ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 265

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

49ό έτος
26 Σεπτεμβρίου # 2006


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1405/2006 του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 2006, σχετικά με τον καθορισμό ειδικών μέτρων για τη γεωργία στα μικρά νησιά του Αιγαίου και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003

1

 

*

Κανονισμος (ΕΚ) αριθ. 1406/2006 του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 2006, περί τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1788/2003 για θέσπιση εισφοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων

8

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1407/2006 της Επιτροπής, της 25ης Σεπτεμβρίου 2006, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

10

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1408/2006 της Επιτροπής, της 22ας Σεπτεμβρίου 2006, για τη θέσπιση απαγόρευσης της αλιείας για το γάδο στις ζώνες ICES I, II b από σκάφη που φέρουν σημαία Πολωνίας

12

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1409/2006 της Επιτροπής, της 22ας Σεπτεμβρίου 2006, για τη θέσπιση απαγόρευσης της αλιείας γάδου στις ζώνες ICES Ι, ΙΙ (νορβηγικά ύδατα) από σκάφη που φέρουν σημαία Γαλλίας

14

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1410/2006 της Επιτροπής, της 25ης Σεπτεμβρίου 2006, για τροποποίηση των αντιπροσωπευτικών τιμών και των ποσών των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών ορισμένων προϊόντων στον τομέα της ζάχαρης, που καθορίστηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1002/2006, για την περίοδο 2006/07

16

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Επιτροπή

 

*

Απόφαση αριθ. 1/2006 της Επιτροπής Τελωνειακής Συνεργασίας ΕΚ-Τουρκίας, της 26ης Σεπτεμβρίου 2006, για καθορισμό λεπτομερών κανόνων εφαρμογής της απόφασης αριθ. 1/95 του Συμβουλίου Σύνδεσης ΕΚ-Τουρκίας

18

 

*

Σύσταση της Επιτροπής, της 22ας Σεπτεμβρίου 2006, σχετικά με την αποτελεσματικότητα των αντιηλιακών προϊόντων και των σχετικών ισχυρισμών [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 4089]  ( 1 )

39

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

26.9.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 265/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1405/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 18ης Σεπτεμβρίου 2006

σχετικά με τον καθορισμό ειδικών μέτρων για τη γεωργία στα μικρά νησιά του Αιγαίου και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 36 και 37,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η ιδιαίτερη γεωγραφική κατάσταση ορισμένων νησιών του Αιγαίου συνεπάγεται επιπλέον δαπάνες μεταφοράς όσον αφορά τον εφοδιασμό με προϊόντα τα οποία είναι βασικά για την ανθρώπινη κατανάλωση, ως γεωργικές εισροές ή για μεταποίηση. Επιπλέον, αντικειμενικοί παράγοντες, που αφορούν τον νησιωτικό και απόκεντρο χαρακτήρα, συνεπάγονται για τους εμπορευομένους και τους παραγωγούς των νησιών του Αιγαίου πρόσθετες επιβαρύνσεις που αποτελούν σοβαρό μειονέκτημα για τις δραστηριότητές τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις, εμπορευόμενοι και παραγωγοί διατελούν σε διπλά νησιωτική κατάσταση. Τα μειονεκτήματα αυτά μπορούν να μετριαστούν με τη μείωση των τιμών των εν λόγω προϊόντων. Συνεπώς, για να εξασφαλισθεί ο εφοδιασμός των νησιών του Αιγαίου και να αντισταθμιστούν οι επιπλέον δαπάνες που προκύπτουν λόγω του απόκεντρου και νησιωτικού χαρακτήρα και της μεγάλης απόστασης, απαιτείται η εισαγωγή ειδικού καθεστώτος εφοδιασμού.

(2)

Τα προβλήματα των νησιών του Αιγαίου οξύνονται εξαιτίας της μικρής τους έκτασης. Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των προτεινόμενων μέτρων, θα πρέπει τα μέτρα αυτά να εφαρμοστούν μόνο στα νησιά που καλούνται «μικρά νησιά».

(3)

Η κοινοτική πολιτική για τη στήριξη της τοπικής παραγωγής στα μικρά νησιά του Αιγαίου, όπως ορίστηκε στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2019/93 του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 1993, για τη θέσπιση ειδικών μέτρων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα προς όφελος των μικρών νησιών του Αιγαίου Πελάγους (1), αφορά πολλά προϊόντα και μέτρα για την παραγωγή, την εμπορία ή τη μεταποίηση. Τα μέτρα αυτά απέδειξαν την αποτελεσματικότητά τους και εξασφάλισαν τη συνέχιση και την ανάπτυξη των γεωργικών δραστηριοτήτων. Η Κοινότητα θα πρέπει να εξακολουθήσει να στηρίζει αυτές τις εργασίες παραγωγής, που αποτελούν θεμελιώδη παράγοντα της περιβαλλοντικής, κοινωνικής και οικονομικής ισορροπίας των μικρών νησιών. Η εμπειρία έχει δείξει ότι, όπως και στην περίπτωση της πολιτικής για την αγροτική ανάπτυξη, η ενισχυμένη εταιρική σχέση με τις τοπικές αρχές μπορεί να επιτρέψει την περισσότερο επικεντρωμένη αντιμετώπιση των ειδικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα νησιά αυτά. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να συνεχισθεί η στήριξη της τοπικής παραγωγής μέσω γενικού προγράμματος που καταρτίζεται στο καταλληλότερο γεωγραφικό επίπεδο, το πρόγραμμα δε αυτό θα πρέπει να υποβληθεί από την Ελλάδα στην Επιτροπή.

(4)

Για την επίτευξη του στόχου μείωσης των τιμών στα μικρά νησιά του Αιγαίου, καθώς και του περιορισμού των επιπλέον δαπανών λόγω της μεγάλης απόστασης και του απόκεντρου και νησιωτικού χαρακτήρα, και παράλληλα για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας των κοινοτικών προϊόντων, θα πρέπει να χορηγηθούν ενισχύσεις για τον εφοδιασμό των μικρών νησιών του Αιγαίου με κοινοτικά προϊόντα. Στις ενισχύσεις αυτές θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι επιπλέον δαπάνες μεταφοράς προς τα μικρά νησιά του Αιγαίου και, εφόσον πρόκειται για γεωργικές εισροές και για προϊόντα που προορίζονται για μεταποίηση, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι επιπλέον δαπάνες λόγω του νησιωτικού χαρακτήρα και της μεγάλης απόστασης.

(5)

Δεδομένου ότι οι ποσότητες που αποτελούν το αντικείμενο του ειδικού καθεστώτος εφοδιασμού περιορίζονται στις προμηθευτικές ανάγκες των μικρών νησιών του Αιγαίου, το καθεστώς αυτό δεν βλάπτει την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Εξάλλου, τα οικονομικά πλεονεκτήματα του ειδικού καθεστώτος εφοδιασμού δεν θα πρέπει να δημιουργούν εκτροπές του εμπορίου όσον αφορά τα συγκεκριμένα προϊόντα. Συνεπώς, θα πρέπει να απαγορευθεί η αποστολή ή η εξαγωγή των εν λόγω προϊόντων από τα μικρά νησιά του Αιγαίου. Ωστόσο, θα πρέπει να επιτρέπεται η αποστολή ή η εξαγωγή των προϊόντων αυτών σε περίπτωση επιστροφής του πλεονεκτήματος που προκύπτει από το ειδικό καθεστώς εφοδιασμού ή, όσον αφορά τα μεταποιημένα προϊόντα, για να διευκολύνεται το περιφερειακό εμπόριο. Θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη οι εξαγωγές προς τρίτες χώρες και, κατά συνέπεια, να επιτρέπεται η εξαγωγή μεταποιημένων προϊόντων που ανταποκρίνονται στις παραδοσιακές εξαγωγές. Ο περιορισμός δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται, εξάλλου, στις παραδοσιακές αποστολές μεταποιημένων προϊόντων. Για λόγους σαφήνειας, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προσδιορίζει την περίοδο αναφοράς για τον καθορισμό των εν λόγω ποσοτήτων που εξάγονται ή αποστέλλονται κατά παράδοση.

(6)

Για την επίτευξη των στόχων του ειδικού καθεστώτος εφοδιασμού, τα οικονομικά πλεονεκτήματα του καθεστώτος πρέπει να αντανακλώνται στο επίπεδο του κόστους παραγωγής και να συνεπάγονται μείωση των τιμών έως το στάδιο του τελικού χρήστη. Ως εκ τούτου, τα εν λόγω οικονομικά πλεονεκτήματα θα πρέπει να χορηγούνται μόνο εάν πράγματι ωφελούν τον τελικό καταναλωτή, θα πρέπει δε να διενεργούνται οι αναγκαίοι έλεγχοι.

(7)

Για την επίτευξη των στόχων ανάπτυξης της τοπικής γεωργικής παραγωγής και τον εφοδιασμό σε γεωργικά προϊόντα, θα πρέπει να εναρμονισθεί το επίπεδο προγραμματισμού του εφοδιασμού των εν λόγω νησιών και να συστηματοποιηθεί η προσέγγιση εταιρικής σχέσης μεταξύ της Επιτροπής και της Ελλάδας. Ως εκ τούτου, το προβλεπόμενο ισοζύγιο εφοδιασμού θα πρέπει να καταρτίζεται από τις αρχές που ορίζει η Ελλάδα και να υποβάλλεται στην Επιτροπή προς έγκριση.

(8)

Θα πρέπει να ενθαρρύνονται οι γεωργοί των μικρών νησιών του Αιγαίου ώστε να παράγουν προϊόντα ποιότητας και να προωθούν την εμπορία των εν λόγω προϊόντων.

(9)

Προκειμένου να περιορισθούν οι ειδικές επιβαρύνσεις που χαρακτηρίζουν τη γεωργία στα μικρά νησιά του Αιγαίου, οι οποίες απορρέουν από τον νησιωτικό και απόκεντρο χαρακτήρα και τη μεγάλη απόσταση, τη μικρή γεωγραφική έκταση, το ανάγλυφο του εδάφους, τις κλιματικές συνθήκες και την οικονομική εξάρτηση από μικρό αριθμό προϊόντων, μπορεί να προβλεφθεί παρέκκλιση από τη σταθερή πολιτική της Επιτροπής να μην επιτρέπει κρατικές ενισχύσεις λειτουργίας στον τομέα της παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας γεωργικών προϊόντων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι της συνθήκης.

(10)

Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να θίγει το επίπεδο ειδικής στήριξης που παρεχόταν μέχρι σήμερα στα μικρά νησιά του Αιγαίου. Για να είναι σε θέση να εκτελέσει τα ενδεδειγμένα μέτρα, η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει να έχει στη διάθεσή της τα ποσά που αντιστοιχούν στην κοινοτική στήριξη την οποία έχει ήδη χορηγήσει η Κοινότητα στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2019/93. Το νέο σύστημα στήριξης της γεωργικής παραγωγής στα μικρά νησιά του Αιγαίου, το οποίο θεσπίζεται από τον παρόντα κανονισμό, θα πρέπει να συντονίζεται με τη στήριξη που ισχύει για τις ίδιες εργασίες παραγωγής στην υπόλοιπη Κοινότητα, ο δε κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2019/93 θα πρέπει να καταργηθεί.

(11)

Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας και κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς (2), κρίνεται σκόπιμο να ανατεθεί η διαχείριση των ειδικών μέτρων για τα μικρά νησιά του Αιγαίου στην Ελλάδα. Ως εκ τούτου, η διαχείριση των μέτρων αυτών μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω προγράμματος που υποβάλλεται από την Ελλάδα και εγκρίνεται από την Επιτροπή.

(12)

Η Ελλάδα αποφάσισε να εφαρμόσει το καθεστώς ενιαίας ενίσχυσης σε ολόκληρη τη χώρα από την 1η Ιανουαρίου 2006. Για την εξασφάλιση του συντονισμού των σχετικών καθεστώτων όσον αφορά τα μικρά νησιά του Αιγαίου, θα πρέπει να τροποποιηθεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

(13)

Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (3).

(14)

Το πρόγραμμα που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να αρχίσει από την 1η Ιανουαρίου 2007. Ωστόσο, προκειμένου το πρόγραμμα να μπορέσει να ξεκινήσει κατά την ημερομηνία αυτή, θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στην Ελλάδα και στην Επιτροπή να λάβουν όλα τα προπαρασκευαστικά μέτρα στο διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού και της ημερομηνίας εφαρμογής του προγράμματος,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει ειδικά μέτρα για την αντιστάθμιση του μειονεκτήματος που αποτελεί ο απόκεντρος και ο νησιωτικός χαρακτήρας των μικρών νησιών του Αιγαίου Πελάγους, όσον αφορά τα γεωργικά προϊόντα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι της συνθήκης και τα μέσα γεωργικής παραγωγής.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως «μικρά νησιά» νοούνται όλα τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους, εκτός από την Κρήτη και την Εύβοια.

Άρθρο 2

Κοινοτικό πρόγραμμα στήριξης

Καταρτίζεται κοινοτικό πρόγραμμα στήριξης για τα μικρά νησιά του Αιγαίου. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει:

α)

ειδικό καθεστώς εφοδιασμού, όπως προβλέπεται στο κεφάλαιο ΙΙ, και

β)

ειδικά μέτρα στήριξης των τοπικών εργασιών της γεωργικής παραγωγής, όπως προβλέπεται στο κεφάλαιο ΙΙΙ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΕΙΔΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΥ

Άρθρο 3

Προβλεπόμενο ισοζύγιο εφοδιασμού

1.   Καθιερώνεται ειδικό καθεστώς εφοδιασμού για τα γεωργικά προϊόντα, τα οποία είναι βασικά στα μικρά νησιά του Αιγαίου, για την κατανάλωση από τον άνθρωπο, την παρασκευή άλλων προϊόντων ή ως γεωργικές εισροές.

2.   Καταρτίζεται προβλεπόμενο ισοζύγιο εφοδιασμού στο οποίο εμφαίνεται η ποσότητα των γεωργικών προϊόντων της παραγράφου 1 που είναι αναγκαία για την ικανοποίηση των ετήσιων αναγκών εφοδιασμού. Ως εκ τούτου, το προβλεπόμενο ισοζύγιο εφοδιασμού καταρτίζεται από τις αρχές που ορίζει η Ελλάδα και υποβάλλεται στην Επιτροπή προς έγκριση.

Αντικείμενο χωριστού ισοζυγίου εφοδιασμού μπορεί να αποτελέσει η αξιολόγηση των αναγκών των βιομηχανιών μεταποίησης ή συσκευασίας προϊόντων με προορισμό την τοπική αγορά, προς παραδοσιακή αποστολή στην υπόλοιπη Κοινότητα ή προς εξαγωγή στο πλαίσιο παραδοσιακών εμπορικών ροών.

Άρθρο 4

Λειτουργία του ειδικού καθεστώτος εφοδιασμού

1.   Χορηγείται ενίσχυση για τον εφοδιασμό των μικρών νησιών με τα προϊόντα του άρθρου 3 παράγραφος 1.

Το ποσό της ενίσχυσης καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη το πρόσθετο κόστος εμπορίας των προϊόντων στα μικρά νησιά, το οποίο υπολογίζεται από τους λιμένες της ηπειρωτικής Ελλάδας από τους οποίους πραγματοποιείται ο συνήθης εφοδιασμός και από τους λιμένες διαμετακόμισης ή φόρτωσης προς τα νησιά τελικού προορισμού.

2.   Το ειδικό καθεστώς εφοδιασμού εφαρμόζεται έτσι ώστε να λαμβάνονται υπόψη ιδίως:

α)

οι ειδικές ανάγκες των μικρών νησιών και οι συγκεκριμένες ποιοτικές απαιτήσεις·

β)

οι παραδοσιακές εμπορικές ροές με τους λιμένες της ηπειρωτικής Ελλάδας και μεταξύ των νησιών στο Αιγαίο Πέλαγος·

γ)

η οικονομική πλευρά της προτεινόμενης ενίσχυσης·

δ)

εφόσον είναι αναγκαίο, η ανάγκη να μην παρεμποδίζονται οι δυνατότητες ανάπτυξης της τοπικής παραγωγής.

3.   Το δικαίωμα συμμετοχής στο ειδικό καθεστώς εφοδιασμού ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι ο τελικός χρήστης είναι ο αποδέκτης του οικονομικού πλεονεκτήματος.

Άρθρο 5

Εξαγωγή προς τρίτες χώρες και αποστολή προς την υπόλοιπη Κοινότητα

1.   Τα προϊόντα τα οποία απολαύουν του ειδικού καθεστώτος εφοδιασμού μπορούν να εξάγονται προς τρίτες χώρες ή να αποστέλλονται προς την υπόλοιπη Κοινότητα μόνο εφόσον πληρούνται οι όροι που ορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2.

Οι εν λόγω όροι περιλαμβάνουν, ιδίως, επιστροφή της ενίσχυσης που χορηγήθηκε δυνάμει του ειδικού καθεστώτος εφοδιασμού.

2.   Η εξαγωγή προς τρίτες χώρες και η αποστολή προς την υπόλοιπη Κοινότητα είναι δυνατή για τα προϊόντα που έχουν μεταποιηθεί στα μικρά νησιά για τα οποία χρησιμοποιήθηκαν προϊόντα που έχουν επωφεληθεί από το ειδικό καθεστώς εφοδιασμού εντός των ορίων των παραδοσιακών εξαγωγών και των παραδοσιακών αποστολών. Οι ποσότητες που μπορούν να εξαχθούν ή να αποσταλούν καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2.

Δεν χορηγείται καμία επιστροφή κατά την εξαγωγή των εν λόγω προϊόντων.

Άρθρο 6

Λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος

Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος κεφαλαίου θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2. Οι λεπτομέρειες αυτές αφορούν ιδίως τους όρους υπό τους οποίους η Ελλάδα μπορεί να τροποποιεί τις ποσότητες και τους πόρους που χορηγούνται ετησίως στα διάφορα προϊόντα τα οποία απολαύουν του ειδικού καθεστώτος εφοδιασμού, καθώς και, εφόσον χρειάζεται, τη θέσπιση συστήματος πιστοποιητικών παράδοσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΜΕΤΡΑ ΣΤΗΡΙΞΗΣ ΤΩΝ ΤΟΠΙΚΩΝ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

Άρθρο 7

Μέτρα στήριξης

1.   Το πρόγραμμα στήριξης περιλαμβάνει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλισθεί η συνέχιση και η ανάπτυξη των τοπικών εργασιών της γεωργικής παραγωγής στα μικρά νησιά.

2.   Το πρόγραμμα στήριξης καταρτίζεται στο γεωγραφικό επίπεδο που θεωρείται καταλληλότερο από την Ελλάδα. Καταρτίζεται από την αρμόδια αρχή που ορίζει η Ελλάδα, η οποία, ύστερα από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές και τους οργανισμούς στο κατάλληλο γεωγραφικό επίπεδο, το υποβάλλει στην Επιτροπή για έγκριση.

Άρθρο 8

Συμβατότητα και συνοχή

1.   Τα μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο του προγράμματος στήριξης είναι συμβατά με το κοινοτικό δίκαιο και συνάδουν με τις άλλες κοινοτικές πολιτικές καθώς και με τα μέτρα που λαμβάνονται για την εφαρμογή αυτών των πολιτικών.

2.   Εξασφαλίζεται η συνοχή των μέτρων που λαμβάνονται στο πλαίσιο του προγράμματος στήριξης με τα μέτρα που υλοποιούνται βάσει άλλων μέσων της κοινής γεωργικής πολιτικής, και ιδίως των κοινών οργανώσεων αγοράς, της αγροτικής ανάπτυξης, της ποιότητας των προϊόντων, της καλής μεταχείρισης των ζώων και της προστασίας του περιβάλλοντος.

Ειδικότερα, στο πλαίσιο του παρόντος κεφαλαίου, δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί κανένα μέτρο:

α)

ως συμπληρωματική στήριξη των καθεστώτων πριμοδοτήσεων ή ενισχύσεων στο πλαίσιο κοινής οργάνωσης αγοράς, εκτός των εξαιρετικών περιπτώσεων που αιτιολογούνται με αντικειμενικά κριτήρια·

β)

ως στήριξη ερευνητικών έργων, μέτρων στήριξης ερευνητικών έργων ή μέτρων επιλέξιμων για κοινοτική χρηματοδότηση βάσει της απόφασης 90/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με ορισμένες δαπάνες στον κτηνιατρικό τομέα (4)·

γ)

ως στήριξη μέτρων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2005, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (5).

Άρθρο 9

Περιεχόμενο του προγράμματος στήριξης

Το πρόγραμμα στήριξης μπορεί να περιλαμβάνει:

α)

περιγραφή με ποσοτικά στοιχεία της τρέχουσας κατάστασης της γεωργικής παραγωγής, λαμβάνοντας υπόψη τα διαθέσιμα αποτελέσματα της αξιολόγησης, παρουσιάζοντας τις ανισότητες, τις ελλείψεις και τις δυνατότητες ανάπτυξης·

β)

περιγραφή της προτεινόμενης στρατηγικής, των επιλεγεισών προτεραιοτήτων της και των ποσοτικών στόχων της, καθώς και εκτίμηση των αναμενόμενων οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων στην απασχόληση·

γ)

χρονοδιάγραμμα εφαρμογής των μέτρων και ενδεικτικό γενικό δημοσιονομικό πίνακα όπου παρουσιάζονται οι διατιθέμενοι πόροι·

δ)

απόδειξη της συμβατότητας και της συνοχής των διαφόρων μέτρων στο πλαίσιο του προγράμματος στήριξης, καθώς και καθορισμό των κριτηρίων που χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση·

ε)

τα μέτρα που έχουν ληφθεί για να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική και ορθή εφαρμογή του προγράμματος στήριξης, συμπεριλαμβανομένων διευθετήσεων διαφήμισης, παρακολούθησης και αξιολόγησης, καθώς και τις διατάξεις που αφορούν τους ελέγχους και τις διοικητικές κυρώσεις·

στ)

τον καθορισμό της αρμόδιας αρχής που είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή του προγράμματος στήριξης και τον καθορισμό, στο κατάλληλο επίπεδο, των αρχών ή των συνεργαζόμενων φορέων.

Άρθρο 10

Παρακολούθηση

Οι διαδικασίες και οι φυσικοί και χρηματοδοτικοί δείκτες που διασφαλίζουν την αποτελεσματική παρακολούθηση της εφαρμογής του προγράμματος στήριξης καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΣΥΝΟΔΕΥΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

Άρθρο 11

Κρατικές ενισχύσεις

1.   Όσον αφορά τα γεωργικά προϊόντα, για τα οποία εφαρμόζονται τα άρθρα 87, 88 και 89 της συνθήκης, η Επιτροπή δύναται να επιτρέψει, στον τομέα της παραγωγής, της μεταποίησης και της εμπορίας των εν λόγω προϊόντων, ενισχύσεις λειτουργίας με σκοπό τον περιορισμό των ειδικών επιβαρύνσεων που χαρακτηρίζουν τη γεωργία στα μικρά νησιά, οι οποίες απορρέουν από τη μεγάλη απόσταση, τον νησιωτικό και απόκεντρο χαρακτήρα.

2.   Η Ελλάδα μπορεί να χορηγεί συμπληρωματική χρηματοδότηση για την εφαρμογή του προγράμματος στήριξης. Στην περίπτωση αυτή, η Ελλάδα κοινοποιεί στην Επιτροπή την κρατική ενίσχυση και η Επιτροπή μπορεί να την εγκρίνει σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, ως μέρος του προγράμματος στήριξης. Η κοινοποιούμενη ενίσχυση θεωρείται ότι κοινοποιείται κατά την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 3 πρώτη φράση της συνθήκης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 12

Χρηματοδοτικοί πόροι

1.   Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θεωρούνται ως παρέμβαση προοριζόμενη να σταθεροποιήσει τις γεωργικές αγορές, κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (6).

2.   Η Κοινότητα χρηματοδοτεί τα μέτρα που προβλέπονται στα κεφάλαια II και III μέχρι ανωτάτου ετησίου ποσού 23,93 εκατ. ευρώ.

3.   Το ποσό που χορηγείται ετησίως στο πρόγραμμα στήριξης δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 5,47 εκατ. ευρώ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΓΕΝΙΚΕΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 13

Σχέδιο προγράμματος στήριξης

1.   Η Ελλάδα υποβάλλει το σχέδιο του προγράμματος στήριξης στην Επιτροπή στο πλαίσιο της χρηματοδότησης του άρθρου 12 παράγραφοι 2 και 3, το αργότερο έως τις 31 Οκτωβρίου 2006.

Το σχέδιο του προγράμματος στήριξης περιλαμβάνει σχέδιο του προβλεπόμενου ισοζυγίου εφοδιασμού με ένδειξη των προϊόντων, των ποσοτήτων τους και του ποσού της ενίσχυσης για τον εφοδιασμό από την Κοινότητα, καθώς και σχέδιο του προγράμματος στήριξης για την τοπική παραγωγή.

2.   Η Επιτροπή αξιολογεί το προτεινόμενο πρόγραμμα στήριξης και αποφασίζει για την έγκρισή του, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2.

3.   Το πρόγραμμα στήριξης αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Άρθρο 14

Λεπτομέρειες εφαρμογής

Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2. Περιλαμβάνουν ιδίως:

α)

τους όρους υπό τους οποίους η Ελλάδα μπορεί να τροποποιεί τις ποσότητες και τα επίπεδα ενίσχυσης για τον εφοδιασμό, καθώς και τα μέτρα στήριξης ή την κατανομή των πόρων για τη στήριξη της τοπικής παραγωγής·

β)

τις διατάξεις που αφορούν τις ελάχιστες προδιαγραφές των ελέγχων και των κυρώσεων που πρέπει να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη.

Άρθρο 15

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή διαχείρισης άμεσων ενισχύσεων που συστάθηκε από το άρθρο 144 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 (εφεξής «επιτροπή»).

2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ είναι ένας μήνας.

3.   Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 16

Εθνικά μέτρα

Η Ελλάδα λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει την τήρηση του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τους ελέγχους και τις διοικητικές κυρώσεις, και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.

Άρθρο 17

Ανακοινώσεις και εκθέσεις

1.   Η Ελλάδα ανακοινώνει στην Επιτροπή, το αργότερο στις 15 Φεβρουαρίου κάθε έτους, τις πιστώσεις που διαθέτει και τις οποίες σκοπεύει να δαπανήσει, κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους, για την εκτέλεση του προγράμματος στήριξης.

2.   Η Ελλάδα υποβάλλει στην Επιτροπή, το αργότερο στις 30 Ιουνίου κάθε έτους, έκθεση για την εφαρμογή, κατά το προηγούμενο έτος, των μέτρων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

3.   Το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2011, και στη συνέχεια ανά πέντε έτη, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο γενική έκθεση στην οποία παρουσιάζονται οι επιπτώσεις της δράσης που αναλήφθηκε κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από σχετικές προτάσεις.

Άρθρο 18

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2019/93 καταργείται από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Οι αναφορές στον καταργηθέντα κανονισμό νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 19

Μεταβατικά μέτρα

Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 15 παράγραφος 2, τα αναγκαία μεταβατικά μέτρα για να εξασφαλίσει την ομαλή μετάβαση από τα μέτρα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2019/93 προς εκείνα που εισάγονται με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 20

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 70 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

όλες τις άλλες άμεσες ενισχύσεις του παραρτήματος VI που χορηγούνται κατά την περίοδο αναφοράς στους γεωργούς των Γαλλικών Υπερπόντιων Διαμερισμάτων, των Αζορών και της Μαδέρας, των Καναρίων Νήσων και των Νησιών του Αιγαίου.»·

β)

στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα κράτη μέλη χορηγούν τις άμεσες ενισχύσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 1, εντός των ανωτάτων ορίων που καθορίζονται δυνάμει του άρθρου 64 παράγραφος 2 και υπό τους όρους που καθορίζονται στον τίτλο IV κεφάλαια 3, 6 και 7 έως 13.».

2)

Στο άρθρο 71 παράγραφος 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 70 παράγραφος 2, κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος χορηγεί τις άμεσες ενισχύσεις οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα VI υπό τους όρους που καθορίζονται στον τίτλο IV κεφάλαια 3, 6 και 7 έως 13, εντός των ανωτάτων δημοσιονομικών ορίων που αντιστοιχούν στη συνιστώσα των εν λόγω άμεσων ενισχύσεων εντός του εθνικού ορίου του άρθρου 41 και το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 144 παράγραφος 2.».

3)

Στα παραρτήματα I και VI, η γραμμή που αφορά τα «νησιά του Αιγαίου» διαγράφεται.

Άρθρο 21

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2007. Ωστόσο, τα άρθρα 11, 13 και 14 εφαρμόζονται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Σεπτεμβρίου 2006.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. KORKEAOJA


(1)  ΕΕ L 184 της 27.7.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 (ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1156/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 208 της 29.7.2006, σ. 3).

(3)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2006/512/ΕΚ (ΕΕ L 200 της 22.7.2006, σ. 11).

(4)  ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 19. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2006/53/ΕΚ (ΕΕ L 29 της 2.2.2006, σ. 37).

(5)  ΕΕ L 227 της 21.10.2005, σ. 1.

(6)  ΕΕ L 209 της 11.8.2005, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 320/2006 (ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 42).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πίνακας αντιστοιχίας

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2019/93

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 4 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 5

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 3α παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 3α παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 12 παράγραφος 3

Άρθρο 3α παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 4 παράγραφος 3 και άρθρο 14 στοιχείο β)

Άρθρο 3α παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 6

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 6

Άρθρο 5

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 6

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 13

Άρθρο 13α

Άρθρο 15

Άρθρο 14

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 14α

Άρθρο 16

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφος 2

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 3

Άρθρο 16

Άρθρο 21


26.9.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 265/8


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1406/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 18ης Σεπτεμβρίου 2006

περί τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1788/2003 για θέσπιση εισφοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 37,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 2005, για τη χρηματοδότηση της κοινής γεωργικής πολιτικής (2), ποσά που εισπράττονται ή ανακτώνται κατ’ εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1788/2003 του Συμβουλίου (3) θεωρούνται έσοδα ειδικού προορισμού κατά την έννοια του άρθρου 18 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (4).

(2)

Για να βελτιωθούν οι δημοσιονομικές προβλέψεις και για να καταστεί πιο ευέλικτη η δημοσιονομική διαχείριση, ενδείκνυται να υπάρχει διαθέσιμη με την έναρξη του δημοσιονομικού έτους η εισφορά του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1788/2003. Θα πρέπει συνεπώς να υπάρχει πρόβλεψη ώστε η οφειλόμενη εισφορά να καταβάλλεται κατά το χρονικό διάστημα από 16 Οκτωβρίου έως 30 Νοεμβρίου κάθε έτους.

(3)

Προκειμένου η εισφορά, η οποία πρέπει να καταβληθεί από τα κράτη μέλη για την περίοδο 2005/06, να είναι διαθέσιμη στην αρχή του επόμενου οικονομικού έτους, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί ότι η σχετική διάταξη εφαρμόζεται από 1ης Σεπτεμβρίου 2006.

(4)

Για την Τσεχική Δημοκρατία, Εσθονία, Κύπρο, Λεττονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβενία και Σλοβακία (στο εξής «τα νέα κράτη μέλη»), οι ποσότητες αναφοράς για παραδόσεις και απευθείας πωλήσεις προβλέφθηκαν αρχικά στον πίνακα στ) του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1788/2003. Στη συνέχεια, και με βάση τις μετατροπές που ζήτησαν οι παραγωγοί, η Επιτροπή αναπροσάρμοσε τις ποσότητες αυτές για κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 8 του ίδιου κανονισμού.

(5)

Οι εθνικές ποσότητες αναφοράς για απευθείας πωλήσεις καθορίστηκαν ανάλογα με την κατάσταση που υπήρχε στα νέα κράτη μέλη πριν από την ένταξη. Εντούτοις, εν συνεχεία της διαδικασίας αναδιάρθρωσης του γαλακτοκομικού τομέα στα νέα κράτη μέλη και των αυστηρότερων υγειονομικών διατάξεων που ισχύουν για τις απευθείας πωλήσεις, φαίνεται πως οι μεμονωμένοι παραγωγοί επιλέγουν σε μεγάλο βαθμό να μη ζητούν ατομικές ποσότητες αναφοράς για τις απευθείας πωλήσεις. Κατά συνέπεια, το σύνολο των ατομικών ποσοτήτων αναφοράς που διατίθεται στους παραγωγούς για απευθείας πωλήσεις υπολείπεται σημαντικά των εθνικών ποσοτήτων αναφοράς, με αποτέλεσμα μεγάλες αχρησιμοποίητες ποσότητες να παραμένουν στα εθνικά αποθέματα για απευθείας πωλήσεις.

(6)

Για να λυθεί το πρόβλημα και για να είναι εφικτή η χρησιμοποίηση των ποσοτήτων που έχουν προβλεφθεί για απευθείας πωλήσεις και οι οποίες θα παρέμεναν ίσως αχρησιμοποίητες στο εθνικό απόθεμα, ενδείκνυται να επιτραπεί κατά την περίοδο 2005/06 μία και μοναδική μεταφορά των ποσοτήτων αναφοράς για απευθείας πωλήσεις στις ποσότητες αναφοράς για παραδόσεις, εφόσον ζητηθεί από ένα νέο κράτος μέλος.

(7)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1788/2003 θα πρέπει συνεπώς να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1788/2003 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 3, το κείμενο της παραγράφου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη καταβάλλουν στην Κοινότητα την εισφορά που προκύπτει εξαιτίας υπέρβασης της εθνικής ποσότητας αναφοράς του παραρτήματος I. Η εισφορά καθορίζεται σε εθνικό επίπεδο χωριστά για τις παραδόσεις και τις απευθείας πωλήσεις και καταβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) μέχρι ποσοστού 99 % του οφειλόμενου ποσού, στο χρονικό διάστημα από 16 Οκτωβρίου έως 30 Νοεμβρίου που έπεται της αντίστοιχης δωδεκάμηνης περιόδου.».

2)

Στο άρθρο 8 παράγραφος 1 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Με την ίδια διαδικασία, για την περίοδο 2005/06, και για την Τσεχική Δημοκρατία, Εσθονία, Κύπρο, Λεττονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβενία και Σλοβακία, η Επιτροπή μπορεί επίσης να αναπροσαρμόσει την κατανομή μεταξύ παραδόσεων και απευθείας πωλήσεων των εθνικών ποσοτήτων αναφοράς μετά τη λήξη της περιόδου, εφόσον ζητηθεί από ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Το αίτημα υποβάλλεται στην Επιτροπή πριν από τις 10 Οκτωβρίου 2006. Στη συνέχεια, η Επιτροπή αναπροσαρμόζει την κατανομή το συντομότερο δυνατόν.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1 παράγραφος 1 εφαρμόζεται από την 1η Σεπτεμβρίου 2006.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Σεπτεμβρίου 2006.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. KORKEAOJA


(1)  Γνώμη που διατυπώθηκε στις 5 Σεπτεμβρίου 2006 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ L 209 της 11.8.2005, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 320/2006 (ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 42).

(3)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 123. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την πράξη προσχώρησης του 2005.

(4)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.


26.9.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 265/10


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1407/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 25ης Σεπτεμβρίου 2006

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 26 Σεπτεμβρίου 2006.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 25 Σεπτεμβρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 386/2005 (ΕΕ L 62 της 9.3.2005, σ. 3).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 25ης Σεπτεμβρίου 2006, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

052

70,2

096

43,7

999

57,0

0707 00 05

052

80,1

999

80,1

0709 90 70

052

87,2

999

87,2

0805 50 10

052

70,1

388

62,5

524

53,8

528

53,6

999

60,0

0806 10 10

052

77,3

400

166,0

624

112,6

999

118,6

0808 10 80

388

93,2

400

96,0

508

80,0

512

89,4

528

74,1

720

80,0

800

165,4

804

91,7

999

96,2

0808 20 50

052

116,3

388

86,7

720

74,4

999

92,5

0809 30 10, 0809 30 90

052

120,8

999

120,8

0809 40 05

052

111,4

066

74,6

098

29,3

624

135,3

999

87,7


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 750/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 126 της 19.5.2005, σ. 12). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


26.9.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 265/12


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1408/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 22ας Σεπτεμβρίου 2006

για τη θέσπιση απαγόρευσης της αλιείας για το γάδο στις ζώνες ICES I, II b από σκάφη που φέρουν σημαία Πολωνίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου που εφαρμόζεται στην Κοινή Αλιευτική Πολιτική (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 51/2006 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2005, περί καθορισμού, για το 2006, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε ύδατα στα οποία απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2006.

(2)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έλαβε η Επιτροπή, τα αλιεύματα του αποθέματος που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό, έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί για το 2006.

(3)

Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η απαγόρευση της αλιείας του εν λόγω αποθέματος, καθώς και η διατήρησή του επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωσή του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εξάντληση ποσόστωσης

Η αλιευτική ποσόστωση που κατανεμήθηκε στο κράτος μέλος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, σχετικά με το απόθεμα που αναφέρεται σε αυτό για το 2006, θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 2

Απαγορεύσεις

Η αλιεία του αποθέματος που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό, απαγορεύεται από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα. Απαγορεύεται η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση ή η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα σκάφη αυτά, μετά την εν λόγω ημερομηνία.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της ημέρας δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 22 Σεπτεμβρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Jörgen HOLMQUIST

Γενικός Διευθυντής Αλιείας και Ναυτιλιακών Υποθέσεων


(1)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.

(2)  ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 768/2005 (ΕΕ L 128 της 21.5.2005, σ. 1).

(3)  ΕΕ L 16 της 20.1.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1262/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 230 της 24.8.2006, σ. 4).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αριθ.

32

Κράτος μέλος

Πολωνία

Απόθεμα

COD/1/2b.

Είδος

Γάδος (Gadus morhua)

Ζώνη

I, IIb

Ημερομηνία

5 Σεπτεμβρίου 2006


26.9.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 265/14


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1409/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 22ας Σεπτεμβρίου 2006

για τη θέσπιση απαγόρευσης της αλιείας γάδου στις ζώνες ICES Ι, ΙΙ (νορβηγικά ύδατα) από σκάφη που φέρουν σημαία Γαλλίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου που εφαρμόζεται στην Κοινή Αλιευτική Πολιτική (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 51/2006 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2005, περί καθορισμού, για το 2006, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε ύδατα στα οποία απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2006.

(2)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έλαβε η Επιτροπή, τα αλιεύματα του αποθέματος που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό, έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί για το 2006.

(3)

Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η απαγόρευση της αλιείας του εν λόγω αποθέματος, καθώς και η διατήρησή του επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωσή του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εξάντληση ποσόστωσης

Η αλιευτική ποσόστωση που κατανεμήθηκε στο κράτος μέλος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, σχετικά με το απόθεμα που αναφέρεται σε αυτό για το 2006, θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 2

Απαγορεύσεις

Η αλιεία του αποθέματος που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό, απαγορεύεται από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα. Απαγορεύεται η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση ή η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα σκάφη αυτά, μετά την εν λόγω ημερομηνία.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της ημέρας δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 22 Σεπτεμβρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Jörgen HOLMQUIST

Γενικός Διευθυντής Αλιείας και Ναυτιλιακών Υποθέσεων


(1)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59.

(2)  ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 768/2005 (ΕΕ L 128 της 21.5.2005, σ. 1).

(3)  ΕΕ L 16 της 20.1.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1262/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 230 της 24.8.2006, σ. 4).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αριθ.

33

Κράτος μελος

Γαλλία

Απόθεμα

COD/1N2AB.

Είδος

Γάδος (Gadus morhua)

Ζώνη

I, II (νορβηγικά ύδατα)

Ημερομηνία

10 Σεπτεμβρίου 2006


26.9.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 265/16


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1410/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 25ης Σεπτεμβρίου 2006

για τροποποίηση των αντιπροσωπευτικών τιμών και των ποσών των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών ορισμένων προϊόντων στον τομέα της ζάχαρης, που καθορίστηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1002/2006, για την περίοδο 2006/07

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, περί κοινής οργανώσεως της αγοράς στον τομέα της ζάχαρης (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 951/2006 της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2006, για καθορισμό λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου όσον αφορά τις συναλλαγές με τρίτες χώρες στον τομέα της ζάχαρης (2), και ιδίως το άρθρο 36,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι αντιπροσωπευτικές τιμές και οι πρόσθετοι εισαγωγικοί δασμοί που εφαρμόζονται στη λευκή ζάχαρη, την ακατέργαστη ζάχαρη και ορισμένα σιρόπια για την περίοδο 2006/07 έχουν καθοριστεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1002/2006 της Επιτροπής (3). Οι εν λόγω τιμές και δασμοί τροποποιήθηκαν τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1381/2006 της Επιτροπής (4).

(2)

Τα στοιχεία τα οποία διαθέτει επί του παρόντος η Επιτροπή οδηγούν στην τροποποίηση των εν λόγω ποσών σύμφωνα με τους κανόνες και τις λεπτομέρειες που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 951/2006,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι αντιπροσωπευτικές τιμές και οι πρόσθετοι εισαγωγικοί δασμοί που εφαρμόζονται στα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 951/2006, που καθορίστηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1002/2006 για την περίοδο 2006/07, τροποποιούνται και εμφαίνονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στης 26 Σεπτεμβρίου 2006.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 25 Σεπτεμβρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 55 της 28.2.2006, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 178 της 1.7.2006, σ. 24.

(3)  ΕΕ L 179 της 1.7.2006, σ. 36.

(4)  ΕΕ L 256 της 20.9.2006, σ. 7.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τροποποιημένα ποσά αντιπροσωπευτικών τιμών και των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών της λευκής ζάχαρης, της ακατέργαστης ζάχαρης και των προϊόντων του κωδικού 1702 90 99 που εφαρμόζονται από την 26η Σεπτεμβρίου 2006

(EUR)

Κωδικός ΣΟ

Αντιπροσωπευτική τιμή ανά 100 kg καθαρού βάρους του εν λόγω προϊόντος

Πρόσθετος δασμός ανά 100 kg καθαρού βάρους του εν λόγω προϊόντος

1701 11 10 (1)

22,21

5,20

1701 11 90 (1)

22,21

10,43

1701 12 10 (1)

22,21

5,01

1701 12 90 (1)

22,21

10,00

1701 91 00 (2)

29,31

10,58

1701 99 10 (2)

29,31

6,06

1701 99 90 (2)

29,31

6,06

1702 90 99 (3)

0,29

0,36


(1)  Καθορισμός για τον αντιπροσωπευτικό τύπο όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι, σημείο ΙΙΙ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 1).

(2)  Καθορισμός για τον αντιπροσωπευτικό τύπο όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι, σημείο ΙΙ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006.

(3)  Καθορισμός ανά 1 % της περιεκτικότητας σε σακχαρόζη.


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Επιτροπή

26.9.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 265/18


ΑΠΌΦΑΣΗ αριθ. 1/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΉΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΊΑΣ ΕΚ-ΤΟΥΡΚΊΑΣ

της 26ης Σεπτεμβρίου 2006

για καθορισμό λεπτομερών κανόνων εφαρμογής της απόφασης αριθ. 1/95 του Συμβουλίου Σύνδεσης ΕΚ-Τουρκίας

(2006/646/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συμφωνία σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας, της 12ης Σεπτεμβρίου 1963,

την απόφαση αριθ. 1/95 του Συμβουλίου Σύνδεσης ΕΚ-Τουρκίας, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την εφαρμογή της οριστικής φάσης της τελωνειακής ένωσης (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 6, το άρθρο 13 παράγραφος 3 και το άρθρο 28 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η επιτροπή τελωνειακής συνεργασίας καθορίζει τα απαιτούμενα ενδεδειγμένα μέτρα για την εφαρμογή των διατάξεων της τελωνειακής ένωσης που αναφέρονται στα άρθρα 3, 13 και 28 της απόφασης αριθ. 1/95. Για το σκοπό αυτό, εξέδωσε την απόφαση αριθ. 1/2001 της 28ης Μαρτίου 2001 για την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 1/96, σχετικά με τον καθορισμό λεπτομερών κανόνων εφαρμογής της απόφασης αριθ. 1/95 του Συμβουλίου Σύνδεσης ΕΚ-Τουρκίας (2).

(2)

Είναι ανάγκη να ευθυγραμμισθούν οι διατάξεις της απόφασης αριθ. 1/2001 προς τις πρόσφατες τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου για τη θέσπιση κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (3), ιδίως όσον αφορά την πιθανή άρνηση υπολογισμού της μερικής απαλλαγής από δασμούς στο πλαίσιο του καθεστώτος τελειοποίησης προς επανεισαγωγή, βάσει της μεθόδου φορολόγησης της προστιθεμένης αξίας. Είναι ανάγκη επίσης να δοθεί η δυνατότητα στις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών να εκδίδουν κοινοτικές «ενιαίες άδειες» για εγκεκριμένους εξαγωγείς και να προβλεφθεί η αποδοχή από την Τουρκία των πιστοποιητικών κυκλοφορίας A.TR τα οποία καταρτίζονται με βάση αυτές τις άδειες.

(3)

Συνεπεία της διεύρυνσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απαιτείται περαιτέρω να παρεμβληθεί το κείμενο των διαφόρων ενδείξεων στις νέες επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

(4)

Η απόφαση αριθ. 1/1999 της επιτροπής τελωνειακής συνεργασίας ΕΚ-Τουρκίας, της 28ης Μαΐου 1999, σχετικά με τη διαδικασία για τη διευκόλυνση της έκδοσης των πιστοποιητικών κυκλοφορίας EUR.1 και τη σύνταξη των δηλώσεων τιμολογίου σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τις προτιμησιακές συναλλαγές μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Τουρκίας και ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών (4), αποσκοπεί να διευκολύνει την έκδοση τέτοιων προτιμησιακών πιστοποιητικών καταγωγής είτε από την Κοινότητα είτε από την Τουρκία στο πλαίσιο των προτιμησιακών εμπορικών συμφωνιών που έχουν συνάψει και οι δύο πλευρές με ορισμένες χώρες, συμφωνιών οι οποίες προβλέπουν την εφαρμογή ενός συστήματος σώρευσης καταγωγής μεταξύ τους που βασίζεται σε ταυτόσημους κανόνες καταγωγής και στην απαγόρευση οποιασδήποτε επιστροφής ή αναστολής των τελωνειακών δασμών για τα εν λόγω εμπορεύματα. Η απόφαση αυτή προβλέπει τη χρησιμοποίηση από τους εξαγωγείς της Κοινότητας και της Τουρκίας των δηλώσεων του προμηθευτή, στις οποίες αναγράφεται, σύμφωνα με τους προαναφερόμενους κανόνες, η κοινοτική ή τουρκική καταγωγή των εμπορευμάτων που παραλαμβάνονται από προμηθευτές του άλλου μέρους της τελωνειακής ένωσης· επίσης προβλέπει σχετικές μεθόδους διοικητικής συνεργασίας.

(5)

Η απόφαση αριθ. 1/2000 της επιτροπής τελωνειακής συνεργασίας ΕΚ-Τουρκίας, της 25ης Ιουλίου 2000, σχετικά με την αποδοχή πιστοποιητικών κυκλοφορίας EUR.1 ή δηλώσεων τιμολογίου, τα οποία πιστοποιούν την κοινοτική ή τουρκική καταγωγή και εκδίδονται από ορισμένες χώρες που έχουν υπογράψει προτιμησιακή συμφωνία με την Κοινότητα ή την Τουρκία (5), αποσκοπεί να εξασφαλίσει ότι τα εμπορεύματα που καλύπτονται από την τελωνειακή ένωση μπορούν να επωφελούνται από τις διατάξεις για την ελεύθερη κυκλοφορία που περιλαμβάνει η απόφαση, αριθ. 1/95, ακόμη και όταν εισάγονται σε ένα μέρος της τελωνειακής ένωσης, συνοδευόμενα από πιστοποιητικό καταγωγής που εκδίδει χώρα με την οποία τόσο η Κοινότητα όσο και η Τουρκία έχουν συνάψει προτιμησιακή εμπορική συμφωνία, η οποία προβλέπει την εφαρμογή ενός συστήματος σώρευσης καταγωγής μεταξύ τους που βασίζεται σε ταυτόσημους κανόνες καταγωγής και στην απαγόρευση οποιασδήποτε επιστροφής ή αναστολής των τελωνειακών δασμών για τα εν λόγω εμπορεύματα.

(6)

Οι αποφάσεις αριθ. 1/1999 και αριθ. 1/2000 εκδόθηκαν για να διευκολύνουν την κοινή εφαρμογή της τελωνειακής ένωσης και των προτιμησιακών εμπορικών συμφωνιών μεταξύ της Κοινότητας ή της Τουρκίας και ορισμένων χωρών. Με την επιφύλαξη των απαραίτητων προσαρμογών ώστε να ευθυγραμμισθούν με το κοινοτικό κεκτημένο, οι μεν διατάξεις που περιέχουν σήμερα οι αποφάσεις αριθ. 1/1999 και αριθ. 1/2000 είναι σκόπιμο να ενσωματωθούν στην παρούσα απόφαση, οι δε προαναφερόμενες αποφάσεις να καταργηθούν.

(7)

Μετά την επέκταση του συστήματος πανευρωπαϊκής σώρευσης της καταγωγής στις άλλες χώρες που συμμετέχουν στην ευρωμεσογειακή εταιρική σχέση, με βάση τη δήλωση της Βαρκελώνης, η οποία υιοθετήθηκε στην ευρωμεσογειακή διάσκεψη η οποία πραγματοποιήθηκε στις 27 και 28 Νοεμβρίου 1995, θα πρέπει να ενσωματωθούν οι αναγκαίες παραπομπές στα πιστοποιητικά καταγωγής EUR-MED.

(8)

Για να διευκολυνθεί η υλοποίηση των λεπτομερών κανόνων εφαρμογής της απόφασης αριθ. 1/95, είναι σκόπιμο να αντικατασταθεί η απόφαση αριθ. 1/2001 από νέα απόφαση,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

ΤΙΤΛΟΣ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Η παρούσα απόφαση ορίζει τις διατάξεις εφαρμογής της απόφασης αριθ. 1/95 του Συμβουλίου Σύνδεσης ΕΚ-Τουρκίας, η οποία στο εξής αναφέρεται ως «βασική απόφαση».

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, νοούνται ως:

1.

«τρίτη χώρα»: χώρα ή επικράτεια που δεν ανήκει στο τελωνειακό έδαφος της τελωνειακής ένωσης ΕΚ-Τουρκίας·

2.

«μέρος της τελωνειακής ένωσης»: το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας αφενός και το τελωνειακό έδαφος της Τουρκίας αφετέρου·

3.

«κράτος»: κράτος μέλος της Κοινότητας ή η Τουρκία·

4.

«κοινοτικός τελωνειακός κώδικας»: είναι ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας, ο οποίος έχει θεσπισθεί με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου (6)·

5.

«διατάξεις εφαρμογής του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα»: είναι ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΔΥΟ ΜΕΡΩΝ ΤΗΣ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Γενικά

Άρθρο 3

Με την επιφύλαξη των διατάξεων για την ελεύθερη κυκλοφορία που περιέχονται στην βασική απόφαση, ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας και οι διατάξεις εφαρμογής του, που εφαρμόζονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, και ο τουρκικός τελωνειακός κώδικας και οι διατάξεις εφαρμογής του, που εφαρμόζονται στο έδαφος της Τουρκίας, ισχύουν κατά τις συναλλαγές εμπορευμάτων μεταξύ των δύο μερών της τελωνειακής ένωσης, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζει η παρούσα απόφαση.

Άρθρο 4

1.   Για την εφαρμογή του άρθρου 3 παράγραφος 4 της βασικής απόφασης, οι διατυπώσεις εισαγωγής θεωρείται ότι έχουν τηρηθεί στο κράτος εξαγωγής με την επικύρωση του εγγράφου που είναι απαραίτητο για την ελεύθερη κυκλοφορία των συγκεκριμένων εμπορευμάτων.

2.   Η επικύρωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 γεννά τελωνειακή οφειλή για την εισαγωγή που πρόκειται να πραγματοποιηθεί. Επιφέρει επίσης την εφαρμογή των μέτρων εμπορικής πολιτικής που περιγράφονται στο άρθρο 12 της βασικής απόφασης, στα οποία, ενδεχομένως, υπόκεινται τα εμπορεύματα.

3.   Ως χρόνος γένεσης τελωνειακής οφειλής κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2, θεωρείται η στιγμή κατά την οποία οι τελωνειακές αρχές αποδέχονται τη διασάφηση εξαγωγής για τα συγκεκριμένα εμπορεύματα.

4.   Οφειλέτης είναι ο διασαφηστής. Σε περίπτωση έμμεσης αντιπροσώπευσης, οφειλέτης είναι επίσης το πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου κατατίθεται η διασάφηση.

5.   Το ποσό των τελωνειακών δασμών που αντιστοιχούν στην τελωνειακή οφειλή καθορίζεται υπό τους ιδίους όρους με εκείνους που ισχύουν για την τελωνειακή οφειλή που προκύπτει από την αποδοχή, την ίδια ημερομηνία, της διασάφησης για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία των εν λόγω εμπορευμάτων, ούτως ώστε να παύσει το καθεστώς της τελειοποίησης προς επανεξαγωγή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Διατάξεις σχετικά με τη διοικητική συνεργασία για την κυκλοφορία των εμπορευμάτων

Άρθρο 5

Με την επιφύλαξη των άρθρων 11 και 17, η απόδειξη ότι πληρούνται οι αναγκαίοι όροι για την εφαρμογή των διατάξεων για την ελεύθερη κυκλοφορία που περιέχει η βασική απόφαση, παρέχεται μέσω αποδεικτικού εγγράφου που εκδίδεται, μετά από αίτηση του εξαγωγέα, από τις τελωνειακές αρχές της Τουρκίας ή ενός κράτους μέλους.

Άρθρο 6

1.   Ως αποδεικτικό έγγραφο που αναφέρεται στο άρθρο 5 θεωρείται το πιστοποιητικό κυκλοφορίας εμπορευμάτων A.TR. Το υπόδειγμα του εν λόγω εντύπου περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1.

2.   Το πιστοποιητικό κυκλοφορίας εμπορευμάτων A.TR. μπορεί να χρησιμοποιείται μόνον εάν τα εμπορεύματα μεταφέρονται απευθείας μεταξύ των δύο μερών της τελωνειακής ένωσης. Ωστόσο, εμπορεύματα που συναποτελούν μία και μόνον αποστολή μπορούν να μεταφέρονται μέσω τρίτων χωρών με, ενδεχομένως, μεταφόρτωση ή προσωρινή αποθήκευση σε αυτές τις χώρες, υπό τον όρο ότι τα εμπορεύματα παραμένουν υπό την επιτήρηση των τελωνειακών αρχών της χώρας διαμετακόμισης ή αποθήκευσης και ότι δεν υφίστανται εκεί άλλες εργασίες εκτός από την εκφόρτωση, την επαναφόρτωση ή οποιαδήποτε άλλη εργασία αποβλέπει στη διατήρησή τους σε καλή κατάσταση.

Μπορούν να μεταφέρονται εμπορεύματα μεταξύ των δύο μερών της τελωνειακής ένωσης με αγωγό διερχόμενο από τρίτες χώρες.

3.   Η απόδειξη ότι πληρούνται οι όροι της παραγράφου 2 παρέχεται στις τελωνειακές αρχές του κράτους εισαγωγής με την προσκόμιση:

α)

ενιαίου εγγράφου μεταφοράς, το οποίο καλύπτει τη διέλευση μέσω της τρίτης χώρας· ή

β)

πιστοποιητικού που έχει εκδοθεί από τις τελωνειακές αρχές της τρίτης χώρας, το οποίο:

i)

παρέχει την ακριβή περιγραφή των προϊόντων·

ii)

περιλαμβάνει τις ημερομηνίες εκφόρτωσης και επαναφόρτωσης των προϊόντων και, κατά περίπτωση, τα ονόματα των πλοίων ή των άλλων μεταφορικών μέσων που χρησιμοποιήθηκαν και

iii)

πιστοποιεί τις συνθήκες υπό τις οποίες τα προϊόντα παρέμειναν στην τρίτη χώρα· ή

γ)

ελλείψει αυτών, οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό έγγραφο.

Άρθρο 7

1.   Το πιστοποιητικό κυκλοφορίας εμπορευμάτων A.TR. θεωρείται από τις τελωνειακές αρχές του κράτους εξαγωγής, κατά την εξαγωγή των εμπορευμάτων τα οποία αφορά. Το πιστοποιητικό διατίθεται στον εξαγωγέα μόλις πραγματοποιηθεί ή εξασφαλισθεί η πραγματική εξαγωγή.

2.   Το πιστοποιητικό κυκλοφορίας εμπορευμάτων A.TR. θεωρείται μόνον εφόσον μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως το απαιτούμενο αποδεικτικό έγγραφο για το σκοπό της εφαρμογής των διατάξεων για την ελεύθερη κυκλοφορία της βασικής απόφασης.

3.   Ο εξαγωγέας που ζητεί την έκδοση πιστοποιητικού κυκλοφορίας A.TR. πρέπει να είναι σε θέση να υποβάλει, ανά πάσα στιγμή, κατόπιν αιτήματος των τελωνειακών αρχών του κράτους εξαγωγής στο οποίο εκδίδεται το πιστοποιητικό κυκλοφορίας A.TR., κάθε κατάλληλο έγγραφο που αποδεικνύει το χαρακτήρα των σχετικών εμπορευμάτων, καθώς και την πλήρωση των λοιπών απαιτήσεων της βασικής απόφασης και της παρούσας απόφασης.

4.   Οι εκδούσες τελωνειακές αρχές λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την επαλήθευση του χαρακτήρα των εμπορευμάτων και της πλήρωσης των λοιπών απαιτήσεων της βασικής απόφασης και της παρούσας απόφασης. Για το σκοπό αυτό, έχουν το δικαίωμα να ζητούν την προσκόμιση κάθε αποδεικτικού στοιχείου και να διενεργούν ελέγχους των λογιστικών βιβλίων του εξαγωγέα, καθώς και οποιονδήποτε άλλο έλεγχο κρίνουν σκόπιμο. Οι εκδούσες τελωνειακές αρχές εξασφαλίζουν επίσης ότι τα πιστοποιητικά συμπληρώνονται ορθά. Ιδίως, ελέγχουν αν ο χώρος που προορίζεται για την περιγραφή των προϊόντων έχει συμπληρωθεί με τρόπο ο οποίος αποκλείει οποιαδήποτε πιθανότητα δόλιων προσθηκών.

Άρθρο 8

1.   Το πιστοποιητικό κυκλοφορίας εμπορευμάτων A.TR. υποβάλλεται, εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία έκδοσης από τις τελωνειακές αρχές του κράτους εξαγωγής, στις τελωνειακές αρχές του κράτους εισαγωγής.

2.   Τα πιστοποιητικά κυκλοφορίας εμπορευμάτων A.TR., τα οποία υποβάλλονται στις τελωνειακές αρχές του κράτους εισαγωγής μετά την καταληκτική ημερομηνία υποβολής που προβλέπεται στην παράγραφο 1, μπορούν να γίνονται αποδεκτά, εφόσον η παράλειψη υποβολής των εν λόγω εγγράφων εμπροθέσμως οφείλεται σε εξαιρετικές περιστάσεις.

3.   Σε άλλες περιπτώσεις καθυστερημένης προσκόμισης, οι τελωνειακές αρχές του κράτους εισαγωγής αποδέχονται τα πιστοποιητικά κυκλοφορίας εμπορευμάτων A.TR. εφόσον τα εμπορεύματα έχουν προσκομισθεί πριν από αυτή την καταληκτική ημερομηνία.

Άρθρο 9

1.   Τα πιστοποιητικά κυκλοφορίας A.TR. συντάσσονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας ή στην τουρκική γλώσσα και σύμφωνα με τις διατάξεις του εθνικού δικαίου του κράτους εξαγωγής. Όταν τα πιστοποιητικά συντάσσονται στην τουρκική, πρέπει επίσης να συντάσσονται και σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας. Δακτυλογραφούνται ή συμπληρώνονται με το χέρι, με κεφαλαία γράμματα και μελάνι.

2.   Οι διαστάσεις κάθε εντύπου είναι 210 × 297 mm. Το χαρτί που χρησιμοποιείται πρέπει να είναι χρώματος λευκού, χωρίς μηχανικούς πολτούς, με κόλλα γραφής και ζυγίζει τουλάχιστον 25 g/m2. Φέρει τυπωμένη διαγράμμιση πράσινου χρώματος, η οποία καθιστά εμφανή στον οφθαλμό κάθε παραποίηση με μηχανικά ή χημικά μέσα.

Τα κράτη μέλη και η Τουρκία μπορούν να επιφυλλάττονται του δικαιώματος να τυπώνουν τα έντυπα ή μπορούν να αναθέτουν την εκτύπωσή τους σε εγκεκριμένους τυπογράφους. Στην τελευταία περίπτωση, κάθε έντυπο περιλαμβάνει αναφορά στη σχετική έγκριση, αναφέρει το όνομα και τη διεύθυνση του τυπογραφείου ή το σήμα με το οποίο το τυπογραφείο μπορεί να ταυτοποιηθεί. Φέρει επίσης αύξοντα αριθμό βάσει του οποίου μπορεί να ταυτοποιηθεί.

3.   Τα πιστοποιητικά κυκλοφορίας A.TR. συμπληρώνονται σύμφωνα με το επεξηγηματικό σημείωμα που περιέχεται στο παράρτημα ΙΙ και σύμφωνα με όλους τους συμπληρωματικούς κανόνες που ορίζονται στο πλαίσιο της τελωνειακής ένωσης.

Άρθρο 10

1.   Τα πιστοποιητικά κυκλοφορίας εμπορευμάτων A.TR. υποβάλλονται στις τελωνειακές αρχές του κράτους εισαγωγής, σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζει το εν λόγω κράτος. Οι προαναφερόμενες τελωνειακές αρχές μπορούν να απαιτήσουν τη μετάφραση ενός πιστοποιητικού. Μπορούν επίσης να απαιτήσουν να συνοδεύεται η διασάφηση εισαγωγής από δήλωση του εισαγωγέα ότι τα εμπορεύματα πληρούν τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την ελεύθερη κυκλοφορία.

2.   Η διαπίστωση μικροδιαφορών μεταξύ των ενδείξεων που αναφέρονται στο πιστοποιητικό κυκλοφορίας A.TR. και εκείνων που αναφέρονται στο έγγραφο που έχει υποβληθεί στις τελωνειακές αρχές για τη διεκπεραίωση των διατυπώσεων εισαγωγής των εμπορευμάτων, δεν συνεπάγεται αφ’ εαυτής την ακυρότητα των πιστοποιητικών, εάν αποδειχθεί δεόντως ότι τα πιστοποιητικά αυτά αντιστοιχούν στα εμπορεύματα που προσκομίστηκαν.

3.   Τα προφανή υλικά λάθη, όπως τα λάθη τύπωσης σε πιστοποιητικά κυκλοφορίας A.TR, δεν συνεπάγονται την απόρριψη του πιστοποιητικού, εφόσον τα λάθη αυτά δεν μπορούν να θέσουν υπό αμφισβήτηση την ακρίβεια των δηλώσεων που περιέχουν τα εν λόγω πιστοποιητικά.

4.   Σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής πιστοποιητικού A.TR. ο εξαγωγέας μπορεί να ζητήσει, από την τελωνειακή αρχή που το εξέδωσε, αντίγραφο το οποίο εκδίδεται βάσει των παραστατικών εξαγωγής που κατέχει. Το εκδιδόμενο αντίγραφο πιστοποιητικού κυκλοφορίας A.TR. πρέπει να φέρει στη θέση 8, μία από τις ακόλουθες μνείες, παράλληλα με την ημερομηνία έκδοσης και τον αύξοντα αριθμό του πρωτότυπου πιστοποιητικού:

«ES

DUPLICADO

CS

DUPLIKÁT

DA

DUPLIKAT

DE

DUPLIKAT

ET

DUPLIKAAT

EL

ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

EN

DUPLICATE

FR

DUPLICATA

IT

DUPLICATO

LV

DUBLIKĀTS

LT

DUBLIKATAS

HU

MÁSODLAT

MT

DUPLIKAT

NL

DUPLICAAT

PL

DUPLIKAT

PT

SEGUNDA VIA

SL

DVOJNIK

SK

DUPLIKÁT

FI

KAKSOISKAPPALE

SV

DUPLIKAT

TR

İKİNCİ NÜSHADİR».

Άρθρο 11

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 7, μπορεί να χρησιμοποιείται απλουστευμένη διαδικασία για την έκδοση πιστοποιητικών κυκλοφορίας εμπορευμάτων A.TR., σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις.

2.   Οι τελωνειακές αρχές του κράτους εξαγωγής μπορούν να δίνουν άδεια σε κάθε εξαγωγέα, (εφεξής αποκαλούμενος «εγκεκριμένος εξαγωγέας»), ο οποίος πραγματοποιεί συχνά αποστολές για τις οποίες μπορούν να εκδίδονται πιστοποιητικά κυκλοφορίας A.TR., παρέχουν δε στις τελωνειακές αρχές όλες τις απαραίτητες εγγυήσεις για την επαλήθευση του χαρακτήρα των εμπορευμάτων, να μην προσκομίζει τη στιγμή της εξαγωγής στο τελωνείο του κράτους εξαγωγής τα εμπορεύματα ή την αίτηση για πιστοποιητικό κυκλοφορίας A.TR., για τα οικεία εμπορεύματα, με σκοπό την έκδοση πιστοποιητικού κυκλοφορίας A.TR., σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 7.

3.   Οι τελωνειακές αρχές αρνούνται στους εξαγωγείς που δεν παρέχουν όλες τις εγγυήσεις που κρίνουν αναγκαίες, την άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να ανακαλούν την άδεια ανά πάσα στιγμή. Πρέπει να την ανακαλούν όταν ο εγκεκριμένος εξαγωγέας δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις ούτε παρέχει πλέον τις σχετικές εγγυήσεις.

4.   Στην άδεια που χορηγούν οι τελωνειακές αρχές διευκρινίζονται ιδίως:

α)

το αρμόδιο τελωνείο για την εκ των προτέρων θεώρηση των πιστοποιητικών·

β)

ο τρόπος με τον οποίο ο εγκεκριμένος εξαγωγέας πρέπει να αποδεικνύει ότι τα πιστοποιητικά αυτά έχουν χρησιμοποιηθεί·

γ)

στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 στοιχείο β), η αρμόδια αρχή για τη διενέργεια του εκ των υστέρων ελέγχου που αναφέρεται στο άρθρο 16.

5.   Στην άδεια ορίζεται, κατ’ επιλογή των αρμόδιων αρχών, ότι ο χώρος που προορίζεται για τη θεώρηση από το τελωνείο πρέπει:

α)

να έχει σφραγισθεί εκ των προτέρων με τη σφραγίδα του αρμόδιου τελωνείου του κράτους εξαγωγής και την υπογραφή, η οποία μπορεί να έχει τεθεί με φαξ, υπαλλήλου του εν λόγω τελωνείου· ή

β)

να έχει σφραγισθεί από τον εγκεκριμένο εξαγωγέα με ειδική σφραγίδα, εγκεκριμένη από τις τελωνειακές αρχές του κράτους εξαγωγής, σύμφωνα με το υπόδειγμα του παραρτήματος III. Το αποτύπωμα αυτό μπορεί να έχει προεκτυπωθεί στα έντυπα.

6.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 στοιχείο α), μία από τις ακόλουθες φράσεις συμπληρώνεται στη θέση 8 «Παρατηρήσεις» του πιστοποιητικού κυκλοφορίας A.TR.:

«ES

Procedimiento simplificado

CS

Zjednodušený postup

DA

Forenklet fremgangsmåde

DE

Vereinfachtes Verfahren

ET

Lihtsustatud tolliprotseduur

EL

Απλουστευμένη διαδικασία

EN

Simplified procedure

FR

Procédure simplifiée

IT

Procedura semplificata

LV

Vienkāršota procedūra

LT

Supaprastinta procedura

HU

Egyszerűsített eljárás

MT

Procedura simplifikata

NL

Vereenvoudigde regeling

PL

Procedura uproszczona

PT

Procedimento simplificado

SL

Poenostavljen postopek

SK

Zjednodušený postup

FI

Yksinkertaistettu menettely

SV

Förenklat förfarande

TR

Basitleştirilmiş prosedür».

7.   Το πιστοποιητικό, συμπληρωμένο με τη φράση της παραγράφου 6 και υπογεγραμμένο από τον εγκεκριμένο εξαγωγέα, επέχει θέση εγγράφου που πιστοποιεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 5.

Άρθρο 12

1.   Όταν ένας εξαγωγέας εξάγει τακτικά εμπορεύματα από κράτος μέλος της Κοινότητας άλλο από εκείνο στο οποίο είναι εγκατεστημένος, μπορεί να αποκτήσει καθεστώς εγκεκριμένου εξαγωγέα όσον αφορά τις εν λόγω εξαγωγές.

Για το σκοπό αυτό, υποβάλλει αίτηση στις αρμόδιες τελωνειακές αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος και στο οποίο διατηρεί τα αρχεία που αποδεικνύουν το χαρακτήρα των εν λόγω εμπορευμάτων και την πλήρωση των λοιπών απαιτήσεων της βασικής απόφασης και της παρούσας απόφασης.

2.   Όταν οι αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 διαπιστώσουν ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 11 και εκδώσουν άδεια, απευθύνουν κοινοποίηση στις τελωνειακές αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών.

3.   Στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει στη θέση 14 του πιστοποιητικού κυκλοφορίας A.TR. προεκτυπωμένη διεύθυνση για την επαλήθευση, ο εξαγωγέας αναφέρει στη θέση 8, «Παρατηρήσεις», του πιστοποιητικού κυκλοφορίας A.TR., το κράτος μέλος που εξέδωσε την άδεια στο οποίο πρέπει να απευθύνουν τις αιτήσεις τους οι τελωνειακές αρχές της Τουρκίας, για την εκ των υστέρων επαλήθευση σύμφωνα με το άρθρο 16.

Άρθρο 13

Όταν τα εμπορεύματα υπάγονται στον έλεγχο τελωνείου σε ένα μέρος της τελωνειακής ένωσης, το πρωτότυπο πιστοποιητικό κυκλοφορίας A.TR. είναι δυνατό να αντικαθίσταται από ένα ή περισσότερα πιστοποιητικά κυκλοφορίας A.TR. για την αποστολή όλων των εμπορευμάτων ή ορισμένων από αυτά σε άλλο μέρος της τελωνειακής επικράτειας της τελωνειακής ένωσης. Το ή τα πιστοποιητικά αντικατάστασης A.TR. εκδίδονται από το τελωνείο στον έλεγχο του οποίου υπάγονται τα εμπορεύματα.

Άρθρο 14

1.   Οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών της Κοινότητας και της Τουρκίας παρέχουν εκατέρωθεν, μέσω της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αφενός δείγματα αποτυπωμάτων των σφραγίδων που χρησιμοποιούν τα τελωνεία τους για την έκδοση των πιστοποιητικών κυκλοφορίας A.TR. και, αφετέρου, τις διευθύνσεις των τελωνειακών αρχών που είναι υπεύθυνες για την επαλήθευση αυτών των πιστοποιητικών.

2.   Προκειμένου να διασφαλισθεί η ορθή εφαρμογή της παρούσας απόφασης, η Κοινότητα και η Τουρκία παρέχουν αμοιβαία συνδρομή, μέσω των αρμόδιων τελωνειακών αρχών, για τον έλεγχο της γνησιότητας των πιστοποιητικών κυκλοφορίας A.TR. και της ακρίβειας των πληροφοριακών στοιχείων που αναγράφονται σε αυτά.

Άρθρο 15

1.   Παρά το άρθρο 7 παράγραφος 1, πιστοποιητικό κυκλοφορίας A.TR. είναι δυνατό να εκδίδεται, κατ’ εξαίρεση, και μετά την εξαγωγή των εμπορευμάτων τα οποία αφορά, εάν:

α)

δεν εκδόθηκε κατά τη στιγμή της εξαγωγής, λόγω σφαλμάτων, ακουσίων παραλείψεων ή ειδικών περιστάσεων· ή

β)

παρέχονται ικανοποιητικές αποδείξεις στις τελωνειακές αρχές ότι όντως εκδόθηκε πιστοποιητικό κυκλοφορίας A.TR., αλλά δεν έγινε αποδεκτό κατά την εισαγωγή για τεχνικούς λόγους.

2.   Για την εφαρμογή της παραγράφου 1, ο εξαγωγέας πρέπει να αναφέρει στην αίτησή του τον τόπο και την ημερομηνία της εξαγωγής των προϊόντων τα οποία αφορά το πιστοποιητικό κυκλοφορίας A.TR. και δηλώνει τους λόγους της αίτησής του.

3.   Οι τελωνειακές αρχές δύνανται να εκδίδουν εκ των υστέρων πιστοποιητικό κυκλοφορίας A.TR. μόνον αφού επαληθεύσουν ότι τα πληροφοριακά στοιχεία που παρατίθενται στην αίτηση του εξαγωγέα συμφωνούν με εκείνα που περιέχει ο αντίστοιχος φάκελος.

4.   Τα πιστοποιητικά κυκλοφορίας A.TR. που εκδίδονται εκ των υστέρων πρέπει να περιλαμβάνουν στη θέση 8 μία από τις ακόλουθες φράσεις:

«ES

EXPEDIDO A POSTERIORI

CS

VYSTAVENO DODATEČNĚ

DA

UDSTEDT EFTERFØLGENDE

DE

NACHTRÄGLICH AUSGESTELLT

ET

TAGANTJÄRELE VÄLJA ANTUD

EL

ΕΚΔΟΘΕΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ

EN

ISSUED RETROSPECTIVELY

FR

DÉLIVRÉ A POSTERIORI

IT

RILASCIATO A POSTERIORI

LV

IZSNIEGTS RETROSPEKTĪVI

LT

RETROSPEKTYVUSIS IŠDAVIMAS

HU

KIADVA VISSZAMENŐLEGES HATÁLLYAL

MT

MAĦRUĠ RETROSPETTIVAMENT

NL

AFGEGEVEN A POSTERIORI

PL

WYSTAWIONE RETROSPEKTYWNIE

PT

EMITIDO A POSTERIORI

SL

IZDANO NAKNADNO

SK

VYDANÉ DODATOČNE

FI

ANNETTU JÄLKIKÄTEEN

SV

UTFÄRDAT I EFTERHAND

TR

SONRADAN VERİLMİŞTİR».

Άρθρο 16

1.   Η εκ των υστέρων επαλήθευση των πιστοποιητικών κυκλοφορίας A.TR. πραγματοποιείται δειγματοληπτικά ή οποτεδήποτε οι τελωνειακές αρχές του κράτους εισαγωγής έχουν βάσιμες αμφιβολίες ως προς τη γνησιότητα των πιστοποιητικών, το χαρακτήρα των σχετικών εμπορευμάτων ή την πλήρωση των λοιπών απαιτήσεων της βασικής απόφασης ή της παρούσας απόφασης.

2.   Για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 1, οι τελωνειακές αρχές του κράτους εισαγωγής αποστέλλουν στις τελωνειακές αρχές του κράτους εξαγωγής το πιστοποιητικό κυκλοφορίας A.TR. και το τιμολόγιο, εφόσον έχει υποβληθεί, ή αντίγραφο των εγγράφων αυτών, αναφέροντας, όπου κρίνεται σκόπιμο, τους λόγους της έρευνας. Προς επίρρωση της αίτησης επαλήθευσης, οι τελωνειακές αρχές διαβιβάζουν κάθε έγγραφο και πληροφορία που έχουν συγκεντρώσει βάσει των οποίων τα πληροφοριακά στοιχεία που αναγράφονται στο πιστοποιητικό κυκλοφορίας A.TR. είναι ανακριβή.

3.   Η επαλήθευση διενεργείται από τις τελωνειακές αρχές του κράτους εξαγωγής. Για το σκοπό αυτό, έχουν το δικαίωμα να ζητούν την προσκόμιση κάθε αποδεικτικού στοιχείου και να διενεργούν ελέγχους των λογιστικών βιβλίων του εξαγωγέα, καθώς και οποιονδήποτε άλλο έλεγχο κρίνουν σκόπιμο.

4.   Εάν οι τελωνειακές αρχές του κράτους εισαγωγής αποφασίσουν να αναστείλουν την υπαγωγή των οικείων εμπορευμάτων στη μεταχείριση που απορρέει από τις διατάξεις για την ελεύθερη κυκλοφορία της βασικής απόφασης, εν αναμονή των αποτελεσμάτων της επαλήθευσης, τότε επιτρέπεται στον εισαγωγέα να παραλαμβάνει τα εμπορεύματα, υπό την επιφύλαξη των τυχόν προληπτικών μέτρων που κρίνονται απαραίτητα.

5.   Οι τελωνειακές αρχές που ζητούν την επαλήθευση πρέπει να ενημερώνονται για τα αποτελέσματά της, το συντομότερο δυνατό. Τα εν λόγω αποτελέσματα ορίζουν σαφώς αν τα έγγραφα είναι γνήσια και κατά πόσον τα σχετικά εμπορεύματα μπορούν να θεωρηθούν ότι ήταν σε ελεύθερη κυκλοφορία στην τελωνειακή ένωση και πληρούν τις λοιπές απαιτήσεις της βασικής απόφασης και της παρούσας απόφασης.

6.   Εάν, σε περίπτωση βάσιμων αμφιβολιών, δεν δοθεί απάντηση εντός δέκα μηνών από την ημερομηνία της αίτησης επαλήθευσης ή εάν η απάντηση δεν περιλαμβάνει επαρκείς πληροφορίες ώστε να διαπιστωθεί η γνησιότητα του επίμαχου εγγράφου ή ο πραγματικός χαρακτήρας των εμπορευμάτων, οι αιτούσες τελωνειακές αρχές αρνούνται την υπαγωγή στη μεταχείριση που απορρέει από τις διατάξεις για την ελεύθερη κυκλοφορία της βασικής απόφασης, εκτός αν συντρέχουν έκτακτες περιστάσεις.

Άρθρο 17

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 5, οι διατάξεις για την ελεύθερη κυκλοφορία της βασικής απόφασης εφαρμόζονται επίσης στα εμπορεύματα που εισάγονται σε ένα μέρος της τελωνειακής ένωσης, εφόσον συνοδεύονται από πιστοποιητικό τουρκικής ή κοινοτικής καταγωγής, το οποίο έχει καταρτισθεί σε χώρα, ομάδα χωρών ή έδαφος βάσει των διατάξεων προτιμησιακών εμπορικών συμφωνιών που έχουν συναφθεί και από την Κοινότητα και από την Τουρκία με την εν λόγω χώρα, ομάδα χωρών ή έδαφος και προβλέπει την εφαρμογή ενός συστήματος σώρευσης καταγωγής το οποίο συνεπάγεται την εφαρμογή ταυτόσημων κανόνων καταγωγής και την απαγόρευση επιστροφής ή απαλλαγής από τους τελωνειακούς δασμούς.

2.   Οι διευθετήσεις διοικητικής συνεργασίας, που προβλέπονται από τους κανόνες καταγωγής των σχετικών προτιμησιακών εμπορικών συμφωνιών, εφαρμόζονται στα πιστοποιητικά που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 18

Οσάκις προκύπτουν διαφορές σε σχέση με τις διαδικασίες επαλήθευσης του άρθρου 16, οι οποίες δεν μπορούν να διευθετηθούν μεταξύ των τελωνειακών αρχών που ζήτησαν την επαλήθευση και των τελωνειακών αρχών που είναι υπεύθυνες για τη διενέργειά της ή όταν ανακύπτουν προβλήματα ερμηνείας της παρούσας απόφασης, φέρονται ενώπιον της επιτροπής τελωνειακής συνεργασίας.

Σε κάθε περίπτωση, οι διαφορές μεταξύ του εισαγωγέα και των τελωνειακών αρχών του κράτους εισαγωγής διευθετούνται βάσει της νομοθεσίας του εν λόγω κράτους.

Άρθρο 19

Επιβάλλονται κυρώσεις σε κάθε πρόσωπο το οποίο συντάσσει, ή προκαλεί τη σύνταξη, εγγράφου το οποίο περιέχει εσφαλμένες πληροφορίες με σκοπό την υπαγωγή στη μεταχείριση που απορρέει από τις διατάξεις για την ελεύθερη κυκλοφορία της βασικής απόφασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Διατάξεις σχετικά με τα εμπορεύματα που μεταφέρονται από ταξιδιώτες

Άρθρο 20

Εφόσον δεν προορίζονται για εμπορική χρήση, τα εμπορεύματα που μεταφέρονται από ταξιδιώτες από ένα μέρος της τελωνειακής ένωσης στο άλλο, επωφελούνται από τις διατάξεις για ελεύθερη κυκλοφορία της βασικής απόφασης, χωρίς να αποτελούν αντικείμενο του πιστοποιητικού που προβλέπει το Κεφάλαιο 2, εφόσον δηλώνονται ως εμπορεύματα που πληρούν τις προϋποθέσεις για ελεύθερη κυκλοφορία και δεν υπάρχει αμφιβολία ως προς την ακρίβεια της δήλωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Ταχυδρομικές αποστολές

Άρθρο 21

Οι ταχυδρομικές αποστολές (συμπεριλαμβανομένων των ταχυδρομικών δεμάτων) επωφελούνται από τις διατάξεις για την ελεύθερη κυκλοφορία της βασικής απόφασης, χωρίς να αποτελούν αντικείμενο του πιστοποιητικού που προβλέπει το κεφάλαιο 2, εφόσον δεν υπάρχει ένδειξη επί του δέματος ή επί των συνοδευτικών εγγράφων σύμφωνα με την οποία τα περιεχόμενα εμπορεύματα δεν πληρούν τις προϋποθέσεις της βασικής απόφασης. Η ένδειξη αυτή έχει τη μορφή κίτρινης ετικέτας το υπόδειγμα της οποίας περιέχεται στο παράρτημα IV και η οποία επικολλάται σ’ αυτές τις περιπτώσεις από τις τελωνειακές αρχές του κράτους εξαγωγής.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΜΕ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Διατάξεις σχετικά με τη δασμολογική αξία των εμπορευμάτων

Άρθρο 22

Το κόστος μεταφοράς και ασφάλισης, καθώς και το κόστος της φόρτωσης και των εργασιών διεκπεραίωσης που προκύπτει από τη μεταφορά εμπορευμάτων τρίτης χώρας, μετά την είσοδο των εμπορευμάτων αυτών στην επικράτεια της τελωνειακής ένωσης, δεν λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας, υπό τον όρο ότι το κόστος αυτό εμφανίζεται ξεχωριστά από την όντως καταβληθείσα ή καταβλητέα τιμή για τα εν λόγω εμπορεύματα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Τελειοποίηση προς επανεισαγωγή

Άρθρο 23

Για τους σκοπούς του παρόντος κεφαλαίου, ως «τριγωνικές συναλλαγές» νοείται το σύστημα βάσει του οποίου τα παράγωγα προϊόντα ύστερα από τελειοποίηση προς επανεισαγωγή τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, με μερική ή πλήρη απαλλαγή από εισαγωγικούς δασμούς σε μέρος της τελωνειακής ένωσης άλλο από εκείνο από το οποίο εξήχθησαν προσωρινά τα εμπορεύματα.

Άρθρο 24

Όταν τα παράγωγα προϊόντα ή τα προϊόντα αντικατάστασης τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία στο πλαίσιο των τριγωνικών συναλλαγών, χρησιμοποιείται το δελτίο πληροφοριών INF 2 για την ανακοίνωση πληροφοριών σχετικά με τα εμπορεύματα προσωρινής εξαγωγής με σκοπό τη μερική ή ολική απαλλαγή από δασμούς για τα παράγωγα προϊόντα ή τα προϊόντα αντικατάστασης.

Άρθρο 25

1.   Το δελτίο πληροφοριών INF2 συντάσσεται, για την ποσότητα εμπορευμάτων που υπάγονται στο καθεστώς, σε ένα πρωτότυπο και σε ένα αντίγραφο, σε έντυπα που συμφωνούν με το υπόδειγμα που περιέχεται στο παράρτημα 71 των διατάξεων εφαρμογής του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, όταν εκδίδεται στην Κοινότητα, και στο υπόδειγμα που προβλέπεται τηρουμένων των αναλογιών στην τουρκική τελωνειακή νομοθεσία βάσει του εν λόγω παραρτήματος, όταν εκδίδεται στην Τουρκία. Τα έντυπα συμπληρώνονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας ή στην τουρκική γλώσσα. Το τελωνείο εισόδου θεωρεί το πρωτότυπο και το αντίγραφο του δελτίου πληροφοριών INF 2. Φυλάσσει το αντίγραφο και παραδίδει το πρωτότυπο στον διασαφηστή.

2.   Το τελωνείο εισαγωγής το οποίο καλείται να θεωρήσει το δελτίο πληρoφοριών INF 2, αναγράφει στη θέση 16, τους τρόπους ταυτοποίησης των εμπορευμάτων προσωρινής εξαγωγής.

3.   Σε περίπτωση που πραγματοποιείται δειγματοληψία ή χρησιμοποιούνται εικονογραφήσεις ή τεχνικές περιγραφές, το τελωνείο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 επιβεβαιώνει τη γνησιότητα αυτών των δειγμάτων, εικονογραφήσεων ή τεχνικών περιγραφών, θέτοντας την τελωνειακή σφραγίδα του είτε πάνω στα αντικείμενα αυτά, εφόσον η φύση τους το επιτρέπει, είτε πάνω στη συσκευασία, ούτως ώστε να μην είναι δυνατόν να παραποιηθεί.

Στα δείγματα, στις εικονογραφήσεις ή στις τεχνικές περιγραφές επισυνάπτεται μια ετικέτα με τη σφραγίδα του τελωνείου και τα στοιχεία αναφοράς της διασάφησης εξαγωγής κατά τρόπο ο οποίος δεν επιτρέπει την αντικατάστασή τους.

Τα δείγματα, οι εικονογραφήσεις ή οι τεχνικές περιγραφές η γνησιότητα των οποίων έχει επιβεβαιωθεί και τα οποία έχουν σφραγισθεί, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, παραδίδονται στον εξαγωγέα, ο οποίος υποχρεούται να τα προσκομίζει, με ανέπαφες τις σφραγίδες, κατά την επανεισαγωγή των παράγωγων προϊόντων ή των προϊόντων αντικατάστασης.

4.   Όταν απαιτείται ανάλυση και τα αποτελέσματα θα γίνουν γνωστά μετά τη θεώρηση του δελτίου πληροφοριών INF 2 από το τελωνείο, το έγγραφο που περιέχει το αποτέλεσμα της ανάλυσης παραδίδεται στον εξαγωγέα μέσα σε ασφαλή και σφραγισμένο φάκελο.

Άρθρο 26

1.   Το τελωνείο εξόδου επιβεβαιώνει επί του πρωτοτύπου ότι τα εμπορεύματα εγκατέλειψαν το τελωνειακό έδαφος και το επιστρέφει στο πρόσωπο που το προσκόμισε.

2.   Ο εισαγωγέας των παράγωγων προϊόντων ή των προϊόντων αντικατάστασης υποβάλλει το πρωτότυπο του δελτίου πληροφοριών INF2 και, οσάκις ενδείκνυνται, τα μέσα ταυτοποίησης στο τελωνείο αποδέσμευσης.

Άρθρο 27

1.   Όταν το τελωνείο που εκδίδει το δελτίο πληροφοριών INF 2 κρίνει ότι απαιτούνται πρόσθετες πληροφορίες, εκτός από αυτές που περιέχονται στο δελτίο πληροφοριών, αναγράφει τα σχετικά στοιχεία. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει επαρκής χώρος, προσαρτάται συμπληρωματικό φύλλο. Αναγράφεται σχετική μνεία στο πρωτότυπο.

2.   Είναι δυνατό να ζητηθεί από το τελωνείο που θεώρησε το δελτίο πληροφοριών INF 2 να διενεργήσει εκ των υστέρων επαλήθευση της εγκυρότητας του δελτίου και της ακρίβειας των στοιχείων που περιέχει.

3.   Στην περίπτωση διαδοχικών αποστολών, μπορεί να εκδίδεται ο αναγκαίος αριθμός δελτίων πληροφοριών INF 2 για την ποσότητα των εμπορευμάτων ή των προϊόντων που υπάγονται στο καθεστώς. Το αρχικό δελτίο πληροφοριών μπορεί εξάλλου να αντικαθίσταται από περαιτέρω δελτία πληροφοριών ή, όταν χρησιμοποιείται μόνο ένα δελτίο πληροφοριών, το τελωνείο το οποίο θεωρεί το δελτίο μπορεί να σημειώνει στο πρωτότυπο τις ποσότητες των εμπορευμάτων ή των προϊόντων. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει επαρκής χώρος, προσαρτάται συμπληρωματικό φύλλο και αναγράφεται σχετική μνεία στο πρωτότυπο.

4.   Οι τελωνειακές αρχές μπορούν να επιτρέπουν τη χρήση ανακεφαλαιωτικών δελτίων πληροφοριών INF 2 για τις τριγωνικές συναλλαγές που αφορούν μεγάλο αριθμό πράξεων που καλύπτουν τις συνολικές εισαγωγές/εξαγωγές για συγκεκριμένη περίοδο.

5.   Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το δελτίο πληροφοριών INF 2 μπορεί να εκδίδεται εκ των υστέρων αλλά όχι μετά τη λήξη της περιόδου που απαιτείται για τη φύλαξη των παραστατικών.

Άρθρο 28

Σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής του δελτίου πληροφοριών INF 2, η επιχείρηση μπορεί να ζητήσει από το τελωνείο που το έχει θεωρήσει, την έκδοση αντιγράφου. Το τελωνείο συμμορφώνεται με την εν λόγω αίτηση, υπό τον όρο ότι αποδεικνύεται ότι τα εμπορεύματα προσωρινής εξαγωγής, για τα οποία ζητείται η έκδοση αντιγράφου, δεν έχουν ακόμη επανεισαχθεί.

Το πρωτότυπο και τα αντίγραφα του δελτίου πληροφοριών που εκδίδονται κατ’ αυτόν τον τρόπο, φέρουν μία από τις ακόλουθες ενδείξεις:

«ES

DUPLICADO

CS

DUPLIKÁT

DA

DUPLIKAT

DE

DUPLIKAT

ET

DUPLIKAAT

EL

ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

EN

DUPLICATE

FR

DUPLICATA

IT

DUPLICATO

LV

DUBLIKĀTS

LT

DUBLIKATAS

HU

MÁSODLAT

MT

DUPLIKAT

NL

DUPLICAAT

PL

DUPLIKAT

PT

SEGUNDA VIA

SL

DVOJNIK

SK

DUPLIKÁT

FI

KAKSOISKAPPALE

SV

DUPLIKAT

TR

İKİNCİ NÜSHADİR».

Άρθρο 29

Μετά από αίτηση, μπορεί να χορηγείται μερική απαλλαγή από εισαγωγικούς δασμούς, με τη χρησιμοποίηση του κόστους των εργασιών τελειοποίησης ως βάση για τον υπολογισμό της δασμολογητέας αξίας των παράγωγων προϊόντων που τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία.

Οι τελωνειακές αρχές αρνούνται τον υπολογισμό της μερικής απαλλαγής από εισαγωγικούς δασμούς βάσει της παρούσας διάταξης, εάν αποδειχθεί, πριν από τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία των παράγωγων προϊόντων, ότι ο μοναδικός σκοπός για τον οποίο τα προσωρινώς εξαγόμενα εμπορεύματα που δεν κατάγονται από ένα από τα μέρη της τελωνειακής ένωσης, κατά την έννοια του τίτλου ΙΙ κεφάλαιο 2 τμήμα 1 του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα και κατά την έννοια του τίτλου ΙΙ κεφάλαιο 2 τμήμα 1 του τελωνειακού κώδικα της Τουρκίας, τέθηκαν σε ελεύθερη κυκλοφορία με μηδενικό δασμό ήταν να επωφεληθούν από τη μερική απαλλαγή βάσει της παρούσας διάταξης.

Οι κανόνες για την τελωνειακή αξία των εμπορευμάτων που περιλαμβάνονται στον κοινοτικό τελωνειακό κώδικα και στον τελωνειακό κώδικα της Τουρκίας εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών όσον αφορά το κόστος τελειοποίησης κατά τον υπολογισμό του οποίου δεν λαμβάνονται υπόψη τα εμπορεύματα προσωρινής εξαγωγής.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Επανεισαγόμενα εμπορεύματα

Άρθρο 30

1.   Εμπορεύματα τα οποία, αφού εξήχθησαν από το ένα μέρος της τελωνειακής ένωσης, επανεισάγονται στο άλλο μέρος της τελωνειακής ένωσης και τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία εντός τριετίας, απαλλάσσονται από τους εισαγωγικούς δασμούς, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου.

Η τριετία μπορεί να παρατείνεται προκειμένου να ληφθούν υπόψη ειδικές περιστάσεις.

2.   Όταν, πριν από την εξαγωγή τους από το τελωνειακό έδαφος ενός μέρους της τελωνειακής ένωσης, τα επανεισαγόμενα εμπορεύματα είχαν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία με μειωμένο ή μηδενικό εισαγωγικό δασμό λόγω της χρήσης τους για ειδικό σκοπό, η προβλεπόμενη στην παράγραφο 1 απαλλαγή χορηγείται εφόσον αυτά τα εμπορεύματα πρόκειται να επανεισαχθούν για τον ίδιο σκοπό.

Όταν ο σκοπός για τον οποίο τα συγκεκριμένα εμπορεύματα πρόκειται να εισαχθούν δεν είναι πλέον ο ίδιος, το ποσό των εισαγωγικών δασμών που τους επιβάλλεται μειώνεται κατά το ποσό που έχει ενδεχομένως εισπραχθεί όταν τα εμπορεύματα αυτά τέθηκαν για πρώτη φορά σε ελεύθερη κυκλοφορία. Εάν το τελευταίο αυτό ποσό υπερβαίνει το ποσό που προκύπτει από τη θέση των επανεισαγομένων εμπορευμάτων σε ελεύθερη κυκλοφορία, δεν χορηγείται καμία επιστροφή.

3.   Η απαλλαγή από τους εισαγωγικούς δασμούς που προβλέπονται στην παράγραφο 1 δεν χορηγείται στην περίπτωση εμπορευμάτων που εξάγονται από το τελωνειακό έδαφος ενός μέρους της τελωνειακής ένωσης στο πλαίσιο του καθεστώτος τελειοποίησης προς επανεισαγωγή, εκτός εάν τα εμπορεύματα αυτά παραμένουν στην κατάσταση στην οποία εξήχθησαν.

Άρθρο 31

Η απαλλαγή από τους εισαγωγικούς δασμούς που προβλέπει το άρθρο 30 χορηγείται μόνον εφόσον τα εμπορεύματα επανεισάγονται στην κατάσταση στην οποία εξήχθησαν.

Άρθρο 32

Τα άρθρα 30 και 31 εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών στα παράγωγα προϊόντα που αρχικά εξήχθησαν ή επανεξήχθησαν λόγω της υπαγωγής τους σε καθεστώς τελειοποίησης προς επανεξαγωγή.

Το ποσό των νομίμως οφειλόμενων εισαγωγικών δασμών προσδιορίζεται βάσει των κανόνων που ισχύουν στο πλαίσιο της διαδικασίας τελειοποίησης προς επανεξαγωγή και η ημερομηνία επανεξαγωγής των παράγωγων προϊόντων θεωρείται ως η ημερομηνία θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία.

Άρθρο 33

Τα επανεισαγόμενα εμπορεύματα απαλλάσσονται από εισαγωγικούς δασμούς, ακόμη και όταν αυτά αποτελούν τμήμα μόνον των εμπορευμάτων τα οποία είχαν προηγουμένως εξαχθεί από το άλλο μέρος της τελωνειακής ένωσης.

Το ίδιο ισχύει και όταν τα εμπορεύματα αποτελούν τμήματα ή εξαρτήματα που ανήκουν σε μηχανές, όργανα, συσκευές ή άλλα προϊόντα που είχαν εξαχθεί προηγουμένως από το άλλο μέρος της τελωνειακής ένωσης.

Άρθρο 34

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 31, τα επανεισαγόμενα εμπορεύματα που εμπίπτουν σε μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις απαλλάσσονται από εισαγωγικούς δασμούς:

α)

εμπορεύματα τα οποία, αφού εξήχθησαν από το άλλο μέρος της τελωνειακής ένωσης, δεν υπέστησαν επεξεργασίες άλλες από εκείνες που είναι αναγκαίες για τη διατήρησή τους σε καλή κατάσταση ή εργασίες που μεταβάλλουν μόνον την εμφάνισή τους·

β)

εμπορεύματα τα οποία, αφού εξήχθησαν από το άλλο μέρος της τελωνειακής ένωσης, υπέστησαν επεξεργασίες άλλες από εκείνες που είναι αναγκαίες για τη διατήρησή τους σε καλή κατάσταση ή εργασίες άλλες από εκείνες που μεταβάλλουν μόνον την εμφάνισή τους αλλά τα οποία αποδείχτηκαν ελαττωματικά ή ακατάλληλα για την προβλεπόμενη χρήση, υπό τον όρο ότι πληρούν μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

οι εν λόγω επεξεργασίες ή εργασίες πραγματοποιήθηκαν στα εμπορεύματα αποκλειστικά με σκοπό την επιδιόρθωση ή την επαναφορά τους σε καλή κατάσταση,

η ακαταλληλότητά τους για την προβλεπόμενη χρήση τους κατέστη προφανής μόνο μετά την έναρξη των εν λόγω επεξεργασιών ή εργασιών.

2.   Όταν επανεισαγόμενα εμπορεύματα έχουν υποστεί επεξεργασίες ή εργασίες που επιτρέπονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β), και εφόσον αυτές οι επεξεργασίες θα είχαν ως συνέπεια να επιβληθούν στα εμπορεύματα εισαγωγικοί δασμοί εάν τεθούν υπό καθεστώς τελειοποίησης προς επανεισαγωγή, τότε εφαρμόζονται οι κανόνες δασμολόγησης που ισχύουν στο πλαίσιο της εν λόγω διαδικασίας.

Ωστόσο, εάν οι εργασίες που έχουν υποστεί τα εμπορεύματα συνίστανται σε επιδιόρθωση ή σε επαναφορά σε καλή κατάσταση, οι οποίες κατέστησαν αναγκαίες λόγω απρόβλεπτων περιστάσεων που προέκυψαν εκτός και των δύο μερών της τελωνειακής ένωσης, εφόσον αυτό αποδεικνύεται δεόντως στις τελωνειακές αρχές, χορηγείται απαλλαγή από τους εισαγωγικούς δασμούς υπό την προϋπόθεση ότι η αξία των επανεισαγόμενων εμπορευμάτων δεν είναι υψηλότερη, ως αποτέλεσμα αυτών των εργασιών, από την αξία τους κατά τη στιγμή της εξαγωγής από το τελωνειακό έδαφος του άλλου μέρους της τελωνειακής ένωσης.

3.   Για τους σκοπούς του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 2:

α)

«επισκευή ή επαναφορά σε καλή κατάσταση που κατέστη αναγκαία», σημαίνει κάθε παρέμβαση για την επανόρθωση των ελαττωμάτων λειτουργίας ή των υλικών φθορών τις οποίες έχει υποστεί εμπόρευμα κατά τη διάρκεια της παραμονής του εκτός και των δύο μερών της τελωνειακής ένωσης, χωρίς την οποία το εμπόρευμα δεν θα μπορούσε πλέον να χρησιμοποιηθεί κανονικά για τους σκοπούς για τους οποίους προοριζόταν·

β)

η αξία των επανεισαγόμενων εμπορευμάτων θεωρείται ότι δεν είναι υψηλότερη, λόγω των εργασιών οι οποίες διενεργήθηκαν από την αξία τους κατά τη στιγμή της εξαγωγής τους από το άλλο μέρος της τελωνειακής ένωσης, όταν οι εργασίες αυτές δεν υπερβαίνουν τα όρια που θεωρούνται απολύτως αναγκαία για να μπορέσουν τα εμπορεύματα να εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούνται με τον ίδιο τρόπο όπως και προηγουμένως.

Όταν η επισκευή ή η επαναφορά των εμπορευμάτων σε καλή κατάσταση απαιτεί την ενσωμάτωση ανταλλακτικών, η ενσωμάτωση αυτή περιορίζεται στα τεμάχια που είναι απολύτως αναγκαία προκειμένου τα εμπορεύματα να μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν με τον ίδιο τρόπο όπως και κατά τη στιγμή της εξαγωγής τους.

Άρθρο 35

Μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, οι τελωνειακές αρχές εκδίδουν, κατά την ολοκλήρωση των τελωνειακών διατυπώσεων εξαγωγής, έγγραφο που περιέχει τις αναγκαίες πληροφορίες για την ταυτοποίηση των εμπορευμάτων σε περίπτωση επανεισαγωγής τους στο τελωνειακό έδαφος ενός μέρους της τελωνειακής ένωσης.

Άρθρο 36

1.   Γίνονται δεκτά ως επανεισαγόμενα εμπορεύματα:

τα εμπορεύματα για τα οποία προσκομίζονται, προς επίρρωση της διασάφησης για τη θέση τους σε ελεύθερη κυκλοφορία, τα ακόλουθα έγγραφα:

α)

αντίγραφο του παραστατικού εξαγωγής που παραδίδεται στον εξαγωγέα από τις τελωνειακές αρχές ή αντίγραφο του εγγράφου αυτού επικυρωμένο από τις εν λόγω αρχές· ή

β)

το δελτίο πληροφοριών που προβλέπεται στο άρθρο 37.

Όταν οι τελωνειακές αρχές του τελωνείου επανεισαγωγής είναι σε θέση να διαπιστώσουν, με τα αποδεικτικά στοιχεία που διαθέτουν ή μπορούν να ζητήσουν από τον ενδιαφερόμενο, ότι τα εμπορεύματα που διασαφήσθηκαν για ελεύθερη κυκλοφορία είχαν αρχικά εξαχθεί από το άλλο μέρος της τελωνειακής ένωσης και ταυτόχρονα πληρούσαν τους όρους αποδοχής τους ως επανεισαγόμενα εμπορεύματα, δεν απαιτούνται τα έγγραφα που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β)·

τα εμπορεύματα που καλύπτονται από δελτίο ATA το οποίο έχει εκδοθεί στο άλλο μέρος της τελωνειακής ένωσης.

Τα εμπορεύματα αυτά μπορούν να γίνονται δεκτά ως επανεισαγόμενα εμπορεύματα, εντός των ορίων που καθορίζει το άρθρο 30, ακόμη και εάν έχει λήξει η ισχύς του δελτίου ΑΤΑ.

Σε όλες τις περιπτώσεις, πρέπει να τηρούνται οι ακόλουθες διατυπώσεις:

να επαληθεύονται οι πληροφορίες που αναγράφονται στις θέσεις Α έως Ζ στο δελτίο επανεισαγωγής,

να συμπληρώνεται το στέλεχος και η θέση Η του δελτίου επανεισαγωγής,

να κρατείται το φύλλο επανεισαγωγής.

2.   Η παράγραφος 1 πρώτη περίπτωση, δεν εφαρμόζεται στη διεθνή κυκλοφορία συσκευασιών, μέσων μεταφοράς ή ορισμένων εμπορευμάτων που γίνονται δεκτά υπό ειδικό τελωνειακό καθεστώς, όταν αυτόνομες ή συμβατικές διατάξεις προβλέπουν ότι δεν απαιτούνται στις περιπτώσεις αυτές τελωνειακά έγγραφα.

Δεν εφαρμόζονται επίσης στις περιπτώσεις κατά τις οποίες εμπορεύματα μπορούν να διασαφίζονται για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία προφορικά ή με οποιαδήποτε άλλη πράξη.

3.   Οι τελωνειακές αρχές του τελωνείου επανεισαγωγής, εφόσον το κρίνουν αναγκαίο, μπορούν να ζητούν από τον ενδιαφερόμενο να προσκομίζει συμπληρωματικά αποδεικτικά στοιχεία, ιδίως για την ταυτοποίηση των επανεισαγόμενων εμπορευμάτων.

Άρθρο 37

Το δελτίο πληροφοριών INF 3 συντάσσεται σε ένα πρωτότυπο και δύο αντίγραφα, σε έντυπα σύμφωνα με τα υποδείγματα που περιέχονται στο παράρτημα 110 των διατάξεων εφαρμογής του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, όταν εκδίδεται στην Κοινότητα και σύμφωνα με τα υποδείγματα που προβλέπονται τηρουμένων των αναλογιών στην τουρκική τελωνειακή νομοθεσία βάσει του εν λόγω παραρτήματος, όταν εκδίδεται στην Τουρκία. Τα έντυπα συμπληρώνονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας ή στην τουρκική γλώσσα.

Άρθρο 38

1.   Το δελτίο πληροφοριών INF 3 εκδίδεται, μετά από αίτηση του εξαγωγέα, από τις τελωνειακές αρχές του τελωνείου εξαγωγής κατά την ολοκλήρωση των διατυπώσεων εξαγωγής των συγκεκριμένων εμπορευμάτων, εάν ο εξαγωγέας δηλώσει ότι είναι πιθανόν τα εμπορεύματα αυτά να επανεισαχθούν μέσω τελωνείου του άλλου μέρους της τελωνειακής ένωσης.

2.   Το δελτίο πληροφοριών INF 3 μπορεί επίσης να εκδίδεται, μετά από αίτηση του εξαγωγέα, από τις τελωνειακές αρχές του τελωνείου εξαγωγής κατά την ολοκλήρωση των διατυπώσεων εξαγωγής των συγκεκριμένων εμπορευμάτων, εφόσον οι αρχές αυτές μπορούν να αποδείξουν, βάσει πληροφοριών που έχουν στη διάθεσή τους, ότι τα στοιχεία που περιέχονται στην αίτηση του εξαγωγέα ανταποκρίνονται στα εξαγόμενα εμπορεύματα.

Άρθρο 39

1.   Το δελτίο πληροφοριών INF 3 περιλαμβάνει όλα τα πληροφοριακά στοιχεία που απαιτούν οι τελωνειακές αρχές για την ταυτοποίηση των εξαγόμενων εμπορευμάτων.

2.   Όταν προβλέπεται ότι τα εξαγόμενα εμπορεύματα θα επανεισαχθούν στο άλλο μέρος της τελωνειακής ένωσης ή και στα δύο μέρη της τελωνειακής ένωσης μέσω πλειόνων τελωνείων, άλλων από το τελωνείο εξαγωγής, ο εξαγωγέας μπορεί να ζητήσει την έκδοση περισσότερων δελτίων πληροφοριών INF 3, ώστε να καλυφθεί η συνολική ποσότητα των εξαγόμενων εμπορευμάτων.

Ομοίως, ο εξαγωγέας μπορεί να ζητήσει από τις τελωνειακές αρχές που εκδίδουν το δελτίο πληροφοριών INF 3 να το αντικαταστήσουν με περισσότερα δελτία πληροφοριών INF 3 που θα καλύπτουν τη συνολική ποσότητα των εμπορευμάτων που περιέχονται στο δελτίο πληροφοριών INF 3 που είχε αρχικά εκδοθεί.

Ο εξαγωγέας μπορεί επίσης να ζητεί την έκδοση ενός δελτίου πληροφοριών INF 3 για ένα τμήμα μόνο των εξαγόμενων εμπορευμάτων.

Άρθρο 40

Το πρωτότυπο και ένα αντίγραφο του δελτίου πληροφοριών INF 3 επιστρέφονται στον εξαγωγέα για να τα προσκομίσει στο τελωνείο επανεισαγωγής. Το δεύτερο αντίγραφο αρχειοθετείται από τις τελωνειακές αρχές που το εξέδωσαν.

Άρθρο 41

Το τελωνείο επανεισαγωγής καταγράφει στο πρωτότυπο και στο αντίγραφο του δελτίου πληροφοριών INF 3 την ποσότητα των επανεισαγόμενων εμπορευμάτων που απαλλάσσονται από εισαγωγικούς δασμούς, φυλάσσει το πρωτότυπο και διαβιβάζει το αντίγραφο, με τον αριθμό αναφοράς και την ημερομηνία της διασάφησης για τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία, στις τελωνειακές αρχές που το εξέδωσαν.

Οι εν λόγω τελωνειακές αρχές συγκρίνουν το αντίγραφο αυτό με εκείνο το οποίο βρίσκεται στην κατοχή τους και το φυλάσσουν στα αρχεία τους.

Άρθρο 42

Σε περίπτωση κλοπής, απώλειας ή καταστροφής του πρωτοτύπου του δελτίου πληροφοριών INF 3, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει αντίγραφο από τις τελωνειακές αρχές οι οποίες το εξέδωσαν. Οι αρχές αυτές δίνουν συνέχεια στην αίτηση, αν το δικαιολογούν οι περιστάσεις. Το αντίγραφο που εκδίδεται κατ’ αυτό τον τρόπο φέρει μία από τις ακόλουθες ενδείξεις:

«ES

DUPLICADO

CS

DUPLIKÁT

DA

DUPLIKAT

DE

DUPLIKAT

ET

DUPLIKAAT

EL

ΑΝΤΙΓΡΑΦΟ

EN

DUPLICATE

FR

DUPLICATA

IT

DUPLICATO

LV

DUBLIKĀTS

LT

DUBLIKATAS

HU

MÁSODLAT

MT

DUPLIKAT

NL

DUPLICAAT

PL

DUPLIKAT

PT

SEGUNDA VIA

SL

DVOJNIK

SK

DUPLIKÁT

FI

KAKSOISKAPPALE

SV

DUPLIKAT

TR

İKİNCİ NÜSHADİR».

Οι τελωνειακές αρχές καταγράφουν στο αντίγραφο του δελτίου πληροφοριών INF 3 που βρίσκεται στην κατοχή τους ότι έχει εκδοθεί αντίγραφο.

Άρθρο 43

1.   Οι αρμόδιες αρχές του τελωνείου εξαγωγής ανακοινώνουν στις αρχές του τελωνείου επανεισαγωγής, κατόπιν αιτήματός τους, όλες τις πληροφορίες που έχουν στη διάθεσή τους, προκειμένου να τους επιτρέψουν να προσδιορίσουν κατά πόσον τα εμπορεύματα πληρούν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να επωφεληθούν από τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.

2.   Το δελτίο πληροφοριών INF 3 μπορεί να χρησιμοποιείται για την αίτηση και για τη διαβίβαση των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Κατάρτιση πιστοποιητικών προτιμησιακής καταγωγής σε μέρη της τελωνειακής ένωσης

Άρθρο 44

Το παρόν κεφάλαιο καθορίζει κανόνες οι οποίοι προορίζονται να διευκολύνουν:

α)

την έκδοση πιστοποιητικών κυκλοφορίας EUR.1 ή EUR-MED και τη σύνταξη δηλώσεων τιμολογίου ή δηλώσεων τιμολογίου EUR-MED βάσει των διατάξεων των προτιμησιακών εμπορικών συμφωνιών, που έχουν συναφθεί και από την Κοινότητα και από την Τουρκία με χώρες, ομάδες χωρών ή εδάφη, και προβλέπουν την εφαρμογή ενός συστήματος σώρευσης καταγωγής, το οποίο προϋποθέτει την εφαρμογή ταυτόσημων κανόνων καταγωγής και την απαγόρευση επιστροφής ή απαλλαγής από τους τελωνειακούς δασμούς·

β)

τη διοικητική συνεργασία μεταξύ των τελωνειακών αρχών των κρατών μελών της Κοινότητας και της Τουρκίας γι’ αυτό το σκοπό.

Άρθρο 45

1.   Για την εφαρμογή του άρθρου 44 στοιχείο α), οι προμηθευτές εμπορευμάτων σε ελεύθερη κυκλοφορία στην τελωνειακή ένωση που παραδίδονται από το ένα μέρος της τελωνειακής ένωσης στο άλλο υποβάλλουν δήλωση, η οποία στο εξής αναφέρεται ως «δήλωση του προμηθευτή», σχετικά με την καταγωγή των εμπορευμάτων σε σχέση με τους κανόνες καταγωγής που προβλέπονται στις συγκεκριμένες προτιμησιακές εμπορικές συμφωνίες.

2.   Οι δηλώσεις του προμηθευτή χρησιμοποιούνται από τους εξαγωγείς ως αποδεικτικό στοιχείο, ιδίως προς επίρρωση των αιτήσεων για την έκδοση πιστοποιητικών κυκλοφορίας EUR.1 ή EUR-MED ή ως βάση για τη σύνταξη των δηλώσεων τιμολογίου ή των δηλώσεων τιμολογίου EUR-MED.

Άρθρο 46

Εκτός από στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 47, ο προμηθευτής προσκομίζει ξεχωριστή δήλωση για κάθε αποστολή εμπορευμάτων.

Ο προμηθευτής περιλαμβάνει αυτή τη δήλωση στο εμπορικό τιμολόγιο που αφορά την αποστολή ή σε δελτίο παράδοσης ή σε οποιοδήποτε άλλο εμπορικό έγγραφο που περιγράφει τα σχετικά εμπορεύματα με επαρκείς λεπτομέρειες ώστε να μπορούν να ταυτοποιούνται.

Ο προμηθευτής μπορεί να υποβάλει τη δήλωση οποτεδήποτε, ακόμα και μετά την παράδοση των εμπορευμάτων.

Άρθρο 47

1.   Όταν ένας προμηθευτής προμηθεύει τακτικά ένα συγκεκριμένο αγοραστή με εμπορεύματα η καταγωγή των οποίων αναμένεται να παραμείνει σταθερή για σημαντική χρονική περίοδο, μπορεί να προσκομίζει ενιαία δήλωση του προμηθευτή για να καλύψει τις μεταγενέστερες αποστολές των συγκεκριμένων εμπορευμάτων, καλούμενη στο εξής «μακροπρόθεσμη δήλωση προμηθευτή». Η μακροπρόθεσμη δήλωση προμηθευτή μπορεί να εκδοθεί για περίοδο μέχρι ενός έτους από την ημερομηνία έκδοσης της δήλωσης.

2.   Η μακροπρόθεσμη δήλωση προμηθευτή μπορεί να εκδοθεί με αναδρομική ισχύ. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ισχύς της δεν μπορεί να υπερβαίνει το χρονικό διάστημα ενός έτους από την ημερομηνία από την οποία άρχισε να ισχύει.

3.   Ο προμηθευτής ενημερώνει αμέσως τον αγοραστή, σε περίπτωση που η μακροπρόθεσμη δήλωση προμηθευτή για τα προμηθευόμενα εμπορεύματα παύσει να ισχύει.

Άρθρο 48

1.   Η δήλωση του προμηθευτή συντάσσεται με το έντυπο που προβλέπεται στο παράρτημα V, ή, όταν πρόκειται για μακροπρόθεσμη δήλωση προμηθευτή, με το έντυπο που προβλέπεται στο παράρτημα VI.

2.   Η δήλωση του προμηθευτή φέρει το πρωτότυπο της ιδιόχειρης υπογραφής του και είναι δυνατόν να συντάσσεται σε προεκτυπωμένο έντυπο. Ωστόσο, όταν το τιμολόγιο και η δήλωση του προμηθευτή συντάσσονται με ηλεκτρονικό υπολογιστή, η δήλωση του προμηθευτή δεν χρειάζεται να φέρει ιδιόχειρη υπογραφή, υπό τον όρο ότι ο προμηθευτής αναλαμβάνει έναντι του πελάτη εγγράφως την υποχρέωση να αποδεχθεί πλήρως την ευθύνη για κάθε δήλωση προμηθευτή η οποία φέρει τα στοιχεία της ταυτότητάς του σαν να είχε υπογραφεί ιδιοχείρως από τον ίδιο.

Άρθρο 49

1.   Για την εφαρμογή του άρθρου 44 στοιχείο β), οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών της Κοινότητας και της Τουρκίας παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για τον έλεγχο της ακρίβειας των πληροφοριών που περιέχουν οι δηλώσεις του προμηθευτή.

2.   Για να επαληθεύουν την ακρίβεια ή τη γνησιότητα μιας δήλωσης προμηθευτή, οι τελωνειακές αρχές του κράτους στο οποίο εκδίδεται ή συντάσσεται το αποδεικτικό της καταγωγής, μπορούν να ζητούν από τον εξαγωγέα να λάβει από τον προμηθευτή πιστοποιητικό πληροφοριών INF 4. Το πιστοποιητικό πληροφοριών INF 4 συντάσσεται σε έντυπα, τα οποία είναι σύμφωνα με το υπόδειγμα που περιλαμβάνεται στο παράρτημα V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1207/2001 του Συμβουλίου (7), όταν εκδίδεται στην Κοινότητα, και σύμφωνα με το υπόδειγμα που προβλέπεται τηρουμένων των αναλογιών στην τουρκική τελωνειακή νομοθεσία βάσει του εν λόγω παραρτήματος, όταν εκδίδεται στην Τουρκία. Το έντυπο συμπληρώνεται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας ή στην τουρκική γλώσσα. Οι τελωνειακές αρχές του κράτους, οι οποίες πρέπει να παράσχουν τις πληροφορίες ή τις απαιτούν, μπορούν να ζητούν μετάφραση των πληροφοριακών στοιχείων που περιλαμβάνουν τα έγγραφα που υποβάλλονται σε αυτές, στην επίσημη γλώσσα ή στις επίσημες γλώσσες του εν λόγω κράτους.

3.   Το πιστοποιητικό πληροφοριών INF 4 εκδίδεται από τις τελωνειακές αρχές του κράτους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο προμηθευτής. Οι εν λόγω αρχές έχουν το δικαίωμα να ζητούν την προσκόμιση κάθε αποδεικτικού στοιχείου και να διενεργούν ελέγχους των λογιστικών βιβλίων του προμηθευτή, ή οποιονδήποτε άλλο έλεγχο κρίνουν απαραίτητο.

4.   Οι τελωνειακές αρχές του κράτους στο οποίο είναι εγκαταστημένος ο προμηθευτής, εντός τριών μηνών από την παραλαβή της αίτησης η οποία υποβάλλεται σε αυτές από τον προμηθευτή, εκδίδουν το πιστοποιητικό πληροφοριών INF 4, στο οποίο ορίζεται κατά πόσον η δήλωση που προσκόμισε ο προμηθευτής ήταν ορθή.

5.   Το συμπληρωμένο πιστοποιητικό παραδίδεται στον προμηθευτή, ο οποίος το αποστέλλει στον εξαγωγέα προκειμένου να το διαβιβάσει στην τελωνειακή αρχή του κράτους στο οποίο εκδόθηκε ή συντάχθηκε το αποδεικτικό της καταγωγής.

Άρθρο 50

1.   Ο προμηθευτής ο οποίος συντάσσει δήλωση του προμηθευτή φυλάσσει όλα τα αποδεικτικά έγγραφα τεκμηρίωσης τα οποία αποδεικνύουν την ορθότητα της δήλωσης για τρία τουλάχιστον έτη.

2.   Η τελωνειακή αρχή στην οποία υποβάλλεται η αίτηση για την έκδοση πιστοποιητικού πληροφοριών INF 4, φυλάσσει το έντυπο της αίτησης για τρία τουλάχιστον έτη.

Άρθρο 51

1.   Σε περίπτωση που ένας εξαγωγέας δεν είναι σε θέση να υποβάλει πιστοποιητικό πληροφοριών INF 4 εντός τεσσάρων μηνών από την αίτηση των τελωνειακών αρχών του κράτους στο οποίο εκδόθηκε ή συντάχθηκε το αποδεικτικό της καταγωγής, οι εν λόγω αρχές μπορούν να ζητούν απευθείας από τις τελωνειακές αρχές του κράτους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο προμηθευτής, να επιβεβαιώσουν την καταγωγή των υπό εξέταση προϊόντων σε σχέση με τους κανόνες καταγωγής που προβλέπονται από τις σχετικές προτιμησιακές εμπορικές συμφωνίες.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, οι τελωνειακές αρχές που ζητούν την επαλήθευση, αποστέλλουν στις τελωνειακές αρχές του κράτους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο εξαγωγέας, όλες τις πληροφορίες που διαθέτουν και αναφέρουν τους τυπικούς ή ουσιαστικούς λόγους που δικαιολογούν την έρευνα.

Προς επίρρωση της αίτησής τους, παρέχουν όλα τα έγγραφα ή πληροφορίες που έχουν συγκεντρώσει από τα οποία διαφαίνεται ότι η δήλωση του προμηθευτή είναι ανακριβής.

3.   Κατά τη διενέργεια της επαλήθευσης, οι τελωνειακές αρχές του κράτους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο προμηθευτής, μπορούν να ζητούν την προσκόμιση κάθε αποδεικτικού στοιχείου, να διενεργούν ελέγχους των λογιστικών βιβλίων του παραγωγού ή να πραγματοποιούν οποιοδήποτε άλλο έλεγχο κρίνουν σκόπιμο.

4.   Οι τελωνειακές αρχές που ζητούν την επαλήθευση ενημερώνονται για τα αποτελέσματα, το συντομότερο δυνατό, μέσω του πιστοποιητικού πληροφοριών INF 4.

5.   Εάν δεν υπάρξει απάντηση εντός πέντε μηνών από την ημερομηνία της αίτησης επαλήθευσης ή εάν η απάντηση δεν περιλαμβάνει επαρκή πληροφοριακά στοιχεία για την απόδειξη της πραγματικής καταγωγής των προϊόντων, οι τελωνειακές αρχές του κράτους στο οποίο εκδίδεται ή συντάσσεται το αποδεικτικό της καταγωγής, ακυρώνουν το αποδεικτικό αυτό με βάση τα εν λόγω έγγραφα.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 52

Οι αποφάσεις αριθ. 1/1999, αριθ. 1/2000 και αριθ. 1/2001 καταργούνται. Οι παραπομπές στις διατάξεις των καταργούμενων αποφάσεων ερμηνεύονται ως παραπομπές στις αντίστοιχες διατάξεις της παρούσας απόφασης. Οι δηλώσεις του προμηθευτή, συμπεριλαμβανομένων των μακροπρόθεσμων δηλώσεων του προμηθευτή, που υποβλήθηκαν πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας απόφασης εξακολουθούν να ισχύουν.

Οι δηλώσεις του προμηθευτή που είναι σύμφωνες με τα υποδείγματα που προβλέπονται στην απόφαση αριθ. 1/1999 μπορούν να εξακολουθήσουν να συντάσσονται για περίοδο δώδεκα μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, εκτός εάν χρησιμοποιήθηκαν από τους εξαγωγείς ως αποδεικτικό στοιχείο προς επίρρωση των αιτήσεων για την έκδοση πιστοποιητικών κυκλοφορίας EUR-MED ή ως βάση για τη σύνταξη των δηλώσεων τιμολογίου EUR-MED.

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από την έκδοσή της.

Ανκάρα, 26 Σεπτεμβρίου 2006.

Για την Επιτροπή Τελωνειακής Συνεργασίας

Ο Πρόεδρος

P. FAUCHERAND


(1)  ΕΕ L 35 της 13.2.1996, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 98 της 7.4.2001, σ. 31. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση αριθ. 1/2003 (ΕΕ L 28 της 4.2.2003, σ. 51).

(3)  ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 402/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 70 της 9.3.2006, σ. 35).

(4)  ΕΕ L 204 της 4.8.1999, σ. 43.

(5)  ΕΕ L 211 της 22.8.2000, σ. 16.

(6)  ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 648/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 117 της 4.5.2005, σ. 13).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1207/2001 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2001, σχετικά με τις διαδικασίες διευκόλυνσης της έκδοσης των πιστοποιητικών κυκλοφορίας EUR.1, της σύνταξης των δηλώσεων τιμολογίου και των εντύπων EUR.2 και της έκδοσης ορισμένων αδειών εγκεκριμένου εξαγωγέα, σύμφωνα με τις διατάξεις που διέπουν τις προτιμησιακές συναλλαγές μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ορισμένων χωρών και σχετικά με την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3351/83 (ΕΕ L 165 της 21.6.2001, σ. 1, παράρτημα V όπως διορθώθηκε με την ΕΕ L 170 της 29.6.2002, σ. 88).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Image

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

I.   Κανόνες για τη συμπλήρωση του πιστοποιητικού κυκλοφορίας

1.

Το πιστοποιητικό κυκλοφορίας εμπορευμάτων A.TR. συντάσσεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφος 1.

2.

Το πιστοποιητικό κυκλοφορίας εμπορευμάτων A.TR. δεν πρέπει να περιέχει σβησίματα ή διορθώσεις από πάνω. Οποιαδήποτε αλλαγή πρέπει να γίνεται με τη διαγραφή των λανθασμένων στοιχείων και με την προσθήκη των απαραίτητων διορθώσεων. Οποιαδήποτε αλλαγή πρέπει να μονογραφείται από το πρόσωπο που συμπλήρωσε το πιστοποιητικό και να θεωρείται από την τελωνειακή αρχή.

Η περιγραφή των προϊόντων πρέπει να αναφέρεται στη θέση που προορίζεται για το σκοπό αυτό χωρίς να παρεμβάλλονται κενά διάστιχα. Όταν η θέση αυτή δεν συμπληρώνεται πλήρως, πρέπει να σύρεται οριζόντια γραμμή κάτω από την τελευταία γραμμή της περιγραφής και να διαγραμμίζεται ο κενός χώρος.

II.   Στοιχεία που εισάγονται στις διάφορες θέσεις

1.

Αναγράφεται το ονοματεπώνυμο του ενδιαφερομένου ή η επωνυμία της ενδιαφερόμενης επιχείρησης και η πλήρης διεύθυνση.

2.

Αναγράφεται, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, ο αριθμός του εγγράφου μεταφοράς.

3.

Αναγράφονται, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, το ονοματεπώνυμο του προσώπου ή των προσώπων ή η επωνυμία της επιχείρησης ή των επιχειρήσεων και η πλήρης διεύθυνση στην οποία πρέπει να παραδοθούν τα εμπορεύματα.

5.

Αναγράφεται το όνομα της χώρας από την οποία εξάγονται τα εμπορεύματα.

6.

Αναγράφεται το όνομα της σχετικής χώρας.

9.

Αναγράφεται ο αύξων αριθμός του εν λόγω είδους σε σχέση με το συνολικό αριθμό των ειδών που περιέχονται στο πιστοποιητικό.

10.

Αναγράφονται τα σήματα, οι αριθμοί, η ποσότητα και η φύση των δεμάτων, καθώς και η συνήθης εμπορική περιγραφή των εμπορευμάτων.

11.

Αναγράφεται το μεικτό βάρος, εκφρασμένο σε χιλιόγραμμα ή άλλες μονάδες μέτρησης (hl, m3, κ.λπ.), των εμπορευμάτων που περιγράφονται στην αντίστοιχη θέση 10.

12.

Συμπληρώνεται από την τελωνειακή αρχή. Αναγράφονται, εφόσον κρίνεται απαραίτητο, οι πληροφορίες του εγγράφου εξαγωγής (τύπος και αριθμός εντύπου, όνομα του τελωνείου και της εκδούσας χώρας).

13.

Αναγράφεται ο τόπος και η ημερομηνία, καθώς και η υπογραφή και το όνομα του εξαγωγέα.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Ειδική σφραγίδα που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 5

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Κίτρινη ετικέτα που αναφέρεται στο άρθρο 21

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Image


26.9.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 265/39


ΣΫΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 22ας Σεπτεμβρίου 2006

σχετικά με την αποτελεσματικότητα των αντιηλιακών προϊόντων και των σχετικών ισχυρισμών

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 4089]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/647/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 211 δεύτερη περίπτωση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τα αντιηλιακά προϊόντα αποτελούν καλλυντικά προϊόντα κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1 της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 1976, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στα καλλυντικά προϊόντα (1).

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 2, πρώτο εδάφιο της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ, τα καλλυντικά προϊόντα που διατίθενται στην αγορά εντός της Κοινότητος δεν πρέπει να δύνανται να προκαλέσουν βλάβη στην ανθρώπινη υγεία, όταν χρησιμοποιούνται υπό κανονικές και προβλέψιμες συνθήκες χρήσης, λαμβάνοντας, ιδίως, υπόψη την παρουσίαση του προϊόντος, την επισήμανσή του, τις τυχόν οδηγίες χρήσης του.

(3)

Το άρθρο 6 παράγραφος 3 της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ υποχρεώνει τα κράτη μέλη να λαμβάνουν κάθε πρόσφορο μέτρο ώστε στην επισήμανση, στην προσφορά προς πώληση και στη διαφήμιση των καλλυντικών προϊόντων το κείμενο, οι ονομασίες, τα σήματα, οι εικόνες ή τα άλλα σύμβολα παραστατικά ή μη, να μη χρησιμοποιούνται για να αποδώσουν σε αυτά τα προϊόντα χαρακτηριστικά τα οποία δεν έχουν.

(4)

Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 7α της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ, ο παρασκευαστής ή ο εντολοδόχος του ή το πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου παρασκευάζεται ένα καλλυντικό προϊόν ή το πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για τη διάθεση εισαγόμενων καλλυντικών στην κοινοτική αγορά πρέπει να εξασφαλίζει ότι οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών έχουν, για λόγους ελέγχου, εύκολα πρόσβαση, την απόδειξη του αποτελέσματος την οποία υποτίθεται ότι έχει το καλλυντικό, όταν αυτό αιτιολογείται από τη φύση του αποτελέσματος ή του προϊόντος.

(5)

Για να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας, πρέπει να δοθούν οδηγίες σχετικά με τις συνέπειες της εφαρμογής του άρθρου 6 παράγραφος 3 της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ σε ισχυρισμούς που αφορούν την αποτελεσματικότητα των αντιηλιακών προϊόντων.

(6)

Αν και η βιομηχανία έχει ήδη καταβάλει ορισμένες προσπάθειες προς την κατεύθυνση αυτή, είναι σκόπιμο να καθοριστούν παραδείγματα ισχυρισμών που δεν πρέπει να γίνονται όσον αφορά τα αντιηλιακά προϊόντα, τα προληπτικά μέτρα που πρέπει να τηρούνται και τις οδηγίες χρήσης που πρέπει να συνιστώνται για ορισμένα από τα αποδιδόμενα χαρακτηριστικά.

(7)

Είναι επίσης σκόπιμο να αντιμετωπιστούν ορισμένες άλλες πτυχές που αφορούν τους ισχυρισμούς που γίνονται για τα αντιηλιακά προϊόντα και την αποτελεσματικότητά τους, όπως η ελάχιστη αποτελεσματικότητα του αντιηλιακού προϊόντος, ώστε να διασφαλίζεται υψηλός βαθμός προστασίας της δημόσιας υγείας, και ο τρόπος με τον οποίο μπορεί η επισήμανση των αντιηλιακών να διατηρείται απλή και κατανοητή ώστε να βοηθά τον καταναλωτή να επιλέξει το σωστό προϊόν.

(8)

Η ηλιακή ακτινοβολία συνίσταται, μεταξύ άλλων, σε (βραχύτερη) υπεριώδη ακτινοβολία Β («ακτινοβολία UVB») και σε (μακρύτερη) υπεριώδη ακτινοβολία Α («ακτινοβολία UVA»). Ο ερεθισμός του δέρματος («ηλιακό έγκαυμα») και το συνακόλουθο ερύθημα του δέρματος δημιουργούνται κυρίως από ακτινοβολία UVB. Όσον αφορά το κίνδυνο καρκίνου, αν και ο κύριος υπεύθυνος για την εκδήλωσή του είναι η ακτινοβολία UVB, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τον κίνδυνο που συνδέεται με την ακτινοβολία UVA. Επιπλέον, η ακτινοβολία UVA ευθύνεται για την πρόωρη γήρανση του δέρματος. Οι έρευνες επίσης δείχνουν ότι η υπερβολική έκθεση τόσο σε ακτινοβολία UVB όσο και σε ακτινοβολία UVA επηρεάζει το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού.

(9)

Τα αντιηλιακά προϊόντα μπορούν να είναι αποτελεσματικά στην πρόληψη των ηλιακών εγκαυμάτων. Επιστημονικά πορίσματα δείχνουν επίσης ότι τα αντιηλιακά μπορούν να αποτρέψουν τη βλάβη που συνδέεται με τη φωτογήρανση και ότι μπορούν να προστατέψουν από την φωτο-ανασοκαταστολή. Από επιδημιολογικές μελέτες προκύπτει ότι η χρήση αντιηλιακών μπορεί να προλάβει ορισμένους τύπους καρκινώματος του δέρματος.

(10)

Για να έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά προφύλαξης, τα αντιηλιακά πρέπει να προστατεύουν τόσο από την ακτινοβολία UVB όσο και από την ακτινοβολία UVA. Κατά συνέπεια, αν και ο δείκτης ηλιακής προστασίας αφορά μόνο την προστασία από την ακτινοβολία που προκαλεί ερύθημα (δηλ. κυρίως την ακτινοβολία UVB), τα αντιηλιακά πρέπει να προσφέρουν προστασία τόσο από τις ακτίνες UVB όσο και από τις UVA.

(11)

Ακόμα και τα αντιηλιακά που είναι πολύ αποτελεσματικά και προστατεύουν τόσο από την ακτινοβολία UVB όσο και από την UVA δεν μπορούν να εγγυηθούν απόλυτη προστασία από κινδύνους για την υγεία που απορρέουν από την υπεριώδη ακτινοβολία. Κανένα αντιηλιακό προϊόν δεν μπορεί να φιλτράρει όλη την υπεριώδη ακτινοβολία. Επιπλέον, δεν υπάρχουν, έως σήμερα, αδιαμφισβήτητες επιστημονικές αποδείξεις ότι η χρήση αντιηλιακών προφυλάσσει από το μελάνωμα. Κατά συνέπεια, δεν πρέπει να διατυπώνεται ο ισχυρισμός ή να δημιουργείται η εντύπωση ότι τα αντιηλιακά προϊόντα παρέχουν πλήρη προστασία από τους κινδύνους που απορρέουν από την υπερβολική έκθεση στην ακτινοβολία UV.

(12)

Αυτό ισχύει ιδιαίτερα όσον αφορά την έκθεση βρεφών και μικρών παιδιών στον ήλιο. Καθώς η έκθεση στον ήλιο κατά την παιδική ηλικία αποτελεί σημαντικό παράγοντα ανάπτυξης καρκίνου του δέρματος σε μεγαλύτερη ηλικία, δεν πρέπει να δημιουργείται η εντύπωση ότι τα αντιηλιακά προϊόντα παρέχουν επαρκή προστασία για τα βρέφη και τα μικρά παιδιά.

(13)

Τυχόν εσφαλμένες αντιλήψεις σχετικά με τα χαρακτηριστικά των αντιηλιακών προϊόντων πρέπει να αποκαθίστανται μέσω κατάλληλων προειδοποιήσεων.

(14)

Βασιζόμενο σε διάφορες μελέτες, το Διεθνές Κέντρο Έρευνας για τον Καρκίνο της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας τόνισε τη σημασία της σχέσης μεταξύ της σωστής χρήσης των αντιηλιακών προϊόντων και της αποτελεσματικότητας του δείκτη ηλιακής προστασίας του ισχυρισμού που διατυπώνεται σχετικά με το προϊόν. Συγκεκριμένα, μεγάλη σημασία έχει η συχνή επανεπάληψη του αντιηλιακού προϊόντος. Επιπλέον, για να επιτευχθεί το επίπεδο προστασίας που αντιστοιχεί στο δείκτη ηλιακής προστασίας, τα αντιηλιακά πρέπει να χρησιμοποιούνται σε ποσότητες ανάλογες με αυτές που χρησιμοποιούνται σε συνθήκες δοκιμής, δηλ. 2 mg/cm2, που αντιστοιχεί σε 2 μικρές κουταλιές κρέμας (περίπου 36 γραμμάρια) για έναν ενήλικα. Η ποσότητα αυτή είναι μεγαλύτερη από αυτή που συνήθως χρησιμοποιείται από τους καταναλωτές. Η χρήση μικρότερης ποσότητας αντιηλιακού προϊόντος οδηγεί σε δυσανάλογη μείωση της προστασίας. Για παράδειγμα, αν η χρησιμοποιούμενη ποσότητα σε μειωθεί κατά το ήμισυ μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της προσφερόμενης προστασίας έως και κατά δύο τρίτα.

(15)

Τα αντιηλιακά πρέπει να είναι επαρκώς αποτελεσματικά σε σχέση με την ακτινοβολία UVB και UVA για να εξασφαλίζουν υψηλή προστασία της δημόσιας υγείας. Για το σκοπό αυτό, ένα αντιηλιακό προϊόν πρέπει να παρέχει μία ελάχιστη προστασία από την UVB και την UVA. Ένας υψηλότερος δείκτης ηλιακής προστασίας (κυρίως προστασίας από την UVB) πρέπει να συνεπάγεται επίσης αύξηση της προστασίας από την UVA. Συνεπώς, η προστασία από την UVA πρέπει να συνδέεται με την προστασία από την UVB. Επιστημονικά στοιχεία δείχνουν ότι ορισμένες βιολογικές βλάβες του δέρματος μπορούν να προληφθούν και να μειωθούν εάν ο λόγος του δείκτη προστασίας που υπολογίζεται με τη δοκιμή επίμονης μελάχρωσης (persistent pigment darkening test) (που αφορά κυρίως την ακτινοβολία UVA) είναι τουλάχιστον 1/3 του δείκτη που υπολογίζεται με τη μέθοδο δοκιμής του δείκτη ηλιακής προστασίας (που αφορά κυρίως την ακτινοβολία UVB). Επιπλέον για να διασφαλιστεί μια ευρεία προστασία, οι δερματολόγοι προτείνουν ένα κρίσιμο μήκος κύματος τουλάχιστον 370 nm.

(16)

Για να διασφαλιστεί η αναπαραγωγή και η συγκρισιμότητα της συνιστώμενης ελάχιστης προστασίας από την ακτινοβολία UVB, πρέπει να χρησιμοποιείται η διεθνής μέθοδος δοκιμής του δείκτη ηλιακής προστασίας (International Sun Protection Factor Test Method) (2006) όπως προσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα το 2006 από τις βιομηχανίες της Ευρώπης, της Ιαπωνίας, των ΗΠΑ και της Νότιας Αφρικής. Για να αξιολογηθεί η ελάχιστη προστασία από την ακτινοβολία UVA, πρέπει να χρησιμοποιηθεί η μέθοδος της επίμονης μελάχρωσης, όπως εφαρμόζεται από την ιαπωνική βιομηχανία και τροποποιήθηκε από το Γαλλικό Οργανισμό Υγείας «Agence française de sécurité sanitaire des produits de santé — Afssaps» καθώς και το κρίσιμο μήκος κύματος. Αυτές οι μέθοδοι δοκιμής έχουν υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN) με σκοπό να θεσπιστούν ευρωπαϊκά πρότυπα στον τομέα αυτό (2).

(17)

Αν και οι εν λόγω μέθοδοι δοκιμής πρέπει να χρησιμοποιούνται ως μέθοδοι αναφοράς, πρέπει να δίνεται προτεραιότητα σε μεθόδους δοκιμής in-vitro με ισοδύναμα αποτελέσματα, δεδομένου ότι οι μέθοδοι in-vivo εγείρουν ηθικά ζητήματα. Η βιομηχανία πρέπει να καταβάλει περισσότερες προσπάθειες για την ανάπτυξη μεθόδων δοκιμής in-vitro με σκοπό την προστασία από τις ακτινοβολίες UVB και UVA.

(18)

Οι ισχυρισμοί που αφορούν την αποτελεσματικότητα των αντιηλιακών προϊόντων πρέπει να είναι απλοί, κατανοητοί και να βασίζονται σε ταυτόσημα κριτήρια ώστε να βοηθούν τον καταναλωτή να συγκρίνει προϊόντα και να επιλέγει το κατάλληλο προϊόν για τη συγκεκριμένη έκθεση στον ήλιο και το συγκεκριμένο τύπο δέρματος.

(19)

Ειδικότερα, είναι αναγκαίο να υπάρχουν ομοιόμορφοι ισχυρισμοί όσον αφορά την προστασία από την UVA, ούτως ώστε να διευκολύνεται η επιλογή εκ μέρους του καταναλωτή προϊόντος που παρέχει προστασία τόσο από την UVB όσον και από την UVA.

(20)

Οι ποικίλοι αριθμοί που εμφανίζονται στις ετικέτες για τη δήλωση του δείκτη ηλιακής προστασίας δεν εξυπηρετούν το στόχο να καταστούν οι ισχυρισμοί απλοί και κατανοητοί. Η αύξηση της προστασίας από τον έναν αριθμό στον επόμενο είναι αμελητέα, ιδιαίτερα στους υψηλούς δείκτες. Επιπλέον, η αύξηση της προστασίας είναι απλώς γραμμική στην περίπτωση εγκαύματος, δηλ, το προϊόν με δείκτη ηλιακής προστασίας 30 προστατεύει από το έγκαυμα όσο και το αντιηλιακό με δείκτη προστασίας 15. Ωστόσο, ένα προϊόν με δείκτη ηλιακής προστασίας 15 απορροφά το 93 % της ακτινοβολίας UVB, ενώ ένα προϊόν με δείκτη προστασίας 30 απορροφά το 97 % της ακτινοβολίας UVB. Τέλος, οι δείκτες ηλιακής προστασίας άνω του 50 δεν αυξάνουν σημαντικά την προστασία από την ακτινοβολία UV. Συνεπώς, το φάσμα των δεικτών ηλιακής προστασίας που αναγράφεται στις ετικέτες μπορεί να μειωθεί χωρίς να μειωθεί για τον καταναλωτή η επιλογή μεταξύ προϊόντων διαφορετικής ισχύος.

(21)

Η επισήμανση με τη χρήση μίας από τις τέσσερις κατηγορίες («χαμηλή», «μεσαία», «υψηλή» και «πολύ υψηλή») παρέχει απλούστερη και πιο κατανοητή ένδειξη της αποτελεσματικότητας των αντιηλιακών προϊόντων από ό,τι η χρήση πολλών διαφορετικών αριθμών. Κατά συνέπεια, η κατηγορία πρέπει να επισημαίνεται με τρόπο τουλάχιστον τόσο εμφανή όσο και ο δείκτης ηλιακής προστασίας.

(22)

Οι καταναλωτές πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τους κινδύνους που απορρέουν από την υπερβολική έκθεση στον ήλιο. Επιπλέον, οι καταναλωτές χρειάζονται καθοδήγηση για να επιλέξουν το κατάλληλο, από άποψη αποτελεσματικότητας, αντιηλιακό προϊόν λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό της έκθεσης στον ήλιο και τον τύπο του δέρματος,

ΣΥΝΙΣΤΑ:

ΤΜΗΜΑ 1

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

1)

Η παρούσα σύσταση περιέχει:

α)

στο τμήμα 2, συστάσεις σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 6 παράγραφος 3 της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά τα χαρακτηριστικά των αντιηλιακών προϊόντων και τους ισχυρισμούς που διατυπώνονται σχετικά με την αποτελεσματικότητα αυτών.

β)

στα τμήματα 3, 4 και 5, συστάσεις σχετικά με την ελάχιστη αποτελεσματικότητα των αντιηλιακών προϊόντων ως προς τη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας από την ακτινοβολία UVB και UVA και σχετικά με την απλή και κατανοητή επισήμανση των αντιηλιακών προϊόντων ώστε να διευκολύνεται η επιλογή του κατάλληλου προϊόντος από τον καταναλωτή.

2)

Για το σκοπό της παρούσας σύστασης ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

ως «αντιηλιακό προϊόν» νοείται κάθε παρασκεύασμα (όπως κρέμα, έλαιο, ζελέ ή σπρέι) που προορίζεται να έρθει σε επαφή με το ανθρώπινο δέρμα με αποκλειστικό ή κύριο σκοπό να το προστατεύσει από την ακτινοβολία UV μέσω της απορρόφησης, της διασποράς ή της αντανάκλασης της ακτινοβολίας·

β)

ως «ισχυρισμός» νοείται κάθε δήλωση σχετικά με τα χαρακτηριστικά ενός αντιηλιακού προϊόντος με τη μορφή κειμένου, ονομασίας, σήματος, εικόνας, συμβόλου, παραστατικού ή άλλου συμβόλου που χρησιμοποιείται στην επισήμανση, την προσφορά προς πώληση και τη διαφήμιση των αντιηλιακών προϊόντων·

γ)

ως «ακτινοβολία UVB» νοείται η ηλιακή ακτινοβολία στο φάσμα των 290-320 nm·

δ)

ως «ακτινοβολία UVA» νοείται η ηλιακή ακτινοβολία στο φάσμα των 320-400 nm·

ε)

ως «κρίσιμο μήκος κύματος» νοείται το μήκος κύματος για το οποίο το τμήμα που βρίσκεται υπό την καμπύλη οπτικής πυκνότητας και αρχίζει στα 290 nm είναι ίσο με το 90 % του ολοκληρωμένου τμήματος μεταξύ 290 και 400 nm·

στ)

ως «ελάχιστη δόση που προκαλεί ερύθημα» νοείται η ποσότητα της ενέργειας που είναι ικανή να προκαλέσει ερύθημα·

ζ)

ως «δείκτης ηλιακής προστασίας» νοείται ο λόγος της ελάχιστης δόσης που προκαλεί ερύθημα σε δέρμα που προστατεύεται από αντιηλιακό προϊόν προς την ελάχιστη δόση που προκαλεί ερύθημα στο ίδιο δέρμα χωρίς προστασία·

η)

ως «δείκτης προστασίας UVA» νοείται ο λόγος της ελάχιστης δόσης UVA που απαιτείται για να προκληθεί μόνιμη μελάχρωση σε δέρμα προστατευμένο από αντιηλιακό προϊόν προς την ελάχιστη δόση UVA που απαιτείται για την πρόκληση ελάχιστης μελάχρωσης στο ίδιο δέρμα χωρίς προστασία.

ΤΜΗΜΑ 2

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ UVA/UVB, ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ, ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΦΥΛΑΞΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΧΡΗΣΗ, ΟΔΗΓΙΕΣ ΧΡΗΣΗΣ

3)

Τα χαρακτηριστικά και οι ισχυρισμοί που αναφέρονται στα σημεία 4 έως 8 πρέπει να εκτιμηθούν στο πλαίσιο της συμμόρφωσης προς το άρθρο 6 παράγραφος 3 της οδηγίας 76/768/ΕΟΚ.

4)

Τα αντιηλιακά προϊόντα πρέπει να προστατεύουν τόσο από την ακτινοβολία UVB όσο και από την UVA.

5)

Δεν πρέπει να διατυπώνεται ισχυρισμός που αποδίδει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α)

100 % προστασία από την ακτινοβολία UV (όπως «sunblock», «απόλυτη προστασία»)·

β)

δεν χρειάζεται επανεπάλειψη του προϊόντος υπό οποιεσδήποτε συνθήκες (όπως «πρόληψη που διαρκεί όλη την ημέρα»).

6)

Τα αντιηλιακά προϊόντα πρέπει να φέρουν προειδοποιήσεις που να δηλώνουν ότι δεν παρέχουν προστασία 100 % και να παρέχουν συμβουλές σχετικά με μέτρα προφύλαξης που πρέπει να λαμβάνονται πέρα από τη χρήση τους., Οι προειδοποιήσεις αυτές μπορεί να είναι:

α)

«Μην εκτίθεστε για πολύ ώρα στον ήλιο, ακόμα και αν χρησιμοποιείτε αντιηλιακό»·

β)

«Τα βρέφη και τα μικρά παιδιά δεν πρέπει να εκτίθενται καθόλου στο άμεσο ηλιακό φως»·

γ)

«Η υπερβολική έκθεση στον ήλιο αποτελεί σοβαρή απειλή για την υγεία».

7)

Τα αντιηλιακά προϊόντα πρέπει να φέρουν οδηγίες χρήσης που να διασφαλίζουν την αλήθεια του ισχυρισμού που διατυπώνεται σχετικά με την αποτελεσματικότητα του προϊόντος, μεταξύ άλλων, τις εξής οδηγίες:

α)

«Χρησιμοποιείτε αντιηλιακό πριν από κάθε έκθεση στον ήλιο»·

β)

«Επαναλάβατε τη χρήση συχνά για να διατηρείτε την προστασία, ιδιαίτερα μετά από εφίδρωση, κολύμπι ή σκούπισμα».

8)

Τα αντιηλιακά προϊόντα πρέπει να φέρουν οδηγίες χρήσης, ούτως ώστε να χρησιμοποιείται επαρκής ποσότητα στο δέρμα για να επιτυγχάνεται η αποδιδόμενη στο προϊόν αποτελεσματικότητα. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, για παράδειγμα, δηλώνοντας την απαιτούμενη ποσότητα με ένα διάγραμμα, μια απεικόνιση ή ένα όργανο μέτρησης. Τα αντιηλιακά προϊόντα πρέπει να φέρουν επεξήγηση των κινδύνου που απορρέει από τη χρήση μειωμένης ποσότητας, όπως «προειδοποίηση: η μείωση της ενδεικνυόμενης ποσότητας περιορίζει σημαντικά το επίπεδο προστασίας».

ΤΜΗΜΑ 3

ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

9)

Τα αντιηλιακά προϊόντα πρέπει να παρέχουν ελάχιστο βαθμό προστασίας από τις ακτίνες UVB και UVA. Ο βαθμός προστασίας πρέπει να υπολογίζεται με τυποποιημένες, αναπαράξιμες μεθόδους δοκιμής και να λαμβάνει υπόψη την επίδραση του φωτός. Πρέπει να προτιμούνται οι μέθοδοι δοκιμής in-vitro.

10)

Ο ελάχιστος βαθμός προστασίας που παρέχουν τα αντιηλιακά πρέπει να είναι ο εξής:

α)

προστασία από την ακτινοβολία UVB που αντιστοιχεί σε δείκτη ηλιακής προστασίας 6, όπως υπολογίζεται με χρήση της διεθνούς μεθόδου δοκιμής για το δείκτη ηλιακής προστασίας (International Sun Protection Factor Test Method) (2006) ή σε ισοδύναμο βαθμό προστασίας που υπολογίζεται με οποιαδήποτε μέθοδο in-vitro·

β)

προστασία από την ακτινοβολία UVA που αντιστοιχεί σε δείκτη προστασίας UVA ίση με το 1/3 του δείκτη ηλιακής προστασίας, όπως υπολογίζεται με χρήση της μεθόδου επίμονης μελάχρωσης, όπως τροποποιήθηκε από τον Γαλλικό Οργανισμό Υγείας «Agence française de sécurité sanitaire des produits de santé — Afssaps» ή σε ισοδύναμο βαθμό προστασίας που υπολογίζεται με οποιαδήποτε μέθοδο in-vitro·

γ)

κρίσιμο μήκος κύματος 370 nm, όπως υπολογίζεται με χρήση της μεθόδου δοκιμής του κρίσιμου μήκους κύματος.

ΤΜΗΜΑ 4

ΑΠΛΟΙ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΟΗΤΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

11)

Οι ισχυρισμοί που αφορούν την αποτελεσματικότητα των αντιηλιακών προϊόντων πρέπει να είναι απλοί, σαφείς και κατανοητοί και να βασίζονται σε τυποποιημένα, αναπαράξιμα κριτήρια.

12)

Ισχυρισμοί που αφορούν την προστασία από τις ακτινοβολίες UVB και UVA πρέπει να γίνονται μόνο εάν η προστασία είναι ίση ή ανώτερη από τα επίπεδα που καθορίζονται στο σημείο 10.

13)

Η αποτελεσματικότητα των αντιηλιακών προϊόντων πρέπει να αναγράφεται στην ετικέτα με αναφορά στις κατηγορίες όπως «χαμηλή», «μεσαία», «υψηλή» και «πολύ υψηλή». Κάθε κατηγορία πρέπει να ισοδυναμεί με έναν τυποποιημένο βαθμό προστασίας από τις ακτινοβολίες UVB και UVA.

14)

Οι ποικίλοι αριθμοί που χρησιμοποιούνται στις ετικέτες για τη δήλωση των δεικτών ηλιακής προστασίας πρέπει να μειωθούν ώστε να διευκολύνεται η σύγκριση μεταξύ διαφορετικών προϊόντων χωρίς να περιορίζεται η επιλογή του καταναλωτών. Προτείνεται το ακόλουθο φάσμα δεικτών ηλιακής προστασίας για κάθε κατηγορία και η σχετική επισήμανση:

Αναγραφόμενη κατηγορία

Αναγραφόμενος δείκτης ηλιακής προστασίας

Υπολογιζόμενος δείκτης ηλιακής προστασίας [υπολογιζόμενος σύμφωνα με τις αρχές που προτείνονται στο σημείο (10) α)]

Συνιστώμενος ελάχιστος δείκτης προστασίας UVA [υπολογιζόμενος σύμφωνα με τις αρχές που προτείνονται στο σημείο (10) β)]

Συνιστώμενο ελάχιστο κρίσιμο μήκος κύματος [υπολογιζόμενο σύμφωνα με τις αρχές που προτείνονται στο σημείο (10) γ)]

«Χαμηλή προστασία»

«6»

6-9,9

1/3 του αναγραφόμενου δείκτη ηλιακής προστασίας

370 nm

«10»

10-14,9

«Μεσαία προστασία»

«15»

15-19,9

«20»

20-24,9

«25»

25-29,9

«Υψηλή προστασία»

«30»

30-49,9

«50»

50-59,9

«Πολύ υψηλή προστασία»

«50 +»

60 ≤

15)

Η κατηγορία των αντιηλιακών προϊόντων πρέπει να εμφανίζεται στην ετικέτα τουλάχιστον με τρόπο τόσο εμφανή όσο και ο δείκτης ηλιακής προστασίας.

ΤΜΗΜΑ 5

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ

16)

Οι καταναλωτές πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τους κινδύνους που συνεπάγεται η υπερβολική έκθεση στην ακτινοβολία UV καθώς και σχετικά με την κατηγορία αντιηλιακού προϊόντος που απαιτείται για συγκεκριμένο βαθμό ηλιακής έκθεσης και συγκεκριμένο τύπο δέρματος. Αυτό μπορεί να γίνει π.χ. μέσω ενημέρωσης από εθνικούς ιστοχώρους, μέσω φυλλαδίων ή ανακοινώσεων στον τύπο.

ΤΜΗΜΑ 6

ΑΠΟΔΕΚΤΕΣ

17)

Η παρούσα σύσταση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 22 Σεπτεμβρίου 2006.

Για την Επιτροπή

Günter VERHEUGEN

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 262 της 27.9.1976, σ. 169. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/65/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 198 της 20.7.2006, σ. 11).

(2)  Εντολή τυποποίησης που δόθηκε στην CEN σχετικά με τις μεθόδους για τη δοκιμή της αποτελεσματικότητας των αντιηλιακών προϊόντων, εντολή M/389, 12 Ιουλίου 2006.