η Επιτροπή κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας. Ως εκ τούτου, η επίσημη διαδικασία έρευνας κατέστη άνευ αντικειμένου.

Άρθρο 2

Όσον αφορά τη συμφωνία συμβιβασμού, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αυτή δεν συνιστά κρατική ενίσχυση υπό την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Δημοκρατία της Πολωνίας.

Βρυξέλλες, 25 Σεπτεμβρίου 2007.

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 207 της 30.8.2006, σ. 5.

(2)  Όλα τα ποσά που αναφέρονται από τις πολωνικές αρχές σε ζλότυ (PLN) αναφέρονται για ενδεικτικούς λόγους και σε ευρώ με τη συναλλαγματική ισοτιμία που ίσχυε στις 22 Ιουνίου 2007: 1 ευρώ = 3,7865 ζλότυ.

(3)  Βλ. υποσημείωση 1.

(4)  ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(5)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(6)  Βλ. υπόθεση C-342/96 Βασίλειο της Ισπανίας κατά της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, παράγραφος 46· υπόθεση C-256/97 DMT, παράγραφος 24· υπόθεση T-152/99, Hamsa, παράγραφος 168.

(7)  C(2007) 1405 (τελικό). Δημοσιεύται στην ακόλουθη ιστοσελίδα: http://ec.europa.eu/comm/competition/state_aid/register/ii/by_case_nr_c2005_0030.html#32