ISSN 1977-0669

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 317

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

57ό έτος
4 Νοεμβρίου 2014


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (EE, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014, σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών

1

 

*

Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1142/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 όσον αφορά τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων

28

 

*

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1143/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014, για την πρόληψη και διαχείριση της εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών

35

 

*

Κανονισμός (EE) αριθ. 1144/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014, σχετικά με τις ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης που αφορούν τα γεωργικά προϊόντα και εφαρμόζονται στην εσωτερική αγορά και σε τρίτες χώρες και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3/2008 του Συμβουλίου

56

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

4.11.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 317/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (EE, ΕΥΡΑΤΌΜ) αριθ. 1141/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Οκτωβρίου 2014

σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 224,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 106α,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (3),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (4),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Το άρθρο 10 παράγραφος 4 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και το άρθρο 12 παράγραφος 2 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ο Χάρτης») ορίζουν ότι τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο συμβάλλουν στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής συνείδησης και στην έκφραση της πολιτικής βούλησης των πολιτών της Ένωσης.

(2)

Τα άρθρα 11 και 12 του Χάρτη ορίζουν ότι το δικαίωμα στην ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι σε όλα τα επίπεδα, παραδείγματος χάρη στον πολιτικό τομέα καθώς και στους τομείς που αναφέρονται στον πολίτη, και το δικαίωμα στην ελευθερία έκφρασης, το οποίο περιλαμβάνει την ελευθερία γνώμης και την ελευθερία λήψης ή μετάδοσης πληροφοριών ή ιδεών, χωρίς την ανάμειξη δημόσιων αρχών και αδιακρίτως συνόρων, είναι θεμελιώδη δικαιώματα κάθε πολίτη της Ένωσης.

(3)

Οι ευρωπαίοι πολίτες θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν τα εν λόγω δικαιώματα προκειμένου να συμμετάσχουν πλήρως στη δημοκρατική ζωή της Ένωσης.

(4)

Τα πραγματικά διεθνικά ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά μπορούν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην έκφραση της φωνής των πολιτών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, γεφυρώνοντας την απόσταση μεταξύ πολιτικής, σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο Ένωσης.

(5)

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά πρέπει να ενθαρρύνονται και να βοηθούνται στην προσπάθειά τους να διαμορφώσουν έναν ισχυρό σύνδεσμο μεταξύ της ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών και των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, και ιδίως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

(6)

Η εμπειρία που έχουν αποκτήσει τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά από την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), μαζί με το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 6ης Απριλίου 2011 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 (6), καταδεικνύουν την αναγκαιότητα βελτίωσης του νομικού και χρηματοοικονομικού πλαισίου για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά, ώστε να μπορέσουν να γίνουν πιο προβεβλημένοι και αποτελεσματικοί παράγοντες στο πολυεπίπεδο πολιτικό σύστημα της Ένωσης.

(7)

Ως αναγνώριση της αποστολής που αναθέτει η ΣΕΕ στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και για τη διευκόλυνση του έργου τους, θα πρέπει να θεσπισθεί συγκεκριμένο ευρωπαϊκό νομικό καθεστώς για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά.

(8)

Θα πρέπει να συσταθεί μια Αρχή για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα («η Αρχή») με σκοπό την καταχώριση, τον έλεγχο και την επιβολή κυρώσεων στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα. Η καταχώριση θα πρέπει να είναι απαραίτητη για την απόκτηση ευρωπαϊκού νομικού καθεστώτος, το οποίο συνεπάγεται ορισμένα δικαιώματα και υποχρεώσεις. Για την αποφυγή οποιασδήποτε πιθανής σύγκρουσης συμφερόντων, η Αρχή θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη.

(9)

Θα πρέπει να καθορισθούν οι διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζουν τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά προκειμένου να αποκτήσουν ευρωπαϊκό νομικό καθεστώς βάσει του παρόντος κανονισμού, καθώς και οι διαδικασίες και τα κριτήρια που θα πρέπει να πληρούνται για τη λήψη απόφασης σχετικά με τη χορήγηση ενός τέτοιου ευρωπαϊκού νομικού καθεστώτος. Είναι επίσης απαραίτητο να θεσπισθούν οι διαδικασίες για τις περιπτώσεις στις οποίες ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα μπορεί να εκπέσει, να απολέσει ή να παραιτηθεί από το ευρωπαϊκό νομικό καθεστώς του.

(10)

Προκειμένου να διευκολυνθεί η εποπτεία των νομικών οντοτήτων που θα υπόκεινται τόσο στο ενωσιακό όσο και στο εθνικό δίκαιο, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) όσον αφορά τη λειτουργία Μητρώου για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα («το Μητρώο») που θα διαχειρίζεται η Αρχή, ιδίως όσον αφορά τις πληροφορίες και τα έγγραφα τεκμηρίωσης που τηρούνται στο Μητρώο. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες, ακόμα και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Κατά την προετοιμασία και την κατάρτιση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(11)

Προκειμένου να εξασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες σε ό,τι αφορά διατάξεις για το σύστημα αριθμητικής καταχώρισης και για τα τυποποιημένα αποσπάσματα του Μητρώου που διατίθενται από την Αρχή σε τρίτους κατόπιν αιτήσεως. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7).

(12)

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά, τα οποία επιθυμούν να αποκτήσουν τη σχετική αναγνώριση σε επίπεδο Ένωσης μέσω της απόκτησης ευρωπαϊκού νομικού καθεστώτος και να τύχουν δημόσιας χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, θα πρέπει να τηρούν ορισμένες αρχές και να πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις. Ειδικότερα, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά θα πρέπει να σέβονται τις αξίες επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ.

(13)

Αποφάσεις για τη διαγραφή από το Μητρώο ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ενός ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος λόγω μη συμμόρφωσης με τις αξίες επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, θα πρέπει να λαμβάνονται μόνο σε περίπτωση προφανούς και σοβαρής καταπάτησης των εν λόγω αξιών. Όταν λαμβάνει απόφαση διαγραφής από το Μητρώο, η Αρχή θα πρέπει να τηρεί πλήρως τον Χάρτη.

(14)

Το καταστατικό ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ενός ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος θα πρέπει να περιέχει ορισμένες βασικές διατάξεις. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν πρόσθετες απαιτήσεις για τα καταστατικά των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων που έχουν την έδρα τους στην επικράτειά τους, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πρόσθετες απαιτήσεις δεν αντίκεινται στον παρόντα κανονισμό.

(15)

Η Αρχή θα πρέπει να ελέγχει τακτικά ότι εξακολουθούν να τηρούνται οι όροι και οι απαιτήσεις που συνδέονται με τη καταχώριση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων. Οι αποφάσεις που αφορούν τον σεβασμό των αρχών επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, θα πρέπει να λαμβάνονται μόνο σύμφωνα με τη διαδικασία που έχει προβλεφθεί ειδικά για τον σκοπό αυτό, μετά από διαβούλευση με την επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων.

(16)

Η Αρχή αποτελεί όργανο της Ένωσης κατά την έννοια του άρθρου 263 ΣΛΕΕ.

(17)

Θα πρέπει να διασφαλίζεται η ανεξαρτησία και η διαφάνεια της επιτροπής ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων.

(18)

Το ευρωπαϊκό νομικό καθεστώς που χορηγείται στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και στα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά θα πρέπει να παρέχει στα κόμματα και στα ιδρύματα αυτά δικαιοπρακτική ικανότητα και αναγνώριση σε όλα τα κράτη μέλη. Αυτή η δικαιοπρακτική ικανότητα και αναγνώριση δεν τους παρέχει το δικαίωμα να ορίζουν υποψηφίους στις εθνικές εκλογές ή στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή να συμμετέχουν σε εκστρατείες στο πλαίσιο δημοψηφισμάτων. Τα δικαιώματα αυτά ή κάθε παρόμοιο δικαίωμα παραμένει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών.

(19)

Οι δραστηριότητες των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων θα πρέπει να διέπονται από τον παρόντα κανονισμό και, για τα θέματα που δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα κανονισμό, από τις σχετικές διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας των κρατών μελών. Το νομικό καθεστώς ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος θα πρέπει να διέπεται από τον παρόντα κανονισμό και από τις εφαρμοστέες διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου αυτά έχουν έδρα («κράτος μέλος της έδρας»). Το κράτος μέλος της έδρας θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ορίζει εκ των προτέρων το εφαρμοστέο δίκαιο ή να παρέχει δυνατότητα επιλογής στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και στα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα. Το κράτος μέλος της έδρας θα πρέπει επίσης να έχει τη δυνατότητα να επιβάλλει διαφορετικές ή πρόσθετες απαιτήσεις από αυτές που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων σχετικά με την καταχώριση και την ένταξη των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων με την ιδιότητα αυτή σε εθνικά διοικητικά συστήματα και συστήματα ελέγχου, και διατάξεων σχετικά με την οργάνωση και το καταστατικό τους, συμπεριλαμβανομένων διατάξεων περί ευθύνης, υπό τον όρο ότι οι διατάξεις αυτές δεν αντίκεινται στον παρόντα κανονισμό.

(20)

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα θα πρέπει να διαθέτουν ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα, ως βασικό στοιχείο του ευρωπαϊκού νομικού καθεστώτος. Η απόκτηση ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας θα πρέπει να υπόκειται σε απαιτήσεις και διαδικασίες για την προστασία των συμφερόντων του κράτους μέλους της έδρας, του αιτούντος ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα («ο αιτών») και των ενδιαφερόμενων τρίτων. Ειδικότερα, οποιαδήποτε προϋπάρχουσα εθνική νομική προσωπικότητα θα πρέπει να μετατραπεί σε ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα και όλα τα επιμέρους δικαιώματα και υποχρεώσεις που συνδέονται με την προηγούμενη εθνική νομική προσωπικότητα θα πρέπει να μεταβιβαστούν στη νέα ευρωπαϊκή νομική οντότητα. Εξάλλου, προκειμένου να διευκολυνθεί η συνέχεια της δράσης, θα πρέπει να τεθούν διασφαλίσεις για να αποφευχθεί η εφαρμογή απαγορευτικών όρων από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος για τη μετατροπή αυτή. Το κράτος μέλος της έδρας θα πρέπει να δύναται να προσδιορίζει τους τύπους των εθνικών νομικών προσώπων που μπορούν να μετατραπούν σε ευρωπαϊκά νομικά πρόσωπα και μπορεί να αρνηθεί να εγκρίνει την εν λόγω μετατροπή βάσει του παρόντος κανονισμού έως ότου παρασχεθούν επαρκείς εγγυήσεις, ειδικότερα όσον αφορά τη νομιμότητα του καταστατικού του αιτούντος βάσει της νομοθεσίας του εν λόγω κράτους μέλους ή όσον αφορά την προστασία των πιστωτών ή των κατόχων άλλων δικαιωμάτων σε σχέση με προϋπάρχουσα εθνική νομική προσωπικότητα.

(21)

Η λύση της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας θα πρέπει να υπόκειται σε απαιτήσεις και διαδικασίες για την προστασία των συμφερόντων της Ένωσης, του κράτους μέλους της έδρας, του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος και τυχόν ενδιαφερόμενων τρίτων. Ειδικότερα, εάν το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα αποκτά νομική προσωπικότητα βάσει του δικαίου του κράτους μέλους της έδρας του, η λύση αυτή θα πρέπει να θεωρείται ως μετατροπή της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας και όλα τα επιμέρους δικαιώματα και υποχρεώσεις της πρώην ευρωπαϊκής νομικής οντότητας θα πρέπει να μεταβιβάζονται στην εθνική νομική οντότητα. Εξάλλου, προκειμένου να διευκολυνθεί η συνέχεια της δράσης, θα πρέπει να τεθούν διασφαλίσεις για να αποφεύγεται η εφαρμογή απαγορευτικών όρων για τη μετατροπή αυτή από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Εάν το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δεν αποκτά νομική προσωπικότητα στο κράτος μέλος της έδρας του, θα πρέπει να λύεται σύμφωνα με το δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους και τηρουμένης της προϋπόθεσης σύμφωνα με την οποία δεν πρέπει να επιδιώκει κερδοσκοπικό σκοπό. Η Αρχή και ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα πρέπει να μπορούν να συμφωνούν λεπτομερείς όρους με το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος για τη λύση της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας, ιδίως για να διασφαλιστεί η ανάκτηση των χρηματοδοτικών πόρων που ελήφθησαν από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η επιβολή οικονομικών κυρώσεων.

(22)

Εάν ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα αποτυγχάνει σοβαρά να συμμορφωθεί με το σχετικό εθνικό δίκαιο και εάν το θέμα αφορά στοιχεία που επηρεάζουν τον σεβασμό των αξιών επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, η Αρχή θα πρέπει να αποφασίζει, κατόπιν αιτήματος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, να εφαρμόσει τις διαδικασίες του παρόντος κανονισμού. Εξάλλου, η Αρχή θα πρέπει να αποφασίζει, κατόπιν αιτήματος του κράτους μέλους της έδρας, να διαγράψει από το Μητρώο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα που απέτυχε σοβαρά να συμμορφωθεί με το σχετικό εθνικό δίκαιο επί οιουδήποτε άλλου θέματος.

(23)

Η επιλεξιμότητα για χρηματοδότηση από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να περιορίζεται στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και στα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά, τα οποία έχουν αναγνωρισθεί ως τέτοια και έχουν αποκτήσει ευρωπαϊκό νομικό καθεστώς. Μολονότι έχει ζωτική σημασία να διασφαλιστεί ότι οι εφαρμοστέες προϋποθέσεις για την απόκτηση του καθεστώτος του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος δεν είναι υπερβολικές αλλά μπορούν εύκολα να τηρούνται από οργανωμένους και σοβαρούς διεθνικούς συνασπισμούς πολιτικών κομμάτων ή φυσικών προσώπων ή και αμφοτέρων, είναι επίσης αναγκαίο να καθιερωθούν αναλογικά κριτήρια για τη διάθεση των περιορισμένων πόρων του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία να αποδεικνύουν αντικειμενικά την ευρωπαϊκή δέσμευση ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος και την αυθεντική εκλογική στήριξή του. Αυτά τα κριτήρια βασίζονται, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, στα αποτελέσματα των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στις οποίες τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα ή τα μέλη τους είναι υποχρεωμένα να συμμετάσχουν δυνάμει του παρόντος κανονισμού· τα αποτελέσματα αυτά παρέχουν ακριβή ένδειξη της εκλογικής αναγνώρισης ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος. Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να αντικατοπτρίζουν τον ρόλο άμεσης εκπροσώπησης των πολιτών της Ένωσης που ανατίθεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από το άρθρο 10 παράγραφος 2 ΣΕΕ, καθώς και τον στόχο των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων να συμμετέχουν πλήρως στον δημοκρατικό βίο της Ένωσης και να μετατρέπονται σε ενεργούς παράγοντες της ευρωπαϊκής αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, για να εκφράζουν αποτελεσματικά τις απόψεις, γνώμες και την πολιτική βούληση των πολιτών της Ένωσης. Συνεπώς, η επιλεξιμότητα για χρηματοδότηση από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να περιορίζεται στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα τα οποία εκπροσωπούνται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από ένα τουλάχιστον εκ των μελών τους και στα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα τα οποία υποβάλλουν αίτηση μέσω ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος το οποίο εκπροσωπείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από ένα τουλάχιστον εκ των μελών του.

(24)

Για την αύξηση της διαφάνειας της χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και την αποφυγή δυνητικής κατάχρησης των κανόνων περί χρηματοδότησης, ένας βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα πρέπει, αποκλειστικά για τους σκοπούς της χρηματοδότησης, να θεωρείται μέλος ενός μόνον ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος, το οποίο θα πρέπει, ανάλογα με την περίπτωση, να είναι εκείνο με το οποίο συνδέεται το εθνικό ή περιφερειακό πολιτικό κόμμα του κατά την καταληκτική ημερομηνία υποβολής αιτήσεων χρηματοδότησης.

(25)

Θα πρέπει να θεσπιστούν όχι μόνον οι διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούν τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά όταν υποβάλλουν αίτηση χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά εξίσου οι διαδικασίες, τα κριτήρια και οι κανόνες που πρέπει να τηρούνται για τη λήψη της απόφασης χορήγησης της εν λόγω χρηματοδότησης.

(26)

Για να ενισχυθεί η ανεξαρτησία, λογοδοσία και ευθύνη των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων, ορισμένοι τύποι δωρεών και εισφορών σε αυτά από πηγές διαφορετικές από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να απαγορεύονται ή να υπόκεινται σε περιορισμούς. Τυχόν περιστολές στην ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων που ενδέχεται να προκαλούνται από τους εν λόγω περιορισμούς δικαιολογούνται για λόγους δημόσιας τάξης και είναι απολύτως αναγκαίες για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.

(27)

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα θα πρέπει να μπορούν να χρηματοδοτούν εκστρατείες που διεξάγονται στο πλαίσιο των εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενώ η χρηματοδότηση και ο περιορισμός των εκλογικών δαπανών για τα κόμματα και τους υποψηφίους σε αυτές τις εκλογές θα πρέπει να διέπονται από τους κανόνες που ισχύουν σε κάθε κράτος μέλος.

(28)

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα δεν θα πρέπει να χρηματοδοτούν, άμεσα ή έμμεσα, άλλα πολιτικά κόμματα, και, ειδικότερα, εθνικά κόμματα ή υποψηφίους. Τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα δεν θα πρέπει να χρηματοδοτούν, άμεσα ή έμμεσα, ευρωπαϊκά ή εθνικά πολιτικά κόμματα ή υποψηφίους. Επιπλέον, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που συνδέονται με αυτά δεν θα πρέπει να χρηματοδοτούν εκστρατείες που αφορούν δημοψηφίσματα. Οι αρχές αυτές αντικατοπτρίζουν το περιεχόμενο της δήλωσης αριθ. 11 σχετικά με το άρθρο 191 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η οποία προσαρτάται στην Τελική Πράξη της Συνθήκης της Νίκαιας.

(29)

Θα πρέπει να θεσπίζονται συγκεκριμένοι κανόνες και διαδικασίες για την κατανομή των διαθέσιμων πιστώσεων κάθε έτος από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, τον αριθμό των δικαιούχων και, αφετέρου, το ποσοστό εκλεγμένων μελών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάθε δικαιούχου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος και, κατ’ επέκταση, του αντίστοιχου ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος που συνδέεται με αυτό. Οι εν λόγω κανόνες θα πρέπει να προβλέπουν απόλυτη διαφάνεια, λογιστικό, διαχειριστικό και χρηματοοικονομικό έλεγχο των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων που συνδέονται με αυτά, καθώς και την επιβολή αναλογικών κυρώσεων, μεταξύ άλλων σε περίπτωση παραβίασης από ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα των αρχών επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ.

(30)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που θεσπίζει ο παρών κανονισμός όσον αφορά τη χρηματοδότηση και τις δαπάνες των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων και όσον αφορά άλλα θέματα, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν αποτελεσματικοί μηχανισμοί ελέγχου. Για τον σκοπό αυτό, η Αρχή, ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργάζονται και να ανταλλάσσουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες. Θα πρέπει επίσης να ενθαρρύνεται η αμοιβαία συνεργασία μεταξύ των αρχών των κρατών μελών, προκειμένου να διασφαλίζεται ο αποδοτικός και αποτελεσματικός έλεγχος των υποχρεώσεων που απορρέουν από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο.

(31)

Είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ένα σαφές, ισχυρό και αποτρεπτικό σύστημα κυρώσεων προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική, αναλογική και ομοιόμορφη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις όσον αφορά τις δραστηριότητες των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων. Το σύστημα αυτό θα πρέπει επίσης να τηρεί την αρχή ne bis in idem, βάσει της οποίας δεν μπορούν να επιβληθούν δύο φορές κυρώσεις για το ίδιο αδίκημα. Είναι επίσης αναγκαίο να καθοριστούν οι αντίστοιχοι ρόλοι της Αρχής και του διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά τον έλεγχο και την εξακρίβωση της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό καθώς και οι μηχανισμοί συνεργασίας μεταξύ αυτών και των αρχών των κρατών μελών.

(32)

Για την προαγωγή της ευρωπαϊκής πολιτικής συνείδησης των πολιτών και την προώθηση της διαφάνειας της ευρωπαϊκής εκλογικής διαδικασίας, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα μπορούν να ενημερώνουν τους πολίτες κατά τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τους δεσμούς μεταξύ αυτών και των εθνικών πολιτικών κομμάτων και υποψηφίων με τους οποίους συνδέονται.

(33)

Για λόγους διαφάνειας και για την ενίσχυση του ελέγχου και της δημοκρατικής λογοδοσίας των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων, οι πληροφορίες που θεωρούνται ουσιώδους δημόσιου συμφέροντος και αφορούν ιδίως το καταστατικό τους, τα μέλη, τις οικονομικές καταστάσεις, τους δωρητές και τις δωρεές, τις εισφορές και τις επιδοτήσεις που λαμβάνουν από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και οι πληροφορίες οι σχετικές με αποφάσεις που ελήφθησαν από την Αρχή και τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την καταχώριση, τη χρηματοδότηση και τις κυρώσεις, θα πρέπει να δημοσιεύονται. Η θέσπιση κανονιστικού πλαισίου για να διασφαλιστεί ότι οι πληροφορίες αυτές διατίθενται στο κοινό αποτελεί τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο για την προώθηση ισότιμου και δίκαιου ανταγωνισμού μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων και για τη διενέργεια ανοικτών, διαφανών και δημοκρατικών νομοθετικών και εκλογικών διαδικασιών, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την εμπιστοσύνη των πολιτών και των ψηφοφόρων στην ευρωπαϊκή αντιπροσωπευτική δημοκρατία, και ευρύτερα, προλαμβάνοντας τη διαφθορά και την κατάχρηση εξουσίας.

(34)

Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, η υποχρέωση δημοσίευσης της ταυτότητας των φυσικών προσώπων δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε δωρεές ίσες ή μικρότερες των 1 500 EUR ανά έτος και ανά δωρητή. Η εν λόγω υποχρέωση δεν θα πρέπει να ισχύει για τις δωρεές μεταξύ 1 500 και 3 000 EUR ανά έτος, εκτός εάν ο δωρητής έχει παράσχει προηγούμενη γραπτή συναίνεση για τη δημοσίευση. Τα όρια αυτά επιτυγχάνουν κατάλληλη ισορροπία μεταξύ του θεμελιώδους δικαιώματος προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αφενός, και του νόμιμου δημοσίου συμφέροντος για διαφάνεια κατά τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων, αφετέρου, όπως αποτυπώνεται σε διεθνείς συστάσεις για την αποφυγή της διαφθοράς όσον αφορά τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων. Η δημοσιοποίηση των δωρεών που υπερβαίνουν τα 3 000 EUR ανά έτος και ανά δωρητή θα επιτρέψει τον αποτελεσματικό δημόσιο έλεγχο και τη διεξοδική εξέταση των σχέσεων μεταξύ των δωρητών και των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων. Επίσης, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, οι πληροφορίες για τις δωρεές θα πρέπει να δημοσιεύονται ετησίως, εκτός από τη χρονική περίοδο των εκλογικών εκστρατειών για τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή όταν πρόκειται για δωρεές που υπερβαίνουν τα 12 000 EUR, για τις οποίες η δημοσίευση θα πρέπει να γίνεται το συντομότερο δυνατό.

(35)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που κατοχυρώνονται στον Χάρτη, και ιδίως στα άρθρα 7 και 8, τα οποία ορίζουν ότι κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στον σεβασμό της ιδιωτικής ζωής του και στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν και θα πρέπει να εφαρμόζεται με την πλήρη τήρηση αυτών των δικαιωμάτων και αρχών.

(36)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία διενεργείται από την Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(37)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9) εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα η οποία διενεργείται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(38)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου, είναι σκόπιμο να διευκρινίζεται ότι η Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, οι εθνικές αρχές οι οποίες είναι αρμόδιες για την άσκηση ελέγχου σε πτυχές που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων, καθώς και άλλοι τρίτοι οι οποίοι αναφέρονται ή προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, είναι οι υπεύθυνοι της επεξεργασίας κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 ή της οδηγίας 95/46/ΕΚ. Θα πρέπει επίσης να προσδιορίζεται το μέγιστο χρονικό διάστημα κατά το οποίο μπορούν να διατηρούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία συλλέγουν, με σκοπό τη διασφάλιση της νομιμότητας, της κανονικότητας και της διαφάνειας της χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων και των μελών των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων. Υπό την ιδιότητα των υπευθύνων της επεξεργασίας, η Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, οι αρμόδιες εθνικές αρχές και οι τρίτοι θα πρέπει να λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο ώστε να συμμορφώνονται προς τις υποχρεώσεις που επιβάλλουν ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και η οδηγία 95/46/ΕΚ, και ιδίως εκείνες που σχετίζονται με το σύννομο της επεξεργασίας, την ασφάλεια των δραστηριοτήτων επεξεργασίας, την παροχή πληροφοριών και τα δικαιώματα των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα να έχουν πρόσβαση στα δικά τους δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και να εξασφαλίζουν τη διόρθωση και τη διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τα αφορούν.

(39)

Οι διατάξεις του κεφαλαίου III της οδηγίας 95/46/ΕΚ σχετικά με τα ένδικα μέσα, την ευθύνη και τις κυρώσεις ισχύουν όσον αφορά την επεξεργασία δεδομένων η οποία διενεργείται κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Οι αρμόδιες εθνικές αρχές ή οι τρίτοι ευθύνονται για κάθε ζημία την οποία προκαλούν επί τη βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές ή οι τρίτοι υπόκεινται σε κατάλληλες κυρώσεις για τις παραβιάσεις του παρόντος κανονισμού.

(40)

Η τεχνική υποστήριξη που παρέχεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα θα πρέπει να διέπεται από την αρχή της ίσης μεταχείρισης, θα πρέπει να παρέχεται έναντι τιμολογίου και πληρωμής και θα πρέπει να αποτελεί αντικείμενο τακτικής έκθεσης η οποία δημοσιοποιείται.

(41)

Βασικές πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να δημοσιοποιούνται σε ειδικό δικτυακό τόπο.

(42)

Ο δικαστικός έλεγχος από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα συνδράμει στη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθούν διαδικασίες ώστε τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα να διαθέτουν το δικαίωμα ακρόασης και να λαμβάνουν διορθωτικά μέτρα προτού τους επιβληθεί κύρωση.

(43)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίζουν τη θέσπιση εθνικών διατάξεων οι οποίες συμβάλλουν στην αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(44)

Θα πρέπει να παραχωρηθεί επαρκής χρόνος στα κράτη μέλη προκειμένου να θεσπίζουν διατάξεις που διασφαλίζουν την ομαλή και αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Θα πρέπει συνεπώς να προβλεφθεί μεταβατική περίοδος μεταξύ της έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού και της εφαρμογής του.

(45)

Ζητήθηκε η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος και γνωμοδότησε (10).

(46)

Λόγω της ανάγκης σημαντικών αλλαγών και προσθηκών στους κανόνες και στις διαδικασίες που εφαρμόζονται επί του παρόντος στα πολιτικά κόμματα και στα πολιτικά ιδρύματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 θα πρέπει να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τις προϋποθέσεις που διέπουν το καθεστώς και τη χρηματοδότηση πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο («ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα») και πολιτικών ιδρυμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο («ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα»).

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

1)

«πολιτικό κόμμα»: ένωση πολιτών:

η οποία επιδιώκει πολιτικούς σκοπούς, και

η οποία έχει αναγνωρισθεί ή ιδρυθεί σύμφωνα με την έννομη τάξη ενός τουλάχιστον κράτους μέλους·

2)

«πολιτικός συνασπισμός»: διαρθρωμένη συνεργασία μεταξύ πολιτικών κομμάτων και/ή πολιτών·

3)

«ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα»: πολιτικός συνασπισμός ο οποίος επιδιώκει πολιτικούς στόχους και είναι καταχωρισμένος στην Αρχή για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και ιδρύματα που συγκροτείται με το άρθρο 6, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό·

4)

«ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα»: οντότητα η οποία συνδέεται επίσημα με ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα, η οποία είναι καταχωρισμένη στην Αρχή σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό, και η οποία, μέσω των δραστηριοτήτων της, στο πλαίσιο των σκοπών και των θεμελιωδών αξιών της Ένωσης, στηρίζει και συμπληρώνει τους στόχους του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος επιτελώντας ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

παρατήρηση, ανάλυση και συμβολή στη συζήτηση σχετικά με θέματα ευρωπαϊκής δημόσιας πολιτικής και σχετικά με τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης·

β)

ανάπτυξη δραστηριοτήτων οι οποίες σχετίζονται με ζητήματα ευρωπαϊκής δημόσιας πολιτικής, όπως οργάνωση και υποστήριξη σεμιναρίων, κατάρτισης, συνεδρίων και μελετών σχετικά με τέτοια θέματα μεταξύ ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων οργανώσεων νεολαίας και άλλων εκπροσώπων της κοινωνίας των πολιτών·

γ)

ανάπτυξη συνεργασίας για την προώθηση της δημοκρατίας, μεταξύ άλλων σε τρίτες χώρες·

δ)

παροχή ενός πλαισίου συνεργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο για εθνικά πολιτικά ιδρύματα, πανεπιστημιακούς και άλλους συναφείς παράγοντες·

5)

«περιφερειακό κοινοβούλιο» ή «περιφερειακή συνέλευση»: όργανο του οποίου τα μέλη είτε κατέχουν περιφερειακή εκλογική εντολή είτε είναι πολιτικά υπόλογα σε εκλεγμένη συνέλευση·

6)

«χρηματοδότηση από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης»: επιδότηση χορηγούμενη σύμφωνα με τον τίτλο VΙ του μέρους Ι ή συνεισφορά χορηγούμενη σύμφωνα με το μέρος ΙΙ τίτλος VIII του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) («ο δημοσιονομικός κανονισμός»)·

7)

«δωρεά»: κάθε παροχή μετρητών, κάθε παροχή σε είδος, κάθε προμήθεια αγαθών, παροχή υπηρεσιών (συμπεριλαμβανομένων δανείων) ή εκτέλεση έργων σε τιμή χαμηλότερη της αγοραίας και/ή κάθε άλλη συναλλαγή που συνιστά οικονομικό πλεονέκτημα για το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα, με εξαίρεση τις συνεισφορές των μελών και τις συνήθεις πολιτικές δραστηριότητες που διεξάγονται από ιδιώτες σε εθελοντική βάση·

8)

«συνεισφορά μελών»: κάθε καταβολή μετρητών, συμπεριλαμβανομένων των συνδρομών μέλους ή εισφορά σε είδος ή κάθε προμήθεια αγαθών, παροχή υπηρεσιών (συμπεριλαμβανομένων δανείων) ή εκτέλεση έργων σε τιμή χαμηλότερη της αγοραίας και/ή κάθε άλλη συναλλαγή που συνιστά οικονομικό πλεονέκτημα για το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα, όταν παρέχονται στο εν λόγω ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή στο εν λόγω ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα από ένα από τα αντίστοιχα μέλη τους, με εξαίρεση τις συνήθεις πολιτικές δραστηριότητες που διεξάγονται από τα μεμονωμένα μέλη σε εθελοντική βάση·

9)

«ετήσιος προϋπολογισμός» για τους σκοπούς των άρθρων 20 και 27: το συνολικό ποσό δαπανών ενός συγκεκριμένου έτους, όπως αναφέρεται στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις του σχετικού ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή του σχετικού ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος·

10)

«εθνικό σημείο επαφής»: ένα από τα σημεία επαφής που ορίζονται για θέματα που σχετίζονται με τη κεντρική βάση δεδομένων για τους αποκλεισμούς η οποία αναφέρεται στο άρθρο 108 του δημοσιονομικού κανονισμού και στο άρθρο 144 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής (12) ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή πρόσωπα που έχουν οριστεί ειδικά από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών με σκοπό την ανταλλαγή πληροφοριών κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού·

11)

«έδρα»: ο τόπος στον οποίο το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα έχει την κεντρική του διοίκηση·

12)

«συρροή αδικημάτων»: δύο ή περισσότερα αδικήματα που διαπράττονται ως μέρος της ίδιας παράνομης πράξης·

13)

«αδίκημα καθ’ υποτροπήν»: αδίκημα που διαπράττεται εντός πενταετίας από την κύρωση που είχε επιβληθεί στο πρόσωπο που το διέπραξε για το ίδιο είδος αξιόποινης πράξης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ

Άρθρο 3

Προϋποθέσεις καταχώρισης

1.   Ένας πολιτικός συνασπισμός δικαιούται να ζητήσει την καταχώρισή του ως ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η έδρα του πρέπει να βρίσκεται σε κράτος μέλος, όπως αναφέρεται στο καταστατικό του·

β)

αυτός ή τα μέλη του πρέπει να εκπροσωπούνται, τουλάχιστον στο ένα τέταρτο των κρατών μελών, από μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των εθνικών κοινοβουλίων, των περιφερειακών κοινοβουλίων ή των περιφερειακών συνελεύσεων ή

αυτός ή τα μέλη του πρέπει να έλαβαν, τουλάχιστον στο ένα τέταρτο των κρατών μελών, τουλάχιστον τρία τοις εκατό των ψήφων σε καθένα από τα εν λόγω κράτη μέλη στις τελευταίες εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

γ)

πρέπει να τηρεί, ιδίως στο πρόγραμμα και στις δραστηριότητές του, τις αξίες επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, κυρίως τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των μελών μειονοτήτων·

δ)

αυτός ή τα μέλη του πρέπει να έχουν λάβει μέρος σε εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή να έχουν εκφράσει δημόσια την πρόθεσή του(-ς) να λάβουν μέρος στις επόμενες εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· και

ε)

δεν πρέπει να επιδιώκει κερδοσκοπικούς σκοπούς.

2.   Αιτών δικαιούται να ζητήσει την καταχώρισή του ως ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

πρέπει να συνδέεται με ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα που έχει καταχωριστεί σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό·

β)

η έδρα του πρέπει να βρίσκεται σε κράτος μέλος όπως αναφέρεται στο καταστατικό του·

γ)

πρέπει να τηρεί, ιδίως στο πρόγραμμα και στις δραστηριότητές του, τις αξίες επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, κυρίως τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των μελών μειονοτήτων·

δ)

οι στόχοι του πρέπει να συμπληρώνουν τους στόχους του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος με το οποίο συνδέεται επίσημα·

ε)

το διοικητικό του όργανο πρέπει να απαρτίζεται από μέλη από το ένα τέταρτο τουλάχιστον των κρατών μελών· και

στ)

δεν πρέπει να επιδιώκει κερδοσκοπικούς σκοπούς.

3.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα μπορεί να έχει μόνον ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα το οποίο συνδέεται επίσημα με αυτό. Κάθε ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα και το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα που συνδέεται με αυτό διασφαλίζουν τον διαχωρισμό των δομών καθημερινής διαχείρισης και διοίκησης καθώς και των οικονομικών λογαριασμών τους.

Άρθρο 4

Διακυβέρνηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων

1.   Το καταστατικό ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος συμμορφώνεται προς το εφαρμοστέο δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα του και περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες αφορούν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

το όνομα και το λογότυπό του, τα οποία πρέπει να διακρίνονται σαφώς από εκείνα οποιουδήποτε άλλου υφιστάμενου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος·

β)

τη διεύθυνση της έδρας του·

γ)

ένα πολιτικό πρόγραμμα, το οποίο περιγράφει τον σκοπό και τους στόχους του·

δ)

δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ε) ότι δεν επιδιώκει κερδοσκοπικούς σκοπούς·

ε)

όπου συντρέχει περίπτωση, το όνομα του πολιτικού ιδρύματος που συνδέεται με αυτό και περιγραφή της επίσημης σχέσης που υφίσταται μεταξύ τους·

στ)

τη διοικητική και χρηματοοικονομική οργάνωση και διαδικασίες, προσδιορίζοντας ειδικότερα τα όργανα και τις υπηρεσίες που έχουν την αρμοδιότητα της διοικητικής, οικονομικής και νομικής εκπροσώπησης και τους κανόνες που διέπουν την κατάρτιση, την έγκριση και τον έλεγχο των ετήσιων λογαριασμών· και

ζ)

την εσωτερική διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται σε περίπτωση εκούσιας λύσης του ως ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος.

2.   Το καταστατικό ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος περιλαμβάνει διατάξεις για την εσωκομματική οργάνωση, οι οποίες αναφέρονται τουλάχιστον στα ακόλουθα σημεία:

α)

στους λεπτομερείς όρους για την αποδοχή, την παραίτηση και τον αποκλεισμό των μελών του, με συνημμένο στο καταστατικό τον κατάλογο των κομμάτων-μελών του·

β)

στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που συνδέονται με κάθε είδους συμμετοχή και τα σχετικά δικαιώματα ψήφου·

γ)

στις εξουσίες, τις αρμοδιότητες και τη σύνθεση των διοικητικών του οργάνων, προσδιορίζοντας για το καθένα τα κριτήρια επιλογής υποψηφίων και τους λεπτομερείς όρους για τον διορισμό και την απομάκρυνσή τους·

δ)

στις εσωτερικές του διαδικασίες λήψης αποφάσεων, ιδίως τις διαδικασίες ψηφοφορίας και τις απαιτήσεις που αφορούν την απαρτία·

ε)

στην προσέγγιση που υιοθετεί ως προς τη διαφάνεια, ιδίως όσον αφορά τα βιβλία, τους λογαριασμούς και τις δωρεές, την προστασία της ιδιωτικής ζωής και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· και

στ)

στην εσωτερική διαδικασία τροποποίησης του καταστατικού του.

3.   Το κράτος μέλος της έδρας μπορεί να επιβάλλει πρόσθετες απαιτήσεις για το καταστατικό, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πρόσθετες απαιτήσεις δεν αντίκεινται στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 5

Διακυβέρνηση των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων

1.   Το καταστατικό του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος συμμορφώνεται προς το εφαρμοστέο δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο έχει την έδρα του και περιλαμβάνει διατάξεις οι οποίες αφορούν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

το όνομα και το λογότυπό του, τα οποία πρέπει να διακρίνονται σαφώς από εκείνα οποιουδήποτε άλλου υφιστάμενου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος·

β)

τη διεύθυνση της έδρας του·

γ)

περιγραφή του σκοπού και των στόχων του, οι οποίοι πρέπει να είναι συμβατοί με τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 2 σημείο 4·

δ)

δήλωση ότι δεν επιδιώκει κερδοσκοπικούς σκοπούς, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο στ)·

ε)

το όνομα του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος με το οποίο συνδέεται άμεσα και περιγραφή της επίσημης σχέσης που υφίσταται μεταξύ τους·

στ)

κατάλογο των οργάνων του, προσδιορίζοντας για καθένα τις εξουσίες, τις αρμοδιότητες και τη σύνθεσή του, συμπεριλαμβανομένων των όρων διορισμού και απομάκρυνσης των μελών και των διαχειριστών των οργάνων αυτών·

ζ)

τη διοικητική και χρηματοοικονομική οργάνωση και διαδικασίες, προσδιορίζοντας ειδικότερα τα όργανα και τις υπηρεσίες που έχουν την αρμοδιότητα της διοικητικής, οικονομικής και νομικής εκπροσώπησης και τους κανόνες που διέπουν την κατάρτιση, την έγκριση και τον έλεγχο των ετήσιων λογαριασμών·

η)

την εσωτερική διαδικασία τροποποίησης του καταστατικού του· και

θ)

την εσωτερική διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται σε περίπτωση εκούσιας λύσης του ως ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος.

2.   Το κράτος μέλος της έδρας μπορεί να επιβάλλει πρόσθετες απαιτήσεις για το καταστατικό, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω πρόσθετες απαιτήσεις δεν αντίκεινται στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 6

Αρχή για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα

1.   Ιδρύεται Αρχή για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα (η «Αρχή») με σκοπό την καταχώριση, τον έλεγχο και την επιβολή κυρώσεων στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Η Αρχή έχει νομική προσωπικότητα. Είναι ανεξάρτητη και ασκεί τα καθήκοντά της συμμορφούμενη πλήρως προς τον παρόντα κανονισμό.

Η Αρχή αποφασίζει σχετικά με την καταχώριση και τη διαγραφή από το Μητρώο των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων σύμφωνα με τις διαδικασίες και τους όρους που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Επιπλέον, η Αρχή ελέγχει τακτικά ότι εξακολουθούν να τηρούνται από τα καταχωρισμένα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα οι προϋποθέσεις καταχώρισης που καθορίζονται στο άρθρο 3 και οι διατάξεις περί διακυβέρνησης που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και δ) έως στ) και στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ε) και ζ).

Στις αποφάσεις της, η Αρχή λαμβάνει πλήρως υπόψη το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι και την ανάγκη να διασφαλίζεται ο πλουραλισμός των πολιτικών κομμάτων στην Ευρώπη.

Η Αρχή εκπροσωπείται από τον διευθυντή της, ο οποίος λαμβάνει όλες τις αποφάσεις εξ ονόματός της.

3.   Ο διευθυντής της Αρχής διορίζεται για μία πενταετή μη ανανεώσιμη θητεία από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή (που αναφέρονται ομού ως «η διορίζουσα αρχή») με κοινή συμφωνία, βάσει προτάσεων επιτροπής επιλογής που αποτελείται από τους γενικούς γραμματείς των εν λόγω θεσμικών οργάνων και μετά από ανοικτή πρόσκληση για την υποβολή υποψηφιοτήτων.

Ο διευθυντής της Αρχής επιλέγεται βάσει των ατομικών και επαγγελματικών του προσόντων. Δεν είναι βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν κατέχει οποιουδήποτε είδους αιρετό αξίωμα ούτε είναι εν ενεργεία ή πρώην υπάλληλος ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος. Ο επιλεγείς διευθυντής δεν βρίσκεται σε σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ της ιδιότητάς του ως διευθυντή της Αρχής και άλλων επίσημων καθηκόντων που μπορεί ενδεχομένως να ασκεί, ειδικότερα στο πλαίσιο της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

Η χηρεύουσα θέση διευθυντή λόγω παραίτησης, συνταξιοδότησης, απομάκρυνσης ή θανάτου καλύπτεται σύμφωνα με την ίδια διαδικασία.

Σε περίπτωση κανονικής αντικατάστασης ή οικειοθελούς παραίτησης, ο διευθυντής εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του έως την ανάληψη καθηκόντων του αντικαταστάτη.

Εάν ο διευθυντής της Αρχής δεν πληροί πλέον τους απαιτούμενους όρους για την εκτέλεση των καθηκόντων του, μπορεί να απομακρυνθεί με κοινή συμφωνία τουλάχιστον δύο εκ των τριών θεσμικών οργάνων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο και με βάση έκθεση που εκπονεί η αναφερόμενη στο πρώτο εδάφιο επιτροπή επιλογής με δική της πρωτοβουλία ή μετά από αίτηση οποιουδήποτε από τα τρία θεσμικά όργανα.

Ο διευθυντής της Αρχής είναι ανεξάρτητος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του. Όταν ενεργεί εξ ονόματος της Αρχής, ο διευθυντής δεν ζητεί ούτε λαμβάνει οδηγίες από οποιοδήποτε θεσμικό όργανο ή κυβέρνηση ή από οποιοδήποτε άλλο όργανο, υπηρεσία ή οργανισμό. Ο διευθυντής της Αρχής απέχει από κάθε ενέργεια που δεν συνάδει με τη φύση των καθηκόντων του.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή ασκούν από κοινού, όσον αφορά τον διευθυντή, τις εξουσίες που ανατίθενται στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων (και από το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης) όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (13). Με την επιφύλαξη των αποφάσεων περί διορισμού και απομάκρυνσης, τα τρία θεσμικά όργανα μπορούν να συμφωνήσουν να αναθέσουν σε οποιοδήποτε από αυτά την άσκηση ορισμένων ή όλων των υπόλοιπων εξουσιών της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής.

Η αρμόδια για τους διορισμούς αρχή μπορεί να αναθέσει στον διευθυντή άλλα καθήκοντα υπό τον όρο ότι τα καθήκοντα αυτά δεν είναι ασυμβίβαστα με τον φόρτο εργασίας που προκύπτει από τα καθήκοντά του ως διευθυντή της Αρχής και δεν μπορούν να προκαλέσουν σύγκρουση συμφερόντων ή να θέσουν σε κίνδυνο την πλήρη ανεξαρτησία του διευθυντή.

4.   Η Αρχή στεγάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο παραχωρεί στην Αρχή τα αναγκαία γραφεία και την απαραίτητη διοικητική υποστήριξη.

5.   Ο διευθυντής της Αρχής επικουρείται από υπαλλήλους προερχόμενους από ένα ή περισσότερα θεσμικά όργανα της Ένωσης. Όταν εργάζονται για λογαριασμό της Αρχής, οι υπάλληλοι αυτοί ενεργούν υπό την αποκλειστική δικαιοδοσία του διευθυντή της Αρχής.

Η επιλογή των υπαλλήλων δεν πρέπει να μπορεί να έχει ως συνέπεια σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των καθηκόντων τους στην Αρχή και άλλων επίσημων καθηκόντων που μπορεί ενδεχομένως να ασκούν, και πρέπει να απέχουν από κάθε ενέργεια που δεν συνάδει με τη φύση των καθηκόντων τους.

6.   Η Αρχή συνάπτει συμφωνίες με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και, κατά περίπτωση, με άλλα θεσμικά όργανα σχετικά με διοικητικές ρυθμίσεις που είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων της, ειδικότερα συμφωνίες σχετικά με το προσωπικό, τις υπηρεσίες και την υποστήριξη που παρέχονται σύμφωνα με τις παραγράφους 4, 5 και 8.

7.   Οι πιστώσεις για τις δαπάνες της Αρχής προβλέπονται σε χωριστό τίτλο του τμήματος για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι πιστώσεις είναι επαρκείς ώστε να διασφαλίζεται η πλήρης και ανεξάρτητη λειτουργία της Αρχής. Ένα σχέδιο προϋπολογισμού για την Αρχή υποβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από τον διευθυντή και δημοσιοποιείται. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναθέτει τα καθήκοντα του διατάκτη σε σχέση με τις πιστώσεις αυτές στον διευθυντή της Αρχής.

8.   Ο κανονισμός αριθ. 1 του Συμβουλίου (14) εφαρμόζεται στην Αρχή.

Οι μεταφραστικές υπηρεσίες που απαιτούνται για τη λειτουργία της Αρχής και του Μητρώου παρέχονται από το Μεταφραστικό Κέντρο των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

9.   Η Αρχή και ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ανταλλάσσουν όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την άσκηση των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού.

10.   Ο διευθυντής υποβάλλει ετησίως έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με τις δραστηριότητες της Αρχής.

11.   Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξετάζει τη νομιμότητα των αποφάσεων της Αρχής σύμφωνα με το άρθρο 263 ΣΛΕΕ και είναι αρμόδιο για τις διαφορές σχετικά με την αποκατάσταση ζημιών που έχουν προκληθεί από την Αρχή σύμφωνα με τα άρθρα 268 και 340 ΣΛΕΕ. Εάν η Αρχή δεν λάβει απόφαση, όταν αυτό προβλέπεται από τον παρόντα κανονισμό, είναι δυνατόν να ασκείται προσφυγή επί παραλείψει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 265 ΣΛΕΕ.

Άρθρο 7

Μητρώο για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα

1.   Η Αρχή καταρτίζει και διαχειρίζεται Μητρώο για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα. Οι πληροφορίες που περιέχει το Μητρώο διατίθενται ηλεκτρονικά σύμφωνα με το άρθρο 32.

2.   Προκειμένου να εξασφαλισθεί η κατάλληλη λειτουργία του Μητρώου, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 και εντός του πεδίου εφαρμογής των σχετικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού όσον αφορά:

α)

τις πληροφορίες και τα έγγραφα τεκμηρίωσης που κατέχει η Αρχή για τα οποία το Μητρώο πρόκειται να αποτελέσει το ενδεδειγμένο αποθετήριο και στα οποία περιλαμβάνονται το καταστατικό ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος, οποιαδήποτε άλλα έγγραφα υποβάλλονται ως μέρος αίτησης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2, οποιαδήποτε έγγραφα λαμβάνονται από τα κράτη μέλη της έδρας όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2 και στοιχεία σχετικά με την ταυτότητα των προσώπων που είναι μέλη οργάνων ή κατέχουν αξιώματα που περιβάλλονται με αρμοδιότητες διοικητικής, οικονομικής και νομικής εκπροσώπησης, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο ζ)·

β)

το υλικό από το Μητρώο που αναφέρεται υπό το στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου για την πιστοποίηση της νομιμότητας του οποίου πρόκειται να είναι αρμόδια η Αρχή σύμφωνα με τις αρμοδιότητές της δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Η Αρχή δεν είναι αρμόδια να ελέγχει τη συμμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων ή των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων προς οποιαδήποτε υποχρέωση ή απαίτηση επιβάλλεται στο σχετικό κόμμα ή ίδρυμα από το κράτος μέλος της έδρας σύμφωνα με τα άρθρα 4, 5 και το άρθρο 14 παράγραφος 2 και οι οποίες είναι επιπλέον των υποχρεώσεων και των απαιτήσεων που θεσπίζει ο παρών κανονισμός.

3.   Η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων, προσδιορίζει τις λεπτομέρειες του συστήματος αριθμητικής καταχώρισης που πρόκειται να εφαρμόζεται για το Μητρώο καθώς και τα τυποποιημένα αποσπάσματα του Μητρώου που πρόκειται να διατίθενται σε τρίτους μετά από αίτηση, συμπεριλαμβανομένου του περιεχομένου επιστολών και εγγράφων. Τα αποσπάσματα αυτά δεν περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα πέραν της ταυτότητας των προσώπων που είναι μέλη οργάνων ή κατέχουν αξιώματα που περιβάλλονται με αρμοδιότητες διοικητικής, οικονομικής και νομικής εκπροσώπησης, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο ζ). Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 37.

Άρθρο 8

Αίτηση καταχώρισης

1.   Για την καταχώριση, υποβάλλεται αίτηση στην Αρχή. Αίτηση καταχώρισης ως ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα υποβάλλεται μόνο μέσω του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος με το οποίο ο αιτών συνδέεται επίσημα.

2.   Η αίτηση συνοδεύεται από:

α)

έγγραφα τα οποία αποδεικνύουν ότι ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 3, συμπεριλαμβανομένης μιας τυποποιημένης επίσημης δήλωσης με τη μορφή που προβλέπεται στο παράρτημα·

β)

το καταστατικό του κόμματος ή του ιδρύματος, το οποίο περιλαμβάνει τις απαιτούμενες από τα άρθρα 4 και 5 διατάξεις, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών παραρτημάτων και, κατά περίπτωση, της δήλωσης του κράτους μέλους της έδρας που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2.

3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 36 και εντός του πεδίου εφαρμογής των σχετικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού:

α)

προκειμένου να επισημαίνει τυχόν συμπληρωματικές πληροφορίες ή συμπληρωματικά έγγραφα τεκμηρίωσης σε σχέση με την παράγραφο 2 που απαιτούνται για να μπορεί η Αρχή να ασκεί πλήρως τις αρμοδιότητές της σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη λειτουργία του Μητρώου,

β)

προκειμένου να τροποποιήσει την τυποποιημένη επίσημη δήλωση του παραρτήματος σε σχέση με τα στοιχεία που πρέπει να συμπληρώνει, κατά περίπτωση, ο αιτών ώστε να διασφαλίζεται η ύπαρξη επαρκών πληροφοριών σε σχέση με τον υπογράφοντα, την εντολή του και το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα το οποίο εξουσιοδοτείται να εκπροσωπεί για τους σκοπούς της δήλωσης.

4.   Η τεκμηρίωση που υποβάλλεται στην Αρχή ως μέρος της αίτησης αναρτάται αμέσως στον δικτυακό τόπο που αναφέρεται στο άρθρο 32.

Άρθρο 9

Εξέταση της αίτησης και απόφαση της Αρχής

1.   Η αίτηση εξετάζεται από την Αρχή προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις καταχώρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 και κατά πόσο το καταστατικό περιέχει τις απαιτούμενες από τα άρθρα 4 και 5 διατάξεις.

2.   Η Αρχή εκδίδει απόφαση καταχώρισης του αιτούντος, εκτός εάν διαπιστώσει ότι ο αιτών δεν πληροί τις προϋποθέσεις καταχώρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 ή ότι το καταστατικό δεν περιέχει τις απαιτούμενες από τα άρθρα 4 και 5 διατάξεις.

Η Αρχή δημοσιεύει την απόφαση καταχώρισης του αιτούντος εντός μηνός από την παραλαβή της αίτησης καταχώρισης ή, σε περίπτωση εφαρμογής των διαδικασιών του άρθρου 15 παράγραφος 4, εντός τεσσάρων μηνών από την παραλαβή της αίτησης καταχώρισης.

Σε περίπτωση που μια αίτηση είναι ελλιπής, η Αρχή καλεί αμελλητί τον αιτούντα να υποβάλει τα απαιτούμενα συμπληρωματικά στοιχεία. Για τους σκοπούς της προθεσμίας που ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο, ο χρόνος αρχίζει να υπολογίζεται μόνο από την ημερομηνία παραλαβής πλήρους αίτησης από την Αρχή.

3.   Η τυποποιημένη επίσημη δήλωση που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο α) θεωρείται επαρκής προκειμένου η Αρχή να διαπιστώσει ότι ο αιτών συμμορφώνεται προς τις προϋποθέσεις που προσδιορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ), ανάλογα με το ποιο από τα δύο εφαρμόζεται.

4.   Η απόφαση της Αρχής να καταχωρίσει τον αιτούντα δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαζί με το καταστατικό του οικείου κόμματος ή του οικείου ιδρύματος. Η απόφαση της Αρχής να μην καταχωρίσει τον αιτούντα δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαζί με τους λεπτομερείς λόγους απόρριψης.

5.   Κάθε τροποποίηση των εγγράφων ή του καταστατικού που υποβάλλονται στο πλαίσιο της αίτησης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 κοινοποιείται στην Αρχή, η οποία επικαιροποιεί την καταχώριση σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 15 παράγραφοι 2 και 4, τηρουμένων των αναλογιών.

6.   Ο επικαιροποιημένος κατάλογος των κομμάτων-μελών ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος, που επισυνάπτεται στο καταστατικό του κόμματος σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, αποστέλλεται στην Αρχή κατ’ έτος. Κάθε αλλαγή που έχει ως αποτέλεσμα το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα να μην μπορεί να πληροί πλέον την προϋπόθεση που ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) ανακοινώνεται στην Αρχή εντός τεσσάρων εβδομάδων αφ’ ης πραγματοποιείται.

Άρθρο 10

Έλεγχος της συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις και τις απαιτήσεις καταχώρισης

1.   Με την επιφύλαξη της διαδικασίας που ορίζεται στην παράγραφο 3, η Αρχή ελέγχει τακτικά ότι εξακολουθούν να τηρούνται από τα καταχωρισμένα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα οι προϋποθέσεις καταχώρισης που καθορίζονται στο άρθρο 3 και οι διατάξεις περί διακυβέρνησης που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και δ) έως στ) και στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ε) και ζ).

2.   Εάν η Αρχή διαπιστώσει ότι οποιαδήποτε προϋπόθεση καταχώρισης ή διάταξη περί διακυβέρνησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, με εξαίρεση τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ), δεν τηρείται πλέον, ενημερώνει το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα.

3.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο ή η Επιτροπή μπορούν να υποβάλλουν αίτηση στην Αρχή προκειμένου να ελεγχθεί η συμμόρφωση ενός συγκεκριμένου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος προς τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ). Στις περιπτώσεις αυτές και στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο α), η Αρχή ζητεί από την επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων που συστήνεται με το άρθρο 11 να γνωμοδοτήσει επί του θέματος. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της εντός δύο μηνών.

Σε περίπτωση που περιέλθουν σε γνώση της Αρχής πραγματικά περιστατικά που ενδέχεται να εγείρουν αμφιβολίες όσον αφορά τη συμμόρφωση ενός συγκεκριμένου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος προς τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα άρθρα 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ), η Αρχή ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή προκειμένου να επιτρέψει σε οποιοδήποτε από αυτά να υποβάλει αίτηση ελέγχου κατά τα αναφερόμενα στο πρώτο εδάφιο. Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή δηλώνουν την πρόθεσή τους εντός δύο μηνών από την παραλαβή των εν λόγω πληροφοριών.

Οι διαδικασίες που προβλέπονται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο δεν κινούνται εντός του διμήνου που προηγείται των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη της επιτροπής, η Αρχή αποφασίζει εάν θα διαγράψει από το Μητρώο το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα. Η απόφαση της Αρχής είναι δεόντως αιτιολογημένη.

Η Αρχή μπορεί να εκδώσει απόφαση διαγραφής από το Μητρώο για λόγους μη συμμόρφωσης προς τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα άρθρα 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) μόνο σε περίπτωση προφανούς και σοβαρής παράβασης των εν λόγω προϋποθέσεων. Η απόφαση υπόκειται στη διαδικασία της παραγράφου 4.

4.   Η απόφαση της Αρχής να διαγράψει από το Μητρώο ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα λόγω προφανούς και σοβαρής παράβασης όσον αφορά τη συμμόρφωση προς τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Η απόφαση τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν διατυπώσουν αντιρρήσεις εντός προθεσμίας τριών μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από την εκπνοή της εν λόγω προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Αρχή ότι δεν προτίθενται να διατυπώσουν αντιρρήσεις. Σε περίπτωση που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο διατυπώσουν αντίρρηση, το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα παραμένουν καταχωρισμένα στο Μητρώο.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να διατυπώσουν αντιρρήσεις για την απόφαση μόνο για λόγους που σχετίζονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις προϋποθέσεις καταχώρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ).

Το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα ενημερώνεται ότι διατυπώθηκε αντίρρηση σχετικά με την απόφαση της Αρχής για τη διαγραφή από το Μητρώο.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εγκρίνουν θέση κατά τους αντίστοιχους για το κάθε θεσμικό όργανο κανόνες για τη λήψη αποφάσεων όπως έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με τις Συνθήκες. Κάθε αντίρρηση δικαιολογείται δεόντως και δημοσιοποιείται.

5.   Απόφαση της Αρχής για τη διαγραφή από το Μητρώο ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος, για την οποία δεν διατυπώθηκε αντίρρηση σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην παράγραφο 4, δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαζί με τους λεπτομερείς λόγους για τη διαγραφή και τίθεται σε ισχύ τρεις μήνες μετά την ημερομηνία της δημοσίευσης αυτής.

6.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα εκπίπτει αυτομάτως του καθεστώτος του, ως ευρωπαϊκού, εάν το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα με το οποίο συνδέεται διαγραφεί από το Μητρώο.

Άρθρο 11

Επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων

1.   Συγκροτείται επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων. Αποτελείται από έξι μέλη· το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή διορίζουν από δύο μέλη. Τα μέλη της επιτροπής επιλέγονται βάσει των ατομικών και επαγγελματικών τους προσόντων. Δεν είναι μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής, δεν κατέχουν αιρετό αξίωμα, δεν είναι μόνιμοι υπάλληλοι ή λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ούτε είναι εν ενεργεία ή πρώην υπάλληλοι ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος.

Τα μέλη της επιτροπής ασκούν τα καθήκοντά τους με ανεξαρτησία. Δεν ζητούν ούτε λαμβάνουν οδηγίες από οποιοδήποτε θεσμικό όργανο ή κυβέρνηση ή από οποιοδήποτε άλλο λοιπό όργανο, υπηρεσία ή οργανισμό και απέχουν από κάθε ενέργεια που δεν συνάδει με τη φύση των καθηκόντων τους.

Η επιτροπή ανανεώνεται εντός έξι μηνών από τη λήξη της πρώτης συνόδου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μετά τις εκάστοτε εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η θητεία των μελών δεν ανανεώνεται.

2.   Η επιτροπή εγκρίνει τον εσωτερικό κανονισμό της. Ο πρόεδρος της επιτροπής εκλέγεται από τα μέλη της και μεταξύ των μελών της σύμφωνα με τον εσωτερικό της κανονισμό. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο παρέχει τη γραμματεία και τη χρηματοδότηση της επιτροπής. Η γραμματεία της επιτροπής ενεργεί υπό την αποκλειστική δικαιοδοσία της επιτροπής.

3.   Όταν καλείται από την Αρχή, η επιτροπή γνωμοδοτεί σχετικά με κάθε προφανή και σοβαρή καταπάτηση των αξιών επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως αναφέρεται στα άρθρα 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ), από ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα. Προς τούτο, η επιτροπή μπορεί να ζητήσει κάθε σχετικό έγγραφο και αποδεικτικό στοιχείο από την Αρχή, τις υπηρεσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα, άλλα πολιτικά κόμματα, άλλα πολιτικά ιδρύματα ή άλλους ενδιαφερόμενους παράγοντες και μπορεί να ζητήσει να ακούσει τους εκπροσώπους τους.

Στις γνωμοδοτήσεις της, η επιτροπή λαμβάνει πλήρως υπόψη το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι και την ανάγκη να διασφαλίζεται ο πλουραλισμός των πολιτικών κομμάτων στην Ευρώπη.

Οι γνώμες της επιτροπής δημοσιοποιούνται χωρίς καθυστέρηση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΝΟΜΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ

Άρθρο 12

Νομική προσωπικότητα

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα έχουν ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα.

Άρθρο 13

Νομική αναγνώριση και δικαιοπρακτική ικανότητα

Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα διαθέτουν νομική αναγνώριση και δικαιοπρακτική ικανότητα σε όλα τα κράτη μέλη.

Άρθρο 14

Εφαρμοστέο δίκαιο

1.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα διέπονται από τον παρόντα κανονισμό.

2.   Για θέματα που δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα κανονισμό ή, εάν κάποια θέματα ρυθμίζονται μόνον εν μέρει από αυτόν, για τις πτυχές εκείνες που δεν καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα διέπονται από τις εφαρμοστέες διατάξεις του εθνικού δικαίου του κράτους μέλους στα οποία βρίσκονται αντιστοίχως οι έδρες τους.

Οι δραστηριότητες του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος και του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος σε άλλα κράτη μέλη διέπονται από το συναφές εθνικό δίκαιο των εν λόγω κρατών μελών.

3.   Για θέματα που δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα κανονισμό ή από τις εφαρμοστέες διατάξεις σύμφωνα με την παράγραφο 2, ή, εάν κάποια θέματα ρυθμίζονται μόνον εν μέρει από αυτές, για τις πτυχές εκείνες που δεν καλύπτονται από αυτές, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα διέπονται από τις διατάξεις των αντίστοιχων καταστατικών τους.

Άρθρο 15

Απόκτηση της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας

1.   Ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα αποκτούν ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα από την ημερομηνία της δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της απόφασης της Αρχής να τα καταχωρίσει, σύμφωνα με το άρθρο 9.

2.   Εφόσον το απαιτεί το κράτος μέλος στο οποίο έχει την έδρα του ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα το οποίο αιτείται την καταχώρισή του στο Μητρώο, η αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 8 συνοδεύεται από δήλωση που εκδίδει το εν λόγω κράτος μέλος, η οποία πιστοποιεί ότι ο αιτών έχει συμμορφωθεί προς όλες τις σχετικές εθνικές απαιτήσεις για την αίτηση και ότι το καταστατικό του συνάδει με το εφαρμοστέο δίκαιο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο.

3.   Σε περίπτωση που ο αιτών διαθέτει νομική προσωπικότητα βάσει του δικαίου κράτους μέλους, η απόκτηση ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας θεωρείται από το εν λόγω κράτος μέλος μετατροπή της εθνικής νομικής προσωπικότητας σε διάδοχη ευρωπαϊκή νομική προσωπικότητα. Η τελευταία διατηρεί πλήρως προϋπάρχοντα δικαιώματα και υποχρεώσεις της πρώην εθνικής νομικής οντότητας που παύει να υφίσταται. Το οικείο κράτος μέλος δεν θεσπίζει απαγορευτικούς όρους στο πλαίσιο αυτής της μετατροπής. Ο αιτών διατηρεί την έδρα του στο οικείο κράτος μέλος έως τη δημοσίευση απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 9.

4.   Εφόσον το απαιτεί το κράτος μέλος στο οποίο ο αιτών έχει την έδρα του, η Αρχή καθορίζει την ημερομηνία της δημοσίευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μόνο μετά από διαβούλευση με το εν λόγω κράτος μέλος.

Άρθρο 16

Λύση της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας

1.   Ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα αποστερείται της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητάς του μετά την έναρξη ισχύος απόφασης της Αρχής να το διαγράψει από το Μητρώο, όπως η απόφαση αυτή δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η απόφαση τίθεται σε ισχύ τρεις μήνες μετά τη δημοσίευση αυτή, εκτός εάν το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα ζητήσει μικρότερη περίοδο.

2.   Ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα διαγράφεται από το Μητρώο με απόφαση της Αρχής:

α)

ως επακόλουθο απόφασης που εκδόθηκε σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφοι 2 έως 5·

β)

στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 6·

γ)

κατόπιν αιτήσεως του οικείου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή του οικείου ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος· ή

δ)

στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο β) του παρόντος άρθρου.

3.   Εάν ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα απέτυχε σοβαρά να εκπληρώσει σημαντικές υποχρεώσεις βάσει του εθνικού δικαίου που εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο, το κράτος μέλος της έδρας μπορεί να υποβάλει στην Αρχή δεόντως αιτιολογημένη αίτηση διαγραφής από το Μητρώο στην οποία πρέπει να προσδιορίζονται σαφώς και εξαντλητικά οι παράνομες πράξεις και οι συγκεκριμένες εθνικές απαιτήσεις που παραβιάστηκαν. Στις περιπτώσεις αυτές, η Αρχή:

α)

για θέματα που συνδέονται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο με στοιχεία που επηρεάζουν τον σεβασμό των αξιών επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, κινεί διαδικασία ελέγχου σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3. Εφαρμόζεται επίσης το άρθρο 10 παράγραφοι 4, 5 και 6·

β)

για κάθε άλλο θέμα και όταν η αιτιολογημένη αίτηση του οικείου κράτους μέλους επιβεβαιώνει ότι έχουν εξαντληθεί όλα τα εθνικά μέσα έννομης προστασίας, αποφασίζει να διαγράψει το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα από το Μητρώο.

Εάν ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα απέτυχε σοβαρά να εκπληρώσει σημαντικές υποχρεώσεις βάσει του εθνικού δικαίου που εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο και εάν το θέμα συνδέεται αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο με στοιχεία που επηρεάζουν τον σεβασμό των αξιών επί των οποίων ερείδεται η Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 ΣΕΕ, το οικείο κράτος μέλος μπορεί να υποβάλει αίτηση στην Αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Η Αρχή ενεργεί σύμφωνα με το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου.

Σε όλες τις περιπτώσεις, η Αρχή ενεργεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Η Αρχή ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος και το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα για τη συνέχεια που δόθηκε στην αιτιολογημένη αίτηση διαγραφής από το Μητρώο.

4.   Η Αρχή καθορίζει την ημερομηνία της δημοσίευσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μετά από διαβούλευση με το κράτος μέλος στο οποίο το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα έχει την έδρα του.

5.   Εάν το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα αποκτά νομική προσωπικότητα βάσει του δικαίου του κράτους μέλους της έδρας του, η απόκτηση αυτή θεωρείται από το εν λόγω κράτος μέλος μετατροπή της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας σε εθνική νομική προσωπικότητα που διατηρεί πλήρως τα προϋπάρχοντα δικαιώματα και υποχρεώσεις της πρώην ευρωπαϊκής νομικής οντότητας. Το εν λόγω κράτος μέλος δεν θεσπίζει απαγορευτικούς όρους στο πλαίσιο αυτής της μετατροπής.

6.   Εάν το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δεν αποκτά νομική προσωπικότητα βάσει του δικαίου του κράτους μέλους της έδρας του, το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα λύεται σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο του εν λόγω κράτους μέλους. Το οικείο κράτος μέλος μπορεί να απαιτήσει, πριν από τη λύση αυτή, να αποκτηθεί εκ νέου εθνική νομική προσωπικότητα από το οικείο κόμμα ή το οικείο ίδρυμα σύμφωνα με την παράγραφο 5.

7.   Σε όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 6, το οικείο κράτος μέλος διασφαλίζει την πλήρη τήρηση της προϋπόθεσης του μη κερδοσκοπικού σκοπού που ορίζεται στο άρθρο 3. Η Αρχή και ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορούν να συμφωνούν λεπτομερείς όρους με το οικείο κράτος μέλος για τη λύση της ευρωπαϊκής νομικής προσωπικότητας, ιδίως προκειμένου να διασφαλιστεί η ανάκτηση των χρηματοδοτικών πόρων που ελήφθησαν από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η καταβολή τυχόν ποσών που επιβλήθηκαν στο πλαίσιο οικονομικών κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 27.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ

Άρθρο 17

Προϋποθέσεις χρηματοδότησης

1.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα το οποίο είναι καταχωρισμένο σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, εκπροσωπείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από τουλάχιστον ένα εκ των μελών του και δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού μπορεί να υποβάλει αίτηση χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που δημοσιεύει ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρόσκληση συνεισφορών.

2.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα το οποίο συνδέεται με ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα επιλέξιμο για την υποβολή αίτησης χρηματοδότησης βάσει της παραγράφου 1 το οποίο είναι καταχωρισμένο σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και το οποίο δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού μπορεί να υποβάλει αίτηση χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που δημοσιεύει ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρόσκληση υποβολής προτάσεων.

3.   Για τους σκοπούς του καθορισμού της επιλεξιμότητας για χρηματοδότηση από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με την παράγραφο 1 και το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) και για την εφαρμογή του άρθρου 19 παράγραφος 1, ένας βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θεωρείται μέλος ενός μόνον ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος, το οποίο, εφόσον συντρέχει περίπτωση, είναι εκείνο με το οποίο συνδέεται το εθνικό ή περιφερειακό πολιτικό του κόμμα κατά την καταληκτική ημερομηνία υποβολής αιτήσεων χρηματοδότησης.

4.   Οι οικονομικές συνεισφορές ή επιδοτήσεις από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν υπερβαίνουν το 85 % των ετήσιων επιστρεπτέων εξόδων που σημειώνονται στον προϋπολογισμό ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος και το 85 % των επιλέξιμων δαπανών ενός ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος. Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα μπορούν να χρησιμοποιούν οποιοδήποτε μη δαπανηθέν τμήμα της συνεισφοράς της Ένωσης που χορηγήθηκε για την κάλυψη επιστρεπτέων εξόδων εντός του οικονομικού έτους που έπεται της χορήγησης. Τα μη χρησιμοποιηθέντα ποσά μετά το εν λόγω οικονομικό έτος ανακτώνται σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό.

5.   Εντός των ορίων που καθορίζονται στα άρθρα 21 και 22, οι επιστρεπτέες δαπάνες μέσω οικονομικής συνεισφοράς περιλαμβάνουν διοικητικά έξοδα και έξοδα που συνδέονται με τεχνική συνδρομή, συνεδριάσεις, έρευνα, διασυνοριακές εκδηλώσεις, μελέτες, ενημέρωση και δημοσιεύσεις, καθώς και έξοδα που συνδέονται με εκστρατείες.

Άρθρο 18

Αίτηση χρηματοδότησης

1.   Για τη λήψη χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 παράγραφος 1 ή 2 υποβάλλει αίτηση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μετά την πρόσκληση συνεισφορών ή την πρόσκληση υποβολής προτάσεων.

2.   Το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα και το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα πρέπει, κατά την υποβολή της αίτησης, να συμμορφώνονται προς τις υποχρεώσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 23 και, από την ημερομηνία της αίτησης έως τη λήξη του οικονομικού έτους ή της δράσης που καλύπτει η συνεισφορά ή η επιδότηση, να παραμείνουν καταχωρισμένα στο Μητρώο και να μην είναι δυνατόν να τους επιβληθεί καμία από τις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 και στο άρθρο 27 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημεία v) και vi).

3.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα περιλαμβάνει στην αίτησή του το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας ή το σχέδιο δράσης του.

4.   Ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκδίδει απόφαση εντός τριών μηνών από τη λήξη της πρόσκλησης συνεισφορών ή της πρόσκλησης υποβολής προτάσεων και εγκρίνει και διαχειρίζεται τις αντίστοιχες πιστώσεις, σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό.

5.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα μπορεί να υποβάλει αίτηση χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης μόνον μέσω του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος με το οποίο συνδέεται.

Άρθρο 19

Κριτήρια χορήγησης και κατανομή της χρηματοδότησης

1.   Οι αντίστοιχες πιστώσεις οι οποίες είναι διαθέσιμες για τα εν λόγω ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα στα οποία χορηγήθηκαν συνεισφορές ή επιδοτήσεις σύμφωνα με το άρθρο 18 κατανέμονται ετησίως βάσει της ακόλουθης κλείδας κατανομής:

15 % κατανέμεται ισομερώς μεταξύ των δικαιούχων ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων,

85 % κατανέμεται μεταξύ των δικαιούχων ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων, αναλογικά προς το ποσοστό των εκλεγμένων βουλευτών τους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Η ίδια κλείδα κατανομής χρησιμοποιείται για τη χορήγηση χρηματοδότησης σε ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, βάσει της σύνδεσής τους με ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα.

2.   Η κατανομή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 βασίζεται στον αριθμό των εκλεγμένων βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου οι οποίοι είναι μέλη του αιτούντος ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος κατά την καταληκτική ημερομηνία υποβολής των αιτήσεων χρηματοδότησης, λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 17 παράγραφος 3.

Μετά την εν λόγω ημερομηνία, κάθε αλλαγή στον αριθμό των εκλεγμένων βουλευτών δεν επηρεάζει το αντίστοιχο ποσοστό χρηματοδότησης που κατανέμεται μεταξύ ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων ή ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων. Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη της απαίτησης που προβλέπεται στο άρθρο 17 παράγραφος 1 περί εκπροσώπησης του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από τουλάχιστον ένα εκ των μελών του.

Άρθρο 20

Δωρεές και εισφορές

1.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα μπορούν να δέχονται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα δωρεές ύψους έως 18 000 EUR ανά έτος και ανά δωρητή.

2.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, κατά την υποβολή των ετήσιων οικονομικών καταστάσεών τους σύμφωνα με το άρθρο 23, διαβιβάζουν επίσης κατάλογο όλων των δωρητών και των αντίστοιχων δωρεών τους, που αναφέρει τόσο τη φύση όσο και την αξία των επιμέρους δωρεών. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται επίσης στις εισφορές των κομμάτων-μελών των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων καθώς και στις εισφορές των οργανώσεων-μελών των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων.

Για δωρεές φυσικών προσώπων η αξία των οποίων υπερβαίνει τα 1 500 EUR και είναι μικρότερη ή ίση των 3 000 EUR, το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα αναφέρει εάν οι αντίστοιχοι δωρητές έχουν παράσχει προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση για τη δημοσίευση σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 1 στοιχείο ε).

3.   Οι δωρεές τις οποίες λαμβάνουν ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα κατά τους έξι μήνες που προηγούνται των εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ανακοινώνονται σε εβδομαδιαία βάση στην Αρχή εγγράφως και σύμφωνα με την παράγραφο 2.

4.   Μεμονωμένες δωρεές των οποίων η αξία υπερβαίνει τα 12 000 EUR που έγιναν δεκτές από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα ανακοινώνονται πάραυτα στην Αρχή εγγράφως και σύμφωνα με την παράγραφο 2.

5.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα και ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δεν δέχονται:

α)

ανώνυμες δωρεές ή εισφορές·

β)

δωρεές από τον προϋπολογισμό πολιτικών ομάδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

γ)

δωρεές προερχόμενες από οιαδήποτε δημόσια αρχή, από κράτος μέλος ή από τρίτη χώρα ή από οιαδήποτε επιχείρηση στην οποία παρόμοια δημόσια αρχή μπορεί να ασκεί, άμεσα ή έμμεσα, δεσπόζουσα επιρροή, επειδή η επιχείρηση αυτή της ανήκει ή λόγω της οικονομικής συμμετοχής της στην επιχείρηση αυτή ή λόγω των κανόνων που διέπουν την επιχείρηση· ή

δ)

δωρεές από οποιεσδήποτε οντότητες ιδιωτικού δικαίου που εδρεύουν σε τρίτη χώρα ή από άτομα προερχόμενα από τρίτη χώρα τα οποία δεν δικαιούνται να ψηφίζουν στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

6.   Εντός 30 ημερών από την ημερομηνία της λήψης της από το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα, κάθε δωρεά η οποία δεν επιτρέπεται βάσει του παρόντος κανονισμού:

α)

επιστρέφεται στον δωρητή ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί εξ ονόματος του δωρητή· ή,

β)

εάν η επιστροφή της δεν είναι εφικτή, αναφέρεται στην Αρχή και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκδίδει βεβαίωση απαίτησης και εντολή είσπραξης σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται στα άρθρα 78 και 79 του δημοσιονομικού κανονισμού. Τα κεφάλαια εγγράφονται ως γενικά έσοδα στο τμήμα του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

7.   Επιτρέπονται οι εισφορές σε ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα από τα μέλη του. Η αξία των εν λόγω εισφορών δεν υπερβαίνει το 40 % του ετήσιου προϋπολογισμού του συγκεκριμένου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος.

8.   Επιτρέπονται οι εισφορές σε ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα από τα μέλη του και από το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα με το οποίο συνδέεται. Η αξία των εν λόγω εισφορών δεν υπερβαίνει το 40 % του ετήσιου προϋπολογισμού του συγκεκριμένου ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος και δεν επιτρέπεται να προέρχονται από κεφάλαια τα οποία έλαβε ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα βάσει του παρόντος κανονισμού από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το βάρος της απόδειξης φέρει το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα, το οποίο αναφέρει σαφώς στους λογαριασμούς του την προέλευση των κεφαλαίων που χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος που συνδέεται με αυτό.

9.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 7 και 8, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα μπορούν να δέχονται από πολίτες που είναι μέλη τους εισφορές αξίας 18 000 EUR κατ’ ανώτατο όριο ανά έτος και ανά μέλος, όταν οι εισφορές αυτές καταβάλλονται από το οικείο μέλος εξ ονόματός του.

Το όριο του πρώτου εδαφίου δεν ισχύει όταν το εν λόγω μέλος είναι επίσης εκλεγμένο μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εθνικού κοινοβουλίου ή περιφερειακού κοινοβουλίου ή περιφερειακής συνέλευσης.

10.   Τυχόν εισφορά που δεν επιτρέπεται βάσει του παρόντος κανονισμού επιστρέφεται σύμφωνα με την παράγραφο 6.

Άρθρο 21

Χρηματοδότηση εκστρατειών στο πλαίσιο των εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

1.   Με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου, η χρηματοδότηση ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από οποιαδήποτε άλλη πηγή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη χρηματοδότηση εκστρατειών οι οποίες διεξάγονται από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα στο πλαίσιο των εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στις οποίες λαμβάνουν μέρος αυτά ή τα μέλη τους όπως προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο δ).

Σύμφωνα με το άρθρο 8 της Πράξης περί εκλογής των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με άμεση καθολική ψηφοφορία (15), η χρηματοδότηση και ο πιθανός περιορισμός των εκλογικών δαπανών για όλα τα πολιτικά κόμματα, υποψηφίους και τρίτους στις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πέραν της συμμετοχής τους σε αυτές, διέπεται σε κάθε κράτος μέλος από τις εθνικές διατάξεις.

2.   Οι δαπάνες οι οποίες συνδέονται με τις εκστρατείες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 προσδιορίζονται σαφώς ως τέτοιες από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις τους.

Άρθρο 22

Απαγόρευση χρηματοδότησης

1.   Παρά το άρθρο 21 παράγραφος 1, η χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από οιαδήποτε άλλη πηγή δεν χρησιμοποιείται για την, άμεση ή έμμεση, χρηματοδότηση άλλων πολιτικών κομμάτων, και ιδίως εθνικών κομμάτων ή υποψηφίων. Τα εν λόγω εθνικά πολιτικά κόμματα και οι υποψήφιοι εξακολουθούν να υπόκεινται στους εθνικούς κανόνες.

2.   Η χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν χρησιμοποιείται για οποιονδήποτε άλλο σκοπό εκτός της χρηματοδότησης των καθηκόντων τους, όπως παρατίθενται στο άρθρο 2 σημείο 4, και της κάλυψης δαπανών οι οποίες συνδέονται άμεσα με τους στόχους που περιγράφονται στο καταστατικό τους σύμφωνα με το άρθρο 5. Ειδικότερα, δεν χρησιμοποιείται για την άμεση ή έμμεση χρηματοδότηση εκλογών, πολιτικών κομμάτων ή υποψηφίων ή άλλων ιδρυμάτων.

3.   Η χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από οποιαδήποτε άλλη πηγή δεν χρησιμοποιείται για τη χρηματοδότηση εκστρατειών που αφορούν δημοψηφίσματα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΛΕΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Άρθρο 23

Υποχρεώσεις τήρησης λογαριασμών, υποβολής εκθέσεων και οικονομικού ελέγχου

1.   Το αργότερο εντός έξι μηνών από τη λήξη του οικονομικού έτους, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα υποβάλλουν στην Αρχή, με κοινοποίηση στον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στο αρμόδιο εθνικό σημείο επαφής του κράτους μέλους της έδρας τους:

α)

τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και τα προσαρτήματά τους, οι οποίες αναφέρουν τα έσοδα και τα έξοδά τους, το ενεργητικό και το παθητικό στην αρχή και στο τέλος του οικονομικού έτους, σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η έδρα τους και τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις τους με βάση τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16)·

β)

έκθεση εξωτερικού ελέγχου των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων, η οποία αναφέρεται τόσο στην αξιοπιστία των εν λόγω ετήσιων οικονομικών καταστάσεων όσο και στη νομιμότητα και στην κανονικότητα των εσόδων και των εξόδων, εκπονείται δε από ανεξάρτητο φορέα ή εμπειρογνώμονα· και

γ)

τον κατάλογο των δωρητών και των συνεισφερόντων και των αντίστοιχων δωρεών ή συνεισφορών τους, οι οποίες αναφέρονται σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 2, 3 και 4.

2.   Εάν τα έξοδα πραγματοποιούνται από ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα από κοινού με εθνικά πολιτικά κόμματα ή από ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα από κοινού με εθνικά πολιτικά ιδρύματα, ή με άλλους οργανισμούς, τα δικαιολογητικά των εξόδων που πραγματοποιήθηκαν από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα ή από τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, άμεσα ή μέσω των εν λόγω τρίτων μερών, επισυνάπτονται στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Οι ανεξάρτητοι εξωτερικοί φορείς ή εμπειρογνώμονες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) επιλέγονται, εξουσιοδοτούνται και αμείβονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Εξουσιοδοτούνται δεόντως να ελέγχουν τους λογαριασμούς σύμφωνα με το εφαρμοστέο δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο έχουν την έδρα ή την εγκατάστασή τους.

4.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα παρέχουν στους ανεξάρτητους φορείς ή εμπειρογνώμονες κάθε πληροφορία που ζητούν προκειμένου να διενεργήσουν τον οικονομικό έλεγχο.

5.   Οι ανεξάρτητοι φορείς ή εμπειρογνώμονες γνωστοποιούν στην Αρχή και στον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κάθε ύποπτο περιστατικό παράνομης δραστηριότητας, απάτης ή δωροδοκίας που ενδέχεται να βλάψει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης. Η Αρχή και ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενημερώνουν σχετικώς τα εθνικά σημεία επαφής.

Άρθρο 24

Γενικοί κανόνες σχετικά με τον έλεγχο

1.   Ο έλεγχος της συμμόρφωσης των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων προς τις υποχρεώσεις που προβλέπει ο παρών κανονισμός ασκείται, σε συνεργασία, από την Αρχή, τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και από τα αρμόδια κράτη μέλη.

2.   Η Αρχή ελέγχει τη συμμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, ειδικότερα όσον αφορά το άρθρο 3, το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), και δ) έως στ), το άρθρο 5 στοιχεία α) έως ε) και ζ), το άρθρο 9 παράγραφοι 5 και 6, τα άρθρα 20, 21 και 22.

Ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ελέγχει τη συμμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων προς τις υποχρεώσεις που συνδέονται με την ενωσιακή χρηματοδότηση που απορρέει από τον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό. Κατά τη διεξαγωγή του εν λόγω ελέγχου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα στους τομείς της πρόληψης και της καταπολέμησης της απάτης εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης.

3.   Ο έλεγχος από την Αρχή και τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεν επεκτείνεται στη συμμόρφωση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 14.

4.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα παρέχουν στην Αρχή, στον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, στην Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) ή στα κράτη μέλη κάθε πληροφορία που ζητούν και που είναι αναγκαία για τη διενέργεια των ελέγχων για τους οποίους είναι υπεύθυνα βάσει του παρόντος κανονισμού.

Κατόπιν αιτήσεως και για τον σκοπό του ελέγχου της συμμόρφωσης προς το άρθρο 20, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα παρέχουν στην Αρχή πληροφορίες σχετικά με τις συνεισφορές που έχουν καταβάλει μεμονωμένα μέλη και με την ταυτότητα των μελών αυτών. Επιπλέον, κατά περίπτωση, η Αρχή μπορεί να απαιτήσει από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα να διαβιβάσουν υπογεγραμμένες επιβεβαιωτικές δηλώσεις από τα μέλη που κατέχουν αιρετά αξιώματα για τον σκοπό του ελέγχου της συμμόρφωσης προς την προϋπόθεση του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) πρώτο εδάφιο.

Άρθρο 25

Εφαρμογή και έλεγχος σε σχέση με τη χρηματοδότηση από την Ένωση

1.   Οι πιστώσεις για τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων καθορίζονται βάσει της ετήσιας διαδικασίας του προϋπολογισμού και διατίθενται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και τον δημοσιονομικό κανονισμό.

Οι όροι και οι προϋποθέσεις για τις συνεισφορές και τις επιδοτήσεις θεσπίζονται από τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην πρόσκληση συνεισφορών και στην πρόσκληση υποβολής προτάσεων.

2.   Ο έλεγχος της χρηματοδότησης που χορηγείται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και της χρήσης της, ασκείται σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό.

Ο έλεγχος ασκείται επίσης βάσει ετήσιας πιστοποίησης από εξωτερικό και ανεξάρτητο έλεγχο, όπως προβλέπεται στο άρθρο 23 παράγραφος 1.

3.   Το Ελεγκτικό Συνέδριο ασκεί τις ελεγκτικές του εξουσίες σύμφωνα με το άρθρο 287 ΣΛΕΕ.

4.   Κάθε έγγραφο ή πληροφορία την οποία χρειάζεται το Ελεγκτικό Συνέδριο για να εκτελέσει τα καθήκοντά του παρέχεται σε αυτό κατόπιν αιτήματός του από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που λαμβάνουν χρηματοδότηση σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

5.   Η απόφαση ή η συμφωνία χορήγησης συνεισφοράς και επιδότησης προβλέπει ρητώς τον λογιστικό έλεγχο, από τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και το Ελεγκτικό Συνέδριο, βάσει αρχείων και επιτοπίως, του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος το οποίο έλαβε συνεισφορά ή του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος το οποίο έλαβε επιδότηση από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

6.   Το Ελεγκτικό Συνέδριο και ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ή οποιοσδήποτε άλλος εξωτερικός φορέας εξουσιοδοτημένος από τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μπορούν να διενεργούν τους αναγκαίους ελέγχους και τις επαληθεύσεις επιτοπίως με σκοπό να ελέγχουν τη νομιμότητα των δαπανών και την ορθή εφαρμογή των διατάξεων της απόφασης ή της συμφωνίας χορήγησης της συνεισφοράς και της επιδότησης και, στην περίπτωση ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων, την ορθή εφαρμογή του προγράμματος εργασίας ή της δράσης. Το εν λόγω ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το εν λόγω ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα παρέχει κάθε έγγραφο ή πληροφορία που απαιτείται για την εκτέλεση του συγκεκριμένου καθήκοντος.

7.   Η OLAF δύναται να διενεργεί έρευνες, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ελέγχων και επιθεωρήσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διαδικασίες του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17) και του κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου (18), για να διαπιστώσει εάν έχει διαπραχθεί απάτη, δωροδοκία ή άλλη παράνομη δραστηριότητα που επηρεάζει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης σε σχέση με συνεισφορές ή επιδοτήσεις στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού. Εφόσον συντρέχει περίπτωση, τα πορίσματά του ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα την έκδοση αποφάσεων ανάκτησης από τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Άρθρο 26

Τεχνική υποστήριξη

Κάθε τεχνική υποστήριξη που παρέχεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα βασίζεται στην αρχή της ίσης μεταχείρισης. Χορηγείται υπό όρους οι οποίοι δεν είναι λιγότερο ευνοϊκοί από εκείνους που χορηγούνται σε άλλες εξωτερικές οργανώσεις και ενώσεις στις οποίες τυχόν παρέχονται παρόμοιες διευκολύνσεις, παρέχεται δε έναντι τιμολογίου και πληρωμής.

Άρθρο 27

Κυρώσεις

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 16, η Αρχή αποφασίζει να διαγράψει ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα από το Μητρώο ως κύρωση στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

όταν έχει βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση με ισχύ δεδικασμένου ότι το εν λόγω κόμμα ή ίδρυμα έχει τελέσει παράνομες δραστηριότητες εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, όπως καθορίζονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού·

β)

όταν διαπιστώνεται, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφοι 2 έως 5, ότι δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία α), γ) και ε) ή στο άρθρο 3 παράγραφος 2· ή

γ)

όταν η αίτηση κράτος μέλους για διαγραφή από το Μητρώο λόγω σοβαρής αδυναμίας εκπλήρωσης υποχρεώσεων δυνάμει του εθνικού δικαίου πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 16 παράγραφος 3 στοιχείο β).

2.   Η αρχή επιβάλλει οικονομικές κυρώσεις στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)

ποσοτικώς μη προσδιορίσιμα αδικήματα:

i)

σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του άρθρου 9 παράγραφος 5 ή παράγραφος 6:

ii)

σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις δεσμεύσεις που ανέλαβε και τις πληροφορίες που παρέσχε ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και δ) έως στ) και το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), δ) και ε)·

iii)

εάν παραλείψει να διαβιβάσει τον κατάλογο των δωρητών και των αντίστοιχων δωρεών τους σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2 ή να αναφέρει τις δωρεές σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 3 και 4·

iv)

στις περιπτώσεις που ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα παραβίασε τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 24 παράγραφος 4·

v)

όταν έχει βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση με ισχύ δεδικασμένου ότι το εν λόγω κόμμα ή ίδρυμα έχει διαπράξει παράνομες δραστηριότητες εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, όπως καθορίζονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού·

vi)

όταν το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα παρέλειψε, οποτεδήποτε και εκ προθέσεως, να διαβιβάσει πληροφορίες ή διαβίβασε εσφαλμένες ή παραπλανητικές πληροφορίες ή εάν οι φορείς που έχουν εξουσιοδοτηθεί από τον παρόντα κανονισμό να διενεργούν οικονομικό έλεγχο ή άλλους ελέγχους στους δικαιούχους χρηματοδότησης από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντοπίσουν ανακρίβειες στις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις που θεωρούνται ουσιαστικές παραλείψεις ή δηλώσεις ψευδών στοιχείων σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα που καθορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002·

β)

ποσοτικώς προσδιορίσιμα αδικήματα:

i)

όταν ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δέχθηκε δωρεές και συνεισφορές οι οποίες δεν επιτρέπονται βάσει του άρθρου 20 παράγραφος 1 ή παράγραφος 5, εκτός εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 20 παράγραφος 6·

ii)

σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις των άρθρων 21 και 22.

3.   Ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να αποκλείσει ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα από μελλοντική χρηματοδότηση της Ένωσης έως πέντε έτη ή έως 10 έτη σε περίπτωση υποτροπής εντός πενταετίας, εφόσον κρίθηκε ένοχο για οποιοδήποτε από τα αδικήματα που απαριθμούνται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) σημεία v) και vi). Η διάταξη αυτή δεν θίγει τις αρμοδιότητες του διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπως ορίζονται στο άρθρο 204ιδ του δημοσιονομικού κανονισμού.

4.   Για τους σκοπούς της εφαρμογής των παραγράφων 2 και 3, επιβάλλονται οι ακόλουθες οικονομικές κυρώσεις σε ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα:

α)

στις περιπτώσεις ποσοτικώς μη προσδιορίσιμων αδικημάτων, ένα σταθερό ποσοστό του ετήσιου προϋπολογισμού του οικείου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος:

5 %· ή

7,5 % σε περίπτωση συρροής αδικημάτων· ή

20 % όταν το εν λόγω αδίκημα τελείται καθ’ υποτροπήν· ή

το ένα τρίτο των ως άνω οριζόμενων ποσοστών εάν το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δήλωσε οικειοθελώς το αδίκημα πριν η Αρχή να κινήσει επισήμως έρευνα, ακόμη και στην περίπτωση συρροής αδικημάτων ή αδικήματος καθ’ υποτροπήν και εάν το οικείο κόμμα ή ίδρυμα έλαβε τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα·

50 % του ετήσιου προϋπολογισμού του οικείου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος για το προηγούμενο έτος, όταν έχει βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση με ισχύ δεδικασμένου ότι το εν λόγω κόμμα ή ίδρυμα έχει τελέσει παράνομες δραστηριότητες εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, όπως καθορίζονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού·

β)

στις περιπτώσεις ποσοτικώς προσδιορίσιμων αδικημάτων, ένα σταθερό ποσοστό επί των ποσών που εισπράχθηκαν παράτυπα ή δεν αναφέρθηκαν σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα και με μέγιστο ποσό το 10 % του ετήσιου προϋπολογισμού του οικείου ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος:

100 % των ποσών που εισπράχθηκαν παράτυπα ή δεν αναφέρθηκαν εφόσον τα ποσά αυτά δεν υπερβαίνουν τα 50 000 EUR· ή

150 % των ποσών που εισπράχθηκαν παράτυπα ή δεν αναφέρθηκαν εφόσον τα ποσά αυτά υπερβαίνουν τα 50 000 EUR αλλά δεν υπερβαίνουν τα 100 000 EUR, ή

200 % των ποσών που εισπράχθηκαν παράτυπα ή δεν αναφέρθηκαν εφόσον τα ποσά αυτά υπερβαίνουν τα 100 000 EUR αλλά δεν υπερβαίνουν τα 150 000 EUR, ή

250 % των ποσών που εισπράχθηκαν παράτυπα ή δεν αναφέρθηκαν εφόσον τα ποσά αυτά υπερβαίνουν τα 150 000 EUR αλλά δεν υπερβαίνουν τα 200 000 EUR, ή

300 % των ποσών που εισπράχθηκαν παράτυπα ή δεν αναφέρθηκαν εφόσον τα ποσά αυτά υπερβαίνουν τα 200 000 EUR, ή

το ένα τρίτο των προαναφερόμενων ποσοστών εάν το οικείο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δήλωσε οικειοθελώς το αδίκημα πριν η Αρχή και/ή ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κινήσουν επισήμως έρευνα και εάν το οικείο κόμμα ή ίδρυμα έλαβε τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα.

Για την εφαρμογή των προαναφερόμενων ποσοστών, κάθε δωρεά ή συνεισφορά εξετάζεται χωριστά.

5.   Κάθε φορά που ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα διαπράττει κατά συρροή αδικήματα βάσει του παρόντος κανονισμού, επιβάλλεται μόνο η κύρωση που προβλέπεται για το σοβαρότερο αδίκημα, εκτός εάν ορίζεται άλλως στην παράγραφο 4 στοιχείο α).

6.   Οι κυρώσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό υπόκεινται σε πενταετή προθεσμία παραγραφής από την ημέρα διάπραξης της σχετικής παράβασης ή, στην περίπτωση διαρκών ή καθ’ υποτροπήν παραβάσεων, από την ημέρα που έπαυσαν οι εν λόγω παραβάσεις.

Άρθρο 28

Συνεργασία μεταξύ της Αρχής, του διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των κρατών μελών

1.   Η Αρχή, ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τα κράτη μέλη μέσω των εθνικών σημείων επαφής ανταλλάσσουν πληροφορίες και αλληλοενημερώνονται τακτικά για θέματα που αφορούν τους όρους χρηματοδότησης, τους ελέγχους και τις κυρώσεις.

2.   Συμφωνούν επίσης επί πρακτικών ρυθμίσεων για την εν λόγω ανταλλαγή πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων που αφορούν τη δημοσιοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών ή αποδεικτικών στοιχείων και για τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών.

3.   Ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενημερώνει την Αρχή για κάθε εύρημα που μπορεί να οδηγήσει στην επιβολή κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 27 παράγραφοι 2 έως 4 προκειμένου να δοθεί στην Αρχή η δυνατότητα να λάβει τα κατάλληλα μέτρα.

4.   Η Αρχή ενημερώνει τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για κάθε απόφαση που έλαβε όσον αφορά τις κυρώσεις προκειμένου ο τελευταίος να έχει τη δυνατότητα να συναγάγει τα κατάλληλα συμπεράσματα στο πλαίσιο του δημοσιονομικού κανονισμού.

Άρθρο 29

Διορθωτικά μέτρα και αρχές χρηστής διοίκησης

1.   Πριν να λάβει οριστική απόφαση σχετικά με οποιαδήποτε από τις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 27, η Αρχή ή ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρέχει τη δυνατότητα στο ενδιαφερόμενο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα να θεσπίσει τα μέτρα που απαιτούνται για την επανόρθωση της κατάστασης εντός εύλογης προθεσμίας, η οποία κανονικά δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα. Ειδικότερα, η Αρχή ή ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρέχουν τη δυνατότητα διόρθωσης σφαλμάτων εκ παραδρομής και αριθμητικών λαθών, διαβίβασης πρόσθετων εγγράφων ή πληροφοριών, όταν απαιτείται, ή διόρθωσης τυχόν σφαλμάτων ήσσονος σημασίας.

2.   Σε περίπτωση που ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα δεν λάβει διορθωτικά μέτρα εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, λαμβάνεται απόφαση σχετικά με την επιβολή των κατάλληλων κυρώσεων σύμφωνα με το άρθρο 27.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν ισχύουν για τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) έως δ) και στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ).

Άρθρο 30

Ανάκτηση

1.   Με βάση την απόφαση της Αρχής για τη διαγραφή από το Μητρώο ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος, ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ανακαλεί ή τερματίζει κάθε τρέχουσα απόφαση ή συμφωνία σχετικά με χρηματοδότηση από την Ένωση, εκτός από την περίπτωση που προβλέπεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) και δ). Ανακτά επίσης κάθε χρηματοδότηση της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων τυχόν μη δαπανηθέντων χρηματοδοτικών πόρων προηγουμένων ετών.

2.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή ένα ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα στο οποίο επιβλήθηκε κύρωση για οιαδήποτε από τις παραβάσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 και στο άρθρο 27 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημεία v) και vi) δεν συμμορφώνεται πλέον, για τον λόγο αυτό, προς το άρθρο 18 παράγραφος 2. Ως εκ τούτου, ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τερματίζει τη συμφωνία ή απόφαση συνεισφοράς ή επιδότησης σχετικά με χορηγηθείσα από την Ένωση χρηματοδότηση βάσει του παρόντος κανονισμού και ανακτά τα αδικαιολογήτως καταβληθέντα ποσά βάσει της συμφωνίας ή απόφασης συνεισφοράς ή επιδότησης, συμπεριλαμβανομένων τυχόν μη δαπανηθέντων χρηματοδοτικών πόρων της Ένωσης προηγουμένων ετών.

Σε περίπτωση παρόμοιου τερματισμού, οι πληρωμές από τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περιορίζονται στις επιλέξιμες δαπάνες που όντως πραγματοποίησε το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα ή το ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος της απόφασης περί τερματισμού.

Η παρούσα παράγραφος ισχύει επίσης στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) και δ).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 31

Παροχή ενημέρωσης στους πολίτες

Με την επιφύλαξη των άρθρων 21 και 22 και των οικείων καταστατικών και εσωτερικών διαδικασιών, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα μπορούν, στο πλαίσιο των εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο για να ενημερώνουν τους πολίτες της Ένωσης για τις σχέσεις μεταξύ εθνικών πολιτικών κομμάτων και υποψηφίων και των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων.

Άρθρο 32

Διαφάνεια

1.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δημοσιοποιεί, υπό την εποπτεία του διατάκτη του ή υπό την εποπτεία της Αρχής, σε δικτυακό τόπο που δημιουργείται για τον εν λόγω σκοπό τα ακόλουθα:

α)

το όνομα και το καταστατικό όλων των καταχωρισμένων ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων, μαζί με τα έγγραφα που υποβάλλονται στο πλαίσιο της αίτησης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 8, το αργότερο τέσσερις εβδομάδες μετά την έκδοση της απόφασης της Αρχής και, εφεξής, κάθε τροποποίηση η οποία κοινοποιείται στην Αρχή βάσει του άρθρου 9 παράγραφοι 5 και 6·

β)

κατάλογο των αιτήσεων που δεν εγκρίθηκαν, μαζί με τα έγγραφα που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της αίτησης καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 8 και τους λόγους απόρριψης, το αργότερο τέσσερις εβδομάδες μετά την έκδοση της απόφασης της Αρχής·

γ)

ετήσια έκθεση με πίνακα των ποσών που καταβλήθηκαν σε κάθε ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα και ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα, για κάθε οικονομικό έτος για το οποίο ελήφθησαν συνεισφορές ή καταβλήθηκαν επιδοτήσεις από τον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

δ)

τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και τις εκθέσεις εξωτερικού ελέγχου που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 και, για τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, τις τελικές εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή του προγράμματος εργασίας τους ή δράσεων·

ε)

τα ονόματα των δωρητών και τις αντίστοιχες δωρεές τους που αναφέρονται από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 2, 3 και 4, εξαιρουμένων των δωρεών φυσικών προσώπων η ετήσια αξία των οποίων δεν υπερβαίνει τα 1 500 EUR ανά έτος και ανά δωρητή, οι οποίες αναφέρονται ως «ελάσσονες δωρεές». Οι δωρεές φυσικών προσώπων η ετήσια αξία των οποίων υπερβαίνει τα 1 500 EUR και είναι μικρότερη ή ίση των 3 000 EUR δημοσιεύονται μόνο με προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση του αντίστοιχου δωρητή για τη δημοσίευσή τους. Εάν δεν έχει δοθεί προηγούμενη συγκατάθεση, οι δωρεές αυτές αναφέρονται ως «ελάσσονες δωρεές». Δημοσιεύεται επίσης το συνολικό ποσό των ελασσόνων δωρεών και ο αριθμός των δωρητών ανά ημερολογιακό έτος·

στ)

τις εισφορές που αναφέρονται στο άρθρο 20 παράγραφοι 7 και 8 και αναφέρονται από τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 2, συμπεριλαμβανομένης επίσης της ταυτότητας των κομμάτων-μελών ή των οργανώσεων που κατέβαλαν τις εν λόγω εισφορές·

ζ)

τις λεπτομέρειες και τους λόγους κάθε οριστικής απόφασης η οποία λαμβάνεται από την Αρχή βάσει του άρθρου 27, συμπεριλαμβανομένων, όπου συντρέχει περίπτωση, τυχόν γνωμοδοτήσεων που εκδίδει η επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 11, λαμβανομένων δεόντως υπόψη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001:

η)

τις λεπτομέρειες και τους λόγους κάθε οριστικής απόφασης, η οποία λαμβάνεται από τον διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου βάσει του άρθρου 27·

θ)

περιγραφή της τεχνικής υποστήριξης που παρέχεται σε ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα· και

ι)

την έκθεση αξιολόγησης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και τις χρηματοδοτούμενες δραστηριότητες οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 38.

2.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δημοσιοποιεί τον κατάλογο των νομικών προσώπων που είναι μέλη ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος, ο οποίος επισυνάπτεται στο καταστατικό του κόμματος σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2, και επικαιροποιείται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 6, καθώς και τον συνολικό αριθμό των μεμονωμένων μελών.

3.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεν δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, εκτός εάν τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δημοσιεύονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία α), ε) ή ζ).

4.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, με δήλωση για την προστασία της ιδιωτικής ζωής που είναι διαθέσιμη στο κοινό, παρέχουν στα εν δυνάμει μέλη και δωρητές τους τις πληροφορίες που απαιτούνται από το άρθρο 10 της οδηγίας 95/46/ΕΚ και τους ενημερώνουν σχετικά με τους όρους υπό τους οποίους τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν θα δημοσιοποιηθούν στο δικτυακό τόπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1, καθώς και ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν θα υποστούν επεξεργασία για λόγους οικονομικού και άλλου ελέγχου από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Αρχή, την OLAF, το Ελεγκτικό Συνέδριο, τα κράτη μέλη ή τους εξωτερικούς φορείς ή εμπειρογνώμονες που έχουν εξουσιοδοτηθεί από αυτά, υπό την προϋπόθεση ότι υπόκεινται στην εν λόγω επεξεργασία βάσει του παρόντος κανονισμού. Ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, περιλαμβάνει τις ίδιες πληροφορίες στις προσκλήσεις συνεισφορών ή τις προσκλήσεις υποβολής προτάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 33

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

1.   Κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού, η Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων που θεσπίζεται στο άρθρο 11 συμμορφώνονται προς τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Για τους σκοπούς της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θεωρούνται ως υπεύθυνοι επεξεργασίας των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο δ) του εν λόγω κανονισμού.

2.   Κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, τα κράτη μέλη τα οποία είναι αρμόδια για την άσκηση ελέγχου σε πτυχές που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων σύμφωνα με το άρθρο 24 και οι ανεξάρτητοι φορείς ή οι εμπειρογνώμονες που εξουσιοδοτούνται να ελέγχουν λογαριασμούς σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 1 συμμορφώνονται προς την οδηγία 95/46/ΕΚ και προς τις εθνικές διατάξεις που θεσπίζονται βάσει αυτής. Για τους σκοπούς της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, θεωρούνται ως υπεύθυνοι επεξεργασίας των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 2 στοιχείο δ) της εν λόγω οδηγίας.

3.   Η Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η επιτροπή διακεκριμένων προσωπικοτήτων που θεσπίζεται στο άρθρο 11 διασφαλίζουν ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία συλλέγονται από αυτά βάσει του παρόντος κανονισμού δεν χρησιμοποιούνται για κανέναν άλλο σκοπό εκτός της διασφάλισης της νομιμότητας, της κανονικότητας και της διαφάνειας της χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων και των μελών των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων. Διαγράφουν όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που έχουν συλλεγεί για τον σκοπό αυτό το αργότερο 24 μήνες μετά τη δημοσίευση των συναφών μερών σύμφωνα με το άρθρο 32.

4.   Τα κράτη μέλη και οι ανεξάρτητοι φορείς ή οι εμπειρογνώμονες που εξουσιοδοτούνται να ελέγχουν λογαριασμούς χρησιμοποιούν τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που λαμβάνουν μόνον για τον έλεγχο της χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων. Διαγράφουν τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο μετά τη διαβίβασή τους βάσει του άρθρου 28.

5.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορούν να διατηρούνται πέραν των προθεσμιών που ορίζονται στην παράγραφο 3 ή όπως προβλέπεται από το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο που αναφέρεται στην παράγραφο 4, εάν η διατήρηση αυτή απαιτείται για σκοπούς νομικών ή διοικητικών διαδικασιών που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ενός ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος ή με τα μέλη ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος. Όλα τα εν λόγω δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα διαγράφονται το αργότερο μία εβδομάδα μετά την ημερομηνία ολοκλήρωσης των ως άνω διαδικασιών μέσω οριστικής απόφασης ή μετά την οριστική διευθέτηση οποιωνδήποτε ελέγχων, προσφυγών, αντιδικιών ή αξιώσεων.

6.   Οι υπεύθυνοι επεξεργασίας των δεδομένων, οι οποίοι αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, εφαρμόζουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά της τυχαίας ή της παράνομης καταστροφής, της τυχαίας απώλειας, αλλοίωσης ή μη εξουσιοδοτημένης γνωστοποίησης ή προσπέλασης, ιδίως εάν η επεξεργασία των δεδομένων αυτών περιλαμβάνει τη διαβίβασή τους σε δίκτυο και κατά κάθε άλλης παράνομης μορφής επεξεργασίας.

7.   Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων είναι υπεύθυνος να ελέγχει και να διασφαλίζει ότι η Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και η επιτροπή ανεξάρτητων διακεκριμένων προσωπικοτήτων που θεσπίζεται στο άρθρο 11 σέβονται και προστατεύουν τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα βάσει του παρόντος κανονισμού. Με την επιφύλαξη τυχόν ένδικων βοηθημάτων, κάθε πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα μπορεί να υποβάλει καταγγελία στον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, εάν θεωρεί ότι το δικαίωμά του στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που το αφορούν παραβιάζεται ως αποτέλεσμα της επεξεργασίας των εν λόγω δεδομένων από την Αρχή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή την επιτροπή.

8.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα, τα κράτη μέλη και οι ανεξάρτητοι φορείς ή οι εμπειρογνώμονες που εξουσιοδοτούνται να ελέγχουν λογαριασμούς στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού ευθύνονται σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο για κάθε ζημία την οποία προκαλούν κατά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις για τις παραβάσεις του παρόντος κανονισμού, της οδηγίας 95/46/ΕΚ και των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται βάσει αυτής, και ιδίως για τη δόλια χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 34

Δικαίωμα ακρόασης

Πριν ή Αρχή ή ο διατάκτης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να λάβει απόφαση που ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά τα δικαιώματα ενός ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή ενός ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος ή ενός αιτούντος σύμφωνα με το άρθρο 8, ακούει τους εκπροσώπους του εν λόγω ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος, ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος ή του αιτούντος. Η Αρχή ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αιτιολογούν δεόντως την απόφασή τους.

Άρθρο 35

Δικαίωμα προσφυγής

Οι αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει του παρόντος κανονισμού μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο δικαστικών διαδικασιών ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τις συναφείς διατάξεις της ΣΛΕΕ.

Άρθρο 36

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και στο άρθρο 8 παράγραφος 3 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για μία περίοδο πέντε ετών από τις 24 Νοεμβρίου 2014. Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους της αυτής διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη κάθε περιόδου.

3.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και στο άρθρο 8 παράγραφος 3 ανάθεση εξουσιών δύναται να ανακληθεί, ανά πάσα στιγμή, από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Παράγει αποτελέσματα από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη η οποία εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 2 και του άρθρου 8 παράγραφος 3 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν διατύπωσαν αντιρρήσεις εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη αυτής της προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημέρωσαν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα εγείρουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 37

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 38

Αξιολόγηση

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από διαβούλευση με την Αρχή, δημοσιεύει μέχρι τα μέσα του 2018 έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και με τις χρηματοδοτηθείσες δραστηριότητες. Η έκθεση αναφέρει, όπου συντρέχει περίπτωση, τις ενδεχόμενες τροποποιήσεις που πρέπει να επέλθουν στο καθεστώς και στα συστήματα χρηματοδότησης.

Πριν από το τέλος του 2018, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού συνοδευόμενη, εφόσον συντρέχει περίπτωση, από νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 39

Αποτελεσματική εφαρμογή

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κατάλληλες διατάξεις για την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 40

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 καταργείται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο εξακολουθεί να ισχύει όσον αφορά πράξεις και δεσμεύσεις που συνδέονται με τη χρηματοδότηση πολιτικών κομμάτων και πολιτικών ιδρυμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τα οικονομικά έτη 2014, 2015, 2016 και 2017.

Άρθρο 41

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η Επιτροπή εκδίδει τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 και στο άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο α) το αργότερο έως την 1η Ιουλίου 2015.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2017. Ωστόσο, η Αρχή στην οποία αναφέρεται το άρθρο 6 συστήνεται έως την 1η Σεπτεμβρίου 2016. Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα που καταχωρίζονται μετά την 1η Ιανουαρίου 2017 μπορούν να υποβάλλουν αίτηση χρηματοδότησης μόνο για δραστηριότητες που αρχίζουν το 2018 ή μεταγενέστερα.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 22 Οκτωβρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. DELLA VEDOVA


(1)  ΕΕ C 133 της 9.5.2013, σ. 90.

(2)  ΕΕ C 62 της 2.3.2013, σ. 77.

(3)  ΕΕ C 67 της 7.3.2013, σ. 1.

(4)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 29ης Σεπτεμβρίου 2014.

(5)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο (ΕΕ L 297 της 15.11.2003, σ. 1).

(6)  ΕΕ C 296 E της 2.10.2012, σ. 46.

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(9)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(10)  ΕΕ C 253 της 3.9.2013, σ. 12.

(11)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

(12)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ΕΕ L 362 της 31.12.2012, σ. 1).

(13)  Κανονισμός (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου, της 29ης Φεβρουαρίου 1968, περί καθορισμού του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και περί θεσπίσεως ειδικών μέτρων προσωρινώς εφαρμοστέων στους υπαλλήλους της Επιτροπής (ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1).

(14)  Κανονισμός αριθ. 1 του Συμβουλίου, της 15ης Απριλίου 1958, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος (ΕΕ 17 της 6.10.1958, σ. 385/58).

(15)  ΕΕ L 278 της 8.10.1976, σ. 5.

(16)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων (ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1).

(17)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (Ευρατόμ) αριθ. 1074/1999 του Συμβουλίου (ΕΕ L 248 της 18.9.2013, σ. 1).

(18)  Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τυποποιημένη δήλωση που πρέπει να συμπληρώνεται από κάθε αιτούντα

Ο κάτωθι υπογράφων / Η κάτωθι υπογράφουσα, που έχω εξουσιοδοτηθεί πλήρως από [ονομασία του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος], βεβαιώνω ότι:

Ο/Η/Το [ονομασία του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή του ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος] δεσμεύεται να συμμορφώνεται προς τις προϋποθέσεις καταχώρισης που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) ή στο άρθρο 3 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ 1141/2014, δηλαδή να τηρεί, στο πρόγραμμα και στις δραστηριότητές του, τις αξίες επί των οποίων ερείδεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως διατυπώνονται στο άρθρο 2 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των μελών μειονοτήτων.

Υπογραφή εξουσιοδοτημένου προσώπου:

Τίτλος (κύριος, κυρία, …), ονοματεπώνυμο

 

Ιδιότητα στον οργανισμό που υποβάλλει αίτηση καταχώρισης ως ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα / ευρωπαϊκό πολιτικό ίδρυμα:

 

Τόπος/ημερομηνία:

 

Υπογραφή:

 


4.11.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 317/28


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ, ΕΥΡΑΤΌΜ) αριθ. 1142/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Οκτωβρίου 2014

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 όσον αφορά τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 322, σε συνδυασμό με τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 106α,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Μετά τη διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελούν σημαντικό παράγοντα ολοκλήρωσης εντός της Ένωσης.

(2)

Το άρθρο 10 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το άρθρο 12 παράγραφος 2 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορίζουν ότι τα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο συμβάλλουν στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής συνείδησης και στην έκφραση της πολιτικής βούλησης των πολιτών της Ένωσης.

(3)

Στις 4 Νοεμβρίου 2003 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξέδωσαν τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο (3).

(4)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του της 6ης Απριλίου 2011 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 για το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο (4), βάσει της κτηθείσας πείρας, πρότεινε ορισμένες βελτιώσεις στη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων.

(5)

Στις 22 Οκτωβρίου 2014 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξέδωσαν τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 (5), ο οποίος καταργεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2004/2003 και θεσπίζει νέους κανόνες όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων και των πολιτικών ιδρυμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ιδίως σχετικά με τις προϋποθέσεις χρηματοδότησης, τη χορήγηση και την κατανομή της χρηματοδότησης, τις δωρεές και συνεισφορές, τη χρηματοδότηση των εκστρατειών για τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τις επιστρεπτέες δαπάνες, την απαγόρευση χρηματοδότησης, τους λογαριασμούς, την υποβολή εκθέσεων και τον οικονομικό έλεγχο, την εκτέλεση και τον έλεγχο, τις κυρώσεις, τη συνεργασία μεταξύ της Αρχής για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και ιδρύματα, του διατάκτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των κρατών μελών, και τη διαφάνεια.

(6)

Ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) («ο δημοσιονομικός κανονισμός») θα πρέπει να έχει κανόνες για τις συνεισφορές από τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα ως προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014. Οι εν λόγω κανόνες θα επιτρέψουν στα πολιτικά κόμματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά τις προθεσμίες για τη χρήση αυτών των συνεισφορών, όπως απαιτείται από τη φύση των δραστηριοτήτων τους.

(7)

Το σύστημα οικονομικής στήριξης των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων μέσω επιδότησης λειτουργίας όπως προβλέπεται από το άρθρο 125 παράγραφος 6 του δημοσιονομικού κανονισμού δεν αρμόζει στις ανάγκες τους, ειδικότερα η υποχρέωση υποβολής ετήσιου προγράμματος εργασίας, μια απαίτηση που δεν υφίσταται στη νομοθεσία των κρατών μελών. Επομένως, η οικονομική στήριξη στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα θα πρέπει να έχει τη μορφή ειδικής συνεισφοράς για να αντιστοιχεί στις ειδικές τους ανάγκες. Ωστόσο, δεδομένου ότι τα ευρωπαϊκά πολιτικά ιδρύματα εξακολουθούν να υπόκεινται στις διατάξεις περί επιδοτήσεων του δημοσιονομικού κανονισμού, η περιορισμένη μεταφορά για τρεις μήνες που προβλέπεται επί του παρόντος στο άρθρο 125 παράγραφος 6 του δημοσιονομικού κανονισμού θα πρέπει να μπορεί να εφαρμόζεται έναντι αυτών.

(8)

Μολονότι η οικονομική στήριξη χορηγείται χωρίς να απαιτείται ετήσιο πρόγραμμα εργασίας, τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα θα πρέπει να δικαιολογούν εκ των υστέρων τη χρηστή χρήση της χρηματοδότησης της Ένωσης. Ειδικότερα, ο διατάκτης θα πρέπει να ελέγχει ότι η χρηματοδότηση της Ένωσης χρησιμοποιήθηκε για την πληρωμή επιστρεπτέων δαπανών όπως ορίζεται στην πρόσκληση υποβολής αιτήσεων συνεισφορών εντός των προθεσμιών που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό. Οι συνεισφορές στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα θα πρέπει να δαπανώνται έως τη λήξη του οικονομικού έτους που έπεται της χορήγησής τους· μετά από αυτό το διάστημα η μη δαπανηθείσα χρηματοδότηση θα πρέπει να ανακτάται από τον αρμόδιο διατάκτη.

(9)

Η χρηματοδότηση της Ένωσης που χορηγείται για την οικονομική στήριξη του κόστους λειτουργίας των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για άλλους λόγους εκτός από εκείνους που θεσπίζονται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014, ειδικότερα για την άμεση ή έμμεση χρηματοδότηση άλλων οντοτήτων, όπως τα εθνικά πολιτικά κόμματα. Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα θα πρέπει να χρησιμοποιούν τις συνεισφορές για να πληρώσουν ποσοστό των τρεχουσών και μελλοντικών δαπανών και όχι δαπάνες ή οφειλές που προηγούνται της υποβολής των αιτήσεών τους για συνεισφορές.

(10)

Η χορήγηση συνεισφορών θα πρέπει επίσης να απλουστευθεί και να προσαρμοστεί στις ιδιαιτερότητες των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων, ιδίως στην απουσία κριτηρίων επιλογής, στη θέσπιση μίας μόνης πληρωμής προχρηματοδότησης ως γενικού κανόνα ή στη δυνατότητα χρήσης για τη χρηματοδότηση κατ’ αποκοπή ποσών, ενιαίου ποσοστού και μοναδιαίου κόστους.

(11)

Οι συνεισφορές από τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης θα πρέπει να αναβάλλονται, να μειώνονται ή να παύουν όταν τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014.

(12)

Οι κυρώσεις που βασίζονται τόσο στον δημοσιονομικό κανονισμό όσο και στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 θα πρέπει να επιβάλλονται με συνεκτικό τρόπο και θα πρέπει να τηρούν την αρχή ne bis in idem. Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014, οι διοικητικές και/ή οικονομικές κυρώσεις που προβλέπονται από τον δημοσιονομικό κανονισμό δεν πρέπει να επιβάλλονται σε μια από τις περιπτώσεις για τις οποίες έχουν ήδη επιβληθεί κυρώσεις βάσει του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014.

(13)

Επομένως, ο δημοσιονομικός κανονισμός θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 121 παράγραφος 2, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ι)

οι συνεισφορές στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα που αναφέρονται στον τίτλο VIII του μέρους ΙΙ.».

2)

Το άρθρο 125 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 3, το δεύτερο εδάφιο απαλείφεται·

β)

η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Εάν στο τέλος του οικονομικού έτους κατά το οποίο έλαβε επιδότηση λειτουργίας, τα έσοδα ενός ευρωπαϊκού πολιτικού ιδρύματος κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) υπερβαίνουν τις δαπάνες, το συγκεκριμένο ίδρυμα δύναται να μεταφέρει στο επόμενο οικονομικό έτος μέρος του πλεονάσματος που αντιστοιχεί έως το 25 % των συνολικών εσόδων του κατά το έτος αυτό, κατά παρέκκλιση από την αρχή της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου περί μη αποκόμισης κέρδους, υπό την προϋπόθεση ότι το ποσό αυτό θα χρησιμοποιηθεί πριν από το τέλος του πρώτου τριμήνου του επόμενου έτους.

3)

Στο μέρος ΙΙ, προστίθεται ο ακόλουθος τίτλος:

«ΤΙΤΛΟΣ VIII

ΣΥΝΕΙΣΦΟΡΕΣ ΣΤΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ

Άρθρο 204α

Γενικές διατάξεις

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα νοούνται οι οντότητες που καταχωρίζονται ως τέτοια σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014.

2.   Οι άμεσες οικονομικές συνεισφορές από τον προϋπολογισμό μπορούν να χορηγούνται στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα ενόψει της συνεισφοράς τους στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής συνείδησης και στην έκφραση της πολιτικής βούλησης των πολιτών της Ένωσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014.

Άρθρο 204β

Αρχές

1.   Οι συνεισφορές χρησιμοποιούνται μόνο για την επιστροφή του καθοριζόμενου στο άρθρο 17 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 ποσοστού του κόστους λειτουργίας των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων που συνδέεται άμεσα με τους στόχους των εν λόγω κομμάτων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 παράγραφος 5 και στο άρθρο 21 του εν λόγω κανονισμού.

2.   Οι συνεισφορές μπορούν να χρησιμοποιούνται για την επιστροφή εξόδων που σχετίζονται με συμβάσεις τις οποίες έχουν συνάψει ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, εάν δεν υπήρχαν συγκρούσεις συμφερόντων όταν ανατέθηκαν οι συμβάσεις αυτές.

3.   Οι συνεισφορές δεν χρησιμοποιούνται για την άμεση ή έμμεση χορήγηση οποιουδήποτε προσωπικού πλεονεκτήματος, σε χρήμα ή σε είδος, σε οποιοδήποτε μέλος ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος ή στο προσωπικό του. Οι συνεισφορές δεν χρησιμοποιούνται για την άμεση ή έμμεση χρηματοδότηση δραστηριοτήτων τρίτων μερών, ειδικότερα εθνικών πολιτικών κομμάτων ή πολιτικών ιδρυμάτων σε ευρωπαϊκό ή εθνικό επίπεδο, με μορφή επιδοτήσεων, δωρεών, δανείων ή οποιωνδήποτε άλλων παρόμοιων συμφωνιών. Οι συνεισφορές δεν χρησιμοποιούνται για οποιονδήποτε από τους σκοπούς που αποκλείονται από το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014.

4.   Οι συνεισφορές υπόκεινται στις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης, σύμφωνα με τα κριτήρια που θεσπίζονται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014.

5.   Οι συνεισφορές χορηγούνται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ετησίως και δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα με το άρθρο 32 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014.

6.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα που λαμβάνουν συνεισφορά δεν λαμβάνουν, άμεσα ή έμμεσα, άλλη χρηματοδότηση από τον προϋπολογισμό. Απαγορεύονται, ιδίως, οι δωρεές από τους προϋπολογισμούς πολιτικών ομάδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Κανένα στοιχείο δαπανών δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί δύο φορές από τον προϋπολογισμό.

Άρθρο 204γ

Δημοσιονομικές πτυχές

Οι συνεισφορές καταβάλλονται από το τμήμα του προϋπολογισμού για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Οι πιστώσεις που προορίζονται για τα ανεξάρτητα όργανα εξωτερικού ελέγχου ή τους εμπειρογνώμονες που αναφέρονται στο άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 χρεώνονται απευθείας στον προϋπολογισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Άρθρο 204δ

Πρόσκληση υποβολής αιτήσεων συνεισφορών

1.   Οι συνεισφορές χορηγούνται μέσω πρόσκλησης υποβολής αιτήσεων συνεισφορών που δημοσιεύεται κάθε έτος, τουλάχιστον στον δικτυακό τόπο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

2.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα μπορεί να λάβει μόνο μία συνεισφορά ανά έτος.

3.   Ένα ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα μπορεί να λάβει συνεισφορά μόνο εάν υποβάλει αίτηση χρηματοδότησης σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που θεσπίζονται στην πρόσκληση υποβολής αιτήσεων συνεισφορών.

4.   Στην πρόσκληση υποβολής αιτήσεων συνεισφορών καθορίζονται τα κριτήρια επιλεξιμότητας που πρέπει να τηρηθούν από τον αιτούντα καθώς και τα κριτήρια αποκλεισμού.

5.   Στην πρόσκληση υποβολής αιτήσεων συνεισφορών καθορίζεται, τουλάχιστον, το είδος των δαπανών που μπορούν να επιστραφούν μέσω της συνεισφοράς.

6.   Στην πρόσκληση υποβολής αιτήσεων συνεισφορών απαιτείται ένας κατ’ εκτίμηση προϋπολογισμός.

Άρθρο 204ε

Διαδικασία χορήγησης

1.   Οι αιτήσεις συνεισφοράς υποβάλλονται δεόντως, εγκαίρως και γραπτώς, μεταξύ άλλων, όπου απαιτείται, με ασφαλή ηλεκτρονική μορφή.

2.   Οι συνεισφορές δεν μπορούν να χορηγούνται σε αιτούντες οι οποίοι, κατά τον χρόνο της διαδικασίας χορήγησης της συνεισφοράς, ευρίσκονται σε μία από τις καταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1, στο άρθρο 107 και στο άρθρο 109 παράγραφος 1 στοιχείο α) ούτε σε εκείνους που είναι καταχωρισμένοι στην κεντρική βάση δεδομένων για τους αποκλεισμούς η οποία αναφέρεται στο άρθρο 108.

3.   Οι αιτούντες πρέπει να πιστοποιούν ότι δεν ευρίσκονται σε μία από τις καταστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

4.   Οι συνεισφορές χορηγούνται μέσω συμφωνίας ή απόφασης συνεισφοράς όπως διευκρινίζεται στην πρόσκληση υποβολής αιτήσεων συνεισφορών.

5.   Ο αρμόδιος διατάκτης μπορεί να επικουρείται από επιτροπή για την αξιολόγηση και κατάρτιση της συμφωνίας ή απόφασης συνεισφοράς. Ο αρμόδιος διατάκτης διευκρινίζει, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις αρχές της διαφάνειας και της ίσης μεταχείρισης, τους κανόνες σχετικά με τη σύνθεση, τον διορισμό και τη λειτουργία της επιτροπής αυτής, καθώς και τους κανόνες πρόληψης οποιασδήποτε σύγκρουσης συμφερόντων.

Άρθρο 204στ

Διαδικασία αξιολόγησης

1.   Οι αιτήσεις επιλέγονται βάσει των κριτηρίων χορήγησης που θεσπίζονται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 από αιτήσεις που τηρούν τα κριτήρια επιλεξιμότητας και αποκλεισμού.

2.   Τα κριτήρια επιλεξιμότητας καθορίζουν τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων ένας αιτών μπορεί να λάβει συνεισφορά σύμφωνα με τους κανόνες που θεσπίζονται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014.

3.   H απόφαση του αρμοδίου διατάκτη επί των αιτήσεων περιλαμβάνει τουλάχιστον:

α)

το αντικείμενο και το συνολικό ποσό της συνεισφοράς·

β)

το όνομα των αιτούντων που επιλέχθηκαν και τα ποσά που έγιναν δεκτά·

γ)

το όνομα των αιτούντων που απορρίφθηκαν και τους λόγους της απόρριψής τους.

4.   Ο αρμόδιος διατάκτης ενημερώνει τους αιτούντες γραπτώς για την απόφαση σχετικά με την αίτησή τους. Εάν η αίτηση χρηματοδότησης απορρίπτεται ή τα ζητούμενα ποσά δεν χορηγούνται εν μέρει ή εν όλω, ο αρμόδιος διατάκτης εξηγεί τους λόγους είτε της απόρριψης της αίτησης είτε της μη χορήγησης των ζητούμενων ποσών, παραπέμποντας ιδίως στα κριτήρια επιλεξιμότητας και χορήγησης τα οποία αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2. Εάν η αίτηση απορριφθεί, ο αρμόδιος διατάκτης ενημερώνει τον αιτούντα για τα διαθέσιμα μέσα διοικητικής και/ή δικαστικής έννομης προστασίας όπως προβλέπεται στο άρθρο 97 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 204ζ

Μορφή των συνεισφορών

1.   Οι επιδοτήσεις είναι δυνατόν να λάβουν μία από τις ακόλουθες μορφές:

α)

επιστροφή ποσοστού των επιστρεπτέων πραγματικών δαπανών·

β)

επιστροφή με βάση το μοναδιαίο κόστος·

γ)

κατ’ αποκοπή ποσά·

δ)

χρηματοδότηση ενιαίου ποσοστού·

ε)

συνδυασμό των μορφών στις οποίες αναφέρονται τα στοιχεία α) έως δ).

2.   Μόνον οι δαπάνες που πληρούν τα κριτήρια τα οποία θεσπίζονται στις προσκλήσεις συνεισφορών και οι οποίες δεν έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης μπορούν να επιστραφούν.

Άρθρο 204η

Κανόνες συνεισφοράς

1.   Το μοναδιαίο κόστος καλύπτει όλες ή ορισμένες ειδικές κατηγορίες επιστρεπτέων δαπανών που καθορίζονται σαφώς εκ των προτέρων με αναφορά σε ποσό ανά μονάδα.

2.   Τα κατ’ αποκοπή ποσά καλύπτουν, εν γένει, ορισμένες δαπάνες που είναι αναγκαίες για την άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας του ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος. Τα κατ’ αποκοπή ποσά χρησιμοποιούνται μόνο σε συνδυασμό με άλλες μορφές συνεισφορών.

3.   Η χρηματοδότηση ενιαίου ποσοστού καλύπτει ειδικές κατηγορίες επιστρεπτέων δαπανών που καθορίζονται σαφώς εκ των προτέρων με την εφαρμογή ποσοστού.

4.   Όπου χρησιμοποιούνται κατ’ αποκοπή ποσά, χρηματοδότηση ενιαίου ποσοστού ή μοναδιαίο κόστος, αυτά καθορίζονται στην πρόκληση συνεισφορών με τα αντίστοιχα ποσά και τα ποσοστά τους, κατά περίπτωση. Η πρόσκληση υποβολής αιτήσεων συνεισφορών πρέπει να περιέχει και μια περιγραφή των μεθόδων για τον προσδιορισμό των κατ' αποκοπή ποσών, του ενιαίου ποσοστού χρηματοδότησης ή του μοναδιαίου κόστους, που βασίζεται σε αντικειμενικά στοιχεία, όπως στατιστικά δεδομένα, πιστοποιημένα ή ελέγξιμα ιστορικά στοιχεία των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων, ή στις συνήθεις πρακτικές τους όσον αφορά τη κοστολόγηση. Η συμφωνία ή απόφαση συνεισφοράς περιλαμβάνει διατάξεις που επιτρέπουν να ελεγχθεί η τήρηση των προϋποθέσεων για τη χορήγηση κατ’ αποκοπή ποσών, χρηματοδότησης ενιαίου ποσοστού ή μοναδιαίου κόστους.

Άρθρο 204θ

Προχρηματοδότηση

Οι συνεισφορές καταβάλλονται στο σύνολό τους με τη μορφή μίας μόνης πληρωμής προχρηματοδότησης, εκτός εάν, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, ο αρμόδιος διατάκτης αποφασίσει διαφορετικά.

Άρθρο 204ι

Εγγυήσεις

Ο αρμόδιος διατάκτης μπορεί, εάν θεωρεί ότι είναι σκόπιμο και αναλογικό, ανάλογα με την περίπτωση και υπό τον όρο της ανάλυσης κινδύνου, να απαιτήσει από ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα την εκ των προτέρων σύσταση εγγύησης για τον περιορισμό των οικονομικών κινδύνων που συνδέονται με την πληρωμή προχρηματοδότησης, μόνο όταν, υπό το φως της ανάλυσης κινδύνου, το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα κινδυνεύει άμεσα να ευρεθεί σε μία από τις καταστάσεις που περιγράφονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 στοιχεία α) και δ) του παρόντος κανονισμού ή όταν η απόφαση της Αρχής για τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και ιδρύματα που θεσπίζεται βάσει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 («η Αρχή») έχει κοινοποιηθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού.

Οι διατάξεις που προβλέπονται στο άρθρο 134 του παρόντος κανονισμού σχετικά με την εγγύηση προχρηματοδότησης για επιδοτήσεις εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών σε εγγυήσεις που μπορούν να απαιτηθούν στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου για τις πληρωμές προχρηματοδότησης που καταβάλλονται σε ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα.

Άρθρο 204ια

Χρήση των συνεισφορών

1.   Οι συνεισφορές δαπανώνται σύμφωνα με το άρθρο 204β.

2.   Οποιοδήποτε μη δαπανηθέν τμήμα της συνεισφοράς εντός του οικονομικού έτους που καλύπτεται από τη συνεισφορά αυτή (έτος n) δαπανάται σε οποιεσδήποτε επιστρεπτέες δαπάνες που πραγματοποιούνται έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους n+1. Το τυχόν υπόλοιπο τμήμα της συνεισφοράς που δεν δαπανάται εντός της εν λόγω προθεσμίας ανακτάται σύμφωνα με το μέρος Ι τίτλος IV κεφάλαιο 5.

3.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα τηρούν το ανώτατο ποσοστό συγχρηματοδότησης που καθορίζεται στο άρθρο 17 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014. Τα υπόλοιπα ποσά των συνεισφορών των προηγουμένου έτους δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση του τμήματος το οποίο τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα πρέπει να παρέχουν από ίδιους πόρους. Οι συνεισφορές τρίτων για κοινές εκδηλώσεις δεν θεωρούνται τμήμα των ιδίων πόρων ευρωπαϊκού πολιτικού κόμματος.

4.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα χρησιμοποιούν το τμήμα της συνεισφοράς το οποίο δεν έχει δαπανηθεί εντός του οικονομικού έτους που καλύπτεται από την εν λόγω συνεισφορά πριν χρησιμοποιήσουν τις συνεισφορές που χορηγήθηκαν μετά το εν λόγω έτος.

5.   Οποιοιδήποτε τόκοι προκύπτουν από τις πληρωμές προχρηματοδότησης θεωρούνται ως τμήμα της συνεισφοράς.

Άρθρο 204ιβ

Έκθεση για τη χρήση των συνεισφορών

1.   Το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και προθεσμίες που θεσπίζονται στο άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 υποβάλλει την ετήσια έκθεσή του για τη χρήση των συνεισφορών καθώς και τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις του στον αρμόδιο διατάκτη προς έγκριση.

2.   Η ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του άρθρου 66 παράγραφος 9 του παρόντος κανονισμού συντάσσεται από τον αρμόδιο διατάκτη βάσει της ετήσιας έκθεσης και των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλα δικαιολογητικά έγγραφα για τους σκοπούς της σύνταξης της έκθεσης αυτής.

Άρθρο 204ιγ

Πληρωμή του υπολοίπου

1.   Το ποσό της συνεισφοράς καθίσταται οριστικό μόνο μετά την έγκριση από τον διατάκτη της ετήσιας έκθεσης και των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 204ιβ παράγραφος 1. Η αποδοχή της ετήσιας έκθεσης και των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων πραγματοποιείται με την επιφύλαξη μεταγενέστερων ελέγχων από την Αρχή.

2.   Οποιοδήποτε μη δαπανηθέν ποσό της προχρηματοδότησης καθίσταται οριστικό με τη χρήση του από το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα για την πληρωμή επιστρεπτέων δαπανών που πληρούν τα κριτήρια τα οποία καθορίζονται στην πρόσκληση υποβολής αιτήσεων συνεισφορών.

3.   Όταν το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα δεν συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις του σχετικά με τη χρήση των συνεισφορών, οι συνεισφορές αναστέλλονται, μειώνονται ή παύουν αφού δοθεί στο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα η ευκαιρία να υποβάλει τις παρατηρήσεις του.

4.   Ο αρμόδιος διατάκτης ελέγχει πριν από την πληρωμή του υπολοίπου ότι το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα είναι ακόμα καταχωρισμένο στο Μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 και ότι δεν αποτελεί αντικείμενο οποιασδήποτε κύρωσης που προβλέπεται στο άρθρο 27 του εν λόγω κανονισμού μεταξύ της ημερομηνίας της αίτησής του και του τέλους του οικονομικού έτους που καλύπτεται από την συνεισφορά.

5.   Όταν το ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα δεν είναι πλέον καταχωρισμένο στο Μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 ή αποτελεί αντικείμενο οποιασδήποτε κύρωσης που προβλέπεται στο άρθρο 27 του εν λόγω κανονισμού, ο αρμόδιος διατάκτης μπορεί να αναστείλει, να μειώσει ή να παύσει τη συνεισφορά και να ανακτήσει τα αδικαιολογήτως καταβληθέντα ποσά βάσει της συμφωνίας ή απόφασης συνεισφοράς, ανάλογα με τη σοβαρότητα των σφαλμάτων, παρατυπιών, απάτης ή άλλης παραβίασης των υποχρεώσεων σχετικά με τη χρήση της συνεισφοράς, αφού δοθεί στο ευρωπαϊκό πολιτικό κόμμα η ευκαιρία να υποβάλει τις παρατηρήσεις του.

Άρθρο 204ιδ

Έλεγχος και κυρώσεις

1.   Κάθε συμφωνία ή απόφαση συνεισφοράς προβλέπει ρητά την ελεγκτική αρμοδιότητα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης και του Ελεγκτικού Συνεδρίου βάσει δικαιολογητικών και επιτόπου, η οποία ασκείται σε όλα τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα, τους αντισυμβαλλομένους και υπεργολάβους που έλαβαν ενωσιακά κεφάλαια.

2.   Ο αρμόδιος διατάκτης μπορεί να επιβάλει στους αιτούντες διοικητικές και οικονομικές κυρώσεις που είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές, σύμφωνα με το άρθρο 109 του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 27 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014.

3.   Οι κυρώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 μπορούν επίσης να επιβληθούν σε ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα τα οποία, κατά την υποβολή της αίτησης συνεισφοράς ή μετά τη λήψη της συνεισφοράς, προέβησαν σε ψευδείς δηλώσεις κατά την παροχή των πληροφοριακών στοιχείων που ζητούνται από τον αρμόδιο διατάκτη ή παραλείπουν να παράσχουν αυτά τα στοιχεία.

Άρθρο 204ιε

Τήρηση αρχείων

1.   Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα τηρούν όλα τα αρχεία και τα δικαιολογητικά έγγραφα και άλλα αρχεία συναφή με τη συνεισφορά για πέντε έτη μετά την υποβολή της ετήσιας τελικής έκθεσης και των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 204ιβ παράγραφος 1.

2.   Τα αρχεία που αφορούν ελέγχους, προσφυγές, αντιδικίες ή τη διευθέτηση αξιώσεων που απορρέουν από τη χρήση της συνεισφοράς διατηρούνται μέχρι το τέλος των εν λόγω ελέγχων, προσφυγών, αντιδικιών ή διευθέτησης αξιώσεων.

Άρθρο 204ιστ

Επιλογή οργάνων εξωτερικού ελέγχου ή εμπειρογνωμόνων

Τα ανεξάρτητα όργανα εξωτερικού ελέγχου ή οι εμπειρογνώμονες που αναφέρονται στο άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 επιλέγονται μέσω διαδικασίας σύναψης δημοσίων συμβάσεων. Η διάρκεια της σύμβασής τους δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πέντε έτη. Μετά από δύο διαδοχικές θητείες, θεωρείται ότι υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων που ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά την άσκηση του ελέγχου.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2017. Το άρθρο 125 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 125 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012, όπως ίσχυαν πριν από τις τροποποιήσεις που επέρχονται συνεπεία του άρθρου 1 του παρόντος κανονισμού, εξακολουθούν να ισχύουν σε ό,τι αφορά πράξεις και δεσμεύσεις που συνδέονται με τη χρηματοδότηση πολιτικών κομμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι οποίες λαμβάνουν χώρα έως την 31η Δεκεμβρίου 2017.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 22 Οκτωβρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. DELLA VEDOVA


(1)  ΕΕ C 4 της 8.1.2014, σ. 1.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 29ης Σεπτεμβρίου 2014.

(3)  ΕΕ L 297 της 15.11.2003, σ. 1.

(4)  ΕΕ C 296 Ε της 2.10.2012, σ. 46.

(5)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014, σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων (βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1141/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2014, σχετικά με το καθεστώς και τη χρηματοδότηση των ευρωπαϊκών πολιτικών κομμάτων και των ευρωπαϊκών πολιτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 317 της 4.11.2014, σ. 1).».


4.11.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 317/35


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 1143/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Οκτωβρίου 2014

για την πρόληψη και διαχείριση της εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 192 παράγραφος 1,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η εμφάνιση ξένων ειδών —ζώων, φυτών, μυκήτων ή μικροοργανισμών— σε νέες τοποθεσίες δεν αποτελεί πάντα αιτία ανησυχίας. Ωστόσο, ένα σημαντικό υποσύνολο ξένων ειδών μπορούν να καταστούν χωροκατακτητικά, με σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα, στις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες, καθώς και άλλες οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, που πρέπει να αποτραπούν. Περίπου 12 000 είδη στο περιβάλλον της Ένωσης και άλλων ευρωπαϊκών χωρών είναι ξένα, εκ των οποίων περίπου το 10 έως 15% υπολογίζεται ότι είναι χωροκατακτητικά.

(2)

Τα χωροκατακτητικά ξένα είδη αποτελούν μία από τις βασικές απειλές για τη βιοποικιλότητα και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες, ιδίως σε γεωγραφικώς και εξελικτικώς απομονωμένα οικοσυστήματα, όπως μικρά νησιά, οι δε κίνδυνοι που ενέχουν τα συγκεκριμένα είδη ενδεχομένως επιτείνονται εξαιτίας του αυξημένου παγκόσμιου εμπορίου, των μεταφορών, του τουρισμού και της κλιματικής αλλαγής.

(3)

Η απειλή που συνιστούν τα χωροκατακτητικά ξένα είδη για τη βιοποικιλότητα και τις οικοσυστημικές υπηρεσίες μπορεί να πάρει διάφορες μορφές, όπως σοβαρές επιπτώσεις στα ιθαγενή είδη και στη δομή και λειτουργία των οικοσυστημάτων μέσω μεταβολής του οικοτόπου, θήρευσης, ανταγωνισμού, μετάδοσης ασθενειών, αντικατάστασης ιθαγενών ειδών σε σημαντικό ποσοστό του εύρους εξάπλωσής τους, καθώς και γενετικών επιδράσεων με υβριδισμό. Επιπλέον, τα χωροκατακτητικά ξένα είδη μπορούν επίσης να έχουν σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου και στην οικονομία. Μόνον τα ζώντα δείγματα ή τα μέρη αυτών τα οποία μπορούν να αναπαραχθούν συνιστούν απειλή για τη βιοποικιλότητα και τις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες, την υγεία του ανθρώπου και την οικονομία και άρα μόνον αυτά θα πρέπει να υπόκεινται στους περιορισμούς του παρόντος κανονισμού.

(4)

Η Ένωση, ως συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης για τη βιολογική ποικιλότητα, η οποία εγκρίθηκε με την απόφαση 93/626/ΕΟΚ του Συμβουλίου (3), δεσμεύεται από το άρθρο 8 στοιχείο η) της εν λόγω σύμβασης, σύμφωνα με το οποίο τα συμβαλλόμενα μέρη, κατά το μέτρο του δυνατού και του ενδεδειγμένου, προλαμβάνουν την εισαγωγή, ελέγχουν ή εξαλείφουν τα ξένα είδη που απειλούν τα οικοσυστήματα, τους οικοτόπους ή τα είδη.

(5)

Η Ένωση, ως συμβαλλόμενο μέρος της σύμβασης για τη διατήρηση της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης, η οποία εγκρίθηκε με την απόφαση 82/72/ΕΟΚ του Συμβουλίου (4), έχει δεσμευτεί να λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα για τη διασφάλιση της διατήρησης των οικοτόπων ειδών άγριας χλωρίδας και πανίδας.

(6)

Προκειμένου να υποστηριχθεί η επίτευξη των στόχων των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ (5), 2008/56/ΕΚ (6) και 2009/147/ΕΚ (7), και της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου (8), ο παρών κανονισμός θα πρέπει να θέσει κανόνες για την πρόληψη, την ελαχιστοποίηση και τον μετριασμό των δυσμενών επιδράσεων των χωροκατακτητικών ξένων ειδών στη βιοποικιλότητα και στις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες και στην υγεία του ανθρώπου και στην ασφάλεια, καθώς και για τη μείωση των οικονομικών και κοινωνικών τους επιπτώσεων.

(7)

Ορισμένα είδη μεταναστεύουν φυσιολογικά αντιδρώντας σε περιβαλλοντικές αλλαγές. Αυτά δεν θα πρέπει επομένως να θεωρούνται ξένα είδη στο νέο τους περιβάλλον και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να εξαιρούνται του παρόντος κανονισμού, ο οποίος και θα πρέπει να επικεντρώνεται αποκλειστικά στα είδη που εισάγονται στην Ένωση ως αποτέλεσμα ανθρώπινης παρέμβασης.

(8)

Υπάρχουν 40 και πλέον ενωσιακές νομοθετικές πράξεις για την υγεία των ζώων που περιέχουν διατάξεις σχετικά με τις ασθένειες των ζώων. Επιπλέον, η οδηγία 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου (9) περιέχει κανόνες για τους οργανισμούς που είναι επιβλαβείς για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα, και η οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10) ορίζει το καθεστώς που ισχύει για τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς. Συνεπώς, κάθε νέος κανόνας περί χωροκατακτητικών ξένων ειδών θα πρέπει να ευθυγραμμίζεται με τις εν λόγω νομοθετικές πράξεις της Ένωσης και να μην τις επικαλύπτει, και δεν θα πρέπει να ισχύει για τους οργανισμούς που αποτελούν τον στόχο των εν λόγω νομοθετικών πράξεων.

(9)

Οι κανονισμοί του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 (11) και (ΕΕ) αριθ. 528/2012 (12) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 708/2007 του Συμβουλίου (13) προβλέπουν κανόνες αναφορικά με την έγκριση της χρήσης ορισμένων ξένων ειδών για συγκεκριμένους σκοπούς. Έχει ήδη εγκριθεί η χρήση ορισμένων ειδών δυνάμει των εν λόγω καθεστώτων κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Συνεπώς, προκειμένου να διασφαλιστεί η ύπαρξη συνεκτικού νομικού πλαισίου, τα είδη αυτά θα πρέπει να εξαιρεθούν από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

(10)

Λόγω του πλήθους των χωροκατακτητικών ξένων ειδών, είναι σημαντικό να δοθεί προτεραιότητα στην αντιμετώπιση του υποσυνόλου χωροκατακτητικών ξένων ειδών τα οποία κρίνεται ότι ενδιαφέρουν την Ένωση. Θα πρέπει συνεπώς να συνταχθεί κατάλογος των χωροκατακτητικών ξένων ειδών που θεωρούνται ενωσιακού ενδιαφέροντος («ενωσιακός κατάλογος») και να επικαιροποιείται τακτικά. Ένα χωροκατακτητικό ξένο είδος θα πρέπει να θεωρείται ενωσιακού ενδιαφέροντος εάν οι ζημίες που προκαλεί στο πληττόμενο κράτος μέλος είναι τόσο σημαντικές ώστε να δικαιολογούν τη θέσπιση ειδικών μέτρων, το πεδίο εφαρμογής των οποίων καλύπτει ολόκληρη την Ένωση, συμπεριλαμβανομένων των κρατών μελών που δεν έχουν ακόμη πληγεί ή είναι απίθανο να πληγούν. Για να διασφαλιστεί ότι το υποσύνολο των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος παραμένει ανάλογο με τον επιδιωκόμενο σκοπό, ο ενωσιακός κατάλογος θα πρέπει να συνταχθεί και να επικαιροποιείται βάσει βαθμιαίας και σταδιακής προσέγγισης και να εστιάζει στα είδη η συμπερίληψη των οποίων στον κατάλογο προλαμβάνει, ελαχιστοποιεί ή μετριάζει αποτελεσματικά τις δυσμενείς επιπτώσεις τους με οικονομικά αποδοτικό τρόπο. Καθώς τα είδη που ανήκουν στην ίδια ταξινομική ομάδα έχουν συχνά παρόμοιες οικολογικές απαιτήσεις και ενέχουν πιθανώς παρόμοιους κινδύνους, η συμπερίληψη ταξινομικών ομάδων ειδών στον ενωσιακό κατάλογο θα πρέπει να επιτρέπεται, όποτε κρίνεται πρόσφορο.

(11)

Τα κριτήρια εισαγωγής στον ενωσιακό κατάλογο αποτελούν το βασικό μέσο για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική χρήση των πόρων, τα εν λόγω κριτήρια θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι τα χωροκατακτητικά ξένα είδη που θα περιληφθούν στον κατάλογο θα είναι αυτά που έχουν τις πλέον σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις μεταξύ των δυνητικών χωροκατακτητικών ξένων ειδών που είναι γνωστά τη δεδομένη χρονική στιγμή. Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει στην επιτροπή προτεινόμενο κατάλογο βασισμένο στα εν λόγω κριτήρια εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού. Κατά την υποβολή του προτεινόμενου ενωσιακού καταλόγου, η Επιτροπή θα πρέπει να ενημερώσει την επιτροπή σχετικά με το πώς έλαβε υπόψη τα εν λόγω κριτήρια. Τα κριτήρια θα πρέπει να περιλαμβάνουν εκτίμηση κινδύνου σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των σχετικών συμφωνιών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) σχετικά με την επιβολή εμπορικών περιορισμών στα είδη.

(12)

Προκειμένου να αποφευχθεί η δυσανάλογη ή υπερβολική οικονομική επιβάρυνση οποιουδήποτε κράτους μέλους και να διαφυλαχθεί η προστιθέμενη αξία της ενωσιακής δράσης μέσω του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή, κατά τη σύνταξη του ενωσιακού καταλόγου και των συνακόλουθων μέτρων που προτείνει, θα πρέπει να λάβει υπόψη το κόστος εφαρμογής για τα κράτη μέλη, το κόστος μη ανάληψης δράσης, το κόστος του και τις κοινωνικοοικονομικές πτυχές. Σε αυτό το πλαίσιο, κατά την επιλογή των χωροκατακτητικών ξένων ειδών που θα συμπεριληφθούν στον ενωσιακό κατάλογο, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στα είδη που χρησιμοποιούνται ευρέως και προσφέρουν σημαντικά κοινωνικά και οικονομικά οφέλη στην επικράτεια κάποιου κράτους μέλους, χωρίς ωστόσο να θιγούν οι στόχοι του παρόντος κανονισμού.

(13)

Για να διασφαλιστούν η συμμόρφωση με τους κανόνες των σχετικών συμφωνιών του ΠΟΕ και η συνεκτική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να θεσπιστούν κοινά κριτήρια για τη διενέργεια της εκτίμησης κινδύνου. Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να έχουν βάση, κατά περίπτωση, τα υφιστάμενα εθνικά και διεθνή πρότυπα και να καλύπτουν τις διάφορες πτυχές των χαρακτηριστικών των ειδών, τον κίνδυνο και τους τρόπους εισαγωγής στην Ένωση, τις δυσμενείς επιπτώσεις των ειδών στην οικονομία, στην κοινωνία και στη βιοποικιλότητα, τα πιθανά οφέλη από τις σχετικές χρήσεις και το κόστος μετριασμού, με σκοπό τη στάθμισή τους έναντι των δυσμενών επιπτώσεων, καθώς και εκτίμηση του πιθανού κόστους των περιβαλλοντικών, οικονομικών και κοινωνικών ζημιών που να καταδεικνύει τη σημασία για την Ένωση, προκειμένου να δικαιολογηθεί περαιτέρω η δράση. Για να αναπτυχθεί προοδευτικά το σύστημα και να αξιοποιηθεί η πείρα που θα αποκτηθεί, θα πρέπει να αξιολογηθεί η συνολική προσέγγιση έως την 1η Ιουνίου 2021.

(14)

Ορισμένα χωροκατακτητικά ξένα είδη περιλαμβάνονται στο παράρτημα Β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 338/97 του Συμβουλίου (14) και η εισαγωγή τους στην Ένωση απαγορεύεται, διότι έχει αναγνωριστεί ο χωροκατακτητικός χαρακτήρας τους και η παρουσία τους στην Ένωση έχει δυσμενείς επιπτώσεις σε ιθαγενή είδη. Πρόκειται για τα εξής είδη: Callosciurus erythraeus, Sciurus carolinensis, Oxyura jamaicensis, Lithobates (Rana) catesbeianus, Sciurus niger, Chrysemys picta, Trachemys scripta elegans. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ύπαρξη συνεκτικού νομικού πλαισίου και ενιαίων κανόνων σχετικά με τα χωροκατακτητικά ξένα είδη στο επίπεδο της Ένωσης, θα πρέπει να εξεταστεί κατά προτεραιότητα η εγγραφή των συγκεκριμένων χωροκατακτητικών ξένων ειδών στον κατάλογο των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος.

(15)

Η πρόληψη είναι γενικά περιβαλλοντικώς προτιμότερη και οικονομικώς αποδοτικότερη από την εκ των υστέρων δράση και θα πρέπει να έχει προτεραιότητα. Ως εκ τούτου, πρέπει να συμπεριληφθούν κατά προτεραιότητα στον κατάλογο τα χωροκατακτητικά ξένα είδη που δεν απαντώνται επί του παρόντος στην επικράτεια της Ένωσης ή των οποίων η εισβολή βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο και τα χωροκατακτητικά ξένα είδη που είναι πιθανό να έχουν τις πλέον σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις. Καθώς είναι δυνατόν να εισάγονται συνεχώς τέτοια νέα είδη στην Ένωση και τα ήδη υπάρχοντα ξένα είδη εξαπλώνονται και επεκτείνουν το εύρος τους, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί η συνεχής αναθεώρηση και επικαιροποίηση του ενωσιακού καταλόγου.

(16)

Θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο περιφερειακής συνεργασίας μεταξύ κρατών μελών με είδη κοινού ενδιαφέροντος που δεν μπορούν να δημιουργήσουν βιώσιμο πληθυσμό σε μεγάλο τμήμα της Ένωσης. Στις περιπτώσεις που οι στόχοι του παρόντος κανονισμού μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα με μέτρα σε ενωσιακό επίπεδο, τα εν λόγω είδη θα μπορούσαν επίσης να συμπεριληφθούν στον ενωσιακό κατάλογο.

(17)

Κρίνεται σκόπιμο, προς επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού, να ληφθεί υπόψη η ιδιαίτερη κατάσταση των εξόχως απόκεντρων περιοχών, και ιδίως ο απομακρυσμένος και νησιωτικός χαρακτήρας τους καθώς και η μοναδικότητα της βιοποικιλότητάς τους. Είναι συνεπώς ανάγκη να προσαρμοστούν οι απαιτήσεις δυνάμει του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τη λήψη περιοριστικών και προληπτικών μέτρων κατά των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος στις ιδιαιτερότητες των εξόχως απόκεντρων περιοχών, όπως αυτές ορίζονται στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), λαμβάνοντας υπόψη τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου 2010/718/ΕΕ (15) και 2012/419/ΕΕ (16).

(18)

Οι κίνδυνοι και οι ανησυχίες που συνδέονται με τα χωροκατακτητικά ξένα είδη αποτελούν διασυνοριακή πρόκληση για ολόκληρη την Ένωση. Είναι λοιπόν απαραίτητο να επιβληθεί σε ενωσιακό επίπεδο απαγόρευση της εκούσιας ή εξ αμελείας εισαγωγής στην Ένωση, αναπαραγωγής, καλλιέργειας/εκτροφής, μεταφοράς, αγοράς, πώλησης, χρήσης, ανταλλαγής, διατήρησης και ελευθέρωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος, ώστε να διασφαλιστεί η ανάληψη έγκαιρης και συνεκτικής δράσης σε ολόκληρη την Ένωση για την αποφυγή στρεβλώσεων στην εσωτερική αγορά και την αποτροπή καταστάσεων στις οποίες η δράση ενός κράτους μέλους υπονομεύεται από την απουσία δράσης σε άλλα.

(19)

Προκειμένου να καταστούν δυνατές οι δραστηριότητες επιστημονικής έρευνας και μη επιτόπιας διατήρησης, είναι απαραίτητη η θέσπιση ειδικών κανόνων για τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος που αποτελούν το αντικείμενο των εν λόγω δραστηριοτήτων. Οι τελευταίες θα πρέπει να εκτελούνται σε κλειστές εγκαταστάσεις, όπου οι οργανισμοί διατηρούνται υπό περιορισμό, και κατόπιν λήψης όλων των μέτρων που απαιτούνται για την αποτροπή της διαφυγής ή της παράνομης ελευθέρωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος. Κατόπιν έγκρισης της Επιτροπής, σε εξαιρετικές περιπτώσεις επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος, δεόντως αιτιολογημένες, οι κανόνες αυτοί θα πρέπει επίσης να είναι δυνατόν να ισχύσουν και για ορισμένες άλλες δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών δραστηριοτήτων. Κατά την εφαρμογή αυτών των κανόνων θα πρέπει να επιδεικνύεται ιδιαίτερη προσοχή για την αποφυγή οποιασδήποτε δυσμενούς επίπτωσης σε προστατευόμενα είδη και οικοτόπους, σύμφωνα με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία.

(20)

Ενδέχεται να υπάρξουν περιπτώσεις εμφάνισης στα σύνορα της Ένωσης ή εντοπισμού στην επικράτειά της ξένων ειδών τα οποία δεν έχουν ακόμη αναγνωριστεί ως χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος. Θα πρέπει λοιπόν να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να εγκρίνουν ορισμένα μέτρα έκτακτης ανάγκης βάσει των διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων. Τα εν λόγω μέτρα έκτακτης ανάγκης θα επιτρέπουν την άμεση καταπολέμηση των ανωτέρω ειδών τα οποία ίσως ενέχουν κινδύνους σχετικούς με την εισαγωγή, την εγκατάσταση και την εξάπλωσή τους σε αυτές τις χώρες, ενώ παράλληλα τα κράτη μέλη θα διενεργούν εκτίμηση των πραγματικών κινδύνων που εγκυμονούν τα είδη αυτά, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις των σχετικών συμφωνιών του ΠΟΕ, με σκοπό ιδίως την αναγνώριση των εν λόγω ειδών ως χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος. Είναι αναγκαίος ο συνδυασμός των εθνικών μέτρων έκτακτης ανάγκης με τη δυνατότητα έγκρισης μέτρων έκτακτης ανάγκης σε ενωσιακό επίπεδο με σκοπό τη συμμόρφωση με τις διατάξεις των σχετικών συμφωνιών του ΠΟΕ. Επιπλέον, τα μέτρα έκτακτης ανάγκης σε ενωσιακό επίπεδο θα εφοδιάζουν την Ένωση με έναν μηχανισμό ταχείας ανάληψης δράσης σε περίπτωση παρουσίας ή άμεσου κινδύνου εισόδου ενός νέου χωροκατακτητικού ξένου είδους, σύμφωνα με την αρχή της προφύλαξης.

(21)

Μεγάλο ποσοστό των χωροκατακτητικών ξένων ειδών εισάγονται στην Ένωση ακούσια. Είναι συνεπώς ζωτικής σημασίας η αποτελεσματικότερη διαχείριση των διαδρομών ακούσιας εισαγωγής των ειδών αυτών. Η ανάληψη δράσης στο πεδίο αυτό θα πρέπει να είναι σταδιακή, δεδομένης της σχετικά περιορισμένης πείρας. Η εν λόγω δράση θα πρέπει να περιλαμβάνει εθελοντικά μέτρα, όπως εκείνα που προτείνονται στις κατευθυντήριες γραμμές του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού για τον έλεγχο και τη διαχείριση των βιολογικών αποθέσεων σε πλοία, καθώς και υποχρεωτικά μέτρα, και θα πρέπει να βασίζεται στην πείρα που έχει ήδη αποκτηθεί στην Ένωση και στα κράτη μέλη αναφορικά με τη διαχείριση ορισμένων διαδρομών, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που έχουν θεσπιστεί μέσω της διεθνούς σύμβασης για τον έλεγχο και τη διαχείριση του υδάτινου έρματος των πλοίων και των ιζημάτων, που εγκρίθηκε το 2004. Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει όλα τα δέοντα μέτρα ώστε να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να κυρώσουν την εν λόγω σύμβαση.

(22)

Προκειμένου να καταρτιστεί μια επαρκής γνωσιακή βάση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούνται από χωροκατακτητικά ξένα είδη, είναι σημαντική η έρευνα, παρακολούθηση και επιτήρηση των ειδών αυτών από τα κράτη μέλη. Δεδομένου ότι τα συστήματα επιτήρησης αποτελούν το πιο ενδεδειγμένο μέσο έγκαιρου εντοπισμού νέων χωροκατακτητικών ξένων ειδών και προσδιορισμού της κατανομής των ήδη εγκαταστημένων ειδών, τα συστήματα αυτά θα πρέπει να περιλαμβάνουν τόσο εξειδικευμένες όσο και γενικές έρευνες και να αξιοποιούν τη συμμετοχή διαφόρων κλάδων και εμπλεκομένων, συμπεριλαμβανομένων των περιφερειακών και τοπικών κοινοτήτων. Τα συστήματα επιτήρησης θα πρέπει να συνεπάγονται αδιάλειπτη προσοχή για οποιοδήποτε νέο χωροκατακτητικό ξένο είδος σε οποιοδήποτε μέρος της Ένωσης και θα πρέπει να έχουν ως στόχο την παροχή αποτελεσματικής και συνεκτικής εικόνας σε επίπεδο Ένωσης. Για λόγους αποτελεσματικότητας και οικονομικής αποδοτικότητας, θα πρέπει να εφαρμοστούν τα υπάρχοντα συστήματα τελωνειακού ελέγχου, επιτήρησης και παρακολούθησης που έχουν ήδη θεσπιστεί από το ενωσιακό δίκαιο, ιδίως δε εκείνα που καθορίζονται στις οδηγίες 92/43/ΕΟΚ, 2000/60/ΕΚ, 2008/56/ΕΚ και 2009/147/ΕΚ.

(23)

Θα πρέπει να διενεργούνται επίσημοι έλεγχοι σε ζώα και φυτά για την αποτροπή της εκούσιας εισαγωγής χωροκατακτητικών ξένων ειδών. Τα ζώντα ζώα και φυτά θα πρέπει να εισέρχονται στην Ένωση από συνοριακές οντότητες ελέγχου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17), τις οδηγίες του Συμβουλίου 91/496/ΕΟΚ (18) και 97/78/ΕΚ (19) ή από σημεία εισόδου σύμφωνα με την οδηγία 2000/29/ΕΚ. Για λόγους βελτίωσης της αποτελεσματικότητας και αποφυγής της δημιουργίας παράλληλων συστημάτων τελωνειακών ελέγχων, το κατά πόσον τα εν λόγω είδη είναι χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος θα πρέπει να εξακριβώνεται επίσης από τις αρμόδιες αρχές στην πρώτη συνοριακή υπηρεσία ελέγχου ή στο πρώτο σημείο εισόδου κατά την άφιξη.

(24)

Μετά την εισαγωγή ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους, η λήψη μέτρων έγκαιρου εντοπισμού και ταχείας εξάλειψης είναι ζωτικής σημασίας για την αποτροπή της εγκατάστασης και εξάπλωσής του. Η πλέον αποτελεσματική και οικονομικά αποδοτική απόκριση είναι συχνά η εξάλειψη του πληθυσμού, το συντομότερο δυνατόν, ενόσω ο αριθμός των δειγμάτων είναι ακόμη περιορισμένος. Σε περίπτωση που η εξάλειψη δεν είναι εφικτή ή το κόστος της υπερβαίνει τα μακροπρόθεσμα περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά οφέλη, θα πρέπει να εφαρμόζονται μέτρα περιορισμού και ελέγχου. Τα διαχειριστικά μέτρα πρέπει να είναι ανάλογα προς τον αντίκτυπο στο περιβάλλον και να λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τις βιογεωγραφικές και τις κλιματικές συνθήκες του οικείου κράτους μέλους.

(25)

Τα διαχειριστικά μέτρα θα πρέπει να επιδιώκουν την αποφυγή κάθε δυσμενούς επίπτωσης στο περιβάλλον καθώς και στην υγεία του ανθρώπου. Η εξάλειψη και διαχείριση ορισμένων χωροκατακτητικών ξένων ειδών ζώων μπορεί μεν κρίνεται αναγκαία σε ορισμένες περιπτώσεις αλλά ενδέχεται να προκαλεί πόνο, αγωνία, φόβο ή άλλου είδους ταλαιπωρία στα ζώα ακόμη και με τη χρήση των βέλτιστων διαθέσιμων τεχνικών μέσων. Για τον λόγο αυτό, τα κράτη μέλη και κάθε φορέας που εμπλέκεται στην εξάλειψη, στον έλεγχο ή στον περιορισμό χωροκατακτητικών ξένων ειδών θα πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε τα ζώα να μην υφίστανται περιττό πόνο, αγωνία ή ταλαιπωρία κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, λαμβάνοντας υπόψη, στο μέτρο του δυνατού, τις βέλτιστες πρακτικές που ισχύουν στον συγκεκριμένο τομέα, για παράδειγμα τις κατευθυντήριες αρχές για την καλή μεταχείριση των ζώων που έχει εκπονήσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός για την Υγεία των Ζώων. Θα πρέπει να εξετάζεται η χρήση μη θανατηφόρων μεθόδων και να λαμβάνονται μέτρα για την ελαχιστοποίηση του αντίκτυπου στα μη στοχευόμενα είδη.

(26)

Τα χωροκατακτητικά ξένα είδη προκαλούν γενικά ζημίες στα οικοσυστήματα και μειώνουν την ανθεκτικότητα των οικοσυστημάτων αυτών. Συνεπώς, θα πρέπει να λαμβάνονται αναλογικά μέτρα αποκατάστασης για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των οικοσυστημάτων έναντι των εισβολών, την αποκατάσταση των προκαλούμενων ζημιών και για τη βελτίωση της κατάστασης διατήρησης των ειδών και των οικοτόπων τους σύμφωνα με τις οδηγίες 92/43/ΕΟΚ και 2009/147/ΕΚ, της οικολογικής κατάστασης των εσωτερικών επιφανειακών, των μεταβατικών, των παράκτιων και των υπόγειων υδάτων σύμφωνα με την οδηγία 2000/60/ΕΚ, καθώς και της περιβαλλοντικής κατάστασης των θαλάσσιων υδάτων σύμφωνα με την οδηγία 2008/56/ΕΚ. Το κόστος των εν λόγω μέτρων αποκατάστασης θα πρέπει να ανακτάται βάσει της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει».

(27)

Πρέπει να ενθαρρυνθούν η διασυνοριακή συνεργασία, ιδίως με τις γειτονικές χώρες, και ο συντονισμός μεταξύ κρατών μελών, ιδίως εντός της ίδιας βιογεωγραφικής περιοχής της Ένωσης, ώστε να υποβοηθηθεί η αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(28)

Το σύστημα αντιμετώπισης των χωροκατακτητικών ξένων ειδών θα πρέπει να υποστηρίζεται από ένα κεντρικό σύστημα πληροφοριών που να συνδυάζει τις υπάρχουσες πληροφορίες σχετικά με ξένα είδη στην Ένωση και να επιτρέπει την πρόσβαση σε πληροφορίες σχετικά με την παρουσία των ειδών, την εξάπλωσή τους, την οικολογία τους, το ιστορικό εισβολών τους, καθώς και σε κάθε άλλη πληροφορία απαραίτητη για την υποστήριξη των αποφάσεων που λαμβάνονται σε επίπεδο πολιτικής και διαχείρισης αλλά και να επιτρέπει την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών.

(29)

Με την οδηγία 2003/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20) θεσπίστηκε ένα πλαίσιο δημόσιας διαβούλευσης για τις αποφάσεις που σχετίζονται με το περιβάλλον. Κατά τον προσδιορισμό των δράσεων στο πεδίο των χωροκατακτητικών ξένων ειδών, η αποτελεσματική συμμετοχή του κοινού θα πρέπει να παρέχει στο κοινό τη δυνατότητα να εκφράζει, και στον φορέα λήψης αποφάσεων να λαμβάνει υπόψη, απόψεις και ανησυχίες ενδεχομένως σχετικές με τις εν λόγω αποφάσεις, ενισχύοντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, τη λογοδοσία και τη διαφάνεια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων και συμβάλλοντας στην ευαισθητοποίηση του κοινού σε περιβαλλοντικά θέματα και στην από πλευράς του υποστήριξη των αποφάσεων που λαμβάνονται.

(30)

Η συμμετοχή της επιστημονικής κοινότητας είναι σημαντική για την παροχή επαρκούς γνωσιακής βάσης για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιουργούνται από τα χωροκατακτητικά ξένα είδη. Θα πρέπει να συσταθεί ένα εξειδικευμένο επιστημονικό φόρουμ για την παροχή συμβουλών σχετικά με τις επιστημονικές πτυχές της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά την κατάρτιση και επικαιροποίηση του ενωσιακού καταλόγου, την εκτίμηση κινδύνου, τα μέτρα έκτακτης ανάγκης και τα μέτρα ταχείας εξάλειψης.

(31)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή σχετικά με την έγκριση και την επικαιροποίηση του ενωσιακού καταλόγου, τη μορφή των εγγράφων που χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία για τις άδειες, τη θέσπιση ενωσιακών μέτρων έκτακτης ανάγκης, τις απαιτήσεις εφαρμογής ορισμένων διατάξεων στα οικεία κράτη μέλη στις περιπτώσεις ενισχυμένης περιφερειακής συνεργασίας, την απόρριψη αποφάσεων κρατών μελών να μην λάβουν μέτρα εξάλειψης, και τους μορφοτύπους των εκθέσεων προς την Επιτροπή. Οι αρμοδιότητες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21).

(32)

Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι τελευταίες επιστημονικές εξελίξεις στον τομέα του περιβάλλοντος, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, αναφορικά με τον καθορισμό, αφενός, του τρόπου με τον οποίο θα συνάγεται το συμπέρασμα ότι τα χωροκατακτητικά ξένα είδη είναι ικανά να εγκαταστήσουν βιώσιμους πληθυσμούς και να εξαπλωθούν και, αφετέρου, των κοινών στοιχείων για τη διενέργεια των εκτιμήσεων κινδύνου. Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να προβαίνει η Επιτροπή σε κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια του προπαρασκευαστικού έργου της, συμπεριλαμβανομένων των διαβουλεύσεων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, η Επιτροπή θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(33)

Για να διασφαλιστεί η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό, είναι σημαντικό να επιβάλλουν τα κράτη μέλη αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης, λαμβάνοντας υπόψη το είδος και τη βαρύτητα της παράβασης, την αρχή της ανάκτησης του κόστους και την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει».

(34)

Με μέτρα που λαμβάνονται βάσει του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη δύνανται να επιβάλλουν υποχρεώσεις σε κατόχους ή χρήστες ξένων ειδών καθώς και στους ιδιοκτήτες ή μισθωτές των σχετικών εκτάσεων.

(35)

Για να δοθεί στους ιδιοκτήτες που δεν είναι έμποροι η δυνατότητα να διατηρήσουν τα ζώα συντροφιάς τους τα οποία ανήκουν σε είδη του καταλόγου των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος μέχρι τον φυσικό θάνατο του ζώου, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν μεταβατικά μέτρα, υπό την προϋπόθεση ότι τίθενται σε εφαρμογή όλα τα αναγκαία μέτρα για την αποτροπή της διαφυγής ή της αναπαραγωγής.

(36)

Για να δοθεί στις εμπορικές επιχειρήσεις που ενδέχεται να προστατεύονται βάσει της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, για παράδειγμα σε εκείνες που έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 708/2007, η δυνατότητα να εξαντλήσουν τα οικεία αποθέματα χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, δικαιολογείται να τους χορηγηθεί προθεσμία δύο ετών για να προβούν στη σφαγή, στην ανώδυνη θανάτωση, στην πώληση, ή, εφόσον συντρέχει περίπτωση, να παραδώσουν τα δείγματα σε εγκαταστάσεις έρευνας ή μη επιτόπιας διατήρησης.

(37)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η πρόληψη και διαχείριση του φαινομένου των χωροκατακτητικών ξένων ειδών, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίζει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη των εν λόγω στόχων.

(38)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να διατηρούν ή να θεσπίζουν κανόνες σχετικά με τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος οι οποίοι είναι αυστηρότεροι από αυτούς που θέτει ο παρών κανονισμός και, επιπλέον, να εφαρμόζουν διατάξεις ανάλογες με αυτές που προβλέπει ο παρών κανονισμός για τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος στα χωροκατακτητικά ξένα είδη εθνικού ενδιαφέροντος. Τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει να συνάδουν προς τη ΣΛΕΕ και να κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός ορίζει κανόνες για την πρόληψη, την ελαχιστοποίηση και τον μετριασμό των δυσμενών επιπτώσεων της εισαγωγής και εξάπλωσης, είτε εκούσιας είτε ακούσιας, χωροκατακτητικών ξένων ειδών στη βιοποικιλότητα στο εσωτερικό της Ένωσης.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε όλα τα χωροκατακτητικά ξένα είδη.

2.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται:

α)

σε είδη που αλλάζουν το φυσικό τους εύρος εξάπλωσης χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, αντιδρώντας στη μεταβολή των οικολογικών συνθηκών και στην κλιματική αλλαγή·

β)

σε γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 2 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ·

γ)

σε παθογόνα που προκαλούν νόσους ζώων· για τον σκοπό του παρόντος κανονισμού, ως νόσοι ζώων νοούνται οι λοιμώξεις και παρασιτώσεις των ζώων που προκαλούνται από ένα ή περισσότερα παθογόνα τα οποία μπορούν να μεταδοθούν σε ζώα ή σε ανθρώπους·

δ)

στους επιβλαβείς οργανισμούς που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I ή στο παράρτημα II της οδηγίας 2000/29/ΕΚ και στους επιβλαβείς οργανισμούς για τους οποίους έχουν ληφθεί μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας·

ε)

σε είδη που περιλαμβάνονται στο παράρτημα IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 708/2007 στις περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται στην υδατοκαλλιέργεια·

στ)

σε μικροοργανισμούς που παρασκευάζονται ή εισάγονται για χρήση σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα τα οποία έχουν ήδη αδειοδοτηθεί ή για τα οποία βρίσκεται σε εξέλιξη σχετική αξιολόγηση δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1107/2009· ή

ζ)

σε μικροοργανισμούς που παρασκευάζονται ή εισάγονται για χρήση σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα τα οποία έχουν ήδη αδειοδοτηθεί ή για τα οποία βρίσκεται σε εξέλιξη σχετική αξιολόγηση δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 528/2012.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «ξένα είδη»: ζώντα δείγματα ενός είδους, ενός υποείδους ή μιας κατώτερης ταξινομικής βαθμίδας ζώων, φυτών, μυκήτων ή μικροοργανισμών τα οποία εισάγονται εκτός του φυσικού τους εύρους εξάπλωσης· στον ορισμό αυτό συμπεριλαμβάνονται οποιοδήποτε μέρος, γαμέτες, σπόροι, αυγά ή πολλαπλασιαστικές μονάδες των εν λόγω ειδών, καθώς και κάθε υβρίδιο, ποικιλία ή φυλή που θα μπορούσε να επιβιώσει και στη συνέχεια να αναπαραχθεί·

2)   «χωροκατακτητικά ξένα είδη»: ξένα είδη των οποίων η εισαγωγή ή εξάπλωση έχει διαπιστωθεί ότι απειλεί ή επηρεάζει δυσμενώς τη βιοποικιλότητα και τις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες·

3)   «χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος»: χωροκατακτητικά ξένα είδη των οποίων οι δυσμενείς επιπτώσεις έχει κριθεί ότι απαιτούν συντονισμένη δράση σε ενωσιακό επίπεδο σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3·

4)   «χωροκατακτητικά ξένα είδη εθνικού ενδιαφέροντος»: χωροκατακτητικά ξένα είδη διαφορετικά από τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος, για τα οποία ένα κράτος μέλος φρονεί, βάσει επιστημονικών στοιχείων, ότι οι δυσμενείς επιπτώσεις της ελευθέρωσης και εξάπλωσής τους, ακόμη και όταν δεν έχουν επιβεβαιωθεί πλήρως, είναι σημαντικές για την επικράτειά του ή τμήμα αυτής και καθιστούν αναγκαία την ανάληψη δράσης στο επίπεδο του εν λόγω κράτους μέλους·

5)   «βιοποικιλότητα»: η ποικιλομορφία των ζώντων οργανισμών από όλες τις πηγές, μεταξύ άλλων από τα χερσαία, τα θαλάσσια και άλλα υδάτινα οικοσυστήματα και τα οικολογικά συμπλέγματα των οποίων αποτελούν τμήμα· στον ορισμό αυτό συμπεριλαμβάνεται η ποικιλότητα εντός και μεταξύ των ειδών και η ποικιλότητα των οικοσυστημάτων·

6)   «οικοσυστημικές υπηρεσίες»: οι άμεσες και έμμεσες συνεισφορές των οικοσυστημάτων στην ευημερία του ανθρώπου·

7)   «εισαγωγή»: η μετακίνηση, ως συνέπεια ανθρώπινης παρέμβασης, ενός είδους εκτός του φυσικού του εύρους εξάπλωσης·

8)   «έρευνα»: περιγραφική ή πειραματική εργασία που εκτελείται υπό ρυθμιζόμενες συνθήκες για τη συλλογή νέων επιστημονικών πορισμάτων ή την ανάπτυξη νέων προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των αρχικών φάσεων ταυτοποίησης, χαρακτηρισμού και απομόνωσης γενετικών χαρακτηριστικών των χωροκατακτητικών ξένων ειδών, εκτός των χαρακτηριστικών που καθιστούν το είδος χωροκατακτητικό, μόνον στον βαθμό που είναι αναγκαίο για τη γενετική ενσωμάτωση των χαρακτηριστικών αυτών σε μη χωροκατακτητικά είδη·

9)   «υπό περιορισμό»: διατήρηση ενός οργανισμού σε κλειστές εγκαταστάσεις από όπου είναι αδύνατη η διαφυγή ή εξάπλωση·

10)   «μη επιτόπια διατήρηση»: η διατήρηση στοιχείων βιολογικής ποικιλότητας εκτός του φυσικού τους οικοτόπου·

11)   «διαδρομές»: οι οδοί και οι μηχανισμοί εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών·

12)   «έγκαιρος εντοπισμός»: η επιβεβαίωση της παρουσίας δειγμάτων ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους στο περιβάλλον προτού αυτό εξαπλωθεί ευρέως·

13)   «εξάλειψη»: η πλήρης και μόνιμη απομάκρυνση του πληθυσμού χωροκατακτητικών ξένων ειδών με θανατηφόρα ή μη θανατηφόρα μέτρα·

14)   «έλεγχος πληθυσμού»: θανατηφόρα ή μη θανατηφόρα μέτρα που εφαρμόζονται στον πληθυσμό ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους, με ταυτόχρονη ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων στα μη στοχευόμενα είδη και τους οικοτόπους τους, με σκοπό τη διατήρηση του αριθμού των ατόμων στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο, έτσι ώστε, αν και δεν είναι εφικτή η εξάλειψη του είδους, να ελαχιστοποιηθούν η χωροκατακτητική του ικανότητα και οι δυσμενείς επιπτώσεις του στη βιοποικιλότητα, στις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες, στην υγεία του ανθρώπου ή στην οικονομία·

15)   «περιορισμός»: μέτρα που αποσκοπούν στη δημιουργία φραγμών για την ελαχιστοποίηση του κινδύνου διασποράς του πληθυσμού ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους και εξάπλωσής του πέραν της περιοχής εισβολής·

16)   «ευρέως εξαπλωμένο»: ένα χωροκατακτητικό ξένο είδος του οποίου ο πληθυσμός έχει υπερβεί το στάδιο του εγκλιματισμού, κατά το οποίο διατηρείται ένας αυτοσυντηρούμενος πληθυσμός, και έχει εξαπλωθεί προκειμένου να αποικίσει μεγάλο μέρος του πιθανού εύρους όπου μπορεί να επιβιώσει και να αναπαραχθεί·

17)   «διαχείριση»: οποιοδήποτε θανατηφόρο ή μη θανατηφόρο μέτρο αποσκοπεί στην εξάλειψη, στον έλεγχο του πληθυσμού ή στον περιορισμό του πληθυσμού ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους, με ταυτόχρονη ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων στα μη στοχευόμενα είδη και τους οικοτόπους τους·

Άρθρο 4

Κατάλογος χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος

1.   Η Επιτροπή εκδίδει μέσω εκτελεστικών πράξεων κατάλογο χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος («ενωσιακός κατάλογος»), με βάση τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 27 παράγραφος 2. Το σχέδιο εκτελεστικής πράξης υποβάλλεται στην επιτροπή του άρθρου 27 παράγραφος 1 έως τις 2 Ιανουαρίου 2016.

2.   Η Επιτροπή αναθεωρεί πλήρως τον ενωσιακό κατάλογο τουλάχιστον ανά έξι έτη και, εν τω μεταξύ, τον επικαιροποιεί όπως απαιτείται σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 1:

α)

είτε προσθέτοντας νέα χωροκατακτητικά ξένα είδη·

β)

είτε αφαιρώντας όσα από τα είδη του καταλόγου δεν πληρούν πλέον οποιοδήποτε από τα κριτήρια που ορίζονται στην παράγραφο 3.

3.   Χωροκατακτητικά ξένα είδη εγγράφονται στον ενωσιακό κατάλογο μόνον εάν πληρούν όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

διαπιστώνεται βάσει των διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων ότι είναι ξένα προς την επικράτεια της Ένωσης, εξαιρουμένων των εξόχως απόκεντρων περιοχών της·

β)

διαπιστώνεται βάσει των διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων ότι είναι ικανά να εγκαταστήσουν βιώσιμο πληθυσμό και να εξαπλωθούν στο περιβάλλον υπό τις παρούσες συνθήκες και υπό προβλέψιμες συνθήκες κλιματικής αλλαγής σε μία βιογεωγραφική περιοχή η οποία ανήκει σε περισσότερα από δύο κράτη μέλη ή σε μία θαλάσσια υποπεριοχή, εξαιρουμένων των εξόχως απόκεντρων περιοχών τους·

γ)

διαπιστώνεται, βάσει διαθέσιμων επιστημονικών στοιχείων, ότι είναι πιθανόν να έχουν σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα και στις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες, και ενδέχεται επίσης να έχουν δυσμενή αντίκτυπο στην υγεία του ανθρώπου ή στην οικονομία·

δ)

καταδεικνύεται μέσω εκτίμησης κινδύνου που έχει διενεργηθεί δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1 ότι απαιτείται δράση σε ενωσιακό επίπεδο για την αποτροπή της εισαγωγής, της εγκατάστασης και της εξάπλωσής τους·

ε)

αναμένεται ότι η συμπερίληψη στον κατάλογο θα αποτρέψει, θα ελαχιστοποιήσει ή θα μετριάσει αποτελεσματικά τις δυσμενείς επιπτώσεις τους.

4.   Τα κράτη μέλη μπορούν να υποβάλλουν στην Επιτροπή αιτήματα εγγραφής χωροκατακτητικών ξένων ειδών στον ενωσιακό κατάλογο. Τα αιτήματα αυτά περιλαμβάνουν όλα τα ακόλουθα:

α)

το όνομα του είδους·

β)

εκτίμηση κινδύνου που έχει διενεργηθεί δυνάμει του άρθρου 5 παράγραφος 1·

γ)

στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πληρούνται τα κριτήρια της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

5.   Ο ενωσιακός κατάλογος αναφέρει, όποτε συντρέχει περίπτωση, τα εμπορεύματα με τα οποία συνδέονται κατά κανόνα τα χωροκατακτητικά ξένα είδη καθώς και τους κωδικούς των εν λόγω εμπορευμάτων βάσει της συνδυασμένης ονοματολογίας, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου (22), με αναφορά των κατηγοριών εμπορευμάτων που υπόκεινται σε επίσημους ελέγχους σύμφωνα με το άρθρο 15 του παρόντος κανονισμού.

6.   Κατά την έγκριση ή την επικαιροποίηση του ενωσιακού καταλόγου, η Επιτροπή εφαρμόζει τα κριτήρια της παραγράφου 3 λαμβάνοντας επαρκώς υπόψη το κόστος εφαρμογής για τα κράτη μέλη, το κόστος μη ανάληψης δράσης, την οικονομική αποδοτικότητα και τις κοινωνικο-οικονομικές πτυχές. Ο κατάλογος συμπεριλαμβάνει κατά προτεραιότητα τα χωροκατακτητικά ξένα είδη τα οποία:

α)

δεν απαντώνται επί του παρόντος στην επικράτεια της Ένωσης ή των οποίων η εισβολή βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, και τα οποία θεωρείται ότι είναι πιο πιθανό να έχουν σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις·

β)

έχουν ήδη εγκατασταθεί στην Ένωση και έχουν τις πλέον σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις.

7.   Στην πρότασή της για τον ενωσιακό κατάλογο η Επιτροπή εξηγεί επίσης γιατί οι στόχοι του παρόντος κανονισμού μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα με τη λήψη μέτρων σε ενωσιακό επίπεδο.

Άρθρο 5

Εκτίμηση κινδύνου

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 4, διενεργείται για το σύνολο του τρέχοντος και του δυνητικού εύρους εξάπλωσης των χωροκατακτητικών ξένων ειδών εκτίμηση κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τα εξής στοιχεία:

α)

περιγραφή των χωροκατακτητικών ξένων ειδών με την ταξινομική τους ταυτότητα, το ιστορικό τους, το φυσικό και το δυνητικό εύρος εξάπλωσής τους·

β)

περιγραφή των προτύπων και της δυναμικής αναπαραγωγής και εξάπλωσής τους, συμπεριλαμβανομένης εκτίμησης του κατά πόσον υφίστανται οι περιβαλλοντικές συνθήκες που απαιτούνται για την αναπαραγωγή και εξάπλωσή τους·

γ)

περιγραφή των πιθανών διαδρομών εισαγωγής και εξάπλωσης των ειδών αυτών, εκούσιας και ακούσιας, συμπεριλαμβανομένων κατά περίπτωση των εμπορευμάτων με τα οποία συνδέονται κατά κανόνα τα εν λόγω είδη·

δ)

ενδελεχή εκτίμηση του κινδύνου εισαγωγής, εγκατάστασης και εξάπλωσης στις σχετικές βιογεωγραφικές περιοχές υπό τις παρούσες συνθήκες και υπό προβλέψιμες συνθήκες κλιματικής αλλαγής·

ε)

περιγραφή της τρέχουσας κατανομής του χωροκατακτητικού ξένου είδους, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον το εν λόγω είδος είναι ήδη παρόν στην Ένωση ή σε γειτονικές χώρες και πρόβλεψη της πιθανής μελλοντικής κατανομής του·

στ)

περιγραφή των δυσμενών επιπτώσεων στη βιοποικιλότητα και στις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων στα ιθαγενή είδη, στις προστατευόμενες περιοχές, στους απειλούμενους οικοτόπους καθώς επίσης στην υγεία του ανθρώπου, στην ασφάλεια και στην οικονομία, με εκτίμηση της πιθανότητας μελλοντικών επιπτώσεων λαμβανομένης υπόψη της διαθέσιμης επιστημονικής γνώσης·

ζ)

εκτίμηση του δυνητικού κόστους των ζημιών·

η)

περιγραφή των γνωστών χρήσεων και των κοινωνικοοικονομικών οφελών που προκύπτουν από αυτές τις χρήσεις.

2.   Η Επιτροπή διενεργεί τις εκτιμήσεις κινδύνου του άρθρου 4 παράγραφος 3 στοιχείο δ), έχοντας υπόψη τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, προκειμένου να προτείνει είδη προς συμπερίληψη στον κατάλογο των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος.

Όποτε ένα κράτος μέλος υποβάλλει αίτημα για τη συμπερίληψη ενός είδους στον ενωσιακό κατάλογο, αναλαμβάνει την ευθύνη διενέργειας εκτίμησης κινδύνου κατά το άρθρο 4 παράγραφος 4 σημείο β) έχοντας υπόψη τα στοιχεία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Όταν κρίνεται αναγκαίο, η Επιτροπή δύναται να συντρέχει τα κράτη μέλη κατά την εκπόνηση των εν λόγων εκτιμήσεων κινδύνου σε θέματα που άπτονται της ευρωπαϊκής τους διάστασης.

3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 29 για τον ακριβέστερο προσδιορισμό του τύπου των αποδεκτών στοιχείων για τους σκοπούς του άρθρου 4 παράγραφος 3 στοιχείο β) και για την λεπτομερή περιγραφή της εφαρμογής των στοιχείων α) έως η) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Η εν λόγω λεπτομερής περιγραφή περιλαμβάνει τη μεθοδολογία που θα εφαρμόζεται για την αξιολόγηση των στοιχείων αυτών, λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά εθνικά και διεθνή πρότυπα και την ανάγκη να δοθεί προτεραιότητα στη δράση κατά των χωροκατακτητικών ξένων ειδών που συνδέονται με, ή είναι ικανά να προκαλέσουν, σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα ή τις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες, καθώς και στην υγεία του ανθρώπου ή την οικονομία, κάτι που συνιστά επιβαρυντικό παράγοντα. Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό η Επιτροπή να ακολουθεί τη συνήθη πρακτική της και να πραγματοποιεί διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες, συμπεριλαμβανομένων των εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών, πριν από την έκδοση των εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

Άρθρο 6

Διατάξεις για τις εξόχως απόκεντρες περιοχές

1.   Τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος δεν υπόκεινται στις διατάξεις του άρθρου 7 ή των άρθρων 13 έως 20 στις εξόχως απόκεντρες περιοχές.

2.   Το αργότερο στις 2 Ιανουαρίου 2017, κάθε κράτος μέλος που διαθέτει εξόχως απόκεντρες περιοχές εγκρίνει κατάλογο χωροκατακτητικών ξένων ειδών που ενδιαφέρουν καθεμιά από τις εξόχως απόκεντρες περιοχές του, κατόπιν διαβούλευσης με τις εν λόγω περιοχές.

3.   Όσον αφορά τα χωροκατακτητικά ξένα είδη που περιλαμβάνονται στους καταλόγους της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη δύνανται, εντός των αντίστοιχων εξόχως απόκεντρων περιοχών, να εφαρμόσουν μέτρα όμοια με αυτά που προβλέπονται στα άρθρα 7 έως 9, 13 έως 17, 19 και 20, όπως κρίνεται πρόσφορο. Τα εν λόγω μέτρα συνάδουν προς τη ΣΛΕΕ και κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης.

4.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή τους καταλόγους της παραγράφου 2, καθώς και κάθε επικαιροποίηση των εν λόγω καταλόγων, και ενημερώνουν σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΠΡΟΛΗΨΗ

Άρθρο 7

Περιορισμοί

1.   Τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος δεν αποτελούν εκούσια το αντικείμενο καμίας από τις ακόλουθες ενέργειες:

α)

εισαγωγή στην επικράτεια της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της διαμετακόμισης υπό τελωνειακή επιτήρηση·

β)

διατήρηση, ακόμη και υπό περιορισμό·

γ)

εκτροφή, ακόμη και υπό περιορισμό·

δ)

μεταφορά, από την Ένωση ή εντός αυτής, με εξαίρεση τη μεταφορά ειδών σε εγκαταστάσεις με σκοπό την εξάλειψή τους·

ε)

διάθεση στην αγορά·

στ)

χρήση ή ανταλλαγή·

ζ)

παροχή της δυνατότητας αναπαραγωγής ή καλλιέργεια, ακόμη και υπό περιορισμό·

η)

ελευθέρωση στο περιβάλλον.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να αποτρέψουν την ακούσια εισαγωγή ή εξάπλωση, και εκ βαρείας αμελείας, όπου συντρέχει τέτοια περίπτωση, των ξένων χωροκατακτητικών ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος.

Άρθρο 8

Άδειες

1.   Κατά παρέκκλιση των περιορισμών που επιβάλλονται στα στοιχεία α), β), γ), δ), στ) και ζ) του άρθρου 7 παράγραφος 1, και τηρουμένης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη θεσπίζουν σύστημα αδειοδότησης που επιτρέπει σε ορισμένες εγκαταστάσεις να προβαίνουν σε έρευνα ή μη επιτόπια διατήρηση με αντικείμενο χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος. Στις περιπτώσεις που η χρήση προϊόντων προερχόμενων από χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος είναι αναγκαία για την προαγωγή της υγείας του ανθρώπου, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να συμπεριλάβουν την επιστημονική παραγωγή και την επακόλουθη φαρμακευτική χρήση στο σύστημα αδειοδότησης.

2.   Τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν τις σχετικές αρμόδιες αρχές να εκδίδουν τις άδειες της παραγράφου 1 για δραστηριότητες εκτελούμενες σε συνθήκες διατήρησης υπό περιορισμό οι οποίες πληρούν τους ακόλουθους όρους:

α)

για τη διατήρηση και τον χειρισμό του χωροκατακτητικού ξένου είδους ενωσιακού ενδιαφέροντος χρησιμοποιούνται οι χώροι διατήρησης υπό περιορισμό που αναφέρονται στην παράγραφο 3·

β)

η δραστηριότητα εκτελείται από προσωπικό που διαθέτει κατάλληλα προσόντα, όπως ορίζουν οι αρμόδιες αρχές·

γ)

η μεταφορά προς και από τον χώρο διατήρησης υπό περιορισμό εκτελείται υπό συνθήκες που αποκλείουν τη διαφυγή των χωροκατακτητικών ξένων ειδών σύμφωνα με τα οριζόμενα στην άδεια·

δ)

στην περίπτωση χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος που είναι ζώα, αυτά σημαίνονται ή ταυτοποιούνται αποτελεσματικά με άλλον τρόπο, εφόσον είναι πρόσφορο, με τη χρήση μεθόδων που δεν προκαλούν πόνο, αγωνία ή ταλαιπωρία που είναι δυνατόν να αποφεύγεται·

ε)

επιτυγχάνεται αποτελεσματική διαχείριση του κινδύνου διαφυγής ή εξάπλωσης ή απομάκρυνσης, λαμβάνοντας υπόψη την ταυτότητα, τη βιολογία και τα μέσα διασποράς του είδους, την προβλεπόμενη δραστηριότητα και τον αντίστοιχο χώρο διατήρησης υπό περιορισμό, την αλληλεπίδραση με το περιβάλλον και άλλους συναφείς παράγοντες·

στ)

εφαρμόζεται συνεχής επιτήρηση και εκπονείται από τον αιτούντα ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση πιθανής διαφυγής ή εξάπλωσης, συμπεριλαμβανομένου σχεδίου εξάλειψης. Το σχέδιο έκτακτης ανάγκης εγκρίνεται από τη σχετική αρμόδια αρχή. Σε περίπτωση διαφυγής ή εξάπλωσης, το σχέδιο έκτακτης ανάγκης τίθεται αμέσως σε εφαρμογή και είναι δυνατή η προσωρινή ή μόνιμη ανάκληση της άδειας.

Η άδεια της παραγράφου 1 περιορίζεται σε αριθμό χωροκατακτητικών ξένων ειδών και δειγμάτων που δεν υπερβαίνει τη δυναμικότητα του χώρου διατήρησης υπό περιορισμό. Περιλαμβάνει τους περιορισμούς που απαιτούνται για τον μετριασμό του κινδύνου διαφυγής ή εξάπλωσης του εκάστοτε είδους. Συνοδεύει πάντα τα χωροκατακτητικά ξένα είδη που αφορά, όταν αυτά διατηρούνται, εισάγονται στην Ένωση και μεταφέρονται στο εσωτερικό της.

3.   Τα δείγματα θεωρείται ότι διατηρούνται υπό περιορισμό εάν πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

α)

είναι φυσικώς απομονωμένα και δεν μπορούν να διαφύγουν ή να εξαπλωθούν ή να απομακρυνθούν από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα από τους χώρους όπου διατηρούνται υπό περιορισμό·

β)

πρωτόκολλα καθαρισμού, διαχείρισης αποβλήτων και συντήρησης διασφαλίζουν ότι τα δείγματα ή αναπαραγώγιμα μέρη τους δεν μπορούν να διαφύγουν, να εξαπλωθούν ή να απομακρυνθούν από μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα·

γ)

η απομάκρυνση των δειγμάτων από τους χώρους διατήρησης υπό περιορισμό, η διάθεση ή καταστροφή ή ανώδυνη θανάτωσή τους εκτελούνται με τρόπο που αποκλείει τον πολλαπλασιασμό ή την αναπαραγωγή τους εκτός των χώρων διατήρησης υπό περιορισμό.

4.   Κατά την υποβολή αίτησης για άδεια, ο αιτών προσκομίζει όλα τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία ώστε να μπορεί η αρμόδια αρχή να κρίνει κατά πόσον πληρούνται οι όροι των παραγράφων 2 και 3.

5.   Τα κράτη μέλη εξουσιοδοτούν τη σχετική αρμόδια αρχή να ανακαλέσει ανά πάσα στιγμή την άδεια, οριστικά ή προσωρινά, εάν επέλθουν απρόβλεπτα συμβάντα με δυσμενείς επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα ή τις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες. Η ανάκληση άδειας αιτιολογείται από επιστημονικούς λόγους και, εάν οι επιστημονικές πληροφορίες δεν είναι ακόμη επαρκείς, βάσει της αρχής της προφύλαξης και λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τους εθνικούς διοικητικούς κανόνες.

6.   Η Επιτροπή εγκρίνει, μέσω εκτελεστικής πράξης, τη μορφή του εγγράφου που χρησιμοποιείται ως αποδεικτικό στοιχείο για την άδεια που χορηγείται από τις αρμόδιες αρχές κράτους μέλους. Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 27 παράγραφος 2. Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν αυτή τη μορφή για το έγγραφο που συνοδεύει την άδεια.

7.   Για όλες τις άδειες που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη θέτουν αμελλητί στη διάθεση του κοινού στο διαδίκτυο τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

την επιστημονική και την κοινή ονομασία του χωροκατακτητικού ξένου είδους ενωσιακού ενδιαφέροντος για το οποίο χορηγήθηκε η άδεια·

β)

το πλήθος ή τον όγκο των σχετικών δειγμάτων·

γ)

τον σκοπό για τον οποίο χορηγήθηκε η άδεια·

δ)

τους κωδικούς της συνδυασμένης ονοματολογίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87.

8.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι επιθεωρήσεις διενεργούνται από τις αρμόδιες αρχές ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση της εγκατάστασης με τους όρους που προβλέπονται στην εκδοθείσα άδεια.

Άρθρο 9

Εγκρίσεις

1.   Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, για λόγους επιτακτικού δημόσιου συμφέροντος, μεταξύ άλλων κοινωνικής ή οικονομικής φύσης, τα κράτη μέλη δύνανται να δώσουν άδεια στις εγκαταστάσεις να διεξάγουν δραστηριότητες διαφορετικές από αυτές του άρθρου 8 παράγραφος 1 κατόπιν σχετικής έγκρισης της Επιτροπής, σύμφωνα με τη διαδικασία του παρόντος άρθρου και υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 2 και 3.

2.   Η Επιτροπή εκπονεί και διαχειρίζεται ένα ηλεκτρονικό σύστημα εγκρίσεων και αποφαίνεται επί των αιτήσεων έγκρισης εντός 60 ημερών από τη λήψη τους.

3.   Οι αιτήσεις έγκρισης υποβάλλονται από τα κράτη μέλη μέσω του συστήματος της παραγράφου 2.

4.   Η αίτηση έγκρισης περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

α)

προσδιορισμό της εγκατάστασης ή των ομάδων εγκαταστάσεων συμπεριλαμβανομένου του ονόματος και της διεύθυνσής τους·

β)

την επιστημονική και την κοινή ονομασία του χωροκατακτητικού ξένου είδους ενωσιακού ενδιαφέροντος για το οποίο ζητείται έγκριση·

γ)

τους κωδικούς της συνδυασμένης ονοματολογίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87·

δ)

το πλήθος ή τον όγκο των σχετικών δειγμάτων·

ε)

τους λόγους που δικαιολογούν την ανάγκη λήψης της σχετικής έγκρισης·

στ)

λεπτομερή περιγραφή των μέτρων που έχουν προβλεφθεί ώστε να διασφαλιστεί ότι δεν είναι δυνατή η διαφυγή ή η εξάπλωση από τις εγκαταστάσεις διατήρησης υπό περιορισμό που θα χρησιμοποιηθούν για τη διατήρηση και τον χειρισμό του χωροκατακτητικού ξένου είδους, καθώς και των μέτρων που θα διασφαλίσουν ότι τυχόν μεταφορά του είδους που ενδεχομένως απαιτηθεί θα διεξαχθεί με τρόπο που καθιστά αδύνατη τη διαφυγή του·

ζ)

εκτίμηση του κινδύνου διαφυγής του χωροκατακτητικού ξένου είδους ενωσιακού ενδιαφέροντος για το οποίο ζητείται έγκριση, συνοδευόμενη από περιγραφή των μέτρων μετριασμού του κινδύνου που θα εφαρμοστούν·

η)

περιγραφή του προβλεπόμενου συστήματος επιτήρησης και του σχεδίου έκτακτης ανάγκης που έχει καταρτιστεί για την αντιμετώπιση τυχόν διαφυγής ή εξάπλωσης, συμπεριλαμβανομένου σχεδίου εξάλειψης όποτε απαιτείται·

θ)

περιγραφή της σχετικής εθνικής νομοθεσίας που ισχύει για τις εν λόγω εγκαταστάσεις.

5.   Η έγκριση εκδίδεται από την Επιτροπή, η οποία και την κοινοποιεί στη σχετική αρμόδια αρχή του κράτους μέλους. Η έγκριση περιλαμβάνει τα στοιχεία που προβλέπει η παράγραφος 4 και ορίζει τη διάρκειά της. Ανεξάρτητα από τη διαδικασία που ακολουθήθηκε κατά την υποβολή της αίτησης σύμφωνα με το στοιχείο α) της παραγράφου 4, κάθε έγκριση αφορά συγκεκριμένη εγκατάσταση. Η έγκριση περιλαμβάνει επίσης διατάξεις σχετικά με την παροχή συμπληρωματικού αποθέματος ή αποθέματος αντικατάστασης στην εγκατάσταση, για τα οποία ζητείται έγκριση.

6.   Μετά τη χορήγηση της έγκρισης από την Επιτροπή, η σχετική αρμόδια αρχή μπορεί να εκδώσει την άδεια που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 4 έως 8. Η αρμόδια αρχή υποχρεούται να συμπεριλαμβάνει στις άδειες τις διατάξεις που περιέχονται στην έγκριση της Επιτροπής.

7.   Η Επιτροπή απορρίπτει την αίτηση έγκρισης εάν δεν εκπληρώνεται οποιαδήποτε από τις συναφείς υποχρεώσεις που προβλέπει ο παρών κανονισμός.

8.   Η Επιτροπή ενημερώνει το συντομότερο δυνατόν το οικείο κράτος μέλος για οποιαδήποτε αίτηση χορήγησης άδειας απορρίπτει βάσει της παραγράφου 7, προσδιορίζοντας τον λόγο της απόρριψης.

Άρθρο 10

Μέτρα έκτακτης ανάγκης

1.   Όταν ένα κράτος μέλος διαθέτει στοιχεία που αποδεικνύουν την παρουσία ή τον άμεσο κίνδυνο εισαγωγής στην επικράτειά του ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους που δεν περιλαμβάνεται στον ενωσιακό κατάλογο, αλλά για το οποίο οι σχετικές αρμόδιες αρχές έχουν διαπιστώσει, βάσει προκαταρκτικών επιστημονικών στοιχείων, ότι είναι πιθανό να πληροί τα κριτήρια του άρθρου 4 παράγραφος 3, το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να λάβει μέτρα έκτακτης ανάγκης που συνίστανται σε οποιονδήποτε από τους περιορισμούς του άρθρου 7 παράγραφος 1.

2.   Το κράτος μέλος που εφαρμόζει στην εθνική του επικράτεια μέτρα έκτακτης ανάγκης τα οποία περιλαμβάνουν την εφαρμογή του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχεία α), δ) ή ε) κοινοποιεί αμέσως στην Επιτροπή και σε όλα τα άλλα κράτη μέλη τα ληφθέντα μέτρα, καθώς και τα στοιχεία που δικαιολογούν τη λήψη τους.

3.   Το εν λόγω κράτος μέλος διενεργεί χωρίς καθυστέρηση, βάσει των διαθέσιμων τεχνικών και επιστημονικών πληροφοριών, και σε κάθε περίπτωση εντός 24 μηνών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης σχετικά με την εφαρμογή των μέτρων έκτακτης ανάγκης, εκτίμηση κινδύνου δυνάμει του άρθρου 5 για τα χωροκατακτητικά ξένα είδη που υπόκεινται στα μέτρα έκτακτης ανάγκης με σκοπό να συμπεριληφθούν στον ενωσιακό κατάλογο.

4.   Όταν η Επιτροπή λαμβάνει την κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου ή διαθέτει άλλα στοιχεία που αποδεικνύουν την παρουσία ή τον άμεσο κίνδυνο εισαγωγής στην Ένωση ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους που δεν περιλαμβάνεται στον ενωσιακό κατάλογο, αλλά είναι πιθανό να πληροί τα κριτήρια του άρθρου 4 παράγραφος 3, εξετάζει, με βάση προκαταρκτικά επιστημονικά στοιχεία, εάν το είδος αυτό είναι πιθανό να πληροί τα εν λόγω κριτήρια. Όταν η Επιτροπή αποφαίνεται ότι τα κριτήρια του άρθρου 4 παράγραφος 3 είναι πιθανό να πληρούνται, θεσπίζει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, μέτρα έκτακτης ανάγκης για την Ένωση, που συνίστανται σε οποιονδήποτε από τους περιορισμούς του άρθρου 7 παράγραφος 1 για περιορισμένη χρονική περίοδο αναφορικά με τους κινδύνους που ενέχει το συγκεκριμένο είδος. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 27 παράγραφος 2.

5.   Όταν εκδίδεται εκτελεστική πράξη από την Επιτροπή βάσει της παραγράφου 4, τα κράτη μέλη καταργούν ή τροποποιούν τα ληφθέντα μέτρα έκτακτης ανάγκης, όπως απαιτείται.

6.   Τα κράτη μέλη καταργούν ή τροποποιούν επίσης τα μέτρα έκτακτης ανάγκης που έχουν λάβει εάν η Επιτροπή, δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφος 1, συμπεριλάβει το χωροκατακτητικό ξένο είδος στον ενωσιακό κατάλογο.

7.   Εάν, μετά από εκτίμηση κινδύνου που διενεργήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή δεν συμπεριλάβει το χωροκατακτητικό ξένο είδος στον ενωσιακό κατάλογο, τα κράτη μέλη καταργούν τα μέτρα έκτακτης ανάγκης που έλαβαν δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και δύνανται να συμπεριλάβουν το εν λόγω είδος σε εθνικό κατάλογο χωροκατακτητικών ξένων ειδών εθνικού ενδιαφέροντος, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1, καθώς επίσης να εξετάσουν το ενδεχόμενο ενισχυμένης περιφερειακής συνεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 11.

Άρθρο 11

Χωροκατακτητικά ξένα είδη περιφερειακού ενδιαφέροντος και είδη ιθαγενή στην Ένωση

1.   Τα κράτη μέλη δύνανται να επιλέξουν, μεταξύ των ειδών του καταλόγου εθνικού ενδιαφέροντος που έχουν εκπονήσει σύμφωνα με το άρθρο 12, είδη ιθαγενή ή μη ιθαγενή στην Ένωση που απαιτούν ενισχυμένη περιφερειακή συνεργασία.

2.   Κατόπιν αιτήματος των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, η Επιτροπή λαμβάνει μέτρα για τη διευκόλυνση της συνεργασίας και του συντονισμού των οικείων κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1. Όποτε υπάρχει ανάγκη, με βάση τις επιπτώσεις ορισμένων χωροκατακτητικών ξένων ειδών στη βιοποικιλότητα και στις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες, καθώς επίσης στην υγεία του ανθρώπου και στην οικονομία, και υπό την προϋπόθεση ότι η σχετική ανάγκη επιβεβαιώνεται πλήρως κατόπιν ενδελεχούς ανάλυσης από το αιτούν κράτος μέλος των προβαλλόμενων λόγων για ενισχυμένη περιφερειακή συνεργασία, η Επιτροπή δύναται να ορίσει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, ότι τα οικεία κράτη μέλη εφαρμόζουν, τηρουμένων των αναλογιών, στην επικράτειά τους ή σε τμήμα αυτής, τις διατάξεις των άρθρων 13, 14 και 16, το άρθρο 17 παρά τις διατάξεις του άρθρου 18, καθώς και ότι εφαρμόζουν τα άρθρα 19 και 20, όπως απαιτείται. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 27 παράγραφος 2.

3.   Τα χωροκατακτητικά ξένα είδη περιφερειακού ενδιαφέροντος που είναι ιθαγενή ενός κράτους μέλους δεν υπόκεινται στις διατάξεις των άρθρων 13, 14, 16, 17, 19, 20 και 24 στην επικράτεια του εν λόγω κράτους μέλους. Τα κράτη μέλη όπου τα είδη αυτά είναι ιθαγενή συνεργάζονται με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη για την αξιολόγηση των διαδρομών σύμφωνα με το άρθρο 13 και, κατόπιν διαβούλευσης με τα άλλα κράτη μέλη, δύνανται να θεσπίσουν σχετικά μέτρα ώστε να αποφευχθεί η περαιτέρω εξάπλωση αυτών των ειδών σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 22 παράγραφος 1.

Άρθρο 12

Χωροκατακτητικά ξένα είδη εθνικού ενδιαφέροντος

1.   Τα κράτη μέλη δύνανται να εκπονούν εθνικό κατάλογο χωροκατακτητικών ξένων ειδών εθνικού ενδιαφέροντος. Για τα εν λόγω χωροκατακτητικά ξένα είδη, τα κράτη μέλη δύνανται να εφαρμόζουν, εντός της επικράτειάς τους, μέτρα όπως τα προβλεπόμενα στα άρθρα 7, 8, 13 έως 17, 19 και 20, όπως απαιτείται. Τα εν λόγω μέτρα συνάδουν προς τη ΣΛΕΕ και κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης.

2.   Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή και στα υπόλοιπα κράτη μέλη τα είδη που θεωρούν χωροκατακτητικά ξένα είδη εθνικού ενδιαφέροντος και τους περιορισμούς που ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 13

Σχέδια δράσης για τις διαδρομές των χωροκατακτητικών ξένων ειδών

1.   Το αργότερο εντός 18 μηνών από την ημερομηνία έγκρισης του ενωσιακού καταλόγου, τα κράτη μέλη διενεργούν ενδελεχή ανάλυση των διαδρομών ακούσιας εισαγωγής και εξάπλωσης των χωροκατακτητικών ξένων ειδών, κατ’ ελάχιστον στην επικράτειά τους, καθώς και στα θαλάσσια ύδατά τους όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 1) της οδηγίας 2008/56/ΕΚ, και προσδιορίζουν τις διαδρομές που απαιτούν δράση κατά προτεραιότητα («διαδρομές προτεραιότητας»), λόγω του όγκου των ειδών ή των δυνητικών ζημιών που προκαλούνται από τα είδη που εισέρχονται στην Ένωση ακολουθώντας αυτές τις διαδρομές.

2.   Εντός τριών ετών από την ημερομηνία έγκρισης του ενωσιακού καταλόγου κάθε κράτος μέλος θεσπίζει και εφαρμόζει είτε ένα σχέδιο δράσης είτε σειρά σχεδίων δράσης για την αντιμετώπιση των διαδρομών προτεραιότητας που έχει προσδιορίσει δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Τα εν λόγω σχέδια δράσης περιλαμβάνουν χρονοδιαγράμματα ενεργειών και περιγράφουν τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν και, κατά περίπτωση, εθελοντικές ενέργειες και κώδικες ορθής πρακτικής για την αντιμετώπιση των διαδρομών προτεραιότητας και την αποτροπή της ακούσιας εισαγωγής και εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών προς την Ένωση ή εντός αυτής.

3.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την ύπαρξη συντονισμού με στόχο την εκπόνηση σχεδίου δράσης ή σειράς σχεδίων δράσης συντονισμένων στο κατάλληλο περιφερειακό επίπεδο βάσει του άρθρου 22 παράγραφος 1. Στις περιπτώσεις που δεν εκπονούνται τέτοια περιφερειακά σχέδια δράσης, τα κράτη μέλη εκπονούν και εφαρμόζουν σχέδια δράσης που καλύπτουν την επικράτειά τους και τα οποία συντονίζονται στον μέγιστο δυνατό βαθμό στο κατάλληλο περιφερειακό επίπεδο.

4.   Τα σχέδια δράσης της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνουν, ειδικότερα, μέτρα βασισμένα σε ανάλυση κόστους-οφέλους που αποσκοπούν στα εξής:

α)

να ευαισθητοποιήσουν·

β)

να ελαχιστοποιήσουν την επιμόλυνση εμπορευμάτων και αγαθών, καθώς και κάθε οχήματος και εξοπλισμού, από δείγματα χωροκατακτητικών ξένων ειδών, συμπεριλαμβανομένων μέτρων για την αντιμετώπιση της μεταφοράς χωροκατακτητικών ξένων ειδών από τρίτες χώρες·

γ)

να διασφαλίσουν ότι διενεργούνται κατάλληλοι έλεγχοι στα σύνορα της Ένωσης, εκτός των επίσημων ελέγχων που διενεργούνται δυνάμει του άρθρου 15.

5.   Τα σχέδια δράσης που εκπονούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2 διαβιβάζονται χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή. Τουλάχιστον ανά εξαετία μετά την τελευταία διαβίβαση, τα κράτη μέλη αναθεωρούν τα σχέδια δράσης και τα διαβιβάζουν εκ νέου στην Επιτροπή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΕΓΚΑΙΡΗ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΑΧΕΙΑ ΕΞΑΛΕΙΨΗ

Άρθρο 14

Σύστημα επιτήρησης

1.   Εντός 18 μηνών από την ημερομηνία έγκρισης του ενωσιακού καταλόγου τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή, ή εντάσσουν στο ήδη υπάρχον σύστημά τους, σύστημα επιτήρησης των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος, το οποίο συλλέγει και καταγράφει δεδομένα σχετικά με την εμφάνιση χωροκατακτητικών ξένων ειδών στο περιβάλλον, μέσω έρευνας, παρακολούθησης ή άλλων διαδικασιών, με σκοπό την αποτροπή της εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών στην Ένωση.

2.   Το σύστημα επιτήρησης της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου:

α)

καλύπτει την επικράτεια των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων των θαλάσσιων χωρικών υδάτων, με σκοπό τη διαπίστωση της παρουσίας και κατανομής νέων και ήδη εγκαταστημένων χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος·

β)

είναι επαρκώς δυναμικό ώστε να ανιχνεύει γρήγορα την εμφάνιση στο περιβάλλον της επικράτειας ή μέρους της επικράτειας των κρατών μελών κάθε χωροκατακτητικού ξένου είδους ενωσιακού ενδιαφέροντος, η παρουσία του οποίου ήταν προηγουμένως άγνωστη·

γ)

αναπτύσσει περαιτέρω, χωρίς ασυμβατότητες και αλληλοεπικαλύψεις, τις σχετικές διατάξεις περί αξιολόγησης και παρακολούθησης που θεσπίζονται από το δίκαιο της Ένωσης ή διεθνείς συμφωνίες και αξιοποιεί τις πληροφορίες που παρέχονται από τα υπάρχοντα συστήματα επιτήρησης και παρακολούθησης όπως περιγράφονται στο άρθρο 11 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, στο άρθρο 8 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ και στο άρθρο 11 της οδηγίας 2008/56/ΕΚ·

δ)

λαμβάνει υπόψη τις σχετικές διασυνοριακές επιπτώσεις και τα σχετικά διασυνοριακά χαρακτηριστικά, στον βαθμό που είναι εφικτό.

Άρθρο 15

Επίσημοι έλεγχοι

1.   Το αργότερο στις 2 Ιανουαρίου 2016, τα κράτη μέλη εγκαθιστούν πλήρως λειτουργικές δομές για τη διενέργεια των επίσημων ελέγχων οι οποίοι είναι απαραίτητοι για την αποτροπή της εκούσιας εισαγωγής στην Ένωση χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος. Οι εν λόγω επίσημοι έλεγχοι ισχύουν για τις κατηγορίες εμπορευμάτων που εμπίπτουν στους κωδικούς της συνδυασμένης ονοματολογίας στις οποίες γίνεται αναφορά στον ενωσιακό κατάλογο, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 5.

2.   Οι αρμόδιες αρχές διενεργούν τους δέοντες ελέγχους βάσει των κινδύνων στα εμπορεύματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου επαληθεύοντας ότι:

α)

δεν περιλαμβάνονται στον ενωσιακό κατάλογο· ή

β)

καλύπτονται από εν ισχύι άδεια όπως αναφέρεται στο άρθρο 8.

3.   Οι έλεγχοι που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, οι οποίοι περιλαμβάνουν έλεγχο εγγράφων, ταυτότητας και, όπου απαιτείται, φυσικούς ελέγχους, διενεργούνται τη στιγμή της εισαγωγής των εμπορευμάτων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου στην Ένωση. Στις περιπτώσεις που η νομοθεσία της Ένωσης σχετικά με τους επίσημους ελέγχους ήδη προβλέπει συγκεκριμένους επίσημους ελέγχους σε συνοριακές οντότητες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 και τις οδηγίες 91/496/ΕΟΚ και 97/78/ΕΚ ή σε σημεία εισόδου σύμφωνα με την οδηγία 2000/29/ΕΚ, για τις κατηγορίες εμπορευμάτων της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, τα κράτη μέλη αναθέτουν την ευθύνη διενέργειας των ελέγχων της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου στις αρμόδιες αρχές στις οποίες έχει ανατεθεί η διενέργεια τέτοιων ελέγχων βάσει του άρθρου 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 ή του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο ζ) της οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

4.   Για τον χειρισμό σε ελεύθερες ζώνες ή ελεύθερες αποθήκες των εμπορευμάτων της παραγράφου 1 και την υπαγωγή τους στις τελωνειακές διαδικασίες της θέσης σε ελεύθερη κυκλοφορία, της διαμετακόμισης, της τελωνειακής αποταμίευσης, της τελειοποίησης προς επανεξαγωγή, της μεταποίησης υπό τελωνειακό έλεγχο και της άδειας προσωρινής εισαγωγής απαιτείται η υποβολή των κάτωθι εγγράφων στις τελωνειακές αρχές:

α)

του σχετικού εγγράφου εισόδου, δεόντως συμπληρωμένου από τις αρμόδιες αρχές της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, που βεβαιώνει ότι πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στην παράγραφο 2του παρόντος άρθρου, στις περιπτώσεις που οι έλεγχοι έχουν διενεργηθεί σε συνοριακές οντότητες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 και τις οδηγίες 91/496/ΕΟΚ και 97/78/ΕΚ ή σε σημεία εισόδου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ι) της οδηγίας 2000/29/ΕΚ. Ακολουθείται υποχρεωτικά η τελωνειακή διαδικασία που αναφέρεται στο εν λόγω έγγραφο· ή

β)

άλλου εγγράφου που να αποδεικνύει ότι οι έλεγχοι διενεργήθηκαν με ικανοποιητικά αποτελέσματα στις περιπτώσεις που τα εμπορεύματα δεν υπόκεινται σε επίσημους ελέγχους σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης, καθώς και του σχετικού εγγράφου εισόδου.

Τα έγγραφα αυτά είναι δυνατόν να υποβληθούν και ηλεκτρονικά.

5.   Εάν από τους ελέγχους προκύψει μη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό:

α)

οι τελωνειακές αρχές αναστέλλουν την υπαγωγή σε τελωνειακή διαδικασία ή δεσμεύουν τα εμπορεύματα·

β)

οι αρμόδιες αρχές της παραγράφου 3 δεσμεύουν τα εμπορεύματα.

Σε περίπτωση δέσμευσης εμπορευμάτων, η φύλαξή τους ανατίθεται στην αρμόδια αρχή που είναι επιφορτισμένη με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η αρμόδια αρχή ενεργεί σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία. Τα κράτη μέλη μπορούν να αναθέτουν συγκεκριμένα καθήκοντα σε άλλες αρχές.

6.   Οι δαπάνες που προκύπτουν κατά τη διενέργεια των επαληθεύσεων και αυτές που οφείλονται σε μη συμμόρφωση επιβαρύνουν το φυσικό ή νομικό πρόσωπο εντός της Ένωσης το οποίο έφερε τα εμπορεύματα στην Ένωση, εκτός εάν το οικείο κράτος μέλος λάβει αντίθετη απόφαση.

7.   Τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή διαδικασίες που διασφαλίζουν την ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών καθώς και τον αποδοτικό και αποτελεσματικό συντονισμό και συνεργασία κατά τις επαληθεύσεις της παραγράφου 2 μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων αρχών.

8.   Με βάση τις βέλτιστες πρακτικές, η Επιτροπή από κοινού με τα κράτη μέλη εκπονούν κατευθυντήριες γραμμές και προγράμματα κατάρτισης για να διευκολύνουν την ταυτοποίηση και τον εντοπισμό χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος και τη διενέργεια αποδοτικών και αποτελεσματικών ελέγχων.

9.   Στις περιπτώσεις που έχουν εκδοθεί άδειες σύμφωνα με το άρθρο 8, η τελωνειακή διασάφηση ή οι σχετικές γνωστοποιήσεις προς τη συνοριακή οντότητα περιέχουν παραπομπή σε εν ισχύι άδεια που καλύπτει τα δηλωθέντα εμπορεύματα.

Άρθρο 16

Γνωστοποιήσεις έγκαιρου εντοπισμού

1.   Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν το σύστημα επιτήρησης που θεσπίζεται δυνάμει του άρθρου 14 και τις πληροφορίες που συλλέγονται κατά τους επίσημους ελέγχους που προβλέπονται στο άρθρο 15 για την επιβεβαίωση του έγκαιρου εντοπισμού της εισαγωγής ή παρουσίας χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος.

2.   Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν εγγράφως χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή τον έγκαιρο εντοπισμό της εισαγωγής ή παρουσίας χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος και ενημερώνουν σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη, ειδικότερα δε:

α)

την εμφάνιση στην επικράτειά τους, ή σε τμήμα της, ειδών που περιλαμβάνονται στον ενωσιακό κατάλογο και των οποίων η παρουσία ήταν προηγουμένως άγνωστη στην επικράτειά τους ή σε τμήμα της·

β)

την επανεμφάνιση στην επικράτειά τους, ή σε τμήμα της, ειδών που περιλαμβάνονται στον ενωσιακό κατάλογο, μετά την αναφορά της εξάλειψής τους.

Άρθρο 17

Ταχεία εξάλειψη σε αρχικό στάδιο της εισβολής

1.   Μετά τον έγκαιρο εντοπισμό και εντός τριών μηνών από τη διαβίβαση της γνωστοποίησης έγκαιρου εντοπισμού που αναφέρεται στο άρθρο 16, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν μέτρα εξάλειψης, τα οποία και γνωστοποιούν στην Επιτροπή, ενημερώνοντας σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη.

2.   Κατά την εφαρμογή μέτρων εξάλειψης, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι χρησιμοποιούμενες μέθοδοι είναι αποτελεσματικές για την επίτευξη της πλήρους και μόνιμης απομάκρυνσης του πληθυσμού του εκάστοτε χωροκατακτητικού ξένου είδους, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον, ιδίως όσον αφορά μη στοχευόμενα είδη και τους οικοτόπους τους, και διασφαλίζοντας ότι αποφεύγεται κάθε περιττός πόνος, αγωνία ή ταλαιπωρία των ζώων.

3.   Τα κράτη μέλη παρακολουθούν την αποτελεσματικότητα της εξάλειψης. Τα κράτη μέλη δύνανται να χρησιμοποιούν το σύστημα επιτήρησης του άρθρου 14 για τον σκοπό αυτόν. Η επιτήρηση περιλαμβάνει εκτίμηση των επιπτώσεων στα μη στοχευόμενα είδη, κατά περίπτωση.

4.   Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με την αποτελεσματικότητα των ληφθέντων μέτρων και γνωστοποιούν στην Επιτροπή την εξάλειψη πληθυσμών χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος. Διαβιβάζουν επίσης αυτές τις πληροφορίες σε άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη.

Άρθρο 18

Παρεκκλίσεις από την υποχρέωση ταχείας εξάλειψης

1.   Τα κράτη μέλη δύνανται, βασιζόμενα σε ισχυρά επιστημονικά στοιχεία, να αποφασίζουν εντός δύο μηνών από τον εντοπισμό ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους του άρθρου 16, να μην λάβουν μέτρα εξάλειψης εάν συντρέχει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

καταδεικνύεται ότι η εξάλειψη είναι τεχνικά ανέφικτη, επειδή οι διαθέσιμες μέθοδοι εξάλειψης δεν μπορούν να εφαρμοστούν στο περιβάλλον όπου έχει εγκατασταθεί το συγκεκριμένο χωροκατακτητικό ξένο είδος·

β)

έχει καταδειχθεί με εύλογη βεβαιότητα, μέσω ανάλυσης κόστους-οφέλους βασισμένης στα διαθέσιμα δεδομένα, ότι το κόστος θα είναι μακροπρόθεσμα εξαιρετικά υψηλό και δυσανάλογο με τα οφέλη της εξάλειψης·

γ)

δεν υπάρχουν μέθοδοι εξάλειψης ή οι διαθέσιμες μέθοδοι έχουν πολύ σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου, στο περιβάλλον ή σε άλλα είδη.

Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση την απόφασή του στην Επιτροπή εγγράφως. Η γνωστοποίηση συνοδεύεται από όλα τα έγγραφα τεκμηρίωσης που προβλέπονται στα στοιχεία α), β) και γ) του πρώτου εδαφίου.

2.   Η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει, μέσω εκτελεστικών πράξεων, να απορρίψει την απόφαση που της γνωστοποιείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου εάν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στην εν λόγω παράγραφο.

3.   Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 27 παράγραφος 2. Τα σχέδια εκτελεστικών πράξεων υποβάλλονται στην επιτροπή του άρθρου 27 παράγραφος 1 εντός δύο μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης του κράτους μέλους.

4.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται μέτρα περιορισμού για την αποτροπή της περαιτέρω εξάπλωσης των χωροκατακτητικών ξένων ειδών σε άλλα κράτη μέλη στις περιπτώσεις που, δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, δεν λαμβάνονται μέτρα εξάλειψης.

5.   Όταν η Επιτροπή απορρίπτει μια απόφαση γνωστοποιηθείσα κατά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, το οικείο κράτος μέλος εφαρμόζει χωρίς καθυστέρηση τα μέτρα εξάλειψης που αναφέρονται στο άρθρο 17.

6.   Όταν η Επιτροπή δεν απορρίπτει μια απόφαση γνωστοποιηθείσα κατά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, το χωροκατακτητικό ξένο είδος υπόκειται στα διαχειριστικά μέτρα του άρθρου 19.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΥΡΕΩΣ ΕΞΑΠΛΩΜΕΝΩΝ ΧΩΡΟΚΑΤΑΚΤΗΤΙΚΩΝ ΞΕΝΩΝ ΕΙΔΩΝ

Άρθρο 19

Διαχειριστικά μέτρα

1.   Εντός 18 μηνών αφότου ένα χωροκατακτητικό ξένο είδος συμπεριληφθεί στον ενωσιακό κατάλογο, τα κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή αποτελεσματικά διαχειριστικά μέτρα για τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος για τα οποία τα κράτη μέλη έχουν διαπιστώσει ότι έχουν εξαπλωθεί ευρέως στην επικράτειά τους, προκειμένου να ελαχιστοποιήσουν τις επιπτώσεις των ειδών αυτών στη βιοποικιλότητα, στις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες και, όταν συντρέχει περίπτωση, στην υγεία του ανθρώπου ή στην οικονομία.

Τα εν λόγω διαχειριστικά μέτρα είναι ανάλογα προς τις επιπτώσεις στο περιβάλλον και προσαρμοσμένα στις ιδιαιτερότητες των κρατών μελών, βασίζονται σε ανάλυση κόστους-οφέλους και περιλαμβάνουν, στον βαθμό που είναι εφικτό, τα μέτρα αποκατάστασης που αναφέρονται στο άρθρο 20. Ιεραρχούνται ανάλογα με την αξιολόγηση κινδύνου και την οικονομική αποδοτικότητά τους.

2.   Τα διαχειριστικά μέτρα συνίστανται σε θανατηφόρα ή μη θανατηφόρα φυσικά, χημικά ή βιολογικά μέτρα που αποσκοπούν στην εξάλειψη, στον έλεγχο του πληθυσμού ή στον περιορισμό του πληθυσμού ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους. Κατά περίπτωση, τα διαχειριστικά μέτρα περιλαμβάνουν μέτρα που εφαρμόζονται στο οικοσύστημα-αποδέκτη με σκοπό να αυξήσουν την ανθεκτικότητά του σε τρέχουσες και μελλοντικές εισβολές. Η εμπορική χρήση ήδη εγκατεστημένων χωροκατακτητικών ξένων ειδών είναι δυνατόν να επιτραπεί προσωρινά στο πλαίσιο των διαχειριστικών μέτρων που αποσκοπούν στην εξάλειψή τους, στον έλεγχο ή στον περιορισμό του πληθυσμού τους, υπό την προϋπόθεση αυστηρής αιτιολόγησης και εφόσον έχουν προβλεφθεί όλοι οι δέοντες έλεγχοι προκειμένου να αποφευχθεί τυχόν νέα εξάπλωση.

3.   Κατά την εφαρμογή διαχειριστικών μέτρων, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι στις χρησιμοποιούμενες μεθόδους λαμβάνονται δεόντως υπόψη η υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον, ιδίως όσον αφορά μη στοχευόμενα είδη και τους οικοτόπους τους, και διασφαλίζοντας ότι, όταν τα μέτρα στοχεύουν ζώα, αποφεύγεται κάθε περιττός πόνος, αγωνία ή ταλαιπωρία χωρίς να επηρεάζεται η αποτελεσματικότητα των διαχειριστικών μέτρων.

4.   Το σύστημα επιτήρησης που προβλέπεται στο άρθρο 14 σχεδιάζεται και χρησιμοποιείται για να παρακολουθείται η αποτελεσματικότητα των μέτρων εξάλειψης, ελέγχου του πληθυσμού ή περιορισμού του πληθυσμού όσον αφορά την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων στη βιοποικιλότητα, στις σχετικές οικοσυστημικές υπηρεσίες και, όταν συντρέχει περίπτωση, στην υγεία του ανθρώπου ή στην οικονομία. Η επιτήρηση περιλαμβάνει εκτίμηση των επιπτώσεων στα μη στοχευόμενα είδη, κατά περίπτωση.

5.   Εάν υφίσταται σημαντικός κίνδυνος εξάπλωσης ενός χωροκατακτητικού ξένου είδους που παρουσιάζει ενδιαφέρον για την Ένωση σε άλλο κράτος μέλος, τα κράτη μέλη στα οποία απαντάται το εν λόγω είδος ειδοποιούν αμέσως τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή. Κατά περίπτωση, τα οικεία κράτη μέλη θέτουν σε εφαρμογή διαχειριστικά μέτρα βάσει κοινής συμφωνίας. Εάν ενδέχεται να πληγούν και τρίτες χώρες από την εξάπλωση, το πληγέν κράτος μέλος καταβάλλει προσπάθειες για την ενημέρωση των εν λόγω τρίτων χωρών.

Άρθρο 20

Αποκατάσταση των οικοσυστημάτων που έχουν υποστεί ζημίες

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα αποκατάστασης για να υποβοηθήσουν την αποκατάσταση οικοσυστημάτων που έχουν υποβαθμιστεί, υποστεί ζημίες ή καταστραφεί από χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος, εκτός εάν καταδειχθεί με εύλογη βεβαιότητα, μέσω ανάλυσης κόστους-οφέλους βασισμένης στα διαθέσιμα δεδομένα, ότι το κόστος των εν λόγω μέτρων θα είναι υψηλό και δυσανάλογο προς τα οφέλη της αποκατάστασης.

2.   Τα μέτρα αποκατάστασης της παραγράφου 1 περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

μέτρα που ενισχύουν την ικανότητα των οικοσυστημάτων τα οποία έχουν εκτεθεί σε διατάραξη λόγω της παρουσίας χωροκατακτητικών ξένων ειδών να ανθίστανται, να απορροφούν και να προσαρμόζονται στις επιδράσεις της, καθώς και να ανακάμπτουν από αυτές·

β)

μέτρα που στηρίζουν την αποτροπή της εκ νέου εισβολής έπειτα από εκστρατεία εξάλειψης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΟΡΙΖΟΝΤΙΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 21

Ανάκτηση κόστους

Σύμφωνα με την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» και με την επιφύλαξη της οδηγίας 2004/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (23), τα κράτη μέλη επιδιώκουν την ανάκτηση του κόστους των μέτρων που απαιτούνται για την πρόληψη, την ελαχιστοποίηση ή τον μετριασμό των δυσμενών επιπτώσεων των χωροκατακτητικών ξένων ειδών, συμπεριλαμβανομένου του κόστους από την άποψη του περιβάλλοντος και των υποδομών καθώς και του κόστους αποκατάστασης.

Άρθρο 22

Συνεργασία και συντονισμός

1.   Τα κράτη μέλη, όταν τηρούν τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τα χωροκατακτητικά ξένα είδη, καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να διασφαλίζεται ο συντονισμός με όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και, όποτε κρίνεται εφικτό και δέον, να αξιοποιούνται οι ήδη υπάρχουσες δομές που προβλέπονται από περιφερειακές ή διεθνείς συμφωνίες. Πιο συγκεκριμένα, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη μεριμνούν για τη διασφάλιση συντονισμού με άλλα κράτη μέλη με τα οποία:

α)

έχουν κοινές θαλάσσιες υποπεριοχές σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 της οδηγίας 2008/56/ΕΚ, όσον αφορά τα θαλάσσια είδη·

β)

ανήκουν σε κοινές βιογεωγραφικές περιοχές σύμφωνα με το άρθρο 1 στοιχείο γ) σημείο iii) της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, όσον αφορά τα μη θαλάσσια είδη·

γ)

μοιράζονται τα ίδια σύνορα·

δ)

έχουν κοινή λεκάνη απορροής ποταμού σύμφωνα με το άρθρο 2 σημείο 13 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, όσον αφορά τα είδη του γλυκού νερού·

ε)

έχουν οποιοδήποτε άλλο κοινό ζήτημα προς επίλυση.

Κατόπιν αιτήματος των εμπλεκομένων κρατών μελών, η Επιτροπή προβαίνει σε ενέργειες προς διευκόλυνση του συντονισμού.

2.   Τα κράτη μέλη, κατά τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τα χωροκατακτητικά ξένα είδη, επιδιώκουν τη συνεργασία με τρίτες χώρες, όπως ενδείκνυται, μεταξύ άλλων χρησιμοποιώντας τις υπάρχουσες δομές που προβλέπονται από περιφερειακές ή διεθνείς συμφωνίες, για τον σκοπό της επίτευξης των στόχων του παρόντος κανονισμού.

3.   Τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να εφαρμόσουν διατάξεις όπως αυτές της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου για να διασφαλίσουν τον συντονισμό και τη συνεργασία με άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη όσον αφορά τα χωροκατακτητικά ξένα είδη εθνικού ενδιαφέροντος τα οποία περιλαμβάνονται σε εθνικές λίστες εγκριθείσες σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1. Τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να θεσπίσουν μηχανισμούς για συνεργασία στο κατάλληλο επίπεδο σχετικά με τα εν λόγω χωροκατακτητικά ξένα είδη. Οι μηχανισμοί αυτοί μπορεί να περιλαμβάνουν ανταλλαγή πληροφοριών και δεδομένων, σχέδια δράσης για τους διαδρόμους και ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών σε θέματα διαχείρισης, ελέγχου και εξάλειψης των χωροκατακτητικών ξένων ειδών, σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης και προγράμματα για την ευαισθητοποίηση του κοινού ή την εκπαίδευσή του.

Άρθρο 23

Αυστηρότεροι εθνικοί κανόνες

Τα κράτη μέλη δύνανται να διατηρούν ή να θεσπίζουν αυστηρότερους εθνικούς κανόνες με σκοπό την πρόληψη της εισαγωγής, της εγκατάστασης και της εξάπλωσης χωροκατακτητικών ξένων ειδών. Τα εν λόγω μέτρα τηρούν τη ΣΛΕΕ και κοινοποιούνται στην Επιτροπή σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 24

Υποβολή εκθέσεων και αξιολόγηση

1.   Το αργότερο την 1η Ιουνίου 2019, και ανά εξαετία έκτοτε, τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τα εξής:

α)

περιγραφή, ή επικαιροποίηση περιγραφής, του συστήματος επιτήρησης το οποίο εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 14 και του συστήματος επίσημου ελέγχου των ξένων ειδών που εισέρχονται στην Ένωση το οποίο εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 15·

β)

την κατανομή των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ή περιφερειακού ενδιαφέροντος σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 στην επικράτειά τους, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με μεταναστευτικά ή αναπαραγωγικά πρότυπα·

γ)

πληροφορίες σχετικά με τα είδη που θεωρούνται χωροκατακτητικά ξένα είδη εθνικού ενδιαφέροντος σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2·

δ)

τα σχέδια δράσης του άρθρου 13 παράγραφος 2·

ε)

συγκεντρωτικές πληροφορίες, που καλύπτουν ολόκληρη την εθνική επικράτεια, για τα μέτρα εξάλειψης που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 17 και τα διαχειριστικά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 19, καθώς και για την αποτελεσματικότητά τους και τις επιπτώσεις σε μη στοχευόμενα είδη·

στ)

τον αριθμό των αδειών που αναφέρονται στο άρθρο 8 και τον σκοπό για τον οποίο χορηγήθηκαν·

ζ)

μέτρα που έχουν ληφθεί για την ενημέρωση του κοινού ως προς την παρουσία ξένου είδους καθώς και τις ενέργειες στις οποίες κλήθηκαν να προβούν οι πολίτες·

η)

τις επιθεωρήσεις που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 8· και

θ)

πληροφορίες σχετικά με το κόστος των μέτρων που ελήφθησαν για να επιτευχθεί η συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό, εφόσον είναι διαθέσιμες.

2.   Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή τις αρμόδιες αρχές που είναι επιφορτισμένες με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και ενημερώνουν σχετικά τα υπόλοιπα κράτη μέλη, έως τις 5 Νοεμβρίου 2015.

3.   Έως την 1η Ιουνίου 2021, η Επιτροπή θα αξιολογήσει την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων του ενωσιακού καταλόγου, των σχεδίων δράσης του άρθρου 13 παράγραφος 2, του συστήματος επιτήρησης, των τελωνειακών ελέγχων, της υποχρέωσης εξάλειψης και των υποχρεώσεων διαχείρισης, και θα υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, η οποία μπορεί να συνοδεύεται από νομοθετικές προτάσεις για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων αλλαγών στον ενωσιακό κατάλογο. Στην ανωτέρω αξιολόγηση θα συμπεριληφθεί επίσης εξέταση της αποτελεσματικότητας των εκτελεστικών διατάξεων σχετικά με τα χωροκατακτητικά ξένα είδη περιφερειακού ενδιαφέροντος, της ανάγκης και του εφικτού της συμπερίληψης ιθαγενών ειδών στον ενωσιακό κατάλογο και του κατά πόσον απαιτείται περαιτέρω εναρμόνιση για την αύξηση της αποτελεσματικότητας των σχεδίων δράσης και των μέτρων που λαμβάνονται από τα κράτη μέλη.

4.   Η Επιτροπή καθορίζει με εκτελεστικές πράξεις τους τεχνικούς μορφοτύπους των εκθέσεων με στόχο την απλούστευση και τον εξορθολογισμό της διαδικασίας υποβολής εκθέσεων από τα κράτη μέλη όσον αφορά τις πληροφορίες που προβλέπει η παράγραφος 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 27 παράγραφος 2.

Άρθρο 25

Σύστημα πληροφοριακής υποστήριξης

1.   Η Επιτροπή εγκαθιστά προοδευτικά ένα σύστημα πληροφοριακής υποστήριξης, που είναι απαραίτητο για τη διευκόλυνση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

2.   Έως τις 2 Ιανουαρίου 2016, το σύστημα αυτό θα περιλαμβάνει έναν μηχανισμό πληροφοριακής υποστήριξης (data support) που διασυνδέει υφιστάμενα συστήματα δεδομένων σχετικά με τα χωροκατακτητικά ξένα είδη, με ιδιαίτερη έμφαση στις πληροφορίες που αφορούν τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος, ώστε να διευκολυνθεί η υποβολή εκθέσεων δυνάμει του άρθρου 24.

Ο μηχανισμός πληροφοριακής υποστήριξης του πρώτου εδαφίου μετατρέπεται σε βοηθητικό εργαλείο της Επιτροπής και των κρατών μελών για τη διαχείριση των γνωστοποιήσεων που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφος 2.

3.   Έως τις 2 Ιανουαρίου 2019, ο μηχανισμός πληροφοριακής υποστήριξης της παραγράφου 2 θα έχει μετατραπεί σε μηχανισμό ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με άλλες πτυχές της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

Μπορεί επίσης να συμπεριλάβει πληροφορίες σχετικά με χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος, διαδρομές, εκτίμηση κινδύνου, μέτρα διαχείρισης και εξάλειψης, όπου συντρέχει περίπτωση.

Άρθρο 26

Συμμετοχή του κοινού

Κατά τη θέσπιση σχεδίων δράσης δυνάμει του άρθρου 13 του παρόντος κανονισμού και διαχειριστικών μέτρων δυνάμει του άρθρου 19 του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη παρέχουν εγκαίρως στο κοινό αποτελεσματικές ευκαιρίες συμμετοχής στην κατάρτιση, τροποποίηση και αναθεώρηση των εν λόγω σχεδίων/μέτρων, χρησιμοποιώντας τις ρυθμίσεις που έχουν ήδη καθορίσει σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2003/35/ΕΚ.

Άρθρο 27

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 και μπορεί να επικουρείται στα καθήκοντά της από το επιστημονικό φόρουμ του άρθρου 28.

2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Εάν η επιτροπή δεν διατυπώσει γνώμη, η Επιτροπή δεν εκδίδει το σχέδιο εκτελεστικής πράξης και εφαρμόζεται το άρθρο 5 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 28

Επιστημονικό φόρουμ

Η Επιτροπή διασφαλίζει τη συμμετοχή εκπροσώπων της επιστημονικής κοινότητας διοριζόμενων από τα κράτη μέλη, οι οποίοι παρέχουν συμβουλές επί κάθε επιστημονικού ζητήματος που άπτεται της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ιδίως όσον αφορά τα άρθρα 4, 5, 10 και 18. Συνεδριάζουν στους κόλπους ενός επιστημονικού φόρουμ. Η Επιτροπή καταρτίζει τον εσωτερικό κανονισμό του φόρουμ.

Άρθρο 29

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 5 παράγραφος 3 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο διάρκειας πέντε ετών από την 1η Ιανουαρίου 2015. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετίας. Η εξουσιοδότηση παρατείνεται σιωπηρά για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εκφράσει αντιρρήσεις όσον αφορά την παράταση το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 5 παράγραφος 3 εξουσιοδότηση μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί συγχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 τίθενται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν διατυπωθούν αντιρρήσεις ούτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ούτε από το Συμβούλιο εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 30

Κυρώσεις

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν διατάξεις σχετικά με τις κυρώσεις που πρέπει να εφαρμόζονται σε περίπτωση παράβασης του παρόντος κανονισμού. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζουν την εφαρμογή τους.

2.   Οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

3.   Οι προβλεπόμενες κυρώσεις μπορούν να περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τις εξής:

α)

χρηματικές ποινές·

β)

κατάσχεση των χωροκατακτητικών ξένων ειδών ενωσιακού ενδιαφέροντος·

γ)

άμεση αναστολή ή ανάκληση άδειας που χορηγήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 8.

4.   Έως τις 2 Ιανουαρίου 2016, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και τυχόν μεταγενέστερες τροποποιήσεις αυτών χωρίς καθυστέρηση.

Άρθρο 31

Μεταβατικές διατάξεις για ιδιοκτήτες που δεν είναι έμποροι

1.   Κατά παρέκκλιση των στοιχείων β) και δ) του άρθρου 7 παράγραφος 1, οι ιδιοκτήτες ζώων συντροφιάς τα οποία δεν διατηρούνται για εμπορικούς σκοπούς και ανήκουν σε είδη που περιλαμβάνονται στον ενωσιακό κατάλογο επιτρέπεται να τα διατηρήσουν μέχρι το τέλος της φυσιολογικής ζωής των ζώων, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι ακόλουθοι όροι:

α)

τα ζώα διατηρούνταν προτού συμπεριληφθούν στον ενωσιακό κατάλογο·

β)

τα ζώα διατηρούνται υπό περιορισμό, και εφαρμόζονται όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι είναι αδύνατη η αναπαραγωγή ή διαφυγή τους.

2.   Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν κάθε εύλογο μέτρο ώστε να ενημερωθούν οι ιδιοκτήτες που δεν είναι έμποροι για τους κινδύνους που εγκυμονεί η διατήρηση των δειγμάτων της παραγράφου 1 και για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος αναπαραγωγής και διαφυγής, μέσω προγραμμάτων ευαισθητοποίησης και εκπαίδευσης που οργανώνουν τα κράτη μέλη.

3.   Όταν πρόκειται για ιδιοκτήτες που δεν είναι έμποροι και δεν είναι σε θέση να διασφαλίσουν την τήρηση των όρων της παραγράφου 1, τα χωροκατακτητικά ξένα είδη ενωσιακού ενδιαφέροντος δεν επιτρέπεται να παραμείνουν στην κατοχή των εν λόγω ιδιοκτητών. Τα κράτη μέλη μπορούν να τους δώσουν τη δυνατότητα να παραδώσουν τα δείγματά τους. Σε αυτή την περίπτωση λαμβάνεται η δέουσα μέριμνα για την καλή μεταχείριση των ζώων.

4.   Τα δείγματα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου μπορούν να διατηρούνται στις εγκαταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 8 ή σε ειδικά διαμορφωμένες για τον σκοπό αυτό εγκαταστάσεις.

Άρθρο 32

Μεταβατικές διατάξεις για εμπορικά αποθέματα

1.   Τα πρόσωπα που διατηρούν εμπορικό απόθεμα δειγμάτων χωροκατακτητικών ξένων ειδών τα οποία αποκτήθηκαν προτού συμπεριληφθούν στον ενωσιακό κατάλογο επιτρέπεται, για διάστημα δύο ετών από την εγγραφή των οικείων ειδών στον κατάλογο αυτό, να διατηρούν και να μεταφέρουν ζώντα δείγματα ή αναπαραγώγιμα μέρη δειγμάτων των ειδών αυτών, με σκοπό την πώληση ή την παράδοσή τους στα ιδρύματα ερευνών ή μη επιτόπιας διατήρησης και για τη διεξαγωγή φαρμακευτικών δραστηριοτήτων του άρθρου 8, υπό την προϋπόθεση ότι τα δείγματα διατηρούνται και μεταφέρονται υπό περιορισμό και εφαρμόζονται όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι είναι αδύνατη η αναπαραγωγή ή διαφυγή τους, ή να προβαίνουν στη σφαγή ή στην ανώδυνη θανάτωσή τους ώστε να εξαντληθεί το απόθεμά τους.

2.   Η πώληση ή παράδοση ζώντων δειγμάτων σε χρήστες που δεν είναι έμποροι επιτρέπεται για ένα έτος από τη συμπερίληψη του είδους στον ενωσιακό κατάλογο υπό την προϋπόθεση ότι τα δείγματα διατηρούνται και μεταφέρονται υπό περιορισμό και εφαρμόζονται όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι είναι αδύνατη η αναπαραγωγή ή διαφυγή τους.

3.   Εάν έχει εκδοθεί άδεια δυνάμει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 708/2007 για είδος υδατοκαλλιέργειας το οποίο συμπεριελήφθη αργότερα στον ενωσιακό κατάλογο και η διάρκεια ισχύος της άδειας υπερβαίνει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, το κράτος μέλος ανακαλεί την άδεια, σύμφωνα με το άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 708/2007, στο τέλος του χρονικού διαστήματος της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 33

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2015.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 22 Οκτωβρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. DELLA VEDOVA


(1)  ΕΕ C 177 της 11.6.2014, σ. 84.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 29ης Σεπτεμβρίου 2014.

(3)  Απόφαση 93/626/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 1993, σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης για τη βιολογική ποικιλομορφία (ΕΕ L 309 της 13.12.1993, σ. 1).

(4)  Απόφαση 82/72/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 1981, για τη σύναψη σύμβασης περί της διατήρησης της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης (ΕΕ L 38 της 10.2.1982, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1).

(6)  Οδηγία 2008/56/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, περί πλαισίου κοινοτικής δράσης στο πεδίο της πολιτικής για το θαλάσσιο περιβάλλον (οδηγία-πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική) (ΕΕ L 164 της 25.6.2008, σ. 19).

(7)  Οδηγία 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ L 20 της 26.1.2010, σ. 7).

(8)  Οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ L 206 της 22.7.1992, σ. 7).

(9)  Οδηγία 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2000, περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά της εξάπλωσής τους στο εσωτερικό της Κοινότητας (ΕΕ L 169 της 10.7.2000, σ. 1).

(10)  Οδηγία 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον και την κατάργηση της οδηγίας 90/220/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 106 της 17.4.2001, σ. 1).

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 309 της 24.11.2009, σ. 1).

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 528/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά και τη χρήση βιοκτόνων (ΕΕ L 167 της 27.6.2012, σ. 1).

(13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 708/2007 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2007, για τη χρήση στην υδατοκαλλιέργεια ξένων και απόντων σε τοπικό επίπεδο ειδών (ΕΕ L 168 της 28.6.2007, σ. 1).

(14)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 338/97 του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 1996, για την προστασία των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας με τον έλεγχο του εμπορίου τους (ΕΕ L 61 της 3.3.1997, σ. 1).

(15)  Απόφαση 2010/718/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 29ης Οκτωβρίου 2010, σχετικά με την τροποποίηση του ευρωπαϊκού καθεστώτος της νήσου του Αγίου Βαρθολομαίου (ΕΕ L 325 της 9.12.2010, σ. 4).

(16)  Απόφαση 2012/419/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2012, σχετικά με την τροποποίηση του καθεστώτος της Μαγιότ έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 204 της 31.7.2012, σ. 131).

(17)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1).

(18)  Οδηγία 91/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, για τον καθορισμό των βασικών αρχών σχετικά με την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των ζώων προέλευσης τρίτων χωρών που εισάγονται στην Κοινότητα και περί τροποποίησης των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ και 90/675/ΕΟΚ (ΕΕ L 268 της 24.9.1991, σ. 56).

(19)  Οδηγία 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1997, για καθορισμό των αρχών οργάνωσης των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων που εισάγονται στην Κοινότητα από τρίτες χώρες (ΕΕ L 24 της 30.1.1998, σ. 9).

(20)  Οδηγία 2003/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, σχετικά με τη συμμετοχή του κοινού στην κατάρτιση ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων που αφορούν το περιβάλλον και με την τροποποίηση όσον αφορά τη συμμετοχή του κοινού και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, των οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 156 της 25.6.2003, σ. 17).

(21)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(22)  Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1987, για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο (ΕΕ L 256 της 7.9.1987, σ. 1).

(23)  Οδηγία 2004/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με την περιβαλλοντική ευθύνη όσον αφορά την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημίας (ΕΕ L 143 της 30.4.2004, σ. 56).


4.11.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 317/56


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (EE) αριθ. 1144/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 22ας Οκτωβρίου 2014

σχετικά με τις ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης που αφορούν τα γεωργικά προϊόντα και εφαρμόζονται στην εσωτερική αγορά και σε τρίτες χώρες και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3/2008 του Συμβουλίου

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 42 και το άρθρο 43 παράγραφος 2,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3/2008 του Συμβουλίου (4), η Ένωση μπορεί να υλοποιεί ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης στην εσωτερική αγορά και σε τρίτες χώρες για τα γεωργικά προϊόντα και τις μεθόδους παραγωγής τους, καθώς και για ορισμένα προϊόντα διατροφής που έχουν ως βάση γεωργικά προϊόντα.

(2)

Λαμβανομένων υπόψη, αφενός, της πείρας που έχει αποκτηθεί και, αφετέρου, των πιθανών εξελίξεων του γεωργικού τομέα και των αγορών, τόσο εντός όσο και εκτός της Ένωσης, το καθεστώς που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3/2008 θα πρέπει να αναθεωρηθεί και να καταστεί αποτελεσματικότερο και συνεκτικότερο. Συνεπώς, είναι σκόπιμο να καταργηθεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3/2008 και να αντικατασταθεί με νέο κανονισμό.

(3)

Στόχος παρόμοιων ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του γεωργικού τομέα της Ένωσης, επιτυγχάνοντας με τον τρόπο αυτό δικαιότερο ανταγωνισμό τόσο στην εσωτερική αγορά όσο και σε τρίτες χώρες. Ειδικότερα, οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης θα πρέπει να αποσκοπούν στην αύξηση της ευαισθητοποίησης των καταναλωτών για τα πλεονεκτήματα των γεωργικών προϊόντων και των μεθόδων παραγωγής της Ένωσης και στην ενίσχυση της ευαισθητοποίησης και της αναγνώρισης ως προς τα συστήματα ποιότητας της Ένωσης. Επιπλέον, θα πρέπει να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα και την κατανάλωση των γεωργικών προϊόντων της Ένωσης, να βελτιώσουν την προβολή τους τόσο εντός όσο και εκτός της Ένωσης και να αυξήσουν το μερίδιο αγοράς των εν λόγω προϊόντων, με ιδιαίτερη έμφαση σε εκείνες τις αγορές τρίτων χωρών που έχουν τις μεγαλύτερες δυνατότητες ανάπτυξης. Σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης της αγοράς, απώλειας εμπιστοσύνης των καταναλωτών ή άλλων συγκεκριμένων προβλημάτων, οι ενέργειες αυτές θα πρέπει να συμβάλουν στην αποκατάσταση των κανονικών συνθηκών της αγοράς. Παρόμοιες ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης θα πρέπει να συμπληρώνουν και ενισχύουν επωφελώς τις ενέργειες που υλοποιούνται από τα κράτη μέλη. Προκειμένου να επιτυγχάνουν τους στόχους τους, θα πρέπει οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης να συνεχίσουν να εφαρμόζονται τόσο εντός όσο και εκτός της Ένωσης.

(4)

Θα πρέπει επίσης οι ενέργειες να αποσκοπούν στην ενίσχυση της γνησιότητας των προϊόντων της Ένωσης, ώστε να ευαισθητοποιηθούν οι καταναλωτές όσον αφορά τις ιδιότητες των γνήσιων προϊόντων σε σχέση με τις απομιμήσεις ή τα παραποιημένα προϊόντα. Αυτό θα συμβάλει ουσιαστικά στην εξοικείωση των καταναλωτών, τόσο στην Ένωση όσο και σε τρίτες χώρες, με τα σύμβολα, τις ενδείξεις και τα αρκτικόλεξα που καταδεικνύουν τη συμμετοχή στα ευρωπαϊκά συστήματα ποιότητας, τα οποία θεσπίστηκαν με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5).

(5)

Ένα από τα πλεονεκτήματα της Ένωσης όσον αφορά την παραγωγή τροφίμων έγκειται στην ποικιλία των προϊόντων της και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, τα οποία συνδέονται με διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές και διαφορετικές παραδοσιακές μεθόδους και τα οποία παρέχουν μοναδικές γεύσεις, προσφέροντας την ποικιλία και τη γνησιότητα την οποία σε ολοένα και μεγαλύτερο βαθμό αναζητούν οι καταναλωτές, τόσο εντός όσο και εκτός Ένωσης.

(6)

Πέραν των πληροφοριών για τα εγγενή χαρακτηριστικά των γεωργικών προϊόντων και προϊόντων διατροφής της Ένωσης, οι επιλέξιμες ενέργειες θα πρέπει επίσης να αποστέλλουν φιλικά προς τον καταναλωτή μηνύματα που θα εστιάζουν, μεταξύ άλλων, στη διατροφή, στη γεύση, στην παράδοση, στην ποικιλία και στον πολιτισμό.

(7)

Οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης δεν θα πρέπει να είναι προσανατολισμένες σε συνάρτηση με τις εμπορικές επωνυμίες ή την προέλευση. Ωστόσο, προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα των επιδείξεων, των γευσιγνωσιών και του ενημερωτικού και διαφημιστικού υλικού, θα πρέπει να είναι δυνατή η αναφορά στις εμπορικές επωνυμίες και στην προέλευση του προϊόντος, εφόσον τηρείται η αρχή της μη εφαρμογής διακρίσεων και εφόσον οι ενέργειες δεν αποσκοπούν στην ενθάρρυνση της κατανάλωσης οποιουδήποτε προϊόντος αποκλειστικά και μόνο λόγω της προέλευσής του. Επιπλέον, παρόμοιες ενέργειες θα πρέπει να τηρούν τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης και δεν θα πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της ελεύθερης διακίνησης γεωργικών προϊόντων και προϊόντων διατροφής κατά παράβαση του άρθρου 34 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Ειδικοί κανόνες θα πρέπει να θεσπιστούν όσον αφορά την προβολή των εμπορικών επωνυμιών και της προέλευσης των προϊόντων σε σχέση με το κύριο μήνυμα της εκστρατείας της Ένωσης.

(8)

Η Ένωση εξάγει κυρίως τελικά γεωργικά προϊόντα, μεταξύ των οποίων γεωργικά προϊόντα που δεν περιλαμβάνονται στο παράρτημα I της ΣΛΕΕ. Είναι επομένως σκόπιμο να επεκταθούν οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης για να συμπεριλάβουν ορισμένα προϊόντα εκτός του πεδίου εφαρμογής του παραρτήματος I της ΣΛΕΕ. Τούτο θα ήταν σύμφωνο με τα λοιπά καθεστώτα της κοινής γεωργικής πολιτικής («ΚΓΠ»), όπως τα ευρωπαϊκά συστήματα ποιότητας, τα οποία ήδη καλύπτουν τα εν λόγω προϊόντα.

(9)

Οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης της Ένωσης σχετικά με τους οίνους στα πλαίσια της ΚΓΠ συγκαταλέγονται μεταξύ των εμβληματικών μέτρων των προγραμμάτων στήριξης στον αμπελοοινικό τομέα. Μόνο οίνοι με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη και οίνοι που φέρουν ένδειξη οινοποιήσιμης ποικιλίας αμπέλου θα πρέπει να αποτελούν αντικείμενο ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης. Σε περίπτωση απλών προγραμμάτων, το σχετικό πρόγραμμα θα πρέπει επίσης να καλύπτει άλλο γεωργικό προϊόν ή προϊόν διατροφής. Παρομοίως, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 508/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) προβλέπει την προώθηση των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας. Κατά συνέπεια, η επιλεξιμότητα των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που παρατίθενται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) σε ό,τι αφορά ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης στο πλαίσιο του παρόντος καθεστώτος θα πρέπει να περιοριστεί αποκλειστικά στην περίπτωση των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που συνδέονται με άλλο γεωργικό προϊόν ή προϊόν διατροφής.

(10)

Προϊόντα που καλύπτονται από συστήματα ποιότητας της Ένωσης και από συστήματα ποιότητας που έχουν αναγνωριστεί από κράτη μέλη θα πρέπει να είναι επιλέξιμα για ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης διότι τα συστήματα αυτά παρέχουν εγγυήσεις στους καταναλωτές για την ποιότητα και τα χαρακτηριστικά του προϊόντος ή για τη χρησιμοποιούμενη μέθοδο παραγωγής, επιτυγχάνουν προστιθέμενη αξία για τα εν λόγω προϊόντα και αυξάνουν τις ευκαιρίες τους στην αγορά. Παρομοίως, η βιολογική παραγωγή, καθώς και το γραφικό σύμβολο για τα γεωργικά προϊόντα ποιότητας που χαρακτηρίζουν τις εξόχως απόκεντρες περιοχές, θα πρέπει να μπορούν να επιλεγούν για ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης.

(11)

Την περίοδο 2001-2011, μόλις το 30 % του προϋπολογισμού των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης διατέθηκε για ενέργειες με στόχο τις αγορές τρίτων χωρών, παρόλο που οι αγορές αυτές παρέχουν σημαντικές αναπτυξιακές δυνατότητες. Απαιτούνται, συνεπώς, οι απαραίτητες ρυθμίσεις για να ενθαρρυνθεί η υλοποίηση περισσότερων ενεργειών ενημέρωσης σχετικά με τα αγροτικά προϊόντα της Ένωσης και προώθησής τους σε τρίτες χώρες, κυρίως με παροχή μεγαλύτερης χρηματοδοτικής στήριξης.

(12)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των υλοποιούμενων ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης, θα πρέπει αυτές να αναπτύσσονται στο πλαίσιο προγραμμάτων ενημέρωσης και προώθησης. Τα προγράμματα αυτά υποβάλλονται επί του παρόντος από επαγγελματικές και/ή διεπαγγελματικές οργανώσεις. Για να αυξηθεί ο αριθμός των προτεινόμενων ενεργειών και να βελτιωθεί η ποιότητά τους, θα πρέπει να επεκταθεί το φάσμα των δικαιούχων ώστε να περιλαμβάνει οργανώσεις παραγωγών και τις ενώσεις τους, ομάδες και φορείς του αγροδιατροφικού τομέα που έχουν στόχο και δραστηριότητα την παροχή ενημέρωσης σχετικά με τα γεωργικά προϊόντα και την προώθηση των τελευταίων.

(13)

Οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης που συγχρηματοδοτούνται από την Ένωση θα πρέπει να προβάλλουν συγκεκριμένη ενωσιακή διάσταση. Προς τούτο, καθώς και για να αποφευχθεί η διασπορά των πόρων και προκειμένου να προβληθεί καλύτερα η Ευρώπη μέσω των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης που αφορούν τα γεωργικά προϊόντα και ορισμένα προϊόντα διατροφής, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η κατάρτιση προγράμματος εργασιών, στο οποίο θα καθορίζονται, αφενός, οι στρατηγικές προτεραιότητες των εν λόγω ενεργειών από πλευράς στοχευόμενων πληθυσμών, προϊόντων, συστημάτων ή αγορών και, αφετέρου, τα χαρακτηριστικά των μηνυμάτων της ενημέρωσης και προώθησης. Το πρόγραμμα θα πρέπει να διαμορφωθεί στη βάση των γενικών και ειδικών στόχων που θεσπίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού και θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ευκαιρίες που προσφέρουν οι αγορές και την ανάγκη να συμπληρωθούν και να ενισχυθούν οι δράσεις που έχουν αναληφθεί από τα κράτη μέλη και τους οικονομικούς φορείς, τόσο στην αγορά της Ένωσης όσο και σε τρίτες χώρες, με σκοπό να εξασφαλιστεί ότι η πολιτική προβολής και ενημέρωσης είναι συνεκτική. Προς τον σκοπό αυτό, θα πρέπει η Επιτροπή, κατά την εκπόνηση του εν λόγω προγράμματος, να πραγματοποιεί διαβουλεύσεις με τα κράτη μέλη και τους σχετικούς ενδιαφερόμενους.

(14)

Το πρόγραμμα εργασίας θα πρέπει να προβλέπει, μεταξύ άλλων, ειδικές διατάξεις ώστε να είναι δυνατή η αντίδραση σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης της αγοράς ή απώλειας της εμπιστοσύνης των καταναλωτών ή άλλων ειδικών προβλημάτων. Επιπροσθέτως, η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει ιδίως υπόψη τη δεσπόζουσα θέση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στον αγροδιατροφικό τομέα, έναν τομέα που επωφελείται από τα έκτακτα μέτρα των άρθρων 219, 220 και 221 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) και, στην περίπτωση των ενεργειών που στοχεύουν τρίτες χώρες, από τις συμφωνίες ελευθέρων συναλλαγών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της κοινής εμπορικής πολιτικής της Ένωσης. Κατά την εκπόνηση του εν λόγω προγράμματος, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να λάβει υπόψη τα μειονεκτήματα των ορεινών, νησιωτικών και εξόχως απόκεντρων περιοχών της Ένωσης.

(15)

Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική υλοποίηση των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης, η εκτέλεσή τους θα πρέπει να ανατεθεί σε εκτελεστικούς οργανισμούς που έχουν επιλεγεί με ανταγωνιστική διαδικασία. Ωστόσο, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, οι προτείνουσες οργανώσεις θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να υλοποιούν απευθείας ορισμένα τμήματα του προγράμματός τους.

(16)

Η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να υλοποιεί ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης με δική της πρωτοβουλία, συμπεριλαμβανομένων αποστολών υψηλού επιπέδου, κυρίως προκειμένου να συμβάλει στο άνοιγμα νέων αγορών. Η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να διεξάγει τις δικές της εκστρατείες προκειμένου να αντιδρά με άμεσο και αποτελεσματικό τρόπο σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης της αγοράς ή απώλειας της εμπιστοσύνης των καταναλωτών. Εφόσον κρίνεται αναγκαίο, η Επιτροπή θα πρέπει να αναθεωρεί τον προγραμματισμό των δικών της πρωτοβουλιών που στοχεύουν στην υλοποίηση παρόμοιων εκστρατειών. Πιστώσεις που έχουν διατεθεί σε εν εξελίξει προγράμματα ενημέρωσης και προώθησης, είτε πρόκειται για απλά προγράμματα είτε για πολυπρογράμματα, δεν θα πρέπει να μειώνονται σε περίπτωση ενέργειας που αναλαμβάνεται από την Επιτροπή υπό αυτές τις συνθήκες.

(17)

Πέραν των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης, είναι αναγκαίο να αναπτυχθούν και να συντονίζονται από την Επιτροπή υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης σε ενωσιακό επίπεδο, με σκοπό την παροχή βοήθειας στους οικονομικούς παράγοντες για τη συμμετοχή τους στα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα, την οργάνωση αποτελεσματικών εκστρατειών ή την ανάπτυξη των εξαγωγικών τους δραστηριοτήτων. Οι εν λόγω υπηρεσίες θα πρέπει ιδίως να προβλέπουν μεταξύ άλλων κατευθυντήριες γραμμές που θα βοηθήσουν τους δυνάμει δικαιούχους να συμμορφωθούν με τους κανόνες και τις διαδικασίες που συνδέονται με την εν λόγω πολιτική.

(18)

Οι προσπάθειες για την προώθηση των προϊόντων της Ένωσης σε αγορές τρίτων χωρών καθίστανται ενίοτε αναποτελεσματικές λόγω του ανταγωνισμού από προϊόντα απομίμησης ή παραποίησης. Οι υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης που έχει αναπτύξει η Επιτροπή θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν συμβουλές για τον τομέα προκειμένου να προστατεύονται τα προϊόντα της Ένωσης από προϊόντα απομίμησης και παραποίησης.

(19)

Η απλούστευση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος της ΚΓΠ αποτελεί σημαντική προτεραιότητα της Ένωσης. Η προσέγγιση αυτή θα πρέπει να εφαρμοστεί και στον παρόντα κανονισμό. Ειδικότερα, θα πρέπει να αναθεωρηθούν οι αρχές της διοικητικής διαχείρισης των προγραμμάτων ενημέρωσης και προώθησης, με σκοπό την απλούστευσή τους και την παροχή στην Επιτροπή της δυνατότητας να θεσπίζει κανόνες και διαδικασίες για την υποβολή, την αξιολόγηση και την επιλογή των προτάσεων προγραμμάτων. Η Επιτροπή θα πρέπει, ωστόσο, να μεριμνά ώστε τα κράτη μέλη να λαμβάνουν εγκαίρως πληροφορίες σχετικά με όλα τα προγράμματα που προτείνονται και επιλέγονται. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει ιδίως να περιλαμβάνουν τον αριθμό των προτάσεων που παρελήφθησαν, τα κράτη μέλη και τους τομείς που αφορούν αυτές και το αποτέλεσμα της αξιολόγησης αυτών των προτάσεων.

(20)

Η συνεργασία μεταξύ οικονομικών παραγόντων διαφορετικών κρατών μελών συμβάλλει ουσιαστικά στην αύξηση της ενωσιακής προστιθέμενης αξίας και στη μεγαλύτερη προβολή της ποικιλίας των ενωσιακών γεωργικών προϊόντων. Παρά την προτεραιότητα που είχαν τα προγράμματα τα οποία καταρτίζουν από κοινού προτείνουσες οργανώσεις από διαφορετικά κράτη μέλη, στα προγράμματα αυτά αναλογούσε την περίοδο 2001-2011 μόλις το 16 % του προϋπολογισμού των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να προβλεφθούν νέες διατάξεις, κυρίως όσον αφορά τη διαχείριση των πολυπρογραμμάτων, ώστε να αρθούν τα εμπόδια στα οποία προσκρούει σήμερα η εφαρμογή τους.

(21)

Είναι σκόπιμο να καθοριστούν τα κριτήρια χρηματοδότησης των ενεργειών. Κατά κανόνα και προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ενδιαφερόμενες προτείνουσες οργανώσεις θα αναλάβουν το μερίδιο ευθυνών που τους αναλογεί, η Ένωση θα πρέπει να επιβαρύνεται μόνο με μέρος του κόστους των προγραμμάτων. Ωστόσο, ορισμένες διοικητικές δαπάνες και δαπάνες προσωπικού, που δεν συνδέονται με την εφαρμογή της ΚΓΠ, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης και θα πρέπει να είναι επιλέξιμες για ενωσιακή χρηματοδότηση.

(22)

Κάθε μέτρο θα πρέπει να παρακολουθείται και να αξιολογείται με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας και την απόδειξη της αποτελεσματικότητάς του. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να καταρτιστεί κατάλογος δεικτών και να αξιολογείται ο αντίκτυπος της πολιτικής της προώθησης ως προς τους στρατηγικούς στόχους της. Είναι σκόπιμο να καθορίσει η Επιτροπή ένα πλαίσιο παρακολούθησης και αξιολόγησης της εν λόγω πολιτικής, το οποίο να συνάδει με το κοινό πλαίσιο παρακολούθησης και αξιολόγησης της ΚΓΠ.

(23)

Για τη συμπλήρωση ή την τροποποίηση ορισμένων μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ. Αυτή η εξουσιοδότηση θα πρέπει επίσης να καλύπτει τη συμπλήρωση του καταλόγου στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού, τα κριτήρια επιλεξιμότητας των προτεινουσών οργανώσεων, τους όρους της ανταγωνιστικής διαδικασίας για την επιλογή των εκτελεστικών οργάνων, τους ειδικούς όρους επιλεξιμότητας στην περίπτωση των απλών προγραμμάτων, τις δαπάνες των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης και τις διοικητικές δαπάνες και τις δαπάνες προσωπικού και τις διατάξεις για τη διευκόλυνση της μετάβασης από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3/2008 στον παρόντα κανονισμό. Έχει ιδιαίτερη σημασία να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια των προπαρασκευαστικών εργασιών της, συμπεριλαμβανομένων διαβουλεύσεων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, θα πρέπει να διασφαλίζει την έγκαιρη, κατάλληλη και ταυτόχρονη διαβίβαση όλων των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(24)

Προκειμένου να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού, εκτελεστικές αρμοδιότητες θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή σχετικά με τους λεπτομερείς κανόνες οι οποίοι διέπουν τον τρόπο με τον οποίο εμφανίζονται οι εμπορικές επωνυμίες προϊόντων κατά τη διάρκεια επιδείξεων ή γευσιγνωσιών των προϊόντων και το υλικό ενημέρωσης και προώθησης, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο εμφανίζεται η προέλευση των προϊόντων σε υλικό ενημέρωσης και προώθησης, σχετικά με τα ετήσια προγράμματα εργασιών, σχετικά με την επιλογή των απλών προγραμμάτων, σχετικά με τους λεπτομερείς κανόνες βάσει των οποίων μπορεί να επιτραπεί σε μια προτείνουσα οργάνωση να υλοποιήσει η ίδια ορισμένα μέρη του προγράμματος, σχετικά με τις διευθετήσεις για την εκτέλεση, την παρακολούθηση και τον έλεγχο των απλών προγραμμάτων, σχετικά με τους κανόνες σύναψης συμβάσεων για την εφαρμογή των απλών προγραμμάτων που επιλέγονται βάσει του παρόντος κανονισμού και σχετικά με το κοινό πλαίσιο αξιολόγησης του αντίκτυπου των προγραμμάτων, καθώς και ένα σύστημα δεικτών. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9).

(25)

Δεδομένου ότι, λαμβανομένων υπόψη των δεσμών της πολιτικής της προώθησης με τα λοιπά μέσα της ΚΓΠ και έχοντας υπόψη την πολυετή εγγύηση ενωσιακής χρηματοδότησης και την επικέντρωση της εν λόγω χρηματοδότησης σε σαφώς καθορισμένες προτεραιότητες, οι στόχοι του παρόντος κανονισμού δεν μπορούν να επιτευχθούν ικανοποιητικά από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως να επιτευχθούν καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία για την επίτευξη των στόχων αυτών,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους όρους σύμφωνα με τους οποίους οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης, οι οποίες αφορούν τα γεωργικά προϊόντα και ορισμένα προϊόντα διατροφής που έχουν ως βάση γεωργικά προϊόντα, οι οποίες υλοποιούνται στην εσωτερική αγορά ή σε τρίτες χώρες («ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης»), μπορούν να χρηματοδοτούνται, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, από τον προϋπολογισμό της Ένωσης.

Άρθρο 2

Γενικός στόχος και ειδικοί στόχοι των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης

1.   Γενικός στόχος των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του γεωργικού τομέα της Ένωσης.

2.   Οι ειδικοί στόχοι των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης είναι:

α)

να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση σχετικά με τα πλεονεκτήματα των γεωργικών προϊόντων της Ένωσης και τα υψηλά πρότυπα που εφαρμόζονται στις μεθόδους παραγωγής στην Ένωσης·

β)

να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα και η κατανάλωση γεωργικών προϊόντων και ορισμένων προϊόντων διατροφής της Ένωσης και να βελτιωθεί η προβολή τους τόσο εντός όσο και εκτός της Ένωσης·

γ)

να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση και αναγνώριση σχετικά με τα ενωσιακά συστήματα ποιότητας·

δ)

να αυξηθεί το μερίδιο αγοράς των γεωργικών προϊόντων και ορισμένων προϊόντων διατροφής της Ένωσης, με ιδιαίτερη έμφαση σε εκείνες τις αγορές τρίτων χωρών που έχουν τις μεγαλύτερες δυνατότητες ανάπτυξης·

ε)

να αποκαθίστανται κανονικές συνθήκες της αγοράς σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης της αγοράς, απώλειας εμπιστοσύνης των καταναλωτών ή άλλων συγκεκριμένων προβλημάτων.

Άρθρο 3

Περιγραφή των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης

Οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης έχουν στόχο:

α)

την επισήμανση των ιδιαιτεροτήτων των μεθόδων γεωργικής παραγωγής στην Ένωση, ιδίως όσον αφορά την ασφάλεια των τροφίμων, την ιχνηλασιμότητα, τη γνησιότητα, την επισήμανση, τις πτυχές σχετικά με τη θρεπτική αξία και την υγεία, την καλή μεταχείριση των ζώων, την προστασία του περιβάλλοντος και της βιωσιμότητας, καθώς και των χαρακτηριστικών των γεωργικών προϊόντων και προϊόντων διατροφής, ιδίως από την άποψη της ποιότητάς τους, της γεύσης τους, της ποικιλίας τους ή των παραδόσεων τους·

β)

την αυξημένη ευαισθητοποίηση σχετικά με την αυθεντικότητα των ευρωπαϊκών προστατευόμενων ονομασιών προέλευσης, της προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης και των εγγυημένων παραδοσιακών ιδιότυπων προϊόντων.

Οι εν λόγω ενέργειες αποτελούνται ιδίως από ενέργειες δημοσίων σχέσεων και ενημερωτικές εκστρατείες και μπορούν επίσης να λαμβάνουν τη μορφή συμμετοχής σε εκδηλώσεις, εμποροπανηγύρεις και εκθέσεις εθνικής, ευρωπαϊκής και διεθνούς σημασίας.

Άρθρο 4

Χαρακτηριστικά των ενεργειών

1.   Οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης δεν προσανατολίζονται σε συνάρτηση με τις εμπορικές επωνυμίες. Ωστόσο, οι εμπορικές επωνυμίες των προϊόντων μπορούν να εμφανίζονται κατά τη διάρκεια επιδείξεων ή γευσιγνωσιών των προϊόντων και στο ενημερωτικό και διαφημιστικό υλικό, υπό την προϋπόθεση ότι τηρείται η αρχή της μη εφαρμογής διακρίσεων και ότι δεν μεταβάλλεται ο εν γένει χαρακτήρας των ενεργειών και η μη χρήση των εμπορικών επωνυμιών ως οδηγού για αυτές. Η αρχή της μη εφαρμογής διακρίσεων εφαρμόζεται εξασφαλίζοντας ίση μεταχείριση και πρόσβαση σε όλες τις εμπορικές επωνυμίες των προτεινουσών οργανώσεων, καθώς και ίση μεταχείριση μεταξύ κρατών μελών. Κάθε εμπορική επωνυμία διαθέτει τον ίδιο βαθμό προβολής και η γραφική απεικόνισή της είναι μικρότερη από το κύριο μήνυμα της δράσης της Ένωσης. Απεικονίζονται περισσότερες της μιας εμπορικές επωνυμίες, εξαιρουμένων των περιπτώσεων στις οποίες συντρέχουν δεόντως αιτιολογημένες συνθήκες που αφορούν τη συγκεκριμένη κατάσταση των ενδιαφερόμενων κρατών μελών.

2.   Οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης δεν προσανατολίζονται σε συνάρτηση με την προέλευση. Οι εν λόγω ενέργειες δεν επιδιώκουν να ενθαρρύνουν την κατανάλωση προϊόντων αποκλειστικά και μόνο λόγω της προέλευσής τους. Ωστόσο, η προέλευση των προϊόντων μπορεί να εμφανίζεται στο ενημερωτικό και διαφημιστικό υλικό, υπό τους ακόλουθους όρους:

α)

στην εσωτερική αγορά, η αναφορά στην προέλευση πρέπει να είναι πάντα δευτερεύουσα σε σχέση με το κύριο μήνυμα της δράσης της Ένωσης·

β)

σε τρίτες χώρες, η αναφορά στην προέλευση μπορεί να βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με το κύριο μήνυμα της δράσης της Ένωσης·

γ)

για προϊόντα που υπάγονται στα συστήματα ποιότητας που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4 στοιχείο α), η προέλευση όπως έχει καταχωριστεί στην ονομασία μπορεί να αναφέρεται χωρίς κανένα περιορισμό.

3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων όσον αφορά:

α)

τον τρόπο με τον οποίο εμφανίζονται οι εμπορικές επωνυμίες κατά τη διάρκεια επιδείξεων ή γευσιγνωσιών και στο ενημερωτικό και διαφημιστικό υλικό σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθώς και τις ενιαίες προϋποθέσεις βάσει των οποίων μπορεί να εμφανίζεται μια μεμονωμένη εμπορική επωνυμία· και

β)

τον τρόπο με τον οποίο εμφανίζεται η προέλευση των προϊόντων σε ενημερωτικό και διαφημιστικό υλικό σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

Άρθρο 5

Επιλέξιμα προϊόντα και συστήματα

1.   Οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης μπορεί να καλύπτουν τα ακόλουθα προϊόντα:

α)

τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I της Συνθήκης της ΣΛΕΕ, εξαιρουμένου του καπνού·

β)

τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού·

γ)

τα αλκοολούχα ποτά με προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 110/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10).

2.   Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις στην αγορά, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, δυνάμει του άρθρου 22, για τη συμπλήρωση του καταλόγου του παραρτήματος I του παρόντος κανονισμού με την προσθήκη προϊόντων διατροφής σε αυτόν.

3.   Παρά την παράγραφο 1:

α)

οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης μπορούν να καλύπτουν μόνο οίνους με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη, καθώς και οίνους που φέρουν ένδειξη οινοποιήσιμης ποικιλίας αμπέλου· σε περίπτωση απλών προγραμμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3, το σχετικό πρόγραμμα πρέπει επίσης να καλύπτει άλλα προϊόντα που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 1·

β)

στην περίπτωση των αλκοολούχων ποτών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), του οίνου που αναφέρεται στο στοιχείο α) της παρούσας παραγράφου και της μπίρας, οι ενέργειες που στοχεύουν την εσωτερική αγορά περιορίζονται στην ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με τα συστήματα που θεσπίζονται στην παράγραφο 4 και σχετικά με την υπεύθυνη κατανάλωση αυτών των ποτών·

γ)

τα προϊόντα αλιείας και υδατοκαλλιέργειας που παρατίθενται στο παράρτημα I του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1379/2013 μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης, μόνο εάν το σχετικό πρόγραμμα καλύπτει και άλλα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4.   Οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης μπορεί να καλύπτουν τα ακόλουθα συστήματα:

α)

τα συστήματα ποιότητας που προβλέπονται στον κανονισμό (EE) αριθ. 1151/2012, στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 110/2008 και στο άρθρο 93 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013·

β)

η βιολογική παραγωγή, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου (11)·

γ)

το γραφικό σύμβολο για τα γεωργικά προϊόντα ποιότητας που χαρακτηρίζουν τις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ένωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 228/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12)·

δ)

τα συστήματα ποιότητας που αναφέρονται στα στοιχεία β) και γ) του άρθρου 16 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΩΘΗΣΗΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Κοινές διατάξεις

Άρθρο 6

Είδη ενεργειών

1.   Οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης λαμβάνουν τη μορφή:

α)

προγραμμάτων ενημέρωσης και προώθησης («τα προγράμματα»)· και

β)

ενεργειών σχετικών με την πρωτοβουλία της Επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 9.

2.   Τα προγράμματα αποτελούνται από συνεκτικές δέσμες δράσεων και εφαρμόζονται σε περίοδο διάρκειας ενός έτους τουλάχιστον αλλά όχι μεγαλύτερης των τριών ετών.

3.   Απλά προγράμματα, για τα οποία περαιτέρω λεπτομέρειες αναφέρονται στο τμήμα 2 του παρόντος κεφαλαίου, μπορούν να υποβληθούν από μία ή περισσότερες προτείνουσες οργανώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α), γ) ή δ), οι οποίες προέρχονται όλες από το ίδιο κράτος μέλος.

4.   Πολυπρογράμματα, για τα οποία περαιτέρω λεπτομέρειες αναφέρονται στο τμήμα 3 του παρόντος κεφαλαίου, μπορούν να υποβληθούν από:

α)

τουλάχιστον δύο προτείνουσες οργανώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο α), γ) ή δ), προερχόμενες από τουλάχιστον δύο κράτη μέλη· ή

β)

από μία ή περισσότερες οργανώσεις της Ένωσης όπως αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 στοιχείο β).

Άρθρο 7

Προτείνουσες οργανώσεις

1.   Προγράμματα μπορούν να προτείνουν:

α)

οι επαγγελματικές ή διεπαγγελματικές οργανώσεις εγκατεστημένες σε κράτος μέλος και αντιπροσωπευτικές του σχετικού τομέα ή των σχετικών τομέων στο εν λόγω κράτος μέλος, και ιδίως οι διεπαγγελματικές οργανώσεις όπως αναφέρονται στο άρθρο 157 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 και οι ομάδες όπως ορίζονται στο άρθρο 3 σημείο 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1151/2012, με την προϋπόθεση ότι αυτές είναι αντιπροσωπευτικές για την ονομασία που είναι προστατευόμενη βάσει του δεύτερου κανονισμού που καλύπτεται από το εν λόγω πρόγραμμα·

β)

οι επαγγελματικές ή διεπαγγελματικές οργανώσεις που αντιπροσωπεύουν τον σχετικό τομέα ή τους σχετικούς τομείς σε επίπεδο Ένωσης·

γ)

οι οργανώσεις παραγωγών ή ενώσεις οργανώσεων παραγωγών, όπως αναφέρονται στα άρθρα 152 και 156 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 και αναγνωρίζονται από ένα κράτος μέλος·

δ)

οι φορείς του αγροδιατροφικού τομέα που έχουν στόχο την ενημέρωση σχετικά με τα γεωργικά προϊόντα και την προώθηση των τελευταίων και στους οποίους έχει ανατεθεί, από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, σαφώς οριοθετημένη αποστολή δημόσιας υπηρεσίας στο πεδίο αυτό· οι φορείς αυτοί πρέπει να έχουν νομίμως εγκατασταθεί στο εν λόγω κράτος μέλος τουλάχιστον δύο έτη πριν από την ημερομηνία της πρόσκλησης υποβολής προτάσεων που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2.

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, σύμφωνα με το άρθρο 22, για τον καθορισμό ειδικών όρων υπό τους οποίους οποιαδήποτε από τις προτείνουσες οργανώσεις, τις ομάδες και οποιοσδήποτε από τους φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο 1 μπορεί να υποβάλλει πρόγραμμα. Οι όροι αυτοί εξασφαλίζουν κυρίως ότι οι εν λόγω οργανώσεις, ομάδες, φορείς είναι αντιπροσωπευτικοί και ότι το πρόγραμμα είναι σημαντικής εμβέλειας.

Άρθρο 8

Ετήσιο πρόγραμμα εργασιών

1.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό κάθε χρόνο ετήσιου προγράμματος εργασιών που θέτουν τους επιδιωκόμενους επιχειρησιακούς στόχους, τις επιχειρησιακές προτεραιότητες, τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, τη μέθοδο εφαρμογής και το συνολικό ποσό του σχεδίου χρηματοδότησης. Το εν λόγω ετήσιο πρόγραμμα εργασιών, και ιδίως οι επιχειρησιακές προτεραιότητές του, συνάδουν με τον γενικό στόχο και τους ειδικούς στόχους που καθορίζονται στο άρθρο 2. Ειδικότερα, το πρόγραμμα προβλέπει ειδικές προσωρινές διατάξεις που διέπουν την αντίδραση σε σοβαρή διατάραξη της αγοράς, απώλεια εμπιστοσύνης των καταναλωτών ή άλλα συγκεκριμένα προβλήματα που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο ε). Περιλαμβάνει επίσης τα βασικά κριτήρια αξιολόγησης, περιγραφή των ενεργειών που πρόκειται να χρηματοδοτηθούν, ένδειξη του ποσού που διατίθεται για κάθε είδος ενέργειας, ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα εφαρμογής και, όσον αφορά τις επιδοτήσεις, το μέγιστο ποσοστό χρηματοδοτικής συνεισφοράς της Ένωσης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

2.   Το αναφερόμενο στην παράγραφο 1 πρόγραμμα εργασιών εφαρμόζεται, για απλά προγράμματα και για πολυπρογράμματα, με τη δημοσίευση από την Επιτροπή προσκλήσεων υποβολής προτάσεων σύμφωνα με το μέρος I τίτλος VI του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14).

Άρθρο 9

Ενέργειες με πρωτοβουλία της Επιτροπής

1.   Η Επιτροπή μπορεί να υλοποιεί ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης όπως αυτές που περιγράφονται στο άρθρο 3, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειών σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης της αγοράς, απώλειας εμπιστοσύνης των καταναλωτών ή άλλων συγκεκριμένων προβλημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο ε). Οι ενέργειες αυτές μπορούν, μεταξύ άλλων, να έχουν τη μορφή αποστολών υψηλού επιπέδου, συμμετοχής σε εμπορικές και άλλες εκθέσεις διεθνούς σημασίας, με εκθεσιακά περίπτερα ή δραστηριότητες που προορίζονται να αναδείξουν την εικόνα των προϊόντων της Ένωσης.

2.   Η Επιτροπή αναπτύσσει υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης, με κύριο σκοπό:

α)

την προαγωγή της γνώσης των διαφόρων αγορών, μεταξύ άλλων μέσω διερευνητικών επιχειρηματικών συναντήσεων·

β)

τη σταθερή πλαισίωση της πολιτικής της ενημέρωσης και προώθησης από ένα δυναμικό επαγγελματικό δίκτυο, μεταξύ άλλων μέσω της παροχής συμβουλών στον τομέα σχετικά με την απειλή της απομίμησης και της παραποίησης σε τρίτες χώρες· και

γ)

τη βελτίωση των γνώσεων σχετικά με τους κανόνες της Ένωσης που αφορούν την κατάρτιση και την εφαρμογή των προγραμμάτων.

Άρθρο 10

Απαγόρευση της διπλής χρηματοδότησης

Οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης που χρηματοδοτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού δεν τυγχάνουν καμίας άλλης χρηματοδότησης από τον προϋπολογισμό της Ένωσης.

ΤΜΗΜΑ 2

Εφαρμογή και διαχείριση των απλών προγραμμάτων

Άρθρο 11

Επιλογή των απλών προγραμμάτων

1.   Η Επιτροπή διεξάγει αξιολόγηση και επιλογή των προτάσεων για απλά προγράμματα που παραλήφθηκαν κατόπιν της πρόσκλησης υποβολής προτάσεων που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 22 για τον καθορισμό των ειδικών όρων επιλεξιμότητας σε ό,τι αφορά τα απλά προγράμματα.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των επιλεγόμενων απλών προγραμμάτων, τυχόν τροποποιήσεών τους και των αντίστοιχων προϋπολογισμών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

Άρθρο 12

Πληροφορίες σχετικά με την επιλογή απλών προγραμμάτων

Η Επιτροπή παρέχει εγκαίρως στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 23 και συνεπώς στα κράτη μέλη πληροφορίες σχετικά με όλα τα προγράμματα που προτείνονται ή επιλέγονται.

Με την επιφύλαξη του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012, η Επιτροπή παρέχει συγκεκριμένα στα κράτη μέλη:

α)

πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των προτάσεων που παρελήφθησαν, τα κράτη μέλη στα οποία είναι εγκατεστημένες οι προτείνουσες οργανώσεις, τους σχετικούς τομείς και τη σκοπούμενη αγορά ή τις σκοπούμενες αγορές·

β)

πληροφορίες σχετικά με το αποτέλεσμα της αξιολόγησης των προτάσεων και συνοπτική περιγραφή τους.

Άρθρο 13

Οργανισμοί επιφορτισμένοι με την εκτέλεση των απλών προγραμμάτων

1.   Η προτείνουσα οργάνωση επιλέγει, μέσω ανταγωνιστικής διαδικασίας με τα ενδεδειγμένα μέσα, τους οργανισμούς που εκτελούν τα επιλεγόμενα απλά προγράμματα, κυρίως για να διασφαλίζεται η αποτελεσματική εκτέλεση των ενεργειών.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 22, για τον καθορισμό των όρων της ανταγωνιστικής διαδικασίας για την επιλογή των εκτελεστικών οργανισμών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, μια προτείνουσα οργάνωση μπορεί να υλοποιήσει η ίδια ορισμένα τμήματα του προγράμματος, υπό προϋποθέσεις που άπτονται της εμπειρίας που διαθέτει η προτείνουσα οργάνωση σχετικά με την υλοποίηση παρόμοιων μέτρων, του κόστους παρόμοιων μέτρων σε σχέση με τις συνήθεις τιμές της αγοράς και του μεριδίου του συνολικού κόστους που αντιστοιχεί στο τμήμα του προγράμματος που υλοποιεί η προτείνουσα οργάνωση.

Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των λεπτομερών κανόνων υπό τους οποίους μπορεί να επιτραπεί στην προτείνουσα οργάνωση να υλοποιήσει η ίδια ορισμένα μέρη του προγράμματος. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

Άρθρο 14

Εκτέλεση, παρακολούθηση και έλεγχος των απλών προγραμμάτων

1.   Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για την ορθή εκτέλεση των απλών προγραμμάτων που επιλέγονται βάσει του άρθρου 11, καθώς και των σχετικών πληρωμών. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε το ενημερωτικό και διαφημιστικό υλικό που παράγεται στο πλαίσιο των εν λόγω προγραμμάτων να είναι σύμφωνο με το ενωσιακό δίκαιο.

Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των ειδικών όρων για την εκτέλεση, την παρακολούθηση και τον έλεγχο και τους κανόνες σχετικά με τη σύναψη συμβάσεων για την εκτέλεση των απλών προγραμμάτων που επιλέγονται βάσει του παρόντος κανονισμού. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την εκτέλεση, την παρακολούθηση και τον έλεγχο των απλών προγραμμάτων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15) και σύμφωνα με τις εκτελεστικές πράξεις που πρόκειται να εκδοθούν βάσει της παραγράφου 1.

Άρθρο 15

Δημοσιονομικές διατάξεις σχετικά με τα απλά προγράμματα

1.   Η χρηματοδοτική συνεισφορά της Ένωσης στα απλά προγράμματα στην εσωτερική αγορά καλύπτει το 70 % των επιλέξιμων για στήριξη δαπανών. Η χρηματοδοτική συνεισφορά της Ένωσης στα απλά προγράμματα σε τρίτες χώρες καλύπτει το 80 % των επιλέξιμων για στήριξη δαπανών. Το υπόλοιπο ποσοστό των δαπανών βαρύνει αποκλειστικά τις προτείνουσες οργανώσεις.

2.   Τα ποσοστά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αυξάνονται σε 85 % σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης της αγοράς, απώλειας εμπιστοσύνης των καταναλωτών ή άλλων συγκεκριμένων προβλημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο ε).

3.   Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1 και 2 και για προτείνουσες οργανώσεις που είναι εγκατεστημένες σε κράτη μέλη και λαμβάνουν την ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2014 χρηματοδοτική συνδρομή σύμφωνα με τα άρθρα 136 και 143 ΣΛΕΕ, τα ποσοστά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ανέρχονται σε 75 % και 85 % αντιστοίχως και τα ποσοστά που αναφέρονται στην παράγραφο 2 ανέρχονται σε 90 %.

Το πρώτο εδάφιο ισχύει μόνο για εκείνα τα προγράμματα για τα οποία έλαβε απόφαση η Επιτροπή πριν από την ημερομηνία από την οποία το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεν λαμβάνει πλέον παρόμοια χρηματοδοτική συνδρομή.

4.   Οι μελέτες που έχουν ως αντικείμενο την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης και εκπονούνται σύμφωνα με το κοινό πλαίσιο που αναφέρεται στο άρθρο 25 είναι επιλέξιμες για ενωσιακή χρηματοδότηση υπό όρους ανάλογους με εκείνους που ισχύουν για το σχετικό απλό πρόγραμμα.

5.   Η Ένωση καλύπτει εξ ολοκλήρου τα έξοδα πραγματογνωμοσύνης που σχετίζονται με την επιλογή των προγραμμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

6.   Για να διασφαλιστεί η ορθή εφαρμογή των απλών προγραμμάτων, οι προτείνουσες οργανώσεις καταθέτουν εγγυήσεις.

7.   Οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης που υλοποιούνται μέσω απλών προγραμμάτων χρηματοδοτούνται από την Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

8.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 22, σχετικά με τους ειδικούς όρους επιλεξιμότητας για χρηματοδότηση από την Ένωση των δαπανών των ενεργειών ενημέρωσης και προώθησης και, εφόσον είναι απαραίτητο, των διοικητικών δαπανών και των δαπανών προσωπικού.

ΤΜΗΜΑ 3

Εφαρμογή και διαχείριση των πολυπρογραμμάτων και των ενεργειών με πρωτοβουλία της Επιτροπής

Άρθρο 16

Μορφές χρηματοδότησης

1.   Η χρηματοδότηση μπορεί να έχει μία ή περισσότερες από τις μορφές που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 και, μεταξύ άλλων, να συνίσταται σε:

α)

επιδοτήσεις, στην περίπτωση των πολυπρογραμμάτων·

β)

σύναψη συμβάσεων, στην περίπτωση των ενεργειών με πρωτοβουλία της Επιτροπής.

2.   Οι ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης που υλοποιούνται μέσω πολυπρογραμμάτων ή με πρωτοβουλία της Επιτροπής χρηματοδοτούνται από την Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013.

Άρθρο 17

Αξιολόγηση των πολυπρογραμμάτων

Οι προτάσεις για πολυπρογράμματα αξιολογούνται και επιλέγονται με βάση τα κριτήρια που καθορίζονται στην αναφερόμενη στο άρθρο 8 παράγραφος 2 πρόσκληση υποβολής προτάσεων.

Άρθρο 18

Πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή των πολυπρογραμμάτων

Η Επιτροπή παρέχει εγκαίρως στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 23 και, μέσω αυτής, στα κράτη μέλη πληροφορίες σχετικά με όλα τα προγράμματα που προτείνονται ή επιλέγονται.

Άρθρο 19

Δημοσιονομικές διατάξεις σχετικά με τα πολυπρογράμματα

1.   Η χρηματοδοτική συνεισφορά της Ένωσης στα πολυπρογράμματα καλύπτει το 80 % των επιλέξιμων δαπανών. Το υπόλοιπο ποσοστό των δαπανών βαρύνει αποκλειστικά τις προτείνουσες οργανώσεις.

2.   Τα ποσοστά που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αυξάνονται σε 85 % σε περίπτωση σοβαρής διατάραξης της αγοράς, απώλειας εμπιστοσύνης των καταναλωτών ή άλλων συγκεκριμένων προβλημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο ε).

3.   Κατά παρέκκλιση των παραγράφων 1 και 2 και για προτείνουσες οργανώσεις που είναι εγκατεστημένες σε κράτη μέλη και λαμβάνουν την ή μετά την 1η Ιανουαρίου 2014 χρηματοδοτική συνδρομή σύμφωνα με τα άρθρα 136 και 143 ΣΛΕΕ, τα ποσοστά που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 ανέρχονται σε 85 % και 90 % αντιστοίχως.

Το πρώτο εδάφιο ισχύει μόνο για εκείνα τα προγράμματα για τα οποία έλαβε απόφαση η Επιτροπή πριν από την ημερομηνία από την οποία το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δεν λαμβάνει πλέον παρόμοια χρηματοδοτική συνδρομή.

Άρθρο 20

Σύναψη συμβάσεων για τις ενέργειες με πρωτοβουλία της Επιτροπής

Κάθε σύναψη συμβάσεων από την Επιτροπή, εξ ιδίου ονόματος ή από κοινού με κράτη μέλη, υπόκειται στους κανόνες που διέπουν τη σύναψη συμβάσεων και καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 και στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής (16).

Άρθρο 21

Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης

1.   Η Επιτροπή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα που διασφαλίζουν ότι, κατά την υλοποίηση ενεργειών που χρηματοδοτούνται βάσει του παρόντος τμήματος, προστατεύονται τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης με την εφαρμογή προληπτικών μέτρων καταπολέμησης της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας, με τη διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων και, σε περίπτωση που διαπιστωθούν παρατυπίες, με την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών και, εάν χρειαστεί, με την επιβολή αποτελεσματικών, ανάλογων με τον επιδιωκόμενο σκοπό και αποτρεπτικών διοικητικών και οικονομικών κυρώσεων.

2.   Η Επιτροπή ή οι αντιπρόσωποί της και το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι εξουσιοδοτημένοι να υποβάλλουν σε ελέγχους, βάσει εγγράφων και επιτόπιων ελέγχων, όλους τους δικαιούχους επιδοτήσεων, αντισυμβαλλομένους και υπεργολάβους που έχουν εισπράξει ενωσιακά κονδύλια.

3.   Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) μπορεί να διεξάγει έρευνες, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ελέγχων και εξακριβώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διαδικασίες του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17) και του κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου (18), με σκοπό τη διαπίστωση τυχόν απάτης, διαφθοράς ή άλλης παράνομης δραστηριότητας, η οποία θίγει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης και σχετίζεται με συμφωνία επιδότησης, απόφαση επιδότησης ή σύμβαση που αφορά κονδύλια της Ένωσης.

4.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1, 2 και 3, οι συμφωνίες συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, οι συμβάσεις, οι συμφωνίες επιδότησης και οι αποφάσεις επιδότησης που απορρέουν από την εφαρμογή προγράμματος δυνάμει του παρόντος κανονισμού περιέχουν διατάξεις που εξουσιοδοτούν ρητά την Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο και την OLAF να διενεργούν ελέγχους και έρευνες σύμφωνα με τις αρμοδιότητές τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Εξουσιοδότηση και εκτελεστικές διατάξεις

Άρθρο 22

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2, στο άρθρο 7 παράγραφος 2, στο άρθρο 11 παράγραφος 1, στο άρθρο 13 παράγραφος 1, στο άρθρο 15 παράγραφος 8 και στο άρθρο 29 παράγραφος 2 ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από την 24η Νοεμβρίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου των πέντε ετών. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο εντός τριών μηνών πριν από τη λήξη της κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2, στο άρθρο 7 παράγραφος 2, στο άρθρο 11 παράγραφος 1, στο άρθρο 13 παράγραφος 1, στο άρθρο 15 παράγραφος 8 και στο άρθρο 29 παράγραφος 2 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται σε αυτήν. Η ανάκληση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της εν λόγω απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται στην απόφαση. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ήδη ισχύουν.

4.   Μόλις η Επιτροπή εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Κάθε κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος κανονισμού τίθεται σε ισχύ μόνον εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν διατυπώσει αντιρρήσεις εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο έχουν πληροφορήσει την Επιτροπή ότι δεν προτίθενται να διατυπώσουν αντιρρήσεις. Η εν λόγω προθεσμία μπορεί να παραταθεί κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 23

Επιτροπή

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών, η οποία έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 229 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

ΤΜΗΜΑ 2

Διαβουλεύσεις, αξιολόγηση και έκθεση

Άρθρο 24

Διαβούλευση

Στο πλαίσιο της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή μπορεί να ζητεί τη γνώμη της ομάδας διαλόγου της κοινωνίας των πολιτών σε θέματα ποιότητας και προώθησης, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει της απόφασης 2013/767/ΕΕ της Επιτροπής (19).

Άρθρο 25

Κοινό πλαίσιο για την αξιολόγηση του αντίκτυπου των ενεργειών

Η Επιτροπή, σύμφωνα με το κοινό πλαίσιο παρακολούθησης και αξιολόγησης της κοινής γεωργικής πολιτικής, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 110 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1306/2013, εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τη δημιουργία κοινού πλαισίου για την αξιολόγηση του αντίκτυπου των προγραμμάτων ενημέρωσης και προώθησης που χρηματοδοτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού, καθώς και ένα σύστημα δεικτών. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη γνωστοποιούν στην Επιτροπή όλα τα αναγκαία στοιχεία και πληροφορίες ώστε να είναι δυνατή η αξιολόγηση του αντίκτυπου των ενεργειών.

Άρθρο 26

Έκθεση

1.   Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2018, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ενδιάμεση έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Η εν λόγω ενδιάμεση έκθεση συμπεριλαμβάνει το ποσοστό απορρόφησης στα διάφορα κράτη μέλη, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από κατάλληλες προτάσεις.

2.   Το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2020, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από κατάλληλες προτάσεις.

ΤΜΗΜΑ 3

Κρατικές ενισχύσεις, κατάργηση, μεταβατικές διατάξεις και έναρξη ισχύος και ημερομηνία εφαρμογής

Άρθρο 27

Κρατικές ενισχύσεις

Στην περίπτωση των προγραμμάτων για τα οποία μπορούν να χορηγηθούν ενωσιακές ενισχύσεις και τα οποία επιλέγει η Επιτροπή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 211 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 και του άρθρου 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1184/2006 του Συμβουλίου (20), καθώς και δυνάμει του άρθρου 42 πρώτο εδάφιο ΣΛΕΕ, τα άρθρα 107, 108 και 109 ΣΛΕΕ δεν εφαρμόζονται στις πληρωμές που πραγματοποιούν τα κράτη μέλη κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα με τις διατάξεις του, ούτε εφαρμόζονται στις χρηματοδοτικές συνεισφορές που προέρχονται από έσοδα φόρων υπέρ τρίτων, από υποχρεωτικές εισφορές των κρατών μελών ή από άλλα χρηματοδοτικά μέσα, στην περίπτωση των προγραμμάτων για τα οποία μπορούν να χορηγηθούν ενωσιακές ενισχύσεις και τα οποία επιλέγει η Επιτροπή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 28

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3/2008 καταργείται.

Οι παραπομπές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και ερμηνεύονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που παρατίθεται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 29

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3/2008 εξακολουθεί να εφαρμόζεται σε εκείνες τις ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης για τη χρηματοδότηση των οποίων η Επιτροπή έχει λάβει απόφαση πριν από την 1η Δεκεμβρίου 2015.

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 22, για να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3/2008 στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 30

Έναρξη ισχύος και εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από 1ης Δεκεμβρίου 2015.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 22 Οκτωβρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

B. DELLA VEDOVA


(1)  Γνώμη της 30ής Απριλίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  Γνώμη της 2ας Απριλίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Απριλίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα), απόφαση του Συμβουλίου της 13ης Οκτωβρίου 2014.

(4)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3/2008 του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2007, σχετικά με ενέργειες ενημέρωσης και προώθησης υπέρ των γεωργικών προϊόντων στην εσωτερική αγορά και στις τρίτες χώρες (ΕΕ L 3 της 5.1.2008, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1151/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Νοεμβρίου 2012, για τα συστήματα ποιότητας των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (ΕΕ L 343 της 14.12.2012, σ. 1).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 508/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας και για την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2328/2003, (ΕΚ) αριθ. 861/2006, (ΕΚ) αριθ. 1198/2006 και (ΕΚ) αριθ. 791/2007 του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1255/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 149 της 20.5.2014, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για την κοινή οργάνωση των αγορών των προϊόντων αλιείας και υδατοκαλλιέργειας, την τροποποίηση των κανονισμών του Συμβουλίου (ΕΚ) αριθ. 1184/2006 και (ΕΚ) αριθ. 1224/2009 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 104/2000 του Συμβουλίου (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671).

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 110/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2008, σχετικά με τον ορισμό, την περιγραφή, την παρουσίαση, την επισήμανση και την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων των αλκοολούχων ποτών και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1576/89 του Συμβουλίου (ΕΕ L 39 της 13.2.2008, σ. 16).

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 2007, για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 (ΕΕ L 189 της 20.7.2007, σ. 1).

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 228/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2013, για τον καθορισμό ειδικών μέτρων για τη γεωργία στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Ένωσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 247/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 78 της 20.3.2013, σ. 23).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 487).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

(15)  Κανονισμός (EE) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000, (ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 549).

(16)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ΕΕ L 362 της 31.12.2012, σ. 1).

(17)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (Ευρατόμ) αριθ. 1074/1999 του Συμβουλίου (ΕΕ L 248 της 18.9.2013, σ. 1).

(18)  Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2).

(19)  Απόφαση 2013/767/ΕΕ της Επιτροπής, της 16ης Δεκεμβρίου 2013, σχετικά με τη δημιουργία ενός πλαισίου για τη διεξαγωγή διαλόγου με την κοινωνία των πολιτών σε θέματα κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση της απόφασης 2004/391/ΕΚ (ΕΕ L 338 της 17.12.2013, σ. 115).

(20)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1184/2006 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 2006, περί εφαρμογής ορισμένων κανόνων ανταγωνισμού στην παραγωγή και την εμπορία γεωργικών προϊόντων (ΕΕ L 214 της 4.8.2006, σ. 7).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β)

α)

μπίρα,

β)

σοκολάτα και παράγωγα προϊόντα,

γ)

προϊόντα αρτοποιίας, ζαχαροπλαστικής, ζαχαρώδη παρασκευάσματα και προϊόντα μπισκοτοποιίας,

δ)

ποτά με βάση εκχυλίσματα φυτών,

ε)

ζυμαρικά,

στ)

αλάτι,

ζ)

φυσικά κόμμεα και ρητίνες,

η)

πολτός μουστάρδας,

θ)

γλυκό καλαμπόκι,

ι)

βαμβάκι.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Πίνακας αντιστοιχίας

που αναφέρεται στο άρθρο 28

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3/2008

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρα 3 και 4

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 8

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 7

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρα 11, 12 και 17

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 9

Άρθρο 11

Άρθρο 13

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 14

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 16 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 13 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφοι 1, 2 και 3 και άρθρο 19

Άρθρο 13 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 13 παράγραφοι 3, 4 και 5

Άρθρο 13 παράγραφος 6

Άρθρο 27

Άρθρο 14

Άρθρο 15 παράγραφοι 5 και 7 και άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρα 15 και 16

Άρθρα 4 παράγραφος 3, άρθρο 5 παράγραφος 2, άρθρο 7 παράγραφος 2, άρθρο 8 παράγραφος 1, άρθρα 11 και 13, άρθρο 14 παράγραφος 1, άρθρο 15 παράγραφος 8 και άρθρα 22, 23, 25 και 29

Άρθρο 17

Άρθρο 24

Άρθρο 18

Άρθρο 26

Άρθρο 19

Άρθρο 28

Άρθρο 20

Άρθρο 30