ISSN 1977-0901

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ανακοινώσεις και Πληροφορίες

63ό έτος
23 Μαρτίου 2020


Περιεχόμενα

Σελίδα

 

IV   Πληροφορίες

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

 

Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

2020/C 95/01

Τελευταίες δημοσιεύσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1

 

Δικαστήριο

2020/C 95/02

Απόφαση του Δικαστηρίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2020, σχετικά με τις επίσημες αργίες και τις δικαστικές διακοπές

2

 

Γενικό Δικαστήριο

2020/C 95/03

Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2020, σχετικά με τις δικαστικές διακοπές

4


 

V   Γνωστοποιήσεις

 

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

 

Δικαστήριο

2020/C 95/04

Υπόθεση C-428/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Gyulai Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (Ουγγαρία) στις 4 Ιουνίου 2019 — OL κ.λπ. κατά Rapidsped Fuvarozási és Szállítmányozási Zrt.

5

2020/C 95/05

Υπόθεση C-564/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Pesti Központi Kerületi Bíróság (Ουγγαρία) στις 24 Ιουλίου 2019 — Ποινική διαδικασία κατά IS

6

2020/C 95/06

Υπόθεση C-610/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (Ουγγαρία) στις 13 Αυγούστου 2019 — Vikingo Fővállalkozó Kft. κατά Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

7

2020/C 95/07

Υπόθεση C-611/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (Ουγγαρία) στις 13 Αυγούστου 2019 — Crewprint Kft. κατά Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

9

2020/C 95/08

Υπόθεση C-631/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 23 Αυγούστου 2019 η Sigrid Dickmanns κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 11 Ιουνίου 2019 στην υπόθεση T-538/18, Sigrid Dickmanns κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

10

2020/C 95/09

Υπόθεση C-656/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Szegedi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (Ουγγαρία) στις 4 Σεπτεμβρίου 2019 — BAKATI PLUS Kereskedelmi és Szolgáltató Kft. κατά Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

10

2020/C 95/10

Υπόθεση C-717/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (Ουγγαρία) στις 27 Σεπτεμβρίου 2019 — Boehringer Ingelheim RCV GmbH & Co. KG Magyarországi Fióktelepe κατά Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

11

2020/C 95/11

Υπόθεση C-740/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (Ουγγαρία) στις 9 Νοεμβρίου 2019 — NJ κατά Országos Idegenrendészeti Főigazgatóság

12

2020/C 95/12

Υπόθεση C-819/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Rechtbank Amsterdam (Κάτω Χώρες) στις 6 Νοεμβρίου 2019 — Stichting Cartel Compensation, Equilib Netherlands BV, Equilib Netherlands BV κατά Koninklijke Luchtvaart Maatschappij NV κ.λπ.

13

2020/C 95/13

Υπόθεση C-867/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 25 Νοεμβρίου 2019 η Confédération nationale du Crédit Mutuel κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 24 Σεπτεμβρίου 2019 στην υπόθεση T-13/18, Crédit mutuel Arkéa κατά EUIPO — Confédération nationale du Crédit mutuel (Crédit Mutuel)

13

2020/C 95/14

Υπόθεση C-887/19 P: Αναίρεση που άσκησε στις 4 Δεκεμβρίου 2019 η Susanne Rutzinger-Kurpas κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) στις 3 Οκτωβρίου 2019 στην υπόθεση T-491/18, Vafo Praha κατά EUIPO — Rutzinger-Kurpas

14

2020/C 95/15

Υπόθεση C-910/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Tribunal Supremo (Ισπανία) στις 12 Δεκεμβρίου 2019 — Bankia S.A. κατά Unión Mutua Asistencial de Seguros (UMAS)

14

2020/C 95/16

Υπόθεση C-912/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Oberlandesgericht Düsseldorf (Γερμανία) στις 13 Δεκεμβρίου 2019 — Agrimotion S.A. κατά ADAMA Deutschland GmbH

15

2020/C 95/17

Υπόθεση C-915/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Consiglio di Stato (Ιταλία) στις 12 Δεκεμβρίου 2019 — Eco Fox Srl κατά Fallimento Mythen Spa κ.λπ.

15

2020/C 95/18

Υπόθεση C-916/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Consiglio di Stato (Ιταλία) στις 12 Δεκεμβρίου 2019 — Alpha Trading SpA unipersonale κατά Ministero dell’Economia e delle Finanze κ.λπ.

16

2020/C 95/19

Υπόθεση C-917/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Consiglio di Stato (Ιταλία) στις 12 Δεκεμβρίου 2019 — Novaol Srl κατά Ministero dell’Economia e delle Finanze κ.λπ.

17

2020/C 95/20

Υπόθεση C-918/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Landgericht Hamburg (Γερμανία) στις 16 Δεκεμβρίου 2019 — GDVI Verbraucherhilfe GmbH κατά Swiss International Air Lines AG

17

2020/C 95/21

Υπόθεση C-937/19: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Amtsgericht Köln (Γερμανία) στις 23 Δεκεμβρίου 2019 — KA

18

2020/C 95/22

Υπόθεση C-20/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Conseil d’État (Βέλγιο) στις 17 Ιανουαρίου 2020 — E. M. T. κατά Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides

19

2020/C 95/23

Υπόθεση C-21/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Administrativen sad Sofia-grad (Βουλγαρία) στις 17 Ιανουαρίου 2020 — Balgarska natsionalna televizia κατά Direktor na Direktsia Obzhalvane i danachno-osiguritelna praktika — Sofia pri Zentralno upravlenie na Natsionalnata Agentsia za Prihodite

19

2020/C 95/24

Υπόθεση C-23/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Klagenævnet for Udbud (Δανία) στις 17 Ιανουαρίου 2020, Simonsen & Weel A/S κατά Region Nordjylland και Region Syddanmark

20

2020/C 95/25

Υπόθεση C-27/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το tribunal de grande instance de Rennes (Γαλλία) στις 21 Ιανουαρίου 2020 — PF, QG κατά Caisse d’allocations familiales d’Ille et Vilaine (CAF)

21

2020/C 95/26

Υπόθεση C-28/20: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Attunda tingsrätt (Σουηδία) στις 21 Ιανουαρίου 2020 — Airhelp Ltd κατά Scandinavian Airlines System SAS

22

 

Γενικό Δικαστήριο

2020/C 95/27

Υπόθεση T-320/18: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2020 — WD κατά EFSA (Υπαλληλική υπόθεση – Έκτακτοι υπάλληλοι – Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου – Απόφαση περί μη ανακατατάξεως – Έλλειψη εκθέσεων αξιολογήσεως – Απονομή μορίων ανακατατάξεως δια μεταφοράς – Πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως – Απόφαση περί μη ανανεώσεως – Καθήκον αρωγής – Πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως – Κατάχρηση εξουσίας – Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη – Υποχρέωση αιτιολογήσεως – Δικαίωμα ακροάσεως – Ευθύνη)

23

2020/C 95/28

Υπόθεση T-485/18: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 6ης Φεβρουαρίου 2020 — Compañia de Tranvías de la Coruña κατά Επιτροπής [Πρόσβαση στα έγγραφα – Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 – Έγγραφα της Επιτροπής τα οποία αφορούν την ερμηνεία διάταξης του δικαίου της Ένωσης – Έγγραφα προερχόμενα από τρίτο – Έγγραφα προερχόμενα από κράτος μέλος – Κανονισμός (ΕΚ) 1370/2007 – Μερική άρνηση παροχής πρόσβασης – Πλήρης άρνηση παροχής πρόσβασης – Υποχρέωση αιτιολόγησης – Εξαίρεση αφορώσα την προστασία των δικαστικών διαδικασιών – Υπέρτερο δημόσιο συμφέρον]

23

2020/C 95/29

Υπόθεση T-487/18: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 11ης Φεβρουαρίου 2020 — Stada Arzneimittel κατά EUIPO (ViruProtect) (Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ViruProtect – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Διακριτικός χαρακτήρας – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 [νυν άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού (EΕ) 2017/1001] – Υποχρέωση αιτιολογήσεως)

24

2020/C 95/30

Υπόθεση T-505/18: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2020 — Ουγγαρία κατά Επιτροπής [ΕΓΤΕ και ΕΓΤΑΑ – Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση – Στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης – Ενίσχυση χορηγηθείσα στις ομάδες παραγωγών – Δαπάνες εκ μέρους της Ουγγαρίας – Άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΚ) 1698/2005 – Πιστοποιημένη αναγνώριση – Επιλεξιμότητα του δικαιούχου της ενισχύσεως – Δημοσιονομική διόρθωση κατόπιν σχετικού υπολογισμού – Άρθρο 52, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 1306/2013 – Καλόπιστη συνεργασία – Προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης – Αναλογικότητα – Νομική ασφάλεια – Μη επιλέξιμα ποσά]

25

2020/C 95/31

Υπόθεση T-573/18: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 5ης Φεβρουαρίου 2020 — Hickies κατά EUIPO (Σχήμα κορδονιού υποδήματος) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αίτηση καταχώρισης τρισδιάστατου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Σχήμα κορδονιού υποδήματος – Απόλυτος λόγος ακυρότητας – Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 – Προστασία δικαιώματος επί προγενέστερου σχεδίου ή υποδείγματος – Αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζονται για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου]

25

2020/C 95/32

Υπόθεση T-732/18: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 11ης Φεβρουαρίου 2020 — Dalasa κατά EUIPO — Charité — Universitätsmedizin Berlin (charantea) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης charantea – Προγενέστερο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης CHARITÉ – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001]

26

2020/C 95/33

Υπόθεση T-733/18: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 11ης Φεβρουαρίου 2020 — Dalasa κατά EUIPO — Charité — Universitätsmedizin Berlin (charantea) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης charantea – Προγενέστερο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης CHARITÉ – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001]

27

2020/C 95/34

Υπόθεση T-44/19: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 5ης Φεβρουαρίου 2020 — Globalia Corporación Empresarial κατά EUIPO — Touring Club Italiano (TC Touring Club) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης TC Touring Club – Προγενέστερο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης TOURING CLUB ITALIANO – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Κίνδυνος συγχύσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 – Ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος – Άρθρο 47, παράγραφος 2, του κανονισμού 2017/1001 – Πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία προσκομιζόμενα για πρώτη φορά ενώπιον του τμήματος προσφυγών – Άρθρο 95, παράγραφος 2, του κανονισμού 2017/1001 – Αντίθετη προσφυγή]

28

2020/C 95/35

Υπόθεση T-135/19: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 6ης Φεβρουαρίου 2020 — Corporació Catalana de Mitjans Audiovisuals κατά EUIPO — Dalmat (LaTV3D) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Διαδικασία ανακοπής – Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης LaTV3D – Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα TV3 – Σχετικός λόγος απαραδέκτου – Κίνδυνος συγχύσεως – Ομοιότητα των υπηρεσιών – Ομοιότητα των σημείων – Διακριτικός χαρακτήρας – Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001]

28

2020/C 95/36

Υπόθεση T-248/19: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2020 — Bilde κατά Κοινοβουλίου (Προνόμια και ασυλίες – Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου – Απόφαση περί άρσεως της βουλευτικής ασυλίας – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως – Αρχή electa una via – Αρχή ne bis in idem – Κατάχρηση εξουσίας)

29

2020/C 95/37

Υπόθεση T-262/19: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 11ης Φεβρουαρίου 2020 — Jakober κατά EUIPO (Σχήμα φλιτζανιού) (Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αίτηση καταχωρίσεως τρισδιάστατου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Σχήμα φλιτζανιού – Απαράδεκτο της προσφυγής ενώπιον του τμήματος προσφυγών)

30

2020/C 95/38

Υπόθεση T-331/19: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 5ης Φεβρουαρίου 2020 — Pierre Balmain κατά EUIPO (Απεικόνιση κεφαλής λιονταριού που περιβάλλεται από δακτυλίους που σχηματίζουν αλυσίδα) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που απεικονίζει κεφαλή λιονταριού που περιβάλλεται από δακτυλίους που σχηματίζουν αλυσίδα – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001]

30

2020/C 95/39

Υπόθεση T-332/19: Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 5ης Φεβρουαρίου 2020 — Pierre Balmain κατά EUIPO (Απεικόνιση κεφαλής λιονταριού που περιβάλλεται από δακτυλίους που σχηματίζουν αλυσίδα) [Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που απεικονίζει κεφαλή λιονταριού που περιβάλλεται από δακτυλίους που σχηματίζουν αλυσίδα – Απόλυτος λόγος απαραδέκτου – Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα – Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001]

31

2020/C 95/40

Υπόθεση T-293/18: Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 30ής Ιανουαρίου 2020 — Λεττονία κατά Επιτροπής [Προσφυγή ακυρώσεως – Κοινή αλιευτική πολιτική – Συνθήκη των Παρισίων σχετικά με το αρχιπέλαγος της Σπιτσβέργης (Νορβηγία) – Αλιευτικές δυνατότητες για τον κάβουρα της Αρκτικής στη ζώνη του Σβάλμπαρντ (Νορβηγία) – Κανονισμός (ΕΕ) 2017/127 – Πλοία που είναι νηολογημένα στην Ένωση και διαθέτουν άδεια αλιείας – Ακινητοποίηση λεττονικού πλοίου – Άρθρο 265 ΣΛΕΕ – Πρόσκληση προς ενέργεια – Θέση της Επιτροπής – Πράξη η οποία δεν παράγει δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα – Απαράδεκτο]

31

2020/C 95/41

Υπόθεση T-541/19: Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 29ης Ιανουαρίου 2020 — Shindler κ.λπ. κατά Συμβουλίου (Προσφυγή κατά παραλείψεως – Θεσμικό δίκαιο – Αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση – Πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου που κατοικούν σε άλλο κράτος μέλος της Ένωσης – Ευρωπαϊκές εκλογές του 2019 – Αίτημα περί αναβολής των ευρωπαϊκών εκλογών του 2019 – Έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης – Απαράδεκτο)

32

2020/C 95/42

Υπόθεση T-627/19 R: Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της 31ης Ιανουαρίου 2020 — Shindler κ.λπ. κατά Επιτροπής (Ασφαλιστικά μέτρα – Χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης – Αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση – Πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου που κατοικούν σε άλλο κράτος μέλος της Ένωσης – Απώλεια της ευρωπαϊκής ιθαγένειας – Προσφυγή κατά παραλείψεως – Απαράδεκτο της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων)

33

2020/C 95/43

Υπόθεση T-808/19 R: Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της 29ης Ιανουαρίου 2020 — Silgan International και Silgan Closures κατά Επιτροπής [Ασφαλιστικά μέτρα – Ανταγωνισμός – Αίτηση παροχής πληροφοριών – Άρθρο 18, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 – Αίτηση αναστολής εκτελέσεως – Έλλειψη επείγοντος]

33

2020/C 95/44

Υπόθεση T-13/20: Προσφυγή της 8ης Ιανουαρίου 2020 — Valiante κατά Επιτροπής

34

2020/C 95/45

Υπόθεση T-14/20: Προσφυγή της 8ης Ιανουαρίου 2020 — Tratkowski κατά Επιτροπής

35

2020/C 95/46

Υπόθεση T-20/20: Προσφυγή-αγωγή της 14ης Ιανουαρίου 2020 — Intertranslations (Ιντερτρανσλέισιονς) Μεταφράσεις κατά Κοινοβουλίου

35

2020/C 95/47

Υπόθεση T-28/20: Προσφυγή-αγωγή της 16ης Ιανουαρίου 2020 — ID κατά ΕΥΕΔ

37

2020/C 95/48

Υπόθεση T-37/20: Προσφυγή της 22ας Ιανουαρίου 2020 — Ηνωμένο Βασίλειο κατά Επιτροπής

38

2020/C 95/49

Υπόθεση T-52/20: Προσφυγή-αγωγή της 30ής Ιανουαρίου 2020 — CX κατά Επιτροπής

39

2020/C 95/50

Υπόθεση T-58/20: Προσφυγή της 3ης Φεβρουαρίου 2020 — NetCologne κατά Επιτροπής

41

2020/C 95/51

Υπόθεση T-64/20: Προσφυγή της 3ης Φεβρουαρίου 2020 — Deutsche Telekom κατά Επιτροπής

42

2020/C 95/52

Υπόθεση T-66/20: Προσφυγή της 4ης Φεβρουαρίου 2020 — Hauz 1929 κατά EUIPO — Houzz (HAUZ LONDON)

43

2020/C 95/53

Υπόθεση T-67/20: Προσφυγή της 3ης Φεβρουαρίου 2020 — Hauz 1929 κατά EUIPO — Houzz (HAUZ NEW YORK)

44

2020/C 95/54

Υπόθεση T-68/20: Προσφυγή της 4ης Φεβρουαρίου 2020 — Hauz 1929 κατά EUIPO — Houzz (HAUZ EST 1929)

44

2020/C 95/55

Υπόθεση T-69/20: Προσφυγή της 4ης Φεβρουαρίου 2020 — Tele Columbus κατά Επιτροπής

45


EL

 


IV Πληροφορίες

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΡΟΕΡΧΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/1


Τελευταίες δημοσιεύσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(2020/C 95/01)

Τελευταία δημοσίευση

ΕΕ C 87 της 16.3.2020

Ιστορικό των προηγούμενων δημοσιεύσεων

ΕΕ C 77 της 9.3.2020

ΕΕ C 68 της 2.3.2020

ΕΕ C 61 της 24.2.2020

ΕΕ C 54 της 17.2.2020

ΕΕ C 45 της 10.2.2020

ΕΕ C 36 της 3.2.2020

Τα κείμενα αυτά είναι διαθέσιμα στον ιστότοπο

EUR-Lex: http://eur-lex.europa.eu


Δικαστήριο

23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/2


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

της 11ης Φεβρουαρίου 2020

σχετικά με τις επίσημες αργίες και τις δικαστικές διακοπές

(2020/C 95/02)

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

έχοντας υπόψη το άρθρο 24, παράγραφοι 2, 4 και 6, του Κανονισμού Διαδικασίας,

λαμβάνοντας υπόψη ότι, κατ’ εφαρμογήν της διατάξεως αυτής, πρέπει να καταρτιστεί ο κατάλογος των επισήμων αργιών και να προσδιοριστούν οι ημερομηνίες των δικαστικών διακοπών,

ΛΑΜΒΑΝΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Ο κατάλογος των επισήμων αργιών υπό την έννοια του άρθρου 24, παράγραφοι 4 και 6, του Κανονισμού Διαδικασίας έχει ως εξής:

Πρωτοχρονιά,

Δευτέρα του Πάσχα,

1η Μαΐου,

9η Μαΐου,

ημέρα της Αναλήψεως,

Δευτέρα της Πεντηκοστής,

23η Ιουνίου,

15η Αυγούστου,

1η Νοεμβρίου,

25η Δεκεμβρίου,

26η Δεκεμβρίου.

Άρθρο 2

Για την περίοδο από 1ης Νοεμβρίου 2020 έως τις 31 Οκτωβρίου 2021, οι ημερομηνίες των δικαστικών διακοπών υπό την έννοια του άρθρου 24, παράγραφοι 2 και 6, του Κανονισμού Διαδικασίας καθορίζονται ως εξής:

Χριστούγεννα 2020: από τη Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020 έως και την Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2021

Πάσχα 2021: από τη Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021 έως και την Κυριακή 11 Απριλίου 2021

Καλοκαίρι 2021: από την Παρασκευή 16 Ιουλίου 2021 έως και την Τρίτη 31 Αυγούστου 2021.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσιεύσεώς της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Λουξεμβούργο, 11 Φεβρουαρίου 2020.

Ο Γραμματέας

A. CALOT ESCOBAR

Ο Πρόεδρος

K. LENAERTS


Γενικό Δικαστήριο

23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/4


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

της 12ης Φεβρουαρίου 2020

σχετικά με τις δικαστικές διακοπές

(2020/C 95/03)

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

έχοντας υπόψη το άρθρο 41, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας,

ΛΑΜΒΑΝΕΙ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Για το δικαστικό έτος που αρχίζει την 1η Σεπτεμβρίου 2020, οι ημερομηνίες των δικαστικών διακοπών υπό την έννοια του άρθρου 41, παράγραφοι 2 και 6, του Κανονισμού Διαδικασίας καθορίζονται ως ακολούθως:

Χριστούγεννα 2020: από τη Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020 μέχρι και την Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2021·

Πάσχα 2021: από τη Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021 μέχρι και την Κυριακή 11 Απριλίου 2021·

Καλοκαίρι 2021: από την Παρασκευή 16 Ιουλίου 2021 μέχρι και την Τρίτη 31 Αυγούστου 2021.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσιεύσεώς της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Έγινε στο Λουξεμβούργο στις 12 Φεβρουαρίου 2020.

Ο Γραμματέας

E. COULON

Ο Πρόεδρος

M. VAN DER WOUDE


V Γνωστοποιήσεις

ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Δικαστήριο

23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/5


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Gyulai Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (Ουγγαρία) στις 4 Ιουνίου 2019 — OL κ.λπ. κατά Rapidsped Fuvarozási és Szállítmányozási Zrt.

(Υπόθεση C-428/19)

(2020/C 95/04)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο

Gyulai Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγοντες: OL, PM και RO

Εναγομένη: Rapidsped Fuvarozási és Szállítmányozási Zrt.

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 96/71/ΕΚ (1), σε συνδυασμό με τα άρθρα της 3 και 5, καθώς και με τα άρθρα 285 και 299 του ουγγρικού Εργατικού Κώδικα, την έννοια ότι Ούγγροι εργαζόμενοι μπορούν να επικαλεσθούν παράβαση της οδηγίας αυτής και της γαλλικής νομοθεσίας περί κατώτατου μισθού έναντι των Ούγγρων εργοδοτών τους σε δίκη κινηθείσα ενώπιον των ουγγρικών δικαστηρίων;

2)

Πρέπει να θεωρούνται τμήμα του μισθού οι ημερήσιες αποζημιώσεις οι οποίες προορίζονται για κάλυψη των εξόδων που πραγματοποιούνται κατά την απόσπαση εργαζομένου στο εξωτερικό;

3)

Αντιβαίνει στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) 561/2006 (2) η πρακτική κατά την οποία, σε περίπτωση ορισμένης εξοικονομήσεως ανάλογα προς την διανυθείσα απόσταση και την κατανάλωση καυσίμου, ο εργοδότης καταβάλλει, βάσει μαθηματικού τύπου, στον οδηγό του οχήματος μεταφοράς πριμ το οποίο δεν αποτελεί τμήμα του μισθού που προβλέπεται στη σύμβασή του εργασίας και για το οποίο δεν καταβάλλονται φόροι ή κοινωνικές εισφορές;

Πάντως, η εξοικονόμηση καυσίμου παροτρύνει τους οδηγούς οχημάτων μεταφοράς να οδηγούν κατά τρόπο που θα μπορούσε να θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια της κυκλοφορίας (π.χ. οδηγώντας για το μεγαλύτερο δυνατό χρονικό διάστημα με το κιβώτιο ταχυτήτων στο νεκρό σημείο σε κατωφέρειες).

4)

Πρέπει να εφαρμοστεί η οδηγία 96/71/ΕΚ στη διεθνή μεταφορά εμπορευμάτων, λαμβανομένου ιδίως υπόψη ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κίνησε διαδικασία επί παραβάσει κατά της Γαλλίας και της Γερμανίας για την εφαρμογή της νομοθεσίας σχετικά με τον κατώτατο μισθό στον τομέα των οδικών μεταφορών;

5)

Εάν δεν έχει μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο, μπορεί μια οδηγία να δημιουργεί καθ’ εαυτήν υποχρεώσεις για ιδιώτη και, επομένως, να συνιστά αφ’ εαυτής τη βάση αγωγής κατά ιδιώτη σε διαφορά ενώπιον εθνικού δικαστηρίου;


(1)  Οδηγία 96/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών (ΕΕ 1997, L 18, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 561/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για την εναρμόνιση ορισμένων κοινωνικών διατάξεων στον τομέα των οδικών μεταφορών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 3821/85 και (ΕΚ) αριθ. 2135/98 του Συμβουλίου καθώς και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3820/85 του Συμβουλίου (ΕΕ 2006, L 102, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/6


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Pesti Központi Kerületi Bíróság (Ουγγαρία) στις 24 Ιουλίου 2019 — Ποινική διαδικασία κατά IS

(Υπόθεση C-564/19)

(2020/C 95/05)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο

Pesti Központi Kerületi Bíróság

Ποινική διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου κατά

Κατηγορούμενος: IS

Προδικαστικά ερωτήματα

1.A)

Έχουν το άρθρο 6, παράγραφος 1, ΣΕΕ και το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 2010/64/ΕΕ (1) την έννοια ότι, για τη διασφάλιση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη των κατηγορουμένων που δεν γνωρίζουν τη γλώσσα διαδικασίας, το κράτος μέλος υποχρεούται να δημιουργήσει ένα μητρώο ανεξάρτητων μεταφραστών και διερμηνέων με προσήκοντα προσόντα ή –ελλείψει αυτού– να διασφαλίζει με κάποιον άλλον τρόπο την καλή ποιότητα της γλωσσικής διερμηνείας στη δικαστική διαδικασία;

1.B)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα και, εάν, εν προκειμένω, λόγω κακής ποιότητας της γλωσσικής διερμηνείας, δεν μπορεί να διαπιστωθεί εάν ενημερώθηκε ο κατηγορούμενος σχετικά με το αντικείμενο της αιτιάσεως ή της κατηγορίας που έχει απαγγελθεί εις βάρος του, έχουν το άρθρο 6, παράγραφος 1, ΣΕΕ και τα άρθρα 4, παράγραφος 5, και 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 2012/13/ΕΕ (2), την έννοια ότι υπό τις περιστάσεις αυτές δεν μπορεί να διεξαχθεί ερήμην του η ποινική δίκη;

2.A)

Έχει η αρχή της δικαστικής ανεξαρτησίας των δικαστών που κατοχυρώνεται στο άρθρο 19, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ΣΕΕ, στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και στη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης την έννοια ότι παραβιάζεται η εν λόγω αρχή εάν ο πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Δικαιοσύνης, ο οποίος είναι επιφορτισμένος με τα καθήκοντα της κεντρικής διοικήσεως των δικαστηρίων και διορίζεται από το Κοινοβούλιο, το οποίο αποτελεί και το μοναδικό όργανο ενώπιον του οποίου οφείλει να λογοδοτεί και από το οποίο μπορεί να παυθεί, επιλέγει για την πλήρωση της θέσεως του προέδρου δικαστηρίου –ο οποίος, μεταξύ άλλων, έχει την εξουσία της κατανομής των υποθέσεων, της κινήσεως πειθαρχικών διαδικασιών κατά των δικαστών και αξιολογήσεως των τελευταίων– μέσω απευθείας προσωρινού διορισμού, παρακάμπτοντας τη διαδικασία προσκλήσεως υποβολής υποψηφιοτήτων και αγνοώντας σε μόνιμη βάση τη γνώμη των αρμόδιων ανεξάρτητων δικαστικών οργανώσεων;

2.B)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα και εάν ο δικαστής που έχει επιληφθεί της σχετικής υποθέσεως έχει βάσιμους λόγους να φοβάται ότι θα υποστεί αδικαιολογήτως δυσμενή μεταχείριση λόγω των δικαιοδοτικών και διοικητικών του δραστηριοτήτων, έχει η ως άνω αρχή την έννοια ότι στη συγκεκριμένη υπόθεση δεν διασφαλίζεται μια δίκαιη δίκη;

3.Α)

Έχει η αρχή της δικαστικής ανεξαρτησίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 19, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ΣΕΕ, στο άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και στη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης την έννοια ότι αντίκειται στην εν λόγω αρχή τυχόν κατάσταση στην οποία, αρχής γενομένης από την 1η Σεπτεμβρίου 2018, –εν αντιθέσει προς την πρακτική που ακολουθείτο κατά τις προηγούμενες δεκαετίες– οι Ούγγροι δικαστές λαμβάνουν βάσει νόμου αποδοχές κατώτερες από αυτές που λαμβάνουν οι εισαγγελείς της αντίστοιχης κατηγορίας που έχουν τον ίδιο βαθμό και την ίδια αρχαιότητα, και στην οποία, λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής καταστάσεως της χώρας, οι μισθοί τους εν γένει δεν συμβαδίζουν με τη σημασία των καθηκόντων τα οποία εκτελούν, ιδίως εάν ληφθεί υπόψη η πρακτική των καταβαλλόμενων κατά διακριτική ευχέρεια επιδομάτων που ακολουθείται από τους ανώτερους αξιωματούχους;

3.B)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, έχει η ως άνω αρχή της δικαστικής ανεξαρτησίας την έννοια ότι, στην περίπτωση αυτή, δεν δύναται να διασφαλιστεί το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη;

4.A)

Αντιβαίνει στο άρθρο 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) απόφαση εκδοθείσα στο πλαίσιο νομολογιακής πρακτικής δυνάμει της οποίας το ανώτατο δικαιοδοτικό όργανο, βάσει διαδικασίας αποβλέπουσας στην ενότητα της νομολογίας του κράτους μέλους, κρίνει μη νόμιμη τη διάταξη του κατώτερου βαθμού δικαιοδοσίας δικαστηρίου με την οποία κινήθηκε η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως, χωρίς να θίγονται τα έννομα αποτελέσματα της επίμαχης διατάξεως;

4.B)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα 4.A, έχει το άρθρο 267 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) την έννοια ότι το αιτούν δικαστήριο οφείλει να μη λάβει υπόψη τις αντίθετες αποφάσεις του ανώτερου δικαστηρίου και τις θέσεις αρχής τις οποίες έχει λάβει προς διασφάλιση της ενότητας του δικαίου;

4.Γ)

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο ερώτημα 4.A, μπορεί να συνεχιστεί σε μια τέτοια περίπτωση η ανασταλείσα ποινική διαδικασία ενώ εκκρεμεί η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως;

5)

Έχει η αρχή της ανεξαρτησίας των δικαστών, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 19, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ΣΕΕ, στο άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και στη νομολογία του Δικαστηρίου, την έννοια ότι, υπό το πρίσμα του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, θίγεται η αρχή αυτή όταν κινείται πειθαρχική διαδικασία κατά δικαστή με την αιτιολογία ότι κίνησε διαδικασία για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως;


(1)  Οδηγία 2010/64/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Οκτωβρίου 2010, σχετικά με το δικαίωμα σε διερμηνεία και μετάφραση κατά την ποινική διαδικασία (ΕΕ 2010, L 280, σ. 1).

(2)  Οδηγία 2012/13/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2012, σχετικά με το δικαίωμα ενημέρωσης στο πλαίσιο ποινικών διαδικασιών (EE 2012, L 142, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/7


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (Ουγγαρία) στις 13 Αυγούστου 2019 — Vikingo Fővállalkozó Kft. κατά Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

(Υπόθεση C-610/19)

(2020/C 95/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο

Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Vikingo Fővállalkozó Kft.

Καθής: Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Συνάδει προς τα άρθρα 168, στοιχείο α', και 178, στοιχείο α', της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (1), σε συνδυασμό με τα άρθρα 220, στοιχείο α', και 226 της ίδιας οδηγίας, καθώς και με την αρχή της αποτελεσματικότητας, εθνική νομική ερμηνεία και πρακτική κατά την οποία, όταν πληρούνται οι ουσιαστικές προϋποθέσεις του δικαιώματος προς έκπτωση του φόρου, δεν αρκεί απλώς η κατοχή τιμολογίου του οποίου το περιεχόμενο είναι σύμφωνο προς τις απαιτήσεις του άρθρου 226 της εν λόγω οδηγίας, αλλά απαιτείται, επιπλέον, ο υποκείμενος στον φόρο, προκειμένου να ασκήσει νομίμως το δικαίωμα προς έκπτωση του φόρου βάσει του οικείου τιμολογίου, να διαθέτει πρόσθετα αποδεικτικά έγγραφα, τα οποία πρέπει όχι μόνον να πληρούν τις διατάξεις της οδηγίας 2006/112, αλλά και να είναι σύμφωνα με τις αρχές της εθνικής νομοθεσίας περί τηρήσεως λογιστικών βιβλίων και τις ειδικές διατάξεις περί αποδεικτικών εγγράφων, σύμφωνα με τις οποίες κάθε μέρος της αλυσίδας πρέπει να μνημονεύει και να δηλώνει με τον ίδιο τρόπο κάθε λεπτομέρεια της οικονομικής συναλλαγής στην οποία ανάγονται τα εν λόγω δικαιολογητικά έγγραφα;

2)

Συνάδει προς τις διατάξεις της οδηγίας 2006/112 σχετικά με [την έκπτωση του ΦΠΑ] και τις αρχές της φορολογικής ουδετερότητας και της αποτελεσματικότητας εθνική νομική ερμηνεία και πρακτική κατά την οποία, σε περίπτωση αλυσιδωτής συναλλαγής, επιβάλλεται σε κάθε μέρος της αλυσίδας, ανεξαρτήτως οποιασδήποτε άλλης περιστάσεως, για τον λόγο και μόνον ότι πρόκειται για αυτού του είδους τη συναλλαγή, η υποχρέωση να ελέγξει τα στοιχεία της διενεργηθείσας από τα μέρη αυτά οικονομικής συναλλαγής και να εξαγάγει εκ του ελέγχου αυτού συνέπειες σε σχέση με τον υποκείμενο στον φόρο ο οποίος βρίσκεται στο άλλο άκρο της αλυσίδας, και η οποία έχει ως αποτέλεσμα να μην αναγνωρίζεται στον υποκείμενο στον φόρο το δικαίωμα προς [έκπτωση του ΦΠΑ] με την αιτιολογία ότι η σύσταση της αλυσίδας, αν και δεν απαγορεύεται από την εθνική νομοθεσία, δεν δικαιολογείτο [ευλόγως] από οικονομικής απόψεως; Πρέπει, στο πλαίσιο αυτό, σε περίπτωση αλυσιδωτής συναλλαγής, κατά την εξέταση των αντικειμενικών περιστάσεων που μπορούν να δικαιολογήσουν τη μη αναγνώριση του δικαιώματος [προς έκπτωση του ΦΠΑ], και συγκεκριμένα κατά την εκτίμηση της λυσιτέλειας και της αποδεικτικής δυνάμεως των αποδεικτικών στοιχείων στα οποία στηρίζεται το δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ, να εφαρμόζονται αποκλειστικώς και μόνον οι διατάξεις της οδηγίας 2006/112 και του εθνικού δικαίου σχετικά με την έκπτωση του φόρου ως ουσιαστικοί κανόνες που προσδιορίζουν τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά για τον καθορισμό του πραγματικού πλαισίου, ή πρέπει, επιπλέον, να εφαρμόζονται οι διατάξεις περί τηρήσεως λογιστικών βιβλίων του οικείου κράτους μέλους ως ειδικοί κανόνες;

3)

Συνάδει προς τις διατάξεις της οδηγίας 2006/112 σχετικά με [την έκπτωση του ΦΠΑ] και τις αρχές της φορολογικής ουδετερότητας και της αποτελεσματικότητας εθνική νομική ερμηνεία και πρακτική κατά την οποία δεν αναγνωρίζεται σε υποκείμενο στον φόρο, ο οποίος χρησιμοποιεί τα εμπορεύματα για τις ανάγκες των φορολογητέων στο κράτος μέλος πραγματοποιήσεώς τους πράξεων και διαθέτει τιμολόγιο σύμφωνο προς την οδηγία 2006/112, το δικαίωμα [προς έκπτωση του ΦΠΑ] με την αιτιολογία ότι ο υποκείμενος αυτός στον φόρο δεν γνωρίζει όλα τα στοιχεία της πραγματοποιηθείσας από τα μέρη της αλυσίδας [συναλλαγής], ή με την επίκληση περιστάσεων σχετικών με τα μέρη της αλυσίδας που προηγούνται του εκδότη του τιμολογίου και επί των οποίων ο υποκείμενος στον φόρο δεν μπορούσε να ασκήσει κανενός είδους επιρροή για λόγους μη οφειλόμενους σε αυτόν, και εξαρτάται το δικαίωμα προς [έκπτωση του ΦΠΑ] από την προϋπόθεση ότι ο υποκείμενος στον φόρο εκπληρώνει, στο πλαίσιο των μέτρων που ευλόγως αναμένονται από αυτόν, μια γενική υποχρέωση ελέγχου, ο οποίος πρέπει να διενεργείται όχι μόνον πριν από τη σύναψη της συμβάσεως, αλλά και κατά τη διάρκεια της εκτελέσεώς της, ακόμη και μετά την εκτέλεσή της; Στο πλαίσιο αυτό, υποχρεούται ο υποκείμενος στον φόρο να μην ασκήσει το δικαίωμα προς [έκπτωση του ΦΠΑ] όταν, σε σχέση με οποιοδήποτε στοιχείο της αναγραφόμενης στο τιμολόγιο οικονομικής συναλλαγής, σε χρόνο μεταγενέστερο της συνάψεως της συμβάσεως ή κατά τη διάρκεια της εκτελέσεώς της ή μετά την εκτέλεσή της, διαπιστώνει κάποια παρατυπία ή περιέρχεται σε γνώση του κάποια περίσταση οι οποίες έχουν ως συνέπεια τη μη αναγνώριση, σύμφωνα με την πρακτική της φορολογικής αρχής, του δικαιώματος προς [έκπτωση του ΦΠΑ];

4)

Υποχρεούται η φορολογική αρχή, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων της οδηγίας 2006/112 σχετικά με [την έκπτωση του ΦΠΑ] και της αρχής της αποτελεσματικότητας να προσδιορίσει σε τι συνίσταται η φορολογική απάτη; Είναι ενδεδειγμένη η πρακτική της φορολογικής αρχής κατά την οποία οι άνευ ευλόγου αιτιώδους συνδέσμου με το δικαίωμα προς [έκπτωση του ΦΠΑ] ελλείψεις ή παρατυπίες στις οποίες έχουν υποπέσει τα μέρη της αλυσίδας τεκμαίρονται ως φορολογική απάτη με την αιτιολογία ότι, καθ’ ο μέρος οι ελλείψεις ή παρατυπίες αυτές είχαν ως συνέπεια το περιεχόμενο του τιμολογίου να καθίσταται ανακριβές, ο υποκείμενος στον φόρο γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει τη φορολογική απάτη; Σε περίπτωση κατά την οποία υφίσταται φορολογική απάτη, δικαιολογεί το γεγονός αυτό την επιβολή στον υποκείμενο στον φόρο της υποχρεώσεως να πραγματοποιήσει έναν έλεγχο με την προεκτεθείσα έκταση, ένταση και περιεχόμενο, ή υπερβαίνει η υποχρέωση αυτή όσα επιτάσσει η αρχή της αποτελεσματικότητας;

5)

Είναι αναλογική μια κύρωση η οποία επάγεται τη μη αναγνώριση του δικαιώματος [προς έκπτωση του ΦΠΑ] και η οποία συνίσταται στην υποχρέωση καταβολής φορολογικού προστίμου ίσου προς το 200 % της διαφοράς φόρου όταν η φορολογική αρχή δεν υφίσταται απώλεια εσόδων ευθέως συνδεόμενη με το δικαίωμα του υποκειμένου στον φόρο [προς έκπτωση του ΦΠΑ]; Μπορεί να ληφθεί υπόψη η ύπαρξη κάποιας από τις περιστάσεις στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 170, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, του az adózás rendjéről szóló 2003. évi XCII. törvény (νόμου XCII του 2003, περί γενικής φορολογικής διαδικασίας· στο εξής: LPGT) όταν ο υποκείμενος στον φόρο έχει θέσει στη διάθεση της φορολογικής αρχής όλα τα υπό την κατοχή του στοιχεία και έχει συμπεριλάβει στη φορολογική δήλωσή του τα εκδοθέντα από αυτόν τιμολόγια;

6)

Σε περίπτωση που από την απάντηση επί των υποβαλλόμενων προδικαστικών ερωτημάτων καταστεί σαφές ότι η ακολουθουμένη μετά την υπόθεση επί της οποίας εξεδόθη η διάταξη της 10ης Νοεμβρίου 2016, Signum Alfa Sped (C-446/15, EU:C:2016:869), ερμηνεία του εθνικού νομοθετικού κανόνα και η υιοθετηθείσα βάσει της ερμηνείας αυτής πρακτική δεν συνάδουν με τις διατάξεις της οδηγίας 2006/112 σχετικά με [την έκπτωση του ΦΠΑ], λαμβανομένου δε υπόψη ότι το πρωτοδικείο δεν μπορεί να υποβάλει αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως σε όλες τις υποθέσεις, μπορεί να γίνει δεκτό, βάσει των διατάξεων του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ότι το δικαίωμα των υποκείμενων στον φόρο να ασκήσουν αγωγή αποζημιώσεως διασφαλίζει το κατά το άρθρο αυτό δικαίωμά τους πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου; Μπορεί, στο πλαίσιο αυτό, να γίνει δεκτό ότι η επιλογή του τύπου της εκδοθείσας στην υπόθεση Signum Alfa Sped αποφάσεως συνεπάγεται ότι το ζήτημα έχει ήδη ρυθμιστεί από το δίκαιο της Ένωσης και έχει αποσαφηνιστεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου και ότι, κατά συνέπεια, η απάντηση επί του ζητήματος αυτού ήταν προφανής ή σημαίνει μάλλον ότι, καθόσον έχει κινηθεί νέα διαδικασία, το ζήτημα δεν έχει αποσαφηνιστεί πλήρως και ότι, κατά συνέπεια, εξακολουθούσε να είναι επιβεβλημένη η υποβολή αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως στο Δικαστήριο;


(1)  Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (EE 2006, L 347, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/9


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (Ουγγαρία) στις 13 Αυγούστου 2019 — Crewprint Kft. κατά Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

(Υπόθεση C-611/19)

(2020/C 95/07)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο

Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Crewprint Kft.

Καθής: Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Συνάδει προς τις κρίσιμες διατάξεις της οδηγίας 2006/112 (1) [σχετικά με την έκπτωση του ΦΠΑ] και την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας εθνική ερμηνεία και πρακτική κατά τις οποίες η φορολογική αρχή δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα [προς έκπτωση του ΦΠΑ] σε σχέση με οικονομική συναλλαγή που έχει πραγματοποιηθεί μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, για τον λόγο ότι θεωρεί δόλια τη μορφή έννομης σχέσεως μεταξύ αυτών (σύμβαση έργου) καθόσον αυτή επάγεται δικαίωμα προς έκπτωση, και, ως εκ τούτου, τη χαρακτηρίζει, σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 7, [του νόμου περί γενικής φορολογικής διαδικασίας] ως δραστηριότητα (αντιπροσωπεία) που δεν δημιουργεί δικαίωμα προς έκπτωση, με το σκεπτικό ότι η συμπεριφορά των μερών σκοπεί σε φοροαποφυγή καθόσον η πραγματοποιηθείσα από τον λήπτη του τιμολογίου δραστηριότητα δεν περιβάλλεται κατ’ ανάγκην [τη μορφή αυτή επαγγελματικής δραστηριότητας], δεδομένου ότι αυτή θα μπορούσε να έχει πραγματοποιηθεί από πρόσωπο που ενεργεί ως αντιπρόσωπος; Στο πλαίσιο αυτό, υπέχουν οι υποκείμενοι στον φόρο τη φορολογική φύσεως υποχρέωση, ως προϋπόθεση για την άσκηση του δικαιώματος προς [έκπτωση του ΦΠΑ], να επιλέξουν ως μορφή οικονομικής δραστηριότητας αυτήν που επάγεται για αυτούς μεγαλύτερο φορολογικό βάρος, ή συνιστά καταχρηστική πρακτική το γεγονός ότι επιλέγουν, κατά την άσκηση της ελευθερίας του συμβάλλεσθαι και με σκοπούς μη απτόμενους του φορολογικού δικαίου, ορισμένη συμβατική μορφή για τη μεταξύ τους πραγματοποιούμενη οικονομική δραστηριότητα, η οποία παράγει επίσης ένα μη επιδιωχθέν από τα μέρη αυτά αποτέλεσμα, ήτοι το δικαίωμα προς έκπτωση του φόρου;

2)

Συνάδει προς τις κρίσιμες διατάξεις της οδηγίας 2006/112 [σχετικά με την έκπτωση του ΦΠΑ] και την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας εθνική ερμηνεία και πρακτική κατά τις οποίες, σε περίπτωση που ο επιθυμών την άσκηση του δικαιώματος [προς έκπτωση του ΦΠΑ] υποκείμενος στον φόρο πληροί τις ουσιαστικές και τυπικές προϋποθέσεις [για την εν λόγω έκπτωση] και έχει λάβει τα αναμενόμενα μέτρα πριν από τη σύναψη της συμβάσεως, η φορολογική αρχή δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ με το σκεπτικό ότι η δημιουργία αλυσίδας είναι περιττή από οικονομικής απόψεως και αποτελεί, συνεπώς, καταχρηστική πρακτική διότι ο υπεργολάβος, καίτοι είναι σε θέση να εκπληρώσει ο ίδιος την παροχή υπηρεσιών, την αναθέτει σε άλλους υπεργολάβους για λόγους ανεξάρτητους από τη φορολογητέα πράξη, και διότι ο επιθυμών την άσκηση του δικαιώματος [προς έκπτωση του ΦΠΑ] υποκείμενος στον φόρο γνώριζε, κατά τον χρόνο αποδοχής της παραγγελίας ότι ο υπεργολάβος του, ελλείψει προσωπικού και υλικοτεχνικής υποδομής, θα εκπλήρωνε την παροχή μέσω των δικών του υπεργολάβων; Ασκεί επιρροή στην απάντηση το γεγονός ότι ο υποκείμενος στον φόρο ή ο υπεργολάβος του έχουν εντάξει στην αλυσίδα έναν υπεργολάβο με τον οποίον διατηρούν άμεση σχέση ή με τον οποίον τους συνδέει ένας προσωπικής ή οργανωτικής φύσεως δεσμός (προσωπική γνωριμία, σχέση συγγένειας ή κοινό ιδιοκτήτη);

3)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα, πληρούται η απαίτηση περί καθορισμού των πραγματικών περιστατικών βάσει αντικειμενικών περιστατικών όταν, στο πλαίσιο διαδικασίας κατά την οποίαν η φορολογική αρχή εκτιμά ότι η οικονομική σχέση μεταξύ του επιθυμούντος να ασκήσει το δικαίωμα προς [έκπτωση του ΦΠΑ] υποκειμένου στον φόρο και του υπεργολάβου του στερείται λογικής βάσεως και είναι αδικαιολόγητη, η αρχή αυτή στηρίζει την εν λόγω διαπίστωση αποκλειστικώς και μόνο στη μαρτυρία μέρους των εργαζομένων του υπεργολάβου, χωρίς να καθορίσει σύμφωνα με αντικειμενικά πραγματικά περιστατικά τα χαρακτηριστικά της αποτελούσας το αντικείμενο της συμβάσεως οικονομικής δραστηριότητας, τις συγκεκριμένες περιστάσεις της και το οικείο οικονομικό πλαίσιο, και χωρίς προηγούμενη ακρόαση των περιβαλλόμενων με αποφασιστικές εξουσίες διευθυντών του υποκειμένου στον φόρο και των υπεργολάβων επιχειρήσεων που αποτελούν μέρος της αλυσίδας και, στην περίπτωση αυτή, είναι, αφενός, κρίσιμο εάν ο υποκείμενος στον φόρο ή τα μέλη της αλυσίδας είναι σε θέση να εκπληρώσουν τις παροχές και, αφετέρου, αναγκαία η παρέμβαση εμπειρογνώμονα ως προς το ζήτημα αυτό;

4)

Συνάδει προς τις κρίσιμες διατάξεις της οδηγίας 2006/112 σχετικά με [την έκπτωση του ΦΠΑ] και την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας εθνική ερμηνεία και πρακτική κατά τις οποίες, σε περίπτωση κατά την οποία πληρούνται οι υλικές και τυπικές προϋποθέσεις [για την έκπτωση του ΦΠΑ] και έχουν ληφθεί τα [ευλόγως] αναμενόμενα μέτρα, η φορολογική αρχή, βασιζόμενη σε περιστάσεις που, σύμφωνα με αποφάσεις του Δικαστηρίου, δεν δικαιολογούν [την άρνηση αναγνωρίσεως του δικαιώματος προς έκπτωση του ΦΠΑ] και δεν είναι αντικειμενικές, θεωρεί αποδεδειγμένη τη φορολογική απάτη και δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα [προς έκπτωση του ΦΠΑ], για τον λόγο απλώς και μόνον ότι οι περιστάσεις αυτές απαντούν στο σύνολό τους σε έναν αρκετά μεγάλο αριθμό από τα ελεγχθέντα μέλη της εντοπισθείσας αλυσίδας;


(1)  Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (EE 2006, L 347, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/10


Αναίρεση που άσκησε στις 23 Αυγούστου 2019 η Sigrid Dickmanns κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έκτο τμήμα) στις 11 Ιουνίου 2019 στην υπόθεση T-538/18, Sigrid Dickmanns κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Υπόθεση C-631/19 P)

(2020/C 95/08)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Sigrid Dickmanns (εκπρόσωπος: H. Tettenborn, Rechtsanwalt)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (έκτο τμήμα) με διάταξη της 5ης Φεβρουαρίου 2020 απέρριψε την αίτηση αναιρέσεως και έκρινε ότι η ηττηθείσα διάδικος φέρει τα δικαστικά έξοδά της.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/10


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Szegedi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (Ουγγαρία) στις 4 Σεπτεμβρίου 2019 — BAKATI PLUS Kereskedelmi és Szolgáltató Kft. κατά Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

(Υπόθεση C-656/19)

(2020/C 95/09)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο

Szegedi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: BAKATI PLUS Kereskedelmi és Szolgáltató Kft.

Καθής: Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Συνάδει προς το άρθρο 147 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (1) (στο εξής: οδηγία περί ΦΠΑ), η πρακτική κράτους μέλους να ταυτίζει την έννοια των «προσωπικών αποσκευών», η οποία αποτελεί βασικό εννοιολογικό στοιχείο των παραδόσεων αγαθών σε αλλοδαπούς ταξιδιώτες που απαλλάσσονται από τον φόρο προστιθέμενης αξίας, με την έννοια των προσωπικών ειδών που χρησιμοποιείται στη Σύμβαση που αφορά τις τελωνειακές διευκολύνσεις για τον τουρισμό, η οποία συνήφθη στη Νέα Υόρκη στις 4 Ιουνίου 1954, και στο πρόσθετο πρωτόκολλο αυτής, και με την έννοια των «αποσκευών», η οποία ορίζεται στο άρθρο 1, σημείο 5, του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2015/2446 της Επιτροπής, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά λεπτομερείς κανόνες σχετικούς με ορισμένες από τις διατάξεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα;

2)

Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο προηγούμενο προδικαστικό ερώτημα, πώς πρέπει να οριστεί η έννοια των «προσωπικών αποσκευών» του άρθρου 147 οδηγίας περί ΦΠΑ, δεδομένου ότι η εν λόγω οδηγία δεν παρέχει ορισμό του όρου; Συνάδει προς τις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης η εθνική πρακτική βάσει της οποίας οι φορολογικές αρχές κράτους μέλους λαμβάνουν υπόψη αποκλειστικά τη «συνήθη έννοια των όρων»;

3)

Έχουν τα άρθρα 146 και 147 της οδηγίας περί ΦΠΑ την έννοια ότι, όταν υποκείμενος στον φόρο δεν δικαιούται να ζητήσει την απαλλαγή για παραδόσεις αγαθών σε αλλοδαπούς ταξιδιώτες βάσει του άρθρου 147 της εν λόγω οδηγίας, πρέπει να εξετάζεται αν, ενδεχομένως, τυγχάνει εφαρμογής η απαλλαγή για παραδόσεις αγαθών προς εξαγωγή βάσει του άρθρου 146 της ίδιας οδηγίας, έστω και αν παραλείφθηκαν οι τελωνειακές διαδικασίες οι οποίες προβλέπονται στον ενωσιακό τελωνειακό κώδικα και στην κατ’ εξουσιοδότηση νομοθεσία;

4)

Εάν στο προηγούμενο προδικαστικό ερώτημα δοθεί η απάντηση ότι, οσάκις δεν τυγχάνει εφαρμογής η απαλλαγή για τους αλλοδαπούς ταξιδιώτες, η πράξη μπορεί να τύχει απαλλαγής από τον ΦΠΑ ως παράδοση προς εξαγωγή, μπορεί στην περίπτωση αυτή να χαρακτηριστεί η δικαιοπραξία ως παράδοση αγαθών προς εξαγωγή απαλλασσόμενη από τον ΦΠΑ παρά τη ρητώς δηλωθείσα αντίθετη πρόθεση του πελάτη κατά την πραγματοποίηση της παραγγελίας;

5)

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο τρίτο και στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, στην οποία ο εκδότης του τιμολογίου γνώριζε, κατά την παράδοση των αγαθών, ότι αυτά αποκτήθηκαν με σκοπό τη μεταπώληση, πλην όμως ο αλλοδαπός αγοραστής επιθυμούσε παρ’ όλα αυτά να τα μεταφέρει εκτός του εδάφους υπό το καθεστώς περί αλλοδαπών ταξιδιωτών, και επομένως ο εκδότης του τιμολογίου ενήργησε κακόπιστα συμπληρώνοντας το έντυπο αίτησης επιστροφής του φόρου που προβλέπεται στο πλαίσιο του εν λόγω καθεστώτος και επιστρέφοντας, λόγω απαλλαγής για τους αλλοδαπούς ταξιδιώτες, τον φόρο προστιθέμενης αξίας επί των εκροών στον αγοραστή, συνάδει προς τα άρθρα 146 και 147 της οδηγίας περί ΦΠΑ και προς τις αρχές του δικαίου της Ένωσης περί φορολογικής ουδετερότητας και αναλογικότητας η πρακτική κράτους μέλους βάσει της οποίας η φορολογική αρχή αρνείται την επιστροφή του εσφαλμένως δηλωθέντος και καταβληθέντος φόρου λόγω παραδόσεων αγαθών σε αλλοδαπούς ταξιδιώτες, χωρίς να χαρακτηρίζει τις εν λόγω πράξεις ως παραδόσεις αγαθών προς εξαγωγή και χωρίς να προβαίνει στην αντίστοιχη διόρθωση, καίτοι δεν αμφισβητείται ότι τα αγαθά μεταφέρθηκαν εκτός Ουγγαρίας ως αποσκευές ταξιδιωτών;


(1)  ΕΕ 2006, L 347, σ. 1.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/11


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (Ουγγαρία) στις 27 Σεπτεμβρίου 2019 — Boehringer Ingelheim RCV GmbH & Co. KG Magyarországi Fióktelepe κατά Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

(Υπόθεση C-717/19)

(2020/C 95/10)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο

Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Boehringer Ingelheim RCV GmbH & Co. KG Magyarországi Fióktelepe

Καθής: Nemzeti Adó- és Vámhivatal Fellebbviteli Igazgatósága

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Πρέπει το άρθρο 90, παράγραφος 1, της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (1), να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι προσκρούει σε αυτό εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στη διαφορά της κύριας δίκης, σύμφωνα με την οποία φαρμακευτική εταιρία που, δυνάμει συμβάσεως της οποίας η σύναψη δεν είναι υποχρεωτική, καταβάλλει σε κρατικό οργανισμό ασφαλίσεως υγείας μέρος των εσόδων της από την πώληση φαρμάκων και που, ως εκ τούτου, δεν λαμβάνει το πλήρες αντίτιμο για τα εν λόγω προϊόντα, δεν έχει δικαίωμα εκ των υστέρων μειώσεως της βάσεως επιβολής του φόρου για τον λόγο και μόνον ότι οι καταβολές αυτές δεν πραγματοποιούνται κατά τον τρόπο που έχει εκ των προτέρων καθοριστεί στο πλαίσιο της εμπορικής πολιτικής της και δεν εξυπηρετούν διαφημιστικούς κυρίως σκοπούς;

2)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, πρέπει το άρθρο 273 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι προσκρούει σε αυτό εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στη διαφορά της κύριας δίκης, η οποία συναρτά την εκ των υστέρων μείωση της βάσεως επιβολής του φόρου με την ύπαρξη τιμολογίου εκδοθέντος στο όνομα του κατόχου του δικαιώματος προς επιστροφή που αποδεικνύει το υποστατό της παρέχουσας δικαίωμα στην εν λόγω επιστροφή συναλλαγής, όταν, κατά τα λοιπά, η συναλλαγή που επιτρέπει την εκ των υστέρων μείωση της βάσεως επιβολής του φόρου είναι δεόντως τεκμηριωμένη και επαληθεύσιμη μεταγενέστερα, βασίζεται εν μέρει σε δημόσια και έγκυρα στοιχεία και καθιστά δυνατή την ορθή είσπραξη του φόρου;


(1)  EE 2006, L 347, σ. 1.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/12


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság (Ουγγαρία) στις 9 Νοεμβρίου 2019 — NJ κατά Országos Idegenrendészeti Főigazgatóság

(Υπόθεση C-740/19)

(2020/C 95/11)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Αιτούν δικαστήριο

Fővárosi Közigazgatási és Munkaügyi Bíróság

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγων: NJ

Καθής: Országos Idegenrendészeti Főigazgatóság

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Μπορούν το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και το άρθρο 31 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (καλούμενης «οδηγίας για τις διαδικασίες ασύλου»), λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων των άρθρων 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι είναι δυνατόν ένα κράτος μέλος να διασφαλίζει το δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής ακόμη και σε περίπτωση που τα δικαστήριά του δεν μπορούν να μεταρρυθμίσουν τις αποφάσεις που εκδίδονται σε διαδικασίες ασύλου, αλλά μόνον να τις ακυρώσουν και να διατάξουν τη διεξαγωγή νέας διαδικασίας;

2)

Μπορούν το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και το άρθρο 31 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (καλούμενης «οδηγίας για τις διαδικασίες χορηγήσεως ασύλου»), επίσης υπό το πρίσμα των διατάξεων των άρθρων 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι είναι σύμφωνη [προς τις διατάξεις αυτές] η νομοθεσία κράτους μέλους που τάσσει ενιαία αποκλειστική προθεσμία εξήντα συνολικώς ημερών για τις ένδικες διαδικασίες ασύλου, ανεξαρτήτως ατομικών περιστάσεων και χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες της υποθέσεως ή οι τυχόν δυσχέρειες αποδείξεως;


(1)  Οδηγία 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (EE 2013, L 180, σ. 60).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/13


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Rechtbank Amsterdam (Κάτω Χώρες) στις 6 Νοεμβρίου 2019 — Stichting Cartel Compensation, Equilib Netherlands BV, Equilib Netherlands BV κατά Koninklijke Luchtvaart Maatschappij NV κ.λπ.

(Υπόθεση C-819/19)

(2020/C 95/12)

Γλώσσα διαδικασίας: η ολλανδική

Αιτούν δικαστήριο

Rechtbank Amsterdam

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγουσες: Stichting Cartel Compensation, Equilib Netherlands BV, Equilib Netherlands BV

Εναγόμενες: Koninklijke Luchtvaart Maatschappij NV, Martinair Holland NV, Deutsche Lufthansa AG, Lufthansa Cargo AG, British Airways plc, Société Air France SA, Singapore Airlines Ltd, Singapore Airlines Cargo Pte Ltd, Koninklijke Luchtvaart Maatschappij NV, Martinair Holland NV, Société Air France SA, Singapore Airlines Cargo Pte Ltd, Singapore Airlines Ltd, Lufthansa Cargo AG, Deutsche Lufthansa AG, Swiss International Air Lines AG, British Airways plc, Air Canada, Cathay Pacific Airways Ltd, SAS AB, Scandinavian Airlines System Denmark-Norway-Sweden, SAS Cargo Group A/S, Koninklijke Luchtvaart Maatschappij NV, Martinair Holland NV, Société Air France SA, Lufthansa Cargo AG, Deutsche Lufthansa AG, British Airways plc

Προδικαστικό ερώτημα

Είναι τα εθνικά δικαστήρια αρμόδια να εφαρμόζουν σε ένδικη διαφορά μεταξύ ζημιωθέντων (εν προκειμένω των ναυλωτών, αγοραστών υπηρεσιών αεροπορικών μεταφορών φορτίου) και αεροπορικών εταιριών –είτε λόγω του άμεσου αποτελέσματος του άρθρου 101 ΣΛΕΕ ή, εν πάση περιπτώσει, του άρθρου 53 της Συνθήκης ΕΟΚ, είτε λόγω του (άμεσου αποτελέσματος) του άρθρου 6 του κανονισμού 1/2003 (1)– το άρθρο 101 ΣΛΕΕ ή, εν πάση περιπτώσει, το άρθρο 53 της Συνθήκης ΕΟΚ επί συμφωνιών ή εναρμονισμένων πρακτικών των αεροπορικών εταιριών αναφορικά με υπηρεσίες μεταφορών φορτίου στις πραγματοποιηθείσες πριν από την 1η Μαΐου 2004 πτήσεις μεταξύ αερολιμένων εντός της ΕΕ και αερολιμένων εκτός του ΕΟΧ ή στις πραγματοποιηθείσες πριν από την 19η Μαΐου 2005 πτήσεις μεταξύ Ισλανδίας, Λιχτενστάιν και Νορβηγίας και αερολιμένων εκτός του ΕΟΧ ή στις πραγματοποιηθείσες πριν από την 1η Ιουνίου 2002 πτήσεις μεταξύ αερολιμένων εντός της ΕΕ και της Ελβετίας, ακόμη και αν πρόκειται για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ίσχυε το μεταβατικό καθεστώς των άρθρων 104 και 105 ΣΛΕΕ, ή μήπως το μεταβατικό καθεστώς αποκλείει κάτι τέτοιο;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (EE 2003, L 1, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/13


Αναίρεση που άσκησε στις 25 Νοεμβρίου 2019 η Confédération nationale du Crédit Mutuel κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 24 Σεπτεμβρίου 2019 στην υπόθεση T-13/18, Crédit mutuel Arkéa κατά EUIPO — Confédération nationale du Crédit mutuel (Crédit Mutuel)

(Υπόθεση C-867/19 P)

(2020/C 95/13)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Confédération nationale du Crédit Mutuel (εκπρόσωποι: B. Moreau-Margotin, M. Merli, C. Thomas-Raquin, M. Le Guerer, avocats)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Crédit Mutuel Arkéa, Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Με διάταξη της 13ης Φεβρουαρίου 2020, το Δικαστήριο (τμήμα εγκρίσεως της εξετάσεως των αναιρέσεων) απέρριψε την αίτηση εγκρίσεως.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/14


Αναίρεση που άσκησε στις 4 Δεκεμβρίου 2019 η Susanne Rutzinger-Kurpas κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) στις 3 Οκτωβρίου 2019 στην υπόθεση T-491/18, Vafo Praha κατά EUIPO — Rutzinger-Kurpas

(Υπόθεση C-887/19 P)

(2020/C 95/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Susanne Rutzinger-Kurpas (εκπρόσωπος: F. Lichtnecker, Rechtsanwalt)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Vafo Praha s.r.o.

Με διάταξη της 11ης Φεβρουαρίου 2020 το Δικαστήριο (τμήμα εγκρίσεως της εξετάσεως των αναιρέσεων) απέρριψε την αίτηση εγκρίσεως και έκρινε ότι η Susanne Rutzinger-Kurpas φέρει τα δικαστικά έξοδά της.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/14


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Tribunal Supremo (Ισπανία) στις 12 Δεκεμβρίου 2019 — Bankia S.A. κατά Unión Mutua Asistencial de Seguros (UMAS)

(Υπόθεση C-910/19)

(2020/C 95/15)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal Supremo

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσα: Bankia S.A.

Αναιρεσίβλητη: Unión Mutua Asistencial de Seguros (UMAS)

Προδικαστικά ερωτήματα

Όσον αφορά την ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 2, και του άρθρου 6 της οδηγίας 2003/71/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή την εισαγωγή τους προς διαπραγμάτευση και την τροποποίηση της οδηγίας 2001/34/ΕΚ:

1)

Οσάκις δημόσια προσφορά εγγραφής μετοχών απευθύνεται τόσο σε ιδιώτες επενδυτές όσο και σε ειδικούς επενδυτές, και σε περίπτωση που εκδίδεται ενημερωτικό δελτίο για τους ιδιώτες επενδυτές, νομιμοποιούνται να ασκήσουν αγωγή για την αναγνώριση ευθύνης από το ενημερωτικό δελτίο αμφότερες οι κατηγορίες επενδυτών ή αποκλειστικά έχουν το δικαίωμα αυτό οι ιδιώτες επενδυτές;

2)

Στην περίπτωση που κριθεί ότι νομιμοποιούνται να ασκήσουν αγωγή και οι ειδικοί επενδυτές, είναι δυνατόν να συνεκτιμηθεί συναφώς ο βαθμός γνώσεως των τελευταίων όσον αφορά την οικονομική κατάσταση του εκδότη της δημόσιας προσφοράς εγγραφής με βάση πληροφορίες που δεν περιέχονται στο δελτίο και βάσει των εννόμων και εμπορικών σχέσεων που τους συνδέουν με τον εν λόγω εκδότη (συμμετοχή τους στο μετοχικό κεφάλαιο, στα διαχειριστικά όργανα, κ.λπ.);


(1)  ΕΕ 2003, L 345, σ. 64.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/15


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Oberlandesgericht Düsseldorf (Γερμανία) στις 13 Δεκεμβρίου 2019 — Agrimotion S.A. κατά ADAMA Deutschland GmbH

(Υπόθεση C-912/19)

(2020/C 95/16)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Oberlandesgericht Düsseldorf

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Εναγομένη και εκκαλούσα: Agrimotion S.A.

Ενάγουσα και εφεσίβλητη: ADAMA Deutschland GmbH

Προδικαστικό ερώτημα

Μπορεί εταιρία η οποία διαθέτει στην αγορά του κράτους μέλους εισαγωγής ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν που έχει εγκριθεί στο κράτος μέλος καταγωγής, να επικαλεστεί την άδεια παράλληλου εμπορίου η οποία έχει χορηγηθεί από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους εισαγωγής σε τρίτη εταιρία, σε περίπτωση που τα δοχεία στα οποία είναι εμφιαλωμένο και διατίθεται το φυτοπροστατευτικό προϊόν στην αγορά του κράτους μέλους εισαγωγής φέρουν ένδειξη του κατόχου της άδειας, καθώς και του εισαγωγέα; Αν υφίστανται πρόσθετες απαιτήσεις, ποιες είναι αυτές; (1)


(1)  Βάσει του άρθρου 52 του κανονισμού (ΕΚ) 1107/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2009, L 309, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/15


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Consiglio di Stato (Ιταλία) στις 12 Δεκεμβρίου 2019 — Eco Fox Srl κατά Fallimento Mythen Spa κ.λπ.

(Υπόθεση C-915/19)

(2020/C 95/17)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Consiglio di Stato

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσα: Eco Fox Srl

Αναιρεσίβλητοι: Fallimento Mythen Spa, Ministero dell’Economia e delle Finanze, Ministero dell’Ambiente e della Tutela del Territorio e del Mare, Ministero delle Politiche agricole, alimentari e forestali, Ministero dello Sviluppo Economico, Agenzia delle Dogane e dei Monopoli

Προδικαστικό ερώτημα

Βάσει των άρθρων 107 και 108 ΣΛΕΕ, του κανονισμού (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999 (1), και των διαδοχικών τροποποιήσεων αυτού, του κανονισμού (ΕΚ) 794/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004 (2), και τυχόν μεταγενέστερων σχετικών διατάξεων του δικαίου [της Ευρωπαϊκής Ένωσης], συνιστά κρατική ενίσχυση, υποκείμενη ως τέτοια στην υποχρέωση προηγούμενης κοινοποιήσεως στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δευτερογενής κανονιστική πράξη όπως ο κανονισμός που εγκρίθηκε με την εν προκειμένω επίμαχη υπουργική απόφαση 37/2015 ο οποίος, προς άμεση εκτέλεση των αποφάσεων του Consiglio di Stato (Συμβουλίου της Επικρατείας) όσον αφορά τη μερική ακύρωση των προηγούμενων κανονισμών που είχαν ήδη κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, τροποποίησε αναδρομικά τους όρους εφαρμογής των φορολογικών ελαφρύνσεων σχετικά με τον ειδικό φόρο καταναλώσεως επί του ντίζελ βιολογικής προελεύσεως μέσω της αναδρομικής μεταβολής των κριτηρίων κατανομής του σχετικού φορολογικού πλεονεκτήματος μεταξύ των αιτουσών επιχειρήσεων, χωρίς να διευρύνει τη χρονική διάρκεια του προγράμματος φορολογικών ελαφρύνσεων;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ (EE 1999, L 83, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 794/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ (ΕΕ 2004, L 140, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/16


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Consiglio di Stato (Ιταλία) στις 12 Δεκεμβρίου 2019 — Alpha Trading SpA unipersonale κατά Ministero dell’Economia e delle Finanze κ.λπ.

(Υπόθεση C-916/19)

(2020/C 95/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Consiglio di Stato

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσα: Alpha Trading SpA unipersonale

Αναιρεσίβλητοι: Ministero dell’Economia e delle Finanze, Ministero dell’Ambiente e della Tutela del Territorio e del Mare, Ministero delle Politiche agricole, alimentari e forestali, Ministero dello Sviluppo Economico

Προδικαστικό ερώτημα

Βάσει των άρθρων 107 και 108 ΣΛΕΕ, του κανονισμού (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999 (1), και των διαδοχικών τροποποιήσεων αυτού, του κανονισμού (ΕΚ) 794/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004 (2), και τυχόν μεταγενέστερων σχετικών διατάξεων του δικαίου [της Ευρωπαϊκής Ένωσης], συνιστά κρατική ενίσχυση, υποκείμενη ως τέτοια στην υποχρέωση προηγούμενης κοινοποιήσεως στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δευτερογενής κανονιστική πράξη όπως ο κανονισμός που εγκρίθηκε με την εν προκειμένω επίμαχη υπουργική απόφαση 37/2015 ο οποίος, προς άμεση εκτέλεση των αποφάσεων του Consiglio di Stato (Συμβουλίου της Επικρατείας) όσον αφορά τη μερική ακύρωση των προηγούμενων κανονισμών που είχαν ήδη κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, τροποποίησε αναδρομικά τους όρους εφαρμογής των φορολογικών ελαφρύνσεων σχετικά με τον ειδικό φόρο καταναλώσεως επί του ντίζελ βιολογικής προελεύσεως μέσω της αναδρομικής μεταβολής των κριτηρίων κατανομής του σχετικού φορολογικού πλεονεκτήματος μεταξύ των αιτουσών επιχειρήσεων, χωρίς να διευρύνει τη χρονική διάρκεια του προγράμματος φορολογικών ελαφρύνσεων;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ (EE 1999, L 83, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 794/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ (ΕΕ 2004, L 140, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/17


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Consiglio di Stato (Ιταλία) στις 12 Δεκεμβρίου 2019 — Novaol Srl κατά Ministero dell’Economia e delle Finanze κ.λπ.

(Υπόθεση C-917/19)

(2020/C 95/19)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Consiglio di Stato

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείουσα: Novaol Srl

Αναιρεσίβλητοι: Ministero dell’Economia e delle Finanze, Ministero dell’Ambiente e della Tutela del Territorio e del Mare, Ministero delle Politiche Agricole, Alimentari e Forestali e del Turismo, Ministero dello Sviluppo Economico

Προδικαστικό ερώτημα

Βάσει των άρθρων 107 και 108 ΣΛΕΕ, του κανονισμού (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999 (1), και των διαδοχικών τροποποιήσεων αυτού, του κανονισμού (ΕΚ) 794/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004 (2), και τυχόν μεταγενέστερων σχετικών διατάξεων του δικαίου [της Ευρωπαϊκής Ένωσης], συνιστά κρατική ενίσχυση, υποκείμενη ως τέτοια στην υποχρέωση προηγούμενης κοινοποιήσεως στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δευτερογενής κανονιστική πράξη όπως ο κανονισμός που εγκρίθηκε με την εν προκειμένω επίμαχη υπουργική απόφαση 37/2015 ο οποίος, προς άμεση εκτέλεση των αποφάσεων του Consiglio di Stato (Συμβουλίου της Επικρατείας) όσον αφορά τη μερική ακύρωση των προηγούμενων κανονισμών που είχαν ήδη κοινοποιηθεί στην Επιτροπή, τροποποίησε αναδρομικά τους όρους εφαρμογής των φορολογικών ελαφρύνσεων σχετικά με τον ειδικό φόρο καταναλώσεως επί του ντίζελ βιολογικής προελεύσεως μέσω της αναδρομικής μεταβολής των κριτηρίων κατανομής του σχετικού φορολογικού πλεονεκτήματος μεταξύ των αιτουσών επιχειρήσεων, χωρίς να διευρύνει τη χρονική διάρκεια του προγράμματος φορολογικών ελαφρύνσεων;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ (EE 1999, L 83, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 794/2004 της Επιτροπής, της 21ης Απριλίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της Συνθήκης ΕΚ (ΕΕ 2004, L 140, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/17


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Landgericht Hamburg (Γερμανία) στις 16 Δεκεμβρίου 2019 — GDVI Verbraucherhilfe GmbH κατά Swiss International Air Lines AG

(Υπόθεση C-918/19)

(2020/C 95/20)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Landgericht Hamburg

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγουσα και εκκαλούσα: GDVI Verbraucherhilfe GmbH

Εναγομένη και εφεσίβλητη: Swiss International Air Lines AG

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχει η συμφωνία αεροπορικών μεταφορών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας, της 21ης Ιουνίου 1999 (1), όπως τροποποιήθηκε με την απόφαση 2/2010 της Επιτροπής Αερομεταφορών Κοινότητας/Ελβετίας, της 26ης Νοεμβρίου 2010 (2), την έννοια ότι ο κανονισμός (EΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (3), εφαρμόζεται, σύμφωνα με το άρθρο του 3, παράγραφος 1, στοιχείο β', και σε επιβάτες, οι οποίοι αναχωρούν με πτήση προερχόμενη από τρίτο κράτος και προσγειώνονται σε αεροδρόμιο στην Ελβετία, προκειμένου, στη συνέχεια, να επιβιβαστούν σε πτήση με προορισμό κράτος μέλος;

2)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα: συνεπάγεται η εφαρμογή του κανονισμού 261/2004 για τα δικαστήρια κράτους μέλους τη δυνατότητα εφαρμογής και της νομολογίας του ΔΕΚ κατά την οποία οι επιβάτες πτήσεων με καθυστέρηση μπορούν να εξομοιωθούν, όσον αφορά την εφαρμογή του δικαιώματος αποζημιώσεως, με επιβάτες πτήσεων που ματαιώθηκαν (απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 2009, C-402/07 και C-432/07, Sturgeon κ.λπ. (4));

3)

Υφίσταται δικαίωμα αποζημιώσεως, δυνάμει του άρθρου 7 του κανονισμού 261/2004, ακόμη και όταν ο επιβάτης δεν πρόλαβε να επιβιβασθεί σε πτήση άμεσης ανταποκρίσεως, λόγω σχετικά μικρής καθυστερήσεως στην άφιξη, με αποτέλεσμα να αφιχθεί στον τελικό του προορισμό με καθυστέρηση τριών ή περισσότερων ωρών, πλην όμως οι δύο πτήσεις εκτελέσθηκαν από διαφορετικούς αερομεταφορείς και η επιβεβαίωση της κρατήσεως έγινε από ταξιδιωτικό πράκτορα ο οποίος συνδύασε τις πτήσεις για τον πελάτη του;


(1)  ΕΕ 2002, L 114, σ. 73.

(2)  ΕΕ 2010, L 347, σ. 54.

(3)  ΕΕ 2004, L 46, σ. 1.

(4)  EU:C:2009:716.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/18


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Amtsgericht Köln (Γερμανία) στις 23 Δεκεμβρίου 2019 — KA

(Υπόθεση C-937/19)

(2020/C 95/21)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Amtsgericht Köln

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενδιαφερόμενη: KA

Μετέχουσες στη διαδικασία: Staatsanwaltschaft Köln, Bundesamt für Güterverkehr

Προδικαστικό ερώτημα

Έχει το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΚ) 1072/2009 (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, την έννοια ότι, υπό το πρίσμα της εν λόγω διατάξεως, υφίσταται διεθνής μεταφορά και στην περίπτωση που η σχετική δραστηριότητα πραγματοποιείται στο πλαίσιο μεταφοράς κατά το άρθρο 1, παράγραφος 5, στοιχείο δ', του κανονισμού (ΕΚ) 1072/2009;


(1)  Κανονισμός για τους κοινούς κανόνες πρόσβασης στην αγορά διεθνών οδικών εμπορευματικών μεταφορών (ΕΕ 2009, L 300, σ. 72).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/19


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Conseil d’État (Βέλγιο) στις 17 Ιανουαρίου 2020 — E. M. T. κατά Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides

(Υπόθεση C-20/20)

(2020/C 95/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Conseil d’État

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Αναιρεσείων: E. M. T.

Αναιρεσίβλητος: Commissaire général aux réfugiés et aux apatrides

Προδικαστικό ερώτημα

Έχουν το άρθρο 46 της οδηγίας 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (1), κατά το οποίο οι αιτούντες πρέπει να έχουν δικαίωμα πραγματικής προσφυγής κατά των αποφάσεων «επί της αιτήσεως διεθνούς προστασίας», και το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε συνδυασμό με τα άρθρα 20 και 26 της προμνησθείσας οδηγίας 2013/32/ΕΕ, την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνικό διαδικαστικό κανόνα, όπως το άρθρο 39/57 του loi du 15 décembre 1980 sur l’accès au territoire, le séjour, l’établissement et l’éloignement des étrangers (νόμου της 15ης Δεκεμβρίου 1980 περί της εισόδου των αλλοδαπών στην εθνική επικράτεια, της διαμονής, της εγκατάστασης και της απομάκρυνσης αυτών), το οποίο καθορίζει σε δέκα «ημερολογιακές» ημέρες από την κοινοποίηση της διοικητικής απόφασης την προθεσμία άσκησης προσφυγής κατά απορριπτικής απόφασης της μεταγενέστερης αίτησης διεθνούς προστασίας, «όταν η προσφυγή ασκείται από αλλοδαπό ο οποίος βρίσκεται, κατά την κοινοποίηση της απόφασης, σε συγκεκριμένο τόπο, όπως προβλέπεται στα άρθρα 74/8 και 74/9 [του ίδιου νόμου], ή τελεί υπό περιορισμό», ιδίως όταν ο προσφεύγων πρέπει, κατόπιν της κοινοποίησης της προμνησθείσας διοικητικής απόφασης, να αναζητήσει νέο δικηγόρο στο πλαίσιο του ευεργετήματος της δωρεάν νομικής αρωγής για να κινήσει τη διαδικασία προσφυγής;


(1)  ΕΕ 2013, L 180, σ. 60.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/19


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Administrativen sad Sofia-grad (Βουλγαρία) στις 17 Ιανουαρίου 2020 — Balgarska natsionalna televizia κατά Direktor na Direktsia «Obzhalvane i danachno-osiguritelna praktika» — Sofia pri Zentralno upravlenie na Natsionalnata Agentsia za Prihodite

(Υπόθεση C-21/20)

(2020/C 95/23)

Γλώσσα διαδικασίας: η βουλγαρική

Αιτούν δικαστήριο

Administrativen sad Sofia-grad

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Balgarska natsionalna televizia

Καθού: Direktor na Direktsia «Obzhalvane i danachno-osiguritelna praktika» — Sofia pri Zentralno upravlenie na Natsionalnata Agentsia za Prihodite

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Μπορεί η παροχή υπηρεσιών οπτικοακουστικών υπηρεσιών μαζικής ενημέρωσης από τη δημόσια τηλεόραση προς τους τηλεθεατές να θεωρηθεί ως παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται εξ επαχθούς αιτίας, κατά την έννοια του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας 2006/112/ΕΚ (1), σε περίπτωση που χρηματοδοτείται από το κράτος υπό τη μορφή επιχορηγήσεων, χωρίς οι τηλεθεατές να καταβάλλουν τέλη τηλεοπτικής μεταδόσεως, ή δεν συνιστά παροχή υπηρεσιών που πραγματοποιείται εξ επαχθούς αιτίας κατά την έννοια της διατάξεως αυτής και συνεπώς δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας;

2)

Αν η απάντηση είναι ότι οι υπηρεσίες οπτικοακουστικών υπηρεσιών μαζικής ενημέρωσης προς τους τηλεθεατές της δημόσιας τηλεοράσεως εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 2, παράγραφος 1, στοιχείο γ', της οδηγίας 2006/112/ЕΚ, πρέπει αυτές να θεωρηθούν ως απαλλασσόμενες παραδόσεις κατά την έννοια του άρθρου 132, παράγραφος 1, στοιχείο ιζʹ, της οδηγίας και είναι επιτρεπτή μια εθνική ρύθμιση η οποία απαλλάσσει την εν λόγω δραστηριότητα από τον φόρο, αποκλειστικώς λόγω του ότι η δημόσια τηλεόραση εισπράττει επιχορήγηση προερχόμενη από τον κρατικό προϋπολογισμό, ανεξαρτήτως του αν η δραστηριότητα αυτή έχει και εμπορικό χαρακτήρα;

3)

Είναι επιτρεπτή, σύμφωνα με το άρθρο 168, της οδηγίας 2006/112/ЕΚ, πρακτική η οποία εξαρτά το δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ επί των εισροών για αγορές αγαθών όχι μόνον από τον προορισμό των αποκτηθέντων αγαθών (για φορολογητέα ή μη φορολογητέα δραστηριότητα) αλλά και από τον τρόπο χρηματοδοτήσεως των αγορών αυτών, ήτοι αν προέρχεται, αφενός, από ιδίους πόρους (υπηρεσίες διαφημίσεως κ.λπ.) και, αφετέρου, μέσω κρατικής επιδοτήσεως, και η οποία αναγνωρίζει δικαίωμα προς έκπτωση του ΦΠΑ επί των εισροών μόνο για αγορές που χρηματοδοτούνται από ιδίους πόρους και όχι για εκείνες που χρηματοδοτούνται μέσω κρατικών επιχορηγήσεων, απαιτώντας εν προκειμένω να γίνεται διάκριση των περιπτώσεων αυτών;

4)

Εφόσον γίνει δεκτό ότι η δραστηριότητα της δημόσιας τηλεοράσεως αποτελείται τόσο από φορολογητέες όσο και από απαλλασσόμενες παραδόσεις και λαμβανομένου υπόψη του μικτού τρόπου χρηματοδοτήσεώς της: Ποια είναι η έκταση του δικαιώματος προς έκπτωση του ΦΠΑ επί των εισροών για τις εν λόγω αγορές και ποια κριτήρια πρέπει να εφαρμοστούν για τον καθορισμό τους;


(1)  Οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας (EE 2006, L 347, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/20


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Klagenævnet for Udbud (Δανία) στις 17 Ιανουαρίου 2020, Simonsen & Weel A/S κατά Region Nordjylland και Region Syddanmark

(Υπόθεση C-23/20)

(2020/C 95/24)

Γλώσσα διαδικασίας: η δανική

Αιτούν δικαστήριο

Klagenævnet for Udbud

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Simonsen & Weel A/S

Καθών: Region Nordjylland και Region Syddanmark

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχουν οι αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας που κατοχυρώνονται στο άρθρο 18, παράγραφος 1, της [οδηγίας 2014/24] και στο άρθρο 49 της [οδηγίας 2014/24], σε συνδυασμό με το σημείο 7 και το σημείο 10, στοιχείο α', του παραρτήματος V, μέρος Γ', της οδηγίας 2014/24 (1), την έννοια ότι, σε περίπτωση όπως η επίδικη, η προκήρυξη διαγωνισμού πρέπει να περιλαμβάνει πληροφορίες για την εκτιμώμενη ποσότητα και/ή την εκτιμώμενη αξία των προμηθειών βάσει της σύμβασης-πλαισίου την οποία αφορά ο διαγωνισμός;

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο ερώτημα αυτό, το Δικαστήριο ερωτάται επίσης εάν οι ανωτέρω διατάξεις έχουν την έννοια ότι οι πληροφορίες πρέπει να εκτίθενται σχετικά με τη σύμβαση-πλαίσιο α) ως ενιαίο σύνολο και/ή β) σχετικά με την εξαρχής αναθέτουσα αρχή που εξέφρασε την πρόθεσή της να συνάψει συμφωνία βάσει της πρόσκλησης υποβολής προσφορών (εν προκειμένω: Region Nordjylland) και/ή γ) σχετικά με την εξαρχής αναθέτουσα αρχή που δήλωσε απλώς ότι συμμετέχει σε ένα δικαίωμα προαίρεσης (εν προκειμένω: Region Syddanmark).

2)

Έχουν οι αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας που κατοχυρώνονται στο άρθρο 18, παράγραφος 1, της [οδηγίας 2014/24] και στα άρθρα 33 και 49 της [οδηγίας 2014/24], σε συνδυασμό με το σημείο 7 και το σημείο 10, στοιχείο α', του παραρτήματος V, μέρος Γ', της οδηγίας 2014/24, την έννοια ότι είτε στην προκήρυξη διαγωνισμού είτε στη συγγραφή υποχρεώσεων πρέπει να καθορίζεται η ανώτατη ποσότητα και/ή η ανώτατη αξία των προμηθειών βάσει της σύμβασης-πλαισίου την οποία αφορά ο διαγωνισμός, έτσι ώστε η εξάντληση της εν λόγω ποσότητας ή αξίας να σηματοδοτεί τη λήξη της επίμαχης σύμβασης-πλαισίου;

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο ερώτημα αυτό, το Δικαστήριο ερωτάται επίσης εάν οι ανωτέρω διατάξεις έχουν την έννοια ότι το ως άνω ανώτατο όριο πρέπει να αναγράφεται σχετικά με τη σύμβαση-πλαίσιο α) ως ενιαίο σύνολο και/ή β) σχετικά με την εξαρχής αναθέτουσα αρχή που εξέφρασε την πρόθεσή της να συνάψει συμφωνία βάσει της πρόσκλησης υποβολής προσφορών (εν προκειμένω: Region Nordjylland) και/ή γ) σχετικά με την εξαρχής αναθέτουσα αρχή που δήλωσε απλώς ότι συμμετέχει σε ένα δικαίωμα προαίρεσης (εν προκειμένω: Region Syddanmark).

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο ερώτημα 1 και/ή στο ερώτημα 2, ζητείται περαιτέρω από το Δικαστήριο –εφόσον τούτο συνδέεται με το περιεχόμενο των απαντήσεων αυτών– να απαντήσει στο ακόλουθο ερώτημα:

3)

Έχει το άρθρο 2δ, παράγραφος 1, στοιχείο α', της [οδηγίας 92/13], σε συνδυασμό με τα άρθρα 33 και 49 της [οδηγίας 2014/24], καθώς και σε συνδυασμό με το σημείο 7 και το σημείο 10, στοιχείο α', του παραρτήματος V, μέρος Γ', της οδηγίας 2014/24, την έννοια ότι η προϋπόθεση «ο αναθέτων φορέας [να] έχει αναθέσει σύμβαση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης» καλύπτει περιπτώσεις όπως η επίδικη, στην οποία η αναθέτουσα αρχή δημοσίευσε προκήρυξη στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με την υπό εξέταση σύμβαση-πλαίσιο, ωστόσο

α)

η προκήρυξη δεν πληροί την απαίτηση περί μνείας της εκτιμώμενης ποσότητας και/ή της εκτιμώμενης αξίας των προμηθειών βάσει της σύμβασης-πλαισίου την οποία αφορά ο διαγωνισμός, καθώς σχετική εκτίμηση περιλαμβάνεται στη συγγραφή υποχρεώσεων, και

β)

η αναθέτουσα αρχή παρέβη την υποχρέωση να καθορίσει στην προκήρυξη ή στη συγγραφή υποχρεώσεων την ανώτατη ποσότητα και/ή την ανώτατη αξία των προμηθειών βάσει της σύμβασης-πλαισίου την οποία αφορά ο διαγωνισμός;


(1)  Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ 2014, L 94, σ. 65).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/21


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το tribunal de grande instance de Rennes (Γαλλία) στις 21 Ιανουαρίου 2020 — PF, QG κατά Caisse d’allocations familiales d’Ille et Vilaine (CAF)

(Υπόθεση C-27/20)

(2020/C 95/25)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal de grande instance de Rennes

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγοντες: PF, QG

Καθού: Caisse d’allocations familiales d’Ille et Vilaine (CAF)

Προδικαστικό ερώτημα

Έχει το δίκαιο της Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 20 και 45 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και τα άρθρα 4 του κανονισμού 883/2004 (1) και 7 του κανονισμού 492/2011 (2), την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική διάταξη, όπως το άρθρο R 532-3 του κώδικα κοινωνικής ασφάλισης, η οποία ορίζει ως ημερολογιακό έτος αναφοράς για τον υπολογισμό των οικογενειακών επιδομάτων το προτελευταίο έτος που προηγείται της περιόδου καταβολής, η εφαρμογή της οποίας έχει ως αποτέλεσμα, σε περίπτωση σημαντικής αύξησης των εισοδημάτων του δικαιούχου σε άλλο κράτος μέλος της Ένωσης την οποία διαδέχεται μείωση των εισοδημάτων του κατόπιν της επιστροφής του στο κράτος μέλος προέλευσης, το να στερηθεί εν μέρει ο εν λόγω δικαιούχος το δικαίωμα είσπραξης οικογενειακού επιδόματος, εν αντιθέσει με τους κατοίκους του εν λόγω κράτους μέλους οι οποίοι δεν άσκησαν το δικαίωμά τους ελεύθερης κυκλοφορίας;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (ΕΕ 2004, L 166, σ. 1).

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) 492/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, που αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο εσωτερικό της Ένωσης (ΕΕ 2011, L 141, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/22


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Attunda tingsrätt (Σουηδία) στις 21 Ιανουαρίου 2020 — Airhelp Ltd κατά Scandinavian Airlines System SAS

(Υπόθεση C-28/20)

(2020/C 95/26)

Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική

Αιτούν δικαστήριο

Attunda tingsrätt

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγουσα: Airhelp Limited

Εναγομένη: Scandinavian Airlines System SAS

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Συνιστά η απεργία χειριστών αεροσκαφών, οι οποίοι απασχολούνται από αερομεταφορέα και είναι απαραίτητοι για την εκτέλεση των πτήσεων, «έκτακτη περίσταση» υπό την έννοια του άρθρου 5, παράγραφος 3, του κανονισμού 261/2004 (1), όταν η απεργία δεν σχετίζεται με μέτρο που αποφάσισε ή ανακοίνωσε ο αερομεταφορέας, αλλά προαναγγέλλεται και πραγματοποιείται νόμιμα από οργανώσεις εργαζομένων στο πλαίσιο συνδικαλιστικής δράσης που σκοπό έχει να αναγκάσει τον αερομεταφορέα σε αύξηση μισθών, παροχή επιδομάτων και τροποποίηση συνθηκών εργασίας προκειμένου να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις των οργανώσεων;

2)

Ποια σημασία πρέπει, ενδεχομένως, να αποδοθεί στον δίκαιο χαρακτήρα των απαιτήσεων των οργανώσεων των εργαζομένων και, ιδίως, στο γεγονός ότι η μισθολογική αύξηση που ζητείται είναι αρκετά υψηλότερη από τις μισθολογικές αυξήσεις που ισχύουν εν γένει στην οικεία εθνική αγορά εργασίας;

3)

Ποια σημασία πρέπει, ενδεχομένως, να αποδοθεί στο γεγονός ότι ο αερομεταφορέας, προκειμένου να αποτραπεί η απεργία, αποδέχεται πρόταση συμβιβασμού εκ μέρους εθνικού φορέα επιφορτισμένου με τη διαμεσολάβηση στις εργατικές διαφορές, την οποία όμως απορρίπτουν οι οργανώσεις των εργαζομένων;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (ΕΕ 2004, L 46, σ. 1).


Γενικό Δικαστήριο

23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/23


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2020 — WD κατά EFSA

(Υπόθεση T-320/18) (1)

(Υπαλληλική υπόθεση - Έκτακτοι υπάλληλοι - Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου - Απόφαση περί μη ανακατατάξεως - Έλλειψη εκθέσεων αξιολογήσεως - Απονομή μορίων ανακατατάξεως δια μεταφοράς - Πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως - Απόφαση περί μη ανανεώσεως - Καθήκον αρωγής - Πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως - Κατάχρηση εξουσίας - Δικαιολογημένη εμπιστοσύνη - Υποχρέωση αιτιολογήσεως - Δικαίωμα ακροάσεως - Ευθύνη)

(2020/C 95/27)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: WD (εκπρόσωποι: L. Levi και A. Blot, δικηγόροι)

Καθής-εναγομένη: Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA (εκπρόσωποι: D. Detken και F. Volpi, επικουρούμενοι από τους D. Waelbroeck, A. Duron και C. Dekemexhe, δικηγόρους)

Αντικείμενο

Προσφυγή-αγωγή δυνάμει του άρθρου 270 ΣΛΕΕ, αφενός, για την ακύρωση της αποφάσεως της EFSA της 14ης Ιουλίου 2017 περί μη ανακατατάξεως της προσφεύγουσας-ενάγουσας στον βαθμό AST 6 στο πλαίσιο της περιόδου ανακατατάξεων 2017, της αποφάσεως της EFSA της 9ης Αυγούστου 2017 περί μη ανανεώσεως της συμβάσεώς της και των αποφάσεων της 9ης Φεβρουαρίου και της 12ης Μαρτίου 2018 περί απορρίψεως των ενστάσεων που προβλήθηκαν κατά των δύο αυτών αποφάσεων και, αφετέρου, για την αποκατάσταση της υλικής ζημίας και την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, τις οποίες ισχυρίζεται ότι υπέστη η προσφεύγουσα-ενάγουσα συνεπεία των αποφάσεων αυτών.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή-αγωγή.

2)

Καταδικάζει την WD στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 259 της 23.7.2018.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/23


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 6ης Φεβρουαρίου 2020 — Compañia de Tranvías de la Coruña κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-485/18) (1)

(Πρόσβαση στα έγγραφα - Κανονισμός (ΕΚ) 1049/2001 - Έγγραφα της Επιτροπής τα οποία αφορούν την ερμηνεία διάταξης του δικαίου της Ένωσης - Έγγραφα προερχόμενα από τρίτο - Έγγραφα προερχόμενα από κράτος μέλος - Κανονισμός (ΕΚ) 1370/2007 - Μερική άρνηση παροχής πρόσβασης - Πλήρης άρνηση παροχής πρόσβασης - Υποχρέωση αιτιολόγησης - Εξαίρεση αφορώσα την προστασία των δικαστικών διαδικασιών - Υπέρτερο δημόσιο συμφέρον)

(2020/C 95/28)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Compañía de Tranvías de la Coruña, SA (La Coruña, Ισπανία) (εκπρόσωπος: J. Monrabà Bagan, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: W. Mölls και C. Ehrbar)

Αντικείμενο

Προσφυγή δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ με αίτημα την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής της 7ης Ιουνίου 2018, με την οποία απορρίφθηκε, εν μέρει ή εν όλω, η αίτηση της προσφεύγουσας για παροχή πρόσβασης σε έγγραφα τα οποία σχετίζονται με τη γνώμη της Επιτροπής, η οποία διαβιβάστηκε στη Γαλλική Δημοκρατία, σχετικά με το κύρος της σύμβασης για τις γραμμές του μετρό έως το 2039.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 7ης Ιουνίου 2018 με την οποία απορρίφθηκε, εν μέρει ή εν όλω, η αίτηση για παροχή στην Compañía de Tranvías de la Coruña, SA πρόσβασης σε έγγραφα τα οποία σχετίζονται με τη γνώμη της Επιτροπής η οποία διαβιβάστηκε στη Γαλλική Δημοκρατία σχετικά με το κύρος της σύμβασης για τις γραμμές του μετρό έως το 2039 κατά το μέρος που, με την απόφαση αυτή, η Επιτροπή αρνήθηκε εν μέρει την παροχή πρόσβασης σε δεδομένα, πλην των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία περιέχονται στο έγγραφο της Επιτροπής της 25ης Οκτωβρίου 2010 προς τις γαλλικές αρχές και στα έγγραφα του Αντιπροέδρου της Επιτροπής S. Kallas της 27ης Ιουλίου 2012 και της 5ης Ιουνίου 2013 προς τη RATP.

2)

Απορρίπτει κατά τα λοιπά την προσφυγή.

3)

Η Επιτροπή φέρει τα δικαστικά έξοδά της και το ένα πέμπτο των δικαστικών εξόδων της Compañía de Tranvías de la Coruña.

4)

Η Compañía de Tranvías de la Coruña φέρει τα τέσσερα πέμπτα των δικαστικών εξόδων της.


(1)  EE C 381 της 22.10.2018.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/24


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 11ης Φεβρουαρίου 2020 — Stada Arzneimittel κατά EUIPO (ViruProtect)

(Υπόθεση T-487/18) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ViruProtect - Απόλυτος λόγος απαραδέκτου - Διακριτικός χαρακτήρας - Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού (ΕΚ) 207/2009 [νυν άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού (EΕ) 2017/1001] - Υποχρέωση αιτιολογήσεως)

(2020/C 95/29)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Stada Arzneimittel AG (Bad Vilbel, Γερμανία) (εκπρόσωποι: J.-C. Plate και R. Kaase, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: S. Hanne)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 4ης Ιουνίου 2018 (υπόθεση R 1886/2017-5), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως του λεκτικού σήματος ViruProtect ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Stada Arzneimittel AG στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 352 της 1.10.2018.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/25


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2020 — Ουγγαρία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-505/18) (1)

(ΕΓΤΕ και ΕΓΤΑΑ - Δαπάνες αποκλειόμενες από τη χρηματοδότηση - Στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης - Ενίσχυση χορηγηθείσα στις ομάδες παραγωγών - Δαπάνες εκ μέρους της Ουγγαρίας - Άρθρο 35 του κανονισμού (ΕΚ) 1698/2005 - Πιστοποιημένη αναγνώριση - Επιλεξιμότητα του δικαιούχου της ενισχύσεως - Δημοσιονομική διόρθωση κατόπιν σχετικού υπολογισμού - Άρθρο 52, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΕ) 1306/2013 - Καλόπιστη συνεργασία - Προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης - Αναλογικότητα - Νομική ασφάλεια - Μη επιλέξιμα ποσά)

(2020/C 95/30)

Γλώσσα διαδικασίας: η ουγγρική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ουγγαρία (εκπρόσωποι: M. Fehér, M. Tátrai, A. Pokoraczki και G. Koós)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: V. Bottka και J. Aquilina)

Αντικείμενο

Προσφυγή δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ για τη μερική ακύρωση της εκτελεστικής αποφάσεως (ΕΕ) 2018/873 της Επιτροπής, της 13ης Ιουνίου 2018, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ 2018, L 152, σ. 29).

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Ουγγαρία στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 399 της 5.1.2018.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/25


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 5ης Φεβρουαρίου 2020 — Hickies κατά EUIPO (Σχήμα κορδονιού υποδήματος)

(Υπόθεση T-573/18) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Αίτηση καταχώρισης τρισδιάστατου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Σχήμα κορδονιού υποδήματος - Απόλυτος λόγος ακυρότητας - Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα - Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 - Προστασία δικαιώματος επί προγενέστερου σχεδίου ή υποδείγματος - Αποδεικτικά στοιχεία που προσκομίζονται για πρώτη φορά ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου)

(2020/C 95/31)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Hickies, Inc. (Νέα Υόρκη, Ηνωμένες Πολιτείες) (εκπρόσωποι: I. Fowler, solicitor και S. Petivlasova, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: H. O’Neill)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO, της 28ης Ιουνίου 2018 (υπόθεση R 2693/2017-5), σχετικά με αίτηση καταχώρισης ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενός τρισδιάστατου σημείου συνιστάμενου στο σχήμα κορδονιού υποδήματος.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τη Hickies, Inc. στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 408 της 12.11.2018.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/26


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 11ης Φεβρουαρίου 2020 — Dalasa κατά EUIPO — Charité — Universitätsmedizin Berlin (charantea)

(Υπόθεση T-732/18) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης charantea - Προγενέστερο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης CHARITÉ - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001)

(2020/C 95/32)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Dalasa Handelsgesellschaft mbH (Βιέννη, Αυστρία) (εκπρόσωπος: I. Hödl, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: A. Söder)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Charité — Universitätsmedizin Berlin, Gliedkörperschaft Öffentlichen Rechts (Βερολίνο, Γερμανία) (εκπρόσωποι: A. Wulff και K. Schmidt Hern, δικηγόροι)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 15ης Οκτωβρίου 2018 (υπόθεση R 539/2018-4), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Charité και Dalasa

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 15ης Οκτωβρίου 2018 (υπόθεση R 539/2018-4).

2)

Το EUIPO φέρει τα δικαστικά του έξοδα καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Dalasa Handelsgesellschaft mbH στην ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασία.

3)

Η Charité — Universitätsmedizin Berlin, Gliedkörperschaft Öffentlichen Rechts φέρει τα δικαστικά έξοδά της στην ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου διαδικασία.

4)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.


(1)  EE C 54 της 11.2.2019.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/27


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 11ης Φεβρουαρίου 2020 — Dalasa κατά EUIPO — Charité — Universitätsmedizin Berlin (charantea)

(Υπόθεση T-733/18) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης charantea - Προγενέστερο εικονιστικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης CHARITÉ - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Δεν υφίσταται κίνδυνος συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001)

(2020/C 95/33)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Dalasa Handelsgesellschaft mbH (Βιέννη, Αυστρία) (εκπρόσωπος: I. Hödl, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: A. Söder)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Charité — Universitätsmedizin Berlin, Gliedkörperschaft Öffentlichen Rechts (Βερολίνο, Γερμανία) (εκπρόσωποι. A. Wulff και K. Schmidt Hern, δικηγόροι)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 15ης Οκτωβρίου 2018 (υπόθεση R 540/2018-4), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Charité και Dalasa.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 15ης Οκτωβρίου 2018 (υπόθεση R 540/2018-4).

2)

Το EUIPO φέρει τα δικαστικά του έξοδα καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Dalasa Handelsgesellschaft mbH στην ενώπιον του Γενικού δικαστηρίου διαδικασία.

3)

Η Charité — Universitätsmedizin Berlin, Gliedkörperschaft Öffentlichen Rechts φέρει τα δικαστικά της έξοδα στην ενώπιον του Γενικού δικαστηρίου διαδικασία.

4)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.


(1)  EE C 54 της 11.2.2019.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/28


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 5ης Φεβρουαρίου 2020 — Globalia Corporación Empresarial κατά EUIPO — Touring Club Italiano (TC Touring Club)

(Υπόθεση T-44/19) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης TC Touring Club - Προγενέστερο λεκτικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης TOURING CLUB ITALIANO - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Κίνδυνος συγχύσεως - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 - Ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος - Άρθρο 47, παράγραφος 2, του κανονισμού 2017/1001 - Πρόσθετα αποδεικτικά στοιχεία προσκομιζόμενα για πρώτη φορά ενώπιον του τμήματος προσφυγών - Άρθρο 95, παράγραφος 2, του κανονισμού 2017/1001 - Αντίθετη προσφυγή)

(2020/C 95/34)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Globalia Corporación Empresarial, SA (Llucmajor, Ισπανία) (εκπρόσωπος: A. Gómez López, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: A. Kusturovic, J.F. Crespo Carrillo και H. O’Neill)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO, παρεμβαίνουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου: Touring Club Italiano (Μιλάνο, Ιταλία) (εκπρόσωπος: G. Guglielmetti, δικηγόρος)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 9ης Νοεμβρίου 2018 (υπόθεση R 448/2018-4), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Touring Club Italiano και Globalia Corporación Empresarial.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Απορρίπτει την αντίθετη προσφυγή ως απαράδεκτη.

3)

Όσον αφορά την κύρια προσφυγή, καταδικάζει την Globalia Corporación Empresarial, SA στα δικαστικά έξοδα, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Touring Club Italiano στο πλαίσιο της ενώπιον του τμήματος προσφυγών διαδικασίας.

4)

Όσον αφορά την αντίθετη προσφυγή, η Touring Club Italiano φέρει τα δικαστικά της έξοδα, καθώς και τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η Globalia Corporación Empresarial και το EUIPO.


(1)  EE C 93 της 11.3.2019.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/28


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 6ης Φεβρουαρίου 2020 — Corporació Catalana de Mitjans Audiovisuals κατά EUIPO — Dalmat (LaTV3D)

(Υπόθεση T-135/19) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Διαδικασία ανακοπής - Αίτηση καταχωρίσεως λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης LaTV3D - Προγενέστερο εθνικό λεκτικό σήμα TV3 - Σχετικός λόγος απαραδέκτου - Κίνδυνος συγχύσεως - Ομοιότητα των υπηρεσιών - Ομοιότητα των σημείων - Διακριτικός χαρακτήρας - Άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001)

(2020/C 95/35)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Corporació Catalana de Mitjans Audiovisuals, SA (Βαρκελώνη, Ισπανία) (εκπρόσωπος: J. Erdozain López, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: H. O’Neill)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών του EUIPO: Stéphane Dalmat (Παρίσι, Γαλλία)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του δευτέρου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 13ης Δεκεμβρίου 2018 (υπόθεση R 874/2018-2), σχετικά με διαδικασία ανακοπής μεταξύ Corporació Catalana de Mitjans Audiovisuals και M. Dalmat.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του δευτέρου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 13ης Δεκεμβρίου 2018 (υπόθεση R 874/2018-2), καθόσον με αυτήν αποκλείεται η ύπαρξη κινδύνου συγχύσεως όσον αφορά υπηρεσίες διαφορετικές από τις υπηρεσίες «μετάφρασης και διερμηνείας», που εμπίπτουν στην κλάση 41 κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας, για τη διεθνή ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση των σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί.

2)

Απορρίπτει την προσφυγή κατά τα λοιπά.

3)

Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα.


(1)  EE C 148 της 29.4.2019.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/29


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 12ης Φεβρουαρίου 2020 — Bilde κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-248/19) (1)

(Προνόμια και ασυλίες - Μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου - Απόφαση περί άρσεως της βουλευτικής ασυλίας - Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως - Αρχή electa una via - Αρχή ne bis in idem - Κατάχρηση εξουσίας)

(2020/C 95/36)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Dominique Bilde (Lagarde, Γαλλία) (εκπρόσωπος: F. Wagner, δικηγόρος)

Καθού: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (εκπρόσωποι: N. Görlitz και C. Burgos)

Αντικείμενο

Αίτημα βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ για την ακύρωση της αποφάσεως P8_TA(2019)0137 του Κοινοβουλίου, της 12ας Μαρτίου 2019, περί άρσεως της βουλευτικής ασυλίας της προσφεύγουσας.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Η Dominique Bilde φέρει τα δικαστικά έξοδά της, καθώς και τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.


(1)  EE C 213 της 24.6.2019.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/30


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 11ης Φεβρουαρίου 2020 — Jakober κατά EUIPO (Σχήμα φλιτζανιού)

(Υπόθεση T-262/19) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Αίτηση καταχωρίσεως τρισδιάστατου σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Σχήμα φλιτζανιού - Απαράδεκτο της προσφυγής ενώπιον του τμήματος προσφυγών)

(2020/C 95/37)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Philip Jakober (Στουτγκάρδη, Γερμανία) (εκπρόσωπος: J. Klink, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: M. Fischer)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του τετάρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 11ης Φεβρουαρίου 2019 (υπόθεση R 1153/2018-4), σχετικά με διαδικασία καταχωρίσεως τρισδιάστατου σημείου αποτελούμενου από σχήμα ενός φλυτζανιού, ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Ακυρώνει την απόφαση του τετάρτου τμήματος προσφυγών του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) της 11ης Φεβρουαρίου 2019 (υπόθεση R 1153/2018-4).

2)

Καταδικάζει το EUIPO στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 206 της 17.6.2019.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/30


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 5ης Φεβρουαρίου 2020 — Pierre Balmain κατά EUIPO (Απεικόνιση κεφαλής λιονταριού που περιβάλλεται από δακτυλίους που σχηματίζουν αλυσίδα)

(Υπόθεση T-331/19) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που απεικονίζει κεφαλή λιονταριού που περιβάλλεται από δακτυλίους που σχηματίζουν αλυσίδα - Απόλυτος λόγος απαραδέκτου - Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα - Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001)

(2020/C 95/38)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Pierre Balmain SAS (Παρίσι, Γαλλία) (εκπρόσωποι: J. M. Iglesias Monravá et S. Mainar Roger, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος-οι: V. Ruzek)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 21ης Μαρτίου 2019 (υπόθεση R 1223/2018 5), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σημείου που απεικονίζει κεφαλή λιονταριού που περιβάλλεται από δακτυλίους που σχηματίζουν αλυσίδα ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Pierre Balmain στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 246 της 22.7.2019.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/31


Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 5ης Φεβρουαρίου 2020 — Pierre Balmain κατά EUIPO (Απεικόνιση κεφαλής λιονταριού που περιβάλλεται από δακτυλίους που σχηματίζουν αλυσίδα)

(Υπόθεση T-332/19) (1)

(Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης - Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που απεικονίζει κεφαλή λιονταριού που περιβάλλεται από δακτυλίους που σχηματίζουν αλυσίδα - Απόλυτος λόγος απαραδέκτου - Έλλειψη διακριτικού χαρακτήρα - Άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001)

(2020/C 95/39)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Pierre Balmain SAS (Παρίσι, Γαλλία) (εκπρόσωποι: J. M. Iglesias Monravá και S. Mainar Roger, δικηγόροι)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωπος: V. Ruzek)

Αντικείμενο

Προσφυγή κατά της αποφάσεως του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 21ης Μαρτίου 2019 (υπόθεση R 1224/2018-5), σχετικά με αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος που απεικονίζει κεφαλή λιονταριού που περιβάλλεται από δακτυλίους που σχηματίζουν αλυσίδα ως σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο αποφασίζει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει την Pierre Balmain στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 246 της 22.7.2019.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/31


Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 30ής Ιανουαρίου 2020 — Λεττονία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-293/18) (1)

(Προσφυγή ακυρώσεως - Κοινή αλιευτική πολιτική - Συνθήκη των Παρισίων σχετικά με το αρχιπέλαγος της Σπιτσβέργης (Νορβηγία) - Αλιευτικές δυνατότητες για τον κάβουρα της Αρκτικής στη ζώνη του Σβάλμπαρντ (Νορβηγία) - Κανονισμός (ΕΕ) 2017/127 - Πλοία που είναι νηολογημένα στην Ένωση και διαθέτουν άδεια αλιείας - Ακινητοποίηση λεττονικού πλοίου - Άρθρο 265 ΣΛΕΕ - Πρόσκληση προς ενέργεια - Θέση της Επιτροπής - Πράξη η οποία δεν παράγει δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα - Απαράδεκτο)

(2020/C 95/40)

Γλώσσα διαδικασίας: η λεττονική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Δημοκρατία της Λεττονίας (εκπρόσωπος: V. Soņeca)

Kαθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: A. Bouquet, E. Paasivirta, I. Naglis και A. Sauka)

Αντικείμενο

Προσφυγή δυνάμει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, με αίτημα, αφενός, να ακυρωθεί το από 12 Μαρτίου 2018 έγγραφο της Επιτροπής με το οποίο το εν λόγω θεσμικό όργανο έλαβε θέση σχετικά με την πρόσκληση προς ενέργεια που του είχε απευθύνει η Δημοκρατία της Λεττονίας δυνάμει του άρθρου 265 ΣΛΕΕ, με έγγραφο της 22ας Δεκεμβρίου 2017, ζητώντας του, κατ’ ουσίαν, να λάβει μέτρα για την προάσπιση των αλιευτικών δικαιωμάτων και των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αλιευτική ζώνη του Σβάλμπαρντ (Νορβηγία) και, αφετέρου, να υποχρεωθεί η Επιτροπή να λάβει επί του ζητήματος αυτού μια θέση η οποία δεν θα έχει δυσμενείς έννομες συνέπειες για τη Δημοκρατία της Λεττονίας.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη.

2)

Παρέλκει η εξέταση της αιτήσεως παρεμβάσεως του Βασιλείου της Ισπανίας.

3)

Η Δημοκρατία της Λεττονίας φέρει πέραν των δικών της δικαστικών εξόδων και εκείνα στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εξαιρουμένων των σχετικών με την αίτηση παρεμβάσεως.

4)

Το Βασίλειο της Ισπανίας, η Δημοκρατία της Λεττονίας και η Επιτροπή φέρουν τα αντίστοιχα δικαστικά έξοδά τους σχετικά με την αίτηση παρεμβάσεως.


(1)  EE C 240 της 9.7.2018.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/32


Διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της 29ης Ιανουαρίου 2020 — Shindler κ.λπ. κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-541/19) (1)

(Προσφυγή κατά παραλείψεως - Θεσμικό δίκαιο - Αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου που κατοικούν σε άλλο κράτος μέλος της Ένωσης - Ευρωπαϊκές εκλογές του 2019 - Αίτημα περί αναβολής των ευρωπαϊκών εκλογών του 2019 - Έλλειψη ενεργητικής νομιμοποίησης - Απαράδεκτο)

(2020/C 95/41)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγοντες: Harry Shindler (Porto d’Ascoli, Ιταλία) και οι πέντε λοιποί προσφεύγοντες των οποίων τα ονόματα παρατίθενται στο παράρτημα της διατάξεως (εκπρόσωπος: J. Fouchet, δικηγόρος)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εκπρόσωποι: M. Bauer και R. Meyer)

Αντικείμενο

Προσφυγή δυνάμει του άρθρου 265 ΣΛΕΕ με την οποία ζητείται να αναγνωρισθεί ότι το Συμβούλιο παρανόμως παρέλειψε να λάβει απόφαση περί αναβολής των ευρωπαϊκών εκλογών του 2019, ώστε να καταστεί δυνατή η συμμετοχή των προσφευγόντων σε αυτές.

Διατακτικό

Το Γενικό Δικαστήριο διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

2)

Καταδικάζει τον Harry Shindler και τους πέντε λοιπούς προσφεύγοντες των οποίων τα ονόματα παρατίθενται στο παράρτημα της διατάξεως στα δικαστικά έξοδα.


(1)  EE C 337 της 7.10.2019.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/33


Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της 31ης Ιανουαρίου 2020 — Shindler κ.λπ. κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-627/19 R)

(Ασφαλιστικά μέτρα - Χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης - Αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση - Πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου που κατοικούν σε άλλο κράτος μέλος της Ένωσης - Απώλεια της ευρωπαϊκής ιθαγένειας - Προσφυγή κατά παραλείψεως - Απαράδεκτο της αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων)

(2020/C 95/42)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Αιτούντες: Harry Shindler (Porto d’Ascoli, Ιταλία) και οι πέντε λοιποί προσφεύγοντες των οποίων τα ονόματα παρατίθενται στο παράρτημα της διατάξεως (εκπρόσωπος: J. Fouchet, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: F. Erlbacher, C. Giolito και E. Montaguti)

Αντικείμενο

Αίτηση δυνάμει των άρθρων 279 ΣΛΕΕ και 156 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου με την οποία ζητείται, αφενός, να ανασταλούν τα αποτελέσματα της από 13 Σεπτεμβρίου 2019 ρητής άρνησης της Επιτροπής να αναγνωρίσει την παράλειψή της και, αφετέρου, να διαταχθεί η Επιτροπή να λάβει ορισμένα προσωρινά μέτρα προκειμένου να διατηρηθεί η ευρωπαϊκή ιθαγένεια των αιτούντων μετά την ημερομηνία αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και να λάβει προσωρινή απόφαση σχετικά με εναλλακτικό προς την εν λόγω ιθαγένεια καθεστώς το οποίο θα αποτελείται από διάφορα μέτρα σχετικά με την είσοδό τους, τη διαμονή τους, τα κοινωνικά τους δικαιώματα και την επαγγελματική τους δραστηριότητα, τα οποία θα έχουν εφαρμογή σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Διατακτικό

Ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.

2)

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/33


Διάταξη του Προέδρου του Γενικού Δικαστηρίου της 29ης Ιανουαρίου 2020 — Silgan International και Silgan Closures κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-808/19 R)

(Ασφαλιστικά μέτρα - Ανταγωνισμός - Αίτηση παροχής πληροφοριών - Άρθρο 18, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 - Αίτηση αναστολής εκτελέσεως - Έλλειψη επείγοντος)

(2020/C 95/43)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αιτουσες: Silgan International Holdings BV (Άμστερνταμ, Κάτω Χώρες), Silgan Closures GmbH (Μόναχο, Γερμανία) (εκπρόσωποι: D. Seeliger, H. Wollmann, R. Grafunder, B. Meyring και E. Venot, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: B. Ernst, L. Wildpanner, A. Keidel και G. Meessen)

Αντικείμενο

Αίτημα δυνάμει των άρθρων 278 και 279 ΣΛΕΕ για την αναστολή εκτελέσεως της αποφάσεως C(2019) 8501 τελικό της Επιτροπής, της 20ής Νοεμβρίου 2019, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 18, παράγραφος 3, και του άρθρου 24, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 του Συμβουλίου (υπόθεση AT.40522 — Μεταλλικές συσκευασίες)

Διατακτικό

Ο Πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου διατάσσει:

1)

Απορρίπτει την αίτηση ασφαλιστικών μέτρων.

2)

Επιφυλάσσεται ως προς τα δικαστικά έξοδα.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/34


Προσφυγή της 8ης Ιανουαρίου 2020 — Valiante κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-13/20)

(2020/C 95/44)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Diego Valiante (Antwerp-Berchem, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: R. Wardyn, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 14ης Μαρτίου 2019 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του προσφεύγοντος να επιτραπεί σ’ αυτόν να συμμετάσχει στον εσωτερικό διαγωνισμό COM/1/AD10/18 (AD10)·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει τρεις λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 27 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων που συνίσταται στην εκ μέρους της αποφάσεως άρνηση να επιτραπεί στον προσφεύγοντα να συμμετάσχει στον εσωτερικό διαγωνισμό λόγω του ότι αυτός δεν είχε τον ελάχιστο βαθμό.

Ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι ο ελάχιστος βαθμός δεν αποτελεί τον πραγματικό δείκτη των ικανοτήτων. Εξ αυτού προκύπτει ότι η απαίτηση κατοχής ελάχιστου βαθμού παρεμποδίζει την πρόσληψη έμπειρων και εχόντων τα κατάλληλα προσόντα υποψηφίων.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως και παράβαση του άρθρου 27 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων λόγω της απαιτήσεως κατοχής ελάχιστου βαθμού που δεν επηρεάζει καθ’ όμοιο τρόπο τους έκτακτους υπαλλήλους και τους μόνιμους υπαλλήλους.

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 27 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων λόγω της απαιτήσεως να υποβάλλεται υποψηφιότητα σε έναν μόνον τομέα, πράγμα το οποίο παρεμποδίζει την πρόσληψη βάσει του υψηλότερου επιπέδου ικανοτήτων, αποδοτικότητας και ακεραιότητας στην ευρύτερη δυνατή βάση.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/35


Προσφυγή της 8ης Ιανουαρίου 2020 — Tratkowski κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-14/20)

(2020/C 95/45)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγων: Michal Tratkowski (Βρυξέλλες, Βέλγιο) (εκπρόσωπος: R. Wardyn, δικηγόρος)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Ο προσφεύγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής της 14ης Μαρτίου 2019 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του προσφεύγοντος να επιτραπεί σ’ αυτόν να συμμετάσχει στον εσωτερικό διαγωνισμό COM/2/AD12/18·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής του, ο προσφεύγων προβάλλει τρεις λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 27 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων που συνίσταται στην εκ μέρους της αποφάσεως άρνηση να επιτραπεί στον προσφεύγοντα να συμμετάσχει στον εσωτερικό διαγωνισμό λόγω του ότι αυτός δεν είχε τον ελάχιστο βαθμό. O προσφεύγων υποστηρίζει ότι ο ελάχιστος βαθμός δεν αποτελεί τον πραγματικό δείκτη των ικανοτήτων. Εξ αυτού προκύπτει ότι η απαίτηση κατοχής ελάχιστου βαθμού παρεμποδίζει την πρόσληψη έμπειρων και εχόντων τα κατάλληλα προσόντα υποψηφίων.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως και παράβαση του άρθρου 27 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων λόγω της απαιτήσεως κατοχής ελάχιστου βαθμού που δεν επηρεάζει καθ’ όμοιο τρόπο τους έκτακτους υπαλλήλους και τους μόνιμους υπαλλήλους.

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 27 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων λόγω της απαιτήσεως να υποβάλλεται υποψηφιότητα σε έναν μόνον τομέα, πράγμα το οποίο παρεμποδίζει την πρόσληψη βάσει του υψηλότερου επιπέδου ικανοτήτων, αποδοτικότητας και ακεραιότητας στην ευρύτερη δυνατή βάση.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/35


Προσφυγή-αγωγή της 14ης Ιανουαρίου 2020 — Intertranslations (Ιντερτρανσλέισιονς) Μεταφράσεις κατά Κοινοβουλίου

(Υπόθεση T-20/20)

(2020/C 95/46)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: Intertranslations (Ιντερτρανσλέισιονς) Μεταφράσεις AE (Καλλιθέα Αττικής, Ελλάδα) (εκπρόσωπος: Ν. Κορογιαννάκης, δικηγόρος)

Καθού-εναγόμενο: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα-ενάγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Δεκεμβρίου 2019 με την οποία την κατέταξε στη δεύτερη θέση στην πρόσκληση υποβολής προσφορών TRA/EU19/2019: Μεταφραστικές υπηρεσίες παρτίδα 5 (μετάφραση προς αγγλικά)·

να υποχρεώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να καταβάλει στην προσφεύγουσα-ενάγουσα αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη λόγω της μη ανάθεσης της σύμβασης·

επικουρικώς, να υποχρεώσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να καταβάλει στην προσφεύγουσα-ενάγουσα αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη λόγω απώλειας ευκαιριών·

να καταδικάσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας-ενάγουσας, ακόμη και αν απορριφθεί η παρούσα προσφυγή-αγωγή.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής της, η προσφεύγουσα-ενάγουσα προβάλλει πέντε λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται ανεπαρκής αιτιολογία — παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης, παράβαση του άρθρου 296 ΣΛΕΕ, του παραρτήματος I, Κεφάλαιο 1, Κοινές διατάξεις, Τμήμα 1, σημείο 31, του δημοσιονομικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/1046 (1) και του άρθρου 89 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/715 (2) — Παράβαση ουσιώδους τύπου και προσβολή του δικαιώματος πραγματικής προσφυγής.

Η προσφεύγουσα-ενάγουσα υποστηρίζει ότι η κοινοποιηθείσα αιτιολόγηση είναι ανεπαρκής in concreto, καθόσον δεν διευκρινίζει για κάθε υποκριτήριο, τις ελλείψεις που αντιστοιχούν σε μόρια που αφαιρούνται για κάθε φερόμενο μεμονωμένο μεταφραστικό σφάλμα. Ως εκ τούτου, η προσφεύγουσα-ενάγουσα δεν μπορεί να κατανοήσει τι αφορά το έκαστο σφάλμα, ούτε είναι σε θέση να αναλύσει ή να αντικρούσει τα σφάλματα αυτά.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως.

Η αξιολόγηση ενέχει πλείονα πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως σε σχέση με τα υποκριτήρια «Ύφος — σαφήνεια», «Ευχέρεια στη χρήση της γλώσσας — στίξη» καθώς και «έκφραση και ακρίβεια» και «παρανόηση».

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται ότι εφαρμόστηκαν ασαφή κριτήρια αξιολόγησης — Χρήση του ίδιου κριτηρίου εις διπλούν — Μοριοδότηση για τα ίδια χαρακτηριστικά των προσφορών με δύο διαφορετικά κριτήρια αξιολόγησης.

Ένας από τους τύπους σφαλμάτων είναι ασαφής, καθότι δεν περιλαμβάνεται ειδική ανάλυση στο γλωσσάριο της συγγραφής υποχρεώσεων και δεν αποτελεί τεχνικό όρο στο επάγγελμα του μεταφραστή. Η συγγραφή υποχρεώσεων προβλέπει την εξέταση των ίδιων ζητημάτων με βάση δύο διαφορετικά κριτήρια, με αποτέλεσμα να καθίσταται ελαττωματική η αξιολόγηση.

4.

Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 21.2 του παραρτήματος I του Δημοσιονομικού Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1046 — Ανεπαρκής στάθμιση κριτηρίων ανάθεσης.

Καθόσον η προσφορά τιμής αναλογεί μόνο στο 33 %, ενώ η ποιότητα στο 66 % των κριτηρίων, δίδεται πολύ μικρή σημασία στην τιμή, με αποτέλεσμα να μην λαμβάνεται υπόψη ο αντίκτυπος του κόστους στη διαδικασία ανάθεσης, να ενθαρρύνεται η υποβολή παράλογα υψηλών τιμών και τούτο να έχει ως αποτέλεσμα ανορθολογική οικονομική διαχείριση.

5.

Με τον πέμπτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της συγγραφής υποχρεώσεων και του άρθρου 175 του Δημοσιονομικού Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1046, σχετικά με την περίοδο αναμονής.

Παρά την ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με την αναστολή της υπογραφής της επίμαχης σύμβασης, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημοσιεύτηκε ανακοίνωση ότι η σύμβαση υπεγράφη στις 4 Δεκεμβρίου 2019 και δεν δημοσιεύτηκε διόρθωση, με αποτέλεσμα να παραβιάζεται η συγγραφή υποχρεώσεων και το άρθρο 175 του Δημοσιονομικού Κανονισμού (ΕΕ) 2018/1046, σχετικά με την περίοδο αναμονής.


(1)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) 1296/2013, (ΕΕ) 1301/2013, (ΕΕ) 1303/2013, (ΕΕ) 1304/2013, (ΕΕ) 1309/2013, (ΕΕ) 1316/2013, (ΕΕ) 223/2014, (ΕΕ) 283/2014 και της απόφασης 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 966/2012 (ΕΕ 2018, L 193, σ. 1).

(2)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/715 της Επιτροπής, της 18ης Δεκεμβρίου 2018, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού-πλαισίου για τους οργανισμούς που δημιουργούνται δυνάμει της ΣΛΕΕ και της Συνθήκης Ευρατόμ και αναφέρονται στο άρθρο 70 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ 2019, L 122, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/37


Προσφυγή-αγωγή της 16ης Ιανουαρίου 2020 — ID κατά ΕΥΕΔ

(Υπόθεση T-28/20)

(2020/C 95/47)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα-ενάγουσα: ID (εκπρόσωπος: C. Bernard-Glanz, δικηγόρος)

Καθής-εναγομένη: Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα-ενάγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να κρίνει την προσφυγή-αγωγή της παραδεκτή·

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση και, στον βαθμό που απαιτείται, την απόφαση με την οποία απερρίφθη η ένστασή της·

να υποχρεώσει την καθής-εναγομένη να καταβάλει το ποσό των 449 397,05 ευρώ ως αποζημίωση για την υλική ζημία που υπέστη η προσφεύγουσα-ενάγουσα, εντόκως με το νόμιμο επιτόκιο έως την ολοσχερή εξόφληση·

να υποχρεώσει την καθής-εναγομένη να καταβάλει το ποσό των 20 000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη η προσφεύγουσα-ενάγουσα, εντόκως με το νόμιμο επιτόκιο έως την ολοσχερή εξόφληση· και,

να καταδικάσει την καθής-εναγομένη στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής της, η προσφεύγουσα-ενάγουσα προβάλλει τρεις λόγους ακυρώσεως.

1.

Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται παράβαση του άρθρου 84 του Καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

σε σχέση με τα στοιχεία στα οποία πρέπει να βασίζεται η διαπίστωση ανεπάρκειας προκειμένου να δικαιολογηθεί η απόλυση πριν από το πέρας της δοκιμαστικής περιόδου·

σε σχέση με τον βαθμό ανεπάρκειας ο οποίος πρέπει να συντρέχει προκειμένου να δικαιολογηθεί η απόλυση πριν από το πέρας της δοκιμαστικής περιόδου.

2.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως:

λόγω της έλλειψης αιτιολογήσεως και προδήλου σφάλματος εκτιμήσεως·

ως προς την εκτίμηση ότι τα πραγματικά περιστατικά μπορούν να στηρίξουν τη διαπίστωση περί προφανούς ανεπάρκειας.

3.

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται κατάχρηση εξουσίας.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/38


Προσφυγή της 22ας Ιανουαρίου 2020 — Ηνωμένο Βασίλειο κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-37/20)

(2020/C 95/48)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγον: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας (εκπρόσωποι: Z. Lavery και T. Buley, Barrister)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Το προσφεύγον ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2019/1835 (1) της Επιτροπής, καθόσον αποκλείει από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένες δαπάνες στις οποίες προέβησαν διαπιστευμένοι οργανισμοί πληρωμών του Ηνωμένου Βασιλείου στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) λόγω αδυναμίας στον ορισμό του ενεργού γεωργού — συσχετιζόμενες εταιρείες· και

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα του Ηνωμένου Βασιλείου.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής του, το προσφεύγον προβάλλει έναν μοναδικό λόγο, περί εσφαλμένης ερμηνείας του άρθρου 9, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 1307/2013 (2).

Το Ηνωμένο Βασίλειο προβάλλει επτά επιχειρήματα προς στήριξη του λόγου αυτού:

Πρώτον, η Επιτροπή ερμήνευσε εσφαλμένως το γράμμα του άρθρου 9, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο. Δεν αποκλείει την καταβολή ενισχύσεων προς αιτούντα που υπάγεται σε ευρύτερη ομάδα εταιριών, της οποίας μέλος ασκεί δραστηριότητες οι οποίες οδηγούν σε αποκλεισμό βάσει του κανονισμού.

Δεύτερον, το προσφεύγον προβάλλει ότι από το γράμμα της διάταξης αυτής δεν προκύπτει το περιεχόμενο που της αποδίδει η Επιτροπή. Με βάση τη σύνταξη, είναι σαφές ότι απαγορεύεται στην ίδια την ομάδα να ασκεί την επίμαχη δραστηριότητα. Δεν πληρούται η προϋπόθεση αυτή όταν ο αιτών την άμεση ενίσχυση είναι εταιρία η οποία (αυτή καθαυτή) πληροί τον ορισμό του γεωργού που διαλαμβάνεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α', αλλά δεν ασκεί (αυτή καθαυτή) συναφή δραστηριότητα.

Τρίτον, η ερμηνεία του Ηνωμένου Βασιλείου ενισχύεται από το γεγονός ότι η διατύπωση του άρθρου 9, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, αντικατοπτρίζει εκείνη του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο α', όπου προσδιορίζεται η έννοια του «γεωργού». Ως «γεωργός» νοείται είτε α) πρόσωπο (φυσικό ή νομικό) που ασκεί γεωργική δραστηριότητα είτε β) ομάδα τέτοιων προσώπων. Στη δεύτερη περίπτωση, ο «γεωργός», στον ενικό αριθμό κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο α', περιλαμβάνεται σε σύνολο φυσικών ή νομικών προσώπων. Η φράση δεν πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι εισάγει στο άρθρο 4, παράγραφος 1, στοιχείο α', ένα στοιχείο «συνδεδεμένων οντοτήτων» και, ως εκ τούτου, δεν πρέπει να δοθεί τέτοιο νόημα στο άρθρο 9, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο.

Τέταρτον, η φράση «ομάδες φυσικών ή νομικών προσώπων» εμφανίζεται και αλλού στον κανονισμού, πλην όμως η Επιτροπή δεν φαίνεται να την ερμηνεύει με συνέπεια και συμφώνως προς την ερμηνεία της του άρθρου 9, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο. Το Ηνωμένο Βασίλειο υποστηρίζει ότι η επίμαχη φράση πρέπει απλώς να ερμηνευθεί ομοιόμορφα σε όλον τον κανονισμό 1307/13.

Πέμπτον, το Ηνωμένο Βασίλειο υποστηρίζει επίσης ότι υπάρχει περαιτέρω πρόβλημα γλωσσικής φύσης στην ερμηνεία της Επιτροπής. Η αναφορά σε «φυσικό» πρόσωπο στην επίμαχη φράση είναι περιττή. Θα αρκούσε αναφορά σε «ομάδες νομικών προσώπων». Φυσικό πρόσωπο δεν μπορεί να ανήκει σε άλλον φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ούτε μπορεί να συνδέεται με άλλο τέτοιο πρόσωπο με τον τρόπο που μια εταιρία μπορεί να συνδέεται με άλλη εταιρία.

Έκτον, ευρύτερες τελολογικές εκτιμήσεις ενισχύουν τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και αποδυναμώνουν τη θέση της Επιτροπής. Στην αιτιολογική σκέψη 10 διαλαμβάνεται ότι δεν πρέπει να χορηγούνται «άμεσες ενισχύσεις σε ορισμένα φυσικά και νομικά πρόσωπα, εκτός εάν αυτά μπορούν να αποδείξουν ότι η γεωργική τους δραστηριότητα δεν είναι οριακή». Η προσέγγιση αυτή συνάδει πλήρως με την εκ μέρους του Ηνωμένου Βασιλείου ερμηνεία του άρθρου 9, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, και αντιτίθεται στην ερμηνεία της Επιτροπής.

Τέλος, το άρθρο 9, παράγραφος 2, τρίτο εδάφιο, επιτρέπει εξαίρεση από την απαγόρευση του άρθρου 9, παράγραφος 2, πρώτο εδάφιο, εφόσον ο αιτών (είτε ένα πρόσωπο είτε ομάδα προσώπων) εμπίπτει στις κατηγορίες υπό στοιχεία α' έως γ' του ίδιου εδαφίου. Προβλέπει ότι οι αιτούντες ενίσχυση μπορούν να αποδείξουν ότι οι γεωργικές τους δραστηριότητες «δεν είναι ασήμαντες» κατά το στοιχείο β'. Ως εκ τούτου, είναι σαφές ότι δεν υπάρχει πρόθεση από πλευράς του νομοθέτη να αποκλείσει από τις ενισχύσεις πρόσωπα που ασκούν δραστηριότητες οι οποίες από μόνες τους οδηγούν σε αποκλεισμό βάσει του κανονισμού.


(1)  Εκτελεστική απόφαση (EE) 2019/1835 της Επιτροπής, της 30ής Οκτωβρίου 2019, για τον αποκλεισμό από τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ορισμένων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων (ΕΓΤΕ) και του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (ΕΕ 2019, L 279, σ. 98).

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) 1307/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, περί θεσπίσεως κανόνων για άμεσες ενισχύσεις στους γεωργούς βάσει καθεστώτων στήριξης στο πλαίσιο της Κοινής γεωργικής πολιτικής και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 637/2008 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 73/2009 του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 347, σ. 608).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/39


Προσφυγή-αγωγή της 30ής Ιανουαρίου 2020 — CX κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-52/20)

(2020/C 95/49)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγων-ενάγων: CX (εκπρόσωπος: É. Boigelot, δικηγόρος)

Καθής-εναγομένη: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Ο προσφεύγων-ενάγων ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να κρίνει την παρούσα προσφυγή-αγωγή παραδεκτή και βάσιμη·

κατά συνέπεια,

να ακυρώσει την απόφαση της 21ης Μαρτίου 2019, με τα στοιχεία Ares(2019)1889562, να επανεντάξει στην υπηρεσία τον προσφεύγοντα-ενάγοντα με τον βαθμό AD 8/5·

να ακυρώσει την απόφαση της 21ης Οκτωβρίου 2019, με τα στοιχεία Ares(2019)6485832, που κοινοποιήθηκε αυθημερόν, με την οποία η ΑΔΑ απέρριψε την υποβληθείσα στις 21 Ιουνίου 2019 κατά της προσβαλλομένης αποφάσεως ένσταση του προσφεύγοντος με τα στοιχεία R/348/19·

να αναγνωρίσει τη ζημία που προκλήθηκε από την απώλεια της προοπτικής προαγωγής και από τη στέρηση του δικαιώματος παραμονής στην υπηρεσία· για τον λόγο αυτό, να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει προσωρινά αποζημίωση ύψους 300 000 (τριακοσίων χιλιάδων) ευρώ, υπό την επιφύλαξη αυξήσεως ή μειώσεως κατά τη διάρκεια της διαδικασίας·

να καταδικάσει την καθής-εναγομένη στο σύνολο των δικαστικών εξόδων σύμφωνα με τον Κανονισμό Διαδικασίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής-αγωγής του, ο προσφεύγων-ενάγων προβάλλει τέσσερις λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται παράβαση της υποχρεώσεως εκτελέσεως των αποφάσεων του Γενικού Δικαστηρίου κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 266 ΣΛΕΕ, καθώς και παραβίαση των αρχών της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, των δικαιολογημένων προσδοκιών και της καλής πίστεως. Ο προσφεύγων υπογραμμίζει ότι η Επιτροπή, όπως η ίδια ομολογεί, δεν προέβη σε ανασύσταση της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας, όπως ήταν υποχρεωμένη προς εκτέλεση της αποφάσεως της 13ης Δεκεμβρίου 2018, CX κατά Επιτροπής (T-743/16 RENV, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2018:937). Προσθέτει ότι η Επιτροπή δεν προέβη σε επανεξέταση της καταστάσεώς του, ούτε σε συγκριτική εξέταση με τα προσόντα των λοιπών προακτέων υπαλλήλων. Ο προσφεύγων υποστηρίζει, τέλος, ότι η προαναφερθείσα απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, που ακύρωσε την απόφαση περί παύσεώς του, συνιστούσε μια διασφάλιση υπέρ του ιδίου η οποία μπορούσε να του δημιουργήσει βάσιμες προσδοκίες όσον αφορά την αποκατάσταση της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας από την ΑΔΑ ενεργούσα με καλή πίστη, προσήλωση στη νομιμότητα και ειλικρίνεια και με τήρηση των προβλεπομένων διατάξεων και των ισχυουσών αρχών.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση της υποχρεώσεως αιτιολογήσεως και έλλειψη αιτιολογίας. Ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι το προσβαλλόμενο σημείωμα δεν περιλαμβάνει καμία αιτιολογία όσον αφορά την απόφαση κατατάξεώς του στον βαθμό AD 8, κλιμάκιο 5. Πρόκειται, κατ’ αυτόν, για μια «βλαπτική πράξη» και όχι για μια «αμιγώς επιβεβαιωτική πράξη», διότι το σημείωμα αυτό σαφώς εφαρμόζει και ανακοινώνει μια απόφαση της Επιτροπής που τον βλάπτει, έστω και αν αυτή ήταν σιωπηρή και δεν είχε γνωστοποιηθεί προηγουμένως στον προσφεύγοντα.

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται ουσιώδες σφάλμα, πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, παράβαση των γενικών εκτελεστικών διατάξεων του άρθρου 45 του Κανονισμού Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: ΚΥΚ) και διαδικαστικές πλημμέλειες. Ο προσφεύγων φρονεί ότι σε κανένα σημείο του ΚΥΚ δεν προβλέπεται ότι μια πειθαρχική απόφαση υποβιβασμού υπερέχει αυτεπαγγέλτως μιας μεταγενέστερης αποφάσεως περί προαγωγής όταν ο αποδέκτης των δύο αποφάσεων είναι ο ίδιος υπάλληλος και ότι η προαγωγή είναι εκ φύσεως νομική πράξη η οποία δεν επιδέχεται ούτε προϋποθέσεις, ανασταλτικές ή διαλυτικές, ούτε χρονικούς περιορισμούς. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή όφειλε να θεωρήσει κατά τον χρόνο αποκαταστάσεως της επαγγελματικής σταδιοδρομίας του προσφεύγοντος ότι θα καταταγόταν στον βαθμό AD 10 από 1ης Ιανουαρίου 2010. Επιπλέον, ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι κατόπιν της ακυρώσεως από το Γενικό Δικαστήριο της αποφάσεως περί της παύσεώς του και προκειμένου περί της επανεντάξεώς του στην υπηρεσία και της αποκαταστάσεως της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας, η Επιτροπή είχε επίσης την υποχρέωση να επαναλάβει τη διαδικασία προαγωγής στο στάδιο στο οποίο αυτή είχε ανασταλεί κατ’ εφαρμογήν των γενικών εκτελεστικών διατάξεων του άρθρου 45 του ΚΥΚ. Τέλος, κατά τον προσφεύγοντα, προκειμένου περί της σύννομης, με σοβαρότητα και με καλή πίστη αποκαταστάσεως της επαγγελματικής του σταδιοδρομίας, η Επιτροπή ήταν υποχρεωμένη βάσει της αρχής της χρηστής διοικήσεως να εξετάσει το σύνολο των στοιχείων βάσει των οποίων θα μπορούσε να καταλήξει σε μια αιτιολογημένη απόφαση όσον αφορά τον βαθμό στον οποίο ο ίδιος θα έπρεπε να επανενταχθεί στην υπηρεσία. Εντούτοις, όχι μόνον δεν το έπραξε, αλλά δεν άκουσε καν την άποψη του προσφεύγοντος πριν λάβει την απόφασή της.

4.

Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται παραβίαση των αρχών της ισότητας των ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης μεταξύ των υπαλλήλων, καθώς και της αρχής της ομαλής εξέλιξης της επαγγελματικής σταδιοδρομίας. Ο προσφεύγων υποστηρίζει ότι παραβιάστηκε η αρχή της ομαλής εξέλιξης της επαγγελματικής σταδιοδρομίας, που αποτελεί ειδική μορφή της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως η οποία έχει εφαρμογή στους υπαλλήλους, καθόσον η διοίκηση αγνόησε κατά τη διάρκεια της περιόδου από 1ης Ιανουαρίου 2010 έως την 1η Μαΐου 2019 τόσο την αρχή αυτή όσο και το άρθρο 5, παράγραφος 5, του ΚΥΚ σε συνδυασμό με τις διατάξεις του παραρτήματος I, σημείο B, του ΚΥΚ και των διατάξεων του ΚΥΚ στον τομέα των προαγωγών των υπαλλήλων, οι οποίες προβλέπουν ότι ο προσφεύγων θα μπορούσε να έχει προαχθεί στον βαθμό AD 11 την 1η Ιανουαρίου 2014, στη συνέχεια στον βαθμό AD 12 την 1η Ιανουαρίου 2018. Οι ίδιες παρατηρήσεις δικαιολογούν, περαιτέρω, το συμπέρασμα ότι υπήρξε παραβίαση των αρχών της ισότητας των ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης μεταξύ των υπαλλήλων, διότι ο προσφεύγων δεν έτυχε της ίδιας μεταχειρίσεως όπως και οι άλλοι υπάλληλοι.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/41


Προσφυγή της 3ης Φεβρουαρίου 2020 — NetCologne κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-58/20)

(2020/C 95/50)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: NetCologne Gesellschaft für Telekommunikation mbH (Κολωνία, Γερμανία) (εκπρόσωποι: M. Geppert, P. Schmitz και J. Schulze zur Wiesche, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση C(2019) 5187 τελικό, της 18ης Ιουλίου 2019, με την οποία η Επιτροπή κήρυξε τη συγκέντρωση στο πλαίσιο της υποθέσεως M.8864 — Vodafone/Certain Liberty Global Assets συμβατή με την κοινή αγορά και τη συμφωνία ΕΟΧ·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της η προσφεύγουσα προβάλλει τους ακόλουθους λόγους ακυρώσεως.

1.

Πρώτος λόγος ακυρώσεως: Η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως και παρέβη την υποχρέωση αιτιολογήσεως και το καθήκον επιμέλειας που υπέχει, καθόσον αρνήθηκε ότι ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός στην «αγορά για τη λιανική παροχή υπηρεσιών μετάδοσης τηλεοπτικού σήματος σε πελάτες συγκροτημάτων κατοικιών» παρακωλύθηκε σημαντικά, λαμβανομένων υπόψη:

της παραδοχής ότι οι μετέχοντες στη συγκέντρωση δεν βρίσκονται σε σχέση άμεσου ανταγωνισμού μεταξύ τους,

της παραδοχής ότι οι μετέχοντες στη συγκέντρωση δεν βρίσκονται σε σχέση δυνητικού ανταγωνισμού μεταξύ τους, και

των αρνητικών επιπτώσεων τις οποίες θα έχει η συγκέντρωση στους ανταγωνιστές.

2.

Δεύτερος λόγος ακυρώσεως: Η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως και παρέβη την υποχρέωση αιτιολογήσεως και το καθήκον επιμέλειας που υπέχει, καθόσον αρνήθηκε ότι ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός στην «αγορά για τη λιανική παροχή υπηρεσιών μετάδοσης τηλεοπτικού σήματος σε πελάτες μεμονωμένων κατοικιών» παρακωλύθηκε σημαντικά, λαμβανομένης υπόψη της παραδοχής ότι οι μετέχοντες στη συγκέντρωση δεν βρίσκονται σε σχέση δυνητικού ή άμεσου ανταγωνισμού μεταξύ τους.

3.

Τρίτος λόγος ακυρώσεως: Η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως και παρέβη τα άρθρα 2 και 8 του κανονισμού (ΕΚ) 139/2004 του Συμβουλίου (1) κατά τον ορισμό της αγοράς και την εκτίμηση των επιπτώσεων στον ανταγωνισμό σε σχέση με την προσφορά πακέτων πολλαπλών υπηρεσιών, ιδίως πακέτων υπηρεσιών σταθερών τηλεπικοινωνιών συνδυασμένων με υπηρεσίες κινητών τηλεπικοινωνιών (πακέτα FMC).

4.

Τέταρτος λόγος ακυρώσεως: Η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως, παρέβη τα άρθρα 2 και 8 του κανονισμού 139/2004 καθώς και την υποχρέωση αιτιολογήσεως και το καθήκον επιμέλειας που υπέχει, καθόσον εκτίμησε και έκανε δεκτή τη δέσμευση σε σχέση με τη χονδρική καλωδιακή ευρυζωνική πρόσβαση.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (ΕΕ 2004, L 24, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/42


Προσφυγή της 3ης Φεβρουαρίου 2020 — Deutsche Telekom κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-64/20)

(2020/C 95/51)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Deutsche Telekom AG (Βόννη, Γερμανία) (εκπρόσωποι: C. von Köckritz, U. Soltész και M. Wirtz, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση C (2019) 5187 τελικό της Επιτροπής, της 18ης Ιουλίου 2019, στην υπόθεση M.8864 — Vodafone/Certain Liberty Global Assets·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει πέντε λόγους ακυρώσεως.

1.

Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή παρέβη το άρθρο 2, παράγραφοι 2 και 3, του κοινοτικού κανονισμού συγκεντρώσεων (1), καθόσον ενέκρινε πράξη η οποία οδήγησε σε δεσπόζουσα θέση της συγχωνευθείσας οντότητας και σε σημαντική παρακώλυση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού στη γερμανική αγορά για τη λιανική παροχή υπηρεσιών μετάδοσης τηλεοπτικού σήματος σε πελάτες συγκροτημάτων κατοικιών. Η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως, καθόσον κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα μέρη δεν ήταν ούτε πραγματικοί (άμεσοι/έμμεσοι) ούτε δυνητικοί ανταγωνιστές πριν από την πράξη και ότι η πράξη δεν θα οδηγούσε σε σημαντική επιδείνωση των ανταγωνιστικών συνθηκών. Η Επιτροπή δεν έλαβε, ιδίως, υπόψη τις αρνητικές επιπτώσεις που θα επέρχονταν στην αγορά για την παροχή υπηρεσιών σε πελάτες συγκροτημάτων κατοικιών λόγω της δεσπόζουσας θέσης της συγχωνευθείσας οντότητας στις αγορές για τη λιανική παροχή και απόκτηση τηλεοπτικών καναλιών και για τη λιανική παροχή υπηρεσιών μετάδοσης τηλεοπτικού σήματος.

2.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε, επίσης, σε πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως, καθόσον διαπίστωσε ότι δεν υφίσταται σημαντική παρακώλυση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην αγορά για την παροχή υπηρεσιών σε πελάτες μεμονωμένων κατοικιών για τον λόγο, ιδίως, ότι η Επιτροπή στήριξε τη διαπίστωση αυτή σε υποτιθέμενη απουσία ανταγωνιστικής σχέσης μεταξύ των μερών πριν από την πράξη. Η πράξη οδηγεί σε δεσπόζουσα θέση λόγω της οποίας επέρχεται σημαντική παρακώλυση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην αγορά για την παροχή υπηρεσιών καλωδιακής τηλεόρασης ή τηλεόρασης μέσω πρωτοκόλλου δικτύου σε πελάτες μεμονωμένων κατοικιών.

3.

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλα νομικά σφάλματα και πρόδηλα σφάλματα εκτιμήσεως σε σχέση με τη διαπίστωση που αφορά την ικανότητα και τα κίνητρα της συγχωνευθείσας οντότητας να βλάψει την Tele Columbus και άλλους παρόχους λιανικών υπηρεσιών τηλεοπτικού σήματος που εξαρτώνται από την ενδιάμεση παράδοση τηλεοπτικού σήματος από την συγχωνευθείσα οντότητα.

4.

Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι ο τρόπος με τον οποίο η Επιτροπή εκτίμησε τις αρνητικές επιπτώσεις της πράξης στις αγορές λιανικής παροχής υπηρεσιών μετάδοσης τηλεοπτικού σήματος είναι ελλιπής και προδήλως εσφαλμένος. Η Επιτροπή έκρινε, ιδίως, εσφαλμένα ότι η συγχωνευθείσα οντότητα δεν είχε κίνητρο να αποκλείσει την πρόσβαση των ανταγωνιστών της στο τηλεοπτικό περιεχόμενο και ότι ένας τέτοιος αποκλεισμός δεν θα είχε σημαντικές αρννητικές επιπτώσεις στις αγορές επόμενου σταδίου για τη λιανική παροχή υπηρεσιών μετάδοσης τηλεοπτικού σήματος σε συγκροτήματα κατοικιών και σε μεμονωμένες κατοικίες. Η Επιτροπή παρέλειψε, επίσης, να εκτιμήσει την ικανότητα και το κίνητρο που είχε η συγχωνευθείσα οντότητα να βλάψει τους ανταγωνιστές επόμενου σταδίου μέσω όχι ενός πλήρους αποκλεισμού, αλλά μιας εις βάρος των πελατών επιδείνωσης των όρων πρόσβασης στο τηλεοπτικό περιεχόμενο στο οποίο περιλαμβάνονται οι ψηφιακές λειτουργικές δυνατότητες, όπως αυτές της αυτόματης επανεκκίνησης, παύσης κλπ. («εν μέρει αποκλεισμός»).

5.

Με τον πέμπτο λόγο ακυρώσεως προβάλλεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως, καθόσον εκτίμησε ότι η πράξη, όπως τροποποιήθηκε με βάση τις δεσμεύσεις της Vodafone, δεν οδηγεί σε σημαντική παρακώλυση του ανταγωνισμού στην αγορά λιανικής παροχής υπηρεσιών μετάδοσης τηλεοπτικού σήματος. Δεδομένου ότι οι δεσμεύσεις δεν πληρούν τις προδιαγραφές που περιγράφονται στην ανακοίνωση διαρθρωτικών μέτρων της Επιτροπής και δεν επαρκούσαν ώστε να αποκαταστήσουν τη σημαντική παρακώλυση του ανταγωνισμού που προκλήθηκε από την πράξη στις ανωτέρω και σε άλλες αγορές, η εγκριτική απόφαση της Επιτροπής με την οποία έγιναν δεκτά τα εν λόγω μέτρα αποκατάστασης συνιστά παράβαση του άρθρου 2, παράγραφος 3, του κανονισμού συγκεντρώσεων.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων») (ΕΕ L 24, 29.1.2004, σ. 1).


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/43


Προσφυγή της 4ης Φεβρουαρίου 2020 — Hauz 1929 κατά EUIPO — Houzz (HAUZ LONDON)

(Υπόθεση T-66/20)

(2020/C 95/52)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Hauz 1929 Ltd (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωπος: N. Λυμπέρης, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Houzz, Inc. (Palo Alto, Καλιφόρνια, Ηνωμένες Πολιτείες)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Αιτούσα: Η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης HAUZ LONDON — Υπ’ αριθ. 17 593 823 αίτηση καταχωρίσεως

Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής

Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 19ης Νοεμβρίου 2019 στην υπόθεση R 884/2019-5

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει εν μέρει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει το EUIPO και την αντίδικο ενώπιον του τμήματος προσφυγών στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας στην παρούσα διαδικασία, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων ενώπιον του EUIPO

Προβαλλόμενος λόγος

Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/44


Προσφυγή της 3ης Φεβρουαρίου 2020 — Hauz 1929 κατά EUIPO — Houzz (HAUZ NEW YORK)

(Υπόθεση T-67/20)

(2020/C 95/53)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Hauz 1929 Ltd (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωπος: N. Λυμπέρης, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Houzz, Inc. (Palo Alto, Καλιφόρνια, Ηνωμένες Πολιτείες)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Αιτούσα: Η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης HAUZ NEW YORK — Υπ’ αριθ. 17 593 807 αίτηση καταχωρίσεως

Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής

Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 19ης Νοεμβρίου 2019 στην υπόθεση R 886/2019-5

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει εν μέρει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει το EUIPO και την αντίδικο ενώπιον του τμήματος προσφυγών στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας στην παρούσα διαδικασία, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων ενώπιον του EUIPO.

Προβαλλόμενος λόγος

Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/44


Προσφυγή της 4ης Φεβρουαρίου 2020 — Hauz 1929 κατά EUIPO — Houzz (HAUZ EST 1929)

(Υπόθεση T-68/20)

(2020/C 95/54)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Hauz 1929 Ltd (Λονδίνο, Ηνωμένο Βασίλειο) (εκπρόσωπος: N. Λυμπέρης, δικηγόρος)

Καθού: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αντίδικος ενώπιον του τμήματος προσφυγών: Houzz, Inc. (Palo Alto, Καλιφόρνια, Ηνωμένες Πολιτείες)

Στοιχεία σχετικά με τη διαδικασία ενώπιον του EUIPO

Αιτούσα: Η προσφεύγουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου

Επίδικο σήμα: Αίτηση καταχωρίσεως εικονιστικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης HAUZ EST 1929 — Υπ’ αριθ. 17 636 119 αίτηση καταχωρίσεως

Διαδικασία ενώπιον του EUIPO: Διαδικασία ανακοπής

Προσβαλλόμενη απόφαση: Απόφαση του πέμπτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 19ης Νοεμβρίου 2019 στην υπόθεση R 885/2019-5

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει εν μέρει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει το EUIPO και την αντίδικο ενώπιον του τμήματος προσφυγών στα δικαστικά έξοδα της προσφεύγουσας της παρούσας διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων ενώπιον του EUIPO.

Προβαλλόμενος λόγος

Παράβαση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.


23.3.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 95/45


Προσφυγή της 4ης Φεβρουαρίου 2020 — Tele Columbus κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-69/20)

(2020/C 95/55)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Tele Columbus AG (Βερολίνο, Γερμανία) (εκπρόσωποι: C. Wagner και J. Hackl, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής C(2019) 5187 της 18ης Ιουλίου 2019 (M.8864 — VODAFONE/CERTAIN LIBERTY GLOBAL ASSETS),

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τους ακόλουθους λόγους ακυρώσεως.

1.

Πρώτος λόγος ακυρώσεως: Πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως και διαδικαστική πλημμέλεια κατά την εξέταση της σημαντικής παρακώλυσης του αποτελεσματικού ανταγωνισμού μέσω οριζοντίων, μη συντονισμένων αποτελεσμάτων στη γερμανική «αγορά για την παροχή υπηρεσιών μετάδοσης σήματος καλωδιακής τηλεόρασης σε νοικοκυριά συγκροτημάτων κατοικιών (πελάτες συγκροτημάτων κατοικιών)».

2.

Δεύτερος λόγος ακυρώσεως: Πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως κατά την εξέταση της σημαντικής παρακώλυσης του αποτελεσματικού ανταγωνισμού μέσω οριζοντίων, μη συντονισμένων αποτελεσμάτων στη γερμανική «αγορά για την παροχή υπηρεσιών μετάδοσης σήματος καλωδιακής τηλεόρασης σε νοικοκυριά μεμονωμένων κατοικιών (πελάτες μεμονωμένων κατοικιών)».

3.

Τρίτος λόγος ακυρώσεως: Πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως και διαδικαστική πλημμέλεια κατά την εξέταση της σημαντικής παρακώλυσης του αποτελεσματικού ανταγωνισμού μέσω καθέτων, μη συντονισμένων αποτελεσμάτων στην αγορά μετάδοσης τηλεοπτικού σήματος και στη συνδεόμενη της αγοράς αυτής αγορά για παροχή υπηρεσιών μετάδοσης τηλεοπτικού σήματος καλωδιακής τηλεόρασης σε νοικοκυριά συγκροτημάτων κατοικιών.

4.

Τέταρτος λόγος ακυρώσεως: Πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως κατά την εξέταση της σημαντικής παρακώλυσης του αποτελεσματικού ανταγωνισμού μέσω οριζοντίων, μη συντονισμένων αποτελεσμάτων στη λεγόμενη αγορά τροφοδότησης στη Γερμανία.

5.

Πέμπτος λόγος ακυρώσεως: Πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως και διαδικαστική πλημμέλεια κατά την εξέταση των δεσμεύσεων, καθότι η Επιτροπή ενέκρινε πακέτο δεσμεύσεων το οποίο εξ αρχής δεν ήταν –διαρθρωτικά– κατάλληλο να αντισταθμίσει τον σημαντικό περιορισμό του ανταγωνισμού που θα προκαλούνταν λόγω της συγχώνευσης.