ISSN 1977-0901

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 483

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

59ο έτος
23 Δεκεμβρίου 2016


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

2016/C 483/01

Κώδικας δεοντολογίας των μελών και των πρώην μελών του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1


EL

 


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

23.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 483/1


Κώδικας δεοντολογίας των μελών και των πρώην μελών του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(2016/C 483/01)

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 253, 254, 257 και 339·

έχοντας υπόψη τα άρθρα 2, 4, 6, 8, 18 και 47 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα άρθρα 4 έως 6 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, καθώς και τα άρθρα 5 έως 7 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου·

εκτιμώντας ότι πρέπει να θεσπιστεί κώδικας δεοντολογίας ώστε να διευκρινιστούν οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τις σχετικές καταστατικές και κανονιστικές διατάξεις για τα μέλη και πρώην μέλη του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

θεσπίζει τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

Ο κώδικας δεοντολογίας εφαρμόζεται στα μέλη και πρώην μέλη των δικαιοδοτικών οργάνων που περιλαμβάνει ή περιελάμβανε το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 2

Αρχές

1.   Τα μέλη αφοσιώνονται πλήρως στην εκπλήρωση της αποστολής τους.

2.   Τα μέλη επιτελούν την αποστολή τους με πλήρη ανεξαρτησία, ακεραιότητα, αξιοπρέπεια και αμεροληψία, επιδεικνύοντας πίστη και εχεμύθεια, τηρώντας τους ακόλουθους κανόνες.

Άρθρο 3

Ανεξαρτησία, ακεραιότητα και αξιοπρέπεια

1.   Τα μέλη ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία και ακεραιότητα, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη κανένα προσωπικό ή εθνικό συμφέρον. Δεν ζητούν ούτε ακολουθούν υποδείξεις των θεσμικών ή άλλων οργάνων ή οργανισμών της Ένωσης, των κυβερνήσεων των κρατών μελών ή δημόσιων ή ιδιωτικών οργανισμών.

2.   Τα μέλη δεν δέχονται οποιασδήποτε φύσεως δωρεές που ενδέχεται να δημιουργήσουν αμφιβολίες ως προς την ανεξαρτησία τους.

3.   Τα μέλη επιδεικνύουν την αξιοπρέπεια που προσήκει στα καθήκοντά τους.

4.   Τα μέλη φροντίζουν να μη συμπεριφέρονται και να μην εκφράζονται, με οποιοδήποτε μέσο, κατά τρόπο που επηρεάζει αρνητικά τη δημόσια εικόνα τους όσον αφορά την ανεξαρτησία, την ακεραιότητα και την αξιοπρέπεια που προσήκει στα καθήκοντά τους.

Άρθρο 4

Αμεροληψία

1.   Τα μέλη αποφεύγουν οποιαδήποτε κατάσταση δυνάμενη να οδηγήσει σε σύγκρουση προσωπικών συμφερόντων ή να εκληφθεί ευλόγως ως τέτοια. Δεν μετέχουν στον χειρισμό υποθέσεως επί της οποίας έχουν προσωπικό συμφέρον.

2.   Τα μέλη φροντίζουν να μη συμπεριφέρονται και να μην εκφράζονται, με οποιοδήποτε μέσο, κατά τρόπο που επηρεάζει αρνητικά τη δημόσια εικόνα τους όσον αφορά την αμεροληψία τους.

Άρθρο 5

Ενημέρωση και δήλωση σχετικά με την ύπαρξη προσωπικών συμφερόντων

1.   Τα μέλη ενημερώνουν τον Πρόεδρο του δικαιοδοτικού οργάνου στο οποίο ανήκουν όταν καλούνται να μετάσχουν στην εκδίκαση υποθέσεως επί της οποίας έχουν συμφέρον που ενδέχεται να οδηγήσει σε σύγκρουση συμφερόντων.

2.   Κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους, τα μέλη διαβιβάζουν στον Πρόεδρο του δικαιοδοτικού οργάνου στο οποίο ανήκουν δήλωση σχετική με τα οικονομικά τους συμφέροντα κατά την έννοια της παραγράφου 3.

3.   Στη δήλωση προσδιορίζεται κάθε οντότητα στην οποία το μέλος έχει άμεσο οικονομικό συμφέρον το οποίο, λόγω της εκτάσεώς του, θα μπορούσε ευλόγως να εκληφθεί ως δυνάμενη να οδηγήσει σε σύγκρουση συμφερόντων σε περίπτωση που το μέλος κληθεί να μετάσχει στην εκδίκαση υποθέσεως στην οποία εμπλέκεται η εν λόγω οντότητα. Το μέλος προσδιορίζει στη δήλωσή του κάθε οντότητα στην οποία έχει τέτοιο οικονομικό συμφέρον, υπό τη μορφή ατομικής οικονομικής συμμετοχής στο κεφάλαιο, ιδίως της κατοχής μετοχών, ή υπό κάθε άλλη μορφή συμμετοχής, όπως της κατοχής ομολογιών ή επενδυτικών τίτλων. Δεν απαιτείται να αναγράφονται στη δήλωση οι οντότητες στις οποίες τη συμμετοχή του μέλους διαχειρίζεται τρίτο πρόσωπο κατά τη διακριτική του ευχέρεια.

4.   Σε περίπτωση μεταβολής των στοιχείων που αφορούν τον προσδιορισμό των αναφερομένων στη δήλωση της παραγράφου 3 οντοτήτων, πρέπει να υποβάλλεται νέα δήλωση το συντομότερο δυνατόν και, το αργότερο, εντός δύο μηνών από τη σχετική μεταβολή.

5.   Η δήλωση της παραγράφου 3 υποβάλλεται με το έντυπο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα του παρόντος κώδικα δεοντολογίας.

6.   Οι πληροφορίες και δηλώσεις των παραγράφων 1 έως 3 σκοπό έχουν να παράσχουν στον Πρόεδρο του οικείου δικαιοδοτικού οργάνου τη δυνατότητα να εξακριβώσει εάν το μέλος έχει προσωπικό συμφέρον σχετικά με την έκβαση της διαφοράς σε συγκεκριμένη υπόθεση.

Άρθρο 6

Υποχρέωση πίστεως

1.   Τα μέλη τηρούν την υποχρέωση πίστεως έναντι του θεσμικού οργάνου.

2.   Τα μέλη προσφεύγουν με προσήνεια στις υπηρεσίες των μόνιμων ή μη υπαλλήλων του θεσμικού οργάνου, ιδίως όσων υπηρετούν στο γραφείο τους.

3.   Τα μέλη διαχειρίζονται με υπευθυνότητα τους υλικούς πόρους του θεσμικού οργάνου.

4.   Τα μέλη δεν προβαίνουν, εκτός θεσμικού οργάνου, σε οποιοδήποτε σχόλιο δυνάμενο να πλήξει τη φήμη του.

Άρθρο 7

Εχεμύθεια

1.   Τα μέλη τηρούν το απόρρητο των διασκέψεων.

2.   Τα μέλη τηρούν το καθήκον εχεμύθειας κατά τον χειρισμό των δικαστικών και διοικητικών υποθέσεων.

3.   Τα μέλη επιδεικνύουν, όσον αφορά τη συμπεριφορά και τις δηλώσεις τους, τη συγκράτηση που επιβάλλουν τα καθήκοντά τους.

Άρθρο 8

Εξωτερικές δραστηριότητες

1.   Τα μέλη δεσμεύονται να τηρούν σε κάθε περίσταση την υποχρέωσή τους να είναι διαθέσιμα προκειμένου να αφοσιώνονται πλήρως στην εκπλήρωση της αποστολής τους.

2.   Τα μέλη μπορούν να ασκούν εξωτερικές δραστηριότητες μόνον εφόσον αυτές συμβιβάζονται με τα καθήκοντά τους που απορρέουν από τα άρθρα 2 έως 4, 6 και 7 του παρόντος κώδικα δεοντολογίας. Είναι ασυμβίβαστη με τα καθήκοντα αυτά η άσκηση κάθε επαγγελματικής δραστηριότητας πλην της απορρέουσας από την εκπλήρωση της αποστολής τους, με την επιφύλαξη της παρεκκλίσεως που προβλέπεται στο άρθρο 4, δεύτερο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.   Μπορεί να επιτραπεί στα μέλη να ασκούν δραστηριότητες που συνδέονται στενά με την εκπλήρωση της αποστολής τους. Στο πλαίσιο αυτό:

μπορεί να τους επιτραπεί να εκπροσωπήσουν το θεσμικό όργανο ή το δικαιοδοτικό όργανο στο οποίο ανήκουν σε γεγονότα ή εκδηλώσεις εθιμοτυπικού ή επίσημου χαρακτήρα,

μπορεί να τους επιτραπεί να μετάσχουν σε δραστηριότητες ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τη διάδοση του δικαίου της Ένωσης και τον διάλογο με τα εθνικά και διεθνή δικαστήρια. Μπορεί, συναφώς, να επιτραπεί στα μέλη να παρουσιάσουν εισηγήσεις στο πλαίσιο διδακτικής δραστηριότητας, συνεδρίου, σεμιναρίου ή συμποσίου.

Μόνον οι εισηγήσεις στο πλαίσιο διδακτικής δραστηριότητας μπορεί να είναι αμειβόμενες, σύμφωνα με τον κανονισμό του οικείου εκπαιδευτικού ιδρύματος.

Οι δραστηριότητες των μελών που επετράπησαν από το δικαιοδοτικό όργανο στο οποίο ανήκουν δημοσιοποιούνται στον δικτυακό τόπο του θεσμικού οργάνου μετά την πραγματοποίησή τους.

4.   Εκτός αυτού, στα μέλη μπορεί να επιτραπεί η άσκηση μη αμειβόμενων καθηκόντων σε ιδρύματα ή ανάλογους οργανισμούς νομικού, πολιτιστικού, καλλιτεχνικού, κοινωνικού, αθλητικού ή φιλανθρωπικού χαρακτήρα και σε εκπαιδευτικά ή ερευνητικά ιδρύματα. Προς τούτο, δεσμεύονται να μην ασκούν διαχειριστικά καθήκοντα ικανά να διακυβεύσουν την ανεξαρτησία τους ή την τήρηση της υποχρεώσεώς τους να είναι διαθέσιμα ή τα οποία θα οδηγούσαν σε σύγκρουση συμφερόντων. Ως ιδρύματα ή ανάλογοι οργανισμοί νοούνται τα ιδρύματα ή οι ενώσεις μη κερδοσκοπικού σκοπού που ασκούν δραστηριότητες δημόσιου συμφέροντος στους προαναφερθέντες τομείς.

5.   Εφόσον επιθυμούν να μετάσχουν σε δραστηριότητα που εμπίπτει στις παραγράφους 3 και 4, τα μέλη ζητούν προηγουμένως, με ειδικό έντυπο, έγκριση από το δικαιοδοτικό όργανο στο οποίο ανήκουν.

6.   Οι δημοσιεύσεις καθώς και η είσπραξη των απορρεόντων από αυτές δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επιτρέπονται χωρίς προηγούμενη έγκριση.

Άρθρο 9

Υποχρεώσεις των μελών μετά το πέρας της θητείας τους

1.   Μετά το πέρας της θητείας τους, τα μέλη εξακολουθούν να δεσμεύονται από τις υποχρεώσεις ακεραιότητας, αξιοπρέπειας, πίστεως και εχεμύθειας.

2.   Τα μέλη δεσμεύονται να μη συμμετέχουν, μετά το πέρας της θητείας τους,

καθ' οιονδήποτε τρόπο σε υποθέσεις που εκκρεμούσαν ενώπιον του δικαιοδοτικού οργάνου στο οποίο ανήκαν κατά το πέρας της θητείας τους,

καθ' οιονδήποτε τρόπο σε υποθέσεις που συνδέονται με άμεσο και προφανή τρόπο με υποθέσεις, έστω περατωθείσες, τις οποίες χειρίστηκαν ως δικαστές ή γενικοί εισαγγελείς,

και, για τρία έτη από την ημερομηνία αυτή, ως εκπρόσωποι των διαδίκων, είτε κατά την έγγραφη είτε κατά την προφορική διαδικασία, σε υποθέσεις που εκδικάζονται από τα δικαιοδοτικά όργανα τα οποία περιλαμβάνει το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.   Σε άλλες υποθέσεις, πλην αυτών που προβλέπονται στις τρεις περιπτώσεις της παραγράφου 2, τα πρώην μέλη μπορούν να παρέμβουν ως εκπρόσωποι, σύμβουλοι ή εμπειρογνώμονες, να παράσχουν νομικές γνωμοδοτήσεις ή να ασκήσουν καθήκοντα διαιτητή, υπό την προϋπόθεση πάντως της τηρήσεως των υποχρεώσεων της παραγράφου 1.

4.   Σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, το πρώην μέλος μπορεί να απευθυνθεί στον Πρόεδρο του Δικαστηρίου, ο οποίος αποφασίζει αφού ζητήσει τη γνώμη της επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 10.

Άρθρο 10

Εφαρμογή του κώδικα

1.   Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου, επικουρούμενος από συμβουλευτική επιτροπή, μεριμνά για την ορθή εφαρμογή του παρόντος κώδικα δεοντολογίας.

Η επιτροπή αποτελείται από τα τρία αρχαιότερα μέλη του Δικαστηρίου καθώς και από τον αντιπρόεδρο του Δικαστηρίου όταν ο τελευταίος δεν συγκαταλέγεται στα εν λόγω μέλη.

Στις περιπτώσεις που αφορούν μέλος ή πρώην μέλος του Γενικού Δικαστηρίου, ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και ένα άλλο μέλος του Γενικού Δικαστηρίου μετέχουν στις συνεδριάσεις της επιτροπής.

Η επιτροπή επικουρείται από τον Γραμματέα του Δικαστηρίου.

2.   Η επιτροπή μπορεί σε συγκεκριμένη περίπτωση, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να γνωστοποιήσει τη γνώμη της στο ενδιαφερόμενο μέλος ή πρώην μέλος, κατόπιν ακροάσεως του τελευταίου.

Άρθρο 11

Έναρξη ισχύος

1.   Ο παρών κώδικας καταργεί και αντικαθιστά τον προηγούμενο κώδικα δεοντολογίας (ΕΕ 2007 C 223, σ. 1). Τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2017.

2.   Η δήλωση οικονομικών συμφερόντων των μελών που ασκούν τα καθήκοντά τους κατά την ημερομηνία θέσεως του παρόντος κώδικα δεοντολογίας σε ισχύ πρέπει να διαβιβαστεί στον Πρόεδρο του δικαιοδοτικού οργάνου στο οποίο ανήκουν τα μέλη το αργότερο εντός μηνός από την ημερομηνία αυτή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Image

Κείμενο της εικόνας