ISSN 1725-2547

doi:10.3000/17252547.L_2009.210.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

52ό έτος
14 Αυγούστου 2009


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 741/2009 της Επιτροπής, της 13ης Αυγούστου 2009, σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 742/2009 της Επιτροπής, της 13ης Αυγούστου 2009, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1296/2008 της Επιτροπής για τη θέσπιση των λεπτομερειών εφαρμογής των δασμολογικών ποσοστώσεων για την εισαγωγή αραβόσιτου και σόργου στην Ισπανία και αραβόσιτου στην Πορτογαλία

3

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Επιτροπή

 

 

2009/612/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 10ης Μαρτίου 2009, σχετικά με το μέτρο C 5/2000 (πρώην NN 118/97) που εφήρμοσε η Ισπανία υπέρ της επιχείρησης Sniace SA, με έδρα στην Torrelavega, Κανταβρία, με την οποία τροποποιείται η απόφαση 1999/395/ΕΚ [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 1479]  ( 1 )

4

 

 

2009/613/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 8ης Απριλίου 2009, σχετικά με τα μέτρα C 7/07 (πρώην NN 82/06 και NN 83/06) τα οποία έθεσε σε εφαρμογή το Ηνωμένο Βασίλειο υπέρ της Royal Mail [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 2486]  ( 1 )

16

 

 

2009/614/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 23ης Ιουλίου 2009, για την τροποποίηση της απόφασης 2008/458/ΕΚ για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής της απόφασης αριθ. 575/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επιστροφής, για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, όσον αφορά τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου των κρατών μελών, τους κανόνες για τη διοικητική και χρηματοοικονομική διαχείριση και την επιλεξιμότητα των δαπανών για έργα που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 5453]

36

 

 

III   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

 

 

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ V ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

 

*

Κοινή θέση 2009/615/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 13ης Αυγούστου 2009, για την τροποποίηση της κοινής θέσης 2006/318/ΚΕΠΠΑ για την ανανέωση των περιοριστικών μέτρων κατά της Βιρμανίας/Μιανμάρ

38

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

14.8.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 741/2009 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Αυγούστου 2009

σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 προβλέπει, κατ’ εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XV μέρος A, του εν λόγω κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει οτις 14 Αυγούστου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Αυγούστου 2009.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός των τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

MK

25,6

XS

21,6

ZZ

23,6

0707 00 05

MK

23,0

TR

101,7

ZZ

62,4

0709 90 70

TR

103,3

ZZ

103,3

0805 50 10

AR

65,9

NZ

63,1

UY

61,0

ZA

67,1

ZZ

64,3

0806 10 10

EG

159,0

MA

141,6

TR

141,4

US

223,1

ZA

142,5

ZZ

161,5

0808 10 80

AR

124,5

BR

70,9

CL

82,7

NZ

81,9

US

87,1

ZA

78,2

ZZ

87,6

0808 20 50

AR

104,5

CL

101,7

CN

60,2

TR

139,7

ZA

89,7

ZZ

99,2

0809 30

TR

132,3

ZZ

132,3

0809 40 05

IL

123,6

ZZ

123,6


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


14.8.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 742/2009 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Αυγούστου 2009

για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1296/2008 της Επιτροπής για τη θέσπιση των λεπτομερειών εφαρμογής των δασμολογικών ποσοστώσεων για την εισαγωγή αραβόσιτου και σόργου στην Ισπανία και αραβόσιτου στην Πορτογαλία

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1), και ιδίως το άρθρο 144 παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1296/2008 της Επιτροπής (2) θεσπίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής των δασμολογικών ποσοστώσεων για την εισαγωγή αραβόσιτου και σόργου στην Ισπανία και αραβόσιτου στην Πορτογαλία.

(2)

Δυνάμει των συμφωνιών που συνήφθηκαν στο πλαίσιο των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, η Κοινότητα έχει δεσμευθεί να ανοίξει ποσοστώσεις με μειωμένο δασμό από την περίοδο εμπορίας 1995/96 για 500 000 τόνους αραβόσιτου στην Πορτογαλία, και για 2 000 000 τόνους αραβόσιτου και 300 000 τόνους σόργου στην Ισπανία.

(3)

Είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι για το άνοιγμα των εν λόγω ποσοστώσεων δεν απαιτείται η προκήρυξη διαγωνισμού.

(4)

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1296/2008 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(5)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της διαχειριστικής επιτροπής για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1296/2008, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους θεωρείται ότι ανοίγονται, σε ετήσια βάση, δύο ποσοστώσεις για την εισαγωγή προϊόντων προελεύσεως τρίτων χωρών μέγιστης ποσότητας 2 000 000 τόνων αραβοσίτου και 300 000 τόνων σόργου, για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Ισπανία. Οι εισαγωγές στο πλαίσιο των εν λόγω ποσοστώσεων πραγματοποιούνται σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

2.   Την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους θεωρείται ότι ανοίγεται, σε ετήσια βάση, μία ποσόστωση για την εισαγωγή προϊόντων προελεύσεως τρίτων χωρών μέγιστης ποσότητας 500 000 τόνων αραβοσίτου, για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Πορτογαλία. Οι εισαγωγές στο πλαίσιο της εν λόγω ποσόστωσης πραγματοποιούνται σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Αυγούστου 2009.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 340 της 19.12.2008, σ. 57.


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επιτροπή

14.8.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/4


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 10ης Μαρτίου 2009

σχετικά με το μέτρο C 5/2000 (πρώην NN 118/97) που εφήρμοσε η Ισπανία υπέρ της επιχείρησης Sniace SA, με έδρα στην Torrelavega, Κανταβρία, με την οποία τροποποιείται η απόφαση 1999/395/ΕΚ

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 1479]

(Το κείμενο στην ισπανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/612/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο (1) και

Αφού έλαβε υπόψη της τις παρατηρήσεις αυτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Η Επιτροπή, με επιστολή της 17ης Απριλίου 1997, έλαβε καταγγελία της αυστριακής επιχείρησης Lenzing AG, κύριας παραγωγού ινών βισκόζης στην Κοινότητα, σχετικά με σειρά μέτρων που είχαν χορηγηθεί στην ανταγωνίστριά της ισπανική επιχείρηση Sociedad Nacional de Industrias y Aplicaciones de Celulosa Española SA (που καλείται στο εξής: «Sniace»).

(2)

Η Επιτροπή με επιστολή της, της 7ης Νοεμβρίου 1997, ενημέρωσε την ισπανική κυβέρνηση για την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης.

(3)

Η Επιτροπή με την απόφασή της 1999/395/ΕΚ (2), (στο εξής: «απόφαση του 1998»), κήρυξε παράνομες και μη συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά τις ενισχύσεις που είχαν χορηγήσει το Fondo de Garantía Salarial (Ταμείο εγγύησης μισθών) (στο εξής: «Fogasa») και η Tesorería General de la Seguridad Social (Γενικό Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων) (στο εξής: «TGSS») υπέρ της Sniace λόγω του ότι η συμφωνία εξόφλησης χρεών που είχε συναφθεί μεταξύ της Sniace και του Fogasa και η συμφωνία αναδιάρθρωσης που είχε συναφθεί μεταξύ της Sniace και της TGSS δεν πληρούσαν τους όρους της αγοράς, λόγω του ότι τα επιτόκια που εφαρμόζονταν στις συμφωνίες αυτές ήταν χαμηλότερα από τα επιτόκια της αγοράς. Με την αρνητική αυτή απόφαση εδίδετο εντολή στην Ισπανία να επιτύχει επιστροφή της επίμαχης ενίσχυσης από τον δικαιούχο.

(4)

Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην απόφασή του, της 29ης Απριλίου 1999, στην υπόθεση C-342/96 Ισπανία/Επιτροπής (στο εξής: «Tubacex») (3), απεφάνθη ότι οι συμφωνίες αναδιάρθρωσης του χρέους που είχαν συναφθεί από την TGSS και το Fogasa δεν αποτελούσαν κρατικές ενισχύσεις δεδομένου ότι οι δημόσιοι αυτοί οργανισμοί είχαν ενεργήσει όπως θα είχε ενεργήσει ένας ιδιώτης πιστωτής που θα επεδίωκε την ανάκτηση χρωστούμενων ποσών, υπό την προϋπόθεση ότι το επιτόκιο θα ήταν τουλάχιστον ίσο με εκείνο το οποίο θα είχε επιβάλει ένας ιδιώτης πιστωτής (4) και ότι η συμφωνία αναδιάρθρωσης δεν θα οδηγούσε σε σώρευση νέων χρεών.

(5)

Βάσει της απόφασης «Tubacex», η Επιτροπή αποφάσισε να αξιολογήσει εκ νέου την απόφαση του 1998, δεδομένου ότι θεωρούσε ότι τα συμπεράσματα της απόφασης αυτής μπορούσαν να εφαρμοστούν και στη Sniace. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή με επιστολή της 16ης Φεβρουαρίου 2000, που απηύθυνε στις ισπανικές αρχές, ζήτησε την κίνηση της επίσημης διαδικασίας εξέτασης (5) βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο της συνθήκης με σκοπό τη μερική ανάκληση της απόφασης του 1998 (στο εξής: «δεύτερη κίνηση της διαδικασίας»).

(6)

Η Ισπανία, με επιστολή της 21ης Μαρτίου 2000, διαβίβασε στην Επιτροπή τις παρατηρήσεις της σχετικά με την απόφαση δεύτερης κίνησης της διαδικασίας.

(7)

Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις των ισπανικών αρχών και των ενδιαφερομένων μετά τη δεύτερη κίνηση της διαδικασίας, κήρυξε περατωθείσα την επίσημη διαδικασία εξέτασης στις 20 Σεπτεμβρίου 2000, με την απόφαση 2001/43/ΕΚ της Επιτροπής (6) (στο εξής: «απόφαση του 2000») και κατέληξε ότι τα μέτρα που είχαν εφαρμοστεί στη Sniace δεν αποτελούσαν κρατικές ενισχύσεις κατ’ εφαρμογή της απόφασης Tubacex. Βάσει της απόφασης του 2000 τροποποιήθηκε εν μέρει η απόφαση του 1998, με αντικατάσταση του πρώτου εδαφίου του άρθρου 1 και κατάργηση του άρθρου 2.

(8)

Η Επιτροπή στην απόφαση της του 2000, θεώρησε ότι οι δημόσιοι πιστωτές, εφαρμόζοντας το νόμιμο επιτόκιο, αυτό που επεδίωκαν ήταν να αυξήσουν τα μέγιστα τη δυνατότητα ανάκτησης των χρωστούμενων ποσών, χωρίς να υποστούν οικονομική ζημία. Κατά τη γνώμη της Επιτροπής «η Ισπανία ενήργησε ως ένας υποθετικός ιδιώτης πιστωτής, ο οποίος θα βρισκόταν σε αντίστοιχη θέση έναντι της Sniace» (7).

(9)

Μετά την έκδοση της απόφασης του 2000, η επιχείρηση Lenzing υπέβαλε στο Πρωτοδικείο προσφυγή κατά της απόφασης αυτής.

(10)

Το Πρωτοδικείο στην απόφασή του, της 21ης Οκτωβρίου, στην υπόθεση T-36/99 ακύρωσε την απόφαση του 2000 (8), λόγω πρόδηλου λάθους αξιολόγησης όσον αφορά την εφαρμογή του κριτηρίου της συμπεριφοράς του δημόσιου πιστωτή έναντι του ιδιώτη. Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε την απόφαση του Πρωτοδικείου (9).

(11)

Λόγω της ακύρωσης αυτής, η δεύτερη επίσημη διαδικασία εξέτασης εξακολουθεί να εκκρεμεί.

(12)

Η Επιτροπή με επιστολές της, της 3ης Δεκεμβρίου 2004, της 13ης Μαΐου 2005, της 18ης Ιουλίου 2005 και της 7ης Αυγούστου 2008, ζήτησε επιπλέον πληροφορίες από τις ισπανικές αρχές, οι οποίες της διαβιβάστηκαν με επιστολές της 28ης Φεβρουαρίου 2005, της 4ης Ιουλίου 2005, της 29ης Σεπτεμβρίου 2005, της 10ης Σεπτεμβρίου 2008 και της 15ης Σεπτεμβρίου 2008.

2.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ

(13)

Η αποδέκτρια των μέτρων είναι η Sniace, εταιρεία που ιδρύθηκε το 1939. Η επιχείρηση αυτή παράγει κυτταρίνη, χαρτί, ίνες βισκόζης, συνθετικές ίνες και θειικό νάτριο. Ο κύκλος εργασιών της Sniace το 2007 ανήλθε σε 15 εκατ. ευρώ.

(14)

Το Fogasa και η TGSS συνήψαν με τη Sniace συμφωνίες πληρωμής και αναδιάρθρωσης του χρέους που εκτίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 15 έως 21.

(15)

Το Fogasa είναι ένας αυτόνομος οργανισμός που εξαρτάται από το Υπουργείο Εργασίας και Μετανάστευσης και χρηματοδοτείται από συνεισφορές των επιχειρήσεων. Σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο του Estatuto de los Trabajadores (Εργατικού νόμου), κύρια αποστολή του είναι να καταβάλλει «στους εργαζόμενους τους μη καταβληθέντες μισθούς λόγω αφερεγγυότητας ή πτώχευσης του εργοδότη». Το άρθρο 33 παράγραφος 4 επιβάλλει στο Fogasa υποχρέωση υποκατάστασης στα δικαιώματα και τις ενέργειες των εργαζομένων με σκοπό την επιστροφή των προκαταβληθέντων ποσών.

(16)

Βάσει του βασιλικού διατάγματος 505/85, της 6ης Μαρτίου 1985 (10), το Fogasa μπορεί να συνάπτει συμφωνίες επιστροφής των ποσών που έχουν προκαταβληθεί ως επιδότηση μισθών και αποζημιώσεων σε εργαζόμενους με σκοπό τη διευκόλυνση της ανάκτησης των οφειλομένων ποσών τα οποία είναι τοκοφόρα βάσει του νόμιμου επιτοκίου.

(17)

Το Fogasa συνήψε με τη Sniace συμφωνίες εξόφλησης του χρέους στις 5 Νοεμβρίου 1993 και στις 31 Οκτωβρίου 1995. Στην πρώτη περίπτωση το οφειλόμενο ποσό ανερχόταν σε 1 362 708 700 πεσέτες (συμπεριλαμβανομένων και των τόκων) στη δε δεύτερη σε 339 459 878 πεσέτες (συμπεριλαμβανομένων και των τόκων).

(18)

Η πρώτη συμφωνία, της 5ης Νοεμβρίου 1993 (στο εξής: «συμφωνία Fogasa I»), αφορούσε τα ποσά που είχε καταβάλει το Fogasa ως μισθούς και αποζημιώσεις που όφειλε η Sniace στο προσωπικό της. Το χρέος ανερχόταν σε 897 652 759 πεσέτες, στο οποίο θα έπρεπε να προστεθούν τόκοι 465 055 911 πεσετών με επιτόκιο 10 %, από το οποίο προέκυπτε σύνολο 1 362 708 700 πεσέτες. Το χρέος ήταν συνδεδεμένο με μια υποθήκη επί στοιχείων του ενεργητικού της Sniace και έπρεπε να εξοφληθεί σύμφωνα με χρονοδιάγραμμα που είχε αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης στις 18 Μαρτίου 1999, τα δε ποσά σε πεσέτες (ESP) κλιμακώνονταν ως ακολούθως:

Πίνακας 1

Συμφωνία Fogasa I

(ESP)

 

Αρχική συμφωνία της 5ης Νοεμβρίου 1993

Αναδιαπραγματευθείσα συμφωνία της 18ης Μαρτίου 1999

1994

20 000 000

20 000 000

1995

55 000 000

55 000 000

1996

90 000 000

40 000 000

1997

110 000 000

50 000 000

1998

160 000 000

80 000 000

1999

160 000 000

80 000 000

2000

392 527 956

259 427 000

2001

375 180 746

259 427 000

2002

 

259 427 000

2003

 

259 427 000

Σύνολο

1 362 708 702

1 362 708 000

(19)

Η δεύτερη συμφωνία, της 31ης Οκτωβρίου 1995 (στο εξής: «συμφωνία Fogasa II»), αφορούσε τα ποσά που το Fogasa είχε συνεχίσει να καταβάλλει μετά τη συμφωνία της 5ης Νοεμβρίου 1993 ως μισθούς και αποζημιώσεις που χρωστούσε η Sniace στο προσωπικό της. Το δεύτερο χρέος ανερχόταν σε 229 424 860 πεσέτες, ποσό στο οποίο θα έπρεπε να προστεθούν τόκοι 110 035 018 πεσετών με επιτόκιο 9 %, από το οποίο προέκυπτε σύνολο 339 459 878 πεσέτες. Το χρέος συνδεόταν με υποθήκη επί των στοιχείων του ενεργητικού της Sniace και έπρεπε να εξοφληθεί σύμφωνα με χρονοδιάγραμμα το οποίο είχε αποτελέσει αντικείμενο νέας διαπραγμάτευσης στις 18 Μαρτίου 1999, τα δε ποσά σε πεσέτες (ESP) κλιμακώνονταν ως ακολούθως:

Πίνακας 2

Συμφωνία Fogasa II

(ESP)

 

Αρχική συμφωνία της 31ης Οκτωβρίου 1995

Αναδιαπραγματευθείσα συμφωνία της 18ης Μαρτίου 1999

1995

 

5 000 000

1996

20 000 000

10 000 000

1997

20 000 000

10 000 000

1998

20 000 000

10 000 000

1999

30 000 000

20 000 000

2000

30 000 000

20 000 000

2001

30 000 000

20 000 000

2002

40 000 000

50 000 000

2003

149 459 878

156 262 000

Σύνολο

339 459 878

301 262 000

(20)

Η TGSS μπορεί να επιτρέπει, βάσει του άρθρου 20 του γενικού νόμου περί κοινωνικών ασφαλίσεων (11), την παράταση ή την καταβολή σε δόσεις των χρωστούμενων εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και των επιβαρύνσεων των εισφορών αυτών. Το άρθρο 27 του ιδίου νόμου προσδιορίζει ότι οι επιβαρύνσεις για εκπρόθεσμη καταβολή προστίθενται στα παραταθέντα χρέη.

(21)

Η συμφωνία της 8ης Μαρτίου 1996, όπως τροποποιήθηκε με τις συμφωνίες της 7ης Μαΐου 1996 και της 30ής Σεπτεμβρίου 1997 είχε ως στόχο την αναδιάρθρωση της πληρωμής των χρεών συνολικού ύψους 3 510 387 323 πεσετών συν τους προκύπτοντες τόκους που ανέρχονταν σε 615 056 349 πεσέτες με επιτόκιο 7,5 %. Το κύριο μέρος του ποσού αντιστοιχούσε σε καθυστερημένες καταβολές εισφορών κοινωνικής ασφάλισης από τον Φεβρουάριο 1991 έως τον Φεβρουάριο 1997. Η πληρωμή έπρεπε να πραγματοποιηθεί σε 120 δόσεις, με επιστροφή κατά τα δύο πρώτα έτη μόνο των τόκων, με επιτόκιο 7,5 %, ενώ από το τρίτο έως το δέκατο έτος θα επιστρέφονταν το κεφάλαιο και οι τόκοι βάσει ενός ρυθμού ετήσιας εξόφλησης 5 % (από Οκτώβριο 1999 έως Σεπτέμβριο 2001), 10 % (από Οκτώβριο 2001 έως Σεπτέμβριο 2003), 15 % (από Οκτώβριο 2003 έως Σεπτέμβριο 2005) και 20 % (από Οκτώβριο 2005 έως Σεπτέμβριο 2007).

3.   ΛΟΓΟΙ ΠΟΥ ΟΔΗΓΗΣΑΝ ΣΤΗΝ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

(22)

Η Επιτροπή στην απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία θεώρησε ότι η ανάλυση που είχε πραγματοποιήσει το Δικαστήριο στην υπόθεση «Tubacex» μπορούσε να εφαρμοστεί πλήρως στα μέτρα της απόφασης του 1998 και ότι, ως εκ τούτου, θα έπρεπε να ανακληθεί εν μέρει η σχετική απόφαση και να αξιολογηθούν εκ νέου οι συμφωνίες που είχαν συναφθεί μεταξύ της Sniace και των δημόσιων πιστωτών.

(23)

Ουσιαστικά, λαμβανομένης υπόψη της απόφασης «Tubacex», η Επιτροπή εξέφρασε ορισμένες αμφιβολίες σχετικά με τα μέτρα που είχαν εφαρμόσει οι δημόσιοι πιστωτές:

καταρχάς, σχετικά με την παρουσία στοιχείων κρατικής ενίσχυσης στα μέτρα που είχαν θεωρηθεί ασυμβίβαστα στην απόφαση του 1998 και ως εκ τούτου, σχετικά με το συμβιβάσιμο τους, και

δεύτερον, σχετικά με τη συμπεριφορά ενός ιδιώτη πιστωτή ευρισκόμενου σε ανάλογη κατάσταση, ο οποίος θα έπρεπε να είχε απαιτήσει υψηλότερο επιτόκιο από τους δημόσιους πιστωτές.

4.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ

(24)

Οι ενδιαφερόμενοι δεν υπέβαλαν παρατηρήσεις.

5.   ΣΧΟΛΙΑ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ

(25)

Η ισπανική κυβέρνηση υπέβαλε τις παρατηρήσεις της με επιστολή της τής 21ης Μαρτίου 2000.

(26)

Οι ισπανικές αρχές δεν συμφωνούσαν με την απόφαση της Επιτροπής να κινήσει την επίσημη διαδικασία εξέτασης, δεδομένου ότι κατά τη γνώμη τους δεν ήταν αναγκαία η διαδικασία αυτή για να πραγματοποιηθεί η προβλεπόμενη μερική ανάκληση της απόφασης 1998.

(27)

Όσον αφορά τη συμφωνία αναδιάρθρωσης που είχε συναφθεί μεταξύ της Sniace και της TGSS, οι ισπανικές αρχές δεν συμμερίζονταν τη γνώμη της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία φαίνεται λογικό ότι στην περίπτωση εξώδικων συμφωνιών που έχουν ως αντικείμενο ή αποτέλεσμα την αναδιάρθρωση προϋπαρχόντων δανείων, ο πιστωτής επιδιώκει να λάβει από τον οφειλέτη επιτόκιο υψηλότερο από το νόμιμο ως αντάλλαγμα για το ότι δεν προσέφυγε στη δικαιοσύνη για την εξόφληση του χρέους. Αντίθετα, ισχυρίζονταν ότι λόγω της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης, καθώς και λόγω του κόστους, της διάρκειας και της αβεβαιότητας που συνεπάγονται οι δικαστικές διαδικασίες, στις εξώδικες συμφωνίες συνήθως συμφωνείται επιτόκιο χαμηλότερο από το νόμιμο.

(28)

Για τον λόγο αυτό, οι ισπανικές αρχές επαναλαμβάνουν το επιχείρημά τους ότι η χορήγηση παράτασης με εφαρμογή του νόμιμου επιτοκίου προστατεύει τα συμφέροντα του συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων, για την είσπραξη των χρωστούμενων ποσών, περισσότερο από κάθε άλλη μορφή δράσης που θα μπορούσε να αναλάβει ένας ιδιώτης πιστωτής.

(29)

Η ισπανική κυβέρνηση υπενθυμίζει επίσης ότι ενώ ένας ιδιώτης πιστωτής μπορεί να συμφωνήσει οποιοδήποτε επιτόκιο με τον οφειλέτη, οι αρχές των κοινωνικών ασφαλίσεων υποχρεούνται να τηρήσουν το άρθρο 20 του γενικού νόμου περί κοινωνικών ασφαλίσεων που ορίζει ότι στις συμφωνίες αναδιάρθρωσης του χρέους εφαρμόζεται το νόμιμο επιτόκιο.

(30)

Η Επιτροπή στην απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία θεώρησε ότι η σύγκριση των όρων της συμφωνίας των ιδιωτικών πιστωτών του Οκτωβρίου 1996 με εκείνους της συμφωνίας αναδιάρθρωσης που είχε συναφθεί μεταξύ των κοινωνικών ασφαλίσεων και της Sniace μπορούσε να μην αποτελεί τον ορθό τρόπο εφαρμογής του κριτηρίου του «ιδιώτη επενδυτή», όπως το ορίζει το Δικαστήριο. Σχετικά με το θέμα αυτό, οι ισπανικές αρχές δήλωσαν ότι λόγω των κατά νόμον υποχρεώσεων της δημόσιας διοίκησης, η κατάσταση των δημόσιων πιστωτών δεν μπορεί να εξομοιωθεί με εκείνη των ιδιωτικών πιστωτών. Ωστόσο, επεσήμαναν ότι, παρά τις διαφορές, οι όροι και οι συνθήκες των συμφωνιών που είχαν συναφθεί μεταξύ των κοινωνικών ασφαλίσεων και της Sniace, από τη μια πλευρά, και εκείνων μεταξύ του Fogasa και της Sniace, από την άλλη, ήταν αυστηρότεροι από τους όρους που συμφωνούνταν μεταξύ ιδιωτών πιστωτών.

(31)

Τέλος, οι ισπανικές αρχές επανέλαβαν τις απόψεις που είχαν εκθέσει στη διαδικασία που ολοκληρώθηκε με την απόφαση 1998.

6.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

6.1.   ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΙΟΛΌΓΗΣΗ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΊΑΣ

(32)

Οι ισπανικές αρχές υποστηρίζουν ότι η κίνηση νέας επίσημης διαδικασίας εξέτασης δεν ήταν αναγκαία για την επίλυση του θέματος και ότι η τήρηση των δικαιωμάτων των ενδιαφερομένων δεν αποτελούσε σοβαρό λόγο για την κίνηση αυτή.

(33)

Η Επιτροπή από την πλευρά της θεωρεί ότι η απόφαση «Tubacex» αποτελούσε αρκετά σημαντικό στοιχείο ώστε οι σχετικές πληροφορίες να περιέλθουν σε γνώση των ισπανικών αρχών και των ενδιαφερόμενων. Ουσιαστικά, η απόφαση αυτή μπορούσε να τροποποιήσει τα κριτήρια αξιολόγησης όπως είχαν εκτεθεί στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας της 7ης Νοεμβρίου 1997.

6.2.   ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 87 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ

(34)

Κατά τη δεύτερη κίνηση της διαδικασίας, η Επιτροπή έθετε το ερώτημα εάν οι συμφωνίες που είχαν συναφθεί μεταξύ της Sniace και των δημόσιων πιστωτών περιελάμβαναν κρατικές ενισχύσεις και, εάν ναι, κατά πόσον οι ενισχύσεις αυτές μπορούσαν να θεωρηθούν συμβιβάσιμες.

(35)

Η απόφαση «Tubacex» παρέχει τη δυνατότητα να θεωρηθεί ότι οι δημόσιες επενδύσεις υπό μορφή αναδιάρθρωσης χρεών δεν αποτελούν κρατικές ενισχύσεις, εφόσον τηρούνται τα κριτήρια που επιβάλλει η εν λόγω απόφαση (βλέπε αιτιολογική σκέψη 4).

(36)

Στην απόφαση στην υπόθεση T-36/99, με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση του 2000, το Πρωτοδικείο δεν αποδέχτηκε τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή είχε θεωρήσει ότι το TGSS και το Fogasa είχαν συμπεριφερθεί όπως θα είχε συμπεριφερθεί ένας ιδιώτης πιστωτής. Για τον λόγο αυτό, και λαμβανομένης υπόψη της απόφασης του Πρωτοδικείου, θα πρέπει να διαπιστωθούν:

α)

η στάση των δημόσιων πιστωτών σε σύγκριση με εκείνη των ιδιωτικών πιστωτών,

β)

η στάση της Banco Español de Crédito (στο εξής: «Banesto»), ιδιωτικού πιστωτή, σε σύγκριση με το TGSS και το Fogasa,

γ)

οι δυνατότητες πλήρους ανάκτησης των οφειλομένων στο TGSS και το Fogasa ποσών χωρίς οικονομική ζημία, και

δ)

οι προοπτικές αποδοτικότητας στο μέλλον και βιωσιμότητας της Sniace.

(37)

Τα κριτήρια που αναφέρονται στην απόφαση «Tubacex» και στην απόφαση του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-36/99 μπορούν να εφαρμοσθούν σωρευτικά. Από τη στιγμή που οι όροι που επιβάλλουν οι δημόσιοι πιστωτές δεν ανταποκρίνονται σε ένα τουλάχιστον από τα κριτήρια αυτά, η Επιτροπή θα πρέπει να αποκλείσει ότι αυτοί λειτουργούν βάσει της αρχής του ιδιώτη πιστωτή.

6.2.1.   ΣΥΜΦΩΝΊΕΣ ΣΥΝΑΦΘΕΊΣΕΣ ΜΕ ΤΟ FOGASA

(38)

Αντίθετα με τα περιστατικά που οδήγησαν στην απόφαση «Tubacex», οι δύο συμφωνίες με το Fogasa συνήφθησαν με περίπου δύο έτη διαφορά και αφορούσαν διαφορετικές οφειλές. Η Επιτροπή θεωρεί ότι δεν πρόκειται για ενιαία συμφωνία. Ούτε το Fogasa προσπάθησε κατά τη στιγμή της σύναψης της δεύτερης συμφωνίας να τις συγχωνεύσει με σκοπό να συνάψει μόνο μια συμφωνία, που να αφορά το σύνολο των οφειλομένων ποσών. Το Fogasa απλώς ένωσε τις εκκρεμείς οφειλές μέσω της συμφωνίας της 18ης Μαρτίου 1999 (12), δηλαδή τέσσερα χρόνια μετά τη δεύτερη συμφωνία που είχε συνάψει με τη Sniace.

(39)

Όσον αφορά την παρούσα αξιολόγηση, η Επιτροπή θα αναλύσει καταρχάς τη συμφωνία Fogasa I και κατόπιν τη συμφωνία Fogasa II, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια που εφαρμόζονται στον ιδιώτη πιστωτή.

(40)

Η Sniace και το Fogasa συνήψαν μια πρώτη συμφωνία αναδιάρθρωσης του χρέους στις 5 Νοεμβρίου 1993, για ποσό 1 362 708 700 πεσέτες (συμπεριλαμβανομένων και των τόκων). Η συμφωνία συνήφθη μετά την καταβολή από μέρους του Fogasa των μισθών και των αποζημιώσεων που όφειλε η Sniace στο προσωπικό της.

(41)

Η Επιτροπή για την ανάλυσή της, θα πρέπει να διακρίνει τη στιγμή της σύναψης της συμφωνίας (ανάλυση εκ των προτέρων) από τη στιγμή της εκτέλεσής της (ανάλυση εκ των υστέρων). Ουσιαστικά, μπορεί μετά την ανάλυση μιας συμφωνίας σε συνάρτηση με τα ίδια χαρακτηριστικά της κατά τον χρόνο της σύναψής της, να προκύψει το συμπέρασμα ότι η συμφωνία αυτή δεν περιλαμβάνει ενισχύσεις και ότι η εκτέλεσή της, υπό διαφορετικές συνθήκες από τις αρχικά προβλεπόμενες, τροποποιεί την πρώτη αυτή γνώμη και να συναχθεί ότι αυτή περιλαμβάνει ενισχύσεις.

(42)

Η Επιτροπή παρατηρεί ότι η πρώτη συμφωνία αναδιάρθρωσης του χρέους με το Fogasa φέρει ημερομηνία 5 Νοεμβρίου 1993, δηλαδή 8 σχεδόν μήνες μετά τη δήλωση αναστολής των πληρωμών που είχε ανακοινώσει ο πρωτοδίκης στις 25 Μαρτίου 1993, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την υποχρέωση του Fogasa να πληρώσει τους εργαζόμενους της Sniace. Κατά τη στιγμή εκείνη, το Fogasa συνέδεσε τη συμφωνία με την υποθήκη επί των στοιχείων του ενεργητικού της Sniace, με σκοπό να διασφαλίσει τουλάχιστον τμήμα της πίστωσής του. Το επιτόκιο που επέβαλε το Fogasa ήταν 10 %, όπως προέβλεπε η ισχύουσα νομοθεσία κατά τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης.

(43)

Η Banesto από την πλευρά της είχε χορηγήσει το 1987 και το 1991, δηλαδή αρκετά πριν από τη σύναψη της συμφωνίας Fogasa I, κονδύλια ενυπόθηκων πιστώσεων στη Sniace με επιτόκια 16 % και 18 % αντιστοίχως (σύμφωνα με τους τότε ισχύοντες όρους της αγοράς).

(44)

Έτσι, διαπιστώνεται ότι με την αναστολή των πληρωμών το 1992, η Sniace είχε τουλάχιστον δύο πιστωτές: το Fogasa, στο οποίο όφειλε τους μισθούς που η Sniace δεν είχε μπορέσει να καταβάλει στους εργαζόμενους της, και τη Banesto για τις πιστώσεις που της είχε χορηγήσει και τις οποίες δεν είχε πλήρως εξοφλήσει.

(45)

Από την ανακοίνωση αναστολής των πληρωμών, η Banesto θα είχε μπορέσει να ασκήσει τα δικαιώματά της ως προνομιούχος δανειστής ενυπόθηκα της Sniace. Ωστόσο, μόνο βάσει της συμφωνίας της 26ης Σεπτεμβρίου 1996, δηλαδή τρία χρόνια μετά τη σύναψη της συμφωνίας Fogasa I, η Sniace εκχώρησε στη Banesto, ως πληρωμή τμήματος του χρέους της, τις μετοχές που κατείχε στην επιχείρηση Inquitex και ορισμένα γεωτεμάχια που καλύπτονταν από την υποθήκη.

(46)

Το Fogasa από την πλευρά του ήταν υποχρεωμένο από τον νόμο να καταβάλει τους μισθούς σε περίπτωση αναστολής των πληρωμών. Από τη στιγμή που το Fogasa έπρεπε να καταβάλει τους μισθούς στους εργαζόμενους της Sniace, άρχισε να διαπραγματεύεται με την επιχείρηση αυτή μια συμφωνία αναδιάρθρωσης του χρέους με σκοπό την ανάκτηση των πιστώσεων του. Το γεγονός ότι η Banesto δεν διεκδίκησε τα ενυπόθηκα δάνειά της από της Sniace μάλλον αποδεικνύει ότι το Fogasa λειτούργησε με σύνεση και σωφροσύνη συνάπτοντας τη συμφωνία αναδιάρθρωσης και επιτυγχάνοντας εγγυήσεις από τη στιγμή που ανακοινώθηκε η αναστολή πληρωμών, αντίθετα με τον ιδιώτη πιστωτή Banesto.

(47)

Για τον λόγο αυτό, το Fogasa και η Sniace κατέληξαν σύντομα σε διαπραγματεύσεις που άφηναν να διαφανεί η καλή θέληση των δύο μερών για την επίτευξη φιλικού διακανονισμού.

(48)

Το Fogasa αφού δέχτηκε την αίτηση των εργαζομένων της Sniace, οι οποίοι απαιτούσαν την καταβολή των μισθών και αποζημιώσεων που τους οφείλονταν λόγω της δικαστικής διαδικασίας με την οποία είχε κηρυχθεί η αναστολή πληρωμών, κατέληξε σε συμφωνία αναδιάρθρωσης του χρέους με σκοπό η Sniace να του επιστρέψει τα οφειλόμενα ποσά. Το Fogasa επέβαλε το νόμιμο επιτόκιο που όριζε ο ισπανικός νόμος, δηλαδή 10 %, κατά τη στιγμή που τα μέρη συνήψαν τη συμφωνία.

(49)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι το Fogasa παρέχοντας στη Sniace τη δυνατότητα αναδιάρθρωσης των πληρωμών της εφάρμοσε την αρχή της απόφασης «Tubacex», σύμφωνα με την οποία «ο πιστωτής δεν επιδιώκει να πραγματοποιήσει υπερβάλλον κέρδος επί των χρημάτων που του οφείλονται, αλλά επιθυμεί μόνο να ανακτήσει το σύνολο των ποσών που έχει προκαταβάλει χωρίς να υποστεί οικονομική ζημία. Προς τούτο, όταν ο πιστωτής συμφωνεί αναδιάρθρωση της απαιτήσεώς του για να επιτύχει την απόδοσή της, απαιτεί επιπλέον τόκους που έχουν ως αντικείμενο να αντισταθμίσουν την υποτίμηση που θα υποστεί το χρηματικό ποσό λόγω της αναδιαρθρώσεως» (13).

(50)

Κατά την εποχή της σύναψης της συμφωνίας, το Fogasa γνώριζε την κρίση από την οποία διερχόταν η Sniace, λόγος για τον οποίο είχε παρέμβει υπέρ των εργαζομένων ώστε αυτοί να μπορούν να εισπράττουν τους μισθούς και τις αποζημιώσεις που η Sniace δεν ήταν σε θέση να τους καταβάλει λόγω του ότι βρισκόταν σε κατάσταση αναστολής πληρωμών.

(51)

Είναι γεγονός ότι όταν συνέβησαν τα γεγονότα αυτά, το μόνο αξιόλογο σχέδιο βιωσιμότητας για την Sniace που είχε προταθεί στο Fogasa ήταν η αναδιάρθρωση του χρέους. Ωστόσο, μετά τη σοβαρή κοινωνική κρίση που αντιμετώπισε η επιχείρηση το 1992, η δραστηριότητά της ανακτήθηκε σιγά-σιγά, αφήνοντας να διαφανούν κάποιες μελλοντικές προοπτικές αποδοτικότητας, παρόλο που η κατάστασή της εξακολουθούσε να είναι ασταθής.

(52)

Η απουσία συμφωνίας με τους ιδιώτες πιστωτές, καθώς και το γεγονός ότι αυτοί δεν πίεσαν για την εξόφληση του χρέους από το 1993, καθιστά προφανές ότι οι προοπτικές αποκατάστασης της επιχείρησης ήταν βάσιμες και ότι, κατά συνέπεια, δεν θα έπρεπε να προκληθεί ο κίνδυνος να διακόψει η επιχείρηση τις δραστηριότητές της.

(53)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι, η συμφωνία Fogasa I δεν συνιστούσε κατά τη σύναψή της κρατική ενίσχυση.

(54)

Μεταξύ της 5ης Νοεμβρίου 1993 και της 18ης Μαρτίου 1999, ημερομηνία κατά την οποία το Fogasa συνήψε νέα συμφωνία αναδιάρθρωσης με την οποία παρατεινόταν κατά δύο έτη η προθεσμία εξόφλησης του χρέους, η Sniace είχε επιστρέψει το 50 % του χρέους αυτού.

(55)

Πριν το Fogasa προβεί στην είσπραξη των εγγυήσεων και των υποθηκών που είχαν συσταθεί υπέρ αυτού με τη συμφωνία του 1993, προτίμησε να τροποποιήσει τη συμφωνία αναδιάρθρωσης, ώστε να αυξήσει όσο γίνεται περισσότερο τις δυνατότητες ανάκτησης των πιστώσεων. Η Επιτροπή παρατηρεί, αντίθετα, ότι στις 26 Σεπτεμβρίου 1996, η Banesto δέχθηκε ως πληρωμή τμήματος του χρέους της Sniace, κάποια γεωτεμάχια ιδιοκτησίας της επιχείρησης, καθώς και τις μετοχές που η Sniace κατείχε στην επιχείρηση Inquitex.

(56)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η συμπεριφορά του Fogasa δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνη της Banesto, η οποία προσπάθησε να προστατεύσει τμήμα των πιστώσεων της μέσω της σύναψης της συμφωνίας του 1996, αντίθετα με το Fogasa, το οποίο κατά κάποιο τρόπο προσπάθησε να ανακτήσει τις πιστώσεις σύμφωνα με τη συμφωνία που συνήψε με τη Sniace.

(57)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, κατά τη στιγμή της αναδιαπραγμάτευσης της συμφωνίας, το Fogasa δεν ζήτησε επιπλέον καταβολή τόκων, δεδομένου ότι το συνολικό προς καταβολή ποσό ήταν το ίδιο, παρότι η τελική προθεσμία είχε παραταθεί κατά δύο έτη (14). Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι θα πρέπει να απορριφθεί το επιχείρημα της Ισπανίας (15) ότι θέλησε να προστατεύσει την επένδυσή της από τη νομισματική υποτίμηση.

(58)

Η Επιτροπή αποδεικνύει ότι, βάσει του πίνακα 3 που ακολουθεί, τη στιγμή που συνήφθη η συμφωνία της 18ης Μαρτίου 1999, με την οποία τροποποιήθηκε η συμφωνία της 5ης Νοεμβρίου 1993, η επιχείρηση αντιμετώπιζε αυξανόμενα χρέη, επαναλαμβανόμενες ζημίες και παρουσίαζε αρνητικούς ίδιους πόρους πράγμα που γεννούσε αμφιβολίες σχετικά με τις προοπτικές ανάκτησης της πίστωσης:

Πίνακας 3

(εκατ. ευρώ)

 

1991

1992

1993

1994

1995

1996

1997

1998

1999

2000

Πωλήσεις

69,3

43,0

4,8

39,3

65,9

34,5

33,6

56,6

57,5

82,0

Αποτελέσματα

–24,8

–27,9

–22,8

–10,7

0,9

–11,7

–3,0

–9,6

–7,4

1,7

Ταμειακή ροή

–15,3

–19,8

–20,0

–6,0

6,4

–8,8

2,2

–2,2

–0,6

8,7

Συνολικό χρέος

84,1

82,8

95,4

112,6

116,5

108,2

104,9

106,1

112,8

121,8

(59)

Παρότι είναι γεγονός ότι η επιχείρηση παρουσίασε κάποια ελαφρώς θετικά αποτελέσματα το 1995, θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι η οικονομική της κατάσταση έδειχνε αβέβαιες προοπτικές αποδοτικότητας.

(60)

Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Fogasa δεν συμπεριφέρθηκε όπως θα είχε συμπεριφερθεί ένας ιδιώτης πιστωτής:

α)

όταν προσπάθησε να λάβει ως μερική πληρωμή του χρέους ορισμένα στοιχεία του ενεργητικού επί των οποίων είχε αποκτήσει δικαιώματα με τη σύναψη της συμφωνίας του 1993,

β)

λόγω των αβέβαιων προοπτικών αποδοτικότητας λόγω της συνεχούς επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης,

γ)

μη απαιτώντας την επιπλέον καταβολή τόκων κατά τη διαπραγμάτευση της συμφωνίας αναδιάρθρωσης του 1999 ή μη επιβάλλοντας τόκους υπερημερίας για τα ποσά που δεν είχαν εξοφληθεί βάσει της συμφωνίας.

(61)

Η Sniace και το Fogasa συνήψαν δεύτερη συμφωνία αναδιάρθρωσης του χρέους στις 31 Οκτωβρίου 1995 για ποσό 339 459 878 πεσετών (συμπεριλαμβανομένων των τόκων). Η συμφωνία αυτή συνήφθη αφού το Fogasa είχε καταβάλει εκ νέου τους μισθούς και τις αποζημιώσεις που όφειλε η Sniace στο προσωπικό της.

(62)

Όπως ακριβώς και στη σχέση για την εφαρμογή της συμφωνίας Fogasa I, η Επιτροπή θεωρεί ότι η συμπεριφορά του Fogasa δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνη της Banesto, η οποία μέσω της σύναψης της συμφωνίας του 1996 προσπάθησε να προστατεύσει τμήμα των πιστώσεών της, ενώ το Fogasa που είχε εισπράξει μόνο τμήμα του χρέους που αφορούσε η συμφωνία του 1993, σύνηψε νέα συμφωνία το 1995 αντικείμενο της οποίας ήταν νέο χρέος.

(63)

Η νέα αυτή συμφωνία συνήφθη παρά το γεγονός ότι:

α)

η συμφωνία της 5ης Νοεμβρίου 1993 είχε τηρηθεί μόνο εν μέρει,

β)

είχε ως αντικείμενο νέο χρέος προς το Fogasa, το οποίο για ακόμα μία φορά είχε ικανοποιήσει τα αιτήματα των εργαζομένων της Sniace όσον αφορά την καταβολή των μισθών τους, και

γ)

ήταν γνωστή η οικονομική αστάθεια της Sniace, που ήταν μια προβληματική επιχείρηση λόγω των επανειλημμένων ζημιών που είχε υποστεί επί σειρά ετών, των αρνητικών ιδίων πόρων και του σημαντικού χρέους, όπως προκύπτει από τον πίνακα που περιλαμβάνεται στην αιτιολογική σκέψη 58.

(64)

Επιπλέον, είναι προφανές ότι το Fogasa δεν εξέτασε τη δυνατότητα να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση όσον αφορά το χρέος, μέσω της είσπραξης της υποθήκης που είχε συσταθεί υπέρ του. Είναι γεγονός ότι η αναγκαστική εκτέλεση θα μπορούσε να σημαίνει το κλείσιμο της επιχείρησης, αλλά δεν υπάρχει η πραγματική αμφιβολία ότι κατά την εκκαθάριση της Sniace, το Fogasa θα είχε μπορέσει να εισπράξει το σύνολο ή μέρος του χρέους μετά την εκχώρηση των στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης.

(65)

Σχετικά με το στοιχείο αυτό, η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι ισπανικές αρχές απάντησαν επανειλημμένα ότι η εκτίμηση της αξίας της επιχείρησης, που θα είχε επιτρέψει τον υπολογισμό του ανακτηθησόμενου ποσού, ήταν αδύνατη και ότι εν πάση περιπτώσει, σε περίπτωση εκκαθάρισης, η αξία των στοιχείων του ενεργητικού της επιχείρησης θα είχε υποστεί σοβαρή υποτίμηση (16). Είναι προφανές ότι, για τον λόγο αυτό το Fogasa απέκλεισε την υπόθεση της εκκαθάρισης της Sniace, υιοθετώντας τη λύση της αναδιάρθρωσης του χρέους.

(66)

Οι ισπανικές αρχές προσέθεσαν στην απάντησή τους της 29ης Σεπτεμβρίου 2005 ότι «εάν τη δεδομένη χρονική στιγμή, το [Fogasa] είχε αρνηθεί την υπογραφή μιας σύμβασης ανάκτησης χωρίς να αιτιολογήσει την αρνητική αυτή απόφαση, θα παραβίαζε τη νομοθεσία που δεσμεύει τον οργανισμό αυτό και θα ενεργούσε αυθαίρετα». Η Επιτροπή συνάγει από τη δήλωση των ισπανικών αρχών ότι το Fogasa δεν επεδίωξε να δικαιολογήσει την ενδεχόμενη άρνηση αναδιάρθρωσης του χρέους. Κατά τις ισπανικές αρχές, το επιχείρημα ότι επεδίωκε να ανακτήσει το συνολικό ποσό του χρέους, ακόμα και μέσω του κλεισίματος της Sniace, είναι ανεπαρκές (17).

(67)

Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Fogasa δεν συμπεριφέρθηκε όπως θα είχε συμπεριφερθεί ένας ιδιώτης πιστωτής:

α)

διότι δεν απαίτησε την εξόφληση του χρέους που αφορούσε η συμφωνία του 1993 σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που είχε καθοριστεί στην εν λόγω συμφωνία,

β)

λόγω των αβέβαιων προοπτικών αποδοτικότητας εξαιτίας της συνεχούς επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης,

γ)

διότι δέχτηκε τη σύναψη μιας συμφωνίας αντικείμενο της οποίας ήταν νέα χρέη.

6.2.2.   Συμφωνια TGSS

(68)

Όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 13, η TGSS συνήψε συμφωνία με τη Sniace στις 8 Μαρτίου 1996, η οποία τροποποιήθηκε στις 7 Μαΐου 1996 και στις 30 Σεπτεμβρίου 1997. Η τελική συμφωνία παρότι συνήφθη περίπου 18 μήνες μετά τη σύναψη της πρώτης συμφωνίας, αναφερόταν στα ίδια χρέη. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή θεωρεί ότι πρόκειται για μια μόνο συμφωνία που τροποποιήθηκε επανειλημμένα.

(69)

Τη στιγμή που συνήφθη η πρώτη συμφωνία μεταξύ της TGSS και της Sniace, στις 8 Μαρτίου 1996, καθώς και τη στιγμή της πρώτης τροποποίησής της στις 7 Μαΐου 1996, οι ιδιώτες πιστωτές δεν είχαν ακόμα καταλήξει σε συμφωνία. Μόνο από τη στιγμή της δεύτερης τροποποίησης της συμφωνίας, δηλαδή στις 30 Σεπτεμβρίου 1997, μπορεί να συγκριθεί η θέση της TGSS με εκείνη των ιδιωτών πιστωτών.

(70)

Μπορεί να γίνει δεκτό, κατά το στάδιο αυτό, ότι η TGSS υπερέβη αυτό που θα έπρατταν ιδιώτες πιστωτές συνάπτοντας μια συμφωνία με σκοπό να αυξήσει στο μέγιστο τις δυνατότητες ανάκτησης των πιστώσεών της.

(71)

Σύμφωνα με την ισπανική νομοθεσία, η TGSS μπορεί να συνάπτει συμφωνίες αναδιάρθρωσης του χρέους υπό την προϋπόθεση ότι επιβάλλει το νόμιμο επιτόκιο που ισχύει κατά τη στιγμή της σύναψης της συμφωνίας.

(72)

Κατά τον τρόπο αυτό, η TGSS προσπάθησε να προστατεύσει τις πιστώσεις της χωρίς να υποστεί οικονομική ζημία, σύμφωνα με την απόφαση «Tubacex».

(73)

Κατά τη στιγμή της σύναψης της συμφωνίας αυτής, όπως ήδη ελέχθη στην αιτιολογική σκέψη 63 σημείο iii), η Sniace ήταν προβληματική επιχείρηση λόγω επανειλημμένων ζημιών που είχε υποστεί επί σειρά ετών, με αρνητικούς ίδιους πόρους και σημαντικό χρέος.

(74)

Επιπλέον οι ισπανικές αρχές δεν ήταν σε θέση να απαντήσουν θετικά στο αίτημα της Επιτροπής (επιστολή της 7ης Αυγούστου 2008 D/53117), όσον αφορά την προσκόμιση των πρακτικών των συνεδριάσεων που είχαν διεξαχθεί μεταξύ της TGSS και της Sniace το 1994 (18). Οι πράξεις αυτές θα είχαν δώσει τη δυνατότητα στην Επιτροπή να γνωρίζει το πλαίσιο των διαπραγματεύσεων και να αξιολογήσει την άποψη της TGSS, όσον αφορά τις πραγματικές δυνατότητες της Sniace να εκπληρώσει τόσο τις παρελθούσες όσο και τις μελλοντικές της υποχρεώσεις. Αντίθετα, οι ισπανικές αρχές στην απάντησή τους, της 10ης Σεπτεμβρίου 2008, δήλωσαν ότι δεν είχαν στη διάθεσή τους τα έγγραφα αυτά.

(75)

Είναι λοιπόν σαφές ότι η TGSS γνώριζε την οικονομική κατάσταση της Sniace, ειδικότερα το ότι δεν είχε εκπληρώσει τις υποχρεώσεις προς το Fogasa. Δεδομένου ότι η συμφωνία συνήφθη το 1996, η TGSS θα είχε μπορέσει να αποδείξει, χάρη στα λογιστικά έγγραφα της επιχείρησης, ότι η Sniace είχε τηρήσει μόνο εν μέρει τη συμφωνία του 1993 και ότι, επιπλέον, είχε συνάψει με το Fogasa νέα συμφωνία το 1995 (δηλαδή, έξι μήνες περίπου πριν από τη συμφωνία με το TGSS), αντικείμενο της οποίας ήταν νέο χρέος.

(76)

Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η TGSS δεν συμπεριφέρθηκε όπως θα είχε συμπεριφερθεί ένας ιδιώτης επενδυτής:

α)

διότι η Sniace κατέβαλε εν μέρει το χρέος της σε άλλον δημόσιο πιστωτή (το Fogasa), το οποίο επιπλέον είχε δεχθεί σώρευση χρεών, και

β)

λόγω κάποιων αβέβαιων προοπτικών αποδοτικότητας, εξαιτίας της σταθερής επιδείνωσης της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης.

6.2.3.   Συμπερασμα σχετικα με την υπαρξη ενισχυσησ

(77)

Κατά τη γνώμη της Επιτροπής, μόνο το μέτρο που οδήγησε στη συμφωνία της 5ης Νοεμβρίου 1993 μεταξύ του Fogasa και της Sniace μπορεί να θεωρηθεί ότι πληροί το κριτήριο του ιδιώτη πιστωτή. Ως εκ τούτου, το μέτρο αυτό δεν παρέχει πλεονέκτημα στη Sniace.

(78)

Αντίθετα, η Επιτροπή θεωρεί ότι η εκτέλεση της σύμβασης Fogasa I, όπως τροποποιήθηκε στις 18 Μαρτίου 1999, η συμφωνία Fogasa II και η συμφωνία TGSS παρέχουν πλεονεκτήματα στη Sniace βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης για τους λόγους που εκτίθενται ανωτέρω. Ουσιαστικά, τα μέτρα αυτά παρέχουν πλεονέκτημα στη Sniace δεδομένου ότι της επιτρέπουν να αναδιαρθρώσει τις κατά νόμο υποχρεώσεις της όσον αφορά την καταβολή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και των χρεών που οφείλει στο Fogasa, τα οποία θα έπρεπε κανονικά να έχει αντιμετωπίσει η Sniace εάν οι πιστωτές ήταν ιδιώτες.

(79)

Όσον αφορά τα υπόλοιπα κριτήρια, η Επιτροπή θεωρεί καταρχάς ότι τα μέτρα χρηματοδοτούνται από κρατικούς πόρους, δεδομένου ότι τόσο το Fogasa όσο και το TGSS είναι δημόσιοι οργανισμοί, οι πόροι των οποίων προέρχονται από την καταβολή υποχρεωτικών εισφορών.

(80)

Δεύτερον, τα ληφθέντα μέτρα εφαρμόζονται επιλεκτικά δεδομένου ότι εφαρμόζονται μόνο στη Sniace.

(81)

Τρίτον, οι αγορές στις οποίες δραστηριοποιείται η Sniace χαρακτηρίζονται από υψηλό επίπεδο εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών. Η Sniace διαθέτει στην Ευρώπη τμήμα της παραγωγής της, όπου αντιμετωπίζει τον ανταγωνισμό άλλων επιχειρήσεων. Κατά συνέπεια, οι ενισχύσεις που χορηγούνται στην επιχείρηση αυτή μπορούν να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών. Επίσης, τα μέτρα αυτά μπορεί να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό μεταξύ παραγωγών προϊόντων κλωστοϋφαντουργίας.

(82)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι τα μέτρα σχετικά με την εφαρμογή της συμφωνίας Fogasa I, τη συμφωνία Fogasa II και τη συμφωνία TGSS αποτελούν κρατικές ενισχύσεις βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης.

6.3.   Εξέταση του συμβιβάσιμου των ενισχύσεων

(83)

Το συμβιβάσιμο των μέτρων που θεωρούνται κρατικές ενισχύσεις σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης θα πρέπει να αξιολογηθεί με βάση τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του εν λόγω άρθρου.

(84)

Οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 2 και 87 στο άρθρο παράγραφος 3 στοιχεία β), δ) και ε), δεν μπορούν να εφαρμοστούν σαφώς δεδομένου ότι τα μέτρα δεν έχουν ως στόχο την προώθηση σημαντικών σχεδίων κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος ή την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους μέλους, ούτε την προώθηση του πολιτισμού και της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ούτε πρόκειται για άλλη κατηγορία ενίσχυσης που να καθορίζεται από το Συμβούλιο, με απόφαση ληφθείσα με ειδική πλειοψηφία, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής.

(85)

Κατά συνέπεια οι εξαιρέσεις θα πρέπει να αξιολογηθούν σε σχέση με την ανάπτυξη ορισμένων περιοχών ή τομέων που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχεία α) και γ).

(86)

Δεδομένου ότι πρόκειται για ενισχύσεις με στόχο την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων τομέων, και λαμβανομένου υπόψη του χαρακτήρα ορισμένων από τα συγκεκριμένα μέτρα, τα μόνα σχετικά κριτήρια είναι εκείνα που αφορούν ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης προβληματικών επιχειρήσεων.

(87)

Δεδομένου ότι πρόκειται για ενισχύσεις που έχουν ως στόχο την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων περιοχών, η Επιτροπή παρατηρεί ότι η περιοχή όπου εδρεύει η Sniace μπορεί να είναι επιλέξιμη από τον Σεπτέμβριο 1995, για ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α), και ότι πριν από την ημερομηνία αυτή μπορούσε να είναι επιλέξιμη για ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

(88)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θα πρέπει να προβεί στην ανάλυση των μέτρων σε σχέση με τις κοινοτικές οδηγίες για τις ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης προβληματικών επιχειρήσεων και τις οδηγίες σχετικά με ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα. Βάσει της ανακοίνωσης της Επιτροπής για τον καθορισμό των εφαρμοστέων κανόνων για την αξιολόγηση παράνομης κρατικής ενίσχυσης (19), τα μέτρα αξιολογήθηκαν σύμφωνα με τις ισχύουσες οδηγίες κατά τη στιγμή της χορήγησης της ενίσχυσης.

(89)

Όσον αφορά τους κανόνες σχετικά με τις ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης προβληματικών επιχειρήσεων, αναμφίβολα, από τη δημοσίευση της όγδοης έκθεσης για την πολιτική ανταγωνισμού του 1979 και όλων των επακόλουθων οδηγιών, η Επιτροπή απαιτεί ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης που να επιτρέπει την αποκατάσταση της βιωσιμότητας των προβληματικών επιχειρήσεων (20).

(90)

Στην παρούσα περίπτωση, οι ισπανικές αρχές ουδέποτε αμφισβήτησαν ότι τα μέτρα αποτελούσαν ενίσχυση διάσωσης και αναδιάρθρωσης. Ούτε προσπάθησαν να αποδείξουν ότι επρόκειτο για ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης βάσει των κανόνων που εφαρμόζονταν κατά την ημερομηνία χορήγησης των υπό εξέταση ενισχύσεων. Ένα σχέδιο αυτού του είδους θα πρέπει να περιλαμβάνει μεταξύ άλλων εσωτερικά μέτρα αναδιάρθρωσης και αντισταθμιστικά μέτρα, όπως απαιτεί η όγδοη έκθεση της Επιτροπής για την πολιτική ανταγωνισμού του 1979 (παράγραφοι 227 και 228) και οι οδηγίες που έχουν εκδοθεί από το 1994 (21). Η απουσία σχεδίου αναδιάρθρωσης επιβεβαιώνει ότι ο μόνος στόχος της ενίσχυσης ήταν να διατηρηθεί η λειτουργία της επιχείρησης χωρίς την απαίτηση κανενός αντισταθμίσματος όσον αφορά την αναδιάρθρωση.

(91)

Όσον αφορά το σχέδιο βιωσιμότητας που ο καταγγέλλων υπέβαλε στην Επιτροπή πριν από την κίνηση της διαδικασίας, οι ισπανικές αρχές περιορίστηκαν να επισημάνουν, ειδικότερα, στην επιστολή τους της 30ής Ιουνίου 1997 σε απάντηση της επιστολής της Επιτροπής, της 16ης Μαΐου 1997, ότι το συμπέρασμα του εμπειρογνώμονα σύμφωνα με τον οποίον «η βιωσιμότητα της Sniace μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο μέσω της παροχής επιχορηγήσεων που θα της επιτρέψουν να υλοποιήσει τα επενδυτικά σχέδια και να αναδιαπραγματευθεί το χρέος» αποτελούσε τελείως προσωπική γνώμη, εκφρασθείσα σε μια ιδιωτική μελέτη και δεν αντικατόπτριζε κατ’ ανάγκη τη γνώμη των ισπανικών αρχών (22).

(92)

Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι δεν υπήρχε σχέδιο αναδιάρθρωσης, τα μέτρα που λήφθηκαν στο πλαίσιο των συμφωνιών Fogasa II και TGSS, καθώς και η εκτέλεση της συμφωνίας Fogasa I δεν δικαιολογούνται βάσει της όγδοης έκθεσης για την πολιτική ανταγωνισμού της Επιτροπής του 1979 ή των κοινοτικών οδηγιών για τις ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης του 1994, 1999 ή 2004.

(93)

Όσον αφορά τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχεία α) και γ), σχετικά με τις ενισχύσεις για την προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης ορισμένων περιοχών, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η περιοχή στην οποία εδρεύει η Sniace θα μπορούσε να είναι από τον Σεπτέμβριο του 1995 επιλέξιμη για τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο α) της συνθήκης, και ότι πριν από την ημερομηνία αυτή θα μπορούσε να είναι επιλέξιμη για τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ).

(94)

Ωστόσο, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στη Sniace δεν έχουν τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά για την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών περιοχών, βάσει του προαναφερθέντος άρθρου, δεδομένου ότι έχουν χορηγηθεί υπό μορφή ενισχύσεων λειτουργίας, δηλαδή χωρίς να υπόκεινται σε κανέναν όρο όσον αφορά τις επενδύσεις ή τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης.

(95)

Από το 1979 (23) η Επιτροπή επιτρέπει μόνο ενισχύσεις που δεν υπόκεινται στον όρο της αρχικής επένδυσης ή της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης σε περιοχές που μπορούν να είναι επιλέξιμες για ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα όταν το κράτος μέλος αποδείξει την ύπαρξη μειονεκτημάτων και υπολογίσει της σημασία τους, πράγμα που δεν έχει συμβεί στην παρούσα περίπτωση.

(96)

Κατά συνέπεια, τα μέτρα που λήφθηκαν στο πλαίσιο των συμφωνιών Fogasa II και ΤGSS, καθώς και η εκτέλεση της συμφωνίας Fogasa I δεν μπορούν να δικαιολογηθούν βάσει της ανακοίνωσης της Επιτροπής του 1979 και των οδηγιών για τις ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα του 1998.

(97)

Όσον αφορά τους κανόνες σχετικά με τον τομέα των συνθετικών ινών που εφαρμόζονταν τη στιγμή της σύναψης των συμφωνιών (24), η Επιτροπή θεωρεί ότι οι μόνες ενισχύσεις για τις οποίες μπορούσε να είναι επιλέξιμη η επιχείρηση ήταν οι ενισχύσεις επενδύσεων. Ωστόσο, τα υπό εξέταση μέτρα δεν ενέχουν κανένα από τα χαρακτηριστικά των ενισχύσεων για επενδύσεις. Τα μέτρα που έχουν ληφθεί στο πλαίσιο των συμφωνιών Fogasa II και TGSS, καθώς και η εκτέλεση της συμφωνίας Fogasa I δεν δικαιολογούνται βάσει των οδηγιών του 1992 και 1996.

(98)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι εκτελεστικές διατάξεις της συμφωνίας Fogasa I, όπως τροποποιήθηκε στις 18 Μαρτίου 1999, καθώς και η σύναψη των συμφωνιών Fogasa II και TGSS δεν μπορούν να θεωρηθούν συμβιβάσιμες.

7.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΝΑΚΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ

(99)

Δεδομένου ότι η Επιτροπή θεωρεί ότι η εκτέλεση της συμφωνίας Fogasa I, που τροποποιήθηκε στις 18 Μαρτίου 1999, καθώς και των συμφωνιών Fogasa II και TGSS δεν συμβιβάζονται με τη συνθήκη, ο δε δικαιούχος οφείλει να επιστρέψει τα εισπραχθέντα ποσά.

(100)

Οι λεπτομέρειες ανάκτησης των παράνομων ενισχύσεων που έχουν κηρυχθεί ασυμβίβαστες ορίζονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής «Για μια αποτελεσματική εφαρμογή των αποφάσεων της Επιτροπής με τις οποίες τα κράτη μέλη διατάσσονται να ανακτήσουν παράνομες και ασυμβίβαστες κρατικές ενισχύσεις» (στο εξής: «ανακοίνωση του 2007») (25). Στη νομολογία του Δικαστηρίου, καταρχάς, καθώς και στην παράγραφο 37 της ανακοίνωσης του 2007 προσδιορίζεται ότι η Επιτροπή δεν έχει υποχρέωση να ορίσει το ακριβές ποσό που πρέπει να ανακτηθεί. Ωστόσο η απόφαση της Επιτροπής πρέπει να περιλαμβάνει τις πληροφορίες που θα επιτρέπουν στα κράτη μέλη να προσδιορίσουν το ποσό αυτό.

(101)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής (26), που ορίζει τις εκτελεστικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου (27), ορίζει ότι η ενίσχυση που πρέπει να ανακτηθεί σύμφωνα με την απόφαση ανάκτησης γεννά τόκους που υπολογίζονται με κατάλληλο επιτόκιο που ορίζει η Επιτροπή. Οι τόκοι γεννώνται από την ημερομηνία κατά την οποία η εκάστοτε παράνομη ενίσχυση ετέθη στη διάθεση του δικαιούχου μέχρι την ημερομηνία ανάκτησής της. Επιβάλλεται επιτόκιο μέχρι την ημερομηνία ανάκτησης της ενίσχυσης.

(102)

Παρόλα αυτά, σε σχέση με τη μέθοδο υπολογισμού των τόκων, το Δικαστήριο στην απόφασή του, της 11ης Δεκεμβρίου 2008, στην υπόθεση C-295/07, Επιτροπή/ Département du Loiret y Scout, SA (28), επιβεβαίωσε ότι η μέθοδος ανατοκισμού μιας παράνομης ενίσχυσης αποτελεί θέμα ουσιαστικό και όχι διαδικαστικό (29). Η απόφαση του 2000, και η απόφαση σχετικά με την δεύτερη κίνηση της διαδικασίας λήφθησαν πολύ πριν από την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004.

(103)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι η μέθοδος υπολογισμού για την ανάκτηση των παράνομων ενισχύσεων πρέπει να είναι εκείνη που χρησιμοποιείτο κατά την εποχή της ακυρωθείσας απόφασης και ότι, ως εκ τούτου, το κράτος μέλος θα εφαρμόσει την καλούμενη μέθοδο «απλού επιτοκίου» για τον υπολογισμό του ποσού που πρέπει να ανακτηθεί.

(104)

Όσον αφορά την παρούσα υπόθεση, η Επιτροπή διακρίνει, αφενός, τη μερική εκτέλεση της απόφασης Fogasa I και αφετέρου, τα ασυμβίβαστα μέτρα των συμφωνιών Fogαsa II και TGSS.

(105)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 77, η Επιτροπή θεωρεί ότι η συμφωνία που συνήφθη μεταξύ του Fogasa και της Sniace, στις 5 Νοεμβρίου 1993, πληροί το κριτήριο του ιδιώτη πιστωτή και ως εκ τούτου δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση.

(106)

Ωστόσο, δεδομένου ότι η προαναφερθείσα συμφωνία τηρήθηκε μόνο εν μέρει, η Επιτροπή θεωρεί ότι η συμφωνία Fogasa I, που αναθεωρήθηκε στις 18 Μαρτίου 1999, αποτελεί ενίσχυση ασυμβίβαστη και παράνομη που πρέπει να ανακτηθεί. Το ασυμβίβαστο επηρεάζει, από την άλλη πλευρά, τα μη καταβληθέντα ποσά σύμφωνα με τη συμφωνία μέχρι τις 18 Μαρτίου 1999, και, από την άλλη, το υπόλοιπο της ενίσχυσης από την ημερομηνία αυτή και μετά.

(107)

Η προς ανάκτηση ενίσχυση θα πρέπει να περιλαμβάνει τους γεννηθέντες τόκους υπολογιζόμενους με τη μέθοδο του απλού επιτοκίου (βλέπε αιτιολογική σκέψη 101). Τα ποσά που είχαν επιστραφεί κατ’ εκτέλεση της συμφωνίας Fogasa I πριν από την αναθεώρησή της, ακόμα και αν το επιτόκιο ήταν χαμηλότερο από το επιτόκιο αναφοράς της Επιτροπής. δεν αποτελούν κρατική ενίσχυση και, κατά συνέπεια, δεν χρειάζεται να ανακτηθούν. Οι πραγματοποιηθείσες πληρωμές που δεν αφορούν ποσά που καταβάλλονται κατ’ εφαρμογή των συμφωνιών μπορούν να αφαιρεθούν από τα ποσά που πρέπει να ανακτηθούν ως παράνομη και ασυμβίβαστη ενίσχυση.

(108)

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η Επιτροπή θεωρεί ότι η Ισπανία χορήγησε παράνομες ενισχύσεις υπό μορφή συμφωνίας επιστροφής, η οποία συνήφθη με το Fogasa στις 30 Οκτωβρίου 1995, και συμφωνίας αναδιάρθρωσης του χρέους, που συνήφθη με το TGSS στις 8 Μαρτίου 1996, αντικείμενες προς το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης και ότι οι ενισχύσεις αυτές είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά και τη λειτουργία της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

(109)

Δεδομένου ότι οι ενισχύσεις είναι παράνομες και ασυμβίβαστες, πρέπει να επιστραφούν εξ ολοκλήρου και να ακυρωθούν οι οικονομικές τους συνέπειες. Τα ποσά που πρέπει να ανακτηθούν ισοδυναμούν με το σύνολο του χρέους που αποτελεί αντικείμενο της δεύτερης συμφωνίας με το Fogasa και της συμφωνίας με το TGSS. Στα ποσά αυτά θα πρέπει να προστεθούν απλοί τόκοι υπολογιζόμενοι σύμφωνα με το επιτόκιο αναφοράς της Επιτροπής. Τα πληρωθέντα ποσά μπορούν να αφαιρεθούν από τα προς ανάκτηση ποσά.

8.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(110)

Λαμβανομένων υπόψη των προαναφερθέντων, θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως η απόφαση 1999/395/ΕΚ.

(111)

Η πρώτη συμφωνία επιστροφής που συνήφθη μεταξύ του Fogasa και της Sniace δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση.

(112)

Αντίθετα, η νέα αξιολόγηση της εφαρμογής της συμφωνίας επιστροφής που συνήφθη με το Fogasa, στις 3 Νοεμβρίου 1993, της συμφωνίας επιστροφής που συνήφθη επίσης με το Fogasa, στις 30 Οκτωβρίου 1995, και των συμφωνιών αναδιάρθρωσης του χρέους που συνήφθησαν με το TGSS οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Ισπανία χορήγησε παράνομη ενίσχυση, αντικείμενη προς το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης και ότι η ενίσχυση αυτή δεν συμβιβάζεται με την κοινή αγορά και τη λειτουργία της συμφωνίας για τον ΕΟΧ.

(113)

Δεδομένου ότι η χορηγηθείσα ενίσχυση είναι παράνομη και ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά πρέπει να επιστραφεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 659/1999 και να ακυρωθούν οι οικονομικές της συνέπειες,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ

Άρθρο 1

Η απόφαση 1999/395/ΕΚ τροποποιείται ως ακολούθως:

1.

Το άρθρο 1 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η συμφωνία που συνήφθη στις 5 Νοεμβρίου 1993 μεταξύ της επιχείρησης Sociedad Nacional de Industrias y Aplicaciones de Celulosa Española SA (Sniace) και του Fondo de Garantía Salarial (Ταμείο Εγγύησης Μισθών) (Fogasa) δεν αποτελούσε κατά την ημερομηνία της σύναψής της κρατική ενίσχυση βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.»·

β)

μετά το πρώτο εδάφιο εισάγεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι ακόλουθες κρατικές ενισχύσεις που χορήγησε η Ισπανία στη Sniace δεν συμβιβάζονται με την κοινή αγορά:

α)

η συμφωνία που συνήφθη στις 8 Μαρτίου 1996 (και τροποποιήθηκε με τη συμφωνία της 7ης Μαΐου 1996 και ακολούθως με τη συμφωνία της 30ής Σεπτεμβρίου 1997) μεταξύ της Sniace και της Tesorería General de la Seguridad Social (Γενικό Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων) σχετικά με την αναδιάρθρωση του χρέους·

β)

η εφαρμογή της συμφωνίας που συνήφθη στις 5 Νοεμβρίου 1993 μεταξύ της Sniace και του Fogasa·

γ)

η συμφωνία που συνήφθη στις 31 Οκτωβρίου 1995 μεταξύ της Sniace και του Fogasa».

2.

Τα άρθρα 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

1.   Η Ισπανία θα πρέπει να επιτύχει από τον δικαιούχο την επιστροφή των ενισχύσεων που προβλέπονται στο άρθρο 1 δεύτερο εδάφιο.

2.   Τα προς ανάκτηση ποσά γεννούν τόκους από την ημερομηνία κατά την οποία ετέθησαν στη διάθεση του δικαιούχου μέχρι την ημερομηνία πραγματικής ανάκτησης της ενίσχυσης.

3.   Η ανάκτηση των ενισχύσεων που προβλέπονται στο άρθρο 1 δεύτερο εδάφιο είναι άμεση και πραγματική.

4.   Η Ισπανία μεριμνά ώστε η παρούσα απόφαση να εφαρμοστεί εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία της κοινοποίησής της.

Άρθρο 3

1.   Εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, η Ισπανία υποβάλλει τα ακόλουθα στοιχεία στην Επιτροπή:

α)

συνολικό ποσό (κεφάλαιο και τόκους) που πρέπει να ανακτηθεί από τον δικαιούχο·

β)

λεπτομερή περιγραφή των μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν για την εκτέλεση της παρούσας απόφασης·

γ)

έγγραφα βάσει των οποίων να αποδεικνύεται ότι έχει δοθεί εντολή στον δικαιούχο να επιστρέψει τις ενισχύσεις.

2.   Η Ισπανία τηρεί ενήμερη την Επιτροπή σχετικά με τα εθνικά μέτρα που έχει λάβει κατ’ εφαρμογή της παρούσας απόφασης μέχρι την πλήρη ανάκτηση των ενισχύσεων που προβλέπονται στο άρθρο 1 δεύτερο εδάφιο. Υποβάλλει πάραυτα κατόπιν αίτησης της Επιτροπής, στοιχεία σχετικά με τα μέτρα που έχει ήδη λάβει ή προτίθεται να λάβει για την εκτέλεση της παρούσας απόφασης. Επίσης παρέχει λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τα ποσά της ενίσχυσης και τους τόκους που έχει ήδη ανακτήσει από τον δικαιούχο».

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο της Ισπανίας.

Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2009.

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 275 της 16.11.2007, σ. 18.

(2)  ΕΕ L 149 της 16.6.1999, σ. 40.

(3)  Συλλ. 1999, σ. I-2459.

(4)  Αιτιολογική σκέψη 48 της απόφασης «Tubacex».

(5)  ΕΕ C 110 της 15.4.2000, σ. 33.

(6)  ΕΕ L 11 της 16.1.2001, σ. 46.

(7)  Αιτιολογική σκέψη 30.

(8)  Συλλ. 2004, σ. II-3597.

(9)  Υπόθεση C-525/04. Συλλ. 2007, σ. I-9947.

(10)  BOE (Boletin Oficial del Estado) (ΦΕΚ) αριθ. 92 της 17.4.1985, σ. 10203.

(11)  BOE (ΦΕΚ) αριθ. 154 της 20.6.1994, σ. 20658.

(12)  Επιστολή του FOGASA της 22ας Αυγούστου 2008, σ. 2, που διαβιβάστηκε από τις ισπανικές αρχές.

(13)  Αιτιολογική σκέψη 32.

(14)  Επιστολή των ισπανικών αρχών της 4ης Ιουλίου 2005, παράρτημα I.

(15)  Επιστολή της Ισπανίας της 21ης Μαρτίου 2000: «ο τόκος που επιβάλλεται μετά την παράταση της προθεσμίας προστατεύει τον πιστωτή από τη ζημία που θα του προκαλέσει η απώλεια της αξίας του χρήματός του από την πάροδο του χρόνου».

(16)  Απάντηση των ισπανικών αρχών της 4ης Ιουλίου 2005: «Ούτε το FOGASA ούτε η [TGSS] διαθέτουν επαρκή στοιχεία για να αξιολογήσουν την αξία που είχε η επιχείρηση την εποχή εκείνη».

(17)  Απάντηση των ισπανικών αρχών της 29ης Σεπτεμβρίου 2005.

(18)  Οι ισπανικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή (με επιστολή τους, της 28ης Φεβρουαρίου 2005, σε απάντηση της επιστολής της Επιτροπής, της 3ης Δεκεμβρίου 2004) ότι είχαν διεξαχθεί διάφορες συνεδριάσεις μεταξύ της Sniace και της TGSS.

(19)  ΕΕ C 119 της 22.5.2002, σ. 22.

(20)  Σημείο 227 της όγδοης έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πολιτική ανταγωνισμού του 1979. Σημείο 3.2.2, στοιχείο i), των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (ΕΕ C 368 της 31.12.1994, σ. 12). Σημείο 31 των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (ΕΕ C 288 της 9.10.1999, σ. 2). Σημείο 34 των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2).

(21)  Βλέπε σημείο 3.2.2, στοιχείο i), των κατευθυντηρίων γραμμών 1994 «[…] η αναδιάρθρωση βασίζεται σε […] πρόγραμμα για την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας μίας επιχείρησης. […]»

(22)  Επιστολή των ισπανικών αρχών που διαβιβάστηκε με φαξ στις 30 Ιουνίου 1997, σ. 2.

(23)  Δεύτερο εδάφιο του σημείου 4 της ανακοίνωσης της Επιτροπής για τα καθεστώτα ενισχύσεων περιφερειακού χαρακτήρα (ΕΕ C 31 της 3.2.1979, σ. 9). Σημείο 4.15 των κατευθυντηρίων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις περιφερειακού χαρακτήρα (ΕΕ C 74 της 10.3.1998, σ. 9).

(24)  ΕΕ C 346 της 30.12.1992, σ. 2 και ΕΕ C 94 της 30.3.1996, σ. 11.

(25)  ΕΕ C 272 της 15.11.2007, σ. 4.

(26)  ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1.

(27)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(28)  (Προς δημοσίευση.)

(29)  Αιτιολογική σκέψη 83.


14.8.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/16


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 8ης Απριλίου 2009

σχετικά με τα μέτρα C 7/07 (πρώην NN 82/06 και NN 83/06) τα οποία έθεσε σε εφαρμογή το Ηνωμένο Βασίλειο υπέρ της Royal Mail

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 2486]

(Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/613/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με την προαναφερόμενη διάταξη ή διατάξεις (1) και λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Στις 3 Δεκεμβρίου 2002 η Deutsche Post AG (στο εξής «DP») υπέβαλε καταγγελία σχετικά με εικαζόμενη χορήγηση διασταυρούμενων επιδοτήσεων υπέρ των δραστηριοτήτων μεταφοράς δεμάτων της Royal Mail Group plc («Royal Mail» ή «RM»).

(2)

Απαντώντας σε αιτήματα της Επιτροπής για παροχή πληροφοριών, οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας υπέβαλαν πληροφορίες σχετικά με τα θέματα που έθιγε η καταγγελία με επιστολές τής 25ης Φεβρουαρίου 2003 και της 13ης Φεβρουαρίου 2004, και με επιστολή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της 17ης Δεκεμβρίου 2003. Οι πληροφορίες αυτές αναφέρονταν και σε άλλα κρατικά μέτρα υπέρ της RM.

(3)

Στις 27 Μαΐου 2003 η Επιτροπή ενέκρινε σειρά μέτρων υπέρ της Post Office Limited («POL»), η οποία είναι θυγατρική της RM (υπόθεση N 784/02) (2). Στο πλαίσιο αυτών των μέτρων, χορηγήθηκε αποζημίωση στην POL, η οποία χρηματοδοτήθηκε μέσω αποθεματικού («αποθεματικό ταχυδρομικών υπηρεσιών») που συστάθηκε από πλεονάζοντα ρευστά διαθέσιμα της RM. Στις 22 Φεβρουαρίου 2006 η Επιτροπή δεν διατύπωσε αντιρρήσεις για την παράταση του χρόνου εφαρμογής ενός από αυτά τα μέτρα (στήριξη του αγροτικού δικτύου) (υπόθεση N 166/05) (3).

(4)

Στις 8 Οκτωβρίου 2003 η DP υπέβαλε προσφυγή ακυρώσεως (T-343/03) κατά της απόφασης της Επιτροπής στην υπόθεση N 784/02, υποστηρίζοντας ότι με την εν λόγω απόφαση απορρίφθηκε σιωπηρά η καταγγελία της αριθ. CP 206/02. Στις 16 Νοεμβρίου 2005 το Πρωτοδικείο απέρριψε την προσφυγή της DP επισημαίνοντας ότι η απόφαση N 784/02 δεν συνεπάγεται την απόρριψη της προσφυγής και ότι η Επιτροπή διενεργούσε έρευνα (όπως αποδείχθηκε από την αλληλογραφία που προσκομίστηκε στο Πρωτοδικείο).

(5)

Στις 10 Αυγούστου 2006 η DP με επιστολή της κάλεσε την Επιτροπή να λάβει θέση σχετικά με την προσφυγή της του 2002 εντός δύο μηνών, βάσει του άρθρου 232 της συνθήκης. Στην ίδια επιστολή παρέθεσε πληροφορίες σχετικά με εικαζόμενα νέα μέτρα κρατικής ενίσχυσης. Τα μέτρα αυτά είναι διακριτά από τα μέτρα που αποτέλεσαν αντικείμενο της καταγγελίας του 2002 και έτσι η καταγγελία σε σχέση με αυτά τα μέτρα αντιμετωπίστηκε ως χωριστή καταγγελία και έλαβε αριθμό αρχικά CP 221/06 και στη συνέχεια NN 83/06. Τα προβαλλόμενα μέτρα ήταν τα εξής:

α)

μεταβίβαση ποσού 850 εκατ. GBP σε ειδικό λογαριασμό με αποκλειστικό σκοπό τη χρηματοδότηση των συντάξεων της RΜ,

β)

απόφαση του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας να αυξηθεί το ποσό δανείου που χορηγήθηκε στην RM από 844 εκατ. GBP σε 900 εκατ. GΒΡ,

γ)

παράβαση της απόφασης της Επιτροπής στην υπόθεση N 166/05 σχετικά με τη στήριξη του αγροτικού δικτύου της POL, επειδή 150 εκατ. GBP μεταβιβάστηκαν στην POL κατευθείαν από τον κρατικό προϋπολογισμό και όχι, όπως ορίζεται στην απόφαση, από «στεγανό» αποθεματικό.

(6)

Απαντώντας στα αιτήματα της Επιτροπής για παροχή πληροφοριών, οι βρετανικές αρχές υπέβαλαν πληροφορίες σχετικά με τα θέματα που τέθηκαν στις δύο καταγγελίες με επιστολές της 6ης Οκτωβρίου και της 31ης Οκτωβρίου 2006. Με επιστολή της 5ης Δεκεμβρίου 2006 υπέβαλαν συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με το μέτρο υπέρ της POL που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 3.

(7)

Με επιστολή της 27ης Οκτωβρίου 2006 το Φόρουμ για τον ανταγωνισμό στον τομέα των ταχυδρομείων (Mail Competition Forum — MCF), φορέας που εκπροσωπεί τους εισερχόμενους στην ταχυδρομική αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου, υπέβαλε καταγγελία σχετικά με τον ειδικό λογαριασμό που προορίζεται για τη χρηματοδότηση των συντάξεων της RM, η οποία καλύπτεται από τη δεύτερη καταγγελία της DP. Η καταγγελία της MCF έλαβε αριθμό αρχικά CP 164/06 και στη συνέχεια NN 82/06. Μη εμπιστευτική εκδοχή της καταγγελίας εστάλη στις αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου στις 20 Νοεμβρίου 2006. Οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου υπέβαλαν παρατηρήσεις σχετικά με την καταγγελία με επιστολή της 19ης Δεκεμβρίου 2006.

(8)

Με επιστολή της 7ης Δεκεμβρίου 2006 η Επιτροπή ενημέρωσε την DP ότι δεν διαπίστωσε να υφίστανται αποχρώντες λόγοι για τη συνέχιση της έρευνας σχετικά με την καταγγελία CP 206/02 και ότι αν η DP δεν απαντούσε εντός 20 εργάσιμων ημερών, η καταγγελία θα θεωρούνταν ανακληθείσα. Η Επιτροπή δεν έλαβε καμία απάντηση εντός της προθεσμίας. Κατά συνέπεια, η καταγγελία θεωρήθηκε ανακληθείσα.

(9)

Στις 7 Δεκεμβρίου 2006 το Ηνωμένο Βασίλειο γνωστοποίησε τη σχεδιαζόμενη παράταση της ισχύος άλλου μέτρου υπέρ της POL (χρηματοδότηση αποπληρωμής χρεών) που καλύπτεται από την απόφαση N 784/02, το οποίο διαφορετικά θα έληγε το 2007. Η Επιτροπή ενέκρινε την εν λόγω ενίσχυση με αριθμό N 822/06 με απόφαση της 7ης Μαρτίου 2007 (4).

(10)

Στις 8 Φεβρουαρίου 2007 το Ηνωμένο Βασίλειο γνωστοποίησε στην Επιτροπή τους όρους ανακοίνωσης σχετικά με το «συνταξιοδοτικό μέτρο», τη δανειακή διευκόλυνση ύψους 900 εκατ. GBP και νέο δάνειο 300 εκατ. GBP προς τη Royal Mail.

(11)

Την 21η Φεβρουαρίου 2007 η Επιτροπή κίνησε διαδικασία έρευνας σχετικά με τα ακόλουθα μέτρα:

α)

Δάνειο 500 εκατ. GBP που χορηγήθηκε το 2001 με σταθερό επιτόκιο και αποπληρωμή μετά το 2021, μέσω του οποίου χρηματοδοτήθηκαν οι εξαγορές της Royal Mail στο εξωτερικό.

β)

Δανειακές διευκολύνσεις ύψους 1 δισεκατ. GBP που διατέθηκαν στη Royal Mail με χρήση κρατικών πόρων το 2003, εκ των οποίων η διευκόλυνση για τα 900 εκατ. GBP επρόκειτο να παραταθεί μετά το 2007.

γ)

«Συνταξιοδοτικό μέτρο»: τοποθέτηση 850 εκατ. GBP σε «λογαριασμό μεσεγγύησης» που θα παρατείνει την περίοδο εντός της οποίας η Royal Mail πρέπει να καλύψει το τρέχον έλλειμμα του συνταξιοδοτικού ταμείου της και, συνεπώς, θα μειώσει τις εισφορές που πρέπει να καταβάλει τα πρώτα χρόνια αυτής της περιόδου.

δ)

Δάνειο 300 εκατ. GBP που ανακοινώθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2007.

(12)

Στην απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου επιβεβαιώθηκε η ανάκληση της καταγγελίας CP 206/2002, καθώς και η μη διατύπωση αντιρρήσεων από την Επιτροπή για τη χρηματοδότηση των εγκεκριμένων μέτρων υπέρ της POL από τον κρατικό προϋπολογισμό αντί του αποθεματικού ταχυδρομικών υπηρεσιών.

(13)

Με επιστολή της 22ας Φεβρουαρίου 2007 η Επιτροπή γνωστοποίησε στο Ηνωμένο Βασίλειο την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης σχετικά με τα μέτρα που απαριθμούνται στην παράγραφο (11).

(14)

Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (5). Η Επιτροπή κάλεσε τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τα μέτρα.

2.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

2.1.   Δικαιούχος της εικαζόμενης κρατικής ενίσχυσης

(15)

Δικαιούχος της εικαζόμενης κρατικής ενίσχυσης είναι η Royal Mail Group plc, μετέπειτα Royal Mail Group Ltd («RM»), η οποία (μέσω της εταιρείας χαρτοφυλακίου Royal Mail Holdings plc) είναι 100 % κρατική εταιρεία. Η RM είναι ο κυριότερος ταχυδρομικός φορέας του Ηνωμένου Βασιλείου και διέθετε νόμιμο μονοπώλιο για τις περισσότερες βασικές υπηρεσίες αλληλογραφίας μέχρι το τέλος του 2005. Η POL, η οποία είναι θυγατρική της RM, διαχειρίζεται το δίκτυο ταχυδρομικών γραφείων.

(16)

Πριν από το 2001 οι ταχυδρομικές δραστηριότητες στο Ηνωμένο Βασίλειο ασκούνταν από την The Post Office Corporation, θεσμικό φορέα που είχε συσταθεί με το νόμο περί ταχυδρομείων (Post Office Act) του 1969. Τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποχρεώσεις της The Post Office Corporation μεταβιβάστηκαν στην Consignia Holdings (η οποία έχει πλέον μετονομαστεί σε Royal Mail Holdings plc) και στη θυγατρική της, Consignia plc (νυν RM) στις 26 Μαρτίου 2001, σύμφωνα με τους όρους του νόμου περί ταχυδρομείων του 2000.

(17)

Η RM διαθέτει χωριστή υπηρεσία για τα δέματα, την Parcelforce, η οποία αναφέρεται στην καταγγελία της DP του 2002 ως δικαιούχος της ενίσχυσης. Η Parcelforce διαθέτει τη δική της χωριστή υποδομή συγκέντρωσης και διανομής (hub and spoke). Το 2003 ένα μέρος των δραστηριοτήτων αποστολής δεμάτων (συμπεριλαμβανομένης της παροχής καθολικής υπηρεσίας για τα δέματα που παραδίδονται στα ταχυδρομικά καταστήματα) μεταβιβάστηκε από την Parcelforce στην υπηρεσία επιστολών της RM και πλέον οι δραστηριότητες αυτές διεξάγονται με χρήση της υποδομής της τελευταίας. Σήμερα η Parcelforce διακινεί μόνο τα δέματα που πρέπει να παραδοθούν εντός συγκεκριμένου χρόνου.

2.2.   Οικονομικό καθεστώς του δικαιούχου και σχέση με το κράτος

(18)

Βάσει του καθεστώτος που ίσχυε πριν από τη σύσταση των νέων εταιρειών και τις μεταβιβάσεις του 2001, η The Post Office Corporation δεν ήταν υποχρεωμένη να καταβάλλει μερίσματα στις αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου και δεν το έπραττε. Ωστόσο, ήταν υποχρεωμένη να επενδύει ένα μέρος των ετήσιων κερδών της σε κρατικούς τίτλους ή σε καταθέσεις στο National Loan Fund. Οι επενδύσεις αυτές, οι οποίες κατατάσσονταν στο κυκλοφορούν ενεργητικό και αναφέρονταν συχνά ως «gilts» (κρατικοί τίτλοι), διατηρήθηκαν από την RM μετά τις μεταβιβάσεις του 2001 και ανέρχονταν σε 1 800 εκατ. GBP την 31η Μαρτίου 2002. Ακολουθώντας τις οδηγίες που έδωσαν οι βρετανικές αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου στις 30 Ιανουαρίου 2003 βάσει του άρθρου 72 του νόμου περί ταχυδρομείων του 2000, η RM τοποθέτησε αυτά τα περιουσιακά στοιχεία σε ειδικό αποθεματικό («αποθεματικό ταχυδρομικών υπηρεσιών»), προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση ειδικών μέτρων σύμφωνα με τις οδηγίες.

2.3.   Τα μέτρα που αποτελούν αντικείμενο της διαδικασίας έρευνας

2.3.1.   Το δάνειο του 2001

(19)

Τον Φεβρουάριο του 2001 οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου χορήγησαν δάνειο ύψους 500 εκατ. GBP στην RM για τη χρηματοδότηση εξαγορών στο εξωτερικό στις σχετικές με το ταχυδρομείο και τα δέματα υπηρεσίες. Το δάνειο πρέπει να αποπληρωθεί μεταξύ του 2021 και του 2025, και έχει μέσο επιτόκιο περίπου 5,8 %. Οι βρετανικές αρχές δήλωσαν στην αλληλογραφία με την Επιτροπή ότι το δάνειο χορηγήθηκε με εμπορικά κριτήρια και ότι ακολούθησαν τις οδηγίες συμβούλων για να εξασφαλιστεί η τήρηση της αρχής αυτής. Το δάνειο χορηγήθηκε με εξασφαλίσεις τη συμμετοχή της RM στην General Logistics Systems International Holdings BV και ορισμένα άλλα περιουσιακά στοιχεία της RM. Το δάνειο δεν γνωστοποιήθηκε στην Επιτροπή.

2.3.2.   Οι δανειακές διευκολύνσεις

(20)

Το 2003 οι βρετανικές αρχές έθεσαν στη διάθεση της RM διάφορες δανειακές διευκολύνσεις για τη χρηματοδότηση του «σχεδίου ανανέωσής της» (συμπεριλαμβανομένης της αναδιάρθρωσης της Parcelforce). Οι διευκολύνσεις αυτές, που χαρακτηρίστηκαν από τις βρετανικές αρχές ως δέσμη συμφωνιών με όρους της αγοράς, αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ της RM και των βρετανικών αρχών, και συνίστανται σε δανειακή διευκόλυνση 544 εκατ. GBP από το National Loans Fund («NLF») που χορηγήθηκε με την παροχή εξασφαλίσεων. Ως εξασφαλίσεις χρησιμοποιήθηκαν τα σωρευθέντα ταμειακά διαθέσιμα της RM (συγκεκριμένα τα κεφάλαια που διατέθηκαν στο αποθεματικό ταχυδρομικών υπηρεσιών) και δύο ομόλογα που είχε εκδώσει η RM (ένα ομόλογο 300 εκατ. GBP και ένα άλλο 200 εκατ. GBP), τα οποία παραχωρήθηκαν στις αρχές. Και στην περίπτωση αυτή, οι βρετανικές αρχές δήλωσαν στην αλληλογραφία τους με την Επιτροπή ότι και οι εν λόγω δανειακές διευκολύνσεις χορηγήθηκαν βάσει εμπορικών κριτηρίων και ότι ακολούθησαν τις οδηγίες συμβούλων για να εξασφαλιστεί η τήρηση της σχετικής αρχής. Ενημέρωσαν επίσης την Επιτροπή ότι μέχρι τον Οκτώβριο του 2006 οι εν λόγω δανειακές διευκολύνσεις δεν είχαν χρησιμοποιηθεί, εκτός από 50 εκατ. GBP που λήφθηκαν για τη δοκιμή της διαδικασίας ανάληψης και αποπληρώθηκαν σε 7 ημέρες, και ότι η διευκόλυνση των 200 εκατ. GBP είχε λήξει. Ωστόσο, η RM κατέβαλε προμήθεια αδράνειας ύψους 2,5 εκατ. GBP περίπου. Οι εν λόγω δανειακές διευκολύνσεις δεν γνωστοποιήθηκαν στην Επιτροπή.

(21)

Τον Μάιο του 2006 οι βρετανικές αρχές ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να παρατείνουν τις υπολειπόμενες δανειακές διευκολύνσεις αυξάνοντας το ύψος τους από 844 εκατ. GBP σε 900 εκατ. GBP. Την 31η Οκτωβρίου 2006 οι βρετανικές αρχές ανέφεραν ότι οι ακριβείς όροι της παράτασης δεν είχαν οριστικοποιηθεί ακόμη, αλλά πρόθεσή τους ήταν να γίνει με εμπορικά κριτήρια και ο δανεισμός να μην αποτελεί κρατική ενίσχυση.

2.3.3.   Ο συνταξιοδοτικός λογαριασμός μεσεγγύησης

(22)

Το 2006 οι βρετανικές αρχές αποφάσισαν να αποδεσμεύσουν 850 εκατ. GBP από το ταμειακό υπόλοιπο του αποθεματικού ταχυδρομικών υπηρεσιών της RM για τη σύσταση «λογαριασμού μεσεγγύησης», από τον οποίο θα μπορούσαν να γίνουν αναλήψεις για το συνταξιοδοτικό σχέδιο της Royal Mail («RMPP») υπό ορισμένες προϋποθέσεις σε περίπτωση αφερεγγυότητας της RM. Το μέτρο αυτό λήφθηκε διότι τα διάφορα συνταξιοδοτικά συστήματα της RM, εκ των οποίων το RMPP είναι μακράν το σημαντικότερο, παρουσίαζαν συνολικό έλλειμμα (προβλεπόμενες υποχρεώσεις υψηλότερες από τα περιουσιακά στοιχεία, σύμφωνα με ορισμένες υποθέσεις βασισμένες στις αρχές της συνετής διαχείρισης) ύψους 5 600 εκατ. GBP στους λογαριασμούς της RM για την περίοδο 2005/2006, όταν το έλλειμμα αυτό συμπεριλήφθηκε για πρώτη φορά στον ισολογισμό της. Το RMPP, όπως και άλλα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα του Ηνωμένου Βασιλείου, είναι κεφαλαιοποιητικό σύστημα που υποχρεούται να διατηρεί περιουσιακά στοιχεία για την κάλυψη των υποχρεώσεών του. Σύμφωνα με τις βρετανικές αρχές, η RM δεν θα ήταν σε θέση να καλύψει γρήγορα αυτό το έλλειμμα και ταυτόχρονα να εκσυγχρονίσει τις επιχειρηματικές της δραστηριότητες, λαμβάνοντας υπόψη τις προβλεπόμενες ταμειακές ροές. Έτσι, ο λογαριασμός αυτός επιτρέπει στην RM να συμφωνήσει με τους διαχειριστές του RMPP την παράταση της προθεσμίας για την κάλυψη του ελλείμματος, με αποτέλεσμα τη μείωση των συνταξιοδοτικών εισφορών κατά τα πρώτα έτη. Οι βρετανικές αρχές δήλωσαν ότι, κατά τη γνώμη τους, η χρήση του αποθεματικού ταχυδρομικών υπηρεσιών για το σκοπό αυτό είναι προς το εμπορικό συμφέρον της RM και ότι επιτρέποντάς της να ολοκληρώσει το στρατηγικό της σχέδιο, αυξάνεται η αξία της συμμετοχής των βρετανικών αρχών. Οι βρετανικές αρχές ισχυρίζονται ότι χωρίς το λογαριασμό μεσεγγύησης και την παράταση των δανειακών διευκολύνσεων, είναι πιθανό να καταρρεύσει αντί να ενισχυθεί η αξία για τον μέτοχο και ότι, κατά συνέπεια, ενήργησαν με βάση εμπορικά κριτήρια.

2.3.4.   Το νέο μετοχικό δάνειο ύψους 300 εκατ. GBP

(23)

Στις 8 Φεβρουαρίου 2007 οι βρετανικές αρχές ανακοίνωσαν ότι συμφώνησαν να χορηγηθεί στην RM μετοχικό δάνειο ύψους 300 εκατ. GBP. Το δάνειο αυτό δεν γνωστοποιήθηκε στην Επιτροπή. Από την ανακοίνωση προκύπτει σαφώς ότι το εν λόγω δάνειο αποτέλεσε μέρος δέσμης μέτρων μαζί με το λογαριασμό μεσεγγύησης και τη δανειακή διευκόλυνση.

2.4.   Λόγοι κίνησης της διαδικασίας

(24)

Στην απόφασή της για την κίνηση της διαδικασίας έρευνας, η Επιτροπή εξέφρασε αμφιβολίες σχετικά με τους ισχυρισμούς των βρετανικών αρχών ότι τα μέτρα δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση διότι εφαρμόστηκαν με βάση εμπορικά κριτήρια και, συνεπώς, δεν παρέχουν πλεονέκτημα στη Royal Mail. Οι δραστηριότητες παράδοσης επιστολών και δεμάτων είναι διεθνείς και η Επιτροπή πιστεύει ότι ένα επιλεκτικό πλεονέκτημα υπέρ της RM ή της Parcelforce θα στρέβλωνε το ανταγωνισμό και θα επηρέαζε τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών. Όλα τα μέτρα χορηγήθηκαν από κεφάλαια που βρίσκονταν υπό τον άμεσο έλεγχο του κράτους και, συνεπώς, αποτελούσαν κρατικούς πόρους κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης. Όλα τα μέτρα μπορούν να καταλογιστούν στο κράτος και ήταν επιλεκτικά κατά το ότι χορηγήθηκαν μόνο στην RM. Επομένως, αν έχουν προσπορίσει πλεονέκτημα στη Royal Mail, πληρούν τα κριτήρια χαρακτηρισμού τους ως κρατικής ενίσχυσης. Η Επιτροπή εξέτασε το θέμα του πλεονεκτήματος σε σχέση με τα μέτρα για τα οποία κίνησε τη διαδικασία.

2.4.1.   Το δάνειο του 2001

(25)

Όπως σημειώνεται στην αιτιολογική σκέψη 19, το δάνειο του 2001 πρέπει να αποπληρωθεί μεταξύ του 2021 και του 2025 και έχει μέσο επιτόκιο 5,8 %. Το επιτόκιο αυτό είναι σημαντικά χαμηλότερο από το επιτόκιο αναφοράς που εφαρμοζόταν στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2001 (7,06 %), όταν το Ηνωμένο Βασίλειο ενημέρωσε προηγουμένως την Επιτροπή ότι χορηγήθηκε το δάνειο. Οι βρετανικές αρχές υπέβαλαν ορισμένα αποδεικτικά στοιχεία κατά τα οποία εκείνη την περίοδο η καμπύλη απόδοσης στο Ηνωμένο Βασίλειο είχε αρνητική κλίση και, κατά συνέπεια, τα επιτόκια ενός τόσο μακροπρόθεσμου δανείου θα μπορούσαν να είναι χαμηλότερα από το επιτόκιο αναφοράς (που την περίοδο εκείνη βασιζόταν στα επιτόκια πενταετίας) χωρίς να παραβιάζεται η αρχή του ιδιώτη επενδυτή στην οικονομία της αγοράς. Ωστόσο, από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι μέρος του δανείου χορηγήθηκε το 1999 και το 2000. Αυτό όχι μόνο έρχεται σε αντίθεση με ορισμένα πληροφοριακά στοιχεία που είχαν υποβληθεί νωρίτερα, αλλά επιπλέον συνεπάγεται τη χορήγηση δανείου σε μια περίοδο κατά την οποία το επιτόκιο αναφοράς ήταν ακόμη υψηλότερο (7,64 % το 2000). Η Επιτροπή σημείωσε επίσης ότι τουλάχιστον το 2001 οι οικονομικές επιδόσεις της Royal Mail είχαν αρχίσει να επιδεινώνονται. Αυτό κανονικά αντικατοπτρίζεται στους όρους χορήγησης οποιουδήποτε δανείου. Για το λόγο αυτό, όταν η Επιτροπή αξιολογεί τη χορήγηση δανείου σε εταιρεία με οικονομικά προβλήματα, μπορεί να χρησιμοποιήσει υψηλότερο επιτόκιο από το επιτόκιο αναφοράς ως βάση σύγκρισης.

2.4.2.   Οι δανειακές διευκολύνσεις

(26)

Οι βρετανικές αρχές είχαν πληροφορήσει την Επιτροπή ότι μέχρι τον Οκτώβριο του 2006 οι δανειακές διευκολύνσεις που είχαν χορηγηθεί το 2003 δεν είχαν χρησιμοποιηθεί. Ωστόσο, δεν μπορεί να συναχθεί από το γεγονός αυτό και μόνο ότι οι δανειακές διευκολύνσεις δεν παρείχαν κανένα πλεονέκτημα, αφού η διαθεσιμότητά τους προσέφερε μια εναλλακτική λύση στην εταιρεία. Το 2003 δεν μπορούσε να γνωρίζει κανείς ότι δεν θα χρησιμοποιηθούν. Συνεπώς, οι όροι των δανειακών διευκολύνσεων πρέπει να εκτιμηθούν κατά τον ίδιο τρόπο με το δάνειο του 2001. Μπορεί να σημειωθεί ότι οι εν λόγω δανειακές διευκολύνσεις συνδέονταν με το σχέδιο ανανέωσης της RM.

(27)

Το δάνειο του NLF ύψους 544 εκατ. GBP χορηγήθηκε με επιτόκιο «25 μονάδες βάσης επάνω από το Libor ή το αντίστοιχο gilt» (6). Πρέπει να σημειωθεί ότι το επιτόκιο αναφοράς έχει οριστεί σε 75 μονάδες βάσης επάνω από το διατραπεζικό επιτόκιο ανταλλαγής (swap). Οι βρετανικές αρχές δικαιολόγησαν το χαμηλό περιθώριο επικαλούμενες τις εξασφαλίσεις που προσφέρθηκαν, δηλαδή τα ταμειακά αποθέματα της RM. Ωστόσο, η Επιτροπή σημείωσε ότι αυτά τα αποθεματικά συνιστούν κρατικούς πόρους που βρίσκονται υπό τον έλεγχο των βρετανικών αρχών βάσει ειδικής νομοθεσίας. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αμφισβήτησε το κατά πόσον η χρησιμοποίησή τους ως εξασφαλίσεων θα μπορούσε να άρει τις αμφιβολίες της σχετικά με το χαρακτήρα ενίσχυσης του μέτρου. Επεσήμανε ότι αν είχε χρησιμοποιηθεί το δάνειο, η εξοικονόμηση 50 μονάδων βάσης θα υπερκάλυπτε την αξία της προμήθειας αδρανείας που κατέβαλε η RM.

(28)

Τα ομόλογα των 300 εκατ. GBP και των 200 εκατ. GBP εκδόθηκαν με επιτόκιο 50 και 200 μονάδες βάσης επάνω από τον «αντίστοιχο κρατικό τίτλο (gilt)». Το μεγαλύτερο ομόλογο εξασφαλίστηκε με κυμαινόμενο βάρος επί του συνόλου των στοιχείων του ενεργητικού της RM, ενώ για το μικρότερο ομόλογο προσφέρθηκαν χαμηλότερες εξασφαλίσεις. Το περιθώριο 50 μονάδων βάσης επάνω από το επιτόκιο κρατικών τίτλων (το οποίο κατά κανόνα είναι χαμηλότερο από τα διατραπεζικά επιτόκια) συνεπάγεται ότι το επιτόκιο του δανείου των 300 εκατ. GBP μπορεί να ήταν χαμηλότερο από το επιτόκιο αναφοράς της Επιτροπής.

(29)

Την 31η Οκτωβρίου 2006 οι βρετανικές αρχές ενημέρωσαν την Επιτροπή ότι οι όροι παράτασης των δανειακών διευκολύνσεων του 2003 που εξακολουθούσαν να ισχύουν τον Οκτώβριο του 2006 (δηλαδή το δάνειο των 544 εκατ. GBP από το National Loan Fund και το ομόλογο των 300 εκατ. GBP) βρίσκονταν ακόμη υπό διαπραγμάτευση και ότι είχαν ζητήσει τις οδηγίες συμβούλων για να εξασφαλιστεί η διαμόρφωση αυτών των όρων με βάση εμπορικά κριτήρια.

2.4.3.   Ο συνταξιοδοτικός λογαριασμός μεσεγγύησης

(30)

Σύμφωνα με πληροφορίες που υπέβαλαν οι βρετανικές αρχές, ένα από τα αποτελέσματα του λογαριασμού μεσεγγύησης ήταν η μείωση των συνταξιοδοτικών εισφορών που πρέπει να καταβάλει η RM στο RMPP τα πρώτα χρόνια για να καλύψει το έλλειμμά του. Η Επιτροπή σημείωσε ότι αυτό αποτελεί ένδειξη παροχής ενδεχόμενου πλεονεκτήματος στην RM μέσω του μέτρου, το οποίο θα συνιστούσε έτσι κρατική ενίσχυση. Η Επιτροπή είχε αμφιβολίες ως προς το επιχείρημα ότι το μέτρο μπορεί να δικαιολογηθεί ως παρέμβαση ιδιώτη επενδυτή στην οικονομία της αγοράς, διότι δεν στηρίζεται από προβλέψεις ή οικονομική ανάλυση.

(31)

Η Επιτροπή προσδιόρισε τρία θέματα που επρόκειτο να εξετάσει. Δεδομένου ότι τα αποθεματικά κεφάλαια του αποθεματικού ανήκαν ήδη στη Royal Mail και εμφανίζονταν στον ισολογισμό της, το ένα θέμα ήταν αν η απόφαση της RM για τη σύσταση του λογαριασμού μεσεγγύησης μπορεί να θεωρηθεί ότι ελήφθη με εμπορικά κριτήρια, παρά την ανάμειξη των βρετανικών αρχών, η οποία προέκυψε λόγω του ιδιαίτερου νομικού καθεστώτος που ισχύει εν προκειμένω. Ένα δεύτερο ζήτημα που εγείρεται από τις ιδιαίτερες εξουσίες των βρετανικών αρχών επί των αποθεματικών αυτών είναι αν ένας μέτοχος που ενεργεί με εμπορικά κριτήρια θα συμφωνούσε να χρησιμοποιηθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο τα ίδια κεφάλαια της επιχείρησης. Τέλος, δεδομένου ότι η χρησιμοποίηση των αποθεματικών για το συνταξιοδοτικό μέτρο προϋποθέτει τη χρηματοδότηση των μέτρων υπέρ της POL από τον κρατικό προϋπολογισμό, το τρίτο ζήτημα είναι αν ένας μέτοχος θα συμφωνούσε να εισφέρει νέα ίδια κεφάλαια για τη χρηματοδότηση ενός λογαριασμού μεσεγγύησης αυτού του είδους.

2.4.4.   Το νέο μετοχικό δάνειο ύψους 300 εκατ. GBP

(32)

Οι όροι του δανείου δεν είχαν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή όταν κινήθηκε η διαδικασία. Έτσι η Επιτροπή δεν ήταν σε θέση να εκτιμήσει αν οι όροι του δανείου εμπεριείχαν ενίσχυση. Δεδομένου ότι το δάνειο εντασσόταν σε δέσμη μέτρων για τα οποία δεν είχαν αρθεί οι αμφιβολίες της Επιτροπής σχετικά με την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης, οι όροι του δανείου, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορούσαν να εκτιμηθούν ανεξάρτητα.

2.4.5.   Συμβιβάσιμο τυχόν κρατικής ενίσχυσης

(33)

Η Επιτροπή εξέφρασε επίσης αμφιβολίες σχετικά με το κατά πόσον τα μέτρα θα μπορούσαν να θεωρηθούν συμβιβάσιμα με την κοινή αγορά, εφόσον αποτελούσαν πράγματι κρατική ενίσχυση. Σημείωσε ότι η νομική βάση του άρθρου 86 παράγραφος 2 της συνθήκης δεν φαίνεται να έχει εφαρμογή, παρόλο που η RM έχει αναλάβει υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος. Οι βρετανικές αρχές συνέδεσαν ρητά το δάνειο και τις δανειακές διευκολύνσεις με άλλα σχέδια εκτός της παροχής τέτοιων υπηρεσιών, συγκεκριμένα δε με εξαγορές στο εξωτερικό και με το σχέδιο ανανέωσης της RM που είχε εγκριθεί το 2003. Ομοίως, ο συνταξιοδοτικός λογαριασμός μεσεγγύησης δεν είχε συνδεθεί με καμία υπηρεσία γενικού οικονομικού συμφέροντος της RM.

(34)

Η μόνη βάση για το συμβιβάσιμο των εν λόγω μέτρων, εφόσον περιέχουν κρατική ενίσχυση, φάνηκε να είναι το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης. Ωστόσο, τα μέτρα δεν φαινόταν να πληρούν κανέναν από τους κανόνες εφαρμογής που έχει ανακοινώσει μέχρι σήμερα η Επιτροπή για το συγκεκριμένο εδάφιο. Η Επιτροπή σημείωσε ότι, αν υπάρχει κρατική ενίσχυση, αμφιβάλλει ότι τα εν λόγω μέτρα είναι συμβιβάσιμα με την κοινή αγορά.

3.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ

3.1.   Deutsche Post

(35)

Η Deutsche Post παρατήρησε ότι η έρευνα κάλυψε ένα μέρος μόνο των ενισχύσεων που έχουν χορηγηθεί στη Royal Mail τα τελευταία χρόνια. Η Επιτροπή είχε εγκρίνει σειρά βρετανικών μέτρων ενίσχυσης, μέσω των οποίων η Royal Mail έγινε ο μεγαλύτερος αποδέκτης ενισχύσεων στον ταχυδρομικό τομέα (μετά την Poste Italiane) τα τελευταία χρόνια. Η DPAG επεσήμανε ότι, παρά τη λήψη όλων αυτών των μέτρων, η υπηρεσία της Royal Mail με αντικείμενο την παράδοση δεμάτων υπό συνθήκες ανταγωνισμού, η Parcelforce, ήταν ιδιαίτερα ζημιογόνος για πολλά χρόνια. Επειδή η Royal Mail την ίδια περίοδο δεν είχε αρκετά έσοδα από τις άλλες δραστηριότητές της για την αντιστάθμιση αυτών των ζημιών, αναγκαστικά οι ζημίες αυτές πρέπει να καλυφθούν από κρατικούς πόρους. Σύμφωνα με την απόφαση της Επιτροπής, της 19ης Ιουνίου 2002, [υπόθεση C 61/99 — Deutsche Post AG (7)], μια τέτοια απώλεια αποζημίωσης συνιστά κρατική ενίσχυση ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά. Η DPAG εξέφρασε τη λύπη της για το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη της αυτό το στοιχείο, παρόλο που η DPAG το είχε υπογραμμίσει ήδη στην καταγγελία της με ημερομηνία 3 Δεκεμβρίου 2002.

(36)

Όσον αφορά το δάνειο του 2001, η DP παρατήρησε ότι τον Ιανουάριο του 1999 η Royal Mail εξαγόρασε τον γερμανικό πάροχο υπηρεσιών μεταφοράς δεμάτων German Parcel GmbH («German Parcel») έναντι 424 εκατ. EUR. Το φθινόπωρο του 1999 η German Parcel GmbH ενσωματώθηκε στη νεοσύστατη General Logistics System («GLS»). Στη συνέχεια η GLS προέβη σε διάφορες εξαγορές στην ευρωπαϊκή αγορά. Κατά την περίοδο 2000/2003 η Royal Mail πραγματοποίησε ελάχιστα κέρδη με τα οποία θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει αυτές τις εξαγορές. Αν το δάνειο με το οποίο χρηματοδοτήθηκαν αυτές οι εξαγορές χορηγήθηκε με όρους που ήταν ανέφικτοι στην αγορά την εποχή εκείνη, τότε υφίσταται παράνομη κρατική ενίσχυση, η οποία θα έπρεπε να επιστραφεί.

(37)

Όσον αφορά τις δανειακές διευκολύνσεις, η DPAG έθεσε το ερώτημα γιατί η Royal Mail δεν χρηματοδότησε την ανανέωση της ταχυδρομικής της υποδομής με τα έσοδα που είχε τα τελευταία χρόνια (σύμφωνα με τα δικά της στοιχεία, κατά το οικονομικό έτος 2005/2006 η Royal Mail κατέγραψε κέρδος εκμετάλλευσης ύψους 355 εκατ. GBP). Η ρυθμιστική αρχή (Postcomm) είχε ήδη λάβει εκτενώς υπόψη τις υποχρεώσεις της εταιρείας για παροχή καθολικής υπηρεσίας κατά την έγκριση των τιμολογίων της. Κατά συνέπεια, υπήρχε φόβος ότι τα πολυάριθμα μέτρα στήριξης υπό μορφή άμεσων κρατικών πληρωμών, δανείων και μέτρων εγκεκριμένης τιμολόγησης θα είχαν συνδυαστικά ως αποτέλεσμα την υπεραντιστάθμιση του κόστους παροχής καθολικής υπηρεσίας κατά παράβαση των κανόνων για τις κρατικές ενισχύσεις. Αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει αισθητά τον ανταγωνισμό στην αγορά επιστολικού ταχυδρομείου, δεμάτων και υπηρεσιών ταχυμεταφοράς στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην οποία η DPAG πραγματοποίησε κύκλο εργασιών άνω του 1 000 εκατ. EUR το 2006.

(38)

Η DPAG ζήτησε από την Επιτροπή να αξιολογήσει τα μέτρα ενίσχυσης που απαριθμούνται στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας λαμβάνοντας υπόψη ειδικότερα τα πολυάριθμα μέτρα κρατικής στήριξης που είχαν ήδη εγκριθεί υπέρ της Royal Mail.

3.2.   TNT Post UK Limited

(39)

Σε μια πρώτη απάντηση στην κίνηση της διαδικασίας, η TNT Post UK Ltd («TNT») στήριξε πλήρως την έρευνα ως μέλος του Φόρουμ για τον ανταγωνισμό στον τομέα των ταχυδρομείων (Mail Competition Forum), το οποίο είχε υποβάλει καταγγελία σχετικά με το συνταξιοδοτικό μέτρο. Ως εισερχόμενη στην αγορά θιγόταν άμεσα από κάθε μορφή χρηματοδότησης που δεν πληρούσε εμπορικά κριτήρια σύμφωνα με τους όρους της αγοράς. Μια τέτοια χρηματοδότηση θα επέτρεπε στη Royal Mail να διατηρήσει τεχνητά τις τιμές της σε χαμηλά επίπεδα, περιορίζοντας έτσι τις δυνατότητες ανταγωνισμού της TNT.

(40)

Η TNT σημείωσε από τους προσωρινούς λογαριασμούς της Royal Mail Group Limited (πρώην plc) ότι «η Royal Mail Group plc έχει καταστεί υπερήμερη έναντι του κράτους όσον αφορά τις δανειακές διευκολύνσεις, αλλά το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας με την ιδιότητα του ως δανειστή έχει παραιτηθεί επίσημα από τη ρήτρα υπερημερίας». Η TNT ισχυρίστηκε ότι, υπό αυτές τις συνθήκες, κανένας δανειστής που λειτουργεί με εμπορικά κριτήρια δεν θα ήταν διατεθειμένος να χορηγήσει περαιτέρω δανειακά κεφάλαια, εκτός αν οι όροι αντικατόπτριζαν επαρκώς τον αυξημένο κίνδυνο μη πληρωμής τόκων ή μη αποπληρωμής του κεφαλαίου. Η TNT σημείωσε επίσης ότι σε έγγραφο της Royal Mail με ημερομηνία Μαρτίου 2007 και τίτλο «Royal Mail’s position on the interim review» («Η θέση της Royal Mail στην ενδιάμεση επανεξέταση»), η Royal Mail επιβεβαίωσε ότι η αναχρηματοδότηση βρισκόταν σε αλληλεξάρτηση με τη διευθέτηση του ελέγχου των τιμών και τη χρηματοδότηση του συνταξιοδοτικού της ελλείμματος εντός περιόδου 17 ετών. Η TNT θεώρησε ότι πρόκειται για αδικαιολόγητα μεγάλη περίοδο και, αν αποδεικνυόταν ότι η χρηματοδότηση δεν έγινε σύμφωνα με τους όρους του ιδιώτη επενδυτή ή δανειστή, αυτό θα έδειχνε ότι η περίοδος κάλυψης του ελλείμματος θα ήταν υπερβολικά μεγάλη. Κατά συνέπεια, τα ανώτατα όρια ελέγχου των τιμών που έθεσε η ρυθμιστική αρχή ταχυδρομείων Postcomm θα είχαν τεθεί σε πολύ χαμηλό επίπεδο. Ως ανταγωνιστής, η TNT δήλωσε ότι θιγόταν άμεσα από τα ανώτατα όρια των τιμών για την εμπορική αλληλογραφία, τα οποία καθορίστηκαν λαμβάνοντας ως δεδομένο την κρατική χρηματοδότηση και μια αδικαιολόγητα μακρά περίοδο κάλυψης του ελλείμματος του συνταξιοδοτικού ταμείου.

(41)

Η TNT υπέβαλε επίσης παρατηρήσεις οι οποίες λήφθηκαν υπόψη από την Επιτροπή, παρόλο που παρελήφθησαν μετά τη λήξη της επίσημης προθεσμίας για την υποβολή παρατηρήσεων. Η TNT προέβη σε ανάλυση των δύο πηγών κρατικής χρηματοδότησης που διατέθηκαν στη Royal Mail, δηλαδή i) τη χρηματοδότηση μέσω δανειοδότησης και ii) την παραχώρηση αποθεματικών ελεγχόμενων από το κράτος σε λογαριασμό μεσεγγύησης, στον οποίο είχαν πρόσβαση οι διαχειριστές του συνταξιοδοτικού ταμείου της Royal Mail. Το συμπέρασμα της TNT ήταν ότι καμία από τις δύο πηγές χρηματοδότησης δεν θα είχε διατεθεί από έναν ιδιώτη επενδυτή.

(42)

Όσον αφορά τα δάνεια του 2001, είχαν χορηγηθεί χωρίς εξασφαλίσεις τον Φεβρουάριο του 2001 με μέση διάρκεια περίπου 21 χρόνια και μέσο σταθερό επιτόκιο ύψους 5,84 % περίπου. Κατά το μήνα έκδοσης των δανείων, το επιτόκιο ανταλλαγής (swap) 20 ετών (έναντι GBP-Libor) κυμαινόταν μεταξύ 5,87 % και 6,12 %. Από αυτό συνάγεται ότι τα κρατικά δάνεια πρέπει να συνάφθηκαν με χαμηλότερα επιτόκια από τα επικρατούντα διατραπεζικά επιτόκια, ενώ υπό κανονικές συνθήκες τα μη εξασφαλισμένα εταιρικά δάνεια επιβαρύνονται με πιστωτικό περιθώριο επάνω από τα διατραπεζικά επιτόκια. Αυτό ισχύει και για τη Royal Mail, όπως αποδεικνύεται από το πιστωτικό περιθώριο 0,25 % επάνω από το Libor που χρέωσαν οι εμπορικές τράπεζες στη Royal Mail για τα δάνεια πολύ μικρότερης διάρκειας. Η TNT σημείωσε επίσης ότι τα πιστωτικά περιθώρια αυξάνονται σημαντικά για τις μεγαλύτερες διάρκειες. Βάσει των διαθέσιμων πληροφοριών, συμπέρανε ότι ένας συμβαλλόμενος που θα ενεργούσε με εμπορικά κριτήρια δεν θα χορηγούσε τα δάνεια των 500 εκατ. GBP στη Royal Mail με τους δημοσιοποιημένους όρους. Ειδικότερα, ένα δάνειο που θα χορηγούνταν με τους όρους της αγοράς θα είχε σημαντικά υψηλότερο επιτόκιο.

(43)

Όσον αφορά τα ομόλογα που εκδόθηκαν το 2003 (δηλαδή, τις δανειακές διευκολύνσεις), η άποψη της TNT ήταν κάπως διαφορετική, επειδή προέκυπτε ότι τα ομόλογα ήταν εξασφαλισμένα με περιουσιακά στοιχεία της Royal Mail. Ανάλογα με το πόσο ισχυρά ήταν αυτά τα περιουσιακά στοιχεία (που ήταν μάλλον ισχυρά, σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες) το περιθώριο σε σχέση με το Libor θα αναμενόταν να είναι μικρότερο. Το μόνο στοιχείο που θα μπορούσε να τεθεί υπό αμφισβήτηση θα ήταν το πόσο μικρότερο θα ήταν αυτό το περιθώριο, αλλά επειδή η TNT δεν γνώριζε ακριβώς το επιτόκιο που πλήρωνε πράγματι η Royal Mail, της ήταν δύσκολο να κρίνει το κατά πόσον αυτό μπορεί να δικαιολογηθεί από εμπορική σκοπιά τόσο από τη Royal Mail όσο και από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου.

(44)

Όσον αφορά τα δάνεια που εκδόθηκαν το 2007, η TNT σημείωσε ότι δεν ήταν δυνατό να κριθεί αν ήταν σύμφωνα με τους όρους της αγοράς, διότι οι όροι τους δεν είχαν δημοσιοποιηθεί και επίσης επειδή η δανειοδότηση προφανώς συνδεόταν με το λογαριασμό μεσεγγύησης και την υπάρχουσα δανειακή διευκόλυνση. Ωστόσο, η παραίτηση από ρήτρες υπερημερίας στο πλαίσιο υπαρχουσών διευκολύνσεων [όπως επιβεβαιώνεται από τους κανονιστικά προβλεπόμενους εξαμηνιαίους λογαριασμούς της Royal Mail (8), στη σημείωση 3 της σελίδας 18 «η Royal Mail Group plc έχει καθαρές υποχρεώσεις στις 24 Σεπτεμβρίου 2006, κυρίως ως αποτέλεσμα του ελλείμματος του κύριου συνταξιοδοτικού σχεδίου της, του Royal Mail Pension Plan. Ως εκ τούτου, η Royal Mail είναι υπερήμερη έναντι του κράτους όσον αφορά τις δανειακές διευκολύνσεις, αλλά το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας με την ιδιότητά του ως δανειστή παραιτήθηκε επίσημα από τη ρήτρα υπερημερίας»] και η χορήγηση πρόσθετων δανειακών κεφαλαίων είναι κάτι που υπό κανονικές συνθήκες δεν θα έπραττε ένας ιδιώτης συμβαλλόμενος.

(45)

Όσον αφορά το συνταξιοδοτικό μέτρο, η TNT αμφισβήτησε το κατά πόσον έγινε με εμπορικά κριτήρια, κατά τη σύσταση της Royal Mail τον Μάρτιο του 2001, η μεταβίβαση των μη επιχειρηματικών περιουσιακών στοιχείων και των σχετικών ιδίων κεφαλαίων που είναι γνωστά ως «αποθεματικό ταχυδρομικών υπηρεσιών». Σύμφωνα με την TNT, ένας μέτοχος που θα λειτουργούσε με εμπορικά κριτήρια κατά πάσα πιθανότητα δεν θα ίδρυε μια εταιρεία η οποία θα περιλάμβανε ένα δανειακό στοιχείο του ενεργητικού (όπου οφειλέτης θα ήταν ο μέτοχος) παρέχοντας στη συνέχεια παρόμοια συνεισφορά σε ίδια κεφάλαια. Η TNT σχολίασε ότι όταν ο ολλανδικός φορέας εκμετάλλευσης KPN «ιδιωτικοποιήθηκε» το 1989, εφαρμόστηκε παρόμοια ρύθμιση, αλλά ο ισολογισμός ανοίγματος της KPN το 1989 ως ολλανδικής NV δεν περιείχε είτε τα περιουσιακά στοιχεία είτε τα αποθεματικά.

(46)

Σύμφωνα με την TNT, η μεταβίβαση στο λογαριασμό μεσεγγύησης από τις βρετανικές αρχές λειτουργεί ως εγγύηση για το συνταξιοδοτικό καταπίστευμα, εκ της οποίας το όφελος για τη Royal Mail θα ήταν ότι θα μπορούσε να καλύψει το έλλειμμα εντός μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος και να χρησιμοποιήσει τα κεφάλαιά της για την ενίσχυση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της. Αν η Royal Mail έπρεπε να χρηματοδοτήσει το έλλειμμα αμέσως, ανάλογα με το αν οι συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις στον ισολογισμό αντικατόπτριζαν ήδη αυτό το έλλειμμα, θα βρισκόταν αντιμέτωπη με σημαντική απώλεια και μείωση των ιδίων κεφαλαίων και, το κυριότερο ίσως, με μείωση των διαθεσίμων της. Υπό τις κανονικές συνθήκες της αγοράς, όταν μια εταιρεία χρειάζεται ρευστά διαθέσιμα, μπορεί να δανειστεί από την αγορά χρεωστικών τίτλων ή να αντλήσει πρόσθετο κεφάλαιο από τις αγορές μετοχών. Στην περίπτωση της Royal Mail, προέκυψε μια τρίτη δυνατότητα και συγκεκριμένα η συμφωνία της ρυθμιστικής αρχής για ένα πιο χαλαρό ανώτατο όριο τιμών στο πλαίσιο του ελέγχου των τιμών. Οι τιμές μπορούσαν να αυξηθούν σημαντικά, χωρίς να φθάσουν σε καταχρηστικά υψηλά επίπεδα. Δεδομένου ότι η συναίνεση της Royal Mail ήταν απαραίτητη για να ισχύσει ο έλεγχος των τιμών, επρόκειτο για θέμα υποκείμενο στην εξουσία της Royal Mail και για επιλογή γνωστή στο μέτοχό της.

(47)

Η TNT παρατήρησε ότι για την άντληση χρημάτων από την αγορά χρεωστικών τίτλων, ο δανειζόμενος χρειάζεται πειστικά επιχειρήματα για να αποδείξει ότι είναι σε θέση να αποπληρώσει το χρέος μέσω των μελλοντικών ταμειακών ροών. Για την άντληση χρημάτων από την αγορά μετοχών, μια εταιρεία χρειάζεται ακόμη πιο πειστικά επιχειρήματα για το ότι θα προσπορίσει στο μέτοχο σημαντική απόδοση για το σύνολο της συνεισφοράς κεφαλαίου που θα επενδύσει. Ως μοναδικός μέτοχος της Royal Mail, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου θα έπρεπε να είχε διερευνήσει ενδελεχώς το ζήτημα προκειμένου να πειστεί ότι η Royal Mail θα ήταν σε καλύτερη οικονομική κατάσταση αν είχε τη δυνατότητα να ολοκληρώσει το στρατηγικό της σχέδιο. Το κρίσιμο ζήτημα ήταν αν η πραγματοποίηση πρόσθετων επενδύσεων μέσω της αποδέσμευσης κεφαλαίων από τα αποθεματικά θα αποτελούσε ορθή επιχειρηματική ενέργεια ή αν τα χρήματα αυτά έπεφταν στον πίθο των Δαναΐδων. Η απόδοση της πρόσθετης επένδυσης θα έπρεπε να είχε μελετηθεί πολύ προσεκτικά για τη λήψη μιας τέτοιας απόφασης. Απουσία αδιάσειστων στοιχείων που θα αποδείκνυαν ότι το σχέδιο αναδιάρθρωσης — το οποίο κατέστη δυνατό χάρη στην αποδέσμευση κεφαλαίων από τα αποθεματικά — θα απέφερε απόδοση της επένδυσης του μετόχου σύμφωνα με τους όρους της αγοράς, η TNT διατύπωσε την εκτίμηση ότι η απόφαση δεν ελήφθη με εμπορικά κριτήρια.

4.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΗΝΩΜΕΝΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

4.1.   Το δάνειο του 2001

(48)

Όσον αφορά το δάνειο του 2001, το Ηνωμένο Βασίλειο διευκρίνισε ότι το δάνειο αυτό είχε δρομολογηθεί από το 1999, όταν η κυβέρνηση ενέκρινε τη στρατηγική της Royal Mail να προβεί σε εξαγορές για να τονωθεί η ανταγωνιστικότητα των κύριων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων της Royal Mail. Οι αρχές συμφώνησαν με αυτή τη στρατηγική λαμβάνοντας κυρίως υπόψη την προβλεπόμενη απόδοση, καθώς η Royal Mail θα προσπαθούσε να επιτύχει το στρατηγικό στόχο της. Όταν έφθασε το πέμπτο έτος εφαρμογής της συνολικής στρατηγικής εξαγορών της, η Royal Mail προέβλεπε αύξηση του κύκλου εργασιών της κατά 40 % και αύξηση των κερδών της ύψους 210 %. Στις συζητήσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση των εξαγορών, ιδίως δε της εξαγοράς της German Parcel, η οποία θα αποτελούσε την πρώτη σημαντική εξαγορά της Royal Mail στο εξωτερικό, οι βρετανικές αρχές εξέφρασαν την επιθυμία τους να χρηματοδοτήσει η Royal Mail αυτή τη συναλλαγή (και τις μελλοντικές συναλλαγές) με δάνειο από το κρατικό NLF με τους συνήθεις όρους της αγοράς. Αυτό αντικατόπτριζε την πρόθεση της κυβέρνησης να επιβληθούν εμπορικοί κανόνες λειτουργίας στη Royal Mail, αλλά και να εξασφαλιστεί ο θεμιτός ανταγωνισμός της με τους άλλους φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών, καθώς η αγορά άνοιγε σταδιακά στον ανταγωνισμό.

(49)

Επειδή το NLF δεν ήταν σε θέση να χορηγήσει τα δάνεια το 1999, η βρετανική κυβέρνηση συμφώνησε να χρηματοδοτήσει προσωρινά η Royal Mail τις συναλλαγές της χρησιμοποιώντας τα ταμειακά αποθέματα του προϋπολογισμού της, κατ’ εφαρμογή της πολιτικής του Ηνωμένου Βασιλείου κατά την οποία οι δημόσιοι φορείς εν γένει δεν δανείζονται από τις ιδιωτικές κεφαλαιαγορές. Ο τόκος στο δάνειο του NLF θα λογιζόταν από τις ημερομηνίες (9) κατά τις οποίες η Royal Mail προέβη σε αντλήσεις κεφαλαίων από τα ταμειακά της διαθέσιμα, σαν να είχε χορηγηθεί το δάνειο από εκείνη τη χρονική στιγμή (όπως προβλεπόταν αρχικά) για να παραμείνει η εταιρεία ανεπηρέαστη από την ενδιάμεση χρηματοδοτική ρύθμιση. Το Ηνωμένο Βασίλειο υπέβαλε στην Επιτροπή επιστολή με ημερομηνία 12 Ιανουαρίου 1999, με την οποία οι βρετανικές αρχές έδιναν την έγκρισή τους στη Royal Mail για την εξαγορά της German Parcel, στην οποία διευκρινιζόταν ο τρόπος παροχής της χρηματοδότησης.

(50)

Προκειμένου να εκτιμηθεί αν οι εξαγορές που σχεδίαζε η Royal Mail αποτελούσαν ορθές αποφάσεις από άποψη στρατηγικής και πληρούσαν εμπορικά κριτήρια, οι βρετανικές αρχές ζήτησαν τη βοήθεια εξωτερικού συμβούλου για την εξαγορά της German Parcel. Για τις μεταγενέστερες εξαγορές, οι οποίες επίσης χρηματοδοτήθηκαν από το δάνειο των 500 εκατ. GBP και προϋπέθεταν τη συναίνεση των βρετανικών αρχών, ζητήθηκαν συμβουλευτικές υπηρεσίες από την Deloitte & Touche LLP («Deloitte»), η οποία αξιολόγησε μεμονωμένα κάθε εξαγορά, προτού δώσουν την έγκρισή τους οι βρετανικές αρχές ώστε να προχωρήσουν οι εξαγορές. Η Deloitte δεν γνωμοδότησε αρνητικά για καμία εξαγορά.

(51)

Οι υπηρεσίες της Deloitte χρησιμοποιήθηκαν και για τον προσδιορισμό των εμπορικών επιτοκίων επί των χορηγήσεων του NLF προς τη Royal Mail και ειδικότερα για την πιστοληπτική διαβάθμιση της Royal Mail βάσει της αξιολόγησης της φερεγγυότητάς της ως αυτόνομης επιχείρησης, χωρίς να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ελέγχεται από το κράτος. Η Deloitte αξιολόγησε τον πιστωτικό κίνδυνο της RM σε συνάρτηση με τους επιχειρηματικούς και χρηματοοικονομικούς κινδύνους, και χρησιμοποιώντας συγκριτικούς και χρηματοοικονομικούς δείκτες όρισε την πιστοληπτική διαβάθμιση σε AA έως AA-. Η Deloitte συνέστησε επίσης να καθοριστεί το επιτόκιο που θα χρεωνόταν στη Royal Mail λαμβάνοντας υπόψη τα επιτόκια για εκδότες με παρόμοια διαβάθμιση βάσει ενός «δείκτη» περιθωρίων, όπως προκύπτει από ηλεκτρονικά διαθέσιμες πληροφορίες, για τη συγκεκριμένη πιστοληπτική διαβάθμιση σε σχέση με τα κρατικά ομόλογα αναφοράς. Με βάση τα παραπάνω, το περιθώριο που χρεώθηκε στη Royal Mail κυμαινόταν μεταξύ 76 και 165 μονάδων βάσης.

(52)

Η Royal Mail επεδίωξε ένα μακροπρόθεσμο δάνειο, καθότι σκοπός της ήταν να διατηρήσει μακροπρόθεσμα στην κυριότητά της τις επιχειρήσεις που εξαγόρασε για να εφαρμόσει τη στρατηγική της. Βάσει των εμπορικών επιτοκίων που προσφέρονταν την εποχή εκείνη (όταν τα μακροπρόθεσμα επιτόκια ήταν σημαντικά χαμηλότερα από τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια), η Royal Mail ζήτησε να διαμορφωθεί η διάρκεια των δανείων σε 20 έως 25 χρόνια, ανάλογα με την περίπτωση, για τις αντίστοιχες μακροπρόθεσμες εξαγορές, έτσι ώστε να πρέπει να αποπληρώνει 100 εκατ. GBP από το συνολικό ποσό του δανείου σε ετήσια βάση από το 2021 μέχρι το 2025, αντί να αναγκαστεί να αποπληρώσει το σύνολο των 500 εκατ. μέσα σε ένα μόνο χρόνο. Οι δόσεις του δανείου είχαν διαφορετική διάρκεια, από 20 έως 25 χρόνια, κάτι που δεν ήταν ασυνήθιστο λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά χαμηλά επιτόκια της εποχής εκείνης. Τα επιτόκια των δανείων βασίστηκαν σε δημοσιευμένα στοιχεία σχετικά με παρόμοιες οφειλές πιστοληπτικής διαβάθμισης ΑΑ χωρίς εξασφαλίσεις με λήξη σε 20 και 25 χρόνια, και στη συνέχεια τα ετήσια επιτόκια καθορίστηκαν με παρεμβολή, ώστε να διαμορφωθεί το κατάλληλο επιτόκιο για το δάνειο της Royal Mail.

(53)

Το Ηνωμένο Βασίλειο υποστήριξε ότι τα επιτόκια αναφοράς της Επιτροπής δεν αποτελούσαν κατάλληλη βάση σύγκρισης για τα επιτόκια του δανείου του 2001, ιδίως επειδή τα επιτόκια της Επιτροπής βασίζονται σε ημερομηνίες λήξης δανείων πενταετούς διάρκειας, ενώ το εν λόγω δάνειο αποτελούσε μακροπρόθεσμη οφειλή με ημερομηνίες λήξης από 20 έως 25 χρόνια, επειδή το δάνειο που χορηγήθηκε στη Royal Mail αντικατόπτριζε τα εμπορικά επιτόκια που προσφέρονταν σε ανάλογης θέσης δανειολήπτες μακροπρόθεσμων δανείων, και επειδή η καμπύλη απόδοσης στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1999/2000 (τη σχετική περίοδο για τον υπολογισμό του τόκου) είχε πτωτική πορεία καθιστώντας φθηνότερο τον εταιρικό δανεισμό.

(54)

Δεν κρίθηκε αναγκαία ή σκόπιμη η παροχή εξασφαλίσεων, διότι η πιστοληπτική διαβάθμιση της Royal Mail θεωρήθηκε AA για δανειακές διευκολύνσεις ύψους έως 1 000 εκατ. GBP. Μετά τη χορήγηση του σχεδιαζόμενου δανείου τα μακροπρόθεσμα χρέη της Royal Mail δεν θα υπερέβαιναν αυτό το όριο, ενώ το ίδιο αυτό δάνειο θα αποτελούσε το μεγαλύτερο μέρος των χρεών της Royal Mail με διάρκεια μεγαλύτερη του ενός έτους. Ωστόσο, ταυτόχρονα με τις διαπραγματεύσεις για τις δανειακές διευκολύνσεις του 2003, οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου αποφάσισαν να περιλάβουν τα δάνεια των 500 εκατ. GBP του 2001 σε έγγραφο παρόμοιας μορφής με τις ρυθμίσεις του 2003. Το νέο αυτό έγγραφο δεν άλλαζε το ποσό των δανείων ούτε τη διάρκεια ή το επιτόκιό τους, αλλά, λαμβάνοντας υπόψη την αύξηση του συνόλου των χρεών της εταιρείας, η ασφάλεια επί των μετοχών της GLS που παρασχέθηκε στο πλαίσιο των νέων διευκολύνσεων επεκτάθηκε για να καλύψει το δάνειο του 2001. Ταυτόχρονα, το δάνειο εξασφαλίστηκε με πάγιο και κυμαινόμενο βάρος επί ορισμένων περιουσιακών στοιχείων της Royal Mail.

4.2.   Οι δανειακές διευκολύνσεις

4.2.1.   Οι διευκολύνσεις που χορηγήθηκαν το 2003

(55)

Το Ηνωμένο Βασίλειο παρέθεσε περαιτέρω στοιχεία σχετικά με τις δανειακές διευκολύνσεις που διατέθηκαν το 2003. Βάσει των όρων τους, τα δάνεια έπρεπε να καλύπτονται με ασφάλεια επί ορισμένων καταθέσεων όψεως που εμφανίζονται στον ισολογισμό της Royal Mail και, κατά συνέπεια, παρουσίαζαν ιδιαίτερα χαμηλό κίνδυνο, γεγονός που δικαιολογούσε το περιθώριο […] (10). Απαντώντας στην παρατήρηση της Επιτροπής ότι οι εν λόγω καταθέσεις όψεως αποτελούν κρατικούς πόρους υπό τον έλεγχο των βρετανικών αρχών σύμφωνα με ειδική νομοθεσία και, κατά συνέπεια, η χρήση τους ως εξασφαλίσεων δεν εξάλειφε κατ’ ανάγκη τις αμφιβολίες ως προς τον χαρακτήρα ενίσχυσης του μέτρου, οι βρετανικές αρχές δήλωσαν ότι προσπαθούσαν να επιτύχουν τη χρησιμοποίηση των καταθέσεων όψεως και άλλων περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας κατά τρόπο σύμφωνο με τις αρχές της αγοράς, έτσι ώστε να τεθούν αποτελεσματικοί κανόνες στην εταιρεία σχετικά με τις διευκολύνσεις. Οι αρχές έδωσαν εντολή στη Royal Mail, κάνοντας χρήση των εξουσιών τους βάσει του άρθρου 72 του νόμου περί ταχυδρομικών υπηρεσιών του 2000, να πιστώσει τις καταθέσεις όψεως που τηρούσε στο NLF και οι οποίες προέρχονταν από τα σωρευθέντα κέρδη της επιχειρηματικής της δραστηριότητας (συνολικού ύψους 1 800 εκατ. GBP περίπου) σε ειδικό αποθεματικό στον ισολογισμό της Royal Mail (αποθεματικό ταχυδρομικών υπηρεσιών). Μια χωριστή συμφωνία υπό μορφή επιστολής επέτρεπε να χρησιμοποιηθούν 549 εκατ. GBP από το αποθεματικό ως εξασφάλιση των δανειακών διευκολύνσεων ύψους 544 εκατ. GBP του NLF.

(56)

Απαντώντας στις ερωτήσεις της Επιτροπής σχετικά με την προμήθεια αδράνειας που κατέβαλε η Royal Mail για τις δανειακές διευκολύνσεις του NLF, το Ηνωμένο Βασίλειο διευκρίνισε ότι η ετήσια προμήθεια αδράνειας στην προκειμένη περίπτωση ήταν […] μονάδες βάσης της αξίας του δανείου, δηλαδή, […] % του περιθωρίου […] μονάδων βάσης επάνω από το LIBOR. Δήλωσαν ότι κατά τα ειωθότα στην αγορά οι προμήθειες αδράνειας ορίζονται εν γένει στο 50 % ή λιγότερο του περιθωρίου επάνω από το LIBOR, και παρέθεσαν παραδείγματα για να στηρίξουν τον ισχυρισμό τους. Κατά την εν λόγω περίοδο επικρατούσαν σχετικά χαμηλά περιθώρια — περίπου 50 μονάδες βάσης ή και λιγότερο — για τα χρέη με εξοφλητική προτεραιότητα. Δεδομένου ότι η δυνατότητα διάθεσης των άλλων διευκολύνσεων (των ομολόγων) εξαρτιόταν από την έγκριση του Κοινοβουλίου για την παροχή κεφαλαίων στο αντίστοιχο Υπουργείο στο χρόνο που θα χρειαζόταν τα κεφάλαια για την αγορά των ομολόγων που θα εξέδιδε η Royal Mail, δεν ήταν σκόπιμη η εφαρμογή προμήθειας αδράνειας στις διευκολύνσεις αυτές, καθότι οι εν λόγω διευκολύνσεις στην πραγματικότητα δεν διατέθηκαν ποτέ στη Royal Mail. Κατά την πρακτική της αγοράς, στο πλαίσιο του ιδιωτικού δανεισμού, καταβάλλεται προμήθεια αδράνειας μόνον όταν ο δανειστής έχει λάβει όλες τις απαραίτητες εσωτερικές εγκρίσεις, και τα χρήματα καθίστανται επίσημα (και άνευ όρων) διαθέσιμα στον δανειολήπτη.

(57)

Το Ηνωμένο Βασίλειο αναφέρθηκε επίσης στην εξέταση των σχεδιαζόμενων δανειακών διευκολύνσεων που προηγήθηκε της χορήγησής τους, συμπεριλαμβανομένου του υπολογισμού της καθαρής παρούσας αξίας της απόδοσης των ταμειακών ροών από τη σχεδιαζόμενη αναχρηματοδότηση, καθώς και ορισμένων εναλλακτικών επιλογών. Η προταθείσα επιλογή εκτιμήθηκε ότι συνεπάγεται ανάκτηση […] GBP, ενώ η εναλλακτική επιλογή είχε ανάκτηση […] GBP στην καλύτερη περίπτωση. Το Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαίωσε επίσης ότι οι διευκολύνσεις που παρασχέθηκαν το 2003 δεν χρησιμοποιήθηκαν, εκτός από μια δοκιμαστική ανάληψη που αποπληρώθηκε εντός μίας εβδομάδας, και εν τέλει έληξαν ή επαναδιατυπώθηκαν οι όροι τους στο πλαίσιο της χορήγησης των διευκολύνσεων του 2007.

4.2.2.   Οι διευκολύνσεις που χορηγήθηκαν το 2007

(58)

Το Ηνωμένο Βασίλειο διευκρίνισε ότι οι δανειακές διευκολύνσεις που χορηγήθηκαν το 2007 αποτελούσαν χρέος με εξοφλητική προτεραιότητα ύψους 900 εκατ. GBP. Αποτελούν μέρος πακέτου χρηματοδότησης που περιλαμβάνει το συνταξιοδοτικό μέτρο και το δάνειο μειωμένης εξασφάλισης ύψους 300 εκατ. GBP. Σκοπός των δανειακών διευκολύνσεων είναι η χρηματοδότηση του μετασχηματισμού και του επενδυτικού προγράμματος της Royal Mail, συμπεριλαμβανομένου του κόστους των απολύσεων. Το δάνειο με εξοφλητική προτεραιότητα ύψους 900 εκατ. GBP αντικαθιστά και παρατείνει τις δανειακές διευκολύνσεις ύψους 844 εκατ. GBP που χορηγήθηκαν το 2003 και είναι διαρθρωμένο σε δύο δόσεις: τη δόση των […] GBP, η οποία επιτρέπεται να χρηματοδοτήσει μόνο το μετασχηματισμό, και τη δόση των […] GBP, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κεφάλαιο κίνησης εντός της επιχείρησης (εξαιρουμένης της Post Office Limited). Το μέτρο τέθηκε σε ισχύ στις 19 Μαρτίου 2007 και έχει διάρκεια […] ετών από αυτή την ημερομηνία. Έχει περιθώριο […] μονάδων βάσης επάνω από το αντίστοιχο Libor (11) για τους […] πρώτους μήνες. Στη συνέχεια το περιθώριο εξαρτάται από το επίπεδο της κάλυψης των πάγιων εξόδων (κερδοφορία ως πολλαπλάσιο της καταβολής τόκων), με ελάχιστο όριο τις […] μονάδες βάσης. Η διευκόλυνση των 900 εκατ. GBP έχει εξασφαλιστεί με μετοχές μιας νέας θυγατρικής που έχει ιδρύσει η Royal Mail, της Royal Mail Estates Limited, η οποία κατέχει σχεδόν όλα τα ακίνητα περιουσιακά στοιχεία της (εκτός από εκείνα που σχετίζονται με την Post Office Limited), με συνολική αγοραία αξία που αποτιμήθηκε από την Atis Real τον Σεπτέμβριο του 2006 σε […] GBP.

(59)

Το Ηνωμένο Βασίλειο περιέγραψε τα μέτρα που λήφθηκαν για να εξασφαλιστεί η τήρηση των απαιτήσεων της αρχής του ιδιώτη επενδυτή στην οικονομία της αγοράς, σημειώνοντας ότι το χρηματοδοτικό πακέτο του 2007 έπρεπε να εξεταστεί ως σύνολο για να διαπιστωθεί αν πληρούσε εμπορικά κριτήρια (βλέπε επίσης τις αιτιολογικές σκέψεις 64 και 65). Τόσο η Credit Suisse όσο και η Deloitte είχαν γνωμοδοτήσει ότι η διευκόλυνση πληροί εμπορικούς όρους και ο πληρωτέος τόκος αντιστοιχεί στα επιτόκια της αγοράς, συμπέρασμα που εξήχθη, μεταξύ άλλων, και από συγκριτική αξιολόγηση με δάνεια που χορηγήθηκαν με όρους της αγοράς. Αν και η σχετική μελέτη έδειξε ότι η επταετής διάρκεια είναι από τις μεγαλύτερες που επικρατούν στην αγορά, η προμήθεια διεκπεραίωσης, η προμήθεια αδράνειας και οι δοκιμές ανάληψης και αθέτησης φαίνονται σύμφωνες με τους κανόνες της αγοράς για δάνεια με εξασφαλίσεις ανάλογες με τις εξασφαλίσεις των δανείων της Royal Mail (εν προκειμένω κυρίως με ασφάλεια επί ακινήτων). Το είδος των εξασφαλίσεων απέκλινε από την πρακτική της αγοράς (βάρος σε μετοχές αντί για βάρος σε ακίνητα), αλλά το Ηνωμένο Βασίλειο θεώρησε ότι αυτό ήταν συμφερότερο για τον δανειοδότη, για λόγους κόστους, χρόνου και για διοικητικούς λόγους.

(60)

Όσον αφορά τα στοιχεία που υπέβαλε η TNT σχετικά με την αθέτηση των υποχρεώσεων της RM έναντι του κράτους σε σχέση με τις δανειακές διευκολύνσεις και την εξασφάλιση επίσημης παραίτησης από τη ρήτρα υπερημερίας από το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας, το Ηνωμένο Βασίλειο διευκρίνισε ότι η παραίτηση ήταν απαραίτητη για καθαρά τεχνικούς λόγους που αφορούσαν την καθιέρωση νέων λογιστικών απαιτήσεων για τις συντάξεις (FRS17), και όχι λόγω υποκείμενης επιδείνωσης των εμπορικών επιδόσεων της επιχείρησης. Σημείωσε επίσης ότι οι διευκολύνσεις του 2007 δεν ήταν πρόσθετες, όπως υποδηλώνει η TNT, αλλά αντικατέστησαν τις διευκολύνσεις του 2003.

4.3.   Το συνταξιοδοτικό μέτρο

(61)

Το Ηνωμένο Βασίλειο διευκρίνισε τους όρους σύστασης του λογαριασμού μεσεγγύησης, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας που παρασχέθηκε στους διαχειριστές του συνταξιοδοτικού ταμείου επί του ποσού. Εν τέλει, τα 850 εκατ. GBP του λογαριασμού μεσεγγύησης χρηματοδοτήθηκαν από το αποθεματικό ταχυδρομικών υπηρεσιών μέχρι του ποσού των 796 εκατ. GBP και από εισφορά κεφαλαίου για την κάλυψη των υπόλοιπων 54 εκατ. GBP. Βάσει της συμφωνίας, οι διαχειριστές δικαιούνται να εκτελέσουν την ασφάλεια επί των λογαριασμών μεσεγγύησης με [την επέλευση περιορισμένου αριθμού γεγονότων αθέτησης που αφορούν κυρίως την πτώχευση λόγω αφερεγγυότητας της αντίστοιχης επιχείρησης (Royal Mail Holdings plc ή Royal Mail Group Limited) ή τη μη εκτελεστότητα της ασφάλειας που συστάθηκε με το λογαριασμό μεσεγγύησης. Οι συμφωνίες εξασφάλισης ορίζουν επίσης τις περιστάσεις υπό τις οποίες τα κεφάλαια των λογαριασμών μπορούν να αποδεσμευθούν από την ασφάλεια που συστάθηκε μέσω των εν λόγω ρυθμίσεων. Σε γενικές γραμμές, αποδέσμευση θα επέλθει όταν το συνταξιοδοτικό ταμείο φθάσει σε επίπεδο φερεγγυότητας 75 %. Μετά την αποδέσμευση των κεφαλαίων από την ασφάλεια που συστάθηκε μέσω της σχετικής συμφωνίας της Royal Mail Holdings, τα μέρη αναγνώρισαν ότι ο μέτοχος μπορεί να αποφασίσει ότι το μεσεγγύημα των 850 εκατ. GBP (συν τους δεδουλευμένους τόκους) που αποδεσμεύεται από την εγγύηση η οποία συστάθηκε με τη συμφωνία εξασφάλισης της Royal Mail Holdings μπορεί να δοθεί στον μέτοχο κάνοντας χρήση των εξουσιών που προβλέπονται στον νόμο περί ταχυδρομικών υπηρεσιών του 2000 ή άλλων εφαρμοστέων δικαιωμάτων ή εξουσιών.

(62)

Η παροχή του λογαριασμού μεσεγγύησης έκανε τους διαχειριστές να συμφωνήσουν στην κάλυψη του συνταξιοδοτικού ελλείμματος εντός 17 ετών. Οι βρετανικές αρχές επέστησαν την προσοχή σε δηλώσεις της ρυθμιστικής αρχής του συνταξιοδοτικού ταμείου κατά τις οποίες η ανάκτηση σε χρόνο πέραν της δεκαετίας θα επέσυρε αυξημένους ελέγχους, μεταξύ άλλων, και του κατά πόσον οι διαχειριστές έκαναν χρήση ενός «υπό αίρεση στοιχείου του ενεργητικού» (όπως ένας λογαριασμός μεσεγγύησης) για τη μείωση των κινδύνων που απορρέουν από ένα σχέδιο ανάκτησης. Το Ηνωμένο Βασίλειο αμφισβήτησε την άποψη της Επιτροπής ότι οι ρυθμίσεις σχετικά με τη μεσεγγύηση επιτρέπουν στη Royal Mail να μειώσει τις συνταξιοδοτικές συνεισφορές της, υποστηρίζοντας ότι απουσία του λογαριασμού μεσεγγύησης το τελικό αποτέλεσμα θα προέκυπτε από διαπραγματεύσεις και δεν θα μπορούσε να προβλεφθεί. Η αδυναμία επίτευξης συμφωνίας θα έθετε σε κίνδυνο τη διαθεσιμότητα των κεφαλαίων για επιχειρηματικές επενδύσεις.

4.4.   Το μετοχικό δάνειο ύψους 300 εκατ. GBP

(63)

Το Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαίωσε ότι χορήγησε στη Royal Mail μετοχικό δάνειο υπό μορφή χρέους μειωμένης εξασφάλισης ύψους 300 εκατ. GBP με επιτόκιο […] % και με συσσώρευση των τόκων μέχρι τη λήξη του δανείου. Η διευκόλυνση ήταν διαθέσιμη για δύο χρόνια, με λήξη τη μεταγενέστερη από τις ακόλουθες δύο ημερομηνίες: την ημερομηνία οριστικής αποπληρωμής του δανείου με εξοφλητική προτεραιότητα […], ή την ημερομηνία αποδέσμευσης των χρημάτων του συνταξιοδοτικού λογαριασμού μεσεγγύησης. Οι όροι του δανείου μειωμένης εξασφάλισης τέθηκαν υπό διαπραγμάτευση εντασσόμενοι στη συνολική δέσμη μέτρων και παύοντας έτσι να αποτελούν αυτοτελή διευκόλυνση. Το Ηνωμένο Βασίλειο δήλωσε ότι ο όρος σχετικά με την αποπληρωμή μόνο μετά την αποδέσμευση του συνταξιοδοτικού μεσεγγυήματος απέρρεε από το γεγονός ότι επρόκειτο για δάνειο μειωμένης εξασφάλισης. Αυτό με τη σειρά του αντικατοπτρίστηκε στο υψηλό επιτόκιο, το οποίο λόγω των επιχειρηματικών κινδύνων ήταν υψηλότερο από την κλίμακα τιμών που πρότειναν οι σύμβουλοι της κυβέρνησης για το κατάλληλο κόστος ευκαιρίας των ιδίων κεφαλαίων. Οι σύμβουλοι της κυβέρνησης επιβεβαίωσαν ότι οι όροι αυτοί ήταν «πληρούσαν απόλυτα τα εμπορικά κριτήρια».

4.5.   Συμβιβάσιμο της δέσμης μέτρων του 2007 με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή στην οικονομία της αγοράς

(64)

Το Ηνωμένο Βασίλειο δήλωσε ότι τα επί μέρους τμήματα της χρηματοδοτικής δέσμης του 2007 τέθηκαν υπό διαπραγμάτευση ως στοιχεία ενός ενιαίου συνόλου και ότι το κατά πόσον πληρούν εμπορικά κριτήρια δεν αξιολογήθηκε και δεν θα έπρεπε να αξιολογηθεί μεμονωμένα, παρόλο που οι όροι καθενός τέθηκαν έχοντας ως σημείο αναφοράς ισοδύναμα προϊόντα της αγοράς. Ο εμπορικός χαρακτήρας της δέσμης και ιδίως των όρων της μεσεγγύησης εξετάστηκε από την Deloitte και την Credit Suisse και η κυβέρνηση βασίστηκε στις συμβουλές τους.

(65)

Η προσέγγιση της Deloitte ήταν να εξετάσει την αξία επιχειρήσεως της δραστηριότητας βάσει του στρατηγικού σχεδίου με την παραδοχή ότι θα πραγματοποιούνταν η επένδυση του 1 δισ. GBP σχετικά με τη μεσεγγύηση. Η αξία επιχειρήσεως εκτιμάται προεξοφλώντας τις προβλεπόμενες ταμειακές ροές πριν από τη χρηματοδότηση με το μέσο σταθμικό κόστος κεφαλαίου της επιχείρησης. Σύμφωνα με το Ηνωμένο Βασίλειο, η επένδυση στη μεσεγγύηση είναι ορθή για έναν υπάρχοντα ορθολογικό επενδυτή που λειτουργεί με εμπορικά κριτήρια εφόσον:

α)

αποφέρει στον επενδυτή θετική καθαρή θέση (αφαιρώντας από την αξία επιχειρήσεως το καθαρό χρηματοοικονομικό χρέος, την αξία του συνταξιοδοτικού ελλείμματος και το καθαρό κόστος της μεσεγγύησης) και

β)

δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί υψηλότερη καθαρή θέση χωρίς την επένδυση στους λογαριασμούς μεσεγγύησης όπως προτάθηκε.

H Deloitte υπολόγισε επίσης τον σχετικό εσωτερικό βαθμό απόδοσης (IRR), οριζόμενο ως το προεξοφλητικό επιτόκιο για τις μελλοντικές ταμειακές ροές, που μείωσε την καθαρή θέση της επιχείρησης σε […]. Η ανάλυση της Deloitte έδειξε καθαρή θέση μετά την επένδυση άνω των […] GBP και εσωτερικό βαθμό απόδοσης («IRR») ύψους […], και ότι αυτές οι αποδόσεις διατηρούνταν σε σειρά αναλύσεων ευαισθησίας. Εξετάστηκαν δύο εναλλακτικές εκδοχές χωρίς την επένδυση στο λογαριασμό μεσεγγύησης, οι οποίες, σύμφωνα με την Deloitte, έδειξαν ότι η καθαρή θέση της επιχείρησης θα μπορούσε να επιδεινωθεί σημαντικά. Αντίθετα, με τη σχεδιαζόμενη επένδυση, αναμενόταν σημαντική αύξηση της αξίας της επένδυσης με την πάροδο του χρόνου.

5.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ: ΥΠΑΡΞΗ ΚΡΑΤΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

(66)

Όπως σημειώνεται στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας, το ερώτημα αν καθένα από τα υπό εξέταση μέτρα συνιστά κρατική ενίσχυση εξαρτάται από την ύπαρξη πλεονεκτήματος υπέρ της Royal Mail κατά την έννοια του άρθρου 87 της συνθήκης, δεδομένου ότι τα υπόλοιπα κριτήρια για την ύπαρξη ενίσχυσης είναι σαφές ότι πληρούνται. Προκειμένου να κρίνει αν το μέτρο προσπόρισε πλεονέκτημα στην RM, η Επιτροπή εξετάζει αν ένας ιδιωτικός φορέας στην οικονομία της αγοράς θα ήταν διατεθειμένος να χορηγήσει χρηματοδότηση με τους ίδιους όρους.

5.1.   Το δάνειο του 2001

(67)

Οι διευκρινίσεις που υπέβαλαν οι βρετανικές αρχές εξηγούν για ποιο λόγο το επιτόκιο των δόσεων του δανείου ορίστηκε στο μέσο μακροπρόθεσμο επιτόκιο (εικοσαετίας) ύψους 5,8 %, ήταν δηλαδή κατώτερο από το τότε επιτόκιο αναφοράς της Επιτροπής, το οποίο είναι πιο βραχυπρόθεσμο επιτόκιο (12). Επίσης, στην επιστολή που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 49, οι βρετανικές αρχές εξήγησαν ότι το δάνειο είχε δρομολογηθεί το 1999, οπότε και καθορίστηκαν οι όροι του. Απάντησαν στους ισχυρισμούς της TNT (βλέπε αιτιολογική σκέψη 42), διότι οι συγκρίσεις της TNT βασίζονταν στα επιτόκια δανεισμού του 2001, αλλά τα επιτόκια του δανείου δεν είχαν καθοριστεί τότε. Εξήγησαν επίσης τους λόγους απουσίας εξασφαλίσεων του δανείου (κάτι που σε κάθε περίπτωση διορθώθηκε στη συνέχεια, όταν εκδόθηκαν τα δάνεια του 2003). Τέλος, απάντησαν στην παρατήρηση που διατύπωσε η Επιτροπή στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας ότι, τουλάχιστον το 2001, είχε ξεκινήσει η επιδείνωση των οικονομικών επιδόσεων της Royal Mail. Τα δεδομένα ήταν διαφορετικά το 1999, όταν είχε δοθεί η δέσμευση για τη χορήγηση του δανείου, και την περίοδο 1999/2000, σχετικές ημερομηνίες για τον καθορισμό του επιτοκίου.

(68)

Την εποχή που συμφωνήθηκαν τα δάνεια, τα επιτόκια αναφοράς της Επιτροπής είχαν καθοριστεί βάσει της ανακοίνωσης της Επιτροπής του 1997 σχετικά με τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης («ανακοίνωση του 1997 σχετικά με τα επιτόκια αναφοράς») (13). Βάσει της εν λόγω ανακοίνωσης, η Επιτροπή όρισε τα επιτόκια με βάση τα πενταετή διατραπεζικά επιτόκια swap, προσαυξημένα κατά ένα ποσοστό, αλλά επιφυλάχθηκε του δικαιώματος να χρησιμοποιήσει βασικό επιτόκιο μικρότερης διάρκειας (για παράδειγμα, LIBOR ενός έτους) ή μεγαλύτερης διάρκειας (για παράδειγμα, επιτόκια δεκαετών ομολόγων) σε σχέση με το πενταετές διατραπεζικό επιτόκιο swap. Λόγω της σταθερής μεγαλύτερης διάρκειας των δανείων, η Επιτροπή εκτιμά ότι η χρησιμοποίηση ενός πιο μακροπρόθεσμου επιτοκίου είναι ορθή στην προκειμένη περίπτωση.

(69)

Η Επιτροπή σημείωσε ότι το επιτόκιο που εφαρμόστηκε διαμορφώθηκε μέσω μιας διαδικασίας που βασίστηκε στην παρατήρηση δανείων συναπτόμενων με τους όρους της αγοράς και τη σύγκρισή τους στη συνέχεια με το αντίστοιχο κρατικό ομόλογο (14). Το περιθώριο επάνω από τα κρατικά ομόλογα κυμάνθηκε μεταξύ 76 και 165 μονάδων βάσης, είναι επομένως επαρκές σε σύγκριση με τις 75 μονάδες βάσης που ορίζονται στην ανακοίνωση για το επιτόκιο αναφοράς. Η Επιτροπή συνέκρινε επίσης τα επιτόκια που εφαρμόστηκαν με τα εικοσαετή διατραπεζικά επιτόκια swap που επικρατούσαν στις σχετικές ημερομηνίες. Τα επιτόκια που εφαρμόστηκαν είναι πολύ παραπλήσια με αυτά τα επιτόκια (εν γένει η διαφορά τους είναι χαμηλότερη από 10 μονάδες βάσης). Η Επιτροπή σημειώνει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο και οι σύμβουλοί του δεν βασίστηκαν στο σχετικό διατραπεζικό επιτόκιο swap ή σε άλλο δημοσιευμένο επιτόκιο, αλλά προέβησαν σε άμεσες συγκρίσεις με τα επιτόκια της αγοράς. Κατόπιν των ανωτέρω, η Επιτροπή δέχεται ότι το εν λόγω μέτρο δεν προσπόρισε πλεονέκτημα στη Royal Mail και δεν αποτελεί κρατική ενίσχυση.

5.2.   Οι δανειακές διευκολύνσεις

5.2.1.   Οι διευκολύνσεις που χορηγήθηκαν το 2003

(70)

Όπως σημειώνεται στην απόφαση κίνησης της διαδικασίας, οι εν λόγω διευκολύνσεις δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ προτού παραταθούν ή τροποποιηθούν το 2007. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν κίνησε τη διαδικασία σχετικά με τους όρους του δανείου και η παρούσα απόφαση δεν εξετάζει αν το συμφωνηθέν επιτόκιο είναι επαρκές. Ωστόσο, η Επιτροπή έθεσε το ερώτημα αν, μολοντούτο, οι διευκολύνσεις είχαν αξία για την εταιρεία ως δυνατότητα επιλογής, γεγονός που θα έπρεπε να εξεταστεί για να διαπιστωθεί αν εμπεριέχει κρατική ενίσχυση. Επ’ αυτού, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, παρόλο που δεν χρησιμοποιήθηκαν οι δανειακές διευκολύνσεις, επιβλήθηκε ωστόσο προμήθεια αδράνειας […] κατ’ έτος για τις διευκολύνσεις για τις οποίες υπήρχε δέσμευση χορήγησης. Η Επιτροπή διαπίστωσε προς ικανοποίησή της ότι το ποσοστό αυτό ήταν σύμφωνο με τους όρους της αγοράς, καθότι ορίστηκε ως ποσοστό του περιθωρίου επάνω από το Libor του υποκείμενου δανείου, όπως είναι η πρακτική της αγοράς, και σε επίπεδο ([…]) σύμφωνα με αυτή την πρακτική (η Επιτροπή σημείωσε παραδείγματα διακύμανσης από 16 έως 50 %). Το Κοινοβούλιο δεν είχε εγκρίνει ποτέ άλλες διευκολύνσεις και, επομένως, ποτέ άλλοτε δεν υπήρξε δέσμευση χορήγησης τέτοιων διευκολύνσεων, οπότε κατά κανόνα δεν θα επιβαλλόταν προμήθεια. Συνεπώς, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι οι διευκολύνσεις που χορηγήθηκαν το 2003 στην πράξη δεν παρείχαν κρατική ενίσχυση στη Royal Mail.

5.2.2.   Οι διευκολύνσεις που χορηγήθηκαν το 2007

(71)

Το 2007 οι διευκολύνσεις του 2003 που εξακολουθούσαν να ισχύουν (15) αντικαταστάθηκαν από «διευκόλυνση χρέους με εξοφλητική προτεραιότητα» ύψους 900 εκατ. GBP, με βάση αναθεωρημένους όρους. Η Επιτροπή εξέτασε τους όρους αυτής της διευκόλυνσης. Το επιτόκιο που χρεώθηκε είναι […] μονάδες βάσης επάνω από το αντίστοιχο LIBOR για τους πρώτους 12 μήνες, ενώ στη συνέχεια το επιτόκιο κυμαίνεται ανάλογα με την κάλυψη με πάγιο βάρος, αλλά ποτέ δεν είναι μικρότερο από […] μονάδες βάσης επάνω από το αντίστοιχο LIBOR. Η διευκόλυνση εξασφαλίστηκε με κυμαινόμενο βάρος (16) στα στοιχεία του ενεργητικού της Royal Mail, με πάγιο βάρος στις μετοχές της νέας θυγατρικής Royal Mail Estates Ltd, η οποία κατέχει το χαρτοφυλάκιο ακινήτων της RM, και με κυμαινόμενο βάρος στα στοιχεία του ενεργητικού της τελευταίας εταιρείας. Η αγοραία αξία των ακινήτων που κατέχει η RM Estates αποτιμήθηκε σε […] GBP. Η Επιτροπή αξιολόγησε αυτούς τους όρους βάσει της ανακοίνωσης του 1997 για το επιτόκιο αναφοράς, η οποία είχε εφαρμογή κατά τον καθορισμό τους. Δεδομένου ότι η αξία των στοιχείων του ενεργητικού επί των οποίων επιβλήθηκε βάρος για την εξασφάλιση των δανείων υπερβαίνει την αξία των δανείων κατά 50 %, η διασφάλιση κρίθηκε «υψηλή». Το περιθώριο επάνω το LIBOR ύψους […] έως […] μονάδων βάσης είναι επομένως επαρκές με βάση την ανακοίνωση, η οποία ορίζει περιθώριο 75 μονάδων βάσης (όπως σημειώνεται στην αιτιολογική σκέψη 68), στην ανακοίνωση του 1997 για το επιτόκιο αναφοράς η Επιτροπή προέβλεψε τη δυνατότητα χρήσης του LIBOR ως βάσης αξιολόγησης). Επιπλέον, η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις πληροφορίες που υπέβαλαν οι βρετανικές αρχές σχετικά με άλλες πράξεις που εξασφαλίστηκαν με επιβολή βάρους σε κτηματικές εταιρείες, από τις οποίες προκύπτει ότι οι όροι καθορίστηκαν με σημείο αναφοράς παρόμοιες πράξεις της αγοράς. Κατόπιν της εξέτασης στην οποία προέβη με βάση το επιτόκιο αναφοράς της, η Επιτροπή έκρινε ότι οι εν λόγω δανειακές διευκολύνσεις, θεωρούμενες αυτοτελώς, δεν αποτελούν κρατική ενίσχυση.

(72)

Δεδομένου ότι οι διευκολύνσεις του 2007 διατέθηκαν ως τμήμα δέσμης μέτρων και λαμβάνοντας υπόψη την άποψη του Ηνωμένου Βασιλείου ότι τα επί μέρους στοιχεία της χρηματοδοτικής δέσμης του 2007 δεν πρέπει να αξιολογηθούν αυτοτελώς, η Επιτροπή πρέπει να αποφανθεί αν η αξιολόγηση σε ατομική βάση της αιτιολογικής σκέψης 71 μπορεί να είναι τελειωτική. Το θέμα αυτό εξετάζεται στη συνέχεια, στο σημείο 5.5.

5.3.   Ο συνταξιοδοτικός λογαριασμός μεσεγγύησης

5.3.1.   Ύπαρξη ενίσχυσης

(73)

Μετά τις παρατηρήσεις και τις διευκρινίσεις των βρετανικών αρχών η Επιτροπή μπόρεσε να κατανοήσει το μηχανισμό του συνταξιοδοτικού μέτρου. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 22 ανωτέρω, η Royal Mail είναι υποχρεωμένη να εγγράφει το μεγάλο συνταξιοδοτικό έλλειμμα στον ισολογισμό της και το βρετανικό δίκαιο για τις συντάξεις την υποχρεώνει να καταρτίσει σχέδιο με τη συναίνεση των διαχειριστών και ειδικότερα να καθορίσει το χρονικό διάστημα εντός του οποίου θα εξαλείψει το έλλειμμα με αντίστοιχες πληρωμές στο ταμείο του συνταξιοδοτικού συστήματος. Το μέτρο επέτρεψε στη Royal Mail να παρατείνει αυτό το χρονικό διάστημα, γεγονός που επηρεάζει τις πληρωμές που πρέπει να καταβάλει. Η Επιτροπή σημείωσε εξ αρχής ότι η νομική φύση του μέτρου (που προέβλεπε τη διάθεση αποθεματικών που βρίσκονται υπό τον αποτελεσματικό έλεγχο του κράτους βάσει ειδικής νομοθεσίας, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν σε μια ρύθμιση μεσεγγύησης υπέρ του συνταξιοδοτικού ταμείου) δεν είχε άμεσο αντίστοιχο στις συνήθεις εμπορικές πράξεις, έστω και αν το μοντέλο της τοποθέτησης κεφαλαίων σε λογαριασμό μεσεγγύησης μπορεί να εφαρμοστεί και στον ιδιωτικό τομέα (17). Συνεπώς, προκειμένου να αξιολογηθεί ο ισχυρισμός του Ηνωμένου Βασιλείου ότι το μέτρο πληρούσε εμπορικά κριτήρια, η Επιτροπή πρέπει να ορίσει το κατάλληλο σημείο αναφοράς που θα αποτελέσει τη βάση σύγκρισης.

(74)

Το μέτρο αποδεσμεύει κεφάλαια που βρίσκονταν υπό τον πλήρη έλεγχο του μετόχου, προκειμένου να χρησιμοποιηθούν από την RM για την τροποποίηση των πληρωμών με σκοπό την κάλυψη του ελλείμματος που είναι υποχρεωμένη να κάνει, μέσω της τοποθέτησης των κεφαλαίων αυτών σε λογαριασμό μεσεγγύησης (παρόλο που το αποθεματικό ταχυδρομικών υπηρεσιών ήταν επίσημα εγγεγραμμένο στον ισολογισμό της, η RM δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα αποθεματικά και τα συνδεδεμένα περιουσιακά στοιχεία χωρίς την έγκριση της κυβέρνησης). Παρόλο που η αποδέσμευση των κεφαλαίων δεν αποτελεί γνήσια εισφορά κεφαλαίου, η πράξη με την οποία μπορεί να εξομοιωθεί καλύτερα από την άποψη των αποτελεσμάτων της είναι πράγματι η εισφορά κεφαλαίου. Αν δεν είχαν αποδεσμευθεί τα κεφάλαια, η Royal Mail δεν θα μπορούσε να συστήσει το λογαριασμό μεσεγγύησης παρά μόνο συγκεντρώνοντας κεφάλαιο από άλλες πηγές ή αντλώντας πόρους από άλλα αποθεματικά. Είναι γεγονός ότι το μέτρο προέβλεπε την απόδοση των κεφαλαίων στον έλεγχο του κράτους μετά την αποδέσμευση του λογαριασμού μεσεγγύησης. Ωστόσο, το μεγάλο χρονικό διάστημα που αναμένεται να απαιτηθεί για να συμβεί αυτό (17 χρόνια), η αβεβαιότητα σχετικά με το κατά πόσον τα κεφάλαια θα μπορέσουν πράγματι να αποδοθούν στον μέτοχο σε περίπτωση επιδείνωσης των οικονομικών επιδόσεων της RM κατά το διάστημα αυτό και η απουσία εγγυημένων εσόδων από τόκους έκαναν την Επιτροπή να απορρίψει τη δυνατότητα εξομοίωσης της πράξης με δανειοδότηση. Η Επιτροπή αποφάσισε ότι αυτό τη συμπέρασμα ήταν κατά μείζονα λόγο εύλογο λαμβάνοντας υπόψη ότι όταν το αποθεματικό ταχυδρομικών υπηρεσιών ανερχόταν μόλις σε 796 εκατ. GBP την 31η Μαρτίου 2007, οι βρετανικές αρχές εισέφεραν 54 εκατ. GBP ως νέο ίδιο κεφάλαιο για να φθάσει το αποθεματικό ταχυδρομικών υπηρεσιών στο συμφωνηθέν επίπεδο των 850 εκατ. GBP, προτού συσταθεί ο λογαριασμός μεσεγγύησης. Κατόπιν των ανωτέρω και προκειμένου να εκτιμηθεί το συμβιβάσιμο του μέτρου με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή στην οικονομία της αγοράς, η Επιτροπή εξέτασε την αποδέσμευση κεφαλαίων που βρίσκονταν υπό τον πλήρη έλεγχο του μετόχου προς χρήση από την RM ως εισφορά μετοχικού κεφαλαίου.

(75)

Η προσέγγιση που εφαρμόζει η Επιτροπή για να εκτιμήσει κατά πόσον οι εισφορές κεφαλαίου συμβιβάζονται με την αγορά είναι να συγκρίνει την καθαρή παρούσα αξία της συμμετοχής των δημόσιων αρχών σε περίπτωση πραγματοποίησης της επένδυσης (μετά τη νέα εισφορά κεφαλαίου) με την καθαρή παρούσα αξία αυτής της συμμετοχής χωρίς την επένδυση (πριν από τη νέα εισφορά κεφαλαίου) (18). Αν η διαφορά είναι μεγαλύτερη από το εισφερόμενο κεφάλαιο, η εισφορά θεωρείται σύμφωνη με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή στην οικονομία της αγοράς. Αυτή η «προσαυξητική» προσέγγιση είναι αναγκαία διότι διαφορετικά δεν θα ήταν φανερό ποιο μέρος της απόδοσης για τον μέτοχο (μερίσματα ή το αντίτιμο της πώλησης σε περίπτωση πώλησης της συμμετοχής) απορρέει από την επένδυση και ποιο μέρος θα υπήρχε ανεξάρτητα από την επένδυση. Η αξία μιας συμμετοχής πριν και μετά από τη νέα εισφορά κεφαλαίου σε μια καθορισμένη περίοδο υπολογίζεται αθροίζοντας την προεξοφλημένη αξία των μελλοντικών ταμειακών ροών που προκύπτουν από τη συμμετοχή κατά την περίοδο αυτή (κατά κανόνα μερίσματα, αλλά ενδεχομένως και μείωση κεφαλαίου) και την τυχόν αύξηση της αξίας κατά την περίοδο αυτή.

(76)

Στην αρχική απάντηση του Ηνωμένου Βασιλείου είχε επισυναφθεί έκθεση του συμβούλου (Deloitte) που φιλοδοξούσε να δείξει εσωτερικό βαθμό απόδοσης (IRR) των σχεδιαζόμενων επενδύσεων ύψους […]. Ωστόσο, από την έρευνα προέκυψε ότι η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε παρουσίαζε αρκετά προβλήματα.

(77)

Πρώτον, ο υπολογισμός αφορούσε μόνο το ενδεχόμενο επένδυσης και δεν βασίστηκε στη σύγκριση του ενδεχομένου επένδυσης με το ενδεχόμενο μη επένδυσης. Απαντώντας στην παρατήρηση αυτή, το Ηνωμένο Βασίλειο δήλωσε ότι η αξία των ιδίων κεφαλαίων σε περίπτωση μη επένδυσης είχε υπολογιστεί σε […]. Ωστόσο, το επιχείρημα ότι το ενδεχόμενο μη επένδυσης οδηγούσε σε αξία ιδίων κεφαλαίων ύψους […] ούτε διατυπώνεται ούτε επιβεβαιώνεται στην έκθεση της Deloitte. Συνεπώς, η Επιτροπή εκτιμά ότι η αρχική έκθεση της Deloitte δεν ακολούθησε αυτό που Επιτροπή θεωρεί ως σωστή μεθοδολογία, δηλαδή μια μεθοδολογία βασιζόμενη στη σύγκριση των προβλέψεων με και χωρίς την πραγματοποίηση της επένδυσης.

(78)

Δεύτερον, η μέθοδος αποτίμησης της συμμετοχής ήταν να υπολογιστεί η αξία επιχειρήσεως (δηλαδή στο άθροισμα των απαιτήσεων των δανειστών και των μετόχων) χρησιμοποιώντας τις ταμειακές ροές σε επίπεδο επιχείρησης και την καταληκτική αξία, και να αφαιρεθούν στη συνέχεια οι οφειλές. Παρόλο που δεν είναι λανθασμένη, αυτή η μέθοδος δεν δείχνει σαφώς τις ελεύθερες ταμειακές ροές που είναι διαθέσιμες μόνο στους μετόχους, στοιχείο που αποτελεί έναν από τους δείκτες (έστω και αν δεν πρόκειται για τον μοναδικό καθοριστικό δείκτη) του κατά πόσον μια εισφορά κεφαλαίου είναι σύμφωνη με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή στην οικονομία της αγοράς. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή προτιμά τη μέθοδο που προβλέπει προεξόφληση των ταμειακών ορών που καταβάλλονται άμεσα στον μέτοχο (μερίσματα) και χρησιμοποίηση της αξίας των ιδίων κεφαλαίων και όχι της αξίας επιχειρήσεως ως καταληκτικής αξίας. Στο πλαίσιο αυτό ως προεξοφλητικό επιτόκιο χρησιμοποιείται το κόστος των ιδίων κεφαλαίων και όχι το μέσο σταθμικό κόστος των κεφαλαίων. Αυτή ήταν η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε στις προπαρατεθείσες υποθέσεις των Landesbanken (βλέπε υποσημείωση 17).

(79)

Τρίτον, η δανειακή διευκόλυνση με εξοφλητική προτεραιότητα που αναλύεται στην αιτιολογική σκέψη 71 και η αποδέσμευση του αποθεματικού ταχυδρομικών υπηρεσιών αξιολογήθηκαν μαζί στον εν λόγω υπολογισμό, ενώ κανονικά η δανειοδότηση και η εισφορά κεφαλαίου αξιολογούνται με διαφορετικά κριτήρια (κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή — κριτήριο του ιδιώτη δανειοδότη) και επομένως θα έπρεπε να είχαν αξιολογηθεί χωριστά (19). Είναι γεγονός ότι δεν είναι ασυνήθιστο ένας μέτοχος να ενεργεί και ως δανειστής σε μεγάλους ομίλους, ωστόσο η Επιτροπή κρίνει ότι είναι δύσκολο να αξιολογηθούν δύο μέτρα εντός του ίδιου πλαισίου όταν πρόκειται για μέτρα διαφορετικής φύσεως. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα που έχει το ένα μέτρο στο άλλο. Αντίθετα, η εξέταση της αποδέσμευσης κεφαλαίων που βρίσκονταν υπό τον πλήρη έλεγχο του μετόχου για να χρησιμοποιηθούν από την RM βασίζεται σε ταμειακές ροές που αντικατοπτρίζουν την παραδοχή ότι χορηγήθηκαν πράγματι στην RM τα δάνεια που εξετάζονται στην παρούσα απόφαση.

(80)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή ζήτησε από το Ηνωμένο Βασίλειο να υποβάλει προσαυξητική αποτίμηση των ιδίων κεφαλαίων σε περίπτωση μη επένδυσης βάσει των καλύτερων δυνατών, αλλά ρεαλιστικών όρων. Όσον αφορά τον προσδιορισμό της εναλλακτικής περίπτωσης, οι προβλέψεις της ίδιας της RM για το ενδεχόμενο μη επένδυσης (ενδεχόμενο επικέντρωσης της διαχείρισης στη μεγιστοποίηση των ταμειακών διαθεσίμων) οδήγησαν σε […]. Έτσι, η Deloitte σκιαγράφησε μια διαφορετική «εναλλακτική περίπτωση» (ΕΠ) βάσει της οποίας […] και αντιμετώπισε το συνταξιοδοτικό της έλλειμμα σε 12 και όχι σε 17 χρόνια. Ωστόσο, η Deloitte εκτίμησε σχετικά με το ενδεχόμενο αυτό ότι, ενώ το συνταξιοδοτικό πρόβλημα θα αντιμετωπιζόταν αποτελεσματικά σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο […]. Πρέπει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να είναι βέβαιη ότι η εν λόγω εναλλακτική δυνατότητα αντιπροσωπεύει το «καλύτερο δυνατό» ενδεχόμενο σε περίπτωση μη επένδυσης, το οποίο ασφαλώς θα αποτελούσε τη βάση με το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή στην οικονομία της αγοράς. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι κάθε αμφιβολία σχετικά με το ενδεχόμενο επένδυσης θα αντιπαραβαλλόταν με κάθε «καλύτερη εναλλακτική δυνατότητα» που θα μπορούσε να διαμορφωθεί.

(81)

Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, το Ηνωμένο Βασίλειο υπέβαλε αριθμητικά στοιχεία που επιτρέπουν την αξιολόγηση του ενδεχομένου επένδυσης σε σχέση με τις δύο εναλλακτικές δυνατότητες. Για τους λόγους που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 78, η Επιτροπή ζήτησε να χρησιμοποιηθούν στις προβλέψεις οι ελεύθερες ταμειακές ροές που είναι διαθέσιμες στους μετόχους, η αξία των ιδίων κεφαλαίων για την καταληκτική αξία και το κόστος των ιδίων κεφαλαίων ως προεξοφλητικό επιτόκιο.

(82)

Το Ηνωμένο Βασίλειο υπέβαλε τις ακόλουθες προβλέψεις (20). Ο πίνακας δείχνει τον υπολογισμό της κρατικής συμμετοχής σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί η επένδυση (ενδεχόμενο επένδυσης), ενώ ακολουθεί το αποτέλεσμα του ίδιου υπολογισμού στο εναλλακτικό ενδεχόμενο. Βάσει των στοιχείων αυτών, η αξία της κρατικής συμμετοχής εφόσον πραγματοποιηθεί η επένδυση είναι […] GBP, ενώ θα ήταν […] GBP στην εναλλακτική περίπτωση χωρίς την επένδυση.

ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΟ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ – επένδυση GBP 1,15 δισ.

ΠΑ

Αρχικές ταμειακές ροές

07/08

08/09

09/10

10/11

11/12

12/13

13/14

14/15

15/16

16/17

17/18

18/19

19/20

20/21

21/22

22/23

ΚΠΑ έτη 1-10 (προεξοφλημένη ελεύθερη ταμειακή ροή χωρίς οφειλές)

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

 

 

 

 

 

 

 

Καταληκτική αξία

[…]

[…]

 

ΚΠΑ βοηθήματος Postcomm

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

Αξία επιχειρήσεως

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

Εισροές τόκων

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

Ανάληψη και από-πληρωμή δανείου/επένδυση κεφαλαίων

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

Ανεξόφλητο χρέος στο τέλος της περιόδου πρόβλεψης

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

[…]

Αποτίμηση συνταξιο-δοτικού ελλείμματος

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

Υπόλοιπο μεσεγγύησης, περιλ. cum interest

[…]

[…]

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αποπληρωμή μεσεγγύησης (όχι μέσον έτους)

[…]

[…]

 

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

Απαίτηση μεσεγγύησης

[…]

[…]

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Μετοχικό δάνειο

[…]

[…]

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αξία ιδίων κεφαλαίων

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΟ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΟ

Αξία ιδίων κεφαλαίων

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

Προσαυξητική αξία ιδίων κεφαλαίων

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[..]

[…]

[…]

[..]

[…]

[..]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

[…]

(83)

Επειδή η διαφορά των […] GBP είναι μεγαλύτερη από το επενδυθέν ποσό, το Ηνωμένο Βασίλειο υποστηρίζει ότι αποδείχθηκε ότι η επένδυση πληροί εμπορικά κριτήρια. Ωστόσο, η Επιτροπή έκρινε ότι ο ισχυρισμός αυτός χρήζει περαιτέρω διερεύνησης.

(84)

Από τον πίνακα προκύπτει ότι:

α)

τα διαθέσιμα που προκύπτουν στο ενδεχόμενο πραγματοποίησης της επένδυσης δεν παρέχουν καμία απόδοση στους μετόχους τα πρώτα […] έτη του σχεδίου,

β)

κατά συνέπεια, το ενδεχόμενο πραγματοποίησης της επένδυσης βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην καταληκτική αξία που υπολογίστηκε για το 2016/2017,

γ)

το ενδεχόμενο επένδυσης οδηγεί σε αρνητικές ταμειακές ροές τα πρώτα […] χρόνια, μετά τα οποία τα διαθέσιμα που προκύπτουν αφιερώνονται εξ ολοκλήρου στην αποπληρωμή των χρεών και την κάλυψη του συνταξιοδοτικού ελλείμματος μέχρι το 2013/2014,

δ)

μετά το 2016/2017 (αναγνωρίζοντας ότι τόσο μακρινές προβλέψεις δεν μπορούν παρά να έχουν περιορισμένη αξιοπιστία) το εναλλακτικό ενδεχόμενο αποφέρει καλύτερες αποδόσεις επειδή έχει αποπληρωθεί το συνταξιοδοτικό έλλειμμα, το οποίο απορροφούσε τις θετικές αποδόσεις κατά τα έτη 2013/2016. Έτσι, αυτός ο παράγοντας προσδίδει ακόμη μεγαλύτερη βάρος στην καταληκτική αξία που αναμένεται σε περίπτωση πραγματοποίησης της επένδυσης.

(85)

Επιπλέον, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι ακόμη και μετά τα […] πρώτα χρόνια, δεν είναι βέβαιο ότι τα ποσά των ετών […] είναι πράγματι μερίσματα που μπορούν να διανεμηθούν στον μέτοχο. Ο λόγος είναι ότι η εγγραφή του συνταξιοδοτικού ελλείμματος στον ισολογισμό της RM (σύμφωνα με τους νέους λογιστικούς κανόνες) οδηγεί σε αρνητική αξία της εταιρείας σε λογιστική βάση, γεγονός που θέτει σοβαρούς περιορισμούς στην άντληση διαθεσίμων υπό μορφή μερισμάτων ακόμη και από […]. Στην πρωτότυπη έκθεση της Deloitte που υπέβαλε το Ηνωμένο Βασίλειο, […].

(86)

Λαμβάνοντας υπόψη το είδος απόδοσης για τον μέτοχο (σχεδόν το σύνολο της απόδοσης απορρέει από την καταληκτική αξία, ενώ η απόδοση υπό μορφή μερίσματος είναι σχεδόν μηδενική), η Επιτροπή εκτιμά ότι ένας ιδιώτης επενδυτής θα προσδοκούσε κάποια απόδοση σε μετρητά τα […] χρόνια μετά την επένδυση και θα ανησυχούσε αν το σύνολο ή το μεγαλύτερο μέρος της απόδοσης της επένδυσης προερχόταν από την καταληκτική αξία το […] έτος. Δεδομένου ότι η καταληκτική αξία είναι στην ουσία η αξία των ταμειακών ροών από το […] έτος και μετά προεξοφλημένη στο […] έτος, ο ιδιώτης επενδυτής καλείται να πιστέψει ότι παρόλο που η επένδυσή του δεν αποφέρει καμία απόδοση τα […] χρόνια, μολοντούτο είναι μια καλή επένδυση βάσει των προοπτικών μετά το […] έτος. Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι προβλέψεις για μια τόσο μεγάλη περίοδο είναι εκτεθειμένες σε πολλές απρόβλεπτες μεταβλητές και, συνεπώς, εξ ορισμού έχουν μικρή αξιοπιστία, η Επιτροπή εκτιμά ότι ένας ιδιώτης επενδυτής δεν θα ήταν διατεθειμένος να επενδύσει με αυτούς τους όρους ιδιαίτερα στον ταχυδρομικό τομέα, του οποίου οι μακροπρόθεσμες προοπτικές είναι αβέβαιες. Η Επιτροπή αμφιβάλλει επίσης για το κατά πόσον ένας επενδυτής θα ήταν πρόθυμος να βάλει σε δεύτερη μοίρα τα συμφέροντά του ως μετόχου για τόσο μεγάλο διάστημα έναντι των συμφερόντων των εργαζομένων/συνταξιούχων και της ανάγκης αποπληρωμής των χρεών.

(87)

Εκτός από το γεγονός ότι το ενδεχόμενο επένδυσης βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στην καταληκτική αξία που υπολογίστηκε το 2016/2017, επιπλέον η καταληκτική αξία μπορεί επίσης να αμφισβητηθεί τόσο λόγω της μεθοδολογίας υπολογισμού όσο και λόγω των υποκείμενων αριθμητικών στοιχείων. Όσον αφορά τη μεθοδολογία, η καταληκτική αξία υπολογίστηκε πολλαπλασιάζοντας τα κέρδη προ τόκων, φόρων, αποσβέσεων και τοκοχρεολυσίων (EBITDA) με έναν συντελεστή που είναι ο λόγος της αξίας επιχειρήσεως προς το δείκτη EBIDTA σε ισοδύναμες επιχειρήσεις του τομέα. Επελέγησαν η TNT και η Deutsche Post/DHL με το σκεπτικό ότι μπορεί η RM να μην είναι ισότιμη με αυτές τις εταιρείες επί του παρόντος, αλλά θα είναι ισότιμη μετά από […] χρόνια από το επενδυτικό σχέδιο. Η προσέγγιση αυτή οδηγεί σε αξία επιχειρήσεως (χονδρικά, δανειακά συν ίδια κεφάλαια) που αποκλίνει από την προσέγγιση που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 81, η οποία επιβάλλει τη χρησιμοποίηση της αξίας των ιδίων κεφαλαίων ως καταληκτικής αξίας. Αν χρησιμοποιηθεί μια κατάλληλη αξία ιδίων κεφαλαίων, η καταληκτική αξία αλλάζει σημαντικά — γίνεται χαμηλότερη. Όσον αφορά τα υποκείμενα αριθμητικά στοιχεία που οδηγούν στην καταληκτική αξία, η Επιτροπή σημειώνει ιδίως ότι τα κέρδη της RM προ τόκων, φόρων και απόσβεσης (Ebitda) προβλέφθηκε να αυξηθούν κατά […] και πλέον σε ετήσια βάση κατά τη διάρκεια του σχεδίου. Η Επιτροπή θεωρεί υπερβολικά αισιόδοξη αυτή την πρόβλεψη σε έναν ώριμο τομέα που έχει ελευθερωθεί πρόσφατα και υπόκειται σε ρυθμιστικό πλαίσιο.

(88)

Η Επιτροπή υπέβαλε σε διάφορους ελέγχους τον υπολογισμό που παρουσίασε το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλάζοντας τις παραδοχές που χρησιμοποιήθηκαν και τη μεθοδολογία υπολογισμού, ιδίως για την καταληκτική αξία. Διαπίστωσε ότι, λόγω της σημασίας της καταληκτικής αξίας στα στοιχεία που υποβλήθηκαν, μικρές μόνο αλλαγές της μεθοδολογίας, π.χ. ο υπολογισμός της καταληκτικής αξίας με διαφορετικό τρόπο και η χρήση λιγότερο αισιόδοξων παραδοχών σχετικά με την αύξηση των κερδών, άλλαζαν ουσιωδώς την αξιολόγηση της επένδυσης.

(89)

Συμπερασματικά, η Επιτροπή έκρινε μη σύμφωνη με την αρχή του ιδιώτη επενδυτή στην οικονομία της αγοράς την αποδέσμευση κεφαλαίων που βρίσκονταν υπό τον πλήρη έλεγχο του μετόχου προκειμένου να χρησιμοποιηθούν από την RM για την τροποποίηση των πληρωμών που είναι υποχρεωμένη να κάνει στο συνταξιοδοτικό της σύστημα για την κάλυψη του χρέους, μέσω της τοποθέτησης αυτών των κεφαλαίων σε λογαριασμό μεσεγγύησης.

(90)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή προέβη σε εξέταση του συμβιβάσιμου τυχόν ενίσχυσης που εμπεριέχεται στο μέτρο (βλέπε ενότητα 6).

5.3.2.   Ποσοτικοποίηση της ενίσχυσης

(91)

Τα αποτελέσματα του μέτρου στη Royal Mail αφορούν τις πληρωμές της στο συνταξιοδοτικό σύστημα για την αντιμετώπιση του συνταξιοδοτικού ελλείμματος, οι οποίες χάρη στο μέτρο μπορούν να επιμεριστούν σε περισσότερα χρόνια από ό,τι σε αντίθετη περίπτωση χωρίς το μέτρο. Έτσι, οι πληρωμές αυτές είναι χαμηλότερες τα πρώτα χρόνια (διότι χωρίς το μέτρο η RM θα έπρεπε να αντιμετωπίσει γρηγορότερα το έλλειμμα κάνοντας υψηλότερες συνεισφορές για την κάλυψη του ελλείμματος), αλλά υψηλότερες τα επόμενα χρόνια, όταν το έλλειμμα θα είχε αντιμετωπιστεί στην αντίθετη περίπτωση.

(92)

Για να αποτιμηθεί αυτό το πλεονέκτημα μέσω του υπολογισμού της καθαρής παρούσας αξίας των τροποποιημένων ταμειακών εκροών, πρέπει να γίνουν ορισμένες παραδοχές, ιδίως σχετικά με την περίοδο κατά την οποία θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί το έλλειμμα απουσία του μέτρου, και να επιλεγεί ένα προεξοφλητικό επιτόκιο. Η Επιτροπή δέχθηκε να χρησιμοποιήσει την περίοδο της δωδεκαετίας για την αντιμετώπιση του ελλείμματος, η οποία αποτέλεσε τη βάση της εναλλακτικής περίπτωσης που εξετάζεται στην αιτιολογική σκέψη 80 και είχε υποβληθεί προς έγκριση από τη Royal Mail στη βρετανική ρυθμιστική αρχή του ταχυδρομικού τομέα στο πλαίσιο εξέτασης του τιμολογίου της. Η δωδεκαετία είναι λίγο μεγαλύτερη από την περίοδο των δέκα ετών που χρησιμοποιεί ως σημείο αναφοράς η βρετανική ρυθμιστική αρχή των συντάξεων (21). Ωστόσο, δεδομένου ότι η περίοδος της δωδεκαετίας χρησιμοποιήθηκε και για άλλους σκοπούς και λαμβάνοντας υπόψη το μεγάλο μέγεθος του ελλείμματος σε σχέση με την εταιρεία και, συνεπώς, το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα που θα χρειαζόταν για την κάλυψή του, η Επιτροπή θεωρεί ότι πρόκειται για αποδεκτή παραδοχή. Η Επιτροπή εφάρμοσε προεξοφλητικό επιτόκιο 12 %, το οποίο αντιπροσωπεύει το κόστος των ιδίων κεφαλαίων. Επ’ αυτής της βάσης, η αξία που έχει για τη Royal Mail η αλλαγή των συνταξιοδοτικών συνεισφορών συνεπεία του μέτρου ανέρχεται σε […] GBP.

5.4.   Το μετοχικό δάνειο ύψους 300 εκατ. GBP

(93)

Όπως προαναφέρεται, το μετοχικό δάνειο έπεται τόσο έναντι των υπόλοιπων οφειλών της RM όσο και έναντι των συμφερόντων των συνταξιούχων (δεν μπορεί να αποπληρωθεί πριν από την αποδέσμευση του λογαριασμού μεσεγγύησης). Για τον λόγο αυτόν η Επιτροπή εξέτασε αν το μέτρο θα έπρεπε να εξομοιωθεί με εισφορά κεφαλαίου (βλέπε επίσης υποσημείωση 19).

(94)

Ωστόσο, η Επιτροπή έχει κρίνει (22) ότι το γεγονός ότι ένα δάνειο έπεται έναντι άλλων απαιτήσεων δεν αίρει τη δυνατότητα αξιολόγησής του ως προς την ύπαρξη κρατικής ενίσχυσης κατά τον ίδιο τρόπο με τα δάνεια που δεν έπονται σε προτεραιότητα εξόφλησης. Συνεπώς, τα δάνεια ελάσσονος προτεραιότητας εξόφλησης μπορούν να αξιολογούνται σύμφωνα με τους όρους της ανακοίνωσης για τα επιτόκια αναφοράς (23), καίτοι σε χαμηλότερο επίπεδο διαβάθμισης σε σχέση με τα ισοδύναμα δάνεια με εξοφλητική προτεραιότητα.

(95)

Η ανακοίνωση του 1997 σχετικά με το επιτόκιο αναφοράς, η οποία ίσχυε το 2007, όριζε τα επιτόκια με βάση τα παρατηρημένα επιτόκια ορισμένης διάρκειας, συγκεκριμένα πενταετούς διάρκειας. Ωστόσο, το υπό εξέταση μέτρο προβλέπεται να διαρκέσει όσο και ο λογαριασμός μεσεγγύησης, ο οποίος εκτιμάται ότι θα έχει διάρκεια 17 ετών. Κατά την έκδοση του δανείου, η καμπύλη απόδοσης στο Ηνωμένο Βασίλειο είχε κατωφερή κλίση, όπως και το 1999. Αν και το επιτόκιο αναφοράς ήταν 5,9 %, οι δεκαπενταετείς ανταλλαγές επιτοκίων σε στερλίνες στο τέλος Μαρτίου 2007 είχαν επιτόκιο 5,2 %. Το σημείο αναφοράς που χρησιμοποιήθηκε στην ανακοίνωση του 1997 για τα επιτόκια αναφοράς ήταν τα πενταετή διατραπεζικά επιτόκια ανταλλαγής (swap) και, ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί το αντίστοιχο δεκαπενταετές επιτόκιο ως το κατάλληλο σημείο αναφοράς για το εν λόγω μέτρο. Το επιτόκιο αυτό πρέπει να προσαυξηθεί κατά το προβλεπόμενο ποσοστό των 75 μονάδων βάσης σύμφωνα με την ανακοίνωση, φθάνοντας έτσι το 5,95 %.

(96)

Το επιτόκιο που καθορίστηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο θα έπρεπε να προσαρμοστεί περαιτέρω για να αντικατοπτρίζει το βαθμό εξασφάλισης και προτεραιότητας έναντι άλλων απαιτήσεων.

(97)

Το μετοχικό δάνειο δεν είναι εξασφαλισμένο και συνεπώς η διασφάλισή του πρέπει να θεωρηθεί χαμηλότερη από αυτήν που απαιτούν κατά κανόνα οι τράπεζες. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η ανακοίνωση του 1997 σχετικά με το επιτόκιο αναφοράς ορίζει ένα περιθώριο 400 μονάδων βάσης επάνω από το σχετικό σημείο αναφοράς ή και περισσότερο αν καμία ιδιωτική τράπεζα δεν θα συμφωνούσε για τη χορήγηση του αντίστοιχου δανείου. Σύμφωνα με προηγούμενες αποφάσεις της Επιτροπής (24) βάσει της ανακοίνωσης του 1997 για τα επιτόκια αναφοράς, η Επιτροπή εκτιμά ότι το επιτόκιο πρέπει να αυξηθεί κατά 400 μονάδες βάσης για να ληφθεί υπόψη η έλλειψη εξασφαλίσεων και κατά 200 μονάδες βάσης για να ληφθεί υπόψη η χαμηλή προτεραιότητα του δανείου έναντι άλλων απαιτήσεων.

(98)

Σημειώνοντας ότι το επιτόκιο του δανείου ύψους […] % είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα του 5,95 % και των 600 μονάδων βάσης, η Επιτροπή μπορεί να δεχθεί ότι, εξεταζόμενο ανεξάρτητα, το μέτρο δεν συνιστά κρατική ενίσχυση.

(99)

Δεδομένου ότι οι διευκολύνσεις του 2007 διατέθηκαν στο πλαίσιο δέσμης μέτρων, η Επιτροπή πρέπει να αποφανθεί αν η εκτίμηση σε ατομική βάση μπορεί να είναι τελειωτική. Το θέμα αυτό εξετάζεται περαιτέρω στο σημείο 5.5.

5.5.   Χωριστή αξιολόγηση των μέτρων του 2007

(100)

Η Επιτροπή έκρινε ότι δύο από τα μέτρα του 2007 (δανειακές διευκολύνσεις του 2007 και μετοχικό δάνειο ύψους 300 εκατ. GBP) δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση αν εξεταστούν μεμονωμένα. Από την άλλη πλευρά, δεν μπόρεσε να καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα σχετικά με το συνταξιοδοτικό μέτρο. Δεδομένου ότι τα μέτρα ανακοινώθηκαν ταυτόχρονα, η Επιτροπή πρέπει να εκτιμήσει αν μπορεί να επιβεβαιώσει τα συμπεράσματα για την απουσία ενίσχυσης, λαμβάνοντας υπόψη τη νομολογία του Δικαστηρίου (25).

(101)

Η Επιτροπή σημείωσε ότι οι δανειακές διευκολύνσεις που παρατάθηκαν το 2007 στην πράξη αποτελούσαν συνέχεια των μέτρων του 2003, αλλά με αναθεωρημένους όρους. Συνεπώς, όταν χορηγήθηκαν αρχικά οι δανειακές διευκολύνσεις, το συνταξιοδοτικό μέτρο δεν υπήρχε. Οι δανειακές διευκολύνσεις και το συνταξιοδοτικό μέτρο εξυπηρετούσαν επίσης διαφορετικούς σκοπούς: οι δανειακές διευκολύνσεις εξασφάλιζαν μια εξωτερική πηγή χρηματοδότησης για το σχέδιο μετασχηματισμού της Royal Mail, ενώ το συνταξιοδοτικό μέτρο αποτελούσε εγγύηση για την κάλυψη του ελλείμματος εντός 17 ετών. Όπως προαναφέρεται, η ασφάλεια επί των περιουσιακών στοιχείων της RM που συστάθηκε για την εξασφάλιση των δανειακών διευκολύνσεων ήταν σύμφωνη με την πρακτική της αγοράς. Τα τρία κριτήρια που όρισε το Πρωτοδικείο (χρονολογία, σκοπός και κατάσταση κατά το χρόνο λήψης του μέτρου) συνηγορούν υπέρ της χωριστής εξέτασης των δανειακών διευκολύνσεων.

(102)

Όσον αφορά το μετοχικό δάνειο, η απόφαση χορήγησής του λήφθηκε μετά από τα υπόλοιπα μέτρα του 2007. Το δάνειο προστέθηκε στο χρηματοδοτικό πλαίσιο που είχε ήδη ανακοινωθεί, ώστε να εξασφαλίσει επαρκές χρηματοδοτικό περιθώριο για να μπορέσει η Royal Mail να υλοποιήσει το σχέδιο μετασχηματισμού της, μετά την επιδείνωση των προβλεπόμενων αποτελεσμάτων κατά τη διάρκεια του σχεδίου. Ο σκοπός του εν λόγω μέτρου διαφέρει από τον σκοπό του συνταξιοδοτικού μέτρου κατά τον ίδιο τρόπο που διαφέρει από το τελευταίο και ο σκοπός των δανειακών διευκολύνσεων. Τέλος, η κατάσταση της RM κατά τον χρόνο χορήγησης του δανείου δεν αναιρεί το συμπέρασμα περί απουσίας ενίσχυσης, διότι η κατάσταση έχει ήδη ληφθεί υπόψη για την εκτίμηση της επάρκειας του επιτοκίου.

(103)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι το μοναδικό μέτρο για το οποίο δεν μπορεί να αποκλειστεί η ύπαρξη στοιχείου ενίσχυσης και του οποίου το συμβιβάσιμο πρέπει επομένως να εξεταστεί, είναι το συνταξιοδοτικό μέτρο. Η εκτίμηση αυτή περιλαμβάνεται στην ενότητα που ακολουθεί.

6.   ΣΥΜΒΙΒΑΣΙΜΟ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ

6.1.   Βάση αξιολόγησης

(104)

Η Επιτροπή θα μπορούσε να κηρύξει συμβιβάσιμο το συνταξιοδοτικό μέτρο μόνο βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης, το οποίο ορίζει ότι οι ενισχύσεις για την προώθηση της ανάπτυξης ορισμένων οικονομικών δραστηριοτήτων ή οικονομικών περιοχών μπορούν να θεωρηθούν ότι συμβιβάζονται με την κοινή αγορά, εφόσον δεν αλλοιώνουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο προς το κοινό συμφέρον (26). Επιπλέον, υπάρχει ειδική νομολογία σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης σε συνταξιοδοτικά μέτρα, και στη συνέχεια το μέτρο αξιολογείται λαμβάνοντας υπόψη αυτή τη νομολογία. Συνεπώς, η παρούσα απόφαση δεν αποτελεί εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων για τους σκοπούς του σημείου 3.3 των κοινοτικών κατευθυντήριων όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις για τη διάσωση και την αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων (27).

6.2.   Το ιστορικό του συνταξιοδοτικού καθεστώτος της Royal Mail

(105)

Προκειμένου να αξιολογηθεί το συμβιβάσιμο του συνταξιοδοτικού μέτρου πρέπει πρώτα να γίνει αναφορά στο ιστορικό της Royal Mail και του συνταξιοδοτικού της καθεστώτος.

(106)

Το 1969 η Royal Mail (που τότε ονομαζόταν Post Office) έπαψε να είναι κρατική υπηρεσία και έγινε δημόσια επιχείρηση («statutory corporation») βάσει του νόμου περί ταχυδρομείων του 1969. Σύμφωνα με το άρθρο 43(1) του νόμου, το συνταξιοδοτικό καθεστώς του προσωπικού του Post Office υπαγόταν στην έγκριση του υπουργού ταχυδρομείων και τηλεπικοινωνιών. Οι εργαζόμενοι έπαψαν επισήμως να είναι δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά διατήρησαν τα κεκτημένα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα και εξακολούθησαν να αποκτούν περαιτέρω δικαιώματα ουσιαστικά υπό τους ίδιους όρους με τους δημόσιους υπαλλήλους. Βάσει αυτών των όρων, η τελική σύνταξη καθοριζόταν σε συνάρτηση με paτα χρόνια υπηρεσίας και τον τελευταίο μισθό. Επρόκειτο δηλαδή για σύστημα «καθορισμένων παροχών» κατά το ότι το ύψος της σύνταξης καθοριζόταν βάσει των κανόνων του συστήματος. Το συνταξιοδοτικό σύστημα αποχωρίστηκε από το σύστημα των δημόσιων υπαλλήλων και έγινε κεφαλαιοποιητικό σύστημα, διατηρώντας περιουσιακά στοιχεία έναντι μελλοντικών υποχρεώσεων (όπως και άλλα εταιρικά συνταξιοδοτικά συστήματα του Ηνωμένου Βασιλείου).

(107)

Σημαντικές τροποποιήσεις του συνταξιοδοτικού καθεστώτος έγιναν το 1987 και το 2008 (στη δεύτερη περίπτωση, τα μέτρα αυτά εκπονούνταν ήδη όταν εγκρίθηκε το συνταξιοδοτικό μέτρο). Σύμφωνα με την αναθεώρηση του 1987, το σύστημα των καθορισμένων παροχών διατηρήθηκε, δηλαδή η σύνταξη βασιζόταν στον τελευταίο μισθό και ήταν ανάλογη με τα χρόνια υπηρεσίας. Βάσει της αναθεώρησης του 2008, οι νέοι ασφαλισμένοι υπάγονται στο καθεστώς βάσει «καθορισμένων συνεισφορών», πράγμα που σημαίνει ότι η τελική σύνταξη εξαρτάται από την απόδοση των περιουσιακών στοιχείων του ταμείου. Και στις δύο περιπτώσεις, οι νέοι εργαζόμενοι ήταν υποχρεωμένοι να ενταχθούν στο καθεστώς βάσει των αναθεωρημένων όρων, ενώ οι υπάρχοντες εργαζόμενοι εξακολούθησαν να αποκτούν δικαιώματα με τους ίδιους ή με παρόμοιους όρους όπως και προηγουμένως.

6.3.   Προηγούμενες αποφάσεις της Επιτροπής σχετικά με συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις και δυνατότητα εφαρμογής τους στην κατάσταση της Royal Mail

(108)

Στην απόφασή της με ημερομηνία 16 Δεκεμβρίου 2003 για τις κρατικές ενισχύσεις που χορήγησε η Γαλλία στην EDF και στον τομέα των επιχειρήσεων ηλεκτρισμού και αερίου (28), η Επιτροπή κήρυξε συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά κρατική ενίσχυση που απάλλασσε τις επιχειρήσεις ορισμένου τομέα από ειδικές συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις οι οποίες υπερέβαιναν τις υποχρεώσεις που απέρρεαν από το γενικό συνταξιοδοτικό καθεστώς και οι οποίες είχαν καθοριστεί κατά τη διάρκεια της περιόδου μονοπωλίου. Έκρινε επίσης ότι η μερική μείωση του κόστους που προκύπτει από το μηχανισμό χρηματοδότησης των ειδικών συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που ήταν κεκτημένα πριν από την ημερομηνία της μεταρρύθμισης συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης που μπορούσε να κηρυχθεί συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά. Αναλύοντας τους λογαριασμούς, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κατάσταση της EDF δεν διέφερε σημαντικά στη φύση της από εκείνη του «υπερβάλλοντος κόστους» στον τομέα της ενέργειας.

(109)

Στην απόφασή της με ημερομηνία 10 Οκτωβρίου 2007 σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγήθηκαν από τη Γαλλία για τη μεταρρύθμιση του τρόπου χρηματοδότησης των συντάξεων των δημοσίων υπαλλήλων που υπάγονται στα Ταχυδρομεία (La Poste) (29), η Επιτροπή έκρινε ότι τα υπό εξέταση μέτρα ενίσχυσης απάλλασσαν τη La Poste από ειδικές συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις που προέκυπταν από το κοινό συνταξιοδοτικό καθεστώς και οι οποίες είχαν καθοριστεί κατά τη διάρκεια της περιόδου μονοπωλίου. Οι υποχρεώσεις αυτές προέκυπταν, πρώτον, από τις υψηλότερες συνταξιοδοτικές εισφορές που καταβάλλονταν για τους εργαζομένους που είχαν το καθεστώς του δημοσίου υπαλλήλου και, δεύτερον, από την ανάγκη να εξασφαλιστεί η ισορροπία του συνταξιοδοτικού καθεστώτος για τους εργαζομένους αυτούς.

(110)

Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι τα μέτρα συνιστούν κρατική ενίσχυση, η οποία όμως κρίθηκε συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης. Στο πλαίσιο αυτό, σημείωσε ότι τα μέτρα περιορίζονταν στα απολύτως απαραίτητα για την καθιέρωση ισότιμων συνθηκών όσον αφορά τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και την καταβολή φόρων και, συνεπώς, εν τέλει θα ευνοούσαν την ανάπτυξη του ανταγωνισμού και την περαιτέρω ελευθέρωση του ταχυδρομικού τομέα. Σημείωσε επίσης, κάνοντας έναν παραλληλισμό με την απόφαση EDF, ότι η La Poste δεν προσλάμβανε πλέον δημοσίους υπαλλήλους, ότι οι συντάξεις που θα κατέβαλλε στο μέλλον η La Poste την έφερναν σε παρόμοια θέση με τους ανταγωνιστές της όσον αφορά την καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και φόρων, και ότι οι υποχρεώσεις που απέρρεαν από τον νόμο του 1990 πριν από την ελευθέρωση του ταχυδρομικού τομέα θα επηρέαζαν την ανταγωνιστικότητα της La Poste σε ένα περιβάλλον σε φάση ελευθέρωσης.

(111)

Στη Γαλλία τα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα («άξονας 2») είναι υποχρεωτικά και χρηματοδοτούνται σε διανεμητική βάση. Εν γένει, η καταβολή συνεισφορών εκ μέρους του εργοδότη τον απαλλάσσει από περαιτέρω ευθύνη χρηματοδότησης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων που προκύπτουν. Η La Poste υποχρεώθηκε βάσει του νόμου του 1990 να εξασφαλίσει την εξισορρόπηση του συνταξιοδοτικού της συστήματος για τους δημοσίους υπαλλήλους, με αποτέλεσμα να υποβληθεί η επιχείρηση σε μια υποχρέωση που δεν είχαν οι άλλες επιχειρήσεις.

(112)

Στο Ηνωμένο Βασίλειο το συνταξιοδοτικό καθεστώς διαφέρει από αυτό της Γαλλίας. Τα περισσότερα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά συστήματα έχουν «αποχωρήσει» από το κρατικό συνταξιοδοτικό καθεστώς που είναι γνωστό ως State Earnings Related Pension Scheme (κρατικό σύστημα συντάξεων που συνδέονται με τις αποδοχές). Οι περισσότεροι μεγάλοι εργοδότες έχουν το δικό τους συνταξιοδοτικό σύστημα. Βάσει του βρετανικού δικαίου στον τομέα των συντάξεων, τα συστήματα αυτά πρέπει να παρέχουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα που πληροί ορισμένα πρότυπα, ενώ οι εργοδότες έχουν ορισμένες υποχρεώσεις για την εξασφάλιση της επαρκούς χρηματοδότησης των συστημάτων. Βάσει των τρεχόντων λογιστικών προτύπων (IFRS), οι εργοδότες πρέπει να εγγράφουν τα ελλείμματα των συνταξιοδοτικών συστημάτων στους ισολογισμούς τους. Συνεπώς, οι κανόνες που επιβάλουν στη Royal Mail να λογοδοτεί για το έλλειμμά της δεν διαφέρουν από τους κανόνες που ισχύουν για άλλες εταιρείες. Ωστόσο, το επίπεδο αυτού του ελλείμματος προκύπτει από όρους και προϋποθέσεις που καθορίστηκαν ως αποτέλεσμα της ιδιοκτησίας της από το κράτος.

(113)

Επομένως, το πραγματικό και νομικό πλαίσιο είναι διαφορετικό στην περίπτωση της Royal Mail σε σχέση με αυτό που ίσχυε στις αποφάσεις για την EDF και τη La Poste. Ωστόσο, η Επιτροπή εκτιμά ότι ορισμένες πτυχές αυτών των υποθέσεων ισχύουν και για τη Royal Mail. Ειδικότερα, οι υποθέσεις αυτές δείχνουν ότι οι υψηλότερες συνταξιοδοτικές εισφορές που προκύπτουν από ένα ιδιαίτερο καθεστώς (και ειδικότερα το καθεστώς των δημοσίων υπαλλήλων) και έχουν καθοριστεί σε περίοδο μονοπωλίου μπορούν να θεωρηθούν ως αφύσικες επιβαρύνσεις των οποίων η καταβολή από το κράτος μπορεί να είναι σύμφωνη με την κοινή αγορά βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης.

6.4.   Αξιολόγηση του συνταξιοδοτικού μέτρου

(114)

Στην περίπτωση της Royal Mail, τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα που ήταν κεκτημένα από τους υπαλλήλους που υπάχθηκαν στο συνταξιοδοτικό σύστημα πριν από το 1987 ήταν σαφώς εναρμονισμένα με τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα των δημοσίων υπαλλήλων. Την 31η Μαρτίου 2007 το συνταξιοδοτικό σύστημα είχε 153 125 μέλη που είχαν ήδη συνταξιοδοτηθεί και λάμβαναν τη σύνταξή τους και τα οποία είχαν υπαχθεί στο σύστημα με τους ανωτέρω όρους. Πρόκειται δηλαδή για πρώην υπαλλήλους που έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί και των οποίων οι υπηρεσίες δεν παρέχουν πλέον όφελος στην εταιρεία. Σύμφωνα με πληροφορίες που υπέβαλαν οι βρετανικές αρχές, οι όροι που έχουν εφαρμογή στα μέλη τα οποία υπάχθηκαν στο σύστημα μετά το 1987 δεν μπορούν να χαρακτηριστούν σαφώς ως όροι δημοσίων υπαλλήλων, αλλά ούτε και ως όροι του ιδιωτικού τομέα, ανάλογοι με αυτούς που θα εφαρμόσουν πιθανώς οι ανταγωνιστές της RM στην πρόσφατα ελευθερωθείσα ταχυδρομική αγορά. Όπως προαναφέρεται, οι όροι αυτοί έπαψαν να ισχύουν για τα νέα μέλη μετά το 2008. Κατά μέσον όρο, οι υποχρεώσεις έναντι των μελών που υπάχθηκαν στο συνταξιοδοτικό σύστημα πριν από το 1987 υπερβαίνουν σημαντικά τις υποχρεώσεις έναντι των μελών που υπάχθηκαν στο σύστημα βάσει των όρων που καθορίστηκαν μετά τη μεταρρύθμιση του 1987 και μέχρι την επόμενη μεταρρύθμιση του 2008. Η αξία αυτών των πρόσθετων υποχρεώσεων ανέρχεται σε […] GBP ανά εργαζόμενο.

(115)

Συνεπώς, το συνταξιοδοτικό σύστημα της Royal Mail επιβαρύνεται με σημαντικές υποχρεώσεις που έχουν προκύψει αποκλειστικά από το γεγονός ότι απασχολούσε προσωπικό με το καθεστώς των δημοσίων υπαλλήλων σε μία περίοδο κατά την οποία η Royal Mail κατείχε το μονοπώλιο στο απλό επιστολικό ταχυδρομείο. Οι συνθήκες αυτές αντιστοιχούν με τις συνθήκες στην υπόθεση της La Poste. Βάσει πληροφοριών που υπέβαλε το Ηνωμένο Βασίλειο, η Επιτροπή διαπίστωσε την ύπαρξη και άλλων τέτοιων υποχρεώσεων ύψους […] GBP (το γινόμενο 153 125 επί […] GBP) που υπερβαίνουν, συνεπώς, με αρκετά μεγάλη διαφορά το ποσό της πιθανής ενίσχυσης που εμπεριέχει το μέτρο ύψους […] GBP. Η Επιτροπή δεν έκρινε αναγκαίο, στο πλαίσιο της εξέτασης αυτής, να καθορίσει αν οι υποχρεώσεις αυτές του συνταξιοδοτικού συστήματος συνιστούν το πλήρες ποσό των υποχρεώσεων του συστήματος που μπορούν να θεωρηθούν αφύσικες, διότι σε κάθε περίπτωση διαπιστώθηκε ότι υπερβαίνουν την ενίσχυση που ενδεχομένως εμπεριέχει το μέτρο.

(116)

Η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης ότι, όπως και τα χαρακτηριστικά των μέτρων της υπόθεσης La Poste που περιγράφονται στην αιτιολογική σκέψη 107, οι όροι που αποτέλεσαν τη γενεσιουργό αιτία του πρόσθετου κόστους δεν είναι πλέον διαθέσιμοι στους νέους εργαζομένους, κάτι που ισχύει από το 1987, και ότι οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τους όρους αυτούς πριν από την ελευθέρωση του ταχυδρομικού τομέα θα επηρέαζαν την εξέλιξη του αποτελεσματικού ανταγωνισμού σε ένα περιβάλλον σε φάση ελευθέρωσης. Στην περίπτωση της Royal Mail, το μέτρο δεν επηρεάζει τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και τους φόρους που καταβάλλονται για τους υφιστάμενους υπαλλήλους και, συνεπώς, δεν βάζει την RM σε καλύτερη θέση έναντι των ανταγωνιστών της από την άποψη αυτή.

(117)

Η Επιτροπή σημείωσε επίσης ότι η μορφή του μέτρου άφησε ανέπαφες τις συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις της Royal Mail και επέτρεψε απλώς στην εταιρεία να καλύψει το έλλειμμά της εντός μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος, χωρίς να άρει εξ ολοκλήρου αυτές τις υποχρεώσεις. Το τελευταίο είχε ισχύσει στην περίπτωση της La Poste, δηλαδή η αποδέκτρια επιχείρηση είχε απαλλαγεί οριστικά από τις υποχρεώσεις που θα έπρεπε διαφορετικά να επωμιστεί και, επομένως, δεν ήταν υποχρεωμένη να τις περιλάβει στον ισολογισμό της. Στην περίπτωση της Royal Mail, το μέτρο ουδόλως επηρεάζει το ποσό του συνταξιοδοτικού ελλείμματος που πρέπει να εγγράψει η εταιρεία στον ισολογισμό της βάσει των διεθνών λογιστικών κανόνων. Βάσει του βρετανικού δικαίου στον τομέα των συντάξεων, η εταιρεία παραμένει υποχρεωμένη να λάβει μέτρα για την εξάλειψη αυτού του ελλείμματος. Το μόνο αποτέλεσμα το μέτρου είναι η παράταση του χρονικού διαστήματος που έχει στη διάθεσή της για την κάλυψη του ελλείμματος. Ενώ το χαρακτηριστικό αυτό αντικατοπτρίζεται ήδη στην ανωτέρω εξέταση κατά την οποία το τυχόν στοιχείο ενίσχυσης αποτιμάται σε […] GBP και όχι σε 850 εκατ. GBP, η Επιτροπή θεωρεί ότι εν γένει ένα μέτρο που υποχρεώνει τον δικαιούχο να καλύψει πλήρως τις σωρευμένες υποχρεώσεις του στρεβλώνει πιθανώς λιγότερο τον ανταγωνισμό από ένα μέτρο που αίρει αυτές τις υποχρεώσεις.

(118)

Όσον αφορά τις συνέπειες του μέτρου στον ανταγωνισμό, μπορεί να σημειωθεί ότι οι πληρωμές για την κάλυψη του χρέους που υποχρεούται να κάνει η Royal Mail στο συνταξιοδοτικό σύστημα καθορίστηκαν κατόπιν διαπραγματεύσεων μεταξύ της εταιρείας και των διαχειριστών των συντάξεων και δεν αλλάζουν ανάλογα με τα επίπεδα εκροής ή εισροής. Η μείωσή τους κατά τα πρώτα χρόνια χάρη στο μέτρο δεν επηρεάζει, συνεπώς, το οριακό κόστος και δεν είναι ικανή να επηρεάσει τις εμπορικές αποφάσεις της Royal Mail και ειδικότερα τις μελλοντικές της επενδυτικές αποφάσεις (30). Ως εκ τούτου, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι οι συνέπειες στον ανταγωνισμό δεν είναι ικανές να αλλοιώσουν τους όρους των συναλλαγών κατά τρόπο που θα αντέκειτο στο κοινό συμφέρον κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης.

(119)

Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή έκρινε ότι το συνταξιοδοτικό μέτρο περιέχει στοιχείο ενίσχυσης, το οποίο όμως συμβιβάζεται με την κοινή αγορά.

7.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(120)

Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι στο βαθμό που το συνταξιοδοτικό μέτρο περιέχει στοιχείο ενίσχυσης, αυτό τέθηκε παράνομα σε εφαρμογή από το Ηνωμένο Βασίλειο κατά παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης. Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί συμβιβάσιμη αυτή την ενίσχυση. Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι τα υπόλοιπα μέτρα δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το δάνειο του 2001, οι δανειακές διευκολύνσεις και το μετοχικό δάνειο του 2007 δεν παρέχουν κρατική ενίσχυση στη Royal Mail.

Άρθρο 2

Το συνταξιοδοτικό μέτρο, στο βαθμό που περιέχει κρατική ενίσχυση, συμβιβάζεται με την κοινή αγορά.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.

Βρυξέλλες, 8 Απριλίου 2009.

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 91 της 26.4.2007, σ. 34.

(2)  ΕΕ C 269 της 8.11.2003, σ. 23.

(3)  ΕΕ C 141 της 16.6.2006, σ. 2.

(4)  ΕΕ C 80 της 13.4.2007, σ. 5.

(5)  Βλέπε υποσημείωση 1.

(6)  Επιστολή των βρετανικών αρχών με ημερομηνία 31 Οκτωβρίου 2006. «Gilt» ονομάζονται οι τίτλοι του βρετανικού Δημοσίου.

(7)  ΕΕ L 247 της 14.9.2002, σ. 27.

(8)  Royal Mail Holdings plc, Unaudited Interim Report for the half year ended 24 September 2006 (ανέλεγκτη ενδιάμεση οικονομική κατάσταση για το εξάμηνο που έληξε στις 24 Σεπτεμβρίου 2006).

(9)  Το «δάνειο του 2001» αποτελείται στην πραγματικότητα από 20 δάνεια των 25 εκατ. GBP έκαστο, για τα οποία το επιτόκιο καθορίζεται σύμφωνα με την ημερομηνία της περιόδου 1999/2000 κατά την οποία έγινε ανάληψη από τα ταμειακά αποθέματα. Αυτά τα μεμονωμένα δάνεια αναφέρονται ως «δόσεις» του δανείου του 2001 στην παρούσα απόφαση.

(10)  Επιχειρηματικό απόρρητο.

(11)  […].

(12)  Το επιτόκιο αναφοράς της Επιτροπής ήταν πενταετές σύμφωνα με τη μεθοδολογία που ίσχυε μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2007, ενώ έγινε μονοετές βάσει της ανακοίνωσης που εκδόθηκε στην αρχή του 2008.

(13)  ΕΕ C 273 της 9.9.1997, σ. 3.

(14)  Επειδή το δάνειο αποτελείται από διάφορες δόσεις των οποίων το επιτόκιο εξαρτάται από την ημερομηνία και τη διάρκεια για την οποία αντλήθηκαν για πρώτη φορά κεφάλαια από τα αποθεματικά της Royal Mail (βλ. υποσημείωση 6 ανωτέρω), κάθε δόση έχει διαφορετικό επιτόκιο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το επιτόκιο 5,8 % είναι μέσο επιτόκιο. Το επιτόκιο του αντίστοιχου κρατικού ομολόγου ήταν το επιτόκιο του ομολόγου με την πλησιέστερη διάρκεια σε σχέση με τη διάρκεια της εκάστοτε δόσης κατά την ημερομηνία ανάληψης.

(15)  Ένα μέρος των δανειακών διευκολύνσεων είχε λήξει μέχρι τότε και έτσι οι ισχύουσες διευκολύνσεις ανέρχονταν σε 844 GBP.

(16)  Το κυμαινόμενο βάρος είναι μορφή εξασφάλισης που δεν βαρύνει συγκεκριμένο περιουσιακό στοιχείο, αλλά κατηγορία στοιχείων του ενεργητικού.

(17)  Η δυνατότητα αυτή αναφέρεται στον ρυθμιστικό κώδικα πρακτικής (Regulatory Code of practice) 03, που δημοσιεύεται από τη βρετανική ρυθμιστική αρχή του συνταξιοδοτικού συστήματος, «Funding Defined Benefits» (χρηματοδότηση καθορισμένων παροχών), Φεβρουάριος 2006, παράγραφος 104. Ωστόσο, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν προσκόμισε παραδείγματα εφαρμογής αυτής της δυνατότητας στην πράξη.

(18)  Βλέπε για παράδειγμα τις υποθέσεις των Landesbanken, όπως η απόφαση HSH, NN 71/05, καθώς και NN 72/05, NN 19/06 και NN 34/07.

(19)  Το Ηνωμένο Βασίλειο επιμένει ότι οι δημόσιες επιχειρήσεις του δανείζονται μόνο από το κράτος. Η Επιτροπή δεν αμφισβητεί αυτή την πολιτική στην παρούσα απόφαση, αλλά εκτιμά ότι θα πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα ελέγχου κάθε μέτρου ξεχωριστά. Σε κάθε περίπτωση, θα ήταν ιδιαίτερα παράδοξο ένας ιδιώτης επενδυτής στην οικονομία της αγοράς να είναι ταυτόχρονα μοναδικός μέτοχος μιας εταιρείας η οποία δεν ανήκει σε έναν ευρύτερο όμιλο, όπως η Royal Mail, και μοναδικός πιστωτής αυτής της εταιρείας.

(20)  Στο πλαίσιο αυτών των προβλέψεων, η επένδυση περιλάμβανε το μετοχικό δάνειο των 300 εκατ. GBP, επειδή σε κάποιο σημείο της έρευνας η Επιτροπή θεώρησε πιθανό να μπορεί να εξομοιωθεί αυτό το μέτρο με εισφορά κεφαλαίου. Εν τέλει η Επιτροπή αποφάσισε να εξετάσει το μέτρο ως δάνειο, όπως περιγράφεται στη συνέχεια. Η διαφορετική του μεταχείριση στον πίνακα δεν αλλάζει το συμπέρασμα της Επιτροπής ως προς τη συμμόρφωση του συνταξιοδοτικού μέτρου με την αγορά.

(21)  The Pensions Regulator: The regulator's statement, May 2006, «How the Pensions Regulator will regulate the funding of defined benefits» (δημοσίευση της ρυθμιστικής αρχής συντάξεων με τίτλο Δήλωση της ρυθμιστικής αρχής, Μάιος 2006, «Πώς θα ρυθμίσει η ρυθμιστική αρχή συντάξεων τη χρηματοδότηση των καθορισμένων παροχών»), παράγραφος 3.16.

(22)  N 55/08 — Γερμανία — δάνεια μειωμένης εξασφάλισης GA/ERDF. Βλέπε επίσης την υπόθεση C 38/05 — Γερμανία — Biria που αφορά «αφανή συμμετοχή» η οποία αξιολογήθηκε βάσει της ανακοίνωσης του 1997 για το επιτόκιο αναφοράς.

(23)  Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τη μέθοδο καθορισμού των επιτοκίων αναφοράς και προεξόφλησης ΕΕ C 273 της 9.9.1997, σ. 3.

(24)  Υποθέσεις C 38/2005, Biria, ΕΕ L 183 της 13.7.2007, σ. 27· C 38/2007, Arbel Fauvet Rail SA, ΕΕ L 238 της 5.9.2008, σ. 27· C 95/2001, Siderurgica Añon, ΕΕ L 311 της 26.11.2005, σ. 22· C 20/2000, Sniace, ΕΕ L 108 της 30.4.2003, σ. 35.

(25)  Απόφαση του Πρωτοδικείου (δεύτερο πενταμελές τμήμα) της 15ης Σεπτεμβρίου 1998. — BP Chemicals Limited κατά Επιτροπής, υπόθεση T-11/95, Συλλογή [1998] σ. II-3235, παράγραφος 170 επ.

(26)  Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν επικαλέστηκε το άρθρο 86 παράγραφος 2 της συνθήκης για να δικαιολογήσει το συμβιβάσιμο τυχόν ενίσχυσης προς τη Royal Mail στο πλαίσιο του συνταξιοδοτικού μέτρου.

(27)  ΕΕ C 244 της 1.10.2004, σ. 2.

(28)  ΕΕ L 49 της 22.2.2005 σ. 9.

(29)  ΕΕ L 63 της 7.3.2008, σ. 16.

(30)  Βλέπε παράγραφο 170 της απόφασης στην υπόθεση La Poste.


14.8.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/36


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 23ης Ιουλίου 2009

για την τροποποίηση της απόφασης 2008/458/ΕΚ για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής της απόφασης αριθ. 575/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επιστροφής, για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών», όσον αφορά τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου των κρατών μελών, τους κανόνες για τη διοικητική και χρηματοοικονομική διαχείριση και την επιλεξιμότητα των δαπανών για έργα που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 5453]

(Τα κείμενα στη βουλγαρική, τσεχική, ολλανδική, αγγλική, εσθονική, φινλανδική, γαλλική, γερμανική, ελληνική, ουγγρική, ιταλική, λετονική, λιθουανική, μαλτέζικη, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, ισπανική και σουηδική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(2009/614/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την απόφαση αριθ. 575/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Μαΐου 2007, σχετικά με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επιστροφής, για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρος του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών» (1), και ιδίως το άρθρο 23 και το άρθρο 35 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Υπό το πρίσμα της πείρας που αποκτήθηκε μετά την έναρξη λειτουργίας του Ταμείου, είναι σκόπιμο να παραταθεί η περίοδος επιλεξιμότητας των ετήσιων προγραμμάτων για να μπορέσουν τα κράτη μέλη να κάνουν χρήση του Ταμείου κατά τρόπο αποτελεσματικό και να προσαρμόσουν την προθεσμία για την υποβολή της τελικής έκθεσης για την υλοποίηση του ετήσιου προγράμματος.

(2)

Είναι επίσης σκόπιμο να προσαρμοστεί η διαδικασία για την υποβολή των αναθεωρημένων ετήσιων προγραμμάτων από τα κράτη μέλη.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ηνωμένο Βασίλειο δεσμεύεται από τη βασική πράξη και, ως αποτέλεσμα, από την παρούσα απόφαση.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ιρλανδία δεσμεύεται από τη βασική πράξη και, ως αποτέλεσμα, από την παρούσα απόφαση.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν δεσμεύεται από την παρούσα απόφαση ούτε υπόκειται στην εφαρμογή της.

(6)

Τα μέτρα που ορίζει η παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της κοινής επιτροπής «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών»,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2008/458/ΕΚ της Επιτροπής (2) τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 23 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«1.   Για την αναθεώρηση του ετήσιου προγράμματος που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 5 της βασικής πράξης, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή αναθεωρημένο σχέδιο ετήσιου προγράμματος το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη της περιόδου επιλεξιμότητας. Η Επιτροπή εξετάζει και, το ταχύτερο δυνατό, εγκρίνει το αναθεωρημένο πρόγραμμα σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 21 παράγραφος 5 της βασικής πράξης.».

2.

Στο παράρτημα V τμήμα A σημείο 4.1, η φράση «Κατάλογος όλων των ανακτήσεων που εκκρεμούν στις 30 Ιουνίου του έτους Ν + 2 (Ν = έτος του ετήσιου προγράμματος)» αντικαθίσταται από τη φράση «Κατάλογος όλων των ανακτήσεων που εκκρεμούν έξι μήνες μετά την προθεσμία επιλεξιμότητας για τη δαπάνη».

3.

Το παράρτημα XI σημείο Ι.4.1 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«1.

Οι δαπάνες που συνδέονται με ένα έργο και οι αντίστοιχες πληρωμές (πλην των αποσβέσεων) πρέπει να προκύψουν και να πραγματοποιηθούν μετά από την 1η Ιανουαρίου του έτους που αναφέρεται στην απόφαση χρηματοδότησης με την οποία εγκρίνονται τα ετήσια προγράμματα των κρατών μελών. Η περίοδος επιλεξιμότητας λήγει στις 30 Ιουνίου του έτους N (3) + 2, και συνεπώς οι σχετικές με έργο δαπάνες πρέπει να προκύψουν πριν από την ημερομηνία αυτή.

4.

Το παράρτημα XI σημείο V.3 αντικαθίσταται από τα ακόλουθα:

«3.

Οι δραστηριότητες που συνδέονται με την τεχνική βοήθεια πρέπει να εκτελούνται και οι αντίστοιχες πληρωμές να καταβάλλονται μετά από την 1η Ιανουαρίου του έτους που αναφέρεται στην απόφαση χρηματοδότησης με την οποία εγκρίνονται τα ετήσια προγράμματα των κρατών μελών. Η περίοδος επιλεξιμότητας διαρκεί το αργότερο έως την προθεσμία για την υποβολή της τελικής έκθεσης για την υλοποίηση του ετήσιου προγράμματος.».

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται σε όλα τα ετήσια προγράμματα για τα οποία η καταβολή του υπολοίπου δεν έχει πραγματοποιηθεί την ημερομηνία της έκδοσής της.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο του Βελγίου, στη Δημοκρατία της Βουλγαρίας, στην Τσεχική Δημοκρατία, στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, στη Δημοκρατία της Εσθονίας, στην Ιρλανδία, στην Ελληνική Δημοκρατία, στο Βασίλειο της Ισπανίας, στη Γαλλική Δημοκρατία, στην Ιταλική Δημοκρατία, στην Κυπριακή Δημοκρατία, στη Δημοκρατία της Λετονίας, στη Δημοκρατία της Λιθουανίας, στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, στη Δημοκρατία της Ουγγαρίας, στη Δημοκρατία της Μάλτας, στο Βασίλειο των Κάτω Χωρών, στη Δημοκρατία της Αυστρίας, στη Δημοκρατία της Πολωνίας, στην Πορτογαλική Δημοκρατία, στη Ρουμανία, στη Δημοκρατία της Σλοβενίας, στη Σλοβακική Δημοκρατία, στη Δημοκρατία της Φινλανδίας, στο Βασίλειο της Σουηδίας, και στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας.

Βρυξέλλες, 23 Ιουλίου 2009.

Για την Επιτροπή

Jacques BARROT

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 144 της 6.6.2007, σ. 45.

(2)  ΕΕ L 167 της 27.6.2008, σ. 135.

(3)  Όπου “Ν” το έτος που αναφέρεται στην απόφαση χρηματοδότησης με την οποία εγκρίνονται τα ετήσια προγράμματα των κρατών μελών.».


III Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ V ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

14.8.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 210/38


ΚΟΙΝΉ ΘΈΣΗ 2009/615/ΚΕΠΠΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 13ης Αυγούστου 2009

για την τροποποίηση της κοινής θέσης 2006/318/ΚΕΠΠΑ για την ανανέωση των περιοριστικών μέτρων κατά της Βιρμανίας/Μιανμάρ

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 15,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στις 27 Απριλίου 2006, το Συμβούλιο υιοθέτησε την κοινή θέση 2006/318/ΚΕΠΠΑ για την ανανέωση των περιοριστικών μέτρων κατά της Βιρμανίας/Μιανμάρ (1).

(2)

Η κοινή θέση 2009/351/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου (2), της 27ης Απριλίου 2009, παρέτεινε μέχρι τις 30 Απριλίου 2010 τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν με την κοινή θέση 2006/318/ΚΕΠΠΑ.

(3)

Στις 11 Αυγούστου 2009, η Ευρωπαϊκή Ένωση έκρινε καταδικαστέα την ετυμηγορία κατά της Daw Aung San Suu Kyi και ανήγγειλε ότι θα αντιδράσει με πρόσθετα στοχοθετημένα περιοριστικά μέτρα.

(4)

Λόγω της σοβαρότητας της παραβίασης των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Daw Aung San Suu Kyi, το Συμβούλιο θεωρεί σκόπιμο να συμπεριλάβει τα μέλη του δικαστηρίου που ευθύνεται για την ετυμηγορία στον κατάλογο των προσώπων και οντοτήτων για τα οποία ισχύει ταξιδιωτική απαγόρευση και δέσμευση περιουσιακών στοιχείων και τα οποία κατονομάζονται στο παράρτημα ΙΙ της κοινής θέσης 2006/318/ΚΕΠΠΑ.

(5)

Επιπλέον, το Συμβούλιο κρίνει απαραίτητο να τροποποιήσει τους καταλόγους προσώπων και οντοτήτων που υπόκεινται σε περιοριστικά μέτρα προκειμένου να επεκτείνει τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων και στις επιχειρήσεις που τελούν υπό την κατοχή ή τον έλεγχο του καθεστώτος της Βιρμανίας/Μιανμάρ ή προσώπων ή οντοτήτων που συνδέονται με το καθεστώς,

ΥΙΟΘΕΤΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ:

Άρθρο 1

Τα παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ της κοινής θέσης 2006/318/ΚΕΠΠΑ αντικαθίστανται από τα κείμενα των παραρτημάτων Ι και ΙΙ της παρούσας κοινής θέσης.

Άρθρο 2

Η παρούσα κοινή θέση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία υιοθέτησής της.

Άρθρο 3

Η παρούσα κοινή θέση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 13 Αυγούστου 2009.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

C. BILDT


(1)  ΕΕ L 116 της 29.4.2006, σ. 77.

(2)  ΕΕ L 108 της 29.4.2009, σ. 54.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

Κατάλογος που αναφέρεται στα άρθρα 4, 5 και 8

Σημειώσεις πινάκων:

1.

Τα προσωνύμια ή οι διαφορές στη γραφή σημειώνονται με “άλλως”.

2.

D.o.b. αποδίδεται ως “ημερ. γεν.”.

3.

P.o.b. αποδίδεται ως “τόπος γεν.”.

4.

Όλα τα διαβατήρια και οι ταυτότητες είναι της Βιρμανίας/Μυανμάρ, εκτός εάν αναφέρεται άλλως.

A.   ΚΡΑΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (SPDC)

#

Όνομα (ονοματεπώνυμο, ενδεχ. προσωνύμια)

Αναγνωριστικά στοιχεία (αξίωμα/τίτλος, ημερομηνία και τόπος γεννήσεως, αριθμός διαβατηρίου/ταυτότητας, σύζυγος ή υιός/θυγατέρα)

Φύλο

(Α/Θ)

A1α

Αρχιστράτηγος Than Shwe

Πρόεδρος· ημερ. γεν. 2.2.1933

Α

A1β

Kyaing Kyaing

Σύζυγος του Αρχιστράτηγου Than Shwe

Θ

Α1γ

Thandar Shwe

Θυγατέρα του Αρχιστράτηγου Than Shwe

Θ

Α1δ

Ταγματάρχης Zaw Phyo Win

Σύζυγος της Thandar Shwe

Αναπληρωτής Διευθυντής Τμήματος Εξαγωγών, Υπουργείο Εμπορίου

Α

Α1ε

Khin Pyone Shwe

Θυγατέρα του Αρχιστράτηγου Than Shwe

Θ

Α1στ

Aye Aye Thit Shwe

Θυγατέρα του Αρχιστράτηγου Than Shwe

Θ

Α1ζ

Tun Naing Shwe άλλως Tun Tun Naing

Υιός του Αρχιστράτηγου Than Shwe.

Ιδιοκτήτης της Εταιρίας J and J

Α

Α1η

Khin Thanda

Σύζυγος του Tun Naing Shwe

Θ

Α1θ

Kyaing San Shwe

Υιός του Αρχιστράτηγου Than Shwe, Ιδιοκτήτης της J's Donuts

Α

Α1ι

Δρ. Khin Win Sein

Σύζυγος του Kyaing San Shwe

Θ

A1ια

Thant Zaw Shwe άλλως Maung Maung

Υιός του Αρχιστράτηγου Than Shwe

Α

A1ιβ

Dewar Shwe

Θυγατέρα του Αρχιστράτηγου Than Shwe

Θ

A1ιγ

Kyi Kyi Shwe άλλως Ma Aw

Θυγατέρα του Αρχιστράτηγου Than Shwe

Θ

Α1ιδ

Αντισυνταγματάρχης Nay Soe Maung

Σύζυγος της Kyi Kyi Shwe

Α

Α1ιε

Pho La Pyae άλλως Nay Shwe Thway Aung

Υιός της Kyi Kyi Shwe και του Nay Soe Maung

Α

A2α

Αναπληρωτής Αρχιστράτηγος Maung Aye

Αντιπρόεδρος· ημερ. γεν. 25.12.1937

Α

A2β

Mya Mya San

Σύζυγος του Αναπληρωτή Αρχιστράτηγου Maung Aye

Θ

A2γ

Nandar Aye

Θυγατέρα του Αναπληρωτή Αρχιστράτηγου Maung Aye, σύζυγος του Ταγματάρχη Pye Aung (Δ17ζ). Ιδιοκτήτρια της Queen Star Computer Co.

Θ

A3α

Στρατηγός Thura Shwe Mann

Αρχηγός του Επιτελείου, Συντονιστής Ειδικών Επιχειρήσεων (ξηράς, ναυτικού και αεροπορίας) ημερ. γεν. 11.7.1947

Α

A3β

Khin Lay Thet

Σύζυγος του Στρατηγού Thura Shwe Mann ημερ. γεν. 19.6.1947

Θ

A3γ

Aung Thet Mann άλλως Shwe Mann Ko Ko

Υιός του Στρατηγού Thura Shwe Mann, Ayeya Shwe War (Wah) Company ημερ. γεν. 19.6.1977

Α

A3δ

Khin Hnin Thandar

Σύζυγος του Aung Thet Mann

Θ

A3ε

Toe Naing Mann

Υιός του Στρατηγoύ Thura Shwe Mann, ημερ. γεν. 29.6.1978

Α

A3στ

Zay Zin Latt

Σύζυγος του Toe Naing Mann, θυγατέρα του Khin Shwe (I5α) ημερ.γεν. 24.3.1981

Θ

A4α

Αντιστράτηγος Thein Sein

“Πρωθυπουργός”, ημερ. γεν. 20.4.1945

Α

A4β

Khin Khin Win

Σύζυγος του Αντιστράτηγου Thein Sein

Θ

A5α

Στρατηγός (Thiha Thura) Tin Aung Myint Oo

(Thiha Thura είναι τίτλος) “Πρώτος γραμματέας”, ημερ. γεν. 29.5.1950, Πρόεδρος του Ολυμπιακού Συμβουλίου της Μυανμάρ και Πρόεδρος της Myanmar Economic Corporation

Α

A5β

Khin Saw Hnin

Σύζυγος του Αντιστράτηγου Thiha Thura Tin Aung Myint Oo

Θ

Α5γ

Λοχαγός Naing Lin Oo

Υιός του Αντιστράτηγου Thiha Thura Tin Aung Myint Oo

Α

Α5δ

Hnin Yee Mon

Σύζυγος του Λοχαγού Naing Lin Oo

Θ

A6α

Υποστράτηγος Min Aung Hlaing

Προϊστάμενος Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων 2 (Πολιτείες Kayah, Shan). Από 23.6.2008. (Πρώην Β12α)

Α

A6β

Kyu Kyu Hla

Σύζυγος του Υποστράτηγου Min Aung Hlaing

Θ

A7α

Αντιστράτηγος Tin Aye

Προϊστάμενος Στρατιωτικών Προμηθειών, Αρχηγός του UMEH

Α

A7β

Kyi Kyi Ohn

Σύζυγος του Αντιστράτηγου Tin Aye

Θ

A7γ

Zaw Min Aye

Υιός του Αντιστράτηγου Tin Aye

Α

A8α

Αντιστράτηγος Ohn Myint

Προϊστάμενος Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων 1 (Kachin, Chin, Sagaing, Magwe, Mandalay). Από 23.6.2008. (Πρώην Β9α)

Α

A8β

Nu Nu Swe

Σύζυγος του Αντιστράτηγου Ohn Myint

Θ

A8γ

Kyaw Thiha άλλως Kyaw Thura

Υιός του Αντιστράτηγου Ohn Myint

Α

A8δ

Nwe Ei Ei Zin

Σύζυγος του Kyaw Thiha

Θ

A9α

Υποστράτηγος Hla Htay Win

Προϊστάμενος εκπαιδεύσεως των Ενόπλων Δυνάμεων. Από 23.6.2008. (Πρώην Β1α). Ιδιοκτήτης της Htay Co. (υλοτομία και ξυλεία)

Α

A9β

Mar Mar Wai

Σύζυγος του Υποστράτηγου Hla Htay Win

Θ

A10α

Υποστράτηγος Κο Κο

Προϊστάμενος Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων 3 (Pegu, Irrawaddy, Arakan). Από 23.6.2008. (Πρώην Β10α).

Α

A10β

Sao Nwan Khun Sum

Σύζυγος του Υποστράτηγου Κο Κο

Θ

A11α

Υποστράτηγος Thar Aye άλλως Tha Aye

Προϊστάμενος Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων 4 (Karen, Mon, Tenasserim), ημερ. γεν. 16.2.1945

Α

A11β

Wai Wai Khaing άλλως Wei Wei Khaing

Σύζυγος του Υποστράτηγου Thar Aye

Θ

A11γ

See Thu Aye

Υιός του Υποστράτηγου Thar Aye

Α

A12α

Αντιστράτηγος Myint Swe

Προϊστάμενος Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων 5 (Naypyidaw, Rangoon/Yangon)

Α

A12β

Khin Thet Htay

Σύζυγος του Αντιστράτηγου Myint Swe

Θ

Α13α

Arnt Maung

Πρώην Γενικός Διευθυντής, Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων

Α


B.   ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΙ ΔΙΟΙΚΗΤΕΣ

#

Όνομα

Αναγνωριστικά στοιχεία (συμπ. περιφέρειας διοίκησης)

Φύλο

(Α/Θ)

B1α

Ταξίαρχος Win Myint

Rangoon (Yangon)

Α

B1β

Kyin Myaing

Σύζυγος του Ταξίαρχου Win Myint

Θ

B2α

Ταξίαρχος Yar (Ya) Pyae (Pye) (Pyrit)

Ανατολικά (Πολιτεία του Shan (Νότος)), (Πρώην Ζ23α)

Α

B2β

Thinzar Win Sein

Σύζυγος του Ταξίαρχου Yar (Ya) Pyae (Pye) (Pyrit)

Θ

B3α

Ταξίαρχος Myint Soe

Βορειοδυτικά (Διοίκηση Sagaing) και Περιφερειακός Υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου

Α

B4α

Ταξίαρχος Khin Zaw Oo

Παράκτια (Διοίκηση Tanintharyi), ημερ. γεν. 24.6.1951

Α

B5α

Ταξίαρχος Aung Than Htut

Βορειοανατολικά (Πολιτεία Shan (Βορράς))

Α

B5β

Daw Cherry

Σύζυγος του Ταξίαρχου Aung Than Htut

Θ

B6α

Ταξίαρχος Tin Ngwe

Κέντρο (Διοίκηση Mandalay)

Α

B6β

Khin Thida

Σύζυγος του Ταξίαρχου Tin Ngwe

Θ

B7α

Υποστράτηγος Thaung Aye

Δυτικά (Πολιτεία Rakhine). (Πρώην Β2α)

Α

Β7β

Thin Myo Myo Aung

Σύζυγος του Υποστράτηγου Thaung Aye

Θ

B8α

Ταξίαρχος Kyaw Swe

Νοτιοδυτικά (Διοίκηση Irrawaddy) και Περιφερειακός Υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου

Α

B8β

Win Win Maw

Σύζυγος του Ταξίαρχου Kyaw Swe

Θ

B9α

Υποστράτηγος Soe Win

Βορράς (Πολιτεία Kachin)

Α

B9β

Than Than Nwe

Σύζυγος του Υποστράτηγου Soe Win

Θ

B10α

Υποστράτηγος Hla Min

Νότος (Διοίκηση Bago)

Α

B11α

Ταξίαρχος Thet Naing Win

Νοτιοανατολικά (Πολιτεία Mon)

Α

B12α

Υποστράτηγος Kyaw Phyo

Τρίγωνο (Πολιτεία του Shan (Ανατολή))

Α

B13α

Υποστράτηγος Wai Lwin

Naypyidaw

Α

B13β

Swe Swe Oo

Σύζυγος του Υποστράτηγου Wai Lwin

Θ

Β13γ

Wai Phyo Aung

Υιός του Υποστράτηγου Wai Lwin

Α

Β13δ

Oanmar (Ohnmar) Kyaw Tun

Σύζυγος του Wai Phyo Aung

Θ

B13ε

Wai Phyo

Υιός του Υποστράτηγου Wai Lwin

Α

B13στ

Lwin Yamin

Θυγατέρα του Υποστράτηγου Wai Lwin

Θ


Γ.   ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΙ ΔΙΟΙΚΗΤΕΣ

#

Όνομα

Αναγνωριστικά στοιχεία (συμπ. περιφέρειας διοίκησης)

Φύλο

(Α/Θ)

Γ1α

Ταξίαρχος Kyaw Kyaw Tun

Rangoon (Yangon)

Α

Γ1β

Khin May Latt

Σύζυγος του Ταξίαρχου Kyaw Kyaw Tun

Θ

Γ2α

Ταξίαρχος Than Htut Aung

Κέντρο

Α

Γ2β

Moe Moe Nwe

Σύζυγος του Ταξίαρχου Than Htut Aung

Θ

Γ3α

Ταξίαρχος Tin Maung Ohn

Βορειοδυτικά

Α

Γ4α

Ταξίαρχος San Tun

Βόρεια, ημερ. γεν. 2.3.1951, Rangoon/Yangon

Α

Γ4β

Tin Sein

Σύζυγος του Ταξίαρχου San Tun ημερ. γεν. 27.9.1950, Rangoon/Yangon

Θ

Γ4γ

Ma Khin Ei Ei Tun

Θυγατέρα του Ταξίαρχου San Tun, ημερ. γεν. 16.9.1979, Διευθύντρια της Ar Let Yone Co. Ltd

Θ

Γ4δ

Min Thant

Υιός του Ταξίαρχου San Tun, ημερ. γεν. 11.11.1982, Rangoon/Yangon, Διευθυντής της Ar Let Yone Co. Ltd

Α

Γ4ε

Khin Mi Mi Tun

Θυγατέρα του Ταξίαρχου San Tun, ημερ. γεν. 25.10.1984, Rangoon/Yangon, Διευθύντρια της Ar Let Yone Co. Ltd

Θ

Γ5α

Ταξίαρχος Hla Myint

Βορειοανατολικά

Α

Γ5β

Su Su Hlaing

Σύζυγος του Ταξίαρχου Hla Myint

Θ

Γ6α

Ταξίαρχος Wai Lin

Τρίγωνο

Α

Γ7α

Ταξίαρχος Win Myint

Ανατολικά

Α

Γ8α

Ταξίαρχος Zaw Min

Νοτιοανατολικά

Α

Γ8β

Nyunt Nyunt Wai

Σύζυγος του Ταξίαρχου Zaw Min

Θ

Γ9α

Ταξίαρχος Hone Ngaing άλλως Hon Ngai

Παράκτια

Α

Γ10α

Ταξίαρχος Thura Maung Ni

Νότια

Α

Γ10β

Nan Myint Sein

Σύζυγος του Ταξίαρχου Thura Maung Ni

Θ

Γ11α

Ταξίαρχος Tint Swe

Νοτιοδυτικά

Α

Γ11β

Khin Thaung

Σύζυγος του Ταξίαρχου Tint Swe

Θ

Γ11γ

Ye Min άλλως Ye Kyaw Swar Swe

Υιός του Ταξίαρχου Tint Swe

Α

Γ11δ

Su Mon Swe

Σύζυγος του Ye Min

Θ

Γ12α

Ταξίαρχος Tin Hlaing

Δυτικά

Α

Γ12β

Hla Than Htay

Σύζυγος του Ταξίαρχου Tin Hlaing

Θ


Δ.   ΥΠΟΥΡΓΟΙ

#

Όνομα

Αναγνωριστικά στοιχεία (συμπ. περιφέρειας διοίκησης)

Φύλο

(Α/Θ)

Δ1α

Υποστράτηγος Htay Oo

Γεωργίας και Αρδεύσεων από 18.9.2004 (πρώην Συνεταιρισμών από 25.8.2003), Γενικός Γραμματέας USDA

Α

Δ1β

Ni Ni Win

Σύζυγος του Υποστράτηγου Htay Oo

Θ

Δ1γ

Thein Zaw Nyo

Εύελπις. Υιός του Υποστράτηγου Htay Oo

Α

Δ2α

Ταξίαρχος Tin Naing Thein

Εμπορίου (από 18.9.2004), πρώην Αναπλ. Υπουργός Δασών, ημερ. γεν. 1955

Α

Δ2β

Aye Aye

Σύζυγος του Ταξίαρχου Tin Naing Thein

Θ

Δ3α

Υποστράτηγος Khin Maung Myint

Δημόσιων Έργων, επίσης Υπουργός Ηλεκτρικής Ενέργειας 2

Α

Δ4α

Υποστράτηγος Tin Htut

Συνεταιρισμών (από 15.5.2006)

Α

Δ4β

Tin Tin Nyunt

Σύζυγος του Υποστράτηγου Tin Htut

Θ

Δ5α

Υποστράτηγος Khin Aung Myint

Πολιτισμού από 15.5.2006

Α

Δ5β

Khin Phyone

Σύζυγος του Υποστράτηγου Khin Aung Myint

Θ

Δ6α

Δρ. Chan Nyein

Παιδείας (από 10.8.2005), πρώην αναπληρωτής Υπουργός Επιστήμης και Τεχνολογίας, Μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της USDA, ημερ. γεν. 1944

Α

Δ6β

Sandar Aung

Σύζυγος του Δρος Chan Nyein

Θ

Δ7α

Συνταγματάρχης Zaw Min

Ηλεκτρικής Ενεργείας (1) (από 15.5.2006), ημερ. γεν. 10.1.1949

Α

Δ7β

Khin Mi Mi

Σύζυγος του Συνταγματάρχη Zaw Min

Θ

Δ8α

Ταξίαρχος Lun Thi

Ενέργειας (από 20.12.1997), ημερ. γεν. 18.7.1940

Α

Δ8β

Khin Mar Aye

Σύζυγος του Ταξίαρχου Lun Thi

Θ

Δ8γ

Mya Sein Aye

Θυγατέρα του Ταξίαρχου Lun Thi

Θ

Δ8δ

Zin Maung Lun

Υιός του Ταξίαρχου Lun Thi

Α

Δ8ε

Zar Chi Ko

Σύζυγος του Zin Maung Lun

Θ

Δ9α

Υποστράτηγος Hla Tun

Οικονομίας και Οικονομικών (από 1.2.2003), ημερ. γεν. 11.7.1951

Α

Δ9β

Khin Than Win

Σύζυγος του Υποστράτηγου Hla Tun

Θ

Δ10α

Nyan Win

Εξωτερικών από 18.9.2004, πρώην Υπαρχηγός Εκπαίδευσης Ενόπλων Δυνάμεων, ημ. γεν. 22.1.1953

Α

Δ10β

Myint Myint Soe

Σύζυγος του Nyan Win, ημερ. γεν. 15.1.1953

Θ

Δ11α

Ταξίαρχος Thein Aung

Δασών (από 25.8.2003)

Α

Δ11β

Khin Htay Myint

Σύζυγος του Ταξίαρχου Thein Aung

Θ

Δ12α

Καθηγ. Δρ. Kyaw Myint

Υγείας (από 1.2.2003), έτος γεν. 1940

Α

Δ12β

Nilar Thaw

Σύζυγος του Καθ. Δρος Kyaw Myint

Θ

Δ13α

Υποστράτηγος Maung Oo

Εσωτερικών (από 05.11.2004), και Υπουργός Μετανάστευσης και Πληθυσμού από τον Φεβρουάριο του 2009, έτος γεν. 1952

Α

Δ13β

Nyunt Nyunt Oo

Σύζυγος του Υποστράτηγου Maung Oo

Θ

Δ14α

Υποστράτηγος Maung Maung Swe

Κοινωνικής Πρόνοιας, Μέριμνας και Επανεγκατάστασης (από 15.5.2006)

Α

Δ14β

Tin Tin Nwe

Σύζυγος του Υποστράτηγου Maung Maung Swe

Θ

Δ14γ

Ei Thet Thet Swe

Θυγατέρα του Υποστράτηγου Maung Maung Swe

Θ

Δ14δ

Kaung Kyuaw Swe

Υιός του Υποστράτηγου Maung Maung Swe

Α

Δ15α

Aung Thaung

Βιομηχανίας 1 (από 15.11.97)

Α

Δ15β

Khin Khin Yi

Σύζυγος του Aung Thaung

Θ

Δ15γ

Ταγματάρχης Moe Aung

Υιός του Aung Thaung

Α

Δ15δ

Δρ. Aye Khaing Nyunt

Σύζυγος του Ταγματάρχη Moe Aung

Θ

Δ15ε

Nay Aung

Υιός του Aung Thaung, επιχειρηματίας, Διευθύνων Σύμβουλος της Aung Yee Phyoe Co. Ltd και Διευθυντής της IGE Co.Ltd

Α

Δ15στ

Khin Moe Nyunt

Σύζυγος του Nay Aung

Θ

Δ15ζ

Ταγματάρχης Pyi Aung άλλως Pye Aung

Υιός του Aung Thaung (σύζυγος της Α2γ). Διευθυντής της IGE Co.Ltd

Α

Δ15η

Khin Ngu Yi Phyo

Θυγατέρα του Aung Thaung

Θ

Δ15θ

Δρ. Thu Nanda Aung

Θυγατέρα του Aung Thaung

Θ

Δ15ι

Aye Myat Po Aung

Θυγατέρα του Aung Thaung

Θ

Δ16α

Αντιναύαρχος Soe Thein

Βιομηχανίας 2 (από τον Ιούνιο του 2008). (Πρώην Ζ38α)

Α

Δ16β

Khin Aye Kyin

Σύζυγος του Αντιναύαρχου Soe Thein

Θ

Δ16γ

Yimon Aye

Θυγατέρα του Αντιναύαρχου Soe Thein, ημερ. γεν. 12.7.1980

Θ

Δ16δ

Aye Chan

Υιός του Αντιναύαρχου Soe Thein, ημερ. γεν. 23.9.1973

Α

Δ16ε

Thida Aye

Θυγατέρα του Αντιναύαρχου Soe Thein, ημερ. γεν. 23.3.1979

Θ

Δ17α

Ταξίαρχος Kyaw Hsan

Ενημέρωσης (από 13.9.2002)

Α

Δ17β

Kyi Kyi Win

Σύζυγος του Ταξίαρχου Kyaw Hsan, Προϊσταμένη του Τμήματος Ενημέρωσης της Ομοσπονδίας Γυναικείων Υποθέσεων της Μυανμάρ

Θ

Δ18α

Ταξίαρχος Maung Maung Thein

Κτηνοτροφίας και Αλιείας

Α

Δ18β

Myint Myint Aye

Σύζυγος του Ταξίαρχου Maung Maung Thein

Θ

Δ18γ

Min Thein άλλως Ko Pauk

Υιός του Ταξίαρχου Maung Maung Thein

Α

Δ19α

Ταξίαρχος Ohn Myint

Ορυχείων (από 15.11.1997)

Α

Δ19β

San San

Σύζυγος του Ταξίαρχου Ohn Myint

Θ

Δ19γ

Thet Naing Oo

Υιός του Ταξίαρχου Ohn Myint

Α

Δ19δ

Min Thet Oo

Υιός του Ταξίαρχου Ohn Myint

Α

Δ20α

Soe Tha

Εθνικού Προγραμματισμού και Οικονομικής Ανάπτυξης (από 20.12.1997), ημερ. γεν. 7.11.1944

Α

Δ20β

Kyu Kyu Win

Σύζυγος του Soe Tha, ημερ. γεν. 5.10.1980

Θ

Δ20γ

Kyaw Myat Soe

Υιός του Soe Tha, ημερ. γεν. 14.2.1973

Α

Δ20δ

Wei Wei Lay

Σύζυγος του Kyaw Myat Soe, ημερ. γεν. 12.9.1878

Θ

Δ20ε

Aung Soe Tha

Υιός του Soe Tha, ημερ. γεν. 5.10.1983

Α

Δ20στ

Myat Myitzu Soe

Θυγατέρα του Soe Tha, ημερ. γεν. 14.2.1973

Θ

Δ20ζ

San Thida Soe

Θυγατέρα του Soe Tha, ημερ. γεν. 12.9.1978

Θ

Δ20η

Phone Myat Soe

Υιός του Soe Tha, ημερ. γεν. 3.3.1983

Α

Δ21α

Συνταγματάρχης Thein Nyunt

Προόδου παραμεθόριων περιοχών και Εθνικών φυλών και Ανάπτυξης, (από 15.11.1997), Δήμαρχος του Naypyidaw

Α

Δ21β

Kyin Khaing (Khine)

Σύζυγος του Συνταγματάρχη Thein Nyunt

Θ

Δ22α

Υποστράτηγος Aung Min

Σιδηροδρόμων (από 1.2.2003)

Α

Δ22β

Wai Wai Thar άλλως Wai Wai Tha

Σύζυγος του Υποστράτηγου Aung Min

Θ

Δ22γ

Aye Min Aung

Θυγατέρα του Υποστράτηγου Aung Min

Θ

Δ22δ

Htoo Char Aung

Υιός του Υποστράτηγου Aung Min

Α

Δ23α

Ταξίαρχος Thura Myint Maung

Θρησκευμάτων (από 25.8.2003)

Α

Δ23β

Aung Kyaw Soe

Υιός του Ταξίαρχου Thura Myint Maung

Α

Δ23γ

Su Su Sandi

Σύζυγος του Aung Kyaw Soe

Θ

Δ23δ

Zin Myint Maung

Θυγατέρα του Ταξίαρχου Thura Myint Maung

Θ

Δ24α

Thaung

Επιστήμης και Τεχνολογίας (από 11.98), ημερ. γεν. 6.7.1937

Α

Δ24β

May Kyi Sein

Σύζυγος του Thaung

Θ

Δ24γ

Aung Kyi

Υιός του Thaung, ημερ. γεν. 1971

Α

Δ25α

Ταξίαρχος Thura Aye Myint

Αθλητισμού (από 29.10.1999)

Α

Δ25β

Aye Aye

Σύζυγος του Ταξίαρχου Thura Aye Myint

Θ

Δ25γ

Nay Linn

Υιός του Ταξίαρχου Thura Aye Myint

Α

Δ26α

Ταξίαρχος Thein Zaw

Υπουργός Τηλεπικοινωνιών, Ταχυδρομείων και Τηλεγραφείων (από 10.5.2001)

Α

Δ26β

Mu Mu Win

Σύζυγος του Ταξίαρχου Thein Zaw

Θ

Δ27α

Υποστράτηγος Thein Swe

Μεταφορών από 18.9.2004 (πρώην παρά τω Πρωθυπουργώ από 25.8.2003)

Α

Δ27β

Mya Theingi

Σύζυγος του Υποστράτηγου Thein Swe

Θ

Δ28α

Υποστράτηγος Soe Naing

Υπουργός Ξενοδοχείων και Τουρισμού (από 15.5.2006)

Α

Δ28β

Tin Tin Latt

Σύζυγος του Υποστράτηγου Soe Naing

Θ

Δ28γ

Wut Yi Oo

Θυγατέρα του Υποστράτηγου Soe Naing

Θ

Δ28δ

Λοχαγός Htun Zaw Win

Σύζυγος της Wut Yi Oo

Α

Δ28ε

Yin Thu Aye

Θυγατέρα του Υποστράτηγου Soe Naing

Θ

Δ28στ

Yi Phone Zaw

Υιός του Υποστράτηγου Soe Naing

Α

Δ29α

Υποστράτηγος Khin Maung Myint

Ηλεκτρικής Ενέργειας (2) (νέο Υπουργείο) (από 15.5.2006)

Α

Δ29β

Win Win Nu

Σύζυγος του Υποστράτηγου Khin Maung Myint

Θ

Δ30α

Aung Kyi

Απασχόλησης/Εργασίας (διορίστηκε υπουργός των σχέσεων στις 8.10.2007, αρμόδιος για τις σχέσεις με την Aung San Suu Kyi)

Α

Δ30β

Thet Thet Swe

Σύζυγος του Aung Kyi

Θ

Δ31α

Kyaw Thu

Πρόεδρος της Επιτροπής Επιλογής και Κατάρτισης Δημοσίων Υπαλλήλων, ημερ. γεν. 15.8.1949

Α

Δ31β

Lei Lei Kyi

Σύζυγος του Kyaw Thu

Θ


Ε.   ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΕΣ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

#

Όνομα

Αναγνωριστικά στοιχεία (συμπ. Υπουργείου)

Φύλο

(Α/Θ)

E1α

Ohn Myint

Γεωργίας και Αρδεύσεων (από 15.11.1997)

Α

E1β

Thet War

Σύζυγος του Ohn Myint

Θ

E2α

Ταξίαρχος Aung Tun

Εμπορίου (από 13.9.2003)

Α

E3α

Ταξίαρχος Myint Thein

Δημόσιων Έργων (από 5.1.2000)

Α

E3β

Mya Than

Σύζυγος του Ταξίαρχου Myint Thein

Θ

E4α

U Tint Swe

Δημόσιων Έργων (από 7.5.1998)

Α

E5α

Υποστράτηγος Aye Myint

Άμυνας (από 15.5.2006)

Α

E6α

Ταξίαρχος Aung Myo Min

Παιδείας (από 19.11.2003)

Α

E6β

Thazin Nwe

Σύζυγος του Ταξίαρχου Aung Myo Min

Θ

E6γ

Si Thun Aung

Υιός του Ταξίαρχου Aung Myo Min

Α

E7α

Myo Myint

Ηλεκτρικής Ενέργειας 1 (από 29.10.99)

Α

E7β

Tin Tin Myint

Σύζυγος του Myo Myint

Θ

Ε7γ

Aung Khaing Moe

Υιός του Myo Myint, ημερ. γεν. 25.6.67 (πιστεύεται ότι βρίσκεται τώρα στο ΗΒ, προτού γίνει η σχετική καταχώρηση)

Α

E8α

Ταξίαρχος Than Htay

Ενέργειας (από 25.8.2003)

Α

E8β

Soe Wut Yi

Σύζυγος του Ταξίαρχου Than Htay

Θ

E9α

Συνταγματάρχης Hla Thein Swe

Οικονομίας και Οικονομικών (από 25.8.2003)

Α

E9β

Thida Win

Σύζυγος του Συνταγματάρχη Hla Thein Swe

Θ

E10α

Ταξίαρχος Win Myint

Ηλεκτρικής Ενέργειας (2)

Α

E10β

Daw Tin Ma Ma Than

Σύζυγος του Ταξίαρχου Win Myint

Θ

E11α

Maung Myint

Εξωτερικών (από 18.9.2004)

Α

E11β

Δρ. Khin Mya Win

Σύζυγος του Maung Myint

Θ

E12α

Καθ. Δρ. Mya Oo

Υγείας (από 16.11.97), ημερ. γεν. 25.1.1940

Α

E12β

Tin Tin Mya

Σύζυγος του Καθηγ. Δρος Mya Oo

Θ

E12γ

Δρ. Tun Tun Oo

Υιός του Καθηγ. Δρος Mya Oo· ημερ. γεν. 26.7.1965

Α

E12δ

Δρ. Mya Thuzar

Θυγατέρα του Καθηγ. Δρος Mya Oo· ημερ. γεν. 23.9.1971

Θ

E12ε

Mya Thidar

Θυγατέρα του Καθηγ. Δρος Mya Oo· ημερ. γεν. 10.6.1973

Θ

E12στ

Mya Nandar

Θυγατέρα του Καθηγ. Δρος Mya Oo· ημερ. γεν. 29.5.1976

Θ

E13α

Ταξίαρχος Phone Swe

Εσωτερικών (από 25.8.2003)

Α

E13β

San San Wai

Σύζυγος του Ταξίαρχου Phone Swe

Θ

E14α

Ταξίαρχος Aye Myint Kyu

Ξενοδοχείων και Τουρισμού (από 16.11.97)

Α

E14β

Khin Swe Myint

Σύζυγος του Ταξίαρχου Aye Myint Kyu

Θ

E15α

Ταξίαρχος Win Sein

Μετανάστευσης και Πληθυσμού (από το Νοέμβριο 2006)

Α

E15β

Wai Wai Linn

Σύζυγος του Ταξίαρχου Win Sein

Θ

E16α

Αντισυνταγματάρχης Khin Maung Kyaw

Βιομηχανίας 2 (από 5.1.2000)

Α

E16β

Mi Mi Wai

Σύζυγος του Αντισυνταγματάρχη Khin Maung Kyaw

Θ

E17α

Συνταγματάρχης Tin Ngwe

Προόδου παραμεθορίων περιοχών και εθνικών φυλών και ανάπτυξης (από 25.8.2003)

Α

E17β

Khin Mya Chit

Σύζυγος του Συνταγματάρχη Tin Ngwe

Θ

E18α

Thura Thaung Lwin

(Thura είναι τίτλος), Σιδηρ. Μεταφορές (από 16.11.1997)

Α

E18β

Δρ. Yi Yi Htwe

Σύζυγος του Thura Thaung Lwin

Θ

E19α

Ταξίαρχος Thura Aung Κο

(Thura είναι τίτλος), Θρησκευμάτων, USDA, μέλος της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής (από 17.11.1997)

Α

E19β

Myint Myint Yee άλλως Yi Yi Myint

Σύζυγος του Ταξίαρχου Thura Aung Ko

Θ

E20α

Kyaw Soe

Επιστήμης και Τεχνολογίας (από 15.11.2004)

Α

E21α

Συνταγματάρχης Thurein Zaw

Εθνικού Προγραμματισμού και Οικονομικής Ανάπτυξης (από 10.8.2005)

Α

E21β

Tin Ohn Myint

Σύζυγος Συνταγματάρχη Thurein Zaw

Θ

E22α

Ταξίαρχος Kyaw Myin

Κοινωνικής Πρόνοιας, Μέριμνας και Επανεγκατάστασης (από 25.8.2003)

Α

E22β

Khin Nwe Nwe

Σύζυγος του Ταξίαρχου Kyaw Myin

Θ

E23α

Pe Than

Σιδηροδρόμων (από 14.11.1998)

Α

E23β

Cho Cho Tun

Σύζυγος του Pe Than

Θ

E24α

Συνταγματάρχης Nyan Tun Aung

Μεταφορών (από 25.8.2003)

Α

E24β

Wai Wai

Σύζυγος του Συνταγματάρχη Nyan Tun Aung

Θ

E25α

Δρ Paing Soe

Υγείας (αναπληρωτής υπουργός β' από 15.5.2006)

Α

Ε25β

Khin Mar Swe

Σύζυγος του Δρος Paing Soe

Θ

Ε26α

Υποστράτηγος Thein Tun

Υφυπουργός ταχυδρομείων και τηλεπικοινωνιών

Α

Ε26β

Mya Mya Win

Σύζυγος του Thein Tun

Θ

Ε27α

Υποστράτηγος Kyaw Swa Khaing

Υφυπουργός Βιομηχανίας

Α

Ε27β

Khin Phyu Mar

Σύζυγος του Kyaw Swa Khaing

Θ

Ε28α

Υποστράτηγος Thein Htay

Υφυπουργός Άμυνας

Α

Ε28β

Myint Myint Khine

Σύζυγος του Υποστράτηγου Thein Htay

Θ

Ε29α

Ταξίαρχος Tin Tun Aung

Υφυπουργός Εργασίας (από 7.11.2007)

Α


ΣΤ.   ΛΟΙΠΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ

#

Όνομα

Αναγνωριστικά στοιχεία (συμπ. αξιώματος)

Φύλο

(Α/Θ)

ΣΤ1α

U Hla Htay

Γενικός Διευθυντής της Διεύθυνσης Ξενοδοχείων και Τουρισμού (Διευθύνων Σύμβουλος, Τουριστικές και Ξενοδοχειακές Υπηρεσίες Μυανμάρ έως τον Αύγουστο του 2004)

Α

ΣΤ2α

Tin Maung Shwe

Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής, Διεύθυνση Ξενοδοχείων και Τουρισμού

Α

ΣΤ3α

Soe Thein

Διευθύνων Σύμβουλος, Τουριστικές και Ξενοδοχειακές Υπηρεσίες Μυανμάρ από Οκτώβριο του 2004 (Πρώην Γενικός Διευθυντής)

Α

ΣΤ4α

Khin Maung Soe

Γενικός Διευθυντής

Α

ΣΤ5α

Tint Swe

Γενικός Διευθυντής

Α

ΣΤ6α

Αντισυνταγματάρχης Yan Naing

Γενικός Διευθυντής, Υπουργείο Ξενοδοχείων και Τουρισμού

Α

ΣΤ7α

Kyi Kyi Aye

Διευθύντρια Τουριστικής Προβολής, Υπουργείο Ξενοδοχείων και Τουρισμού

Θ


Ζ.   ΑΝΩΤΕΡΟΙ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ

#

Όνομα

Αναγνωριστικά στοιχεία (συμπ. αξιώματος)

Φύλο

(Α/Θ)

Ζ1α

Υποστράτηγος Hla Shwe

Αναπληρωτής Διευθυντής Προσωπικού

Α

Ζ2α

Υποστράτηγος Soe Maung

Επίτροπος Στρατιωτικής Δικαιοσύνης

Α

Ζ2β

Nang Phyu Phyu Aye

Σύζυγος του Υποστράτηγου Soe Maung

Θ

Ζ3α

Υποστράτηγος Thein Htaik άλλως Hteik

Γενικός Επιθεωρητής

Α

Ζ4α

Υποστράτηγος Saw Hla

Διευθυντής Στρατιωτικής Αστυνομίας

Α

Z4β

Cho Cho Maw

Σύζυγος του Υποστράτηγου Saw Hla

Θ

Ζ5α

Υποστράτηγος Htin Aung Kyaw

Αναπληρωτής Γενικός Φροντιστής

Α

Ζ5β

Khin Khin Maw

Σύζυγος του Υποστράτηγου Htin Aung Kyaw

Θ

Ζ6α

Υποστράτηγος Lun Maung

Γενικός Ελεγκτής

Α

Ζ6β

May Mya Sein

Σύζυγος του Υποστράτηγου Lun Maung

Θ

Ζ7α

Υποστράτηγος Nay Win

Στρατιωτικός Επίκουρος του Προέδρου του SPDC

Α

Ζ8α

Υποστράτηγος Hsan Hsint

Στρατιωτικοί Διορισμοί, έτος γενν 1951

Α

Ζ8β

Khin Ma Lay

Σύζυγος του Υποστράτηγου Hsan Hsint

Θ

Ζ8γ

Okkar San Sint

Υιός του Υποστράτηγου Hsan Hsint

Α

Ζ9α

Υποστράτηγος Hla Aung Thein

Στρατοπεδάρχης, Rangoon

Α

Ζ9β

Amy Khaing

Σύζυγος του Hla Aung Thein

Θ

Ζ10α

Υποστράτηγος Ye Myint

Αρχηγός Ασφάλειας Στρατιωτικών Υποθέσεων

Α

Ζ10β

Myat Ngwe

Σύζυγος του Υποστράτηγου Ye Myint

Θ

Ζ11α

Ταξίαρχος Mya Win

Διοικητής, Ακαδημία Εθνικής Άμυνας

Α

Ζ12α

Ταξίαρχος Maung Maung Aye

Διοικητής, Ακαδημία Γενικού Επιτελείου (από τον Ιούνιο του 2008)

Α

Ζ12β

San San Yee

Σύζυγος του Ταξίαρχου Maung Maung Aye

Θ

Ζ13α

Ταξίαρχος Tun Tun Oo

Διευθυντής Δημόσιων Σχέσεων και Ψυχολογικού Πολέμου

Α

Ζ14α

Υποστράτηγος Thein Tun

Διευθυντής Διαβιβάσεων, μέλος της Επιτροπής Διαχείρισης της Εθνοσυνέλευσης

Α

Ζ15α

Υποστράτηγος Than Htay

Διευθυντής Εφοδιασμού και Μεταφορών

Α

Ζ15β

Nwe Nwe Win

Σύζυγος του Υποστράτηγου Than Htay

Θ

Ζ16α

Υποστράτηγος Khin Maung Tint

Διευθυντής Ασφάλειας Εντύπων

Α

Ζ17α

Υποστράτηγος Sein Lin

Διευθυντής, Υπουργείο Άμυνας (άγνωστα τα ακριβή καθήκοντα. Πρώην Διευθυντής Υλικού Πολέμου)

Α

Ζ18α

Υποστράτηγος Kyi Win

Διευθυντής Πυροβολικού και Θωρακισμένων, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου UMEHL

Α

Ζ18β

Khin Mya Mon

Σύζυγος του Υποστράτηγου Kyi Win

Θ

Ζ19α

Υποστράτηγος Tin Tun

Διευθυντής Μηχανικού

Α

Ζ19β

Khin Myint Wai

Σύζυγος του Υποστράτηγου Tin Tun

Θ

Ζ20α

Υποστράτηγος Aung Thein

Διευθυντής Επανεγκατάστασης

Α

Ζ20β

Htwe Yi άλλως Htwe Htwe Yi

Σύζυγος του Υποστράτηγου Aung Thein

Θ

Ζ21α

Ταξίαρχος Hla Htay Win

Αναπληρωτής Αρχηγός του τμήματος εκπαίδευσης Ενόπλων Δυνάμεων

Α

Ζ22α

Ταξίαρχος Than Maung

Αναπληρωτής Διοικητής, Ακαδημία Εθνικής Άμυνας

Α

Ζ23α

Ταξίαρχος Win Myint

Πρύτανης, Τεχνολογική Ακαδημία Ενόπλων Δυνάμεων

Α

Ζ24α

Ταξίαρχος Tun Nay Lin

Πρύτανης/Διοικητής, Ιατρική Ακαδημία Ενόπλων Δυνάμεων

Α

Ζ25α

Ταξίαρχος Than Sein

Διοικητής Υγειονομικού Ενόπλων Δυνάμεων, Mingaladon, ημερ. γεν. 1.2.1946, Bago

Α

Ζ25β

Rosy Mya Than

Σύζυγος του Ταξίαρχου Than Sein

Θ

Ζ26α

Ταξίαρχος Win Than

Διευθυντής Προμηθειών και Διευθύνων Σύμβουλος της Union of Myanmar Economic Holdings (πρότ. Υποστράτηγος Win Hlaing, ΙΑ1α)

Α

Ζ27α

Ταξίαρχος Than Maung

Διευθυντής Λαϊκής Εθνοφυλακής και Παραμεθόριων Δυνάμεων

Α

Ζ28α

Υποστράτηγος Khin Maung Win

Διευθυντής Αμυντικών Βιομηχανιών

Α

Ζ29α

Ταξίαρχος Kyaw Swa Khine

Διευθυντής Αμυντικών Βιομηχανιών

Α

Ζ30α

Ταξίαρχος Win Aung

Μέλος του Συμβουλίου επιλογής και κατάρτισης δημόσιων υπαλλήλων

Α

Ζ31α

Ταξίαρχος Soe Oo

Μέλος του Συμβουλίου επιλογής και κατάρτισης δημόσιων υπαλλήλων

Α

Ζ32α

Ταξίαρχος Nyi Tun άλλως Nyi Htun

Μέλος του Συμβουλίου επιλογής και κατάρτισης δημόσιων υπαλλήλων

Α

Ζ33α

Ταξίαρχος Kyaw Aung

Μέλος του Συμβουλίου επιλογής και κατάρτισης δημόσιων υπαλλήλων

Α

Ζ34α

Υποστράτηγος Myint Hlaing

Αρχηγός Επιτελείου (Αεράμυνα)

Α

Ζ34β

Khin Thant Sin

Σύζυγος του Υποστράτηγου Myint Hlaing

Θ

Ζ34γ

Hnin Nandar Hlaing

Θυγατέρα του Υποστράτηγου Myint Hlaing

Θ

Ζ34δ

Thant Sin Hlaing

Υιός του Υποστράτηγου Myint Hlaing

Α

Ζ35α

Υποστράτηγος Mya Win

Διευθυντής, Υπουργείο Άμυνας

Α

Ζ36α

Υποστράτηγος Tin Soe

Διευθυντής, Υπουργείο Άμυνας

Α

Ζ37α

Υποστράτηγος Than Aung

Διευθυντής, Υπουργείο Άμυνας

Α

Ζ38α

Υποστράτηγος Ngwe Thein

Υπουργείο Άμυνας

Α

Ζ39α

Συνταγματάρχης Thant Shin

Γραμματέας, κυβέρνηση της Ένωσης της Βιρμανίας

Α

Ζ40α

Υποστράτηγος Thura Myint Aung

Υπαρχηγός (πρώην B8α, προήχθη από την Νοτιοδυτική Περιφερειακή Διοίκηση)

Α

Ζ41α

Υποστράτηγος Maung Shein

Επιθεώρηση Υπηρεσιών Άμυνας και Γενικός Ελεγκτής

Α

Ζ42α

Υποστράτηγος Khin Zaw

Προιστάμενος της Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων 6 (Naypidaw, Mandalay) προήχθη από την Κεντρική Διοίκηση

Α

Ζ42β

Khin Pyone Win

Σύζυγος του Υποστράτηγου Khin Zaw

Θ

Ζ42γ

Kyi Tha Khin Zaw

Υιός του Υποστράτηγου Khin Zaw

Α

Ζ42δ

Su Khin Zaw

Θυγατέρα του Υποστράτηγου Khin Zaw

Θ

Ζ43α

Υποστράτηγος Tha Aye

Υπουργείο Αμύνης

Α

Ζ44α

Συνταγματάρχης Myat Thu

Διοικητής Στρατιωτικός Τομέας Rangoon 1 (βόρεια Rangoon)

Α

Ζ45α

Συνταγματάρχης Nay Myo

Διοικητής Στρατιωτικός Τομέας 2 (ανατολική Rangoon)

Α

Ζ46α

Συνταγματάρχης Tin Hsan

Διοικητής Στρατιωτικός Τομέας 3 (δυτική Rangoon)

Α

Ζ47α

Συνταγματάρχης Khin Maung Htun

Διοικητής Στρατιωτικός Τομέας 4 (νότια Rangoon)

Α

Ζ48α

Συνταγματάρχης Tint Wai

Διοικητής στην Διοίκηση Ελέγχου Επιχειρήσεων αριθ. 4 (Mawbi)

Α

Ζ49α

San Nyunt

Διοικητής της Μονάδας Στρατιωτικής Υποστήριξης αριθ. 2 των Θεμάτων Στρατιωτικής Ασφάλειας

Α

Ζ50α

Αντισυνταγματάρχης Zaw Win

Διοικητής της βάσης 3 του Τάγματος Lon Htein Shwemyayar

Α

Ζ51α

Ταγματάρχης Mya Thaung

Διοικητής της βάσης 5 του Τάγματος Lon Htein Mawbi

Α

Ζ52α

Ταγματάρχης Aung San Win

Διοικητής της βάσης 7 του Τάγματος Lon Htein Thanlin Township

Α

Ναυτικό

Ζ53α

Υποναύαρχος Nyan Tun

Αρχηγός Γενικού Επιτελείου (Ναυτικό). Από τον Ιούνιο του 2008. Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου UMEHL. (Πρώην Ζ39α)

Α

Ζ53β

Khin Aye Myint

Σύζυγος του Nyan Tun

Θ

Ζ54α

Αρχιπλοίαρχος Win Shein

Διοικητής, Αρχηγείο Ναυτικής Εκπαίδευσης

Α

Ζ55α

Αρχιπλοίαρχος Ταξίαρχος

Thura Thet Swe

Διοικητής, Διοίκηση Ναυτικής Περιοχής Taninthayi

Α

Ζ56α

Αρχιπλοίαρχος Myint Lwin

Διοικητής, Διοίκηση Ναυτικής Περιοχής Ιrrawaddy

Α

Πολεμική Αεροπορία

Ζ57α

Αντιπτέραρχος Myat Hein

Αρχηγός Γενικού Επιτελείου (Αεροπορία)

Α

Ζ57β

Htwe Htwe Nyunt

Σύζυγος του Αντιπτέραρχου Myat Hein

Θ

Ζ58α

Υποπτέραρχος Khin Aung Myint

Αρχηγός Επιτελείου (Αεροπορία)

Α

Ζ59α

Ταξίαρχος Ye Chit Pe

Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας, Mingaladon

Α

Ζ60α

Ταξίαρχος Khin Maung Tin

Διοικητής της Σχολής Αεροπορίας Shande, Meiktila

Α

Ζ61α

Ταξίαρχος Zin Yaw

Διοικητής της αεροπορικής βάσης Pathein, Αρχηγός Επιτελείου (Αεροπορία), μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου UMEHL

Α

Ζ61β

Khin Thiri

Σύζυγος του Ταξίαρχου Zin Yaw

Θ

Ζ61γ

Zin Mon Aye

Θυγατέρα του Ταξίαρχου Zin Yaw, ημερ. γεν. 26.3.1985

Θ

Ζ61δ

Htet Aung

Υιός του Ταξίαρχου Zin Yaw, ημερ. γεν. 9.7.1988

Α

Μεραρχίες Ελαφρού Πεζικού (ΜΕΠ)

Ζ62α

Ταξίαρχος Than Htut

11η ΜΕΠ

Α

Ζ63α

Ταξίαρχος Tun Nay Lin

22η ΜΕΠ

Α

Ζ64α

Ταξίαρχος Tin Tun Aung

33η ΜΕΠ, Sagaing

Α

Ζ65α

Ταξίαρχος Hla Myint Shwe

44η ΜΕΠ

Α

Ζ66α

Ταξίαρχος Aye Khin

55η ΜΕΠ, Lalaw

Α

Ζ67α

Ταξίαρχος San Myint

66η ΜΕΠ, Pyi

Α

Ζ68α

Ταξίαρχος Tun Than

77η ΜΕΠ, Bago

Α

Ζ69α

Ταξίαρχος Aung Kyaw Hla

88η ΜΕΠ, Magwe

Α

Ζ70α

Ταξίαρχος Tin Oo Lwin

99η ΜΕΠ, Meiktila

Α

Ζ71α

Ταξίαρχος Sein Win

101η ΜΕΠ, Pakokku

Α

Ζ72α

Συνταγματάρχης Than Han

ΜΕΠ 66

Α

Ζ73α

Αντισυνταγματάρχης Htwe Hla

ΜΕΠ 66

Α

Ζ74α

Αντισυνταγματάρχης Han Nyunt

ΜΕΠ 66

Α

Ζ75α

Συνταγματάρχης Ohn Myint

ΜΕΠ 77

Α

Ζ76α

Αντισυνταγματάρχης Aung Kyaw Zaw

ΜΕΠ 77

Α

Ζ77α

Ταγματάρχης Hla Phyo

ΜΕΠ 77

Α

Ζ78α

Συνταγματάρχης Myat Thu

Τακτικός Διοικητής 11η ΜΕΠ

Α

Ζ79α

Συνταγματάρχης Htein Lin

Τακτικός Διοικητής 11η ΜΕΠ

Α

Ζ80α

Αντισυνταγματάρχης Tun Hla Aung

Τακτικός Διοικητής 11η ΜΕΠ

Α

Ζ81α

Συνταγματάρχης Aung Tun

Ταξιαρχία 66

Α

Ζ82α

Λοχαγός Thein Han

Ταξιαρχία 66

Α

Ζ82β

Hnin Wutyi Aung

Σύζυγος του Λοχαγού Thein Han

Θ

Ζ83α

Αντισυνταγματάρχης Mya Win

Τακτικός Διοικητής 77η ΜΕΠ

Α

Ζ84α

Συνταγματάρχης Win Te

Τακτικός Διοικητής 77η ΜΕΠ

Α

Ζ85α

Συνταγματάρχης Soe Htway

Τακτικός Διοικητής 77η ΜΕΠ

Α

Ζ86α

Αντισυνταγματάρχης Tun Aye

Διοικητής 702ου Τάγματος Ελαφρού Πεζικού

Α

Ζ87α

Nyan Myint Kyaw

Διοικητής Τάγματος Πεζικού 281 (Mongyang Shan State Ανατολικά)

Α

Άλλοι ταξίαρχοι

Ζ88α

Ταξίαρχος Htein Win

Στρατιωτική βάση Taikkyi

Α

Ζ89α

Ταξίαρχος Khin Maung Aye

Διοικητής στρατιωτικής βάσης Meiktila

Α

Ζ90α

Ταξίαρχος Kyaw Oo Lwin

Διοικητής στρατιωτικής βάσης Kalay

Α

Ζ91α

Ταξίαρχος Khin Zaw Win

Στρατιωτική βάση Khamaukgyi

Α

Ζ92α

Ταξίαρχος Kyaw Aung,

Νότια Στρατιωτική Περιοχή, Διοικητής βάσης Toungoo

Α

Ζ93α

Ταξίαρχος Myint Hein

Διοίκηση Στρατιωτικών Επιχειρήσεων-3, βάση Mogaung

Α

Ζ94α

Ταξίαρχος Tin Ngwe

Υπουργείο Άμυνας

Α

Ζ95α

Ταξίαρχος Myo Lwin

Διοίκηση Στρατιωτικών Επιχειρήσεων-7, βάση Pekon

Α

Ζ96α

Ταξίαρχος Myint Soe

Διοίκηση Στρατιωτικών Επιχειρήσεων-5, βάση Taungup

Α

Ζ97α

Ταξίαρχος Myint Aye

Διοίκηση Στρατιωτικών Επιχειρήσεων-9, βάση Kyauktaw

Α

Ζ98α

Ταξίαρχος Nyunt Hlaing

Διοίκηση Στρατιωτικών Επιχειρήσεων-17, βάση Mong Pan

Α

Ζ99α

Ταξίαρχος Ohn Myint

Πολιτεία Mon, μέλος USDA CEC

Α

Ζ100α

Ταξίαρχος Soe Nwe

Διοίκηση Στρατιωτικών Επιχειρήσεων -21 βάση Bhamo

Α

Ζ101α

Ταξίαρχος Than Tun

Διοικητής βάσης Kyaukpadaung

Α

Ζ102α

Ταξίαρχος Than Tun Aung

Περιφερειακή Διοίκηση επιχειρήσεων - Sittwe

Α

Ζ103α

Ταξίαρχος Thaung Htaik

Διοικητής βάσης Aungban

Α

Ζ104α

Ταξίαρχος Thein Hteik

Διοίκηση Στρατιωτικών Επιχειρήσεων-13, βάση Bokpyin

Α

Ζ105α

Ταξίαρχος Thura Myint Thein

Διοίκηση τακτικών επιχειρήσεων Namhsan

Α

Ζ106α

Ταξίαρχος Win Aung

Διοικητής βάσης Mong Hsat

Α

Ζ7107α

Ταξίαρχος Myo Tint

Αξιωματικός σε Ειδική Αποστολή, Υπουργείο Μεταφορών

Α

Ζ108α

Ταξίαρχος Thura Sein Thaung

Αξιωματικός σε Ειδική Αποστολή, Υπουργείο Κοινωνικής Προνοίας

Α

Ζ109α

Ταξίαρχος Phone Zaw Han

Δήμαρχος Mandalay από το Φεβρ. 2005 και Πρόεδρος της Επιτροπής Ανάπτυξης της Πόλης Mandalay, πρώην Διοικητής της Kyaukme

Α

Ζ109β

Moe Thidar

Σύζυγος του Ταξίαρχου Phone Zaw Han

Θ

Ζ110α

Ταξίαρχος Win Myint

Διοικητής βάσης Pyinmana

Α

Ζ111α

Ταξίαρχος Kyaw Swe

Διοικητής βάσης Pyin Oo Lwin

Α

Ζ112α

Ταξίαρχος Soe Win

Διοικητής βάσης Bahtoo

Α

Ζ113α

Ταξίαρχος Thein Htay

Υπουργείο Άμυνας

Α

Ζ114α

Ταξίαρχος Myint Soe

Διοικητής βάσης Rangoon

Α

Ζ115α

Ταξίαρχος Myo Myint Thein

Διοικητής Υγειονομικού Ενόπλων Δυνάμεων Pyin Oo Lwin

Α

Ζ116α

Ταξίαρχος Sein Myint

Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Ειρήνης και Ανάπτυξης της Μεραρχίας Bago

Α

Ζ117α

Ταξίαρχος Hong Ngai (Ngaing)

Πρόεδρος του Συμβουλίου Ειρήνης και Ανάπτυξης της Πολιτείας Chin

Α

Ζ118α

Ταξίαρχος Win Myint

Πρόεδρος του Συμβουλίου Ειρήνης και Ανάπτυξης της Πολιτείας Kayah

Α


Η.   ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΠΟΥ ΔΙΟΙΚΟΥΝ ΦΥΛΑΚΕΣ ΚΑΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ

#

Όνομα

Αναγνωριστικά στοιχεία (συμπ. αξιώματος)

Φύλο

(Α/Θ)

H1α

Ταξίαρχος Khin Yi

ΓΔ Βιρμανικής Αστυνομίας

Α

H1β

Khin May Soe

Σύζυγος του Ταξίαρχου Khin Yi

Θ

H2α

Zaw Win

Γενικός Διευθυντής του Σωφρονιστικού Τμήματος (Υπουργείο Εσωτερικών) από τον Αύγουστο του 2004, πρώην Αναπληρωτής ΓΔ της βιρμανικής αστυνομίας και πρώην ταξίαρχος, πρώην στρατιωτικός.

Α

Η2β

Nwe Ni San

Σύζυγος του Zaw Win

Θ

Η3α

Aung Saw Win

Γενικός Διευθυντής, Υπηρεσία Ειδικών Ερευνών

Α

Η4α

Ταξίαρχος της Αστυνομίας Khin Maung Si

Αρχηγός Γενικού Επιτελείου Αστυνομίας

Α

Η5α

Αντισυνταγματάρχης Tin Thaw

Διοικητής του Κυβερνητικού Τεχνικού Ινστιτούτου

Α

Η6α

Maung Maung Oo

Επικεφαλής της ανακριτικής ομάδας για θέματα στρατιωτικής ασφάλειας στην φυλακή Insein

Α

Η7α

Myo Aung

Διευθυντής των φυλακών της Rangoon

Α

Η8α

Ταξίαρχος της Αστυνομίας Zaw Win

Υποδιευθυντής της Αστυνομίας

Α

Η9α

Αντισυνταγμ/χης της Αστυνομίας Zaw Min Aung

Ειδικό Τμήμα

Α


Θ.   ΕΝΩΣΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (USDA)

(ανώτεροι αξιωματούχοι της USDA που δεν κατονομάζονται αλλού)

#

Όνομα

Αναγνωριστικά στοιχεία (συμπ. αξιώματος)

Φύλο

(Α/Θ)

Θ1α

Ταξίαρχος Aung Thein Lin (Lynn)

Δήμαρχος της Yangon και Πρόεδρος της Επιτροπής Ανάπτυξης της Πόλεως Yangon (Γραμματέας) και μέλος της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής της USDA, έτος γεν. 1952

Α

Θ1β

Khin San Nwe

Σύζυγος του Ταξίαρχου Aung Thein Lin

Θ

Θ1γ

Thidar Myo

Θυγατέρα του Ταξίαρχου Aung Thein Lin

Θ

Θ2α

Συνταγματάρχης Maung Par (Pa)

Αντιδήμαρχος της Πόλεως Yangon

Επιτροπή Ανάπτυξης της Πόλεως Yangon Ι (μέλος της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής Ι)

Α

Θ2β

Khin Nyunt Myaing

Σύζυγος του Συνταγματάρχη Maung Par

Θ

Θ2γ

Naing Win Par

Υιός του Συνταγματάρχη Maung Par

Α

Θ3α

Nyan Tun Aung

Μέλος της κεντρικής εκτελεστικής επιτροπής

Α

Θ4α

Aye Myint

Μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της Rangoon

Α

Θ5α

Tin Hlaing

Μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της Rangoon

Α

Θ6α

Soe Nyunt

Υπεύθυνος Προσωπικού Ανατολική Yangon

Α

Θ7α

Chit Ko Ko

Πρόεδρος του Συμβουλίου Ειρήνης και Ανάπτυξης της πόλης Mingala Taungnyunt

Α

Θ8α

Soe Hlaing Oo

Γραμματεύς του Συμβουλίου Ειρήνης και Ανάπτυξης της πόλης Mingala Taungnyunt

Α

Θ9α

Captain Kan Win

Επικεφαλής της Αστυνομικής Δύναμης της πόλης Mingala Taungnyunt

Α

Θ10α

That Zin Thein

Επικεφαλής της Επιτροπής Ανάπτυξης της Mingala Taungnyunt

Α

Θ11α

Khin Maung Myint

Επικεφαλής του Τμήματος Μετανάστευσης και Πληθυσμού της Mingala Taungnyunt

Α

Θ12α

Zaw Lin

Γραμματεύς της USDA της πόλης Mingala Taungnyunt

Α

Θ13α

Win Hlaing

Συγγραμματεύς της USDA της πόλης Mingala Taungnyunt

Α

Θ14α

San San Kyaw

Υπεύθυνος Προσωπικού του τμήματος Ενημέρωσης και Δημοσίων Σχέσεων του Υπουργείου Ενημέρωσης στην πόλη Mingala Taungnyunt

Θ

Θ15α

Αντιστράτηγος Myint Hlaing

Υπουργείο Αμύνης και μέλος USDA

Α


Ι.   ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΕΠΩΦΕΛΟΥΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

#

Όνομα

Αναγνωριστικά στοιχεία (συμπ. εταιρείας)

Φύλο

(Α/Θ)

Ι1α

Tay Za

Διευθύνων Σύμβουλος, Htoo Trading Co· Htoo Construction Co., ημερ. γεν. 18.7.1964, αριθ. ταυτότητας MYGN 006415. Όνομα πατρός U Myint Swe (ημερ. γεν. 6.11.1924), όνομα μητρός Daw Ohn (ημερ. γεν. 12.8.1934)

Α

Ι1β

Thidar Zaw

Σύζυγος του Tay Za· ημερ. γεν. 24.2.1964, αριθ. ταυτότητας KMYT 006865, Γονείς Zaw Nyunt (θανών), Htoo (θανούσα)

Θ

Ι1γ

Pye Phyo Tay Za

Υιός του Tay Za, ημερ. γεν. 29.1.1987

Α

Ι1δ

Ohn

Μητέρα του Tay Za, ημερ. γεν. 12.8.1934

Θ

Ι2α

Thiha

Αδελφός του Tay Za (Ι1α)· ημερ. γεν. 24.6.1960 Διευθυντής της Htoo Trading. Διανομέας των τσιγάρων London (“London cigarettes”) (Myawadi Trading)

Α

Ι2β

Shwe Shwe Lin

Σύζυγος του Thiha

Θ

Ι3α

Aung Ko Win άλλως Saya Kyaung

Kanbawza Bank επίσης Myanmar Billion Group, Nilayoma Co. Ltd, East Yoma Co. Ltd και αντιπρόσωπος για την London Cigarettes στις πολιτείες Shan και Kayah

Α

Ι3β

Nan Than Htwe (Htay)

Σύζυγος του Aung Ko Win

Θ

Ι3γ

Nang Lang Kham άλλως Nan Lan Khan

Θυγατέρα του Aung Ko Win, ημερ. γεν. 1.6.1988

Θ

Ι4α

Tun (Htun, Htoon) Myint Naing άλλως Steven Law

Steven Law Asia World Co., ημερ. γεν. 15.5.1958 ή 27.8.1960

Α

Ι4β

(Ng) Seng Hong, άλλως Cecilia Ng ή Ng Sor Hon

Σύζυγος του Tun Myint Naing. Γενική Διευθύντρια της Golden Aaron Pte Ltd (Σιγκαπούρη)

Θ

Ι4γ

Lo Hsing-han

Πατέρας του Tun Myint Naing άλλως Steven Law της Asia World Co., έτος γεν. 1938 ή 1935

Α

Ι5α

Khin Shwe

Zaykabar Co· ημερ. γεν. 21.1.1952. Βλ. επίσης Α3στ

Α

Ι5β

San San Kywe

Σύζυγος του Khin Shwe

Θ

Ι5γ

Zay Thiha

Υιός του Khin Shwe· ημερ. γεν. 1.1.1977, Γενικός Διευθυντής της Zaykabar Co. Ltd

Α

Ι5δ

Nandar Hlaing

Σύζυγος του Zay Thiha

Θ

Ι6α

Htay Myint

Yuzana Co., ημερ. γεν. 6.2.1955, επίσης Yuzana Supermarket, Yuzana Hotel, Yuzana Oil Palm Project

Α

Ι6β

Aye Aye Maw

Σύζυγος του Htay Myint· ημερ. γεν. 17.11.1957

Θ

I6γ

Win Myint

Αδελφός του Htay Myint, ημερ. γεν. 29.5.1952

Α

Ι6δ

Lay Myint

Αδελφός του Htay Myint, ημερ. γεν. 06.2.1955

Α

Ι6ε

Kyin Toe

Αδελφός του Htay Myint, ημερ. γεν. 29.4.1957

Α

Ι6στ

Zar Chi Htay

Θυγατέρα του Htay Myint, Διευθύντρια της Yuzana Co., ημερ. γεν. 17.2.1981

Θ

Ι6ζ

Khin Htay Lin

Διευθυντής Yuzana Co, ημερ. γεν. 14.4.1969

Α

Ι7α

Kyaw Win

Shwe Thanlwin Trading Co. (μοναδικός διανομέας της Thaton Tires υπό το Υπουργείο Βιομηχανίας 2)

Α

Ι7β

Nan Mauk Loung Sai άλλως Nang Mauk Lao Hsai

Σύζυγος του Kyaw Win

Θ

Ι8α

Υποστράτηγος (εν αποστρατεία) Nyunt Tin

Πρώην Υπουργός Γεωργίας και Αρδεύσεων· αποστρ. Σεπτέμβριος 2004

Α

Ι8β

Khin Myo Oo

Σύζυγος του Υποστράτηγου (εν αποστρατεία) Nyunt Tin

Θ

Ι8γ

Kyaw Myo Nyunt

Υιός του Υποστράτηγου (εν αποστρατεία) Nyunt Tin

Α

Ι8δ

Thu Thu Ei Han

Θυγατέρα του Υποστράτηγου (εν αποστρατεία) Nyunt Tin

Θ

Ι9α

Than Than Nwe

Σύζυγος του στρατηγού Soe Win, πρώην πρωθυπουργού (θανόντος)

Θ

Ι9β

Nay Soe

Υιός του στρατηγού Soe Win, πρώην πρωθυπουργού (θανόντος)

Α

Ι9γ

Theint Theint Soe

Θυγατέρα του στρατηγού Soe Win, πρώην πρωθυπουργού (θανόντος)

Θ

Ι9δ

Sabai Myaing

Σύζυγος του Nay Soe

Θ

Ι9ε

Htin Htut

Σύζυγος της Theint Theint Soe

Α

Ι10α

Maung Maung Myint

Γενικός Διευθυντής της Myangon Myint co Ltd

Α

Ι11α

Maung Ko

Διευθυντής, μεταλλευτική εταιρεία Htarwara

Α

Ι12α

Zaw Zaw άλλως Phoe Zaw

Γενικός Διευθυντής της Max Myanmar ημερ. γεν. 22.10.1966

Α

Ι12β

Htay Htay Khine (Khaing)

Σύζυγος του Zaw Zaw

Θ

Ι13α

Chit Khaing άλλως Chit Khine

Γενικός Διευθυντής Όμιλος εταιρειών Eden

Α

Ι14α

Maung Weik

Maung Weik & Co Ltd

Α

Ι15α

Aung Htwe

Γενικός Διευθυντής Golden Flower Construction Company

Α

Ι16α

Kyaw Thein

Διευθυντής και Εταίρος της Tay Za’s Htoo Trading, ημερ. γεν. 25.10.1947

Α

Ι17α

Kyaw Myint

Ιδιοκτήτης, Golden Flower Co. Ltd., 214 Wardan Street, Lamadaw, Yangon

Α

Ι18α

Nay Win Tun

Ruby Dragon Jade and Gems Co. Ltd

Α

Ι19α

Win Myint

Πρόεδρος της Union of Myanmar Federation of Chambers of Commerce and Industry (UMFCCI)και ιδιοκτήτης της Shwe Nagar Min Co

Α

Ι20α

Eike (Eik) Htun άλλως Ayke Htun άλλως Aik Τun

Διευθύνων Σύμβουλος της Olympic Construction Co. και της Asia Wealth Bank

Α

Ι20β

Sandar Tun

Θυγατέρα του Eike Htun

Θ

Ι20γ

Aung Zaw Naing

Υιός του Eike Htun

Α

Ι20δ

Mi Mi Khaing

Υιός του Eike Htun

Α

Ι21α

“Dagon” Win Aung

Dagon International Co. Ltd, ημερ. γεν. 30.9.1953, τόπ. γεν.: Pyay, αριθ. ταυτότητας: PRE 127435

Α

Ι21β

Moe Mya Mya

Σύζυγος του “Dagon” Win Aung, ημερ. γεν. 28.8.1958, αριθ. ταυτότητας: B/RGN 021998

Θ

Ι21γ

Ei Hnin Pwint άλλως Christabelle Aung

Θυγατέρα του «Dagon» Win Aung, ημερ. γεν. 22.2.1981, Διευθύντρια του Palm Beach Resort Ngwe Saung

Θ

Ι21δ

Thurane (Thurein) Aung άλλως Christopher Aung

Υιός του «Dagon» Win Aung, ημερ. γεν. 23.7.1982

Α

Ι21ε

Ei Hnin Khine άλλως Christina Aung

Θυγατέρα του «Dagon» Win Aung, ημερ. γεν. 18.12.1983

Θ

Ι22α

Aung Myat άλλως Aung Myint

Mother Trading

Α

Ι23α

Win Lwin

Kyaw Tha Company

Α

Ι24α

Δρ. Sai Sam Tun

Loi Hein Co., σε συνεργασία με το Υπουργείο Βιομηχανίας αριθ. 1

Α

Ι25α

San San Yee (Yi)

Super One Group of Companies

Θ

Ι26α

Aung Zaw Ye Myint

Ιδιοκτήτης της of Yetagun Construction Co

Α

Δικαστικοί λειτουργοί

Ι27α

Aung Toe

Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου

Α

Ι28α

Aye Maung

Γενικός Εισαγγελέας

Α

Ι29α

Thaung Nyunt

Νομικός Σύμβουλος

Α

Ι30α

Δρ. Tun Shin

Αναπληρωτής Γενικός Εισαγγελέας

Α

Ι31α

Tun Tun (Htun Htun) Oo

Αναπληρωτής Γενικός Εισαγγελέας

Α

Ι32α

Tun Tun Oo

Αναπληρωτής Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου

Α

Ι33α

Thein Soe

Αναπληρωτής Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου

Α

Ι34α

Tin Aung Aye

Δικαστής Ανωτάτου Δικαστηρίου

Α

Ι35α

Tin Aye

Δικαστής Ανωτάτου Δικαστηρίου

Α

Ι36α

Myint Thein

Δικαστής Ανωτάτου Δικαστηρίου

Α

Ι37α

Chit Lwin

Δικαστής Ανωτάτου Δικαστηρίου

Α

Ι38α

Δικαστής Thaung Lwin

Δικαστήριο της πόλης Kyauktada Township

Α

Ι39α

Thaung Nyunt

Δικαστής, Northern District Court·

Επίσης Γραμματέας της National Convention Convening Work Committee

Α

Ι40α

Nyi Nyi Soe

Δικαστής, Western District Court·

Διεύθυνση:No. (39) Ni-Gyaw-Da Street, (corner of Sake-Ta-Thu-Kha Street), Kyar-Kwet-Thit Ward, Tarmway Township, Rangoon, Burma

Α

Ι41α

Myint Kyine

Εισαγγελέας, Northern District Court

Α

ΙΑ.   ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΚΑΤΟΧΟΙ ΕΙΝΑΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΙ

Πρόσωπα

#

Όνομα

Αναγνωριστικά στοιχεία (συμπ. εταιρείας)

Φύλο

(Α/Θ)

ΙΑ1α

Υποστράτηγος (εν αποστρ.) Win Hlaing

Πρώην Γενικός Διευθυντής, Union of Myanmar Economic Holdings, Myawaddy Bank

Α

ΙΑ1β

Ma Ngeh

Θυγατέρα του Υποστράτηγου (εν αποστρ.) Win Hlaing

Θ

ΙΑ1γ

Zaw Win Naing

ΓΔ της Τράπεζας Kambawza (Kanbawza). Σύζυγος της Ma Ngeh (ΙΑ1β) και ανηψιός της Aung Ko Win (Ι3α)

Α

ΙΑ1δ

Win Htway Hlaing

Υιός του Υποστράτηγου (εν αποστρ.) Win Hlaing, εκπρόσωπος της εταιρείας KESCO

Α

ΙΑ2α

Συνταγματάρχης Myo Myint

Γενικός Διευθυντής Union of Myanmar Economic Holding LTD (UMEH)

Α

ΙΑ2β

Daw Khin Htay Htay

Σύζυγος του Συνταγματάρχη Myo Myint

Θ

ΙΑ3α

Συνταγματάρχης Ye Htut

Myanmar Economic Corporation

Α

ΙΑ4α

Συνταγματάρχης Myint Aung

Γενικός Διευθυντής της Myawaddy Trading Co.

ημερ. γενν. 11.8.49

Α

ΙΑ4β

Nu Nu Yee

Σύζυγος του Myint Aung, τεχνικός υπάλληλος, ημερ. γενν. 11.11.54

Θ

ΙΑ4γ

Thiha Aung

Υιός του Myint Aung, υπάλληλος Schlumberger, ημερ. γενν. 11.6.82

Α

ΙΑ4δ

Nay Linn Aung

Υιός του Myint Aung, ναυτικός, ημερ. γενν. 11.4.1981

Α

ΙΑ5α

Συνταγματάρχης Myo Myint

Γενικός Διευθυντής της Bandoola Transportation Co.

Α

ΙΑ6α

Συνταγματάρχης (εν αποστρ.) Thant Zin

Γενικός Διευθυντής της Myanmar Land and Development

Α

ΙΑ7α

Αντισυνταγματάρχης (εν αποστρ.) Maung Maung Aye

UMEHL

Α

ΙΑ8α

Συνταγματάρχης Aung San

Γενικός Διευθυντής του Hsinmin Cement Plant Construction Project

Α

ΙΑ9α

Υποστράτηγος Mg Nyo

Διοικητικό Συμβούλιο, Union of Myanmar economic holdings Ltd

Α

ΙΑ10α

Υποστράτηγος Kyaw Win

Διοικητικό Συμβούλιο, Union of Myanmar economic holdings Ltd

Α

ΙΑ11α

Ταξίαρχος Khin Aung Myint

Διοικητικό Συμβούλιο, Union of Myanmar economic holdings Ltd

Α

ΙΑ12α

Συνταγματάρχης Πεζοναυτών Nyun Tun

Διοικητικό Συμβούλιο, Union of Myanmar economic holdings Ltd

Α

ΙΑ13α

Συνταγματάρχης Thein Htay (εν αποστρατεία)

Διοικητικό Συμβούλιο, Union of Myanmar economic holdings Ltd

Α

ΙΑ14α

Αντισυνταγματάρχης Chit Swe (εν αποστρατεία)

Διοικητικό Συμβούλιο, Union of Myanmar economic holdings Ltd

Α

ΙΑ15α

Myo Nyunt

Διοικητικό Συμβούλιο, Union of Myanmar economic holdings Ltd

Α

ΙΑ16α

Myint Kyine

Διοικητικό Συμβούλιο, Union of Myanmar economic holdings Ltd

Α

ΙΑ17α

Αντισυνταγματάρχης Nay Wynn

Γενικός Διευθυντής τμήματος, Myawaddy trading

Α

ΙΑ18α

Than Nyein

Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Μυανμάρ

Α

ΙΑ19α

Maung Maung Win

Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Μυανμάρ

Α

ΙΑ20α

Mya Than

Διευθύνων Σύμβουλος της Myanmar Investment and Commercial Bank (MICB)

Α

ΙΑ21α

Myo Myint Aung

Γενικός Διευθυντής της MICB

Α


Επιχειρήσεις

#

Όνομα

Διεύθυνση

Διευθυντής/Ιδιοκτήτης/επιπρόσθετες πληροφορίες

Ημερομηνία καταχώρισης

I.   UNION OF MYANMAR ECONOMIC HOLDINGS LTD. (UMEHL) άλλως UNION OF MYANMA ECONOMIC HOLDINGS LTD

ΙΑ22α

Union Of Myanmar Economic Holdings Ltd. άλλως Union Of Myanma Economic Holdings Ltd. (UMEHL)

189/191 Mahabandoola Road Corner of 50th Street Yangon

Πρόεδρος: Αντιστράτηγος Tin Aye,

Διευθύνων Σύμβουλος: Υποστράτηγος Win Than

13.8.2009

A.   

ΜΕΤΑΠΟΙΗΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

ΙΑ22β

Myanmar Ruby Enterprise άλλως Mayanma Ruby Enterprise

24/26, 2 ND fl, Sule Pagoda Road, Yangon

(Midway Bank Building)

 

13.8.2009

ΙΑ22γ

Myanmar Imperial Jade Co. Ltd άλλως Myanma Imperial Jade Co. Ltd

24/26, 2nd fl, Sule Pagoda Road, Yangon

(Midway Bank Building)

 

13.8.2009

ΙΑ22δ

Myanmar Rubber Wood Co. Ltd. άλλως Myanma Rubber Wood Co. Ltd

 

 

13.8.2009

ΙΑ22ε

Myanmar Pineapple Juice Production aka Myanma Pineapple Juice Production

 

 

13.8.2009

ΙΑ22στ

Myawaddy Clean Drinking Water Service

4/A, No. 3 Main Road, Mingalardon Tsp Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ22ζ

Sin Min (King Elephants) Cement Factory (Kyaukse)

189/191 Mahabandoola Road Corner of 50th Street, Yangon

Συνταγματάρχης Maung Maung Aye, Διευθύνων Σύμβουλος

13.8.2009

ΙΑ22η

Tailoring Shop Service

 

 

13.8.2009

ΙΑ22θ

Ngwe Pin Le (Silver Sea) Livestock Breeding And Fishery Co.

1093, Shwe Taung Gyar Street, Industrial Zone Ii, Ward 63, South Dagon Tsp, Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ22ι

Granite Tile Factory (Kyaikto)

189/191 Mahabandoola Road, Corner of 50th Street Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ22ια

Soap Factory (Paung)

189/191 Mahabandoola Road, Corner of 50th Street Yangon

Συνταγματάρχης Myint Aung, Διευθύνων Σύμβουλος

13.8.2009

B.   

ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

ΙΑ22ιβ

Myawaddy Trading Ltd

189/191 Mahabandoola Road, Corner of 50th Street Yangon

Συνταγματάρχης Myint Aung, Διευθύνων Σύμβουλος

13.8.2009

Γ.   

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

ΙΑ22ιγ

Bandoola Transportation Co. Ltd.

399, Thiri Mingalar Road, Insein Tsp. Yangon and/or Parami Road, South Okkalapa, Yangon

Συνταγματάρχης Myo Myint, Διευθύνων Σύμβουλος

13.8.2009

ΙΑ22ιδ

Myawaddy Travel Services

24-26 Sule Pagoda Road, Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ22ιε

Nawaday Hotel And Travel Services

335/357, Bogyoke Aung San Road, Pabedan Tsp. Yangon

Συνταγματάρχης (εν αποστρ.) Maung Thaung, Διευθύνων Σύμβουλος

13.8.2009

ΙΑ22ιστ

Myawaddy Agriculture Services

189/191 Mahabandoola Road, Corner of 50th Street, Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ22ιζ

Myanmar Ar (Power) Construction Services aka Myanma Ar (Power) Construction Services

189/191 Mahabandoola Road, Corner of 50th Street, Yangon

 

13.8.2009

Κοινοπραξιες

A.   

ΜΕΤΑΠΟΙΗΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

ΙΑ22ιη

Myanmar Segal International Ltd. άλλως Myanma Segal International Ltd.

Pyay Road, Pyinmabin Industrial Zone, Mingalardon Tsp Yangon

U Be Aung, Διευθύνον στέλεχος

13.8.2009

ΙΑ22ιθ

Myanmar Daewoo International άλλως Myanma Daewoo International

Pyay Road, Pyinmabin Industrial Zone, Mingalardon Tsp Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ22κ

Rothman Of Pall Mall Myanmar Private Ltd. άλλως Rothman Of Pall Mall Myanma Private Ltd.

No. 38, Virginia Park, No. 3, Trunk Road, Pyinmabin Industrial Zone, Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ22κα

Myanmar Brewery Ltd. άλλωςΜyanma Brewery Ltd.

No 45, No 3, Trunk Road Pyinmabin Industrial Zone, Mingalardon Tsp, Yangon

Αντισυνταγματάρχης (εν αποστρ.) Ne Win, Πρόεδρος άλλως Nay Win

13.8.2009

ΙΑ22κβ

Myanmar Posco Steel Co. Ltd. aka Myanma Posco Steel Co. Ltd.

Plot 22, No. 3, Trunk Road, Pyinmabin Industrial Zone, Mingalardon Tsp Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ22κγ

Myanmar Nouveau Steel Co. Ltd. aka Myanma Nouveau Steel Co. Ltd.

No. 3, Trunk Road, Pyinmabin Industrial Zone, Mingalardon Tsp Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ22κδ

Berger Paint Manufactoring Co. Ltd.

Plot No. 34/A, Pyinmabin Industrial Zone, Mingalardon Tsp Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ22κε

The First Automotive Co. Ltd.

Plot No. 47, Pyinmabin Industrial Zone, Mingalardon Tsp, Yangon

U Aye Cho και/ή Αντισυνταγματάρχης Tun Myint, Διευθύνων Σύμβουλος

13.8.2009

B.   

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

ΙΑ22κστ

National Development Corp.

3/A, Thamthumar Street, 7 Mile, Mayangone Tsp, Yangon

Δρ. Khin Shwe, Πρόεδρος

13.8.2009

ΙΑ22κζ

Hantha Waddy Golf Resort and Myodaw (City) Club Ltd.

No 1, Konemyinttha Street, 7 Mile, Mayangone Tsp, Yangon and Thiri Mingalar Road, Insein Tsp, Yangon

 

13.8.2009

II.   MYANMAR ECONOMIC CORPORATION (MEC) άλλως MYANMA ECONOMIC CORPORATION (MEC)

ΙΑ23α

Myanmar Economic Corporation (MEC) άλλως Myanma Economic Corporation (MEC)

Shwedagon Pagoda Road Dagon Tsp, Yangon

Πρόεδρος, Αντιστράτηγος Tin Aung Myint Oo,

Συνταγματάρχης Ye Htut ή Ταξίαρχος Kyaw Win,

Διευθύνων Σύμβουλος: Ταξίαρχος Myint Thein

13.8.2009

ΙΑ23β

Myaing Galay (Rhino Brand Cement Factory)

Factories Dept. Mec Head Office, Shwedagon Pagoda Road, Dagon Tsp, Yangon

Συνταγματάρχης Khin Maung Soe

13.8.2009

ΙΑ23γ

Dagon Brewery

555/B, No 4, Highway Road, Hlaw Gar Ward, Shwe Pyi Thar Tsp, Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ23δ

Mec Steel Mills (Hmaw Bi/Pyi/Ywama

Factories Dept. Mec Head Office, Shwedagon Pagoda Road, Dagon Tsp, Yangon

Συνταγματάρχης Khin Maung Soe

13.8.2009

ΙΑ23ε

Mec Sugar Mill

Kant Balu

 

13.8.2009

ΙΑ23στ

Mec Oxygen and Gases Factory

Mindama Road, Mingalardon Tsp, Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ23ζ

Mec Marble Mine

Pyinmanar

 

13.8.2009

ΙΑ23η

Mec Marble Tiles Factory

Loikaw

 

13.8.2009

ΙΑ23θ

Mec Myanmar Cable Wire Factory aka Mec Myanma Cable Wire Factory

No 48, Bamaw A Twin Wun Road, Zone (4), Hlaing Thar Yar Industrial Zone, Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ23ι

Mec Ship Breaking Service

Thilawar, Than Nyin Tsp

 

13.8.2009

ΙΑ23ια

Mec Disposable Syringe Factory

Factories Dept, Mec Head Office, Shwedagon Pagoda Road, Dagon Tsp, Yangon

 

13.8.2009

ΙΑ23ιβ

Gypsum Mine

Thibaw

 

13.8.2009

III.   ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ

ΙΑ24α

Myanma Salt and Marine Chemicals Enterprise άλλως Myanmar Salt and Marine Chemicals Enterprise

Thakayta Township,

Yangon

Διευθύνων Σύμβουλος: U Win Htain

(Υπουργείο Ορυχείων)

13.8.2009

ΙΑ25α

Myanmar Defence Products Industry άλλως Myanma Defence Products Industry

Ngyaung Chay Dauk

(Υπουργείο Άμυνας)

13.8.2009

ΙΑ26α

Myanma Timber Enterprise άλλως Myanma Timber Enterprise

Myanma Timber Enterprise Head Office, Ahlone, Yangon and 504-506, Merchant Road, Kyauktada, Yangon

Διευθύνων Σύμβουλος: Win Tun

13.8.2009

ΙΑ27α

Myanmar Gems Enterprise άλλως Myanma Gems Enterprise

(Υπουργείο Ορυχείων), Head Office Building 19, Naypyitaw

Διευθύνων Σύμβουλος: Thein Swe

13.8.2009

ΙΑ28α

Myanmar Pearls Enterprise άλλως Myanma Pearls Enterprise

(Υπουργείο Ορυχείων), Head Office Building 19, Naypyitaw

Διευθύνων Σύμβουλος: Maung Toe

13.8.2009

ΙΑ29α

Myanmar Mining Enterprise Number 1 άλλως Myanma Mining Enterprise Number 1

(Υπουργείο Ορυχείων), Head Office Building 19, Naypyitaw

Διευθύνων Σύμβουλος: Saw Lwin

13.8.2009

ΙΑ30α

Myanmar Mining Enterprise Number 2άλλως Myanma Mining Enterprise Number 2

(Υπουργείο Ορυχείων), Head Office Building 19, Naypyitaw

Διευθύνων Σύμβουλος: Hla Theing

13.8.2009

ΙΑ31α

Myanmar Mining Enterprise Number 3 άλλως Myanma Mining Enterprise Number 1

(Υπουργείο Ορυχείων), Head Office Building 19, Naypyitaw

Διευθύνων Σύμβουλος: San Tun

13.8.2009

ΙΑ32α

Myanma Machine Tool άλλως Electrical Industries (MTEI) aka Myanmar Machine Tool and Electrical Industries (MTEI)

Block No. (12), Parami Road, Hlaing Township Yangon, Myanmar

Τηλέφωνο: 095-1-660437, 662324, 650822

Διευθύνων Σύμβουλος: Kyaw Win

Διευθυντής: Win Tint

13.8.2009

ΙΑ33α

Myanmar Paper & Chemical Industries άλλως Myanma Paper & Chemical Industries

 

Διευθύνων Σύμβουλος: Nyunt Aung

13.8.2009

ΙΑ34α

Myanma General and Maintenance Industries άλλως Myanmar General and Maintenance Industries

 

Διευθύνων Σύμβουλος: Aye Mauk

13.8.2009

ΙΑ35α

Road Transport Enterprise

(Υπουργείο Μεταφορών)

Διευθύνων Σύμβουλος: Thein Swe

13.8.2009

ΙΑ36α

Inland Water Transport

No.50, Pansodan Street, Kyauktada Township,

Yangon, Union of Myanmar

Διευθύνων Σύμβουλος: Soe Tint

13.8.2009

ΙΑ37α

Myanma Shipyards, άλλως Myanmar Shipyards, Sinmalike

Bayintnaung Road, Kamayut Township Yangon

Διευθύνων Σύμβουλος: Kyi Soe

13.8.2009

ΙΑ38α

Myanma Five Star Line, άλλως Myanmar Five Star Line

132-136, Theinbyu Road, P.O. Box,1221,Yangon

Διευθύνων Σύμβουλος: Maung Maung Nyein

13.8.2009

ΙΑ39α

Myanma Automobile and Diesel Engine Industries άλλως Myanmar Automobile and Diesel Engine Industries

56, Kaba Aye Pagoda Road, Yankin Township, Yangon

Διευθύνων Σύμβουλος: Hla Myint Thein

13.8.2009

ΙΑ40α

Myanmar Infotech άλλως Myanma Infotech

 

(Υπουργείο Ταχυδρομείων και Τηλεπικοινωνιών)

13.8.2009

ΙΑ41α

Myanma Industrial Construction Services άλλως Myanmar Industrial Construction Services

No. (1), Thitsa Road, Yankin Township, Yangon, Myanmar

Διευθύνων Σύμβουλος: Soe Win

13.8.2009

ΙΑ42α

Myanmar Machinery and Electric Appliances Enterprise άλλως Myanma Machinery and Electric Appliances Enterprise

Hlaing Township, Yangon

 

13.8.2009

IV.   ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΜΕΣΩΝ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ

ΙΑ43α

Myanmar News and Periodicals Enterprise άλλως Myanma News and Periodicals Enterprise

212 Theinbyu Road, Botahtaung Township, Yangon

(tel: +95-1-200810, +95-1-200809)

Διευθύνων Σύμβουλος: Soe Win (σύζυγος: Than Than Aye, μέλος MWAF)

13.8.2009

ΙΑ44α

Myanmar Radio and Television (MRTV) άλλως Myanma Radio and Television (MRTV)

Pyay Road, Kamayut Township, Yangon (tel: +95-1-527122, +95-1-527119)

Γενικός Διευθυντής: Khin Maung Htay (σύζυγος: Nwe New, μέλος MWAF)

13.8.2009

ΙΑ45α

Myawaddy Television, Tatmadaw Telecasting Unit

Hmawbi Township, Yangon (τηλ: +95-1-600294)

 

13.8.2009

ΙΑ46α

Myanma Motion Picture Enterprise, άλλως Myanmar Motion Picture Enterprise

 

Διευθύνων Σύμβουλος: Aung Myo Myint (σύζυγος: Malar Win, μέλος MWAF)

13.8.2009»


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Κατάλογος επιχειρήσεων που αναφέρονται στα άρθρα 5 και 9

Όνομα

Διεύθυνση

Διευθυντής/Ιδιοκτήτης/επιπρόσθετες πληροφορίες

Ημερομηνία καταχώρισης

I.   UNION OF MYANMAR ECONOMIC HOLDING LTD. (UMEHL)

ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Myawaddy Bank Ltd

24-26 Sule Pagoda Road, Yangon

Ταξίαρχοι Win Hlaing και U Tun Kyi, Διευθύνοντες Σύμβουλοι

25.10.2004

II.   MYANMAR ECONOMIC CORPORATION (MEC)

Innwa Bank

554-556, Merchant Street, Corner of 35th Street, Kyauktada Tsp, Yangon

U Yin Sein, Γενικός Διευθυντής

25.10.2004

III.   ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ

1.

Myanma Electric Power Enterprise

 

(Υπουργείο Ηλεκτρικής Ενέργειας 2) Διευθύνων Σύμβουλος: Δρ. San (Sann) Oo

29.4.2008

2.

Electric Power Distribution Enterprise

 

(Υπουργείο Ηλεκτρικής Ενέργειας 2) Διευθύνων Σύμβουλος: Tin Aung

27.4.2009

3.

Myanma Agricultural Produce Trading

 

Διευθύνων Σύμβουλος: Kyaw Htoo

(Υπουργείο Εμπορίου)

29.4.2008

4.

Myanmar Tyre and Rubber Industries

No. 30, Kaba Aye Pagoda Road, Mayangone Township, Yangon, Myanmar

(Υπουργείο Βιομηχανίας 2) Διευθύνων Σύμβουλος: Oo Zune

29.4.2008

5.

Co-Operative Import Export Enterprise

 

(Υπουργείο Συνεταιρισμών), Διευθύνων Σύμβουλος: Hla Moe

29.4.2008

IV.   ΑΛΛΕΣ

1.

Htoo Trading Co

5 Pyay Road, Hlaing Township, Yangon

Tay Za

10.3.2008

2.

Htoo Transportation Services

 

Tay Za

10.3.2008

3.

Htoo Furniture, άλλω Htoo Wood Products, άλλως Htoo Wood based Industry, άλλως Htoo Wood

21 Thukha Waddy Rd, Yankin Township, Yangon

Tay Za

29.4.2008

4.

Treasure hotels and resorts

No. 41, Shwe Taung Gyar Street, Bahan Township, Yangon

Tay Za

10.3.2008

5.

Aureum palace hotels and resorts

No. 41, Shwe Taung Gyar Street, Bahan Township, Yangon

Tay Za

10.3.2008

6.

Air bagan

No. 56, Shwe Taung Gyar Street, Bahan Township, Yangon

 

10.3.2008

7.

Myanmar avia export

 

Tay Za

10.3.2008

8.

Pavo Aircraft Leasing PTE Ltd άλλως Pavo Trading Pte Ltd.

 

Tay Za

29.4.2008

9.

Kanbawza bank

Head Office: 615/1 Pyay Road, Kamaryut, Township, Yangon

Aung Ko Win

10.3.2008

10.

Zaykabar co

3 Main Road, Mingalardon Garden City, Mingalardon, Yangon

Πρόεδρος: Khin Shwe,

Διευθύνων Σύμβουλος: Zay Thiha

10.3.2008

11.

Shwe thanlwin trading co

262 Pazundaung Main Road

Lower, Pazundaung, Yangon

Kyaw Win

10.3.2008

12.

Max myanmar co., Ltd

1 Ywama Curve, Bayint

Naung Road, Blk (2), Hlaing Township, Yangon

U Zaw Zaw άλλως Phoe Zaw, Daw Htay Htay Khaing, σύζυγος του Zaw Zaw. Ανώτατος Γενικός Διευθυντής, U Than Zaw

10.3.2008

13.

Hsinmin cement plant construction project

Union of Myanmar Economic Holdings Ltd, Kyaukse

Συνταγματάρχης Aung San

10.3.2008

14.

Ayer Shwe Wa (Wah, War)

5 Pyay Road,

Hlaing Township,

Yangon,

Aung Thet Mann άλλως Shwe Mann Ko Ko

10.3.2008

15.

Myanmar Land And Development

 

Συνταγματάρχης (εν αποστρ.) Thant Zin

10.3.2008

16.

Eden Group of companies

30-31 Shwe Padauk

Yeikmon Bayint Naung Rd

Kamayut Tsp Yangon

Chit Khaing άλλως Chit Khine

10.3.2008

17.

Golden flower co., Ltd

214 Wardan St, Lamadaw, Yangon

Διευθύνων Σύμβουλος: Aung Htwe, Ιδιοκτήτης: Kyaw Myint

10.3.2008

18.

Maung Weik Et Co., Ltd.

334/344 2nd Floor, Anawratha Road, Bagan Bldg, Lamadaw, Yangon

Maung Weik

10.3.2008

19.

National Development Company Ltd.

3/A Thathumar Rd, Cor of Waizayantar Rd, Thingangyun, Yangon

 

10.3.2008

20.

A1 Construction And Trading co., Ltd

41 Nawady St, Alfa Hotel Building, Dagon, Yangon

Tel: 00-95-1-241905/245323/254812

Fax: 00 95 1 252806

Email: aone@mptmail.net.mm

Διευθύνων Σύμβουλος U Yan Win

10.3.2008

21.

Asia World Co. Ltd

6062 Wardan St, Bahosi Development, Lamadaw, Yangon

Tun Myint Naing άλλως Steven Law (Ι4α, Παράρτημα II)

10.3.2008

22.

Θυγατρικές της Asia World:

 

Asia World Industries

 

Asia Light Co. Ltd.

 

Asia World Port Management Co.

 

Ahlon Warves

 

Πρόεδρος/Διευθυντής: Tun Myint Naing άλλως Steven Law (Ι4α, Παράρτημα II)

29.4.2008

23.

Yuzana co., Ltd

No 130 Yuzana Centre, Shwegondaing Rd, Bahan Township, Yangon

Πρόεδρος/Διευθυντής: Htay Myint

10.3.2008

24.

Yuzana construction

No 130 Yuzana Centre, Shwegondaing Rd, Bahan Township, Yangon

Πρόεδρος/Διευθυντής: Htay Myint

10.3.2008

25.

Myangonmyint Co (επιχείρηση ιδιοκτησίας USDA)

 

 

10.3.2008

26.

Dagon International/Dagon Timber Ltd,

262-264 Pyay Road

Dagon Centre

Sanchaung

Yangon

Διευθυντές: “Dagon” Win Aung και Daw Moe Mya Mya

29.4.2008

27.

Palm Beach Resort

Ngwe Saung

Ιδιοκτησία της Dagon International. Διευθυντές, “Dagon” Win Aung , Daw Moe Mya Mya και Ei Hnin Pwint άλλως Chistabelle Aung

29.4.2008

28.

IGE Co Ltd

No.27-B, Kaba Aye Pagoda Road,

Bahan Township

Yangon

Tel: 95-1-558266

Fax: 95-1-555369

και

No.H-11, Naypyitaw, Naypuitaw

Tel: 95-67-41-4211

Διευθυντές Nay Aung (Δ15ε Παράρτημα II) και Pyi (Pye) Aung (Δ15ζ Παράρτημα II) και Διευθύνων Σύμβουλος Win Kyaing

29.4.2008

29.

Aung Yee Phyo Co.

 

Ιδιοκτησία της οικογένειας του Aung Thaung (Υπουργείο Βιομηχανίας 1)

27.4.2009

30.

Queen Star Computer Company

 

Ιδιοκτησία της οικογένειας του Aung Thaung

27.4.2009

31.

Htay Co.

 

Ιδιοκτησία του Υποστράτηγου Hla Htay Win (A9α Παράρτημα II)

27.4.2009

32.

Mother Trading and Construction

77/78, Wadan Street, Bahosi Ward,

Lanmadaw,

Yangon

Tel: 95-1-21-0514

Email: mother.trade@mptmail.net.mm

Διευθυντής Aung Myat άλλως Aung Myint

29.4.2008

33.

Kyaw Tha Company και Kyaw Tha Construction Group

No. 98, 50th Street,

Pazundaung Township,

Yangon,

Tel: 95-1-296733

Fax: 95-1-296914

E-mail: kyawtha.wl@mptmail.net.mm

Website: http://www.kyawtha.com

Διευθυντής U Win Lwin, Διευθύνων Maung Aye

29.4.2008

34.

Ye Ta Khun (Yetagun) Construction Group

Yuzana Plaza West,

Tamwe Township

Yangoon

Ιδιοκτήτης Aung Zaw Ye Myint (πρώην A9δ Παράρτημα II) υιός του Στρατηγού Ye Myint (πρώην A9α)

29.4.2008

35.

J’s Donuts

26-28 Lanmadaw Street

Lanmadaw Tsp, Yangon

Tel: 95-1-710242

Junction 8 Shopping Centre 8th Mile

Mayangon Tsp, Yangon

Tel: 95-1-650771

(2nd Floor.) Yuzana Plaza Banyar Dala Road

Mingalar Taung Nyunt Tsp, Yangon

Tel: 95-1-200747

173-175 Pansodan Street

Kyauktada Tsp, Yangon

Tel: 95-1-287525

381-383 Near Bogyoke Aung San Market Shwebontha Street

Pabedan Tsp, Yangon

Tel: 95-1-243178

Ιδιοκτήτης: Kyaing San Shwe(A1η Παράρτημα II) υιός του Αρχιστράτηγου Than Shwe (A1α)

29.4.2008

36.

Sun Tac or Sun Tec

Suntac Int'l Trading Co. Ltd.

151 (B) Thiri Mingalar Lane Mayangon Township

Yangon

Tel: 01-650021 654463

Ιδιοκτήτης: Sit Taing Aung, υιός του Aung Phone (πρώην Υπουργός Δασών)

29.4.2008

37.

(MMS) Min Min Soe Group of Companies

23-A, Inya Myaing Street, Bahan Tsp. Tel: 95-1-511098, 514262 E-mail: mms@mptmail.net.mm

Μέτοχος Kyaw Myo Nyunt (Ι8γ Παράρτημα II) υιός του Υποστράτηγου Nyunt Tin, Υπουργού Γεωργίας (εν αποστρ.) (Ι8α Παράρτημα II)

29.4.2008

38.

Myanmar Information and Communication Technology άλλως Myanmar Infotech

MICT Park, Hlaing University Campus

Μερικός μέτοχος: Aung Soe Tha (Δ20ε Παράρτημα II)

29.4.2008

39.

MNT (Myanmar New Technology)

 

Ιδιοκτήτης: Yin Win Thu, Εταίρος: Nandar Aye (A2γ Παράρτημα II)

29.4.2008

40.

Forever Group

No (14 02/03), Olympic Tower I, Corner of Boaungkyaw Street and Mahabandoola Street

Kyauktada Township.

Yangon.

Tel: 95-1-204013, 95-1-204107

email Address: forevergroup@mptmail.net.mm

Διευθύνων Σύμβουλος: Daw Khin Khin Lay

μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου: U Khin Maung Htay

Ανώτατο δευθυντικό στέλεχος U Kyaw Kyaw

29.4.2008»