ISSN 1977-0901

doi:10.3000/19770901.C_2012.140.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 140

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

55ό έτος
16 Μαΐου 2012


Ανακοίνωση αριθ

Περιεχόμενα

Σελίδα

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2012/C 140/01

Ισοτιμίες του ευρώ

1

 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2012/C 140/02

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.6587 — Molson Coors/StarBev) ( 1 )

2

2012/C 140/03

Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης (Υπόθεση COMP/M.6580 — Experian/Cerved/Experian-Cerved Information Services) — Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία ( 1 )

3

 

ΛΟΙΠΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

 

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

2012/C 140/04

Δημοσίευση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

4

2012/C 140/05

Δημοσίευση αίτησης τροποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

8

2012/C 140/06

Δημοσίευση αίτησης τροποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

18

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

 


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

16.5.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 140/1


Ισοτιμίες του ευρώ (1)

15 Μαΐου 2012

2012/C 140/01

1 ευρώ =


 

Νομισματική μονάδα

Ισοτιμία

USD

δολάριο ΗΠΑ

1,2843

JPY

ιαπωνικό γιεν

102,65

DKK

δανική κορόνα

7,4335

GBP

λίρα στερλίνα

0,80010

SEK

σουηδική κορόνα

9,0437

CHF

ελβετικό φράγκο

1,2010

ISK

ισλανδική κορόνα

 

NOK

νορβηγική κορόνα

7,6185

BGN

βουλγαρικό λεβ

1,9558

CZK

τσεχική κορόνα

25,515

HUF

ουγγρικό φιορίνι

292,25

LTL

λιθουανικό λίτας

3,4528

LVL

λεττονικό λατ

0,6971

PLN

πολωνικό ζλότι

4,3225

RON

ρουμανικό λέι

4,4425

TRY

τουρκική λίρα

2,3210

AUD

αυστραλιανό δολάριο

1,2836

CAD

καναδικό δολάριο

1,2855

HKD

δολάριο Χονγκ Κονγκ

9,9739

NZD

νεοζηλανδικό δολάριο

1,6573

SGD

δολάριο Σιγκαπούρης

1,6128

KRW

νοτιοκορεατικό γουόν

1 481,04

ZAR

νοτιοαφρικανικό ραντ

10,5182

CNY

κινεζικό γιουάν

8,1156

HRK

κροατικό κούνα

7,5350

IDR

ινδονησιακή ρουπία

11 897,19

MYR

μαλαισιανό ρίγκιτ

3,9531

PHP

πέσο Φιλιππινών

54,773

RUB

ρωσικό ρούβλι

39,0452

THB

ταϊλανδικό μπατ

40,237

BRL

ρεάλ Βραζιλίας

2,5539

MXN

μεξικανικό πέσο

17,5635

INR

ινδική ρουπία

69,0500


(1)  Πηγή: Ισοτιμίες αναφοράς που δημοσιεύονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

16.5.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 140/2


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.6587 — Molson Coors/StarBev)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2012/C 140/02

1.

Στις 2 Μαΐου 2012, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση σχεδιαζόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία η επιχείρηση Molson Coors Brewing Company («Molson Coors», ΗΠΑ) αποκτά κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1β του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων έλεγχο του συνόλου της επιχείρησης Starbev Holdings Sàrl («StarBev», Λουξεμβούργο) με αγορά μετοχών.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την Molson Coors: ζυθοποιία, πώληση, εμπορία και διανομή μπύρας κυρίως σε ΗΠΑ, Καναδά και Ηνωμένο Βασίλειο·

για την StarBev: παραγωγή και διανομή μπύρας· δραστηριότητες κυρίως στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.

3.

Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν στην Επιτροπή ενδεχόμενες παρατηρήσεις για τη σχεδιαζόμενη συγκέντρωση.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την ένδειξη COMP/M.6587 — Molson Coors/StarBev. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με φαξ (+32 22964301), ηλεκτρονικά στην COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIQUE/BELGIË


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων»).


16.5.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 140/3


Προηγούμενη γνωστοποίηση συγκέντρωσης

(Υπόθεση COMP/M.6580 — Experian/Cerved/Experian-Cerved Information Services)

Υπόθεση υποψήφια για απλοποιημένη διαδικασία

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

2012/C 140/03

1.

Στις 7 Μαΐου 2012, η Επιτροπή έλαβε γνωστοποίηση μιας σχεδιαζόμενης συγκέντρωσης σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (1) με την οποία οι επιχειρήσεις Experian Holding Italia S.r.l. («Experian», Ιταλία) και Cerved Holding SpA («Cerved»), αποκτούν κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων κοινό έλεγχο της επιχείρησης Experian-Cerved Information Services SpA («Experian-Cerved», Ιταλία) αγορά μετοχών σε νεοσυσταθείσα εταιρεία που αποτελεί κοινή επιχείρηση.

2.

Οι επιχειρηματικές δραστηριότητες των εν λόγω επιχειρήσεων είναι:

για την Experian: υπηρεσίες γραφείων πίστωσης· συλλογή και εμπορία επιχειρηματικών πληροφοριών από διαθέσιμες στο κοινό πηγές· λογισμικά και υπηρεσίες μάρκετινγκ για διαχείριση δεδομένων, εκτίμηση πιστωτικού κινδύνου, είσπραξη πιστώσεων και διαχείριση περιπτώσεων απάτης· συστήματα επιχειρηματικών πληροφοριών με βάση καταμετρήσεις πεζών που χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση της συμπεριφοράς των πελατών·

για την Cerved: συλλογή, επεξεργασία και μάρκετινγκ πληροφοριών που χρησιμεύουν για την υποστήριξη οργανισμών σε ό,τι αφορά τη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου, την εκτίμηση της πιστοληπτικής ικανότητας, την κατάρτιση καταλόγων στόχων για σκοπούς μάρκετινγκ και τη μελέτη της θέσης στην αγορά· αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, διαχείριση πιστώσεων και περιουσιακών στοιχείων· είσπραξη πιστώσεων·

για την Experian-Cerved: υπηρεσίες γραφείων πίστωσης.

3.

Κατόπιν προκαταρκτικής εξέτασης, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι η γνωστοποιηθείσα πράξη θα μπορούσε να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να λάβει τελική απόφαση επί του σημείου αυτού. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με μια απλοποιημένη διαδικασία αντιμετώπισης ορισμένων συγκεντρώσεων βάσει του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων (2) σημειώνεται ότι η παρούσα υπόθεση είναι υποψήφια για να αντιμετωπιστεί βάσει της διαδικασίας που προβλέπεται στην ανακοίνωση.

4.

Η Επιτροπή καλεί τους ενδιαφερόμενους τρίτους να υποβάλουν στην Επιτροπή ενδεχόμενες παρατηρήσεις για τη σχεδιαζόμενη συγκέντρωση.

Οι παρατηρήσεις πρέπει να φθάσουν στην Επιτροπή το αργότερο εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης, με την ένδειξη COMP/M.6580 — Experian/Cerved/Experian-Cerved Information Services. Οι παρατηρήσεις μπορούν να σταλούν στην Επιτροπή με φαξ (+32 22964301), ηλεκτρονικά στην COMP-MERGER-REGISTRY@ec.europa.eu ή ταχυδρομικά στην ακόλουθη διεύθυνση:

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

ΓΔ Ανταγωνισμού

Μητρώο Συγχωνεύσεων

J-70

1049 Bruxelles/Brussel

BELGIQUE/BELGIË


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1 («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων»).

(2)  ΕΕ C 56 της 5.3.2005, σ. 32 («Ανακοίνωση σχετικά με απλοποιημένη διαδικασία»).


ΛΟΙΠΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή

16.5.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 140/4


Δημοσίευση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

2012/C 140/04

Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά την έννοια του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου (1). Η δήλωση ένστασης υποβάλλεται στην Επιτροπή εντός εξαμήνου από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης.

ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

«MELA ROSSA CUNEO»

Αριθ. ΕΚ: IT-PGI-0005-0915-16.12.2011

ΠΓΕ ( X ) ΠΟΠ ( )

1.   Ονομασία:

«Mela Rossa Cuneo»

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα:

Ιταλία

3.   Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου:

3.1.   Τύπος προϊόντος:

Κλάση 1.6.

Φρούτα, λαχανικά και δημητριακά, νωπά ή μεταποιημένα

3.2.   Περιγραφή του προϊόντος για το οποίο ισχύει η ονομασία υπό 1:

Τα μήλα με την ονομασία «Mela Rossa Cuneo» ΠΓΕ παράγονται χρησιμοποιώντας αποκλειστικά τις ακόλουθες ποικιλίες μήλων και τους κλώνους τους:

α)

Red Delicious

β)

Gala

γ)

Fuji

δ)

Braeburn

Πρέπει επίσης να διαθέτουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

 

Red Delicious

 

Εξωκάρπιο: έντονο κόκκινο του κρασιού, με έκταση ≥ 90 % της επιφάνειας του φλοιού· χωρίς λιπαρότητα και σκωριόχρωμο χρωματισμό, που περιορίζεται στο εσωτερικό της κοιλότητας του ποδίσκου.

 

Μέγεθος: διάμετρος ≥ 75 mm, ή βάρος ≥ 180 g

 

Περιεκτικότητα σε σάκχαρα: ≥ 11 °Brix

 

Σκληρότητα σάρκας: ≥ 5 kg

 

Gala

 

Εξωκάρπιο: έντονο κόκκινο λαμπερό, με έκταση ≥ 80 % της επιφάνειας του φλοιού· κατανομή κυρίως με γραμμώσεις ή διάχυτη

 

Μέγεθος: διάμετρος ≥ 70 mm, ή βάρος ≥ 160 g

 

Περιεκτικότητα σε σάκχαρα: ≥ 12 °Brix

 

Σκληρότητα σάρκας: ≥ 5 kg

 

Fuji

 

Εξωκάρπιο: ανοιχτοκόκκινο έως έντονο κόκκινο, με έκταση ≥ 60 % της επιφάνειας του φλοιού

 

Μέγεθος: διάμετρος ≥ 75 mm, ή βάρος ≥ 180 g

 

Περιεκτικότητα σε σάκχαρα: ≥ 12 °Brix

 

Σκληρότητα σάρκας: ≥ 6 kg

 

Braeburn

 

Εξωκάρπιο: από πορτοκαλοκόκκινο έως έντονο κόκκινο, κυρίως με γραμμώσεις, με έκταση ≥ 80 % της επιφάνειας

 

Μέγεθος: διάμετρος ≥ 70 mm, ή βάρος ≥ 160 g

 

Περιεκτικότητα σε σάκχαρα: ≥ 11,5 °Brix

 

Σκληρότητα σάρκας: ≥ 6 kg

Όταν διατίθενται στην κατανάλωση τα μήλα πρέπει να είναι ακέραια, με εμφάνιση φρέσκου και υγιούς προϊόντος, καθαρά και απαλλαγμένα ξένων οσμών και προσμίξεων, και να πληρούν τις καθορισμένες απαιτήσεις των εμπορικών κατηγοριών Έξτρα και I.

Οι ελάχιστες ποιοτικές απαιτήσεις για τις διάφορες ποικιλίες και κατηγορίες είναι αυτές που προβλέπονται από την κοινοτική νομοθεσία, κατά την έννοια του κανονισμού (EE) αριθ. 543/2011.

3.3.   Πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα):

3.4.   Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης):

3.5.   Συγκεκριμένα στάδια της παραγωγής που πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής:

Όλα τα στάδια καλλιέργειας και συγκομιδής των μήλων «Mela Rossa Cuneo» ΠΓΕ πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής.

3.6.   Ειδικοί κανόνες σχετικά με τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ.:

Η διατήρηση του προϊόντος «Mela Rossa Cuneo» ΠΓΕ εκτελείται, σύμφωνα με τις παραδοσιακές μεθόδους, με την τεχνική της ψύξης, χάρη στην οποία οι τιμές θερμοκρασίας, υγρασίας και ατμοσφαιρικής σύστασης είναι κατάλληλες να διατηρήσουν τα ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά.

Η εμπορία του «Mela Rossa Cuneo» πρέπει να εκτελείται αποκλειστικά την περίοδο που αναφέρεται στη συνέχεια.

Gala

Από αρχές Αυγούστου έως τέλος Μαΐου

Red Delicious

Από αρχές Σεπτεμβρίου έως τέλη Ιουνίου

Braeburn

Από τέλη Σεπτεμβρίου έως τέλη Ιουλίου

Fuji

Από αρχές Οκτωβρίου έως τέλη Ιουλίου

3.7.   Ειδικοί κανόνες για την επισήμανση:

Τα μήλα με την ονομασία «Mela Rossa Cuneo» πρέπει να συσκευάζονται σε συσκευασίες που να επιτρέπουν να φαίνεται καθαρά η ταυτότητα του προϊόντος. Τα στοιχεία ταυτοποίησης του προϊόντος θα πρέπει να εμφανίζονται στη συσκευασία ή σε κάθε μήλο χωριστά, οπότε θα πρέπει να εμφανίζεται η ένδειξη «Mela Rossa Cuneo» ΠΓΕ με εμφανείς και ευανάγνωστους χαρακτήρες διαστάσεων που να υπερισχύουν κάθε άλλης ένδειξης παρούσας στο προϊόν.

Στην περίπτωση της ταυτοποίησης με μικρή ετικέτα, αυτή πρέπει να εφαρμόζεται τουλάχιστον στο 70 % των καρπών.

Επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται, σε συνδυασμό με την Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη, ενδείξεις ή/και γραφικά σύμβολα που παραπέμπουν σε εμπορικές επωνυμίες, συλλογικά σήματα ή ατομικά σήματα επιχείρησης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν εγκωμιαστικό χαρακτήρα και δεν παραπλανούν τον καταναλωτή.

4.   Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής:

Η περιοχή παραγωγής του προϊόντος «Mela Rossa Cuneo» περιλαμβάνει τις κοινότητες που βρίσκονται εν μέρει στην επαρχία του Cuneo και εν μέρει στην επαρχία του Torino, σε υψόμετρο 280 έως 650 m.

Οι κοινότητες της επαρχίας του Cuneo είναι: Bagnolo Piemonte, Barge, Borgo San Dalmazzo, Boves, Brondello, Busca, Caraglio, Castellar, Castelletto Stura, Centallo, Cervasca, Cervere, Costigliole Saluzzo, Cuneo, Dronero, Envie, Fossano, Lagnasco, Manta, Martiniana Po, Pagno, Piasco, Revello, Rossana, Sant’Albano Stura, Salmour, Saluzzo, Sanfront, Savigliano, Scarnafigi, Tarantasca, Valgrana, Venasca, Verzuolo, Villafalletto, Villar San Costanzo.

Οι κοινότητες της επαρχίας του Torino είναι: Bibiana, Bricherasio, Campiglione Fenile, Cavour, Garzigliana, Luserna S. Giovanni, Lusernetta, Osasco, S. Secondo di Pinerolo, Pinerolo.

5.   Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή:

5.1.   Ιδιαιτερότητα της γεωγραφικής περιοχής:

Το τμήμα του εδάφους της περιφέρειας Piemonte που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του προϊόντος αποτελείται από το υψίπεδο που βρίσκεται κατά μήκος των δυτικών Άλπεων — οι οποίες αποτελούνται από τις Άλπεις Marittime και τις Άλπεις Cozie — και σχηματίζει ένα ενιαίο ανάγλυφο αποτελούμενο από τη στεφάνη που δημιουργεί η στενή λωρίδα του υψιπέδου η οποία επικρέμεται μεταξύ των Δυτικών Άλπεων και της πεδιάδας του Πάδου.

Η εν λόγω περιοχή αποτελεί την κύρια περιοχή μηλοπαραγωγής της περιφέρειας Piemonte, στην οποία η καλλιέργεια μήλων με κόκκινο φλοιό έχει γεννηθεί, έχει αναπτυχθεί και έχει εδραιωθεί.

Οι περιοχές καλλιέργειας των μήλων «Mela Rossa Cuneo» καλύπτουν μια περιοχή διαμοιρασμένη μεταξύ των επαρχιών του Cuneo και του Torino της περιφέρειας Piemonte και είναι πράγματι, από ιστορική και γεωγραφική άποψη, ιδιαιτέρως κατάλληλες για την αύξηση του ανθοκυανικού χρωματισμού των μήλων που παράγονται εκεί. Το υψόμετρο, το γεωγραφικό πλάτος, το ανάγλυφο, οι κλιματικοί παράγοντες και η ιδιαίτερη ένταση της ηλιακής ακτινοβολίας αποτελούν χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος της περιοχής.

Η γειτνίαση αφενός με την αλπική οροσειρά και αφετέρου με την πεδιάδα του Πάδου — από τα τέλη του καλοκαιριού και καθ’όλη τη διάρκεια του φθινοπώρου, αναλόγως της εξέλιξης της ωρίμασης, πριν από την συγκομιδή, των ποικιλιών που αποτελούν το προϊόν «Mela Rossa Cuneo» — έχει ως αποτέλεσμα τις σημαντικές διαφορές θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας και νύχτας, με μέσες τιμές θερμοκρασίας κατά την εν λόγω περίοδο 13,8 °C. Οι εν λόγω τιμές αντιπροσωπεύουν ασυνήθιστα μεγάλο εύρος, σε σχέση με αυτές που καταχωρίζονται γενικά στο μεγαλύτερο τμήμα των ευρωπαϊκών περιοχών μηλοκαλλιέργειας, τόσο των ορεινών όσο και των πεδινών, όπου οι μεταβολές θερμοκρασίας οφείλονται κυρίως στο γρήγορο πέρασμα μετεωρολογικών διαταράξεων.

5.2.   Ιδιοτυπία του προϊόντος:

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στα οποία στηρίζεται η φήμη του προϊόντος «Mela Rossa Cuneo» συνίστανται στον χαρακτηριστικό κόκκινο υπερκείμενο χρωματισμό του φλοιού, που επηρεάζει την εμφάνιση του προϊόντος τόσο όσον αφορά την έκταση του υπερκείμενου χρωματισμού (ποσοστό του φλοιού που καλύπτεται από τον υπερκείμενο χρωματισμό) όσο και την ιδιαίτερη λαμπρότητα του χρωματισμού του εξωκαρπίου. Τα εν λόγω χαρακτηριστικά προσδίδουν στο προϊόν «Mela Rossa Cuneo» ιδιαίτερη και συγκεκριμένη ταυτότητα στις τοπικές, περιφερειακές, εθνικές και διεθνείς αγορές.

5.3.   Αιτιώδης σχέση που συνδέει τη γεωγραφική περιοχή με την ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΟΠ) ή με μια συγκεκριμένη ιδιότητα, τη φήμη ή άλλα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΓΕ):

Η ιδιαίτερη αισθητική του προϊόντος «Mela Rossa Cuneo» είναι αποτέλεσμα της ευνοϊκής αλληλεπίδρασης μεταξύ της γεωγραφικής περιοχής παραγωγής και των ποικιλιών και κλώνων μήλων που παραδοσιακά χρησιμοποιούνται.

Στην ποιότητα του κόκκινου χρωματισμού συμβάλλουν τα τρία ακόλουθα φυσικοκλιματικά φαινόμενα, τα οποία οφείλονται στα χαρακτηριστικά της γεωγραφικής περιοχής:

το ασυνήθιστα μεγάλο εύρος των διαφορών θερμοκρασίας στη διάρκεια του 24ώρου κατά την περίοδο πριν τη συγκομιδή·

η διαβροχή του φλοιού, οφειλόμενη στις σταγόνες δρόσου που εμφανίζονται τις πιο ψυχρές ώρες της νύχτας και δημιουργεί ένα χαρακτηριστικό κύκλο διαβροχής/ξήρανσης της επιδερμίδας του καρπού·

οι πρωινές και βραδυνές «ορεινές αύρες» με εναλλασσόμενες κατευθύνσεις που εντείνουν και επιταχύνουν τους ημερήσιους κύκλους θερμοκρασίας και διαβροχής.

Αυτά τα φυσικά φαινόμενα αλληλεπιδρούν με την ηλιακή ακτινοβολία στον σχηματισμό και την εξέλιξη των ανθοκυανών, δηλαδή των αντιοξειδωτικών πιγμέντων στα οποία οφείλεται το χρώμα του εξωκάρπιου των μήλων. Οι διαφορές θερμοκρασίας συνδέονται στενά με το σχηματισμό των πιγμέντων του χρώματος. Η έκταση που καταλαμβάνει το χρώμα η οποία είναι ορατή με γυμνό οφθαλμό εξαρτάται από το ποσοστό κυττάρων με πιγμέντα χρώματος, και όχι από τη μεγαλύτερη ή μικρότερη αραίωση των ανθοκυανών στα κύτταρα. Ο κύκλος διαβροχής/ξήρανσης, αλληλεπιδρώντας με την ποιότητα της φωτεινής ακτινοβολίας, επηρεάζει την εξελικτική διαδικασία των ανθοκυανών.

Η καταλληλότητα της γεωγραφικής περιοχής για παραγωγή μήλων με κόκκινο φλοιό περιγράφεται πλήρως στο έγγραφο του Πανεπιστημίου Γαστρονομικών Επιστημών του Pollenzo (CN). Χάρη στην επιρροή του Διαφωτισμού, τον 18ο αιώνα, δημιουργήθηκαν στο Piemonte ακαδημίες και αγροτικές ενώσεις οι οποίες ανέπτυξαν έντονη ερευνητική δραστηριότητα σε θέματα ποικιλιών, διάδοσης νέων ποικιλιών καλλιέργειας και ανάπτυξης καλλιεργητικών τεχνικών εδραιωμένων σε επιστημονικές βάσεις. Με τον τρόπο αυτό δημιουργήθηκαν οι συνθήκες για τη διάδοση ποικιλιών μήλων με κόκκινο φλοιό που εκτιμώνται ιδιαιτέρως για την ικανότητά τους να εκδηλώνουν, στο τοπικό περιβάλλον του Cuneo, ένα ιδιαίτερα έντονο και στιλπνό χρώμα.

Η ανάπτυξη της σύγχρονης μηλοκαλλιέργειας στο Cuneo ανάγεται στις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Με βραδείς ρυθμούς, τα μήλα με κόκκινο φλοιό άρχισαν να κατακτούν σημαντική θέση στο πανόραμα των ποικιλιών μήλων έως ότου έφθασαν, στις μέρες μας, να αποτελούν την επικρατέστερη ομάδα. Στη δεκαετία του 1960 και 1970, η ονομασία «Mela Rossa Cuneo» εδραιώθηκε και άρχισε να εμφανίζεται στα τιμολόγια και τα δελτία αποστολής του προϊόντος που προοριζόταν για την εγχώρια αγορά. Η πρώτη διαφημιστική εκστρατεία για το προϊόν «Mela Rossa Cuneo» πραγματοποιήθηκε εκείνη την εποχή. Στη δεκαετία του 1980 περιλαμβάνεται στα τιμολόγια των εξαγωγών του προϊόντος στο εξωτερικό. Την ίδια εποχή το προϊόν «Mela Rossa Cuneo» αποτελεί αντικείμενο μηλεολογικών εκθέσεων απευθυνόμενων σε επαγγελματίες οπωροκαλλιεργητές αλλά και σε καταναλωτές, ενώ παγιώνεται σταδιακά, την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, η εμπορική ταυτοποίηση σε έργα εμπορικής προώθησης στα σημεία πώλησης του προϊόντος στη Βορειοδυτική Ιταλία.

Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών:

Η εθνική διαδικασία ένστασης ενεργοποιήθηκε με τη δημοσίευση της πρότασης αναγνώρισης της προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης «Mela Rossa Cuneo» στην Gazzetta Ufficiale della Repubblica Italiana αριθ. 265 της 14ης Νοεμβρίου 2011.

Το κείμενο των προδιαγραφών μπορεί να αναζητηθεί στο Διαδίκτυο:

http://www.politicheagricole.it/flex/cm/pages/ServeBLOB.php/L/IT/IDPagina/3335

ή

απευθείας στην αρχική σελίδα του δικτυακού τόπου του Υπουργείου Γεωργίας, Τροφίμων και Δασών (http://www.politicheagricole.it) — επιλογή «Qualità e sicurezza» (στο επάνω και δεξιά τμήμα της οθόνης) και κατόπιν «Disciplinari di Produzione all’esame dell’UE».


(1)  ΕΕ L 93 της 31.3.2006, σ. 12.


16.5.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 140/8


Δημοσίευση αίτησης τροποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

2012/C 140/05

Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά της αίτησης τροποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου (1). Οι ενστάσεις διαβιβάζονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή εντός έξι μηνών από την παρούσα δημοσίευση.

ΑΙΤΗΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΗΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9

«MÜNCHENER BIER»

Αριθ. ΕΚ: DE-PGI-0217-0516-02.09.2010

ΠΓΕ ( X ) ΠΟΠ ( )

1.   Κεφάλαιο των προδιαγραφών προϊόντος που αφορά η τροποποίηση:

Ονομασία του προϊόντος

Περιγραφή του προϊόντος

Γεωγραφική περιοχή

Απόδειξη της καταγωγής

Μέθοδος παραγωγής

Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή

Επισήμανση

Εθνικές απαιτήσεις

Άλλο (να προσδιοριστεί)

2.   Τύπος τροποποίησης(-εων):

Τροποποίηση του ενιαίου εγγράφου ή της σύνοψης

Τροποποίηση των προδιαγραφών της καταχωρισμένης ΠΟΠ ή ΠΓΕ για την οποία δεν έχει δημοσιευθεί ούτε ενιαίο έγγραφο ούτε σύνοψη

Τροποποίηση των προδιαγραφών που δεν απαιτεί τροποποίηση του δημοσιευμένου ενιαίου εγγράφου [άρθρο 9 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006]

Προσωρινή τροποποίηση των προδιαγραφών λόγω της επιβολής υποχρεωτικών υγειονομικών ή φυτοϋγειονομικών μέτρων από τις δημόσιες αρχές [άρθρο 9 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006]

3.   Τροποποίησης(-εις):

β)

Περιγραφή:

Ζητείται να γίνουν οι ακόλουθες προσθήκες στα είδη μπύρας που αναφέρονται:

 

Weißbier (λευκή μπύρα) χωρίς αλκοόλη

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

3,5-8,0

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

< 0,5

Χρώμα (EBC)

:

8,0-21,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

7,0-19,0 μονάδες

Τυπική Weißbier, με γάργαρη, γλυκιά, γεμάτη γεύση, ωχρή, με χρώμα χρυσό έως κεχριμπαρένιο, με λεπτή θολότητα μαγιάς από φυσικά θολή έως θολή, με γεύση λυκίσκου ελαφριά έως λίγο πικρή·

 

Μπύρα χωρίς αλκοόλη

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

1,0-8,0

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

< 0,5

Χρώμα (EBC)

:

4,0-13,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

13,0-29,0 μονάδες

Τυπική γεύση μπύρας από ξηρή έως γλυκιά, φρέσκια, γεμάτη, ήπια έως πλούσια, ωχρή, καθαρή, ανοιχτόχρωμη έως χρυσοκίτρινη, ελαφρώς πικάντικη έως πικάντικη, με ελαφρή έως αρωματική γεύση λυκίσκου·

Αιτιολογία:

Οι μη αλκοολούχες μπύρες των ζυθοποιείων του Μονάχου υπόκεινται στις ίδιες βασικές απαιτήσεις ποιότητας με τις άλλες μπύρες του Μονάχου. Για τις μπύρες χωρίς αλκοόλη πρέπει να παρεμβάλλονται εν μέρει πρόσθετα στάδια παραγωγής μόνον όσον αφορά την περιεκτικότητα σε αλκοόλη. Όλα τα άλλα συστατικά παραμένουν ωστόσο αμετάβλητα κατά τη διαδικασία αυτή. Η «πολύ ελαφρύτερη» γεύση που χαρακτηρίζει τις μη αλκοολούχες μπύρες οφείλεται αποκλειστικά στη μειωμένη περιεκτικότητα σε αλκοόλη. Οι μπύρες αυτού του τύπου υπήρχαν ήδη στο Μόναχο πριν από την αρχική αίτηση της 7ης Μαρτίου 1993.

Όπως αναφέρει η Allgemeine Brauer- und Hopfen-Zeitung («Γενική εφημερίδα των ζυθοποιών και του λυκίσκου») στο φύλλο της 17ης Αυγούστου 1898, η μπύρα χωρίς αλκοόλη παρασκευαζόταν ήδη στη Βαυαρία το 1898. Στην ίδια εφημερίδα της 9ης Ιουλίου 1898, στη σελίδα 1590, γίνεται παραπομπή στην αίτηση που είχε υποβάλει ο Karl MICHEL, ιδιοκτήτης της Πρακτικής Σχολής ζυθοποιίας (Praktische Brauerschule) του Μονάχου, ο οποίος ήθελε να διαθέσει στην αγορά μπύρα χωρίς αλκοόλη (βλ. σχετικά το σύγγραμμα με τίτλο «Münchener Braueindustrie 1871-1945», του Christian SCHÄDER, σ. 105). Μολονότι η εν λόγω αίτηση δεν σημείωσε επιτυχία την εποχή εκείνη, οι ζυθοποιίες του Μονάχου δεν ξέχασαν την μπύρα χωρίς αλκοόλη, ιδίως μάλιστα τη στιγμή που εξαιτίας της έλλειψης πρώτων υλών υπό τις έκτακτες συνθήκες που επικράτησαν κατά τη διάρκεια των δύο Παγκόσμιων Πολέμων και μετέπειτα συνεχίστηκε η παραγωγή «αραιόμπυρας». Όπως και να έχουν τα πράγματα, η παραγωγή Weißbier (λευκής μπύρας) χωρίς αλκοόλη και μπύρας χωρίς αλκοόλη συνεχίστηκε σταθερά στο Μόναχο τουλάχιστον από το 1986 και μετά. Η εξαιρετική φήμη της μπύρας του Μονάχου είναι δεδομένη και υπήρχε την εποχή εκείνη για τις μπύρες του Μονάχου τόσο με, όσο και χωρίς αλκοόλη.

ε)

Μέθοδος παραγωγής:

Ζητείται να προστεθεί στο αρχικό κείμενο το ακόλουθο απόσπασμα:

«Οι μη αλκοολούχες μπύρες του Μονάχου υπόκεινται στις ίδιες υψηλές απαιτήσεις ποιότητας με τις αλκοολούχες μπύρες και παρασκευάζονται επίσης σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν στο Μόναχο και στη Γερμανία, ανεξάρτητα από το εάν στη συγκεκριμένη περίπτωση πρόκειται για βυθοζύμωτες ή αφροζύμωτες μπύρες. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο, με βάση τη μακροχρόνια παράδοση της ζυθοποιίας στο Μόναχο, χρησιμοποιούνται δύο διαδικασίες για την παρασκευή μπύρας χωρίς αλκοόλη, καθώς και μπύρας Weißbier (λευκής μπύρας) χωρίς αλκοόλη.

Κατά την πρώτη διαδικασία, αφαιρείται το σύνολο ή το μεγαλύτερο μέρος της αλκοόλης από τον αντίστοιχα ζυμωμένο στο έπακρο τύπο μπύρας μέσω απόσταξης σε κενό και εξάτμισης (εξάτμιση με καθοδική ροή/λεπτόστρωμη εξάτμιση σε κενό), ενώ όλα τα άλλα συστατικά παραμένουν αμετάβλητα, με άλλα λόγια δηλαδή εξακολουθούν στο βαθμό αυτό να ισχύουν περαιτέρω οι απαιτήσεις ποιότητας.

Κατά την διάρκεια της δεύτερης και παλαιότερης διαδικασίας, παρασκευάζεται κατ’ αρχήν, με τον τρόπο που περιγράφηκε προηγουμένως, το αντίστοιχο ζυθογλεύκος για τη μπύρα Μονάχου. Η επακόλουθη ζύμωση ανακόπτεται ωστόσο στη συνέχεια εξαιρετικά πρόωρα, με αποτέλεσμα να μην επιτυγχάνεται η μέγιστη βάσει του νόμου επιτρεπόμενη περιεκτικότητα σε αλκοόλη ύψους 0,5 % κατ’ όγκο. Τα συστατικά παραμένουν παρ’ όλα αυτά αμετάβλητα, ενώ οι απαιτήσεις σε θέματα ποιότητας παραμένουν ταυτόσημες.»

Αιτιολογία:

Δεδομένου ότι η παραγωγή της μπύρας χωρίς αλκοόλη διαφέρει σε κάποιο βαθμό από τη βασική παραγωγή της μπύρας, η επικεφαλίδα που αναφέρεται στη «μέθοδο παραγωγής» θα πρέπει αναγκαστικά να επεκταθεί, ώστε να συμπεριλάβει τα συγκεκριμένα στάδια παραγωγής.

στ)

Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή:

Ζητείται να προστεθεί στο αρχικό κείμενο το ακόλουθο απόσπασμα, μετά το δεύτερο εδάφιο:

«Αλλά και στο Μόναχο οι μπύρες χωρίς αλκοόλη έχουν επίσης μακροχρόνια παράδοση. Όπως αναφέρεται στο φύλλο της 17ης Αυγούστου 1898 της “Allgemeine Brauer- und Hopfen-Zeitung”, στη σελίδα 1928, στη Βαυαρία παράγεται μπύρα χωρίς αλκοόλη. Στην έκδοση της ίδιας εφημερίδας της 9ης Ιουλίου 1898, στη σελίδα 1590, βρίσκουμε σχετική παραπομπή στην μπύρα χωρίς αλκοόλη στο Μόναχο. Εκεί γίνεται αναφορά στην αίτηση που είχε υποβάλει ο κύριος Karl MICHEL, ιδιοκτήτης της Πρακτικής Σχολής ζυθοποιίας του Μονάχου, ο οποίος ήθελε να διαθέσει στην αγορά μπύρα χωρίς αλκοόλη (βλ. σχετικά το σύγγραμμα με τίτλο “Münchener Braueindustrie 1871-1945”, του Christian SCHÄDER, σ. 105). Μολονότι η προαναφερθείσα αίτηση απορρίφθηκε την εποχή εκείνη, ο κόσμος δεν ξέχασε την μπύρα χωρίς αλκοόλη, ιδίως μάλιστα τη στιγμή που εξαιτίας της έλλειψης πρώτων υλών υπό τις έκτακτες συνθήκες που επικράτησαν κατά τη διάρκεια των δύο Παγκόσμιων Πολέμων και μετέπειτα, η παραγωγή μπύρας με χαμηλή περιεκτικότητα σε οινόπνευμα συνεχίστηκε.

Σε κάθε περίπτωση, οι ζυθοποιίες στο Μόναχο έχουν αρχίσει εκ νέου να παράγουν σε διαρκή βάση μπύρα χωρίς αλκοόλη και Weißbier χωρίς αλκοόλη από το 1986 και μετά. Η μόνη διαφορά από τις άλλες μπύρες του Μονάχου έγκειται απλώς στο ότι, στη συνέχεια, είτε αφαιρείται εκ των υστέρων η αλκοόλη από την έτοιμη μπύρα του Μονάχου ή ανακόπτεται πρόωρα η ζύμωσή της. Στην περίπτωση αυτή, ωστόσο, όλα τα άλλα συστατικά παραμένουν αμετάβλητα. Η εξαιρετική φήμη της μπύρας του Μονάχου εξακολουθεί να ισχύει απαράλλακτα και για τις μπύρες του Μονάχου τόσο χωρίς, όσο και με αλκοόλη ανεξάρτητα από το εκάστοτε είδος μπύρας.»

Στο τέλος πρέπει να προστεθεί το ακόλουθο απόσπασμα:

«“Allgemeine Brauer- und Hopfen-Zeitung” της 9ης Ιουλίου 1898, σελίδα 1590 και της 17ης Αυγούστου 1898, σελίδα 1928»

Αιτιολογία:

Επιβάλλεται να επισημανθεί ότι οι μπύρες χωρίς αλκοόλη αποτελούν επίσης μέρος της παράδοσης για τις μπύρες του Μονάχου, αλλά και αναπόσπαστο στοιχείο τους. Οι μπύρες χωρίς αλκοόλη αναφέρονται για πρώτη φορά σε έγγραφα του έτους 1898. Όπως είναι γνωστό, η έλλειψη πρώτων υλών οδήγησε στην παραγωγή «αραιόμπυρας» υπό τις έκτακτες συνθήκες και κατά τις πολεμικές συρράξεις του 20ου αιώνα. Σε κάθε περίπτωση, όπως έχει αποδειχθεί, η διαρκής παραγωγή μπύρας χωρίς αλκοόλη και Weißbier χωρίς αλκοόλη συνεχίζεται από το 1986. Η εξαιρετική φήμη της μπύρας του Μονάχου εξακολουθεί να ισχύει απαράλλακτα και για τις μπύρες του Μονάχου τόσο με, όσο και χωρίς αλκοόλη, ανεξάρτητα από το εάν πρόκειται για βαθυζύμωτες ή για αφροζύμωτες μπύρες.

η)

Επισήμανση:

Οι λέξεις «κατηγορία μπύρας» αντικαθίστανται από τις λέξεις «είδος μπύρας».

Προστίθεται περαιτέρω το ακόλουθο κείμενο:

«Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 της 20ής Μαρτίου 2006, σε συνδυασμό με το άρθρο 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1898/2006, από τις 14 Δεκεμβρίου 2006 αναγράφεται στην ετικέτα είτε το σύμβολο της ΕΕ ή η μνεία “Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη”, συνοδευόμενα από την καταχωρισμένη ονομασία “Münchener Bier”.»

Αιτιολογία:

1.   Αντί για «κατηγορία μπίρας»«είδος μπίρας»

Η επιλογή των λέξεων «κατηγορία μπύρας» είναι εσφαλμένη. Θα έπρεπε ορθότερα να ονομάζεται «είδος μπίρας». Κατ’ αναλογία προς το άρθρο 3 BierV, ως κατηγορία μπύρας νοείται π.χ. η «μπύρα με χαμηλή περιεκτικότητα σε ζυθογλεύκος», η «Schankbier» ή η «Starkbier».

Η διόρθωση είναι αναγκαία, δεδομένου ότι το σημείο η) παραπέμπει στο σημείο β) των προδιαγραφών, στο οποίο απαριθμούνται είδη μπύρας και όχι κατηγορίες μπύρας.

2.   Προσθήκη

Το αργότερο από την 1η Μαΐου 2009 πρέπει να αναγράφονται στην ετικέτα των προϊόντων που υπόκεινται στην προστασία του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 είτε το σύμβολο της ΕΕ ή η μνεία «Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη», από κοινού με την ονομασία του προστατευόμενου προϊόντος. Δεδομένου ότι η παρούσα αίτηση τροποποίησης/προσθήκης κατατέθηκε μετά την 1η Μαΐου 2009, η προσθήκη είναι απαραίτητη.

ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

«MÜNCHENER BIER»

Αριθ. ΕΚ: DE-PGI-0217-0516-02.09.2010

ΠΓΕ ( X ) ΠΟΠ ( )

1.   Ονομασία:

«Münchener Bier»

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα:

Γερμανία

3.   Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου:

3.1.   Τύπος προϊόντος:

Κλάση 2.1

Μπύρες

3.2.   Περιγραφή του προϊόντος για το οποίο ισχύει η ονομασία υπό 1:

 

Helles

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

11,4-11,9

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

4,7-5,4

Χρώμα (EBC)

:

5,0-8,5 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

14,0-25,0 μονάδες

αχυρένια, ξανθιά, ευχάριστη, καθαρή, απαλή, με ελαφρά έως ευχάριστη γεύση λυκίσκου, εκλεπτυσμένα έως δροσερά πικάντικη με ευχάριστη πικράδα ανάλογα με τη μέθοδο παρασκευής της μπύρας·

 

Export Hell

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

12,5-12,8

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

5,5-6,0

Χρώμα (EBC)

:

5,5-7,5 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

15,0-26,0 μονάδες

αχυρένια, προερχόμενη από ζύμωση σε υψηλή θερμοκρασία, γεμάτη γεύση που ποικίλλει από απαλή, ήπια έως έντονα πικάντικη, με ελαφρά γεύση λυκίσκου και ελαφρά πικράδα·

 

Export Dunkel

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

12,5-13,7

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

5,0-5,9

Χρώμα (EBC)

:

42,0 ≤ 60,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

15,0-24,0 μονάδες

χυμώδης, απαλή, αρωματική έως έντονα βυνώδης γεύση, όπου κυριαρχεί εν μέρει η βύνη του Μονάχου·

 

Pils

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

11,5-12,5

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

4,9-5,8

Χρώμα (EBC)

:

5,5-7,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

30,0-38,0 μονάδες

ελαφρώς ξηρή (στυφή), εκλεπτυσμένη, ευγενής πικράδα λυκίσκου, με έντονες γεύσεις έως και άρωμα λυκίσκου, λεπτή, αρμονική, αφρώδης·

 

Weißbier (λευκή μπύρα) χωρίς αλκοόλη

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

3,5-8,0

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

< 0,5

Χρώμα (EBC)

:

8,0-21,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

7,0-19,0 μονάδες

Τυπική γεύση Weißbier, με γάργαρη, γλυκιά, γεμάτη γεύση, ωχρή, με χρώμα χρυσό έως κεχριμπαρένιο, με λεπτή θολότητα μαγιάς από φυσικά θολή έως θολή, με γεύση λυκίσκου ελαφριά έως λίγο πικρή·

 

Leichtes Weißbier

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

7,7-8,4

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

2,8-3,2

Χρώμα (EBC)

:

11,0-13,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

13,0-15,0 μονάδες

δροσιστική, πικάντικη, αεριούχα, θολή με μαγιά, με τυπική αφροζύμωτη γεύση Weißbier·

 

Kristall Weizen

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

11,5-12,4

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

4,9-5,5

Χρώμα (EBC)

:

7,5-12,5 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

12,0-16,0 μονάδες

πικάντικη, ιδιαίτερα αεριούχα, φιλτραρισμένη έως το σημείο της καθαρότητας, διαυγής, αφρώδης, με γεύση αφροζύμωσης, τυπικά αφροζύμωτη μπίρα·

 

Hefeweizen Hell

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

11,4-12,6

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

4,5-5,5

Χρώμα (EBC)

:

11,0-20,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

12,0-20,0 μονάδες

προερχόμενη από ζύμωση σε υψηλή θερμοκρασία, φυσική θολότητα, με τυπικά αφροζύμωτο χαρακτήρα, αεριούχα, δροσιστική, πικάντικη, αφρώδης, εν μέρει με γεύση ζύμης και αρώματα Weißbier·

 

Hefeweizen Dunkel

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

11,6-12,4

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

4,5-5,3

Χρώμα (EBC)

:

29,0-45,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

13,0-16,0 μονάδες

φυσική θολότητα, πλούσια γεύση από αρώματα βύνης ή με βυνώδη χαρακτήρα, με αφροζύμωτες νότες ή χαρακτήρα·

 

Märzen

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

13,2-14,0

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

5,3-6,2

Χρώμα (EBC)

:

8,0-32,5 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

21,0-25,0 μονάδες

πολύ πλούσια γεύση, ευχάριστη, απαλή, αναδίδει παλαιά βαυαρέζικα αρώματα έως και αρώματα βύνης, πολύ ήπια πικράδα·

 

Bockbier

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

16,2-17,3

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

6,2-8,1

Χρώμα (EBC)

:

7,5-40,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

18,0-32,5 μονάδες

προερχόμενη από ζύμωση σε υψηλή θερμοκρασία, με γεύση που ποικίλλει από πλήρη, πλούσια, ευχάριστη, απαλή, αρωματική έως ελαφριά ή έντονη γεύση λυκίσκου και εν μέρει με πικάντικο χαρακτήρα·

 

Doppelbock

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

18,2-18,7

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

7,2-7,7

Χρώμα (EBC)

:

44,0-75,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

18,0-28,0 μονάδες

δυνατή, έντονη γεύση, πικάντικη, με σώμα, με αρωματική γεύση βύνης·

 

Μπύρα χωρίς αλκοόλη

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

1,0-8,0

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

< 0,5

Χρώμα (EBC)

:

4,0-13,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

13,0-29,0 μονάδες

Τυπική γεύση μπύρας από ξηρή έως γλυκιά, φρέσκια, γεμάτη, ήπια έως πλούσια, ωχρή, καθαρή, ανοιχτόχρωμη έως χρυσοκίτρινη, ελαφρώς πικάντικη έως πικάντικη, με ελαφρή έως αρωματική γεύση λυκίσκου·

 

Leichtbier

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

7,5-7,7

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

2,7-3,2

Χρώμα (EBC)

:

5,5-7,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

24,0-26,5 μονάδες

εκλεπτυσμένη, ελαφρώς στυφή γεύση·

 

Diät Pils

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

8,5-9,3

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

4,3-4,9

Χρώμα (EBC)

:

5,0-6,5 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

26,0-30,0 μονάδες

φτωχή σε υδατάνθρακες, ελαφρώς στυφή, ξηρή γεύση·

 

Schwarz-Bier

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

11,3

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

4,8

Χρώμα (EBC)

:

70,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

17,0 μονάδες

ελαφρώς πικάντικο άρωμα βύνης·

 

ICE-Bier

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

11,2

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

4,9

Χρώμα (EBC)

:

6,5 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

20,0 μονάδες

αρμονική, γεμάτη, πλούσια γεύση·

 

Nähr-/Malzbier

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε %

:

12,3-12,7

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

0,0-1,2

Χρώμα (EBC)

:

65,0-90,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

8,0-15,0 μονάδες

χαμηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ, προερχόμενη από πολύ απαλή ζύμωση, βυνώδης, πικάντικη, με πολύ ελαφρά γεύση λυκίσκου·

 

Oktoberfestbier

Αρχική περιεκτικότητα σε γλεύκος σε

:

13,6-14,0

Περιεκτικότητα σε αλκοόλη κατ’ όγκο %

:

5,3-6,6

Χρώμα (EBC)

:

6,0-28,0 μονάδες

Πικρές ουσίες (EBU)

:

16,0-28,0 μονάδες

ανοιχτή, ξανθιά, κεχριμπαρένια ή σκουρόχρωμη, με γεύση που ποικίλλει από πλούσια, χυμώδης, απαλή ή με άρωμα βύνης έως και ελαφρύ άρωμα λυκίσκου με πολύ ελαφρά πικρή γεύση ή πολύ έντονη και ελάχιστα γλυκιά γεύση.

3.3.   Πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα):

Το νερό που χρησιμοποιείται από τα ζυθοποιεία του Μονάχου προέρχεται από τη «Münchener Schrotterebene» (κοιλάδα με αποστρογγυλωμένες κροκάλες του Μονάχου) από ιδιόκτητα βαθέα φρέατα που βρίσκονται στην περιοχή της πόλης του Μονάχου, πολλά από τα οποία κατά το μεγαλύτερο μέρος φτάνουν σε κατώτερα στρώματα τα οποία χρονολογούνται από την τριτογενή περίοδο.

3.4.   Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης):

3.5.   Συγκεκριμένα στάδια της παραγωγής που πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής:

Η συνολική διαδικασία παραγωγής της «Münchner Bier» πρέπει να συντελείται στην περιοχή της πόλης του Μονάχου.

Η διαδικασία παραγωγής της μπύρας του Μονάχου αρχίζει με την σύνθλιψη της βύνης και την πολτοποίηση και τελειώνει με την αποθήκευση κατά την οποία η νέα μπύρα είναι φυσικά εμπλουτισμένη με ανθρακικό οξύ και ωριμάζει έως ότου αποκτήσει την οριστική γεύση της.

Το ίδιο ισχύει και για την όλη διαδικασία παραγωγής για τις βαθυζύμωτες και αφροζύμωτες «Münchner Biere» χωρίς αλκοόλη. Ωστόσο, ανάλογα με το είδος της παραγωγής, προστίθενται στην προκειμένη διεργασία οι διαδικασίες της απόσταξης σε κενό και της εξάτμισης ή της πρόωρης αποπεράτωσης του σταδίου ζύμωσης.

3.6.   Ειδικοί κανόνες για τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ.:

3.7.   Ειδικοί κανόνες για την επισήμανση:

Η επισήμανση στη μπύρα βασίζεται στην ονομασία του προϊόντος «Münchener Bier» ή «Münchner Bier» σε συνδυασμό με ένα από τα είδη μπύρας που αναγράφονται στο σημείο 3.2.

4.   Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής:

Έδαφος κυριαρχικής αρμοδιότητας της πόλης του Μονάχου

5.   Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή:

5.1.   Ιδιαιτερότητα της γεωγραφικής περιοχής:

Οι ζυθοποιίες του Μονάχου χρησιμοποιούν επί αιώνες την ονομασία «Münchener Bier» χωρίς να έχουν προβληθεί αντιρρήσεις από τρίτα μέρη. Η μακρά παράδοση αποδεικνύεται μεταξύ άλλων από το γεγονός ότι πληρωμές σε χρήμα και σε είδος που πραγματοποιήθηκαν από ζυθοποιούς του Μονάχου καταχωρίζονται από το 1280 στο κτηματολόγιο του Δούκα Ludwig der Strenge (βλ. σχετικά «München und sein Bier» του Heckhorn/Wiehr, Μόναχο 1989, ή τη διδακτορική διατριβή της Dr. Karin HACKEL-STEHR — όπως ανωτέρω για το σημείο 4 — καθώς και «Die ‚prewen‘ Münchens» των Sedlmayr/Grohsmann, Νυρεμβέργη 1969, αποσπάσματα του οποίου επισυνάπτονται). Βλέπε επίσης το σύγγραμμα με τίτλο «125 Jahre Verein Münchener Brauereien e. V.» της Dr. Christine RÄDLINGER, τιμητική έκδοση 1996).

Αλλά και στο Μόναχο οι μπύρες χωρίς αλκοόλη έχουν επίσης μακροχρόνια παράδοση. Όπως αναφέρεται στο φύλλο της 17ης Αυγούστου 1898 της «Allgemeine Brauer- und Hopfen-Zeitung», στη σελίδα 1928, στη Βαυαρία παράγεται μπύρα χωρίς αλκοόλη. Στην έκδοση της ίδιας εφημερίδας της 9ης Ιουλίου 1898, στη σελίδα 1590, βρίσκουμε σχετική παραπομπή στην μπύρα χωρίς αλκοόλη στο Μόναχο. Εκεί γίνεται αναφορά στην αίτηση που είχε υποβάλει ο κύριος Karl MICHEL, ιδιοκτήτης της Πρακτικής Σχολής ζυθοποιίας του Μονάχου, ο οποίος ήθελε να διαθέσει στην αγορά μπύρα χωρίς αλκοόλη (βλ. σχετικά το σύγγραμμα με τίτλο «Münchener Braueindustrie 1871-1945», του Christian SCHÄDER, σ. 105). Μολονότι η προαναφερθείσα αίτηση απορρίφθηκε την εποχή εκείνη, ο κόσμος δεν ξέχασε την μπύρα χωρίς αλκοόλη, ιδίως μάλιστα τη στιγμή που εξαιτίας της έλλειψης πρώτων υλών υπό τις έκτακτες συνθήκες που επικράτησαν κατά τη διάρκεια των δύο Παγκόσμιων Πολέμων και μετέπειτα, η παραγωγή μπύρας με χαμηλή περιεκτικότητα σε οινόπνευμα συνεχίστηκε, όπως είναι γνωστό. Σε κάθε περίπτωση, η διαρκής παραγωγή μπύρας χωρίς αλκοόλη και Weißbier χωρίς αλκοόλη συνεχίζεται εκ νέου διαρκώς από το 1986 και μετά.

5.2.   Ιδιοτυπία του προϊόντος:

Οι καταναλωτές συνδέουν την μπύρα που παράγεται στο Μόναχο με την έξοχη φήμη και με την προσδοκία ότι θα απολαύσουν την υψηλότερη δυνατή ποιότητα.

Η ποιότητα αυτή στηρίζεται όχι μόνο στην τήρηση του νόμου του Μονάχου περί καθαρότητας της μπίρας που χρονολογείται από το 1487, ο οποίος είναι κατά 29 χρόνια παλαιότερος από τον αντίστοιχο βαυαρικό νόμο περί καθαρότητας του 1516, αλλά ιδίως στο γεγονός ότι οι ζυθοποιίες του Μονάχου αντλούν το νερό που χρησιμοποιούν για την παραγωγή του ζύθου τους από ιδιόκτητα βαθέα φρέατα γεωτρήσεων από την «Münchener Schrotterebene» (την κοιλάδα με αποστρογγυλωμένες κροκάλες του Μονάχου). Αυτά τα βαθειά φρέατα φτάνουν σε βάθος έως 250 μέτρων διεισδύοντας βαθειά σε στρώματα από την τριτογενή περίοδο.

5.3.   Αιτιώδης σχέση που συνδέει τη γεωγραφική περιοχή με την ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΟΠ) ή με μια συγκεκριμένη ιδιότητα, τη φήμη ή άλλα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΓΕ):

Ο άρρηκτος δεσμός του πληθυσμού με τις «Münchener Bier» και τη φήμη που συνοδεύει τις μπύρες αυτές βασίζεται ιδίως στην περιοχή του Μονάχου στην μακραίωνη παράδοση παραγωγής μπύρας στο Μόναχο και τις ιστορικές καταβολές. Με την υγιή ανάπτυξή της, η μπύρα του Μονάχου κατόρθωσε αρχικά να εδραιώσει το τοπικό, περιφερειακό, και στη συνέχεια εθνικό και, τέλος, διεθνές κύρος, αλλά και να το συνδυάσει με την παγκόσμια φήμη.

Το Μόναχο ανταποκρίθηκε θετικά στην μπύρα από τα πρώτα βήματα. Ήδη το έτος 815 το χειρόγραφο της «Kozrah» στο «Historia Frisingensis» εξιστορεί πώς η χρήση της Εκκλησίας του Hl. Johannes (Αγίου Ιωάννη) στο Oberföhring είχε ανατεθεί στον διάκονο Huwetzi, ο οποίος είχε αναλάβει την υποχρέωση να καταβάλει στη μοναστική αδελφότητα μια άμαξα φορτωμένη με μπύρες υπό μορφή ετήσιας «δεκάτης» (φόρου).

Όπως μπορεί κανείς να πληροφορηθεί από το «Salbuch» της πόλης του Μονάχου του έτους 1280, ήδη τότε δίνονταν «προνόμια εκμετάλλευσης ζυθοποιίας» στους πολίτες του Μονάχου.

Το 1372, ο Δούκας Στέφανος Β' άλλαξε με τη μεταρρύθμισή του τα προνόμια ζυθοποιίας στο Μόναχο και έδωσε με το πρώτο καταστατικό χάρτη για την ζυθοποιία σε όλους τους απλούς ανθρώπους το δικαίωμα να παρασκευάζουν το «Greußing» [το οποίο αποτελούσε προφανώς είδος «Nachbier» (δεύτερης μπύρας) με μειωμένο ζυθογλεύκος] «εφόσον έτσι επιθυμούν». Αξίζει ιδιαιτέρως να σημειωθεί ότι το δικαίωμα αυτό, σε περίπτωση που συνδεόταν με κάποιο άτομο, ήταν δυνατόν να πωληθεί και να κληροδοτηθεί.

Το 14ο και 15ο αιώνα, όλος ο κόσμος προσπάθησε να επιμηκύνει περισσότερο τις δυνατότητες συντήρησης της μπύρας προσθέτοντας αναρίθμητες ουσίες, ορισμένες από τις οποίες ήταν εν μέρει δηλητηριώδεις. Για το λόγο αυτό, οι δημοτικές αρχές της πόλης του Μονάχου εξέδωσαν γύρω στο 1453 καταστατικό χάρτη για την μπύρα που όριζε ότι η μπύρα και το Greußing πρέπει να βράζονται και να παρασκευάζονται «μόνο από κριθάρι, λυκίσκο και νερό και χωρίς κανένα άλλο συστατικό». Με τον τρόπο αυτό θεσπίσθηκε για πρώτη φορά ένα είδος «νόμου καθαρότητας».

Ο Δούκας Αλβέρτος Δ' της Βαυαρίας εξέδωσε στη συνέχεια στις 30 Νοεμβρίου του 1487 στο Μόναχο την ελαφρώς τροποποιημένη εκδοχή του κειμένου του καταστατικού χάρτη της ζυθοποιίας, υπό τη μορφή του «Münchner Reinheitsgebot» (νόμου περί καθαρότητας του Μονάχου). Σύμφωνα με το κείμενο αυτό, επιτρεπόταν να βράζεται και να σερβίρεται μπύρα μόνο από λυκίσκο, κριθή και νερό. Στο πλαίσιο της έκδοσης αυτής της νομοθετικής ρύθμισης, επιβλήθηκε επίσης η υποχρέωση για την μπύρα να υποβάλλεται σε διαδικασία επιθεώρησης, πράγμα που ισοδυναμεί με τους σημερινούς ελέγχους ποιότητας. Έτσι, για πρώτη φορά προς το τέλος του 15ου αιώνα, ελέγχθηκε η ποιότητα ενός τροφίμου. Ο νόμος περί καθαρότητας του Μονάχου αποτελεί εγγύηση για την υψηλή ποιότητα της μπύρας και είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της επιτυχίας και της φήμης της «Münchner Bier».

Το 1493, ο Δούκας Γεώργιος ο πλούσιος καθιέρωσε έναν ανάλογο νόμο για την καθαρότητα στην Κάτω Βαυαρία. Το 1516, μετά το θάνατό του και τον πόλεμο διαδοχής του Landshut, οι βαυαροί δούκες Γουλιέλμος Δ' και Λουδοβίκος Ι', οι γιοι του δούκα Αλβέρτου Δ', εξέδωσαν το «Münchner Reinheitsgebot» (νόμο περί καθαρότητας του Μονάχου) σε σχεδόν πανομοιότυπη μορφή ως «Bayerisches Reinheitsgebot» (νόμο περί καθαρότητας της Βαυαρίας). Ο νόμος τροποποιήθηκε αρκετές φορές πριν ενσωματωθεί στο γερμανικό νόμο περί φορολογίας της μπύρας του 1906 και στον σημερινό προσωρινό νόμο για την μπύρα. Ο νόμος περί καθαρότητας του Μονάχου εξακολουθεί συνεπώς να ισχύει και σήμερα.

Η φήμη της «Münchner Bier» εξαπλώθηκε με την πάροδο των αιώνων σε ολοένα και μεγαλύτερο βαθμό. Τον 16ο αιώνα, για παράδειγμα, διαδόθηκε ακόμη περισσότερο χάρη στους καραγωγείς και τους αμαξάδες που μπορούσαν να αφήσουν τα άλογά τους στα ζυθοποιεία. Τελικά, την εποχή εκείνη, σε περίπου 250 κατοίκους αναλογούσε και ένα ζυθοποιείο.

Το πόσο συνδεδεμένοι είναι οι άνθρωποι του Μονάχου με την μπύρα τους, αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι είναι πρόθυμοι να κατέβουν σε διαδήλωση στο όνομά της. Το 1844, για παράδειγμα, ξέσπασε ο πόλεμος για την μπύρα, όταν η τιμή της αυξήθηκε απότομα σε 6,5 Kreuzer, αντί για 6 Kreuzer που κόστιζε έως τότε. Τον Μάιο του 1995 αντιθέτως, περίπου 25 000 άτομα διαδήλωσαν κατά της δικαστικής απόφασης με βάση την οποία οι υπαίθριες μπυραρίες του Μονάχου θα ήταν υποχρεωμένες να κλείνουν στις 21.30 το βράδυ.

Στην εξάπλωση της φήμης της «Münchner Bier» σε όλο τον κόσμο έχουν φυσικά συμβάλει οι υπαίθριες μπυραρίες, αλλά και το «Oktoberfest» (γιορτή της μπύρας τον Οκτώβριο), όπως και τα «Gaststätten» (εστιατόρια φιλοξενίας επισκεπτών) της πόλης.

Όσον αφορά τις αυθεντικές μπυραρίες, πρέπει να υπενθυμίσουμε το περίφημο δικαίωμα, όσο και αγαπημένο έθιμο των κατοίκων του Μονάχου να φέρνουν μαζί στον κήπο της μπυραρίας το δικό τους φαγητό ή — με βάση την παλαιότερη ορολογία — να το κουβαλούν μαζί τους στο υπόγειο της μπυραρίας.

Παρομοίως, η γιορτή του «Oktoberfest» (γιορτή του Οκτωβρίου), που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά το 1810 και αρχικά ξεκίνησε από μια ιπποδρομία, έχει αντιγραφεί, αλλά ουδέποτε δεν την έχει φτάσει καμία άλλη. Υπάρχουν σήμερα περισσότερα από 2 000«Oktoberfeste» σε όλη την υφήλιο. Το «Oktoberfest» και η μπύρα του, η «Oktoberfestbier», η οποία επιτρέπεται να παραχθεί μόνο από τις ζυθοποιίες του Μονάχου, συμβάλλει επίσης στην εδραίωση της εξαίρετης φήμης της «Münchner Bier» σε όλο τον κόσμο. Κάθε χρόνο πάνω από έξι εκατομμύρια επισκέπτες, κατά μέσο όρο, έρχονται να επισκεφθούν το «Oktoberfest» στο Μόναχο, προκειμένου να πιούν επιτόπου την παγκοσμίως γνωστή μπύρα. Το «Oktoberfest» με την «Oktoberfestbier» του αποτελεί την κορωνίδα των «Münchner Bier». Το Landgericht München (περιφερειακό δικαστήριο του Μονάχου), διακήρυξε μάλιστα σε μια απόφασή του ότι το «Oktoberfest» αποτελεί την γιορτή της «Münchner Bier».

Από τα «Gaststätten» (εστιατόρια φιλοξενίας επισκεπτών) της πόλης, θα αναφέρουμε απλώς το παγκοσμίως διάσημο «Hofbräuhaus». Είναι αυτονόητο ότι τόσο για το τραγούδι «In München steht ein Hofbräuhaus …», όσο και για την ίδια η Gaststätte δεν χρειάζεται καν να μνημονεύσουμε ότι έχουν διαδώσει την φήμη της «Münchner Bier» σε όλο τον κόσμο.

Παράλληλα με αυτά τα ιστορικά περιστατικά, οι τεχνικές καινοτομίες ήταν εκείνες που βοήθησαν επίσης ιδίως να εξαπλωθεί η φήμη της «Münchner Bier».

Τον 19ο αιώνα, οι ζυθοποιοί του Μονάχου άρχισαν να παρασκευάζουν την μπύρα τους σε αυθεντικά οικήματα και υπόγειους χώρους κατάψυξης. Οι τεχνικές απαιτήσεις που αυτό συνεπαγόταν ήταν τόσο πολύπλοκες, ώστε να αποτελέσει η κατασκευή υπόγειων χώρων κατάψυξης αντικείμενο μαθήματος διδασκαλίας στην «Königliche Baugewerkeschule».

Το 1873, ο Carl von Linde ανέπτυξε το πρώτο μηχάνημα ψύξης στον κόσμο για τη ζυθοποιία Spaten στο Μόναχο. Σημαντικό ήταν στο πλαίσιο αυτό το γεγονός ότι διανοιγόταν πλέον η δυνατότητα να παράγεται συνεχώς μπύρα με την ίδια ποιότητα και σε οποιαδήποτε ποσότητα, ανεξάρτητα από το κλίμα και την εξωτερική θερμοκρασία.

Γύρω στο 1900, η Ζυθοποιία Hacker του Μονάχου, φρόντισε μάλιστα να εγκατασταθούν χώροι ψύξης με βάση το σύστημα της Linde σε δύο ολλανδικά πλοία που τα χρησιμοποίησε για την εξαγωγή της «Münchner Bier» και την εξάπλωση της φήμης της στα υπερπόντια μέρη της γης.

Επιπλέον, από τον 19ο αιώνα, κάθε ζυθοποιία του Μονάχου είχε ιδιόκτητο στόλο μεταφορικών οχημάτων, διαθέτοντας έως και 90 ιδιόκτητα σιδηροδρομικά βαγόνια ψυγεία για τη μεταφορά των προϊόντων της στις πιο απομακρυσμένες περιοχές πώλησής τους. Αυτά τα βαγόνια ψυγεία, τα οποία ταυτόχρονα αποτελούσαν μέσο διαφήμισης για τις ζυθοποιίες, κυκλοφορούσαν στο σύνολο του ευρωπαϊκού σιδηροδρομικού δικτύου, το οποίο επεκτεινόταν με απίθανο ρυθμό εκείνη την εποχή. Πολύ πιο σημαντική από τον διαφημιστικό αντίκτυπο ήταν η συνέπεια της διατήρησης της ποιότητας. Στο θέμα της διατήρησης της μπύρας, αυτό αποτελούσε τεράστια πρόοδο. Η «Münchner Bier» έφτανε στο εξωτερικό σε καλή ποιότητα και οι πελάτες μπορούσαν έτσι να την απολαμβάνουν, πράγμα που ενίσχυε και πάλι τη φήμη της. Τα στοιχεία για τις εξαγωγές, που εκείνη την εποχή αυξάνονταν συνεχώς, αποτελούν αδιάσειστη μαρτυρία για τη φήμη της «Münchner Bier».

Για να είναι σε θέση να διατηρούν τη θερμοκρασία σταθερή, έτσι ώστε να μπορούν με τον τρόπο αυτό να παράγουν συνεχώς προϊόντα ομοιογενούς ποιότητας, πολλά από τα ζυθοποιεία του Μονάχου άρχισαν τον 19ο αιώνα να εγκαθιστούν μηχανές ατμού για την παραγωγή ενέργειας. Για να αντιμετωπιστούν τα ζητήματα ασφάλειας και τα τεχνικά προβλήματα που προέκυψαν, ιδρύθηκε η «Dampfkessel-Revisionsverein» (Ένωση επιθεώρησης λεβήτων ατμού) με συμμετοχή των ζυθοποιείων του Μονάχου. Από την ένωση αυτή προήλθε ο σημερινός παγκοσμίου φήμης «Technischer Überwachungsverein» (Σύνδεσμος Τεχνικού Ελέγχου). Η ενασχόληση των ζυθοποιείων του Μονάχου με τα ζητήματα ασφάλειας αναβάθμισε περαιτέρω τη φήμη τόσο των ζυθοποιείων του Μονάχου, όσο και ότι της μπύρας τους.

Τον 19ο αιώνα, η ανάπτυξη των επιστημονικών μεθόδων συνοδεύτηκε από την ίδρυση τμημάτων ζυθοκομικής τεχνολογίας σε γεωργικές σχολές, πανεπιστήμια και σε ιδιωτικά ιδρύματα εφαρμογών και διδασκαλίας. Μια άλλη σημαντική εξέλιξη που αξίζει να μνημονευθεί είναι η έναρξη της δημοσίευσης ειδικών συγγραμμάτων για τον κλάδο της ζυθοποιίας, με κέντρο το Μόναχο. Από τη στιγμή αυτή και μετά μπορεί να γίνεται λόγος για το Μόναχο, περιγράφοντάς το ως πανεπιστημιακή πόλη «cerevisial» (αφιερωμένη στη μπύρα-ζυθοποιία). Ακόμη και σήμερα η Σχολή του κλάδου της ζυθοκομικής τεχνολογίας στο Technische Universität München-Weihenstephan (Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Μονάχου — Weihenstephan) και το Ινστιτούτο Doemens αποτελούν κορυφαία ιδρύματα για την εκπαίδευση των ζυθοποιών και των τεχνικών στελεχών της ζυθοποιίας που πηγαίνουν αργότερα να εργαστούν σε όλα τα μέρη του κόσμου.

Όπως είδαμε, τα τελευταία 550 χρόνια, η«Münchner Bier» έχει αυξήσει τη φήμη της συνεχώς στη Γερμανία και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι αυξανόμενες εξαγωγές τα τελευταία 30 χρόνια, ιδιαίτερα δε οι εξαγωγές της διάσημης «Oktoberfestbier», όνομα που μόνο οι ζυθοποιίες του Μονάχου επιτρέπεται να δίνουν στα προϊόντα τους, αποτελούν εύγλωττη απόδειξη. Το «Oktoberfest», που αποτελεί το φεστιβάλ των «Münchner Bier», είναι γνωστό σε όλο τον κόσμο. Η πομπή των ατόμων με παραδοσιακές και κυνηγετικές ενδυμασίες, η τελετή έναρξης και οι καθημερινές ανταποκρίσεις από τις σκηνές του «Oktoberfest» αυξάνουν στο έπακρο τη φήμη της «Münchner Bier». Οι χορηγίες για αθλητικές εκδηλώσεις, π.χ. για τα έλκηθρα της γερμανικής εθνικής ομάδας ή στην «Olympiahalle», έχουν μεταφέρει ή μεταφέρουν κατά τη διάρκεια τηλεοπτικών αναμεταδόσεων το όνομα της «Münchner Bier» σε όλο τον κόσμο. Τις τελευταίες δεκαετίες το ραδιόφωνο, η τηλεόραση και ειδικότερα το Διαδίκτυο είχαν ως αποτέλεσμα να γίνει η «Münchner Bier» γνωστή σε όλο και περισσότερους ανθρώπους ανά τον κόσμο. Στα διαδικτυακά φόρουμ και σε ομίλους οπαδών οι συζητήσεις περιστρέφονται γύρω από την «Münchner Bier». Οι ιστοσελίδες των ζυθοποιείων του Μονάχου γίνονται αντικείμενο συχνότατων επαφών με αποτέλεσμα να τους υποβάλλονται ερωτήσεις από όλο τον κόσμο.

Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών:

[Άρθρο 5 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006]

Markenblatt τεύχος 11 της 19ης Μαρτίου 2010, Μέρος 7a-bb, σ. 4250

http://register.dpma.de/DPMAregister/geo/detail.pdfdownload/13252


(1)  ΕΕ L 93 της 31.3.2006, σ. 12.


16.5.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 140/18


Δημοσίευση αίτησης τροποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων

2012/C 140/06

Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά την έννοια του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου (1). Οι δηλώσεις ένστασης διαβιβάζονται στην Επιτροπή εντός εξαμήνου από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης.

ΑΙΤΗΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΙΤΗΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9

«WACHAUER MARILLE»

Αριθ. ΕΚ: AT-PDO-0117-1473-29.06.2011

ΠΓΕ ( ) ΠΟΠ ( X )

1.   Κεφάλαιο των προδιαγραφών προϊόντος που αφορά η τροποποίηση:

Ονομασία του προϊόντος

Περιγραφή του προϊόντος

Γεωγραφική περιοχή

Απόδειξη προέλευσης

Μέθοδος παραγωγής

Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή

Επισήμανση

Εθνικές απαιτήσεις

Λοιπά (οργανισμός ελέγχου)

2.   Τύπος τροποποίησης(-εων):

Τροποποίηση του ενιαίου εγγράφου ή της σύνοψης

Τροποποίηση των προδιαγραφών της καταχωρισθείσας ΠΟΠ ή ΠΓΕ για την οποία δεν έχει δημοσιευθεί ούτε ενιαίο έγγραφο ούτε σύνοψη

Τροποποίηση των προδιαγραφών που δεν απαιτεί τροποποίηση του δημοσιευμένου ενιαίου εγγράφου [άρθρο 9 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006]

Προσωρινή τροποποίηση των προδιαγραφών λόγω της επιβολής υποχρεωτικών υγειονομικών ή φυτοϋγειονομικών μέτρων από τις δημόσιες αρχές [άρθρο 9 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006]

3.   Τροποποίηση(-εις):

3.1.   Περιγραφή του προϊόντος:

Βελτίωση και διευκρίνιση της περιγραφής:

Πρόκειται για φρούτα που ανήκουν στις ομάδες ειδών «Kegelmarillen» (κωνικά βερίκοκα), «Ovalmarillen» (ωοειδή βερίκοκα) [ή «Rosenmarillen» (ρόδινα βερίκοκα)] και «Ananasmarillen» (βερίκοκα τύπου «ανανά»), τα οποία παραδοσιακά επιλέγονταν και καλλιεργούνταν από βερικοκοκαλλιεργητές και φυτώρια βερίκοκων της περιοχής Wachau την περίοδο 1900-1960. Η κύρια ποικιλία που καλλιεργείται είναι η χαρακτηριστική τοπική ποικιλία «Klosterneuburger» (ομάδα ειδών «Kegelmarillen»).

«Kegelmarillen»: Ο καρπός είναι μετρίου μεγέθους, το μέσο βάρος των καρπών, σε μέση καρποφορία, κυμαίνεται από 45 έως 60 g και το ειδικό βάρος υπερβαίνει συνήθως το 1,0. Το σχήμα είναι κωνικό ή μυτερό. Το βασικό χρώμα του επικαρπίου είναι μελί-κίτρινο, καλυπτόμενο κατά το ήμισυ ή και περισσότερο από κόκκινο και συχνά εμφανίζει καφέ ή κόκκινα στίγματα.

Διακριτικά χαρακτηριστικά: Κωνικό, ασύμμετρο σχήμα, έντονη κόκκινη απόχρωση. Το μεσοκάρπιο είναι ομοιόμορφου πορτοκαλί έως κοκκινωπού πορτοκαλί χρώματος, σφιχτό και χυμώδες και καθόλου αλευρώδες.

«Ovalmarillen» (ή «Rosenmarillen»): Ο καρπός είναι μετρίου έως μεγάλου μεγέθους, το μέσο βάρος των καρπών ,σε μέση καρποφορία, κυμαίνεται από 40 έως 65 g και το ειδικό βάρος δεν υπερβαίνει συνήθως το 1,0. Το σχήμα είναι ωοειδές ή πλήρως σφαιρικό, πεπλατυσμένο στις άκρες. Το επικάρπιο είναι χρώματος πορτοκαλί-κίτρινου, ελαφρώς χνουδωτό, ενώ το τμήμα που είναι εκτεθειμένο στον ήλιο είναι πάντα κόκκινο, καλύπτοντας έως και το μισό της ολικής επιφάνειας και συχνά εμφανίζει κόκκινα στίγματα. Διακριτικά χαρακτηριστικά: Ωοειδές σχήμα και πορτοκαλί-κίτρινο βασικό χρώμα με ωραίες κόκκινες αποχρώσεις.

«Ananasmarillen»: Το μέγεθος του καρπού κυμαίνεται μεταξύ του μεγέθους ενός «Knödelmarille» και ενός μεγάλου κοινού βερίκοκου, το μέσο βάρος των καρπών, σε μέση καρποφορία, κυμαίνεται από 30 έως 70 g και το ειδικό βάρος είναι 1,0. Το σχήμα είναι πλήρως σφαιρικό. Το επικάρπιο είναι χνουδωτό, μετρίως κίτρινο, συχνά ελαφρώς κόκκινο ή με κόκκινα στίγματα.

Διακριτικά χαρακτηριστικά: Καρπός σφαιρικού σχήματος, χρώματος κίτρινου του βερίκοκου, ελαφρώς ή καθόλου κόκκινος.

Το βερίκοκο «Wachauer Marille» χαρακτηρίζεται από υψηλή περιεκτικότητα σε πηκτίνη, οξύ και σάκχαρα.

Αιτιολόγηση:

Η αδιαμφισβήτητη ποιότητα του βερίκοκου «Wachauer Marille» είναι αποτέλεσμα των κλιματικών και εδαφολογικών συνθηκών της περιοχής καθώς και της άνω των 100 ετών παράδοσης στην καλλιέργεια βερίκοκων. Συνεπώς, μόνο οι ποικιλίες του φρούτου οι οποίες «παραδοσιακά επιλέγονταν και καλλιεργούνταν από καλλιεργητές σε φυτώρια βερίκοκων της περιοχής Wachau την περίοδο 1900-1960» χαρακτηρίστηκαν ως βερίκοκα του Wachau («Wachauer Marille») προστατευόμενης ονομασίας με την απαράμιλλη γεύση και άρωμα. Σκοπός της διατύπωσης, την οποία περιείχε εν μέρει η αρχική προδιαγραφή και συμπληρώνεται με την παρούσα περιγραφή, είναι να αποσαφηνιστεί ότι ως βερίκοκα «Wachauer Marille» επιτρέπεται να χαρακτηρίζονται μόνο οι ποικιλίες βερίκοκων που καλλιεργούνταν στη συγκεκριμένη περιοχή το αναφερόμενο χρονικό διάστημα και έχουν τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά. Οι αποκαλούμενες «νέες» ποικιλίες (π.χ. Γαλλίας ή Καλιφόρνιας), που καλλιεργούνται μεμονωμένα το τελευταίο διάστημα, δεν μπορούν να συγκριθούν με τις καθιερωμένες τυπικές ποικιλίες της περιοχής. Η ακριβής περιγραφή συμβάλλει στη διατήρηση τόσο των προσδοκιών των πελατών όσον αφορά την ποιότητα όσο και της ιδιαιτερότητας και της φήμης του βερίκοκου «Wachauer Marille».

3.2.   Γεωγραφική περιοχή:

Οι υφιστάμενες πληροφορίες που έχουν δοθεί έως τώρα πρέπει να διασαφηνισθούν και να συμπληρωθούν με δύο επιπλέον κοινότητες:

Περιφέρεια Wachau-Mautern-Krems. Τοποθετείται στο νότιο άκρο της περιοχής Waldviertel και εκτείνεται κατά μήκος του Δούναβη έως το βόρειο τμήμα του δάσους Dunkelsteiner. Η περιοχή καλλιέργειας του βερίκοκου «Wachauer Marille» περιλαμβάνει τις κοινότητες: Aggsbach-Markt, Albrechtsberg, Bergern im Dunkelsteinerwald, Droß, Dürnstein, Emmersdorf, Furth, Gedersdorf, Krems, Maria-Laach, Mautern, Mühldorf, Paudorf, Rohrendorf bei Krems, Rossatz-Arnsdorf, Schönbühel-Aggsbach, Senftenberg, Spitz, Stratzing, Weinzierl am Wald και Weißenkirchen.

Αιτιολόγηση:

Ο κατάλογος των κοινοτήτων (με εξαίρεση τις κοινότητες Schönbühel-Aggsbach και Emmersdorf) περιλαμβανόταν ήδη στον φάκελο της αρχικής αίτησης. Συνεπώς, η αναγραφή του στην περίληψη συντελεί στην αποσαφήνιση. Οι δυο κοινότητες, Schönbühel-Aggsbach και Emmersdorf, που προστέθηκαν πρόσφατα στον κατάλογο, δεν υπάγονταν στον τομέα αρμοδιοτήτων και διοίκησης της αιτούσας αρχής έως την αναδιοργάνωσή της και, κατά συνέπεια, δεν αναφέρονταν στην αρχική αίτηση. Ωστόσο, η συμπερίληψη των αναφερόμενων κοινοτήτων στην επιτρεπόμενη περιοχή παραγωγής κρίνεται δικαιολογημένη, καθώς και οι δυο βρίσκονται στην περιοχή Wachau, ακολουθούν την ίδια παράδοση στην καλλιέργεια βερίκοκων και έχουν τις ίδιες κλιματικές συνθήκες με τις καταχωρισμένες περιοχές.

3.3.   Απόδειξη προέλευσης:

Λαμβάνοντας υπόψη ότι, μέχρι σήμερα, οι προδιαγραφές δεν περιλαμβάνουν κανένα στοιχείο για την απόδειξη προέλευσης, κρίθηκε σκόπιμο να περιληφθούν λεπτομέρειες για την ιχνηλασιμότητα του προϊόντος:

Η ιχνηλασιμότητα του προϊόντος διασφαλίζεται με τα ακόλουθα μέτρα:

καταγραφή των καλλιεργούμενων εκτάσεων

καταγραφή των ποικιλιών που καλλιεργήθηκαν

καταγραφή των ποσοτήτων καρπών που συγκομίστηκαν

διαχωρισμός των καρπών που φέρουν την ΠΟΠ από τους υπόλοιπους με τη χρήση ξεχωριστών αποθηκευτικών χώρων (διαφορετικών από των άλλων προϊόντων) και σήμανση των κιβωτίων συγκομιδής.

3.4.   Μέθοδος παραγωγής:

Στη πρόταση «Το φυτικό υλικό καλλιεργείται είτε σε τοπικά φυτώρια είτε από τους ίδιους τους καλλιεργητές βερίκοκων.» παραλείπεται ο όρος «τοπικά».

Αιτιολόγηση:

Η απαλοιφή της λέξης «τοπικά» δεν έχει επίπτωση στα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ποικιλίας. Ωστόσο, δίνει τη δυνατότητα σε φυτώρια που δεν ανήκουν στην αναφερόμενη περιοχή να καλλιεργήσουν το φυτικό υλικό.

Η πρόταση «Ως μητρικά φυτά χρησιμοποιούνται φυτάρια βερικοκιάς, μυροβαλάνες και άλλα είδη δαμασκηνιάς, καλά προσαρμοσμένα στις εδαφολογικές συνθήκες της περιοχής.» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ως μητρικά φυτά χρησιμοποιούνται φυτάρια βερικοκιάς, μυροβαλάνες και διάφορα άλλα κατάλληλα είδη Prunus L, καλά προσαρμοσμένα στις εδαφολογικές συνθήκες της περιοχής».

Αιτιολόγηση:

Καθώς ειδικά οι καλλιεργητές βερίκοκων βρίσκονται σε διαρκή αναζήτηση καλύτερων μητρικών φυτών, δεν θα έπρεπε να περιορίζονται σε διάφορους τύπους δαμασκηνιάς. Αντίθετα, θα έπρεπε να διατίθεται για πειραματισμό όλο το φάσμα του είδους Prunus L και να χρησιμοποιείται όποιος τύπος κρίνεται κατάλληλος.

Η πρόταση «Το μητρικό φυτό ύψους περίπου ενός μέτρου («Meterstamm») κλαδεύεται με τρόπο ώστε η κόμη να έχει σχήμα στρογγυλό, πυραμίδας ή κυπέλλου (αποστάσεις φύτευσης 5-7 m × 4-6 m, που αντιστοιχούν σε 250 έως 500 δέντρα ανά εκτάριο)» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το μητρικό φυτό κλαδεύεται ώστε η κόμη να έχει σχήμα στρογγυλό (πυραμίδας ή κυπέλλου) ή επίμηκες».

Αιτιολόγηση:

Καθώς η πυραμίδα και το κύπελλο είναι είδη στρογγυλής κόμης, είναι σαφώς πιο δόκιμη η αναφορά τους μέσα σε παρένθεση μετά από τον όρο «στρογγυλό». Προκειμένου να επωφεληθούν οι καλλιεργητές από πιθανά μέτρα εξορθολογισμού των καλλιεργητικών πρακτικών, επιτρέπεται και το κλάδεμα σε επίμηκες σχήμα (π.χ. σε σύρματα στήριξης), κυρίως επειδή δεν αλλοιώνεται η ποιότητα του καρπού σε περίπτωση που τα κλαδιά διαμορφωθούν σε στρογγυλό ή επίμηκες σχήμα. Επιπρόσθετα, ο όρος «ύψους περίπου ενός μέτρου (“Meterstamm”)» και η φράση στην παρένθεση «(αποστάσεις φύτευσης 5-7 m × 4-6 m, που αντιστοιχούν σε 250 έως 500 δέντρα ανά εκτάριο)» έχουν απλώς διαγραφεί. Μέχρι σήμερα, χρησιμοποιούνταν σχετικά μεγάλες αποστάσεις φύτευσης, καθώς απαιτούνταν ογκώδη φυτά για την κάλυψη του διαθέσιμου χώρου με δέντρα που απλώνονταν και έφταναν σε ύψος τα 8 m τουλάχιστον. Το σχετικά ψηλό «μητρικό φυτό ύψους περίπου ενός μέτρου» αποτέλεσε έναν πρόσθετο παράγοντα για το τόσο μεγάλο ύψος των δέντρων. Οι τεχνικές καλλιέργειας, όπως για παράδειγμα, το κλάδεμα, αλλά κυρίως η συγκομιδή των βερίκοκων, που απαιτεί πολλές επαναλήψεις, γίνονται δυσκολότερες σε δέντρα αυτού του ύψους. Για την καλλιέργεια σχετικά χαμηλότερων δέντρων με λιγότερο φύλλωμα χρησιμοποιούνται λιγότερο ογκώδη φυτά, τα οποία, αντίστοιχα, χρειάζονται μικρότερες αποστάσεις φύτευσης. Οι καλλιέργειες στα διαστήματα μεταξύ των δέντρων (π.χ. πατάτες), που καλλιεργούνταν για μεγάλο διάστημα στους οπωρώνες βερίκοκων και ευνοούνταν από την ύπαρξη ψηλών δέντρων, σταμάτησαν να καλλιεργούνται. Δεν αναμένεται υποβάθμιση της ποιότητας ως συνέπεια της κατάργησης των αποστάσεων φύτευσης.

Οι οδηγίες για την ελεγχόμενη ημιφυσική καλλιέργεια φρούτων στην Αυστρία, που ορίζονται στο συνημμένο έγγραφο αριθ. 9, δεν ισχύουν πλέον. Συνεπώς, η πρόταση που αναφέρεται σε αυτές τις οδηγίες, «Τα δέντρα καλλιεργούνται και φροντίζονται σύμφωνα με τις καθιερωμένες μεθόδους ολοκληρωμένης προστασίας.», αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα δέντρα καλλιεργούνται και φροντίζονται με σκοπό να παράγουν βερίκοκα υψηλής ποιότητας, λαμβάνοντας υπόψη την αειφόρο πρακτική καλλιέργειας».

Κατά την υποβολή της αίτησης, συμπεριλαμβανόταν στο πρόγραμμα στήριξης ÖPUL (αυστριακό πρόγραμμα με στόχο την προώθηση μίας φιλικής προς το περιβάλλον εκτατικής γεωργίας που σέβεται το φυσικό χώρο) το σύστημα στρεμματικής ενίσχυσης «Ολοκληρωμένη Παραγωγή Φρούτων», οι οδηγίες του οποίου συντάσσονταν κάθε χρόνο. Σήμερα, αφενός πλησιάζουμε στο τέλος αυτού του προγράμματος και, κατά συνέπεια, της σύνταξη των σχετικών οδηγιών. Αφετέρου, ορισμένες διατάξεις των οδηγιών του προγράμματος ÖPUL δεν ευνοούσαν την παράδοση της καλλιέργειας των βερικοκιών του Wachau. Για παράδειγμα η προϋπόθεση φυτοκάλυψης των εδαφών ως κριτήριο επιλεξιμότητας για τις ενισχύσεις: ο πολλαπλασιασμός των αρουραίων επέφερε τη μαζική απώλεια δέντρων και προκάλεσε επίσης «αποπληξία». Εξετάζοντας την ιστορία της καλλιέργειας βερίκοκου την τελευταία εκατονταετία, προκύπτει πως το έδαφος αφηνόταν γυμνό επειδή οι αρουραίοι δεν εμφανίζονται σε γυμνό έδαφος. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες περίπου, λόγω της εκμηχάνισης, προέκυψε η δυνατότητα της φυτοκάλυψης του εδάφους την εποχή της συγκομιδής, ώστε να είναι καλυμμένο ακόμη και αν βρέχει κατά τη συγκομιδή. Ωστόσο, μετά τη συγκομιδή, το έδαφος πρέπει να καλλιεργείται ξανά. Πρόκειται για ένα σημαντική εργασία, η οποία ευνοεί την αναπλήρωση των θρεπτικών ουσιών για τις βερικοκιές, καθώς ο Αύγουστος είναι συνήθως ιδιαίτερα ξηρός μήνας. Το ολοκληρωμένο πρόγραμμα δεν επέτρεπε έως σήμερα την εν λόγω καλλιέργεια του εδάφους.

Επιπρόσθετα, οι γενικές νομικές διατάξεις που αφορούν τη γεωργική παραγωγή στην Αυστρία («ορθή γεωργική πρακτική»-«Gute Landwirtschaftliche Praxis») απαιτούν η τροφική παραγωγή να εξασφαλίζει τα υψηλότερα επίπεδα ασφάλειας για τον καταναλωτή και το περιβάλλον. Η εφαρμογή αυτών των διατάξεων αρκεί για την αποφυγή απωλειών στην ποιότητα.

Διαγράφεται η πρόταση «Σε κάθε περίπτωση, η φυτική κάλυψη θα παραμένει από την αρχή του Ιουλίου, ώστε το έδαφος να είναι καλυμμένο κατά τη συγκομιδή.» καθώς δεν έχει καμία επίπτωση στη φύση των προϊόντων.

Διαγράφεται η ακόλουθη παράγραφος: «Τα παράσιτα και οι ασθένειες δεν αποτελούν συχνό πρόβλημα και συνεπώς απαιτούνται μόνο περιστασιακά μέτρα. Στις περισσότερες καλλιέργειες δεν λαμβάνονται μέτρα προστασίας. Ο χειμερινός σκόρος μπορεί να καταπολεμηθεί με τη χρήση ταινιών με κόλλα από το τέλος του Οκτωβρίου. Οι σκολυτίδες μπορούν να καταπολεμηθούν με παγίδες οινοπνεύματος. Επίσης, δεν υπάρχουν παράσιτα που επιτίθενται στον καρπό της βερικοκιάς. Η καταπολέμηση των ζιζανίων δεν συνηθίζεται ούτε κρίνεται απαραίτητη.»

Αιτιολόγηση:

Η εμφάνιση νέων παράσιτων και ασθενειών απαιτεί τακτική λήψη μέτρων ελέγχου. Η πρόσφατη εμπειρία σχετικά με την καταπολέμηση των ζιζανίων δείχνει ότι η εν λόγω καταπολέμηση, χημική ή μηχανική, ευνοεί τις καλλιέργειες όσον αφορά την παροχή θρεπτικών ουσιών και νερού.

Η πρόταση «Το 70 % της συγκομιδής διατίθεται στη βιομηχανία, τις ενώσεις παραγωγών και το χονδρικό εμπόριο, και το 30 % περίπου πωλείται απευθείας από γεωργικές εκμεταλλεύσεις και λαϊκές αγορές.» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η κύρια εμπορική διέξοδος είναι η άμεση πώληση από γεωργικές εκμεταλλεύσεις και λαϊκές αγορές. Η παραγωγή επίσης προωθείται και πωλείται κατόπιν βελτίωσης και επεξεργασίας.»

Αιτιολόγηση:

Η εξέλιξη των διαύλων εμπορίας είχε ως αποτέλεσμα να προωθείται το μεγαλύτερο πλέον μέρος της συγκομιδής σε απευθείας πώληση από γεωργικές εκμεταλλεύσεις και λαϊκές αγορές, σε αντίθεση με το παρελθόν όπου το 70 % προωθούνταν στη βιομηχανία, τις ενώσεις παραγωγών και το χονδρικό εμπόριο.

3.5.   Επισήμανση:

Η πρόταση «Τα κιβώτια που διατίθενται στην αγορά φέρουν την ίδια ετικέτα.» διαγράφεται.

Αιτιολόγηση:

Η συσκευασία, το διαφημιστικό υλικό κτλ., δηλαδή ότι αφορά την παρουσίαση του προϊόντος όταν διατίθεται στο εμπόριο, υπόκεινται σε συνεχή προσαρμογή, με σκοπό να διατηρείται αμείωτο το ενδιαφέρον του καταναλωτή και να λειτουργούν ως όχημα της εικόνας του προϊόντος. Συνεπώς, δεν κρίνεται απαραίτητη η τυποποιημένη σήμανση προκειμένου να ανταποκρίνεται το προϊόν με μεγαλύτερη ευελιξία στις απαιτήσεις της αγοράς.

3.6.   Οργανισμός ελέγχου:

Ο οργανισμός ελέγχου διενεργεί ελέγχους βάσει του προτύπου για το πρόγραμμα ελέγχου των προϊόντων με ΠΟΠ και του συγκεκριμένου σχεδίου ελέγχου, που έχει καθορίσει η αρχή ελέγχου κατ'εφαρμογή του προτύπου για το πρόγραμμα ελέγχου του προϊόντος με την ΠΟΠ «Wachauer Marille».

SGS Austria Controll-Co. GmbH

Diefenbachgasse 35

1150 Wien

ÖSTERREICH

Τηλ. +43 151225670

Φαξ +43 151225679

E-mail: sgs.austria@sgs.com

Αιτιολόγηση:

Τροποποίηση των διατάξεων του νόμου, οι οποίες προβλέπουν, μεταξύ άλλων, αναφορικά με τον έλεγχο των προϊόντων ΠΟΠ, μια μεταβολή με κατάργηση των επίσημων ελέγχων από τις δημόσιες αρχές που εκπροσωπούνται από τον Διοικητή της περιφέρειας (Landeshauptmann) και αντικατάστασή του από ελέγχους διενεργούμενους από εγκεκριμένους ιδιωτικούς οργανισμούς.

ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 510/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

«WACHAUER MARILLE»

Αριθ. EK: AT-PDO-0117-1473-29.06.2011

ΠΓΕ ( ) ΠΟΠ ( X )

1.   Ονομασία:

«Wachauer Marille»

2.   Κράτος μέλος ή τρίτη χώρα:

Αυστρία

3.   Περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου:

3.1.   Τύπος προϊόντος:

Κλάση 1.6:

Φρούτα, λαχανικά και δημητριακά νωπά ή μεταποιημένα.

3.2.   Περιγραφή του προϊόντος για το οποίο ισχύει η ονομασία υπό 1:

Πρόκειται για φρούτα που ανήκουν στις ομάδες ειδών «Kegelmarillen» (κωνικά βερίκοκα), «Ovalmarillen» (ωοειδή βερίκοκα) [ή «Rosenmarillen» (ρόδινα βερίκοκα)] και «Ananasmarillen» (βερίκοκα τύπου «ανανά»), τα οποία παραδοσιακά επιλέγονταν και καλλιεργούνταν από βερικοκοκαλλιεργητές και φυτώρια βερίκοκων της περιοχής Wachau την περίοδο 1900-1960.

Η κύρια ποικιλία που καλλιεργείται είναι η χαρακτηριστική τοπική ποικιλία «Klosterneuburger» (ομάδα ειδών «Kegelmarillen»).

«Kegelmarillen»: Ο καρπός είναι μετρίου μεγέθους, το μέσο βάρος των καρπών, σε μέση καρποφορία, κυμαίνεται από 45 έως 60 g και το ειδικό βάρος υπερβαίνει συνήθως το 1,0. Το σχήμα είναι κωνικό ή μυτερό. Το βασικό χρώμα του επικαρπίου είναι μελί-κίτρινο, καλυπτόμενο κατά το ήμισυ ή και περισσότερο από κόκκινο και συχνά εμφανίζει καφέ ή κόκκινα στίγματα.

Διακριτικά χαρακτηριστικά: Κωνικό, ασύμμετρο σχήμα, έντονη κόκκινη απόχρωση. Το μεσοκάρπιο είναι ομοιόμορφου πορτοκαλί έως κοκκινωπού πορτοκαλί χρώματος, σφιχτό και χυμώδες και καθόλου αλευρώδες.

«Ovalmarillen» (ή «Rosenmarillen»): Ο καρπός είναι μετρίου έως μεγάλου μεγέθους, το μέσο βάρος των καρπών, σε μέση καρποφορία, κυμαίνεται από 40 έως 65 g και το ειδικό βάρος δεν υπερβαίνει συνήθως το 1,0. Το σχήμα είναι ωοειδές ή πλήρως σφαιρικό, πεπλατυσμένο στις άκρες. Το επικάρπιο είναι χρώματος πορτοκαλί-κίτρινου, ελαφρώς χνουδωτό, ενώ το τμήμα που είναι εκτεθειμένο στον ήλιο είναι πάντα κόκκινο, καλύπτοντας έως και το μισό της ολικής επιφάνειας και συχνά εμφανίζει κόκκινα στίγματα. Διακριτικά χαρακτηριστικά: Ωοειδές σχήμα και πορτοκαλί-κίτρινο βασικό χρώμα με ωραίες κόκκινες αποχρώσεις.

«Ananasmarillen»: Το μέγεθος του καρπού κυμαίνεται μεταξύ του μεγέθους ενός «Knödelmarille» και ενός μεγάλου κοινού βερίκοκου, το μέσο βάρος των καρπών, σε μέση καρποφορία, κυμαίνεται από 30 έως 70 g και το ειδικό βάρος είναι 1,0. Το σχήμα είναι πλήρως σφαιρικό. Το επικάρπιο είναι χνουδωτό, μετρίως κίτρινο, συχνά ελαφρώς κόκκινο ή με κόκκινα στίγματα.

Διακριτικά χαρακτηριστικά: Καρπός σφαιρικού σχήματος, χρώματος κίτρινου του βερίκοκου, ελαφρώς ή καθόλου κόκκινος.

3.3.   Πρώτες ύλες (μόνο για μεταποιημένα προϊόντα):

3.4.   Ζωοτροφές (μόνο για προϊόντα ζωικής προέλευσης):

3.5.   Ειδικά στάδια της παραγωγής τα οποία πρέπει να εκτελούνται εντός της οριοθετημένης γεωγραφικής περιοχής:

3.6.   Ειδικοί κανόνες για τον τεμαχισμό, το τρίψιμο, τη συσκευασία κ.λπ.:

3.7.   Ειδικοί κανόνες για την επισήμανση:

4.   Συνοπτική οριοθέτηση της γεωγραφικής περιοχής:

Περιφέρεια Wachau-Mautern-Krems. Τοποθετείται στο νότιο άκρο της περιοχής Waldviertel και εκτείνεται κατά μήκος του Δούναβη έως το βόρειο τμήμα του δάσους Dunkelsteiner. Η περιοχή καλλιέργειας του βερίκοκου «Wachauer Marille» περιλαμβάνει τις κοινότητες: Aggsbach-Markt, Albrechtsberg, Bergern im Dunkelsteinerwald, Droß, Dürnstein, Emmersdorf, Furth, Gedersdorf, Krems, Maria-Laach, Mautern, Mühldorf, Paudorf, Rohrendorf bei Krems, Rossatz-Arnsdorf, Schönbühel-Aggsbach, Senftenberg, Spitz, Stratzing, Weinzierl am Wald και Weißenkirchen.

5.   Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή:

5.1.   Ιδιαιτερότητα της γεωγραφικής περιοχής:

Ο συνδυασμός διαφορετικών κλιμάτων (κλίματα της Παννονίας και της περιοχής Waldviertler, ακριβώς δίπλα στο Δούναβη), καθώς και οι σημαντικές διαφορές μεταξύ των θερμοκρασιών μέρας και νύχτας, ειδικά κατά την περίοδο ωρίμασης των βερίκοκων. Η πρώτη καταγραφή της ονομασίας «Marille» στην περιοχή ανάγεται στο 1509 περίπου. Το 1890 περίπου, ξεκίνησε η καλλιέργεια του φρούτου ως εμπορικό προϊόν και διαδόθηκε στο σύνολο της περιοχής Wachau (όπως το κρασί και το λινάρι), με την επιλογή συγκεκριμένων ποικιλιών και τη διαλογή των καταλληλότερων υποκειμένων για εμβολιασμό. Έκτοτε, η καλλιέργεια βερίκοκων αποτελεί σημαντικό κλάδο της τοπικής οικονομίας. Την άνοιξη, το τοπίο μεταμορφώνεται ολοκληρωτικά χάρη στις ανθισμένες βερικοκιές, προσδίδοντας στο προϊόν ιδιαίτερη σημασία για την τουριστική προβολή της περιοχής.

5.2.   Ιδιοτυπία του προϊόντος:

Η γεύση και το άρωμα του καρπού, η υψηλή περιεκτικότητα σε σάκχαρα, οξύ και πηκτίνη.

5.3.   Αιτιώδης σχέση που συνδέει τη γεωγραφική περιοχή με την ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΟΠ) ή με μια συγκεκριμένη ιδιότητα, τη φήμη ή άλλα χαρακτηριστικά του προϊόντος (για τις ΠΓΕ):

Η αδιαμφισβήτητη ποιότητα του βερίκοκου «Wachauer Marille» είναι αποτέλεσμα των κλιματολογικών και εδαφολογικών συνθηκών της περιοχής καθώς και της άνω των 100 ετών παράδοσης στην βερικοκοκαλλιέργεια. Το ιδιαίτερο κλίμα έχει άμεσες επιπτώσεις στη διαμόρφωση της γεύσης, του αρώματος και της σύστασης του καρπού.

Παραπομπή στη δημοσίευση των προδιαγραφών:

[Άρθρο 5 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 510/2006]

http://www.patentamt.at/Markenschutz/Schutzrechte/Herkunftsangabe/


(1)  ΕΕ L 93 της 31.3.2006, σ. 12.