ISSN 1725-2547

doi:10.3000/17252547.L_2009.179.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

52ό έτος
10 Ιουλίου 2009


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 598/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009, για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 599/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές βιοντίζελ, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

26

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 600/2009 της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

52

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 601/2009 της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2009, για την 109η τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν

54

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 602/2009 της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τον καθορισμό της ανώτατης τιμής αγοράς βουτύρου για τον 8ο επιμέρους διαγωνισμό που διεξάγεται στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προκηρύχθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2009

56

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 603/2009 της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τον καθορισμό της ανώτατης τιμής αγοράς αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη για τον 6ο επιμέρους διαγωνισμό που διεξάγεται στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προκηρύχθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 310/2009

57

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 604/2009 της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2009, για τον καθορισμό του ανώτατου ποσού της επιστροφής κατά την εξαγωγή βουτύρου στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 619/2008

58

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 605/2009 της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2009, για τον καθορισμό του ανώτατου ποσού της επιστροφής κατά την εξαγωγή αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 619/2008

60

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Συμβούλιο

 

 

2009/532/ΕΚ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, συνερχομένου σε επίπεδο αρχηγών κρατών ή κυβερνήσεων, της 9ης Ιουλίου 2009, με την οποία ορίζεται η προσωπικότητα που το Συμβούλιο προτίθεται να διορίσει πρόεδρο της Επιτροπής για την περίοδο 2009-2014

61

 

 

Επιτροπή

 

 

2009/533/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2009, για την τροποποίηση της απόφασης 2008/22/ΕΚ που θεσπίζει τους κανόνες για την εφαρμογή της απόφασης αριθ. 573/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων, για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρους του γενικού προγράμματος Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, όσον αφορά τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου των κρατών μελών, τους κανόνες για τη διοικητική και χρηματοοικονομική διαχείριση και την επιλεξιμότητα των δαπανών για έργα που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 5251]

62

 

 

2009/534/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2009, για την τροποποίηση της απόφασης 2008/457/ΕΚ που θεσπίζει τους κανόνες για την εφαρμογή της απόφασης 2007/435/ΕΚ του Συμβουλίου για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ένταξης Υπηκόων Τρίτων Χωρών, για την περίοδο 2007 έως 2013, ως μέρους του γενικού προγράμματος Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, όσον αφορά τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου των κρατών μελών, τους κανόνες για τη διοικητική και χρηματοοικονομική διαχείριση και την επιλεξιμότητα των δαπανών για έργα που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 5257]

64

 

 

2009/535/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2009, με την οποία αναγνωρίζεται καταρχήν η πληρότητα του φακέλου που υποβλήθηκε για λεπτομερή εξέταση με σκοπό την ενδεχόμενη καταχώριση του BAS 650 F στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 5369]  ( 1 )

66

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 598/2009 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 7ης Ιουλίου 2009

για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2026/97 του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 1997, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) («βασικός κανονισμός») και ιδίως το άρθρο 15,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή ύστερα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.1.   Προσωρινά μέτρα

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 194/2009 (2) («προσωρινός κανονισμός»), η Επιτροπή επέβαλε προσωρινό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής («ΗΠΑ» ή «ενδιαφερόμενη χώρα»).

(2)

Στην παράλληλη διαδικασία αντιντάμπινγκ, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 193/2009 (3) η Επιτροπή επέβαλε προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

1.2.   Επακόλουθη διαδικασία

(3)

Μετά τη γνωστοποίηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και των εκτιμήσεων βάσει των οποίων αποφασίστηκε η επιβολή προσωρινών αντισταθμιστικών μέτρων («κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων»), αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη γνωστοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους σχετικά με τα προσωρινά συμπεράσματα. Τα μέρη τα οποία το ζήτησαν, έγιναν δεκτά σε ακρόαση. Η Επιτροπή εξακολούθησε να αναζητεί και να επαληθεύει όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για τα οριστικά της συμπεράσματα. Οι προφορικές και γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη εξετάστηκαν και, όπου κρίθηκε σκόπιμο, τα προσωρινά συμπεράσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

(4)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η επιβολή οριστικών αντισταθμιστικών μέτρων στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής ΗΠΑ και η οριστική είσπραξη των ποσών που είχαν καταβληθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού («τελική γνωστοποίηση»). Επίσης, τους δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την εν λόγω κοινοποίηση.

(5)

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη εξέφρασαν την απογοήτευσή τους για την απόφαση να χορηγηθεί προθεσμία μόλις δεκαέξι ημερών για την υποβολή παρατηρήσεων επί της κοινοποίησης των προσωρινών συμπερασμάτων, καθώς και για την απόφαση να απορριφθούν οι αιτήσεις ορισμένων μερών για ουσιαστική παράταση της προθεσμίας υποβολής αυτών των παρατηρήσεων.

(6)

Το άρθρο 30 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού προβλέπει ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να ζητούν να ενημερωθούν λεπτομερώς σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και με τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων έχουν επιβληθεί προσωρινά μέτρα Στο πλαίσιο αυτό, η πρακτική που εφαρμόζει η Επιτροπή είναι να υποβάλλει κοινοποίηση σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη στο πλαίσιο μιας διαδικασίας μετά τη δημοσίευση κανονισμού με τον οποίο επιβάλλονται προσωρινά μέτρα στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να τάσσει προθεσμία στα ενδιαφερόμενα μέρη για την υποβολή παρατηρήσεων επί της κοινοποίησης. Η πρακτική αυτή εφαρμόστηκε στην παρούσα διαδικασία. Όσον αφορά την προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη έπρεπε να υποβάλουν παρατηρήσεις, ο βασικός κανονισμός δεν διευκρινίζει τη διάρκεια αυτής. Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, κρίθηκε σκόπιμο να οριστεί προθεσμία δεκαέξι ημερών (που παρατάθηκε στη συνέχεια σε δεκαεπτά ημέρες) λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα της διαδικασίας και την ανάγκη να τηρηθεί η απαίτηση του άρθρου 11 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού, σύμφωνα με την οποία η έρευνα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός δεκατριών μηνών από την έναρξή της.

(7)

Όσον αφορά το συντελεστή του δασμού που καθορίστηκε για τις εταιρείες των ΗΠΑ που δεν αναγγέλθηκαν και δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα, ο συντελεστής του προσωρινού δασμού ορίστηκε στο επίπεδο του χαμηλότερου μεταξύ του υψηλότερου περιθωρίου επιδότησης ή περιθωρίου ζημίας που διαπιστώθηκε για τους συνεργαζόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς που περιλαμβάνονταν στο δείγμα. Ο δασμός που καθορίστηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο ανήλθε στο ποσό που ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του προσωρινού κανονισμού (δασμός για «όλες τις άλλες εταιρείες»: 237,0 ευρώ ανά τόνο). Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί ότι το ύψος αυτού του δασμού επιβάλλεται δίκην αντιποίνων και δεν υπολογίστηκε σωστά βάσει των διαθέσιμων στοιχείων. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί ότι, προκειμένου να γίνει επίκληση των διαθέσιμων στοιχείων βάσει του άρθρου 28 του βασικού κανονισμού, πρέπει προηγουμένως να έχει εξακριβωθεί ότι ένα ενδιαφερόμενο μέρος αρνήθηκε ή παρέλειψε να παράσχει «απαραίτητες πληροφορίες» (4). Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί ότι μάλλον θα έπρεπε να εφαρμοστεί ο σταθμισμένος μέσος όρος του συντελεστή που υπολογίζεται για τις μη συμπεριλαμβανόμενες στον δειγματοληπτικό έλεγχο επιχειρήσεις.

(8)

Σε απάντηση αυτού του ισχυρισμού πρέπει να σημειωθεί ότι κατά το στάδιο έναρξης της διαδικασίας η Επιτροπή απέστειλε το έντυπο δειγματοληψίας, την καταγγελία και την ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας στις εταιρείες που απαριθμούνταν στην καταγγελία (περισσότερες από 150 εταιρείες). Αντίγραφο του εντύπου δειγματοληψίας επισυνάφθηκε επίσης στη ρηματική διακοίνωση προς την Αποστολή των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες κατά την έναρξη της διαδικασίας, με την παράκληση να σταλεί στους εξαγωγείς/παραγωγούς των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Επιπλέον, το National Biodiesel Board (Εθνικό Συμβούλιο Βιοντίζελ), που ήταν ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη από την αρχή της εν λόγω διαδικασίας, εκπροσωπεί μεγάλο αριθμό εταιρειών του κλάδου του βιοντίζελ στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

(9)

Στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας, καθώς και στο διαβιβαστικό έγγραφο του εντύπου δειγματοληψίας εφιστάται η προσοχή στις συνέπειες της μη συνεργασίας. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (8) του προσωρινού κανονισμού, περισσότερες από 50 εταιρείες αναγγέλθηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας δειγματοληψίας και υπέβαλαν τις ζητούμενες πληροφορίες εντός της προθεσμίας των 15 ημερών. Οι εταιρείες αυτές καλύπτουν άνω του 80 % των συνολικών εισαγωγών βιοντίζελ από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής στην Κοινότητα.

(10)

Μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, ζητήθηκε από τις αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών να παράσχουν πρόσθετες πληροφορίες. Συγκεκριμένα από τις αρχές ζητήθηκε να καλέσουν άλλους τυχόν εξαγωγείς/παραγωγούς βιοντίζελ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, πέραν όσων απαριθμούνταν στο άρθρο 1 και το παράρτημα του προσωρινού κανονισμού, οι οποίοι δεν ήταν γνωστοί κατά το χρόνο έναρξης της διαδικασίας και δεν είχαν προηγουμένως αρνηθεί να συνεργαστούν (5), να αναγγελθούν.

(11)

Οι αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής υπέβαλαν κατάλογο με τις επωνυμίες άνω των 100 πρόσθετων εταιρειών (παραγωγών/εξαγωγέων) των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Εξετάστηκε αν κάποιες από αυτές τις εταιρείες είχαν κληθεί να συνεργαστούν στο στάδιο έναρξης της διαδικασίας. Η έρευνα έδειξε ότι σημαντικός αριθμός των εταιρειών αυτού του καταλόγου είχαν ήδη κληθεί να συνεργαστούν κατά τη διαδικασία δειγματοληψίας, αλλά τότε είχαν επιλέξει να μην το πράξουν. Με άλλα λόγια, οι εταιρείες αυτές γνώριζαν τις συνέπειες της μη συνεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού.

(12)

Εντούτοις, όσον αφορά τις εταιρείες (άνω των 40) του καταλόγου που δεν ήταν γνωστές στην Επιτροπή κατά το χρόνο έναρξης της διαδικασίας, σημειώθηκε ότι το αίτημα προς τις αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών για παροχή στοιχείων σχετικών με τις εν λόγω εταιρείες υποβλήθηκε μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων. Κατά συνέπεια αποφασίστηκε η προσθήκη των εν λόγω εταιρειών στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού και η εφαρμογή του ιδίου συντελεστή δασμού στις εν λόγω εταιρείες με εκείνες που ρητά συνεργάστηκαν αλλά δεν επελέγησαν στο δείγμα Οι εταιρείες αυτές έλαβαν γνώση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και των εκτιμήσεων βάσει των οποίων επρόκειτο να επιβληθούν οριστικά μέτρα και κλήθηκαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το γεγονός ότι σχεδιαζόταν να προστεθούν οι επωνυμίες τους στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

(13)

Κατόπιν της τελικής γνωστοποίησης, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών δέχθηκε ευνοϊκά την πρόταση εφαρμογής του μέσου σταθμισμένου δασμού σε πρόσθετες εταιρείες. Εντούτοις, η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών θεωρεί ότι δεν δόθηκε καμία εξήγηση ως προς το γιατί άλλες εταιρείες υπόκεινται στο συντελεστή «όλων των λοιπών εταιρειών». Ως προς τούτο, σημειώνεται ότι για τις εταιρείες που κλήθηκαν να συνεργαστούν κατά τη διάρκεια της δειγματοληψίας, εξηγήσεις έχουν ήδη δοθεί ανωτέρω. Αναφορικά με πιθανούς εξαγωγείς/παραγωγούς των ΗΠΑ που δεν ενημερώθηκαν ατομικά για την έρευνα ούτε περιέχονται στον κατάλογο που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (11) σημειώνεται πρώτον ότι καταβλήθηκαν εκτεταμένες προσπάθειες κατά την έναρξη της διαδικασίας για να επιτευχθεί επαφή με εταιρείες στις ΗΠΑ που θα μπορούσαν να εμπίπτουν στην εν λόγω διαδικασία [βλ. αιτιολογικές σκέψεις (8) και (10)]. Περαιτέρω, επιπλέον προσπάθειες καταβλήθηκαν μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (10) για τον εντοπισμό άλλων εταιρειών, πράγμα που οδήγησε στην προσθήκη περισσότερων από 40 εταιρειών στον κατάλογο εκείνων επί των οποίων θα έπρεπε να εφαρμόζεται ο μέσος σταθμισμένος δασμός του συντελεστή. Εκτιμάται ότι αυτές οι εκτεταμένες προσπάθειες προσέφεραν κάθε δυνατότητα στις εταιρείες βιοντίζελ στις ΗΠΑ να αναγγελθούν. Ως προς τούτο σημειώνεται ότι η σχετική βιομηχανική ένωση συμμετείχε στη διαδικασία εξαρχής. Κατά συνέπεια εκτιμάται ότι ο συντελεστής δασμού «όλων των λοιπών εταιρειών» θα πρέπει να εφαρμοστεί σε όλες τις εταιρείες που επέλεξαν να μην αναγγελθούν.

(14)

Μία εταιρεία που υπέβαλε απάντηση στο έντυπο δειγματοληψίας και η οποία, κατά συνέπεια, περιλήφθηκε στο παράρτημα του προσωρινού κανονισμού ζήτησε να προστεθεί η μητρική της εταιρεία στο παράρτημα. Η εν λόγω εταιρεία ζήτησε επίσης να αλλάξει η πόλη εγκατάστασης των δύο εταιρειών στο παράρτημα, ώστε να αντικατοπτρίζεται σωστά η διεύθυνση που εμφανίζεται στα τιμολόγια των εταιρειών.

(15)

Αφού εξετάστηκε το αίτημα της εν λόγω εταιρείας, κρίθηκε ότι η μητρική εταιρεία έπρεπε επίσης να περιληφθεί στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, καθώς αναφέρθηκε στην απάντηση της εταιρείας στο έντυπο δειγματοληψίας ως η μόνη συνδεδεμένη εταιρεία που δραστηριοποιείται στον τομέα του βιοντίζελ. Τροποποιείται επίσης η πόλη εγκατάστασης των δύο εταιρειών.

(16)

Δύο άλλες συνεργασθείσες εταιρείες ζήτησαν να διαγραφεί η επωνυμία τους από το παράρτημα, υποστηρίζοντας ότι δεν είναι παραγωγοί-εξαγωγείς. Οι επωνυμίες των εταιρειών διεγράφησαν.

(17)

Υπενθυμίζεται ότι η έρευνα για την επιδότηση και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2007 μέχρι την 31η Μαρτίου 2008 («περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Όσον αφορά τις τάσεις που ασκούν επιρροή για την εκτίμηση της ζημίας, η Επιτροπή εξέτασε δεδομένα που καλύπτουν την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2004 μέχρι το τέλος της ΠΕ («υπό εξέταση περίοδος»).

1.3.   Δειγματοληψία κοινοτικών παραγωγών και παραγωγών-εξαγωγέων των ΗΠΑ

(18)

Ελλείψει παρατηρήσεων σχετικά με τη δειγματοληψία παραγωγών-εξαγωγέων των ΗΠΑ, τα προσωρινά συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων (6) έως (10) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

(19)

Ορισμένα μέρη υπέβαλαν παρατηρήσεις σχετικά με την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος κοινοτικών παραγωγών. Οι παρατηρήσεις αυτές εξετάζονται στη συνέχεια, στις αιτιολογικές σκέψεις (77) έως (81).

2.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

2.1.   Υπό εξέταση προϊόν

(20)

Υπενθυμίζεται ότι στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας, το προϊόν που κατά τους ισχυρισμούς λάμβανε επιδοτήσεις ορίστηκε ως μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) προερχόμενα από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης (κοινώς γνωστά ως «βιοντίζελ»), σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μείγματος.

(21)

Η καταγγελία περιείχε εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το βιοντίζελ και όλα τα μείγματα βιοντίζελ με πετρελαϊκό ντίζελ που παράγονταν και επιδοτούνταν στις ΗΠΑ και εξάγονταν στην Κοινότητα επηρέασαν την οικονομική κατάσταση των παραγωγών βιοντίζελ στην Κοινότητα. Ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος, συνεπής προς τα χαρακτηριστικά των σχετικών παραγωγών βιοντίζελ των ΗΠΑ και της εγχώριας αγοράς, είχε ως στόχο να καλύπτει το βιοντίζελ ακόμη και όταν αυτό είναι ενσωματωμένο στα σχετικά μείγματα βιοντίζελ. Ωστόσο, θεωρήθηκε ότι ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας και στην αιτιολογική σκέψη (20) ανωτέρω, θα μπορούσε να προκαλέσει ανησυχία ως προς το ποιοι παραγωγοί και ποιοι τύποι προϊόντων επρόκειτο να καλυφθούν από την έρευνα και ποιοι όχι.

(22)

Ομοίως, για την έρευνα της επιδότησης και της ζημίας, ιδίως προκειμένου να καθοριστούν τα περιθώρια επιδότησης και τα επίπεδα εξάλειψης της ζημίας, ήταν απαραίτητο να προσδιοριστούν σαφώς τα προϊόντα τα οποία αφορούσε η έρευνα.

(23)

Σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά της αγοράς των ΗΠΑ, το υπό εξέταση προϊόν ορίστηκε προσωρινά ως μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) προερχόμενα από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, κοινώς γνωστά ως «βιοντίζελ», σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μειγμάτων άνω του B20. Συνεπώς, το υπό εξέταση προϊόν κάλυπτε το καθαρό βιοντίζελ (B100) και όλα τα μείγματα που περιέχουν βιοντίζελ σε ποσοστό μεγαλύτερο του 20 % («το υπό εξέταση προϊόν»). Αυτό το όριο θεωρήθηκε επαρκές για τη σαφή διάκριση μεταξύ των διαφόρων τύπων μειγμάτων που προορίζονται για περαιτέρω ανάμειξη και εκείνων που προορίζονται για άμεση κατανάλωση στην αγορά των ΗΠΑ.

(24)

Η έρευνα έδειξε ότι όλοι οι τύποι βιοντίζελ και το βιοντίζελ στα μείγματα που καλύπτονται από την παρούσα έρευνα, παρά τις πιθανές διαφορές ως προς την πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τους ή τις διαφορές όσον αφορά την παραγωγική διαδικασία, έχουν τα ίδια ή παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς. Οι πιθανές διαφορές ως προς το υπό εξέταση προϊόν δεν αλλοιώνουν το βασικό ορισμό του, τα χαρακτηριστικά του ή την αντίληψη που έχουν γι’ αυτό τα διάφορα μέρη.

(25)

Ενδιαφερόμενα μέρη προέβαλαν ισχυρισμούς σχετικά με τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος και του ομοειδούς προϊόντος, με τους οποίους αμφισβήτησαν τόσο τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος όσο και τον ορισμό του ομοειδούς προϊόντος χρησιμοποιώντας ταυτόχρονα τα ίδια επιχειρήματα, χωρίς να κάνουν καμία διάκριση μεταξύ της έννοιας του υπό εξέταση προϊόντος και της έννοιας του ομοειδούς προϊόντος στο πλαίσιο της διαδικασίας.

(26)

Υπενθυμίζεται ότι η έννοια του υπό εξέταση προϊόντος διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφοι 1 έως 4 του βασικού κανονισμού, ενώ η ερμηνεία του όρου «ομοειδές προϊόν» αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού. Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί αυτοί εξετάζονται χωριστά στη συνέχεια.

(27)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος έθεσε το ερώτημα κατά πόσον τα μείγματα με χαμηλή αναλογία βιοντίζελ (π.χ. το B21) μπορούν να χαρακτηριστούν ως βιοντίζελ, εξομοιούμενα έτσι με το καθαρό βιοντίζελ (B100) ή με παρόμοια μείγματα που αποτελούνται κατά κύριο λόγο από βιοντίζελ και περιέχουν χαμηλότερο ποσοστό πετρελαϊκού ντίζελ (π.χ. B99). Ισχυρίστηκε ότι αντικείμενο της έρευνας αποτέλεσαν βασικά το B100 και το B99 και ότι όλοι οι υπολογισμοί του ντάμπινγκ και της ζημίας έγιναν βάσει αυτών των δύο τύπων προϊόντων. Κατά την άποψή του, ο καθορισμός του ορίου ακριβώς πάνω από το B20, δηλαδή το μείγμα χαμηλού επιπέδου που πωλείται απευθείας στους καταναλωτές των ΗΠΑ, οδηγεί σε τεχνητό ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος.

(28)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος έθεσε επίσης εν αμφιβόλω το κατά πόσον ένα μείγμα με 20 % βιοντίζελ μπορεί να χαρακτηριστεί ως βιοντίζελ αντί για πετρελαϊκό ντίζελ, το οποίο δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος συμπέρανε ότι η ΕΕ υποστηρίζει τη δημιουργία νέας δασμολογικής κλάσης (6) για το βιοντίζελ στο εναρμονισμένο σύστημα (ΕΣ) δασμολογικής κατάταξης. Κατά τη γνώμη του η Επιτροπή διεύρυνε τον ορισμό του προϊόντος στην παρούσα διαδικασία και επέκτεινε τους τύπους προϊόντων που θίγονται από την επιβολή των μέτρων.

(29)

Επιπλέον, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος θεωρεί ότι κατά το χρόνο της έρευνας δεν υπήρχε συγκεκριμένο όριο για να καθοριστεί τι συνιστά βιοντίζελ για τους σκοπούς της κατάταξης στον κωδικό 3824 90 91 της ΣΟ, ο οποίος κωδικός δημιουργήθηκε την 1η Ιανουαρίου 2008 για το βιοντίζελ από την ΕΕ. Το ενδιαφερόμενο μέρος αμφισβήτησε το κατά πόσον βάσει του κανόνα 3 β) των γενικών κανόνων για την ερμηνεία της συνδυασμένης ονοματολογίας (7) ένα μείγμα που περιέχει λιγότερο από 50 % βιοντίζελ μπορεί να χαρακτηριστεί ως βιοντίζελ. Ανέφερε επίσης ότι τα παραδείγματα μειγμάτων που αναφέρονταν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής είχαν υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ, υπαινισσόμενο έτσι ότι το υπό εξέταση προϊόν είναι μόνο το βιοντίζελ και τα μείγματα με πολύ υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ.

(30)

Το ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε επίσης ότι η ΕΕ δεν μπορεί να αλλάξει τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος διατηρώντας ταυτόχρονα διαφορετικό ομοειδές προϊόν. Αναφέρθηκε στο άρθρο 15.1 της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα του ΠΟΕ. Σύμφωνα με το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος, τα συμπεράσματα σχετικά με την επιδότηση και τη ζημία εξήχθησαν με βάση τα μείγματα B100 και B99 και οι κωδικοί του εναρμονισμένου δασμολογικού συστήματος των ΗΠΑ (HTS) (8) που χρησιμοποιήθηκαν στην έρευνα δεν φαίνεται να περιλαμβάνουν προϊόντα με χαμηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ που φθάνει μέχρι το 20 %. Αναφέρθηκε επίσης στην κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων στους αμερικανούς παραγωγούς βιοντίζελ του δείγματος, από την οποία προκύπτει ότι οι αμερικανοί παραγωγοί του δείγματος δείγμα πωλούσαν μείγματα που αποτελούνταν αποκλειστικά από διάφορους τύπους βιοντίζελ. Ως εκ τούτου, το υπό εξέταση προϊόν πρέπει να περιοριστεί στα προϊόντα που περιέχουν 100 % βιοντίζελ (B100), ακόμη και αν πρόκειται για βιοντίζελ προερχόμενο από διαφορετικές πρώτες ύλες, ή στα μείγματα που περιέχουν 99 % βιοντίζελ (B99).

(31)

Το ενδιαφερόμενο μέρος αναφέρθηκε σε πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου (9) σχετικά με εισαγωγές νιτρικού αμμωνίου και συμπέρανε ότι το σκεπτικό της εν λόγω απόφασης ισχύει και στην παρούσα διαδικασία, και ότι τα μείγματα που δεν έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της έρευνας και των μέτρων, καθώς δεν συνιστούν το ομοειδές προϊόν για το οποίο διατυπώθηκαν συμπεράσματα ως προς το ντάμπινγκ και τη ζημία, δηλαδή τα προϊόντα που περιέχουν μόνο βιοντίζελ (B100) ή τα μείγματα που περιέχουν βιοντίζελ σε ποσοστό 99 % (B99).

(32)

Τα μέρη δεν προσκόμισαν αποδεικτικά στοιχεία ούτε επικαλέστηκαν νομική αναφορά που θα έδειχναν ότι το υπό εξέταση προϊόν δεν ορίστηκε σωστά στην παρούσα έρευνα. Οι διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφοι 1 έως 4 του βασικού κανονισμού είναι καθοδηγητικές ως προς τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Το άρθρο 1 παράγραφος 1 ορίζει τα εξής: «Αντισταθμιστικός δασμός είναι δυνατό να επιβάλλεται με σκοπό την εξουδετέρωση των συνεπειών της επιδότησης που έχει ενδεχομένως χορηγηθεί, άμεσα ή έμμεσα, για την κατασκευή, την παραγωγή, την εξαγωγή ή τη μεταφορά οιουδήποτε προϊόντος του οποίου η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα προκαλεί ζημία».

(33)

Όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (21), η καταγγελία περιείχε εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το βιοντίζελ και όλα τα μείγματα βιοντίζελ με πετρελαϊκό ντίζελ που παράγονταν στις ΗΠΑ και εξάγονταν στην Κοινότητα σε επιδοτούμενες τιμές επηρέασαν την οικονομική κατάσταση των παραγωγών βιοντίζελ στην Κοινότητα.

(34)

Τα μέρη δεν προσκόμισαν αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι το όριο που καθορίστηκε στον προσωρινό κανονισμό για να χαραχτεί η διαχωριστική γραμμή μεταξύ του υπό εξέταση προϊόντος και του μη υπό εξέταση προϊόντος ήταν τεχνητή. Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (26) και (28) του προσωρινού κανονισμού, η έρευνα έδειξε ότι το B20, και ενδεχομένως τα μείγματα χαμηλότερου επιπέδου, πωλούνταν πράγματι απευθείας στους καταναλωτές των ΗΠΑ. Η έρευνα έδειξε επίσης ότι η αγορά ανάμειξης και η αγορά καταναλωτικών προϊόντων ήταν διαφορετικές αγορές με διαφορετικούς πελάτες: μία αγορά στην οποία το βιοντίζελ και τα μείγματα βιοντίζελ προορίζονται για περαιτέρω ανάμειξη από εμπόρους και αναμείκτες και μία αγορά στην οποία τα μείγματα προορίζονται για το δίκτυο διανομής και, ως εκ τούτου, για τους καταναλωτές. Ο καθορισμός του ορίου για το υπό εξέταση προϊόν πάνω από το B20 επέτρεψε να χαραχτεί μια σαφής διαχωριστική γραμμή και απέτρεψε τη σύγχυση μεταξύ των προϊόντων, των αγορών και των διαφόρων μερών στις ΗΠΑ. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(35)

Σε όλες τις έρευνες κατά των επιδοτήσεων είναι σύνηθες να μην παράγουν ούτε να πωλούν οι επί μέρους εταιρείες για τις οποίες διεξήχθη έρευνα όλους τους τύπους προϊόντων που περιλαμβάνονται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Μερικές εταιρείες μπορεί να παράγουν πολύ περιορισμένο φάσμα τύπων προϊόντων, ενώ άλλες μπορεί να παράγουν ευρύτερο φάσμα. Ωστόσο, αυτό δεν επηρεάζει τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Συνεπώς, ο ισχυρισμός ότι το υπό εξέταση προϊόν πρέπει να καλύπτει μόνο τους τύπους προϊόντων που εξάγονταν από τους παραγωγούς των ΗΠΑ και οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς της επιδότησης και της ζημίας κρίνεται αβάσιμος.

(36)

Όπως αναφέρεται στον προσωρινό κανονισμό και στην αιτιολογική σκέψη (20) ανωτέρω, η έρευνα επικεντρώθηκε πρωτίστως στο βιοντίζελ, είτε σε καθαρή μορφή είτε ενσωματωμένο σε μείγματα. Τα αντισταθμιστικά μέτρα θα εφαρμοστούν στα σχετικά μείγματα που εξάγονται στην κοινοτική αγορά. Ως εκ τούτου, το ερώτημα εάν ένα μείγμα με 20 % βιοντίζελ χαρακτηρίζεται ως καύσιμο βιοντίζελ και όχι ως πετρελαϊκό ντίζελ, το οποίο δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος, θεωρείται άνευ σημασίας.

(37)

Πρέπει να διευκρινιστεί ότι τα συμπεράσματα σχετικά με την επιδότηση και τη ζημία για κάθε εταιρεία που περιλήφθηκε στην έρευνα βασίστηκαν αποκλειστικά στα σχετικά είδη προϊόντων που παρήγε και πωλούσε η οικεία εταιρεία κατά την ΠΕ. Ο ισχυρισμός ότι ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος έτσι ώστε να περιλαμβάνει τα μείγματα πάνω από το B20 θα έθιγε αδικαιολόγητα τους παραγωγούς των ΗΠΑ είναι αβάσιμος και δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι το υπό εξέταση προϊόν πρέπει να περιοριστεί στα προϊόντα που περιέχουν βιοντίζελ σε ποσοστό 100 % (B100), ακόμη και όταν αποτελούνται από βιοντίζελ προερχόμενο από διαφορετικές πρώτες ύλες, ή στα μείγματα που αποτελούνται κατά 99 % από βιοντίζελ (B99). Η κάλυψη των μειγμάτων άνω του B20 από τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος δεν είχε καμία απολύτως επίπτωση στα συμπεράσματα που εξήχθησαν για τις διερευνηθείσες εταιρείες οι οποίες δεν παράγουν και δεν εξάγουν αυτό το είδος προϊόντος.

(38)

Επίσης αβάσιμος είναι ισχυρισμός του ενδιαφερομένου κατά τον οποίο το σκεπτικό της απόφασης του Δικαστηρίου (10) ισχύει και στην παρούσα διαδικασία και ότι τα μείγματα που δεν έχουν πολύ υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ δεν μπορούν να υπαχθούν στο πεδίο της έρευνας. Ειδικότερα, για κάθε εταιρεία που περιλήφθηκε στην έρευνα, τα τυχόν περιθώρια ζημίας και επιδότησης θα αντιστοιχούν ακριβώς στο υπό εξέταση προϊόν και το ομοειδές προϊόν για τα οποία ορίστηκαν συμπεράσματα ως προς την επιδότηση και τη ζημία, συγκεκριμένα οι σχετικοί τύποι προϊόντων που περιέχουν βιοντίζελ τους οποίους η εκάστοτε εταιρεία πώλησε στην εγχώρια αγορά και εξήγαγε στην Κοινότητα. Επίσης, η απόφαση που επικαλείται ο ενδιαφερόμενος, αφορούσε επανεξέταση ισχυόντων μέτρων αντιντάμπιγκ που προέκυψαν από επέκτασή τους σε άλλα προϊόντα εκτός του υπό εξέταση προϊόντος, πράγμα που δεν ισχύει στην παρούσα έρευνα.

(39)

Παρόλο που τα παραδείγματα που παρέχονται σε ένα ερωτηματολόγιο σκοπός του οποίου είναι η συλλογή στοιχείων για τη διενέργεια έρευνας δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να διατυπωθούν υποθέσεις ως προς το συμπέρασμα της έρευνας, αξίζει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων, συγκεκριμένα πριν από τη διεξαγωγή της επιτόπιας έρευνας, ποιοι τύποι προϊόντων παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά και ποιοι εξάγονται από τις σχετικές εταιρείες κατά το χρόνο σύνταξης του ερωτηματολογίου. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του βασικού κανονισμού, οι σχετικοί τύποι προϊόντων που πρέπει να περιληφθούν στο πεδίο μιας έρευνας κατά των επιδοτήσεων είναι αυτοί που θεωρείται ότι επιδοτούνται με αντισταθμίσιμη επιδότηση. Σε τέτοια περίπτωση είναι δυνατό να επιβληθεί αντισταθμιστικός δασμός με σκοπό την εξουδετέρωση των συνεπειών της επιδότησης που έχει ενδεχομένως χορηγηθεί, άμεσα ή έμμεσα, για την κατασκευή, την παραγωγή, την εξαγωγή ή τη μεταφορά οιουδήποτε προϊόντος.

(40)

Θεωρείται επίσης ότι το B100 δεν πρέπει να εξαιρεθεί από τον ορισμό του προϊόντος. Πρώτον, επειδή το B100 ή καθαρό βιοντίζελ είναι το βασικό προϊόν για το οποίο αποδείχθηκαν οι επιδοτήσεις των ΗΠΑ. Όπως προκύπτει σαφώς από τον Κώδικα Εγχώριων Εσόδων των ΗΠΑ (US. CODE) και ειδικότερα τον τίτλο 26, $40A, στοιχείο δ), ο οποίος ορίζει σαφώς το βιοντίζελ, το όλο σύστημα επιδότησης εφαρμόστηκε για τη στήριξη της βιομηχανίας βιοντίζελ των ΗΠΑ. Δεύτερον, επειδή κατά την επιτόπια επαλήθευση στις εγκαταστάσεις της κυβέρνησης των ΗΠΑ, προέκυψε ότι το βιοντίζελ μπορεί να λάβει την ομοσπονδιακή πίστωση φόρου ύψους 1 USD ανά γαλόνι στις ΗΠΑ, ακόμη και όταν αναμειγνύεται εκτός των ΗΠΑ από εταιρεία με θυγατρική στις ΗΠΑ.

(41)

Η έρευνα έδειξε επίσης ότι η παραγωγή καθαρού βιοντίζελ από οποιονδήποτε παραγωγό στις ΗΠΑ συνοδεύεται από έκδοση πιστοποιητικού του παραγωγού, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (51) του προσωρινού κανονισμού. Αυτό το πιστοποιητικό είναι μεταβιβάσιμο και πρέπει να προσκομίζεται στην κυβέρνηση των ΗΠΑ όταν υποβάλλεται αίτηση για χορήγηση επιδότησης.

(42)

Βάσει των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών και εκτιμήσεων, επιβεβαιώνεται ότι όλοι οι τύποι βιοντίζελ και το βιοντίζελ σε μείγματα που καλύπτονται από την παρούσα έρευνα, δηλαδή το καθαρό βιοντίζελ (Β100) και τα μείγματα άνω του Β20, παρά τις πιθανές διαφορές ως προς την πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τους ή τις διαφορές όσον αφορά την παραγωγική διαδικασία, έχουν τα ίδια ή παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς. Οι πιθανές διαφορές ως προς το υπό εξέταση προϊόν δεν αλλοιώνουν το βασικό ορισμό του, τα χαρακτηριστικά του ή την αντίληψη που έχουν γι’ αυτό τα διάφορα μέρη.

2.2.   Ομοειδές προϊόν

(43)

Εξήχθη το προσωρινό συμπέρασμα ότι τα προϊόντα που παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά των ΗΠΑ, τα οποία καλύπτονται από την παρούσα έρευνα, έχουν παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρήσεις με αυτά που εξάγονται από τη χώρα αυτή στην κοινοτική αγορά. Ομοίως, τα προϊόντα που παράγονται από την κοινοτική βιομηχανία και πωλούνται στην κοινοτική αγορά έχουν παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρήσεις σε σύγκριση με τα προϊόντα που εξάγονται στην Κοινότητα από την ενδιαφερόμενη χώρα.

(44)

Συνεπώς, δεν βρέθηκαν διαφορές μεταξύ των διαφόρων τύπων του υπό εξέταση προϊόντος και των κοινοτικών τύπων προϊόντων που πωλούνται στην κοινοτική αγορά οι οποίες θα οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι οι τύποι προϊόντων που παράγονται και πωλούνται στην κοινοτική αγορά δεν αποτελούν ομοειδή προϊόντα, με τα ίδια ή πολύ παραπλήσια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά με τους τύπους του υπό εξέταση προϊόντος που παράγονται στις ΗΠΑ και εξάγονται στην Κοινότητα. Ως εκ τούτου, εξήχθη το συμπέρασμα ότι όλοι οι τύποι βιοντίζελ που καλύπτονται από την παρούσα έρευνα θεωρούνται όμοιοι κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

(45)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ταυτοποίηση του υπό εξέταση προϊόντος και πρέπει να καθοριστεί με βάση τα φυσικά χαρακτηριστικά και την τελική χρήση του προϊόντος. Κατ’ ουσίαν υποστήριξε ότι στην ΕΕ δεν χρησιμοποιείται για κατανάλωση το B20, αλλά ένα μείγμα με ακόμη χαμηλότερη περιεκτικότητα, το B5. Ως εκ τούτου, ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος είναι λανθασμένος. Ισχυρίστηκε επίσης ότι δεν είναι δυνατό να αλλάζει ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος, αλλά να διατηρείται ένα διαφορετικό ομοειδές προϊόν.

(46)

Όπως προκύπτει σαφώς από τις αιτιολογικές σκέψεις (31) έως (37) του προσωρινού κανονισμού, ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος συνδέεται με την ταυτοποίηση του υπό εξέταση προϊόντος και καθορίστηκε κυρίως με βάση τα φυσικά χαρακτηριστικά του προϊόντος. Η πραγματική τελική χρήση των προϊόντων λήφθηκε επίσης υπόψη και θεωρήθηκε ότι το όριο του B20 πρέπει επίσης να διατηρηθεί για τον ορισμό του ομοειδούς προϊόντος. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αριθμός των τύπων προϊόντων που καλύπτει ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος μειώθηκε επίσης ώστε να αντιστοιχεί στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος.

(47)

Συνεπώς, οι ισχυρισμοί των μερών ότι ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος είναι λανθασμένος πρέπει να απορριφθούν και ο προσωρινός ορισμός του ομοειδούς προϊόντος μπορεί να επιβεβαιωθεί.

3.   ΕΠΙΔΟΤΗΣΗ

3.1.   Γενικές παρατηρήσεις

(48)

Μία εταιρεία ισχυρίστηκε ότι οι λόγοι αποκλεισμού της από το δείγμα που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 9 του προσωρινού κανονισμού ήταν εξ αρχής γνωστοί στην Επιτροπή, όταν επέλεξε το δείγμα. Βάσει αυτού, η εταιρεία δεν θα έπρεπε να είχε αποκλειστεί από το δείγμα.

(49)

Σχετικά με τον ανωτέρω ισχυρισμό, σημειώνεται ότι το αν θα συμπεριληφθεί ή όχι μια εταιρεία στο δείγμα δεν έχει ουσιώδη αντίκτυπο στην εταιρεία όσον αφορά το αποτέλεσμα της έρευνας. Αν είχε συμπεριληφθεί στο δείγμα, θα είχε οριστεί ατομικός αντισταθμιστικός δασμός για την εταιρεία, όπως πράγματι έγινε στο προσωρινό στάδιο, παρόλο που η εταιρεία αποκλείστηκε από το δείγμα. Ο παρών κανονισμός ορίζει επίσης ατομικό αντισταθμιστικό δασμό για την εν λόγω εταιρεία. Μετά την τελική γνωστοποίηση των εν λόγω αποτελεσμάτων, η εταιρεία ισχυρίστηκε ότι «ο εκ των πραγμάτων αποκλεισμός της» από τους συμπεριληφθέντες στο δείγμα εξαγωγείς την αποστέρησε ορισμένων βασικών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων δικαιωμάτων απορρεόντων από συγκεκριμένους υπολογισμούς όπως ισχύει για στοιχεία που παρέχονται από τους περιληφθέντες στο δείγμα εξαγωγείς. Ως απάντηση σ’ αυτό σημειώνεται ότι πραγματοποιήθηκε ειδικός υπολογισμός του επιπέδου επιδότησης της εν λόγω εταιρείας. Για ότι αφορά το βαθμό βλάβης της εν λόγω εταιρείας, αυτός διαπιστώθηκε όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (173) έως (175) παρακάτω, ήτοι στη βάση πραγματικών στοιχείων διαθέσιμων βάσει του άρθρου 28 του βασικού κανονισμού, δεδομένου ότι η εταιρεία δεν παρέσχε τις ζητηθείσες πληροφορίες αναφορικά με τις εξαγωγικές της πωλήσεις και μεταπωλήσεις στην Κοινότητα. Υπό τις περιστάσεις αυτές, ο ισχυρισμός της εταιρείας απορρίπτεται.

(50)

Μία εταιρεία ισχυρίστηκε ότι ο αντισταθμιστικός δασμός φαίνεται να έχει υπολογιστεί βάσει των εγχώριων πωλήσεων πλέον των εξαγωγικών πωλήσεων. Η εταιρεία ζήτησε να διορθωθούν ανάλογα οι υπολογισμοί.

(51)

Όσον αφορά τον ανωτέρω ισχυρισμό, σημειώνεται ότι όλα τα συστήματα επιδότησης που αντισταθμίζονται διαπιστώθηκε ότι αποτελούν συστήματα εγχώριας επιδότησης, δηλαδή ισχύουν τόσο για τις εγχώριες όσο και για τις εξαγωγικές πωλήσεις. Σύμφωνα με την πάγια εφαρμοζόμενη πρακτική, το ποσό που αντιστοιχεί στο όφελος από κάθε σύστημα κατά την ΠΕ καταμερίστηκε στο σύνολο των πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος (δηλαδή στις εγχώριες και τις εξαγωγικές πωλήσεις). Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός της εταιρείας απορρίφθηκε.

(52)

Η ίδια εταιρεία καθώς και άλλη μία επεσήμαναν επίσης ότι οι τιμές CIF που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό του αντισταθμιστικού δασμού δεν είναι οι ίδιες με αυτές που χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς της ζημίας και του ντάμπινγκ. Οι εταιρείες θεωρούν ότι για λόγους συνέπειας οι σωστές τιμές CIF που χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς του ντάμπινγκ και της ζημίας θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν και για τον υπολογισμό του αντισταθμιστικού δασμού.

(53)

Όσον αφορά τον ανωτέρω ισχυρισμό, πρέπει και πάλι να σημειωθεί, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (51) ανωτέρω, ότι όλα τα συστήματα επιδότησης που αντισταθμίζονται διαπιστώθηκε ότι αποτελούν συστήματα εγχώριας επιδότησης. Υπό τις περιστάσεις αυτές, ο παρονομαστής που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό του οφέλους κατά την ΠΕ είναι οι συνολικές πωλήσεις, σε αντίθεση με τη διαδικασία αντιντάμπινγκ, στην οποία παρονομαστής είναι μόνο οι εξαγωγικές πωλήσεις στην ΕΕ. Υπό τις περιστάσεις αυτές, ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

(54)

Ορισμένες εταιρείες και το Εθνικό Συμβούλιο Βιοντίζελ (NBB) υποστήριξαν ότι δεν πρέπει να επιβληθεί αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές B100 επειδή τα περιθώρια επιδότησης και ζημίας υπολογίστηκαν χωρίς να συμπεριληφθούν οι πωλήσεις B100. Όσον αφορά αυτό τον ισχυρισμό, σημειώνεται ότι οι πωλήσεις B100 παραγωγής των εταιρειών του δείγματος έχουν ληφθεί υπόψη στον υπολογισμό του ποσού των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, καθώς και στον υπολογισμό ου περιθωρίου ζημίας. Υπό τις περιστάσεις αυτές, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.

3.2.   Πίστωση φόρου κατανάλωσης/φόρου εισοδήματος

(55)

Μια εταιρεία ισχυρίστηκε ότι το ύψος του οφέλους που αποκόμισε από την ομοσπονδιακή πίστωση φόρου κατανάλωσης/φόρου εισοδήματος κατά την περίοδο έρευνας (ΠΕ) είναι λιγότερο από 1 USD το γαλόνι, αν το όφελος υπολογιστεί επί του συνολικού όγκου των πωλήσεών της κατά την ΠΕ.

(56)

Όσον αφορά το όφελος που προέκυψε για την εταιρεία από το σύστημα πίστωσης φόρου κατανάλωσης/φόρου εισοδήματος, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (59) του προσωρινού κανονισμού, το όφελος αυτό υπολογίστηκε με βάση το 1 USD ανά γαλόνι αμιγούς βιοντίζελ που πωλήθηκε κατά την ΠΕ, είτε πωλήθηκε ως καθαρό βιοντίζελ (B100) είτε σε μείγμα. Το όφελος αυτό αντικατοπτρίζεται στο επίπεδο του προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού που επιβλήθηκε. Ο προσωρινός δασμός, αλλά και ο οριστικός δασμός που επιβάλλεται με τον παρόντα κανονισμό, προβλέπει ότι στα μείγματα ο αντισταθμιστικός δασμός εφαρμόζεται κατ’ αναλογία προς τη συνολική περιεκτικότητα του μείγματος σε βιοντίζελ. Υπό τις περιστάσεις αυτές, θεωρείται ότι ένας δασμός με βάση το 1 USD ανά γαλόνι αμιγούς βιοντίζελ αντικατοπτρίζει σωστά το όφελος κατά την ΠΕ, καθότι εφαρμόζεται χαμηλότερος δασμός, για παράδειγμα, στις εισαγωγές B99, δεδομένου ότι το τελευταίο περιέχει λιγότερο βιοντίζελ. Υπό τις περιστάσεις αυτές, ο ισχυρισμός της εταιρείας απορρίπτεται.

(57)

Ορισμένες εταιρείες και το NBB ισχυρίστηκαν ότι, εφόσον δεν υπάρχει ομοσπονδιακή πίστωση φόρου κατανάλωσης/φόρου εισοδήματος για τις πωλήσεις B100, δεν μπορεί βάσιμα να θεωρηθεί ότι οι πωλήσεις αυτές επωφελήθηκαν από την εν λόγω πίστωση φόρου. Μία από αυτές τις εταιρείες υποστήριξε ειδικότερα ότι δεν είχε αποδειχθεί ότι οι πωλήσεις B100 κατά την ΠΕ αποτελούσαν τον έμμεσο αποδέκτη της πίστωσης φόρου 1 USD ανά γαλόνι.

(58)

Σε απάντηση των ισχυρισμών αυτών, πρέπει να υπομνησθεί ότι ο αμερικανικός κώδικας προβλέπει ότι η πίστωση για τις μείξεις βιοντίζελ χορηγείται μόνον εφόσον η εταιρεία (ο αναμείκτης) που κάνει τη μείξη βιοντίζελ και πετρελαϊκού ντίζελ λάβει πιστοποιητικό («πιστοποιητικό για το βιοντίζελ») από τον παραγωγό βιοντίζελ, στο οποίο ο παραγωγός πιστοποιεί την ποσότητα βιοντίζελ που αναφέρεται στο πιστοποιητικό. Το πιστοποιητικό βιοντίζελ είναι μεταβιβάσιμο και παρέχει στον κάτοχο το δικαίωμα να λάβει φορολογική πίστωση 1 USD ανά γαλόνι, για τα γαλόνια βιοντίζελ που χρησιμοποίησε ο αιτών για την παραγωγή μείγματος βιοντίζελ. Όσον αφορά τις πωλήσεις B100 από τις εταιρείες για τις οποίες διεξήχθη έρευνα κατά την ΠΕ, προκύπτει όφελος για τις εταιρείες από το γεγονός ότι το πιστοποιητικό βιοντίζελ παρέχει δικαίωμα φορολογικής πίστωσης ύψους 1 USD ανά γαλόνι.

(59)

Κατόπιν της τελικής γνωστοποίησης, ορισμένες πλευρές ισχυρίστηκαν ότι το όφελος από τη φορολογική πίστωση του αναμείκτη κερδίζεται από τον αναμείκτη του βιοντίζελ και ότι δεν προσδιορίζεται ότι για πωλήσεις καθαρού βιοντίζελ (Β100), το όφελος θα πρέπει να το καρπώνεται ο παραγωγός/ πωλητής του Β100. Ως απάντηση σ’ αυτό, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως επεξηγήθηκε ανωτέρω, το πιστοποιητικό βιοντίζελ είναι μεταβιβάσιμο. ‘Οντως, ως συνέπεια τούτου, ο κάτοχος του πιστοποιητικού γνωρίζει ότι το πιστοποιητικό αντιπροσωπεύει αξία 1 USD ανά γαλόνι.

(60)

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ εκτίμησε ότι, καθώς στην αιτιολογική σκέψη 44 του προσωρινού κανονισμού αναφέρεται ότι μια εταιρεία για να είναι επιλέξιμη για την πίστωση μείγματος βιοντίζελ θα πρέπει να δημιουργεί ένα μείγμα βιοντίζελ και πετρελαϊκού ντίζελ, το ποσό του οφέλους δεν θα πρέπει να υπολογίζεται στη βάση του καθαρού βιοντίζελ ή μείγματος όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (59) του προσωρινού κανονισμού. Σχετικά με αυτό, τονίζεται ότι, για τους λόγους που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη (58) ανωτέρω και όπως προβλέπεται στις αιτιολογικές σκέψεις (54) έως (55), εκτιμάται ότι όλα τα βιοντίζελ επιδοτούνται.

(61)

Υπό τις περιστάσεις αυτές, θεωρείται ότι οι πωλήσεις B100 διαπιστώθηκε ότι προσπορίζουν όφελος στους παραγωγούς αυτού του προϊόντος και, συνεπώς, οι ισχυρισμοί στις αιτιολογικές σκέψεις (51) έως (60) απορρίπτονται.

(62)

Ορισμένες εταιρείες και το NBB υποστήριξαν ότι δεν πρέπει να επιβληθεί αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές B100, διότι οι πωλήσεις Β100 στην ΕΕ δεν μπορούν να επωφεληθούν από τη φορολογική πίστωση για το βιοντίζελ. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (51) ανωτέρω, διαπιστώθηκε ότι όλο το βιοντίζελ επιδοτείτο μέσω του προγράμματος φορολογικής πίστωσης. Υπό τις συνθήκες αυτές, εκτιμάται ότι δύναται να επιβληθεί αντισταθμιστικός δασμός σε εισαγωγές καθαρού βιοντίζελ και βιοντίζελ σε μείγμα. Θα πρέπει περαιτέρω να σημειωθεί ότι οι πωλήσεις Β100 στην Κοινότητα είναι επίσης επιλέξιμες για οφέλη βάσει πίστωσης φόρου εισοδήματος των μικροπαραγωγών βιοντίζελ αγροτικής προέλευσης.

(63)

Κατά την ΠΕ, μερικές από τις εταιρείες του δείγματος είχαν εξαγάγει μικρές ποσότητες B100 στην Κοινότητα. Ωστόσο, η εξαγωγή B100 αντί B99 στην Κοινότητα δεν φαινόταν οικονομικά δικαιολογημένη, διότι μόνο η εξαγωγή Β99 θα απέφερε άμεσα ή έμμεσα την πίστωση για μείξη βιοντίζελ, εκτός αν ο εξαγωγέας ή ο αγοραστής δικαιούνταν την προαναφερθείσα πίστωση φόρου εισοδήματος. Σε τέτοια περίπτωση, ο παραγωγός των ΗΠΑ θα είχε το ίδιο όφελος με αυτό που προκύπτει από τις πωλήσεις B100 στην εγχώρια αγορά Μετά την τελική γνωστοποίηση, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δήλωσε ότι δεν αναφέρθηκαν στοιχεία που να τεκμηριώνουν τη διαπίστωση ότι δεν υφίσταται οικονομική αιτιολόγηση για την εξαγωγή Β100 αντί Β99 στην Κοινότητα. Οι λόγοι που οδηγούν στο συμπέρασμα αυτό εκτίθενται ανωτέρω.

(64)

Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι είναι απολύτως δυνατή η επιδότηση της εξαγωγής B100 και ότι δεν φαίνεται να δικαιολογείται οικονομικά η εξαγωγή στην Κοινότητα χωρίς επιδότηση, οι ανωτέρω ισχυρισμοί απορρίπτονται.

(65)

Σύμφωνα με τα ανωτέρω, επιβεβαιώνονται τα συμπεράσματα σχετικά με το εν λόγω συστήματα, όπως αυτά παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις (41) έως (63) του προσωρινού κανονισμού.

3.3.   Πίστωση φόρου εισοδήματος των μικροπαραγωγών βιοντίζελ αγροτικής προέλευσης

(66)

Ελλείψει παρατηρήσεων σχετικά με το εν λόγω σύστημα, οι αιτιολογικές σκέψεις 64 έως 72 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

3.4.   Το πρόγραμμα βιοενέργειας του αμερικανικού Υπουργείου Γεωργίας

(67)

Ελλείψει παρατηρήσεων σχετικά με το εν λόγω σύστημα, οι αιτιολογικές σκέψεις 73 έως 86 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

(68)

Ελλείψει παρατηρήσεων σχετικά με τα κατωτέρω συστήματα, οι αιτιολογικές σκέψεις 87 έως 157 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

φορολογική απαλλαγή για το βιοντίζελ στο Ιλινόις

ταμείο παροχής κινήτρων στους επιλέξιμους παραγωγούς βιοντίζελ στο Μιζούρι

πρόγραμμα δανειοδότησης στο πλαίσιο του «biofuels partnership in assisting community expansion (PACE)» στη Βόρεια Ντακότα

φορολογική πίστωση για εξοπλισμό παραγωγής βιοντίζελ στη Βόρεια Ντακότα

πίστωση φόρου εισοδήματος για το βιοντίζελ στη Βόρεια Ντακότα

φορολογική απαλλαγή για το μείγμα αιθανόλης και βιοντίζελ στο Τέξας

πρόγραμμα κινήτρων του Τέξας για την παραγωγή καυσίμου αιθανόλης και βιοντίζελ

φορολογική απαλλαγή για την παραγωγή βιοκαυσίμων στην Πολιτεία της Ουάσιγκτον

3.5.   Ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων

(69)

Το ποσό των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του βασικού κανονισμού, εκφραζόμενο κατ’ αξία, για τις εταιρείες που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας κυμαίνεται από 29,1 % έως 41,1 %. Δεδομένου ότι ανέρχονται στο ίδιο επίπεδο με αυτό που ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη (158) του προσωρινού κανονισμού, η εν λόγω αιτιολογική σκέψη επιβεβαιώνεται.

ΣΥΣΤΗΜΑ→

ΕΤΑΙΡΕΙΑ↓

Πίστωση μείξης βιοντίζελ

Πίστωση φόρου εισοδήματος για μικροπαρα-γωγούς βιοντίζελ αγροτικής προέλευσης

Ταμείο παροχής κινήτρων στους επιλέξιμους παραγωγούς βιοντίζελ στο Μιζούρι

Πρόγραμμα κινήτρων του Τέξας για την παραγωγή καυσίμου αιθανόλης και βιοντίζελ

Φορολογική απαλλαγή για την παραγωγή βιοκαυσίμων στην Πολιτεία της Ουάσιγκτον

Σύνολο

%

%

%

%

%

%

Archer Daniels Midland Company

31,3

 

3,8

 

 

35,1

Cargill Inc.

34,1

0,4

 

 

 

34,5

Green Earth Fuels of Houston LLC

38,7

 

 

0,3

 

39,0

Imperium Renewables Inc.

28,4

 

 

 

0,7

29,1

Peter Cremer North America LP

41,0

 

 

 

 

41,0

Vinmar Overseas Limited

41,1

 

 

 

 

41,1

World Energy Alternatives LLC

37,6

 

 

 

 

37,6

(70)

Η μέθοδος καθορισμού του περιθωρίου επιδότησης για τις συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα παρατίθεται στην αιτιολογική σκέψη (159) του προσωρινού κανονισμού. Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, το περιθώριο επιδότησης για τις συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, υπολογιζόμενο βάσει του σταθμισμένου μέσου περιθωρίου επιδότησης που καθορίστηκε για τις συνεργασθείσες εταιρείες του δείγματος, είναι 36,0 %. Ως εκ τούτου, η αιτιολογική σκέψη (159) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

(71)

Η βάση για τον καθορισμό του περιθωρίου επιδότησης σε εθνικό επίπεδο ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη (160) του προσωρινού κανονισμού. Ελλείψει σχετικών παρατηρήσεων, η αιτιολογική σκέψη (160) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

4.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

4.1.   Κοινοτική παραγωγή και αντιπροσωπευτικότητα

(72)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος αμφισβήτησε την εξαίρεση από την εκτίμηση της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομίλου παραγωγών που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (162) του προσωρινού κανονισμού, οι οποίοι συνδέονταν με παραγωγό-εξαγωγέα των ΗΠΑ, βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Υποστήριξε ότι ο σωστός παρονομαστής για να καθοριστεί η υποστήριξη της καταγγελίας έπρεπε να διατηρηθεί γύρω στους 5 400 χιλιάδες τόνους και όχι να μειωθεί σε 4 200 έως 4 600 χιλιάδες τόνους, όπως έγινε στον προσωρινό κανονισμό.

(73)

Οι σχετικές διατάξεις του βασικού κανονισμού για την εκτίμηση της αντιπροσωπευτικότητας ή της στήριξης της έρευνας είναι το άρθρο 9 παράγραφος 1 και το άρθρο 10 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού. Πληροφοριακά, οι σχετικές διατάξεις της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα που αφορούν τον ορισμό της εγχώριας βιομηχανίας περιέχονται στη νομοθεσία της ΕΕ στο άρθρο 9 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει σαφώς ότι ο ορισμός της εγχώριας παραγωγής για τον καθορισμό της αντιπροσωπευτικότητας πρέπει να γίνεται σε συνάρτηση με τον ορισμό της εγχώριας βιομηχανίας και υπόκειται στις ίδιες απαιτήσεις με αυτές που ισχύουν για τον ορισμό της εγχώριας βιομηχανίας. Σε κάθε περίπτωση ο εν λόγω ισχυρισμός δεν είναι ικανός να μεταβάλει το συμπέρασμα ότι η έρευνα υποστηρίχθηκε από το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής παραγωγής. Ακόμη και αν ο παρονομαστής διατηρούνταν στους 5 400 τόνους, η υποστήριξη της έρευνας θα υπερέβαινε το 50 %, θα ήταν, δηλαδή, πολύ υψηλότερη από τις απαιτήσεις του βασικού κανονισμού.

(74)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι λαμβάνοντας υπόψη τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος και του ομοειδούς προϊόντος, που είναι το βιοντίζελ σε καθαρή μορφή ή σε μείγματα που περιέχουν περισσότερο από 20 % βιοντίζελ (B20), ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και η κοινοτική παραγωγή πρέπει να αποτελούνται από όλες τις κοινοτικές εταιρείες που παράγουν βιοντίζελ και μείγματα πάνω από το B20. Ισχυρίστηκε ότι κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν δείχνει ότι ο καταγγέλλων ή η Επιτροπή επιδίωξαν να περιλάβουν αυτές τις εταιρείες στη συνολική παραγωγή ή ότι διαπιστώθηκε ότι αυτοί οι παραγωγοί υποστήριξαν την καταγγελία.

(75)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι η ποσότητα της συνολικής κοινοτικής παραγωγής που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (162) του προσωρινού κανονισμού έχει πράγματι διαμορφωθεί λαμβάνοντας υπόψη τον όγκο της παραγωγής βιοντίζελ σε μείγματα πάνω από το B20. Διευκρινίζεται επιπλέον ότι σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, η κοινοτική παραγωγή μειγμάτων με περιεκτικότητα σε βιοντίζελ από 21 % (B21) έως 99 % (B99) ήταν πολύ περιορισμένη κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Η μοναδική παραγωγή μειγμάτων με περιεκτικότητες που κυμαίνονται μεταξύ των ανωτέρω τιμών αφορά μείγματα B30 και δεν υπερέβη τους 60 000 τόνους όσον αφορά την περιεκτικότητα σε βιοντίζελ. Επιπλέον, η Επιτροπή ήλθε σε επαφή με γνωστούς παραγωγούς B30 μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων και οι απαντήσεις που έλαβε από δύο εξ αυτών δείχνουν ότι υποστηρίζουν την καταγγελία.

(76)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, επιβεβαιώνονται οι αιτιολογικές σκέψεις (161) έως (163) του προσωρινού κανονισμού σχετικά με τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής, του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και την αντιπροσωπευτικότητα.

4.2.   Δειγματοληψία

(77)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι οι επιδόσεις ενός κοινοτικού παραγωγού του δείγματος που δεν συνεργάστηκε στην έρευνα ήταν πολύ καλές και έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη στην εκτίμηση της ζημίας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Υποστηρίχθηκε ότι ο εν λόγω παραγωγός δεν υπέστη ζημία κατά την ΠΕ και ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν τα βέλτιστα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού. Στο πλαίσιο αυτό ο ενδιαφερόμενος πρότεινε να χρησιμοποιηθούν τα δημόσια διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία των ετών 2007 και 2008 για τον εν λόγω παραγωγό, προκειμένου να εξεταστεί η ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(78)

Κοινή πρακτική της Επιτροπής στις έρευνες κατά των επιδοτήσεων είναι να εξαιρεί από τη διαδικασία εκτίμησης της ζημίας τους παραγωγούς που δεν συνεργάστηκαν και να μην χρησιμοποιεί τα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού. Τα δεδομένα σχετικά με τη ζημία καλύπτουν μια μακρά περίοδο τεσσάρων ετών και δεν είναι δυνατό να ληφθούν από δημόσιες πηγές όλες οι απαραίτητες πληροφορίες για τον καθορισμό όλων των δεικτών ζημίας καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση, ο εν λόγω κοινοτικός παραγωγός εξαιρέθηκε από την έρευνα διότι δεν παρέσχε ολοκληρωμένα και ουσιώδη πληροφοριακά στοιχεία για τα έτη 2004 έως 2006, ενώ παρέσχε ελλιπή στοιχεία για το 2007 και την ΠΕ. Η χρησιμοποίηση των δημόσια διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με τη δραστηριότητα του εν λόγω παραγωγού στον τομέα του βιοντίζελ για το 2007 και το 2008, δεν θα επέτρεπε να συγκεντρωθούν στοιχεία για όλους τους συντελεστές της ζημίας και για όλα τα έτη την υπό εξέταση περιόδου. Αυτό θα στρέβλωνε τις τάσεις που ασκούν επιρροή για την εκτίμηση της ζημίας.

(79)

Επιπλέον, εάν διατηρούνταν ο εν λόγω παραγωγός στο δείγμα, δεν θα ήταν δυνατό να εκτιμηθεί η πρακτική επιβολής τιμών χαμηλότερων από τις κοινοτικές για το σύνολο των πωλήσεων των παραγωγών του δείγματος, διότι η εν λόγω εταιρεία δεν υπέβαλε αναλυτικό κατάλογο των πωλήσεών της ανά τύπο προϊόντος κατά την ΠΕ. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του ενδιαφερόμενου μέρους, οι οικονομικές επιδόσεις του εν λόγω παραγωγού, όσον αφορά την κερδοφορία, όπως φαίνεται από τα δημοσίως διαθέσιμα στοιχεία του, ήταν σαφώς χαμηλότερες από τη μέση κερδοφορία που διαπιστώθηκε για τους κοινοτικούς παραγωγούς του δείγματος που συνεργάστηκαν, όπως προκύπτει από τον πίνακα 7 του προσωρινού κανονισμού. Βάσει των ανωτέρω, το αίτημα του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους απορρίφθηκε.

(80)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι το δείγμα των κοινοτικών παραγωγών δεν ήταν αντιπροσωπευτικό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, διότι βασίστηκε μόνο σε παραγωγούς καθαρού βιοντίζελ (B100) και, συνεπώς, δεν περιλάμβανε τους παραγωγούς μειγμάτων από το B99 μέχρι το B20, καθώς και αναμείκτες B100.

(81)

Υπενθυμίζεται σχετικά ότι, όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (75), η κοινοτική παραγωγή μειγμάτων βιοντίζελ από το B20 μέχρι το B99 ήταν πολύ περιορισμένη κατά την ΠΕ. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή την περιορισμένη ποσότητα, η οποία αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 2 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος κατά την ΠΕ, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η επιλογή του δείγματος, η οποία βασίστηκε κυρίως στον μεγαλύτερο όγκο της παραγωγής και των πωλήσεων στην Κοινότητα, ήταν αντιπροσωπευτική. Όσον αφορά τους αναμείκτες του B100, οι εταιρείες αυτές δεν μπορούν να θεωρηθούν ως παραγωγοί του ομοειδούς προϊόντος, διότι επεξεργάζονται μέσω μιας απλής διαδικασίας ανάμειξης ένα υφιστάμενο ομοειδές προϊόν. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(82)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, οι αιτιολογικές σκέψεις (164) έως (166) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

5.   ZHMIA

(83)

Όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (17), η εξέταση των τάσεων σχετικά με την εκτίμηση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2004 μέχρι το τέλος της ΠΕ. Ωστόσο, η έρευνα έδειξε ότι το 2004 ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ουσιαστικά βρισκόταν σε στάδιο εκκίνησης. Έτσι, κρίθηκε καταλληλότερο να γίνει ανάλυση της πιθανής ζημίας και της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής βάσει των τάσεων της περιόδου από το 2005 μέχρι την ΠΕ («περίοδος ανάλυσης»). Δεδομένου ότι κανένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με αυτή την προσέγγιση, η αιτιολογική σκέψη (167) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

5.1.   Κοινοτική κατανάλωση

Πίνακας 1

Κοινοτική κατανάλωση

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Τόνοι

1 936 034

3 204 504

4 968 838

6 644 042

6 608 659

Δείκτης 2005=100

60

100

155

207

206

(84)

Ελλείψει παρατηρήσεων που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν αλλαγή της κοινοτικής κατανάλωσης, όπως αυτή παρουσιάζεται στον ανωτέρω πίνακα, οι αιτιολογικές σκέψεις (168) έως (173) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

5.2.   Όγκος των εισαγωγών από την ενδιαφερόμενη χώρα και μερίδιο αγοράς

(85)

Στον κατωτέρω πίνακα παρουσιάζονται οι συνολικές εισαγωγές στην κοινοτική αγορά από παραγωγούς-εξαγωγείς των ΗΠΑ κατά την υπό εξέταση περίοδο.

Πίνακας 2

Σύνολο εξαγωγών από τις ΗΠΑ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Τόνοι

2 634

11 504

50 838

730 922

1 137 152

Δείκτης 2005=100

23

100

442

6 354

9 885

Μερίδιο αγοράς

0,1 %

0,4 %

1,0 %

11,0 %

17,2 %

Δείκτης 2005=100

25

100

250

2 750

4 300

Πηγή: στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές

(86)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η εξέταση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας στο πλαίσιο της διαδικασίας κατά των επιδοτήσεων θα έπρεπε να βασιστεί σε διαφορετικά στοιχεία από αυτά στα οποία βασίστηκε η παράλληλη διαδικασία αντιντάμπινγκ. Υποστήριξε ότι τα συμπεράσματα σχετικά με τις επιδοτήσεις βασίζονται στις εξαγωγές βιοντίζελ στην Κοινότητα το οποίο i) είναι ιδίας παραγωγής, ii) έχει παραχθεί και αναμειχθεί και iii) έχει αγοραστεί και αναμειχθεί, ενώ τα συμπεράσματα σχετικά με το ντάμπινγκ και ειδικότερα τα συμπεράσματα σχετικά με τις εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα βασίζονται μόνο στο βιοντίζελ ιδίας παραγωγής των παραγωγών του δείγματος.

(87)

Ο ισχυρισμός αυτός φαίνεται να υποδηλώνει ότι η διαδικασία αντιντάμπινγκ θα έπρεπε πάντα να βασίζεται σε στενότερο φάσμα δεδομένων σε σχέση με τη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων. Ωστόσο, στο προσωρινό στάδιο και στο πλαίσιο της παράλληλης διαδικασίας αντιντάμπινγκ διαπιστώθηκε ότι όλες οι εξαγωγές βιοντίζελ ιδίας παραγωγής των εταιρειών που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα των παραγωγών των ΗΠΑ πραγματοποιήθηκαν σε τιμές ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά. Παρόμοιο συμπέρασμα εξήχθη και στην παρούσα διαδικασία κατά των επιδοτήσεων. Έτσι, και στις δύο έρευνες θεωρήθηκε ότι όλες οι εξαγωγές από τις ΗΠΑ αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και επιδότησης και, κατά συνέπεια, συμπεριλήφθηκαν όλες στην εξέταση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας.

(88)

Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι στο οριστικό στάδιο διαπιστώθηκε ότι μία εταιρεία των ΗΠΑ που περιλήφθηκε στο δείγμα δεν εφάρμοζε πρακτική ντάμπινγκ, γεγονός που οδήγησε σε διαφορά μεταξύ του όγκου των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και του όγκου των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδότησης οι οποίοι πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την εξέταση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας στο πλαίσιο των διαδικασιών. Στη διαδικασία αντιντάμπινγκ ο συνολικός όγκος των εισαγωγών από τις ΗΠΑ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ προσαρμόστηκε για να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι οι εισαγωγές ενός παραγωγού-εξαγωγέα του δείγματος διαπιστώθηκε ότι δεν αποτελούσαν αντικείμενο πρακτικής ντάμπινγκ. Ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν έχει καμία επίπτωση στη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων.

(89)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, ο ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί.

(90)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η κλάση HTS 3824 90 των στατιστικών των ΗΠΑ για τις εξαγωγές που χρησιμοποιήθηκε στον προσωρινό κανονισμό για τον καθορισμό των εισαγωγών από την ενδιαφερόμενη χώρα καλύπτει και άλλα προϊόντα, εκτός από το βιοντίζελ, όπως οι «λιπαρές ουσίες ζωικής ή φυτικής προέλευσης και μείγματα αυτών». Για το λόγο αυτό η εξέταση του όγκου των εισαγωγών από τις ΗΠΑ ήταν ελλιπής. Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος πρότεινε να χρησιμοποιηθούν αντ’ αυτής οι τάσεις που καθορίστηκαν για τους παραγωγούς των ΗΠΑ για τους οποίους διεξήχθη έρευνα.

(91)

Ως προς αυτό, κατά πρώτον σημειώνεται ότι ο κωδικός των ΗΠΑ HTS 3824 90 4000 χρησιμοποιήθηκε για να υπολογιστούν οι εισαγόμενες ποσότητες καταγωγής ΗΠΑ και όχι η εξαψήφια κλάση που ισχυρίζεται η εν λόγω πλευρά.

(92)

Επιπλέον υπενθυμίζεται ότι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (170) του προσωρινού κανονισμού, τα στοιχεία της Eurostat δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την εκτίμηση των εισαγωγών βιοντίζελ από τις ΗΠΑ, διότι μέχρι το τέλος του 2007 δεν υπήρχε χωριστός κωδικός ΣΟ για τη δασμολογική ταξινόμηση του προϊόντος αυτού. Ειδικότερα, το βιοντίζελ θα μπορούσε να ταξινομηθεί κάτω από διάφορους κωδικούς ΣΟ οι οποίοι περιλάμβαναν και στοιχεία σχετικά με τις εισαγωγές άλλων προϊόντων. Ο λόγος για τον οποίο χρησιμοποιήθηκαν οι στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές ήταν ότι κάλυπταν τις εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος σε ένα μόνο κωδικό και ότι ο όγκος των άλλων προϊόντων που καλύπτονταν από τον ίδιο κωδικό θα ήταν αμελητέας σημασίας όσον αφορά τις εξαγωγές στην Κοινότητα.

(93)

Λαμβάνοντας υπόψη τους περιορισμούς στη χρήση των στοιχείων της Eurostat, μια άλλη εναλλακτική λύση αντί της χρήσης των στατιστικών των ΗΠΑ για τις εξαγωγές θα ήταν να χρησιμοποιηθούν τα στοιχεία για τις εισαγωγές που αναφέρονταν στην καταγγελία. Τα στοιχεία αυτά συγκεντρώθηκαν από τους καταγγέλλοντες από πηγές εμπιστευτικών πληροφοριών για την αγορά και, ως εκ τούτου, η χρήση αυτών των πληροφοριών θα υπέκειτο σε περιορισμούς. Ωστόσο, χάριν πληρότητας οι τάσεις του όγκου των εισαγωγών θα παρουσίαζαν την ακόλουθη εικόνα σε δεικτοποιημένη μορφή:

Πίνακας 3

Εισαγωγές από τις ΗΠΑ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Δεικτοποιημένες 2005=100

0

100

1 359

15 059

15 394

(94)

Από τη σύγκριση του πίνακα 3 με τον πίνακα 2 ανωτέρω προκύπτει ότι η εκτίμηση της Επιτροπής όσον αφορά τον όγκο των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος κατά την περίοδο ανάλυσης ήταν πιο συντηρητική από την εναλλακτική λύση που θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί. Επιπλέον, η όλη εικόνα του όγκου των εισαγωγών του πίνακα 3 έχει διαμορφωθεί βάσει εμπιστευτικών στοιχείων που δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν, ενώ οι στατιστικές των ΗΠΑ αποτελούν δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες.

(95)

Η μέθοδος που πρότεινε το ενδιαφερόμενο μέρος θα είχε δείξει την ακόλουθη εικόνα σχετικά με τις τάσεις του όγκου των εξαγωγών στη βάση των πληροφοριών που συλλέγονται από τους παραγωγούς-εξαγωγείς:

Πίνακας 4

Εισαγωγές από τις ΗΠΑ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Δεικτοποιημένες 2005=100

16

100

461

6 180

9 005

(96)

Η σύγκριση του πίνακα 4 με τον πίνακα 2 ανωτέρω θα μπορούσε να δείξει παρόμοιες τάσεις μεταξύ της μεθόδου που χρησιμοποιείται από την Επιτροπή και εκείνη που προτείνει η υπόψη πλευρά.

(97)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε επίσης ότι επειδή το υπό εξέταση προϊόν είναι το βιοντίζελ και τα μείγματα βιοντίζελ με περιεκτικότητα σε βιοντίζελ άνω του 20 %, ο όγκος των εισαγωγών όπως παρουσιάζεται στον πίνακα 2 ανωτέρω δεν μπορεί να συσχετιστεί με το σωστό όγκο των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος.

(98)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι από την έρευνα δεν προέκυψαν εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος με περιεκτικότητα σε βιοντίζελ υψηλότερη από B20 και χαμηλότερη από B99 κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Με άλλα λόγια η έρευνα δεν διαπίστωσε εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος, οι οποίες λόγω της χαμηλής τους περιεκτικότητας σε βιοντίζελ θα έπρεπε να ταξινομηθούν σε διαφορετικό κωδικό ΗΠΑ HTS.

(99)

Βάσει των ανωτέρω εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο όγκος των εισαγωγών που παρουσιάζεται στον πίνακα 2 του προσωρινού κανονισμού αποτελεί αξιόπιστη, αντικειμενική και συντηρητική εκτίμηση των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα.

(100)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι οι ποσότητες που εξήχθησαν από τις ΗΠΑ με την πρακτική «splash and dash» θα έπρεπε να έχουν διαχωριστεί από τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΗΠΑ, διότι οι πρώτες δεν μπορούν να θεωρηθούν ως εισαγωγές καταγωγής ΗΠΑ.

(101)

Επιπλέον, το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος και η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι, σε αντίθεση με όσα αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις (179) και (182) του προσωρινού κανονισμού, όλες οι εξαγωγές από τις ΗΠΑ δεν θεωρούνται καταγωγής ΗΠΑ. Δεν υπάρχει αρχή στις ΗΠΑ η οποία να διατυπώνει εκτίμηση ή να αποφαίνεται ως προς τη χώρα καταγωγής ενός συγκεκριμένου προϊόντος προς εξαγωγή και δεν μπορεί να υποτεθεί ότι όλες οι ποσότητες βιοντίζελ που εξέρχονται από το έδαφος των ΗΠΑ έχουν καταγωγή ΗΠΑ.

(102)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος δήλωσε επίσης ότι οι κανονισμοί περί καταγωγής που έχει θεσπίσει η αμερικανική υπηρεσία απογραφών (US Census Bureau) σχετικά με τον καθορισμό της καταγωγής των εξαγόμενων προϊόντων δεν είναι ευρέως γνωστοί στη βιομηχανία βιοντίζελ και έτσι όταν οι εξαγωγείς βιοντίζελ συμπληρώνουν τη δήλωση εξαγωγής του φορτωτή («Shippers Export Declaration» - SED) κατά κανόνα δηλώνουν ότι τα εξαγόμενα προϊόντα έχουν εγχώρια καταγωγή.

(103)

Επανέλαβε επίσης των ισχυρισμό που διατύπωσε στο προσωρινό στάδιο κατά τον οποίο οι ποσότητες που εισήχθησαν στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash» θα αντιπροσώπευαν άνω του 40 % των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τις ΗΠΑ. Προς επίρρωση του ισχυρισμού του χρησιμοποίησε τα δεδομένα για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές των ΗΠΑ από τους κωδικούς HTS 3824 90 4020 και 3824 90 4000 και ουσιαστικά ισχυρίστηκε ότι όλες οι εισαγωγές βιοντίζελ στις ΗΠΑ επανεξάγονταν στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash».

(104)

Επί των ανωτέρω σημειώνεται ότι η διευκρίνιση που ζητήθηκε από τις αρχές των ΗΠΑ σχετικά με το γεγονός ότι καμία αρχή των ΗΠΑ δεν διατυπώνει εκτίμηση ή απόφαση ως προς την καταγωγή ορισμένου προϊόντος προς εξαγωγή μπορεί να γίνει δεκτή.

(105)

Ο ισχυρισμός ότι οι ποσότητες που εξήχθησαν με την πρακτική «splash and dash» θα αντιπροσώπευαν τουλάχιστον το 40 % των εξαγωγών των ΗΠΑ στην Κοινότητα βασίστηκε στην υπόθεση ότι όλες οι ποσότητες βιοντίζελ που εισήχθησαν στις ΗΠΑ επανεξάγονταν εν τέλει στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash», χωρίς να καταναλωθεί κανένα μέρος αυτών των ποσοτήτων στις ΗΠΑ ή χωρίς να αναμειχθούν περαιτέρω στις ΗΠΑ πριν από την εξαγωγή.

(106)

Ωστόσο, τα δεδομένα που παρέθεσε το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος δείχνουν ότι κατά τα έτη 2004 έως 2006 οι εισαγωγές ήταν μακράν υψηλότερες από τις εξαγωγές, γεγονός που υποδηλώνει ότι υπάρχει εγχώρια ζήτηση στις ΗΠΑ για βιοντίζελ από άλλες χώρες. Επιπλέον, η υπόθεση αυτή είναι μάλλον υπεραπλουστευμένη, καθότι δεν λαμβάνει υπόψη τις ποσότητες βιοντίζελ που αναμείχθηκαν στις ΗΠΑ και εξήχθησαν στην Κοινότητα στις οποίες i) τα χαρακτηριστικά του μείγματος είναι διαφορετικά εκείνων των πρώτων υλών που θα προσέδιδαν καταγωγή ΗΠΑ στο όλο αναμεμειγμένο προϊόν ή ii) ένα μείγμα στο οποίο η επικρατούσα αναλογία του βιοντίζελ καταγωγής ΗΠΑ θα προσέδιδε καταγωγή ΗΠΑ στο όλο αναμεμειγμένο προϊόν. Στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζεται ότι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (180) του προσωρινού κανονισμού, οι εταιρείες των ΗΠΑ που ερευνήθηκαν δήλωσαν ότι δεν ήταν δυνατό να καθοριστούν ποιες από τις ποσότητες που εξήχθησαν στην Κοινότητα ή πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά ήταν προϊόν ιδίας παραγωγής ή είχαν προέλευση τις ΗΠΑ και ποιες είχαν εισαχθεί. Σημειώνεται επίσης ότι η καταγωγή φαίνεται να έχει δηλωθεί σωστά από τις ενδιαφερόμενες εταιρείες των ΗΠΑ, καθότι σε όλες τις περιπτώσεις η περαιτέρω ανάμειξη βιοντίζελ που δεν είχε καταγωγή ΗΠΑ πραγματοποιούνταν στις ΗΠΑ. Μάλιστα, στις περισσότερες περιπτώσεις οι παραγωγοί-εξαγωγείς που ερευνήθηκαν ήταν πολύ μεγάλες εταιρείες ή όμιλοι εταιρειών με συνδεδεμένες εταιρείες στην Κοινότητα, για τις οποίες πολύ δύσκολα μπορεί να γίνει δεκτό ότι δεν γνώριζαν τους υφιστάμενους κανόνες των ΗΠΑ και της Κοινότητας σχετικά με τον καθορισμό της καταγωγής.

(107)

Βάσει όλων των ανωτέρω, εξάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει βάσιμος τρόπος σαφούς ταυτοποίησης των εισαγωγών που πραγματοποιήθηκαν στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash» κατά την υπό εξέταση περίοδο. Θεωρείται επίσης ότι δεν συντρέχει λόγος να θεωρηθούν αυτές οι εξαγωγές, εφόσον υπάρχουν, ως εισαγωγές που δεν έχουν καταγωγή ΗΠΑ.

5.3.   Τιμές των επιδοτούμενων εισαγωγών και πώληση σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

5.3.1.   Τιμή πώλησης μονάδας

(108)

Στον κατωτέρω πίνακα παρουσιάζεται η τιμή πώλησης μονάδας όλων των εισαγωγών καταγωγής ΗΠΑ στην κοινοτική αγορά κατά την υπό εξέταση περίοδο, όπως εξακριβώθηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις (183) και (184) του προσωρινού κανονισμού.

Πίνακας 5

Σύνολο εισαγωγών από τις ΗΠΑ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Τιμές σε EUR/τόνο

463

575

600

596

616

Δείκτης 2005=100

81

100

104

104

107

Πηγή: στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές και απαντήσεις των αμερικανών εξαγωγέων του δείγματος στο ερωτηματολόγιο

5.3.2.   Πώληση σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

(109)

Για τους σκοπούς της ανάλυσης της πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, οι σταθμισμένες μέσες τιμές πωλήσεων των κοινοτικών παραγωγών που περιλήφθηκαν στο δείγμα, όπως χρεώνονται σε ανεξάρτητους πελάτες στην κοινοτική αγορά, προσαρμοσμένες σε επίπεδο ex-works, συγκρίθηκε με τις αντίστοιχες σταθμισμένες μέσες τιμές πωλήσεων των εισαγωγών των με ντάμπινγκ από τις ΗΠΑ, υπολογισμένες σε βάση CIF για τους παραγωγούς/ εξαγωγείς του δείγματος στις ΗΠΑ για τους οποίους διαπιστώθηκε ότι ασκούσαν πρακτική ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά. Όπου ήταν ενδεδειγμένο, εφαρμόστηκε μια προσαρμογή λόγω τελωνειακών δασμών, κόστους μετά την εισαγωγή και λόγω διαφοράς κόστους πρώτης ύλης που χρησιμοποιείται για την παραγωγή βιοντίζελ όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη (186) του προσωρινού κανονισμού.

(110)

Ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η προσαρμογή με βάση τις διαφορές της πρώτης ύλης ήταν χαμηλότερη από τη δέουσα, καθώς δεν αντικατόπτριζε σωστά την τιμή αγοράς των διαφορών. Ισχυρίστηκαν επιπλέον ότι οι διαφορές θα έπρεπε να διαμορφωθούν βάσει των τιμών των διαφόρων τύπων βιοντίζελ στην κοινοτική αγορά και διατύπωσαν τον ισχυρισμό τους με ποσοτικούς όρους παραπέμποντας στις τιμές εκτελωνισμένων προϊόντων στην Αμβέρσα, όπως είχαν δημοσιευθεί σε μελέτη αναλυτή αγοράς.

(111)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι η προσαρμογή βασίστηκε στα συνολικά, επαληθευμένα δεδομένα που συλλέχθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος για τις δραστηριότητές τους στις ΗΠΑ και, επομένως, βασίστηκε στα συμπεράσματα της έρευνας, η οποία αποτελεί την πιο αξιόπιστη πηγή πληροφοριών. Επιπλέον, οι τιμές που δημοσιεύονται σε κοινοτικό επίπεδο δεν θα αποτελούσαν κατάλληλη βάση για την προσαρμογή, διότι αυτές οι τιμές θα είχαν επηρεαστεί από το ύψος των τιμών των επιδοτούμενων εισαγωγών καταγωγής ΗΠΑ. Βάσει των ανωτέρω ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(112)

Οι ίδιοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η προσαρμογή για τις διαφορές της πρώτης ύλης θα έπρεπε να εφαρμοστεί μόνο στις πωλήσεις των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος και όχι στις πωλήσεις των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος, διότι οι τελευταίοι πωλούν μείγματα τα οποία πληρούν τα κοινοτικά πρότυπα.

(113)

Ο ισχυρισμός αυτός κρίθηκε άνευ σημασίας, καθώς σκοπός της προσαρμογής ήταν να ληφθούν υπόψη οι διαφορές της πρώτης ύλης και όχι τυχόν διαφορές στη συμμόρφωση με τα διαφορετικά πρότυπα που ισχύουν σε κοινοτικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(114)

Ο καταγγέλλων αμφισβήτησε την ορθότητα αυτής της προσαρμογής ισχυριζόμενος ότι τόσο οι κοινοτικοί παραγωγοί όσο και οι εξαγωγείς των ΗΠΑ χρησιμοποιούν ποικίλες πρώτες ύλες και αμφότεροι παράγουν ποικίλα μείγματα που διατίθενται σε αμφότερες τις αγορές και, συνεπώς, έχουν το ίδιο φάσμα δυνατοτήτων όσον αφορά την επιλογή πρώτης ύλης.

(115)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι, παρόλο που είναι γεγονός ότι τόσο οι κοινοτικοί παραγωγοί όσο και οι παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ χρησιμοποιούν ποικίλα μείγματα που βασίζονται σε διάφορες πρώτες ύλες, η κατανομή πρώτων υλών στα μείγματα μπορεί να παρουσιάζει σημαντικές διαφορές από παραγωγό σε παραγωγό, ακόμη και από πελάτη σε πελάτη του ίδιου παραγωγού. Ειδικότερα, η έρευνα έδειξε ότι σε πολύ λίγες περιπτώσεις διαπιστώθηκε πλήρης ταύτιση των μειγμάτων που πωλούσαν οι κοινοτικοί παραγωγοί του δείγματος και των μειγμάτων που πωλούσαν στην κοινοτική αγορά οι παραγωγοί-εξαγωγείς του δείγματος. Ως εκ τούτου, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι διάφοροι τύποι προϊόντων βιοντίζελ στους υπολογισμούς σχετικά με τις πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, κρίθηκε πράγματι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί προσαρμογή για τις διαφορές στην πρώτη ύλη. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(116)

Ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι οι τιμές που χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς του περιθωρίου ζημίας ήταν οι τιμές CIF στα σύνορα της Κοινότητας, αντί των τιμών μεταπώλησης στον πρώτο μη συνδεδεμένο πελάτη. Ισχυρίστηκαν ότι οι υπολογισμοί αυτοί πρέπει να διορθωθούν για να ληφθεί υπόψη η αξία και οι τιμές των πωλήσεων στον πρώτο μη συνδεδεμένο πελάτη.

(117)

Ο ισχυρισμός αυτός κρίθηκε ότι ασκεί επιρροή όσον αφορά δύο παραγωγούς-εξαγωγείς και οι υπολογισμοί σχετικά με τη ζημία διορθώθηκαν ανάλογα.

(118)

Βάσει των ανωτέρω, το μέσο περιθώριο πώλησης σε τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών κατά την ΠΕ, εκφρασμένο ως ποσοστό της μέσης σταθμισμένης τιμής εκ του εργοστασίου του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, διαπιστώθηκε ότι κυμάνθηκε από 18,9 % έως 31,9 %, αντί για 18,9 % έως 33,0 %, όπως είχε οριστεί στο προσωρινό στάδιο.

5.4.   Οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(119)

Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (209) έως (212) του προσωρινού κανονισμού, διαπιστώθηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

(120)

Ειδικότερα, από την προσωρινή ανάλυση προέκυψε ότι οι επιδόσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής βελτιώθηκαν όσον αφορά ορισμένους δείκτες όγκου, αλλά οι περισσότεροι δείκτες που αφορούσαν τη χρηματοοικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επιδεινώθηκαν σημαντικά κατά την υπό εξέταση περίοδο. Παρά την ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να αντλεί κεφάλαια για επενδύσεις, η απόδοση των επενδύσεων σημείωσε κατακόρυφη πτώση κατά τη διάρκεια της ΠΕ και η κερδοφορία σημείωσε σημαντική πτώση στη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου.

(121)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η ανάλυση που περιέχεται στην αιτιολογική σκέψη (195) του προσωρινού κανονισμού σχετικά με τη μεγέθυνση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν εσφαλμένη. Ειδικότερα, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι ο προσωρινός κανονισμός υποδηλώνει ότι η έντονη αύξηση της ζήτησης βιοντίζελ στην κοινοτική αγορά έπρεπε να οδηγήσει σε ανάλογη αύξηση των μεριδίων αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ενώ δεν υπάρχει άμεση συσχέτιση μεταξύ της αύξησης της ζήτησης και του μεριδίου αγοράς.

(122)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε περαιτέρω ότι οι παράγοντες ζημίας που αναφέρονται στην ίδια αιτιολογική σκέψη (195) του προσωρινού κανονισμού, συγκεκριμένα δε η παραγωγή, η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, η παραγωγικότητα, οι πωλήσεις, η επενδυτική πολιτική και η απόδοση των επενδύσεων, δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι επηρεάστηκαν σημαντικά.

(123)

Το επιχείρημα σχετικά με τη μη συσχέτιση της ζήτησης και του μεριδίου αγοράς γίνεται δεκτό. Ωστόσο, το γεγονός παραμένει ότι μεταξύ του 2006 και της ΠΕ το μερίδιο αγοράς των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος πολλαπλασιάστηκε 1,2 φορές, ενώ κατά την ίδια περίοδο το μερίδιο αγοράς των επιδοτούμενων εισαγωγών πολλαπλασιάστηκε περίπου 17 φορές. Αυτή η συγκριτικά μεγάλη αύξηση του μεριδίου αγοράς των εισαγωγών από τις ΗΠΑ είναι αποτέλεσμα των πολύ χαμηλότερων τιμών πώλησης αυτών των εισαγωγών, όπως προκύπτει από τον πίνακα 5 και την αιτιολογική σκέψη (118) ανωτέρω.

(124)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί σφαιρικής εκτίμησης όλων των παραγόντων ζημίας, αναγνωρίζεται ότι δεν επιδεινώθηκαν όλοι αυτοί οι παράγοντες κατά την υπό εξέταση περίοδο. Ωστόσο, αναφέρεται ότι πράγματι επηρεάστηκαν σημαντικά οι παράγοντες που αφορούν τη χρηματοοικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και συγκεκριμένα η κερδοφορία και η απόδοση των επενδύσεων, ενώ σε μικρότερο βαθμό επλήγη η παραγωγικότητα. Αυτό απορρέει από το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής έπρεπε να προσαρμοστεί στον ανταγωνισμό από τις επιδοτούμενες εισαγωγές από τις ΗΠΑ που καθόρισαν τις τιμές, επιλέγοντας να διατηρήσει την παρουσία του στην αγορά εις βάρος της κερδοφορίας του, αντί να διατηρήσει την κερδοφορία του, αλλά να χάσει μερίδια αγοράς.

(125)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη και η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι η κερδοφορία και η απόδοση των επενδύσεων των παραγωγών της ΕΕ που περιλήφθηκαν στο δείγμα διατηρήθηκαν σε καλά επίπεδα το 2007 και κατά την ΠΕ, σε απόλυτες τιμές, παρόλο που σημείωσαν έντονη μείωση σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη. Υποστήριξαν ότι τα επίπεδα κερδοφορίας και απόδοσης των επενδύσεων που επιτεύχθηκαν από το 2004 έως το 2006 δεν ήταν δυνατό να διατηρηθούν και ότι η βιομηχανία βιοντίζελ της ΕΕ, όπως όλες οι αναδυόμενες βιομηχανίες, γνώρισε το φυσιολογικό φαινόμενο ανόδου και πτώσης («boom and bust») κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(126)

Επ’ αυτού υπενθυμίζεται ότι ορισμένες αμερικανικές εταιρείες του δείγματος πέτυχαν πολύ μεγαλύτερη κερδοφορία, υψηλότερη του 30 %, λειτουργώντας υπό παρόμοιες συνθήκες, δηλαδή στο πλαίσιο μιας αναπτυσσόμενης αγοράς, κατά την υπό εξέταση περίοδο. Επίσης, η μείωση της κερδοφορίας και της απόδοσης των επενδύσεων που έπληξε τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ήταν πολύ απότομη, καθώς συνέβη μεταξύ του 2006 και του 2007, και συνέπεσε ακριβώς με τη διόγκωση των εισαγωγών βιοντίζελ από τις ΗΠΑ.

(127)

Αρκετοί κοινοτικοί παραγωγοί ισχυρίστηκαν ότι για την εκτίμηση της ζημίας θα έπρεπε να συνεκτιμηθεί πλήρως η κατάσταση των κοινοτικών εταιρειών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, ιδίως έχοντας υπόψη τις πολυάριθμες περιπτώσεις μείωσης του προσωπικού, κλεισίματος επιχειρήσεων ή αναβολής νέων σχεδίων που παρατηρήθηκαν μεταξύ αυτών των εταιρειών κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(128)

Από την άλλη πλευρά, ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η αναφορά του προσωρινού κανονισμού στους παραγωγούς της Κοινότητας που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα είναι άνευ σημασίας, καθώς για την απόδειξη της ζημίας δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν μη επαληθευμένα στοιχεία για παραγωγούς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα. Το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος επικαλείται επίσης δημόσια στοιχεία που δείχνουν ότι ορισμένοι από τους παραγωγούς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα είχαν κερδοφόρες δραστηριότητες.

(129)

Σχετικά με τους δύο ανωτέρω ισχυρισμούς, υπενθυμίζεται ότι η κατάσταση των κοινοτικών παραγωγών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (205) έως (208) του προσωρινού κανονισμού ως συμπληρωματική ένδειξη της ζημίας, χωρίς να επηρεάζει τους υπολογισμούς των δεικτών ζημίας και του περιθωρίου ζημίας, για τους οποίους χρησιμοποιήθηκαν πράγματι επαληθευμένα στοιχεία. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός του εν λόγω μέρους απορρίπτεται. Από την άλλη πλευρά, ελλείψει διαθέσιμων επαληθευμένων στατιστικών ή ατομικών πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση όλων των παραγωγών της ΕΕ που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, δεν είναι δυνατό να διατυπωθεί ακριβής κρίση για τους κοινοτικούς παραγωγούς στο σύνολό τους, όπως ζήτησαν οι κοινοτικοί παραγωγοί. Συνεπώς, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε επίσης.

(130)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων επί των προσωρινών συμπερασμάτων σχετικά με την οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, οι αιτιολογικές σκέψεις (188) έως (194) και (196) έως (208) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

(131)

Το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία, όπως παρατίθεται στις αιτιολογικές σκέψεις (209) έως (212) του προσωρινού κανονισμού, επιβεβαιώνεται επίσης.

6.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

6.1.   Συνέπειες των επιδοτούμενων εισαγωγών

(132)

Υπενθυμίζεται ότι ο όγκος των επιδοτούμενων εισαγωγών από τις ΗΠΑ αυξήθηκε σημαντικά κατά την περίοδο ανάλυσης. Είναι επίσης σαφές ότι η διόγκωση των επιδοτούμενων εισαγωγών συνέπεσε χρονικά με την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να καθορίσει τις τιμές του σύμφωνα με τους όρους της αγοράς και τις αυξήσεις του κόστους, καθώς οι τιμές των επιδοτούμενων εισαγωγών ήταν χαμηλότερες από τις κοινοτικές κατά την ΠΕ.

(133)

Ως εκ τούτου, επιβεβαιώνεται ότι η αύξηση των επιδοτούμενων εισαγωγών από τις ΗΠΑ σε χαμηλές τιμές είχαν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την ΠΕ.

6.2.   Συνέπειες άλλων παραγόντων

6.2.1.   Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(134)

Ελλείψει παρατηρήσεων που θα δικαιολογούσαν την τροποποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, επιβεβαιώνεται ότι οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες δεν είναι δυνατό παρά να είχαν αμελητέα συμβολή στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

6.2.2.   Εξέλιξη της ζήτησης

(135)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι η κάμψη της ζήτησης μεταξύ του 2007 και της ΠΕ, ακόμη και αν υπήρξε αμελητέα (0,5 %), προκάλεσε ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι μια υποθετική αύξηση της ζήτησης κατά 10 % θα απέφερε πρόσθετο όγκο πωλήσεων ύψους 205 733 τόνων, αν ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είχε διατηρήσει το ίδιο μερίδιο αγοράς (29,8 %) που είχε σημειωθεί κατά την ΠΕ.

(136)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι οι ισχυρισμοί του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους βασίστηκαν σε γενικές και ατεκμηρίωτες υποθέσεις. Επιπλέον, το γεγονός ότι μεταξύ του 2007 και της ΠΕ το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκε κατά 2,8 εκατοστιαίες μονάδες ενισχύει το συμπέρασμα που διατυπώνεται στην αιτιολογική σκέψη (223) του προσωρινού κανονισμού ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν μπορεί να αποδοθεί σε αυτή τη μικρή κάμψη της ζήτησης μεταξύ του 2007 και της ΠΕ. Συνεπώς, ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την εξέλιξη της ζήτησης στην κοινοτική αγορά, η αιτιολογική σκέψη (223) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

6.2.3.   Αποφάσεις δημόσιας πολιτικής

(137)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος επανέλαβε τον ισχυρισμό του ότι η επαναφορά του ενεργειακού φόρου στη Γερμανία επηρέασε αρνητικά την οικονομική κατάσταση των κοινοτικών παραγωγών που εφοδίαζαν την εν λόγω αγορά, διότι λόγω των μέτρων η ζήτηση για βιοντίζελ B100, που αντιστοιχεί σε 1,5 εκατ. τόνους τουλάχιστον, κατέρρευσε. Σε απάντηση των συμπερασμάτων της έρευνας που παρουσιάζονται στην αιτιολογική σκέψη (225) του προσωρινού κανονισμού, υποστήριξε επίσης ότι ακόμη και αν η θέσπιση υποχρέωσης ανάμειξης σε ποσοστό 4,4 % του ντίζελ που διατίθεται στη γερμανική αγορά για τον τομέα των μεταφορών (B5) αντιστάθμιζε τις εικαζόμενες απώλειες στις πωλήσεις B100, τα επίπεδα τιμών του B100 θα ήταν διαφορετικά από τα επίπεδα τιμών του βιοντίζελ που προορίζεται για τα μείγματα B5. Ισχυρίστηκε ότι το B100 παράγεται μόνο από την ακριβότερη πρώτη ύλη, την ελαιοκράμβη, ενώ το βιοντίζελ B5 παράγεται από ποικίλες πρώτες ύλες, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά τις μέσες τιμές των κοινοτικών παραγωγών.

(138)

Επ’ αυτού υπενθυμίζεται ότι, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους, η έρευνα έδειξε ότι ο όγκος των πωλήσεων των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος που εφοδιάζουν τη γερμανική αγορά αυξήθηκε κατά 68 % μεταξύ του 2006 και της ΠΕ, γεγονός που στην πραγματικότητα επιβεβαιώνει το προσωρινό συμπέρασμα ότι τυχόν απώλειες στις πωλήσεις B100 αντισταθμίστηκαν από την απαίτηση υποχρεωτικής ανάμειξης. Σημειώνεται επίσης ότι η θέσπιση φόρου 0,09 ευρώ ανά λίτρο βιοντίζελ από την 1η Αυγούστου 2006 δεν οδήγησε σε κατάρρευση της αγοράς, όπως ισχυρίστηκε το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος, αλλά πράγματι οι πωλήσεις B100 μειώθηκαν σημαντικά το τελευταίο τρίμηνο της ΠΕ, όταν ο φόρος αυτός αυξήθηκε περαιτέρω σε 0,15 ευρώ ανά λίτρο από την 1η Ιανουαρίου 2008. Όσον αφορά τις συνέπειες στις τιμές, οι ισχυρισμοί του εν λόγω μέρους ήταν αβάσιμοι, διότι το βιοντίζελ που χρησιμοποιείται και για τους δύο τύπους προϊόντος πρέπει να πληροί τα ίδια πρότυπα, γεγονός που σημαίνει ότι και στα δύο καύσιμα βιοντίζελ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί το ίδιο μείγμα πρώτων υλών και, κατά συνέπεια, δεν υπάρχει καμία αποδεδειγμένη διαφοροποίηση της τιμής των δύο τύπων βιοντίζελ. Βάσει των ανωτέρω ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(139)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τις αποφάσεις δημόσιας πολιτικής, η αιτιολογική σκέψη (226) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

6.2.4.   Αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών

(140)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος δέχθηκε μεν ότι το ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος παρέμεινε αρκετά υψηλό, αλλά ισχυρίστηκε ότι η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος θα εξακολουθούσε να αποτελεί αιτία ζημίας λόγω του ότι οδηγεί σε υψηλότερα πάγια έξοδα τα οποία επηρεάζουν δυσμενώς την κερδοφορία. Ισχυρίστηκε επίσης ότι η αύξηση της καθαρής αξίας του ενεργητικού των εν λόγω παραγωγών οδήγησε σε αυξήσεις των πάγιων εξόδων, διότι οι δαπάνες απόσβεσης και οι χρηματοοικονομικές δαπάνες ήταν υψηλότερες.

(141)

Επ’αυτού υπενθυμίζεται ότι η εμπεριστατωμένη εξέταση της κατανομής των μεταβλητών και των πάγιων εξόδων στη διάρθρωση κόστους του κοινοτικού κλάδου παραγωγής έδειξε ότι τα πάγια έξοδα αντιστοιχούν μόλις στο 6 % των συνολικών δαπανών (αιτιολογική σκέψη 228 του προσωρινού κανονισμού). Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι η εξέταση έδειξε ότι οι διακυμάνσεις αυτού του ποσοστού κατά την περίοδο ανάλυσης ήταν ασήμαντες. Όσον αφορά τον ισχυρισμό σχετικά με την επίδραση που είχε στην κερδοφορία η αύξηση της καθαρής αξίας του ενεργητικού, πρέπει να σημειωθεί ότι η αύξηση των δαπανών σε απόλυτες τιμές δεν οδηγεί αυτόματα σε αύξηση του μοναδιαίου κόστους παραγωγής, καθότι το τελευταίο εξαρτάται από τον όγκο της παραγωγής, ο οποίος, όπως φαίνεται στον πίνακα 4 του προσωρινού κανονισμού, παρουσίασε σταθερή αύξηση κατά την περίοδο ανάλυσης. Ως εκ τούτου, τα υψηλότερα πάγια έξοδα σε απόλυτες τιμές αποδόθηκαν στον υψηλότερο όγκο της παραγωγής που οδήγησε στην κατά τα ανωτέρω κατανομή των πάγιων εξόδων σε σχέση με τις συνολικές δαπάνες. Βάσει των ανωτέρω, οι ισχυρισμοί του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους έπρεπε να απορριφθούν.

(142)

Το ίδιο μέρος ισχυρίστηκε ότι η συνολική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών έχει άμεση επίπτωση στις τιμές, διότι δημιουργεί οξύ ανταγωνισμό μεταξύ των παραγωγών για την απόκτηση νέων συμβάσεων με σκοπό την κάλυψη του οριακού κόστους και, κατά συνέπεια, οι παραγωγοί με υψηλά ποσοστά χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας θα εφάρμοζαν επιθετικότερη πολιτική πωλήσεων, ώστε να προσφέρουν χαμηλότερη τιμή από τους ανταγωνιστές τους. Προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού υπέβαλε ανακοίνωση που επισύναψε μία από τις εταιρείες του δείγματος στις οικονομικές της καταστάσεις για το 2007.

(143)

Ωστόσο, οι ισχυρισμοί του εν λόγω μέρους δεν επιβεβαιώνονται από αποδεικτικά στοιχεία, καθώς στην ανωτέρω ανακοίνωση δεν γίνεται καμία αναφορά στον προβαλλόμενο ανταγωνισμό τιμών λόγω πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας. Αντίθετα, στην ανακοίνωση γίνεται λόγος για την αύξηση που επέβαλε η γερμανική κυβέρνηση στον ενεργειακό φόρο επί του βιοντίζελ B100 από την 1η Ιανουαρίου 2008, η οποία ενίσχυσε τον ανταγωνισμό στην αγορά βιοντίζελ για τον τύπο B5. Βάσει των ανωτέρω, ο ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί.

(144)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών, οι αιτιολογικές σκέψεις (227) έως (230) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

6.2.5.   Αυξημένη ζήτηση πρώτων υλών και αύξηση των τιμών

(145)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος και η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι κανένα από τα επιχειρήματα των αιτιολογικών σκέψεων (231) έως (235) του προσωρινού κανονισμού δεν θίγει το γεγονός ότι οι τιμές του σογιέλαιου, του φοινικέλαιου και του ελαίου αγριοκράμβης στις ΗΠΑ μετά το 2004 παρέμειναν σταθερά σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κραμβέλαιου στην Κοινότητα, με αποτέλεσμα να προκύπτει σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τις εισαγωγές βιοντίζελ από τις ΗΠΑ.

(146)

Υπενθυμίζεται ότι η έρευνα πρέπει να καθορίσει αν οι επιδοτούμενες εισαγωγές (από άποψη τιμών και όγκου) προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ή αν αυτή η σημαντική ζημία οφείλεται σε άλλους παράγοντες. Το άρθρο 8 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού προβλέπει σχετικά ότι πρέπει να αποδειχθεί ότι το επίπεδο των τιμών των επιδοτούμενων εισαγωγών προκαλεί ζημία. Συνεπώς, στη διάταξη αυτή γίνεται απλή αναφορά σε διαφορά μεταξύ των επιπέδων των τιμών, ενώ δεν απαιτείται η εξέταση των παραγόντων που επηρεάζουν το επίπεδο αυτών των τιμών.

(147)

Στην πράξη, οι επιπτώσεις των επιδοτούμενων εισαγωγών στις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εξετάζονται ουσιαστικά με την απόδειξη της εφαρμογής τιμών χαμηλότερων από τις κοινοτικές, της ύφεσης των τιμών και της συμπίεσης των τιμών. Για το σκοπό αυτό, οι επιδοτούμενες τιμές εξαγωγής συγκρίνονται με τις τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και οι τιμές εξαγωγής που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό της ζημίας ενδέχεται κάποιες φορές να χρειάζονται προσαρμογή, ώστε να υπάρξει κοινή βάση σύγκρισης. Συνεπώς, η χρήση προσαρμογών σ’ αυτό το πλαίσιο διασφαλίζει μόνο ότι η διαφορά στις τιμές αποδεικνύεται με σύγκριση στην ίδια βάση. Ως εκ τούτου, καθίσταται σαφές ότι οι τιμές των πρώτων υλών στη χώρα εξαγωγής δεν μπορούν κατ’ αρχήν να αποτελούν παράγοντα ζημίας.

(148)

Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται επίσης από τη διατύπωση του άρθρου 8 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, όπου γίνεται αναφορά σε άλλους γνωστούς παράγοντες, εκτός από τις επιδοτούμενες εισαγωγές. Μεταξύ των άλλων γνωστών παραγόντων που απαριθμούνται στο εν λόγω άρθρο δεν περιλαμβάνεται κανένας παράγοντας που επηρεάζει το επίπεδο τιμών των επιδοτούμενων εισαγωγών. Συνοψίζοντας, αν οι εισαγωγές επιδοτούνται, ακόμη και όταν έχουν επωφεληθεί από ευνοϊκή εξέλιξη των τιμών των πρώτων υλών, η εξέλιξη αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως άλλος παράγοντας πρόκλησης ζημίας.

(149)

Συνεπώς, η ανάλυση των παραγόντων οι οποίοι επηρεάζουν το επίπεδο των τιμών των επιδοτούμενων εισαγωγών, όπως το προβαλλόμενο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα λόγω των χαμηλότερων τιμών των πρώτων υλών, δεν μπορεί να οδηγήσει σε οριστικά συμπεράσματα και μια τέτοια ανάλυση θα υπερέβαινε τις απαιτήσεις του βασικού κανονισμού.

(150)

Σε κάθε περίπτωση και με την επιφύλαξη των ανωτέρω, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι κατά την ΠΕ σημειώθηκε γενική αύξηση των τιμών των γεωργικών προϊόντων σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ η αύξηση της τιμής του σογιέλαιου (κύριας πρώτης ύλης που χρησιμοποιούν οι παραγωγοί της ενδιαφερόμενης χώρας) ήταν εντονότερη από την αύξηση της τιμής του κραμβέλαιου κατά την ίδια περίοδο. Ωστόσο, αυτή η αύξηση του κόστους στις ΗΠΑ δεν αντικατοπτρίστηκε στις τιμές των επιδοτούμενων εισαγωγών στην κοινοτική αγορά, οι οποίες ήταν σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(151)

Κατόπιν των ανωτέρω, ο ισχυρισμός των εν λόγω μερών έπρεπε να απορριφθεί.

(152)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την αυξημένη ζήτηση πρώτων υλών και την αύξηση των τιμών, οι αιτιολογικές σκέψεις (231) έως (238) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

6.2.6.   Εξέλιξη της τιμής του πετρελαϊκού ντίζελ

(153)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος επανέλαβε τον ισχυρισμό του (βλ. αιτιολογική σκέψη 236 του προσωρινού κανονισμού) υποστηρίζοντας περαιτέρω ότι οι τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ έθεταν ένα ανώτατο όριο πέραν του οποίου δεν θα ήταν δυνατή η αύξηση των τιμών του βιοντίζελ κατ’ αναλογία με τις αυξήσεις της τιμής των πρώτων υλών.

(154)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι όλοι οι κοινοτικοί παραγωγοί διέθεταν τα προϊόντα τους σε αγορές στις οποίες ίσχυαν υποχρεωτικοί στόχοι ανάμειξης. Επιπλέον, το βιοντίζελ ήταν αντικείμενο αποφορολόγησης στα περισσότερα κράτη μέλη, γεγονός που σημαίνει ότι η τιμή του ήταν ανάλογη με την τιμή του πετρελαϊκού ντίζελ αυξημένη με εφαρμογή ενός συντελεστή για να ληφθεί υπόψη ο ενεργειακός φόρος που επιβάλλεται στο τελευταίο. Συνεπώς, παρόλο που μπορεί να γίνει δεκτός ως ένα βαθμό ο συσχετισμός με τις τιμές του πετρελαίου, η έρευνα απέδειξε ότι για τους ανωτέρω λόγους το βιοντίζελ μπορεί πράγματι να πωλείται σε τιμές υψηλότερες από το πετρελαϊκό ντίζελ. Επιπλέον, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε πειστικά αποδεικτικά στοιχεία τα οποία να δείχνουν ότι οι τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ, που είχαν φθάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα κατά το δεύτερο ήμισυ της ΠΕ, άσκησαν πίεση στις τιμές του βιοντίζελ των κοινοτικών παραγωγών κατά την ΠΕ.

(155)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την εξέλιξη των τιμών του πετρελαϊκού ντίζελ, εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο εν λόγω παράγοντας δεν προκάλεσε ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

6.2.7.   Σημασία της γεωγραφικής θέσης των εργοστασίων βιοντίζελ στην Κοινότητα

(156)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τη θέση των εργοστασίων βιοντίζελ στην Κοινότητα, οι αιτιολογικές σκέψεις (239) έως (241) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

6.2.8.   Παραγωγοί συνδεδεμένοι με αμερικανούς εξαγωγείς

(157)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τις επιπτώσεις των εισαγωγών που πραγματοποίησαν από τις ΗΠΑ οι παραγωγοί που συνδέονται με αμερικανούς εξαγωγείς, η αιτιολογική σκέψη (242) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

6.2.9.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(158)

Κατόπιν των ανωτέρω και ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, οι αιτιολογικές σκέψεις (243) έως (245) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

7.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

7.1.   Κοινοτικός κλάδος παραγωγής

(159)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, οι παραγωγοί του κοινοτικού κλάδου παραγωγής υποστήριξαν τα συμπεράσματα της Επιτροπής και επιβεβαίωσαν ότι τα μέτρα θα ήταν προς το συμφέρον τους.

(160)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι τα μέτρα δεν θα ήταν προς το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, διότι θα οδηγούσαν σε μετατόπιση των εμπορικών ροών, ήτοι μια μετακίνηση προς εισαγωγές από χώρες που δεν καλύπτονται από τα μέτρα επειδή i) οι φορείς της κοινοτικής αγοράς θα εξακολουθούσαν να ζητούν φθηνότερο βιοντίζελ από σογιέλαιο και φοινικέλαιο ως συμπλήρωμα του ακριβότερου βιοντίζελ από κραμβέλαιο που παράγει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και ii) επειδή το βιοντίζελ από κραμβέλαιο δεν θα αρκεί για την κάλυψη της ζήτησης.

(161)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι, παρόλο που είναι γεγονός ότι η κύρια πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται από τους παραγωγούς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής είναι η ελαιοκράμβη, οι κοινοτικοί παραγωγοί δεν βασίζονται μόνο στην εν λόγω πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοντίζελ, αλλά χρησιμοποιούν και άλλες πρώτες ύλες, όπως το σογιέλαιο και το φοινικέλαιο. Ωστόσο, λόγω του ότι πολύ συχνά η τιμή άλλων πρώτων υλών ήταν υψηλότερη από την τιμή των επιδοτούμενων εισαγωγών βιοντίζελ από άλλες πρώτες ύλες, οι παραγωγοί του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν το σογιέλαιο και το φοινικέλαιο σε ευρύτερη κλίμακα. Ως εκ τούτου, αναμένεται ότι η επιβολή μέτρων θα αποκαταστήσει κανονικές συνθήκες στην αγορά από την άποψη αυτή, γεγονός που θα επιτρέψει στους παραγωγούς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να προσαρμόσουν πιο αποτελεσματικά την παραγωγή τους στους διάφορους τύπους βιοντίζελ που έχει ανάγκη η κοινοτική αγορά. Βάσει των ανωτέρω, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(162)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, οι αιτιολογικές σκέψεις (247) έως (249) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

7.2.   Μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς/έμποροι της Κοινότητας

(163)

Ελλείψει οποιασδήποτε αντίδρασης από εισαγωγείς μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, εξάγεται το συμπέρασμα ότι τα μέτρα κατά πάσα πιθανότητα δεν θα επηρεάσουν σημαντικά στους εισαγωγείς/εμπόρους.

7.3.   Χρήστες στην Κοινότητα

(164)

Ελλείψει οποιασδήποτε αντίδρασης από χρήστες μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι αντισταθμιστικοί δασμοί κατά πάσα πιθανότητα δεν θα επηρεάσουν σημαντικά τους χρήστες.

7.4.   Προμηθευτές πρώτων υλών στην Κοινότητα

(165)

Ελλείψει οποιασδήποτε αντίδρασης από προμηθευτές μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, οι αιτιολογικές σκέψεις (256) έως (258) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

7.5.   Άλλα συμφέροντα

(166)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι οι αυτοκινητοβιομηχανίες που έχουν επενδύσει στην παραγωγή οχημάτων τα οποία μπορούν να κινηθούν με βιοντίζελ ενδέχεται να μην είναι σε θέση να δρέψουν τους καρπούς της επένδυσής τους πωλώντας τέτοια οχήματα, σε περίπτωση αύξησης των τιμών βιοντίζελ στην Κοινότητα λόγω των μέτρων σε επίπεδα μη ανταγωνιστικά με τις τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ.

(167)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι το ενδεχόμενο που προβάλλει το εν λόγω μέρος θα μπορούσε να προκύψει ακόμη και απουσία μέτρων, δηλαδή θα ήταν δυνατό οι τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ (που εξαρτώνται από τις τιμές του αργού πετρελαίου) να πέσουν σε επίπεδα πιο ανταγωνιστικά σε σχέση με το βιοντίζελ. Συνεπώς, θα ήταν παράλογο να υποστηριχθεί ότι η αυτοκινητοβιομηχανία έχει προβεί σε επενδύσεις χωρίς να λάβει υπόψη αυτή την παράμετρο. Κατά συνέπεια, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.

(168)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, μια ένωση αγροτών της ΕΕ εξέφρασε τη συμφωνία της και ανέφερε ότι οι εισαγωγές βιοντίζελ από τις ΗΠΑ έχουν στερήσει από τους παραγωγούς ελαιούχων σπόρων της ΕΕ μια αγορά για τη διάθεση περίπου 6 εκατ. τόνων ελαιούχων σπόρων, ποσό που αντιστοιχεί στο 11 % περίπου της παραγωγής ελαιούχων σπόρων της ΕΕ το 2007 και το 2008, και οδήγησε σε πτώση της δυνητικής αξίας της ελαιοκράμβης που χρησιμοποιείται για μη διατροφικούς σκοπούς κατά 90 ευρώ ανά τόνο. Ωστόσο, αυτές οι παρατηρήσεις ελήφθησαν με καθυστέρηση και δεν ήταν δυνατό να επαληθευτούν.

7.6.   Ανταγωνισμός και στρεβλωτικές επιπτώσεις στο εμπόριο

(169)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος επανέλαβε τις παρατηρήσεις του περί ασυνέπειας των αντισταθμιστικών μέτρων με την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προώθηση των βιοκαυσίμων. Προσέθεσε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να βασίζεται μόνο στο βιοντίζελ από ελαιοκράμβη που παράγεται στην Κοινότητα για να αναπτύξει την αγορά της βιοντίζελ.

(170)

Η παρατήρηση αυτή εξετάζεται στην ενότητα 7.6 του προσωρινού κανονισμού. Όσον αφορά το θέμα του βιοντίζελ ελαιοκράμβης που θίγει το εν λόγω μέρος, συναφής είναι η αιτιολογική σκέψη (161) ανωτέρω.

(171)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τον ανταγωνισμό και τις στρεβλωτικές επιπτώσεις στο εμπόριο, οι αιτιολογικές σκέψεις (259) έως (261) του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

7.7.   Συμπέρασμα σχετικά με το κοινοτικό συμφέρον

(172)

Βάσει των ανωτέρω, εξάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι για τους οποίους δεν θα πρέπει να επιβληθούν αντισταθμιστικοί δασμοί στην παρούσα υπόθεση.

8.   ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

8.1.   Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

(173)

Μια εταιρεία ισχυρίστηκε ότι, σχετικά με τον καθορισμό του περιθωρίου ζημίας της στο επίπεδο του υψηλότερου περιθωρίου ζημίας που είχε διαπιστωθεί για τις εταιρείες του δείγματος (βλ. αιτιολογικές σκέψεις (268) έως (270) του προσωρινού κανονισμού, προσφέρθηκε να παράσχει τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε να υπολογιστεί το δικό της περιθώριο. Η εταιρεία ήταν επίσης διατεθειμένη να επιτρέψει επίσκεψη στις εγκαταστάσεις της θυγατρικής της εταιρείας. Η εταιρεία δήλωσε ότι η πρόσκληση αυτή εξακολουθεί να ισχύει.

(174)

Όταν παρελήφθη η απάντηση της εν λόγω εταιρείας στο ερωτηματολόγιο μετά την έναρξη της διαδικασίας, διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν ορισμένες ελλείψεις στα στοιχεία σχετικά με τις εξαγωγικές πωλήσεις της στην Κοινότητα και τις μεταπωλήσεις του συνδεδεμένου εισαγωγέα της στην Κοινότητα. Η εταιρεία κλήθηκε να υποβάλει τα σχετικά πληροφοριακά στοιχεία εντός ορισμένης προθεσμίας, αλλά η εταιρεία δεν απάντησε σε αυτό το αίτημα. Στη συνέχεια η εταιρεία ενημερώθηκε, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (268) του προσωρινού κανονισμού, ότι εάν δεν παρείχε τις πληροφορίες που της ζητήθηκαν, σύμφωνα με το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού, οι ελλιπείς πληροφορίες που είχε παράσχει με το ερωτηματολόγιο θα αγνοούνταν. Η εταιρεία ενημερώθηκε σχετικά με τις συνέπειες της μερικής συνεργασίας της και της δόθηκε η δυνατότητα να υποβάλει παρατηρήσεις. Η εταιρεία απάντησε σχεδόν δύο εβδομάδες μετά την ορισθείσα προθεσμία δηλώνοντας, μεταξύ άλλων, ότι η εταιρεία «θα υποβάλει επειγόντως τις πληροφορίες που ζητήθηκαν». Ωστόσο, η εταιρεία δεν υπέβαλε ποτέ τις πληροφορίες που της ζητήθηκαν.

(175)

Βάσει των ανωτέρω, επιβεβαιώνεται ότι το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας για την εν λόγω εταιρεία ορίζεται στο επίπεδο του υψηλότερου περιθωρίου ζημίας που διαπιστώθηκε για τις εταιρείες οι οποίες περιλήφθηκαν στο δείγμα.

(176)

Αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη και η κυβέρνηση των ΗΠΑ αμφισβήτησαν το προσωρινό συμπέρασμα ότι το περιθώριο κέρδους που θα μπορούσε εύλογα να επιτευχθεί από μια βιομηχανία αυτού του τύπου υπό κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού θα ανερχόταν σε 15 %.

(177)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι το περιθώριο κέρδους του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας θα έπρεπε να ήταν το κέρδος που πραγματοποίησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατά την ΠΕ, δηλαδή 5,7 %, διότι τα εμπορεύματα όπως το βιοντίζελ αποφέρουν κέρδη αυτής της τάξεως. Προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού επικαλέστηκε τα κέρδη που απέφεραν σε αμερικανούς παραγωγούς η αιθανόλη, τα φυτικά έλαια και τα διυλιστήρια πετρελαίου.

(178)

Σημειώνεται ότι το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας πρέπει να βασίζεται σε αξιολόγηση του κέρδους που μπορεί εύλογα να προσδοκά ότι θα επιτύχει μια βιομηχανία ελλείψει επιδοτούμενων εισαγωγών από τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην κοινοτική αγορά. Για μια δεδομένη έρευνα, το κέρδος που πραγματοποιείται στην αρχή της εξεταζόμενης περιόδου μπορεί εύλογα να θεωρηθεί ως το κέρδος που πραγματοποιείται ελλείψει επιδοτούμενων εισαγωγών. Ειδικότερα, στην παρούσα υπόθεση τα πρώτα χρόνια της υπό εξέταση περιόδου (2004 έως 2006) το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τις ΗΠΑ δεν ξεπέρασε ποτέ το 1 % και, συνεπώς, εύλογα προκύπτει το συμπέρασμα ότι κατά τη διάρκεια των ετών αυτών δεν σημειώθηκαν επιδοτούμενες εισαγωγές. Ως εκ τούτου, το μέσο κέρδος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά τα έτη αυτά θεωρήθηκε εύλογη βάση για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστεί η παραγωγική επένδυση αυτής της νεοσύστατης βιομηχανίας. Επιπλέον, και σε σχέση με τον ισχυρισμό του ενδιαφερόμενου μέρους, η έρευνα έδειξε ότι τα κέρδη που πραγματοποίησαν οι μεγάλοι παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ από τις εγχώριες δραστηριότητές τους στον τομέα του βιοντίζελ ήταν πολύ υψηλότερα από τα κέρδη που χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας. Βάσει των ανωτέρω, ο εν λόγω ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί.

(179)

Ορισμένοι ισχυρισμοί αμερικανικών εταιρειών σχετικά με τη μετατροπή των κατ’αξία δασμών σε δασμούς σταθερού ποσού, οι οποίοι παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη (185) κατωτέρω, αποκάλυψαν ότι το κατ’αξία ποσό της πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από την κοινοτική υπολογίστηκε διαιρώντας το σύνολο των πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες από την κοινοτική με την προσαρμοσμένη τιμή CIF, (βλ. προσαρμογή που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (109)) ενώ έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί η μη προσαρμοσμένη τιμή CIF, όπως έγινε για τον υπολογισμό του κατ’ αξία περιθωρίου ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, όλα τα κατ’αξία επίπεδα εξάλειψης της ζημίας υπολογίστηκαν εκ νέου για όλες τις αμερικανικές εταιρείες του δείγματος.

(180)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, οι μη ζημιογόνες τιμές καθορίστηκαν χρησιμοποιώντας την ίδια μεθοδολογία με εκείνη που αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις (266) και (267) του προσωρινού κανονισμού. Το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας υπολογίστηκε ως ποσοστό της συνολικής μη προσαρμοσμένης αξίας CIF των εισαγωγών.

8.2.   Μορφή και επίπεδο των δασμών

(181)

Με βάση τα προαναφερθέντα και σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, πρέπει να επιβληθεί οριστικός αντισταθμιστικός δασμός σε επίπεδο επαρκές για την εξάλειψη της ζημίας από τις επιδοτούμενες εισαγωγές, χωρίς αυτός να υπερβαίνει το περιθώριο επιδότησης που διαπιστώθηκε.

(182)

Λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν από ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων και κατόπιν των αναθεωρήσεων που περιγράφονται στον παρόντα κανονισμό, ορισμένα περιθώρια τροποποιήθηκαν.

(183)

Βάσει των ανωτέρω, καθορίστηκαν οι συντελεστές του αντισταθμιστικού δασμού με βάση τη σύγκριση των περιθωρίων εξάλειψης της ζημίας και των περιθωρίων επιδότησης. Κατά συνέπεια, οι προτεινόμενοι αντισταθμιστικοί δασμοί είναι οι ακόλουθοι:

Εταιρεία

Περιθώριο ζημίας

Περιθώριο επιδότησης

Συντελεστής αντισταθμιστικού δασμού

Archer Daniels Midland Company

54,5 %

35,1 %

35,1 %

Cargill Inc.

64,4 %

34,5 %

34,5 %

Green Earth Fuels of Houston LLC

51,3 %

39,0 %

39,0 %

Imperium Renewables Inc.

41,6 %

29,1 %

29,1 %

Peter Cremer North America LP

77,2 %

41,0 %

41,0 %

Vinmar Overseas Limited

76,4 %

41,1 %

41,1 %

World Energy Alternatives LLC

46,1 %

37,6 %

37,6 %

Συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

56,2 %

36,0 %

36,0 %

(184)

Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ο αντισταθμιστικός δασμός θα εφαρμοστεί σε μείγματα που περιέχουν βιοντίζελ άνω του 20 % κατά βάρος, κατ’ αναλογία της περιεκτικότητάς τους σε βιοντίζελ, κρίνεται πρόσφορο για την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων από τις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών να οριστούν οι δασμοί ως σταθερά ποσά βάσει της περιεκτικότητας σε βιοντίζελ.

(185)

Ορισμένα μέρη αμφισβήτησαν τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για τη μετατροπή των κατ’ αξία δασμών σε δασμούς υπό μορφή σταθερών ποσών. Ισχυρίστηκαν ότι οι τιμές CIF που θα έπρεπε να είχαν χρησιμοποιηθεί για τη μετατροπή του κατ’ αξία δασμού σε σταθερό ποσό έπρεπε να ήταν οι πραγματικές τιμές CIF και όχι οι τιμές CIF όπως προσαρμόστηκαν για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές σε επίπεδο πρώτης ύλης που περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις (185) και (186) του προσωρινού κανονισμού.

(186)

Ο ισχυρισμός αυτός εξετάστηκε και πράγματι διαπιστώθηκε ότι χρησιμοποιήθηκαν οι προσαρμοσμένες τιμές CIF για τη μετατροπή των κατ’ αξία δασμών σε δασμούς σταθερού ποσού. Ωστόσο, διαπιστώθηκε επίσης ότι οι ίδιες τιμές χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για να εκφραστεί το ποσό πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές ως κατ’ αξία δασμός. Συνεπώς, έπρεπε κατ’ αρχάς να διορθωθεί η έκφραση του ποσού πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές ως ποσοστού της συνολικής πραγματικής αξίας των εισαγωγών σε τιμές CIF. Επ’ αυτής της βάσης τα περιθώρια ζημίας αναθεωρήθηκαν ανάλογα. Ωστόσο, υπολογίζοντας στη συνέχεια το δασμό υπό μορφή σταθερού ποσού δεν προέκυψε καμία διαφορά από τους δασμούς που εμφανίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του προσωρινού κανονισμού, διότι ο υψηλότερος κατ’ αξία δασμός αντισταθμίστηκε ακριβώς από τη μείωση των τιμών CIF (λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές τιμές CIF αντί των προσαρμοσμένων) που χρησιμοποιήθηκαν για την έκφραση του πρώτου υπό μορφή κατ’ σταθερού ποσού.

(187)

Οι ατομικοί συντελεστές αντισταθμιστικού δασμού σε επίπεδο εταιρείας που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό καθορίστηκαν βάσει των πορισμάτων της παρούσας έρευνας. Επομένως, οι δασμοί αυτοί αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά την εν λόγω έρευνα όσον αφορά τις συγκεκριμένες εταιρείες. Αυτοί οι συντελεστές δασμού (σε αντίθεση με το δασμό σε επίπεδο χώρας που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες») ισχύουν, κατά συνέπεια, αποκλειστικά για τις εισαγωγές προϊόντων που προέρχονται από την εξεταζόμενη χώρα και παράγονται από τις εταιρείες, και ως εκ τούτου, από τις αναφερόμενες συγκεκριμένες νομικές οντότητες. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από οποιαδήποτε άλλη εταιρεία η οποία δεν αναφέρεται ρητώς στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού με την επωνυμία και τη διεύθυνσή της, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που συνδέονται με τις εταιρείες που αναφέρονται ρητώς, δεν μπορούν να επωφεληθούν από αυτούς τους συντελεστές και υπόκεινται στο δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

(188)

Οποιοδήποτε αίτημα για την εφαρμογή ατομικού συντελεστή αντισταθμιστικού δασμού σε εταιρείες (π.χ. μετά από αλλαγή της επωνυμίας της επιχείρησης ή μετά τη δημιουργία νέας επιχείρησης παραγωγής ή πωλήσεων) θα πρέπει να απευθύνεται πάραυτα στην Επιτροπή (11) μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες και, ιδίως, οποιαδήποτε αλλαγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που σχετίζεται με την παραγωγή, τις εγχώριες και τις εξαγωγικές πωλήσεις και που συνδέεται, για παράδειγμα, με αυτήν την αλλαγή της επωνυμίας ή την αλλαγή των εν λόγω επιχειρήσεων παραγωγής και πωλήσεων. Αν κριθεί σκόπιμο, ο κανονισμός θα τροποποιηθεί στη συνέχεια ανάλογα, με επικαιροποίηση του καταλόγου των εταιρειών για τις οποίες ισχύουν ατομικοί συντελεστές δασμών.

(189)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η επιβολή οριστικών αντισταθμιστικών δασμών. Επίσης, τους δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την εν λόγω κοινοποίηση. Οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη εξετάστηκαν δεόντως και, όπου κρίθηκε σκόπιμο, τα πορίσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

8.3.   Ανάληψη δεσμεύσεων

(190)

Ορισμένοι συνεργαζόμενοι παραγωγοί/εξαγωγείς των ΗΠΑ πρότειναν αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Σημειώνεται ότι λόγω των σημαντικών διακυμάνσεων τιμών της πρώτης ύλης, το προϊόν δεν θεωρείται κατάλληλο για αναλήψεις υποχρεώσεων σταθερής τιμής. Στο πλαίσιο αυτό, οι εταιρείες πρότειναν οι κατώτατες τιμές εισαγωγής (ΚΤΕ) να αναπροσαρμόζονται σε τακτική βάση, σύμφωνα με δείκτη συνδεδεμένο με τις διακυμάνσεις τιμών του κραμβελαίου. Επιπλέον, πρόσφεραν ΚΤΕ για τρεις τύπους ποικιλιών του προϊόντος που θα λαμβάνονται υπόψη κατά την εισαγωγή (βιοντίζελ παραγόμενο από σογιέλαιο, φοινικέλαιο ή έλαιο αγριοκράμβης) με βάση τους συντελεστές πρώτης ύλης που ορίστηκαν κατά την ΠΕ.

(191)

Σχετικά με τις προσφορές των συνεργαζόμενων παραγωγών/ εξαγωγέων σημειώνεται ότι η βάση προσδιορισμού μιας ΚΤΕ βάσει δείκτη ήταν κατά μέσο όρο μεταξύ 7-8 % χαμηλότερη από τη μη ζημιογόνο τιμή που προσδιορίστηκε κατά την ΠΕ. Επιπλέον, οι προτεινόμενοι συντελεστές για την επίτευξη των προσαρμοσμένων ΚΤΕ για τους προαναφερθέντες τύπους ήταν ακατάλληλοι καθώς συνδέονται με την ΠΕ. Όντως, λόγω του γεγονότος ότι οι εν λόγω συντελεστές, οι οποίοι εξαρτώνται από τη διαφορά τιμών μεταξύ των πρώτων υλών, κυμαίνονται διαρκώς, θα μπορούσαν να έχουν πράγματι σημαντικά μεταβληθεί σε σχέση με την κατάσταση που παρατηρείται κατά την ΠΕ. Κατά συνέπεια, η προτεινόμενη αναπροσαρμογή των ΚΤΕ βάσει δείκτη τιμών για βιοντίζελ από σογιέλαιο ή φοινικέλαιο στη βάση των διακυμάνσεων τιμής του κραμβελαίου θεωρήθηκε μη ενδεδειγμένη καθόσον θα βασιζόταν στην εξέλιξη τιμών πρώτης ύλης διαφορετικής από εκείνη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του υπόψη εξαγόμενου προϊόντος.

(192)

Βάσει των ανωτέρω και χωρίς αναφορά σε οιαδήποτε περαιτέρω πρακτικά θέματα σχετιζόμενα με συγκεκριμένη επιχείρηση όσον αφορά την αποδοχή τους, εκτιμήθηκε ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων θα έπρεπε να απορριφθούν καθώς η μέθοδος προσδιορισμού των ΚΤΕ δεν ήταν ενδεδειγμένη και οι προσφερόμενες ΚΤΕ δεν ήταν στα επίπεδα που θα βοηθούσαν να εξαλειφθεί ο επιζήμιος χαρακτήρας της επιδότησης.

8.4.   Οριστική είσπραξη των προσωρινών δασμών και ειδική παρακολούθηση

(193)

Μετά τη γνωστοποίηση των τελικών αποτελεσμάτων, ο καταγγέλλων ζήτησε τη λήψη ειδικών μέτρων για την πρόληψη ενδεχόμενης καταστρατήγησης των μέτρων λόγω του γεγονότος ότι η υπό εξέταση αγορά είναι μια παγκόσμια αγορά αγαθών με ένα ανταλλάξιμο προϊόν που διατίθεται στο εμπόριο μέσω διαφόρων διαύλων πώλησης.

(194)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, κρίνεται πραγματικά ενδεδειγμένη η στενή παρακολούθηση των εισαγωγών βιοντίζελ κάθε καταγωγής, με σκοπό τη διευκόλυνση της ανάληψης της κατάλληλης δράσης, εφόσον η κατάσταση το απαιτήσει.

(195)

Δεδομένου του μεγέθους των διαπιστωθέντων περιθωρίων επιδότησης και λαμβανομένου υπόψη του επιπέδου της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, θεωρείται απαραίτητο τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού, που επιβλήθηκε με τον προσωρινό κανονισμό, να εισπραχθούν οριστικά στο ύψος του οριστικά επιβληθέντος δασμού. Εάν οι οριστικοί δασμοί είναι χαμηλότεροι από τους προσωρινούς δασμούς, τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση πέραν του οριστικού συντελεστή των αντισταθμιστικών δασμών αποδεσμεύονται. Στην περίπτωση που οι οριστικοί δασμοί είναι υψηλότεροι από τους προσωρινούς δασμούς, εισπράττονται οριστικά μόνον τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση στο επίπεδο των προσωρινών δασμών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές μονοαλκυλεστέρων λιπαρών οξέων ή/και παραφινικών πετρελαίων εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, κοινώς γνωστά ως «βιοντίζελ», σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μείγματος με περιεκτικότητα κατά βάρος πάνω από 20 % σε μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, τα οποία υπάγονται τώρα στους κωδικούς ΣΟ ex 1516 20 98 (κωδικός TARIC 1516209820), ex 1518 00 91 (κωδικός TARIC 1518009120), ex 1518 00 99 (κωδικός TARIC 1518009920), ex 2710 19 41 (κωδικός TARIC 2710194120), 3824 90 91, ex 3824 90 97 (κωδικός TARIC 3824909787), καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

2.   Ο συντελεστής του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού που εφαρμόζεται στα προϊόντα τα οποία περιγράφονται στην παράγραφο 1 και παράγονται από τις κατωτέρω εταιρείες είναι:

Εταιρεία

Συντελεστής αντισταθμιστικού δασμού Ευρώ ανά καθαρό τόνο

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Archer Daniels Midland Company, Decatur

237,0

A933

Cargill Inc., Wayzata

213,8

A934

Green Earth Fuels of Houston LLC, Houston

213,4

A935

Imperium Renewables Inc., Seattle

216,8

A936

Peter Cremer North America LP, Cincinnati

211,2

A937

Vinmar Overseas Limited, Houston

211,2

A938

World Energy Alternatives LLC, Boston

211,2

A939

Εταιρείες που απαριθμούνται στο παράρτημα

219,4

βλ. παράρτημα

Όλες οι άλλες εταιρείες

237,0

A999

Ο αντισταθμιστικός δασμός στα μείγματα εφαρμόζεται κατ’ αναλογία προς τη συνολική περιεκτικότητα του μείγματος, κατά βάρος, σε μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης (περιεκτικότητα σε βιοντίζελ).

3.   Αν δεν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

Τα ποσά που έχουν καταβληθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 194/2009 της Επιτροπής, στις εισαγωγές βιοντίζελ που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 1516 20 98 (κωδικός TARIC 1516209820), ex 1518 00 91 (κωδικός TARIC 1518009120), ex 1518 00 99 (κωδικός TARIC 1518009920), ex 2710 19 41 (κωδικός TARIC 2710194120), 3824 90 91, ex 3824 90 97 (κωδικός TARIC 3824909787), καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, εισπράττονται οριστικά. Τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση πέραν του ποσού του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού αποδεσμεύονται. Στην περίπτωση που οι οριστικοί δασμοί είναι υψηλότεροι από τους προσωρινούς δασμούς, εισπράττονται οριστικά μόνον τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση στο επίπεδο των προσωρινών δασμών.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 7 Ιουλίου 2009.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. BORG


(1)  ΕΕ L 288 της 21.10.1997, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 67 της 12.3.2009, σ. 50.

(3)  ΕΕ L 67 της 12.3.2009, σ. 22.

(4)  Το άρθρο 28 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού ορίζει τα εξής: «Όταν ένα ενδιαφερόμενο μέρος αρνείται την πρόσβαση στις απαραίτητες πληροφορίες ή δεν τις παρέχει εντός της προθεσμίας που προβλέπει ο παρών κανονισμός ή παρεμποδίζει σημαντικά την έρευνα, επιτρέπεται να συνάγονται προσωρινά ή τελικά συμπεράσματα, είτε καταφατικά είτε αποφατικά, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία […]».

(5)  Σε αντίθεση με εκείνες τις επιχειρήσεις που έλαβαν το έντυπο δειγματοληψίας αλλά δεν το επέστρεψαν.

(6)  Κλάση 3826 00 για την κάλυψη του «βιοντίζελ και των μειγμάτων αυτού, τα οποία δεν περιέχουν ή περιέχουν λιγότερο από 70 % κατά βάρος λάδια πετρελαίου και ασφαλτούχων ορυκτών».

(7)  «Τα αναμεμειγμένα προϊόντα, τα τεχνουργήματα και τα είδη που αποτελούνται από διάφορες ύλες ή προκύπτουν από τη συναρμολόγηση διαφόρων αντικειμένων, καθώς και τα εμπορεύματα που παρουσιάζονται σε σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στα οποία η κατάταξη δεν μπορεί να γίνει με εφαρμογή του κανόνα 3 α), κατατάσσονται σύμφωνα με την ύλη ή το είδος που δίνει σ’ αυτά τον ουσιώδη τους χαρακτήρα, όταν είναι δυνατός αυτός ο καθορισμός.»

(8)  Κλάσεις HTS (εναρμονισμένου δασμολογίου ΗΠΑ) 38 24 90 40 00 και 38 24 90 40 20.

(9)  Υπόθεση T-348/05: JSC Kirovo-Chepetsky Khimichesky Kombinat κατά Συμβουλίου, 10 Σεπτεμβρίου 2008, σκέψεις 61-63.

(10)  Case T-348/05: JSC Kirovo-Chepetsky Khimichesky Kombinat v Council, 10 September 2008, paras 61-63.

(11)  European Commission, Directorate-General for Trade, Directorate H, Office N105 04/092, 1049 Brussels, Belgium


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

Επωνυμία Εταιρείας

Πόλη

Πρόσθετος κωδικός TARIC

AC & S Inc.

Nitro

A941

Alabama Clean Fuels Coalition Inc.

Birmingham

A940

American Made Fuels, Inc.

Canton

A940

Arkansas SoyEnergy Group

DeWitt

A940

Arlington Energy, LLC

Mansfield

A940

Athens Biodiesel, LLC

Athens

A940

Beacon Energy

Cleburne

A940

Biodiesel of Texas, Inc.

Denton

A940

BioDiesel One Ltd

Southington

A940

BioPur Inc.

Bethlehem

A941

Buffalo Biodiesel, Inc

Tonawanda

A940

BullDog BioDiesel

Ellenwood

A940

Carbon Neutral Solutions, LLC

Mauldin

A940

Central Iowa Energy LLC

Newton

A940

Chesapeake Custom Chemical Corp.

Ridgeway

A940

Community Fuels

Stockton

A940

Delta BioFuels Inc.

Natchez

A940

Diamond Biofuels

Mazon

A940

Direct Fuels

Euless

A940

Eagle Creek Fuel Services, LLC

Baltimore

A940

Earl Fisher Bio Fuels

Chester

A940

East Fork Biodiesel LLC

Algona

A940

ECO Solutions, LLC

Chatsworth

A940

Ecogy Biofuels LLC

Tulsa

A940

ED&F Man Biofuels Inc.

New Orleans

A940

Freedom Biofuels Inc.

Madison

A940

Freedom Fuels LLC

Mason City

A941

Fuel & Lube, LLC

Richmond

A940

Fuel Bio

Elizabeth

A940

FUMPA Bio Fuels

Redwood Falls

A940

Galveston Bay Biodiesel LP (BioSelect Fuels)

Houston

A940

GeoGreen Fuels LLC

Houston

A940

Georgia Biofuels Corp.

Loganville

A940

Green River Biodiesel, Inc.

Moundville

A940

Griffin Industries Inc.

Cold Spring

A940

High Plains Bioenergy

Guymon

A940

Huish Detergents Inc.

Salt Lake City

A940

Incobrasa Industries Ltd.

Gilman

A940

Independence Renewable Energy Corp.

Perdue Hill

A940

Indiana Flex Fuels

LaPorte

A940

Innovation Fuels Inc.

Newark

A940

Integrity Biofuels

Morristown

A941

Iowa Renewable Energy LLC

Washington

A940

Johann Haltermann Ltd.

Houston

A940

Lake Erie Biofuels LLC

Erie

A940

Leland Organic Corporation

Leland

A940

Louis Dreyfus Agricultural Industries LLC

Claypool

A940

Louis Dreyfus Claypool Holdings LLC

Claypool

A940

Middle Georgia Biofuels

East Dublin

A940

Middletown Biofuels LLC

Blairsville

A940

Musket Corporation

Oklahoma City

A940

Natural Biodiesel Plant LLC

Hayti

A941

New Fuel Company

Dallas

A940

North Mississippi Biodiesel

New Albany

A940

Northern Biodiesel, Inc.

Ontario

A940

Northwest Missouri Biofuels, LLC

St. Joseph

A940

Nova Biofuels Clinton County LLC

Clinton

A940

Nova Biosource

Senaca

A940

Organic Fuels Ltd.

Houston

A940

Owensboro Grain Company LLC

Owensboro

A940

Paseo Cargill Energy, LLC

Kansas City

A940

Peach State Labs Inc.

Rome

A940

Perihelion Global, Inc.

Opp

A940

Philadelphia Fry-O-Diesel Inc.

Philadelphia

A940

Piedmont Biofuels Industrial LLC

Pittsboro

A941

Pinnacle Biofuels, Inc.

Crossett

A940

PK Biodiesel

Woodstock

A940

Pleasant Valley Biofuels, LLC

American Falls

A940

Prairie Pride

Deerfield

A941

RBF Port Neches LLC

Houston

A940

Red Birch Energy, Inc.

Bassett

A940

Red River Biodiesel Ltd.

New Boston

A940

REG Ralston LLC

Ralston

A940

Renewable Energy Products, LLC

Santa Fe Springs

A940

Riksch BioFuels LLC

Crawfordsville

A940

Safe Renewable Corp.

Conroe

A940

Sanimax Energy Inc.

DeForest

A940

Seminole Biodiesel

Bainbridge

A940

Southeast BioDiesel LLC

Charlotte

A941

Soy Solutions

Milford

A940

SoyMor Biodiesel LLC

Albert Lea

A940

Stepan Company

Northfield

A941

Sunshine BioFuels, LLC

Camilla

A940

TPA Inc.

Warren

A940

Trafigura AG

Stamford

A940

U.S. Biofuels Inc.

Rome

A940

United Oil Company

Pittsburgh

A940

Valco Bioenergy

Harlingen

A940

Vanguard Synfuels, LLC

Pollock

A940

Vitol Inc.

Houston

A940

Walsh Bio Diesel, LLC

Mauston

A940

Western Dubque Biodiesel LLC

Farley

A940

Western Iowa Energy LLC

Wall Lake

A940

Western Petroleum Company

Eden Prairie

A940

Yokaya Biofuels Inc.

Ukiah

A941


10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/26


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 599/2009 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 7ης Ιουλίου 2009

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές βιοντίζελ, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) («ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή ύστερα από διαβούλευση με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.1.   Προσωρινά μέτρα

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 193/2009 (2) («προσωρινός κανονισμός»), η Επιτροπή επέβαλε προσωρινό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής («ΗΠΑ» ή «η ενδιαφερόμενη χώρα»).

(2)

Στην παράλληλη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων, η Επιτροπή, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 194/2009 (3), επέβαλε προσωρινό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές βιοντίζελ, καταγωγής Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

1.2.   Επακόλουθη διαδικασία

(3)

Μετά τη γνωστοποίηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και του σκεπτικού βάσει των οποίων αποφασίστηκε η επιβολή προσωρινών μέτρων αντιντάμπινγκ («η κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων»), αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη γνωστοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους σχετικά με τα προσωρινά συμπεράσματα. Τα μέρη τα οποία το ζήτησαν, έγιναν δεκτά σε ακρόαση. Η Επιτροπή εξακολούθησε να αναζητεί και να επαληθεύει όλες τις πληροφορίες που έκρινε αναγκαίες για τα οριστικά της συμπεράσματα. Οι προφορικές και γραπτές παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη εξετάστηκαν και, όπου ήταν σκόπιμο, τα προσωρινά συμπεράσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

(4)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η επιβολή οριστικών μέτρων αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής ΗΠΑ και η οριστική είσπραξη των ποσών που είχαν καταβληθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού («η τελική γνωστοποίηση»). Επίσης, τους δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την εν λόγω κοινοποίηση.

(5)

Η κυβέρνηση των ΗΠΑ και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη εξέφρασαν την απογοήτευσή τους για την απόφαση να χορηγηθεί προθεσμία μόλις δεκαέξι ημερών για την υποβολή παρατηρήσεων επί της κοινοποίησης των προσωρινών συμπερασμάτων, καθώς και για την απόφαση να απορριφθούν οι αιτήσεις ορισμένων μερών για ουσιαστική παράταση της προθεσμίας υποβολής αυτών των παρατηρήσεων.

(6)

Το άρθρο 20 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού προβλέπει ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να λαμβάνουν αναλυτικές πληροφορίες για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και για το σκεπτικό βάσει των οποίων έχουν επιβληθεί προσωρινά μέτρα. Για τον λόγο αυτό, αυτό, η πρακτική που εφαρμόζει η Επιτροπή είναι να κοινοποιεί σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη στο πλαίσιο μιας διαδικασίας μετά τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κανονισμού με τον οποίο επιβάλλονται προσωρινά μέτρα, και να τάσσει προθεσμία εντός της οποίας τα ενδιαφερόμενα μέρη μπορούν να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους επί της κοινοποίησης. Η πρακτική αυτή εφαρμόστηκε στην παρούσα διαδικασία. Όσον αφορά την προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη έπρεπε να υποβάλλουν παρατηρήσεις, ο βασικός κανονισμός δεν διευκρινίζει τη διάρκεια αυτής. Στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, κρίθηκε σκόπιμο να οριστεί προθεσμία δεκαέξι ημερών (η οποία παρατάθηκε στη συνέχεια σε δεκαεπτά ημέρες), λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα της διαδικασίας και την ανάγκη να τηρηθεί η απαίτηση του άρθρου 11 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, σύμφωνα με την οποία η έρευνα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός δεκατριών μηνών από την έναρξή της.

(7)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων στο πλαίσιο της παράλληλης διαδικασίας κατά των επιδοτήσεων, η κυβέρνηση των ΗΠΑ υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με τον δασμολογικό συντελεστή που καθορίστηκε για «όλες τις άλλες εταιρείες». Όσον αφορά τον συντελεστή του δασμού που καθορίστηκε για τις εταιρείες των ΗΠΑ που δεν αναγγέλθηκαν και δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα, ο συντελεστής του προσωρινού δασμού ορίστηκε στο επίπεδο του χαμηλότερου μεταξύ του υψηλότερου περιθωρίου επιδότησης ή περιθωρίου ζημίας που διαπιστώθηκε για τους συνεργαζόμενους παραγωγούς-εξαγωγείς που περιλαμβάνονταν στο δείγμα. Η ίδια μέθοδος εφαρμόστηκε και στη διαδικασία αντιντάμπινγκ. Ο δασμός αντιντάμπινγκ που καθορίστηκε κατ’ αυτόν τον τρόπο ανήλθε στο ποσό που ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του προσωρινού κανονισμού (δασμός για «όλες τις άλλες εταιρείες»: 182,4 EUR ανά τόνο). Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί ότι το ύψος αυτού του δασμού δεν υπολογίστηκε σωστά βάσει των διαθέσιμων στοιχείων. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρεί ότι, προκειμένου να χρησιμεύσουν ως βάση τα διαθέσιμα στοιχεία βάσει του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού, πρέπει προηγουμένως να έχει εξακριβωθεί ότι ένα ενδιαφερόμενο μέρος αρνήθηκε ή παρέλειψε να παράσχει «απαραίτητες πληροφορίες» (4). Η κυβέρνηση των ΗΠΑ μάλλον θεωρεί ότι θα πρέπει να εφαρμοστεί αντί αυτού ο μέσος σταθμισμένος συντελεστής που υπολογίστηκε για τις συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

(8)

Σε απάντηση αυτού του ισχυρισμού, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, κατά το στάδιο έναρξης της διαδικασίας, η Επιτροπή απέστειλε το έντυπο δειγματοληψίας, την καταγγελία και την ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας στις εταιρείες που απαριθμούνταν στην καταγγελία (περισσότερες από 150 εταιρείες). Αντίγραφο του εντύπου δειγματοληψίας επισυνάφθηκε επίσης στη ρηματική διακοίνωση προς την Αποστολή των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες κατά την έναρξη της διαδικασίας, με την παράκληση να σταλεί στους εξαγωγείς/παραγωγούς των ΗΠΑ. Επιπλέον, το National Biodiesel Board (Εθνικό Συμβούλιο Βιοντίζελ – «NBB»), που ήταν ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη από την αρχή της εν λόγω διαδικασίας, εκπροσωπεί μεγάλο αριθμό εταιρειών του κλάδου του βιοντίζελ στις ΗΠΑ.

(9)

Στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας και στο διαβιβαστικό έγγραφο του εντύπου δειγματοληψίας εφιστάται η προσοχή στις συνέπειες της μη συνεργασίας. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 8 του προσωρινού κανονισμού, περισσότερες από 50 εταιρείες αναγγέλθηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας δειγματοληψίας και υπέβαλαν τις ζητούμενες πληροφορίες εντός της προθεσμίας των 15 ημερών. Οι εταιρείες αυτές καλύπτουν άνω του 80 % των συνολικών εισαγωγών βιοντίζελ από τις ΗΠΑ στην Κοινότητα.

(10)

Μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, ζητήθηκε από τις αρχές των ΗΠΑ να προσκομίσουν συμπληρωματικές πληροφορίες. Συγκεκριμένα, ζητήθηκε από τις αρχές να καλέσουν άλλους τυχόν παραγωγούς-εξαγωγείς βιοντίζελ των ΗΠΑ να αναγγελθούν, πέραν όσων απαριθμούνταν στο άρθρο 1 και το παράρτημα του προσωρινού κανονισμού, οι οποίοι δεν ήταν γνωστοί κατά το χρόνο έναρξης της διαδικασίας και δεν είχαν αρνηθεί προηγουμένως να συνεργαστούν (5).

(11)

Οι αρχές των ΗΠΑ υπέβαλαν κατάλογο με τις επωνυμίες άνω των 100 πρόσθετων εταιρειών (παραγωγών-εξαγωγέων) των ΗΠΑ. Εξετάστηκε αν κάποιες από αυτές τις εταιρείες είχαν κληθεί να συνεργαστούν στο στάδιο έναρξης της διαδικασίας. Η έρευνα έδειξε ότι σημαντικός αριθμός των εταιρειών αυτού του καταλόγου είχαν ήδη κληθεί να συνεργαστούν κατά τη διαδικασία δειγματοληψίας, αλλά τότε είχαν επιλέξει να μην το πράξουν. Με άλλα λόγια, οι εταιρείες αυτές γνώριζαν τις συνέπειες της μη συνεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού.

(12)

Ωστόσο, όσον αφορά τις εταιρείες του καταλόγου (πάνω από 40) που δεν ήταν γνωστές στην Επιτροπή κατά το χρόνο έναρξης της διαδικασίας, σημειώθηκε ότι το αίτημα προς τις αρχές των ΗΠΑ να υποβάλλουν λεπτομερή στοιχεία για τις εταιρείες αυτές έγινε μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων. Για τον λόγο αυτό, αποφασίστηκε να προστεθούν οι εν λόγω εταιρείες στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού και να εφαρμοστεί σε αυτές τις εταιρείες ο ίδιος δασμολογικός συντελεστής όπως σε εκείνες που συνεργάζονται ρητά αλλά δεν επελέγησαν για να συμπεριληφθούν στο δείγμα. Οι εταιρείες αυτές έλαβαν γνώση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και του σκεπτικού βάσει των οποίων επρόκειτο να επιβληθούν οριστικά μέτρα και κλήθηκαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με το γεγονός ότι σχεδιαζόταν να προστεθούν οι επωνυμίες τους στο Παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

(13)

Μετά την τελική γνωστοποίηση, η κυβέρνηση των ΗΠΑ χαιρέτισε την πρόταση για εφαρμογή του μέσου σταθμισμένου δασμού σε επιπλέον εταιρείες. Ωστόσο, η κυβέρνηση των ΗΠΑ έκρινε ότι δεν εξηγήθηκε για ποιο λόγο άλλες εταιρείες υπόκεινται στο δασμό για «όλες τις άλλες εταιρείες». Από την άποψη αυτή, σημειώνεται ότι για τις εταιρείες οι οποίες κλήθηκαν να συνεργαστούν κατά την περίοδο δειγματοληψίας, δόθηκαν ήδη εξηγήσεις ανωτέρω. Όσον αφορά πιθανούς αμερικανούς παραγωγούς εξαγωγείς που δεν γνωστοποιήθηκαν ατομικά στο πλαίσιο της έρευνας ούτε περιλαμβάνονται στον κατάλογο που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 11, σημειώνεται κατ’ αρχάς ότι καταβλήθηκαν μεγάλες προσπάθειες από την αρχή της διαδικασίας για την επικοινωνία με εταιρείες των ΗΠΑ που ενδέχεται να τις αφορά η διαδικασία αυτή (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 8 και 10 ανωτέρω). Επίσης, καταβλήθηκαν επιπλέον προσπάθειες μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 10 ανωτέρω, με σκοπό τον προσδιορισμό άλλων εταιρειών και προστέθηκαν έτσι περισσότερες από 40 εταιρείες στον κατάλογο εκείνων στις οποίες θα εφαρμοστεί ο μέσος σταθμισμένος δασμός. Θεωρείται ότι αυτές οι μεγάλες προσπάθειες έδωσαν όλες τις ευκαιρίες στις εταιρείες βιοντίζελ των ΗΠΑ να αναγγελθούν. Σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι η σχετική ένωση του κλάδου παραγωγής συμμετέχει στη διαδικασία από την έναρξή της. Επομένως, θεωρείται ότι ο δασμολογικός συντελεστής για «όλες τις άλλες εταιρείες» πρέπει να εφαρμοστεί στις εταιρείες που δεν αναγγέλθηκαν.

(14)

Μία εταιρεία που υπέβαλε απάντηση στο έντυπο δειγματοληψίας και η οποία, κατά συνέπεια, περιλήφθηκε στο Παράρτημα του προσωρινού κανονισμού, ζήτησε να προστεθεί η μητρική της εταιρεία στο Παράρτημα. Η εν λόγω εταιρεία ζήτησε επίσης να αλλάξει η πόλη εγκατάστασης των δύο εταιρειών στο Παράρτημα, ώστε να αντικατοπτρίζεται σωστά η διεύθυνση που εμφανίζεται στα τιμολόγια των εταιρειών.

(15)

Αφού εξετάστηκε το αίτημα της εν λόγω εταιρείας, κρίθηκε ότι η μητρική εταιρεία έπρεπε επίσης να περιληφθεί στο Παράρτημα του παρόντος κανονισμού, καθώς αναφέρθηκε στην απάντηση της εταιρείας στο έντυπο δειγματοληψίας ως η μόνη συνδεδεμένη εταιρεία που δραστηριοποιείται στον τομέα του βιοντίζελ. Η πόλη εγκατάστασης των δύο εταιρειών τροποιήθηκε επίσης.

(16)

Υπενθυμίζεται ότι η έρευνα για το ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2007 μέχρι την 31η Μαρτίου 2008 («περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Όσον αφορά τις τάσεις που ασκούν επιρροή για την εκτίμηση της ζημίας, η Επιτροπή εξέτασε δεδομένα που καλύπτουν την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2004 μέχρι το τέλος της ΠΕ («υπό εξέταση περίοδος»).

1.3.   Δειγματοληψία κοινοτικών παραγωγών και παραγωγών-εξαγωγέων των ΗΠΑ

(17)

Ελλείψει παρατηρήσεων σχετικά με τη δειγματοληψία παραγωγών-εξαγωγέων των ΗΠΑ, τα προσωρινά συμπεράσματα των αιτιολογικών σκέψεων 5 έως 10 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

(18)

Ορισμένα μέρη υπέβαλαν παρατηρήσεις σχετικά με την αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος κοινοτικών παραγωγών. Οι παρατηρήσεις αυτές εξετάζονται στη συνέχεια, στις αιτιολογικές σκέψεις 74 έως 78.

2.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

2.1.   Υπό εξέταση προϊόν

(19)

Υπενθυμίζεται ότι στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας, το προϊόν που κατά τους ισχυρισμούς αποτελούσε αντικείμενο ντάμπινγκ ορίστηκε ως μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) προερχόμενα από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης (κοινώς γνωστά ως «βιοντίζελ»), σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μείγματος.

(20)

Η καταγγελία περιείχε εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το βιοντίζελ και όλα τα μείγματα βιοντίζελ με πετρελαϊκό ντίζελ που παράγονταν στις ΗΠΑ και εξάγονταν στην Κοινότητα σε τιμές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ επηρέασαν την οικονομική κατάσταση των παραγωγών βιοντίζελ στην Κοινότητα. Ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος, συνεπής προς τα χαρακτηριστικά των σχετικών παραγωγών βιοντίζελ των ΗΠΑ και της εγχώριας αγοράς, είχε ως στόχο να καλύψει το βιοντίζελ ακόμη και όταν αυτό είναι ενσωματωμένο στα σχετικά μείγματα βιοντίζελ. Ωστόσο, θεωρήθηκε ότι ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας και στην αιτιολογική σκέψη 19 ανωτέρω, μπορεί να δημιουργήσει ανησυχίες ως προς το ποιοι παραγωγοί και ποιοι τύποι προϊόντων επρόκειτο να καλυφθούν από την έρευνα και ποιοι όχι.

(21)

Ομοίως, για την έρευνα του ντάμπινγκ και της ζημίας, ιδίως προκειμένου να καθοριστούν τα περιθώρια ντάμπινγκ και τα επίπεδα εξάλειψης της ζημίας, ήταν απαραίτητο να προσδιοριστούν σαφώς οι τύποι προϊόντων τους οποίους αφορούσε η έρευνα.

(22)

Σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά της αγοράς των ΗΠΑ, το υπό εξέταση προϊόν ορίστηκε προσωρινά ως μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) προερχόμενα από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, κοινώς γνωστά ως «βιοντίζελ», σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μειγμάτων άνω του B20. Συνεπώς, το υπό εξέταση προϊόν κάλυπτε το καθαρό βιοντίζελ (B100) και όλα τα μείγματα που περιέχουν βιοντίζελ σε ποσοστό μεγαλύτερο του 20 % («το υπό εξέταση προϊόν»). Αυτό το όριο θεωρήθηκε επαρκές για τη σαφή διάκριση μεταξύ των διαφόρων τύπων μειγμάτων που προορίζονται για περαιτέρω ανάμειξη και εκείνων που προορίζονται για άμεση κατανάλωση στην αγορά των ΗΠΑ.

(23)

Η έρευνα έδειξε ότι όλοι οι τύποι βιοντίζελ και το βιοντίζελ στα μείγματα που καλύπτονται από την παρούσα έρευνα, παρά τις πιθανές διαφορές ως προς την πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τους ή τις διαφορές όσον αφορά την παραγωγική διαδικασία, έχουν τα ίδια ή παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς. Οι πιθανές διαφορές ως προς το υπό εξέταση προϊόν δεν αλλοιώνουν το βασικό ορισμό του, τα χαρακτηριστικά του ή την αντίληψη που έχουν γι’ αυτό τα διάφορα μέρη.

(24)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη αμφισβήτησαν ταυτόχρονα τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος και τον ορισμό του ομοειδούς προϊόντος χρησιμοποιώντας τα ίδια επιχειρήματα, χωρίς να κάνουν καμία διάκριση μεταξύ της έννοιας του υπό εξέταση προϊόντος και της έννοιας του ομοειδούς προϊόντος στο πλαίσιο της διαδικασίας.

(25)

Υπενθυμίζεται ότι η έννοια του υπό εξέταση προϊόντος διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφοι 1 έως 3 του βασικού κανονισμού, ενώ η ερμηνεία του όρου «ομοειδές προϊόν» αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί αυτοί εξετάζονται χωριστά στη συνέχεια.

(26)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος έθεσε το ερώτημα κατά πόσον τα μείγματα με χαμηλή αναλογία βιοντίζελ (π.χ. το B21) μπορούν να χαρακτηριστούν ως βιοντίζελ, εξομοιούμενα έτσι με το καθαρό βιοντίζελ (B100), ή με παρόμοια μείγματα που αποτελούνται κατά κύριο λόγο από βιοντίζελ και περιέχουν χαμηλότερο ποσοστό πετρελαϊκού ντίζελ (π.χ. B99). Ισχυρίστηκε ότι αντικείμενο της έρευνας αποτέλεσαν βασικά το B100 και το B99 και ότι όλοι οι υπολογισμοί του ντάμπινγκ και της ζημίας έγιναν βάσει αυτών των δύο τύπων προϊόντων. Κατά την άποψή του, ο καθορισμός του ορίου ακριβώς πάνω από το B20, δηλαδή το μείγμα χαμηλού επιπέδου που πωλείται απευθείας στους καταναλωτές των ΗΠΑ, οδηγεί σε τεχνητό ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος.

(27)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος έθεσε επίσης εν αμφιβόλω το κατά πόσον ένα μείγμα με 20 % βιοντίζελ μπορεί να χαρακτηριστεί ως βιοντίζελ αντί για πετρελαϊκό ντίζελ, το οποίο δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος συμπέρανε ότι η ΕΕ υποστηρίζει τη δημιουργία νέας δασμολογικής κλάσης (6) για το βιοντίζελ στο εναρμονισμένο σύστημα (ΕΣ) δασμολογικής κατάταξης. Κατά τη γνώμη του η Επιτροπή διεύρυνε τον ορισμό του προϊόντος στην παρούσα διαδικασία και επέκτεινε τους τύπους προϊόντων που θίγονται από την επιβολή των μέτρων.

(28)

Επιπλέον, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος θεώρησε ότι κατά το χρόνο της έρευνας δεν υπήρχε συγκεκριμένο όριο για να καθοριστεί τι συνιστά βιοντίζελ για τους σκοπούς της κατάταξης στον κωδικό 3824 90 91 της συνδυασμένης ονοματολογίας (ΣΟ). Ο συγκεκριμένος κωδικός δημιουργήθηκε την 1η Ιανουαρίου 2008 από την ΕΕ ειδικά για το βιοντίζελ. Το ενδιαφερόμενο μέρος αμφισβήτησε το κατά πόσον βάσει του κανόνα 3β) των γενικών κανόνων για την ερμηνεία της συνδυασμένης ονοματολογίας (7) ένα μείγμα που περιέχει λιγότερο από 50 % βιοντίζελ μπορεί να χαρακτηριστεί ως βιοντίζελ. Ανέφερε επίσης ότι τα παραδείγματα μειγμάτων που αναφέρονταν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής είχαν υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ, υπαινισσόμενο έτσι ότι το υπό εξέταση προϊόν είναι μόνο το βιοντίζελ και τα μείγματα με πολύ υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ.

(29)

Το ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε επίσης ότι η ΕΕ δεν μπορεί να αλλάξει τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος διατηρώντας ταυτόχρονα διαφορετικό ομοειδές προϊόν. Παρέπεμψε στην προσωρινή κοινοποίηση στους παραγωγούς βιοντίζελ των ΗΠΑ που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, από την οποία προκύπτει ότι οι παραγωγοί των ΗΠΑ που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα πωλούσαν μείγματα που αποτελούνταν αποκλειστικά από διάφορους τύπους βιοντίζελ. Ως εκ τούτου, το υπό εξέταση προϊόν θα πρέπει να περιοριστεί στα προϊόντα που περιέχουν 100 % βιοντίζελ (B100), ακόμη και αν αποτελούνται από βιοντίζελ προερχόμενο από διαφορετικές πρώτες ύλες, ή σε μείγματα που περιέχουν 99 % βιοντίζελ (B99).

(30)

Το ενδιαφερόμενο μέρος αναφέρθηκε σε πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου (8) σχετικά με εισαγωγές νιτρικού αμμωνίου. Εκτιμά ότι το σκεπτικό της εν λόγω απόφασης ισχύει και στην παρούσα διαδικασία, και ότι τα μείγματα που δεν έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο της έρευνας και των μέτρων, καθώς δεν συνιστούν το ομοειδές προϊόν για το οποίο διαπιστώθηκε το ντάμπινγκ και η ζημία, δηλαδή τα προϊόντα που περιέχουν μόνο βιοντίζελ (B100) ή περιέχουν βιοντίζελ σε ποσοστό 99 % (B99).

(31)

Τα μέρη δεν προσκόμισαν αποδεικτικά στοιχεία ούτε επικαλέστηκαν νομική αναφορά που θα έδειχναν ότι το υπό εξέταση προϊόν δεν ορίστηκε σωστά στην παρούσα έρευνα. Οι διατάξεις του άρθρου 1 παράγραφοι 1 έως 3 του βασικού κανονισμού είναι καθοδηγητικές ως προς τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Το άρθρο 1 παράγραφος 1 ορίζει τα εξής: «Δασμός αντιντάμπινγκ είναι δυνατό να επιβάλλεται σε κάθε προϊόν που αποτελεί αντικείμενο ντάμπινγκ, όταν η θέση του σε ελεύθερη κυκλοφορία εντός της Κοινότητας προκαλεί ζημία.».

(32)

Όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 20, η καταγγελία περιείχε εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το βιοντίζελ και όλα τα μείγματα βιοντίζελ με πετρελαϊκό ντίζελ που παράγονταν στις ΗΠΑ και εξάγονταν στην Κοινότητα σε τιμές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ επηρέασαν την οικονομική κατάσταση των παραγωγών βιοντίζελ στην Κοινότητα. Τα περιθώρια ντάμπινγκ και ζημίας καθορίστηκαν για κάθε μεμονωμένο παραγωγό που συμπεριλήφθηκε στο δείγμα βάσει των ειδών προϊόντων που πωλούσαν στην κοινοτική αγορά.

(33)

Τα μέρη δεν προσκόμισαν αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι το όριο που καθορίστηκε στον προσωρινό κανονισμό για να γίνει διάκριση μεταξύ του υπό εξέταση προϊόντος και των άλλων προϊόντων ήταν τεχνητό. Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 24 και 26 του προσωρινού κανονισμού, η έρευνα έδειξε ότι το B20, και ενδεχομένως τα μείγματα χαμηλότερου επιπέδου, πωλούνταν πράγματι απευθείας στους καταναλωτές των ΗΠΑ. Η έρευνα έδειξε επίσης ότι η αγορά ανάμειξης και η αγορά καταναλωτικών προϊόντων ήταν διαφορετικές αγορές με διαφορετικούς πελάτες: μία αγορά στην οποία το βιοντίζελ και τα μείγματα βιοντίζελ προορίζονται για περαιτέρω ανάμειξη από εμπόρους και αναμείκτες και μία αγορά στην οποία τα μείγματα προορίζονται για το δίκτυο διανομής και, ως εκ τούτου, για τους καταναλωτές. Ο καθορισμός του ορίου για το υπό εξέταση προϊόν πάνω από το B20 επέτρεψε να χαραχτεί μια σαφής διαχωριστική γραμμή και απέτρεψε τη σύγχυση μεταξύ των προϊόντων, των αγορών και των διαφόρων μερών στις ΗΠΑ.

(34)

Σε όλες τις έρευνες αντιντάμπινγκ είναι σύνηθες να μην παράγουν ούτε να πωλούν οι επί μέρους εταιρείες για τις οποίες διεξήχθη έρευνα όλους τους τύπους προϊόντων που περιλαμβάνονται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Μερικές εταιρείες μπορούν να παράγουν πολύ περιορισμένο φάσμα τύπων προϊόντων, ενώ άλλες μπορούν να παράγουν ευρύτερο φάσμα. Ωστόσο, αυτό δεν επηρεάζει τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος. Συνεπώς, ο ισχυρισμός ότι το υπό εξέταση προϊόν πρέπει να καλύπτει μόνο τους τύπους προϊόντων που εξάγονταν από τους παραγωγούς των ΗΠΑ και οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς του ντάμπινγκ και της ζημίας κρίνεται αβάσιμος.

(35)

Όπως αναφέρεται στον προσωρινό κανονισμό και στην αιτιολογική σκέψη 19 ανωτέρω, η έρευνα επικεντρώθηκε πρωτίστως στο βιοντίζελ, είτε σε καθαρή μορφή είτε ενσωματωμένο σε μείγματα. Τα μέτρα αντιντάμπινγκ θα εφαρμοστούν στα σχετικά μείγματα που εξάγονται στην κοινοτική αγορά. Ως εκ τούτου, το ερώτημα εάν ένα μείγμα με 20 % βιοντίζελ χαρακτηρίζεται ως καύσιμο βιοντίζελ και όχι ως πετρελαϊκό ντίζελ, το οποίο δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος, θεωρείται άνευ σημασίας.

(36)

Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι τα συμπεράσματα σχετικά με το ντάμπινγκ και τη ζημία για κάθε εταιρεία που περιλήφθηκε στην έρευνα βασίστηκαν αποκλειστικά στους σχετικούς τύπους προϊόντων που παρήγε και πωλούσε η οικεία εταιρεία κατά την ΠΕ. Ο ισχυρισμός ότι ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος έτσι ώστε να περιλαμβάνει τα μείγματα πάνω από το B20 θα έθιγε αδικαιολόγητα τους παραγωγούς των ΗΠΑ είναι αβάσιμος και δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι το υπό εξέταση προϊόν θα πρέπει να περιοριστεί στα προϊόντα που περιέχουν βιοντίζελ σε ποσοστό 100 % (B100), ακόμη και όταν αποτελούνται από βιοντίζελ προερχόμενο από διαφορετικές πρώτες ύλες, ή στα μείγματα που αποτελούνται κατά 99 % από βιοντίζελ (B99). Η κάλυψη των μειγμάτων άνω του B20 από τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος δεν είχε καμία απολύτως επίπτωση στα συμπεράσματα που εξήχθησαν για τις εταιρείες για τις οποίες διεξήχθη έρευνα και οι οποίες δεν παράγουν αυτό το είδος προϊόντος.

(37)

Επίσης αβάσιμος είναι ισχυρισμός του ενδιαφερομένου κατά τον οποίο το σκεπτικό της απόφασης του Δικαστηρίου (9) ισχύει και στην παρούσα διαδικασία και ότι τα μείγματα που δεν έχουν πολύ υψηλή περιεκτικότητα σε βιοντίζελ δεν μπορούν να υπαχθούν στο πεδίο της έρευνας. Ειδικότερα, για κάθε εταιρεία που περιλήφθηκε στην έρευνα, τα τυχόν περιθώρια ζημίας και ντάμπινγκ θα αντιστοιχούν ακριβώς στο υπό εξέταση προϊόν και το ομοειδές προϊόν για τα οποία ορίστηκαν συμπεράσματα ως προς το ντάμπινγκ και τη ζημία, συγκεκριμένα οι σχετικοί τύποι προϊόντων που περιέχουν βιοντίζελ τους οποίους η εκάστοτε εταιρεία πώλησε στην εγχώρια αγορά και εξήγαγε στην Κοινότητα. Επίσης, η απόφαση που αναφέρει η εταιρεία αφορά την επανεξέταση υφιστάμενων μέτρων αντιντάμπινγκ με αποτέλεσμα την επέκτασή τους σε άλλα προϊόντα εκτός του υπό εξέταση προϊόντος, πράγμα που δεν συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση.

(38)

Παρόλο που θεωρήθηκε ότι τα παραδείγματα που παρέχονται σε ένα ερωτηματολόγιο σκοπός του οποίου είναι η συλλογή στοιχείων για τη διενέργεια έρευνας δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να διατυπωθούν υποθέσεις ως προς το συμπέρασμα της έρευνας, αξίζει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να γνωρίζει εκ των προτέρων, συγκεκριμένα πριν από τη διεξαγωγή της επιτόπιας έρευνας, ποιοι τύποι προϊόντων παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά και ποιοι εξάγονται από τις σχετικές εταιρείες κατά το χρόνο σύνταξης του ερωτηματολογίου. Το σχετικό προϊόν σε μια έρευνα αντιντάμπινγκ μπορεί να καλύπτει ένα φάσμα διαφορετικών ειδών προϊόντων και το γεγονός ότι ορισμένα από αυτά μπορεί να μην αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ δεν οδηγεί στην εξαίρεσή τους από τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος.

(39)

Βάσει των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών και του ανωτέρω σκεπτικού, επιβεβαιώνεται ότι όλοι οι τύποι βιοντίζελ και το βιοντίζελ σε μείγματα που καλύπτονται από την παρούσα έρευνα, παρά τις πιθανές διαφορές ως προς την πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τους ή τις διαφορές όσον αφορά την παραγωγική διαδικασία, έχουν τα ίδια ή παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρησιμοποιούνται για τους ίδιους σκοπούς. Οι πιθανές διαφορές ως προς το υπό εξέταση προϊόν δεν αλλοιώνουν το βασικό ορισμό του, τα χαρακτηριστικά του ή την αντίληψη που έχουν γι’ αυτό τα διάφορα μέρη.

2.2.   Ομοειδές προϊόν

(40)

Εξήχθη το προσωρινό συμπέρασμα ότι τα προϊόντα που παράγονται και πωλούνται στην εγχώρια αγορά των ΗΠΑ, τα οποία καλύπτονται από την παρούσα έρευνα, έχουν παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρήσεις με αυτά που εξάγονται από τη χώρα αυτή στην κοινοτική αγορά. Ομοίως, τα προϊόντα που παράγονται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και πωλούνται στην κοινοτική αγορά έχουν παρόμοια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και χρήσεις σε σύγκριση με τα προϊόντα που εξάγονται στην Κοινότητα από την ενδιαφερόμενη χώρα.

(41)

Συνεπώς, δεν βρέθηκαν διαφορές μεταξύ των διαφόρων τύπων του υπό εξέταση προϊόντος και των κοινοτικών ομοειδών προϊόντων που πωλούνται στην κοινοτική αγορά οι οποίες θα οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι τα προϊόντα που παράγονται και πωλούνται στην κοινοτική αγορά δεν αποτελούν ομοειδές προϊόν, με τα ίδια ή πολύ παραπλήσια βασικά φυσικά, χημικά και τεχνικά χαρακτηριστικά με τους τύπους του υπό εξέταση προϊόντος που παράγονται στις ΗΠΑ και εξάγονται στην Κοινότητα. Ως εκ τούτου, εξήχθη το συμπέρασμα ότι όλοι οι τύποι βιοντίζελ που καλύπτει η παρούσα έρευνα θεωρούνται όμοιοι κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(42)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ταυτοποίηση του υπό εξέταση προϊόντος και πρέπει να καθοριστεί με βάση τα φυσικά χαρακτηριστικά και την τελική χρήση του προϊόντος. Κατ’ ουσίαν υποστήριξε ότι στην ΕΕ δεν χρησιμοποιείται για κατανάλωση το B20, αλλά ένα μείγμα με ακόμη χαμηλότερη περιεκτικότητα, το B5. Ως εκ τούτου, ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος είναι λανθασμένος. Ισχυρίστηκε επίσης ότι δεν είναι δυνατό να αλλάζει ο ορισμός του υπό εξέταση προϊόντος, αλλά να διατηρείται διαφορετικό ομοειδές προϊόν.

(43)

Όπως προκύπτει σαφώς από τις αιτιολογικές σκέψεις 29 έως 35 του προσωρινού κανονισμού, ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος συνδέεται με την ταυτοποίηση του υπό εξέταση προϊόντος και καθορίστηκε κυρίως με βάση τα φυσικά χαρακτηριστικά του προϊόντος. Η πραγματική τελική χρήση λήφθηκε επίσης υπόψη και θεωρήθηκε ότι το όριο του B20 πρέπει επίσης να διατηρηθεί για τον ορισμό του ομοειδούς προϊόντος. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αριθμός των τύπων προϊόντων που καλύπτονται από το ομοειδές προϊόν μειώθηκε επίσης ώστε να αντιστοιχεί στον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος.

(44)

Συνεπώς, οι ισχυρισμοί των μερών ότι ο ορισμός του ομοειδούς προϊόντος είναι λανθασμένος πρέπει να απορριφθούν και ο προσωρινός ορισμός του ομοειδούς προϊόντος μπορεί να επιβεβαιωθεί.

3.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

3.1.   Προκαταρκτική παρατήρηση

(45)

Μετά τη γνωστοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων αρκετοί εξαγωγείς και το NBB ισχυρίστηκαν ότι έπρεπε να είχε γίνει προσαρμογή του υπολογισμού του ντάμπινγκ ώστε να εξαλειφθεί η επίδραση της επιδότησης. Σύμφωνα με αυτούς, η μη συνεκτίμηση των συνεπειών της επιδότησης που χορηγείται τόσο για τις εγχώριες όσο και για τις εξαγωγικές πωλήσεις είχε ως αποτέλεσμα τον καθορισμό εσόδων χαμηλότερων από τα πραγματικά, γεγονός που επηρέασε τόσο την κανονική αξία του ομοειδούς προϊόντος, όσο και τον καθορισμό της τιμής εξαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος. Συνεπώς, επηρεάστηκε η κανονική αξία, καθότι το κριτήριο των συνήθων εμπορικών πράξεων εφαρμόστηκε βάσει τιμών πώλησης στις οποίες δεν λήφθηκαν υπόψη τα έσοδα που προήλθαν από τις πωλήσεις του προϊόντος για τις οποίες ίσχυε η επιδότηση, ενώ για τον ίδιο λόγο η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε σε εξίσου χαμηλότερο επίπεδο. Τα εν λόγω ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξαν περαιτέρω ότι η μη συνεκτίμηση της επιδότησης συνιστά πρόδηλη πλάνη στην εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφοι 4 και 10 του βασικού κανονισμού, διότι συνέβαλε στη χρησιμοποίηση κατασκευασμένων κανονικών αξιών, ενώ η παραγωγή και οι πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος ήταν στην πραγματικότητα επικερδείς λαμβάνοντας υπόψη τις επιδοτήσεις. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τα πορίσματα της έρευνας, οι αρχές των ΗΠΑ χορηγούσαν τη λεγόμενη πίστωση του αναμείκτη ύψους 1 USD ανά γαλόνι καθαρού βιοντίζελ στα μείγματα βιοντίζελ με πετρελαϊκό ντίζελ.

(46)

Έτσι, το NBB ισχυρίστηκε ότι προκειμένου να εξασφαλιστεί η δίκαιη σύγκριση και η λειτουργική συμμετρία μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, η πίστωση του αναμείκτη έπρεπε να προστεθεί όχι μόνο στην κανονική αξία, αλλά και στην τιμή εξαγωγής.

(47)

Όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 38 του προσωρινού κανονισμού, όταν διενεργείται παράλληλα έρευνα κατά των επιδοτήσεων και έρευνα αντιντάμπινγκ για το ίδιο προϊόν, οι περιστάσεις υπό τις οποίες μια επιδότηση μπορεί να οδηγήσει σε προσαρμογή, όπως ζητά το NBB, για να αποφευχθεί η διπλή εφαρμογή μέτρων αποκατάστασης, προβλέπονται ρητά στο άρθρο 24 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, το οποίο ορίζει ότι κανένα προϊόν δεν επιτρέπεται να υπόκειται ταυτόχρονα σε δασμούς αντιντάμπινγκ και σε αντισταθμιστικούς δασμούς με σκοπό την αντιμετώπιση των συνεπειών μίας και της αυτής κατάστασης η οποία είναι αποτέλεσμα ντάμπινγκ ή επιδότησης των εξαγωγών. Οι περιστάσεις αυτές δεν συντρέχουν στην παρούσα υπόθεση. Πράγματι, η πίστωση του αναμείκτη συνιστά επιδότηση που είναι διαθέσιμη τόσο για τις εγχώριες όσο και για τις εξαγωγικές πωλήσεις με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και για το ίδιο ποσό και, ως εκ τούτου, δεν είναι εξαγωγική επιδότηση κατά την έννοια του άρθρου 24 παράγραφος 1. Το γεγονός αυτό δεν αμφισβητήθηκε από το NBB. Συνεπώς, ο ισχυρισμός ότι η πίστωση του αναμείκτη πρέπει να «προσαρμοστεί» στους υπολογισμούς του ντάμπινγκ κρίθηκε αδικαιολόγητη και, επομένως, απορρίφθηκε.

(48)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων που θα τροποποιούσαν τα προσωρινά συμπεράσματα από την άποψη αυτή, οι αιτιολογικές σκέψεις 36 έως 38 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

3.2.   Κανονική αξία

(49)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, ένας παραγωγός-εξαγωγέας επεσήμανε ένα τυπογραφικό λάθος στον υπολογισμό της κανονικής τιμής ενός συγκεκριμένου τύπου προϊόντος βάσει της εγχώριας τιμής πώλησης. Το εν λόγω τυπογραφικό λάθος διορθώθηκε.

(50)

Ένας άλλος παραγωγός-εξαγωγέας, ο οποίος δεν είχε αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις, αμφισβήτησε την κατασκευή της κανονικής αξίας βάσει του μέσου σταθμισμένου περιθωρίου κέρδους άλλων παραγωγών-εξαγωγέων για τους οποίους διεξήχθη έρευνα όσον αφορά την παραγωγή τους και τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά. Ισχυρίστηκε ότι έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί το μέσο κέρδος των μη ολοκληρωμένων παραγωγών αντί του μέσου περιθωρίου κέρδους των δύο ολοκληρωμένων παραγωγών που είχαν επικερδείς εγχώριες πωλήσεις κατά την ΠΕ. Δεδομένου ότι η εταιρεία προμηθευόταν πρώτες ύλες από την ανοιχτή αγορά, ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν δυνατό να συγκριθεί με τους δύο πλήρως ολοκληρωμένους παραγωγούς, οι οποίοι, κατά τα λεγόμενά του, δεν ήταν αντιπροσωπευτικοί όσον αφορά τις συνθήκες της αγοράς υπό τις οποίες λειτουργούσαν όλοι οι υπόλοιποι παραγωγοί-εξαγωγείς που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα.

(51)

Ο ανωτέρω ισχυρισμός θεωρήθηκε δικαιολογημένος, διότι πράγματι η κατάσταση των δύο ολοκληρωμένων παραγωγών μπορεί να μην είναι άμεσα συγκρίσιμη με την κατάσταση των υπόλοιπων παραγωγών του δείγματος κατά το ότι οι πρώτοι είναι πλήρως ολοκληρωμένοι και έχουν πρόσβαση σε δικές τους πρώτες ύλες. Ωστόσο, η πρόταση να χρησιμοποιηθούν τα μέσα περιθώρια κέρδους των μη ολοκληρωμένων παραγωγών δεν ήταν δυνατό να υιοθετηθεί, καθότι κανένας από αυτούς τους παραγωγούς δεν είχε κερδοφόρες εγχώριες πωλήσεις κατά την ΠΕ. Έτσι, θεωρήθηκε εύλογο, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, να βασιστεί το κέρδος στις κερδοφόρες εγχώριες πωλήσεις όλων των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος οι οποίοι πραγματοποιούσαν εγχώριες πωλήσεις. Το κέρδος αυτό χρησιμοποιήθηκε στη συνέχεια για την κατασκευή της κανονικής αξίας του εν λόγω παραγωγού-εξαγωγέα.

(52)

Μετά την τελική γνωστοποίηση, ένας όμιλος παραγωγών-εξαγωγέων ισχυρίστηκε ότι δεν ήταν εύλογο το περιθώριο κέρδους που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της κανονικής αξίας των τύπων προϊόντων που δεν πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά κατά την ΠΕ. Ισχυρίστηκε ότι η κανονική αξία θα έπρεπε να έχει κατασκευαστεί με βάση τους τύπους προϊόντων για τους οποίους η κανονική αξία δεν είχε κατασκευαστεί, με την εφαρμογή προσαρμογής για φυσικές διαφορές, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού. Επίσης ισχυρίστηκε ότι οι προσαρμογές που έγιναν στο πλαίσιο του υπολογισμού τα περιθώρια ζημίας έπρεπε να εφαρμοστούν επίσης για τον υπολογισμό της κανονικής αξίας.

(53)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι ο σκοπός των προσαρμογών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού είναι να καταστεί δυνατή η ορθή σύγκριση ανάμεσα στην κανονική αξία και την τιμή εξαγωγής και όχι να κατασκευαστεί η κανονική αξία. Σκοπός της προσαρμογής στον υπολογισμό της ζημίας ήταν να καταστούν οι εισαγωγές βιοντίζελ από τις ΗΠΑ συγκρίσιμες με το βιοντίζελ που παράγεται και πωλείται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στην κοινοτική αγορά. όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 46 του προσωρινού κανονισμού, το κέρδος που χρησιμοποιείται για την κατασκευή της κανονικής αξίας καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού. Επομένως, ο ισχυρισμός αυτός δεν θεωρήθηκε βάσιμος και έπρεπε να απορριφθεί.

(54)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την κανονική αξία, οι οποίες θα άλλαζαν τα προσωρινά συμπεράσματα, οι αιτιολογικές σκέψεις 39 έως 48 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

3.3.   Τιμή εξαγωγής

(55)

Ένας παραγωγός-εξαγωγέας αμφισβήτησε τον καθορισμό του περιθωρίου κέρδους του εισαγωγέα με τον οποίο συνδέεται στην Κοινότητα, υποστηρίζοντας ότι ορισμένες δαπάνες, όπως οι θαλάσσιοι ναύλοι και οι ασφαλιστικές δαπάνες, δεν συμπεριλήφθηκαν στο κόστος των πωληθέντων προϊόντων.

(56)

Ο ισχυρισμός αυτός κρίθηκε δικαιολογημένος και το κόστος των προϊόντων που πωλήθηκαν από τον συνδεδεμένο εισαγωγέα αναθεωρήθηκε βάσει της τιμής αγοράς FOB, στην οποία προστέθηκαν όλες οι δαπάνες για την απόκτηση του υπό εξέταση προϊόντος, όπως προμήθειες, κόστος μεταφοράς, ασφάλισης και διακίνησης, και τελωνειακοί δασμοί.

(57)

Ο ίδιος παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι τα αποτελέσματα ορισμένων διακανονισμένων πράξεων αντιστάθμισης κινδύνου στο επίπεδο του ίδιου συνδεδεμένου εισαγωγέα εσφαλμένα κατανεμήθηκαν στο αποτέλεσμα εκμετάλλευσης του υπό εξέταση προϊόντος, ενώ αφορούσαν αποκλειστικά πράξεις σχετικά με την αγορά και πώληση άλλου προϊόντος.

(58)

Η εταιρεία υπέβαλε αποδεικτικά στοιχεία που έδειχναν ότι τα αποτελέσματα των διακανονισμένων πράξεων αντιστάθμισης κινδύνου αφορούσαν αποκλειστικά μεμονωμένες συμβάσεις πώλησης σχετικά με προϊόν το οποίο δεν ήταν το υπό εξέταση προϊόν και, συνεπώς, δεν επηρέαζαν τα έξοδα πώλησης, τα γενικά και διοικητικά έξοδα που σχετίζονταν με το υπό εξέταση προϊόν.

(59)

Κατόπιν των ανωτέρω, εφόσον διαπιστώθηκε ότι οι ανωτέρω πράξεις δεν σχετίζονται με το υπό εξέταση προϊόν, αποφασίστηκε να μην συμπεριληφθούν αυτά τα αποτελέσματα στον καθορισμό των εξόδων πώλησης, των γενικών και διοικητικών εξόδων του συνδεδεμένου εισαγωγέα.

(60)

Μετά την τελική γνωστοποίηση, ένας όμιλος παραγωγών-εξαγωγέων αμφισβήτησε το γεγονός του αποκλεισμού από τους υπολογισμούς του μέρους των εξαγωγών του βιοντίζελ στην Κοινότητα το οποίο είχε αναμειχθεί περαιτέρω με άλλο ντίζελ μη προερχόμενο από τις ΗΠΑ και μεταπωλήθηκαν στην Κοινότητα ως μείγμα αμφότερων προελεύσεις. Ο όμιλος ισχυρίστηκε ότι στο βασικό κανονισμό ή στη συμφωνία αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ δεν γίνεται διάκριση που να επιτρέπει αυτό τον αποκλεισμό. Επομένως, η κυβέρνηση των ΗΠΑ δήλωσε ότι η Επιτροπή δεν τεκμηρίωσε και δεν δικαιολόγησε επαρκώς τις αλλαγές μεταξύ προσωρινού και τελικού προσδιορισμού.

(61)

Λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που ελήφθησαν και την εναλλακτική μέθοδο που προτείνει ο εν λόγω όμιλος παραγωγών-εξαγωγέων για τον καθορισμό αξιόπιστης τιμής εξαγωγής για τα μείγματα που μεταπωλούνται στην Κοινότητα, η Επιτροπή επαναξιολόγησε τον προσδιορισμό της τιμής εξαγωγής. Η μέθοδος που πρότεινε ο όμιλος δεν ήταν δυνατό να εφαρμοστεί διότι δεν επέτρεπε ατομικό προσδιορισμό της τιμής εξαγωγής για τα συστατικά στοιχεία του μείγματος βιοντίζελ το οποίο μεταπωλήθηκε στη συνέχεια στην κοινοτική αγορά. Ωστόσο, σύμφωνα με τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της ζημίας, η τιμή μεταπώλησης του μείγματος που πωλήθηκε στην κοινοτική αγορά εκφράστηκε σε ισοδύναμο πρώτης ύλης κραμβέλαιου και σε αυτή τη βάση κατασκευάστηκε η τιμή εξαγωγής «εκ του εργοστασίου», με την αφαίρεση όλων των εξόδων που έχουν ανακύψει μεταξύ εισαγωγής και μεταπώλησης, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 9 του βασικού κανονισμού.

(62)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την τιμή εξαγωγής, οι οποίες θα άλλαζαν τα προσωρινά συμπεράσματα, οι αιτιολογικές σκέψεις 49 έως 50 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

3.4.   Σύγκριση

(63)

Δύο παραγωγοί-εξαγωγείς αμφισβήτησαν τις προσαρμογές σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού όσον αφορά το κόστος μεταφοράς, διακίνησης και αποθήκευσης που προέκυψε μεταξύ του χώρου των εγκαταστάσεων παραγωγής και του τερματικού σταθμού στον οποίο παραδόθηκε το υπό εξέταση προϊόν προκειμένου να μεταφερθεί με σκοπό την πώληση. Επιπλέον, ένας παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι στον τερματικό σταθμό το προϊόν χάνει την ατομική του ταυτότητα διότι αναμειγνύεται με άλλο υλικό και, κατά συνέπεια, οι προαναφερθείσες δαπάνες δεν πρέπει να θεωρούνται ως άμεσα συνδεόμενες με την πώληση.

(64)

Πρέπει να τονιστεί ότι για τον υπολογισμό των περιθωρίων ντάμπινγκ λήφθηκε υπόψη μόνο το βιοντίζελ που παρήχθη είτε σε καθαρή μορφή είτε αναμεμειγμένο από τους παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους διεξήχθη έρευνα. Ως εκ τούτου, δεν θεωρείται δικαιολογημένο να μη ληφθούν υπόψη ορισμένες δαπάνες που προέκυψαν μετά την παραγωγή του βασικού προϊόντος B100. Συνεπώς, όλες αυτές οι δαπάνες πρέπει να αφαιρεθούν ώστε να επανέλθει η τιμή εξαγωγής του καθαρού ή αναμεμειγμένου βιοντίζελ προς μη συνδεδεμένα μέρη στο επίπεδο της τιμής εκ του εργοστασίου. Το γεγονός ότι η μεταφορά του βιοντίζελ συντελείται από το εργοστάσιο σε τερματικό σταθμό εκτός του εργοστασίου δεν σημαίνει ότι το ιδίας παραγωγής μέρος του τελικού μείγματος δεν θα επιβαρυνόταν με έξοδα μεταφοράς, διακίνησης και αποθήκευσης.

(65)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τη σύγκριση, οι οποίες θα άλλαζαν τα προσωρινά συμπεράσματα, οι αιτιολογικές σκέψεις 51 έως 53 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

3.5.   Περιθώρια ντάμπινγκ

(66)

Τα οριστικά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή δασμού, έχουν ως εξής:

Εταιρεία

Οριστικό περιθώριο ντάμπινγκ

Archer Daniels Midland Company (ADM)

10,1%

Cargill Inc.

ελάχιστο επίπεδο

Green Earth Fuels of Houston LLC

88,4%

Imperium Renewables Inc.

29,5%

1.1.1. Peter Cremer North America LP

39,2%

World Energy Alternatives LLC

52,3%

Συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

33,5%

(67)

Κατόπιν των αλλαγών των περιθωρίων ντάμπινγκ των εταιρειών του δείγματος, το σταθμισμένο μέσο περιθώριο ντάμπινγκ των συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα υπολογίστηκε εκ νέου σύμφωνα με τη μέθοδο που περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 56 του προσωρινού κανονισμού. Όπως σημειώνεται ανωτέρω, ορίστηκε σε 33,5 % της τιμής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή δασμού.

(68)

Η βάση καθορισμού του περιθωρίου ντάμπινγκ σε εθνικό επίπεδο ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 57 του προσωρινού κανονισμού. Επί της ίδιας βάσης, το οριστικό περιθώριο ντάμπινγκ σε εθνικό επίπεδο ορίστηκε σε 39,2 %.

4.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΚΛΑΔΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

4.1.   Κοινοτική παραγωγή και αντιπροσωπευτικότητα

(69)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος αμφισβήτησε την εξαίρεση από την εκτίμηση της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομίλου παραγωγών που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 60 του προσωρινού κανονισμού, οι οποίοι συνδέονταν με παραγωγό-εξαγωγέα των ΗΠΑ, βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Υποστήριξε ότι ο σωστός παρονομαστής για να καθοριστεί η υποστήριξη της καταγγελίας έπρεπε να διατηρηθεί γύρω στους 5 400 χιλιάδες τόνους και όχι να μειωθεί σε 4 200 έως 4 600 χιλιάδες τόνους, όπως έγινε στο προσωρινό στάδιο.

(70)

Οι σχετικές διατάξεις του βασικού κανονισμού για την εκτίμηση της αντιπροσωπευτικότητας ή της στήριξης της έρευνας είναι το άρθρο 4 παράγραφος 1 και το άρθρο 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού. Πληροφοριακά, οι σχετικές διατάξεις της συμφωνίας αντιντάμπινγκ που αφορούν τον ορισμό της εγχώριας βιομηχανίας περιέχονται στη νομοθεσία της ΕΕ στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει σαφώς ότι ο ορισμός της εγχώριας παραγωγής για τον καθορισμό της αντιπροσωπευτικότητας πρέπει να γίνεται σε συνάρτηση με τον ορισμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής και υπόκειται στις ίδιες απαιτήσεις με αυτές που ισχύουν για τον ορισμό του εγχώριου κλάδου παραγωγής. Σε κάθε περίπτωση ο εν λόγω ισχυρισμός δεν είναι ικανός να μεταβάλει το συμπέρασμα ότι η έρευνα υποστηρίχθηκε από το μεγαλύτερο μέρος της κοινοτικής παραγωγής. Ακόμη και αν ο παρονομαστής διατηρούνταν στους 5 400 χιλιάδες τόνους, η υποστήριξη της έρευνας θα υπερέβαινε το 50 %, θα ήταν, δηλαδή, πολύ υψηλότερη από τις απαιτήσεις του βασικού κανονισμού.

(71)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι λαμβάνοντας υπόψη τον ορισμό του υπό εξέταση προϊόντος και του ομοειδούς προϊόντος, που είναι το βιοντίζελ σε καθαρή μορφή ή σε μείγματα που περιέχουν περισσότερο από 20 % βιοντίζελ (B20), ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και η κοινοτική παραγωγή πρέπει να αποτελούνται από όλες τις κοινοτικές εταιρείες που παράγουν βιοντίζελ και μείγματα πάνω από το B20. Ισχυρίστηκε ότι κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν δείχνει ότι ο καταγγέλλων ή η Επιτροπή επιδίωξαν να περιλάβουν αυτές τις εταιρείες στη συνολική παραγωγή ή ότι διαπιστώθηκε ότι αυτοί οι παραγωγοί υποστήριξαν την καταγγελία.

(72)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι η ποσότητα της συνολικής κοινοτικής παραγωγής που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 60 του προσωρινού κανονισμού έχει πράγματι διαμορφωθεί λαμβάνοντας υπόψη τον όγκο της παραγωγής βιοντίζελ σε μείγματα πάνω από το B20. Διευκρινίζεται επιπλέον ότι σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες, η κοινοτική παραγωγή μειγμάτων με περιεκτικότητα σε βιοντίζελ από 21 % (B21) έως 99 % (B99) ήταν πολύ περιορισμένη κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Η μοναδική παραγωγή μειγμάτων με περιεκτικότητες που κυμαίνονται μεταξύ των ανωτέρω τιμών αφορά μείγματα B30 και δεν υπερέβη τους 60 000 τόνους όσον αφορά την περιεκτικότητα σε βιοντίζελ. Επιπλέον, η Επιτροπή ήλθε σε επαφή με γνωστούς παραγωγούς B30 μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων και οι απαντήσεις που έλαβε από δύο εξ αυτών δείχνουν ότι υποστηρίζουν την καταγγελία.

(73)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, επιβεβαιώνονται οι αιτιολογικές σκέψεις 59 έως 61 του προσωρινού κανονισμού σχετικά με τον ορισμό της κοινοτικής παραγωγής, του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και την αντιπροσωπευτικότητα.

4.2.   Δειγματοληψία

(74)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι οι επιδόσεις ενός κοινοτικού παραγωγού του δείγματος που δεν συνεργάστηκε στην έρευνα ήταν πολύ καλές και έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη στην εκτίμηση της ζημίας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Υποστηρίχθηκε ότι ο εν λόγω παραγωγός δεν υπέστη ζημία κατά την ΠΕ και ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν τα βέλτιστα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού. Στο πλαίσιο αυτό ο ενδιαφερόμενος πρότεινε να χρησιμοποιηθούν τα δημόσια διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία των ετών 2007 και 2008 για τον εν λόγω παραγωγό, προκειμένου να εξεταστεί η ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(75)

Κοινή πρακτική της Επιτροπής στις έρευνες αντιντάμπινγκ είναι να εξαιρεί από τη διαδικασία εκτίμησης της ζημίας τους παραγωγούς που δεν συνεργάστηκαν και να μην χρησιμοποιεί τα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού. Τα δεδομένα σχετικά με τη ζημία καλύπτουν μια μακρά περίοδο τεσσάρων ετών και δεν είναι δυνατό να ληφθούν από δημόσιες πηγές όλες οι απαραίτητες πληροφορίες για τον καθορισμό όλων των δεικτών ζημίας καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση, ο εν λόγω κοινοτικός παραγωγός εξαιρέθηκε από την έρευνα διότι δεν παρέσχε ολοκληρωμένα και ουσιώδη πληροφοριακά στοιχεία για τα έτη 2004 έως 2006, ενώ παρέσχε ελλιπή στοιχεία για το 2007 και την ΠΕ. Η χρησιμοποίηση των δημόσια διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με τη δραστηριότητα του εν λόγω παραγωγού στον τομέα του βιοντίζελ για το 2007 και το 2008 δεν θα επέτρεπε να συγκεντρωθούν στοιχεία για όλους τους συντελεστές της ζημίας και για όλα τα έτη την υπό εξέταση περιόδου. Αυτό θα στρέβλωνε τις τάσεις που ασκούν επιρροή για την εκτίμηση της ζημίας.

(76)

Επιπλέον, εάν διατηρούνταν ο εν λόγω παραγωγός στο δείγμα, δεν θα ήταν δυνατό να εκτιμηθεί η πρακτική επιβολής τιμών χαμηλότερων από τις κοινοτικές για το σύνολο των πωλήσεων των παραγωγών του δείγματος, διότι η εν λόγω εταιρεία δεν υπέβαλε αναλυτικό κατάλογο των πωλήσεών της ανά τύπο προϊόντος κατά την ΠΕ. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του ενδιαφερόμενου μέρους, οι οικονομικές επιδόσεις του εν λόγω παραγωγού, όσον αφορά την κερδοφορία, όπως προκύπτει από τα δεδομένα που είναι διαθέσιμα στο κοινό, ήταν αρκετά χαμηλότερες από τη μέση κερδοφορία που διαπιστώθηκε για τους κοινοτικούς παραγωγούς του δείγματος που συνεργάστηκαν, όπως προκύπτει από τον πίνακα 7 του προσωρινού κανονισμού. Βάσει των ανωτέρω, το αίτημα του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους απορρίφθηκε.

(77)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι το δείγμα των κοινοτικών παραγωγών δεν ήταν αντιπροσωπευτικό του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, διότι βασίστηκε μόνο σε παραγωγούς καθαρού βιοντίζελ (B100) και, συνεπώς, δεν περιλάμβανε τους παραγωγούς μειγμάτων από το B99 μέχρι το B20, καθώς και αναμείκτες B100.

(78)

Υπενθυμίζεται σχετικά ότι, όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη (72), η κοινοτική παραγωγή μειγμάτων βιοντίζελ από το B20 μέχρι το B99 ήταν πολύ περιορισμένη κατά την ΠΕ. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή την περιορισμένη ποσότητα, η οποία αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 2 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής του ομοειδούς προϊόντος κατά την ΠΕ, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η επιλογή του δείγματος, η οποία βασίστηκε κυρίως στον μεγαλύτερο όγκο της παραγωγής και των πωλήσεων στην Κοινότητα, ήταν αντιπροσωπευτική. Όσον αφορά τους αναμείκτες του B100, οι εταιρείες αυτές δεν μπορούν να θεωρηθούν ως παραγωγοί του ομοειδούς προϊόντος, διότι επεξεργάζονται μέσω μιας απλής διαδικασίας ανάμειξης ένα υφιστάμενο ομοειδές προϊόν. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(79)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, οι αιτιολογικές σκέψεις 62 έως 64 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

5.   ΖΗΜΙΑ

(80)

Όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 16, η εξέταση των τάσεων σχετικά με την εκτίμηση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από τον Ιανουάριο του 2004 μέχρι το τέλος της ΠΕ. Ωστόσο, η έρευνα έδειξε ότι το 2004 ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ουσιαστικά βρισκόταν σε στάδιο εκκίνησης. Έτσι, κρίθηκε καταλληλότερο να γίνει ανάλυση της πιθανής ζημίας και της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής βάσει των τάσεων της περιόδου από το 2005 μέχρι την ΠΕ («περίοδος ανάλυσης»). Δεδομένου ότι κανένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με αυτή την προσέγγιση, η αιτιολογική σκέψη 65 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

5.1.   Κοινοτική κατανάλωση

Πίνακας 1

Κοινοτική κατανάλωση

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Τόνοι

1 936 034

3 204 504

4 968 838

6 644 042

6 608 659

Δείκτης 2005=100

60

100

155

207

206

(81)

Ελλείψει παρατηρήσεων που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν αλλαγή της κοινοτικής κατανάλωσης, όπως αυτή παρουσιάζεται στον ανωτέρω πίνακα, οι αιτιολογικές σκέψεις 66 έως 71 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

5.2.   Όγκος των εισαγωγών από την ενδιαφερόμενη χώρα και μερίδιο αγοράς

(82)

Στον κατωτέρω πίνακα παρουσιάζονται οι συνολικές εισαγωγές στην κοινοτική αγορά από παραγωγούς-εξαγωγείς των ΗΠΑ κατά την υπό εξέταση περίοδο.

Πίνακας 2

Σύνολο εισαγωγών από τις ΗΠΑ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Τόνοι

2 634

11 504

50 838

730 922

1 137 152

Δείκτης 2005=100

23

100

442

6 354

9 885

Μερίδιο αγοράς

0,1 %

0,4 %

1,0 %

11,0 %

17,2 %

Δείκτης 2005=100

25

100

250

2 750

4 300

Πηγή: στατιστικές των ΗΠΑ σχετικά με τις εξαγωγές

(83)

Στο πλαίσιο της διατύπωσης των οριστικών συμπερασμάτων, διαπιστώθηκε ότι ένας παραγωγός-εξαγωγέας των ΗΠΑ δεν διέθετε τα προϊόντα του στην κοινοτική αγορά εφαρμόζοντας πρακτική ντάμπινγκ και έτσι ο συνολικός όγκος και η τιμή των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ έπρεπε να επανεκτιμηθούν. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν χρησιμοποιείται δειγματοληψία για να αποδειχθεί το ντάμπινγκ, η πρακτική της Επιτροπής είναι να εξετάζει στη συνέχεια αν υπάρχουν θετικά αποδεικτικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει αν όλες οι εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα διέθεταν πράγματι τα προϊόντα τους στην κοινοτική αγορά κατά την ΠΕ εφαρμόζοντας πρακτική ντάμπινγκ.

(84)

Προς τούτο, συγκρίθηκαν οι τιμές εξαγωγής που χρέωναν οι συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς οι οποίοι δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα με τις τιμές εξαγωγής των μη συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων με βάση τις στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές, τις απαντήσεις που έδωσαν στο ερωτηματολόγιο οι παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ οι οποίοι συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα και τις απαντήσεις στα έντυπα δειγματοληψίας που υπέβαλαν όλες οι συνεργασθείσες εταιρείες των ΗΠΑ. Θεωρήθηκε ότι το επίπεδο των τιμών εξαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ντάμπινγκ μπορεί να καθοριστεί αθροίζοντας το μέσο περιθώριο ντάμπινγκ, το οποίο διαπιστώθηκε βάσει των παραγωγών-εξαγωγέων που περιλήφθηκαν στο δείγμα, και τις μέσες τιμές εξαγωγής που καθορίστηκαν για τους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος οι οποίοι διαπιστώθηκε ότι εφάρμοζαν πρακτική ντάμπινγκ.

(85)

Η τιμή εξαγωγής για τους παραγωγούς-εξαγωγείς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα καθορίστηκε βάσει των στατιστικών στοιχείων των ΗΠΑ για τις εξαγωγές, αφού αφαιρέθηκαν τα στοιχεία σχετικά με τις εξαγωγές των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος. Στη συνέχεια η τιμή που προέκυψε συγκρίθηκε με την τιμή εξαγωγής που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ντάμπινγκ.

(86)

Η σύγκριση αυτών των τιμών έδειξε ότι οι μέσες τιμές εξαγωγής τόσο i) των συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα όσο και ii) των παραγωγών-εξαγωγέων που δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα ήταν σε όλες τις περιπτώσεις χαμηλότερες από τις μέσες τιμές εξαγωγής που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και οι οποίες καθορίστηκαν για τους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε αποχρώσα ένδειξη ότι οι εισαγωγές από όλες τις εταιρείες που δεν περιλήφθηκαν στο δείγμα, δηλαδή από τις συνεργασθείσες και τις μη συνεργασθείσες εταιρείες, μπορούσαν να θεωρηθούν ότι αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(87)

Όσον αφορά τις εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, οι διαθέσιμες πληροφορίες και τα στοιχεία που υποβλήθηκαν σχετικά με τις τιμές εξαγωγής τους έδειξαν ότι οι τιμές τους δεν ήταν υψηλότερες από την τιμή που θα διαμορφωνόταν χωρίς ντάμπινγκ, η οποία καθορίστηκε όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 84 ανωτέρω.

(88)

Όπως προαναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 83, στο οριστικό στάδιο διαπιστώθηκε ότι ένας παραγωγός-εξαγωγέας των ΗΠΑ που είχε συμπεριληφθεί στο δείγμα δεν διέθετε τα προϊόντα στην κοινοτική αγορά εφαρμόζοντας πρακτική ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, οι εξαγωγές του εξαιρέθηκαν από την ανάλυση της εξέλιξης των εισαγωγών στην κοινοτική αγορά που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(89)

Ωστόσο, για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο αποκάλυψης ευαίσθητων επιχειρηματικών δεδομένων σχετικά με τον εν λόγω παραγωγό, κρίθηκε σκόπιμο για λόγους εμπιστευτικότητας να μην παρουσιαστούν δεδομένα διαθέσιμα στο κοινό, όπως οι στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές, από τα οποία θα είχαν εξαλειφθεί προηγουμένως τα στοιχεία σχετικά με τον εξαγωγέα ο οποίος διαπιστώθηκε ότι δεν εφάρμοζε πρακτική ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά.

(90)

Έτσι, ο κατωτέρω πίνακας περιλαμβάνει όλες τις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής ΗΠΑ οι οποίες διαπιστώθηκε ή κρίθηκε ότι αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά κατά την υπό εξέταση περίοδο σε δεικτοποιημένη μορφή.

Πίνακας 3

Εισαγωγές από τις ΗΠΑ με πρακτική ντάμπινγκ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Δεικτοποιημένες ποσότητες 2005=100

100

411

5 825

9 261

Δεικτοποιημένο μερίδιο αγοράς 2005=100

100

265

2 810

4 490

Πηγή: στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές και απαντήσεις στα έντυπα δειγματοληψίας από εταιρείες των ΗΠΑ που δεν εφάρμοζαν πρακτική ντάμπινγκ

(91)

Τα νέα αριθμητικά δεδομένα δείχνουν ότι ο όγκος των εισαγωγών από τις ΗΠΑ σημείωσε σημαντική αύξηση, από πάνω από 10 000 τόνους το 2005 σε 1 000 000 τόνους και πλέον κατά την ΠΕ. Κατά την περίοδο ανάλυσης οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ αυξάνονταν συνεχώς, με αποτέλεσμα το μερίδιό τους στην κοινοτική αγορά να ανεβεί από 0,3 % το 2005 σε άνω του 15 % κατά την ΠΕ. Συνεπώς, εξακολουθεί να ισχύει το συμπέρασμα ότι σημειώθηκε σημαντική αύξηση των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, τόσο σε απόλυτες όσο και σε σχετικές τιμές σε σύγκριση με την κοινοτική κατανάλωση κατά την περίοδο αυτή.

(92)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η εξέταση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας στο πλαίσιο της διαδικασίας αντιντάμπινγκ θα έπρεπε να βασιστεί σε διαφορετικά στοιχεία από αυτά στα οποία βασίστηκε η παράλληλη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων. Υποστήριξε ότι τα συμπεράσματα σχετικά με το ντάμπινγκ και ειδικότερα τα συμπεράσματα σχετικά με τις εξαγωγικές πωλήσεις στην Κοινότητα βασίζονται μόνο στο βιοντίζελ ιδίας παραγωγής των παραγωγών του δείγματος, ενώ τα συμπεράσματα σχετικά με την επιδότηση βασίζονται στις εξαγωγές βιοντίζελ στην Κοινότητα το οποίο i) είναι ιδίας παραγωγής, ii) έχει παραχθεί και αναμειχθεί και iii) έχει αγοραστεί και αναμειχθεί.

(93)

Ο ισχυρισμός αυτός φαίνεται να υποδηλώνει ότι η διαδικασία αντιντάμπινγκ θα έπρεπε πάντα να βασίζεται σε στενότερο φάσμα δεδομένων σε σχέση με τη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων. Ωστόσο, στο προσωρινό στάδιο διαπιστώθηκε ότι όλες οι εξαγωγές των εταιρειών που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα των παραγωγών των ΗΠΑ πραγματοποιήθηκαν σε τιμές ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά. Παρόμοιο συμπέρασμα εξήχθη και στη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων. Έτσι, και στις δύο έρευνες θεωρήθηκε ότι όλες οι εξαγωγές από τις ΗΠΑ αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και επιδότησης και, κατά συνέπεια, περιλήφθηκαν όλες στην εξέταση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας.

(94)

Το γεγονός ότι, όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική σκέψη 78 ανωτέρω, στο οριστικό στάδιο διαπιστώθηκε ότι μία εταιρεία των ΗΠΑ που περιλήφθηκε στο δείγμα δεν εφάρμοζε πρακτική ντάμπινγκ, έχει οδηγήσει πλέον σε διαφορά μεταξύ του όγκου των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και του όγκου των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο επιδότησης οι οποίοι πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά την εξέταση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας στο πλαίσιο των διαδικασιών. Ο συνολικός όγκος των εισαγωγών από τις ΗΠΑ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ προσαρμόστηκε για να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ένας παραγωγός-εξαγωγέας του δείγματος διαπιστώθηκε ότι δεν εφάρμοζε πρακτική ντάμπινγκ για τις εισαγωγές του.

(95)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, ο ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί.

(96)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η κλάση του HTS 3824 90 των στατιστικών των ΗΠΑ για τις εξαγωγές που χρησιμοποιήθηκε στον προσωρινό κανονισμό για τον καθορισμό των εισαγωγών από την ενδιαφερόμενη χώρα καλύπτει και άλλα προϊόντα, εκτός από το βιοντίζελ, όπως οι «λιπαρές ουσίες ζωικής ή φυτικής προέλευσης και μείγματα αυτών». Για το λόγο αυτό η εξέταση του όγκου των εισαγωγών από τις ΗΠΑ ήταν ελλιπής. Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος πρότεινε να χρησιμοποιηθούν αντ’ αυτής οι τάσεις που καθορίστηκαν για τους παραγωγούς των ΗΠΑ για τους οποίους διεξήχθη έρευνα.

(97)

Επ’ αυτού σημειώνεται κατ’ αρχάς ότι για τον υπολογισμό του όγκου των εισαγωγών καταγωγής ΗΠΑ χρησιμοποιήθηκε ο κωδικός 3824 90 4000 του HTS των ΗΠΑ και όχι ο εξαψήφιος αριθμός της κλάσης του HTS όπως ισχυρίζεται αυτό το μέρος.

(98)

Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 83 του προσωρινού κανονισμού, τα στοιχεία της Eurostat δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την εκτίμηση των εισαγωγών βιοντίζελ από τις ΗΠΑ, διότι μέχρι το τέλος του 2007 δεν υπήρχε χωριστός κωδικός ΣΟ για τη δασμολογική ταξινόμηση του προϊόντος αυτού. Ειδικότερα, το βιοντίζελ θα μπορούσε να ταξινομηθεί με διάφορους κωδικούς ΣΟ οι οποίοι περιλάμβαναν και στοιχεία σχετικά με τις εισαγωγές άλλων προϊόντων. Ο λόγος για τον οποίο χρησιμοποιήθηκαν οι στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές ήταν ότι κάλυπταν τις εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος σε ένα μόνο δασμολογικό κωδικό και ότι ο όγκος των άλλων προϊόντων που καλύπτονταν από τον ίδιο κωδικό θα ήταν αμελητέας σημασίας όσον αφορά τις εξαγωγές στην Κοινότητα.

(99)

Λαμβάνοντας υπόψη τους περιορισμούς στη χρήση των στοιχείων της Eurostat, μια άλλη εναλλακτική λύση αντί της χρήσης των στατιστικών των ΗΠΑ για τις εξαγωγές θα ήταν να χρησιμοποιηθούν τα στοιχεία για τις εισαγωγές που αναφέρονταν στην καταγγελία. Τα στοιχεία αυτά συγκεντρώθηκαν από τους καταγγέλλοντες από πηγές εμπιστευτικών πληροφοριών για την αγορά και, ως εκ τούτου, η χρήση αυτών των πληροφοριών θα υπέκειτο σε περιορισμούς. Ωστόσο, χάριν πληρότητας οι τάσεις του όγκου των εισαγωγών θα παρουσίαζαν την ακόλουθη εικόνα σε δεικτοποιημένη μορφή:

Πίνακας 4

Εισαγωγές από τις ΗΠΑ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Δεικτοποιημένες 2005=100

0

100

1 359

15 059

15 394

(100)

Από τη σύγκριση του πίνακα 4 ανωτέρω με τον πίνακα 2 προκύπτει ότι η εκτίμηση της Επιτροπής όσον αφορά τον όγκο των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος κατά την περίοδο ανάλυσης ήταν πιο συντηρητική από την εναλλακτική λύση που θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί. Επιπλέον, η όλη εικόνα του όγκου των εισαγωγών του πίνακα 4 έχει διαμορφωθεί βάσει εμπιστευτικών στοιχείων που δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν, ενώ οι στατιστικές των ΗΠΑ αποτελούν δημόσια διαθέσιμες πληροφορίες.

(101)

Η μέθοδος που πρότεινε το ενδιαφερόμενο μέρος θα έδειχνε την ακόλουθη εικόνα όσον αφορά τις τάσεις του όγκου των εξαγωγών με βάση τα στοιχεία που συλλέχθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς που ερευνήθηκαν:

Πίνακας 5

Εισαγωγές από τις ΗΠΑ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Δεικτοποιημένες 2005=100

16

100

461

6 180

9 005

(102)

Από τη σύγκριση του πίνακα 5 με τον πίνακα 2 προκύπτει ότι οι τάσεις σύμφωνα με τη μέθοδο που χρησιμοποιεί η Επιτροπή και εκείνη που χρησιμοποιεί αυτό το μέρος παρουσιάζουν πολύ μεγάλες ομοιότητες.

(103)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε επίσης ότι επειδή το υπό εξέταση προϊόν είναι το βιοντίζελ και τα μείγματα βιοντίζελ με περιεκτικότητα σε βιοντίζελ άνω του 20 %, ο όγκος των εισαγωγών όπως παρουσιάζεται στον πίνακα 2 ανωτέρω δεν μπορεί να συσχετιστεί με το σωστό όγκο των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος.

(104)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι από την έρευνα δεν προέκυψαν εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος με περιεκτικότητα σε βιοντίζελ υψηλότερη από B20 αλλά χαμηλότερη από B99 κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Με άλλα λόγια, η έρευνα δεν προσδιόρισε εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος οι οποίες λόγω της χαμηλής περιεκτικότητας σε βιοντίζελ θα ταξινομούνταν σε διαφορετικό κωδικό του HTS των ΗΠΑ.

(105)

Βάσει των ανωτέρω εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο όγκος των εισαγωγών που παρουσιάζεται στον πίνακα 2 του προσωρινού κανονισμού αποτελεί αξιόπιστη, αντικειμενική και συντηρητική εκτίμηση των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος στην Κοινότητα.

(106)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι οι ποσότητες που εξήχθησαν από τις ΗΠΑ με την πρακτική «splash and dash» θα έπρεπε να έχουν διαχωριστεί από τις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής ΗΠΑ, διότι οι πρώτες δεν μπορούν να θεωρηθούν ως εισαγωγές καταγωγής ΗΠΑ.

(107)

Επιπλέον, το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος και η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι, σε αντίθεση με όσα αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 77 και 80 του προσωρινού κανονισμού, όλες οι εξαγωγές από τις ΗΠΑ δεν θεωρούνται καταγωγής ΗΠΑ. Δεν υπάρχει αρχή στις ΗΠΑ η οποία να διατυπώνει εκτίμηση ή να αποφαίνεται ως προς τη χώρα καταγωγής ενός συγκεκριμένου προϊόντος προς εξαγωγή και δεν μπορεί να υποτεθεί ότι όλες οι ποσότητες βιοντίζελ που εξέρχονται από το έδαφος των ΗΠΑ έχουν καταγωγή ΗΠΑ.

(108)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος δήλωσε επίσης ότι οι κανονισμοί περί καταγωγής που έχει θεσπίσει η αμερικανική υπηρεσία απογραφών (US Census Bureau) σχετικά με τον καθορισμό της καταγωγής των εξαγόμενων προϊόντων δεν είναι ευρέως γνωστοί στη βιομηχανία βιοντίζελ και έτσι όταν οι εξαγωγείς βιοντίζελ συμπληρώνουν τη δήλωση εξαγωγής του φορτωτή («Shipper's Export Declaration» - SED) κατά κανόνα δηλώνουν ότι τα εξαγόμενα προϊόντα έχουν εγχώρια καταγωγή.

(109)

Επανέλαβε επίσης τον ισχυρισμό που διατύπωσε στο προσωρινό στάδιο κατά τον οποίο οι ποσότητες που εισήχθησαν στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash» θα αντιπροσώπευαν άνω του 40 % των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος από τις ΗΠΑ. Προς επίρρωση του ισχυρισμού του χρησιμοποίησε τα δεδομένα για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές των ΗΠΑ από τους κωδικούς του HTS 3824 90 4020 και 3824 90 4000, και ουσιαστικά ισχυρίστηκε ότι όλες οι εισαγωγές βιοντίζελ στις ΗΠΑ επανεξάγονταν στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash».

(110)

Επί των ανωτέρω σημειώνεται ότι η διευκρίνιση που ζητήθηκε από τις αρχές των ΗΠΑ σχετικά με το γεγονός ότι καμία αρχή των ΗΠΑ δεν διατυπώνει εκτίμηση ή απόφαση ως προς την καταγωγή συγκεκριμένου προϊόντος προς εξαγωγή μπορεί να γίνει δεκτή.

(111)

Ο ισχυρισμός ότι οι ποσότητες που εξήχθησαν με την πρακτική «splash and dash» θα αντιπροσώπευαν τουλάχιστον το 40 % των εξαγωγών των ΗΠΑ στην Κοινότητα βασίστηκε στην υπόθεση ότι όλες οι ποσότητες βιοντίζελ που εισήχθησαν στις ΗΠΑ επανεξάγονταν εν τέλει στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash», χωρίς να καταναλωθεί κανένα μέρος αυτών των ποσοτήτων στις ΗΠΑ ή χωρίς να αναμειχθούν περαιτέρω στις ΗΠΑ πριν από την εξαγωγή.

(112)

Ωστόσο, τα δεδομένα που παρέθεσε το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος δείχνουν ότι κατά τα έτη 2004 έως 2006 οι εισαγωγές ήταν πολύ υψηλότερες από τις εξαγωγές, γεγονός που υποδηλώνει ότι υπάρχει εγχώρια ζήτηση στις ΗΠΑ για βιοντίζελ από άλλες χώρες. Επιπλέον, η υπόθεση αυτή είναι μάλλον υπεραπλουστευμένη, καθότι δεν λαμβάνει υπόψη τις ποσότητες του αναμεμειγμένου στις ΗΠΑ βιοντίζελ που εξήχθησαν στην Κοινότητα και στις οποίες i) τα χαρακτηριστικά του μείγματος είναι διαφορετικά από τα χαρακτηριστικά των πρώτων υλών, γεγονός που θα προσέδιδε καταγωγή ΗΠΑ στο αναμεμειγμένο προϊόν, ή ii) επειδή το ποσοστό βιοντίζελ καταγωγής ΗΠΑ είναι μεγαλύτερο στο σύνολο του μείγματος, αυτό προσδίδει καταγωγή ΗΠΑ στο αναμεμειγμένο προϊόν. Στο πλαίσιο αυτό υπενθυμίζεται ότι, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 77 του προσωρινού κανονισμού, οι εταιρείες των ΗΠΑ που ερευνήθηκαν δήλωσαν ότι δεν ήταν δυνατό να προσδιοριστεί ποιες από τις ποσότητες που εξήχθησαν στην Κοινότητα ή πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά ήταν προϊόν ιδίας παραγωγής ή είχαν προέλευση τις ΗΠΑ και ποιες είχαν εισαχθεί. Σημειώνεται επίσης ότι η καταγωγή φαίνεται να έχει δηλωθεί σωστά από τις ενδιαφερόμενες εταιρείες των ΗΠΑ, καθότι σε όλες τις περιπτώσεις η περαιτέρω ανάμειξη βιοντίζελ που δεν είχε καταγωγή ΗΠΑ πραγματοποιούνταν στις ΗΠΑ. Μάλιστα, στις περισσότερες περιπτώσεις οι παραγωγοί-εξαγωγείς που ερευνήθηκαν ήταν πολύ μεγάλες εταιρείες ή όμιλοι εταιρειών με συνδεδεμένες εταιρείες στην Κοινότητα, για τις οποίες πολύ δύσκολα μπορεί να γίνει δεκτό ότι δεν γνώριζαν τους υφιστάμενους κανόνες των ΗΠΑ και της Κοινότητας σχετικά με τον προσδιορισμό της καταγωγής.

(113)

Βάσει όλων των ανωτέρω, εξάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει βάσιμος τρόπος σαφούς ταυτοποίησης των εισαγωγών που πραγματοποιήθηκαν στην Κοινότητα με την πρακτική «splash and dash» κατά την υπό εξέταση περίοδο. Θεωρείται επίσης ότι δεν συντρέχει λόγος να θεωρηθούν αυτές οι εξαγωγές, εφόσον υπάρχουν, ως εισαγωγές που δεν έχουν καταγωγή ΗΠΑ.

5.3.   Τιμές των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και πώληση σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

5.3.1.   Τομή πώλησης μονάδας

(114)

Στον κατωτέρω πίνακα παρουσιάζεται η τιμή πώλησης μονάδας όλων των εισαγωγών καταγωγής ΗΠΑ στην κοινοτική αγορά κατά την υπό εξέταση περίοδο, όπως εξακριβώθηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις 81 και 82 του προσωρινού κανονισμού.

Πίνακας 6

Σύνολο εισαγωγών από τις ΗΠΑ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Τιμές σε EUR/τόνο

463

575

600

596

616

Δείκτης 2005=100

81

100

104

104

107

Πηγή: στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές και απαντήσεις των αμερικανών εξαγωγέων του δείγματος στο ερωτηματολόγιο

(115)

Με βάση τα οριστικά συμπεράσματα σχετικά με την πρακτική ντάμπινγκ και επειδή διαπιστώθηκε ότι μία εταιρεία δεν διέθετε τα προϊόντα της στην κοινοτική αγορά εφαρμόζοντας πρακτική ντάμπινγκ, οι τιμές πώλησης μονάδας των εισαγωγών στην κοινοτική αγορά που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ υπολογίστηκαν χωριστά και παρουσιάζονται στον κατωτέρω πίνακα:

Πίνακας 7

Εισαγωγές από τις ΗΠΑ που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ

2004

2005

2006

2007

ΠΕ

Τιμές σε EUR/τόνο

463

575

608

603

615

Δείκτης 2005=100

81

100

106

105

107

Πηγή: στατιστικές των ΗΠΑ για τις εξαγωγές και απαντήσεις των αμερικανών εξαγωγέων του δείγματος στο ερωτηματολόγιο

(116)

Οι μέσες τιμές των εισαγωγών από τις ΗΠΑ υπέστησαν διακυμάνσεις κατά την υπό εξέταση περίοδο και συνολικά παρουσίασαν αύξηση 6 % μεταξύ του 2005 και της ΠΕ.

5.3.2.   Πώληση σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές

(117)

Για να εξεταστεί αν πραγματοποιήθηκαν πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, έγινε σύγκριση μεταξύ των μέσων σταθμισμένων τιμών πώλησης των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος οι οποίες χρεώθηκαν σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην κοινοτική αγορά, προσαρμοσμένων στις τιμές «εκ του εργοστασίου», και των αντίστοιχων σταθμισμένων μέσων τιμών εισαγωγής από τις ΗΠΑ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και καθορίστηκαν σε επίπεδο CIF για τους αμερικανούς παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος οι οποίοι διαπιστώθηκε ότι εφάρμοζαν πρακτική ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά. Όπου κρίθηκε απαραίτητο, πραγματοποιήθηκε προσαρμογή για τους τελωνειακούς δασμούς, το μετά την εισαγωγή κόστος και τις διαφορές ως προς την πρώτη ύλη που χρησιμοποιήθηκε για την παραγωγή βιοντίζελ, όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 84 του προσωρινού κανονισμού.

(118)

Ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η προσαρμογή με βάση τις διαφορές της πρώτης ύλης ήταν χαμηλότερη από τη δέουσα, καθώς δεν αντικατόπτριζε σωστά την τιμή αγοράς των διαφορών. Ισχυρίστηκαν επιπλέον ότι οι διαφορές θα έπρεπε να διαμορφωθούν βάσει των τιμών των διαφόρων τύπων βιοντίζελ στην κοινοτική αγορά και διατύπωσαν τον ισχυρισμό τους με ποσοτικούς όρους παραπέμποντας στις τιμές εκτελωνισμένων προϊόντων στην Αμβέρσα, όπως είχαν δημοσιευθεί σε μελέτη της αγοράς.

(119)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι η προσαρμογή βασίστηκε στα συνολικά, επαληθευμένα δεδομένα που συλλέχθηκαν από τους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος για τις δραστηριότητές τους στις ΗΠΑ και, επομένως, βασίστηκε στα συμπεράσματα της έρευνας, η οποία αποτελεί την πιο αξιόπιστη πηγή πληροφοριών. Επιπλέον, οι τιμές που δημοσιεύονται σε κοινοτικό επίπεδο δεν θα αποτελούσαν κατάλληλη βάση για την προσαρμογή, διότι αυτές οι τιμές θα είχαν επηρεαστεί από το ύψος των τιμών των εισαγωγών καταγωγής ΗΠΑ που είχαν αποτελέσει αντικείμενο ντάμπινγκ. Βάσει των ανωτέρω ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(120)

Οι ίδιοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η προσαρμογή για τις διαφορές της πρώτης ύλης θα έπρεπε να εφαρμοστεί μόνο στις πωλήσεις των παραγωγών-εξαγωγέων του δείγματος και όχι στις πωλήσεις των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος, διότι οι τελευταίοι πωλούν μείγματα τα οποία πληρούν τα κοινοτικά πρότυπα.

(121)

Ο ισχυρισμός αυτός κρίθηκε άνευ σημασίας, καθώς σκοπός της προσαρμογής ήταν να ληφθούν υπόψη οι διαφορές της πρώτης ύλης και όχι τυχόν διαφορές στη συμμόρφωση με τα διαφορετικά πρότυπα που ισχύουν σε κοινοτικό επίπεδο. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(122)

Ο καταγγέλλων αμφισβήτησε την ορθότητα αυτής της προσαρμογής ισχυριζόμενος ότι τόσο οι κοινοτικοί παραγωγοί όσο και οι εξαγωγείς των ΗΠΑ χρησιμοποιούν ποικίλες πρώτες ύλες και αμφότεροι παράγουν ποικίλα μείγματα που διατίθενται σε αμφότερες τις αγορές και, συνεπώς, έχουν το ίδιο φάσμα δυνατοτήτων όσον αφορά την επιλογή πρώτης ύλης.

(123)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι, παρόλο που είναι γεγονός ότι τόσο οι κοινοτικοί παραγωγοί όσο και οι παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ χρησιμοποιούν ποικίλα μείγματα που βασίζονται σε διάφορες πρώτες ύλες, η κατανομή πρώτων υλών στα μείγματα μπορεί να παρουσιάζει σημαντικές διαφορές από παραγωγό σε παραγωγό, ακόμη και από πελάτη σε πελάτη του ίδιου παραγωγού. Ειδικότερα, η έρευνα έδειξε ότι σε πολύ λίγες περιπτώσεις διαπιστώθηκε πλήρης ταύτιση των μειγμάτων που πωλούσαν οι κοινοτικοί παραγωγοί του δείγματος και των μειγμάτων που πωλούσαν στην κοινοτική αγορά οι παραγωγοί-εξαγωγείς του δείγματος. Επομένως, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι διάφοροι τύποι προϊόντων βιοντίζελ στους υπολογισμούς σχετικά με τις πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, κρίθηκε πράγματι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί προσαρμογή για τις διαφορές στην πρώτη ύλη. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(124)

Ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι οι τιμές που χρησιμοποιήθηκαν για τους υπολογισμούς του περιθωρίου ζημίας ήταν οι τιμές CIF στα σύνορα της Κοινότητας, αντί των τιμών μεταπώλησης στον πρώτο μη συνδεδεμένο πελάτη. Ισχυρίστηκαν ότι οι υπολογισμοί αυτοί πρέπει να διορθωθούν για να ληφθεί υπόψη η αξία και οι τιμές των πωλήσεων στον πρώτο μη συνδεδεμένο πελάτη.

(125)

Ο ισχυρισμός αυτός κρίθηκε ότι ασκεί επιρροή όσον αφορά δύο παραγωγούς-εξαγωγείς και οι υπολογισμοί σχετικά με τη ζημία διορθώθηκαν ανάλογα.

(126)

Βάσει των ανωτέρω, το μέσο περιθώριο πώλησης σε τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών κατά την ΠΕ, εκφρασμένο ως ποσοστό της μέσης σταθμισμένης τιμής εκ του εργοστασίου του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, διαπιστώθηκε ότι κυμάνθηκε από 18,9 % έως 31,9 %, αντί για 18,9 % έως 33,0 %, όπως είχε οριστεί στο προσωρινό στάδιο.

5.4.   Οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(127)

Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 107 έως 110 του προσωρινού κανονισμού, διαπιστώθηκε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

(128)

Ειδικότερα, από την προσωρινή ανάλυση προέκυψε ότι οι επιδόσεις του κοινοτικού κλάδου παραγωγής βελτιώθηκαν όσον αφορά ορισμένους δείκτες όγκου, αλλά οι περισσότεροι δείκτες που αφορούσαν τη χρηματοοικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής επιδεινώθηκαν σημαντικά κατά την υπό εξέταση περίοδο. Παρά την ικανότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να αντλεί κεφάλαια για επενδύσεις, η απόδοση των επενδύσεων σημείωσε κατακόρυφη πτώση κατά τη διάρκεια της ΠΕ και η κερδοφορία σημείωσε σημαντική πτώση στη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου.

(129)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η ανάλυση που περιέχεται στην αιτιολογική σκέψη 93 του προσωρινού κανονισμού σχετικά με τη μεγέθυνση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν εσφαλμένη. Ειδικότερα, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι ο προσωρινός κανονισμός υποδηλώνει ότι η έντονη αύξηση της ζήτησης βιοντίζελ στην κοινοτική αγορά έπρεπε να οδηγήσει σε ανάλογη αύξηση των μεριδίων αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ενώ δεν υπάρχει άμεση συσχέτιση μεταξύ της αύξησης της ζήτησης και του μεριδίου αγοράς.

(130)

Το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε περαιτέρω ότι οι παράγοντες ζημίας που αναφέρονται στην ίδια αιτιολογική σκέψη 93 του προσωρινού κανονισμού, συγκεκριμένα η παραγωγή, η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, η παραγωγικότητα, οι πωλήσεις, η επενδυτική πολιτική και η απόδοση των επενδύσεων, δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι επηρεάστηκαν σημαντικά.

(131)

Το επιχείρημα σχετικά με τη μη συσχέτιση της ζήτησης και του μεριδίου αγοράς γίνεται δεκτό. Ωστόσο, το γεγονός παραμένει ότι μεταξύ του 2006 και της ΠΕ το μερίδιο αγοράς των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος πολλαπλασιάστηκε με 1,2, ενώ κατά την ίδια περίοδο το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ πολλαπλασιάστηκε με περίπου 17. Αυτή η συγκριτικά μεγάλη αύξηση του μεριδίου αγοράς των εισαγωγών από τις ΗΠΑ είναι αποτέλεσμα των πολύ χαμηλότερων τιμών πώλησης αυτών των εισαγωγών, όπως προκύπτει από τον πίνακα 7 και την αιτιολογική σκέψη 126 ανωτέρω.

(132)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό περί σφαιρικής εκτίμησης όλων των παραγόντων ζημίας, αναγνωρίζεται ότι δεν επιδεινώθηκαν όλοι αυτοί οι παράγοντες κατά την υπό εξέταση περίοδο. Ωστόσο, αναφέρεται ότι πράγματι επηρεάστηκαν σημαντικά οι παράγοντες που αφορούν τη χρηματοοικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και συγκεκριμένα η κερδοφορία και η απόδοση των επενδύσεων, ενώ σε μικρότερο βαθμό επλήγη η παραγωγικότητα. Αυτό απορρέει από το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αναγκάστηκε να προσαρμοστεί στον ανταγωνισμό από τις εισαγωγές από τις ΗΠΑ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και οι οποίες καθόρισαν τις τιμές, επιλέγοντας να διατηρήσει την παρουσία της στην αγορά εις βάρος της κερδοφορίας της, αντί να διατηρήσει την κερδοφορία της, αλλά να χάσει μερίδια αγοράς.

(133)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη και η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι η κερδοφορία και η απόδοση των επενδύσεων των παραγωγών της ΕΕ που περιλήφθηκαν στο δείγμα διατηρήθηκαν σε καλά επίπεδα το 2007 και κατά την ΠΕ, σε απόλυτες τιμές, παρόλο που σημείωσαν έντονη μείωση σε σύγκριση με τα προηγούμενα έτη. Υποστήριξαν ότι τα επίπεδα κερδοφορίας και απόδοσης των επενδύσεων που επιτεύχθηκαν από το 2004 έως το 2006 δεν ήταν δυνατό να διατηρηθούν και ότι η βιομηχανία βιοντίζελ της ΕΕ, όπως όλες οι αναδυόμενες βιομηχανίες, γνώρισε το φυσιολογικό φαινόμενο ανόδου και πτώσης («boom and bust») κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(134)

Επ’ αυτού υπενθυμίζεται ότι ορισμένες αμερικανικές εταιρείες του δείγματος πέτυχαν πολύ μεγαλύτερη κερδοφορία, υψηλότερη του 30 %, λειτουργώντας υπό παρόμοιες συνθήκες, δηλαδή στο πλαίσιο μιας αναπτυσσόμενης αγοράς, κατά την υπό εξέταση περίοδο. Επίσης, η μείωση της κερδοφορίας και της απόδοσης των επενδύσεων, που έπληξε τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ήταν πολύ απότομη, καθώς συνέβη μεταξύ του 2006 και του 2007, και συνέπεσε ακριβώς με τη διόγκωση των εισαγωγών βιοντίζελ από τις ΗΠΑ.

(135)

Αρκετοί κοινοτικοί παραγωγοί ισχυρίστηκαν ότι για την εκτίμηση της ζημίας θα έπρεπε να συνεκτιμηθεί πλήρως η κατάσταση των κοινοτικών εταιρειών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, ιδίως έχοντας υπόψη τις πολυάριθμες περιπτώσεις μείωσης του προσωπικού, κλεισίματος επιχειρήσεων ή αναβολής νέων σχεδίων που παρατηρήθηκαν μεταξύ αυτών των εταιρειών κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(136)

Από την άλλη πλευρά, ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι η αναφορά του προσωρινού κανονισμού στους παραγωγούς της Κοινότητας που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα είναι άνευ σημασίας, καθώς για την απόδειξη της ζημίας δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν μη επαληθευμένα στοιχεία για παραγωγούς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα. Το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος επικαλείται επίσης δημόσια στοιχεία που δείχνουν ότι ορισμένοι από τους παραγωγούς που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα είχαν κερδοφόρες δραστηριότητες.

(137)

Σχετικά με τους δύο ανωτέρω ισχυρισμούς, υπενθυμίζεται ότι η κατάσταση των κοινοτικών παραγωγών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 103 έως 106 του προσωρινού κανονισμού ως συμπληρωματική ένδειξη της ζημίας, χωρίς να επηρεάζει τους υπολογισμούς των δεικτών ζημίας και του περιθωρίου ζημίας, για τους οποίους χρησιμοποιήθηκαν πράγματι επαληθευμένα στοιχεία. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός του εν λόγω μέρους απορρίπτεται. Από την άλλη πλευρά, ελλείψει διαθέσιμων επαληθευμένων στατιστικών ή ατομικών πληροφοριών σχετικά με την κατάσταση όλων των παραγωγών της ΕΕ που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, δεν είναι δυνατό να διατυπωθεί ακριβής κρίση για τους κοινοτικούς παραγωγούς στο σύνολό τους, όπως ζήτησαν οι κοινοτικοί παραγωγοί. Συνεπώς, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε επίσης.

(138)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων επί των προσωρινών συμπερασμάτων σχετικά με την οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδος παραγωγής, οι αιτιολογικές σκέψεις 86 έως 92 και 94 έως 106 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

(139)

Το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία, όπως παρατίθεται στις αιτιολογικές σκέψεις 107 έως 110 του προσωρινού κανονισμού, επιβεβαιώνεται επίσης.

6.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

6.1.   Συνέπειες των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ

(140)

Υπενθυμίζεται ότι ο όγκος των εισαγωγών από τις ΗΠΑ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ αυξήθηκε σημαντικά κατά την περίοδο ανάλυσης. Είναι επίσης σαφές ότι η διόγκωση των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ συνέπεσε χρονικά με την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδος παραγωγής. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να καθορίσει τις τιμές της σύμφωνα με τους όρους της αγοράς και τις αυξήσεις του κόστους, καθώς οι τιμές των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ ήταν χαμηλότερες από τις κοινοτικές κατά την ΠΕ.

(141)

Ως εκ τούτου, επιβεβαιώνεται ότι η αύξηση των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις ΗΠΑ σε χαμηλές τιμές είχαν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στον κοινοτικό κλάδο παραγωγή κατά την ΠΕ.

6.2.   Συνέπειες άλλων παραγόντων

6.2.1.   Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(142)

Ελλείψει παρατηρήσεων που θα δικαιολογούσαν την τροποποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, επιβεβαιώνεται ότι οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες δεν είναι δυνατό παρά να είχαν αμελητέα συμβολή στη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγή.

6.2.2.   Εξέλιξη της ζήτησης

(143)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος υποστήριξε ότι η κάμψη της ζήτησης μεταξύ του 2007 και της ΠΕ, ακόμη και αν υπήρξε αμελητέα (0,5 %), προκάλεσε ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγή, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι μια υποθετική αύξηση της ζήτησης κατά 10 % θα απέφερε πρόσθετο όγκο πωλήσεων ύψους 205 733 τόνων, αν ο κοινοτικός κλάδος παραγωγή είχε διατηρήσει το ίδιο μερίδιο αγοράς (29,8 %) που είχε σημειωθεί κατά την ΠΕ.

(144)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι οι ισχυρισμοί του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους βασίστηκαν σε γενικές και ατεκμηρίωτες υποθέσεις. Επιπλέον, το γεγονός ότι μεταξύ του 2007 και της ΠΕ το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγή αυξήθηκε κατά 2,8 εκατοστιαίες μονάδες ενισχύει το συμπέρασμα που διατυπώνεται στην αιτιολογική σκέψη 121 του προσωρινού κανονισμού ότι η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγή δεν μπορεί να αποδοθεί σε αυτή τη μικρή κάμψη της ζήτησης μεταξύ του 2007 και της ΠΕ. Συνεπώς, ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την εξέλιξη της ζήτησης στην κοινοτική αγορά, η αιτιολογική σκέψη 121 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

6.2.3.   Αποφάσεις δημόσιας πολιτικής

(145)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος επανέλαβε τον ισχυρισμό του ότι η επαναφορά του ενεργειακού φόρου στη Γερμανία επηρέασε αρνητικά την οικονομική κατάσταση των κοινοτικών παραγωγών που εφοδίαζαν την εν λόγω αγορά, διότι λόγω των μέτρων η ζήτηση για βιοντίζελ B100, που αντιστοιχεί σε 1,5 εκατ. τόνους τουλάχιστον, κατέρρευσε. Σε απάντηση των συμπερασμάτων της έρευνας που παρουσιάζονται στην αιτιολογική σκέψη 123 του προσωρινού κανονισμού, υποστήριξε επίσης ότι ακόμη και αν η θέσπιση υποχρέωσης ανάμειξης σε ποσοστό 4,4 % του ντίζελ που διατίθεται στη γερμανική αγορά για τον τομέα των μεταφορών (B5) αντιστάθμιζε τις εικαζόμενες απώλειες στις πωλήσεις B100, τα επίπεδα τιμών του B100 θα ήταν διαφορετικά από τα επίπεδα τιμών του βιοντίζελ που προορίζεται για τα μείγματα B5. Ισχυρίστηκε ότι το B100 παράγεται μόνο από την ακριβότερη πρώτη ύλη, την ελαιοκράμβη, ενώ το βιοντίζελ B5 παράγεται από ποικίλες πρώτες ύλες, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά τις μέσες τιμές των κοινοτικών παραγωγών.

(146)

Επ’ αυτού υπενθυμίζεται ότι, σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους, η έρευνα έδειξε ότι ο όγκος των πωλήσεων των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος που εφοδιάζουν τη γερμανική αγορά αυξήθηκε κατά 68 % μεταξύ του 2006 και της ΠΕ, γεγονός που στην πραγματικότητα επιβεβαιώνει το προσωρινό συμπέρασμα ότι τυχόν απώλειες στις πωλήσεις B100 αντισταθμίστηκαν από την απαίτηση υποχρεωτικής ανάμειξης. Σημειώνεται επίσης ότι η θέσπιση φόρου 0,09 ευρώ ανά λίτρο βιοντίζελ από την 1η Αυγούστου 2006 δεν οδήγησε σε κατάρρευση της αγοράς, όπως ισχυρίστηκε το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος, αλλά πράγματι οι πωλήσεις B100 μειώθηκαν σημαντικά το τελευταίο τρίμηνο της ΠΕ, όταν ο φόρος αυτός αυξήθηκε περαιτέρω σε 0,15 ευρώ ανά λίτρο από την 1η Ιανουαρίου 2008. Όσον αφορά τις συνέπειες στις τιμές, οι ισχυρισμοί του εν λόγω μέρους ήταν αβάσιμοι, διότι το βιοντίζελ που χρησιμοποιείται και για τους δύο τύπους προϊόντος πρέπει να πληροί τα ίδια πρότυπα, γεγονός που σημαίνει ότι και στα δύο καύσιμα βιοντίζελ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί το ίδιο μείγμα πρώτων υλών και, κατά συνέπεια, δεν υπάρχει καμία αποδεδειγμένη διαφοροποίηση της τιμής των δύο τύπων βιοντίζελ. Βάσει των ανωτέρω ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(147)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τις αποφάσεις δημόσιας πολιτικής, η αιτιολογική σκέψη 124 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

6.2.4.   Αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών

(148)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος δέχθηκε μεν ότι το ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος παρέμεινε αρκετά υψηλό, αλλά ισχυρίστηκε ότι η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών του δείγματος θα εξακολουθούσε να αποτελεί αιτία ζημίας λόγω του ότι οδηγεί σε υψηλότερα πάγια έξοδα τα οποία επηρεάζουν δυσμενώς την κερδοφορία. Ισχυρίστηκε επίσης ότι η αύξηση της καθαρής αξίας του ενεργητικού των εν λόγω παραγωγών οδήγησε σε αυξήσεις των πάγιων εξόδων, διότι οι δαπάνες απόσβεσης και οι χρηματοοικονομικές δαπάνες ήταν υψηλότερες.

(149)

Επ’ αυτού υπενθυμίζεται ότι η εμπεριστατωμένη εξέταση της κατανομής των μεταβλητών και των πάγιων εξόδων στη διάρθρωση κόστους του κοινοτικού κλάδου παραγωγή έδειξε ότι τα πάγια έξοδα αντιστοιχούν μόλις στο 6 % των συνολικών δαπανών (αιτιολογική σκέψη 126 του προσωρινού κανονισμού). Επιπλέον, πρέπει να σημειωθεί ότι η εξέταση έδειξε ότι οι διακυμάνσεις αυτού του ποσοστού κατά την περίοδο ανάλυσης ήταν ασήμαντες. Όσον αφορά τον ισχυρισμό σχετικά με την επίδραση που είχε στην κερδοφορία η αύξηση της καθαρής αξίας του ενεργητικού, πρέπει να σημειωθεί ότι η αύξηση των δαπανών σε απόλυτες τιμές δεν οδηγεί αυτόματα σε αύξηση του μοναδιαίου κόστους παραγωγής, καθότι το τελευταίο εξαρτάται από τον όγκο της παραγωγής, ο οποίος, όπως φαίνεται στον πίνακα 4 του προσωρινού κανονισμού, παρουσίασε σταθερή αύξηση κατά την περίοδο ανάλυσης. Ως εκ τούτου, τα υψηλότερα πάγια έξοδα σε απόλυτες τιμές αποδόθηκαν στον υψηλότερο όγκο της παραγωγής που οδήγησε στην κατά τα ανωτέρω κατανομή των πάγιων εξόδων σε σχέση με τις συνολικές δαπάνες. Βάσει των ανωτέρω, οι ισχυρισμοί του εν λόγω ενδιαφερόμενου μέρους έπρεπε να απορριφθούν.

(150)

Το ίδιο μέρος ισχυρίστηκε ότι η συνολική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών έχει άμεση επίπτωση στις τιμές, διότι δημιουργεί οξύ ανταγωνισμό μεταξύ των παραγωγών για την απόκτηση νέων συμβάσεων με σκοπό την κάλυψη του οριακού κόστους και, κατά συνέπεια, οι παραγωγοί με υψηλά ποσοστά χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας θα εφάρμοζαν επιθετικότερη πολιτική πωλήσεων, ώστε να προσφέρουν χαμηλότερη τιμή από τους ανταγωνιστές τους. Προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού, το εν λόγω μέρος υπέβαλε ανακοίνωση μίας από τις εταιρείες του δείγματος σχετικά με τις οικονομικές της καταστάσεις για το 2007.

(151)

Ωστόσο, οι ισχυρισμοί του εν λόγω μέρους δεν επιβεβαιώνονται από αποδεικτικά στοιχεία, καθώς στην ανωτέρω ανακοίνωση δεν γίνεται καμία αναφορά στον προβαλλόμενο ανταγωνισμό τιμών λόγω πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας. Αντίθετα, στην ανακοίνωση γίνεται λόγος για την αύξηση που επέβαλε η γερμανική κυβέρνηση στον ενεργειακό φόρο επί του βιοντίζελ B100 από την 1η Ιανουαρίου 2008, η οποία ενίσχυσε τον ανταγωνισμό στην αγορά βιοντίζελ για τον τύπο B5. Βάσει των ανωτέρω, ο ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί.

(152)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα των κοινοτικών παραγωγών, οι αιτιολογικές σκέψεις 125 έως 128 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

6.2.5.   Αυξημένη ζήτηση πρώτων υλών και αύξηση των τιμών

(153)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος και η κυβέρνηση των ΗΠΑ ισχυρίστηκαν ότι κανένα από τα επιχειρήματα των αιτιολογικών σκέψεων 129 έως 133 του προσωρινού κανονισμού δεν θίγει το γεγονός ότι οι τιμές του σογιέλαιου, του φοινικέλαιου και του ελαίου αγριοκράμβης στις ΗΠΑ μετά το 2004 παρέμειναν σταθερά σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κραμβέλαιου στην Κοινότητα, με αποτέλεσμα να προκύπτει σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τις εισαγωγές βιοντίζελ από τις ΗΠΑ.

(154)

Υπενθυμίζεται ότι η έρευνα πρέπει να καθορίσει αν οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ (από άποψη τιμών και όγκου) προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγή ή αν αυτή η σημαντική ζημία οφείλεται σε άλλους παράγοντες. Το άρθρο 3 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού προβλέπει σχετικά ότι πρέπει να αποδειχθεί ότι το επίπεδο των τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ προκαλεί ζημία. Συνεπώς, στη διάταξη αυτή γίνεται απλή αναφορά σε διαφορά μεταξύ των επιπέδων των τιμών, ενώ δεν απαιτείται η εξέταση των παραγόντων που επηρεάζουν το επίπεδο αυτών των τιμών.

(155)

Στην πράξη, οι επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ στις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εξετάζονται ουσιαστικά με την απόδειξη της εφαρμογής τιμών χαμηλότερων από τις κοινοτικές, της ύφεσης των τιμών και της συμπίεσης των τιμών. Για το σκοπό αυτό, οι τιμές εξαγωγής που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ συγκρίνονται με τις τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και οι τιμές εξαγωγής που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό της ζημίας ενδέχεται κάποιες φορές να χρειάζονται προσαρμογή, ώστε να υπάρξει κοινή βάση σύγκρισης. Συνεπώς, η χρήση προσαρμογών σ’ αυτό το πλαίσιο διασφαλίζει μόνο ότι η διαφορά στις τιμές αποδεικνύεται με σύγκριση στην ίδια βάση. Ως εκ τούτου, καθίσταται σαφές ότι οι τιμές των πρώτων υλών στη χώρα εξαγωγής δεν μπορούν κατ’ αρχήν να αποτελούν παράγοντα ζημίας.

(156)

Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται επίσης από τη διατύπωση του άρθρου 3 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, όπου γίνεται αναφορά σε άλλους γνωστούς παράγοντες πλην των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Μεταξύ των άλλων γνωστών παραγόντων που απαριθμούνται στο εν λόγω άρθρο δεν περιλαμβάνεται κανένας παράγοντας που επηρεάζει το επίπεδο τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Συνοψίζοντας, αν οι εισαγωγές αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, ακόμη και όταν έχουν επωφεληθεί από ευνοϊκή εξέλιξη των τιμών των πρώτων υλών, η εξέλιξη αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ως άλλος παράγοντας πρόκλησης ζημίας.

(157)

Συνεπώς, η ανάλυση των παραγόντων οι οποίοι επηρεάζουν το επίπεδο των τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, όπως το προβαλλόμενο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα λόγω των χαμηλότερων τιμών των πρώτων υλών, δεν μπορεί να οδηγήσει σε οριστικά συμπεράσματα και μια τέτοια ανάλυση θα υπερέβαινε τις απαιτήσεις του βασικού κανονισμού.

(158)

Σε κάθε περίπτωση και με την επιφύλαξη των ανωτέρω, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι κατά την ΠΕ σημειώθηκε γενική αύξηση των τιμών των γεωργικών προϊόντων σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ η αύξηση της τιμής του σογιέλαιου (κύριας πρώτης ύλης που χρησιμοποιούν οι παραγωγοί της ενδιαφερόμενης χώρας) ήταν εντονότερη από την αύξηση της τιμής του κραμβέλαιου κατά την ίδια περίοδο. Ωστόσο, αυτή η αύξηση του κόστους στις ΗΠΑ δεν αντικατοπτρίστηκε στις τιμές των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ στην κοινοτική αγορά, οι οποίες ήταν σημαντικά χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(159)

Κατόπιν των ανωτέρω, ο ισχυρισμός των εν λόγω μερών έπρεπε να απορριφθεί.

(160)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την αυξημένη ζήτηση πρώτων υλών και την αύξηση των τιμών, οι αιτιολογικές σκέψεις 129 έως 136 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

6.2.6.   Εξέλιξη της τιμής του πετρελαϊκού ντίζελ

(161)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος επανέλαβε τον ισχυρισμό του (βλ. αιτιολογική σκέψη 134 του προσωρινού κανονισμού) υποστηρίζοντας περαιτέρω ότι οι τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ έθεταν ένα ανώτατο όριο πέραν του οποίου δεν θα ήταν δυνατή η αύξηση των τιμών του βιοντίζελ κατ’ αναλογία προς τις αυξήσεις της τιμής των πρώτων υλών.

(162)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι όλοι οι κοινοτικοί παραγωγοί διέθεταν τα προϊόντα τους σε αγορές στις οποίες ίσχυαν υποχρεωτικοί στόχοι ανάμειξης. Επιπλέον, το βιοντίζελ ήταν αντικείμενο αποφορολόγησης στα περισσότερα κράτη μέλη, γεγονός που σημαίνει ότι η τιμή του ήταν ανάλογη με την τιμή του πετρελαϊκού ντίζελ αυξημένη με εφαρμογή ενός συντελεστή για να ληφθεί υπόψη ο ενεργειακός φόρος που επιβάλλεται στο τελευταίο. Συνεπώς, παρόλο που μπορεί να γίνει δεκτός ως ένα βαθμό ο συσχετισμός με τις τιμές του πετρελαίου, η έρευνα απέδειξε ότι για τους ανωτέρω λόγους το βιοντίζελ μπορεί πράγματι να πωλείται σε τιμές υψηλότερες από το πετρελαϊκό ντίζελ. Επιπλέον, το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε πειστικά αποδεικτικά στοιχεία τα οποία να δείχνουν ότι οι τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ, που είχαν φθάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα κατά το δεύτερο ήμισυ της ΠΕ, άσκησαν πίεση στις τιμές του βιοντίζελ των κοινοτικών παραγωγών κατά την ΠΕ.

(163)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με την εξέλιξη των τιμών του πετρελαϊκού ντίζελ, εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο εν λόγω παράγοντας δεν προκάλεσε ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

6.2.7.   Σημασία της γεωγραφικής θέσης των εργοστασίων βιοντίζελ στην Κοινότητα

(164)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τη θέση των εργοστασίων βιοντίζελ στην Κοινότητα, οι αιτιολογικές σκέψεις 137 έως 139 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

6.2.8.   Παραγωγοί συνδεδεμένοι με αμερικανούς εξαγωγείς

(165)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τις επιπτώσεις των εισαγωγών που πραγματοποίησαν από τις ΗΠΑ οι κοινοτικοί παραγωγοί που συνδέονται με αμερικανούς παραγωγούς-εξαγωγείς, η αιτιολογική σκέψη 140 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνεται.

6.2.9.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(166)

Κατόπιν των ανωτέρω και ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, οι αιτιολογικές σκέψεις 141 έως 143 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

7.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

7.1.   Κοινοτικός κλάδος παραγωγής

(167)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, οι παραγωγοί του κοινοτικού κλάδου παραγωγής υποστήριξαν τα συμπεράσματα της Επιτροπής και επιβεβαίωσαν ότι τα μέτρα θα ήταν προς το συμφέρον τους.

(168)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι τα μέτρα δεν θα ήταν προς το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, διότι θα οδηγούσαν σε μετατόπιση των εμπορικών ροών, π.χ. στροφή προς τις εισαγωγές από χώρες που δεν καλύπτονται από τα μέτρα επειδή i) οι φορείς της κοινοτικής αγοράς θα εξακολουθούσαν να ζητούν φθηνότερο βιοντίζελ από σογιέλαιο και φοινικέλαιο ως συμπλήρωμα του ακριβότερου βιοντίζελ από κραμβέλαιο που παράγει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής και ii) επειδή το βιοντίζελ από κραμβέλαιο δεν θα αρκεί για την κάλυψη της ζήτησης.

(169)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι, παρόλο που είναι γεγονός ότι η κύρια πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται από τους παραγωγούς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής είναι η ελαιοκράμβη, οι κοινοτικοί παραγωγοί δεν βασίζονται μόνο στην εν λόγω πρώτη ύλη για την παραγωγή βιοντίζελ, αλλά χρησιμοποιούν και άλλες πρώτες ύλες, όπως το σογιέλαιο και το φοινικέλαιο. Ωστόσο, λόγω του ότι πολύ συχνά η τιμή άλλων πρώτων υλών ήταν υψηλότερη από την τιμή των εισαγωγών βιοντίζελ από άλλες πρώτες ύλες που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, οι παραγωγοί του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν το σογιέλαιο και το φοινικέλαιο σε ευρύτερη κλίμακα. Ως εκ τούτου, αναμένεται ότι η επιβολή μέτρων θα αποκαταστήσει κανονικές συνθήκες στην αγορά από την άποψη αυτή, γεγονός που θα επιτρέψει στους παραγωγούς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής να προσαρμόσουν πιο αποτελεσματικά την παραγωγή τους στους διάφορους τύπους βιοντίζελ που έχει ανάγκη η κοινοτική αγορά. Βάσει των ανωτέρω, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(170)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, οι αιτιολογικές σκέψεις 145 έως 147 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

7.2.   Μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς/έμποροι της Κοινότητας

(171)

Ελλείψει οποιασδήποτε αντίδρασης από εισαγωγείς μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, εξάγεται το συμπέρασμα ότι τα μέτρα κατά πάσα πιθανότητα δεν θα επηρεάσουν σημαντικά στους εισαγωγείς/εμπόρους.

7.3.   Χρήστες στην Κοινότητα

(172)

Ελλείψει οποιασδήποτε αντίδρασης από χρήστες μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι δασμοί αντιντάμπινγκ κατά πάσα πιθανότητα δεν θα επηρεάσουν σημαντικά τους χρήστες.

7.4.   Προμηθευτές πρώτων υλών στην Κοινότητα

(173)

Ελλείψει οποιασδήποτε αντίδρασης από προμηθευτές μετά την επιβολή προσωρινών μέτρων, οι αιτιολογικές σκέψεις 154 έως 156 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

7.5.   Άλλα συμφέροντα

(174)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι οι αυτοκινητοβιομηχανίες που έχουν επενδύσει στην παραγωγή οχημάτων τα οποία μπορούν να κινηθούν με βιοντίζελ ενδέχεται να μην είναι σε θέση να δρέψουν τους καρπούς της επένδυσής τους πωλώντας τέτοια οχήματα σε περίπτωση αύξησης των τιμών βιοντίζελ στην Κοινότητα, λόγω των μέτρων, σε επίπεδα μη ανταγωνιστικά σε σχέση με τις τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ.

(175)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι το ενδεχόμενο που προβάλλει το εν λόγω μέρος θα μπορούσε να προκύψει ακόμη και απουσία μέτρων, δηλαδή θα ήταν δυνατό οι τιμές του πετρελαϊκού ντίζελ (που εξαρτώνται από τις τιμές του αργού πετρελαίου) να πέσουν σε επίπεδα πιο ανταγωνιστικά σε σχέση με το βιοντίζελ. Συνεπώς, θα ήταν παράλογο να υποστηριχθεί ότι η αυτοκινητοβιομηχανία έχει προβεί σε επενδύσεις χωρίς να λάβει υπόψη αυτή την παράμετρο. Κατά συνέπεια, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.

(176)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, μια ένωση αγροτών της Κοινότητας εξέφρασε τη στήριξή της και ανέφερε ότι οι εισαγωγές βιοντίζελ από τις ΗΠΑ έχουν στερήσει από τους κοινοτικούς παραγωγούς ελαιούχων σπόρων μια αγορά για τη διάθεση περίπου 6 εκατ. τόνων ελαιούχων σπόρων, ποσό που αντιστοιχεί στο 11 % περίπου της κοινοτικής παραγωγής ελαιούχων σπόρων το 2007 και το 2008, και οδήγησε σε πτώση της δυνητικής αξίας της ελαιοκράμβης που χρησιμοποιείται για μη διατροφικούς σκοπούς κατά 90 ευρώ ανά τόνο. Ωστόσο, αυτές οι παρατηρήσεις ελήφθησαν με καθυστέρηση και δεν ήταν δυνατό να επαληθευτούν.

7.6.   Ανταγωνισμός και στρεβλωτικές επιπτώσεις στο εμπόριο

(177)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος επανέλαβε τις παρατηρήσεις του περί ασυνέπειας των μέτρων αντιντάμπινγκ με την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προώθηση των βιοκαυσίμων. Προσέθεσε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να βασίζεται μόνο στο βιοντίζελ από ελαιοκράμβη που παράγεται στην Κοινότητα για να αναπτύξει την αγορά της βιοντίζελ.

(178)

Η παρατήρηση αυτή εξετάζεται στην ενότητα 7.6 του προσωρινού κανονισμού. Όσον αφορά το θέμα του βιοντίζελ ελαιοκράμβης που θίγει το εν λόγω μέρος, συναφής είναι η αιτιολογική σκέψη 169 ανωτέρω.

(179)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων σχετικά με τον ανταγωνισμό και τις στρεβλωτικές επιπτώσεις στο εμπόριο, οι αιτιολογικές σκέψεις 157 έως 159 του προσωρινού κανονισμού επιβεβαιώνονται.

7.7.   Συμπέρασμα σχετικά με το κοινοτικό συμφέρον

(180)

Βάσει των ανωτέρω, εξάγεται το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι για τους οποίους δεν θα πρέπει να επιβληθούν δασμοί αντιντάμπινγκ στην παρούσα υπόθεση.

8.   ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

8.1.   Επίπεδο εξάλειψης της ζημίας

(181)

Αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη και η κυβέρνηση των ΗΠΑ αμφισβήτησαν το προσωρινό συμπέρασμα ότι το περιθώριο κέρδους που θα μπορούσε εύλογα να επιτευχθεί από μια βιομηχανία αυτού του τύπου υπό κανονικές συνθήκες ανταγωνισμού θα ανερχόταν σε 15 %.

(182)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι το περιθώριο κέρδους του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας θα έπρεπε να ήταν το κέρδος που πραγματοποίησε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατά την ΠΕ, δηλαδή 5,7 %, διότι τα εμπορεύματα όπως το βιοντίζελ αποφέρουν κέρδη αυτής της τάξεως. Προς επίρρωση αυτού του ισχυρισμού επικαλέστηκε τα κέρδη που πραγματοποίησαν οι αμερικανοί παραγωγοί αιθανόλης και φυτικών ελαίων και τα αμερικανικά διυλιστήρια πετρελαίου.

(183)

Σημειώνεται ότι το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας πρέπει να βασίζεται σε αξιολόγηση του κέρδους που μπορεί εύλογα να προσδοκά ότι θα επιτύχει μια βιομηχανία ελλείψει εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην κοινοτική αγορά. Στο πλαίσιο μιας δεδομένης έρευνας, το κέρδος που πραγματοποιείται στην αρχή της εξεταζόμενης περιόδου μπορεί εύλογα να θεωρηθεί ως το κέρδος που πραγματοποιείται ελλείψει εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Ειδικότερα, στην παρούσα υπόθεση τα πρώτα χρόνια της υπό εξέταση περιόδου (2004 έως 2006) το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από τις ΗΠΑ δεν ξεπέρασε ποτέ το 1 % και, συνεπώς, εύλογα προκύπτει το συμπέρασμα ότι κατά τη διάρκεια των ετών αυτών δεν σημειώθηκαν εισαγωγές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, το μέσο κέρδος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά τα έτη αυτά θεωρήθηκε εύλογη βάση για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την ανάγκη να εξασφαλιστεί η παραγωγική επένδυση αυτής της νεοσύστατης βιομηχανίας. Επιπλέον, και σε σχέση με τον ισχυρισμό του ενδιαφερόμενου μέρους, η έρευνα έδειξε ότι τα κέρδη που πραγματοποίησαν οι μεγάλοι παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ από τις εγχώριες δραστηριότητές τους στον τομέα του βιοντίζελ ήταν πολύ υψηλότερα από τα κέρδη που χρησιμοποιήθηκαν για τον καθορισμό του επιπέδου εξάλειψης της ζημίας. Βάσει των ανωτέρω, ο εν λόγω ισχυρισμός έπρεπε να απορριφθεί.

(184)

Ορισμένοι ισχυρισμοί αμερικανικών εταιρειών σχετικά με τη μετατροπή των κατ’ αξία δασμών σε δασμούς σταθερού ποσού, οι οποίοι παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 193 κατωτέρω, αποκάλυψαν ότι το κατ’ αξία ποσό της πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από την κοινοτική υπολογίστηκε διαιρώντας το σύνολο των πωλήσεων σε τιμές χαμηλότερες από την κοινοτική με την προσαρμοσμένη τιμή CIF (για την προσαρμογή βλ. αιτιολογική σκέψη 117), ενώ έπρεπε να είχε χρησιμοποιηθεί η μη προσαρμοσμένη τιμή CIF, όπως έγινε για τον υπολογισμό του κατ’ αξία περιθωρίου ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, όλα τα κατ’ αξία επίπεδα εξάλειψης της ζημίας υπολογίστηκαν εκ νέου για όλες τις αμερικανικές εταιρείες του δείγματος.

(185)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων, οι μη ζημιογόνες τιμές καθορίστηκαν χρησιμοποιώντας την ίδια μεθοδολογία με εκείνη που αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 164 και 165 του προσωρινού κανονισμού. Το επίπεδο εξάλειψης της ζημίας υπολογίστηκε ως ποσοστό της συνολικής μη προσαρμοσμένης αξίας CIF των εισαγωγών.

8.2.   Μορφή και επίπεδο των δασμών

(186)

Με βάση τα προαναφερθέντα και σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, πρέπει να επιβληθεί οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ σε επίπεδο επαρκές για την εξάλειψη της ζημίας από τις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, χωρίς αυτός να υπερβαίνει το περιθώριο ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε.

(187)

Λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που διατυπώθηκαν από ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη μετά την κοινοποίηση των προσωρινών συμπερασμάτων και κατόπιν των αναθεωρήσεων που περιγράφονται στον παρόντα κανονισμό, ορισμένα περιθώρια τροποποιήθηκαν.

(188)

Ωστόσο, στην παράλληλη διαδικασία κατά των επιδοτήσεων επιβάλλονται επίσης αντισταθμιστικοί δασμοί στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής ΗΠΑ. Οι επιδοτήσεις που διαπιστώθηκαν στην παράλληλη αυτή διαδικασία δεν είναι εξαγωγικές επιδοτήσεις και, συνεπώς, δεν θεωρείται ότι επηρέασαν την τιμή εξαγωγής και το αντίστοιχο περιθώριο ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι συνολικές εξετασθείσες εξαγωγές είναι κοινές στις δύο διαδικασίες, οι δασμοί αντιντάμπινγκ μπορούν να επιβληθούν σε συνδυασμό με τους αντισταθμιστικούς δασμούς στο μέτρο που οι δύο δασμοί μαζί δεν υπερβαίνουν το περιθώριο εξάλειψης της ζημίας (κανόνας του χαμηλότερου δασμού).

(189)

Ένα ενδιαφερόμενο μέρος ισχυρίστηκε ότι τα θεσμικά όργανα πρέπει να κάνουν χρήση της διακριτικής τους ευχέρειας να μην εφαρμόσουν τον κανόνα του χαμηλότερου δασμού στην παρούσα υπόθεση επικαλούμενο τους ακόλουθους λόγους:

α)

οι κοινοτικοί παραγωγοί του δείγματος που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα αντιμετωπίζουν πλήθος κρίσιμων καταστάσεων, που δεν μπορούν να αντικατοπτριστούν στους υπολογισμούς του περιθωρίου ζημίας·

β)

κατά τον καθορισμό των πιο πρόσφορων μέτρων που πρέπει να επιβληθούν είναι αναγκαίο να ληφθούν υπόψη τα συμφέροντα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στο σύνολό της, συμπεριλαμβανομένων των συμφερόντων των πιο ευάλωτων παραγωγών οι οποίοι βρέθηκαν πλήρως εκτεθειμένοι στον αθέμιτο ανταγωνισμό και εμποδίστηκαν να επιτύχουν το κρίσιμο μέγεθος δραστηριοτήτων που θα δικαιολογούσε την ένταξή τους στο δείγμα·

γ)

η έρευνα απέδειξε τη μεγάλη έκταση των πρακτικών ντάμπινγκ και επιδότησης, οι οποίες αποτελούν την πρωταρχική αιτία της κρίσιμης κατάστασης των παραγωγών βιοντίζελ, συμπεριλαμβανομένων όσων δεν ήταν δυνατό να περιληφθούν στο δείγμα.

(190)

Επ’ αυτού σημειώνεται ότι το περιθώριο ζημίας που καθορίστηκε στην έρευνα θεωρείται ικανό να άρει τη ζημία που υπέστησαν οι παραγωγοί του κοινοτικού κλάδου παραγωγής που ερευνήθηκαν. Επειδή η έρευνα επικεντρώθηκε στην κατάσταση των εν λόγω παραγωγών δεν είναι δυνατό να γίνει ακριβής προσδιορισμός για τους κοινοτικούς παραγωγούς στο σύνολό τους, όπως υπαινίσσεται το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος. Συνεπώς, το σκεπτικό αυτό δεν επιτρέπει στα θεσμικά όργανα να παρεκκλίνουν από τη νομική απαίτηση εφαρμογής του κανόνα του χαμηλότερου δασμού.

(191)

Βάσει των ανωτέρω, καθορίστηκαν οι συντελεστές του δασμού αντιντάμπινγκ με βάση τη σύγκριση των περιθωρίων εξάλειψης της ζημίας, των περιθωρίων ντάμπινγκ και των αντισταθμιστικών δασμών. Κατά συνέπεια, οι προτεινόμενοι δασμοί αντιντάμπινγκ είναι οι ακόλουθοι:

Εταιρεία

Περιθώριο ζημίας

Περιθώριο ντάμπινγκ

Συντελεστής αντισταθμιστικού δασμού

Συντελεστής δασμού αντιντάμπινγκ

Archer Daniels Midland Company

54,5 %

10,1 %

35,1 %

10,1 %

Cargill Inc.

ελάχιστο επίπεδο

34,5 %

0 %

Green Earth Fuels of Houston LLC

51,3 %

88,4 %

39,0 %

12,3 %

Imperium Renewables Inc.

41,6 %

29,5 %

29,1 %

12,5 %

Peter Cremer North America LP

77,2 %

39,2 %

41,0 %

36,2 %

World Energy Alternatives LLC

46,1 %

52,3 %

37,6 %

8,5 %

Συνεργασθείσες εταιρείες που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

55,3 %

33,5 %

36,0 %

19,3 %

(192)

Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι ο δασμός αντιντάμπινγκ θα εφαρμοστεί σε μείγματα που περιέχουν βιοντίζελ άνω του 20 % κατά βάρος, κατ’ αναλογία προς την περιεκτικότητά τους σε βιοντίζελ, κρίνεται πρόσφορο για την αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων από τις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών να οριστούν οι δασμοί ως σταθερά ποσά βάσει της περιεκτικότητας σε βιοντίζελ.

(193)

Ορισμένα μέρη αμφισβήτησαν τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για τη μετατροπή των κατ’ αξία δασμών σε δασμούς υπό μορφή σταθερών ποσών. Ισχυρίστηκαν ότι οι τιμές CIF που θα έπρεπε να είχαν χρησιμοποιηθεί για τη μετατροπή του κατ’ αξίαν δασμού σε σταθερό ποσό έπρεπε να ήταν οι πραγματικές τιμές CIF και όχι οι τιμές CIF όπως προσαρμόστηκαν για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές σε επίπεδο πρώτης ύλης που περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 83 και 84 του προσωρινού κανονισμού.

(194)

Ο ισχυρισμός αυτός εξετάστηκε και πράγματι διαπιστώθηκε ότι χρησιμοποιήθηκαν οι προσαρμοσμένες τιμές CIF για τη μετατροπή των κατ’ αξίαν δασμών σε δασμούς σταθερού ποσού. Ωστόσο, διαπιστώθηκε επίσης ότι οι ίδιες τιμές χρησιμοποιήθηκαν ως βάση για να εκφραστεί το ποσό πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές ως κατ’ αξία δασμός. Συνεπώς, έπρεπε κατ’ αρχάς να διορθωθεί η έκφραση του ποσού πώλησης σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές ως ποσοστού της συνολικής πραγματικής αξίας των εισαγωγών σε τιμές CIF. Επ’ αυτής της βάσης τα περιθώρια ζημίας αναθεωρήθηκαν ανάλογα. Ωστόσο, υπολογίζοντας στη συνέχεια το δασμό υπό μορφή σταθερού ποσού δεν προέκυψε καμία διαφορά από τους δασμούς που εμφανίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του προσωρινού κανονισμού, διότι ο υψηλότερος κατ’ αξίαν δασμός αντισταθμίστηκε ακριβώς από τη μείωση των τιμών CIF (λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές τιμές CIF αντί των προσαρμοσμένων) που χρησιμοποιήθηκαν για την μετατροπή των δασμών κατ' αξίαν σε μορφή σταθερού ποσού.

(195)

Οι ατομικοί συντελεστές δασμού αντιντάμπινγκ σε επίπεδο εταιρείας που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό καθορίστηκαν βάσει των πορισμάτων της παρούσας έρευνας. Επομένως, οι δασμοί αυτοί αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά την εν λόγω έρευνα όσον αφορά τις συγκεκριμένες εταιρείες. Αυτοί οι συντελεστές δασμού (σε αντίθεση με το δασμό σε επίπεδο χώρας που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες») ισχύουν, κατά συνέπεια, αποκλειστικά για τις εισαγωγές προϊόντων που προέρχονται από την εξεταζόμενη χώρα και παράγονται από τις εταιρείες, και ως εκ τούτου, από τις αναφερόμενες συγκεκριμένες νομικές οντότητες. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από οποιαδήποτε άλλη εταιρεία η οποία δεν αναφέρεται ρητώς στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού με την επωνυμία και τη διεύθυνσή της, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που συνδέονται με τις εταιρείες που αναφέρονται ρητώς, δεν μπορούν να επωφεληθούν από αυτούς τους συντελεστές και υπόκεινται στο δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

(196)

Οποιοδήποτε αίτημα για την εφαρμογή ατομικού συντελεστή δασμού αντιντάμπινγκ σε εταιρείες (π.χ. μετά από αλλαγή της επωνυμίας της επιχείρησης ή μετά τη δημιουργία νέας επιχείρησης παραγωγής ή πωλήσεων) θα πρέπει να απευθύνεται πάραυτα στην Επιτροπή (10) μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες και, ιδίως, οποιαδήποτε αλλαγή των δραστηριοτήτων της εταιρείας που σχετίζεται με την παραγωγή, τις εγχώριες και τις εξαγωγικές πωλήσεις και που συνδέεται, για παράδειγμα, με αυτήν την αλλαγή της επωνυμίας ή την αλλαγή των εν λόγω επιχειρήσεων παραγωγής και πωλήσεων. Αν κριθεί σκόπιμο, ο κανονισμός θα τροποποιηθεί στη συνέχεια ανάλογα, με επικαιροποίηση του καταλόγου των εταιρειών για τις οποίες ισχύουν ατομικοί συντελεστές δασμών.

(197)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ. Επίσης, τους δόθηκε προθεσμία εντός της οποίας θα μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους μετά την εν λόγω κοινοποίηση. Οι παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη εξετάστηκαν δεόντως και, όπου κρίθηκε σκόπιμο, τα πορίσματα τροποποιήθηκαν ανάλογα.

(198)

Για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση μεταξύ των τυχόν νέων παραγωγών-εξαγωγέων και των συνεργασθεισών εταιρειών που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα και που αναφέρονται στο παράρτημα Ι του παρόντος κανονισμού, είναι σκόπιμο να υπάρξει διάταξη που να προβλέπει ότι ο μέσος σταθμισμένος δασμός που επιβάλλεται στις εν λόγω συνεργασθείσες εταιρείες εφαρμόζεται και σε κάθε νέο εξαγωγέα που, σε διαφορετική περίπτωση, δεν θα μπορούσε να τύχει επανεξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού, αφού το άρθρο 11 παράγραφος 4 δεν ισχύει στις περιπτώσεις που έχει γίνει χρήση δειγματοληψίας.

8.3.   Αναλήψεις υποχρεώσεων

(199)

Ορισμένοι αμερικανοί συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς προσέφερε ανάληψη υποχρέωσης ως προς τις τιμές σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Σημειώνεται ότι λόγω σημαντικών διακυμάνσεων στις τιμές της πρώτης ύλης, το προϊόν δεν θεωρείται κατάλληλο για ανάληψη υποχρέωσης σταθερής τιμής. Επομένως, οι εταιρείες πρότειναν να αναπροσαρμόζονται τακτικά οι ελάχιστες τιμές εισαγωγής ανάλογα με τις διακυμάνσεις των τιμών του κραμβέλαιου. Επιπλέον, προσέφεραν τιμές εισαγωγής για τρεις τύπους ώστε να ληφθεί υπόψη η ποικιλία του εισαγόμενου προϊόντος (βιοντίζελ από σογιέλαιο, φοινικέλαιο ή έλαιο κανόλα) βάσει των συντελεστών πρώτων υλών που καθορίζονται κατά την ΠΕ.

(200)

Όσον αφορά τις προσφορές των συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων, σημειώνεται ότι η βάση για τον καθορισμό αναπροσαρμοσμένης ελάχιστης τιμής εισαγωγής ήταν κατά μέσο όρο από 7-8 % χαμηλότερη από την τιμή που δεν προκαλεί ζημία η οποία καθορίστηκε κατά την ΠΕ. Επίσης, οι συντελεστές που προτάθηκαν για την επίτευξη προσαρμοσμένων ελάχιστων τιμών εισαγωγής για τους προαναφερθέντες τύπους δεν είναι κατάλληλοι επειδή σχετίζονταν με την ΠΕ. Πράγματι, επειδή αυτοί οι συντελεστές οι οποίοι εξαρτώνται από τη διαφορά στην τιμή μεταξύ της πρώτης ύλης αυξομειώνονται συνεχώς, ενδέχεται να έχουν αλλάξει σημαντικά σε σχέση με την ΠΕ. Επομένως, η προτεινόμενη αναπροσαρμογή των ελάχιστων τιμών εισαγωγής για το βιοντίζελ από σογιέλαιο ή φοινικέλαιο βάσει των διακυμάνσεων τιμών του κραμβέλαιου θεωρήθηκε ακατάλληλη επειδή βασιζόταν στην εξέλιξη των τιμών μιας διαφορετικής πρώτης ύλης από εκείνη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή του εξαγόμενου υπό εξέταση προϊόντος.

(201)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω και ανεξάρτητα από τυχόν άλλα πρακτικά ζητήματα της εταιρείας που αφορούν την αποδοχή τους, θεωρήθηκε ότι οι αναλήψεις υποχρεώσεων έπρεπε να απορριφθούν διότι η μέθοδος για τον προσδιορισμό των ελάχιστων τιμών εισαγωγής δεν ήταν κατάλληλη και ότι τα επίπεδα των ελάχιστων τιμών εισαγωγής που προτάθηκαν δεν θα μπορούσαν να εξαλείψουν τη ζημιογόνο πρακτική ντάμπινγκ.

8.4.   Οριστική είσπραξη των προσωρινών δασμών και ειδική παρακολούθηση

(202)

Μετά τη γνωστοποίηση των τελικών συμπερασμάτων, ο καταγγέλλων ζήτησε ειδικά μέτρα για την αποφυγή πιθανή καταστρατήγηση των μέτρων λόγω του ότι η σχετική αγορά είναι μια παγκόσμια αγορά βασικών προϊόντων με ένα ανταλλάξιμο προϊόν που διατίθεται στην αγορά μέσω διαφόρων διαύλων πωλήσεων.

(203)

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, είναι αναγκαίο να θεωρηθεί σκόπιμη η στενή παρακολούθηση των εισαγωγών βιοντίζελ από όλες τις χώρες καταγωγής, έτσι ώστε να είναι δυνατό να ληφθούν κατάλληλα μέτρα εφόσον είναι αναγκαίο.

(204)

Δεδομένου του μεγέθους των διαπιστωθέντων περιθωρίων ντάμπινγκ και λαμβανομένου υπόψη του επιπέδου της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, θεωρείται απαραίτητο τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ, που επιβλήθηκε με τον προσωρινό κανονισμό, να εισπραχθούν οριστικά στο ύψος του οριστικά επιβληθέντος δασμού. Εάν οι οριστικοί δασμοί είναι χαμηλότεροι από τους προσωρινούς δασμούς, τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση πέραν του οριστικού συντελεστή του δασμού αντιντάμπινγκ αποδεσμεύονται. Στην περίπτωση που οι οριστικοί δασμοί είναι υψηλότεροι από τους προσωρινούς δασμούς, εισπράττονται οριστικά μόνον τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση στο επίπεδο των προσωρινών δασμών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές μονοαλκυλεστέρων λιπαρών οξέων ή/και παραφινικών πετρελαίων εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, κοινώς γνωστά ως «βιοντίζελ», σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μείγματος με περιεκτικότητα κατά βάρος πάνω από 20 % σε μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, τα οποία υπάγονται σήμερα στους κωδικούς ΣΟ ex 1516 20 98 (κωδικός TARIC 1516209820), ex 1518 00 91 (κωδικός TARIC 1518009120), ex 1518 00 99 (κωδικός TARIC 1518009920), ex 2710 19 41 (κωδικός TARIC 2710194120), 3824 90 91, ex 3824 90 97 (κωδικός TARIC 3824909787), καταγωγής ΗΠΑ.

2.   Ο συντελεστής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στα προϊόντα τα οποία περιγράφονται στην παράγραφο 1 και παράγονται από τις κατωτέρω εταιρείες είναι:

Εταιρεία

Συντελεστής δασμού αντιντάμπινγκ EUR ανά καθαρό τόνο

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Archer Daniels Midland Company, Decatur

68,6

A933

Cargill Inc., Wayzata

0

A934

Green Earth Fuels of Houston LLC, Houston

70,6

A935

Imperium Renewables Inc., Seattle

76,5

A936

Peter Cremer North America LP, Cincinnati

198,0

A937

World Energy Alternatives LLC, Boston

82,7

A939

Εταιρείες που απαριθμούνται στο παράρτημα

115,6

βλ. παράρτημα

Όλες οι άλλες εταιρείες

172,2

A999

Ο δασμός αντιντάμπινγκ στα μείγματα εφαρμόζεται κατ’ αναλογία προς τη συνολική περιεκτικότητα του μείγματος, κατά βάρος, σε μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων ή/και παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση ή/και υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης (περιεκτικότητα σε βιοντίζελ).

3.   Εκτός αν άλλως ορίζεται, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

Τα ποσά που έχουν καταβληθεί ως εγγύηση υπό μορφή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 193/2009 και υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 1516 20 98 (κωδικός TARIC 1516209820), ex 1518 00 91 (κωδικός TARIC 1518009120), ex 1518 00 99 (κωδικός TARIC 1518009920), ex 2710 19 41 (κωδικός TARIC 2710194120), 3824 90 91, ex 3824 90 97 (κωδικός TARIC 3824909787), καταγωγής ΗΠΑ, εισπράττονται οριστικά. Τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση πέραν του ποσού του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ αποδεσμεύονται. Στην περίπτωση που οι οριστικοί δασμοί είναι υψηλότεροι από τους προσωρινούς δασμούς, εισπράττονται οριστικά μόνον τα ποσά που καταβλήθηκαν ως εγγύηση στο επίπεδο των προσωρινών δασμών.

Άρθρο 3

Στις περιπτώσεις που οποιοδήποτε μέρος από τις ΗΠΑ παρέχει στην Επιτροπή επαρκή στοιχεία που αποδεικνύουν ότι δεν εξήγαγε τα προϊόντα, καταγωγής ΗΠΑ που περιγράφονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 κατά την περίοδο έρευνας, δηλαδή από την 1η Απριλίου 2007 μέχρι την 31η Μαρτίου 2008· ότι δεν συνδέεται με εξαγωγέα ή παραγωγό που υπόκειται στα μέτρα τα οποία επιβάλλονται με τον παρόντα κανονισμό· και ότι πράγματι εξήγαγε τα υπό εξέταση προϊόντα ή ανέλαβε αμετάκλητη συμβατική υποχρέωση για την εξαγωγή σημαντικής ποσότητας στην Κοινότητα μετά τη λήξη της περιόδου έρευνας, το Συμβούλιο, με απλή πλειοψηφία κατόπιν πρότασης της Επιτροπής και αφού ζητήσει τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής, μπορεί να τροποποιεί το άρθρο 1 παράγραφος 2 με σκοπό να επιβάλει στο εν λόγω μέρος το δασμό που βαρύνει τους συνεργασθέντες παραγωγούς που δεν περιλαμβάνονται στο δείγμα, δηλαδή 115,6 EUR ανά τόνο.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 7 Ιουλίου 2009.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. BORG


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 67 της 12.3.2009, σ. 22.

(3)  ΕΕ L 67 της 12.3.2009, σ. 50.

(4)  Το άρθρο 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού ορίζει τα εξής: «Όταν ένα ενδιαφερόμενο μέρος αρνείται την πρόσβαση σε απαραίτητες πληροφορίες ή γενικότερα δεν τις παρέχει εντός των προθεσμιών που προβλέπει ο παρών κανονισμός ή παρεμποδίζει σημαντικά την έρευνα, επιτρέπεται να συνάγονται προσωρινά ή τελικά συμπεράσματα, είτε καταφατικά είτε αποφατικά, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία. […]».

(5)  Σε αντίθεση με τις εταιρείες οι οποίες έλαβαν έντυπο δειγματοληψίας αλλά δεν το επέστρεψαν.

(6)  Κλάση 3826 00 για την κάλυψη του «βιοντίζελ και των μειγμάτων αυτού, τα οποία δεν περιέχουν ή περιέχουν λιγότερο από 70 % κατά βάρος λάδια πετρελαίου και ασφαλτούχων ορυκτών».

(7)  «Τα αναμεμειγμένα προϊόντα, τα τεχνουργήματα και τα είδη που αποτελούνται από διάφορες ύλες ή προκύπτουν από τη συναρμολόγηση διαφόρων αντικειμένων, καθώς και τα εμπορεύματα που παρουσιάζονται σε σύνολα συσκευασμένα για τη λιανική πώληση, στα οποία η κατάταξη δεν μπορεί να γίνει με εφαρμογή του κανόνα 3 α), κατατάσσονται σύμφωνα με την ύλη ή το είδος που δίνει σ' αυτά τον ουσιώδη τους χαρακτήρα, όταν είναι δυνατός αυτός ο καθορισμός.»

(8)  Υπόθεση T-348/05: JSC Kirovo-Chepetsky Khimichesky Kombinat κατά Συμβουλίου, 10 Σεπτεμβρίου 2008, σκέψεις 61-63.

(9)  Υπόθεση T-348/05: JSC Kirovo-Chepetsky Khimichesky Kombinat κατά Συμβουλίου, 10 Σεπτεμβρίου 2008, σκέψεις 61-63.

(10)  European Commission, Directorate-General for Trade, Directorate H, Office N105 04/092, 1049 Brussels, Belgium.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Συνεργασθέντες παραγωγοί-εξαγωγείς των ΗΠΑ που δεν συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα

Επωνυμία εταιρείας

Πόλη

Πρόσθετος κωδικός TARIC

American Made Fuels, Inc.

Canton

A940

AG Processing Inc.

Omaha

A942

Alabama Clean Fuels Coalition Inc.

Birmingham

A940

Arkansas SoyEnergy Group

DeWitt

A940

Arlington Energy, LLC

Mansfield

A940

Athens Biodiesel, LLC

Athens

A940

Beacon Energy

Cleburne

A940

Biodiesel of Texas, Inc.

Denton

A940

BioDiesel One Ltd

Southington

A940

Buffalo Biodiesel, Inc

Tonawanda

A940

BullDog BioDiesel

Ellenwood

A940

Carbon Neutral Solutions, LLC

Mauldin

A940

Central Iowa Energy, LLC

Newton

A940

Chesapeake Custom Chemical Corp.

Ridgeway

A940

Community Fuels

Stockton

A940

Delta BioFuels, Inc.

Natchez

A940

Diamond Biofuels

Mazon

A940

Direct Fuels

Euless

A940

Eagle Creek Fuel Services, LLC

Baltimore

A940

Earl Fisher Bio Fuels

Chester

A940

East Fork Biodiesel, LLC

Algona

A940

ECO Solutions, LLC

Chatsworth

A940

Ecogy Biofuels, LLC

Tulsa

A940

ED & F Man Biofuels Inc.

New Orleans

A940

Freedom Biofuels, Inc.

Madison

A940

Fuel & Lube, LLC

Richmond

A940

Fuel Bio

Elizabeth

A940

FUMPA Bio Fuels

Redwood Falls

A940

Galveston Bay Biodiesel, LP (BioSelect Fuels)

Houston

A940

Geo Green Fuels, LLC

Houston

A940

Georgia Biofuels Corp.

Loganville

A940

Green River Biodiesel, Inc.

Moundville

A940

Griffin Industries, Inc.

Cold Spring

A940

High Plains Bioenergy

Guymon

A940

Huish Detergents, Inc.

Salt Lake City

A940

Incobrasa Industries, Ltd.

Gilman

A940

Independence Renewable Energy Corp.

Perdue Hill

A940

Indiana Flex Fuels

LaPorte

A940

Innovation Fuels, Inc.

Newark

A940

Iowa Renewable Energy, LLC

Washington

A940

Johann Haltermann Ltd.

Houston

A940

Lake Erie Biofuels, LLC

Erie

A940

Leland Organic Corporation

Leland

A940

Louis Dreyfus Agricultural Industries, LLC

Wilton

A940

Louis Dreyfus Claypool Holdings LLC

Claypool

A940

Memphis Biofuels, LLC

Memphis

A942

Middle Georgia Biofuels

East Dublin

A940

Middletown Biofuels, LLC

Blairsville

A940

Musket Corporation

Oklahoma City

A940

New Fuel Company

Dallas

A940

North Mississippi Biodiesel

New Albany

A940

Northern Biodiesel, Inc.

Ontario

A940

Northwest Missouri Biofuels, LLC

St. Joseph

A940

Nova Biofuels Clinton County, LLC

Clinton

A940

Nova Biosource

Senaca

A940

Organic Fuels, Ltd

Houston

A940

Owensboro Grain Company LLC

Owensboro

A940

Paseo Cargill Energy, LLC

Kansas City

A940

Peach State Labs, Inc.

Rome

A940

Perihelion Global, Inc.

Opp

A940

Philadelphia Fry-O-Diesel Inc.

Philadelphia

A940

Pinnacle Biofuels, Inc.

Crossett

A940

PK Biodiesel

Woodstock

A940

Pleasant Valley Biofuels, LLC

American Falls

A940

RBF Port Neches LLC

Houston

A940

Red Birch Energy, Inc.

Bassett

A940

Red River Biodiesel Ltd.

New Boston

A940

REG Ralston, LLC

Ralston

A940

Renewable Energy Products, LLC

Santa Fe Springs

A940

Riksch BioFuels LLC

Crawfordsville

A940

Safe Renewable Corp.

Conroe

A940

Sanimax Energy Inc.

DeForest

A940

Scott Petroleum

Itta Bena

A942

Seminole Biodiesel

Bainbridge

A940

Soy Solutions

Milford

A940

SoyMor Biodiesel, LLC

Albert Lea

A940

Sunshine BioFuels, LLC

Camilla

A940

TPA Inc.

Warren

A940

Trafigura AG

Stamford

A940

U.S. Biofuels, Inc.

Rome

A940

United Oil Company

Pittsbourgh

A940

Valco Bioenergy

Harlingen

A940

Vanguard Synfuels, LLC

Pollock

A940

Vinmar Overseas, Ltd

Houston

A938

Vitol Inc.

Houston

A940

Walsh Bio Diesel, LLC

Mauston

A940

Western Dubque Biodiesel, LLC

Farley

A940

Western Iowa Energy, LLC

Wall Lake

A940

Western Petroleum Company

Eden Prairie

A940


10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/52


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 600/2009 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2009

σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 προβλέπει, κατ’ εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XV μέρος A, του εν λόγω κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει οτις 10 Ιουλίου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2009.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός των τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

MK

42,6

TR

44,0

ZZ

43,3

0707 00 05

TR

112,2

ZZ

112,2

0709 90 70

TR

104,4

ZZ

104,4

0805 50 10

AR

60,1

MK

25,1

TR

41,9

ZA

62,6

ZZ

47,4

0808 10 80

AR

84,1

BR

74,3

CL

83,8

CN

91,1

NZ

99,8

US

105,0

UY

116,5

ZA

85,3

ZZ

92,5

0808 20 50

AR

78,4

CL

77,4

NZ

161,4

ZA

108,5

ZZ

106,4

0809 10 00

TR

201,5

XS

116,3

ZZ

158,9

0809 20 95

TR

350,9

ZZ

350,9

0809 30

TR

135,9

ZZ

135,9


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/54


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 601/2009 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2009

για την 109η τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 881/2002 του Συμβουλίου, της 27ης Μαΐου 2002, για την επιβολή συγκεκριμένων περιοριστικών μέτρων κατά ορισμένων προσώπων και οντοτήτων που συνδέονται με τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, το δίκτυο της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 467/2001 του Συμβουλίου για την απαγόρευση της εξαγωγής ορισμένων αγαθών και υπηρεσιών στο Αφγανιστάν, την ενίσχυση της απαγόρευσης πτήσεων και την παράταση της δέσμευσης κεφαλαίων και άλλων οικονομικών πόρων όσον αφορά τους Ταλιμπάν του Αφγανιστάν (1), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτη περίπτωση,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002 περιλαμβάνει κατάλογο των προσώπων, των ομάδων και των οντοτήτων που αφορά η δέσμευση κεφαλαίων και άλλων οικονομικών πόρων στο πλαίσιο του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Στις 29 Ιουνίου 2009, η επιτροπή κυρώσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών αποφάσισε να τροποποιήσει τον κατάλογο των φυσικών και νομικών προσώπων, των ομάδων και των οντοτήτων στα οποία πρέπει να εφαρμοστεί η δέσμευση κεφαλαίων και άλλων οικονομικών πόρων, με την προσθήκη τριών φυσικών προσώπων στον κατάλογο, δεδομένου ότι υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τη σύνδεσή τους με την Αλ Κάιντα. Η επιτροπή κυρώσεων κοινοποίησε την αιτιολόγηση της εν λόγω απόφασης εγγραφής στον κατάλογο.

(3)

Το παράρτημα Ι πρέπει, επομένως, να τροποποιηθεί ανάλογα.

(4)

Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα των μέτρων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, ο παρών κανονισμός πρέπει να τεθεί σε ισχύ αμέσως.

(5)

Στις περιπτώσεις που οι διευθύνσεις των εν λόγω φυσικών προσώπων συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο των ΗΕ, η Επιτροπή θα ενημερώσει τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα σχετικά με τους λόγους στους οποίους βασίζεται ο παρών κανονισμός, θα τους δώσει την ευκαιρία να διατυπώσουν παρατηρήσεις σχετικά με τους λόγους αυτούς και θα επανεξετάσει τον παρόντα κανονισμό σε συνάρτηση με τις παρατηρήσεις και τις ενδεχόμενες συμπληρωματικές πληροφορίες που είναι διαθέσιμες. Επειδή ο κατάλογος των ΗΕ δεν περιλαμβάνει, στην περίπτωση αυτή, τη σημερινή διεύθυνση ορισμένων από τα εν λόγω φυσικά πρόσωπα, πρέπει να δημοσιευθεί ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα, ούτως ώστε τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα να μπορούν να επικοινωνήσουν με την Επιτροπή και εν συνεχεία να μπορεί η Επιτροπή να κοινοποιήσει στο ενδιαφερόμενο φυσικό πρόσωπο τους λόγους στους οποίους βασίζεται ο παρών κανονισμός,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002 τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2009.

Για την Επιτροπή

Eneko LANDÁBURU

Γενικός Διευθυντής Εξωτερικών Σχέσεων


(1)  ΕΕ L 139 της 29.5.2002, σ. 9.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το παράρτημα I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 881/2002 τροποποιείται ως εξής:

Οι ακόλουθες καταχωρίσεις προστίθενται στον τίτλο «Φυσικά πρόσωπα»:

1.

Arif Qasmani [γνωστός και ως α) Muhammad Arif Qasmani, β) Muhammad 'Arif Qasmani, γ) Mohammad Arif Qasmani, δ) Arif Umer, ε) Qasmani Baba, στ) Memon Baba, ζ) Baba Ji]. Διεύθυνση: House Number 136, KDA Scheme No. 1, Tipu Sultan Road, Karachi, Πακιστάν. Ημερομηνία γεννήσεως: περίπου το 1944. Τόπος γέννησης: Πακιστάν. Ιθαγένεια: Πακιστανός. Άλλες πληροφορίες: κρατείται από τον Ιούνιο του 2009. Ημερομηνία προσδιορισμού που αναφέρεται στο άρθρο 2α παράγραφος 4 στοιχείο β): 29.6.2009.

2.

Mohammed Yahya Mujahid (γνωστός και ως Mohammad Yahya Aziz). Ημερομηνία γεννήσεως: 12 Μαρτίου 1961. Τόπος γέννησης: Lahore, επαρχία Punjab, Πακιστάν. Ιθαγένεια: Πακιστανός. Αριθ. καταχώρησης στα εθνικά μητρώα: 35404-1577309-9 (πακιστανικός αριθμός καταχώρισης στα εθνικά μητρώα). Άλλες πληροφορίες: κρατείται από τον Ιούνιο του 2009. Ημερομηνία προσδιορισμού που αναφέρεται στο άρθρο 2α παράγραφος 4 στοιχείο β): 29.6.2009.

3.

Fazeel-A-Tul Shaykh Abu Mohammed Ameen Al-Peshawari [γνωστός και ως α) Shaykh Aminullah, β) Sheik Aminullah, γ) Abu Mohammad Aminullah Peshawari, δ) Abu Mohammad Amin Bishawri, ε) Abu Mohammad Shaykh Aminullah Al-Bishauri, στ) Shaykh Abu Mohammed Ameen al-Peshawari, ζ) Shaykh Aminullah Al-Peshawari]. Διεύθυνση: Ganj District, Peshawar, Πακιστάν. Ημερομηνία γεννήσεως: α) περίπου το 1967, β) περίπου το 1961, γ) περίπου το 1973. Τόπος γέννησης: επαρχία Konar, Αφγανιστάν. Άλλες πληροφορίες: κρατείται από τον Ιούνιο του 2009. Ημερομηνία προσδιορισμού που αναφέρεται στο άρθρο 2α παράγραφος 4 στοιχείο β): 29.6.2009.


10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/56


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 602/2009 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2009

σχετικά με τον καθορισμό της ανώτατης τιμής αγοράς βουτύρου για τον 8ο επιμέρους διαγωνισμό που διεξάγεται στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προκηρύχθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2009

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα («Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ») (1), και ιδίως το άρθρο 43, σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2009 της Επιτροπής (2) προκηρύχθηκε διαγωνισμός για την αγορά βουτύρου για την περίοδο που λήγει στις 31 Αυγούστου 2009, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 105/2008 της Επιτροπής, της 5ης Φεβρουαρίου 2008, περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου όσον αφορά τα μέτρα παρέμβασης στην αγορά του βουτύρου (3).

(2)

Βάσει των προσφορών που παραλαμβάνονται στο πλαίσιο επιμέρους διαγωνισμών, πρέπει να καθοριστεί ανώτατη τιμή αγοράς ή να αποφασιστεί να μη δοθεί συνέχεια στο διαγωνισμό, όπως προβλέπεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 105/2008.

(3)

Λαμβάνοντας υπόψη τις προσφορές που έχουν παραληφθεί για τον 8ο επιμέρους διαγωνισμό, πρέπει να καθοριστεί ανώτατη τιμή αγοράς.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης της κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για τον 8ο επιμέρους διαγωνισμό για την αγορά βουτύρου που διεξάγεται στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προκηρύχθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 186/2009, του οποίου η προθεσμία υποβολής προσφορών έληξε στις 7 Ιουλίου 2009, η ανώτατη τιμή αγοράς ορίζεται σε 220,00 EUR/100 kg.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Ιουλίου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2009.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 64 της 10.3.2009, σ. 3.

(3)  ΕΕ L 32 της 6.2.2008, σ. 3.


10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/57


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 603/2009 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2009

σχετικά με τον καθορισμό της ανώτατης τιμής αγοράς αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη για τον 6ο επιμέρους διαγωνισμό που διεξάγεται στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προκηρύχθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 310/2009

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1), και ιδίως το άρθρο 43 σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 310/2009 της Επιτροπής (2) προκηρύχθηκε διαγωνισμός για την αγορά αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη για την περίοδο που λήγει στις 31 Αυγούστου 2009, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 214/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, περί λεπτομερειών εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 όσον αφορά τα μέτρα παρέμβασης στην αγορά του αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη (3).

(2)

Βάσει των προσφορών που παραλαμβάνονται στο πλαίσιο επιμέρους διαγωνισμών, πρέπει να καθοριστεί ανώτατη τιμή αγοράς ή να αποφασιστεί να μη δοθεί συνέχεια στον διαγωνισμό, όπως προβλέπεται στο άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 214/2001.

(3)

Λαμβάνοντας υπόψη τις προσφορές που έχουν παραληφθεί για τον 6ο επιμέρους διαγωνισμό, πρέπει να καθοριστεί ανώτατη τιμή αγοράς.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης της κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για τον 6ο επιμέρους διαγωνισμό για την αγορά αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη που διεξάγεται στο πλαίσιο του διαγωνισμού που προκηρύχθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 310/2009, του οποίου η προθεσμία υποβολής προσφορών έληξε στις 7 Ιουλίου 2009, η ανώτατη τιμή αγοράς ορίζεται σε 167,90 EUR/100 kg.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Ιουλίου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2009.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 97 της 16.4.2009, σ. 13.

(3)  ΕΕ L 37 της 7.2.2001, σ. 100.


10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/58


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 604/2009 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2009

για τον καθορισμό του ανώτατου ποσού της επιστροφής κατά την εξαγωγή βουτύρου στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 619/2008

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1), και ιδίως το άρθρο 164 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 619/2008 της Επιτροπής, της 27ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την έναρξη διαρκούς δημοπρασίας για επιστροφές κατά την εξαγωγή που αφορούν ορισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα (2) προβλέπει διαδικασία διαρκούς δημοπρασίας.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1454/2007 της Επιτροπής, της 10 Δεκεμβρίου 2007, περί καθορισμού κοινών κανόνων για τη θέσπιση διαδικασίας δημοπρασίας για τον καθορισμό επιστροφών κατά την εξαγωγή όσον αφορά ορισμένα γεωργικά προϊόντα (3) και κατόπιν εξέτασης των προσφορών που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της προκήρυξης της δημοπρασίας είναι σκόπιμο να καθοριστεί το ανώτατο ποσό της επιστροφής κατά την εξαγωγή για την περίοδο υποβολής προσφορών που λήγει στις 7 Ιουλίου 2009.

(3)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης της κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προκηρύχθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 619/2008, για την περίοδο υποβολής προσφορών που λήγει στις 7 Ιουλίου 2009, το ανώτατο ποσό της επιστροφής για τα προϊόντα και τους προορισμούς που απαριθμούνται, αντιστοίχως, στο άρθρο 1 στοιχεία α) και β) και στο άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού καθορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Ιουλίου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2009.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 168 της 28.6.2008, σ. 20.

(3)  ΕΕ L 325 της 11.12.2007, σ. 69.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

(EUR/100 kg)

Προϊόν

Κωδικός της ονοματολογίας για την επιστροφή κατά την εξαγωγή

Ανώτατο ποσό της επιστροφής κατά την εξαγωγή για εξαγωγές στους προορισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 619/2008

Βούτυρο

ex ex 0405 10 19 9700

70,00

Βουτυρέλαιο

ex ex 0405 90 10 9000

84,50


10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/60


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 605/2009 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2009

για τον καθορισμό του ανώτατου ποσού της επιστροφής κατά την εξαγωγή αποκορυφωμένου γάλακτος σε σκόνη στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 619/2008

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1), και ιδίως το άρθρο 164 παράγραφος 2, σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 619/2008 της Επιτροπής, της 27ης Ιουνίου 2008, σχετικά με την έναρξη διαρκούς δημοπρασίας για επιστροφές κατά την εξαγωγή που αφορούν ορισμένα γαλακτοκομικά προϊόντα (2) προβλέπει διαδικασία διαρκούς δημοπρασίας.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1454/2007 της Επιτροπής, της 10ης Δεκεμβρίου 2007, περί καθορισμού κοινών κανόνων για τη θέσπιση διαδικασίας δημοπρασίας για τον καθορισμό επιστροφών κατά την εξαγωγή όσον αφορά ορισμένα γεωργικά προϊόντα (3) και κατόπιν εξέτασης των προσφορών που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της προκήρυξης της δημοπρασίας, κρίνεται σκόπιμο να καθοριστεί το ανώτατο ποσό της επιστροφής κατά την εξαγωγή για την περίοδο της υποβολής των προσφορών που λήγει στις 7 Ιουλίου 2009.

(3)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης της κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στο πλαίσιο της διαρκούς δημοπρασίας που προκηρύχθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 619/2008, για την περίοδο υποβολής προσφορών που λήγει στις 7 Ιουλίου 2009, το ανώτατο ποσό της επιστροφής κατά την εξαγωγή για το προϊόν και τους προορισμούς που αναφέρονται, αντιστοίχως, στο άρθρο 1 στοιχείο γ) και στο άρθρο 2 του εν λόγω κανονισμού ανέρχεται σε 25,80 ευρώ/100 kg.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Ιουλίου 2009.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2009.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 168 της 28.6.2008, σ. 20.

(3)  ΕΕ L 325 της 11.12.2007, σ. 69.


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Συμβούλιο

10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/61


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ, ΣΥΝΕΡΧΟΜΈΝΟΥ ΣΕ ΕΠΊΠΕΔΟ ΑΡΧΗΓΏΝ ΚΡΑΤΏΝ Ή ΚΥΒΕΡΝΉΣΕΩΝ

της 9ης Ιουλίου 2009

με την οποία ορίζεται η προσωπικότητα που το Συμβούλιο προτίθεται να διορίσει πρόεδρο της Επιτροπής για την περίοδο 2009-2014

(2009/532/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΣΥΝΕΡΧΟΜΕΝΟ ΣΕ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΡΧΗΓΩΝ ΚΡΑΤΩΝ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 213 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο και το άρθρο 214 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο, καθώς και το πρωτόκολλο για τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 3,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Ο κ. José Manuel DURÃO BARROSO ορίζεται ως η προσωπικότητα που το Συμβούλιο προτίθεται να διορίσει πρόεδρο της Επιτροπής για την περίοδο από 1ης Νοεμβρίου 2009 έως τις 31 Οκτωβρίου 2014.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2009.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

F. REINFELDT


Επιτροπή

10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/62


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2009

για την τροποποίηση της απόφασης 2008/22/ΕΚ που θεσπίζει τους κανόνες για την εφαρμογή της απόφασης αριθ. 573/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων, για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρους του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών», όσον αφορά τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου των κρατών μελών, τους κανόνες για τη διοικητική και χρηματοοικονομική διαχείριση και την επιλεξιμότητα των δαπανών για έργα που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 5251]

(Τα κείμενα στη βουλγαρική, τσεχική, ολλανδική, αγγλική, εσθονική, φινλανδική, γαλλική, γερμανική, ελληνική, ουγγρική, ιταλική, λεττονική, λιθουανική, μαλτέζικη, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, ισπανική και σουηδική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά.)

(2009/533/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την απόφαση αριθ. 573/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Μαΐου 2007, σχετικά με τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Προσφύγων, για την περίοδο 2008 έως 2013, ως μέρους του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών» και την κατάργηση της απόφασης 2004/904/ΕΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως τα άρθρα 23 και 35 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Βάσει της πείρας που αποκτήθηκε μετά την έναρξη λειτουργίας του Ταμείου, είναι σκόπιμο να επεκταθεί η περίοδος επιλεξιμότητας των ετησίων προγραμμάτων για να δοθεί η δυνατότητα στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν το Ταμείο με αποτελεσματικό τρόπο και να προσαρμόσουν το χρονοδιάγραμμα για την υποβολή της τελικής έκθεσης σχετικά με την εφαρμογή του ετησίου προγράμματος.

(2)

Είναι εξίσου ενδεδειγμένο να προσαρμοστεί η διαδικασία για την υποβολή των αναθεωρημένων ετησίων προγραμμάτων των κρατών μελών.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ηνωμένο Βασίλειο δεσμεύεται από τη βασική πράξη και, ως αποτέλεσμα, από την παρούσα απόφαση.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ιρλανδία δεσμεύεται από τη βασική πράξη και, ως αποτέλεσμα, από την παρούσα απόφαση.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν δεσμεύεται από την παρούσα απόφαση ούτε υπόκειται στο πεδίο εφαρμογής της.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται από την παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της κοινής επιτροπής «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών»,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2008/22/ΕΚ της Επιτροπής (2) τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 23 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Για την αναθεώρηση του ετήσιου προγράμματος που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5 της βασικής πράξης, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή αναθεωρημένο σχέδιο ετήσιου προγράμματος το αργότερο τρεις μήνες πριν από το τέλος της περιόδου επιλεξιμότητας. Η Επιτροπή εξετάζει και, το ταχύτερο δυνατό, εγκρίνει το αναθεωρημένο πρόγραμμα σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 20 παράγραφος 5 της βασικής πράξης.»

2)

Στο σημείο 4.1 του παραρτήματος 5, μέρος Α, οι λέξεις «Κατάλογος όλων των ανακτήσεων που εκκρεμούν στις 30 Ιουνίου του έτους Ν + 2 (Ν = έτος του ετήσιου προγράμματος)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Κατάλογος όλων των ανακτήσεων που εκκρεμούν έξι μήνες μετά την ημερομηνία λήξης της επιλεξιμότητας των δαπανών».

3)

Το σημείο I.4.1 του παραρτήματος 11 αντικαθίσταται από το παρακάτω κείμενο:

«1.

Οι δαπάνες που συνδέονται με ένα έργο και οι αντίστοιχες πληρωμές (πλην των αποσβέσεων) πρέπει να προκύψουν και να πραγματοποιηθούν μετά από την 1η Ιανουαρίου του έτους που αναφέρεται στην απόφαση χρηματοδότησης με την οποία εγκρίνονται τα ετήσια προγράμματα των κρατών μελών. Η περίοδος επιλεξιμότητας λήγει στις 30 Ιουνίου του έτους N (3) + 2, και συνεπώς οι δαπάνες σχετικές με έργο πρέπει να προκύψουν πριν από την ημερομηνία αυτή.

4.

Το σημείο V.3 του παραρτήματος 11 αντικαθίσταται από το παρακάτω κείμενο:

«3.

Οι δραστηριότητες που συνδέονται με την τεχνική βοήθεια πρέπει να εκτελούνται και οι αντίστοιχες πληρωμές να καταβάλλονται μετά από την 1η Ιανουαρίου του έτους που αναφέρεται στην απόφαση χρηματοδότησης με την οποία εγκρίνονται τα ετήσια προγράμματα των κρατών μελών. Η περίοδος επιλεξιμότητας διαρκεί τουλάχιστον μέχρι την τελική προθεσμία υποβολής της τελικής έκθεσης για την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος.»

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται σε όλα τα ετήσια προγράμματα τα οποία δεν έχουν εξοφληθεί κατά την ημερομηνία της έκδοσής της.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο του Βελγίου, τη Δημοκρατία της Βουλγαρίας, την Τσεχική Δημοκρατία, την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, τη Δημοκρατία της Εσθονίας, την Ιρλανδία, την Ελληνική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας, τη Γαλλική Δημοκρατία, την Ιταλική Δημοκρατία, την Κυπριακή Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Λεττονίας, τη Δημοκρατία της Λιθουανίας, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, τη Δημοκρατία της Ουγγαρίας, τη Δημοκρατία της Μάλτας, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, τη Δημοκρατία της Αυστρίας, τη Δημοκρατία της Πολωνίας, την Πορτογαλική Δημοκρατία, τη Ρουμανία, τη Δημοκρατία της Σλοβενίας, τη Σλοβακική Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Φινλανδίας, το Βασίλειο της Σουηδίας, το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2009.

Για την Επιτροπή

Jacques BARROT

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 144 της 6.6.2007, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 7 της 10.1.2008, σ. 1.

(3)  Όπου “Ν” το έτος που αναφέρεται στην απόφαση χρηματοδότησης με την οποία εγκρίνονται τα ετήσια προγράμματα των κρατών μελών.»


10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/64


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2009

για την τροποποίηση της απόφασης 2008/457/ΕΚ που θεσπίζει τους κανόνες για την εφαρμογή της απόφασης 2007/435/ΕΚ του Συμβουλίου για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ένταξης Υπηκόων Τρίτων Χωρών, για την περίοδο 2007 έως 2013, ως μέρους του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών», όσον αφορά τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου των κρατών μελών, τους κανόνες για τη διοικητική και χρηματοοικονομική διαχείριση και την επιλεξιμότητα των δαπανών για έργα που συγχρηματοδοτούνται από το Ταμείο

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 5257]

(Τα κείμενα στην αγγλική, βουλγαρική, γαλλική, γερμανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, λετονική, λιθουανική, μαλτέζικη, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, ρουμανική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(2009/534/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την απόφαση 2007/435/ΕΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2007, για τη σύσταση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ένταξης Υπηκόων Τρίτων Χωρών, για την περίοδο 2007 έως 2013, ως μέρους του γενικού προγράμματος «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών» (1), και ιδίως το άρθρο 21 και το άρθρο 33 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Βάσει της πείρας που αποκτήθηκε μετά την έναρξη λειτουργίας του Ταμείου, είναι σκόπιμο να επεκταθεί η περίοδος επιλεξιμότητας των ετησίων προγραμμάτων για να δοθεί η δυνατότητα στα κράτη μέλη να εφαρμόσουν το Ταμείο με αποτελεσματικό τρόπο και να προσαρμόσουν το χρονοδιάγραμμα για την υποβολή της τελικής έκθεσης σχετικά με την εφαρμογή του ετησίου προγράμματος.

(2)

Είναι εξίσου ενδεδειγμένο να προσαρμοσθεί η διαδικασία για την υποβολή των αναθεωρημένων ετήσιων προγραμμάτων των κρατών μελών.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Ηνωμένο Βασίλειο δεσμεύεται από τη βασική πράξη και, ως αποτέλεσμα, από την παρούσα απόφαση.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ιρλανδία δεσμεύεται από τη βασική πράξη και, ως αποτέλεσμα, από την παρούσα απόφαση.

(5)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 του πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας που προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν δεσμεύεται από την παρούσα απόφαση ούτε υπόκειται στο πεδίο εφαρμογής της.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται από την παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της κοινής επιτροπής «Αλληλεγγύη και διαχείριση των μεταναστευτικών ροών»,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η απόφαση 2008/457/ΕΚ της Επιτροπής (2) τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 23 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Για την αναθεώρηση του ετήσιου προγράμματος που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 4 της βασικής πράξης, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή αναθεωρημένο σχέδιο ετήσιου προγράμματος το αργότερο τρεις μήνες πριν από το τέλος της περιόδου επιλεξιμότητας. Η Επιτροπή εξετάζει και, το ταχύτερο δυνατό, εγκρίνει το αναθεωρημένο πρόγραμμα σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 19 παράγραφος 4 της βασικής πράξης.»

2)

Στο σημείο 4.1 του παραρτήματος V μέρος Α, οι λέξεις «Κατάλογος όλων των ανακτήσεων που εκκρεμούν στις 30 Ιουνίου του έτους Ν + 2 (Ν = έτος του ετήσιου προγράμματος)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Κατάλογος όλων των ανακτήσεων που εκκρεμούν έξι μήνες μετά την ημερομηνία λήξης της επιλεξιμότητας των δαπανών.»

3)

Το σημείο I.4.1 του παραρτήματος XI αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.

Οι δαπάνες που συνδέονται με ένα έργο και οι αντίστοιχες πληρωμές (πλην των αποσβέσεων) πρέπει να προκύψουν και να πραγματοποιηθούν μετά την 1η Ιανουαρίου του έτους που αναφέρεται στην απόφαση χρηματοδότησης με την οποία εγκρίνονται τα ετήσια προγράμματα των κρατών μελών. Η περίοδος επιλεξιμότητας λήγει στις 30 Ιουνίου του έτους N (3) + , και συνεπώς οι δαπάνες σχετικά με έργο πρέπει να προκύψουν πριν από την ημερομηνία αυτή.

4)

Το σημείο V.3 του παραρτήματος XI αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.

Οι δραστηριότητες που συνδέονται με την τεχνική βοήθεια πρέπει να εκτελούνται και οι αντίστοιχες πληρωμές να καταβάλλονται μετά την 1η Ιανουαρίου του έτους που αναφέρεται στην απόφαση χρηματοδότησης με την οποία εγκρίνονται τα ετήσια προγράμματα των κρατών μελών. Η περίοδος επιλεξιμότητας διαρκεί τουλάχιστον μέχρι την τελική προθεσμία υποβολής της τελικής έκθεσης για την εφαρμογή του ετήσιου προγράμματος.»

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται σε όλα τα ετήσια προγράμματα τα οποία δεν έχουν εξοφληθεί κατά την ημερομηνία της έκδοσής της.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στο Βασίλειο του Βελγίου, τη Δημοκρατία της Βουλγαρίας, την Τσεχική Δημοκρατία, την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, τη Δημοκρατία της Εσθονίας, την Ιρλανδία, την Ελληνική Δημοκρατία, το Βασίλειο της Ισπανίας, τη Γαλλική Δημοκρατία, την Ιταλική Δημοκρατία, την Κυπριακή Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Λεττονίας, τη Δημοκρατία της Λιθουανίας, το Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, τη Δημοκρατία της Ουγγαρίας, τη Δημοκρατία της Μάλτας, το Βασίλειο των Κάτω Χωρών, τη Δημοκρατία της Αυστρίας, τη Δημοκρατία της Πολωνίας, την Πορτογαλική Δημοκρατία, τη Ρουμανία, τη Δημοκρατία της Σλοβενίας, τη Σλοβακική Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της Φινλανδίας, το Βασίλειο της Σουηδίας και στο Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2009.

Για την Επιτροπή

Jacques BARROT

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 168 της 28.6.2007, σ. 18.

(2)  ΕΕ L 167 της 27.6.2008, σ. 69.

(3)  Όπου “Ν” το έτος που αναφέρεται στην απόφαση χρηματοδότησης με την οποία εγκρίνονται τα ετήσια προγράμματα των κρατών μελών.»


10.7.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 179/66


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2009

με την οποία αναγνωρίζεται καταρχήν η πληρότητα του φακέλου που υποβλήθηκε για λεπτομερή εξέταση με σκοπό την ενδεχόμενη καταχώριση του BAS 650 F στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2009) 5369]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2009/535/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 91/414/ΕΟΚ προβλέπει την κατάρτιση κοινοτικού καταλόγου δραστικών ουσιών οι οποίες επιτρέπεται να ενσωματώνονται σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα.

(2)

Στις 26 Σεπτεμβρίου 2008, η εταιρεία BASF SE υπέβαλε στις αρχές των Κάτω Χωρών φάκελο για τη δραστική ουσία BAS 650 F με αίτηση για την καταχώρισή της στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ.

(3)

Οι ολλανδικές αρχές δήλωσαν στην Επιτροπή ότι, ύστερα από αρχική εξέταση, φαίνεται ότι ο φάκελος για την εν λόγω δραστική ουσία ικανοποιεί τις απαιτήσεις για στοιχεία και πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα II της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ. Ο φάκελος που υποβλήθηκε φαίνεται ότι ικανοποιεί επίσης τις απαιτήσεις για στοιχεία και πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ όσον αφορά ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει την εν λόγω δραστική ουσία. Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, ο φάκελος διαβιβάστηκε στη συνέχεια από τον αιτούντα στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη, παραπέμφθηκε δε στη μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων.

(4)

Με την παρούσα απόφαση επιβεβαιώνεται επίσημα σε κοινοτικό επίπεδο ότι ο φάκελος θεωρείται ότι ικανοποιεί καταρχήν τις απαιτήσεις για στοιχεία και πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙ και, για ένα τουλάχιστον φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει την εν λόγω δραστική ουσία, τις απαιτήσεις του παραρτήματος III της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ.

(5)

Η παρούσα απόφαση δεν θίγει το δικαίωμα της Επιτροπής να ζητήσει από τον αιτούντα να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία ή πληροφορίες ώστε να διευκρινιστούν ορισμένα σημεία του φακέλου.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Με την επιφύλαξη του άρθρου 6 παράγραφος 4 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, ο φάκελος σχετικά με την αναγραφόμενη στο παράρτημα της παρούσας απόφασης δραστική ουσία, ο οποίος υποβλήθηκε στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη με σκοπό να καταχωριστεί η δραστική αυτή ουσία στο παράρτημα Ι της εν λόγω οδηγίας, ικανοποιεί καταρχήν τις απαιτήσεις όσον αφορά τα στοιχεία και τις πληροφορίες που παρατίθενται στο παράρτημα II της ίδιας οδηγίας.

Ο φάκελος ικανοποιεί επίσης τις απαιτήσεις για στοιχεία και πληροφορίες που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙΙ της εν λόγω οδηγίας όσον αφορά ένα τουλάχιστον φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει τη δραστική ουσία, λαμβάνοντας υπόψη τις προτεινόμενες χρήσεις.

Άρθρο 2

Το κράτος μέλος-εισηγητής εξακολουθεί να εξετάζει λεπτομερώς τον φάκελο που αναφέρεται στο άρθρο 1 και ανακοινώνει στην Επιτροπή τα συμπεράσματα της εξέτασής του, συνοδευόμενα από σύσταση σχετικά με την καταχώριση ή τη μη καταχώριση στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ της δραστικής ουσίας που αναφέρεται στο άρθρο 1 και τυχόν όρους σχετικά με την καταχώριση το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός ενός έτους από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2009.

Για την Επιτροπή

Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 230 της 19.8.1991, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΡΑΣΤΙΚΗ ΟΥΣΙΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΦΟΡΑ Η ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ

Κοινή ονομασία, αριθμός αναγνώρισης CIPAC

Αιτών

Προθεσμία εφαρμογής

Κράτος μέλος-εισηγητής

Κωδικός ανάπτυξης: BAS 650 F

Αριθ. CIPAC: δεν έχει αποδοθεί ακόμα

ISO-κοινή ονομασία: δεν έχει αποδοθεί ακόμα

BASF SE

26 Σεπτεμβρίου 2008

NL