ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

51ό έτος
10 Ιουλίου 2008


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 649/2008 του Συμβουλίου, της 8ης Ιουλίου 2008, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ενεργοποιημένου άνθρακα σε σκόνη καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

1

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 650/2008 της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2008, σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

13

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 651/2008 της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2008, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1653/2004 για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-προτύπου των εκτελεστικών οργανισμών, κατ’ εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 58/2003 του Συμβουλίου, περί θεσπίσεως του καταστατικού των εκτελεστικών οργανισμών που είναι επιφορτισμένοι με ορισμένα καθήκοντα σχετικά με τη διαχείριση κοινοτικών προγραμμάτων

15

 

*

Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 652/2008 της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2008, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους οργανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

23

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 653/2008 της Επιτροπής, της 9ης Ιουλίου 2008, σχετικά με τον καθορισμό του συντελεστή κατανομής για την έκδοση αδειών εισαγωγής που απαιτούνται από τις 30 Ιουνίου έως τις 4 Ιουλίου 2008 για τα προϊόντα του τομέα της ζάχαρης στο πλαίσιο δασμολογικών ποσοστώσεων και προτιμησιακών συμφωνιών

35

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Συμβούλιο

 

 

2008/560/ΕΚ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2008, για την κατάργηση της απόφασης 2005/694/ΕΚ για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Ιταλία

39

 

 

2008/561/ΕΚ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2008, για την κατάργηση της απόφασης 2005/730/ΕΚ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Πορτογαλία

41

 

 

2008/562/ΕΚ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2008, για την κατάργηση της απόφασης 2005/182/ΕΚ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στη Σλοβακία

43

 

 

2008/563/ΕΚ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2008, για την κατάργηση της απόφασης 2005/185/ΕΚ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Τσεχική Δημοκρατία

45

 

 

Επιτροπή

 

 

2008/564/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2008, που επιτρέπει στα κράτη μέλη να παρατείνουν τη διάρκεια των προσωρινών εγκρίσεων οι οποίες έχουν χορηγηθεί για τη νέα δραστική ουσία profoxydim [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 3080]  ( 1 )

47

 

 

2008/565/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2008, με την οποία αναγνωρίζεται καταρχήν η πληρότητα των φακέλων που υποβλήθηκαν για λεπτομερή εξέταση με σκοπό την ενδεχόμενη καταχώριση του στελέχους Fe 9901 της ουσίας Paecilomyces fumosoroseus και του στελέχους I-1237 της ουσίας Trichoderma atroviride στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 3114]  ( 1 )

49

 

 

2008/566/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 1ης Ιουλίου 2008, με την οποία αναγνωρίζεται καταρχήν η πληρότητα των φακέλων που υποβλήθηκαν για λεπτομερή εξέταση με σκοπό την ενδεχόμενη καταχώριση των ουσιών phosphane και thiencarbazone στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 3216]  ( 1 )

52

 

 

2008/567/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 4ης Ιουλίου 2008, σχετικά με τη χρηματοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας, για το έτος 2008, για ενέργειες του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων (OIE) στον τομέα της καλής μεταχείρισης των ζώων, της επιτήρησης και της ταξινόμησης των ασθενειών των ζώων

55

 

 

III   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

 

 

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ V ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

 

 

2008/568/ΚΕΠΠΑ

 

*

Απόφαση του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 2005, για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με διαδικασίες ασφάλειας για την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών

57

Συμφωνία μεταξύ της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με διαδικασίες ασφαλείας για την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών

58

 

*

Ενημέρωση σχετικά με την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με διαδικασίες ασφάλειας για την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών

62

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 649/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 8ης Ιουλίου 2008

για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ενεργοποιημένου άνθρακα σε σκόνη καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής ο «βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 9 και το άρθρο 11 παράγραφος 2,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή ύστερα από διαβουλεύσεις με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.1.   Ισχύοντα μέτρα

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1006/96 (2), ύστερα από έρευνα αντιντάμπινγκ, το Συμβούλιο επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ ύψους 323 ευρώ ανά τόνο στις εισαγωγές ενεργοποιημένου άνθρακα σε σκόνη καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΛΔΚ) («η αρχική έρευνα»).

(2)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1011/2002 (3), μετά την έναρξη έρευνας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, το Συμβούλιο ανανέωσε την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ενεργοποιημένου άνθρακα σε σκόνη καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας (ΛΔΚ) («η πρώτη έρευνα επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων»).

1.2.   Αίτηση επανεξέτασης («παρούσα έρευνα»)

(3)

Μετά τη δημοσίευση ανακοίνωσης για την επικείμενη λήξη ισχύος των μέτρων (4), η Επιτροπή, στις 12 Μαρτίου 2007, έλαβε αίτηση επανεξέτασης βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

(4)

Η αίτηση υποβλήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Χημικών Βιομηχανιών (CEFIC) («ο αιτών») για λογαριασμό δύο παραγωγών που αντιπροσωπεύουν μεγάλο ποσοστό της συνολικής κοινοτικής παραγωγής ενεργοποιημένου άνθρακα σε σκόνη και συγκεκριμένα πάνω από τα 50 %. Η αίτηση βασίστηκε στο επιχείρημα ότι η λήξη της ισχύος των μέτρων ήταν πιθανόν να οδηγήσει στη συνέχιση ή στην επανάληψη του ντάμπινγκ και της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(5)

Η Επιτροπή διαπίστωσε, αφού ζήτησε τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής, ότι υπήρχαν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για την έναρξη της επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων και δημοσίευσε ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις 13 Ιουνίου 2007, σχετικά με την έναρξη της έρευνας επανεξέτασης («η ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη») (5).

1.3.   Μέρη τα οποία αφορά η έρευνα

(6)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τους εξαγωγείς/παραγωγούς, τους εκπροσώπους της χώρας εξαγωγής, τους εισαγωγείς, τους προμηθευτές, τους παραγωγούς, τους χρήστες στην Κοινότητα και τον αιτούντα για την έναρξη επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων. Οι ενδιαφερόμενοι είχαν την ευκαιρία να υποβάλουν εγγράφως τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που οριζόταν στην ανακοίνωση. Δόθηκε η δυνατότητα ακρόασης σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία ζήτησαν και απέδειξαν ότι είχαν ιδιαίτερους λόγους να τύχουν ακρόασης.

α)   Δειγματοληψία όσον αφορά τους εξαγωγείς/παραγωγούς στη ΛΔΚ

(7)

Λόγω του εμφανώς μεγάλου αριθμού εξαγωγέων/παραγωγών στη ΛΔΚ (132 απαριθμούνται στην αίτηση επανεξέτασης), θεωρήθηκε σκόπιμο, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού, να εξεταστεί εάν θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί δειγματοληψία στην επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων. Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει κατά πόσον απαιτείται δειγματοληψία και, εφόσον απαιτείται, να επιλέξει δείγμα, οι εξαγωγείς/παραγωγοί κλήθηκαν, δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, να αναγγελθούν εντός 15 ημερών από την έναρξη της επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων και να παράσχουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που ζητούνται στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη. Ωστόσο, κανένας εξαγωγέας/παραγωγός δεν απάντησε στις ερωτήσεις δειγματοληψίας ούτε αναγγέλθηκε κατά κανένα άλλο τρόπο απαντώντας στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη και κατά συνέπεια δεν ετέθη θέμα δειγματοληψίας εξαγωγέων/παραγωγών.

β)   Δειγματοληψία των κοινοτικών εισαγωγέων

(8)

Λόγω του εμφανώς μεγάλου αριθμού κοινοτικών εισαγωγέων (33 απαριθμούνται στην αίτηση επανεξέτασης), θεωρήθηκε σκόπιμο, σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού, να εξεταστεί εάν θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί δειγματοληψία στην επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων. Για να μπορέσει η Επιτροπή να αποφασίσει κατά πόσον απαιτείται δειγματοληψία και, εφόσον απαιτείται, να επιλέξει δείγμα, κλήθηκαν οι κοινοτικοί εισαγωγείς, δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, να αναγγελθούν εντός 15 ημερών από την έναρξη της επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων και να παράσχουν στην Επιτροπή τις πληροφορίες που ζητούνται στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη.

(9)

Ωστόσο, επειδή μόνο τρεις από τους 33 εισαγωγείς με τους οποίους υπήρξε επικοινωνία απάντησαν στις ερωτήσεις δειγματοληψίας και συμφώνησαν να συνεργαστούν, αποφασίστηκε ότι στην περίπτωση αυτή δεν εξασφαλιζόταν η δειγματοληψία.

1.4.   Ερωτηματολόγια και επαλήθευση

(10)

Ερωτηματολόγια εστάλησαν στους εκπροσώπους της χώρας εξαγωγής και σε όλους τους γνωστούς εισαγωγείς, προμηθευτές, παραγωγούς, χρήστες στην Κοινότητα και παραγωγούς στην ανάλογη χώρα, τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής («ΗΠΑ») (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 22 έως 24 κατωτέρω).

(11)

Πλήρεις απαντήσεις στα ερωτηματολόγια ελήφθησαν από τρεις προμηθευτές πρώτων υλών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, τρεις χρήστες, δύο κοινοτικούς παραγωγούς που υποστήριξαν την αίτηση επανεξέτασης, έναν ακόμη παραγωγό που ήταν αντίθετος με τη διαδικασία και έναν παραγωγό στην ανάλογο χώρα. Κανένας εξαγωγέας-παραγωγός από τη ΛΔΚ δεν συνεργάστηκε.

(12)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που κρίθηκαν απαραίτητες για την ανάλυσή της και πραγματοποίησε επισκέψεις επαλήθευσης στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

α)

Κοινοτικοί παραγωγοί

Norit BV, Amersfoort, Κάτω Χώρες και Γλασκώβη, Ηνωμένο Βασίλειο

CECA SA, Παρίσι και Μπορντό, Γαλλία

β)

Άλλοι παραγωγοί

Chemviron Carbon SA, Feluy, Βέλγιο

γ)

Κοινοτικοί προμηθευτές

Klasmann & Deilmann GmbH, Geeste, Niedersachsen, Γερμανία

Rheinbraun Brennstoff GmbH, Κολωνία, Γερμανία

WTL International Ltd., Macclesfield, Cheshire, Ηνωμένο Βασίλειο

δ)

Παραγωγός στην ανάλογη χώρα

Norit Americas Inc., Marshall, Texas, ΗΠΑ

1.5.   Περίοδος έρευνας επανεξέτασης

(13)

Η έρευνα για το ενδεχόμενο να συνεχιστεί ή να επαναληφθεί η πρακτική ντάμπινγκ και η ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Απριλίου 2006 έως την 31η Μαρτίου 2007 (η «περίοδος έρευνας επανεξέτασης» ή «ΠΕΕ»).

(14)

Η εξέταση των τάσεων σχετικά με την εκτίμηση του ενδεχομένου να συνεχιστεί ή να επαναληφθεί η ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2003 έως το τέλος της ΠΕΕ (η «υπό εξέταση περίοδος»).

2.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

(15)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι το ίδιο με το προϊόν της αρχικής έρευνας και της έρευνας επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων που ακολούθησε, δηλαδή ενεργοποιημένος άνθρακας σε σκόνη («PAC») που αυτή τη στιγμή υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 3802 10 00. Πρόκειται για μια μορφή μικροπορώδους άνθρακα, που παράγεται από πολλές πρώτες ύλες, όπως ο άνθρακας, ο λιγνίτης, η τύρφη, το ξύλο, τα κουκούτσια ελιάς ή το κέλυφος καρύδας, ο οποίος ενεργοποιείται με ατμό ή χημική διαδικασία. Ο PAC είναι πολύ ψιλή σκόνη. Ο ενεργοποιημένος άνθρακας πωλείται επίσης σε κοκκώδεις μορφές («ενεργοποιημένος άνθρακας σε κόκκους» ή «GAC») που δεν καλύπτεται από τα ισχύοντα μέτρα ούτε από την παρούσα επανεξέταση.

(16)

Όπως επιβεβαιώθηκε από την προηγούμενη επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, ο PAC συνίσταται κατά 90 % τουλάχιστον κατά μάζα (% m/m) από σωματίδια μεγέθους μικρότερου των 0,5 mm.

(17)

Οι γενικές εφαρμογές του PAC είναι η επεξεργασία ύδατος (πόσιμου και λυμάτων), ο καθαρισμός αερίων και του αέρα, η ανάκτηση διαλυτών, ο αποχρωματισμός ζάχαρης, φυτικών ελαίων και λιπαρών ουσιών, η απόσμηση και ο καθαρισμός διαφόρων προϊόντων στη χημική (π.χ. οργανικά οξέα) και στη φαρμακευτική βιομηχανία (π.χ. γαστροεντερική κάψουλα) ή στη βιομηχανία τροφίμων (π.χ. οινοπνευματώδη ποτά και αναψυκτικά).

(18)

Η παρούσα έρευνα επιβεβαίωσε ότι ο PAC που παράγεται και πωλείται από κοινοτικούς παραγωγούς και ο PAC που εισάγεται από τη ΛΔΚ, καθώς και ο PAC που παράγεται και πωλείται στην ανάλογο χώρα (ΗΠΑ) έχουν τα ίδια βασικά φυσικά και τεχνικά χαρακτηριστικά και είναι από όλες τις απόψεις ταυτόσημοι. Ως εκ τούτου, τα προϊόντα αυτά θεωρούνται ομοειδή, κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

3.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ Η/ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

3.1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

(19)

Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, σκοπός της επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων είναι να καθοριστεί εάν η λήξη ισχύος των μέτρων μπορεί να οδηγήσει στη συνέχιση ή στην επανάληψη του ντάμπινγκ.

(20)

Κατ’ αρχάς, εξετάστηκαν οι όγκοι που εξήχθησαν στην Κοινότητα κατά την ΠΕΕ. Πρέπει να σημειωθεί ότι, επειδή κανένας από τους κινέζους εξαγωγείς-παραγωγούς ούτε από τους εισαγωγείς στην Κοινότητα δεν συνεργάστηκε με την παρούσα έρευνα, τα στοιχεία για τις εξαγωγές καθορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού, δηλαδή με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες. Επίσης, υπενθυμίζεται ότι κανένας από τους κινέζους εξαγωγείς-παραγωγούς ή από τους κοινοτικούς εισαγωγείς δεν συνεργάστηκε κατά την πρώτη έρευνα επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων. Ωστόσο, μετά την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ το 1996, υπήρξαν διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία της Eurostat για τις εισαγωγές PAC. Αυτά τα στατιστικά στοιχεία επιβεβαιώθηκαν με πληροφορίες από έρευνες αγοράς που υπέβαλε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Σε αυτή τη βάση και λόγω έλλειψης άλλων περισσότερο αξιόπιστων πληροφοριών, χρησιμοποιήθηκαν αυτά τα στατιστικά στοιχεία, τα οποία έδειξαν ότι κατά την ΠΕΕ εισήχθησαν από τη ΛΔΚ στην Κοινότητα 529 τόνοι PAC περίπου. Η ποσότητα αυτή είναι μικρή σε σύγκριση με την ποσότητα που εισήχθη στην Κοινότητα πριν από την επιβολή των μέτρων, ωστόσο αντιπροσωπεύει το 1 % της κατανάλωσης PAC στην Κοινότητα κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ. Παρ’ όλ’ αυτά, έγινε ένας ενδεικτικός υπολογισμός του ντάμπινγκ.

3.2.   Πιθανότητα συνέχισης της πρακτικής ντάμπινγκ

(21)

Στο πλαίσιο της πιθανότητας συνέχισης του ντάμπινγκ, ερευνήθηκε το κατά πόσο υπήρχε εκείνη τη στιγμή ντάμπινγκ στις εξαγωγές από τη ΛΔΚ. Αυτή η εξέταση έγινε με το σκεπτικό ότι εάν ασκείται τώρα πρακτική ντάμπινγκ, τότε αυτό αποτελεί σοβαρή ένδειξη ότι είναι πιθανόν να συνεχιστεί και στο μέλλον εάν λήξει η ισχύς των μέτρων.

α)   Ανάλογη χώρα

(22)

Επειδή η ΛΔΚ είναι οικονομία που διέρχεται μεταβατική φάση, η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση τις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν σε κατάλληλη τρίτη χώρα με οικονομία αγοράς, που επελέγη σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού.

(23)

Στην αρχική έρευνα και στην πρώτη έρευνα επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων ως κατάλληλη ανάλογη χώρα είχαν επιλεγεί οι ΗΠΑ. Όπως αναφέρεται και στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας, η Επιτροπή εξέτασε το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσει τις ΗΠΑ ως κατάλληλη ανάλογη χώρα και κατά την παρούσα έρευνα επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων. Από την έρευνα αποδείχθηκε ότι οι ΗΠΑ ήταν η καταλληλότερη ανάλογη χώρα για τους ακόλουθους λόγους:

Οι ΗΠΑ είναι μία από τις μεγαλύτερες παραγωγούς χώρες PAC σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα στοιχεία που υπέβαλαν ο συνεργαζόμενος παραγωγός στις ΗΠΑ και οι κοινοτικοί παραγωγοί που υποστήριξαν την αίτηση επανεξέτασης, έδειξαν ότι οι όγκοι παραγωγής και των δύο χωρών είναι συγκρίσιμοι. Επιπλέον, όπως αναφέρθηκε στην αιτιολογική σκέψη 18, ο PAC που παράγεται και πωλείται στις ΗΠΑ είναι, όπως διαπιστώθηκε, ομοειδές προϊόν με τον PAC που παράγεται στη ΛΔΚ και εξάγεται στην Κοινότητα. Οι εγχώριες πωλήσεις που πραγματοποίησε ο συνεργαζόμενος παραγωγός των ΗΠΑ (από πλευράς όγκου) ήταν αντιπροσωπευτικές σε σύγκριση με τις εισαγωγές PAC από τη ΛΔΚ στην Κοινότητα. Τέλος, διαπιστώθηκε ότι στις ΗΠΑ ο ανταγωνισμός είναι πολύ μεγάλος. Μάλιστα, εκτός από τον ανταγωνισμό που υπάρχει μεταξύ πολλών παραγωγών στις ΗΠΑ, υπήρχε επίσης ανταγωνισμός από τον εισαγόμενο PAC (κυρίως από τη ΛΔΚ, τη Σρι Λάνκα και τις Φιλιππίνες), που μπορούσε να εισαχθεί χωρίς ποσοτικούς περιορισμούς ή δασμούς εισαγωγής κατά την ΠΕΕ. Επιπλέον, ο κύριος παραγωγός PAC στις ΗΠΑ ήταν πρόθυμος να συνεργαστεί.

(24)

Με βάση τα ανωτέρω, και επειδή κανένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν υπέβαλε παρατηρήσεις σχετικά με την επιλογή της ανάλογης χώρας, επελέγησαν οι ΗΠΑ ως η καταλληλότερη ανάλογη χώρα.

β)   Κανονική αξία

(25)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε εάν οι αντιπροσωπευτικές εγχώριες πωλήσεις PAC στις ΗΠΑ, με βάση τις τιμές χρέωσης, είχαν γίνει στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων. Επίσης, εξετάστηκε εάν οι εγχώριες πωλήσεις ήταν επικερδείς. Για το σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ του συνολικού κόστους παραγωγής κάθε ποιότητας κατά την ΠΕΕ και της μέσης τιμής των πωλήσεων αυτής της ποιότητας που πραγματοποιήθηκαν κατά την ίδια περίοδο. Όπως διαπιστώθηκε, οι περισσότερες πωλήσεις ήταν επικερδείς. Η έρευνα έδειξε επίσης ότι όλες οι πωλήσεις πραγματοποιήθηκαν σε ανεξάρτητους πελάτες. Έτσι, οι καταβληθείσες ή καταβλητέες τιμές PAC, από ανεξάρτητους πελάτες στην εγχώρια αγορά των ΗΠΑ, στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων, χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

γ)   Τιμή εξαγωγής

(26)

Όπως προαναφέρθηκε, κατά την έρευνα επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων δεν συνεργάστηκε κανένας κινέζος εξαγωγέας-παραγωγός ούτε κανένας εισαγωγέας PAC στην Κοινότητα. Επομένως, η τιμή εξαγωγής καθορίστηκε με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού. Όπως αναφέρθηκε ήδη στην αιτιολογική σκέψη 20 ανωτέρω και λόγω έλλειψης άλλων περισσότερο αξιόπιστων πληροφοριών, αυτό έγινε με αναφορά στη μέση τιμή από τις στατιστικές εισαγωγών της Eurostat (TARIC) κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ.

δ)   Σύγκριση

(27)

Για να εξασφαλιστεί ορθή σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, ελήφθησαν δεόντως υπόψη, υπό μορφή προσαρμογών, οι διαφορές που επηρεάζουν τις τιμές και τη συγκρισιμότητα των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Σχετικά με αυτό, έγιναν προσαρμογές για να ληφθούν υπόψη οι διαφορές κόστους όσον αφορά τους ναύλους, την ασφάλιση και εσωτερικές μεταφορές. Λόγω έλλειψης οποιωνδήποτε πληροφοριών από την πλευρά των κινέζων παραγωγών-εξαγωγέων, οι προσαρμογές στην τιμή εξαγωγής βασίστηκαν στα διαθέσιμα στοιχεία και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, σε σχετικές πληροφορίες που δόθηκαν στην αίτηση επανεξέτασης.

ε)   Περιθώριο ντάμπινγκ

(28)

Η σύγκριση της σταθμισμένης μέσης κανονικής τιμής με τη σταθμισμένη μέση τιμή εξαγωγής για όλες τις ποιότητες έδειξε ότι οι εξαγωγές PAC στην Κοινότητα εξακολουθούσαν να αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ με σημαντικό περιθώριο κατά την ΠΕΕ. Το περιθώριο ντάμπινγκ ήταν ίσο προς το ποσό κατά το οποίο η κανονική αξία υπερέβαινε τις τιμές των εξαγωγών στην Κοινότητα. Το μέσο σταθμισμένο περιθώριο ντάμπινγκ υπερέβαινε το 20 %. Παρά το γεγονός ότι αυτό το περιθώριο ντάμπινγκ βασίστηκε υποχρεωτικά, σε μεγάλο βαθμό, στα διαθέσιμα στοιχεία λόγω της μη συνεργασίας των κινέζων εξαγωγέων-παραγωγών, είναι ενδεικτικό της τρέχουσας συμπεριφοράς της ΛΔΚ όσον αφορά τις εξαγωγές. Προφανώς, εάν υπήρχε συνεργασία από την πλευρά των κινέζων εξαγωγέων-παραγωγών, ο υπολογισμός θα ήταν πολύ πιο ακριβής.

3.3.   Εξέλιξη των εξαγωγών στην Κοινότητα εάν λήξουν τα μέτρα

(29)

Εξετάστηκε επίσης η εξέλιξη που θα παρουσιάσουν οι εξαγωγές PAC από τη ΛΔΚ στην Κοινότητα εάν λήξουν τα μέτρα. Για το σκοπό αυτό, εξετάστηκε η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα της ΛΔΚ, ο όγκος των εξαγωγών και η εγχώρια αγορά στη ΛΔΚ, καθώς και η συμπεριφορά της ΛΔΚ ως προς τις τιμές έναντι άλλων τρίτων χωρών. Επειδή οι εξαγωγείς-παραγωγοί δεν συνεργάστηκαν, χρησιμοποιήθηκαν οι πληροφορίες από έρευνες της αγοράς που υπέβαλε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

στ)   Παραγωγική ικανότητα, εγχώρια αγορά στην Κίνα και όγκος εξαγωγών

(30)

Οι πληροφορίες που διαθέτει η Επιτροπή έδειξαν ότι η ΛΔΚ, που απαριθμεί 300 περίπου παραγωγούς, είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός και εξαγωγέας ενεργοποιημένου άνθρακα (σε σκόνη και σε κόκκους) παγκοσμίως. Υπολογίστηκε ότι κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ η κινεζική παραγωγική ικανότητα PAC ήταν 190 000 τόνοι περίπου, από τους οποίους 70 000 τόνοι περίπου πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά και 60 000 τόνοι περίπου εξήχθησαν. Επομένως, η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα ήταν 60 000 τόνοι περίπου. Επισημαίνεται ότι η πλεονάζουσα αυτή παραγωγική ικανότητα υπερβαίνει την κατανάλωση στην Κοινότητα κατά την ΠΕΕ.

(31)

Οι κυριότερες αγορές των εξαγωγών για τον κινεζικό PAC είναι η Νοτιοανατολική Ασία, η Ιαπωνία, η Δημοκρατία της Κορέας, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη. Ωστόσο, σύμφωνα με τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, οι συμπληρωματικές ανάγκες για εισαγόμενο PAC σε τρίτες χώρες θα είναι ελάχιστες και, επομένως, θα είναι επίσης αμελητέα η δυνατότητα απορρόφησης περαιτέρω κινεζικών εξαγωγών. Επιπλέον, πρέπει να αναφερθεί ότι ορισμένες πιθανές εξαγωγικές αγορές της Ασίας, όπως η Ινδία και η Ινδονησία, εφαρμόζουν υψηλούς δασμούς στον PAC.

(32)

Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, υπολογίζεται ότι ο ετήσιος ρυθμός μεγέθυνσης της εγχώριας κατανάλωσης, της παραγωγής και της παραγωγικής ικανότητας PAC στη ΛΔΚ θα είναι γύρω στο 5 %. Δεδομένου ότι οι ΗΠΑ επέβαλαν μέτρα αντιντάμπινγκ στον κινεζικό PAC που ενεργοποιείται με ατμό, τον Απρίλιο του 2007 (δηλαδή μετά την ΠΕ), οι εξαγωγές είναι πιθανόν ακόμη και να μειωθούν. Επομένως, η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα όχι μόνον δεν θα μειωθεί, αλλά πιθανότατα θα αυξηθεί στο μέλλον.

(33)

Επιπλέον, σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, ο κινεζικός κλάδος παραγωγής ενεργοποιημένου άνθρακα αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή χρηματοοικονομικά προβλήματα, ιδίως λόγω του ότι η χαμηλή χρήση της παραγωγικής ικανότητας έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους. Επίσης, με τον τρόπο αυτόν αυξάνεται η πίεση για εξαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ ώστε να επιτυγχάνονται καλύτερες οικονομίες κλίμακας.

(34)

Στο πλαίσιο αυτό, εάν τα μέτρα καταργηθούν και η Κοινότητα αποτελέσει ελκυστικότερη εξαγωγική αγορά, είναι πολύ πιθανόν οι κινέζοι παραγωγοί να αυξήσουν τη χρήση της παραγωγικής τους ικανότητας ώστε να εξαγάγουν σημαντικότερη ποσότητα και, έτσι, να μειώσουν το κόστος τους και να βελτιώσουν την οικονομική τους κατάσταση.

ζ)   Τιμολογιακή συμπεριφορά σε αγορές τρίτων χωρών

(35)

Η ανάλυση των τιμών των κινεζικών εξαγωγών προς άλλες τρίτες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, απέδειξε ότι εξαγωγές PAC γίνονταν επίσης σε πολύ χαμηλές τιμές και αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ σε πολύ σημαντικά ποσοστά (υψηλότερα από το περιθώριο ντάμπινγκ που έχει καθοριστεί στην παρούσα έρευνα επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, βλέπε αιτιολογική σκέψη 28 ανωτέρω). Είναι προφανές ότι υπάρχει ένα ιστορικό κινεζικών πρακτικών ντάμπινγκ όσον αφορά το συγκεκριμένο προϊόν.

(36)

Κατά συνέπεια, εάν καταργηθεί ο δασμός αντιντάμπινγκ, η κοινοτική αγορά πιθανότατα θα προσελκύσει μεγάλες ποσότητες χαμηλής τιμής με πρακτικές ντάμπινγκ κινεζικού PAC. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να σημειωθεί ότι, μετά την επιβολή των μέτρων αντιντάμπινγκ το 1996, οι κινεζικές εισαγωγές συνεχίστηκαν στην αγορά της Κοινότητας, αν και σε μικρότερες ποσότητες, γεγονός που θα διευκολύνει την αύξηση των εισαγωγών εάν λήξει η ισχύς των μέτρων.

3.4.   Συμπέρασμα σχετικά με την πιθανότητα συνέχισης του ντάμπινγκ

(37)

Οι εισαγωγές κινεζικού PAC κατά την ΠΕΕ ήταν πάνω από τα ελάχιστα επίπεδα και εξακολουθούσαν να αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Διαπιστώθηκε ότι το ντάμπινγκ συνεχίστηκε και ότι υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα να συνεχιστεί ακόμη και αν λήξουν τα μέτρα. Επιπλέον, σε μια τέτοια περίπτωση είναι πιθανόν οι εξαγωγές κινεζικού PAC στην Κοινότητα να αυξηθούν σε σημαντικό βαθμό (και να επιστρέψουν, το λιγότερο, στα επίπεδα που είχαν διαπιστωθεί στην αρχική έρευνα), εφόσον υπάρχει μεγάλη πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα στη ΛΔΚ. Οι τιμές αυτών των επιπλέον ποσοτήτων εισαγωγής θα αποτελέσουν πιθανότατα αντικείμενο ντάμπινγκ σε πολύ μεγάλο βαθμό.

4.   ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

(38)

Η έρευνα απέδειξε ότι λίγοι παραγωγοί παράγουν PAC προς το παρόν στην Κοινότητα. Οι δύο αιτούντες παραγωγοί και δύο άλλοι παραγωγοί, οι οποίοι δεν συνεργάστηκαν στην έρευνα, ακολουθούν την παραδοσιακή διαδικασία ανάμειξης των αναγκαίων πρώτων υλών για την παραγωγή του PAC με ενεργοποίηση.

(39)

Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι ορισμένοι άλλοι παραγωγοί στην Κοινότητα παρασκευάζουν PAC με άλεση GAC που εισάγουν από τη ΛΔΚ. Βάσει των εκτιμήσεων που παρείχε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, 10 000 τόνοι περίπου από τη συνολική ποσότητα GAC που εισάγεται από τη ΛΔΚ αλέθονται και μετατρέπονται σε PAC στην Κοινότητα. Πράγματι, ένας άλλος παραγωγός που συνεργάστηκε με την Επιτροπή κατά τη διάρκεια της έρευνας παρασκεύαζε PAC χρησιμοποιώντας τη μέθοδο αυτή. Ωστόσο, όπως είχε συμβεί και στην πρώτη έρευνα επανεξέτασης, οι ποσότητες αυτές δεν έχουν περιληφθεί στον υπολογισμό της συνολικής κοινοτικής παραγωγής και της κοινοτικής κατανάλωσης.

(40)

Οι δύο κοινοτικοί παραγωγοί εξ ονόματος των οποίων υποβλήθηκε η αίτηση επανεξέτασης συνεργάστηκαν στην έρευνα. Οι παραγωγοί αυτοί αντιπροσώπευαν το 80 % περίπου της κοινοτικής παραγωγής PAC και, ως εκ τούτου, αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(41)

Επειδή ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αποτελείται από δύο κοινοτικούς παραγωγούς, οι πληροφορίες που αφορούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής έπρεπε να παρουσιαστούν υπό τη μορφή δεικτών ώστε να τηρηθεί η εμπιστευτικότητα των ευαίσθητων στοιχείων.

5.   Η ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

5.1.   Κατανάλωση στην κοινοτική αγορά

(42)

Η κοινοτική κατανάλωση (ΕΕ-27) καθορίστηκε με βάση:

τις πωλήσεις στην κοινοτική αγορά από τους δύο συνεργασθέντες κοινοτικούς παραγωγούς,

τις πωλήσεις στην κοινοτική αγορά από τους μη συνεργασθέντες κοινοτικούς παραγωγούς PAC (κατ’ εκτίμηση του αιτούντος),

τις στατιστικές για τις εισαγωγές της Eurostat.

(43)

Όπως αναφέρθηκε ήδη στην αιτιολογική σκέψη 39, υπάρχουν ορισμένες ποσότητες PAC που παράγονται με άλεση GAC ο οποίος εισάγεται από τη ΛΔΚ, και οι οποίες δεν έχουν περιληφθεί στον υπολογισμό της κοινοτικής κατανάλωσης.

(44)

Βάσει των προαναφερθέντων, η κοινοτική κατανάλωση PAC αυξήθηκε κατά 7 % στη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Μετά την αύξηση του 10 % που παρατηρήθηκε μεταξύ του 2003 και του 2005 ακολούθησε μικρή πτώση το 2006 και έκτοτε η κατανάλωση παρέμεινε σταθερή κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ.

 

2003

2004

2005

2006

ΠΕΕ

Κατανάλωση (σε τόνους)

38 163

39 499

41 983

40 697

40 783

Δείκτης (2003 = 100)

100

104

110

107

107

5.2.   Τρέχουσες εισαγωγές από τη ΛΔΚ

α)   Όγκος και μερίδιο αγοράς

(45)

Στον πίνακα που ακολουθεί εμφανίζεται η εξέλιξη του όγκου και του μεριδίου της αγοράς όσον αφορά τις εισαγωγές PAC από τη ΛΔΚ με βάση τα στοιχεία της Eurostat. Ο όγκος των εισαγωγών από τη ΛΔΚ αυξήθηκε στη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου κατά 55 %, αλλά το αντίστοιχο μερίδιο αγοράς παρέμεινε συνολικά κάτω του 2 %.

 

2003

2004

2005

2006

ΠΕΕ

Όγκος εισαγωγών (σε τόνους)

341

662

600

515

529

Δείκτης (2003 = 100)

100

194

176

151

155

Μερίδιο αγοράς

0,9 %

1,7 %

1,4 %

1,3 %

1,3 %

β)   Συμπεριφορά των εισαγωγών ως προς τις τιμές

(46)

Οι μέσες τιμές εισαγωγής PAC καταγωγής ΛΔΚ, όπως προκύπτουν από τα στοιχεία της Eurostat και αφού προστεθεί το κόστος μετά την εισαγωγή, οι τελωνειακοί δασμοί και οι δασμοί αντιντάμπινγκ, σημείωσαν μια μάλλον μέτρια αύξηση 8 % κατά την υπό εξέταση περίοδο, όπως φαίνεται στον ακόλουθο πίνακα.

 

2003

2004

2005

2006

ΠΕΕ

Τιμή (EUR/τόνο)

1 169

1 104

1 187

1 217

1 267

Δείκτης (2003 = 100)

100

94

102

104

108

(47)

Λόγω έλλειψης λεπτομερών στοιχείων όσον αφορά τις πωλήσεις από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στη ΛΔΚ, η Επιτροπή συνέκρινε τις προσαρμοσμένες τιμές εισαγωγής που πήρε από την Eurostat με τις μέσες τιμές πώλησης εκ του εργοστασίου του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ως σύνολο, δηλαδή χωρίς να γίνει διάκριση των διαφόρων ποιοτήτων PAC. Από τη σύγκριση αυτή προέκυψε ότι οι τιμές εξαγωγής της ΛΔΚ κατά τη διάρκεια της ΠΕΕ ήταν κατά 25 έως 30 % χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την ίδια περίοδο.

5.3.   Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(48)

Οι εισαγωγές PAC από άλλες τρίτες χώρες εκτός της ΛΔΚ αυξήθηκαν αρκετά κατά την υπό εξέταση περίοδο, από 7 300 τόνους περίπου το 2003 σε 10 000 τόνους κατά την ΠΕΕ, ποσότητες που αντιπροσωπεύουν ένα μερίδιο αγοράς 19 και 25 % αντίστοιχα. Οι κυριότερες χώρες εξαγωγής ήταν η Μαλαισία, η Ινδονησία, οι Φιλιππίνες και οι ΗΠΑ.

(49)

Παρά το γεγονός ότι οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ περιορίστηκαν στο ήμισυ, οι εισαγωγές από τη Μαλαισία, την Ινδονησία και τις Φιλιππίνες αυξήθηκαν από 2 800 τόνους το 2003 σε 6 200 τόνους κατά την ΠΕΕ, που αντιπροσωπεύουν συνολικό μερίδιο αγοράς της κοινοτικής αγοράς 15 % κατά την ΠΕΕ. Η έρευνα έδειξε ότι ορισμένες από τις εισαγωγές από αυτές τις τρεις χώρες αφορούσαν PAC που παράγεται από το κέλυφος καρύδας, τον οποίο οι κοινοτικοί παραγωγοί δεν μπορούν να παράγουν οι ίδιοι λόγω έλλειψης της οικείας πρώτης ύλης. Επομένως, μέρος των εισαγωγών αυτών προκλήθηκε από τον ίδιο τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής για να συμπληρώσει το φάσμα ειδών PAC που προσέφερε στους κοινοτικούς χρήστες.

(50)

Όσον αφορά τις τιμές, οι μέσες τιμές εισαγωγής από τη Μαλαισία, την Ινδονησία και τις Φιλιππίνες ήταν χαμηλότερες από εκείνες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Οι τιμές των εισαγωγών από τη Μαλαισία και την Ινδονησία βρίσκονταν στο ίδιο εύρος των τιμών εισαγωγής PAC από τη ΛΔΚ, ενώ οι τιμές εισαγωγής από τις Φιλιππίνες σημείωσαν σημαντική αύξηση κατά την υπό εξέταση περίοδο (37 %) και ήταν κατά 20 % υψηλότερες από τις κινεζικές τιμές εισαγωγής κατά την ΠΕΕ.

(51)

Οι τιμές εισαγωγής από τις ΗΠΑ διαπιστώθηκε ότι ήταν κατά πολύ υψηλότερες από εκείνες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Οι περισσότερες από αυτές τις εισαγωγές αφορούσαν ειδικής ποιότητας PAC που επιτυγχάνουν υψηλές τιμές στην κοινοτική αγορά.

(52)

Συνοπτικά, η έρευνα έδειξε ότι ορισμένες εισαγωγές PAC από τρίτες χώρες είναι συμπληρωματικές της παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Άλλες εισαγωγές έγιναν σε τιμές κατά πολύ υψηλότερες από τη μέση τιμή που χρέωνε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Επίσης, υπάρχουν άλλες εισαγωγές που έγιναν σε σχετικά χαμηλές τιμές οι οποίες μπορεί να έχουν μια επίδραση στην κοινοτική αγορά. Ωστόσο, από τις τάσεις που παρατηρήθηκαν κατά την υπό εξέταση περίοδο, προκύπτει ότι η κατάσταση αυτή δεν είναι πιθανό να επεκταθεί.

5.4.   Οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

α)   Παραγωγή, εγκατεστημένη παραγωγική ικανότητα και ποσοστό χρησιμοποίησης της ικανότητας

(53)

Η ικανότητα παραγωγής PAC μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με το μείγμα συστατικών χαμηλού βαθμού ενεργοποίησης (λιγότερος χρόνος στην κάμινο) και υψηλού βαθμού ενεργοποίησης (περισσότερος χρόνος στην κάμινο). Για το λόγο αυτό, η ικανότητα παραγωγής που εμφανίζεται στον πίνακα που ακολουθεί έχει καθοριστεί με βάση ένα μείγμα παραγωγής υψηλού βαθμού και χαμηλού βαθμού ενεργοποίησης PAC.

 

2003

2004

2005

2006

ΠΕΕ

Παραγωγή (σε τόνους)

100

105

95

100

100

Εγκατεστημένη παραγωγική ικανότητα (σε τόνους)

100

90

85

86

86

Ποσοστό χρησιμοποίησης της ικανότητας

100

118

112

118

116

(54)

Η παραγωγή PAC από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ήταν σταθερή κατά την υπό εξέταση περίοδο, με κάποιες διακυμάνσεις το 2004 και το 2005.

(55)

Η εγκατεστημένη παραγωγική ικανότητα μειώθηκε μεταξύ του 2003 και του 2005. Η μείωση αυτή αποδίδεται στην περιβαλλοντική νομοθεσία που εφαρμόστηκε το 2003 από τις τοπικές αρχές ενός κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται μία μονάδα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Κατά συνέπεια, ο συγκεκριμένος κοινοτικός παραγωγός υποχρεώθηκε να σταματήσει τη λειτουργία μιας μονάδας ενεργοποίησης λόγω των περιβαλλοντικών αυτών απαιτήσεων.

(56)

Άμεση συνέπεια της μικρότερης διαθέσιμης ικανότητας παραγωγής ήταν η αντίστοιχη αύξηση του ποσοστού χρησιμοποίησης της ικανότητας.

β)   Όγκος πωλήσεων, μερίδιο αγοράς της κοινοτικής κατανάλωσης, μέση τιμή πωλήσεων και μεγέθυνση

 

2003

2004

2005

2006

ΠΕΕ

Όγκος πωλήσεων

100

96

94

96

96

Μερίδιο αγοράς

100

93

87

91

91

Μέση τιμή πωλήσεων

100

99

98

99

99

Μεγέθυνση

100

96

92

95

96

(57)

Ο όγκος των πωλήσεων ήταν 4 % χαμηλότερος κατά την ΠΕΕ σε σύγκριση με την αρχή της υπό εξέταση περιόδου. Καθώς η κοινοτική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 7 % κατά την υπό εξέταση περίοδο (βλέπε αιτιολογική σκέψη 44 ανωτέρω), το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 9 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Παρά τη μείωση αυτή του μεριδίου της αγοράς, το μερίδιο αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής διατηρήθηκε πάνω από το 50 % σε όλη την υπό εξέταση περίοδο.

(58)

Οι μέσες τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην κοινοτική αγορά παρέμειναν σχετικά σταθερές στη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Οι σταθερές τιμές πώλησης σε συνδυασμό με τον μικρότερο όγκο πωλήσεων είχαν ως αποτέλεσμα αρνητική μεγέθυνση 4 % κατά την υπό εξέταση περίοδο, αντικατοπτρίζοντας τη μείωση του όγκου των πωλήσεων κατά το ίδιο ποσοστό.

γ)   Αποθέματα

 

2003

2004

2005

2006

ΠΕΕ

Αποθέματα

100

138

115

97

85

(59)

Με δεδομένη τη διακοπή της μιας γραμμής παραγωγής το 2004 (βλέπε αιτιολογική σκέψη 55 ανωτέρω) και για να μπορέσει να εξυπηρετήσει τους πελάτες του, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υποχρεώθηκε να αυξήσει προσωρινά τα αποθέματά του. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών, το επίπεδο των αποθεμάτων έφτασε και πάλι τα αρχικά επίπεδα, δηλαδή 10 — 20 % περίπου του όγκου παραγωγής.

δ)   Αποδοτικότητα, απόδοση των επενδύσεων και ταμειακή ροή

 

2003

2004

2005

2006

ΠΕΕ

Αποδοτικότητα των κοινοτικών πωλήσεων

100

383

337

200

226

Απόδοση των επενδύσεων

100

1 051

692

215

348

Ταμειακή ροή (% των κοινοτικών πωλήσεων)

100

143

119

100

128

(60)

Οι τρεις αυτοί δείκτες ακολούθησαν παρόμοιο μοντέλο (αν και σε διαφορετικό βαθμό) κατά την υπό εξέταση περίοδο, δηλαδή μια απότομη αύξηση μεταξύ 2003 και 2004, την οποία ακολούθησε μια σταδιακή μείωση έως το τέλος της ΠΕΕ.

(61)

Η εξέλιξη της αποδοτικότητας, της απόδοσης των επενδύσεων και της ταμειακής ροής μεταξύ του 2003 και του 2004 πρέπει να μελετηθεί με βάση το γεγονός ότι το 2003 η οικονομική επίδοση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ήταν ιδιαίτερα κακή και η απόδοση των πωλήσεων ξεπερνούσε ελάχιστα το νεκρό σημείο. Η κακή επίδοση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής το 2003 οφειλόταν στις δυσκολίες που αντιμετώπισε ένας από τους κοινοτικούς παραγωγούς τη χρονιά εκείνη.

(62)

Η μείωση του κέρδους μεταξύ του 2005 και του 2006 οφείλεται εν μέρει στο κόστος με το οποίο επιβαρύνθηκε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής για να ανταποκριθεί στις περιβαλλοντικές απαιτήσεις (βλέπε αιτιολογική σκέψη 55 ανωτέρω).

(63)

Ο άλλος συνεργασθείς παραγωγός PAC, ο οποίος παράγει PAC με άλεση εισαγόμενου GAC (βλέπε αιτιολογική σκέψη 39 ανωτέρω), υποστήριξε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, ενόψει της αύξησης του επιπέδου κέρδους του από τον PAC μεταξύ 2003 και 2006, όπως φαίνεται στην καταγγελία, μπόρεσε να διεπιδοτήσει τις πωλήσεις GAC. Υποστήριξε, δηλαδή, ότι επειδή υπήρχε προστασία του PAC ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπόρεσε να χρεώσει υψηλότερες τιμές για τον PAC και έτσι να χρεώσει υποτίθεται λιγότερο τις πωλήσεις GAC. Για το λόγο αυτό, το συγκεκριμένο μέρος ήταν αντίθετο στη συνέχιση των μέτρων.

(64)

Όσον αφορά την υποτιθέμενη διεπιδότηση GAC και PAC που παρήχθη από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, σημειώνεται ότι αυτό είναι εν μέρει εκτός του πεδίου εφαρμογής της παρούσας επανεξέτασης, αφού η αποδοτικότητα των πωλήσεων GAC δεν αναλύεται στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας. Όσον αφορά τα επίπεδα κέρδους, σημειώνεται ότι, ενώ ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σημείωσε απότομη αύξηση της αποδοτικότητας μεταξύ 2003 και 2004, την εξέλιξη αυτή ακολούθησε μια περίοδος κάμψης κατά το 2006 και την ΠΕΕ. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 61 ανωτέρω, η απότομη αύξηση μεταξύ του 2003 και του 2004 πρέπει να μελετηθεί σε σχέση με την κακή οικονομική επίδοση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής το 2003 και όχι σε σχέση με την καλή οικονομική επίδοση κατά το 2004. Επιπλέον, κατά την υπό εξέταση περίοδο, η αποδοτικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής ποτέ δεν υπερέβη το 5,5 % σε σχέση με τις πωλήσεις του PAC στην κοινοτική αγορά. Επομένως, πρέπει να απορριφθεί η πιθανότητα η αύξηση της αποδοτικότητας κατά την υπό εξέταση περίοδο να ήταν σε τέτοιο επίπεδο που θα επέτρεπε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να επιδοτεί τις πωλήσεις άλλων προϊόντων του, αφού η αποδοτικότητα των πωλήσεων PAC κατά την υπό εξέταση περίοδο ήταν πολύ χαμηλή για να μπορέσει να στηρίξει οποιαδήποτε διεπιδότηση.

δ)   Απασχόληση, μισθοί και παραγωγικότητα

 

2003

2004

2005

2006

ΠΕΕ

Αριθμός εργαζομένων

100

97

88

90

90

Μισθοί ανά εργαζόμενο

100

100

99

100

97

Παραγωγικότητα (τόνοι/απασχολούμενο)

100

108

108

111

111

(65)

Όπως φαίνεται από τον ανωτέρω πίνακα, ο αριθμός των εργαζομένων στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής μειώθηκε κατά 10 % περίπου στην υπό εξέταση περίοδο. Επειδή κατά την ίδια περίοδο η πραγματική παραγωγή παρέμεινε σταθερή (βλέπε αιτιολογική σκέψη 54 ανωτέρω), η αύξηση στην παραγωγικότητα αντικατοπτρίζει τις δύο αυτές εξελίξεις.

(66)

Επιπλέον, οι μισθοί παρέμειναν σχετικά σταθεροί κατά την υπό εξέταση περίοδο.

ε)   Επενδύσεις

 

2003

2004

2005

2006

ΠΕΕ

Επενδύσεις (EUR)

100

70

71

135

135

(67)

Στον ανωτέρω πίνακα φαίνεται ότι κατά τη διάρκεια του 2006 και της ΠΕΕ, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής πραγματοποίησε σημαντικές επενδύσεις. Για τους λόγους που εξηγούνται στην αιτιολογική σκέψη 55, οι επενδύσεις αυτές συνδέονται με τις απαιτήσεις για την προστασία του περιβάλλοντος.

στ)   Ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(68)

Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν αντιμετώπισε δυσχέρειες όσον αφορά την άντληση κεφαλαίων κατά την υπό εξέταση περίοδο.

ζ)   Μέγεθος του ντάμπινγκ

(69)

Όπως προαναφέρθηκε, από τα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει ότι το περιθώριο ντάμπινγκ μπορεί να θεωρηθεί σημαντικό.

η)   Ανάκαμψη από παλαιότερες πρακτικές ντάμπινγκ

(70)

Όπως διαπιστώθηκε ήδη και κατά την προηγούμενη επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, ενώ ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατόρθωσε ως ένα βαθμό να ανακάμψει από τις παλαιότερες πρακτικές ντάμπινγκ λόγω της εφαρμογής των μέτρων αντιντάμπινγκ, εξακολουθεί, ωστόσο, να βρίσκεται σε ευάλωτη θέση.

5.5.   Εξαγωγικές δραστηριότητες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

 

2003

2004

2005

2006

ΠΕΕ

Όγκος πωλήσεων (σε τόνους) για εξαγωγή

100

108

114

122

121

Μέση τιμή πωλήσεων (εξαγωγή)

100

94

96

99

101

(71)

Ο όγκος πωλήσεων για εξαγωγές αυξήθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου κατά 21 % περίπου μεταξύ του 2003 και της ΠΕΕ.

(72)

Η μέση τιμή πωλήσεων για τις εξαγωγές παρέμεινε σταθερή, εάν συγκριθεί η τιμή εξαγωγικών πωλήσεων του 2003 με εκείνες της ΠΕΕ. Αν και το 2004 οι τιμές μειώθηκαν ελαφρώς, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπόρεσε να αυξήσει τις τιμές του από το 2005.

5.6.   Συμπέρασμα για την κατάσταση της κοινοτικής αγοράς

(73)

Μεταξύ του 2003 και της ΠΕΕ, οι ακόλουθοι δείκτες, που αφορούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, σημείωσαν θετική εξέλιξη: αποδοτικότητα, απόδοση των επενδύσεων, ταμειακή ροή και χρησιμοποίηση ικανότητας και τελικά αποθέματα. Οι τιμές πώλησης μονάδας και η παραγωγή παρέμειναν σχεδόν σταθερές. Επιπλέον, η παραγωγικότητα αυξήθηκε και ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπόρεσε να πραγματοποιήσει επενδύσεις για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις για την προστασία του περιβάλλοντος.

(74)

Αντίθετα, οι ακόλουθοι δείκτες σημείωσαν αρνητική εξέλιξη: όγκος πωλήσεων, μερίδιο αγοράς και απασχόληση. Επιπλέον, η παραγωγική ικανότητα μειώθηκε λόγω των απαιτήσεων για την προστασία του περιβάλλοντος που προαναφέρθηκαν.

(75)

Γενικά, αν και η κατάσταση δεν είναι ξεκάθαρη, φαίνεται ότι οι θετικές εξελίξεις ήταν περισσότερες από τις αρνητικές. Επιπλέον, εάν κανείς συγκρίνει τις παραπάνω τάσεις με εκείνες που διαπιστώθηκαν κατά την αρχική έρευνα, γίνεται σαφές ότι τα μέτρα αντιντάμπινγκ που εφαρμόστηκαν είχαν θετικό αντίκτυπο στην οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Παρ’ όλ’ αυτά, πρέπει να τονιστεί ότι ακόμη και οι δείκτες που σημείωσαν θετική εξέλιξη, όπως ειδικότερα η αποδοτικότητα και η απόδοση των επενδύσεων, δεν έχουν ακόμη φθάσει στα επίπεδα που θα αναμένονταν εάν ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής είχε ανακάμψει πλήρως από τις παλαιότερες ζημιογόνες πρακτικές ντάμπινγκ.

(76)

Συνάγεται επομένως το συμπέρασμα ότι, αν και η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής έχει βελτιωθεί, σε σύγκριση με την περίοδο που προηγείται της επιβολής των μέτρων εξακολουθεί να είναι ευάλωτη.

6.   ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΑ ΣΥΝΕΧΙΣΗΣ Ή ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

(77)

Η έρευνα έδειξε ότι η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα στη ΛΔΚ είναι ιδιαίτερα σημαντική, αφού υπερβαίνει την κοινοτική κατανάλωση κατά την ΠΕΕ. Επιπλέον, με δεδομένα τα μέτρα αντιντάμπινγκ κατά των εισαγωγών PAC (που ενεργοποιείται με ατμό) καταγωγής ΛΔΚ που έχουν υποβάλει οι ΗΠΑ, υπάρχει ορατός κίνδυνος στρεβλώσεων στο εμπόριο λόγω των όγκων που παλαιότερα εξάγονταν στις ΗΠΑ, εάν επιτραπεί να λήξουν τα μέτρα. Ο κίνδυνος αυτός γίνεται ακόμη μεγαλύτερος λόγω του ότι οι τιμές στις οποίες εισήχθη ο PAC στις ΗΠΑ είναι ακόμη πιο χαμηλές από τις τιμές εισαγωγής στην κοινοτική αγορά.

(78)

Επιπλέον, οι τιμές στις οποίες εισάγεται αυτή τη στιγμή ο PAC έχουν καθοριστεί ώστε να αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και βρίσκονται πολύ πιο πίσω από τη μέση τιμή πώλησης (και το κόστος) του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(79)

Επομένως, η συνδυασμένη επίδραση παραγόντων όπως:

η σημαντική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα της ΛΔΚ,

ο επικείμενος κίνδυνος στρέβλωσης του εμπορίου λόγω της επιβολής μέτρων από τις ΗΠΑ, και

οι επικρατούσες χαμηλές τιμές στις οποίες ο PAC καταγωγής ΛΔΚ εισάγεται στην Κοινότητα, καθώς και στις ΗΠΑ,

προοιωνίζεται σοβαρό κίνδυνο επανάληψης της ζημίας, εάν τα μέτρα καταργηθούν.

(80)

Όπως αναφέρεται πιο πάνω, παρά το γεγονός ότι η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής έχει βελτιωθεί σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατούσε πριν από την επιβολή των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ, εξακολουθεί να είναι ευάλωτη. Είναι πιθανόν, εάν ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εκτεθεί σε αυξημένες ποσότητες εισαγωγών από τη ΛΔΚ σε τιμές ντάμπινγκ, να επιδεινωθεί η οικονομική του κατάσταση, όπως διαπιστώθηκε στην αρχική έρευνα. Βάσει αυτών, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η κατάργηση των μέτρων θα οδηγήσει κατά πάσα πιθανότητα στην επανάληψη της ζημίας για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

7.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

7.1.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

(81)

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού, εξετάστηκε αν η παράταση των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ θα είναι αντίθετη προς το συμφέρον της Κοινότητας ως συνόλου. Ο καθορισμός του συμφέροντος της Κοινότητας βασίστηκε σε εκτίμηση όλων των εμπλεκόμενων συμφερόντων. Στην παρούσα έρευνα πραγματοποιήθηκε ανάλυση μιας κατάστασης στην οποία έχουν ήδη θεσπιστεί μέτρα αντιντάμπινγκ και η οποία καθιστά δυνατή την εκτίμηση των ενδεχόμενων αρνητικών επιπτώσεων στα ενδιαφερόμενα μέρη λόγω των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ.

(82)

Βάσει αυτών, εξετάστηκε επίσης κατά πόσον, παρά τα συμπεράσματα σχετικά με την πιθανότητα επανάληψης ή συνέχισης του ζημιογόνου ντάμπινγκ, υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι που θα οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι η διατήρηση μέτρων στη συγκεκριμένη περίπτωση αντίκειται στο συμφέρον της Κοινότητας.

(83)

Για το σκοπό αυτό απεστάλησαν ερωτηματολόγια, όχι μόνο στους τρεις παραγωγούς που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 11, αλλά και σε άλλους παραγωγούς (μεταξύ των οποίων και εκείνοι οι οποίοι παράγουν PAC με άλεση εισαγόμενου GAC), σε τέσσερις κοινοτικούς προμηθευτές, στους τρεις κοινοτικούς εισαγωγείς που συμφώνησαν να συνεργαστούν (βλέπε αιτιολογική σκέψη 9 ανωτέρω) και σε 37 χρήστες που αναφέρονται στην αίτηση ή/και είναι γνωστοί στην Επιτροπή.

7.2.   Συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(84)

Αναμένεται ευλόγως ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής θα εξακολουθήσει να επωφελείται από τα μέτρα που έχουν επιβληθεί και να ανακάμπτει με την ανάκτηση μεριδίου αγοράς και με τη βελτίωση της αποδοτικότητάς του. Εάν δεν διατηρηθούν τα μέτρα, είναι πιθανό ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής να αρχίσει και πάλι να υφίσταται ζημία από τις αυξημένες εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ από την εν λόγω χώρα και η σημερινή ευάλωτη οικονομική του κατάσταση να επιδεινωθεί.

(85)

Στη βάση αυτή και δεδομένου ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αντιπροσωπεύει την πλειονότητα της κοινοτικής παραγωγής, καθώς και ότι οι δύο κοινοτικοί παραγωγοί που αποτελούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής έχουν εκφραστεί υπέρ της διατήρησης των μέτρων, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η συνέχιση των μέτρων θα ήταν προς το συμφέρον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

7.3.   Το συμφέρον των προμηθευτών της Κοινότητας

(86)

Η Επιτροπή έλαβε απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο από τρεις κοινοτικούς προμηθευτές πρώτων υλών (λιγνίτη, τύρφης και πριονιδιού) του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Και οι τρεις υποστήριξαν τη συνέχιση των μέτρων και δήλωσαν ότι μεγάλο μέρος των πωλήσεών τους θα αντιμετώπιζε κίνδυνο εάν έληγε η ισχύς των μέτρων, θέτοντας σε κίνδυνο την οικονομική τους σταθερότητα.

(87)

Συνεπώς, μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι η διατήρηση των μέτρων αντιντάμπινγκ είναι προς το συμφέρον των κοινοτικών προμηθευτών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

7.4.   Το συμφέρον των κοινοτικών εισαγωγέων

(88)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 8, η Επιτροπή επικοινώνησε με 33 εισαγωγείς που απαριθμούνταν στην αίτηση για την παρούσα επανεξέταση. Μόνο τρεις εισαγωγείς συμφώνησαν να συνεργαστούν κατά την έρευνα. Ωστόσο, κανείς από τους τρεις αυτούς εισαγωγείς δεν απάντησε στο ερωτηματολόγιο που απέστειλε η Επιτροπή.

(89)

Κατά συνέπεια, η έλλειψη ενδιαφέροντος για συνεργασία κατά την παρούσα έρευνα μπορεί να θεωρηθεί ως ένδειξη του γεγονότος ότι οι εισαγωγικές δραστηριότητες των εισαγωγέων PAC δεν θα επηρεαστούν σοβαρά από τη συνέχιση των μέτρων.

7.5.   Το συμφέρον των χρηστών στην Κοινότητα

(90)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 83 ανωτέρω, υπήρξε επικοινωνία με 37 χρήστες, πολλοί από τους οποίους ήταν πελάτες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Τελικά, ελήφθησαν μόνο τρεις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο.

(91)

Κανείς από τους τρεις χρήστες δεν δέχτηκε επιτόπου επαλήθευση των απαντήσεών του στο ερωτηματολόγιο. Ωστόσο, από την εξέταση των μη επαληθευμένων στοιχείων διαπιστώθηκε ότι ο PAC, κατά μέσο όρο, εκπροσωπεί ένα πολύ μικρό ποσοστό του λειτουργικού κόστους των συγκεκριμένων χρηστών.

(92)

Επομένως, εξήχθη το συμπέρασμα ότι οι δραστηριότητες των χρηστών PAC δεν θα επηρεαστούν σοβαρά από τη συνέχιση των μέτρων.

7.6.   Συμπέρασμα σχετικά με το συμφέρον της Κοινότητας

(93)

Λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον όλων των πλευρών που αναγγέλθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας, φαίνεται ότι δεν υπάρχουν επιτακτικοί λόγοι, με βάση το συμφέρον της Κοινότητας, κατά της παράτασης της ισχύος των μέτρων αντιντάμπινγκ.

8.   ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

(94)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η διατήρηση της ισχύος των ισχυόντων μέτρων για τις εισαγωγές PAC. Επίσης, μετά την κοινοποίηση αυτή, καθορίστηκε προθεσμία εντός της οποίας τα μέρη μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

(95)

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, όπως προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, τα μέτρα αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στις εισαγωγές PAC καταγωγής ΛΔΚ πρέπει να διατηρηθούν.

9.   ΔΑΣΜΟΙ

(96)

Λαμβάνοντας υπόψη τα συναχθέντα συμπεράσματα όσον αφορά τη συνέχιση του ντάμπινγκ, την πιθανότητα επανάληψης της ζημίας και το κοινοτικό συμφέρον, τα μέτρα αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές PAC καταγωγής ΛΔΚ πρέπει να διατηρηθούν, έτσι ώστε να προληφθεί η επανάληψη της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής από τις εισαγωγές που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

(97)

Το παρόν επίπεδο του δασμού αντιντάμπινγκ, βάσει ενός επιπέδου εξάλειψης της ζημίας 38,6 %, καθορίζεται σε 323 ευρώ/τόνο (σταθερός δασμός).

(98)

Όσον αφορά το επίπεδο του δασμού, ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη υποστήριξε ότι, μετά την κατάργηση της μείωσης του ΦΠΑ που έχουν οι κινέζοι εξαγωγείς-παραγωγοί κατά την εξαγωγή προϊόντων που προέρχονται από εγχώρια αγορά πρώτων υλών, τα περιθώρια ντάμπινγκ πρέπει να είναι χαμηλότερα.

(99)

Ωστόσο, λόγω πλήρους έλλειψης οποιασδήποτε μορφής συνεργασίας με τους κινέζους εξαγωγείς-παραγωγούς και επειδή δεν υποβλήθηκε αίτηση για ενδιάμεση επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, αυτή η υποτιθέμενη αλλαγή του κόστους παραγωγής για τα εξαγόμενα προϊόντα δεν ήταν δυνατόν να τεκμηριωθεί και κατά συνέπεια απορρίφθηκε,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ενεργοποιημένου άνθρακα σε σκόνη, που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 3802 10 00 (κωδικός TARIC 3802100020), καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

2.   Το ποσό του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ είναι 323 ευρώ ανά τόνο (καθαρού βάρους).

3.   Στις περιπτώσεις στις οποίες τα εμπορεύματα υπέστησαν φθορά πριν από τη θέση τους σε ελεύθερη κυκλοφορία και, επομένως, η πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή υπολογίζεται κατ’ αναλογία για τον προσδιορισμό της δασμολογητέας αξίας σύμφωνα με το άρθρο 145 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής, της 2ας Ιουλίου 1993, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (6), το ποσό του δασμού αντιντάμπινγκ, υπολογιζόμενο με βάση τα ανωτέρω καθορισμένα ποσά, μειώνεται κατά ποσοστό που αντιστοιχεί στην αναλογική κατανομή της πράγματι πληρωθείσας ή πληρωτέας τιμής.

Άρθρο 2

Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους δασμούς.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 8 Ιουλίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

C. LAGARDE


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2117/2005 (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 17).

(2)  ΕΕ L 134 της 5.6.1996, σ. 20.

(3)  ΕΕ L 155 της 14.6.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 931/2003 (ΕΕ L 133 της 29.5.2003, σ. 36).

(4)  ΕΕ C 228 της 22.9.2006, σ. 3.

(5)  ΕΕ C 131 της 13.6.2007, σ. 14.

(6)  ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 214/2007 (ΕΕ L 62 της 1.3.2007, σ. 6).


10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/13


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 650/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2008

σχετικά με τον καθορισμό των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (Ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (2), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 προβλέπει, κατ’ εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ’ αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημα XV μέρος A, του εν λόγω κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 10 Ιουλίου 2008.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2008.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 510/2008 της Επιτροπής (ΕΕ L 149 της 7.6.2008, σ. 61).

(2)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 590/2008 (ΕΕ L 163 της 24.6.2008, σ. 24).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατ’ αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή για τον προσδιορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός των τρίτων χωρών (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

MA

33,6

MK

22,0

TR

69,0

ZZ

41,5

0707 00 05

TR

74,8

ZZ

74,8

0709 90 70

TR

92,6

ZZ

92,6

0805 50 10

AR

104,2

US

96,6

UY

75,5

ZA

112,5

ZZ

97,2

0808 10 80

AR

99,8

BR

96,4

CL

105,9

CN

70,5

NZ

112,2

US

88,2

UY

93,6

ZA

95,9

ZZ

95,3

0808 20 50

AR

94,9

CL

103,2

CN

113,9

NZ

142,1

ZA

107,3

ZZ

112,3

0809 10 00

TR

174,9

US

284,0

XS

130,8

ZZ

196,6

0809 20 95

TR

365,6

US

179,9

ZZ

272,8

0809 30

TR

313,4

ZZ

313,4

0809 40 05

IL

191,3

ZZ

191,3


(1)  Ονοματολογία των χωρών που ορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες χώρες καταγωγής».


10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/15


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 651/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2008

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1653/2004 για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-προτύπου των εκτελεστικών οργανισμών, κατ’ εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 58/2003 του Συμβουλίου, περί θεσπίσεως του καταστατικού των εκτελεστικών οργανισμών που είναι επιφορτισμένοι με ορισμένα καθήκοντα σχετικά με τη διαχείριση κοινοτικών προγραμμάτων

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 58/2003 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2002, περί θεσπίσεως του καταστατικού των εκτελεστικών οργανισμών που είναι επιφορτισμένοι με ορισμένα καθήκοντα σχετικά με τη διαχείριση κοινοτικών προγραμμάτων (1), και ιδίως το άρθρο 15,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

τη γνώμη του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Μετά την έγκριση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1995/2006 του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2006, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 για το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (3), πρέπει να προσαρμοστεί ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1653/2004 (4) της Επιτροπής, ώστε να ευθυγραμμιστεί με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για το δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (στο εξής: γενικός δημοσιονομικός κανονισμός) (5).

(2)

Με βάση την εμπειρία που αποκτήθηκε από τους υφιστάμενους οργανισμούς απαιτήθηκαν και άλλες τροποποιήσεις.

(3)

Πρέπει να διευκρινισθεί ότι η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση απαιτεί αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο. Θα πρέπει να προσδιοριστούν τα βασικά χαρακτηριστικά και οι στόχοι των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου.

(4)

Η δημοσίευση του προϋπολογισμού λειτουργίας των οργανισμών πρέπει να απλουστευθεί και παράλληλα να προστατευθούν τα προνόμια της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

(5)

Η διαδικασία για τις μεταφορές πιστώσεων, η οποία πρέπει να εγκρίνεται από τους διευθυντές των οργανισμών, αποδείχθηκε στην πράξη ασαφής και χρονοβόρα. Συνεπώς πρέπει να εξορθολογιστεί και να επιταχυνθεί.

(6)

Στο πλαίσιο του δημοσιονομικού κανονισμού-προτύπου πρέπει να προβλέπονται διευκρινίσεις σχετικά με καταστάσεις σύγκρουσης συμφερόντων, νέες διατάξεις για την εκ των προτέρων επαλήθευση παρόμοιων μεμονωμένων συναλλαγών που έχουν σχέση με ορισμένα στοιχεία τρεχουσών δαπανών, διατάξεις σχετικά με την ευθύνη των διατακτών και τη χρησιμοποίηση συστήματος άμεσης χρέωσης.

(7)

Πρέπει να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια έναντι της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής μέσω νέων απαιτήσεων παροχής πληροφοριών εκ μέρους των οργανισμών κατά τη διαδικασία του προϋπολογισμού, ιδίως όσον αφορά τον αριθμό των συμβασιούχων υπαλλήλων και τις παραιτήσεις από την είσπραξη βεβαιωθεισών απαιτήσεων.

(8)

Για να διασφαλιστεί η διαφάνεια της χρήσης πόρων προερχόμενων από τον προϋπολογισμό, είναι αναγκαίο να διατίθενται πληροφορίες σχετικά με τους δικαιούχους των εν λόγω πόρων εντός ορισμένων ορίων που επιβάλλονται για λόγους προστασίας νόμιμων δημόσιων και ιδιωτικών συμφερόντων.

(9)

Για να ενισχυθεί η προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων, οι οργανισμοί πρέπει να συμμετέχουν στις δραστηριότητες για την πρόληψη της απάτης της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF).

(10)

Για να εξασφαλιστεί ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τηρούνται για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το αναγκαίο διάστημα για το σκοπό για τον οποίον έχουν συλλεχθεί ή για τον οποίον έχουν υποβληθεί σε περαιτέρω επεξεργασία, πρέπει να καθοριστούν ειδικές διατάξεις όσον αφορά τα δικαιολογητικά έγγραφα.

(11)

Για να ενισχυθεί η προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων, οι οργανισμοί πρέπει να καταρτίσουν κατάλογο των απαιτήσεων, αναφέροντας τα ονόματα των οφειλετών και το ύψος της εκάστοτε οφειλής, εφόσον έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση που διατάσσει τον οφειλέτη να καταβάλει το σχετικό ποσό και έχει την ισχύ δεδικασμένου, και εφόσον δεν έχει καταβληθεί κανένα ποσό ή κάποιο σημαντικό ποσό επί ένα έτος από την έκδοση της απόφασης. Ο εν λόγω κατάλογος πρέπει να δημοσιεύεται λαμβανομένης υπόψη της νομοθεσίας περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(12)

Η αρμοδιότητα των υπολόγων για την πιστοποίηση των λογαριασμών βάσει των δημοσιονομικών στοιχείων που τους παρέχονται από τους διατάκτες πρέπει να διευκρινιστεί. Προς τούτο, ο υπόλογος θα πρέπει να έχει την εξουσία να ελέγχει τα στοιχεία που λαμβάνει από το διατάκτη κύριας μεταβίβασης και να διατυπώνει επιφυλάξεις, εφόσον το κρίνει αναγκαίο.

(13)

Δεδομένου ότι οι οργανισμοί είναι διατάκτες κύριας μεταβίβασης της Επιτροπής, τα θέματα εσωτερικού ελέγχου όσον αφορά την εκτέλεση των επιχειρησιακών πιστώσεων από τους διευθυντές τους αποτελούν μέρος των εκθέσεων που καταρτίζονται βάσει του άρθρου 86, παράγραφοι 3 και 4 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού. Για τον εξορθολογισμό των μηχανισμών αναφοράς και για την αποφυγή της διάχυσης της ροής πληροφοριών, η έκθεση του εσωτερικού ελεγκτή όσον αφορά τις διοικητικές πιστώσεις των εκτελεστικών οργανισμών πρέπει να καταστεί μέρος της έκθεσης του εσωτερικού ελεγκτή σύμφωνα με το άρθρο 86 παράγραφος 3 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού. Για τον ίδιο λόγο, η Επιτροπή πρέπει να περιλαμβάνει τις εκθέσεις που καταρτίζονται από τους οργανισμούς σύμφωνα με την τέταρτη παράγραφο του άρθρου 49 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1653/2004 στην έκθεση που διαβιβάζει στην αρμόδια για την απαλλαγή αρχή βάσει του άρθρου 86 παράγραφος 4 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

(14)

Οι όροι χρησιμοποίησης, από τους οργανισμούς, των υπηρεσιών και των γραφείων της Επιτροπής, των ευρωπαϊκών διοργανικών υπηρεσιών και του Μεταφραστικού Κέντρου των Οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2965/94 του Συμβουλίου για τη δημιουργία Μεταφραστικού Κέντρου των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (6) πρέπει να διευκρινιστούν. Πρέπει να προστεθεί διάταξη για την επιλογή εμπειρογνωμόνων, που να αντιστοιχεί σε αυτή που προβλέπεται στο γενικό δημοσιονομικό κανονισμό.

(15)

Για να ενισχυθεί η προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων και δεδομένου ότι οι οργανισμοί δεν μπορούν να ασκήσουν ορισμένα προνόμια που έχουν δοθεί αποκλειστικά και μόνο στα κοινοτικά όργανα, πρέπει να τους ζητηθεί να ενσωματώσουν ειδικές συμβατικές ρήτρες στις συμβάσεις που συνάπτουν με τρίτα μέρη ώστε να μπορούν να ασκούν ορισμένα δικαιώματα, μεταξύ των οποίων, την αναστολή και την περάτωση συμβάσεων και προκηρύξεων διαγωνισμών καθώς και τη θέσπιση προθεσμίας παραγραφής.

(16)

Για λόγους διαφάνειας έναντι της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής, πρέπει να καθιερωθεί διαδικασία ενημέρωσης για έργα που έχουν σημαντικό αντίκτυπο στον προϋπολογισμό λειτουργίας του οργανισμού.

(17)

Το άρθρο 14 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 58/2003 προβλέπει απαλλαγή το αργότερο μέχρι τις 29 Απριλίου του έτους N+2, ενώ ορίζει σαφώς ότι η απαλλαγή αυτή χορηγείται ταυτόχρονα με την απαλλαγή σχετικά με την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μετά την αναθεώρηση του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, ο οποίος προβλέπει απαλλαγή σχετικά με την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέχρι τις 15 Μαΐου του έτους N+2, το περιεχόμενο του άρθρου 14 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 58/2003 δεν συνάδει πλέον με το γενικό δημοσιονομικό κανονισμό. Η ημερομηνία απαλλαγής για τον προϋπολογισμό λειτουργίας των εκτελεστικών οργανισμών πρέπει ως εκ τούτου να εναρμονιστεί με την ημερομηνία απαλλαγής για το γενικό προϋπολογισμό.

(18)

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1653/2004 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1653/2004 τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται και εκτελείται σύμφωνα με τις αρχές της ενότητας και της αυθεντικότητας, της ετήσιας διάρκειας, της ισοσκέλισης, της ενιαίας λογιστικής μονάδας, της καθολικότητας, της ειδικότητας, της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, η οποία απαιτεί αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο, και της διαφάνειας, όπως αυτές τίθενται στον παρόντα κανονισμό.»

2.

Στην τέταρτη παράγραφο του άρθρου 9, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:

«Το αργότερο μέχρι την 1η Ιουνίου του έτους N+1, ο οργανισμός ενημερώνει την Επιτροπή για την εκτέλεση των μεταφερθέντων εσόδων για ειδικό προορισμό.»

3.

Στο άρθρο 10, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ωστόσο, οι δαπάνες τρέχουσας διαχείρισης μπορούν, από τις 15 Νοεμβρίου κάθε έτους, να αναλαμβάνονται προκαταβολικά εις βάρος των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος. Αυτές οι αναλήψεις δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνουν το ένα τέταρτο των πιστώσεων που έχουν εγγραφεί από τη διευθύνουσα επιτροπή στην αντίστοιχη γραμμή του προϋπολογισμού για το τρέχον οικονομικό έτος. Δεν μπορούν να αφορούν νέες δαπάνες οι οποίες δεν έχουν ακόμη γίνει δεκτές καταρχήν στον τελευταίο δεόντως εγκριθέντα προϋπολογισμό».

4.

Στο άρθρο 18, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ο διευθυντής αποφασίζει τις μεταφορές πιστώσεων στο πλαίσιο του προϋπολογισμού λειτουργίας. Ενημερώνει προηγουμένως τη διευθύνουσα επιτροπή, η οποία μπορεί να προβάλει αντιρρήσεις για τις μεταφορές αυτές. Μετά την έγκριση της διευθύνουσας επιτροπής ή ελλείψει απάντησης εντός τριών εβδομάδων από την εν λόγω ενημέρωση, ο διευθυντής μπορεί να προβεί στις προβλεπόμενες μεταφορές πιστώσεων.»

5.

Στον τίτλο ΙΙ, κεφάλαιο 7 εισάγεται το ακόλουθο άρθρο 19α:

«Άρθρο 19a

1.   Η εκτέλεση του προϋπολογισμού πραγματοποιείται με αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο.

2.   Για τους σκοπούς της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, ως εσωτερικός έλεγχος ορίζεται η διαδικασία που εφαρμόζεται σε όλα τα επίπεδα διαχείρισης και αποσκοπεί στην παροχή εύλογης βεβαιότητας ως προς την επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

α)

αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα και οικονομία των πράξεων,

β)

αξιοπιστία των εκθέσεων,

γ)

διαφύλαξη των περιουσιακών στοιχείων και ενημέρωση,

δ)

πρόληψη και εντοπισμός περιπτώσεων απάτης και παρατυπιών,

ε)

επαρκής διαχείριση των κινδύνων που σχετίζονται με τη νομιμότητα και την κανονικότητα των υποκείμενων πράξεων, λαμβανομένου υπόψη του πολυετούς χαρακτήρα των προγραμμάτων καθώς και της φύσης των σχετικών πληρωμών.»

6.

Το άρθρο 20 τροποποιείται ως εξής:

α)

η δεύτερη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ο προϋπολογισμός και οι διορθωτικοί προϋπολογισμοί, όπως τελικά εγκρίθηκαν, διαβιβάζονται στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Επιτροπή προς ενημέρωση και δημοσιεύονται στο δικτυακό τόπο του εν λόγω οργανισμού. Η συνοπτική παρουσίαση των προϋπολογισμών και των διορθωτικών προϋπολογισμών δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός τριών μηνών από την έγκρισή τους.

Αυτή η συνοπτική παρουσίαση παρουσιάζει τις πέντε βασικές γραμμές εσόδων και τις πέντε βασικές γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού, τον πίνακα προσωπικού και εκτίμηση του αριθμού των συμβασιούχων υπαλλήλων, εκφρασμένου σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης για τα οποία έχουν εγγραφεί πιστώσεις στον προϋπολογισμό, καθώς και του αριθμού των αποσπασμένων εθνικών εμπειρογνωμόνων. Θα περιέχει επίσης τα αριθμητικά στοιχεία για το προηγούμενο έτος.»

β)

προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«Ο οργανισμός θα παρέχει, στο δικτυακό του τόπο, πληροφορίες για τους δικαιούχους των κεφαλαίων που προέρχονται από τον προϋπολογισμό του, καθώς και τους εμπειρογνώμονες που έχουν προσληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 50β. Οι πληροφορίες που δημοσιεύονται είναι εύκολα προσβάσιμες, διαφανείς και περιεκτικές. Οι πληροφορίες διατίθενται τηρουμένων δεόντως των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας, ιδίως δε της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2001, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (7) καθώς και των απαιτήσεων ασφαλείας.

Όταν οι πληροφορίες δημοσιεύονται μόνο με ανώνυμη μορφή, ο οργανισμός παρέχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατόπιν αιτήσεώς του, πληροφορίες για τους εν λόγω δικαιούχους με κατάλληλο τρόπο.

7.

Το άρθρο 21 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 21

Ο οργανισμός διαβιβάζει στην Επιτροπή, το αργότερο μέχρι τις 5 Μαρτίου κάθε έτους, προσωρινή κατάσταση των εσόδων και των δαπανών του για το έτος Ν+1, η οποία καταρτίζεται από το διευθυντή του και εγκρίνεται από τη διευθύνουσα επιτροπή, καθώς και τους συναφείς γενικούς προσανατολισμούς μαζί με το σχέδιο του προγράμματος εργασιών του.

Η προσωρινή κατάσταση των εσόδων και των δαπανών του οργανισμού περιλαμβάνει:

α)

πίνακα προσωπικού, ο οποίος καθορίζει τον αριθμό των θέσεων έκτακτου προσωπικού, του οποίου η πρόσληψη πρόκειται να εγκριθεί εντός των ορίων των πιστώσεων του προϋπολογισμού ανά κατηγορία και βαθμό,

β)

σε περίπτωση μεταβολής του αριθμού των θέσεων προσωπικού, κατάσταση που αιτιολογεί τις αιτήσεις για νέες θέσεις,

γ)

τρίμηνη πρόβλεψη του ταμείου για τις πληρωμές και τις εισπράξεις,

δ)

τον αριθμό των συμβασιούχων υπαλλήλων και των αποσπασμένων εθνικών εμπειρογνωμόνων που εργάζονται στον οργανισμό καθώς και εκτίμηση του προσωπικού για το έτος N+1,

ε)

εκτίμηση των εσόδων για ειδικό προορισμό,

στ)

πληροφορίες για την επίτευξη όλων των στόχων που είχαν ορισθεί προηγουμένως για τις διάφορες δραστηριότητες, καθώς και των νέων στόχων, οι οποίοι μετρούνται βάσει δεικτών,

Τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων εξετάζονται και χρησιμοποιούνται για να καταδειχθούν τα πιθανά πλεονεκτήματα της αύξησης ή της μείωσης του προτεινόμενου προϋπολογισμού λειτουργίας του οργανισμού σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό λειτουργίας του για το έτος N.»

8.

Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η πρώτη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η Επιτροπή, στο πλαίσιο της διαδικασίας έγκρισης του γενικού προϋπολογισμού, διαβιβάζει την προσωρινή κατάσταση του οργανισμού προς την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή και προτείνει το ύψος της επιχορήγησης που προορίζεται για τον οργανισμό, καθώς και τον αριθμό του προσωπικού που κρίνει αναγκαίο γι’ αυτόν. Η Επιτροπή καταρτίζει σχέδιο πίνακα προσωπικού του οργανισμού και εκτίμηση του αριθμού των συμβασιούχων υπαλλήλων εκφρασμένου σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης για τα οποία προτείνονται πιστώσεις.»

β)

στην τρίτη παράγραφο, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος: «Ο πίνακας προσωπικού δημοσιεύεται σε παράρτημα του τμήματος III — Επιτροπή — του γενικού προϋπολογισμού.»

9.

Στο σημείο 1 του άρθρου 23, το στοιχείο β) αντικαθίσταται ως εξής:

«β)

τα έσοδα του προηγούμενου οικονομικού έτους και τα έσοδα του οικονομικού έτους Ν-2, συμπεριλαμβανομένων των εσόδων με ειδικό προορισμό».

10.

Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρο 24 παράγραφος 1), οι λέξεις «κάτω του βαθμού Α3» αντικαθίστανται από «κάτω του βαθμού AD13».

11.

Στο άρθρο 25 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του διατάκτη όσον αφορά την πρόληψη και τον εντοπισμό περιπτώσεων απάτης και παρατυπιών, οι οργανισμοί συμμετέχουν στις δραστηριότητες για την πρόληψη της απάτης της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης.»

12.

Στο άρθρο 27, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Απαγορεύεται σε όλους τους δημοσιονομικούς παράγοντες, κατά την έννοια του κεφαλαίου 2 του παρόντος τίτλου, και σε κάθε άλλο πρόσωπο που συμμετέχει στην εκτέλεση, τη διαχείριση, το λογιστικό ή άλλο έλεγχο του προϋπολογισμού να εκδίδει οποιαδήποτε πράξη μέσω της οποίας θα μπορούσε να προκύψει σύγκρουση μεταξύ των ιδίων του συμφερόντων και εκείνων του οργανισμού ή των Κοινοτήτων. Εάν προκύψει τέτοια περίπτωση, το εν λόγω πρόσωπο υποχρεούται να απόσχει και να αναφέρει το γεγονός στον προϊστάμενό του. Ο διευθυντής πρέπει να το αναφέρει στη διευθύνουσα επιτροπή.»

13.

Τα άρθρα 29 και 30 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 29

1.   Ο διατάκτης αναλαμβάνει τη διαχείριση των εσόδων και των δαπανών σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, καθώς και τη διασφάλιση της νομιμότητας και της κανονικότητάς τους. Ο διατάκτης φυλάσσει τα δικαιολογητικά που αναφέρονται σε εκτελεσθείσα πράξη επί πέντε έτη από την ημερομηνία της απόφασης απαλλαγής ως προς την εκτέλεση του προϋπολογισμού. Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται σε δικαιολογητικά έγγραφα πρέπει να διαγράφονται, ει δυνατόν, εφόσον δεν είναι απαραίτητα για τη χορήγηση απαλλαγής για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, τον εσωτερικό και το λογιστικό έλεγχο. Σε κάθε περίπτωση, όσον αφορά τη διατήρηση των δεδομένων κίνησης, εφαρμόζεται το άρθρο 37 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

2.   Ο διατάκτης, ακολουθώντας τους κατ’ ελάχιστον κανόνες που θεσπίζει η Επιτροπή για τις δικές της υπηρεσίες, και λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που συνδέονται με το διαχειριστικό περιβάλλον και με τη φύση των χρηματοδοτούμενων ενεργειών, δημιουργεί την οργανωτική δομή καθώς και τα συστήματα και τις διαδικασίες εσωτερικής διαχείρισης και ελέγχου που ενδείκνυνται για την άσκηση των καθηκόντων του, συμπεριλαμβανόμενων, εφόσον συντρέχει περίπτωση, των εκ των υστέρων επαληθεύσεων.

Ο διατάκτης, σε συνάρτηση με τη φύση και την έκταση των καθηκόντων του, μπορεί να δημιουργεί, στους κόλπους των υπηρεσιών του, μια θέση εμπειρογνώμονα και συμβούλου, με σκοπό να επικουρείται στο χειρισμό των κινδύνων που συνδέονται με τις δραστηριότητές του.

Πριν από την έγκριση μιας πράξης, οι επιχειρησιακές και οικονομικές πλευρές της ελέγχονται από υπαλλήλους άλλους από εκείνον που έχει κινήσει τη σχετική διαδικασία.

Για τους σκοπούς της εκ των προτέρων επαλήθευσης, παρόμοιες μεμονωμένες συναλλαγές που έχουν σχέση με τις τρέχουσες δαπάνες μισθοδοσίας, καταβολής συντάξεων, επιστροφής εξόδων αποστολής και ιατρικών εξόδων είναι δυνατόν να εκληφθούν από τον αρμόδιο διατάκτη ως ενιαία πράξη. Στην περίπτωση αυτή, ο αρμόδιος διατάκτης, βασιζόμενος στην ανάλυση κινδύνων που πραγματοποιεί, προβαίνει σε κατάλληλη εκ των υστέρων επαλήθευση.

Η εκ των προτέρων και εκ των υστέρων επαλήθευση πράξης είναι καθήκοντα διακριτά.

3.   Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 58/2003, μέχρι τις 15 Μαΐου κάθε έτους, ο διατάκτης προβαίνει σε απολογισμό, ενώπιον της διευθύνουσας επιτροπής, για την άσκηση των καθηκόντων του με τη μορφή ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων, η οποία συνοδεύεται από δημοσιονομικά και διαχειριστικά στοιχεία τα οποία επιβεβαιώνουν ότι οι πληροφορίες της έκθεσης είναι αληθείς και ακριβείς, εκτός εάν ορίζεται άλλως σε τυχόν επιφυλάξεις σχετικές με συγκεκριμένους τομείς εσόδων και δαπανών.

Άρθρο 30

1.   Η διευθύνουσα επιτροπή διορίζει υπόλογο, ο οποίος είναι αποσπασμένος ή έκτακτος υπάλληλος που έχει προσληφθεί απευθείας από τον οργανισμό και είναι αρμόδιος για τα ακόλουθα:

α)

την ορθή εκτέλεση των πληρωμών, και την είσπραξη των εσόδων και των βεβαιωμένων απαιτήσεων,

β)

την κατάρτιση των λογαριασμών του οργανισμού σύμφωνα με τον τίτλο VΙ,

γ)

την τήρηση της λογιστικής σύμφωνα με τον τίτλο VΙ,

δ)

την εφαρμογή των λογιστικών κανόνων και μεθόδων καθώς και του λογιστικού σχεδίου, σύμφωνα με τις διατάξεις που θεσπίζονται από τον υπόλογο της Επιτροπής,

ε)

τον καθορισμό και την επικύρωση των λογιστικών συστημάτων, καθώς και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, την επικύρωση των συστημάτων που καθορίζονται από το διατάκτη και προορίζονται για την παροχή ή την αιτιολόγηση των λογιστικών στοιχείων. Ο υπόλογος διαθέτει την εξουσία να επαληθεύει την τήρηση των κριτηρίων επικύρωσης,

στ)

τη διαχείριση του ταμείου.

2.   Πριν εγκριθούν οι λογαριασμοί από τη διευθύνουσα επιτροπή, ο υπόλογος τους υπογράφει, πιστοποιώντας κατά τον τρόπο αυτό ότι μπορεί ευλόγως να υποθέσει ότι οι εν λόγω λογαριασμοί αποδίδουν αληθή και ακριβή εικόνα της δημοσιονομικής κατάστασης του οργανισμού.

Προς τούτο, ο υπόλογος βεβαιώνεται ότι οι λογαριασμοί έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τους καθιερωμένους λογιστικούς κανόνες, μεθόδους και συστήματα, καθώς και ότι όλα τα έσοδα και δαπάνες έχουν εγγραφεί στους λογαριασμούς αυτούς.

Ο διατάκτης διαβιβάζει όλα τα στοιχεία που χρειάζεται ο υπόλογος για την άσκηση των καθηκόντων του.

Ο διατάκτης παραμένει πλήρως υπεύθυνος για την ορθή χρησιμοποίηση των κεφαλαίων που διαχειρίζεται καθώς και για τη νομιμότητα και κανονικότητα των δαπανών που πραγματοποιούνται υπό τον έλεγχό του.

Ο υπόλογος έχει την εξουσία να ελέγχει τα λαμβανόμενα στοιχεία, καθώς και να πραγματοποιεί τυχόν περαιτέρω ελέγχους που κρίνει αναγκαίους πριν από την υπογραφή των λογαριασμών.

Εάν απαιτείται, ο υπόλογος διατυπώνει επιφυλάξεις και εξηγεί επακριβώς τη φύση και την έκταση των επιφυλάξεων αυτών.

Ο υπόλογος λαμβάνει από το διατάκτη, ο οποίος εγγυάται την αξιοπιστία τους, όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την κατάρτιση λογαριασμών που να αποδίδουν πιστά την περιουσιακή κατάσταση του οργανισμού και την εκτέλεση του προϋπολογισμού του.

3.   Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα κανονισμό, ο υπόλογος είναι ο μόνος εξουσιοδοτημένος να διαχειρίζεται χρηματικά ποσά και αξίες. Είναι δε υπεύθυνος για τη φύλαξή τους.»

14.

Στον τίτλο IV, κεφάλαιο 2 εισάγεται το ακόλουθο άρθρο 30α:

«Άρθρο 30a

Ο υπόλογος μπορεί, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, να αναθέσει ορισμένα καθήκοντα σε υφισταμένους του που είναι έκτακτοι υπάλληλοι.»

15.

Το άρθρο 34 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο διατάκτης υπέχει ευθύνη προς καταβολή χρηματικής αποζημίωσης κατά τα οριζόμενα στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης.»

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

«1α.   Η απαίτηση προς καταβολή χρηματικής αποζημίωσης ισχύει ιδίως εφόσον:

α)

ο διατάκτης, είτε από πρόθεση είτε λόγω βαρείας αμέλειάς του, βεβαιώνει δικαιώματα είσπραξης ή εκδίδει εντάλματα είσπραξης, αναλαμβάνει δαπάνη ή υπογράφει ένταλμα πληρωμής χωρίς να τηρήσει τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

β)

ο διατάκτης, είτε από πρόθεση είτε λόγω βαρείας αμέλειάς του, παραλείπει να συντάξει έγγραφο για τη βεβαίωση απαίτησης, αμελεί να εκδώσει ένταλμα είσπραξης ή καθυστερεί την έκδοσή του ή την έκδοση εντάλματος πληρωμής, εκθέτοντας έτσι τον οικείο οργανισμό στην άσκηση ενδίκων μέσων εκ μέρους τρίτων.»

16.

Στο άρθρο 35 παράγραφος 1, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Ο διευθυντής παραπέμπει, ανώνυμα, στις γνώμες της αρχής στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του και περιγράφει τα μέτρα παρακολούθησης που έχουν ληφθεί.»

17.

Στο άρθρο 38, η τρίτη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι συμβάσεις που συνάπτονται από τον οργανισμό με οικονομικούς παράγοντες προβλέπουν ότι κάθε απαίτηση μη επιστραφείσα μέχρι την καταληκτική ημερομηνία που καθορίζεται στο χρεωστικό σημείωμα φέρει τόκους σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 της Επιτροπής (8). Οι όροι υπό τους οποίους τόκοι υπερημερίας οφείλονται στον οργανισμό, καθώς και το επιτόκιο για τους τόκους υπερημερίας, αναφέρονται ρητά στις συμβάσεις.

18.

Στο άρθρο 40, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Όταν ο αρμόδιος διατάκτης πρόκειται να παραιτηθεί εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από την είσπραξη βεβαιωθείσας απαίτησης, βεβαιώνεται ότι η παραίτηση είναι κανονική και σύμφωνη με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της αναλογικότητας. Αναφέρει δε στη διευθύνουσα επιτροπή την πρόθεσή του να παραιτηθεί από την είσπραξη βεβαιωθείσας απαίτησης. Η παραίτηση από την είσπραξη βεβαιωθείσας απαίτησης επέρχεται με απόφαση του διατάκτη, η οποία πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Ο διατάκτης μπορεί να μεταβιβάσει την αρμοδιότητα έκδοσης της σχετικής απόφασης μόνο για απαιτήσεις ποσών κάτω των 5 000 EUR. Η απόφαση παραίτησης αναφέρει τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν για την είσπραξη και τα νομικά και πραγματικά στοιχεία στα οποία βασίζεται.»

19.

Το άρθρο 42 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 42

Ο υπόλογος, σε συνεργασία με το διατάκτη, μπορεί να χορηγεί συμπληρωματικές διορίες πληρωμής μόνο μετά από γραπτό και δεόντως αιτιολογημένο σχετικό αίτημα του οφειλέτη, και υπό τον όρο ότι ο οφειλέτης αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει τόκους για ολόκληρη τη διάρκεια της χορηγούμενης συμπληρωματικής διορίας, από την ημερομηνία που ορίζεται στο χρεωστικό σημείωμα ενώ, για την προστασία των δικαιωμάτων του οργανισμού, ο οφειλέτης συνιστά οικονομική εγγύηση η οποία καλύπτει την οφειλή τόσο ως προς το κεφάλαιο όσο και ως προς τους τόκους.»

20.

Στον τίτλο IV, κεφάλαιο 4 εισάγονται τα ακόλουθα άρθρα 42α και 42β:

«Άρθρο 42a

Ο υπόλογος τηρεί κατάσταση των ποσών που πρέπει να εισπραχθούν. Οι απαιτήσεις του οργανισμού ταξινομούνται στην κατάσταση με βάση την ημερομηνία έκδοσης του σχετικού εντάλματος είσπραξης. Ο υπόλογος αναφέρει επίσης τις αποφάσεις παραίτησης ή μερικής παραίτησης από την είσπραξη βεβαιωθεισών απαιτήσεων. Η εν λόγω κατάσταση προσαρτάται στην έκθεση σχετικά με τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση του οργανισμού. Ο οργανισμός καταρτίζει κατάσταση των απαιτήσεών του σχετικά με τον προϋπολογισμό λειτουργίας του, αναφέροντας το όνομα των οφειλετών και το ύψος της οφειλής τους, εφόσον έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση που διατάσσει τον οφειλέτη να καταβάλει το σχετικό ποσό η οποία έχει ισχύ δεδικασμένου, και εφόσον δεν έχει καταβληθεί κανένα ποσό ή κάποιο σημαντικό ποσό επί ένα έτος από την έκδοση της εν λόγω απόφασης. Η κατάσταση δημοσιεύεται λαμβανομένης υπόψη της σχετικής νομοθεσίας περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 42β

Οι απαιτήσεις του οργανισμού έναντι τρίτων καθώς και οι απαιτήσεις τρίτων έναντι του οργανισμού υπόκεινται σε πενταετή παραγραφή. Η περίοδος παραγραφής ορίζεται στις συμβάσεις που συνάπτονται από τον οργανισμό.»

21.

Στο άρθρο 47, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος μετά την πρώτη παράγραφο:

«Όταν περιοδικές πληρωμές γίνονται για παρεχόμενες υπηρεσίες ή παραδιδόμενα αγαθά, και υπό την αίρεση της ανάλυσης κινδύνων που αυτός πραγματοποιεί, ο διατάκτης είναι δυνατόν να αποφασίσει την εφαρμογή συστήματος άμεσης χρέωσης.»

22.

Το άρθρο 49 τροποποιείται ως εξής:

α)

στη δεύτερη παράγραφο, η τέταρτη φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Ο εσωτερικός ελεγκτής αναφέρει, στην ετήσια έκθεση που υποβάλλει στην Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 86 παράγραφος 3 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, τον αριθμό και το είδος των πραγματοποιηθέντων ελέγχων όσον αφορά τους σχετικούς οργανισμούς, τις διατυπωθείσες συστάσεις και τα μέτρα που ελήφθησαν βάσει των συστάσεων αυτών. Οι πληροφορίες αυτές υποβάλλονται επίσης στον εν λόγω οργανισμό.»

β)

η τέταρτη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κάθε χρόνο, ο διευθυντής καταρτίζει έκθεση η οποία συνοψίζει τον αριθμό και το είδος των πραγματοποιηθέντων από τον εσωτερικό ελεγκτή ελέγχων, τις διατυπωθείσες συστάσεις και τα μέτρα που ελήφθησαν βάσει των συστάσεων αυτών. Διαβιβάζει δε την έκθεση στην Επιτροπή αφού προηγουμένως έχει ενημερωθεί η διευθύνουσα επιτροπή. Η Επιτροπή συμπεριλαμβάνει την έκθεση αυτή στην έκθεσή της σύμφωνα με το άρθρο 86 παράγραφος 4 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.»

23.

Το άρθρο 50 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 50

1.   Όσον αφορά την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων στο πλαίσιο της λειτουργίας του οργανισμού, εφαρμόζονται οι διατάξεις του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού και του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 με την επιφύλαξη των παραγράφων 3 έως 5 του παρόντος άρθρου.

2.   Οι οργανισμοί μπορούν να ζητήσουν να λάβουν μέρος, με την ιδιότητα της αναθέτουσας αρχής, στην ανάθεση συμβάσεων της Επιτροπής ή διοργανικών συμβάσεων.

3.   Για την προμήθεια αγαθών, την παροχή υπηρεσιών ή την εκτέλεση έργων που είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν από την Επιτροπή, από διοργανικές υπηρεσίες ή από το Μεταφραστικό Κέντρο, οι οργανισμοί αποτείνονται, κατά προτεραιότητα, στα όργανα αυτά. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση που τα όργανα αυτά είναι δυνατό να εκτελέσουν τα καθήκοντα αυτά μέσω συμβάσεων με οικονομικούς παράγοντες και να παρέχουν σημαντικές συμπληρωματικές υπηρεσίες που υπερβαίνουν τις υπηρεσίες ενός απλού ενδιάμεσου ή συμβούλου. Ο οργανισμός πρέπει να συνάπτει συμφωνίες με τα όργανα αυτά.

4.   Όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 101 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, η πρόσκληση υποβολής προσφορών προβλέπει ότι ο οργανισμός μπορεί, έως την υπογραφή της σύμβασης, είτε να παραιτηθεί από τη σύμβαση είτε να ακυρώσει τη διαδικασία σύναψης της σύμβασης, χωρίς οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες να μπορούν να διεκδικήσουν οποιαδήποτε αποζημίωση.

5.   Όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 103 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, οι διατάξεις των προσκλήσεων υποβολής προσφορών που προκήρυξε ο οργανισμός προβλέπουν ότι αυτός μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία και να λάβει κάθε αναγκαίο μέτρο, συμπεριλαμβανόμενης της ακύρωσης της διαδικασίας υπό τους όρους που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο.

Όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 103 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, οι συμβάσεις που συνάπτονται από τον οργανισμό ορίζουν ότι ο οργανισμός αυτός μπορεί να λάβει τα μέτρα που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο σύμφωνα με τους εκεί προβλεπόμενους όρους.»

24.

Παρεμβάλλονται οι ακόλουθοι τίτλοι VA και VB:

«ΤΙΤΛΟΣ VA

ΣΧΕΔΙΑ ΜΕ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΥΠΟ ΣΤΟΝ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ

Άρθρο 50a

Η διευθύνουσα επιτροπή ενημερώνει, το συντομότερο δυνατόν, την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή της να υλοποιήσει κάθε σχέδιο που μπορεί να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού λειτουργίας του, ιδίως τα σχέδια περί ακινήτων, όπως η μίσθωση ή η αγορά κτηρίων. Ενημερώνει δε σχετικά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Εάν οποιοδήποτε από τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής σκοπεύει να γνωμοδοτήσει, γνωστοποιεί, εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή των πληροφοριών για το σχέδιο, στον οργανισμό την πρόθεσή του να διατυπώσει σχετική γνώμη. Εάν ο οργανισμός δεν λάβει απάντηση, μπορεί να προβεί στη σχεδιαζόμενη πράξη.

Η γνώμη αυτή διαβιβάζεται στον εν λόγω οργανισμό και στην Επιτροπή εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση σύμφωνα με τη δεύτερη παράγραφο.

ΤΙΤΛΟΣ VB

ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ

Άρθρο 50β

Το άρθρο 265α του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 εφαρμόζεται κατ’ αναλογία για την επιλογή εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι αμείβονται βάσει προκαθορισμένων ποσών, για να επικουρούν τον οργανισμό ιδίως στην αξιολόγηση προτάσεων, αιτήσεων επιδότησης και προσφορών, καθώς και για να παρέχουν τεχνική βοήθεια κατά την παρακολούθηση και την τελική αξιολόγηση των σχεδίων. Οι οργανισμοί μπορούν επίσης να χρησιμοποιούν τους καταλόγους εμπειρογνωμόνων που έχει καταρτίσει η Επιτροπή.»

25.

Το άρθρο 51 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 51

Οι λογαριασμοί του οργανισμού περιλαμβάνουν τις δημοσιονομικές καταστάσεις και τις καταστάσεις εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Συνοδεύονται από έκθεση δημοσιονομικής και χρηματοοικονομικής διαχείρισης για το εκάστοτε οικονομικό έτος η οποία περιέχει, μεταξύ άλλων, πληροφορίες για το ποσοστό απορρόφησης των πιστώσεων καθώς και συνοπτικές πληροφορίες για τις μεταφορές πιστώσεων μεταξύ των διαφόρων θέσεων του προϋπολογισμού.»

26.

Το άρθρο 57 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

το αργότερο την 1η Μαρτίου μετά το οικονομικό έτος που έκλεισε, η διευθύνουσα επιτροπή γνωστοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς μαζί με την έκθεση δημοσιονομικής και οικονομικής διαχείρισης για το οικονομικό έτος αναφοράς, στον υπόλογο της Επιτροπής και στο Ελεγκτικό Συνέδριο και διαβιβάζει την έκθεση για τη δημοσιονομική και τη χρηματοοικονομική διαχείριση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο την ίδια ημερομηνία.»

β)

στο σημείο γ), οι λέξεις «στις 31 Οκτωβρίου» αντικαθίστανται από «μέχρι τις 15 Νοεμβρίου»

27.

Στο άρθρο 66, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Μετά από σύσταση του Συμβουλίου, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προβαίνει στην απαλλαγή του διευθυντή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού λειτουργίας για το οικονομικό έτος N μέχρι τις 15 Μαΐου του οικονομικού έτους N+2. Ο διευθυντής ενημερώνει τη διευθύνουσα επιτροπή για τις παρατηρήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που περιέχονται στο ψήφισμα που συνοδεύει τη διαδικασία απαλλαγής.»

28.

Το άρθρο 68 διαγράφεται.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2008.

Για την Επιτροπή

Dalia GRYBAUSKAITĖ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 11 της 16.1.2003, σ. 1.

(2)  ΕΕ C 216 της 14.9.2007, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 390 της 30.12.2006, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 297 της 22.9.2004, σ. 6. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1821/2005 (ΕΕ L 293 της 9.11.2005, σ. 10).

(5)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1525/2007 (ΕΕ L 343 της 27.12.2007, σ. 9).

(6)  ΕΕ L 314 της 7.12.1994, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1645/2003 (ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 13).

(7)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1

(8)  ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 1


10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/23


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ, ΕΥΡΑΤΌΜ) αριθ. 652/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2008

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 για τη θέσπιση δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους οργανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 185 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας,

τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1), και ιδίως το άρθρο 185 παράγραφος 1,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

τη γνώμη του Συμβουλίου,

τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Μετά την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 (εφεξής: «γενικός δημοσιονομικός κανονισμός») με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1995/2006 του Συμβουλίου (3), απαιτείται η προσαρμογή του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 (4) της Επιτροπής ώστε να ευθυγραμμιστεί με το γενικό δημοσιονομικό κανονισμό. Με βάση την εμπειρία που αποκτήθηκε από τους υφιστάμενους κοινοτικούς οργανισμούς κρίθηκαν αναγκαίες ορισμένες τροποποιήσεις.

(2)

Όσον αφορά τη διαφορά της προθεσμίας για τις αποφάσεις απαλλαγής που αφορούν τους κοινοτικούς οργανισμούς και αυτής που προβλέπεται για το γενικό προϋπολογισμό στο πλαίσιο του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, ο παρών κανονισμός πρέπει να ακολουθήσει την προθεσμία που ορίζεται στις βασικές πράξεις για την ίδρυση των κοινοτικών οργανισμών, χωρίς δυνατότητα παρέκκλισης. Το οικείο θεσμικό όργανο και, ενδεχομένως, οι κοινοτικοί οργανισμοί πρέπει ως εκ τούτου να προσπαθούν να αποφεύγουν πρακτικές δυσκολίες και να επιδιώκουν την εναρμόνιση αυτών των βασικών πράξεων στο μέλλον.

(3)

Θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι η χρηστή δημοσιονομική διαχείριση απαιτεί αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο. Θα πρέπει να προσδιοριστούν τα βασικά χαρακτηριστικά και οι στόχοι των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου.

(4)

Πρέπει να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια έναντι της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής μέσω νέων απαιτήσεων παροχής πληροφοριών εκ μέρους των οργανισμών κατά τη διαδικασία του προϋπολογισμού, ιδίως όσον αφορά τις εκτιμήσεις του αριθμού των συμβασιούχων υπαλλήλων, τα πλεονάσματα, τα έσοδα για ειδικό προορισμό και τις παραιτήσεις από την είσπραξη βεβαιωθεισών απαιτήσεων.

(5)

Για να εξασφαλιστεί ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τηρούνται για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το αναγκαίο διάστημα για το σκοπό για τον οποίον έχουν συλλεχθεί ή για τον οποίον έχουν υποβληθεί σε περαιτέρω επεξεργασία, πρέπει να καθοριστούν ειδικές διατάξεις όσον αφορά τα δικαιολογητικά έγγραφα.

(6)

Για να ενισχυθεί η προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων, κάθε κοινοτικός οργανισμός πρέπει να καταρτίσει κατάλογο των απαιτήσεων, αναφέροντας τα ονόματα των οφειλετών και το ύψος της εκάστοτε οφειλής, εφόσον έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση που διατάσσει τον οφειλέτη να καταβάλει το σχετικό ποσό και έχει ισχύ δεδικασμένου, και εφόσον δεν έχει καταβληθεί κανένα ποσό ή κάποιο σημαντικό ποσό επί ένα έτος από την έκδοση της απόφασης. Ο εν λόγω κατάλογος πρέπει να δημοσιεύεται λαμβανομένης υπόψη της νομοθεσίας περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(7)

Για να διασφαλιστεί η διαφάνεια όσον αφορά τη χρήση των κονδυλίων που προέρχονται από τους προϋπολογισμούς αυτούς, κρίνεται ενδεδειγμένη η πρόβλεψη μιας γενικής υποχρέωσης βάσει της οποίας οι κοινοτικοί οργανισμοί πρέπει να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τους δικαιούχους των κονδυλίων.

(8)

Η κατάσταση των εσόδων με ειδικό προορισμό αποδείχθηκε ελλιπής και επομένως πρέπει να συμπληρωθεί σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

(9)

Η δημοσίευση του προϋπολογισμού των κοινοτικών οργανισμών θα πρέπει να απλουστευθεί και παράλληλα να προστατευθούν τα προνόμια της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής και του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

(10)

Η διαδικασία για τις μεταφορές πιστώσεων, η οποία πρέπει να εγκρίνεται από τους διευθυντές των κοινοτικών οργανισμών, δεν εφαρμόστηκε με συνεκτικό τρόπο και, συνεπώς, πρέπει να αποσαφηνιστεί. Ιδιαίτερα, η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή πρέπει να ενημερώνεται για σημαντικές μεταφορές.

(11)

Οι αιτήσεις πληρωμής στην Επιτροπή πρέπει να είναι αιτιολογημένες και να βασίζονται σε αυστηρή διαχείριση των ταμειακών διαθεσίμων, ώστε να αποφεύγονται τα πλεονάσματα στο τέλος του έτους.

(12)

Θα πρέπει να προσδιοριστούν οι συνέπειες της μερικής απασχόλησης στον πίνακα προσωπικού, ώστε να διευκολυνθεί η χρησιμοποίησή της ιδίως στους μικρούς κοινοτικούς οργανισμούς.

(13)

Για την ενίσχυση της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων, οι κοινοτικοί οργανισμοί πρέπει να συμμετέχουν στις δραστηριότητες πρόληψης της απάτης της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF).

(14)

Για την κάλυψη όλων των προσώπων που συμμετέχουν σε διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων και επιχορηγήσεων, είναι ενδεδειγμένο να υπάρχει πρόβλεψη για την περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων.

(15)

Θα πρέπει να απλουστευθεί ο χειρισμός παρόμοιων μεμονωμένων συναλλαγών που έχουν σχέση με ορισμένα στοιχεία τρεχουσών δαπανών όσον αφορά τις υποχρεώσεις εκ των προτέρων ελέγχου.

(16)

Η οικονομική ευθύνη των διατακτών θα πρέπει να περιορίζεται ρητά σε περιπτώσεις σοβαρής αμέλειας και εσκεμμένου παραπτώματος.

(17)

Για τη διευκόλυνση των συναλλαγών σε ορισμένες περιπτώσεις, πρέπει να παρέχεται στους κοινοτικούς οργανισμούς η δυνατότητα να χρησιμοποιούν σύστημα άμεσης χρέωσης.

(18)

Δεδομένου ότι ο διευθυντής του κοινοτικού οργανισμού, ο οποίος είναι ο διατάκτης, είναι ο ιεραρχικά ανώτερος του υπολόγου, θα πρέπει να γίνεται ρητή αναφορά στη λειτουργική ανεξαρτησία του υπολόγου κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.

(19)

Η ευθύνη των υπολόγων για την πιστοποίηση των λογαριασμών βάσει των δημοσιονομικών στοιχείων που τους παρέχουν οι διατάκτες πρέπει να διευκρινιστεί. Προς τούτο, ο υπόλογος θα πρέπει να εξουσιοδοτείται να ελέγχει τα πληροφοριακά στοιχεία που λαμβάνει από τον διατάκτη κύριας μεταβίβασης και, εάν τούτο απαιτείται, να διατυπώνει επιφυλάξεις.

(20)

Επιβάλλεται ο καθορισμός δέσμης κανόνων για τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που εισπράττονται από τους κοινοτικούς οργανισμούς, ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες ορισμένων κοινοτικών οργανισμών χρηματοδοτούμενων από παρόμοια έσοδα.

(21)

Τα κοινοτικά όργανα πρέπει να μπορούν να αξιοποιούν την εμπειρογνωμοσύνη της εξειδικευμένης στις δημοσιονομικές παρατυπίες υπηρεσίας που συγκροτεί η Επιτροπή, δυνάμει του άρθρου 66 παράγραφος 4 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, η οποία θα πρέπει να καταστεί, εξ ορισμού, αρμόδια για τους κοινοτικούς οργανισμούς, εκτός εάν αυτοί αποφασίσουν να συστήσουν δική τους υπηρεσία ή να συμμετέχουν σε κοινή υπηρεσία που θα συγκροτήσουν διάφοροι κοινοτικοί οργανισμοί.

(22)

Θα πρέπει να καθοριστούν οι όροι χρησιμοποίησης, από τους κοινοτικούς οργανισμούς, των υπηρεσιών και των γραφείων της Επιτροπής, των ευρωπαϊκών διοργανικών υπηρεσιών και του Μεταφραστικού Κέντρου των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2965/94 του Συμβουλίου 28ης Νοεμβρίου 1994, για τη δημιουργία Μεταφραστικού Κέντρου των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (5) καθώς και οι κοινές διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων με τα κράτη μέλη υποδοχής, ώστε να ενισχυθεί η διοργανική συνεργασία, η συνεργασία μεταξύ κοινοτικών οργανισμών και η συνεργασία με τα κράτη μέλη υποδοχής.

(23)

Για να ενισχυθεί η προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων και δεδομένου ότι οι κοινοτικοί οργανισμοί δεν μπορούν να ασκήσουν ορισμένα προνόμια που έχουν δοθεί αποκλειστικά και μόνο στα κοινοτικά όργανα, πρέπει να τους ζητηθεί να ενσωματώσουν ειδικές συμβατικές ρήτρες στις συμβάσεις και τις συμφωνίες επιχορήγησης που συνάπτουν με τρίτα μέρη ώστε να έχουν τη δυνατότητα να ασκούν ορισμένα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων της αναστολής και της περάτωσης συμβάσεων και προκηρύξεων διαγωνισμών καθώς και της θέσπισης προθεσμίας παραγραφής.

(24)

Για λόγους διαφάνειας έναντι της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής, πρέπει να καθιερωθεί διαδικασία ενημέρωσης για σχέδια που έχουν σημαντικό αντίκτυπο στον προϋπολογισμό λειτουργίας του κοινοτικού οργανισμού.

(25)

Θα πρέπει να προβλέπεται ειδική διαδικασία επιλογής εμπειρογνωμόνων, που να ανταποκρίνεται στη διαδικασία που θεσπίζει ο γενικός δημοσιονομικός κανονισμός.

(26)

Η επικοινωνία και η συνεργασία μεταξύ του διευθυντή του κοινοτικού οργανισμού και του διοικητικού συμβουλίου στο πλαίσιο της διαδικασίας απαλλαγής πρέπει να ενισχυθεί.

(27)

Σύμφωνα με το άρθρο 185 παράγραφος 1 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, πρέπει να προβλέπεται ότι όταν ο κοινοτικός οργανισμός εγκρίνει κανόνες για την εκτέλεση του δημοσιονομικού κανονισμού του, η έγκριση των κανόνων αυτών υπόκειται σε προηγούμενη συμφωνία της Επιτροπής.

(28)

O κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 θα πρέπει, συνεπώς, να τροποποιηθεί με γνώμονα τα παραπάνω,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Υπό τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό, η κατάρτιση και η εκτέλεση του προϋπολογισμού του κοινοτικού οργανισμού (εφεξής “ο προϋπολογισμός”) τηρούν τις αρχές της ενότητας και της αυθεντικότητας, της ετήσιας διάρκειας, της ισοσκέλισης, της ενιαίας λογιστικής μονάδας, της καθολικότητας, της ειδικότητας, και της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, που απαιτεί αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο και διαφάνεια.»

2.

Στο άρθρο 8, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο προϋπολογισμός περιλαμβάνει μη διαχωριζόμενες πιστώσεις και, εφόσον αυτό δικαιολογείται από τις επιχειρησιακές ανάγκες, διαχωριζόμενες πιστώσεις. Οι τελευταίες συνίστανται σε πιστώσεις αναλήψεως υποχρεώσεων και σε πιστώσεις πληρωμών.»

3.

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, η φράση «παράγραφοι 2 έως 8» αντικαθίσταται από τη φράση «παράγραφοι 2 έως 7»,

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Για τις πιστώσεις αναλήψεως υποχρεώσεων και για τις μη διαχωριζόμενες πιστώσεις που δεν έχουν ακόμη δεσμευθεί κατά το κλείσιμο του οικονομικού έτους, η μεταφορά στο επόμενο έτος μπορεί να αφορά τα ποσά που αντιστοιχούν στις πιστώσεις αναλήψεως υποχρεώσεων για τις οποίες, στις 31 Δεκεμβρίου, έχουν ολοκληρωθεί οι περισσότερες προπαρασκευαστικές φάσεις της πράξης δέσμευσης, όπως αυτές θα ορίζονται στους κανόνες εφαρμογής του δημοσιονομικού κανονισμού κάθε κοινοτικού οργανισμού. Τα εν λόγω ποσά μπορούν να δεσμευθούν έως την 31η Μαρτίου του επόμενου έτους.»

γ)

Στην παράγραφο 4, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται με το ακόλουθο κείμενο:

«Οι πιστώσεις πληρωμών μπορούν να μεταφέρονται εφόσον πρόκειται για ποσά που είναι αναγκαία για την κάλυψη προγενεστέρων υποχρεώσεων ή που συνδέονται με μεταφερθείσες πιστώσεις αναλήψεως υποχρεώσεων, εφόσον οι πιστώσεις που προβλέπονται στις αντίστοιχες γραμμές του προϋπολογισμού του επόμενου οικονομικού έτους δεν επιτρέπουν την κάλυψη των αναγκών.»

δ)

Στην παράγραφο 7 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Το αργότερο μέχρι την 1η Ιουνίου του έτους N+1, ο κοινοτικός οργανισμός ενημερώνει την Επιτροπή για την εκτέλεση των μεταφερθέντων εσόδων για ειδικό προορισμό.»

4.

Το άρθρο 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 13

1.   Οι δαπάνες τρέχουσας διαχείρισης μπορούν, από την 15η Νοεμβρίου κάθε έτους, να αναλαμβάνονται προκαταβολικά εις βάρος των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος. Αυτές οι αναλήψεις δεν είναι δυνατό να υπερβαίνουν το ένα τέταρτο των πιστώσεων που έχουν εγγραφεί από το διοικητικό συμβούλιο στην αντίστοιχη γραμμή του προϋπολογισμού για το τρέχον οικονομικό έτος. Επίσης, δεν μπορούν να αφορούν νέες δαπάνες οι οποίες δεν έχουν γίνει ακόμη αποδεκτές καταρχήν στον τελευταίο δεόντως εγκριθέντα προϋπολογισμό.

2.   Οι δαπάνες οι οποίες, όπως τα μισθώματα, πρέπει να καταβάλλονται εκ των προτέρων, μπορούν να πληρώνονται από την 1η Δεκεμβρίου εις βάρος των πιστώσεων που προβλέπονται για το επόμενο οικονομικό έτος. Στην περίπτωση αυτή, δεν ισχύει το όριο της παραγράφου 1.»

5.

Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:

«4.   Τα κοινοτικά κονδύλια που καταβάλλονται στον κοινοτικό οργανισμό συνιστούν, σε σχέση με τον προϋπολογισμό του, επιχορήγηση ισοσκέλισης, η οποία έχει τη μορφή προχρηματοδότησης κατά την έννοια του άρθρου 81 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.»

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 5:

«5.   Ο κοινοτικός οργανισμός εφαρμόζει αυστηρή διαχείριση ταμειακών διαθεσίμων, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τα έσοδα για ειδικό προορισμό, ώστε να εξασφαλίζεται ότι τα ταμειακά διαθέσιμα περιορίζονται σε δεόντως αιτιολογημένες απαιτήσεις. Στις αιτήσεις πληρωμών, υποβάλλει λεπτομερείς και επικαιροποιημένες προβλέψεις σχετικά με τις πραγματικές ταμειακές απαιτήσεις του για ολόκληρο το έτος, καθώς και πληροφορίες σχετικά με έσοδα για ειδικό προορισμό.»

6.

Στο άρθρο 16 παράγραφος 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι κοινοτικοί οργανισμοί παρέχουν, μέχρι τις 31 Μαρτίου του έτους Ν το αργότερο, εκτίμηση του πλεονάσματος λειτουργίας από το έτος N–1, το οποίο πρέπει να επιστραφεί στον κοινοτικό προϋπολογισμό αργότερα εντός του έτους N, ώστε να συμπληρωθούν οι ήδη διαθέσιμες πληροφορίες για τα πλεονάσματα του έτους N–2. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να ληφθούν δεόντως υπόψη από την Επιτροπή κατά την εκτίμηση των δημοσιονομικών αναγκών των κοινοτικών οργανισμών για το έτος N+1.»

7.

Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 19

1.   Τα ακόλουθα έσοδα διατίθενται για τη χρηματοδότηση συγκεκριμένων δαπανών:

α)

έσοδα που αντιστοιχούν σε καθορισμένο προορισμό, όπως οι πρόσοδοι ιδρυμάτων, οι επιχορηγήσεις, οι δωρεές και τα κληροδοτήματα,

β)

οι συνεισφορές κρατών μελών, τρίτων χωρών ή διάφορων οργανισμών στις δραστηριότητες του κοινοτικού οργανισμού, στο μέτρο που αυτό προβλέπεται στη συμφωνία που έχει συναφθεί μεταξύ του κοινοτικού οργανισμού και του εκάστοτε κράτους μέλους, τρίτης χώρας ή οργανισμού,

γ)

έσοδα που προέρχονται από τρίτους για την παροχή αγαθών, υπηρεσιών ή εργασιών που εκτελούνται για λογαριασμό τους, εξαιρουμένων των τελών και των επιβαρύνσεων που αναφέρονται στο άρθρο 5 στοιχείο α),

δ)

έσοδα από την παροχή αγαθών και υπηρεσιών και από την εκτέλεση εργασιών υπέρ των λοιπών κοινοτικών οργάνων και οργανισμών,

ε)

έσοδα που προέρχονται από επιστροφές αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών,

στ)

έσοδα από την πώληση οχημάτων, εξοπλισμού και εγκαταστάσεων, καθώς και επιστημονικών και τεχνικών συσκευών, εξοπλισμού και υλικού που αντικαθίστανται ή διαλύονται, όταν η λογιστική αξία έχει αποσβεσθεί πλήρως,

ζ)

εισπραχθείσες ασφαλιστικές αποζημιώσεις,

η)

έσοδα από αποζημιώσεις μισθωτηρίων συμβάσεων,

θ)

έσοδα από την πώληση δημοσιεύσεων και ταινιών, συμπεριλαμβανομένων αυτών που έχουν ηλεκτρονική μορφή.

1α.   Η εφαρμοστέα βασική πράξη μπορεί επίσης να ορίζει τον προορισμό των εσόδων που προβλέπει για ειδικές δαπάνες.

2.   Κάθε έσοδο, κατά την έννοια των στοιχείων α) έως δ) της παραγράφου 1 καλύπτει όλες τις δαπάνες, άμεσες ή έμμεσες, που συνδέονται με την αντίστοιχη ενέργεια ή τον αντίστοιχο προορισμό.

3.   Ο προϋπολογισμός προβλέπει τη δομή που απαιτείται για την εγγραφή των κατηγοριών των εσόδων με ειδικό προορισμό που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και 1α και, εφόσον αυτό είναι δυνατόν, αναφέρει το ύψος τους.»

8.

Στο άρθρο 21, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι ακόλουθες μειώσεις μπορούν να εκπέσουν από το ποσό των αιτήσεων πληρωμής, των τιμολογίων ή των εκκαθαριστικών καταστάσεων, οπότε εκδίδονται εντάλματα πληρωμής για το καθαρό ποσό:

α)

οι ποινές που επιβάλλονται στα μέρη δημόσιων συμβάσεων ή σε δικαιούχους επιχορήγησης,

β)

οι εκπτώσεις, οι επιστροφές και οι μειώσεις που εκπίπτουν από κάθε τιμολόγιο και αίτηση πληρωμής,

γ)

οι τόκοι που παράγονται από την πληρωμή προχρηματοδοτήσεων.»

9.

Το άρθρο 23 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 23

1.   Ο διευθυντής μπορεί να πραγματοποιήσει μεταφορές από ένα κεφάλαιο σε άλλο και από ένα άρθρο σε άλλο χωρίς περιορισμό και από ένα τίτλο σε άλλο κατ' ανώτατο όριο έως 10 % των πιστώσεων για το οικονομικό έτος που εμφαίνεται στη γραμμή από την οποία πραγματοποιείται η μεταφορά.

2.   Πέραν του ορίου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο διευθυντής μπορεί να προτείνει στο διοικητικό συμβούλιο μεταφορές πιστώσεων από ένα τίτλο σε άλλο. Το διοικητικό συμβούλιο διαθέτει προθεσμία τριών εβδομάδων για να αντιταχθεί στις μεταφορές αυτές. Εάν παρέλθει η προθεσμία αυτή, οι μεταφορές λογίζονται ως εγκριθείσες.

3.   Οι προτάσεις μεταφοράς πιστώσεων και οι μεταφορές πιστώσεων που διενεργούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 συνοδεύονται από κατάλληλα και λεπτομερή δικαιολογητικά που παρουσιάζουν εκτέλεση των πιστώσεων και εκτιμήσεις των αναγκών έως το τέλος του οικονομικού έτους, τόσο για τις γραμμές που τροφοδοτούνται όσο και για τις γραμμές από τις οποίες γίνεται ανάληψη πιστώσεων.

4.   Ο διευθυντής ενημερώνει το ταχύτερο δυνατό το διοικητικό συμβούλιο για όλες τις πραγματοποιηθείσες μεταφορές. Ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή για όλες τις μεταφορές που πραγματοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2.»

10.

Στον τίτλο II, κεφάλαιο 7 εισάγεται το ακόλουθο άρθρο 25α:

«Άρθρο 25a

1.   Η εκτέλεση του προϋπολογισμού πραγματοποιείται με αποτελεσματικό και αποδοτικό εσωτερικό έλεγχο.

2.   Για τους σκοπούς της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, ως εσωτερικός έλεγχος ορίζεται η διαδικασία που εφαρμόζεται σε όλα τα επίπεδα διαχείρισης και αποσκοπεί στην παροχή εύλογης βεβαιότητας ως προς την επίτευξη των ακόλουθων στόχων:

α)

αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα και οικονομία των πράξεων,

β)

αξιοπιστία των εκθέσεων,

γ)

διαφύλαξη των περιουσιακών στοιχείων και ενημέρωση,

δ)

πρόληψη και εντοπισμός περιπτώσεων απάτης και παρατυπιών,

ε)

επαρκής διαχείριση των κινδύνων που σχετίζονται με τη νομιμότητα και την κανονικότητα των υποκείμενων πράξεων, λαμβανομένων υπόψη του πολυετούς χαρακτήρα των προγραμμάτων καθώς και της φύσης των σχετικών πληρωμών.»

11.

Το άρθρο 26 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Η συνοπτική παρουσίαση του προϋπολογισμού και των διορθωτικών προϋπολογισμών, όπως εγκρίθηκαν τελικά, δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης εντός τριών μηνών από την έγκρισή τους.

Αυτή η συνοπτική παρουσίαση παρουσιάζει τις πέντε βασικές γραμμές εσόδων και τις πέντε βασικές γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού λειτουργίας και του επιχειρησιακού προϋπολογισμού, τον πίνακα προσωπικού και εκτίμηση του αριθμού των συμβασιούχων υπαλλήλων, εκφρασμένου σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης για τα οποία έχουν εγγραφεί πιστώσεις στον προϋπολογισμό, καθώς και του αριθμού των αποσπασμένων εθνικών εμπειρογνωμόνων. Περιέχει επίσης τα αριθμητικά στοιχεία για το προηγούμενο έτος.»

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 3 και 4:

«3.   Ο προϋπολογισμός, συμπεριλαμβανομένου του πίνακα προσωπικού και των διορθωτικών προϋπολογισμών, όπως εγκρίθηκαν τελικά, καθώς και αναφορά του αριθμού των συμβασιούχων υπαλλήλων, εκφρασμένου σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης για τους οποίους έχουν εγγραφεί πιστώσεις στον προϋπολογισμό, και του αριθμού των αποσπασμένων εθνικών εμπειρογνωμόνων, διαβιβάζονται στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή, το Ελεγκτικό Συνέδριο και την Επιτροπή προς ενημέρωση και δημοσιεύοντα στο δικτυακό τόπο του εν λόγω κοινοτικού οργανισμού εντός τεσσάρων εβδομάδων από την έγκρισή τους.

4.   Ο κοινοτικός οργανισμός παρέχει στο δικτυακό του τόπο πληροφορίες για τους δικαιούχους των κονδυλίων που προέρχονται από τον προϋπολογισμό του, καθώς και για τους εμπειρογνώμονες που έχουν προσληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 74β. Οι πληροφορίες που δημοσιεύονται είναι εύκολα προσβάσιμες, διαφανείς και περιεκτικές. Οι πληροφορίες διατίθενται τηρουμένων δεόντως των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας και ασφάλειας, ιδίως δε της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως ορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

Όταν οι πληροφορίες δημοσιεύονται μόνο ανώνυμα, ο κοινοτικός οργανισμός παρέχει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατόπιν αιτήσεώς του, πληροφορίες για τους εν λόγω δικαιούχους με κατάλληλο τρόπο.

12.

Το άρθρο 27 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 27

1.   Ο προϋπολογισμός καταρτίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της συστατικής πράξης του εν λόγω κοινοτικού οργανισμού.

2.   Ο κοινοτικός οργανισμός διαβιβάζει στην Επιτροπή σχέδιο προσωρινής εκτίμησης των δαπανών και των εσόδων του, καθώς και τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές που την αιτιολογούν το αργότερο μέχρι τις 10 Φεβρουαρίου κάθε έτους και το σχέδιο τελικής εκτίμησης το αργότερο μέχρι την ημερομηνία που ορίζεται στη συστατική του πράξη.

3.   Η εκτίμηση της κατάστασης εσόδων και δαπανών του κοινοτικού οργανισμού περιλαμβάνει:

α)

πίνακα προσωπικού, ο οποίος καθορίζει τον αριθμό των θέσεων μόνιμου και έκτακτου προσωπικού, του οποίου η πρόσληψη πρόκειται να εγκριθεί εντός των ορίων των πιστώσεων του προϋπολογισμού ανά κατηγορία και βαθμό,

β)

σε περίπτωση μεταβολής του αριθμού των θέσεων προσωπικού, κατάσταση που αιτιολογεί τις αιτήσεις για νέες θέσεις,

γ)

τρίμηνη πρόβλεψη του ταμείου για τις πληρωμές και τις εισπράξεις,

δ)

πληροφορίες για την επίτευξη όλων των στόχων που είχαν ορισθεί προηγουμένως για τις διάφορες δραστηριότητες καθώς και τους νέους στόχους οι οποίοι μετρώνται βάσει δεικτών,

Τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων εξετάζονται και χρησιμοποιούνται για να καταδειχθούν τα πιθανά πλεονεκτήματα της αύξησης ή της μείωσης του προτεινόμενου προϋπολογισμού του κοινοτικού οργανισμού σε σύγκριση με τον προϋπολογισμό του για το έτος N.

4.   Ο κοινοτικός οργανισμός διαβιβάζει στην Επιτροπή και στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή το αργότερο μέχρι τις 31 Μαρτίου κάθε έτους τα ακόλουθα:

α)

το σχέδιο του προγράμματος εργασίας του,

β)

το επικαιροποιημένο πολυετές πρόγραμμα προσωπικού του σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής,

γ)

πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των μόνιμων υπαλλήλων, των έκτακτων και των συμβασιούχων υπαλλήλων όπως ορίζονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης και στο καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εφεξής “ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης”) για τα έτη Ν–1 και Ν καθώς και εκτίμηση για το έτος Ν+1,

δ)

πληροφορίες για τις συνεισφορές σε είδος που χορηγήθηκαν στον κοινοτικό οργανισμό από το κράτος μέλος υποδοχής.

ε)

εκτίμηση του υπολοίπου του λογαριασμού δημοσιονομικού αποτελέσματος κατά την έννοια του άρθρου 81 για το έτος Ν–1.

5.   Στο πλαίσιο της διαδικασίας έγκρισης του γενικού προϋπολογισμού, η Επιτροπή διαβιβάζει την ως άνω προσωρινή κατάσταση του κοινοτικού οργανισμού προς την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή και προτείνει το ύψος της επιχορήγησης που προορίζεται για τον οργανισμό, καθώς και τον αριθμό του προσωπικού που κρίνει αναγκαίο για αυτόν. Η Επιτροπή παρέχει το σχέδιο πίνακα προσωπικού των κοινοτικών οργανισμών και εκτίμηση του αριθμού των συμβασιούχων υπαλλήλων εκφρασμένου σε ισοδύναμα πλήρους απασχόλησης για τα οποία προτείνονται πιστώσεις.

6.   Η αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εγκρίνει τον πίνακα προσωπικού του κοινοτικού οργανισμού, καθώς και κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή του, με τήρηση των διατάξεων του άρθρου 32 παράγραφος 1. Ο πίνακας προσωπικού δημοσιεύεται σε παράρτημα του τμήματος III — Επιτροπή — του γενικού προϋπολογισμού.

7.   Ο προϋπολογισμός και ο πίνακας προσωπικού εγκρίνονται από το διοικητικό συμβούλιο. Καθίστανται δε οριστικοί μετά την οριστική έγκριση του γενικού προϋπολογισμού, ο οποίος καθορίζει το ύψος της επιχορήγησης καθώς και τον πίνακα προσωπικού, εφόσον δε συντρέχει περίπτωση αναπροσαρμόζονται αναλόγως.»

13.

Το άρθρο 32 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1 η φράση «Α1 και Α2 και Α3» αντικαθίσταται από τη φράση «AD 16, AD 15, AD 14 και AD 13»,

β)

Στην παράγραφο 2, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Εφόσον μέλος του προσωπικού ζητήσει την ανάκληση της άδειας πριν από την εκπνοή της χορηγηθείσας περιόδου, ο κοινοτικός οργανισμός λαμβάνει το ταχύτερο δυνατό τα κατάλληλα μέτρα για την τήρηση της προθεσμίας που αναφέρεται στο στοιχείο β) της παραγράφου 1.»

14.

Στο άρθρο 33 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων του διατάκτη όσον αφορά την πρόληψη και τον εντοπισμό περιπτώσεων απάτης και παρατυπιών, ο κοινοτικός οργανισμός συμμετέχει στις δραστηριότητες για την πρόληψη της απάτης της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης.»

15.

Στο άρθρο 34 παράγραφος 1, η φράση «οι κανονισμοί και οι κανονιστικές διατάξεις που εφαρμόζονται στους υπαλλήλους και στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εφεξής ο “κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης”)» αντικαθίστανται από «ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης».

16.

Στο άρθρο 35, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται με τις ακόλουθες:

«1.   Απαγορεύεται σε όλους τους δημοσιονομικούς παράγοντες, κατά την έννοια του κεφαλαίου 2 του παρόντος τίτλου, και σε κάθε άλλο πρόσωπο που συμμετέχει στην εκτέλεση, τη διαχείριση, το λογιστικό ή άλλο έλεγχο του προϋπολογισμού να εκδίδει οποιαδήποτε πράξη μέσω της οποίας θα μπορούσε να προκύψει σύγκρουση μεταξύ των ιδίων του συμφερόντων και εκείνων του κοινοτικού οργανισμού. Εάν προκύψει τέτοια περίπτωση, το εν λόγω πρόσωπο υποχρεούται να απόσχει από ανάλογα μέτρα και να αναφέρει το γεγονός στην αρμόδια αρχή.

2.   Υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων όταν η αμερόληπτη και αντικειμενική άσκηση των καθηκόντων προσώπου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 επηρεάζεται από λόγους οικογενειακούς, συναισθηματικούς, πολιτικής ή εθνικής συνάφειας, οικονομικού συμφέροντος ή από κάθε άλλο λόγο κοινωνίας συμφέροντος με το δικαιούχο.»

17.

Στο άρθρο 38 παράγραφος 6 προστίθενται οι ακόλουθες προτάσεις:

«Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνονται σε δικαιολογητικά έγγραφα διαγράφονται, ει δυνατόν, εφόσον δεν είναι απαραίτητα για τη χορήγηση απαλλαγής για την εκτέλεση του προϋπολογισμού, τον εσωτερικό και το λογιστικό έλεγχο. Σε κάθε περίπτωση, όσον αφορά τη διατήρηση των δεδομένων κίνησης, εφαρμόζεται το άρθρο 37 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001.»

18.

Στο άρθρο 39 παράγραφος 3 προστίθενται τα παρακάτω εδάφια:

«Για τους σκοπούς του εκ των προτέρων ελέγχου, παρόμοιες μεμονωμένες συναλλαγές που έχουν σχέση με τις τρέχουσες δαπάνες μισθοδοσίας, καταβολής συντάξεων, επιστροφής εξόδων αποστολής και ιατρικών εξόδων είναι δυνατόν να εκληφθούν από τον αρμόδιο διατάκτη ως ενιαία πράξη.

Στην περίπτωση που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο, ο αρμόδιος διατάκτης, αναλόγως της διενεργηθείσας ανάλυσης κινδύνου, πραγματοποιεί το δέοντα εκ των υστέρων έλεγχο, σύμφωνα με την παράγραφο 4.»

19.

Στο άρθρο 40, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο διατάκτης προβαίνει σε απολογισμό, ενώπιον του διοικητικού συμβουλίου, για την άσκηση των καθηκόντων του, με τη μορφή ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων, η οποία συνοδεύεται από δημοσιονομικά και διαχειριστικά στοιχεία τα οποία επιβεβαιώνουν ότι οι πληροφορίες της έκθεσης είναι αληθείς και ακριβείς, εκτός εάν ορίζεται άλλως σε τυχόν επιφυλάξεις σχετικές με συγκεκριμένους τομείς εσόδων και δαπανών.

Η ετήσια έκθεση δραστηριότητας αναφέρει τα αποτελέσματα των πράξεών του με παραπομπή στους στόχους, στους συναφείς με τις πράξεις κινδύνους, στη χρησιμοποίηση των πόρων και στην αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα του συστήματος εσωτερικού ελέγχου. Ο εσωτερικός ελεγκτής, κατά την έννοια του άρθρου 71, λαμβάνει υπόψη του την ετήσια αυτή έκθεση και κάθε άλλο διαθέσιμο πληροφοριακό στοιχείο.»

20.

Το άρθρο 43 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« Άρθρο 43

1.   Το διοικητικό συμβούλιο διορίζει υπόλογο, ο οποίος υπάγεται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης και είναι λειτουργικά ανεξάρτητος κατά την άσκηση των καθηκόντων του. Είναι αρμόδιος στον κοινοτικό οργανισμό για τα ακόλουθα:

α)

την ορθή εκτέλεση των πληρωμών, και την είσπραξη των εσόδων και των βεβαιωμένων απαιτήσεων,

β)

την προετοιμασία και την παρουσίαση των λογαριασμών σύμφωνα με τον τίτλο VΙΙ,

γ)

την τήρηση των λογαριασμών σύμφωνα με τον τίτλο VII,

δ)

την εκτέλεση, σύμφωνα με τον τίτλο VΙΙ, των λογιστικών κανόνων και μεθόδων, καθώς και του λογιστικού σχεδίου, σύμφωνα με τις διατάξεις που ενέκρινε ο υπόλογος της Επιτροπής,

ε)

τον προσδιορισμό και την επικύρωση των λογιστικών συστημάτων, καθώς και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, την επικύρωση των συστημάτων που προσδιορίζονται από το διατάκτη και προορίζονται να παράσχουν ή να αιτιολογήσουν τα λογιστικά στοιχεία. Ο υπόλογος διαθέτει την εξουσία να επαληθεύει την τήρηση των κριτηρίων επικύρωσης,

στ)

τη διαχείριση του ταμείου.

2.   Ο υπόλογος λαμβάνει από το διατάκτη, ο οποίος εγγυάται την αξιοπιστία τους, όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την κατάρτιση λογαριασμών που να αποδίδουν πιστά την περιουσιακή κατάσταση του κοινοτικού οργανισμού και την εκτέλεση του προϋπολογισμού του.

2α.   Πριν εγκριθούν οι λογαριασμοί από το διευθυντή, ο υπόλογος τους υπογράφει, πιστοποιώντας κατά τον τρόπο αυτόν ότι μπορεί ευλόγως να υποθέσει ότι οι εν λόγω λογαριασμοί αποδίδουν αληθή και ακριβή εικόνα της δημοσιονομικής κατάστασης του κοινοτικού οργανισμού.

Προς τούτο, ο υπόλογος φροντίζει να βεβαιωθεί ότι οι λογαριασμοί έχουν καταρτισθεί σύμφωνα με τους προβλεπόμενους λογιστικούς κανόνες, μεθόδους και συστήματα, και ότι όλα τα έσοδα και δαπάνες έχουν εγγραφεί στους λογαριασμούς.

Ο διατάκτης διαβιβάζει όλα τα στοιχεία που χρειάζεται ο υπόλογος για την άσκηση των καθηκόντων του.

Ο διατάκτης παραμένει πλήρως υπεύθυνος για την ορθή χρησιμοποίηση των κονδυλίων που διαχειρίζεται, καθώς και για τη νομιμότητα και κανονικότητα των δαπανών που πραγματοποιούνται υπό τον έλεγχό του.

2β.   Ο υπόλογος έχει την εξουσία να ελέγχει τα λαμβανόμενα στοιχεία, καθώς και να πραγματοποιεί τυχόν περαιτέρω ελέγχους που κρίνει αναγκαίους πριν από την υπογραφή των λογαριασμών.

Εάν απαιτείται, ο υπόλογος διατυπώνει επιφυλάξεις και εξηγεί επακριβώς τη φύση και την έκταση των επιφυλάξεων αυτών.

2γ.   Ο υπόλογος του κοινοτικού οργανισμού υπογράφει τους ετήσιους λογαριασμούς του και τους αποστέλλει στον υπόλογο της Επιτροπής.

3.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 44, ο υπόλογος είναι ο μόνος εξουσιοδοτημένος να διαχειρίζεται χρηματικά ποσά και αξίες. Είναι δε υπεύθυνος για τη φύλαξή τους.

4.   Ο υπόλογος μπορεί, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, να μεταβιβάσει ορισμένα καθήκοντα σε υφισταμένους του βάσει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, όταν τούτο είναι αναγκαίο για την άσκηση των καθηκόντων του.

5.   Η πράξη μεταβίβασης ορίζει τα καθήκοντα, που ανατίθενται στους εντολοδόχους, καθώς και τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους.»

21.

Στο άρθρο 44, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Οι πληρωμές από πάγιες προκαταβολές είναι δυνατόν να πραγματοποιούνται με τραπεζική μεταφορά, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος άμεσης χρέωσης στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 66 παράγραφος 1α, με επιταγή ή με άλλο μέσο πληρωμής, σύμφωνα με τις οδηγίες που δίδει ο υπόλογος.»

22.

Στον τίτλο IV, κεφάλαιο 3, ο τίτλος του τμήματος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τμήμα 2

Κανόνες που ισχύουν για το διατάκτη, καθώς και για τους διατάκτες της κύριας και της δευτερεύουσας μεταβίβασης»

23.

Το άρθρο 47 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 47

1.   Ο διατάκτης υπέχει ευθύνη προς χρηματική αποζημίωση υπό τους όρους που προβλέπονται στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης.

1α.   Η απαίτηση προς καταβολή χρηματικής αποζημίωσης ισχύει ιδίως εφόσον:

α)

ο διατάκτης, είτε από πρόθεση είτε λόγω βαρείας αμέλειάς του, βεβαιώνει δικαιώματα είσπραξης ή εκδίδει εντάλματα είσπραξης, αναλαμβάνει δαπάνη ή υπογράφει ένταλμα πληρωμής χωρίς να τηρήσει τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και των κανόνων εφαρμογής του.

β)

ο διατάκτης, είτε από πρόθεση είτε λόγω βαρείας αμέλειάς του, παραλείπει να συντάξει έγγραφο για τη βεβαίωση απαίτησης, αμελεί να εκδώσει ένταλμα είσπραξης ή καθυστερεί την έκδοσή του ή την έκδοση εντάλματος πληρωμής, εκθέτοντας έτσι τον κοινοτικό οργανισμό στην άσκηση ενδίκων μέσων εκ μέρους τρίτων.

2.   Όταν ο κύριος ή δευτερεύων διατάκτης θεωρεί ότι η απόφαση για την οποία είναι αρμόδιος εμπεριέχει παρατυπίες ή αντιβαίνει προς τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, οφείλει να το αναφέρει εγγράφως στην εξουσιοδοτούσα αρχή. Αν η εξουσιοδοτούσα αρχή δώσει εγγράφως στον κύριο ή στο δευτερεύοντα διατάκτη αιτιολογημένη εντολή εκτέλεσης της ανωτέρω απόφασης, εκείνος οφείλει να την εκτελέσει και απαλλάσσεται από την ευθύνη του.

3.   Στην περίπτωση μεταβίβασης αρμοδιοτήτων, ο διατάκτης συνεχίζει να είναι υπεύθυνος για την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των συστημάτων εσωτερικής διαχείρισης και ελέγχου, που έχουν θεσπιστεί, καθώς και για την επιλογή του διατάκτη προς τον οποίο γίνεται η μεταβίβαση.

4.   Η εξειδικευμένη στις δημοσιονομικές παρατυπίες υπηρεσία που έχει συγκροτήσει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 66 παράγραφος 4 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, ασκεί τις ίδιες εξουσίες σε σχέση με τον κοινοτικό οργανισμό όπως και σε σχέση με τα τμήματα της Επιτροπής, εκτός εάν το διοικητικό συμβούλιο αποφασίσει τη σύσταση λειτουργικά ανεξάρτητης υπηρεσίας, ή τη συμμετοχή σε κοινή υπηρεσία συσταθείσα από διάφορους κοινοτικούς οργανισμούς. Όσον αφορά τις υποθέσεις που υποβάλλονται από κοινοτικούς οργανισμούς, η εξειδικευμένη στις δημοσιονομικές παρατυπίες υπηρεσία που έχει συγκροτήσει η Επιτροπή θα περιλαμβάνει ένα μέλος του προσωπικού κοινοτικού οργανισμού.

Βάσει της γνώμης που διατυπώνει η ως άνω υπηρεσία, ο διευθυντής αποφασίζει να κινήσει τη διαδικασία προς καταλογισμό πειθαρχικής ευθύνης ή ευθύνης προς χρηματική αποζημίωση. Αν η υπηρεσία αυτή ανακαλύψει συστημικά προβλήματα, διαβιβάζει στο διατάκτη και στον εσωτερικό ελεγκτή της Επιτροπής έκθεση συνοδευόμενη από συστάσεις. Εάν η γνώμη της υπηρεσίας αυτής εμπλέκει το διευθυντή, η υπηρεσία τη διαβιβάζει στο διοικητικό συμβούλιο και στον εσωτερικό ελεγκτή της Επιτροπής. Ο διευθυντής παραπέμπει, ανώνυμα, στις γνώμες της αρχής στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του και περιγράφει τα μέτρα παρακολούθησης που έχουν ληφθεί.

5.   Κάθε υπάλληλος μπορεί να υποχρεωθεί να αποκαταστήσει, εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, τη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός οργανισμός λόγω προσωπικών του σοβαρών παραπτωμάτων τα οποία διέπραξε κατά την άσκηση ή επ' ευκαιρία της άσκησης των καθηκόντων του.

Η σχετική αιτιολογημένη απόφαση λαμβάνεται από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, αφού ολοκληρωθούν οι διατυπώσεις που προβλέπονται για τα πειθαρχικά ζητήματα στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης.»

24.

Το άρθρο 50 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 50

Ο κοινοτικός οργανισμός υποβάλλει στην Επιτροπή αιτήσεις πληρωμής εξ ολοκλήρου ή εν μέρει της κοινοτικής επιχορήγησης σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 5, υπό όρους και με περιοδικότητα που έχουν συμφωνηθεί με αυτήν.»

25.

Στο άρθρο 53, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες επιχορήγησης που συνάπτονται από τον κοινοτικό οργανισμό προβλέπουν ότι κάθε απαίτηση μη επιστραφείσα μέχρι την καταληκτική ημερομηνία που καθορίζεται στο χρεωστικό σημείωμα φέρει τόκους σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 της Επιτροπής (7). Οι όροι υπό τους οποίους οφείλονται τόκοι υπερημερίας στον κοινοτικό οργανισμό, και κυρίως το επιτόκιο των τόκων αυτών, αναφέρονται ρητά στις συμβάσεις και στις συμφωνίες επιχορήγησης.

26.

Στο άρθρο 55 παράγραφος 3, το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται με το ακόλουθο:

«Όταν ο αρμόδιος διατάκτης πρόκειται να παραιτηθεί εξ ολοκλήρου ή εν μέρει από την είσπραξη βεβαιωθείσας απαίτησης, βεβαιώνει ότι η παραίτηση είναι κανονική και σύμφωνη με τις αρχές της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και της αναλογικότητας.

Η παραίτηση από την είσπραξη γίνεται με αιτιολογημένη απόφαση του διατάκτη. Ο διατάκτης μπορεί να μεταβιβάσει την αρμοδιότητα έκδοσης της απόφασης αυτής μόνο για απαιτήσεις κάτω των 5 000 ευρώ.»

27.

Στο άρθρο 58, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

Ο οφειλέτης αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει τόκους με το επιτόκιο που καθορίζεται στο άρθρο 86 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 για ολόκληρη τη διάρκεια της χορηγούμενης συμπληρωματικής προθεσμίας, από την ημερομηνία που ορίζεται στο χρεωστικό σημείωμα.»

28.

Στον τίτλο IV, κεφάλαιο 4, τμήμα 5 εισάγονται τα ακόλουθα άρθρα 58α και 58β:

«Άρθρο 58a

Ο υπόλογος τηρεί κατάσταση των ποσών που πρέπει να εισπραχθούν, στην οποία οι απαιτήσεις του κοινοτικού οργανισμού ταξινομούνται με βάση την ημερομηνία έκδοσης του σχετικού εντάλματος είσπραξης. Ο υπόλογος αναφέρει επίσης τις αποφάσεις παραίτησης ή μερικής παραίτησης από την είσπραξη βεβαιωθεισών απαιτήσεων. Η κατάσταση αυτή προσαρτάται στην έκθεση του κοινοτικού οργανισμού της Επιτροπής σχετικά με τη δημοσιονομική και οικονομική διαχείριση.

Ο κοινοτικός οργανισμός καταρτίζει κατάσταση των απαιτήσεών του, αναφέροντας το όνομα των οφειλετών και το ύψος της οφειλής τους, εφόσον έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση που διατάσσει τον οφειλέτη να καταβάλει το σχετικό ποσό η οποία έχει ισχύ δεδικασμένου, και εφόσον δεν έχει καταβληθεί κανένα ποσό ή κάποιο σημαντικό ποσό επί ένα έτος από την έκδοση της εν λόγω απόφασης. Η κατάσταση δημοσιεύεται λαμβανομένης υπόψη της σχετικής νομοθεσίας περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Άρθρο 58β

Οι απαιτήσεις του κοινοτικού οργανισμού έναντι τρίτων καθώς και οι απαιτήσεις τρίτων έναντι του κοινοτικού οργανισμού υπόκεινται σε πενταετή παραγραφή, που θεσπίζεται στις συμβάσεις και τις συμφωνίες επιχορήγησης που συνάπτονται από τον κοινοτικό οργανισμό.»

29.

Το άρθρο 59 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 59

Όταν ο κοινοτικός οργανισμός εισπράττει τα τέλη και τις επιβαρύνσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5 στοιχείο α), πραγματοποιείται συνολική προσωρινή εκτίμηση των εν λόγω τελών και επιβαρύνσεων στην αρχή κάθε οικονομικού έτους.

Όταν τα τέλη και οι επιβαρύνσεις καθορίζονται πλήρως από τη νομοθεσία ή από αποφάσεις του διοικητικού συμβουλίου, ο διατάκτης μπορεί να απόσχει από την έκδοση εντολής είσπραξης και να συντάξει απευθείας χρεωστικά σημειώματα αφού βεβαιώσει την απαίτηση αυτή. Στην περίπτωση αυτή, καταχωρίζονται όλα τα στοιχεία της απαίτησης του κοινοτικού οργανισμού. Ο υπόλογος τηρεί κατάσταση όλων των χρεωστικών σημειωμάτων και παρέχει τον αριθμό των χρεωστικών σημειωμάτων και το συνολικό ποσό στην έκθεση του κοινοτικού οργανισμού σχετικά με τη δημοσιονομική και χρηματοοικονομική διαχείριση.

Εφόσον ο κοινοτικός οργανισμός χρησιμοποιεί χωριστό σύστημα τιμολόγησης, ο υπόλογος, τακτικά και τουλάχιστον σε μηνιαία βάση, εισάγει στους λογαριασμούς το σωρευτικό ποσό των ληφθέντων τελών και επιβαρύνσεων.

Κατά γενικό κανόνα, η παροχή υπηρεσιών στο πλαίσιο των καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί πραγματοποιείται από τον κοινοτικό οργανισμό μόνο μετά την εξ ολοκλήρου καταβολή του ποσού του αντίστοιχου τέλους ή επιβάρυνσης. Εάν, κατ' εξαίρεση, έχει πραγματοποιηθεί παροχή υπηρεσιών χωρίς να προηγηθεί η καταβολή του αντίστοιχου τέλους ή επιβάρυνσης, εφαρμόζονται τα τμήματα 3, 4 και 5 του παρόντος κεφαλαίου.»

30.

Στο άρθρο 60 παράγραφος 3 προστίθεται η ακόλουθη φράση: «Το πρόγραμμα εργασίας περιλαμβάνει λεπτομερείς στόχους και δείκτες επιδόσεων.»

31.

Το άρθρο 62 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 62

1.   Για κάθε μέτρο που είναι δυνατόν να προκαλέσει δαπάνη εις βάρος του προϋπολογισμού, ο αρμόδιος διατάκτης οφείλει να προβαίνει εκ των προτέρων σε δημοσιονομική δέσμευση, πριν αναλάβει νομική δέσμευση έναντι τρίτων.

2.   Οι συνολικές δημοσιονομικές δεσμεύσεις καλύπτουν το συνολικό κόστος των αντίστοιχων ατομικών νομικών δεσμεύσεων που έχουν συναφθεί έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους N+1.

Οι μεμονωμένες νομικές δεσμεύσεις που αναφέρονται σε δημοσιονομικές δεσμεύσεις μεμονωμένες ή προσωρινές συνάπτονται το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου του έτους Ν.

Κατά την εκπνοή των περιόδων που αναφέρονται στο πρώτο και στο δεύτερο εδάφιο, το μη εκτελεσθέν υπόλοιπο αυτών των δημοσιονομικών δεσμεύσεων αποδεσμεύεται από τον αρμόδιο διατάκτη.

3.   Οι νομικές δεσμεύσεις για ενέργειες των οποίων η υλοποίηση εκτείνεται σε περισσότερα του ενός οικονομικά έτη καθώς και οι αντίστοιχες δημοσιονομικές δεσμεύσεις περιλαμβάνουν, εκτός εάν πρόκειται για δαπάνες προσωπικού, καταληκτική ημερομηνία εκτέλεσης, η οποία καθορίζεται σύμφωνα με την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.

Τα τμήματα αυτών των δεσμεύσεων που δεν έχουν υλοποιηθεί έξι μήνες μετά την ως άνω καταληκτική ημερομηνία εκτέλεσης αποτελούν το αντικείμενο αποδέσμευσης σύμφωνα με το άρθρο 11.

Το ποσό δημοσιονομικής δέσμευσης η οποία αντιστοιχεί σε νομική δέσμευση για την οποία δεν πραγματοποιήθηκε καμία πληρωμή κατά την έννοια του άρθρου 67 επί διάστημα τριών ετών μετά την υπογραφή της νομικής δέσμευσης, αποδεσμεύεται.»

32.

Στο άρθρο 66 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

«1α.   Οσάκις περιοδικές πληρωμές γίνονται για παρεχόμενες υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων υπηρεσιών ενοικίασης, ή παραδιδόμενα αγαθά, και υπό την αίρεση της ανάλυσης κινδύνων που αυτός πραγματοποιεί, ο διατάκτης είναι δυνατόν να διατάξει την εφαρμογή συστήματος άμεσης χρέωσης.»

33.

Στο άρθρο 72 παράγραφος 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των συστημάτων εσωτερικού και λογιστικού ελέγχου που εφαρμόζονται σε κάθε πράξη εκτέλεσης του προϋπολογισμού.»

34.

Το άρθρο 74 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 74

1.   Όσον αφορά την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων, εφαρμόζονται οι προσήκουσες διατάξεις του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού και του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 με την επιφύλαξη των παραγράφων 4 έως 7 του παρόντος άρθρου.

2.   Ο κοινοτικός οργανισμός μπορεί να λάβει μέρος, κατόπιν αιτήσεώς του, με την ιδιότητα της αναθέτουσας αρχής, στην ανάθεση συμβάσεων της Επιτροπής ή διοργανικών συμβάσεων, καθώς και στην ανάθεση συμβάσεων άλλων κοινοτικών οργανισμών.

3.   Ο κοινοτικός οργανισμός συμμετέχει στην κεντρική βάση δεδομένων την οποία έχει δημιουργήσει και διαχειρίζεται η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 95 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

4.   Ο κοινοτικός οργανισμός μπορεί, χωρίς να προσφύγει σε διαδικασία ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων, να συνάψει σύμβαση με την Επιτροπή, τις διοργανικές υπηρεσίες και το Μεταφραστικό Κέντρο για τους οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν θεσπιστεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2965/94 του Συμβουλίου (8) για την προμήθεια αγαθών, την παροχή υπηρεσιών ή την εκτέλεση εργασιών που παρέχουν οι τελευταίοι.

5.   Ο κοινοτικός οργανισμός μπορεί να χρησιμοποιήσει κοινές διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων με τις αναθέτουσες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής για την κάλυψη των διοικητικών του αναγκών. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, το άρθρο 125γ του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002.

6.   Όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 101 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, η πρόσκληση υποβολής προσφορών προβλέπει ότι ο κοινοτικός οργανισμός μπορεί, έως την υπογραφή της σύμβασης, είτε να παραιτηθεί από τη σύμβαση είτε να ακυρώσει τη διαδικασία σύναψης της σύμβασης, χωρίς οι υποψήφιοι ή οι προσφέροντες να μπορούν να διεκδικήσουν οποιαδήποτε αποζημίωση.

7.   Όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 103 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, στις διατάξεις των προσκλήσεων υποβολής προσφορών που προκηρύχτηκαν από τον κοινοτικό οργανισμό προβλέπεται ότι ο οργανισμός μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία και να λάβει κάθε αναγκαίο μέτρο, συμπεριλαμβανόμενης της ακύρωσης της διαδικασίας υπό τους όρους που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο.

Όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 103 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, οι συμβάσεις που συνάπτονται από τον κοινοτικό οργανισμό με οικονομικούς παράγοντες ορίζουν ότι μπορεί να λάβει τα μέτρα που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο σύμφωνα με τους εκεί προβλεπόμενους όρους.

35.

Παρεμβάλλονται οι ακόλουθοι τίτλοι VA και VB:

«ΤΙΤΛΟΣ VA

ΣΧΕΔΙΑ ΜΕ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΥΠΟ ΣΤΟΝ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΌ

Άρθρο 74a

Το διοικητικό συμβούλιο κοινοποιεί, το συντομότερο δυνατό, στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή την πρόθεσή του να υλοποιήσει κάθε σχέδιο που μπορεί να έχει σημαντικές δημοσιονομικές επιπτώσεις στη χρηματοδότηση του προϋπολογισμού λειτουργίας του, ιδίως τα σχέδια περί ακινήτων, όπως η μίσθωση ή η αγορά ακινήτων. Ενημερώνει δε σχετικά την Επιτροπή.

Εάν οποιοδήποτε από τα δύο σκέλη της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής σκοπεύει να γνωμοδοτήσει, γνωστοποιεί, εντός δύο εβδομάδων από την παραλαβή των πληροφοριών για το σχέδιο, στον κοινοτικό οργανισμό την πρόθεσή του να διατυπώσει σχετική γνώμη. Εάν ο κοινοτικός οργανισμός δεν λάβει απάντηση, μπορεί να προβεί στη σχεδιαζόμενη πράξη.

Η γνώμη αυτή διαβιβάζεται στον εν λόγω κοινοτικό οργανισμό εντός τεσσάρων εβδομάδων από την κοινοποίηση σύμφωνα με τη δεύτερη παράγραφο.

ΤΙΤΛΟΣ VB

ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΕΣ

Άρθρο 74β

Το άρθρο 265α του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 εφαρμόζεται κατ' αναλογία για την επιλογή εμπειρογνωμόνων. Οι εν λόγω εμπειρογνώμονες αμείβονται βάσει προκαθορισμένων ποσών, για να επικουρούν τον κοινοτικό οργανισμό ιδίως στην αξιολόγηση προτάσεων, αιτήσεων επιδότησης και προσφορών, καθώς και για να παρέχουν τεχνική βοήθεια κατά την παρακολούθηση και την τελική αξιολόγηση των σχεδίων. Ο κοινοτικός οργανισμός μπορεί να χρησιμοποιεί τις καταστάσεις που έχουν καταρτίσει η Επιτροπή ή άλλοι κοινοτικοί οργανισμοί.»

36.

Το άρθρο 75 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 75

1.   Όταν ο κοινοτικός οργανισμός μπορεί να χορηγεί επιχορηγήσεις σύμφωνα με τη συστατική του πράξη ή κατ’ εξουσιοδότηση της Επιτροπής βάσει του άρθρου 54 παράγραφος 2 στοιχείο β) του γενικού δημοσιονομικού προϋπολογισμού, οι οικείες διατάξεις του γενικού δημοσιονομικού προϋπολογισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 ισχύουν με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

2.   Οι επιχορηγήσεις αποτελούν το αντικείμενο έγγραφων συμφωνιών μεταξύ του κοινοτικού οργανισμού και του δικαιούχου.

3.   Όσον αφορά την εφαρμογή του άρθρου 119 παράγραφος 2 του γενικού δημοσιονομικού προϋπολογισμού, οι συμφωνίες επιχορήγησης που συνάπτονται από τον κοινοτικό οργανισμό ορίζουν ότι η επιχορήγηση μπορεί να ανασταλεί, να μειωθεί ή να τερματιστεί στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 183 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002, αφού προηγουμένως δοθεί στο δικαιούχο η δυνατότητα να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του.»

37.

Στο άρθρο 76, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι λογαριασμοί του κοινοτικού οργανισμού συνοδεύονται από έκθεση επί της δημοσιονομικής και χρηματοοικονομικής διαχείρισης του οικονομικού έτους. Η έκθεση περιέχει, μεταξύ άλλων, το ποσοστό απορρόφησης των πιστώσεων μαζί με συνοπτικά στοιχεία για τις μεταφορές πιστώσεων μεταξύ των διαφόρων θέσεων του προϋπολογισμού.»

38.

Τα άρθρα 82 και 83 αντικαθίστανται από τα ακόλουθα:

«Άρθρο 82

Το αργότερο έως την 1η Μαρτίου του επόμενου οικονομικού έτους, ο υπόλογος κοινοποιεί τους προσωρινούς λογαριασμούς του, συνοδευόμενους από την έκθεση δημοσιονομικής και χρηματοοικονομικής διαχείρισης, κατά το άρθρο 76 του παρόντος κανονισμού, στον υπόλογο της Επιτροπής και στο Ελεγκτικό Συνέδριο, έτσι ώστε ο υπόλογος της Επιτροπής να μπορέσει να προβεί στην ενοποίηση των λογαριασμών σύμφωνα με το άρθρο 128 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού.

Ο υπόλογος αποστέλλει επίσης την έκθεση δημοσιονομικής και χρηματοοικονομικής διαχείρισης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου του επόμενου έτους.

Άρθρο 83

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 129 παράγραφος 1 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού, το Ελεγκτικό Συνέδριο, το αργότερο έως τις 15 Ιουνίου του επόμενου έτους, προβαίνει στις παρατηρήσεις του επί των προσωρινών λογαριασμών του κοινοτικού οργανισμού.

2.   Μετά την παραλαβή των παρατηρήσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου επί των προσωρινών λογαριασμών του κοινοτικού οργανισμού, ο διευθυντής καταρτίζει τους οριστικούς λογαριασμούς του κοινοτικού οργανισμού, σύμφωνα με το άρθρο 43, με δική του ευθύνη και τους διαβιβάζει στο διοικητικό συμβούλιο, το οποίο διατυπώνει τη γνώμη του επί των λογαριασμών αυτών.

3.   Το αργότερο την 1η Ιουλίου του επόμενου έτους, ο διευθυντής διαβιβάζει τους ως άνω οριστικούς λογαριασμούς, συνοδευόμενους από τη γνώμη του διοικητικού συμβουλίου, προς τον υπόλογο της Επιτροπής και το Ελεγκτικό Συνέδριο, καθώς και προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

4.   Οι οριστικοί λογαριασμοί του κοινοτικού οργανισμού, ενοποιημένοι με τους λογαριασμούς της Επιτροπής, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης έως τις 15 Νοεμβρίου του επόμενου έτους.

5.   Το αργότερο στις 30 Σεπτεμβρίου, ο διευθυντής αποστέλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο απάντηση επί των παρατηρήσεων που αυτό διατυπώνει στο πλαίσιο της ετήσιας έκθεσής του. Οι απαντήσεις του κοινοτικού οργανισμού αποστέλλονται ταυτόχρονα στην Επιτροπή.»

39.

Το άρθρο 94 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 94

1.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μετά από σύσταση του Συμβουλίου, μέχρι τις 15 Μαΐου του έτους N+2, εκτός αν άλλως ορίζεται στη συστατική πράξη, προβαίνει στην απαλλαγή του διευθυντή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού λειτουργίας του οικονομικού έτους N. Ο διευθυντής ενημερώνει το διοικητικό συμβούλιο για τις παρατηρήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που περιέχονται στο ψήφισμα που συνοδεύει την απόφαση απαλλαγής.

2.   Αν δεν είναι δυνατόν να τηρηθεί η προθεσμία που προβλέπεται στην παράγραφο 1, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο ενημερώνει τον διευθυντή για τους λόγους καθυστέρησης της απόφασης.

3.   Στην περίπτωση που το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναβάλλει την απόφαση για τη χορήγηση της απαλλαγής, ο διευθυντής, σε συνεργασία με το διοικητικό συμβούλιο, προσπαθεί να λάβει, το συντομότερο δυνατό, τα μέτρα που είναι δυνατό να επιτρέψουν και να διευκολύνουν την άρση των εμποδίων για την έκδοση της απόφασης αυτής.»

40.

Το άρθρο 97 διαγράφεται.

41.

Το άρθρο 99 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 99

Το διοικητικό συμβούλιο, στο μέτρο του δυνατού και αφού λάβει τη συγκατάθεση της Επιτροπής, εκδίδει λεπτομερείς κανόνες για την εφαρμογή του δημοσιονομικού κανονισμού του κοινοτικού οργάνου, κατόπιν προτάσεως του διευθυντή του.»

Άρθρο 2

Κάθε οργανισμός που αναφέρεται στο άρθρο 185 του γενικού δημοσιονομικού κανονισμού τροποποιεί το δημοσιονομικό κανονισμό του μέχρι 10 Ιανουαρίου 2009.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2008.

Για την Επιτροπή

Dalia GRYBAUSKAITĖ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1525/2007 (ΕΕ L 343 της 27.12.2007, σ. 9).

(2)  ΕΕ C 23 της 28.1.2008, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 390 της 30.12.2006, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 72.

(5)  ΕΕ L 314 της 7.12.1994, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1645/2003 (ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 13).

(6)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1

(7)  ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 1

(8)  ΕΕ L 314 της 7.12.1994, σ. 1


10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/35


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 653/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 9ης Ιουλίου 2008

σχετικά με τον καθορισμό του συντελεστή κατανομής για την έκδοση αδειών εισαγωγής που απαιτούνται από τις 30 Ιουνίου έως τις 4 Ιουλίου 2008 για τα προϊόντα του τομέα της ζάχαρης στο πλαίσιο δασμολογικών ποσοστώσεων και προτιμησιακών συμφωνιών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 950/2006 της Επιτροπής, της 28ης Ιουνίου 2006, για τον καθορισμό, για τις περιόδους εμπορίας 2006/07, 2007/08 και 2008/09, των λεπτομερειών εφαρμογής για την εισαγωγή και το ραφινάρισμα προϊόντων του τομέα της ζάχαρης στο πλαίσιο ορισμένων δασμολογικών ποσοστώσεων και προτιμησιακών συμφωνιών (2), και ιδίως το άρθρο 5 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι αιτήσεις για άδειες εισαγωγής υποβλήθηκαν στις αρμόδιες αρχές κατά την περίοδο από τις 30 Ιουνίου έως τις 4 Ιουλίου 2008, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 950/2006 ή τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1832/2006 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με τη θέσπιση μεταβατικών μέτρων στον τομέα της ζάχαρης λόγω της προσχώρησης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας (3), για συνολική ποσότητα ίση ή μεγαλύτερη από τη διαθέσιμη ποσότητα για τον αύξοντα αριθμό 09.4340 (2007-2008).

(2)

Υπό τις περιστάσεις αυτές, η Επιτροπή πρέπει να καθορίσει συντελεστή κατανομής για την έκδοση αδειών εισαγωγής κατ’ αναλογία της διαθέσιμης ποσότητας και να ενημερώσει τα κράτη μέλη ότι έχει καλυφθεί η καθορισμένη ποσότητα,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Όσον αφορά τις αιτήσεις έκδοσης αδειών εισαγωγής που υποβλήθηκαν από τις 30 Ιουνίου έως τις 4 Ιουλίου 2008, στο πλαίσιο του άρθρου 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/2006 ή του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1832/2006, οι αιτήσεις θα εκδοθούν εντός των ορίων των ποσοτήτων που αναφέρονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 9 Ιουλίου 2008.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/2007 της Επιτροπής (ΕΕ L 283 της 27.10.2007, σ. 1). Από την 1η Οκτωβρίου 2008 ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 318/2006 θα αντικατασταθεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 (ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 178 της 1.7.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 371/2007 (ΕΕ L 92 της 3.4.2007, σ. 6).

(3)  ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 8.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Προτιμησιακή ζάχαρη ΑΚΕ-Ινδία

Τίτλος IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/2006

Περίοδος 2007/08

Αύξων αριθμός

Χώρα

% των αιτούμενων ποσοτήτων που πρέπει να παραδοθούν για την εβδομάδα από τις 30.6.2008-4.7.2008

Όριο

09.4331

Μπαρμπάντος

100

 

09.4332

Μπελίζ

100

 

09.4333

Ακτή Ελεφαντοστού

100

 

09.4334

Κονγκό

 

09.4335

Φίτζι

100

 

09.4336

Γουιάνα

100

 

09.4337

Ινδία

0

Έχει επιτευχθεί

09.4338

Τζαμάικα

100

 

09.4339

Κένυα

100

 

09.4340

Μαδαγασκάρη

24,6827

Έχει επιτευχθεί

09.4341

Μαλάουι

100

 

09.4342

Μαυρίκιος

100

 

09.4343

Μοζαμβίκη

0

Έχει επιτευχθεί

09.4344

Άγιος Χριστόφορος και Νέβις

 

09.4345

Σουρινάμ

 

09.4346

Σουαζιλάνδη

100

 

09.4347

Τανζανία

100

 

09.4348

Τρινιδάδ και Τομπάγκο

 

09.4349

Ουγκάντα

 

09.4350

Ζάμπια

100

 

09.4351

Ζιμπάμπουε

0

Έχει επιτευχθεί


Προτιμησιακή ζάχαρη ΑΚΕ-Ινδία

Τίτλος IV του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/2006

Περίοδος 2008/09

Αύξων αριθμός

Χώρα

% των αιτούμενων ποσοτήτων που πρέπει να παραδοθούν για την εβδομάδα από τις 30.6.2008-4.7.2008

Όριο

09.4331

Μπαρμπάντος

100

 

09.4332

Μπελίζ

100

 

09.4333

Ακτή Ελεφαντοστού

100

 

09.4334

Κονγκό

100

 

09.4335

Φίτζι

100

 

09.4336

Γουιάνα

100

 

09.4337

Ινδία

0

Έχει επιτευχθεί

09.4338

Τζαμάικα

100

 

09.4339

Κένυα

100

 

09.4340

Μαδαγασκάρη

100

 

09.4341

Μαλάουι

100

 

09.4342

Μαυρίκιος

100

 

09.4343

Μοζαμβίκη

100

 

09.4344

Άγιος Χριστόφορος και Νέβις

 

09.4345

Σουρινάμ

 

09.4346

Σουαζιλάνδη

100

 

09.4347

Τανζανία

100

 

09.4348

Τρινιδάδ και Τομπάγκο

100

 

09.4349

Ουγκάντα

 

09.4350

Ζάμπια

100

 

09.4351

Ζιμπάμπουε

100

 


Συμπληρωματική ζάχαρη

Τίτλος V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/2006

Περίοδος 2007/08

Αύξων αριθμός

Χώρα

% των αιτούμενων ποσοτήτων που πρέπει να παραδοθούν για την εβδομάδα από τις 30.6.2008-4.7.2008

Όριο

09.4315

Ινδία

100

 

09.4316

Χώρες που υπέγραψαν το πρωτόκολλο ΑΚΕ

100

 


Ζάχαρη παραχωρήσεων CXL

Τίτλος VI του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/2006

Περίοδος 2007/08

Αύξων αριθμός

Χώρα

% των αιτούμενων ποσοτήτων που πρέπει να παραδοθούν για την εβδομάδα από τις 30.6.2008-4.7.2008

Όριο

09.4317

Αυστραλία

0

Έχει επιτευχθεί

09.4318

Βραζιλία

0

Έχει επιτευχθεί

09.4319

Κούβα

0

Έχει επιτευχθεί

09.4320

Άλλες τρίτες χώρες

0

Έχει επιτευχθεί


Ζάχαρη Βαλκανίων

Τίτλος VII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/2006

Περίοδος 2007/08

Αύξων αριθμός

Χώρα

% των αιτούμενων ποσοτήτων που πρέπει να παραδοθούν για την εβδομάδα από τις 30.6.2008-4.7.2008

Όριο

09.4324

Αλβανία

100

 

09.4325

Βοσνία και Ερζεγοβίνη

0

Έχει επιτευχθεί

09.4326

Σερβία, Μαυροβούνιο και Κοσσυφοπέδιο

100

 

09.4327

Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας

100

 

09.4328

Κροατία

100

 


Ζάχαρη εξαιρετικής εισαγωγής και ζάχαρη βιομηχανικής εισαγωγής

Τίτλος VIII του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/2006

Περίοδος 2007/08

Αύξων αριθμός

Είδος

% των αιτούμενων ποσοτήτων που πρέπει να παραδοθούν για την εβδομάδα από τις 30.6.2008-4.7.2008

Όριο

09.4380

Εξαιρετική

 

09.4390

Βιομηχανική

 


Εισαγωγή ζάχαρης υπό τις μεταβατικές δασμολογικές ποσοστώσεις που ανοίγουν για τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία

Κεφάλαιο 1 τμήμα 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1832/2006

Περίοδος 2007/08

Αύξων αριθμός

Είδος

% των αιτούμενων ποσοτήτων που πρέπει να παραδοθούν για την εβδομάδα από τις 30.6.2008-4.7.2008

Όριο

09.4365

Βουλγαρία

0

Έχει επιτευχθεί

09.4366

Ρουμανία

0

Έχει επιτευχθεί


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Συμβούλιο

10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/39


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 3ης Ιουνίου 2008

για την κατάργηση της απόφασης 2005/694/ΕΚ για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Ιταλία

(2008/560/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 104 παράγραφος 12,

τη σύσταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την απόφαση 2005/694/ΕΚ του Συμβουλίου (1), μετά από σύσταση της Επιτροπής βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 6 της συνθήκης, διαπιστώθηκε η ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Ιταλία. Το Συμβούλιο επεσήμανε ότι το έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα βρισκόταν πάνω, χωρίς να απέχει πολύ, από τη σχετική τιμή αναφοράς (3 % του ΑΕΠ) τόσο το 2003 όσο και το 2004, ενώ το ακαθάριστο χρέος του ευρύτερου δημόσιου τομέα ήταν της τάξεως του 106-107 % του ΑΕΠ σε αμφότερα τα προαναφερθέντα έτη, δηλαδή σαφώς πάνω από τη σχετική τιμή αναφοράς βάσει της συνθήκης (60 % του ΑΕΠ), καθώς επίσης ότι δεν είχε μειωθεί με ικανοποιητικό ρυθμό κατά τα πρόσφατα έτη.

(2)

Στις 28 Ιουλίου 2005, σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7 της συνθήκης και το άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (2), το Συμβούλιο απηύθυνε, βάσει σύστασης της Επιτροπής, σύσταση στην Ιταλία με σκοπό να τερματισθεί η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος έως το 2007 το αργότερο. Η σύσταση δημοσιοποιήθηκε.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 12 της συνθήκης, η απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος καταργείται όταν, κατά την άποψη του Συμβουλίου, το υπερβολικό έλλειμμα στο εκάστοτε κράτος μέλος έχει διορθωθεί.

(4)

Σύμφωνα με το πρωτόκολλο για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που προσαρτάται στη συνθήκη, η Επιτροπή παρέχει τα στοιχεία για την εφαρμογή της διαδικασίας. Στο πλαίσιο της εφαρμογής του εν λόγω πρωτοκόλλου, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να παρέχουν στοιχεία για τα δημόσια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος και άλλες συναφείς μεταβλητές δύο φορές το χρόνο, δηλαδή πριν από την 1η Απριλίου και πριν από την 1η Οκτωβρίου, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1993, σχετικά με την εφαρμογή του πρωτοκόλλου για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (3).

(5)

Βάσει των στοιχείων που παρασχέθηκαν από την Επιτροπή (Eurostat) σύμφωνα με το άρθρο 8ζ παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93, σε συνέχεια της κοινοποίησης από μέρους της Ιταλίας πριν από την 1η Απριλίου 2008 και με βάση τις εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2008, εξάγονται τα ακόλουθα συμπεράσματα:

το έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, αφού αυξήθηκε από 3,5 % του ΑΕΠ το 2004 σε 4,2 % του ΑΕΠ το 2005, μειώθηκε σε 3,4 % του ΑΕΠ το 2006 και, εντέλει, σε 1,9 % του ΑΕΠ το 2007, ποσοστό που υπολείπεται της τιμής αναφοράς για το έλλειμμα βάσει της συνθήκης (3 % του ΑΕΠ). Χωρίς το δημοσιονομικό αντίκτυπο ορισμένων έκτακτων μέτρων, το έλλειμμα το 2007 θα ήταν 1,7 % του ΑΕΠ. Σημειωτέον ότι στο επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας του Δεκεμβρίου 2006 ετίθετο ως στόχος για το έλλειμμα το 2,8 % του ΑΕΠ·

μοχλός της προσαρμογής υπήρξε η αύξηση των μόνιμων φορολογικών εσόδων κατά την περίοδο 2006-2007, η οποία υπερέβη κατά πολύ τις σχετικές προσδοκίες. Το αποτέλεσμα αυτό επετεύχθη πρωτίστως χάρη στην υψηλότερη της αναμενόμενης αποτελεσματικότητα των θεσπισθέντων μέτρων και στο γεγονός ότι η οικονομική ανάπτυξη ήταν κάπως υψηλότερη από ό,τι προβλεπόταν. Μετά την εκτιμώμενη χειροτέρευση κατά Formula ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ το 2005, το διαρθρωτικό ισοζύγιο (δηλαδή το κυκλικά προσαρμοσμένο ισοζύγιο χωρίς έκτακτα και λοιπά προσωρινά μέτρα) εκτιμάται ότι βελτιώθηκε κατά 1Formula και 1Formula ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ το 2006 και το 2007, αντιστοίχως·

για το 2008, οι εαρινές προβλέψεις του 2008 κάνουν λόγο για αύξηση του ελλείμματος σε 2,3 % του ΑΕΠ, συμπεριλαμβανομένων των έκτακτων εσόδων από την πώληση ακινήτων, τα οποία ισοδυναμούν με 0,1 % του ΑΕΠ. Η προβλεπόμενη χειροτέρευση του δημοσιονομικού ισοζυγίου θα είναι συνέπεια τόσο της αύξησης του δείκτη τρεχουσών πρωτογενών δαπανών προς το ΑΕΠ όσο και της μείωσης των τρεχόντων φόρων. Η εξέλιξη αυτή αντισταθμίζεται εν μέρει από την αναμενόμενη μείωση των κεφαλαιουχικών δαπανών, η οποία αντικατοπτρίζει τις μεγάλου ύψους έκτακτες δαπάνες που κατέστησαν πληρωτέες το 2007. Παρά το γεγονός ότι η πρόβλεψη για έλλειμμα 2,3 % του ΑΕΠ ελάχιστα υπερβαίνει τον επίσημο στόχο για το έλλειμμα (2,2 % του ΑΕΠ) που καθοριζόταν στο επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας του Νοεμβρίου 2007, αυτή η τελευταία πρόβλεψη στηριζόταν στην εκτίμηση ότι το ύψος του ελλείμματος το 2007 θα ήταν πολύ μεγαλύτερο από αυτό που δηλώθηκε ως πραγματικό. Για το 2009, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις, με την προϋπόθεση αμετάβλητης πολιτικής, αναμένεται έλλειμμα 2,4 % του ΑΕΠ. Τούτο υποδηλώνει ότι το έλλειμμα μειώθηκε κάτω από την τιμή αναφοράς 3 % του ΑΕΠ με αξιόπιστο και διατηρήσιμο τρόπο·

ωστόσο, το διαρθρωτικό ισοζύγιο αναμένεται να χειροτερεύσει κατά Formula ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ και πλέον το 2008 και, με την προϋπόθεση αμετάβλητης πολιτικής, να βελτιωθεί κατά Formula ποσοστιαίες μονάδες το 2009. Η εξέλιξη αυτή πρέπει να αξιολογηθεί με γνώμονα την ανάγκη να πραγματοποιηθεί πρόοδος για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου (ΜΔΣ), ο οποίος για την Ιταλία συνίσταται στην επίτευξη ισοσκελισμένης θέσης σε διαρθρωτικούς όρους·

ο δείκτης δημόσιου χρέους, αφού μειώθηκε επί μία δεκαετία σε επίπεδο μόλις κάτω από 104 % του ΑΕΠ το 2004 (από επίπεδο που υπερέβαινε το 121 % του ΑΕΠ το 1994), ακολούθως αυξήθηκε κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ το 2005 και κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες επιπλέον το 2006, σε 106,5 % του ΑΕΠ. Ο δείκτης χρέους μειώθηκε περαιτέρω σε 104 % του ΑΕΠ το 2007. Η εξέλιξη του δείκτη χρέους επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από μία προσωρινή χρηματοοικονομική πράξη το 2006 (πρόκειται για τη συσσώρευση ρευστών περιουσιακών στοιχείων), η οποία αύξησε το χρέος, και από την αντιστροφή της το 2007. Χωρίς την εν λόγω πράξη, ο δείκτης χρέους θα είχε παραμείνει εν πολλοίς σταθερός το 2006, αντικατοπτρίζοντας τη βελτίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου. Με βάση τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2008 και την παραδοχή ότι οι πολιτικές θα παραμείνουν ως έχουν, ο δείκτης χρέους προβλέπεται να μειωθεί σε περίπου 102Formula % έως το 2009. Μολονότι ο δείκτης χρέους στην Ιταλία παραμένει υψηλός και σαφώς άνω της τιμής αναφοράς, μπορεί να θεωρηθεί ότι μειώθηκε κατά τρόπο που συμβαδίζει με τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος το 2007.

(6)

Κατά την άποψη του Συμβουλίου, το υπερβολικό έλλειμμα της Ιταλίας έχει διορθωθεί και η απόφαση 2005/694/ΕΚ θα πρέπει, επομένως, να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Από μια συνολική εκτίμηση προκύπτει ότι η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος στην Ιταλία έχει διορθωθεί.

Άρθρο 2

Η απόφαση 2005/694/ΕΚ καταργείται.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ιταλική Δημοκρατία.

Λουξεμβούργο, 3 Ιουνίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

C. LAGARDE


(1)  ΕΕ L 266 της 11.10.2005, σ. 57.

(2)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1056/2005 (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 5).

(3)  ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2103/2005 (ΕΕ L 337 της 22.12.2005, σ. 1).


10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/41


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 3ης Ιουνίου 2008

για την κατάργηση της απόφασης 2005/730/ΕΚ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Πορτογαλία

(2008/561/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 104 παράγραφος 12,

τη σύσταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το Συμβούλιο, με την απόφασή του 2005/730/ΕΚ (1), βάσει σύστασης της Επιτροπής κατ’ εφαρμογή του άρθρου 104 παράγραφος 6 της συνθήκης, απεφάνθη ότι υπήρχε υπερβολικό έλλειμμα στην Πορτογαλία. Το Συμβούλιο σημείωσε ότι το προβλεπόμενο έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα για το 2005 ανήλθε σε ποσοστό 6,2 % του ΑΕΠ, άνω του 3 % της τιμής αναφοράς ελλείμματος του ΑΕΠ που προβλέπει η συνθήκη, ενώ το ακαθάριστο χρέος του ευρύτερου δημόσιου τομέα αναμενόταν ότι θα ανέλθει σε 66,5 % του ΑΕΠ, άνω του 60 % της τιμής αναφοράς του ΑΕΠ που προβλέπει η συνθήκη.

(2)

Στις 20 Σεπτεμβρίου 2005, σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7 της συνθήκης και το άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (2), το Συμβούλιο απηύθυνε, βάσει σύστασης της Επιτροπής, σύσταση στην Πορτογαλία με σκοπό να τερματισθεί η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος έως τα τέλη του 2008 το αργότερο. Η σύσταση δημοσιοποιήθηκε.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 12 της συνθήκης, το Συμβούλιο καταργεί τις αποφάσεις του σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος, εφόσον, κατά τη γνώμη του, το υπερβολικό έλλειμμα στα συγκεκριμένα κράτη μέλη έχει διορθωθεί.

(4)

Σύμφωνα με το πρωτόκολλο για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που προσαρτάται στη συνθήκη, η Επιτροπή παρέχει τα στοιχεία για την εφαρμογή της διαδικασίας. Στο πλαίσιο της εφαρμογής του εν λόγω πρωτοκόλλου, τα κράτη μέλη οφείλουν να κοινοποιούν στοιχεία σχετικά με τα δημόσια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος και άλλες συναφείς μεταβλητές δύο φορές το χρόνο, συγκεκριμένα πριν από την 1η Απριλίου και πριν από την 1η Οκτωβρίου, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1993, για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (3).

(5)

Βάσει των στοιχείων που παρασχέθηκαν από την Επιτροπή (Eurostat), σύμφωνα με το άρθρο 8ζ παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93, σε συνέχεια της κοινοποίησης εκ μέρους της Πορτογαλίας πριν από την 1η Απριλίου 2008 και σύμφωνα με τις προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής την άνοιξη του 2008, εξάγονται τα ακόλουθα συμπεράσματα:

το έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα μειώθηκε από 6,1 % του ΑΕΠ το 2005 σε 3,9 % του ΑΕΠ το 2006 και σε 2,6 % του ΑΕΠ το 2007, δηλαδή κάτω του 3 % της τιμής αναφοράς για το έλλειμμα του ΑΕΠ, ένα έτος πριν από την προθεσμία που έθεσε το Συμβούλιο. Το αποτέλεσμα αυτό αντιστοιχεί με τον στόχο του 3 % του ΑΕΠ που τέθηκε τον Δεκέμβριο του 2007 για το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας της Πορτογαλίας,

στη βελτίωση του ισοζυγίου του δημόσιου τομέα συνέβαλαν τόσο η μείωση του λόγου των δημόσιων δαπανών προς το ΑΕΠ όσο και η αύξηση του λόγου των εσόδων προς το ΑΕΠ. Ο δείκτης δαπανών το 2006 μειώθηκε κατά 1,25 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ και σχεδόν κατά Formula ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ το 2007. Παράλληλα, ο δείκτης των δημόσιων εσόδων αυξήθηκε το 2006 και 2007 κατά 0,75 περίπου εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ ετησίως. Η δημοσιονομική εξυγίανση στηρίχθηκε κυρίως σε διαρθρωτικά μέτρα, με οριακή μόνο συνεισφορά μιας έκτακτης πράξης σε ποσοστό 0,1 % του ΑΕΠ το 2007. Η βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου (δηλαδή του κυκλικώς προσαρμοσμένου ισοζυγίου χωρίς τα έκτακτα και τα λοιπά προσωρινά μέτρα) εκτιμάται σε 2 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ για το 2006 και σε 1 εκατοστιαία μονάδα του ΑΕΠ για το 2007, εξέλιξη που συμβαδίζει με τη σύσταση του Συμβουλίου, δυνάμει του άρθρου 104 παράγραφος 7, για μείωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου κατά 1,5 % του ΑΕΠ το 2006 και κατά 0,75 % τουλάχιστον του ΑΕΠ το 2007,

για το 2008, οι προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής της άνοιξης του 2008 συγκλίνουν σε περαιτέρω μείωση του ελλείμματος σε 2,2 % του ΑΕΠ, κυρίως μέσω ορισμένων πρόσθετων εσόδων, με τον προϋπολογισμό να επωφελείται από μια έκτακτη πράξη με πτωτική επίδραση 0,2 % του ΑΕΠ στο έλλειμμα. Η εξέλιξη αυτή συμβαδίζει γενικά με τον επίσημο στόχο του 2,4 % για το έλλειμμα του ΑΕΠ που τέθηκε τον Δεκέμβριο του 2007 για το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας της Πορτογαλίας και τον αναθεωρημένο στόχο του 2,2 % του ΑΕΠ που εξήγγειλαν οι πορτογαλικές αρχές στα τέλη Μαρτίου 2008. Για το 2009, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις, το δημόσιο έλλειμμα προβλέπεται να ανέλθει σε 2,6 % του ΑΕΠ, με την προϋπόθεση αμετάβλητης πολιτικής. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι το έλλειμμα μειώθηκε κάτω από το 3 % της τιμής αναφοράς του ΑΕΠ με αξιόπιστο και βιώσιμο τρόπο,

ωστόσο, το διαρθρωτικό ισοζύγιο προβλέπεται ότι θα βελτιωθεί το 2008 κατά 0,25 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ και, με την προϋπόθεση ότι δεν θα μεταβληθεί η ακολουθούμενη πολιτική, θα επιδεινωθεί κατά 0,25 εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ το 2009. Οι προβλέψεις αυτές πρέπει να συνεκτιμηθούν με την ανάγκη επίτευξης του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου, ο οποίος για την Πορτογαλία αντιστοιχεί σε διαρθρωτικό έλλειμμα της τάξης του 0,5 % του ΑΕΠ,

το δημόσιο χρέος μειώθηκε από 64,7 % του ΑΕΠ το 2006 σε 63,6 % του ΑΕΠ το 2007. Η χαμηλή αύξηση του ΑΕΠ και τα σχετικώς υψηλά ακόμη δημόσια ελλείμματα σύμφωνα με τις οικονομικές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής της άνοιξης του 2008, αναμένεται ότι θα διαμορφώσουν το δημόσιο χρέος σε 64,25 % περίπου του ΑΕΠ το 2009.

(6)

Κατά την άποψη του Συμβουλίου, το υπερβολικό έλλειμμα της Πορτογαλίας έχει διορθωθεί και η απόφαση 2005/730/ΕΚ θα πρέπει, επομένως, να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Από τη συνολική εκτίμηση προκύπτει ότι η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος της Πορτογαλίας έχει διορθωθεί.

Άρθρο 2

Η απόφαση 2005/730/ΕΚ καταργείται.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Πορτογαλική Δημοκρατία.

Λουξεμβούργο, 3 Ιουνίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

C. LAGARDE


(1)  ΕΕ L 274 της 20.10.2005, σ. 91.

(2)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1056/2005 (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 5).

(3)  ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2103/2005 (ΕΕ L 337 της 22.12.2005, σ. 1).


10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/43


Απόφαση του Συμβουλίου

της 3ης Ιουνίου 2008

για την κατάργηση της απόφασης 2005/182/ΕΚ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στη Σλοβακία

(2008/562/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 104 παράγραφος 12,

τη σύσταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την απόφαση 2005/182/ΕΚ (1) του Συμβουλίου, μετά από σύσταση της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 6 της συνθήκης, αποφασίσθηκε ότι υπήρχε υπερβολικό έλλειμμα στη Σλοβακία. Το Συμβούλιο διαπίστωνε ότι το έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα ανερχόταν σε 3,6 % του ΑΕΠ το 2003, υπερβαίνοντας την τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ που προβλέπει η συνθήκη.

(2)

Στις 5 Ιουλίου 2004, σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7 της συνθήκης και το άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (2), το Συμβούλιο απηύθυνε, με βάση σύσταση της Επιτροπής, σύσταση προς τη Σλοβακία προκειμένου να τερματισθεί η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος μέχρι το τέλος του 2007, το αργότερο. Η σύσταση δημοσιοποιήθηκε.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 12 της συνθήκης, η απόφαση του Συμβουλίου σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος καταργείται όταν, κατά την άποψη του Συμβουλίου, το υπερβολικό έλλειμμα στο οικείο κράτος μέλος διορθώνεται.

(4)

Σύμφωνα με το πρωτόκολλο για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που προσαρτάται στη συνθήκη, η Επιτροπή παρέχει τα στοιχεία για την εφαρμογή της διαδικασίας. Στο πλαίσιο της εφαρμογής του εν λόγω πρωτοκόλλου, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να παρέχουν στοιχεία για τα δημόσια ελλείμματα και το δημόσιο χρέος και άλλες συναφείς μεταβλητές δύο φορές το χρόνο, δηλαδή πριν από την 1η Απριλίου και πριν από την 1η Οκτωβρίου, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1993, σχετικά με την εφαρμογή του πρωτοκόλλου για τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (3).

(5)

Με βάση τα στοιχεία που διαβίβασε η Επιτροπή (Eurostat) σύμφωνα με το άρθρο 8ζ παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93, μετά τη γνωστοποίηση που υπέβαλε η Σλοβακία πριν από την 1η Απριλίου 2008 και τις εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2008, προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:

λόγω αναθεωρήσεων των στοιχείων μετά την απόφαση του Συμβουλίου του 2004 σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος, το έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα παρέμεινε χαμηλότερο από 3 % του ΑΕΠ στο διάστημα 2003-2005. Αφού αυξήθηκε σε 3,6 % του ΑΕΠ το 2006, μειώθηκε σε 2,2 % του ΑΕΠ το 2007, ποσοστό χαμηλότερο από την τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ για το έλλειμμα. Το ποσοστό αυτό είναι χαμηλότερο σε σύγκριση με το στόχο του 2,9 % του ΑΕΠ που είχε τεθεί στην επικαιροποίηση του προγράμματος σύγκλισης του Δεκεμβρίου 2006,

η δημοσιονομική εξυγίανση ευνοήθηκε από το δυναμισμό του ΑΕΠ, την αύξηση της απασχόλησης και των εσόδων, πράγμα που επέτρεψε στο δείκτη δαπανών προς το ΑΕΠ να μειωθεί ταχύτερα από το δείκτη εσόδων προς το ΑΕΠ. Η κάμψη του δείκτη δαπανών προς το ΑΕΠ επιτεύχθηκε επίσης χάρη στη συγκράτηση των δαπανών και τις μεταρρυθμίσεις στον τομέα των δαπανών, όπως οι σημαντικές περικοπές των κοινωνικών παροχών. Ωστόσο, δεν αξιοποιήθηκαν πλήρως για τη δημοσιονομική εξυγίανση η κυκλική ανάκαμψη και τα αναπτυξιακά οφέλη από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ως εκ τούτου, το διαρθρωτικό έλλειμμα (δηλαδή το κυκλικά προσαρμοσμένο ισοζύγιο μη συνυπολογιζόμενων των έκτακτων και άλλων προσωρινών μέτρων) υπολογίζεται ότι έχει επιδεινωθεί από περίπου 1Formula % του ΑΕΠ το 2003 σε περίπου 3 % του ΑΕΠ το 2006 πριν βελτιωθεί σε περίπου 2Formula % του ΑΕΠ το 2007. Ωστόσο, μέρος της διαρθρωτικής επιδείνωσης μπορεί να αποδοθεί στην εισαγωγή του δεύτερου κεφαλαιοποιητικού πυλώνα του συνταξιοδοτικού συστήματος το 2005, καθώς εκτιμάται ότι τα ποσά που μεταβιβάστηκαν προς τον πυλώνα αυτόν αυξήθηκαν από 0,8 % του ΑΕΠ το 2005 σε 1,2 % και 1,3 % του ΑΕΠ το 2006 και το 2007, αντίστοιχα. Επιπλέον, οι αυξήσεις των φόρων στα τσιγάρα, πριν από την εφαρμογή των οποίων έγιναν σημαντικές αποθεματοποιήσεις σε διάφορα στάδια της αλυσίδας διανομής, με αποτέλεσμα να σημειωθούν σημαντικές αυξήσεις των φορολογικών εσόδων το 2003, 2005 και 2007, για να ακολουθήσουν ισοδύναμες μειώσεις αυτών των εσόδων τα επόμενα έτη,

για το 2008, οι εαρινές προβλέψεις των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2008 εκτιμούν ότι το ονομαστικό έλλειμμα θα μειωθεί περαιτέρω σε 2,0 % του ΑΕΠ, κυρίως χάρη στις συνεχιζόμενες ισχυρές αναπτυξιακές προοπτικές και ορισμένα μέτρα που αυξάνουν τα έσοδα, όπως η διεύρυνση της βάσης φορολόγησης των εταιρειών και του εισοδήματος φυσικών προσώπων και η αύξηση του ανωτάτου ορίου για τις κοινωνικές εισφορές. Αυτό είναι συνεπές με τον επίσημο στόχο για το έλλειμμα του ορίσθηκε σε 2,0 % του ΑΕΠ τον Φεβρουάριο του 2008. Για το 2009, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις, και εφόσον δεν μεταβληθούν οι πολιτικές, αναμένεται αύξηση του ελλείμματος σε 2,3 % του ΑΕΠ. Αυτό υποδηλώνει ότι το έλλειμμα μειώθηκε σε επίπεδο χαμηλότερο της τιμής αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ με τρόπο αξιόπιστο και διατηρήσιμο,

ωστόσο, το διαρθρωτικό ισοζύγιο αναμένεται να επιδεινωθεί κατά περίπου Formula της ποσοστιαίας μονάδας του ΑΕΠ το 2008 και, εφόσον δεν μεταβληθούν οι πολιτικές, κατά περίπου Formula της ποσοστιαίας μονάδας το 2009. Η εξέλιξη αυτή θα πρέπει να εξετασθεί στο πλαίσιο της ανάγκης πραγματοποίησης προόδου για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου (ΜΔΣ) για τη δημοσιονομική θέση, ο οποίος για τη Σλοβακία είναι διαρθρωτικό έλλειμμα ελαφρά χαμηλότερο του 1 % του ΑΕΠ,

το δημόσιο χρέος παραμένει αισθητά χαμηλότερο από την τιμή αναφοράς του 60 % του ΑΕΠ. Μειώθηκε από 42,4 % του ΑΕΠ το 2003 σε 29,4 % το 2007. Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις του 2008, ο δείκτης χρέους προβλέπεται να παραμείνει σε γενικές γραμμές σταθερός κατά το χρονικό ορίζοντα των προβλέψεων (με βάση την παραδοχή αμετάβλητων πολιτικών).

(6)

Κατά την άποψη του Συμβουλίου, η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος στη Σλοβακία έχει διορθωθεί και, συνεπώς, η απόφαση 2005/182/ΕΚ θα πρέπει να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Από τη συνολική εκτίμηση συνάγεται ότι η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος στη Σλοβακία έχει διορθωθεί.

Άρθρο 2

Η απόφαση 2005/182/ΕΚ καταργείται.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στη Σλοβακική Δημοκρατία.

Λουξεμβούργο, 3 Ιουνίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

C. LAGARDE


(1)  ΕΕ L 62 της 9.3.2005, σ. 16.

(2)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1056/2005 (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 5).

(3)  ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2103/2005 (ΕΕ L 337 της 22.12.2005, σ. 1).


10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/45


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 3ης Ιουνίου 2008

για την κατάργηση της απόφασης 2005/185/ΕΚ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος στην Τσεχική Δημοκρατία

(2008/563/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 104 παράγραφος 12,

τη σύσταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με την απόφαση 2005/185/ΕΚ (1) που εκδόθηκε μετά από σύσταση της Επιτροπής κατ’ εφαρμογή του άρθρου 104 παράγραφος 6 της συνθήκης, το Συμβούλιο αποφάνθηκε ότι υπήρχε υπερβολικό έλλειμμα στην Τσεχική Δημοκρατία. Το Συμβούλιο επεσήμανε ότι το έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα ανήλθε το 2003 σε 12,9 % του ΑΕΠ (5,9 % του ΑΕΠ χωρίς τη μείζονα αυτοτελή πράξη που αναφέρεται στον καταλογισμό των κρατικών εγγυήσεων), δηλαδή υπερέβη κατά πολύ το ποσοστό αναφοράς βάσει της συνθήκης (3 % του ΑΕΠ).

(2)

Στις 5 Ιουλίου 2004, σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 7 της συνθήκης και το άρθρο 3 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (2), το Συμβούλιο απηύθυνε, μετά από σύσταση της Επιτροπής, σύσταση στην Τσεχική Δημοκρατία με σκοπό να τερματισθεί η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος έως το 2008 το αργότερο. Η σύσταση δημοσιοποιήθηκε.

(3)

Ενόψει της πρόβλεψης για σημαντική απόκλιση από τους δημοσιονομικούς στόχους το 2007 και για έλλειμμα το οποίο θα συνέχιζε να υπερβαίνει το ποσοστό αναφοράς το 2008, το Συμβούλιο, μετά από σύσταση της Επιτροπής, εξέδωσε στις 10 Ιουλίου 2007 απόφαση δυνάμει του άρθρου 104 παράγραφος 8, τονίζοντας ότι η δράση που είχε αναληφθεί από την Τσεχική Δημοκρατία δεν φαινόταν επαρκής για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος εντός του 2008 (3). Στις 10 Οκτωβρίου 2007 το Συμβούλιο, μετά από σύσταση της Επιτροπής, εξέδωσε νέα σύσταση δυνάμει του άρθρου 104 παράγραφος 7 με την οποία ζητούσε από την Τσεχική Δημοκρατία να περιορίσει περαιτέρω το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2007 και επαναλάμβανε ότι η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος θα έπρεπε να τερματισθεί το αργότερο έως το 2008, τάσσοντας προθεσμία στις τσεχικές αρχές μέχρι τις 9 Απριλίου 2008 για την ανάληψη αποτελεσματικής δράσης. Βάσει των διαθέσιμων προβλέψεων, το Συμβούλιο κάλεσε τις τσεχικές αρχές να εξασφαλίσουν τη βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου (δηλαδή του κυκλικά προσαρμοσμένου ισοζυγίου πλην εκτάκτων και λοιπών προσωρινών μέτρων) κατά τουλάχιστον

Formula

 % του ΑΕΠ το 2008 σε σύγκριση με το 2007.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 12 της συνθήκης, η απόφαση του Συμβουλίου για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος καταργείται, μετά από σύσταση της Επιτροπής, εφόσον, κατά τη γνώμη του Συμβουλίου, έχει διορθωθεί το υπερβολικό έλλειμμα στο οικείο κράτος μέλος.

(5)

Σύμφωνα με το πρωτόκολλο σχετικά με τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που προσαρτάται στη συνθήκη, η Επιτροπή παρέχει τα στοιχεία για την εφαρμογή της διαδικασίας. Στο πλαίσιο της εφαρμογής του εν λόγω πρωτοκόλλου, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή δύο φορές το χρόνο, και συγκεκριμένα πριν από την 1η Απριλίου και πριν από την 1η Οκτωβρίου, στοιχεία για τα δημοσιονομικά ελλείμματα και το δημόσιο χρέος, καθώς και για άλλες συναφείς μεταβλητές, σύμφωνα με το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1993, για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (4).

(6)

Βάσει των στοιχείων που παρασχέθηκαν από την Επιτροπή (Eurostat) σύμφωνα με το άρθρο 8ζ παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93, μετά την κοινοποίηση που υπέβαλε η Τσεχική Δημοκρατία πριν την 1η Απριλίου 2008 και βάσει των εαρινών προβλέψεων των υπηρεσιών της Επιτροπής του 2008, εξάγονται τα ακόλουθα συμπεράσματα:

το έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα μειώθηκε από το 2,7 % του ΑΕΠ το 2006 στο 1,6 % του ΑΕΠ το 2007, δηλαδή κάτω από το ποσοστό αναφοράς (3 % του ΑΕΠ), πριν από την προθεσμία που έθεσε το Συμβούλιο, έναντι του στόχου του 4 % του ΑΕΠ σύμφωνα με το πρόγραμμα σύγκλισης του Μαρτίου 2007,

μολονότι τα φορολογικά έσοδα υπερέβησαν τις προσδοκίες λόγω του μεγαλύτερου του αναμενόμενου ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης, η μείωση του ελλείμματος το 2007 οφείλεται και στη συγκράτηση των δαπανών, ιδίως όσον αφορά τις αμοιβές των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα και την ενδιάμεση κατανάλωση. Το μεγαλύτερο μέρος της εξοικονόμησης δαπανών είναι μόνιμου χαρακτήρα. Η βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου (δηλαδή του κυκλικά προσαρμοσμένου ισοζυγίου πλην εκτάκτων και λοιπών προσωρινών μέτρων) εκτιμάται ότι θα υπερβεί κατά τι το Formula % του ΑΕΠ το 2007,

για το 2008 οι εαρινές προβλέψεις του 2008 κάνουν λόγο για περαιτέρω μείωση του ελλείμματος στο 1,4 % του ΑΕΠ, υπό την επίδραση πρόσθετων μέτρων εξοικονόμησης δαπανών, νομοθετικών μέτρων για τη μείωση των κοινωνικών δαπανών και της θέσπισης εισφοράς για την κάλυψη μέρους των δαπανών υγείας. Τα έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται να παραμείνουν μάλλον σταθερά κατόπιν του ευρέος φάσματος φορολογικών μέτρων που υλοποιούνται το 2008. Οι εαρινές προβλέψεις ευθυγραμμίζονται με τον στόχο ελλείμματος 1,5 % του ΑΕΠ που συμπεριλαμβανόταν στη δημοσιονομική κοινοποίηση του Απριλίου. Για το 2009 οι εαρινές προβλέψεις κάνουν λόγο για περαιτέρω μείωση του ελλείμματος στο 1,1 % του ΑΕΠ, εφόσον δεν μεταβληθεί η ακολουθούμενη πολιτική και συνεχισθεί ο περιορισμός των δαπανών. Αυτό υποδηλώνει ότι το έλλειμμα μειώθηκε κάτω από το ποσό αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ κατά αξιόπιστο και διαρκή τρόπο,

το διαρθρωτικό ισοζύγιο προβλέπεται να βελτιωθεί κατά περίπου Formula ποσοστιαία μονάδα του ΑΕΠ το 2008 και κατά ίσο ποσοστό το 2009, εφόσον δεν μεταβληθεί η ακολουθούμενη πολιτική και συνεχισθεί ο περιορισμός των δαπανών. Η βελτίωση αυτή θα πρέπει να συνεκτιμηθεί με την ανάγκη να επισπευσθεί η επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου (ΜΔΣ), ο οποίος, για την Τσεχική Δημοκρατία, έχει ορισθεί ως διαρθρωτικό έλλειμμα ίσο προς το 1 % του ΑΕΠ, όπως συστήθηκε στη γνώμη του Συμβουλίου του Μαρτίου 2008 για την επικαιροποίηση του προγράμματος σύγκλισης του Νοεμβρίου 2007,

το δημόσιο χρέος είναι πολύ πιο χαμηλό από το ποσοστό αναφοράς που ανέρχεται στο 60 % του ΑΕΠ. Μειώθηκε μάλιστα από το 29,4 % του ΑΕΠ το 2006 στο 28,7 % το 2007. Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις του 2008, το ποσοστό του χρέους προβλέπεται να μειωθεί κάτω του 28 % μέχρι τα τέλη του 2009 (υπό τον όρο ότι θα παραμείνει αμετάβλητη η πολιτική).

(7)

Κατά την άποψη του Συμβουλίου, το υπερβολικό έλλειμμα της Τσεχικής Δημοκρατίας έχει διορθωθεί και η απόφαση 2005/185/ΕΚ θα πρέπει, επομένως, να καταργηθεί,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Από μια συνολική εκτίμηση προκύπτει ότι η κατάσταση υπερβολικού ελλείμματος στην Τσεχική Δημοκρατία έχει διορθωθεί.

Άρθρο 2

Η απόφαση 2005/185/ΕΚ καταργείται.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Τσεχική Δημοκρατία.

Λουξεμβούργο, 3 Ιουνίου 2008.

Για το Συμβούλιο

H Πρόεδρος

C. LAGARDE


(1)  ΕΕ L 62 της 9.3.2005, σ. 20.

(2)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1056/2005 (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 5).

(3)  Απόφαση 2007/640/ΕΚ (ΕΕ L 260 της 5.10.2007, σ. 13).

(4)  ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2103/2005 (ΕΕ L 337 της 22.12.2005, σ. 1).


Επιτροπή

10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/47


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Ιουνίου 2008

που επιτρέπει στα κράτη μέλη να παρατείνουν τη διάρκεια των προσωρινών εγκρίσεων οι οποίες έχουν χορηγηθεί για τη νέα δραστική ουσία profoxydim

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 3080]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/564/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, το Μάρτιο του 1998 η Ισπανία παρέλαβε αίτηση από την εταιρεία BASF AG για την καταχώριση της δραστικής ουσίας profoxydim στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ. Με την απόφαση 1999/43/ΕΚ (2) της Επιτροπής επιβεβαιώθηκε ότι ο φάκελος ήταν πλήρης και μπορούσε να θεωρηθεί ότι πληροί καταρχήν τις απαιτήσεις, ως προς τα δεδομένα και τις πληροφορίες του παραρτήματος II και του παραρτήματος III της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Η επιβεβαίωση της πληρότητας των φακέλων ήταν αναγκαία για να καταστεί δυνατή η λεπτομερής εξέτασή τους και να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να χορηγήσουν προσωρινές άδειες κυκλοφορίας, για διάστημα μέχρι τριών ετών, σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν τη συγκεκριμένη δραστική ουσία, ενώ παράλληλα συμμορφώνονται προς τους όρους του άρθρου 8 παράγραφος 1 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ και ιδίως προς τον όρο που αφορά τη λεπτομερή αξιολόγηση των δραστικών ουσιών και του φυτοπροστατευτικού προϊόντος υπό το πρίσμα των απαιτήσεων που προβλέπει η οδηγία.

(3)

Για την εν λόγω δραστική ουσία αξιολογήθηκαν οι επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία και στο περιβάλλον, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφοι 2 και 4 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, για τις χρήσεις που προτείνονται από τους αιτούντες. Στις 28 Μαρτίου 2001 το κράτος μέλος-εισηγητής υπέβαλε στην Επιτροπή το σχέδιο της έκθεσης αξιολόγησης.

(4)

Μετά την υποβολή του σχεδίου έκθεσης αξιολόγησης από το κράτος μέλος-εισηγητή, διαπιστώθηκε ότι ήταν αναγκαίο να ζητηθούν από τον μεν αιτούντα περαιτέρω πληροφορίες από το δε κράτος μέλος-εισηγητή να εξετάσει τις εν λόγω πληροφορίες και να υποβάλει την αξιολόγησή του. Ως εκ τούτου, ο φάκελος βρίσκεται ακόμη υπό εξέταση και δεν είναι δυνατόν να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση εντός του χρονοδιαγράμματος που προβλέπεται από την οδηγία 91/414/ΕΟΚ.

(5)

Δεδομένου ότι από την αξιολόγηση δεν προέκυψαν μέχρι τώρα λόγοι άμεσης ανησυχίας, πρέπει να δοθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα να παρατείνουν για περίοδο 24 μηνών τις προσωρινές εγκρίσεις οι οποίες έχουν χορηγηθεί σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν την εν λόγω δραστική ουσία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, ώστε να καταστεί δυνατή η συνέχιση της εξέτασης των φακέλων. Αναμένεται ότι εντός 24 μηνών θα έχει ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και η διαδικασία λήψης απόφασης σχετικά με την πιθανή καταχώριση της ουσίας profoxydim στο παράρτημα Ι.

(6)

Τα μέτρα που ορίζονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Τα κράτη μέλη μπορούν να παρατείνουν τη διάρκεια των προσωρινών εγκρίσεων για τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν profoxydim για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους 24 μήνες από την ημερομηνία έκδοσης της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 30 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 230 της 19.8.1991, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2008/45/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 94 της 5.4.2008, σ. 21).

(2)  ΕΕ L 14 της 19.1.1999, σ. 30.


10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/49


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Ιουνίου 2008

με την οποία αναγνωρίζεται καταρχήν η πληρότητα των φακέλων που υποβλήθηκαν για λεπτομερή εξέταση με σκοπό την ενδεχόμενη καταχώριση του στελέχους Fe 9901 της ουσίας Paecilomyces fumosoroseus και του στελέχους I-1237 της ουσίας Trichoderma atroviride στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 3114]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/565/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 91/414/ΕΟΚ προβλέπει την κατάρτιση κοινοτικού καταλόγου δραστικών ουσιών οι οποίες επιτρέπεται να ενσωματώνονται σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα.

(2)

Στις 4 Φεβρουαρίου 2005 η εταιρεία FuturEco υπέβαλε στις αρχές του Βελγίου φάκελο για τη δραστική ουσία Paecilomyces fumosoroseus στέλεχος Fe 9901, συνοδευόμενο από αίτηση να καταχωριστεί η εν λόγω ουσία στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ. Στις 28 Αυγούστου 2007 η εταιρεία Agrauxine υπέβαλε στις αρχές της Γαλλίας φάκελο για την ουσία Trichoderma atroviride στέλεχος I-1237, συνοδευόμενο από αίτηση να καταχωριστεί η εν λόγω ουσία στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ.

(3)

Οι αρχές του Βελγίου και της Γαλλίας δήλωσαν στην Επιτροπή ότι, ύστερα από μια αρχική εξέταση, φαίνεται ότι οι φάκελοι για τις εν λόγω δραστικές ουσίες ικανοποιούν τις απαιτήσεις για στοιχεία και πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα II της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ. Οι φάκελοι που υποβλήθηκαν φαίνεται ότι ικανοποιούν επίσης τις απαιτήσεις για στοιχεία και πληροφορίες που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ όσον αφορά ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει μία από τις εν λόγω δραστικές ουσίες. Στη συνέχεια, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, οι φάκελοι διαβιβάστηκαν από τον αιτούντα στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη και παραπέμφθηκαν στη μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων.

(4)

Με την παρούσα απόφαση επιβεβαιώνεται επίσημα σε κοινοτικό επίπεδο ότι οι φάκελοι θεωρείται ότι ικανοποιούν καταρχήν τις απαιτήσεις για στοιχεία και πληροφορίες που προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙ και, για ένα τουλάχιστον φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει μία από τις εν λόγω δραστικές ουσίες, τις απαιτήσεις του παραρτήματος III της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ.

(5)

Η παρούσα απόφαση δεν προδικάζει το δικαίωμα της Επιτροπής να ζητήσει από τον αιτούντα να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία ή πληροφορίες ώστε να διευκρινιστούν ορισμένα σημεία του φακέλου.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Με την επιφύλαξη του άρθρου 6 παράγραφος 4 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, οι φάκελοι σχετικά με τις αναγραφόμενες στο παράρτημα της παρούσας απόφασης δραστικές ουσίες, οι οποίοι υποβλήθηκαν στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη με σκοπό να καταχωριστούν οι δραστικές αυτές ουσίες στο παράρτημα Ι της εν λόγω οδηγίας, ικανοποιούν καταρχήν τις απαιτήσεις όσον αφορά τα στοιχεία και τις πληροφορίες που παρατίθενται στο παράρτημα II της ίδιας οδηγίας.

Οι φάκελοι ικανοποιούν επίσης τις απαιτήσεις για στοιχεία και πληροφορίες που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙΙ της εν λόγω οδηγίας όσον αφορά ένα τουλάχιστον φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει μία από τις δραστικές ουσίες, λαμβάνοντας υπόψη τις προτεινόμενες χρήσεις.

Άρθρο 2

Το κράτος μέλος-εισηγητής εξακολουθεί να εξετάζει λεπτομερώς τους φακέλους που αναφέρονται στο άρθρο 1 και υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα συμπεράσματα της εξέτασής του, συνοδευόμενη από σύσταση σχετικά με την καταχώριση ή τη μη καταχώριση στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ των δραστικών ουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 1 και τυχόν όρους σχετικά με την καταχώριση το συντομότερο δυνατόν και το αργότερο εντός ενός έτους από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 30 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 230 της 19.8.1991, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2008/45/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 94 της 5.4.2008, σ. 21).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Δραστικές ουσίες τις οποίες αφορά η παρούσα απόφαση

Κοινή ονομασία, αριθμός αναγνώρισης CIPAC

Αιτών

Ημερομηνία αίτησης

Κράτος μέλος-εισηγητής

Paecilomyces fumosoroseus

στέλεχος Fe 9901

αριθ. CIPAC: άνευ αντικειμένου

FuturEco

4 Φεβρουαρίου 2005

BE

Trichoderma atroviride

στέλεχος I-1237

αριθ. CIPAC: άνευ αντικειμένου

Agrauxine

28 Αυγούστου 2007

FR


10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/52


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 1ης Ιουλίου 2008

με την οποία αναγνωρίζεται καταρχήν η πληρότητα των φακέλων που υποβλήθηκαν για λεπτομερή εξέταση με σκοπό την ενδεχόμενη καταχώριση των ουσιών phosphane και thiencarbazone στο παράρτημα I της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 3216]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/566/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων (1), και ιδίως το άρθρο 6 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 91/414/ΕΟΚ προβλέπει την κατάρτιση κοινοτικού καταλόγου δραστικών ουσιών οι οποίες επιτρέπεται να ενσωματώνονται σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα.

(2)

Η εταιρεία S&A Service und Anwendungstechnik GmbH υπέβαλε στις αρχές της Γερμανίας, στις 11 Οκτωβρίου 2007, φάκελο για τη δραστική ουσία phosphane, συνοδευόμενο από αίτηση για καταχώριση της εν λόγω ουσίας στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ. Για την ουσία thiencarbazone υποβλήθηκε φάκελος από την εταιρεία Bayer Crop Science στις αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου στις 13 Απριλίου 2007, συνοδευόμενος από αίτηση για καταχώριση της εν λόγω ουσίας στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ.

(3)

Οι αρχές της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου δήλωσαν στην Επιτροπή ότι, με βάση μια προκαταρκτική εξέταση, φαίνεται ότι οι φάκελοι που υποβλήθηκαν για τις εν λόγω δραστικές ουσίες ικανοποιούν τις απαιτήσεις παροχής στοιχείων και πληροφοριών που ορίζονται στο παράρτημα II της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ. Οι φάκελοι που υποβλήθηκαν φαίνεται ότι ικανοποιούν επίσης τις απαιτήσεις παροχής στοιχείων και πληροφοριών που ορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ όσον αφορά ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει τη σχετική δραστική ουσία. Στη συνέχεια, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, οι φάκελοι διαβιβάστηκαν από τον αιτούντα στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη και παραπέμφθηκαν στη μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων.

(4)

Με την παρούσα απόφαση επιβεβαιώνεται επίσημα σε κοινοτικό επίπεδο ότι οι φάκελοι θεωρείται ότι ικανοποιούν καταρχήν τις απαιτήσεις παροχής στοιχείων και πληροφοριών που προβλέπονται στο παράρτημα ΙΙ και, για ένα τουλάχιστον φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει τη σχετική δραστική ουσία, τις απαιτήσεις του παραρτήματος III της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ.

(5)

Η παρούσα απόφαση δεν θίγει το δικαίωμα της Επιτροπής να ζητήσει από τον αιτούντα να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία ή πληροφορίες, για να διευκρινιστούν ορισμένα σημεία του φακέλου.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Με την επιφύλαξη του άρθρου 6 παράγραφος 4 της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, οι φάκελοι σχετικά με τις δραστικές ουσίες που αναφέρονται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης, οι οποίοι υποβλήθηκαν στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη με σκοπό να καταχωριστούν αυτές οι δραστικές ουσίες στο παράρτημα Ι της εν λόγω οδηγίας, ικανοποιούν καταρχήν τις απαιτήσεις παροχής στοιχείων και πληροφοριών που παρατίθενται στο παράρτημα II της ίδιας οδηγίας.

Οι φάκελοι ικανοποιούν επίσης τις απαιτήσεις παροχής στοιχείων και πληροφοριών που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙΙ της εν λόγω οδηγίας όσον αφορά ένα τουλάχιστον φυτοπροστατευτικό προϊόν που περιέχει τη δραστική ουσία, λαμβανομένων υπόψη των προτεινόμενων χρήσεων.

Άρθρο 2

Το κράτος μέλος-εισηγητής συνεχίζει τη λεπτομερή εξέταση των φακέλων που αναφέρονται στο άρθρο 1 και υποβάλλει στην Επιτροπή το συντομότερο δυνατόν, και το αργότερο εντός ενός έτους από την ημερομηνία δημοσίευσης της παρούσας απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έκθεση για τα πορίσματα της εξέτασης αυτής, συνοδευόμενη από σύσταση σχετικά με την καταχώριση ή τη μη καταχώριση στο παράρτημα Ι της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ των δραστικών ουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 1 και από τυχόν όρους σχετικά με την καταχώριση.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 1 Ιουλίου 2008.

Για την Επιτροπή

Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 230 της 19.8.1991, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2008/45/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 94 της 5.4.2008, σ. 21).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Δραστικές ουσίες τις οποίες αφορά η παρούσα απόφαση

Κοινή ονομασία, αριθμός αναγνώρισης CIPAC

Αιτών

Ημερομηνία αίτησης

Κράτος μέλος-εισηγητής

Phosphane

αριθ. CIPAC: 127

S&A Service und Anwendungstechnik GmbH

11 Οκτωβρίου 2007

Γερμανία

Thiencarbazone

αριθ. CIPAC: 797

Bayer Crop Science AG

13 Απριλίου 2007

Ηνωμένο Βασίλειο


10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/55


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 4ης Ιουλίου 2008

σχετικά με τη χρηματοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας, για το έτος 2008, για ενέργειες του Παγκόσμιου Οργανισμού για την Υγεία των Ζώων (OIE) στον τομέα της καλής μεταχείρισης των ζώων, της επιτήρησης και της ταξινόμησης των ασθενειών των ζώων

(2008/567/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την απόφαση 90/424/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1990, σχετικά με ορισμένες δαπάνες στον κτηνιατρικό τομέα (1), και ιδίως το άρθρο 20,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Δυνάμει της απόφασης 90/424/ΕΟΚ, η Κοινότητα λαμβάνει τεχνικά και επιστημονικά μέτρα ή ενισχύει τα κράτη μέλη ώστε να λαμβάνουν τα μέτρα αυτά που είναι αναγκαία για την ανάπτυξη κοινοτικής κτηνιατρικής νομοθεσίας, καθώς και για την ανάπτυξη εκπαίδευσης ή κατάρτισης στον κτηνιατρικό τομέα.

(2)

Το κοινοτικό σχέδιο δράσης για την προστασία και την καλή μεταχείριση των ζώων 2006-2010 ορίζει ως έναν από τους πέντε βασικούς τομείς δράσης την ανάγκη για συνεχιζόμενη παροχή υποστήριξης και δρομολόγηση νέων διεθνών πρωτοβουλιών για την ευαισθητοποίηση και την επίτευξη συναίνεσης σχετικά με την καλή μεταχείριση των ζώων.

(3)

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός για την Υγεία των Ζώων (OIE) είναι διακυβερνητικός οργανισμός αρμόδιος για τη βελτίωση της υγείας των ζώων σε παγκόσμιο επίπεδο. Το 2005 ο OIE εξέδωσε κατευθυντήριες γραμμές για την καλή μεταχείριση των ζώων όσον αφορά τις χερσαίες και τις θαλάσσιες μεταφορές ζώων, τη σφαγή ζώων για ανθρώπινη κατανάλωση και τη θανάτωση με μη βάναυσο τρόπο ζώων για την καταπολέμηση νόσων. O OIE προτίθεται να αναπτύξει περαιτέρω αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές, να εγκρίνει νέες κατευθυντήριες γραμμές και να υποστηρίξει την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών που έχει ήδη εγκρίνει στα κράτη μέλη του, ιδίως με την παροχή κατάρτισης και συμβουλών.

(4)

Οι σχεδιαζόμενες ενέργειες κατάρτισης και επικοινωνίας του OIE είναι αναγκαίες για την εξέλιξη της ισχύουσας κτηνιατρικής νομοθεσίας, καθώς και για την ανάπτυξη της κτηνιατρικής εκπαίδευσης και κατάρτισης στις συμμετέχουσες χώρες. Οι βελτιώσεις στις τρίτες χώρες συνδέονται στενά με την ανάπτυξη κοινοτικής κτηνιατρικής νομοθεσίας και με την ανάγκη η νομοθεσία αυτή να είναι αποτελεσματική στην επίτευξη των στόχων της. Επιπλέον, οι σχεδιαζόμενες ενέργειες κατάρτισης και επικοινωνίας ανταποκρίνονται στην επιθυμία της πλειονότητας των ευρωπαίων πολιτών (2) να υπάρχουν στις χώρες που εξάγουν προς την Κοινότητα όροι καλής μεταχείρισης των ζώων, ισοδύναμοι με αυτούς που εφαρμόζονται στην Κοινότητα. Επομένως, η Κοινότητα πρέπει να συνεισφέρει στη χρηματοδότηση αυτών των ενεργειών.

(5)

Το δεύτερο παγκόσμιο συνέδριο του OIE για την καλή μεταχείριση των ζώων με τίτλο «Putting the OIE Standards to work» (θέτοντας σε εφαρμογή τα πρότυπα του OIE) αποσκοπεί να υποστηρίξει την εφαρμογή, σε παγκόσμιο επίπεδο, των κατευθυντήριων γραμμών του OIE στις θαλάσσιες και στις χερσαίες μεταφορές ζώων, στη σφαγή ζώων για ανθρώπινη κατανάλωση και στη θανάτωση για την καταπολέμηση νόσων. Στόχος του συνεδρίου είναι επίσης να δοθεί έμφαση στην καλή μεταχείριση των ζώων και να ενθαρρυνθούν οι κτηνίατροι και οι κτηνιατρικές υπηρεσίες να αναλάβουν περισσότερες αρμοδιότητες στον τομέα της καλής μεταχείρισης των ζώων.

(6)

Το δεύτερο παγκόσμιο συνέδριο του OIE για την καλή μεταχείριση των ζώων μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την ανάπτυξη κοινοτικής κτηνιατρικής νομοθεσίας. Οι στόχοι του συνεδρίου ευθυγραμμίζονται με τους στόχους που καθορίζονται στο κοινοτικό σχέδιο δράσης για την προστασία και την καλή μεταχείριση των ζώων 2006-2010. Συνεπώς, είναι σκόπιμη η χρηματοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας για το συνέδριο του OIE.

(7)

Η ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών όσον αφορά μια νέα στρατηγική σχετικά με την υγεία των ζώων για την ΕΕ (2007-2013) περιγράφει τον καθορισμό των προτεραιοτήτων της παρέμβασης της ΕΕ ως έναν από τους πυλώνες της νέας στρατηγικής για την υγεία των ζώων. Βάσει των παραπάνω, μια μελέτη σχετικά με το κόστος που συνεπάγεται η επιτήρηση και η ταξινόμηση των ασθενειών των ζώων, στο πλαίσιο της παρακολούθησης εκ μέρους του OIE της παγκόσμιας πρωτοβουλίας για την υγεία των ζώων, θα παρείχε στοιχεία που θα συνέβαλαν στην ταξινόμηση των ασθενειών των ζώων και στον καθορισμό προτεραιοτήτων όσον αφορά τα μέτρα επιτήρησης.

(8)

Το OIE διαθέτει de facto μονοπώλιο τον τομέα αυτό, όπως αναφέρεται στο άρθρο 168 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002 (3), για τη θέσπιση των κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων· συνεπώς, δεν απαιτείται πρόσκληση υποβολής προτάσεων.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Εγκρίνεται κοινοτική χρηματοδοτική συνεισφορά για τη χρηματοδότηση σεμιναρίου κατάρτισης σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές του OIE για την καλή μεταχείριση των ζώων που διοργανώνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός για την Υγεία των Ζώων (OIE), ύψους 100 000 ευρώ, η οποία αποτελεί κοινοτική συγχρηματοδότηση κατά μέγιστο ποσοστό 65 % των συνολικών επιλέξιμων δαπανών.

Άρθρο 2

Εγκρίνεται κοινοτική χρηματοδοτική συνεισφορά για τη χρηματοδότηση του δεύτερου παγκόσμιου συνεδρίου του OIE για την καλή μεταχείριση των ζώων με τίτλο «Putting the OIE Standards to work» που πρόκειται να διοργανώσει ο OIE το 2008, ύψους 200 000 ευρώ, η οποία αποτελεί κοινοτική συγχρηματοδότηση κατά μέγιστο ποσοστό 50 % των συνολικών επιλέξιμων δαπανών.

Άρθρο 3

Εγκρίνεται κοινοτική χρηματοδοτική συνεισφορά για τη χρηματοδότηση του μελέτης σχετικά με το κόστος της επιτήρησης και της ταξινόμησης των ασθενειών των ζώων από τον OIE το 2008, ύψους 200 000 ευρώ, η οποία αποτελεί κοινοτική συγχρηματοδότηση κατά μέγιστο ποσοστό 67 % των συνολικών επιλέξιμων δαπανών.

Άρθρο 4

Η χρηματοδοτική συνεισφορά που προβλέπεται στα άρθρα 1, 2 και 3 χρηματοδοτείται από τη θέση 17 04 02 01 του προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για το 2008.

Ανατίθεται στο OIE σύμβαση επιδότησης για τις χρηματοδοτικές συνεισφορές που προβλέπονται στα άρθρα 1, 2 και 3 χωρίς πρόσκληση υποβολής προτάσεων δεδομένου ότι ο OIE είναι διακυβερνητικός οργανισμός για τη βελτίωση της υγείας των ζώων σε παγκόσμιο επίπεδο και διαθέτει ένα de facto μονοπώλιο.

Βρυξέλλες, 4 Ιουλίου 2008.

Για την Επιτροπή

Ανδρούλλα ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 224 της 18.8.1990, σ. 19. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1).

(2)  Ειδικό Ευρωβαρόμετρο 270: Απόψεις των πολιτών της ΕΕ όσον αφορά την καλή μεταχείριση των ζώων, http://ec.europa.eu/food/animal/welfare/survey/sp_barometer_aw_en.pdf, σ. 32.

(3)  ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 478/2007 (ΕΕ L 111 της 28.4.2007, σ. 13).


III Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ V ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/57


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 24ης Ιουνίου 2005

για τη σύναψη της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με διαδικασίες ασφάλειας για την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών

(2008/568/ΚΕΠΠΑ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως τα άρθρα 24 και 38,

τη σύσταση της προεδρίας,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Κατά τη σύνοδό του στις 27 και 28 Νοεμβρίου 2003, το Συμβούλιο αποφάσισε να εξουσιοδοτήσει την προεδρία, επικουρούμενη από τον ΓΓ/ΥΕ, να αρχίσει διαπραγματεύσεις με ορισμένα τρίτα κράτη, σύμφωνα με τα άρθρα 24 και 38 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να συνάψει η Ευρωπαϊκή Ένωση με έκαστο εξ αυτών συμφωνία σχετικά με διαδικασίες ασφάλειας για την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών.

(2)

Κατόπιν της εν λόγω εξουσιοδότησης για την έναρξη διαπραγματεύσεων, η προεδρία, επικουρούμενη από τον ΓΓ/ΥΕ, διαπραγματεύθηκε συμφωνία με την Ελβετική Συνομοσπονδία σχετικά με διαδικασίες ασφάλειας για την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών.

(3)

Η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Η συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με διαδικασίες ασφάλειας για την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών εγκρίνεται εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το κείμενο της συμφωνίας επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το ή τα πρόσωπα που είναι αρμόδια να υπογράψουν τη συμφωνία δεσμεύοντας την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την ημερομηνία της εκδόσεώς της.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Λουξεμβούργο, 24 Ιουνίου 2005.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. LUX


ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΣΥΜΦΩΝΊΑ

μεταξύ της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με διαδικασίες ασφαλείας για την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών

Η ΕΛΒΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ, και

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ, εφεξής «ΕΕ», εκπροσωπούμενη από την προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

αποκαλούμενες εφεξής «τα μέρη»,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ΟΤΙ, η Ελβετική Συνομοσπονδία και η ΕΕ συμμερίζονται τους στόχους της ενίσχυσης της ασφάλειάς τους από κάθε άποψη και της παροχής στους υπηκόους τους υψηλού επιπέδου ασφάλειας μέσα σε ένα χώρο ασφάλειας,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ΟΤΙ, η Ελβετική Συνομοσπονδία και η ΕΕ συμφωνούν ότι θα πρέπει να αναπτύξουν μεταξύ τους διαβουλεύσεις και συνεργασία σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος που αφορούν την ασφάλεια,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ΟΤΙ, συνεπώς, στο πλαίσιο αυτό, η ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών μεταξύ της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και της ΕΕ είναι διαρκώς αναγκαία,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ΟΤΙ, η πλήρης και αποτελεσματική διαβούλευση και συνεργασία είναι δυνατόν να απαιτούν την πρόσβαση σε διαβαθμισμένες πληροφορίες και υλικό της Ελβετίας και της ΕΕ καθώς και την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών και σχετικού υλικού μεταξύ της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και της ΕΕ,

ΕΧΟΝΤΑΣ ΕΠΙΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ, για την πρόσβαση σε διαβαθμισμένες πληροφορίες και συναφές υλικό και για την ανταλλαγή τους, απαιτούνται κατάλληλα μέτρα ασφαλείας,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

Άρθρο 1

Για την επίτευξη του στόχου της ενίσχυσης της ασφάλειας εκάστου των μερών από κάθε άποψη, η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στις διαβαθμισμένες πληροφορίες ή το υλικό οποιασδήποτε μορφής που το ένα μέρος παρέχει στο άλλο ή που ανταλλάσσονται μεταξύ των μερών.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως διαβαθμισμένες πληροφορίες νοούνται πληροφορίες (δηλαδή, γνώσεις που μπορούν να γνωστοποιούνται υπό οιαδήποτε μορφή) ή υλικό, που προσδιορίζονται ως χρήζοντα προστασίας από μη επιτρεπόμενη κοινολόγηση και στα οποία έχει αποδοθεί διαβάθμιση ασφαλείας (εφεξής «διαβαθμισμένες πληροφορίες»).

Άρθρο 3

Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως «ΕΕ» νοείται το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εφεξής «Συμβούλιο»), ο Γενικός Γραμματέας/Ύπατος Εκπρόσωπος και η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εφεξής «Ευρωπαϊκή Επιτροπή»).

Άρθρο 4

Έκαστο των μερών:

α)

προστατεύει και διασφαλίζει τις διαβαθμισμένες πληροφορίες που υπόκεινται στην παρούσα συμφωνία, και που το ένα μέρος παρέχει στο άλλο ή που ανταλλάσσονται μεταξύ των μερών·

β)

εξασφαλίζει ότι οι διαβαθμισμένες πληροφορίες που υπόκεινται στην παρούσα συμφωνία, είτε παρέχονται είτε ανταλλάσσονται, διατηρούν τη διαβάθμιση ασφαλείας που έχει καθορίσει το αποστέλλον μέρος. Το παραλαμβάνον μέρος προστατεύει και διασφαλίζει τις διαβαθμισμένες πληροφορίες σύμφωνα με τις διατάξεις που καθορίζονται στους κανονισμούς του για την ασφάλεια πληροφοριών ή υλικού με ισοδύναμη διαβάθμιση ασφαλείας, κατά τα οριζόμενα στις ρυθμίσεις ασφαλείας που θεσπίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12·

γ)

δεν χρησιμοποιεί τις διαβαθμισμένες πληροφορίες που υπόκεινται στην παρούσα συμφωνία για σκοπούς άλλους από τους σκοπούς που όρισε η πηγή προέλευσης και από τους σκοπούς για τους οποίους οι πληροφορίες παρέχονται ή ανταλλάσσονται·

δ)

δεν κοινολογεί τις διαβαθμισμένες πληροφορίες που υπόκεινται στην παρούσα συμφωνία σε τρίτους ή σε άλλο όργανο ή οργανισμό της ΕΕ, που δεν αναφέρονται στο άρθρο 3, χωρίς την προηγούμενη συγκατάθεση της πηγής προέλευσης.

Άρθρο 5

1.   Οι διαβαθμισμένες πληροφορίες μπορούν να κοινολογούνται ή να γνωστοποιούνται, σύμφωνα με την αρχή του ελέγχου της πηγής προέλευσης, από το ένα μέρος, το «αποστέλλον μέρος», προς το άλλο μέρος, το «παραλαμβάνον μέρος».

2.   Για τη γνωστοποίηση σε παραλήπτες άλλους από τα μέρη της παρούσας συμφωνίας, η απόφαση για την κοινολόγηση ή τη γνωστοποίηση διαβαθμισμένης πληροφορίας λαμβάνεται από το παραλαμβάνον μέρος, αφού ληφθεί η συγκατάθεση του αποστέλλοντος μέρους, σύμφωνα με την αρχή του ελέγχου της πηγής προέλευσης, όπως ορίζεται από τους κανονισμούς ασφαλείας του.

3.   Κατά την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2, δεν είναι δυνατή η γενική γνωστοποίηση, εκτός εάν καθορισθούν και συμφωνηθούν διαδικασίες μεταξύ των μερών σχετικά με ορισμένες κατηγορίες πληροφοριών που αφορούν τις επιχειρησιακές τους απαιτήσεις.

Άρθρο 6

Έκαστο των μερών, και έκαστος των φορέων τους, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3, καθορίζει οργανισμό ασφαλείας και προγράμματα ασφαλείας, βάσει των βασικών αρχών και των ελαχίστων προτύπων ασφαλείας που ισχύουν για τα συστήματα ασφαλείας των μερών και που θεσπίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12, ώστε να εξασφαλίζεται ότι ισχύει ισοδύναμος βαθμός προστασίας των διαβαθμισμένων πληροφοριών που υπόκεινται στην παρούσα συμφωνία.

Άρθρο 7

1.   Τα μέρη εξασφαλίζουν ότι όλα τα πρόσωπα τα οποία, κατά την εκτέλεση των επίσημων καθηκόντων τους, απαιτείται να έχουν πρόσβαση, ή στα οποία, λόγω των καθηκόντων ή των αρμοδιοτήτων τους, επιτρέπεται η πρόσβαση, σε διαβαθμισμένες πληροφορίες που παρέχονται ή ανταλλάσσονται στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας, έχουν ελεγχθεί καταλλήλως πριν να τους χορηγηθεί πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές.

2.   Οι διαδικασίες ελέγχου της ασφάλειας αποσκοπούν στην εξακρίβωση του κατά πόσον ένα πρόσωπο μπορεί να έχει πρόσβαση σε διαβαθμισμένες πληροφορίες, λαμβάνοντας υπόψη την πίστη, τη συνέπεια και την αξιοπιστία του.

Άρθρο 8

Τα μέρη παρέχουν αμοιβαία αρωγή όσον αφορά την ασφάλεια των διαβαθμισμένων πληροφοριών που υπόκεινται στην παρούσα συμφωνία και τα θέματα κοινού ενδιαφέροντος που άπτονται της ασφάλειας. Από κοινού συμφωνηθείσες διαβουλεύσεις και αμοιβαίες επιθεωρήσεις ασφάλειας διεξάγονται από τις αρχές κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 11, με σκοπό την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των ρυθμίσεων ασφαλείας, εντός του πλαισίου των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, το οποίο ορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12.

Άρθρο 9

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας:

α)

Όσον αφορά την ΕΕ:

Όλη η αλληλογραφία αποστέλλεται στο Συμβούλιο, στην εξής διεύθυνση:

Council of the European Union

Chief Registry Officer

Rue de la Loi/Wetstraat, 175

B-1048 Brussels.

Όλη η αλληλογραφία διαβιβάζεται στα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή από τον προϊστάμενο της Υπηρεσίας Μητρώου του Συμβουλίου, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2.

β)

Όσον αφορά την Ελβετική Συνομοσπονδία:

Όλη η αλληλογραφία αποστέλλεται στον προϊστάμενο της Υπηρεσίας Μητρώου του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελβετίας και διαβιβάζεται, κατά περίπτωση, μέσω της αποστολής της Ελβετίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στην εξής διεύθυνση:

Mission of Switzerland to the European Union

Registry Officer

Place du Luxembourg, 1

B-1050 Brussels.

2.   Κατά περίπτωση, η αλληλογραφία ενός μέρους, στην οποία έχουν πρόσβαση μόνον συγκεκριμένοι αρμόδιοι υπάλληλοι, όργανα ή υπηρεσίες του μέρους αυτού, μπορεί, για επιχειρησιακούς λόγους, να απευθύνεται και να είναι προσιτή μόνον σε συγκεκριμένους αρμόδιους υπαλλήλους, όργανα ή υπηρεσίες του άλλου μέρους που έχουν ειδικά υποδειχθεί ως παραλήπτες, λαμβανομένων υπόψη των αρμοδιοτήτων τους και σύμφωνα με την αρχή της ανάγκης για γνώση. Όσον αφορά την ΕΕ, η αλληλογραφία αυτή διαβιβάζεται μέσω του προϊσταμένου της Υπηρεσίας Μητρώου του Συμβουλίου. Όσον αφορά την Ελβετική Συνομοσπονδία, η αλληλογραφία αυτή μπορεί να διαβιβάζεται μέσω της αποστολής της Ελβετίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Άρθρο 10

Ο Ομοσπονδιακός Υφυπουργός Εξωτερικών της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και οι Γενικοί Γραμματείς του Συμβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιβλέπουν την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 11

Για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας:

1.

Οι εθνικές αρχές ασφαλείας της Ελβετικής Συνομοσπονδίας (Ομοσπονδιακό Υπουργείο Δικαιοσύνης και Αστυνομίας, Ομοσπονδιακή Αστυνομία, Ομοσπονδιακό Υπουργείο Άμυνας, Πολιτικής Προστασίας και Αθλητισμού, Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων, Ασφάλειας των Πληροφοριών και Προστασίας Εγκαταστάσεων), ενεργώντας εξ ονόματος της κυβέρνησης της Ελβετικής Συνομοσπονδίας και υπό την εξουσία της, είναι αρμόδιες για την ανάπτυξη ρυθμίσεων ασφαλείας για την προστασία και τη διασφάλιση των διαβαθμισμένων πληροφοριών που παρέχονται στην Ελβετική Συνομοσπονδία στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας.

2.

Το Γραφείο Ασφαλείας της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου (εφεξής «Γραφείο Ασφαλείας της ΓΓΣ») υπό τη διεύθυνση και για λογαριασμό του Γενικού Γραμματέα του Συμβουλίου, ενεργώντας εξ ονόματος του Συμβουλίου και υπό την εξουσία του, είναι αρμόδιο για την ανάπτυξη ρυθμίσεων ασφαλείας για την προστασία και τη διασφάλιση των διαβαθμισμένων πληροφοριών που παρέχονται στην ΕΕ στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας.

3.

Η Διεύθυνση Ασφαλείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενεργώντας εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και υπό την εξουσία της, είναι αρμόδια για την ανάπτυξη ρυθμίσεων ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών που παρέχονται ή ανταλλάσσονται στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας εντός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και στις εγκαταστάσεις της.

Άρθρο 12

Οι ρυθμίσεις ασφαλείας που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 11 κατόπιν συμφωνίας των τεσσάρων οικείων Γραφείων καθορίζουν τα πρότυπα για την αμοιβαία προστασία της ασφαλείας των διαβαθμισμένων πληροφοριών που υπόκεινται στην παρούσα συμφωνία. Όσον αφορά την ΕΕ, τα πρότυπα αυτά υπόκεινται στην έγκριση της Επιτροπής Ασφαλείας του Συμβουλίου.

Άρθρο 13

Οι αρχές που προσδιορίζονται στο άρθρο 11 καθορίζουν τις διαδικασίες που ακολουθούνται σε περίπτωση αποδεδειγμένης ή εικαζόμενης διαρροής διαβαθμισμένων πληροφοριών που υπόκεινται στην παρούσα συμφωνία.

Άρθρο 14

Πριν από την παροχή διαβαθμισμένων πληροφοριών που υπόκεινται στην παρούσα συμφωνία μεταξύ των μερών, οι οριζόμενες στο άρθρο 11 αρμόδιες αρχές ασφαλείας πρέπει να συμφωνήσουν ότι το παραλαμβάνον μέρος είναι σε θέση να προστατεύσει και να διασφαλίσει τις πληροφορίες που υπόκεινται στην παρούσα συμφωνία κατά τρόπο που συνάδει με τις ρυθμίσεις που θεσπίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12.

Άρθρο 15

Η παρούσα συμφωνία ουδόλως εμποδίζει τα μέρη να συνάπτουν άλλες συμφωνίες σχετικές με την παροχή ή την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών που υπόκεινται στην παρούσα συμφωνία, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές δεν αντιβαίνουν στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 16

Όλες οι διαφορές μεταξύ των μερών που απορρέουν από την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας αντιμετωπίζονται με διαπραγματεύσεις μεταξύ τους.

Άρθρο 17

1.   Η παρούσα συμφωνία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του πρώτου μήνα αφότου τα μέρη κοινοποιήσουν το ένα στο άλλο την ολοκλήρωση των αναγκαίων για το σκοπό αυτό εσωτερικών διαδικασιών.

2.   Η παρούσα συμφωνία μπορεί να αναθεωρηθεί για την εξέταση πιθανών τροποποιήσεων κατόπιν αιτήματος εκατέρου των μερών.

3.   Τυχόν τροποποίηση της παρούσας συμφωνίας γίνεται μόνο γραπτώς και κατόπιν κοινής συμφωνίας των μερών. Τίθεται σε ισχύ με αμοιβαία κοινοποίηση, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 18

Η παρούσα συμφωνία μπορεί να καταγγελθεί από ένα μέρος με γραπτή ειδοποίηση καταγγελίας προς το άλλο μέρος. Η καταγγελία αυτή παράγει αποτελέσματα έξι μήνες από την παραλαβή της κοινοποίησης από το άλλο μέρος, αλλά δεν θίγει τις υποχρεώσεις που έχουν ήδη αναληφθεί στο πλαίσιο των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας. Ιδίως, όλες οι διαβαθμισμένες πληροφορίες που παρέχονται ή ανταλλάσσονται σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία εξακολουθούν να προστατεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις που θεσπίζονται με αυτήν.

Σε πίστωση των ανωτέρω, οι υπογεγραμμένοι, δεόντως εξουσιοδοτημένοι, υπέγραψαν την παρούσα συμφωνία.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις 28 Απριλίου 2008, σε δύο αντίτυπα στην αγγλική γλώσσα.

Για την Ελβετική Συνομοσπονδία

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση


10.7.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 181/62


Ενημέρωση σχετικά με την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με διαδικασίες ασφάλειας για την ανταλλαγή διαβαθμισμένων πληροφοριών

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και η Ελβετική Συνομοσπονδία κοινοποίησαν αμοιβαίως, στις 28 Απριλίου και στις 7 Μαΐου 2008 αντίστοιχα, την ολοκλήρωση των απαιτούμενων διαδικασιών για την έναρξη ισχύος της συμφωνίας (1).

Η συμφωνία ετέθη συνεπώς σε ισχύ την 1η Ιουνίου 2008, συμφώνως προς το άρθρο 17 αυτής.


(1)  Βλέπε σελίδα 57 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.